Book

  • Uploaded by: Alefantinoy Georgia
  • 0
  • 0
  • January 2021
  • PDF

This document was uploaded by user and they confirmed that they have the permission to share it. If you are author or own the copyright of this book, please report to us by using this DMCA report form. Report DMCA


Overview

Download & View Book as PDF for free.

More details

  • Words: 155,909
  • Pages: 468
Loading documents preview...
Από τη Μετανάστευση στην Ενσωμάτωση T Ο Π Ι Κ Ε Σ ΛΥ Σ Ε Ι Σ Σ Ε Μ Ι Α Π Α Γ ΚΟ Σ Μ Ι Α Π Ρ Ο Κ Λ Η Σ Η

Επιμέλεια Αγγλικήσ Έκδοσησ: Francesca Froy και Sylvain Giguère

ΟΟΣΑ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΑΙ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ

IMEΠO Αθήνα, 2009

Τοπική Oικονομική Aνάπτυξη και Ανάπτυξη Απασχόλησης

Από τη Μετανάστευση στην Ενσωμάτωση Τοπικές λύσεις σε μία παγκόσμια πρόκληση

Επιμέλεια Αγγλικής Έκδοσης: Francesca Froy και Sylvain Giguère Επιμέλεια Ελληνικής Έκδοσης: Γιώργος Οδ. Τσομπάνογλου Μετάφραση: Αικ. Νικολαρέα

ΟΟΣΑ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΑΙ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ

IMEΠO Αθήνα, 2009

ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΑΙ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ Ο ΟΟΣΑ είναι το μοναδικό φόρουμ όπου οι κυβερνήσεις 30 δημοκρατιών συνεργάζονται και εξετάζουν τις οικονομικές, κοινωνικές και περιβαλλοντικές προκλήσεις της παγκοσμιοποίησης. Ο ΟΟΣΑ βρίσκεται επίσης στην πρώτη γραμμή των προσπαθειών που γίνονται ώστε οι κυβερνήσεις να κατανοήσουν και να ανταποκριθούν στις νέες εξελίξεις και τους προβληματισμούς, όπως στην εταιρική διακυβέρνηση, την οικονομία της πληροφορίας και τις προκλήσεις ενός γηράσκοντος πληθυσμού. Ο Οργανισμός παρέχει τον χώρο όπου οι κυβερνήσεις μπορούν να συγκρίνουν τις εμπειρίες διαφόρων πολιτικών, να αναζητούν απαντήσεις σε κοινά προβλήματα, να προσδιορίζουν ορθές πρακτικές και να συνεργάζονται ώστε να συντονίζουν τις εσωτερικές και διεθνείς πολιτικές. Οι χώρες μέλη του ΟΟΣΑ είναι: η Αυστραλία, η Αυστρία, το Βέλγιο, ο Καναδάς, η Τσεχία, η Δανία, η Φινλανδία, η Γαλλία, η Γερμανία, η Ελλάδα, η Ουγγαρία, η Ισλανδία, η Ιρλανδία, η Ιταλία, η Ιαπωνία, η Κορέα, το Λουξεμβούργο, το Μεξικό, οι Κάτω Χώρες, η Νέα Ζηλανδία, η Νορβηγία, η Πολωνία, η Πορτογαλία, η Σλοβακία, η Ισπανία, η Σουηδία, η Ελβετία, η Τουρκία, το Ηνωμένο Βασίλειο (Η.Β.) και οι Ηνωμένες Πολιτείες (Η.Π.Α.). Η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων συμμετέχει στις εργασίες του ΟΟΣΑ. Οι εκδόσεις του ΟΟΣΑ διαχέουν ευρέως τα αποτελέσματα της συλλογής των στατιστικών στοιχείων και της έρευνας του Οργανισμού για οικονομικά, κοινωνικά και περιβαλλοντικά ζητήματα, καθώς επίσης και για τις συμβάσεις, τις οδηγίες και τα πρότυπα που συμφωνούνται από τα μέλη του. Αυτή η εργασία δημοσιεύεται με ευθύνη του Γενικού Γραμματέα του ΟΟΣΑ. Οι απόψεις που εκφράζονται και τα επιχειρήματα που υιοθετούνται εν τω παρόντι δεν αντανακλούν απαραιτήτως τις επίσημες απόψεις του Οργανισμού ή των κυβερνήσεων των μελών κρατών του. Αυτή η δημοσίευση είναι επίσης διαθέσιμη στα αγγλικά με τον τίτλο: From Immigration to Integration local solutions to a global challenge

Αυτή η δημοσίευση είναι επίσης διαθέσιμη στα γαλλικά με τον τίτλο: De l’immigration à l’intégration DES SOLUTIONS LOCALES À UN DÉFI MONDIAL

© OECD 2006 Καμία αναπαραγωγή, αντίγραφο, (ανα)μετάδοση ή μετάφραση αυτής της δημοσίευσης δεν μπορούν να γίνουν χωρίς γραπτή άδεια. Οι αιτήσεις πρέπει να σταλούν στον OECD Publishing: [email protected] ή με fax (33-1) 45 24 99 30. Για την άδεια να φωτοτυπήσει μέρος αυτής της εργασίας, πρέπει κανείς να απευθύνεται στο Centre français d’exploitation du droit de copie (CFC), 20, rue des Grands-Augustins, 75006 Paris, France, fax (33-1) 46 34 67 19, [email protected] or (for US only) to Copyright Clearance Center (CCC), 222 Rosewood Drive Danvers, MA 01923, USA, fax (978) 646 8600, [email protected].

Πίνακας Περιεχομένων

ΠΡΟΛΟΓΟΣ του Προέδρου του Ινστιτούτου Μεταναστευτικής Πολιτικής (Ι.ΜΕ.ΠΟ.), κ. Αλέξανδρου Ζαβού ................................................................. 9



Πρόλογος....................................................................................... 10



Εισαγωγή στην Ελληνική έκδοση.......................................... 13 Francesca Froy



Εισαγωγικό σημείωμα του Επιμελητή της Ελληνικής έκδοσης ................................................................... 19



Σημείωμα της Μεταφράστριας................................................ 25



Ευχαριστίες................................................................................... 27



Σύνοψη

Εισαγωγή.

Ενσωμάτωση των Μεταναστών: Εύρεση του Σωστού Συνδυασμού Πολιτικών προς Αντιμετώπιση ενός Προβλήματος Διακυβέρνησης Sylvain Giguère Ένα από τα κρισιμότερα ζητήματα τα οποία πρέπει να αντιμετωπιστούν από τις κοινωνίες μας σήμερα ...................... 41 Διπλό πρόβλημα διακυβέρνησης ................................................ 43 Τοπικές αντιδράσεις....................................................................... 46 Συνδυασμός δυνάμεων, ανάπτυξη εργαλείων . ........................ 47 Αύξηση της ευελιξίας και των θεσμικών πολιτικών ................. 48 Σημειώσεις . .................................................................................... 51 Βιβλιογραφία .................................................................................. 51

. ........................................................................................ 28

Κεφάλαιο 1. Από τη Μετανάστευση στην Ενσωμάτωση: Σύγκριση Τοπικών Πρακτικών Francesca Froy Εισαγωγή......................................................................................... 53 Βασικοί εταίροι-κλειδιά σε τοπικό επίπεδο ................................ 63 Εργαλεία που χρησιμοποιήθηκαν ............................................... 84 Ζητήματα Διακυβέρνησης ..........................................................100 Συμπεράσματα και συστάσεις για χάραξη πολιτικής ..............130 Σημειώσεις . ..................................................................................145 Βιβλιογραφία ................................................................................148

Κεφάλαιο 2. Ενσωμάτωση των Μεταναστών στον Καναδά: Η Εξέταση της Ποικιλομορφίας των Δεξιοτήτων Bob Birrell και Elisabeth McIssac Το Καναδικό πλαίσιο ...................................................................153 Επιλεγμένες τοπικές πρωτοβουλίες...........................................167 Περιπτωσιολογική μελέτη 1: Το Μόντρεαλ, Κεμπέκ ..............167 Περιπτωσιολογική μελέτη 2: Τορόντο, Οντάριο......................179 Περιπτωσιολογική μελέτη 3: Γουϊνιπεγκ, Μανιτόμπα ............189 Ανάλυση.........................................................................................198 Συμπεράσματα και ζητήματα προς εξέταση ............................205 Σημειώσεις . ..................................................................................210 Βιβλιογραφία ................................................................................212 Κεφάλαιο 3. Καινοτομίες στην Παροχή Υπηρεσιών για την . κανοποίηση των Αναγκών των Μεταναστών στην Ιταλία Ι Jonathan Chaloff Εισαγωγή.......................................................................................215 Γενικές μεταναστευτικές τάσεις: οικονομικές συνθήκες και νομοθεσία..............................................................216 Τοπικές πρωτοβουλίες: Ανταπόκριση στα προβλήματα ενσωμάτωσης . .............................................................................229 Συμπεράσματα και ζητήματα προς εξέταση ............................263 Σημειώσεις . ..................................................................................266 Βιβλιογραφία ................................................................................268 Κεφάλαιο 4. Διαδρομές στην Απασχόληση για τους Πρόσφυγες: Μια Ανασκόπηση των Τοπικών Προσεγγίσεων στο Λονδίνο Anne E. Green Εισαγωγή.......................................................................................271 Μετανάστες και πρόσφυγες στις αγορές εργασίας του Η.Β. και του Λονδίνου..........................................................287 Τοπικές πρωτοβουλίες: Ανταπόκριση στα προβλήματα ενσωμάτωσης των προσφύγων..................................................299 Συμπεράσματα και ζητήματα προς εξέταση ............................324 Σημειώσεις . ..................................................................................332 Βιβλιογραφία ................................................................................336 Κεφάλαιο 5. Τοπικές Ανταποκρίσεις σε ένα Καινούργιο Ζήτημα: Η Ενσωμάτωση των Μεταναστών στην Ισπανία Mary P. Corcoran Ισπανική αγορά εργασίας και το μεταναστευτικό πλαίσιο....341 Πλαίσιο διακυβέρνησης ..............................................................350 Τοπικές πρωτοβουλίες: Η ανταπόκριση στις προκλήσεις ενσωμάτωσης................................................................................359



Συμπεράσματα και ζητήματα προς εξέταση.............................386 Σημειώσεις . ..................................................................................395 Βιβλιογραφία ................................................................................396

Κεφάλαιο 6. Επίκεντρο της προσοχής η Νεολαία: Ενσωμάτωση στην Ελβετία Steve Fenton Πλαίσιο πολιτικής.........................................................................401 Τοπικές πρωτοβουλίες για την υποστήριξη της ενσωμάτωσης των νέων στην αγορά εργασίας.......................415 Μαθήματα από τις τοπικές πρωτοβουλίες . ..............................433 Συμπεράσματα και ζητήματα προς εξέταση ............................439 Σημειώσεις . ..................................................................................444 Βιβλιογραφία.................................................................................445

Οι Συγγραφείς Συντμήσεις

. .........................................................................448

.................................................................................452

Πλαίσια 1.1. Σχετικές δράσεις των τοπικών αρχών 2.1. Επιμορφωτικά προγράμματα «Γέφυρες» στο Κεμπέκ 2.2. Πρόγραμμα βοήθειας για την ενσωμάτωση των μεταναστών και των εμφανών μειονοτήτων στην απασχόληση (PRIIME) 2.3. Προγράμματα «Γέφυρες» που χρηματοδοτήθηκαν από το Υπουργείο Υπηκοότητας και Μετανάστευσης (της Επαρχίας) του Οντάριο 2.4. Τα Κέντρα Πόρων Απασχόλησης (ERCs) 3.1. Ο Ιταλικός Νόμος 40/1988 περί Μετανάστευσης όπως τροποποιήθηκε από τον Νόμο 189/2002 - Το σύστημα ποσόστωσης 3.2. Ένα Μη Κερδοσκοπικό Κέντρο Υποδοχής και ένας Κοιτώνας στο Τορίνο: Το Sermig 3.3. Το Κέντρο Πληροφοριών της επαρχίας του Τρέντο: CINFORMI 3.4. Κατάρτιση των αλλοδαπών εργαζομένων στη χώρα προέλευσής τους: Μια πρωτοβουλία του Τρέντο 3.5. Επιμορφωτικές μαθητείες για τους αιτούντες άσυλο και τους πρόσφυγες 3.6. Σύμφωνο για την απασχόληση στην Πόλη του Μιλάνου 3.7. ACLI και η προσπάθειά του να αντιστοιχίσει την προσφορά με τη ζήτηση στην οικιακή οικονομία (εργασία) του Μιλάνου 3.8. Ερευνητική δράση του Τρέντο για μετανάστες επιχειρηματίες 3.9. Alma Mater: το διαπολιτισμικό κέντρο που προωθεί την ποιοτική απασχόληση των γυναικών στο Τορίνο 3.10. Casa Amica: Μια μη κερδοσκοπική ένωση για την πρόσβαση στη στέγαση 4.1. Ανανέωση 4.2. Πρόγραμμα Απασχόλησης και Κατάρτισης Μεγάλης Κλίμακας RAAD 4.3. Συνολικές Επιδοτήσεις: Κριτήρια επιλεξιμότητας, αποτελέσματα και υποδειγματικά προγράμματα

4.4. Στρατηγικοί στόχοι και Δραστηριότητες της LORECA 5.1. Φόρουμ για την Κοινωνική Ενσωμάτωση των Μεταναστών 5.2. Πειραματικό πρόγραμμα προς διευκόλυνση της κοινωνικής και εργασιακής ενσωμάτωσης των εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης (Ε.Ε.) μεταναστών 5.3. Το πρόγραμμα Elionor 5.4. Στρατηγικές προώθησης κοινής υπηκοότητας και διαπολιτισμικότητας στη Ματαρό και τη Σάντα Κολόμα ντε Γκραμενέτ 5.5. Κοινωνικοοικονομικές συνθήκες στη Σάντα Κολόμα ντε Γκραμενέτ και τη Ματαρό 5.6. Το πρόγραμμα CASI στη Μαδρίτη 5.7. Ο Unió de Pagesos de Catalyuna (Ο Αγροτικός Συνεταιρισμός της Καταλονίας) 5.8. Κατάρτιση από την Grameimpuls S.A. ώστε να υποστηριχθεί η πρόσβαση στη αγορά εργασίας από τους μετανάστες 6.1. Ομοσπονδιακή Επιτροπή για τους Αλλοδαπούς 6.2. Το Φόρουμ για την Ενσωμάτωση των Μεταναστριών και Μεταναστών (το Ελβετικό FIMM) Πίνακες 1.1. Συμμετοχή στην αγορά εργασίας και ανεργία αλλοδαπών και γηγενών πληθυσμών στις συμμετέχουσες χώρες, 2004 1.2. Εμπόδια στην αγορά εργασίας 1.3. Είδη προσαρμογής των τοπικών πρωτοβουλιών στις ειδικές ανάγκες που έχουν και τα εμπόδια που αντιμετωπίζουν οι μετανάστες 1.4. Διαφοροποίηση δραστηριοτήτων υψηλών και χαμηλών πόρων 1.5. Στοχοθέτηση του χρόνου παραμονής στη χώρα 2.1. Συστήματα αξιολόγησης ειδικευμένων αλλοδαπών εργαζομένων: Σύγκριση της μοριοδότησης των κυβερνήσεων του Καναδά και του Κεμπέκ 2.2. Καναδάς, αριθμός των μόνιμων κατοίκων ανά κατηγορία 3.1. Αλλοδαποί κάτοικοι στην Ιταλία κάτοχοι άδειας παραμονής, 1985-2003 3.2. Περιφερειακή ανεργία και μεταναστευτική εργασία 3.3. Νέες προσλήψεις και αναμενόμενη ζήτηση μεταναστών, συμπεριλαμβανομένων των αναγκών κατάρτισης, 2003-2004 4.1. Η οικονομική θέση ανά χώρα γέννησης, Ευρύτερο Λονδίνο, 2002/03 5.1. Ποσοστά απασχόλησης και ανεργίας, 2000-2004 5.2. Μετανάστες με έγκυρες κάρτες ή άδειες παραμονής ανά ήπειρο 5.3. Μετανάστες με έγκυρες κάρτες ή άδειες παραμονής ανά ήπειρο, φύλο και ηλικιακή ομάδα, 31-03-2005 5.4. Αριθμός μεταναστών με άδεια παραμονής σε αυτόνομες κοινότητες και επαρχίες, 31-03-2005 5.5. Αριθμός συμμετεχόντων (ατόμων) που επιτυγχάνουν και διατηρούν την απασχόλησή τους Σχεδιαγράμματα 4.1. Ποσοστά εργαζομένων (εργάσιμης ηλικίας [16-64]) των κατοίκων του Ευρύτερου Λονδίνου ανά χώρα γέννησης, 2002/03 4.2. Ποσοστά εργαζομένων για τους μεγαλύτερους πληθυσμούς μεταναστών των κατοίκων του Λονδίνου, 2001

ΠΡΟΛΟΓΟΣ του Προέδρου του Ινστιτούτου Μεταναστευτικής Πολιτικής (Ι.ΜΕ.ΠΟ.), κ. Αλέξανδρου Ζαβού Η Ελλάδα είναι η χώρα που βιώνει τις επιδράσεις του μεταναστευτικού φαινομένου με τη μεγαλύτερη ένταση στην Ευρώπη. Ένα πολύ σημαντικό ποσοστό των μεταναστών, που εισέρχονται νόμιμα ή παράνομα στη χώρα τελικά παραμένει για μακρύ χρονικό διάστημα ή και μόνιμα, σε κάποια περιοχή της Ελλάδος. Η ανάπτυξη και η κοινωνική ειρήνη στις περιοχές εγκατάστασης των μεταναστών εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την επιτυχή ενσωμάτωση αυτών στις τοπικές κοινωνίες. Οι ασκούμενες εθνικές πολιτικές αξιολογούνται θετικά όταν επιτυγχάνουν την ομαλή ένταξη των μεταναστών στην αγορά εργασίας, στην κοινωνική ζωή της περιοχής, στη συμμετοχή τους στα πολιτικά και πολιτιστικά δρώμενα του χώρου στον οποίο ζουν, καθώς και στην επίτευξη της όσμωσης με τους γηγενείς αλλά και με τους άλλους μετανάστες που είναι εγκατεστημένοι στην ίδια περιοχή. Ο ρόλος των τοπικών κοινωνιών είναι ιδιαίτερα σημαντικός και η όποια εφαρμοζόμενη πολιτική πρέπει να επιτυγχάνει την ανάπτυξη της τοπικής οικονομίας και την πρόσβαση στην αγορά εργασίας, λαμβάνοντας υπ’ όψιν ότι απευθύνεται σε ομάδες ανθρώπων με διαφορετικούς πολιτισμούς, παραδόσεις, ήθη και έθιμα. Απαιτεί την προετοιμασία της τοπικής κοινωνίας ώστε να δεχθεί τέτοιου είδους αλλαγές, αλλά και την προσαρμογή των τοπικών δημοσίων υπηρεσιών. Στην πραγματικότητα οι εμπλεκόμενοι είναι πολλοί και το εγχείρημα ιδιαίτερα δύσκολο. Το Ινστιτούτο Μεταναστευτικής Πολιτικής (Ι.ΜΕ.ΠΟ.) στην προσπάθειά του να συμβάλει στην υιοθέτηση σύγχρονων πολιτικών που αναπτύσσονται ήδη σε άλλες χώρες υποδοχής μεταναστών, αποφάσισε να προχωρήσει στη μετάφραση και έκδοση του βιβλίου του ΟΟΣΑ με τίτλο: «Από τη Μετανάστευση στην Ενσωμάτωση». Το βιβλίο αυτό εμπεριέχει συγκρίσεις πολιτικών συστημάτων αλλά και καλές πρακτικές, που εφαρμόζονται στις τοπικές κοινωνίες σε χώρες όπως η Ιταλία, ο Καναδάς, η Ισπανία, η Ελβετία, η Μ. Βρετανία. Πιστεύουμε ότι η σοβαρότητα του οργανισμού αλλά και η εγκυρότητα των επιστημόνων που συνέβαλλαν στην έκδοση του συγκεκριμένου βιβλίου αποτελούν πρόκληση για την αξιοποίησή τους τόσο για τους χαράσσοντες την πολιτική όσο και για τους επιστήμονες που ασχολούνται στη χώρα μας με την ανάλυση και προσέγγιση του συγκεκριμένου θέματος. Ελπίζουμε το αποτέλεσμα να μας δικαιώσει.

Πρόλογος Η ενσωμάτωση των μεταναστών δεν είναι μόνο ζήτημα εθνικό αλλά και τοπικό. Ενώ οι αιτήσεις των μεταναστών μπορεί να εξετάζονται σε εθνικό επίπεδο, τελικά οι μετανάστες θα πρέπει να εγκατασταθούν σε μια τοπική κοινότητα και να βρουν τη θέση τους σε μια τοπική αγορά εργασίας. Η ενσωμάτωση είναι επίσης ζήτημα διακυβέρνησης: είναι πιθανό να σημειωθεί επιτυχία εκεί όπου υπάρχει ικανοποιητικό επίπεδο συντονισμού ανάμεσα στους υπεύθυνους για την ενσωμάτωση των μεταναστών, εκεί όπου η πολιτική προσαρμόζεται στις τοπικές ανάγκες και εκεί όπου ο επιχειρηματικός κόσμος και η κοινωνία πολιτών συμμετέχουν στη διαμόρφωση των σχετικών μέτρων. Για να είναι βιώσιμες και αποτελεσματικές, οι πρωτοβουλίες ενσωμάτωσης πρέπει να εντάσσονται σε ευρύτερες στρατηγικές τοπικής οικονομικής ανάπτυξης και ανάπτυξης απασχόλησης, να θεμελιώνονται σε τοπικά ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα και να ενισχύονται από διάφορες τομεακές πολιτικές. Η ενσωμάτωση των μεταναστών είναι ένα από εκείνα τα ζητήματα που τη διαχείρισή τους η κάθε κυβέρνηση τη θεωρεί πρόκληση. Το να υποστηρίζει κανείς την πρόσβαση (των μεταναστών) στην αγορά εργασίας είναι χαρακτηριστικά ένα πολύπλευρο ζήτημα με κοινωνικές και οικονομικές διαστάσεις. Στην περίπτωση των μεταναστών, η προσβασιμότητα της αγοράς εργασίας δεν είναι κάτι εύκολο επειδή προϋποθέτει την αντιμετώπιση διαφορετικών πολιτισμών, παραδόσεων, ηθών και εθίμων, καθώς επίσης και την προετοιμασία της τοπικής αγοράς εργασίας για το καλωσόρισμα μιας νέας πηγής προσφοράς. Για αυτόν ακριβώς τον λόγο η Διοικούσα Επιτροπή της LEEDi θα ήθελε να συμβάλει στον τρέχοντα πολιτικό διάλογο περί της ενσωμάτωσης των μεταναστών. Εδώ και αρκετά χρόνια, το Πρόγραμμα διερευνά τη σχέση μεταξύ της απασχόλησης, των δεξιοτήτων και της τοπικής διακυβέρνησης αναζητώντας προσανατολισμούς και οδηγίες για τους φορείς χάραξης πολιτικής που προσπαθούν να αντιμετωπίσουν τις σημαντικές προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι κοινωνίες μας σε μια παγκοσμιοποιημένη οικονομία. Η Διοικούσα Επιτροπή της LEED, που εποπτεύει αυτό το έργο, έχει διαδώσει την ιδιαίτερη πείρα που απόκτησε σε αυτό τον

i LEED είναι τα αρχικά του Local Economic and Employment Development, δηλ. της Τοπικής Οικονομική Ανάπτυξης και Ανάπτυξης Απασχόλησης. Βλέπε (βλ.) επίσης Σημείωση 1 στην Εισαγωγη. Από δω και στο εξής, η Διοικούσα Επιτροπή της Τοπικής Οικονομικής Ανάπτυξης και Ανάπτυξης Απασχόλησης αναφέρεται ως LEED στην παρούσα μελέτη (Σ.τ.Μ.).

χώρο σε μία σειρά σημαντικών εκθέσεων σχετικά με θέματα που κυμαίνονται από την εταιρικότητα και τη διοικητική αποκέντρωση μέχρι την αναβάθμιση των δεξιοτήτων στον εργασιακό χώρο. Κάθε δημοσίευση διευρύνει την κατανόησή μας για το πώς μπορούμε να καλύψουμε τα πολιτικά κενά και να επανακατευθύνουμε τις πολιτικές έτσι ώστε να συνάδουν με τη λειτουργία της οικονομίας μας. Είμαι ιδιαίτερα ευτυχής που τώρα είμαστε σε θέση να συμβάλουμε στον τρέχοντα διάλογο σχετικά με τους τρόπους ενσωμάτωσης των μεταναστών και των οικογενειών τους στις οικονομίες και την κοινωνία μας. Οι μετανάστες είναι ουσιαστικοί εταίροι στην αναζήτησή μας για την ενίσχυση της ευημερίας και την βελτίωση του βιοτικού επιπέδου, και υπάρχουν αμοιβαία οφέλη που αποκομίζονται από την επιτυχημένη αντιμετώπιση της πρόκλησης της ενσωμάτωσής τους. Παρ’ όλα αυτά, πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι η ενσωμάτωση δεν είναι πάντα εύκολος στόχος, και ότι οι αποτελεσματικές λύσεις απαιτούν κάτι περισσότερο από απλά μια καλή πολιτική – απαιτούν επίσης καλή διακυβέρνηση. Είμαι επίσης ευχαριστημένος που μπορούμε να δημοσιοποιήσουμε αυτή τη ξεχωριστή μετάφραση της δημοσίευσής μας σε συνεργασία με το Ελληνικό Ινστιτούτο Μεταναστευτικής Πολιτικής (Ι.ΜΕ.ΠΟ.) και το Πανεπιστήμιο του Αιγαίου, Τμήμα Κοινωνιολογίας. Μεγάλης κλίμακας εργατικής μετανάστευσης είναι ένα σχετικά πρόσφατο φαινόμενο στην Ελλάδα. Τα τελευταία χρόνια, το ποσοστό απασχόλησης των μεταναστών είναι σχετικά υψηλό. Παρ’ όλα αυτά, ένα πρόβλημα αρχής είναι η ποιότητα της απασχόλησης που είναι προσβάσιμη στους μετανάστες – μετανάστες εργαζόμενοι συγκεντρώνονται σταθερά σε ορισμένους τομείς (όπως τα κατασκευαστικά έργα, το χονδρεμπόριο, τα ξενοδοχεία και τα εστιατόρια) και στις προσωρινές και χαμηλής εξειδίκευσης θέσεις εργασίας, πράγμα που τους καθιστά ιδιαίτερα ευάλωτους στο πλαίσιο της πρόσφατης οικονομικής κάμψης. Πράγματι κατά τη διάρκεια των οικονομικών επιβραδύνσεων, ο φόβος ανταγωνισμού για την εύρεση εργασίας στρέφει συχνά τους τοπικούς πληθυσμούς ενάντια στους μετανάστες, αυξάνοντας την κοινωνική αναταραχή σε τοπικό επίπεδο. Είναι σημαντικό να μη γυρίζουμε την πλάτη μας στους μεταναστευτικούς πληθυσμούς μας, παρ’ όλα αυτά. Αποδεικνύεται συχνά ότι οι μετανάστες διαδραματίζουν κεντρικό ρόλο στην οικονομική αποκατάσταση, προσκομίζοντας μαζί τους δεξιότητες, καινοτομία και υψηλότερη από τα μέσα επίπεδα επιχειρηματικότητα, εκτός του ότι είναι προετοιμασμένοι να εργαστούν πολλές ώρες ώστε να παρέχουν υπηρεσίες σε χαλεπές εποχές. Είναι ζωτικής σημασίας

η Ελλάδα να εκμεταλλευτεί τις δεξιότητες των μεταναστών της πλήρως καθώς κινείται προς την αποκατάσταση (της οικονομίας της) - και οι τοπικοί παράγοντες πολιτικής στην αγορά εργασίας θα είναι σημαντικοί σε αυτή την διαδικασία. Αυτό το έργο δεν θα ήταν δυνατό να πραγματοποιηθεί χωρίς τη συνεισφορά του Ι.ΜΕ.ΠΟ., της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (Γενική Διεύθυνση Απασχόλησης, Κοινωνικές Υποθέσεις και Ίσες Ευκαιρίες), των Ανθρωπίνων Πόρων και Δεξιοτήτων του Καναδά, του Φορέα Ανάπτυξης του Λονδίνου, του Εθνικού Ιδρύματος Απασχόλησης της Ισπανίας (INEM), της Αυτόνομης Επαρχίας Τρέντο, του Δήμου του Μιλάνου, της Περιφέρειας Πεδεμόντιο και του Ομοσπονδιακού Γραφείου για τη Μετανάστευση της Ελβετίας. Θα επιθυμούσα να τους ευχαριστήσω όλους.

Sergio Arzeni Πρόεδρος, Πρόγραμμα LEED του ΟΟΣΑ Διευθυντής, Κέντρο Επιχειρηματικότητας, Μικρομεσαίων Επιχειρήσεων και Διευθυντής Τοπικής Ανάπτυξης

Εισαγωγή στην Ελληνική έκδοση Από τη μετανάστευση στην ενσωμάτωση: τοπικές λύσεις σε μια παγκόσμια πρόκληση

Francesca Froy Το ερώτημα για το πώς θα ενσωματώσει κανείς καλύτερα τους μετανάστες έχει γίνει πιεστικό στις χώρες του ΟΟΣΑ, καθώς περισσότεροι φορείς χάραξης πολιτικής αναγνωρίζουν τα πιθανά πλεονεκτήματα που προσκομίζουν οι μετανάστες στις τοπικές κοινωνίες. Ταυτόχρονα, οι εκβάσεις της αγοράς εργασίας για τους μετανάστες δεν φαίνονται να είναι τόσο ευνοϊκές σε διάφορες χώρες όσο ήταν στο παρελθόν. Το 2006, το Πρόγραμμα LEED ολοκλήρωσε μια μελέτη για την τοπική ενσωμάτωση των μεταναστών στην αγορά εργασίας σε πέντε χώρες του ΟΟΣΑ: στον Καναδά, την Ιταλία, την Ισπανία, την Ελβετία και στο Ηνωμένο Βασίλειο. Τα αποτελέσματα παρουσιάστηκαν σε μια δημοσίευση, «Από τη Μετανάστευση στην Ενσωμάτωση: Τοπικές Λύσεις σε μια Παγκόσμια Πρόκληση», η οποία αργότερα μεταφράστηκε στα γαλλικά το 2007. Αυτή η πιο πρόσφατη μετάφραση της δημοσίευσης στα ελληνικά έχει επιτευχθεί με τη συνεργασία του Προγράμματος LEED, του Ι.ΜΕ. ΠΟ. (Ινστιτούτο Μεταναστευτικής Πολιτικής) και του Πανεπιστημίου Αιγαίου. Είναι ιδιαίτερα επίκαιρο ότι η ελληνική έκδοση αυτού του βιβλίου πρέπει να εμφανιστεί τώρα. Στο πλαίσιο της πρόσφατης οικονομικής επιβράδυνσης, οι μετανάστες είναι ιδιαίτερα ευάλωτοι στις μειωμένες ευκαιρίες απασχόλησης. Συνολικά, η ανεργία των μεταναστών στις χώρες του ΟΟΣΑ αυξάνεται γρηγορότερα από ότι η ανεργία του γηγενούς πληθυσμού, επειδή οι εργοδότες είναι πιο απρόθυμοι να προσλαμβάνουν νεοφερμένους σε καιρούς αυξανόμενου εργατικού ανταγωνισμού (OECD, 2009). Περαιτέρω, αυτά τα αποτελέσματα αγοράς εργασίας ίσως να μην προσωρινά – στις προηγούμενες οικονομικές επιβραδύνσεις έγινε εμφανές ότι οι μετανάστες δοκιμάζουν μακροπρόθεσμα το φαινόμενο «της πληθυσμιακής ομάδας» (‘cohort’ effects), με εκείνους που μένουν άνεργοι σε περίοδο κρίσης να δοκιμάζουν πιθανόν πιο μακροπρόθεσμες μειώσεις στα ποσοστά απασχόλησης και στα ημερομίσθια. Ενώ μερικοί θα δουν την οικονομική επιβράδυνση ως δικαιολογία για να υποβαθμίσουν την ενσωμάτωση των μεταναστών, ο ΟΟΣΑ συμβουλεύει ότι οι χώρες θα έπρεπε να διατηρούν, εάν όχι και να ενισχύουν, τα προγράμματα ενσωμάτωσης (OECD, 2009a).

Είναι επίσης καιρός να δοθεί μεγαλύτερη πολιτική προσοχή στην πρόσβαση των μεταναστών σε μια καλύτερη ποιότητα απασχόλησης στην Ελλάδα. Επειδή η Ελλάδα άρχισε να γίνεται χώρα της μετανάστευσης τη δεκαετία του 1990, η κυβέρνηση έχει επιταχύνει την πολιτική της ανταπόκριση, εισάγοντας τρεις «ρυθμίσεις» για εκείνους που έχουν εισέλθει στην Ελλάδα παράνομα, ένα «Σχέδιο δράσης για την κοινωνική ενσωμάτωση των μεταναστών», που εισήχθη το 2002, και πιο πρόσφατα τη νέα νομοθεσία του 2007 όπου απλοποιεί το σύστημα αδειών, διευκολύνει την νομιμοποίηση (regularisation) και βελτιώνει την ενσωμάτωση. Θα είναι ενδιαφέρον να δει κανείς τα αποτελέσματα που θα έχουν αυτές οι νέες νομοθετικές αλλαγές στην αγορά εργασίας για τους μετανάστες στην Ελλάδα. Τα συμπεράσματα-κλειδιά αυτής της μελέτης LEED θα προσφέρουν πολύτιμα μαθήματα στους φορείς χάραξης πολιτικής σε όλα τα επίπεδα διακυβέρνησης στην Ελλάδα, οι οποίοι ελπίζουν να βελτιώσουν περισσότερο τις εκβάσεις της αγοράς εργασίας για τους μετανάστες στο δρόμο για μεγαλύτερη ευημερία και παραγωγικότητα. Αυτά τα συμπεράσματα που ίσως αποδειχθούν να είναι ιδιαίτερα σχετικά με την Ελλάδα περιλαμβάνουν την: • Ενίσχυση καλύτερης ποιότητας απασχόλησης για τους μετανάστες

Η ανεργία δεν είναι το μόνο ζήτημα που έχει επιπτώσεις στους μετανάστες. Η πρόσβαση στην ποιότητα απασχόλησης και οι προοπτικές για ανέλιξη σταδιοδρομίας είναι εξίσου σημαντικές. Στις χώρες του ΟΟΣΑ οι μετανάστες είναι πιθανότερο να απασχολούνται σε προσωρινή και χαμηλής εξειδίκευσης εργασίες, και συγκεντρώνονται σε συγκεκριμένους τομείς – εργασίες που οι γηγενείς δεν θέλουν να κάνουν, π.χ. εκείνες που είναι χαμηλόμισθες, και αντανακλούν τα «τρία D»: βρώμικος, επικίνδυνος και δύσκολος.i Αυτό ισχύει ιδιαίτερα στην Ελλάδα, όπου οι δείκτες ανεργίας είναι κατά προσέγγιση και για τον μεταναστευτικό και για τον γηγενή πληθυσμό, αλλά όπου οι μετανάστες συγκεντρώνονται στις χειρωνακτικές, χαμηλής εξειδίκευσης, χαμηλόμισθες εργασίες, ιδιαίτερα στα κατασκευαστικά έργα, τα ξενοδοχεία και τον τομέα εστιάσεως, καθώς επίσης και στο χονδρεμπόριο (OECD, 2008). Λόγω αυτού, είναι ιδιαίτερα σημαντικό οι τοπικοί εταίροι να βοηθούν τους μετανάστες για να βρουν όχι μόνο οποιαδήποτε εργασία, αλλά εργασίες καλύτερης ποιότητας που αντιστοιχούν στο υπόβαθρο και τις φιλοδοξίες τους. Η περιπτωσιολογική μελέτη του Καναδά (Κεφ. 2) σε

i Στα αγγλικά τα «τρία D» είναι τα εξής: dirty (βρώμικος), dangerous (επικίνδυνος) και difficult (δύσκολος) (Σ.τ.Μ.).

αυτόν τον τόμο δίνει ένα παράδειγμα για το πώς οι προσπάθειες τοπικών παραγόντων να καθοδηγήσουν τους μετανάστες σε μια πιο κατάλληλη απασχόληση μπορούν να έχουν θετικές εκβάσεις και για τους μετανάστες και τις τοπικές οικονομίες. • Σημασία της καλύτερης αναγνώρισης των δεξιοτήτων που προσκομίζουν οι μετανάστες

Η καλύτερη αξιολόγηση και αναγνώριση των δεξιοτήτων και της εμπειρίας που προσκομίζουν οι μετανάστες είναι σημαντική σε αυτήν τη διαδικασία. Ενώ μερικές φορές οι άνεργοι αντιμετωπίζουν προβλήματα με την αντιστοίχηση των δεξιοτήτων και των ικανοτήτων τους με την τοπική αγορά εργασίας, οι μετανάστες έχουν την επιπλέον δυσκολία ότι εκπαιδεύτηκαν και απόκτησαν τα προσόντα τους συχνά στο εξωτερικό, και οι εργοδότες το βρίσκουν δύσκολο να κρίνουν την αξία αυτών των προσόντων στην τοπική αγορά εργασίας. Το να είναι κανείς υπέρπροσοντούχος (οver-qualification) είναι ένα ιδιαίτερο πρόβλημα στην Ελλάδα. Η έρευνα του ΟΟΣΑ του 2008 διαπίστωσε ότι το 56% των μεταναστών είναι υπέρ-προσοντούχοι (overqualified) για την εργασία που κάνουν, σε αντιδιαστολή με μόνο το 9% του γηγενούς πληθυσμού (OECD, 2008). Το πρόβλημα είναι ιδιαίτερα οξύ για τις μετανάστριες, των οποίων το 56% έχουν παραπάνω προσόντα (είναι υπέρ-προσοντούχες) για την εργασία που κάνουν σε σύγκριση με το 9% των γηγενών γυναικών. Συστήματα αξιοποίησης και των αλλοδαπών προσόντων και προγενέστερης άτυπης μάθησης μπορούν να διαδραματίσουν ρόλο-κλειδί στην υποστήριξη καλύτερης ενσωμάτωσης των μεταναστών στην αγορά εργασίας, οι οποίοι μπορούν να αποδείξουν τις δεξιότητές τους με συστηματικό τρόπο στους εργοδότες, χωρίς να καταφεύγουν σε επιπλέον κατάρτιση ή εργασιακή εμπειρία. Οι περιπτωσιολογικές μελέτες του Καναδά και του Ηνωμένου Βασιλείου (Κεφ. 2 και 4 αντίστοιχα) προσφέρουν πολύτιμα παραδείγματα τέτοιων συστημάτων που βρίσκονται σε λειτουργία σε τοπικό επίπεδο. • Ανάπτυξη πιο ευέλικτης και ανταποκρινόμενης απασχόλησης και επιμορφωτικών υπηρεσιών

Είναι σημαντικό τα συστήματα θεσμοθετημένης απασχόλησης και επιμόρφωσης στην Ελλάδα να γίνονται όσο το δυνατόν πιο ευέλικτα και ανοικτά στις ιδιαίτερες ανάγκες των μεταναστών σε οποιαδήποτε δεδομένη τοποθεσία. Η μελέτη LEED του ΟΟΣΑ υπογραμμίζει την αξία των συστημάτων εκπαίδευσης ενηλίκων τα οποία να είναι τόσο ευέλικτα

ώστε να ανταποκρίνεται στις επιμορφωτικές ανάγκες των μεταναστών, να βασίζονται σε ενότητες και να προσφέρονται καθ΄ όλη τη διάρκεια του έτους, καθώς επίσης να δίνουν την ευκαιρία στους μετανάστες να αναλογίζονται γρήγορα και προσεκτικά τις δεξιότητές τους και να στηρίζονται πάνω τους ώστε να ικανοποιούν τις τοπικές ανάγκες αγοράς εργασίας. Επιπλέον, οι μηχανισμοί που συχνά υιοθετούνται από τους παρόχους των τοπικών υπηρεσιών, όπως οι ΜΚΟ, προκειμένου να προσαρμοστούν στις ανάγκες των μεταναστών (ευέλικτες ώρες λειτουργίας και βραδινά ραντεβού, υποστήριξη αναζήτησης εργασίας που στοχεύει σε συγκεκριμένες ομάδες σύμφωνα με το φύλο ή τα επίπεδα δεξιοτήτων), θα μπορούσαν κάλλιστα να υιοθετηθούν από τις κύριες δημόσιες υπηρεσίες απασχόλησης. Μια ανασκόπηση της διαθέσιμης ευελιξίας στη τοπική πολιτική απασχόλησης στην Ελλάδα έδειξε ότι το σύστημα είναι ακόμα σχετικά συγκεντρωτικό (βλ. OECD, 2009b). Έτσι, ίσως απαιτείται να γίνει περισσότερη δουλειά ώστε τα προγράμματα αγοράς εργασίας να προσαρμοστούν καλύτερα στις ιδιαίτερες ανάγκες των τοπικών μεταναστευτικών πληθυσμών. • Σημασία της εστίασης στη δεύτερη και τρίτη γενιά

Πολλοί πιστεύουν ότι οι απόγονοι των οικογενειών των μεταναστών δεν θα έπρεπε να αντιμετωπίζουν σημαντικά εμπόδια στην ενσωμάτωση στην αγορά εργασίας, έχοντας εκπαιδευτεί στη νέα χώρα τους και είναι πιθανότερο να μιλούν τη γλώσσα της πλειοψηφίας του (συνολικού) πληθυσμού (βλ. Giguère σε αυτόν τον τόμο). Εντούτοις, μια διεθνής μελέτη του ΟΟΣΑ διαπίστωσε ότι πολλές χώρες αποτυγχάνουν να βοηθήσουν αποτελεσματικά την ενσωμάτωση των παιδιών των οικογενειών των μεταναστών στην κοινωνία, με τα παιδιά των μεταναστών να μένουν πίσω περισσότερο από δύο έτη από τα αντίστοιχα γηγενή τους στη σχολική απόδοση (OECD, 2006). Αυτό είναι ένα ιδιαίτερο πρόβλημα στην Ελλάδα όπου τα αποτελέσματα για την εκπαίδευση στις επιστήμες των παιδιών των μεταναστών ήταν ιδιαίτερα χαμηλά σύμφωνα με μια μελέτη της ΠΙΖΑΣ του 2006, και βρέθηκε ότι το ένα δεύτερο των ατόμων που εγκαταλείπουν το σχολείο (δηλ. εκείνα που αποτυγχάνουν να ολοκληρώσουν τη φοίτησή τους στο λύκειο) προέρχονται από μεταναστευτικά υπόβαθρα (OECD, 2009a). Επομένως, η διασφάλιση ότι τα παιδιά των μεταναστών έχουν ίσες ευκαιρίες στο σχολείο, τα κολέγια και στην τριτοβάθμια εκπαίδευση είναι ουσιαστική προτεραιότητα για τους τοπικούς φορείς χάραξης πολιτικής. Αυτό μπορεί να περιλάβει την επιπρόσθετη βοήθεια όταν τα παιδιά είναι μικρά (π.χ.

μέσω της προσχολικής εκπαίδευσης) ώστε να διασφαλιστεί ότι η γλώσσα και τα άλλα εμπόδια που συνδέονται με τις πολιτισμικές διαφορές δεν εμποδίζουν τη μάθηση. Η διασφάλιση ανάμικτης εκπαίδευσης και η αποφυγή έντονων συγκεντρώσεων μεταναστών σε ορισμένα σχολεία μπορεί επίσης να είναι πολύτιμα μέσα για την προώθηση της μελλοντικής ενσωμάτωσης. Το 2009 ο ΟΟΣΑ διαπίστωσε ότι ένας λόγος για τα υψηλά ποσοστά εγκατάλειψης του σχολείου μεταξύ των παιδιών των μεταναστών στην Ελλάδα ήταν ότι τα παιδιά συγκεντρώνονται σε σχολεία που δέχονται πιο κοινωνικοοικονομικά μειονεκτούντες μαθητές και έχουν χαμηλότερη ποιότητα εκπαιδευτικών πόρων (OECD, 2009c). Η περιπτωσιολογική μελέτη της Ελβετίας (Κεφ. 6) παρέχει μια χρήσιμη επισκόπηση των μηχανισμών που βοηθούν τα νέα παιδιά των μεταναστών να πετύχουν, ιδιαίτερα μέσω του συστήματος μαθητείας. • Σημασία της εκμάθησης της γλώσσας

Στις οικονομίες και στις υπηρεσίες που βασίζονται στη γνώση και στις υπηρεσία η γλώσσα είναι ιδιαίτερα σημαντική, και οι κατά τόπους περιοχές θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι υψηλού επιπέδου μαθήματα γλώσσας που ικανοποιούν τις ανάγκες των εργοδοτών είναι διαθέσιμα και να διασφαλίζουν ότι οι άρτια καταρτισμένοι μετανάστες είναι σε θέση να εκμεταλλεύονται πλήρως τις γνώσεις τους. Αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό στην Ελλάδα, δεδομένου ότι τώρα τα ελληνικά δεν μιλιούνται συνήθως έξω από τη χώρα. Η καθιέρωση τέτοιας παροχής μπορεί να συμπεριλαμβάνει τη συζήτηση για τις γλωσσικές απαιτήσεις που έχουν οι εργοδότες ανάλογα τον τομέα, και την καθιέρωση ενός ελάχιστου κατώτατου ορίου κάτω από το οποίο η γλωσσική κατάρτιση πρέπει να είναι δημόσια διαθέσιμη. Το σύστημα γλωσσικής συγκριτικής μέτρησης επιδόσεων στον Καναδά (Κεφ. 2), παραδείγματος χάριν, είναι ένα χρήσιμο όργανο στην προσπάθεια βελτίωσης της γλωσσομάθειας (των μεταναστών) στις επαρχίες, με τις επαρχίες της Μανιτόμπα, του Κεμπέκ και του Οντάριο να προσφέρουν μια ευρέως διαθέσιμη γλωσσική κατάρτιση σε πρότυπα που συμφωνούν με τις ανάγκες των εργοδοτών. Η περιπτωσιολογική μελέτη του Ηνωμένου Βασιλείου (Κεφ. 4) προσφέρει επίσης χρήσιμο παράδειγμα των μαθημάτων γλώσσας για επαγγελματικούς ή ειδικούς σκοπούς. • Αντιμετώπιση της άτυπης οικονομίας

Οι μετανάστες είναι ιδιαίτερα ευάλωτοι στην εκμετάλλευση από την άτυπη οικονομία, η οποία μακροπρόθεσμα μπορεί να περιορίσει τη ικανότητα των

μεταναστών να ενσωματωθούν στην επίσημη αγορά εργασίας. Αυτό είναι ένα ιδιαίτερο πρόβλημα στην Ελλάδα, όπου το ποσοστό των παράνομων μεταναστών είναι ιδιαίτερα υψηλό. Ενώ τα τοπικά υποκαταστήματα των συγκεντρωτικών υπηρεσιών συχνά δυσκολεύονται να εργαστούν σε αυτόν το τομέα, είναι προφανές ότι οι τοπικές ΜΚΟ μπορούν να έχουν άμεσα και αξιοπρόσεκτα αποτελέσματα στη νομιμοποίηση των παράνομων μεταναστών, ακόμα κι αν δεν μπορούν να αντιμετωπίσουν την ευρύτερη άτυπη οικονομία αυτή καθ’ εαυτή. Επιπλέον, είναι σαφές ότι οι ενώσεις εργοδοτών και τα συνδικάτα μπορούν να αποδειχθούν αποτελεσματικά στη βελτίωση των συνθηκών εργασίας των μεταναστών στον εργασιακό χώρο, οι οποίοι (μετανάστες) πέφτουν θύματα των άτυπων πρακτικών και των κακών συνθηκών απασχόλησης. Η περιπτωσιολογική μελέτη της Ισπανίας (Κεφ. 5) προσφέρει ένα παράδειγμα για το πώς οι τοπικοί παράγοντες αντιμετώπισαν αυτό το θέμα. • (και την) Καλύτερη υποστήριξη της επιχειρηματικότητας

Τέλος, παρά το γεγονός ότι οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις αποτελούν ένα σημαντικό μέρος της ελληνικής οικονομίας, οι μετανάστες εμφανίζονται να έχουν σχετικά χαμηλά επίπεδα αυτοαπασχόλησης στην Ελλάδα. Η περιπτωσιολογική μελέτη της Ιταλίας (Κεφ. 3) παρέχει πολύτιμη γνώση για το πώς τοπικοί φορείς μπορούν καλύτερα να υποστηρίξουν και να συντηρήσουν νεοσύστατες επιχειρήσεις μεταναστών. Bibliography OECD (2009a), International Migration Outlook, OECD, Paris. OECD (2009b), Flexible policy for more and better jobs, OECD, Paris. OECD (2009c), Economic Surveys: Greece, OECD, Paris. OECD (2008), International Migration Outlook, OECD, Paris. OECD (2006), International Migration Outlook, OECD, Paris.

Εισαγωγικό Σημείωμα του Επιμελητή της Ελληνικής έκδοσης Γεώργιος Οδ. Τσομπάνογλου, Ph.D. (Carleton) Από την κλασσική αρχαιότητα Έλληνες ταξιδεύουν και μεταναστεύουν σχεδόν συνεχώς. Οι σημερινές κοινότητες της Ελληνικής Διασποράς διατηρούν εκείνη την κλασσική ζέση του να είναι «ενεργές στην οικουμένη». Υπάρχουν περίπου επτά εκατομμύρια Έλληνες σε όλη την υδρόγειο, από τη Σουηδία στην Αυστραλία και από τη Νότια Αφρική και τη Βραζιλία στη Γερμανία και το Ηνωμένο Βασίλειο (Η.Β.). Τώρα, η ίδια η Ελλάδα έχει γίνει χώρα της μετανάστευσης, αρχίζοντας με την παλιννόστηση από τη Γερμανία, τον Καναδά και τη Σουηδία, τη δεκαετία του 1980, και την πρώην Σοβιετική Ένωση τη δεκαετία του 1990.1 Πιο πρόσφατα, η αλλαγή καθεστώτος στην Αλβανία επέτρεψε τη μαζική έξοδο Αλβανών στην Ελλάδα, εκ των οποίων πολλοί ήσαν ελληνικής καταγωγής και μιλούσαν ελληνικά. Ο αλβανικός πληθυσμός αποτελεί τώρα σχεδόν τους μισούς από τους συνολικούς μετανάστες στη χώρα. Η Ελλάδα έχει επίσης έναν αρκετά μεγάλο πληθυσμό οικονομικών μεταναστών, πολλοί από τους οποίους προέρχονται από τα βόρεια σύνορα της Ελλάδας, από χώρες όπως η Βουλγαρία και η Ρουμανία, οι οποίες είναι τώρα μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Ε.Ε.). Το «μωσαϊκό» των διαφορετικών μεταναστών στην Ελλάδα παρουσιάζει διαφορετικές ευκαιρίες και προκλήσεις όσον αφορά στην ενσωμάτωσή τους στην αγορά εργασίας. Οι περισσότερες κοινότητες μεταναστών απολαμβάνουν το εθνοτικό κοινωνικό τους κεφάλαιο και τη συνεργασία τους – κάτι που είναι γνωστό ως «κεφάλαιο δεσμών» (bonding capital). Εντούτοις, είναι επίσης σημαντικό για τη χώρα μας να χτίσει «κεφάλαιο γεφυρώματος» (bridging capital) που να ενσωματώνει τους μετανάστες καλύτερα στην ευρύτερη κοινωνία. Η πρόσβαση στην εκπαίδευση, η εκμάθηση της (ελληνικής) γλώσσας, η νομική βοήθεια, η υγεία για τα παιδιά, η βασική κοινωνική προστασία και τα δικαιώματα εργασίας είναι όλα κλειδιά, όπως είναι η οικοδόμηση της εμπιστοσύνης μεταξύ κοινοτήτων σε τοπικό επίπεδο. Είναι επίσης σημαντικό οι μετανάστες να μην είναι συγκεντρωμένοι σε συγκεκριμένες θέσεις απασχόλησης, αλλά να έχουν πρόσβαση σε μια ευρεία σειρά τομέων, συμπεριλαμβανομένων του τομέα της κοινωνικής φροντίδας, των μεταφορών, του τουρισμού, της γεωργίας, των 1 Πολλοί από τους παλιννοστούντες εμπλέκονται σε μια κυκλική μετανάστευση πολλών γενεών, ανταποκρινόμενοι στις ευκαιρίες που βρίσκονταν στην Ελλάδα και τα ανεβοκατεβάσματα της τοπικής αγοράς εργασίας.

δημοτικών και δημόσιων υπηρεσιών και της βιομηχανίας. Και δεν είναι μόνο ο τομέας που είναι σημαντικός αλλά και το είδος εργασίας που κάνει κανείς. Το θέμα κλειδί εδώ είναι εάν οι μετανάστες βρίσκουν ποιοτικές εργασίες, ή εάν χρησιμοποιούνται ως «φτηνό εργατικό δυναμικό», ως ένας τρόπος για να μειωθούν οι δαπάνες. Εάν ισχύει το τελευταίο, αυτό είναι καταστρεπτικό όχι μόνο για τους μετανάστες αλλά και για την παραγωγή και τα συστήματα διανομής, τα οποία αποτυγχάνουν να εκσυγχρονιστούν και να γίνουν παραγωγικότερα.

Η φαινομενικά άφθονη, ευέλικτη και «αόρατη» προσφορά εργασίας των μεταναστών, κατά τη διάρκεια των προηγούμενων 20 ετών, ήταν «μάνα εξ ουρανού» για την ιδιωτική επιχείρηση, τις αγορές κατοικιών και τα κατασκευαστικά έργα, και η επίσημη και η άτυπη. Η δραματική αύξηση των χωρίς άδεια κτηρίων στην Ελλάδα κατά τη διάρκεια των προηγούμενων 20 ετών έχει δει την οικοδόμηση 1.5 εκατομμυρίων οικοδομών.2 Παρόμοια, ο τουριστικός τομέας έχει ωφεληθεί πολύ από την απασχόληση των μεταναστών στις ξενοδοχειακές επιχειρήσεις και τη τροφοδοσία. Οι έντονα καλλιεργημένες αγορές λαχανικών και φρούτων φιλοξενούν επίσης τους μετανάστες. Στο αστικό περιβάλλον, οι αλλοδαποί οικιακοί βοηθοί, η ιδιωτική νοσοκόμα που φροντίζει ηλικιωμένα άτομα, και οι βοηθοί για τη μέριμνα του παιδιού έχουν γίνει μόνιμο προσάρτημα της ελληνικής οικογενειακής ζωής. Αυτό που είναι εντυπωσιακό είναι η ισχνή κρατική νομιμοποίηση αυτών των ιδιωτικών και κατά ένα μεγάλο μέρος άτυπων «αγορών». Όπως σε άλλες χώρες του ΟΟΣΑ, οι μετανάστες φθάνουν στην Ελλάδα κατά τη διάρκεια της περιόδου όπου ο γενικός πληθυσμός γερνά. Στην ελληνική επαρχία, ιδιαίτερα, οι μετανάστες (συχνά αλβανικές οικογένειες με τα παιδιά τους) έχουν γεμίσει το δημογραφικό κενό που δημιουργείται και από τον γηράσκοντα πληθυσμό και από την αποδημία στις πόλεις. Ο Πίνακας 1 δείχνει αρκετά ζωντανά το αυξανόμενο ποσοστό των ξένων γεννήσεων στην Ελλάδα κατά τη διάρκεια της περιόδου 2004-2007 (τα στοιχεία για το 2008 δεν είναι ακόμα διαθέσιμα από την Εθνική Στατιστική Υπηρεσία Ελλάδας (Ε.Σ.Υ.Ε.). Δέστε πρόσφατο άρθρο που αναφέρεται στην νέα Γνώμη της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (Ο.Κ.Ε.) σχετικά με την οικοδομική δραστηριότητα στην χώρα μας και το χαοτικό πλαίσιο που την χαρακτηρίζει. Χαραλαμπίδου, Β., Ελευθεροτυπία, (Α17) Σάββατο, 7 Νοεμβρίου, 2009.

2

Πίνακας 1: Γεννήσεις σύμφωνα με την εθνικότητα της μητέρας 2004

2005

2006

2007

Αλλαγή κατά τα έτη 2004-2007

Ελληνίδα

88 803

89 812

92 584

91 455

2, 99 %

Αλβανίδα

10 362

10 690

11 875

12 361

19 29 %

Ρουμάνα

886

982

1 101

1 299

46,61 %

Βουλγάρα

1 020

1 025

1 037

1 148

12,35 %

Άλλης εθνικότητας

4 584

5 036

5 455

5 665

23.58 %

Σύνολο Γεννήσεων από τους Αλλοδαπούς

16 852

17 733

19 488

20 471

21,48 %

Σύνολο Γεννήσεων

105 655

107 545

112 042

111 926

5,94 %

Ποσοστό Αλλοδαπών Γεννήσεων

15,85

16,49

17,37

18,29

Πηγή: Ε.Σ.Υ.Ε. Στην εφημερίδα Κυριακάτικη Ελευιθεροτυπία, 27/09, 2009, σελ. 47

Ενώ οι μετανάστες αποτέλεσαν μια θετική δημογραφική παρουσία στις αγροτικές περιοχές κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1980, από τη δεκαετία του 1990 ο μεταναστευτικός πληθυσμός έχει (μετα)κινηθεί επίσης στις αστικές περιοχές, ασκώντας πίεση στις τοπικές πολιτικές διακυβέρνησης, τη νομιμοποίηση και στην πολιτισμική ενσωμάτωση. Η συγκέντρωση των μεταναστών ιδιαίτερα στην καρδιά της πόλης της Αθήνας ασκεί δραματική πίεση στους ήδη οικονομικά δοκιμαζόμενους πόρους της τοπικής κυβέρνησης. Σαφώς, η ενσωμάτωση του τωρινού σημαντικού μεταναστευτικού πληθυσμού είναι ένα βασικό αναδυόμενο ζήτημα πολιτικής για την Ελλάδα. Γι’ αυτό τον λόγο και η παρούσα μελέτη του ΟΟΣΑ-LEED έρχεται σε μια πολύ επίκαιρη στιγμή, στην προσπάθειά της να υποκινήσει μια συνολική πολιτική ανταπόκριση για την ενσωμάτωση των μεταναστών σε τοπικό επίπεδο. Η παρούσα μελέτη αποτελεί έναν πραγματικό οδικό χάρτη για την κυβέρνηση, τις τοπικές αρχές, τους τοπικούς κοινωνικούς εταίρους, εθελοντικές οργανώσεις, την Ορθόδοξη Εκκλησία και τις αποστολές της, καλώντας τους να ενεργήσουν με πνεύμα συνεργασίας ώστε να μπορέσουν να διαχειριστούν καλύτερα αυτό τον ιδιαίτερα πολυσύνθετο πολιτικό χώρο.

Η ενσωμάτωση των μεταναστών έχει τις οικονομικές, πολιτικές και νομικές διαστάσεις της αλλά είναι προ πάντων ένα ζήτημα διακυβέρνησης. Δεν είναι ένα ζήτημα που μπορούμε να κρατάμε αμυντική στάση. Όλοι πρέπει να είμαστε δυναμικοί και να συνεργαζόμαστε τοπικά, χρησιμοποιώντας την προσέγγιση επίλυσης προβλήματος. Οι πέντε περιπτωσιολογικές μελέτες που περιλαμβάνονται σε αυτό το βιβλίο μπορούν να μας πουν για τα κυβερνητικά πλαίσια που έχουν αναπτυχθεί σε άλλες χώρες του ΟΟΣΑ και για το πώς έχει αντιμετωπιστεί αυτό το ζήτημα. Οι διαφορετικές μελέτες χωρών δίνουν έμφαση σε πολλά όργανα και μέτρα που μπορούν να προσαρμοστούν στο ελληνικό πλαίσιο. Πρέπει να μελετηθεί καλά ποια μελέτη είναι η πιο κατάλληλη, και πώς πρέπει να δοθεί προτεραιότητα στα διαφορετικά μέτρα. Είναι σίγουρο, εντούτοις, ότι η κοινωνική ενσωμάτωση απαιτεί επίσης τη οικονομική ένταξη, μέσω της καλύτερης πρόσβασης στο εκπαιδευτικό σύστημα και τον κόσμο της εργασίας. Ενώ είναι σημαντικό να σκεφτεί κανείς συγκεκριμένα μέτρα που θα βοηθήσουν τους μετανάστες, απαιτούνται περισσότερες και σημαντικές αλλαγές στο θεσμικό πλαίσιο στην Ελλάδα για την ενσωμάτωση για να είναι αποτελεσματικές. Για να μπορέσουν οι φορείς της αγοράς εργασίας να λειτουργήσουν καλά για τους μετανάστες, πρέπει αρχικά λειτουργούν καλύτερα για τους ντόπιους, λαμβάνοντας υπόψη πλήρως τις δεξιότητες και τις ειδικότητες των πελατών τους προκειμένου να τους (μετανάστες) αντιστοιχίσουν καλύτερα με βιώσιμες και κατάλληλες ευκαιρίες απασχόλησης. Συγχρόνως, η υποστήριξη της ενσωμάτωσης των μεταναστών σε τοπικό επίπεδο θα απαιτήσει τη δημιουργία υποδομής για τους δήμους στην Ελλάδα. Στρέφοντας την προσοχή μας στα παραδείγματα της Ισπανίας και της Ιταλίας (Κεφ. 5 και 3 αντίστοιχα), οι τοπικές κυβερνήσεις μπορούν να παίξουν πρωταρχικό ρόλο στη διαδικασία ενσωμάτωσης. Παρ’ όλα αυτά, οι δημοτικές αρχές στην Ελλάδα είναι χρόνια υποχρηματοδοτούμενες, και, γι’ αυτό, παίζουν περιορισμένο ρόλο στην υποστήριξη της κοινωνικής ενσωμάτωσης τοπικά. Αυτό πρέπει να εξεταστεί. Ταυτόχρονα, η σημαντική άτυπη οικονομία στην Ελλάδα πρέπει να ρυθμιστεί καλύτερα, με μεγαλύτερη επιβολή των προτύπων εργασίας και των κανονισμών υγείας και ασφάλειας σε ολόκληρη τη χώρα. Τα βασικά συμπεράσματα-κλειδιά για την ελληνική περίπτωση περιλαμβάνουν: Δεδομένου ότι πολλοί μετανάστες συγκεντρώνονται στις χειρωνακτικές εργασίες

(OECD, 2002) και μόνο το 9,8% των αλλοδαπών έχουν εργασίες γραφείου, είναι σημαντικό να αναγνωρίσουμε καλύτερα και να χρησιμοποιήσουμε τις δεξιότητες που προσκομίζουν οι νέοι μετανάστες. Τοπικοί «έλεγχοι δεξιοτήτων» (‘skills audits’) που προσδιορίζουν τις δεξιότητες που προσκομίζουν οι μετανάστες στην τοπική οικονομία θα μπορούσαν να είναι ένα χρήσιμο βήμα. Η εκμάθηση της (ελληνικής) γλώσσας θα είναι επίσης σημαντική επειδή θα επιτρέπει στους μετανάστες να προσαρμόζουν τις δεξιότητές τους στις νέες αγορές εργασίας. Αυτό είναι ένα θέμα εξαιρετικής σπουδαιότητας για την Ελλάδα, και χρήζει εθνικής προσοχής. Σημαντική επίσης είναι μια εκστρατεία που θα πείθει τα παιδιά των μεταναστών να ολοκληρώνουν την υποχρεωτική εκπαίδευση, επειδή τα ποσοστά διακοπής φοίτησης αυτήν την περίοδο είναι υψηλά (βλ. Πίνακα 2). Πίνακας 2: Κατανομή των γηγενών, αλλοδαπών και παλιννοστούντων μαθητών κατά το σχολικό έτος 2004-05

Τάξη

Αλλοδαποί μαθητές

Παλιννοστούντες μαθητές

Αλλοδαποί και Παλιννοστούντες

Σύνολο Γηγενών, Αλλοδαπών και Παλιννοστούντων

Νηπιαγωγείο

9503

1580

11083

138304

Δημοτικό Σχολείο

59334

8405

67739

638550

Γυμνάσιο

29170

7217

36387

333989

Λύκειο και ΤΕΕ

15456

7528

22984

338189

Σύνολο

113463

24730

138193

1449032

Πηγή: Ινστιτούτο Διαπολιτισμικής Εκπαίδευσης, 2006, Αθήνα.

Όπως προσδιορίζεται ανωτέρω, η άτυπη απασχόληση είναι ένα σημαντικό πρόβλημα στην Ελλάδα, και έχει επιπτώσεις ιδιαίτερα στη νεολαία, τις γυναίκες, τους κατοίκους των αγροτικών περιοχών (ιδιαίτερα στις γεωργικές και τουριστικές περιοχές) και σε εκείνους που απασχολούνται στις προσωπικές (βοηθητικές) υπηρεσίες για τα παιδιά και τα άτομα τρίτης ηλικίας. Ακόμα και όταν νομιμοποιηθούν οι μετανάστες, η επιστροφή στην άτυπη εργασία είναι ενδημική. Η απασχόληση στον επίσημο τομέα πρέπει να είναι προσβάσιμη για τους

μετανάστες, ιδιαίτερα στο δημόσιο τομέα. Η παιδική εργασία είναι επίσης ένα θέμα που απαιτεί την ακριβή εφαρμογή των προτύπων εργασίας. Η απασχόληση και οι επιμορφωτικές υπηρεσίες πρέπει να γίνουν πιο ευέλικτες και ανταποκρίσιμες. Πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη προτεραιότητα στην κατάρτιση της νεολαίας διότι προετοιμάζει το έδαφος για τη μελλοντική σταθερότητα και την ενσωμάτωση. Η υποστήριξη της επιχειρηματικότητας των μεταναστών στην Ελλάδα αντιπροσωπεύει επίσης μια σημαντική πρόκληση. Το να βοηθήσει κανείς τους μετανάστες να ιδρύσουν επιτυχώς νομότυπες επιχειρήσεις ίσως να είναι ένας χρήσιμος μηχανισμός για την άτυπη και σκιώδη οικονομία. Σε αυτόν τον τομέα τα πνευματικά δικαιώματα ιδιοκτησίας πρέπει να τηρηθούν, και η πειρατεία πρέπει να καταπολεμηθεί. Θεωρούμε ότι η μετάφραση αυτού του έργου στην γλώσσα μας αποτελεί, μια συγκεκριμένη και ολοκληρωμένη πρόταση-οδηγό για την αντιμετώπιση ίσως της πιο ορατής κρίσης στην ελληνική πολιτεία και κοινωνία. Θέλω να ευχαριστήσω την Αικ. Νικολαρέα για την εργασία της, τον Sergio Arzeni για όλη του την καλή θέληση συνεργασίας και τον πρόεδρο του ΙΜΕΠΟ που αποδέχτηκε την πρόταση μας για την ένταξη του έργου αυτού στις εκδόσεις του Ινστιτούτου.

Βιβλιογραφία OECD, 2002 The Economic Impact of International Migration: A Framework for EDRC Country Reviews, Paris. Εθνική Στατιστική Υπηρεσία της Ελλάδας, διάφορες Απογραφές. Ι.ΜΕ.ΠΟ., 2004, Στατιστικά δεδομένα για τους μετανάστες στην Ελλάδα, Αθήνα. Ι.ΜΕ.ΠΟ., 2005, Οικονομικές διαστάσεις της Μετανάστευσης, Αθήνα.http://

www.grlove.com/ftopict-2146.html

Σημείωμα της Μεταφράστριας Στην μετα-Βαβέλ εποχή, πολλοί προσπάθησαν να δώσουν απάντηση στο ερώτημα «τι είναι μετάφραση». Θα ήταν λοιπόν παράλογο στο παρόν πλαίσιο να προσπαθήσω να δώσω μια θεωρητική απάντηση σε αυτό το αρχαίο μα πάντα καινούργιο και ακανθώδες ερώτημα. Από θεωρητική άποψη, η παρούσα μετάφραση είναι διπλοεστιακή. Βλέπει και προς το πρωτότυπο αγγλικό κείμενο (κείμενο πηγή) – που έχει γραφτεί από μια πλειάδα αγγλόφωνων και μη συγγραφέων – αλλά και προς τον στόχο: το ευρύτερο ελληνικό αναγνωστικό κοινό ώστε να δημιουργήσει ένα κείμενο στόχο που να είναι αναγνώσιμο και κατανοητό από αυτό το κοινό. Από πρακτική άποψη, αυτό σημαίνει ότι έπρεπε να κάνω την υπέρβαση και να (ξανα)γράψω/διευκρινίσω κάποια σημεία τα οποία στέκουν πάντα σιωπηρά, στις παρυφές του κειμένου. Και αυτά τα σημεία είναι πολιτισμικά, εκπαιδευτικά κ.λ.π. και, ναι μεν θεωρούνται «δεδομένα» από τους συγγραφείς του πρωτότυπου κειμένου – και γι’ αυτό αποσιωπώνται – όταν όμως διαβάζονται από άτομα που δεν έχουν γνώση και επίγνωση αυτών των στοιχείων, τότε το αποτέλεσμα είναι να πλησιάζουν αυτά τα άτομα την παρυφή ενός κενού: της αβυσσαλέας άγνοιας άλλων πλαισίων (πολιτισμικών, πολιτικών κ.λ.π.). Αυτό το κενό προσπάθησαν να «καλύψουν»/αυτή τη σιωπή προσπάθησαν να σπάσουν – οι σημειώσεις της μεταφράστριας (Σ.τ.Μ.) και οι ΣΥΝΤΜΗΣΕΙΣ (δώδεκα σελίδων που παρατίθενται στο τέλος της παρούσης μελέτης) καθ’ όλη την απόδοση του πρωτότυπου αγγλικού κειμένου. Αυτές οι σημειώσεις γίνονται υποσημειώσεις στο κείμενο για να ξεχωρίσουν από τις σημειώσεις του κάθε/της κάθε συγγραφέα που βρίσκονται στο τέλος του κάθε Κεφαλαίου. Είναι δύσκολο να γεφυρώσει ένας μεταφραστής/μια μεταφράστρια πολιτισμικές, γλωσσικές και άλλες διαφορές, δεν παύει όμως να προσπαθεί με τη συγγραφή του / της. Στην παρούσα όμως μελέτη, αυτές οι διαφορές αναδεικνύονται όχι μόνο από τις υποσημειώσεις της μεταφράστριας αλλά και από το ξετύλιγμα του υφαδιού της ανάγνωσης, και το μυαλό αρχίζει να συγκρίνει εκπαιδευτικά προγράμματα – όπως τα εκπαιδευτικά προγράμματα «Γέφυρες» (bridging courses) στον Καναδά (Κεφάλαιο 2) και στο Ηνωμένο Βασίλειο (Κεφάλαιο 4) – και εννοιοδοτήσεις του όρου «μαθητεία» (apprenticeship) στην Ιταλία (Κεφάλαιο 3) και την Ελβετία (Κεφάλαιο 6). Ως προς τις μεταφραστικές επιλογές, θα ήταν αρκετό στο παρόν πλαίσιο

να ισχυριστώ ότι απέδωσα τη λέξη integration ως ενσωμάτωση και όχι ως «ένταξη» ή «ολοκλήρωση». Αυτή ήταν και είναι συνειδητή επιλογή. Η ελληνική λέξη ενσωμάτωση παραπέμπει στο ότι κάποιος ή κάτι γίνεται αναπόσπαστο μέρος ενός συνόλου (δηλ. μέρος του σώματος), το ΖΗΤΟΥΜΕΝΟ δηλαδή της παρούσας μελέτης: πως μπορούν οι μετανάστες να γίνουν αναπόσπαστο μέρος της χώρας υποδοχής; – αυτός είναι ο διατρέχων προβληματισμός και η υποβόσκουσα φιλοσοφία της μελέτης αυτής. Ίσως η αγγλική λέξη incorporation να απέδιδε καλύτερα την ενσωμάτωση, μια και αυτή η λέξη ενσωματώνει το λατινικό corpus: σώμα. Αλλά η σύγχρονη χρήση της λέξης incorporation και οι εννοιοδοτήσεις της θα ήταν έτσι και αλλιώς αποτρεπτικές για το πρωτότυπο αγγλικό κείμενο. Μια άλλη προβληματική έκφραση που γίνεται χαμαιλέοντας στο παρόν πρωτότυπο κείμενο είναι λέξη με τις τρεις διαφορετικές εκφάνσεις: mainstream, mainstreaming, mainstreamed. Ανάλογα με τα συμφραζόμενα, ανάλογη είναι και η απόδοση. Συνήθως, την αποδίδω ως «κύριες» ή «θεσμοθετημένες» υπηρεσίες, όταν το πρωτότυπο κείμενο αναφέρεται σε δημόσιες ή ιδιωτικές υπηρεσίες που έχουν καθιερωθεί στη συνείδηση ενός λαού, ενός τόπου, μιας χώρας. Υπάρχουν όμως και περιπτώσεις που την απέδωσα ως «ενσωμάτωση» όταν το κείμενο αναφερόταν στην ανάγκη των μεταναστών to be mainstreamed: να ενσωματωθούν. Κάποια άλλη μεταφραστική/μεταφρασεολογική πρακτική που εφάρμοσα είναι ότι προσπάθησα να αποδώσω τα ονόματα και τις γεωγραφικές τοποθεσίες στα ελληνικά – όπου ήταν δυνατόν – για να μην αποσπάται η προσοχή του ελληνικού αναγνωστικού κοινού από τα ζητήματα μείζονος σημασίας που αναφέρονται στο κείμενο. Το Κεφάλαιο 5 ίσως ήταν το πιο δύσκολο και γι’ αυτό ζήτησα την βοήθεια ενός Ισπανού φίλου μου που γνωρίζει Καταλονικά, επειδή για πολλές από τις τοποθεσίες χρησιμοποιείται η καταλονική γλώσσα. Όπου είχα αμφιβολία, έβαλα την αγγλική λέξη ή έκφραση σε παρένθεση και αφήνω το αναγνωστικό κοινό που γνωρίζει αγγλικά να κρίνει την επιλογή μου. Για την βοήθεια του Έλληνα αναγνώστη έδωσα στο τέλος του κειμένου έναν κατάλογο σηντμήσεων. Κλείνοντας, επανέρχομαι στο ακανθώδες ερώτημα «τι είναι μετάφραση;» Ελπίζω, ότι η παρούσα απόδοση του πρωτότυπου αγγλικού κειμένου να «μεταφέρει», να «μετα [φέρει τη] φράση» στα ελληνικά ένα άκρως σημαντικό κείμενο, ώστε να γίνει πηγή προβληματισμού και έμπνευσης για μια καλύτερη μεταναστευτική πολιτική στη χώρα μας. Αικ. Νικολαρέα, Ph.D. University of Alberta (Canada) Fellow of IoL (Institute of Linguists), UK

Ευχαριστίες. Αυτό το πρόγραμμα προχώρησε και ολοκληρώθηκε από τη Francesca Froy, Πολιτική Αναλύτρια, με την καθοδήγηση του Sylvain Giguère, Προϊσταμένου Τοπικής Οικονομικής Ανάπτυξης και Ανάπτυξης της Απασχόλησης του ΟΟΣΑ. Οι Froy και Giguère είναι επιμελητές της Αγγλικής δημοσίευσης. Επίσης μέρος της ομάδας που εφάρμοσε αυτό το πρόγραμμα ήταν η Έλενα Arnal (τώρα βρίσκεται στο Οικονομικό και Κοινωνικό Συμβούλιο της Ισπανίας). Ο Jean-Pierre Garson και οι συνάδελφοί του στο Τμήμα των Οικονομιών των Μη Μελών και Διεθνούς Μετανάστευσης (NEIM) έχουν δώσει ανεκτίμητες συμβουλές καθ’ όλη τη διάρκεια του προγράμματος. Επίσης, ο Ditta Brickwell (Σύμβουλος), ο Allen Caldwell (Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνιας, στο Μπέρκλεϋ), ο August Gächter (Κέντρο για την Κοινωνική Καινοτομία, στη Βιέννη), ο Philip Muus (Σχολή Διεθνούς Μετανάστευσης και Εθνικών Σχέσεων του Πανεπιστημίου Μάλμοε, στη Σουηδία) έχουν όλοι συνεισφέρει στο πρόγραμμα χάρη στις απόψεις που αντάλλαξαν κατά τη διάρκεια των επιμορφωτικών επισκέψεων, των σεμιναρίων, των συνεδριάσεων καθώς και με τις γραπτές τους σημειώσεις. Μεγάλη βοήθεια σε όλο το πρόγραμμα επίσης παρείχαν η Debbie Binks, η Lucy Clarke, η Sheelagh Delf, ο Damian Garnys και η Kay Olbison. Οι συντελεστές αυτής της δημοσίευσης είναι: • Ο Bob Birrell, Κέντρο για τον Πληθυσμό και την Αστική Έρευνα, Πανεπιστήμιο Monash στην Αυστραλία. • Ο Jonathan Chaloff, Κέντρο για Διεθνείς Σπουδές Πολιτικής (CeSPI) στη Ρώμη. • Η Mary P. Corcoran, Τμήμα Κοινωνιολογίας, Εθνικό Πανεπιστήμιο της Ιρλανδίας στο Maynooth. • Ο Steve Fenton, Κέντρο για τη Μελέτη της Εθνικότητας και της Υπηκοότητας, και Ινστιτούτο Δημοσίων Σχέσεων, Πανεπιστήμιο του Bristol. • Η Francesca Froy, Πρόγραμμα LEED, ΟΟΣΑ. • Ο Sylvain Giguère, Πρόγραμμα LEED, ΟΟΣΑ. • Η Anne Green, Ινστιτούτο για την Έρευνα Απασχόλησης, Πανεπιστήμιο του Warwick στο Ηνωμένο Βασίλειο (Η.Β.). • Η Elizabeth McIsaac, Ίδρυμα Maytree στον Καναδά.

28

Σύνοψη Η ενσωμάτωση των μεταναστών σε τοπικό επίπεδο είναι θέμα σημαντικού ενδιαφέροντος για τις χώρες του ΟΟΣΑ. Η αυξανόμενη σημασία της οικονομίας της γνώσης σημαίνει ότι η μάχη για τα ταλέντα είναι τόσο σημαντική όσο η μάχη για τις εσωτερικές επενδύσεις, και οι ειδικευμένοι μετανάστες μπορούν να προσφέρουν ένα σημαντικό συγκριτικό πλεονέκτημα στις τοπικές αγορές εργασίας, εφ’ όσον χρησιμοποιούνται κατάλληλα οι δυνατότητες που διαθέτουν. Οι ανειδίκευτοι μετανάστες είναι επίσης σε ζήτηση, ιδιαίτερα όπου το αυξανόμενο κόστος ζωής δεν κάνει ελκυστικές τις χαμηλόμισθες εργασίες στον γηγενή πληθυσμό, και όπου ο συνδυασμός της δημογραφικής αλλαγής και της πληθυσμιακής μετακίνησης ελαττώνει την αυτάρκεια των τοπικών αγορών εργασίας. Παρ’ όλα αυτά, για να μεγιστοποιηθούν τα πιθανά πλεονεκτήματα της μετανάστευσης, είναι σημαντικό η μετανάστευση να συνοδεύεται από την ενσωμάτωση, δηλαδή, από αποτελεσματικούς μηχανισμούς που διασφαλίζουν την αποτελεσματική ενσωμάτωση των μεταναστών στις τοπικές αγορές εργασίας. Όλως παραδόξως, την ίδια στιγμή που η μετανάστευση αυξάνεται αποκτώντας παγκόσμια σημασία, υπάρχουν ανησυχητικά στοιχεία ότι τα αποτελέσματα ενσωμάτωσης δεν φαίνεται να είναι τόσο ευνοϊκά σε διάφορες χώρες όσο ήταν στο παρελθόν. Η ενσωμάτωση των μεταναστών είναι μια περιοχή της πολιτικής όπου η τοπική προσέγγιση είναι ιδιαίτερα σημαντική. Ενώ η πολιτική μετανάστευσης καθορίζεται συχνά, σχεδιάζεται και χρηματοδοτείται σε εθνικό επίπεδο, τον αντίκτυπό της τον αισθάνονται πάρα πολύ έντονα οι μετανάστες και η τοπική κοινωνία όπου άλλες πολιτικές, συμπεριλαμβανομένης της πολιτικής αγοράς εργασίας, βρίσκονται σε αλληλεπίδραση. Υπάρχει πολύ μεγάλη διαφοροποίηση μεταξύ των περιοχών σχετικά με πόσους και τι είδους μετανάστες υποδέχονται. Ενώ ορισμένες γεωργικές περιοχές προσελκύουν μεγάλους αριθμούς προσωρινών μεταναστών, οι μετανάστες, στο σύνολό τους, είναι πιο πιθανό να εγκατασταθούν σε αστικές περιοχές, και σε ορισμένες πόλεις «πύλες» [εισόδους που δρουν ως κόμβοι μετάβασης]. Περαιτέρω, σε αυτές τις πόλεις, οι μετανάστες συγκεντρώνονται συχνά σε συγκεκριμένες γειτονιές, είτε ακολουθώντας υπάρχοντες οικογενειακούς δεσμούς, είτε προσπαθώντας να ελαχιστοποιήσουν το κόστος ζωής. Οι τοπικοί φορείς χάραξης πολιτικής θα πρέπει να λάβουν υπόψη τέτοια διαφοροποίηση καθώς επίσης και την διαφοροποίηση στη ζήτηση αγοράς εργασίας. Αυτή η δημοσίευση δίνει έμφαση στις κοινές αρχές και τους παράγοντες κλειδιά που είναι σημαντικοί για την υποστήριξη της ενσωμάτωσης σε τοπικό

Σύνοψη

επίπεδο, ιδιαίτερα σε σχέση με την ανάπτυξη αποτελεσματικών προσεγγίσεων διακυβέρνησης. Η σύγκριση τοπικών πρωτοβουλιών που εφαρμόστηκαν σε πέντε χώρες του ΟΟΣΑ - στον Καναδά, το Ηνωμένο Βασίλειο [Η.Β.] (Λονδίνο), την Ισπανία, την Ιταλία και την Ελβετία - τονίζει αρκετές βασικές και κρίσιμες ερωτήσεις που αντιμετωπίζουν όλοι οι τοπικοί φορείς χάραξης πολιτικής που εργάζονται σε αυτόν τον τομέα. Για παράδειγμα, ποιοι εταίροι θα έπρεπε να συμμετάσχουν και πώς μπορεί να μεγιστοποιηθεί η συμβολή τους; Πώς θα έπρεπε να χρησιμοποιηθούν καλύτερα οι πόροι; Θα έπρεπε να στοχοθετηθούν οι μετανάστες, ή θα έπρεπε οι φορείς χάραξης πολιτικής να αναπτύξουν μια στρατηγική που να στοχεύει ολόκληρη την κοινότητα; Πώς μπορεί η τοπική κοινωνία να υποστηρίζει την καινοτομία, ενώ παράλληλα να επιτυγχάνει μια ολοκληρωμένη βιώσιμη προσέγγιση; Ποιος είναι ο ρόλος των τοπικών συνεργασιών στην αντιμετώπιση αυτού του ζητήματος, και που θα έπρεπε οι συνεργασίες αυτές να επικεντρωθούν; Η δημοσίευση περιλαμβάνει τις περιπτωσιολογικές μελέτες κάθε αξιολογημένης χώρας και επιπλέον την ανάλυση των βασικών συμπερασμάτων και ένα σύνολο συστάσεων και υποδείξεων για πολιτικές που να στοχεύουν στους φορείς χάραξης πολιτικής και σε τοπικό και σε εθνικό επίπεδο. Ποιος εμπλέκεται τοπικά;

Υπάρχει μια ευρεία ποικιλία διαφορετικών εταίρων που συμμετέχουν σε αυτόν το χώρο της πολιτικής, που απεικονίζει την ποικιλομορφία των εμποδίων που ίσως αντιμετωπίζουν οι μετανάστες κατά την ενσωμάτωσή τους στην αγορά εργασίας. Ανάλογα με τον τόπο, οι δραστηριότητες που υποστηρίζουν την ενσωμάτωση μπορούν να προωθηθούν από τις τοπ ικές και περιφερειακές αρχές, τις μη κυβερνητικές οργανώσεις (ΜΚΟ), τα συνδικάτα, τις μη κερδοσκοπικές επιχειρήσεις, και τους εργοδότες. Την υποστήριξη που προσφέρει κάθε ένας από αυτούς τους οργανισμούς αποτελεί συμπλήρωμα της υποστήριξης που παρέχουν οι Δημόσιες Υπηρεσίες Απασχόληςης (ή PES στα αγγλικά)i στους μετανάστες, οι οποίες, στην πραγματικότητα, σπάνια λαμβάνουν υπόψη τους μετανάστες στα προγράμματά τους. Μεταξύ των χωρών που συμμετέχουν σε αυτή την έρευνα, ο Καναδάς είχε το πιο εκτενές και ποικίλο σύνολο προγραμμάτων PES που στόχευσαν τους μετανάστες, συμπεριλαμβανομένων των έργων αξιολόγησης και παραπεμπτικών προγραμμάτων των νεοφερμένων μεταναστών, προγραμμάτων ειδικευμένης αναζήτησης εργασίας και

i Αυτές οι υπηρεσίες είναι ανάλογες του ΟΑΕΔ στην Ελλάδα. Από δω και στο εξής, αυτές οι υπηρεσίες θα αναφέρονται με τα αγγλικά αρχικά τους, δηλ. ως PES (Σ.τ.Μ.).

29

30

επαγγελματικής εμπειρίας, συμβουλευτικών υποστηρικτικών υπηρεσιών (Σ.Υ.Υ.)ii και προγραμμάτων αναβάθμισης των δεξιοτήτων. Παρά το γεγονός ότι οι τοπικές αρχές δεν έχουν στις περισσότερες περιπτώσεις καμία ειδική νομική κατάρτιση για να βοηθήσουν τους ανθρώπους σχετικά με την απασχόληση, διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στην τοπική ενσωμάτωση των μεταναστών στην πλειοψηφία των χωρών που εξετάζονται σε αυτή την μελέτη. Οι τοπικές πολιτικές στους τομείς στέγασης, σχολείων, κοινωνικής αρωγής και χωροτακτικού σχεδιασμού μπορούν να ασκήσουν (και ασκούν) σημαντική επίδραση στην ικανότητα των μεταναστών να έχουν πρόσβαση στην απασχόληση, και η τεράστια ευθύνη των τοπικών αρχών για την κοινωνική και οικονομική ευημερία του τόπου τους τις κάνει τον κυριότερο φυσικό εταίρο στις τοπικές συνεργασίες για την υποστήριξη της ενσωμάτωσης. Και οι τοπικές αρχές και οι PES συνεργάζονται συχνά με τις ΜΚΟ για την παροχή υπηρεσιών στους μετανάστες σε τοπικό επίπεδο, μερικές φορές για νομικούς λόγους (επειδή είναι σε θέση να παρέχουν υποστήριξη στους μετανάστες που δεν έχουν απασχόληση ή άδεια παραμονής) αλλά και επειδή οι ΜΚΟ παρέχουν υποστηρικτικό περιβάλλον και εξατομικευμένες προσεγγίσεις «υπηρεσίες μίας στάσης» (one-stop-shop) τις οποίες χρειάζονται μερικοί μετανάστες που αντιμετωπίζουν πολλαπλά εμπόδια στην απασχόληση. Κολέγια και επαγγελματικές σχολές μπορούν επίσης να προωθήσουν την προσέγγιση ενσωμάτωσης σε τοπικό επίπεδο, με το να ενεργούν ως διαμεσολαβητές μεταξύ των ντόπιων και των τοπικών εργοδοτών. Για παράδειγμα, πολλοί θεωρούν ότι το κοινοτικό σύστημα κολεγίων στις Ηνωμένες Πολιτείες ενεργεί ως «κοινωνικός θεσμός ενσωμάτωσης», ο οποίος συνδέει ενεργά τη τριτοβάθμια εκπαίδευση με τις ανάγκες της τοπικής αγοράς εργασίας, και ότι το 25% των σπουδαστών και φοιτητών σε αυτό το σύστημα είναι μετανάστες. Οι επαγγελματικές σχολές είναι επίσης σημαντικές στην ενσωμάτωση των νέων στην Ελβετία, και απεικονίζει τον κεντρικό ρόλο του ελβετικού συστήματος μαθητείας ή επαγγελματικής εκπαίδευσης (apprenticeship) στην αγορά εργασίας. Ίσως όμως οι εργοδότες να είναι οι πιο σημαντικοί από όλους τους εταίρους που εμπλέκονται σε τοπικό επίπεδο. Στον Καναδά και τις Ηνωμένες Πολιτείες, οι

ii Αυτές οι υπηρεσίες είναι ανάλογες του mentoring στην Ελλάδα. Από δω και στο εξής, όπου υπάρχει η γενική έννοια του mentoring στο πρωτότυπο κείμενο, θα αποδίδεται με τα αρχικά των αντίστοιχων ελληνικών υπηρεσιών, δηλ. Σ.Υ.Υ .(Σ.τ.Μ.).

Σύνοψη

εργοδότες παίζουν έναν πολύ σημαντικό ρόλο στις προσεγγίσεις ενσωμάτωσης σε μερικές περιοχές, συμμετέχοντας σε συνεργασίες και συνεργαζόμενοι με άλλους φορείς ώστε να παρέχουν ευκαιρίες κατάρτισης στους μετανάστες οι οποίες βασίζονται στον εργοδότη. Για παράδειγμα, οι εργοδότες έχουν γίνει το παράδειγμα για τους άλλους εταίρους στο Συμβούλιο Τοπικής Απασχόλησης της Μετανάστευσης - με έδρα το Τορόντο (του Καναδά) (Region Immigration Employment Council – TRIEC)iii - το οποίο έχει την εντολή να βελτιώσει την πρόσβαση αγοράς εργασίας για τους ειδικευμένους μετανάστες στα πλαίσια της δημογραφικής αλλαγής και των προβλεπομένων ελλείψεων δεξιοτήτων. Οι σύλλογοι εργοδοτών και τα εμπορικά επιμελητήρια μπορούν επίσης να διαδραματίσουν έναν ιδιαίτερα χρήσιμο ρόλο. Η δυνατότητα των συλλόγων των εργοδοτών να αντιμετωπίσουν σταδιακά και την ενσωμάτωση και την ποιότητα των ζητημάτων εργασίας γίνεται εμφανές στην επαρχία Λεϊδά της Ισπανίας, όπου η τοπική ένωση αγροτών έχει αναπτύξει ένα καινοτόμο πρότυπο για την προώθηση καλής ποιότητας στην απασχόληση για τους προσωρινούς μετανάστες στη γεωργία, με το να παρέχει στέγαση, κατάρτιση και κοινωνική υποστήριξη αναπτύσσοντας ταυτόχρονα δεσμά ανάπτυξης με τις κατά τόπους περιοχές των χωρών καταγωγής. Είναι σημαντικό ότι οι σύλλογοι εργοδοτών αποδέχονται αυτή την πρόκληση. Ενώ ο φυσικός ρόλος των συνδικάτων είναι να βοηθούν στη βελτίωση των συνθηκών απασχόλησης, πολλοί από τους πιο επισφαλείς τομείς απασχόλησης στους οποίους συγκεντρώνονται οι μετανάστες έχουν χαμηλά ποσοστά συνδικαλιστικής παρουσίας, και μερικές φορές τα συνδικάτα δεν αναμειγνύονται καν εάν αυτή η ανάμιξη μπορεί να φέρει σε μειονεκτική θέση τα ήδη υπάρχοντα μέλη τους. Στην Ιταλία, τα τοπικά εμπορικά επιμελητήρια συμμετέχουν επίσης σε μια ευρεία ποικιλία πρωτοβουλιών, από κατάρτιση μέχρι στέγαση και υποστήριξη της επιχειρηματικότητας. Παραδείγματος χάριν, είναι πρωτοπόρα στην ανάπτυξη διμερών σχέσεων με τις κατά τόπους περιοχές των χωρών καταγωγής για την κατάρτιση των μεταναστών στις δεξιότητες εκείνες που έχουν ζήτηση στη τοπική κοινωνία προτού να φθάσουν (οι μετανάστες) στη χώρα (υποδοχής). Οι μη κερδοσκοπικές οργανώσεις του ιδιωτικού τομέα, όπως οι κοινωνικές επιχειρήσεις και τα κοινοτικά ιδρύματα, μπορούν να είναι επίσης ιδιαίτερα αποτελεσματικές σε αυτόν τον τομέα, ειδικά λόγω της ευελιξίας που έχουν με το να βρίσκονται εκτός του δημοσίου τομέα. Για παράδειγμα, μια κοινωνική

iii Από δω και στο εξής, το Συμβούλιο Τοπικής Απασχόλησης της Μετανάστευσης με έδρα το Toronto Toronto based Region Immigration Employment Council, θα αναφέρεται με τα αγγλικά αρχικά του, δηλ. ως TRIEC (Σ.τ.Μ.).

31

32

επιχείρηση στη πόλη Νεσατέλ (Neuchâtel) της Ελβετίας έχει αναπτύξει και προσαρμόσει βραχυπρόθεσμα μαθήματα κατάρτισης για εκείνους τους μετανάστες που προσανατολίζονται στις ανάγκες των τοπικών εργοδοτών. Η ανεξαρτησία αυτών των μαθημάτων από το τυπικό σύστημα κατάρτισης επιτρέπει σε αυτή την επιχείρηση να υιοθετεί μεθόδους που «καθορίζονται από τη ζήτηση», προσφέροντας έτσι μορφωτικές σειρές μαθημάτων καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους. Τέλος, όλο και περισσότερο αναγνωρίζεται ότι οι σύλλογοι μεταναστών έχουν να παίξουν σημαντικό ρόλο στην ενσωμάτωσή τους σε τοπικό επίπεδο, επειδή ενθαρρύνουν την ανάπτυξη υπηρεσιών που είναι πολιτιστικά ευαίσθητες και λαμβάνουν υπόψη τα αιτήματα των ίδιων των μεταναστών. Για παράδειγμα, σύλλογοι μεταναστών παρέχουν ήδη υπηρεσίες σε πρόσφυγες που βρίσκονται στο Λονδίνο, και ενθαρρύνονται να διαδραματίσουν έναν σπουδαιότερο ρόλο σε θέματα ενσωμάτωσης στην Ισπανία. Ποια είναι τα κύρια όργανα πολιτικής που χρησιμοποιούνται;

Πολλά από τα εργαλεία και τα όργανα που χρησιμοποιήθηκαν στην ενσωμάτωση των μεταναστών στις υπό μελέτη περιοχές είναι παρόμοια με εκείνα που χρησιμοποιήθηκαν στις κύριες ενεργές πολιτικές αγοράς εργασίας, συμπεριλαμβανομένων της υποστήριξης εύρεσης εργασίας, εκπαίδευσης και κατάρτισης, Σ.Υ.Υ. και της παροχής θέσεων «πρακτικής άσκησης» με εργοδότες. Παρ’ όλα αυτά, αυτά τα εργαλεία προσαρμόζονται συχνά στις συγκεκριμένες ανάγκες και τον τρόπο ζωής των μεταναστών, με την παροχή εξειδικευμένης υποστήριξης που συμπεριλαμβάνει τη βοήθεια (προσαρμογής) σε μία ευρύτερη κοινωνική αφομοίωση (social acculturation), κοινωνικό επιπολιτισμό, στη συμμετοχή και τη δικτύωση. Όταν οι εργοδότες είναι έτοιμοι να πάρουν απόφαση εάν προσλάβουν μετανάστες, δεν έχουν συνήθως πρόσβαση σε πηγές πληροφόρησης – όπως, για παράδειγμα, την εκπαίδευση, την προηγούμενη επίδοση του ατόμου στη τοπική εργασία - οι οποίες μπορούν να τους (καθ)οδηγήσουν στην επιλογή του κατάλληλου υπαλλήλου. Έτσι λοιπόν, τοπικές δραστηριότητες που διασφαλίζουν ότι οι εργοδότες αντιλαμβάνονται γρήγορα τις (εργασιακές) δυνατότητες των μεταναστών είναι σημαντικές. Μερικές από αυτές, για παράδειγμα, είναι τα προγράμματα που παρέχουν θέσεις «πρακτικής άσκησης», δράσεις υποστήριξης μεταβιβασιμότητας των προσόντων και προγράμματα που αναγνωρίζουν τις προηγούμενες ικανότητές τους (επάρκεια προσόντων). Επί πλέον, πολλοί τοπικοί φορείς αντιμετωπίζουν τη γλώσσα ως ιδιαίτερα σημαντική, επειδή

Σύνοψη

λαμβάνουν υπόψη την αυξανόμενη συνάφεια των δεξιοτήτων επικοινωνίας με το χώρο που εδρεύει η υπηρεσία και την οικονομία που βασίζεται στη γνώση. Στην πραγματικότητα, υπάρχει προβληματισμός ότι τα μαθήματα γλώσσας που ήδη προσφέρονται αυτήν την περίοδο δεν εκπληρώνουν το υψηλό επίπεδο ικανοτήτων που αναζητούν και απαιτούν τώρα οι εργοδότες, γι’ αυτό και οι τοπικοί φορείς στις Καναδικές επαρχίες και στο Λονδίνο διδάσκουν μαθήματα γλώσσας προχωρημένου επιπέδου καθώς επίσης και γλώσσα για ειδικούς και επαγγελματικούς σκοπούς, τουλάχιστον σε μικρή κλίμακα. Στις Νοτιο-ευρωπαϊκές χώρες, όπως η Ιταλία και η Ισπανία, ένα μεγάλο μέρος της δουλειάς που έγινε για την υποστήριξη της ενσωμάτωσης των μεταναστών επικεντρώνεται στην ευρύτερη κοινωνική ένταξη παρά στην ενσωμάτωση στην αγορά εργασίας. Η ανοικοδόμηση αλληλεγγύης και κατανόησης μεταξύ των ντόπιων και μεταναστών θεωρείται ως απαραίτητο στοιχείο για την διασφάλιση της ευρύτερης συμμετοχής των μεταναστών στην κοινωνία και την προσβασιμότητά τους στην εργασία. Μια αποτελεσματική στρατηγική ορισμένων χωρών μπορεί ακόμα να είναι και η προβολή της άτυπης απασχόλησης. Στην Ιταλία, η διαθεσιμότητα οικονομικά συμφέρουσας στέγασης θεωρείται επίσης σημαντικός και καθοριστικός παράγοντας της ενσωμάτωσης στην αγορά εργασίας, και έχουν αναπτυχθεί αρκετοί τοπικοί σχεδιασμοί παροχής υποστήριξης στέγασης για τους μετανάστες. Μέσα σε αυτούς τους σχεδιασμούς συμπεριλαμβάνεται ένα πρόγραμμα στο Μπέργκαμο που οργανώνεται από μια κοινοπραξία δέκα έξι δημόσιων και ιδιωτικών υπηρεσιών, στις οποίες συμπεριλαμβάνονται περιφερειακές και τοπικές αρχές, συνδικάτα και διάφοροι σύλλογοι. Τέλος, διάφορες περιοχές επικεντρώνονται όχι τόσο στην υποστήριξη της πρόσβασης στην απασχόληση αλλά στην παρακίνηση της επιχειρηματικότητας των μεταναστών. Στην Ιταλία, έχει αναγνωριστεί ότι η πρόσφατη εθνική αύξηση του αριθμού επιχειρηματιών οφείλεται εξ ολοκλήρου στην αύξηση των μεταναστών επιχειρηματιών, και επομένως τα εμπορικά επιμελητήρια υποστηρίξουν ενθουσιωδώς τη διεύρυνση αυτού του τομέα, παραδείγματος χάριν, με την παροχή εξειδικευμένης καθοδήγησης και Σ.Υ.Υ. Ζητήματα Διακυβέρνησης

Υπάρχουν αρκετά και συγκεκριμένα ζητήματα διακυβέρνησης που επιδρούν στην ύπαρξη τοπικών πρωτοβουλιών για την υποστήριξη της ενσωμάτωσης των μεταναστών στην αγορά εργασίας.

33

34

Διαχείριση της αλλαγής

Η ενσωμάτωση των μεταναστών σε τοπικό επίπεδο είναι κυρίως ζήτημα διαχείρισης της αλλαγής. Η αποτελεσματική ενσωμάτωση στην αγορά εργασίας εξαρτάται από τη βοήθεια που προσφέρεται στους μετανάστες ώστε να μπορούν να διαχειριστούν τις γρήγορες αλλαγές που συμβαίνουν στη ζωή τους, ενώ την ίδια στιγμή να διασφαλίζεται ότι η ίδια η τοπική κοινότητα εξελίσσεται και ανταποκρίνεται στις αλλαγές του πληθυσμού και της κοινωνικής δομής της. Ενώ οι τοπικοί φορείς χρειάζεται να μελετούν πώς να διαχειρίζονται τις συνέπειες μιας πιο μακροπρόθεσμης αλλαγής, οι μετανάστες χρειάζονται σαφείς χάρτες διαδρομών που θα τους (καθ)οδηγούν ανάμεσα στις διάφορες υπηρεσίες οι οποίες θα υποστηρίζουν τη μετάβασή τους σε μια νέα ζωή. Αυτό σημαίνει ότι υπάρχει ανάγκη για καλά συντονισμένες και προσβάσιμες τοπικές υπηρεσίες που θα ικανοποιούν τις διάφορες ανάγκες των μεταναστών, είτε με τις θεσμοθετημένες (mainstreaming) φιλικές προς τους μετανάστες προσεγγίσεις σε όλες τις τοπικές υπηρεσίες, είτε με την προσέγγιση «υπηρεσιών μίας στάσης» που στοχεύουν συγκεκριμένα στους μετανάστες. Δυστυχώς, ο αμιγής αριθμός διαφορετικών παραγόντων που εμπλέκονται σε τοπικό επίπεδο και το γεγονός ότι οι υπηρεσίες έχουν αναπτυχθεί συχνά σε μια «από κάτω προς τα επάνω» βάση, σημαίνει ότι τέτοιοι χάρτες με σαφείς διαδρομές συχνά δεν υπάρχουν, και ότι η παροχή υπηρεσιών είναι σχετικά κατακερματισμένη με χαμηλά επίπεδα επικοινωνίας και συντονισμού. Τέτοιος κατακερματισμός έχει διάφορες επιπτώσεις. Η έλλειψη επικοινωνίας μεταξύ των διαφόρων ιδρυμάτων και οργάνων που εξετάζουν την ενσωμάτωση μπορεί να μειώσει την ικανότητα των διαφόρων περιοχών να δώσουν μια συνεπή στρατηγική απάντηση. Οι φορείς παροχής υπηρεσιών μπορεί να απομονωθούν τόσο ώστε να μην μπορούν να (καθ)οδηγήσουν τους μετανάστες σε ένα άλλο υποστηρικτικό περιβάλλον και νέες ευκαιρίες. Οι φορείς παροχής υπηρεσιών μπορούν να μείνουν απέξω (και να αποκλειστούν) από «τις κοινότητες μάθησης» και της ορθής πρακτικής που είναι ουσιαστική στην ανάπτυξη αποτελεσματικότερων υπηρεσιών. Επιπλέον, υπάρχει συχνά έλλειψη επικοινωνίας μεταξύ των οργανισμών που εμπλέκονται στην προσφορά και τη ζήτηση αγοράς εργασίας. Λαμβάνοντας υπόψη την ταχύτητα της αλλαγής της τοπικής αγοράς εργασίας, είναι σημαντικό οι οργανισμοί να έχουν επίγνωση των πλέον πρόσφατων απαιτήσεων στην αγορά εργασίας έτσι ώστε να μπορούν να καθοδηγήσουν επακριβώς τους μετανάστες σε ρεαλιστικές διαδρομές απασχόλησης. Ενώ ίσως αυτό φαίνεται αυτονόητο, είναι προφανές ότι οι οργανισμοί προσφοράς εργασίας (και εργατικού δυναμικού) (ιδρύματα κατάρτισης, ΜΚΟ) συχνά δεν είναι ενήμεροι για τις πρόσφατες ανάγκες της

Σύνοψη

αγοράς εργασίας, και έτσι δίνουν γενικόλογες συμβουλές για την αγορά εργασίας. Αυτό μπορεί να οδηγήσει περισσότερο σε ένα λαθεμένο επίκεντρο προσοχής που είναι ευρύτερα γνωστό ως «ελλείψεις και μειονεκτήματα» του μετανάστη (π.χ. η αυτοπεποίθησή τους και οι γενικές δεξιότητές τους στην αναζήτηση εργασίας) παρά στην διασφάλιση ότι οι μετανάστες καταλαβαίνουν τη τοπική ζήτηση και ανταποκρίνονται σε αυτήν. Αποφυγή κατακερματισμού ενσωμάτωσης

και

υποστήριξη

της

θεσμοθέτησης

της

Διαπιστώνοντας την πολυπλοκότητα και τον σχετικό κατακερματισμό της παροχής υποστήριξης στους μεταναστών σε πολλές περιοχές, μερικοί ειδικοί έχουν αρχίσει να εξετάζουν εάν η θεσμοθέτηση της ενσωμάτωσης (mainstreaming) είναι αποτελεσματικότερη. Η ενθάρρυνση των θεσμικών τοπικών οργάνων και ιδρυμάτων να λάβουν υπόψη τους τις ανάγκες των νεοφερμένων στα ευρύτερα προγράμματά τους έχει επίσης ένα πιο βιώσιμο όφελος μακροπρόθεσμα. Για παράδειγμα, στο Λονδίνο, το σύστημα εκπαίδευσης και κατάρτισης είναι σχετικά ευέλικτο – περισσότερο από τοπικές πρωτοβουλίες που αναπτύσσουν τα νέα εκπαιδευτικά μαθήματα που παρέχουν συχνά οδηγίες στους μετανάστες για το πώς να έχουν πρόσβαση στην ευρύτερη περιοχή. Στην Ιταλία, μια σημαντική μεταρρύθμιση του εκπαιδευτικού συστήματος ενηλίκων έχει οδηγήσει στην ανάπτυξη των «μόνιμων τοπικών κέντρων για την εκπαίδευση ενηλίκων» που έχουν πάρει τη θέση του τρίτου τομέα μαθημάτων γλώσσας, βελτιώνοντας την συνέπεια στην πιστοποίηση και μειώνοντας τον τοπικό ανταγωνισμό και την περιττή επανάληψη. Παρ’ όλο που οι κύριες (mainstream) υπηρεσίες μπορούν να βελτιώσουν το συντονισμό, μπορούν επίσης να περιορίσουν την ευελιξία και την καινοτομία. Η ενσωμάτωση των μεταναστών είναι ένας ιδιαίτερα πολυσχιδής τομέας της πολιτικής, όπου οι φορείς χάραξης πολιτικής ακόμα μαθαίνουν ποιοι είναι οι πιο κατάλληλοι μηχανισμοί. Λόγω της κατάστασης αυτής, το τοπικό επίπεδο μπορεί να είναι ιδιαίτερα αποτελεσματικό όταν ενθαρρύνει διαφορετικές προσεγγίσεις και την καινοτομία. Μια ιδιαίτερα αποτελεσματική μέθοδος υποστήριξης της καινοτομίας είναι η ανάπτυξη ενός συστήματος ταμείου κεφαλαίου εκκίνησης ή μιας τοπικής «υποτροφίας για καινοτομία». Στο Γουίνιπεγκ (της επαρχίας Μανιτόμπα στον Καναδά), ο ευέλικτος προϋπολογισμός – που είναι διαθέσιμος στα πλαίσια του Προγράμματος Ενσωμάτωσης Μεταναστών της Μανιτόμπα (Manitoba Immigrant Integration Programme) – χρησιμοποιείται για να χρηματοδοτεί μια ποικιλία διαφορετικών πειραματικών προγραμμάτων. Η Diputació de Barcelona (η επαρχιακή κυβέρνηση της Βαρκελώνης) στην

35

36

Ισπανία είναι επίσης ιδιαίτερα επιτυχής στην πρόσβαση εθνικών και Ευρωπαϊκών χρηματοδοτήσεων για την ενθάρρυνση καινοτομιών και τη διασφάλιση ότι τα αποτελέσματα κυκλοφορούν και γίνονται γνωστά και σε άλλες τοπικές αρχές με την παραγωγή μεθοδολογικών εγχειριδίων, για παράδειγμα. Η θεσμοθέτηση της ενσωμάτωσης (mainstream) απειλεί επίσης να απομακρύνει την καλώς προστατευμένη και εξατομικευμένη υποστήριξη των «υπηρεσιών μίας στάσης» που παρέχεται από μικρότερους οργανισμούς, όπως οι ΜΚΟ. Το πρότυπο CASI στη Μαδρίτη έχει υπερνικήσει αυτή την αδυναμία με την ανάπτυξη μιας πολύ καλής θεσμικής προσέγγισης που ωφελείται και από την καινοτόμο φύση των ΜΚΟ και από τη δυνατότητά τους να παρέχουν εξατομικευμένη υποστήριξη. Ολόκληρη η περιοχή της Μαδρίτης καλύπτεται από πρωτοβουλίες CASI και όλες οι τοπικές ΜΚΟ έχουν παρόμοιους στόχους και εργάζονται με παρόμοιες μεθοδολογίες, οι οποίες οδηγούν σε συνεπείς παροχές υπηρεσιών. Υπάρχει ένας βαθμός ενσωματωμένης ευελιξίας στο πρόγραμμα, και οι εφ’ άπαξ επιχορηγήσεις που διατίθενται σε κάθε πρωτοβουλία CASI επιτρέπουν σχετική ελευθερία στις δαπάνες. Σε πολλές περιοχές έχουν αναπτυχθεί συνεργασίες «βασισμένες στην τοπικότητα» ή την εδαφικότητα ως μηχανισμοί ελάττωσης της απομόνωσης των μεμονωμένων φορέων, υποστήριξης της καινοτομίας και ενθάρρυνσης των θεσμικών οργανισμών ώστε να υιοθετηθούν προσεγγίσεις βασισμένες στην ενσωμάτωση. Στο Λονδίνο, διάφορες ΜΚΟ που υποστηρίζουν τους πρόσφυγες συντονίζονται από ευρύτερες συνεργασίες που είναι ένα μωσαϊκό κοινωνικών και οικονομικών φορέων. Η Συνεργασία Ανανέωσης (Renewal partnership) στο δυτικό Λονδίνο έχει έναν προϋπολογισμό 16 εκατομμυρίων λιρών (περ. 23 εκατομμύρια ευρώ) για ένα επταετές πρόγραμμα, το οποίο περιλαμβάνει μια ευρεία ποικιλία εταίρων με έναν σημαντικό τοπικό εργοδότη, το Ίδρυμα Εθνικών Πρωτοβάθμιων Υγειονομικών Υπηρεσιών του Ealing (Ealing National Health Service Primary Care Trust) ως υπεύθυνο σώμα. Η Ανανέωση παρέχει συνοχή σε έναν τομέα που κυριαρχείται από τα βραχυπρόθεσμα προγράμματα χρηματοδότησης και τη δυνατότητα να οικοδομήσει ομάδες υποστήριξης. Στην Ιταλία και την Ισπανία, τα Τοπικά Σύμφωνα Απασχόλησης (Territorial Employment Pacts ή TEPs) παρέχουν επίσης έναν χρήσιμο μηχανισμό στους τοπικούς φορείς για να συνεργαστούν πέρα από τα διοικητικά όρια και τα παραδοσιακά τμήματα εργασίας. Πόροι

Η διαθεσιμότητα των πόρων είναι ένα σημαντικό ζήτημα που έχει επιπτώσεις στην αποτελεσματικότητα των τοπικών πρωτοβουλιών για την υποστήριξη της ενσωμάτωσης. Το γεγονός ότι οι ΜΚΟ βρίσκονται συχνά στη «πρώτη γραμμή» παροχής υπηρεσιών στους μετανάστες κάνει τα ζητήματα χρηματοδότησης πιο εμφανή. Η βιωσιμότητα της χρηματοδότησης των ΜΚΟ προβλημάτιζε όλες τις

Σύνοψη

συμμετέχουσες χώρες, με τους τοπικούς φορείς να αναφέρουν όχι μόνο τις συνεχείς προσπάθειες προσβασιμότητας και ανανέωσης των χρηματοδοτήσεων αλλά και τις χαμηλές αμοιβές και τις πολλές ώρες εργασίας, οι οποίες απειλούσαν να εξουδενώσουν ψυχικά και επαγγελματικά το προσωπικό. Λαμβάνοντας υπόψη τον περιορισμό στους διαθέσιμους πόρους, μια βασική ερώτηση που αντιμετωπίζουν οι τοπικοί φορείς είναι το πού πρέπει να τοποθετηθούν καλύτερα οι πόροι. Τα στοιχεία δείχνουν ότι απαιτείται μια σχετικά επικεντρωμένη και εντατική προσέγγιση προκειμένου να δημιουργηθεί μια πιο μακροπρόθεσμη ενσωμάτωση στην αγορά εργασίας - οι φτηνότερες παρεμβάσεις που δεν στοχεύουν στο επίπεδο δεξιοτήτων και τις φιλοδοξίες ενός μετανάστη, ή που δεν συνδέονται με την τοπική ζήτηση εργασίας, έχουν τα λιγότερα ποσοστά μακροπρόθεσμης επιτυχίας. Εντούτοις, είναι οι βραχυπρόθεσμες παρεμβάσεις που είναι οι πιο διαδεδομένες σε τοπικό επίπεδο. Τα συστήματα διαχείρισης απόδοσης των προγραμμάτων χρηματοδοτήσεων (με την έμφασή τους στα γρήγορα αποτελέσματα) ενθαρρύνουν τις τοπικές πρωτοβουλίες να υποστηρίζουν κατ’ εξοχή την άμεση πρόσβαση των μεταναστών στην απασχόληση, η οποία ίσως τελικά να δημιουργεί τη βραχυπρόθεσμη συμμετοχή στην αγορά εργασία σε αντιδιαστολή με την πιο μακροπρόθεσμη ενσωμάτωση. Όπου υπάρχουν εντατικότερες παρεμβάσεις, τείνουν να είναι σχετικά μικρής κλίμακας, και το αντίκτυπό τους στη γενική ενσωμάτωση των μεταναστών στην αγορά εργασίας είναι σχετικά αμελητέο. Στοχοθέτηση

Υπάρχουν, εντούτοις, παραδείγματα στοχοθετημένων προσεγγίσεων σε τοπικό επίπεδο που επιδιώκουν να μεγιστοποιήσουν τον αντίκτυπό τους με το να επικεντρώνονται σε συγκεκριμένα χαρακτηριστικά ορισμένων ομάδων του μεταναστευτικού πληθυσμού. Για παράδειγμα, διάφορες πρωτοβουλίες στοχεύουν τις μετανάστριες λόγω των πενιχρών ποσοστών ενσωμάτωσής τους στην αγορά εργασίας. Άλλες πρωτοβουλίες στοχεύουν τους μετανάστες με διαφορετικό τρόπο, σύμφωνα με το επίπεδο δεξιοτήτων τους. Πολλές τοπικές πρωτοβουλίες στον Καναδά, παραδείγματος χάριν, επικεντρώνονται στους πτυχιούχους ή τους επαγγελματίες, αντανακλώντας έτσι την ευνοϊκή επιλογή τέτοιων μεταναστών στο καναδικό σύστημα μετανάστευσης. Η επικέντρωση στον πολύ καλά καταρτισμένο μετανάστη έχει το πλεονέκτημα ότι παρουσιάζει ένα ιδιαίτερα θετικό πρόσωπο στους εργοδότες, με τους μετανάστες να αντιμετωπίζονται ως «πόροι προς εκμετάλλευση» παρά ως πρόβλημα προς επίλυση. Παρ’ όλα αυτά, υπάρχει επίσης ο κίνδυνος ότι η επιβολή υπερβολικά μεγάλου αριθμού κριτηρίων πριν την υποδοχή μπορεί οδηγήσει στην επιλογή της αφρόκρεμας (“creaming” or “screening” effects), με προγράμματα που,

37

38

ενώ υποστηρίζουν αυτούς που είναι πολύ εύκολο να βοηθηθούν, αμελούν εκείνους που έχουν περισσότερη ανάγκη υποστήριξης. Επίσης, έχουν αναπτυχθεί ιδιαίτερες προσεγγίσεις που απεικονίζουν το χρονικό διάστημα που έχει δαπανήσει ένας μετανάστης στη χώρα. Για παράδειγμα, μια σειρά εκπαιδευτικών μαθημάτων προ-μαθητείας στη πόλη Νεσατέλ (Neuchâtel) της Ελβετίας έχει πάρει το όνομα «αεριωθούμενο (αεροπλάνο)» (jet) επειδή απεικονίζει το γεγονός ότι οι νέες αφίξεις με τις οποίες συνεργάζεται είναι συχνά δυναμικές και έχουν ισχυρό κίνητρο για να πετύχουν, και έτσι βοηθάει στη δημιουργία ενός θετικού προφίλ των συμμετεχόντων για τους τοπικούς εργοδότες. Όταν υποστηρίζουν δεύτερης ή τρίτης γενιάς μετανάστες, συχνά οι τοπικές πρωτοβουλίες επικεντρώνονται στην παροχή υποστήριξης στα παιδιά για να αποτρέψουν τον αποκλεισμό τους αργότερα στη ζωή. Παραδείγματος χάριν, η τοπική επιχείρηση ανάπτυξης στην Σάντα Κολόμα ντ Γκραμενέτ (Santa Coloma de Gramenet) της Ισπανίας προσπαθεί να αντιμετωπίσει την μειωμένη απόδοση των μεταναστών στο εκπαιδευτικό σύστημα με το να αντιμετωπίζει ζητήματα απομόνωσης και προαγωγής της δια-πολιτισμικότητας στα σχολεία. Μερικές πρωτοβουλίες επικεντρώνονται σε μια συγκεκριμένη εθνότητα, και η διαχείριση τους εναπόκειται σε ένα σύλλογο μεταναστών και έτσι ωφελούνται επιδεικνύοντας μια μεγαλύτερη πολιτιστική ευαισθησία. Παρ’ όλα αυτά, υπάρχει προβληματισμός ότι τέτοιες πολιτικές μπορούν τελικά να δημιουργήσουν περισσότερο ανταγωνισμό παρά ενσωμάτωση μεταξύ διαφορετικών κοινοτήτων. Άλλες περιοχές αντιστέκονται εντελώς στην ιδέα στοχοθέτησης των μεταναστών ως ξεχωριστή ομάδα, με κύριο χαρακτηριστικό της καντονικής πολιτικής της Ζυρίχης για την ενσωμάτωση, που τα προβλήματα που βιώνονται από τους μετανάστες αντιμετωπίζονται ως «προβλήματα αποκλεισμού» παρά ως προβλήματα «που βιώνονται ιδιαίτερα από τους μετανάστες». Πράγματι μερικοί εμπειρογνώμονες προειδοποιούν ενάντια στη «φυλετικοποίηση» (racialising) της φτώχειας ως κοινωνικό φαινόμενο, υποστηρίζοντας ότι όταν συνδέεται η φτώχεια με τους ανθρώπους από διάφορα υπόβαθρα και πολιτισμούς, οι άνθρωποι ξεχνούν ότι εξετάζουν πραγματικά ένα ήδη υπάρχον δομικό ζήτημα. Επιλογή του κατάλληλου χρόνου

Η επιλογή του κατάλληλου χρόνου είναι ιδιαίτερα σημαντική για τη διακυβέρνηση πρωτοβουλιών υποστήριξης της ενσωμάτωσης των μεταναστών. Ιδιαίτερα οι εργοδότες τονίζουν ότι οι μετανάστες δεν πρέπει να μένουν έξω από την αγορά εργασίας για μεγάλο χρονικό διάστημα μετά από την άφιξή τους για να διατηρούν επαφή με το σχετικό τομέα της απασχόλησής τους και να μην ατροφήσουν οι δεξιότητές τους. Ενώ οι μετανάστες μπορεί να χρειαστούν

Σύνοψη

επιπρόσθετη υποστήριξη για να προσαρμοστούν στην τοπική αγορά εργασίας κατά την άφιξή τους (στη χώρα υποδοχής), οι πρωτοβουλίες που επιτρέπουν στους μετανάστες να βρουν εργασία και αργότερα να «γεμίσουν» και να αναβαθμίσουν τις δεξιότητές τους εντός του εργασιακού τους χώρου είναι ιδιαίτερα πολύτιμες, επειδή βοηθούν τους μετανάστες να αποφύγουν τις χρονικά έντονες περιόδους στην εκπαίδευση και κατάρτιση. Όπου η εξωτερική κατάρτιση είναι απαραίτητη, τα μαθήματα κατάρτισης δομημένα σε ενότητες είναι ιδιαίτερα σημαντικά επειδή επιτρέπουν στους μετανάστες να οικοδομήσουν πάνω στις δεξιότητές τους οποιαδήποτε στιγμή το έτος. Συστάσεις πολιτικής

Μπορούν να γίνουν αρκετές συστάσεις πολιτικής και σε εθνικό και σε τοπικό επίπεδο αφού βασίζονται στην τοπική εμπειρία των χωρών που συμμετείχαν στην έρευνα. Σε εθνικό επίπεδο • Διασφαλίστε ότι το εθνικό σύστημα μετανάστευσης καλύπτει τις ανάγκες της τοπικής αγοράς εργασίας. • Αναπτύξτε ένα συνεπές πλαίσιο πολικής αρκετά ευρύ ώστε να περιλαμβάνει μια αυστηρή νομοθεσία ενάντια των φυλετικών διακρίσεων. • Αναπτύξτε ανοικτά και εύκαμπτα θεσμικά προγράμματα. • Υποστηρίξτε την αναγνώριση των προγενέστερων δεξιοτήτων και προσόντων. • Βεβαιωθείτε ότι υπάρχει μια ισχυρή κουλτούρα αξιολόγησης. Σε τοπικό επίπεδο • Διασφαλίστε πολύ καλό συντονισμό και καθοδήγηση (signposting) μεταξύ ιδρυμάτων και φορέων σε τοπικό επίπεδο. • Φέρτε στο προσκήνιο τους εργοδότες στις τοπικές συνεργασίες. • Υποστηρίξτε την καινοτομία και μάθηση, με τοπικές, για παράδειγμα, επιχορηγήσεις «εκκίνησης» και ευέλικτους τοπικούς προϋπολογισμούς. • Υποστηρίξτε την προσαρμογή των θεσμικών ιδρυμάτων στις ανάγκες των μεταναστών αντί να αυξάνετε αναίτια τον αριθμό των νέων φορέων και δραστών. • Στοχεύσετε αλλά με ευαισθησία. • Εξετάστε το συγχρονισμό των παρεμβάσεων και σιγουρευτείτε ότι οι μετανάστες δεν παραμένουν υπερβολικά πολύ καιρό μακριά από την αγορά εργασίας από την ημέρα της άφιξής τους (στη χώρα υποδοχής).

39

40

Εισαγωγή Ενσωμάτωση των Μεταναστών: Εύρεση του Σωστού Συνδυασμού Πολιτικών Προς Αντιμετώπιση ενός Προβλήματος Διακυβέρνησης Sylvain Giguère

Το ζήτημα της ενσωμάτωσης των μεταναστών, των οικογενειών και απογόνων τους μπορεί να συνοψιστεί σε δύο ζητήματα διακυβέρνησης. Υπάρχει μία σαφώς αποτυχημένη αντιστοίχηση πολιτικών μετανάστευσης και ενσωμάτωσης σε πολλές χώρες, όπου σπάνια πολιτικές που διαχειρίζονται τη μετανάστευση να συνοδεύονται από πολύ καλές πολιτικές υποστήριξης της ενσωμάτωσης. Από την άλλη πλευρά, η ενσωμάτωση των μεταναστών είναι ένα πολύπλευρο ζήτημα που εμπεριέχεται σε διαφορετικές πολιτικές, δημιουργώντας έτσι ένα συλλογικό πρόβλημα δράσης και μια έλλειψη αποτελεσματικής δράσης του δημόσιου τομέα. Ενώ τοπικοί εταίροι, όπως οι ΜΚΟ, προσπαθούν να καλύψουν τα κενά, οι δημόσιες υπηρεσίες συχνά οδηγούνται σε αυξανόμενο κατακερματισμό σε τοπικό επίπεδο. Προκειμένου να αντιμετωπιστούν καλύτερα τα εμπόδια που αντιμετωπίζουν οι μετανάστες, ίσως τελικά να είναι σημαντικότερη η ευλυγισία στη διαχείριση των θεσμικών πολιτικών των σχετικών με την ενσωμάτωση στην αγορά εργασίας (κυρίως, την κατάρτιση και εκπαίδευση, την πολιτική στην αγορά εργασίας και οικονομική ανάπτυξη) παρά η δημιουργία νέων πρωτοβουλιών και συνεργασιών σε τοπικό επίπεδο.

Εισαγωγή

Ένα από τα κρισιμότερα ζητήματα τα οποία πρέπει να αντιμετωπιστούν από τις κοινωνίες μας σήμερα Οι ροές των μετακινούμενων (μεταναστών) εργαζομένων είναι σε σταθερή αύξηση. Κοντά στα τρία εκατομμύρια μακροπρόθεσμοι μετανάστες εισέρχονται στις χώρες του ΟΟΣΑ κάθε έτος, ενώ δεν προσμετρώνται οι προσωρινοί και παράνομοι μετανάστες, οι οποίοι βρίσκονται επίσης σε άνοδο (OECD, 2006a). Όπως το κεφάλαιο, έτσι και η εργασία είναι πιο ελεύθερη από ποτέ να κινηθεί, καθώς τα σύνορα καταργούνται και οι περιορισμοί μειώνονται σε πολλά μέρη του κόσμου. Και όπως το κεφάλαιο, το οποίο επιδιώκει ευκαιρίες κέρδους σε όλη την υδρόγειο, έτσι και οι εργαζόμενοι ψάχνουν μέρη όπου μπορούν να βελτιώσουν το βιοτικό επίπεδό τους. Η έλξη που ασκούν οι προηγμένες οικονομίες είναι ισχυρή, και ενισχύεται από τη διαδεδομένη πρόσβαση στις τεχνολογίες επικοινωνιών και τα μέσα που προβάλλουν προοπτικές ευκολίας και ευημερίας. Τα αυστηρά μέτρα που έχουν λάβει μερικές χώρες για να αποτρέψουν την λαθρομετανάστευση φαίνεται να μην αποθαρρύνουν πολλούς ανθρώπους από το να ριψοκινδυνεύουν τη ζωή τους για μια καλύτερη ζωή. Η μετανάστευση προσφέρει διάφορα σαφή οφέλη στις προηγμένες οικονομίες. Λαμβάνοντας υπόψη τη γήρανση του πληθυσμού ως αποτέλεσμα των χαμηλών ποσοστών γέννησης, η φυσική αύξηση του πληθυσμού σε πολλές χώρες του ΟΟΣΑ είναι πάρα πολύ χαμηλή για να εξασφαλίσει τη συντήρηση του τρέχοντος βιοτικού επιπέδου στο εγγύς μέλλον. Σε πολλές χώρες, διάφοροι τομείς της οικονομίας στερούνται ήδη το εργατικό δυναμικό και τις δεξιότητες που χρειάζονται προκειμένου να καλύψουν τις απαιτήσεις. Απαιτείται το εργατικό δυναμικό για να εξασφαλιστεί η άμεση παροχή υπηρεσιών στον πληθυσμό, και αυτές οι πιέσεις πρόκειται να αυξηθούν σύμφωνα με τη μεταβαλλόμενη ζήτηση για εργαζομένους στις υγειονομικές υπηρεσίες και την υγειονομική περίθαλψη για τους ηλικιωμένους που θα συνοδεύουν τη δημογραφική αλλαγή. Η μετανάστευση ενθαρρύνει την ανανέωση των κοινωνιών και της οικονομίας, ωθεί την καινοτομία και φέρνει νέες ιδέες. Κατά συνέπεια, οι χώρες, οι περιοχές και οι επιχειρήσεις ανταγωνίζονται για την απόκτηση εργαζομένων σε μια παγκόσμια κλίμακα. Εντούτοις, ενώ υπάρχουν πολλές θετικές κινητήριες δυνάμεις προς μετανάστευση, η ενσωμάτωση (των ίδιων των μεταναστών) είναι σήμερα μια πηγή ανησυχίας. Τα διάφορα κύματα των μεταναστών που προσέλκυσαν οι ακμάζουσες οικονομίες μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο και μέχρι τη δεκαετία του 1980 ενσωματώθηκαν σχετικά ομαλά στην αγορά εργασίας των κοινωνιών υποδοχής, τουλάχιστον σε προσωρινή βάση. Παρ’ όλα αυτά, σε πολλές χώρες, η κατάσταση για τους μετανάστες στην αγορά εργασίας άρχισε να επιδεινώνεται τη δεκαετία

41

42

του 1990, με τα ποσοστά ανεργίας τους να εκτοπίζουν τα αντίστοιχα του γηγενούς πληθυσμού. Σήμερα, οι μετανάστες είναι σχετικά περισσότερο εκτεθειμένοι στη μακροπρόθεσμη ανεργία και τον κοινωνικό αποκλεισμό. Ακόμη και σε χώρες όπου οι μετανάστες έχουν ένα ποσοστό απασχόλησης παρόμοιο με αυτό του γηγενούς πληθυσμού, οι μετανάστες είναι πιθανότερο να υπόκεινται σε πιο άσχημες συνθήκες εργασίας και προσωρινή απασχόληση. Η έλλειψη ενσωμάτωσης δεν έχει μόνο επιπτώσεις στους εργαζόμενους με χαμηλή εξειδίκευση, αλλά ολοένα περισσότερο και στους ειδικευμένους και πολύ καταρτισμένους εργαζόμενους (OECD 2006a), απεικονίζοντας εν μέρει τις δυσκολίες που συνδέονται με την αναγνώριση των προσόντων στο εξωτερικό. Υπάρχει όμως κάτι περισσότερο: τα προβλήματα ενσωμάτωσης που με την πρώτη ματιά φαίνεται να ισχύουν μόνο για τα νέα κύματα των μεταναστών φαίνεται να βιώνονται και από τη δεύτερη και από τη τρίτη γενιά μεταναστών. Πράγματι σε ορισμένες χώρες, μπορεί να υποστηριχτεί ότι η δεύτερη και η τρίτη γενιά μεταναστών είναι λιγότερο ενσωματωμένες στις κοινωνίες υποδοχής από τους γονείς τους που μετανάστευσαν μεταξύ του 1950 και του 1970. Μια πρόσφατη μελέτη του ΟΟΣΑ διαπίστωσε ότι πολλές αναπτυγμένες χώρες αποτυγχάνουν να βοηθήσουν τα παιδιά των οικογενειών των μεταναστών να ενσωματωθούν στην κοινωνία με την εκπαίδευση, και έτσι η σχολική επίδοση των παιδιών των μεταναστών να είναι κατά δύο χρόνια λιγότερη από εκείνη των παιδιών του γηγενούς πληθυσμού (OECD, 2006b). Το γεγονός αυτό εξέπληξε πολλούς που πίστευαν ότι οι απόγονοι των οικογενειών των μεταναστών που έχουν γεννηθεί στη χώρα υποδοχής δεν θα αντιμετώπιζαν σημαντικά εμπόδια ενσωμάτωσης, αφού θα είχαν εκπαιδευτεί στη χώρα υποδοχής και θα μιλούσαν τη γλώσσα της πλειοψηφίας του πληθυσμού. Καθώς ο πληθυσμός που αντιμετωπίζει προβλήματα ενσωμάτωσης στην αγορά εργασίας αυξάνεται, το πρόβλημα της ενσωμάτωσης αυτής καθεαυτής γίνεται ολοένα και πιο σύνθετο. Οι μετανάστες που υποφέρουν από φτώχεια λόγω αποκλεισμού τους από την αγορά εργασίας συγκεντρώνονται συνήθως σε περιοχές με χαμηλές δαπάνες στέγασης, οι οποίες είναι συχνά αποκομμένες από τις ευκαιρίες απασχόλησης. Σε περισσότερο ακραίες περιπτώσεις, οι μετανάστες «γκετοποιούνται» σε περιοχές υψηλής (από) στέρησης, οι οποίες σχετίζονται με υψηλά ποσοστά ανεργίας, υψηλά ποσοστά ατόμων που εγκαταλείπουν πρόωρα το σχολείο και είναι δυσαρεστημένα με τη ζωή τους. Σε αυτήν την περίπτωση, ζητήματα που συνδέονται με τον κοινωνικό και οικονομικό αποκλεισμό διαμορφώνουν ένα σύνολο επιπρόσθετων εμποδίων για τους μετανάστες που επιδιώκουν να έχουν πρόσβαση στην αγορά εργασίας. Το πρόβλημα της ενσωμάτωσης, όσο σύνθετο κι εάν έχει γίνει,

πρέπει να

Εισαγωγή

εξεταστεί τώρα. Αυτό είναι ένα ζήτημα που αφορά την κοινωνική συνοχή των κοινωνιών μας καθώς επίσης και τη λειτουργία της οικονομίας. Ο επείγων χαρακτήρας αυτής της κατάστασης προέρχεται και από την καταγραμμένη πτώση στα αποτελέσματα ενσωμάτωσης, και από την αυξανόμενη σημασία που δίνεται στη μετανάστευση στα πλαίσια των ζοφερών προβλέψεων της πληθυσμιακής μείωσης. Ο πληθυσμός στις αναπτυγμένες χώρες συνολικά αναμένεται για να παραμείνει αμετάβλητος έως το 2050, με μερικές χώρες να υφίστανται πληθυσμιακή μείωση, ενώ ο πληθυσμός σε πολλές λιγότερο ανεπτυγμένες χώρες αναμένεται να διπλασιαστεί ή και να τριπλασιαστεί (United Nations, 2004). Διπλό πρόβλημα διακυβέρνησης Το πρόβλημα της ενσωμάτωσης των μεταναστών, των οικογενειών τους και των απογόνων τους μπορεί να συνοψιστεί σε δύο ζητήματα διακυβέρνησης. Το πρώτο είναι η κακή αντιστοίχηση των πολιτικών μετανάστευσης και ενσωμάτωσης. Το δεύτερο είναι η πολύπλευρη φύση της ενσωμάτωσης. Κενό πολιτικής

Υπάρχει ένα σαφές αποτυχημένο συνταίριασμα πολιτικών μετανάστευσης και ενσωμάτωσης σε πολλές χώρες, όπου σπάνια πολιτικές που διαχειρίζονται τη μετανάστευση να συνοδεύονται από πολύ καλές πολιτικές υποστήριξης της ενσωμάτωσης. Ενώ οι περισσότερες χώρες παρέχουν εξειδικευμένη υποστήριξη στους μετανάστες κατά την άφιξή τους, ιδιαίτερα γλωσσική κατάρτιση, μετά από αυτήν την αρχική περίοδο, θεωρείται ότι η ενσωμάτωση στην αγορά εργασίας είναι ευθύνη των πολιτικών της θεσμικής αγοράς εργασίας. Ο στόχος της πολιτικής της αγοράς εργασίας είναι να διασφαλίσει την αποδοτικότητα των αγορών εργασίας και να αυξήσει την παραγωγικότητα των εργαζομένων. Συνήθως, η πολιτική της αγοράς εργασίας έχει δύο συνιστώσες: την ένταξη στην αγορά εργασίας και την ανάπτυξη της απασχολησιμότητας του εργατικού δυναμικού. Προγράμματα που εκπληρώνουν αυτούς τους σκοπούς περιλαμβάνουν: πρακτική άσκηση, συμβουλευτική, επιδοτήσεις εργασίας ώστε να παρέχουν επαγγελματική εμπειρία, επαγγελματική κατάρτιση και βοήθεια στην αυτοαπασχόληση. Οι μετανάστες μπορούν να έχουν πρόσβαση σε αυτές τις υπηρεσίες όπως οποιοσδήποτε, εάν εκπληρώνουν τα αντίστοιχα κριτήρια επιλεξιμότητας. Δυστυχώς, τα προγράμματα της θεσμικής αγοράς εργασίας δεν βοηθούν πάντα σημαντικά τους μετανάστες στην πρόσβασή τους στην αγορά εργασίας. Αυτό οφείλεται στα συγκεκριμένα εμπόδια που οι μετανάστες αντιμετωπίζουν:

43

44

δηλ. στην έλλειψη ντόπιων που να παρέχουν συστατικές επιστολές και στην έλλειψη επαγγελματικής εμπειρίας σε τοπικό επίπεδο, στην έλλειψη γνώσης για την αξία των προσόντων, στην έλλειψη οικειότητας με τα τοπικά κοινωνικά δίκτυα, στην έλλειψη γλωσσικών δεξιοτήτων. Επιπλέον, ορισμένοι μετανάστες αντιλαμβάνονται ότι τα προσόντα που απόκτησαν στην χώρα τους δεν αναγνωρίζονται, και το βρίσκουν δύσκολο να πάρουν τις σωστές αποφάσεις ώστε να προσαρμόσουν τις δεξιότητές τους στις τοπικές ανάγκες. Οι υπηρεσίες απασχόλησης, οι οποίες δεν είναι κατάλληλα εφοδιασμένες για να αξιολογήσουν την αξία των ξένων προσόντων και να δημιουργήσουν το προφίλ των ικανοτήτων ενός μετανάστη, το βρίσκουν δύσκολο να δίνουν τις σωστές συμβουλές. Η μετάβαση από την ντόπια αγορά εργασίας σε μια ξένη μπορεί να είναι μεγάλη. Κατά τη διάρκεια αυτής της διαδικασίας της δοκιμής-σφάλματος, το έναυσμα για εργασία μπορεί να χαθεί, ενώ οι δεξιότητες ίσως υποτιμηθούν. Ίσως οι οικονομικές πιέσεις να ενθαρρύνουν τους μετανάστες να αναλάβουν τις πιο άμεσα διαθέσιμες και προσβάσιμες δουλειές για να διασφαλίσουν την επιβίωσή τους, ακόμα κι αν αυτές οι δουλειές δεν είναι στο ίδιο επίπεδο με τις δεξιότητες και την εμπειρία τους. Είναι σαφές ότι οι δεξιότητες μπορούν να χαθούν κατά τη διάρκεια αυτής της διαδικασίας. Όταν συμβαίνει αυτό, η κοινωνία συνολικά υφίσταται απώλεια: είναι απώλεια όχι μόνο για τη χώρα υποδοχής αλλά και για το ίδιο το άτομο και τη χώρα καταγωγής. Επιπλέον, η πρόκληση βλάβης στο βιοτικό επίπεδο του μετανάστη ίσως να έχει πιο μακροπρόθεσμες συνέπειες για τις προοπτικές ενσωμάτωσης αυτού του ίδιου, της οικογένειάς τους και των απογόνων του. Πρόβλημα συντονισμού

Το δεύτερο πρόβλημα διακυβέρνησης αφορά ζητήματα συντονισμού. Όπως εξακριβώθηκε παραπάνω, οι μετανάστες και οι απόγονοί τους αντιμετωπίζουν συχνά πολλαπλάσια εμπόδια στην αγορά εργασίας (από τον γηγενή πληθυσμό). Οι λύσεις απαιτούν τη λήψη δράσεων σε πεδία τόσο διαφορετικά όσο η εκπαίδευση, η επαγγελματική κατάρτιση, η οικονομική ανάπτυξη, η κοινωνική αρωγή, η υγειονομική περίθαλψη και ασφάλεια. Απαιτείται μια ολοκληρωμένη προσέγγιση που να εμπλέκει διατομεακό πολιτικό συντονισμό και στρατηγικό προγραμματισμό. Πιο συγκεκριμένα, όταν οι νέοι μετανάστες και οι απόγονοί τους συγκεντρώνονται σε αστικές περιοχές και βιώνουν τον αποκλεισμό, τότε ίσως να αντιμετωπίσουν κοινωνικά και οικονομικά προβλήματα που ήδη δημιουργήθηκαν και ενσωματώθηκαν κατά τη διάρκεια μιας μακρόχρονης περιόδου. Μόνο μια εντατική και μακροπρόθεσμη συντονισμένη δράση θα είναι σε θέση να εξετάσει και να αντιμετωπίσει αυτά τα ζητήματα επιτυχώς.

Εισαγωγή

Παρ’ όλα αυτά, τέτοιος συντονισμός δεν είναι εύκολος στόχος για τη δημόσια πολιτική. Η αναζήτηση των ανταγωνιστικών πλεονεκτημάτων που είναι βασική κινητήρια δύναμη προόδου στις παγκοσμιοποιημένες οικονομίες μας έχει ασκήσει σημαντική επίδραση στον τρόπο που σχεδιάζεται και εφαρμόζεται η δημόσια πολιτική. Όπως ο ιδιωτικός τομέας, έτσι και οι δημόσιες υπηρεσίες οργανώνονται σήμερα σύμφωνα με αυστηρές αρχές αποδοτικότητας. Οι δημόσιες υπηρεσίες ρυθμίζονται από στόχους, πράγμα το οποίο σημαίνει ότι η απόδοση αξιολογείται από την επίτευξη προκαθορισμένων στόχων. Για να επιτύχουν αυτούς τους στόχους, οι κυβερνητικοί φορείς συχνά αποδεσμεύουν τους ιδιωτικούς φορείς παροχής υπηρεσιών και τις μη κερδοσκοπικές οργανώσεις. Επιπλέον, διάφορες πολιτικές ευθύνες μεταβιβάζονται στις περιφερειακές ή τοπικές αρχές, οι οποίες εκτελούν συχνά τα συμπληρωματικά προγράμματά τους (στον τομέα της κοινωνικής ή πολιτικής απασχόλησης, για παράδειγμα). Κατά συνέπεια, η δημόσια πολιτική στο σύνολό της παρέχεται μέσω ενός σύνθετου συνόλου οργανισμών και οργανώσεων που δραστηριοποιούνται σε διάφορα επίπεδα και συνδέονται με διάφορους διμερείς μηχανισμούς. Ο συντονισμός ή ο στρατηγικός προσανατολισμός είναι αυτό που λέγεται συχνά ότι λείπει σε αυτό το σύστημα. Το γεγονός ότι η ευθύνη για την ενσωμάτωση των μεταναστών βαρύνει διάφορες κυβερνητικές υπηρεσίες, οι οποίες έχουν το επιπρόσθετο καθήκον να μεταβιβάσουν τις αρμοδιότητες των υπηρεσιών ή οργανώσεων (και οργανισμών) που αποδέσμευσαν σε άλλες υπηρεσίες, θίγει το πρόβλημα της συλλογικής δράσης. Καθώς οι δημόσιες υπηρεσίες που εργάζονται στον τομέα αντιλαμβάνονται ότι οι πολιτικές αποτυγχάνουν επειδή αυτή η πολύπλοκη κατάσταση απαιτεί μια συντονισμένη ανταπόκριση, όλες οι υπηρεσίες μπορούν να ξεκινήσουν μια δράση, να κάνουν μια διάγνωση, να καθιερώσουν σχέσεις συνεργασίας, να οικοδομήσουν ένα δίκτυο και να οδηγήσουν μια διαδικασία στρατηγικού σχεδιασμού που να στοχεύει στην επίλυση ενός εξακριβωμένου τοπικού προβλήματος. Εντούτοις, υπάρχουν δαπάνες που συνδέονται με μια τέτοια άσκηση. Σαφώς, η οργάνωση μιας αποτελεσματικής συνεργασίας για την αντιμετώπιση ενός πολύπλοκου ζητήματος - όπως η ενσωμάτωση των μεταναστών - είναι χρονοβόρα. Η άσκηση θα περιελάμβανε την καθιέρωση σχέσεων με οργανώσεις και οργανισμούς διαφορετικής διοικητικής κουλτούρας (δήμοι, υποκαταστήματα των εθνικών δημόσιων υπηρεσιών, επιχειρησιακές οργανώσεις, οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών), πράγμα που σημαίνει ότι έπρεπε να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή σε ζητήματα επικοινωνίας και διακυβέρνησης. Οι φορείς που εργάζονται σε διαφορετικές περιοχές πολιτικής (π.χ. κατάρτιση, κοινωνική αρωγή, οικονομική ανάπτυξη) ακολουθούν διαφορετικές ατζέντες που η κάθε μια έχει και τις προτεραιότητές της. Επιπλέον, μερικοί φορείς μπορεί να είναι απρόθυμοι να συμμετέχουν στην αντιμετώπιση

45

46

ενός ευαίσθητα πολιτικού ζητήματος μέσω μιας δραστηριότητας που μπορεί να μη φέρει θετικά αποτελέσματα. Συγχρόνως, καθώς τα κέρδη από τη συλλογική δράση είναι πιθανό να ωφελήσουν όλους τους εμπλεκόμενους, τα κίνητρα για τους φορείς δεν είναι τόσο ισχυρά ώστε να παίξουν ενεργό ρόλο και να κινήσουν τη διαδικασία. Κατά συνέπεια, υπάρχουν προφανή αντικίνητρα για την προώθηση μιας συλλογικής ή μη δράσης,. Το αποτέλεσμα είναι συχνά η έλλειψη δραστηριότητας του δημόσιου τομέα, η οποία δεν είναι προφανώς και πολύ θετική για την κοινωνία στο σύνολό της. Τοπικές αντιδράσεις Τι είναι κοινό και στα δύο αυτά προβλήματα διακυβέρνησης που υπονομεύουν την ενσωμάτωση των μεταναστών και των οικογενειών τους στις κοινωνίες υποδοχής είναι οι κατά τόπους αντιδράσεις. Τοπικές πρωτοβουλίες έχουν ληφθεί για να καλύψουν το κενό μεταξύ της μετανάστευσης και της ενσωμάτωσης, συμπληρώνοντας την πολιτική στην αγορά εργασίας με διάφορους τρόπους. Μερικοί από αυτούς τους τρόπους στοχεύουν στα πολύπλευρα εμπόδια που αντιμετωπίζουν στην αγορά εργασίας οι μετανάστες και οι απόγονοί τους με το να ενθαρρύνουν συντονισμένη δράση βάσει μιας ενοποιημένης στρατηγικής. Τι μπορεί να μάθει κανείς από αυτές τις πρωτοβουλίες; Υπάρχουν μηχανισμοί που έχουν χρησιμοποιηθεί πιλοτικά από τοπικούς εταίρους που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν και από την κυβέρνηση; Ποια είναι τα διδάγματα που βγαίνουν από την αντιμετώπιση των προκλήσεων που προκύπτουν από την αποτυχία ενσωμάτωσης των μεταναστών και των απογόνων τους; Προκειμένου να απαντηθούν τέτοιες ερωτήσεις, ο ΟΟΣΑ πραγματοποίησε αυτήν την μελέτη για την τοπική ενσωμάτωση των μεταναστών στην αγορά εργασίας. Οι τοπικές πρωτοβουλίες που πραγματοποιούνται, οι μηχανισμοί, τα όργανα και μηχανισμοί διακυβέρνησης που χρησιμοποιούνται καθώς και τα αποτελέσματά τους εμπεριέχουν πληροφορίες που μπορούν μόνο να ωφελήσουν τον τρέχοντα πολιτικό διάλογο αυτού του κρισίμου ζητήματος, ως συμπλήρωμα της στατιστικής και πολιτικής ανάλυσης σε εθνικό επίπεδο.1 Το πρόγραμμα επέλεξε διάφορες τοπικές πρωτοβουλίες σε πέντε εθελόντριες χώρες (δηλ. στον Καναδά, την Ιταλία, την Ισπανία, την Ελβετία και το Ηνωμένο Βασίλειο2) και πραγματοποίησε έρευνες πεδίου βασιζόμενο σε ένα μεθοδολογικό πλαίσιο που σχεδιάστηκε με σκοπό να εξάγει συμπεράσματα από τις τοπικές πρακτικές. Οι πρωτοβουλίες που επιλέγονται ποικίλουν όσο το δυνατόν περισσότερο προκειμένου να απεικονιστεί το εύρος των ζητημάτων που αντιμετωπίστηκαν σε αυτή την έρευνα. Οι δράσεις κυμαίνονται από τη διευκόλυνση της μετάβασης από το σχολείο στην εργασία για τους νέους

Εισαγωγή

μετανάστες και την παροχή επαγγελματικής κατάρτισης, στην παροχή υπηρεσιών στους πρόσφυγες, μέχρι τον αγώνα ενάντια στις διακρίσεις και την (αν)οικοδόμηση κοινωνικών δικτύων. Συνδυασμός δυνάμεων, ανάπτυξη εργαλείων Η μελέτη δείχνει ότι το κενό που υπάρχει μεταξύ της μετανάστευσης και της ενσωμάτωσης μπορεί να καλυφθεί. Εντούτοις, για να συμβεί αυτό, απαιτείται ένας συνδυασμός δράσεων και σε κεντρικό και σε τοπικό επίπεδο. Η εξέταση των τοπικών πρακτικών αποκαλύπτει ότι υπάρχουν ορισμένοι μηχανισμοί που φαίνεται να είναι καθοριστικοί σε οποιεσδήποτε επιτυχείς πολιτικές πρωτοβουλίες ενσωμάτωσης μεταναστών και των οικογενειών τους. Ένας από αυτούς τους μηχανισμούς είναι η συλλογή και η ανάλυση πληροφοριών για την τοπική αγορά εργασίας, για τη δομή της ζήτησης εργασίας και των ελλείψεων δεξιοτήτων στον μεταναστευτικό πληθυσμό. Οποιαδήποτε αποτελεσματική δράση πρέπει να βασίζεται σε αυτές τις πληροφορίες που αναλύονται τοπικά. Ένας άλλος μηχανισμός είναι η διαμεσολάβηση των υπηρεσιών απασχόλησης και των οργανώσεων επαγγελματικής κατάρτισης μεταξύ των μεταναστευτικών ομάδων και των εργοδοτών, ώστε να υπάρχει σύνδεση της ζήτησης με την προσφορά εργασίας. Και οι δύο αυτές οι δράσεις καθορίζουν εάν μια πολιτική πρωτοβουλία είναι επιτυχής ή όχι με το να εξετάζουν εάν αυτή η πρωτοβουλία έχει μακροπρόθεσμα αποτελέσματα απασχόλησης για τους μετανάστες σε επίπεδο αντίστοιχο των δεξιοτήτων τους. Παρ’ όλα αυτά, τέτοιες δράσεις έχουν χρησιμοποιηθεί σε πολύ λίγες περιοχές, και τα μέσα που είχαν στη διάθεσή τους οι περιοχές αυτές ήταν ανεπαρκή. Η πρόκληση για την κυβέρνηση είναι να βρει τρόπους να υποστηρίξει αυτούς τους σχετικά εντατικούς μηχανισμούς πόρων και να τους ενσωματώσει στις ευρύτερες πολιτικές πρωτοβουλίες. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί όχι μόνο με την παροχή οικονομικής ενίσχυσης για πληροφόρηση σχετικά με την τοπική αγορά εργασίας και διαμεσολάβησης αλλά και με την παροχή αναλυτικών εργαλείων που η αγορά αποτυγχάνει να παρέχει και που μπορούν να βοηθήσουν τους τοπικούς εταίρους να διεξάγουν αποτελεσματικές δράσεις. Ένα τέτοιο εργαλείο είναι τα «προφίλ εργασίας» που μπορούν να βοηθήσουν τους εταίρους - εργοδότες, τις υπηρεσίες απασχόλησης, τους συμβούλους, τα κοινοτικά κολέγια και τους ίδιους τους μετανάστες – να πάρουν τις σωστές αποφάσεις. Αυτά τα προφίλ (εργασίας) καθιστούν την αγορά εργασίας πιο διαφανή με το να παρέχουν συγκεκριμένες πληροφορίες για τις διάφορες δεξιότητες που απαιτούνται σε συγκεκριμένες εργασίες, και προσεγγίζουν το επίπεδο ικανοτήτων που απαιτούνται από κάθε έναν από αυτούς (τους μετανάστες). Τέτοιες πληροφορίες είναι χρήσιμες κατά την προετοιμασία

47

48

των τεστ αξιολόγησης δεξιοτήτων και μπορούν να χρησιμοποιηθούν από τους εργοδότες, αφού πρώτα τους βοηθήσει ένας τοπικός διαμεσολαβητής, για να προσδιορίσουν εάν οι μετανάστες εργαζόμενοι είναι κατάλληλοι για τη συγκεκριμένη εργασία. Αυτό είναι ιδιαίτερα χρήσιμο όταν οι μετανάστες δεν έχουν συστατικές επιστολές από τοπικούς παράγοντες και τα προηγούμενα προσόντα τους δεν αναγνωρίζονται. Οπουδήποτε αυτές οι πληροφορίες γίνονται ευρύτερα προσβάσιμες, μπορούν να βοηθήσουν τους μετανάστες να έχουν τις κατάλληλες προσδοκίες όταν αποφασίζουν να μεταναστεύσουν και να πάρουν κατάλληλες αποφάσεις σχετικά με τα προσόντα. Αύξηση της ευελιξίας και των θεσμικών πολιτικών Ενώ σημειώνεται βραδεία πρόοδος τόσο στο συντονισμό των δράσεων του δημόσιου τομέα σε εθνικό και τοπικό επίπεδο όσο και στην ανάπτυξη αποτελεσματικών πολιτικών μηχανισμών, μια ευρεία ποικιλία άλλων φορέων έχει αναλάβει να διαδραματίσει έναν ρόλο ώστε να αποζημιώσει την έλλειψη αποτελεσματικών δράσεων από τις δημόσιες υπηρεσίες. Ειδικότερα, μια ολόκληρη σειρά μη κερδοσκοπικών οργανώσεων, παρέχει υπηρεσίες στους μετανάστες και σε εθνότητες. Οι περισσότερες από αυτές τις υπηρεσίες μπορούν να ομαδοποιηθούν σε δύο μεγάλες κατηγορίες: α) στην προσωπική ανάπτυξη και την ανάπτυξη δεξιοτήτων, και β) στην πρόσβαση και τα δίκτυα. Η πρώτη κατηγορία υπηρεσιών στοχεύει να συμπληρώνει τις υπηρεσίες που παρέχονται από την κυβέρνηση. Περιλαμβάνουν μαθήματα γλώσσας, επαγγελματική κατάρτιση, και σειρές μαθημάτων που ενθαρρύνουν την πολιτισμική αφομοίωσης. Μερικές φορές, οι δραστηριότητες προσαρμόζονται στις εθνότητες και υποστηρίζονται από προσωπικές συμβουλευτικές υποστηρικτικές υπηρεσίες (Σ.Υ.Υ. ή mentoring) και αρωγή. Ενισχύονται από τις προσπάθειες των μη κερδοσκοπικών οργανώσεων να προσεγγίσουν τις πιο απομακρυσμένες ομάδες από την αγορά εργασίας. Η δεύτερη κατηγορία υπηρεσιών στοχεύει στην παροχή καλύτερης διασύνδεσης μεταξύ των κοινοτήτων των μεταναστών και άλλων εταίρων (π.χ. κυβερνητικών φορέων, οργανισμών απασχόλησης, μη κυβερνητικών οργανώσεων) και στη βελτίωση της πρόσβασης στα διαθέσιμα προγράμματα. Αυτές οι υπηρεσίες χρησιμεύουν ως οργανώσεις υπεράσπισης και ασκούν πολιτική πίεση για νέα προγράμματα ή αλλαγές σε δημόσια προγράμματα ώστε να ανταποκρίνονται καλύτερα στις ανάγκες των μεταναστών και των απογόνων τους. Υποστηρίζουν μέτρα κατά των διακρίσεων και εκστρατείες για καλύτερα ημερομίσθια (wage campaigns) για να ενθαρρύνουν τους εργοδότες να καλωσορίζουν τους μετανάστες. Άλλες δραστηριότητες περιλαμβάνουν την ενεργοποίηση ή και τη τόνωση δικτύων για τις δύσκολα προσβάσιμες ομάδες και την οικοδόμηση της ικανότητας για αυτοοργάνωση και εκπροσώπηση.

Εισαγωγή

Ενώ και οι δύο κατηγορίες των πρωτοβουλιών ικανοποιούν τις ανάγκες της ομάδας-στόχου και επηρεάζουν την εφαρμογή των θεσμικών προγραμμάτων, ο καθαρός αριθμός τοπικών πρωτοβουλιών συμβάλλει περαιτέρω στον κατακερματισμό του τοπικού πολιτικού περιβάλλοντος. Πρωτοβουλίες προωθούνται σε όλες τις πολιτικές περιοχές: στην κοινωνική ένταξη, την κοινοτική ανάπτυξη, την αρωγή της επιχειρηματικότητας, την εκπαίδευση και την κατάρτιση. Αυτές οι υπηρεσίες είναι συχνά σχετικά μικρής κλίμακας, συνδέονται με μια περιορισμένη ομάδα-στόχο και παρέχονται σε μια συγκεκριμένη περιοχή. Οι οργανώσεις έχουν συχνά μια ελάχιστη κρίσιμη μάζα και αντιγράφουν τι κάνουν οι άλλες οργανώσεις ή οι δημόσιες υπηρεσίες. Έχουν λίγους πόρους για να επενδύσουν στην κατάρτιση και να ενισχύσουν τις ικανότητές του προσωπικού τους. Η πείρα τους με τη τοπική αγορά εργασίας είναι λιγοστή και οι διασυνδέσεις τους με τις υπηρεσίες απασχόλησης είναι ιδιαίτερα αδύναμες. Αν και οι πρωτοβουλίες οργανώνονται μερικές φορές υπό μορφή σχετικά περιεκτικών - συνεργασιών, σπάνια είναι πραγματικά ικανές να συντονίσουν τις σχετικές πολιτικές. Αυτό δεν είναι με κανένα τρόπο αποτυχία των οργανώσεων που εξετάζουν ζητήματα σχετικά με τη μετανάστευση. Το αντίθετο μάλιστα, αυτό είναι μειονέκτημα πολλών δράσεων που έλαβαν χώρα τοπικά. Πιο συγκεκριμένα, εκεί όπου υπάρχουν οργανώσεις που βασίζονται στην κοινότητα, οι οργανώσεις αυτές παίζουν έναν πολύ καλό ρόλο. Σε διάφορες περιοχές, οι συνεργασίες που βασίζονται στην περιοχή έχουν οργανωθεί κατά τέτοιο τρόπο ώστε να μπορούν να αντιμετωπίσουν τις προκλήσεις που προκύπτουν από τον κατακερματισμό της πολιτικής της απασχόλησης και της οικονομικής αναπτυξιακής πολιτικής, αλλά αυτές δεν έχουν πάντα ιδιαίτερη επιτυχία εάν δεν συνοδεύονται και από άλλες πολιτικές. Καθώς κατέστησε σαφές η Μελέτη του ΟΟΣΑ για τις Τοπικές Συνεργασίες (OECD Study on Local Partnerships), η καθιέρωση των συνεργασιών που βασίζονται στις περιοχές δεν είναι ικανοποιητική προϋπόθεση για τον πολιτικό συντονισμό. Αυτές οι συνεργασίες ασκούν κατά μέσον όρο οριακή επίδραση στην ικανότητα των υπηρεσιών να ενώσουν τις δυνάμεις τους και να υιοθετούν μια ολοκληρωμένη μέθοδο στα τοπικά προβλήματα. Τα προβλήματα περιλαμβάνουν άθλιες σχέσεις ευθύνης που περιορίζουν την μεταξύ των οργανώσεων δέσμευση και αυστηρές διοικητικές απαιτήσεις διαχείρισης απόδοσης οι οποίες ενθαρρύνουν τους μεμονωμένους φορείς και οργανώσεις να υιοθετήσουν μια περιορισμένου εύρους προσέγγιση της πολιτικής εφαρμογής, όπως φαίνεται ανωτέρω. Για να είναι σε θέση να επιδράσουν στην τοπική διακυβέρνηση - και να επηρεάσουν τον πολιτικό συντονισμό, την προσαρμογή στις τοπικές ανάγκες και τη συμμετοχή των επιχειρήσεων και της κοινωνίας των πολιτών στη διαμόρφωση των μέτρων - οι συνεργασίες πρέπει να συνοδεύονται από μηχανισμούς που θα προάγουν τη

49

50

σύγκλιση των πολιτικών στόχων σε εθνικό επίπεδο, θα αυξάνουν την ευελιξία στο πλαίσιο της πολιτικής διαχείρισης και θα ενδυναμώνουν την υπευθυνότητα των συνεργασιών με τρεις τρόπους: (1) με τη συνεργασία των μελών, (2) με τη συνεργασία των εκπροσώπων και των οργανώσεών τους, και (3) με τη συνεργασία με το κοινό (OECD, 2001, 2004). Προκειμένου να αντιμετωπιστούν τα εμπόδια που οι μετανάστες και οι απόγονοί τους αντιμετωπίζουν, ίσως να είναι σημαντικότερο να αυξηθεί η ευελιξία στη διαχείριση των πολιτικών που αναπτύσσονται σε εθνικό επίπεδο και σχετίζονται με το ζήτημα της ενσωμάτωσης στην αγορά εργασίας (κυρίως στην εκπαίδευση, την πολιτική αγοράς εργασίας και την οικονομική ανάπτυξη) παρά να παράγονται νέες πολιτικές πρωτοβουλίες, να βρίσκονται νέοι προμηθευτές παροχής υπηρεσιών και να καθιερώνονται νέες συνεργασίες σε τοπικό επίπεδο. Η πολιτική κατάρτισης και αγοράς εργασίας πρέπει να προσαρμοστεί στις ανάγκες του τοπικού πληθυσμού, συμπεριλαμβανομένων των μεταναστών. Εάν οι πληροφορίες για την τοπική αγορά εργασίας και τις δεξιότητες που κατέχουν οι ομάδες μεταναστών συγκεντρώνονται και αναλύονται κατάλληλα, αυτό είναι ένας ιδιαίτερα εφικτός στόχος. Απαιτείται ευελιξία στη σύνδεση των υπηρεσιών απασχόλησης με τις τρέχουσες ανάγκες των επιχειρήσεων. Είναι σημαντικό να εκφραστεί η ζήτηση εργασίας και να αναλυθούν τα δυνατά και αδύνατα σημεία των τομέων, και να αναπτυχθούν αναλόγως δράσεις αγοράς εργασίας και κατάρτισης, με τη συμμετοχή της επιχειρηματικής κοινότητας καθώς επίσης και των φορέων οικονομικής ανάπτυξης. Αντιθέτως, οι ευκαιρίες που προσφέρονται από τη μετανάστευση πρέπει να προβληθούν άμεσα σε οποιαδήποτε άσκηση στρατηγικού σχεδιασμού σε ζητήματα οικονομικής ανάπτυξης. Μηχανισμοί που προάγουν την αναβάθμιση δεξιοτήτων και προωθούν ευκαιρίες προόδου σταδιοδρομίας για τους μετανάστες που ήδη απασχολούνται (βλ., παραδείγματος χάριν, OECD, 2006c) είναι επίσης σημαντικοί επειδή ελαττώνουν τον χρόνο που οι μετανάστες αναγκάζονται να δαπανήσουν εκτός της αγοράς εργασίας για να επανεκπαιδευτούν. Η ενσωμάτωση των μεταναστών και των απογόνων τους είναι ένα ζήτημα για το οποίο όλοι οι φορείς, σε τοπικό και εθνικό επίπεδο, έχουν συμφέρον να το αντιμετωπίσουν επιτυχώς. Είναι ένα περίπλοκο και προκλητικό πολιτικό πεδίο, επειδή ότι η ενσωμάτωση συμπεριλαμβάνει διάφορα αλληλένδετα ζητήματα, και δεν είναι αδύνατο να επιτευχθεί. Η επιτυχία της άσκησης εξαρτάται από την ποιότητα και την αποτελεσματικότητα των μηχανισμών που εφαρμόζονται και την καταλληλότητά τους στην τοπική αγορά εργασίας. Απαιτεί πολιτικό θάρρος και πολιτική θέληση ώστε να αντιμετωπιστούν μερικά σύνθετα διοικητικά ζητήματα εκτός από ζητήματα πολιτικής. Η κεντρική κυβέρνηση πρέπει να εμπιστευθεί τις τοπικές οργανώσεις, αλλά και να παρέχει συγχρόνως συγκεκριμένες οδηγίες,

Εισαγωγή

να οικοδομεί ικανότητες και να επιβλέπει τα αποτελέσματα της εφαρμογής των διαφόρων πολιτικών. Ένας καλός συνδυασμός τοπικών και εθνικών δράσεων είναι αυτό που θα κάνει τη διαφορά. Σημειώσεις 1

Η μελέτη πραγματοποιήθηκε υπό την επίβλεψη της Διοικούσας Επιτροπής σε θέματα Τοπικής,

Οικονομικής Ανάπτυξης και Ανάπτυξης Απασχόλησης (Directing Committee on Local Economic and Employment Development ή LEED), σε συνεργασία με την Επιτροπή Απασχόλησης, Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων (Employment, Labour and Social Affairs Committee ή ELSAC) και την Ομάδα Εργασίας της για τη μετανάστευση. 2

Κάθε μελέτη περιέλαβε το πεδίο έρευνας που διεξήχθη από το προσωπικό του ΟΟΣΑ και

διεθνείς εμπειρογνώμονες, όπου οι συζητήσεις με τοπικούς, περιφερειακούς και εθνικούς φορείς χάραξης πολιτικής συνοδεύθηκαν από επισκέψεις στις τοπικές πρωτοβουλίες των περιοχών που διεξήγοντο οι περιπτωσιολογικές μελέτες. Ενώ τέσσερις από τις περιπτωσιολογικές μελέτες ανέλυσαν τουλάχιστον τρεις περιοχές, στο Ηνωμένο Βασίλειο, μεγαλύτερη έμφαση δόθηκε στο Λονδίνο. Τα αρχικά συμπεράσματα της μελέτης συζητήθηκαν σε ένα διεθνές συνέδριο με τίτλο “From Immigration to Integration: Lessons Drawn from Local Responses” (: Από τη Μετανάστευση στην Ενσωμάτωση: Μαθήματα βγαλμένα από τις Τοπικές Ανταποκρίσεις) που οργανώθηκε από το πρόγραμμα LEED (Directing Committee on Local Economic and Employment Development) του ΟΟΣΑ και την Ομοσπονδιακή Τράπεζα

Αποθεματικού της Νέας Υόρκης

(Federal Reserve

Bank of New York) την 15η Δεκεμβρίου 2005. Αυτό το συνέδριο το παρακολούθησαν διευθυντές σημαντικών επιμορφωτικών προγραμμάτων εργατικού δυναμικού των Ηνωμένων Πολιτειών, κοινοτικές οργανώσεις ανάπτυξης, συνδικάτα, ιδρύματα και κοινοτικά κολέγια, καθώς επίσης και ακαδημαϊκοί, και η κρατική και τοπική πολιτική ηγεσία διαφόρων κρατών.

Βιβλιογραφία OECD (2001), Local Partnerships for Better Governance, OECD, Paris. OECD (2004), New Forms of Governance and Economic Development, OECD, Paris. OECD (2006a), International Migration Outlook, OECD, Paris. OECD (2006b), Where Immigrant Students Succeed - A Comparative Review of Performance and Engagement in PISA 2003, OECD, Paris. OECD (2006c), Skills Upgrading: New Policy Perspectives, OECD, Paris. United Nations (2004), World Population Report: The 2004 Revision, UN, Washington.

51

52

Κεφάλαιο 1 Από τη Μετανάστευση στην Ενσωμάτωση: Σύγκριση Τοπικών Πρακτικών Francesca Froy

Η ενσωμάτωση των μεταναστών σε τοπικό επίπεδο είναι κυρίως θέμα διαχείρισης της αλλαγής. Αποτελεσματική ενσωμάτωση στην αγορά εργασίας εξαρτάται από τη βοήθεια που παρέχεται στους μετανάστες για να διαχειρίζονται τις γρήγορες αλλαγές που συμβαίνουν στη ζωή τους, ενώ ταυτόχρονα διασφαλίζει ότι η ίδια η τοπική κοινότητα εξελίσσεται και ανταποκρίνεται στις αλλαγές του πληθυσμού της και του αστικού ιστού της. Αυτό έχει διάφορες επιπτώσεις σε μια αποτελεσματική ανταπόκριση διακυβέρνησης. Ειδικότερα, οι μετανάστες χρειάζονται ξεκάθαρους χάρτες διαδρομών που θα τους καθοδηγούν μεταξύ των διάφορων υπηρεσιών που θα υποστηρίξουν τη μετάβασή τους σε μια καινούργια ζωή. Οι κατά τόπους περιοχές πρέπει επίσης να είναι ενήμερες για τις αλλαγές που συντελούνται στον μεταναστευτικό πληθυσμό, και να αναπτύσσουν νέες τεχνικές για να μεγιστοποιούν τις ευκαιρίες που παρουσιάζονται από τους ειδικευμένους μετανάστες, ενώ ταυτόχρονα να απομακρύνουν τα περιττά εμπόδια στον εργασιακό χώρο. Αυτό το κεφάλαιο ανασκοπεί τις δραστηριότητες των τοπικών εταίρων σε κάθε μια από τις πέντε χώρες που μελετώνται, δίνοντας έμφαση στην καινοτομία και την ορθή πρακτική, και προσδιορίζει τα κοινά προβλήματα, και τα υπάρχοντα κενά στην παροχή υπηρεσιών.

Από τη Μετανάστευση στην Ενσωμάτωση: Σύγκριση Τοπικών Πρακτικών

Εισαγωγή Η ενσωμάτωση των μεταναστών σε τοπικό επίπεδο είναι θέμα σημαντικού ενδιαφέροντος για τις χώρες του ΟΟΣΑ. Η αυξανόμενη σημαντικότητα της οικονομίας της γνώσης σημαίνει ότι η μάχη για τα ταλέντα γίνεται τόσο σημαντική όσο και η μάχη για τις εσωτερικές επενδύσεις, και οι ειδικευμένοι μετανάστες μπορούν να προσφέρουν ένα σημαντικό συγκριτικό πλεονέκτημα στις τοπικές αγορές εργασίας, εφ’ όσον χρησιμοποιούνται οι δυνατότητές τους. Οι ανειδίκευτοι μετανάστες είναι επίσης σε ζήτηση, καθώς η δημογραφική αλλαγή σημαίνει ότι πολλές περιοχές ψάχνουν για νέους εργαζομένους ώστε να καλύψουν τις ελλείψεις εργασίας και να διασφαλίσουν την παροχή βασικών υπηρεσιών. Για να μεγιστοποιηθούν τα πιθανά πλεονεκτήματα της μετανάστευσης εντούτοις, είναι ζωτικό η μετανάστευση να συνοδεύεται από την ενσωμάτωση, δηλ. από αποτελεσματικούς μηχανισμούς που διασφαλίζουν ότι οι μετανάστες ενσωματώνονται αποτελεσματικά στις τοπικές αγορές εργασίας. Οι μετανάστες πάντα και παντού πρέπει να προσαρμόζονται στη χώρα υποδοχής και αντίστροφα. Η φύση της διαδικασίας της ενσωμάτωσης διαφέρει από χώρα σε χώρα και με την πάροδο του χρόνου, ανάλογα με την ιστορία μετανάστευσης της χώρας, τα χαρακτηριστικά των αφίξεων, τη γενική μεταναστευτική πολιτική των χωρών, τα προγράμματα σε ισχύ που βοηθηθούν τους μετανάστες και τις γενικές κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες των χωρών υποδοχής. Εντούτοις, λαμβάνοντας υπόψη τους μεγάλους αριθμούς μεταναστών που έχουν εισέλθει στις χώρες του ΟΟΣΑ κατά τη διάρκεια των τελευταίων δεκαετιών, το θέμα της ενσωμάτωσής τους φαίνεται τώρα περισσότερο πιεστικό επειδή: α) οι περισσότερες χώρες αναγνωρίζουν τώρα τα πιθανά πλεονεκτήματα που οι μετανάστες φέρνουν στις τοπικές οικονομίες τους, και β) τα αποτελέσματα ενσωμάτωσης δεν φαίνονται να είναι τόσο ευνοϊκά σε διάφορες χώρες όσο ήταν στο παρελθόν. Υπάρχουν πάρα πολλές έρευνες που επικεντρώνονται στους παράγοντες που οδηγούν στην ενσωμάτωση στην αγορά εργασίας,1 και ανάμεσα στους υπό μελέτη παράγοντες, εκείνοι που είναι σχετικοί με την τοπική διακυβέρνηση εφιστούν όλο και περισσότερο την προσοχή των φορέων χάραξης πολιτικής. Ενώ η μεταναστευτική πολιτική συχνά καθορίζεται, σχεδιάζεται και χρηματοδοτείται σε εθνικό επίπεδο, ο αντίκτυπός της στους μετανάστες και την κοινωνία φαίνεται έντονα σε τοπικό επίπεδο όπου υπάρχει και η αλληλεπίδραση άλλων πολιτικών. Εν προκειμένω, η αποτελεσματικότητα της τοπικής εφαρμογής των εθνικών πολιτικών ή των πρωτοβουλιών που λαμβάνονται τοπικά είναι το βασικό θέμα της πολιτικής ενσωμάτωσης.

53

54

Υπάρχουν διάφοροι λόγοι για τους οποίους η ενσωμάτωση των μεταναστών στην αγορά εργασίας είναι ένα ιδιαίτερα «τοπικό» ζήτημα. Αρχικά, είναι προφανές ότι η μετανάστευση έχει μια σχετικά ακανόνιστη γεωγραφία. Μέσα στον μεταναστευτικό πληθυσμό, είναι πιθανό να υπάρχουν διαφορετικές ομάδες που μεταναστεύσουν σε συγκεκριμένες χώρες, λόγω πολιτικών, οικονομικών και γλωσσικών δεσμών και λόγω του ότι είχαν μεταναστεύσει στη χώρα αυτή φίλοι και συγγενείς (οι μετανάστες στην Ισπανία είναι πολύ πιθανόν να προέρχονται από τη Λατινική Αμερική, παραδείγματος χάριν). Στις χώρες αυτές, ενώ ορισμένες γεωργικές περιοχές προσελκύουν μεγάλους αριθμούς προσωρινών μεταναστών, οι μετανάστες είναι πιθανότερο να εγκατασταθούν σε αστικές περιοχές, και σε εκείνες ιδιαίτερα τις περιοχές ορισμένων πόλεων που λειτουργούν ως «πύλες» - ιδιαίτερα στις πρωτεύουσες και τις μεγαλουπόλεις (των χωρών αυτών). Αυτό οδηγεί σε τοπικές διαφοροποιήσεις και στο μέγεθος και στη δομή του μεταναστευτικού πληθυσμού. Στην πόλη του Τορόντο (στον Καναδά), για παράδειγμα, το 49% των κατοίκων είχαν γεννηθεί σε άλλη χώρα το 2001, συγκρινόμενο με το 18% περίπου του γενικού Καναδικού πληθυσμού (Canadian Census, 2001). Παρομοίως, στην Ολλανδία, το 60% του μεταναστευτικού πληθυσμού ζει στο Δυτικό αστικό (πολεοδομικό) συγκρότημα - με τους μετανάστες και τους απογόνους τους να αποτελούν το 47% του πληθυσμού του Άμστερνταμ το 2004 (Penninx et al., 2004). Στις πόλεις, οι μετανάστες συγκεντρώνονται συχνά σε ορισμένες κοινότητες, ή σε «εθνοτικούς θύλακες» (ethnic enclaves), είτε επειδή έχουν επιλέξει να μετακομίσουν κοντά σε φίλους, συγγενείς και τις γνωστές ευκαιρίες απασχόλησης, είτε επειδή η διαβίωση είναι δύσκολη σε άλλες περιοχές λόγω του κόστους ζωής. Στην γειτονιά του Βόρειου Ετόμπικοκ (Etobicoke) στη βορειοδυτική πλευρά του Τορόντο, για παράδειγμα, το 74,7% των κατοίκων πάνω από 15 ετών είναι πρώτη γενιά Καναδών (Canadian Census, 2001), εν μέρει επειδή η μικρή προσβασιμότητα στην περιοχή σημαίνει ότι οι τιμές των σπιτιών είναι σχετικά προσιτές στη γειτονιά. Υπάρχει επίσης τοπική διαφοροποίηση στις αγορές εργασίας στις οποίες οι μετανάστες ελπίζουν να ενσωματωθούν. Τα πλαίσια αγοράς εργασίας μπορεί να ποικίλουν πολύ περισσότερο μεταξύ των αστικών περιοχών από ότι μεταξύ διαφορετικών χωρών,2 και οι τοπικοί φορείς χάραξης πολιτικής στις πρωτεύουσες και τις μεγαλουπόλεις, παραδείγματος χάριν, το βρίσκουν συχνά πιο χρήσιμο να αξιολογούν τους εαυτούς τους σε σχέση με τους φορείς χάραξης πολιτικής σε άλλες παγκόσμιες πόλεις, σε αντιδιαστολή με εκείνους (τους φορείς χάραξης πολιτικής) στις μικρότερες κωμοπόλεις μέσα στη χώρα τους.

Από τη Μετανάστευση στην Ενσωμάτωση: Σύγκριση Τοπικών Πρακτικών

Οι κατά τόπους περιοχές έχουν να κερδίσουν πολλά από την αποτελεσματική διαχείριση της μετανάστευσης, και να χάσουν πολλά εάν τα πράγματα πάνε στραβά. Ο Sassen (1994) και ο Harris (2003), και οι δύο, υπογραμμίζουν ότι οι μετανάστες γίνονται απαραίτητοι στις πόλεις σε μια παγκόσμια οικονομία όπου οι δεξιότητες γίνονται ολοένα και πιο εξειδικευμένες και το εμπόριο στηρίζεται στις παγκόσμιες διασυνδέσεις. Οι επιχειρήσεις αποκτούν τα συστατικά ενός ανθρώπινου δυναμικού από όλο τον κόσμο, με τις χώρες να επικεντρώνονται στην εξαγωγή ορισμένων ειδών εκπαίδευσης και κατάρτισης. Αυτό οδηγεί σε μια αποδυνάμωση της αυτάρκειας σε τοπικό επίπεδο, με τις πόλεις να ανταγωνίζομαι για την ξένη εργασία εκτός από τις ξένες επιχειρήσεις και τις τεχνολογίες τους. Δεν είναι μόνο το γεγονός ότι οι πολύ καλά καταρτισμένοι εργαζόμενοι είναι σε ζήτηση. Ο Sassen περιγράφει πώς οι πόλεις ανταγωνίζονται επίσης για τους ανειδίκευτους και μέσους ειδικευμένους μετανάστες, επειδή η χαμηλότερης αξίας εργασία και οι υπηρεσίες χρειάζεται να καλυτερεύουν τις υπηρεσίες που παρέχονται από τους καταρτισμένους εργαζόμενους. Οι αστικοί ηγέτες αντιλαμβάνονται όλο και περισσότερο τα οφέλη που προσκομίζουν οι μετανάστες στον τόπο τους. Ο Πρόεδρος της Συνεργασίας της Οικονομικής Ανάπτυξης της πόλης της Νέας Υόρκης (President of New York City Economic Development Cooperation) πρόσφατα υποστήριξε ότι οι μετανάστες αποτελούν το «μέγιστο συγκριτικό πλεονέκτημα» της πόλης του. Σαράντα πέντε τοις εκατό του πληθυσμού της Νέας Υόρκης είναι μετανάστες (United States Census, 2000), και η πόλη απορροφά περισσότερους μετανάστες καθημερινά από οποιαδήποτε άλλη πόλη των Η.Π.Α. εκτός από το Λος Άντζελες. Η προκύπτουσα ποικιλομορφία απεικονίζεται στο γεγονός ότι οι τοπικές υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης απαντούν στο τηλέφωνο σε εκατόν εβδομήντα γλώσσες. Η Ομοσπονδιακή Τράπεζα Αποθεματικού της Νέας Υόρκης (Federal Reserve Bank of New York) υπογραμμίζει τον βασικό ρόλο-κλειδί που έχουν διαδραματίσει οι μετανάστες και την συμβολή τους στη βιωσιμότητα και την παραγωγικότητα της αγοράς εργασίας της πόλης. Η μετανάστευση είναι ιδιαίτερα σημαντική στη διατήρηση ενός σταθερού επιπέδου πληθυσμών κατά τη διάρκεια των περιόδων σχετικής συρρίκνωσης, όπως στη δεκαετία του 1990 όταν περίπου 1,3 εκατομμύριο κάτοικοι εγκατέλειψαν την πόλη. Χωρίς μετανάστευση υπολογίζεται ότι η Νέα Υόρκη θα είχε χάσει το 10% του πληθυσμού της.3 Η σύνθεση του εργατικού δυναμικού της Νέας Υόρκης έχει αλλάξει εντυπωσιακά τα τελευταία 30-40 χρόνια λόγω της εισροής των μεταναστών, παρ’ όλα αυτά η γενική απασχόληση έχει αυξηθεί και έχει πέσει μόνο ελαφρά μεταξύ 3,2-3,8 εκατομμυρίων. Τα είδη των έργων που έχουν

55

56

διενεργηθεί έχουν αλλάξει επίσης ουσιαστικά και η παραγωγή έχει αυξηθεί αισθητά έτσι ώστε το εργατικό δυναμικό της Πόλης της Νέας Υόρκης (NYC) να απολαμβάνει κέρδη στο πραγματικό εισόδημά του παρά την έλλειψη αύξησης θέσεων εργασίας (Bram, Haughwout and Orr, 2002). Με την επερχόμενη συνταξιοδότηση των ανθρώπων της δεκαετίας του 1960 και 1970 (baby-boomers) σε πολλές χώρες του ΟΟΣΑ, ο πιθανός ρόλος της μετανάστευσης στην υποστήριξη της βιωσιμότητας των τοπικών οικονομιών, και την ανακούφιση της ανόδου στην αναλογία εξάρτησης (dependency ratio), είναι επίσης το αντικείμενο ορισμένων μελετών. Τώρα γενικά αναγνωρίζεται ότι οι αυξανόμενες εισροές μετανάστευσης δεν είναι δυνατόν να αντισταθμίσουν πλήρως την προβαλλόμενη άνοδο στα ποσοστά εξάρτησης γήρατος στις χώρες μέλη του ΟΟΣΑ: οι απαραίτητες ροές θα ήταν πάρα πολύ μεγάλες. Εντούτοις, αναγνωρίζεται ότι η μετανάστευση μπορεί παρ’ όλα αυτά να διαδραματίσει έναν ρόλο στην ανακούφιση των δυσμενών συνεπειών των γηρασκομένων πληθυσμών, από κοινού με άλλες πολιτικές. Σε τοπικό επίπεδο, η παρουσία της προσφοράς εργασίας που θα μπορούσε να παρέχει προσωπικές υπηρεσίες και υπηρεσίες που βρίσκονται κοντά (ή υπηρεσίες εγγύτητας: proximity services) στον γηράσκοντα πληθυσμό της γίνεται επίσης ολοένα και περισσότερο σημαντική. Στην αντίθετη περίπτωση, είναι σαφές ότι εάν οι μετανάστες δεν είναι αποτελεσματικά ενσωματωμένοι στις τοπικές κοινότητες, αυτό μπορεί να οδηγήσει σε δυσαρέσκεια και κοινωνικές αναταραχές. Οι αναταραχές που σημειώθηκαν στα περίχωρα του Παρισιού και άλλων γαλλικών πόλεων το δεύτερο εξάμηνο του 2005 ήταν μια υπενθύμιση αυτού που μπορεί να συμβεί εάν οι πληθυσμοί απομονώνονται και δεν είναι αποτελεσματικά ενσωματωμένοι στην κοινωνία. Τέτοιες αναταραχές, όπως οι εξεγέρσεις που σημειώθηκαν στο Μπράντφορντ, στο Μπέρνλευ και το Λιντς του Ηνωμένου Βασιλείου το 2001, αποκτούν μεγάλη δημοσιότητα λόγω των ΜΜΕ, και ευαισθητοποιούν υπό αυτήν τη μορφή τους φορείς χάραξης πολιτικής, πράγμα που μερικές φορές οδηγεί σε νέες παρεμβάσεις σε τοπικό επίπεδο. Ενώ η αυξανόμενη πολιτική προσοχή που δίδεται μπορεί να είναι χρήσιμη, η διακύμανση της πολιτικής αντίδρασης σε ζητήματα ενσωμάτωσης δεν ενθαρρύνει τις βιώσιμες προσεγγίσεις μακροπρόθεσμα. Η ενσωμάτωση είναι ένα σύνθετο ζήτημα που απαιτεί μακροπρόθεσμη στρατηγική και συνεχή επένδυση των πόρων.

Από τη Μετανάστευση στην Ενσωμάτωση: Σύγκριση Τοπικών Πρακτικών

Eμπόδια που αντιμετωπίζουν οι μετανάστες στην αγορά εργασίας

Παρά την αυξανόμενη ζήτηση εργασίας που έχει δημιουργηθεί από την οικονομική ανάπτυξη και τη δημογραφική αλλαγή σε μερικές χώρες, και τη σχετικά υψηλή επιτυχία μερικών πολύ καλά καταρτισμένων μεταναστών,4 πολλοί μετανάστες αντιμετωπίζουν ακόμα εμπόδια στην πρόσβαση ποιοτικής και βιώσιμης απασχόλησης. Η πρόσφατη Διεθνής Προοπτική Μετανάστευσης του ΟΟΣΑ (OECD International Migration Outlook) αναγνώρισε ότι το 2003-4 το ποσοστό συμμετοχής μεταναστών ήταν σε σύνολο χαμηλότερο από εκείνο του γηγενούς πληθυσμού (OECD, 2006a). Επιπλέον, το 2003 οι μετανάστες ήταν πιθανότερο να είναι άνεργοι από ότι οι υπήκοοι ή οι ντόπιοι σε όλες τις χώρες του ΟΟΣΑ με εξαίρεση την Ελλάδα και την Ιταλία (OECD, 2005a). Επίσης, οι μετανάστες είχαν υψηλότερο ποσοστό ανεργίας από τους υπηκόους των χωρών που συμμετέχουν στη μελέτη (βλ. Πίνακα 1.1.). Εντούτοις, η Ισπανία και η Ιταλία παρουσιάζουν σχετικά υψηλά ποσοστά απασχόλησης για τον αλλοδαπό πληθυσμό, πράγμα που οφείλεται εν μέρει στην ανάλογη σπουδαιότητα των ατόμων που ψάχνουν για εργασία στα πρόσφατα μεταναστευτικά ρεύματα. Πίνακας 1.1. Συμμετοχή στην αγορά εργασίας και ανεργία αλλοδαπών και γηγενών πληθυσμών στις συμμετέχουσες χώρες, 2004

Ποσοστό συμμετοχής (%)

Ποσοστό ανεργίας (%)

Γηγενείς Αλλοδαποί Διαφορά Γηγενείς Αλλοδαποί Διαφορά

Ηνωμένο Βασίλειο

75,7

68,4

7,3

4,3

7,3

-3

Ισπανία

67,6

76,8

-9,2

10,8

13,8

-3

Ιταλία

62,3

70

-7,7

7,9

9,3

-1,4

Καναδάς

77,9 *

73,5 *

4,4

6,2 *

8,7 *

-2,5

Ελβετία

81,7

78,8

2,9

3,1

8,3

-5,8

* Τα στοιχεία είναι διαθέσιμα για τον Καναδά μόνο για το 2003 Πηγή: OECD (2006a).

Οι εμπειρογνώμονες μετανάστευσης του ΟΟΣΑ έχουν τονίσει πρόσφατα ότι υπάρχει αυξανόμενη ποικιλομορφία στην οικονομική επίδοση των μεταναστών στην αγορά εργασίας σε παγκόσμια κλίμακα. Για παράδειγμα, είναι αξιοσημείωτο ότι, στους παραπάνω αριθμούς, υπάρχουν διαφορετικά ποσοστά απασχόλησης

57

58

μεταξύ των μεταναστών από διαφορετικές χώρες και διαφορετικές εθνότητες. Στο Λονδίνο, παραδείγματος χάριν, η ανάλυση των στοιχείων (disaggregation of data) όσον αφορά τα ποσοστά απασχόλησης κατοίκων που βρίσκονται σε εργάσιμη ηλικία από τη χώρα γέννησης δείχνει ότι, ενώ εκείνοι που γεννήθηκαν σε χώρες υψηλού εισοδήματος εκτός του Ηνωμένου Βασιλείου έχουν ποσοστό απασχόλησης 75% (το οποίο υπερβαίνει το μέσο όρο του Λονδίνου που είναι 73,9%), το ποσοστό απασχόλησης εκείνων που προέρχονται από τις αναπτυσσόμενες χώρες είναι μόνο 61,4%. Στοιχεία από την Απογραφή του 2001 στο Ηνωμένο Βασίλειο που επιτρέπουν την ανάλυση ανά χώρα αποκαλύπτουν επίσης ότι, ενώ τα ποσοστά απασχόλησης για εκείνους που προέρχονται από την Αυστραλία και τη Νότια Αφρική υπερβαίνουν το 83%, για εκείνους που κατάγονται από τη Σομαλία το ποσοστό απασχόλησης είναι μόνο 16,4%. Διαφορετικές νομικές κατηγορίες μεταναστών βιώνουν επίσης διαφορετικά ποσοστά ανεργίας, με τους πρόσφυγες να είναι ιδιαίτερα ευάλωτοι. Το Διεύθυνση Εργασίας και Συνταξιοδοτήσεων (The Department for Work and Pensions) στο Ηνωμένο Βασίλειο, παραδείγματος χάριν, εκτιμά ότι οι πρόσφυγες έχουν ποσοστό ανεργίας 36% - έξι φορές περισσότερο από τον εθνικό μέσο όρο (House of Commons Work and Pensions Committee, 2005). Η Διεθνής Προοπτική Μετανάστευσης του ΟΟΣΑ (OECD, 2006a) επισημαίνει επίσης ότι νέοι, και μεγαλύτεροι εργαζόμενοι καθώς και γυναίκες συναντούν συγκεκριμένες δυσκολίες στην αγορά εργασίας. Υπάρχει ένας σημαντικός αριθμός παραγόντων οι οποίοι και άμεσα και έμμεσα έχουν αντίκτυπο στη δυνατότητα ενός μετανάστη να βρει μια εργασία. Τα ζητήματα που επηρεάζουν τους μετανάστες ώστε να έχουν δυσκολία στην πρόσβαση απασχόλησης αντανακλούν με πολλούς τρόπους τα προβλήματα που βιώνουν οι διάφορες ομάδες ανέργων: ακατάλληλες δεξιότητες και ακατάλληλα προσόντα για τις διάφορες εργασίες που υπάρχουν, έλλειψη δεξιοτήτων στην πλοήγηση της αγοράς εργασίας, δυσκολία στη διαχείριση οικογενειακών ευθυνών και άλλων υποχρεώσεων, κοινωνικά και ψυχολογικά εμπόδια για να εργαστούν. Εντούτοις, σε κάθε έναν από αυτούς τους τόπους, οι μετανάστες είναι πολύ πιθανό να αντιμετωπίσουν ιδιαίτερα προβλήματα. Ενώ οι άνεργοι έχουν μερικές φορές προβλήματα με το ταίριασμα των δεξιοτήτων και των ικανοτήτων τους την τοπική αγορά εργασίας, οι μετανάστες έχουν μια επιπλέον δυσκολία ότι η εκπαίδευση και τα προσόντα τους αποκτήθηκαν συχνά στο εξωτερικό, και οι εργοδότες το βρίσκουν δύσκολο να κρίνουν την αξία αυτών των προσόντων σε σχέση με τη τοπική αγορά εργασίας. Ενώ όλοι οι άνεργοι

Από τη Μετανάστευση στην Ενσωμάτωση: Σύγκριση Τοπικών Πρακτικών

μπορούν να έχουν πρόβλημα να αποκτήσουν μια καλή συστατική επιστολή, ίσως οι μετανάστες να έχουν εργαστεί μόνο στο εξωτερικό και δεν είναι επομένως δυνατό οι εργοδότες να ζητήσουν πληροφορίες από τους προηγούμενους εργοδότες για οποιαδήποτε αξιολόγηση της απόδοσής τους. Ενώ οι προκαταλήψεις και η απόδοση ψεύτικων χαρακτηριστικών ή στερεότυπων μπορούν να έχουν επιπτώσεις σε οποιοδήποτε άτομο που ζητά εργασία, ο ρατσισμός και η αρνητική απεικόνιση των μεταναστών στα ΜΜΕ αυξάνουν τις πιθανότητες ώστε οι μετανάστες να μην έχουν πρόσβαση σε μια εργασία λόγω των διακρίσεων. Τέλος, ως νεοφερμένοι σε μια περιοχή, οι μετανάστες είναι πιο ευάλωτοι στους έμμεσους παράγοντες εκείνους που μπορούν να αποτρέψουν τους ανθρώπους από την πρόσβαση της εργασίας, όπως η απομόνωση από τα σημαντικά κοινωνικά δίκτυα, η γεωγραφική απομόνωση σε φτηνότερες περιοχές στέγασης και άλλα ζητήματα που προέρχονται από το σχετικό κοινωνικό αποκλεισμό. Ο Πίνακας 1.2. παραθέτει λεπτομερώς τα είδη των εμποδίων που αντιμετωπίζουν οι άνεργοι όταν αναζητούν εργασία, πριν να συζητηθούν τα ιδιαίτερα ζητήματα που έχουν επιπτώσεις στους μετανάστες.

59

60

Πίνακας 1.2. Εμπόδια στην αγορά εργασίας Τομείς

Γενικά ζητήματα που βίωσαν άνθρωποι που ζητούσαν εργασία

Ειδικά ζητήματα που αντιμετωπίζουν οι μετανάστες

Δεξιότητες και ικανότητες

Έλλειψη γενικών δεξιοτήτων (επικοινωνίας, αυτοδιαχείρισης, επαγγελματισμού).

• Γλωσσικές δεξιότητες •Έ  λλειψη κοινωνικο-πολιτισμικών γνώσεων και κατανόησης.

Έλλειψη ειδικών προσόντων που απαιτούνται για την εργασία.

• Οι απαιτούμενες ικανότητες μπορεί να διαφέρουν από εκείνες στην ιδιαίτερη πατρίδα. • Έλλειψη χρηματοδότησης και/ή επιχορήγησης για προσβασιμότητα στην παιδεία και κατάρτιση σε τοπικό επίπεδο. • Έλλειψη ατόμων της τοπικής κοινωνίας που να παρέχουν συστατικές επιστολές και έλλειψη εμπειρίας (των μεταναστών) στην τοπική αγορά εργασίας ώστε να αποδείξουν τις ικανότητές τους.

Έλλειψη ειδικών προσόντων που απαιτούνται για την εργασία.

Έλλειψη γνώσεων (άγνοια) για την αξία και τη συνάφεια των προσόντων και της εμπειρίας που απόκτησαν σε άλλες χώρες.

Έλλειψη δεξιοτήτων πλοήγησης στην αγορά εργασίας.

Έλλειψη γνώσεων (άγνοια)των τοπικών αγορών εργασίας.

Γεωγραφική απομόνωση (απόσταση από τους εργοδότες, απόσταση από τα δίκτυα μεταφορικών μέσων).

Συγκέντρωση ορισμένων μεταναστών σε φτωχότερες κοινότητες και σε εθνοτικούς θύλακες.

Κοινωνική απομόνωση (έλλειψη πρόσβασης στο κοινωνικό κεφάλαιο και τα κοινωνικά δίκτυα).

Έλλειψη εξοικείωσης με τοπικά κοινωνικά δίκτυα.

Διαθεσιμότητα παιδικών σταθμών και πρόνοιας για ηλικιωμένα προστατευόμενα μέλη

Έλλειψη συγγενών στην χώρα μπορεί να δημιουργήσει δυσκολίες στην ανάθεση (οικογενειακών) φροντίδων.1

Κοινωνικά και ψυχολογικά θέματα, προβλήματα κινήτρου ενδιαφέροντος.

• Οι μετανάστες που έρχονται ως πρόσφυγες ίσως να έχουν ιδιαίτερα μετατραυματικά προβλήματα. • Τα παιδιά των μεταναστών μπορεί να βιώσουν δυσφορία εάν οι γονείς τους δεν πετύχουν ότι προσδοκούσαν.

Εργασία στην άτυπη οικονομία

Οι μετανάστες συγκεντρώνονται συχνά στην άτυπη οικονομία είτε όταν έχουν εισέλθει στη χώρα παράνομα είτε όταν η άδεια παραμονής στη χώρα έχει λήξει.

Προκατάληψη και απόδοση εσφαλμένων και στερεότυπων χαρακτηριστικών (για παράδειγμα, λόγω του κοινωνικού υπόβαθρου, του τόπου διαμονής)

• Έλλειψη πληροφοριών σχετικά με την εμπειρία και τα προσόντα των μεταναστών. • Ρατσισμός, ιδιαίτερα ενάντια εμφανών μειονοτήτων. • Συγκέντρωση των μεταναστών σε φτωχότερες περιοχές, οι οποίες ίσως έχουν στιγματιστεί.

Ζητήματα προσβασιμότητας

Διαθεσιμότητα για εργασία

Στάσεις εργοδοτών

1 Στις Ευρωπαϊκές χώρες για τις οποίες υπάρχουν ακριβείς πληροφορίες για τους λόγους που παραμένουν εκτός αγοράς εργασίας, είναι πιθανόν οι αλλοδαποί περισσότερο από τους γηγενείς να πουν ότι οι οικογενειακές ευθύνες είναι η αιτία που δεν έχουν εργασία (το 32% των αλλοδαπών έναντι του μόλις κάτω του 20% των γηγενών). Βλ. ΟΟΣΑ (OECD, 2005). Πηγή: OECD LIILM Project.

Από τη Μετανάστευση στην Ενσωμάτωση: Σύγκριση Τοπικών Πρακτικών

Ποιότητα της ανεργίας

Η ανεργία δεν είναι το μόνο ζήτημα που έχει επιπτώσεις στους μετανάστες. Η ποιότητα της απασχόλησης στην οποία έχουν πρόσβαση και οι προοπτικές σταδιοδρομίας είναι εξίσου σημαντικές. Ενώ οι αριθμοί φαίνεται να προτείνουν ότι οι μετανάστες είναι σχετικά καλά ενσωματωμένοι στην αγορά εργασίας στην Ισπανία και την Ιταλία, παραδείγματος χάριν, στην πραγματικότητα πολλοί μετανάστες απασχολούνται σε προσωρινές εργασίες με χαμηλά εισοδήματα και άσχημες συνθήκες εργασίας. Η διαφοροποίηση του γηγενούς και αλλοδαπού πληθυσμού στην πιθανότητα διατήρησης μιας προσωρινής εργασίας είναι ιδιαίτερα υψηλό στην Ισπανία, την Πορτογαλία και τη Φινλανδία, χώρες οι οποίες έχουν γενικά υψηλά ποσοστά προσωρινής απασχόλησης (OECD, 2005a). Η υποαπασχόληση των μεταναστών είναι επίσης ένα σημαντικό ζήτημα, με τους μετανάστες να δυσκολεύονται να βρουν απασχόληση σε τομείς και σε επίπεδα που να χρησιμοποιούν πλήρως την προηγούμενη κατάρτιση και εμπειρία τους. Η Διαμήκης Έρευνα για τους Μετανάστες στον Καναδά (Longitudinal Survey of Immigrants to Canada), παραδείγματος χάριν, διαπίστωσε ότι η μεγάλη πλειοψηφία των μεταναστών που είχαν επιλεγεί στα πλαίσια του επιχειρησιακού προγράμματος «καταρτισμένοι εργαζόμενοι» βρήκαν απασχόληση στα δύο έτη από την άφιξή τους. Εντούτοις, ακριβώς κάτι παρά πάνω από το ήμισυ αυτών των μεταναστών δεν είχε βρει απασχόληση στο προοριζόμενο επάγγελμά τους (Statistics Canada, 2003). Εκεί όπου οι μετανάστες βρίσκουν μια εργασία στο προοριζόμενο επάγγελμά τους είναι γενικά λιγότερο πιθανό να είναι σε επαγγελματικό επίπεδο κάτι που να αντιστοιχεί στα προσόντα τους. Δυστυχώς, αυτό έχει επιπτώσεις στην πιο μακροπρόθεσμη ενσωμάτωσή τους. Ο Sweetman (2005) δείχνει ότι το σημείο εισόδου στην αγορά εργασίας είναι ιδιαίτερα σημαντικό στον καθορισμό της μακροπρόθεσμης πορείας της σταδιοδρομίας. Η Επιτροπή Διασκέψεων του Καναδά (Conference Board of Canada, 2001) υπολογίζει ότι η υποαπασχόληση κοστίζει στην Kαναδική οικονομία από 3,5 έως 5,0 δισεκατομμύρια Καναδικά δολάρια ετησίως.5 Ένα άλλο ζήτημα είναι ότι οι μετανάστες συγκεντρώνονται συχνά σε συγκεκριμένους τομείς και βιομηχανίες. Διάφοροι τομείς εμφανίζονται να ευνοούν την μεταναστευτική εργασία, συμπεριλαμβανομένων του κατασκευαστικού τομέα, των ξενοδοχείων και εστιατορίων, της υγειονομικής περίθαλψης και των κοινωνικών υπηρεσιών (OECD, 2006a). Επίσης, οι μετανάστες υπερ-εκπροσωπούνται στις ανειδίκευτες υπηρεσίες, και, σε αρκετές χώρες, στις οικιακές υπηρεσίες.6 Είναι πιθανότερο να υπάρχει μια μεγάλη συγκέντρωση μεταναστών στις ανωτέρω θέσεις, στις εργασίες που οι γηγενείς δεν θέλουν να κάνουν, δηλ. στις χαμηλόμισθες θέσεις και εκείνες

61

62

που απεικονίζουν «τα 3 D»: βρώμικος, επικίνδυνος και δύσκολος.i Ο Διεθνής Οργανισμός Εργασίας (ILO, 2004) περιγράφει πώς, παρά τη θετική εμπειρία πολλών μεταναστών, ένα μεγάλο ποσοστό αντιμετωπίζει ακόμα προσβλητικές καταστάσεις και εκμετάλλευση. Αυτές οι καταστάσεις συνήθως περιλαμβάνουν καταναγκαστική εργασία, χαμηλές αμοιβές, άθλιες συνθήκες εργασίας, παντελή απουσία κοινωνικής προστασίας, άρνηση της ελευθερίας άσκησης του δικαιώματος να ιδρύουν συλλόγους και να συμμετέχουν σε συνδικάτα, τη διάκριση και την ξενοφοβία, καθώς επίσης και τον κοινωνικό αποκλεισμό. Ένας περαιτέρω παράγοντας που πρέπει να ληφθεί υπόψη είναι η σημασία της άτυπης οικονομίας σε πολλές χώρες, συμπεριλαμβανομένων και δύο από τις χώρες που καλύπτονται από την παρούσα μελέτη, την Ισπανία και την Ιταλία. Σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ (OECD, 2004a), το μερίδιο της άτυπης οικονομικής δραστηριότητας στην Ιταλία αντιπροσωπεύει του 16% του ιταλικού ΑΕΠ. Στην πραγματικότητα, η άτυπη οικονομία έχει αυξηθεί τα τελευταία χρόνια σύμφωνα με τους αριθμούς της ISTATii για το μερίδιο των παράνομων εργαζομένων (από το 13,4% το 1992 στο 15,1% το 2000). Στην Ισπανία, λείπουν τα αντίστοιχα στοιχεία για το 2004. Παρ’ όλα αυτά, οι Schneider και Klinglmair (2004) υπολογίζουν ότι το μέσο μέγεθος της παραοικονομίας (που εκφράζεται ως ποσοστό του ΑΕΠ) το 2002-2003 ήταν 22,3% στην Ισπανία. Αν και ο αριθμός λαθρομεταναστών που γεμίζουν αυτές τις εργασίες είναι δύσκολο να αξιολογηθεί, συγκρίσεις μεταξύ των δημοτικών καταλόγων (που καλύπτουν ολόκληρο τον πληθυσμό - ανεξάρτητα από το νομικό καθεστώς τους) και του συστήματος άδειας παραμονής έδωσαν κατά προσέγγιση έναν αριθμό της τάξεως του ενός εκατομμυρίου λαθρομεταναστών το 2004, πολλοί από τους οποίους είναι πιθανό να έχουν εκμεταλλευτεί την πρόσφατη εθνική νομιμοποίηση που πραγματοποιήθηκε το 2005. Στην ιδιαίτερα εύκαμπτη αγορά εργασίας των Ηνωμένων Πολιτειών, ο Holzer (2005) έχει υπολογίσει ότι 6-7 εκατομμύρια αλλοδαπών εργαζομένων είναι παράνομοι. Μια νέα νομοθεσία συζητείται αυτήν την περίοδο στο Κογκρέσο ώστε να επιλυθεί αυτό το ζήτημα, τουλάχιστον εν μέρει μέσω της ανάπτυξης των νέων μορφών προσωρινής άδειας απασχόλησης. Οι μετανάστες είναι ιδιαίτερα ευάλωτοι στην εκμετάλλευση στην άτυπη οικονομία. Αυτό είναι ένα από τα προβλήματα και στις αγροτικές περιοχές (με υψηλό ποσοστό παράνομης εργασίας στη γεωργία) και στις μεγαλουπόλεις, Στα αγγλικά τα «3 D» είναι τα εξής: dirty (βρώμικος), dangerous (επικίνδυνος) και difficult (δύσκολος) (Σ.τ.Μ.). ii ISTAT είναι τα αρχικά της Στατιστικής Υπηρεσίας της Ιταλίας, δηλ. Instituto nazionale di statistica (Σ.τ.Μ.). i

Από τη Μετανάστευση στην Ενσωμάτωση: Σύγκριση Τοπικών Πρακτικών

όπου οι μεγάλοι αριθμοί ατόμων που απασχολούνται σε παράνομες εργασίες τουλάχιστον εν μέρει απεικονίζουν τη δυσκολία να λειτουργήσουν νόμιμα οι υπηρεσίες χαμηλής προστιθέμενης αξίας και να έχουν κέρδη λαμβάνοντας υπόψη τις υψηλές δαπάνες (γη, μεταφορικά) που συνδέονται με τέτοια αστικά περιβάλλοντα. Η συμμετοχή στην άτυπη οικονομία δημιουργεί προβλήματα νομιμότητας, μη προστατευόμενης και παράνομης απασχόλησης, και μπορεί μακροπρόθεσμα να περιορίσει τη δυνατότητα των μεταναστών να ενσωματωθούν στην επίσημη αγορά εργασίας. Στις χώρες όπου η άτυπη αγορά εργασίας είναι σχετικά παγιωμένη, όπως στην Ισπανία και την Ιταλία, αυτό το θέμα είναι δύσκολο να αντιμετωπιστεί. Ενώ η νομιμοποίηση βοηθά προφανώς, συχνά είναι σχετικά προσωρινή, με μερικούς μετανάστες να πρέπει να υποβάλλονται σε πολλαπλές νομιμοποιήσεις καθώς μπαινοβγαίνουν στον εργασιακό χώρο. Βασικοί εταίροι-κλειδιά σε τοπικό επίπεδο Πολυεπίπεδες και πολυμετοχικές προσεγγίσεις Την ευρεία ποικιλία των διαφορετικών εταίρων που εμπλέκονται στην υποστήριξη της ενσωμάτωσης των μεταναστών στην αγορά εργασίας σε τοπικό επίπεδο απεικονίζουν ως ένα ορισμένο βαθμό την ποικιλομορφία των εμποδίων που αντιμετωπίζουν οι μετανάστες. Ανάλογα με την περιοχή, οι δραστηριότητες που υποστηρίζουν την ενσωμάτωση μπορούν να προχωρήσουν από τις τοπικές και περιφερειακές αρχές, τις μη κυβερνητικές οργανώσεις (ΜΚΟ), τα συνδικάτα, τις μη κερδοσκοπικές επιχειρήσεις, και τους εργοδότες. Κάθε μια από αυτές τις τοπικές οργανώσεις συμπληρώνει την υποστήριξη που παρέχουν οι δημόσιες υπηρεσίες απασχόλησης (PES) στους μετανάστες στην πρόσβαση αγοράς εργασίας σε τοπικό επίπεδο αλλά που έχει κυρίως σχεδιαστεί και αναπτυχθεί σε εθνικό και περιφερειακό επίπεδο. Ο βαθμός εμπλοκής των διαφόρων εταίρων εξαρτάται πάρα πολύ από τους παραδοσιακούς ρόλους τους σε κάθε χώρα, τις καθιερωμένες θέσεις δύναμής τους και τις υπάρχουσες συνεργασίες τους. Οι Heckmann και Schnapper (2003) επισημαίνουν ότι, «ο τρόπος με τον οποίο μια χώρα προσπαθεί «κανονικά» να διασφαλίζει τη συνοχή, να επιλύει συγκρούσεις και να επιλύει κοινωνικά και οικονομικά προβλήματα θα χρησιμοποιηθεί επίσης κατά την ενσωμάτωση των μεταναστών». Στις Σκανδιναβικές χώρες, παραδείγματος χάριν, η υποστήριξη παρέχεται στους μετανάστες από την θεσμοθετημένη (mainstream) απασχόληση και τις κοινωνικές υπηρεσίες στο πλαίσιο μιας σχετικά συγκεντρωτικής

63

64

δημόσιας κοινωνικής πρόνοιας. Αντίθετα, στις χώρες που αναφέρονται σε αυτήν την δημοσίευση (στον Καναδά, την Ιταλία, την Ισπανία, την Ελβετία και στο Ηνωμένο Βασίλειο) το σύστημα είναι περισσότερο αποκεντρωμένο, με τις μη κυβερνητικές οργανώσεις να διαδραματίζουν έναν σημαντικό ρόλο στην παροχή υπηρεσιών στους μετανάστες. Στην Ισπανία, το Ηνωμένο Βασίλειο και την Ιταλία, οι τοπικές δημοτικές αρχές έχουν ένα αρκετά μεγάλο προβάδισμα στο συντονισμό των προσεγγίσεων συνεργασίας, ενώ εμφανίζονται να διαδραματίζουν έναν πιο μικρό ρόλο στο συντονισμό των δραστηριοτήτων στον Καναδά. Παρομοίως, τα συνδικάτα διαδραματίζουν έναν σημαντικό ρόλο στην Ιταλία, την Ισπανία και την Ελβετία, ενώ είναι κατά ένα μεγάλο μέρος απόντα από τις τοπικές πρωτοβουλίες υποστήριξης της ενσωμάτωσης στον Καναδά, και το Ηνωμένο Βασίλειο. Ο ιδιωτικός τομέας παράγει τους ενεργούς εταίρους σε μερικές περιοχές των Ηνωμένων Πολιτειών και του αγγλόφωνου Καναδά, με τους εργοδότες και τις κοινότητες να παίζουν έναν κύριο ρόλο στο συντονισμό της τοπικής δράσης στο Τορόντο (του Καναδά), παραδείγματος χάριν, και στη λήψη ευθυνών για πρωτοβουλίες ενσωμάτωσης σε τοπικό επίπεδο. Η απασχόληση στον ιδιωτικό τομέα είναι λιγότερο συνήθης στην Ευρώπη, αν και στην Ιταλία τα τοπικά εμπορικά επιμελητήρια παίζουν έναν ξεχωριστό ρόλο, ιδιαίτερα στην παροχή κινήτρων της τοπικής επιχειρηματικότητας των μεταναστών. Η παρακάτω παράγραφος συνοψίζει εν συντομία τους τύπους συνεισφοράς του καθενός εταίρου σε τοπικό επίπεδο στις χώρες που συμμετέχουν σε αυτή την μελέτη. Δημόσιες Υπηρεσίες Απασχόλησης (PES)

Οι Δημόσιες Υπηρεσίες Απασχόλησης είναι ένας οργανισμός με την πιο εμφανή ευθύνη της υποστήριξης της ενσωμάτωσης των μεταναστών στην τοπική αγορά εργασίας. Εντούτοις, είναι συγκριτικά σπάνιο για τις PES να στοχεύουν συγκεκριμένα τους μετανάστες στα προγράμματά τους, αν και μερικές φορές τα έργα που αναπτύσσονται από άλλους εταίρους για την υποστήριξη των μεταναστών σε τοπικό επίπεδο χρηματοδοτούνται και υποστηρίζονται. Στην Ισπανία, παραδείγματος χάριν, τα περιφερειακά υποκαταστήματα των προγραμμάτων INEM εν μέρει χρηματοδοτούνται από τις περιφερειακές και τοπικές αρχές για να καινοτομούν στην παροχή υποστήριξης στους μετανάστες. Στο Ηνωμένο Βασίλειο, η υπηρεσία «Κέντρο Εργασίας Plus» (Jobcentre Plus) διαχειρίζεται τις υπηρεσίες που προσεγγίζουν τις εθνικές μειονότητες σε περιοχές στόχους στις οποίες οι πρόσφυγες έχουν τις απαιτούμενες προϋποθέσεις, και τις αναθέτει ως υπεργολαβίες σε μη κυβερνητικές οργανώσεις. Ένα νέο λειτουργικό πλαίσιο του «Κέντρου Εργασίας Plus» για τους πρόσφυγες υποστηρίζει επίσης τη συνεργασία μεταξύ των γραφείων της περιοχής και των τοπικών ομάδων των προσφύγων και των κοινοτήτων.

Από τη Μετανάστευση στην Ενσωμάτωση: Σύγκριση Τοπικών Πρακτικών

Ενώ τα προγράμματα που εκτελούνται από τις PES σχεδιάζονται συχνότερα σε εθνικό επίπεδο, στα αποκεντρωμένα κράτη οι περιφερειακές υπηρεσίες απασχόλησης έχουν αμεσότερη επαφή (input) με τα προγράμματα που υποστηρίζουν την ενσωμάτωση των μεταναστών. Για να βοηθήσει τους εργοδότες για να προσλάβει τους μετανάστες, το INEM έχει αναπτύξει έναν νέο κατάλογο με μη συμπληρωμένες θέσεις εργασίας για τις οποίες δεν υπάρχει κανένας Ισπανός εργαζόμενος διαθέσιμος. Η βάση δεδομένων ενημερώνεται τριμηνιαία και, εάν οι εργοδότες διαπιστώσουν ότι οι κενές θέσεις εργασίας των επιχειρήσεών τους παρατίθενται στον κατάλογο, μπορούν να τις διαφημίσουν στο εξωτερικό χωρίς να πρέπει να ελεγχθεί τοπικά ότι κανένας άλλος εργαζόμενος δεν είναι διαθέσιμος για τη θέση αυτή. Ο κατάλογος οργανώνεται από τα περιφερειακά γραφεία των PES, και υπάρχει διακριτική ευχέρεια σε περιφερειακό επίπεδο ώστε οι θέσεις εργασίας να μπαίνουν στον κατάλογο, και έτσι υπάρχει ιδιαίτερη διαφοροποίηση στον τύπο και τον αριθμό θέσεων εργασίας που αναρτώνται. Μεταξύ όλων των χωρών που συμμετείχαν σε αυτή τη μελέτη, ο Καναδάς είχε το πιο εκτενές και ποικίλο σύνολο προγραμμάτων των PES που στόχευσαν τους μετανάστες, και τα περιφερειακά γραφεία της Καναδικής Υπηρεσίας έχουν αναπτύξει διάφορες συγκεκριμένες πρωτοβουλίες, οι οποίες ίσως έχουν επηρεαστεί από το γεγονός ότι ο Καναδάς - από κοινού με τις Ηνωμένες Πολιτείες και την Αυστραλία – παραδοσιακά θεωρείται ως «χώρα της μετανάστευσης». Στο Οντάριο, η Καναδική Υπηρεσία υποστηρίζει μια σειρά στοχοθετημένων προγραμμάτων που υποστηρίζουν τους μετανάστες. Αυτά τα προγράμματα συμπεριλαμβάνουν την αξιολόγηση του νεοφερμένου (μετανάστη) και το πρόγραμμα συστατικών επιστολών, την εξειδικευμένη αναζήτηση σταδιοδρομίας και επαγγελματικής εμπειρίας, και ειδικευμένα κέντρα απασχόλησης και λέσχες εξεύρεσης εργασίας που βοηθούν τους πρόσφυγες. Παρομοίως, η Διεύθυνση Απασχόλησης του Κεμπέκ (Emploi-Québec), σε συνεργασία με άλλα υπουργεία και διευθύνσεις τους - όπως το Υπουργείο Παιδείας, Ελεύθερου Χρόνου και Αθλητισμού και το Υπουργείο Υγείας και Κοινωνικών Υπηρεσιών - υποστηρίζει τα προγράμματα επαγγελματικής εμπειρίας για τους μετανάστες με ξένα πτυχία, τις συμβουλευτικές υποστηρικτικές υπηρεσίες (Σ.Υ.Υ. ή mentoring), προγράμματα που αναβαθμίζουν τις δεξιότητες των νοσοκόμων, των μηχανικών και των γεωργών επαγγελματιών που έχουν εκπαιδευτεί στο εξωτερικό, και ένα γραφείο προγραμμάτων κατάρτισης για τους μετανάστες. Οι κυβερνητικές υπηρεσίες και οι μη κυβερνητικές οργανώσεις συμμετέχουν στην πρόσληψη και την κατάρτισή τους.

65

66

Ρόλος των τοπικών αρχών

Παρά το γεγονός ότι στις περισσότερες περιπτώσεις δεν έχουν καμία συγκεκριμένη νομική ικανότητα για να βοηθήσουν τους ανθρώπους στην απασχόληση, οι τοπικές αρχές διαδραματίζουν έναν σημαντικό ρόλο στην τοπική ενσωμάτωση των μεταναστών στην απασχόληση σε πολλές από τις χώρες που καλύπτει αυτή η μελέτη. Οι πολλές άλλες ικανότητες των τοπικών αρχών σηματοδοτούν ότι μπορούν να αντιμετωπίσουν πολύ καλά μια ευρεία ποικιλία ζητημάτων που μπορούν έμμεσα να αποτρέψουν τους μετανάστες από την πρόσβαση στις εργασίες (Βλ. Πλαίσιο 1.1.). Εάν ασκούν ή όχι μια συγκεκριμένη πολιτική ενσωμάτωσης, παρέχουν στέγαση, σχολεία, κοινωνική βοήθεια και χωροτακτικό σχεδιασμό, όλα αυτά ασκούν σημαντική επίδραση στην ευημερία των μεταναστών και, συνεπώς, στην απασχολησιμότητά τους, ιδιαίτερα επειδή αυτές οι ομάδες είναι πιθανά λιγότερο οικονομικά ανεξάρτητες από τις αντίστοιχες των εγγενών και, επομένως, να εξαρτώνται από την τοπική βοήθεια. Ο Ray (2003) υποστηρίζει ότι η βασική δομή ενός τόπου (τα μέσα μαζικής μεταφοράς, η στέγαση) είναι το κλειδί στη δυνατότητά του να δημιουργήσει την κοινωνική και οικονομική συνοχή, και ότι οι καθημερινές ανιαρές πραγματικότητες μιας πόλης ή ενός τόπου (προσβασιμότητα, σχέσεις γειτονιάς, πρόσβαση στα δημόσια αγαθά) είναι αυτές που δημιουργούν και τις επιτυχίες και τα εμπόδια και τα διάφορα κολλήματα σε σχέση με την ενσωμάτωση. Μέσω της ιστορικής ανάπτυξής τους, ορισμένοι τόποι έχουν εξελίξει τα πρότυπα χρήσης γης, την παροχή στέγασης και τα συστήματα μεταφορών που είναι πολύ καλύτερα εξοπλισμένα ώστε να εξυπηρετούν την πολιτιστική ποικιλομορφία και να αποτρέπουν την ανισότητα με το να αποτρέπουν, παραδείγματος χάριν, την ανάπτυξη απομονωμένων θυλάκων στέρησης με σχετική χαμηλής ποιότητας κατοικία, λιγοστή προσβασιμότητα και κακής ποιότητα δημόσιες υπηρεσίες. Αναφέρει την πόλη του Τορόντο στον Καναδά που όντας ιδιαίτερα αποτελεσματική στην ανάπτυξη ενός ολοκληρωμένου δημόσιου συστήματος μεταφορών και στην συγκέντρωση πολιτικών φορολογικού ενδιαφέροντος στήριξε την κοινωνική συνοχή και την αλληλεπίδραση καθώς η πόλη μεγάλωνε γρήγορα μετά από το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Εντούτοις, τις τελευταίες δεκαετίες, τα χαμηλά επίπεδα επένδυσης στις δημόσιες συγκοινωνίες και η απουσία άμεσης σχέσης συνεισφοράς φόρων από όλους τους δήμους έχουν συμβάλει στον αυξανόμενο διαχωρισμό και τη συγκέντρωση των μεταναστών στις φτωχότερες κοινότητες. Ο Ray περιγράφει ένα ολοένα και μεγαλύτερο άσχημο χωροθετικό ταίριασμα των θέσεων κατοικίας των λιγότερο εύπορων κατοίκων, πολλοί από τους οποίους είναι νεοφερμένοι, και την κατανομή των ευκαιριών απασχόλησης που θα επιδράσουν στην ενσωμάτωση στην αγορά εργασίας.

Από τη Μετανάστευση στην Ενσωμάτωση: Σύγκριση Τοπικών Πρακτικών

Πλαίσιο 1.1. Σχετικές δράσεις των τοπικών αρχών Στέγαση: Προωθούν μια ευαίσθητη στεγαστική πολιτική που αποφεύγει τη συγκέντρωση των μεταναστών και των εθνοτικών μειονοτικών ομάδων σε ορισμένες περιοχές, παραδείγματος χάριν, και υποστηρίζουν το μικτό κοινωνικό συγκρότημα κατοικιών, σφίγγοντας έτσι τα λουριά στους μεροληπτικούς ιδιοκτήτες. Επίσης, αποφεύγουν την ανάπτυξη των «υπερυψωμένων περιοχών» (“back water areas”) και εξασφαλίζουν καλή προσβασιμότητα με το να αντιμετωπίζουν την κακής ποιότητας στέγαση και την υποβάθμιση των πόλεων. Εκπαίδευση νεολαίας: Διασφαλίζουν ότι τα παιδιά των μεταναστών έχουν ίσες ευκαιρίες στο σχολείο, τα κολέγια και την τριτοβάθμια εκπαίδευση: αυτό μπορεί να συμπεριλαμβάνει πρόσθετη βοήθεια όταν τα παιδιά είναι μικρά ώστε να διασφαλιστεί ότι η γλώσσα και άλλα εμπόδια που συνδέονται με την πολιτιστική διαφορετικότητα δεν εμποδίζουν την μάθηση. Διασφαλίζουν μικτή εκπαίδευση, και αποφεύγουν τη μεγάλη συγκέντρωση μεταναστών σε ορισμένα σχολεία. Όλα αυτά τα βήματα ίσως να είναι επίσης πολύτιμα μέσα για τη μελλοντική ενσωμάτωση. Εκπαίδευση ενηλίκων και δεξιότητες: Συνεργάζονται με κολέγια και επαγγελματικές σχολές ώστε να υποστηρίζεται η τρέχουσα εκμάθηση των γλωσσών και των επαγγελματικών δεξιοτήτων. Επιχειρηματικότητα: Υποστηρίζουν τους μετανάστες στην ανάπτυξη επιχειρήσεων, και ιδιαίτερα στην επέκταση αυτών των επιχειρήσεων πέρα από τις «εγχώριες βιομηχανίες», οι οποίες συχνά ενέχουν πολλές ώρες εργασίας καθώς και άθλιες συνθήκες εργασίας. Οικοδόμηση κοινωνικών δικτύων: Διασφαλίζουν ότι οι μετανάστες συμμετέχουν στα ευρύτερα κοινωνικά δίκτυα, τα οποία μπορούν να βοηθήσουν στην εύρεση απασχόλησης, με το να διασφαλίσουν, παραδείγματος χάριν, ίση πρόσβαση στον αθλητισμό, τις πολιτιστικές εκδηλώσεις και με το να προωθούν το διαπολιτισμικό και δια-θρησκευτικό διάλογο. Προώθηση αποδεκτών συνθηκών εργασίας: Συνεργάζονται με τους εργοδότες και τα εργατικά συνδικάτα για να διασφαλίσουν ότι όταν οι μετανάστες εργάζονται, η απασχόληση είναι καλής ποιότητας, με αποδεκτές συνθήκες εργασίας, κατάλληλες συνθήκες υγιεινής και ασφάλειας και αποδεκτές ώρες έτσι ώστε οι μετανάστες να μη γίνονται οι «εργαζόμενοι φτωχοί». Αυτή η προώθηση ίσως εμπλέκει και την αντιμετώπιση της άτυπης αγοράς εργασίας. Οικονομική ανάπτυξη και διασφάλιση όλων των μελών της κοινότητας στην πρόσβαση στην αγορά εργασίας: Διασφαλίζουν ότι οι μετανάστες και οι άνθρωποι από μειονότητες έχουν ίση πρόσβαση στις οικονομικές ευκαιρίες - αυτό μπορεί να λάβει τη μορφή αντιμετώπισης των βασικών εμποδίων στην αγορά εργασίας, συνεργαζόμενοι οι τοπικοί φορείς με τους εργοδότες ώστε να αποτραπούν οι διακρίσεις – διασφαλίζοντας ταυτόχρονα ότι οι μετανάστες συμβάλλουν όσο το δυνατόν περισσότερο στην τοπική οικονομία. Πηγή: OECD LIILM Project.

67

68

Η σημασία των έμμεσων παραγόντων στη μείωση της ενσωμάτωσης στην αγορά εργασίας έχει αναγνωριστεί από διάφορες τοπικές αρχές. Οι τοπικές αρχές της Σάντα Κολόμα ντε Γκραμενέτ (Santa Coloma de Gramenet) στην Ισπανία, για παράδειγμα, έχουν δώσει σημαντική έμφαση στην αντιμετώπιση των τοπικών ζητημάτων της γειτονιάς (έλεγχος θορύβου, διαφωνίες στη γειτονιά, χορήγηση αδειών των εμπόρων) σε περιοχές υψηλής συγκέντρωσης μεταναστών, ώστε να αποτρέπουν «εθνοτικά» ζητήματα μεταξύ των κατοίκων, με αποτέλεσμα τον αποκλεισμό αυτών των κοινοτήτων. Η τοπική αναπτυξιακή επιχείρηση έχει επίσης επικεντρωθεί στα σχέδια μέσων μαζικής μετακίνησης και προσβασιμότητας ως μέσο βοήθειας των τοπικών μεταναστών για να έχουν πρόσβαση στις εργασίες που προσφέρονται στις κοντινές αγορές εργασίας, λαμβάνοντας υπόψη την έλλειψη οικονομικής ανάπτυξης της συγκεκριμένης περιοχής. Η στέγαση ήταν ένα ιδιαίτερο ζήτημα όπου οι τοπικές αρχές αισθάνθηκαν ικανές να παρέμβουν για να υποστηρίξουν τους μετανάστες στην Ιταλία και την Ισπανία. Αν και η στέγαση μπορεί να φαίνεται ότι έχει φανεί να έχει μια σχετικά έμμεση σχέση στην αγορά εργασίας, η κατοχή της κατάλληλης κατοικίας κοντά στις διαθέσιμες ευκαιρίες απασχόλησης μπορεί να αποβεί σημαντική για την πρόσβαση και τη διατήρηση μιας εργασίας. Για παράδειγμα, στην Ιταλία η στέγαση διαδραματίζει έναν σημαντικό ρόλο στην ενσωμάτωση των μεταναστών στις τοπικές αγορές εργασίας λόγω της γενικής κρίσης στη στέγαση. Η κοινωνική κατοικία αποτελεί λιγότερο από το 5% της αγοράς, αναγκάζοντας έτσι το μεταναστευτικό εργατικό δυναμικό σε μια υπερπλήρη αγορά ενοικιοστασίου, και σε πολλές περιοχές του βιομηχανικού Βορρά, το κόστος στέγασης θεωρείται ως το κύριο εμπόδιο στην τοπική ανάπτυξη αγοράς εργασίας. Το πρόγραμμα Casa Amica στο Μπέργκαμο είναι ένα καλό παράδειγμα μιας τοπικής πρωτοβουλίας που παρέχει στέγαση στους μετανάστες, εμπλέκοντας μια κοινοπραξία 16 δημόσιων και ιδιωτικών υπηρεσιών, που διευθύνονται από τις περιφερειακές και τις τοπικές αρχές και που συμπεριλαμβάνουν τα εργατικά συνδικάτα και τα σωματεία. Το Casa Amica διενεργεί έρευνα για την τοπική κατάσταση στέγασης και αναπτύσσει προγράμματα ώστε να ικανοποιούν τις ανάγκες, συμπεριλαμβανομένων της διαχείρισης 132 διαμερισμάτων, της οικοδόμησης προσωρινών στεγαστικών εγκαταστάσεων, της δημιουργίας ενός μη κερδοσκοπικού φορέα στέγασης και της αγοράς και ανακαίνισης των κτηρίων προς ενοικίαση σε μονογονεακές οικογένειες και τη διαμεσολάβηση με τους ιδιοκτήτες του σπιτιού. Στη Μαδρίτη, όπου οι δαπάνες στέγασης είναι επίσης ιδιαίτερα υψηλές, οι τοπικές ΜΚΟ επικεντρώνονται στη διαπραγμάτευση των ενοικιοστασίων με τους τοπικούς ιδιοκτήτες ώστε να διασφαλίσουν ότι δεν γίνονται διακρίσεις εις βάρος των μεταναστών ή δεν τους εκμεταλλεύονται.

Από τη Μετανάστευση στην Ενσωμάτωση: Σύγκριση Τοπικών Πρακτικών

Οι τοπικές αρχές αναμιγνύονται συχνά σε θέματα ενσωμάτωσης μεταναστών λόγω του ότι φέρουν ευθύνη για την υποδοχή και την διεκπεραίωση των νομικών εγγράφων τους και λόγου του ρόλου τους στις διοικητικές καταστάσεις έκτακτης ανάγκης. Ενώ οι αποφάσεις σχετικά με τις κατανομές των αδειών εργασίας στους μετανάστες λαμβάνονται συνήθως σε εθνικό επίπεδο, οι τοπικές αρχές έχουν συχνά ευθύνη για την εφαρμογή τους. Παραδείγματος χάριν, στην Ιταλία, οι αλλοδαποί πρέπει για να απευθυνθούν στο τοπικό αστυνομικό τμήμα για την άδεια παραμονής τους. Τις εποχές που φθάνουν οι μεγάλοι αριθμοί μεταναστών αυτό μπορεί να δημιουργήσει μακριές σειρές αναμονής στα κέντρα των πόλεων, πράγμα που προκαλεί τη δημόσια ανησυχία σχετικά με τη διαχείριση των μεταναστευτικών εισροών, και που αναγκάζουν τους εργοδότες να χάσουν (πολύτιμο) χρόνο παραγωγής. Αυτό οδήγησε την αυτόνομη επαρχία Τρέντο (Trento) της Ιταλίας να δημιουργήσει μια πρόσθετη υπηρεσία, την CINFORMI,iii η οποία από την αρχή της δημιουργίας της έχει γίνει ο κύριος φορέας έκδοσης αδειών και υποστήριξης της γενικής ενσωμάτωσης των μεταναστών τοπικά. Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις (ΜΚΟ)

Και οι τοπικές αρχές και οι PES συνεργάζονται συχνά με μη κυβερνητικές οργανώσεις ­για την παροχή υπηρεσιών στους μετανάστες σε τοπικό επίπεδο. Αυτό γίνεται μερικές φορές για νομικούς λόγους: στην Ισπανία, παραδείγματος χάριν, οι τοπικές αρχές δεν είναι ικανές να συνεργαστούν με τους μετανάστες που δεν έχουν απασχόληση ή άδειες παραμονής, και επομένως βασίζονται ως ένα βαθμό στις ΜΚΟ για να παρέχουν υποστήριξη σε αυτές τις ομάδες σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης. Οι ΜΚΟ είναι επίσης οι ευνοημένοι συνεργάτες στην τοπική διαδικασία ενσωμάτωσης επειδή γίνονται φανεροί με το να παρέχουν υποστηρικτικό περιβάλλον και τις εξατομικευμένες προσεγγίσεις «σημείου εξυπηρέτησης από μία και μόνη υπηρεσία» (one stop shop) τις οποίες ο μετανάστης με πολλαπλά εμπόδια στην απασχόλησης έχει ανάγκη. Στον αγγλόφωνο Καναδά,7 η δημόσια υποστήριξη που βοηθάει τους μετανάστες στην εξεύρεση απασχόλησης βασίζεται σχεδόν εξ ολοκλήρου στις ΜΚΟ σε τοπικό επίπεδο, με μόνο ένα μικρό ποσοστό της άμεσης υποστήριξης να

iii CINFORMI είναι η σύντμηση του Centro Informativo per l’ Immigrazione, δηλ. του Κέντρου Πληροφοριών για τη Μετανάστευση. Για περισσότερες λεπτομέρειες αυτού του Κέντρου, βλ. Κεφάλαιο 3 της παρούσης μελέτης (Σ.τ.Μ.).

69

70

παρέχεται στους πελάτες από τις δημόσιες υπηρεσίες απασχόλησης. Οι ΜΚΟ συχνά «αναμιγνύουν και ταιριάζουν» ομοσπονδιακές, επαρχιακές και δημοτικές επιχορηγήσεις, εκτός από τις ιδιωτικές και φιλανθρωπικές συνεισφορές, ώστε να παρέχουν έναν ικανό αριθμό διαφορετικών υπηρεσιών στους μετανάστες. Στο Γουΐνιπεγκ της Μανιτόμπα,iv παραδείγματος χάριν, το Διεθνές Κέντρο παρέχει και υπηρεσία υποδοχής και ευρεία ποικιλία άλλων υπηρεσιών στους μετανάστες σύμφωνα με τις ανάγκες τους, στις οποίες συμπεριλαμβάνονται συμβουλές για την προετοιμασία βιογραφικών σημειωμάτων και την πλοήγηση στη τοπική αγορά εργασίας, υποστήριξη στην πρόσβαση των τοπικών πανεπιστημιακών μαθημάτων, η οποία συμπεριλαμβάνει προκαταβολές φοιτητικών δανείων, πολιτιστικό πρόγραμμα, εργασία που φέρνει τις υπηρεσίες εκεί που ζουν οι άνθρωποι (outreach work) με κοινωνικό λειτουργό και μεταφραστικές υπηρεσίες. Διαθέσιμοι πόροι υποστήριξης των μεταναστών στην αναζήτηση εργασίας συμπεριλαμβάνουν υπολογιστές, μηχανήματα προβολής (projectors), φορητούς υπολογιστές, και μια βιβλιοθήκη. Παρ’ όλο που στηρίζεται σε μια σχετικά μικρής κλίμακας εγκατάσταση στην κοινότητα, το κέντρο είναι σε θέση να βοηθά σχετικά μεγάλο αριθμό μεταναστών: το 2004-5. 612 πελάτες (μετανάστες) έλαβαν καθοδήγηση από τους διαμεσολαβητές απασχόλησης, 202 συμμετείχαν σε εργαστήρια αναζήτησης απασχόλησης και εργασίας, και 253 βρήκαν απασχόληση άμεσα ως συνέπεια αυτής της υποστήριξης. Στη Μαδρίτη, η περιφερειακή διοίκηση συνεργάζεται με μη κυβερνητικές οργανώσεις ­ σε τοπικό επίπεδο για να παραδώσει ένα σύστημα υποστήριξης μεταναστών που επικεντρώνεται στη τοπική διαχείριση έκτακτης ανάγκης ακραίας περιθωριοποίησης και αποκλεισμού. Το Πρόγραμμα Κέντρων Κοινωνικής Προσοχής για τους Μετανάστες (CASI)v παρέχει μια σειρά πολύ καλών επαγγελματικών υπηρεσιών «σημείου εξυπηρέτησης από μία και μόνη υπηρεσία» (one stop shop) σε επίπεδο γειτονιάς, σε ολόκληρη την περιοχή της Μαδρίτης, και, ενώ χρηματοδοτείται από την κυβέρνηση, λειτουργεί από τον εθελοντικό τομέα. Μια ομάδα επαγγελματιών παρέχει ευρεία σειρά συμπληρωματικής υποστήριξης, με την οποία πέντε διαφορετικές υπηρεσίες προσφέρονται στους πελάτες στην ίδια περιοχή – οι υπηρεσίες αυτές συμπεριλαμβάνουν κοινωνική πρόνοια, νομικές, εργασιακές, διαπολιτισμικές, και κοινωνικές / εκπαιδευτικές υπηρεσίες. iv Το Γουΐνιπεγκ (Winnipeg) είναι η πρωτεύουσα της επαρχίας Μανιτόμπα (Manitoba) στον κεντρικό Καναδά (Σ.τ.Μ.). v Το CASI είναι συντομογραφία του Centro de Atención Social a Inmigrantes. Η έκφραση στο παρόν κείμενο αποδίδεται μόνο στα αγγλικά ως Social Attention Centres for Immigrants programme στα αγγλικά, δηλ. Πρόγραμμα Κέντρων Κοινωνικής Προσοχής για τους Μετανάστες. Από δω και στο εξής, αυτά τα Κέντρα θα αναφέρονται ως CASI. Για περισσότερες λεπτομέρειες της δράσης αυτών των κέντρων, βλ. Κεφάλαιο 5 της παρούσης μελέτης (Σ.τ.Μ.).

Από τη Μετανάστευση στην Ενσωμάτωση: Σύγκριση Τοπικών Πρακτικών

Στην Ιταλία, ο μη κερδοσκοπικός τρίτος τομέας ήταν επίσης στην πρώτη γραμμή παροχής διευκολύνσεων και εγκαταστάσεων για την υποδοχή (περιπτώσεων) έκτακτης ανάγκης, και οι τοπικές αρχές σε όλη τη χώρα έχουν μάθει να στηρίζονται σε μεγάλο βαθμό στα καταφύγια και τις υπηρεσίες που παρέχονται από τις ενώσεις. Οι σημαντικότερες ενώσεις και εγκαταστάσεις έχουν ισχυρές διασυνδέσεις με την Καθολική Εκκλησία. Στο Λονδίνο, ένα ευρύτερο μίγμα κοσμικών και μη-κοσμικών ΜΚΟ είναι στην πρώτη γραμμή παροχής βοηθείας στους πρόσφυγες. Αυτές οι ΜΚΟ (ή γνωστές ως RCOs: “Refugee and Community Organisations”: «Οργανώσεις Προσφύγων και Κοινοτήτων»)vi παρέχουν μια μεγάλη ποικιλία υπηρεσιών, συμπεριλαμβανομένων της υποστήριξης για αναζήτηση εργασίας και για κατάρτιση σε οικεία τοπικά περιβάλλοντα, που χρηματοδοτούνται από ποικίλες εθνικές, περιφερειακές και ευρωπαϊκές χρηματοδοτήσεις. Τέτοιες RCOs διαχειρίζονται συχνά από ενώσεις μεταναστών και με αυτήν τη μορφή γίνεται φανερό ότι παρέχουν ένα περιβάλλον βασισμένο στην κοινότητα για την κατάρτιση και την υποστήριξη των προσφύγων, λαμβάνοντας υπόψη τα διαφορετικά ζητήματα που έχουν επιπτώσεις σε αυτές τις ομάδες. Κολέγια και επαγγελματικές σχολές

Κολέγια και επαγγελματικές σχολές είναι σε ιδιαίτερα καλή θέση να προωθήσουν μια προσέγγιση ενσωμάτωσης σε τοπικό επίπεδο, δεδομένου ότι ενεργούν ως διαμεσολαβητές μεταξύ των ντόπιων, των τοπικών εργοδοτών, και των τοπικών δομών διακυβέρνησης. Το κοινοτικό σύστημα κολεγίων στις Ηνωμένες Πολιτείες θεωρείται από πολλούς ότι δρα ως «κοινωνικό όργανο ενσωμάτωσης» που συνδέει ενεργά τη τριτοβάθμια εκπαίδευση με τις ανάγκες της τοπικής αγοράς εργασίας. Πάνω από το 25% των περισσότερων από τα 6 εκατομμύρια φοιτητών που εγγράφονται στα κοινοτικά κολέγια στις Ηνωμένες Πολιτείες είναι μετανάστες. Το κοινοτικό κολέγιο Λα Γκουάρντια (La Guardia) στη Νέα Υόρκη, παραδείγματος χάριν, συνεργάζεται με ποικίλα φόρουμ βιομηχανίας καθώς επίσης και με μετανάστες επιχειρηματίες, και επικεντρώνεται σε μακροπρόθεσμα προγράμματα που χαράσσουν μια πορεία σταδιοδρομίας και αναλαμβάνουν την αναβάθμιση των δεξιοτήτων (up-skilling) των μεταναστών για την υγειονομική περίθαλψη.

vi Από δω και στο εξής, οι Οργανώσεις Προσφύγων και Κοινοτήτων του Λονδίνου θα αναφέρονται με την αγγλική συντομογραφία RCOs. Για περισσότερες λεπτομέρειες της δράσης αυτών των οργανώσεων, βλ. Κεφάλαιο 2 της παρούσης μελέτης (Σ.τ.Μ.).

71

72

Οι επαγγελματικές σχολές στην Ελβετία έχουν εμπλακεί ιδιαίτερα στην παροχή υποστήριξης των μεταναστών λόγω της σπουδαιότητας που έχει το σύστημα μαθητείας στην εθνική επαγγελματική εκπαίδευση. Οι επαγγελματικές σχολές συνεργάζονται με τους νέους που μόλις έφθασαν στη χώρα για να τους βοηθήσουν την πρόσβασή τους στις μαθητείες, οι οποίες θεωρούνται η κύρια διαδρομή στην αγορά εργασίας. Πιο συγκεκριμένα, ένας ικανός αριθμός επαγγελματικών σχολών προσφέρουν μαθήματα προ-μαθητείας, τα οποία βοηθούν τους νέους μετανάστες να αντιληφθούν τα κενά που έχουν στις δεξιότητές τους, ιδιαίτερα εκείνες που σχετίζονται με τις μαθηματικές γνώσεις και τη βασική εκπαίδευση, πριν μπουν στα κανονικά (mainstream) προγράμματα. Οι τάξεις είναι μικρές και οι δάσκαλοι δουλεύουν σκληρά για να ενισχύσουν τις (δια)συνδέσεις με τους τοπικούς εργοδότες ώστε να διασφαλίσουν ότι οι μαθητές τους μπορούν να έχουν πρόσβαση στην πρακτική άσκηση επαγγελματικής εμπειρίας σε μια ολοένα και περισσότερο ανταγωνιστική αγορά. Οι επαγγελματικές σχολές διατηρούν τους σχετικά στενούς δεσμούς με τους ομοσπονδιακούς φορείς και συμμετέχουν στις εθνικές διασκέψεις που τους επιτρέπουν να παρακολουθούν στενά την ημερήσια διάταξη εθνικής πολιτικής, και να αναπτύσσουν μια κοινή προσέγγιση σε ένα ιδιαίτερα αποκεντρωμένο σύστημα. Συγχρόνως, το ότι βρίσκονται κοντά στις τοπικές κοινότητες τους επιτρέπει να μεταφέρουν τα τεκταινόμενα σε αυτή την ημερήσια διάταξη με ευαισθησία στις τοπικές συνθήκες. Εργοδότες

Κατά τη διάρκεια της λήψης αποφάσεων απασχόλησης για τους μετανάστες, οι εργοδότες δεν έχουν πρόσβαση στις συνηθισμένες πηγές πληροφοριών (δηλ. στο εκπαιδευτικό υπόβαθρο, την απόδοση στην προηγούμενη εργασία) που μπορούν να τους καθοδηγήσουν στην επιλογή του σωστού υπαλλήλου. Έτσι, τοπικές δραστηριότητες που διασφαλίζουν ότι οι εργοδότες μπορούν να αντιληφθούν γρήγορα τι δυνατότητες έχουν οι μετανάστες είναι σημαντικές. Σε αυτές τις τοπικές δραστηριότητες συμπεριλαμβάνονται, παραδείγματος χάριν, τα προγράμματα «Γέφυρες» ή προγράμματα «γεφυρώματος» (bridging programmes) που παρέχουν επαγγελματική εμπειρία μέσω πρακτικής άσκησης στους μετανάστες, δράσεις που υποστηρίζουν τη δυνατότητα μεταβίβασης των προσόντων και προγράμματα που αναγνωρίζουν προγενέστερες ικανότητες. Από αυτή την άποψη, ίσως οι εργοδότες είναι οι σημαντικότεροι όλων των εταίρων που εμπλέκονται σε τοπικό επίπεδο, και επειδή μπορούν να προσφέρουν ευκαιρίες στους μετανάστες, και επειδή μπορούν να εμπλακούν στο σχεδιασμό προγραμμάτων που να είναι ελκυστικά σε άλλους εργοδότες.

Από τη Μετανάστευση στην Ενσωμάτωση: Σύγκριση Τοπικών Πρακτικών

Στον αγγλόφωνο Καναδά και τις Ηνωμένες Πολιτείες, αυτή η μελέτη έχει προσδιορίσει διάφορα παραδείγματα εργοδοτών που διαδραματίζουν έναν σχετικά καλό ρόλο σε τοπικό επίπεδο, που παίρνουν το προβάδισμα στις συνεργασίες αναπτύσσοντας προσεγγίσεις ενσωμάτωσης, και σε μερικές περιπτώσεις συνεργασίας (μεταξύ τους) ώστε να παρέχουν ευκαιρίες κατάρτισης για μετανάστες οι οποίες βασίζονται στον εργοδότη. Οι εργοδότες είναι σημαντικοί συνεργάτες του Περιφερειακού Συμβουλίου Μεταναστευτικής Απασχόλησης με έδρα το Τορόντο (TRIEC), παραδείγματος χάριν, το οποίο ξεκίνησε το 2003 και έχει το καθήκον να βελτιώσει την πρόσβαση στην αγορά εργασίας για τους ειδικευμένους μετανάστες. Διευθύνεται από ένα συμβούλιο που εμπεριέχει σημαντικούς εργοδότες, κυβερνητικούς εκπροσώπους, εργατικά συνδικάτα και ΜΚΟ, και γίνεται ένα πολύ καλό παράδειγμα μιας προσέγγισης που συμπεριλαμβάνει όλους αλλά που τελικά διευθύνεται από τον εργοδότη. Οι εργοδότες που υποστηρίζουν το TRIEC ισχυρίζονται ότι η τοπική δημογραφία είναι σημαντική κινητήρια δύναμη: αν και τώρα δεν υπάρχει καμία πραγματική έλλειψη δεξιοτήτων στο Τορόντο, προβλέπουν ότι ο γηράσκων πληθυσμός θα δημιουργήσει σημαντικές ελλείψεις στα επόμενα πέντε χρόνια. Θα προτιμούσαν να μάθουν τις ιδιαίτερες δεξιότητες διαχείρισης ανθρώπινου δυναμικού που απαιτούνται για να προσλάβουν αποτελεσματικά τους ταλαντούχους μετανάστες τώρα, και επομένως να βρίσκονται μπροστά. Το TRIEC θεωρείται ως «μηχανή που επιδιώκει λύσεις» και τρέχει πολλά διαφορετικά προγράμματα, συμπεριλαμβανομένων του «γεφυρώματος σταδιοδρομίας», των Σ.Υ.Υ. (mentoring), και της προώθησης της ορθής πρακτικής στη πρόσληψη μεταναστών. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, οι εργοδότες ήταν επίσης σημαντικά μέλη της πρόσφατης τρίχρονης πρωτοβουλίας, ονόματι «Οικοδομώντας τη Νέα Αμερικανική Κοινότητα» (Building the New American Community”).vii Αυτή η πρωτοβουλία χρηματοδοτήθηκε κυρίως από Αμερικάνικο Γραφείο Επανεγκατάστασης Προσφύγων (United States Office of Refugee Resettlement) και εστίασε την προσοχή του σε τρεις πόλεις: το Πόρτλαντ, το Νάσβιλ και το Λόουελ. Στόχος ήταν να αναπτυχθούν συνεργασίες δημοσίου και ιδιωτικού τομέα και ο ιδιωτικός τομέας έχει διαδραματίσει σχετικά έναν πολύ καλό ρόλο, ιδιαίτερα στο Νάσβιλ, όπου το εμπορικό επιμελητήριο του Νάσβιλ βοήθησε στη συλλογή χρηματοδότησης για το συνασπισμό και διασφάλισε ότι οι δραστηριότητες στο Νάσβιλ είχαν έναν ισχυρό προσανατολισμό ανάπτυξης του εργατικού δυναμικού και των επιχειρήσεων. vii Αργότερα, αυτή η έκφραση θα εμφανίζεται ως συντομογραφία BNAC, δηλ. Building the New American Community (Σ.τ.Μ.).

73

74

Σε μια άλλη περιοχή του Καναδά, η επαρχία της Μανιτόμπα έχει συνεργαστεί με μια ομάδα τοπικών εργοδοτών ώστε να παρέχει ένα αποτελεσματικό σύστημα κατάρτισης βασισμένο στις επιχειρήσεις. Διάφορες τοπικές χρηματοπιστωτικές ενώσεις (συμπεριλαμβανομένων των Cambrian και Assiniboine) ένωσαν τις δυνάμεις τους για να αναπτύξουν ένα επιμορφωτικό πρόγραμμα προσαρμοσμένο για εκείνους τους μετανάστες που επιδιώκουν τη θέση του «εκπροσώπου των μελών του προσωπικού». Οι τοπικές αρχές έχουν βοηθήσει τις χρηματοπιστωτικές ενώσεις στην διεξαγωγή αξιολόγησης των διάφορων ειδικοτήτων που απαιτούνται για τις διάφορες θέσεις και η χρησιμοποίηση τους στον προγραμματισμό για μαθήματα πέντε εβδομάδων που ήταν προσαρμοσμένα για τη συγκεκριμένη θέση. Τα μαθήματα αυτά εξετάζουν επίσης τα εμπόδια που μπορεί να βιώνουν οι μετανάστες εάν δεν έχουν εργαστεί στον Καναδά προηγουμένως, συμπεριλαμβανομένης και της κατάρτισης στις επικοινωνιακές δεξιότητες. Η περίοδος της αρχικής κατάρτισης ακολουθείται μέχρι τρεις μήνες πληρωμένης επαγγελματικής εμπειρίας στις συμμετέχουσες χρηματοπιστωτικές ενώσεις για εκείνους που ολοκληρώνουν επιτυχώς την κατάρτιση. Οι χρηματοπιστωτικές ενώσεις προγραμματίζουν να προσφέρουν τέσσερα τέτοια μαθήματα ετησίως. Τα δύο πρώτα μαθήματα περιελάμβαναν περίπου δέκα συμμετέχοντες το κάθε ένα, οι οποίοι επιλέχτηκαν από μια ομάδα περίπου 80 τοπικών μεταναστών που εξέφρασαν ενδιαφέρον για αυτά τα μαθήματα, με την πλειοψηφία αυτών των μεταναστών να καταλαμβάνει θέσεις πλήρους απασχόλησης. Οι χρηματοπιστωτικές ενώσεις ίσως ταιριάζουν ιδιαίτερα καλά σε αυτό το είδος πρωτοβουλίας, και στηρίζεται και σε μια προσέγγιση που βασίζεται στην κοινότητα καθώς επίσης και στην πολύ καλή προϋπάρχουσα δικτύωση των φορέων οργάνων της. Οι τοπικές χρηματοπιστωτικές ενώσεις ενδιαφέρθηκαν ιδιαίτερα για την απασχόληση των μεταναστών στους κλάδους τους προκειμένου να βελτιωθεί η προσαρμοστικότητα των υπηρεσιών τους στις τοπικές κοινότητες όπου πολλοί μετανάστες ζουν αυτή την περίοδο. Εντούτοις, οι τοπικές αρχές του Γουΐνιπεγκ παρείχαν επίσης έναν σημαντικό ρόλο στην εδραίωση της πρωτοβουλίας, υποστηρίζοντας τους εργοδότες με την παροχή ενός εκπαιδευτή, και τη αρχική επένδυση στη σκιαγράφηση των ικανοτήτων. Αυτή η προσέγγιση για τους εργοδότες «κατάρτιση μέσα από μια ομάδα» στάθηκε ωφέλιμη γιατί χρησιμοποιήθηκε με επιτυχία και αλλού. Στις ευρωπαϊκές χώρες που συμμετέχουν σε αυτήν την μελέτη, οι τοπικοί εταίροι είχαν πολύ μεγάλο πρόβλημα να κάνουν τους εργοδότες να συνεργαστούν και να διασφαλίζουν ότι συμμετέχουν στο σχεδιασμό των πρωτοβουλιών. Για παράδειγμα, στο Λονδίνο, οι εργοδότες είναι οι μεγάλοι απόντες από τις τοπικές πρωτοβουλίες που αφορούν την ενσωμάτωση των

Από τη Μετανάστευση στην Ενσωμάτωση: Σύγκριση Τοπικών Πρακτικών

προσφύγων στην αγορά εργασίας, παρά το γεγονός ότι πολλοί έχουν ελλείψεις και παρουσιάζουν κενά δεξιοτήτων. Οι ΜΚΟ ανάφεραν ότι είχαν δυσκολίες στην εξεύρεση πρακτικής άσκησης εκτός του εθελοντικού τομέα, και εκείνοι οι εργοδότες που συνεργάστηκαν με μετανάστες και πρόσφυγες ήταν συχνά απρόθυμοι να κοινοποιήσουν το τι είχαν κάνει, λόγω του επικρατούντος κλίματος για τη μετανάστευση στην πολιτική και τα ΜΜΕ, επειδή θεώρησαν ότι η πιθανή αρνητική δημοσιότητα -που θα ήταν σαν να «έβαζαν τα κεφάλια τους στο ντορβά» - θα μπορούσε να αποβεί καταστρεπτική για τις επιχειρήσεις τους. Στη συνέχεια, η έλλειψη συμμετοχής ιδιωτικού τομέα οδηγεί σε έλλειψη παραδείγματος «ορθής πρακτικής» για τους άλλους να ακολουθήσουν. Στην Ελβετία, οι επαγγελματικές σχολές και άλλοι τοπικοί εταίροι έχουν αντιμετωπίσει δυσκολίες στο να εμπλέξουν εργοδότες, ένα πρόβλημα που οξύνεται από την έλλειψη νομοθεσίας ενάντια των διακρίσεων που υπάρχει στη χώρα. Η δυσκολία εμπλοκής των εργοδοτών στις τοπικές πρωτοβουλίες στις ευρωπαϊκές χώρες δεν προσιδιάζει στη συγκεκριμένη πολιτική. Η προηγούμενη έρευνα του LEED έχει επίσης τονίσει τη δυσκολία που υπάρχει στην ενθάρρυνση των εργοδοτών να εργαστούν για τη βελτίωση της ενσωμάτωσης στην αγορά εργασίας των ανθρώπων εκείνων που έχουν τη μεγαλύτερη δυσκολία στην πρόσβαση της αγοράς εργασίας, με τους Keane και Corman (2001) να υποστηρίζουν ότι αυτές οι ομάδες γενικά απασχολούν πολύ λίγο τους εργοδότες. Ο Förschner (2003b) τονίζει επίσης ότι το χαμηλό επίπεδο της συνεργασίας των οικονομικών διευθύνσεων με τους επιχειρηματίες είναι μια βασική αδυναμία - κλειδί των χρηματοδοτημένων από την Ευρωπαϊκή Ένωση Αυστριακών Τοπικών Συμφώνων Απασχόλησης (TEPs).viii Εντούτοις υπάρχουν αξιοσημείωτες εξαιρέσεις στον κανόνα. Για παράδειγμα, οι δυνατότητες που έχουν οι ενώσεις των εργοδοτών για να αντιμετωπίσουν σταδιακά και την ενσωμάτωση και την ποιότητα των εργασιακών ζητημάτων σε τοπικό επίπεδο έγινε πάρα πολύ εμφανής στην επαρχία της Λεϊδά (Lleida), στην Ισπανία. Ο Αγροτικός Συνεταιρισμός στην Καταλονία (Unió de Pagesos, μέλος του ισπανικού δικτύου των γεωργικών και οργανώσεων ζωικού κεφαλαίου, του οποίου τα αρχικά στα ισπανικά είναι COAG)ix έχει αναπτύξει ένα καινοτόμο πρότυπο για την προώθηση ποιοτικής απασχόλησης για τους προσωρινούς viιi Τα TEPs είναι συντομογραφία του Territorial Employment pacts. Από δω και στο εξής, θα αναφέρονται ως TEPs (Σ.τ.Μ.). ix COAG είναι η ισπανική συντομογραφία του Coordinadora de Organizaciones de Agricultore y Ganaderos, δηλ. το Ισπανικό Δίκτυο Γεωργικών και Κτηνοτροφικών Οργανώσεων. Στο πρωτότυπο εμφανίζεται μόνο η παράφραση της συντομογραφίας αυτής στα αγγλικά. Για περισσότερες λεπτομέρειες της δράσης αυτού του δικτύου, βλ. Κεφάλαιο 5 της παρούσης μελέτης (Σ.τ.Μ.).

75

76

μετανάστες, φέρνοντας σε επαφή τους μικρής κλίμακας αγρότες για να συντονίσει και να βελτιώσει τις συνθήκες εργασίας, και την παροχή ποικίλων και διαφορετικών μορφών στέγασης, κατάρτισης και κοινωνικής υποστήριξης. Το πλεονέκτημα του αυτού σχεδίου (scheme) από την άποψη του εργοδότη είναι ότι οι υπάλληλοι είναι προσβάσιμοι (μέσω της στέγασης στην περιοχή) και η αντικοινωνική συμπεριφορά ή η συστηματική απουσία από την εργασία μπορεί να ρυθμιστεί ευκολότερα. Οι εργαζόμενοι μετανάστες ωφελούνται από την εγγύηση ενός κατώτατου επιπέδου συνθηκών απασχόλησης, έχοντας διασφαλίσει πληρωμένη στέγαση, και από τη συμμετοχή τους στα πολιτιστικά προγράμματα που υποστηρίζουν την ανάπτυξη θετικών σχέσεων με την τοπική κοινότητα. Μια από τις προοδευτικές πλευρές του προγράμματος είναι ένα πρότυπο συναλλαγών που υποστηρίζει τη δημιουργία αναπτυξιακών προγραμμάτων και των επιμορφωτικών προγραμμάτων που φτιάχνου ηγέτες στη χώρα καταγωγής των μεταναστών. Η ανάπτυξη των τρεχουσών (δια) συνδέσεων με τις συγκεκριμένες περιοχές στις χώρες αποστολής υποστηρίζει και μια βιώσιμη προσφορά εργαζομένων και οικοδομεί έναν ισχυρό βαθμό εμπιστοσύνης, ενώ ταυτόχρονα ενισχύει τη τοπική ανάπτυξη στο εξωτερικό. Το εθνικό δίκτυο που παρέχεται από το COAG δίνει επίσης τη δυνατότητα στους προσωρινούς εργαζομένους να παρατείνουν τη διαμονή τους στην Ισπανία μεταφέροντάς την προσφορά εργασίας τους σε διαφορετικές ισπανικές περιοχές όπου ο χρόνος της συγκομιδής είναι διαφορετικός. Στην Ιταλία, τοπικά εμπορικά επιμελητήρια διαδραματίζουν έναν βασικό ρόλοκλειδί σε ευρεία ποικιλία πρωτοβουλιών, από την κατάρτιση στη στέγαση και την υποστήριξη της επιχειρηματικότητας. Τα ιταλικά εμπορικά επιμελητήρια ήταν στην πρώτη γραμμή ανάπτυξης προσεγγίσεων που βασίζονταν στον τομέα με το να εκπαιδεύουν και να προσλαμβάνουν νέους μετανάστες από το εξωτερικό. Προκειμένου να ικανοποιηθεί η ζήτηση για καταρτισμένους εποχιακούς εργαζομένους στη βιομηχανία τουρισμού, παραδείγματος χάριν, η Ένωση Εμπορίου και Τουρισμού της επαρχίας του Τρεντίνο (Trentino) ανέπτυξε ένα διμερές πρόγραμμα με τη Ρουμάνικη Επαγγελματική Σχολή Ξενοδοχείων και Τροφοδοσίας στο Βουκουρέστι. Το πρόγραμμα - το πρώτο αυτού του είδους, στην Ιταλία – είχε ως προορισμό να καλύψει τις μακροπρόθεσμες ανάγκες εργασίας στον τομέα του τουρισμού στο Τρεντίνο, και έτσι σχεδόν πενήντα τουριστικές επιχειρήσεις αναμίχθηκαν σε αυτό το πρόγραμμα. Τα πλεονεκτήματά του στους εργοδότες είναι εμφανή. Η ζήτηση για το εκπαιδευμένο προσωπικό που να ξέρει την ιταλική γλώσσα στον τομέα του τουρισμού είναι πολύ υψηλή, και οι δαπάνες κατάρτισης είναι χαμηλότερες

Το Τρέντο είναι η πρωτεύουσα της επαρχίας Τρεντίνο-Άλτο Άντιτζε (Trentino-Alto Adige) στην Ιταλία (Σ.τ.Μ.).

x

Από τη Μετανάστευση στην Ενσωμάτωση: Σύγκριση Τοπικών Πρακτικών

στη Ρουμανία από ότι είναι στο Τρέντο (Trento).x Οι εκπαιδευόμενοι, αφ’ ενός, είναι σε θέση να ωφεληθούν από την προτεραιότητα που δίνεται στην εποχιακή ποσόστωση εργασίας και στη σχέση με τον εμπορικό σύνδεσμο που υποστηρίζει την αίτηση των θεωρήσεών τους. Ογδόντα ένας σπουδαστές πήγαν αρχικά, και εκείνοι που ολοκλήρωσαν επιτυχώς μια περίοδο γλωσσικής κατάρτισης έλαβαν τρεις μήνες επαγγελματικής εκπαίδευσης στο Τρέντο, την οποία ακολούθησε μια επιπρόσθετη επαγγελματική κατάρτιση στη χώρα καταγωγής τους. Τα ιταλικά εμπορικά επιμελητήρια υποστηρίζουν επίσης ιδιαίτερα ενεργητικά την επιχειρηματικότητα των μεταναστών σε τοπικό επίπεδο. Επιπλέον, οι ιδιωτικές τράπεζες είναι αρμόδιες για τη χρηματοδότηση τοπικών πρωτοβουλιών – για παράδειγμα, για το πρόγραμμα στέγασης Casa Amica στο Μπέργκαμο που έχει περιγραφεί ανωτέρω. Μια βασική πρόκληση-κλειδί για όλες τις τοπικές πρωτοβουλίες που συνεργάζονται με τους εργοδότες για τη υποστήριξη της ενσωμάτωσης των μεταναστών είναι το ζήτημα των διακρίσεων. Ενώ οι διακρίσεις τέθηκαν ως ζήτημα σε όλες τις συμμετέχουσες χώρες, και είναι στο επίκεντρο των πολιτικών και νομοθεσίας σε εθνικό επίπεδο,8 υπήρχε έλλειψη συγκεκριμένων τοπικών πρωτοβουλιών ενάντια των διακρίσεων στις περιοχές της περιπτωσιολογικής μελέτης που ανασκοπήθηκαν. Εντούτοις, στο Μόντρεαλ,xi προκειμένου οι εργοδότες της περιοχής να προσλαμβάνουν και διατηρούν μετανάστες και εθνοτικές μειονότητες (στις επιχειρήσεις τους), η Διεύθυνση Εργασίας του Κεμπέκ (Emploi-Québec) έχει συνεργαστεί με μια μη κερδοσκοπική οργάνωση, ονόματι «Το Κίνημα του Κεμπέκ για την ποιότητα» (Le Mouvement québécois de la qualité) ώστε να ετοιμάσει έναν οδηγό σχετικό με ορθές πρακτικές που πρέπει να εφαρμόζουν οι επιχειρήσεις στο ανθρώπινο δυναμικό, ιδιαίτερα όταν απασχολούν πολυ-πολιτισμικό εργατικό δυναμικό. Στο Τορόντο, το TRIEC έχει επίσης αναπτύξει μια εκστρατεία μάρκετινγκ για να ενθαρρύνει τους νέους εργοδότες να αναπτύσσουν και να εφαρμόζουν ορθές πρακτικές όταν υιοθετούν μια θετική μέθοδο για τους μετανάστες. Η εκστρατεία «Προσέλαβε Μετανάστες» αναγνωρίζει τους πρωτοπόρους στον τομέα, και παρέχει την κατάρτιση για τους μελλοντικούς επαγγελματίες του ανθρώπινου δυναμικού. Τα ευρωπαϊκά χρηματοδοτούμενα προγράμματα σε τοπικό επίπεδο όπως το EQUAL και σε μερικές περιπτώσεις τα Τοπικά Σύμφωνα Απασχόλησης ή TEPs έχουν επίσης υποστηρίξει τις προσεγγίσεις που αντιμετωπίζουν στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Στο Βέλγιο, παραδείγματος χάριν, ένα TEP στις Βρυξέλλες ανάπτυξε μια καινοτόμο προσέγγιση στην αντιμετώπιση των xi Μια από τις πιο γνωστές μεγαλουπόλεις του Καναδά και της Βόρειας Αμερικής που βρίσκεται στην επαρχία του Κεμπέκ.

77

78

διακρίσεων που βασίζονται στον τομέα, φέρνοντας σε επαφή τους εργοδότες για κοινές περιόδους κατάρτισης σε θέματα διακρίσεων κατά τη διάρκεια της πρόσληψης. Τα εργατικά συνδικάτα εκπροσωπούνται επίσης στα σεμινάρια, αμφισβητώντας τα (εργασιακά) περιβάλλοντα όπου οι εργοδότες αναγκάζονται να εξετάσουν τις πολιτικές ενάντια των διακρίσεων σε βάθος. Ενώ οι εργοδότες είναι σημαντικοί συνεργάτες, διάφοροι εμπειρογνώμονες έχουν τονίσει το σημαντικό ρόλο του δημόσιου τομέα στη διαμεσολάβηση μεταξύ του ιδιωτικού τομέα και των τοπικών μεταναστών ώστε να διασφαλίζεται ότι οι ανάγκες των μεταναστών ικανοποιούνται καλύτερα. Οι εργοδότες μπορεί να έχουν τα διαφορετικά κίνητρα όταν βοηθούν τους μετανάστες, για παράδειγμα, και μπορεί να μην είναι πάντα προς το συμφέρον τους να υποστηρίζουν μια ανοδική κινητικότητα ή ακόμα και την βιώσιμη απασχόληση. Υπάρχει ένας σημαντικός ρόλος για τους «μη κερδοσκοπικούς διαμεσολαβητές» μεταξύ των εργοδοτών και των εργαζομένων σε αυτό τον τομέα. Είναι επίσης σημαντικό να σημειωθεί ότι δεν είναι μόνο οι εργοδότες του ιδιωτικού ή τρίτου τομέα που πρέπει να λάβουν μέρος στην τοπική ενσωμάτωση των μεταναστών. Ο δημόσιος τομέας είναι επίσης ιδιαίτερα σημαντικός εργοδότης σε τοπικό επίπεδο, αλλά συχνά δεν προβάλλεται υπό αυτήν τη μορφή στις πρωτοβουλίες της τοπικής ενσωμάτωσης.9 Το καντόνι Νεσατέλ (Neuchâtel)xii στην Ελβετία καινοτόμησε πρόσφατα στην προώθηση της απασχόλησης των μεταναστών στο δημόσιο τομέα στη νομοθεσία του και τον προγραμματισμό, νομοθετώντας ότι δεν είναι απαραίτητο να έχει κάποιος την ελβετική υπηκοότητα για να γίνει δημόσιος υπάλληλος εκτός από συγκεκριμένες υπηρεσίες. Η αυξανόμενη απασχόληση (των μεταναστών) στο δημόσιο τομέα είναι επίσης ως μια από τις συστάσεις που έχει κάνει η ομάδα εργασίας του καντονιού σχετικά με την ενσωμάτωση των μεταναστών τα έτη 2006-9. Υπάρχουν διάφοροι καλοί λόγοι για την τοπική ενσωμάτωση των μεταναστών μέσω της τοπικής απασχόλησης στο δημόσιο τομέα: Κατά πρώτον, η απασχόληση στο δημόσιο τομέα εκπροσωπεί έναν σημαντικό τομέα στην αγορά εργασίας. Δεύτερον, ο δημόσιος τομέας μπορεί να εφαρμόσει τις ίσες ευκαιρίες και την ενσωμάτωση σε έναν χώρο που οι ίδιοι οι φορείς του ελέγχουν, συμπεριλαμβανομένης της ανάπτυξης των εκπαιδευτικών μαθημάτων που στοχεύουν στις μειονεκτούσες ομάδες στην αγορά εργασίας. Τρίτον, οι υπήκοοι άλλων κρατών είναι επίσης παραλήπτες ή πελάτες των κρατικών υπηρεσιών, και η αύξηση της εκπροσώπευσής τους στο δημόσιο τομέα μπορεί να αυξήσει την καταλληλότητα των προσφερόμενων υπηρεσιών. xii Το καντόνι του Νεσατέλ (Neuchâtel) είναι γνωστό στα ελληνικά και ως Νέσατελ. Στην παρούσα μετάφραση αποδίδεται ως Νεσατέλ (Σ.τ.Μ.).

Από τη Μετανάστευση στην Ενσωμάτωση: Σύγκριση Τοπικών Πρακτικών

Μη κερδοσκοπικός ιδιωτικός τομέας

Οι οργανώσεις του μη κερδοσκοπικού ιδιωτικού τομέα - όπως οι κοινωνικές επιχειρήσεις, οι τοπικές αναπτυξιακές επιχειρήσεις καθώς και τα κοινοτικά ιδρύματα - μπορούν επίσης να είναι σημαντικοί φορείς στην ενσωμάτωση των μεταναστών στην αγορά εργασίας σε τοπικό επίπεδο, κάτι που ιδιαίτερα οφείλεται στην ευελιξία που έχουν αυτές οι οργανώσεις λόγω του ότι βρίσκονται έξω από το δημόσιο τομέα. Μια κοινωνική επιχείρηση στο Νεσατέλ της Ελβετίας έχει παίξει ενδιαφέροντα ρόλο στην ανάπτυξη της προσαρμοσμένης κατάρτισης για τους μετανάστες που συνδέεται με τις ανάγκες των τοπικών εργοδοτών. Το Κέντρο του Νεσατέλ (Centre neuchâtelois: CNIP)xiii έχει καθιερωθεί ως σημαντικό περιφερειακό κέντρο κατάρτισης, παρέχοντας πρώτιστα κατάρτιση για ενηλίκους ώστε να αποκτήσουν νέες δεξιότητες και να επανεισαχθούν στην αγορά εργασίας. Το κέντρο μπορεί να φιλοξενήσει 120 εκπαιδευόμενους κατά προσέγγιση οποιαδήποτε στιγμή, εκ των οποίων το 70% είναι μετανάστες. Αρχικά, το κέντρο πήρε δάνεια από την ελβετική ομοσπονδιακή κυβέρνηση προκειμένου να επενδύσει στην ανακαίνιση του εργοστασίου, και να αγοράσει τα μηχανήματα. Για το εισόδημά του τώρα, στηρίζεται στις πληρωμές ανά κάθε άνεργο εκπαιδευόμενο από τις δημόσιες υπηρεσίες απασχόλησης και, σε έναν πολύ μικρό βαθμό, από το μάρκετινγκ των προϊόντων του. Η ανεξαρτησία του από το επίσημο σύστημα κατάρτισης έχει επιτρέψει στο κέντρο την υιοθεσία μιας σημαντικής «καθορισμένης από τη ζήτηση» μεθόδου, που ανταποκρίνεται στις ανάγκες εργοδοτών με την παροχή σύντομης και εντατικής κατάρτισης «κοντά στην πραγματικότητα της βιομηχανίας», με ημερήσιες και απογευματινές τάξεις. Επειδή δεν είναι απαραίτητο το κέντρο να προσαρμόζεται στο ετήσιο ημερολόγιο που χρησιμοποιείται από τις επαγγελματικές σχολές, μπορεί να προσφέρει μορφωτικές σειρές μαθημάτων καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους. Το κέντρο συνεργάζεται επίσης με ομάδες που είναι ιδιαίτερα δύσκολες να τις πλησιάσει κανείς, συμπεριλαμβανομένων διάφορων παλαιότερων μεταναστών που έχουν εργατικά ατυχήματα και τραυματισμούς από την προηγούμενη απασχόλησή τους. Αυτό απεικονίζεται στους αριθμούς των αποτελεσμάτων του κέντρου: ενώ το 40% των εκπαιδευόμενων που άφησαν το κέντρο το 2005 βρήκε απασχόληση, το 28% έπρεπε να σταματήσει την εκπαίδευση για ιατρικούς λόγους. xiii Η συντομογραφία CNIP αντιστοιχεί στο Centre neuchâtelois d’ integration professionnelle, δηλ. στο Κέντρο επαγγελματικής ενσωμάτωσης του Νεσατέλ (Σ.τ.Μ.).

79

80

Στο δήμο της Σάντα Κολόμα ντε Γκραμενέτ (Santa Coloma de Gramenet) στην Ισπανία, οι τοπικές αρχές έχουν επιλέξει να αναθέσουν τις υπηρεσίες ενσωμάτωσης των μεταναστών σε μια τοπική επιχείρηση ανάπτυξης την Grameimpuls S.A, η οποία είναι αρμόδια για τη διαχείριση των τοπικών οικονομικών πολιτικών καθώς και των πολιτικών προώθησης της απασχόλησης. Η επιχείρηση συνεργάζεται περίπου με 70-80 μετανάστες ετησίως και έχει το πλεονέκτημα να μπορεί να συνεργάζεται με ένα σχετικά ευρύ φάσμα δραστηριοτήτων οι οποίες προωθούνται κανονικά από τις τοπικές αρχές ενώ ταυτόχρονα διατηρούν μια σχετικά στοχοθετημένη προσέγγιση στα ζητήματα οικονομικής ανάπτυξης και ενσωμάτωσης. Ο διευθυντής του κέντρου ήταν σε θέση να φτιάξει ένα πολύ καλό τοπικό προφίλ ως εκπρόσωπος που χειρίζεται μεταναστευτικά ζητήματα, και έχει κτίσει σχέσεις εμπιστοσύνης με τους τοπικούς εργοδότες, τους κοινοτικούς οργανισμούς και τους κυβερνητικούς εκπροσώπους. Ο διευθυντής θεωρεί ότι αυτή η εμπιστοσύνη είναι ένα απαραίτητο στοιχείο υποστήριξης οποιασδήποτε αλλαγής και της βοήθειας προς τους μετανάστες ώστε οι τελευταίοι να αποφύγουν καταστάσεις στέρησης. Η κατάρτιση που παρέχεται στο κέντρο επικεντρώνεται ιδιαίτερα στις δεξιότητες απασχολησιμότητας, αν και το κέντρο αντιμετωπίζει μερικά προβλήματα με τον προσδιορισμό εργασιών καλής ποιότητας για τους συμμετέχοντες στη τοπική αγορά εργασίας, η οποία έχει υψηλά ποσοστά προσωρινής απασχόλησης: από εκείνους που άφησαν το πρόγραμμα το 2003, κατά προσέγγιση οι μισοί βρήκαν απασχόληση, και από αυτούς, πάλι μόνο οι μισοί είχαν ακόμα απασχόληση το επόμενο έτος. Τα κοινοτικά ιδρύματα είναι μια άλλη μορφή ημι-ιδιωτικών οργανώσεων που παίζουν έναν εμφανή ρόλο στην ενσωμάτωση των μεταναστών σε διάφορες χώρες του ΟΟΣΑ. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, η πατροπαράδοτη έννοια της φιλανθρωπίας σημαίνει ότι τα ιδρύματα εμπλέκονται πάρα πολύ στην ανάπτυξη και διαχείριση των προγραμμάτων ενσωμάτωσης. Το Κοινοτικό Ίδρυμα Ανεξαρτησίας (Independence Community Foundation) στη Νέα Υόρκη, παραδείγματος χάριν, ιδρύθηκε με την χρηματοδότηση από την Κοινοτική Τράπεζα Ανεξαρτησίας (Independence Community Bank) και επικεντρώνεται στην κοινοτική ανάπτυξη, την εκπαίδευση, τον πολιτισμό και τις τέχνες, την φτώχεια, τη στέγαση, και στα ζητήματα οικονομικής ανάπτυξης και ανάπτυξης εργατικού δυναμικού στη μητροπολιτική περιοχή της Νέας Υόρκης. Πρόσφατα έχει χρηματοδοτήσει ένα «Λατινοαμερικάνικο Πρόγραμμα Εργαζομένων» στην περιοχή Γουίλλιαμσμπουργκ (Williamsburg), η οποία αναπτύχθηκε μια όαση μέσα στην ένταση σε εκείνους που εργάζονται την ημέρα στο κέντρο. Στον Καναδά, ήταν ένα ιδιωτικό ίδρυμα, το Ίδρυμα Maytree, το οποίο διαδραμάτισε έναν ιδιαίτερα σημαντικό ρόλο ώστε το TRIEC να συνεργαστεί και να υποστηρίξει

Από τη Μετανάστευση στην Ενσωμάτωση: Σύγκριση Τοπικών Πρακτικών

την ενσωμάτωση των μεταναστών στο Τορόντο. Το Ίδρυμα ήταν αρμόδιο για την ανάπτυξη του αρχικού στρατηγικού οράματος και του προγράμματος εργασίας, και τώρα συντονίζει τους οργανισμούς- εταίρους που συμμετάσχουν στο πρόγραμμα. Το συμβούλιο απασχόλησης ήταν σε θέση να προσελκύσει και να διατηρήσει τα μέλη του από έναν μεγάλο αριθμό συνεργασιών στην περιοχή εν μέρει επειδή το Ίδρυμα είναι ένας σχετικά ουδέτερος και ανεξάρτητος συντονιστής. Εργατικά Συνδικάτα

Η πρόσβαση σε καλής ποιότητας απασχόληση είναι μια κρίσιμη πτυχή της τοπικής ενσωμάτωσης των μεταναστών στην αγορά εργασίας. Τα εργατικά συνδικάτα έχουν έναν ρόλο να παίξουν εδώ, αν και η παρουσία τους στη βοήθεια ενσωμάτωσης σε τοπικό επίπεδο είναι μακράν από το να είναι ομοιόμορφο. Οι συνδικάτα είναι περισσότερο εμφανείς εταίροι σε τοπικό επίπεδο στις νότιες ευρωπαϊκές χώρες, για παράδειγμα, όπως στην Ισπανία και την Ιταλία, σε αντιδιαστολή με τον Καναδά και το Ηνωμένο Βασίλειο. Ένας παράγοντας που περιορίζει την εμπλοκή των συνδικάτων είναι η απροθυμία τους να αναμιχθούν και να υποστηρίξουν τους μετανάστες στην προσωρινή ή ατεκμηρίωτη απασχόληση, η οποία μπορεί να θεωρηθεί ότι έρχεται σε πιθανή σύγκρουση με τα συμφέροντα των υπαρχόντων μελών τους. Επίσης, σε μερικές περιπτώσεις τα συνδικάτα ήταν αρνητικά στη συμμετοχή εργοδοτών σε τοπικές πρωτοβουλίες που σκοπός τους ήταν να υποστηρίξουν την πρόσβαση στην απασχόληση, για παράδειγμα, στα σχέδια (schemes) επαγγελματικής εμπειρίας και Σ.Υ.Υ. (mentoring), καθώς αυτό έγινε φανερό ότι αυτά είχαν πάρα πολλές πρόσθετες απαιτήσεις από τα μέλη τους τα οποία ήταν «εκτός σύμβασης». Λαμβάνοντας υπόψη τα σωστά εργαλεία και το κίνητρο, εντούτοις, τα εργατικά συνδικάτα μπορούν να συμβάλλουν σημαντικά στην αύξηση της ποιότητας της προσφερόμενης απασχόλησης σε τοπικό επίπεδο. Στην Ιταλία, τα εργατικά συνδικάτα είναι στην πρώτη γραμμή της διαδικασίας της νομιμοποίησης σε τοπικό επίπεδο. Στο Μιλάνο, μόνο το συνδικάτο CGIL χειρίστηκε 30.000 αιτήσεις το 2002. Εξίσου σημαντικό ήταν το CLI-Colf, η Ένωση των Καθολικών Εργαζομένων για τους / τις οικιακούς βοηθούς, η οποία ίδρυσε παραρτήματα γύρω από τη μητροπολιτική περιοχή του Μιλάνου για να βοηθήσει τους / τις οικιακούς βοηθούς με τις νομικές διαδικασίες τους. Αυτή η επαφή ενίσχυσε το ρόλο αυτών των ενώσεων ως εκπροσώπους των μεταναστών εργαζομένων, ειδικά σε μια κατάσταση όπου οι διάφοροι φορείς φάνηκαν ανίκανοι να (αντι) δράσουν συντονισμένα.

81

82

Στις Ηνωμένες Πολιτείες, τα (εργατικά) συνδικάτα εμπλέκονται γενικά λιγότερο στα ζητήματα ενσωμάτωσης. Εντούτοις, στη Νέα Υόρκη, το Σωματείο Υπηρεσιών 32BJ είχε πρόσφατα σημαντική επιτυχία στη βελτίωση των όρων απασχόλησης για τα μέλη της που απασχολούνται σε εργασίες υπηρεσιών όπως σε νυχτερινή ασφάλεια ή στον καθαρισμό των εμπορικών κτηρίων, εκ των οποίων το 70% των μελών έχουν γεννηθεί σε ξένη χώρα. Τα τελευταία πέντε χρόνια αυτό το σωματείο κάνει εκστρατεία για την αύξηση των αμοιβών 6.000 εργαζομένων από 5 έως 10 Δολλάρια ΗΠΑ την ώρα, με επιπλέον οφέλη υγειονομικής περίθαλψης. Οι εργοδότες πληρώνουν σε ένα ταμείο κατάρτισης, ώστε τα μέλη του σωματείου ένωσης να μπορούν να έχουν πρόσβαση σε σειρές μαθημάτων πανεπιστημιακού επιπέδου, και υπάρχει ένα πανεπιστημιακό πρόγραμμα υποτροφιών για τα παιδιά των εργαζομένων. Το σωματείο απασχολεί διάφορους δικηγόρους που υποστηρίζουν τα μέλη του όταν αντιμετωπίζουν νομικά προβλήματα. Το σωματείο συμμετέχει επίσης σε ένα Πρόγραμμα Συμμετοχής Πολιτών της Νέας Υόρκης (New York Civic Participation Project) το οποίο είναι μια συνεργασία μεταξύ των σωματείων και των κοινοτικών ομάδων που προωθεί (και ενημερώνει) τα δικαιώματα των χαμηλόμισθων εργαζομένων. Αυτό το πρόγραμμα υποστηρίζει την εμπλοκή των κοινοτήτων των μεταναστών στη συμμετοχή των πολιτών στη γειτονιά και σε αστικό επίπεδο και παρέχει κοινοτικές επιχορηγήσεις για να υποστηρίξει την ενσωμάτωση. Ενώσεις μεταναστών

Αναγνωρίζεται ολοένα και περισσότερο ότι οι ενώσεις των μεταναστών έχουν να διαδραματίσουν έναν σημαντικό ρόλο στην ενσωμάτωση σε τοπικό επίπεδο, καθώς ενθαρρύνουν την ανάπτυξη των υπηρεσιών που είναι πολιτιστικά ευαίσθητες, και που λαμβάνουν υπόψη τα αιτήματα των ίδιων των μεταναστών. Ένα από τα βασικά συμπεράσματα-κλειδιά των πρωτοβουλιών ονόματι «Οικοδομώντας τη Νέα Αμερικανική Κοινότητα» (Building the New American Community”), παραδείγματος χάριν, είναι ότι οι «νέοι Αμερικανοί» πρέπει να συμμετέχουν σημαντικά στις διαδικασίες λήψης αποφάσεων. Οι αξιολογητές αυτής της πρωτοβουλίας θεώρησαν ότι ήταν ιδιαίτερα σημαντικό να ερωτώνται οι ενώσεις των μεταναστών όχι μόνο για τα σχέδια, αλλά να τους δίνεται επίσης η δυνατότητα της ενεργού συμμετοχής στον σχεδιασμό και την παροχή (delivery: παράδοση) υπηρεσιών. Στον Καναδά, οι ενώσεις των μεταναστών εκπροσωπούνται σε περιφερειακό επίπεδο, στα στρογγυλά τραπέζια όπου μπορούν να σχολιάσουν και να εκφράσουν την άποψή τους για τις πολιτικές απασχόλησης. Σε τοπικό επίπεδο, βοηθούν επίσης στην παροχή προγραμμάτων απασχόλησης. Για παράδειγμα,

Από τη Μετανάστευση στην Ενσωμάτωση: Σύγκριση Τοπικών Πρακτικών

στο Μόντρεαλ, μια ένωση που εκπροσωπεί τους Εβραίους, η Εβραϊκή Απασχόληση στο Μόντρεαλ (JEM)xiv λειτουργεί ως ένας φορέας ταιριάσματος για τους μετανάστες, και βασίζεται σε μια βάση δεδομένων περίπου 2.500 εργοδοτών, κυρίως από την τοπική εβραϊκή επιχειρηματική κοινότητα. Στόχος αυτής της ένωσης είναι να προσφέρει μια επαγγελματική προσέγγιση με πολύ μεγάλη ευαισθησία για τις ανάγκες και τα ενδιαφέροντα της επιχείρησης, και ταυτόχρονα να προσφέρει τα οφέλη της υποστήριξης μιας κοινοτικής ομάδας στους πελάτες της. Οι ενώσεις των μεταναστών είναι επίσης αρμόδιες για τη διεύθυνση πολλών προσφυγικών και κοινοτικών οργανώσεων που λειτουργούν στο Λονδίνο. Η περιπτωσιολογική μελέτη του Λονδίνου, παραδείγματος χάριν, δίνει έμφαση στα προγράμματα που λειτουργούν συγκεκριμένα με τους πρόσφυγες από τις σομαλικές, ιρανικές, αραβικές, φιλιππινέζικες, αφρικανικές, ασιατικές, λατινοαμερικάνικες, καμερουνέζες ή ινδές κοινότητες. Υπάρχει επίσης μια πρόσφατη ιστορία όπου οι ενώσεις των μεταναστών έχουν εμπλακεί στις τοπικές συνεργασίες αναγέννησης, όπως η Συνεργασία Ανανέωσης (Renewal partnership) στο Δυτικό Λονδίνο, που τους επιτρέπει να λαμβάνουν ενεργό ρόλο στο σχεδιασμό και τη διαχείριση των προγραμμάτων συνεργασίας σε τοπικό επίπεδο. Η μεγάλη έμφαση που δίνεται στις ενώσεις των μεταναστών ώστε να υποστηριχθεί η ενσωμάτωση και η κοινωνική συνοχή στο Ηνωμένο Βασίλειο δεν είναι χωρίς κριτικούς της παρόλα αυτά. Ο Kenan Malik έχει πρόσφατα υποστηρίξει10 ότι η χρηματοδότηση που στοχεύει συγκεκριμένες ενώσεις μεταναστών είναι διαχωριστική, ενθαρρύνει τον ανταγωνισμό μεταξύ των διαφορετικών κοινοτήτων για πόρους και δύναμη. Θεωρεί ότι η εστίαση στην εθνική καταγωγή τραβά την προσοχή από τα ζητήματα φτώχειας και ισότητας, και δημιουργεί μια πολιτική της διαφορετικότητας. Απροθυμία να προκαλέσουν την προσοχή συγκεκριμένες κοινότητες μπορεί επίσης τουλάχιστον εν μέρει εξηγήσει τη σχετικά χαμηλή συμμετοχή των ενώσεων των μεταναστών στην Ισπανία και την Ελβετία σε τοπικό επίπεδο. Στην Ελβετία, οι ενώσεις των μεταναστών διαδραμάτισαν έναν πολύ δυνατό ρόλο στην υποστήριξη της ενσωμάτωσης μέχρι σχετικά πρόσφατα, ελλείψει της υποστήριξης του δημόσιου τομέα. Εντούτοις, τώρα που και σε ομοσπονδιακό επίπεδο και σε επίπεδο καντονιών έχουν έναν πιο ενεργό ρόλο, οι φορείς χάραξης πολιτικής είναι απρόθυμοι να συνεργαστούν με τις τοπικές ενώσεις των μεταναστών επειδή δεν θέλουν να φανούν ότι ευνοούν τις συγκεκριμένες ομάδες στην κοινωνία. Αυτή η οπτική γωνία απεικονίζεται επίσης στη Γαλλία, όπου το δημοκρατικό εθνικό μοντέλο σημαίνει ότι οι εθνοτικές κοινότητες δεν λαμβάνονται υπόψη

xiv

JEM είναι η σύντμηση του Jewish Employment Montréal (Σ.τ.Μ.).

83

84

άμεσα στη χάραξη και την εφαρμογή πολιτικής. Παρόλα αυτά, ο Moore (2004) έχει καταδείξει πρόσφατα ότι αυτό υπονομεύεται μερικές φορές σε τοπικό επίπεδο, όπου καταστάσεις κρίσης σε περιοχές όπου έχουν υψηλή συγκέντρωση μεταναστών στη Μασσαλία και την Τουλούζη έχουν οδηγήσει ανεπισήμως στο διορισμό βορειο-αφρικανών διαμεσολαβητών ώστε να χρησιμεύσουν ως σύνδεσμοι μεταξύ των φορέων χάραξης πολιτικής και των μεταναστών. Οι ενώσεις μεταναστών έχουν διαδραματίσει επίσης έναν σχετικά περιορισμένο ρόλο στην υποστήριξη των ζητημάτων ενσωμάτωσης στην Ισπανία, η οποία έχει κατηγορηθεί σε μια ιστορική έλλειψη «ύπαρξης ενώσεων» («associationalism»). Εντούτοις η εθνική κυβέρνηση προσπαθεί τώρα να βοηθήσει αυτές τις ομάδες να αποκτήσουν αυτές τις ικανότητες ώστε να διαδραματίσουν έναν ρόλο στη νέα ημερήσια διάταξη ενσωμάτωσης που έχει βάλει μπροστά η νέα κυβέρνηση στην Ισπανία από το 2004. Εργαλεία που χρησιμοποιήθηκαν Πολλά από τα εργαλεία και τα όργανα που χρησιμοποιούνται για να υποστηρίξουν την ενσωμάτωση των μεταναστών στους τόπους των διαφόρων περιοχών που μελετώνται είναι παρόμοια με εκείνα που χρησιμοποιούνται στις κύριες πολιτικές της ενεργούς αγοράς εργασίας. Παραδείγματος χάριν, η πλειοψηφία των τοπικών δραστηριοτήτων επικεντρώθηκαν στην υποστήριξη αναζήτησης εργασίας, την εκπαίδευση και την κατάρτιση, Σ.Υ.Υ. (mentoring) και την παροχή πρακτικής άσκησης επαγγελματικής εμπειρίας, αν και προσάρμοσαν αυτήν την υποστήριξη έτσι ώστε να ανταποκρίνεται στις συγκεκριμένες ανάγκες και τον τρόπο ζωής του τοπικού μεταναστευτικού πληθυσμού. Επιπλέον, οι τοπικές πρωτοβουλίες παρείχαν εξειδικευμένη υποστήριξη στους μετανάστες συμπεριλαμβανομένων: της γλωσσικής εκπαίδευσης, της αναγνώρισης των προσόντων και των δεξιοτήτων που τα είχαν αποκτήσει στο εξωτερικό, και τη βοήθεια που παρείχαν για ευρύτερο κοινωνικό επιπολιτισμό / ευρύτερη κοινωνική αφομοίωση (acculturation), τη συμμετοχή και τη δικτύωση. Ο Πίνακας 1.3. συνοψίζει τους τύπους προσαρμογών που αναπτύχθηκαν από τις πρωτοβουλίες ώστε να ικανοποιήσουν τις συγκεκριμένες ανάγκες και να ξεπεράσουν τα εμπόδια που αντιμετώπιζαν οι μετανάστες. Αναζήτηση εργασίας και η προσωπική παρουσίαση

Πολλές από τις τοπικές πρωτοβουλίες που συζητούνται ως μέρος αυτής της μελέτης επικεντρώθηκαν τουλάχιστον εν μέρει στη βελτίωση της δυνατότητας των μεταναστών «να πλοηγούνται» στη τοπική αγορά εργασίας. Φτάνοντας σε μια νέα χώρα μπορεί να είναι δύσκολο για τους μετανάστες να κατανοήσουν τις μεθόδους που χρησιμοποιούν οι ντόπιοι για να βρουν εργασία, ιδιαίτερα όπου η πλειοψηφία των εργασιών δεν κοινοποιείται τυπικά (όπως συμβαίνει στον Καναδά και την Ιταλία). Παραδείγματος χάριν,

Από τη Μετανάστευση στην Ενσωμάτωση: Σύγκριση Τοπικών Πρακτικών

στο Λονδίνο, η Συμβουλευτική Υπηρεσία Εκπαίδευσης και Κατάρτισης Προσφύγων (RETAS)xv προσφέρει μια σειρά δεκαπενθήμερων μαθημάτων αναζήτησης εργασίας και προσανατολισμού που οργανώνονται όλο το έτος, τα οποία κάνουν μια επισκόπηση της αγοράς εργασίας στο Ηνωμένο Βασίλειο, και τις προσωπικές αξιολογήσεις σταδιοδρομίας. Πολλές τοπικές πρωτοβουλίες παρείχαν πρόσβαση στο διαδίκτυο και τις εφημερίδες και έδιναν συμβουλές για το πώς να καλέσουν μελλοντικούς εργοδότες. Επιπλέον, παρέχεται υποστήριξη στις τεχνικές της προσωπικής παρουσίασης – δηλ. πώς να οργανώσουν και να γράφουν βιογραφικά σημειώματα, πως να συντάξουν συνοδευτικές επιστολές, και πώς να επιτύχουν σε μια προσωπική συνέντευξη. Σε μερικές περιπτώσεις, δόθηκαν συμβουλές αρχικά τουλάχιστον στην πλοήγηση του ευρύτερου κοινωνικού περιβάλλοντος - ο ρόλος και οι λειτουργίες των τοπικών φορέων, πού να αναζητά κανείς την υποστήριξη και τις συμβουλές, όπως αυτό έγινε εμφανές ότι είναι το απαραίτητο πρώτο βήμα πριν βελτιώνει κανείς την πρόσβασή του στις ευκαιρίες απασχόλησης. Διάφορες τοπικές πρωτοβουλίες που μελετήθηκαν είχαν αναπτύξει επίσης στοχοθετημένες προσεγγίσεις στη βοήθεια διαφορετικών τύπων μεταναστών να πλοηγηθούν στην αγορά εργασίας. Ενώ μερικές πρωτοβουλίες επέλεξαν να στοχεύσουν σε έναν ιδιαίτερο τομέα της αγοράς εργασίας, άλλες επικεντρώθηκαν σε συγκεκριμένες ομάδες εντός της κοινότητας των μεταναστών. Στο Λονδίνο, παραδείγματος χάριν, η Διεθνής Εκπαιδευτική Δράση έχει δημοσιεύσει ένα «Εγχειρίδιο πόρων απασχόλησης για μηχανολόγους πρόσφυγες» (Employment resource handbook for refugee engineers) που στοχεύει να παρέχει ουσιαστικές πληροφορίες για την κουλτούρα αναζήτησης εργασίας στο Ηνωμένο Βασίλειο μαζί με μια επισκόπηση του επαγγέλματος της μηχανολογίας (Rogic and Feldman, 2004). Το Κέντρο Πόρων Απασχόλησης Rexdale (ERC: Rexdale Employment Resource Centre), που χρησιμοποιείται από το Κολέγιο Humber στο βόρειο Ετόμπικοκ (Etobicoke) του Τορόντο (στον Καναδά) παραδίδει ένα μάθημα αναζήτησης εργασίας που στοχεύει σε διάφορους τομείς, αλλά εστιάζει σε έναν ιδιαίτερο τύπο μετανάστη – τον πολύ καλά καταρτισμένο. Το κέντρο παρέχει μαθήματα τεσσάρων εβδομάδων για τους «ξένους εκπαιδευμένους επαγγελματίες και τους εμπόρους», τα οποία είναι σαφώς σχεδιασμένα για να βοηθήσουν τους επαγγελματίες μετανάστες να βρουν την αντίστοιχη επαγγελματική απασχόληση. Τα μαθήματα αυτά είναι σχετικά εντατικά, όπου κάθε μάθημα, που περιλαμβάνει κατά προσέγγιση 20 συμμετέχοντες, κοστίζει περίπου 2.000 Καναδικά δολάρια (1.400 ευρώ)11 ανά συμμετέχοντα, αλλά τα αποτελέσματα φαίνεται να είναι θετικά επειδή η πλειοψηφία των συμμετεχόντων βρίσκουν εργασία αντίστοιχη του επαγγελματικού τους επιπέδου όταν έχουν τελειώσει τη σειρά μαθημάτων. Η σύντμηση RETAS αντιστοιχεί στο Refugee Education and Training Advisory Service. Από δω και στο εξής, θα αναφέρεται ως RETAS.

xv

85

86

Πίνακας 1.3. Είδη προσαρμογής των τοπικών πρωτοβουλιών στις ειδικές ανάγκες που έχουν και τα εμπόδια που αντιμετωπίζουν οι μετανάστες Ζητήματα Δεξιότητες και ικανότητες

Εμπόδια Γλωσσικές δεξιότητες, κοινωνικοπολιτισμικές γνώσεις και κατανόηση, Έλλειψη χρηματοδότησης και/ή επιχορήγησης για προσβασιμότητα στην παιδεία και την κατάρτιση σε τοπικό επίπεδο, προσόντα που αποκτήθηκαν στο εξωτερικό, έλλειψη ατόμων της τοπικής κοινωνίας που να δίνουν συστατικές επιστολές και έλλειψη εμπειρίας στην τοπική αγορά εργασίας ώστε να αποδείξουν (οι μετανάστες) τις ικανότητές τους.

Προσαρμογή • Μαθήματα γλώσσας. • Υψηλό ποσοστό συμμετοχής προσωπικού σε άλλα μαθήματα κατάρτισης ώστε να δοθεί επιπρόσθετη γλωσσική βοήθεια και βοήθεια ερμηνείας και πλοήγησης ανάμεσα στους πολιτισμικούς κανόνες. • Υποστήριξη του επιπολιτισμού / κοινωνικής αφομοίωσης (acculturation) στην τοπική κοινότητα. • Παροχή πληροφοριών για τους τοπικούς θεσμούς και τα πλαίσια διακυβέρνησης, συμπεριλαμβανομένου και του τοπικού εκπαιδευτικού συστήματος. • Αναγνώριση των προσόντων. • Εκπαίδευση, και • Οργάνωση πρακτικής άσκησης σε επιχειρήσεις για την απόκτηση επαγγελματικής πείρας με τους ντόπιους εργοδότες.

Ζητήματα προσβασιμότητας

• Έλλειψη γνώσης των τοπικών αγορών • Μαθήματα πλοήγησης στη τοπική αγορά εργασίας, συγκέντρωση ορισμένων εργασίας. μεταναστών σε φτωχότερες κοινότητες • Υποστήριξη της προσβασιμότητας σε και σε εθνοτικοί θύλακες (ethnic γειτονικές αγορές εργασίες. eclaves). • Υποστήριξη με την κοινωνική δικτύωση. • Έλλειψη τοπικών κοινωνικών δικτύων.

Διαθεσιμότητα

• Έλλειψη συγγενών στην χώρα μπορεί να δημιουργήσει δυσκολίες στην διαχείριση (οικογενειακών) φροντίδων. • Προβλήματα με το ξεπέρασμα κοινωνικο-ψυχολογικών τραυμάτων, δυσαρέσκειας και χαμηλού κινήτρου ενδιαφέροντος (ιδιαίτερα στη δεύτερη και τρίτη γενιά). • Μεταναστευτική ιδιότητα (κανόνες εάν οι αιτούντες άσυλο μπορούν να εργαστούν, για παράδειγμα). • Διαθεσιμότητα αδειών εργασίας για συγκεκριμένες εργασίες. • Οι μετανάστες συγκεντρώνονται συχνά στην άτυπη οικονομία είτε όταν έχουν εισέλθει στη χώρα παράνομα είτε όταν έχει λήξει η άδεια παραμονής τους στη χώρα.

• Παροχή απογευματινών τάξεων (μαθημάτων). • Παροχή παιδικής μέριμνας μαζί με μαθήματα κατάρτισης. • Κοινωνική και ψυχολογική υποστήριξη, οικοδόμηση εμπιστοσύνης, μαθήματα επαναφοράς κινήτρου (ενδιαφέροντος για εργασία) • (Συν)Εργασία με παιδιά ώστε να διασφαλιστεί ότι θα επιτύχουν στο εκπαιδευτικό σύστημα. • Υποστήριξη της πλοήγησης στο σύστημα άδειας παραμονής. • Τοπικά προγράμματα που ενθαρρύνουν την καλύτερη ρύθμιση της απασχόλησης.

Στάσεις εργοδοτών

• Έλλειψη πληροφοριών σχετικά με την εμπειρία και τα προσόντα των μεταναστών. • Έλλειψη γνώσης για την αξία και τη συνάφεια των προσόντων και της εμπειρίας που απόκτησαν οι μετανάστες σε άλλες χώρες. • Ρατσισμός, ιδιαίτερα σχετικά με εμφανείς μειονότητες. Συγκέντρωση των μεταναστών σε φτωχότερες περιοχές οι οποίες ίσως έχουν στιγματιστεί.

• Πρωτοβουλίες ώστε να έρθουν οι εργοδότες σε επαφή με μετανάστες και να οικοδομηθεί εμπιστοσύνη, συμπεριλαμβανομένων των Σ.Υ.Υ. (mentoring) και της εργασιακής εμπειρίας. • Πρωτοβουλίες ώστε να μειωθούν οι προκαταλήψεις και οι διακρίσεις εκ μέρους των εργοδοτών.

Πηγή: OECD LIILM Project.

Από τη Μετανάστευση στην Ενσωμάτωση: Σύγκριση Τοπικών Πρακτικών

Εκπαίδευση και κατάρτιση

Πολλές τοπικές πρωτοβουλίες παρέχουν σειρές εκπαιδευτικών μαθημάτων και μαθημάτων κατάρτισης στους μετανάστες βασικών δεξιοτήτων, όπως ΤΠΕ (ICT) και μαθηματικές γνώσεις προκειμένου να ενισχυθεί η απασχολησιμότητα των μεταναστών. Τέτοιες σειρές μαθημάτων προσαρμόζονται συχνά στις συγκεκριμένες ανάγκες των μεταναστών, με την παροχή επιπρόσθετων υποστηρικτικών μαθημάτων γλώσσας και βοήθειας για την κατανόηση των πολιτιστικών κανόνων της συγκεκριμένης χώρας υποδοχής, για παράδειγμα. Διάφορες τοπικές πρωτοβουλίες διασφαλίζουν επίσης ότι αυτά τα μαθήματα είναι προσβάσιμα στους μετανάστες οι οποίοι συνήθως έχουν αντικειμενικά προβλήματα προσβασιμότητας σε τέτοιους είδους μαθημάτων - λόγω «απασχόλησης για την επιβίωση» ή λόγω των ευθυνών για τα προστατευόμενα μέλη της οικογενείας - παρέχοντας βραδινά μαθήματα και τη σχετική φροντίδα των παιδιών, αν και τέτοια υποστήριξη είναι λιγότερο κοινή. Η κατάρτιση συχνά παρέχεται σε ένα ευρύτερο σύνολο δραστηριοτήτων και υποστηρικτικών υπηρεσιών. Για παράδειγμα, το Πρόγραμμα Απασχόλησης και Κατάρτισης Μεγάλης Κλίμακας για τους πρόσφυγες και τους αιτούντες άσυλο RAAD (RAAD Large Scale Employment and Training Project for refugees and asylum seekers) στο Λονδίνο περιλαμβάνει ένα σύνολο διαφορετικών μορφών υποστήριξης, που συμπεριλαμβάνουν κατάρτιση, συμβουλές για την αναζήτηση εργασίας και πρωτοβουλίες για τη δημιουργία θέσεων εργασίας - από το 2002, εκτός από τη χορήγηση 329 προσόντων (πολλά από τα οποία αποκτήθηκαν σε σύντομα μαθήματα, όπως η οδήγηση περονοφόρου ανυψωτή (ή κλαρκ), και η ΤΠΕ), η πρωτοβουλία έχει δημιουργήσει 111 θέσεις εργασίας στην ιατρική, τη βιομηχανία, τον εθελοντικό τομέα, την εξυπηρέτηση πελατών και στο λιανικό εμπόριο. Ενώ πολλές τοπικές πρωτοβουλίες προσφέρουν κατάρτιση στις βασικές και γενικές δεξιότητες, μερικοί επιλέγουν να επικεντρωθούν σε συγκεκριμένες δεξιότητες που απαιτούνται για ορισμένα επαγγέλματα. Πάλι στο Λονδίνο, ένα πρόγραμμα που διευθύνεται τρέχει από την Αραβική Ομάδα επικεντρώνεται στην παροχή δεξιοτήτων κατασκευής ενδυμάτων ώστε να αυξηθούν οι διαθέσιμες ευκαιρίες στις κατά τόπους γυναίκες των αράβων και τους άραβες πρόσφυγες. Μεταξύ του 2002 και του 2005, 42 υποψήφιοι εκπαιδεύθηκαν από το πρόγραμμα, εκ των οποίων 18 έχουν αποκτήσει επίσημα επαγγελματικά προσόντα στη μόδα και την κατασκευή ενδυμάτων, οκτώ έχουν άμεση πρόσβαση σε δουλειές σε εργοστάσια λινών και ταπετσαριών και δύο έχουν ανοίξει ραφεία. Σε μερικές

87

88

περιπτώσεις, η εκπαίδευση και η κατάρτιση χρησιμοποιούνται για να βοηθήσουν τον επαναπροσανατολισμό των μεταναστών, που ήδη απασχολούνται στις χαμηλής ποιότητας και χαμηλόμισθες εργασίες, σε επαγγέλματα με μεγαλύτερη πιθανότητα εξέλιξης στην σταδιοδρομία τους. Για παράδειγμα, το έργο της Alma Mater στην Ιταλία έχει αναπτύξει διάφορα μικρής κλίμακας εντατικά επιμορφωτικά προγράμματα για γυναίκες χαμηλής εξειδίκευσης και χαμηλόμισθες. Ένα τέτοιο πρόγραμμα επανεκπαίδευσε τις γυναίκες που εργάζονταν ως οικιακοί βοηθοί και τις έκανε να αποκτήσουν δεξιότητες που απαιτούνται εάν θέλει κανείς να ακολουθήσει μια σταδιοδρομία στο τραπεζικό σύστημα. Μετά τη σειρά αυτών των μαθημάτων, δώδεκα γυναίκες άφησαν τις οικιακές υπηρεσίες και άρχισαν να υπογράφουν μακροπρόθεσμες συμβάσεις εργασίας με ιταλικές τράπεζες ως τραπεζοϋπάλληλοι. Γλώσσες

Η γλώσσα αντιμετωπίσθηκε από πολλούς τοπικούς εταίρους όπως σημαντική για την τοπική ενσωμάτωση των μεταναστών, και η γλωσσική εκπαίδευση ήταν ένα κοινό στοιχείο σχεδόν σε όλες τις τοπικές πρωτοβουλίες που πήραν οι συμμετέχουσες χώρες. Οι γλωσσικές δεξιότητες και οι δεξιότητες επικοινωνίας γίνονται ολοένα και περισσότερο σημαντικές ως προαπαιτούμενα προσόντα για την οικονομία που βασίζεται στις υπηρεσίες και τις γνώσεις, και ολοένα και περισσότερο είναι αυτές οι εργασίες στις οποίες ελπίζουν να έχουν πρόσβαση οι μετανάστες. Αν και παραδοσιακά, οι δραστηριότητες του δευτεροβάθμιου τομέα αποτέλεσαν μια μεγάλη μερίδα της ξένης απασχ όλησης στις περισσότερες χώρες του ΟΟΣΑ, πρόσφατα υπάρχει μια βαθμιαία διάδοση της ξένης απασχόλησης και στον τριτογενή τομέα. Το 2002-03, αυτός ο τομέας αποτέλεσε περισσότερο από τα τρία τέταρτα των ξένων επαγγελμάτων στο Ηνωμένο Βασίλειο (83,3%), στη Σουηδία (76,1%) και στη Φινλανδία (75,6%). Επίσης, περισσότερο από το 70% των αλλοδαπών εργάζονται στις υπηρεσίες στην Αυστραλία, τον Καναδά, τις Ηνωμένες Πολιτείες, την Ιρλανδία, το Λουξεμβούργο, τη Νορβηγία και στις Κάτω Χώρες (OECD, 2005a). Συχνά οι γλώσσες διδάσκονται ως μέρος των ευρύτερων εκπαιδευτικών μαθημάτων – για παράδειγμα, η γλώσσα είναι ένα βασικό στοιχείο-κλειδί στα μαθήματα προ-μαθητείας που παρέχονται από τις ελβετικές επαγγελματικές σχολές. Σε άλλες πρωτοβουλίες, οι γλώσσες διδάχτηκαν ως μέρος ενός πακέτου υποστήριξης αναζήτησης εργασίας, μερικές φορές σε συνδυασμό με τις βασικές γνώσεις αριθμητικής. Παρά την έμφαση στη διδασκαλία γλώσσας, πολλοί τοπικοί εταίροι παραπονέθηκαν ότι υπήρχε υπερ-πληθώρα εγγεγραμμένων σε μαθήματα γλώσσας τα οποία προσφέρονταν δωρεάν. Στο

Από τη Μετανάστευση στην Ενσωμάτωση: Σύγκριση Τοπικών Πρακτικών

Λονδίνο, παραδείγματος χάριν, οι δαπάνες για τη διδασκαλία των Αγγλικών ως Δεύτερη Γλώσσα (ESOL)xvi έχουν αυξηθεί σημαντικά στο Ηνωμένο Βασίλειο κατά τη διάρκεια των τελευταίων ετών, αλλά η Μονάδα Στρατηγικής (Strategy Unit 2004) πρότεινε ότι ο όγκος της ζήτησης για τα Αγγλικά ως Δεύτερη Γλώσσα ξεπέρασε κατά πολύ την προσφορά. Ένα περαιτέρω ζήτημα για το Λονδίνο, και για τις άλλες χώρες που εξετάζονται στη μελέτη αυτή είναι πώς και εάν η παροχή (τέτοιων μαθημάτων γλώσσας) ταιριάζει με τις ανάγκες των εκπαιδευόμενων και τις απαιτήσεις της οικονομίας - από άποψη επιπέδου (εισαγωγικό / μεσαίο / ειδικότητας) και περιεχομένου (συγκεκριμένα αν ανταποκρίνονται στις ανάγκες του εργασιακού χώρου). Το επίπεδο γλωσσικής παροχής ήταν ένα ιδιαίτερο ζήτημα που προέκυψε στις χώρες που προσλαμβάνουν τους σχετικά υψηλά προσοντούχους μετανάστες. Στις περισσότερες χώρες η γλωσσική εκπαίδευση προσφέρθηκε σε σχετικά βασικό επίπεδο, εντούτοις ήταν εμφανές ότι πολλοί εργοδότες έψαχναν να προσλάβουν άτομα με ανώτερο επίπεδο γλώσσας. Ο Καναδάς, για παράδειγμα, χρησιμοποιεί ένα σύστημα αξιολόγησης γλωσσικής ικανότητας, με μια κλίμακα που κυμαίνεται από το 1 έως το 12, όπου οι περισσότεροι εργοδότες απαιτούν ένα γλωσσικό επίπεδο από 8 και πάνω. Μόνο η επαρχία της Μανιτόμπα παρέχει αυτήν την περίοδο μια ευρέως διαθέσιμη γλωσσική κατάρτιση μέχρι αυτό το επίπεδο. Γενικά, στις περισσότερες περιπτώσεις η διαθέσιμη γλωσσική κατάρτιση σταματά στο επίπεδο του 5 ή του 6. Επίσης διαπιστώθηκε ότι τα γενικευμένα μαθήματα γλώσσας δεν φτάνουν για να καλύψουν τις συγκεκριμένες επαγγελματικές απαιτήσεις των διαφορετικών τομέων της αγοράς εργασίας. Και στο Λονδίνο και στις καναδικές επαρχίες οι τοπικοί εταίροι δίνουν μεγάλη έμφαση στα επαγγελματικά μαθήματα γλώσσας (ή γλώσσα για ειδικούς σκοπούς) που στοχεύουν σε συγκεκριμένα επαγγέλματα. Η διδασκαλία επαγγελματικής γλώσσας είναι ένα σημαντικό στοιχείο των σχεδίων (schemes) κατάρτισης που χρησιμοποιούνται στον Καναδά για να παρέχεται υψηλού επιπέδου κατάρτιση για τους μετανάστες που επιθυμούν να βρουν ένα επάγγελμα. Η Βελτιωμένη Γλωσσική Εκπαίδευση (ELT)xvii που χρηματοδοτείται από το Γραφείο Υπηκοότητας και Μετανάστευσης του Καναδά (Citizenship and Immigration Canada) παρέχει επίσης γλωσσική xvi ESOL είναι η συντομογραφία του English for Speakers of Other Languages: Αγγλικά για Ομιλητές Άλλων Γλωσσών. Η συντομογραφία της έκφρασης «Αγγλικά ως Δεύτερη Γλώσσα» είναι ESL: English as a Second Language. Στην αγγλική γλώσσα ESOL ή ESL χρησιμοποιούνται ως εναλλακτικοί όροι για την έκφραση «Αγγλικά ως Δεύτερη Γλώσσας» (Σ.τ.Μ.). xvii Στο παρόν κείμενο, η συντομογραφία ELT στα αγγλικά είναι Enhanced Language Training. Στα πλαίσια της εκμάθησης της αγγλικής γλώσσας, όμως, η σύντμηση ELT σημαίνει English Language Teaching, δηλ. Διδασκαλία της Αγγλικής Γλώσσας. Αυτή η διευκρίνιση γίνεται προς αποφυγή εννοιολογικών παρεξηγήσεων (Σ.τ.Μ.).

89

90

κατάρτιση που σχετίζεται με συγκεκριμένες εργασίες ώστε να μπορέσουν οι μετανάστες να αποκτήσουν τις γλωσσικές δεξιότητες που χρειάζονται για να αναπτυχθούν στον εργασιακό χώρο σε έναν αριθμό διαφορετικών τομέων, συμπεριλαμβανομένων της διδασκαλίας, της νοσηλείας, της μηχανολογίας και της ιατρικής, ενώ παράλληλα έχουν αναπτυχθεί επίσης διαφορετικές σειρές μαθημάτων δεξιοτήτων επικοινωνίας για το προσωπικό λογιστών και τηλεφωνικών κέντρων. Στο Λονδίνο, η Συνεργασία Ανανέωσης (Renewal partnership) έχει επίσης αναπτύξει τα επαγγελματικά μαθήματα γλώσσας, σε σχέση με τα προγράμματα προσαρμογής και την πρακτική άσκηση επαγγελματικής εμπειρίας ως μέρος των ειδικών πακέτων που στοχεύουν σε ιδιαίτερους τομείς απασχόλησης. Παρομοίως, έχουν καθιερωθεί πρόσφατα δίγλωσσες επαγγελματικές σειρές μαθημάτων με έμφαση στα αγγλικά για ειδικά πλαίσια εργασιακών χώρων στη διοικητική περιφέρεια Κρόϋντον (Croydon) του Λονδίνου. Υπό το πρίσμα ότι η οικονομία βασίζεται στις γνώσεις και τις υπηρεσίες, είναι πιθανό ότι η γλωσσική εκπαίδευση θα αποκτήσει ολοένα και περισσότερο σημασία σε τοπικό επίπεδο στο μέλλον. Διάφορες εθνικές κυβερνήσεις δίνουν νέα προτεραιότητα στη γλωσσική κατάρτιση στις στρατηγικές τους ενσωμάτωσης και μετανάστευσης. Στο Ηνωμένο Βασίλειο, η γλωσσική εκπαίδευση είναι ένα σημαντικό στοιχείο σε μια πρόσφατη κοινή δήλωση που έγινε από το Υπουργείο Εσωτερικών, το TUCxviii και την Συνομοσπονδία της Βρετανικής Βιομηχανίας (Confederation of British Industry) όπου υποστηριζόταν μια ελεγχόμενη μετανάστευση προς όφελος της οικονομίας του Ηνωμένου Βασιλείου. Το Υπουργείο Εσωτερικών έχει επίσης εισάγει ένα γλωσσικό πρότυπο ως μια από τις απαιτήσεις για την απόκτηση υπηκοότητας στο Ηνωμένο Βασίλειο. Στον Καναδά, ένα βασικό στοιχείο-κλειδί μιας νέας συμφωνίας για τη μετανάστευση που έχει συζητηθεί πρόσφατα μεταξύ της ομοσπονδιακής κυβέρνησης του Καναδά και της επαρχιακής κυβέρνησης του Οντάριο είναι η δέσμευση να βελτιώσουν τη διαθεσιμότητα των γλωσσικών υπηρεσιών (υπηρεσιών διδασκαλίας γλωσσών), με το να διευρύνουν, για παράδειγμα, τη γλωσσική κατάρτιση, τις υπηρεσίες αξιολόγησης και παροχής συστατικών επιστολών και με το να διασφαλίσουν ότι όλα τα προηγούμενα παρέχονται μέσω αρμόδιων συνεργασιών, όπως εκείνων με τους εργοδότες, τις ρυθμιστικές αρχές, και τους επαγγελματικούς συλλόγους.12 Επίσης, γλωσσική εκπαίδευση προσδιορίστηκε ως βασικό ζήτημα-κλειδί για τη μελλοντική επένδυση από την αξιολόγηση των

xviii Η συντομογραφία TUC αντιστοιχεί στο Trades Union Congress, η οποία στα ελληνικά αποδίδεται ως Συνέδριο των Εργατικών Συνδικάτων. Για περισσότερες λεπτομέρειες της δράσης αυτού του Συνεδρίου, βλ. Κεφάλαιο 4 της παρούσης μελέτης (Σ.τ.Μ.).

Από τη Μετανάστευση στην Ενσωμάτωση: Σύγκριση Τοπικών Πρακτικών

τριών πιλοτικών προγραμμάτων ονόματι «Οικοδομώντας τη Νέα Αμερικανική Κοινότητα» στις Ηνωμένες Πολιτείες. Αναγνώριση των δεξιοτήτων και των προσόντων

Ένα άλλο εργαλείο το οποίο βρήκε ιδιαίτερη υποστήριξη στον Καναδά, τις Ηνωμένες Πολιτείες και το Ηνωμένο Βασίλειο είναι η αναγνώριση των προσόντων που αποκτήθηκαν στο εξωτερικό. Η αναγνώριση των πιστοποιητικών και των εκπαιδευτικών επιτευγμάτων θεωρήθηκε ως ένα από τα κύρια ζητήματα για την επένδυση που προκύπτει από την αξιολόγηση της πρωτοβουλίας «Οικοδομώντας τη Νέα Αμερικανική Κοινότητα», δεδομένου ότι είναι ένα βασικό συστατικό-κλειδί στη διασφάλιση ότι οι εργοδότες μπορούν να αξιοποιήσουν σε μέγιστο βαθμό τις προηγούμενες γνώσεις, την κατάρτιση, τις δεξιότητες και την εμπειρία που προσκομίζουν μαζί τους οι μετανάστες. Η αναγνώριση των προσόντων είναι μια ιδιαίτερη πρόκληση για τον Καναδά επειδή οι δέκα επαρχίες και τα τρία (ομοσπονδιακά) εδάφη (territories) έχουν δικαιοδοτική ευθύνη για τη ρύθμιση και κατοχύρωση ειδικευμένου εμπορίου και μερικών επαγγελμάτων, τα οποία σε πολλές περιπτώσεις έχει μεταβιβαστεί στις ρυθμιστικές αρχές με τη νομοθεσία. Υπάρχουν πάνω από 400 τέτοιες αρχές αρμόδιες για τη ρύθμιση περίπου του 20% του καναδικού εργατικού δυναμικού. Στο Κεμπέκ, το Υπουργείο Μετανάστευσης και Πολιτιστικών Κοινοτήτων του Κεμπέκ (MICC: Québec Ministry for Immigration of Cultural Communities) διευθύνει ένα Κέντρο για την Αναγνώριση των Δεξιοτήτων και των Ικανοτήτων για τους μετανάστες με προγενέστερα προσόντα. Το κέντρο πραγματοποίησε περίπου 14.104 συγκριτικές αξιολογήσεις πτυχίων το 20056, κυρίως για άτομα τα οποία δεν είχαν επάγγελμα. Επιπλέον, το Γραφείο Πληροφοριών για Κατοχυρωμένα Νομοθετικά Επαγγέλματα (SIPR: Regulated Profession Information Office, στα αγγλικά) ενημερώνει τους μετανάστες που εγκαθίστανται στο Κεμπέκ για το πώς θα αποκτήσουν πρόσβαση στα επαγγέλματα που κατοχυρώνονται από επαγγελματικούς συνδέσμους καθώς επίσης και ορισμένα άλλα επαγγέλματα των οποίων οι προϋποθέσεις εισόδου ή επιλεξιμότητας υπόκεινται στις ρυθμιστικές προδιαγραφές. Η αναγνώριση των προσόντων αντιμετωπίζεται σοβαρά στο Ηνωμένο Βασίλειο, επίσης. Σύμφωνα με μια συντηρητική εκτίμηση του Συμβουλίου Προσφύγων, υπήρχαν σχεδόν 1.000 πρόσφυγες ιατροί στη Μεγάλη Βρετανία το 200313 και δεν μπορούσαν να εργαστούν λόγω της δυσκολίας αναγνώρισης των προσόντων, παρά την ουσιαστική εμπειρία που είχαν αυτοί οι πρόσφυγες ιατροί στις χώρες τους.

91

92

Το Εθνικό Κέντρο Πληροφόρησης για Ακαδημαϊκή Αναγνώριση (NARIC)xix παρέχει μια υπηρεσία συγκριτικής αξιολόγησης για τα διεθνή προσόντα, και λειτουργεί ως ιδιωτικός οργανισμός που χρηματοδοτείται εν μέρει από τα Υπουργείο Απασχόλησης και Δεξιοτήτων και εν μέρει από την ιδιότητα του μέλους. Μέρος ενός ευρύτερου ευρωπαϊκού δικτύου των εθνικών κέντρων αναγνώρισης, οι υπηρεσίες του NARIC αποτελούν ένα σημαντικό παράγοντα διάφορων τοπικών προγραμμάτων που εκτελούνται στο Λονδίνο και έχουν ως σκοπό τους να βοηθούν πρόσφυγες, όπως το πρόγραμμα Προσόντων των Μεταναστών και Προσφύγων σε ολόκληρο το Λονδίνο. Η υποστήριξη της αναγνώρισης των προσόντων είναι συχνά μόνο ένα στάδιο της διαδρομής ενός εξειδικευμένου προσώπου στην απασχόληση. Η αξιολόγηση των προσόντων και οι ικανότητες του προσώπου μπορούν να δράσουν ως βασική γραμμή για μια περαιτέρω επένδυση στις δεξιότητες και την επαγγελματική εμπειρία και σε πολλές περιπτώσεις το μόνο που χρειάζονται οι μετανάστες είναι μια επιπλέον σύντομη εκπαίδευση, ή πραγματικά την αναγνώριση των υπαρχουσών ικανοτήτων τους που δεν εμπίπτουν στα επίσημα προσόντα. Για παράδειγμα, η Διεύθυνση Απασχόλησης του Κεμπέκ (Emploi-Québec) παρέχει τις μορφωτικές σειρές μαθημάτων «γεφυρώματος» (bridging courses) για αναβάθμιση των δεξιοτήτων (up-skilling) των μεταναστών έτσι ώστε οι δεξιότητές τους να αναγνωρίζονται από τους τοπικούς εργοδότες, και τρέχει διάφορα προγράμματα αναβάθμισης δεξιοτήτων για νοσοκόμες, γεωπόνους και διαφορετικές κατηγορίες μηχανολόγων. Η εκπαίδευση νοσοκόμων και μηχανολόγων, ιδιαίτερα, διευκολύνει την αποδοχή των υποψηφίων (μεταναστών) από τους επαγγελματικούς συνδέσμους. Το Πρόγραμμα Αναγνώρισης Προσόντων Προσχολικής Εκπαίδευσης (δηλ. Νηπιαγωγών) (ECE)xx στο Γουΐνιπεγκ είναι άλλο ένα παράδειγμα για το τι γίνεται στον Καναδά ώστε να αξιολογούνται καλύτερα τα προγενέστερα επίπεδα ικανοτήτων, και είναι ένας τρόπος ώστε οι μετανάστες να αποφύγουν μια μεγάλη περίοδο επανεκπαίδευσης. Μέχρι σήμερα, ήταν απαραίτητο να παρακολουθήσει (ο ενδιαφερόμενος μετανάστης / η ενδιαφερόμενη μετανάστρια) μαθήματα για δύο χρόνια σε ένα κοινοτικό κολέγιο για να είναι κατάλληλος ή κατάλληλη για την Προσχολική Εκπαίδευση στην επαρχία. Ένας εκπρόσωπος του Προγράμματος Παιδικής Μέριμνας της επαρχίας Μανιτόμπα έχει επιδιώξει να προσαρμόσει αυτά τα μαθήματα στις συγκεκριμένες ανάγκες των μεταναστών, και πρόσφατα έχει προωθήσει ένα νέο πιλοτικό πρόγραμμα κατάρτισης 14 εβδομάδων που περιλαμβάνει xix Η σύντμηση NARIC είναι η έκφραση National Academic Recognition Information Centre. Από εδώ και στο εξής, θα αναφέρεται ως NARIC (Σ.τ.Μ.). xx Η γνωστή συντομογραφία στα αγγλικά ECE αντιστοιχεί στην έκφραση Early Childhood Educator. (Σ.τ.Μ.).

Από τη Μετανάστευση στην Ενσωμάτωση: Σύγκριση Τοπικών Πρακτικών

αξιολόγηση και κατάρτιση βασισμένες στην εργασία, οι οποίες με τη σειρά τους βασίζονται σε ένα «πλαίσιο αξιολόγησης ικανοτήτων» που σχεδιάστηκε με τη βοήθεια ενός τοπικού κολεγίου. Εκτός από την αναγνώριση των προηγούμενων ικανοτήτων, τα μαθήματα αυτά επικεντρώνονται επίσης στις δεξιότητες που ίσως στερούνται οι μετανάστες αυτήν την περίοδο, όπως η συνειδητοποίηση των πολιτιστικών και επαγγελματικών κανόνων στον Καναδά. Αυτό το είδος κατάρτισης είναι ιδιαίτερα αποτελεσματικό επειδή επιτρέπει στους μετανάστες να ενταχθούν γρήγορα στην αγορά εργασίας και ταυτόχρονα να αποκτήσουν τις σχετικές δεξιότητες. Έχει υποστηριχτεί ότι, όταν κανείς δεν έχει επάγγελμα, το να έχει προσόντα είναι κάτι που μπορεί να χρησιμοποιηθεί από τους εργοδότες ως γενικές δεξιότητες, και έτσι τα προσόντα καθίστανται ένας μηχανισμός που δείχνει εάν ένα άτομο έχει τον επαγγελματισμό και τη δέσμευση να μάθει και να φέρει σε πέρας μια εργασία. Συχνά, για το τι ενδιαφέρονται ιδιαίτερα οι εργοδότες, παραδείγματος χάριν, είναι τα γενικά χαρακτηριστικά ενός ατόμου (δηλ. η διαχείριση χρόνου, η δέσμευσή του και ο επαγγελματικός του τρόπος) που έμμεσα αποδεικνύονται από τη δυνατότητά του να ανταγωνιστούν για ένα πτυχίο ή ένα εκπαιδευτικό μάθημα. Η κοινωνική επιχείρηση CNIP του Νεσατέλ (Neuchâtel) στην Ελβετία δίνει ιδιαίτερη έμφαση στην παροχή της πιστοποίησης των σχετικά βασικών δεξιοτήτων μέσω των ενοτήτων κατάρτισής τους ως ένα σημαντικό μηχανισμό οικοδόμησης εμπιστοσύνης μεταξύ των εργοδοτών. Μετά από κάθε τέτοια ενότητα δίνεται στους εκπαιδευόμενους ένας φάκελος αξιολόγησης που περιέχει μια πολύ ακριβή περιγραφή των ενοτήτων που παρακολούθησαν, και η ποιότητα της εργασίας που πραγματοποιείται. Η CNIP δίνει πάρα πολύ έμφαση στην πιστοποίηση των επαγγελματικών ικανοτήτων που επιδεικνύουν οι εκπαιδευόμενοι κατά τη διάρκεια των ενοτήτων κατάρτισής τους. Η αξιολόγηση ενός εκπαιδευόμενου καλύπτει την εκμάθηση των πρακτικών δεξιοτήτων - π.χ. χειρωνακτικές δεξιότητες, καθώς επίσης και διανοητικές ιδιότητες, όπως η ικανότητα αυτοσυγκέντρωσης, απομνημόνευσης υλικού, και χρήσης αφαιρετικής ικανότητας. Επίσης, ελέγχονται και τεκμηριώνονται η συμπεριφορά, το προσωπικό ύφος, η ομαδική εργασία και τα κίνητρα. Η πιστοποίηση αυτών των στοιχείων παρέχει ένα σημαντικό σημείο της αναφοράς στους μελλοντικούς εργοδότες. Οι έλεγχοι δεξιοτήτων είναι ένα άλλο χρήσιμο εργαλείο για τις ευρύτερες δεξιότητες και τις ικανότητες που οι μετανάστες μπορεί να έχουν αλλά να είναι έξω από τα αναγνωρισμένα τυπικά προσόντα. Στην πόλη Λέισεστερ στο Ηνωμένο Βασίλειο, ο NIACE (the National Organisation for Adult Learning: ο Εθνικός Οργανισμός για την Εκπαίδευση Ενηλίκων) έχει συνεργαστεί με το Συμβούλιο της πόλης Λέισεστερ και την Κοινοπραξία των Ανατολικών

93

94

Μεσαγγλιών για την Υποστήριξη των Αιτούντων Άσυλο (the East Midlands Consortium for Asylum Seekers Support) ώστε να αναπτύξει μια πρωτοβουλία ελέγχου δεξιοτήτων που να διερευνά τις δεξιότητες και τα προσόντα των αιτούντων άσυλο, να βρίσκει τρόπους ώστε να παρουσιάζει αυτές τις δεξιότητες με έναν θετικό τρόπο στους εργοδότες, και να εξετάζει πως θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για το καλό της τοπικής και περιφερειακής οικονομίας. Το πρόγραμμα έστειλε μια έρευνα στους 440 εγγραμμένους αιτούντες άσυλο στο Λέισεστερ το 2001, και αργότερα πραγματοποίησε επαναληπτικές συνεντεύξεις με 70 ερωτώμενους για να προσδιορίσει τις δεξιότητες και την εμπειρία τους (Aldridge και Waddington, 2001). Το πρόγραμμα επίσης επικεντρώθηκε στην ενθάρρυνση των ανθρώπων που εργάζονται στον τομέα της στέγασης για τους πρόσφυγες και τους αιτούντες άσυλο για να καταγράψει τα προσόντα, τις δεξιότητες και την προηγούμενη επαγγελματική εμπειρία των ατόμων ως ουσιαστικές πληροφορίες για έναν μελλοντικό προγραμματισμό. Παρομοίως στο Λονδίνο, ο Δήμαρχος προωθεί έναν έλεγχο δεξιοτήτων των γυναικών προσφύγων στο Λονδίνο στη διδασκαλία, την εκπαίδευση νοσοκόμων μέχρι και τα ιατρικά επαγγέλματα, ονόματι «Χαμένες Ευκαιρίες» (“Missed Opportunities”) (Dumper, 2002). Στις νότιες ευρωπαϊκές χώρες της Ιταλίας και της Ισπανίας δίνεται λιγότερη έμφαση στην αναγνώριση των δεξιοτήτων και των προσόντων σε τοπικό επίπεδο. Αυτό απεικονίζει εν μέρει το γεγονός ότι αυτές οι χώρες δεν έχουν μια εθνική πολιτική για να προσελκύσουν ειδικευμένους μετανάστες, και προσπαθούν σε πολλές περιπτώσεις να προσελκύσουν μετανάστες για να συμπληρώσουν τις χαμηλότερες ειδικευμένες θέσεις τους. Στην Ισπανία, υπάρχει η τάση οι τοπικές πρωτοβουλίες, για παράδειγμα, να επικεντρώνονται στην υποστήριξη των μεταναστών που στοχεύουν τις χαμηλές ειδικευμένες θέσεις παρά να αναγνωρίζονται ενεργά οι δεξιότητες και να υποστηρίζεται η πρόοδος στη σταδιοδρομία τους. Αν και αυτό μπορεί να είναι μια κατάλληλη αναγνώριση των εργασιών διαθέσιμων στην τοπική αγορά εργασίας, αυτό έχει διάφορες συνέπειες: αφ’ ενός, πολλές θέσεις που απαιτούν λίγα προσόντα έχουν σχετικά προσωρινό χαρακτήρα, δηλ. οι μετανάστες μπαινοβγαίνουν στα προγράμματα υποστήριξης απασχόλησης. Περαιτέρω, σε πολλές περιπτώσεις οι μετανάστες έχουν πολύ περισσότερα προσόντα για τις θέσεις που λαμβάνουν, πράγμα το οποίο θα μπορούσε να δημιουργήσει και προβλήματα και απογοήτευση στο μέλλον. Πρακτικές ασκήσεις επαγγελματικής εμπειρίας

Το ενδιαφέρον των εργοδοτών για τις γενικές δεξιότητες είναι επίσης προφανές στην έμφαση που πολλοί εργοδότες δίνουν ότι οι υποψήφιοι θα πρέπει να

Από τη Μετανάστευση στην Ενσωμάτωση: Σύγκριση Τοπικών Πρακτικών

έχουν τοπική επαγγελματική εμπειρία. Η απουσία καναδικής επαγγελματικής εμπειρίας είναι ένα βασικό εμπόδιο-κλειδί που αναφέρεται από τις καναδικές επιχειρήσεις στην απασχόληση των μεταναστών, για παράδειγμα. Ενώ μερικοί τοπικοί εταίροι βλέπουνε αυτό ως ένα παράδειγμα περιττής διάκρισης εκ μέρους των εργοδοτών, άλλοι έχουν αντιδράσει πιο πρακτικά με την διασφάλιση ότι τέτοια εμπειρία είναι γρήγορα προσβάσιμη στους μετανάστες σε τοπικό επίπεδο. Οι πρακτικές ασκήσεις επαγγελματικής εμπειρίας ήταν ένα από τα βασικά εργαλεία-κλειδιά που χρησιμοποιήθηκαν από το TRIEC. Οι τοπικοί μετανάστες επιλέγονται ώστε να συμμετέχουν στο Σχέδιο Γέφυρας Σταδιοδρομίας (Career Bridge Scheme) βάσει των προσόντων, της απασχολησιμότητας και του γλωσσικού επιπέδου τους. Για να έχουν πρόσβαση σε αυτήν την ομάδα των επιλεγμένων εκ των προτέρων πτυχιούχων, οι εργοδότες καταβάλλουν μπροστά μια αμοιβή 10.000 καναδικά δολάρια (ή περίπου 7.180 Ευρώ) και είναι σε θέση να προσλάβουν έναν μετανάστη για πληρωμένη επαγγελματική εμπειρία με την επιχείρηση μέχρι και δώδεκα μήνες. Η διαχείριση του σχεδίου αυτού γίνεται μέσω ενός ιστοχώρου, και είναι τόσο δημοφιλές που ο ιστοχώρος είναι ανοικτός για αιτήσεις ώρες κάθε μήνα. Επίσης, ένα δίκτυο ΜΚΟ συλλέγει πιθανούς συμμετέχοντες. Μέχρι τις Απριλίου 2006, τριακόσιες πρακτικές ασκήσεις επαγγελματικής εμπειρίας είχαν πραγματοποιηθεί ήδη με το 85% να λαμβάνει προσφορές πλήρους απασχόλησης, αν και όχι πάντα στην ίδια επιχείρηση. Στο Σχέδιο Γέφυρας Σταδιοδρομίας (Career Bridge Scheme), δινόταν έμφαση στην εύρεση πρακτικών άσκησης επαγγελματικής εμπειρίας με σχετικά μεγάλους εργοδότες, και το TRIEC είχε αντιμετωπίσει μερικές δυσκολίες στο να εμπλέξει μικρομεσαίες επιχειρήσεις (ΜΜΕ) στο πρόγραμμα. Στο Μόντρεαλ, η Διεύθυνση Απασχόλησης του Κεμπέκ (Emploi-Quebec) υποστηρίζει ένα πρόγραμμα (που αναπτύχθηκε από τη Βιομηχανική Επιτροπή Υπηρεσίας Προσαρμογής για τους Μετανάστες, IASCI: Industrial Adjustment Service Committee for Immigration) γνωστό ως «επαγγελματικές δραστηριότητες εμβάπτισης (immersion) για τους μετανάστες με ξένα πτυχία»xxi που έχει επιτύχει να εμπλέξει μικρομεσαίες

xxi Στο καναδικό πλαίσιο εκπαίδευσης, τα «μαθήματα εμβάπτισης» (immersion courses) ξεκίνησαν από την πρωτοβάθμια εκπαίδευση, όπου αγγλόφωνοι καναδοί διδάσκονταν (και διδάσκονται) μερικά από τα μαθήματα του σχολικού προγράμματός τους εξ ολοκλήρου στα γαλλικά και για αρκετές ώρες την εβδομάδα. Αυτά τα μαθήματα είναι εντατικά επειδή προϋποθέτουν τον πολύ καλό χειρισμό της γαλλικής γλώσσας σε ένα κατ’ εξοχήν αγγλόφωνο γλωσσικό περιβάλλον. Γι’ αυτό το λόγο, τα μαθήματα αυτά ονομάζονται έτσι – επειδή (εμ)βαπτίζουν / βυθίζουν γρήγορα τον μαθητή ή την μαθήτρια σε μια γλώσσα και μια κουλτούρα που είναι εντελώς διαφορετική από τη δικιά τους. Στο επαγγελματικό πλαίσιο, οι καναδοί και, κυρίως, η κυβέρνηση του Κεμπέκ εφάρμοσαν την ίδια φιλοσοφία αλλά στον επαγγελματικό τομέα και με διαφορετικό στόχο (Σ.τ.Μ.).

95

96

επιχειρήσεις μαζί με άλλα μεγέθη επιχειρήσεων και τοπικούς κοινοτικούς οργανισμούς. Αυτό το πρόγραμμα το διαχειρίζεται η Διέυθυνση Απασχόλησης του Κεμπέκ (Emploi-Quebec) με τη βοήθεια τοπικών ΜΚΟ, οι οποίες και επεξεργάζονται τις αιτήσεις και προσδιορίζουν τις πρακτικές ασκήσεις εντός της τοπικής κοινότητας. Το σχέδιο έχει ένα ιδιαίτερα εντυπωσιακό ποσοστό επιτυχίας, μια διαμήκης μελέτη αποκάλυψε ότι το 72% των συμμετεχόντων σε αυτές τις πρακτικές ασκήσεις εμβάπτισης αποκαταστάθηκαν επαγγελματικά. Το επίπεδο ικανοποίησης με το πρόγραμμα είναι επίσης υψηλό, με τα συμβαλλόμενα μέλη να είναι ιδιαίτερα θετικά για την ισχυρή αλληλεξάρτηση μεταξύ της επαγγελματικής δραστηριότητας εμβάπτισης και του κύριου τομέα εξειδίκευσης των ερωτώμενων: οι πρακτικές ασκήσεις οργανώνονται μόνο όταν υπάρχει σαφής σχέση μεταξύ μιας απασχόλησης και της προηγούμενης κατάρτισης ενός υποψηφίου. Στην Ελβετία, ο προσδιορισμός των πρακτικών ασκήσεων είναι ένα σημαντικό μέρος του συστήματος μαθητείας, και μια από τις δυσκολίες που αντιμετωπίστηκαν από τις σειρές μαθημάτων προ-μαθητείας στη Γενεύη και το Νεσατέλ (Neuchâtel) ήταν να βρεθεί η κατάλληλη πρακτική άσκηση για τους μετανάστες. Στη Γενεύη, ένας ιδιωτικός οργανισμός, γνωστός ως Επιχειρήσεις Διασυνδέσεων (Interface Enterprises), έχει αναπτύξει έναν χρήσιμο ρόλο (δια) σύνδεσης μεταξύ των επαγγελματικών σχολών και των τοπικών εργοδοτών, δημιουργώντας μια βάση δεδομένων μεγάλης κλίμακας πιθανών πρακτικών ασκήσεων που το προσωπικό μπορεί κατόπιν να τη χρησιμοποιήσει για να τοποθετήσει τους εκπαιδευόμενους. Αυτές οι Επιχειρήσεις έχουν επίσης προωθήσει ένα πρόγραμμα ενθάρρυνσης ντόπιων επιχειρηματιών ώστε να προσφέρουν θέσεις για πρακτική άσκηση στους νέους μετανάστες που επιδιώκουν την επαγγελματική εμπειρία και τις μαθητείες. Ήπιες έννοιες: κοινωνικό κεφάλαιο, δικτύωση και πολιτισμική / αφομοίωση (acculturation)

Έρευνα πεδίου και στην Ισπανία και στο Λονδίνο δείχνει πόσο σημαντική δουλειά έχει γίνει από τις ΜΚΟ και πόση βοήθεια έχουν προσφέρει τους μετανάστες που βρίσκονται σε κάποια απόσταση από την αγορά εργασίας λόγω κοινωνικών και ψυχολογικών δυσκολιών. Πολλοί από τους πελάτες toy CASI στη Μαδρίτη έχουν τα πολλαπλά κοινωνικά και ψυχολογικά προβλήματα και απαιτούν σημαντικό βαθμό υποστήριξης προτού καν να εξεταστεί η απασχολησιμότητά τους. Στο Λονδίνο, οι οργανώσεις προσφύγων και οι κοινοτικές οργανώσεις συχνά επενδύουν στην οικοδόμηση της προσωπικής εμπιστοσύνης και των κοινωνικών δεξιοτήτων των προσφύγων ως βασική

Από τη Μετανάστευση στην Ενσωμάτωση: Σύγκριση Τοπικών Πρακτικών

προϋπόθεση ώστε να αναπτύξουν αργότερα (οι πρόσφυγες) τις συγκεκριμένες δεξιότητες απασχολησιμότητας και να βρουν μια κατάλληλη εργασία. Άλλα είδη «ήπιων εννοιών» που ξεχωρίζουν στις περιπτωσιολογικές μελέτες περιλαμβάνουν την υποστήριξη με την οικοδόμηση κοινωνικής δικτύωσης και τον επιπολιτισμό / αφομοίωση. Στις νότιες ευρωπαϊκές χώρες, όπως η Ιταλία και η Ισπανία, ένα μεγάλο μέρος της εργασίας που εκτελείται για την υποστήριξη της ενσωμάτωσης των μεταναστών στρέφεται στην ευρύτερη κοινωνική ενσωμάτωση παρά συγκεκριμένα στην ενσωμάτωση στην αγορά εργασίας. Η οικοδόμηση αλληλεγγύης και κατανόησης μεταξύ των ντόπιων (κατοίκων) θεωρείται απαραίτητο στοιχείο στην διασφάλιση της ευρύτερης συμμετοχής των μεταναστών στην κοινωνία και υπό αυτήν τη μορφή τη δυνατότητά τους να έχουν πρόσβαση στην εργασία. Στις χώρες όπου πολλή απασχόληση κοινοποιείται ανεπίσημα αυτό μπορεί να είναι μια αποτελεσματική στρατηγική. Για παράδειγμα, στην Ιταλία, οι PES (Δημόσιες Υπηρεσίες Απασχόλησης) παρέχουν μόνο έναν περιορισμένο ρόλο στο ταίριασμα των μεταναστών με τη ζήτηση απασχόλησης σε πλαίσια όπου οι περισσότερες εργασίες κοινοποιούνται ανεπίσημα. Στην πραγματικότητα, οι μελέτες που εμπλέκουν εργοδότες στην Ιταλία έχουν διαπιστώσει ότι η πλειοψηφία των εργοδοτών ψάχνει να βρει υπαλλήλους όχι μέσω των υπηρεσιών προσωρινής εργασίας ή των δημόσιων κέντρων απασχόλησης αλλά μέσω άτυπων διαύλων. Στην επαρχία του Τορίνο, μια μελέτη του 2003 διαπίστωσε ότι το 57% των επιχειρήσεων προσέλαβε νέους υπαλλήλους μέσω των επαφών με τους φίλους και την οικογένεια, ενώ το 14% ήταν γνωστοί των υπαλλήλων (Ricerche ε Progetti, 2003). Στον Καναδά, υπάρχει μια παρόμοια κατάσταση, με περίπου το 80% των κενών θέσεων να κοινοποιούνται ανεπίσημα. Αυτό φέρνει σε δύσκολη θέση τους νεοφερμένους στην αγορά εργασίας, και ειδικά τους μετανάστες - οι οποίοι είναι λιγότερο πιθανό να έχουν ένα εκτεταμένο κοινωνικό δίκτυο – όταν ψάχνουν ευκαιρίες απασχόλησης. Πολλές από τις τοπικές πρωτοβουλίες που εξετάστηκαν στις χώρες της περιπτωσιολογικής μελέτης βοήθησαν τους μετανάστες να δικτυωθούν κοινωνικά, πράγμα που τους βοήθησε να βρουν εργασία. Οι Επιχειρήσεις Διασυνδέσεων (Interface Enterprises) στη Γενεύη έχουν ως σαφή στόχο να ενθαρρύνουν τους νέους μετανάστες να εκμεταλλεύονται τα τοπικά κοινωνικά δίκτυά τους όταν αναζητούν ευκαιρίες εργασίας, να πλησιάζουν σημαντικά άτομα στην κοινότητά τους, όπως «τον θυρωρό τους», για τις τοπικές εργασίες. Οι άτυποι μηχανισμοί αναζήτησης εργασίας ευνοούνται επίσης από την JEM στο Μόντρεαλ (του Κεμπέκ, στον Καναδά), των οποίων η κύρια βάση δεδομένων αποτελούμενη από 2.500 τοπικούς εργοδότες τους στηρίζεται σε ό,τι λέγεται

97

98

από στόμα σε στόμα (word of mouth). Η JEM εμπλέκει τους εργοδότες στην εργασία της και για να προσελκύσει τη διαθεσιμότητα πρακτικών ασκήσεων και για να πείσει τους εργοδότες να αναλάβουν κάποια ευθύνη για τα νέα μέλη της κοινότητάς τους. Μια στρατηγική είναι να πραγματοποιούνται συνεδριάσεις με «ομάδες εργοδοτών» - δηλ. εργοδότες σε συγκεκριμένα πεδία και τομείς - προκειμένου να εξετάσουν τα βιογραφικά σημειώματα μελλοντικών υπαλλήλων. Η JEM λαμβάνει περίπου 400 έως 500 αιτήσεις το χρόνο για πρακτικές ασκήσεις. Περίπου το 25% πετυχαίνει να βρει απασχόληση, ενώ το άλλο 50% παραπέμπεται σε άλλες εκπαιδευτικές επιλογές. Η δικτύωση ως διαδρομή (route) στην απασχόληση είναι ένας από τους κύριους στόχους των προγραμμάτων Συμβουλευτικών Υποστηρικτικών Υπηρεσιών (Σ.Υ.Υ.) ή mentoring xxii, αν και η οικοδόμηση εμπιστοσύνης και οι συμβουλές για «τον σχεδιασμό διαδρομής» προς μια συγκεκριμένη εργασία ή μια σταδιοδρομία είναι επίσης σημαντικά συστατικά αυτού του είδους υποστήριξης. Οι Σ.Υ.Υ. ήταν ιδιαίτερα δημοφιλή μέσα για τους μετανάστες για να έχουν πρόσβαση στην αγορά εργασίας στο Λονδίνο, καθώς επίσης και στην Ελβετία και τον Καναδά. Το TRIEC στο Τορόντο, για παράδειγμα, έχει αναπτύξει ένα πρόγραμμα Σ.Υ.Υ. μεγάλης κλίμακας. Από τον Φεβρουαρίου 2005, πάνω από 1.000 αντιστοιχήσεις έχουν γίνει με τους συμβούλους (mentors) που εργάζονται και στο δημόσιο και στον ιδιωτικό τομέα στο Τορόντο. Η ευθύνη για την οργάνωση του σχεδίου των Σ.Υ.Υ. παραχωρείται σε οκτώ διαφορετικές ΜΚΟ, ενώ το ίδιο το TRIEC ενοικιάζει τους εργασιακούς χώρους και προσλαμβάνει τους συμβούλους. Το σχέδιο υποστηρίζεται εν μέρει από ιδιωτικές επιχειρήσεις, και μεγάλες επιχειρήσεις, όπως Deloitte Touche και TD,xxiii είναι ενεργά μέλη – για παράδειγμα το 10% των ανώτερων στελεχών της Deloitte είναι σύμβουλοι (mentors) αυτήν την περίοδο - και αυτό ενθαρρύνει σημαντικά τις άλλες επιχειρήσεις να συμμετέχουν στο πρόγραμμα. Οι Σ.Υ.Υ. έχουν επίσης αποδειχθεί επιτυχείς και στο Λονδίνο, με εκείνους που έχουν ωφεληθεί από τις Σ.Υ.Υ. των ιατρικών υπηρεσιών να αναφέρουν ότι οι σύμβουλοι (mentors) διευκόλυναν την πρόσβασή τους, και την αρχική πρόοδο στην Εθνική Υγειονομική Υπηρεσία. Οι στόχοι των συνεδριών των Σ.Υ.Υ. στο Πρόγραμμα Σ.Υ.Υ. για Γιατρούς Πρόσφυγες, για παράδειγμα, είναι να δοθούν στους γιατρούς πρόσφυγες συμβουλές για το Σύστημα Υγείας του Ηνωμένου Βασιλείου, τη σταδιοδρομία τους στα ιατρικά επαγγέλματα, την επαγγελματική xxii Όπου η λέξη mentoring θα χρησιμοποιείται η συντομογραφία Σ.Υ.Υ., δηλ. Συμβουλευτικές Υποστηρικτικές Υπηρεσίες xxiii Η σύντμηση TD είναι αρχικά της Toronto Dominion (Bank), μια τράπεζας που εδρεύει στο Τορόντο του Καναδά (Σ.τ.Μ.).

Από τη Μετανάστευση στην Ενσωμάτωση: Σύγκριση Τοπικών Πρακτικών

εγγραφή, τις διαδικασίες πρόσληψης, την εξειδίκευση, και για τις ευκαιρίες απασχόλησης, ώστε να διευκολυνθεί η πρόσβαση των γιατρών προσφύγων στις διάφορες κλινικές (clinical attachments), τις ευκαιρίες απασχόλησης και να προάγει την περαιτέρω κατάρτισή τους, καθώς και να υποστηριχθούν οι γιατροί πρόσφυγες στην αναζήτησή τους για κατάλληλη απασχόληση. Η εμπειρία στην Ιταλία επίσης δείχνει ότι η δικτύωση είναι χρήσιμη όχι μόνο για την απόκτηση πρόσβασης στη πρώτη εργασία, αλλά και για την υποστήριξη μιας συνεχούς προόδου σταδιοδρομίας. Το μόνιμο κέντρο της Alma Mater στο Τορίνο, εκτός του ότι παρέχει επαγγελματική κατάρτιση και προσόντα, επιδρά επίσης ακούσια στην καθιέρωση στενών σχέσεων μεταξύ μεταναστριών και ντόπιων γυναικών, γεγονός που οδηγεί σε καλύτερα αποτελέσματα απασχόλησης. Η Alma Mater χρησιμεύει ως χώρος συνάντησης για τις ξένες και τις Ιταλίδες, παρέχοντας κοινωνικές δραστηριότητες και κοινά πολιτιστικά και κοινωνικά προγράμματα. Οι γυναίκες που (συν)εργάζονται σε αυτό το πλαίσιο δημιουργούν δεσμούς φιλίας που συχνά τις οδηγούν σε ανοδική μετακίνηση στην αγορά εργασίας. Ένα πρόβλημα με τις «μαλακές προσεγγίσεις» στην ενσωμάτωση (των μεταναστών) είναι ότι είναι εγγενώς δύσκολο να αξιολογηθούν. Για παράδειγμα, η Alma Mater δεν εξετάζει τις πιο μακροπρόθεσμες ευκαιρίες που δημιουργεί έμμεσα για τις γυναίκες ως ένα αξιοσημείωτο αποτέλεσμα των δραστηριοτήτων της, επειδή δεν είναι ούτε στα πλαίσια ενός ενιαίου προγράμματος, ούτε έχει τη δυνατότητα επέκτασης, ούτε είναι χρηματοδοτούμενο. Οι RCO στο Λονδίνο ανέφεραν επίσης τη δυσκολία στην αξιολόγηση των «μαλακότερων» στοιχείων της εργασίας τους - όπως την οικοδόμηση εμπιστοσύνης. Παρά αυτήν την δυσκολία, τέτοιες προσεγγίσεις μπορούν να είναι σημαντικές για την υποστήριξη μιας πιο μακροπρόθεσμης ενσωμάτωσης στην αγορά εργασίας και δεν πρέπει να παραμεληθούν. Υποστήριξη της επιχειρηματικότητας

Τελικά, δεν ήταν όλες οι τοπικές πρωτοβουλίες στις χώρες που συμμετείχαν στην παρούσα μελέτη που επικεντρώθηκαν στην υποστήριξη των μεταναστών στην ήδη υπάρχουσα απασχόληση. Διάφορες περιοχές επικεντρώθηκαν επίσης στην παρακίνηση της μεταναστευτικής επιχειρηματικότητας. Στην Ιταλία, η επιχειρηματικότητα μεταξύ των μεταναστών έχει προσδιοριστεί ως σημαντικό οικονομικό κίνητρο, με πρόσφατη εθνική αύξηση του αριθμού των επιχειρηματιών που οφείλονται εξ ολοκλήρου στην αύξηση των μεταναστών επιχειρηματιών. Επομένως, τα εμπορικά επιμελητήρια υποστηρίζουν κατά πολύ την ανάπτυξη αυτού του τομέα.

99

100

Στο Μιλάνο το τοπικό εμπορικό επιμελητήριο έχει δραστηριοποιηθεί στην υποστήριξη των μεταναστών επιχειρηματιών μέσω του φορέα ονόματι Formaper. Χρηματοδοτούμενος εν μέρει από το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο, έχει καταπιαστεί με τις ειδικές απαιτήσεις των αυτοαπασχολούμενων μεταναστών, προωθεί Σ.Υ.Υ. που προσφέρονται από τους μετανάστες της ίδιας κοινότητας και προσπαθεί να μεσολαβήσει με τις τράπεζες ώστε να διευκολύνει την πρόσβαση (των μεταναστών) στην πίστωση, ένα από τα σοβαρότερα εμπόδια στην ανάπτυξη. Επιπλέον, στο Τορίνο, το εμπορικό επιμελητήριο έχει δημοσιεύσει έναν οδηγό στις εννέα κύριες ξένες γλώσσες που ομιλούνται στην ευρύτερη περιοχή, που παρέχει πληροφορίες για το τοπικό νομικό πλαίσιο για τους επιχειρηματίες και τις υπηρεσίες που θα ήταν χρήσιμες για τους μετανάστες που θα επιθυμούσαν να ξεκινήσουν μια επιχείρηση. Ενώσεις εργοδοτών που βασίζονται σε τομείς διαδραματίζουν επίσης ενεργό ρόλο στην προώθηση της επιχειρηματικότητας. Η Εθνική Συνομοσπονδία Βιοτεχνών (CNA)xxiv έχει προσλάβει μετανάστες επιχειρηματίες για μερικά χρόνια, και στη Μπολόνια έχει ανοίξει ένα ειδικό γραφείο που παρέχει ένα ευρύ φάσμα συμβουλευτικών υπηρεσιών, υπηρεσιών προσανατολισμού και διαμεσολάβησης για περισσότερους από 500 τοπικούς μετανάστες επιχειρηματίες. Η υπηρεσία υποστηρίζει την ανάπτυξη των επιχειρησιακών σχεδίων και παρέχει εκπαιδευτικά μαθήματα. Στο Λονδίνο, η εθνική επιχειρηματικότητα θεωρείται ως σημαντική περιοχή ανάπτυξης, και έχει γίνει ο στόχος διάφορων πρωτοβουλιών του Αναπτυξιακού Φορέα του Λονδίνου (London Development Agency). Ο φορέας υποστήριξης προσφύγων, οι RETAS, συνεχίζουν επίσης να προσφέρουν μαθήματα ίδρυσης επιχειρήσεων (Business Start-up) για τους πρόσφυγες στο Λονδίνο, επικεντρώνοντας την προσοχή τους σε ζητήματα και πληροφορίες σχετικές με περιβάλλον μικρών επιχειρήσεων στο Ηνωμένο Βασίλειο. Ζητήματα Διακυβέρνησης Ο αριθμός των ενεργών εταίρων στον τομέα της υποστήριξης της τοπικής ενσωμάτωσης των μεταναστών, και ο αριθμός των εργαλείων που χρησιμοποιήθηκαν οδηγούν σε σημαντική πρόκληση διακυβέρνησης σε τοπικό επίπεδο. Ένας αριθμός ζητημάτων είναι ήδη γνωστός. Οι παράγοντες

xxiv

Η συντομογραφία CΝΑ σημαίνει στα ιταλικά Confederazione Nazionale dell’Artigianato (Σ.τ.Μ.).

Από τη Μετανάστευση στην Ενσωμάτωση: Σύγκριση Τοπικών Πρακτικών

που εμποδίζουν την αποτελεσματική υποστήριξη που προσφέρεται στους μετανάστες υπονομεύουν επίσης τις ευρύτερες πολιτικές που παράγουν την οικονομική ανάπτυξη και την κοινωνική συνοχή: φτωχή επικοινωνία και συντονισμός μεταξύ των εταίρων, έλλειψη ενσωμάτωσης (integration) μεταξύ της προσφοράς και της ζήτησης, κακός καθορισμός προτεραιοτήτων των πόρων, έμφαση στις βραχυπρόθεσμες επιδράσεις παρά στην μακροπρόθεσμη αλλαγή και στην κουλτούρα παροχής (υπηρεσιών) που βασίζεται στις επιχορηγήσεις και που δεν ενθαρρύνει ούτε την ενσωμάτωση (mainstreaming) ούτε την βιωσιμότητα. Η παρακάτω ενότητα συζητά κάθε ένα από αυτά τα ζητήματα με τη σειρά, δίνοντας έμφαση στα συγκεκριμένα ζητήματα πολιτικής και στα πολιτικά διλήμματα που έχουν επιπτώσεις στις δραστηριότητες υποστήριξης της ενσωμάτωσης των μεταναστών. Κατακερματισμός πολιτικής

Δεδομένου του αριθμού των φορέων που εμπλέκονται στην υποστήριξη της ενσωμάτωσης, η κανονική επικοινωνία μεταξύ των τοπικών οργανώσεων είναι ζωτικής σημασίας ώστε να διασφαλίζεται ότι οι μετανάστες οδηγούνται ή «καθοδηγούνται» στις κατάλληλες μορφές υποστήριξης σε τοπικό επίπεδο. Δυστυχώς, η επικοινωνία παρακωλύεται συχνά από το σχετικό κατακερματισμό αυτού του τομέα της πολιτικής, από τον βαρύ φόρτο εργασίας και την έλλειψη πόρων των οργανώσεων που ενεπλάκησαν. Σε εθνικό επίπεδο, η ευθύνη για την ενσωμάτωση των μεταναστών συχνά πέφτει σε διάφορες κυβερνητικές υπηρεσίες, κάθε μια από τις οποίες μπορεί να παράγει τα σχετικά προγράμματα χρηματοδότησης. Στο Ηνωμένο Βασίλειο, για παράδειγμα, το Υπουργείο Εσωτερικών, η Διεύθυνση Εργασίας και Συντάξεων, η Διεύθυνση Εκπαίδευσης και Δεξιοτήτων και η Διεύθυνση Κοινοτήτων και Τοπικής Κυβέρνησης όλα εφαρμόζουν προγράμματα που στοχεύουν τους μετανάστες και τις εθνικές μειονότητες. Παρομοίως, στον αγγλόφωνο Καναδά, η μετανάστευση είναι στο επίκεντρο δύο γραφείων: της Υπηκοότητας και της Μετανάστευσης στον Καναδά και του Ανθρωπίνου Δυναμικού και της Ανάπτυξης του Καναδά δεξιοτήτων μεταξύ άλλων.14 Ουσιαστικά, τοπικοί φορείς παροχής υπηρεσιών, όπως ΜΚΟ, παρέχουν συχνά ένα σημείο «ενσωμάτωσης» για τα διαφορετικά εθνικά κυβερνητικά προγράμματα υποστήριξης ώστε να βοηθήσουν τους μετανάστες σε τοπικό επίπεδο, συνδυάζοντας διαφορετικές προσεγγίσεις σε «περιβάλλον υπηρεσιών ενιαίας εξυπηρέτησης» (one stop shop environment). Αυτό μπορεί να είναι προς όφελος των χρηστών, και ως ένα ορισμένο βαθμό

101

102

οι ΜΚΟ εκτιμούν τη διάδοση του οικονομικού κινδύνου μεταξύ διάφορων διαφορετικών χρηματοδοτικών οργανώσεων. Εντούτοις, αντέχουν επίσης το φορτίο ενός σημαντικού βαθμού προκύπτουσας γραφειοκρατίας. Το Διεθνές Κέντρο στο Γουΐνεπεγκ στον Καναδά, για παράδειγμα, είναι μια καθιερωμένη ΜΚΟ που παρέχει «υπηρεσίες ενιαίας εξυπηρέτησης εγκατάστασης» (one stop shop settlements) στους μετανάστες εδώ και για 57 χρόνια και έχει αυτήν την περίοδο έναν προϋπολογισμό 2 εκατομμύριο καναδικών δολαρίων. Εντούτοις, αυτός ο προϋπολογισμός αποτελείται από επτά διαφορετικές επιχορηγήσεις, έξι από τις οποίες είναι ανανεώσιμες σε ετήσια βάση. Ο κατακερματισμός των διαφορετικών θεσμικών φορέων που διαχειρίζονται την ενσωμάτωση υπάρχει επίσης σε τοπικό επίπεδο. Αν και οι φορείς παροχής υπηρεσιών, όπως οι ΜΚΟ, μπορούν αποτελεσματικά να συντονίσουν τις εθνικές ή περιφερειακές χρηματοδοτήσεις, η επικοινωνία και ο συντονισμός που οι εθνικές και περιφερειακές χρηματοδοτήσεις είναι δομημένες συχνά σηματοδοτούν ότι βρίσκονται σε ανταγωνισμό. Στο Γουΐνιπεγκ, για παράδειγμα, ήταν προφανές ότι πολλοί από τους τοπικούς εταίρους δεν γνώριζαν τις άλλες υπηρεσίες για τους μετανάστες που αναπτύσσουν δραστηριότητες στην περιοχή τους, παρά το γεγονός ότι πολλές από αυτές τις οργανώσεις υπάρχουν πολλά χρόνια.15 Παρομοίως, οι τοπικές πρωτοβουλίες στο Λονδίνο έχουν μεγαλώσει οργανικά κατά τρόπο αποσπασματικό, και με την πάροδο του χρόνου, αυτό έχει οδηγήσει σε ένα ιδιαίτερα σύνθετο σύστημα. Ο κατακερματισμός έχει διάφορες επιπτώσεις σε τοπικό επίπεδο. Στην Ιταλία, ο καθαρός αριθμός οργανώσεων που ενεπλάκησαν στην υποστήριξη της ενσωμάτωσης των μεταναστών στην αγορά εργασίας μπορεί να είχε μειώσει τη δυνατότητα των τοπικών φορέων να αναπτύξουν μια τοπική στρατηγική προσέγγιση. Οι τοπικές αρχές έχουν δυσκολία στο να αναλάβουν τον έλεγχο και να καθορίσουν τοπικές στρατηγικές που θα υποστηρίζουν την ενσωμάτωση, αν λάβει κανείς υπόψη του τις μυριάδες των εταίρων και των φορέων παροχής υπηρεσιών υπεργολαβιών που εμπλέκονται σε ζητήματα ενσωμάτωσης, και την κυριαρχία των κοινωνικών εταίρων στον καθορισμό της κατεύθυνσης της τοπικής οικονομικής πολιτικής. Ο κατακερματισμός της παροχής (υπηρεσιών) μπορεί επίσης να οδηγήσει τους φορείς παροχής υπηρεσιών σε μια ιδιαίτερη απομόνωση, η οποία δεν βοηθά την αποστολή τους, δηλ. να βοηθήσει τους μετανάστες να ενσωματωθούν καλύτερα στην ευρύτερη κοινωνία. Μια βασική δύναμη-κλειδί των ΜΚΟ είναι

Από τη Μετανάστευση στην Ενσωμάτωση: Σύγκριση Τοπικών Πρακτικών

ότι είναι σε θέση να εμπλέκουν τους μετανάστες, τουλάχιστον σε πρώτο επίπεδο, σε ένα τοπικό (localized) περιβάλλον όπου μπορούν να αισθανθούν άνετα. Εντούτοις, προκειμένου να καταπολεμηθεί οποιαδήποτε πιθανότητα γκετοποίησης, υπάρχει τελικά ανάγκη ενθάρρυνσης των μεταναστών ώστε να διευρύνουν τους ορίζοντές τους και να κινηθούν πέρα από τη «ζώνη άνεσης» της άμεσης τοπικής περιοχής και κοινότητάς τους και να αναμειχθούν ευρύτερα και να αντιμετωπίσουν νέες προκλήσεις. Η περιπτωσιολογική μελέτη του Λονδίνου έχει προσδιορίσει αυτή την ανάγκη ως ανάλογη με την ανάγκη να συμπληρώσουν τον «δεσμό» του κοινωνικού κεφαλαίου με το «γεφύρωμα» του κοινωνικού κεφαλαίου, ώστε να (δια)συνδεθούν οι άνεργοι μετανάστες και με την μελλοντική υποστήριξη και τις ευκαιρίες απασχόλησης. Ο Considine (2003) έχει (απο)δείξει ότι το ζήτημα του «κλεισίματος των δικτύων» περιγράφει πώς «ό,τι καθιστά μια ομάδα ισχυρή σε σχέση με το κοινωνικό κεφάλαιο μπορεί να είναι το ίδιο πράγμα που την καθιστά αποκλειστική και περιοριστική». Επίσης επισημαίνει ότι ενώ μερικές οργανώσεις και οργανισμοί μπορούν να διατηρούν καλές διασυνδέσεις αυτό δεν σημαίνει απαραίτητα ότι μοιράζονται τις γενικές πληροφορίες, καθώς «μερικές κατηγορίες δικτυωμένων μελών περιορίζονται σε περιορισμένους ρόλους και οι ροές πληροφοριών περιορίζονται σε μια ή δύο φθαρμένες ατραπούς». Αυτό αναφέρθηκε επίσης ως ζήτημα σε μερικές από τις περιοχές που μελετήθηκαν, με ορισμένες προεξέχουσες ΜΚΟ στις περιοχές να διατηρούν τις καλές διασυνδέσεις, ενώ άλλες «χάθηκαν στα διάκενα» (fell between the gaps). Ένα άλλο πρόβλημα που προκαλείται από την πιθανότητα απομόνωσης είναι ότι οι φορείς παροχής υπηρεσιών μένουν έξω από «τις κοινότητες της εκμάθησης» και δεν μοιράζονται τη ορθή πρακτική που είναι ουσιαστική για την ανάπτυξη αποτελεσματικότερων υπηρεσιών. Εκμεταλλευμένες την ανεξαρτησία τους από το σύστημα θεσμοθετημένης (mainstream) απασχόλησης, πολλές ΜΚΟ καινοτομούν και αναπτύσσουν τις δικές τους μεθοδολογίες συνεργασίας με πελάτες, κάτι που μπορεί σε μερικές περιπτώσεις να είναι ένα σημαντικό πλεονέκτημα: οι ΜΚΟ προσφέρουν εξατομικευμένες υπηρεσίες αρκετά εύκαμπτες ώστε να προσαρμόζονται στις ανάγκες των ανθρώπων με τους οποίους συνεργάζονται. Εντούτοις, η έλλειψη σύνδεσή τους με τις κύριες (mainstream) υπηρεσίες ίσως να ελλοχεύει και κινδύνους. Δεν είναι όλες οι ΜΚΟ που γνωρίζουν τις καλές μεθοδολογίες πρακτικής, για παράδειγμα, πράγμα το οποίο τις οδηγεί στο να φαίνονται «ότι εφευρίσκουν πάλι τον τροχό» είτε στο να επαναλαμβάνουν προβλήματα που έχουν προσδιοριστεί αλλού. Όπου δεν αποτελούν μέρος μιας ευρύτερης δομής παροχής (υπηρεσιών), στις

103

104

ΜΚΟ μπορούν επίσης να κυριαρχήσουν ορισμένα άτομα που αναπτύσσουν ένα ισχυρό ηγετικό προφίλ. Τέτοια άτομα μπορούν να αναπτύξουν ένα ισχυρό τοπικό προφίλ, και πράγματι ο Eberts (2003) έχει δώσει έμφαση στο σημαντικό ρόλο που τέτοιοι δυναμικοί ηγέτες είναι σε θέση να παίξουν στην τοπική ανάπτυξη δραστηριοποιώντας το προσωπικό τους και εμπνέοντας τους παραλήπτες των υπηρεσιών και της οικοδόμησης των άτυπων συνεργασιών που βασίζονται σε ένα κοινό όραμα. Εντούτοις, τέτοιοι ηγέτες μπορούν να καταστήσουν τα προγράμματα ευάλωτα μακροπρόθεσμα, και ίσως να κάνουν την παροχή υπηρεσιών (delivery) πατερναλιστική σε χαρακτήρα. Χάσμα μεταξύ προσφοράς και ζήτησης στην αγορά εργασίας

Ένα επιπλέον πρόβλημα που προκύπτει από το σχετικό κατακερματισμό της παροχής σε τοπικό επίπεδο είναι η έλλειψη επικοινωνίας μεταξύ οργανώσεων και οργανισμών που εμπλέκονται στην προσφορά και τη ζήτηση. Ο Rath έχει τονίσει ότι είναι ζωτικής σημασίας να λαμβάνονται υπόψη το πλαίσιο αγοράς εργασίας και, ιδιαίτερα, η τοπική «δομή ευκαιριών» κατά την ανάπτυξη των τοπικών πρωτοβουλιών - ειδάλλως οι μετανάστες διατρέχουν τον κίνδυνο να προετοιμάζονται για εργασίες που δεν υφίστανται.16 Δεδομένης της ταχύτητας της τοπικής αλλαγής στην αγορά εργασίας, είναι σημαντικό οι οργανώσεις και οργανισμοί να γνωρίζουν τι ζήτηση υπάρχει πρόσφατα στην αγορά εργασίας έτσι ώστε να μπορούν να καθοδηγήσουν τους μετανάστες επακριβώς στην απασχόληση που είναι σε μεγαλύτερη ζήτηση. Ενώ αυτό μπορεί να είναι αυτονόητο, είναι προφανές ότι οι οργανώσεις προσφοράς (εκπαιδευτικά ιδρύματα, ΜΚΟ) συχνά λειτουργούν χωρίς να είναι ενημερωμένοι για τις ανάγκες της αγοράς εργασίας, παρέχοντας έτσι σχετικά γενικές συμβουλές αγοράς εργασίας, χωρίς επαρκείς πληροφορίες ή κατανόηση των πιο μακροπρόθεσμων αναγκών της τοπικής αγοράς εργασίας. Αυτό μπορεί να οδηγήσει σε μια περιττή εστίαση σε αυτά που θεωρούνται ως «ελλείψεις» του μετανάστη (η προσωπική εμπιστοσύνη και οι γενικές δεξιότητες αναζήτησης εργασίας τους, για παράδειγμα) παρά στη διασφάλιση ότι οι μετανάστες κατανοούν και μπορούν να ανταποκριθούν στις τοπικές απαιτήσεις. Οι ΜΚΟ στην Ισπανία επικεντρώνονται συχνά στην «απασχολησιμότητα» και διασφαλίζουν ότι οι μετανάστες είναι έτοιμοι να εργαστούν, παρά στο να έχουν άμεση πρόσβαση στις εργασίες και τις πρακτικές ασκήσεις. Ενώ αυτό μπορεί να γίνεται επειδή οι μετανάστες δεν είναι ακόμα έτοιμοι για εργασία, μπορεί επίσης να οφείλεται και στις οργανωτικές ανεπάρκειες που αποτρέπουν τις ΜΚΟ από την αποτελεσματική διασύνδεση με τους τοπικούς εργοδότες. Επιπλέον οι

Από τη Μετανάστευση στην Ενσωμάτωση: Σύγκριση Τοπικών Πρακτικών

ιταλικοί οργανισμοί κατάρτισης φαίνεται να παρακινούνται συχνά περισσότερο από τις θεσμικές προτεραιότητες παρά από τις τοπικές ανάγκες. Το να παραμένει κανείς σε στενή επαφή με την τοπική αγορά εργασίας είναι όχι μόνο σημαντικό για την παροχή της συγκεκριμένης κατάρτισης ώστε να καλυφθούν τα χάσματα δεξιοτήτων, αλλά επίσης και για τον έλεγχο της συνεχούς ενημέρωσης σχετικά με τα εργαλεία και τα όργανα σε περιόδους αλλαγής της αγοράς εργασίας. Μια ερώτηση μπορεί να είναι εάν οι μαθητείες, οι οποίες βρίσκονται στην καρδιά της επαγγελματικής κατάρτισης των μεταναστών στην Ελβετία, ταιριάζουν λιγότερο στο σύγχρονο εργασιακό περιβάλλον από ήταν χρόνια πριν. Προτείνεται, για παράδειγμα, οι μαθητείες να είναι ίσως πιο κατάλληλες για την απασχόληση στον κατασκευαστικό τομέα και το εμπόριο, και να ταιριάζουν λιγότερο σε μια οικονομία βασισμένη στην τεχνολογία πληροφοριών και στις υπηρεσίες που απαιτούν υψηλές και χαμηλές δεξιότητες. Αυτό μπορεί να θέσει ένα πρόσθετο εμπόδιο στην αγορά εργασίας για τους μετανάστες των οποίων εκπαίδευση επικεντρώνεται στο σύστημα της διπλής μαθητείας. Είναι σαφές ότι η εμπλοκή των εργοδοτών (και του ιδιωτικού και δημόσιου τομέα) σε τοπικό επίπεδο είναι σημαντική για τη βελτίωση της γνώσης της αγοράς εργασίας μακροπρόθεσμα. Τα πλεονεκτήματα μιας τέτοιας προσέγγισης που καθορίζεται από τη ζήτηση καταδεικνύονται σαφώς σε διάφορες περιοχές που εξετάζονται σε αυτή τη μελέτη. Εντούτοις, σε πολλές χώρες, αυτό μπορεί να πάρει κάποιο χρόνο. Είναι επομένως σημαντικό οι τοπικοί εταίροι να βρίσκουν επίσης εναλλακτικούς τρόπους ώστε να καλύπτουν το κενό των γνώσεών τους μέσω της επικοινωνίας τους με τις τοπικές οργανώσεις και τους τοπικούς οργανισμούς που γνωρίζουν τις τάσεις της οικονομίας και της αγοράς εργασίας. Οι περιπτωσιολογικές μελέτες αποκαλύπτουν ότι οι διαμεσολαβητικές οργανώσεις και οργανισμοί, όπως τα κολέγια, μπορούν να διαδραματίσουν έναν σημαντικό ρόλο στη διασύνδεση των εργοδοτών με τους άλλους εταίρους. Και στο Λονδίνο, και στον Καναδά, τα τοπικά κολέγια είναι σημαντικοί παίκτες στην παροχή μαθημάτων «Γέφυρα» (bridging courses) που υποστηρίζουν την πρόσβαση των μεταναστών σε τομείς όπου υπάρχουν ελλείψεις δεξιοτήτων. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, οι προσπάθειες σε αυτό τον τομέα έχουν πάει ένα βήμα παραπέρα, αφού λαμβάνεται υπόψη η πρόβλεψη της μελλοντικής οικονομικής ανάπτυξης των περιοχών. Ως μέρος του ομοσπονδιακού επιπέδου της Στρατηγικής Υψηλής Ανάπτυξης (High Growth Strategy), τα «σημεία εξυπηρέτησης από μια και μόνο υπηρεσία» (one stop shop) έχουν αναπτυχθεί

105

106

σε τοπικό επίπεδο και καθοδηγούν τους μετανάστες να κατευθυνθούν σε τομείς όπου υπάρχει μεγάλη αύξηση διαφόρων επαγγελμάτων. Επίσης σε μερικές περιπτώσεις, οι περιφερειακές αρχές έχουν αρχίσει να εξετάζουν τη μετανάστευση ως τρόπο συνεισφοράς στους στόχους μιας ευρύτερης περιφερειακής οικονομικής ανάπτυξης. Εκτός από τις διμερείς ρυθμίσεις που έχουν συσταθεί μεταξύ του Τρεντίνο (Trentino) και του Βουκουρεστίου που σκιαγραφήθηκαν παραπάνω, η περιφέρεια της Λομβαρδίας (Lombardia) προωθεί επίσης επιμορφωτικά προγράμματα στις χώρες καταγωγής, τα οποία στοχεύουν στην παροχή συγκεκριμένων δεξιοτήτων για την ικανοποίηση των περιφερειακών αναγκών. Διάφορες μικρής κλίμακας σειρές μαθημάτων έχουν οργανωθεί από αυτή την περιφέρεια στην Τυνησία, τη Σλοβακία και τη Μολδαβία, με δεκαοχτώ Τυνησίους και δεκατέσσερις Σλοβάκους να εκπαιδεύονται στις κατασκευαστικές δεξιότητες το 2005, για παράδειγμα. Τα βιογραφικά σημειώματα των συμμετεχόντων έχουν καταχωρηθεί σε ιδιαίτερες διαδικτυακές βάσεις δεδομένων, επιτρέποντας έτσι στους εργοδότες της Λομβαρδίας να εξετάζουν και να καλούν σε προσωπική συνέντευξη τους υποψηφίους, όπως απαιτείται. Δουλεύοντας για έναν καλύτερο συντονισμό

Παρά την πολυπλοκότητα και το σχετικό κατακερματισμό της παροχής και της υποστήριξης των μεταναστών σε πολλές περιοχές, μερικοί ειδικοί έχουν αρχίσει να εξετάζουν εάν η εισαγωγή (των μεταναστών) στις θεσμοθετημένες υπηρεσίες (mainstreaming) είναι ένας αποτελεσματικότερος τρόπος παροχής υπηρεσιών. Η ενσωμάτωση των μεταναστών (Mainstreaming) μπορεί να επιτρέψει στις κατά τόπους περιοχές να αποφύγουν έναν βασισμένο στις επιχορηγήσεις πολιτισμό (με τη σχετική βραχυπρόθεσμη κάλυψη και τη γραφειοκρατία του) και τον περιττό πολλαπλασιασμό των παραγόντων στον ίδιο τομέα, ενθαρρύνοντας τα βασικά τοπικά ιδρύματα–πυρήνες να λάβουν υπόψη τις ανάγκες των νεοφερμένων στα ευρύτερα προγράμματά τους. Τα σχετικά οφέλη της θεσμοθετημένης (mainstreaming) γλωσσικής κατάρτισης είναι εμφανή στην Ιταλία. Το 1997 μια σημαντική μεταρρύθμιση του συστήματος εκπαίδευσης ενηλίκων οδήγησε στην ανάπτυξη των «μόνιμων τοπικών κέντρων εκπαίδευσης ενηλίκων» με την ανάθεση δασκάλων πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης και καθηγητών δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης στην εκπαίδευση ενηλίκων. Οι τοπικές αρχές που καλύφτηκαν από εκείνη την μελέτη / έρευνα (εκτός από το Τρέντο (Trento) που έχει το δικό του σύστημα) γρήγορα

Από τη Μετανάστευση στην Ενσωμάτωση: Σύγκριση Τοπικών Πρακτικών

ανταποκρίθηκαν στο νέο εθνικό πρόγραμμα, σταμάτησαν να υποστηρίζουν τα μαθήματα γλώσσας του τριτογενούς τομέα για τους μετανάστες και άρχισαν να συνεργάζονται με τα νέα κέντρα ώστε να συντονίσουν την πιστοποίηση γνώσης της γλώσσας, αλφαβητισμού καθώς και της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης για όλους (δηλ. γηγενείς και μετανάστες). Οι σειρές μαθημάτων που προσφέρονταν από τον τρίτο τομέα σιγά-σιγά σταμάτησαν μέσω του καλύτερου συντονισμού και ανταγωνισμού από τις επίσημες εκπαιδευτικές δομές. Η εμπιστοσύνη στο εθνικό δημόσιο σύστημα έλυσε τα προβλήματα της έλλειψης μιας συνεπούς πιστοποίησης και της ασυντόνιστης προσφοράς των μαθημάτων γλώσσας τα οποία συχνά οδηγούσαν στην περιττή επανάληψη. Στο Λονδίνο, το σύστημα εκπαίδευσης και κατάρτισης είναι σχετικά ευέλικτο, τόσο ώστε, αντί οι τοπικές πρωτοβουλίες να αναπτύσσουν νέα εκπαιδευτικά μαθήματα, συχνά παραπέμπουν τους μετανάστες στις κύριες (mainstream) υπηρεσίες. Η πρόσβαση στην εκπαίδευση και την κατάρτιση διευκολύνεται από ένα σχετικά ανοικτό σύστημα που προσφέρει ένα ευρύ φάσμα ευκαιριών δια βίου μάθησης. Εντούτοις αναγνωρίζεται ότι οι πρόσφυγες μπορούν να αντιμετωπίσουν δυσκολίες στην κατανόηση και την πλοήγηση του σύνθετου συστήματος και οι RETAS παρέχουν μια σειρά των οδηγιών που στοχεύουν στους πρόσφυγες, συμπεριλαμβανομένου ενός «Εγχειριδίου Εκπαίδευσης για τους Πρόσφυγες στο Ηνωμένο Βασίλειο» (Handbook on Education for Refugees in the United Kingdom, 2004), το οποίο παρέχει μια επισκόπηση και μια εισαγωγή στο σύστημα, και συμπεριλαμβάνει τις βιβλιογραφικές πηγές για περισσότερες πληροφορίες. Ομοίως, στο Τρέντο στην Ιταλία, η CINFORMI βλέπει το ρόλο της ως διευκόλυνση της πρόσβασης στις υπάρχουσες υπηρεσίες παρά να παρέχει μια ειδικά στοχοθετημένη έκδοση της ίδιας υπηρεσίας σε έναν αποκλειστικά μεταναστευτικό πληθυσμό. Σε αυτό το πνεύμα, το κέντρο δεν προσφέρει, για παράδειγμα, υποστήριξη στους μετανάστες επιχειρηματίες, αλλά μάλλον προσανατολίζει τους μετανάστες προς τις υπάρχουσες υπηρεσίες. Σε μερικές περιπτώσεις, οι κατά τόπους περιοχές έχουν ακολουθήσει περαιτέρω την κατεύθυνση της ενσωμάτωσης (mainstreaming) ώστε να συμπεριλαμβάνουν και όλους τους ντόπιους στη στρατηγική προώθησης της ενσωμάτωσης (integration). Ο δήμος Ματαρό (Mataro) στην επαρχία της Βαρκελώνης στην Ισπανία, για παράδειγμα, έχει αναπτύξει ένα ευρύ «σχέδιο υπηκοότητας» που βασίζεται σε μια έννοια της υπηκοότητας που είναι κοινή για ολόκληρη την κοινότητα: το σχέδιο έχει αναπτυχθεί υπό την αιγίδα ενός ειδικού συμβουλίου που αποτελείται από 35 εκπροσώπους δημοτικών ομάδων,

107

108

ομάδων πολιτών και ενώσεων μεταναστών, και δηλώνει ευθαρσώς ότι όλα τα θεσμοθετημένα (mainstream) προγράμματα πρέπει να καλωσορίζουν τους νεοφερμένους. Για να επιτύχει τους στόχους του νέου σχεδίου, το δημοτικό συμβούλιο έχει προτείνει δεκατέσσερα προγράμματα δράσεων, συμπεριλαμβανομένων της παροχής πληροφοριών για τον επαγγελματικό προσανατολισμό (διευκόλυνση πρόσβασης στις πληροφορίες και τις υπηρεσίες) και ένα πρόγραμμα που να βοηθάει την ενσωμάτωση στην εργασία (με επαγγελματική κατάρτιση και την ενσωμάτωση εκείνων που έχουν ιδιαίτερες δυσκολίες). Το όφελος μιας τέτοιας στρατηγικής είναι ότι συμπεριλαμβάνει ολόκληρη την κοινότητα στη δημιουργία ενός θετικού και ζεστού τοπικού περιβάλλοντος για τους μετανάστες και μια κοινή έννοια της υπηκοότητας. Εκτιμώντας ότι οι κύριες (mainstreaming) υπηρεσίες μπορούν να βελτιώσουν το συντονισμό, μπορούν παρ’ όλα αυτά να μειώσουν την ευελιξία και την καινοτομία. Η ενσωμάτωση των μεταναστών είναι ένας ιδιαίτερα ποικιλόμορφος τομέας πολιτικής, και είναι μια περιοχή όπου οι φορείς χάραξης πολιτικής ακόμα μαθαίνουν για τους πιο κατάλληλους μηχανισμούς. Λόγω αυτής της κατάστασης, το τοπικό επίπεδο είναι ιδιαίτερα αποτελεσματικό όταν ενθαρρύνει τις διαφορετικές προσεγγίσεις και την καινοτομία. Μια ιδιαίτερα αποτελεσματική λύση υποστήριξης της καινοτομίας σε τοπικό επίπεδο είναι ανάπτυξη ενός συστήματος κεφαλαίου εκκίνησης (seed-funding system) ή μιας τοπικής «επιχορήγησης καινοτομίας». Στο Γουΐνπεγκ του Καναδά, το Πρόγραμμα Ενσωμάτωσης Μεταναστών της Μανιτόμπα (Manitoba Immigrant Integration Programme) έχει χρησιμοποιηθεί για να χρηματοδοτήσει ποικίλα πιλοτικά προγράμματα, συμπεριλαμβανομένου του σχεδίου Πιστωτικής Ένωσης που βασίζεται στο Γουΐνιπεγκ (Winnipeg-based Credit Union scheme) και του Προγράμματος Αναγνώρισης Προσόντων Προσχολικής Εκπαίδευσης (δηλ. Νηπιαγωγών), όπως συζητήθηκε παραπάνω. Η Diputació της Βαρκελώνης (η επαρχιακή κυβέρνηση της Βαρκελώνης) στην Ισπανία είναι επίσης ιδιαίτερα επιτυχής στην πρόσβαση εθνικής και ευρωπαϊκής χρηματοδότησης για να ενθαρρύνει την καινοτομία. Περίπου διακόσιοι από τους δήμους της εκτελούν αυτήν την περίοδο κάποια εργασία με ομάδες μεταναστών, αν και οι περισσότερες δραστηριότητες λαμβάνουν χώρα στους δήμους όπου υπάρχει υψηλή συγκέντρωση μεταναστών. Η Diputació υποστηρίζει το μοίρασμα των αποτελεσμάτων των καινοτόμων έργων, και

Από τη Μετανάστευση στην Ενσωμάτωση: Σύγκριση Τοπικών Πρακτικών

ενθαρρύνει άλλους δήμους να προσαρμόσουν τα επιτυχή προγράμματα στις δικές τους περιοχές, χρησιμοποιώντας εργαλεία όπως οδηγοί μεθοδολογίας. Η ενσωμάτωση (mainstreaming) απειλεί επίσης να εξαλείψει την καλά προστατευμένη εξατομικευμένη υποστήριξη γνωστή ως «σημείο εξυπηρέτησης από μια και μόνο υπηρεσία» (one stop shop) που μπορεί να παρασχεθεί από μικρότερες οργανώσεις όπως οι ΜΚΟ. Το πρότυπο των CASI στη Μαδρίτη έχει ξεπεράσει αυτή την πρόκληση αναπτύσσοντας μια ισχυρή θεσμοθετημένη (mainstreamed) προσέγγιση που ωφελείται και από την καινοτόμο φύση των ΜΚΟ και από τη δυνατότητά τους να παρέχουν εξατομικευμένη υποστήριξη. Ολόκληρη η περιοχή της Μαδρίτης καλύπτεται από πρωτοβουλίες CASI και όλες οι τοπικές ΜΚΟ εργάζονται για παρεμφερείς στόχους χρησιμοποιώντας τις ίδιες μεθοδολογίες, πράγμα που οδηγεί σε συνέπεια στην παροχή (delivery). Υπάρχει ένας βαθμός ενσωματωμένης ευελιξίας στο πρόγραμμα, ώστε μέρη επιχορηγήσεων διατίθενται σε κάθε CASI. Με ορισμένους περιορισμούς, αυτή η επιχορήγηση μπορεί να χρησιμοποιηθεί όπως αρμόζει στις ανάγκες εκάστου CASI, όπως τα δύο CASI στην Φουενλαμπράδα (Fuenlabrada) και την Σιουντάντ Λινιάλ (Ciudad Lineal στην Ισπανία) ανέπτυξαν διάφορα καινοτόμα προγράμματα, συμπεριλαμβανομένων ενός προγράμματος καθοδήγησης στο εκπαιδευτικό σύστημα για τους μετανάστες γονείς, και ενός προγράμματος αντιμετώπισης της κουλτούρας συμμοριών (νεαρών ατόμων) με το να αναπτύξουν εναλλακτικές δραστηριότητες για τους νέους μετανάστες, στις οποίες υπάρχουν προγράμματα χορού. Τα προγράμματα που φέρνουν τις υπηρεσίες εκεί που ζουν οι άνθρωποι (outreach projects)xxv είναι ένας άλλος τρόπος συνδυασμού του επαγγελματισμού των θεσμοθετημένων (mainstream) υπηρεσιών με τις πιο καινοτόμες και εξατομικευμένες προσεγγίσεις που παρέχονται από τους τοπικούς φορείς παροχής υπηρεσιών όπως οι ΜΚΟ. Στο Λονδίνο, για παράδειγμα, το Πρόγραμμα Κατάρτισης ΤΠ της Ομάδας Σομαλών Γυναικών (the Somali Women’s Group ICT Training Project) στο Χίλλινγκτον (Hillingdon) λειτουργεί, σε συνεργασία με το Κολέγιο Uxbridge, για να παρέχει την κατάρτιση σε ένα τοπικό κοινοτικό κέντρο. Το προσωπικό από το Κολέγιο παρέχει διδασκαλία στο κοινοτικό κέντρο που βρίσκεται πολύ κοντά σε μια περιοχή όπου ζουν πολλοί πρόσφυγες και πολλοί από αυτούς που συμμετέχουν στο πρόγραμμα είναι πρόσφυγες. Με

xxv

Στην Ελλάδα κάτι αντίστοιχο, εν μέρει, θα μπορούσε να θεωρηθεί το πρόγραμμα ΒΟΗΘΕΙΑ ΣΤΟ ΣΠΙΤΙ (Σ.τ.Μ.).

109

110

αυτόν τον τρόπο, οι γυναίκες μπορούν να μάθουν σε ένα άνετο περιβάλλον, ενώ παράλληλα να λαμβάνουν ταυτόχρονα βοήθεια από ειδικούς. Θεωρείται ότι οι οργανώσεις προσφύγων και οι κοινοτικές οργανώσεις στο Λονδίνο θα μπορούσαν ίσως να κάνουν περισσότερα για να διασφαλίσουν ότι τα προσόντα που αποκτώνται σε ένα κοινοτικό περιβάλλον θα ακολουθηθούν από σειρές μαθημάτων που παρέχονται από περισσότερο κύρια (mainstream) εκπαιδευτικά περιβάλλοντα, ώστε να υποστηριχθεί το γεφύρωμα των προσφύγων με την ευρύτερη κοινότητα. Συνεργασίες

Συνεργασίες «που βασίζονται στο συγκεκριμένο τόπο» ή οι τοπικές συνεργασίες έχουν αναπτυχθεί σε πολλές περιοχές ως μηχανισμός μείωσης της απομόνωσης εκάστου των εταίρων, (υπο)στηρίζοντας την καινοτομία και τις θεσμοθετημένες (mainstream) οργανώσεις ώστε να υιοθετήσουν προσεγγίσεις που βασίζονται στην ενσωμάτωση. Στον Καναδά, το Περιφερειακό Συμβούλιο για την Απασχόληση των Μεταναστών του Τορόντο (the Toronto Regional Immigrant Employment Council) είναι ένα ολοφάνερο παράδειγμα του πόσο ωφελεί όταν συνεργάζονται οι διάφοροι εταίροι για την αντιμετώπιση του κοινού ζητήματος της ενσωμάτωσης - όταν ΜΚΟ, εργοδότες, ενώσεις και φορείς χάραξης πολιτικής κάθονται γύρω από το ίδιο τραπέζι και για να φτιάξουν καινοτόμα προγράμματα και για να φέρουν μια πιο μόνιμη κύρια (mainstream) θεσμική (institutional) αλλαγή. Καθώς οι πόλεις στον Καναδά διαφέρουν σημαντικά, και από άποψη τοπικής αγοράς εργασίας και από άποψη τοπικού μεταναστευτικού πληθυσμού, ένα πρόγραμμα ενσωμάτωσης «βασισμένο στον (συγκεκριμένο) τόπο» θεωρήθηκε ιδιαίτερα σημαντικό. Η συνεργασία αρχικά ξεκίνησε από τη Σύνοδο Κορυφής του Τορόντου που ενέπλεξε υψηλού επιπέδου εταίρους στην ανάπτυξη ενός οράματος που βασιζόταν στην πόλη και στην πρόβλεψη των βασικών ζητημάτων που θα είχαν επιπτώσεις στην πόλη τα επόμενα χρόνια. Επιπλέον στο Κεμπέκ, κάθε διοικητικό διαμέρισμα (sub-region) έχει το συμβούλιο των εταίρων της αγοράς εργασίας, ενώσεων, ομάδων των εργοδοτών και των κοινοτήτων που συνεργάζονται σε τοπικά ζητήματα ενσωμάτωσης. Στο Λονδίνο, διάφορες κοινοτικές οργανώσεις που υποστηρίζουν τους πρόσφυγες συντονίζονται από ευρύτερες συνεργασίες που είναι ένα μίγμα κοινωνικών και οικονομικών φορέων. Η Συνεργασία Ανανέωσης (Renewal Partnership) στο Δυτικό Λονδίνο τέθηκε υπό τον Προϋπολογισμό Ενιαίας

Από τη Μετανάστευση στην Ενσωμάτωση: Σύγκριση Τοπικών Πρακτικών

Αναγέννησης στο Ηνωμένο Βασίλειο (United Kingdom’s Single Regeneration Budget) χρησιμοποιώντας επιχορήγηση 6 εκατομμυρίων βρετανικών στερλινών (περίπου 8,9 εκατομμύρια ευρώ), και αυξάνοντάς το σε 10 εκατομμύρια βρετανικές στερλίνες (ή περίπου 14,8 εκατομμύρια ευρώ). Καλύπτει έξι διαφορετικούς δήμους στο Δυτικό Λονδίνο, εμπλέκει διάφορους συνεργάτες συμπεριλαμβανομένων ομάδων προσφύγων, τοπικών αρχών, τοπικών υπηρεσιών καθοδήγησης σταδιοδρομίας (Διασυνδέσεις), του Συμβουλίου Εκμάθησης και Δεξιοτήτων του Δυτικού Λονδίνου και την Ένωση της Κυβέρνησης του Λονδίνου. Έχει επίσης έναν σημαντικό εργοδότη δημόσιου τομέα (the Ealing National Health Service Primary Care Trust: Το Ίδρυμα Εθνικών Υγειονομικών Υπηρεσιών Πρωτοβάθμιας Περίθαλψης Ealing) ως υπεύθυνο φορέα του. Στόχος είναι να υποστηριχθούν οι πρόσφυγες στο Δυτικό Λονδίνο μέσω χρηματοδότησης προγραμμάτων, να συνδεθεί η προσφορά εργασίας και η ζήτηση, να οικοδομηθεί η ικανότητα των κοινοτικών οργανώσεων των προσφύγων, καθώς και να πραγματοποιηθεί έρευνα και να χαρτογραφηθούν ασκήσεις. Η Συνεργασία Ανανέωσης (Renewal partnership) τονίζει ότι μια ολοκληρωμένη προσέγγιση συνεργασίας είναι σημαντική για την αντιμετώπιση της ενσωμάτωσης των προσφύγων, καθώς περιλαμβάνει την αντιμετώπιση μιας σειράς μακροπρόθεσμων προβλημάτων που είναι συνδεμένα και δεν μπορούν να εξεταστούν ξεχωριστά. Η συνεργασία θεωρεί ότι είναι ιδιαίτερα ζωτικής σημασίας οι κοινωνικοί παράγοντες ενσωμάτωσης να αντιμετωπίζονται παράλληλα με την οικονομική ενσωμάτωση και να εξετάζονται σε μια γνήσια συνεργασία με τους πρόσφυγες. Η Ανανέωση παρέχει έναν βαθμό συνοχής στις RCO σε έναν τομέα που κυριαρχείται από τα βραχυπρόθεσμα προγράμματα χρηματοδότησης, και έναν βαθμό υποστήριξης δημιουργίας υποδομών, που μπορεί να απαιτούν χρόνο γεμάτο με ένταση και βοήθεια κατά τη διάρκεια διάφορων ετών. Ο απώτερος στόχος της συνεργασίας, εντούτοις, είναι υπάρξει αλλαγή στον τρόπο που όλες οι δημόσιες υπηρεσίες ανταποκρίνονται στις ανάγκες των προσφύγων. Συνεργασίες στα πιο υψηλά επίπεδα διακυβέρνησης είναι επίσης σημαντικές. Η περιοχή της Μαδρίτης χρησιμοποιεί μια προσέγγιση συνεργασίας για να καταρτίσει τις πολυετείς στρατηγικές ενσωμάτωσης σε ολόκληρη την κοινότητα της Μαδρίτης, η οποία εμπλέκει μια ευρεία ποικιλία τοπικών εταίρων, όπως τους ειδικούς στη μετανάστευση από τα πανεπιστήμια της Μαδρίτης (που διαμορφώνουν μια ομάδα τεχνικής υποστήριξης), τους εκπροσώπους από όλα τα προγράμματα που προσανατολίζονται προς τους μετανάστες, και τους εκπροσώπους από τα διαφορετικά υπουργεία. Ο στόχος είναι να χρησιμοποιηθεί

111

112

η προσέγγιση συνεργασίας ώστε να φέρουν σε επαφή τη θεωρία με την πράξη. Υπάρχει μια πολύ καλά ενσωματωμένη (in-built) ελαστικότητα σε αυτή την προσέγγιση μέσω της ανατροφοδότησης που παρέχουν οι διάφοροι εταίροι και η συνειδητοποίηση ότι οι διαφορετικές διευθύνσεις της περιφερειακής διοίκησης είναι ένα σημαντικό μέρος της διαδικασίας του προγραμματισμού. Στο Λονδίνο, προκειμένου να διευκολυνθεί η ανάπτυξη μιας στρατηγικής συντονισμένης προσέγγισης για τους πρόσφυγες, ο Αναπτυξιακός Φορέας του Λονδίνου (the London Development Agency) και η Περιφερειακή Συνεργασία Δεξιοτήτων (Regional Skills Partnership) ίδρυσαν την LORECA (London Refugee Economic Action: Οικονομική Δράση Προσφύγων του Λονδίνου) ως ένα φορέα που θα καθοδηγεί τους πρόσφυγες και τους αιτούντες άσυλο στην απασχόληση, τις επιχειρήσεις και την κατάρτιση. Ο φορέας αυτός - που χρηματοδοτείται από τον Αναπτυξιακό Φορέα του Λονδίνου, το Συμβούλιο Εκμάθησης και Δεξιοτήτων και το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο – έχει ήδη αναπτύξει έναν σύνθετο οδηγό για τις υπηρεσίες στο Λονδίνο, που στοχεύουν να υποστηρίξουν την ανάπτυξη των «χαρτών διαδρομών» για τους πρόσφυγες ώστε να τους καθοδηγούν μέσω των σχετικά κατακερματισμένων τοπικών υπηρεσιών. Η συνεργασία επίσης απευθύνεται με κύρος στην κυβέρνηση, τις ενώσεις εργοδοτών, τους χρηματοδοτικούς οργανισμούς, τους εκπαιδευτικούς και τους εκπαιδευτές και στους επαγγελματικούς οργανισμούς για τις ανάγκες αυτής της ομάδας-στόχου. Η κατευθυντήρια αρχή της LORECA είναι «η στρατηγική δεν είναι παροχή». Οι συνεργασίες μπορούν να είναι ιδιαίτερα χρήσιμες στον μεγαλύτερο συντονισμό μεταξύ των επιπέδων διακυβέρνησης. Στον Καναδά, υπάρχουν διάφορες επαρχιακές και εδαφικές συμφωνίεςxxvi σε ισχύ, και οι επαρχίες και τα εδάφη (territories) ερωτώνται για τα ομοσπονδιακά προγράμματα. Παρ’ όλα αυτά, θεωρείται ότι ακόμα υπάρχει χώρος για να αυξηθεί η επικοινωνία μεταξύ των ομοσπονδιακών, επαρχιακών και των τοπικών κυβερνήσεων ώστε να βελτιώσουν το συντονισμό και τον κοινό προγραμματισμό τους, και όλες οι επαρχίες αυτήν την περίοδο εργάζονται για την εκπλήρωση του σκοπού αυτού. Επιπλέον, το TRIEC ίδρυσε τη «Διακυβερνητική Επιτροπή Σχέσεων»

xxvi Σε αντίθεση με τις (ευρωπαϊκές) Τοπικές Συμφωνίες Απασχόλησης (Territorial Employment Agreements – TEPs) όπου το επίθετο territorial αποδίδεται ως «τοπικές», στον Καναδά όταν υπάρχει το επίθετο territorial αποδίδεται «εδαφικές» επειδή παραπέμπει στις συμφωνίες που μπορεί να έχει διαπραγματευτεί ένα από τα τρία καναδικά ομοσπονδιακά εδάφη (Yuko, Northwestern Territories, Νunavut) με την ομοσπονδιακή κυβέρνηση του Καναδά (Σ.τ.Μ.).

Από τη Μετανάστευση στην Ενσωμάτωση: Σύγκριση Τοπικών Πρακτικών

(Intergovernmental Relations Committee) στο Τορόντο για να φέρει σε επαφή όλους τους φορείς χάραξης πολιτικής ώστε να συζητήσουν για ζητήματα ενσωμάτωσης. Είναι η πρώτη φορά που οι διευθύνσεις διοικήσεων και υπουργείων έχουν καθίσει μαζί για να αναπτύξουν ένα κοινό ερευνητικό εργαλείο για την ενσωμάτωση, που αναλύει τα κενά στις υπηρεσίες, και που εξετάζει πάνω και πέρα από τα άτομα που τυγχάνουν υποστήριξης καθώς και τις λιγότερο υποστηριγμένες περιοχές. Οι συνεδριάσεις επιτρέπουν στα άτομα με διαφορετικές αρμοδιότητες να ανταλλάσσουν ειλικρινείς απόψεις σε ένα «ασφαλές περιβάλλον». Στο Κεμπέκ, η ίδρυση των περιφερειακών προγραμμάτων δράσης και η ανάπτυξη περιφερειακών διασκέψεων που εμπλέκουν τους δημάρχους και τους δήμους ως μέρος της επαρχιακής στρατηγικής: «Κοινές αξίες, κοινά συμφέροντα» είναι επίσης ένα σαφές βήμα προς την ανάπτυξη μιας πολυεπίπεδης προσέγγισης διακυβέρνησης σε αυτό το ζήτημα. Οι διυπηρεσιακές συμφωνίες είναι ένας περαιτέρω τρόπος συνεργασίας στο ζήτημα της ενσωμάτωσης. Επίσης στο Κεμπέκ, το Υπουργείο Μετανάστευσης και Πολιτιστικών Κοινοτήτων και το Υπουργείο Απασχόλησης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης υπέγραψαν τρίχρονη συμφωνία το 2004 για να προωθήσουν την ενσωμάτωση των μεταναστών και των εμφανών μειονοτήτων στην αγορά εργασίας. Μέσω αυτής της συμφωνίας, οι διευθύνσεις των Υπουργείων επιδιώκουν να συντονίσουν τις προσπάθειές τους ώστε να βελτιστοποιήσουν τις αντίστοιχες δραστηριότητές τους προκειμένου να προωθηθεί η κοινωνική και οικονομική ενσωμάτωση των νεοφερμένων και να εναρμονίσουν τις δραστηριότητές τους για να διασφαλίσουν την συνέχεια παροχής υπηρεσιών, των μέτρων και των προγραμμάτων μεταξύ των διευθύνσεων των δύο Υπουργείων. Επίσης στην περιοχή του Μόντρεαλ, δύο συμφωνίες εναρμόνισης υπηρεσιών έχουν υπογραφεί μεταξύ των τοπικών κέντρων απασχόλησης και των υπηρεσιών Μετανάστευσης στο Κεμπέκ (Immigration-Québec) για τα βόρια και νότια της Νήσου Μόντρεαλ ώστε να βελτιωθούν οι υπηρεσίες μετανάστευσης. Ο κύριος σκοπός αυτών των μέτρων εναρμόνισης είναι να βελτιωθεί η ποιότητα και η ταχύτητα των προσφερόμενων υπηρεσιών στους μετανάστες προκειμένου να επιταχυνθεί η διαδικασία ενσωμάτωσης και της διατήρησης της εργασίας. Η ανάπτυξη συμπληρωματικών υπηρεσιών μεταξύ των διαφορετικών περιφερειακών και τοπικών οργάνων διακυβέρνησης είναι ιδιαίτερα σημαντική λαμβάνοντας υπόψη τις διαφορετικές ικανότητες που έχουν συχνά αυτά αυτοί οι φορείς. Ενώ ο δήμος του Μιλάνου αντιμετωπίζει τα σύνθετα ζητήματα ενσωμάτωσης με την ευθύνη της διακυβέρνησης ενός δήμου που είναι η καρδιά μιας βιομηχανοποιημένης επαρχίας, για παράδειγμα, δεν φέρει την ευθύνη για

113

114

την πολιτική της απασχόλησης, την οποία φέρει εξ ολοκλήρου η αντίστοιχη επαρχία (δηλ. η επαρχία της Λομβαρδίας). Αυτό το ζήτημα έχει αντιμετωπιστεί μέσω της εξέλιξης μιας πλήρους Συμφωνίας για την Απασχόληση που εμπλέκει δεκαοχτώ διαφορετικούς εταίρους. Κατά συνέπεια ο δήμος, που αποκλείεται φυσιολογικά από έναν ενεργό ρόλο στις υπηρεσίες απασχόλησης, έγινε ο συντονιστής για ένα ευρύ φάσμα των πρωτοβουλιών, συμπεριλαμβανομένων της προσέλκυσης και της διαχείρισης των πόρων του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Ταμείου. Επίσης στη Βαρκελώνη, οι τοπικές συμφωνίες για την απασχόληση έχουν αποδειχθεί ότι είναι αποτελεσματικές επειδή διευκολύνουν τις τοπικές αρχές να ξεπερνούν τα διοικητικά όρια ώστε να μπορούν να αντιμετωπίζουν ζητήματα αγοράς εργασίας τα οποία έχουν επιπτώσεις στους μετανάστες. Το σχετικά ανεξάρτητο καθεστώς (status) που χορηγείται στις τοπικές συμφωνίες για την απασχόληση επιτρέπει επίσης αυτές τις συνεργασίες βοηθούν τους παράνομους μετανάστες που αποκλείονται έτσι και αλλιώς από την υποστήριξη του δημόσιου τομέα. Οι συνασπισμοί ή οι συνεργασίες ήταν τα κύρια μέσα που χρησιμοποιήθηκαν ως μέρος της τρίχρονης πιλοτικής πρωτοβουλίας ονόματι «Οικοδόμηση της Νέας Αμερικάνικης Κοινότητας». Κάθε περιοχή ανέπτυξε μια δημόσια και ιδιωτική συνεργασία που έφθασε στα κυβερνητικά κλιμάκια και (συμ)περιέλαβε μια ευρεία σειρά μη κυβερνητικών οργανώσεων, καθώς επίσης και φορέων και ατόμων από πολλές διαφορετικές κοινωνικές ομάδες, συμπεριλαμβανομένων των οργανώσεων που εξυπηρετούν τους πρόσφυγες και τους μετανάστες, των επιχειρηματικών ενώσεων, των θρησκευτικών οργανώσεων, και των φορέων παροχής υπηρεσιών στη γειτονιά και την κοινωνία. Σε κάθε περίπτωση, ο συνασπισμός βοηθήθηκε από μια εθνική ομάδα πολιτικών αναλυτών, συνηγόρων και ερευνητών της Εθνικής Διάσκεψης των Κρατικών Νομοθετικών Σωμάτων / Νομοθετών (the National Conference of State Legislatures), του Εθνικού Φόρουμ Μετανάστευσης (National Immigration Forum), του Κέντρου Δράσης των Πόρων της Νοτιοανατολικής Ασίας (Southeast Asia Resource Action Centre), του Ιδρύματος Πολεοδομίας (Urban Institute), και του Ιδρύματος Μεταναστευτικής Πολιτικής (the Migration Policy Institute). Μια ανασκόπηση της Μονάδας Μεταναστευτικής Πολιτικής των Μαθημάτων της πρωτοβουλίας BNAC (BNAC initiative, 2005) διαπίστωσε ότι ήταν σημαντικό οι συνεργασίες να επεκτείνονται πέρα από τους «συνηθισμένους υπόπτους», να εμπλέκουν θεσμοθετημένους (mainstream) φορείς χάραξης πολιτικής, που θα ενεργούν ως «συνασπισμοί αλλαγής». Διαπίστωσαν ότι η δέσμευση τέτοιων φορέων τους επιτρέπει «σιγά-σιγά να πραγματοποιήσουν αλλαγές στους νόμους, τους κανονισμούς, τις πρακτικές και τους κανόνες των οργανώσεων και των επίσημων ιδρυμάτων, που μπορεί να είχαν ιδρυθεί δεκαετίες πριν το

Από τη Μετανάστευση στην Ενσωμάτωση: Σύγκριση Τοπικών Πρακτικών

νέο κύμα των μεταναστών φθάσει σε μια πόλη». Μέρος αυτής της διαδικασίας περιέλαβε την ανάγκη «να εμβανθυθεί η πείρα των δημόσιων υπαλλήλων που διαχειρίζονται τις μυριάδες των προγραμμάτων και να οδηγήσει το ρυθμό της ενσωμάτωσης» (Fix, Papademetriou and Cooper 2005). Οι θεματικές συνεργασίες, που εξετάζουν το ζήτημα της μετανάστευσης αλλά δεν βασίζονται απαραίτητα σε κάποιο τόπο, είναι επίσης χρήσιμα εργαλεία, ιδιαίτερα λαμβάνοντας υπόψη ότι μπορούν παρακινήσουν δραστηριότητες σε τοπικό επίπεδο. Ο ρόλος των συνεργασιών ως «καταλύτης» της δράσης σε χαμηλότερα επίπεδα διακυβέρνησης ήταν προφανής σε διάφορες τοπικές πρωτοβουλίες που επισκοπήθηκαν στο Γουΐνιπεγκ (της Μανιτόμπα στον Καναδά), για παράδειγμα. Και το Σχέδιο Πιστωτικής Ένωσης που βασίζεται στο Γουΐνιπεγκ και το Πρόγραμμα Αναγνώρισης Προσόντων Προσχολικής Εκπαίδευσης (δηλ. Νηπιαγωγών) αναπτύχθηκαν επειδή ο κυριότερος των φορέων είχε συμμετάσχει στις συνεργασίες που επικεντρώθηκαν στα ζητήματα που αντιμετωπίζουν οι μετανάστες, τα οποία τον παρακίνησαν σε δράση. Δίνοντας προτεραιότητα στους περιορισμένους πόρους

Ένα άλλο σημαντικό ζήτημα που επηρεάζει τους φορείς σε τοπικό επίπεδο είναι οι διαθέσιμοι πόροι για την υποστήριξη της ενσωμάτωσης. Υπάρχει σημαντική διαφοροποίηση στους διαθέσιμους πόρους για την ενσωμάτωση των μεταναστών τόσο στις διάφορες περιοχές (διαφόρων χωρών) όσο και μέσα στις ίδιες χώρες που συμμετέχουν στη μελέτη. Ο Καναδάς, για παράδειγμα, διαθέτει ένα σχετικά υψηλό ποσό πόρων για την ενσωμάτωση μέσω των επαρχιακών προγραμμάτων του, αν και αυτό ποικίλλει μεταξύ των επαρχιών και των συγκεκριμένων συμφωνιών τους με την ομοσπονδιακή κυβέρνηση. Το 200506 η κατά κεφαλήν κατανομή για τις επαρχίες του Οντάριο και της Μανιτόμπα ήταν περίπου 850 καναδικά δολάρια (590 ευρώ) και 1.200 καναδικά δολάρια (835 ευρώ) αντίστοιχα, ενώ το 2004-5 το Κεμπέκ έλαβε 3.800 καναδικά δολάρια (2.646 ευρώ) ανά μετανάστη. Αυτές οι διαφορές προκύπτουν κυρίως από τις ανεξάρτητες διαδικασίες διαπραγμάτευσης μεταξύ κάθε επαρχίας και του ομοσπονδιακού κράτους και υπόκεινται σε αλλαγή.17 Παρομοίως, η Ισπανία διαθέτει διαφορετικούς πόρους για την ενσωμάτωση ανάλογα με την τοποθεσία και την περιοχή, διαθέτοντας τους μεγαλύτερους πόρους στις περιοχές όπως η Μαδρίτη, η Καταλονία και η Ανδαλουσία λόγω της υψηλότερης συγκέντρωσης μεταναστών σε αυτές τις περιοχές. Οι γενικοί διαθέσιμοι πόροι μιας τοπικής αρχής μπορεί επίσης να έχουν σημαντική επίδραση στις πρωτοβουλίες που λαμβάνονται, και είναι φυσικό όπου οι περιοχές έχουν μεγάλη οικονομική ανάπτυξη και σημαντικούς τοπικούς προϋπολογισμούς να έχουν προφανώς τα μέσα να αναπτύξουν πιο φιλόδοξα

115

116

προγράμματα από τις φτωχότερες περιοχές. Οι τύποι πρωτοβουλιών που έχουν ληφθεί από τους δύο δήμους Ματαρό (Mataro) και Σάντα Κολόμα ντε Γκραμενέτ (Santa Coloma de Gramenet) της Βαρκελώνης, στην Ισπανία, για παράδειγμα, απεικόνισαν τις διαφορές στη βάση των πόρων τους, με το δήμο Ματαρό να ωφελείται από έναν μεγαλύτερο βαθμό οικονομικής ανάπτυξης και, επομένως, να έχει υψηλότερα επιχειρησιακά ποσοστά. Πράγματι, ο ΖapataBarrero (2003) αναφέρει ότι στην πραγματικότητα πολλοί τοπικοί φορείς στην Ισπανία στερούνται της απαραίτητης χρηματοδότησης και υποδομής ώστε να μπορέσουν να εφαρμόσουν αποτελεσματικά την πολιτική. Πρόσφατα, η κεντρική διοίκηση έχει λάβει μέτρα να εξετάσει αυτήν την κατάσταση με την ανάπτυξη ενός νέου πλαισίου συνεργασίας για τη διαχείριση ενός «ταμείου Υποστήριξης για τους πρόσφυγες και την ενσωμάτωση των μεταναστών, καθώς επίσης και για την ενδυνάμωση της εκπαίδευσής τους». Το ταμείο δημιουργήθηκε το 2005 ως εργαλείο για να καθιερώσει ένα πρότυπο συνεργασίας μεταξύ της γενικής διοίκησης του κράτους, των αυτόνομων κοινοτήτων και των τοπικών συμβουλίων, με σκοπό την προαγωγή και ενίσχυση των δημόσιων πολιτικών σε αυτούς τους τομείς και, συνεπώς, την ενδυνάμωση της κοινωνικής συνοχής. Ως μέρος του πλαισίου, το 50% της γενικής κατανομής της χρηματοδότησης στις αυτόνομες κοινότητες έπρεπε να πάει σε προγράμματα που είχαν δημιουργηθεί και επιδοθεί τοπικά το 2005, πέφτοντας στο 40% το 2006. Επίσης στην Ιταλία, μερικές τοπικές αρχές παρακωλύονται στις προσπάθειές τους να προωθήσουν την ενσωμάτωση λόγω γενικής έλλειψης πόρων, με το δήμο του Μιλάνου, για παράδειγμα, να εξαναγκάζεται να ανταγωνιστεί με γειτονικές τοπικές αρχές για ένα περιορισμένο ποσό πόρων για να παρέχουν υπηρεσίες στους εργοδότες. Προγράμματα όπως η τοπική συμφωνία για την απασχόληση στο Μιλάνο είναι σημαντικά στο να επιφέρουν χρηματοδότηση από αυτή την άποψη. Δεδομένου ότι οι ΜΚΟ βρίσκονται συχνά τη «πρώτη γραμμή» της παροχής υπηρεσιών στους μετανάστες, είναι μέσα σε αυτές τις οργανώσεις που τα προβλήματα χρηματοδότησης γίνονται εμφανέστερα. Η βιωσιμότητα της χρηματοδότησης των ΜΚΟ ήταν μια πηγή προβληματισμού σε όλες τις συμμετέχουσες χώρες, με τους τοπικούς φορείς να αναφέρουν όχι μόνο τις συνεχείς προσπάθειες να προσεγγίσουν και να ανανεώσουν τη χρηματοδότηση, αλλά επίσης να προσπαθούν να διαχειρίζονται χαμηλές αμοιβές και πολλές ώρες εργασίας, οι οποίες απείλησαν (και απειλούν) να «εξαντλήσουν σωματικά και ψυχικά» (burn-out) το προσωπικό. Στην Ισπανία, ένα μεγάλο μέρος της εργασίας που γίνεται από τις ΜΚΟ σε τοπικό επίπεδο βασίζεται στον εθελοντισμό, τις ιδιωτικές δωρεές και τις επιχορηγήσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης μαζί και στη χρηματοδότηση της κεντρικής διοίκησης. Πιο συγκεκριμένα, η ευρωπαϊκή χρηματοδότηση είναι λιγότερο πιθανό να είναι διαθέσιμη στο

Από τη Μετανάστευση στην Ενσωμάτωση: Σύγκριση Τοπικών Πρακτικών

μέλλον εάν λάβει κανείς υπόψη του τις νέες οικονομικές προτεραιότητες της Ε.Ε. μετά από τη διεύρυνση. Στο Λονδίνο, πολλές RCO ανταγωνίζονται για την περιορισμένη και ασταθή χρηματοδότηση από παρόμοιες πηγές (π.χ. από το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο, από έναν κατακερματισμένο δημόσιο τομέα, από τις λαχειοφόρους αγορές ή τα λαχεία). Εν όψει του σημαντικού ρόλου που παίζει η φιλανθρωπία στις Ηνωμένες Πολιτείες και τον Καναδά, υπάρχει ίσως πεδίο για μεγαλύτερη προσπάθεια εκ μέρους μεγάλων εργοδοτών και ενώσεις εργοδοτών για πρωτοβουλίες ίδρυσης ταμείου (fund) κατάρτισης και εργασιακής εμπειρίας στην Ευρώπη, ιδιαίτερα εάν πρόκειται να ωφεληθούν από το αποτέλεσμα. Εντούτοις, η αστάθεια αυτή καθεαυτή που συνδέεται με τις τρέχουσες δραστηριότητες θεωρείται συχνά ότι υπονομεύσει τη σαφήνεια και τη συνέπεια που αναζητά ο ιδιωτικός τομέας πριν δεσμεύει τους πόρους του. Αποφασίζοντας για τον σωστό χρόνο και την ένταση των παρεμβάσεων

Δεδομένων των περιορισμένων διαθέσιμων πόρων σε τοπικό επίπεδο, ένα σύνολο βασικών ερωτήσεων που αντιμετωπίζουν οι τοπικοί φορείς είναι «πού θα έπρεπε να τοποθετηθούν καλύτερα οι πόροι; Θα έπρεπε η χρηματοδότηση να διανεμηθεί ευρέως έτσι ώστε η υποστήριξη είναι διαθέσιμη για κάθε μετανάστη; Ή θα έπρεπε η χρηματοδότηση να διοχετευθεί σε σχετικά εντατικά σχέδια που παράγουν τη μεγαλύτερη μακροπρόθεσμη ενσωμάτωση για ορισμένες ομάδες;» Τα στοιχεία από τις περιπτωσιολογικές μελέτες δείχνουν ότι προκειμένου να δημιουργηθεί μια πιο μακροπρόθεσμη ενσωμάτωση στην αγορά εργασίας, απαιτείται μια σχετικά στοχευμένη και εντατική προσέγγιση - οι φτηνότερες παρεμβάσεις που δεν στοχεύουν συγκεκριμένα στην καλυτέρευση των δεξιοτήτων και τις φιλοδοξίες ενός μετανάστη έχουν τη χαμηλότερη μακροπρόθεσμη επιτυχία. Στον Καναδά, για παράδειγμα, το TRIEC έχει αναλύσει τη χρήση των πόρων στην επαρχία του Οντάριο και έχει διαπιστώσει ότι η πλειοψηφία των χρηματοδοτήσεων πηγαίνει σε χαμηλής έντασης υποστήριξη (βλ. Πίνακα 1.4.) που είναι σχετικά ανεπιτυχής από άποψη ενίσχυσης των μεταναστών στην κατάλληλη απασχόληση. Τα αποτελεσματικότερα προγράμματα (όπως η «γέφυρα σταδιοδρομίας» (“career bridge”) και οι επιδοτούμενες πρακτικές ασκήσεις επαγγελματικής εμπειρίας) φέρνουν τα καλύτερα αποτελέσματα αφού τοποθετούν πάνω από το 80% των ατόμων σε πρακτική άσκηση (επαγγελματικής εμπειρίας), εντούτοις αυτοί οι πόροι είναι υψηλής έντασης και όχι τόσο ευρέως προσβάσιμοι. Στο σχέδιο «γέφυρα σταδιοδρομίας», για παράδειγμα, μόνο το 10% - λίγο παραπάνω από 1.200 υποψήφιους που είναι καταχωρημένοι στη βάση δεδομένων - έχει κάνει πρακτική άσκηση μέχρι τώρα.

117

118

Πίνακας 1.4. Διαφοροποίηση δραστηριοτήτων υψηλών και χαμηλών πόρων Δραστηριότητες χαμηλών πόρων

Δραστηριότητες υψηλών πόρων



Αναζήτηση εργασίας.





Οικοδόμηση εμπιστοσύνης, βοήθεια με την κοινωνική δικτύωση

• Μεσοπρόθεσμη έως μακροπρόθεσμη κατάρτιση «γεφυρώματος» (bridging) σε μεσαίου ή υψηλού επιπέδου δεξιότητες.



Προετοιμασία βιογραφικού σημειώματος



Βραχυπρόθεσμη κατάρτιση.

• Αναγνώριση προσόντων που αποκτήθηκαν στο εξωτερικό.



Γλωσσική κατάρτιση βασικού επιπέδου.



Συμβουλευτικές Υποστηρικτικές Υπηρεσίες (Σ.Υ.Υ.) (mentoring)

Προγράμματα εργασιακής εμπειρίας

• Προγράμματα που αντιμετωπίζουν τις προκαταλήψεις κατά τις διαδικασίες πρόσληψης. • Κατάρτιση (των μεταναστών) στις χώρες καταγωγής τους ώστε να ανταποκριθούν στα κενά δεξιοτήτων (στη χώρα υποδοχής). • Υψηλότερα επίπεδα γλωσσικής κατάρτισης, συμπεριλαμβανομένης και της χρήσης γλώσσας για ειδικούς σκοπούς.

Πηγή: OECD LIILM Project.

Κυρίως, η έμφαση στη βραχυπρόθεσμη υποστήριξη που δίνει η επαρχία του Οντάριο απεικονίζεται και σε άλλες χώρες περιπτωσιολογικής μελέτης. Και τα συστήματα επίδοσης των επιχορηγουμένων προγραμμάτων (με έμφαση στα γρήγορα αποτελέσματα), και σε μερικές περιπτώσεις οι ίδιες οι ρυθμίσεις στις υπηρεσίες απασχόλησης ενθαρρύνουν τις τοπικές πρωτοβουλίες να υποστηρίζουν την άμεση πρόσβαση των μεταναστών στην απασχόληση, η οποία μπορεί να δημιουργεί τελικά βραχυπρόθεσμη συμμετοχή στην αγορά εργασίας σε αντιδιαστολή με την πιο μακροπρόθεσμη ενσωμάτωση. Ενώ οι τοπικές πρωτοβουλίες στην Ιταλία έχουν κάποια επιτυχία στην τοποθέτηση των μεταναστών σε πρακτικές ασκήσεις, για παράδειγμα, οι επιτυχημένες περιπτώσεις στην ενσωμάτωση των μεταναστών στην ποιοτική απασχόληση - όπου επικρατούν οι ίδιες συνθήκες και για τους μετανάστες εργαζόμενους και για τους ιταλούς εργαζόμενους - είναι σπάνιες. Παρομοίως, το Λονδίνο βιώνει τα προβλήματα μιας κουλτούρας βασισμένης στις επιχορηγήσεις όπου τα τοπικά προγράμματα ανταποκρίνονται στα αιτήματα των χρηματοδοτών να παράγουν βραχυπρόθεσμα αποτελέσματα, σε αντιδιαστολή με τις πιο μακροπρόθεσμες ωφέλειες. Όπου υπάρχουν εντατικότερες παρεμβάσεις, τείνουν να είναι σχετικά μικρής κλίμακας, έχοντας μια σχετικά αμελητέα επίδραση στη γενική ενσωμάτωση των μεταναστών στην αγορά εργασίας.

Από τη Μετανάστευση στην Ενσωμάτωση: Σύγκριση Τοπικών Πρακτικών

Ένας επιπρόσθετος παράγοντας που ενθαρρύνει τις τοπικές οργανώσεις να παρέχουν σχετικά βραχυπρόθεσμα προγράμματα είναι η επιθυμία τους να μείνουν οι μετανάστες έξω από την αγορά εργασίας για υπερβολικά μεγάλο χρονικό διάστημα. Οι τοπικοί εταίροι στον Καναδά είναι ενάντια της υποστήριξης των μεταναστών που θα τους κάνει να παραμείνουν εκτός της αγοράς εργασίας για μεγάλες περιόδους. Στο καναδικό πλαίσιο, ο σωστός χρόνος (timing) είναι ιδιαίτερα σημαντικός καθώς η πιθανή περίοδος επανεκπαίδευσης για την απόκτηση των απαιτουμένων επαγγελματικών δεξιοτήτων μπορεί να είναι σημαντική. Οι εργοδότες που εκπροσωπήθηκαν στη εταιρική συνεργασία του TRIEC στο Τορόντο υπογράμμισαν ότι όσο πιο σύντομα ένας μετανάστης εισέρχεται στην επαγγελματική απασχόληση αμέσως μετά από την άφιξη, τόσο καλύτερα είναι γι’ αυτόν. Παρόμοια, οι εταίροι του Γουΐνιπεγκ επισήμαναν ότι εάν ένας μετανάστης δεν βρει απασχόληση στον τομέα του μέσα σε δύο έτη από την άφιξή του, κατόπιν γίνεται ολοένα και δυσκολότερο να ξαναεισέλθει στο τομέα του. Η συνειδητοποίηση τέτοιων τοποθετήσεων έχει οδηγήσει μερικούς τοπικούς παροχείς υπηρεσιών να ανταποκριθούν πρακτικά, ιδιαίτερα όταν αναπτύσσουν προγράμματα υποστήριξης μεταναστών. Στο Μόντρεαλ, για παράδειγμα, η JEM συμβουλεύει τους μετανάστες να επανεκπαιδευτούν για τις χαμηλότερα ειδικευμένες αλλά διαθέσιμες θέσεις βραχυπρόθεσμα, παρά να κολλούν στο επάγγελμά τους και να παραμένουν έξω από την αγορά εργασίας λόγω μακροχρόνιων σπουδών. Μια διαφορετική μέθοδος υιοθετείται στον περιφερειακό προγραμματισμό που αναπτύσσεται από τη Διεύθυνση Απασχόλησης στο Κεμπέκ (Emploi-Québec) όπου ένας από τους όρους για τη χρηματοδότηση είναι ότι τα επιμορφωτικά μαθήματα πρέπει να συσχετίζονται με τις προηγούμενες σπουδές στο γνωστικό αντικείμενο του ατόμου. Οι τοπικοί εταίροι σε άλλες χώρες επίσης υποστηρίζουν ότι είναι καλύτερο να εισέρχονται οι μετανάστες στην απασχόληση γρήγορα και έπειτα να ξαναγεμίζουν («back-fill») τη δεξαμενή των γνώσεών τους, αποφεύγοντας τις εντατικές περιόδους στην εκπαίδευση και την κατάρτιση. Στο Λονδίνο, παραδείγματος χάριν, παρά την πρόσφατη πολιτική έμφαση στη εκμάθηση της αγγλικής γλώσσας, υπάρχει μια ευρέως διαδεδομένη άποψη ότι περισσότερο πρέπει να διασφαλίζεται ότι τα άτομα πρέπει να έχουν ικανοποιητική γλωσσική ευχέρεια ώστε να λειτουργήσουν σε ένα συγκεκριμένο περιβάλλον εργασιακού χώρου το συντομότερο δυνατόν, παρά να διασφαλίζεται η μέγιστη γλωσσική ευχέρεια, εάν αυτή γίνεται η αιτία να καθυστερεί το άτομο να εισέλθει στην αγορά εργασίας. Σε αυτό το πλαίσιο, πρωτοβουλίες που συνδυάζουν τις πρακτικές ασκήσεις επαγγελματικής εμπειρίας και την κατάρτιση είναι ιδιαίτερα πολύτιμες, όπως είναι τα σχέδια κατάρτισης που επινοούνται από τους εργοδότες ως μέρος των στρατηγικών αναβάθμισης των δεξιοτήτων του εργατικού δυναμικού (βλ., π.χ., OECD, 2006b). Στο Μόντρεαλ, παραδείγματος

119

120

χάριν, το περιφερειακό επιμορφωτικό πρόγραμμα αγοράς εργασίας πρόσφατα δεσμεύτηκε να συνεργαστεί με τη Διεύθυνση Απασχόλησης του Κεμπέκ για την παροχή γλωσσικής κατάρτισης στους μισθωτούς. Όπου η εξωτερική κατάρτιση είναι απαραίτητη, τα επιμορφωτικά μαθήματα που επιτρέπουν στους μετανάστες να στηριχτούν γρήγορα στις ήδη υπάρχουσες δεξιότητές τους είναι επίσης ιδιαίτερα σημαντικά. Στοχοθέτηση

Ένας μηχανισμός για να επηρεάσει την ένταση και την αποτελεσματικότητα των παρεμβάσεων χωρίς απαραίτητα να αυξήσει τη διάρκεια της παρέμβασης πρέπει να διασφαλίζει ότι οι ενέργειες στοχεύουν επακριβώς στις ανάγκες των μεταναστών. Είναι εμφανές ότι σε πολλούς τόπους, η πολιτική ενσωμάτωσης γίνεται όλο και περισσότερο περίπλοκη στην αναγνώριση των διαφορών ανάμεσα στις διάφορες ομάδες των μεταναστών και στην ενεργή ανταπόκριση τέτοιων διαφορών. Παραδείγματος χάριν, παρά τη γενική απροθυμία των ισπανικών φορέων χάραξης πολιτικής να επιλέξουν συγκεκριμένες πληθυσμιακές ομάδες για να τις υποστηρίξουν, η Diputació της Βαρκελώνης (τοπική κυβέρνηση της Βαρκελώνης) έχει αναπτύξει ένα ενδιαφέρον πρόγραμμα για να προσδιορίσει τις «ομάδες περιστατικών» (incidence groups) μέσα στο πληθυσμό, απεικονίζοντας τα διαφορετικά εμπόδια που αντιμετωπίζουν οι συγκεκριμένοι τύποι ατόμων στην αγορά εργασίας. Οι συμμετέχοντες στο πρόγραμμα υποβλήθηκαν σε μια επαγγελματική ανάλυση των δυνάμεων, των αδυναμιών, των δυνατοτήτων και των εμποδίων πριν να προσδιοριστεί ποιες είναι οι κατάλληλες υποστηρικτικές ενέργειες για την ενσωμάτωσή τους στην αγορά εργασίας. Στο πρόγραμμα CASI της Φουενλαμπράδα, το προσωπικό της Μαδρίτης έχει προσδιορίσει επίσης ένα πρότυπο ανθρώπων σε διαφορετικά στάδια εργασιακής ετοιμότητας, αναπτύσσοντας μια τρίπτυχη προσέγγιση που έχει αποδειχθεί χρήσιμη στο να κατευθύνει τους πόρους σε εκείνους που τους έχουν πιο πολύ ανάγκη. Στους μετανάστες με την υψηλότερη απασχολησιμότητα (άνθρωποι με άδειες εργασίας και επαγγελματικές δεξιότητες) δόθηκε έμφαση ώστε να βρουν μια εργασία ή να λάβουν την κατάλληλη επαγγελματική επιμόρφωση. Για εκείνους με τη χαμηλότερη απασχολησιμότητα - γενικά οι γυναίκες με παιδιά που δεν ξέρουν καθόλου ισπανικά και που είναι κοινωνικά απομονωμένες – το κέντρο βάρους πέφτει στην κοινωνική κατάρτιση και προσωπική ανάπτυξη, τη διδασκαλία στο πώς να διαβάζουν χάρτες και να χειρίζονται το δημόσιο χώρο, και να συμμετέχουν σε μαθήματα αλφαβητισμού και βασικής εκπαίδευσης (literacy). Όλα τα προγράμματα CASI στη Μαδρίτη λειτούργησαν με ένα υψηλό ποσοστό γυναικών ως μια ομάδα ιδιαίτερα ευάλωτη στον αποκλεισμό.

Από τη Μετανάστευση στην Ενσωμάτωση: Σύγκριση Τοπικών Πρακτικών

Αυτή η εστίαση στις γυναίκες ήταν επίσης κοινή και σε άλλες χώρες της παρούσας περιπτωσιολογικής μελέτης και αντανακλά τα χαμηλότερα ποσοστά απασχόλησης και τα υψηλότερα ποσοστά ανεργίας τους. Τα ιδιαίτερα ζητήματα που αντιμετωπίζουν οι γυναίκες περιλαμβάνουν σχετική απομόνωση από την υποστήριξη λόγω της άφιξης μέσω των προγραμμάτων οικογενειακής επανένωσης (όπου οι μετανάστες συχνά δεν λαμβάνουν το ίδιο είδος υποστήριξης όπως οι αντίστοιχοι που εισάγονται στην αγορά εργασίας), λόγω της έλλειψης προσόντων και εμπειρίας, επειδή υπάρχουν διακρίσεις στη χώρα καταγωγής, και λόγω της συγκέντρωσης σε ορισμένους ευάλωτους τομείς της άτυπης οικονομίας και την υψηλή προσωρινή απασχόληση, όπως η οικιακή οικονομία. Άλλες πρωτοβουλίες στόχευσαν στους μετανάστες που είχαν υψηλά επίπεδα δεξιοτήτων (ήσαν εξειδικευμένοι) και απασχολησιμότητας. Οι πρωτοβουλίες που επισκοπήθηκαν στον Καναδά, παραδείγματος χάριν, εστίασαν σε πολλές περιπτώσεις στην πολύ καλά καταρτισμένη λόγω της συγκεκριμένης πρόσληψης αυτής της ομάδας που επιλέχθηκε μέσω του εθνικού συστήματος επιλογής στον Καναδά. Η στοχοθέτηση των μεταναστών με την ιδιαίτερα υψηλή απασχολησιμότητα μπορεί να έχει το πλεονέκτημα ότι επιτρέπει στις τοπικές πρωτοβουλίες να παρουσιάζουν ένα ιδιαίτερα θετικό πρόσωπο στους εργοδότες, προάγοντας τους μετανάστες ως πιθανό «εκμεταλλεύσιμο πόρο» παρά ένα πρόβλημα που πρέπει να λυθεί. Εντούτοις υπάρχει επίσης ο κίνδυνος επιβολής πάρα πολλών κριτηρίων επιλογής πριν από την αποδοχή τα οποία μπορεί να οδηγήσουν σε αποτελέσματα «αφρόκρεμας» (creaming) της επιλογής, με τα προγράμματα που βοηθούν εκείνους που είναι πιο εύκολο να λάβουν βοήθεια και να παραμελούν εκείνους που ίσως έχουν περισσότερη ανάγκη της υποστήριξης. Στην Ελβετία, μια ερώτηση που απασχολεί τις επαγγελματικές σχολές που συνεργάζονται με τους νέους μετανάστες είναι πόσο μπορούν να επενδύσουν στην εκπαίδευση εκείνων των σπουδαστών των οποίων η έλλειψη προηγούμενης εκπαίδευσης σημαίνει ότι χρειάζονται εντατική βοήθεια. Το δίλημμα είναι ότι εάν οι επαγγελματικές σχολές πραγματοποιούν την άμεση εντατική ενσωμάτωση με τις πιο δύσκολες να καθοριστούν περιπτώσεις είναι αφ’ ενός δαπανηρό, και αφ’ ενός αβέβαιη η επιτυχία. Αποτελέσματα βασισμένα στην επίδοση παραγωγής συστημάτων διαχείρισης μπορούν να ενθαρρύνουν ιδιαίτερα τα αποτελέσματα διαλογής, με το να ενθαρρύνουν τους φορείς παροχής υπηρεσιών να συνεργαστούν με τους ανθρώπους εκείνους που είναι πλέον πιθανό να επιτύχουν ένα θετικό αποτέλεσμα.18 Αυτή η κατάσταση τουλάχιστον εν μέρει μετριάζεται στον Καναδά από το γεγονός ότι οι ΜΚΟ είναι σε θέση να έχουν πρόσβαση στη γενικότερη χρηματοδότηση (παραδείγματος χάριν από τις φιλανθρωπικές οργανώσεις όπως the United Way) που δεν εξαρτάται από τα αποτελέσματα,

121

122

και μπορεί επομένως να χρησιμοποιηθεί (η χρηματοδότηση) ευέλικτα για να υποστηρίξει τους μετανάστες που χρειάζονται την πιο μακροπρόθεσμη υποστήριξη. Εντούτοις, οι ΜΚΟ σε άλλες χώρες δεν πάντα έχουν διέξοδο σε μια τέτοια ευέλικτη βάση χρηματοδότησης. Μερικές πρωτοβουλίες στοχεύουν στους μετανάστες διαφορετικά, ανάλογα με εάν ήταν νεοφερμένοι ή είναι δεύτερης ή τρίτης γενεάς μετανάστες, αντικατοπτρίζοντας τα διαφορετικά εμπόδια που αντιμετωπίζουν αυτές οι ομάδες. Οι ορισμοί είναι σημαντικοί εδώ - στο Ηνωμένο Βασίλειο (Η.Β.) το γεγονός ότι η πλειοψηφία των παιδιών των μεταναστών γεννήθηκαν εκεί τα καθιστά βρετανούς υπηκόους19, πράγμα που σημαίνει ότι αυτόματα εμπίπτουν σε διαφορετικά τοπικά προγράμματα. Στην Ελβετία, ακόμη και οι τρίτες και τέταρτες γενεές των μεταναστών είναι ακόμα ταξινομημένες ως αλλοδαποί εάν δεν έχουν πρόσβαση στο ελβετικό διαβατήριο (που δεν είναι ασυνήθιστο) και αυτό οδηγεί σε μία θολούρα των ομάδων-στόχων σε τοπικό επίπεδο. Ενώ η επαγγελματική σχολή στο Νεσατέλ (Neuchâtel) εστίασε στους πρόσφατους νέους μετανάστες και προσδιόρισε ότι ήταν συχνά ιδιαίτερα παρακινημένοι για να πετύχουν (αυτό απεικονιζόταν στην ονομασία της σειράς μαθημάτων «JET» προ-μαθητείας), ένα άλλο πρόγραμμα που βοηθά τους μετανάστες πρώτης και δεύτερης γενεάς ταξινόμησε και τις δύο γενεές ως ομάδες που έχουν πρόβλημα παρακίνησης. Τέτοιες διαφορές στην προσέγγιση μπορεί να είναι λεπτές αλλά αντικατοπτρίζουν και τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζονται οι μετανάστες, και τα μηνύματα τα οποία στέλνονται προς τα έξω. Πράγματι, η αναγνώριση του υψηλού κινήτρου των νέων μεταναστών που συμμετέχουν στο πρόγραμμα JET σημαίνει ότι έχουν τώρα μια φήμη ως ιδιαίτερα δυναμική και πετυχημένη ομάδα, γεγονός που αυξάνει τη θετική υποδοχή τους και από την ίδια την επαγγελματική σχολή και από τις τοπικές επιχειρήσεις. Όταν υποστηρίζουν δεύτερης ή τρίτης γενεάς μεταναστών, οι τοπικές πρωτοβουλίες εστιάζουν συχνά στην παροχή υποστήριξης στις νέες ηλικίες, για να αποτρέψουν τον αποκλεισμό τους αργότερα στη ζωή. Στην Ισπανία, η τοπική επιχείρηση ανάπτυξης της Σάντα Κολόμα ντε Γκραμενέτ (Santa Coloma de Gramenet) είδε τη σχετική απομόνωση των μεταναστών ως βασικό παράγοντα που οδηγεί στη μειωμένη επίδοση των παιδιών τους στο εκπαιδευτικό σύστημα: υπάρχει ένα ποσοστό σχολικής αποτυχίας 40% στο δήμο. Επομένως, υποστήριξε και προώθησε την δια-πολιτισμικότητα στα σχολεία, που ενθαρρύνει τα παιδιά να μάθουν διαφορετικές γλώσσες, και πολιτιστικές και εθνικές πρακτικές στην κοινότητα. Ενθαρρύνουν επίσης τις ανταλλαγές μεταξύ των αθλητικών λεσχών και των οικογενειών για να αυξήσουν την αμοιβαία κατανόηση. Ομοίως, παρά το γεγονός που τα παιδιά των μεταναστών μπορεί να έχουν καλύτερες επιδόσεις έναντι των γηγενών

Από τη Μετανάστευση στην Ενσωμάτωση: Σύγκριση Τοπικών Πρακτικών

αντίστοιχών τους στις Ηνωμένες Πολιτείες και τον Καναδά (βλ. Reitz, 2003), το Κοινοτικό Κολέγιο του Νόργουοκ (Norwalk Community College) προβληματίζεται ιδιαίτερα για την επίδοση των παιδιών των μεταναστών πρώτης γενεάς και έχει αναπτύξει τις «ACTS (: ΠΡΑΞΕΙΣ) προγράμματα για παιδιά» που δίνουν προτεραιότητα στην αντιμετώπιση του προβλήματος ότι μικρά παιδιά γίνονται μέλη συμμοριών. Το πρόγραμμα χρησιμοποιεί μια προσέγγιση εταιρικής συνεργασίας που περιλαμβάνει το δήμαρχο, το σχολικό επιθεωρητή, την ένωση δασκάλων, τον διευθυντή της στέγασης στην πόλη, και το τοπικό εμπορικό επιμελητήριο μεταξύ των άλλων, για να εξετάσει τον προβληματισμό των διευθύνσεων για ένα κενά στα επιτεύγματα που υπάρχουν μεταξύ των τοπικών μαθητών στα δημόσια σχολεία του Νόργουοκ και για να φτιάξει πετυχημένους μαθητές από γεννησιμιού τους. Ο Πίνακας 1.5. κατωτέρω παρέχει μια σύνοψη των διαφορετικών τύπων των παρεχομένων υποστηρίξεων, και οι οποίοι βασίζονται στο χρονικό διάστημα που οι μετανάστες είναι στη χώρα (από τους νεοφερμένους μέχρι τους απογόνους της δεύτερης ή τρίτης γενεάς). Τέλος, οι δραστηριότητές διαφόρων τοπικών πρωτοβουλιών στοχεύουν στις συγκεκριμένες εθνοτικές ομάδες. Όπως σημειώνεται ανωτέρω, από μερικούς θεωρείται ότι η συνεργασία με μεμονωμένες κοινότητες μπορεί να επιτρέψει την κατανόηση συγκεκριμένου τύπου ζητημάτων και να έχει πιθανόν επιπτώσεις στην πρόσβαση απασχόλησης αυτών των κοινοτήτων (π.χ. η φύση και η δομή της αγοράς εργασίας στη χώρα καταγωγής, ιδιαίτερες πολιτιστικές και θρησκευτικές πρακτικές, και ζητήματα ρατσισμού και διακρίσεων). Υπάρχει επίσης ο προβληματισμός, εντούτοις, ότι τέτοιες πολιτικές μπορούν τελικά να δημιουργήσουν ανταγωνισμό μεταξύ των διαφορετικών κοινοτήτων και επομένως να είναι διαχωριστικές. Στη Γαλλία, την Ισπανία και την Ελβετία, οι τοπικοί φορείς χάραξης πολιτικής έχουν προσπαθήσει να ξεπεράσουν τέτοια προβλήματα με να στοχεύσουν περισσότερο συγκεκριμένες γειτονιές (όπου υπάρχει μεγάλη συγκέντρωση μεταναστών) παρά σε συγκεκριμένες εθνοτικές ομάδες, και πράγματι σε μερικά μέρη οι τοπικές αρχές αποφεύγουν την άμεση στοχοθέτηση των μεταναστών στις πολιτικές τους. Ένα κύριο χαρακτηριστικό της καντονικής πολιτικής της Ζυρίχης για την ενσωμάτωση, παραδείγματος χάριν, ήταν να αντιμετωπίσουν τα προβλήματα που βίωναν οι μετανάστες ως «προβλήματα αποκλεισμού» παρά «ως προβλήματα που βιώθηκαν ιδιαίτερα από τους μετανάστες». Πράγματι μερικοί εμπειρογνώμονες προειδοποιούν ενάντια στην «φυλετικοποίηση» (racialising) ή την πολιτιστικοποίηση (culturalising) του αποκλεισμό ως κοινωνικό φαινόμενο, υποστηρίζοντας ότι, όταν συνδέουν οι

123

124

άνθρωποι την ένδεια με ανθρώπους από ιδιαίτερα πολιτιστικά και πολιτισμικά υπόβαθρα, ξεχνούν ότι εξετάζουν στην πραγματικότητα την ένδεια ως ζήτημα. Στην Ευρώπη, παραδείγματος χάριν, η μετανάστευση πρέπει να μελετηθεί σε μερικές ευρωπαϊκές χώρες στα πλαίσια του υψηλού ποσοστού ανεργίας, και της ύπαρξης των «αστικών νεροχυτών ένδειας» (urban poverty sinks) στους οποίους συγκεντρώνονται και οι γηγενείς και οι μετανάστες. Ένα βασικό ζήτημα τέτοιων «αστικών νεροχυτών» είναι ότι μερικές εθνοτικές ομάδες είναι εμφανείς (π.χ. φαίνονται είτε από το χρώμα του δέρματος είτε από τον τρόπο ομιλίας τους), και ένας από τους παράγοντες που έχει Πίνακας 1.5. Στοχοθέτηση του χρόνου παραμονής στη χώρα Χρόνος παραμονής στη χώρα Νεοφερμένοι

Δεύτερη και Τρίτη γενεά

Γλωσσική κατάρτιση.

Προγράμματα κατάρτισης ατόμων που δεν είναι εύκολα προσβάσιμοι (outreach) στις τοπικές κοινωνίες.

Υποστήριξη εξεύρεση εργασίας και καθοδήγηση γενικού προσανατολισμού.

Προγράμματα που ζητούν να επανεντάξουν αποκαρδιωμένες και χωρίς δικαίωμα ψήφου ομάδες.

Προετοιμασία βιογραφικού σημειώματος.

Προγράμματα που βελτιώνουν δικαιώματα και συνθήκες απασχόλησης, και αντιμετωπίζουν την άτυπη κοινωνία.

Παροχή συμβουλών και πληροφοριών στους εργοδότες για εφαρμογή καλών πρακτικών στους νεοφερμένους.

Προγράμματα που αντιμετωπίζουν τον ρατσισμό.

Γλωσσική κατάρτιση για επαγγελματικούς / ειδικούς σκοπούς.

Πρωτοβουλίες που μειώνουν την αποξένωση μερικών κοινοτήτων.

Έλεγχοι δεξιοτήτων και αξιολογήσεις προηγούμενων γνώσεων.

Προγράμματα που στοχεύουν τα παιδιά των μεταναστών και την υποστήριξη της σχολικής τους επίδοσης.

Προγράμματα Σ.Υ.Υ.

Προγράμματα θετικής δράσης.

Υποστήριξη πρακτικών ασκήσεων Προγράμματα Σ.Υ.Υ. και καθοδήγηση επαγγελματικής εμπειρίας και προγράμματα για την εξέλιξη της σταδιοδρομίας. «γεφυρώματος» επαγγελματικής σταδιοδρομίας. Πηγή: OECD LIILM Project.

Από τη Μετανάστευση στην Ενσωμάτωση: Σύγκριση Τοπικών Πρακτικών

οδηγήσει στις πρόσφατες ταραχές στα προάστια της Γαλλίας είναι ότι οι κατοικίες των φτωχότερων ομάδων έχουν συγκεντρωθεί στα περίχωρα των πόλεων, παραμένοντας αθέατες από την ευρύτερη κοινωνία. Ο συνδυασμός αυτής της έλλειψης έκθεσης και της «φυλετικοποίησης» («racialisation») του ζητήματος αποτρέπουν τον ευρύτερο πληθυσμό από τη διερεύνηση αποτελεσματικότερων λύσεων. Ο ρόλος των εθνικών φορέων: δημιουργώντας ένα ενθαρρυντικό περιβάλλον πολιτικής

Ήταν προφανές σε όλες τις υπό μελέτη χώρες ότι το πλαίσιο εθνικής πολιτικής άσκησε σημαντική επίδραση στη δυνατότητα των περιφερειακών και τοπικών φορέων να υποστηρίξουν την ενσωμάτωση των μεταναστών. Δεν είχαν όλοι οι τοπικοί εταίροι την απαραίτητη υποστήριξη από το εθνικό επίπεδο για να προωθήσουν την ημερήσια διάταξη ενσωμάτωσης τοπικά. Πράγματι, οι τοπικοί εταίροι φαίνονται συχνά να αναπτύσσουν αποτελεσματική προσέγγιση ενσωμάτωσης λόγω της ίδιας τους της θέλησης, παρά λόγω των εθνικών πολιτικών και προγραμμάτων. Ένα πολύ καλό περιβάλλον εθνικής πολιτικής είναι σημαντικό σε πολλές και διαφορετικές περιοχές. Οριζόντια επικοινωνία σε τοπικό επίπεδο δεν είναι το μόνο εργαλείο διασφάλισης μεγαλυτέρου ταιριάσματος μεταξύ προσφοράς και ζήτησης: η κάθετη επικοινωνία είναι επίσης σημαντική. Είναι δύσκολο, παραδείγματος χάριν, για τους τοπικούς φορείς να ασκήσουν σημαντική επίδραση στην υποστήριξη της ενσωμάτωσης εάν γενικά οι μετανάστες που έρχονται στη χώρα δεν έχουν το κατάλληλο προφίλ και τις δεξιότητες για να ικανοποιήσουν τη ζήτηση που υπάρχει στην αγορά εργασίας. Στον Καναδά παραδείγματος χάριν, διάφοροι τοπικοί εταίροι εξέφρασαν την ανησυχία τους σχετικά με το μοντέλο του εθνικού «ανθρώπινου δυναμικού» που προσλαμβάνει στρατολογεί τους πολύ καλά καταρτισμένους πτυχιούχους, όταν οι τοπικές αγορές εργασίας έχουν την ανάγκη για τους λιγότερο ειδικευμένους ώστε να συμπληρώσουν τις χαμηλότερες σε ειδίκευση επαγγελματικές κενές θέσεις εργασίας. Οι τοπικοί εταίροι δείχνουν πόσο πολύ απογοητευμένοι είναι από το γεγονός ότι ιδιαίτερα καταρτισμένοι μετανάστες ήρθαν στον Καναδά βάσει των επαγγελματικών δεξιοτήτων τους, αλλά τελικά αναγκάζονται να δεχτούν μια χαμηλότερη σε ειδίκευση εργασία. Ενώ δεν είναι αναγκαία η σύσταση για αλλαγή του μοντέλου αυτού καθ’ εαυτού, είναι εμφανές ότι η έμφαση «στην προσαρμοστικότητα» που βρίσκεται στην καρδιά του ανθρώπινου δυναμικού πρέπει να κοινοποιηθεί καλύτερα στους μελλοντικούς μετανάστες.

125

126

Η πολύ καλή επικοινωνία μεταξύ των τοπικών / περιφερειακών και εθνικών φορέων χάραξης πολιτικής είναι ιδιαίτερα σημαντική λόγω της διαφοροποίησης που υπάρχει στη ζήτηση εργασίας. Ο Harris (2003), παραδείγματος χάριν, έχει υποστηρίξει ότι οι πόλεις έχουν τις ιδιαίτερες ανάγκες δεξιοτήτων που απεικονίζονται όχι πάντα στην εθνική πολιτική μετανάστευσης, και το βρίσκει υποκριτικό που οι κυβερνήσεις περιορίζουν την ενσωμάτωση των χαμηλά ειδικευμένων εργαζομένων, οι οποίοι χρειάζονται για να εκτελέσουν τις βασικές υπηρεσίες, γεγονός το οποίο η οποία οδηγεί σε ένα μεγάλο ποσοστό αυτής της μετανάστευσης να εμφανίζεται ως παράνομη. Προκειμένου να μειωθούν τέτοιοι κακοί συνδυασμοί και να μεγιστοποιηθεί η συμβολή των μεταναστών στην αγορά εργασίας, είναι σημαντικό το νομικό πλαίσιο και τα προγράμματα επιλογής για τη μετανάστευση να λαμβάνουν υπόψη τους τις διαφορές στη ζήτηση σε τοπικό επίπεδο. Ο Καναδάς έχει προσπαθήσει να ταιριάξει καλύτερα τους μετανάστες με τις περιφέρειες υποδοχής με το να εισάγει τις «επαρχιακές συμφωνίες υποψηφίων» (provincial nominee agreements) που επιτρέπουν στις επαρχίες για να έχουν κάποιο έλεγχο στην επιλογή των μεταναστών που έρχονται στην περιοχή τους. Η Συμφωνία του Κεμπέκ με τον Καναδά παρέχει στην επαρχία έναν πολύ καθοριστικό ρόλο στην επιλογή μετανάστευσης, και τη δυνατότητα να ψάξει για ορισμένες δεξιότητες μεταξύ των νέων μεταναστών, ιδιαίτερα τη δυνατότητα να μιλούν (οι μετανάστες) τη γαλλική γλώσσα. Το Κεμπέκ είναι αρμόδιο για τον καθορισμό του αριθμού μεταναστών που επιθυμεί να λάβει, επιλέγοντας τους περισσότερους μετανάστες (αποκλείοντας τους αιτούντες άσυλο και τις οικογένειες των προσφύγων), και σχεδιάζοντας και εκτελώντας τα δικά του προγράμματά υποδοχής και ενσωμάτωσης των μεταναστών. Αυτή την περίοδο, η διαδικασία επιλογής ενημερώνεται ώστε να έχει μια καλύτερη άποψη για τις ανάγκες αγοράς εργασίας, ιδιαίτερα για την ανάγκη για τεχνικούς και τεχνολόγους. Η Μανιτόμπα έχει αναπτύξει πιο πρόσφατα το δικό της πολύ ενεργό επαρχιακό πρόγραμμα υποψηφίων. Εντούτοις, η επαρχία δεν δίνει ιδιαίτερη έμφαση στις απαιτούμενες ικανότητες, εν μέρει επειδή η αγορά εργασίας αλλάζει τόσο γρήγορα που δεν επιτρέπει αποτελεσματικές προβλέψεις, και εν μέρει επειδή η πιο υψηλή προτεραιότητά της είναι να κάνει τους μετανάστες να παραμείνουν πιστοί στην περιοχή, επειδή έχει χάσει μετανάστες που πήγαν σε γειτονικές επαρχίες. Οι απαιτήσεις δεξιοτήτων έχουν εκτοπιστεί από τους δεσμούς με τους φίλους και την οικογένεια που ήδη ζουν στην επαρχία.

Από τη Μετανάστευση στην Ενσωμάτωση: Σύγκριση Τοπικών Πρακτικών

Ο νέος κατάλογος των ασυμπλήρωτων θέσεων εργασίας στην Ισπανία αντιπροσωπεύει το δικαίωμα που έχουν όλες οι περιοχές να εκφράσουν τη γνώμη τους για τον προσδιορισμό των δεξιοτήτων σε ζήτηση και να προσλαμβάνουν άμεσα μετανάστες σε αυτές τις θέσεις, λόγω του πολύ καλού ρόλου που παίζουν οι περιφερειακές αρχές στην ενημέρωση του καταλόγου. Εντούτοις, ο κατάλογος καταγράφει μόνο τις τρέχουσες ασυμπλήρωτες κενές θέσεις εργασίας, παρά να προβλέπει εκείνες που θα έχουν την μεγάλη ζήτηση στο μέλλον, και τούτο σημαίνει ότι η ανταγωνιστικότητα της αγοράς εργασίας είναι κατά ένα μεγάλο μέρος στο όριο του φάσματος της χαμηλής ειδίκευσης. Στην Ιταλία, οι περιοχές έχουν κάποια ελευθερία να επηρεάσουν τον αριθμό των μεταναστών που λαμβάνουν μέσω του εθνικού συστήματος ποσόστωσης, και είναι σαφές ότι μερικές περιοχές έχουν καλύτερη φωνή (ώστε να εκφράζουν την άποψη και την θέλησή τους) σε αυτό το ζήτημα από άλλες: Το Τρέντο (Trento), παραδείγματος χάριν, ήταν ιδιαίτερα αποτελεσματικό στην υποστήριξη της αύξησης του αριθμού των μεταναστών, και ενισχύθηκε από το γεγονός ότι η επαρχία ήταν σε θέση να αποδείξει ότι μπορεί να διαχειριστεί αποτελεσματικά τη μετανάστευση σε τοπικό επίπεδο, ταιριάζοντας την προσφορά με τη ζήτηση και διασφαλίζοντας ότι οι προσωρινοί εργαζόμενοι δεν έμειναν στην περιοχή μετά το πέρας των συμβάσεών τους. Μια περαιτέρω ιδιαίτερα σημαντική περιοχή για την εθνική πολιτική υποστήριξης (των μεταναστών) είναι η νομοθεσία εναντίον των διακρίσεων­. Οι τοπικοί φορείς χρειάζεται να προσφεύγουν σε μια ισχυρή και εύκολα κατανοητή νομοθεσία ενάντια των διακρίσεων όταν αντιμετωπίζουν αρνητικές τοποθετήσεις από τους εργοδότες. Στο Ηνωμένο Βασίλειο (Η.Β.), παραδείγματος χάριν, η νομοθεσία ίσων ευκαιριών είναι σημαντική για την παρεμπόδιση διακρίσεων ενάντια στις εμφανείς μειονότητες μεταξύ των μεταναστών και των απογόνων τους. Η Ισπανία ακολουθεί αυτήν την περίοδο τα βήματα του Η.Β., έχοντας πρόσφατα συστήσει ένα «Συμβούλιο για την Προώθηση Ίσων Ευκαιριών και Μη Διακρίσεων λόγω της Φυλετικής ή Εθνικής Προέλευσής τους», σύμφωνα με τη γραμμή της Επιτροπής για τη Φυλετική Ισότητα στο Η.Β. Σε αντίθεση, η νομοθεσία της Ελβετίας ενάντια των φυλετικών διακρίσεων είναι σχετικά αδύναμη, και αυτό υπονομεύει τη δυνατότητα των τοπικών φορέων να ενθαρρύνουν τους εργοδότες για να πάρουν τους νεοφερμένους μετανάστες στην απασχόληση. Διάφορες τοπικές επαγγελματικές σχολές εξέθεσαν τη μεροληπτική στάση απέναντι στους σπουδαστές τους, παραδείγματος χάριν, αλλά δεδομένης της έλλειψης ενός ομοσπονδιακού νόμου ενάντια των διακρίσεων, το μόνο τους εργαλείο ήταν η πειθώ, και συχνά σε προσωπική βάση.

127

128

Οι εθνικοί φορείς χάραξης πολιτικής μπορούν επίσης να υποστηρίξουν τους τοπικούς και περιφερειακούς φορείς μέσω της ανάπτυξης μιας στρατηγικής ομπρέλας (overarching) και ενός συνεπούς πολιτικού μηνύματος για την αξία των μεταναστών στην κοινωνία. Τέτοια πολιτικά μηνύματα είναι σημαντικά για την οικοδόμηση θετικής στάσης (των πολιτών) απέναντι στους μετανάστες, στα πλαίσια της αυξανόμενης κλίμακας και της σημασίας της μετανάστευσης και, σε μερικές περιπτώσεις, της αρνητικής κάλυψής της μέσω των ΜΜΕ. Στον Καναδά, παραδείγματος χάριν, έχει δοθεί ιδιαίτερη προσοχή ώστε να διασφαλιστεί ότι τα θετικά μηνύματα σχετικά με τους νέους μετανάστες αποστέλλονται, διαχωρίζοντας εσκεμμένα τις υπηρεσίες που παρέχονται στους μετανάστες από τη γενικευμένη παροχή της κρατικής κοινωνικής πρόνοιας προκειμένου να αποσυνδεθεί η μετανάστευση από τα ζητήματα εξάρτησης κοινωνικής προνοίας και ευημερίας. Η διαδεδομένη χρήση του όρου «νεοφερμένου» παρά μετανάστη μπορεί να θεωρηθεί ότι είναι συνώνυμη με αυτήν την προσέγγιση, δεδομένου ότι ο όρος μετανάστης μπορεί σε μερικές περιπτώσεις να έχει αρνητικές νοηματοδοτήσεις. Οι νέες στρατηγικές ενσωμάτωσης στην Ισπανία και την Ελβετία, που και δύο εισήχθηκαν ταυτόχρονα, προμηνύουν επίσης κάτι καλό από την άποψη δημιουργίας μιας κοινής θετικής δέσμευσης προς την ενσωμάτωση. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό ότι οι εθνικές κυβερνήσεις αποφεύγουν τις αντιφάσεις στα πολιτικά μηνύματά τους, προκειμένου να αποφύγουν τη σύγχυση και μεταξύ των σχετικών φορέων και των τοπικών εργοδοτών. Ενώ και η κυβέρνηση του Η.Β. και ο δήμαρχος του Λονδίνου προωθούν μηνύματα υπέρ της ποικιλομορφίας, στο οποίο η μετανάστευση και η ποικιλομορφία χαιρετιούνται ως μια ευκαιρία, οι εθνικοί φορείς χάραξης πολιτικής πρόσφατα έχουν περιορίσει την πρόσβαση στην απασχόληση και την κατάρτιση για τους αιτούντες άσυλο προκειμένου να αποτρέψουν τη λογική ότι το άσυλο είναι μια αποτελεσματική οικονομική διαδρομή (route) στη χώρα. Ενώ αυτό μπορεί να είναι αξιέπαινο, έχει στείλει αρνητικό μήνυμα και στις ΜΚΟ (που είναι απογοητευμένες επειδή οι αιτούντες άσυλο χάνουν τις δεξιότητες και την αξιοπιστία με τους εργοδότες κατά τη διάρκεια της διαδικασίας της αίτησης ασύλου) και στους εργοδότες οι οποίοι καταλήγουν να μπερδεύονται με τη νομιμότητα ή μη της χρησιμοποίησης διαφορετικών τύπων μεταναστών. Η διαφάνεια είναι βασικής σπουδαιότητας για τους εργοδότες, δεδομένου ότι η νομοθεσία που περιλαμβάνεται στην απασχόληση των μεταναστών μπορεί να θεωρηθεί ως ένα πιθανό ναρκοπέδιο, με τις περιπλοκές σχετικά με τους κανονισμούς των αδειών, οι οποίες άδειες μπορεί να θεωρηθούν ότι αυξάνουν τον «κίνδυνο» που εμπεριέχεται στην πρόσληψη των νεοφερμένων μεταναστών.

Από τη Μετανάστευση στην Ενσωμάτωση: Σύγκριση Τοπικών Πρακτικών

Η διοικητική αποκέντρωση μπορεί να δημιουργήσει μια ιδιαίτερα συγκεχυμένη εικόνα για την αξία που δίνεται στους μετανάστες στην οικονομία και την ευρύτερη κοινωνία. Στην Ελβετία, οι διαφορές μεταξύ των καντονικών πολιτικών για την ενσωμάτωση έχουν οδηγήσει σε ένα συνοθύλευμα πολιτικών και φαινομενικά αυθαιρέτων διαφορών στους όρους υποδοχής για τους μετανάστες. Σε ομοσπονδιακό επίπεδο, το κράτος προσπαθεί αυτήν την περίοδο να το φτιάξει αναπτύσσοντας ένα ισχυρό αποκεντρωμένο πλαίσιο για την πολιτική ενσωμάτωσής του που να διασφαλίζει ότι κάθε καντόνι έχει έναν «εκπρόσωπο ενσωμάτωσης», ο οποίος είναι καντονικός ανώτερος υπάλληλος του οποίου η δουλειά είναι να διατηρήσει τις διασυνδέσεις με τις ομοσπονδιακές πολιτικές και τους ομοσπονδιακούς φορείς και να ενεργεί ως κεντρικό σημείο για την ανάπτυξη πολιτικών ενσωμάτωσης. Στο Νεσατέλ, παραδείγματος χάριν, ο εκπρόσωπος ενσωμάτωσης έχει αναλάβει ένα ευρύ φάσμα των ευθυνών, που υποστηρίζει τα επιμορφωτικά προγράμματα για τους νέους μετανάστες και που συνεργάζεται με τις τοπικές αρχές στέγασης για να προσπαθήσει να αποφύγει τη συγκέντρωση συγκεκριμένων ομάδων σε ορισμένα κτήρια και ορισμένες περιοχές. Η πολιτική της εισαγωγής των εκπροσώπων ενσωμάτωσης είναι σχετικά νέα και είναι επομένως δύσκολο να αξιολογηθεί πώς λειτουργεί σε όλα τα καντόνια, εντούτοις η αξία της κοινής προσέγγισης σε καντονικό επίπεδο μπορεί να θεωρηθεί ότι ήδη λειτουργεί ως ένα ορισμένο βαθμό στον τομέα της εκπαίδευσης, με τους διευθυντές των επαγγελματικών σχολών να συμμετέχουν τακτικά σε δια-καντονικές συζητήσεις για την ενσωμάτωση. Στα πλαίσια της διοικητικής αποκέντρωσης, είναι επίσης σημαντικό ότι σε εθνικό επίπεδο υποστηρίζεται η μεταφορά της καινοτομίας και της ορθής πρακτικής από τη μια περιφέρεια στην άλλη, ιδιαίτερα στην περίπτωση εμφάνισης νέων περιφερειών που δεν έχουν αντιμετωπίσει μέχρι τώρα ζητήματα μετανάστευσης. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, οι επιχορηγήσεις επίδειξης διαδραματίζουν χρήσιμο ρόλο στην πρότυπη πιλοτική δράση των ταμείων κεφαλαίου εκκίνησης (seedcapital fund pilot action) και της ορθής πρακτικής και στην ενθάρρυνση άλλων περιοχών ώστε να μάθουν το αποτέλεσμα τέτοιων πιλοτικών προγραμμάτων. Η πρωτοβουλία «Οικοδομώντας τη Νέα Αμερικάνικη Κοινότητα» (Building the New American Community ή BNAC) εφαρμόστηκε, παραδείγματος χάριν, σε τρεις πόλεις που δεν έχουν βιώσει τη μετανάστευση μέχρι σήμερα. Αυτό έχει επιτρέψει και τον πειραματισμό με νέες προσεγγίσεις σε τομείς που έχουν κενά (blank slate) σε σχέση με τη χάραξη πολιτικών, και συγχρόνως την εισαγωγή της ορθής πρακτικής από αλλού.

129

130

Συμπεράσματα και συστάσεις για χάραξη πολιτικής Ανάλογα με την ανάλυση των πρακτικών που επισκοπήθηκαν και των κενών που προσδιορίζονται στην παρούσα παροχή υπηρεσιών, μπορούν να γίνουν διάφορες συστάσεις για χάραξη πολιτικής στους τοπικούς, περιφερειακούς και εθνικούς φορείς χάραξης πολιτικής που εργάζονται στον τομέα αυτό. Σε τοπικά και περιφερειακά επίπεδα

Διασφαλίστε πολύ καλό συντονισμό και καθοδήγηση μεταξύ των φορέων Είναι ζωτικής σημασίας να διατηρούνται οι ισχυρές διασυνδέσεις μεταξύ των οργανώσεων που εργάζονται σε τοπικό επίπεδο για την υποστήριξη της ενσωμάτωσης των μεταναστών στην αγορά εργασίας των μεταναστών, ώστε να διασφαλιστεί ότι οι μετανάστες καθοδηγούνται επαρκώς προς τις νέες πηγές βοήθειας στη μετάβασή τους από τη μετανάστευση στην απασχόληση. Τέτοιος συντονισμός ίσως να απαιτήσει την καθιέρωση εταιρικών συνεργασιών και δικτύων όπου οι εταίροι μπορούν να συναντώνται τακτικά και να μοιράζονται τις εμπειρίες τους. Τέτοιοι μηχανισμοί διακυβέρνησης πρέπει να ρυθμίζονται με τέτοιο τρόπο ώστε να επιτρέπουν στους τοπικούς φορείς να μοιράζονται την ορθή πρακτική και τις πληροφορίες για τις ενδεχομένως παρεχόμενες υπηρεσίες, και να αναπτύσσουν κοινή δέσμευση στις πολιτικές και τα προγράμματα, ενώ επίσης θα έπρεπε να συζητούν τους τρόπους των καλύτερων κεντρικών (mainstream) προγραμμάτων ένταξης που να προσαρμόζονται στις ανάγκες των μεταναστών.20 Εταιρικές συνεργασίες πρέπει να οργανώνονται με σχετικά μακροπρόθεσμους στόχους κατά νου, καθώς η ενσωμάτωση είναι συχνά μόνο μια σταδιακή διαδικασία. Η Συνεργασία Ανανέωσης (Renewal partnership) στο Λονδίνο είναι ένα παράδειγμα μιας εταιρικής συνεργασίας που έχει επιτρέψει στους τοπικούς φορείς να ξεπεράσουν το βραχυπρόθεσμο (short-termism) που είναι σύμφυτο στα επιχορηγούμενα προγράμματα, λαμβάνοντας μια πιο μακροπρόθεσμη στρατηγική άποψη. Λαμβάνοντας υπόψη τον αριθμό των ενεργών εταίρων σε αυτό τον τομέα, είναι προφανώς σημαντικό ότι οι εταιρικές συνεργασίες είναι χωρίς αποκλεισμούς. Εντούτοις, ίσως οι σημαντικότεροι εταιρικοί συνεργάτες να είναι οι εργοδότες. Επιτρέποντας λοιπόν στους εργοδότες να έχουν ενεργό ρόλο στο σχεδιασμό των πολιτικών και των προγραμμάτων θα διασφαλίσει ότι αυτές οι πολιτικές

Από τη Μετανάστευση στην Ενσωμάτωση: Σύγκριση Τοπικών Πρακτικών

και τα προγράμματα ικανοποιούν τις ανάγκες ζήτησης, και είναι ελκυστικές σε άλλους τοπικούς εργοδότες, όπως καταδεικνύονται από τη συνεργασία του Toronto based Region Immigration Employment Council (TRIEC) στο Τορόντο. Οι εργοδότες μπορούν επομένως να διαδραματίσουν έναν σημαντικό ρόλο στη μείωση του χάσματος μεταξύ της προσφοράς και της ζήτησης στην αγορά εργασίας σε τοπικό επίπεδο. Η εμπλοκή τέτοιων εταίρων, και η διατήρηση αυτής της εμπλοκής, μπορεί να είναι σκληρή εργασία, και οι εταιρικές συνεργασίες να πρέπει να διαχειρίζονται καλά, και, σε πολλές περιπτώσεις, να διευθύνονται από έναν συγκεκριμένο συντονιστή εταιρικής συνεργασίας που να έχει την ευθύνη έλξης και διατήρησης μελών. Ο συνασπισμός BNAC στο Νάσβιλ, παραδείγματος χάριν, άρχισε με μια ισχυρή εκπροσώπιση φορέων ιδιωτικού τομέα λόγω του κύριου ρόλου που διαδραμάτισε το τοπικό εμπορικό επιμελητήριο. Εντούτοις, όταν ο εκπρόσωπος του επιμελητηρίου άφησε αυτόν τον συνασπισμό, η εταιρική συνεργασία είχε πρόβλημα στο να διατηρήσει τη συμμετοχή των εταίρων από πλευράς ζήτησης, κάτι που υπονόμευσε τη γενική επιτυχία του (Migration Policy Institute, 2004). Όπου δεν είναι δυνατό να εμπλέκονται οι εργοδότες, είναι ουσιαστικό οι τοπικοί εταίροι να προστρέχουν τουλάχιστον στις πληροφορίες για τη τοπική αγορά εργασίας στον προγραμματισμό και να κάνουν επισκόπηση των δραστηριοτήτων τους, συμπεριλαμβανομένων των τρεχόντων και προβλεπόμενων αναγκών και των κενών στις δεξιότητες. Είναι πιθανό ότι προτεραιότητα που δίνεται στη διασύνδεση της προσφοράς και της ζήτησης στην τοπική αγορά εργασίας μέσα στην πολιτική μετανάστευσης / ενσωμάτωσης μπορεί να αυξηθεί καθώς οι περιοχές βιώνουν μεγαλύτερα κενά στις δεξιότητες και οι τοπικές αγορές εργασίας γίνονται λιγότερο αυτάρκεις στα πλαίσια της δημογραφικής αλλαγής. Περιφερειακοί και τοπικοί φορείς αρχίζουν ήδη να εξετάζουν τη μετανάστευση ως πιθανή ευκαιρία στις στρατηγικές οικονομικής ανάπτυξής τους στον Καναδά, την Ιταλία, και μερικές πόλεις των Η.Π.Α. Στον Καναδά, η επιθυμία να προσελκύσει νέους μετανάστες είναι ένα ουσιαστικό μέρος της στρατηγικής ανάπτυξης, και η βάση για το επαρχιακό πρόγραμμα υποψηφίων του Γουΐνιμπεγκ. Το Κεμπέκ επίσης έχει προσπαθήσει ενεργά να προσελκύσει μετανάστες κατά τη διάρκεια μιας μεγάλης περιόδου, και άλλες ακολούθως καναδικές επαρχίες: το 2005, οι δήμαρχοι από τη Νέα Σκοτία, τη Νέα Βρουνσβίκη, η Νήσος του Πρίγκιπα Εδουάρδου, Νέα Γη και Λαμπραντόρ συμμετείχαν σε μια διάσκεψη για να βρουν νέους τρόπους να κάνουν ελκυστικότερη την περιοχή τους στους μετανάστες, οι οποίοι γίνονται ουσιαστικοί στις τοπικές οικονομίες που γηράσκουν και έχουν αρνητική αλλαγή.21 Το Κλήβελαντ στο Οχάιο είναι ένα παράδειγμα μιας πόλης στις Ηνωμένες

131

132

Πολιτείες όπου υπάρχει ένας σαφής στρατηγικός στόχος προσέλκυσης ατόμων εξειδικευμένων και γεννημένων στο εξωτερικό.22 Στην Ιταλία, οι τοπικοί εταίροι έχουν προχωρήσει περισσότερο την ανάπτυξη των συγκεκριμένων διμερών σχέσεων με τις συγκεκριμένες περιοχές στις χώρες αποστολής για να διασφαλίσουν ότι οι μελλοντικοί μετανάστες εκπαιδεύονται στις δεξιότητες που θα είναι χρήσιμες στην τοπική ιταλική οικονομία, όπως ο τουρισμός. Τέτοιες διμερείς ρυθμίσεις θα μπορούσαν να υιοθετηθούν και αλλού, ιδιαίτερα αφού θα μπορούσαν να βοηθήσουν τον περιφερειακό προγραμματισμό και στις χώρες αποστολής και υποδοχής (βλ. επίσης τον OECD, 2004c). Υποστηρίξτε την καινοτομία και τη θεσμοποίηση (mainstreaming) της ορθής πρακτικής

H καινοτομία και η ευελιξία είναι σημαντικές για τον τομέα της πολιτικής, που είναι κάτι σχετικά νέο σε πολλές περιοχές. Οι περιπτωσιολογικές μελέτες δίνουν έμφαση σε διάφορα εργαλεία για την υποστήριξη των καινοτόμων προσεγγίσεων, συμπεριλαμβανομένων των τοπικών και θεματικών εταιρικών συνεργασιών, και την παροχή εύκαμπτων προϋπολογισμών (όπως στην περίπτωση του προγράμματος CASI στη Μαδρίτη) και τοπικών επιχορηγήσεων για την καινοτομία (όπως το Ταμείο Προγράμματος Ενσωμάτωσης Μεταναστών στην Μανιτόμπα - Manitoba Immigrant Integration Programme Fund). Εντούτοις, είναι επίσης σημαντικό οι καινοτομίες να θεσμοθετούνται (mainstreamed) έτσι ώστε, τελικά, όλες οι τοπικές υπηρεσίες να προσαρμόζονται καλύτερα στις ανάγκες των μεταναστών. Ένα βασικό εύρημα-κλειδί της πρωτοβουλίας «Οικοδομώντας τη Νέα Αμερικάνική Κοινότητα» (BNAC) ήταν ότι η ενσωμάτωση είναι μια διαδικασία που περιλαμβάνει μια ολόκληρη κοινότητα, όχι μόνο τα πιο πρόσφατα μέλη της. Ενώ οι μετανάστες χρειάζεται να αλλάξουν και να προσαρμοστούν στη νέα κοινωνία τους, είναι επίσης σημαντικό για την κοινωνία να ανταποκριθεί και να επιφέρει τη συστημική αλλαγή για να προσαρμοστεί στις ανάγκες των μεταναστών. Τελικά, η πραγματική βελτίωση προς την ενσωμάτωση των μεταναστών μπορεί να προέλθει όχι από τις συγκεκριμένες τοπικές πρωτοβουλίες αλλά από τις κύριες (mainstream) εξελίξεις, όπως η βελτίωση στις συνθήκες απασχόλησης και η νομιμοποίηση της άτυπης αγοράς εργασίας, μείωση των εμποδίων για την είσοδο των επαγγελμάτων, η διαθεσιμότητα σειρών μαθημάτων που να είναι διαθέσιμα καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους και που να αξιολογούν και να λαμβάνουν υπόψη τις προγενέστερες ειδικότητες και τις δεξιότητες, η καλύτερη παιδική μέριμνα, η προσβάσιμη στέγαση και η εξάλειψη θυλάκων στέρησης, και κέντρα εργασίας τα οποία να

Από τη Μετανάστευση στην Ενσωμάτωση: Σύγκριση Τοπικών Πρακτικών

λαμβάνουν υπόψη σοβαρά τις δεξιότητες και τα προσόντα πληθυσμών (που τα απέκτησαν είτε τοπικά είτε στο εξωτερικό). Ο Giguère (2004), για παράδειγμα, έχει διαπιστώσει ότι αν και οι εταιρικές συνεργασίες και τα προγράμματα καλύπτουν τα πολιτικά κενά και φέρνουν οφέλη στην τοπική κοινότητα, οι νέες υπηρεσίες μπορούν να παρασχεθούν αποτελεσματικότερα από τα δημόσια όργανα. Συζητώντας το ρόλο των νέων υπηρεσιών που αναπτύσσονται από τις εταιρικές συνεργασίες ιδιαίτερα, υποστηρίζει ο Giguère ότι «η παροχή (delivery) υπηρεσιών παράλληλα με το δημόσιο τομέα δεν επιτρέπει στον τελευταίο να μάθει νέες τεχνικές εργασίας και βελτίωσης των μεθόδων της. Ο αντίκτυπος στη διακυβέρνηση είναι μέγιστος όταν η εταιρική συνεργασία βοηθά τους εταίρους, συμπεριλαμβανομένων των δημόσιων υπηρεσιών, στην εκτέλεση καλύτερης εργασίας». Υπό αυτήν τη μορφή, οι εταιρικές συνεργασίες στον τομέα της ενσωμάτωσης των μεταναστών ίσως να είναι οι αποτελεσματικότερες όταν επικεντρώνονται όχι στην παροχή των νέων υπηρεσιών, αλλά στο να γίνουν «φορείς της αλλαγής». Προκειμένου να υποστηριχθούν τέτοιες θεσμικές (mainstream) εξελίξεις είναι υποχρεωτικό οι τοπικοί εταίροι να καθιερώνουν διαδικασίες για την αμοιβαία (εκ)μάθηση, και για τη μεταφορά της ορθής πρακτικής από άλλες τοπικές περιοχές και περιφέρειες, και τα μαθήματα να μεταφέρονται στα εθνικά γραφεία των συγκεντρωμένων υπηρεσιών και των οργάνων. Στοχεύστε τους πόρους αποτελεσματικά

Είναι σημαντικό οι τοπικοί φορείς να λαμβάνουν υπόψη τους τη σωστή ισορροπία μεταξύ της παροχής της υποστήριξης για όλους τους νέους μετανάστες, και να αναπτύσσουν πιο στοχευμένες και εντατικές προσεγγίσεις που επιτρέπουν περισσότερη βιώσιμη ενσωμάτωση αγοράς εργασίας για ορισμένες ομάδες. Η στοχοθέτηση των μεταναστών σύμφωνα με τα επίπεδα δεξιοτήτων, την απασχολησιμότητα και άλλους παράγοντες θα ήταν μια πολύτιμη προσέγγιση στη μεγιστοποίηση της αποτελεσματικότητας των περιορισμένων κεφαλαίων για τουλάχιστον μερικά στοιχεία του μεταναστευτικού πληθυσμού. Πράγματι, ο Siemon (2003) περιγράφει τα οφέλη που προέρχονται από την «αρχή του να απομακρύνεται από το ποτιστήρι» («turning away from the watering can principle») προκειμένου να επικεντρωθεί στους βασικούς τομείς των τοπικών ευκαιριών. Εντούτοις, η στοχοθέτηση μπορεί επίσης να δημιουργήσει τα προβλήματα «του κοσκινίσματος (screening)» (δηλ. βοηθώντας εκείνους που είναι πιθανότερο να βρουν απασχόληση) και, στο άλλο άκρο, το στιγματισμό.

133

134

Ο κατάλληλος χρόνος των παρεμβάσεων είναι ιδιαίτερα σημαντικός. Είναι σημαντικό ότι οι τοπικοί φορείς παρέχουν την υποστήριξη που δεν κρατά τους μετανάστες έξω από την αγορά εργασίας για υπερβολικά μακρά περίοδο. Τα επιμορφωτικά μαθήματα, που επιτρέπουν στους μετανάστες για να στηριχτούν γρήγορα στις δεξιότητές τους για να ικανοποιήσουν τις τοπικές ανάγκες αγοράς εργασίας, είναι ζωτικής σημασίας, και πρέπει να είναι διαθέσιμα όλο το έτος, έτσι ώστε ο μετανάστης να μην τιμωρείται κατά την ημερομηνία άφιξής του – επειδή δεν θα υπάρχουν διαθέσιμα επιμορφωτικά μαθήματα εκείνη την περίοδο. Οι εταίροι στις καναδικές επαρχίες και στο Λονδίνο έχουν αναπτύξει τα σχέδια «γεφυρώματος» (“bridging”) για να επανεκπαιδεύσουν τους μετανάστες που ήταν προσοντούχοι στο εξωτερικό, αν και αυτά είναι απαραιτήτως μικρής κλίμακας λόγω του κόστους εφαρμογής. Η κοινωνική επιχείρηση Νεσατέλ στην Ελβετία προσφέρει επίσης ένα ισχυρό μοντέλο για την παροχή σύντομων σειρών μαθημάτων για τους χαμηλά ειδικευμένους μετανάστες στις ειδικότητες που βρίσκονται σε ζήτηση στην τοπική οικονομία. Οι πρωτοβουλίες που περιλαμβάνουν επιμόρφωση σε συνδυασμό με πρακτικές ασκήσεις επαγγελματικής εμπειρίας που προσφέρουν οι εργοδότες φαίνεται να είναι ιδιαίτερα επιτυχείς, τουλάχιστον αναφορικά με την πληρωμένη επαγγελματική εμπειρία ή την «εμβάπτιση» που έχει αναπτυχθεί στον Καναδά. Το ελβετικό πρότυπο μαθητείας είναι άλλο είδος πρακτικής άσκησης επαγγελματικής εμπειρίας, και σε αυτήν την περίπτωση ένας από παλιά καθιερωμένος μηχανισμός για την επιμόρφωση των νέων αφ’ ενός, ενώ για τους μετανάστες που ήδη έχουν εργασία μπορούν να εκμεταλλευτούν τα οφέλη του (του πρότυπου μαθητείας). Εντούτοις, στην ανάπτυξη τέτοιων σχεδίων είναι σημαντικό ότι οι μετανάστες καθοδηγούνται προς τις πρακτικές ασκήσεις επαγγελματικής εμπειρίας που αντικατοπτρίζουν τις δεξιότητες που έχουν ήδη αποκτήσει και τις φιλοδοξίες σταδιοδρομίας τους. Για να έχουν πραγματική επιτυχία, τέτοιες παρεμβάσεις απαιτούν επίσης την πολύ καλή συνεργασία των τοπικών εργοδοτών. Η διασφάλιση τέτοιας συμμετοχής μπορεί να απαιτεί οι τοπικοί φορείς να οικοδομούν εμπιστοσύνη και καλή επικοινωνία για κάποιο χρονικό διάστημα, όπως μπορεί να δει κανείς στο βασισμένο στο Τορόντο σχέδιο γεφυρών σταδιοδρομίας (career bridge scheme) και στο πρόγραμμα «εμβάπτισης» (Immersion) του Κεμπέκ στον Καναδά. Η ανάπτυξη πρωτοβουλιών που δίνει έμφαση στην καλή πρακτική μεταξύ των εργοδοτών είναι επίσης ένας χρήσιμος μηχανισμός για να επιταχυνθεί η συμμετοχή των εργοδοτών. Τέλος, οι βραδινές τάξεις είναι επίσης χρήσιμες επειδή επιτρέπουν στους μετανάστες να επιμορφώνονται ενώ εργάζονται ή αναζητούν εργασία.

Από τη Μετανάστευση στην Ενσωμάτωση: Σύγκριση Τοπικών Πρακτικών

Υποστηρίξτε την αναγνώριση και την ανάπτυξη των δεξιοτήτων

Είναι σημαντικό οι τοπικές περιοχές να υποστηρίζουν την αναγνώριση και την ανάπτυξη των δεξιοτήτων, ακόμα κι αν είναι σχετικά χαμηλού επιπέδου, μέσω των ελέγχων (audits) δεξιοτήτων, και της αναγνώρισης των ικανοτήτων και των προσόντων που έχουν αποκτηθεί στο εξωτερικό. Αυτό περιλαμβάνει την επιχορήγηση της πρόσβασης στους εθνικούς ή περιφερειακούς μηχανισμούς για την αναγνώριση των προσόντων. Οι τοπικές πρωτοβουλίες στον Καναδά και στο Λονδίνο έχουν οικοδομηθεί πάνω στην εργασία που έχουν κάνει οι εθνικοί και επαρχιακοί φορείς αναγνώρισης για να αναπτύξουν τα καινοτόμα σχέδια ώστε να βοηθήσουν εκείνους που εκπαιδεύτηκαν στο εξωτερικό. Η ελβετική κοινωνική επιχείρηση στο Νεσατέλ είναι επίσης ένα πολύ καλό παράδειγμα της ανάπτυξης πιστοποιημένων σειρών μαθημάτων για περισσότερο συγκεκριμένες τεχνικές δεξιότητες που είναι σχετικές για τους τοπικούς εργοδότες, ενώ επίσης καταγράφει πληροφορίες για τις γενικές δεξιότητες και τις ικανότητες που ενισχύουν την εμπιστοσύνη των εργοδοτών. Στις βασισμένες στη γνώση και τις υπηρεσίες οικονομίες η γλώσσα είναι ιδιαίτερα σημαντική, και οι τοπικές περιοχές πρέπει να διασφαλίσουν ότι τα ανωτέρου επιπέδου μαθήματα γλώσσας που ικανοποιούν τις ανάγκες των εργοδοτών θα είναι διαθέσιμα. Σε πολλές περιπτώσεις τέτοιες γλωσσικές ανάγκες θα είναι γενικές (generic), και ίσως περιλαμβάνουν την επιμόρφωση στις γενικές δεξιότητες επικοινωνίας που είναι σημαντικές για την οικονομία. Εντούτοις, τα μαθήματα γλώσσας για επαγγελματικούς σκοπούς πρέπει επίσης να είναι εύκολα διαθέσιμα για να επιτρέψουν στους μετανάστες να αναπτύξουν ένα λεξιλόγιο που τους προετοιμάζει για τους συγκεκριμένους εργασιακούς χώρους. Τέτοια επαγγελματικά μαθήματα γλώσσας διενεργούνται επιτυχώς στο Λονδίνο και στις καναδικές επαρχίες. Αντιμετωπίστε την άτυπη αγορά εργασίας

Στην Ισπανία και την Ιταλία, η εμπλοκή των μεταναστών στην άτυπη αγορά εργασίας είναι ένα σημαντικό εμπόδιο στην υποστήριξη της αποτελεσματικής ενσωμάτωσής τους στην αγορά εργασίας. Ενώ τα τοπικά υποκαταστήματα των συγκεντρωμένων φορέων έχουν συχνά τη δυσκολία να εργάζονται σε αυτό τον τομέα, είναι προφανές ότι οι τοπικές ΜΚΟ μπορούν να βοηθήσουν τους παράνομους μετανάστες στην τακτικότητα, ακόμα κι αν δεν μπορούν να αντιμετωπίσουν την ευρύτερη άτυπη οικονομία αυτή καθ’ εαυτή. Επιπλέον,

135

136

είναι σαφές ότι οι ενώσεις εργοδοτών και τα εργατικά συνδικάτα μπορούν να αποδειχθούν αποτελεσματικά στη βελτίωση των συνθηκών εργασίας για τους μετανάστες στο πλαίσιο των τομέων της απασχόλησης ώστε να μειώνονται τα θύματα των άτυπων πρακτικών και των άσχημων συνθηκών απασχόλησης, όπως καταδεικνύεται από την τοπική ένωση αγροτών στη Λεϊδά της Ισπανίας και τη 32BJ ένωση υπηρεσιών στη Νέα Υόρκη. Οι τοπικοί φορείς πρέπει να προσπαθήσουν να εμπλέξουν τέτοιες οργανώσεις σε αυτήν την διαδικασία όπου είναι δυνατόν, αναγνωρίζοντας ταυτόχρονα ότι σε πολλές περιπτώσεις οι ενώσεις θα είναι απρόθυμοι εταίροι στις δραστηριότητες που φαίνεται να αδικούν τα υπάρχοντα μέλη τους. Υποστηρίξτε μια ευρύτερη δικτύωση

Σε χώρες όπου οι περισσότερες θέσεις εργασίας κοινοποιούνται άτυπα, όπως αυτές στην Ιταλία και τον Καναδά, προγράμματα που υποστηρίζουν μια ευρύτερη κοινωνική δικτύωση είναι σημαντικά επειδή δίνουν στους μετανάστες πρόσβαση στην εργασία. Διάφορες περιπτωσιολογικές μελέτες, ειδικά στην Ισπανία και την Ιταλία, έδειξαν την αξία των «μαλακότερων» δραστηριοτήτων υποστήριξης που επέτρεψαν στους μετανάστες να δημιουργήσουν επαφές ως εξεύρεσης απασχόλησης. Ιδιαίτερα, οι Σ.Υ.Υ. (mentoring) υποστηρίχτηκαν σε πολλές από τις συμμετέχουσες χώρες. Πάλι, αυτό απαιτεί πολύ καλή εμπλοκή των εργοδοτών ιδιωτικού τομέα και τον προσδιορισμό των συμβούλων (mentors) στον επιλεγμένο τομέα και την ειδικότητα του μετανάστη. Οι τοπικοί φορείς θα έπρεπε να είναι προετοιμασμένοι να υποστηρίζουν τέτοιες «μαλακές» πρωτοβουλίες, ακόμα κι αν τα αποτελέσματα τέτοιων εργασιών ίσως να είναι σχετικά μακροπρόθεσμα, και, επομένως, δύσκολο να ελεγχθούν. Προωθήστε την απασχόληση στον δημόσιο τομέα

Οι τοπικές αρχές θα έπρεπε να αναζητήσουν ευκαιρίες για την ενσωμάτωση των μεταναστών με το να αναζητήσουν απασχόληση στο δημόσιο τομέα, εκμεταλλευόμενες το γεγονός ότι ο δημόσιος τομέας εκπροσωπεί συχνά ένα σημαντικό τομέα στην τοπική αγορά εργασίας. Ο δημόσιος τομέας μπορεί να υλοποιεί τις ίσες ευκαιρίες και την ενσωμάτωση στις περιοχές τις οποίες ελέγχουν οι φορείς του, δίνοντας ταυτόχρονα ένα παράδειγμα και στους άλλους φορείς. Συγχρόνως, δεδομένου ότι οι μη-υπήκοοι είναι επίσης παραλήπτες ή πελάτες των κρατικών υπηρεσιών, η αύξηση της εκπροσώπησης των μηυπηκόων στο πλαίσιο του δημόσιου τομέα ίσως αυξήσει την καταλληλότητα των προσφερόμενων υπηρεσιών.

Από τη Μετανάστευση στην Ενσωμάτωση: Σύγκριση Τοπικών Πρακτικών

Σκεφτείτε μακροπρόθεσμα

Είναι σημαντικό η τοπική πολιτική ενσωμάτωσης να αναπτύσσεται με μια μακροπρόθεσμη προοπτική. Ιδιαίτερα στις χώρες που πρόσφατα βιώνουν τη μετανάστευση, είναι σημαντικό οι τοπικοί φορείς χάραξης πολιτικής να σκέφτονται πέρα από τη βοήθεια των νεοφερμένων και να λαμβάνουν υπόψη τις ανάγκες των απογόνων τους (των νεοφερμένων). Διασφαλίζοντας ότι όλα τα παιδιά έχουν ίση πρόσβαση στην εκπαίδευση καλής ποιότητας, και ότι πρόσθετη βοήθεια παρέχεται στα παιδιά των μεταναστών όπου χρειάζεται (υπό μορφή επιπρόσθετης διδασκαλίας γλώσσας, για παράδειγμα) θα αποδειχθεί σημαντικό στην παρεμπόδιση του μελλοντικού αποκλεισμού τους από την αγορά εργασίας. Για να προάγουν την διαπολιτισμικότητα μεταξύ των νέων, τα τοπικά προγράμματα, όπως αναπτύσσονται παραδείγματος χάριν, στην Σάντα Κολόμα ντε Γραμενέτ θα γίνουν επίσης ένα σημαντικό μέσον παραγωγής της μελλοντικής κοινωνικής συνοχής. Σε εθνικό επίπεδο

Ενώ το τοπικό επίπεδο παρέχει τη σημαντική προστιθέμενη αξία στην υποστήριξη της ενσωμάτωσης των μεταναστών, είναι προφανές ότι υπάρχουν διάφορες περιοχές όπου η τοπική δραστηριότητα θα έχει ως αποτέλεσμα την ασυνέπεια και την περιττή διπλή εργασία. Λαμβάνοντας υπόψη αυτό, οι εθνικοί φορείς χάραξης της πολιτικής χρειάζεται: Να διασφαλίσουν ότι το εθνικό σύστημα μετανάστευσης ικανοποιεί τις τοπικές ανάγκες αγοράς εργασίας

Είναι πιθανό ότι η βελτίωση της πρόβλεψης των τοπικών απαιτούμενων δεξιοτήτων και της σαφούς επικοινωνίας αυτών των αναγκών στους εθνικούς φορείς χάραξης πολιτικής θα είναι σημαντική για τον καλύτερο προγραμματισμό της ενσωμάτωσης των μεταναστών στο μέλλον. Προκειμένου να αναπτυχθούν αποτελεσματικές πολιτικές επιλογής μετανάστευσης, οι εθνικοί φορείς χάραξης πολιτικής πρέπει να γνωρίζουν τις τρέχουσες και πιθανές μελλοντικές απαιτήσεις δεξιοτήτων, και κατά πόσον αυτές διαφέρουν μεταξύ των διαφορετικών τοποθεσιών, σύμφωνα και με τον τομέα και τον τύπο της θέσης. Για να είναι αποτελεσματική, αυτή η διαδικασία θα χρειαστεί διαβουλεύσεις και προγραμματισμό με τους τοπικούς και περιφερειακούς εταίρους που συμμετέχουν στην πολιτική οικονομικής ανάπτυξης, κατάρτισης και αγοράς εργασίας.

137

138

Είναι επίσης ουσιαστικό ότι οι τοπικοί φορείς είναι μπορούν να επικοινωνούν μια σαφή εικόνα της έκτασης της άτυπης οικονομίας στον τόπο τους και τους τύπους των τομέων και τη θέση που αυτή περιλαμβάνει. Η υποστήριξη της διαχειριζόμενης μετανάστευσης σε αυτούς τους τομείς σε εθνικό επίπεδο ίσως είναι ο σημαντικότερος μηχανισμός για την άτυπη απασχόληση των μεταναστών μακροπρόθεσμα, ένα ζήτημα που οι τοπικοί φορείς θεωρούν σημαντικό, αλλά πάνω στο οποίο είχαν λίγο έλεγχο. Η πρόσφατη νομιμοποίηση στην Ισπανία και η εισαγωγή του καταλόγου απασχόλησης INEM, ώστε οι περιφερειακές ανάγκες δεξιοτήτων να γίνουν γνωστές, είναι παραδείγματα μιας δυναμικής προσέγγισης στην εξέταση αυτού του ζητήματος. Να αναπτύξουν ένα συνεπές και πλαίσιο πολιτικής ομπρέλα που να περιλαμβάνει πολύ καλή νομοθεσία ενάντια των διακρίσεων

Είναι σημαντικό οι εθνικοί φορείς χάραξης πολιτικής να φτιάχνουν θετικό πλαίσιο για τους μετανάστες, και να στέλνονται σαφή και συνεπή μηνύματα για την αξία της απασχόλησης των μεταναστών στους εργοδότες. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να υπογραμμίζεται η οικονομική αξία της μετανάστευσης και η ύπαρξη νομοθεσίας ενάντια στις διακρίσεις, ­ που να υποστηρίζει την εργασία με τους εργοδότες σε τοπικό επίπεδο. Προκειμένου να είναι αποτελεσματικές οι στρατηγικές εναντίον των διακρίσεων θα πρέπει να οικοδομηθούν μέσω της συνεργασίας και των διαβουλεύσεων με τις οργανώσεις εργοδοτών, με ένα ρόλο που να προσιδιάζει σε τέτοιες οργανώσεις για το συντονισμό και τη διάδοση των πληροφοριών σε ένα αρχικό στάδιο. Οι εθνικοί φορείς χάραξης πολιτικής πρέπει επίσης να είναι ιδιαίτερα προσεκτικοί ώστε να διασφαλίσουν ότι η νομοθεσία για τη μετανάστευση θα είναι διαφανής και δεν θα συγχέει τους εργοδότες. Να αναπτύξουν ανοικτά και εύκαμπτα θεσμικά (mainstream) προγράμματα

Είναι σημαντικό το εθνικό επίπεδο να παίρνει την ευθύνη για την ανάπτυξη συστημάτων θεσμικής (mainstream) απασχόλησης και επιμόρφωσης που να είναι ευέλικτα και ανοικτά στους μετανάστες. Οι ιδιαίτεροι μηχανισμοί που υιοθετήθηκαν από τους τοπικούς φορείς παροχής υπηρεσιών, όπως οι ΜΚΟ, προκειμένου να προσαρμοστούν στις ανάγκες των μεταναστών (εύκαμπτες ώρες λειτουργίας και απογευματινά ραντεβού, υποστήριξη αναζήτησης εργασίας που στοχεύει στις συγκεκριμένες ομάδες σύμφωνα με το φύλο ή τις δεξιότητες) θα μπορούσαν να υιοθετηθούν από τις υπηρεσίες κύριας

Από τη Μετανάστευση στην Ενσωμάτωση: Σύγκριση Τοπικών Πρακτικών

(mainstream) δημόσιας απασχόλησης. Οι μελέτες παρουσιάζουν επίσης την αξία των συστημάτων εκπαίδευσης ενηλίκων που είναι αρκετά εύκαμπτα ώστε να ανταποκριθούν στις ανάγκες της επιμόρφωσης σε εξαμηνιαία (modular) βάση καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους και που δίνουν την ευκαιρία στους μετανάστες να κάνουν γρήγορα «συσσώρευση» δεξιοτήτων και να στηριχτούν σε αυτές για να ικανοποιήσουν τις τοπικές ανάγκες αγοράς εργασίας. Η ανάγκη περισσότερης ευελιξίας στη διαχείριση των βασικών πολιτικών (αγορά εργασίας, επιμόρφωση, εκπαίδευση), έτσι ώστε να προσαρμόζονται καλύτερα στις τοπικές συνθήκες και να συντονίζονται καλύτερα ώστε να ανταποκρίνονται στα πολύπλευρα προβλήματα έχει ήδη τεκμηριωθεί σε προηγούμενη μελέτη (Giguère, 2005). Οι εθνικοί φορείς χάραξης πολιτικής και οι εργοδότες αναγνωρίζουν όλο και περισσότερο την ανάγκη για τα συνεπή και ευρέως προσιτά συστήματα διδασκαλίας της γλώσσας, που να ανταποκρίνονται σε ανώτερο επίπεδο, πράγμα που απαιτούν οι εργοδότες, και προσφέρουν την γλωσσική κατάρτιση για ειδικούς επαγγελματικούς σκοπούς και επιστήμες. Η καθιέρωση τέτοιας διδασκαλίας ίσως να εμπλέξει τους εργοδότες στη συζήτηση για τις γλωσσικές απαιτήσεις από τομέα σε τομέα, και να εξασφαλίσει ένα ελάχιστο κατώτατο όριο κάτω από το οποίο η γλωσσική κατάρτιση πρέπει να είναι δημόσια διαθέσιμη. Το σύστημα γλωσσικής συγκριτικής μέτρησης επιδόσεων στον Καναδά, παραδείγματος χάριν, είναι ένα χρήσιμο εργαλείο στην ανάπτυξη του παιχνιδιού στις επαρχίες, με την Μανιτόμπα, το Κεμπέκ και το Οντάριο να διαθέτουν γλωσσική κατάρτιση σε πρότυπα που να συμφωνούν με τις ανάγκες των εργοδοτών. Να διασφαλίσουν ότι το τοπικό επίπεδο έχει επαρκείς πόρους για να υποστηρίξει την ενσωμάτωση

Λαμβάνοντας υπόψη τη σημασία των σχετικά εντατικών και στοχοθετημένων προσεγγίσεων σε τοπικό επίπεδο,xxvii είναι σημαντικό οι τοπικοί φορείς που προωθούν αυτό το σημαντικό πεδίο πολιτικής να έχουν διαθέσιμους επαρκείς πόρους. Η χρηματοδότηση πρέπει να είναι μακροπρόθεσμη, για να αποφευχθεί η τρέχουσα κατάσταση όπου πολλοί τοπικοί εταίροι ανταγωνίζονται και

xxvii Όσο αφορά τον Καναδά, Βλ. Σ.τ.Μ. xxvi στο παρόν Κεφάλαιο όπου γίνεται διασαφήνιση του επιθέτου territorial –και συνεπώς της λέξης territory ή territories – στο Καναδικό πλαίσιο (Σ.τ.Μ.).

139

140

διαχειρίζονται βραχυπρόθεσμα προγράμματα χρηματοδότησης. Οι τοπικοί εταίροι παρακωλύονται επίσης από το συχνό κατακερματισμό της ευθύνης για τις πολιτικές ενσωμάτωσης και των προγραμμάτων μεταξύ των διαφορετικών φορέων εθνικής διακυβέρνησης, ο οποίος (κατακερματισμός) έχει ως αποτέλεσμα να πρέπει να διαχειρίζονται διάφορες δυσεύρετες χρηματοδοτήσεις. Επίσης, μεγαλύτερος συντονισμός μεταξύ των υπουργείων για τη δημιουργία κοινών προγραμμάτων χρηματοδότησης θα συνέβαλε στον περιορισμό της περιττής γραφειοκρατίας σε τοπικό επίπεδο. Εκτός από τα ζητήματα εξεύρεσης πόρων, είναι επίσης ζωτικής σημασίας ότι οι τοπικές οργανώσεις έχουν τις δεξιότητες και τις ικανότητες να παραδίδουν τα προγράμματα για να υποστηρίζουν τους μετανάστες, δεδομένου ότι είναι η «πρώτη γραμμή» στην υποστήριξη της ενσωμάτωσης των μεταναστών. Η κατάρτιση και η δημιουργία υποδομής πρέπει να παρασχεθούν στους τοπικούς εταίρους, όπου είναι δυνατόν, με τη μορφή αποτελεσματικών εργαλείων και οργάνων, ιδιαίτερα στις περιοχές όπου η μετανάστευση είναι σχετικά πρόσφατη, ή που βιώνουν ιδιαίτερα υψηλά ποσοστά μετανάστευσης. Πάλι οι μηχανισμοί για την ορθή πρακτική μεταξύ των τοπικών εταίρων, και μεταξύ των περιοχών και των χωρών είναι σημαντικότατοι. Να στηρίξουν τις αποκτημένες στο παρελθόν ικανότητες και προσόντα

Ενώ σημαντική εργασία εκτελείται σε διάφορες χώρες σε επαρχιακά και τοπικά επίπεδα σχετικά με την αναγνώριση των προσόντων και των προγενέστερων ικανοτήτων, είναι σαφές ότι προκειμένου να αποφευχθεί η επικάλυψη και να παρασχεθεί η συνέπεια, τα εθνικά ή ομοσπονδιακά συστήματα της αναγνώρισης δεξιοτήτων θα είναι σημαντικά μακροπρόθεσμα. Στον Καναδά και τις Ηνωμένες Πολιτείες, οι Υπηρεσίες Παγκόσμιας Εκπαίδευσης (World Education Services), μια οργάνωση ιδιωτικού τομέα (ένας οργανισμός ιδιωτικού δικαίου), παρέχουν ήδη τις υπηρεσίες πιστοποίησης σε διαφορετικά κράτη και επαρχίες, και το δίκτυο NARIQ (sic)xxviii έχει παρόμοιο ρόλο στην Ευρώπη. Εντούτοις, αυτοί οι οργανισμοί περιορίζονται στην αξιοποίηση των προσόντων που έχουν αποκτηθεί στο εξωτερικό, και δεν προσπαθούν να αξιολογήσουν τις ευρύτερες δεξιότητες και ικανότητες. Εθνικά συστήματα εξέτασης για την αξιοποίηση της μη-επίσημης

Εκ παραδρομής, το NARIC γράφτηκε σε αυτό το κεφάλαιο του πρωτότυπου ως NARIQ. Βλ. Κεφάλαιο 4 και ΣΥΝΤΜΗΣΕΙΣ. Η σύντμηση NARIC αντιστοιχεί στο National Academic Recognition Information Centre, δηλ. στο Εθνικό Κέντρο Πληροφόρησης για Ακαδημαϊκή Αναγνώριση (Σ.τ.Μ.). xxviιi

Από τη Μετανάστευση στην Ενσωμάτωση: Σύγκριση Τοπικών Πρακτικών

εκμάθησης και της προγενέστερης ικανότητας (των οποίων ένας κατάλογος συντάσσεται αυτήν την περίοδο στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή)23 είναι πιθανό να διαδραματίσει έναν βασικό ρόλο-κλειδί στην υποστήριξη της ενσωμάτωσης, επιτρέποντας στους μετανάστες να δείξουν τις δεξιότητές τους με έναν συστηματικό τρόπο στους εργοδότες, χωρίς να προσφεύγουν στην επιπλέον επιμόρφωση ή την επαγγελματική εμπειρία. Κατά τη διάρκεια της ανάπτυξης τέτοιων εθνικών συστημάτων, είναι σημαντικό να δίνεται στις επαρχίες και στις περιφέρειες, και στα ομοσπονδιακά εδάφη, στις επαγγελματικές οργανώσεις και στις ενώσεις ένας ισχυρός ρόλος σε ένα αρχικό στάδιο, ώστε να διασφαλιστεί ότι οδηγούν σε όσο το δυνατόν ευρύτερα αναγνωρισμένα προσόντα. Να διασφαλίσουν ότι υπάρχει ένας πολιτισμός αξιολόγησης

Μία επιπλέον περιοχή όπου χρειάζεται το εθνικό ερέθισμα είναι η δημιουργία ενός ισχυρού πολιτισμού της αξιολόγησης. Ένα βασικό πρόβλημα-κλειδί που προκύπτει από όλες τις περιπτωσιολογικές μελέτες ήταν η έλλειψη ισχυρών στοιχείων αξιολόγησης διαθέσιμων για τις πρωτοβουλίες που αξιολογήθηκαν. Προκειμένου να γίνει κατανοητή η αποτελεσματικότητα των τοπικών πρωτοβουλιών και του πιο μακροπρόθεσμου αντίκτυπού τους στους μετανάστες, είναι ζωτικής σημασίας οι φορείς χάραξης πολιτικής να δημιουργούν και να διατηρούν έναν ισχυρό πολιτισμό αξιοπιστίας και αξιολόγησης. Αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό επειδή είναι μια σχετικά νέα πολιτική περιοχή σε πολλές χώρες, όπου οι καινοτόμες προσεγγίσεις δοκιμάζονται και εξετάζονται. Ο Καναδάς ξεχωρίζει ως ο επιτυχέστερος των χωρών που συμμετείχαν στην έρευνα στη διασφάλιση της συλλογής των στοιχείων αξιολόγησης, πράγμα που δίνει τη δυνατότητα σε οργανώσεις όπως το TRIEC να αξιολογήσουν τη σχετική αξία και το κόστος των διαφορετικών προσεγγίσεων ενσωμάτωσης των μεταναστών ώστε να είναι επιτυχημένη η αγορά εργασίας. Συγχρόνως πρέπει να αναγνωριστεί ότι η αξιολόγηση και ο έλεγχος είναι δυσκολότεροι όταν οι τοπικές πρωτοβουλίες παρέχουν τις «μαλακές» παρεμβάσεις. Τα αποτελέσματα πρέπει να είναι ευρέα και αρκετά μακροπρόθεσμα ώστε οι τοπικοί φορείς χάραξης πολιτικής να αποφύγουν να δώσουν βραχυπρόθεσμες απαντήσεις σε ζητήματα ενσωμάτωσης χωρίς να επενδύουν σε μια πιο μακροχρόνια πρόοδο σταδιοδρομίας των μεταναστών ή χωρίς να ενθαρρύνουν μια περισσότερο συστημική αλλαγή. Οι μηχανισμοί αντιμετώπισης του διλήμματος που αντιμετωπίζουν οι τοπικοί φορείς χάραξης πολιτικής για τη διασφάλιση της αξιοπιστίας ενώ ταυτόχρονα πρέπει να διασφαλίζουν σχετική ευελιξία συζητούνται λεπτομερέστερα στη δημοσίευση του ΟΟΣΑ, ονόματι

141

142

Managing Decentralisation: A New Role for Labour Market Policy [: Διαχείριση της Διοικητικής Αποκέντρωσης: Ένας Νέος Ρόλος για την Πολιτική Αγοράς Εργασίας] (OECD, 2003b). Η αξιολόγηση θα έπρεπε να συμπληρώνεται από μεγαλύτερους ελέγχους και τη συλλογή στοιχείων σχετικών με την επίδοση των μεταναστών στην αγορά εργασίας συνολικά, όπου να χρησιμοποιείται κατά προτίμηση μια διαμήκης προσέγγιση, και να παρέχει στοιχεία ανά χώρα γέννησης, ανά χώρα γέννησης του γονέα, ανά έθνος, φύλο και ανά ταχυδρομικό κώδικα. Στον Καναδά, η Διαμήκης Βάση Δεδομένων Μετανάστευσης (IMDB: Longitudinal Immigration Data Base) είναι σημαντική για την υποστήριξη της πρόσφατης αναγνώρισης στον Καναδά ότι οι μετανάστες δεν κλείνουν πλέον το χάσμα με τον γηγενή πληθυσμό σε σχέση με την απόδοση στην αγορά εργασίας τόσο γρήγορα όσο γινόταν προηγουμένως.24 Τέτοιες πληροφορίες μπορούν να είναι εξαιρετικά σημαντικές για τη διενέργεια έρευνας σχετικά με τα μεταβαλλόμενα εμπόδια και τις ανάγκες που θα οδηγήσουν τελικά στην αναθεώρηση προσεγγίσεων υποστήριξης των μεταναστών σε τοπικό επίπεδο. Συμπεράσματα

Ένα βασικό εύρημα-κλειδί στις μελέτες όλων χωρών που πραγματοποιούνται στα πλαίσια αυτής της μελέτης είναι ότι η ενσωμάτωση των μεταναστών σε τοπικό επίπεδο είναι κυρίως θέμα διαχείρισης της αλλαγής. Η αποτελεσματική ενσωμάτωση στην αγορά εργασίας εξαρτάται από τη βοήθεια που λαμβάνουν οι μετανάστες ώστε να χειριστούν τις γρήγορες αλλαγές που συμβαίνουν στις ζωές τους, ενώ ταυτόχρονα να διασφαλίζει ότι η ίδια η τοπική κοινότητα εξελίσσεται και ανταποκρίνεται στις πληθυσμιακές αλλαγές και στην αστική υφή της. Αυτό έχει διάφορες επιπτώσεις σε μια αποτελεσματική ανταπόκριση διακυβέρνησης. Οι μετανάστες χρειάζονται σαφείς οδικούς χάρτες για να τους καθοδηγήσουν μεταξύ των διάφορων υπηρεσιών που θα υποστηρίζουν τη μετάβασή τους σε μια νέα ζωή. Αυτό σημαίνει ότι υπάρχει ανάγκη για καλά συντονισμένες και προσβάσιμες τοπικές υπηρεσίες που θα ικανοποιούν τις διάφορες ανάγκες τους, είτε μέσω της ενσωμάτωσης (mainstreaming) των φιλικών προς τους μετανάστες προσεγγίσεων όλων των τοπικών υπηρεσιών, είτε με την παροχή της προσέγγισης «Υπηρεσίες μίας στάσης» (one stop shop) που στοχεύει συγκεκριμένα στους μετανάστες. Είτε στη μία είτε στην άλλη περίπτωση, μερικοί μετανάστες χρειάζονται μια ευρεία ποικιλία μηχανισμών υποστήριξης για να καθιερωθούν στην τοπική κοινωνία, και αυτό απαιτεί μια πολυμετοχική προσέγγιση. Απαιτείται μια πολύ καλή επικοινωνία μεταξύ των

Από τη Μετανάστευση στην Ενσωμάτωση: Σύγκριση Τοπικών Πρακτικών

διαφορετικών εμπλεκομένων συνεργατών για να διασφαλίσουν την ανάπτυξη συμπληρωματικών και συνδεδεμένων μεταξύ τους υπηρεσιών, και για να διασφαλίσουν το μοίρασμα (sharing) της ορθής πρακτικής. Ενώ η ενσωμάτωση (mainstreaming) των υπηρεσιών στους μετανάστες μπορεί να υποστηρίξει μια σαφή και συνεπή προσέγγιση στα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι μετανάστες, η μεταβαλλόμενη φύση του μεταναστευτικού πληθυσμού και των τοπικών αγορών εργασίας σημαίνει επίσης ότι τα τοπικά συστήματα διακυβέρνησης πρέπει να υποστηρίζουν την καινοτομία και να είναι αρκετά ευέλικτα ώστε να προσαρμόζουν την αλλαγή. Στην περίπτωση της μετανάστευσης αυτό σημαίνει τις αλλαγές στον μεταναστευτικό πληθυσμό, στις εθνικές και περιφερειακές μεταναστευτικές πολιτικές, και στην ίδια την αγορά εργασίας. Η ταχύτητα αυτής της αλλαγής σε πολλές χώρες σημαίνει ότι οι τοπικές αρχές ακόμα μαθαίνουν για το ποιοι είναι οι κατάλληλοι μηχανισμοί που βοηθούν τους μετανάστες. Λόγω αυτής της πραγματικότητας, το τοπικό επίπεδο ίσως να είναι ιδιαίτερα αποτελεσματικό όταν έχει έναν ευέλικτο προϋπολογισμό που να υποστηρίζει τις διαφορετικές προσεγγίσεις και να ενθαρρύνει την καινοτομία. Έπειτα, οι αποτελεσματικοί μηχανισμοί πρέπει να μπουν στη θέση τους για να τιθασεύσουν και να κυκλοφορήσουν την ορθή πρακτική έτσι ώστε (η ορθή πρακτική) να ενσωματωθεί στις κύριες (mainstream) πρακτικές. Είναι εμφανές ότι τα καλύτερα παραδείγματα τοπικής πρακτικής συνδυάζουν και την ενσωμάτωση (mainstreaming) και τις καινοτόμες προσεγγίσεις που ανταποκρίνονται στις δυναμικές των τοπικών συνθηκών. Ένας άλλος παράγοντας που απαιτεί τη διαχείριση της αλλαγής είναι η μεταβαλλόμενη εμπειρία των (διαφορετικών) γενεών των μεταναστών. Η ενσωμάτωση των μεταναστών είναι μια διαδικασία που εμπλέκει πολλές γενιές, με «ανοδική κινητικότητα» για την πρώτη γενεά συχνά κατά ένα μεγάλο μέρος να (μετα)κινείται η ίδια σε διαφορετική χώρα, όπου αυτό οδηγεί σε σχετική βελτίωση στην ποιότητα της ζωής. Φυσιολογικά, η δεύτερη γενεά έχει τη τάση να προχωρά περαιτέρω στην αγορά εργασίας και να ενσωματώνεται πλήρως και σε βαθμό αντίστοιχο με τις ειδικότητες και τις δεξιότητές τους. Εντούτοις, οι διαφορετικές χώρες, και μέσα σε αυτές οι διαφορετικές περιοχές και περιφέρειες, έχουν πολύ διαφορετική απόδοση σε σχέση με αυτήν την πρόοδο. Η μετάβαση από τα εκπαιδευτικά συστήματα και το σχολείο στην απασχόληση είναι ιδιαίτερα σημαντική σε αυτήν την διαδικασία, καθώς τα παιδιά των μεταναστών μπορεί να συγκεντρωθούν στη χαμηλότερη πλευρά του εκπαιδευτικού συστήματος και μέσα στα χειρότερα σχολεία, επειδή οι

143

144

γονείς τους πάσχουν από σχετική ένδεια και αποκλεισμό. Η δεύτερη γενεά αντιμετωπίζει επίσης μια σειρά άλλων εμποδίων, συμπεριλαμβανομένων των διακρίσεων (ιδιαίτερα στην περίπτωση των εμφανών μειονοτήτων) και σε μερικές περιπτώσεις της αποδραστηριοποίησης και της δυσαρέσκειας. Το γεγονός ότι τα διαφορετικά εμπόδια αντιμετωπίζονται από τις διαφορετικές γενεές σημαίνει ότι πρέπει να προσαρμόζονται διαφορετικές προσεγγίσεις σε διαφορετικές ομάδες-στόχους, και είναι σημαντικό οι φορείς χάραξης πολιτικής να αναπτύσσουν πού καλές προσεγγίσεις που να αφορούν όλες τις γενεές. Οι μετανάστες δεν έχουν την ευκαιρία να γίνουν επαγγελματίες στη μετανάστευση. Είναι προς κάθε κατεύθυνση «ερασιτέχνες», ιδιαίτερα καθώς οι άνθρωποι δεν μεταναστεύουν συχνά παρά μόνο μια φορά στη ζωή τους. Εντούτοις, οι τοπικοί φορείς έχουν την ευκαιρία να οικοδομήσουν τον επαγγελματισμό τους στους λαμβάνοντας και ενσωματώνοντας τους μετανάστες, που αναπτύσσουν αυτό που ο Gächter (2005) αποκαλεί «ικανότητα υποδοχής». Είναι σαφές από αυτήν την μελέτη μόλις αρχίζουμε να καταλαβαίνουμε ότι το ζήτημα της ενσωμάτωσης μπορεί καλύτερα να το διαχειριστεί και να το διακυβερνήσει κανείς σε τοπικό επίπεδο, ιδιαίτερα καθώς αφορά την διασφάλιση πρόσβασης στην αγορά εργασίας. Οι συμμετέχουσες χώρες έχουν αναπτύξει ποικίλες ελπιδοφόρες πρωτοβουλίες, αλλά τα εμπόδια και οι προκλήσεις παραμένουν και αποτρέπουν την αποτελεσματική σύνδεση των μεταναστών με τις βιώσιμες ευκαιρίες που ταιριάζουν με τις δεξιότητες και τις φιλοδοξίες τους στην αγορά εργασίας, και που προσφέρουν την κατάλληλη πρόοδο σταδιοδρομίας. Τα προγράμματα ανταλλαγής και αμοιβαίας εκμάθησης μεταξύ των περιοχών που αφορούν μηχανισμούς για την υπερνίκηση τέτοιων προκλήσεων μπορούν να είναι ευεργετικά μόνο στο μέλλον βοηθώντας στη βελτίωση των γενικών αποτελεσμάτων ενσωμάτωσης και μεγιστοποιώντας τα οφέλη της μετανάστευσης για τις τοπικές οικονομίες.

Από τη Μετανάστευση στην Ενσωμάτωση: Σύγκριση Τοπικών Πρακτικών

Σημειώσεις 1

Βλέπε (Βλ.), για παράδειγμα, την εργασία που έχει γίνει από την Επιτροπή και την Ομάδα Εργασίας

Απασχόλησης, Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων του ΟΟΣΑ (the OECD’s Employment, Labour and Social Affairs Committee and its Working Party) για Μετανάστευση και την Ενσωμάτωση στην Αγορά Εργασίας στην Γερμανία και τη Σουηδία (OECD 2006c and 2006d, forthcoming [προσεχώς]). 2

Βλ. τον Reitz (1998) που υποστήριξε ότι οι υπεραστικές (interurban) διαφορές στην απόδοση

των μεταναστών στην αγορά εργασίας είναι σχετικά σημαντικές στις Ηνωμένες Πολιτείες, αν και λιγότερο σημαντικές στον Καναδά και την Αυστραλία. 3

Η εκτίμηση της Τράπεζας του Ομοσπονδιακού Αποθεματικού της Νέας Υόρκης (Federal Reserve

Bank of New York) βασίζεται στην Απογραφή των Η.Π.Α. του 2000. 4

Ειδικευμένοι μετανάστες έχουν ποσοστά απασχόλησης που είναι συστηματικά υψηλότερα από

των μεταναστών που οι σπουδές τους ήταν πιο σύντομης διάρκειας, πράγμα που υπονοεί ότι η εκπαίδευση διευκολύνει την είσοδο στην αγορά εργασίας. Εντούτοις, η διαφορά στο ποσοστό συμμετοχής τους στον εγγενή πληθυσμό παραμένει αρνητική σε όλες τις χώρες σχεδόν όταν πρόκειται για τους πτυχιούχους της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Βλ. OECD (2006a). 5

Το Συμβούλιο Διασκέψεων του Καναδά (Conference Board of Canada) συμπεραίνει εκ προοιμίου

ότι υπάρχει ισοδυναμία μεταξύ της εκπαίδευσης και της επαγγελματικής εμπειρίας των ατόμων που γεννήθηκαν σε ξένη χώρα με εκείνη των εγγενών καναδών κατοίκων. 6

Οι οικιακές υπηρεσίες αποτελούν το 12% της απασχόλησης των μεταναστών στην Ισπανία και το

13% στην Ελλάδα (OECD, 2006a). 7

Στο Κεμπέκ οι κυβερνητικές υπηρεσίες ασχολούνται άμεσα με τους μετανάστες ενώ μεταβιβάζουν

κάποιες πιο ειδικές υπηρεσίες στις ΜΚΟ με συμφωνίες συνεργασίας. 8

Ιδιαίτερα ο Καναδάς και το Ηνωμένο Βασίλειο έχουν μακρά ιστορία πολιτικών και νομοθεσίας

ενάντια των διακρίσεων­, με την Ισπανία και την Ιταλία, ως χώρες που βιώνουν πρόσφατα σημαντικές μετανάστευσης, να αρχίζουν να δίνουν περισσότερη προσοχή σε αυτό το τομέα. Η Ισπανία, παραδείγματος χάριν, πρόσφατα ανέπτυξε ένα νέο «Συμβούλιο για την Προώθηση Ίσων Ευκαιριών και την Μη-Διάκριση Προσώπων λόγω της φυλετικής ή εθνικής προέλευσής τους» (“Council for the Promotion of Equal Opportunities and the Non Discrimination of Persons due to their Racial or Ethnic origin”), το οποίο βασίζεται τουλάχιστον εν μέρει στο πρότυπο της Επιτροπής για Φυλετική Ισότητα (Commission for Racial Equality) στο Ηνωμένο Βασίλειο.

145

146

9

Πράγματι, έχει βρεθεί ότι οι μετανάστες έχουν βρεθεί εκπροσωπούνται ανεπαρκώς στο δημόσιο

τομέα γενικότερα στις χώρες του ΟΟΣΑ, αν και οι μετανάστριες έχουν σχετικά υψηλά επίπεδα συμμετοχής στους τομείς της εκπαίδευσης και την υγεία σε μερικές χώρες (OECD, 2006a). 10

Βλέπε, για παράδειγμα, την τρέχουσα αντιπαράθεση του Kenan Malik με τον Sir Bernard Crick,

στο περιοδικό JCWI Quarterly Bulletin, Winter 2004-5. 11

Χρηματοδοτείται από τις Δημόσιες Υπηρεσίες Απασχόλησης (PES) του Καναδά [Service Canada].

12

Η Συμφωνία Καναδά και επαρχίας του Οντάριο για την Μετανάστευση [The

Immigration

Canada-Ontario

Agreement]. Βλ. www.cic.gc.ca/english/policy/fed-prov/ont-2005-agree.html.

13

British Medical Journal Career Focus (2003), 327: 28.

14

Στο Κεμπέκ η επαρχιακή κυβέρνηση έχει ευθύνη για την πολιτική ενσωμάτωσης και της αγοράς

εργασίας. 15

Στην πραγματικότητα, η Μανιτόμπα πρόσφατα έλαβε την ομοσπονδιακή χρηματοδότηση από την

HRSDC (Human Resources and Skills Development Canada: Ανάπτυξη του Ανθρώπινου Δυναμικού και των Δεξιοτήτων του Καναδά) για να αντιμετωπίσει αυτό το ζήτημα. Σημείωση: Η HRSDC είναι ο μεγαλύτερος ομοσπονδιακός φορέας χρηματοδοτήσεων προγραμμάτων και υποτροφιών στον Καναδά (Σ.τ.Μ.). 16

Βλέπε, για παράδειγμα, τους Kloosterman and Rath (2001) και Rath (2002).

17

Πηγή: Citizenship and Immigration Canada (CIC) (: Υπουργείο Υπηκοότητας και Μετανάστευσης

του Καναδά). Το CIC αποδεικνύει ότι οι συγκρίσεις των κατά κεφαλήν κατανομών μεταξύ των καναδικών επαρχιών δυνητικά μπορεί να είναι παραπλανητικές δεδομένου ότι οι αριθμοί μπορούν να μην απεικονίζουν ακριβώς τις ανάγκες του μεταναστευτικού πληθυσμού (που βασίζεται σε παράγοντες όπως η ανάμειξη) και την δυνατότηα των μεταναστών να δουλεύουν για υπηρεσίες εξυπηρέτησης σε διαφορετικές επαρχίες. 18

Βλ. [ΟΟΣΑ] OECD (2003b) που περιγράφει πώς συστήματα διαχείρισης επίδοσης μπορούν να

επιδράσουν περισσότερο σε βραχυπρόθεσμα άνεργα άτομα και να τα καταστήσουν προνομιούχα παρά σε άτομα που έχουν λιγότερες δεξιότητες και εργασιακή εμπειρία. 19

Τα παιδιά που γεννήθηκαν στο Η.Β. είναι αυτόματα βρετανοί πολίτες αρκεί οι γονείς να

είναι μόνιμα εγκατεστημένοι στη χώρα. Εάν μόνο ο πατέρας είναι νόμιμος, οι γονείς πρέπει να παντρευτούν πριν από τη γέννηση. 20

Για περισσότερες πληροφορίες για την σχέση καλής πρακτικής με τις τοπικές μορφές

διακυβέρνησης και συνεργασίας, βλ. τις δημοσιεύσεις του ΟΟΣΑ [OECD]: Local Partnerships for

Από τη Μετανάστευση στην Ενσωμάτωση: Σύγκριση Τοπικών Πρακτικών

Better Governance (2001), New Forms of Governance for Economic Development (2004b) και Local Governance and Drivers of Growth (2005b). 21

Η Ατλαντική Διάσκεψη για την Μετανάστευσης [: Atlantic Immigration Conference] (15-17

Μαΐου 2005) που φιλοξενήθηκε από το Ατλαντικό Συνέδριο των Δημάρχων του Χάλιφαξ [: The Atlantic Mayors’ Congress, Halifax] (στη Νέα Σκοτία του Καναδά). 22

Βλ., για παράδειγμα, www.city.cleveland.oh.us/government/departments/econdev/CIC_Task_

force.html. 23

Βλ. τον ιστοχώρο European Inventory for the Validation of Non-Formal and Informal Learning:

www.ecotec.com/europeaninventory/ 24

Στο παρελθόν, οι μετανάστες μπορούσαν να φτάσουν τους Καναδούς στη θέση αγοράς εργασίας

από άποψη μισθού και θέσης κατά τη διάρκεια της ζωής τους, ενώ αυτό δεν ισχύει πλέον. Ο Reitz (2003) επίσης τονίζει ότι το 1980 ένας μετανάστης που ήταν στον Καναδά για 10 έτη κέρδιζε κατά μέσο όρο 1,04 του καναδικού δολαρίου για κάθε δολάριο που κέρδιζε αντίστοιχα αυτός που είχε γεννηθεί στον Καναδά. Μέχρι το 1990, το ποσόν είχε μειωθεί σε 0,90 του καναδικού δολαρίου και μέχρι το 2000 σε 0,80 του καναδικού δολαρίου.

Βιβλιογραφία Aldridge, F. and S. Waddington (2001), “Research findings and recommendations: NIACE Asylum Seekers’ Skills and Qualifications Audit Pilot Project”, East Midlands Development Agency’s Skills Development Fund (47/00). Bloom, M. and M. Grant (2001), “Brain Gain: The Economic Benefits of Recognizing Learning and Learning Credentials in Canada”, Conference Board of Canada, Detailed Findings. Bram, J., A. Haughwout and J. Orr (2002), “Has September 11 Effected New York City’s Economic Growth Potential?” The Economic and Policy Review, Federal Reserve Bank of New York www.newyorkfed.org/research/ epr/02v08n2/0211bram.pdf. Considine, M. (2003), “Local Partnerships: Different Histories, Common Challenges - A Synthesis” pages 253-272 in OECD, Managing Decentralisation: A New Role for Labour Market Policy, OECD, Paris.

147

148

Dumper, H. (2002), “Missed Opportunities: A Skills Audit of Refugee Women in London from the Teaching, Nursing and Medical Professions”, The Mayor of London in Association with the Refugee Women’s Association. Easton, G. (2003), British Medical Journal Career Focus 2003, 327:28. Eberts, R. (2003), “The US: Leveraging Government Capacity through New Forms of Governance”, pages 301-311 in OECD, Managing Decentralisation: A New Role for Labour Market Policy, OECD, Paris. Fix M, D. Papademetriou and B. Cooper (2005), “Leaving Too Much to Chance: a Roundtable on Immigrant Integration Policy”, Migration Policy Institute. Forschner, M. (2003), “Austria: Bridging Economic Development and Labour Market Policy” p 325-332 in OECD, Managing Decentralisation: A New Role for Labour Market Policy, OECD, Paris. Gächter, A. (2005), “Migration Challenge - Austria as a Country of Immigration: Considerations on the Active Reception of Migrants in a Society with Increasing Diversity”; p. 23-34 in: Heraus Forderung Migration, “Beiträge zur Aktions- und Informationswoche der Universität Wien anlässlich des ‘UN International Migrant’s Day’”, Abhandlungen zur Geographie und Regionalforschung Nr. 7, ed. Susanne Binder, Gabriele Rasuly-Paleczek und Maria Six-Hohenbalken, Vienna. Giguère, S. (2004), “Building New Forms of Governance for Economic and Employment Development” in OECD, New Forms of Governance for Economic Development, OECD, Paris. Giguère, S. (2005), “The Drivers of Growth: Why Governance Matters” in OECD, Local Governance and Drivers of Growth, OECD, Paris. Harris, N. (2003), The Return of Cosmopolitan Capital - Globalization, the State and War, IB Tauris. Heckmann, F. and D. Schnapper (2003), The Integration of Immigrants in European Societies. National Differences and Trends of Convergence, Stuttgart, Lucius and Lucius. Holzer, H.J. (2005), “Economic Impacts of Immigration Testimony to the Committee on Education and the Workforce”, US House of Representatives, 16 November 2005.

Από τη Μετανάστευση στην Ενσωμάτωση: Σύγκριση Τοπικών Πρακτικών

House of Commons Work and Pensions Committee (2005), “Department for Work and Pensions: Delivery of Services to Ethnic Minority Clients”, HMSO, London. International Labour Organisation (2004), “Towards a Fair Deal for Migrant Workers in the Global Economy”, 92nd Session. Keane, M.J. and M. Corman (2001), “Tripartism, Partnership and regional integration of policies in Denmark” in OECD, Local Partnerships for Better Governance, OECD, Paris. Kloosterman, R. and J. Rath (2001), “Immigrant Entrepreneurs in Advanced Economies: Mixed Embeddedness Further Explored”, for Journal of Ethnic and Migration Studies, Special issue on Immigrant Entrepreneurship, Vol. 27, No. 2, April 2001, pp. 189-202. Malik, K. and Crick, Sir B. (2004-5), “Letters”, Joint Council for the Welfare of Immigrants Quarterly Bulletin, Winter. Migration Policy Institute (2004), “Final Report on the Building the New American Community Newcomer Integration and Inclusion Experiences in Non-Traditional Gateway Cities”. Moore, D. (2004), “Migrants as Mediators in a Comparative Perspective” Chapter 7 in Penninx, R, Kraal, K, Martiniello, M and Vertovec, S eds. Citizenship in European Cities Immigrants, Local Politics and Integration Policies, Ashgate, Aldershot. OECD (1998), Immigrants, Integration and Cities: Exploring the Links, OECD, Paris. OECD (2001), Local Partnerships for Better Governance, OECD, Paris. OECD (2003a), Department of Employment, Labour and Social Affairs “Background Note 2003(9)”, OECD, Paris. OECD (2003b), Managing Decentralisation: A New Role for Labour Market Policy, OECD, Paris. OECD (2004a), Employment Outlook, OECD, Paris. OECD (2004b), New Forms of Governance for Economic Development, OECD, Paris.

149

150

OECD (2004c), Migration for Employment: Bilateral Agreements at a Crossroads, OECD, Paris. OECD (2005a), Trends in International Migration, OECD, Paris. OECD (2005b), Local Governance and Drivers of Growth, OECD, Paris. OECD (2006a), OECD International Migration Outlook, OECD, Paris. OECD (2006b), Skills Upgrading: New Policy Perspectives, OECD, Paris. Penninx, R., K. Kraal, M. Martiniello and S. Vertovec (eds.) (2004), Citizenship in European Cities Immigrants, Local Politics and Integration Policies, Ashgate, Aldershot. Ricerche e Progetti (2003), “Ricerca di mercato e analisi dei Servizi per il Lavoro rivolti alle imprese esistenti nella Provincia di Torino” , in Notizie R&P - Ricerche e Progetti 10,2. Rath, J. (2002), Unravelling the Rag Trade: Immigrant Entrepreneurship in Seven World Cities, Berg Publishers, Oxford. Ray, B. (2003), “The Role of Cities in Immigrant Integration”, Migration Policy Institute. Reitz, J.G. (1998), Warmth of the Welcome: The Social Causes of Economic Success for Immigrants in Different Nations and Cities. Westview Press, Boulder, CO. Reitz, J.G. (2003), “Educational Expansion and the Employment Success of Immigrants in the United States and Canada, 1970-1990”, in J.G. Reitz (ed.) Host Societies and the Reception of Immigrants, Centre for Comparative Immigration Studies, University of California San Diego. Reitz, J.G. and Y. Zhang (2005), “National and Urban Contexts for the Integration of the Immigrant Second Generation in the United States and Canada”, University of Toronto. Rogic, J and P. Feldman (2004), Employment Resource Handbook for Refugee Engineers, Education Action International, London.

Από τη Μετανάστευση στην Ενσωμάτωση: Σύγκριση Τοπικών Πρακτικών

Schneider, F and R. Klinglmair (2004), “Shadow Economies Around the World: What Do We Know?”, Cesifo Working Paper No. 1167. Siemon, H. (2003), “Germany: the Challenge of Taking an Integrated Approach in a Centralised Framework”, p. 87-95 in OECD, Managing decentralisation: A new role for labour market policy, OECD, Paris. Sassen, S. (2006), Cities in a World Economy, Pine Forge Press, Thousand Oaks, Calif. Statistics Canada (2003), Longitudinal Survey of Immigrants to Canada, Progress and Challenges of New Immigrants in the Workforce. Strategy Unit (2004), “London Project Report”, Strategy Unit, Cabinet Office, London. Sweetman, A. (2005), “Immigration as a Labour Market Strategy - European and North American Perspectives”. Zapata-Barrero, R. (2003), “EU and US Approaches to the Management of Immigration: Spain”, Migration Policy Group, Brussels.

151

152

Κεφάλαιο 2 Ενσωμάτωση των Μεταναστών στον Καναδά: Η Εξέταση της Ποικιλομορφίας των Δεξιοτήτων Bob Birrell και Elizabeth McIsaac

Ο Καναδάς υπερηφανεύεται ότι είναι «χώρα της μετανάστευσης», εντούτοις τα ποσοστά ενσωμάτωσης των μεταναστών στην αγορά εργασίας είναι λιγότερο εντυπωσιακά σήμερα από ότι ήταν στο παρελθόν. Η αποκεντρωμένη υπηρεσία απασχόλησης δείχνει ότι οι ΜΚΟ διαδραματίζουν έναν σημαντικό ρόλο στην ενσωμάτωση στην αγορά εργασίας αλλά παρακωλύονται από τη γραφειοκρατία που βασίζεται σε πολλές και διαφορετικές πηγές χρηματοδότησης. Ενώ οι τρεις Καναδικές πόλεις του Μόντρεαλ, του Τορόντο και του Γουίνιπεγκ είναι τα πιο καλά παραδείγματα των καινοτόμων τοπικών πρακτικών, οι οποίες είναι συχνά βασισμένες στις εταιρικές συνεργασίες με τον ιδιωτικό τομέα, υπάρχει ο προβληματισμός ότι οι τρέχουσες τοπικές παρεμβάσεις είναι πάρα πολύ μικρής κλίμακας για να αντιμετωπίσουν την επίμονη απροθυμία των εργοδοτών και των εργατικών συνδικάτων να αποδεχτούν τα προσόντα και την εμπειρία που έχουν αποκτηθεί στο εξωτερικό.

Ενσωμάτωση των Μεταναστών στον Καναδά

Το Kαναδικό πλαίσιο Ο Καναδάς είναι ένα έθνος που έχει οικοδομηθεί πάνω στη μετανάστευση, και η μετανάστευση είναι τόσο πολύ συνδεδεμένη με την εικόνα του ίδιου του Καναδά όσο και η νοοτροπία ότι είναι ένα ποικιλόμορφο, ανεκτικό και πολυπολιτισμικό έθνος. Το αποτέλεσμα είναι ένα ευνοϊκό σκηνικό για τη δημόσια αποδοχή ενός μεγάλου προγράμματος μετανάστευσης, και ενός γενικότερα θετικού περιβάλλοντος υποδοχής των μεταναστών. Εντούτοις, οι πρόσφατες διαμήκεις έρευνες παρουσιάζουν ανησυχητικά στοιχεία ότι, δηλ., τα αποτελέσματα της ενσωμάτωσης δεν είναι τόσο θετικά σήμερα όσο ήσαν στο παρελθόν. Αυτό το κεφάλαιο εξετάζει το ρόλο των τοπικών πρωτοβουλιών που στοχεύουν στην ενσωμάτωση των μεταναστών στον Καναδά, διερευνώντας πώς τέτοιες πρωτοβουλίες συνδέονται με τις τοπικές δομές διακυβέρνησης, το ευρύτερο πλαίσιο και τις πολιτικές για την οικονομική ανάπτυξη και την ανάπτυξη της απασχόλησης. Επικεντρώνει δε την προσοχή του σε διάφορες περιπτωσιολογικές μελέτες από το Μόντρεαλ, το Γουίνιπεγκ και το Τορόντο προκειμένου να έχει μια σωστή αντίληψη των μηχανισμών υποστήριξης της ενσωμάτωσης των μεταναστών στην αγορά εργασίας, και θέτει αυτές τις περιπτωσιολογικές μελέτες στα πλαίσια των επαρχιακών και ομοσπονδιακών πολιτικών και ρυθμίσεων διακυβέρνησης. Δεδομένης της έμφασης που δίνουν οι Καναδικές διαδικασίες επιλογής των εξειδικευμένων μεταναστών, πολλοί μετανάστες έρχονται στη χώρα με πτυχία και επαγγελματικές δεξιότητες που απόκτησαν στο εξωτερικό, δημιουργώντας ένα ιδιαίτερο πλαίσιο για τις τοπικές πρωτοβουλίες που αναπτύσσονται σε αυτόν τον τομέα. Το Καναδικό κοινωνικό και πολιτικό σκηνικό

Η Καναδική κυβέρνηση και οι πολίτες είναι καλά εξοικειωμένοι με τις υψηλές ροές της μετανάστευσης. Από το 1967 υπάρχει ταχεία ανάπτυξη της ποικιλομορφίας των πολιτιστικών κοινοτήτων του Καναδά, όταν αποσύρθηκαν από τους κανονισμούς μετανάστευσης του Καναδά τα σαφή μεροληπτικά εμπόδια στην επιλογή των μεταναστών, που προέρχονταν από μη ευρωπαϊκές χώρες. Αυτές οι κοινότητες περιλαμβάνουν μια μεγάλη, μη-λευκή «εμφανή μειονότητα». Ο Καναδάς είναι επίσης πρωτοπόρος στις πολυπολιτισμικές πολιτικές, οι οποίες επιδιώκουν να βεβαιώσουν τους μετανάστες ότι οι πολιτισμοί (cultures) και οι συνεισφορές τους είναι ευπρόσδεκτες και σεβαστές. Τέτοιες πολιτικές αναπτύχθηκαν ως απάντηση στη Βασιλική Επιτροπή Διγλωσσίας και της Διαπολιτισμικότητας, οι οποίες, ενώ σκιαγραφούσαν το ξεχωριστό ρόλο

153

154

της γαλλόφωνης κουλτούρας μέσα στο Καναδικό τοπίο, άφηναν ένα κενό στο ρόλο και την προστασία των μη-αγγλόφωνων/μη-γαλλόφωνων κοινοτήτων. Η πρώτη πολυπολιτισμική πολιτική, που εισήχθη το 1971, σκιαγράφησε την ομοσπονδιακή πολυπολιτισμικότητα, η οποία δεν θα περιελάμβανε έναν επίσημο πολιτισμό, αλλά θα υποστήριζε ένα πλαίσιο επίσημης διγλωσσίας. Η θέση του Καναδά στην πολυπολιτισμικότητα κατοχυρώθηκε περαιτέρω το 1988 όταν έγινε η πρώτη χώρα η οποία εισήγαγε στην εθνική νομοθεσία της την πολυπολιτισμικότητα. Οι Καναδοί επιχειρηματίες και φορείς χάραξης της δημόσιας πολιτικής υποστηρίζουν επίσης τη μετανάστευση για οικονομικούς λόγους. Υπάρχει η πλατειά διαδεδομένη πεποίθηση ότι εάν ο Καναδάς πρόκειται να γίνει ανταγωνιστική χώρα στην παγκόσμια αγορά πρέπει να αυξήσει το μέγεθος του πληθυσμού του. Η μετανάστευση θεωρείται σημαντική για την επίλυση των δημογραφικών δυσαναλογιών του Καναδά. Ως συνεπεία του χαμηλού επιπέδου γονιμότητας και του γερασμένου πληθυσμού, η αύξηση του εργατικού δυναμικού αναμένεται να αυξηθεί σημαντικά. Μέχρι το 2011, αναμένεται ότι το 100% της καθαρής αύξησης του εργατικού δυναμικού θα προέλθει από τη μετανάστευση (Canadian Labour and Business Centre, 2005). Το Καναδικό Πρόγραμμα Μετανάστευσης

Το Καναδικό σύστημα είναι σημαντικά αποκεντρωμένο,1 και η συνταγματική ευθύνη για τη μετανάστευση επιμερίζεται μεταξύ της ομοσπονδιακής κυβέρνησης και των επαρχιακών κυβερνήσεων. Στην πράξη, η ομοσπονδιακή κυβέρνηση είναι ο κύριος φορέας όσον αφορά στην πολιτική και τη διοίκηση της επιλογής των μεταναστών. Οι περισσότερες επαρχίες έχουν έρθει σε συμφωνία με την Καναδική κυβέρνηση, η οποία, μεταξύ των άλλων διαπραγματευόμενων πολιτικών και πόρων, επιτρέπει τη συμμετοχή τους στην επιλογή των μεταναστών στην επαρχία τους μέσω του ομοσπονδιακού προγράμματος. Στην περίπτωση του Κεμπέκ, η Συμφωνία Καναδά-Κεμπέκ σχετικά με τη Μετανάστευση και την Προσωρινή Αποδοχή των Αλλοδαπών, απλούστερα γνωστή ως Συμφωνία Καναδά-Kεμπέκ, παρέχει στην επαρχία έναν μοναδικό ρόλο στην επιλογή των μεταναστών (και την αποκλειστική ευθύνη για την υποδοχή και ενσωμάτωση των μεταναστών που εγκαθίστανται στην επαρχία). Υπό τους όρους της Συμφωνίας Καναδά-Κεμπέκ, η κυβέρνηση του Καναδά ορίζει τις κατηγορίες της μετανάστευσης, καθιερώνει τα κριτήρια επιλογής για την οικογένεια, και προσδιορίζει την καταλληλότητα για την κατηγορία της οικογένειας και το καθεστώς των προσφύγων. Το Κεμπέκ, απ’ την άλλη

Ενσωμάτωση των Μεταναστών στον Καναδά

πλευρά, επιλέγει άμεσα τους πρόσφυγες και τους ανεξάρτητους μετανάστες από το εξωτερικό. Οι Καναδικές προτεραιότητες επιλογής

Ο Καναδάς επιλέγει τους μετανάστες με βάση τρεις ευρείες κατηγορίες: την οικονομική (συμπεριλαμβανομένων των ειδικευμένων μεταναστών), την οικογένεια, και τους πρόσφυγες. Το 1993 η Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση ξεκίνησε μια δημόσια διαδικασία διαβουλεύσεων που ήταν το προοίμιο των νέων προσεγγίσεων στη διαδικασία της επιλογής των μεταναστών. Το αποτέλεσμα ήταν η σύσταση ότι έπρεπε να δοθεί προτεραιότητα στην επιλογή με βάση την εκπαίδευση, την εμπειρία, τις γλωσσικές δεξιότητες, την ηλικία και την απασχολησιμότητα. Υποστηρίχτηκε ότι το προηγούμενο σύστημα έδωσε υπερβολική έμφαση στο προοριζόμενο επάγγελμα (CIC, 1994). Η βαθύτερη αιτιολογία ήταν ότι για μια εποχή γρήγορης δομικής αλλαγής στην καναδική οικονομία ήταν καλύτερο να επικεντρωθεί (η καναδική οικονομία) στις γενικές δεξιότητες. Εκείνοι που ενισχύθηκαν ικανοποιητικά με το «ανθρώπινο κεφάλαιο» ήταν πιθανά περισσότερο ικανοί να προσαρμοστούν στις αλλαγές στην αγορά εργασίας. Αυτές οι προτεραιότητες διαμόρφωσαν το σύστημα επιλογής του δεύτερου μισού της δεκαετίας του 1990 και το επιβεβαίωσαν το 2002 με την εισαγωγή του Νόμου «Προστασία της Μετανάστευσης και των Προσφύγων» και ενός αναθεωρημένου συστήματος μοριοδότησης. Ο Πίνακας 2.1. απαριθμεί τους παράγοντες που χρησιμοποιούνται αυτήν την περίοδο για την αξιολόγηση των μεταναστών που κάνουν αίτηση ως ειδικευμένοι εργαζόμενοι στα συστήματα επιλογής δεξιοτήτων της ομοσπονδιακής κυβέρνησης και της επαρχιακής κυβέρνησης του Κεμπέκ. Η ομοσπονδιακή διαδικασία επιλογής δίνει τώρα προτεραιότητα στους υποψηφίους με υψηλόβαθμη εκπαίδευση, στις γλωσσικές δεξιότητες, στην εργασιακή εμπειρία, στην ηλικία, στη συμφωνημένη εκ των προτέρων εργασία και την προσαρμοστικότητα. Στην περίπτωση του παράγοντα εκπαίδευσης, 25 μόρια διανέμονται σε εκείνους με μεταπτυχιακούς τίτλους σπουδών ή διδακτορικά και 20-22 μόρια σε εκείνους με επιχειρηματικές δεξιότητες. Τα άτομα με πτυχίο πανεπιστημίου λαμβάνουν 20 μόρια, εκείνα με δίπλωμα ενός έτους 15 μόρια, και εκείνα που έχουν ολοκληρώσει το λύκειο 5 μόρια.

155

156

Πίνακας 2.1. Συστήματα αξιολόγησης ειδικευμένων αλλοδαπών εργαζομένων: Σύγκριση της μοριοδότησης των κυβερνήσεων του Καναδά και του Κεμπέκ Καναδάς Εκπαίδευση (λύκειο – Διδακτορικό)

Κεμπέκ

Μέγιστα μόρια 25

Κατάρτιση



Κατάρτιση – δεύτερη ειδικότητα



Κατάρτιση – προτιμώμενη εκπαίδευση

Γλώσσα (αγγλικά και/ή γαλλικά)

24

Γλώσσα – γαλλικά



Γλώσσα – αγγλικά

Εμπειρία (1-4 χρόνια εργασιακής 21 Επαγγελματικές εμπειρίες (6 μήνες-5 χρόνια) εμπειρίας) Ηλικία (21-49 ετών)

10

Μέγιστα μόρια 11 4 4 18 6 10

Ηλικία (20-45 ετών)

10

Συμφωνημένη εκ των προτέρων 10 απασχόληση (επιβεβαιωμένη)

Απασχόληση – Πρέπει να περάσουν το Τέστ Απασχολησιμότητας και Επαγγeλματικής κινητικότητας (EMP)1 για να κερδίσουν 8 μόρια, 12 εάν το επάγγελμα έχει ζήτηση, 15 εάν η απασχόληση είναι εκ των προτέρων εξασφαλισμένη

15

Προσαρμοστικότητα (εκπαίδευση του 10 / της συζύγου, προηγούμενες σπουδές στον Καναδά, συμφωνημένη εκ των προτέρων απασχόληση, συγγενείς στον Καναδά)

Ο/Η σύζυγος (Μέγιστος βαθμός 5 για κατάρτιση, 1 για επαγγελματική εμπειρία, 2 για ηλικία, 8 για γαλλική γλώσσα

16



Παιδιά (2 για κάθε τέκνο ηλικίας <13, 1 για κάθε παιδί ηλικίας 13-17)

8



Οικονομική αυτονομία

1



Καταλληλότητα

10

Μέγιστη δυνατή βαθμολογία επίδοσης 100

Μέγιστη βαθμολογία χωρίς σύζυγο (δεν περιλαμβάνει μόρια καταλληλότητας) Μέγιστη βαθμολογία με σύζυγο (δεν περιλαμβάνει καταλληλότητα)

96



Μέγιστη βαθμολογία χωρίς σύζυγο

106



Μέγιστη βαθμολογία με σύζυγο

123



«Βάση» βαθμολογίας επίδοσης χωρίς τον Παράγοντα 4 – Καταλληλότητα)



Ανύπαντρος/η υποψήφιος/α = 50 μόρια



Παντρεμένος/η υποψήφιος/α = 58 μόρια



Εάν ο/η ανύπαντρος/η υποψήφιος/α πετύχει βαθμολογία επίδοσης 60 ή ένας/μία παντρεμένος/η υποψήφιος/α πετύχει βαθμολογία επίδοσης 68, ενδέχεται να απαλλαγεί από την προσωπική συνέντευξη

113

i Η συντομογραφία EMP Grid αντιστοιχεί με την έκφραση Employability and Occupation Mobility Grid, δηλ. Τέστ (Grid) Απασχολησιμότητας και Επαγγέλματικής κινητικότητας (Σ.τ.Μ.).



Ενσωμάτωση των Μεταναστών στον Καναδά

Προκειμένου να ληφθούν μόρια για τις γλωσσικές δεξιότητες, οι υποψήφιοι δεν είναι απαραίτητο να υποβληθούν σε μια επαγγελματικά διεξαχθείσα εξέταση γλωσσομάθειας. Η αξιολόγηση των γλωσσικών δεξιοτήτων καθορίζεται μέσω των διεθνώς διαθέσιμων εργαλείων γλωσσικής αξιολόγησης: του Διεθνούς Εξεταστικού Συστήματος Αγγλικής Γλώσσας (IELTS),ii του Προγράμματος Δεικτών Ικανότητας Επίδοσης στην Καναδική Αγγλική Γλώσσα (CELPIP),iii ή της Εξέτασης Γαλλομάθειας (ΤEF: test d’ évaluation de français),iv και η μοριοδότηση γίνεται σύμφωνα με την βαθμολογία που ισχύει σε αυτές τις αξιολογήσεις. Λόγω της έμφασης που δίνεται στις εκπαιδευτικές και γλωσσικές δεξιότητες, το ομοσπονδιακό σύστημα ευνοεί τους υποψηφίους με ανώτατη εκπαίδευση. Εντούτοις, το ομοσπονδιακό σύστημα επιλογής δεν (συμ)περιλαμβάνει κάποιο παράγοντα αξιολόγησης που να ανταμείβει όσους διαθέτουν δεξιότητες που έχουν ζήτηση στον Καναδά. Η μόνη προτεραιότητα που δίνεται είναι τα μόρια που πιστώνονται σε όσους εξασφαλίζουν μια προσφορά εργασίας πριν υποβάλλουν την αίτηση μετανάστευσής τους. Η πολιτική επιλογής της κυβέρνησης του Kεμπέκ, που σκιαγραφείται επίσης στον Πίνακα 2.1., είναι παρόμοια με τη διαφορά ότι περιλαμβάνει τα πρόσθετα μόρια για τους υποψηφίους των οποίων οι δεξιότητες έχουν ζήτηση. Επιπλέον, δίνει προτεραιότητα στους γαλλόφωνους, και περιλαμβάνει έναν δημογραφικό παράγοντα, δηλ. δίνει επιπλέον μόρια σε όσους έχουν παιδιά, και ιδιαίτερα μικρά παιδιά. Όσον αφορά τις άλλες επαρχίες, ο ρόλος τους στην επιλογή περιορίζεται στο διορισμό των μεταναστών στο πλαίσιο του Επαρχιακού Προγράμματος Υποψηφίων (PNP),v μέσα στην οικονομική κατηγορία. Η επαρχία της Μανιτόμπα εφαρμόζει και αναπτύσσει το PNP, και εστιάζει στους μετανάστες που έχουν δεξιότητες, κυρίως τεχνικές και επιχειρηματικές, στις οποίες θεωρείται ότι υπάρχει έλλειψη προσφοράς. Εντούτοις, τώρα δίνεται μεγαλύτερη προτεραιότητα σε όσους έχουν διασυνδέσεις με την επαρχία (π.χ. μέσω οικογένειας που ήδη ζει στη Μανιτόμπα). Όπως δείχνει ο Πίνακας 2.2. το καναδικό πρόγραμμα

ii Το IELTS αντιστοιχεί στο International English Language Test System, δηλ. Διεθνές Εξεταστικό Σύστηνα Αγγλικής Γλώσσας. Αυτές οι εξετάσεις είναι διεθνείς εξετάσεις αγγλομάθειας για όσα άτομα θέλουν να φοιτήσουν σε χώρες της Βρετανικής Κοινοπολιτείας, π.χ. Ηνωμένο Βασίλειο (Η.Β.), Καναδά κ.λ.π., και διενεργούνται και στην Ελλάδα (Σ.τ.Μ.). iii Το CELPIP αντιστοιχεί στο Canadian English Language Proficiency Index Programme, δηλ. Πρόγραμμα του Δεικτών Ικανότητας Επίδοσης στην Καναδική Αγγλική Γλώσσα. Αυτές οι εξετάσεις αγγλομάθειας διενεργούνται και ισχύουν μόνο στον Καναδά (Σ.τ.Μ.). iv Το ΤEF αντιστοιχεί με τη συντομογραφία test d’ évaluation de français, δηλ. Εξέταση Γαλλομάθειας. Αυτές οι εξετάσεις είναι διεθνείς εξετάσεις γαλλομάθειας, οι οποίες διενεργούνται και στην Ελλάδα (Σ.τ.Μ.). v Από δω και στο εξής, όταν υπάρχει αναφορά στο συγκεκριμένο Πρόγραμμα, θα αναφέρεται με την αγγλική συντομογραφία του PNP (Σ.τ.Μ.).

157

158

μετανάστευσης περιλαμβάνει ένα πρόγραμμα οικογενειακής επανένωσης που διευρύνεται πέρα από τους συζύγους, για να συμπεριλάβει γονείς και παππούδες (διευρυμένη οικογένεια), και ένα ανθρωπιστικό πρόγραμμα, ενώ σε κανένα από τα δύο προγράμματα δεν εφαρμόζεται οποιαδήποτε κριτήριο αξιολόγησης δεξιοτήτων ή γλώσσας. Το προφίλ των μεταναστών

Τις προηγούμενες δύο δεκαετίες, αφ’ ενός υπήρξε αύξηση στην εισαγωγή μεταναστών από τις ασιατικές χώρες, ιδιαίτερα την Κίνα, την Ινδία, το Πακιστάν, τις Φιλιππίνες και την Νοτιοανατολική Ασία, αφ’ ετέρου, ο αριθμός των οικονομικών μεταναστών που έφθαναν από την Ευρώπη μειώθηκε κατά πολύ. Παρατηρήθηκε επίσης μια μείωση των αριθμών από τις πιο εύπορες ασιατικές χώρες, το Χονγκ Κόνγκ, τη Νότια Κορέα και την Ταϊβάν. Στην περίπτωση του Κεμπέκ, υπάρχει μια σημαντική ροή από τη βόρεια Αφρική, εξ αιτίας της προτεραιότητας που δίνεται στις γλωσσικές δεξιότητες στη γαλλική γλώσσα. Ένα μεγάλο μέρος εκείνων που επέλεξαν να εισέλθουν στον Καναδά έχουν πανεπιστημιακά πιστοποιητικά του Καναδά στην μηχανική / μηχανολογία, την ΤΠΕ (ICT)vi και τις επιχειρήσεις (π.χ. λογιστική, διοίκηση και μάρκετινγκ). Οι μετανάστες στον Καναδά έχουν φοιτήσει σε περισσότερα έτη τριτοβάθμιας εκπαίδευσης κατά μέσον όρο από ό,τι οι Καναδοί κάτοικοι. Το 2005, το 50% των μεταναστών άνω των 15 ετών που έφτασαν στον Καναδά είχε δίπλωμα ή πτυχίο τριτοβάθμιας εκπαίδευσης (CIC, 2006). Το ποσοστό εκείνων που έρχονται με πτυχία στο πλαίσιο του ειδικευμένου προγράμματος είναι ακόμα υψηλότερο. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Καναδικής Απογραφής του 2001, άτομα γεννημένα στο εξωτερικό τα οποία είχαν φθάσει στον Καναδά κατά τη διάρκεια των προηγούμενων πέντε ετών, αποτέλεσαν το 20% του Καναδικού εργατικού δυναμικού που είχε πανεπιστημιακή εκπαίδευση. Οι μετανάστες στον Καναδά έχουν την τάση να εγκαθίστανται κυρίως σε πόλεις και, πιο συγκεκριμένα, σε τρεις μητροπολιτικές περιοχές. Τα έτη 2002 και 2003 σχεδόν οι μισοί εντοπίζονταν στην περιοχή του Τορόντο, του Μόντρεαλ και του Βανκούβερ, συγκεντρώνοντας η κάθε πόλη ένα 13 με 15% (CIC, 2003). Ο μόνος άλλος σημαντικός προορισμός ήταν η Αλμπέρτα, ιδιαίτερα το Κάλγκαρι, με περίπου το 7% να (μετα)κινείται προς αυτή την επαρχία. Εντούτοις, η αναλογία στην Αλμπέρτα ήταν υψηλότερη τα προηγούμενα έτη. Αυτή η τάση είναι σημαντική επειδή δείχνει ότι το επίπεδο αναζήτησης εργασίας δεν είναι ο μόνος παράγοντας που επιδρά στην επιλογή της γεωγραφικής θέσης για εγκατάσταση. Ο σημαντικότερος παράγοντας που προσδιορίζεται από vi Το ICT αντιστοιχεί στο Information and Communication Technologies, ενώ στα ελληνικά είναι γνωστό ως ΤΠΕ: Τεχνολογίες Πληροφορικής και Επικοινωνιών. Από εδώ και στο εξής, θα αναφέρεται η ελληνική συντομογραφία ΤΠΕ (Σ.τ.Μ.).

Ενσωμάτωση των Μεταναστών στον Καναδά

159

τους πρόσφατους μετανάστες είναι η παρουσία οικογένειας και φίλων, και οι κοινότητες που έχουν ιδρυθεί από προηγούμενους μετανάστες (Statistics Canada, 2005). Αυτή η τάση (μετα)κίνησης μπορεί να μην συμβαδίζει με τις περιοχές όπου υπάρχουν οι μεγαλύτερες ελλείψεις προσόντων. Ένας άλλος βασικός παράγοντας-κλειδί για την εγκατάσταση των μεταναστών στις πόλεις είναι το να είναι η περιοχή οικονομικά προσιτή. Στις μεγαλύτερες μητροπολιτικές περιοχές, όπου οι τιμές στέγασης είναι υψηλές, μεγάλα ποσοστά νέων μεταναστών έχουν συγκεντρωθεί στις πιο προσιτές (οικονομικά) και απομακρυσμένες προαστιακές περιοχές. Σε μερικές περιπτώσεις, αυτό έχει οδηγήσει στη συνάθροιση των μεταναστών, οι οποίοι αντιμετωπίζουν επίσης προβλήματα υψηλής ανεργίας, συναφή ζητήματα κοινωνικής συνοχής και την ανάγκη για ένα στρατηγικό σχεδιασμό παροχής υπηρεσιών. Αυτός ο τύπος εντοπισμένης ένδειας είναι σχετικά νέος στον Καναδά, και έχει πλήρως διερευνηθεί στο πλαίσιο του Τορόντο, που ακολούθησε μια επισκόπηση της (Καναδικής) Απογραφής του 2001 (United Way of Greater Toronto and the Canadian Council on Social Development, 2004). Πίνακας 2.2. Καναδάς, αριθμός των μόνιμων κατοίκων ανά κατηγορία Κατηγορία

1995

1996

1997

1998

1999

2000

2001

2002

2003

2004

Σύζυγοι και 30.151 31.562 29.774 28.064 32.789 35.294 37.761 32.767 38.748 43.985 σύντροφοι Γονείς και παππούδες

32.998 24.545 20.153 14.165 14.481 17.768 21.340 22.228 19.384 12.732

Άλλα μέλη 13.306 11.617 οικογένειας2 Ειδικευμένοι εργάτες1

80.823

9.611 8.370

97.125 104.924 80.814

7.957

7.550

7.691

7.304

6.993

5.529

92.382 118.567 137.197 122.705 105.220 113.442

Άλλοι 24.831 27.403 22.689 16.644 16.755 17.700 18.489 15.133 15.822 20.304 οικονομικοί (μετανάστες) Σύνολο 105.654 124.528 127.613 97.458 109.137 136.267 155.686 137.838 121.042 133.746 οικονομικών (μεταναστών) Σύνολο 27.193 28.097 23.865 22.506 24.357 30.078 27.914 25.109 25.981 32.685 προσφύγων Άλλοι Σύνολο

3.567 5.724 5.022 3.637 1.245 508 246 3.794 9.207 7.147 21.869 226.073 216.038 174.200 189.966 227.465 250.638 229.040 221.355 235.824

1

Περιλαμβάνουν παιδιά.

2

Περιλαμβάνουν τα ανεξάρτητα και τα προστατευόμενα μέλη της οικογενείας.

Πηγή: Chitizenship and Immigration Canada, διαθέσιμη στο www.cic.gc.ca/english/pub/facts2004/ overview/1.html

160

Αποτελέσματα απασχόλησης

Οι καναδοί μελετητές συμφωνούν ότι, οι μετανάστες που φθάνουν στον Καναδά τις τελευταίες δεκαετίες δεν ασχολούνται με την εύρεση απασχόλησης στους τομείς των δεξιοτήτων τους ή με το ύψος των αποδοχών τους, όπως έκαναν οι μετανάστες που έφθασαν μετά από τις μεταρρυθμίσεις του 1967. Ο κύριος λόγος γι’ αυτό το αποτέλεσμα ήταν πιθανά η κατάσταση στην αγορά εργασίας τη δεκαετία του 1970. Εκείνη την περίοδο, η ζήτηση για άτομα που είχαν τριτοβάθμια εκπαίδευση ήταν υψηλή, και η ύπαρξη κατά τόπους εκπαιδευμένων προσώπων ήταν ανεπαρκής για να ικανοποιήσει αυτή τη ζήτηση (Reitz, 2003). Μια εντυπωσιακή σύνοψη της κατάστασης παρέχει η σύγκριση των αποδοχών των μεταναστών με τις αποδοχές αυτών που έχουν γεννηθεί στον Καναδά. Το 1980, ένας άντρας μετανάστης που ήταν στον Καναδά για 10 έτη κέρδιζε κατά μέσο όρο 1,04 του καναδικού δολαρίου για κάθε δολάριο που κέρδιζε ο αντίστοιχος Καναδός. Μέχρι το 1990, ο παράλληλος αριθμός είχε μειωθεί σε 0,90 του καναδικού δολαρίου και μέχρι το 2000 σε 0,80 του καναδικού δολαρίου. Για τις γυναίκες, οι αντίστοιχοι αριθμοί ήταν 1,03 του καναδικού δολαρίου, 0,93 του καναδικού δολαρίου και 0,87 του καναδικού δολαρίου (Statistics Canada, 2003a). Η αγορά εργασίας του Καναδά είναι σχετικά ανθηρή2 ακόμη και για τα άτομα που αναζητούν εργασία, όπως είναι συνήθως η περίπτωση των νεοφερμένων μεταναστών, οι οποίοι μπορούν να βρουν εργασία. Το πρόβλημα που αντιμετωπίζουν οι μετανάστες εντοπίζεται στην εύρεση απασχόλησης με βάση την εκπαίδευση και την εμπειρία τους, και στην αποφυγή μιας όλο και περισσότερο κυρίαρχης υποαπασχόλησης. Αυτές οι ανησυχίες επιβεβαιώνονται από τη Διαμήκη Έρευνα για τους Μετανάστες στον Καναδά, που εξέτασε την κατάσταση των μεταναστών το 2003, περίπου δύο έτη μετά από την άφιξή τους στον Καναδά. Η έρευνα έδειξε ότι η μεγάλη πλειοψηφία των μεταναστών που επιλέχτηκαν μέσω του προγράμματος ικανοτήτων είχε βρει απασχόληση. Εντούτοις, σχεδόν το 60% δεν είχε βρει μια εργασία στο συγκεκριμένο επάγγελμά του και ήταν υποαπασχολούμενο (Statistics Canada, 2003b). Τα εμπόδια στην ενσωμάτωση του μεταναστευτικού εργατικού δυναμικού στον Καναδά

Οι προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι μετανάστες στην εύρεση κατάλληλης απασχόλησης είναι μερικές φορές σύνθετες και αλληλένδετες. Παρακάτω διερευνούνται τα κύρια εμπόδια που επισημαίνουν οι ίδιοι οι μετανάστες και αντικατοπτρίζονται από τον κυβερνητικό και ιδιωτικό τομέα.

Ενσωμάτωση των Μεταναστών στον Καναδά

Καναδική επαγγελματική εμπειρία

Ένα σύνηθες εμπόδιο που αναφέρεται σε συνάρτηση με την απασχόληση των μεταναστών είναι ότι, οι εργοδότες είναι απρόθυμοι να προσλάβουν επαγγελματίες από χώρες όπου έχουν περιορισμένη εμπειρική γνώση και να αναγνωρίσουν τα πιστοποιητικά των μεταναστών. Οι ίδιοι οι εργοδότες έχουν χαρακτηρίσει τις επαγγελματικές δεξιότητες των μεταναστών χωρίς την καναδική εμπειρία ως έναν ριψοκίνδυνο παράγοντα στην πρόσληψη (Public Policy Forum, 2004). Στην πραγματικότητα, πολλοί εργοδότες προτιμούν να προσλαμβάνουν τοπικούς απόφοιτους παρά αυτούς που εκπαιδεύτηκαν στο εξωτερικό, επειδή είναι εξοικειωμένοι με τα πρότυπα των τοπικών πανεπιστημιακών προσόντων, και επειδή έχουν την εμπειρία να ενσωματώνουν τοπικούς πτυχιούχους στο εργατικό δυναμικό τους. Θα φανταζόταν κανείς ότι, σε κατάσταση έλλειψης εργατικού δυναμικού, οι εργοδότες θα έκαναν την απαραίτητη προσαρμογή ώστε να έχουν πρόσβαση σε μια ευρύτερη δεξαμενή εργατικού δυναμικού. Υπάρχουν εκθέσεις των σημαντικών ελλείψεων προσόντων στον Καναδά. Σύμφωνα με μια μελέτη για τα μακροπρόθεσμα κενά στις μικρές επιχειρήσεις, η Καναδική Ομοσπονδία της Ανεξάρτητης Επιχείρησης (CFIB)vii έχει διαπιστώσει ότι η επίμονη έλλειψη του καταρτισμένου εργατικού δυναμικού αποτελεί πρόκληση για τους ιδιοκτήτες μικρών επιχειρήσεων και απειλεί τη δυνατότητά τους να αναπτυχθούν. Σε μια δημοσκόπηση του τέλους του 2005, ένας στους δύο μικρούς ιδιοκτήτες επιχειρήσεων στον Καναδά (52%) ανέφεραν την έλλειψη υπαλλήλων ως πρόβλημα για την επιχείρησή τους (Canadian Federation of Independent Business, 2006). Οι ελλείψεις προσόντων είναι ιδιαίτερα εμφανείς στο πλαίσιο της ανθηρούς βιομηχανίας πετρελαιοειδών στην Αλμπέρτα, όπου τα προβλεπόμενα ελλείμματα της ειδικευμένης εργασίας αναμένεται να φθάσουν στους 100.000 εργαζομένους τα επόμενα δέκα έτη. Εντούτοις, έξω από τέτοιες δυναμικές ζώνες απασχόλησης, η παρούσα αγορά εργασίας για τους επαγγελματίες στον Καναδά είναι σχετικά ισορροπημένη. Αν και οι δημογραφικοί παράγοντες γίνονται όλο και περισσότερο αισθητοί, για το μεγαλύτερο μέρος, οι εργοδότες μπορούν αυτήν την περίοδο να συμπληρώσουν τα κενά ειδικοτήτων από άτομα εκπαιδευμένα στον Καναδά. Ένας παράγοντας που συμβάλλει σε αυτό το γεγονός είναι ότι οι εγγραφές στα καναδικά πανεπιστήμια αυξήθηκαν ταχύτατα κατά τη δεκαετία του 1980 και vii Η συντομογραφία CFIB αντιστοιχεί στο Canadian Federation of Independent Business, δηλ. Καναδική Ομοσπονδία της Ανεξάρτητης Επιχείρησης. Από εδώ και στο εξής, θα αναφέρεται ως CFIB (Σ.τ.Μ.).

161

162

ξανά προς το τέλος της δεκαετίας του 1990 (Association of Universities and Colleges of Canada, 2002). Αναμένεται να αυξηθούν πάρα πολύ και κατά τη διάρκεια της τρέχουσας δεκαετίας, εφόσον τροφοδοτούνται από μια ανάπτυξη του πληθυσμού ηλικίας 18-24 και από μια αύξηση των ποσοστών συμμετοχής στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Αναγνώριση των πιστοποιητικών

Οι μετανάστες που έφθασαν πρόσφατα και κατέχουν επαγγελματικά και τεχνικά προσόντα αντιμετωπίζουν συχνά το εμπόδιο των αυστηρών κανόνων αξιολόγησης των πιστοποιητικών στο επάγγελμα ή τη τέχνη τους. Υπάρχει ένα ευρύ φάσμα τέτοιων επαγγελμάτων και τεχνών, όπου η απασχόληση δεν επιτρέπεται έως ότου η αρχή αξιολόγησης εγκρίνει τα πιστοποιητικά και το άτομο έχει καλύψει όλες τις απαιτήσεις της επαγγελματικής άδειας (licensure) ή της πιστοποίησης. Στον Καναδά, ο κανονισμός των τεχνών και των επαγγελμάτων είναι υπό την επαρχιακή αρμοδιότητα, πράγμα που σημαίνει ότι κάθε επαρχία/ έδαφοςviii έχει τις δικές του σειρές επαγγελματικών ρυθμιστικών οργάνων που καθορίζουν τα πρότυπα και τις απαιτήσεις για την πιστοποίηση και την παροχή επαγγελματικής άδειας. Σε μερικές περιπτώσεις, μπορεί να υπάρξει γρήγορη αναγνώριση όπου και όταν υπάρχουν αμοιβαίες συμφωνίες αναγνώρισης μεταξύ των επαγγελματικών σωματείων. Η πιστοποίηση και η επαγγελματική άδεια (licensure) δεν είναι γενικά ένα απλό θέμα υποβολής της αναλυτικής βαθμολογίας στις αρχές πιστοποίησης. Αν και οι διαδικασίες ποικίλλουν ανά επάγγελμα και τέχνη, οι υποψήφιοι συχνά πρέπει να συμμετέχουν σε εξετάσεις για να ικανοποιήσουν τις καναδικές απαιτήσεις επαγγελματικής εμπειρίας, καθώς και τις απαιτήσεις γλωσσικής αξιολόγησης. Οι καναδικές απαιτήσεις επαγγελματικής εμπειρίας είναι ένα σημαντικό εμπόδιο, δεδομένου ότι υπάρχουν λίγα παραδείγματα τυποποιημένων προγραμμάτων ή ευκαιριών για την εξασφάλιση αυτής της εμπειρίας.ix Πολλοί νεοφερμένοι ειδικευμένοι μετανάστες πρέπει να βρουν απασχόληση προκειμένου να καλύψουν τα έξοδα διαμονής τους. Επειδή δεν επιτρέπεται να εργάζονται στον

viii Η συντομογραφία CFIB αντιστοιχεί στο Canadian Federation of Independent Business, δηλ. Καναδική Ομοσπονδία της Ανεξάρτητης Επιχείρησης. Από εδώ και στο εξής, θα αναφέρεται ως CFIB (Σ.τ.Μ.). ix Το ίδιο πρόβλημα αντιμετωπίζουν όχι μόνο οι ειδικευμένοι μετανάστες αλλά και οι ειδικευμένοι / επαγγελματίες Καναδοί όταν θέλουν να μετακινηθούν από μια επαρχία σε άλλη. Πρέπει να περάσουν εξετάσεις για να έχουν το δικαίωμα να ασκήσουν το επάγγελμα ή τη τέχνη τους στην επαρχία ή το έδαφος στο οποίο θέλουν να εγκατασταθούν αλλά από το οποίο δεν έχουν πάρει το πτυχίο τους. Αυτό το σύστημα έχει υιοθετηθεί από το πολιτειακό σύστημα των Η.Π.Α. (Σ.τ.Μ.).

Ενσωμάτωση των Μεταναστών στον Καναδά

τομέα τους αμέσως, συχνά αναλαμβάνουν εργασίες που είναι υποδεέστερες των προσόντων τους ή εργασίες «επιβίωσης». Έτσι, πολλοί δυσκολεύονται να παρακολουθήσουν την απαραίτητη κατάρτιση για την πιστοποίηση στον τομέα τους ή να βρουν το είδος απασχόλησης που χρειάζεται για την πλήρη εγγραφή. Αυτή η κατάσταση επιδεινώνεται περαιτέρω όσο περισσότερο το άτομο βρίσκεται εκτός του γνωστικού του αντικειμένου, καθώς οι πιθανότητες του να ενσωματωθεί ξανά σε επάγγελμα αντίστοιχο του γνωστικού του αντικειμένου απομακρύνονται περισσότερο με την πάροδο του χρόνου. Το αποτέλεσμα είναι ότι πολλοί επαγγελματίες μετανάστες αγωνίζονται σκληρά για να βρουν απασχόληση που να αντιστοιχεί στην εκπαίδευση και στην κατάρτισή τους. Επιπλέον, αυτό μπορεί να έχει και πιο μακροπρόθεσμες συνέπειες, καθώς ο Sweetman (2005) δείχνει ότι το σημείο εισόδου στην αγορά εργασίας είναι ιδιαίτερα σημαντικό στον καθορισμό των μακροπρόθεσμων διαδρομών σταδιοδρομίαςx. Υπάρχει μεγάλη ευαισθητοποίηση για το πρόβλημα αυτό στην κυβέρνηση και στις κοινότητες στον Καναδά. Ο διευθυντής ενός κοινοτικού φορέα στο Γουίνιπεγκ, του Κέντρου Δεξιοτήτων Επιτυχίας (Success Skills Centre), το οποίο εξυπηρετεί περίπου 300 επαγγελματίες μετανάστες ετησίως, δήλωσε σε μια ομοσπονδιακή έρευνα μετανάστευσης του 2003 ότι: Οι πελάτες στο εξωτερικό δεν γνωρίζουν πόσος χρόνος απαιτείται για να εγκατασταθεί κάποιος στον Καναδά και πόσος χρόνος χρειάζεται για να αναγνωριστούν τα πιστοποιητικά του. Πολλοί ανεξάρτητοι μετανάστες μας έχουν πει πως, εάν ήξεραν ότι θα χρειάζονταν από τέσσερα έως επτά έτη για να ξαναγράψουν όσα ήδη ήξεραν προκειμένου να εργασθούν στο πεδίο τους, δεν θα είχαν έρθει. Γι’ αυτό ίσως δεν τους το λέμε στο εξωτερικό; (Feist, 2003). Πράγματι, η κατάσταση θεωρείται κρίσιμη και αναγνωρίζεται ως μεγάλη σπατάλη ταλέντων από την άποψη της εν δυνάμει οικονομικής παραγωγικότητας του Καναδά. Το 2006 ο κυβερνητικός προϋπολογισμός του Καναδά ανήγγειλε ότι πάνω από δύο έτη δαπανήθηκαν 18 εκατομμύρια καναδικά δολάρια (περ. 12,7 εκατομμύρια ευρώ) για έναν εθνικό φορέα αναγνώρισης πιστοποιητικών των αλλοδαπών. Ο στόχος του φορέα αυτού είναι να βοηθήσει όσους έχουν διεθνή προσόντα να καθορίσουν εάν τα πιστοποιητικά τους ανταποκρίνονται Πολλοί αγγλόφωνοι συγγραφείς χρησιμοποιούν την έκφραση career trajectories για να εκφράσουν τις κατευθύνσεις (κυρ. τροχιές) σταδιοδρομίας, ενώ άλλοι χρησιμοποιούν την έκφραση career routes (όπως στο Κεφάλαιο 4 του παρόντος πονήματος). Στην παρούσα μετάφραση, χρησιμοποιείται η «διαδρομή σταδιοδρομίας» (Σ.τ.Μ.).

x

163

164

στα καναδικά πρότυπα, ξεκινώντας ιδανικά τη διαδικασία στο εξωτερικό και εντάσσοντας γρηγορότερα στο εργατικό δυναμικό όσους είναι ήδη ειδικευμένοι και έτοιμοι να εργαστούν στους τομείς της ειδικότητάς τους. Οι επικοινωνιακές δεξιότητες

Ένα άλλο σημαντικό εμπόδιο για την ενσωμάτωση στην αγορά εργασίας, στο οποίο προσκρούουν οι μετανάστες, είναι οι επικοινωνιακές δεξιότητες. Αν και οι αγγλικές ή γαλλικές γλωσσικές δεξιότητες απαιτούνται για την επιλογή ως ειδικευμένος μετανάστης, η αποτελεσματική ικανότητα των ατόμων είναι συχνά αρκετά υποδεέστερη από αυτό που περιμένουν οι εργοδότες από το επαγγελματικό ή διευθυντικό προσωπικό τους. Το Ομοσπονδιακό Υπουργείο Υπηκοότητας και Μετανάστευσης φέρει την ευθύνη για την κατάρτιση της αγγλικής/γαλλικής γλώσσας (όπως η κυβέρνηση του Κεμπέκ, για τη γαλλική γλωσσική κατάρτιση μόνο) ως μέρος των αρχικών υπηρεσιών εγκατάστασης που προσφέρονται στους μετανάστες. Αλλά αυτά τα γλωσσικά προγράμματα έχουν εστιάσει κυρίως στα λειτουργικά γλωσσικά επίπεδα, δεν είναι προσανατολισμένα στην αγορά εργασίας και στις επαγγελματικού επιπέδου δεξιότητες. Η επαρχία της Μανιτόμπα προσφέρει αυτήν την περίοδο τις γλωσσικές δεξιότητες μέχρι το επίπεδο 8, χρησιμοποιώντας το Καναδικό Σύστημα Γλωσσικής Συγκριτικής Μέτρησης Επιδόσεων (Canadian Language Benchmark System) που διαβαθμίζεται από 1-12. Το Κεμπέκ προσφέρει μαθήματα μέχρι το επίπεδο 9, αν και η πλειοψηφία της κατάρτισης είναι στο ενδιάμεσο επίπεδο (intemediate level) γλώσσας. Ενώ το επίπεδο εκπαίδευσης των ειδικευμένων μεταναστών έχει αυξηθεί και το προφίλ των μεταναστών έχει αλλάξει σημαντικά κατά τη διάρκεια των προηγούμενων 20 ετών, τα γλωσσικά προγράμματα δεν συμβαδίζουν με τις απαιτήσεις. Ως απάντηση σε αυτό το χάσμα αναπτύσσονται τώρα νέα γλωσσικά προγράμματα και σε ομοσπονδιακό και σε επαρχιακό επίπεδο, για να βελτιώσουν το επίπεδο κατάρτισης, ώστε να καλυφθούν οι απαιτήσεις της αγοράς εργασίας. Διακρίσεις και ρατσισμός

Δεδομένης της αυξανόμενης εκπροσώπησης των εμφανών μειονοτήτων μεταξύ των νέων μεταναστών στον Καναδά, το ζήτημα του ρατσισμού και των διακρίσεων πρέπει να ληφθεί υπόψη στην εμπειρία τους από την αγορά εργασίας. Οι ΜΚΟ που παρέχουν υπηρεσίες απασχόλησης σε νέους μετανάστες συστηματικά αναφέρουν ότι ο ρατσισμός και οι διακρίσεις αποτελούν εμπόδια στην αποτελεσματική ενσωμάτωση στην αγορά εργασίας των μεταναστών πελατών τους. Αυτό μπορεί να εκφραστεί μέσα από την αναγνώριση των

Ενσωμάτωση των Μεταναστών στον Καναδά

πιστοποιητικών από μερικές χώρες και όχι από άλλες, τη διάκριση βάσει της προφοράς, ή την προτίμηση για περιορισμένες εκφάνσεις της πολιτιστικής διαφορετικότητας. Αυτό μπορεί επίσης να έχει πιο μακροπρόθεσμες συνέπειες. Ενώ υπάρχει ένα σαφές νομοθετικό πλαίσιο που υποστηρίζει την επίσημη πολυπολιτισμικότητα στον Καναδά, και η κοινή γνώμη είναι γενικά ευνοϊκή ως προς αυτήν, η ανάλυση των στοιχείων απογραφής δείχνει ότι υπάρχει μια δυσανάλογη εμπειρία ένδειας στον Καναδά μεταξύ των πολυφυλετικών κοινοτήτων.3 Πολιτική και παροχή προγράμματος

Πολιτική Εγκατάστασης Όπως σημειώνεται ανωτέρω, η ομοσπονδιακή κυβέρνηση θέτει το πλαίσιο όσον αφορά την πολιτική μετανάστευσης (συμπεριλαμβανομένων των στοχοθετημένων αριθμών [εισαγωγής μεταναστών]), ορίζει τα κριτήρια επιλογής και τις διαδικασίες και αναλαμβάνει την επιλογή των μεταναστών για όλο τον Καναδά, εκτός από το Κεμπέκ, η κυβέρνηση του οποίου εκτελεί αυτές τις λειτουργίες για την επαρχία της. Όσον αφορά την πολιτική εγκατάστασης και ενσωμάτωσης και τον προγραμματισμό, ο επιμερισμός των ευθυνών είναι πιο σύνθετος. Η ομοσπονδιακή κυβέρνηση, μέσω της Διεύθυνσης Υπηκοότητας και Μετανάστευσης, παρέχει τις αρχικές υπηρεσίες εγκατάστασης, και τις παρέχει μέσω του πλαισίου των διαφόρων συμφωνιών που υπογράφονται με την κάθε επαρχία ξεχωριστά. Στην περίπτωση του Κεμπέκ, για παράδειγμα, δίνεται στην επαρχία πλήρης αυτονομία στη διαχείριση και την εκταμίευση των κεφαλαίων. Οι περισσότερες άλλες συμφωνίες επιτρέπουν στην Ομοσπονδιακή Διεύθυνση να ασκεί μεγαλύτερη επιρροή στην κατεύθυνση και τη διαχείριση των προγραμμάτων. Αυτές οι υπηρεσίες εγκατάστασης εστιάζουν κυρίως στην εκμάθηση της αγγλικής και γαλλικής γλώσσας. Στόχος τους είναι να διασφαλίσουν ότι οι μετανάστες επιτυγχάνουν ένα λειτουργικό επίπεδο των αγγλικών ή γαλλικών. Επίσης, οι υπηρεσίες εγκατάστασης και ο περιορισμένος προγραμματισμός για την αρχική υποστήριξη εισόδου στην αγορά εργασίας παρέχονται μέσω της Διεύθυνσης Υπηκοότητας και Μετανάστευσης. Με εξαίρεση τους χρηματοδοτούμενους από την κυβέρνηση πρόσφυγες, η ομοσπονδιακή κυβέρνηση δεν καλύπτει την εισοδηματική υποστήριξη, ή την υποστήριξη άλλων αναγκών εγκατάστασης, όπως η κατοικία. Η προσδοκία είναι ότι οι μετανάστες θα έχουν εξασφαλίσουν εισοδήματα και κατοικία οι ίδιοι.

165

166

Ενσωμάτωση στην αγοράς εργασίας

Όσον αφορά τον καναδικό προγραμματισμό της αγοράς εργασίας, το μεγαλύτερο μέρος της ευθύνης το επωμίζεται η Ομοσπονδιακή Διεύθυνση Ανθρώπινων Δυναμικών και Κοινωνικής Ανάπτυξης, η οποία μαζί με τα επαρχιακά υπουργεία έχουν την ευθύνη για την κατάρτιση και την απασχόληση. Όπως ισχύει και με τις υπηρεσίες εγκατάστασης, η παροχή προγραμμάτων και υπηρεσιών καθορίζονται με ξεχωριστές συμφωνίες αγοράς εργασίας μεταξύ της ομοσπονδιακής κυβέρνησης και των επαρχιακών κυβερνήσεων. Εκτός από το Κεμπέκ, ο μεγαλύτερος προγραμματισμός αγοράς εργασίας παρέχεται μέσω των ασφαλιστικών ταμείων απασχόλησης, τα οποία απαιτούν να έχει το άτομο δικαίωμα στα οφέλη από τον ομοσπονδιακό προγραμματισμό – δηλαδή να έχει εργαστεί στον Καναδά και να έχει πληρώσει το ταμείο. Συνεπώς, τα περισσότερα προγράμματα και οφέλη στο πλαίσιο αυτού του προγραμματισμού δεν είναι γενικά διαθέσιμα στους νεοφερμένους μετανάστες που δεν έχουν ιστορικό απασχόλησης στον Καναδά. Η παροχή των προγραμμάτων και υπηρεσιών για την ενσωμάτωση των μεταναστών στην αγορά εργασίας είναι περίπλοκη στον Καναδά λόγω της σιλό (silo) επίδρασης της αναπτυξιακής πολιτικής και του προγραμματισμού. Οι ιδιαίτεροι και σαφώς οροθετημένοι τομείς ευθύνης και υπευθυνότητας μεταξύ των διευθύνσεων και των υπουργείων και σε ομοσπονδιακό και σε επαρχιακό επίπεδο, αντιμετωπίζουν προκλήσεις στο συντονισμό κάθετα και οριζόντια. Οι κυβερνητικές υπηρεσίες σε κάθε επίπεδο αναπτύσσουν μηχανισμούς για να εξετάσουν αυτό το εμπόδιο και η εργασία αυτή βρίσκεται σε εξέλιξη. Εντούτοις, αυτήν την περίοδο, το αποτέλεσμα για τους μετανάστες που επιδιώκουν να εισαχθούν στην αγορά εργασίας, είναι ότι οι υπηρεσίες και οι υποστηρίξεις που ίσως απαιτούσαν, δεν συνδέονται με ένα σαφώς προσδιορισμένο σύστημα. Η έλλειψη συντονισμού στον προγραμματισμό, στην ανάπτυξη και στην παροχή υπηρεσιών και προγραμμάτων έχει άμεσες επιπτώσεις στην εμπειρία του μετανάστη (για την ενσωμάτωσή του στην αγορά εργασίας). Παροχή (delivery) υπηρεσιών

Η διοικητική ρύθμιση για την παροχή μεταναστευτικών υπηρεσιών ποικίλλει μεταξύ των καναδικών επαρχιών. Παραδείγματος χάριν, τα προγράμματα για τη γλωσσική κατάρτιση ή τα προγράμματα για τη διευκόλυνση της επαγγελματικής σχέσης με τους εργοδότες, παρέχονται από ένα εκτενές δίκτυο των ΜΚΟ και άλλων ιδρυμάτων, συμπεριλαμβανομένων των κολεγίων ή των πανεπιστημίων στην επαρχία του Οντάριο και της Μανιτόμπα, ενώ στο Κεμπέκ

Ενσωμάτωση των Μεταναστών στον Καναδά

η επαρχία παίζει έναν σημαντικότερο ρόλο στην παροχή υπηρεσιών. Πολλές ΜΚΟ είναι οι βασικοί φορείς όχι μόνο στην παροχή των βασικών υπηρεσιών γλωσσικής κατάρτισης και πρακτικής άσκησης αλλά, επιπλέον, συνηγορούν υπέρ των επιπρόσθετων υπηρεσιών. Σε κάθε μια από τις τρεις επαρχίες, οι ΜΚΟ δικαίως θεωρούνται συνήγοροι αυτών των υπηρεσιών, λόγω της τοπικής οργάνωσής τους, της από πρώτο χέρι εμπειρίας τους με τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι μετανάστες και συχνά λόγω των (δια)συνδέσεών τους με συγκεκριμένες εθνοτικές κοινότητες. Επιλεγμένες τοπικές πρωτοβουλίες Η παρακάτω ενότητα σκιαγραφεί και αξιολογεί τις τοπικές αντιδράσεις, τις πρωτοβουλίες και τα προγράμματα που σχεδιάσθηκαν για να αντιμετωπίσουν τα εμπόδια στην ενσωμάτωση των μεταναστών στην αγορά εργασίας στο Μόντρεαλ, στο Τορόντο και στο Γουίνιπεγκ, τοποθετώντας τα στο πλαίσιο των διαφορετικών επαρχιακών πλαισίων διακυβέρνησης του Κεμπέκ, του Οντάριο και της Μανιτόμπα αντίστοιχα. Η αποτελεσματικότητα αυτών των τοπικών πρωτοβουλιών στην εξέταση μερικών από τα βασικά εμπόδια-κλειδιά που αντιμετωπίζουν οι μετανάστες στην αγορά εργασίας αναλύεται λεπτομερέστερα στη συνέχεια. Περιπτωσιολογική μελέτη 1: Μόντρεαλ, Κεμπέκ Περίπου το ένα πέμπτο των μεταναστών που προσελκύονται στον Καναδά, εγκαθίσταται στο Κεμπέκ, η μεγάλη πλειοψηφία του οποίου εντοπίζεται στο Μόντρεαλ. Σχεδόν το 60% των μεταναστών που εγκαθίσταται στο Κεμπέκ επιλέγεται από το Υπουργείο Μετανάστευσης και Πολιτιστικών Κοινοτήτων (MICC)xi της κυβέρνησης του Κεμπέκ μέσω του προγράμματος των ειδικευμένων εργαζομένων του. Ένα άλλο 22% εντάσσεται στην κατηγορία της οικογενειακής επανένωσης και το 18% στην κατηγορία των προσφύγων. Υπάρχουν παρόμοιες αναλογίες με την κατηγοριοποίηση της εγκατάστασης στο Μόντρεαλ. Ο ανωτέρω Πίνακας 2.1. δίνει λεπτομέρειες για το πλέγμα επιλογής που χρησιμοποιείται από το MICC για να επιλέξει ειδικευμένους μετανάστες. Προτεραιότητα δίνεται στους γαλλόφωνους και, όπως ισχύει στο ομοσπονδιακό

Η συντομογραφία MICC αντιστοιχεί στο Ministry for Immigrants and Cultural Communities, δηλ. Υπουργείο Μετανάστευσης και Πολιτιστικών Κοινοτήτων. Από εδώ και στο εξής, θα αναφέρεται ως MICC, όπως και στο πρωτότυπο κείμενο (Σ.τ.Μ.).

xi

167

168

σύστημα επιλογής, σε εκείνους με πανεπιστημιακή εκπαίδευση. Αυτή η προσέγγιση είναι σύμφωνη με το πρότυπο ανθρώπινου δυναμικού που χρησιμοποιείται στο ομοσπονδιακό σύστημα. Εντούτοις, σε αντίθεση με το ομοσπονδιακό σύστημα, το σύστημα του Κεμπέκ μοριοδοτεί εκείνους που έχουν δεξιότητες που έχουν ζήτηση στο Κεμπέκ. Τα χαρακτηριστικά των μεταναστών που φθάνουν στο Κεμπέκ διαφέρουν από εκείνων που εγκαθίστανται αλλού στον Καναδά, δεδομένου ότι ένα σημαντικό ποσοστό (26,1% κατά τη διάρκεια της τετραετίας 2000 έως 2004) γεννήθηκε στην Αφρική – πρώτιστα στη βόρεια Αφρική. Οι περισσότεροι από αυτούς τους μετανάστες είναι γαλλόφωνοι. Άλλο 33,1% γεννήθηκε στην Ασία και 23,8% στην Ευρώπη (MICC, 2005). Όσον αφορά στο γλωσσικό υπόβαθρο, από αυτούς που έφτασαν στο Κεμπέκ μεταξύ του 2000 και του 2004, το 49,8% (55% το 2004) ήταν γαλλόφωνο (το μισό του οποίου ήταν και γαλλόφωνο και αγγλόφωνο), το 16,9% μιλούσε μόνο αγγλικά και το υπόλοιπο (33,3%) δεν μιλούσε ούτε γαλλικά ούτε αγγλικά. Αποτελέσματα απασχόλησης

Παρά τα σχετικά μεγάλα ποσοστά των μεταναστών που εγκαταστάθηκαν στο Μόντρεαλ και έχουν πανεπιστημιακά προσόντα, τα αποτελέσματα της απασχόλησης είναι σχετικά φτωχά. Κατά την διάρκεια της απογραφής του 2001, περίπου το 13% των γεννημένων στο εξωτερικό ατόμων ήταν άνεργο έναντι 9,2% επί του συνολικού εργατικού δυναμικού του Mόντρεαλ. Η κατάσταση είναι χειρότερη για τους νεοφερμένους μετανάστες στο Mόντρεαλ. Σύμφωνα με τη διαμήκη έρευνα για τους μετανάστες στον Καναδά, από τους μετανάστες που έφτασαν στο Mόντρεαλ το 2001, μόνο το 65% εκείνων που ήταν 25-44 ετών είχε απασχοληθεί σε οποιαδήποτε εργασία μέχρι το 2003, έναντι του 84% εκείνων που έφτασαν στο Τορόντο κατά τη διάρκεια της ίδιας περιόδου. Το ποσοστό απασχόλησης αυτών των μεταναστών μετά από παραμονή δύο ετών στο Mόντρεαλ (δηλαδή κατά την διάρκεια της έρευνας το 2003) ήταν 45% έναντι 69% στο Τορόντο. Από εκείνους που επιλέχτηκαν ως ειδικευμένοι μετανάστες στην ηλικιακή ομάδα 25-44, το ποσοστό απασχόλησης ήταν 51%. Μόνο το 53% των νεοφερμένων ειδικευμένων μεταναστών που ζουν στο Mόντρεαλ, το οποίο είχε προϋπηρεσία, βρήκε απασχόληση στον τομέα εργασίας που επιθυμούσε (Statistics Canada, 2006). Τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι μετανάστες στο Κεμπέκ στην εύρεση απασχόλησης αντικατοπτρίζουν εκείνα που προσδιορίζονται από το ομοσπονδιακό πλαίσιο, και περιλαμβάνουν τη δυσκολία της αναγνώρισης

Ενσωμάτωση των Μεταναστών στον Καναδά

των πιστοποιητικών που απέκτησαν στο εξωτερικό. Στην περίπτωση των κατοχυρωμένων νομοθετικά επαγγελμάτων, υπάρχουν περίπου σαράντα πέντε εταιρείες στο Κεμπέκ που διαχειρίζονται την είσοδο στους αντίστοιχους τομείς τους. Οι απαιτήσεις για την επαγγελματική άδεια (lisensure) είναι μερικές φορές σύνθετες, δημιουργώντας εμπόδια σε υποψήφιους μετανάστες. Μια μοναδική πλευρά του Κεμπέκ, είναι το γεγονός ότι το Γραφείο για τα Επαγγέλματα στο Κεμπέκ (OPQ)xii εξασφαλίζει ότι κάθε ένας από αυτούς τους επαγγελματικούς ρυθμιστικούς οργανισμούς εκπληρώνει τη λειτουργία προστασίας του κοινού και ασκεί μια λειτουργία ελέγχου και επίβλεψης. Το γεγονός ότι το OPQ συμβουλεύει την κυβέρνηση για τις βελτιώσεις που πρέπει να γίνουν στο επαγγελματικό σύστημα αναγνώρισης παρέχει μια ευκαιρία εξέτασης (και υπερνίκησης) των συστημικών εμποδίων που ελλοχεύουν για τους επαγγελματίες μετανάστες. Οι επικοινωνίες είναι επίσης ένα πρόβλημα για πολλούς μετανάστες, και αυτό το εμπόδιο παρουσιάζει ιδιαιτερότητες στο πλαίσιο του Μόντρεαλ. Οι εργοδότες απαιτούν συχνά το προσωπικό τους να είναι δίγλωσσο στα γαλλικά και αγγλικά επειδή πρέπει συνήθως να συνδιαλέγονται με γαλλόφωνους και αγγλόφωνους πελάτες. Πλαίσιο πολιτικής και οι ανταποκρίσεις των προγραμμάτων

Όπως περιγράφονται από τη συμφωνία Καναδά-Κεμπέκ, καθώς επίσης και μέσω μιας ομοσπονδιακής-επαρχιακής συμφωνίας ανάπτυξης για την αγορά εργασίας,4 όλες οι υπηρεσίες που αφορούν στην ενσωμάτωση των μεταναστών και όλες οι υπηρεσίες απασχόλησης παρέχονται από την επαρχία Κεμπέκ. Η επαρχία χρηματοδοτείται με 3.000 καναδικά δολάρια (Citizenship and Immigration Canada, 2004) ανά μετανάστη, από την ομοσπονδιακή κυβέρνηση. Τα κεφάλαια κατευθύνονται στο επαρχιακό υπουργείο οικονομικών, όχι άμεσα στις συγκεκριμένες κατανομές του προγράμματος, και ανακατανέμονται μεταξύ των διάφορων διευθύνσεων που παρέχουν τις μεταναστευτικές υπηρεσίες ενσωμάτωσης. Η δημοσίευση ενός προγράμματος δράσης που τιτλοφορείται “Shared Values, Common Interests” («Κοινές Αξίες, Κοινά Συμφέροντα») το Μάιο του 2004 επισημαίνει την προτεραιότητα που η κυβέρνηση του Κεμπέκ δίνει τώρα στη

xii Το OPQ αντιστοιχεί στις εκφράσεις Office for the Professions in Quebec και Office des professions du Québec, δηλ. Γραφείο για τα Επαγγέλματα στο Κεμπέκ. Από δω και στο εξής, θα αναφέρεται ως OPQ (Σ.τ.Μ.).

169

170

μετανάστευση και επαναδιατυπώνει την κυβερνητική δέσμευση για ένα συνεχές και εντατικό πρόγραμμα μετανάστευσης. Όπως στον υπόλοιπο Καναδά, η κυβέρνηση του Κεμπέκ προωθεί έντονα τη μετανάστευση δεδομένου ότι ανησυχεί για τις μακροπρόθεσμες δημογραφικές επιπτώσεις του χαμηλού ποσοστού γεννήσεων της επαρχίας και για την επικείμενη αποχώρηση μιας πολύ μεγάλης ομάδας της γενιάς του 1960-1970 (baby boomers). Αναγνωρίζει ότι συντονισμένες ενέργειες - ιδιαίτερα μεταξύ των διάφορων Υπουργείων και των οργανώσεων που συμμετέχουν στην ενσωμάτωση των μεταναστών - απαιτούνται για να κάνουν την εργασία του προγράμματος για τη μετανάστευση επιτυχή, τόσο για τους μετανάστες όσο και για την κοινότητα του Κεμπέκ. Γι’ αυτόν τον λόγο, το έγγραφο σχεδιάζει ένα πρόγραμμα δράσης γύρω από δύο στόχους: ο πρώτος είναι η γρήγορη και επιτυχής ενσωμάτωση των νεοφερμένων στην αγορά εργασίας, και ο δεύτερος να ενθαρρύνει τις αρμονικές διαπολιτισμικές σχέσεις. Σε σχέση με τον πρώτο στόχο, συστήθηκαν δύο πυλώνες δράσης. Ο πρώτος αφορούσε την καθιέρωση μιας μεταναστευτικής πολιτικής που είναι «αληθινή στις ανάγκες και τις αξίες του Κεμπέκ» (Government of Québec, 2004). Αυτό είναι σημαντικό επειδή δείχνει την απομάκρυνση από την προσέγγιση του ανθρώπινου κεφαλαίου για την επιλογή των μεταναστών, από την οποία χαρακτηρίζεται η ομοσπονδιακή πολιτική μετανάστευσης. Το έγγραφο απαιτεί την καθιέρωση των οδηγιών «για την επιλογή των ειδικευμένων εργαζομένων βασισμένη στις παρούσες και μελλοντικές ανάγκες του Κεμπέκ» και μια οδηγία για «να ταιριάξει τις κενές θέσεις του Κεμπέκ με αλλοδαπούς υποψηφίους των οποίων το επαγγελματικό προφίλ ικανοποιεί τις εκπεφρασμένες ανάγκες». Ο δεύτερος πυλώνας αφορά «την υποδοχή και τη μόνιμη εργασιακή ενσωμάτωση». Οι δράσεις που προτάθηκαν για να εξετάσουν αυτά τα ζητήματα, περιελάμβαναν την εργασία σύμφωνα με τις επαγγελματικές οδηγίες και τα εκπαιδευτικά ιδρύματα, προκειμένου να βρεθούν οι λύσεις στο ζήτημα της πιστοποίησης, της παροχής εξατομικευμένης καθοδήγησης των μεταναστών που εισάγονται στην αγορά εργασίας και προγραμμάτων συνηγορίας, τα οποία κινήθηκαν προς την κατεύθυνση να πείσουν τους εργοδότες να είναι πιο ανοικτοί στην προσαρμογή της απασχόλησης των ειδικευμένων μεταναστών. Το σχέδιο συνοδεύεται από περιφερειακές διασκέψεις που περιλαμβάνουν τους δημάρχους και τους δήμους και την ανάπτυξη των περιφερειακών προγραμμάτων δράσης, και έτσι ενσωματώνει μια πολυεπίπεδη προσέγγιση διακυβέρνησης. Επιπλέον, το Κεμπέκ έχει λάβει μέτρα για να αντιμετωπίσει τις διακρίσεις στην εργασία. Παραδείγματος χάριν, προκειμένου να παρακινηθούν οι εργοδότες της περιοχής να προσλαμβάνουν και να στηρίζουν τους μετανάστες και τις εμφανείς μειονότητες, η Διεύθυνση του Υπουργείου Απασχόλησης του

Ενσωμάτωση των Μεταναστών στον Καναδά

Κεμπέκ στο Μόντρεαλ (η επαρχιακή υπηρεσία απασχόλησης) έχει συνεργαστεί με έναν μη κερδοσκοπικό οργανισμό, την Κίνηση του Κεμπέκ για την Ποιότητα (Mouvement québécois de la qualité) για να προετοιμάσει έναν οδηγό σχετικά με τις αρετές του ανθρώπινου δυναμικού για τις επιχειρήσεις που επιθυμούν ή ήδη προσλαμβάνουν πολυπολιτισμικούς υπαλλήλους. Το MICC είναι αρμόδιο για την παροχή γλωσσικής κατάρτισης και υπηρεσιών εγκατάστασης. Η γαλλική γλωσσική κατάρτιση για τους νεοφερμένους στο Κεμπέκ γίνεται παρέχεται μέσω ενός προγράμματος για τη γλωσσική ενσωμάτωση των μεταναστών (PILI).xiii Παρέχει τη βασική γλωσσική κατάρτιση για τους νεοφερμένους μετανάστες (λιγότερο από πέντε έτη στον Καναδά) που δεν ξέρουν ικανοποιητικά γαλλικά, ώστε να επιβιώσουν και να εργαστούν. Εκτός από τα βασικά γαλλικά, υπάρχουν επίσης διαθέσιμες μερικές σειρές μαθημάτων για συγκεκριμένα επαγγέλματα. Αυτό το πρόγραμμα παρέχεται μέσω των κολεγίων, των πανεπιστημίων και των κοινοτικών φορέων, αν και οι εκπαιδευτικοί είναι υπάλληλοι του MICC. Οι συμμετέχοντες στο PILI μπορούν να υποβάλουν αίτηση για οικονομική ενίσχυση εάν εκπαιδεύονται πλήρως, ενώ τους παρέχεται χρηματοδότηση και για τις δαπάνες μεταφοράς και φροντίδας των παιδιών. Κατά συνέπεια, οι μετανάστες που βρίσκονται στο Μόντρεαλ έχουν άριστη πρόσβαση σε δωρεάν προγράμματα γλωσσικής κατάρτισης, αλλά αυτά τα προγράμματα καταρτίζουν συνήθως το μετανάστη μόνο έως το μεσαίο επίπεδο (intermediate) αγγλικής ή γαλλικής γλώσσας. Οι προσαρμοσμένες σειρές μαθημάτων και οι σειρές μαθημάτων γαλλικής γλώσσας είναι διαθέσιμες μετά από το κανονικό πρόγραμμα. Επιπλέον, «γαλλοποίηση» (francisation) δραστηριοτήτων μπορεί να πραγματοποιηθεί στον εργασιακό χώρο. Το Υπουργείο Παιδείας, του Ελεύθερου Χρόνου και του Αθλητισμού (MEL)xiv μέσω του δικτύου σχολικών ανακοινώσεών του, παρέχει επίσης στους ενήλικους και αγγλόφωνους μετανάστες, ανεξάρτητα από την ημερομηνία άφιξής τους, τα Γαλλικά ως δεύτερη γλωσσική επιλογή. Στο Κεμπέκ, τα χρηματοδοτημένα από την κυβέρνηση προγράμματα είναι διαθέσιμα μόνο για τη γαλλική γλώσσα, αν και, όπως σημειώνεται ανωτέρω, η αγορά εργασίας απαιτεί συχνά δεξιότητες και στην αγγλική γλώσσα.

xiii Το PILI αντιστοιχεί στο Programme d’intégration linguistique pour les immigrants, δηλ. γλωσσική ενσωμάτωση των μεταναστών (Σ.τ.Μ).

Το MEL αντιστοιχεί στο Ministère de l’Éducation, du Loisir et du Sport, δηλ. Υπουργείο Παιδείας, Του Ελεύθερου Χρόνου και του Αθλητισμού (Σ.τ.Μ.).

xiv

171

172

Οι υπηρεσίες εγκατάστασης παρέχονται μέσω ενός προγράμματος που συνοδεύει τις νέες αφίξεις (PANA),xv για να διευκολύνει την κοινωνική και οικονομική ένταξη των νέων μεταναστών στην κοινωνία του Κεμπέκ. Για το 2005-06, το MICC δείχνει ότι περίπου 68 οργανώσεις στο Κεμπέκ (37 στο Μόντρεαλ) πρόκειται να διαθέσουν 7,1 εκατομμύρια καναδικά δολάρια για την παροχή υπηρεσιών υποδοχής και ενσωμάτωσης στην αγορά εργασίας (MICC, 2005). Προβλέπεται μια παρόμοια ρύθμιση και για τις γλωσσικές υπηρεσίες. Το Υπουργείο Απασχόλησης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης (MESS)xvi έχει την ευθύνη για τα προγράμματα απασχόλησης του συνολικού πληθυσμού της επαρχίας. Οι κυβερνητικές υπηρεσίες απασχόλησης (το Υπουργείο Απασχόλησης του Κεμπέκ: Emploi-Québec) αφορούν όλους τους γηγενείς πολίτες και τις επιχειρήσεις, και η πρόσβαση στις δημόσιες υπηρεσίες απασχόλησης δεν καθορίζεται απλώς από την επιλεξιμότητα της ασφάλισης στην απασχόληση. Οι μετανάστες και οι εμφανείς μειονότητες - ως άνθρωποι οι οποίοι βρίσκονται στον κίνδυνο της υποαπασχόλησης, της χρόνιας ανεργίας, του αποκλεισμού και της ένδειας - αποτελούν προτεραιότητα για το Υπουργείο Απασχόλησης του Κεμπέκ. Οι γεννημένοι εκτός Καναδά εκπροσωπούσαν σχεδόν το 15% των νέων δικαιούχων των μέτρων του Υπουργείου Απασχόλησης του Κεμπέκ, σύμφωνα με τα προκαταρκτικά στοιχεία για το 2004-2005 (στο Μόντρεαλ, οι γεννημένοι εκτός Καναδά εκπροσωπούσαν σχεδόν το 40% εκείνων που συμμετείχαν ενεργά στα μέτρα). Ορισμένα προγράμματα έχουν προσαρμοστεί για να ικανοποιήσουν καλύτερα τις ανάγκες των μεταναστών προκειμένου να διευκολυνθεί η ενσωμάτωσή τους στην αγορά εργασίας. Ένα σχετικό παράδειγμα είναι οι δραστηριότητες «εμβάπτισης» στον τόπο εργασίας μεταξύ 1998 και 2005, μια πρωτοβουλία της Βιομηχανικής Επιτροπής Υπηρεσίας Προσαρμογής των Μεταναστών (IASCI)xvii και πιο πρόσφατα του Υπουργείου Απασχόλησης του Κεμπέκ μέσω των μέτρων επιχορήγησης των μισθών του. Οι δραστηριότητες «εμβάπτισης» στο χώρο εργασίας σχεδιάζονται για τους πτυχιούχους μετανάστες που έχουν δυσκολία στο να εισέλθουν στην αγορά εργασίας στην ειδικότητά τους, ώστε να διευκολυνθεί η απασχόλησή τους, ενώ βοηθούν στη μείωση των προκαταλήψεων των εργοδοτών, οι οποίοι

Το PANA αντιστοιχεί στο πρόγραμμα Programme of accompaniment of new arrivals και Programme d’ accompagnement des nouveaux arrivants, δηλ. Πρόγραμμα συνοδού των νέων αφίξεων (Σ.τ.Μ).

xv

Το MESS αντιστοιχεί στο Ministry of Employment and Social Solidarity και στο Ministère de l’ Emploi et de la Solidarité Sociale, δηλ. Υπουργείο Απασχόλησης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης (Σ.τ.Μ.).

xvi

Το IASCI αντιστοιχεί στην έκφραση Industrial Adjustment Service Committee for Immigrants, δηλ. Βιομηχανική Επιτροπή Υπηρεσίας Προσαρμογής των Μεταναστών (Σ.τ.Μ.).

xvii

Ενσωμάτωση των Μεταναστών στον Καναδά

θεωρούν ρίσκο την πρόσληψή τους. Οι πρακτικές ασκήσεις επαγγελματικής εμπειρίας, που διαρκούν το πολύ έξι μήνες, παρέχουν μια επιχορήγηση μισθού στον εργοδότη, καλύπτοντας το 50% του κόστους της απασχόλησης και σχεδιάζονται πρώτιστα για να δώσουν στους συμμετέχοντες την ευκαιρία να αποκτήσουν την πρώτη επαγγελματική εμπειρία τους στον τομέα της ειδικότητάς τους. Το πρόγραμμα είχε ένα πολύ υψηλό ποσοστό επιτυχίας, όπου ο εργοδότης κράτησε σχεδόν το 72% των συμμετεχόντων μετά από την περίοδο της επιχορήγησης. Το επίπεδο ικανοποίησης από το πρόγραμμα είναι επίσης υψηλό, με τους συμμετέχοντες να είναι ιδιαίτερα θετικοί για τη μεγάλη αλληλεξάρτηση μεταξύ της επαγγελματικών δραστηριοτήτων εμβάπτισης και του κύριου πεδίου της ειδικότητας των ερωτηθέντων: οι πρακτικές ασκήσεις οργανώνονται μόνο όταν υπάρχει ρητή σχέση μεταξύ μιας εργασίας και της προηγούμενης κατάρτισης ενός υποψηφίου. Προκειμένου να αντιμετωπιστούν οποιαδήποτε αποτελέσματα τύπου σιλό και τα δύο εμπλεκόμενα τμήματα που σχετίζονται με την εγκατάσταση των μεταναστών, το MICC και το MESS, υπέγραψαν συμφωνία το 2004 για να προωθήσουν την ενσωμάτωση στην εργασία των μεταναστών και των εμφανών μειονοτήτων. Στην περιοχή του Μόντρεαλ τα τελευταία χρόνια, υπογράφτηκαν δύο τοπικές συμφωνίες εναρμόνισης των υπηρεσιών μεταξύ των τοπικών κέντρων απασχόλησης και των υπηρεσιών μετανάστευσης του Κεμπέκ. Αυτές οι συμφωνίες έχουν ως σκοπό να βελτιώσουν την ποιότητα και την ταχύτητα παροχής των υπηρεσιών μετανάστευσης και στους δύο οργανισμούς, προκειμένου να επιταχυνθεί η διαδικασία ενσωμάτωσης και διατήρησης της εργασίας. Επιπλέον, τα υποκαταστήματα των ΜΕL, του Υπουργείου Απασχόλησης του Κεμπέκ και του MICC στο Μόντρεαλ έχουν συμφωνήσει σχετικά με ένα περιφερειακό πρόγραμμα δράσης που λαμβάνει υπόψη τις εξαιρετικές δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι αλλοδαποί και οι νεοφερμένοι στην περιοχή του Μόντρεαλ. Ενώ δεν υπάρχει ένα ευρύ σύστημα ή ένα πρόγραμμα επανεκπαίδευσης ή σειρά μαθημάτων για να βοηθήσει στη γεφύρωση του μεγάλου αριθμού μεταναστών που βρίσκονται ήδη στο Μόντρεαλ να ανταποκριθεί στα πρότυπα αξιολόγησης που απαιτούνται από τις αρχές πιστοποίησης (accrediting authorities), η κυβέρνηση Κεμπέκ έχει υποστηρίξει τις νέες πρωτοβουλίες αυτού του είδους. Το υπουργείο Απασχόλησης του Κεμπέκ, το MICC, τα ΜΕL και το Υπουργείο Υγείας έχουν συνεργαστεί για να καθιερώσουν τα βασισμένα στα κολεγιακά προγράμματα - «Γέφυρες» για τις νοσοκόμες, τους γιατρούς

173

174

και τους μηχανικούς. Ο αριθμός των μεταναστών που περιλαμβάνεται σε αυτά τα προγράμματα περιορίζεται σε περίπου 1.000 το χρόνο στο Μόντρεαλ και είναι πολύ μικρότερος από τον απαιτούμενο. Είναι πιθανό να δρομολογηθεί περισσότερη δράση σε αυτό το μέτωπο, μετά από μια έκθεση μιας νέας ομάδας εργασίας σχετικά με την πρόσβαση στις νομικά κατοχυρωμένες τέχνες και τα επαγγέλματα. Συστήθηκε μια ομάδα εργασίας για την πιστοποίηση των διπλωμάτων και των ικανοτήτων των επαγγελματιών που εκπαιδεύτηκαν στο εξωτερικό, και ένας από τους στόχους της είναι να ενισχυθεί η αναγνώριση της κατάρτισης και της εμπειρίας. Αυτό περιλαμβάνει την καθιέρωση των εργαστηρίων, την επανεκπαίδευση και τις ομάδες μελέτης για να διευκολύνει την προετοιμασία των νοσοκόμων και των μηχανικών για τις εξετάσεις πιστοποίησης (βλ. Πλαίσιο 2.1). Επιπλέον, το MICC έχει οργανώσει ένα Κέντρο Αναγνώρισης των Δεξιοτήτων και των Ειδικοτήτων, το οποίο πραγματοποίησε 14.104 συγκριτικές αξιολογήσεις διπλωμάτων το 2005-2006. Το Κέντρο εστιάζει κυρίως σε προσόντα που αποκτήθηκαν εκτός του επαγγέλματός τους, συμβουλεύει ωστόσο τους τοπικούς μετανάστες για τις απαραίτητες διαδικασίες εγγραφής στις επαγγελματικές ενώσεις. Πλαίσιο 2.1. Επιμορφωτικά προγράμματα «Γέφυρες» στο Κεμπέκ • Πρόγραμμα αναβάθμισης δεξιοτήτων των νοσηλευτών με πτυχία του εξωτερικού - ο προϋπολογισμός του 2004-05 είναι 330.000 καναδικά δολάρια (233.485,46 ευρώ). Αυτό το πρόγραμμα δίνει οικονομική βοήθεια στους αλλοδαπούς νοσηλευτές, ενώ τους προετοιμάζει για τους διαγωνισμούς πιστοποίησης νοσηλευτικής (εξασφαλίζοντας όλα τα απαραίτητα έγγραφα για να προετοιμάσει τους υποψήφιους για τον διαγωνισμό του επαγγελματικού κλάδου). • Πρόγραμμα γρήγορης πρόσβασης για μηχανικούς – ο Προϋπολογισμός 2004-05 είναι 180.000 καναδικά δολάρια (127.345 ευρώ). Βοηθάει τους αλλοδαπούς εκπαιδευμένους μηχανικούς να προετοιμαστούν για τις εξετάσεις εισόδου στην Επαγγελματική Ένωση των Μηχανικών του Κεμπέκ (Ordre des ingénieurs du Québec). • Προγράμματα Πολυτεχνείου προς διευκόλυνση της πρόσβασης στην Επαγγελματική Ένωση των Μηχανικών του Κεμπέκ (Ordre des ingénieurs du Québec). Επιδοτούνται από την κυβέρνηση του Κεμπέκ. Περίπου 100 άνθρωποι βοηθήθηκαν σε δέκα πεδία της μηχανολογίας. • Βοηθοί νοσηλευτές - πρόγραμμα αναβάθμισης δεξιοτήτων των νοσηλευτών με πτυχία του εξωτερικού - ο προϋπολογισμός του 2004-05 είναι 211.376 καναδικά δολάρια (149.582 ευρώ).

Ενσωμάτωση των Μεταναστών στον Καναδά

Τοπικές πρωτοβουλίες

Σε τοπικό επίπεδο υπάρχει ένας μεγάλος αριθμός οργανώσεων που βασίζονται στις κοινότητες, οι οποίες παρέχουν υπηρεσίες στους μετανάστης στο Μόντρεαλ. Το υποκατάστημα του Υπουργείου Απασχόλησης του Κεμπέκ στο Μόντρεαλ συνεργάζεται στενά με εξειδικευμένες εξωτερικές επιχορηγήσεις για να συμβάλει στην ανάπτυξη της εργασιακής ετοιμότητας των μεταναστών και έχει συνάψει συμφωνίες με περισσότερες από 25 οργανώσεις, για την παροχή υπηρεσιών εύρεσης απασχόλησης στους μετανάστες και τις εμφανείς μειονότητες. Εντούτοις, οι υπηρεσίες που προσφέρονται από τους φορείς ποικίλλουν από οργάνωση σε οργάνωση. Φορείς όπως Promis και Hirondelle, λαμβάνουν κυβερνητική χρηματοδότηση για να παρέχουν υπηρεσίες στο γενικό μεταναστευτικό πληθυσμό, καθώς και στην ευρύτερη κοινότητα, ενώ άλλοι φορείς, όπως η JEM, υποστηρίζονται από κοινότητες και επιχειρήσεις για να εστιάσουν ένα ελάχιστο μόνο μέρος των υπηρεσιών τους σε μια συγκεκριμένη μεταναστευτική κοινότητα. Η αξία του να έχει κανείς αυτή την επιλογή, από την πλευρά του μετανάστη, είναι η διαθεσιμότητα των επιπρόσθετων γλωσσικά ή πολιτιστικά ευαισθητοποιημένων υπηρεσιών. Promis

Η Promis (PROMotion-Intégration Société nouvelle)xviii είναι μία οργάνωση βασισμένη σε κοινοτικό επίπεδο με μακρά ιστορία κοινωνικών υπηρεσιών. Με έτος ίδρυσης το 1988, η PROMIS επιδιώκει να βοηθήσει τους μετανάστες να ενσωματωθούν στην κοινωνία, ενθαρρύνοντας το αίσθημα αμοιβαίας υποστήριξης μεταξύ τους και αναπτύσσοντας εκείνες τις υπηρεσίες που προωθούν την ανεξαρτησία τους. Η PROMIS παρέχει ποικίλες υπηρεσίες και δραστηριότητες με σκοπό την ικανοποίηση των αναγκών της κοινότητας μέσω μιας ευρείας προσέγγισης της ενσωμάτωσης. Οι υπηρεσίες και οι δραστηριότητες είναι διαθέσιμες στους νεοφερμένους πέρα από τη Νήσο του Μόντρεαλ. Αξίζει να σημειωθεί ότι μεταξύ αυτών των υπηρεσιών περιλαμβάνονται η βοήθεια νεοφερμένων του MICC και το πρόγραμμα βοήθειας (PANA), η οικογενειακή υποστήριξη, η «γαλλοποίηση», η ενσωμάτωση στην απασχόληση, η περιφερειακή αποκέντρωση, το σχολείο του Σαββάτου, οι

xviii

Η συντομογραφία Promis αντιστοιχεί στο PROMotion-Intégration Société nouvelle στα γαλλικά, δηλ. Καινούργια Κοινωνία: Προώθηση-Ενσωμάτωση. Η συντομογραφία είναι επίσης ένα λογοπαίγνιο μια και σημαίνει «Υπόσχεση» στα γαλλικά - υπόσχεση για μια καινούργια ζωή; (Σ.τ.Μ.).

175

176

ομαδικές κουζίνες και το νηπιαγωγείο. Η PROMIS εμπλέκεται στην υλοποίηση του επαγγελματικού προγράμματος εμβάπτισης, που διεξάγει ένα πρόγραμμα αρωγής για την ενσωμάτωση στην απασχόληση των μεταναστών και των εμφανών μειονοτήτων (PRIIME),xix το οποίο διαχειρίζεται το Υπουργείο Απασχόλησης του Κεμπέκ (βλ. Πλαίσιο 2.2.). Η Promis παρακολουθεί την εμπειρία των πελατών που εντάσσονται στο πρόγραμμα με επισκέψεις κάθε μήνα και κάθε τρεις μήνες μετά από την αρχική πρακτική εξάσκηση. Μέσω της Promis, 48 άνθρωποι αποκαταστάθηκαν επαγγελματικά το 2005. Το πρόγραμμά τους έχει ένα ποσοστό επιτυχίας 90%, με αποτέλεσμα τη μόνιμη απασχόληση. Το συνολικό πρόγραμμα εμβάπτισης στο Μόντρεαλ βρίσκει θέσεις μόνιμης εργασίας σε περίπου 360 ανθρώπους το χρόνο. Hirondelle

Η Ηirondellexx είναι μια οργάνωση βασισμένη σε κοινοτικό επίπεδο στο Μόντρεαλ που εμπλέκεται στην επαγγελματική αποκατάσταση, κυρίως για τους μετανάστες που έχουν πτυχίο τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Δέχονται περίπου 1000 πελάτες ετησίως, προσφέροντας αμισθί υπηρεσίες σε ένα ευνοϊκά προσκείμενο περιβάλλον. Το προσωπικό της Hirondelle αντιμετωπίζει το ρόλο του ως συνηγόρου για τους μετανάστες πελάτες. Η χρηματοδότηση των υπηρεσιών προέρχεται από επιχορηγήσεις της κυβέρνησης, της κοινότητας και των επιχειρήσεων. Η Hirondelle συμμετέχει (μέσω της στελέχωσης και της εκπαίδευσης) σε μια πρωτοβουλία – «γέφυρα» για τις μετανάστριες νοσοκόμες. Η κυβέρνηση του Κεμπέκ παρέχει οικονομική ενίσχυση σε αυτές τις νοσοκόμες, για όσο διάστημα παρακολουθούν τα εκπαιδευτικά προγράμματα-γέφυρες που παραδίδονται από διάφορους εξωτερικούς εκπαιδευτές. Τα εκπαιδευτικά προγράμματα-γέφυρες προετοιμάζουν τις νοσοκόμες για τις επαγγελματικές εξετάσεις νοσηλευτικής. Οι νοσοκόμες έχουν τρεις ευκαιρίες να περάσουν αυτήν την εξέταση, και μόνο το 50% επιτυγχάνει στην πρώτη προσπάθειά του.

xix

Το PRIIME αντιστοιχεί στο πρόγραμμα Programme d’ aide a l’ integration des immigrants et des minorités visibles en emploi δηλ. Πρόγραμμα βοήθειας για την ενσωμάτωση των μεταναστών και των εμφανών μειονοτήτων στην απασχόληση. Για περισσότερες πληροφορίες, βλέπε Πλαίσιο 2.2. παρακάτω (Σ.τ.Μ.).

xx

Η λέξη hirondelle σημαίνει «χελιδόνι» στα ελληνικά. Πιθανόν να είναι λογοπαίγνιο, γιατί όπως το χελιδόνι φέρνει την άνοιξη, έτσι και αυτή η οργάνωση φέρνει την ελπίδα στους μετανάστες (Σ.τ.Μ.).

Ενσωμάτωση των Μεταναστών στον Καναδά

Εβραϊκή απασχόληση στο Μόντρεαλ (JEM)xxi

Ενώ και η Promis και η Hirondelle προσφέρουν τις υπηρεσίες τους σε μετανάστες από διαφορετικά υπόβαθρα, η JEM δίνει περαιτέρω έμφαση στους εβραίους μετανάστες ως ξεχωριστή ομάδα μέσα στον μεταναστευτικό πληθυσμό. Η JEM έχει καταρτίσει μία βάση δεδομένων με περίπου 2.500 εργοδότες μέσω των οποίων επιδιώκει την επαγγελματική αποκατάσταση των πελατών της. Εμπλέκει αυτούς τους εργοδότες στο έργο της, αφενός για να σκιαγραφήσει τη διαθεσιμότητα των θέσεων εργασίας και αφετέρου για να πείσει τους εργοδότες να αναλάβουν την ευθύνη της πρόσληψης νεοφερμένων μεταναστών στην κοινότητά τους. Μια στρατηγική είναι η πραγματοποίηση συνεδριάσεων με «ομάδες εργοδοτών» - δηλ. εργοδότες σε συγκεκριμένα γνωστικά αντικείμενα και τομείς - προκειμένου να εξετάσουν τα βιογραφικά σημειώματα μελλοντικών υπαλλήλων. Η JEM δέχεται 400 έως 500 αιτήσεις το χρόνο για τις υπηρεσίες εύρεσης απασχόλησης. Περίπου το 25% καταφέρνει να βρει απασχόληση, ενώ ένα 50% παραπέμπεται σε άλλες εκπαιδευτικές επιλογές. Το υπόλοιπο, σύμφωνα με το διευθυντή, αγωνίζεται σκληρά για να βρει εργασία, γεγονός που αποδόθηκε στις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν πολλοί μετανάστες ως προς τη γλώσσα και την επαγγελματική πιστοποίηση. Όσοι δεν γνωρίζουν αγγλικά, αντιμετωπίζουν ιδιαίτερα προβλήματα, επειδή υπάρχει περιορισμένος αριθμός δωρεάν προγραμμάτων διδασκαλίας αγγλικών στο Μόντρεαλ και επειδή, όπως αναφέρθηκε παραπάνω, οι εργοδότες συχνά απαιτούν τη γνώση και αγγλικών και γαλλικών. Η JEM επιδιώκει να καλύψει αυτό το κενό μέσω της παροχής ποικίλων μαθημάτων αγγλικής γλώσσας. Λόγω του χρόνου που μπορεί να απαιτηθεί για την αναγνώριση των πιστοποιητικών, η JEM ενθαρρύνει τους μετανάστες να είναι ρεαλιστές όταν αναζητούν εργασία και σε πολλές περιπτώσεις ενθαρρύνει όσους έχουν προσόντα από το εξωτερικό να αναζητήσουν εναλλακτικά επαγγέλματα, παρά να χάσουν χρόνο για κατάρτιση και ανάκτηση των προσόντων τους στον Καναδά.

xxi Για ανάλυση αυτής της συντομογραφίας στα αγγλικά, βλ. Σ.τ.Μ. xiv στο Κεφάλαιο 1 ή στις ΣΥΝΤΜΗΣΕΙΣ. (Σ.τ.Μ.).

177

178

Πλαίσιο 2.2. Πρόγραμμα βοήθειας για την ενσωμάτωση των μεταναστών και των εμφανών μειονοτήτων στην απασχόληση (PRIIME) Το κοινό πρόγραμμα του MICC και της Επένδυσης στο Κεμπέκ (Investissement Québec) οργανώνεται από το Υπουργείο Απασχόλησης του Κεμπέκ και υλοποιείται μέσω του δικτύου του των τοπικών κέντρων απασχόλησης (CLE).xxii Ξεκίνησε το 2004. Το PRIIME (Programme d’ aide a Vintegration des immigrants et des minorités visibles en emploi «Πρόγραμμα βοήθειας για την ενσωμάτωση των μεταναστών και των εμφανών μειονοτήτων στην απασχόληση») έχει ως σκοπό να υποστηρίξει τους εργοδότες στη πρόσληψη των μεταναστών και εμφανών μειονοτήτων για την πλήρωση κανονικών θέσεων εργασίας. Το κίνητρο αυτό ενθαρρύνει τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις (ΜΜΕ) να γαλουχήσουν την ενσωμάτωση των μεταναστών και των εμφανών μειονοτήτων στην αγορά εργασίας. Πιο συγκεκριμένα, το PRIIME έχει ως σκοπό να ενθαρρύνει τις ΜΜΕ του Κεμπέκ να προσλαμβάνουν υπαλλήλους μετανάστες και εμφανείς μειονότητες για να καλύπτουν τις ανάγκες τους στο ανθρώπινο δυναμικό και να βοηθήσει τις ΜΜΕ να προσανατολίσουν και να ενσωματώσουν αυτούς τους ανθρώπους στον εργασιακό χώρο. Το πρόγραμμα βοηθάει τους νεοφερμένους να αποκτήσουν την πρώτη επαγγελματική εμπειρία τους στη Βόρεια Αμερική, διευκολύνει την κοινωνικοοικονομική και γλωσσική ένταξή τους στον εργασιακό χώρο, και ενθαρρύνει τη διατήρηση της εργασίας. Η βοήθεια μέσω του PRIIME παρέχεται με τη μορφή επιχορηγήσεων των μισθών των υποψηφίων και των εκπαιδευτών τους μέσα στην επιχείρηση, ενώ περιλαμβάνει επίσης οικονομική συνδρομή για την κατάρτιση των υποψηφίων και για τις διοικητικές δραστηριότητες πολιτιστικής ποικιλομορφίας. Στο πρώτο έτος λειτουργίας του, 769 άνθρωποι συμμετείχαν στο πρόγραμμα σε όλη την επαρχία του Κεμπέκ, συμπεριλαμβανομένων 439 στην περιοχή του Μόντρεαλ. Στοιχεία όσον αφορά τη διατήρηση εργασίας δεν είναι ακόμα διαθέσιμα. Εντούτοις, για να συμμετέχουν οι μετανάστες χρειάζονται γλωσσικές δεξιότητες στα Γαλλικά ή τα Αγγλικά, σε επαγγελματικό όμως επίπεδο, γεγονός που μπορεί να αποτελέσει εμπόδιο, λόγω της έλλειψης διαθέσιμων επιδοτούμενων μαθημάτων γλώσσας σε αυτό το επίπεδο. Για να αναλάβει ο πελάτης τη θέση, πρέπει να υπάρχει η πιθανότητα προσφοράς μόνιμης εργασίας και η απασχόληση που προτείνεται πρέπει να αφορά σε έναν τομέα σχετικό με την κατάρτιση του μετανάστη. xxii Το CLE είναι συντομογραφία της γαλλικής έκφρασης Centres locals d’ emploi, δηλ. τοπικά κέντρα απασχόλησης. Η ανάλυση της συντομογραφίας στα γαλλικά δεν δίνεται στο πρωτότυπο κείμενο (Σ.τ.Μ.).

Ενσωμάτωση των Μεταναστών στον Καναδά

Περιπτωσιολογική μελέτη 2: Τορόντο, Οντάριο Το πλαίσιο της μετανάστευσης στο Τορόντο είναι μοναδικό. Ενώ η ανάλυση των κατηγοριών των μεταναστών που εντοπίζονται στο Τορόντο και το σχεδιάγραμμα των χωρών προέλευσης προσεγγίζει τον εθνικό μέσο όρο, αυτό που διαφοροποιεί το Τορόντο είναι κατεξοχήν η κλίμακα της εγκατάστασης των μεταναστών στην περιοχή. Κάθε έτος η ευρύτερη περιοχή του Τορόντου υποδέχεται σχεδόν τους μισούς από το σύνολο των μεταναστών που φθάνουν στον Καναδά. Οι μετανάστες που κατοικούν στην επαρχία του Οντάριο έχουν υψηλότερα επίπεδα εκπαίδευσης από εκείνους που κατοικούν σε άλλες επαρχίες. Μεταξύ των μεταναστών της παραγωγικής ηλικίας στον Καναδά (24-44 έτη), το 68% είχε πανεπιστημιακή εκπαίδευση. Στο Οντάριο, τα επίπεδα εκπαίδευσης ήταν τα πιο υψηλά για τους κυριότερους υποψηφίους στην κατηγορία ειδικευμένων εργαζομένων (88%). Αυτό μπορεί να συγκριθεί με το συνολικό πληθυσμό επαγγελματικής απασχόλησης της παραγωγικής ηλικίας στο Οντάριο, όπου 25% είχε πανεπιστημιακή εκπαίδευση (Statistics Canada, 2006). Η εισροή αυτής της ομάδας των μεταναστών που είναι ειδικευμένη και με υψηλό μορφωτικό επίπεδο, αποτελεί σημαντικό ανθρώπινο κεφάλαιο για την πόλη. Εντούτοις, οι μετανάστες δεν έχουν αποδώσει στην αγορά εργασίας όσο θα αναμενόταν από την εκπαίδευση και τις δεξιότητές τους. Αποτελέσματα απασχόλησης

H Διαμήκης Έρευνα για τους Μετανάστες στον Καναδά έδωσε στοιχεία το 2003 σχετικά με την κατάσταση των μεταναστών που είχαν φθάσει στον Καναδά μεταξύ Απριλίου 2001 και Μαΐου 2002. Η έρευνα αναφέρει ότι οι περισσότεροι από τους ειδικευμένους μετανάστες που εγκαταστάθηκαν στο Τορόντο κατείχαν προσόντα πανεπιστημιακού επιπέδου αλλά ότι, μετά από δύο έτη στο Τορόντο, το 45% αυτών των ειδικευμένων μεταναστών δεν είχε ακόμα βρει απασχόληση στον τομέα του. Η πλειοψηφία είχε συναντήσει δυσκολίες στην αναζήτηση απασχόλησης. Η πιο σοβαρή από αυτές τις δυσκολίες, σύμφωνα με τους ερωτηθέντες της έρευνας του Τορόντο, ήταν η έλλειψη εργασιακής εμπειρίας στον Καναδά και η μη αναγνώριση των προσόντων τους ή της επαγγελματικής τους εμπειρίας. Αυτό το αποτέλεσμα αντικατοπτρίζει την εθνική εικόνα.

179

180

Πλαίσιο πολιτικής και οι αντιδράσεις των προγραμμάτων

Η επαρχία του Οντάριο και η ομοσπονδιακή κυβέρνηση θέτουν ως στόχο να εφαρμόσουν δύο συμφωνίες που μπορούν να ασκήσουν σημαντική επίδραση στη συνοχή και στο συντονισμό μεταξύ της πολιτικής στέγασης και της πολιτικής αγοράς εργασίας στο Οντάριο: η συμφωνία Καναδά - Οντάριο για την στέγαση και η Συμφωνία Ανάπτυξης Αγοράς Εργασίας. Η χρηματοδότηση προέρχεται από τον ομοσπονδιακό προϋπολογισμό του 2006/7. Έως ότου υλοποιηθούν αυτές οι συμφωνίες, το υπάρχον πλαίσιο για την παροχή υπηρεσιών περιλαμβάνει δύο ευρείς τομείς υπηρεσιών. Κατ’ αρχάς, εγκατάσταση και γλωσσική κατάρτιση, που παρέχονται μέσω των τοπικών ΜΚΟ, καθώς επίσης και ένα αυξανόμενο φάσμα φορέων παροχής υπηρεσιών, που περιλαμβάνουν τα κοινοτικά κολέγια και τα σχολεία. Το μεγαλύτερο μέρος αυτών των υπηρεσιών χρηματοδοτείται από την ομοσπονδιακή κυβέρνηση μέσω της Υπηκοότητας και της Μετανάστευσης του Καναδά (CIC),xxiii αλλά υπάρχει επίσης ένα περιφερειακά χρηματοδοτημένο πρόγραμμα γλωσσικής κατάρτισης και υπηρεσίες εγκατάστασης που χρηματοδοτούνται από το Υπουργείο Υπηκοότητας και Μετανάστευσης (MCI) του Οντάριο.xxiv Ο δεύτερος τομέας της παροχής υπηρεσιών προσανατολίζεται προς την ένταξη στην αγορά εργασίας, και οι υπηρεσίες και τα προγράμματα παρέχονται πάλι μέσω ενός ευρέως δικτύου ΜΚΟ, και αναπτύσσονται και χρηματοδοτούνται, ομοσπονδιακά μέσω του Υπουργείου Υπηρεσιών (Service Canada) και περιφερειακά μέσω του Υπουργείου Κατάρτισης, Κολεγίων και Πανεπιστημίων. Επιπλέον, το MCI στεγάζει τη Μονάδα Ενσωμάτωσης στην Αγορά Εργασίας (που ιδρύθηκε ως Μονάδα Πρόσβασης στα Επαγγέλματα και τις Τέχνες), η οποία χρηματοδοτεί πολλά προγράμματα που αφορούν αποκλειστικά την ενσωμάτωση των μεταναστών στην αγορά εργασίας. Αυτά περιλαμβάνουν τα εκπαιδευτικά προγράμματα - Γέφυρες που είναι συνήθως εξειδικευμένα από επαγγελματικής άποψης. Για παράδειγμα στο πλαίσιο της παροχής υγειονομικής περίθαλψης υπάρχουν ειδικά προγράμματα για, νοσηλευτές, φαρμακοποιούς, τεχνικούς ιατρικών εργαστηρίων, κ.λπ. (βλ. Πλαίσιο 2.3.). Το 2005 περίπου 5.000 μετανάστες συμμετείχαν σε αυτά τα εκπαιδευτικά προγράμματα.

xxiii Το CIC αντιστοιχεί στο Citizenship and Immigration Canada, δηλ. Υπηκοότητα και τη Μετανάστευσης του Καναδά (έτσι ονομάζεται το ομοσπονδιακό υπουργείο του Καναδά) (Σ.τ.Μ.). xxiv Το MCI αντιστοιχεί στο Ministry of Citizenship and Immigration Canada, δηλ. Υπουργείο Υπηκοότητας και Μετανάστευσης. Έτσι συνήθως ονομάζονται και τα επαρχιακά υπουργεία του Καναδά (Σ.τ.Μ.).

Ενσωμάτωση των Μεταναστών στον Καναδά

Πλαίσιο 2.3. Προγράμματα «Γέφυρες» που χρηματοδοτήθηκαν από το Υπουργείο Υπηκοότητας και Μετανάστευσης (της Επαρχίας) του Οντάριο Λογιστική

Διοίκηση Νοσοκομείων

Γεωργική βιομηχανία

Θεραπεία Μασάζ

Αρχιτεκτονική

Μαιευτική

Ξυλουργική

Νοσηλευτική

Τέχνες Κατασκευαστικού τομέα

Οπτομετρία

Διαιτολόγοι

Φυσικοθεραπεία

Νηπιαγωγοί

Κοινωνικές Υπηρεσίες

Σύμβουλοι Απασχόλησης

Διδασκαλία / Διδακτική

Μηχανικοί

Τουριστικός Τομέας

Μηχανική Τεχνολογία (Εφαρμοσμένη Μηχανική / Μηχανολογία)

Καθηγητές Πανεπιστημίου

Περιβαλλοντολόγοι

Κτηνίατροι

Προγραμματιστές και Γεωεπιστήμονες

Ένα παράδειγμα προγράμματος - «Γέφυρα» είναι μια νέα πιλοτική πρωτοβουλία του Κέντρου Γλωσσικής Εκμάθησης και Αξιολόγησης και της Ένωσης Πιστοποιημένων Τεχνικών Μηχανολόγων του Οντάριο (OACETT).XXV Βάσει μιας αρχικής αξιολόγησης των δεξιοτήτων και των πιστοποιητικών του υποψηφίου, οι συμμετέχοντες μπορούν να προσανατολιστούν προς τρεις διαφορετικές κατευθύνσεις μέσα στο πρόγραμμα. Μια κατεύθυνση αφορά στις κατάλληλες σειρές μαθημάτων ακαδημαϊκής πιστοποίησης, συμπεριλαμβανομένης της προετοιμασίας για την εξέταση της OACETT. Μια άλλη κατεύθυνση αφορά στη γλώσσα και στην επικοινωνία και παρέχει εξειδικευμένη επαγγελματικά γλωσσική κατάρτιση. Η τρίτη κατεύθυνση εργασιακής ετοιμότητας και περιλαμβάνει συμβουλευτική προετοιμασία του εργατικού δυναμικού για συγκεκριμένους επαγγελματικούς τομείς καθώς και ευκαιρίες που μπορούν να δοθούν στις συναντήσεις και τις περιηγήσεις που οργανώνονται από την OACETT.

xxv Το OACETT αντιστοιχεί στο Ontario Association of Certified Engineering Technicians and Technologists, δηλ. Ένωση Πιστοποιημένων Τεχνικών Μηχανολόγων του Οντάριο (Σ.τ.Μ.).

181

182

Τοπικές πρωτοβουλίες

Οι ΜΚΟ δραστηριοποιούνται κυρίως στον τομέα της παροχής υπηρεσιών στους μετανάστες του Τορόντο. Υπάρχουν περισσότερες από 80 ΜΚΟ στην περιοχή του Τορόντο που παρέχουν υπηρεσίες στους μετανάστες. Η εμβέλεια και ο προσανατολισμός των δραστηριοτήτων τους διαμορφώνονται από τα ομοσπονδιακά και επαρχιακά κυβερνητικά προγράμματα δεδομένου ότι, με εξαίρεση κάποια φιλανθρωπική υποστήριξη, οι κυβερνητικοί φορείς είναι οι βασικοί χρηματοδότες των μεταναστευτικών υπηρεσιών. Καθώς το Τορόντο έχει μακρά ιστορία ως κέντρο υποδοχής νέων μεταναστών στον Καναδά, διαθέτει μια καλά αναπτυγμένη υποδομή κοινοτικών φορέων που παρέχουν υπηρεσίες στέγασης και προγράμματα απασχόλησης (μεταξύ των οποίων ένα παράδειγμα είναι η πρωτοβουλία COSTI που αναφέρεται παρακάτω), καθώς και ένα εκτεταμένο δίκτυο εθνοτικά-ειδικευμένων οργανώσεων - που παρέχουν υποστήριξη ποικίλης μορφής στους νεοφερμένους μετανάστες. Καθώς αλλάζουν οι ροές μετανάστευσης και το κόστος κατοικίας στο κέντρο του Τορόντο αυξάνεται, υπάρχει κάποιος προβληματισμός ότι η τρέχουσα κατανομή των υπηρεσιών εντός των τοπικών κοινοτήτων δεν μπόρεσε να συμβαδίσει με την αυξανόμενη ανάγκη στέγασης των νέων μεταναστών στα περίχωρα της πόλης. Το Κέντρο Πόρων Απασχόλησης Rexdale του κολεγίου Humber, που αναφέρεται επίσης πιο κάτω, είναι ένας οργανισμός που εξετάζει αυτό τον προβληματισμό. Παρέχει υποστήριξη στους μετανάστες που αντιμετωπίζουν προβλήματα γεωγραφικής προσβασιμότητας στις ευκαιρίες απασχόλησης. Υπηρεσίες μετανάστευσης COSTIXXVI

Η COSTI είναι η μεγαλύτερη ΜΚΟ που παρέχει υπηρεσίες στους μετανάστες του Τορόντο, με ετήσιο προϋπολογισμό 20 εκατομμυρίων καναδικών δολαρίων, προσωπικό 150 ατόμων και υποκαταστήματα και κέντρα που βρίσκονται σε όλη την ευρύτερη περιοχή του Τορόντο. Διαθέτει τρία τμήματα, ένα για την συμβουλευτική εγκατάστασης (ιδιαίτερα των προσφύγων), ένα άλλο για την εκπαίδευση και τη γλωσσική κατάρτιση, και ένα τρίτο που εστιάζει στα προγράμματα απασχόλησης για τους μετανάστες. Η οργάνωση πρέπει να πλειοδοτεί σε μια ανταγωνιστική αγορά για τις συμβάσεις από τις ομοσπονδιακές και επαρχιακές κυβερνήσεις προκειμένου να χρηματοδοτηθούν αυτές οι υπηρεσίες της. xxvi

Αυτή η ΜΚΟ ιδρύθηκε από Ιταλούς μετανάστες στον Καναδά αρχές της δεκαετίας του 1950. Η συντομογραφία πρέπει να είναι από ιταλική έκφραση. Δυστυχώς, ούτε το πρωτότυπο κείμενο αναλύει τη συντομογραφία ούτε υπάρχει καμιά επεξήγησε στον ιστότοπο http://www.costi.org/whoweare/facts.php. Παρ’ όλα αυτά, ο ιστότοπος (στα αγγλικά) είναι πολύ κατατοπιστικός σχετικά με την ιστορία, τις δράσεις και πρωτοβουλίες αυτής της ΜΚΟ (Σ.τ.Μ.).

Ενσωμάτωση των Μεταναστών στον Καναδά

Όσον αφορά στις υπηρεσίες απασχόλησης, το προσωπικό της COSTI παρέχει συμβουλές για την πιστοποίηση και τη χορήγηση αδειών, την υποστήριξη στην αναζήτηση εργασίας (προετοιμασία βιογραφικού σημειώματος, συνέντευξη και δικτύωση) και την επαγγελματική αποκατάσταση. Για να πετύχουν την επαγγελματική αποκατάσταση, η COSTI δικτυώνεται με μελλοντικούς εργοδότες για να χτίσει τις επαφές που χρειάζονται ώστε να τοποθετηθούν οι πελάτες της σε θέσεις εργασίας. Όπως με άλλες χρηματοδοτούμενες από την Καναδική κυβέρνηση ΜΚΟ, που παρέχουν υπηρεσίες απασχόλησης, δεν υπάρχει καμία εμπορική σχέση μεταξύ της COSTI και του μετανάστη ή του εργοδότη. Αυτό σημαίνει ότι δεν υπάρχει καμία χρέωση για την παροχή υπηρεσιών. Οι δαπάνες της COSTI καλύπτονται από τη σύμβασή τους με τον κυβερνητικό φορέα που ανάθεσε την εκτέλεση του έργου. Εντούτοις, η επίδοση της COSTI στην επίτευξη καλών αποτελεσμάτων απασχόλησης λαμβάνεται υπόψη όταν επιδιώκει την ανανέωση των συμβάσεών της με τον εν λόγω κυβερνητικό φορέα. Η COSTI είναι καινοτόμα στην ανάπτυξη των υπηρεσιών απασχόλησης. Έχει καθιερώσει ποικίλες σειρές μαθημάτων τεσσάρων έως πέντε εβδομάδων για τους επαγγελματίες μετανάστες. Παραδείγματος χάριν μια σειρά μαθημάτων παρείχε τις πληροφορίες για την οικοδόμηση κωδικών και άλλες σχετικές πληροφορίες που χρειάζονται οι ειδικευμένοι μετανάστες που επιθυμούν να ξεκινήσουν ως τεχνίτες στη κατασκευή κτιρίων του Τορόντο. Άλλη σειρά μαθημάτων αφορούσε στην παροχή θέσεων επαγγελματικής εμπειρίας για ανθρώπους που επιθυμούν να εργαστούν σε επιχειρήσεις Βιοτεχνολογίας. Η COSTI παρέχει επίσης κατάρτιση στη φροντίδα των παιδιών. Κέντρο Πόρων Απασχόλησης Rexdale

Το Κέντρο Πόρων Απασχόλησης Rexdale (ERC) (βλ. Πλαίσιο 2.4.), που οργανώνεται από το κολέγιο Humber, βρίσκεται σε μια προαστιακή περιοχή του Τορόντο με υψηλή συγκέντρωση μεταναστών, κυρίως νοτιο-Ασιατών. Η περιοχή είναι γνωστή για τα υψηλά επίπεδα ανεργίας μεταξύ των μεταναστών. Σύμφωνα με την Καναδική Απογραφή του 2001, οι μετανάστες αποτελούσαν το 60,4% του πληθυσμού των 62.735 μελών της κοινότητας, όπου βρίσκεται και το Κέντρο.

183

184

Πλαίσιο 2.4. Τα Κέντρα Πόρων Απασχόλησης (ERCs)xxvii Τα Κέντρα Πόρων Απασχόλησης (ERCs) χρηματοδοτούνται από το Υπουργείο Υπηρεσιών του Καναδά (Service Canada) ως μια υπηρεσία ευρύτερης πρόσβασης, όπου οι άνθρωποι μπορούν να έχουν δωρεάν και αυτοεξυπηρετούμενη (self-service) πρόσβαση στις πληροφορίες για απασχόληση, μέσω της χρήσης ηλεκτρονικών υπολογιστών με περιορισμένη πρόσβαση στο διαδίκτυο, καθώς και μέσω fax, τηλεφώνων και φωτοτυπικών μηχανημάτων. Μπορούν επίσης να παρακολουθήσουν τακτικά εργαστήρια για την αγορά εργασίας και για το πώς να έχουν πρόσβαση στις κενές θέσεις εργασίας.

Το Rexdale ERC κατευθύνει τις δραστηριότητές του στην παροχή υπηρεσιών απασχόλησης, με ιδιαίτερη έμφαση στις ανάγκες των ειδικευμένων μεταναστών. Έχει συντάξει οδηγούς για τους όρους πιστοποίησης και χορήγησης αδειών σε συγκεκριμένα επαγγέλματα. Το ERC δέχεται κατά μέσο όρο περίπου 200 επισκέπτες την ημέρα. Το Κέντρο για τους Αλλοδαπούς Εκπαιδευόμενους Επαγγελματίες και Τεχνίτες συστεγάζεται με το Rexdale ERC και διευθύνεται επίσης από το κολέγιο Humber. Το κέντρο παρέχει σειρές μαθημάτων διάρκειας τεσσάρων εβδομάδων με σαφή σκοπό να βοηθήσει τους επαγγελματίες μετανάστες να βρουν απασχόληση στο επαγγελματικό τους επίπεδο. Η πρόσβαση επιτρέπεται μόνο σε μετανάστες που βρίσκονται στον Καναδά λιγότερο από τρία έτη, οι οποίοι δεν μπορούν να βρουν εργασία στον τομέα τους και διαθέτουν μέτριες δεξιότητες στην αγγλική γλώσσα. Σχεδόν οι μισοί από τους συμμετέχοντες είναι μηχανικοί. Η διεξαγωγή των σειρών μαθημάτων διάρκειας τεσσάρων εβδομάδων, που προσφέρονται σε ομάδες των 20, στοιχίζουν περίπου 2.000 καναδικά δολάρια (περ.1.400 ευρώ) το άτομο και χρηματοδοτούνται εξ’ ολοκλήρου από την ομοσπονδιακή κυβέρνηση του Καναδά (από το Υπουργείο Υπηρεσιών του Καναδά [Service Canada]). Οι συμμετέχοντες υποβάλλονται σε μια αξιολόγηση του προφίλ των δεξιοτήτων και της προσωπικότητας, η οποία χρησιμοποιείται σαν βάση για τη σύσταση των στρατηγικών αναζήτησης εργασίας. Η σειρά μαθημάτων παρέχει πληροφορίες και προσανατολισμό στο καναδικό πλαίσιο αγοράς εργασίας, συμπεριλαμβάνοντας πληροφορίες για τις αξιολογήσεις πιστοποιητικών, τις στρατηγικές αναζήτησης εργασίας και τις δεξιότητες συνέντευξης. Τα αποτελέσματα του προγράμματος είναι θετικά, με τους περισσότερους συμμετέχοντες να βρίσκουν την επαγγελματικά αντίστοιχη εργασία σε γνωστά αντικείμενα όπως ο προγραμματισμός ΤΠ (IT),xxviii ή ως

xxvii

Το ERCs αντιστοιχεί στο Employment Resources Centres, δηλ. Κέντρα Πόρων Απασχόλησης (Σ.τ.Μ.).

xxviii

Το ERCs αντιστοιχεί στο Employment Resources Centres, δηλ. Κέντρα Πόρων Απασχόλησης (Σ.τ.Μ.).

Ενσωμάτωση των Μεταναστών στον Καναδά

μηχανικοί προγράμματος αμέσως μετά την ολοκλήρωση των μαθημάτων. Μερικοί συμμετέχοντες χρειάζονται επίσης τα εκπαιδευτικά προγράμματαΓέφυρες για να φέρουν τις δεξιότητές τους στο επίπεδο που απαιτούν οι αρχές πιστοποίησης και οι εργοδότες και προσφεύγουν σ’ αυτά όπου μπορούν. Καμία οικονομική ενίσχυση δεν είναι διαθέσιμη για να υποστηρίξει τα έξοδα διαμονής των συμμετεχόντων κατά τη διάρκεια του προγράμματος. Περιφερειακό Συμβούλιο Μεταναστευτικής Απασχόλησης με έδρα το Τορόντο (TRIEC)

Εκτός από τις υπηρεσίες με έδρα τις κοινότητες που αναφέρθηκαν ανωτέρω, το μέγεθος της μετανάστευσης στο Τορόντο έχει επιφέρει από μόνο του ένα υψηλό επίπεδο πολιτικής συνειδητοποίησης του ζητήματος της μετανάστευσης, με συνέπεια ένα καινοτόμο, βασισμένο στη συνεργασία, μοντέλο για την υποστήριξη της ενσωμάτωσης των μεταναστών, που ονομάζεται Περιφερειακό Συμβούλιο Μεταναστευτικής Απασχόλησης με έδρα το Τορόντο (TRIEC).xxix Το TRIEC προέκυψε το 2003 από μια σύνοδο κορυφής της κοινότητας του Τορόντο και των ηγετικών παραγόντων των επιχειρήσεων. Οι ηγέτες αυτοί αναγνώρισαν ότι η ροή της μετανάστευσης στο Τορόντο αποτελούσε κεφάλαιο ζωτικής σημασίας για την περιοχή, αλλά δεν λειτουργούσε ως πλεονέκτημα γιατί, όπως φάνηκε, οι μετανάστες δεν απέδιδαν στην αγορά εργασίας όπως αναμενόταν, λαμβάνοντας υπόψη τις δεξιότητες και την εκπαίδευσή τους. Από την ίδρυσή του, το TRIEC έχει συμπεριλάβει στον ηγετικό πυρήνα του, ηγετικούς παράγοντες των επιχειρήσεων, ιδρύματα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, φορείς παροχής υπηρεσιών αξιολόγησης, επαγγελματικά ρυθμιστικά όργανα, ΜΚΟ, ακαδημαϊκούς και οργανώσεις μεταναστών. Στην πραγματικότητα, ο εταιρικός τομέας έχει σκόπιμα τοποθετηθεί στην ηγεσία αυτής της πρωτοβουλίας προκειμένου να στραφεί η προσοχή στην άμεση εμπλοκή του ιδιωτικού τομέα στην ανάπτυξη λύσεων. Στην κορυφή του TRIEC έχουν τοποθετηθεί ο Πρόεδρος και ο Υποδιευθυντής της Manulife Financial, μιας από τις μεγαλύτερες ασφαλιστικές εταιρείες του Καναδά. Την απόφαση να εμπλακούν και να ηγούνται σ’ αυτό το Συμβούλιο την έλαβαν επειδή έκριναν ως επιτακτική την ανάγκη να γίνει η εταιρία τους ικανή να συμπεριλάβει μετανάστες, καθώς και επειδή ενδιαφέρονταν να εξασφαλίσουν υγιή ανάπτυξη της περιοχής.

xxix Το TRIEC αντιστοιχεί στο Toronto based Region Immigration Employment Council, δηλ. Περιφερειακό Συμβούλιο Μεταναστευτικής Απασχόλησης με έδρα το Τορόντο. Από εδώ και στο εξής, θα αναφέρεται ως TRIEC (Σ.τ.Μ.).

185

186

To TRIEC δεν είναι φορέας άμεσων υπηρεσιών μετανάστευσης. Όποτε εμπλέκεται σε πιλοτικές πρωτοβουλίες μεταβιβάζει το λειτουργικό ρόλο σε άλλες οργανώσεις, με την πεποίθηση ότι υπάρχει μια πολύ καλή υποδομή των φορέων παροχής υπηρεσιών. Βλέπει το ρόλο του ως σύγκληση των διάφορων εταίρων, για τον προσδιορισμό και ανάπτυξη λύσεων και ακολούθως για την εκτέλεσή τους. Έχει λάβει χρηματοδότηση από τρία ομοσπονδιακά υπουργεία (Υπηκοότητα και Μετανάστευση του Καναδά, Καναδική Κληρονομιά, και Ανάπτυξη Ανθρωπίνου Δυναμικού και Δεξιοτήτων του Καναδά), καθώς επίσης και από την περιφερειακή χρηματοδότηση (Υπουργείο Υπηκοότητας και Μετανάστευσης του Οντάριο). Ένας άλλος σημαντικός χορηγός είναι το ίδρυμα Maytree, ένα ιδιωτικό φιλανθρωπικό ίδρυμα που παρέχει την οργανωτική υποστήριξη και είναι πρωτοπόρος σε μεταναστευτικά ζητήματα. Το TRIEC έχει λάβει επίσης σημαντική χρηματοδότηση από τον ιδιωτικό τομέα, με συνεισφορές από την οικονομική ομάδα τράπεζας TD (Toronto Dominion Bank), ένα σημαντικό οικονομικό φορέα στον Καναδά, και από την χρηματιστηριακή επιχείρηση Manulife Financial. Tο TRIEC σκόπιμα παίζει το ρόλο του φορέα που επηρεάζει τη δημόσια πολιτική για αυτό το ζήτημα. Στόχος του είναι επίσης να πείσει τους εργοδότες του Τορόντο ότι πρέπει να εκτιμήσουν καλύτερα την αξία των μεταναστών εργαζομένων, ιδιαίτερα καθώς το 100% της αύξησης του εργατικού δυναμικού της περιοχής προέρχεται ήδη από τη μετανάστευση. Το TRIEC αναγνωρίζει ότι υπάρχουν κενά στην κυβερνητική πολιτική και στην πρακτική όσον αφορά στην ενσωμάτωση των μεταναστών στην αγορά εργασίας και έχει θέσει ως στόχο του να διερευνήσει αυτά τα κενά και να προτείνει λύσεις. Έχει καθιερώσει μια Διακυβερνητική Επιτροπή Σχέσεων, η οποία επιδιώκει να εμπλέξει και τα τρία επίπεδα κυβέρνησης - ομοσπονδιακό, επαρχιακό και δημοτικό – στη διάχυση των πληροφοριών, στη θέσπιση κοινών προτεραιοτήτων και στον συντονισμό της πολιτικής. Ως μέρος αυτής της διαδικασίας, έχει ξεκινήσει μια προσπάθεια χαρτογράφησης για να προσδιοριστούν τα κενά και οι επικαλύψεις στο τρέχον τοπίο χρηματοδότησης. Το TRIEC έχει παρακινήσει ακαδημαϊκούς και άλλους ειδήμονες να συμβάλουν στον προσδιορισμό των προβλημάτων πολιτικής και στην εξεύρεση των λύσεων τους. Το TRIEC έχει επίσης ημερήσια διάταξη πρακτικής υφής. Αυτή εστιάζεται κυρίως σε δύο στόχους: στην αυξανόμενη πρόσβαση στις υπηρεσίες προστιθεμένης αξίας για να κατευθύνει τους μετανάστες αποτελεσματικότερα στην κατάλληλη απασχόληση, και σε μια συνεργασία με τους εργοδότες για να τους βοηθήσει

Ενσωμάτωση των Μεταναστών στον Καναδά

να επανδρώνουν καλύτερα, να διατηρούν και να προάγουν ειδικευμένους μετανάστες στους εργασιακούς τους χώρους. Γι’ αυτόν τον σκοπό το TRIEC έχει ξεκινήσει τα ακόλουθα προγράμματα: Hireimmigrants.ca. Αυτή η πρωτοβουλία προωθεί την πιθανή μελλοντική αξία της εμπειρογνωμοσύνης των μεταναστών για τους εργοδότες, ιδιαίτερα για ους διευθυντές ανθρωπίνου δυναμικού μεγάλων επιχειρήσεων. Η ιστοσελίδα www.hireimmigrants.ca είναι μια πλατφόρμα, στην οποία καλλιεργείται μια κοινότητα μάθησης αποτελούμενη από επαγγελματίες, ανθρώπινο δυναμικό και άλλους εργοδότες. Η ιστοσελίδα περιλαμβάνει περιπτωσιολογικές μελέτες περιοχών όπου πραγματικοί εργοδότες εφαρμόζουν «ελπιδοφόρες πρακτικές» και οργανώνει τα παραδείγματα σύμφωνα με την πρακτική των ανθρώπινων δυναμικών. Career Bridge (Γέφυρα σταδιοδρομίας). Πρόκειται για ένα πρόγραμμα πρακτικής άσκησης για επαγγελματική εμπειρία που προσφέρεται μέσω του Οργανισμού Αιχμής Σταδιοδρομίας (Career Edge Organization) (ενός μη κερδοσκοπικού οργανισμού του ευρύτερου καναδικού ιδιωτικού τομέα που ιδρύθηκε από Καναδούς Εργοδότες) και παρέχει στους ειδικευμένους μετανάστες «καναδική επαγγελματική εμπειρία». Το πρόγραμμα περιλαμβάνει μια ομάδα ειδικευμένων μεταναστών που έχουν εξεταστεί για τις γλωσσικές δεξιότητες και τα προσόντα τους. Πάνω από 1.200 υποψήφιοι είναι καταχωρημένοι στη βάση δεδομένων του προγράμματος. Οι εργοδότες αναρτούν τις θέσεις στο διαδίκτυο και οι υποψήφιοι υποβάλουν τις αιτήσεις ηλεκτρονικά. Οι εργοδότες διενεργούν τη συνέντευξη και επιλέγουν τους υποψηφίους και οι πρακτικές ασκήσεις μπορούν να διαρκέσουν τέσσερις έως δώδεκα μήνες, κατά τη διάρκεια των οποίων ο μετανάστης λαμβάνει ένα αντίτιμο συμμετοχής, δηλ. 1.500 καναδικά δολάρια το μήνα. Ο εργοδότης πληρώνει το κόστος του αντιτίμου του μισθού και το αντίτιμο συμμετοχής στο πρόγραμμα, γεγονός που μπορεί ενδεχομένως να είναι απαγορευτικό για ορισμένες επιχειρήσεις (όπως για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις) που θέλουν να ενταχθούν το σχέδιο. Εντούτοις, τον Απρίλιο του 2006 ξεκίνησαν περίπου 300 πρακτικές ασκήσεις, με το 85% των συμμετεχόντων να εργάζονται με πλήρη απασχόληση, μετά τη λήξη της πρακτικής άσκησης (όχι απαραιτήτως στον ίδιο εργοδότη). Το πρόγραμμα ήταν ελκυστικό για τους μετανάστες και οι αιτήσεις τους ήταν πολύ περισσότερες από όσες θα μπορούσε να καλύψει: μόνο το 10% από τους 1.200 και πλέον

187

188

υποψήφιους που εκδήλωσαν το ενδιαφέρον τους στη βάση δεδομένων μπόρεσε να κάνει πρακτική άσκηση. Ο κύριος στόχος του προγράμματος είναι να διευρύνει τις δυνατότητες του και να αυξήσει τον αριθμό των διαθέσιμων πρακτικών ασκήσεων. Η αξία του προγράμματος έγκειται το ότι δίνει τη δυνατότητα στους μετανάστες «να βάλουν το πόδι τους στην πόρτα». Η συνεργασία Συμβουλευτικών Υποστηρικτικών Υπηρεσιών (Σ.Υ.Υ. ή mentoring). Αυτό το πρόγραμμα φέρνει κοντά επαγγελματίες μετανάστες που δεν έχουν ακόμα βρει απασχόληση στον τομέα τους με συμβούλους (mentors) από τον αντίστοιχο επαγγελματικό τομέα που τους παρέχουν συμβουλευτική υποστήριξη. Οι σύμβουλοι (mentors) και οι αποδέκτες της συμβουλευτικής υποστήριξης (mentees) συναντιούνται κατά μέσο όρο μιάμιση ώρα την εβδομάδα για περισσότερους από τέσσερις μήνες . Οι σύμβουλοι είναι εθελοντές και παρέχουν συμβουλές, που κυμαίνονται από πληροφορίες για τον επαγγελματικό χώρο μέχρι οδηγίες για την καλύτερη παρουσίαση ενός βιογραφικού σημειώματος και τη συμμετοχή σε μια συνέντευξη για δουλειά. Επίσης, προσπαθούν να δικτυώσουν επαγγελματικά τον αποδέκτη (δηλ. τον μετανάστη) της συμβουλευτικής υποστήριξης. Από την έναρξη του προγράμματος, το Φεβρουαρίου του 2005, έχουν επισυναφθεί περισσότερες από 1.000 σχέσεις συμβουλευτικής υποστήριξης. Από τις σχέσεις συμβουλευτικής υποστήριξης που ολοκληρώθηκαν, το 72% (των μεταναστών) βρήκε απασχόληση και μάλιστα ένα 68% βρήκε απασχόληση στον τομέα του ή σε συναφή επαγγελματικό χώρο. Υπάρχει θετική ανταπόκριση από τους εταιρικούς εργοδότες που περιλαμβάνουν την πόλη του Τορόντο καθώς επίσης και από αρκετούς εργοδότες του ιδιωτικού τομέα. Συγκεκριμένα, ένας από τους μεγαλύτερους οικονομικούς οργανισμούς του Καναδά χρηματοδοτεί μέρος του προγράμματος και παρείχε περισσότερους από 100 συμβούλους. Η αξία της σχέσης αυτής συμβουλευτικής υποστήριξης για τον επαγγελματία μετανάστη έγκειται στο ότι καλύπτει το κοινωνικό χάσμα. Κατά την άφιξή τους οι μετανάστες στερούνται αυτές τις άτυπες και επίσημες σχέσεις, που μπορεί συχνά να αποδειχτούν σημαντικές για τη δημιουργία ουσιαστικών διασυνδέσεων με την αγορά εργασίας. Το TRIEC είχε ιδιαίτερη επιτυχία όσον αφορά στην εμπλοκή των τοπικών εταίρων στις πρωτοβουλίες του, εντούτοις δεν ήταν τόσο εύκολο να φέρει στο προσκήνιο τα τοπικά συνδικάτα, παρόλο που εκπροσωπούνται στο Συμβούλιο.

Ενσωμάτωση των Μεταναστών στον Καναδά

Δράσεις όπως η συμβουλευτική υποστήριξη και οι πρακτικές ασκήσεις δεν ενσωματώνονται εύκολα στις δομές των συλλογικών συμβάσεων εργασίας, και για το λόγο αυτό, το TRIEC αναγκάστηκε σε πολλές περιπτώσεις να αναζητήσει πρακτικές ασκήσεις επαγγελματικής εμπειρίας και συμβούλους μέσα από στοιχεία του τοπικού εργατικού δυναμικού, που δεν συμμετέχουν στα τοπικά συνδικάτα, γεγονός που περιόρισε τις διαθέσιμες ευκαιρίες. Περιπτωσιολογική μελέτη 3: Γουίνιπεγκ, Μανιτόμπα Το Γουίνιπεγκ προσφέρει ένα πολύ διαφορετικό πλαίσιο από το Τορόντο για τους νεοφερμένους μετανάστες. Ενώ το Τορόντο είναι μια ταχέως αναπτυσσόμενη πόλη, μεταξύ 1996 και 2001, το Γουίνιπεγκ αναπτύχθηκε κατά 0,6% - ένα από τα χαμηλότερα ποσοστά ανάπτυξης των μεγαλουπόλεων στον Καναδά. Ταυτόχρονα, ο εθνικός πληθυσμός αυξήθηκε σε ένα ποσοστό της τάξης του 4%. Συνολικά, η επαρχία της Μανιτόμπα είχε μια ξεκάθαρη διαρροή μετανάστευσης προς άλλες επαρχίες. Επομένως, μέσα σε αυτό το πλαίσιο, η μετανάστευση αντιμετωπίζεται περισσότερο ως πολιτική πληθυσμιακής αύξησης για την περιοχή και ως εργαλείο περιφερειακής οικονομικής ανάπτυξης. Η επιθυμία μεταξύ των φορέων χάραξης πολιτικής να αυξηθεί η μετανάστευση στη Μανιτόμπα έχει οδηγήσει στη διαπραγμάτευση ενός επαρχιακού προγράμματος υποψηφίων, που επιτρέπει στην επαρχία να ασκεί ιδιαίτερο έλεγχο στην επιλογή των νέων μεταναστών. Ως συνέπεια του προγράμματος, ο αριθμός των μεταναστών που εντοπίζονται στη Μανιτόμπα (περίπου το 80% αυτών εγκαθίστανται στο Γουίνιπεγκ) έχει αυξηθεί αισθητά τα τελευταία χρόνια. Το 2004 έφτασαν 7.427 μετανάστες, πολύ περισσότεροι από τους 4.621 του 2002. Η επαρχιακή κυβέρνηση έχει θέσει ως στόχο να προσελκύει 10.000 μετανάστες το χρόνο. Οι επαρχιακοί υποψήφιοι αποτελούν το 54% των μεταναστών, ένα 13% έρχεται μέσω άλλων προγραμμάτων της ομοσπονδιακής κυβέρνησης, το 15% καταχωρείται στην κατηγορία της οικογένειας και το 17% ως πρόσφυγες. Αποτελέσματα απασχόλησης

Ένας από τους λόγους για την έξοδο των κατοίκων της Μανιτόμπα προς άλλες καναδικές περιοχές είναι η σχετικά περιοριστική φύση της οικονομίας της επαρχίας. Θα περίμενε λοιπόν κανείς ότι οι μετανάστες στη Μανιτόμπα θα αντιμετώπιζαν περισσότερες δυσκολίες στην αναζήτηση εργασίας στον

189

190

επαγγελματικό τους τομέα, από ό,τι στις άλλες δύο περιοχές που εξετάστηκαν. Η πιο πρόσφατη διαμήκης έρευνα για τους μετανάστες του Καναδά εντάσσει στην ίδια κατηγορία τους μετανάστες της Μανιτόμπα με εκείνους της επαρχίας της Σασκάτσουαν - έτσι δεν είναι δυνατό να εξεταστούν μεμονωμένα εκείνοι που ζουν στη Μανιτόμπα. Εντούτοις, το αρχείο των νεοφερμένων μεταναστών που βρήκαν απασχόληση μεταξύ 2001 και 2003 είναι καλύτερο από το αρχείο των μεταναστών που ζουν σε άλλα σημεία του Καναδά,v παρόλο που η αναλογία αυτών που βρήκαν εργασία στον ίδιο επαγγελματικό τομέα με το προοριζόμενο επάγγελμά τους, το 43%, κυμαινόταν στα ίδια επίπεδα με των άλλων νεοφερμένων μεταναστών στον Καναδά (42%) (Statistics Canada, 2006). Αυτό το θετικό αποτέλεσμα μπορεί να συνδεθεί με το γεγονός ότι το επαρχιακό πρόγραμμα υποψηφίων της Μανιτόμπα επιλέγει τους μετανάστες λαμβάνοντας υπόψη τις δεξιότητες που έχουν ζήτηση στη Μανιτόμπα. Οι περισσότεροι από τους υποψήφιους, είναι τεχνίτες ή ημι-εξειδικευμένοι εργάτες. Η μεγαλύτερη επαγγελματική ομάδα αυτών των υποψηφίων το 2004 ήταν οι οξυγονοκολλητές και ακολουθούσαν οι αγρότες και οι καλλιεργητές αγροκτημάτων, οι ξυλουργοί, οι μηχανικοί και οι οδηγοί φορτηγών (Manitoba Labour and Immigration, 2005). Ωστόσο, αρκετά πρόσφατα υποβαθμίστηκε η σημασία των παραγόντων που σχετίζονται με τις ανάγκες των δεξιοτήτων και της αγοράς στην επαρχία, και έτσι η διατήρηση μιας ενημερωμένης εικόνας για την αγορά εργασίας έχει καταστεί δύσκολη. Επιπλέον, η Μανιτόμπα θεωρεί ότι η σημαντικότερη προτεραιότητά της είναι να προσελκύει ανθρώπους που θα εγκατασταθούν μόνιμα στην περιοχή, για να ελαχιστοποιήσει τον κίνδυνο να μετακινηθούν σε άλλες επαρχίες και πόλεις αμέσως μετά την άφιξή τους. Τώρα πια στη διαδικασία επιλογής δίνεται μεγάλη έμφαση στην ενίσχυση του κοινωνικού κεφαλαίου, καθώς και προτεραιότητα στην οικογένεια και σε άλλους δεσμούς των κατοίκων της Μανιτόμπα. Παρά το σχετικά θετικό αποτέλεσμα απασχόλησης, οι φορείς παροχής υπηρεσιών εκφράζουν την ανησυχία τους για τους θύλακες ένδειας που υπάρχουν στην πόλη, στα σημεία όπου έχει συγκεντρωθεί δυσανάλογος αριθμός μεταναστών. Αυτό έχει οδηγήσει τις ΜΚΟ να προσπαθούν να υποστηρίζουν όχι μόνο τους μετανάστες πρώτης γενιάς αλλά και εκείνους της δεύτερης και τρίτης γενιάς, οι οποίοι σε μερικές περιπτώσεις αντιμετωπίζουν ακόμα εμπόδια στην εκπαίδευση και την απασχόληση, που συνδέονται με τα υψηλά ποσοστά μαθητών που εγκαταλείπουν τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Το Κέντρο Σταδιοδρομίας Alicia Rae (Alicia Rae Careers Centre) στο Γουίνιπεγκ, παραδείγματος χάριν,

Ενσωμάτωση των Μεταναστών στον Καναδά

έχει αναπτύξει ένα συγκεκριμένο πρόγραμμα για τη δημιουργία ευκαιριών κατάρτισης και επαγγελματικής εμπειρίας, προκειμένου να ενθαρρύνει την ολοκλήρωση της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Πλαίσιο πολιτικής και οι ανταποκρίσεις των προγραμμάτων

Η Συμφωνία Μετανάστευσης μεταξύ της ομοσπονδιακής κυβέρνησης του Καναδά και της επαρχιακής κυβέρνησης της Μανιτόμπα είναι μια ομοσπονδιακήπεριφερειακή συμφωνία που υπογράφηκε το 1998 και ανανεώθηκε το 2003 και περιγράφει το κοινό ενδιαφέρον και των δύο κυβερνήσεων για την παροχή αποτελεσματικών υπηρεσιών για την κοινωνική, πολιτιστική και οικονομική ενσωμάτωση των μεταναστών, και την εφαρμογή της διασποράς των μεταναστών στην περιφέρεια. Από την πλευρά της παροχής υπηρεσιών και της ενσωμάτωσης των μεταναστών, η νέα συμφωνία σκιαγραφεί τους ρόλους και τις ευθύνες των δύο συμβαλλόμενων μερών, καθώς και της οικονομικής υποστήριξης που προέρχεται από την ομοσπονδιακή κυβέρνηση. Επίσης προσδιορίζονται οι εταίροι που μπορούν να προσφέρουν έργο στα ζητήματα αυτά, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται: δημοτικές αρχές, φορείς εκπαίδευσης, υγείας και ανθρωπίνων υπηρεσιών, φορείς για τη στέγαση και εξυπηρέτηση των μεταναστών, θρησκευτικές και εθνοτικές οργανώσεις, εργασιακές και επιχειρησιακές ομάδες, καθώς επίσης και άτομα. Η συμφωνία αναγνωρίζει όλα τα ρεύματα της μετανάστευσης στη Μανιτόμπα και εισάγει νέους στόχους σχετικούς με την περιφερειακή μετανάστευση, την αναγνώριση προσόντων και την ανάπτυξη μειονοτικής επίσημης γλώσσας. Θα επιτρέψει μία μεγαλύτερη ευελιξία σε επίπεδο επαρχίας, όσον αφορά τον προγραμματισμό των επιπέδων μετανάστευσης και την αποτελεσματική ανταπόκριση στις ανάγκες που ενσκήπτουν. Οι νέες παροχές – σε συνδυασμό με την υποστήριξη της ομοσπονδιακής κυβέρνησης -ενισχύουν την επαρχιακή επεξεργασία υποψηφίων για να εκπληρώσουν τους στόχους και να επιβεβαιώσουν τις αρχικές επαρχιακές ευθύνες για την εγκατάσταση και ενσωμάτωση (των μεταναστών). Η διάχυση πληροφοριών επεκτείνεται μέσω ενός νέου παραρτήματος στην παροχή των δεδομένων. Δύο βασικά στοιχείακλειδιά που έχουν διευρυνθεί περιλαμβάνουν: • Το επαρχιακό πρόγραμμα υποψηφίων – Η Manitoba έχει αυξήσει τις άδειες προσωρινής εργασίας και κάνει διασυνδέσεις με το περιφερειακό πρόγραμμα των υποψηφίων της επαρχίας και τις προσωρινές μετακινήσεις συμπεριλαμβανομένων και των διεθνών φοιτητών.

191

192

• Την εγκατάσταση των μεταναστών και των προσφύγων - Στο πλαίσιο της συμφωνίας, η Μανιτόμπα έχει την αποκλειστική ευθύνη για την παροχή των υπηρεσιών στέγασης των μεταναστών στην επαρχία. Οι ρυθμίσεις για την παροχή των υπηρεσιών στους μετανάστες στη Μανιτόμπα είναι παρόμοιες με εκείνες στο Οντάριο. Οι περισσότερες από αυτές τις υπηρεσίες παρέχονται από τις μη κερδοσκοπικές σε κοινοτικό επίπεδο οργανώσεις (ΜΚΟ), οι οποίες εστιάζουν στην εκμάθηση της αγγλικής γλώσσας και στις υπηρεσίες στέγασης. Υπάρχει σαφής δέσμευση από την πλευρά των φορέων να παρέχουν τις επιλογές των θέσεων εργασίας και τα επιμορφωτικά προγράμματα στους επαγγελματίες και τους τεχνίτες μετανάστες της Μανιτόμπα. Αυτήν την περίοδο είναι διαθέσιμα ποικίλα επιμορφωτικά προγράμματα – γέφυρες. Η χρηματοδότηση από το Υπουργείο Εργασίας και Μετανάστευσης, στο πλαίσιο του Προγράμματος Ενσωμάτωσης της Μετανάστευσης της Μανιτόμπα (MIIP),xxx με την χρηματοδοτική συνδρομή του Υπουργείου Υπηκοότητας και Μετανάστευσης του Καναδά (CIC), υποστηρίζει τις υπηρεσίες επαγγελματικής αποκατάστασης, συμπεριλαμβανομένων των διάφορων πιλοτικών προγραμμάτων που αφορούν σε πρωτοβουλίες για την κατάρτιση. Αυτές οι πρωτοβουλίες, σε ορισμένες περιστάσεις, περιλαμβάνουν παροχές επιδομάτων κατάρτισης. Παραδείγματος χάριν, το Πανεπιστήμιο της Μανιτόμπα παρέχει ένα πρόγραμμα - γέφυρα για τους μηχανικούς, με σκοπό να τους βοηθήσει στην εκπλήρωση των ακαδημαϊκών προϋποθέσεων που ορίζονται από την Ένωση των Επαγγελματικών Μηχανικών και Γεωεπιστημόνων της Μανιτόμπα, καθώς επίσης και ένα πρόγραμμα – γέφυρα για τους δασκάλους. Το Τεχνικό Κολέγιο του Γουινιπεγκ (Winnipeg Technical College) διεξάγει επίσης προγράμματα – γέφυρες, που περιλαμβάνουν κομμωτική και λογιστική. Το MIIP είναι ένα αποτελεσματικό εργαλείο χρηματοδότησης για το «γεφύρωμα» των φορέων παροχής υπηρεσιών των μεταναστών και της αγοράς εργασίας, και διαθέτει αρκετή ευελιξία, ώστε να χρηματοδοτεί παρόμοιες πιλοτικές πρωτοβουλίες. Εντούτοις, όλοι οι φορείς παροχής υπηρεσιών στο Γουίνιπεγκ συμφωνούν ότι, οι διαθέσιμες σειρές μαθημάτων για τους μετανάστες που πρέπει να μελετήσουν για να πληρούν τις προϋποθέσεις της πιστοποίησης ή που χρειάζονται συστηματική επανεκπαίδευση, θα έπρεπε να αυξηθούν. Στο βαθμό που είναι διαθέσιμα τα εκπαιδευτικά προγράμματα – γέφυρες, η οικονομική υποστήριξη των μεταναστών που παρακολουθούν αυτά τα προγράμματα είναι

Το MIIP αντιστοιχεί στο πρόγραμμα Manitoba Immigrant Integration Programme Fund, δηλ. Πρόγραμμα Ενσωμάτωσης των Μεταναστών της Μανιτόμπα. Από εδώ και στο εξής, θα αναφέρεται ως MIIP (Σ.τ.Μ.).

xxx

Ενσωμάτωση των Μεταναστών στον Καναδά

περιορισμένη, γεγονός που μπορεί να λειτουργεί ως ανασταλτικός παράγοντας στην παρακολούθησή τους. Τοπικές πρωτοβουλίες

Όπως στο Μόντρεαλ και στο Τορόντο, έτσι και στο Γουίνιπεγκ υπάρχουν πολλές διαφορετικές κοινοτικές οργανώσεις που παρέχουν υπηρεσίες στέγασης για τους μετανάστες, οι οποίες εξαρτώνται από ποικίλες μορφές χρηματοδότησης είτε από την κυβέρνηση είτε από τοπικά φιλανθρωπικά ιδρύματα. Τέτοιες πρωτοβουλίες εξαρτώνται εν μέρει και από τους εθελοντές που παρέχουν τις υπηρεσίες τους, και οι τοπικές ΜΚΟ αναφέρουν κάποιες δυσκολίες χρηματοδότησης, οι οποίες οφείλονται ως ένα βαθμό στο γεγονός ότι η δεξαμενή των ομοσπονδιακών χρημάτων που είναι διαθέσιμα σήμερα για την επαρχία της Μανιτόμπα έχει στερέψει και δεν λαμβάνει υπόψη την πρόσφατη αύξηση του μεταναστευτικού πληθυσμού, μια κατάσταση που είναι αυτήν την περίοδο υπό αναθεώρηση. Το Διεθνές Κέντρο και τα Προγράμματα Απασχόλησης του Γουίνιπεγκ (που περιγράφονται πιο κάτω) είναι δύο κοινοτικά βασισμένες οργανώσεις του Γουίνιπεγκ, που παρέχουν ποικιλία υπηρεσιών για την προώθηση της ενσωμάτωσης των μεταναστών στην τοπική αγορά εργασίας, προσπαθώντας να διασφαλίσει συχνά επιχορηγήσεις από διάφορες οργανώσεις. Το Διεθνές Κέντρο

Το Διεθνές Κέντρο παρέχει ένα ευρύ φάσμα υπηρεσιών εγκατάστασης, συμπεριλαμβανομένης της κατάρτισης στην αγγλική γλώσσα. Λόγω του μεγέθους και της ποικιλομορφίας των υπηρεσιών του, είναι σε θέση να ενεργήσει ως ένα ενιαίο σημείο εξυπηρέτησης από μία και μόνη υπηρεσία (“one shop” stop) όπου οι μετανάστες κατευθύνονται μέσω μιας γκάμας υπηρεσιών - συμπεριλαμβανομένης της στέγασης. Η πελατεία του περιλαμβάνει πολλούς πρόσφυγες. Το Κέντρο έχει έναν ετήσιο προϋπολογισμό λειτουργικών εξόδων 2 εκατομμυρίων καναδικών δολαρίων (περ. 1,4 εκατομμυρίων ευρώ), που στηρίζεται σε επτά διαφορετικούς χρηματοδότες, έξι από το οποίους παρέχουν συμβάσεις διάρκειας μικρότερης του ενός έτους κάθε φορά. Υπάρχει επομένως μια διαρκής ανησυχία για την οικονομική σταθερότητα του φορέα αυτού, που ασκεί σημαντική επίδραση στον προγραμματισμό και την οργανωτική ικανότητά του. Το Διεθνές Κέντρο έχει ένα πρόγραμμα εθελοντικής εργασίας που εστιάζει στην

193

194

υποστήριξη των μεταναστών να προσαρμοστούν στη ζωή του Γουίνιπεγκ. Οι σειρές μαθημάτων που είναι διαθέσιμες περιλαμβάνουν βασικές δεξιότητες στους υπολογιστές, εκπαίδευση στη οδήγηση, τάξεις συνομιλίας στα αγγλικά και προγράμματα για τα παιδιά. Υπηρεσίες επαγγελματικής αποκατάστασης είναι επίσης διαθέσιμες. Το κέντρο παρέχει στους μετανάστες βοήθεια για την προετοιμασία βιογραφικών σημειωμάτων και την προγύμναση στις τεχνικές συνέντευξης, και δρα ως φορέας - σημείο αναφοράς για τα διάφορα επιμορφωτικά προγράμματα που μπορεί να διατεθούν στους πελάτες του. Υπάρχει επίσης ένα πρόγραμμα με σκοπό να φέρει κοντά τους επαγγελματίες μετανάστες με τους ήδη καθιερωμένους επαγγελματίες, προκειμένου οι δεύτεροι να βοηθήσουν το μετανάστη στη χορήγηση επαγγελματικής άδειας και στην επανένταξη στον κλάδο. Περίπου 35 παρόμοιες επαφές έχουν επιτευχθεί, οι μισές από τις οποίες έγιναν μεταξύ μηχανικών. Το κέντρο αναφέρει ότι πολλές από αυτές τις επαφές έχουν βοηθήσει τους επαγγελματίες μετανάστες να βρουν εργασία στον τομέα τους. Αυτό το πρόγραμμα βρίσκεται σε ένα αρχικό στάδιο και η εύρεση κατάλληλων εθελοντών συμβούλων παραμένει μια πρόκληση. Το κέντρο διεξάγει επίσης ένα πρόγραμμα ένταξης στον εργασιακό χώρο που στοχεύει στους νέους μετανάστες (18-30 ετών) με περιορισμένες γλωσσικές δυνατότητες (συγκριτική μέτρηση επιδόσεων στην καναδική γλώσσα 3-4) και περιορισμένη επαγγελματική εμπειρία στον Καναδά. Η σειρά των μαθημάτων διαρκεί πέντε εβδομάδες πλήρους φοίτησης, κατά τη διάρκεια των οποίων οι συμμετέχοντες πληρώνονται, και στοχεύει στο να παρέχει στους συμμετέχοντες καλύτερη κατανόηση των προσδοκιών του εργοδότη και του πολιτισμού του εργασιακού χώρου στον Καναδά. Ένας υπάλληλος άμεσης τοποθέτησης (δηλ. επαγγελματικής αποκατάστασης) (DPO)xxxi βρίσκεται στην τάξη κατά τη διάρκεια των μαθημάτων και βοηθά τους συμμετέχοντες στην αναζήτηση εργασίας. Μόλις βρεθεί μια θέση εργασίας ο DPO θα συνεχίσει να επικοινωνεί με τον πελάτη και τον εργοδότη για να βοηθήσει στην αντιμετώπιση τυχόν δυσκολιών ή παρανοήσεων, συμβάλλοντας έτσι στη βελτίωση των αποτελσμάτων απασχόλησης και στη διατήρηση της εργασίας. Ο DPO υποστηρίζει επίσης τους πελάτες στις δυσκολίες για την μέριμνα, μεταφορά και ασθένεια των παιδιών. Ο συνολικός αριθμός πελατών που καταχωρήθηκαν το 2005-6 ήταν

xxxi Η συντομογραφία DPO αντιστοιχεί στο Direct Placement Officer, δηλ. Υπάλληλος Άμεσης Τοποθέτησης (δηλ. επαγγελματικής αποκατάστασης). Από εδώ και στο εξής, θα αναφέρεται ως DPO (Σ.τ.Μ.).

Ενσωμάτωση των Μεταναστών στον Καναδά

66 και από αυτούς, οι 44 βρήκαν απασχόληση, ενώ 22 δεν ολοκλήρωσαν το πρόγραμμα (λόγω μετακίνησης, επιστροφής στο σχολείο ή παραπομπής σε άλλο πρόγραμμα). Προγράμματα Απασχόλησης του Γουίνιπεγκ (EPW)xxxii

Πρόκειται για έναν φορέα επαγγελματικής αποκατάστασης, που είναι ξεχωριστός, επειδή παρέχει επιτόπια κατάρτιση στη χρήση των ηλεκτρονικών υπολογιστών. Το προσωπικό αναφέρει ότι έρχονται σε επαφή με πελάτες που αγωνίζονται να αντεπεξέλθουν στις δυσκολίες για το βιοπορισμό της οικογένειάς τους, ενώ παράλληλα προσπαθούν να ξεπεράσουν τα εμπόδια που αντιμετωπίζουν στην εύρεση εργασίας σχετική με την ειδικότητα τους. Οι μετανάστες αυτοί χρειάστηκαν συχνά κοινωνική υποστήριξη και τα ERW καταβάλλουν προσπάθεια να παρέχουν αυτή την υποστήριξη, δημιουργώντας ένα δεκτικό περιβάλλον που προσπαθεί να ικανοποιήσει τις κοινωνικές ανάγκες καθώς και τις ανάγκες αναζήτησης εργασίας. Ο φορέας αυτός καθιέρωσε επίσης την υποστήριξη και τις δραστηριότητες για τη νεολαία ώστε να βοηθήσει στην ενσωμάτωσή της. Συμμετοχή των άλλων τοπικών εταίρων

Εκτός από τα τοπικά οργανωμένα και βασισμένα στην κοινότητα προγράμματα, η επαρχία έχει χρησιμοποιήσει επίσης το Μεταναστευτικό Πρόγραμμα Ενσωμάτωσης της Μανιτόμπα, που περιγράφεται ανωτέρω, για να υποστηρίξει τις καινοτόμες πρωτοβουλίες από άλλους εταίρους στην περιοχή, συμπεριλαμβανομένων των εργοδοτών. Δύο πρωτοβουλίες που περιλαμβάνουν εργοδότες-εταίρους στο σχεδιασμό και στην παροχή των πρωτοβουλιών είναι βασισμένες στο Πρόγραμμα Κατάρτισης Πιστωτικής Ένωσης της Μανιτόμπα,xxxiii και στο Πρόγραμμα Αναγνώρισης Προσόντων Εκπαιδευτικών Προσχολικής Ηλικίας (ECE).xxxiv Και τα δύο προγράμματα έχουν χρησιμοποιήσει μία πρότυπη τεχνική ικανοτήτων για να υποστηρίξουν την ενσωμάτωση των μεταναστών

Το EPW αντιστοιχεί στην έκφραση Employment Projects of Winnipeg, δηλ. Προγράμματα Απασχόλησης του Γουΐνιπεγκ. Από δω και στο εξής, θα αναφέρεται ως EPW (Σ.τ.Μ.).

xxxii

xxxiii

Βλ. την παρακάτω ενότητα Κάμβρια Πιστωτική Ένωση (Σ.τ.Μ.).

Η συντομογραφία ECE αντιστοιχεί στην έκφραση Early Childhood Educator, δηλ. Εκπαιδευτικός προσχολικής εκπαίδευσης ή Νηπιαγωγός. Από δω και στο εξής, θα αναφέρεται ως ECE (Σ.τ.Μ.). xxxiv

195

196

στον εργασιακό τους χώρο, χαρτογραφώντας τις δεξιότητες που απαιτούνται σε μια συγκεκριμένη θέση απασχόλησης και στη συνέχεια, εφευρίσκοντας τρόπους κατάρτισης ή ανάκτησης των δεξιοτήτων που έχουν ήδη αποκτήσει, προκειμένου να αποφύγουν πιο γενικευμένα, και κατά συνέπεια πιο μακρόχρονα, επιμορφωτικά μαθήματα. Πρόγραμμα Αναγνώρισης Προσόντων Εκπαιδευτικών Προσχολικής Ηλικίας (ECE)

Το Πρόγραμμα Αναγνώρισης Προσόντων Εκπαιδευτικών Προσχολικής Ηλικίας (Νηπιαγωγών) (ECE), για παράδειγμα, οργανώθηκε από έναν εκπρόσωπο των Επαρχιακών Υπηρεσιών για την Οικογένεια και της Μονάδας Στέγασης της Μανιτόμπα, προκειμένου να αντιμετωπιστεί η τοπική έλλειψη δεξιοτήτων των επαγγελματιών νηπιαγωγών. Παρόλο που αρκετοί νεοφερμένοι εκδήλωσαν ενδιαφέρον να εργαστούν σ’ αυτό το χώρο, αντιμετώπισαν δυσκολίες στην αναγνώριση των προσόντων τους σε αυτόν τον τομέα και αναγκάστηκαν να δαπανήσουν πολύ χρόνο για την επανεκπαίδευσή τους προκειμένου να εξασφαλίσουν τις προϋποθέσεις άσκησης του επαγγέλματος. Το πρόγραμμα επιδιώκει να αντιμετωπίσει το ζήτημα εντάσσοντας στην επαγγελματική πιστοποίηση της προσχολικής εκπαίδευσης κατευθύνσεις (διεξόδους) βασισμένες στις ικανότητες. Μια από αυτές τις κατευθύνσεις περιλαμβάνει ένα πρόγραμμα 14 εβδομάδων για τους μετανάστες που έχουν εκπαιδευτεί στο εξωτερικό, δηλαδή η εκπαίδευση της προσχολικής ηλικίας, επικεντρώθηκε στις απαιτήσεις αξιολόγησης των εξειδικευμένων του Προγράμματος Μέριμνας για το Παιδί της Μανιτόμπα. Αυτή η διαδικασία περιλαμβάνει την αξιολόγηση στο χώρο εργασίας και τη συμβουλευτική που βασίζεται σε ένα πλαίσιο αξιολόγησης των ικανοτήτων. Κάθε εκπαιδευόμενος / εκπαιδευόμενηυ εργάζεται σε συγκεκριμένη θέση στο κέντρο παιδικής φροντίδας και οι δεξιότητές της αξιολογούνται κατά τη διάρκεια της εργασίας του / της. Στο διάστημα αυτό προσλαμβάνονται ως βοηθοί νηπιαγωγού. Οι αξιολογητές χρησιμοποιούν ήδη διαμορφωμένα πρότυπα και ένα πλαίσιο εκπαιδευτικού αποτελέσματος που έχει επιλεγεί για το πρόγραμμα. Το πλαίσιο σχεδιάστηκε αρχικά με τη συμβουλή των τοπικών κολεγίων, των επαγγελματικών συνδέσμων και άλλων εταίρων. Το πρόγραμμα συνεργάζεται επίσης με την Υπηρεσία Ακαδημαϊκής Πιστοποίησης της Μανιτόμπα, που δίδεται από το επαρχιακό παράρτημα του Υπουργείου Εργασίας και Μετανάστευσης, για να αξιολογήσει τις δεξιότητες που είχαν ήδη αποκτήσει στο παρελθόν οι εκπαιδευόμενοι / ες. Τον Μάιο του 2006, 22 άτομα είχαν συμπληρώσει επιτυχώς το πρόγραμμα.

Ενσωμάτωση των Μεταναστών στον Καναδά

Κατ’ αρχήν, αυτό το είδος προγράμματος είναι καλά οργανωμένο και ικανοποιεί τις ανάγκες των μεταναστών που επιθυμούν να εργαστούν στο επάγγελμα της φροντίδας παιδιών. Δίνει κάποια μόρια για τα μαθήματα που έχουν γίνει στο εξωτερικό και διασφαλίζει εισόδημα στο μετανάστη, την ώρα που εκπαιδεύεται και εργάζεται για τη φροντίδα παιδιών. Η διαδικασία της αξιολόγησης βάσει ικανοτήτων και των Σ.Υ.Υ. (mentoring) διευκολύνει την αναγνώριση των προσόντων. Το αν αυτή η περιπτωσιολογική μελέτη μπορεί να μεταφυτευτεί και σε άλλους επαγγελματικούς τομείς είναι αβέβαιο. Οι καναδικές επαγγελματικές οργανώσεις ενσωματώνουν πράγματι στοιχεία αξιολόγησης ικανοτήτων στις διαδικασίες πιστοποίησής τους. Εντούτοις, απαιτούν συνήθως την ολοκλήρωση των αντίστοιχων ακαδημαϊκών μαθημάτων, τα οποία οι Καναδοί υποψήφιοι ολοκληρώνουν προτού υποβληθούν σε εξετάσεις ικανοτήτων. Στην περίπτωση του τομέα εκπαίδευσης της προσχολικής ηλικίας, η επαγγελματική ένωση δεν ελέγχει τη διαδικασία πιστοποίησης. Το γεγονός αυτό φαίνεται ότι άνοιξε το δρόμο σε μια πιο ευέλικτη προσέγγιση. Κάμβρια Πιστωτική Ένωση Το 2004, αναπτύχθηκε ένα άλλο καινοτόμο πρόγραμμα από μια ομάδα τοπικών πιστωτικών ενώσεων που επιδιώκουν να προσλάβουν μετανάστες προκειμένου να εξυπηρετηθεί αποτελεσματικότερα η διαφορετική πελατεία τους. Οι πιστωτικές ενώσεις παρέχουν υπηρεσίες στις αυξανόμενες εθνοτικές κοινότητες του Γουίνιπεγκ, και εξέταζαν τα υψηλά ποσοστά μεταβολής του εργατικού δυναμικού μεταξύ του προσωπικού εξυπηρέτησης των πελατών τους, ιδιαίτερα στη θέση του «εκπροσώπου υπηρεσιών». Έτσι, οι πιστωτικές ενώσεις αποφάσισαν να συγκεντρώσουν πόρους και να αναπτύξουν ένα πρόγραμμα εσωτερικής εκπαίδευσης, με την υποστήριξη της επαρχιακής κυβέρνησης, για να βοηθήσουν τους κατά τόπους μετανάστες να αποκτήσουν τις δεξιότητες για να πάρουν αυτήν την θέση. Φαίνεται ότι υπάρχει μεγάλη ζήτηση από τους μετανάστες για να αρχίσει το πρόγραμμα. Περίπου 80 έχουν καταθέσει αίτηση για κάθε κύκλο του προγράμματος με περίπου 40 να έχουν ήδη επιλεχθεί. Αναζητούνται μετανάστες με βασικές δεξιότητες ικανότητας - βασική εκπαίδευση και βασικό επίπεδο μαθηματικών γνώσεων. Εκείνοι που καλύπτουν τις απαιτήσεις ικανοτήτων συμμετέχουν σε ένα πέντε εβδομάδων προσανατολισμό και ένα επιμορφωτικό μάθημα, κατά τη διάρκεια του οποίου δεν λαμβάνουν καμιά αμοιβή. Σε εκείνους που ολοκληρώνουν επιτυχώς αυτήν την σειρά μαθημάτων

197

198

δίνονται οι τρίμηνες δοκιμαστικές περίοδοι πρακτικής άσκησης επαγγελματικής εμπειρίας, με συνεχιζόμενη κατάρτιση και (χρηματική) υποστήριξη αφού πληρώνονται το βασικό μεροκάματο (10 καναδικά δολάρια ανά ώρα). Εάν είναι σε θέση να ολοκληρώσουν τους απαιτούμενους στόχους, διορίζονται ως προσωπικό της πιστωτικής ένωσης, με τη μεγάλη πλειοψηφία (78%) των συμμετεχόντων στο πρόγραμμα να διορίζεται επίσης σε μόνιμες θέσεις. Η βιομηχανία πιστωτικών ενώσεων ίσως ταιριάζει ιδιαίτερα καλά σε αυτόν τον τύπο πρωτοβουλίας, μια που χρησιμοποιεί τη βασισμένη στις ικανότητες προσέγγιση και χρησιμοποιεί την ήδη υπάρχουσα δικτύωση των μελών της. Η επαρχία της Μανιτόμπα διαδραμάτισε επίσης έναν σημαντικό ρόλο στο γαλβανισμό επίσης πρωτοβουλίας, που υποστηρίζει τους εργοδότες αφού παρείχε εκπαιδευτή, και μια αρχική επένδυση στη σκιαγράφηση των ικανοτήτων. Το πρόγραμμα αυτό είναι ασυνήθιστο επειδή δεν απευθύνεται στους μετανάστες επαγγελματίες. Υπάρχει μεγάλος αριθμός υπαλλήλων μεταξύ των μεταναστών που εισέρχονται στο πλαίσιο των προγραμμάτων επανένωσης προσφύγων και οικογενειών, καθώς επίσης και μέλη της οικογένειας των ειδικευμένων μεταναστών, για τους οποίους ένα τέτοιο πρόγραμμα μπορεί να είναι ιδιαίτερα κατάλληλο. Ανάλυση Αποτελεσματικότητα πολιτικής και προγράμματος Κατά τη διάρκεια της μελέτης, έχουν προσδιοριστεί διάφορα εμπόδια που συνεχίζουν να υπάρχουν στην αποτελεσματική ενσωμάτωση των μεταναστών της αγοράς εργασίας στον Καναδά, συμπεριλαμβανομένων των πιστοποιητικών αναγνώρισης, της απαίτησης για καναδική επαγγελματική εμπειρία, και των επικοινωνιακών δεξιοτήτων. Ενώ αυτά δεν είναι ένας πλήρης κατάλογος, είναι τα κύρια στοιχεία που προσδιορίζονται και από τους μετανάστες και από τους εργοδότες. Επομένως, η ερώτηση κλειδί που εξετάζεται εδώ, είναι εάν οι τοπικές πρωτοβουλίες που υλοποιούνται εξετάζουν πραγματικά αυτά τα εμπόδια και εάν βελτιώνουν την κατάσταση της αγοράς εργασίας για τους τοπικούς μετανάστες. Το θέμα της αναγνώρισης των πιστοποιητικών στον Καναδά λειτουργεί σε δύο επίπεδα. Κατ’ αρχάς, για τα επαγγέλματα και τις τέχνες που είναι κατοχυρωμένα ή για τα οποία χορηγείται άδεια, υπάρχει ένας σύνθετος ιστός των εταίρων, συμπεριλαμβανομένων του επαγγελματικού ρυθμιστικού σώματος, των ιδρυμάτων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, και των εργοδοτών. Στον Καναδά, η κατοχύρωση των επαγγελμάτων και των τεχνών εμπίπτει στην

Ενσωμάτωση των Μεταναστών στον Καναδά

επαρχιακή αρμοδιότητα, έτσι ώστε οι αποτελεσματικές απαντήσεις πολιτικής και προγράμματος σε αυτό το ζήτημα πρέπει να είναι επαρχιακής φύσης. Πολλά από τα προγράμματα-γέφυρες που έχουν αναπτυχθεί ανταποκρίνονται σε αυτές τις πραγματικότητες, και συμπεριλαμβάνουν τους διάφορους εταίρους στην ανάπτυξη και την υλοποίηση του προγράμματος. Τέτοια προγράμματα είναι επίσης περιφερειακά. Το όφελος των μαθημάτων είναι ότι επιτρέπουν στους μετανάστες να αναβαθμίσουν τις δεξιότητές τους γρήγορα και να εισέλθουν στην αγορά εργασίας, ένας παράγοντας που είναι σημαντικός σε ένα πλαίσιο όπου οι τοπικοί εταίροι δηλώνουν ότι αν δεν υπάρχει εργασιακή εμπειρία για δύο έτη θεωρείται (η προηγούμενη εμπειρία) ξεπερασμένη από τους εργοδότες.vi Το μειονέκτημα των προγραμμάτων-γεφυρών εντούτοις, είναι ότι για να είναι αποτελεσματικά πρέπει να είναι προσανατολισμένα σε συγκεκριμένο επάγγελμα, και επομένως να περιορίζονται σε πεδίο και μέγεθος. Επίσης, είναι ακριβά και αντιμετωπίζουν σημαντικές προκλήσεις από άποψη βιωσιμότητας. Το δεύτερο επίπεδο αναγνώρισης της πιστοποίησης προσκρούει σε εκείνα τα επαγγέλματα που δεν είναι κατοχυρωμένα ή αδειοδοτημένα, και όπου το ζήτημα της αναγνώρισης έγκειται μόνο στον ίδιο τον εργοδότη. Εδώ είναι όπου η καναδική εμπειρία γίνεται ανυπέρβλητο εμπόδιο και ζήτημα. Πολλοί εργοδότες απαιτούν καναδική εμπειρία ως εχέγγυο όταν βρίσκονται αντιμέτωποι με πιστοποιητικά τα οποία δεν αναγνωρίζουν ή με τα οποία δεν είναι εξοικειωμένοι. Όπου οι εργοδότες είχαν την άμεση εμπειρία με έναν υποψήφιο, μέσω μιας πρακτικής άσκησης επαγγελματικής εμπειρίας ή μιας σχέσης Σ.Υ.Υ., τα αποτελέσματα είναι ιδιαίτερα επιτυχή δεδομένου ότι οι εργοδότες εμπιστεύονται τις δεξιότητες του μετανάστη. Διάφορες τοπικές πρωτοβουλίες που εξετάζονται, όπως το κυβερνητικό πρόγραμμα «εμβάπτιση» στη δουλειά PRIIMΕ και το TRIEC στο Τορόντο, αναγνωρίζουν αυτό και χρησιμοποιούν τη χρηματοδότηση δημόσιου και ιδιωτικού τομέα για να παρέχουν πρόσβαση στην πληρωμένη επαγγελματική εμπειρία. Αυτά τα προγράμματα έχουν σχετικά υψηλά ποσοστά επιτυχίας, εντούτοις, το κόστος της υλοποίησής τους και η ανάγκη για τη συμμετοχή των εργοδοτών τα καθιστά υποχρεωτικά μικρά σε κλίμακα. Η ανάγκη συμμετοχής εργοδοτών σε αυτά τα προγράμματα σημαίνει επίσης ότι τα κριτήρια επιλεξιμότητας τίθενται υψηλά, και οι υποψήφιοι ίσως θεωρηθούν ως εκείνοι με τη μεγαλύτερη πιθανότητα εξεύρεσης απασχόλησης, η οποία μπορεί να οδηγήσει στην επιλογή της «αφρόκρεμας» των υποψηφίων. Η ικανότητα των εργοδοτών να αναγνωρίζουν την εξειδίκευση και τις δεξιότητες που απόκτησε κάποιος μετανάστης στο παρελθόν είναι ένα πολύ μεγαλύτερο ζήτημα. Ενώ οι εργοδότες έχουν υποστηρικτικά εργαλεία

199

200

διαθέσιμα για αυτή την περίπτωση, συμπεριλαμβανομένων των υπηρεσιών αξιολόγησης των πιστοποιητικών, το θέμα απαιτεί μια πιο συστηματική συνεργασία με τους εργοδότες, κάτι που δεν γίνεται αυτή την περίοδο. Οι βασισμένες στον εργοδότη πρωτοβουλίες που ανέλαβαν οι πιστωτικές ενώσεις και το Πρόγραμμα Αναγνώρισης Προσόντων Νηπιαγωγών (ECE) του Γουίνιπεγκ σκιαγραφούν τις δυναμικές μεθόδους που μπορούν να υιοθετηθούν από τους εργοδότες σχετικά με την αναγνώριση των πιστοποιητικών, και το χρήσιμο ρόλο που μπορεί να διαδραματίσει η περιφερειακή κυβέρνηση με την παροχή επιχορηγήσεων «κεφαλαίου εκκίνησης» (“seed funding”) για να υποστηρίξει τέτοιες καινοτομίες. Εντούτοις, οι μηχανισμοί αξιολόγησης των ικανοτήτων πρέπει τελικά να αναπτυχθούν με έναν συστηματικότερο τρόπο και να διαδοθούν αποτελεσματικότερα ώστε οι επιχειρήσεις και άλλες οργανώσεις να μην προσπαθούν να «εφευρίσκουν πάλι τον τροχό». Ενώ παρεμβάσεις όπως είναι τα προγράμματα-γέφυρες για συγκεκριμένα επαγγέλματα, και οι πρωτοβουλίες εργασιακής εμπειρίας φαίνεται να φτάνουν στην καρδιά του προβλήματος της ενσωμάτωσης των μεταναστών στο καναδικό εργατικό δυναμικό, ένα μεγάλο μέρος της εστίασης των ομοσπονδιακά χρηματοδοτημένων υπηρεσιών και παρεμβάσεων σε τοπικό επίπεδο είναι στις αρχικές ανάγκες εγκατάστασης, στα ευρείας βάσης γενικά προγράμματα πρόσβασης στην αγορά εργασίας που δεν εξετάζουν τις ιδιαιτερότητες της μεταναστευτικής εμπειρίας. Εν μέρει αυτές οι υπηρεσίες και παρεμβάσεις σχετίζονται με τα ζητήματα, και γεγονός είναι ότι οι τοπικοί φορείς παροχής υπηρεσιών είναι σε θέση να παρέχουν τους πιο βασικούς και πιο βραχυπρόθεσμους μηχανισμούς υποστήριξης σε έναν μεγαλύτερο αριθμό μεταναστών με χαμηλότερο κόστος. Αυτός ο τύπος υποστήριξης δεν παρέχει απαραίτητα την πιο μακροπρόθεσμη ενσωμάτωση στην αγορά εργασίας σε επίπεδο αντίστοιχο με τα προσόντα και τις δεξιότητες που είχαν αποκτήσει οι μετανάστες στο παρελθόν. Επιπλέον, όπως πολλά από αυτά τα βραχυπρόθεσμα προγράμματα χρηματοδοτούνται και αξιολογούνται βασισμένα στην απόδοση συστημάτων διαχείρισης, υπάρχει ο κίνδυνος οι πελάτες να ενθαρρυνθούν προς την έκβαση «οποιασδήποτε εργασίας», η οποία αυτή καθ’ αυτή μπορεί να οδηγήσει στην υποαπασχόληση. Οι επικοινωνιακές δεξιότητες αναφέρονται επανειλημμένα από τους εργοδότες στον Καναδά ως ένα από τα βασικά εμπόδια που αντιμετωπίζουν όταν προσλαμβάνουν μετανάστες. Επιπλέον, η μετατόπιση σε μη αγγλόφωνες χώρες πηγής (όπως αφορά έξω από Κεμπέκ) και η απαίτηση υψηλού επιπέδου

Ενσωμάτωση των Μεταναστών στον Καναδά

εκπαίδευσης δημιουργούν προκλήσεις από την άποψη κατάλληλης πρακτικής άσκησης επαγγελματικής εμπειρίας στην αγορά εργασίας. Δηλαδή περισσότερες υψηλές θέσεις στην αγορά εργασίας απαιτούν γενικά υψηλά επίπεδα γλωσσικών ικανοτήτων λόγω των συνακόλουθων διοικητικών ευθυνών. Ενώ η ομοσπονδιακή κυβέρνηση δίνει μεγάλη έμφαση στην υποστήριξη γλωσσικής κατάρτισης, αυτή δεν παρέχεται σε επίπεδο που να ικανοποιεί για τις απαιτήσεις της αγοράς εργασίας. Μερικές επαρχίες, όπως η Μανιτόμπα, παρέχουν τα πιο υψηλά επίπεδα γλωσσικής κατάρτισης, και η νέα κατεύθυνση προγράμματος που αναπτύσσεται από την Υπηκοότητα και τη Μετανάστευση του Καναδά, Βελτιωμένη Γλωσσική Κατάρτιση (ELT),xxxv ίσως να είναι μια ευκαιρία να διευρυνθεί η πρόσβαση στις υψηλότερου επιπέδου επικοινωνιακές δεξιότητες που θα είναι σχετικές με την αγορά εργασίας. Επίσης, στα πλαίσια πολλών προγραμμάτων-γέφυρες που αναπτύσσονται, η γλωσσική κατάρτιση που είναι συγκεκριμένη για ένα επάγγελμα συμπεριλαμβάνεται ως βασικό στοιχείο, και βοηθά τους συμμετέχοντας να φτάσουν στο απαιτούμενο επίπεδο επαγγελματικών ικανοτήτων. Ένα μεγάλο μέρος της προσοχής της ομοσπονδιακής και επαρχιακής ανάπτυξης της πολιτικής και του προγράμματος έχει στραφεί στους πολύ καλά καταρτισμένους μετανάστες. Αυτό συμφωνεί με τις προτεραιότητες της ομοσπονδιακής κυβέρνησης στη διαδικασία επιλογής. Εντούτοις, ένα μεγάλο ποσοστό των μεταναστών φθάνει υπό την κατηγορία «οικογένεια» ή ως πρόσφυγες,vii και βιώνει την είσοδό στην αγορά εργασίας και την εγκατάστασή του διαφορετικά από τους ειδικευμένους μετανάστες. Η ευρύτερη υποστήριξη που παρέχεται από το Πρόγραμμα Προσαρμογής στην Εγκατάσταση των Μεταναστών (ISAP)xxxvi και Διδασκαλία Γλώσσας τους Νεοφερμένους στον Καναδά (LINC),xxxvii και που χρηματοδοτείται από την Υπηκοότητα και τη Μετανάστευση του Καναδά, εξετάζει τις άμεσες ανάγκες αυτής της ομάδας. Εντούτοις, οι αιτούντες άσυλο δεν είναι επιλέξιμοι για κανένα από αυτά τα προγράμματα.

xxxv Βλ. Σ.τ.Μ. xvii, Κεφάλαιο 1 για λεπτές εννοιολογικές διαφορές της συντομογραφίας ELT στο πλαίσιο της διδασκαλίας της αγγλικής γλώσσας. Βλ. ΣΥΝΤΜΗΣΕΙΣ για επεξήγηση της συντομογραφίας αυτής

Το ISAP αντιστοιχεί στο Immigrant Settlement Adjustment Programme, δηλ. Πρόγραμμα Προσαρμογής στην Εγκατάσταση των Μεταναστών (Σ.τ.Μ.).

xxxvi

Το LINC αντιστοιχεί στο Language Instruction for Newcomers to Canada, δηλ. Διδασκαλία Γλώσσας στους Νεοφερμένους στον Καναδά (Σ.τ.Μ.).

xxxvii

201

202

Επιπλέον, παρέχεται πολλή υποστήριξη στους νπρόσφατους μετανάστες, ενώ οι πιο μακροπρόθεσμοι μετανάστες δοκιμάζουν ακόμα εμπόδια στην αγορά εργασίας, ιδιαίτερα όταν έχουν εγκλωβιστεί σε καταστάσεις υποαπασχόλησης. Το πρόγραμμα COSTI στο Τορόντο, παραδείγματος χάριν, ανέφερε ότι βοηθούσαν σε μερικές περιπτώσεις άτομα που δοκίμαζαν ακόμα προβλήματα ενσωμάτωσης μετά από 15 έτη στον Καναδά, κυρίως με τη χρησιμοποίηση φιλανθρωπικών συνεισφορών. Περαιτέρω, στα πλαίσια των θυλάκων ένδειας σε πόλεις όπως το Τορόντο και το Γουίνιπεγκ, είναι εμφανές ότι οι τοπικές πρωτοβουλίες βρίσκονται αντιμέτωπες με ευρύτερα σύνολα προβλημάτων που μπορούν έμμεσα να έχουν επιπτώσεις στην ενσωμάτωση στην αγορά εργασίας των μεταναστών και των απογόνων τους όπως οι κατοικίες σε άσχημη κατάσταση, η γεωγραφικά απομόνωση και τα ζητήματα που αφορούν την επίδοση στην εκπαιδευτική συμμετοχή. Τα προγράμματα που είναι φυσικά βασισμένα σε τέτοιες κοινότητες, όπως το Κέντρο Πόρων Απασχόλησης Rexdale του κολεγίου Humber, έξω από το Τορόντο, είναι σημαντικοί μηχανισμοί εντοπισμού αυτών των ζητημάτων και βοηθούν τους μετανάστες να τα αντιμετωπίσουν, αν και τέτοια κέντρα θα ωφελούνταν από ευέλικτους μηχανισμούς χρηματοδότησης ώστε να εξετάσουν την ποικιλία των διαφορετικών ζητημάτων που οι κάτοικοι τέτοιων περιοχών αναπόφευκτα αντιμετωπίζουν. Αντίκτυπος του πλαισίου διακυβέρνησης

Μια βασική πρόκληση στο καναδικό πλαίσιο είναι οι περίπλοκοι ρόλοι και οι σχέσεις που υπάρχουν μεταξύ των ομοσπονδιακών και επαρχιακών κυβερνήσεων στην ανάπτυξη της πολιτικής και των προγραμμάτων για να υποστηριχθεί η ενσωμάτωση των μεταναστών στην αγορά εργασίας. Οι ομοσπονδιακές-επαρχιακές συμφωνίες έχουν υπογραφεί για να σκιαγραφήσουν τους ιδιαίτερους ρόλους και τις ευθύνες του κάθε επί μέρους φορέα, για να αντιμετωπίσουν το θέμα της συνυπευθυνότητας και να διασφαλίσουν τον συντονισμό. Όμως παρά το γεγονός ότι κυρίως σε τοπικό επίπεδο γίνονται αισθητά τα αναδυόμενα θέματα που σχετίζονται την τοπική εγκατάσταση των μεταναστών, οι δημοτικές αρχές δεν έχουν ακόμη ενταχθεί σε ένα υψηλότερο επίπεδο σχεδιασμού. Εκτός από τις προκλήσεις του κάθετου συντονισμού μεταξύ των διαφορετικών επιπέδων διακυβέρνησης, ένα περαιτέρω πρόβλημα είναι ο διαχωρισμός του ζητήματος της ενσωμάτωσης των μεταναστών αυτό καθ’ εαυτό σε δύο ιδιαίτερους πολιτικούς τομείς της μεταναστευτικής εγκατάστασης και της πρόσβασης στην αγορά εργασίας. Υπό αυτήν τη μορφή, ο συντονισμός είναι επίσης μια πρόκληση οριζόντια και σε ομοσπονδιακό και επαρχιακό επίπεδο διακυβέρνησης.

Ενσωμάτωση των Μεταναστών στον Καναδά

Στο Κεμπέκ, η πρόσφατη καθιέρωση των περιφερειακών προγραμμάτων δράσης και η ανάπτυξη περιφερειακών διασκέψεων που περιλαμβάνουν τους δημάρχους και τους δήμους ως μέρος της στρατηγικής «κοινές αξίες, κοινά συμφέροντα» είναι ένα σαφές βήμα προς την ανάπτυξη μιας πολυ-επίπεδης προσέγγισης διακυβέρνησης αυτού του ζητήματος. Επιπλέον, οι διυπηρεσιακές συμφωνίες που έχουν αναπτυχθεί μεταξύ των διαφορετικών υπουργείων που δουλεύουν σε αυτόν τον τομέα μπορούν μόνο να βοηθήσουν στον τοπικό συντονισμό. Η καθιέρωση μιας διακυβερνητικής επιτροπής σχέσεων μέσα σε TRIEC στο Τορόντο μπορεί επίσης να θεωρηθεί ως άμεση απάντηση σε αυτό το ζήτημα. Η επιτροπή έχει συγκεντρώσει τους τοπικούς αντιπροσώπους από τέσσερα ομοσπονδιακά υπουργεία (Υπηκοότητα και Μετανάστευση του Καναδά, Υπηρεσία του Καναδά, Καναδική Κληρονομιά, Βιομηχανία του Καναδά), τρία επαρχιακά υπουργεία (Υπηκοότητα και Μετανάστευση, Κατάρτιση, Κολέγια και Πανεπιστήμια, και Οικονομική Ανάπτυξη και Εμπόριο) και τρεις δημοτικές / περιφερειακές κυβερνήσεις. Ο στόχος της επιτροπής είναι να δημιουργήσει νέους μηχανισμούς για διακυβερνητική συνεργασία, συμπεριλαμβανομένων της ανταλλαγής και μοιράσματος πληροφοριών, της κοινής ανάλυσης της τοπικής παροχής υπηρεσιών, και τελικά, του κοινού σχεδιασμού και ρύθμισης προτεραιοτήτων. Μια σημαντική έκβαση αυτής της επιτροπής μετά από δύο έτη είναι ένα έγγραφο χαρτογράφησης που προσδιορίζει τα τοπικά κενά των υπηρεσιών και μια σειρά συστάσεων για αλλαγή πολιτικής. Ρόλος των ΜΚΟ στην παροχή υπηρεσιών

Ενώ η χάραξη πολιτικής, ο προγραμματισμός και η ρύθμιση προτεραιοτήτων συμβαίνουν και σε ομοσπονδιακά και επαρχιακά επίπεδα, υπηρεσίες για τους μετανάστες παρέχονται από τις ΜΚΟ και άλλους φορείς παροχής υπηρεσιών σε τοπικό επίπεδο. Σε αυτό το επίπεδο υπάρχει επίσης μια προφανής έλλειψη επικοινωνίας και συντονισμού, η οποία μειώνει την ικανότητα των οργανώσεων παροχής υπηρεσιών να αποφεύγουν τα κενά και την αναπαραγωγή των ίδιων προσφερόμενων υπηρεσιών, να μοιράζονται ορθή πρακτική και να διασφαλίζουν ότι οι συμπληρωματικές υπηρεσίες συνδέονται καλά. Στο Οντάριο και την Μανιτόμπα, η Υπηρεσία του Καναδά έχει τα αρχικά κέντρα αξιολόγησής της μέσα στις ΜΚΟ, και αυτό ενθαρρύνει τις τοπικές ΜΚΟ για να παραπέμπουν τους μετανάστες σε άλλους τοπικούς φορείς παροχής υπηρεσιών μόλις αξιολογηθούν οι ανάγκες τους σε κατάρτιση και υποστήριξη. Στο Κεμπέκ, μόνο ορισμένες υπηρεσίες παρέχονται από τις ΜΚΟ, μέσω των συμφωνιών συνεργασίας. Εντούτοις, είναι συχνά οι καθιερωμένες ΜΚΟ που εμπίπτουν σε τέτοια δίκτυα παραπομπής και έτσι άλλοι φορείς παροχής υπηρεσιών απομονώνονται. Οι ΜΚΟ και άλλοι τοπικοί φορείς παροχής υπηρεσιών κάνουν αίτηση, και ανταγωνίζονται σε μερικές περιπτώσεις, για τη χρηματοδότηση από τις

203

204

ομοσπονδιακές και επαρχιακές κυβερνήσεις, για να παρέχουν τις υπηρεσίες εγκατάστασης και απασχόλησης. Υπό αυτήν τη μορφή, η παροχή υπηρεσιών καθορίζεται κατά κύριο λόγο στο πλαίσιο πολιτικής των ομοσπονδιακών και επαρχιακών κυβερνήσεων. Επιπλέον, πολλές από αυτές τις συμβάσεις είναι βραχυπρόθεσμες (ενός έτους), ή ανανεώσιμες ετησίως, δημιουργώντας διοικητικό φόρτο στις οργανώσεις που στερούνται συχνά το κατάλληλο προσωπικό να συντάξουν και να υποβάλλουν τις εκθέσεις ή να αναπτύξουν τις προτάσεις που απαιτούνται. Μερικές ΜΚΟ λαμβάνουν την πρόσθετη χρηματοδότηση από τους χορηγούς (συμπεριλαμβανομένων μερικών φιλανθρωπικών οργανώσεων), ενισχύοντας έτσι την ευελιξία τους και την παροχή υπηρεσιών. Εντούτοις, το να βασίζεται σε ένα συνονθύλευμα επιχορηγήσεων ασκεί πίεση και καθιστά δύσκολο και τον σχεδιασμό και την ανάπτυξη μιας οργάνωσης. Η χωρητικότητα των μεγαλύτερων οργανώσεων, όπως η COSTI, ή η συγκατοίκηση (co-location) των μικρότερων φορέων, καθιστά πιθανή την υιοθέτηση μιας ολιστικής μεθόδου στις ανάγκες των συγκεκριμένων μεταναστών πελατών. Το προσωπικό πρέπει να δίνει προσοχή σε ένα ευρύ φάσμα αναγκών πελατών και, όπου απαιτείται, να παραπέμπει τον πελάτη στις σχετικές υπηρεσίες που βρίσκονται μέσα στον φορέα. Αυτές οι υπηρεσίες περιλαμβάνουν συμβουλές για τη στέγαση, παραπομπή στις διάφορες κοινωνικές υπηρεσίες, συμπεριλαμβανομένων της υγείας και της εκπαίδευσης. Αυτή η ρύθμιση έχει πολλά πλεονεκτήματα για τους μετανάστες δεδομένου ότι τους γλιτώνει από το να γυρίζουν γύρω-γύρω ψάχνοντας τις διάφορες υπηρεσίες. Εντούτοις, αυτή η ικανότητα είναι εξαρτάται από την κλίμακα της οργάνωσης και δεν είναι μια συνέπεια οποιασδήποτε σκόπιμης πολιτικής των ομοσπονδιακών ή επαρχιακών κυβερνήσεων. Πράγματι, η ανταγωνιστική δομή των ρυθμίσεων όπου η ΜΚΟ πρέπει να παρέχει υπηρεσίες στους μετανάστες σημαίνει ότι δεν υπάρχει καμία εγγύηση ότι οποιαδήποτε ιδιαίτερη οργάνωση θα φθάσει στο μέγεθος της COSTI ή θα είναι σε θέση να διατηρήσει τη σειρά υπηρεσιών της με την πάροδο του χρόνου. Το γεγονός ότι οι ΜΚΟ παρέχουν ένα σύνολο των διαφορετικών υπηρεσιών στους μετανάστες εκτός από την παροχή υποστήριξης στην πρόσβαση στη τοπική αγορά εργασίας ελλοχεύει τον κίνδυνο ότι εκείνοι που συμβουλεύουν τους μετανάστες να μην επικεντρώνονται πλήρως στις τρέχουσες πραγματικότητες της αγοράς εργασίας ή να μην επικοινωνούν με μια αρκετά μεγάλη ή διαφορετική ομάδα εργοδοτών. Διάφορες τοπικές πρωτοβουλίες που αναθεωρούνται έχουν ξεπεράσει αυτό τον κίνδυνο έχοντας αναπτύξει μια ισχυρή προσέγγιση δικτύωσης. Η PROMIS στο Μόντρεαλ κεφαλαιοποιεί παραδείγματος χάριν στη θέση της στην κοινότητα για να συμπεριλάβει έναν

Ενσωμάτωση των Μεταναστών στον Καναδά

μεγάλο αριθμό μικρομεσαίων επιχειρήσεων (ΜΜΕ) σε εκείνους που προσφέρουν πρακτικές ασκήσεις, αν και οι ΜΜΕ είναι παραδοσιακά «δυσπρόσιτες» στις ομάδες εκείνες των ατόμων που ψάχνουν για μια ευκαιρία επαγγελματικής εμπειρίας. Η πρωτοβουλία JEM στηρίζεται επίσης στην ήδη υπάρχουσα επιχειρησιακή κοινότητα και αναπτύσσει μια μεγάλη βάση δεδομένων των εργοδοτών, που συμβαδίζουν με τις ανάγκες που έχουν γίνει γνωστές από τις στρογγυλές τράπεζες. Στο Τορόντο, η πρωτοβουλία TRIEC παρέχει έναν χρήσιμο μηχανισμό στους εργοδότες και τις ΜΚΟ μέσω μιας συνεργατικής προσέγγισης. Ενώ οι μετανάστες έχουν πρόσβαση κυρίως στα προγράμματα TRIEC μέσω ενός δικτύου ΜΚΟ με έδρα την κοινότητα, αυτά τα προγράμματα σχεδιάζονται και πωλούνται μέσω μιας ευρείας δημόσιας-ιδιωτικής συνεργασίας πόλεων, με συνέπεια να συμμετέχουν σημαντικές εθνικές και διεθνείς επιχειρήσεις μεγάλου βεληνεκούς, οι οποίες μπορούν έπειτα να ενεργήσουν ως πρότυπο ρόλου για άλλες. Μια τέτοια συνεργατική προσέγγιση δημοσίου και ιδιωτικού τομέα θα μπορούσε να μεταφερθεί και να αποδώσει οφέλη και σε άλλες πόλεις του Καναδά. Συμπεράσματα και ζητήματα προς εξέταση Οι οικονομικές και δημογραφικές προσταγές που κάνουν τη μετανάστευση μια προτεραιότητα για τον Καναδά σηματοδοτούν ότι υπάρχει γνήσιο ενδιαφέρον και πολιτική θέληση εκ μέρους όλων των εταίρων να δημιουργήσουν ένα σύστημα που να παράγει τις επιτυχέστερες εκβάσεις προς όφελος και των μεταναστών και της καναδικής κοινωνίας. Κατωτέρω, υπάρχει μια σειρά ζητημάτων για εκτίμηση βασισμένη στην ανωτέρω ανίχνευση και ανάλυση του καναδικού πλαισίου. Ευθυγράμμιση προγράμματος με το μεταβαλλόμενο προφίλ των μεταναστών

Η καναδική κυβέρνηση έχει ένα εκτενές δίκτυο τοπικών υπηρεσιών σε ισχύ, αλλά αυτές αφορούν κατά ένα μεγάλο μέρος την άμεση υποστήριξη εγκατάστασης και των βασικών γλωσσικών δεξιοτήτων (αν και το Κεμπέκ προσφέρει περισσότερες υπηρεσίες). Το μεταβαλλόμενο προφίλ των μεταναστών κατά τις τελευταίες δύο δεκαετίες δεν έχει αντιμετωπισθεί με την αντίστοιχη αλλαγή στις υπηρεσίες. Πρέπει να διερευνηθεί το γεγονός ότι και οι ειδικευμένοι και οι ανειδίκευτοι μετανάστες ίσως χρειάζονται πιο κατάλληλη και αποτελεσματική υποστήριξη για να ενσωματωθούν στην καναδική αγορά εργασίας. Συγκεκριμένα στην περίπτωση των ειδικευμένων μεταναστών, πρέπει να διευρυνθεί (και να βελτιωθεί) το τρέχον πρόγραμμα της γλωσσικής κατάρτισης των ειδικευμένων επαγγελματιών ώστε αυτοί οι επαγγελματίες να μπορούν

205

206

να ικανοποιούν τη ζήτηση της αγοράς εργασίας. Η τρέχουσα κατάρτιση μόνο σε επίπεδο βασικών δεξιοτήτων στις περισσότερες επαρχίες μπορεί να είναι ικανοποιητική για την ανειδίκευτη απασχόληση, εντούτοις αυτό δεν είναι επαρκές για εκείνους τους μετανάστες που φθάνουν ως ειδικευμένοι. Δεδομένου ότι στόχος του συστήματος επιλογής των ειδικευμένων μεταναστών είναι να προσελκύσει μετανάστες με δεξιότητες που θα ωφελήσουν την οικονομία, πρέπει να υπάρχει σε ισχύ και η κατάλληλη υποστήριξη που θα διασφαλίζει την είσοδό τους στην αγορά εργασίας. Ένα μεγάλο μέρος του προγραμματισμού της απασχόλησης που είναι διαθέσιμη επικεντρώνεται στο πώς θα βρει κάποιος μια εργασία, δηλ. πληροφορίες για την αγορά εργασίας, προετοιμασία βιογραφικού σημειώματος, και ανάπτυξη δεξιοτήτων για συνέντευξη. Εντούτοις, οι πρωτοβουλίες που έχουν επιτυχείς εκβάσεις είναι εκείνες που συνδέουν τα άτομα άμεσα με τους εργοδότες, μέσω των σχέσεων που αναπτύσσονται κατά τη διάρκεια των συμβουλευτικών υποστηρικτικών υπηρεσιών (Σ.Υ.Υ. ή mentoring), και των πραγματικών πρακτικών ασκήσεων επαγγελματικής εμπειρίας. Υπάρχουν λιγότερα τέτοιου είδους προγράμματα διαθέσιμα και δεν είναι διαθέσιμα στην κλίμακα που απαιτείται. Επομένως, χρειάζεται να διευρυνθεί η πρόσβαση σε αυτά τα είδη πρωτοβουλιών. Επίσης, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι οι εργοδότες θα συμμετάσχουν, πρέπει να συμπεριληφθούν στην ανάπτυξη και την παροχή τέτοιων προγραμμάτων έτσι ώστε αυτά τα προγράμματα να σχεδιαστούν κατά τέτοιο τρόπο ώστε να ικανοποιούν τις ανάγκες και των μεταναστών και των εργοδοτών. Επιπλέον, οι τοπικές πρωτοβουλίες πρέπει να έχουν ευέλικτη χρηματοδότηση ώστε να βοηθούν τους μετανάστες να υπερνικούν το ευρύτερο σύνολο παραγόντων που μπορεί να λειτουργεί ως εμπόδιο στην απασχόληση και των ειδικευμένων και των ανειδίκευτων μεταναστών, ιδιαίτερα εκείνων των ατόμων που συγκεντρώνονται στους αναδυόμενους θύλακες της ένδειας που υπάρχουν στις πόλεις. Ζητήματα όπως ελλιπής δυνατότητα πρόσβασης, έλλειψη κατάλληλης κατοικίας, και χαμηλές εκπαιδευτικές επιδόσεις των παιδιών μπορούν όλα να έχουν καταστρεπτικές επιδράσεις στη μακροπρόθεσμη ενσωμάτωση στην αγορά εργασίας. Πολυμετοχικός συντονισμός και συνεργασία

Το ζήτημα της ενσωμάτωσης των μεταναστών στην αγορά εργασίας στον Καναδά είναι κάτι συμφυώς πολυμετοχικό. Λαμβάνοντας υπόψη την περιφερειακή φύση του Καναδά, και τα ποικίλα πλαίσια από πόλη σε πόλη, είναι σημαντικό να βρεθούν λύσεις που ανταποκρίνονται στις ιδιαιτερότητες του τοπικού

Ενσωμάτωση των Μεταναστών στον Καναδά

πλαισίου και των τοπικών εταίρων. Εντούτοις, δεν υπάρχουν αποκλειστικοί κυβερνητικοί πόροι - ομοσπονδιακοί ή επαρχιακοί (εκτός από το Κεμπέκ) για να υποστηρίξουν αυτό το είδος τοπικής συνεργασίας. Συνεργασίες όπως το TRIEC στο Τορόντο αντιπροσωπεύουν έναν καινοτόμο τρόπο και τέτοιου είδους συνεργασία στο τοπικό επίπεδο. Ένα κυβερνητικό πρόγραμμα που υποστηρίζει τον τοπικό συντονισμό θα ήταν μια χρήσιμη στρατηγική για να δεσμεύσει αποτελεσματικότερα τους τοπικούς εταίρους και να προσδιορίσει τοπικές λύσεις. Μια άλλη πτυχή του τοπικού συντονισμού είναι η συμμετοχή των πόλεων στην μεταναστευτική πολιτική. Ακόμα κι αν ένα μεγάλο μέρος του τοπικού έργου ενσωμάτωσης πέφτει στις κυβερνήσεις των πόλεων και τους φορείς τους, η συμμετοχή των πόλεων στον σχεδιασμό πολιτικής και των προγραμμάτων, και στη λήψη αποφάσεων για τους πόρους είναι περιορισμένη. Για να φέρει κανείς αυτή την εμπειρία και πείρα στη διαδικασία, πρέπει να υπάρχει μια θέση για τις πόλεις στην ανάπτυξη της μεταναστευτικής πολιτικής. Αυτός ο ρόλος θα μπορούσε να συμπεριληφθεί στις ομοσπονδιακές – επαρχιακές –δημοτικές συμφωνίες ώστε να επιτρέπει τον κοινό προγραμματισμό και την κατανομή αποφάσεων σε όλα τα επίπεδα διακυβέρνησης, και συντονισμού σε ένα τοπικό επίπεδο για να ικανοποιήσουν τις τοπικές ανάγκες. Σε όλο το καναδικό παράδειγμα, υπάρχει επίσης ένα επαναλαμβανόμενο πρόβλημα – αυτό του οριζόντιου συντονισμού, αν και κάθε μια από τις επαρχίες προσπαθεί να το επιλύσει. Υπάρχει μια σαφής ανάγκη για ένα εθνικό πλαίσιο, το οποίο να μπορεί να εξετάζει την ιδιάζουσα κατάσταση κάθε επαρχίας, να επιλύει την επίδραση των ιδιαίτερων και χωριστών πολιτικών κατευθύνσεων για την είσοδο της μετανάστευσης και της αγοράς εργασίας. Ένα τέτοιο πλαίσιο θα ενημέρωνε τις ομοσπονδιακός-επαρχιακές συμφωνίες ή/και τις διυπηρεσιακές συμφωνίες που εξετάζουν αυτά τα ζητήματα και διασφαλίζουν τον ενσωματωμένο σχεδιασμό και υλοποίηση. Θα διευκόλυνε επίσης τη διεπαρχιακή μετακίνηση (ή και μετανάστευση) για τους εργαζομένους. Οργανισμοί παροχής υπηρεσιών

Ένα μοναδικό χαρακτηριστικό γνώρισμα της καναδικής προσέγγισης είναι η εμπιστοσύνη (του κράτους) σε οργανισμούς και οργανώσεις που βασίζονται σε κοινότητες, και μη κερδοσκοπικούς οργανισμούς (ΜΚΟ) (sic)xxxviii να παρέχουν υπηρεσίες στους μετανάστες. Η εστίασή τους είναι αρχικές υπηρεσίες Εκ παραδρομής, σε αυτό το σημείο το πρωτότυπο κείμενο αναφέρεται σε μη κερδοσκοπικούς οργανισμούς (non-profit organizations) αλλά στην παρένθεση υπάρχει η συντομογραφία των ΜΚΟ (NGOs) (Σ.τ.Μ.).

xxxviii

207

208

εγκατάστασης, ιδιαίτερα γλωσσικές υπηρεσίες και υποστήριξη απασχόλησης, καθώς επίσης και άλλες σχετικές υπηρεσίες, συμπεριλαμβανομένων της υγείας, της εκπαίδευσης και της στέγασης. Το πρότυπο παροχής υπηρεσιών που βασίζεται στην κοινότητα παρέχει τις περισσότερες υπηρεσίες δωρεάν. Στοχεύουν συχνά στη δημιουργία μιας αίσθησης κοινότητας για τους πελάτες τους και προετοιμάζονται να τις υποστηρίξουν εξ ονόματός τους. Οι μεγαλύτεροι οργανισμοί, ή οι συγκάτοικοι (co-located) οργανισμοί και οργανώσεις, είναι συχνά καλύτερα εφοδιασμένοι για να αντιμετωπίσουν τους νεοφερμένους μετανάστες επειδή είναι σε θέση να παρέχουν ένα ενιαίο σημείο εξυπηρέτησης από μία και μόνη υπηρεσία (one-stop shop) όπου οι μετανάστες καθοδηγούνται μέσα από τον λαβύρινθο των διαθέσιμων υπηρεσιών, πολλές από τις οποίες θα μπορούσαν να παρασχεθούν και «στο εσωτερικό» (δηλ. από τους ίδιους τους οργανισμούς). Εντούτοις, ένα μεγάλο μέρος της χρηματοδότησης που παραλαμβάνεται από τους φορείς προέρχεται από τις βραχυπρόθεσμες συμβάσεις υπηρεσιών (από ένα έως τρία έτη) με τα ομοσπονδιακά ή επαρχιακά υπουργεία. Μια πολιτική που διασφαλίζει ότι ολοκληρωμένοι φορείς παροχής υπηρεσιών θα ήταν διαθέσιμοι στους μετανάστες σε κάθε σημαντικό αστικό κέντρο - σε συνδυασμό με την εγγύηση ότι θα υπήρχε χρηματοδότηση από τα ομοσπονδιακά και επαρχιακά υπουργεία για αυτούς τους προμηθευτές - θα ήταν χρήσιμη και για τους μετανάστες και για τους φορείς παροχής υπηρεσιών. Προκειμένου να διασφαλιστεί ότι τέτοιες οργανώσεις είναι σε θέση να παρέχουν καλής ποιότητας συμβουλές στους μετανάστες και να τους συνδέουν άμεσα με εργασίες θα είναι σημαντικό οι εργοδότες να συμμετέχουν όσο το δυνατόν πιο πολύ στις τοπικές πρωτοβουλίες. Οι ομοσπονδιακοί και επαρχιακοί φορείς χάραξης πολιτικής πρέπει να εκμεταλλευτούν την αυξανόμενη επιχειρησιακή περίπτωση πρόσληψης μεταναστών, στα πλαίσια της δημογραφικής αλλαγής, για να αναπτύξουν τα προγράμματα που θα ενθαρρύνουν τη συμμετοχή εργοδοτών, και θα δίνουν ένα θετικό προφίλ σε εκείνους που αναπτύσσουν ορθή πρακτική σε αυτήν την περιοχή. Το Πρόγραμμα «Προσέλαβε έναν Μετανάστη» του TRIEC αντιπροσωπεύει ένα καλό πρότυπο για μια τέτοια δράση. Δεδομένου ότι οι ΜΚΟ είναι σε πολλές περιπτώσεις στην πρώτη γραμμή της παροχής υπηρεσιών στους μετανάστες στον Καναδά είναι σημαντικό η εμπειρία τους να κοινοποιείται άμεσα σε εκείνους τους κυβερνητικούς ανώτερους υπαλλήλους που είναι αρμόδιοι και για τη διάθεση της ομοσπονδιακής χρηματοδότησης και για το σχεδιασμό μεταναστευτικών προγραμμάτων. Η εμπειρία τους και στα υπάρχοντα κενά υπηρεσιών (όπως η χρηματοδότηση

Ενσωμάτωση των Μεταναστών στον Καναδά

υπηρεσιών παιδικής μέριμνας για τους μετανάστες και τα εξαρτώμενα μέλη της οικογενείας τους ενώ αυτοί επιμορφώνονται) και στα εμπόδια που αντιμετωπίζουν οι μετανάστες στην αγορά εργασίας είναι σημαντικές πληροφορίες που μπορούν να χρησιμοποιηθούν για να εξελίξουν τα ομοσπονδιακά και τα επαρχιακά προγράμματα έτσι ώστε συμβαδίζουν με τη μεταβαλλόμενη φύση των μεταναστών και την πρόκληση στην αγορά εργασίας τους. Προ-άφιξη και η επιλογή

Είναι σημαντικό ότι οι μετανάστες έχουν πρόσβαση στις πληροφορίες και στην αξιολόγηση πιστοποίησης πριν να μεταναστεύσουν. Τέτοιες πληροφορίες θα μπορούσαν να διευκολύνουν καλύτερα την είσοδο στην αγορά εργασίας άμα τη αφίξει τους στον Καναδά. Ενώ υπάρχουν ομοσπονδιακοί και επαρχιακοί ιστοχώροι σε αυτό το θέμα, θα ήταν ιδιαίτερα ευεργετικό εάν καταβάλλονταν μεγαλύτερες προσπάθειες για ενημέρωση των μεταναστών που έρχονται στον Καναδά στο πλαίσιο του προγράμματος δεξιοτήτων ότι χρειάζεται να είναι προσαρμόσιμοι και ίσως χρειαστεί να αλλάξουν επάγγελμα κατά την άφιξη τους. Αυτό θα μπορούσε να βοηθήσει στη διαχείριση των προσδοκιών των νέων μεταναστών, και να εκβάλει μερικές από τις απογοητεύσεις που οι ειδικευμένοι μετανάστες δοκιμάζουν όταν δεν μπορούν να συνεχίσουν την επιλεγμένη σταδιοδρομία τους άμα τη αφίξει τους στον Καναδά.

Μακροπρόθεσμα, μια καλύτερη έκφανση μεταξύ των ήδη ανεπτυγμένων συστημάτων επιλογής των μεταναστών σε εθνικό και επαρχιακό επίπεδο στον Καναδά και των δεξιοτήτων που βρίσκονται σε ζήτηση σε συγκεκριμένες περιοχές και επαρχίες μπορεί να οδηγήσει σε επιτυχέστερες εκβάσεις στην αγορά εργασίας. Η συμφωνία Καναδά-Κεμπέκ δίνει στην επαρχία να παίξει ισχυρό ρόλο στον καθορισμό της επιλογής μετανάστευσης, και στη δυνατότητα να ψάξει για ορισμένες δεξιότητες μεταξύ των νέων μεταναστών, ιδιαίτερα η ικανότητά τους να μιλούν γαλλικά. Τα επαρχιακά προγράμματα υποψηφίων που έχουν αναπτυχθεί αλλού στον Καναδά, παραδείγματος χάριν, στη Μανιτόμπα, επιτρέπουν επίσης την επιλογή δεξιοτήτων, αν και είναι εμφανές ότι το να παρακολουθεί τις μεταβαλλόμενες περιφερειακές απαιτήσεις σε δεξιότητες μπορεί να αποδειχθεί μια πρόκληση και άλλοι ανταγωνιστικοί παράγοντες, όπως η πίστη σε μια ιδιαίτερη επαρχία, μπορεί να πάρει την προτεραιότητα.

209

210

Το μέλλον

Ολοκληρώνοντας, ο Καναδάς έχει πολλά να κερδίσει από ένα συνεχές μεταναστευτικό πρόγραμμα που εξετάζει τους στόχους της αύξησης και της οικοδόμησης του έθνους, αλλά υπάρχει επίσης ανάγκη για την ύπαρξη ενός έξυπνου και εθνικού οράματος για το πώς να επιτύχει αυτούς τους στόχους. Υπάρχει επίσης μια τρέχουσα πρόκληση για το πώς να αναπτύξει το σωστό μίγμα πολιτικών και προγραμμάτων ώστε πραγματώσει αυτό το όραμα, και υπάρχουν πολλές προκλήσεις στη διαπραγμάτευση και το συντονισμό των ρόλων και των ευθυνών. Και η ηγεσία και η συνεργασία είναι ουσιαστικές στην οικοδόμηση ενός αποτελεσματικού συστήματος υποστήριξης των νεοφερμένων μεταναστών, έτσι ώστε και ο Καναδάς και οι μετανάστες να μπορούν να απολαύσουν και οι δύο τα οφέλη. Σημειώσεις 1

Οι καναδικές επαρχίες έχουν σημαντικό βαθμό ευθύνης παρόμοιο με εκείνο της Ομοσπονδιακής

Κυβέρνησης, συμπεριλαμβανομένων των αρμοδιοτήτων εκτός πολλών δημόσιων αγαθών - όπως υγεία και πρόνοια, εκπαίδευση,

κοινωνική ευημερία, και δια-επαρχιακό σύστημα μεταφορών. Οι

επαρχίες λαμβάνουν πληρωμές από την Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση καθώς επίσης και χρήματα από την επιβολή δικών τους φόρων. Έχουν αυξηθεί σημαντικά οι ευθύνες των καναδικών επαρχιών μεταξύ των δεκαετιών 1950 και 1970 και τώρα αντιπροσωπεύουν μόλις κάτω του 40% της Ομοσπονδιακής φορολογίας και της καταναλωτικής δύναμης (spending power), κάνοντας τον Καναδά μια από τις πιο αποκεντρωμένες χώρες του ΟΟΣΑ. Βλ. OECD (2002). 2

Το 2004, η ανεργία στον Καναδά, ήταν στα 7,3%, ήταν μόλις πάνω από το μέσο όρο του 6,9% του

ΟΟΣΑ, ενώ το κοινό χαρακτηριστικό των ατόμων που ήταν άνεργα για περισσότερο από ένα έτος, στα 9,5%, ήταν μεταξύ των χαμηλότερων του ΟΟΣΑ. Η δείκτης ανεργίας το 2005 ήταν 6,8%. Βλ. OECD (2006). 3

4

Βλ. Galabuzi (2001). Υπό τον όρο της Συμφωνίας Καναδά-Κεμπέκ για την αγορά εργασίας, το Κεμπέκ είναι υπεύθυνο για

τον καθορισμό των προτεραιοτήτων της αγοράς εργασίας για την επαρχία του όπως οι ακόλουθες: σχεδιασμός, υλοποίηση και αξιολόγηση τα ενεργών μέτρων, παροχή υπηρεσιών ανταλλαγής εργασίας, προσδιορισμός των αναγκών για προσφερόμενες υπηρεσίες των χρηστών των ασφαλιστικών ταμείων, παροχής συστατικών επιστολών στις κατάλληλες υπηρεσίες και συμβουλευτική απασχόλησης, βοήθεια των ανθρώπων για να σχεδιάσουν την εκμάθηση επαγγελματικών δεξιοτήτων που χρειάζονται και

Ενσωμάτωση των Μεταναστών στον Καναδά

καθοδήγησή τους σε μια επιτυχή αναζήτηση εργασίας, δημιουργία πληροφοριών για την αγορά εργασίας του Κεμπέκ και συμμετοχή στη βελτίωση του παν-καναδικού συστήματος πληροφοριών αγοράς εργασίας η υπηρεσία ανταλλαγής εργασίας προσφέροντας συστατικές επιστολές στις κατάλληλες υπηρεσίες καθορίζοντας. 5

Το ποσοστό απασχόλησης των νεοφερμένων στη Μανιτόμπα και το Σασκάτσουαν ήταν στο 65%,

αφού ήταν στη χώρα για έξι μήνες. Αφότου ήταν στον Καναδά για ένα έτος, το ποσοστό απασχόλησής τους αυξήθηκε στο 73% και αυτό το ποσοστό γενικά παρέμεινε το ίδιο μετά την παραμονή τους για δύο έτη (74%). Ο συνδυασμός του ποσοστού απασχόλησης των νεοφερμένων σε αυτές τις δύο επαρχίες ήταν υψηλότερος και στις τρεις περιόδους από ότι σε οποιαδήποτε άλλη επαρχία ή περιφέρεια. 6

Αυτός ο παράγοντας αναφέρθηκε από διάφορους εταίρους σε όλες τις περιφέρειες της

περιπτωσιολογικής μελέτης, με τους εργοδότες στην εταιρική συνεργασία του TRIEC να τονίζουν ιδιαίτερα ότι σκοπός θα έπρεπε να είναι οι μετανάστες να εισέρχονται στην αγορά εργασίας όσο το δυνατόν γρηγορότερα μετά τη άφιξη τους σε επίπεδο ανάλογο των δεξιοτήτων τους. 7

Το 2004 η ανάλυση της μεταναστευτικής εισροής ήταν η ακόλουθη: για εργασία το 25,2%, για

οικογένεια το 57,9%, για ανθρωπιστικούς λόγους το 16,8%, για άλλους λόγους το 0,1% (Πηγή: OECD, 2005).

Βιβλιογραφία Association of Universities and Colleges of Canada (2002), “Trends in Higher Education”, Ontario. Bruce, D. (2001), “Help Wanted: Results of CFIB Surveys on the Shortage of Qualified Labour”, Canadian Federation of Independent Business, Ottawa. Bourgeois, A. and A. Debus (2006), “Help Wanted: Long-term Vacancies a Major Small Business Challenge”, Canadian Federation of Independent Business, Ottawa. Canadian Labour and Business Centre (2005), “Handbook: Immigration and Skills Shortages”, Ottawa. Citizenship and Immigration Canada (1994), “Into the 21st Century: A strategy for Immigration and Citizenship”, Ottawa. Citizenship and Immigration Canada (2003), “The Monitor”, Ottawa.

211

212

Citizenship and Immigration Canada (2004), “Report on Plans and Priorities 2004-2005”, Ottawa. Citizenship and Immigration Canada (2006), “Facts and Figures”, Ottawa. Feist, M.G. (2003), “Success Skills Centre”, Government of Canada Immigration Committee Hearings, Winnipeg, Manitoba, 12 Feb. Galabuzi, G.E. (2001), Canada’s Creeping Economic Apartheid: the Economic Segregation and Social Marginalisation ofRacialised Groups. Centre for Social Justice (CSJ) Foundation, Toronto. Government of Québec (2004), Shared Valued, Common Interests, Action Plan 2004-2007, Québec. International Centre (2005), Annual Report 2004-2005, Winnipeg. Manitoba Labour and Immigration (2005), Manitoba Immigration Facts, 2004 Statistical Report. Winnipeg. Ministry of Immigration and Cultural Communities (2005), “Integration of Immigrants in the Labour Market”, Briefing report prepared for the OECD-LEED study visit. OECD (2002), Territorial Reviews Canada, OECD, Paris. OECD (2006a), International Migration Outlook, OECD, Paris. OECD (2006b), Employment Outlook, Boosting Jobs and Incomes, OECD, Paris. Public Policy Forum (2004), Bringing Employers into the Immigration Debate: Survey and Conference, Ottawa. Reitz, J.G. (2003), “Educational Expansion and the employment Success of Immigrants in the United State and Canada, 1970-1990”, in Jeffrey G. Reitz (ed.), Host Societies and the Reception of Immigrants, Centre for Comparative Immigration Studies, University of California, San Diego. Statistics Canada (2001), “Immigrants in the Canadian Labour Force, A Provincial and Occupational Overview”, Census 2001, Ottawa.

Ενσωμάτωση των Μεταναστών στον Καναδά

Statistics Canada (2003a), Earnings of Canadians, Ottawa. Statistics Canada (2003b), Longitudinal Survey of Immigrants to Canada: Progress and Challenges of New Immigrants in the Workforce, Ottawa. Statistics Canada (2003c), Education in Canada: Raising the Standard, Ottawa. Statistics Canada (2005), Longitudinal Survey of Immigrants to Canada - A Portrait of Early Settlement Experiences, Ottawa. Statistics Canada (2006), Longitudinal Survey of Immigrants to Canada: A Regional Perspective of the Labour Market Experiences, Ottawa. Sweetman, A. (2005), “Immigration as a Labour Market Strategy - European and North American Perspectives”. United Way of Greater Toronto and the Canadian Council on Social Development (2004), The Geography of Neighbourhood Poverty: 1981-2001, United Way of Greater Toronto, Toronto.

213

214

Κεφάλαιο 3 Καινοτομίες στην Παροχή Υπηρεσιών για την Ικανοποίηση των Αναγκών των Μεταναστών στην Ιταλία Jonathan Chaloff

Οι τοπικές αρχές διαδραματίζουν έναν σημαντικό ρόλο στην υποστήριξη της ενσωμάτωσης (των μεταναστών) στην Ιταλία, ιδιαίτερα στη διαχείριση καταστάσεων έκτακτης ανάγκης και στην πρόσβαση σε οικονομικά προσιτές κατοικίες. Οι τοπικές ΜΚΟ, που συνδέονται συχνά με την Καθολική Εκκλησία, διαδραματίζουν επίσης έναν βασικό ρόλο, εν μέρει επειδή υποστηρίζουν την ανάπτυξη κοινωνικών δικτύων που είναι σημαντικά σε μια χώρα όπου πολύ μεγάλο ποσοστό απασχόλησης διαφημίζεται ανεπίσημα. Σε περιφερειακό επίπεδο, το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο (ΕΚΤ) παρέχει σημαντικά μέσα για πρόσβαση στην κατάρτιση, και τα εμπορικά επιμελητήρια είναι ενεργά στην υποστήριξη της μεταναστευτικής επιχειρηματικότητας και στην ανάπτυξη καινοτόμων διμερών σχεδίων κατάρτισης με (συγκεκριμένες) περιφέρειες από τις χώρες αποστολής (μεταναστών). Ενώ τέτοιες τοπικές και περιφερειακές πρωτοβουλίες έχουν επιτυχία όταν βοηθούν τα άτομα να βρουν εργασία, η ικανότητά τους όμως να υποστηρίξουν μια πιο μακροπρόθεσμη ενσωμάτωση (των μεταναστών) στην Ιταλία αμφισβητείται περισσότερο, εν μέρει επειδή δεν δίνουν έμφαση σε μακροπρόθεσμο σχεδιασμό για τη σταδιοδρομία και την ανάπτυξη (των μεταναστών).

Καινοτομίες στην Παροχή Υπηρεσιών

Εισαγωγή Η φύση της μεταναστευτικής ενσωμάτωσης διαφέρει από χώρα σε χώρα, ανάλογα με την μεταναστευτική ιστορία κάθε χώρας, τα χαρακτηριστικά των νεοφερμένων, τα υπάρχοντα προγράμματα που βοηθούν τους μετανάστες και τους γενικούς κοινωνικούς και οικονομικούς όρους των χωρών υποδοχής. Η μεταναστευτική πολιτική αποφασίζεται σε εθνικό επίπεδο, αλλά τα αποτελέσματά του γίνονται αισθητά σε τοπικό (περιφερειακό, επαρχιακό και δημοτικό) επίπεδο. Αυτό σημαίνει ότι οι συγκεκριμένες πολιτικές που στοχεύουν στην κοινωνική και εργασιακή ενσωμάτωση των μεταναστών συχνά αφήνεται - και αναπτύσσεται- από τις τοπικές αρχές. Ποικίλοι ρόλοι αποδίδονται επίσης στις δραστηριότητες των οργανώσεων και των συνδικάτων του τρίτου τομέα, συχνά με μεγάλες διαφορές στις προσεγγίσεις και τις σχετικές υπηρεσίες. Αυτό το κεφάλαιο εξετάζει την αποτελεσματικότητα της τοπικής υλοποίησης των πολιτικών βελτίωσης της ενσωμάτωσης των μεταναστών στην αγορά εργασίας στην Ιταλία. Διερευνά τις πρωτοβουλίες που λαμβάνονται σε τρία ιταλικά τοπικά πλαίσια προκειμένου να γίνει κατανοητό πώς οι τοπικοί πολιτικοί φορείς διατυπώνουν τις πολιτικές τους σχετικά με την ένταξη (inclusion) των μεταναστών στην αγορά εργασίας και το ευρύτερο κοινωνικό ιστό, και ρίχνουν φως στις επιτυχίες και αποτυχίες των διαφόρων πολιτικών. Επίσης, προσδιορίζονται και συζητούνται τα κύρια θέματα που καθορίζουν την απασχόληση των μεταναστών στην Ιταλία και που κυμαίνονται από την αναβάθμιση των δεξιοτήτων, την αναγνώριση των προσόντων, την αντιστοίχιση της προσφοράς με τη ζήτηση, και την κοινωνική ενσωμάτωση. Η αυτόνομη επαρχία Τρέντο, ο δήμος του Μιλάνου, και η περιφέρεια του Πεδεμόντιο επιλέχτηκαν ως αφετηρία για αυτήν την μελέτη, λόγω: 1) των διαφορετικών επιπέδων διοικητικής αποκέντρωσης και τοπικής διακυβέρνησης (που γίνονται αντιληπτές λόγω του διαφορετικού βαθμού δύναμης που έχουν σε κάθε επίπεδο), και 2) λόγω των διαφορετικών χαρακτηριστικών και των παραμέτρων των τοπικών αγορών εργασίας τους. Οι τρεις περιφέρειες της περιπτωσιολογικής μελέτης έχουν η κάθε μια πολύ διαφορετικές θεσμικές, πολιτιστικές και οικονομικές ταυτότητες. Το Τρέντο είναι μια αυτόνομη επαρχία με δυναμικές μικρές επιχειρήσεις και μια σημαντική εποχική οικονομία στον τουρισμό και τη γεωργία, το Πεδεμόντιο είναι μια περιφέρεια στην οποία βρίσκεται μια μεγάλη πόλη, το Τορίνο, που υποβάλλεται σε σημαντική βιομηχανική αναδιάρθρωση, και έχει μια μακροχρόνια ιστορία εσωτερικής και

215

216

διεθνούς μετανάστευσης. Το Μιλάνο είναι η καρδιά της ιταλικής βιομηχανίας και των οικονομικών υπηρεσιών. Οι τρεις περιφέρειες διαφέρουν επίσης ευρέως σε σχέση με τη διοικητική ταυτότητά τους. Η αυτόνομη επαρχία του Τρέντο λαμβάνει αρκετές δημόσιες χρηματοδοτήσεις και ασκεί πολύ καλό έλεγχο στην τοπική οικονομία. Το Πεδεμόντιο είναι μια περιφερειακή αρχή, αρμόδια για την παροχή οδηγιών και την κατεύθυνση των επιδοτήσεων, και το Μιλάνο είναι επιφορτισμένο με περίπλοκα κοινωνικά ζητήματα αλλά δεν φέρει καμιά ευθύνη για την πολιτική απασχόλησης, την οποία φέρει η ίδια η επαρχία.i Το Μιλάνο επίσης βρίσκεται συχνά σε ανταγωνισμό με τους απομακρυσμένους δήμους στην ίδια επαρχία για να προσελκύσει τους πόρους και να παρέχει τις υπηρεσίες στους εργοδότες. • Οι στόχοι των αρχών σε κάθε περιφέρεια σε σχέση με τη τοπική ενσωμάτωση των μεταναστών είναι παρόμοιοι: • Να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις των επιχειρήσεων για κατάλληλη εργασία (κάθε περιφέρεια έχει χαμηλούς δείκτες απασχόλησης και χρησιμοποιεί την μεταναστευτική εργασία). • Να βελτιώσουν την απασχολησιμότητα. Η συμμετοχή εργατικού δυναμικού είναι χαμηλή, ειδικά σε σχέση με την κανονική απασχόληση. Τα συνταξιοδοτικά στοιχεία δείχνουν σταθερά ότι πολλοί μετανάστες εργαζόμενοι δεν απασχολούνται τακτικά, αλλά απασχολούνται στην άτυπη οικονομία. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα για τις γυναίκες και σε σημαντικούς τοπικούς τομείς όπως η οικιακή εργασία και υπηρεσίες. • Να διατηρήσουν την κοινωνική συνοχή. Η μετανάστευση μεγάλης κλίμακας είναι ένα κοινωνικό ζήτημα εξαιτίας της ανασφάλειας και των κινδύνων που αντιμετωπίζουν πολλοί μετανάστες. Παρόμοια, είναι πολιτικό ζήτημα στο οποίο ο τοπικός πληθυσμός είναι καλά «συντονισμένος» και οι τοπικές αρχές θεωρούν ότι πρέπει να διερευνήσουν το φαινόμενο παρά να αντιδράσουν στις έκτακτες ανάγκες. Γενικές μεταναστευτικές τάσεις: οικονομικές συνθήκες και νομοθεσία Προκειμένου να γίνει κατανοητό το πλαίσιο των τοπικών πρωτοβουλιών που υποστηρίζουν την ενσωμάτωση των μεταναστών - και τα όρια στα οποία πρέπει να λειτουργούν - είναι σημαντικό να γνωρίζουν την ιταλική εθνική

i

Δηλ. η Λομβαρδία, αφού το Μιλάνο είναι πρωτεύουσα της περιφέρειας της Λομβαρδίας (Σ.τ.Μ.).

Καινοτομίες στην Παροχή Υπηρεσιών

πολιτική και την τρέχουσα οικονομική κατάσταση στην Ιταλία. Η ενότητα που ακολουθεί προσδιορίζει τα κύρια χαρακτηριστικά γνωρίσματα της ιταλικής αγοράς εργασίας, το ρόλο που έχουν οι μετανάστες εργάτες σε αυτήν την αγορά εργασίας και τη φύση των ιταλικών πολιτικών μετανάστευσης και ενσωμάτωσης, συμπεριλαμβανομένων του συστήματος ποσόστωσης για τους εργαζομένους, των τύπων αδειών και των όρων παραμονής. Από τα μέσα της δεκαετίας του 1990, η μεταρρύθμιση της ιταλικής αγοράς εργασίας πηγαίνει προς τη φιλελευθεροποίηση των συμβάσεων απασχόλησης και την προσφορά φορολογικών κινήτρων για τη δημιουργία θέσεων εργασίας. Αυτό μεταφράζεται σε μεγάλη αύξηση της απασχόλησης (η απασχόληση αυξήθηκε κατά μέσον όρο 0,1 μεταξύ 1991 και 2001, το δε 2002 και το 2003 αναπτύχθηκε ταχύτατα με ποσοστά 1,5% και 1,0 αντίστοιχα). Παρ’ όλα αυτά, η εξέλιξη αυτή συνοδεύεται με μια επιβράδυνση της παραγωγικότητας.1 Αν και ο ανταγωνισμός της αγοράς προϊόντων που εντάθηκε στη δεκαετία του 1990, λόγω της αυξανόμενης παγκοσμιοποίησης, έχει μειώσει ελαφρά την εξωτερική ανταγωνιστικότητα της Ιταλίας πρόσφατα, όπως απεικονίζονται από τη μείωση στο μερίδιο της αγοράς των εξαγωγών. Εντούτοις, σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ (OECD, 2003), υπάρχει ιδιαίτερο πεδίο βελτίωσης, εάν οι ανταγωνιστικές δυνάμεις της Ιταλίας χρησιμοποιούνται ορθά. Οι δυνάμεις που μπορούν να αναφερθούν περιλαμβάνουν τα εξής: 1) ένα πολύ υψηλό ποσοστό επιχειρηματικότητας, 2) ομάδες μικρών εταιρειών που ωφελούνται από τα πλεονεκτήματα κλίμακας και την επίτευξη υψηλής ποιότητας, 3) υψηλό ποσοστό ιδιωτικής αποταμίευσης που δείχνει διαθεσιμότητα του εγχώριου κεφαλαίου για εσωτερικές επενδύσεις, και 4) ένα σχετικά υψηλό επίπεδο εργασιακής παραγωγικότητας. Σχετικά με την πρόσφατη εξέλιξη αγοράς εργασίας, ενώ η σχέση απασχόλησης και πληθυσμού και το ποσοστό συμμετοχής εργατικού δυναμικού αυξάνονται συνεχώς την τελευταία δεκαετία και έχουν φτάσει στα 56,2% και 61,6% αντίστοιχα το 2003, παραμένουν ακόμα κάτω από τους μέσους όρους της Ε.Ε. και του ΟΟΣΑ.2 Αφ’ ενός, το ποσοστό ανεργίας έχει μειωθεί αρκετά, πέφτοντας από 11,5% που ήταν το 1999 στο 8,8% το 2003, κλείνοντας έτσι αρκετά τη ψαλίδα με την Ε.Ε. των 15. Εντούτοις, οι μεγάλες διαφορές εμμένουν μεταξύ της Βόρειας και της Νότιας Ιταλίας από άποψη παραγωγικότητας και ποσοστών απασχόλησης και ανεργίας. Αυτό εξηγεί γιατί η αλλοδαπή εργασία συγκεντρώνεται στο βόρειο τμήμα της Ιταλίας καθώς εκεί υπάρχουν περισσότερες ευκαιρίες, ιδιαίτερα καθώς η εσωτερική μετακίνηση του εθνικού πληθυσμού από το Νότο στο Βορρά έχει μειωθεί.3

217

218

Ένα σημαντικό κομμάτι της ιταλικής απασχόλησης βρίσκεται στην άτυπη οικονομία. Σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ (OECD, 2004), το κομμάτι της άτυπης οικονομικής δραστηριότητας αντιπροσωπεύει το 16% του ιταλικού ΑΕΠ. Στην πραγματικότητα, η άτυπη οικονομία έχει αυξηθεί τα τελευταία χρόνια, σύμφωνα με την ISTATii, ιδιαίτερα οι μη-κανονικά εργαζόμενοι (από 13,4% το 1992 στο 15,1% το 2000). Στη βιβλιογραφία, αναφέρονται διάφορες αιτίες, συμπεριλαμβανομένων των θεσμικών ακαμψιών στον επίσημο τομέα, όπως οι βαρείς φόροι και οι περιορισμοί στο ωράριο απασχόλησης (Reyneri, 1998, OECD, 2003). Οι τομείς που επηρεάζονται περισσότερο από την άτυπη οικονομία είναι η γεωργία, το λιανικό εμπόριο, τα ξενοδοχεία και τα εστιατόρια, οι οδικές μεταφορές και οι οικιακές υπηρεσίες.4 Για να μειώσουν την εξάπλωση της άτυπης οικονομίας, το 2001 προσφέρθηκαν στις εταιρείες και στους εργαζομένους κυβερνητικά κίνητρα. Η συμμετοχή σε αυτό το πρόγραμμα ήταν χαμηλότερη από το αναμενόμενη αναγκάζοντας την κυβέρνηση να το προσαρμόζει συνεχώς και να αναβάλει την προθεσμία δηλώσεων των εταιρειών για τις άτυπες δραστηριότητές καθώς και για τα σχέδιά τους για αναδόμηση (OECD, 2003). Παρ’ όλα αυτά, παρατηρήθηκε ένα θετικό σημείο στην αύξηση εγγραφών των εργαζομένων σε ιδρύματα κοινωνικής ασφάλισης. Η αμνηστία του 2002 που νομιμοποίησε τους παράνομους μετανάστες σαφώς συνέβαλε σε αυτήν την εξέλιξη, καθώς επίσης και άλλα μέτρα στην αγορά εργασίας που συμπεριλήφθηκαν το 2002 στο «Σύμφωνο για την Ιταλία» (δηλ. φορολογικό κίνητρο για τις μόνιμες προσλήψεις και τα δημόσια δάνεια για τη νέα αυτοαπασχόληση).5 Από τη μια πλευρά, η βιομηχανική βάση της Ιταλίας, που χαρακτηρίζεται από υψηλή συγκέντρωση μικρομεσαίων επιχειρήσεων (ΜΜΕ)iii στις βόρειες και κεντρικές περιφέρειες - οι οποίες (επιχειρήσεις) δραστηριοποιούνται στους τομείς της ελαφριάς βιομηχανίας (παπούτσια, έπιπλα, κλωστοϋφαντουργικά προϊόντα, κ.λ.π.), της κατασκευής, της γεωργίας, και των υπηρεσιών (τουρισμός, κ.λπ.) - έχουν προσελκύσει αλλοδαπό εργατικό δυναμικό λόγω έλλειψης προσφοράς εργασίας. Η εργασία που προσφέρεται σε αυτούς τους

ii Η συντομογραφία ISTAT αντιστοιχεί στο Istituto nazionale di statistica, δηλ. στην Εθνική Στατιστική Υπηρεσία της Ιταλίας. Από εδώ και στο εξής, θα αναφέρεται ως ISTAT (Σ.τ.Μ.). iii Από εδώ και στο εξής, οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις θα αναφέρονται με τη συντομογραφία ΜΜΕ, εκτός και αν αυτή η συντομογραφία αντιστοιχεί σε κάτι άλλο, του οποίου θα γίνεται μνεία. Για παράδειγμα, βλ. Κεφάλαιο 4 της παρούσας μελέτης και τις ΣΥΝΤΜΗΣΕΙΣ (Σ.τ.Μ.).

Καινοτομίες στην Παροχή Υπηρεσιών

τομείς έχει χαρακτηριστεί όπως εργασία που απαιτεί λίγα προσόντα, με χαμηλά επίπεδα εργασιακής ασφάλισης, και γι’ αυτό όχι πάντα ελκυστική στο εθνικό εργατικό δυναμικό. Μετανάστες στην ιταλική αγορά εργασίας

Έως το 1973 η Ιταλία ήταν μια σημαντική χώρα αποδημίας, στέλνοντας τα εκατομμύρια των εργαζομένων στο εξωτερικό, πολλούς από αυτούς μόνιμα. Στις δεκαετίες του 1970 και 1980, αυτό το μεταναστευτικό πρότυπο άλλαξε, και η Ιταλία άρχισε να δέχεται εργαζομένους από το εξωτερικό και μέχρι το 1997 η καθαρή ροή των (μεταναστευτικών) εμβασμάτων είχε αντιστραφεί. Μεταξύ 1986 και 2004, ο αλλοδαπός πληθυσμός που ήταν νόμιμα εγκατεστημένος αυξήθηκε από 300.000 σε κατ’ εκτίμηση 2,6 εκατομμύρια (Caritas 2004), αποτελώντας το 4,5% του συνολικού πληθυσμού. Η μετανάστευση στην Ιταλία είναι αρκετά ετερογενής: οι κύριες χώρες προέλευσης είναι η Ρουμανία, η Αλβανία και το Μαρόκο, και η κάθε μία περιλαμβάνει μόλις πάνω από το 10% του συνόλου. Άλλοι σημαντικοί αλλοδαποί πληθυσμοί προέρχονται από την Ουκρανία, την Κίνα, τις Φιλιππίνες και την Πολωνία. Οι περισσότεροι από αυτούς τους μετανάστες είναι νέοι (ηλικίας μεταξύ 20 και 40 ετών) που βρίσκονται στην Ιταλία για οικονομικούς λόγους. Ο Πίνακας 3.2. παρουσιάζει το διαφορετικό ρόλο που διαδραματίζει η αλλοδαπή εργασία σε διαφορετικές ιταλικές περιφέρειες. Η ανεργία ποικίλλει ευρέως μεταξύ των περιοχών από 23,4% στην Καλαβρία σε 2,4% στο Τρεντίνο. Η εσωτερική μετανάστευση έχει μειωθεί σε σημείο που δεν θεωρείται πλέον λύση για το κλείσιμο αυτού του κενού. Οι γεννημένοι στο εξωτερικό εργαζόμενοι αποτελούν το 16,5% όλων των θέσεων εργασίας σε εθνικό επίπεδο, που κυμαίνονται από 2,9% στην απομονωμένη Σαρδηνία ως 39,1% στο Τρεντίνο. Ενώ η Ιταλική Έρευνα Εργατικού Δυναμικού δεν κάνει διαχωρισμό μεταξύ των αλλοδαπών ή γεννημένων στο εξωτερικό και των ιταλών εργαζομένων,

219

220

Πίνακας 3.1. Αλλοδαποί κάτοικοι στην Ιταλία κάτοχοι άδειας παραμονής, 1985-2003 Σύνολο άδειων παραμονής (την 1η Ιανουαρίου) 1985 1986 1987 1988 1989 1990 1991 1992 1993 1994 1995 1996 1997 1998 1999 2000 2001 2002 2003 2004

263.731 289.068 380.425 422.678 319.291 550.457 692.630 648.935 589.457 649.102 677.791 729.159 986.020 1.022.896 1.090820 1.340.655 1.379.749 1.448.392 1.503.286 2.193.999

Εκ των οποίων εκτός Ε.Ε. 133431 151.714 227.734 258.464 226.369 422.489 571.621 548.531 485.426 540.993 563.158 606.974 857.897 887.689 948.692 1.194.792 1.233.584 1.308.335 1.352.420 2.040.530

Πηγή: Istat (2004), Dossier Caritas (2004). Οι άδειες που έχουν ληφθεί υπόψη εδώ δεν συμπεριλαμβάνουν τους ανήλικους.

οι μετανάστες εργαζόμενοι αποτελούν ένα σημαντικό μέρος της αγοράς εργασίας, πολύ περισσότερο από το 4,5% του πληθυσμού που τώρα εκπροσωπούν. Ειδικότερα, οι περιφέρειες της Ιταλίας με τη χαμηλότερη ανεργία κάνουν σημαντική χρήση των μεταναστών για να ικανοποιήσουν τη ζήτηση εργασίας. Ο αλλοδαπός πληθυσμός που κατοικεί νόμιμα αυξήθηκε κατά 28,2% το 2003, σχεδόν εξ ολοκλήρου λόγω των εργαζομένων που νομιμοποιήθηκαν βάσει του Νόμου του 2002. Ενώ περίπου κατά το ήμισυ ήταν οικιακοί βοηθοί, κατά το ήμισυ αυξήθηκε η εργασία μέσω συμβάσεων. Επιπλέον, οι εργοδότες πρόβλεψαν την πρόσληψη μέχρι και 195.000 επιπρόσθετων αλλοδαπών εργαζομένων το 2004, δείχνοντας έτσι την αύξηση στη ζήτηση. Οι περισσότερες από αυτές τις αναμενόμενες προσλήψεις ήταν στο βόρειο μέρος της χώρας (μισό σε ακριβώς τέσσερις βιομηχανικές περιφέρειες: Λομβαρδία, Βένετο, Πεδεμόντιο και Εμίλια-

Καινοτομίες στην Παροχή Υπηρεσιών

221

Ρομανία). Αυτήν την περίοδο, η κυβέρνηση έβαλε αυστηρά όρια στην εισαγωγή εργαζομένων, καθιερώνοντας ποσοστώσεις για ακριβώς 22.000 συμβάσεις εργαζομένων. Σχεδόν το 90% των υποτιθέμενων αναγκών «μεταναστευτικής εργασίας» θα έπρεπε να ικανοποιηθεί από τους μετανάστες που βρίσκονταν ήδη στη χώρα. Αυτό κάνει την αντιστοίχιση προσφοράς και ζήτησης ουσιαστική προκειμένου να ικανοποιηθούν οι ανάγκες των εργοδοτών. Πίνακας 3.2. Περιφερειακή ανεργία και μεταναστευτική εργασία Περιφέρεια

Περιφέρεια Αμπρούτσο Μπαζιλικάτα Καλαβρία Καμπανία Εμίλια-Ρομάνια Φρίουλι-Βενέτσια Λάτιο Λιγουρία Λομβαρδία Μάρκε Μολίζε Πεδεμόντιο Απουλία Σαρδηνία Σικελία Τοσκάνη Τρεντίνο-Άλτε Άντιτζε

ΑναμενόΕπιτρεπόΞεκίνημα μενες Αλλοδαποί μενος αριθμός Αύξηση εργασίας από Μέσος όρος προσλήψεις κάτοχοι εισόδου κατόχων εκτός Ε.Ε εργαπεριφερειακής ζόμενους, 2003 των εκτός Ε.Ε. αλλοδαπών αδειών αδειών ανεργίας 2003 (% του συνόλου)β παραμονής, παραμονής, εργαζομένων, εργαζομένων, (επί τοις %)α 2004 δ 2003 γ 2004 ε 2003 5,4 16,1 23,4 20,2 3,1 3,9 8,7 6 3,6 3,8 12,3 4,8 13,8 16,9 20,1 4,7 2,4

16,3 7,2 5,6 5.6 2.3 25,3 11,6 16,4 21,6 20,2 7.9 18,4 4,9 2,9 6,3 20,1 39,1

32.873 5.782 33.485 111.596 271.756 62.052 330.695 57.834 502.610 64.989 3.635 167.615 43.163 14.893 65.194 175.026 43.366

11.661 2.307 16.010 53.558 69.969 13.028 92.109 22.474 155.842 17.899 1.240 59.665 11.995 3.188 15.488 63.893 5.274

6.163 1.286 3.747 11.727 20.989 6.394 14.848 5.423 36.928 6.640 754 15.888 9.294 3.824 8.121 11.857 5.741

930 400 565 630 2.430 1.230 1.820 670 2.800 1.120 350 1.330 955 407 915 1.200 1.000

Ούμπρια

5,2

23,3

43.845

13.917

3.612

555

Κοιλάδα της Αόστης

4,1

15,4

3.792

922

632

73

Βένετο

3,4

23,8

213.798

60.274

12.141

2.620

Η Ιταλία στο Σύνολό της

8,7

16,5

2.193.999

690.713

195.009

22.000

Πηγή: α) Istat (2004), β) Inail (2004), (ποσοστά) ρυθμισμένα για την απώλεια στοιχείων, γ) Τα στοιχεία είναι για τις 31/12/2003, Dossier Caritas (2004), δ) Excelsior Unioncamere (2004), ε) Αυτά τα στοιχεία δεν συμπεριλαμβάνουν τους εποχικούς εργαζομένους, Ministry of Labour (2004).

222

Οι ελλείψεις προσφοράς εργατικού δυναμικού έγιναν αισθητές σε συγκεκριμένους τομείς, κυρίως σε αυτούς που χρειάζονται εργαζόμενους με λιγοστά προσόντα. Επιπλέον, πρόσφατα υπάρχει έλλειψη προσφοράς ορισμένων ειδικευμένων εργαζομένων, ειδικά στον κατασκευαστικό τομέα, αλλά και στη βιομηχανία, τον τουρισμό και τις υπηρεσίες. Το Σύστημα Πληροφοριών Excelsior, που δημιουργήθηκε για το Unioncamere (: Εμπορικό Επιμελητήριο),IV σε συμφωνία με το Υπουργείο Εργασίας, αναλύει ετήσια ζήτηση στην ιταλική αγορά εργασία που αναμένουν οι επιχειρήσεις.6 Από τις εκτιμήσεις του 2004, το 52% ήταν στον βιομηχανικό τομέα. Οι μετανάστες εργαζόμενοι αναλαμβάνουν συχνά δουλειές τις οποίες ο γηγενής πληθυσμός είναι απρόθυμος να κάνει. Αυτά τα επαγγέλματα έχουν περιγραφεί από τον Ambrosini (2004) ως «εργασίες των πέντε-p»: pesanti, precari, pericolosi, pagati poco, penalizzati socialmente (: βαριά, αβέβαιη, επικίνδυνη, κακοπληρωμένη, κοινωνικά αποκλεισμένη), ή τα «τρία D» (βρώμικη, επικίνδυνη και δύσκολη).v Χαρακτηριστικά, οι μετανάστριες απασχολούνται στην άτυπη οικονομία ως οικονόμοι ή ιδιωτικοί φροντιστές ηλικιωμένων. Αυτός ο ρόλος δεν απεικονίζεται στο σύστημα Excelsior, δεδομένου ότι οι εργοδότες είναι άτομα παρά επιχειρήσεις. Ο Πίνακας 3.3. παρουσιάζει τομείς της απασχόλησης που οι μετανάστες εργαζόμενοι είναι περιζήτητοι και οι αναμενόμενες ανάγκες επιμόρφωσής τους. Περίπου οι μισοί από τους μετανάστες υπαλλήλους δεν χρειάζεται να έχουν προηγούμενη εργασιακή εμπειρία, και επομένως είναι κατάλληλοι για τις λιγότερες προσοντούχες εργασίες στον τομέα. Εν τούτοις, αναμένεται ότι οι περισσότεροι θα συμμετέχουν σε κατάρτιση. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα σε μερικούς εξειδικευμένους βιομηχανικούς τομείς και στην υγειονομική περίθαλψη. Αυτό έχει σημαντικές επιπτώσεις στο εθνικό σύστημα επαγγελματικής κατάρτισης, όπως θα συζητηθεί κατωτέρω. Ο αριθμός των επιχειρηματιών που δεν έχουν γεννηθεί στην Ε.Ε. έχει αυξηθεί αισθητά στην Ιταλία. Στις 31 Μαρτίου 2005, υπήρξαν 18.773 τέτοιοι επιχειρηματίες που γράφτηκαν στα εμπορικά επιμελητήρια, από τους 67.440 πέντε έτη νωρίτερα, ενώ ο αριθμός των ιταλικών επιχειρήσεων κρατήθηκε σταθερά σε 3,3 εκατομμύρια. Οι γυναίκες αντιπροσωπεύουν λιγότερο από το 10% του συνολικού αριθμού των εκτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης επιχειρηματιών. Αυτές οι επιχειρήσεις συγκεντρώνονται στους τομείς του εμπορίου (42,3% του συνόλου), του κατασκευαστικού τομέα (26,8%), και της βιομηχανικής παραγωγής (11,7%). Οι πιο δραστήριες υπηκοότητες είναι iv Από δω και στο εξής, το Ιταλικό Εμπορικό Επιμελητήριο θα αναφέρεται ως Unioncamere επειδή έτσι αναφέρεται και στο πρωτότυπο κείμενο (Σ.τ.Μ.). v Στα αγγλικά τα «3 D» είναι τα εξής: dirty (βρώμικος), dangerous (επικίνδυνος) και difficult (δύσκολος) (Σ.τ.Μ.).

Καινοτομίες στην Παροχή Υπηρεσιών

Μαροκινοί (17,4%), που ακολουθούνται από τους Κινέζους (11%), τους Ελβετούς (8,6%), τους Αλβανούς (7,8%), τους Ρουμάνους (6,6%) και τους Σενεγαλέζους (6,5%) και βρίσκονται κυρίως στις περιφέρειες της Λομβαρδίας (33.018), της Τοσκάνης (18.544), της Εμίλια-Ρομάνια (17.735), του Βένετο (16.839), και του Λάτιο (16.114). Και στις πέντε περιφέρειες οι εκτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης επιχειρηματίες αντιπροσώπευαν περισσότερο από το 6% όλης της επιχειρηματικότητας.7 Ιδιαίτεροι τομείς, και της απασχόλησης και της αυτοαπασχόλησης, προσδιορίζονται συχνά με συγκεκριμένες μεταναστευτικές ομάδες (Campani, 1993). Για παράδειγμα, το εμπόριο προσελκύει κυρίως τους μετανάστες από το Μαρόκο, τη Σενεγάλη και την Κίνα. Οι οικιακές υπηρεσίες απασχολούν τις γυναίκες από τις Φιλιππίνες, την Πολωνία και τη Νότια Αμερική. Αυτή η επαγγελματική κατανομή συνοδεύεται και από την περιφερειακή κατανομή των μεταναστευτικών αλυσίδων, η οποία περιλαμβάνει τη συγκέντρωση ορισμένων υπηκοοτήτων σε συγκεκριμένες περιφέρειες της χώρας (Triandafyllidou and Veikou, 2001). Ιταλική μεταναστευτική πολιτική και νομοθεσία

Η πρώτη προσπάθεια να δημιουργηθεί σύγχρονη μεταναστευτική νομοθεσία έγινε το 1986 (Νόμος 943/1986), που ρύθμιζε την είσοδο των μεταναστών που επιδιώκουν την απασχόληση, και νομιμοποιούσε τους μετανάστες που θα μπορούσαν να αποδείξουν ότι έχουν μια τέτοια απασχόληση. Η έντονη άνοδος της μετανάστευσης προς το τέλος της δεκαετίας του 1980 και η ανατροπή της παλαιάς ευρωπαϊκής τάξης οδήγησαν στη ψήφιση ενός άλλου ευρύτερου νόμου το 1990 (του Νόμου 39/1990, που είναι γνωστός ως «νόμος Martelli»), με τις πρόσθετες παροχές σχετικά με τη μετανάστευση, συμπεριλαμβανομένων του ετήσιου προγραμματισμού των μεταναστευτικών κυμάτων, και ορισμένων κανόνων σχετικά με τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των αλλοδαπών στην Ιταλία, των προϋποθέσεων παραμονής και εργασίας, και άλλων θεμάτων σχετικά με την οικογενειακή επανένωση και την κοινωνική ενσωμάτωση. Εξεταζόταν επίσης το άσυλο - που ακόμα δεν είχε σοβαρές επιπτώσεις στην Ιταλία. Η μετανάστευση έγινε τόσο σημαντικό ζήτημα τη δεκαετία του 1990 που οδήγησε στο Νόμο 40/το 1998 (τον αποκαλούμενο Τούρκο-Ναπολιτάνο Νόμο ή Κωδικοποιημένο Νόμο [Testo Unico]), που εκδόθηκε από την κεντροαριστερή κυβέρνηση. Αυτό δημιούργησε μια τριών πυλώνων μεταναστευτική πολιτική που υποστηρίζεται από τότε από τον κεντροδεξιό συνασπισμό βασισμένο: α) στην καταπολέμηση της παράνομης μετανάστευσης, β) στη ρύθμιση της νόμιμης μετανάστευσης και γ) στην ενσωμάτωση των αλλοδαπών που διαμένουν στη χώρα. Ο πρώτος πυλώνας επικεντρωνόταν σε διμερείς συμφωνίες και ποινικές κυρώσεις, ο δεύτερος σε ένα σύστημα ποσόστωσης, και ο τρίτος σε ένα εθνικό

223

224

μεταναστευτικό ταμείο (national immigration fund) που διανεμήθηκε στις περιφέρειες. Η κυβέρνηση έπρεπε να δημοσιεύει έγγραφα για τη μετανάστευση βάσει τρίχρονου προγραμματισμού. Η είσοδος (μεταναστών) στην Ιταλία επιτράπηκε στο πλαίσιο των εθνικών ποσοστώσεων είτε με προσφορά εργασίας είτε με την «εγγυοδοσία» από έναν νόμιμο Ιταλό κάτοικο. Πίνακας 3.3. Νέες προσλήψεις και αναμενόμενη ζήτηση μεταναστών, συμπεριλαμβανομένων των αναγκών κατάρτισης, 2003-2004

Τομέας απασχόλησης Ξενοδοχεία και εστιατόρια Οικοδομική βιομηχανία Μέσα μεταφοράς και ταχυδρομείο Μεταλλουργία Λιανικό εμπόριο Χονδρικό εμπόριο Βιομηχανία τροφίμων Υφαντουργία Υγειονομική περίθαλψη Μηχανοτεχνική βιομηχανία Βιομηχανία ελαστικών (καουστούκ) Βιομηχανία Ξυλείας / Επίπλων Βιομηχανία ηλεκτρο- δότησης Αυτό-επισκευές Βιομηχανία χάρτου Τραπεζικές / Χρηματο- οικονομικές υπηρεσίες Ορυχεία Ηλεκτρικό / Γκάζι / Νερό Άλλα Απροσδιόριστα Σύνολο

Ποσοστό που δεν είχε Προσλήψεις Αναμενόμενη Ποσοστό προηγούμενη Ποσοστό (γεννημένων) ζήτηση για όλων των απαιτούμενης (εργασιακή) αλλοδαπών, μεταναστευτική προσλήεμπειρία 2003α εργασία, 2004 ψεων, 2004 κατάρτισης 70.544 65.065 29.425

1.859 35.490 1.433

33,5 34,1 33,1

53,3 51,8 55,4

54,2 31,6 43,1

24.017 18.855 16.381 14.436 1.399 8.870 897

12.632 14.334 5.959 5.341 6.235 10.948 6.751

35,9 22,4 18,5 28,8 28,3 43,2 24,1

72,7 80,9 65,4 76,7 68,1 83,2 78,4

48,8 59,8 56,4 57,7 46,9 29.8 42,9

5.502

2.746

36,3

85,3

73,3

4.962

5.213

32,3

68,3

44,4

4.879

3.885

25,6

82,5

57,2

4.669 2.765 2.606

4.505 1.894 1.624

22,2 22,6 8,4

73,6 80,7 74,4

42,4 56,5 62,7

796 268 139.422 337.155 771.813-

539 341 - - -

23,5 11,5 - - -

63,8 72,1 - - -

44,2 51,1 -

Πηγή: Excelsior Unioncamere - Υπουργείο Εργασίας, γίνεται αναφορά στο Documento programmematico 2004-2006. α) INAIL/DNA, Caritas 2004.

Καινοτομίες στην Παροχή Υπηρεσιών

Το 2002, ο Νόμος περί μετανάστευσης του 1998 αναθεωρήθηκε. Ο Νόμος 189/2002 (γνωστός ως Νόμος Bossi-Fini) επιβάλλει περαιτέρω περιορισμούς στην εισαγωγή (μεταναστών) και θεσπίζει αυστηρότερες προϋποθέσεις για την παραμονή: τα μέτρα ενσωμάτωσης παραμένουν άθικτα. Τα κύρια στοιχεία του παρόντος Νόμου περί μετανάστευσης παρουσιάζονται στο Πλαίσιο 3.1. Διάφοροι φορείς περιλαμβάνονται στη χάραξη πολιτικής σχετικά με τη μετανάστευση. Τα κύρια υπουργεία είναι: το Υπουργείο Εσωτερικών, που περιλαμβάνει την τοπική αστυνομία (που εκδίδει την άδεια διαμονής), και τα νομαρχιακά διαμερίσματα (που εξετάζουν τα τοπικά ζητήματα ασφάλειας και τη νομιμοποίηση των μεταναστευτικών ροών) και το Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικής Πολιτικής, το οποίο ρυθμίζει ζητήματα σχετικά με την αγορά εργασίας. Μέσα στο Υπουργείο Εργασίας, η Υπηρεσία των εκτός της Ε.Ε. Μεταναστών είναι αρμόδια για τον καθορισμό των ετήσιων ποσοστώσεων, ελέγχοντας τη νομιμοποίηση των μεταναστών, τις διμερείς συμφωνίες, κ.λ.π. Άλλοι εταίροι είναι οι τοπικές αρχές, μια εθνική διάσκεψη, οι ΜΚΟ και τα κοινωνικά κόμματα (Chaloff, 2004). Είναι σημαντικό να διευκρινιστεί η έννοια «της ενσωμάτωσης» στην ιταλική μεταναστευτική πολιτική. Η Ιταλία γενικά δεν είναι τυπικά χώρα «μετανάστευσης», όπως ο Καναδάς ή η Αυστραλία, ούτε είναι επίσημα «πολυπολιτισμική», όπως η Ολλανδία και η Σουηδία έχουν αναγγείλει τα τελευταία χρόνια. Η μεταναστευτική πολιτική της είναι βασισμένη σε περιορισμένη μετανάστευση στη χώρα για να ικανοποιήσει συγκεκριμένη ζήτηση εργασίας. Συγχρόνως, οι μετανάστες εργαζόμενοι έχουν ορισμένα δικαιώματα: στην πιθανή οικογενειακή επανένωση, στη βαθμιαία διαβεβαίωση σχετικά με τη δυνατότητα παραμονής στη χώρα και την ισότητα της πρόσβασης στις δημόσιες υπηρεσίες. Ο ιταλικός νόμος υπηκοότητας διαχωρίζεται από το νόμο πλαίσιο για τη μετανάστευση του 1998 και είναι ιδιαίτερα περιοριστικός και στο «γράμμα» και στην πρακτική, με 90% των αιτήσεων για πολιτογράφηση (υπηκοότητα) να απορρίπτεται. Εν τούτοις, ο Νόμος 40/1998 στηρίζεται σε τρεις πυλώνες, ένας εκ των οποίων είναι η «ενσωμάτωση». Η ευρεία υπόθεση που ελλοχεύει στη νομοθεσία είναι ότι η ενσωμάτωση στην αγορά εργασίας - απασχόληση - είναι μια απαραίτητη και ικανοποιητική προϋπόθεση που εγγυάται την κοινωνική ενσωμάτωση, όταν συνδέεται με το δικαίωμα της ίσης πρόσβασης στις δημόσιες υπηρεσίες. Ο πυλώνας «ενσωμάτωση» υποστηρίζεται από ένα ετήσιο κεφάλαιο περίπου 40 εκατομμυρίων ευρώ που φιλτράρεται μέσω των περιφερειών στις τοπικές αρχές και την κοινωνία πολιτών. Το κύριο σημείο αναφοράς για τους μετανάστες, εκτός από το επαρχιακό αστυνομικό τμήμα αρμόδιο για τα έγγραφα, είναι οι «υπηρεσίες για τους μετανάστες» ή «το Γραφείο αλλοδαπών» που έχουν δημιουργηθεί σχεδόν σε όλους τους δήμους που έχουν σημαντική παρουσία μεταναστών. Ενώ οι επαρχίες αναθέτουν την ευθύνη στη Διεύθυνση Κοινωνικών Υπηρεσιών, οι δήμοι αποτελούν γενικά ένα συγκεκριμένο γραφείο που διαχειρίζεται τα ζητήματα ενσωμάτωσης.

225

226

Πλαίσιο 3.1. Ο Ιταλικός Νόμος 40/1988 περί Μετανάστευσης όπως τροποποιήθηκε από τον Νόμο 189/2002 - Το σύστημα ποσόστωσης Ο αριθμός εγκρίσεων για την είσοδο για λόγους εργασίας καθιερώνεται ετησίως μετά την εισήγηση της Επιτροπής για το Συντονισμό και την Επιτήρηση και από τις σχετικές Κοινοβουλευτικές επιτροπές.

Προϋποθέσεις εισόδου

Οι εκτός της Ε.Ε. μετανάστες μπορούν να εισέλθουν στην Ιταλία μόνο με μια «σύμβαση διαμονής» (contratto Di soggiorno) - δηλ. μια σύμβαση εξαρτώμενης απασχόλησης με έναν εργοδότη (μια εταιρεία ή μια οικογένεια), σύμφωνα με τη διαθεσιμότητα μέσα στο σύστημα ποσόστωσης. Μια δοκιμή αναγκών για τους αλλοδαπούς εργαζομένους προστέθηκε το 2002, απαιτώντας ότι το Γραφείο Απασχόλησης έπρεπε να δημοσιεύει το άνοιγμα της θέσης εργασίας. Εάν δεν υπάρχει καμία απάντηση μετά από 20 ημέρες, το νομαρχιακό διαμέρισμα εγκρίνει την είσοδο ενός νέου εκτός της Ε.Ε. εργαζομένου. Ο εργοδότης πρέπει να εγγυηθεί τη διαθεσιμότητα της στέγασης για τον εργαζόμενο, συμμορφούμενος με τα κατώτατα επίπεδα που καθορίζονται από το Νόμο για τη δημόσια στέγαση, και επίσης την πληρωμή των εξόδων ταξιδιού για τους εργαζομένους για να επιστρέψουν πίσω στην πατρίδα τους. Ένα σύστημα «χορηγών» δημιουργήθηκε από το Νόμο του 1998, αλλά καταργήθηκε από το Νόμο του 2002. Η είσοδος για αυτοαπασχόληση υπόκειται στις ποσοστώσεις αυτοαπασχόλησης. Η άδεια διαμονής περιορίζεται. Η άδεια παραμονής ποικίλλει ανάλογα με το είδος εργασίας: • Συνολικά εννέα μήνες για την εποχική εργασία. Αρχίζοντας το 2002, με τους αλλοδαπούς που έρχονταν στην Ιταλία για λιγότερο από δύο διαδοχικά έτη μπορεί να χορηγηθεί μια πολυετής άδεια μέχρι και τρία χρόνια για την εποχική εργασία, ή, στο πλαίσιο της ποσόστωσης, μια κανονική άδεια εργασίας. • Λιγότερο από ένα έτος για εξαρτώμενους προσωρινούς εργαζομένους και λιγότερο από δύο για μη-προσωρινούς εργαζομένους για έναν χρόνο, για αυτοαπασχόληση, ή οικογενειακή επανένωση. • Οι ανανεώσεις υπόκεινται στα ίδια χρονικά όρια (ο Νόμος του 1998 επέτρεπε ανανεώσεις με διπλάσιο χρόνο διάρκειας). Οι εκτός της Ε.Ε. εργαζόμενοι που χάνουν την εργασία τους έχουν προθεσμία το πολύ έξι μήνες να βρουν μια νέα θέση, διαφορετικά αντιμετωπίζουν θέμα απέλασης. Το χρονικό όριο του 1998 ήταν για τη διάρκεια της άδειας (διαμονής) και όχι λιγότερο από 12 μήνες. Οι υποψήφιοι για πρώτη άδεια διαμονής ή για ανανέωση πρέπει να δώσουν δακτυλικά αποτύπωμα (εισήχθη το 2002). Οποιοσδήποτε που έχει άδεια διαμονής που επιτρέπει την αόριστη ανανέωση (δηλ., στην εργασία ή την οικογένεια), και που κερδίζει αρκετά ώστε να συντηρεί τον ίδιο / την ίδια (και την οικογένεια) μπορεί να ζητήσει μια αυτόματα ανανεώσιμη κάρτα διαμονής των δέκα ετών μετά από έξι έτη παραμονής στην Ιταλία (έναντι 5 ετών βάσει του Νόμου του 1998). • Η επιτροπή αποτελείται από τέσσερις υπουργούς και έναν περιφερειακό ή αυτόνομο επαρχιακό πρόεδρο συμβουλίου.

Καινοτομίες στην Παροχή Υπηρεσιών

Η διαχείριση των αλλοδαπών ροών εργασίας στην Ιταλία περιστρέφεται ουσιαστικά γύρω από το σύστημα ποσόστωσης. Η πρόθεση είναι να υπάρξει ένα τριετές πρόγραμμα που εξηγεί τις οδηγίες για τις ποσοστώσεις κατά τη διάρκεια της περιόδου, αλλά το διάταγμα που εγκρίνει τις ποσοστώσεις εισόδων του επόμενου έτους (flussi di ingresso) πρέπει να περνιέται μέχρι τις 30 Νοεμβρίου ετησίως. Αντί του διατάγματος, εφαρμόζεται ξανά η ποσόστωση του προηγούμενου έτους. Το σύστημα ποσόστωσης μαστίζεται από καθυστερήσεις. Τα ετήσια διατάγματα εκδίδονται συχνά μετά από την προθεσμία, πράγμα που προκαλεί αναβολές στην υποβολή των αιτήσεων και στη διαδικασία της νομιμοποίηση.8 Ο Νόμος 189/του 2002 διευκρινίζει ότι, εάν κριθεί απαραίτητο, περαιτέρω διατάγματα μπορούν να εκδοθούν κατά τη διάρκεια του έτους. Αυτό δημιουργεί προβλήματα για τους εποχικούς εργαζομένους στη γεωργία, όπου πρέπει να συλλεχθούν όλα τα αιτήματα και όλες οι άδειες πριν από την αρχή της εποχής συγκομιδής. Οι εγκρίσεις πρέπει να εκδοθούν πριν από τον Ιούλιο, προκειμένου να σταλούν στις ιταλικές πρεσβείες ή τα προξενεία τα οποία πρέπει στη συνέχεια να διανείμουν τις θεωρήσεις στους εργαζομένους πριν από τον Αύγουστο. Οι καθυστερήσεις και οι ανεκτέλεστες παραγγελίες στα προξενεία είναι τέτοιες που μερικοί υποψήφιοι και εργοδότες μιλούν για την εμφάνιση δωροδοκίας κατά τη διάρκεια αυτού του σταδίου. Η νόμιμη είσοδος για εργασία δόθηκε σε 58.000 άτομα το 1998 και το 1999, τα οποία αυξήθηκαν σε 83.000 το 2000 και σε 89.400 το 2001. Μεταξύ του 2002 και 2004, το ετήσιο διάταγμα καθόρισε ποσοστώσεις για την είσοδο 79.500 μεταναστών εργαζομένων ετησίως, εκ των οποίων 50.000 ήταν για εποχική εργασία μόνο. Φοιτητές και άλλοι αλλοδαποί με τις άδειες μη-εργασίας μπορούν να μετατρέψουν τις άδειές τους σε άδειες για εργασία μέσα σε ορισμένα όρια της ποσόστωσης (Triandafyllidou και Veikou, 2001). Η οικογενειακή επανένωση στην Ιταλία απαλλάσσεται από τις ποσοστώσεις.9 Όσα άτομα γίνονται δεκτά με οικογενειακή άδεια, δεν μπορούν να εργαστούν. Οι νομιμοποιήσεις

Οι ποσοστώσεις υπολείπονται πάντα των εθνικών εκτιμήσεων της ζήτησης για αλλοδαπή εργασία (όπως υπολογίζεται από το σύστημα Excelsior), και οι αιτήσεις στα επαρχιακά γραφεία εργασίας σχεδόν πάντα υπερβαίνουν κατά πολύ τη διαθέσιμη προσφορά (Zanfrini, 2003). Πολλοί εργαζόμενοι, στην πραγματικότητα, φθάνουν χωρίς χαρτιά (δηλ. παράνομα) και απασχολούνται σε μη καταγεγραμμένη εργασία, ελπίζοντας είτε να βρουν έναν εργοδότη πρόθυμο να αναλάβει την περίπλοκη γραφειοκρατική διαδικασία απαραίτητη για τη νομική είσοδο, είτε να υποστηρίξει την αίτησή τους κατά τη διάρκεια

227

228

μιας από τις περιοδικές νομιμοποιήσεις. Οι ποσοστώσεις, από αυτή την άποψη, έχουν προσδιοριστεί ως μη παραγωγικές (Lemaître, 2003). Η θέση της Ιταλίας στο κέντρο της εκτενούς Μεσογειακής ακτογραμμής και του σημαντικού τουρισμού και της θρησκευτικής βιομηχανίας την κάνει σχετικά προσβάσιμη στους μετανάστες που έχουν κάποιο δεσμό με την Ευρώπη. Η ύπαρξη μιας ιδιαίτερης άτυπης οικονομίας, η ταχεία ανάπτυξη του τομέα των οικιακών και προσωπικών υπηρεσιών και η κυριαρχία των μικρών επιχειρήσεων παρέχουν εργασία στους αδήλωτους (παράνομους) μετανάστες. Η απόδειξη αυτού μπορεί να βρεθεί στις περιοδικές νομιμοποιήσεις (πέντε φορές σε δέκα έξι έτη: 1986, 1990, 1996, 1998 και 2002), που επέτρεψαν τη μαζική νομιμοποίηση περισσότερων από 2 εκατομμυρίων μεταναστών, αν και πολλές ήταν επαναληπτικές νομιμοποιήσεις του ίδιου ατόμου που είχε πέσει ξανά στο καθεστώς του μη-κανονικού εργαζόμενου αφού είχε αποτύχει να ικανοποιήσει τα κριτήρια για την ανανέωση της άδειας. Στόχος στην πιο πρόσφατη νομιμοποίηση του Σεπτεμβρίου το 2002 ήσαν δύο τύποι παράνομων μεταναστών εργαζομένων: οικιακοί εργαζόμενοι και οικιακοί βοηθοί καθώς επίσης και εργαζόμενοι που συμμετέχουν σε άλλα είδη χαμηλής ειδίκευσης απασχόλησης. Οι πρώην νόμιμοι αλλοδαποί των οποίων οι άδειες διαμονής είχαν λήξει μπορούσαν επίσης να νομιμοποιήσουν την κατάστασή τους. Οι υποψήφιοι έπρεπε να αποδείξουν ότι είχαν προσληφθεί πριν από τις 10 Ιουνίου 2002, και δεν είχαν λάβει ποτέ καμιά απόφαση απέλασης. Μέχρι το τέλος 2003, καταχωρήθηκαν 689.604 νομιμοποιήσεις. Ο αποτέλεσμα αυτής της νομιμοποίησης ήταν να αυξηθεί ο νόμιμος πληθυσμός των αλλοδαπών που έχει άδεια διαμονής κατά περίπου 50% στις περισσότερες περιφέρειες. Οι πρόσφυγες και οι αιτούντες άσυλο

Η Ιταλία, η μόνη στην Ε.Ε., που δεν έχει έναν νόμο πλαίσιο για το άσυλο. Αυτήν την περίοδο, το πολιτικό άσυλο ρυθμίζεται από το Άρθρο 1 του Νόμου 39/1990 και από μερικά άρθρα του Νόμου 189/2002 περί μετανάστευσης. Ο Νόμος 39/1990 κατάργησε την ιταλική πρόταση στη Συνθήκη της Γενεύης που περιόριζε τη θέση προσφύγων αποκλειστικά στα άτομα τα προερχόμενα από τις αυταρχικές χώρες στην Ευρώπη. Η Συνθήκη του Δουβλίνου του 1990 (που επικυρώθηκε το 1992 και ουσιαστικά ισχύει από το 1997) εισήγαγε έναν δεύτερο κανόνα από τον οποίο οι αιτούντες άσυλο μπορούν να σταλούν πίσω στη συμβαλλόμενη χώρα όπου είχε γίνει η προηγούμενη αίτηση. Οι αιτούντες άσυλο είναι παραδοσιακά μόνο μια μικρή συνιστώσα των συνολικών μεταναστευτικών ρευμάτων στην Ιταλία (περίπου 10.000 αιτήσεις ετησίως),

Καινοτομίες στην Παροχή Υπηρεσιών

και οι καθυστερήσεις στη διαδικασία ασύλων, που συνδέεται με την έλλειψη στέγασης και κοινωνικής υποστήριξης, σηματοδοτούν ότι πολλοί αιτούντες άσυλο δεν εμφανίζονται στην ακρόασή τους και θεωρούνται να έχουν πάει αλλού. Στο πλαίσιο της Συνθήκης του Δουβλίνου, πολλοί στέλνονται πίσω και αναμένουν μια νέα ακρόαση. Μόνο το ένα τρίτο που είναι παρόντες στην ακρόασή τους λαμβάνει το καθεστώς του πρόσφυγα ή μια σύσταση προσωρινής παραμονής για ανθρωπιστικούς λόγους.10 Πρόσφατοι αιτούντες άσυλο ήσαν Τούρκοι και Ιρακινοί Κούρδοι, και άτομα από χώρες όπως το Αφγανιστάν και το Ιράν, με τις πιο πρόσφατες ροές από την Υποσαχάρια Αφρική. Ο μέσος όρος αναμονής για την ακρόαση ασύλου είναι 12-15 μήνες, κατά τη διάρκεια των οποίων οι υποψήφιοι δεν έχουν κανένα δικαίωμα στην εργασία. Δημόσια υποστήριξη είναι διαθέσιμη μόνο για τις πρώτες 45 ημέρες, και μετά οι υποψήφιοι δεν έχουν καμιά υποστήριξη, αν και η ιατρική περίθαλψη είναι εγγυημένη. Το σύστημα προστασίας είναι ένα εθνικό δίκτυο καταφυγίων και υποστήριξης, που συγχρηματοδοτείται από το Υπουργείο Εσωτερικών και τους συμμετέχοντες δήμους, που καλύπτουν μόνο μέρος των αναγκών. Υπήρξαν 6.226 αναγνωρισμένοι πρόσφυγες στην Ιταλία στο τέλος του 2003. Όταν αναγνωρίζονται, οι πρόσφυγες λαμβάνουν μια ανανεώσιμη άδεια διαμονής 2 ετών, και έτσι μπορούν να απασχοληθούν και να έχουν στην πρόσβαση στη δημόσια βοήθεια και, μετά από 5 έτη, μπορούν να υποβάλουν αίτηση για υπηκοότητα. Οι πρόσφυγες απαλλάσσονται επίσης από την πρόταση αμοιβαιότητας που διέπει την αυτοαπασχόληση. Τοπικές πρωτοβουλίες: Ανταπόκριση στα προβλήματα ενσωμάτωσης Η κάτωθι ενότητα αναλύει μια επιλογή πρωτοβουλιών ενσωμάτωσης μεταναστών και των οικογενειών τους στην Ιταλία, ιδιαίτερα στο βόρειο τμήμα της χώρας (Τρέντο, Τορίνο και Μιλάνο). Στην κάθε περίπτωση, παρουσιάζεται το κύριο πρόβλημα, και ακολουθείται από μια επισκόπηση των σχετικών τοπικών πρωτοβουλιών και πολιτικών ανταποκρίσεων. Προσδιορίζονται οι κύριοι μηχανισμοί που χρησιμοποιήθηκαν ώστε να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα σε τοπικό επίπεδο, αξιολογείται ο αντίκτυπός τους, και γίνονται συγκρίσεις με παρόμοιες πρωτοβουλίες αλλού στην Ιταλία. Διαχείριση έκτακτης ανάγκης

Πρέπει να είναι σαφές από την ανωτέρω παρουσίαση των τάσεων ότι υπάρχει μια σημαντική παρουσία μεταναστών εργαζομένων στην Ιταλία που είναι στη χώρα για λίγο, οι οποίοι κατά ένα μεγάλο μέρος είναι χωρίς πόρους και συχνά

229

230

στερούνται άδεια διαμονής ή επίσημη σύμβαση εργασίας. Για τις τοπικές αρχές, αυτό μπορεί να μεταφραστεί σε κατάσταση «έκτακτης ανάγκης», με ορατή την έλλειψη στέγης και όλα τα άλλα σημάδια του κοινωνικού αποκλεισμού. Σε μερικές περιπτώσεις, οι καθημερινές συγκρούσεις μεταξύ ενός γερασμένου γηγενούς πληθυσμού και των μειονεκτικών νεοφερμένων μπορούν να οδηγήσουν σε μια αντίληψη για την πολιτιστική σύγκρουση ή το έγκλημα . Μερικές φορές, η αντίληψη για το αυξανόμενο έγκλημα επιβεβαιώνεται και από τις στατιστικές. Οι τοπικές αρχές θεωρούν ότι πρέπει να καταδείξουν στους πολίτες τη ικανότητά τους να διαχειριστούν την κατάσταση ή να διακινδυνεύσουν την αξιοπιστία και τις εκλογές. Ενώ αυτό μπορεί να λάβει τη μορφή κατασταλτικών μέτρων, ο ρόλος που οι μετανάστες εργαζόμενοι διαδραματίζουν στην τοπική οικονομία συχνά σημαίνει ότι πρέπει να βρεθούν κοινωνικές υπηρεσίες και αρχικές λύσεις στα προβλήματα υποδοχής (των μεταναστών). Οι τοπικές αρχές έχουν γενικά έναν περιορισμένο αριθμό κρεβατιών διαθέσιμων για καταστάσεις έκτακτης ανάγκης. Επί πλέον, τέτοια κρεβάτια συχνά είναι για τις μειονεκτούσες κατηγορίες προσώπων όπως οι τοξικομανείς ή διανοητικά άρρωστοι, και δεν ταιριάζουν με τους υγιείς αλλοδαπούς εργαζόμενους. Στην Ιταλία, ο μη κερδοσκοπικός τρίτος τομέας είναι στην πρώτη γραμμή παροχής εγκαταστάσεων υποδοχής έκτακτης ανάγκης, και οι τοπικές αρχές σε όλη τη χώρα έχουν μάθει να στηρίζονται σε μεγάλο ποσοστό στα καταφύγια και τις υπηρεσίες που παρέχονται από τις ενώσεις (του τρίτου τομέα). Οι σημαντικότερες ενώσεις και εγκαταστάσεις έχουν ισχυρές διασυνδέσεις με την Καθολική Εκκλησία. Αυτό είναι εν μέρει λόγω της αποστολής της Εκκλησίας και εν μέρει λόγω των πόρων στους οποίους αυτές οι οργανώσεις μπορούν να στηριχθούν: σημαντικός αριθμός εθελοντών, προσωπικό γραφείου με εμπειρία στην παροχή βασικών υπηρεσιών υποδοχής, παλαιές μονές και άλλες ιδιοκτησίες της Εκκλησίας που έχουν προσαρμοστεί κατάλληλα για την υποδοχή και που βρίσκονται στα κέντρα πόλεων. Το Πλαίσιο 3.2. δίνει ένα παράδειγμα από το Τορίνο. Στο Μιλάνο, οι περισσότερες αρχικές εγκαταστάσεις υποδοχής για τους μετανάστες οργανώνονται επίσης από τις εθελοντικές ενώσεις, Caritas, και τις εκκλησίες των κοινοτήτων (η Farsi Prossimo είναι η σημαντικότερη). Η χρηματοδότηση και ο συντονισμός παρέχονται από το γραφείο αλλοδαπών του δήμου. Το 1992, την εποχή της κορύφωσής του το σύστημα των αρχικών κέντρων υποδοχής πρόσφερε 1.450 κρεβάτια. Το 1995, μια προσωρινή διάσκεψη στρογγυλής τραπέζης σχετική με τα προβλήματα στέγασης των

Καινοτομίες στην Παροχή Υπηρεσιών

μεταναστών αναδημιούργησε και αναδιοργάνωσε τα δύο κύρια πρώτα κέντρα υποδοχής, βελτιώνοντας την ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών και μειώνοντας τον αριθμό κρεβατιών σε 390. Αυτά τα κέντρα υποδοχής θεωρούνται αντιπαραγωγικά από την άποψη της ενσωμάτωσης και της κοινωνικής αποδοχής. Η εξάμηνη μέγιστη παραμονή είναι δύσκολο να ακολουθηθεί λόγω της έλλειψης εναλλακτικών λύσεων και της δυσκολίας στην ανεύρεση κατοικίας. Για το συντονισμό και τη διαχείριση ζητημάτων έκτακτης ανάγκης των πιο ευάλωτων μεταναστών εργαζόμενων, οι τοπικές αρχές αναγκάζονται να αντιδράσουν στην μεγάλης κλίμακας παράνομη μετανάστευση που δημιουργείται από την ζήτηση για εργασία, την άτυπη οικονομία και τα ελλείμματα στο σύστημα ποσόστωσης. Αυτό φέρνει τις δημόσιες αρχές σε δύσκολη θέση, δεδομένου ότι δεν μπορούν να λάβουν κατασταλτικά μέτρα για οικονομικούς λόγους (οι εργοδότες θα διαμαρτύρονταν) και για πολιτικούς λόγους (οι συγκεντρώσεις των παράνομων μεταναστών δεν γοητεύουν συνήθως τους ψηφοφόρους). Συγχρόνως, δεν μπορούν να είναι άμεσα αρμόδιοι για την παροχή καταφυγίου στους παράνομους μετανάστες. Υποβοήθηση με την ποσόστωση

Μια σύγκριση μεταξύ των ετήσιων ποσοστώσεων και της εκτίμησης της νέας αλλοδαπής εργασίας από τις επιχειρήσεις, όπως σημειώνεται ανωτέρω, αποκαλύπτει ότι οι ποσοστώσεις δεν είναι αρκετές να ικανοποιήσουν τις τοπικές ανάγκες εργασίας. Αυτό σημαίνει ότι η ομαλή λειτουργία της περίπλοκης διαδικασίας ποσόστωσης είναι σημαντικότερη. Σε μερικά μέρη της χώρας, προσφέρονται ουσιαστικές εποχιακές ποσοστώσεις εργασίας. Αυτό συμβαίνει στην περιφέρεια Τρεντίνο-Άλτο Άντιτζε, όπου ο όγκος της εποχικής ποσόστωσης εργασίας ορίζεται στις δύο αυτόνομες επαρχίες (Τρέντο και Μπολτζάνο). Η αγορά εργασίας στην επαρχία Τρέντο στηρίζεται σε μεγάλο ποσοστό στη χρήση των εποχικών εργαζομένων στους τομείς της γεωργίας και του τουρισμού. Οι ενώσεις των εργοδοτών στο Τρέντο, όπως αλλού, από καιρό έχουν παραπονεθεί ότι οι χαμηλές ποσοστώσεις που έλαβε αυτή η επαρχία ήταν ανεπαρκείς να ικανοποιήσουν τη ζήτηση εργασίας. Τώρα που έχουν αυξηθεί οι ποσοστώσεις για να ικανοποιήσουν τη ζήτηση, ο κύριος προβληματισμός είναι το ποσό γραφειοκρατικής εργασίας που περιλαμβάνεται στη διαδικασία. Στα περισσότερα μέρη της Ιταλίας, στην πραγματικότητα, η διαδικασία για ζητήσει και να δεχτεί κανείς αλλοδαπούς εργαζομένους φαίνεται να είναι πάρα πολύ περίπλοκη και δυσκίνητη.

231

232

Για να διευκολύνει αυτόν τον στόχο, το Τρέντο στηρίζεται σε μια σειρά διαμεσολαβητών και σε έναν επαρχιακό φορέα. Στο 80% των περιπτώσεων στην επαρχία Τρέντο, οι εργοδότες υποβάλλουν ένα ονομαστικό αίτημα για έναν συγκεκριμένο εργαζόμενο στην ένωση των εργοδοτών, η οποία (ένωση) έπειτα έρχεται σε επαφή με το επαρχιακό γραφείο εργασίας. Η διαμεσολάβηση της ένωσης των εργοδοτών είναι ιδιαίτερα χρήσιμη για τους μικρούς αγρότες, οι οποίοι χρειάζονται μόνο μερικούς εργαζομένους για μια μικρή χρονική περίοδο. Αφότου εκδοθεί η έγκριση εισόδου στην Ιταλία, το επόμενο εμπόδιο είναι η μακριά σειρά αναμονής των υποψηφίων για βίζα (θεώρηση) στις πρεσβείες και τα προξενεία. Το 2003, το επαρχιακό γραφείο εργασίας του Τρέντο έλαβε το ασυνήθιστο μέτρο στέλνοντας το προσωπικό του να ανοίξει ένα γραφείο ένα πάτωμα επάνω από το ιταλικό προξενείο στην Πολωνία, για να επιβλέπει και να βελτιώσει τις διοικητικές διαδικασίες που είναι απαραίτητες για τη λήψη μιας εποχικής θεώρησης εργασίας. Αυτό επιτάχυνε αποτελεσματικά τη διαδικασία θεωρήσεων. Το 2004 έλαβαν την έγκριση από το Υπουργείο Εξωτερικών για να έχουν ένα προσωρινό γραφείο σε δύο προξενεία στη Ρουμανία προκειμένου να επιβλέπουν την έκδοση θεωρήσεων για 3.000 εποχικούς εργαζομένους. Επειδή οι αλλοδαποί πρέπει για να κάνουν αίτηση στο τοπικό αστυνομικό τμήμα για την άδεια διαμονής τους μέσα σε οκτώ ημέρες, το Τρέντο είδε μακριές σειρές αναμονής να σχηματίζονται στο κέντρο της πόλης. Αυτές οι σειρές αναμονής είχαν πολιτικό και οικονομικό κόστος: οι μακριές γραμμές μπροστά από το αστυνομικό τμήμα προκάλεσαν δημόσια ανησυχία σχετικά με τη διαχείριση των μεταναστευτικών εισροών, και οι εργοδότες έχασαν χρόνο παραγωγής λόγω της αναγκαστικής απουσίας του εργαζομένου. Τέτοια προβλήματα έγιναν πιο πιεστικά κατά τη διάρκεια της συγκομιδής. Το 2001, η επαρχία δημιούργησε μια πρόσθετη υπηρεσία, το CINFORMI,vi η οποία από τότε έγινε ο κύριος φορέας για την έκδοση των αδειών και την υποστήριξη της γενικής ενσωμάτωσης των μεταναστών στην επαρχία Τρέντο. Είναι ένα καλό παράδειγμα δημόσιας και ιδιωτικής συνεργασίας μεταξύ της επαρχίας και των διαφορετικών ενώσεων στο πώς να χειρίζονται την ποσόστωση τη σχετική με την περιφέρεια, απλοποιώντας τη διοικητική διαδικασία σχετικά με την έκδοση και την ανανέωση των αδειών παραμονής, και εισάγοντας άλλα ζητήματα ενσωμάτωσης (βλ. Πλαίσιο 3.3.).11 vi Τα αρχικά CINFORMI είναι από το κέντρο Centro Informativo per l’Immigrazione, δηλ. Κέντρο Πληροφοριών για τη Μετανάστευση. Στο πρωτότυπο κείμενο, δεν δίδεται ούτε στα ιταλικά ούτε στα αγγλικά η επεξήγηση της σύντμησης. Μόνο τα αρχικά αναφέρονται. Από εδώ και στο εξής, αυτό το Κέντρο θα αναφέρεται με τα αρχικά CINFORMI (Σ.τ.Μ.).

Καινοτομίες στην Παροχή Υπηρεσιών

Πλαίσιο 3.2. Ένα μη κερδοσκοπικό κέντρο υποδοχής και ένας κοιτώνας στο Τορίνο: Το Sermig Το Sermig είναι θρησκευτική ένωση που έχει ανακαινίσει ένα παλαιό εργοστάσιο όπλων που ανήκε στην περιφέρεια, το μετέτρεψε σε ένα ανοικτό σπίτι για εκείνους που ζητούν βοήθεια (όπως οι ανύπαντρες μητέρες, οι μετανάστες και εκείνοι που έχουν ανάγκη από φροντίδα, σπίτι ή εργασία). Από τις ρίζες του ως βάση για ιεραποστολική δραστηριότητα στις αναπτυσσόμενες χώρες, το Sermig, από το 1988, προσφέρει πρώτες βοήθειες και συμβουλές στους νεοφερμένους μετανάστες ενώ αναζητούν μια θέση εργασίας – σε συνεργασία με άλλες ενώσεις (π.χ. την Caritas) προσφέροντας μια παρόμοια υπηρεσία στην πόλη. Προσφέρουν κοιτώνα και γεύματα και σε Ιταλούς και σε μετανάστες (80 κρεβάτια για τους άνδρες και 40 για τις γυναίκες). Οι μετανάστες μπορούν να μείνουν το πολύ ένα μήνα εάν είναι άνεργοι, αλλά μερικοί απ’ αυτούς πηγαίνουν συχνά σε άλλες ενώσεις και επιστρέφουν έπειτα κάποια περίοδο. Επειδή η δομή είναι ιδιωτική, μπορεί να δεχτεί άστεγους ανεξάρτητα από το τι καθεστώς έχουν ως μετανάστες. Υπό αυτή την έννοια, χρησιμεύει ως μια ζωτικής σημασίας βαλβίδα ασφάλειας έναντι των καταφυγίων στην πόλη, τα οποία μπορούν μόνο να δεχτούν τους αλλοδαπούς με έγγραφα. Οι ώρες των κοιτώνων είναι συμβατές με την εργασία που κάνουν οι μετανάστες στην τοπική οικονομία: οι άντρες πρέπει να εγκαταλείψουν τις εγκαταστάσεις νωρίς το πρωί σε δύο βάρδιες, κάτι που αντιστοιχεί στον αρχικό χρόνο για τους εργάτες ημέρας που εργάζονται στις οικοδομές στην επαρχία του Τορίνου οι γυναίκες πρέπει να έλθουν νωρίτερα και να φύγουν αργότερα, αντίστοιχα με την εργασία τους ως παραμάνες και οικιακοί εργαζόμενες στην πόλη. Το Sermig παρέχει επίσης ιατρική περίθαλψη μέσω μιας κλινικής που είναι ανοικτή όλη την ημέρα (νοσοκόμες, ειδικοί σε διαφορετικούς τομείς, και οδοντιατρική φροντίδα), η οποία χρησιμοποιείται κυρίως από τους μετανάστες. Το Sermig παρέχει επίσης πιο μακροπρόθεσμη κατοικία στις γυναίκες που ωφελούνται από το Άρθρο 18, παράγραφος για σωματεμπορία στο Νόμο του 1998. Στα θύματα κακοποίησης και της εκμετάλλευσης και στα παιδιά τους παρέχεται στέγαση, υποστήριξη και παροχή συμβουλών και διαμεσολάβηση με τις τοπικές κοινωνικές υπηρεσίες. Η υπηρεσία χρηματοδοτείται χωριστά σύμφωνα με το Άρθρο 18. Δημιούργησαν επίσης μια επαγγελματική σχολή για αποκατάσταση έργων τέχνης το 1995 σε συνεργασία με την APRA (Ένωση Συντηρητών (Έργων) Τέχνης του Πεδεμόντιο)vii και σε συνεργασία με διάφορους δημόσιους και ιδιωτικούς φορείς. Αυτό το πρόγραμμα χρηματοδοτείται από την περιφέρεια Πεδεμόντιο, την επαρχία και το δήμο του Τορίνου, και την Ευρωπαϊκή Ένωση μέσω του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Ταμείου (ΕΚΤ). Το 2004, η σχολή παρείχε την ετήσια επαγγελματική κατάρτιση σε περίπου 100 νέους στις παραδοσιακές και προς εξαφάνιση τέχνες και τεχνικές αποκατάστασης έργων τέχνης και τους πρόσφερε ευκαιρίες απασχόλησης σε εκείνο τον τομέα. Παρ’ όλα αυτά, λίγοι ήταν οι μετανάστες που συμμετείχαν σε αυτές τις σειρές μαθημάτων.

vii Τα αρχικά APRA αντιστοιχούν στο Associazione piemontese dei restauratori d’arte, δηλ. στην Ένωση Συντηρητών (Έργων) Τέχνης του Πεδεμόντιο (Σ.τ.Μ.).

233

234

Το Τρέντο δεν είναι με κανένα τρόπο η μόνη επαρχία που αντιμετωπίζει θέματα πρόσβασης στις άδειες, και περισσότερες από τις μισές ιταλικές επαρχίες είχαν αναπτύξει κάποιο είδος συνεργασίας για την επιτάχυνση της ανανέωσης αδειών μέχρι το 2004. Εντούτοις, το CINFORMI πηγαίνει ένα βήμα από τις συνηθισμένες υπηρεσίες τέτοιων συνεργασιών. Υπάρχουν διάφοροι αξιοσημείωτοι παράγοντες πίσω από την επιτυχία του CINFORMI. Κατά πρώτον, οι υπηρεσίες παρέχονται στην ίδια δομή από διαφορετικούς συνεταιρισμούς μέσω ανταγωνιστικών προσφορών, και αποφεύγονται οι μεγάλες διαφορές στους μισθούς. Αυτό έχει περιορίσει τις εντάσεις που υπάρχουν αλλού σε τέτοιες δημόσιες-ιδιωτικές οργανώσεις. Δεύτερον, η δομή ήταν σε θέση να προσδιορίσει και να ικανοποιήσει τις πρόσθετες απαιτήσεις των χρηστών, προσφέροντας συμβουλές και υπηρεσίες δημόσιας ευαισθητοποίησης. Τρίτον, το CINFORMI βλέπει το ρόλο του ως διευκόλυνση της πρόσβασης στις υπάρχουσες υπηρεσίες παρά ως π αροχή μιας ειδικά στοχοθετημένης έκδοση της ίδιας υπηρεσίας σε έναν αποκλειστικά μεταναστευτικό πληθυσμό. Μέσα σε αυτό το πνεύμα, το κέντρο δεν προσφέρει, παραδείγματος χάριν, υποστήριξη σε μετανάστες επιχειρηματίες, αλλά μάλλον προσανατολίζει τους αλλοδαπούς προς τις κύριες (mainstream) υπηρεσίες.

Καινοτομίες στην Παροχή Υπηρεσιών

Πλαίσιο 3.3. Κέντρο Πληροφοριών της επαρχίας του Τρέντο: CINFORMI Το γραφείο CINFORMI δημιουργήθηκε το 2001 από την επαρχία Τρέντο για να διευκολύνει την έκδοση και την ανανέωση των αδειών των μεταναστών. Ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά του είναι η ολοκληρωμένη προσέγγισή του σε ζητήματα μετανάστευσης σε συνεργασία με διαφορετικές οντότητες που περιλαμβάνονται στην περιφέρεια. Οι κύριες δραστηριότητές του προσανατολίζονται σε τέσσερις σκοπούς: α) στην υποστήριξη της λειτουργίας του συστήματος αποδοχής και αδειών (διαμονής), β) στην παροχή συμβουλών και προσανατολισμός, γ) σε ένα κέντρο-κλήσης, και δ) στη δημιουργία μέσων, στην πληροφόρηση και στην (ευρύτερη) ευαισθητοποίησης. Εξυπηρετεί επίσης πολλές άλλες λειτουργίες που είναι σχετικές με την μετανάστευση, συμπεριλαμβανομένων των προτάσεων έρευνας και προγραμμάτων, αλλά η καρδιά της δραστηριότητάς αυτού το Κέντρου βρίσκεται στο ρόλο του ως σημείο εξυπηρέτησης από μια και μόνο υπηρεσία (one-stop shop) για τις διαδικασίες εισόδου και αδειών. Το σύστημα κρατήσεων έχει κανονιστεί με τη νομαρχία ώστε να παρέχει στους μετανάστες εργαζομένους τις κατάλληλες άδειές. Ο στόχος του CINFORMI είναι να δημιουργήσει μια διαδικτυακή σύνδεση δίκτυο με τη νομαρχία και το επαρχιακό γραφείο εργασίας για να επεξεργάζεται τις ίδιες πληροφορίες μέσω της δημιουργίας μιας κοινής τράπεζας στοιχείων προκειμένου να αποφευχθούν οι περιττές επαναλήψεις, να απλοποιηθεί και να γίνει ολόκληρη η διαδικασία αποδοτικότερη. Το επαρχιακό γραφείο εργασίας (Servizio Lavoro [κυρ. Υπηρεσίες Εργασίας]) παρέχει στο CINFORMI ένα αρχείο στοιχείων όλων των εποχικών εργαζομένων που εγκρίθηκα για να εισέλθουν στην επαρχία Τρέντο (εκτός από τους εργαζομένους στη γεωργία).* Το CINFORMI απλοποίησε τη διαδικασία για τους εποχικούς αλλοδαπούς εργαζομένους με την έκδοση μιας παρουσίασης μιας απόδειξης ότι ο αλλοδαπός έχει υποβάλει αίτηση για την άδεια διαμονής. Οι άδειες διαμονής δεν εκδίδονται για τους εποχικούς εργαζομένους που μένουν λιγότερο από 4 μήνες. Αυτό γίνεται επειδή το αστυνομικό τμήμα του Τρέντο πρέπει πρώτα να στείλει τα δακτυλικά αποτυπώματα των υποψηφίων στο κεντρικό αρχείο του γραφείου αλλοδαπών στη Ρώμη, μια διαδικασία που διαρκεί αρκετούς μήνες και δεν είναι εφικτό για βραχυπρόθεσμους εργαζομένους. Ενώ το επαρχιακό γραφείο εργασίας, που ανταποκρίνεται στα επαναλαμβανόμενα αιτήματα του αστυνομικού τμήματος, έλαβε τα αποτυπώματα από τους βραχυπρόθεσμους εποχικούς εργαζομένους το 2002, αυτή η διαδικασία ανεστάλη το 2003 και το 2004. Επίσης, το CINFORMI επεξεργάζεται τις αιτήσεις των αδειών διαμονής που υποβάλλονται από τους πολύ καλά καταρτισμένους εργαζομένους, όπως πανεπιστημιακοί καθηγητές και επιχειρηματίες εκπρόσωποι που εμπλέκονται στη συλλογική εργασία. Για όλες τις άλλες κατηγορίες υποψηφίων, το CINFORMI παρέχει πληροφόρηση για το τι έγγραφα το αστυνομικό τμήμα απαιτεί, και ελέγχει ώστε να διασφαλιστεί ότι η τεκμηρίωση είναι ολοκληρωμένη. Λόγω του μεγέθους και της δυσκολίας που υπάρχει στην μετακίνηση σε αυτή την επαρχία, αυτή η υπηρεσία είναι επίσης διαθέσιμη σε τοπικά υποκαταστήματα, που βοηθούν να αποφεύγεται το χάσιμο χρόνου από την απασχόλησης λόγω της προετοιμασίας όλων των απαραίτητων εγγράφων. Περιοδικά, το CINFORMI ενημερώνει ηλεκτρονικά το αστυνομικό τμήμα για τις ολοκληρωμένες εφαρμογές, και διατηρεί διαδικτυακή σύνδεση που επιτρέπει στο αστυνομικό τμήμα να ελέγχει όλες τις αιτήσεις. Ολόκληρο το σύστημα είναι βασισμένο σε καλή εμπιστοσύνη. * Οι εποχικοί εργαζόμενοι για τη βραχυπρόθεσμη εργασία (δηλ. λιγότερο από 4 μήνες) στη γεωργία λαμβάνουν την άδεια διαμονής τους μέσω ενός άλλου συστήματος. Η έγκριση εισαγωγής εκδίδεται από το αστυνομικό τμήμα, το οποίο διαβιβάζει την παραλαβή στις ενώσεις των εργοδοτών, οι οποίες τη μεταβιβάζουν (την έγκριση) στους κατάλληλους εργοδότες. Έπειτα, οι εργοδότες δίνουν αυτή την έγκριση στους αλλοδαπούς εργαζομένους όταν έρχονται στην επαρχία Τρέντο.

235

236

Οι άλλες περιφέρειες που εξετάστηκαν κατά τη διάρκεια της περιπτωσιολογικής μελέτης αποκάλυψαν διαφορετικές προσεγγίσεις στο ζήτημα της διευκόλυνσης του συστήματος ποσόστωσης. Παραδείγματος χάριν, η περιφέρεια Πεδεμόντιο συμμετείχε, μαζί με τέσσερις άλλες περιφέρειες (Βένετο, Εμίλια-Ρομανία, Τοσκάνη και Καμπανία) σε μια μελέτη σχετική με την εμπειρία των περιφερειών με το σύστημα ποσόστωσης που διεξήχθη από την Italia Lavoro12 (Italia Lavoro, 2004). Η ποσόστωση που εγκρινόταν από την κεντρική κυβέρνηση ήταν πάντα πολύ χαμηλότερη από αυτή που οι επιχειρήσεις στο Πεδεμόντιο ζητούσαν, και έτσι δεν ήταν επαρκής να ικανοποιήσει τις ανάγκες της αγοράς εργασίας. Σε μερικές περιπτώσεις μόνο το 30% της ζητούμενης ποσόστωσης εγκρίθηκε. Το 2004, η επαρχιακή Διεύθυνση εργασίας του Τορίνο έλαβε περισσότερες από 3.000 αιτήσεις, για 379 διαθέσιμες θέσεις. Το Μιλάνο έλαβε περισσότερες από 2.500 αιτήσεις για 700 διαθέσιμες θέσεις. Επιπλέον, σε σχέση με το σύστημα ποσόστωσης, η Italia Lavoro δεν βρήκε κανένα αξιόπιστο πρότυπο ή τυποποιημένη διαδικασία για την εκτίμηση των αναγκών αγοράς εργασίας και των βιώσιμων ροών. Οι τρέχουσες εκτιμήσεις έγιναν κατά προσέγγιση και έτσι ήταν ανακριβείς: οι επαρχιακές Διευθύνσεις Εργασίας τηλεφωνούν στις ενώσεις των εργοδοτών και ρωτούν τον αριθμό των μεταναστών εργαζομένων που χρειάζονται. Μεταφέρουν έπειτα αυτές τις πληροφορίες στο περιφερειακό συμβούλιο, και μέσω αυτού στο Υπουργείο. Έτσι, είναι δύσκολο να υπολογιστούν οι ανάγκες αγοράς εργασίας σε μερικούς τομείς (δηλ. οικονόμοι και φροντιστές). Στην πραγματικότητα, στο Πεδεμόντιο και το Μιλάνο, είδαν ότι το σύστημα ποσόστωσης κατά ένα μεγάλο μέρος ότι ήταν άσχετο στον προγραμματισμό των μέτρων ενσωμάτωσης. Αυτές οι περιφέρειες, με τους μεγάλους πληθυσμούς των εγκατεστημένων μεταναστών δεν κοιτάζουν τις ποσοστώσεις για να ικανοποιήσουν τις ανάγκες εργασίας τους. Όπως οι περισσότερες περιφέρειες ή επαρχίες, θεωρούν την ποσόστωση δεδομένη επειδή δεν πιστεύουν ότι μπορούν να επηρεάσουν την κεντρική κυβέρνηση, και προσπαθούν ελάχιστα να βελτιώσουν ή να υποστηρίξουν το σύστημα. Η μόνη εξαίρεση είναι η επαρχία του Πεδεμόντιο Κουνέο (Cuneo), η οποία ήταν σε θέση να δώσει επιχειρήματα για μια σχετικά υψηλή ποσόστωση εισόδων για τους εποχικούς εργαζομένους στη γεωργία. Η ικανότητα της επαρχίας Τρέντο να διαχειριστεί επιτυχώς την είσοδο στο πλαίσιο του συστήματος ποσόστωσης ήταν θεμελιώδης στο να κάνει το σύστημα να δουλέψει για την επαρχία. Αρχίζοντας το 2003 η επαρχία Τρέντο, σχεδόν μόνη στην Ιταλία, κατάφερε να επηρεάσει την κεντρική κυβέρνηση και

Καινοτομίες στην Παροχή Υπηρεσιών

να λάβει τη ζητούμενη εποχική ποσόστωση. Η επαρχία έπεισε την κεντρική κυβέρνηση για τις συνέπειες της αποδοτικής αντιστοίχισης της προσφοράς και της ζήτησης της αλλοδαπής εργασίας. Θα μπορούσε να υποθέσει κανείς ότι η κεντρική κυβέρνηση δεν θα είχε ορίσει αυτές τις υψηλές ποσοστώσεις εάν το Τρέντο δεν είχε αποδείξει την ικανότητά του να διαχειρίζεται τις ροές (εισαγωγής μεταναστών) και να αποτρέπει τους εργαζομένους να παραμένουν στην Ιταλία μετά το τέλος των συμβάσεών τους. Η διαχείριση του συστήματος έγκρισης σε τοπικό επίπεδο έχει οδηγήσει, τουλάχιστον στην περίπτωση του Τρέντο, στην ανάπτυξη προηγμένων δημόσιων υπηρεσιών που, ενώ δημιουργούνται αρχικά με στόχο να διευκολύνουν μια διοικητική διαδικασία, έχουν εξελιχθεί σε ένα σημείο αναφοράς και διαχείρισης ενός ευρέως φάσματος ζητημάτων ενσωμάτωσης. Η ανάγκη να αναπτυχθούν (και να δοθούν) τοπικές λύσεις στα γραφειοκρατικά εμπόδια μπορεί, στην καλύτερη των περιπτώσεων, να φέρει τις δημόσιες υπηρεσίες σε επαφή με τους μετανάστες και να οδηγήσει σε μια μεγαλύτερη κατανόηση των αναγκών τους, είτε σχετικών με την απασχόληση είτε όχι. Συγχρόνως, αυτό το είδος παράλληλης ποσόστωσης και διοικητικής υπηρεσίας αδειών είναι ένας τρόπος με τον οποίο η κεντρική κυβέρνηση - που χωρίς αμφισβήτηση αυτή η ευθύνη πέφτει στην αστυνομία – μετατοπίζει τα διοικητικά έξοδα στις τοπικές αρχές. Είναι επομένως μια περίπτωση ορθής πρακτικής που αντισταθμίζει κάποια αποτυχία αλλού στο σύστημα. Νομιμοποίηση

Νομιμοποίηση - επίσης γνωστή ως αμνηστία - είναι ο αρχικός τρόπος με τον οποίο χορηγεί η Ιταλία άδειες στους αλλοδαπούς εργαζομένους. Οι αμνηστίες πραγματοποιούνται κατά μέσον όρο κάθε τέσσερα έτη και έχουν δημιουργήσει έναν τεράστιο διοικητικό φόρτο εργασίας και ζήτηση για πληροφόρηση. Αυτό έχει οδηγήσει στη συμμετοχή και των τοπικών αρχών και του τρίτου τομέα, όπου ο ρόλος του τρίτου τομέα έχει ενισχυθεί και διασφαλίζει και ότι υλοποιείται η εθνική πολιτική και ότι ωφελούνται οι μετανάστες πραγματικά από τη νομιμοποίηση. Σε μια μεγαλύτερη έκταση από ότι τα προηγούμενα έτη, η νομιμοποίηση του 2002 λειτούργησε ως ερέθισμα για πολλές ενώσεις ώστε να υποστηρίξουν τους υποψηφίους. Οι αιτήσεις επρόκειτο να υποβληθούν στα ταχυδρομεία, στα οποία δεν υπήρξε καμία βοήθεια. Η μικρή χρονική περίοδος εφαρμογής (60 ημέρες) και η ανάγκη προετοιμασίας εγγράφων και οι πληρωμές των συντάξεων σήμαναν ότι πολλοί αλλοδαποί στράφηκαν προς στις ενώσεις για να βρουν βοήθεια στη συμπλήρωση των εντύπων και στην προσκόμιση

237

238

αποδεικτικών εγγράφων. Σε μερικές περιπτώσεις, οι ενώσεις υπερασπίστηκαν τους εργαζομένους σε περιπτώσεις όπου οι εργοδότες τους αρνήθηκαν να τους νομιμοποιήσουν, ή όταν επέμειναν οι εργοδότες - παράνομα –να πληρώνουν οι ίδιοι οι εργαζόμενοι τις προηγούμενες συνταξιοδοτικές εισφορές τους. Τα συνδικάτα βρέθηκαν στην πρώτη γραμμή και βοήθησαν. Στο Μιλάνο, μόνο η CGILviii χειρίστηκε 30.000 αιτήσεις. Εξίσου σημαντικό ήταν η ACLIColf, η Ένωση των Καθολικών Εργαζομένων για τους οικιακούς εργαζομένους [οικιακούς βοηθούς],ix η οποία ίδρυσε παραρτήματα στη μητροπολιτική περιοχή (του Μιλάνου) για να βοηθήσει τους οικιακούς εργαζομένους με τις διαδικασίες τους. Αυτή η επαφή ενίσχυσε το ρόλο αυτών των ενώσεων ως εκπροσώπους των μεταναστών εργαζομένων, ειδικά όταν οι άλλοι φορείς ήταν ανίκανοι να ανταποκριθούν συντονισμένα. Τα συνδικάτα δεν ήταν μόνα που συμμετείχαν σε αυτή την προσπάθεια. Στην περιφέρεια της Λομβαρδίας, η Ένωση των Εργοδοτών Βιομηχάνων, ονόματι Assolombarda, έστειλε το προσωπικό της για να βοηθήσει την Νομαρχία του Μιλάνου στη νομιμοποίηση των συμβάσεων των υπαλλήλων. Στο Τρέντο, όπου η νομιμοποίηση είχε περιορισμένα αποτελέσματα (ο αλλοδαπός πληθυσμός αυξήθηκε μόνο κατά 16% έναντι του 50% ή του 60% όπως στη Λομβαρδία ή το Πεδεμόντιο), το CINFORMI, η υπάρχουσα δημόσια αντιπροσώπευση της επαρχίας, ήταν σε θέση να υποστηρίξει τη νομιμοποίηση. Διδασκαλία γλώσσας

Αν και λέγεται ότι τα ιταλικά λέγεται ότι είναι η τέταρτη ξένη γλώσσα στον κόσμο που έχει μελετηθεί και μιλιέται τόσο πολύ, οι περισσότεροι μετανάστες εργαζόμενοι που φθάνουν στην Ιταλία ξέρουν λίγα ή καθόλου ιταλικά. Αυτό περιορίζει αισθητά τις επαγγελματικές ευκαιρίες και την την κοινωνική ενσωμάτωσή τους. Οι εργοδότες τόνισαν ότι οι φτωχές γλωσσικές δεξιότητες στην ιταλική γλώσσα ήταν ένα από τα σημαντικότερα εμπόδια στην παροχή επαγγελματικής κατάρτισης, παραδείγματος χάριν. Δεδομένου ότι οι περισσότερες ευκαιρίες κατάρτισης είναι διαθέσιμες μόνο στα ιταλικά, και οι περισσότεροι εργοδότες περιμένουν από τους μετανάστες εργαζομένους τους να λάβουν κάποια κατάρτιση, απαραίτητη προϋπόθεση είναι η καλή γνώση της ιταλικής γλώσσας (ιταλομάθεια). viii Τα αρχικά CGIL αντιστοιχούν στο Confederazione Generale Italiana del Lavore, δηλ. στη Γενική Συνομοσπονδία Εργατών Ιταλίας – κάτι αντίστοιχο με την ελληνική ΓΣΕΕ. Στο πρωτότυπο κείμενο, δεν υπάρχει επεξήγηση των αρχικών ούτε στα ιταλικά ούτε στα αγγλικά (Σ.τ.Μ.). ix Τα αρχικά ACLI αντιστοιχούν στο Associazioni Cristiane Lavoratori Italiani, δηλ. στη Χριστιανική Ένωση Ιταλών Εργαζομένων (Σ.τ.Μ.).

Καινοτομίες στην Παροχή Υπηρεσιών

Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1990, καθώς ο μεταναστευτικός πληθυσμός στην Ιταλία αυξήθηκε, μια ευρεία ποικιλία μαθημάτων γλώσσας προσφέρθηκε από τις τοπικές αρχές και από τον τρίτο τομέα. Αυτές οι σειρές μαθημάτων ποίκιλαν αρκετά από την άποψη της διάρκειας, την ποιότητα, και το πρόγραμμα σπουδών, και εξέδιδαν πιστοποιητικά που δεν αναγνωρίστηκαν παγκοσμίως. Μερικά από αυτά τα μαθήματα προσφέρονταν δωρεάν από τις εθελοντικές οργανώσεις. Σε άλλες περιπτώσεις, οι δήμοι έδωσαν αυτές τις σειρές μαθημάτων στον τρίτο τομέα. Τότε, προσφέρθηκε επίσης εκπαίδευση ενηλίκων σε μερικά δημόσια σχολεία, αλλά έπαιξε έναν πολύ περιορισμένο ρόλο στην ικανοποίηση της ιταλομάθειας των νέων μεταναστών. Το 1997 το Υπουργείο Δημόσιας Εκπαίδευσης (τώρα Υπουργείο Δημόσιας Εκπαίδευσης, Πανεπιστημίου και Έρευνας) πραγματοποίησε μια σημαντική μεταρρύθμιση του συστήματος εκπαίδευσης ενηλίκων (Εντολή 455/97 Υπουργείου), αναδιοργανώνοντας τον τομέα της εκπαίδευσης ενηλίκων για να ικανοποιήσει τις ανάγκες τριών κύριων ομάδων χρηστών: εκείνων που στερούνται σχολικά πιστοποιητικά (στοιχειώδους και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης), εκείνων που χρειάζονται τις γλωσσικές δεξιότητες στην ιταλική γλώσσα, και εκείνων που ενδιαφέροντα για άλλες σειρές μαθημάτων. Αυτή η τελευταία κατηγορία περιλαμβάνει τις επαγγελματικές δεξιότητες όπως οι δεξιότητες φωτογραφίας και υπολογιστών, αλλά το σύστημα των δημόσιων σχολείων δεν μπορεί και δεν ανταγωνίζεται με το σύστημα πιστοποίησης επαγγελματικής κατάρτισης το οποίο διευθύνεται από το Υπουργείο Εργασίας. Το Μόνιμο Τοπικό Κέντρο για την Εκπαίδευση Ενηλίκων (CTP)x δημιουργήθηκε επίσης, με την ανάθεση δασκάλων της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμια εκπαίδευσης στην εκπαίδευση ενηλίκων. Το σύστημα επεκτάθηκε γρήγορα για να περιλάβει περίπου 600 σχολεία μέχρι το 2001. Το 2001/2002, 76.819 αλλοδαποί μαθητές έκαναν μαθήματα σε ένα CTP, συμπεριλαμβανομένων 42.855 μαθητών στις σειρές μαθημάτων γλωσσικής ενσωμάτωσης, 11.298 στις εισαγωγικές βασικές κατηγορίες γλωσσικών δεξιοτήτων και 22.666 στις μέσες κατηγορίες σχολικών πιστοποιητικών. Το τελευταίο είναι σημαντικό για τους μετανάστες επειδή είναι συνήθως μια προϋπόθεση για την εγγραφή τους στις χρηματοδοτούμενες από το δημόσιο σειρές μαθημάτων επαγγελματικής κατάρτισης.

Το CTP αντιστοιχεί στο Centro territorial permanente per l’educazione in età adulta, δηλ. στο Μόνιμο Τοπικό Κέντρο για την Εκπαίδευση Ενηλίκων. Από δω και στο εξής, θα αναφέρεται ως CTP (Σ.τ.Μ.).

x

239

240

Η αυτόνομη επαρχία Τρέντο δεν είναι κομμάτι του εθνικού εκπαιδευτικού συστήματος και επομένως δεν ακολουθεί τις ίδιες διαδικασίες , εντούτοις, χρησιμοποιεί τον επαρχιακό φορέα εκπαίδευσής του με παρόμοιο τρόπο, δηλ. πέντε διαφορετικά σχολεία διασκορπισμένα στην επαρχία. Εκτός από τα πιστοποιητικά γλώσσας και εκπαίδευσης που προσφέρονται από το εθνικό σύστημα CTP, το Τρέντο προσφέρει επίσης βοήθεια στην πιστοποίηση προηγούμενων σπουδών και παρέχει την πιστοποίηση δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Για τους σκοπούς αυτής της περιπτωσιολογικής μελέτης, είναι σημαντικό να σημειωθεί η γρήγορη ενσωμάτωση του CTP στην τοπική πολιτική ενσωμάτωσης σε κάθε μια από τις περιφέρειες που εξετάζονται. Σε μερικές περιπτώσεις, όπως στο δήμο του Τορίνο, τα τοπικά σχολεία που ήδη υπήρχαν στην περιφέρεια για τη γλωσσική κατάρτιση, με το που έγιναν CTP χορηγήθηκαν απλά περισσότεροι πόροι στις τοπικές αρχές. Οι τοπικές αρχές έπαψαν να υποστηρίζουν τις χωριστές γλωσσικές κατηγορίες για τους μετανάστες και άρχισαν να εργάζονται με τα CTP στην περιφέρεια ώστε να συντονίσουν τη διδασκαλία γλώσσας, τη βασική εκπαίδευση και τη μέση σχολική πιστοποίηση για όλους. Η συμμετοχή τους έλαβε μερικές φορές τη μορφή παροχής πρόσθετου προσωπικού από τον προϋπολογισμό των τοπικών αρχών για να υποστηρίξει τους δασκάλους που πληρώνονταν από το Υπουργείο. Οι σειρές μαθημάτων που προσφέρθηκαν από τον τρίτο τομέα που διαδραμάτισαν έναν σημαντικό ρόλο κατά τη διάρκεια της αποδιοργάνωσης της δεκαετίας του 1990 – βγήκαν από τη μέση λόγω του καλύτερου συντονισμού και του ανταγωνισμού των επίσημων εκπαιδευτικών δομών. Για εκείνους τους μετανάστες που δεν είχαν έγγραφα (λαθρομετανάστες), και που δεν επιτρεπόταν επίσημα να γραφτούν σε CTP, παρεχόταν – και ακόμα παρέχεται - η εναλλακτική εκπαίδευση από τις εθελοντικές οργανώσεις όπως την Caritas. Η εμπιστοσύνη σε ένα εθνικό δημόσιο σύστημα έλυσε τα προβλήματα έλλειψης πιστοποίησης και της ασυντόνιστης και πανομοιότυπης προσφοράς μαθημάτων γλώσσας. Όταν συγκρίνεται με το χώρο επαγγελματικής κατάρτισης, όπου ο συντονισμός και η επικάλυψη είναι προβληματικά, η γλωσσική κατάρτιση μπορεί να θεωρηθεί κατά ένα μεγάλο μέρος λυμένη από το σύστημα CTP. Επαγγελματική κατάρτιση

Όπως συζητήθηκε παραπάνω, οι Ιταλοί εργοδότες εκφράζουν τον προβληματισμό τους για το επίπεδο των προσόντων των μεταναστών, ιδιαίτερα στους εξειδικευμένους και τους πολύ καλά καταρτισμένους εργασιακούς

Καινοτομίες στην Παροχή Υπηρεσιών

τομείς. Η επαγγελματική κατάρτιση θεωρείται πολύ σημαντική προκειμένου να αυξηθεί η ποιότητα των εργασιών που εκτελούνται από τους μετανάστες. Υπάρχουν δύο κύρια είδη πρωτοβουλιών επαγγελματικής κατάρτισης για τους αλλοδαπούς: κατάρτιση στη χώρα προέλευσης και κατάρτιση στην Ιταλία μέσα στο υπάρχον σύστημα επαγγελματικής κατάρτισης. Προηγούμενη κατάρτιση θεωρείται ως βάση και στην τρέχουσα πολιτική αποδοχής και στα προγράμματα περιφερειακής ανάπτυξης. Τα τελευταία περιλαμβάνουν γενικά τις σειρές μαθημάτων οργανωμένων σε περιφερειακό και τοπικό επίπεδο, πρώτιστα με τη χρηματοδότηση του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Ταμείου (ΕΚΤ). Όσον αφορά την εκπαίδευση στο εξωτερικό, ο Νόμος 189/2002 (Άρθρο 23) ενθαρρύνει τα επιμορφωτικά προγράμματα στις χώρες προέλευσης, που στοχεύσουν στην παροχή συγκεκριμένων δεξιοτήτων, προκειμένου να: α) αντιστοιχίσουν τις απαιτήσεις ιταλικών εταιρειών για συγκεκριμένους τομείς και θέσεις εργασίας, β) οι ιταλικές εταιρείες που δραστηριοποιούνται στις χώρες προέλευσης, να αντιμετωπίζουν ευνοϊκά τους μετανάστες, και γ) να ενθαρρύνουν τις οικονομικές και ανεξάρτητες επιχειρηματικές πρωτοβουλίες στη χώρα προέλευσης. Οι αλλοδαποί που εκπαιδεύονται στο πλαίσιο αυτών των προγραμμάτων έχουν προτεραιότητα πρόσβασης στο σύστημα ποσόστωσης. Τέτοια εκπαιδευτικά μαθήματα έχουν ήδη υπάρξει. Παραδείγματος χάριν, το Υπουργείο Εργασίας υπέγραψε συμφωνία με την Ένωση των Ιταλικών Κατασκευαστικών εταιρειών (ANCE)xi το 2001 για την κατάρτιση των εργαζομένων σε κατασκευαστικά έργα στην Πολωνία και την Τυνησία, που θα ήταν σε θέση έπειτα να έλθουν στην Ιταλία.13 Λόγω του μικρού μεγέθους των επιχειρήσεων των περισσότερων εργοδοτών και του χρονικού πλαισίου της ζήτησης, είναι δύσκολο να οργανωθούν μαθήματα. Από το 2002, το Υπουργείο Εξωτερικών υποστηρίζει επιμορφωτικά μαθήματα στην Αλβανία, την Τυνησία και το Μαρόκο (Chaloff και Piperno, 2004). Τέτοια μαθήματα γίνονται ολοένα και περισσότερο δημοφιλή, ειδικά στο πλαίσιο των πρωτοβουλιών περιφερειακής ανάπτυξης. Ένα παράδειγμα ενός πρόσφατα επιτυχούς προγράμματος επαγγελματικής κατάρτισης μεταξύ της Ιταλίας και της χώρας προέλευσης είναι στο Τρέντο (βλ. Πλαίσιο 3.4.).

xi Το ANCE αντιστοιχεί στην ένωση Associazione nazionale construttori edili, δηλ. Ένωση Ιταλικών Κατασκευαστικών Εταιρειών. Δεν υπάρχει η ιταλική ανάλυση της σύντμησης στο πρωτότυπο κείμενο (Σ.τ.Μ.).

241

242

Πλαίσιο 3.4. Κατάρτιση των αλλοδαπών εργαζομένων στη χώρα προέλευσής τους: Μια πρωτοβουλία του Τρέντο Σχετικά με τις εκπαιδευτικές και τις αναβαθμισμένες δεξιότητες, έχουν προωθηθεί πρόσφατα μερικές πρωτοβουλίες για να εκπαιδευθούν οι μετανάστες στη χώρα προέλευσης (κυρίως στη Ρουμανία και την Τυνησία), ώστε να ικανοποιηθούν οι απαιτήσεις που προβάλλουν οι εταιρείες στο Τρεντίνο. Προκειμένου να ικανοποιηθεί η ζήτηση για καταρτισμένους εποχικούς εργαζομένους στον τουρισμό, το 2004 η Ένωση Εμπορίου και Τουρισμού (Unione del Commercio ε del Turismo) ξεκίνησε ένα διμερές πρόγραμμα με μια Ρουμανική Επαγγελματική Σχολή για Ξενοδοχειακές επιχειρήσεις και Τροφοδοσία το «Διεθνή Τύπο Σχολής» (“Unione Forma School”) στο Βουκουρέστι. Το πρόγραμμα προορίζεται να καλύψει τις μακροπρόθεσμες ανάγκες εργασίας στον τομέα του τουρισμού. Αυτό το πρόγραμμα, το πρώτο αυτού του τύπου στην Ιταλία, οργανώθηκε στα πλαίσια της πρωτοβουλίας «Συνεργασία Ρουμανίας Ιταλίας, Καλοκαίρι 2004», που οργανώθηκε από κοινού από την επαρχία Τρέντο, την Ένωση Εμπορίου και Τουρισμού, και από την Ομοσπονδία των Συνεταιρισμών του Τρεντίνο. Η σειρά μαθημάτων διαιρέθηκε στις διαφορετικές φάσεις. Στην πρώτη φάση, επιλέχτηκαν 81 σπουδαστές για την ιταλική γλωσσική κατάρτιση στο Βουκουρέστι. Εκείνοι που είχαν καλά αποτελέσματα ήρθαν στην Ιταλία τον Ιούνιο του 2004 για άλλες δύο εβδομάδες γλωσσικής κατάρτισης. Κατά τη διάρκεια της τρίτης φάσης, οι σπουδαστές είχαν τρεις μήνες επαγγελματικής κατάρτισης στις διαφορετικές τουριστικές επιχειρήσεις στην επαρχία Τρέντο, και ακολούθησαν και μια επιπρόσθετη επαγγελματική κατάρτιση στη χώρα προέλευσής τους. Στο τέλος του 2004, οι τουριστικές επιχειρήσεις που συμμετείχαν σε αυτό το πρόγραμμα (περίπου 50) πρόσφεραν μια εποχική σύμβαση εργασίας στους επιτυχείς σπουδαστές. Ένα παρόμοιο πρόγραμμα προγραμματίζεται για την Ουγγαρία και τη Βουλγαρία. Τα πλεονεκτήματα του προγράμματος αυτού για τους εργοδότες είναι σαφή: η ζήτηση για το εκπαιδευμένο στην ιταλική γλώσσα προσωπικό στον τομέα του τουρισμού είναι πολύ υψηλή. Οι δαπάνες κατάρτισης είναι χαμηλότερες στη Ρουμανία απ’ ό,τι είναι στο Τρέντο. Οι εκπαιδευόμενοι είναι σε θέση να ωφεληθούν αφ’ ενός από την προτεραιότητα που δίνεται στην εποχική ποσόστωση εργασίας και αφ’ ετέρου από τη σχέση με την εμπορική ένωση που υποστηρίζει την αίτηση της θεώρησής (βίζας) τους.

Διάφορα παραδείγματα αυτού του είδους πρωτοβουλιών προέκυψαν επίσης σε άλλες ιταλικές περιφέρειες. Παραδείγματος χάριν, η περιφέρεια της Λομβαρδίας προωθεί επιμορφωτικά προγράμματα στις χώρες προέλευσης, που στοχεύουν στην παροχή των συγκεκριμένων δεξιοτήτων για να ικανοποιήσει τις περιφερειακές ανάγκες. Διαφορετικές σειρές μαθημάτων οργανώθηκαν στην Τυνησία και τη Σλοβακία κατά τη διάρκεια του περασμένου χρόνου (18 Τυνήσιοι και 14 Σλοβάκοι σε ένα επιμορφωτικό μάθημα για ειδικευμένους εργαζομένους στα κατασκευαστικά έργα, παραδείγματος χάριν) και τα βιογραφικά σημειώματα των συμμετεχόντων έχουν καταχωρηθεί σε μια διαδικτυακή βάση δεδομένων

Καινοτομίες στην Παροχή Υπηρεσιών

(Passaporto Lavoro) επιτρέποντας στους εργοδότες στης Λομβαρδία να εξετάζουν και να καλούν τους υποψηφίους, εάν είναι απαραίτητο. Μια σειρά μαθημάτων για τα τουριστικά γραφεία οργανώθηκε επίσης στη Μολδαβία και τα βιογραφικά σημειώματα αυτών των τουριστικών πρακτόρων καταχωρήθηκαν σε ένα διαδικτυακό κατάλογο. Μια ατέλεια αυτού του συστήματος είναι ότι οι περισσότεροι εργοδότες ψάχνουν για τους εργαζομένους που γνωρίζουν ήδη, ενώ οι σειρές μαθημάτων προσφέρονται σε εκείνους που θα ελάμβαναν προτεραιότητα μεταξύ των λίγων μη-ονομαστικών αιτημάτων. Περαιτέρω, λόγω του μικρού αριθμού συμμετεχόντων, αυτό το είδος κατάρτισης δεν διαδραματίζει έναν σημαντικό ρόλο στην ικανοποίηση της τοπικής ζήτησης αγοράς εργασίας. Στην πραγματικότητα, τέτοια επαγγελματική κατάρτιση στο εξωτερικό είναι μόνο μικροσκοπική - και ίσως μόνο πολιτικά σημαντική - πτυχή της γενικής πολιτικής που ακολουθείται στην κατάρτιση. Αυτό μπορεί να φανεί στις πρωτοβουλίες στο Πεδεμόντιο. Η Italia Lavoro Piemontε, παραδείγματος χάριν, πρόσφερε ένα μικρό πρόγραμμα για να βοηθήσει πέντε νέους μετανάστες από το Μαρόκο να απασχοληθούν σε βιοτεχνίες στην πόλη του Τορίνου, με μια πέντε μηνών μαθητεία στο Τορίνο και την πρόσθετη κατάρτιση στο Μαρακές. Τα τελευταία χρόνια, τα μέτρα στην αγορά εργασίας που περιλαμβάνουν στοχοθετημένη επαγγελματική και γλωσσική κατάρτιση για τους εκτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης εργαζομένους έχουν εφαρμοστεί κατά ένα μεγάλο μέρος μέσω του ΕΚΤ (Στόχος 314 και η Πρωτοβουλία Απασχόλησης), για να διευκολύνουν την ενσωμάτωση στην εργασία. Σε κάθε μια από τις περιφέρειες περιπτωσιολογικής μελέτης, η χρηματοδοτούμενη από την ΕΚΤ κατάρτιση ήταν ένα σημαντικό στοιχείο της τοπικής πολιτικής ενσωμάτωσης. Στο Τρέντο, παραδείγματος χάριν, τα δύο τρίτα των κεφαλαίων για τους μετανάστες είναι για την κατάρτισή τους. Στο Τρέντο, οι σειρές μαθημάτων στοχεύουν στους μετανάστες και συγκεκριμένα στον τομέα της φροντίδας και της πολιτιστικής διαμεσολάβησης. Η πρόσβαση σε αυτές τις σειρές μαθημάτων απαιτεί μια έγκυρη άδεια διαμονής, μια προηγούμενη επαγγελματική εμπειρία στον τομέα, ένα πιστοποιητικό γυμνασίου και μια καλή γνώση της ιταλικής γλώσσας (ιταλομάθεια). Αυτές οι προϋποθέσεις είναι στην πράξη συχνά δύσκολο να ικανοποιηθούν. Οι ενώσεις των εργοδοτών, σε συνεργασία με την περιφέρεια, προσφέρουν επίσης διάφορες σειρές μαθημάτων επαγγελματικής κατάρτισης σε ποικίλες ειδικεύσεις, ειδικά στη βιομηχανία και στον κατασκευαστικό τομέα, και στην ίδρυση νέων επιχειρήσεων. Εν τούτοις, λίγοι εργοδότες - ειδικά μικρές επιχειρήσεις - είναι πρόθυμοι να θυσιάσουν το χρόνο απασχόλησης για να αναβαθμίσουν τις δεξιότητες των νεοφερμένων υπαλλήλων τους.

243

244

Η περιφέρεια Πεδεμόντιο παρέχει ένα παράδειγμα οργάνωσης της πολιτικής κατάρτισης σε μια πολύ μεγαλύτερη κλίμακα. Η περιφέρεια ξοδεύει πολύ περισσότερα στην κατάρτιση των αλλοδαπών με τα χρήματα του ΕΚΤ από ότι ξοδεύει στις κοινωνικές πρωτοβουλίες ενσωμάτωσης με το ειδικό κεφάλαιο ενσωμάτωσης από το Νόμο 286/98. Η έμφαση της περιφέρειας είναι στη βελτίωση της ποιότητας της απασχόλησης, συμπεριλαμβανομένης αυτής των μεταναστών. Στα πλαίσια των τριετών προγραμμάτων περιφερειακής πολιτικής (2001-2003), διάφορες πρωτοβουλίες οργανώθηκαν με στόχο να αυξηθούν οι πιθανότητες απασχόλησης των εκτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης μεταναστών και να διασφαλιστούν εργασίες που προσφέρονται από δημόσιους και ιδιωτικούς φορείς της περιφέρειας. Αυτή η προσπάθεια συντονίστηκε από την περιφέρεια και χρηματοδοτήθηκε πρώτιστα από το ΕΚΤ, στα πλαίσια του προγράμματος του κατά το 2000-2006 (1.000 εκατομμύρια ευρώ). Η περιφέρεια Πεδεμόντιο προσπαθεί να δημιουργήσει ισχυρές διασυνδέσεις μεταξύ πρωτοβουλιών επαγγελματικής κατάρτισης, προσανατολισμού και πρακτικών ασκήσεων επαγγελματικής εμπειρίας, σε συνεργασία και σύμπραξη με τη Διεύθυνση Επαγγελματικής Κατάρτισης και Απασχόλησης της περιφέρειας, και τη Διεύθυνση Κοινωνικών Πολιτικών. Κανονικά, οι σειρές μαθημάτων του ΕΚΤ δεν στοχεύουν συγκεκριμένα στους μετανάστες. Παραδείγματος χάριν, στις 41 επαγγελματικές σειρές μαθημάτων που οργανώθηκαν από την περιφέρεια του Πεδεμόντιο το ακαδημαϊκό έτος 2003/2004, στις οποίες συμμετείχαν 38.712 άτομα, λιγότεροι από 700 ήταν στις σειρές μαθημάτων που δημιουργήθηκαν συγκεκριμένα για τους μετανάστες. Ακόμα σχεδόν το 10% των γενικών συμμετεχόντων ήταν μετανάστες εκτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης (σε σύνολο 3.628 συμμετεχόντων), καταδεικνύοντας την ενσωμάτωση των μεταναστών στο σύστημα επαγγελματικής κατάρτισης. Εντούτοις, προέκυψαν μερικές σημαντικές διαφορές: οι μετανάστες ήταν δύο φορές πιο πιθανό να πάρουν τα τρέχοντα («μόνιμα») εκπαιδευτικά μαθήματα (150-200 ώρες) από την εντατικότερη επαγγελματική επιμόρφωση των ανέργων (400-600 ώρες). Στην πραγματικότητα, το πρόγραμμα της εντατικότερης επαγγελματικής επιμόρφωσης των ανέργων δεν επιτρέπει την ανανέωση αδειών διαμονής για τους άνεργους μετανάστες. Τα ειδικά επιμορφωτικά προγράμματα εξετάζουν μερικές φορές το ασυμβίβαστο μεταξύ της διάρκειας των αναγκών κατάρτισης και αδειών διαμονής. Κατά τη διάρκεια του τρίχρονου προγράμματος (2001-2003) που χρηματοδοτήθηκε από την περιφέρεια Πεδεμόντιο, η επαρχία του Τορίνο προώθησε διάφορες δράσεις συγκεκριμένες για τους μετανάστες, που περιλαμβάνουν 180 εργαζόμενους και 360 άνεργους μετανάστες. Το πρόγραμμα υλοποιήθηκε από τον οργανισμό επαγγελματικής κατάρτισης και μέσω των μαθητειών στις τοπικές επιχειρήσεις, που επιτρέπουν την ανανέωση αδειών κατά τη διάρκεια της κατάρτισης.

Καινοτομίες στην Παροχή Υπηρεσιών

Τα επιμορφωτικά μαθήματα στα οποία οι μετανάστες συμμετέχουν παρουσιάζουν προκατάληψη σε σχέση με το φύλο. Οι άνδρες κατευθύνονται συνήθως προς τις σειρές μαθημάτων για οξυγονοκολλητές, μεταλλουργούς, χειριστές βιομηχανικών μηχανημάτων, σερβιτόρους, ενώ οι γυναίκες κατευθύνονται προς τις σειρές μαθημάτων σχετικά με τη φροντίδα και τη επικουρική κοινωνική βοήθεια. Το Υπουργία για την Επαγγελματική Κατάρτιση και Απασχόληση βασίστηκε σε μια προκαταρκτική ανάλυση της ζήτησης αγοράς εργασίας για τον προγραμματισμό σειρών μαθημάτων, προκειμένου να αποφευχθούν λανθασμένες επενδύσεις στην κατάρτιση που θα αποδεικνύονταν ανίκανες να καλύψουν τις ανάγκες της αγοράς εργασίας. Οι μετανάστες με μια υψηλότερου επιπέδου εκπαίδευση είναι συχνά προσανατολισμένοι προς τις σειρές μαθημάτων πολιτιστικής διαμεσολάβησης. Έως το 2001, η πολιτιστική κατάρτιση διαμεσολάβησης δεν ήταν ομοιογενής (δηλ. η διάρκεια των σειρών μαθημάτων, των προγραμμάτων, και των κριτηρίων επιλογής των συμμετεχόντων), αλλά από τότε, η περιφέρεια καταβάλλει κάθε δυνατή προσπάθεια να καθορίσει καλύτερα και να τυποποιήσει αυτές τις σειρές μαθημάτων. Ακόμα κι έτσι, οι περισσότεροι από τους πολιτιστικούς διαμεσολαβητές δεν θα μπορούσαν να βρουν πλήρους απασχόλησης, ή ακόμα και μερικής απασχόλησης, εργασία μετά από το πέρας των μαθημάτων. Η περιφέρεια της Λομβαρδίας, όπως αυτή του Πεδεμόντιο, διαθέτει τους οικονομικούς πόρους στις επαρχίες, οι οποίες διαθέτουν περαιτέρω αυτούς τους πόρους στους δήμους και τις τοπικές οργανώσεις. Η περιφέρεια της Λομβαρδίας προϋπολόγισε 95 εκατομμύρια ευρώ για τον Επαγγελματικό Σχηματισμό και την Απασχόληση το 2000-06, και μέρος αυτής της χρηματοδότησης πήγε στους μετανάστες. Διάφορα σημαντικά σημεία σχετικά με την επαγγελματική κατάρτιση και τους μετανάστες προέκυψαν από αυτές τις περιπτωσιολογικές μελέτες. Κατ’ αρχάς, το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο διαδραματίζει έναν ζωτικής σημασίας ρόλο στο σύστημα, και οι αλλαγές σε αυτό το Ταμείο μετά το 2006 θα ασκήσουν σημαντική επίδραση στις ευκαιρίες κατάρτισης. Επιπλέον, οι περιφέρειες διαδραματίζουν έναν σημαντικό ρόλο στον καθορισμό προτεραιοτήτων κατάρτισης. Οι περισσότερες από τις επενδύσεις γίνονται στις σειρές μαθημάτων που δεν σχεδιάζονται συγκεκριμένα για τους μετανάστες. Οι αιτούντες άσυλο και πρόσφυγες στην αγορά εργασίας

Στην έντονη αντίθεση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες, οι αιτούντες άσυλο και οι πρόσφυγες αποτελούν μόνο ένα μικρό μέρος του αλλοδαπού πληθυσμού της

245

246

Ιταλίας (περίπου το 1,5%). Στο Πεδεμόντιο, και την επαρχία του Μιλάνου και του Τρέντο ήταν περίπου 650, 1.000 και 220 αντίστοιχα στην αρχή του 2003. Εν τούτοις, σε σχέση με τις άλλες κατηγορίες (μεταναστών) είναι πιο ευάλωτοι και έχουν περισσότερα δικαιώματα. Οι αιτούντες άσυλο φθάνουν στην Ιταλία χωρίς κανένα προηγούμενο δίκτυο υποστήριξης και λαμβάνουν την ελάχιστη βοήθεια εκτός αν αναγνωριστούν από σύστημα προστασίας, για το οποίο υπάρχει ένας κατάλογος αναμονής. Όμως, ακόμη και μέσα στο σύστημα προστασίας, λαμβάνουν λίγο περισσότερα από ένα καταφύγιο και προσανατολισμό κατά τη διάρκεια ενός χρόνου αναμονής για την ακρόαση των αιτήσεών του ασύλου τους. Επομένως, κατά ένα μεγάλο μέρος η ευθύνη της δημιουργίας ή εύρεσης καταφυγίου και αντιμετώπισης άλλων αναγκών πέφτει στις τοπικές αρχές. Οι πρόσφυγες, αφ’ ενός, έχουν το δικαίωμα να μείνουν στη χώρα αλλά, αφ’ ετέρου, δεν έχουν καμία πρόσθετη βοήθεια. Οι τοπικές αρχές υπόκεινται σε πίεση να κρατήσουν τους αιτούντες άσυλο μακριά από τους δρόμους και από προβλήματα κατά τη διάρκεια της μεγάλης περιόδου αναμονής τους και να βοηθήσουν τους πρόσφυγες να εγκατασταθούν. Απαγορεύεται η συμμετοχή των αιτούντων άσυλο στο ΕΚΤ και σε άλλες χρηματοδοτούμενες από το δημόσιο σειρές μαθημάτων επαγγελματικής κατάρτισης επειδή δεν μπορούν να αποδείξουν ότι έχουν θέση απασχόλησης (μερικές περιφέρειες εντούτοις έχουν αρχίσει να επιτρέπουν συγκεκριμένα την πρόσβαση στους αιτούντες άσυλο σε αυτές τις σειρές μαθημάτων). Μια λύση που έχει βρεθεί είναι το πιλοτικό πρόγραμμα της επιμορφωτικής μαθητείας (training apprenticeship, στα αγγλικά, formativo tirocinio, στα ιταλικά), μια εύκαμπτη μορφή επαγγελματικής κατάρτισης που εισήχθη το 1998 (Νόμος 196/97) και που δεν θεωρείται ότι αντιπροσωπεύσει νόμιμη απασχόληση. Η επιμορφωτική μαθητεία είναι μια σύμβαση μεταξύ τριών συμβαλλόμενων μερών: ο υποστηρικτής (promoter), η επιχείρηση όπου η μαθητεία θα πραγματοποιηθεί και ο ίδιος ο μαθητευόμενος. Ο υποστηρικτής μπορεί να είναι κάποιος από ένα από τα διαφορετικά είδη εξουσιοδοτημένων δημόσιων και ιδιωτικών εκπαιδευτικών και επαγγελματικών ιδρυμάτων. Η σύμβαση διευκρινίζει το δάσκαλο που διορίζεται, το περιεχόμενο της κατάρτισης / επιμόρφωσης καθώς επίσης και ζητήματα ασφάλειας υποχρεώσεων. Ο υποστηρικτής ενημερώνει τα τοπικά ιδρύματα για τη μαθητεία και επιβλέπει την κατάρτιση ώστε να διασφαλίσει ότι δεν είναι ισοδύναμη προς την επίσημη εργασία συμβάσεων. Η διάρκεια μπορεί να είναι μέχρι και 12 μήνες. Για τους αιτούντες άσυλο, αυτό είναι ιδιαίτερα κατάλληλο, δεδομένου ότι η άδεια διαμονής τους είναι διάρκειας τριών μηνών και ανανεώσιμη, επιτρέποντας τους έτσι να συμμετάσχουν σε μια μαθητεία τριών μηνών. Κατά τη διάρκεια

Καινοτομίες στην Παροχή Υπηρεσιών

της μαθητείας ο αιτών άσυλο δεν πληρώνεται, αλλά μπορεί να περιλάβει τις δαπάνες ταξιδιού και γεύματος και μια αποζημίωση για το χρόνο (που δεν θεωρείται όμως αμοιβή). Αυτό επιτρέπει στις επιχειρήσεις να πληρώνουν τους αιτούντες άσυλο, το οποίο θα ήταν διαφορετικά αδύνατο. Η επιμορφωτική μαθητεία για τους αιτούντες άσυλο εφαρμόστηκε πειραματικά αρχικά στη Ραβέννα, το Αγκριτζέντο (Agrigento) και τη Ραγκούσα, και μεταφέρθηκε αργότερα σε ένα μεγαλύτερης κλίμακας πρόγραμμα, το πρόγραμμα EQUAL του ΕΚΤ που εξετάζει την ενσωμάτωση των αιτούντων ασύλου και προσφύγων, Integ.r.a (βλ. Πλαίσιο 3.5.). Οι τοπικές αρχές διαδραματίζουν έναν βασικό ρόλο σε αυτές τις πρωτοβουλίες, παρέχουν εγγύηση στους αιτούντες άσυλο και τους πρόσφυγες και καθησυχάζουν τις επιχειρήσεις ότι οι εκπαιδευόμενοι υποστηρίζονται από τους τοπικούς φορείς. Βασικοί παράγοντες για την επιτυχία ήταν η καλή σχέση με τους εργοδότες ή τις ενώσεις τους, η προσεκτική εξέταση των μαθητευόμενων και συνεχής παράδοση ιδιαίτερων μαθημάτων. Το πλεονέκτημα για τις τοπικές αρχές ήταν σαφές: κρατούσαν τους αιτούντες άσυλο απασχολημένους κατά τη διάρκεια της μεγάλης περιόδου της αναμονής τους ενώ παράλληλα τους έδιναν τη δυνατότητα να βρουν εργασία σε περίπτωση που εγκρινόταν η αίτηση ασυλίας τους. Αυτός ο μηχανισμός των επιμορφωτικών μαθητειών θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί και σε άλλες κατηγορίες μεταναστών. Αντιστοίχιση της προσφοράς με τη ζήτηση

Τη θεσμική ευθύνη για την αντιστοίχιση της προσφοράς και της ζήτησης στην αγορά εργασίας τη φέρουν οι επαρχίες, πρώτιστα μέσω των υπηρεσιών απασχόλησης. Ιστορικά, το βασικό στοιχείο αυτών των υπηρεσιών ήταν το γραφείο ανεργίας, που μετονομάστηκε τώρα σε «κέντρο απασχόλησης» και έχει ενεργό ρόλο στην προώθηση της απασχόλησης και τον προσανατολισμό αυτών που αναζητούν εργασία. Αυτά τα κέντρα διαδραματίζουν έναν σημαντικό ρόλο στον έλεγχο της επίσημης απασχόλησης αλλά αποκλείονται κατά ένα μεγάλο μέρος από την αντιστοίχηση της προσφοράς με τη ζήτηση σε ένα πλαίσιο όπου οι περισσότερες επαφές είναι άτυπες. Μια πρόσφατη μελέτη από τον IOM (2005)xii επέδειξε πώς αυτά τα κέντρα αγωνίζονται ακόμα να βρουν το νέο ρόλο τους. Οι μετανάστες αποτελούν έναν σημαντικό αριθμό χρηστών τους αλλά λίγοι ωφελούνται από την πλήρη σειρά των προσφερόμενων πόρων. Παραδείγματος χάριν, στο Μιλάνο, τα κέντρα απασχόλησης παρέχουν πληροφορίες μέσω Διαδικτύου για τους μετανάστες και τους εργοδότες, που xii Το IOM αντιστοιχεί στην έκφραση International Organisation of Migration, δηλ. Διεθνής Οργανισμός Μετανάστευσης. Δεν υπήρχε καμιά ανάλυση της σύντμησης στο πρωτότυπο κείμενο. Μόνο όταν ανατρέχει κανείς στη ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ του παρόντος Κεφαλαίου καταλαβαίνει τη σύντμηση αυτή (Σ.τ.Μ.).

247

248

είναι διαθέσιμες σε επτά γλώσσες – όπως κανονισμοί, συμβάσεις εργασίας, κ.λ.π. Αυτά τα κέντρα είναι επίσης ικανά να προσανατολίσουν τους χρήστες προς τις κύριες οργανώσεις που βρίσκονται στην επαρχία του Μιλάνου, να προωθήσουν ενεργά τις πρωτοβουλίες που στοχεύουν στη διευκόλυνση της ενσωμάτωσης των μεταναστών. Επιπλέον, αυτά τα κέντρα απασχόλησης χρησιμοποιούνται ελάχιστα από τις επιχειρήσεις (περίπου το 10%) και ακόμα λιγότερο από τους αλλοδαπούς μετανάστες (περίπου το 2%) στην αντιστοίχηση της προσφοράς με τη ζήτηση. Οι επαρχιακές υπηρεσίες απασχόλησης αντιμετωπίζουν επίσης προκλήσεις από το μεγάλο αριθμό διαθέσιμων ευκαιριών επαγγελματικής κατάρτισης, πολλές υποστηρίζονται από το ΕΚΤ και τρέχουν / διευθύνονται από διαφορετικές αρχές. Για τους δήμους που προσπαθούν να εξετάσουν αυτό το ζήτημα, οι πόροι είναι περισσότερο περιορισμένοι και η νομοθεσία τους αρνείται έναν επίσημο ρόλο στο σύστημα απασχόλησης. Ακόμα κι έτσι, το γεγονός ότι οι δήμοι βρίσκονται σε επαφή με τους εγκατεστημένους μετανάστες μέσω άλλων υπηρεσιών σημαίνει ότι μπορούν να διαδραματίσουν έναν ενεργό ρόλο στη διαδικασία αντιστοίχησης. Η πρόκληση για τις υπηρεσίες όλων των επιπέδων είναι να δημιουργήσουν μια σχέση με άλλα ιδρύματα και φορείς και με εταίρους. Οι επικαλυπτόμενοι και συγκρουόμενοι ρόλοι και οι στόχοι των φορέων και των εταίρων είναι ιδιαίτερα εμφανείς στην πόλη του Μιλάνου, όπου ο δήμος, η επαρχία και η περιφέρεια κυβερνώνται από διαφορετικούς συνασπισμούς και ο συντονισμός των εμπλεκομένων εταίρων είναι εξαιρετικά σύνθετος. Το πρόβλημα του περιορισμένου συντονισμού και της αμφισβητούμενης ηγεσίας εξετάστηκε στην εξέλιξη ενός περιεκτικού Σύμφωνου για την Απασχόληση που περιλαμβάνει 18 διαφορετικούς εταίρους. Ο δήμος, που αποκλείεται κανονικά από έναν ενεργό ρόλο στις υπηρεσίες απασχόλησης, κατά συνέπεια έγινε ο συντονιστής ενός ευρέως φάσματος πρωτοβουλιών. Το Σύμφωνο έγινε επίσης ένα όχημα για την προσέλκυση και διαχείριση πόρων του ΕΚΤ (βλ. Πλαίσιο 3.6.). Πρέπει να σημειωθεί ότι το Σύμφωνο δεν συσσώρευσε όλες τις υπηρεσίες απασχόλησης σε μια ενιαία δομή στο Μιλάνο. Παραδείγματος χάριν, το γραφείο αλλοδαπών του δήμου του Μιλάνου έχει συμβληθεί να τρέξει γκισέ πληροφοριών για εργασία (job information counter), με τους ακόλουθους στόχους: α) να προωθήσει την ενδυνάμωση των μεταναστών εργαζομένων λαμβάνοντας υπόψη τα χαρακτηριστικά της τοπικής αγοράς εργασίας, β) να αναπτύξει υπηρεσίες εργασίας και επιχειρηματικότητας, γ) να βοηθά και να υποστηρίζει τους εργοδότες. Χρηματοδοτημένη από το πρόγραμμα EQUAL της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η δραστηριότητα αυτή του γκισέ καλύπτει όλα τα σχετικά με τα την εργασία ζητήματα, συμπεριλαμβανομένων των ευκαιριών αναβάθμισης των δεξιοτήτων και της αναγνώρισης των εκπαιδευτικών επιτευγμάτων.

Καινοτομίες στην Παροχή Υπηρεσιών

Πλαίσιο 3.5. Επιμορφωτικές μαθητείες για τους αιτούντες άσυλο και τους πρόσφυγες Το Integ.r.a είναι ένα πρόγραμμα που χρηματοδοτείται από το EQUAL μέσω του Ιταλικού Υπουργείου Εργασίας και περιλαμβάνει 7 δήμους στην ανάπτυξη καινοτόμων πρακτικών για την κοινωνικοοικονομική ενσωμάτωση των αιτούντων άσυλο και των προσφύγων. Στην πραγματικότητα, βάσει του ιταλικού νόμου, η επιμορφωτική μαθητεία δεν αντιπροσωπεύει μορφή εργασίας και δεν κυβερνάται από τους ίδιους αυστηρούς κανόνες και τα κριτήρια που ρυθμίζουν τις παραδοσιακές μορφές επαγγελματικής κατάρτισης. Δεδομένου ότι κυβερνώνται σαφώς από ένα νομικό πλαίσιο που δεν αποκλείει τους αιτούντες άσυλο, οι επιμορφωτικές μαθητείες φαίνεται να είναι το καλύτερο εργαλείο για να διευκολύνει μια πρώτη νομική προσέγγιση της αγοράς εργασίας για τους αιτούντες άσυλο. Οι επιμορφωτικές μαθητείες χρησιμοποιήθηκαν από έξι δήμους συνεργάτες Integ.r.a. (Μπέργκαμο, Φόρλι, Γένοβα, Αγκώνα, Ρώμη και Μπιτόντο) για 120 αιτούντες άσυλο και πρόσφυγες και, παρά τις διαφορές, είχαν τα ακόλουθα κοινά χαρακτηριστικά γνωρίσματα: • Οι αιτούντες άσυλο συμπεριλήφθηκαν σε επιμορφωτικές μαθητείες μερικούς μήνες μετά από την είσοδό τους στην Ιταλία, αφότου είχαν αποκτήσει βασικές γνώσεις ιταλικών. • Η συμμετοχή σε επιμορφωτικές μαθητείες προηγήθηκε από τον προσανατολισμό με εστίαση στα χαρακτηριστικά γνωρίσματα και τη δυναμική της ιταλικής αγοράς εργασίας, τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των υπαλλήλων, στην ασφάλιση στην εργασία, και έκανε πλήρη επισκόπηση των τοπικών φορέων που χειρίζονται ζητήματα εργασίας. Επιπλέον, πριν από το τέλος του/της η μαθητεία, ο αιτών / η αιτούσα άσυλο πέρασε από έναν έλεγχο δεξιοτήτων ώστε να προσδιορίσει τις προηγούμενες γνώσεις, τις ικανότητες και τις δεξιότητές του/της. Αυτή η διαδικασία βοηθά τους δικαιούχους να αναπτύξουν τις κατάλληλες διαδρομές (κατευθύνσεις) εργασίας. Οι δεξιότητες που αποκτιούνται μέσω της μαθητείας μπορούν να χρησιμοποιηθούν ακόμη και σε περίπτωση επαναπατρισμού. Η επιλογή των εταιρειών έλαβε υπόψη τους ελπιδοφόρους οικονομικούς τομείς για θέσεις εργασίας στο μέλλον και παρείχε προνόμια σε εκείνες τις εταιρείες που είχαν ιδιαίτερες εμπειρίες και ευαισθητοποίηση με τους αιτούντες άσυλο και τους πρόσφυγες. Στις περισσότερες περιπτώσεις, οι μαθητευόμενοι πήγαν σε εταιρείες όπου οι προηγούμενες γνώσεις τους μπόρεσαν να χρησιμοποιηθούν. Η μαθητεία έπρεπε να ελεγχθεί, όπου απαιτούνταν αυστηροί στόχοι και σταθεροί ελέγχοι, συμπεριλαμβανομένου του αποκλεισμού των εταιρειών που δεν συμμορφώνονταν με τους όρους. Το κύριο πρόβλημα στη μαθητεία ήταν ανεπαρκείς γλωσσικές δεξιότητες των αιτούντων άσυλο. Το πλεονέκτημα για τους εργοδότες βρίσκεται στη διαθεσιμότητα των εκπαιδευόμενων των οποίων η ασφάλιση και οι άλλες δαπάνες καλύπτονται από έναν εξωτερικό φορέα και οι οποίοι λαμβάνουν συμπληρωματική κατάρτιση χωρίς κανένα κόστος εκ μέρους του εργοδότη. Βρέθηκαν συμμετέχουσες επιχειρήσεις στις περιφέρειες όπου η ζήτηση εργασίας είναι τόσο μεγάλη που πολλοί μπήκαν στον πειρασμό να απασχολήσουν παράνομους εργαζομένους. Η μαθητεία τους παρέχει μια νομική εναλλακτική λύση. Οι εκπαιδευόμενοι, αφ’ ενός, έχουν την ευκαιρία να αναπτύξουν μια στενότερη σχέση με τους πιθανούς εργοδότες και αφ’ ετέρου να συμμετέχουν σε μια χρήσιμη δραστηριότητα κατά τη διάρκεια της μεγάλης περιόδου της αναμονής. Το εργαλείο αποδείχτηκε εξαιρετικά αποτελεσματικό. Μεταξύ εκείνων των αιτούντων άσυλο που ολοκλήρωσαν τη μαθητεία και τους χορηγήθηκε το καθεστώς του πρόσφυγα (refugee status), σχεδόν όλοι προσλήφθηκαν με αορίστου χρόνου συμβάσεις.

249

250

Υπάρχουν επίσης τομείς της απασχόλησης, όπως οι οικιακές υπηρεσίες, όπου οι υπηρεσίες συνεργασίας δημοσίου και ιδιωτικού τομέα ήταν σε θέση να τυποποιήσουν την αντιστοίχιση της προσφοράς με τη ζήτηση, και να παρέχουν εγγυήσεις στους εργοδότες και τις καλύτερες συμβάσεις στους υπαλλήλους. Η επαρχία της Λομβαρδίας συνεχίζει επίσης να προωθεί τα προγράμματά της στον τομέα του προσανατολισμού. Ο περιφερειακός Τομέας Απασχόλησης (Agenzia per l’impiego della Lombardi) προώθησε το πρόγραμμα «την έρευναπρωτοβουλία που στοχεύει στην ανάλυση των χαρακτηριστικών των μεταναστών που καταχωρήθηκαν ως άνεργοι, και τον πειραματισμό των μέτρων για την ενσωμάτωσή στην αγορά εργασίας». Αυτό το πρόγραμμα άρχισε το Μάιο του 2003 και έτρεξε για 18 μήνες, σε συνεργασία με μια προσωρινή κοινοπραξία. xv Τα μέτρα έχουν κατευθυνθεί προς τον επαγγελματικό προσανατολισμό και την κατάρτιση των μεταναστών, την ενσωμάτωσή τους (inclusion) στην αγορά εργασίας, και την υποστήριξη για τη δημιουργία νέων επιχειρήσεων. Η πρώτη φάση του προγράμματος χρησιμοποίησε τον παραδοσιακό ρόλο εγγραφής και εκείνων που αναζητούν εργασία και εκείνων που προσφέρουν εργασία των κέντρων απασχόλησης. Συνεντεύξεις προεπιλογής χρησιμοποίησαν αξιολογήσεις δεξιοτήτων. Η πιστοποίηση των επαγγελματικών δεξιοτήτων διενεργήθηκε από τα διάφορα κέντρα της επαγγελματικής κατάρτισης, τα οποία επικύρωσαν το επίπεδο επαγγελματικών δεξιοτήτων του μετανάστη. Αυτά τα κέντρα παρείχαν επίσης παροχή συμβουλών σε άτομα κατά τη διαδικασία αναγνώρισης των επαγγελματικών προσόντων, και των κατάλληλων μαθημάτων επαγγελματικής κατάρτισης. Κατά συνέπεια, χειρίζονται τα συγκεκριμένα προβλήματα που αντιμετωπίζουν μεμονωμένοι μετανάστες σε σχέση με το ενσωμάτωσή τους (inclusion) τους στην αγορά εργασίας. Τέλος, παρέχουν επαγγελματικό προσανατολισμό σε ομάδες μεταναστών, οργανώνοντας ενημερωτικές συναντήσεις για την επαγγελματική κατάρτιση και τις ευκαιρίες απασχόλησης. 200 μετανάστες με ένα υψηλό επίπεδο εκπαίδευσης (με δευτεροβάθμια εκπαίδευση και πανεπιστήμιο) έχουν συμμετάσχει στο πρόγραμμα αυτό στην επαρχία του Μιλάνου.

Καινοτομίες στην Παροχή Υπηρεσιών

Πλαίσιο 3.6. Σύμφωνο για την Απασχόληση στην Πόλη του Μιλάνου Το 1998 ο δήμος του Μιλάνο υπέγραψε συμφωνίες με τα συνδικάτα για την τοπική ανάπτυξη και την καλύτερη αντιστοίχιση της προσφοράς με τη ζήτηση. Το 1999 αυτό επεκτάθηκε στις ενώσεις των εργοδοτών και έγινε το «Σύμφωνο απασχόλησης για την πόλη του Μιλάνου» (Patto per il lavoro nella città di Milan). Ο στόχος είναι να ενθαρρυνθεί η εισαγωγή στην αγορά εργασίας των μειονεκτούντων ομάδων του εργατικού δυναμικού - μεταναστών, μακροπρόθεσμων άνεργων εργαζομένων, ανέργων ηλικίας πάνω από 40, και κοινωνικά μειονεκτούντων νέων. Τα καινοτόμα προγράμματα που αναπτύσσονται στα πλαίσια αυτού του Σύμφωνου απαίτησαν τη δημιουργία μιας δομής που επιβεβαιώνει και να ελέγχει τη δραστηριότητα. Αυτά τα προγράμματα δημιουργήθηκαν το 2000 με το «Patto Milano Lavoro», με την επαρχία του Μιλάνου, την περιφέρεια της Λομβαρδίας, 4 συνδικάτα και 11 εργοδοτικές ενώσεις. Αυτό το σύμφωνο απασχόλησης προέβλεψε τη δημιουργία υπηρεσίας μίας στάσης [one stop shop (counter)] για την απασχόληση, το συντονισμό της επαγγελματικής κατάρτισης και για την ευρεία ποικιλία των συμβάσεων απασχόλησης, για να ικανοποιήσει και τις ανάγκες των εργοδοτών για ειδικευμένη εργασία και τα δικαιώματα των εργαζομένων αναφορικά με την προστασία εργασίας. Διάφοροι στόχοι ανάπτυξης περιλήφθηκαν στα πλαίσια των αναγκών αυτής της συμφωνίας, συμπεριλαμβανομένων της χρήσης των εγκαταλειμμένων περιοχών και της διοχέτευσης κεφαλαίων προς την κατάρτιση με προτεραιότητα στο ανθρώπινο δυναμικό. Το εν εξελίξει σημαντικό πρόγραμμα αστικής αναδιαμόρφωσης, παραδείγματος χάριν, απαιτεί τις προηγμένες δεξιότητες του κατασκευαστικού τις οποίες οι εργοδότες αγωνίζονταν να βρουν. Η υπηρεσία μίας στάσης (Milano Lavoro counter) σταμάτησε τη συνεργασία του με την επαρχία του Μιλάνου. Από τα μέσα του 2004 έχει παράσχει την υπηρεσία προσανατολισμού σε 3.266 ανθρώπους, έχει δημιουργήσει μια βάση δεδομένων 9.500 βιογραφικών σημειωμάτων, και μια βάση δεδομένων για τις πολύ συχνά προσφερόμενες εργασίες στην επαρχία (1.175 συμβάσεις έχουν υπογραφεί μέχρι τώρα, συμπεριλαμβανομένων 329 μεταναστών, 103 ανδρών και 226 γυναικών). Βρίσκεται σε εξέλιξη επίσης μια επιμορφωτική υπηρεσία, και σε συνεργασία με τα δημόσια και ιδιωτικά κέντρα επαγγελματικής κατάρτισης (91 επαγγελματικές καταρτίσεις οργανώθηκαν από το 2000, και τις παρακολούθησαν 1.377 άτομα). Μια συμφωνία με το Ίδρυμα Cariplo παρείχε υποτροφίες σε όλους τους συμμετέχοντες σε αυτές τις σειρές μαθημάτων (περίπου 470 ευρώ για κάθε συμμετέχοντα).

Άλλες πρωτοβουλίες για την αντιστοίχηση της προσφοράς με τη ζήτηση παρέχονται από τις μη κυβερνητικές οργανώσεις και τις ενώσεις. Ένας από τους σημαντικότερους τομείς απασχόλησης - και ένας που τραβά τη λιγότερη προσοχή των παραδοσιακών εταίρων - είναι ο απέραντος άτυπος τομέας των οικιακών υπηρεσιών. Μια προσπάθεια να φέρει κάποια νομιμότητα και προστασία σε αυτόν τον τομέα - που είναι βασισμένος στην απασχόληση που στηρίζεται στη σχέση οικογένειας με άτομο - προωθήθηκε από την ACLI στο Μιλάνο (βλ. Πλαίσιο 3.7.). Οι άλλες περιοχές περιπτωσιολογικής μελέτης, το Τρέντο και το Πεδεμόντιο, παρουσίασαν καλύτερο συντονισμό μεταξύ των φορέων στα λιγότερο σύνθετα και κατακερματισμένα πλαίσια. Εν τούτοις, οι προκλήσεις που υπάρχουν στην

251

252

αντιστοίχηση της προσφοράς με τη ζήτηση για να αυξήσουν την ποιότητα της απασχόλησης παραμένουν οι ίδιες, ειδικά σε ένα σύστημα όπου οι επίσημες υπηρεσίες απασχόλησης διαδραματίζουν έναν οριακό ρόλο. Οι υπάρχουσες δομές για την ενσωμάτωση των μεταναστών στην κοινωνία έχουν τη φυσική τάση να προσπαθούν να αυξήσουν τις υπηρεσίες εργασιακού προσανατολισμού τους στην απασχόληση, ακόμα και όταν αυτό είναι συγκεκριμένη ευθύνη των επαρχιακών υπηρεσιών απασχόλησης. Η κυριαρχία των προγραμμάτων ΕΚΤ καθιστά επίσης το συντονισμό και περίπλοκο και ουσιαστικό. Προώθηση της επιχειρηματικότητας

Η επιχειρηματικότητα μεταξύ των μεταναστών είναι ζωτικής σημασίας για την οικονομική δύναμη στις περισσότερες χώρες. Η Ιταλία μπορεί να είναι ένα δύσκολο επιχειρηματικό περιβάλλον, όμως οι μετανάστες στοχεύουν συχνά να ξεκινήσουν μια επιχείρηση. Η πρόσφατη αύξηση του αριθμού επιχειρηματιών στην Ιταλία οφείλεται εξ ολοκλήρου στους μετανάστες. Αυτό εξηγεί τον ενθουσιασμό των τοπικών εταίρων όπως τα εμπορικά επιμελητήρια - των οποίων οι εγγραφές ιταλών επιχειρηματιών συρρικνώνεται - και οι ενώσεις τεχνών, όπως η CAN ή η Confartigianato.xiii Αυτοί οι φορείς διαδραματίζουν βασικό ρόλο στην υποστήριξη της επιχειρηματικότητας των μεταναστών. Τα προβλήματα που αντιμετωπίζονται από μετανάστες επιχειρηματίες είναι παρόμοια σε όλη τη χώρα: η άγνοια του πολιτισμού και της οικονομίας της Ιταλίας, λίγη πρόσβαση στις πληροφορίες, φτωχή πίστωση, περιορισμένες δεξιότητες στην επιχειρηματική γλώσσα (δηλ. χρήση ιταλικών για ειδικούς σκοπούς), δυσκολία στην αναγνώριση επαγγελματικών δεξιοτήτων, και την έλλειψη συμμετοχής στο κοινωνικό πλαίσιο των επαγγελματικών ενώσεων. Αυτές είναι οι περιοχές στις οποίες δουλεύουν οι φορείς για να υποστηρίξουν τους μετανάστες επιχειρηματίες. Αφ’ ενός υπάρχουν διάφορα δυνατά σημεία που φέρνουν οι μετανάστες στην επιχειρηματικότα: ένας «επιχειρηματικός» πολιτισμός, προθυμία να αναλάβουν ρίσκα και ένα ισχυρό «εθνικό / εθνοτικό» δίκτυο στο οποίο μπορούν να στηριχθούν. Στο Μιλάνο, το εμπορικό επιμελητήριο υποστηρίζει ενεργά τους μετανάστες επιχειρηματίες μέσω της αντιπροσωπείας του Formaper. Μέσω των προγραμμάτων ΕΚΤ και της θεσμικής δραστηριότητάς του, έχει ξετάσει τις πρόσθετες απαιτήσεις των αυτοαπασχολούμενων μεταναστών (το 75% των ξένων εταιρειών στο Μιλάνο τις έχουν άτομα. Το 6,5% των μεταναστών το 2003 ήταν αυτοαπασχολούμενοι). Το εμπορικό επιμελητήριο έχει προωθήσει Το CNA αντιστοιχεί στο Confederazione Nationale dell’ Artigianato e della Piccola e Media Impressa, δηλ. στην Εθνική Συνομοσπονδία Βιοτεχνών και Μικρομεσαίων Επιχειρήσεων. Η Confartigianato είναι συγκερασμός των λέξεων Confederazione και Artigianato. Στο πρωτότυπο κείμενο δεν δίνεται καμία επεξήγηση ούτε της συντομογραφίας (μόνο στα αγγλικά αλλά παρακάτω στο κείμενο) ούτε του συγκερασμού των λέξεων. Βλ. και ΣΥΝΤΜΗΣΕΙΣ. Από δω και στο εξής, θα αναφέρεται ως CAN όπως και στο πρωτότυπο κείμενο (Σ.τ. Μ.).

xiii

Καινοτομίες στην Παροχή Υπηρεσιών

τις Συμβουλευτικές Υποστηρικτικές Υπηρεσίες (Σ.Υ.Υ. ή mentoring) από άλλους μετανάστες της ίδιας κοινότητας, προκειμένου να μπει το «εθνικό / εθνοτικό» δίκτυο σε ένα θεσμικό πλαίσιο. Έχει προσπαθήσει επίσης να μεσολαβήσει με τις τράπεζες για να διευκολύνει την πρόσβαση (των μεταναστών επιχειρηματιών) στην πίστωση, ένα από τα σοβαρότερα εμπόδια στην ανάπτυξη. Παρά τις προσπάθειες αυτές, το υψηλό ποσοστό δημιουργίας επιχειρήσεων από μετανάστες συνοδεύεται από ένα υψηλό ποσοστό θνησιμότητας - ακόμη και με ένα καλό επιχειρησιακό σχέδιο, είναι ακόμα δύσκολο κανείς να ξεκινήσει μια επιχείρηση στην Ιταλία. Πλαίσιο 3.7. ACLI και η προσπάθειά του να αντιστοιχήσει την προσφορά με τη ζήτηση στην οικιακή οικονομία (εργασία) του Μιλάνου Μια αξιοσημείωτη πρωτοβουλία προωθήθηκε στην περιοχή του Μιλάνου από την Acli (Associazioni Cristiane Lavoratori Italiani - Χριστιανική Ένωση Ιταλών Εργαζομένων) κατά τη διάρκεια της νομιμοποίησης του 2002. Άνοιξε ένα κέντρο πληροφόρησης (Sportello Immigrati) για να παρέχει στους μετανάστες και τους εργοδότες τους δωρεάν πληροφορίες. Δίνονταν συμβουλές για το πώς να συμπληρώσουν τη δήλωση νομιμοποίησης και πώς να υπολογίσουν τους φόρους που θα έπαιρναν πίσω από τη νομιμοποίηση. Το Acli, όπως και άλλοι σημαντικοί φορείς της κοινωνίας πολιτών, άνοιξε γραφεία για αυτήν την υπηρεσία σε όλη την επαρχία. Τώρα που τελειώνει η διαδικασία νομιμοποίησης, το κεντρικό γραφείο που είχε αφιερωθεί σε αυτόν τον σκοπό λειτουργεί ακόμα και χειρίζεται εργασιακά ζητήματα των μεταναστών. Από αυτή την άποψη, η Acli-Colf1 έχει πρόσφατα προωθήσει ένα πρόγραμμα στο Μιλάνο ονόματι Ι Lari σε συνεργασία με το Obiettivo Lavoro,2 που συνίστανται από ένα γραφείο για την αντιστοίχηση των προσφορών με τις αναζητήσεις εργασίας στον τομέα της φροντίδας και των οικιακών βοηθών. Στόχος είναι να προσφέρει στις οικογένειες ένα καλύτερο τρόπο οργάνωσης της αναζήτησή τους βοήθειας, παρέχοντας ταυτόχρονα ευκαιρίες εργασίας σε αυτούς που αναζητούν εργασία. Σχεδιάζει να παρέχει επαγγελματική κατάρτιση και αναβάθμιση δεξιοτήτων για τις οικιακές υπηρεσίες και την οικιακή φροντίδα, προκειμένου να εξετάσουν τα πολιτιστικά και γλωσσικά προβλήματα που υπάρχουν στη συνεργασία των μεταναστών με ιταλικές οικογένειες. Κατά τρόπο ενδιαφέροντα, η προσέγγιση είναι διπλή δεδομένου ότι στοχεύει να υποστηρίξει και να βοηθήσει τις ανάγκες και τα δικαιώματα και των ιταλικών οικογενειών και των μεταναστών εργαζομένων. Η πρωτοβουλία της Acli-Colf, που είναι μόνο στην αρχική φάση της, είναι αξιοσημείωτη για την προσπάθειά της να αφομοιώσει την οικιακή εργασία στην ευρύτερη προσωρινή αγορά εργασίας. Ένα από τα χαρακτηριστικά της οικιακής εργασίας είναι ο υψηλός βαθμός φορολογικής διαφυγής και ατεκμηρίωτης εργασίας. Η αποκλειστική συμφωνία μεταξύ του Obiettivo Lavoro και της Acli-Colf στοχεύει να τραβήξει σύρει τις οικογένειες στη νόμιμη αγορά εργασίας, που εγγυάται την ποιοτική εργασία με αντάλλαγμα τις υψηλότερες δαπάνες της ενάρετης συμπεριφοράς δηλώνοντας (στην εφορία) τους οικιακούς εργαζόμενους. 1. Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1990, η Acli άσκησε μεγάλη πίεση για την αναγνώριση των οικιακών βοηθών στην Ιταλία ως επαγγελματική κατηγορία που απαιτεί μια τυποποιημένη εθνική σύμβαση. Αυτό επιτεύχθηκε το 2001, και από τότε το ενδιαφέρον τους εστιάζεται στην μεταναστευτική ενσωμάτωση στην τοπική αγορά εργασίας. 2. Η μεγαλύτερη ιταλική ιδιωτική επιχείρηση του ανθρώπινου δυναμικού που παρέχει προσωρινούς εργαζομένους.

253

254

Η αυτοαπασχόληση είναι επίσης διαδεδομένη στην περιφέρεια του Πεδεμόντιο και υπάρχουν διάφορα προγράμματα για τους μετανάστες που επιθυμούν να ξεκινήσουν επιχειρηματικές δραστηριότητες. Το 2003, το εμπορικό επιμελητήριο του Τορίνο δημοσίευσε έναν οδηγό στις εννέα κύριες ξένες γλώσσες που μιλιούνται στην περιφέρεια, ο οποίος παρέχει τις πληροφορίες για τους νόμους και τις εγκρίσεις, και για τις διαθέσιμες υπηρεσίες (υγειονομικός, εκπαιδευτικός, κ.λ.π.), που θα ήταν χρήσιμες για τους μετανάστες που επιθυμούν να ξεκινήσουν μια επιχείρηση. Επίσης, υποστηρίζονται οι επιχειρήσεις μακροπρόθεσμα. Το επιμελητήριο σχεδιάζει να ανοίξει ένα γραφείο με πολιτιστικούς διαμεσολαβητές ικανότερους να επικοινωνήσουν με τους μετανάστες επιχειρηματίες. Εντατικότερα προγράμματα οργανώνονται από τα τοπικά υποκαταστήματα των κύριων εμπορικών ενώσεων των βιοτεχνών. Στο Τορίνο, παραδείγματος χάριν, ένα πρόγραμμα «Dedalo» τρέχει από το 2000 από την Εθνική Συνομοσπονδία Βιοτεχνών και Μικρομεσαίων Επιχειρήσεων (CNA), σε συνεργασία με τη Alma Terra (βλ. Πλαίσιο 3.9.) και τους Confesercenti του Τουρίνο, με την οικονομική ενίσχυση της επαρχίας του Τορίνου και της περιφέρειας του Πεδεμόντιο. Τα επιχειρηματικά προγράμματα ανάπτυξής τους εστιάζουν στην ανάπτυξη επιχειρησιακών σχεδίων, τη παροχή κατάρτισης και τεχνικής βοήθειας για τη συμμόρφωση με τις συμβάσεις, τον κανονισμό, και τις διαδικασίες συμβάσεων στη λήψη οικονομικών πιστώσεων από τις τράπεζες. Πολιτιστικοί διαμεσολαβητές από διαφορετικές χώρες υιοθετήθηκαν επίσης. Μεταξύ Σεπτεμβρίου 2000 και Μαρτίου 2003, η CAN υποστήριξε 80 επιχειρήσεις μεταναστών εκτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το πρόγραμμα παρέχει τις πληροφορίες όχι μόνο στους μετανάστες που θέλουν να ξεκινήσουν μια επιχείρηση, αλλά και σε εκείνους που έχουν ήδη μια επιχείρηση. Τα τρέχοντα σχέδια είναι να οργανώσει μια σειρά σύντομων μαθημάτων για τον επιχειρηματικό πολιτισμό και να διερευνήσει εάν οι τοπικοί φορείς μπορούν να διαθέσουν μικροπιστώσεις σε επιχειρήσεις μεταναστών. Σε Τρέντο, η αυτοαπασχόληση δεν παρουσιάζει ιστορικά σημαντικό ενδιαφέρον για τους μετανάστες. Εν τούτοις, η σημασία των μικρομεσαίων επιχειρήσεων (ΜΜΕ) στην επαρχιακή οικονομία και η προσφυγή στην υπεργολαβία έχουν αυξήσει πρόσφατα το ρόλο των μεταναστών επιχειρηματιών, ακόμα κι αν ως υπεργολάβοι, οι μετανάστες δεν ανταγωνίζονται με τις υπάρχουσες επιχειρήσεις αλλά μάλλον βελτιώνουν την αλυσίδα της τοπικής παραγωγής. Το 2001, μια πιλοτική έρευνα-δράση προωθήθηκε από την τοπική ένωση βιοτεχνών και μικρών επιχειρήσεων για να καταλάβει καλύτερα την τρέχουσα κατάσταση της επιχειρηματικότητας των μεταναστών στην επαρχία (βλ. Πλαίσιο 3.8.).

Καινοτομίες στην Παροχή Υπηρεσιών

Παρόμοιες πρωτοβουλίες υπάρχουν και αλλού στην Ιταλία. Η CNA, μεταξύ των άλλων, έχει στρατολογήσει επιθετικά τους μετανάστες επιχειρηματίες εδώ και αρκετά χρόνια. Στη Μπολόνια, παραδείγματος χάριν, η CNA άνοιξε ένα ειδικό γραφείο για τους μετανάστες επιχειρηματίες, ανοίγει δύο ημέρες την εβδομάδα και παρέχει ευρύ φάσμα συμβουλών, υπηρεσιών προσανατολισμού και διαμεσολάβησης για περισσότερους από 500 μετανάστες επιχειρηματίες. Η υπηρεσία υποστηρίζει την ανάπτυξη των επιχειρησιακών σχεδίων και τρέχει επιμορφωτικά μαθήματα για τους επιχειρηματίες. Και εδώ, η γραφειοκρατία και η απροθυμία των τραπεζών να δώσουν η πίστωση παραμένουν τα βασικά εμπόδια. Πλαίσιο 3.8. Ερευνητική δράση στο Τρέντο για μετανάστες επιχειρηματίες Η Εθνική Συνομοσπονδία Βιοτεχνών και Μικρομεσαίων Επιχειρήσεων (CAN) της επαρχίας Τρέντο χρησιμοποίησε τα κεφάλαια ΕΚΤ για μια ερευνητική δράση στην «Tέχνη και τη Mετανάστευση», ένα τριετές πρόγραμμα που τελειώνει το 2004. Το πρόγραμμα άρχισε με μια ανάλυση των τεχνών και των μικρών επιχειρήσεων στην επαρχία και με συνεντεύξεις από διαφορετικούς βασικούς φορείς. Η επιχειρηματικότητα ήταν μόνο ένας από τρεις τομείς ενδιαφέροντος. Οι άλλες θεματικές περιοχές συμπεριλάμβαναν γηγενείς εργοδότες και τους νέους μετανάστες εργαζομένους τους. Σχετικά με τη μεταναστευτική επιχειρηματικότητα, η ένωση ήταν σε θέση να προωθήσει το πρόγραμμα επειδή οι μετανάστες είχαν επιλέξει να εργαστούν σε υψηλού κινδύνου και θυγατρικούς τομείς όπου δεν ανταγωνιζόντουσαν με τις εγγενείς επιχειρήσεις. Στην πραγματικότητα, πολλοί, στις μεταφορές και τον κατασκευαστικό τομέα, κινούνται στα κενά που δημιουργήθηκαν όταν οι πρώη εργοδότες τους εγκατέλειψαν τα χαμηλού περιθωρίου κέρδους και υψηλού κινδύνου τμήματα της αλυσίδας ανεφοδιασμού και παραγωγής. Η κατάρτιση των επιχειρηματιών επικεντρώθηκε στο σύστημα αγοράς και το χρηματοπιστωτικό σύστημα (υπεργολαβία, τιμολόγηση και πίστωση), στην εργατική νομοθεσία (διαφορετικές συμβάσεις) και στους κανόνες και κανονισμοί εργασιακής ασφάλειας. Η κατάρτιση περιελάμβανε μερικές ενότητες και για τους μετανάστες υπαλλήλους και για τους επιχειρηματίες (ιταλική γλώσσα για τον εργασιακό χώρο), μερικές συγκεκριμένες ενότητες ήταν για τους επιχειρηματίες και μερικές άλλες ενότητες για όλες τις ομάδες συμπεριλαμβανομένων των Ιταλών εργοδοτών (ασφάλεια εργασιακών χώρων). Ο αριθμός συμμετεχόντων ήταν αρκετά χαμηλός έναντι του προσωπικού που συμμετείχε (δάσκαλος, συντονιστής και διαμεσολαβητές), αλλά τα αποτελέσματα ήταν θετικά και χρήσιμα – οδηγός για μελλοντικές πρωτοβουλίες ώστε να βελτιωθεί ο πολιτισμός και ο σεβασμός για τους κανόνες ασφάλειας, καθώς επίσης και να βελτιωθεί η θέση των μεταναστών εργαζομένων στην αγορά εργασίας.

255

256

Η μεταναστευτική επιχειρηματική δραστηριότητα έχει αναγνωριστεί ως ουσιαστική πτυχή της ανάπτυξης από εκείνους τους οργανισμούς και εκείνες τις ενώσεις που εκπροσωπούν τον τομέα. Άλλοι φορείς, όπως οι τράπεζες, δεν μπορούν να προσαρμοστούν γρήγορα στην αλλαγή. Εν τούτοις, η αύξηση στη επιμορφωτική δραστηριότητα καταδεικνύει ότι συνειδητοποίηση της σημασίας της μεταναστευτικής επιχειρηματικότητας έχει επηρεάσει τις τοπικές στρατηγικές σχεδιασμού της αγοράς εργασίας. Βελτίωση της απασχόλησης των γυναικών: ο ρόλος του κοινωνικού κεφαλαίου

Κατά το τέλος του 2003 περίπου μισό εκατομμύριο μετανάστες που εργάζονταν νόμιμα στον οικιακό τομέα, ήταν σχεδόν όλοι τους γυναίκες. Αυτός ο τομέας, που περιλαμβάνει οικονόμους, καθαρίστριες, παραμάνες και φροντιστές ηλικιωμένων, είναι ο κυρίαρχος τομέας απασχόλησης για τις μετανάστριες στην Ιταλία. Οι αμοιβές είναι χαμηλές (ο βασικός μισθός είναι 5,90 ευρώ την ώρα, με 24-36 ώρες εβδομαδιαία πληρωμένης εργασίας) και οι πιθανότητες για προώθηση είναι εξαιρετικά περιορισμένες. Επίσης, το εκπαιδευτικό επίπεδο που απόκτησαν οι γυναίκες στην χώρα τους ήταν συχνά αρκετά υψηλό (μια μελέτη διαπίστωσε ότι το μισό των Φιλιπινέζων και το τέταρτο των Πολωνών και Περουβιανών παραμανών είχε πανεπιστημιακούς τίτλους). Αν εργαστούν μια φορά στον τομέα οικιακής οικονομίας, είναι εξαιρετικά δύσκολο για τις γυναίκες να αλλάξουν κατηγορία εργασίας. Υπάρχει συνεχής ζήτηση στον τομέα αυτό που επιτρέπει κάποια βελτίωση στους όρους συμβάσεων, αλλά έχει γίνει λίγη προσπάθεια να αλλαχτεί η φύση της εργασίας που εκτελείται από τις μετανάστριες. Σε κάθε μια από τις περιοχές που εξετάστηκαν κατά τη διάρκεια αυτής της περιπτωσιολογικής μελέτης, η συγκέντρωση των γυναικών στην αγορά της οικιακής εργασίας θεωρήθηκε ως δεδομένη από τους φορείς και ως απαραίτητη απάντηση στη ζήτηση. Ταυτόχρονα, τα επιμορφωτικά μαθήματα περιλαμβάνουν περισσότερους άνδρες από γυναίκες. Ένα σημαντικό εμπόδιο που αντιμετωπίζουν οι μετανάστες στην αλλαγή των κατηγοριών εργασίας τους είναι η έλλειψη κοινωνικού κεφαλαίου - σχέσεις εμπιστοσύνης και αμοιβαιότητας με εγγενείς Ιταλούς που να μπορούν να χρησιμεύσουν για την εξεύρεση καλύτερης απασχόλησης ή ευκαιριών.

Καινοτομίες στην Παροχή Υπηρεσιών

Στην πραγματικότητα, οι περισσότερες μελέτες που περιλαμβάνουν τους εργοδότες - είτε από το ISFOL,xiv τα εμπορικά επιμελητήρια είτε άλλες ερευνητικές ομάδες είτε φορείς - έχουν διαπιστώσει ότι η πλειοψηφία των εργοδοτών επιδιώκει την πρόσληψη υπαλλήλων όχι μέσω των φορέων προσωρινής εργασίας ή δημόσιων κέντρων απασχόλησης αλλά μέσω άτυπων καναλιών. Στην επαρχία του Τορίνο, μια μελέτη του 2003 διαπίστωσε ότι το 57% των επιχειρήσεων προσέλαβε νέους υπαλλήλους μέσω των επαφών με τους φίλους και την οικογένεια, ενώ το 14% ήταν γνωριμίες των υπαλλήλων (Ricerche et Progetti, 2003). Αυτό τιμωρεί τους νεοφερμένους στην αγορά εργασίας και ειδικά τους μετανάστες, οι οποίοι είναι λιγότερο πιθανό να έχουν ένα τέτοιο διευρυμένο κοινωνικό δίκτυο. Η πολιτιστική και κοινωνική πρωτοβουλία σε επίπεδο βάσης που εξετάστηκε στο Τορίνο - το μόνιμο κέντρο της Alma Mater – θεωρήθηκε ότι έχει ακούσια επίδραση στην καθιέρωση στενών σχέσεων μεταξύ των γυναικών που οδηγούν σε καλύτερες εκβάσεις απασχόλησης (βλ. Πλαίσιο 3.9.). Η Alma Mater παρέχει ένα πολύ καλό παράδειγμα ενδυνάμωσης των μεταναστριών και της εισαγωγής τους στην αγορά μόνιμης εργασίας μέσω της κατάρτισης. Τα προγράμματα της Alma Mater παρέχουν επαγγελματική κατάρτιση και προσόντα στις γυναίκες που επιθυμούν να ξεφύγουν από τις χαμηλής ειδίκευσης στις χαμηλόμισθες εργασίες. Συνεργάζονται πολύ στενά με τράπεζες και άλλες επιχειρήσεις που είναι οι προοριζόμενοι εργοδότες των εκπαιδευομένων γυναικών. Τέτοιες σχέσεις θα ήταν δύσκολο να επιτευχθούν και θα έπρεπε να στηρίζονται σε πολυετή εργασία στην ένωση για να αποκτήσουν οι γυναίκες το κοινωνικό κεφάλαιο και την αξιοπιστία. Η εντατική εργασία που απαιτείται απαραιτήτως περιορίζει τα είδη των προσφερομένων μαθημάτων και τον αριθμό των μεταναστριών που μπορούν να ωφεληθούν. Η Alma Mater χρησιμεύει επίσης ως ένας χώρος συνάντησης για τις αλλοδαπές και τις Ιταλίδες, που παρέχουν τις κοινωνικές δραστηριότητες και τα κοινά πολιτιστικά και κοινωνικά προγράμματα. Οι γυναίκες που εργάζονται μαζί σε αυτό το πλαίσιο δημιουργούν δεσμούς φιλίας. Αυτοί οι δεσμοί έχουν οδηγήσει συχνά στην ανοδική μετακίνηση στην αγορά εργασίας. Εν τούτοις, οι γυναίκες της Alma Mater δεν θεωρούν αυτό μια αξιοσημείωτη έκβαση της δραστηριότητάς τους, δεδομένου ότι δεν είναι στα πλαίσια ενός ενιαίου προγράμματος ούτε έχει τη δυνατότητα χρονικής επέκτασης ούτε είναι χρηματοδοτούμενο. xiv Το ISFOL αντιστοιχεί στο Istituto per lo Sviluppo della Formazione dei Lavoratori, δηλ. στο Ινστιτούτο για την Ανάπτυξη της Διαμόρφωσης του Εργαζόμενου. Το πρωτότυπο έχει μόνο τη σύντμηση χωρίς καμιά επεξήγηση είτε στα ιταλικά είτε στα αγγλικά (Σ.τ.Μ.).

257

258

Πλαίσιο 3.9. Alma Mater: το διαπολιτισμικό κέντρο που προωθεί την ποιοτική απασχόληση των γυναικών στο Τορίνο Η Alma Mater είναι ένα πολύ καλό παράδειγμα της ενδυνάμωσης των μεταναστριών και της εισαγωγής τους στην αγορά μόνιμης εργασίας μέσω της κατάρτισης. Το 1993, η Alma Terra δημιούργησε ένα διαπολιτισμικό κέντρο, «Alma Mater», και για τις μετανάστριες και για τις Ιταλίδες, με την υποστήριξη του δημοτικού συμβουλίου, της περιφερειακής επιτροπής για ίσες ευκαιρίες, και των εργατικών συνδικάτων. Άλλοι συνεργάτες είναι τράπεζες, εταιρείες, και εμπορικά επιμελητήρια, ανάλογα με το πρόγραμμα. Το κέντρο έχει υποβάλει αίτηση επίσης για επιδοτήσεις της Ε.Ε. για συγκεκριμένα προγράμματα. Ο στόχος του κέντρου είναι να βελτιώσει την κοινωνική θέση των μεταναστριών που ζουν στο Τορίνο και να τις ενθαρρύνει να ασκούν τις δεξιότητές τους. Οι δραστηριότητες περιλαμβάνουν: Επαγγελματικές σειρές μαθημάτων επαναπροσδιορισμού και μαθήματα γλώσσας: διάφορες σειρές μαθημάτων σε πολιτιστική διαμεσολάβηση έχουν πραγματοποιηθεί τα τελευταία χρόνια σε συνεργασία με άλλους φορείς. Το κέντρο οργανώνει επίσης μαθήματα ιταλικών, που διαφοροποιούνται σύμφωνα με το προγενέστερο εκπαιδευτικό επίπεδο (το 2003, 180 μετανάστριες συμμετείχαν σε αυτές τις σειρές μαθημάτων). Ενσωμάτωση στην αγορά εργασίας: το κέντρο οργανώνει συνεδρίες για μετανάστριες σχετικές με χρήσιμους μηχανισμούς και εργαλεία για την ιταλική αγορά εργασίας. Προσφέρει επίσης νομικές συμβουλές και παρέχει βοήθεια για την εκπαίδευση και αναζήτηση εργασία. Το 2002, το κέντρο, μαζί με το δήμο του Τορίνο και τα συνδικάτα, υποστήριξε και έλεγξε ένα πρόγραμμα για να ενσωματώσει μετανάστριες στον τραπεζικό τομέα, ένας τομέας υψηλότερης κοινωνικής θέσης έναντι της οικιακής εργασίας. Η επαγγελματική κατάρτιση στα τραπεζιτικά οργανώθηκε, και στο τέλος της σειράς μαθημάτων 12 εκτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης γυναίκες απασχολήθηκαν σε διαφορετικές ιταλικές τράπεζες με μακροπρόθεσμες συμβάσεις ως τραπεζοϋπάλληλοι. Αυτό το πρόγραμμα ακολουθήθηκε και από άλλα επιμορφωτικά μαθήματα: ένα επιμορφωτικό μάθημα για ειδικούς ΤΠΕ με το στόχο να ενσωματωθούν 30 επιπλέον μετανάστριες ως διευθύντριες σε εμπορικούς συνεταιρισμούς και εταιρείες. Μια υπηρεσία φύλαξης παιδιών (προσχολικής ηλικίας) προσφέρεται από το κέντρο για να υποστηρίξει τις μετανάστριες εργαζόμενες ενώ εκπαιδεύονται και αναζητούν εργασία.

Στέγαση

Η στέγαση διαδραματίζει έναν σημαντικό ρόλο στην ενσωμάτωση των μεταναστών στις τοπικές αγορές εργασίας στην Ιταλία λόγω της γενικής κρίσης στη στέγαση. Η εγχώρια ιδιοκτησία είναι κοντά σε 80% μεταξύ των Ιταλών και η κοινωνική κατοικία αποτελεί λιγότερο από το 5% της αγοράς. Οι όροι υποθήκευσης δεν είναι ευνοϊκοί. Αυτό σημαίνει ότι το αποδημητικό εργατικό δυναμικό – και Ιταλοί και αλλοδαποί - αναγκάζεται σε ένα επιβαρημένο ενοίκιο. Επιπλέον, πολλοί ιταλοί ιδιοκτήτες οικιών προτιμούν να μην νοικιάσουν τις άδειες κατοικίες τους λόγω του προβληματισμού τους για τις χρονοβόρες διαδικασίες απελάσεων και φορολογίας.

Καινοτομίες στην Παροχή Υπηρεσιών

Ένα πρόσθετο πρόβλημα για τους αλλοδαπούς εργαζομένους είναι οι διακρίσεις σε βάρος τους. Οι διακρίσεις στην αγορά εργασίας συνδέονται στενά με το διαχωρισμό και τις διακρίσεις στη στέγαση. Η στέγαση είναι στην πραγματικότητα μια σημαντική πηγή αποκλεισμού για όλους τους μετανάστες στην Ιταλία. Κατάλογοι διαμερισμάτων συχνά διευκρινίζουν ανοιχτά ότι το διαμέρισμα δεν θα ενοικιαστεί σε αλλοδαπούς. Σε μερικές περιπτώσεις, ο λόγος για τις διακρίσεις διατυπώνεται με οικονομικούς όρους (φόβος ότι ο ενοικιαστής δεν θα πληρώνει το ενοίκιο τακτικά, τις ζημίες στο σπίτι, κ.λ.π.). Οι διακρίσεις επιδεινώνονται από τη τοπική αγορά ακίνητων περιουσιών, των λίγων διαθέσιμων διαμερισμάτων, τα υψηλά ενοίκια (το μέσο μηνιαίο ενοίκιο είναι 300-350 ευρώ για μια γκαρσονιέρα) (Quassoli et al, 2001). Υψηλά ενοίκια συχνά επιβαρύνουν τους ενοικιαστές. Μερικοί ιδιοκτήτες εκμεταλλεύονται τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι μετανάστες στην εύρεση στέγασης και προσφέρουν στέγαση που δεν θεωρείται κατάλληλη για τον τοπικό ιταλικό πληθυσμό σε τιμές πολύ υψηλότερες από τη τιμή της αγοράς. Σε πολλές περιοχές του βιομηχανικού Βορρά, οι δαπάνες στέγασης είναι το κύριο εμπόδιο στην τοπική ανάπτυξη αγοράς εργασίας και την εσωτερική μετανάστευση. Οι εργοδότες έχουν αναγνωρίσει αυτό το πρόβλημα και έχουν προσπαθήσει να βρουν λύσεις. Επιπλέον, ο Νόμος 189/2002 υποχρεώνει τους εργοδότες να παρέχουν στους μετανάστες εργαζομένούς τους στέγαση που ανταποκρίνεται στα κατώτατα επίπεδα δημόσιας κατοικίας. Αν και ο νόμος επιτρέπει στους αλλοδαπούς να έχουν κάρτα διαμονής, ή μια άδεια διαμονής έγκυρη τουλάχιστον για δύο έτη και μια εργασία, πρόσβαση στη δημόσια στέγαση με τους ίδιους όρους όπως και οι Ιταλοί υπήκοοι, η δημόσια στέγαση είναι κατά πολύ περιορισμένη και δεν ικανοποιεί τις ανάγκες του αλλοδαπού πληθυσμού. Το γεγονός ότι οι μετανάστες, με τις μεγαλύτερες οικογένειες και τα μικρότερα εισοδήματα, έχουν συχνά προτεραιότητα στην πλήρωση κενών διαμερισμάτων δημοσίων κατοικιών έχει δώσει αφορμή για κάποια δυσαρέσκεια. Διαφορετικές περιφέρειες έχουν προσπαθήσει να εξουδετερώσουν αυτή τη δυσαρέσκεια με τη σκλήρυνση των όρων εκλεξιμότητας (το Πεδεμόντιο απαιτεί μακροπρόθεσμες συμβάσεις απασχόλησης) ή την τοποθέτηση ενός πλαφόν (ανώτατου ορίου) στην πρόσβαση για τους μετανάστες (το Τρέντο έχει ποσόστωση). Λύσεις μπορούν κυρίως να βρεθούν στον ιδιωτικό και δημόσιο-ιδιωτικό χώρο συνεργασίας. Την προηγούμενη δεκαετία, δημιουργήθηκαν διάφοροι φορείς στην Ιταλία που παρέχουν ένα πρότυπο τέτοιων συνεργασιών. Ένα από τα πιο γνωστά παραδείγματα είναι η Casa Amica (βλ. Πλαίσιο 3.10.). Αυτοί οι φορείς προσπαθούν να αποκτήσουν ιδιοκτησίες προκειμένου να τις νοικιάσουν ή να τις πωλήσουν σε άτομα που στερούνται εγγυήσεις εισοδήματος ή πίστωσης για να νοικιάσουν ή να αγοράσουν ένα σπίτι.

259

260

Ένα άλλο πρότυπο που δημιουργείται επιτυχώς από μια δημόσια-ιδιωτική συνεργασία είναι το γραφείο ενοικίασης του Forlì. Σε αυτήν την περίπτωση, οι τοπικές αρχές συνεργάστηκαν με τους εργοδότες για να αποκτήσουν ή να νοικιάσουν - την ιδιοκτησία για τους εργαζομένους. Ο φορέας αυτός διαχειρίζεται περίπου 25 διαμερίσματα, των οποίων τα τρία τέταρτα είναι για τους μετανάστες ή προσωρινούς Ιταλούς εργαζομένους. Το ενοίκιο αφαιρείται αυτόματα από τον μισθό των εργαζομένων. Ο φορέας είναι οικονομικά αυτάρκης και χρησιμοποιεί το πλεόνασμα από άλλες κατοικίας για να επιχορηγεί τα διαμερίσματα που νοικιάζει στις οικογένειες των μεταναστών. Πλαίσιο 3.10. Casa Amica: Μια μη κερδοσκοπική ένωση για την πρόσβαση στη στέγαση Η Casa Amica δημιουργήθηκε το 1993 από μια κοινοπραξία 16 δημόσιων και ιδιωτικών υπηρεσιών και διευθύνεται από την επαρχία του Μπέργκαμο, τα εργατικά συνδικάτα και τις ενώσεις. Στόχος της ήταν να βελτιώσει την πρόσβαση Ιταλών και μεταναστών σε επαρκή στέγαση. Τέσσερις τράπεζες υποστήριξαν την πρωτοβουλία. Ο αριθμός συνεταίρων έφθασε τους 76 μέχρι το 2003. Η ένωση διεξάγει έρευνα για την τοπική κατάσταση αναφορικά με τη στέγαση και δημιουργεί προγράμματα για να ικανοποιήσει τις ανάγκες στέγασης. Το κύριο πρόγραμμα τρέχει από το 2000 - όταν έλαβε το κεφάλαιο εκκίνησης από το Ίδρυμα Cariplo - και περιλαμβάνει την οικοδόμηση προσωρινών εγκαταστάσεων στέγασης και τη δημιουργία ενός μη κερδοσκοπικού φορέα στέγασης ­. Η Casa Amica συμμετέχει στην αγορά και την ανακαίνιση των κτηρίων για την ενοικίασή τους σε μονογονεακές οικογένειες. Συμμετέχει επίσης σε ένα πρόγραμμα με ένα δίκτυο των μικρών πόλεων για να χτίσει ένα κτήριο 27 διαμερισμάτων, τα οποία θα διατίθενται σε μετανάστες και Ιταλούς που βρίσκονται σε ανάγκη. Η Casa Amica διαχειρίζεται 132 διαμερίσματα στην επαρχία του Μπέργκαμο. Προσφέρει τέσσερις διαφορετικές συμβάσεις ενοικίου: ενοίκιο (μίσθωμα), υποθήκη που εγγυάται η Casa Amica, έξοδα προκαταβολής για κοινά διαμερίσματα και ενοίκιο με την επιλογή πιθανής αγοράς. Περισσότερο από 1.000 άνθρωποι έχουν ζήσει στις ιδιοκτησίες της Casa Amica. Η Casa Amica δεν είναι μόνο γραφείο ενοικίασης. Μεσολαβεί με τους ιδιοκτήτες των κατοικιών για να τοποθετήσει τις μονάδες (τα διαμερίσματα) στην αγορά, επιβλέπει και υποστηρίζει τους ενοικιαστές της και μεσολαβούν μεταξύ των μεταναστών και των γειτόνων τους για να μειώσει πιθανόν συγκρούσεις.

Και άλλες πρωτοβουλίες προσδιορίστηκαν στις περιοχές των περιπτωσιολογικών μελετών. Το Τρέντο παρέχει πίστωση σε εταιρείες και συνεταιρισμούς για να τους βοηθήσει στον κτιριακό τομέα, της ανακαίνισης, και της αγοράς στέγασης για αλλοδαπούς εργαζομένους. Η επαρχία έχει χρηματοδοτήσει εταιρείες για μια

Καινοτομίες στην Παροχή Υπηρεσιών

περίοδο πέντε ετών για να μειώσουν τα ενοίκια κατοικιών που φιλοξενήσουν αλλοδαπούς εργαζομένους. Περίπου 80 διαμερίσματα διατέθηκαν σε μετανάστες εργαζομένους το 2003 με τη βοήθεια αυτού του μέτρου. Από τον Οκτωβρίου του 2002 η επαρχία Τρέντο επιτρέπει σε εταιρείες να χτίζουν κοιτώνες στην ιδιοκτησία τους, που προσαρτώνται σε βιομηχανικούς χώρους (foresteria). Ο νόμος καθορίζει τον αριθμό κρεβατιών που το κάθε foresteria μπορεί να έχει. Παραδείγματος χάριν, μια εταιρεία με 60 εργαζομένους μπορεί να κατασκευάσει ένα foresteria με μέγιστο αριθμό 12 κρεβατιών. Οι εργαζόμενοι - συμπεριλαμβανομένων των αλλοδαπών εργαζομένων - μπορούν να ζήσουν στον κοιτώνα για ένα έτος, και έπειτα μπορούν να ανανεώσουν για ένα άλλο έτος. Από το 2003, τρεις τέτοιοι κοιτώνες έχουν χτιστεί. Αυτές οι δομές δεν προορίζονται ως μόνιμη κατοικία δεδομένου ότι περιορίζουν την κατοικία σε έναν υπάλληλο και αποτρέπουν την οικογενειακή επανένωση. Αυτός ο κανόνας αστικού σχεδιασμού δεν είναι μια κοινωνική λύση αλλά μια μεταρρύθμιση της διαίρεσης του χώρου σε ζώνες. Στην Ιταλία, οι κατοικημένες και βιομηχανικές περιφέρειες είναι κανονικά χωρισμένες σε ζώνες σε διαφορετικές περιοχές, έτσι η απόφαση να επιτραπεί το κτίσιμο των κοιτώνων αντιπροσωπεύει μια χαρακτηριστική αναχώρηση από τις άκαμπτες αρχές του χωρισμού σε ζώνες (της υποδιαίρεσης σε ζώνες). Ο κανονισμός δεν περιέχει καμία κοινωνική εκτίμηση, όπως τα μέτρα προστασίας για τον αριθμό εργαζομένων ανά κρεβάτι ή τη διαθεσιμότητα των καταναλωτικών υπηρεσιών στις βιομηχανικές περιφέρειες. Η επαρχία προσφέρει επίσης τις επιχορηγήσεις μισθώματος και υποθηκών για να βοηθήσει τους ιδιωτικούς παράγοντες στον κτιριακό τομέα, της ανακαίνισης, και της αγοράς στέγασης. Ο χρησιμοποιούμενος μηχανισμός είναι αυτός της μελλοντικής πώλησης: ένας συνεταιρισμός αγοράζει το διαμέρισμα, το αναδομεί και αποφασίζει το τελικό κόστος του. Ένας μετανάστης που ενδιαφέρεται να το αγοράσει, εάν είναι εντάξει στις πληρωμές του, δίνει αρχικά μια προκαταβολή για να μειώσει την εγγύηση του ενυπόθηκου δανείου. Το 2002, από όλες τις αιτήσεις για επιχορηγήσεις υποθηκών, το 41% ήταν από μετανάστες. Ο δήμος του Τρέντο έχει επίσης ξεκινήσει ένα πρόγραμμα που τρέχει από έναν μη κερδοσκοπικό οργανισμό ονόματι Patto Casa, για να βοηθά ορισμένες μειονεκτούσες ομάδες, και ιδιαίτερα τους μετανάστες, να βρουν κατοικία, βασισμένη στα υπάρχοντα ιταλικά πρότυπα. Η Patto Casa θα μεσολαβήσει μεταξύ των ιδιοκτητών και των μειονεκτουσών οικογενειών, συμπεριλαμβανομένων των μεταναστών, οι οποίοι δεν είναι ικανοί να παρέχουν τις εγγυήσεις. Η ένωση

261

262

θα κρατήσει τη μίσθωση και θα υπενοικιάσει στον ενοικιαστή (μισθωτή), στα χαμηλότερα ποσοστά αγοράς από εκείνα που είναι διαθέσιμα σήμερα στους αλλοδαπούς. Επιπλέον, θα παρέχει συμβουλές για προβλήματα στέγασης που κυμαίνονται από νομικές συμβουλές ως την αναζήτηση των αγορών στέγασης ή ενοικίασης σπιτιού, όρους υποθηκών, συμβάσεις με τις τράπεζες, δημόσιους συμβολαιογράφους και για άλλους επαγγελματίες του χώρου. Αυτό το είδος διαμεσολάβησης και εγγύησης είναι ανεπιτυχές αλλού στην Ιταλία (στη Περούτζια και τη Φλωρεντία, παραδείγματος χάριν) λόγω της επίμονης απροθυμίας των ιδιοκτητών οικιών να νοικιάζουν τις οικίες τους σε αλλοδαπούς. Η Patto Casa στοχεύει επίσης να αγοράσει και να αναδημιουργήσει τα διαμερίσματα που προορίζονται για μειονεκτούσες οικογένειες, συμπεριλαμβανομένων εκείνων των μεταναστών, καθώς επίσης και για εγγυηθεί για τις υποθήκες των μεταναστών. Σε περίπτωση αδυναμία πληρωμής ή αναχώρησης, ο συνεταιρισμός θα βρει έναν νέο ιδιοκτήτη υπό τους ίδιους όρους που είχε ο προηγούμενος ιδιοκτήτης. Στο Πεδεμόντιο, Cicsene (Centro Italiano Di Collaborazione per lo Sviluppo Edilizio delle Nazioni Emergenti: Ιταλικό Κέντρο Συνεργασίας για την Ανάπτυξη και Οικοδόμηση των Αναδυόμενων Εθνών) προσπαθεί να μιμηθεί και να μεταφέρει μια επιτυχή γαλλική πρωτοβουλία να χτίσει αυτόνομα συγκροτήματα κατοικιών. Το 1995, το Cicsene ήταν ο κύριος υποστηρικτής του προγράμματος Diogene, που υποστηρίχθηκε οικονομικά από την Ε.Ε., την περιφέρεια του Πεδεμόντιο και το δήμο του Τορίνο. Αποτελείτο από ένα κεφάλαιο κατάθεσης για τις ενώσεις που νοικιάζουν τα διαμερίσματα και τα υπενοικιάζουν σε οικογένειες μεταναστών, δίνοντας ως εγγύηση το μίσθωμα στους ιδιοκτήτες. Η κατάθεση χρημάτων καλύπτει την πληρωμή κατά ανώτατο όριο τριών μηνών μισθώματος στα καθυστερούμενα, συν οποιεσδήποτε νομικές δαπάνες και ζημιές που προκαλούνται από τους ενοικιαστές. Μόνο 40 συμβάσεις ενοικίου τρέχουν αυτήν την περίοδο υπό αυτούς τους πρόσθετους όρους. Φιλανθρωπικοί και θρησκευτικοί φορείς προσφέρουν επίσης κατοικίες ή στέγαση υπό ενοικίαση στους μετανάστες. Ένα από τα πρώτα κέντρα υποδοχής ήταν το Sermig στο Τορίνο (βλ. Πλαίσιο 3.2.). Χάρη στη στενή συνεργασία με τις εθελοντικές ενώσεις και τους φιλανθρωπικούς οργανισμούς, οι μετανάστες στο Τορίνο έχουν πρόσβαση σε 240 κρεβάτια που παρέχονται από τις καθολικές ενώσεις, 160 διαμερίσματα και 16 προκατασκευασμένες κατασκευές που παρέχονται από λαϊκές εθελοντικές ενώσεις, και 10

Καινοτομίες στην Παροχή Υπηρεσιών

περισσότερα διαμερίσματα από τα Caritas. Υπάρχουν επίσης συνεταιρισμοί και ενώσεις στέγασης που ενεργούν συνήθως ως εγγυητές. Στο Μιλάνο ένα μεγάλο μέρος της προσπάθειας έχει αφιερωθεί στην παροχή καταφυγίου έκτακτης ανάγκης, αν και τα 500 διαμερίσματα των δήμων που έχουν δανειστεί σε μια ένωση που τα ανακαίνισε με χρηματοδότηση από την περιφέρεια της Λομβαρδίας και τα προορίζει για τις μειονεκτούσες οικογένειες. Το 15% προορίστηκαν για τους μετανάστες. Δεν υπάρχει κανένας μεγάλος κοινωνικός φορέας ακίνητων περιουσιών που να παρέχει πρόσβαση στην ιδιωτική αγορά ενοικίου προσφέροντας διαμεσολαβητικές υπηρεσίες και εγγυήσεις στους ιδιοκτήτες. Μερικοί συνεταιρισμοί και ενώσεις εστιάζουν στην ανακαίνιση των διαμερισμάτων που νοικιάζονται στους μετανάστες. Ο συνεταιρισμός Dar αυτήν την περίοδο νοικιάζει 130 διαμερίσματα σε προσιτές τιμές στους μετανάστες. Η μικρή προσφορά κοινωνικής κατοικίας και τα χαμηλά ποσοστά εγκατάλειψης αυτών των κατοικιών σημαίνει ότι πρέπει να βρεθούν λύσεις στο πρόβλημα στέγασης στον ιδιωτικό τομέα. Οι εργοδότες ενδιαφέρονται για την εύρεση λύσεων, αλλά ακόμη και με τη συμμετοχή των τοπικών αρχών και των τραπεζών, οι περισσότερες πρωτοβουλίες έχουν σχετικά περιορισμένο αριθμό μονάδων (κατοικιών). Όπου οι εργοδότες είναι μια κατευθυντήρια δύναμη είναι στην εντόπιση της κατοικίας για τους εργαζομένους τους, και ο ρόλος των τοπικών αρχών είναι ιδιαίτερα σημαντικός για την προστασία του υπαλλήλου από την κατάχρηση αυτής της εξαρτώμενης σχέσης. Συμπεράσματα και ζητήματα προς εξέταση Οι περιπτωσιολογικές μελέτες του Τρέντο, του Τορίνο και του Μιλάνο αποκαλύπτουν πολύ διαφορετικές τοπικές πρωτοβουλίες για την ενσωμάτωση των μεταναστών στην αγορά εργασίας, παρά το γεγονός ότι η πολιτική μετανάστευσης αναπτύσσεται σε εθνικό επίπεδο. Ο αρχικός ρόλος των δημοτικών υπηρεσιών στην ενσωμάτωση έχει φανεί ότι οφείλεται εν μέρει στον ευρύτερο εκφυλισμό των δημοσίων υπηρεσιών που βρίσκεται σε εξέλιξη στην Ιταλία και εν μέρει στην αναγνώριση ότι διαχείριση της ενσωμάτωσης γίνεται καλύτερα σε τοπικό επίπεδο. Οι τοπικές αρχές δίνουν την ιδιαίτερη σημασία στο θεσμικό ρόλο τους στην

263

264

υποστήριξη και την καθοδήγηση της ενσωμάτωσης των μεταναστών. Αυτό είναι εμφανές στη δημιουργία πρόσθετων υπηρεσιών για αλλοδαπούς, στην έρευνα και τις αναλύσεις που χρηματοδοτούνται από αυτές τις αρχές και το ευρύ φάσμα των προγραμμάτων στα οποία εμπλέκονται αυτές οι υπηρεσίες. Εντούτοις, αυτό έχει οδηγήσει μερικές φορές στην ανάπτυξη ενός συστήματος που οδηγείται από τις θεσμικές προτεραιότητες παρά από τους ίδιους τους μετανάστες και τις ανάγκες τους. Οι τοπικοί φορείς διακυβέρνησης επηρεάζονται αρκετά από τους πολιτικούς (κοινή γνώμη) και τους οικονομικούς (κοινωνικοί συνεργάτες) εταίρους στην αντίληψή τους για τις ανάγκες του μεταναστευτικού πληθυσμού. Η στενή συνεργασία μεταξύ των εργοδοτών και των τοπικών αρχών είναι ένας ισχυρός παράγοντας σε κάθε μια από τις τοπικές πολιτικές ενσωμάτωσης που εξετάζονται. Οι τοπικοί οικονομικοί φορείς, αφ’ ενός, μπορούν να ασκήσουν επιρροή στην επαγγελματική κατάρτιση και τη στεγαστική πολιτική, που συνδέουν τέτοιες πολιτικές με τις άμεσες τοπικές ανάγκες. Αφ’ ετέρου, οι τοπικές αρχές και οι φορείς είναι σε θέση να προγραμματίσουν για μεγαλύτερη περίοδο. Οι ενώσεις των επιχειρηματιών ήταν μεταξύ των πρώτων που είδαν ότι το μέλλον τους βρίσκεται στην παροχή υπηρεσιών στους μετανάστες και επενδύουν αναλόγως. Για αυτόν τον λόγο, η παράδοση της συνεργασίας ή ο συντονισμός με άλλους εταίρους έχει καθορίσει τη δυνατότητα κάθε τοπικής αρχής να ηγηθεί στη διακυβέρνηση της ενσωμάτωσης, ειδικά στην αγορά εργασίας. Ενώ ο ρόλος των διαφορετικών μορφών τοπικής κυβέρνησης - αυτόνομη επαρχία, δήμος και περιφέρεια - έχει ρυθμίσει τις διαθέσιμες επιλογές, παράγοντες όπως χρηματοδότηση, ανταγωνισμός και συνεργασία με άλλες διοικητικές λειτουργίες, πολιτική ομοιογένεια και σύγκρουση, σχέσεις με την κοινωνία πολιτών και την κατανομή αρμοδιοτήτων έχουν όλα επηρεάσει την ποικιλία των πρωτοβουλιών και των παρεμβάσεων που προωθούνται. Λαμβάνοντας υπόψη την ευρεία ποικιλία των πρωτοβουλιών, τότε, τέτοιες πρωτοβουλίες μπορούν να έχουν σημαντική επίδραση στην ενσωμάτωση των μεταναστών στην τοπική αγορά εργασίας; Εάν η ενσωμάτωση ορίζεται ως η συμμετοχή στην αγορά εργασίας, τότε και οι τρεις περιοχές έχουν υψηλό βαθμό επιτυχίας. Η συμμετοχή των μεταναστών στην αγορά εργασίας ικανοποιεί τη ζήτηση - συνήθως στο χαμηλότερο επίπεδο της επαγγελματικής κλίμακας, που συγκεντρώνεται στην ανειδίκευτη εργασία. Περαιτέρω, και στις τρεις περιφέρειες, οι βραχυπρόθεσμες συμβάσεις απασχόλησης υπερισχύουν. Λαμβάνοντας υπόψη το νέο νομικό πλαίσιο για τις άδειες διαμονής και την

Καινοτομίες στην Παροχή Υπηρεσιών

ανανέωσή τους, οι μετανάστες έχουν λίγη διαπραγματευτική δύναμη. Από αυτή την άποψη, οι πρωτοβουλίες βελτίωσης της αντιστοίχησης μεταξύ της προσφοράς και της ζήτησης - ειδικά στην με λίγα προσόντα αγορά εργασίας όπου υπάρχουν λίγα εμπόδια στην είσοδο των αλλοδαπών - μπορούν να διατηρήσουν τη συμμετοχή εργατικού δυναμικού και να αποτρέψουν την απέλαση. Εάν η ενσωμάτωση θεωρείται ως ποιοτική απασχόληση με τους ίδιους όρους και για τους μετανάστες εργαζομένους και για τους Ιταλούς, τότε οι επιτυχημένες περιπτώσεις γίνονται σπανιότερες. Οι μετανάστες, όπως οι Ιταλοί, κατορθώνουν συνήθως να βρουν εργασίες μέσω κοινωνικών δικτύων, προσωπικών γνωστών και επαφών. Αυτό προλαμβάνει ένα μεγάλο μέρος της επίδρασης που θα μπορούσε να επιτευχθεί από τις επίσημες υπηρεσίες για την πρόσβαση στην απασχόληση ή τη γραφειοκρατική αντιστοίχιση της προσφοράς με τη ζήτηση. Δίνει έμφαση επίσης στη σημασία και την αξία των πρωτοβουλιών που αυξάνουν τις οριζόντιες και κάθετες κοινωνικές σχέσεις των μεταναστών, δεδομένου ότι αυτό το κεφάλαιο μπορεί να μετασχηματιστεί σε μια βελτιωμένη θέση στην αγορά εργασίας (δηλ. κοινωνικά κέντρα, επιμορφωτικές μαθητείες). Τέτοιες πρωτοβουλίες είναι συχνά μικρής κλίμακας, με τις εκβάσεις απασχόλησης να είναι δύσκολο να αξιολογηθούν βραχυπρόθεσμα, αλλά να έχουν μια σημαντική επίδραση στα άτομα, ειδικά τις γυναίκες στην οικιακή απασχόληση. Οι υπηρεσίες απασχόλησης αγωνίζονται ακόμα να προσαρμοστούν σε μια τέτοια εξατομικευμένη προσέγγιση. Το ίδιο πρόβλημα εμφανίζεται επίσης σε σχέση με την επαγγελματική κατάρτιση. Η επαγγελματική κατάρτιση φαίνεται να είναι θεσμικά-καθοδηγημένη και να βασίζεται στη ζήτηση. Ακόμα και όταν τα μαθήματα αντιστοιχούν με την αγορά εργασίας, φαίνεται να υπάρχει λίγη μεμονωμένη ανάλυση και αναγνώριση των εκπαιδευτικών επιτεύξεων και των αναγκών των μεταναστών. Η αυτοαπασχόληση έχει προκύψει ως ευκταίος στόχος για τους μετανάστες στην αγορά εργασίας, που αντιμετωπίζεται θετικά και από τους Ιταλούς και από τους ίδιους τους μετανάστες. Οι αποτελεσματικότερες πρωτοβουλίες φάνηκαν να είναι εκείνες που οδηγήθηκαν από τους μηχανισμούς αγοράς (δηλ. από την ανάγκη των εμπορικών επιμελητηρίων ή των εμπορικών ενώσεων να προσλάβουν αλλοδαπούς για να αντικαταστήσουν ένα πληθυσμό γηράσκοντα και έναν ιταλικό πληθυσμό με διαρκώς μειωμένη επιχειρηματικότητα). Τα κύρια εμπόδια βρίσκονται στη σύνθετη γραφειοκρατία και τη φτωχή πρόσβαση στις πιστώσεις. Εκεί είναι που γίνονται και οι περισσότερες επενδύσεις.

265

266

Το ιταλικό σύστημα διακυβέρνησης της τοπικής πολιτικής ενσωμάτωσης των μεταναστών ρυθμίζεται από διάφορους θεσμικούς παράγοντες που περιορίζουν τη δυνατότητα της αλλαγής: α) η κυριαρχία του ΕΚΤ στην επαγγελματική κατάρτιση και το σημαντικό ρόλο που ορίζει στις περιφέρειες και στις εθνικές προτεραιότητες, β) η συνεργασία που βασίζεται σε πρόγραμμα που προκύπτει από το σύστημα προσφορών για τα κεφάλαια ενσωμάτωσης, και γ) το γεγονός ότι οι δημοτικές υπηρεσίες συντονίζουν το καταφύγιο και τον κοινωνικό προσανατολισμό των μεταναστών. Το σύστημα αντικατοπτρίζει τον κατακερματισμό των ιταλικών κοινωνικών φορέων, την διευρυμένη κοινωνία των πολιτών στην Ιταλία και τη κυριαρχία των κοινωνικών εταίρων στον καθορισμό της κατεύθυνσης της τοπικής οικονομικής πολιτικής. Οι τοπικές αρχές, στο τέλος, δυσκολεύονται να πάρουν τον έλεγχο, αν λάβει κανείς υπόψη τις μυριάδες των εμπλεκομένων εταίρων και τους παρέχοντες υποεργολαβίες και εξωτερικές εργασίες. Αυτό το πρότυπο διακυβέρνησης έχει εντούτοις διάφορα πλεονεκτήματα για την ενσωμάτωση των μεταναστών, συμπεριλαμβανομένης της ευελιξίας και μιας πιθανής ικανότητας για γρήγορη εξέλιξη. Το σύστημα έχει δώσει πολλές διαφορετικές λύσεις για την ενσωμάτωση που κανένας φορέας δεν μπορεί να τις δώσει μόνος του. Αφ’ ετέρου, το πρότυπο ρίχνει το βάρος του συντονισμού των δράσεων και της ορθολογικής οργάνωσης των περιορισμένων πόρων στις τοπικές αρχές για τη μέγιστη επίδραση. Αυτό το κεφάλαιο έχει απαριθμήσει διάφορες ορθές πρακτικές, αλλά τι κάνει αυτές οι πρακτικές μεταβιβάσιμες είναι το θεσμικό πλαίσιο συνεργασίας στο οποίο δημιουργήθηκαν, περισσότερο από οποιοδήποτε συγκεκριμένο καταστατικό ή περιεχόμενο. Και εδώ βρίσκεται η πρόκληση. Σημειώσεις 1

Βλ. για περισσότερες πληροφορίες τον OECD (2003) και τον OECD (2004).

2 Σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ [OECD (2004)], το 2003 το ποσοστό απασχόλησης του πληθυσμού της Ε.Ε. των 15 έφθασε στο 64,8% και ο συνολικός μέσος όρος του ΟΟΣΑ στο 65%, ενώ το ποσοστό

συμμετοχής εργατικού δυναμικού ήταν 70,3% και 69,8% αντίστοιχα. Η τριμηνιαία έρευνα εργατικού δυναμικού δεν παρέχει τα στοιχεία όσον αφορά την ανεργία από την ιθαγένεια ή τη χώρα της γέννησης, έτσι δεν υπάρχουν αξιόπιστες τιμές για την ανεργία των 3

αλλοδαπών. 4 Σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ [OECD (2003)], ενώ στο Νότο τα φαινόμενα της παραοικονομίας χαρακτηρίζονται περισσότερο από μια υψηλή παρουσία μη καταγεγραμμένων εταιρειών, στο

Καινοτομίες στην Παροχή Υπηρεσιών

Βορρά αυτό χαρακτηρίζεται από την πρόσληψη των αδήλωτων(παράνομων) εργαζομένων στις καταγεγραμμένες εταιρείες. 5 Τον Ιούλιο του 2002, η κυβέρνηση και οι κοινωνικοί εταίροι συμφώνησαν με «το σύμφωνο για την Ιταλία “ του οποίου οι στόχοι είναι οι ακόλουθοι: α) ενίσχυση μια σύγχρονης και αποδοτικής αγοράς εργασίας β) μείωση της παραοικονομία γ) ενίσχυση της εκπαίδευσης και της κατάρτισης δ) μείωση της φορολογικής πίεσης ειδικά στις οικογένειες χαμηλού εισοδήματος, και ε) εφαρμογή μιας προσεγγιστικής πλευράς της προσφοράς στις περιφερειακές πολιτικές στο Μετζοτζιόρνο (OECD, 2003).

Ιταλική ένωση των εμπορικών επιμελητηρίων, της βιομηχανίας, των τεχνών και της γεωργίας. Για περεταίρω πληροφορίες, βλ. http://excelsior.unioncamere.net 6

7

Πηγή: Unioncamere (www.unioncamere.it)

Παραδείγματος χάριν, το 2002, εγκρίθηκε το ετήσιο διάταγμα μόνο στα μέσα Οκτωβρίου για την είσοδο 20.500 ανθρώπων. Εκείνο το έτος, μόνο 10 000 βίζες θεωρήθηκαν σύμφωνα με το σύστημα ποσόστωσης. Διατάγματα ad hoc, εισήχθησαν για να επιτρέψουν την είσοδο εποχιακών εργαζομένων (33.000 τον Φεβρουάριο, 6.400 τον Μάρτιο, 6600 τον Μάιο, 10.000 τον Ιούλιο, και 8

επιπλέον 3.000 αυτοαπασχολούμενοι εργαζόμενοι το Μάρτιο). Αλλοδαποί που έχουν άδεια για εξαρτώμενη εργασία ή εργασία αυτοαπασχόλησης, για λόγους σπουδών ή για θρησκευτικούς λόγους τουλάχιστον ένα έτος, ή μια κάρτα παραμονής (Άρθρο 29) μπορούν να κάνουν αίτηση για επανασύνδεση με: α) σύζυγο, β) εξαρτώμενα παιδιά, γ) εξαρτώμενους γονείς. Γονείς άνω των εξήντα πέντε μπορούν να αποδείξουν ότι κανένα άλλο παιδί δεν μπορεί να τους συντηρήσει στη χώρα καταγωγής. Αδέλφια και λοιποί συγγενείς δεν έχουν το 9

δικαίωμα στη νόμιμη είσοδο. Σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ [OECD (2005)], το ποσοστό απόρριψης παραμένει πολύ υψηλό (περίπου 90%), αλλά πολλοί από τους απορριφθέντες πέτυχαν μιας ανθρωπιστική άδεια που εκδίδεται με τη

10

διακριτική ευχέρεια του γραφείου αλλοδαπών του τοπικού αστυνομικού τμήματος. 11

Για περισσότερες πληροφορίες, βλέπε: www.immigrazione.provincia.tn.it/cinformi.

Η Italia Lavoro είναι φορέας του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικής Πρόνοιας και δημιουργήθηκε το 1997, στοχεύοντας στην ανάπτυξη ενεργών πολιτικών απασχόλησης με συγκεκριμένη εστίαση

12

σε ευάλωτες ομάδες στις ιταλικές περιφέρειες με υψηλό δείκτη ανεργίας. 13

Βλ. τις εγκυκλίους του Υπουργείου Εργασίας 84, 91 και 98/2001.

Aυτός ο στόχος της Ε.Ε. σκόπευε στην ενσωμάτωση (intergration) ή την επανενσωμάτωση στην αγορά εργασίας των μακροχρόνιων ανέργων ή εκείνων που βρίσκονταν σε κίνδυνο μακροχρόνιας ανεργίας, την ενδυνάμωση της αρχικής κατάρτισης και την ενσωμάτωση των νέων στην αγορά εργασίας, και την ενσωμάτωση και μετενσωμάτωση των ανθρώπων που βρίσκονται σε κίνδυνο

14

κοινωνικού αποκλεισμού. Oι Σύμβουλοι των Χρηματοοικονομικών Επιχειρήσεων Ernst and Young, Ernst and Young Business School, και το Centro Informazione et Educazione allo Sviluppo (CIES).

15

267

268

Βιβλιογραφία Ambrosini, M. and F. Berti (2004), Immigrazione e lavoro, Franco Angeli, Milan. Ambrosini, M. (2003), “Work”, IRES report. Campani, G. (1993), “I reticoli sociali delle donne immigrate in Italia”, in Università degli Studi di Roma La Sapienza (ed.), Immigrazione in Europa, solidarietà e conflitto, Dipartimento di Sociologia, CEDISS, Roma. Caritas (2004), “Immigrazione: Dossier Statistico 2004”. Chaloff, J. (2004), “From Labour Emigration to Labour Recruitment: The Case of Italy in Migration for Employment - Bilateral Agreements at a Crossroads”, OECD, Paris. Chaloff, J and F. Piperno, (2004), “Italy” in Niessen, J. Y. Schibel and R. Magoni (eds.), International Migration and Relation with Third Countries: EU and US Approaches, Migration Policy Group. International Organisation of Migration (2005), “Al servizio degli immigrati: Modalità di intervento e professionalità presenti all’ interno dei Centri per l’impiego”, Rome. Italia Lavoro (2004), “Ricerca Azione: Analisi delle esperienze regionali relative ai nuovi ingressi per quota per motivi di lavoro di immigrati. Ipotesi per la sperimentazione di un modello di gestione”, Rome Lemaître, G. (2003), “La regolazione dei flussi migratori internazionali”, CNEL, Documenti 29, Atti del Seminario di Studio “Regolazione dei flussi migratori: tra programmemazione e precarietà degli interventi”, 3.12.2003. OECD (2003), Economic Survey: Italy, OECD Publication, Paris. OECD (2004), Employment Outlook, OECD Publication, Paris. OECD (2005), Trends in International Migration, Sopemi 2004, OECD Publication, Paris.

Καινοτομίες στην Παροχή Υπηρεσιών

Provincia Autonoma di Τρέντο (2003), “L’immigrazione in Trentino. Rapporto annuale 2003”, CINFORMI, Assessorato alle Politiche Sociali. Servizio per le Politiche Sociale. Quassoli, F., Bohnish, Gabas, Gasa And Jansen (2001), “Housing Policies, Problems and Coping Strategies in Bologna, Frankfurt, Barcelona and Groningen”, in Social Exclusion as a Multidimensional Process: Subcultural and Formally Assisted Strategies of Coping with and Avoiding Social Exclusion; European commission, Brussels. Reyneri, E. (1998), “The Role of the Underground Economy in Irregular Migration to Italy: Cause or Effect?” in Journal of Ethnic and Migration Studies, 25, 2. Ricerche e Progetti (2003), “Ricerca di mercato e analisi dei Servizi per il Lavoro rivolti alle imprese esistenti nella Provincia di Torino”, in Notizie R&P - Ricerche e Progetti 10,2. Triandafyllidou, A. And M. Veikou, (2001), “Immigration Policy and its Implementation in Italy: The State of the Art in Migration Pathways” in A. Triandafyllidou (ed.) A Historic, Demographic and Policy Review of Four Countries of the European Union, European Commission, Brussels. Zanfrini, L. (2003), “Employment Needs of Firms and Planning of Flows”, IRES report. Zanfrini, L. (2004), “Il lavoro degli immigrati a Milan”, Research presented during the OECD study visit in Milan, 24 June 2004.

269

270

Κεφάλαιο 4 Διαδρομές στην Απασχόληση για τους Πρόσφυγες: Μια Ανασκόπηση των Τοπικών Προσεγγίσεων στο Λονδίνο Anne E. Green

Tο Λονδίνο είναι μια από τις παγκόσμιες πόλεις και είναι η μηχανή του συστήματος της μετανάστευσης στο Ηνωμένο Βασίλειο (Η.Β.). Υπάρχει ένα ευρύ φάσμα πρωτοβουλιών που υποστηρίζουν την ενσωμάτωση των μεταναστών στην αγορά εργασίας, στις οποίες συμπεριλαμβάνονται εκείνες που στοχεύουν στους πρόσφυγες. Σε τοπικό επίπεδο, οι πρόσφυγες ενισχύονται συχνά από τις ενώσεις των μεταναστών και τις κοινοτικές οργανώσεις οι οποίες θεωρείται ότι προσφέρουν ένα υποστηρικτικό περιβάλλον στις νέες αφίξεις. Σε εταιρική συνεργασία με το δημόσιο τομέα, τέτοιες οργανώσεις έχουν αναπτύξει τις καινοτόμες πρωτοβουλίες εκπαίδευσης και κατάρτισης συμπεριλαμβανομένων προγραμμάτων που υποστηρίζουν την αναγνώριση των προσόντων που αποκτήθηκαν στο εξωτερικό. Εντούτοις η αποσπασματική ανάπτυξη τέτοιας υποστήριξης κατά τη διάρκεια πολλών ετών έχει οδηγήσει σε ένα σχετικά κατακερματισμένο σύστημα, το οποίο βασίζεται σε σχετικά βραχυπρόθεσμη και απρόβλεπτη χρηματοδότηση. Σε αυτό το πλαίσιο, οι εταιρικές συνεργασίες και τα δίκτυα διαδραματίζουν ένα σημαντικό ρόλο στην υποστήριξη τόσο του συντονισμού όσο και της βιωσιμότητας της υποστήριξης των προσφύγων στην πόλη.

Διαδρομές στην Απασχόληση για τους Πρόσφυγες

Εισαγωγή Το Λονδίνο είναι μια από τις παγκόσμιες πόλεις του κόσμου και ξεχωρίζει στο Η.Β. δυνάμει του καθαρού μεγέθους, της ποικιλομορφίας του πληθυσμού και της οικονομικής δομής του. Είναι η μηχανή του συστήματος της μετανάστευσης στο Η.Β., με μια καθαρή εισροή νέων και εκείνων που χτίζουν τις σταδιοδρομίες τους και με μια καθαρή εισροή των ανθρώπων σε μεταγενέστερα στάδια της πορείας της ζωής τους. Είναι επίσης ένα βασικό κέντρο στην παγκόσμια οικονομία και το διεθνές σύστημα μετανάστευσης, έτσι ώστε το Εσωτερικό Λονδίνο έχει τον πιο ποικίλο πληθυσμό στην Ευρώπη. Το Λονδίνο είναι ο βασικός προορισμός στο Η.Β. και για τους διεθνείς και τους εσωτερικούς μετανάστες, και περιγράφεται ως περιοδικά αναπροσαρμοζόμενη περιοχή ή ως«περιοχή κυλιόμενων σκαλών» (“escalator region”): παρέχοντας ασύγκριτες ευκαιρίες για την πρόσβαση ενός ευρέος φάσματος εξειδικευμένης απασχόλησης στο Η.Β., και για την ανοδική κοινωνική κινητικότητα (Fielding, 1992). Ιστορικά, το Λονδίνο έχει υποδεχθεί έναν σημαντικό αριθμό προσφύγων. Μεταξύ του 2000 και του 2002 τουλάχιστον η μισή από όλη τη μετανάστευση στο Λονδίνο ήρθε μέσω της «διαδρομής ασύλου», καθιστώντας έτσι το Λονδίνο την πόλη με τη μεγαλύτερη συγκέντρωση προσφύγων και αιτούντων άσυλο στο H.B. (GLA, 2004). Σαν ομάδα, οι πρόσφυγες αντιμετωπίζουν συγκεκριμένα προβλήματα στην πρόσβαση της αγοράς εργασίας. Ενώ το Υπουργείο Εργασίας και Συνταξιοδότησης (DWP)i δε δημοσιεύει επίσημες στατιστικές όσον αφορά την ανεργία προσφύγων, οι εκτιμήσεις αναφέρουν ότι το ποσοστό ανεργίας των προσφύγων ανέρχεται στο 36% - έξι φορές περισσότερο από τον εθνικό μέσο όρο (DWP, 2003). Σε στοιχεία που παρουσιάζονται στην Εξεταστική Επιτροπή Εργασίας και Συνταξιοδότησης για τις υπηρεσίες που παρέχει το DWP στις εθνοτικές μειονότητες, το Συμβούλιο Προσφύγων αναφέρθηκε σε προηγούμενη έρευνα που δείχνει τα ποσοστά ανεργίας προσφύγων να είναι μεταξύ 60% και 90% (Refugee Council, 2003). Αυτό το κεφάλαιο εξετάζει την αποτελεσματικότητα της τοπικής υλοποίηση των πρωτοβουλιών για τη βελτίωση της ενσωμάτωσης των προσφύγων στην αγορά εργασίας (και στην κοινωνική ζωή γενικότερα) του Λονδίνου, διερευνώντας μια επιλογή πρωτοβουλιών προκειμένου να εξετάσει το πώς οι πολιτικοί, οικονομικοί και εθνικοί φορείς των τοπικών διευθύνσεων διατυπώνουν τις πολιτικές τους σε αυτόν τον τομέα, και προκειμένου να αποκτήσει μια βαθύτερη

Το DWP είναι η συντομογραφία τoυ Department for Work and Pensions, δηλ. Υπουργείο Εργασίας και Συνταξιοδότησης. Στον αγγλόφωνο κόσμο, όταν αναφέρεται σε κρατική υπηρεσία, η λέξη Department αποδίδεται ως «Υπουργείο». Από δω και στο εξής, αυτό το Υπουργείο θα αναφέρεται ως DWP, όπως γίνεται και στο πρωτότυπο κείμενο (Σ.τ.Μ.).

i

271

272

γνώση για τις πολιτικές επιτυχίες και αποτυχίες. Πρέπει να σημειωθεί ότι αυτές οι απόψεις βασίζονται στις πληροφορίες που αντλήθηκαν από επισκέψεις και συνεντεύξεις που έγιναν κατά τη διάρκεια αυτής της περιπτωσιολογικής μελέτης και σε άλλα διαθέσιμα στοιχεία. Σε πολλές περιπτώσεις, η έλλειψη ουσιαστικών στατιστικών όσον αφορά τα αποτελέσματα, και ειδικότερα τις εκβάσεις, περιορίζει τη συγκεκριμενοποίηση των αξιολογήσεων που έγιναν. Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι οι άνθρωποι που αιτούν άσυλο έχουν την άδεια να εργαστούν στο Η.Β. μόνο αφότου τους έχει χορηγηθεί το καθεστώς του πρόσφυγα (refugee status). Η κατάσταση σχετικά με τη συμμετοχή των αιτούντων άσυλο στην αγορά εργασίας άλλαξε τον Ιούλιο του 2002, με την απόσυρση της εκχώρησης του δικαιώματος να εργαστούν στο Η.Β., εκτός από εθελοντική εργασία. Ως εκ τούτου, αν και πολλές τοπικές πρωτοβουλίες υποστηρίζουν τους αιτούντες άσυλο μαζί με τους πρόσφυγες, πρέπει να βοηθά κανείς την ενσωμάτωση αυτής της ομάδας στην αγορά εργασίας έχοντας μια πιο μακροπρόθεσμη προοπτική κατά νου, παρά να προωθεί αυτή την ομάδα άμεσα στην αγορά εργασίας. Η κλίμακα της μετανάστευσης στο Λονδίνο και ο αριθμός των εμπλεκομένων ατόμων από διαφορετικά πολιτιστικά υπόβαθρα σημαίνει ότι υπάρχει πεδίο για μεγαλύτερη ειδίκευση στην παροχή βοηθείας απ’ ό,τι σε άλλα μέρη του H.B. και σε άλλες κωμοπόλεις και πόλεις: αυτό που είναι εφικτό στο Λονδίνο λόγω της συγκέντρωσης του προσφυγικού πληθυσμού μπορεί να μην είναι εφικτό αλλού. Εντούτοις, ζητήματα που καθορίζουν την κατάσταση απασχόλησης των προσφύγων - που κυμαίνονται από την αναγνώριση των προσόντων, την ανάγκη για επανακατάρτιση, την αντιστοίχηση της προσφοράς και της ζήτησης, κ.λ.π., είναι γενικότερης συνάφειας. Το νομοθετικό και πολιτικό πλαίσιο για την ενσωμάτωση

Για να γίνει κατανοητό πλήρως το πλαίσιο του Λονδίνου όπου υλοποιούνται τοπικές πρωτοβουλίες, είναι σημαντικό να γνωρίζει κανείς το νομοθετικό και πολιτικό πλαίσιο για τη μετανάστευση και την ενσωμάτωση των μεταναστών στο H.B. Τα τελευταία χρόνια, το εθνικό πλαίσιο μεταναστευτικής πολιτικής έχει υποστεί γοργές αλλαγές, με σημαντικές νέες στρατηγικές στη μετανάστευση, τους πρόσφυγες και τους αιτούντες άσυλο που αναγγέλθηκαν το Φεβρουάριο/ Μάρτιο του 2005 και που επιβεβαιώθηκαν στη συνέχεια στο προτεινόμενο πρόγραμμα της νομοθεσίας για την κοινοβουλευτική σύνοδο το 2005/6. Οι μεταναστευτικές τάσεις γενικά, και επίσης οι τάσεις στις αιτήσεις ασύλου, θέτουν το πλαίσιο για τη χάραξη πολιτικής, και περιγράφονται λεπτομερέστερα παρακάτω.

Διαδρομές στην Απασχόληση για τους Πρόσφυγες

Μεταναστευτικές τάσεις

Η μετανάστευση είναι ένα πολύπλοκο ζήτημα, και παρά τις βελτιώσεις στην παροχή στοιχείων,1 μερικοί τύποι μεταναστεύσεων είναι δύσκολο να μετρηθούν (Salt & Clarke, 2005). Σύμφωνα με το 3ο τέταρτο της Έρευνας Εργατικού Δυναμικού (LFS)ii του 2005, 4,8 εκατομμύρια άνθρωποι στο H.B. (μόλις πάνω από 8% του βρετανικού πληθυσμού) και 2 εκατομμύρια άνθρωποι στο Λονδίνο (28% του πληθυσμού του Λονδίνου) είχαν γεννηθεί εκτός του Η.Β. Σε επίπεδο Η,Β., το 36% αυτών των κατοίκων γεννήθηκαν στην Ασία, το 26% αλλού στην Ευρώπη και το 21% στην Αφρική. Σύμφωνα με τη LFS, το 44% των πρόσφατων εισροών των μεταναστών εργάσιμης ηλικίας που εισήλθαν στο H.B. μεταξύ 2000 και 2004 εγκαταστάθηκαν στο Λονδίνο. Αντίθετα, μόνο το 9,4% των γεννημένων στο Η.Β. ατόμων τα οποία είναι σε εργάσιμη ηλικία ζουν στο Λονδίνο (Centre for Research and Analysis of Migration, 2005).2 Ανατρέχοντας στα στοιχεία που αφορούν την υπηκοότητα, η γενική εικόνα της μετανάστευσης στο Η.Β. τα τελευταία χρόνια είναι ένα από τα αυξανόμενα γενικά καθαρά κέρδη, με καθαρές απώλειες βρετανών υπηκόων και καθαρά κέρδη αλλοδαπών, με τις ελλοχεύουσες διακυμάνσεις στη σύνθεση της υπηκοότητας των ροών. Το τρίτο τρίμηνο του 2004 (πριν από τη διεύρυνση της Ε.Ε.), υπήρξαν σχεδόν 2,86 εκατομμύρια αλλοδαποί που ζούσαν στο Η.Β. (4.9% του πληθυσμού). Το 43% από αυτούς ήσαν Ευρωπαίοι, και ακολουθούνταν από 25% Ασιάτες και από 17% Αφρικανούς (Salt & Clarke, 2005).3 Οι μετανάστες εισέρχονται στο Η.Β. ακολουθώντας πολλές και διαφορετικές διαδρομές. Λαμβάνοντας υπόψη ότι το κέντρο βάρους είναι οι πρόσφυγες, η κύρια έμφαση εδώ δίνεται στη διαδρομή ασύλου. Μέχρι τη δεκαετία του 1990, το Η.Β. έλαβε σχετικά λίγες αιτήσεις για άσυλο, και σε ένα μεγάλο μέρος από εκείνους που αιτούσαν άσυλο, δόθηκε το καθεστώς του πρόσφυγα. Στη δεκαετία του 1990 αυτό άρχισε να αλλάζει ως συνέπεια διάφορων παραγόντων. Η κατάρρευση του κομμουνισμού στην Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη, σε συνάρτηση με το ξέσπασμα του πολέμου στη Γιουγκοσλαβία, οδήγησε σε μια έξοδο ανθρώπων - συμπεριλαμβανομένων πολλών αιτούντων άσυλο - στο Η.Β. (όπως κα σε άλλα μέρη της Δυτικής Ευρώπης). Προέκυψαν αποτυχημένα κράτη, όπως η Σομαλία και το Αφγανιστάν. Το Η.Β. έλαβε μεγάλους αριθμούς αιτούντων άσυλο και από αυτές τις δύο χώρες. Άλλοι παράγοντες στην αύξηση των ατόμων που αιτούσαν άσυλο ήσαν οι μειώσεις της τιμής του διεθνούς αεροπορικού ταξιδιού, η ανάπτυξη των ιδιαίτερα οργανωμένων δικτύων διακίνησης ανθρώπων συνδεδεμένων με το οργανωμένο έγκλημα, και επίσης

Τα αρχικά LFS είναι του Labour Force Survey, δηλ. της Έρευνας Εργατικού Δυναμικού. Από δω και στο εξής, θα αναφέρεται ως LFS όπως και στο πρωτότυπο κείμενο (Σ.τ.Μ.).

ii

273

274

μια μεγαλύτερη συνειδητοποίηση στις αναπτυσσόμενες χώρες (π.χ. μέσω της δορυφορικής τηλεόρασης) της σχετικής ευημερίας σε χώρες όπως το Η.Β. Τα κύρια χαρακτηριστικά στη σχετική ελκυστικότητα του Η.Β. ως χώρα προορισμού (έναντι άλλων χωρών της Ε.Ε.) ήταν μια σχετικά ισχυρή οικονομία που πρόσφερε έτοιμη προσφορά εργασίας, η παγκοσμιότητα της αγγλικής γλώσσας και η πρόσληψη του Η.Β. ως ανεκτική κοινωνία. Καθώς ο αριθμός αιτούντων άσυλο αυξανόταν, ιδιαίτερα από το τέλος της δεκαετίας του 1990, οι καθυστερήσεις στην επεξεργασία των αιτήσεων ασύλου στο H.B. αυξάνονταν. Αυτό σήμαινε ότι οι υποψήφιοι χωρίς πραγματική ανάγκη προστασίας μπορούσαν συχνά να παραμείνουν στη χώρα για αρκετά χρόνια και να ριζώσουν πράγμα που καθιστούσε δύσκολη την επιστροφή τους στις χώρες καταγωγής τους. Ο συνδυασμός όλων αυτών των περιστάσεων καθιστούσαν ελκυστική στους μελλοντικούς οικονομικούς μετανάστες τη διαδρομή ασύλου στο H.B.. Το αποτέλεσμα αυτής της αύξησης των αιτούντων άσυλο ήταν ότι μεταξύ 2000 και 2002 το Η.Β. είχε σταθερά τον υψηλότερο αριθμό (σε απόλυτους αριθμούς) αιτούντων άσυλο από οποιαδήποτε άλλη χώρα της Ε.Ε. Εντούτοις, εν μέρει ως συνέπεια μιας σειράς νομοθετικών και άλλων μεταρρυθμίσεων, αλλά και αντικατοπτρίζοντας τις παγκόσμιες τάσεις, μέχρι το 2004 ο αριθμός υποψηφίων αιτούντων άσυλο είχε μειωθεί σε 40.000 (συμπεριλαμβανομένων των προστατευόμενων μελών) - αυτός ήταν 60% χαμηλότερος από τον αντίστοιχο αριθμό του 2002 (περίπου 100.000). Σε σχέση με τις συζητήσεις για με τη μετανάστευση και την ενσωμάτωση στο Η.Β. πρέπει να σημειωθεί ότι στην αρχή τα στοιχεία όσον αφορά τη διεθνή μετανάστευση είναι περιορισμένα λόγω ελλιπούς μέτρησης και του γεγονότος ότι η ενσωμάτωση δεν καλύπτεται αποτελεσματικά από τις δευτερογενείς πηγές των στοιχείων. Στις αναλύσεις των δευτερογενών στοιχείων για τη μετανάστευση στο Η.Β., «η χώρα γέννησης» και η «εθνοτική ομάδα» είναι μεταξύ των κατηγοριών που χρησιμοποιούνται πολύ συχνά.4 Τα περισσότερα επίσημα και ερευνητικά δεδομένα δεν δηλώνουν την παρούσα υπηκοότητα και δεν διαφοροποιούν μεταξύ των πρόσφατων αφίξεων και των κατοίκων δεύτερης ή τρίτης γενεάς/πολιτών5. Αυτό και απεικονίζει αλλά και βοηθά να εξηγηθεί το γεγονός ότι στο Η.Β. ο όρος «εθνοτικές μειονότητες»6 είναι στενά συνδεδεμένος με τη «μετανάστευση», η οποία είναι η ίδια στενά συνδεδεμένη με τις «φυλετικές ομάδες» ή τους «μαύρους». Στην κοινή κατανόηση (και πιθανώς έξω από τις μεγαλουπόλεις, πιο συγκεκριμένα), «ο μετανάστης» μπορεί να σηματοδοτεί το άτομο που δεν είναι λευκός, πιο συγκεκριμένα, άτομα των οποίων η πρόσφατη καταγωγή είναι από την Καραϊβική, την Ασία ή την Αφρική. Κατά αυτόν τον τρόπο, στο δημοφιλές ιδίωμα «μετανάστης» μπορεί να συμπεριληφθούν οι άνθρωποι που έχουν γεννηθεί στη Βρετανία (Wrench & Modood, 2000).

Διαδρομές στην Απασχόληση για τους Πρόσφυγες

Το Λονδίνο είναι η μεγαλύτερη πόλη στο H.B. με έναν πληθυσμό περίπου 7,5 εκατομμυρίων, και εργατικό δυναμικό που κατοικεί εκεί περίπου 3,4 εκατομμυρίων. Είναι δημογραφικά και οικονομικά δυναμικό, και χαρακτηρίζεται από μια εκροή διεθνών μεταναστών και μια σημαντικότερη εισροή. Αυτή η καθαρή διεθνής εισροή μετανάστευσης, που συνδυάζεται με την πληθυσμιακή αύξηση μέσω της φυσικής αλλαγής, έχει οδηγήσει σε γρηγορότερη πληθυσμιακή αύξηση στο Λονδίνου απ’ ό,τι στο υπόλοιπο H.B. Οι μετανάστες συγκεντρώνονται, και συνεχίζουν, ολοένα και περισσότερο, να συγκεντρώνονται στο Λονδίνο. Το Εσωτερικό Λονδίνο έχει πάνω από πέντε φορές περισσότερους αλλοδαπούς από ότι θα είχε εάν αυτοί ήταν κατανεμημένοι ομοιόμορφα σε ολόκληρο το H.B. (Salt, 2005). Ένα ειδικό ένθετο της εφημερίδας Guardian τον Ιανουάριο του 2005 με τίτλο «Λονδίνο: ο κόσμος σε μια πόλη» πρότεινε ότι το Λονδίνο θα μπορούσε εύλογα να διεκδικήσει τον τίτλο της πιο ποικιλόμορφης πόλης στη γη7. Το 2005, πάνω από 2 εκατομμύρια Λονδρέζοι (περίπου το 30% του συνολικού πληθυσμού) γεννήθηκαν έξω από το Η.Β.8 Εξ αυτών το 7% γεννήθηκε στην Ιρλανδία, το 12% σε μία από τις 15 χώρες της Ε.Ε., το 6% σε μία από τις 25 χώρες της Ε.Ε., το 6% αλλού στην Ευρώπη, το 12% στην Αμερική και Καραϊβική, το 26% στην Αφρική, το 17% στην ινδική υπο-ήπειρο, το 11% στο υπόλοιπο της Ασίας και το 3% σε Αυστραλασία και αλλού. Το 29% του πληθυσμού του Λονδίνου είναι από εθνοτικές μειονοτικές ομάδες: μια αναλογία γύρω στις πέντε φορές μεγαλύτερη από το βρετανικό μέσο όρο. Πάνω από το 80% της αύξησης του εργατικού δυναμικού του Λονδίνου μεσοπρόθεσμα προβάλλεται να προέρχεται από ανθρώπους με ένα BME (δηλ. με ένα ΜΜΕ: Μαύρο και Μειονοτικό Εθνοτικό) υπόβαθρο.iii Ο μεταναστευτικός πληθυσμός του Λονδίνου (εάν οριστεί ως εκείνα τα άτομα που γεννήθηκαν έξω από το Η.Β.) έχει ένα διαφορετικό προφίλ από το μεταναστευτικό πληθυσμό που ζει στο υπόλοιπο Η.Β. Οι μετανάστες του Λονδίνου πολύ πιθανότερο να κατάγονται από τις αναπτυσσόμενες χώρες και από τις εθνοτικές και θρησκευτικές μειονοτικές ομάδες που ζουν έξω από το Λονδίνο. Είναι επίσης πιθανότερο να πρόκειται για πρόσφατες αφίξεις ή αλλοδαπούς από ότι μετανάστες που ζουν στο υπόλοιπο του Η.Β. Ο μεταναστευτικός πληθυσμός του Λονδίνου έχει μια αρκετά διαφορετική δομή ηλικίας από αυτήν των γεννημένων στο H.B. Λονδρέζων: είναι άτομα εργάσιμης ηλικίας, με χαμηλό ποσοστό παιδιών (6%) σε σχέση με τον γεννημένο στο Η.Β. πληθυσμό (26%), αντικατοπτρίζοντας έτσι τα τυπικά χαρακτηριστικά της μετανάστευσης, δηλ. ότι εκείνοι που μεταναστεύουν το iii Η συντομογραφία του BME αντιστοιχεί στο black and minority ethnic background, ΜΜΕ, δηλ. Μαύρο και Μειονοτικό Εθνοτικό υπόβαθρο (Σ.τ.Μ.).

275

276

κάνουν προτού να αποκτήσουν παιδιά. Ο αριθμός προσφύγων στο Λονδίνο και στο Η.Β. δεν μπορεί να υπολογιστεί με σιγουριά, αλλά είναι πιθανό ότι οι πρόσφυγες στο Λονδίνο αποτελούν μια πλειοψηφία όλων εκείνων στο Η.Β. Η εγκατάσταση των προσφύγων σε μεγάλους αριθμούς στο Λονδίνο συνέβηκε κατά τη διάρκεια μιας μεγαλύτερης περιόδου από οποιαδήποτε άλλη βρετανική περιοχή. Επιπλέον, το εύρος των εθνικοτήτων, των εθνοτικών και γλωσσικών ομάδων που αποτελούν τον πληθυσμό των προσφύγων είναι μεγαλύτερη στο Λονδίνο από οπουδήποτε αλλού στο Η.Β. (GLA, 2004). Μεταναστευτική πολιτική

Η κυβέρνηση του Η.Β. αγκαλιάζει έντονα την αρχή της διαχειριζόμενης μετανάστευσης, που συνδέεται με σκληρά μέτρα αντιμετώπισης της κατάχρησης του συστήματος ασύλου (που περιγράφονται κατωτέρω) και της παράνομης μετανάστευσης, ενώ συγχρόνως εργάζεται για να οικοδομήσει την ανοχή και τον ενθουσιασμό για τη νόμιμη μετανάστευση. Η πολιτική του ανοίγματος της διαδρομής «διαχειριζόμενης μετανάστευσης» φανερώνει ότι αναγνωρίζεται ο ρόλος που παίζει η μετανάστευση στην ικανοποίηση των ανεπαρκειών της αγοράς εργασίας. Αυτή η αναγνώριση ελλοχεύει στη στρατηγική της απελευθέρωσης της οικονομικής μετανάστευσης μέσω των επίσημων μέσων που αναγνωρίζουν ότι οι μετανάστες έχουν μια θετική καθαρή συμβολή στην οικονομία, ειδικά στα βασικά επαγγέλματα και μερικά ανειδίκευτα επαγγέλματα. Το 2005, υπήρξαν διάφορες ελεγχόμενες διαδρομές μετανάστευσης ειδικής συνάφειας από την πλευρά της αγοράς εργασίας για εκείνους που προέρχονταν έξω από την Ε.Ε. Αυτές οι διαδρομές περιλαμβάνουν: I) άδειες εργασίας (δηλ. άδεια σε ένα άτομο να κάνει μια συγκεκριμένη εργασία σε μια συγκεκριμένη τοποθεσία)9 - ο κύριος μηχανισμός για την εκτός της Ε.Ε. μετανάστευση εργασίας στο Η.Β.,10) το Πρόγραμμα Πολύ Καλά Καταρτισμένων Μεταναστών (που περιλαμβάνει μοριοδότηση) ώστε να διευκολυνθεί η είσοδός τους στο Η.Β. και να καλυφθούν οι ανάγκες της αγοράς εργασίας - ειδικά στην περίπτωση της χρηματοδότησης, της επιχειρησιακής διαχείρισης, των Τ.Π.Ε.iv και των ιατρικών επαγγελμάτων και ΙΙΙ) το Σχέδιο των Εποχικά Εργαζομένων στη Γεωργία (SAWS)v (που επικεντρώνεται κυρίως στους νεώτερους εργαζομένους και διαμορφώνει μια σημαντική υποστήριξη για μερικές τοπικές οικονομίες στις αγροτικές περιοχές) και στο Σχέδιο που βασίζεται στον Τομέα (SBS)vi (που To αντίστοιχο του ΤΠΕ στα αγγλικά είναι το ICT. Η μεν ελληνική συντομογραφία σημαίνει Τεχνολογίες Πληροφορικής και Επικοινωνιών, η δε αγγλική αναλύεται ως Information and Communication Technologies. Επειδή στο πρωτότυπο της παρούσας μελέτης υπάρχει μόνο η αγγλική συντομογραφία ICT, γι’ αυτό και στην παρούσα μετάφραση δίδεται μόνο η αντίστοιχη ελληνική συντομογραφία (Σ.τ.Μ.). v Η σύντμηση SAWS είναι η έκφραση Seasonal Agricultural Workers’ Scheme, δηλ. Εποχικά Εργαζόμενοι στη Γεωργία. Από δω και στο εξής, θα αναφέρεται ως SAWS όπως και στο πρωτότυπο (Σ.τ.Μ.). vi Η συντομογραφία SBS αντιστοιχεί στο Sector Based Scheme, δηλ. στο Σχέδιο που βασίζεται στον Τομέα. Από δω και στο εξής, θα αναφέρεται ως SBS όπως και στο πρωτότυπο (Σ.τ.Μ.). iv

Διαδρομές στην Απασχόληση για τους Πρόσφυγες

καλύπτει τομείς όπου είχε γίνει αντιληπτή υψηλή ζήτηση για εργαζομένους – αρχικά στους τομείς της φιλοξενίας και επεξεργασίας τροφίμων)11. Άλλοι μπαίνουν στο H.B. ως φοιτητές, ως εργαζόμενοι σε ταξιδιωτικά γραφεία, ή μέσω της δημιουργίας και επανασύνδεσης της οικογένειας, και μερικοί από αυτούς θα είναι ενεργοί στην αγορά εργασίας. Εντούτοις, ενώ αναγνωρίζεται η σημασία των αδειών εργασίας και άλλων διαδρομών εισόδου στην πολιτική της διαχειριζόμενης μετανάστευσης για τη μεταναστευτική εργασία, δεδομένου ότι η εστίαση είναι εδώ στους πρόσφυγες, πρέπει να εξεταστεί η ανάπτυξη του συστήματος ασύλου με περισσότερες λεπτομέρειες. Σε σχέση με η ανάπτυξη του συστήματος ασύλου, το H.B. ήταν ένα από αρχικά συνυπογράφοντα κράτη τη Συνθήκη της Γενεύης του 1951 σχετικά με το καθεστώς των προσφύγων. Σύμφωνα με το σύστημα ασύλου του Η.Β., κάθε ατομική αίτηση για άσυλο εξετάζεται ανάλογα με τα ατομικά της χαρακτηριστικά από εκπαιδευμένους για την κάθε περίπτωση υπαλλήλους. Εάν ένα άτομο βρεθεί ότι είναι υπό έναν εύλογο φόβο δίωξης στα πλαίσια της Συνθήκης, θα του χορηγηθεί το καθεστώς του πρόσφυγα. Εάν δεν εμπίπτει σε ένα εδάφιο της Συνθήκης, επίσης θα εξεταστεί εάν θα πρέπει να του χορηγηθεί η προσωρινή άδεια για να παραμείνει στο Η.Β. για 3 έτη βάσει της χάρτας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Όλοι οι αιτούντες άσυλο έχουν το δικαίωμα σε έφεσης ενάντια σε αρνητική απόφαση σχετικά με την αίτησή τους και θα απομακρυνθούν από το Η.Β. μόνο εάν αυτό δεν παραβιάζει τις υποχρεώσεις στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Συνθήκης για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα. Ενώ οι αιτήσεις ασύλου επεξεργάζονται, οι αιτούντες άσυλο έχουν το δικαίωμα υποστήριξης από την Εθνική Υπηρεσία Υποστήριξης Ασύλου (NASS),12 η οποία παρέχει υπηρεσίες, όπως στέγαση (όπου είναι απαραίτητο) και οικονομική ενίσχυση.vii Καθώς ο αριθμός των αιτούντων άσυλο αυξήθηκαν στη δεκαετία του 1990, και ειδικά από το 2000 ως το 2002, πολλοί από τους αιτούντες άσυλο στο Η.Β. βρέθηκαν να μην έχουν ανάγκη προστασίας. Εντούτοις, το αρχείο των απορριφθέντων αιτούντων άσυλο ήταν τόσο ελλιπές ώστε η δημόσια εμπιστοσύνη στην ακεραιότητα του συστήματος ασύλου μειώθηκε. Σε αυτή την κατάσταση, η κυβέρνηση ανταποκρίθηκε με τη λήψη διάφορων μέτρων για να αποτρέψει τις αβάσιμες αιτήσεις ασύλου. Η νομοθεσία το 2002 εισήγαγε ένα σύστημα εφέσεων από το εξωτερικό για τις σαφώς αβάσιμες αιτήσεις ασύλου που έγιναν από τους υπηκόους από οριζόμενο κατάλογο ασφαλών χωρών προέλευσης. Το 2004, εισήχθη ένα νέο ποινικό αδίκημα για vii Η NASS αντιστοιχεί στο National Asylum Support Service, δηλ. στην Εθνική Υπηρεσία Υποστήριξης Ασύλου. Από δω και στο εξής, θα αναφέρεται ως NASS όπως και στο πρωτότυπο (Σ.τ.Μ.).

277

278

τους αιτούντες άσυλο και τους παράνομους μετανάστες που φθάνουν στο H.B. χωρίς έγγραφα και δεν μπορούν να δώσουν καμία αληθοφανή δικαιολογία. Αυτό συνέβαλε σε μια πτώση του 50% στον αριθμό ατεκμηρίωτων αιτούντων άσυλο που φθάνουν στους βρετανικούς λιμένες εισόδου μεταξύ του τελικού τριμήνου του 2003 και του τελικού τριμήνου του 2004. Επίσης, λήφθηκαν μέτρα για να απλοποιηθεί το σύστημα εφέσεων ασύλου στο Ηνωμένο Βασίλειο, το οποίο ήταν ένα από τα πιο σύνθετα στην Ευρώπη, και έτσι ελαττώθηκαν οι καθυστερήσεις στο σύστημα. Οι μη-νομοθετικές μεταρρυθμίσεις έχουν περιλάβει την εισαγωγή ενός στόχου για να αποφασίσουν τουλάχιστον το 80% των αιτήσεων μέσα σε δύο μήνες, επιταχύνοντας έτσι τη διαδικασία ασύλου. Η πολιτική για τη επικουρική προστασία με τις πολιτικές χωρών που είχαν δώσει στους υπηκόους ορισμένων χωρών (όπως το Ιράκ και η Σομαλία) την εξαιρετική άδεια παραμονής έχει γίνει αρκετά αυστηρότεροι. Το 2004, εισήχθησαν περιορισμοί στην πρόσβαση στην ελεύθερη νομική βοήθεια για τους αιτούντες άσυλο, και έτσι μειώθηκαν πολλαπλές ευκαιρίες (που υπήρχαν μέχρι τότε) για έφεση και καθυστέρηση. Επίσης, ελήφθησαν μέτρα και ο έλεγχος των συνόρων έγινε πιο αυστηρός. Η συνεργασία με ευρωπαίους εταίρους είναι επίσης ένα σημαντικό στοιχείο στη μείωση της εισαγωγής ατόμων αιτούντων άσυλο στο Η.Β. Ένα παράδειγμα της συνεργασίας αυτής αλλά και ένα παράδειγμα μεταρρύθμισης ήταν το κλείσιμο του Κέντρου Sangatte του Ερυθρού Σταυρού,viii το οποίο είχε γίνει μαγνήτης για τους ενδεχόμενους παράνομους μετανάστες και τους αιτούντες άσυλο που προσπαθούσαν να φθάσουν στο Η.Β. μέσω της υπόγειας Σήραγγας της Μάγχης. Περαιτέρω αλλαγές στη διαδικασία ασύλου ώστε να εκπληρώσουν «τον καίριο στόχο» του Πρωθυπουργού ήταν να εξασφαλίσουν ότι μέχρι το τέλος του 2005 ο αριθμός των αιτούντων άσυλο που απορρίφθηκαν προς απομάκρυνση από το H.B. είναι μεγαλύτερος από εκείνον που τους έχει απονεμηθεί το καθεστώς του πρόσφυγα και η επικουρική προστασία. Αυτό συμπεριλαμβάνει ένα «Νέο Πρότυπο Ασύλου» με μια από-άκρη-σε-άκρη διαχείριση περίπτωσης (η ίδια ομάδα να εξετάζει μια ατομική έφεση από την αρχική απόφαση έως και την τελική έκβαση), πράγμα το οποίο συνδυάζεται με την πρωτοβουλία να βελτιωθεί η ποιότητα των αρχικών αποφάσεων και της επιμόρφωσης των υπαλλήλων που εξετάζουν τις περιπτώσεις των αιτούντων άσυλο.

viii Το Κέντρο Sangatte του Ερυθρού Σταυρού (Sangatte Red Cross Centre) ήταν μια τεράστια αποθήκη σε ανοικτή εξοχή στα βόρεια της Γαλλίας. Αυτό το Κέντρο ήταν σπίτι εκατοντάδων μεταναστών στων οποίων ο Ερυθρός Σταυρός ήταν η μόνη σύνδεση με την ανθρωπότητα. Έκλεισε στις 26 Σεπτεμβρίου 2002, όταν Υπουργός Εσωτερικών της Γαλλίας ήταν ο Νικολά Σαρκοζί (ο νυν Πρόεδρος της Γαλλίας). Για περισσότερες πληροφορίες, βλ. http://www.redcross.int/En/mag/magazine2002_2/Sangate.htm (Σ.τ.Μ.).

Διαδρομές στην Απασχόληση για τους Πρόσφυγες

Η αύξηση του αριθμού των αιτούντων άσυλο προς το τέλος της δεκαετίας του 1990 άσκησε έντονη πίεση στις υπηρεσίες του Λονδίνου, του Κεντ και άλλων περιοχών της νοτιοανατολικής Αγγλίας. Από τον Απρίλιο του 2000, στους αιτούντες άσυλο που δικαιούνται τη στήριξη της NASS και που χρειάζονται και μέσα διαβίωσης και στέγαση, τους παρέχεται στέγαση στα νοτιοανατολικά έξω από το Λονδίνο. Κάτω από αυτό το «καθεστώς διασποράς» οι αιτούντες άσυλο δεν έχουν καμία επιλογή ως προς το που θα μείνουν, εκτός και αν είναι σε θέση να στηρίξουν μόνοι τον εαυτό τους οικονομικά (παραδείγματος χάριν, μέσω της οικογένειας ή των φίλων τους). Αρχικά, η NASS προγραμμάτιζε να διαθέτει διασκορπισμένη στέγαση σύμφωνα με τις πολιτιστικές και κοινωνικές ανάγκες των υποψηφίων στις «περιοχές συγκέντρωσης» στις μεγάλες πόλεις όπου υπήρχε ένας πολυ-εθνοτικός πληθυσμός και μια ενισχυτική υποδομή εθελοντικών και κοινοτικών ομάδων, αλλά στην πράξη οι κατανομές έχουν γίνει πρώτιστα σύμφωνα με τη διαθεσιμότητα στέγασης. Το Σεπτέμβριο του 2003, υπήρχαν σχεδόν 52.000 αιτούντες άσυλο, συμπεριλαμβανομένων των εξαρτωμένων ατόμων, που τους παρήχθη στέγαση από τη NASS σε ολόκληρο το Η.Β. – όπου οι μεγαλύτερες συγκεντρώσεις αιτούντων άσυλο ήταν στις βόρειες περιοχές της Αγγλίας, τις Δυτικές Κεντρικές Κομητείες της Αγγλίας και τη Σκοτία.13 Εκείνη την περίοδο ήταν περίπου άλλοι 34.000 αιτούντες άσυλο που τους παρείχοντο μόνο μέσα διαβίωσης, εκ των οποίων σχεδόν τα τρία τέταρτα βρίσκονταν στο Λονδίνο. Ως εκ τούτου, το Λονδίνο διατηρεί τη μεγαλύτερη ενιαία συγκέντρωση των αιτούντων άσυλο. Ενώ η πολιτική διασποράς έχει ασκήσει πίεση στους πόρους των περιοχών προορισμού, υπάρχουν λίγα στοιχεία για τις επιπτώσεις της πολιτικής διασποράς στη βιωσιμότητα προγραμμάτων που είναι βασισμένα στο Λονδίνο. Για τον σκοπό αυτής της έρευνας μια σημαντική μεταρρύθμιση ήταν η απόσυρση της εκχώρησης απασχόλησης, με την οποία οι αιτούντες άσυλο δεν είχαν πια το δικαίωμα να εργαστούν τουλάχιστον για 6 μήνες. Αυτή η μεταρρύθμιση έγινε τον Ιούλιο του 2002, και έγινε επειδή θεωρήθηκε ότι η πρόσβαση στην αγορά εργασίας ενεργούσε ως παράγοντας «έλξης» που ενθαρρύνει τους οικονομικούς μετανάστες να αιτούν άσυλο στο H.B. Επίσης, αντανακλούσε την πρόθεση των Υπουργών να κάνουν μια σαφή διάκριση μεταξύ των αιτούντων άσυλο και των οικονομικών μεταναστών, και να δείξουν με αυτές τις ενέργειες μεγαλύτερη δημόσια εμπιστοσύνη στους αποτελεσματικούς ελέγχους μετανάστευσης, παρά να συγχέουν τις δύο αυτές κατηγορίες14. Όλοι οι αιτούντες άσυλο επιτρέπεται να κάνουν εθελοντική εργασία στο Η.Β., και είναι κυβερνητική πολιτική η υποστήριξη της ενσωμάτωσης των επιτυχών αιτούντων ασύλου στην αγορά εργασίας. Η μορφή και η κατεύθυνση της μετανάστευσης και της πολιτικής ασύλου στο

279

280

Η.Β. είναι πιθανό να αλλάξει περαιτέρω στο εγγύς μέλλον. Το Φεβρουάριο του 2005, η κυβέρνηση ανήγγειλε μια πενταετή στρατηγική για το άσυλο και τη μετανάστευση επικυρώνοντας την ελεγχόμενη μεταναστευτική πολιτική της (Home Office, 2005a). Τα βασικά μέτρα-κλειδιά στη στρατηγική σχετικά με τη μετανάστευση και την αγορά εργασίας περιλαμβάνουν: α) ένα διαφανές σύστημα μοριοδότησης για εκείνους που μπαίνουν στο Η.Β για να εργαστούν ή να μελετήσουν, β) οικονομικοί δεσμοί για συγκεκριμένες κατηγορίες όπου έχουν υπάρξει στοιχεία κατάχρησης, ώστε να υπάρχει εγγύηση ότι οι μετανάστες επιστρέφουν στην πατρίδα τους, γ) μόνο οι ειδικευμένοι εργαζόμενοι πρόκειται να έχουν την άδεια να εγκατασταθούν μακροπρόθεσμα στο Η.Β., και θα εξετάζονται στην αγγλική γλώσσα (προφορικά και γραπτά) και στις γνώσεις τους γύρω από το Η.Β., εάν θέλουν να μείνουν μόνιμα, και δ) προκαθορισμένα πρόστιμα για τους εργοδότες για κάθε παράνομο εργαζόμενο που απασχολούν. Το σύστημα μοριοδότησης στο οποίο γίνεται αναφορά: α) είναι σχεδιασμένο για να απομακρύνει την πολυπλοκότητα του τρέχοντος συστήματος. Αντ’ αυτού, προτείνεται να υπάρξουν τέσσερις κατηγορίες: (1) κατηγορία 1 - οι πολύ καλά καταρτισμένοι (μπορούν να μπουν στο Η.Β. χωρίς προσφορά εργασίας), (2) κατηγορία 2 - εκείνοι που έχουν περισσότερα προσόντα από το Επίπεδο 2 του Εθνικού Επαγγελματικού Προσοντολογίου (NVQ),ix (3) κατηγορία 3 – χαμηλής ειδίκευσης μετανάστευση (προς σταδιακή κατάργηση), και (4) κατηγορία 4 - ειδικές κατηγορίες (συμπεριλαμβανομένων των ποδοσφαιριστών και των δημοσιογράφων). Υπάρχει η πρόθεση το σύστημα μοριοδότησης που συνδέεται με αυτές τις σειρές να προσαρμοστεί από ένα ανεξάρτητο συμβουλευτικό σώμα δεξιοτήτων ώστε να ανταποκρίνεται στις ελλείψεις ικανοτήτων και τις αλλαγές στην αγορά εργασίας. Αυτό το ανεξάρτητο συμβουλευτικό σώμα δεξιοτήτων πρόκειται να ιδρυθεί από την κυβέρνηση σε συνδυασμό με το Δίκτυο των Επιχειρηματικών Δεξιοτήτων15). Σε σχέση με το άσυλο, η στρατηγική επανεπιβεβαίωσε την κυβερνητική δέσμευση στη Συνθήκη της Γενεύης. Εντούτοις, προτείνεται ότι δεν πρέπει πλέον να χορηγείται στους πρόσφυγες άμεση εγκατάσταση στο Η.Β., αλλά αντ’ αυτού να χορηγείται προσωρινή άδεια πέντε ετών. Εάν η κατάσταση στις χώρες προέλευσής τους βελτιωθεί αρκετά, οι αιτούντες άσυλο θα πρέπει να επιστρέψουν πίσω. Μόνο εάν αυτό δε συμβεί, θα έχουν το δικαίωμα για εγκατάσταση. Ως εκ τούτου, αυτές οι προτεινόμενες αλλαγές θα συνέβαλαν σε μεγάλες περιόδους αβεβαιότητας για τους μετανάστες (αλλά και για τους εργοδότες).

ix Το NVQ αντιστοιχεί στο National Vocational Qualification, δηλ. στο Εθνικό Επαγγελματικό Προσοντολόγιο – κάτι αντίστοιχο δεν υπάρχει στο ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα. Από δω και στο εξής, θα αναφέρεται ως NVQ στη μετάφραση (Σ.τ.Μ.).

Διαδρομές στην Απασχόληση για τους Πρόσφυγες

Πλαίσιο πολιτικής της αγοράς εργασίας σε σχέση με την ενσωμάτωση

Από το 1997, η πολιτική αγοράς εργασίας στο Η.Β. έχει μια ισχυρή προκατάληψη σε σχέση με την προσφορά. Η συμμετοχή στην αγορά εργασίας θεωρείται ως βασική διαδρομή αποφυγής του κοινωνικού αποκλεισμού. Υπάρχουν πάρα πολλές πρωτοβουλίες ώστε να ενισχυθεί η συμμετοχή στην αγορά εργασίας και η απασχολησιμότητα. Οι Νέες Συμφωνίες (New Deals)x (για τους νέους, ηλικίας 25 ετών και άνω, εκείνους που είναι 50 ετών και άνω και, τους μόνους γονείς, τα άτομα με ειδικές ανάγκες, τους συνεργάτες, και διάφορες άλλες ομάδες) που επικεντρώνονται στις πιο μακροπρόθεσμες άνεργες και αποκλεισμένες ομάδες διαμορφώνουν το κεντρικό κομμάτι των πρωτοβουλιών «ευημερία για να εργάζεται κανείς».16 Ένα κύριο χαρακτηριστικό των νέων πρωτοβουλιών διαπραγμάτευσης είναι η χρήση των Προσωπικών Συμβούλων για να παρέχουν έναν-προς-έναν συμβουλές και οδηγίες στους πελάτες της Νέας Συμφωνίας. Στο πνεύμα της βελτιωμένης ευελιξίας για να ικανοποιηθούν οι προσωπικές ανάγκες, το 2004 το DWP καθόρισε πώς η υποστήριξη της υπηρεσίας «Κέντρο Εργασίας Plus» (Κέντρο Εργασίας Plus) θα μπορούσε να εξελιχθεί ώστε να παρέχει προσαρμοσμένη ατομική βοήθεια, οικοδομώντας ευελιξία στην ανάπτυξη των προγραμμάτων, δίνοντας έτσι τη δυνατότητα να υπάρξει βελτιωμένη ανταπόκριση σε συγκεκριμένες τοπικές ανάγκες. Προκειμένου να βελτιωθεί «η πληρωμή της εργασίας» έχει εισαχθεί ο Εθνικός Βασικός Μισθός, όπως επίσης και μια σειρά «εργασιακά επιδόματα». Εντούτοις, είναι καλό να σημειωθεί ότι αφού το Λονδίνο είναι μια ακριβή περιοχή (ιδιαίτερα σε σχέση με τη στέγαση), και το φορολογικό σύστημα και το σύστημα επιδομάτων καθορίζονται εθνικά (αν και μερικές περιφερειακές ρυθμίσεις λαμβάνουν υπόψη τις διαφορετικές δαπάνες στέγασης), έχει εκφραστεί προβληματισμός ότι οι υψηλότερες δαπάνες της κατοικίας, του φόρου των συμβουλίων, της φροντίδας των παιδιών και των εξόδων μεταφοράς σημαίνουν ότι το φορολογικό σύστημα και το σύστημα επιδομάτων ασκεί διαφορετική επίδραση στα κίνητρα εργασίας στο Λονδίνο από αλλού στο Η.Β. (Strategy Unit, 2004). Σε σχέση με τις δεξιότητες, υπάρχει από καιρό πρόβλημα με τη «μακριά ουρά» (long tail) των κακώς καταρτισμένων εργαζομένων στην βρετανική αγορά εργασίας, και γι’ αυτό το 2003 ξεκίνησε η Εθνική Στρατηγική Δεξιοτήτων για να ενισχύσει την πρόσβαση στην κατάρτιση για εκείνους που δεν έχουν ή που έχουν λίγα προσόντα (DfES, 2003). x Η αγγλική ονομασία, New Deals, αλλά και η υλοποίηση αυτών των Προγραμμάτων παραπέμπει ιστορικά στο New Deal (που είναι γνωστό στα ελληνικά ως Νέο Πρόγραμμα) του Αμερικανού Προέδρου Φραγκλίνου Ρούσβελτ (1933-1935). Το Νέο Πρόγραμμα ήταν ένα κοινωνικοοικονομικό και πολιτικό πακέτο που ονομάστηκε από τους ιστορικούς τα 3 R επειδή περιείχε τους κάτωθι τρεις πυλώνες: (1) Relief: Ανακούφιση στους άνεργους και τους αγρότες, (2) Reform: Μεταρρύθμιση των επιχειρήσεων και χρηματοπιστωτικών πρακτικών, και (3) προώθηση της Recovery: Αποκατάστασης της οικονομίας κατά τη διάρκεια του Μεγάλου Κραχ και μετά το τέλος αυτού (Σ.τ.Μ.).

281

282

Αναφορικά με τους μετανάστες, μια σειρά υποστηρικτικών μέτρων είναι διαθέσιμα στους μετανάστες και τους πρόσφυγες για την εισαγωγή τους στην αγορά εργασίας, ενώ οι αιτούντες άσυλο βρίσκονται έξω από το σύστημα υποστήριξης της αγοράς εργασίας εκχωρώντας κάθε δικαίωμα για εργασία από τον Ιούλιο του 2002. Σε σχέση με την πρόσβαση στα επιδόματα: α) οι πρόσφυγες έχουν πλήρη πρόσβαση σε όλα τα επιδόματα κοινωνικής ασφάλισης, εφ’ όσον ικανοποιούν τους όρους επιλεξιμότητας, β) ένα άτομο που έχει την επ’ αόριστον άδεια παραμονής έχει πρόσβαση σε επιδόματα σχετικά με το εισόδημα, την ίδια που έχει ένας υπήκοος του Η.Β., και γ) μετανάστες εργαζόμενοι που είναι υπήκοοι τρίτων χωρών υποβάλλονται στον έλεγχο μετανάστευσης και δεν έχουν δικαίωμα σε επιδόματα σχετικά με το εισόδημα, αν και μπορεί να είναι κατάλληλοι για συμπληρωματικά επιδόματα αφού έχουν κάνει τις απαραίτητες εισφορές στην Εθνική Ασφάλιση. Στην περίπτωση των προσφύγων που δεν απασχολούνται αυτήν την περίοδο, η στρατηγική για την ενσωμάτωση στην αγορά εργασίας επαφίεται στην ενθάρρυνση των περισσότερων προσφύγων να χρησιμοποιήσουν την υπηρεσία «Κέντρο Εργασίας Plus» (αυτήν την περίοδο μόνο περίπου το μισό των προσφύγων χρησιμοποιούν την υπηρεσία αυτή), και στην οικοδόμηση ισχυρότερων συνεργασιών που περιλαμβάνουν τους εθελοντικούς και κοινοτικούς τομείς - συμπεριλαμβανομένης της υπηρεσίας Εργασία που έρχεται κοντά στην Εθνοτική Μειονότητα (Ethnic Minority Outreach Work:)xi που περιλαμβάνει τους μεσάζοντες, και τις υπηρεσίες παράδοσης που ικανοποιούν τις ανάγκες των προσφύγων πελατών. Έχει βελτιωθεί η πρόσβαση στα προγράμματα και την υποστήριξη των Κέντρων Εργασίας Plus και το 2005 θεσπίστηκε ένα Λειτουργικό Πλαίσιο Προσφύγων. Είναι καλό να σημειώσει κανείς εδώ ότι διάφορα βασικά χαρακτηριστικά σχετικά με του Κέντρου Εργασίας Plus τα οποία είναι σχετικά με τη φύση και τον τύπο υποστήριξης είναι πολύ πιθανό οι πρόσφυγες να τα λάβουν. Πρώτον, οι δραστηριότητες του Κέντρου Εργασίας Plus επικεντρώνονται σε εκείνους που διεκδικούν επιδόματα ανεργίας και απραξίας. Δεύτερον, οι δραστηριότητες του Κέντρου Εργασίας Plus εστιάζονται κυρίως σε εκείνους με τα λιγότερα προσόντα, και ένας δυσανάλογα μεγάλος αριθμός κενών που αντιμετωπίζεται από το Κέντρο Εργασίας Plus συνδέεται με ασχολίες που απαιτούν χαμηλότερη ειδίκευση17. Τρίτον, το Κέντρο Εργασίας Plus είναι μια οργάνωση που καθοδηγείται από στόχους: δίνει έμφαση στο να κάνει εκείνους που είναι δύσκολο να βρουν δουλειά - και τα άτομα από ορισμένες υποομάδες

xi Τα αρχικά της αγγλικής έκφρασης Ethnic Minority Outreach Work είναι EMOW. Αργότερα σε αυτό το Κεφάλαιο, η υπηρεσία αυτή αναφέρεται μόνο με τα αρχικά της (Σ.τ.Μ.).

Διαδρομές στην Απασχόληση για τους Πρόσφυγες

(π.χ. εθνοτικές μειονοτικές ομάδες,18 μονογονεϊκές οικογένειες, κ.λ.π.) και σε ορισμένες στερημένες περιοχές (που καθορίζονται με βάση του ταχυδρομικού κώδικα) συνδέονται με υψηλότερες βαθμολογίες μοριοδότησης. Αυτό σημαίνει ότι το Κέντρο Εργασίας Plus απευθύνεται σε εκείνους που έχουν δικαίωμα να απαιτήσουν επιδόματα και που έχουν χαμηλότερα επίπεδα δεξιοτήτων, σε αντίθεση με τους ιδιαίτερα καταρτισμένους μετανάστες που δεν απαιτούν επιδόματα. Εκτός από εκείνες τις εξελίξεις που περιγράφηκαν ανωτέρω, οι δύο κυβερνητικές δημοσιεύσεις η Refugee Employment Strategy (: Στρατηγική Απασχόλησης Προσφύγων) (DWP, 2005) και η National Strategy for Refugee Integration (: Εθνική Στρατηγική για την Ενσωμάτωση των Προσφύγων) (Home Office 2005b)19 έδωσαν έμφαση στα σχέδια: α) αντικατάστασης των αυτόματων πληρωμών εισοδηματικής υποστήριξης σε όλους τους πρόσφυγες με ένα σύστημα δανείου που στοχεύει στη διευκόλυνση της ενσωμάτωσης, και β) στην ανάπτυξη ενός σχεδίου Συμβουλευτικών Υποστηρικτικών Υπηρεσιών (Σ.Υ.Y. ή mentoring) ώστε να δώσει στους νέους πρόσφυγες εντατική έναν προς ένα υποστήριξη από έναν αφοσιωμένο υπάλληλο της υπηρεσίας «SUNRISE»,xii που θα ελέγχει την εκάστοτε περίπτωση και θα τους βοηθά να βρουν εργασία, να αναβαθμίσουν τις εξειδικευμένες δεξιότητές τους και να εργαστούν για πιο μακροπρόθεσμους στόχους ενσωμάτωσης (όπως καθορίζονται στα Προσωπικά Σχέδια Ενσωμάτωσης). Οι εξελίξεις που περιγράφονται παραπάνω αντιπροσωπεύουν μια διακυβερνητική στρατηγική, που απαιτεί συντονισμό ολόκληρης της κυβέρνησης και ένα ευρύ φάσμα φορέων υποστήριξης, με σκοπό να διασφαλίσουν ότι οι πρόσφυγες είναι σε θέση να έχουν «μια πλήρη και θετική συμβολή στην κοινωνία». Αναγνωρίζεται ότι η ενσωμάτωση είναι μια σύνθετη διαδικασία, και ότι η επίτευξη της μπορεί να μετρηθεί με πολλούς και διαφορετικούς τρόπους. Οκτώ δείκτες έχουν επιλεγεί και καλύπτουν τρία θέματα: επίτευξη όλων των δυνατοτήτων, συνεισφορά στις κοινότητες και πρόσβαση στις υπηρεσίες. Οι οκτώ δείκτες σχετίζονται με: α) την απασχόληση, β) την εκμάθηση αγγλικής γλώσσας, γ) την εθελοντική προσφορά, δ) την επαφή με τις κοινοτικές οργανώσεις, ε) τα πρότυπα στέγασης, στ) τη λήψη της βρετανικής υπηκοότητας, ζ) την υποβολή έκθεσης φυλετικής, πολιτιστικής ή θρησκευτικής παρενόχλησης, και

xii Τα αρχικά “SUNRISE” αντιστοιχούν στο Strategic Update of National Refugee Integration Services, δηλ. στη Στρατηγική Εκσυγχρονισμού των Εθνικών Υπηρεσιών Ενσωμάτωσης των Προσφύγων. Εδώ, μπορεί να παρατηρήσει κανείς το λογοπαίγνιο των αρχικών “SUNRISE”. Ως γνωστό, στα αγγλικά SUNRISE σημαίνει «ανατολή (του ήλιου)», δηλ. στο συγκεκριμένο πλαίσιο είναι η «ανατολή», «χαραυγή» μιας καινούργιας ζωής για τους μετανάστες (Σ.τ.Μ.).

283

284

η) την πρόσβαση στην εκπαίδευση. Εντούτοις, επειδή το πλαίσιο στρατηγικής εστιάζει πρώτιστα στην ενσωμάτωση μέσω της απασχόλησης, η ενσωμάτωση μπορεί να αρχίσει, υπό την πληρέστερη έννοια, μόνο όταν ένας αιτών άσυλο γίνεται πρόσφυγας. Μερικές τοπικές πρωτοβουλίες προβληματίζονται για αυτό, εκφράζοντας την άποψη ότι από την πλευρά του ατόμου το ιδανικό είναι η ενσωμάτωση να αρχίσει «την πρώτη ημέρα», και ότι μια άρνηση της ευκαιρίας να εργαστεί (εκτός από την περίπτωση της εθελοντικής ικανότητας) μπορεί να πάει ενάντια στην πιο μακροπρόθεσμη ενσωμάτωση του ατόμου αυτού. Υπάρχει μια ένταση εδώ, αφ’ ενός μεταξύ των στόχων των υπαλλήλων που εξετάζουν την κάθε περίπτωση πρόσφυγα και των κοινοτικών ομάδων που εξετάζουν τις συγκεκριμένες περιπτώσεις ατόμων (συχνά ανεξάρτητα από το νομικό καθεστώς τους),20 και αφ’ εταίρου της πολιτικής που ακολουθεί η εθνική κυβέρνηση για να διασφαλίσει ότι η έννοια του ασύλου δεν έχει διαφθαρεί. Εν κατακλείδι, στα πλαίσια μιας πρωτοφανούς ανόδου του αριθμού των προσφύγων και των αιτούντων άσυλο από την αρχή της δεκαετίας του 1990, με κορύφωση στις αρχές του 21ου αιώνα, το πολιτικό περιβάλλον υπήρξε ρευστό. Οι κύριες παράμετροι της κυβερνητικής πολιτικής σε σχέση με τους πρόσφυγες και τους αιτούντες άσυλο κατά τη διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας έχουν προσδιοριστεί (Zetter & Pearl, 2005) όπως: 1) στην αποτροπή αβάσιμων αξιώσεων ασύλου, 2) στις γρήγορες και αυστηρές διαδικασίες προσδιορισμού του καθεστώτος, 3) στη συγκράτηση των δημόσιων δαπανών για τους πρόσφυγες και τους αιτούντες άσυλο, 4) στο συντονισμό και τη συγκεντροποίηση της πολιτικής και της υλοποίησης, 5) στη διασπορά των αιτούντων άσυλο από περιοχές στις οποίες ασκείται πίεση στέγασης όπως στο Λονδίνο και τα νοτιοανατολικά, 6) στην ανάπτυξη ενός προγράμματος «ελεγχόμενης μετανάστευσης» για τους οικονομικούς μετανάστες σε σχέση με τις ανάγκες της αγοράς εργασίας και τις ελλείψεις σε ικανότητες, και 7) στην ανάπτυξη πολιτικών για ενσωμάτωση των προσφύγων και των αιτούντων άσυλο με άδεια να παραμείνουν. Πλαίσιο διακυβέρνησης στο Λονδίνο

Το πλαίσιο διακυβέρνησης στο Λονδίνο παρέχει ένα σημαντικό πλαίσιο για την τοπική υλοποίηση της μεταναστευτικής πολιτικής στο Η.Β.21 Το παράδοξο του Λονδίνου είναι ότι έχει «αδύνατη κυβέρνηση, (αλλά) ισχυρή οικονομική ανάπτυξη»22. Εν μέρει, η «αδύνατη κυβέρνηση» απορρέει από το σχετικά κατακερματισμένο και άστατο σύστημα διακυβέρνησης του Λονδίνου, που χαρακτηρίζεται από μια ένταση μεταξύ ενός συστήματος γειτονίας και ενός μητροπολιτικού συστήματος. Βασικές μεταρρυθμίσεις πραγματοποιήθηκαν το 1965, το 1986 και το 2000. Το 1986, το Συμβούλιο του Ευρύτερου Λονδίνου

Διαδρομές στην Απασχόληση για τους Πρόσφυγες

καταργήθηκε, στερώντας το Λονδίνο από μια βασική σειρά διακυβέρνησης σε επίπεδο εύρους Λονδίνου. Μια σειρά εύρους του Λονδίνου ξαναμπήκε το 2000 με την εκλογή πρώτου Δημάρχου του Λονδίνου (που επανεκλέχτηκε στη συνέχεια το 2004) και 25 εκλεγμένων μελών σε μια Συνέλευση του Ευρύτερου Λονδίνου.23 Βασικές μονάδες της τοπικής κυβέρνησης παρέμειναν οι 32 πολύ ισχυροί δήμοι (συν την Πόλη του Λονδίνου), με ευθύνες που περιλαμβάνουν την εκπαίδευση (σε σχολικό επίπεδο), τη στέγαση, τις κοινωνικές υπηρεσίες και τον τοπικό προγραμματισμό. Εκτός από τους δήμους σε τοπικό επίπεδο και τη Συνέλευση του Λονδίνου και το Δήμαρχο, σε επίπεδο Λονδίνου, η πολιτική σε κυβερνητικό επίπεδο είναι επίσης σχετική με την τοπική ενσωμάτωση των προσφύγων και άλλων μεταναστών στο Λονδίνο. Το Υπουργείο Εσωτερικών είναι αρμόδιο για τη ρύθμιση της μετανάστευσης και για τη συνεργασία με άτομα και κοινότητες για να οικοδομήσει μια ασφαλή, δίκαιη και ανεκτική κοινωνία. Το DWP είναι αρμόδιο για την μεταρρυθμιστική ημερήσια διάταξη ευημερίας, ενώ το Κέντρο Εργασίας Plus παρέχει βοήθεια και συμβουλές για εργασία και κατάρτιση σε άτομα που μπορούν να εργαστούν και οικονομική βοήθεια σε εκείνα που δεν μπορούν. Το Υπουργείο Εκπαίδευσης και Δεξιοτήτων (DfES)xiii ενδιαφέρεται για την εκπαίδευση και την ημερήσια διάταξη δεξιοτήτων, ενώ το Υπουργείο Υγείας και πέντε στρατηγικές υγειονομικές αρχές είναι αρμόδιες για την υγεία σε όλο το Λονδίνο. Ο Αναπτυξιακός Φορέας του Λονδίνου (LDA)xiv είναι ένας φορέας της Συνέλευσης του Ευρύτερου Λονδίνου (GLA)xv με ευθύνη: α) να προωθήσει την επιχειρησιακή αποδοτικότητα, την επένδυση και την ανταγωνιστικότητα στο Λονδίνο, β) να προωθήσει την απασχόληση στο Λονδίνο, και 3) να ενισχύσει την ανάπτυξη και την εφαρμογή των δεξιοτήτων των σχετικών με την απασχόληση στο Λονδίνο. Εντούτοις, ο LDA δεν είναι ο κεντρικός χρηματοδότης της μάθησης και των δεξιοτήτων. Μάλλον η χρηματοδότηση στηρίζεται σε πέντε τοπικά Συμβούλια Μάθησης και Δεξιοτήτων (LSCs)xvi του Λονδίνου (αρμόδια για τον προγραμματισμό και τη χρηματοδότηση της επαγγελματικής εκπαίδευσης), το Συμβούλιο Χρηματοδότησης Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης για την Αγγλία, το Κέντρο Εργασίας Plus, το Κυβερνητικό Γραφείο για το Λονδίνο, τον Επιχειρησιακό Σύνδεσμο (που παρέχει συμβουλές σε ανθρώπους που έχουν

xiii Τα αρχικά DfES αντιστοιχούν στο υπουργείο Department for Education and Skills, δηλ. Υπουργείο Εκπαίδευσης και Δεξιοτήτων. Από εδώ και στο εξής, θα αναφέρεται ως DfES (Σ.τ.Μ.). xiv Τα αρχικά LDA αντιστοιχούν στο φορέα London Development Agency, δηλ. Αναπτυξιακός Φορέας του Λονδίνου. Από εδώ και στο εξής, θα αναφέρεται ως LDA (Σ.τ.Μ.). xv Τα αρχικά GLA αντιστοιχούν στη συνέλευση Greater London Assembly, δηλ. Συνέλευση του Ευρύτερου Λονδίνου. Από εδώ και στο εξής, θα αναφέρεται ως GLA (Σ.τ.Μ.). xvi Η συντομογραφία LSCs αντιστοιχεί στα συμβούλια Learning and Skills Councils, δηλ. Συμβούλια Μάθησης και Δεξιοτήτων. Από εδώ και στο εξής, θα αναφέρεται ως LSCs (Σ.τ.Μ.).

285

286

ή που σκέφτονται να ξεκινήσουν δικές τους επιχειρήσεις), σε 26 ξεχωριστά Συμβούλια Δεξιοτήτων για Τομείς, και στις τοπικές αρχές (δηλ. στους δήμους). Ο LDA προσπαθεί να επηρεάσει τις άλλες οργανώσεις μέσω της συνεργασίας, να πειραματιστεί, και να δοκιμάσει ιδέες. Παράλληλα με τις οργανώσεις που απαριθμούνται ανωτέρω υπάρχει και μια σειρά πολιτικών οργανώσεων και επαγγελματικών οργανισμών με τους οποίους ο LDA συνεργάζεται. Πράγματι, η Επιτροπή Δεξιοτήτων του Λονδίνου, καθοδηγούμενη από τον LDA και την ομάδα LSC του Λονδίνου, εργάζεται εξ ονόματος των επιχειρήσεων και των ατόμων στο Λονδίνο για να προγραμματίζει και να παραδίδει τα κοινά προγράμματα απασχόλησης και δεξιοτήτων που ικανοποιούν τις τοπικές και περιφερειακές ανάγκες. Η Επιτροπή είναι μια στρατηγική συμμαχία των βασικών οργανώσεων του Λονδίνου από τους δημόσιους, ιδιωτικούς και εθελοντικούς τομείς που έχουν ενωθεί για να αναπτύξουν μια δυναμικότερη και δικαιότερη αγορά εργασίας. Κάτω από την καθοδήγηση της Επιτροπής Δεξιοτήτων του Λονδίνου, το Πλαίσιο Περιφερειακής Δράσης για την Απασχόληση και τις Δεξιότητες (FRESA)xvii καθορίζουν πώς θα συνεργαστούν οι κεντρικές χρηματοδοτικές και προγραμματιστικές οργανώσεις του Λονδίνου για να διασφαλίσουν ότι το Λονδίνο μπορεί να διατηρήσει και να βελτιώσει τη θέση του ως κορυφαία Ευρωπαϊκή παγκόσμια πόλη. Το FRESA είναι και ένα πρόγραμμα δράσης που προσδιορίζει τα βήματα προς επίτευξη μιας υγιούς αγοράς εργασίας, και μια συμφωνία συνεργασίας για να ικανοποιήσει καλύτερα τις πραγματικές ανάγκες και να παρέχει συντονισμένη δράση στο μέλλον.24 Συνολικά, στο Λονδίνο, όπως σε ολόκληρο το Η.Β. στο σύνολο του, υπάρχει ένα συνονθύλευμα εθνικών, περιφερειακών και τοπικών φορέων αρμόδιων για τις διαφορετικές πτυχές της ενσωμάτωσης των μεταναστών συμπεριλαμβανομένων των κεντρικών κυβερνητικών υπηρεσιών και των φορέων, περιφερειακών φορέων, της τοπικής κυβέρνησης και των ΜΚΟ. Παράλληλα με αυτούς, οι Οργανώσεις Προσφύγων και Κοινοτήτων (RCOs)xviii και ο εθελοντικός τομέας διαδραματίζουν επίσης έναν σημαντικό ρόλο. Αυτό κάνει την εικόνα ακόμα πιο σύνθετη - ιδιαίτερα σε σχέση με τη χρηματοδότηση των δραστηριοτήτων, όταν συχνά διάφορες πηγές χρηματοδότησης είναι πιθανό να σχετίζονται με μια ιδιαίτερη πρωτοβουλία ή πρόγραμμα.

Τα αρχικά FRESA αντιστοιχούν στα πλαίσια Framework for Regional Employment and Skills Action, δηλ. Πλαίσιο Περιφερειακής Δράσης για την Απασχόληση και τις Δεξιότητες. Από εδώ και στο εξής, θα αναφέρεται ως FRESA (Σ.τ.Μ.). xviii Η σύντμηση RCOs αντιστοιχεί στις οργανώσεις Refugee and Community Organisations, δηλ. Οργανώσεις Προσφύγων και Κοινοτήτων. Από εδώ και στο εξής, θα αναφέρονται ως RCOs στη μετάφραση (Σ.τ.Μ.). xvii

Διαδρομές στην Απασχόληση για τους Πρόσφυγες

Από τα μέσα του 2006, ο Δήμαρχος του Λονδίνου - σε συμφωνία με το Υπουργείο Εσωτερικών – ανέλαβε την ευθύνη του κυρίου όγκου της εργασίας για την ενσωμάτωση των προσφύγων στο Λονδίνο. Σε αυτόν τον ρόλο, υποστηρίζεται από ένα νέο Συμβούλιο για την Ενσωμάτωση των Προσφύγων στο Λονδίνο (BRIL).xix Το Συμβούλιο συγκεντρώνει τους βασικούς ιθύνοντες του Λονδίνου από νομικούς, κοινοτικούς και εθελοντικούς τομείς, συμπεριλαμβανομένων του Υπουργείου Εσωτερικών, της Μητροπολιτικής Αστυνομίας, του Κέντρου Εργασίας Plus, της Ομοσπονδίας Στέγασης του Λονδίνου, της Εθνικής Υγειονομικής Υπηρεσίας του Λονδίνου, του Φόρουμ Παιδιών και Νέων του Λονδίνου, του Εθελοντικού Συμβουλίου Υπηρεσιών του Λονδίνου και το Συμβουλίου Προσφύγων, καθώς επίσης και δύο μελών προσφύγων που είναι εκπρόσωποι του Συμβουλευτικού Σώματος των Μεταναστών του Δημάρχου.25 Η πρώτη δουλειά του BRIL είναι να αναπτύξει μια στρατηγική σε επίπεδο πόλεων, για δημοσίευση στα τέλη του 2007. Η στρατηγική θα εξετάσει πώς μπορούν να συνεργαστούν οι διαφορετικοί φορείς και οι κοινότητες και θα εστιάσει σε πέντε βασικούς τομείς: την κατάρτιση απασχόλησης και τις επιχειρήσεις, τη στέγαση, την υγεία, την κοινοτική ασφάλεια, τα παιδιά και τους νέους (συμπεριλαμβανομένης της εκπαίδευσης). Μετανάστες και Πρόσφυγες στις αγορές εργασίας του Η.Β. και του Λονδίνου Ένα επιπλέον σημαντικό πλαίσιο για τις τοπικές πρωτοβουλίες που υποστηρίζουν την ενσωμάτωση των προσφύγων στο Λονδίνο είναι η ίδια η αγορά εργασίας. Η πρόσφατη βρετανική οικονομική επίδοση έχει χαρακτηριστεί από τον ΟΟΣΑ ως «σχετικά ισχυρή», με ένα ποσοστό αύξησης του ΑΕΠ στο 3,1% και της ανεργίας στο 4,7% κατά το 2004. Αυτή η οικονομική ανάπτυξη, που συνδέεται με μια ευέλικτη αγορά εργασίας, είναι ένας βασικός παράγοντας που κρύβεται κάτω από τη συνεχή αναβίωση της οικονομικής μετανάστευσης στο Η.Β. Η ιδιαιτερότητα του Λονδίνου έγκειται στο ότι, ενώ έχει ισχυρή οικονομική ανάπτυξη, παράλληλα επιδεικνύει χαμηλά επίπεδα απασχόλησης. Η κατά κεφαλήν παραγωγή στο Λονδίνο είναι 46% υψηλότερη απ¨ ό,τι στο H.B. Ακόμα το ποσοστό απασχόλησης, περίπου στο 70%, είναι συγκρίσιμο με αυτό στα βορειοανατολικά (η φτωχότερη περιοχή στην Αγγλία). Παρά την ομοιότητα στα ποσοστά απασχόλησης, το βασικό ζήτημα στο Λονδίνο δεν είναι απαραίτητα το ζήτημα της μεγιστοποίησης της ζήτησης (όπως είναι στα

Η συντομογραφία BRIL αντιστοιχεί στο συμβούλιο Board for Refugee Integration in London, δηλ. Συμβούλιο για την Ενσωμάτωση των Προσφύγων στο Λονδίνο. Από εδώ και στο εξής, θα αναφέρεται ως BRIL (Σ.τ.Μ.).

xix

287

288

βορειοανατολικά). Μάλλον στην περίπτωση του Λονδίνου υπάρχουν ισχυροί συσχετισμοί μεταξύ των εργασιών στο Λονδίνο και των κατοίκων στις τριγύρω περιοχές. Το αποτέλεσμα είναι ότι η οικονομική ανάπτυξη του Λονδίνου δεν έχει αποφέρει την κοινωνική ενσωμάτωση σε όλους τους κατοίκους του Λονδίνου (ειδικά στο Εσωτερικό Λονδίνο), καθώς τα επίπεδα μη-απασχόλησης παραμένουν υψηλά σχετικά με άλλα μέρη του H.B. Αυτό υποδεικνύει ότι οι μετανάστες που δεν μιλούν αγγλικά και με λίγες δεξιότητες είναι πιθανό να αντιμετωπίσουν ιδιαίτερες δυσκολίες στην ενσωμάτωση στην αγορά εργασίας στο Εσωτερικό Λονδίνο παρά σε άλλα μέρη του Η.Β. Το Λονδίνο διαιρείται οικονομικά, κοινωνικά και χωρικά. Το γεγονός ότι υπάρχει δυσανάλογος αριθμός ατόμων και στις δύο άκρες της εισοδηματικής κατανομής, υπογραμμίζει τα υψηλά επίπεδα ανισότητας στην αγορά εργασίας του Λονδίνου. Με τη σειρά του αυτό συμβάλλει στα υψηλά επίπεδα στέρησης, με 38% των παιδιών στο Λονδίνο (55% στο Εσωτερικό Λονδίνο) να ζουν σε εισοδηματική ένδεια (ή στα όρια φτώχειας). Μια βασική πρόκληση για το Λονδίνο είναι να συνδέσει την οικονομική ανάπτυξή του με τους κατοίκους του (είτε γεννημένοι στο Η.Β. είτε αλλού και από οποιαδήποτε εθνοτική ομάδα). Αυτό σημαίνει υπερνίκηση των εμποδίων στη συμμετοχή, και ο εφοδιασμός των κατοίκων με δεξιότητες που είναι απαραίτητες να αγωνιστούν επιτυχώς για θέσεις εργασίας. Εδώ πρέπει να σημειωθεί ότι το Λονδίνο έχει επίσης μια διακριτή δομή απασχόλησης σε σχέση με το Η.Β.: έχει μεγαλύτερο από το εθνικό μέσο μερίδιο της απασχόλησης στις υπηρεσίες - ειδικότερα στις Τεχνολογίες Πληροφορικής και Επικοινωνιών (ΤΠΕ), τις επιχειρηματικές υπηρεσίες και τις δημιουργικές βιομηχανίες, ενώ επαγγελματικά, τα υψηλότερου επιπέδου μη χειρωνακτικά επαγγέλματα (συμπεριλαμβανομένων των διευθυντών και των επαγγελματιών) υπερεκπροσωπούνται σε σχέση με το βρετανικό μέσο όρο. Παρά αυτήν την «επαγγελματοποίηση» της δομής απασχόλησης, υπάρχει συνεχιζόμενη ζήτηση για εργασία σε δουλειές που απαιτούν χαμηλού επιπέδου δεξιότητες. Η πόλωση στην αγορά εργασίας του Λονδίνου σημαίνει ότι είναι δύσκολο για τους ανθρώπους στις χαμηλότερου επιπέδου εργασίες να ανελιχθούν στην οργανωτική βαθμίδα. Επιπλέον, ο Εθνικός Βασικός Μισθός είναι σχετικά λιγότερος στο Λονδίνο απ’ ότι στο υπόλοιπο Η.Β. (λόγω των υψηλότερων δαπανών διαβίωσης στο Λονδίνο από οπουδήποτε αλλού στο Η.Β.), έτσι η χαμηλόμισθη απασχόληση δεν είναι απαραιτήτως τόσο ελκυστική στο Λονδίνο όπως θα μπορούσε να είναι σε άλλα μέρη του H.B. που υπάρχει η «βεβαιότητα» του εισοδήματος από τα επιδόματα.

Διαδρομές στην Απασχόληση για τους Πρόσφυγες

Εμπειρία των μεταναστών και των προσφύγων στην αγορά εργασίας

Αυτήν την περίοδο, οι μετανάστες βιώνουν ανάμικτη επιτυχία στην αγορά εργασίας, και βρίσκονται δυσανάλογα και στις δύο άκρες της σειράς των δεξιοτήτων: δηλ. στις επαγγελματικές ασχολίες και τα ανειδίκευτα επαγγέλματα. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα στο Λονδίνο έναντι άλλων περιοχών του H.B., δεδομένου ότι το κεφάλαιο προσελκύει και τους εξειδικευμένους μετανάστες και τους πολύ λιγότερο ειδικευμένους νεοφερμένους μετανάστες που μπορούν να απέχουν κατά πολύ από το να είναι «έτοιμοι για εργασία». Οποιοδήποτε επίπεδο δεξιοτήτων οι μετανάστες θεωρούν ότι έχουν σχετίζεται με διάφορους παράγοντες. Αυτοί περιλαμβάνουν: α) τον τρόπο εισόδου στο H.B. - με εκείνους τους μετανάστες που εισέρχονται νόμιμα να απολαμβάνουν τη μέγιστη επιτυχία στην αγορά εργασίας, β) το επίπεδο εκπαίδευσης - με εκείνους που έχουν τα πιο υψηλά επίπεδα εκπαίδευσης, και τα προσόντα που αναγνωρίζονται όπως αυτά μεταφέρονται στο Η.Β., να απολαμβάνουν τη μέγιστη επιτυχία στους όρους αγοράς εργασίας, γ) την άνεση στην αγγλική γλώσσα - ένας σημαντικός και καθοριστικός παράγοντας της επιτυχίας στην αγορά εργασίας: η γλωσσική ικανότητα είναι πιθανό να μειώσει αρκετά το χάσμα μεταξύ των γεννημένων στο Η.Β.- και των μεταναστών, δ) ο αριθμός των ετών αφ’ ότου εισήλθαν στο Η.Β. ως μετανάστες - γενικά τα αποτελέσματα της αγοράς εργασίας βελτιώνονται με το χρόνο παραμονής (των μεταναστών/ προσφύγων) στο Η.Β., και ε) την πολιτισμική αφομοίωση (acculturation) (Home Office, 2002). Επίσης, είναι πιθανό να υπάρχουν και άλλοι σημαντικοί παράγοντες οι οποίοι είναι όμως δύσκολο να ποσοτικοποιηθούν. Λαμβάνοντας υπόψη τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα και τους παράγοντες που περιγράφονται ανωτέρω, δεν είναι δυνατό, ή πράγματι χρήσιμο, να σκεφτεί κανείς μια γενική εμπειρία για τους μετανάστες εργαζομένους γενικά ή για τους πρόσφυγες πιο συγκεκριμένα. Αντλώντας στοιχεία από σύντομες ανέκδοτες αφηγήσεις, το SERTUC (Southern and Eastern Region Trades Union Congress: Συνέδριο Συνδικάτου Νότιας και Ανατολικής Περιφέρειας)xx προσδιορίζει τις αντιπαραβαλλόμενες θέσεις των μεταναστών εργαζομένων στην αγορά εργασία του Λονδίνου.26 Πρώτα, υπάρχουν εκείνοι οι μετανάστες εργαζόμενοι που έρχονται στο Λονδίνο με καλές δεξιότητες αγγλικής γλώσσας (καλό επίπεδο αγγλομάθειας) και καλές τεχνικές δεξιότητες - για τους οποίους υπάρχει ένας υψηλός βαθμός οριζόντιας κινητικότητας στην αγορά εργασίας και ένας λογικός βαθμός ανοδικής κινητικότητας, ως συνέπεια του ότι το Λονδίνο έχει Η συντομογραφία SERTUC μαζί με την αντιστοιχία της Southern and Eastern Region Trades Union Congress υπάρχει στο πρωτότυπο κείμενο. Από εδώ και στο εξής, θα αναφέρεται ως SERTUC (Σ.τ.Μ.).

xx

289

290

μια δυναμική αγορά εργασίας, μια ιστορία ποικιλομορφίας και μερικές ελλείψεις δεξιοτήτων. Αφετέρου, οι μετανάστες εργαζόμενοι που ξέρουν πολύ λίγα αγγλικά και/ή δεν έχουν κανένα τεχνικό ή ακαδημαϊκό προσόν (ή τουλάχιστον κανένα που να αναγνωρίζεται και να είναι εύκολα μεταβιβάσιμο) βρίσκουν την αγορά εργασίας του Λονδίνου έναν πολύ πιο εχθρικό τόπο: «είναι κοινό για έναν μετανάστη εργαζόμενο να παγιδευτεί σε μια χαμηλών ικανοτήτων και χαμηλόμισθη απασχόληση, όπως τον καθαρισμό γραφείων, την επεξεργασία τροφίμων, το πλύσιμο των πιάτων στα εστιατόρια. Για τέτοιους εργαζομένους, μπορεί να υπάρχει μια αξιόλογη οριζόντια κινητικότητα, στο ότι μπορούν να κινηθούν από το ένα εστιατόριο στο άλλο. «Πολλοί μετανάστες εργαζόμενοι δεν έχουν πλήρη πρόσβαση στην αγορά εργασίας και «εξαρτώνται από τους διαμεσολαβητές, τους φίλους, την οικογένεια, και τους αρχηγούς συμμοριών» για να έχουν πρόσβαση στην εργασία. Ενώ αυτό προσφέρει ενδεχομένως έναν βαθμό στήριξης, συχνά φυλακίζει τους μετανάστες σε μια αρνητική κατάσταση. Υπάρχει ένας υψηλός αριθμός χαμηλόμισθων εργασιών στο Λονδίνο και οι μετανάστες εργαζόμενοι υπομένουν τις άσχημες πρακτικές απασχόλησης και τις παραβιάσεις των εργασιακών δικαιωμάτων, ιδιαίτερα άμα δρουν και εργάζονται στην άτυπη οικονομία.27 Επιχειρήσεις εκμετάλλευσης του ανθρώπινου μόχθου (sweat-shopsxxi) υπάρχουν ακόμα στο Λονδίνο, λόγω της ύπαρξης εμπορίου σχεδίασης και ενδυμάτων στο βόρειο και ανατολικό Λονδίνο. Επίσης, υπάρχουν στοιχεία ιδιαίτερης εκμετάλλευσης των γυναικών στη «βιομηχανία του σεξ». Υπάρχουν ιδιαίτερες ευκαιρίες να εργαστούν στo λιανικό εμπόριο αλλά η αμοιβή είναι συχνά πολύ χαμηλή, οι ώρες πολλές ή επισφαλείς και οι ευκαιρίες για πρόοδο περιορισμένες. Πιθανόν, μερικές υπηρεσίες του Λονδίνου - ειδικά στο κατώτατο άκρο της αγοράς εργασίας - εξαρτώνται από τη φτηνή εργασία που η άτυπη οικονομία παρέχει. Η έρευνα που εστιάζει στην απασχόληση των παράνομων μεταναστών εργαζομένων στους τομείς των εστιατορίων και ενδυμασίας διαπίστωσε ότι στον πρώτο τομέα η απασχόληση των ατεκμηρίωτων εργαζομένων ήταν μια απάντηση στις ελλείψεις εργασίας, ενώ στον δεύτερο τομέα ήταν το κύριο κίνητρο για την απασχόληση των παράνομων εργαζομένων (με εκτεταμένη φοροδιαφυγή του Εθνικού Βασικού Μισθού) (Ram, Edwards and Jones, 2002).

xxi Τα sweat-shops (κυρ. καταστήματα ιδρώτα / μόχθου) ήταν (και ακόμα είναι) καταστήματα ή εργοστάσια όπου οι υπάλληλοι δουλεύουν πολλές ώρες με πολύ χαμηλό μεροκάματο και σχεδόν πάντα κάτω από άθλιες συνθήκες εργασίας. Με άλλα λόγια, είναι τα παλιά και τα σύγχρονα «σκλαβοπάζαρα» που χρησιμοποιούν φτηνά εργατικά χέρια. Μέσα στο κείμενο, αυτή η έκφραση αποδίδεται, λόγω των συμφραζομένων, ως «επιχειρήσεις εκμετάλλευσης του ανθρώπινου μόχθου» (Σ.τ.Μ.).

Διαδρομές στην Απασχόληση για τους Πρόσφυγες

Σε εθνικό επίπεδο, κυβερνητικές στρατηγικές για την καταπολέμηση της παράνομης εργασίας περιλαμβάνουν μια διαδικτυακή σύνδεση Εργαλειοθήκη των Εργοδοτών (on-line Employer’s Toolkit), που έχει σχεδιαστεί για να βελτιώσει την κατανόηση εκ μέρους των εργοδοτών της σχέσης του με τις νομικές υποχρεώσεις και τα οφέλη της χρήσης της νόμιμης μεταναστευτικής εργασίας, τα βαριά πρόστιμα για τις παραβάσεις των κανονισμών απασχόλησης για τους μετανάστες και τις πολύ καλύτερες πληροφορίες για την τεκμηρίωση που θα πρέπει να ζητούν από τους μετανάστες. Επίσης, η Σύνοδος των Εργατικών Συνδικάτων (Trades Union Congress, TUC)xxii έχει υπογραμμίσει τις συνθήκες εκμετάλλευσης που ελλοχεύουν στην παράνομη απασχόληση (Anderson and Rogaly, 2005). Συνολικά, ένας άγνωστος αριθμός μεταναστών εργάζονται παράνομα.28 Ο αριθμός των μεταναστών από τα νέα κράτη μέλη της Ε.Ε. (γνωστά ως A8) έχει τεθεί υπό αμφισβήτηση, λόγω της αποτυχίας πολλών (μεταναστών) να εγγραφούν όπως απαιτείται, αν και μια αρχική επίσημη αξιολόγηση δείχνει τη μείωση της παράνομης εργασίας μεταξύ των υπηκόων των A8 (Portes and French, 2005). Επιπλέον, πολλοί μετανάστες που έχουν το δικαίωμα να εργαστούν ελεύθερα στο Η.Β. μεταπηδούν από τη παρανομία στη νομιμότητα (και αντίστροφα), όπως κάνουν και οι εργοδότες, και έτσι γίνονται εκκλήσεις μετατόπισης της ισορροπίας από την «τιμωρία στην ανταμοιβή»,xxiii προκειμένου να ενθαρρυνθεί η μετάβαση (της μεταναστευτικής εργασίας) στην επίσημη οικονομία (Copisarow and Barbour, 2004). Ως εκ τούτου, λόγω της ασάφειας των ορισμών, υπήρξαν προβλήματα και σύγχυση στην προσπάθεια να υπολογιστεί η έκταση παράνομης εργασίας.29 Το Νοέμβριο του 2003, ο Γενικός Γραμματέας του Υπουργείου για την Εργασία και τις Συντάξεις, παραδέχτηκε ότι υπήρξε 1,8 εκατομμύριο πλεόνασμα στους αριθμούς της Εθνικής Ασφάλισης (ΝI)xxiv στην κυκλοφορία - αλλά είναι άγνωστο πόσοι από αυτούς αφορούν το γηγενή πληθυσμό που εργάζεται στην άτυπη οικονομία, και πόσοι αφορούν τους μετανάστες εργαζομένους. Αυτό που είναι σαφές είναι ότι, θέτοντας το νόμο και την επιβολή του στη μια πλευρά και τις ελλείψεις εργασίας σε μια μεγάλη και σχετικά ισχυρή οικονομία όπως αυτή του Λονδίνου από την άλλη δημιουργείται ένα περιβάλλον που συμβάλει στη δημιουργία ευκαιριών

xxii Η συντομογραφία TUC αντιστοιχεί στο Trades Union Congress, δηλ. στο Συνέδριο των Εργατικών Συνδικάτων. Από εδώ και στο εξής, θα αναφέρεται ως TUC (Σ.τ.Μ.). xxiii Στο πρωτότυπο, χρησιμοποιείται ο αγγλισμός “balance from “sticks” towards “carrots””, που παραπέμπει στον αγγλισμό “stick and carrot”. Ο τελευταίος αγγλισμός θα μεταφραζόταν κυριολεκτικά «ραβδί» και «καρότο», αλλά αποδίδεται πιο ελεύθερα ως «τιμωρία» («πίεση») και «ανταμοιβή» («κίνητρο») (Σ.τ.Μ.). xxiv Τα αρχικά ΝI αντιστοιχούν στο National Insurance, δηλ. στην Εθνική Ασφάλιση. Από και στο εξής, θα αναφέρεται ως ΝI (Σ.τ.Μ.).

291

292

για παράνομη εργασία. Οι περισσότερες μέθοδοι μέτρησης του μεγέθους της άτυπης οικονομίας στο H.B. δείχνουν ότι αυξάνεται γρηγορότερα από την επίσημη οικονομία (Small Business Council, 2004). Ένας δημοσιογράφος συνόψισε την κατάσταση ως εξής: «… οι αριθμοί ερμηνεύονται με δυσκολία. Εντούτοις, είναι ασφαλές να συναχθεί το συμπέρασμα από τα στοιχεία ότι η κλίμακα της παράνομης εργασίας είναι πολύ ουσιαστική, μεγαλύτερη από ότι αναγνωριζόταν παλαιότερα, και ένας σημαντικός παράγοντας στην οικονομική ανταγωνιστικότητα της Μεγάλης Βρετανίας» (Lawrence, 2005). Η έρευνα για την εμπειρία των προσφύγων έχει υπογραμμίσει τα σχετικά χαμηλά επίπεδα συμμετοχής στην αγορά εργασίας και την ύπαρξη αποδείξεων για την «επαγγελματική υποβάθμιση» ανάμεσα σε εκείνους που έχουν απασχόληση προτείνοντας ότι οι δεξιότητές τους δεν χρησιμοποιούνται στο έπακρο, ειδικά στην περίπτωση εκείνων που συμμετείχαν σε επαγγελματικές εργασίες πριν από τη μετανάστευση (βλ. π.χ. Dumper, 2002). Οι πληροφορίες που συλλέχθηκαν για την αναζήτηση εργασίας δείχνουν επίσης την επαγγελματική υποβάθμιση (Bloch, 2002). Επιπλέον, η ποικιλομορφία της προσφοράς εργασίας των μεταναστών είναι συχνά πιο περιορισμένη από ότι εκείνη την οποία ήταν σε θέση να ασκήσουν πριν να έλθουν στη Μεγάλη Βρετανία. Η GLA έχει αναλάβει την εκτενή ανάλυση των αποτελεσμάτων αγοράς εργασίας από τη χώρα της γέννησης και την εθνοτική ομάδα στο Λονδίνο χρησιμοποιώντας την Έρευνα του Εργατικού Δυναμικού και τα Στοιχεία Απογραφής του Πληθυσμού του 2001. Οι πρόσφυγες δεν προσδιορίζονται, αλλά εντούτοις αυτή η πηγή είναι σημαντική επειδή παρουσιάζει απόψεις που στηρίζονται στο ευρύτερο πλαίσιο για την ποικιλομορφία της εμπειρίας των διαφορετικών πληθυσμιακών υποομάδων στην αγορά εργασίας (Spence, 2005). Τα κύρια χαρακτηριστικά της οικονομικής θέσης ανά χώρα γέννησης περιγράφονται στον Πίνακα 4.1. που αυτό δείχνει ότι το 61% του μεταναστευτικού πληθυσμού απασχολιόταν το 2002/03 έναντι του 74% των Λονδρέζων των γεννημένων στο H.B. Ενώ εκείνοι που γεννήθηκαν έξω από το H.B. αποτελούν το 35% των ατόμων εργάσιμης ηλικίας στο Λονδίνο, περιλαμβάνουν το 42% των ανέργων και το 45% των οικονομικά αδρανών.

Διαδρομές στην Απασχόληση για τους Πρόσφυγες

Πίνακας 4.1. Η οικονομική θέση ανά χώρα γέννησης, Ευρύτερο Λονδίνο, 2002/03

Όλες οι χώρες

Άτομα γεννημένα στο Η.Β.

Γεννημένα Όλα εκτός Η.Β.

Όλα τα άτομα 4.719.000 3.084.000 1.634.000 εργάσιμης ηλικίας

Μετανάστες Γεννημένα επί τοις % όλων των εκτός Γεννημένα ατόμων Η.Β. στο Η.Β.

100

100

100

34,6 31,3

Οικονομικά ενεργά

3.534.000 2.428.000 1.106.000 74,9

78,7

67,7

Στην απασχόληση

3.285.000 2.284.000 1.001.000 69,6

74,1

61,2

30,5

Στην απασχόληση (εκτός φοιτητών / τριών πλήρους απασχόλησης )

3.149.000 2.191.000

78,4

65,4

30,4

Άνεργα

957.000 73,9

250.000

144.000

106.000

5,3

4,7

6,5

42,3

Οικονομικά ανενεργά 1.184.000 (αδρανή)

656.000

528.000 25,1

21,3

32,3

44,6

Άρρωστα ή ΑΜΕΑ

261.000

152.000

109.000

5,5

4,9

6,7

41,7

Φροντίζουν το σπίτι / οικογένεια

405.000

202.000

203.000

8,6

6,5

12,4

50,1

Φοιτητές /τριες

320.000

193.000

126.000

6,8

6,3

7,7

39,6

Άλλος λόγος

199.000

109.000

90.000

4,2

3,5

5,5

45,2

Πηγή: Annual local area Labour Force Survey 2002/03, βλ. Spence (2005).

Η πιο λεπτομερής ανάλυση των ποσοστών απασχόλησης κατοίκων εργάσιμης ηλικίας από τη χώρα γέννησης (βλ. Σχεδιάγραμμα 4.1.)30 δείχνει ότι, ενώ εκείνοι που γεννήθηκαν σε χώρες υψηλού εισοδήματος έξω από το H.B. έχουν ένα ποσοστό απασχόλησης 75%, το ποσοστό απασχόλησης εκείνων από τις αναπτυσσόμενες χώρες είναι μόνο 61,4%, έναντι ενός μέσου όρου του Λονδίνου 73,9%. Στοιχεία από την Απογραφή του 2001 που επιτρέπει ένα λεπτότερο επίπεδο ανάλυσης στοιχείων ανά χώρα (βλ. Σχεδιάγραμμα 4.2.) αποκαλύπτουν ότι, ενώ τα ποσοστά απασχόλησης για τα άτομα από την Αυστραλία και τη Νότια Αφρική υπερβαίνουν το 83%, για τα άτομα από τη Σομαλία το ποσοστό απασχόλησης είναι μόνο 16,4%. Από την τομεακή πλευρά, εκείνοι που είναι γεννημένοι έξω από το H.B. συγκεντρώνονται δυσανάλογα σε εργασίες στα ξενοδοχεία και τα εστιατόρια. Από επαγγελματική πλευρά, οι γεννημένοι έξω από το H.B. συγκεντρώνονται δυσανάλογα στα στοιχειώδη επαγγέλματα, σε επαγγέλματα σχετικά με εργοστάσια, δηλ. σχετικά με τη λειτουργία διαδικασιών και μηχανημάτων σε εργοστασιακές εγκαταστάσεις, καθώς και στα προσωπικά

293

294

επαγγέλματα υπηρεσιών. Αυτή η ευρεία συνολική εικόνα, εντούτοις, κρύβει ιδιαίτερη ποικιλομορφία και πόλωση στα αποτελέσματα της αγοράς εργασίας. Στην κατηγορία των αναπτυσσόμενων χωρών, μερικές ομάδες (π.χ. άτομα από τη Σομαλία) αντιμετωπίζουν έναν πολύ υψηλό βαθμό αποκλεισμού από την αγορά εργασίας. Τριγωνοποιώντας τις πηγές στοιχείων για την προέλευση των υποψηφίων και των προσφύγων που αιτούνται ασύλου, είναι πιθανό ότι ομάδες όπως οι Σομαλοί περιλαμβάνουν ένα μεγάλο μέρος προσφύγων. Σχεδιάγραμμα 4.1. Ποσοστά εργαζομένων (εργάσιμης ηλικίας [16-64]) των κατοίκων του Ευρύτερου Λονδίνου ανά χώρα γέννησης, 2002/03

Γεννημένοι στο Η.Β.

78.4

Εκτός Η.Β.

65.4

Χώρες υψηλού εισοδήματος

75.0 61.4

Αναπτοσσόμενες χώρες 52.7

Αν. Ευρώπη και Κεντρική Ασία Νότια Ασία

54.9

Υποσαχάρια Αφρική

68.0

Μ. Ανατολή και Βόρεια Αφρική

55.9

Λατινικη Αμερική και Καραϊβική

65.4

Αν. Ασία, Ειρηνικός και λοιπά μέρη

71.3 0

20

40

Πηγή: Annual local area Labour Force Survey, 2002/03

60

80

100

Διαδρομές στην Απασχόληση για τους Πρόσφυγες

295

Σχεδιάγραμμα 4.2. Ποσοστά εργαζομένων για τους μεγαλύτερους πληθυσμούς μεταναστών του των κατοίκων του Λονδίνου, 2001 Αυσταρλία

85,5

Νότιος Αφρική

83,9

Γερμανία

79,8 78,8

Γαλλία και Μονακό Κένυα

75,9

Η.Π.Α.

76,6

Ιταλία

75,4 73,8

Χονγκ Κοννγκ Γκάνα

72,2

Νιγηρία

71,8

Σρι Λάνκα

67,8 65,5

Ιρλανδία Ινδία

64,9

Τζαμάικα

62,3

Κύπρος

54,2

Πακιστάν

48,4

Μπαγκλαντές

36,8

Τουρκία

35,9

Σομαλία

16,4 0

10

20

30

40

50

60

70

80

Ποσοστά απασχόλησης (%), δεν συμπεριλαμβάνουν φοιτητές / τριες πλήρους απασχόλησης, ηλικίας 16-64. Πηγή: 2001 Census, Commissioned Tables C0116 and Co116a.

Εμπόδια στην ένταξη στην αγορά εργασίας για τους πρόσφυγες

Τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι μετανάστες κατά την είσοδό τους και την μετακίνησή στην βρετανική αγορά εργασίας είναι πολλά και ποικίλα, και αντικατοπτρίζουν το γεγονός ότι είναι διαφορετική ομάδα. Οι πρόσφυγες, συγκεκριμένα, αντιμετωπίζουν ορισμένα εμπόδια (όπως νομικά ζητήματα και πρόσβαση σε άδεια εργασίας ενώ ακόμα αιτούν άσυλο) που μπορούν να κάνουν την πρόσβαση στην αγορά εργασίας δυσκολότερη. Εντούτοις, μοιράζονται επίσης πολλά εμπόδια με άλλες μεταναστευτικές ομάδες, συμπεριλαμβανομένων των τεχνικών ζητημάτων (παραδείγματος χάριν, αναγνώριση των προσόντων),

90

296

την πρόσβαση στα επιδόματα κοινωνικής πρόνοιας, έλλειψη κατανόησης της αγοράς εργασίας, γνώσης διαδικασιών αναζήτησης εργασίας και έλλειψη κατάλληλης επαγγελματικής εμπειρίας και διάκρισης. Πιο σημαντικά, πολλοί μετανάστες αντιμετωπίζουν προβλήματα με τα βασικά Αγγλικά και έλλειψη προχωρημένου επιπέδου γλωσσικών δεξιοτήτων: είναι εμφανές ότι η έλλειψη (της αγγλικής) γλώσσας προκύπτει επανειλημμένα στις μελέτες (Bloch, 2002) ως εμπόδιο στη συμμετοχή, την κατάρτιση και την απασχόληση, και στην κινητικότητα μέσα στην αγορά εργασίας. Ακόμα η απασχόληση είναι σημαντική για την ψυχολογική ευημερία των προσφύγων, και η έλλειψη απασχόλησης συσχετίζεται ιδιαίτερα με τον αποκλεισμό. Όσον αφορά τα εμπόδια στην απασχόληση, πρέπει να γίνει μια διάκριση μεταξύ: α) των πραγμάτων που οι πρόσφυγες και άλλοι μετανάστες μπορούν να αλλάξουν - μέσω της απόκτησης της γνώσης, της ενίσχυσης των δεξιοτήτων και της αλλαγής των στάσεων, και β) των παραγόντων που είναι έξω από τον έλεγχο τους. Στην πρώτη κατηγορία, οι νεοφερμένοι μετανάστες ίσως θα πρέπει να αντιμετωπίσουν την έλλειψη γνώσης του μεγέθους των διαθέσιμων ευκαιριών απασχόλησης, των ίσων ευκαιριών και της εργατικής νομοθεσίας σε σχέση με την εύρεση εργασίας και τον εργασιακό χώρο, το επίπεδο ανταγωνισμού για τις εργασίες, τις πρακτικές εργασιακών χώρων, τις διάφορες διαδικασίες, την καθομιλουμένη τεχνική / επαγγελματική γλώσσα (jargon), πώς να περιγράψουν τα προσόντα τα οποία απόκτησαν στο «σπίτι» τους [δηλ. στην ιδιαίτερη πατρίδα τους], τη δυνατότητα μεταφοράς των δεξιοτήτων, και πώς να αποκτήσουν πρόσβαση στην κατάρτιση στο H.B. Συγκεκριμένα σε σχέση με τις πρακτικότητες της αναζήτησης εργασίας, ζητήματα που αντιμετωπίζουν οι μετανάστες είναι: η έλλειψη οικειότητας με τη γλώσσα, η εύρεση εργασίας και τη γνώσης για το πώς εμφανίζονται οι κενές θέσεις και το πώς κοινοποιούνται, το βρετανικό ύφος του βιογραφικού σημειώματος και των αιτήσεων, οι διαδικτυακές αιτήσεις, οι τεχνικές συνέντευξης (συμπεριλαμβανομένων των τηλεφωνικών συνεντεύξεων) και υπεράσπισης του εαυτού τους και της θέσης τους (σε μερικές περιπτώσεις μπορούν να υπάρξουν διαπολιτισμικές δυσκολίες με τις έννοιες του προσωπικού συμφέροντος ή της αυτοπροβολής). Στάσεις και συναισθήματα που ενεργούν ως εμπόδια στην ενσωμάτωση στην αγορά εργασίας για μερικούς μετανάστες περιλαμβάνουν τον αποπροσανατολισμό (που μπορεί να είναι και συνέπεια της ανησυχίας, της πίεσης ή των τραυμάτων στην περίπτωση των προσφύγων)31, την απώλεια ταυτότητας και της αίσθησης του αυτοσεβασμού, το χαμηλό κίνητρο - που οφείλεται στις μεγάλες περιόδους εκτός δουλειάς και εκπαίδευσης, την απώλεια της εργασίας λόγω έλλειψης δικτύωσης, το αίσθημα ότι γίνονται διακρίσεις εις βάρος τους, και ότι είναι ανεπιθύμητοι και περιθωριακοί – είναι συναισθήματα τα οποία μπορούν στη συνέχεια να συμβάλουν στην περαιτέρω έλλειψη εμπιστοσύνης (και στους

Διαδρομές στην Απασχόληση για τους Πρόσφυγες

γύρω και στον εαυτό τους). Λαμβάνοντας υπ’ όψη όλα αυτά τα ζητήματα, η χρήση των επιτυχώς εγκαταστημένων μεταναστών ως πρότυπα για τους νεοφερμένους μετανάστες μπορεί να αποβεί θετική στην προώθηση (και ενδυνάμωση) του συναισθήματος της εμπιστοσύνης, την παροχή συμβουλών και στην έκφραση και ανταλλαγή των εμπειριών. Στη δεύτερη κατηγορία των «παραγόντων έξω από τον έλεγχο τους», οι πρόσφυγες και άλλοι μετανάστες ίσως να αντιμετωπίζουν δυσκολίες πρόσβασης - παραδείγματος χάριν, είναι πιθανόν η αγγλική γλώσσα να μην διδάσκεται στην κοινότητα ή να μην είναι διαθέσιμη στο επίπεδο που απαιτείται, ή εάν ένα απαραίτητο επιμορφωτικό μάθημα είναι διαθέσιμο, αλλά να απαιτεί δαπάνες για τη φροντίδα των παιδιών, ταξίδι, δίδακτρα επιμόρφωσης, κ.λπ., και έτσι να καθιστά απαγορευτική την πρόσβαση. Οι μετανάστες ίσως αντιμετωπίζουν διακρίσεις / προκαταλήψεις εκ μέρους των εργοδοτών που μπορεί να είναι απρόθυμοι να προσλάβουν μετανάστες ή που αρνούνται να αναγνωρίσουν τα προσόντα και τις δεξιότητές τους. Οι πρόσφυγες, ιδιαίτερα, μπορεί να είναι στο έλεος φτωχών διασυνδέσεων επικοινωνίας μεταξύ των RCOs, του Κέντρο Εργασίας Plus και των εργοδοτών. Σε σχέση με αυτό το τελευταίο σημείο, και υπό το φως των εξελίξεων που περιγράφονται στη Στρατηγική Απασχόλησης Προσφύγων και την Εθνική Στρατηγική για την Ενσωμάτωση των Προσφύγων, πρέπει να σημειωθεί ότι η έρευνα με τους πρόσφυγες σε ολόκληρη την Ευρώπη (Jonker, 2004) υπογραμμίζει ότι σε αντίθεση με την υποστήριξη από τον εθελοντικό τομέα, σε γενικές γραμμές, οι συνεντευξιαζόμενοι θεώρησαν ότι δεν έλαβαν οποιαδήποτε ή έλαβαν ελάχιστη χρήσιμη υποστήριξη από τους φορείς του δημόσιου τομέα στην προσπάθεια τους να εισέλθουν στην αγορά εργασίας. Οι συνεντευξιαζόμενοι το απέδωσαν στην έλλειψη γνώσης των συγκεκριμένων αναγκών των προσφύγων, της αξίας των διπλωμάτων τους, την εστίασή τους στον τομέα του χαμηλού εισοδήματος και των αυστηρών κανόνων και κανονισμών για τους πρόσφυγες. Ένας συνεντευξιαζόμενος στο H.B. περιέγραψε την εμπειρία του με το τοπικό κέντρο εργασίας ως εξής: Τα «Κέντρα Εργασίας είναι αστεία μέρη, επειδή δεν ρωτούν ποιές είναι οι δεξιότητές σου, αλλά απλά εξετάζουν τις διαθέσιμες εργασίες που είναι συχνά χαμηλού επιπέδου και κακοπληρωμένες». Τα εμπόδια στην πλήρη ενσωμάτωση στην αγορά εργασίας αντιμετωπίζονται όχι μόνο από εκείνους που είναι εκτός της αγοράς εργασίας, αλλά και από εκείνους που είναι στην απασχόληση. Παραδείγματος χάριν, οι επαγγελματίες που ασχολούνται με εργασίες χαμηλού επιπέδου μπορεί να παρακινούνται ελάχιστα (ή να έχουν αντικίνητρα) ίσως και επειδή έχουν πλεονασμό δεξιοτήτων που δεν ασκούνται πλέον. Επιπλέον, μερικοί μετανάστες ίσως να απασχοληθούν

297

298

πολλές ώρες σε κακοπληρωμένες εργασίες (το αποκαλούμενο «σύνδρομο χωραφιών φράουλας»xxv), έτσι ώστε οικονομικές δυσκολίες και/ή έλλειψη χρόνου, ευκαιριών, ενέργειας ή κλίσης τους αποτρέπουν να συμμετέχουν σε περαιτέρω επιμόρφωση με σκοπό να κινηθούν προς τα πάνω στην αγορά εργασίας. Η έρευνα με τους εργοδότες (IES, 2004) έχει επαναλάβει τη σημασία που δίνουν οι εργοδότες στην γλωσσική κατάρτιση σε σχέση με την απασχόληση και την επαγγελματική εμπειρία. Ακόμα, όσον αφορά την επαγγελματική εμπειρία, ενώ δίνεται έμφαση στην πιθανή αξία της εθελοντικής εργασίας και των πρακτικών ασκήσεων επαγγελματικής εμπειρίας τω προσφύγων, έρευνα με πρόσφυγες (Jonker, 2004) δείχνει ότι πολλοί θεωρούν ότι τα προσόντα και η επαγγελματική εμπειρία που είχαν αποκτήσει νωρίτερα (στην πατρίδα τους) υποτιμούνται από τους εργοδότες. Αυτό δείχνει ότι υπάρχει ανάγκη ευαισθητοποίησης των εργοδοτών, όπως τους προβληματισμούς που εκφράζουν οι εργοδότες οι οποίοι θέλουν διευκρινήσεις σε σχέση με τα έγγραφα και σε ποιους (πρόσφυγες) έχει χορηγηθεί άδεια εργασίας. Εντούτοις, στα πλαίσια των προτεινόμενων νομοθετικών αλλαγών που μεγαλώνουν την περίοδο αβεβαιότητας σχετικά με την άδεια παραμονής στο H.B., αξίζει να σημειωθεί τι υποστήριξε ένας διευθυντής γραφείου από τη Ρουάντα: «Οι αιτούντες άσυλο με την άδεια εργασίαςii μπορούν μόνο να βρουν τις χαμηλόμισθες εργασίες (καθαριότητας). Οι κατάλληλες εργασίες δεν είναι διαθέσιμες επειδή οι εργοδότες σκέφτονται ότι «θα επιστρέψετε πίσω στο σπίτι»». (Jonker, 2004). Έρευνα με εργοδότες (IES, 2004) έχει δώσει έμφαση επίσης στις επιπτώσεις που έχουν τα αρνητικά μέσα (ΜΜΕ)xxvi που αναφέρονται στις αντιλήψεις των εργοδοτών, ενώ η έρευνα με τους πρόσφυγες δείχνει ότι πολλοί κατηγορούν τους πολιτικούς και τα μέσα για την αρνητική εικόνα των μεταναστών, και των προσφύγων πιο συγκεκριμένα. Τα ζητήματα που προκύπτουν εδώ τονίζουν μόνο μερικές από τις δυσκολίες της επίτευξης ισορροπίας μεταξύ της οικοδόμησης της ανοχής και του ενθουσιασμού για τη νόμιμη μετανάστευση, εφαρμόζοντας μια σκληρή θέση ενάντια στην παράνομη μετανάστευση.

xxv Αυτή η έκφραση είναι καθαρός αγγλισμός και εννοεί ό,τι περιγράφεται λίγο νωρίτερα στο κείμενο, δηλ. την εργασία όπου δουλεύει κανείς πάρα πολλές ώρες και δεν πληρώνεται καθόλου καλά – όπως οι εργάτες – συλλέκτες στα χωράφια φράουλας κατά την περίοδο της συλλογής αυτού του φρούτου (Σ.τ.Μ.).

xxvi

Εδώ τα ΜΜΕ αντιστοιχούν στα Μέσα Μαζικής Επικοινωνίας (Σ.τ.Μ.).

Διαδρομές στην Απασχόληση για τους Πρόσφυγες

Τοπικές πρωτοβουλίες: Ανταπόκριση στα προβλήματα ενσωμάτωσης των προσφύγων Η ανάλυση των τοπικών πρωτοβουλιών παρακάτω ακολουθεί μια θεματική προσέγγιση, που εστιάζει στους κύριους τύπους εργαλείων που χρησιμοποιήθηκαν για να υποστηρίξουν την ενσωμάτωση στην αγοράς εργασίας στο Λονδίνο, συμπεριλαμβανομένων της πρόσβασης στην εκπαίδευση και την κατάρτιση, της υποστήριξης της αγγλικής γλώσσας, της αναγνώρισης των προσόντων, του επιπολιτισμού ή πολιτισμικής αφομοίωσης (acculturation)xxvii στη βρετανική αγορά εργασίας, την πρόσβαση στην απασχόληση και την καθοδήγηση, της ενθάρρυνσης της επιχειρηματικότητας, της γενικής υποστήριξης για την οικοδόμηση το κοινωνικού και κοινοτικού κεφαλαίου, και της καθοδήγησης ώστε να γίνουν βήματα μπροστά. Είναι σημαντικό να αναγνωρίσει κανείς, εντούτοις, ότι πολλές από τις συγκεκριμένες στοχοθετημένες πρωτοβουλίες για εμπόδια που βιώνονται από τους πρόσφυγες στο Λονδίνο αναπτύσσονται και ρυθμίζονται από μια ενταγμένη (integrated) προσέγγιση συνεργασίας - όπως εξηγείται από την ακολουθία των προγραμμάτων που έχουν αναπτυχθεί υπό την αιγίδα της συνεργασίας «Ανανέωσης»xxviii μεταξύ των RCOs και του νομικού τομέα στο Δυτικό Λονδίνο (βλ. Πλαίσιο 4.1.). Η Ανανέωση τονίζει ότι μια ενταγμένη, συνεργατική προσέγγιση είναι σημαντική για την αντιμετώπιση της ενσωμάτωσης των προσφύγων, δεδομένου ότι περιλαμβάνει την αντιμετώπιση μιας σειράς μακροπρόθεσμων προβλημάτων που είναι αλληλένδετα και δεν μπορούν να εξεταστούν ξεχωριστά. Η συνεργασία θεωρεί ότι είναι ζωτικής σημασίας οι κοινωνικοί παράγοντες ενσωμάτωσης να αντιμετωπίζονται παράλληλα με την οικονομική ενσωμάτωση και να εξετάζονται σε γνήσια συνεργασία με τους πρόσφυγες. Επιπλέον, η Ανανέωση παρέχει έναν βαθμός συνοχής στα RCOs μέσα σε έναν τομέα που κυριαρχείται από τα βραχυπρόθεσμα προγράμματα χρηματοδότησης, και έναν βαθμό υποστήριξης δημιουργίας υποδομών, μπορεί να είναι εντατικού χρόνου και να απαιτούν βοήθεια διαρκείας κάποιων ετών. Μακροπρόθεσμα, η Ανανέωση θεωρεί ότι η επικράτηση των RCOs θα είναι το κλειδί για τη βιωσιμότητα των αποτελεσματικών υπηρεσιών απασχόλησης των προσφύγων. xxvii Ο αγγλικός όρος acculturation είναι προβληματικός και η απόδοσή του στα ελληνικά ακόμα πιο προβληματική από κοινωνιολογικής και ανθρωπολογικής άποψης. Μέχρι τώρα, υπάρχουν κυρίως δύο αποδόσεις στα ελληνικά: επιπολιτισμός ή πολιτισμική αφομοίωση. Στην παρούσα μετάφραση θα χρησιμοποιούνται είτε και οι δύο αποδόσεις είτε η πολιτισμική αφομοίωση (Σ.τ.Μ.). xxviii Από εδώ και στο εξής, όταν η Ανανέωση γράφεται με το Α κεφαλαίο, θα αναφέρεται στη συνεργασία ή το πρόγραμμα «Ανανέωση», βλ. Πλαίσιο 4.1. (Σ.τ.Μ.).

299

300

Πρόσβαση στην εκπαίδευση και την επιμόρφωση

Η πρόσβαση στην εκπαίδευση και την κατάρτιση είναι θεμελιώδης για την ενσωμάτωση των προσφύγων, και, συγκεκριμένα, για την προσαρμογή τους στη βρετανική αγορά εργασίας. Γενικά αναγνωρίζεται ότι το H.B. έχει ένα σχετικά εύκαμπτο και ανοικτό σύστημα κατάρτισης, που προσφέρει ευκαιρίες για τη δια βίου μάθηση μετά το τέλος της υποχρεωτικής εκπαίδευσης. Αυτό θα έπρεπε να ενεργήσει προς όφελος των προσφύγων. Παρ’ όλα αυτά η ευελιξία και το γεγονός ότι το σύστημα είναι ανοιχτό, μπορεί να σημαίνει ότι είναι δύσκολο να επιτευχθεί μια πλήρης κατανόηση για το πώς το σύστημα λειτουργεί, και να επιλεχθούν οι κατάλληλες σειρές μαθημάτων. Η Συμβουλευτική Υπηρεσία Εκπαίδευσης και Κατάρτισης Προσφύγων (RETAS)xxix παρέχει οδηγούς και υπηρεσίες στους πρόσφυγες στο H.B. Ένα παράδειγμα της παροχής γενικών πληροφοριών είναι ένα Handbook on Education for Refugees in the U.K. (: Εγχειρίδιο στην Εκπαίδευση για τους Πρόσφυγες στο H.B.), που κάνει επισκόπηση και εισαγωγή στο (βρετανικό) εκπαιδευτικό σύστημα, και συμπεριλαμβάνει βιβλιογραφία με περισσότερες πληροφορίες. Συγκεκριμένα, καλύπτει τα ακόλουθα ζητήματα: α) επισκόπηση του Βρετανικού Εκπαιδευτικού Συστήματος - σχολεία, θέση 16, τριτοβάθμια εκπαίδευση, β) πρόσφυγες και εκπαίδευση - ορισμοί, τι εμπεριέχει η εκπαιδευτική συμβουλευτική και η καθοδήγηση, γ) παιδιά και εκπαίδευση προσφύγων, δ) παροχή υπηρεσιών μετά τα 16 έτη - περίληψη διαφορετικών τύπων παροχών, ε) Εκμάθηση αγγλικής γλώσσας – είδη μαθημάτων, προσόντα, στ) προπτυχιακά μαθήματα – τύποι πτυχίων, προϋποθέσεις εισόδου, διαδικασίες αίτησης, χρηματοδότηση, και ζ) μεταπτυχιακές σπουδές.

xxix

Η συντομογραφία RETAS αντιστοιχεί στο Refugee Education and Training Advisory Service, δηλ. στη

Συμβουλευτική Υπηρεσία Εκπαίδευσης και Κατάρτισης Προσφύγων. Από δω και στο εξής, θα αναφέρεται ως RETAS (Σ.τ.Μ.). xxx

Το SRB αντιστοιχεί στο Single Renewal Budget, δηλ. στον Ενιαίο Προϋπολογισμό Αναγέννησης (Σ.τ.Μ.).

xxxi

Tο WESTREP αντιστοιχεί στο West London Refugee Partnership, δηλ. στη Συνεργασία Προσφύγων

στο Δυτικό Λονδίνο. Η επεξήγηση αυτής της συντομογραφίας δεν δίνεται στο πρωτότυπο κείμενο (Σ.τ.Μ.).

Διαδρομές στην Απασχόληση για τους Πρόσφυγες

Πλαίσιο 4.1. Ανανέωση Η Ανανέωση (Renewal) είναι ένα επταετές πρόγραμμα με 5 μέλη προσωπικό που λειτουργεί έως το 2007, με το Ίδρυμα Εθνικών Υγειονομικών Υπηρεσιών Πρωτοβάθμιας Περίθαλψης του Ealing (: Ealing National Health Service Primary Care Trust) ως Γνωμοδοτικό Σώμα και υπεύθυνο φορέα της. Χρηματοδότηση: SRB6xxx επιχορήγηση 6 εκατομμυρίων στερλινών Αγγλίας (περίπου 8,9 εκατομμύρια ευρώ) μέσω του LDA, με περαιτέρω 10 εκατομμύρια στερλινών Αγγλίας (περίπου 14,8 εκατομμύρια ευρώ) η κατ’ εκτίμηση οικονομική ισχύ. Γεωγραφική κάλυψη: Δυτικό Λονδίνο - που ορίζεται ως οι δήμοι Brent, Ealing, Hammersmith και Fulham, Harrow, Hillingdon και Hounslow, με τον πληθυσμιακό συνδυασμό 1,38 εκατομμυρίων ατόμων, εκ των οποίων υπολογίζεται ότι τα 60.00069.000 είναι πρόσφυγες και αιτούντες άσυλο (δηλ. το 4,7% του πληθυσμού). Εταίροι: Φόρουμ Προσφύγων δήμων και η WESTREP xxxi (ένα Φόρουμ των φόρουμ στο Δυτικό Λονδίνο), τοπικές αρχές, Ιδρύματα Πρωτοβάθμιας Περίθαλψης NHS, Connexions London West, London West LSC και η Ένωση της Κυβέρνησης του Λονδίνου Στοχεύει να: • Υποστηρίζει τους πρόσφυγες στο δυτικό Λονδίνο. • Υπερνικά τα εμπόδια (που έχουν οι πρόσφυγες) στην πρόσβαση στις υπηρεσίες της υγείας, την απασχόληση και την κατάρτιση, να υποστηρίζει τη νεολαία. • Οικοδομεί την ικανότητα μα και την χωρητικότητα των RCOs. • Αλλάξει τον τρόπο που οι δημόσιες υπηρεσίες ανταποκρίνονται στις ανάγκες των προσφύγων. Δραστηριότητες: • Χρηματοδότηση προγράμματος - μικρές, μεσαίες και μεγάλες κλίμακες. • Δραστηριότητα δημιουργίας υποδομών. Διευκόλυνση / εταιρικότητα των συνεργασιών. Ασκήσεις έρευνας και χαρτογράφησης. • Υπεράσπιση σε υπο-περιφερειακό επίπεδο και πέρα από αυτά τα όρια.

Οι υπηρεσίες RETAS είναι σχεδιασμένες να βοηθήσουν τους πρόσφυγες στο H.B. που είναι πάνω από 16 ετών να αποκτήσουν πρόσβαση στην εκπαίδευση, την κατάρτιση και στην απασχόληση (συμπεριλαμβανομένης της αυτοαπασχόλησης). Οι συμβουλές για την εκπαίδευση που έδινε η Συμβουλευτική Ομάδα RETAS το 2003 συνέδεαν τόσο τα άτομα όσο και τους φορείς παροχών υπηρεσιών. Οι δραστηριότητες περιελάμβαναν τις ένα προς ένα συμβουλές και την καθοδήγηση, συνεδρίες ομάδων για τους πρόσφυγες και τους αιτούντες άσυλο στις εγκαταστάσεις των RCO και των τοπικών κολεγίων,33 επιμορφωτικά σεμινάρια για τους φορείς παροχής υπηρεσιών, και χρηματοδοτική συνδρομή για τους πελάτες.34 Υπολογίζεται ότι πάνω από 2.000 πρόσφυγες και αιτούντες άσυλο βοηθούνται κάθε έτος.

301

302

Σε μικρότερη κλίμακα, και σε πιο τοπικό επίπεδο, πολλές RCOs στοχεύουν να διευκολύνουν την πρόσβαση των μελών τους στην εκπαίδευση. Παράδειγμα ενός συγκεκριμένου προγράμματος είναι το πρόγραμμα Hillingdon για την Κατάρτιση στις ΤΠΕ της Ομάδας των Σομαλών Γυναικών. Αυτό το πρόγραμμα ξεκίνησε τον Ιανουάριο του 2002, σε συνεργασία με το κολέγιο Uxbridge, σε ένα τοπικό κοινοτικό κέντρο. Το κέντρο είναι πολύ κοντά σε ένα κτήμα όπου ζουν πολλοί πρόσφυγες και πολλοί συμμετέχοντες στο πρόγραμμα είναι πρόσφυγες. Οι στόχοι του προγράμματος είναι παροχή κατάρτισης ΤΠΕ και μια σειρά άλλων (κυρίως σε επίπεδο εισαγωγής) ευκαιριών κατάρτισης, συμπεριλαμβανομένων των δεξιοτήτων αγγλικής γλώσσας, υποστήριξης μελέτης και προετοιμασίας για εργασία για τις τοπικές γυναίκες πρόσφυγες, με σκοπό να βελτιώσουν την πρόοδο τους στην απασχόληση. Το Κολέγιο Uxbridge φέρνει κοντά (outreach) σε αυτές τις ομάδες τη διδασκαλία, την οποία διενεργεί στο κοινοτικό κέντρο. Συμβουλές της στιγμής είναι επίσης διαθέσιμες. Κατά αυτόν τον τρόπο οι γυναίκες μπορούν να μάθουν σε ένα περιβάλλον που είναι άνετο γι’ αυτές ενώ ταυτόχρονα επίσης να λάβουν επαγγελματική βοήθεια. Ένα δεύτερο παράδειγμα είναι το Tower Foundationxxxii στο νοτιοανατολικό Λονδίνο που υλοποιεί επιμορφωτικά μαθήματα για τους ντόπιους (πολλοί εκ των οποίων είναι επίσης πρόσφυγες). Αυτά τα μαθήματα οδηγούν στο NVQ - επίπεδο 2, στην Υγειονομική και Κοινωνική Περίθαλψη (που πρέπει να τους επιτρέψει να απασχολούνται ως Βοηθοί Φροντιστές). Και τα δύο προγράμματα παρέχουν την κατάρτιση σε τοπικό και γνώριμο περιβάλλον για εκείνα τα άτομα που πολύ πιθανόν να είναι απρόθυμα ή ανίκανα να έχουν πρόσβαση στην κύρια εκπαίδευση - τουλάχιστον στην πρώτη περίπτωση. Ενώ μερικά τοπικά προγράμματα ενδιαφέρονται κυρίως για την κατάρτιση των προσφύγων ώστε να αποκτήσουν τα προσόντα που είναι απαραίτητα για να πετύχουν την είσοδο τους σε ιδιαίτερα επαγγέλματα, άλλοι τοποθετούν μεγαλύτερη προτεραιότητα στην απόκτηση συγκεκριμένων δεξιοτήτων που μπορεί να είναι χρήσιμες στην εύρεση απασχόλησης (αν και αυτό σπάνια είναι ο μοναδικός στόχος τους). Ένα παράδειγμα είναι

Στο βρετανικό εκπαιδευτικό σύστημα, foundation και foundation courses σημαίνουν «βάση» και «βασικά μαθήματα». Αυτά τα μαθήματα είναι συνήθως διάρκειας ενός έτους και στόχος τους είναι να δώσουν γερές βάσεις στους σπουδαστές ή φοιτητές ανάλογα με την ειδικότητά τους ή την επιμόρφωση που επιθυμούν. Συνήθως, παρέχονται είτε από κολέγια είτε από πανεπιστήμια, και εκτός από βασικά θεωρούνται επίσης εισαγωγικά μαθήματα. Κάτι ανάλογο δεν υπάρχει στο παρόν ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα (Σ.τ.Μ.).

xxxii

Διαδρομές στην Απασχόληση για τους Πρόσφυγες

το Πρόγραμμα Γυναικεία Υφαντά και Μοδιστρική (Women’s Textiles and Dressmaking Project), που λειτουργεί από την Αραβική Ομάδα στο Hounslow και τα Προάστια. Η Αραβική Ομάδα υποστηρίζει την αραβική κοινότητα με αρκετά διαφορετικά προγράμματα στους τομείς της εκπαίδευσης, της απασχόλησης, της κοινωνικής πρόνοιας, των πολιτιστικών δραστηριοτήτων και του αθλητισμού. Το Πρόγραμμα Γυναικεία Υφαντά και Μοδιστρική, χρηματοδοτήθηκε από τηn Ανανέωση και λειτουργεί εννέα ώρες την εβδομάδα για τρεις περιόδους από τον Απριλίου 2002 έως τον Μαρτίου 2005. Οι στόχοι του προγράμματος ήταν να ενισχυθούν οι δεξιότητες εκπαίδευσης και εκμάθησης των Aραβίδων στην περιοχή (μερικές εκ των οποίων είναι πρόσφυγες), να διδαχθούν τις δεξιότητες της κατασκευής φορεμάτων ως διαδικασία ενδυνάμωσης και αναβάθμισης των δεξιοτήτων των πελατών ώστε να αυξήσουν τις ευκαιρίες τους για απασχόληση. 42 υποψήφιοι εκπαιδεύθηκαν στο πρόγραμμα, εκ των οποίων 18 απόκτησαν επίσημα επαγγελματικά προσόντα στη μόδα και την κατασκευή φορεμάτων. Οκτώ εργασίες δημιουργήθηκαν για τους συμμετέχοντες στο πρόγραμμα στα εργοστάσια λινού και ταπετσαριών, δύο γυναίκες άνοιξαν δικές τους επιχειρήσεις ραπτικής και οκτώ γυναίκες απασχολήθηκαν σε εργοστάσιο ιματισμού. Τα βασικά αποτελέσματα του προγράμματος είναι η ενδυνάμωση των τοπικών γυναικών προσφύγων και των οικογενειών τους (κατά ένα μεγάλο μέρος ως συνέπεια της εμπιστοσύνης στον εαυτό τους) και μείωση της κρυφής ανεργίας.

303

304

Πλαίσιο 4.2. Πρόγραμμα Απασχόλησης και Κατάρτισης Μεγάλης Κλίμακας RAAD Ξεκινώντας το Σεπτέμβριο του 2002, στόχος αυτού του προγράμματος, που ήταν βασισμένο στο Δυτικό Λονδίνο, ήταν: • Να βοηθήσει τους πρόσφυγες και τους αιτούντες άσυλο να έχουν πρόσβαση στις πρωτοβουλίες κατάρτισης και αυτοαπασχόλησης. • Να συνεργαστεί με τους εργοδότες προκειμένου να ευαισθητοποιηθούν στις δεξιότητες και δυνατότητες που έχουν οι πρόσφυγες και οι αιτούντες άσυλο. • Να σφυρηλατήσει τις συνεργασίες με φορείς που παρέχουν την κατάρτιση στους πρόσφυγες. Οι δραστηριότητες προγράμματος κάλυψαν: • Κατάρτιση ΤΠE με την υποστήριξη της εκμάθησης της αγγλικής γλώσσας (ESOL).xxxiii • Παροχή πληροφοριών, συμβουλών και καθοδήγησης στους πρόσφυγες σχετικά με την κατάρτιση και την αυτοαπασχόληση. • Ιδιωτικές συναντήσεις (ενός-προς-ένα) αναζήτησης εργασίας. • Προετοιμασία βιογραφικού σημειώματος. • Κατάρτιση στις τεχνικές συνέντευξης. • Συνεδρίες οικοδόμησης εμπιστοσύνης και προγύμνασης. • Υποστήριξη της πιστοποίησης γνώσεων που αποκτήθηκαν αλλού. • Ένα επιμορφωτικό πρόγραμμα εθελοντών. • Καθοδήγηση των RCOs ώστε αναπτύξουν πρότυπα ποιότητας στις συμβουλές και την καθοδήγηση. Η ολιστική προσέγγιση - που προσφέρει την υποστήριξη σε άτομα, οργανώσεις και επιχειρήσεις – προσπαθεί να αυξήσει τη ζήτηση για την απασχόληση προσφύγων και καθιστά τα άτομα περισσότερο έτοιμα προς εργασία, έχει προσδιοριστεί ως σημαντικός παράγοντας στην επιτυχία του προγράμματος. Αποτελέσματα – Μέχρι σήμερα, 111 εργασίες έχουν δημιουργηθεί σε ποικίλους τομείς (συμπεριλαμβανομένης της ιατρικής, της βιομηχανίας, του εθελοντικού τομέα, της παροχής υπηρεσιών και του λιανικού εμπορίου) και έχουν αποκτηθεί 329 προσόντα (συμπεριλαμβανομένων της εκμάθησης της αγγλικής γλώσσας, της Πληροφορικής (ή ΤΠΕ) και της οδήγησης ανυψωτικού μηχανήματος). Τα αποτελέσματα του προγράμματος είναι εκτεταμένα, εκτείνονται πέρα την κοινωνική ένταξη (social inclusion), οι γονείς γίνονται πρότυπα για τα παιδιά τους, οικοδομείται εμπιστοσύνη και οι πρόσφυγες επαγγελματίες βοηθούνται κατά τέτοιο τρόπό ώστε να ξέρουν πώς να ενσωματωθούν στην αγορά εργασίας. xxxiii

Για διευκρίνιση της εκπαιδευτικής ορολογίας σχετικά με τη διδασκαλία και την εκμάθηση της αγγλικής γλώσσας, βλ. Σ.τ.Μ. xvi στο Κεφάλαιο 1 της παρούσης μελέτης Στο πλαίσιο αυτών των ενοτήτων και της διδασκαλίας της αγγλικής γλώσσας γενικότερα, ESOL (: English for Speakers of Other Languages - Αγγλικά για Ομιλητές Άλλων Γλωσσών) σηματοδοτεί τη διδασκαλία της αγγλικής γλώσσας και ως ξένης και ως δεύτερης. Στην πρώτη περίπτωση, η αγγλική γλώσσα θεωρείται ξένη, επειδή οι διδασκόμενοι κατάγονται από ξένη χώρα και άρα μαθαίνουν τα αγγλικά ως ξένη γλώσσα (στα αγγλικά, ο όρος είναι EFL: English as a Foreign Language – Αγγλικά ως Ξένη Γλώσσα). Στη δεύτερη περίπτωση, επειδή οι διδασκόμενοι βρίσκονται σε αγγλόφωνο περιβάλλον και υποχρεωτικά πρέπει να επικοινωνούν στη γλώσσα του ευρύτερου κοινωνικού περιβάλλοντος, πρέπει να μάθουν τα αγγλικά ως δεύτερη γλώσσα (στα αγγλικά, ο όρος είναι ESL: English as a Second Language – Αγγλικά ως Δεύτερη Γλώσσα). Στη μετάφραση των προκειμένων ενοτήτων, ESOL αποδίδεται γενικά ως διδασκαλία ή εκμάθηση της αγγλικής γλώσσας (Σ.τ.Μ.).

Διαδρομές στην Απασχόληση για τους Πρόσφυγες

Από την πλευρά της αξιολόγησης, αξίζει να σημειωθεί ότι αυτό το πρόγραμμα είχε προσδιορίσει σαφώς τους στόχους, τα αποτελέσματα και (ειδικά) τα αποτελέσματα. Ανατρέχοντας στην εμπειρία του προγράμματος, διαπιστώθηκε ότι η έλλειψη βρεφονηπιακού σταθμού αποδείχθηκε ότι ήταν μια δυσκολία στο πρόγραμμα - και ότι θα μπορούσε να είχε συμπεριληφθεί στην αίτηση επιχορήγησης. Ενώ γενικά είναι σαφές ότι τα «προσαρμοσμένα» μαθήματα, συμπεριλαμβανομένων της οικοδόμησης εμπιστοσύνης και οι πρακτικές ασκήσεις επαγγελματικής εμπειρίας, είναι επιτυχημένα, αυτό το ιδιαίτερο πρόγραμμα διαπίστωσε ότι έπαιρνε χρόνο και απαιτούσε πολλή προσπάθεια για να πείσει τους εργοδότες να προσλάβουν τους συμμετέχοντες στο πρόγραμμα για επαγγελματική εμπειρία, (ειδικά στην περίπτωση που συμμετείχαν γυναίκες που φορούσαν μαντίλα). Η κατάρτιση και η υποστήριξη των μεταναστών και των προσφύγων διεξάγονται συχνά μέσα σε ένα ευρύτερο σύνολο δραστηριοτήτων και υποστήριξης. Εξηγώντας αυτήν την ευρύτερη προσέγγιση, το Πρόγραμμα Απασχόλησης και Κατάρτισης Μεγάλης Κλίμακας RAAD (που υποστηρίζεται από την Ανανέωση) έχει παραδώσει ένα σύνολο διαφορετικών μορφών υποστήριξης, συμπεριλαμβανομένης της κατάρτισης που έχει στόχο την ενίσχυση των προοπτικών απασχόλησης. Τα είδη υποστήριξης που προσφέρονται περιλαμβάνουν ανάπτυξη δεξιοτήτων, βοήθεια στην αναζήτηση εργασίας, και συνεργασία με τους εργοδότες σε μία προσπάθεια να δημιουργηθούν ευκαιρίες απασχόλησης για τους συμμετέχοντες στο πρόγραμμα (βλ. Πλαίσιο 4.2.). Υποστήριξη εκμάθησης της αγγλικής γλώσσας

Από άκρη σε άκρη στο Λονδίνο υπάρχει ένα ευρύ φάσμα εκμάθησης της αγγλικής γλώσσας (ESOL).35 Παρά το γεγονός ότι οι δαπάνες για την εκμάθηση της αγγλικής γλώσσας και ο όγκος διδασκαλίας της γλώσσας έχουν αυξηθεί σημαντικά κατά τη διάρκεια των τελευταίων ετών, και το γεγονός ότι περίπου το 50% της εθνικής παροχής βρίσκεται στο Λονδίνο (KPMG, 2005), μια έκθεση σχετικά με το Λονδίνο από τη Μονάδα Στρατηγικής (: Strategy Unit) το 2004 πρότεινε ότι ο όγκος της ζήτησης για διδασκαλία αγγλικών στο Λονδίνο ξεπέρασε κατά πολύ την προσφορά. Ενώ η διδασκαλία αγγλικής γλώσσας είναι ακόμα κάπως ετερόκλητη, η Περιφερειακή Συνεργασία Δεξιοτήτων (Regional Skills Partnership) προσπαθεί να συντονίσει μια πιο στρατηγική προσέγγιση στην παράδοση των υπηρεσιών και της χρηματοδότησης. Ένα βασικό ζήτημα είναι το πώς και το εάν η διδασκαλία ταιριάζει με τις ανάγκες των αρχαρίων και τις απαιτήσεις της οικονομίας36 - από άποψη επιπέδου εκμάθησης αγγλικής γλώσσας (εισαγωγικό, ενδιάμεσο, ειδικό), περιεχομένου (ιδιαίτερα σε σχέση

305

306

με την εκπλήρωση των αναγκών του εργασιακού χώρου) και διαθεσιμότητας (γεωγραφικά και χρονικά). Με την έμφαση που έδωσαν η κυβέρνηση, τα συνδικάτα και οι εργοδότες στην αγγλική γλώσσα,vii και με το Υπουργείο Εσωτερικών να επιβεβαιώνει το 2004 ότι προκειμένου να πάρουν υπηκοότητα τα άτομα θα έπρεπε να είναι σε θέση να δείξουν ότι γνωρίζουν αγγλικά - στο Επίπεδο Εισαγωγής 3 ή υψηλότερο, διάφορες πρωτοβουλίες αναφέρουν ότι υπάρχουν περισσότερες εγγραφές από ποτέ στις τάξεις της αγγλικής γλώσσας. Η εμπιστοσύνη και η άνεση στα αγγλικά γίνονται αποδεκτές ως ουσιαστικές στην κοινωνική ενσωμάτωση και επιπλέον ανοίγουν την πρόσβαση σε ένα ευρύτερο φάσμα πιθανών εργασιών σε μια προσανατολισμένη προς τις υπηρεσίες αγορά εργασίας. Από αυτή την άποψη, η γνώση των αγγλικών σε ένα σχετικό με την επιχείρηση πλαίσιο τονίζεται ως σημαντική. Εντούτοις, η γλώσσα που απαιτείται από έναν μηχανικό σε ένα γκαράζ (δηλ. ορολογία) είναι πιθανό να είναι διαφορετική από αυτήν που απαιτείται σε ένα νοσοκομείο. Ως εκ τούτου, υπάρχει μια ανάγκη για σειρές μαθημάτων που στοχεύουν στις ανάγκες των χρηστών, και για τη διδασκαλία της αγγλικής γλώσσας που προσαρμόζονται στις ανάγκες των διάφορων τομέων, ειδικοτήτων και επαγγελματικών αναγκών.xxxiv Έτσι, παραδείγματος χάριν, οι πρόσφυγες επαγγελματίες απαιτούν συχνά υψηλότερου επιπέδου γλωσσικά προγράμματα. Η εμπειρία της πρωτοβουλίας της Ανανέωσης δείχνει ότι τέτοιες σειρές μαθημάτων, σε σχέση με τα προγράμματα προσαρμογής και τις πρακτικές ασκήσεις ως μέρος ενός ειδικού πακέτου λειτουργούν καλά. Προκειμένου να προσαρμοστεί η εκμάθηση της αγγλικής γλώσσας στις ανάγκες των χρηστών, η Αγγλική Γλώσσα σε Διαδικτυακή Σύνδεση (English Language On-line) λειτουργεί πειραματικά στο νότιο Λονδίνο. Επιπλέον, με έμφαση στα αγγλικά σε συγκεκριμένα πλαίσια εργασιακών χώρων, έχουν καθιερωθεί τα Δίγλωσσα Επαγγελματικά μαθήματα που εστιάζουν στο λεξιλόγιο (δηλ. την ορολογία) που οι μετανάστες είναι πιθανό να χρειαστούν στο Κρόϋντον (Croydon). Γενικά, τα στοιχεία που σταχυολογούνται κατά τη διάρκεια της περιπτωσιολογικής μελέτης δείχνουν ότι, ενώ η ικανότητα αγγλικής γλώσσας των μεταναστών (που ποικίλλει ανάλογα με την εν λόγω εργασία) και το ακριβές επίπεδο και η φύση της ικανότητας αγγλικής γλώσσας που απαιτείται από τους εργοδότες είναι ετερογενής, σε γενικές γραμμές, η έμφαση πρέπει να πέφτει στην διασφάλιση ότι τα άτομα έχουν ικανοποιητικές γλωσσικές δεξιότητες ώστε να λειτουργήσουν σε ένα συγκεκριμένο εργασιακό περιβάλλον όσο το δυνατόν γρηγορότερα, παρά

xxxiv Σε αυτή την περίπτωση χρήσιμα είναι τα Αγγλικά για Ειδικούς Σκοπούς ή, όπως λέγεται αυτός ο τομέας που έχει αναπτυχθεί, ESP: English for Specific Purposes (Σ.τ.Μ.).

Διαδρομές στην Απασχόληση για τους Πρόσφυγες

στη διασφάλιση ενός υψηλότερου επιπέδου γλωσσικών δεξιοτήτων εάν αυτό καθυστερεί την είσοδο στην αγορά εργασίας. Αν και δεν στοχεύει συγκεκριμένα στους πρόσφυγες, το Κέντρο για Φιλιππινέζους (CF)xxxv - μια καταχωρημένη φιλανθρωπική οργάνωση που έχει ιδρυθεί για να παρέχει τις υπηρεσίες στους υπηκόους των Φιλιππίνων και τις οικογένειές τους που ζουν στο Λονδίνο και το H.B., αναπτύσσει δραστηριότητες σε δύο κέντρα στους δήμους Camden και Hammersmith και Fulham του Λονδίνου - επίσης γίνεται παράδειγμα για το πως αναπτύσσονται οι τάξεις εκμάθησης αγγλικής γλώσσας ώστε να εξυπηρετούν τις ανάγκες των μεταναστών που δεν μπορούν να έχουν πρόσβαση στην κύρια (mainstream) εκπαίδευση επειδή δεν έχουν εμπιστοσύνη στον εαυτό τους και έχουν πολύ λίγο ελεύθερο χρόνο εξ αιτίας των πολλών ωρών εργασίας. Σε απάντηση, το CF παρέχει ένα Κυριακάτικο Σχολείο, που προσφέρει μαθήματα εκμάθησης αγγλικής γλώσσας για Φιλιππινέζους μετανάστες εργαζομένους και τις οικογένειές τους, καθώς επίσης και σειρές μαθημάτων Πληροφορικής (ΤΠΕ), έχει υπηρεσίες πληροφοριών, συμβουλών και καθοδήγησης και διεξάγει εργαστήρια οικοδόμησης εμπιστοσύνης (στον εαυτό). Με τη χρηματοδότηση ΕΚΤ και του Αναπτυξιακού Φορέα του Λονδίνου (ESF/LDA, αντίστοιχα), από το 2005 τα αγγλικά μαθήματα πρόκειται να συνδυαστούν με τα μαθήματα υπολογιστών, εστιάζοντας έτσι περισσότερο στα αγγλικά που είναι προσανατολισμένα στον εργασιακό χώρο. Η αναγνώριση των προσόντων

Η αναγνώριση των προσόντων (και της κατάρτισης) είναι ουσιαστική έτσι ώστε να διασφαλίσει ότι οι μετανάστες και οι πρόσφυγες λαμβάνουν την υποστήριξη, τις πληροφορίες και τις συμβουλές που πρέπει για να ενσωματωθούν πλήρως στη Βρετανική αγορά απασχόλησης. Τέτοια αναγνώριση μπορεί να δείξει το βαθμό στον οποίο οι μετανάστες έχουν προσόντα (και δεξιότητες) σχετικά με τους τομείς στους οποίους υπάρχει έλλειψη. Το Εθνικό Κέντρο Πληροφόρησης για Ακαδημαϊκή Αναγνώριση στο Η.Β. (UK NARIC)xxxvi είναι μια ιδιωτική οργάνωση που έχει σύμβαση με το DfES για να παρέχει επίσημες οδηγίες σχετικά με την αντιστοιχία βρετανικό επίπεδο των προσόντων που αποκτήθηκαν στο εξωτερικόv38. Χρηματοδοτείται εν μέρει από

xxxv

Το CF αντιστοιχεί στο Centre for Filipinos, δηλ. στο Κέντρο για Φιλιππινέζους. Από εδώ και στο εξής, θα αναφέρεται ως CF (Σ.τ.Μ.). Το UK NARIC αντιστοιχεί στο UK National Academic Recognition Information, δηλ. στο Εθνικό Κέντρο Πληροφόρησης για Ακαδημαϊκή Αναγνώριση στο Η.Β. Από εδώ και στο εξής, θα αναφέρεται είτε ως UK NARIC είτε ως NARIC (Σ.τ.Μ.). xxxvi

307

308

το DfES και εν μέρει από την εταιρική ιδιότητα μέλους. Η UK NARIC κρατά μια παγκόσμια βάση δεδομένων προσόντων που χρησιμοποιείται ως οδηγός για την αξιολόγηση των προσόντων από όλον τον κόσμο. Αυτή η βάση δεδομένων παρέχει τα μέσα προσδιορισμού του βρετανικό ακαδημαϊκού επιπέδου των προσόντων που αποκτήθηκαν στο εξωτερικό. Οι υπηρεσίες της UK NARIC διαμορφώνουν ένα ουσιώδες στοιχείο άλλων προγραμμάτων, που περισσότερο περιλαμβάνουν τους ευρύτερους στόχους ενσωμάτωσης στην εργασία παρά την αναγνώριση των προσόντων αυτή καθ’ εαυτή. Το πρόγραμμα Προσόντων Μεταναστών και Προσφύγων είναι ένα τέτοιο παράδειγμα. Αυτό είναι ένα πρόγραμμα όλου του Λονδίνο, που περιλαμβάνει τα πέντε LSCs του Λονδίνου, και τον LDA, από κοινού με το UK NARIC. Άλλοι συνεργάτες είναι το Κυβερνητικό Γραφείο για το Λονδίνο, το Κέντρο Εργασίας Plus, ο Δήμος και οι Συντεχνίες του Λονδίνου (City and Guilds), το Δίκτυο Ανοικτού Κολεγίου του Λονδίνου (London Open College Network), το Εθνικό Ίδρυμα Δια Βίου Εκπαίδευσης και το Φυλετικό Συμβούλιο Ισότητας του Κίνγκστον. Αυτό το πρόγραμμα στόχευσε να προσδιορίσει τις μεταφερόμενες δεξιότητες (transferable skills) και τα προσόντα των μεταναστών εργαζομένων (συμπεριλαμβανομένων των προσφύγων) με δικαίωμα να εργαστούν στο H.B. και να τους υποστηρίξει ώστε να εκπληρώσουν τις δυνατότητες τους στην αγορά απασχόλησης. Ο στόχος του προγράμματος κατά τη διάρκεια ζωής του ήταν 1.000 μετανάστες να έχουν πρόσβαση στις υπηρεσίες της NARIC. Κατά τρόπο ενδιαφέροντα, το πρόγραμμα είχε επίσης έναν οικονομικό προσανατολισμό, δεδομένου ότι στόχευε στους τομείς που είχαν έλλειψη δεξιοτήτων, όπως τα κατασκευαστικά έργα, η μηχανική / μηχανολογία και η διδασκαλία. Οι μετανάστες προχωρούν μέσω του προγράμματος σε τέσσερα διαδοχικά στάδια. Το πρώτο στάδιο ενδιαφέρεται για τον «προσδιορισμό» των επιλέξιμων πελατών (συχνά μέσω των συνεργασιών Συμβουλών και Καθοδήγησης), την παραπομπή τους στη UK NARIC και την υποστήριξη τους ώστε να συμπληρώσουν το Ερωτηματολόγιο για τις Δεξιότητες των Μεταναστών (Migrant Skills Questionnaire).39 Στο δεύτερο στάδιο της «συγκρισιμότητας των προσόντων», η NARIC συμπληρώνει την τεκμηρίωση της συγκρισιμότητας των προσόντων και ενημερώνει τον πελάτη αναλόγως. Το τρίτο στάδιο είναι η «ανάλυση δεξιοτήτων», στην οποία κάθε πελάτης λαμβάνει από τη NARIC ένα έγγραφο που «χαρτογραφεί» την πρόσθετη κατάρτιση/την εκμάθηση που απαιτείται για να είναι κατάλληλος και ικανός σύμφωνα με τα πρότυπα

Διαδρομές στην Απασχόληση για τους Πρόσφυγες

της βρετανικής αγοράς εργασίας. Το τέταρτο στάδιο αγκαλιάζει την «τοπική καθοδήγηση, την υποστήριξη και την ενεργό συμμετοχή», περιλαμβάνει την ένα προς ένα (προσωπική) παροχή συμβουλών και την καθοδήγηση, την παραγωγή ενός προσωπικού προγράμματος ανάπτυξης, τη προμήθεια (απόκτηση) πρόσθετων δεξιοτήτων (βασικό επίπεδο αγγλικής γλώσσας (ESOL), επαγγελματικών αγγλικών, ακαδημαϊκών αγγλικών, κ.λ.π.), και την διευθέτηση της επαγγελματικής εμπειρίας. Το DfES αναγνωρίζει ότι, προκειμένου να αξιολογηθεί η επίδραση του προγράμματος και να γίνουν κατανοητά τα αποτελέσματα, θα ήταν χρήσιμο να εντοπιστούν οι συμμετέχοντες του προγράμματος μέσω των διάφορων σταδίων του προγράμματος και να οδηγηθούν στην επακόλουθη εκπαίδευση / κατάρτιση / απασχόληση. Είναι πιθανόν ένα άτομο να είναι ήδη ικανό να εργαστεί στον επιθυμητό τομέα, ή να έχει ανάγκη να επανεκπαιδευθεί, να αναβαθμίσει τις δεξιότητες ή να διδαχθεί την αγγλική γλώσσα. Οι αναλύσεις του προγράμματος δείχνουν ότι πολλοί μετανάστες έχουν προσόντα σχετικά με τους τομείς που υπάρχει έλλειψη. Εντούτοις, ο περιορισμός της συζήτησης «στα προσόντα» συνήθως παραβλέπει τις «δεξιότητες» (που δε συμπεριλαμβάνονται απαραιτήτως στα «προσόντα») που έχουν οι μετανάστες. Είναι ευκολότερο να συγκριθούν και να χαρτογραφηθούν τα προσόντα από ότι οι δεξιότητες, και η σημασία που δίνεται από πολλούς εργοδότες στις «ήπιες» (soft) δεξιότητες και τη σχετική επαγγελματική εμπειρία παράλληλα με τα προσόντα παραμένει ένα σημαντικό ζήτημα που αντιμετωπίζουν οι μετανάστες στο H.B., και που δείχνει ότι εκτός από τομείς/επαγγέλματα που αντιμετωπίζουν πολύ έντονες ελλείψεις, τα προσόντα από μόνα τους μπορεί να μην είναι αρκετά για να επιτρέψουν σε έναν μετανάστη να έχει πρόσβαση στην απασχόληση σε επίπεδο αντάξιο με τις δεξιότητές του/της. Πολιτισμική αφομοίωση (acculturation) στη βρετανική κοινωνία και την αγορά εργασίας

Το Πρόγραμμα Άφιξης Προσφύγων RETAS (Refugee Arrival Project RETAS) σημειώνει ότι οι πρόσφυγες είναι κυρίως 32-45 ετών. Οι περισσότεροι έχουν επαγγελματική εμπειρία, και, ενώ η (επανα)κατάρτιση μπορεί να είναι απαραίτητη, δεν είναι συχνά ικανοποιητική για την επίτευξη της εισόδου τους στην απασχόληση. Μάλλον αυτό που απαιτείται είναι γνώση των αστικών δικαιωμάτων, κατανόηση της βρετανικής αγοράς εργασίας, πώς λειτουργεί, και η διαδικασία πρόσληψης, και υποστήριξη απασχόλησης. Ενώ φαίνεται να υπάρχει μια μεγαλύτερη αναγνώριση της ανάγκης για υποστήριξη στην απασχόληση, πρωτοβουλίες που αντιμετωπίζουν τα ευρύτερα ζητήματα της ενσωμάτωσης στη βρετανική κοινωνία και την αγορά εργασίας εμφανίζονται λιγότερο καλά αναπτυγμένες μέχρι σήμερα.

309

310

Τα είδη βοήθειας που χρειάζονται οι πρόσφυγες για να πλοηγηθούν και να ενσωματωθούν πολιτισμικά στην βρετανική αγορά εργασίας περιλαμβάνουν τις δεξιότητες αναζήτησης εργασίας (πολλοί πρόσφυγες δεν ξέρουν πώς να υποβάλουν αίτηση για τις εργασίες στο H.B.), βοήθεια στη σύνταξη ενός βιογραφικού σημειώματος (που μπορεί να είναι μια άγνωστη έννοια για μερικά άτομα) και συμβουλές για τη συμπεριφορά κατά τη διάρκεια της συνέντευξης. Για να αντιμετωπίσουν μερικά από αυτά τα ζητήματα οι πρόσφυγες, η Υπηρεσία Απασχόλησης της RETAS προσφέρει μαθήματα δύο εβδομάδων για αναζήτηση εργασίας και οργανώνει μαθήματα προσανατολισμού καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους, συμπεριλαμβανομένων μιας επισκόπησης της βρετανικής αγοράς εργασίας, της ιδιαίτερης αξιολόγησης των σταδιοδρομιών και της προετοιμασίας ενός βιογραφικού σημειώματος. Προκειμένου να κατανοήσουν τα διάφορα διαπολιτισμικά θέματα, οι πρόσφυγες ίσως να χρειαστεί να αποκτήσουν επαγγελματική εμπειρία αμισθί (χωρίς να πληρωθούν). Εντούτοις, η RETAS είχε δυσκολία στο να βρει επαγγελματική εμπειρία αμισθί στον ιδιωτικό τομέα. Είναι ευκολότερο να πάει στις ΜΚΟ και τον εθελοντικό τομέα. Μια πιθανή στρατηγική θα μπορούσε να είναι να πάει από τον εθελοντικό τομέα στον ιδιωτικό τομέα, αλλά μερικές εργασίες δεν είναι διαθέσιμες στον εθελοντικό τομέα, έτσι αυτό δεν είναι μια βιώσιμη επιλογή σε όλες τις περιπτώσεις. Οι πρόσφυγες (και άλλοι μετανάστες) μπορεί επίσης να χρειαστούν βοήθεια με τα «επαγγελματικά αγγλικά», τα οποία δεν καλύπτονται απαραιτήτως από τη διδασκαλία της αγγλικής γλώσσας (ESOL). Ένα άλλο παράδειγμα ενός προγράμματος που προσπαθεί να παρέχει ένα στοιχείο της ενσωμάτωσης στην αγορά της βρετανικής εργασίας, παράλληλα με εκπαίδευση, κατάρτιση και επαγγελματική εμπειρία είναι το Πρόγραμμα «Γέφυρα με την Εργασία» (Bridge to Work Project), το οποίο είναι μέρος της Υπηρεσίας Δια Βίου Εκπαίδευσης και Κατάρτισης (CETS)xxxvii στο Κρόϋντον (Croydon), που λαμβάνει χρηματοδότηση από τον Ενιαίο Προϋπολογισμό Αναγέννησης (SRB).40 Σαράντα-πέντε άνθρωποι από επαγγελματικά περιβάλλοντα στο εξωτερικό έχουν πρόσβαση στο Πρόγραμμα αυτό κάθε έτος, εκ των οποίων περίπου 30% είναι πρόσφυγες και αιτούντες άσυλο. Οι στόχοι του Προγράμματος «Γέφυρα με την Εργασία» είναι να τοποθετήσει τους σπουδαστές σε εργασία που σχετίζεται με το επιλεγμένο επάγγελμά τους, να καθιερώσει την ισοδυναμία των προσόντων τους, να οικοδομήσει εμπιστοσύνη (στον εαυτό τους), να βελτιώσει τις διαπροσωπικές και γλωσσικές δεξιότητες, να εισάγει τους σπουδαστές στο βρετανικό εργασιακό πολιτισμό και να διερευνά τα πολιτιστικά ζητήματα, να χορηγεί μια θέση εργασίας, να χρηματοδοτεί την περαιτέρω εκπαίδευση ή/και

xxxvii

Το CETS αντιστοιχεί στο Continuing Education and Training Service, δηλ. στην Υπηρεσία Δια Βίου Εκπαίδευσης και Κατάρτισης. Από εδώ και στο εξής, θα αναφέρεται ως CETS (Σ.τ.Μ.).

Διαδρομές στην Απασχόληση για τους Πρόσφυγες

να επαναπροσδιορίζει τα προσόντα, να αναπτύσσει δεξιότητες ΤΠ (Τεχνολογία Πληροφοριών – IT στα αγγλικά), να παρέχει πληροφορίες, συμβουλές και καθοδήγηση σχετικά με τη σταδιοδρομία, και να παρέχει βοήθεια σε όλες τις πτυχές αναζήτησης εργασίας. Περίπου το 30% των συμμετεχόντων κάνουν πρακτική άσκηση επαγγελματικής εμπειρίας (workplacement). Ενώ καμία στατιστική δεν ήταν διαθέσιμη, για τη συμμετοχή διαφορετικών υποομάδων στο πρόγραμμα ή στα άμεσα συγκρίσιμα προγράμματα, αναγνωρίζεται ότι το ποσοστό των συμμετεχόντων σε πρακτικές ασκήσεις είναι χαμηλότερο από το επιθυμητό, και ο Συντονιστής Επαγγελματικής Εμπειρίας του προγράμματος προσπαθεί να διευρύνει το προφίλ του έργου μεταξύ των εργοδοτών και άλλων οργανώσεων προκειμένου να διασφαλίσει περισσότερες πρακτικές ασκήσεις.41 Γενικά, ένας ή δύο φοιτητές αποκτούν απασχόληση κατά τη διάρκεια της σειράς των μαθημάτων τους, με άλλους να βρίσκουν συχνά απασχόληση λίγο χρόνο αφότου αφήνουν το πρόγραμμα (αφού έχουν εκπαιδευτεί περισσότερο ή/και αφού έχουν αποκτήσει περισσότερη επαγγελματική εμπειρία). Πρόσβαση στην απασχόληση

Σε στρατηγικό επίπεδο το Φόρουμ Απασχολησιμότητας (Employability Forum), ένας ανεξάρτητος όρος ομπρέλαxii που προωθεί τις δεξιότητες και την εμπειρία των προσφύγων στο H.B., έχει ασχοληθεί με τους φορείς χάραξης πολιτικής και τους εργοδότες στα βασικά ζητήματα που έχουν επιπτώσεις στην απασχόληση προσφύγων. Μέσω του συντονισμού ενός Δικτύου Εργοδοτών (Employer Network) και μιας Ομάδας Πολιτικής (Policy Group), έχουν προωθήσει αλλαγές στην πολιτική και στις πρακτικές για να διασφαλίσουν ότι οι πρόσφυγες έχουν ίση πρόσβαση στην απασχόληση στο H.B. Έχουν πιέσει έτσι ώστε οι πρόσφυγες να λαμβάνουν σαφή άδεια στην εργασιακή τεκμηρίωση, να τους παρέχεται Εθνική Ασφάλιση, και μεγαλύτερη πρόσβαση σε τραπεζικούς λογαριασμούς. Όλη αυτή η δουλειά έχει γίνει παράλληλα με τις συνεδριάσεις με τους φορείς των προσφύγων και άλλων εθελοντικών οργανώσεων προκειμένου να διασφαλιστεί ότι τα βασικά μηνύματα μεταφέρονται από τους ανθρώπους που συνεργάζονται άμεσα με πρόσφυγες σε ένα ευρύτερο ακροατήριο εργοδοτών, φορέων χάραξης πολιτικής και επαγγελματικών ενώσεων. Για να γίνει πιο συγκεκριμένη η υποστήριξη της απασχόλησης των μεταναστών και των προσφύγων, αναπτύσσονται καλύτερες πρωτοβουλίες για τους επαγγελματίες (όπως εξηγείται από το Πρόγραμμα «Γέφυρα με την Εργασία»). Θα ήταν αναμενόμενο ότι οι πρόσφυγες θα το έβρισκαν ευκολότερο να παρεισφρήσουν σε ανεξέλεγκτα επαγγέλματα (όπως η μηχανολογία), από ότι στα κατοχυρωμένα νομοθετικά επαγγέλματα (όπως η ιατρική), αλλά αυτό δεν είναι απαραίτητα η περίπτωση. Το πλεονέκτημα ενός ανεξέλεγκτου επαγγέλματος είναι ότι δεν είναι απολύτως απαραίτητο για έναν μετανάστη να

311

312

περάσει από μια μεγάλη και δαπανηρή διαδικασία επαναπροσδιορισμού. Μάλλον είναι δυνατό να αναζητήσει εργασία αμέσως. Εντούτοις, το μειονέκτημα ενός ανεξέλεγκτου επαγγέλματος είναι ότι η πορεία στην απασχόληση δεν είναι απαραιτήτως σαφής, και ανάλογα με την προηγούμενη εμπειρία του μετανάστη, μπορεί να είναι σύνθετη και απρόβλεπτη. Στην περίπτωση της μηχανικής/μηχανολογίας, η RETAS καθιέρωσε μια Δράση για το Πρόγραμμα του Κεφαλαίου των Προσφύγων Μηχανικών/Μηχανολόγων Action for Capital’s Refugee Engineers Project ως ανταπόκριση στο υψηλό ποσοστό ανεργίας μεταξύ των ειδικευμένων μηχανικών προσφύγων στο Λονδίνο που συνυπάρχει παράλληλα με τις ελλείψεις ικανότητας στη μηχανολογία. Ο στόχος είναι να παρασχεθεί κατάρτιση, δεξιότητες αναζήτησης εργασίας και πόροι ώστε να βοηθηθούν οι καταρτισμένοι μηχανικοί να βρουν τις κατάλληλες εργασίες. Ένα Εγχειρίδιο για τους Πρόσφυγες Μηχανικούς (Employment Resource Handbook for Refugee Engineers) δημοσιεύθηκε το Δεκέμβριο του 2004 (Rogic and Feldman, 2004). Το εγχειρίδιο στοχεύει να χρησιμεύσει ως συνοπτικός οδηγός των προσφύγων μηχανικών που ψάχνουν εργασία στον τομέα τους, παρέχοντας ουσιαστικές πληροφορίες ώστε οι πρόσφυγες μηχανικοί να είναι ενήμεροι για τον πολιτισμό της αναζήτησης εργασίας στο H.B. Καθώς επίσης και μια επισκόπηση του επαγγέλματος και του τομέα. Το πρώτο ζήτημα που καλύπτεται είναι το δικαίωμα των προσφύγων στην απασχόληση καλύπτοντας την άδεια εργασίας για τα άτομα με το καθεστώς του πρόσφυγα, που συμπεριλαμβάνει λεπτομέρειες για τα αποδεικτικά στοιχεία της άδειας της εργασίας, για την άδεια εργασίας για τους αιτούντες άσυλο,43 για τον αριθμό Εθνικής Ασφάλισης, κ.λ.π. Το εγχειρίδιο περιέχει επίσης ενότητες με τα προσόντα μηχανικών στο βρετανικό εκπαιδευτικό σύστημα - συμπεριλαμβανομένων των λεπτομερειών των προσόντων μηχανικής / μηχανολογίας, προϋποθέσεις εισόδου στα μαθήματα μηχανολογίας, αναγνώριση των προσόντων από το εξωτερικό, το επάγγελμα της μηχανικής / μηχανολογίας στο H.B. - καλύπτοντας την μηχανική ως ανεξέλεγκτο επάγγελμα, διαφορετικούς τίτλους μηχανικής, το πώς εγγράφεται κανείς σε ένα επαγγελματικό ίδρυμα, κ.λ.π. και τον τομέα της μηχανικής στο Η.Β. - με πληροφορίες για τις ελλείψεις δεξιοτήτων στον κλάδο, τις κατηγορίες μηχανικής, και μια επισκόπηση της οικονομίας του Λονδίνου. Οι πρακτικές πληροφορίες για την εύρεση μιας εργασίας περιλαμβάνουν προετοιμασία αναζήτησης για μια θέση εργασίας (που συμπεριλαμβάνει πού θα αναζητηθούν οι θέσεις εργασίας), επαγγελματική εμπειρία (οι πιθανές διαδρομές περιλαμβάνουν προσωρινές εργασίες, μαθήματα σε σχέση με την

Διαδρομές στην Απασχόληση για τους Πρόσφυγες

πρακτική άσκηση επαγγελματικής εμπειρίας, εθελοντισμό), ερωτήσεις για τις δεξιότητες, τις προσωπικές ικανότητες και γνώσεις, την κατανόηση των εργασιακών απαιτήσεων, και πώς να κάνει αίτηση κανείς για διαφορετικές θέσεις εργασίας (διαφορετικά είδη βιογραφικών σημειωμάτων, συγγραφή βιογραφικού σημειώματος και λεπτομέρειες των συνεντεύξεων εργασίας – με ερωτήσεις υποδείγματα). Υπάρχουν διάφορες περιπτωσιολογικές μελέτες και ευρετήρια με λεπτομέρειες για τα ιδρύματα μηχανικής / μηχανολογίας, διαδικτυακές πηγές για μηχανικούς / μηχανολόγους, εφημερίδες και περιοδικά με διαφημίσεις και προκηρύξεις θέσεων για μηχανικούς καθώς επίσης και οργανώσεις που βοηθούν τους πρόσφυγες, κ.λ.π. Πηγαίνοντας τώρα σε ένα κατοχυρωμένο επάγγελμα, σύμφωνα με τους αριθμούς του συντηρητικού Συμβουλίου Προσφύγων υπάρχουν σχεδόν 1.000 πρόσφυγες ιατροί στη Μεγάλη Βρετανία ανίκανοι να εργαστούν λόγω δυσκολιών αναγνώρισης προσόντων, παρά την ουσιαστική εμπειρία στις ιδιαίτερες πατρίδες τους. Η Βρετανική Ιατρική Ένωση υπολογίζει ότι η Εθνική Υγειονομική Υπηρεσία (NHS)xxxviii είχε το 2003 έλλειψη από 20.000 γιατρούς και συμβούλους. Σε μια προσπάθεια να παρασχεθεί η απαραίτητη υποστήριξη στους γιατρούς για να μπουν στην απασχόληση, η RETAS καθιερώνει καθιέρωσε το Σχέδιο Επαναπροσδιορισμού των Προσόντων των Ιατρών (Re-qualification of Doctors scheme). Αυτό συμπεριλαμβάνει την Ομάδα Εκπαιδευτικής Δράσης για την Απασχόληση (Education Action’s Employment Team) που παρέχει συμβουλές για τις ιατρικές ευκαιρίες επαναπροσδιορισμού και απασχόλησης στην NHS. Αυτό ακολουθείται από ένα συμβουλευτικό / υποστηρικτικό (mentoring) στάδιο όπου ένας βρετανός γιατρός προγυμνάζει έναν πρόσφυγα γιατρό. Είναι εμφανές ότι η υποστήριξη απασχόλησης είναι μια απαραίτητη προσθήκη στην αναγνώριση των προσόντων. Χρησιμοποιώντας την εμπειρία των πρωτοβουλιών που περιγράφονται ανωτέρω, το νέο πρόγραμμα «μαθήματα προσανατολισμού» - που ονομάζεται PRESTO (Professional Refugees into Employment through Support, Training and On-Line Learning: Επαγγελματίες Πρόσφυγες στην Απασχόληση μέσω της Υποστήριξης, της Κατάρτισης και της Διαδικτυακής Εκμάθησης) αναπτύσσεται από την Διεθνή Εκπαιδευτική Δράση και άλλους συνεργάτες. Χρηματοδοτημένο από το EQUAL της Ε.Ε., το πρόγραμμα ενδιαφέρεται για το πειραματισμό και τη διάδοση των καινοτόμων πακέτων κατάρτισης και

xxxviii Το NHS αντιστοιχεί στο National Health Service, δηλ. στην Εθνική Υγειονομική Υπηρεσία. Από εδώ και στο εξής, θα αναφέρεται ως NHS (Σ.τ.Μ.).

313

314

απασχόλησης για να υποστηρίξει τους πρόσφυγες επαγγελματίες και να παρέχει πρότυπα ενδυνάμωσης ιδιαίτερα για τους πρόσφυγες στους τομείς της υγείας, της εκπαίδευσης και της μηχανικής και για ευάλωτες ομάδες όπως οι γυναίκες. Γενικότερα, κάποιες RCOs προσπαθούν να προσφέρουν υποστήριξη για την απασχόληση στα μέλη τους. Παραδείγματος χάριν, η Ιρανική Ένωση, μια καταχωρημένη φιλανθρωπική οργάνωση που ιδρύθηκε το 1984 για να βοηθήσει την κοινότητα των προσφύγων στην εγκατάσταση και την ενσωμάτωσή τους στη βρετανική κοινωνία, ζήτησε χρηματοδότηση από την Ανανέωση (Renewal) για ένα Συμβουλευτικό, Καθοδηγητικό Πρόγραμμα Απασχόλησης που φτάνει σε όλους (an Advice, Guidance and Outreach Employment Project). Συνεργαζόμενη με εταίρους όπως το West Thames College και το Κέντρο Εργασίας Plus, η Ανανέωση χρηματοδοτεί ποιοτικές συμβουλές και καθοδήγηση, την κατάρτιση συγγραφής και σύνταξης βιογραφικού σημειώματος, τεχνικές συνέντευξης και καθοδήγηση (mentoring), για να συμπληρώσει αρκετά μαθήματα που ήδη υπάρχουν, όπως μαθήματα Πληροφορικής, εκμάθησης αγγλικής γλώσσας και μαθηματικών γνώσεων. Όπως τονίζεται παραπάνω στα Προγράμματα Γυναικεία Υφαντά και Μοδιστρική (Women’s Textiles and Dressmaking Project) και Γέφυρα με την Εργασία (Bridge to Work Project), η εμπλοκή με τους εργοδότες και η εύρεση ευκαιριών για πρακτικές ασκήσεις επαγγελματικής εμπειρίας αποδεικνύονται συχνά δύσκολες. Επιπλέον, το Κέντρο για Φιλιππινέζους (CF) καταβάλλει μεγάλες προσπάθειες να αναπτύξει διασυνδέσεις με εργοδότες. Μετά από την αρχική επιτυχία με τις εθνικές επιχειρήσεις σε έναν μικρό αριθμό τομέων, αναπτύσσονται διασυνδέσεις με έναν πάροχο Διαδικτύου (Internet provider) σε μία προσπάθεια να διαφημιστούν οι δεξιότητες των εκπαιδευόμενων και να προσελκύσουν ένα ευρύτερο φάσμα εργοδοτών που θα παρέχουν υποστήριξη και θα προσφέρουν πρακτικές ασκήσεις επαγγελματικής εμπειρίας. Συμβουλευτικές Υποστηρικτικές Υπηρεσίες (Σ.Υ.Υ.) (ή Mentoring)

Οι Σ.Υ.Υ. αποτελούν ένα βασικό στοιχείο σε αρκετές από τις πρωτοβουλίες που περιγράφονται ανωτέρω. Οι Σ.Υ.Υ. είναι μια διαδικασία με την οποία ένα άτομο βοηθά ένα άλλο να αναπτυχθεί και να μάθει σε μια ασφαλή και συμπονετική σχέση. Για να υπάρχει επιτυχία, απαιτείται κατάρτιση και για τους συμβούλους (mentors) και για τους αποδέκτες των συμβουλών [τους συμβουλευόμενους - mentees]. Παραδείγματος χάριν, το Συμβούλιο Προσφύγων έχει καταρτίσει και έχει αντιστοιχίσει 90 εθελοντές συμβούλους με πρόσφυγες που επιδιώκουν απασχόληση. Οι σύμβουλοι και οι συμβουλευόμενοι είχαν πρόσωπο με πρόσωπο συνεδρίες και διατήρησαν επαφή με ηλεκτρονικό ταχυδρομείο.

Διαδρομές στην Απασχόληση για τους Πρόσφυγες

Διάφορα σχέδια Σ.Υ.Υ. που προσαρμόζονται στις ανάγκες των προσφύγων προσφέρονται από φορείς (όπως η Διεθνής Εκπαιδευτική Δράση, η RETAS και η RWA)xl με ειδίκευση στην απασχόληση, την εκπαίδευση, και τα ζητήματα ενσωμάτωσης των προσφύγων στο H.B. Οι συμβουλευόμενοι του κλάδου των ιατρικών επαγγελμάτων αναφέρουν ότι οι Σ.Υ.Υ. αποδείχθηκαν ιδιαίτερα επιτυχείς για αυτούς, με συμβούλους που διευκολύνουν την πρόσβασή τους, και την αρχική πρόοδο στο NHS. Στόχοι των συνεδριών των Σ.Υ.Υ. στο Πρόγραμμα Σ.Υ.Υ. για Πρόσφυγες Γιατρούς είναι να δοθούν στους πρόσφυγες γιατρούς συμβουλές για το σύστημα υγείας του Η.Β., ιατρικές πορείες σταδιοδρομίας, επαγγελματική εγγραφή, διαδικασίες πρόσληψης, ειδική κατάρτιση, ευκαιρίες απασχόλησης, να δοθεί πρόσβαση στους πρόσφυγες γιατρούς στις κλινικές, να τους δοθούν ευκαιρίες απασχόλησης και περαιτέρω κατάρτιση, να υποστηριχτούν όταν αναζητούν κατάλληλη απασχόληση. Περισσότερο γενική καθοδηγητική και υποστηρικτική βοήθεια παρέχεται στο Σχέδιο Σ.Υ.Υ. για την Απασχόληση (Mentoring for Employment Scheme), το οποίο στοχεύει να αποκτήσουν άδεια εργασίας οι άνεργοι πρόσφυγες και οι αιτούντες άσυλο, οι οποίοι αυτήν την περίοδο ζουν με επίδομα και επιδιώκουν απασχόληση. Άλλα σχέδια Σ.Υ.Υ., συμπεριλαμβανομένων εκείνων για τις Γυναίκες Πρόσφυγες γυναίκες και τα Παιδιά Πρόσφυγες (Refugee Women and Refugee Children) - δεν στρέφονται αποκλειστικά στην απασχόληση, αλλά περισσότερο προσπαθούν να διευκολύνουν τη μετάβαση τους στη βρετανική κοινωνία, πράγμα βέβαια που μπορεί να έχει επιπτώσεις στην ενσωμάτωσή τους στην αγορά εργασίας εν καιρώ. Ενθάρρυνση και ενίσχυση της επιχειρηματικότητας

Παραδοσιακά οι επιχειρήσεις των μεταναστών έχουν συγκεντρωθεί στις δικές τους κοινότητες, και έχουν εστιάσει σε εθνοτικές αγορές. Η έρευνα στις ΜΜΕ ιδιόκτητες επιχειρήσειςxli στο Λονδίνο (LDA, 2005) (που δεν κάνει διάκριση μεταξύ των διαφορετικών γενεών) δείχνει ότι υπάρχει μια μετατόπιση μακριά από τις εθνικές και τοπικές αγορές σε πιο κύριους (mainstream) και διεθνείς τομείς ανάπτυξης κατά τη διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας, έτσι ώστε οι εταιρείες που ιδρύονται από μαύρους ή από ανθρώπους από άλλα μειονοτικά εθνοτικά υπόβαθρα να έχουν μεγαλύτερη πολυπλοκότητα και ποικιλομορφία, αν

xl Η συντομογραφία RWA αντιστοιχεί στο Refugee Women’s Association, δηλ. στην Ένωση Προσφύγων Γυναικών (Σ.τ.Μ.). xli Όπως αναφέρθηκε στην Σ.τ.Μ., iii, του παρόντος Κεφαλαίου, η συντομογραφία του BME αντιστοιχεί στην έκφραση “black and minority ethnic”, ΜΜΕ: Μαύρη και Μειονοτική Εθνότητα. Στο παρόν κοινωνικοοικονομικό πλαίσιο, το BME owned businesses αποδίδεται ως ΜΜΕ ιδιόκτητες επιχειρήσεις ή ιδιόκτητες επιχειρήσεις από μαύρους και εθνοτικές μειονότητες, Από δω και στο εξής, η αγγλική συντομογραφία BME θα αντικαθίσταται από την ελληνική ΜΜΕ (Σ.τ.Μ.).

315

316

και πολλοί από τους ανθρώπους αυτούς συγκεντρώνονται σε ένα συγκεκριμένο τόπο και τομέα. Το 2004 υπήρξαν 66.000 ΜΜΕ επιχειρήσεις στο Λονδίνο, που αντιστοιχούν στο 20% των επιχειρήσεων του Λονδίνου, που απασχολούσαν πάνω από 560.000 ανθρώπους.44 Έκαναν, κατ’ εκτίμηση, 90 δισεκατομμύρια στερλίνες Αγγλίας σε πωλήσεις (περίπου 133 δισεκατομμύρια ευρώ) – που αντιστοιχούν στο 11% όλων των επιχειρήσεων στο Λονδίνο. Εντούτοις, οι επιχειρήσεις ΜΜΕ είναι στο χαμηλότερο όριο της κλίμακας μεγέθους: το 53% των ιδιόκτητων ΜΜΕ επιχειρήσεων απασχολούν λιγότερα από πέντε άτομα προσωπικό, και ξεκινούν όπου υπάρχει «χαμηλό εμπόδιο εισόδου» και στις κορεσμένες αγορές. Αυτά τα ευρήματα ενισχύονται από έρευνα που διεξήχθη από τον LDA (2004) και που βασίστηκε σε συνεντεύξεις 172 προσφύγων, που δίνουν έμφαση στη συγκέντρωση των επιχειρήσεων προσφύγων στις μεταφορές (τα μίνι ταξί, δηλ. τα ανεπίσημα ταξί του Λονδίνου), στη τροφοδοσία και τα εστιατόρια, στο λιανικό εμπόριο χαμηλής αξίας, στις εθνοτικές τοπικές υπηρεσίες και προϊόντα, στα internet καφέ και στα κατασκευαστικά έργα μικρής κλίμακας (LDA, 2004). Ο LDA ενδιαφέρεται να ενθαρρύνει και να υποστηρίξει την επιχειρηματικότητα, απεικονίζοντας έτσι την αποστολή του δηλ. να βοηθά ώστε να διατηρείται και να αυξάνεται ο πλούτος και η ευημερία, ενώ συγχρόνως να αντιμετωπίζει το οικονομικό μειονέκτημα εκπληρώνοντας έτσι τον στρατηγικό και ηγετικό του ρόλο στην προώθηση της επιχειρησιακής αποδοτικότητας, των επενδύσεων και της ανταγωνιστικότητας. Τα χρηματοδοτούμενα από τον LDA προγράμματα επιχειρησιακής και επενδυτικής υποστήριξης περιλαμβάνουν: τις «Στρατηγικές Ανάπτυξης Πόλεων», την πρωτοβουλία «Πρόσβαση στη Χρηματοδότηση», το «Περιφερειακό Ταμείο Κεφαλαίου Επιχειρηματικής Επικινδυνότητας, τις «Επιχειρήσεις των Νέων», ο LDA2, τα προγράμματα εσωτερικών επενδύσεων και επιχειρηματικής διατήρησης και την χρηματοδοτούμενη από τον LDA «Επιχειρησιακή Σύνδεση». Άλλα προγράμματα χρηματοδοτούμενα από τον LDA έχουν συγκεκριμένη εστίαση στα άτομα ΜΜΕ (και συμπεριλαμβάνουν πρόσφυγες από τις ομάδες ΜΜΕ), συμπεριλαμβανομένου ενός Προγράμματος «Ανάπτυξης Προμηθειών» – το οποίο στοχεύει στην ενίσχυση και τον εξοπλισμό των μικρομεσαίων επιχειρήσεων (MME, στο συγκεκριμένο πλαίσιο) ώστε να υποβάλλουν επιτυχείς προσφορές στις συμβάσεις του δημόσιου τομέα. Στο πλαίσιο των επιχειρήσεων ΜME που πηγαίνουν γενικά καλά στο H.B., συγκεκριμένες δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι μετανάστες επιχειρηματίες περιλαμβάνουν την έλλειψη γνώσης του πολιτισμού και των κανονισμών των βρετανικών επιχειρήσεων, και των υπαρχουσών υπηρεσιών επιχειρησιακής υποστήριξης. Η RETAS προσφέρει μαθήματα «Σύστασης Επιχειρήσεων» (Business Start-Up) που εστιάζουν συγκεκριμένα στα ζητήματα και τις πληροφορίες σχετικά με το περιβάλλον των μικρών επιχειρήσεων στο H.B.

Διαδρομές στην Απασχόληση για τους Πρόσφυγες

Η πρόσβαση στη χρηματοδότηση μπορεί επίσης να παρουσιάσει ιδιαίτερες δυσκολίες για τους μετανάστες/πρόσφυγες επιχειρηματίες. Υποστήριξη της οικοδόμησης κοινωνικού και κοινοτικού κεφαλαίου

Όπως εννοείται από τις προηγούμενες υπο-ενότητες, πολλές RCOs δεν βοηθούν μόνο στην εκμάθηση της αγγλικής γλώσσας και στην υποστήριξη της εκπαίδευσης / κατάρτισης / απασχόλησης, αλλά και στην οικοδόμηση του κοινωνικού και κοινοτικού κεφαλαίου. Η Πρωτοβουλία Απασχόλησης και Κατάρτισης Προσφύγων του Δυτικού Λονδίνου (RETI),xlii μια εθελοντική οργάνωση εδρεύουσα στο Hounslow που συνεργάζεται με τους αιτούντες άσυλο και τους πρόσφυγες στο Δυτικό Λονδίνο, για να μειώσει τα υψηλά επίπεδα ανεργίας στις κοινότητες των προσφύγων, παρέχει όχι μόνο απασχόληση, κατάρτιση και συμβουλές για σύσταση μικρών επιχειρήσεων, αλλά και συμβουλές για επιδόματα στέγασης και κοινωνικής πρόνοιας, και για ζητήματα φαρμάκων. Οι συνεργάτες της πρωτοβουλίας αυτής περιλαμβάνουν σχολεία, το Κέντρο Εργασίας Plus και τη Μονάδα Οικονομικής Ανάπτυξης του Hounslow. Αυτό που εκτιμούν οι δωρεοδόχοι (αυτά τα άτομα που λαμβάνουν αυτή τη βοήθεια) είναι η «τοπικότητα» (localness) και η «ανεπισημότητα» της RETI. Η Ανανέωση (Renewal) υποστηρίζει ότι οι RCOs πρέπει να βρίσκονται στην καρδιά οποιουδήποτε προγράμματος απασχόλησης και επιμόρφωσης προσφύγων εξαιτίας της κοινής γλώσσας, του πολιτιστικού περιβάλλοντος, της κοινής εμπειρίας και της υποστήριξης που προσφέρουν τα κοινοτικά δίκτυα. Το Πρόγραμμα Συνολικών Επιδοτήσεων (Global Grants Programme) (βλ. Πλαίσιο 4.3.) - που χρηματοδοτείται από το ΕΚΤ (ESF), τα πέντε LSCs του Λονδίνου, τη κυβέρνηση της Ένωσης της Κυβέρνησης του Λονδίνου και τον LDA - παρέχει την υποστήριξη χρηματοδότησης υπό μορφή μικρών επιχορηγήσεων έργου σε μικρούς μη κυβερνητικούς, εθελοντικούς και κοινοτικούς οργανισμούς.15 Με θετικές παρεμβάσεις, τα προγράμματα στοχεύουν στην αντιμετώπιση των εμποδίων στην ανεργία και την βοήθεια των ατόμων να κάνουν το πρώτο βήμα προς την αγορά εργασίας, τη δημιουργία κατά συνέπεια της μεγαλύτερης ισότητας ευκαιριών για τα βοηθούμενα άτομα, και την υποστήριξη μιας ευρύτερης κοινωνικής ενσωμάτωσης. Παράλληλα με τις περισσότερο συμβατικές συμβουλές xlii

Το RETI αντιστοιχεί στο West London Refugee Employment and Training Initiative, δηλ. στην Πρωτοβουλία Απασχόλησης και Κατάρτισης Προσφύγων του Δυτικού Λονδίνου. Από εδώ και στο εξής, θα αναφέρεται ως RETI (Σ.τ.Μ.).

317

318

ανάπτυξης δεξιοτήτων, κατάρτισης και απασχόλησης, οι επιλέξιμες ενέργειες για «παρακινούμενα προς την απασχόληση άτομα» περιλαμβάνουν την οικοδόμηση της εμπιστοσύνης (στον εαυτό τους), δραστηριότητες κινήτρων, απόκτηση δεξιοτήτων μέσω πρακτικών στόχων (συχνά δεξιότητες στην αγγλική γλώσσα δεν είναι τόσο αναγκαίες) και η οικοδόμηση κοινωνικού κεφαλαίου. Η εστίαση στην «συμμετοχή» (μερικές φορές μέσω των τεχνών, της μουσικής και του δράματος), σημαίνει ότι συνολικά, υπάρχει μεγάλη έμφαση στα «μαλακά» (soft) αποτελέσματα - όπως η οικοδόμηση εμπιστοσύνης και παροχή κινήτρων – καθώς μετριέται (η συμμετοχή) από «την απόσταση που έχει διανύσει». Η λογική για τη σκόπιμη εστίαση στις μικρές κοινοτικές ομάδες σε επίπεδο βάσης είναι ότι αυτές οι οργανώσεις μπορούν πιο άνετα να φθάσουν στις αποκλεισμένες ομάδες, και να παρέχουν ένα άνετο και ασφαλές περιβάλλον σε εκείνους που κυρίως αποκλείονται, κτίζοντας κατά αυτόν τον τρόπο μια απαραίτητη γέφυρα προς την κύρια (mainstream) παροχή. Καθοδήγηση

Η επιτυχία (ή οτιδήποτε άλλο) των πρωτοβουλιών που περιγράφονται στις προηγούμενες υποενότητες ­στηρίζεται όχι μόνο στο βαθμό στον οποίο επιτυγχάνουν τους στόχους τους αλλά και στο εάν μπορούν επιτυχώς «να καθοδηγήσουν» τους μετανάστες και τους πρόσφυγες: α) σε μια πιο σχετική και περαιτέρω υποστήριξη που παρέχεται από άλλες οργανώσεις (είτε άλλες ΜΚΟ είτε άλλους κύριους [mainstream] φορείς), και β) σε βοήθεια ώστε να εισέλθουν σε άλλους τομείς σχετικούς με την ενσωμάτωση - όπως η υγεία, η στέγαση, κ.λ.π. Αυτό είναι ένα ζήτημα ιδιαίτερης σπουδαιότητας στο πλαίσιο του Λονδίνου, λαμβάνοντας υπόψη το δυναμισμό της πόλης και τον αριθμό των οργανώσεων που ασχολούνται με την ενσωμάτωση των μεταναστών και των προσφύγων στην αγορά εργασία. Θεωρητικά, το γεγονός ότι πολλές οργανώσεις ανταγωνίζονται για ένα περιορισμένο «δοχείο» χρημάτων διαθέσιμο από τις ίδιες ή παρόμοιες πηγές χρηματοδότησης θα μπορούσε να οδηγήσει είτε σε βελτίωση της ενέργειας που δίνεται στην «καθοδήγηση» (δεδομένου ότι μόνο ένα πρόγραμμα ή μια οργάνωση είναι ανίκανα να παρέχουν το πλήρες πακέτο της υποστήριξης που απαιτείται) είτε στην παραμέληση της δράσης «καθοδήγησης» (δεδομένου ότι οι πόροι είναι αναπόφευκτα συγκεντρωμένοι στα άμεσης παράδοσης ζητήματα ή στην προσπάθεια διασφάλισης περαιτέρω χρηματοδότησης ώστε να διασφαλιστεί η συνέχεια της δράσης).

Διαδρομές στην Απασχόληση για τους Πρόσφυγες

Πλαίσιο 4.3. Συνολικές Επιδοτήσεις: κριτήρια επιλεξιμότητας, αποτελέσματα και υποδειγματικά προγράμματα Τα βασικά χαρακτηριστικά του Προγράμματος Συνολικών Επιδοτήσεων (Global Grants project) περιλαμβάνουν: Επιλεξιμότητα οργανισμών για να λάβουν επιχορηγήσεις: Μικρές μη κυβερνητικές οργανώσεις με όχι λιγότερα από 2 άτομα πλήρους απασχόλησης και να έχουν εισόδημα όχι περισσότερο 60.000 στερλίνες Αγγλίας (περίπου 88.600 ευρώ) το τελευταίο δημοσιονομικό έτος. Μέγιστο μέγεθος επιχορήγησης: 10.000 στερλίνες Αγγλίας (περίπου 14. 800 ευρώ) Διαδικασία αίτησης επιχορήγησης: Έμφαση στην απλότητα: υπάρχει μια σύντομη αίτηση υποψηφιότητας και μια απλή αξιολόγηση. Η συμπλήρωση των αιτήσεων είναι μέρος της διαδικασίας οικοδόμησης χωρητικότητας και δυνατοτήτων. Αριθμός οργανώσεων που λαμβάνουν επιχορηγήσεις: 299 στο Πρόγραμμα του 2002-03 και περισσότερες από 300 επιχορηγήσεις στο Πρόγραμμα του 2003-04. Δικαιούχοι: Προτεραιότητα δίνεται σε Προγράμματα που αφορούν ανάπηρους, ανύπανδρους γονείς, άτομα που ανήκουν σε εθνοτικές μειονότητες και μειονεκτούν περισσότερο στην αγορά εργασίας, σε πρόσφυγες και αιτούντες άσυλο, πρώηνεγκληματίες, και ανθρώπους που ζουν σε υποβαθμισμένες περιοχές. Από τον Μάρτιο του 2002 έως τον Νοέμβριο του 2003 το 90% των δικαιούχων ήταν από τις ομάδες ΜΜE (δηλ. με Μαύρο και Μειονοτικό Εθνοτικό υπόβαθρο, βλ. Σ.τ.Μ. iii). Σχεδόν το 60% των δικαιούχων είναι πρόσφυγες. Αποτελέσματα: 2.205 για τα έργα στο πρόγραμμα του 2002-03 - αποτελούνται από 272 άτομα πλήρους απασχόλησης, 209 μερικής απασχόλησης, 334 σε άλλη απασχόληση (που δεν είναι κατηγοριοποιημένη), 111 ελεύθεροι επαγγελματίες, 334 σε εθελοντική εργασία (η οποία θεωρείται ως πολύτιμο βήμα προς την απασχόληση), 945 συνέχιζαν την εκπαίδευση και την κατάρτιση. Υποδειγματικά προγράμματα: • Εταιρεία για την Πρόοδο των Τεχνών των Μαύρων: στοχεύει στην προαγωγή της πολιτιστικής ποικιλομορφίας και την (προσωπική) ανάπτυξη μέσω της τέχνης - 15 νέοι συμμετείχαν σε ένα εξαμηνιαίο επιμορφωτικό πρόγραμμα δημοσίων σχέσεων, και διαχείρισης μέσων και εκδηλώσεων. • Ασιατική Λέσχη Ηλικιωμένων 50+: μια εθελοντική / κοινοτική οργάνωση που παρέχει προγράμματα επαγγελματικής κατάρτισης, έχει εργαστήρια και προσφέρει συμβουλευτική σε ηλικιωμένους μαύρους και σε ηλικιωμένα άτομα μειονοτήτων στην κατά τόπον περιοχή. • Αφρικανική Ομάδα Ενδυνάμωσης: Εκπαίδευση πέντε γυναικών με σκοπό να στήσουν μια κοινοτική επιχείρηση ζωγραφικής και διακόσμησης. • Λατινοαμερικάνικο Κοινοτικό Κέντρο Ενσωμάτωσης: μείωση της απομόνωσης των μητέρων και διευκόλυνση της απασχολησιμότητάς τους με εκμάθηση αγγλικής γλώσσας (ESOL). • Ένωση Αιτούντων Άσυλο από το Καμερούν: δεξιότητες σχεδιασμού ιστοσελίδων για αυτοαπασχόληση και ελεύθερη απασχόληση. • Κοινοτικό κέντρο Kutch Satsang Swaminarayan Shree: Στήσιμο ενός πειραματικού προγράμματος στο κοινοτικό κέντρο στο Woolwich για να εξοπλίσει τα άτομα με δεξιότητες εγκατάστασης συστημάτων ασφάλειας - αυτό είναι ένα παράδειγμα ενός προγράμματος που βοήθησε άνεργους ανθρώπους να βρουν εργασία / απασχόληση και ταυτόχρονα να παράγουν κοινωφελές έργο για την κοινότητά τους.

319

320

Το πρόγραμμα PRESTO (που αναφέρθηκε σε προηγούμενη ενότητα) βρίσκεται σε ανάπτυξη αυτήν την περίοδο και δίνει ένα σπάνιο παράδειγμα προγραμματισμένης δραστηριότητας όπου η έμφαση σκόπιμα δίνεται στη συνεργασία, σε αντιδιαστολή με τον ανταγωνισμό. Το πρόγραμμα είναι βασισμένο σε πολλούς βασικούς εθελοντικούς φορείς του τομέα οι οποίοι αναπτύσσουν μια συνεργατική προσέγγιση όπου προηγουμένως συχνά υπήρχε ανταγωνισμός. Προκειμένου να γίνει αυτό, αναπτύσσεται μια στρατηγική παραπομπής που καταρτίζει διαδρομές προόδου οι οποίες με τη σειρά τους προσφέρουν επιλογές σε υπηρεσίες που παρέχονται από όλους τους συνεργάτες. (Οι συνεργάτες του PRESTO είναι η Διεθνής Εκπαιδευτική Δράση [RETAS], το Δίκτυο Κατάρτισης Islington, το Βρετανικό Συμβούλιο Προσφύγων, το Μητροπολιτικό Πανεπιστήμιο του Λονδίνου, η Ένωση Προσφύγων Γυναικών, η Συμμαχία Συμβουλευτικών Υπηρεσιών του Λονδίνου, ο οργανισμός Careconnect Learning, το Φόρουμ Απασχολησιμότητας, η Πρωτοβουλία των Μεταναστών και Αιτούντων Άσυλο για τα Προσόντα Επιχειρηματικότητας ΕΠΕ, Eventsforce Solutions Ltd, η Islington Enterprise Agency and Manor Garden Welfare Trust). Η συλλογική εργασία διευκολύνει επίσης την πρόοδο των προσφύγων στην απασχόληση μέσω της διασύνδεσής με επαγγελματικές σχολές και ιδρύματα, με εργοδότες και επιμορφωτικά ιδρύματα, και διευρύνει τους δεσμούς με το NHS, τα ιδρύματα μηχανολογίας και το DfES. Αποτελεσματικότητα γενικής πολιτικής και συνοχή σε τοπικό επίπεδο

Υπάρχει μια πολλαπλότητα τοπικών προγραμμάτων/πρωτοβουλιών στο Λονδίνο για την υποστήριξη των προσφύγων. Γενικά, οι τοπικές πρωτοβουλίες στο Λονδίνο έχουν μεγαλώσει οργανικά κατά τρόπο αποσπασματικό. Με την πάροδο του χρόνου, αυτό έχει οδηγήσει σε ένα (υπερβολικά) σύνθετο σύστημα. Με τη σειρά του, αυτό το σύστημα αντικατοπτρίζει την πολυπλοκότητα της οικονομίας του Λονδίνου, και ειδικότερα την πολυπλοκότητα, το δυναμισμό και τη ροή στις δομές διακυβέρνησης (δηλ. στη «θεσμική σαβούρα» [“institutional clutter”]). Το αποτέλεσμα είναι ότι είναι δύσκολο για τον οποιονδήποτε (συμπεριλαμβανομένων εκείνων που ασχολούνται με τη διατύπωση και την εφαρμογή στρατηγικής, πόσο μάλλον για τους νεοφερμένους που προσπαθούν να προσδιορίσουν μονοπάτια και να βρουν το δρόμο τους στο σύστημα) να αποκτήσει μια σαφή άποψη του γενικού φάσματος πολιτικών και πρωτοβουλιών που είναι σχεδιασμένες να βοηθήσουν την ενσωμάτωση στην αγορά εργασίας και την κοινωνία γενικότερα.

Διαδρομές στην Απασχόληση για τους Πρόσφυγες

Εκείνα τα άτομα που είναι στον ιδιωτικό τομέα (ειδικά μικρού και μεσαίου μεγέθους εργοδότες) βρίσκονται αντιμέτωποι με έναν σύνθετο δημόσιο τομέα και ένα νομοθετικό πλαίσιο. Η συνεργασία με τους εργοδότες δείχνει ότι είναι απαραίτητο ο δημόσιος τομέας να οργανωθεί με τέτοιο τρόπο έτσι ώστε να επιδεικνύει σαφήνεια, συνέπεια και μακροπρόθεσμη υποχρέωση δέσμευσης με τους εργοδότες. Οι σχετικά συχνές προσπάθειες να οργανωθούν και να απλοποιηθούν ορθολογικά οι υπάρχουσες δομές μπορεί να είναι αντιπαραγωγικές (τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα) και να προκαλούν σύγχυση. Η αβεβαιότητα ενισχύεται περαιτέρω από τις προγραμματισμένες νομοθετικές αλλαγές σχετικά με τη χορήγηση στους πρόσφυγες προσωρινών, παρά μόνιμων, αδειών παραμονής κατά πρώτο λόγο. Προκειμένου να αντιμετωπιστεί αυτή η πολυπλοκότητα, έχουν προκύψει διάφορες μέσου επιπέδου υπο-περιφερειακές συνεργασίες που παρέχουν κάποιο βαθμό συντονισμού. Ένα παράδειγμα είναι η συνεργασία Ανανέωση (Renewal) στο Δυτικό Λονδίνο. Αυτή έχει υιοθετήσει μια στρατηγική, δομημένη προσέγγιση προς τη δέσμευση των RCOs και του νομικού τομέα μέσω των Φόρουμ Προσφύγων των δήμων. Η Ενδιάμεση Αξιολόγηση της Ανανέωσης το 2004 έδωσε έμφαση στο πετυχημένο καταγεγραμμένο αρχείο παράδοσης του προγράμματος (που καλύπτει την ενίσχυση της ικανότητας των Φόρουμ των Προσφύγων, την παροχή μικρών επιχορηγήσεων, την ανάπτυξη ευκαιριών για εθελοντές, τον σχολικό-κοινοτικό σύνδεσμο, την εργασία με τους νέους, κ.λ.π.) και συνδυάζεται με τη ικανότητα να αναπτύσσουν μια πολυ-τομεακή συνεργασία. Έχει διευκολύνει τις ευκαιρίες δικτύωσης μεταξύ των RCOs. Αυτή την εποχή, έχει κερδίσει το σεβασμό και την εμπιστοσύνη των προσφυγικών κοινοτήτων καθώς επίσης και του νομικού και εθελοντικού τομέα: θεωρείται ως «τίμιος μεσίτης/φορέας». Η αξιολόγηση σημείωσε ότι έπρεπε να δοθεί περισσότερη προσοχή στην ανάπτυξη πολύ ισχυρών κοινών εργασιακών διασυνδέσεων με άλλους φορείς. Ενώ η Ανανέωση (Renewal) είναι μια στρατηγική οντότητα σε υπο-περιφερειακό επίπεδο, σε επίπεδο του συνόλου του Λονδίνου, η LORECA (Οικονομική Δράση Προσφύγων του Λονδίνου)xliii (βλ. Πλαίσιο 4.4.) ιδρύθηκε το 2004 από τον LDA ως καθοδηγητικό σώμα στην απασχόληση, επιχείρηση και κατάρτιση του πρόσφυγα και των αιτούντων άσυλο στο Λονδίνο. Διευκολύνει την ανάπτυξη

xliii Η συντομογραφία LORECA αντιστοιχεί στο London Refugee Economic Action, δηλ. στην Οικονομική Δράση Προσφύγων του Λονδίνου. Από εδώ και στο εξής, θα αναφέρεται ως LORECA (Σ.τ.Μ.).

321

322

μιας συντονισμένης στρατηγικής προσέγγισης, η οποία καταλαμβάνει μια θέση που εκτείνεται πάνω από όλες τις υπο-περιφερειακές οντότητες (μια ομπρέλα), όπως είναι η Ανανέωση (Renewal): LORECA RCOs

Ανανέωση (Renewal) Πρόσφυγες

Φόρουμ Προσφύγων (Refugee Forums)

Το όραμα είναι να υπάρξει ένα καθοδηγητικό σώμα που να μπορεί να φέρει την εργασία που κάνει ένας μεγάλος αριθμός RCOs και ΜΚΟ (που συνεργάζονται με πρόσφυγες και τους αιτούντες άσυλο) με τους εμπλεκόμενους οργανισμούς τοπικής και εθνικής κυβέρνησης. Στόχος είναι να καθιερωθεί η LORECA ως το βασικό σώμα-κλειδί στο Λονδίνο το οποίο μπορεί να μιλήσει με κύρος στην κυβέρνηση, τις ενώσεις εργοδοτών, τις χρηματοδοτικές οργανώσεις, τους εκπαιδευτικούς οργανισμούς και τους διάφορες επαγγελματίες για τις ανάγκες των προσφύγων και των αιτούντων άσυλο. Η κατευθυντήρια αρχή της LORECA είναι «στρατηγική όχι παράδοση (delivery)»: το έργο της LORECA πρόκειται να στραφεί σε στρατηγικό επίπεδο δίνοντας έμφαση στο συντονισμό των πληροφοριών και της παροχής υπηρεσιών. Δε θα αναμιχθεί όμως στην παροχή υπηρεσιών στους μεμονωμένους πρόσφυγες και τους αιτούντες άσυλο. Οι ανάγκες των μεταναστών που ενσωματώνονται στην αγορά εργασίας είναι πολλές και ποικίλες. Μια ευδιάκριτη τάση είναι εκείνη προς μια πιο πελατοκεντρική (δηλ. εξατομικευμένη) προσέγγιση στην οποία οι συμβουλές και οι υπηρεσίες συνδέονται με τις ιδιαίτερες ανάγκες του ατόμου, υπονοώντας στη συνέχεια ενισχυμένη ευελιξία. Τα σχόλια από φορείς παροχής υπηρεσιών (providers) και δικαιούχους δείχνουν ότι η τοπικότητα και η ανεπισημότητα πολλών από τα μικρά προγράμματα που λειτουργούν στο Λονδίνο εκτιμούνται στο πρώτο στάδιο της συμμετοχής και ενσωμάτωσης εκείνων που κυρίως αποκλείονται.xvi Σε αυτό το πρώτο στάδιο, η έμφαση συχνά πέφτει στα «μαλακά αποτελέσματα». Εντούτοις, η αξιολόγηση τέτοιων προγραμμάτων είναι συχνά ανεπαρκώς αναπτυγμένη και μόνο εμβρυακής φύσης, και υπάρχουν μερικά ερωτηματικά σε σχέση με την ποιότητα κάποιων παροχών.

Διαδρομές στην Απασχόληση για τους Πρόσφυγες

Πλαίσιο 4.4. Στρατηγικοί στόχοι και Δραστηριότητες της LORECA Οι στρατηγικοί στόχοι και οι δραστηριότητες LORECA είναι: Να κατανοεί καλύτερα τις ανάγκες των προσφύγων και των αιτούντων άσυλο σε σχέση με ζητήματα απασχόλησης, κατάρτισης και επιχειρήσεων – δρώντας ως ένας φορέας που θα ξεκαθαρίζει τις ανάγκες για αξιολόγηση και έρευνα, και θα αναθέτει νέες έρευνες που θα καλύπτουν τα κενά στις γνώσεις και την κατανόηση (αυτών των ζητημάτων). Να προγραμματίζει στρατηγικά και να συντονίζει τις δραστηριότητες εκείνων από τους νομικούς, εθελοντικούς και κοινοτικούς τομείς που δουλεύουν σε ζητήματα απασχόλησης, κατάρτισης και επιχειρήσεων για τους πρόσφυγες και τους αιτούντες άσυλο - αναθέτοντας την έρευνα ώστε να χαρτογραφηθεί η παροχή υπηρεσιών, καθιερώνοντας ομάδες εργασίας που θα αντιμετωπίζουν βασικά ζητήματα (π.χ. διδασκαλία αγγλικής γλώσσας [ESOL]), θα συμβουλεύουν για την εφαρμογή της στρατηγικής του LDA για την ανάπτυξη και την παράδοση των δραστηριοτήτων απασχόλησης, κατάρτισης και επιχειρήσεων, κ.λ.π. Να βελτιώνει την ποσότητα και την ποιότητα της απασχόλησης, της κατάρτισης και των υπηρεσιών των επιχειρήσεων που παρέχονται στους πρόσφυγες και τους αιτούντες άσυλο στη πρωτεύουσα (Λονδίνο) – αναπτύσσοντας και καθιερώνοντας ένα σύστημα εντοπισμού για την παρακολούθηση των αποτελεσμάτων των υπηρεσιών εκπαίδευσης, απασχόλησης και κατάρτισης για τους πρόσφυγες στο Λονδίνο, αναθέτοντας τους ελέγχους των προγραμμάτων και των υπηρεσιών ώστε να διασφαλίζει την ποσότητα και την ποιότητα, χρηματοδοτώντας προγράμματα επίδειξης (demonstration projects) σε περιορισμένο χρόνο ώστε να καλύπτει αναγνωρισμένες ανάγκες στις (παρεχόμενες) υπηρεσίες κ.λ.π. Να συνεργάζεται με τους εργοδότες και τις ενώσεις των εργοδοτών ώστε να κατανοεί καλύτερα τις ανάγκες τους και να προωθεί την συνεισφορά των προσφύγων και των αιτούντων στην κάλυψη των αναγκών αυτών - με την προώθηση δραστηριοτήτων που θα μοιράζονται πληροφορίες με τους εργοδότες και τις ενώσεις των εργοδοτών για τις διαθέσιμες δεξιότητες στις κοινότητες των προσφύγων του Λονδίνου, και με την διασφάλιση ότι η καθοδήγηση σχετικά με την απασχόληση των προσφύγων είναι εύκολα διαθέσιμη στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις (ΜΜΕ) (μέσω των Επιχειρησιακών Συνδέσμων, κ.λ.π.). Να προσδιορίζει τη στρατηγική πολιτική ή τις νομοθετικές αλλαγές που θα υποστήριζαν την επίτευξη αυτών των στόχων και να υπερασπίζονται αυτές τις αλλαγές μέσω των κατάλληλων φόρουμ – γράφοντας εκθέσεις που θα τονίζουν ζητήματα την στρατηγική πολιτική ή τις νομοθετικές επιπτώσεις, και συμμετέχοντας στα σχετικά φόρουμ σε επίπεδο Λονδίνου, σε επίπεδο εθνικό καθώς και ευρωπαϊκό.

323

324

Και με κοινωνικούς αλλά και με οικονομικούς όρους, και συγκεκριμένα όσον αφορά να την ενσωμάτωση ατόμων στην απασχόληση, γίνεται όλο και περισσότερο αναγκαίο να βοηθηθούν μακροπρόθεσμα τα άτομα ώστε να βρουν μια βιώσιμη απασχόληση ισάξια με τις δεξιότητές τους, παρά να μπουν σε μια οποιαδήποτε εργασία. Εντούτοις, η επιτυχία μιας τέτοιας προσέγγισης στηρίζεται περισσότερο στη συνεργασία από ότι στον ανταγωνισμό, στην ομοιομορφία της στοχοθεσίας των δομών διαφορετικών οργανώσεων, και στη σαφή και αποτελεσματική καθοδήγηση μεταξύ των οργανώσεων/υπηρεσιών. Μερικά από τα πιο πρόσφατα προγράμματα και πρωτοβουλίες - συμπεριλαμβανομένης της ίδρυσης της LORECA - δείχνουν την πρόοδο εν προκειμένω. Συμπεράσματα και ζητήματα προς εξέταση Από αυτή την έρευνα γίνεται σαφές ότι οι εταίροι στο Λονδίνο αντιμετωπίζουν διάφορες βασικές προκλήσεις όταν επιδιώκουν να ενισχύσουν την ενσωμάτωση των προσφύγων στην αγορά εργασίας. Βελτίωση της ενσωμάτωσης στην αγορά εργασίας: Συμμετοχή των εργοδοτών

Η μεγάλη και δυναμική «αγορά εργασίας του Λονδίνου» αποτελείται από ένα σύνθετο μωσαϊκό τμηματικών και επικαλυπτόντων τομεακών και επαγγελματικών αγορών εργασίας που ποικίλλουν στη χωρική έκταση τους: μερικές υπερβαίνουν τα διοικητικά όρια του Λονδίνου, ενώ άλλες είναι εντοπισμένες τοπικά, καλύπτοντας μόνο μέρος του Λονδίνου. Τα άτομα συνήθως περιορίζουν την αναζήτηση εργασίας τους μόνο σε κάποιες από αυτές τις αγορές εργασίας. Όπως συμβαίνει στη βρετανική αγορά εργασίας γενικότερα, η αγορά εργασίας του Λονδίνου είναι ανοικτή και ευέλικτη κατά τα πρότυπα της Ε.Ε. Υπάρχουν πολλές ευκαιρίες απασχόλησης όπου ένα άτομο μπορεί να βρει πλήρη απασχόληση χωρίς να γνωρίζει άπταιστα αγγλικά - και στους επίσημους και στους άτυπους τομείς. Ενώ δεν υπάρχει καμία εκτίμηση του μεγέθους του άτυπου τομέα, διάφοροι συνεντευξιαζόμενοι αναφέρθηκαν σε έναν «μεγάλο άτυπο τομέα απασχόλησης», με «πολύ χαμηλά» ποσοστά αμοιβών σε μερικά υποστρώματα – τα οποία εξαρτώνται από τη μεταναστευτική εργασία. Υπάρχει προβληματισμός ότι «πολλοί» μετανάστες απασχολούνται στην άτυπη οικονομία, και έτσι μπορεί να εγκλωβιστούν στις χαμηλού επιπέδου εργασίες μέσω των πολιτιστικών και οικογενειακών συνδέσεων. Ο ρόλος και η συμβολή των φορέων πρόσληψης του ιδιωτικού τομέα και των φορέων προσωρινής εργασίας σε αυτόν τον κατακερματισμό δεν είναι αρκετά κατανοητός.

Διαδρομές στην Απασχόληση για τους Πρόσφυγες

Παρά τα σχετικά υψηλά επίπεδα της μη-απασχόλησης κατά τα βρετανικά πρότυπα, η αγορά εργασίας του Λονδίνου χαρακτηρίζεται από ελλείψεις και κενά δεξιοτήτων - ιδιαίτερα σε μερικούς τομείς και επαγγέλματα (συμπεριλαμβανομένων της εφαρμοσμένης μηχανικής, των κατασκευαστικών έργων, της διδασκαλίας και των υγειονομικών υπηρεσιών). Ως εκ τούτου θεωρητικά, ακόμα κι αν όχι πάντα στην πράξη, υπάρχουν πολυάριθμες ευκαιρίες απασχόλησης για τους πολύ καλά καταρτισμένους πρόσφυγες (και άλλους μετανάστες). Ενώ η συμβολή των μεταναστών γιατρών και νοσοκόμων στην NHS είναι πασίγνωστη, παραμένουν πολλοί πρόσφυγες με ισοδύναμα προσόντα και δεξιότητες που εργάζονται σε χαμηλόμισθες και χαμηλών προσόντων εργασίες. Ως εκ τούτου, η πρόκληση της ενσωμάτωσης των προσφύγων στην αγορά εργασίας είναι όχι μόνο να διευκολυνθεί η είσοδός τους στην αγορά εργασίας και να αυξηθούν έτσι τα ποσοστά απασχόλησης (δηλ. ένας προβληματισμός για την ποσότητα απασχόλησης), αλλά και να αναπτυχθούν και να χρησιμοποιηθούν καλύτερα οι δεξιότητες των προσφύγων (δηλ. ένας προβληματισμός για την ποιότητα απασχόλησης) - προς όφελος των εμπλεκομένων ατόμων, αλλά και για την οικονομία του Λονδίνου. Το να δίνεται χρόνος στους πρόσφυγες και βοήθεια να αποφασίσουν για τις επιλογές απασχόλησης παρά να πιέζονται βεβιασμένα να ξεκινήσουν μια ακατάλληλη εργασία αυξάνει τις πιθανότητές τους που παραμείνουν στη δουλειά.47 Τα συνδικάτα (μεταξύ των άλλων) αναγνωρίζουν ότι η ποιότητα της εμπειρίας της απασχόλησης στο Λονδίνο είναι σημαντική για τους μετανάστες, και ότι υπάρχει ανάγκη να διευρυνθεί η προσφορά του Λονδίνου στα δικαιώματα απασχόλησης, και πιέζουν αναλόγως για τη βελτίωση της κατάστασης. Αν και πολλοί υφίστανται τις ελλείψεις δεξιοτήτων και τα κενά δεξιοτήτων, οι εργοδότες του ιδιωτικού τομέα λάμπουν δια της απουσίας τους από τις τοπικές πρωτοβουλίες που ασχολούνται με την ενσωμάτωση προσφύγων (και άλλων μεταναστών) στην αγορά εργασίας. Οι RCOs ανέφεραν δυσκολίες στην εύρεση θέσεων εργασίας, έξω από τον εθελοντικό τομέα. Εκείνοι οι εργοδότες που συνεργάζονται με τους μετανάστες/πρόσφυγες είναι συχνά απρόθυμοι να κοινοποιήσουν την εργασία τους στο επικρατών πολιτικό κλίμα που περιβάλλει τη μετανάστευση, επειδή θεωρούν ότι η πιθανή αρνητική δημοσιότητα - που θα ήταν σαν να «έβαζαν τα κεφάλια τους στο ντορβά» - θα μπορούσε να αποβεί καταστρεπτική για τις επιχειρήσεις τους. Στη συνέχεια, αυτό οδηγεί σε μια έλλειψη παραδειγμάτων «ορθής πρακτικής» που θα μπορούσαν άλλοι εργοδότες να ακολουθήσουν. Επιπλέον, χρειάζεται να κοιτάξει κανείς πέρα από την εταιρική κοινωνική ευθύνη για να κοινοποιήσει την επιχειρησιακή περίπτωση εργοδοτών που προσλαμβάνουν μετανάστες και πρόσφυγες - ειδικά πέρα από τις στερεότυπες ιδιόκτητες-ΜΜΕ επιχειρήσεις με προϊόντα/αγορές που συνδέονται με τις μειονοτικές εθνοτικές ομάδες (π.χ. Ινδικά τρόφιμα, ένας

325

326

τομέας που είναι ιδιαίτερα επιτυχής στο H.B.). Οι οργανώσεις χρειάζεται να συνεργάζονται με τους εργοδότες για να βγάλουν το στίγμα που συνδέεται με την πρόσληψη και την απασχόληση των προσφύγων. Οι τοπικοί εταίροι ανέφεραν ότι η πολυπλοκότητα και η γραφειοκρατία του συστήματος σημαίνει ότι είναι σχετικά εύκολο για τους εργοδότες να παραβιάζουν ακούσια τους κανονισμούς απασχόλησης. Οι κανονισμοί και η γραφειοκρατία απασχόλησης, σε συνδυασμό με ένα εχθρικό πολιτικό κλίμα, «στοιβάζουν τον κίνδυνο» για τους εργοδότες όταν προσλαμβάνουν νεοφερμένους μετανάστες. Η αστάθεια των θεσμικών πλαισίων δημιουργεί περισσότερη αβεβαιότητα, έτσι ώστε - τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα - η αποδοτικότερη οργάνωση του συστήματος μετανάστευσης και των κανονισμών απασχόλησης, προσθέτει στη γενική πολυπλοκότητα. Ως εκ τούτου, η έλλειψη συμμετοχής εργοδοτών (στην προσπάθεια ενσωμάτωσης των προσφύγων και μεταναστών) είναι κατά κάποιο τρόπο κατανοητή, όμως αυτή η ίδια η έλλειψη συμμετοχής σημαίνει ότι οι εργοδότες μπορεί να είναι απόντες από τον καθορισμό της ημερήσιας διάταξης. Θα γινόταν κάποια πρόοδος εάν αναπτυσσόταν μια στρατηγική «βελτιωμένης στοχοθέτησης» των εργοδοτών, εμπλέκοντας συγκεκριμένους τομείς (σε συνεργασία με τα Τομεακά Συμβούλια Δεξιοτήτων) και σφυρηλατώντας σχέσεις με συγκεκριμένα κολλέγια και τα προγράμματα. Έμφαση και διαχείριση της πολιτισμικής αφομοίωσης

Ενώ η αγγλομάθεια (επάρκεια στην αγγλική γλώσσα) έχει θεωρηθεί από καιρό βασικής σημασίας, και η ανάγκη για μια γενική γλωσσική κατάρτιση που θα στήριζε τη πολιτισμική ενσωμάτωση επιδοκιμάζεται, οι τοπικοί εταίροι αναγνωρίζουν ολοένα και περισσότερο ότι υπάρχει ανάγκη πιο αποτελεσματικής στοχευμένης γλωσσικής κατάρτισης στα διαφορετικά στάδια της ενσωμάτωσης των προσφύγων. Αν και η γενική γλωσσική κατάρτιση (δηλ. γενικά αγγλικά) είναι βασική στην υποστήριξη της πολιτισμικής ενσωμάτωσης στα πρώτα στάδια της ενσωμάτωσης, η κατάρτιση στα επιχειρηματικά αγγλικά και τα σχετικά-με-την-εργασία αγγλικά προσαρμοσμένα σε συγκεκριμένες ειδικότητες σηματοδοτούν ότι οι πρόσφυγες είναι τελικά «έτοιμοι προς εργασία».xliv Αυτό ισχύει κυρίως δεδομένης της αξίας που τοποθετούν οι εργοδότες στα «ήπιες δεξιότητες»49 και στις «βασισμένες-στην-εργασία δεξιότητες».48 Στο Λονδίνο έχουν γίνει κάποιες κινήσεις για τον συνδυασμό αγγλομάθειας με άλλα στοιχεία επαγγελματικής κατάρτισης.

xliv Τα επαγγελματικά αγγλικά ή τα αγγλικά τα προσαρμοσμένα σε διάφορους τομείς είναι ό,τι ονομάζεται στην διδασκαλία των αγγλικών ESP: English for Specific Purposes – Αγγλικά για Ειδικούς Σκοπούς (Σ.τ.Μ.).

Διαδρομές στην Απασχόληση για τους Πρόσφυγες

Είναι ανάγκη να καταλάβουν οι πρόσφυγες για το πώς λειτουργεί το Λονδίνο, και η βρετανική κοινωνία γενικότερα. Εάν οι μετανάστες και οι πρόσφυγες αφομοιωθούν πολιτισμικά κατά τρόπο συστηματικότερο, θα αποκτήσουν ευκολότερα τις «μαλακές δεξιότητες» που θέλουν και χρειάζονται οι εργοδότες. Σε εθνικό επίπεδο, τα πιλοτικά προγράμματα που αναπτύσσονται από το Υπουργείο Εσωτερικών για την ενσωμάτωση της γλωσσικής κατάρτισης στα μαθήματα υπηκοότητας αντιπροσωπεύουν ένα σημαντικό βήμα προς αυτήν την κατεύθυνση. Επιπλέον, στο Λονδίνο, επιμορφωτικά μαθήματα συχνά εξηγούν για το πως λειτουργεί η βρετανική αγορά εργασίας, την συγγραφή βιογραφικού σημειώματος και τη παρουσίαση στη συνέντευξη. Οι Σ.Υ.Υ. (mentoring) μπορεί επίσης να είναι αποτελεσματικές όταν εισάγουν τους μετανάστες στον εργασιακό πολιτισμό συγκεκριμένων επαγγελμάτων/τομέων. Εντούτοις, υπάρχουν κενά στην κάλυψη των αναγκών των υψηλά-καταρτισμένων μεταναστών, κυρίως, στις προσπάθειές τους να ανακαλύψουν ό,τι αφορά τους πολιτιστικούς κανόνες και τη λειτουργία της βρετανικής κοινωνίας. Η ανεπαρκής διαθεσιμότητα των μέσων στην ομάδα των υψηλά-καταρτισμένων μεταναστών και σε άλλες ομάδες για να αφομοιωθούν πολιτισμικά, τους εμποδίζει να αποκτήσουν τις «μαλακές δεξιότητες» που θα διευκόλυναν την ενσωμάτωση τους στην αγορά εργασίας. Οι RCOs τόνισαν την αξία προγραμμάτων που φτάνουν άτομα που δεν είναι εύκολο να τα προσεγγίσει κανείς (outreach projects). Η σημασία αυτών των προγραμμάτων έγκειται στη συμμετοχή των προσφύγων, κατά πρώτο λόγο, σε ένα περιβάλλον όπου αισθάνονται άνετα. Εντούτοις, προκειμένου να προάγει κανείς την πολιτισμική αφομοίωση και την ενσωμάτωση, και να καταπολεμήσει οποιαδήποτε πιθανότητα γκετοποίησης, πρέπει να ενθαρρύνει κανείς τους πρόσφυγες να διευρύνουν τους ορίζοντές τους και να κινούνται πέρα από τη «ζώνη άνεσης» της άμεσης περιοχής και κοινότητάς τους, να αναμειγνύονται με την ευρύτερη κοινωνία και να αντιμετωπίζουν νέες προκλήσεις. Αυτό συμπληρώνει τους «δεσμούς» με το «γεφύρωμα» του κοινωνικού κεφαλαίου, και έτσι επιτυγχάνεται μια υγιέστερη ισορροπία μεταξύ των δύο (πλευρών του κοινωνικού κεφαλαίου). Παραδείγματος χάριν, εάν κάποιος μετανάστης έχει αποκτήσει τα προσόντα του επιπέδου 2 του NVQ σε ένα πλαίσιο κοινοτικής ομάδας, θα μπορούσε να τον ενθαρρύνει κανείς να πάει να αποκτήσει τα προσόντα επιπέδου 3 του NVQ (που είναι συνέχεια των προηγουμένων) σε ένα τοπικό κολλέγιο ή σε έναν εναλλακτικό θεσμοθετημένο (mainstream) φορέα. Θέσπιση ενός πλαισίου συνεπούς πολιτικής

Αρκετοί τοπικοί εταίροι εξέφρασαν το προβληματισμό τους ότι ο περιορισμός που τέθηκε στην απασχόληση των αιτούντων άσυλο το 2002 έστειλε αντικρουόμενα μηνύματα στους εργοδότες και στο ευρύτερο κοινό σε σχέση με τη θετική

327

328

συμβολή των μεταναστών στη βρετανική οικονομία και την ανταπόκρισή τους στις ελλείψεις στην αγορά εργασίας. Η λογική της βρετανικής κυβέρνησης για αυτό το μέτρο - που περιλαμβάνει την εξάλειψη της «θολής εικόνας» μεταξύ της οικονομικών μεταναστών και των αιτούντων άσυλο και τη διοχέτευση των οικονομικών μεταναστών μέσω ενός νέου συστήματος μοριοδότησης χρειάζεται να μεταβιβαστεί αποτελεσματικότερα σε τοπικό επίπεδο. Η εθνική πολιτική της διατήρησης χρόνου αναμονής για τις αποφάσεις ασύλου στο ελάχιστο είναι επίσης σημαντική για την πιο μακροπρόθεσμη ενσωμάτωση των προσφύγων, καθώς τοπικοί εταίροι εξέφρασαν τον προβληματισμό τους ότι οι δεξιότητες που δεν χρησιμοποιούνται κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου κινδυνεύουν να γίνουν περιττές. Έγινε σαφές ότι η έλλειψη συμμετοχής των αιτούντων άσυλο στην αγορά εργασίας γίνεται πηγή μειωμένων κινήτρων και απώλειας της αυτοεκτίμησης (των ατόμων αυτών), και τροφοδοτείται η δημόσια αντίληψη ότι αυτή η ομάδα ατόμων αποτελεί «βάρος για την κοινωνία». Και η βρετανική κυβέρνηση και ο δήμαρχος του Λονδίνου προωθούν ένα μήνυμα υπέρ της ποικιλομορφίας, στο οποίο η μετανάστευση και η ποικιλομορφία χαιρετιούνται ως «ευκαιρία». Επιπλέον, το Λονδίνο ευθυγραμμίζεται με τις παγκόσμιες πόλεις έξω από το H.B. και αναλαμβάνει να διεκπεραιώσει χρήσιμο έργο για τους πρόσφυγες, τη μετανάστευση και την ποικιλομορφία (European Refugee Fund, 2004). Ενώ το Λονδίνο έχει τη μεγαλύτερη συγκέντρωση προσφύγων και οικονομικών μεταναστών στο H.B., άλλες περιοχές έχουν επίσης υιοθετήσει θέσεις υπέρ της μετανάστευσης, όπως ερμηνεύονται από την Πρωτοβουλία «Φρέσκο Ταλέντο» (‘Fresh Talent’ Initiative) στη Σκωτία (Scottish Executive, 2004)50 η οποία προσπαθεί να προσελκύσει εισερχόμενους (μετανάστες) εν όψει έντονης πληθυσμιακής μείωσης. Εντούτοις, οι καλές ειδήσεις δεν πωλούν εφημερίδες, και έτσι τα θετικά μηνύματα ποτέ δεν γίνονται γνωστά. Τμήματα των εθνικών μέσων - ιδιαίτερα οι λαϊκίστικες εφημερίδες, χρησιμοποιούν συχνά συγκινητική γλώσσα για να προωθήσουν κυρίως αντιμεταναστευτικά μηνύματα. Ο δημόσιος λόγος ως σύνολο στο H.B. συχνά συγχωνεύει και συγχέει: α) τον καθιερωμένο εθνοτικό μειονοτικό πληθυσμό, β) τους αιτούντες άσυλο, γ) τους πρόσφυγες, και δ) το ρόλο που διαδραματίζουν οι μετανάστες στην αγορά εργασίας και στη οικονομία ευρύτερα. Σε αυτό το πλαίσιο είναι αναγκαίο όλα τα κυβερνητικά επίπεδα να εργαστούν ώστε να διασφαλίσουν ότι τα μηνύματα που στέλνουν στους εργοδότες και το ευρύτερο κοινό είναι συνεπή και τεκμηριωμένα. Υπάρχει πεδίο για τον LDA και τους συνεργάτες του να αναπτύξουν μια καλύτερη βάση στοιχείων ως προς τη συμβολή των μεταναστών γενικά στην οικονομία. Ένα τρέχον πρόγραμμα που διενεργείται από τη Διεθνή Ομάδα του LDA για τα «ανταγωνιστικά οφέλη της ποικιλομορφίας» - στο οποίο

Διαδρομές στην Απασχόληση για τους Πρόσφυγες

αντιπαραβάλλονται η εμπειρία του Λονδίνου σε σχέση με την ποικιλομορφία και την καινοτομία, το εμπόριο, την ποιότητα ζωής, την επιχειρηματικότητα, τις αγορές για νέα προϊόντα και άλλα θέματα με τη Νέα Υόρκη, το Άμστερνταμ και το Βερολίνο - θα πρέπει να συμβάλλει στην κάλυψη αυτού του κενού. Επίσης, έχει εκφραστεί η άποψη, Εκφράστηκε μια άποψη, και επιδοκιμάστηκε από τους τοπικούς εταίρους, ότι θα μπορούσε επίσης να δοθεί μεγαλύτερη έμφαση στο συνδυασμό της «παράδοσης» (tradition) με την «ποικιλομορφία» (diversity) μέσα στο Λονδίνο. Κατά συνέπεια, στο πλαίσιο του Λονδίνου: η «παράδοση» δίνει στην πόλη τη σιγουριά να είναι ανοικτή και προσαρμόσιμη, ενώ η ποικιλομορφία γεννά τη δημιουργικότητα και με αυτόν τον τρόπο η πόλη αποκτά μεγαλύτερη ανοιχτότητα (openness). Δημοσιεύσεις -- όπως το πολυτελές βιβλίο ‘West London People: An introduction to communities and faiths’ (: «Άνθρωποι του Δυτικού Λονδίνου: Μια εισαγωγή στις κοινότητες και τα θρησκεύματα») που έγινε από τις Συνεργασίες του Δυτικού Λονδίνου για την Κοινοτική Συνοχή εισάγει το Δυτικό Λονδίνο ως «σπίτι» πολλών ανθρώπων - ενσωματώνοντας (incorporating) το προφίλ διαφορετικών κατοίκων και του αντικατοπτρισμού τους στο Δυτικό Λονδίνο και την κοινωνία προέλευσής τους (εφόσον είναι εφαρμόσιμο), κάνοντας μια εισαγωγή στα διαφορετικά θρησκεύματα, και παρουσιάζοντας μια σειρά μύθων και γεγονότων για τους πρόσφυγες και τους αιτούντες άσυλο -- προσφέρουν ένα πολύ καλό παράδειγμα για το πώς η ποικιλομορφία μπορεί να υμνηθεί, ενώ συγχρόνως βοηθούν στην πληροφόρηση και την ευαισθητοποίηση ενός ευρύτερου κοινού προς τους μετανάστες και τους πρόσφυγες (West London Partnerships on Community Cohesion, 2005). Με τη σειρά τους τέτοιου είδους δημοσιεύσεις έχουν ενδεχομένως θετικά πλεονάσματα: μόλις αυξηθεί ευαισθητοποίηση και οι στάσεις αρχίζουν να αλλάζουν, το στίγμα που προσάπτουν οι εργοδότες στην πρόσληψη και την απασχόληση των προσφύγων και των άλλων μεταναστών σιγά σιγά θα αρχίζει να εξαφανίζεται και έτσι μπορεί να γίνει ευκολότερο να δεσμευθούν οι εργοδότες. Αστάθεια στα πλαίσια

Ένα βασικό επαναλαμβανόμενο θέμα στην περιπτωσιολογική μελέτη ήταν η «αστάθεια» - σε σχέση με τη διακυβέρνηση του Λονδίνου, το ευρύτερο θεσμικό πλαίσιο και το καθεστώς των χρηματοδοτήσεων. Αυτό με τη σειρά του θέτει ερωτήματα σχετικά με την αποδοτική και αποτελεσματική χρήση των περιορισμένων πόρων, όπως: α) μέχρι ποιο σημείο αυτή η αστάθεια σημαίνει ότι η ενέργεια χρησιμοποιείται στην εξασφάλιση της συνέχισης της χρηματοδότησης και στη συνεχή καινοτομία παρά στην παροχή υπηρεσιών; και β) μέχρι ποιο σημείο το πλαίσιο της αστάθειας οδηγεί σε έναν πολλαπλασιασμό των οργανισμών μεσαίου επιπέδου για να συντονίσουν τις δραστηριότητες

329

330

μικρότερων ομάδων και να παρέχουν ένα συνδετικό στοιχείο στους βασικούς φορείς δημιουργώντας έτσι μια μεγαλύτερη πολυπλοκότητα των οργανωτικών δομών; Όσον αφορά τη χρηματοδότηση, ένα μεγάλο μέρος του έργου που γίνεται με τους πρόσφυγες είναι χρηματοδοτούμενο. Πολλές RCOs ανταγωνίζονται για παρόμοιες πηγές (π.χ. από το ΕΚΤ, από έναν κατακερματισμένο δημόσιο τομέα, από πηγές λαχειοφόρων αγορών, κ.λ.π.) περιορισμένης και ασταθούς χρηματοδότησης. Υπάρχει μια σαφής ανάγκη να προσδιοριστούν και να συγκεντρωθούν οι νέες πηγές χρηματοδότησης εάν οι οργανώσεις πρόκειται να διευρύνουν το πεδίο διαδικασιών τους. Ενώ δεν υπάρχει η ίδια παράδοση στο H.B., όπως, παραδείγματος χάριν, στις Η.Π.Α., του φιλανθρωπικού έργου, υπάρχουν περιθώρια για να δοθεί μεγαλύτερη έμφαση στην κινητοποίηση των φιλανθρωπιών ως πηγή χρηματοδότησης. Παρομοίως, μπορεί να γίνει μεγαλύτερη προσπάθεια ώστε οι μεγάλοι εργοδότες του ιδιωτικού τομέα και οι ενώσεις εργοδοτών να πάρουν θάρρος και να αναμιχθούν με την κατάρτιση χρηματοδότησης και τις πρωτοβουλίες πολιτισμικής αφομοίωσης,51 ιδιαίτερα επειδή υπάρχει ωφέλεια από τη συμβολή των μεταναστών/προσφύγων. Εντούτοις, η ίδια η αστάθεια στα πλαίσια αντιστρατεύεται τη σαφήνεια, τη συνέπεια και την δέσμευση που θέλει να δει ο ιδιωτικός τομέας πριν ο ίδιος να δεσμεύσει πόρους. Η αστάθεια στα θεσμικά πλαίσια και στο καθεστώς των χρηματοδοτήσεων βοηθάει στην αναπαραγωγή του «βραχυπρόθεσμου», το οποίο μπορεί να χαρακτηριστεί από μια αδικαιολόγητη έμφαση στα «γρήγορα κέρδη» όταν είναι τα βιώσιμα αποτελέσματα που είναι μεγαλύτερης σπουδαιότητας μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα. Το κυνήγι της χρηματοδότησης, και αυτό που αρκετοί συνεντευξιαζόμενοι περιέγραψαν ως «υπερβολική έμφαση» στην παρόρμηση να είναι «καινοτόμοι», μπορεί να έχει συνέπειες στην ποιότητα των προγραμμάτων. Η βραχυπρόθεσμη φύση της χρηματοδότησης των προγραμμάτων δίνει έμφαση στα αποτελέσματα παρά στις εκβάσεις, όταν είναι το δεύτερο που θα πρέπει να χρησιμοποιηθεί για να μετρήσει τον αληθινό βαθμό ενσωμάτωσης των μεταναστών/προσφύγων στην αγορά εργασίας. Σε μερικές (ίσως πολλές) περιπτώσεις υπάρχει περιθώριο να αναπτυχθούν καλύτερα τα συστήματα ελέγχου, και να διασφαλιστεί μεγαλύτερη σαφήνεια στη ερμηνεία των αποτελεσμάτων στις εκβάσεις. Μόνο όταν η αξιολόγηση γίνεται εξαρχής με μεγαλύτερη συνέπεια η οποία είναι ήδη ενσωματωμένη στα προγράμματα, θα είναι η βάση των εμπειρικών αποδείξεων (στοιχείων) που θα επιτρέπει μια εύρωστη (robust) αξιολόγηση του «τι δουλεύει», επιτρέποντας έτσι μια αιτιολογημένη αξιολόγηση του πού και πώς να κατευθυνθούν οι περιορισμένοι πόροι.

Διαδρομές στην Απασχόληση για τους Πρόσφυγες

Πολλαπλότητα των προγραμμάτων και η ανάγκη για στρατηγικό συντονισμό

Ένα άλλο επαναλαμβανόμενο θέμα στην περιπτωσιολογική μελέτη ήταν η «πολυπλοκότητα» - που εν μέρει προέρχεται από τη «αστάθεια» που τονίστηκε παραπάνω. Πολλοί συνεντευξιαζόμενοι θεώρησαν ότι το Λονδίνο θα μπορούσε να καυχηθεί ότι έχει «δύναμη σε βάθος» από άποψη κοινοτικών οργανώσεων και άλλων οργανώσεων που ενδιαφέρονται για τη διατύπωση και την παράδοση προγραμμάτων ενσωμάτωσης των προσφύγων/μεταναστών. Πράγματι, οι πρωτοβουλίες ενσωμάτωσης στην αγορά εργασίας για τους πρόσφυγες και άλλους μετανάστες είναι κυρίως οργανωμένες σε μια βάση προγράμματος, όχι σε μια δομική βάση. Παρ’ όλα αυτά, πολλά από τα ίδια άτομα έδωσαν έμφαση στην έλλειψη συντονισμού εν όψει της πολυπλοκότητας που ακολουθεί. Αυτό το σύνολο περιστάσεων θέτει διάφορες ερωτήσεις: α) Μέχρι ποιο σημείο τα προγράμματα αναπαράγουν το ένα το άλλο; β) μέχρι ποιο σημείο αποθανατίζεται η «ορθή πρακτική»; γ) στα πλαίσια των περιορισμένων πόρων, μια τέτοια πολλαπλότητα των προγραμμάτων αντιπροσωπεύει την σχέση κόστους ωφέλειας; δ) μέχρι ποιο σημείο μερικές ομάδες (ειδικά εκείνες που δεν εμπίπτουν στις ομάδες-στόχους του Κέντρο Εργασίας Plus) εμπίπτουν στα διάκενα μεταξύ των οργανώσεων; Το Συμβούλιο του Δημάρχου για την Ενσωμάτωση των Προσφύγων στο Λονδίνο είναι ένα ελπιδοφόρο νέο βήμα προς έναν μεγαλύτερο στρατηγικό συντονισμό σε αυτό το ζήτημα. Έχοντας συγκεντρώσει βασικούς ιθύνοντες του Λονδίνου που εκπροσωπούν νομικούς, κοινοτικούς και εθελοντικούς τομείς για να αναπτύξουν μια αστικού επιπέδου στρατηγική που καλύπτει πέντε διαφορετικές πολιτικές περιοχές, το νέο Συμβούλιο επιτρέπει μια πιο ολιστική και περιεκτική πολιτική προσέγγιση, διασφαλίζοντας ταυτόχρονα ότι λαμβάνονται υπ’ όψη όλες οι πολιτικές αποφάσεις που είναι σχετικές με το ιδιαίτερο πλαίσιο του Λονδίνου. Πιο πρακτικά, μερικές από τις μικρότερες κοινοτικές ομάδες εκτίμησαν τη βοήθεια της υπο-περιφερειακής οργάνωσης (παραδείγματος χάριν, της Ανανέωσης στο Δυτικό Λονδίνο. Αν και ακόμα στα σπάργανα, η εμφάνιση της LORECA σε ολόκληρο το Λονδίνο θα μπορούσε να αποδειχθεί ότι ασκεί θετική επίδραση στην ενσωμάτωση των μεταναστών και των προσφύγων στην αγορά εργασίας του Λονδίνου. Σαν οργάνωση ομπρέλα, η LORECA θα έχει την ευκαιρία να διαδραματίσει τον ρόλο υπεράσπισης με την κυβέρνηση (συμπεριλαμβανομένου του νέου Συμβουλίου) και τον ιδιωτικό τομέα. Επιπλέον, είναι πιθανό ότι η LORECA, με την πάροδο του χρόνου, να αποκτήσει τη θεσμική δύναμη να ρυθμίζει ανεπίσημα τις δράσεις των οργανώσεων που βοηθούν τους μετανάστες και τους πρόσφυγες. Η LORECA μπορεί να παίξει έναν δυναμικό ρόλο στη δημιουργία μιας γερής βάσης δεδομένων και να διασφαλίσει την ανάπτυξη των

331

332

σχετικών συστημάτων ελέγχου θέτοντας ελάχιστες προϋποθέσεις συλλογής δεδομένων προκειμένου να απαντήσει ερωτήσεις όπως: α) ποιες παρεμβάσεις είναι οι πιο οικονομικά-αποδοτικές; β) σε ποιες δραστηριότητες θα έπρεπε οι πόροι να συγκεντρωθούν; γ) τα πρόσωπα που συμμετέχουν στην εθελοντική εργασία βρίσκουν πληρωμένη εργασία γρηγορότερα από εκείνους που δε συμμετέχουν; και δ) ποιοι μηχανισμοί παράδοσης λειτουργούν καλύτερα για τις διαφορετικές υπο-ομάδες; Είτε η LORECA αναλάβει αυτόν τον ρόλο ή όχι, είναι σημαντικό ότι μια τέτοια βάση δεδομένων πρέπει να δημιουργηθεί προκειμένου να αποθανατίσει (να κατανοήσει καλύτερα), και να διασφαλίσει την επιβίωση των επιτυχών στρατηγικών, και να επιτρέψει τη διάδοση της ορθής πρακτικής. Η LORECA έχει υιοθετήσει μια πολιτική προτεραιότητας στους πρόσφυγες. Μπορεί να υποστηριχτεί ότι κάποιος καθορισμός προτεραιοτήτων είναι απαραίτητος στην αρχή, αλλά θα ήταν χρήσιμο να υπάρχει ένα δίκτυο που να λειτουργεί μέσα στο Λονδίνο, το οποίο να επικεντρώνεται στην ενσωμάτωση όλων των νεοφερμένων μεταναστών στην αγορά εργασίας. Επιπλέον, υπό το φώς της πρόσφατης μείωσης των αιτούντων άσυλο και προσφύγων στο Λονδίνο, ένας τέτοιος προσανατολισμός είναι συνετός. Επιπλέον, όλοι οι «νεοφερμένοι» στο Λονδίνο (από αλλού μέσα στο H.B. καθώς επίσης και από το εξωτερικό) είναι πιθανό να ωφεληθούν από πληροφορίες για το πώς να έχουν πρόσβαση στην αγορά εργασίας, τη στέγαση, την παροχή υγείας και άλλες υπηρεσίες στην πόλη.

Σημειώσεις 1 Περιλαμβάνουσες έρευνες (όπως η Έρευνα Εργατικού Δυναμικού (LFS) και η Έρευνα του Διεθνή Επιβάτη (IPS) και διοικητικά αρχεία (με τον αριθμό των ατόμων στα οποία παραχωρήθηκε εγκατάσταση ή υπηκοότητα). 2

Για περαιτέρω λεπτομέρειες για τις κοινότητες μεταναστών, βλ. επίσης Kyambi (2005).

3

Βλ. επίσης IPPR (2004).

Που απεικονίζουν τη διαθεσιμότητάς τους στις βασικές πηγές συμπεριλαμβανομένων της LFS και της Απογραφής του Πληθυσμού. 4

5 Αν και χρησιμοποιώντας LFS είναι δυνατό να διακρίνει κανείς μεταξύ αυτών των ομάδων σε κάποιο βαθμό. 6 Στο H.B. οι «εθνοτικές μειονότητες» εξετάζονται ως ξεχωριστή κατηγορία από «τους μετανάστες», αλλά η κατηγορία «εθνοτικών μειονοτήτων» δεν είναι αποκεντρωμένη ώστε να διαχωρίζει εκείνους που είναι γεννημένοι στο H.B. απο εκείνους που είναι γεννημένοι εκτός του Η.Β. 7 Το Λονδίνο προσελκύει πληθυσμό από όλο τον κόσμο και μιλιούνται πάνω από 300 γλώσσες στην πόλη. 8 Ενώ το Λονδίνο έχει εύκολα το μεγαλύτερο ποσοστό του γεννημένου-στο-εξωτερικό πληθυσμού

Διαδρομές στην Απασχόληση για τους Πρόσφυγες

από οποιοδήποτε άλλο τμήμα του H.B., για συγκριτικούς λόγους, αξίζει να σημειωθεί ότι το 42% του πληθυσμού της Νέας Υόρκης είναι γεννημένος στο εξωτερικό, εκείνος του Τορόντου είναι 49% και του Λος Άντζελες είναι 61%. Το σύστημα Αδειών Εργασίας (Work Permit system) καθοδηγείται από τους εργοδότες. Οι κάτοχοι αδειών εργασίας πρέπει να έχουν τα κατάλληλα προσόντα για απασχόληση και να έχουν μια εγγυημένη εργασία κατά την είσοδό τους στο Η.Β. Οι ανάγκες ενσωμάτωσης τους στην αγορά εργασίας είναι επομένως πιθανό να είναι λιγότερες από ό,τι εκείνες των μεταναστών που φθάνουν από άλλες διαδρομές. 9

Ο αριθμός αδειών εργασίας που εκδόθηκε ανήλθε ακριβώς λίγο κάτω από 33.000 το 1995 σε 139.000 το 2004. Από τις 139.000 άδειες εργασίας που εκδόθηκαν το 2004, περίπου τα δύο τρίτα αντιπροσώπευαν «νέους» αλλοδαπούς εργαζομένους, (οι υπόλοιποι ήδη εργάζονταν στο H.B.). Το 2003, 85.300 άδειες εργασίας ατόμων και πρώτες άδειες (δηλ. άδειες που εκδόθηκαν για πρώτη φορά εκ μέρους των αλλοδαπών που ήταν ήδη στο Η.Β.) ήταν αντιπροσωπευτικές της μεγαλύτερης ενιαίας κατηγορίας συνολικά 238.600 εργαζομένων στο Η.Β. Για περαιτέρω λεπτομέρειες, βλ. Salt and Clarke (2005).

10

Για περαιτέρω λεπτομέρειες, βλ. δείτε Clarke and Salt (2003) και Ippr (2004). Πρέπει να είναι σημειωθεί ότι οι ποσοστώσεις για τα SAWS και SBS κόπηκαν από το 2004/2005 μετά από την προσθήκη 10 περαιτέρω κρατών στην Ε.Ε. Πολλοί εργαζόμενοι σε αυτά τα σχέδια (schemes) ήρθαν από χώρες που προσχώρησαν στην Ε.Ε. το Μάιο του 2004.

11

Η NASS καθιερώθηκε από το Υπουργείο Εσωτερικών με το Νόμο Μετανάστευσης και Ασύλου (Immigration and Asylum Act) το 1999 και λειτουργεί από τον Απρίλιο του 2000.

12

Αν και οι αιτούντες άσυλο δεν έχουν δικαίωμα να εργαστούν, πρέπει να σημειωθεί ότι πολλές από τις περιοχές με διαθέσιμη στέγαση στις οποίες οι αιτούντες άσυλο διασκορπίστηκαν χαρακτηρίζονται από υψηλότερα από τα μέσα επίπεδα υποβάθμισης και μη-απασχόλησης στο βρετανικό πλαίσιο.

13

Αυτή η αλλαγή βοηθά επίσης να γίνει μια σαφέστερη διάκριση μεταξύ των αιτούντων άσυλο και των προσφύγων.

14

15

Η επίπτωση είναι ότι τα Τομεακά Συμβούλια Δεξιοτήτων θα διαδραματίσουν έναν βασικό ρόλο.

Κάποιες πληροφορίες για την απόδοση των Νέων Προγραμμάτων (New Deal programmes) των εθνοτικών μειονοτήτων είναι διαθέσιμες, αλλά δεν γίνεται καμία διάκριση μεταξύ εκείνων που γεννήθηκαν στο H.B. και εκείνων που γεννήθηκαν αλλού. Τα στοιχεία για το 2002 που αναφέρθηκαν στον τόμο ΙΙ σε μια έκθεση που προετοιμάστηκε από την Επιτροπή Εργασίας και Συντάξεων της Βουλής των Κοινοτήτων (House of Commons Work and Pensions Committee) (2005) δείχνουν ότι οι εθνοτικές μειονότητες εκπροσωπούνται σε κάθε ένα από τα Νέα Προγράμματα (New Deal programmes), συμπεριλαμβάνοντας το 20% των συμμετεχόντων στο Νέο Πρόγραμμα για τους νέους (New Deal for Young People), το 14% των συμμετεχόντων στο Νέο Πρόγραμμα 25συν (New Deal 25plus) και το 11% στο Νέο Πρόγραμμα για Μόνους Γονείς (New Deal for Lone Parents). Κατά τη διάρκεια του 2002, τα ποσοστά εισόδου των εθνοτικών μειονοτήτων στην εργασία σε σύγκριση με τους λευκούς ήταν το 74% για το Νέο Πρόγραμμα για Νέους (New Deal for Young People), το 86% για το Νέο Πρόγραμμα 25συν (New Deal 25plus) και το 83% για το Νέο Πρόγραμμα για Μόνους Γονείς (New Deal for Lone Parents). Η ανάλυση δείχνει ότι το εμφανές χάσμα στην ισότητα των αποτελεσμάτων μπορεί να αποδοθεί στους παράγοντες που δεν συνδέονται άμεσα με το έθνος. Από την πλευρά του Λονδίνου, πρέπει να σημειωθεί ότι στο Νέο Πρόγραμμα 25συν (New Deal 25plus): «Μολονότι η ισότητα στα αποτελέσματα επιτυγχάνεται μέσα στο Λονδίνο, το γεγονός ότι το Λονδίνο αντιστοιχεί σχεδόν στο 60% όλων των αδειούχων εθνικής μειονότητας στο Νέο Πρόγραμμα 25συν, όταν ενωθεί με τη γενική απόδοση του Λονδίνου, έχει μια σημαντική επίδραση στο εθνικό αποτέλεσμα ισότητας».

16

333

334

Δεν υπάρχει καμία νομική υποχρέωση των εργοδοτών να δηλώσουν τις κενές θέσεις στο Κέντρο Εργασίας Plus.

17

Το DWP έχει στόχο τη Συμφωνία Δημόσιων Υπηρεσιών (PSA) για να αυξήσει το ποσοστό απασχόλησης των εθνοτικών μειονοτικών ομάδων και να μειώσει σημαντικά τη διαφορά μεταξύ του ποσοστού τους και του συνολικού ποσοστού απασχόλησης. Σε μία προσπάθεια να αυξηθεί το ποσοστό απασχολησιμότητας των εθνοτικών μειονοτικών ομάδων, έχει επινοηθεί μια Στρατηγική Απασχόλησης Εθνοτικής Μειονότητας (Ethnic Minority Employment Strategy) από το DWP. Αυτή είναι οικοδομημένη πάνω σε τρεις πυλώνες: α) στην οικοδόμηση απασχολησιμότητας β) στη σύνδεση των ανθρώπων με την εργασία, και γ) στην προώθηση ίσων ευκαιριών στον τόπο εργασίας, με το Κέντρο Εργασίας Plus να διαδραματίζει έναν βασικό ρόλο στην υλοποίηση αυτή. [Για περαιτέρω λεπτομέρειες από την εμπειρία των εθνοτικών ομάδων μειονότητας στην αγοράς εργασίας, βλ. Strategy Unit (2003)].

18

Βασισμένο στο έργο που είναι ήδη σε εξέλιξη, το Εθνικό Φόρουμ Ενσωμάτωσης Προσφύγων ιδρύθηκε από το Υπουργείο Εσωτερικών το 2001 για να υλοποιεί, ελέγχει και να αναπτύσσει την κυβερνητική στρατηγική «Κανονικοί και Ίσοι Πολίτες» [Full and Equal Citizens] η οποία βοηθά την ενσωμάτωση στο H.B. εκείνων που τους χορηγήθηκε άδεια για να παραμείνουν.

19

Αξίζει να σημειωθεί ότι οι απόψεις που εκφράζονται από μερικούς συνεντευξιαζόμενους από τοπικές πρωτοβουλίες ίσως αντικατοπτρίζουν την εμπειρία από περασμένες περιόδους χειρισμών των αιτήσεων ασύλου.

20

Στην απάντησή του στo «Μέτρα Ένταξης» (Integration Matters) ο Δήμαρχος του Λονδίνου (2004) υποστηρίζει ότι η περιφερειακή στρατηγική είναι «το κλειδί για την επιτυχία» στην ενσωμάτωση των προσφύγων. Επιπλέον, σε σχέση με την ενσωμάτωση στην αγορά εργασίας, είναι εμφανές να σημειωθεί ότι η Εθνική Στρατηγική Δεξιοτήτων/the National Skills Strategy τόνισε ότι υπάρχει μια ισχυρή περιφερειακή διάσταση στα ζητήματα δεξιοτήτων και ότι θα απαιτούνταν απαντήσεις σε περιφερειακό και τοπικό επίπεδο για να αντιμετωπιστούν αυτά.

21

22

Τονίζεται από τον Καθηγητή Tony Travers.

Μια κατάσταση που μπορεί να χαρακτηριστεί ως ένα από «ένα δυνατό άτομο σε ένα αδύναμο ανώτερο διάζωμα».

23

Η καθιέρωση των Περιφερειακών Συνεργασιών Δεξιοτήτων (RSPs) στις Αγγλικές Περιφέρειες το Δεκέμβριο του 2003, μετά από τη δημοσίευση της Εθνικής Στρατηγικής Δεξιοτήτων του 2003, τονίζει ξανά αυτή την συνεργατική προσέγγιση.

24

Η Συμβουλευτική Επιτροπή Προσφύγων του Δημάρχου συγκεντρώνει 50 πρόσφυγες του Λονδίνου - μια διατομή του διαφορετικού πληθυσμού προσφύγων της πόλης - για να καθοδηγήσει το Δήμαρχο και το Συμβούλιο στο έργο τους.

25

Σύνοψη που προετοιμάστηκε από το SERTUC, 24η Φεβρουαρίου 2005. Αυτή η σύνοψη αντλεί στοιχεία εν μέρει από την έρευνα του Κολλεγίου Goldsmiths για μια προκαταρκτική έκθεση “Towards a Refugee Employment Strategy” («Προς μια στρατηγική Απασχόλησης των Προσφύγων»).

26

27

Είναι πιθανό ότι οι αποτυχημένοι αιτούντες άσυλο να εγκλωβιστούν σε αυτόν το τύπο εργασίας.

Η έρευνα διεξάγεται για τις μεθοδολογίες του υπολογισμού του μεγέθους του παράνομου πληθυσμού στο H.B. (ανεξάρτητα από εάν εργάζονται ή όχι) – βλ. Pinkerton, McLaughlan and Salt (2004). Στο τέλος του Ιουνίου 2005 το Υπουργείο Εσωτερικών δημοσίευσε μια κεντρική εκτίμηση 430.000 (μέσα σε ένα πεδίο από 310.000 έως 570.000) – βλ. Woodbridge (2005). Δεν είναι γνωστό τι ποσοστό αυτού του μη αναγνωρισμένου μεταναστευτικού πληθυσμού εργάζεται.

28

Διαδρομές στην Απασχόληση για τους Πρόσφυγες

Στο H.B. δεν υπάρχει καμιά διάθεση, μέχρι σήμερα, να δοθεί αμνηστία στους παράνομους εργάτες.

29

30

Για περισσότερες αναλυτικές πληροφορίες, βλ. Spence (2005).

Μερικοί πρόσφυγες μπορεί να έχουν δοκιμάσει βασανιστήρια ή τραυματισμούς πριν μετακομίσουν στο H.B., πράγμα το οποίο μπορεί να οδηγήσει σε ψυχολογικά προβλήματα που αυξάνουν το χρόνο που απαιτείται για να ενσωματωθούν στην αγορά εργασίας.

31

Είναι πιθανό ότι η εδώ αναφερόμενη περίπτωση προηγείται χρονικώς της αφαίρεσης της άδειας εργασίας για τους αιτούντες άσυλο.

32

Τα θέματα που καλύφθηκαν σε τέτοιες συνόδους περιελάμβαναν την χρηματοδότηση της εκπαίδευσης προσφύγων, το Βρετανικό εκπαιδευτικό σύστημα, τον επαγγελματικό επαναπροσδιορισμό των καταρτισμένων στο εξωτερικό γιατρών, δασκάλων και νοσοκόμων, νέων προσφύγων και την πρόσβαση τους στην εκπαίδευση και την κατάρτιση.

33

Το 2003 τα προγράμματα επιχορήγησης περιέλαβε μια Αρχική Επιχορήγηση Μελέτης - βοηθώντας 63 γυναίκες and 10 πελάτες με ειδικές ανάγκες με το κόστος των αμοιβών, του ταξιδιού και της φροντίδας των παιδιών τους να παρακολουθήσουν μαθήματα και μια Επιχορήγηση Μελέτης LADDER - που προσφέρει χρηματοδοτική συνδρομή σε 160 νεαρούς ζητούντες άσυλο για τα έξοδα του ταξιδιού τους, του κολλεγίου, της αγοράς βιβλίων και του εξοπλισμού.

34

Η πλειοψηφία της διδασκαλίας αγγλικής γλώσσας (ESOL) χρηματοδοτείται από την LSC. Εντούτοις, το Κέντρο Εργασίας Plus χρηματοδοτεί διάφορες πρωτοβουλίες που συνδυάζουν τη γλώσσα με γενικές εργασιακές δεξιότητες και που περιλαμβάνουν στενή συνεργασία με τους εργοδότες.

35

36 Σε ολόκληρο το H.B. οι χρονικές παραλλαγές στα μεταναστευτικά ρεύματα σημαίνει ότι μπορεί να υπάρξουν δυσκολίες στην εξασφάλιση διδασκαλίας της αγγλικής γλώσσας (ESOL).

Όπως απεικονίζεται από μια κοινή δήλωση από το Υπουργείο Εσωτερικών, τη TUC και τη Συνομοσπονδία της Βρετανικής Βιομηχανίας (CBI) για να υποστηρίξουν την ελεγχόμενη μετανάστευση ως προς τα συμφέροντα της βρετανικής οικονομίας και να υποστηρίξουν την αγγλική γλώσσα και τις άλλες ανάγκες για την ανάπτυξη δεξιοτήτων των μεταναστών. 37

Το NARIC είναι ένα δίκτυο εθνικών κέντρων στα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Ένωσης (EEA) και των συνδεδεμένων χωρών στην Κεντρική Ανατολική Ευρώπη. Η Κύπρος είναι μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Σ.τ. Επιμελητή). Το κάθε κέντρο παρέχει συμβουλές και πληροφορίες για την ακαδημαϊκή αναγνώριση των διπλωμάτων και των περιόδων σπουδών στο εξωτερικό.

38

Το Ερωτηματολόγιο Δεξιοτήτων των Μεταναστών καλύπτει προσωπικές λεπτομέρειες, ιστορία απασχόλησης (τελευταίες δύο εργασίες, είτε επί πληρωμή είτε αμισθί, προτού να έρθουν στο H.B., επάγγελμα που επιθυμείτε να ασκήσετε στο H.B., έτη επαγγελματικής εμπειρίας), προσόντα (χώρα βραβείου, τύπος προσόντων, κατάλογος ενοτήτων, δομή κατάρτισης [θεωρία σε αντίθεση με την πράξη] διάρκεια σειράς μαθημάτων, συνηθισμένο επίπεδο εισαγωγής), ικανότητα αγγλικής γλώσσας (κατανόηση/ομιλία/ανάγνωση/γραφή), εξετάσεις στα αγγλικά, η βάση στην οποία τα αγγλικά έχουν χρησιμοποιηθεί (π.χ. αρχάρια, κοινωνική, επαγγελματική, μητρική γλώσσα) και οποιεσδήποτε πρόσθετες πληροφορίες. 39

Ο SRB παρείχε τους πόρους για να υποστηρίξει τις πρωτοβουλίες αναγέννησης στην Αγγλία που διεξάγονται από τοπικές συνεργασίες αναγέννησης. Η προτεραιότητά της είναι να ενισχύσει την ποιότητα ζωής των ντόπιων ανθρώπων σε τομείς ανάγκης μειώνοντας το χάσμα μεταξύ των στερημένων και άλλων περιοχών, και μεταξύ των διαφορετικών ομάδων.

40

335

336

Το πρόγραμμα ανταγωνίζεται για θέσεις εργασίας με άλλα προγράμματα, και, σε μερικές περιπτώσεις, με τους σπουδαστές για μαθήματα επιπλέον και/ή τριτοβάθμιας εκπαίδευσης.

41

42 Το Φόρουμ Απασχολησιμότητας χρηματοδοτείται από το City Parochial Foundation. Το Φόρουμ περιλαμβάνει εργοδότες, κυβερνητικά τμήματα και αντιπροσωπείες, εθελοντικές και προσφυγικές οργανώσεις. 43 Η παραχώρηση που επέτρεψε στους αιτούντες άσυλο να εργαστούν, εάν είχαν ζήσει στο H.B. για 6 μήνες ή περισσότερο και δεν είχαν φθάσει σε απόφαση σχετικά με την αίτηση τους, αποσύρθηκε τον Ιούλιο του 2002. Οι αιτούντες άσυλο δε χρειάζεται να έχουν άδεια να εργαστούν για να αναλάβουν εθελοντική εργασία.

Μερικές από αυτές τις επιχειρήσεις θα είναι ιδιοκτησία προσφύγων, αλλά ο αριθμός τέτοιων επιχειρήσεων δεν διακρίνεται.

44

45 Σημειώστε ότι οι Συνολικές Επιδοτήσεις δεν ασχολούνται αποκλειστικά με τους πρόσφυγες και άλλους μετανάστες.

Αυτά τα ευρήματα επικυρώνονται σε μια επισκόπηση που καλύπτει όλους τους χωρίς δουλειά ανθρώπους και κοινότητες – βλ. Ritchie, Casebourne and Rick (2005).

46

Αυτό το ίδιο σημείο ισχύει, αν και ίσως με λιγότερη ισχύ, στους γεννημένους στο H.B. ανέργους στα πλαίσια ενός πολιτικού πλαισίου αγοράς εργασίας που ασπάζεται τον προσανατολισμό «εργασία πρώτα». Οι πιέσεις να τοποθετηθούν άτομα σε εργασία όσο το δυνατόν γρηγορότερα μπορεί μερικές φορές να αποτρέψουν μερικούς συμβούλους από το να υποστηρίξουν μετανάστες να μπουν σε υψηλότερου επιπέδου εργασίες, μέσω της αναγνώρισης άλλων προσόντων και δεξιοτήτων, και από το να τους ενθαρρύνουν να στηριχτούν στα προσόντα που απέκτησαν στο εξωτερικό.

47

Οι «μαλακές δεξιότητες» είναι ιδιαίτερες δεξιότητες κλειδιά ή πυρήνες που οι εργοδότες επιζητούν για να συμπληρώσουν τις τεχνικές δεξιότητες και την εμπειρία του προσωπικού τους. Συνήθως, περιλαμβάνουν: ομαδική εργασία, επικοινωνιακές δεξιότητες, δυνατότητα επίλυσης προβλημάτων, ηγετικές ικανότητες, δεξιότητες προγραμματισμού και σχεδιασμού και εξυπηρέτησης πελατών.

48

49

Όπως υπογραμμίζεται στην έρευνα IER και IFF (2004).

50

Επίσης, βλ. http://scotlandistheplace.com.

Ένα περαιτέρω όφελος της συμμετοχής πόρων ιδιωτικού τομέα είναι ότι τα «καλά» προγράμματα / πρωτοβουλίες θα προσδιοριστούν και θα ενισχυθούν, επειδή τέτοια χρήματα θα κατευθυνθούν με μια βιώσιμη μορφή μόνο στα καλύτερα προγράμματα.

51

Βιβλιογραφία Anderson B. and Rogaly B. (2005), Forced Labour and Migration to the H.B., TUC, London. Bloch A. (2002) “Refugees’ Opportunities and Barriers in Employment and Training”, DWP Research Report 179, DWP, London. Centre for Research and Analysis of Migration (2005), “Basic Facts on Immigration to the United Kingdom”, CReAM Fact Sheet 1, Centre for Research and Analysis of Migration, University College London.

Διαδρομές στην Απασχόληση για τους Πρόσφυγες

Clarke J. and Salt J. (2003), “Work Permits and Foreign Labour in the H.B.: A Statistical Review”, Labour Market Trends, November 2003, 563-74. Copisarow R. and Barbour A. (2004), Self-employed People in the Informal Economy -Evidence, Implications and Policy Recommendations, Street (H.B.) and Community Links, Birmingham and London. Department for Education and Skills (DfES) (2003), Skills Strategy White Paper: 21st Century Skills, DfES, London. Dumper H. (2002), Missed Opportunities: A Skills Audit of Refugee Women in London from the Teaching, Nursing and Medical Professions, Mayor of London in association with the Refugee Women’s Association, London. Department for Work and Pensions (DWP) (2004), Building on New Deal: Local solutions meeting individual needs, DWP, Sheffield. DWP (2003), Working to Rebuild Lives: A Preliminary Report towards a Refugee Employment Strategy, DWP, Sheffield. DWP (2005), Working to Rebuild Lives: A Refugee Employment Strategy, DWP, Sheffield. European Monitoring Centre on Racism and Xenophobia (EUMC) (2005), Majorities’ Attitudes Towards Minorities: Key Findings from the Eurobarometer and the European Social Survey, EUMC, Vienna. European Refugee Fund (2004), Europe Land of Asylum: Reception and Social Inclusion of Asylum Seekers and Refugees in three European Capital Cities, Rome. Fielding A.J. (1992), “Migration and Social Mobility: South East England as an Escalator Region”, Regional Studies 26,1-15. Greater London Authority (2004), Response by the Mayor of London to Home Office Consultation - Integration Matters: a National Strategy for Refugee Integration, GLA, London. Home Office (2002), Migrants in the H.B.: their Characteristics and Labour Market Outcomes and Impacts, RDS Occasional Paper 82. Home Office (2005), Controlling Our Borders: Making Migration Work for Britain, Home Office, London.

337

338

Home Office (2005), A National Strategy for Refugee Integration, Home Office, London. House of Commons Work and Pensions Committee (2005), Department for Work and Pensions: Delivery of Services to Ethnic Minority Clients, HMSO, London. IER and IFF Research (2004), National Employers Skills Survey 2003: Key Findings, Learning and Skills Council, Coventry. IES (2004), Employing Refugees - Some Organisations’ Experience, IES, Brighton. IPPR (2004), Labour Migration to the H.B.: an ippr FactFile, IPPR, London. Jonker B. (2004), Resource Project Refugees’ Contribution to Europe - Overall Summary, Education Action International RETAS. KPMG (2005), “KPMG Review of English for Speakers of Other Languages (ESOL)”. Report for the Department for Education and Skills Skills for Life Strategy Unit and the Learning and Skills Council. Kyambi S. (2005), Beyond Black and White: Mapping New Immigrant Communities, IPPR, London. Lawrence F. (2005), “How Many Work Illegally in H.B.? It’s Not Easy to Find Out”, The Guardian, 11 January 2005. London Development Agency (2005), Redefining London’s BME-owned Businesses, LDA, London. Mayor of London (2004), Ready for Business: The contribution ofblack businesses to London’s economy, GLA, London. London Development Agency (2004), “Refugees and the London Economy: Maximising the Economic Potential and Impact of London’s Refugee Communities”, Draft Research Report prepared for the LDA by Michael Bell Associates. OECD (2004), Trends in International Migration. OECD, Paris. Pinkerton C., McLaughlan G. and Salt J. (2004), “Sizing the Illegally Resident Population in the H.B.”, Home Office Online Report 58/04.

Διαδρομές στην Απασχόληση για τους Πρόσφυγες

Portes J. and French S. (2005), “The Impact of Free Movement of Workers from Central and Eastern Europe on the H.B. Labour Market: Early Evidence”, DWP Working Paper 18. Ram M., Edwards P. and Jones T. (2002), Employers and Illegal Migrant Workers in the Clothing and Restaurant Sectors, mimeo. Refugee Council (2003), The Refugee Council’s Evidence to the Work and Pensions Select Committee on the Department for Work and Pension’s Services to Ethnic Minorities, Refugee Council, London. Ritchie H., Casebourne J. and Rick J. (2005), “Understanding Workless People and Communities: a Literature Review”, DWP Research Report 255. Corporate Document Services, Leeds. Rogic J. and Feldman P. (2004), Employment Resource Handbook for Refugee Engineers, Education Action International, London. Salt J. (2005), “Types of Migration in Europe”, Paper for the European Population Conference 2005, Strasbourg. Salt J. and Clarke J. (2005), “Migration matters”, Prospect 110, 46-51. Scottish Executive (2004), New Scots: Attracting Fresh Talent to Meet the Challenge of Growth, The Stationery Office, Edinburgh. Small Business Council (2004), Small Businesses in the Informal Economy: Making the transition to the formal economy, Small Business Council, London. Spence L. (2005), Country of Birth and Labour Market Outcomes in London, GLA, London. Strategy Unit (2003), Ethnic Minorities in the Labour Market, Strategy Unit, Cabinet Office, London. Strategy Unit (2004), London Project Report, Strategy Unit, Cabinet Office, London. West London Partnerships on Community Cohesion (2005), West London People: An Introduction to Communities and Faiths, London Borough of Ealing, London. Woodbridge J. (2005), “Sizing the unauthorised (illegal) migrant population in the United Kingdom in 2001”, Home Office Online Report 29/05.

339

340

Κεφάλαιο 5 Τοπικές Ανταποκρίσεις σε ένα Καινούργιο Ζήτημα: Η Ενσωμάτωση των Μεταναστών στην Ισπανία Mary P. Corcoran

Η Ισπανία γίνεται όλο και περισσότερο «η χώρα μετανάστευσης της Ευρώπης» με τα υψηλά ποσοστά μετανάστευσης να συνοδεύονται από μια νέα εθνική στρατηγική ενσωμάτωσης και ένα συνολικό πρόγραμμα νομιμοποίησης. Οι συνεργασίες μεταξύ των ΜΚΟ, των τοπικών αρχών και των δημόσιων υπηρεσιών απασχόλησης έχουν δημιουργήσει αποτελεσματικούς τοπικούς μηχανισμούς ενσωμάτωσης στη Μαδρίτη, τη Βαρκελώνη και τη Λεϊδά (Lleida), οι οποίοι συνοδεύονται από την ανάπτυξη μιας πιο περιεκτικής ιδέας της υπηκοότητας σε ορισμένες περιοχές και οδηγούν στην θεσμοποίηση (mainstreaming) των υπηρεσιών για τους μετανάστες. Στη Λεϊδά, η προοπτική βελτίωσης των συνθηκών απασχόλησης των προσωρινά εργαζομένων στη γεωργία από τις ενώσεις των εργοδοτών είναι επίσης εμφανής. Παρά τον πρόσφατο δυναμισμό, πολλές τοπικές πρωτοβουλίες βιώνουν τα προβλήματα που υπάρχουν όταν κάποιος προσπαθεί να βοηθήσει τους μετανάστες να εισέλθουν στην αγορά εργασίας, η οποία προσφέρει όλο και περισσότερο προσωρινή και επισφαλή εργασία χωρίς πολλές ευκαιρίες εξέλιξης στη σταδιοδρομία τους.

Η Ενσωμάτωση των Μεταναστών στην Ισπανία

Αυτό το κεφάλαιο εξετάζει το ρόλο των τοπικών πρωτοβουλιών που υποστηρίζουν την ενσωμάτωση των μεταναστών στην Ισπανία, μια χώρα που έχει πρόσφατα βιώσει υψηλά ποσοστά μετανάστευσης. Εξετάζει διάφορες περιπτωσιολογικές μελέτες από την επαρχία της Βαρκελώνης, την επαρχία Λεϊδά και την περιφέρεια της Μαδρίτης προκειμένου να σχηματίσει μια αντίληψη των μηχανισμών που υπάρχουν και επιτρέπουν την οικονομική, κοινωνική και πολιτική ενσωμάτωση των μεταναστών, και τους τρόπους με τους οποίους τέτοιες πρωτοβουλίες συνδέονται με τις ευρύτερες δομές διακυβέρνησης και τις πολιτικές οικονομικής ανάπτυξης και ανάπτυξης της απασχόλησης. Η επιλογή των περιοχών αυτών των περιπτωσιολογικών μελετών έχει επιτρέψει να διερευνηθεί ένα ευρύ φάσμα θεμάτων που συμπεριλαμβάνουν: την αποτελεσματικότητα των διαφορετικών επιπέδων διακυβέρνησης, την εμπειρία των μεταναστών σε διαφορετικά είδη αγορών εργασίας, τις διαφορές μεταξύ αστικών και αγροτικών περιοχών σχετικά με τις απαιτήσεις και τις ανάγκες των παρεχομένων υπηρεσιών στους μετανάστες, την απασχόληση, την κατάρτιση, την κοινωνική παροχή και θέματα υπηκοότητας. Ισπανική αγορά εργασίας και το μεταναστευτικό πλαίσιο Κύρια χαρακτηριστικά της αγοράς εργασίας Η πρόσφατη Οικονομική Έρευνα του ΟΟΣΑ στην Ισπανία περιγράφει την οικονομική επίδοση της Ισπανίας ως αξιοπρόσεκτη κατά τη τελευταία δεκαετία. Η διαφορά του βιοτικού επιπέδου με το μέσο όρο της ευρωζώνης έχει μειωθεί από 20% σε λιγότερο από 13% μεταξύ του 1995 και 2003. Η δημοσιονομική εξυγίανση, η πτώση των επιτοκίων λόγω της εισαγωγής του ενιαίου νομίσματος, οι δομικές μεταρρυθμίσεις που έγιναν από τα μέσα της δεκαετίας του 1990 και ένα μεταναστευτικό «κύμα» έχουν δημιουργήσει έναν ουσιαστικό κύκλο αυξανόμενης οικονομικής δραστηριότητας που στηρίζεται στην δημιουργία πολύ καλών θέσεων εργασίας (OECD, 2005a) Παρ’ όλα αυτά, η θετική οικονομική προοπτική της Ισπανίας καμουφλάρει μερικά τρέχοντα ζητήματα αγοράς εργασίας. Τα δομικά χαρακτηριστικά της αγοράς εργασίας παραδοσιακά περιλαμβάνουν χαμηλά επίπεδα συμμετοχής και σχετικά υψηλά επίπεδα ανεργίας, ιδιαίτερα μεταξύ των γυναικών και των νέων (βλ. Πίνακα 5.1.). Το γενικό ποσοστό ανεργίας, αν και μειωμένο, ήταν ακόμα σχετικά υψηλό κατά 9,2% το 2005 (OECD, 2006). Τα ποσοστά συμμετοχής βελτιώνονται, και μεταξύ 1993 και 2003, η απασχόληση των γυναικών αυξήθηκε από 31,5% σε 46,8%, η δεύτερη υψηλότερη αύξηση (μετά από την Ιρλανδία) στις χώρες του ΟΟΣΑ (OECD, 2005b). Εντούτοις, από τη δεκαετία του 1990 η Ισπανία πάσχει από υψηλά ποσοστά προσωρινής απασχόλησης, και υψηλά επίπεδα μιας εκ περιτροπής απασχόλησης. Οι συμβασιούχοι αποτελούν τώρα το ένα τρίτο όλων των υπαλλήλων, εάν συγκριθούν με τον μέσο όρο όλων των χωρών του ΟΟΣΑ 13% (OECD, 2005c).

341

342

Πίνακας 5.1. Ποσοστά απασχόλησης και ανεργίας, 2000-2004

2001

2002

2003

2004

Συνολικό (15-64 ετών)

58,8

59,5

60,7

62,0

Άνδρες (15-64 ετών)

73,8

73,9

74,5

74,9

Γυναίκες (15-64 ετών)

43,8

44,9

46,8

49,0

Νέοι / ες (15-24 ετών)

37,1

36,6

36,8

38,4

Συνολικό (15-64 ετών)

10,5

11,4

11,4

11,0

Άνδρες (15-64 ετών)

19,8

18,6

17,4

17,3

Γυναίκες (15-64 ετών)

15,3

16,4

16,0

15,1

Νέοι / ες (15-24 ετών)

20,8

22,2

22,7

22,0

Ποσοστιαία αναλογία πληθυσμιακής απασχόλησης

Ποσοστό ανεργίας

Πηγή: OECD Employment Outlook 2005.

Η παραγωγική δομή της Ισπανίας κυριαρχείται από τις μικρές επιχειρήσεις των οποίων οι δραστηριότητες υψηλής έντασης εργασίας παραμένουν σημαντικές, και των οποίων το ανταγωνιστικό πλεονέκτημα παραδοσιακά βασίζεται στις χαμηλότερες δαπάνες εργασίας απ’ ότι σε άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης (E.E.). Όπως σε διάφορες άλλες ευρωπαϊκές χώρες, έτσι και στην Ισπανία υπάρχει επίσης μια σημαντική κρυφή, ανώμαλη ή άτυπη οικονομία (παραοικονομία). Πράγματι, η άτυπη αγορά εργασίας είναι ένα χρόνιο πρόβλημα σε μια σειρά τομέων. Οι Schneider και Klinglmair (2004) υπολογίζουν ότι το μέσο μέγεθος της παραοικονομίας στην Ισπανία (που εκφράζεται σε ποσοστό του Α.Ε.Π.) τα έτη 2002-2003 ήταν 22,3%. Κύρια χαρακτηριστικά των μεταναστών στην Ισπανία

Η Ισπανία γρήγορα γίνεται «η» χώρα της μετανάστευσης στην Ευρώπη. Ο ξένος πληθυσμός στην Ισπανία αυξάνεται πολύ γρηγορότερα από ότι συμβαίνει σε άλλα κράτη μέλη της E.E.. Τον Μάρτιο του 2005, ο αριθμός των αλλοδαπών που κατοικούσαν στην Ισπανία ήταν 2.054.453, μια αύξηση κοντά στο 200%, εάν συγκριθεί με τον αριθμό 719.600 του 1999. Η μεγάλης κλίμακας οικονομική αναδόμηση που συνόδεψε την πρόσφατη οικονομική ανάπτυξη της Ισπανίας έχει γίνει πόλος έλξης για τους μετανάστες, επειδή έχει οδηγήσει στην ταυτόχρονη εμφάνιση υψηλόμισθων επαγγελματικών θυλάκων στα μητροπολιτικά κέντρα (οι οποίοι χρειάζονται μια σειρά υποστηρικτικών υπηρεσιών) και άτυπων οικονομικών θυλάκων, οι οποίοι στηρίζονται στη φτηνή, ευέλικτη εργασία (Sassen, 1990). Η στρατηγική θέση

Η Ενσωμάτωση των Μεταναστών στην Ισπανία

της Ισπανίας ως γέφυρα μεταξύ Ευρώπης και Αφρικής έχει συμβάλει επίσης στο να είναι μια ιδιαίτερα ελκυστική χώρα για τους μετανάστες τα τελευταία χρόνια (Sole and Parella, 2003), ενώ οι προηγούμενοι αποικιοκρατικοί δεσμοί συνεχίζουν να υποστηρίζουν τη μετανάστευση από τη Λατινική Αμερική σε ένα υψηλότερο ποσοστό απ’ ότι σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Οι Aparicio και Tornos επισημαίνουνε ότι οι «ιστορικοί και πολιτιστικοί δεσμοί με τις προηγούμενες αποικίες και τα προτεκτοράτα έχουν διαδραματίσει έναν σημαντικό ρόλο στην επιλογή της Ισπανίας ως χώρα προορισμού» (Aparicio and Tornos, 2003). Πίνακας 5.2. Μετανάστες με έγκυρες κάρτες ή άδειες παραμονής ανά ήπειρο

31-03-2005

31-12-2004

31-12-2003

Σύνολο αλλοδαπών

2.054.453

1.977.291

1.647.011

Σύνολο μεταναστών1

1.531.086

1.478.416

1.232.694

Σύνολο Ευρωπαίων εκτός Ε.Ε.

177.836

168.900

145.833

Αφρική

511.961

498.507

432.662

Λατινική Αμερική

676.220

649.122

514.485

Βόρεια Αμερική

17.021

16.964

16.163

146.503

142.762

121.455

Ωκεανία

1.211

1.112

1.018

Μη αναφερόμενα αλλού (Μ.α.α.)

1.072

1.049

1.028

Ασία

Μετανάστες που ζητούσαν άδεια εργασίας (δηλ. εκτός Ε.Ε.). Πηγή: Permanent Monitoring centre for Immigration, Secretariat of State for Immigration and Emigration, Ministry of Labour and Social Affairs, 2005. 1

Ο Πίνακας 5.2. περιέχει στοιχεία σχετικά με τον αριθμό αλλοδαπών και μεταναστών στην Ισπανία στις 31 Μαρτίου 2005 ανά ήπειρο προέλευσης. Είναι φανερό ότι η Ισπανία έλκει μετανάστες από όλο τον κόσμο αλλά κυρίως από τη Λατινική Αμερική και την Αφρική. Οι Μαροκινοί αποτελούν τη μεγαλύτερη ενιαία ομάδα μεταναστών στην Ισπανία (396.668) που ακολουθείται από τους κατοίκους του Ισημερινού (229.050), τους Κολομβιανούς (145.656), τους Ρουμάνους (88.940), τους Κινέζους (73.936) και τους Περουβιανούς (73.145). Στο σύνολο, 676.220 μετανάστες ήταν από τη Λατινική Αμερική τον Μάρτιο 2005, κατά προσέγγιση το ένα τρίτο του γενικού πληθυσμού αλλοδαπών. Οι μετανάστες ανά φύλο

Οι γυναίκες αποτελούν σχεδόν το 50% των μεταναστών, αν και αυτή η αναλογία

343

344

διαφέρει στις διαφορετικές εθνοτικές ομάδες. Ο Πίνακας 5.3. περιέχει στοιχεία αναφορικά με τους αλλοδαπούς και τους μετανάστες ανά ομάδα και φύλο μέχρι την 3η Μαρτίου 2005. Το υψηλότερο ποσοστό γυναικών προέρχεται από τη Λατινική Αμερική, που αποτελεί το 54,6% των συνολικών κατοίκων από εκείνη την γεωγραφική περιοχή. Αφρικανοί, ειδικά Βόρειο-Αφρικανοί, έχουν το χαμηλότερο ποσοστό μεταναστριών κατά 34,6% όλων των μεταναστών από εκείνη την ήπειρο. Εντούτοις, οι χώρες που παρέχουν τις περισσότερες μετανάστριες σε απόλυτους αριθμούς είναι το Μαρόκο, που ακολουθείται από τον Ισημερινό, την Κολομβία, και το Περού. Οι χώρες με περισσότερες γυναίκες από άνδρες που κατοικούν στην Ισπανία είναι: η Ταϊλάνδη με τις μετανάστριες να φτάνουν το 81,2%, η Γουατεμάλα το 77,1%, η Κένυα το 73,7% και η Βραζιλία με το 70,5% αντίστοιχα, αν και αυτά τα ποσοστά αποτελούν μόνο ένα πολύ μικρό ποσοστό του συνολικού αριθμού των μεταναστών. Όσον αφορά τις ηλικίες των μεταναστών, οι περισσότεροι είναι άτομα σε εργάσιμη ηλικία. Το 80,9% του συνόλου των μεταναστών είναι μεταξύ 16 και 64 ετών. Υπάρχουν 280.756 άτομα κάτω των 16 ετών, η οποία αποτελεί το 13,6% του συνόλου του μεταναστευτικού πληθυσμού, παρουσιάζοντας ένα σχετικά χαμηλό ποσοστό εξάρτησης. Τα άτομα πάνω από 64 ετών αντιπροσωπεύουν το 5,4% του μεταναστευτικού πληθυσμού, ακριβώς κατά 1,8% πιο πάνω από εκείνα τα ποσοστά του 2003. Πίνακας 5.3. Μετανάστες με έγκυρες κάρτες ή άδειες παραμονής ανά ήπειρο, φύλο και ηλικιακή ομάδα, 31-03-2005 Ήπειρος Σύνολο % Γυναίκες Σύνολο αλλοδαπών

2.054.453

Ηλικία από Ηλικία από 0 μέχρι 15 ετών 16 μέχρι 64 ετών

46,00

280.756

1.662.003

Σύνολο μεταναστών1 1.531.086 Δεν απάντησαν (Δ/Α)

247.735

1.255.708

Σύνολο Ευρωπαίων

177.836

45,21

22.548

154.050

Αφρική

511.961

34,59

110.521

394.505

Λατινική Αμερική

676.220

54,58

90.253

572.654

17.021

48,79

1.157

12.746

146.503

42,14

22.979

120.097

Ωκεανία

1.211

44,63

71

1.004

Μ.α.α.

1.072

31,28

206

652

Βόρεια Αμερική Ασία

1 Μετανάστες που ζητούσαν άδεια εργασίας (δηλ. εκτός Ε.Ε.). Πηγή: Permanent Monitoring centre for Immigration, Secretariat of State for Immigration and Emigration, Ministry of Labour and Social Affairs, 2005.

Η Ενσωμάτωση των Μεταναστών στην Ισπανία

Κατανομή των μεταναστών στην Ισπανία

Ο ξένος πληθυσμός στην Ισπανία κατανέμεται άνισα σε ολόκληρη τη χώρα. Πράγματι, και τα τρία τέταρτα εκείνων που θεωρούνται ως οικονομικοί μετανάστες στην Ισπανία συγκεντρώνονται ακριβώς σε πέντε από τις δεκαεπτά αυτόνομες κοινότητες: στην Καταλονία (22,93%), την Μαδρίτη (20,64%), την Ανδαλουσία (11,70%) τη Βαλένθια (11,56%) και τις Κανάριες Νήσους (6,40%) (βλ. Πίνακα 5.4.). Υπάρχουν υψηλές συγκεντρώσεις μεταναστών σε ορισμένες γειτονιές και στη Βαρκελώνη και στη Μαδρίτη – μεταξύ του 25% και 32%. Αυτό συμβαίνει, εν μέρει, επειδή οι νεοφερμένοι έρχονται συχνά για να βρουν άλλα μέλη οικογενείας, τα οποία ήδη έχουν εγκατασταθεί στα συγκεκριμένα αστικά κέντρα. Οι Λατινοαμερικάνικες και Κινεζικές εθνοτικές ομάδες είναι πλέον πιθανόν να χρησιμοποιούν αυτά τα οικογενειακά / κοινωνικά δίκτυα, τουλάχιστον κατά πρώτο λόγο, για να έχουν πρόσβαση στην εργασία και τη στέγαση. Επίσης, οι μετανάστες μπορεί να επιλέγουν να κατοικήσουν σε περιοχές με τα υψηλότερα ποσοστά απασχόλησης και εκεί όπου μπορούν να έχουν περισσότερες ευκαιρίες απασχόλησης, συμπεριλαμβανομένης της άτυπης εργασίας. Φαίνεται ότι οι μετανάστες από την Αφρική και τη Λατινική Αμερική έχουν υψηλότερα ποσοστά απασχόλησης και περισσότερες πιθανότητες άτυπης απασχόλησης και αυτοαπασχόλησης από τους ίδιους τους Ισπανούς (Amuedo-Dorantes and de la Rica, 2005). Γενικά, υπάρχουν χαμηλά ποσοστά κινητικότητας μεταξύ του ενεργού πληθυσμού στην Ισπανία και σημαντικές περιφερειακές διαφορές στους δείκτες-κλειδιά στην αγορά εργασίας. Η ανάλυση των στοιχείων από την Έρευνα Ισπανικού Εργατικού Δυναμικού (Spanish Labour Force Survey) δείχνει ότι οι μεταναστευτικές ροές φαίνεται να συμβάλλουν στη μείωση περιφερειακών ανισοτήτων του ποσοστού ανεργίας, και έτσι τέτοιες ροές μπορούν να θεωρηθούν ότι έχουν θετικό αντίκτυπο στην κοινωνικοοικονομική συνοχή (Amuedo-Dorantes and de la Rica, 2005). Εντούτοις, οι Aparicio και Tornos επισημαίνουν ότι αυτή την περίοδο ο μεταναστευτικός πληθυσμός γίνεται πιο ετερογενής και διάχυτος στην Ισπανία. Υπάρχει πρόσφατη μετατόπιση όχι μόνο στη σύνθεση του μεταναστευτικού πληθυσμού αλλά και στο πρότυπο εγκατάστασης: «αν και ακόμα το μεγαλύτερο μέρος (του μεταναστευτικού πληθυσμού) συγκεντρώνεται σε μερικές αυτόνομες κοινότητες και στις μεγάλες αστικές περιοχές, οι μετανάστες βρίσκονται όλο και περισσότερο σε σημαντικούς αριθμούς σε διάφορα μέρη της χώρας» (Aparicio and Tornos, 2003).

345

346

Κοινωνικοοικονομικά χαρακτηριστικά των μεταναστών της Ισπανίας

Γενικά, οι μετανάστες έχουν υψηλότερα ποσοστά συμμετοχής στην εργασία από ότι οι Ισπανοί (76,9% αν συγκριθεί με το 66,7% του 2003) (OECD, 2005a). Εντούτοις, το ποσοστό ανεργίας των μεταναστών είναι υψηλότερο από εκείνο του γηγενούς πληθυσμού (14,8% σε αντιδιαστολή με το 11,0%) και το ποσοστό μεταξύ των αλλοδαπών γυναικών είναι ιδιαίτερα υψηλό (18,2% το 2003). Οι μετανάστες είναι πιθανότερο να εργαστούν σε συγκεκριμένους τομείς της οικονομίας, ειδικότερα στα κατασκευαστικά έργα, τη γεωργία, σε ξενοδοχεία και ως υπηρετικό προσωπικό. Το ποσοστό των εργαζομένων που εργάζεται ως υπηρετικό προσωπικό είναι ιδιαίτερα υψηλό: το 2002-3 περίπου το 16,4% των αλλοδαπών εργαζομένων στην Ισπανία απασχολήθηκαν στις «οικιακές υπηρεσίες»το υψηλότερο ποσοστό των υπό εξέταση χωρών του ΟΟΣΑ (OECD, 2005b). Πίνακας 5.4. Αριθμός μεταναστών με άδεια παραμονής σε αυτόνομες κοινότητες και επαρχίες, 31-03-2005 Αυτόνομη κοινότητα επαρχία Ανδαλουσία Αραγονία Αστούριας Βαλεαρίδες Νήσοι Κανάριες Νήσοι Κανταβρία Καστίλλη-Λα Μάντσα Καστίλλη και Λεόν Καταλονία Βαλένθια Εξτρεμαδούρα Γαλικία Μαδρίτη Μούρθια Ναβάρρα Χώρα των Βάσκων Λα Ριόχια Θέουτα Μελίγια Μ.α.α. Σύνολο

Σύνολο μεταναστών με άδεια παραμονής 240.475 57.865 17.422 95.565 131.566 14.540 54.455 59.824 470.991 237.679 19.643 45.224 424.045 94.216 25.783 39.309 16.226 2.430 4.052 3.143 2.054.453

% του μεταναστευτικού πληθυσμού 11,70 2,81 0,84 4,65 6,40 0,70 2,65 2,91 22,93 11,56 0,95 2,20 20,64 3,12 1,25 1,91 0,78 0,11 0,19 0,15 100,00

Πηγή: Permanent Monitoring centre for Immigration, Secretariat of State for Immigration and Emigration, Ministry of Labour and Social Affairs, 2005.

Η Ενσωμάτωση των Μεταναστών στην Ισπανία

Το μεταναστευτικό εργατικό δυναμικό χωρίζεται ανά φύλο, με τους άνδρες να απασχολούνται κυρίως στη γεωργία και τα κατασκευαστικά έργα, ενώ οι γυναίκες απασχολούνται στην οικιακή οικονομία, τα ξενοδοχεία και στον τομέα τροφοδοσίας (CES, 2004). Στο πλαίσιο αυτών των τομέων οι μετανάστες διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο να χρησιμοποιούνται σε εργασίες που είναι λιγότερο ελκυστικές για τους Ισπανούς, δηλ. σε εργασίες που είναι βρώμικες, θορυβώδεις, επικίνδυνες και μερικές φορές πραγματοποιούνται σε επικίνδυνα περιβάλλοντα.1 Περαιτέρω, οι αλλοδαποί είναι πιθανότερο να χρησιμοποιηθούν στις προσωρινές εργασίες: η διαφορά μεταξύ των γηγενών Ισπανών και αλλοδαπών σε σχέση με την πιθανότητα να διατηρήσουν μια προσωρινή εργασία είναι ιδιαίτερα υψηλή στην Ισπανία, την Πορτογαλία και στη Φινλανδία, χώρες που έχουν γενικώς υψηλά ποσοστά προσωρινής απασχόλησης (OECD, 2005b). Το επίπεδο εκπαιδευτικής επίδοσης των μεταναστών είναι παρόμοιο με εκείνο των Ισπανών, και ακόμα πιο υψηλό μεταξύ των υπηκόων μερικών χωρών, με εξαίρεση τους αλλοδαπούς που κατάγονται από την Αφρική. Πράγματι, οι Sole και Parella δείχνουν ότι οι αλλοδαποί εργαζόμενοι είναι γενικά υπέρπροσοντούχοι για τις εργασίες που διασφαλίζουν στην Ισπανία. Αυτό είναι ειδικά ένα πρόβλημα που επηρεάζει τους εκτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης μετανάστες και ιδιαίτερα τις γυναίκες (Sole and Parella, 2003). Παράνομη μετανάστευση ή λαθρομετανάστευση

Παραδοσιακά, η σχετικά μεγάλη άτυπη αγορά εργασίας στην Ισπανία προσελκύει έναν σημαντικό αριθμό λαθρομεταναστών. Υπάρχει έλλειψη στοιχείων όσον αφορά τον πραγματικό αριθμό παράνομων μεταναστών στην Ισπανία, οι οποίοι μπορεί να είναι στη χώρα για μικρές χρονικές περιόδους (παραδείγματος χάριν, στον γεωργικό και κατασκευαστικό τομέα, καθώς και στο νοτιοανατολικό σημείο της χώρας και στις αστικές περιοχές της Μαδρίτης και της Βαρκελώνης). Δεν υπάρχουν όμως ούτε στοιχεία σχετικά με την πορεία των έννομων κατόχων αδειών που μπορεί με την πάροδο του χρόνου να μετακινηθούν από την τυπική οικονομία στην άτυπη ή αντίστροφα. Παρ’ όλα αυτά, η Δημόσια Υπηρεσία Απασχόλησης, INEM,i προτείνει ότι μπορεί να προσεγγίσει τον αριθμό των λαθρομεταναστών βρίσκοντας τη διαφορά

i INEM είναι η σύντμηση του Instituto National de Empleo, δηλ. του Εθνικού Ινστιτούτου Απασχόλησης. Από δω και στο εξής, θα αναφέρεται ως INEM (Σ.τ.Μ.).

347

348

μεταξύ του αριθμού των εγγραμμένων μεταναστών και των έγκυρων αδειών παραμονής σε δεδομένη ημερομηνία. Χρησιμοποιώντας αυτόν τον τύπο, ο αριθμός μεταναστών που είχαν εγγραφεί μέχρι την 1η Ιανουαρίου 2004 στα Ισπανικά Δημαρχεία ήταν 2.442.211, ενώ ο αριθμός των έγκυρων αδειών παραμονής μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2003 για τους αλλοδαπούς από κράτη εκτός ευρωζώνης ήταν 1.240.812.2 Επομένως, αφαιρώντας τον αριθμό έγκυρων αδειών παραμονής από τον αριθμό των αποτελεσμάτων των καταχωρημένων κατοίκων, οι λαθρομετανάστες έφταναν κατά προσέγγιση τους 1.201.399. Λαμβάνοντας υπόψη ότι υπάρχει περίπτωση λάθους στους αριθμούς του δημοτικού καταλόγου (Padrón) - ιδιαίτερα εξαιτίας των διπλοεγγραφών ή των καθυστερήσεων στην διαγραφή των ονομάτων εκείνων των μεταναστών που δεν κατοικούν πλέον σε μια Ισπανική πόλη και που ίσως να έχουν φύγει και από την Ισπανία, και σύμφωνα με τις δηλώσεις του Προέδρου του Εθνικού Ιδρύματος Στατιστικής, 150.000 άτομα πρέπει να αφαιρεθούν από αυτόν τον αριθμό. Κατά γενική ομολογία, αυτός ο υπολογισμός δίνει τον ενδεικτικό αριθμό του ενός εκατομμυρίου λαθρομεταναστών. Ένας μεγάλος αριθμός λαθρομεταναστών θα ωφεληθεί από το πρόγραμμα αμνηστίας που θα τεθεί σε λειτουργία μεταξύ Φεβρουαρίου και Μαΐου το 2005. Στάσεις απέναντι στη μετανάστευση

Η πρόσφατη άνοδος της πρόσφατης μετανάστευσης, το γεγονός ότι οι περισσότεροι μετανάστες προέρχονται εκτός Ευρώπης, και η συγκέντρωση των μεταναστών σε έναν μικρό αριθμό γεωγραφικών περιοχών έχουν όλα συμβάλει σε υψηλότερη διαφάνεια και, ως εκ τούτου, στον αυξανόμενο δημόσιο προβληματισμό για τον πιθανό αντίκτυπο της μετανάστευσης στην Ισπανία. Εκφάνσεις τέτοιων προβληματισμών υπάρχουν περιοδικά ως ρατσιστικά και ξενόφοβα γεγονότα. Παραδείγματος χάριν, τον Φεβρουάριο 2000 μια ομάδα κατοίκων επιτέθηκε σε παράνομους Μαροκινούς μετανάστες στη Εl Εgido της Αλμερία. Κατ’ εκτίμηση 10.000 από τους 45.000 κατοίκους στην Εl Εgido ήταν αλλοδαποί εργαζόμενοι, πολλοί εκ των οποίων ζουν σε τρώγλες (OECD, 2004). Η επίθεση αυτή αποκάλυψε τη λαθραία αγορά λαθρομεταναστών εργαζομένων, και την εκμετάλλευση και τις άθλιες συνθήκες εργασίας στις οποίες υπόκειντο οι εργαζόμενοι. Τον Αύγουστο 2000, ρίχτηκαν βόμβες Μολότοφ σε έναν ξενώνα μεταναστών στην πόλη Λόρκα της Μούρθια. Αρκετοί λαθρομετανάστες εργαζόμενοι, συνήθως από τον Ισημερινό, χρησιμοποιούνταν σε γεωργικές εργασίες στην περιοχή (Zapata-Barrero, 2003). Μια έκθεση που δημοσιεύθηκε

Η Ενσωμάτωση των Μεταναστών στην Ισπανία

από το Κέντρο Ευρωπαϊκού Παρατηρητηρίου Φαινομένων Ρατσισμού και Ξενοφοβίας (EUMC: European Monitoring Centre on Racism and Xenophobia) κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η φυλετική και ξενόφοβη βία συνεχίζει να αυξάνεται στην Ισπανία σχεδόν με τους ίδιους ρυθμούς που αυξάνεται και η μετανάστευση (EUMC, 2004). Τα στοιχεία της εθνικής κοινής γνώμης δείχνουν επίσης μια αύξηση προβληματισμού σχετικά με το «πρόβλημα μετανάστευσης» των τελευταίων χρόνων. Ο Zapata-Barrero υποστηρίζει ότι, κατά γενική ομολογία, οι δημόσιες αντιλήψεις αργούν να φτάσουν την κοινωνική αλλαγή (με αξιοσημείωτη εξαίρεση εκείνη των εργοδοτών) (Zapata-Barrero, 2003). Το 2002, το 43,4% των ερωτηθέντων σε μια εθνική έρευνα δήλωσε ότι ο ισπανικός πληθυσμός ήταν αρκετά ανεκτικός προς τους αλλοδαπούς, ενώ το 10,1% δήλωσε ότι δεν ήταν καθόλου ανεκτικός. Οι εκπρόσωποι των ομάδων των μεταναστών και των φορέων παροχής υπηρεσιών εκφράζουν επίσης την ανησυχία τους για τις προκατειλημμένες αντιλήψεις και τη μεροληπτική μεταχείριση των μεταναστών, ιδιαίτερα των γυναικών σε επισφαλή απασχόληση. Η έρευνα που διεξήχθη από τους Sole και Parella (2003) διαπίστωσε ότι, ιδιαίτερα, οι εκτός της Ε.Ε. μετανάστες στην Ισπανία γίνονται αποδέκτες μεροληψίας έναντι των γηγενών εργαζομένων, σε σχέση όχι μόνο στην πρόσβαση εργασίας αλλά και στις συνθήκες εργασίας, ανεξάρτητα της εκπαίδευσής τους, των προσόντων τους ή της προγενέστερης επαγγελματικής τους εμπειρίας (Sole and Parella, 2003). Πρέπει να τονιστεί ότι αρνητικές τοποθετήσεις έχουν προκύψει μόνο σχετικά πρόσφατα, ίσως επειδή τα μεταβαλλόμενα πρότυπα μετανάστευσης φέρνουν έναν αυξανόμενο ανταγωνισμό με τους γηγενείς εργαζομένους (Sole and Parella, 2003), και επειδή το θέμα έχει διογκωθεί από τα ισπανικά ΜΜΕ που δείχνουν συγκινητικές εικόνες και διηγούνται ιστορίες για το θέμα της μετανάστευσης στον ισπανικό πληθυσμό (Sole and Parella, 2003). Πρέπει επίσης να αναγνωριστεί ότι η νέα ισπανική κυβέρνηση που ανέλαβε καθήκοντα το 2004 έχει προσπαθήσει να μεταθέσει τους όρους του δημόσιου διαλόγου σχετικά με τη μετανάστευση από εκείνον που βασίζεται στον φόβο σε έναν που βασίζεται στην αποδοχή και τον αμοιβαίο σεβασμό.

349

350

Πλαίσιο διακυβέρνησης Αλλαγές στην Εθνική Μεταναστευτική Πολιτική

Η αλλαγή στην Ισπανία (όπως στην Ιταλία, την Πορτογαλία και την Ιρλανδία) από χώρα που χαρακτηρίζεται από υψηλά επίπεδα αποδημίας σε μια χώρα μετανάστευσης σημαδεύτηκε από μια αλλαγή στην πολιτική προσέγγιση, ιδιαίτερα μετά από την αλλαγή κυβέρνησης στην Ισπανία το 2004. Αυτή η περίοδος χαρακτηρίζεται «από μια διαδικασία καθορισμού ενός θεσμικού πλαισίου για τη διαχείριση του θέματος της μετανάστευσης» (Zapata-Barrero, 2003) και μπορεί να λεχθεί ότι το γενικό ρυθμιστικό περιβάλλον βρίσκεται σε έκρυθμη κατάσταση. Ιδιαίτερα από το 2004, υπάρχει ένας χαρακτηριστικός επαναπροσανατολισμός της μετανάστευσης που απομακρύνεται από τους περιορισμούς και την πρόληψη και κατευθύνεται προς τη νομιμοποίηση και την ενσωμάτωση του μεταναστευτικού πληθυσμού. Σε εθνικό πολιτικό επίπεδο, αυτό αντικατοπτρίζει ένα μεγαλύτερο άνοιγμα (της κοινής γνώμης) στην πιθανότητα ότι το μεταναστευτικό πλεόνασμα ίσως να ωφελεί περισσότερο παρά να κοστίζει στην κοινωνία υποδοχής. Μια από τις σημαντικότερες θεσμικές αλλαγές είναι η επανατοποθέτηση των Υποθέσεων Μετανάστευσης από το Υπουργείο Εσωτερικών στο Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, μαζί με τη δημιουργία της Γραμματείας για τη Μετανάστευση και την Αποδημία και της νέας Γενικής Διεύθυνσης μέσα στο Υπουργείο Ενσωμάτωσης Μεταναστών. Σύμφωνα με επιτελικούς κυβερνητικούς υπαλλήλους, αυτό δημιουργεί μια άμεση σύνδεση μεταξύ της μετανάστευσης και της ενσωμάτωσης των μεταναστών στην αγορά εργασίας. Τα προηγούμενα χρόνια, το ζήτημα σχετιζόταν κατά ένα μεγάλο μέρος με την αστυνόμευση, την άσκηση πίεσης από τις αρχές ανεξάρτητα εάν οι μετανάστες εργαζόμενοι ή απορριφθέντες ασύλου μετακινιόντουσαν υπογείως, δηλ. (μετα)κινιόντουσαν στους άτυπους οικονομικούς τομείς. Σήμερα, δίνεται νέα έμφαση στην κάλυψη των κενών απασχόλησης στην ισπανική οικονομία, μαζί με την υποστήριξη της κοινωνικής ενσωμάτωσης μειονεκτούντων ατόμων. Συγχρόνως, η κυβέρνηση αγωνίζεται ενάντια στην «παραοικονομία» ή την «οικονομία σκιών» (“shadow economies”) που προσελκύει και απορροφά τους παράνομους μετανάστες, ή που ωθεί τους κανονικούς μετανάστες στην παρανομία. Ένα βασικό στοιχείο-κλειδί αυτής της προσέγγισης είναι το πρόγραμμα μεγάλης κλίμακας νομιμοποίησης μεταναστών εργαζομένων στην άτυπη αγορά εργασίας που τελείωσε τον Μάιο 2005. Τον Μάιο 2005, ο αριθμός αιτήσεων

Η Ενσωμάτωση των Μεταναστών στην Ισπανία

για νομιμοποίηση που κατατέθηκαν ήταν 690.679 (λίγο πιο κάτω από την κυβερνητική εκτίμηση των 800.000 παράνομων μεταναστών, εν μέρει επειδή η νομιμοποίηση ισχύει μόνο για εκείνους που έχουν απασχόληση). Από εκείνους, το 73% (504.786) είχε υποβληθεί σε στατιστική επεξεργασία μέχρι τον Ιούλιο 2005. Αμέσως μετά την περάτωση της περιόδου εγγραφών τον Μάιο 2005, η κυβέρνηση ανήγγειλε ότι θα διενεργούνταν 500.000 επιθεωρήσεις για την εξάλειψη της παράνομης εργασίας μέχρι τον Δεκέμβριο 2005. Για την επιθεώρηση, η κυβέρνηση έχει προγραμματίσει την συμμετοχή 1.700 ανώτερων υπαλλήλων του Υπουργείου Εργασίας και έχει αυξήσει τους διαθέσιμους πόρους για αυτή την επιθεώρηση της τάξεως του 11%. Θα επιβληθούν πρόστιμα στους εργοδότες που εμμένουν στην πρόσληψη εργαζομένων που δεν έχουν τα κατάλληλα έγγραφα εργασίας. Το βάρος πέφτει στον εργοδότη να αποδείξει ότι συμμορφώνεται, ενώ ο μετανάστης εργαζόμενος θα προστατευθεί εάν προσληφθεί παράνομα. Η διαδικασία νομιμοποίησης απαιτεί επίσης οι μετανάστες να εγγράφονται στο ισπανικό σύστημα κοινωνικής ασφάλισης. Αυτό έχει συμβεί στο 97% των περιπτώσεων στις οποίες έχει χορηγηθεί είτε άδεια παραμονής είτε άδεια εργασίας και διασφαλίζει ότι οι μετανάστες θα πληρώνουν φόρους και θα συμβάλλουν στο κοινωνικό σύστημα και το σύστημα πρόνοιας.3 Την ευθύνη της διαδικασίας της νομιμοποίησης την ανέλαβαν οι δήμοι και οι τοπικές δημοτικές αρχές όλης της Ισπανίας. Είναι δε φανερή η αλλαγή στην μεταναστευτική πολιτική σε όλα τα επίπεδα της ισπανικής κοινωνίας. Σε εθνικό και περιφερειακό επίπεδο, οι δήμαρχοι, οι υπάλληλοι των συμβουλίων, οι δημόσιοι υπάλληλοι, οι συνδικαλιστές και τα μέλη των ΜΚΟ υποστηρίζουν σθεναρά το πρόγραμμα αυτό της νομιμοποίησης. Εντούτοις η τελική επιτυχία του προγράμματος θα εξαρτηθεί από διάφορους παράγοντες, ειδικά από το γεγονός ότι οι λαθρομετανάστες που νομιμοποιούνται με αυτή την διαδικασία θα λάβουν άδεια παραμονής για ένα έτος. Υπάρχει κίνδυνος μερικοί μετανάστες να γίνουν πάλι παράνομοι μετά από εκείνη την περίοδο, εάν δεν μπορέσουν να διατηρήσουν την απασχόλησή τους. Εκτός από τη νομιμοποίηση των λαθρομεταναστών, υπάρχουν διάφορες πολιτικές πρωτοβουλίες που συνδέουν εθνικά, περιφερειακά και τοπικά επίπεδα με στόχο να ενσωματώσουν τους μετανάστες όχι μόνο στο εργατικό δυναμικό αλλά και στην ισπανική κοινωνία.

351

352

Μια νέα πολιτική για την ενσωμάτωση των μεταναστών στην αγορά εργασίας

Ένα καινούργιο Στρατηγικό Σχέδιο για τους Πολίτες και την Ενσωμάτωση (200609) έχει αναπτυχθεί από τον Υπουργό Εσωτερικών για τη Μετανάστευση και την Αποδημία μέσω της Γενικής Διεύθυνσης για την Ενσωμάτωση των Μεταναστών, το οποίο επικεντρώνει την προσοχή του σε δώδεκα διαφορετικούς τομείς παρέμβασης (πρόσφυγες, εκπαίδευση, απασχόληση, στέγαση, κοινωνικές υπηρεσίες, υγεία, νήπια και νεολαία, ίσες ευκαιρίες, γυναίκες, συμμετοχή, ευαισθησία και συν-ανάπτυξη). Υπάρχει μια δέσμευση να αναπτυχθούν οδηγίες για την ενσωμάτωση, βασικό στοιχείο-κλειδί της οποίας είναι η διευκόλυνση της μετάβασης στην απασχόληση μέσω μιας σειράς παρεμβάσεων. Για να προετοιμάσει αυτόν τον σχεδιασμό, η ισπανική κυβέρνηση ανέλαβε ευρείες διαβουλεύσεις μέσω ενός συνεταιριστικού πλαισίου που περιλαμβάνει τις περιοχές, τους δήμους, τους ακαδημαϊκούς και τις αρμόδιες οργανώσεις για την μεταναστευτική πρόνοια. Ο σχεδιασμός περιλαμβάνει τη διάταξη οδηγιών για την ενίσχυση των δημόσιων υπηρεσιών, όπως η παροχή στέγασης, και η κατάρτιση των επαγγελματιών στις διαπολιτισμικές δεξιότητες. Έμφαση δίνεται στην ενσωμάτωση παρά στην παροχή πρόσθετων υπηρεσιών. Ο σχεδιασμός συνοδεύεται από ένα νέο Πλαίσιο Συνεργασίας για τη «διαχείριση του ταμείου υποστήριξης για τους πρόσφυγες και την ενσωμάτωση των μεταναστών, καθώς επίσης και για την εκπαιδευτική ενίσχυσή τους». Αυτό το πλαίσιο δημιουργήθηκε το 2005 μέσω του εθνικού προϋπολογισμού, ως εργαλείο για την καθιέρωση ενός προτύπου συνεργασίας μεταξύ της γενικής διοίκησης του κράτους, των αυτόνομων κοινοτήτων και των τοπικών συμβουλίων, με σκοπό την προαγωγή και την ενίσχυση των δημόσιων πολιτικών σε αυτούς τους τομείς και, συνεπώς, την ενίσχυση της κοινωνικής συνοχής. Το 2005, εγκρίθηκε ένα κονδύλι 120 εκατομμυρίων ευρώ, το οποίο ακολούθησε ένα άλλο κονδύλι 180 εκατομμυρίων ευρώ το 2006, εκ των οποίων το 50% πήγε στους πρόσφυγες και την ενσωμάτωσή τους, και το άλλο 50% για την εκπαιδευτική ενίσχυσή τους Το 2006, η Καταλονία έλαβε περίπου 40,9 εκατομμύρια ευρώ (22,45%) και η Ανδαλουσία περίπου 20,5 εκατομμύρια ευρώ (11,27%). Ως μέρος του σχεδιασμού και του πλαισίου υπάρχει μια νέα δικαιοδοσία για το που χορηγούνται τα προγράμματα ενσωμάτωσης σε τοπικό και περιφερειακό επίπεδο. Το 2005, το 50% της συνολικής κατανομής της χρηματοδότησης στις αυτόνομες κοινότητες χρειάστηκε να πάει σε προγράμματα που δημιουργήθηκαν και παραδόθηκαν τοπικά, ενώ το 2006 το ποσοστό ήταν 40%. Η πολιτική θέληση πίσω από αυτήν την πρωτοβουλία και η θέληση της

Η Ενσωμάτωση των Μεταναστών στην Ισπανία

κεντρικής κυβέρνησης να διαθέτει χρηματοδοτήσεις στους τοπικούς φορείς παροχής υπηρεσιών έδωσε την ευκαιρία σε αυτούς τους φορείς να διεξάγουν πιλοτικά προγράμματα και να δοκιμάζουν πειραματικά προγράμματα. Με άλλα λόγια, είναι πιθανό να επεκταθεί ο πολιτισμός της καινοτομίας ο οποίος ήδη βρίσκεται στην πρώτη γραμμή της παροχής υπηρεσιών. Τα πειραματικά προγράμματα που φαίνεται ότι πάνε καλά μπορούν να ενταχθούν με επιτυχία στην κοινωνία ή να παραδοθούν σε μια ευρύτερη και πιο συστηματική βάση. Μια βασική προτεραιότητα της νέας στρατηγικής ενσωμάτωσης είναι να προσδιοριστούν οι απαιτήσεις δεξιοτήτων, και να επιταχυνθεί η διαδικασία της εισαγωγής κατάλληλων εργαζομένων που να μπορούν να ικανοποιήσουν αυτές τις απαιτήσεις στη χώρα. Ένας μηχανισμός για να γίνει αυτό είναι να βελτιωθεί η διαδικασία με την οποία οι εργοδότες μπορούν να καθορίσουν ότι δεν υπάρχει κανένας Ισπανός υπήκοος διαθέσιμος για να κάνει αυτή τη συγκεκριμένη εργασία και επομένως πρέπει να προσληφθεί άμεσα από το εξωτερικό. Πιο συγκεκριμένα, η INEM (η Δημόσια Υπηρεσία Απασχόλησης) έχει αναπτύξει μια νέα πρωτοβουλία που περιλαμβάνει την δημιουργία ενός καταλόγου κενών θέσεων (Catálogo de Ocupaciones de Difícil Cobertura)ii. Χρησιμοποιώντας τον νέο κατάλογο, που ενημερώνεται τριμηνιαία, οι εργοδότες μπορούν τώρα άμεσα να προσλάβουν μετανάστες για να συμπληρώσουν αυτά τα κενά (δηλ. τις κενές θέσεις εργασίας), χωρίς να χρειάζεται να προκηρύξουν τη θέση για Ισπανούς υποψηφίους (αυτή ήταν η προηγούμενη νομική διαδικασία). Ενώ η εργατική νομοθεσία είναι ευθύνη του κράτους, η διαχείριση της απασχόλησης συντελείται στο επίπεδο των αυτόνομων περιοχών και έτσι τα είδη των εργασιών που τοποθετούνται στον κατάλογο ποικίλλουν από μέρος σε μέρος. Τα περιφερειακά υποκαταστήματα της INEM, που επιβλέπουν τον κατάλογο, αναλαμβάνουν την ευθύνη να διαπιστώνουν εκ των προτέρων εάν μια συγκεκριμένη εργασία μπορεί ή όχι να πληρωθεί νόμιμα από ένα μετανάστη, ενημερώνοντας αυτή την απόφαση σε τριμηνιαία βάση. Ο κατάλογος των ασυμπλήρωτων κενών παρουσιάζει μέχρι σήμερα μια συγκέντρωση χαμηλού επιπέδου επαγγελμάτων, η οποία δεν είναι ίσως απροσδόκητη εάν λάβει κανείς υπόψη του την κατάτμηση του ισπανικού εργατικού δυναμικού και το γεγονός ότι οι Ισπανοί είναι όλο και περισσότερο απρόθυμοι να δεχτούν τις χαμηλόμισθες χαμηλής ειδίκευσης θέσεις. Νομικό πλαίσιο

H πιο πρόσφατη μεταρρύθμιση στον Οργανικό Νόμο 4/2000 - σχετικά με τα

ii

Στην κυριολεξία αυτή η έκφραση σημαίνει «Κατάλογος επαγγελμάτων δύσκολης κάλυψης» (Σ.τ.Μ.).

353

354

δικαιώματα και τις ελευθερίες των αλλοδαπών στην Ισπανία και την κοινωνική ενσωμάτωσή τους4 - εισήγαγε ουσιαστικές αλλαγές στη μετανάστευση και αποτελεί την πρώτη νομοθετική αλλαγή στην μεταναστευτική πολιτική. Οι νέοι κανονισμοί περιλαμβάνουν σημαντικές νέες αλλαγές σχετικά με τις απαιτήσεις και τις περιστάσεις για τη χορήγηση της έγκρισης στέγασης και εργασίας στους αλλοδαπούς στην Ισπανία. Ο στόχος των μεταρρυθμίσεων είναι διπλός. Αφ’ ενός, να επιταχυνθούν οι εγκρίσεις που βασίζονται στις κενές θέσεις εργασίας, δηλ. ότι οι εργοδότες δεν μπορούν να πληρώσουν τις θέσεις εργασίας με τους ήδη υπάρχοντες εργαζομένους (μέσω της ανάπτυξης του καταλόγου επαγγελμάτων δύσκολης κάλυψης [: Catálogo de Ocupaciones de Difícil Cobertura]), και, αφ’ ετέρου, να αυξήσουν τον έλεγχο στη χορήγηση αυτών των εγκρίσεων. Οι νομιμοποιήσεις έχουν αναπτυχθεί, μετά από διαβουλεύσεις, σε ένα πρόσφατα δημιουργημένο σώμα: τη Τριμερή Επιτροπή Εργασίας για την Μετανάστευση (Comisión Laboral Tripartita de Inmigración). Αυτή η Επιτροπή έχει δημιουργηθεί από τους αντιπροσωπευτικότερους σε εθνικό επίπεδο κοινωνικούς εταίρους και την Γραμματεία του Κράτους για τη Μετανάστευση και την Αποδημία. Αυτή η Επιτροπή θα παρέχει έναν μόνιμο δίαυλο για την επίτευξη κοινωνικής συναίνεσης σε θέματα πολιτικών μετανάστευσης. Η είσοδος των νέων μεταναστών στην Ισπανία βασίζεται πρώτιστα στην ανάγκη να πληρωθούν οι θέσεις εργασίας και, εκτός από εξαιρετικές περιστάσεις, οι μετανάστες που θέλουν να εργαστούν θα πρέπει να λάβουν μια βίζα εισόδου από τη χώρα καταγωγής τους που να τους επιτρέπει για να εργαστούν ή να αναζητήσουν εργασία. Βάσει του Οργανικού Νόμου, οι άδειες παραμονής και οι άδειες εργασίας στην Ισπανία είναι ανεξάρτητες η μια από την άλλη, και όλοι οι μετανάστες στην Ισπανία πρέπει να υποβάλουν αίτηση κατά πρώτο λόγο για άδεια παραμονής. Υπάρχουν τρεις τύποι αδειών παραμονής: 1. Για την παραμονή λιγότερο από 90 ημέρες, υπάρχουν οι παραδοσιακές άδειες παραμονής των τουριστών. 2. Οι προσωρινές άδειες παραμονής, για περισσότερο από 90 ημέρες και λιγότερο από πέντε χρόνια, χορηγούνται στα άτομα που μπορούν να στηρίξουν οικονομικά και τους εαυτούς τους και τις οικογένειές τους, ή που έχουν άδεια εργασίας, ή που έχουν ζήσει στην Ισπανία για πέντε έτη. Άδειες παραμονής μπορούν επίσης να χορηγηθούν για ανθρωπιστικούς λόγους. Οι άδειες παραμονής δεν χορηγούνται κανονικά σε αλλοδαπούς που έχουν ποινικό μητρώο. 3. Οι αλλοδαποί που έχουν προσωρινές άδειες παραμονής για τουλάχιστον πέντε συνεχόμενα έτη έχουν δικαίωμα σε μόνιμη άδεια παραμονής.

Η Ενσωμάτωση των Μεταναστών στην Ισπανία

Προκειμένου να συμμετέχουν στην αγορά εργασίας ή οποιαδήποτε επαγγελματική δραστηριότητα, οι αλλοδαποί πάνω από δέκα έξι ετών, πρέπει να έχουν επίσης άδεια εργασίας. Κατά γενική ομολογία, μια άδεια εργασίας αποτελεί την έγκριση για εργασία στην Ισπανία που χορηγείται στους αλλοδαπούς πάνω από δέκα έξι ετών. Η διάρκεια της άδειας εργασίας πρέπει να είναι λιγότερο από πέντε έτη. Οι άδειες εργασίας είναι ανανεώσιμες και γίνονται μόνιμες μετά από πέντε έτη κατοίκησης στη χώρα. Πρέπει να υπάρχουν οι ακόλουθες συγκεκριμένες προϋποθέσεις για να χορηγηθεί μια άδεια εργασίας: • Πρέπει να υπάρχει τεκμηριωμένη έλλειψη προσοντούχου προσωπικού για τη συγκεκριμένη θέση εργασίας. • Αυτή η έλλειψη δεν μπορεί να πληρωθεί από την INEM. Τώρα επίσης, οι ξένοι φοιτητές έχουν τη δυνατότητα να υποβάλουν αίτηση για άδεια εργασίας ή άδεια αυτοαπασχόλησης εάν σπουδάζουν για τρία χρόνια στη χώρα, πράγμα που επιτρέπει στους ιδιαίτερα καταρτισμένους μετανάστες που έχουν εκπαιδευτεί σε ισπανικά ιδρύματα να έχουν πρόσβαση στην ισπανική αγορά εργασίας. Ένας μόνιμος κάτοικος αλλοδαπός έχει το δικαίωμα στην οικογενειακή επανένωση, σύμφωνα με του όρους του Οργανικού Νόμου 8/2000, και οι ρυθμίσεις του 2004 επιδιώκουν να επιταχύνουν τέτοιες διαδικασίες επανένωσης. Οι αλλοδαποί μπορούν να ασκήσουν το δικαίωμά τους στην οικογενειακή επανένωση εάν κατοικούν νόμιμα στην Ισπανία για ένα έτος και έχουν βίζα για τουλάχιστον ένα παραπάνω έτος. Πρέπει να παρουσιάσουν αποδεικτικά στοιχεία επαρκούς στέγασης και ικανοποιητικών πόρων διαβίωσης. Ένας ή μία σύζυγος μπορεί να λάβει άδεια παραμονής εάν βρει εργασία ή έχει αποδεικτικά στοιχεία ότι μπορεί να συντηρήσει τον ή την σύζυγό του ή της για τουλάχιστον δύο έτη. Τα παιδιά μπορούν να λάβουν άδειες παραμονής όταν ενηλικιωθούν ή όταν λάβουν βίζα ή έγκριση για να εργαστούν. Τα μέλη της οικογενείας ενός αλλοδαπού κατοίκου απολαμβάνουν όλων των δικαιωμάτων που ο νόμος χορηγεί στους αλλοδαπούς κατοίκους. Αυτό σημαίνει ότι όλοι οι αλλοδαποί κάτω των δεκαοχτώ ετών έχουν τα ίδια δικαιώματα στην εκπαίδευση με εκείνα των Ισπανών υπηκόων. Οι μόνιμοι κάτοικοι αλλοδαποί έχουν τα ίδια δικαιώματα με τους Ισπανικούς υπηκόους στην προαιρετική εκπαίδευση, και όλοι οι αλλοδαποί κάτοικοι έχουν πρόσβαση στο σύστημα κοινωνικής ασφάλισης, το οποίο (συμ)περιλαμβάνει επιδόματα ανεργίας. Η εγγραφή στο σύστημα κοινωνικής ασφάλισης είναι τώρα προϋπόθεση για την

355

356

ισχύ των αδειών κατοικιών και εργασίας. Όλοι οι αλλοδαποί έχουν δικαίωμα στις ιατρικές υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης, και, ανεξάρτητα του νομικού καθεστώτος τους, έχουν τα ίδια δικαιώματα στην ιατρική περίθαλψη με τους Ισπανούς υπηκόους εφ’ όσον έχουν καταχωρηθεί στο δήμο τους. Ενώ οι βασικές κοινωνικές υπηρεσίες χορηγούνται σε όλους τους μετανάστες, οι κοινωνικές παροχές του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης και της πρόσβασης σε επιδόματα κατοικίας προσφέρονται μόνο στους αλλοδαπούς μόνιμους κατοίκους και όχι στους παράνομους μετανάστες. Τέλος, στην περίπτωση της εργασίας που απαιτεί ειδικά προσόντα, οι αλλοδαποί εργαζόμενοι και οι αλλοδαποί αυτοαπασχολούμενοι πρέπει να έχουν αναγνωρίσει τα προσόντα τους από το Ισπανικό Υπουργείο Παιδείας και Επιστήμης. Πρόσφατα, η κυβέρνηση έχει βάλει έναν νέο στόχο ότι εντός ενός μήνα θα επεξεργαστεί τις νέες αιτήσεις αδειών (παραμονής), και τρεις μήνες για την επανέκδοσή τους. Επιπλέον, το διοικητικό προσωπικό που έχει διοριστεί για να επιταχύνει τη διαδικασία χορήγησης αδειών έχει αυξηθεί κατακόρυφα. Η καθιέρωση του νέου «καταλόγου των ασυμπλήρωτων κενών θέσεων» θα επιταχύνει επίσης τη διαδικασία κατανομής εργασίας και αδειών παραμονής για εκείνους των οποίων οι δεξιότητες είναι σε ζήτηση. Πολιτική ισότητας και η συμμετοχή των συλλόγων των μεταναστών

Το ρυθμιστικό περιβάλλον υποβάλλεται σε μια περαιτέρω αλλαγή με την εισαγωγή της νομοθεσίας ίσων ευκαιριών του 2003 που ευθυγραμμίζεται με την Οδηγία (Ντιρεκτίβα) της Ε.Ε. σε αυτό το θέμα. Πρόσφατη νομοθεσία5 παρέχει ευκαιρία για τη διασφάλιση ότι η αρχή της ίσης μεταχείρισης και μη-διάκρισης λόγω φυλετικής ή εθνικής προέλευσης είναι πραγματική και αποτελεσματική. Οι εργαζόμενοι έχουν τώρα το δικαίωμα να μην γίνονται στόχοι διακρίσεων λόγω φυλετικής ή εθνικής προέλευσης, σεξουαλικού προσανατολισμού, κ.λ.π., και έχουν κάθε νόμιμο δικαίωμα στην προστασία ενάντια του εκφοβισμού στον εργασιακό χώρο. Επίσης, ο νόμος επιτρέπει την ίδρυση ενός οιονεί σώματος, του «Συμβουλίου για την Προώθηση Ίσων Ευκαιριών και Μη-Διάκρισης των Προσώπων λόγω Φυλετικής ή Εθνικής προέλευσής τους» (“Council for the Promotion of Equal Opportunities and the Non Discrimination of Persons due to their Racial or Ethnic origin”) - σύμφωνα με την επιτυχημένη Επιτροπή για τη Φυλετική Ισότητα (Commission for Racial Quality) που λειτουργεί στο Ηνωμένο Βασίλειο (Η.Β.) για αρκετές δεκαετίες. Το συμβούλιο υποβάλλει έκθεση στο Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων και επικεντρώνεται στους τομείς της εκπαίδευσης, απασχόλησης, υγείας, κοινωνικών παροχών και υπηρεσιών, στέγασης, προσχώρησης και συμμετοχής σε συνδικάτα και επιχειρησιακές

Η Ενσωμάτωση των Μεταναστών στην Ισπανία

οργανώσεις, στις συνθήκες εργασίας, στην επαγγελματική ανάπτυξη και στην επαγγελματική και συνεχιζόμενη εκπαίδευση. Οι αρχικές ευθύνες αυτού του Συμβουλίου περιλαμβάνουν την παροχή βοήθειας στα θύματα διακρίσεων κατά την υποβολή των μηνύσεών τους, την πραγματοποίηση μελετών και την έκδοση εκθέσεων καθώς και την προώθηση μέτρων που συμβάλλουν στην εξάλειψη αυτών των διακρίσεων. Υπάρχει όμως προβληματισμός ότι η στενή επαφή του Συμβουλίου με την κεντρική κυβέρνηση μπορεί να σημαίνει ότι το Συμβούλιο δεν έχει πλήρη ανεξαρτησία ή την αυτονομία για να αναλάβει τους στόχους του. Εντούτοις, στόχος είναι η διασφάλιση ότι το Συμβούλιο ενεργεί με όσο το δυνατόν περισσότερη ανεξαρτησία. Πρόκειται να γίνει μια σημαντική εκστρατεία δημόσιας ευαισθητοποίησης για να προωθήσει αυτόν τον νέο οργανισμό σε εθνικό επίπεδο και να του παρέχει μια ανεξάρτητη ταυτότητα. Μια περαιτέρω πτυχή του νέου πολιτικού πλαισίου για την ενσωμάτωση των μεταναστών στην Ισπανία είναι η αυξανόμενη σημασία που δίνεται στους συλλόγους των μεταναστών. Οι σύλλογοι των μεταναστών δεν είναι ιδιαίτερα αναπτυγμένοι στην Ισπανία, ίσως επειδή η κοινωνία πολιτών αυτή καθεαυτή είναι ιστορικά αδύναμη και ανίσχυρη.6 Παρ’ όλα αυτά, η Ισπανική κυβέρνηση έχει δεσμευτεί να αυξήσει την παροχή της υποστήριξης στους συλλόγους των μεταναστών ως μέρος μιας νέας στρατηγικής που στοχεύει στη δημιουργία υποδομών εκ μέρους τέτοιων ομάδων και οργανώσεων. Το Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων υπέγραψε πρόσφατα συμβάσεις με δεκαεπτά συλλόγους μεταναστών και αναμένεται ότι αυτοί οι σύλλογοι θα γίνουν πιο ενεργητικοί στα πλαίσια του νέου Φόρουμ για την Κοινωνική Ενσωμάτωση των Μεταναστών (βλ. Πλαίσιο 5.1.), το οποίο ιδρύθηκε αρχικά το 1995 αλλά ανασυγκροτήθηκε το 2006 με μια ευρύτερη σύνθεση των μελών του και με νέες συμβουλευτικές ευθύνες. Εκτός από τους συλλόγους μεταναστών, το Φόρουμ περιλαμβάνει επίσης διευθυντές και άλλες οργανώσεις που παρέχουν πόρους και υπηρεσίες στους μετανάστες. Το Φόρουμ έχει εξουσιοδοτηθεί να υποβάλει συστάσεις για όλα τα θέματα που αφορούν τους μετανάστες και πρέπει τώρα στο (ισπανικό) κράτος να το συμβουλεύεται για τους κανόνες ή τα γενικά σχέδια δράσης και τις επιπτώσεις τους στην ενσωμάτωση των μεταναστών. Ένα από τα μέτρα που πρόκειται να υποβληθούν στο Φόρουμ είναι το νέο Στρατηγικό Σχέδιο για τους Πολίτες και την Ενσωμάτωση 2006-2009 (new Strategic Plan for Citizens and Integration 2006-2009).7 Συνολικά, υπάρχουν σημαντικές αποδείξεις μιας μετατόπισης προς έναν πιο ολοκληρωμένο προγραμματισμό και μια από κοινού προσέγγιση σε εθνικό επίπεδο στην Ισπανία - ιδιαίτερα, μεταξύ των Υπουργείων που χειρίζονται τα ζητήματα μετανάστευσης, δικαιοσύνης και απασχόλησης.

357

358

Επιπλέον, αναγνωρίζεται ότι μια διατομεακή προσέγγιση μετανάστευσης και ενσωμάτωσης, η οποία θα περιλαμβάνει όλους τους βασικούς πολιτικούς φορείς σε κρατικό, περιφερειακό και τοπικό επίπεδο, αποτελεί πρόοδο για την ισπανική μεταναστευτική πολιτική. Διοικητική αποκέντρωση στο Ισπανικό πλαίσιο

Παρ’ όλα αυτά, πρέπει να δει κανείς τη νέα εθνική προσέγγιση της ενσωμάτωσης στα πλαίσια των αποκεντρωμένων ρυθμίσεων διακυβέρνησης που βρίσκονται σε λειτουργία στην Ισπανία. Από το 1979, η Ισπανία έχει υποστεί μια έντονη περιφερειακή αποκέντρωση, και είναι τώρα μια από πιο αποκεντρωμένες χώρες του ΟΟΣΑ. Η ευθύνη για πολλές εσωτερικές πολιτικές περιοχών έχει μεταβιβαστεί στις 17 αυτόνομες κοινότητες, εκ των οποίων η Μαδρίτη και η Καταλονία είναι δύο παραδείγματα, και δύο αυτόνομες πόλεις της Θέουτα και της Μελίλλα. Οι αυτόνομες κοινότητες λογοδοτούν για το ένα τρίτο των δημόσιων δαπανών και απασχολούν δύο φορές περισσότερους δημόσιους υπαλλήλους απ’ ότι η κεντρική κυβέρνηση (Mosley, 2004). Έχουν αποκλειστική ευθύνη για τα ζητήματα όπως: κυβερνητική δομή, εδαφική οργάνωση, προώθηση της περιφερειακής ανάπτυξης, περιφερειακό προγραμματισμό, πολιτικές για τα αστικά κέντρα, γεωργία, τουρισμό, κοινωνική πρόνοια, υγεία, εκπαίδευση και πολιτισμό. Σε άλλες περιοχές, συμπεριλαμβανομένης της αγοράς εργασίας και της πολιτικής απασχόλησης, οι αυτόνομες κοινότητες επιμερίζονται την εξουσία με την εθνική κυβέρνηση. Σε αυτήν την περίπτωση, το κράτος καθορίζει τις πολιτικές και θεσπίζει νομοθεσία που ενδυναμώνει τους πολίτες, ενώ οι αυτόνομες κοινότητες έχουν ευθύνη για την εφαρμογή αυτής της νομοθεσίας. Οι δημόσιες υπηρεσίες απασχόλησης έχουν ιδιαίτερα αποκεντρωθεί. Ο Νόμος περί Απασχόλησης του 2003 καθόρισε ότι το εθνικό σύστημα απασχόλησης θα περιλαμβάνει τώρα και την INEM (τα αρχικά της Δημόσιας Υπηρεσίας Απασχόλησης στα ισπανικά – η οποία είναι ένας δημόσιος φορέας που βρίσκεται υπό την αρμοδιότητα του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων) και δημόσιες υπηρεσίες απασχόλησης σε κάθε μια από τις αυτόνομες περιοχές. Αν και οι περιφερειακές υπηρεσίες απασχόλησης έχουν έναν βαθμό ευελιξίας και μπορούν να προσαρμόσουν την πολιτική αγοράς εργασίας στις περιφερειακές ανάγκες τους, είναι υποχρεωμένες να ξοδεύουν τις χρηματοδοτήσεις για συγκεκριμένους λόγους και σύμφωνα με τους κρατικούς κανονισμούς, και έχουν περιορισμένες εξουσίες εάν θέλουν να μεταφέρουν χρήματα και κεφάλαια μεταξύ των κονδυλίων του προϋπολογισμού. Ενώ η πολιτική μετανάστευσης αυτή καθ’ εαυτή παραμένει κάτω από συγκεντρωτικό έλεγχο, η διοικητική αποκέντρωση έχει οδηγήσει σε αποκλίσεις με την τοπική και περιφερειακή ιδιότητά της να ενεργεί λόγω της διαφοράς στην πρόσβαση στους πόρους, και λόγω του ότι οι εθνικές πρωτοβουλίες

Η Ενσωμάτωση των Μεταναστών στην Ισπανία

πρέπει να προσαρμοστούν για να εφαρμοστούν, στα πλαίσια της περιφερειακής πολιτικής. Οι Aparicio και Tornos επισημαίνουν ότι η διαθεσιμότητα της διακριτικής ευχέρειας σε περιφερειακό επίπεδο έχει οδηγήσει στην υποστήριξη της ενσωμάτωσης των μεταναστών στις αυτόνομες περιοχές της Καταλονίας, Ανδαλουσίας και της Μαδρίτης, δίνοντας μεγαλύτερη έμφαση σε αυτήν τη συγκεκριμένη πολιτική στις συγκεκριμένες περιοχές από οπουδήποτε αλλού, επειδή αυτές οι περιοχές είναι οι περιοχές όπου εγκαθίστανται οι περισσότεροι μετανάστες συνήθως (Aparicio and Tornos, 2000). Έξω από αυτές τις περιοχές, οι πόροι είναι πιο λίγοι. Σύμφωνα με τον Zapata-Barrero, «στην Ισπανία, οι προσπάθειες που στοχεύουν στην ενσωμάτωση των μεταναστών συντονίζονται σε μεγάλο βαθμό από τους δημοτικούς και περιφερειακούς οργανισμούς. Πολλά από αυτά τα όργανα, εντούτοις, στερούνται τις απαραίτητες χρηματοδοτήσεις και την υποδομή, η οποία καθιστά την πολιτική εφαρμογή δύσκολη» (ZapataBarrero, 2003). Επομένως, ακόμη και όπου υπάρχει ένα συνεπές εθνικό πλαίσιο ή ένα πρότυπο ορθής πρακτικής, το πώς εφαρμόζεται (εάν εφαρμόζεται καθόλου) εξαρτάται αυτήν την περίοδο από τους τοπικούς πόρους και τις συνθήκες. Τοπικές πρωτοβουλίες: Η ανταπόκριση στις προκλήσεις της ενσωμάτωσης Το υπόλοιπο αυτού του κεφαλαίου θα περιγράψει και θα αξιολογήσει τις τοπικές ανταποκρίσεις, τις πρωτοβουλίες και τα προγράμματα με σκοπό να αναδειχθούν τα εμπόδια στην ενσωμάτωση των μεταναστών στην αγορά εργασίας σε τρεις περιοχές της παρούσης περιπτωσιολογικής μελέτης: της Μαδρίτης, της Βαρκελώνης και της Λεϊδά στην Ισπανία, και εστιάζει την προσοχή του στους ρόλους των κύριων εταίρων σε περιφερειακό και τοπικό επίπεδο, πριν να αρχίσει να διερευνά τους κύριους τύπους εργαλείων που χρησιμοποιήθηκαν. Η συμμετοχή των βασικών εταίρων σε περιφερειακά και τοπικά επίπεδα Οι περιοχές μέσου επιπέδου: οι αυτόνομες κοινότητες και επαρχίες

Οι περιφερειακές διοικήσεις της Βαρκελώνης και της Μαδρίτης είναι ιδιαίτερα ενεργητικές στη δημιουργία στρατηγικών προσεγγίσεων ενσωμάτωσης (μεταναστών). Εκμεταλλευμένες την ευελιξία που τους χορηγείται από το αποκεντρωμένο σύστημα, αυτές οι περιοχές έχουν αναπτύξει αποτελεσματικούς διατομεακούς μηχανισμούς υποστήριξης για τους τοπικούς φορείς, επιδιώκουν ευρείες στρατηγικές ενσωμάτωσης, μοιράζονται τις εμπειρίες τους από τις καλύτερες πρακτικές (υποστήριξης) και συντονίζουν την παράδοση του προγράμματος. Το είδος αυτής της διατομεακής, στρατηγικής σκέψης που συμπεριλήφθηκε στο νέο εθνικό σχέδιο για την ενσωμάτωση αντικαθρεπτίζεται επίσης σε αυτό το επίπεδο.

359

360

Πλαίσιο 5.1. Φόρουμ για την Κοινωνική Ενσωμάτωση των Μεταναστών Σύμφωνα με τις διατάξεις του Άρθρου 70 του Οργανικού Νόμου 4/2000 (που τροποποιήθηκε με το Βασιλικό Διάταγμα 3/2006 της 16ης Ιανουαρίου), το Φόρουμ για την Κοινωνική Ενσωμάτωση των Μεταναστών είναι η οντότητα που συμβουλεύει και ενημερώνει την εθνική κυβέρνηση, και, όταν χρειάζεται, τις αυτόνομες περιφερειακές και τοπικές κυβερνήσεις σε θέματα μετανάστευσης. Μερικές από τις λειτουργίες του φόρουμ είναι να: • Συντάσσει προσχέδια προτάσεων και να κάνει συστάσεις για την προώθηση της ενσωμάτωσης των μεταναστών και των προσφύγων στην ισπανική κοινωνία. • Λαμβάνει πληροφορίες για τα προγράμματα και τις δραστηριότητες που εκτελούνται από τις εθνικές, περιφερειακές και τοπικές κυβερνήσεις σε θέματα σχετικά με την κοινωνική ενσωμάτωση των μεταναστών. • Συλλέγει και να διοχετεύει τις προτάσεις που διατυπώνονται από τις κοινωνικές οργανώσεις που είναι ενεργές στο χώρο της μετανάστευσης. Προετοιμάζει μια ετήσια έκθεση. • Συντάσσει αναφορές σχετικά με τις προτάσεις, τα σχέδια και τα προγράμματα που μπορούν να επηρεάσουν την κοινωνική ενσωμάτωση των μεταναστών, όπως απαιτείται από τους εθνικούς κυβερνητικούς οργανισμούς. Τα μέλη του Φόρουμ για την Κοινωνική Ενσωμάτωση των Μεταναστών είναι τα εξής: ο Πρόεδρος, δύο Αντιπρόεδροι που υποδεικνύονται ως μέλη, ο / η Γραμματέας και 30 μέλη με δικαίωμα ψήφου. Τα μέλη είναι: • Δέκα μέλη που εκπροσωπούν τους σχετικούς κυβερνητικούς φορείς. • Δέκα μέλη που εκπροσωπούν τους μετανάστες και τους πρόσφυγες, μέσω των νόμιμα θεσμοθετημένων συλλόγων τους. • Δέκα μέλη που εκπροσωπούν τις κοινωνικές οργανώσεις υποστήριξης, ώστε να συμπεριλαμβάνουν τα πιο αντιπροσωπευτικά εργατικά συνδικάτα και τις οργανώσεις των εργοδοτών που ενδιαφέρονται για το θέμα της μετανάστευσης. Πηγή: Ministry for Employment and Social Affairs, Secretariat of State for Immigration and Emigration.

Η περιφέρεια της Μαδρίτης (CAM),iii για παράδειγμα, είναι στο στάδιο σύνταξης ενός νέου σχεδίου για την ενσωμάτωση των μεταναστών της κοινότητας της Μαδρίτης (2005-08). Στοχεύει να συμβουλευθεί όσο το δυνατόν περισσότερους ειδικούς, και να συμπεριλάβει όσο το δυνατόν περισσότερα άτομα. Όλοι οι βασικοί κοινωνικοί παίκτες συμμετέχουν στις διαβουλεύσεις, συμπεριλαμβανομένων των εμπειρογνωμόνων στην μετανάστευση από τα Πανεπιστήμια της Μαδρίτης - που διαμορφώνουν μια ομάδα τεχνικής υποστήριξης - των εκπροσώπων όλων των προγραμμάτων που προσανατολίζονται προς τους μετανάστες, και των εκπροσώπων των διαφόρων υπουργείων. Το σχέδιο είναι συνυφασμένο iii Το CAM είναι η σύντμηση του Comunidad Autónoma de Madrid, κυρ. Αυτόνομη Κοινότητα της Μαδρίτης. Στο παρόν αγγλικό κείμενο αποδίδεται ως Madrid Community και αναφέρεται ως CAM. Από δω και στο εξής, η αυτόνομη περιφέρεια της Μαδρίτης θα αναφέρεται με τα ισπανικά αρχικά CAM (Σ.τ.Μ.).

Η Ενσωμάτωση των Μεταναστών στην Ισπανία

με την κοινότητα, και στόχος του είναι να φέρει τη θεωρία κοντά στην πράξη χρησιμοποιώντας μια συνεργατική προσέγγιση. Η ευαισθητοποίηση των διαφορετικών τμημάτων του CAM είναι επίσης ένα σημαντικό μέρος της διαδικασίας προγραμματισμού. Η ενσωμάτωση μεταναστών σε τοπικό επίπεδο διενεργείται μέσω ειδικών προγραμμάτων που στοχεύουν στους μετανάστες, τις εθνικές μειονότητες, τις γυναίκες από την Ανατολική Ευρώπη και τις γυναίκες θύματα ενδοοικογενειακής βίας. Ο προϋπολογισμός για αυτήν την εργασία το 2004 ήταν 7,27 εκατομμύρια ευρώ, και αυτή η προσέγγιση έχει πολύ καλά αντανακλαστικά αφού υπάρχει ανατροφοδότηση πρωτοβουλιών. Η Diputació de Barcelona (η επαρχιακή κυβέρνηση)iv έχει επίσης αναλάβει την ευθύνη να υποστηρίξει την ενσωμάτωση των μεταναστών ως μέρος μιας ευρύτερης πολιτικής που στόχος της είναι να φέρει οικονομική ανάπτυξη και να προωθήσει την κοινωνική ενσωμάτωση στην περιοχή, εν μέρει με την υποστήριξη των τοπικών εδαφικών σύμφωνων απασχόλησης και των δικτύων παραγωγικότητας. Η Diputació έχει υιοθετήσει έναν ιδιαίτερα χρήσιμο ρόλο στην υποστήριξη της διανομής της ορθής πρακτικής μεταξύ των τοπικών περιοχών, και της δράσης ως πηγή πληροφοριών στους δήμους. Η επαρχιακή κυβέρνηση αποτελείται από τους εκλεγμένους εκπροσώπους των 311 δήμων, στους οποίους δίνει την τεχνική, οικονομική και νομική υποστήριξη. Περίπου 200 από αυτούς τους δήμους εκτελούν αυτήν την περίοδο κάποια εργασία με τις ομάδες μεταναστών, αν και οι περισσότερες δραστηριότητες λαμβάνουν χώρα σε δήμους όπου υπάρχει συγκέντρωση μεταναστών, όπως στη Ματαρό (Mataro) και την τη Σάντα ντε Γραμενέτ (Santa Coloma de Gramenet). Η Diputació υποστηρίζει την ενσωμάτωση των έργων καλής πρακτικής που έχει εξακριβώσει στους δήμους αυτούς στην τοπική κοινωνία, και ενθαρρύνει άλλους δήμους να προσαρμόσουν τα επιτυχή προγράμματα στις περιοχές τους. Η Diputació είναι επίσης αποτελεσματική στη χρησιμοποίηση εθνικών και ευρωπαϊκών χρηματοδοτήσεων για την υποστήριξη της καθιέρωσης της ορθής πρακτικής και τη συμμετοχής σε αυτήν στην επαρχία. Ένα πρόγραμμα, το οποίο υποστηρίζεται από την INEM (βλ. Πλαίσιο 5.2.), στοχεύει να εισάγει ομάδες που είναι δύσκολο να τοποθετηθούν στην αγορά εργασίας (συμπεριλαμβανομένων και των μεταναστών) και έχει παραδοθεί σε 14 διαφορετικούς δήμους. Μέρος της λογικής αυτού του προγράμματος ήταν η ανάπτυξη ενός προγράμματος που είχε τη δυνατότητα να ενεργήσει ως πρότυπο ορθής πρακτικής για άλλες τοπικές οντότητες στην επαρχία. Μεταξύ του 2002 και 2004, κάθε δήμος εκμεταλλεύτηκε

iv Όπως αυτή η επαρχιακή κυβέρνηση αναφέρεται ως Diputació στο πρωτότυπο κείμενο, έτσι και στη μετάφραση θα αναφέρεται ως Diputació (Σ.τ.Μ.).

361

362

μια κοινή μεθοδολογία κατάρτισης και προσάρμοσε αυτό το πρόγραμμα στις ανάγκες της ομάδας των πελατών που επιθυμούσαν να δώσουν προτεραιότητα. Οι φορείς παροχής υπηρεσιών υιοθέτησαν μια ιδιαίτερα στοχαστική μέθοδο στην αξιολόγηση και την αξιολόγηση της παροχής υπηρεσιών χρησιμοποιώντας την ως ευκαιρία να απεικονίσουν και να στοχαστούν τους τρόπους με τους οποίους η μεθοδολογία προγράμματος θα μπορούσε να βελτιωθεί. Ένα δεύτερο πρόγραμμα, το οποίο χρηματοδοτείται από το πρόγραμμα EQUAL της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ονομάζεται ELIONOR, επικεντρώνεται στην παραγωγή μεθοδολογικών οδηγιών για να βοηθήσει τους δήμους να βελτιώσουν την παραγωγικότητα των γυναικών, των μεταναστών και των άνεργων νέων στην επαρχία (βλ. Πλαίσιο 5.3.). Σε αυτήν την περίπτωση, η επαρχιακή κυβέρνηση συνεργάστηκε με διάφορα εδαφικά σύμφωνα απασχόλησης, έναν επιχειρηματικό σύλλογο και το Πανεπιστήμιο της Βαρκελώνης, ενώ ταυτόχρονα ήταν ο αρχηγός ενός διευρωπαϊκού δικτύου εταίρων από άλλα μέρη και περιοχές (Diputació de Barcelona, 2003). Κύριος στόχος του προγράμματος ήταν να δοθούν στις ομάδες-στόχους τα εργαλεία ώστε να έχουν πρόσβαση στην τοπική αγορά εργασίας. Όμως, δόθηκε λιγότερη έμφαση στην κατάρτιση και την ανάπτυξη δεξιοτήτων επειδή αναγνωρίστηκε ότι διάφοροι ανενεργοί συμμετέχοντες στο πρόγραμμα, ιδιαίτερα οι γυναίκες, ήταν ήδη σχετικά καλά καταρτισμένοι. Έτσι, δόθηκε περισσότερη έμφαση σε άλλους παράγοντες που θεωρήθηκαν σημαντικοί στον περιορισμό της πρόσβασης στην αγορά εργασίας, όπως η γνώση των τοπικών αγορών εργασίας, και η ζήτηση ιδιαιτέρων δεξιοτήτων από τοπικούς εργοδότες. Η επαρχία της Βαρκελώνης είναι επίσης ιδιαίτερα αποτελεσματική στην παροχή των πολυ-παραγοντικών προσεγγίσεων σε τοπικό επίπεδο. Βασισμένη στην πρωτοβουλία του Ευρωπαϊκού Τοπικού Σύμφωνου Απασχόλησης (European Territorial Employment Pact) και την επιτυχή εμπειρία ενός σύμφωνου που θεσπίστηκε στο Δυτικό Vallés στα μέσα της δεκαετίας του 1990, η Diputació έχει επικεντρωθεί στη δημιουργία βιώσιμων τοπικών προτύπων οικονομικής ανάπτυξης και έχει εξασφαλίσει 20 νέες τοπικές συμφωνίες ή σύμφωνα απασχόλησης μέσω των οποίων ένα ευρύ φάσμα κοινωνικών φορέων συμφωνεί να προωθήσει την απασχόληση με τη συμμετοχή, τις διαβουλεύσεις, τη δικτύωση, και να βελτιώσει την ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών, τη αξιολόγηση και την καινοτομία. Όλα αυτά έχουν αποδειχθεί ένας χρήσιμος μηχανισμός ενθάρρυνσης των ανθρώπων ώστε να συνεργάζονται στα διοικητικά και τομεακά όρια της ενσωμάτωσης των μεταναστών. Επιπλέον, τα σύμφωνα ήταν σε θέση να λειτουργήσουν σε ζητήματα που δεν καλύπτονταν από τα κύρια (mainstream) προγράμματα όπως η υποστήριξη παρανόμων μεταναστών εργαζομένων.

Η Ενσωμάτωση των Μεταναστών στην Ισπανία

Πλαίσιο 5.2. Πειραματικό πρόγραμμα προς διευκόλυνση της κοινωνικής και εργασιακής ενσωμάτωσης των εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης (Ε.Ε.) μεταναστών Το Τμήμα Απασχόλησης και Οικονομικής Ανάπτυξης της τοπικής κυβέρνησης της Βαρκελώνης (Diputació de Barcelona) έχει αναπτύξει ένα πρόγραμμα εισαγωγής εργασίας που προσανατολίζεται στις ομάδες που έχουν επιπρόσθετες δυσκολίες στην πρόσβαση του εργατικού δυναμικού. Ο συνολικός προϋπολογισμός 753.940 ευρώ χρηματοδοτήθηκε αρχικά από την INEM (82%) με την συμβολή της Diputació (18%). Αναπτύχθηκαν τέσσερα πειραματικά προγράμματα επικεντρώνοντας την προσοχή τους στην βελτίωση της συμμετοχής των γυναικών στην εργασία, το πρόγραμμα εισαγωγής στην εργασία για ανθρώπους άνω των 45 ετών, το πρόγραμμα μετάβασης από το σχολείο στην εργασία για τους πρώτους απόφοιτους σχολείου και ένα πρόγραμμα κοινωνικής πρόνοιας και εισαγωγής μεταναστών. Τα προγράμματα έτρεξαν το 2002 και το 2003 σε διαφορετικούς δήμους. Συνολικά, το πρόγραμμα ήρθε σε επαφή με 2.344 άτομα, πέρασαν από συνέντευξη 717, τελείωσαν το πρόγραμμα 206, και 106 άτομα είχαν επιτυχία στην πρόσβαση της αγοράς εργασίας. Το πρόγραμμα της κοινωνικής πρόνοιας και η εισαγωγή των μεταναστών στόχευσαν εκείνους που βρίσκονταν μεταξύ 25 και 45 ετών. Σε αυτό το πρόγραμμα δόθηκε πολλή έμφαση στις πρακτικές, τις ενεργητικές δεξιότητες, τις δεξιότητες συμμετοχής, καθώς επίσης και στις δεξιότητες οικοδόμησης δικτύων μεταξύ μεταναστών και επιχειρήσεων / σχετικών επαγγελματιών. Αυτό το πρόγραμμα παρουσίασε το υψηλότερο ποσοστό εισαγωγής, δηλ. 33%. Οι άνθρωποι που ήρθαν σε επαφή με το πρόγραμμα ήταν 479, αυτοί που πέρασαν από συνέντευξη ήταν 184, οι συμμετέχοντες ήταν 111, αυτοί που τελείωσαν το πρόγραμμα ήταν 58, και αυτοί που είχαν επιτυχία στην πρόσβαση της αγοράς εργασίας ήταν 36. Τα δυνατά σημεία του προγράμματος, όπως καθορίζονται στην αξιολόγηση, ήταν: • Η δύναμη των μηχανισμών συντονισμού ιδιαίτερα μεταξύ των τοπικών φορέων, της τοπικής κυβέρνησης της Βαρκελώνης και των γραφείων απασχόλησης. Το σχετικά υψηλό επίπεδο της εισαγωγής στην αγορά εργασίας, αν λάβει κανείς υπόψη τις ιδιαίτερες δυσκολίες των ομάδων-στόχων. • Ο υψηλός βαθμός συνεργασίας μεταξύ της δημοτικής διοίκησης και του τοπικού επιχειρηματικού δικτύου – στους συνεργαζόμενους εταίρους συμπεριλαμβάνονταν η Ένωση Κατασκευαστών της Καταλονίας, η Ομοσπονδία Κατασκευών και Ξυλουργίας της CCOO (είναι συνδικάτο),v η Ένωση Διευθυντών της Cronella, και το Μουσείο Σοκολάτας). Τα πιο αδύνατα σημεία ήταν: • Ο αποκλεισμός ενός μεγάλου αριθμού μεταναστών από τα προγράμματα αυτού του είδους λόγω της «ανώμαλης» ιδιότητάς τους (δεν είχαν νομιμοποιηθεί). • Η χρονική στιγμή που έλαβε χώρα το πρόγραμμα, και αυτό συνέβηκε επειδή τα προγράμματα έτρεχαν κυρίως την εποχή των διακοπών, κάτι που έδρασε και δρα ως αντικίνητρο για τη συμμετοχή. Η συντομογραφία CCOO είναι του Confederaciòn syndical de comisiones obreras, κυρ. της Συνομοσπονδίας εργατικών συνδικάτων και επιτροπές εργατών. Αυτή η συντομογραφία αναφέρεται ως έχει στο αγγλικό κείμενο, και έτσι θα αναφέρεται και στη μετάφραση (Σ.τ.Μ.).

v

363

364

Πλαίσιο 5.3. Το πρόγραμμα Elionor Αυτό το ευρωπαϊκό πρόγραμμα EQUAL, το οποίο διευθύνεται από την τοπική κυβέρνηση της Βαρκελώνης (Diputació de Barcelona), περιλαμβάνει διάφορους διεθνικούς συνεργάτες από ολόκληρη την Ευρώπη. Ο στόχος της σύλληψης αυτού του προγράμματος ήταν να βοηθήσει τον ανενεργό πληθυσμό (γυναίκες, νεολαία και μετανάστες) στην απασχόληση και, ιδιαίτερα, να υποστηρίξει τα άτομα που δεν είχαν σοβαρά προβλήματα προσόντων σε αυτές τις ομάδες. Η εργασία που έπρεπε να γίνει περιελάμβανε μια προκαταρκτική μελέτη των παραγόντων που οδηγούν στην αδράνεια σε κάθε περιοχή και την παραγωγή υλικού και μεθοδολογιών για την επόμενη δράση. Το πρόγραμμα στοχεύει να παρέχει στις ομάδες-στόχους πληροφορίες για την αγορά εργασίας, για το πώς λειτουργεί, και για το ποιές είναι οι πιο συχνά προσφερόμενες εργασίες - με άλλα λόγια, να φέρει την αγορά εργασίας και τον ανενεργό πληθυσμό (εκείνα τα άτομα που δεν έχουν δουλέψει ποτέ) πιο κοντά, και να παρέχει στον ανενεργό πληθυσμό τις τεχνολογικές δεξιότητες που απαιτούνται για την εισαγωγή τους στην απασχόληση. Πηγή: Diputació de Barcelona (2003).

Τοπικές αρχές

Οι τοπικές αρχές έχουν τη δύναμη να ενεργούν σχετικά αυτόνομα στην Ισπανία, και έτσι οι δύο δήμοι που μελετήθηκαν στην επαρχία της Βαρκελώνης (η Ματαρό και η Σάντα Κολόμα ντε Γκραμενέτ) παρουσίασαν ο καθένας δήμος ξεχωριστά διαφοροποίηση και στην ανάπτυξη στρατηγικών πρωτοβουλιών και στις επιλογές για την παροχή υπηρεσιών στους μετανάστες. Καθώς οι τοπικές αρχές δεν έχουν τις συγκεκριμένες ικανότητες για τα ζητήματα απασχόλησης, η εστίαση ήταν κυρίως στα ευρύτερα κοινωνικά ζητήματα συνοχής, δηλ. στην αντιμετώπιση της φτώχειας και την παροχή έκτακτης ανάγκης, όπου είναι απαραίτητο. Εντούτοις, και οι δύο αυτοί δήμοι παρείχαν υποστήριξη στην πρόσβαση απασχόλησης ως σημαντική πτυχή της υποστήριξης μιας ευρύτερης κοινωνικής συνοχής. Και οι δύο τοπικές αρχές καθοδηγούνται από μια ευρεία στρατηγική δημιουργίας μιας κοινής εννοιοδότησης της υπηκοότητας και συνοχής στην κοινότητά τους (βλ. Πλαίσιο 5.4.). Στο δήμο της Ματαρό, για παράδειγμα, θεωρήθηκε ότι δεν είναι αρκετό να υπάρχουν στρατηγικές για την ενσωμάτωση μεταναστών, χωρίς να υπάρχουν στρατηγικές που να είναι λειτουργικές και αποτελεσματικές για την κοινότητα του γηγενούς πληθυσμού ώστε να υπάρχει ένα αντίβαρο στην αρνητική αντίληψη για τους μετανάστες. Αυτό συμπεριλαμβάνει την ανάπτυξη των προγραμμάτων ευαισθητοποίησης του γηγενούς πληθυσμού για

Η Ενσωμάτωση των Μεταναστών στην Ισπανία

την εθνική ποικιλομορφία και ένα νέο σχέδιο υπηκοότητας που επικεντρώνεται στην θεσμοποίηση (mainstreaming) των υπηρεσιών και που ισχυρίζεται ότι όλα τα τοπικά προγράμματα πρέπει να χαιρετίζουν τις νέες αφίξεις. Το σχέδιο υπηκοότητας αναπτύχθηκε υπό την αιγίδα ενός ειδικού συμβουλίου που αποτελείται από 35 εκπροσώπους των δημοτικών ομάδων, των ομάδων πολιτών, και των συλλόγων των μεταναστών. Για να επιτύχει τους στόχους του νέου σχεδίου, το δημοτικό συμβούλιο της Ματαρό προτείνει δεκατέσσερα προγράμματα δράσης που στοχεύουν στην ενσωμάτωση των νεοφερμένων μεταναστών, στη συνύπαρξη, και στο σεβασμού της ποικιλομορφίας και της ποιότητας της ζωής των πολιτών. Αυτά τα προγράμματα δράσης περιλαμβάνουν: την παροχή πληροφοριών για επαγγελματικό προσανατολισμό (διευκολύνοντας την πρόσβαση στις πληροφορίες και τις υπηρεσίες), διαμεσολάβηση (διευκολύνοντας την επικοινωνία και την αμοιβαία γνώση, διασφαλίζοντας έτσι την κατανόηση μεταξύ νεοφερμένων ανθρώπων και των δημόσιων υπηρεσιών), ένα πρόγραμμα στέγασης και ένα πρόγραμμα για την ενσωμάτωση στην εργασία (με την επαγγελματική κατάρτιση και την ενσωμάτωση εκείνων που έχουν ιδιαίτερες δυσκολίες). Τα προγράμματα παρέχουν εξατομικευμένη βοήθεια ή/ και ομαδική βοήθεια, ανάλογα με το τι κρίνεται πιο κατάλληλο. Στόχος του προγράμματος υποστήριξης της εργασιακής πρακτικής, για παράδειγμα, είναι να εγγυηθεί την επαγγελματική κατάρτιση και ενσωμάτωση (inclusion) στην αγορά εργασίας των ομάδων με δυσκολίες και να συμβουλέψει και να καταστήσει ικανά τα άτομα που επιθυμούν να εισέλθουν στην αγορά εργασίας με πολύ καλούς όρους απασχόλησης. Το πρόγραμμα διευθύνεται με τη συμμετοχή του IMPEM (: Institut Municipal Promoció Econòmica de Mataró - του Ινστιτούτου Οικονομικής Προώθησης της Ματαρό). Το 21,4% των χρηστών της υπηρεσίας IMPEM το 2004 ήταν μετανάστες. Υποστηρίζοντας γενικώς την ενσωμάτωση, το πρόγραμμα δεν παρέχει τις συγκεκριμένες υπηρεσίες στους μετανάστες, αλλά τους ενθαρρύνει να χρησιμοποιούν τις δημοτικές υπηρεσίες προώθησης της απασχόλησης μέσω εξατομικευμένης και ομαδικής συμβουλευτικής. Ο δήμος υιοθετεί μια διατομεακή μέθοδο και συνεργάζεται με άλλους οικονομικούς φορείς για την παροχή επαγγελματικής κατάρτισης. Η στρατηγική στη Ματαρό να στοχεύσει και τον μεταναστευτικό και τον μημεταναστευτικό πληθυσμό αντικατοπτρίζεται επίσης σε πρακτικό επίπεδο στον

365

366

σχεδιασμό ενός τοπικού πρωτοπόρου προγράμματος, το οποίο ονομάζεται «Τοπικό Ίδρυμα για την Οικονομική Προώθηση» (Local Institute for Economic Promotion). Αυτό το κέντρο παρέχει μια σειρά από σεμινάρια εισαγωγής στην απασχόληση και επιμορφωτικά προγράμματα και στους μετανάστες και στους γηγενείς άνεργους, και στεγάζει επίσης τις θερμοκοιτίδες επιχειρήσεων. Λαμβάνοντας υπόψη το εύρος των παρεχόμενων υπηρεσιών, όχι μόνο στους μετανάστες αλλά και σε όλους τους δημότες, το κέντρο είναι ένας αναπτυξιακός χώρος συνολικά για την κοινότητα. Έτσι ενεργεί ως μηχανισμός για την κοινωνική ενσωμάτωση και την ανάπτυξη του ανθρώπινου δυναμικού στην ευρύτερη κοινότητα, και όχι μόνο για τους μετανάστες. Ενώ ακολουθούν την ίδια ευρεία στρατηγική, οι τοπικές αρχές της Σάντα Κολόμα ντε Γκραμενέτ έχουν υιοθετήσει μια πιο στοχευμένη μέθοδο υποστήριξης των μεταναστών στην πράξη. Από το 2001, το δημοτικό συμβούλιο της Σάντα Κολόμα ντε Γκραμενέτ εκτελεί ένα Ενιαίο Πρόγραμμα Δράσης (Integral Action Programme) το οποίο στοχεύει στην παρεμπόδιση του κοινωνικού αποκλεισμού των νεοφερμένων μεταναστών και προωθεί ίσες ευκαιρίες. Το πρόγραμμα αναπτύχθηκε από το τοπικό Τμήμα Κοινωνικών Υπηρεσιών και Οικονομικής Προώθησης, σε συνεργασία με τη Διεύθυνση Εργασίας της περιφερειακής κυβέρνησης της Καταλονίας. Την ευθύνη για την εκτέλεση των βασικών ενεργειών του προγράμματος την έχει μια τοπική επιχείρηση ανάπτυξης η Grameimpuls S.A., η οποία είναι αρμόδια για τη διαχείριση των τοπικών πολιτικών οικονομικής προαγωγής και προαγωγής απασχόλησης. Η επιχείρηση κατευθύνει τις δραστηριότητές των μελών της τα οποία είναι από τον τοπικό πληθυσμό και τα οποία έχουν αποκλειστεί από την τυποποιημένη κατάρτιση και τις επαγγελματικές υπηρεσίες, λόγω έλλειψης επαγγελματικών προσόντων ή/ και της έλλειψης γνώσης του (κοινωνικού) περίγυρού τους.

Η Ενσωμάτωση των Μεταναστών στην Ισπανία

Πλαίσιο 5.4. Στρατηγικές προώθησης κοινής υπηκοότητας και διαπολιτισμικότητας, στη Ματαρό και τη Σάντα Κολόμα ντε Γκραμενέτ Α. Το Σχέδιο Νέας Υπηκοότητας της (πόλης) Ματαρό Όπως και σε πολλούς άλλους δήμους στην επαρχία της Βαρκελώνης, η Ματαρό υιοθέτησε ένα σύμφωνο για μια νέα υπηκοότητα - Pla Noua dutadania το 2001. Αυτό το σύμφωνο έχει τρεις βασικές στρατηγικές: • Ενσωμάτωση των νεοφερμένων μεταναστών σύμφωνα με δημοκρατικές αρχές και εγγύηση διασφάλισης των δικαιωμάτων και των καθηκόντων όλων των πολιτών. • Η κανονικοποίηση της παροχής υπηρεσιών, ισότητα ευκαιριών και ποιότητας ζωής για όλους τους πολίτες. • Προώθηση της πολιτιστικής και κοινωνικής αλλαγής με την συναίνεση και την υποστήριξη των κοινωνικών φορέων και των πολιτικών κομμάτων. Β. Οι αρχές που υποστηρίζουν την Διαπολιτισμική Συνύπαρξη της πόλης Αναπτυξιακό Σχέδιο, Σάντα Κολόμα ντε Γκραμενέτ Παρόμοια, οι αρχές που υποστηρίζουν το πρόγραμμα ανάπτυξης στη Σάντα Κολόμα ντε Γρκαμενέτ περιλαμβάνουν: • Αναγνώριση των δικαιωμάτων και καθηκόντων όλων των πολιτών είτε είναι γηγενείς είτε είναι μετανάστες. • Εργασία ενάντια στον κοινωνικό, οικονομικό και πολιτικό αποκλεισμό (παραδείγματος χάριν, προσπαθήστε να κινηθείτε πέρα από τα εθνικά εμπόδια με να το κάνετε τους εργοδότες να βλέπουν πέρα από το χρώμα του δέρματος ενός υποψηφίου για μια θέση εργασίας). • Προώθηση ίσων ευκαιριών. • Το δικαίωμα συμμετοχής σε συλλόγους, ενώσεις και το δικαίωμα ψήφου στις δημοτικές εκλογές. • Ανάγκη για μια περιοχή υποδοχής που θα παρέχει νομικές συμβουλές στους μετανάστες σχετικά με τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις τους. Προώθηση της συνυπευθυνότητας σε όλους τους κοινωνικούς φορείς.

Η τοπική αναπτυξιακή επιχείρηση της Σάντα Κολόμα ντε Γκραμενέτ έχει το πλεονέκτημα να έχει πρόσβαση σε ένα σχετικά ευρύ φάσμα αρμοδιοτήτων που δίνονται κανονικά στις τοπικές αρχές, διατηρώντας επίσης ταυτόχρονα μια σχετικά στοχευμένη προσέγγιση σε ζητήματα οικονομικής ανάπτυξης και ενσωμάτωσης. Η επιχείρηση συμμετέχει σε πολλές και διαφορετικές δραστηριότητες - από την παροχή υπηρεσιών κατάρτισης και εκπαίδευσης και κοινωνική υποστήριξη στους μετανάστες ώστε να μπορούν να επικοινωνούν στη γειτονιά που κατοικούν μέχρι την προσπάθεια συστηματοποίησης της τοπικής άτυπης οικονομίας και την άσκηση επιρροής στα περιφερειακά σχέδια προσβασιμότητας. Ο διευθυντής του κέντρου έχει οικοδομήσει ένα ισχυρό τοπικό προφίλ ως εκπρόσωπος ο οποίος εξετάζει μεταναστευτικά ζητήματα, και έχει αναπτύξει σχέσεις εμπιστοσύνης με τους τοπικούς εργοδότες, και

367

368

τους εκπροσώπους κοινοτικών συλλόγων και κυβέρνησης. Θεωρεί ότι αυτή η εμπιστοσύνη είναι ένα απαραίτητο στοιχείο εάν θέλει να στηρίξει και να βοηθήσει τους μετανάστες να βγουν από τη στέρηση και τη φτώχεια. Οι τοπικές δραστηριότητες που διενεργούνται από τους δύο δήμους της Ματαρό και της Σάντα Κολόμα ντε Γκραμενέτ επιβεβαιώνουν τα συμπεράσματα του Zapata-Barrero και των Gómez και Tornos ότι δεν έχουν όλες οι τοπικές αρχές τα ίδια επίπεδα χρηματοδότησης και υποδομής για να υποστηρίξουν την ενσωμάτωση των μεταναστών. Οι δύο δήμοι διαφέρουν αρκετά λόγω του κοινωνικοοικονομικού προφίλ τους (βλ. Πλαίσιο 5.5.). Η Ματαρό απολαμβάνει υψηλότερο από το μέσο εισόδημα (έναντι των άλλων δήμων στη Βαρκελώνη) και μπορεί να βρει και να διαθέσει περισσότερους πόρους για την τοπική ανάπτυξη. Πράγματι, ένας λόγος για τον οποίο το Τοπικό Ίδρυμα για την Οικονομική Προώθηση (Local Institute for Economic Promotion) είναι σε θέση να προσφέρει ένα τέτοιο ευρύ σύνολο υπηρεσιών στην τοπική κοινότητα είναι ότι χρηματοδοτείται εν μέρει από τα αυξανόμενα ποσοστά των τοπικών επιχειρήσεων. Αντίθετα, η Σάντα Κολόμα ντε Γκραμενέτ έχει ένα φτωχότερο κοινωνικοοικονομικό προφίλ και μια πιο αδύνατη φορολογική βάση, και επομένως, δεν μπορεί να παρέχει το ίδιο επίπεδο υπηρεσιών. Συνεπώς, οι πόροι πηγαίνουν συγκεκριμένα σε εκείνους που έχουν περισσότερη ανάγκη, ενώ στη Ματαρό οι υπηρεσίες είναι περισσότερο θεσμοθετημένες (mainstreamed). Πλαίσιο 5.5. Κοινωνικοοικονομικές συνθήκες στη Σάντα Κολόμα ντε Γκραμενέτ και τη Ματαρό Η Σάντα Κολόμα ντε Γκραμενέτ είναι ένας δήμος με περισσότερους από 120.000 κατοίκους, περίπου 25 χιλιόμετρα βόρεια της πόλης της Βαρκελώνης. Είναι ένα από τα φτωχότερα προάστια της επαρχίας, με ισχνή οικονομία και σχετικά φτωχή υποδομή. Χαρακτηρίζεται από σχετικά χαμηλό εισόδημα, χαμηλά εκπαιδευτικά επίπεδα, χαμηλές εργασιακές δεξιότητες και σχετικά υψηλά επίπεδα πρόσφατης μετανάστευσης. Το 2004, ο αριθμός μεταναστών έφτασε στους 16.000, ο οποίος αποτελεί περίπου 13,3% του συνολικού πληθυσμού. Παρά τις πολλές δυσκολίες που αντιμετωπίζει ο δήμος αυτός, υπάρχει μια εντυπωσιακή κινητοποίηση για την αντιμετώπιση θεμάτων ενσωμάτωσης (των μεταναστών) στην αγορά εργασίας στην περιοχή. Αυτή η κινητοποίηση ξεκίνησε και συνεχίζει από μια τοπική επιχείρηση ανάπτυξης την Grameimpuls S.A. Η Ματαρό είναι ένας σχετικά επιτυχημένος παράκτιος δήμος, 25 χιλιόμετρα βόρεια της Βαρκελώνης. Από τους 117.000 κατοίκους, οι 15.000 (12,5%) είναι μετανάστες. Σε σύγκριση με τη Σάντα Κολόμα ντε Γκραμενέτ και άλλους δήμους της ίδιας επαρχίας, η Mataro έχει υψηλό ποσοστό οικονομικής δραστηριότητας, ιδιαίτερα στα κατασκευαστικά έργα, τη γεωργία και, όλο και περισσότερο, στον τουρισμό. Η πλειοψηφία των μεταναστών της περιοχής προέρχεται από το Μαρόκο, με τις υπόλοιπες ομάδες να προέρχονται από την Κίνα, τη Γκάμπια, τη Σενεγάλη και τη Νότια Αμερική.

Η Ενσωμάτωση των Μεταναστών στην Ισπανία

Μη κυβερνητικές οργανώσεις (ΜΚΟ)

Και στη Ματαρό και στη Σάντα Κολόμα ντε Γκραμενέτ, οι ΜΚΟ θεωρήθηκαν ως βασικοί πόροι για τη συνεργασία με τις ομάδες μεταναστών, ιδιαίτερα επειδή είναι σε θέση να συνεργάζονται με τους μετανάστες που αποκλείονται από τις κύριες (mainstream) υπηρεσίες, είτε επειδή στερούνται άδεια εργασίας είτε επειδή χρειάζονται μια πιο ολιστική υποστήριξη και συμβουλές. Οι ΜΚΟ θεωρούνται αποτελεσματικές στην παροχή των υπηρεσιών πρώτης γραμμής (δηλ. υπηρεσιών έκτατης ανάγκης) στην Ισπανία επειδή προσφέρουν μια ολοκληρωμένη προσέγγιση με γνώμονα τον πελάτη. Η περιφέρεια της Μαδρίτης έχει αναπτύξει ένα σύστημα τοπικών υπηρεσιών για την ενσωμάτωση των μεταναστών το οποίο βασίζεται στις αρχές των ΜΚΟ, και ονομάζεται CASIvi (βλ. Πλαίσιο 5.6.). Οι αρχές κάθε περιοχής έχει ένα CASI, το οποίο ρυθμίζεται από τις ΜΚΟ που ανταγωνίζονται για τις συμβάσεις σε μια ανοικτή διαδικασία πρόσκλησης υποβολής προσφορών, και το πρόγραμμα έχει αναγνωριστεί ως πρότυπο ορθής πρακτικής σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Το κέντρο βάρους του προγράμματος CASI είναι η ενσωμάτωση των μεταναστών, ιδιαίτερα εκείνων που βρίσκονται σε ευάλωτη θέση. Κάθε πελάτης του CASI εξετάζεται από ολιστική άποψη. Υπάρχει μια ομάδα τοπικών επαγγελματιών (μερικοί από αυτούς τους επαγγελματίες είναι και οι ίδιοι μετανάστες) που παρέχει μια σειρά συμπληρωματικών υποστηρίξεων και προσφέρει στους πελάτες πέντε διαφορετικές υπηρεσίες στον ίδιο χώρο, συμπεριλαμβανομένων των κοινωνικών υπηρεσιών, καθώς επίσης νομικών, εργασιακών, διαπολιτισμικών και κοινωνικών / εκπαιδευτικών υπηρεσιών. Επιπλέον, τα κέντρα αυτά παρέχουν στέγαση σε έκτακτη ανάγκη. Τα CASI συχνά βρίσκονται συχνά σε περιοχές με υψηλή συγκέντρωση μεταναστών. Πιο συγκεκριμένα, οι αυξανόμενες τιμές των ενοικίων στη Μαδρίτη έχουν αναγκάσει πολλούς μετανάστες να εγκατασταθούν σε γειτονιές στα περίχωρα της πόλης. Επειδή βασίζονται στις τοπικές κοινότητες, οι ΜΚΟ που τρέχουν τα προγράμματα CASI είναι σε θέση να προσφέρουν μια πελατειακή προσέγγιση η οποία είναι και καλοδεχούμενη και προσιτή στους τοπικούς

vi Στην παρούσα ενότητα, το πρόγραμμα CASI θα αναφέρεται πάντα με τα ισπανικά αρχικά του Centro de Atención Social a Inmigrantes, το οποίο σημαίνει Κέντρο Κοινωνικής Προσοχής στους Μετανάστες (Σ.τ.Μ.).

369

370

μετανάστες. Στους μετανάστες προσφέρονται οι υπηρεσίες ανεξάρτητα από το νομικό καθεστώς τους και, το 2004, 17.000 άτομα χρησιμοποίησαν τις υπηρεσίες CASI. Μια σημαντική πτυχή του προτύπου (μοντέλου) CASI είναι ότι ενώ βασίζεται στις τοπικές παροχές των ΜΚΟ, το πρόγραμμα προσφέρει επίσης μια θεσμική (mainstreamed) προσέγγιση. Ολόκληρη η περιφέρεια της Μαδρίτης καλύπτεται από πρωτοβουλίες CASI, και όλες οι τοπικές ΜΚΟ εργάζονται με παρόμοιους στόχους και μεθοδολογίες, πράγμα το οποίο βοηθάει στην ύπαρξη συνέπειας στην παροχή υπηρεσιών. Επίσης, υπάρχει ένας βαθμός ενσωματωμένης ευελιξίας στο πρόγραμμα, έτσι ώστε κάθε πρόγραμμα CASI να μπορεί να υιοθετεί την πιο κατάλληλη μέθοδο που θα αντικατοπτρίζει τα συγκεκριμένα τοπικά προβλήματα και τις ευκαιρίες. Πιο συγκεκριμένα, κάθε CASI λαμβάνει κονδύλια επιχορήγησης παρά μέρος συγκεκριμένου προϋπολογισμού, κάτι που του επιτρέπει ελευθερία στις δαπάνες. Ο βαθμός δημοσιονομικής διακριτικής ευχέρειας επιτρέπει στα CASI να αναπτύσσουν προγράμματα που συνδέονται με συγκεκριμένα θέματα που εμφανίζονται στις τοπικές κοινότητες. Παραδείγματος χάριν, στο CASI στην Φουενλαμπράδα (Fuenlabrada) στη Μαδρίτη, το προσωπικό αναγνώρισε ότι υπήρχε έλλειψη πληροφόρησης μεταξύ μεταναστών γονέων και σχολείων. Πολλοί γονείς δεν κατάλαβαν πλήρως το σχολικό σύστημα και δεν υπήρχε κανένας μηχανισμός για να τους πληροφορήσει ή να τους εξηγήσει πως λειτουργεί το σχολικό σύστημα. Έτσι το CASI σε συνεργασία με την ένωση γονέων, τους δασκάλους και τις κοινωνικές υπηρεσίες ανέπτυξε ένα πιλοτικό έργο παροχής πληροφοριών και υποστήριξης στους γονείς την περίοδο μεταξύ Απριλίου και Ιουνίου πριν αρχίσει το νέο σχολικό έτος (δηλ. το Σεπτέμβριο). Έχουν αναπτύξει επίσης διαπολιτισμικά προγράμματα στα τοπικά σχολεία, τα οποία συμπεριλαμβάνουν γονείς, δασκάλους και μαθητές. Ομοίως, στο CASI που βρίσκεται στη περιοχή της Σιουντάντ Λινιάλ (Ciudad Lineal) στη Μαδρίτη, αναπτύχθηκαν διάφορα ειδικά προγράμματα για τη διαχείριση των προβλημάτων αυτής της συγκεκριμένης γεωγραφικής θέσης. Το πρόγραμμα «Νυχτερινή Κουκουβάγια» (Night Owl) ενέπλεξε εκπαιδευμένους επαγγελματίες στην επίσκεψη πάρκων και άλλων δημοσίων χώρων κατά τη διάρκεια της νύχτας για να εξακριβώσουν που βρίσκονται οι άστεγοι και να τους βοηθήσουν οδηγώντας τους στην αρμόδια κατοικία και τις κοινωνικές υπηρεσίες. Ένα δεύτερο πρόγραμμα απευθύνεται στη δεύτερη

Η Ενσωμάτωση των Μεταναστών στην Ισπανία

γενεά μεταναστών (δηλ. στα παιδιά των μεταναστών) που διαμορφώνει μια κουλτούρα συμμοριών η οποία μεταφυτεύεται από τις χώρες καταγωγής τους. Τα παιδιά αυτά παλεύουν για την επικράτηση διαφόρων περιοχών ενάντια άλλων εθνικών ομάδων. Οι φορείς παροχής υπηρεσιών του CASI προσπαθούν να απασχολήσουν αυτούς τους νέους σε διάφορες δραστηριότητες, όπως τα προγράμματα χορού, προκειμένου να τους παρέχουν μια εναλλακτική λύση έναντι της βίας στους δρόμους. Εν ολίγοις, τα πλεονεκτήματα του προτύπου CASI περιλαμβάνουν την παροχή τυποποιημένων, επαγγελματικών υπηρεσιών σε όλη τη Μαδρίτη, ενώ μεταβιβάζουν ιδιαίτερη αυτονομία σε κάθε CASI για να αναπτύξει προγράμματα και να αναλάβει πρωτοβουλίες που θα είναι προσαρμοσμένες στην τοπική κοινωνία και θα βασίζονται στην τοπική αξιολόγηση των αναγκών. Παρ’ όλα αυτά, η διαδικασία υποβολής προσφορών του προγράμματος παρουσιάζει μερικά προβλήματα για τις ΜΚΟ. Η κοινότητα της Μαδρίτης θέτει ως όρο ότι οι ΜΚΟ πρέπει να υποβάλουν προσφορά κάθε λίγα χρόνια για το πρόγραμμα CASI, πράγμα το οποίο μπορεί να αποδιοργανώσει την παροχή του προγράμματος, και βέβαια αντιστρατεύεται τον πιο μακροπρόθεσμο προγραμματισμό. Κατά την CAM (δηλ. την περιφέρεια της Μαδρίτης), η διαδικασία υποβολής προσφορών διασφαλίζει ότι οι πεπειραμένοι επαγγελματίες παρέχουν αποτελεσματικές υπηρεσίες στην περιοχή. Ο αντίλογος όμως που υπάρχει είναι ότι εάν μια τοπική σύμβαση υπογραφεί από μια νέα ΜΚΟ, τότε υπάρχουν επιπτώσεις στη συνοχή των προγραμμάτων που τέθηκαν ήδη σε ισχύ από τους υπάρχοντες φορείς παροχής υπηρεσιών. Εργατικά Συνδικάτα

Οι εκπρόσωποι των εργατικών συνδικάτων θεωρήθηκαν ως βασικοί συνεργάτες στη στρατηγική υπηκοότητας που εφαρμόζεται στη Ματαρό της Βαρκελώνης. Το γεγονός ότι τα συνδικάτα στην Ισπανία έχουν ένα σχετικά ευρύ φάσμα μελών που δεν περιορίζονται πάντα σε ιδιαίτερους τομείς της απασχόλησης μπορεί να θεωρηθεί ότι διευκολύνει τη συμμετοχή τους στα ευρύτερα ζητήματα ενσωμάτωσης (μεταναστών) σε τοπικό επίπεδο. Οι Sole και Parella (2003) υποστηρίζουν, εντούτοις, ότι γενικά η συμμετοχή των συνδικάτων στα ζητήματα μετανάστευσης είναι μάλλον αμφιλεγόμενη. Είναι δύσκολο για τα συνδικάτα να εκπροσωπούν τα συμφέροντα εκείνων που εργάζονται στη δευτεροβάθμια και «κρυφή» οικονομία (παραοικονομία), ιδιαίτερα καθώς αυτοί οι εργαζόμενοι είναι σε άμεσο ανταγωνισμό με τους

371

372

εργαζομένους στην τυπική οικονομία. Οι δαπάνες που προέρχονται από την εν δυνάμει απώλεια συμμετοχής ως μέλους εργασίας στην επίσημη οικονομία υπερτερούν των εν δυνάμει ωφελειών από την εκπροσώπηση των μεταστών στους δευτερογενείς και άτυπους τομείς. Παρ’ όλα αυτά, τα συνδικάτα έχουν ρίξει το βάρος σε μια νέα κυβερνητική πρωτοβουλία σχετικά με τη μεταρρύθμιση της μεταναστευτικής πολιτικής και της πολιτικής απασχόλησης και έχουν διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στην εξέλιξη και την εφαρμογή των πολιτικών που αφορούν τους μετανάστες. Η καθιέρωση της Τριμερούς Επιτροπής Εργασίας για τα Ζητήματα Μετανάστευσης (Tripartite Labour Commission for Immigration Issues) σε εθνικό επίπεδο διασφαλίζει ότι οι νέες πολιτικές ενσωμάτωσης συζητούνται τριμερώς, δηλ. μεταξύ της κυβέρνησης, των εργοδοτών και των συνδικάτων, και, ιδιαίτερα, η δημιουργία του Καταλόγου Απασχόλησης (Employment Catalogue) υπό την αιγίδα της INEM είναι το αποτέλεσμα του κοινωνικού διαλόγου σε θέματα εργασιακών κανονισμών. Τα ισπανικά συνδικάτα έχουν παίξει δυναμικό ρόλο στη διεύρυνση των δικαιωμάτων των μεταναστών, και την πάλη ενάντια της προκατάληψης και της ξενοφοβίας, και είναι επίσης σχετικά καινοτόμα επειδή παρέχουν εκπαιδευτικά σεμινάρια στους νέους μετανάστες για εξειδικευμένες περιοχές, όπως τα υδραυλικά και η ηλεκτρονική, και συνεχή προγράμματα δια βίου εκπαίδευσης που στοχεύουν στους μετανάστες που φθάνουν στην Ισπανία με πτυχία. Έχουν δείξει επίσης ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την οικιακή εργασία, η οποία είναι εμφανώς ανεξέλεγκτη, και έχουν πιέσει για τη μεταρρύθμιση της κοινωνικής ασφάλισης έτσι ώστε οι οικιακοί βοηθοί να έχουν τα ίδια δικαιώματα με τους άλλους εργαζομένους.

Η Ενσωμάτωση των Μεταναστών στην Ισπανία

Πλαίσιο 5.6. Το πρόγραμμα CASI στη Μαδρίτη Η περιφέρεια της Μαδρίτης έχει μεταβιβάσει την ευθύνη για την παροχή υπηρεσιών έκτακτης ανάγκης πρώτης γραμμής στο πρόγραμμα CASI (Centro de Atención Social a Inmigrantes: Κέντρο Κοινωνικής Προσοχής στους Μετανάστες), ένα δίκτυο 19 Κέντρων Βοηθείας Μεταναστών σε όλη τη μητροπολιτική περιοχή. Αυτά τα κέντρα είναι ένα δεύτερο επίπεδο μηχανισμού υποστήριξης που παρέχεται για να συμπληρώσει τη βασική βοήθεια που παρέχεται από τις γενικές κοινωνικές υπηρεσίες. Αυτά τα κέντρα προορίζονται για τη διευκόλυνση της κοινωνικής ενσωμάτωσης των μεταναστών που είναι ευάλωτοι και απαιτούν υψηλότερη από τα κανονικά επίπεδα κοινωνική παρέμβαση. Οι στόχοι των αρχών της κάθε περιοχής είναι γενικά παρόμοιοι: • Να βελτιώνουν τις δεξιότητες απασχολησιμότητας των μεταναστών καθορίζοντας κατάλληλες παρεμβάσεις και προγράμματα υποστήριξης. • Να συμβάλλουν στην κοινωνική συνοχή αναπτύσσοντας προγράμματα και πρωτοβουλίες που επιβεβαιώνουν ενεργά την παρουσία μεταναστών στην κοινότητα, κωδικοποιώντας τις ευθύνες και τα δικαιώματά τους, και επιδιώκοντας να ενθαρρύνουν θετικούς διαύλους επικοινωνίας μεταξύ μεταναστών και γηγενών στις τοπικές κοινότητες στην Ισπανία. Οι υπηρεσίες που προσφέρει το πρόγραμμα CASI είναι δύο κατευθύνσεων: 1.Πρόγραμμα κοινωνικής βοήθειας • υποστηρικτικό (από την κοινωνική πρόνοια) • κοινωνικοοικονομικό • ψυχολογικό • νομικό • διαπολιτισμικής εκπαίδευσης 2.Πρόγραμμα εισόδου σε έκτακτη ανάγκη για ανθρώπους που χρειάζονται στέγαση, για παράδειγμα. Οι παρεμβάσεις του CASI επικεντρώνονται: Στα άτομα / τις οικογένειες: άνθρωποι που προστρέχουν στο CASI για συγκεκριμένες ανάγκες είναι άτομα ή οικογένειες που δεν καλύπτονται από το κανονικό σύστημα υπηρεσιών κοινωνικής πρόνοιας. χρήση δυνατοτήτων που προσφέρονται από ομάδες και (συν)εργασία με κοινωνικά δίκτυα. Για παράδειγμα, ομάδες προσαρμογής στο (κοινωνικό) περιβάλλον, εσωτερική οργάνωση, δεξιότητες επικοινωνίας, ψυχαγωγία και ελεύθερος χρόνος, περιβαλλοντική διατήρηση, κ.λ.π. Στην κοινότητα: η συνύπαρξη στρογγυλών τραπεζιών στις γειτονιές και τους δήμους, η συμμετοχή σε συλλόγους – οι οποίοι ιδρύονται από γειτονιές, σε κοινωνικές υπηρεσίες, δημόσιους και ιδιωτικούς φορείς, και σε πολιτιστικούς και κοινωνικούς συλλόγους που είναι σχετικοί με την μετανάστευση, κ.λ.π.

373

374

Ενώσεις εργοδοτών

Οι ενώσεις εργοδοτών μπορούν επίσης να διαδραματίσουν έναν σημαντικό ρόλο στην αντιμετώπιση των δικαιωμάτων και της ποιότητας των ζητημάτων εργασίας. Αυτό φάνηκε στην επαρχία Λεϊδά. Ο τοπικός αγροτικός συνεταιρισμός, γνωστός ως Unió de Pagesosvi - μέλος του ισπανικού δικτύου των γεωργικών και κτηνοτροφικών οργανώσεων (γνωστό στην Ισπανία ως COAG)vii - έχει αναπτύξει ένα χρήσιμο πρότυπο για την προώθηση απασχόλησης καλής ποιότητας για τους μετανάστες, φέρνει αρκετούς αγρότες σε επαφή για να συντονίσει και να βελτιώσει τις συνθήκες εργασίας για τους προσωρινούς μετανάστες (διαρκείας μέχρι εννέα μηνών), και παρέχει ποικίλες μορφές στέγασης, κατάρτισης και κοινωνικής υποστήριξης (βλ. Πλαίσιο 5.7.). Η επιτυχία αυτής της περίπτωσης βασίζεται σε δύο συγκεκριμένους παράγοντες: α) το ισχυρό κίνητρο, τη φροντίδα και τη δέσμευση των διευθυντών και των μελών του Unió de Pagesos, και β) την ανάγκη για αξιόπιστο εργατικό δυναμικό (η ετήσια συγκομιδή βρίσκεται σε κίνδυνο). Το πλεονέκτημα του σχήματος από την άποψη του εργοδότη είναι ότι οι υπάλληλοι είναι προσβάσιμοι (επειδή η κατοικία τους βρίσκεται (κοντά) στην περιοχή εργασίας) και η αντικοινωνική συμπεριφορά ή η συστηματική αποχή από την εργασία μπορεί να ρυθμιστεί ευκολότερα. Από την άλλη πλευρά, οι μετανάστες εργαζόμενοι δεν έχουν επιπλέον έξοδα μετακίνησης επειδή ζουν και εργάζονται τοπικά, και έχουν την εγγύηση ότι θα έχουν το κατώτατο επίπεδο άνεσης στη στέγασή τους, πράγμα το οποίο δεν θα συνέβαινε απαραίτητα στην ελεύθερη αγορά.

Στην παρούσα ενότητα, ο Ισπανικός Αγροτικός Συνεταιρισμός θα αναφέρεται ως Unió de Pagesos ή ως Unió de Pagesos de Catalyuna, επειδή έτσι αναφέρεται και στο πρωτότυπο κείμενο (Σ.τ.Μ.). vii Τα αρχικά GOAG είναι η ισπανική έκφραση Coordinadora de Organizaciones de Agricultore y Ganaderos, δηλ. το Ισπανικό Δίκτυο Γεωργικών και Κτηνοτροφικών Οργανώσεων. Από δω και στο εξής, η έκφραση αυτή θα αναφέρεται με τα αρχικά της, επειδή έτσι αναφέρεται και στο αγγλικό κείμενο (Σ.τ.Μ.). vi

Η Ενσωμάτωση των Μεταναστών στην Ισπανία

Πλαίσιο 5.7. Ο Unió de Pagesos de Catalyuna (Ο Αγροτικός Συνεταιρισμός της Καταλονίας) Στην Λεϊδά, τοπικοί διοικητές, επιχειρηματίες, ο αγροτικός συνεταιρισμός και οι ΜΚΟ όλοι συνεργάζονται για τη διαχείριση της εποχικής μετανάστευσης. Στις (κωμοπόλεις) Μπελπουϊγκ (Bellpuig) και Μoλερούσα (Mollerusa) στην ευρύτερη περιφέρεια της Λεϊδά, ο Unió de Pagesos συνεργάζεται με τα τοπικά συμβούλια, διαχειρίζεται ενεργά και προωθεί τη ροή της μετανάστευσης μεταξύ των χωρών προέλευσης – κυρίως της Ρουμανίας, Κολομβίας και του Μαρόκου - και των αγροτικών περιοχών. Εκτός από την κοινωνική υποστήριξη – όπως η συνοδεία των εργαζομένων (μεταναστών) στο νοσοκομείο, ο Unió de Pagesos παρέχει εργασία, στέγαση και μερικές πολιτιστικές δραστηριότητες στους εργαζομένους (μετανάστες) κατά τη διάρκεια της παραμονής τους στην Ισπανία. Οι εργαζόμενοι πρέπει να πληρώνονται σύμφωνα με τον εθνικό βασικό μισθό, να έχουν πρόσβαση σε στέγαση και στο τέλος της εποχής της εργασίας το άτομο επιστρέφει στη χώρα καταγωγής του. Η διαδικασία πρόσληψης και η διαχείριση της εργασίας διεξάγεται από εκπροσώπους αγροτών, ανακουφίζοντας έτσι τον αγρότη ο οποίος δεν χρειάζεται να εμπλακεί ο ίδιος σε αυτή τη διαδικασία. Η Nufri, για παράδειγμα, μια ιδιωτική επιχείρηση επεξεργασίας φρούτων που λειτουργεί σε όλη την Ισπανία, έχει ένα εργοστάσιο κοντά στην Μoλερούσα. Ένα πρόγραμμα για την παροχή καλύτερης στέγασης στους εργαζομένους έχει αναπτυχθεί εδώ - μέσω μιας καινοτόμου συνεργασίας μεταξύ της επιχείρησης και του Unió de Pagesos – ώστε να παρέχονται κλιματιζόμενες μονάδες (κατοικιών) στους εποχικούς εργαζομένους κοντά στο εργοστάσιο. Η στέγαση πληρώνεται από την επιχείρηση, και προσαρμόζεται στις περιφερειακές κυβερνητικές οδηγίες. Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι η φωτισμένη μέθοδος που υιοθετείται από τον Unió de Pagesos έχει βελτιώσει τις συνθήκες εργασίας των εποχικών εργαζομένων, προσφέροντας καλύτερες και ποιοτικότερες συνθήκες στέγασης κατά τη διάρκεια της παραμονής τους στην Ισπανία και αναλαμβάνοντας την ευθύνη για το γενικό καλό των εργαζομένων.

Συνεργαζόμενη με το τοπικό συμβούλιο και τις ιδιωτικές επιχειρήσεις που φέρνουν αλλοδαπούς εργαζομένους για ορισμένες χρονικές περιόδους σε ετήσια βάση, η ένωση (των εργοδοτών) λαμβάνει υπόψη την παροδική φύση του αγροτικού μεταναστευτικού πληθυσμού στην Ισπανία. Το πρόγραμμα έχει μια ιδιαίτερα προσωρινή εννοιοδότηση της ενσωμάτωσης, και, πράγματι, η ευαισθητοποίηση και οι κοινοτικές δραστηριότητες που οργανώνονται από την ένωση φαίνεται να γίνονται περισσότερο για να διατηρήσουν ακμαίο το ηθικό και να κάνουν αποδεκτούς τους μετανάστες από τον κύριο (γηγενή) πληθυσμό παρά να διασφαλίσουν την ενσωμάτωση (συγκεκριμένων) μεταναστών. Μια από τις προοδευτικές πλευρές του προγράμματός τους, εντούτοις, είναι το πρότυπο συναλλαγών που υποστηρίζει τη δημιουργία αναπτυξιακών έργων και επιμορφωτικών προγραμμάτων πλαισίωσης στη χώρα καταγωγής των

375

376

μεταναστών. Η ανάπτυξη τρεχουσών (δια)συνδέσεων με συγκεκριμένες περιοχές στις χώρες αποστολής (καταγωγής) έχει βοηθήσει στην ύπαρξη μιας βιώσιμης προσφοράς εργασίας και έχει καλλιεργήσει δεσμούς εμπιστοσύνης, ενώ ταυτόχρονα ενισχύει την τοπική ανάπτυξη στο εξωτερικό. Ο αγροτικός συνεταιρισμός Unió de Pagesos έχει εργαστεί και σε άλλες περιοχές της Καταλονίας, και την προσέγγισή του την έχει μοιραστεί (συζητήσει) με άλλες περιοχές. Τα μέλη του συνεταιρισμού έχουν ενωθεί και έχουν προσπαθήσει να συνδέσουν τις βραχυπρόθεσμες απαιτήσεις για μεταναστευτική εργασία με την παροχή ενός τρέχοντος προγράμματος εργασίας που επιτρέπει στους μετανάστες να (μετα)κινούνται μεταξύ διαφορετικών περιοχών και να παραμένουν περισσότερο στην Ισπανία. Σύμφωνα με ανώτερους υπαλλήλους του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων στη Μαδρίτη, το καινοτόμο πρότυπο ενσωμάτωσης (μεταναστών) που αναπτύχθηκε από τον αγροτικό συνεταιρισμό έχει χρησιμοποιηθεί επίσης αλλού, αν και όχι πάντα με επιτυχία, εν μέρει επειδή άλλες περιοχές στην Ισπανία δεν έχουν την ίδια βάση πόρων με την Καταλονία (Rodríguez-Pose, 2003). Τα εργαλεία που χρησιμοποιήθηκαν

Η προηγούμενη ενότητα επικεντρώθηκε στους κύριους εταίρους που ενεπλάκησαν στην τοπική ενσωμάτωση των μεταναστών στις περιοχές της περιπτωσιολογικής μελέτης που μελετήσαμε στην Ισπανία. Εντούτοις, αξίζει επίσης να επικεντρωθούμε στα κύρια εργαλεία που χρησιμοποιήθηκαν. Ανάπτυξη των δεξιοτήτων απασχολησιμότητας

Οι τοπικές πρωτοβουλίες που έλαβαν χώρα στην Ισπανία χρησιμοποίησαν ένα σχετικά μεγάλο σύνολο εργαλείων και οργάνων για να υποστηρίξουν τη μεγαλύτερη πρόσβαση των μεταναστευτικών ομάδων στην αγορά εργασίας. Παραδείγματος χάριν, η Grameimpuls S.A προσφέρει στους χρήστες τις ακόλουθες υπηρεσίες για τους μετανάστες, προσαρμόζοντας τις ώρες λειτουργίας τους στη διαθεσιμότητα των πελατών τους: Στα πλαίσια των προγραμμάτων που προσφέρθηκαν στους δήμους Βαρκελώνης και Μαδρίτης, το κέντρο προσοχής έπεσε περισσότερο στην ανάπτυξη των δεξιοτήτων απασχολησιμότητας, παρά στην τοποθέτηση ανθρώπων σε εργασίες. Στο δήμο της Σάντα Κολόμα ντε Γκραμενέτ, για παράδειγμα, αναγνωρίζεται ότι η ομάδα μεταναστών πελατών ξεκινά από χαμηλή βάση

Η Ενσωμάτωση των Μεταναστών στην Ισπανία

δεξιοτήτων, και έτσι η έμφαση - όπως οι επαγγελματίες του χώρου θεωρούν - πρέπει να δίνεται στην προσωπική ανάπτυξη και τον αλφαβητισμό. Όπως ένας επαγγελματίας σχολίασε, «το πρόγραμμα δεν είναι ισάξιο με τα κανονικά προγράμματα απασχόλησης επειδή πολύ συχνά καταγίνεστε με μια βάση πελατών που στερείται τις δεξιότητες, τις γνώσεις και τη γλώσσα». Αυτό απεικονίζεται στο ποσοστό των συμμετεχόντων που επιτυγχάνουν και που διατηρούν την απασχόληση μέσω των προγραμμάτων εισαγωγής στην αγορά εργασίας (των οποίων τα στοιχεία ήταν διαθέσιμα για το 2001-3, βλ. Πίνακα 5.5). Στο CASI στην Φουενλαμπράδα, το προσωπικό της Μαδρίτης ενεργοποίησε ένα πρότυπο για να προσδιορίσει ανθρώπους σε διαφορετικά στάδια εργασιακής ετοιμότητας, το οποίο αποδείχθηκε πολύ χρήσιμο επειδή πηγαίνουν οι πόροι σε εκείνα τα άτομα που τους έχουν πιο πολύ ανάγκη. Κάθε πελάτης στο CASI δίνει μια προσωπική συνέντευξη κατά τη διάρκεια της οποίας γίνεται αξιολόγηση των δεξιοτήτων. Ο στόχος αυτού του CASI είναι να κάνει τον πελάτη να αποφασίσει σχετικά με μια πορεία σταδιοδρομίας ή εργασίας έτσι ώστε να μπορεί να γίνει ανεξάρτητος και να μπορεί να στηρίζει οικονομικά τον ίδιο τον εαυτό του. Το προσωπικό παρατήρησε ότι αυτοί που ήταν οι περισσότερο κατάλληλοι για απασχόληση ήταν εκείνοι οι άνθρωποι που είχαν άδειες εργασίας και επαγγελματικές δεξιότητες. Εύρισκαν ευκολότερα εργασία, και, το πιο σημαντικό, τους ήταν ευκολότερο να κρατήσουν μια εργασία. Επομένως, η έμφαση της υποστήριξης σε αυτήν την ομάδα έπεφτε στη βοήθεια εύρεσης μιας εργασίας, ή στην κατάλληλη επαγγελματική κατάρτιση. Εκείνοι που έχουν χαμηλές δεξιότητες απασχολησιμότητας - γενικά γυναίκες με τα παιδιά που δεν ξέρουν καθόλου ισπανικά και που είναι και οι δύο κοινωνικά απομονωμένοι - λαμβάνουν κατάρτιση κοινωνικής και προσωπικής κατάρτισης, διδάσκονται πώς να διαβάζουν και να χειρίζονται τους χάρτες, πως να συμπεριφέρονται σε δημόσιο χώρο, και τους παρέχονται επίσης μαθήματα γλώσσας και αλφαβητισμού ή βασικής εκπαίδευσης. Η προσαρμογή των πόρων στις ιδιαίτερες ανάγκες του κάθε μετανάστη απαιτεί ιδιαίτερη ικανότητα και εξεύρεση πόρων εκ μέρους των φορέων παροχής υπηρεσιών. Η ποικιλομορφία του μεταναστευτικού πληθυσμού και οι αποκλίσεις στα πλαίσια υποδοχής σηματοδοτεί ότι κανένα πρότυπο ενσωμάτωσης στην αγορά εργασίας δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε τοπικό επίπεδο. Μάλλον, οι στρατηγικές και οι πρωτοβουλίες πρέπει να εξελιχθούν κατά τέτοιο τρόπο που να εξετάζουν τις ιδιομορφίες της κατά τόπο περίπτωσης. Διάφορες τοπικές πρωτοβουλίες που μελετήθηκαν αναγνωρίζουν, για παράδειγμα, ότι ορισμένες πληθυσμιακές ομάδες έχουν ιδιαίτερα προβλήματα πρόσβασης στην απασχόληση και ότι

377

378

πολιτισμικοί παράγοντες πρέπει να ληφθούν υπόψη όταν παρέχεται βοήθεια στους μετανάστες για το πώς να προσεγγίσουν τις τοπικές αγορές εργασίας. Ήταν επίσης εμφανές ότι είχαν γίνει προσπάθειες να προσαρμόσουν τα προγράμματα αγοράς εργασίας στο τρόπο ζωής των μεταναστών ιδιαίτερα σε τοπικό επίπεδο. Παραδείγματος χάριν, η Σάντα Κολόμα ντε Γκραμενέτ παρέχει εκπαιδευτικά μαθήματα κατά τη διάρκεια όλου του έτους, και προσαρμόζει τις ώρες της λειτουργίας και τις παρεχόμενες υπηρεσίες στις ανάγκες του χρήστη. Αισθάνθηκαν ότι αυτό ήταν απαραίτητο έτσι ώστε οι άνθρωποι να μπορούν να συνδυάζουν τη γλώσσα και την απόκτηση δεξιοτήτων, και τα προσωπικά προγράμματα ανάπτυξης με θρησκευτικές, εθνικές, και οικογενειακές υποχρεώσεις και ευθύνες. Οι γυναίκες που εργάζονται στο σπίτι μπορούν να έχουν πρόσβαση σε τέτοια προγράμματα όταν οι σύντροφοί τους είναι διαθέσιμοι για να φροντίσουν τα παιδιά. Στην πραγματικότητα, αρκετοί από τους φορείς παροχής υπηρεσιών στόχευσαν ιδιαίτερα στις μετανάστριες στην εργασία τους. Οι γυναίκες αντιμετωπίζουν συγκεκριμένα προβλήματα όταν έρχονται στην Ισπανία ως μέρος του προγράμματος οικογενειακής επανένωσης. Ως μέρος του προγράμματος δεν έχουν αυτόματα το δικαίωμα σε άδεια εργασίας και, επομένως, δεν μπορούν να έχουν πρόσβαση στις υποστηρικτικές υπηρεσίες εύρεσης εργασίας. Επιπλέον, μερικές γυναίκες είναι αναλφάβητες κατά την άφιξή τους στην Ισπανία και δεν έχουν καμία γνώση για την περιοχή που βρίσκονται ούτε για τις διευκολύνσεις και τις παρεχόμενες υπηρεσίες που μπορεί να είναι στη διάθεσή τους. Η θέση των γυναικών στη χώρα υποδοχής συνδέεται συχνά με τη θέση του συζύγου τους λόγω της οικογενειακής επανένωσης. Εάν επιθυμούν να ανεξαρτοποιηθούν από το σύζυγό τους (π.χ. λόγω κακοποίησης), αναγκάζονται συχνά να αναζητούν μια θέση εργασίας στην άτυπη οικονομία, ιδιαίτερα στον τομέα της οικιακής οικονομίας.8 Διάφορες γυναίκες που υποστηρίζονται από τα CASI στην Μαδρίτη είναι κοινωνικά απομονωμένες και χρειάζεται να γίνουν ιδιαίτερες παρεμβάσεις προτού να λάβουν αυτές οι γυναίκες υπόψη τους τα προγράμματα απασχόλησης. Αυτές οι παρεμβάσεις λαμβάνουν τη μορφή ενός πακέτου που επικεντρώνεται στην ανάπτυξη της κοινωνικής και προσωπικής αυτονομίας, την εκμάθηση γλωσσών και τον προσδιορισμό των δεξιοτήτων του μετανάστη (ή / και της μετανάστριας). Μερικές φορές, τα CASI αποσπώνται από την κύρια λειτουργία τους – δηλ. την παροχή της γενικής ενσωμάτωσης των μεταναστών - επειδή πρέπει να παρέχουν στέγαση έκτακτης ανάγκης και υψηλά επίπεδα της ψυχολογικής και κοινωνικής υποστήριξης στις γυναίκες που είναι θύματα ενδοοικογενειακής βίας. Η επαρκής φροντίδα των παιδιών είναι επίσης ένας

Η Ενσωμάτωση των Μεταναστών στην Ισπανία

παράγοντας. Σαράντα τοις εκατό της βάσης των πελατών του CASI της Φουενλαμπράδα στη Μαδρίτη αποτελούνται από έγκυες γυναίκες ή γυναίκες με μικρά παιδιά, και μπορεί να είναι πολύ δύσκολο για τέτοιες γυναίκες να διασφαλίσουν βιώσιμη απασχόληση και ισορροπία μεταξύ εργασίας και οικογενειακών υποχρεώσεων. Το πρόγραμμα Elionor που εκτελείται στην επαρχία της Βαρκελώνης έχει αναπτύξει επίσης μια ιδιαίτερη προσέγγιση για τη βοήθεια των μεταναστριών, που καθορίζεται στον Μεθοδολογικό Οδηγό Συνεργασία με τις Ανενεργές Γυναίκες (Methodological Guide for Working with Inactive Women) (Diputacío de Barcelona, 2004a). Ο Οδηγός υπογραμμίζει τη σημασία της ενθάρρυνσης των ανενεργών γυναικών να αναπτύξουν μια ισορροπία στις δεξιότητές τους, πράγμα που θα τους επιτρέψει να αναπτύξουν και να ενισχύσουν τις ικανότητες, δυνατότητες και στάσεις τους, να προσδιορίσουν τα χαρακτηριστικά και τη ζήτηση στην αγορά εργασίας, να οικοδομήσουν την απασχολησιμότητά τους, να αποκτήσουν περισσότερους στόχους και να αναπτύξουν το εργασιακό τους προφίλ και την σταδιοδρομία τους. Όπως στο πρόγραμμα CASI, υπάρχει και εδώ η έμφαση στην ενδυνάμωση των γυναικών με το να βοηθά τις γυναίκες να αναπτύσσουν διάφορες δεξιότητες, όπως τις διαγνωστικές δεξιότητες, την ικανότητα να διαχειρίζονται οικογενειακές και συγγενικές καταστάσεις και τις δεξιότητες να αντιμετωπίζουν και προσαρμόζονται στις διάφορες δυσκολίες. Η ικανοποίηση των γυναικείων αυτών αναγκών θεωρείται σημαντικό μα και προγενέστερο βήμα των πρωτοβουλιών που είναι σχετικές με την εισαγωγή στην αγορά εργασίας. Μια δεύτερη ομάδα-στόχος που λαμβάνει υπόψη το πρόγραμμα ELIONOR είναι η ανενεργή νεολαία. Τα ποσοστά συμμετοχής της νεολαίας είναι ιδιαίτερα χαμηλά στην ισπανική αγορά εργασίας, και αυτό είναι ένα πρόβλημα που έχει επιπτώσεις και στους νεαρούς μετανάστες. Για παράδειγμα, στη Σάντα ντε Γραμενέτ, οι τοπικοί επαγγελματίες εξέφρασαν την ανησυχία για τους άνεργους νέους μετανάστες, που δεν εξυπηρετούνταν από τα προγράμματά τους, και ζούσαν στα περιθώρια της ισπανικής κοινωνίας. Η μεθοδολογία για τη βοήθεια τέτοιων νέων που αναπτύσσεται από το πρόγραμμα Elionor περιλαμβάνει την υιοθέτηση μιας τριμερούς μεθόδου που εστιάζει στο πρόσωπο, την εργασία και τη διαδικασία εισαγωγής στην αγορά εργασίας (Diputacío de Barcelona, 2004b). Ιδιαίτερη προσοχή δίνεται στην ανάλυση της αγοράς εργασίας, την έρευνα των επιχειρήσεων και τον προσδιορισμό των αναγκών τους, καθώς επίσης και στην ενθάρρυνση των επιχειρήσεων για να αναμιχθούν στα επιμορφωτικά προγράμματα και τον επαγγελματικό προσανατολισμό. Η υπηρεσία αυτού του προγράμματος δεν σταματά όταν διασφαλίζεται μια σύμβαση εργασίας, αλλά

379

380

παρέχεται και στον εργασιακό χώρο. Οι τοπικές υπηρεσίες εργασίας συνεχίζουν να ενεργούν ως διαμεσολαβητές όταν και όπου προκύπτουν δυσκολίες στον εργασιακό χώρο, και να επικοινωνούν με την επιχείρηση σχετικά με νέες ευκαιρίες και πρωτοβουλίες εργασίας. Πλαίσιο 5.8. Κατάρτιση από την Grameimpuls S.A. ώστε να υποστηριχθεί η πρόσβαση των μεταναστών στην αγορά εργασίας Η Grameimpuls S.A. προσφέρει στους χρήστες (και τους μετανάστες) τις ακόλουθες υπηρεσίες, προσαρμόζοντας τις ώρες λειτουργίας της στη διαθεσιμότητα των πελατών της: • Επαγγελματικές πληροφορίες και καθοδήγηση. • Βασική κατάρτιση στο εμπόριο και τις τέχνες (κατασκευαστικά έργα, παραγωγή λαμπτήρων, βιομηχανία οξυγονοκόλλησης και ρούχων, χειριστές μηχανών). • Γνώση της ισπανικής και καταλανικής γλώσσας. • Οικειότητα με τα περίχωρα. • Γνώση των τεχνικών εύρεσης εργασίας. • Κατάρτιση στον εργασιακό χώρο. • Ανταλλαγή εργασίας. • Πρόσβαση σε άλλους πόρους κατάρτισης για περισσότερη εξειδίκευση.

Πίνακας 5.5. Αριθμός συμμετεχόντων (ατόμων) που επιτυγχάνουν και διατηρούν την απασχόλησή τους Έτος Αριθμός συμμετεχόντων Αριθμός ατόμων (ατόμων) που διασφάλισαν απασχόληση 2001

71

37

Αριθμός ατόμων που είχαν εργασία τον επόμενο χρόνο 22

2002

86

38

23

2003

83

40

23

Σε ένα άλλο πρόγραμμα, η Diputació έχει χρησιμοποιήσει μια πιο στοχευμένη προσέγγιση για να βοηθήσει συγκεκριμένες ομάδες του μεταναστευτικού πληθυσμού. Κατά την ανάπτυξη ενός προγράμματος υποστήριξης γυναικών και νέων χωρίς άδεια παραμονής, αποφασίστηκε να χωριστούν ακόμα περισσότερο οι ομάδες-στόχοι σε «ομάδες περιστατικών» (incidence groups), απεικονίζοντας τα διαφορετικά εμπόδια που αντιμετωπίζουν οι συγκεκριμένοι τύποι ατόμων. Οι συμμετέχοντες στο πρόγραμμα υποβλήθηκαν σε μια επαγγελματική ανάλυση των δυνάμεων, των αδυναμιών, και των δυνατοτήτων

Η Ενσωμάτωση των Μεταναστών στην Ισπανία

τους καθώς και των εμποδίων που αντιμετωπίζουν πριν να προσδιοριστούν ποιες είναι οι κατάλληλες ενέργειες υποστήριξης για την ενσωμάτωσή τους στην αγορά εργασίας τους. Παρ’ όλα αυτά, συνεχίζουν να υπάρχουν πολιτιστικά και κοινωνικά εμπόδια που αντιστρατεύονται και τις γυναίκες και τους άνδρες που εμπλέκονται στα επιμορφωτικά προγράμματα. Όλα τα προγράμματα ενσωμάτωσης που εξετάστηκαν εφάρμοσαν μερικές διαδικασίες επιλογής και οι κύριες (mainstream) υπηρεσίες είναι προσβάσιμες μόνο στους νόμιμους μετανάστες. Συνεπώς, μερικές ομάδες ανθρώπων, συχνά πολύ ευάλωτες, αποκλείονται από τις υπάρχουσες υπηρεσίες και κινδυνεύουν να περιθωριοποιηθούν ακόμα περισσότερο. Εμπλοκή των εργοδοτών και ο επιχειρηματικός τομέας

Η εστίαση διάφορων τοπικών πρωτοβουλιών στην απασχολησιμότητα παρά στην άμεση εισαγωγή στην εργασία απεικονίζει εν μέρει την ποικιλία των εμποδίων που αντιμετωπίζουν οι μετανάστες στην αγορά εργασίας και την ανάγκη και για εκπαίδευση και για κατάρτιση, και ίσως (αντικατοπτρίζει) το επίπεδο ικανότητας των τοπικών οργάνων. Απεικονίζει επίσης ένα ευρύτερο πρόβλημα ότι δηλαδή οι τοπικές πρωτοβουλίες το βρίσκουν δύσκολο να προσδιορίσουν βιώσιμες θέσεις εργασίας για τους πελάτες τους. Οι ανώτεροι υπάλληλοι της Diputació de Barcelona (της τοπικής κυβέρνησης) επισημαίνουν ότι οι μετανάστες είχαν ιδιαίτερες δυσκολίες στην διασφάλιση βιώσιμων εργασιών. Όπως ένας εκπρόσωπος της τοπικής αναπτυξιακής επιχείρησης, Grameimpuls S.A, σχολίασε: «Το πρόβλημα δεν είναι να βρεις μια εργασία. Το πρόβλημα είναι να παρέχεις στους ανθρώπους δεξιότητες απασχολησιμότητας έτσι ώστε να μπορούν ενδεχομένως να βρουν μια καλύτερη εργασία, αλλά η αγορά είναι πολύ σφιχτή. Η αγορά εργασίας είναι επισφαλής». Αν και η αγορά εργασίας εν μέρει μπορεί να κατηγορηθεί για αυτήν την κατάσταση, οι τοπικές πρωτοβουλίες στην πραγματικότητα συμβάλλουν εν μέρει στο πρόβλημα με την παροχή κατάρτισης σε συγκεκριμένους τομείς, κυρίως, στα κατασκευαστικά έργα, τις μαγειρικές δεξιότητες, και τις οικιακές υπηρεσίες, τομείς που ξεχωρίζουν για την παροδική και ευκαιριακή φύση τους. Οι δράσεις επαγγελματικής κατάρτισης της IMPEM που λαμβάνουν χώρα στη Ματαρό, για παράδειγμα, επικεντρώθηκαν στις σχετικά ευαίσθητες θέσεις εργασίας, όπως αυτές των σερβιτόρων, των βοηθών στη κουζίνα και των οικιακών βοηθών. Στη Σάντα Κολόμα ντε Γκραμενέτ, ο κύριος τομέας της εισαγωγής εργασίας ήταν τα κατασκευαστικά έργα. Στη Σιουντάντ Λινιάλ

381

382

στη Μαδρίτη, τα είδη εργασιών που οι πελάτες του CASI είναι πλέον πιθανόν να βρουν είναι σερβιτόροι, καθαρισμός οικιών και κατασκευαστικά έργα. Αν και είναι πολύ πιθανό οι μετανάστες να βρουν τοπική απασχόληση σε αυτούς τους τομείς – τομείς που έχουν παραδοσιακά υψηλή συγκέντρωση αλλοδαπών εργαζομένων - ένα μεγάλο μέρος αυτών των τομέων βασίζεται στην προσωρινή εργασία, πράγμα το οποίο σημαίνει ότι οι μετανάστες αλλάζουν απασχόληση συχνότατα χωρίς να σημειώνουν μεγάλη πρόοδο σε μια περισσότερο βιώσιμη ενσωμάτωση ή στην ανέλιξη μιας συγκεκριμένης σταδιοδρομίας. Μια από τις βασικές προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι φορείς παροχής υπηρεσιών όταν προσπαθούν να βοηθήσουν τους μετανάστες να βρουν εργασία είναι πώς να παρακινήσουν τον επιχειρηματικό κόσμο για να γίνει ενεργός εταίρος στην ανάπτυξη δεξιοτήτων και επιμορφωτικών προγραμμάτων. Τα προγράμματα εισαγωγής στην αγορά εργασίας και στην Σάντα Κολόμα ντε Γκραμενέτ και στη Ματαρό περιορίζονται λόγω των δυσκολιών που αντιμετωπίζει το προσωπικό να εμπλέξει εργοδότες στην επιχειρηματική κοινότητα. Παρά τον σχετικά μεγάλο αριθμό μελών, το αρμόδιο συμβούλιο για την ανάπτυξη του σχεδίου υπηκοότητας στη Ματερό δεν εμπλέκει οποιεσδήποτε τοπικές επιχειρήσεις, για παράδειγμα. Οι ανώτεροι υπάλληλοι της επαρχίας της Βαρκελώνης αναγνωρίζουν ότι η λήψη πρωτοβουλίας με τους εργοδότες, και η ενθάρρυνση τους για να προσλάβουν μετανάστες, είναι ένας βασικός τομέας που απαιτεί περισσότερη προσοχή. Η επαρχία έχει αρχίσει να συνεργάζεται με τους εργοδότες υπό τη γενικότερη έννοια, ειδικά στο πλαίσιο των ευρωπαϊκών προγραμμάτων. Η Diputació de Barcelona συνεργάζεται με εκατόν πενήντα τεχνικούς που δρουν ως διαμεσολαβητές μεταξύ της επιχειρηματικής κοινότητας και της αγοράς εργασίας. Αυτό είναι μια εξελισσόμενη στρατηγική που έχει αποδειχθεί ότι είναι μεγάλη πρόκληση, επειδή, έχοντας ως τώρα έναν κατά κύριο λόγο κοινωνικό προσανατολισμό, το προσωπικό δεν έχει συνηθίσει να συνεργάζεται με επιχειρήσεις. Οι ΜΚΟ στη Μαδρίτη έχουν επίσης εξακριβώσει ότι η ευαισθητοποίηση των εργοδοτών είνα μια σημαντική πτυχή της εργασίας τους. Προσπαθώντας να προσεγγίσουν και να βοηθήσουν όσα περισσότερα άτομα μπορούν, οι ΜΚΟ προσπαθούν ταυτόχρονα να ξεπεράσουν τα παραδοσιακά εμπόδια μεταξύ των ΜΚΟ και των εργοδοτών και να αναπτύξουν μια μεθοδολογία για την προώθηση της εταιρικής κοινωνικής ευθύνης. Μερικές ΜΚΟ συνεργάζονται με τους εργοδότες για να τοποθετήσουν άμεσα μετανάστες στην εργασία – για παράδειγμα, ο Ερυθρός Σταυρός (στη Μαδρίτη) χειρίστηκε 60.000 πελάτες το 2004 (εκ των οποίων το 53% ήταν γυναίκες), και πέτυχε να εισάγει το 28% αυτών στην αγορά εργασίας. Γενικά, οι ΜΚΟ προβληματίζονται επίσης όλο

Η Ενσωμάτωση των Μεταναστών στην Ισπανία

και περισσότερο για την ποιότητα της προσφερόμενης απασχόλησης στους μετανάστες και τα επίπεδα εισαγωγής μεταναστών στην αγορά εργασίας. Τώρα, οι ΜΚΟ θέτουν αυτό το ζήτημα συχνότερα στους εργοδότες με τους οποίους συνεργάζονται. Οι εκπρόσωποι πρότειναν ότι επιχειρήσεις που έχουν καλές επιδόσεις από την άποψη πρόσληψης και συνθηκών εργασίας των μεταναστών πρέπει να αναδειχθούν ως θετικά παραδείγματα, αν και αυτή η πρόταση αδρανεί ως σήμερα. Μέχρι πρότινος, ένα από τα προβλήματα που αντιμετώπιζαν οι πιθανοί εργοδότες ήταν ο χρόνος που θα έπρεπε να δαπανήσουν για επεξεργαστούν την πρόσληψη πιθανών υπαλλήλων. Η αγορά κινείται γρήγορα και ο δήμος πρέπει να είναι σε θέση να ανταποκριθεί ανάλογα. Το προσωπικό της τοπικής αναπτυξιακής επιχείρησης στη Σάντα Κολόμα ντε Γκραμενετ είδε την επεξεργασία διαφόρων εγγράφων (τη γραφειοκρατία) ως εμπόδιο για την εξασφάλιση εργασίας για τους πελάτες τους. Αναμένεται ότι ο νέος συγκεντρωτικός κατάλογος «των εργασιών που είναι δύσκολο να συμπληρωθούν» (Catálogo de Ocupaciones de Difícil Cobertura: κυρ. Κατάλογος Επαγγελμάτων Δύσκολης Κάλυψης) μπορεί να βοηθήσει στην υπερνίκηση των γραφειοκρατικών εμποδίων για τους μελλοντικούς εργοδότες. Προώθηση δια-ομαδικών σχέσεων

Ενώ η εργασία είναι ένας βασικός μηχανισμός-κλειδί της ενσωμάτωσης (των μεταναστών) σε μια πολυπολιτισμική κοινωνία, πρέπει υποχρεωτικά να εξεταστούν άλλες απόψεις της διαδικασίας της ενσωμάτωσης. Η βιβλιογραφία για τη μετανάστευση έχει από καιρό δώσει έμφαση στη σημασία των κοινωνικών δικτύων, στη διευκόλυνση της μεταναστευτικής διαδικασίας.9 Είναι μέσω των κοινωνικών δικτύων που οι κοινωνικοί κανόνες λειτουργούν, αναπαράγονται και διατηρούνται στη χώρα υποδοχής. Τα κοινωνικά δίκτυα παρέχουν επίσης τα κυκλώματα δια των οποίων οι πληροφορίες, οι απόψεις, οι τοποθετήσεις, τα αγαθά και οι υπηρεσίες κινούνται. Είναι επομένως σημαντικά για την κοινωνικοποίηση των νέων μεταναστών στην εθνική κοινότητα. Στους δήμους Ματαρό και Σάντα Κολόμα ντε Γκραμενέτ, οι φορείς παροχής υπηρεσιών παρουσίασαν υψηλό βαθμό ευαισθητοποίησης σε σχέση με αυτή η μορφή του κοινωνικού κεφαλαίου, και, όπως αναπτύχθηκε στις ανωτέρω ενότητες, έχουν βάλει σε ισχύ διάφορες πρωτοβουλίες για να προάγουν την κοινωνική και πολιτιστική συνοχή των μεταναστών σε τοπικό επίπεδο. Το «νέο σχέδιο υπηκοότητας» της Ματαρό περιλαμβάνει την κατηγορηματική αναγνώριση ότι το να καταγίνεται κανείς με τις στάσεις του γηγενούς πληθυσμού είναι μια πλευρά της ανάπτυξης των θετικών δια-ομαδικών σχέσεων και της καλύτερης κοινωνικής ενσωμάτωσης, για παράδειγμα.

383

384

Μια περαιτέρω εστίαση των τοπικών πρωτοβουλιών που επισκοπήθηκαν ήταν στην αντιμετώπιση των γενικών ζητημάτων που επηρεάζουν τις αστικές κοινότητες που έχουν υψηλό ποσοστό μεταναστών. Οι Sole και Parella υποστηρίζουν ότι υπάρχουν τρεις κατ’ εξοχή διαστάσεις στην απόρριψη των μεταναστών από τις κοινότητες υποδοχής στην Ισπανία, «έλλειψη προσωπικής ασφάλειας, φόβος ότι η παρουσία μεταναστών θα οδηγήσει στην απώλεια ταυτότητας και της γειτονιάς και στον ανταγωνισμό για την εξεύρεση εργασίας και τους δημοσίους πόρους» (Sole and Parella, 2003). Οι επαγγελματίες στη Σάντα Κολόμα ντε Γκραμενέτ διαπίστωσαν ότι οι άνθρωποι δίνουν περισσότερη προσοχή στο θόρυβο και στα ζητήματα γειτονιάς όταν αυτά επαναπροσδιορίζονται ως προβλήματα που δημιουργούνται από τους μετανάστες. Η μεταβαλλόμενη δημογραφική σύνθεση της γειτονιάς σημαίνει ότι τα παραδοσιακά κοινωνικά δίκτυα της γηγενούς κοινότητας υποχωρούν, και νέοι γείτονες φθάνουν – γείτονες που έχουν άγνωστο τρόπο ζωής και δεν μοιράζονται πάντα (με τους γηγενείς) τα ίδια ήθη και έθιμα. Επίσης, το επίπεδο ποικιλομορφίας αυξάνεται - με περισσότερες από 129 εθνικότητες παρούσες στο δήμο τον Δεκεμβρίο του 2004. Μερικοί ντόπιοι θεωρούν αυτό ως «εισβολή», και έτσι επικρατούν ο κοινωνικός στιγματισμός και τα κοινωνικά στερεότυπα. Μέρος της εργασίας της τοπικής αναπτυξιακής επιχείρησης Grameimpuls S.A. είναι να εξουδετερώσει αυτά τα αρνητικά στερεότυπα με το να ενθαρρύνει ενεργά τη γηγενή και τη μεταναστευτική κοινότητα να συνεργαστούν και να αποφύγουν την «εθνικοποίηση» των τοπικών προβλημάτων. Η Grameimpuls S.A είναι καινοτόμα επιχείρηση επειδή δίνει έμφαση στο διπλό ρόλο της, δηλ. και στο να διδάσκει τους μετανάστες και στο να διδάσκεται από αυτούς. Δείχνει επίσης τη δέσμευσή της στην τοπική παροχή υπηρεσιών και προγραμμάτων, και στη χρήση του τοπικού προσωπικού που ξέρει εκ των έσω τις μεταναστευτικές κοινότητες που εξυπηρετεί. Αυτοί οι διαμεσολαβητές ή μεσάζοντες συνεργάζονται με τους δήμους και προωθούν τα προγράμματα που είναι διαθέσιμα. Για παράδειγμα, η Grameimpuls S.A έχει αναπτύξει τα συμβούλια γειτονιάς για την επίλυση συγκρούσεων. Αυτοί παρέχουν ένα φόρουμ όπου οι άνθρωποι μπορούν να μιλήσουν για τα προβλήματα (που αντιμετωπίζουν) και πώς πρόκειται να τα επιλύσουν. Ο κύριος στόχος είναι να ρυθμίζονται και να επιλύονται οι κοινωνικές συγκρούσεις προτού να αναπτυχθούν σε εθνικές συγκρούσεις. Επίσης, η Grameimpuls S.A συμμετέχει στην άτυπη ήπιας μορφής επιτήρηση για να προσδιορίσει πιθανές παράνομες δραστηριότητες ή επιχειρήσεις. Οι διαμεσολαβητές χρησιμοποιούνται για να προσπαθήσουν αρχικά να βοηθήσουν τις επιχειρήσεις να νομιμοποιηθούν. Εάν αυτό δεν είναι δυνατό, γίνονται

Η Ενσωμάτωση των Μεταναστών στην Ισπανία

προσπάθειες ώστε αυτές οι επιχειρήσεις να κλείσουν. Η πρωτοβουλία αυτή παίρνει τη θέση ότι οι μετανάστες πρέπει να προσαρμοστούν στους κοινωνικούς και νομικούς κανόνες προκειμένου να γίνουν τοπικά αποδεκτοί. Σύμφωνα με το τοπικό προσωπικό της Grameimpuls S.A., τα παιδιά των προηγούμενων γενεών των μεταναστών αντιμετωπίζουν επίσης δυσκολίες. Υπάρχουν λίγα πρότυπα στην περιοχή αυτή για αυτήν την νεώτερη γενεά και υπάρχει ένα ποσοστό σχολικής αποτυχίας 40% στο δήμο. Μια προσαρμοσμένη στρατηγική είναι αυτή της προώθησης της δια-πολιτισμικότητας στα σχολεία. Με την ενθάρρυνση των παιδιών να μάθουν τις υπάρχουσες διαφορετικές γλώσσες, τις πολιτισμικές και εθνικές πρακτικές στην κοινότητα, ελπίζουν ότι η νέα γενιά θα μάθει να αντιμετωπίζει τα κοινωνικά στερεότυπα και να επαγρυπνά ενάντια της ανάδυσης οποιασδήποτε αντικοινωνικής συμπεριφοράς. Η Grameimpuls S.A. υποστηρίζει ενεργά τη δημιουργία κύκλων για συζήτηση και ανταλλαγή απόψεων στα τοπικά σχολεία. Ενθαρρύνει επίσης τις ανταλλαγές μεταξύ των αθλητικών λεσχών και των οικογενειών ώστε να υπάρξει και να μεγαλώσει η αμοιβαία κατανόηση μεταξύ των διαφορετικών εθνοτικών ομάδων, και, έτσι, να υπάρχουν μηχανισμοί ενσωμάτωσης. Σε παρόμοιο πνεύμα, το CASI της Φλουενλαπράδα στη Μαδρίτη επαναπροσανατολίζει τις ενέργειές του προκαλώντας τα στερεότυπα και τις προκαταλήψεις – τα οποία υπάρχουν μεταξύ των γηγενών κοινοτήτων και τα οποία δρουν ως εμπόδια στην ενσωμάτωση – με το να προσκαλούν, παραδείγματος χάριν, τις ομάδες από τις γειτονιές που δεν έχουν μετανάστες να χρησιμοποιούν τις εγκαταστάσεις του CASI, όπως τις αίθουσες συνεδριάσεων. Το CASI της Σιουντάντ Λινιάλ έχει σημαντικό πρόβλημα στέγασης στην περιοχή. Για να αντιμετωπίσουν αυτό το ζήτημα και να βελτιώσουν επίσης τις διαομαδικές σχέσεις, τα στελέχη αυτού του CASI δουλεύουν με μια πρωτοβουλία που ενθαρρύνει τους ηλικιωμένους που ζουν μόνοι να υπενοικιάσουν ένα δωμάτιο του σπιτιού τους σε έναν μετανάστη που έχει ανάγκη από κατοικία, με αντάλλαγμα ο μετανάστης να βοηθάει στις δουλειές του σπιτιού. Αυτό είναι μια συναλλαγή που έχει εμπορική χροιά, και βασίζεται περισσότερο με το σχέδιο Τράπεας Χρόνου (Time Bank scheme) που αναπτύχθηκε με επιτυχία σε κοινωνικά υποβαθμισμένες περιοχές βρετανικών πόλεων.10 Επειδή η ανάπτυξη εμπιστοσύνης μεταξύ των ηλικιωμένων και των νέων μεταναστών είναι μια μεγάλη πρόκληση, έχουν διοριστεί επαγγελματίες ώστε να μεσολαβούν μεταξύ αμφότερων των συμβαλλόμενων μερών και να παρακολουθούν και να επιβλέπουν τον διακανονισμό. Η εστίαση των CASI στη στάση της ευρύτερης κοινωνίας απέναντι στους μετανάστες θα δώσει μια επιπλέον ώθηση στο κύριο στόχο ενάντια των προκαταλήψεων, κάτι το οποίο είναι πιθανό να ενσωματωθεί στο νέο στρατηγικό σχέδιο που καταστρώνεται αυτήν την περίοδο από το

385

386

Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων της περιφέρειας της Μαδρίτης. Παρά την τοπική έμφαση στην κοινωνική συνοχή και τη δικτύωση, ένας μεγάλος προβληματισμός στην Ισπανία είναι η απουσία των εκπροσώπων των μεταναστών από την κοινωνία πολιτών και τον τρίτο τομέα στις πρωτοβουλίες που αναπτύσσονται σε τοπικό επίπεδο. Αλλού στην Ευρώπη, οι σύλλογοι των μεταναστών διαδραματίζουν συχνά έναν χρήσιμο ρόλο στην εκπροσώπηση των αναγκών των διαφορετικών μεταναστευτικών ομάδων, διασφαλίζοντας ότι αυτές οι ανάγκες γίνονται γνωστές και λαμβάνονται υπόψη στα τοπικά προγράμματα, και σε μερικές περιπτώσεις παρέχουν κατάρτιση και άλλες υπηρεσίες στα μέλη τους. Οι ανώτεροι υπάλληλοι στην περιφέρεια της Μαδρίτης αναγνωρίζουν τη σχετική αδυναμία των συλλόγων των μεταναστών, και έχουν προωθήσει παροχή επιχορηγήσεων στους συλλόγους που είναι κατάλληλοι. Αυτοί οι σύλλογοι στερούνται κατάρτισης και εμπειρίας στην εκπροσώπηση των εθνοτικών ομάδων τους, και η CAM (δηλ. η περιφέρεια της Μαδρίτης) σκέπτεται να παρέχει ενεργά μια τέτοια κατάρτιση μέσω των διαμεσολαβητών του πολιτισμικού της προγράμματος. Μεγαλύτερη συμμετοχή από τις μεταναστευτικές ομάδες, ιδιαίτερα από εκείνες που είναι οι πιο ευάλωτες στο σχεδιασμό και την παροχή των δημόσιων υπηρεσιών (δηλ. των παράνομων μεταναστών) θα αποτελούσε ένα πρακτικό παράδειγμα της ενεργού συμμετοχής στην υπηκοότητα και θα πρόσφερε μια σειρά από δυνατότητες για συμπαραγωγή, συνεργασία, ανάθεση αρμοδιοτήτων και έλεγχο. Οι αυξανόμενες συμβουλευτικές υπηρεσίες που προσφέρονται στους συλλόγους των μεταναστών σε εθνικό επίπεδο, το νέο σχέδιο υπηκοότητας της Ματαρό και το ήθος που αποτελεί τη βάση της τοπικής αναπτυξιακής επιχείρησης Grameimpuls S.A είναι προσπάθειες που επιβεβαιώνουν τον «ενεργό» ρόλο (παροχής) υπηκοότητας στους μετανάστες της Ισπανίας. Είναι σημαντικό ότι αυτή η θετική προσέγγιση, που υπογραμμίζει την οικοδόμηση ικανοτήτων των μεταναστών, διαχέεται στην κοινωνία πολιτών και σε όλα τα επίπεδα διακυβέρνησης. Συμπεράσματα και ζητήματα προς εξέταση Στη σύγχρονη Ισπανία, η τοπική και εθνική κυβέρνηση αντιμετωπίζει διάφορα βασικά ζητήματα καθώς κάθε μια προσαρμόζεται στην πραγματικότητα της αυξανόμενης μετανάστευσης, τις ροές εποχικών εργαζομένων και την παρουσία παράνομων (ατεκμηρίωτων) μεταναστών, προσφύγων και αιτούντων άσυλο. Τον Μάρτιο του 2005, ο αριθμός μεταναστών ανήρχετο μόλις πάνω από 2 εκατομμύρια. Μετά από τη νομιμοποίηση, αυτός ο αριθμός θα έχει εκτοξευτεί στα 2,6-2,7 εκατομμύρια μετανάστες, πράγμα το οποίο αποτελεί το 5,5-6% του ισπανικού πληθυσμού.

Η Ενσωμάτωση των Μεταναστών στην Ισπανία

Ανταλλαγή ορθής πρακτικής μεταξύ επαρχιών και περιφερειών

Οι αποκεντρωμένες ρυθμίσεις διακυβέρνησης στην Ισπανία δημιουργούν ένα ιδιαίτερο πλαίσιο για τοπικές παρεμβάσεις υποστήριξης της ενσωμάτωσης των μεταναστών. Και στη Βαρκελώνη και στη Μαδρίτη, είναι σαφές ότι η περιφέρεια εν γένει έχει ωφεληθεί από την ευελιξία που διαθέτει για να αναπτύξει ισχυρές στρατηγικές ενσωμάτωσης εμπλέκοντας έναν μεγάλο αριθμό εταίρων. Η αντιγραφή μιας ενιαίας, διατομεακής προσέγγισης, η οποία υποστηρίζεται και εφαρμόζεται σε εθνικό επίπεδο, παράγει πολύτιμες περιφερειακές στρατηγικές που στοχεύουν και στους μετανάστες και στον ευρύτερο γηγενή πληθυσμό. Στην επαρχία της Βαρκελώνης, η δικτύωση των δήμων που διευκολύνεται και υποστηρίζεται από την επαρχιακή κυβέρνηση παρέχει έναν ιδιαίτερα χρήσιμο μηχανισμό για την ανταλλαγή πληροφοριών, τη δοκιμή ενός πιλοτικού προγράμματος και την ανταλλαγή καλής πρακτικής σε επίπεδο τοπικής κυβέρνησης. Αυτό το πρότυπο διακυβερνητικής δικτύωσης θα μπορούσε να υιοθετηθεί αλλού με πολλές ωφέλειες. Σε τοπικό επίπεδο, οι προσαρμοσμένες υπηρεσίες για τους μετανάστες (το πρόγραμμα CASI, η τοπική αναπτυξιακή εταιρεία Grameimpuls S.A. και η IMPEM στη Βαρκελώνη) μπορούν επίσης να γίνουν χρήσιμα πρότυπα για άλλες περιοχές. Τα CASI ιδιαίτερα δίνουν ένα καλό παράδειγμα για μια ισχυρή, τοπική και ευέλικτη προσέγγιση η οποία έχει ενσωματωθεί στις τοπικές κοινωνίες επιτυχώς – και με αυτό τον τρόπο έχει πλέον καταστεί κεντρική (mainstreamed) προσέγγιση - έτσι ώστε να προσφέρονται συνεπείς υπηρεσίες σε όλη την περιφέρεια της Μαδρίτης. Η πυκνότητα αυτών των τοπικών φορέων, με μια αφιερωμένη διατομεακή ομάδα που αποτελείται από ολόψυχα αφοσιωμένα άτομα που εργάζονται επιτόπια, τους δίνει την ευελιξία που λείπει συχνά από τα μεγαλύτερα, γραφειοκρατικά κέντρα και οργανισμούς. Τέτοια ευελιξία υποστηρίζεται από σχετική ελευθερία, με την οποία τα CASI έχουν τη δυνατότητα να χρησιμοποιούν τον προϋπολογισμό τους κατά περίπτωση. Αυτός ο τύπος προτύπου παροχής υπηρεσιών θα έπρεπε να υποστηριχθεί και να επεκταθεί, όπου είναι δυνατόν, από την εθνική και από την περιφερειακή κυβέρνηση. Εντούτοις, η διοικητική αποκέντρωση δημιουργεί διαφορετική πρόσβαση στους πόρους καθώς και ορισμένες πολιτικές αντιφάσεις σε τοπικό επίπεδο. Υπάρχει πολύ μεγάλη μετατόπιση της εθνικής πολιτικής προς μια ευρύτερη προσέγγιση της ενσωμάτωσης, που αποδεικνύεται από τη νέα Γενική Διεύθυνση της Ενσωμάτωσης των Μεταναστών, το Ταμείο Υποστήριξης για τους Πρόσφυγες, την Επιτάχυνση των Διαδικασιών για την Οικογενειακή

387

388

Ανασυγκρότηση και την Ενσωμάτωση των Μεταναστών και του Στρατηγικού Σχεδιασμού για τους Πολίτες και την Ενσωμάτωση το 2006-9. Παρ’ όλα αυτά, η εθνική πολιτική μετανάστευσης αντιμετωπίζεται ακόμα και τώρα από την πλευρά της απασχόλησης, ενώ σε τοπικό και περιφερειακό επίπεδο υπάρχει περισσότερο ενδιαφέρον για τη διασφάλιση της κοινωνικής ενσωμάτωσης και υπηκοότητας προκειμένου να υπάρχει τοπική κοινωνική συνοχή. Σε εθνικό επίπεδο, ιδιαίτερη έμφαση δίνεται στην άδεια εργασιακής ενσωμάτωσης, για παράδειγμα, και αποτρέπει τις αποκεντρωμένες διευθύνσεις εθνικών φορέων και οργανισμών, όπως οι υπηρεσίες απασχόλησης, να παρέχουν υποστήριξη ενσωμάτωσης στους μετανάστες χωρίς άδεια εργασίας. Η νομιμοποίηση του 2004 επιτρέπει στα δημοτικά συμβούλια να χορηγούν άδειες παραμονής στους μετανάστες σε εξαιρετικές περιπτώσεις. Εντούτοις, σε πολλές περιπτώσεις οι ΜΚΟ είναι εκείνες που καλούνται να αναπληρώσουν αυτά τα (θεσμικά) κενά. Επίσης, φαίνεται να υπάρχει κάποια σύγχυση για το ρόλο που παίζουν οι δήμοι στα ζητήματα αγοράς εργασίας. Αρχές, όπως η Σάντα Κολόμα ντε Γραμενέτ, αναμιγνύονται όλο και περισσότερο σε ζητήματα απασχόλησης ως κύριοι μηχανισμοί για την ευρύτερη κοινωνική ενσωμάτωση, παρά το γεγονός ότι δεν έχουν τις συγκεκριμένες ικανότητες σε αυτόν το τομέα. Οι πρωτοβουλίες που αξιολογήθηκαν ως μέρος αυτής της μελέτης ήταν από δύο αυτόνομες περιφέρειες (την Καταλονία και τη Μαδρίτη) που έχουν δώσει ιδιαίτερη έμφαση στην ενσωμάτωση των μεταναστών μια και υπάρχει υψηλή συγκέντρωση αυτών των ομάδων σε αυτές τις περιφέρειες. Εντούτοις, εάν οι Aparicio και Tornos έχουν δίκιο και ο μεταναστευτικός πληθυσμός διαχέεται ολοένα και περισσότερο στην Ισπανία (Aparicio and Tornos, 2003), είναι σημαντικό να παίρνουν παρόμοιες πρωτοβουλίες και άλλες περιφέρειες. Μια πρόσφατη μελέτη του ΟΟΣΑ έχει διαπιστώσει ότι η γρήγορη διοικητική αποκέντρωση στην Ισπανία συνοδεύεται από κατακερματισμό πολιτικών και έλλειψη επικοινωνίας και συντονισμού όλων των επιπέδων διακυβέρνησης, και, ως συνέπεια του κατακερματισμού αυτού, οι καλύτερες πρακτικές διαχέονται ελάχιστα [και γι’ αυτό δεν είναι ευρύτερα γνωστές] (Giorno and Joumard, 2005). Επομένως, η εθνική κυβέρνηση πρέπει να υποστηρίξει ενεργά την κυκλοφορία ορθών πρακτικών μεταξύ των περιφερειών ώστε να ξεπεραστεί η σχετική έλλειψη ανταλλαγής πληροφοριών επί του θέματος. Ακόμη και εκεί που είναι γνωστές οι καλύτερες πρακτικές, οι περιφέρειες μπορεί να μην έχουν τους απαιτούμενους πόρους για να εφαρμόσουν παρόμοιες πρωτοβουλίες. Η βελτιωμένη χρηματοδότηση των επαρχιακών και περιφερειακών κυβερνήσεων και η γενικευμένη καθιέρωση των τοπικών οριοθετημένων προϋπολογισμών για τα προγράμματα αγοράς εργασίας και ενσωμάτωσης των μεταναστών θα μπορούσαν να δημιουργήσουν τις προϋποθέσεις ώστε οι ορθές πρακτικές

Η Ενσωμάτωση των Μεταναστών στην Ισπανία

ορισμένων περιφερειών - όπως περιγράφονται στις περιπτωσιολογικές μελέτες (που ήδη εξετάσαμε) - να υιοθετηθούν και από άλλες περιφέρειες. Η στοχοθέτηση ενός σημαντικού ποσοστού της χρηματοδότησης για τη νέα στρατηγική ενσωμάτωσης στους περιφερειακούς και τοπικούς φορείς θα βοηθούσε ιδιαίτερα αυτήν τη διαδικασία. Δημιουργία υποδομών σε τοπικό επίπεδο

Είναι εμφανές ότι μερικά τοπικά προγράμματα επιτυγχάνουν επειδή υπάρχει ένας βασικός τοπικός φορέας-κλειδί σε τέτοια στη θέση που δεν έχει μόνο πολιτική δύναμή αλλά μπορεί να οικοδομήσει κάτι καλό. Τέτοιοι «κοινωνικοί επιχειρηματίες» είναι χρήσιμοι στην καλυτέρευση του προφίλ των μεταναστευτικών ζητημάτων και στην οικοδόμηση εμπιστοσύνης με άλλους τοπικούς εταίρους, συμπεριλαμβανομένων των εργοδοτών. Παρ’ όλα αυτά, η εξάρτηση από τέτοια άτομα μπορεί να καταστήσει τα τοπικά προγράμματα ευάλωτα μακροπρόθεσμα, και την παροχή υπηρεσιών πατερναλιστική (προστατευτική) στο χαρακτήρα. Η δημιουργία υποδομών και η ανάπτυξη ανθρώπινου δυναμικού θα βοηθούσε τα τοπικά προγράμματα να αναπτύξουν πιο σταθερούς μηχανισμούς παροχής υπηρεσιών για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα. Μετακίνηση από την απασχολησιμότητα προς μια πιο μακροπρόθεσμη απασχόληση

Επιπλέον, παρά την ορθή πρακτική που είναι εμφανής στις περιοχές περιπτωσιολογικής μελέτης, διάφορα προβλήματα παραμένουν στην προσέγγιση της ενσωμάτωσης στην αγορά εργασίας σε τοπικό επίπεδο. Οι τοπικές πρωτοβουλίες έχουν συχνά προβλήματα όταν προσλαμβάνουν μετανάστες σε μόνιμες εργασίες και υπάρχει ένα ορισμένο επίπεδο κυκλικότητας με τους μετανάστες που μπαινοβγαίνουν στα επιμορφωτικά προγράμματα επειδή βρίσκουν προσωρινή και μη βιώσιμη απασχόληση. Αυτά τα προβλήματα απεικονίζουν μια παραδοξότητα σε εθνικό επίπεδο με την έννοια ότι η ενσωμάτωση στην οποία δίνει προτεραιότητα η νέα ισπανική κυβέρνηση (αυτή η έννοια υπονοεί την εξίσωση των δικαιωμάτων και των ευθυνών με το σύνολο των ισπανών πολιτών) διαμορφώνεται σύμφωνα με ένα παραδοσιακό βιομηχανικό οικονομικό πρότυπο όπου οι μετανάστες μπορούν να έχουν πρόσβαση σε σχετικά καλοπληρωμένη, συνδικαλιστική, ασφαλή απασχόληση στους τομείς της παραδοσιακής βιομηχανικής παραγωγής και παροχής υπηρεσιών. Αυτό στη συνέχεια θα τους βοηθούσε να ριζώσουν σε μια κοινότητα και να ενταχθούν κοινωνικά και οικονομικά. Εντούτοις, όλο και

389

390

περισσότερο, μια από τις απαιτήσεις της μεταβιομηχανικής οικονομίας είναι ότι το εργατικό δυναμικό που είναι προσανατολισμένο στις υπηρεσίες, πρέπει να είναι ευέλικτο, κινητό και σχετικά φθηνό.11 Ως εκ τούτου, υπάρχει ζήτηση για μεταναστευτικό εργατικό δυναμικό που να μπορεί να προσληφθεί με βραχυπρόθεσμες συμβάσεις. Σε ένα τέτοιο σενάριο, μια «καλή εργασία» είναι ακριβοθώρητη και η εμπειρία της εργασίας (ιδιαίτερα για τους μετανάστες) γίνεται περισσότερο μεταβατική και αβέβαιη. Υπάρχει, εντούτοις, προοπτική για τους τοπικούς φορείς της Ισπανίας να προσαρμόσουν καλύτερα τα προγράμματά τους ώστε να βοηθήσουν τους μετανάστες να αποφύγουν την παγίδα της χαμηλόμισθης προσωρινής απασχόλησης. Η παρούσα έμφαση πέφτει στις βραχυπρόθεσμες δεξιότητες απασχολησιμότητας. Η δυνατότητα δημιουργίας μιας σταδιοδρομίας ή απασχόλησης που θα μπορούσε να οδηγήσει στην κοινωνική κινητικότητα και τη μεγαλύτερη πρόσβαση σε ασφαλέστερη απασχόληση δεν διερευνάται συχνά, παρά το γεγονός ότι πολλοί μετανάστες που έχουν την απαραίτητη εκπαίδευση και τα απαραίτητα προσόντα αυτή την περίοδο υποαπασχολούνται σε ανειδίκευτες εργασίες. Οι περιπτωσιολογικές μελέτες αποκάλυψαν σχετικά λίγες πρωτοβουλίες που στόχευσαν συγκεκριμένα σε τέτοιους μετανάστες ή που πρόσφεραν κατάρτιση υψηλότερου επιπέδου δεξιοτήτων. Φαίνεται να υπάρχουν πολλές προοπτικές για την ανάπτυξη προγραμμάτων που να βασίζονται στις δεξιότητες και που να στοχεύουν περισσότερο σε πολύ καλά καταρτισμένους μετανάστες σε τοπικό επίπεδο και να υποστηρίζουν την πρόοδό τους στην αγορά εργασίας. Η αναγνώριση των υπαρχουσών δεξιοτήτων είναι επίσης ένα θέμα προβληματισμού, επειδή τα προσόντα που αποκτώνται σε περιοχές που εμπίπτουν σε δικαιοδοσίες άλλων περιφερειών δεν αναγνωρίζονται εύκολα στην Ισπανία, όπως συμβαίνει σε πολλές χώρες του ΟΟΣΑ. Η INEM πρέπει να συνεχίσει να συνεργάζεται στενά με τα συνδικάτα και τις ενώσεις εργοδοτών για να επινοήσει πολιτικές και προγράμματα που θα καταγίνονται με την εθνο-στρωματοποίηση του εργασιακού χώρου και θα βελτιώνουν τους όρους απασχόλησης και τις ευκαιρίες κατάρτισης για εκείνους που έχουν επαγγέλματα χαμηλής ειδίκευσης, τα οποία είναι ακόμα τόσο σημαντικά για την ισπανική οικονομία. Στο άλλο άκρο της κλίμακας, είναι φανερό ότι ακόμα αποκλείονται μερικοί μετανάστες από τις τοπικές πρωτοβουλίες. Τα εμπόδια παραμένουν από άποψη πρόσβασης στα προγράμματα εισαγωγής στην αγορά εργασίας (ιδιαίτερα όπου απαιτείται άδεια εργασίας για την πρόσβαση) και το γεγονός ότι τα τοπικά προγράμματα ενσωμάτωσης εφαρμόζουν μερικές διαδικασίες επιλογής σημαίνει ότι μπορεί να γίνουν απρόσιτα για τις πιο ευάλωτες ομάδες. Μακροπρόθεσμα,

Η Ενσωμάτωση των Μεταναστών στην Ισπανία

ελλοχεύει ο κίνδυνος ότι αυτό μπορεί να οδηγήσει ορισμένες ομάδες μεταναστών σε μεγαλύτερη περιθωριοποίηση με τα συνακόλουθα προβλήματα δυσαρέσκειας. Τοπικοί φορείς χρειάζεται να διασφαλίσουν ότι τέτοιες ομάδες συμμετέχουν στα προγράμματα όσο το δυνατόν περισσότερο, και ότι κύριοι (mainstream) φορείς παροχών έχουν επίγνωση των προβλημάτων αυτών των ομάδων και καταγίνονται με αυτά, συμπεριλαμβανομένων εκείνων των φορέων που προσπαθούν να φθάσουν και να παρέχουν υπηρεσίες σε δυσπρόσιτες κοινότητες όπου και όταν είναι απαραίτητο. Εμπλοκή περισσοτέρων εταίρων

Υπάρχει μια σαφής προσπάθεια από ανώτερους υπαλλήλους σε περιφερειακό και σε τοπικό επίπεδο να εμπλακεί ένα ευρύ φάσμα διαφορετικών εταίρων στην ενσωμάτωση των μεταναστών. Είναι όμως επίσης φανερό ότι υπάρχει ακόμα κάποιος τρόπος ώστε ο επιχειρηματικός τομέας να συμμετάσχει αποτελεσματικά σε ζητήματα ενσωμάτωσης στην Ισπανία (Sole and Parella, 2003). Το πρόσφατα θεσμοθετημένο Συμβούλιο για την Προαγωγή Ίσων Ευκαιριών και Μη Διάκρισης Προσώπων λόγω Φυλετικής ή Εθνικής προέλευσής τους (Council for the Promotion of Equal Opportunities and the Non Discrimination of Persons due to their Racial or Ethnic Origin) πρέπει να βρει κάποιο τρόπο ώστε να ενθαρρύνει την ορθή πρακτική μεταξύ των επιχειρήσεων αναφορικά με την απασχόληση των μεταναστών και των εθνoτικών μειονοτήτων, και ταυτόχρονα να βελτιώνει τη θέση των μεταναστών εκείνων που είναι θύματα των διακρίσεων. Αλλά η επιτυχία αυτού του συμβουλίου θα εξαρτηθεί από το να κάνει γνωστή την ύπαρξή του και να φανεί ότι επεξεργάζεται τις διάφορες περιπτώσεις και με ευαισθησία και με αποτελεσματικότητα. Είναι σημαντικό ότι το νέο Συμβούλιο συνεργάζεται με το Φόρουμ για την Κοινωνική Ενσωμάτωση των Μεταναστών (Forum for the Social Integration of Immigrants), με τα εργατικά συνδικάτα και τις ΜΚΟ και ακολουθεί ενεργά την ημερήσια διάταξη ενάντια παντός είδους διάκρισης ώστε να διασφαλίσει τα δικαιώματα και τις ευθύνες των μεταναστών της Ισπανίας. Το Συμβούλιο είναι σε ένα αρχικό στάδιο ανάπτυξης και πρέπει να προωθήσει την εθνική αναγνωρισιμότητά του και να πείσει τους πιθανούς πελάτες του ότι δρα ανεξάρτητα από την κυβέρνηση. Συνιστάται το Συμβούλιο να υιοθετεί μια πολυεπίπεδη επικοινωνιακή στρατηγική από την άποψη της διάδοσης πληροφοριών, της εκπαίδευσης των εργοδοτών και των εργαζομένων στα δικαιώματα και τις ευθύνες, και της προώθησης μεγαλύτερης διαπολιτισμικής κατανόησης στον εργασιακό χώρο. Μια τέτοια στρατηγική θα πρέπει να καταδεικνύει ενεργά την οικονομική συμβολή των μεταναστών στην

391

392

ισπανική κοινωνία, και να παρουσιάζει επιτυχημένες ιστορίες μεταναστών επιχειρηματιών. Αυτό θα μπορούσε να αντισταθμίσει τα αρνητικά στερεότυπα του μεταναστευτικού πληθυσμού στα ΜΜΕ. Το συμβούλιο θα μπορούσε επίσης να ιδρύσει μια συμβουλευτική επιτροπή για να εμπλέξει ενεργά τους εργοδότες και τον επιχειρηματικό τομέα (και γηγενείς και μετανάστες) στην προώθηση των δικαιωμάτων και της ευημερίας των εργαζομένων. Είναι επίσης εμφανές ότι ένα μεγάλο μέρος των διεργασιών για την ενσωμάτωση των μεταναστών σε τοπικό επίπεδο στην Ισπανία πραγματοποιείται από τις ΜΚΟ των οποίων πόροι είναι περιορισμένοι. Κατά μεγάλος μέρος, στηρίζονται στον εθελοντισμό, τις δωρεές και τις ευρωπαϊκές επιχορηγήσεις - όπως το EQUAL - εκτός των κονδυλίων που ίσως λαμβάνουν από την κεντρική διοίκηση. Οι ΜΚΟ στην Ισπανία παρέχουν επαγγελματικές υπηρεσίες σε μια σειρά μεταναστευτικών ομάδων, και θα ωφελούνταν εάν είχαν μια πιο ασφαλή βάση χρηματοδότησης. Πιο συγκεκριμένα, οι ευρωπαϊκές επιχορηγήσεις είναι λιγότερο πιθανό να είναι διαθέσιμες στο μέλλον, λαμβάνοντας υπόψη τις ανάγκες των νέων κρατών μελών της Ε.Ε. Η κυβέρνηση θα μπορούσε να παρέχει βοήθεια σε αυτόν το τομέα με την καθιέρωση ενός δικτύου ΜΚΟ - ίσως ως υποομάδα του Φόρουμ για την κοινωνική ενσωμάτωση των Μεταναστών, και να τις χρηματοδοτεί σε πολυετή βάση για δια-πολιτισμικές και διατομεακές πρωτοβουλίες που προσανατολίζονται προς την ενσωμάτωση των μεταναστών και την θεσμοποίηση (mainstreaming) των μεταναστευτικών υπηρεσιών στην ισπανική κοινωνία. Αντιμετώπιση της άτυπης οικονομίας

Οι φορείς παροχής υπηρεσιών και στη Βαρκελώνη και στη Μαδρίτη υπογραμμίζουν την ανάγκη να διατηρηθεί η πίεση για την αντιμετώπιση της άτυπης οικονομίας. Παρά το πρόσφατο πρόγραμμα νομιμοποίησης, υπάρχουν φόβοι ότι η ύπαρξη αυτής της οικονομίας έχει γίνει σιωπηλά αποδεκτή από τις αρχές, επειδή οι εργαζόμενοι στον άτυπο τομέα είναι έτοιμοι να κάνουν τις εργασίες που κανένας άλλος δεν θα τις έκανε. Για παράδειγμα, εκφράστηκε προβληματισμός από τον εκπρόσωπο μιας μεταναστευτικής ομάδας στη Ματαρό της Βαρκελώνης ότι «ο νόμος γίνεται για να αποτρέπει τους ανθρώπους από τη διεκδίκηση των δικαιωμάτων τους και για να επιτρέπει ένα τυφλό μάτι στη μαύρη οικονομία. Είναι εύκολο να ωφεληθεί κάποιος από τους ανθρώπους (τους μετανάστες) στην άτυπη οικονομία, είναι εύκολο να τους χειραγωγήσει και να τους εκμεταλλευτεί». Το πρόγραμμα νομιμοποίησης αντιμετωπίζεται θετικά σε τοπικό επίπεδο, δηλ. ως σημαντικός μηχανισμός (μετα)κίνησης ανθρώπων από την άτυπη οικονομία στην πιο τυπική και ρυθμισμένη απασχόληση. Εντούτοις,

Η Ενσωμάτωση των Μεταναστών στην Ισπανία

το παρόν σχέδιο είναι μόνο μια προσωρινή νομιμοποίηση, και οι περισσότεροι φορείς παροχής υπηρεσιών δεν θεωρούν ότι αυτό θα σηματοδοτήσει το τέλος της άτυπης οικονομικής δραστηριότητας είτε μεσοπρόθεσμα είτε μακροπρόθεσμα. Ενώ ίσως μείνουν υπολείμματά της, δεν θα εξαφανιστεί εντελώς. Επομένως, είναι πιθανό ότι οι φορείς παροχής υπηρεσιών θα συνεχίσουν να έρχονται σε επαφή με παράνομους (ατεκμηρίωτους) μετανάστες στο εγγύς μέλλον, και θα υπάρχει μια συνεχόμενη εξάρτηση από τις ΜΚΟ για υποστήριξη των παράνομων μεταναστών που δεν εμπίπτουν στη δικαιοδοσία των κυβερνητικών υπηρεσιών της θεσμοθετημένης απασχόλησης. Υποστήριξη της ευρύτερης συμμετοχής των μεταναστών στην κοινωνία

Οι τοπικές πρωτοβουλίες στην Ισπανία φαίνεται να έχουν επίγνωση της ευρείας ποικιλίας των παραγόντων που συμβάλλουν στην κοινωνική ένταξη (social inclusion) και ενσωμάτωση (integration) των μεταναστευτικών ομάδων. Το σχέδιο υπηκοότητας στη Ματαρό, οι δραστηριότητες διαμεσολάβησης στις γειτονιές της Σάντα Κολόμα και το πρόγραμμα της Λεϊδά σχετικά με τις κοινοτικές δραστηριότητες για τους προσωρινούς εργαζομένους εκτιμούν το γεγονός ότι η ενσωμάτωση υπό την ευρύτερη έννοια «υπονοεί μια διαδικασία αμοιβαίας αποδοχής και την προσαρμογή των πολιτισμικών χαρακτηριστικών γνωρισμάτων που ανταλλάσσονται βάσει της ισότητας» (Sole and Parella, 2003). Διαπολιτισμικές πρωτοβουλίες όπως εκείνες που είναι σε ισχύ στις κοινότητες της Σάντα Κολόμα ντε Γραμενέτ και της Ματαρό προσφέρουν παραδείγματα τοπικών πρακτικών σε αυτόν το τομέα, αν και οι τοπικοί επαγγελματίες θεωρούν ότι οι διαπολιτισμικές διαμεσολαβήσεις θα έπρεπε είναι ένα αναπόσπαστο μέρος όλων των υπηρεσιών που παρέχονται στους μετανάστες. Αυτό σημαίνει κάτι περισσότερο από μετάφραση ή διερμηνεία. Σημαίνει κατάρτιση στην επίλυση συγκρούσεων και άνοιγμα στο μετασχηματισμό και την προσαρμογή των προγραμμάτων στις πολιτισμικές αξίες και τους (κοινωνικούς) κανόνες των μεταναστών. Πρέπει όμως να σημειωθεί ότι η προοπτική της πλήρους ενσωμάτωσης των μεταναστών της Ισπανίας από την άποψη να απολαμβάνουν πλήρη δικαιώματα και ευθύνες όπως απολαμβάνουν οι ισπανοί πολίτες βρίσκεται ακόμα μακριά. Για παράδειγμα, το δικαίωμα ψήφου, ακόμη και σε τοπικό επίπεδο, δεν έχει εξεταστεί σοβαρά, αν και αυτό το δικαίωμα το έχουν οι εκτός της Ε.Ε. μετανάστες σε άλλα κράτη μέλη της Ε.Ε. Πρέπει να συσταθεί μια ομάδα εργασίας υπό την αιγίδα της εθνικής κυβέρνησης, η οποία να βασίζεται στην πείρα του νέου Συμβουλίου για την Ίση Μεταχείριση και του Φόρουμ για την Κοινωνική Ενσωμάτωση των Μεταναστών (Council for the Promotion of Equal

393

394

Opportunities and the Non Discrimination of Persons due to their Racial or Ethnic Origin), για να εξετάσει τους μηχανισμούς που θα ενδυναμώσουν την πολιτική συμμετοχή και την εμπλοκή των πολιτών. Ως μέρος της αποστολής της, αυτή η ομάδα εργασίας πρέπει να απασχοληθεί δια-τομεακά, και να διερευνήσει, για παράδειγμα, τον αντίκτυπο των τοπικών πρωτοβουλιών, όπως το νέο σχέδιο υπηκοότητας στην Ματαρό, στον σχεδιασμό της εθνικής στρατηγικής. Αυτή η ομάδα εργασίας θα μπορούσε επίσης να τροφοδοτήσει με πληροφορίες άλλους φορείς και οργανισμούς διακυβέρνησης που ενδιαφέρονται για την πολιτική πρακτική και τη κοινωνική ζωή (associational life) στην Ισπανία. Κατά τη διάρκεια αυτής της μελέτης έγινε επίσης προφανές ότι το κράτος και οι φορείς του είναι αυτοί που παρέχουν υπηρεσίες στους μετανάστες, αντί οι ίδιες οι μεταναστευτικές ομάδες και οι κοινότητες να γίνουν ενεργητικοί φορείς της έκφρασης των αναγκών τους και να προσπαθήσουν να βρουν πόρους οι ίδιες. Αυτό ίσως να είναι συνέπεια διάφορων παραγόντων, συμπεριλαμβανομένων της «νεότητας» της μαζικής μετανάστευσης στην Ισπανία, και του χαμηλού επιπέδου οργάνωσης των μεταναστευτικών κοινοτήτων. Είναι δυνατό εθνοτικοί ηγέτες και πρότυπα να αναδυθούν στο μέλλον. Στο μεταξύ, υπάρχει πεδίο ανάπτυξης για ένα πρόγραμμα που να στοχεύει στην κατάρτιση και την ανάπτυξη των συλλόγων των μεταναστών έτσι ώστε να έχουν τη δυνατότητα να συμμετέχουν καλύτερα και πιο ολοκληρωμένα στην κοινωνία των πολιτών και τις κοινωνικές δομές συνεργασίας της τοπικής και εθνικής κυβέρνησης. Οι ΜΚΟ θα μπορούσαν να διαδραματίσουν έναν χρήσιμο ρόλο εδώ με την οργάνωση κατάλληλων προγραμμάτων κατάρτισης και ανάπτυξης, και συμβουλευτικών υποστηρικτικών υπηρεσιών (Σ.Υ.Υ. ή mentoring) για τους νέο-ιδρυμένους συλλόγους των μεταναστών. Επιτυχείς προσπάθειες συμμετοχής των κοινοτήτων στη διακυβέρνησή τους είναι εκείνες που προσαρμόζονται γενικά στις τοπικές περιστάσεις και περιλαμβάνουν συνήθως στοιχεία ενδυνάμωσης. Η επιτυχής συμμετοχή φαίνεται στο μοίρασμα της δύναμης και της ευθύνης και στην οικοδόμηση εμπιστοσύνης. Οι μεταναστευτικές κοινότητες, τα άτομα και οι ομάδες μπορούν να προοδεύσουν στην ισπανική κοινωνία μόνο εάν μπορούν να αρθρώνουν τα ενδιαφέροντά τους, και εάν μπορούν να αναπτύσσουν την ικανότητα να τα εκφράζουν όταν συνεργάζονται με φορείς και όργανα της κοινωνίας υποδοχής. Πράγματι, η μεγαλύτερη συμμετοχή των μεταναστευτικών ομάδων στον σχεδιασμό και την παροχή δημόσιων και κοινωνικών υπηρεσιών θα αποτελούσε ένα πρακτικό παράδειγμα της ενεργού συμμετοχής υπηκοότητας και θα πρόσφερε μια σειρά δυνατοτήτων, συμπεριλαμβανομένων της συμπαραγωγής, συνεργασίας, εκχώρησης αρμοδιοτήτων και ελέγχου.

Η Ενσωμάτωση των Μεταναστών στην Ισπανία

Σημειώσεις 1 Οι Sole και Parella (2003) επισημαίνουν ότι οι μετανάστες είναι συγκεντρωμένοι στο χαμηλότερο επίπεδο της επαγγελματικής δομής. Αναφέρονται δε σε αυτήν την διαδικασία ως εθνοδιαστρωμάτωση της αγοράς εργασίας. Επιπλέον, σύμφωνα με τον Cachon (1997), τομείς με υψηλή συγκέντρωση μεταναστών προσφέρουν τους χαμηλότερους όρους απασχόλησης σε σχέση με το ανθρώπινο κεφάλαιο, τις εργασιακές σχέσεις, τις συνθήκες εργασίας και τα επίπεδα αμοιβών. 2

Αυτοί οι αριθμοί δόθηκαν από την INEM April 2005.

3 Η επιθεώρηση δεν έχει καμία αρμοδιότητα πέρα από την απασχόληση σε εθνικό επίπεδο, πράγμα το οποίο σημαίνει ότι οι εργαζόμενοι σε αυτόν τον τομέα θα παραμείνουν ευάλωτοι σε κάθε είδους εκμετάλλευσης. 4

Οργανικός Νόμος 14/2003 της 20ης Νοεμβρίου 2004.

5

Παράγραφος 2 του Τίτλου ΙΙ του Νόμου 62/2003 της 30ης Δεκεμβρίου.

Ο Blakeley (2001), παραδείγματος χάριν, προτείνει ότι η κοινωνία πολιτών στην Ισπανία χαρακτηρίζεται από χαμηλά επίπεδα συνεταιριστικής και συλλογικής ζωής και ενός «συγκεκριμενοποιημένου» πολιτικού πολιτισμού.

6

Το σχέδιο GRECO, το οποίο εισήγαγε η προηγούμενη κυβέρνηση, εγκαταλείφθηκε όταν ανέβηκε στην εξουσία η σοσιαλιστική κυβέρνηση το 2004.

7

Αυτό το θέμα θίχτηκε από μία εκπρόσωπο μιας ομάδας μεταναστριών στη Ματαρό της Βαρκελώνης. Η αυξανόμενη απασχόληση των γυναικών στην οικιακή οικονομία σε όλη την Ευρώπη τονίζεται και από τον Cancedda (2001).

8

9

Βλέπε, για παράδειγμα, Yucel (1987).

10 Η Τράπεζα χρόνου (Time Bank) είναι ένα σχέδιο που μετατρέπει τις ώρες που οι άνθρωποι περνούν στην κοινότητά τους προσφέροντας εθελοντική εργασία σε έναν τύπο εμπορικού νομίσματος.

Υπάρχει φυσικά μια παράλληλη ζήτηση για τους πολύ καλά καταρτισμένους εργαζομένους σε τομείς όπως χρηματοοικονομικά, νομική και τεχνολογία, αλλά το σημαντικό είναι ότι αυτοί οι εργαζόμενοι στηρίζονται σε ένα πλήθος αγαθών και υπηρεσιών που παράγονται και παρέχονται γενικά από τους χαμηλόμισθους και τις μεταναστευτικές ομάδες. Βλ. Sassen (1998).

11

Βιβλιογραφία Amuedo-Dorantes, C. and S. de la Rica (2005), “Immigrant Responsiveness to Labour Market Conditions and its Implications on Regional Disparities: Evidence from Spain”, Discussion Paper Series, Germany: IZA Institute for the Study of Labour, Bonn.

395

396

Anderson. B. (2000), “Doing the Dirty Work”, Zed books, London. Aparicio, R. and Tornos, A. (2000), “Immigration and Integration Policy: Towards an Analysis of Spanish Integration Policy for Immigrants and CIMs”, EFFNATIS Working paper 32 Instituto Universitario de Estudios sobre Migraciones, Universidad Pontificia Comillas de Madrid (UPCO). Aparicio, R. and Tornos, A. (2003), “Towards an Analysis of Spanish Integration Policy” pp. 213-251 in F. Heckman and D. Schnaper (eds.), The integration of immigrants in European societies: national difference and trends of convergence, Lucius and Lucius, Stuttgart. Barou, J. (1987), “In the Aftermath of Colonization: Black African Immigrants in France” in H.C. Buechler and J. M. Buechler, Migrants in Europe, Greenwood Press, Westport. Blakeley, G. (2001), “Building State and Civil Society in Spain” in Simona Piattoni et al. (eds.). Clientelism, Interests, and Democratic Representation: The European Experience in Historical Perspective, Cambridge University Press, Cambridge. Bohning, W.R. (1991), “Integration and Immigration Pressures in Western Europe”, International Labour Review, Vol. 130, No. 4, pp. 445-458. Bulmer and Solomos (1998), “Introduction: Rethinking Ethnic and Racial Studies in Ethnic and Racial Studies”, Vol. 21, Sept. Cachon, L. (1997), “Notas sobre la Segmentación del Mercado de Trabajo y la Segregación Sectorial de los Inmigrantes en España”, paper presented at the conference, La Inmigración en España, Madrid, 16-18 October. Cancedda, A. (2001), “Employment in Household Services”, European Foundation. Corcoran, M.P. (1993), Irish Illegals: Transients Between Two Societies, Greenwood Press, Westport.

Η Ενσωμάτωση των Μεταναστών στην Ισπανία

Diputació de Barcelona (2004a), “Guía metodológica para trabajar con mujeres inactivas”, Methodological guide for working with inactive women. Diputació de Barcelona (2004b), Guía metodológica para cercar a los jóvenes inactivos al Mercado laboral, Methodological Guide for Bringing Inactive Young People into the Employment Market. Diputació de Barcelona (2003), “Good Practices and Gender Audit, Tools for Local Policy”, Olympia de Gouges Project, Institut d’Edicions. Eaton, M. (1993), “Foreign Residents and Illegal Immigrants: os Negros em Portugal”, Ethnic and Racial Studies, Vol. 16, No. 3. Economic and social council (2004), “Immigration and the Labour Market in Spain”, CES: Comité Económico y social. Ehrenreich, B. and A. Hochschild (eds.) (2004), Global Woman: Nannies, Maids and Sex Workers in the New Economy, Henry Holt, New York. European Monitoring Centre on Racism and Xenophobia (EUMC) (2004), National Analytical Study on Racist Violence and Crime, Raxen Focal Point for Spain. Giorno, C. and I. Joumard (2005), “Getting the Most Out of Public Sector Decentralisation in Spain”, OECD Economics Department Working Papers, No. 436, OECD, Paris. Morales Diez de Ulzurrun (2003), “Ever Less Engaged Citizens? Political Participation and Associational Membership in Spain”, Working Paper Number 220, Institut de Ciencies Politiques I socials, Barcelona. Mosley, H. (2004), “Spain: Towards an Integrated Approach to Economic and Employment Development”, OECD, New Forms of Governance for Economic Development, OECD, Paris.

397

398

OECD (2004), New Forms of Governance for Economic Development, OECD, Paris. OECD (2005a), Economic Survey of Spain, 2005, OECD, Paris. OECD (2005b), Trends in International Migration: SOPEMI 2004 Edition, OECD, Paris. OECD (2005c), Factbook 2005: Economics, Environment and Social Statistics, OECD, Paris. OECD (2006), OECD Employment Outlook Boosting Jobs and Incomes, OECD, Paris. Oso, L. (2000), “Estrategias migratorias y de movilidad social de las mujeres ecuatorianas y colombianas en situación irregular: servicio doméstico y prostitución”, in Mujeres inmigrantes en la irregularidad. Pobreza, marginación laboral y prostitución, Instituto de la Mujer, Madrid, unpublished report. Rodríguez-Pose, A. (2003), “Human Capital and Regional Disparities in the EU” paper prepared for the Joint Conference of the European Commission and European Investment Bank on Human Capital, Employment, Productivity and Growth, Brussels, 19 Sept. Sassen, S. (1990), The Mobility of Labour and Capital, Cambridge University Press, New York. Schneider, F and Klinglmair, R. (2004), “Shadow Economies Around the World: What Do We Know?” Cesifo Working Paper No. 1167. Secretaría de Estado de Inmigración y Emigración (2003), “Statistical Yearbook of Foreigners”, Madrid.

Η Ενσωμάτωση των Μεταναστών στην Ισπανία

Sole, C. and S. Parella. (2003), “The Labour Market and Racial Discrimination in Spain”, Journal of Ethnic and Migration Studies, Vol. 29, No. 1, January : pp. 121-140. Sole, C. and E. Herrera (1991), Los Trabajadores Extranjeros en Cataluña, Integración o racismo? CIS, Madrid Yucel, A.E. (1987), “Turkish Migrant Workers in the Federal Republic of Germany: A Case Study”, in H.C. Buechler and J.M. Buechler, Migrants in Europe, Greenwood Press, Westport. Zapata-Barrero, R. (2003), “EU and US Approaches to the Management of Immigration: Spain”, Migration Policy Group, Brussels.

399

400

Κεφάλαιο 6 Επίκεντρο της προσοχής η Νεολαία: Ενσωμάτωση στην Ελβετία Steve Fenton

Το σύστημα μαθητείας είναι ένας βασικός μηχανισμός για την ενσωμάτωση στην αγορά εργασίας στην Ελβετία και επομένως θεωρείται σημαντικό για τους νέους μετανάστες που φθάνουν στη χώρα. Οι σχολές επαγγελματικής κατάρτισης διαδραματίζουν έναν σημαντικό ρόλο στην ενσωμάτωση (των μεταναστών) στη Γενεύη, το Νεσατέλ και τη Ζυρίχη, και συνδέουν τους εργοδότες, τους μετανάστες και το σύστημα δημόσιας διοίκησης. Επιπλέον, οι δραστηριότητες των Συμβουλευτικών Υποστηρικτικών Υπηρεσιών (Σ.Υ.Υ. ή mentoring) και οι δραστηριότητες δικτύωσης είναι δημοφιλείς μηχανισμοί υποστήριξης της πρόσβασης στις πρακτικές ασκήσεις επαγγελματικής εμπειρίας. Εντούτοις, οι μαθητείες (apprenticeships) ίσως να μην παρέχουν όλες τις ανάγκες της εκπαίδευσης και έτσι μια μη κερδοσκοπική οργάνωση στο Νεσατέλ παρέχει ένα εναλλακτικό πρότυπο κατάρτισης αποτελεσματικό στο να ικανοποιεί περισσότερο την έλλειψη βραχυπρόθεσμων δεξιοτήτων. Παρ’ όλα αυτά, οι διακρίσεις εμμένουν μεταξύ των τοπικών εργοδοτών στην Ελβετία, και υπάρχει προβληματισμός ότι η αντιμετώπιση των αναγκών της κατάρτισης ίσως να μην είναι ικανοποιητικό εργαλείο για την ενσωμάτωση στην αγορά εργασίας χωρίς την ύπαρξη μιας ισχυρής νομοθεσίας ενάντια στις διακρίσεις στη χώρα.

Επίκεντρο της προσοχής η Νεολαία: Ενσωμάτωση στην Ελβετία

Αυτό το κεφάλαιο αναλύει τις πρωτοβουλίες που έχουν ληφθεί σε τοπικό επίπεδο για την υποστήριξη της ενσωμάτωσης των μεταναστών στην αγορά εργασίας στην Ελβετία. Πιο συγκεκριμένα, εστιάζει στην εγκατάσταση των νέων μεταναστών, εξετάζοντας τις τοπικές πρωτοβουλίες υποστήριξης της ενσωμάτωσης αυτής της ομάδας-στόχου στη Γενεύη, στο Νεσατέλ και τη Ζυρίχη. Το βασικό θέμα-κλειδί για ανάλυση είναι ο ρόλος της εκπαίδευσης και της κατάρτισης στην υποστήριξη της πρόσβασης στην απασχόληση και την ευρύτερη κοινωνική ενσωμάτωση, επικεντρώνοντας την προσοχή στις άμεσες πρωτοβουλίες κατάρτισης, και τα σχέδια προώθησης της δικτύωσης και των Σ.Υ.Υ. προκειμένου να γεφυρωθεί το χάσμα μεταξύ των νέων, των επιμορφωτικών ιδρυμάτων, και των εργοδοτών. Σε κάθε περίπτωση αναλύεται ο ρόλος του εθνικού, περιφερειακού και τοπικού πολιτικού πλαισίου στην υποστήριξη της αποτελεσματικότητας αυτών των πρωτοβουλιών. Πλαίσιο πολιτικής Η έννοια της ενσωμάτωσης είναι κεντρική σε αυτήν την μελέτη και στην αρχική σύλληψή της και κατά τη διάρκεια της συλλογής πληροφοριών και της ανάλυσης. Έχει τις ρίζες και τις παραδόσεις της στην κοινωνιολογική ανάλυση και στα παραδείγματα της πολιτικής της μετανάστευσης, της εγκατάστασης και της πολιτιστικής ποικιλομορφίας στα εγκαθιδρυμένα έθνη κράτη. Στην περίπτωση της Ελβετίας έχει γίνει πρόσφατα ο κεντρικός όρος της δημόσιας συζήτησης, και της κυβερνητικής πολιτικής όσον αφορά εκείνους που το ελβετικό κράτος υποδεικνύει ως «αλλοδαπούς». Από την δεκαετία του 1990, αναμφίβολα επηρεασμένη από την έκφανση των πολιτικών λόγων στην Ευρωπαϊκή Ένωση (Ε.Ε.), η ελβετική ομοσπονδιακή κυβέρνηση έχει εκφράσει ενδιαφέρον για τη διερεύνηση της έννοιας ενσωμάτωση ως την κατευθυντήρια ιδέα σε θέματα κοινωνικής και πολιτικής ενσωμάτωσης των μεταναστών και των απογόνων τους. Ένα δεύτερο χαρακτηριστικό γνώρισμα της ελβετικής πολιτικής είναι η υιοθέτηση του λόγου (discourse) της «κοινωνίας των πολιτών». Αν και η ομοσπονδιακή κυβέρνηση στην Ελβετία είναι o βασικός φορέας-κλειδί στην πρόσφατη έναρξη των συζητήσεων και των πολιτικών σχετικά με την ενσωμάτωση, βλέπει την πολιτική ως κάτι που το αναλαμβάνουν τα καντόνια και οι κοινότητες, και οι εθελοντικές οργανώσεις και οι ενεργοί πολίτες κατά τέτοιο τρόπο ώστε η αναζήτηση της ενσωμάτωσης να βρίσκει τον τρόπο της στις ρουτίνα της καθημερινότητας και την κοινοτική διαβίωση. Αυτό γίνεται εν μέρει επειδή το ομοσπονδιακό επίπεδο μόνο πρόσφατα είχε την πολιτική εντολή να εξετάσει τη

401

402

θέση των μεταναστών στην κοινωνία, η οποία προηγουμένως αντιμετωπιζόταν σε χαμηλότερα επίπεδα μέσα στο ιδιαίτερα αποκεντρωμένο το πολιτικό σύστημα. Αυτή η κατάσταση εισάγει μια διάκριση μεταξύ της ενσωμάτωσης στο επίπεδο του πολιτικού κράτους και εκείνης στις τοπικές κοινότητες. Η πρώτη, πολιτική ενσωμάτωση, συντάσσεται με τη χορήγηση της υπηκοότητας και των δικαιωμάτων υπηκοότητας στους νεοφερμένους για εγκατάσταση, και η δεύτερη, κοινοτική (communal) ενσωμάτωση, συντάσσεται από την κοινωνική ενσωμάτωση των ατόμων και των νεοφερμένων ομάδων στη ζωή των τοπικών κοινοτήτων. Φυσικά στην Ελβετία, επειδή είναι ιδιαίτερα αποκεντρωμένο το σύστημα της διακυβέρνησης, η πολιτική ενσωμάτωση είναι επίσης ευθύνη των καντονίων. Η διάκριση επομένως πρέπει να γίνει σε τοπικό επίπεδο μεταξύ των επίσημων νομικών (υπηκοότητα, εθνικότητα) μορφών ενσωμάτωσης, και της ενσωμάτωσης στην απασχόληση και τις κοινοτικές δραστηριότητες. Μέχρι σήμερα, οι πολιτικές σχετικά με τους πρόσφυγες και το άσυλο, και οι πολιτικές σχετικά με την ενσωμάτωση των μεταναστών εξεταζόντουσαν από δύο χωριστά γραφεία σε ομοσπονδιακό επίπεδο. Οι ερωτήσεις των προσφύγων εξεταζόντουσαν από το Ομοσπονδιακό Γραφείο για τους Πρόσφυγες (FOR: Federal Office for Refugees), ενώ η μετανάστευση, η αποδημία και η ενσωμάτωση αντιμετωπιζόντουσαν από το Ομοσπονδιακό Γραφείο Μετανάστευσης, Ενσωμάτωσης και Αποδημίας (Federal Office of Immigration, Integration and Emigration) (IMES: Institute for Migration and Ethnic Studies). Το 2004, αυτά τα δύο γραφεία συγχωνεύτηκαν σε ένα ενιαίο γραφείο, το Ομοσπονδιακό Γραφείο για τη Μετανάστευση (FOM: Federal Office for Migration). Αυτό συνδυάζει αρκετά διαφορετικές λειτουργίες, όπως η αστυνόμευση των εξωτερικών συνόρων και η εξέταση της υπηκοότητας και της ενσωμάτωσης μέσα στη χώρα και, κατά συνέπεια, η συγχώνευση αμφισβητείται κατά πολύ. Το Ομοσπονδιακό Γραφείο για τη Μετανάστευση λειτουργεί για να συντονίζει τις πολιτικές και την υλοποίηση της ενσωμάτωσης σε ομοσπονδιακό, καντονικό, και κοινοτικό επίπεδο. Επιπλέον, η κοινοβουλευτική Ομοσπονδιακή Επιτροπή για τους αλλοδαπούς (βλ. Πλαίσιο 6.1.) έχει εκλεχθεί από το Συμβούλιο για να υποστηρίζει το Ομοσπονδιακό Γραφείο για τη Μετανάστευση και για να προωθεί την ενσωμάτωση μέσω της δημοσιότητας, των δημοσιεύσεων, της δημόσιας συζήτησης και της υποστήριξης των τοπικών προγραμμάτων ενσωμάτωσης.

Επίκεντρο της προσοχής η Νεολαία: Ενσωμάτωση στην Ελβετία

Πλαίσιο 6.1. Ομοσπονδιακή Επιτροπή για τους Αλλοδαπούς Η Ομοσπονδιακή Επιτροπή για τους Αλλοδαπούς παίζει βασικό ρόλο-κλειδί στην παρακίνηση δημόσιας συζήτησης για την ενσωμάτωση (των μεταναστών) στην Ελβετία. Το 2000, μια νέα θεσμική διάταξη (Διάταξη VlntA) εγκρίθηκε για να ρυθμίσει τους στόχους και τη δομή της Ομοσπονδιακής Επιτροπής για τους Αλλοδαπούς και τις σχέσεις της με το Ομοσπονδιακό Γραφείο για την Μετανάστευση. Η διάταξη επιβλέπει επίσης τη χορήγηση της κυβερνητικής επιχορήγησης για την προώθηση της ενσωμάτωσης (ο προϋπολογισμός του 2005 ανέρχεται στα 14 εκατομμύρια φράγκα) και από το 2001 περίπου 600 προγράμματα ενσωμάτωσης χρηματοδοτούνται ετησίως. Η Επιτροπή παίρνει τη θέση ότι «η ενσωμάτωση προϋποθέτει ίσα δικαιώματα και ευκαιρίες» και ότι, ενώ οι μετανάστες πρέπει «να καταβάλουν προσπάθειες να ενσωματωθούν στην ελβετική κοινωνία», οι Ελβετοί πρέπει επίσης «να είναι πρόθυμοι να είναι ανοικτοί και να επιδείξουν σεβασμό στους μετανάστες».

Η ομοσπονδιακή κυβέρνηση έχει εξετάσει επίσης το θέμα της μεταρρύθμισης και της αναθεώρησης των νόμων και των διατάξεων που ρυθμίζουν αυτήν την περίοδο τη μετανάστευση και την πολιτική για τους αλλοδαπούς. Ο Νόμος για τους Αλλοδαπούς του 1931 καθιερώνει μόνο τους κύριους στόχους της πολιτικής για τους αλλοδαπούς και όλος ο συγκεκριμένος κανονισμός μεταφέρεται εκ νέου από τις διατάξεις. Ένας προτεινόμενος νέος «Νόμος Αλλοδαπών Υπηκόων» (Foreign Nationals Act) επομένως θα είναι ένα μέρος της «συστηματοποίησης» της νομοθεσίας. Η διάκριση μεταξύ της αποδοχής των υπηκόων της Ε.Ε. και της ΕΖΕΣ (: Ευρωπαϊκής Ζώνης Ελευθέρων Συναλλαγών) και των πολιτών του «Τρίτου Κράτους», παραδείγματος χάριν, θα ενσωματωθεί στο νόμο. Η νέα πράξη, που συζητείται στο Κοινοβούλιο το 2005, και που αναμένεται για να τεθεί σε ισχύ το 2006, θα τεθεί σε δημοψήφισμα τον Σεπτεμβρίο 2006. Η έννοια νόμιμου δικαιώματος στη μόνιμη κατοικία μετά από μια παραμονή δέκα ετών έχει ήδη απορριφθεί, αλλά σε εκείνους που είναι μόνιμοι κάτοικοι για πέντε έτη ίσως να χορηγηθεί μια μόνιμη άδεια διαμονής εάν φανεί ότι έχουν ενσωματωθεί επιτυχώς. Ένας σημαντικός γενικός στόχος της νομοθεσίας είναι να προωθηθεί η ενσωμάτωση στην Ελβετία, αναγνωρίζοντας κατά συνέπεια στο νόμο ότι το ομοσπονδιακό κράτος και τα καντόνια έχουν έναν ρόλο στην προώθηση της ενσωμάτωσης των αλλοδαπών. Ο νέος Νόμος θα τροποποιήσει επίσης τους κανονισμούς Ασύλου με διάφορους σημαντικούς τρόπους, συμπεριλαμβανομένου αυτού που θα αναφέρεται ως «Κανονισμός Τρίτου Κράτους». Αυτό σημαίνει ότι οι αιτούντες άσυλο μπορούν να επιστραφούν σε μια ασφαλή τρίτη χώρα στην οποία κατοίκησαν πριν επιδιώξουν να εισέλθουν στην Ελβετία.

403

404

Στην Ελβετία, όπως σε άλλες χώρες, η απασχόληση αντιμετωπίζεται ως κρίσιμος χώρος για «να συμπεριληφθούν οι αποκλεισμένοι». Σε ένα πρόσφατο έγγραφο που δημοσιεύτηκε από την Ομοσπονδιακή Επιτροπή για τους αλλοδαπούς δηλώνεται ότι «το μεγαλύτερο μέρος της ενσωμάτωσης εμφανίζεται στον εργασιακό χώρο. Το να έχει κάποιος προσληφθεί (σε μια εργασία) σηματοδοτεί επίσης κοινωνική αναγνώριση» (Egger, 2003). Η ανεργία, η υποαπασχόληση, και η απουσία εμπορεύσιμων δεξιοτήτων απασχόλησης θεωρούνται και προβλήματα αυτά καθαυτά και κεντρικής σημασίας για την κοινωνική ενσωμάτωση των μεταναστών, ειδικά των νέων μεταναστών. Η απασχόληση θεωρείται, από τους φορείς χάραξης πολιτικής, ότι έχει και τις υλικές και ηθικές ανταμοιβές,1 οι τελευταίες με τη μορφή της κοινωνικής αναγνώρισης και την καθημερινή ρουτίνα. Είναι αυτός ο τομέας της απασχόλησης και της κοινωνικής ενσωμάτωσης που, προ πάντων, η παρούσα μελέτη εξουσιοδοτήθηκε για να εξετάσει. Άλλες περιοχές που θα μπορούσαν να διερευνηθούν σε ένα ευρύτερο όραμα της ενσωμάτωσης θα περιελάμβαναν: (1) τους πολιτικούς λόγους (political discourses) που χαρακτηρίζουν μια εθνική πλειοψηφία, η οποία ορίζεται με εθνικούς, γλωσσικούς ή θρησκευτικούς όρους, από τους νεοφερμένους αλλοδαπούς, και τις εθνοτικές ή πολιτιστικές μειονότητες, (2) την ενσωμάτωση (incorporation) σε βασικούς θεσμικούς χώρους όπως το δικαστικό σύστημα, στη δημόσια απασχόληση ως δασκάλους, στην αστυνομία, στον τομέα της υγείας, (3) την ενσωμάτωση στην διαμονή, και (4) την επιγαμία ή του να είναι σύντροφοι. Νομικό πλαίσιο: «αλλοδαπός»

Ελβετική

υπηκοότητα

και

ενσωμάτωση:

η

κατηγορία

Ιστορικά, η Ελβετία μεγάλωσε ως αμάλγαμα εδαφών που χωρίζονταν από γειτονικά κράτη ή αυτοκρατορίες, και, επομένως, διατήρησε τις ευρείες πολιτιστικές διακρίσεις. Κάθε ένα από τα καντόνια της ελβετικής ομοσπονδίας μπορεί να οριστεί ως μια από τις γερμανικές, τις γαλλικές ή τις ιταλικές – γλωσσικές ομάδες, με τα καντόνια να μοιράζονται μια κοινή γλώσσα. Εν τούτοις, υπάρχει έντονη η αίσθηση του τι είναι Ελβετός στο δημόσιο λόγο, και αυτό συνδέεται σταθερά με την έννοια της ιθαγένειας. Το 20% του πληθυσμού (συνολικά 1.495.008 άνθρωποι το 2004) δεν έχει την ελβετική ιθαγένεια, παρά το γεγονός ότι ένα μεγάλο μέρος αυτής της ομάδας είναι αλλοδαποί δεύτερης και τρίτης γενεάς που είναι εγκατεστημένοι στην Ελβετία. Το Συμβούλιο της Ευρώπης έχει προτείνει ότι, «μόνο περίπου το 2% των προσώπων ξένης προέλευσης που κατοικούν στην Ελβετία έχουν λάβει την υπηκοότητα παρά το γεγονός ότι πάνω από τους μισούς από τους μη-πολίτες στην Ελβετία κατοικούν εκεί πάνω από 20 έτη» (Council of Europe, 1998).

Επίκεντρο της προσοχής η Νεολαία: Ενσωμάτωση στην Ελβετία

Περισσότερο από ένα πέμπτο του μόνιμου αλλοδαπού πληθυσμού με μια άδεια διαμονής (autorisation de sejour) γεννήθηκε στην Ελβετία, με το 58% εκείνων που γεννήθηκαν στο εξωτερικό να έχουν ζήσει στην Ελβετία χωρίς διακοπή για 10 ή περισσότερα έτη. Τα δύο τρίτα των παιδιών ή των έφηβων που κατηγοριοποιήθηκαν ως «αλλοδαποί» (περίπου 237.000 άτομα) γεννήθηκαν στην Ελβετία. Το Συμβούλιο της Ευρώπης προτείνει ότι εάν όλα τα άτομα που κατέχουν τις μακροπρόθεσμες (c) άδειες διαμονής στην Ελβετία λάμβαναν την υπηκοότητα, το ποσοστό των μη-πολιτών στην Ελβετία θα είχε μειωθεί σε περίπου 5%. Ο χαμηλός αριθμός μεταναστών με ελβετική ιθαγένεια μπορεί να εξηγηθεί από το γεγονός ότι πολιτογράφηση είναι δύσκολο υπάρξει στην Ελβετία. Οι πρόσφατες νομοθετικές προτάσεις για διευκόλυνση της πολιτογράφησης απορρίφθηκαν με ένα δημοψήφισμα (2004) όλων των Ελβετών πολιτών, ένα δημοψήφισμα που συνοδεύθηκε, με εκστρατείες, από δραματοποιημένες και προκατειλημμένες διαφημίσεις από ακροδεξιές ομάδες. Η ομοσπονδιακή κυβέρνηση επιδιώκει να μειώσει τις δαπάνες της πολιτογράφησης, εντούτοις, αυτήν την περίοδο το βλέπει ως ένα από τα σημαντικότερα εμπόδια. Οι ομοσπονδιακές στατιστικές του 2005 περιλαμβάνουν ένα τμήμα αυτού του προβληματισμού που επιγράφεται «Αλλοδαποί: μπορεί να έχουν γεννηθεί στην Ελβετία αλλά δεν είναι πολιτογραφημένοι». Η έκθεση συνεχίζει λέγοντας ότι «περισσότεροι από τους μισούς κατοίκους χωρίς ελβετικό διαβατήριο είτε έχουν ζήσει στην Ελβετία για περισσότερο από 15 έτη είτε γεννήθηκαν εδώ. Συγκρινόμενα αυτά τα ποσοστά με το 2,5% της πολιτογράφησης υπάρχει ακόμα ένα μεγάλο έλλειμμα ενσωμάτωσης» (Swiss Federal Statistical Office, 2005). Άδειες εργασίας και κινητικότητα

Βασισμένες στις διατάξεις της Συμφωνίας Ελεύθερης Διακίνησης Προσώπων (Agreement on the Free Movement of Persons), οι πολίτες των κρατών της Ε.Ε. και της ΕΖΕΣ έχουν το δικαίωμα στη νόμιμη κατοικία στην Ελβετία. Υπόκεινται στις ίδιες συνθήκες απασχόλησης και εργασίας με τους Ελβετούς πολίτες και τους μόνιμους κάτοικους αλλοδαπούς. Συγχρόνως η θέση προς τους πιθανούς εισερχόμενους από χώρες εκτός της Ε.Ε. και της ΕΖΕΣ (εκτός από τους πρόσφυγες και τους αιτούντες άσυλο) είναι πιο περιοριστική. Αυτοί που καλούνται πολίτες «τρίτου κράτους» προτιμούνται για την ελβετική υπηκοότητα, την προνομιακή είσοδο των μεταναστών από τα κράτη της Ε.Ε. και της ΕΖΕΣ και ένα σύστημα ποσόστωσης. Στην πράξη είναι πολύ δύσκολο για πολίτες τρίτου κράτους να αποκτήσουν άδεια εισόδου και άδεια εργασίας στην Ελβετία εκτός και αν είναι εξαιρετικά καλά καταρτισμένα πρόσωπα σε τομείς υψηλής ζήτησης όπου υπάρχει λιγοστή προσφορά εξειδικευμένων ατόμων.

405

406

Ενώ η είσοδος για τους υπηκόους της Ε.Ε. και της ΕΖΕΣ είναι βασισμένη στη Συμφωνία Ελεύθερης Διακίνησης Προσώπων, οι πολίτες τρίτου κράτους πρέπει να λάβουν άδεια παραμονής. Οι άδειες που διανέμονται στους πολίτες τρίτου κράτους είναι οι ακόλουθες: • B - Ετήσιες άδειες παραμονής: οι κάτοχοι αυτών των αδειών είναι οι αλλοδαποί που συνήθως μένουν στην Ελβετία για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα, με ή χωρίς εργασία. • C - Μόνιμες άδειες παραμονής: οι κάτοχοι αυτών των αδειών είναι οι αλλοδαποί στους οποίους έχει χορηγηθεί άδεια μόνιμης διαμονής μετά από μια παραμονή πέντε ή δέκα ετών στην Ελβετία. • L - Βραχυπρόθεσμες άδειες παραμονής: μένοντας με την άδεια παραμονής στην Ελβετία για η περίοδος, συνήθως λιγότερο από ένα έτος. • G - Άδειες ατόμων που μετακινούνται από και προς τα σύνορα: είναι άτομα που κατοικούν εκτός των (ελβετικών) συνόρων αλλά απασχολούνται σε γειτονικές με την Ελβετία ζώνες. Οι πολίτες των μη- κρατών της Ε.Ε. και της ΕΖΕΣ ίσως γίνουν αποδεκτοί για επιμορφωτικά μαθήματα (ως “stagiaires” ή «ασκούμενοι») και οι άδειες των εκπαιδευομένων εκδίδονται από το ομοσπονδιακό κράτος. Όλες οι άλλες άδειες εκδίδονται από τα καντόνια. Οι υπήκοοι της Ε.Ε. και της ΕΖΕΣ που δεν εργάζονται στην Ελβετία πρέπει επίσης να έχουν μια άδεια παραμονής, αν και αυτή η άδεια δίνεται σε όσους έχουν ικανοποιητικούς πόρους και καλύπτουν άλλες απαιτήσεις. Χαρακτηριστικά του μεταναστευτικού πληθυσμού

Ο αλλοδαπός πληθυσμός της Ελβετίας έχει αυξηθεί σταθερά από τη δεκαετία του 1960 (9,3%) έως το 2004 (20,2%) παρά μια σύντομη πτώση στη δεκαετία του 1980. Η σειρά των χωρών πηγής της μετανάστευσης στην Ελβετία έχει διαφοροποιηθεί αρκετά τα τελευταία χρόνια. Στις δεκαετίες μετά τον πόλεμο, γειτονικές χώρες, όπως Γαλλία, Γερμανία, Αυστρία και Ιταλία, ήταν προμηθευτές μεταναστών εργαζομένων. Άλλοι μετανάστες προήλθαν από την Ισπανία και πιο πρόσφατα από την Πορτογαλία. Το 2003, από τους 94.049 μετανάστες, οι 67.581 ήταν από ευρωπαϊκές χώρες, με πολλούς να προέρχονται από τις χώρες της Αφρικής (5.420), τη Νότια Αμερική (3.957) και την Ασία (11.638). Επιπλέον, το 2003 οι αιτούντες άσυλο ήσαν πάνω από 21.000 και προέρχονταν από διάφορες χώρες, συμπεριλαμβανομένων των Βαλκανικών χωρών, της Σομαλίας, της Ανγκόλα, του Ιράκ, της Τουρκίας και της Σρι Λάνκα. Περαιτέρω, ο τύπος μεταναστευτικής άφιξης έχει αλλάξει, με αυξανόμενο το ποσοστό των

Επίκεντρο της προσοχής η Νεολαία: Ενσωμάτωση στην Ελβετία

νέων μεταναστών να έρχονται με στόχο την «οικογενειακή επανένωση». Ο μεταναστευτικός πληθυσμός κατανέμεται άνισα σε ολόκληρη τη χώρα, όπου υπάρχει μεγαλύτερη συγκέντρωσή του στις περιοχές που συνορεύουν με τη Γαλλία, την Ιταλία και τη Γερμανία/την Αυστρία και χαμηλότερη στην επιμήκη Ανατολικό-Δυτική μέση ζώνη της χώρας. Το καντόνι της Γενεύης έχει το μεγαλύτερο ποσοστό με 37,8% και το χαμηλότερο – το καντόνι Ούρι (Uri) που έχει μόνο 8,5%. Κοινωνικοοικονομικά και εκπαιδευτικά μειονεκτήματα

Κατά τη διάρκεια του πρώτου μεταναστευτικού κύματος στην Ελβετία, μετά από το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, οι μετανάστες εργαζόμενοι τυπικά εργάζονταν προσωρινά για μικρές χρονικές περιόδους και μετά επέστρεφαν στη χώρα καταγωγής τους.2 Με τον καιρό, η Ελβετία χαλάρωσε τη νομοθεσία και καθιστούσε δύσκολη την παραμονή των μεταναστών στη χώρα (όπως με την απαγόρευση της οικογενειακής επανένωσης, και την επιλεξιμότητα στο επίδομα ανεργίας), και τα επόμενα κύματα της μετανάστευσης περιέλαβαν περισσότερους μόνιμους μετανάστες που, σε πολλές περιπτώσεις, έφεραν και τις οικογένειές τους μαζί. Η μακροπρόθεσμη παρουσία των μεταναστών και των παιδιών τους αύξησε τις νέες πολιτικές προκλήσεις στην Ελβετία, συμπεριλαμβανομένων του θέματος της ενσωμάτωσης, όπως περιγράφεται ανωτέρω, και της εκπαιδευτικής επίτευξης και της κοινωνικής κινητικότητας των μεταναστών δεύτερης και τρίτης γενεάς. Συγχρόνως, οι αβεβαιότητες της τρέχουσας παγκόσμιας αγοράς σηματοδοτούν ότι η ανεργία αυξάνεται στην Ελβετία, και τα πρότυπα απασχόλησης γίνονται όλο και περισσότερο προσωρινά και κατακερματισμένα. Συνολικά, ο αλλοδαπός και μεταναστευτικός πληθυσμός στην Ελβετία φαίνεται να ζει φτωχότερα και να έχει χαμηλότερη εκπαιδευτική επίδοση από τους Ελβετούς πολίτες. Αυτό μπορεί να μετρηθεί σε σχέση με την εκπαιδευτική επίδοση και επίτευξη, τον μισθό, τα επίπεδα ανεργίας, και την εκπροσώπιση, παραδείγματος χάριν, των νέων στα ιδρύματα της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και τον επαγγελματία δάσκαλο.3 Είναι επίσης σαφές ότι ο βαθμός μειονεκτικότητας σχετίζεται με την πρόσφατη μετανάστευση και τη χώρα καταγωγής, εκείνοι που προέρχονται από τις γειτονικές χώρες - όπως η Γαλλία, η Γερμανία, και η Αυστρία – η επίδοσή τους είναι ίση ή και καλύτερη των Ελβετών πολιτών. Οι πρόσφατες αφίξεις, όπως αυτές από την πρώην Δημοκρατία της Γιουγκοσλαβίας, την Τουρκία και την Πορτογαλία, δεν εξελίσσονται τόσο καλά, ενώ αυτές που προέρχονται από την Ιταλία και την Ισπανία βρίσκονται σε μια ενδιάμεση κατάσταση.4

407

408

Τύποι συνθηκών απασχόλησης και εργασίας

Ενώ συνεχίζει να υπάρχει ζήτηση για εργαζομένους και με υψηλές και με χαμηλές δεξιότητες, οι περιοχές που ζητούν χαμηλές δεξιότητες καλύπτονται δυσανάλογα από αλλοδαπούς και μετανάστες στην Ελβετία. Ενώ οι μετανάστες από τις βόρειες και δυτικοευρωπαϊκές χώρες (όπως τη Γερμανία, την Αυστρία και τη Γαλλία) είναι πιθανό να έχουν εκπαιδευτικά αποτελέσματα και επαγγέλματα παρόμοια ή και καλύτερα από εκείνα των Ελβετών πολιτών, οι πιο πρόσφατοι μετανάστες από τη νότια Ευρώπη και τα Βαλκάνια είναι πιθανότερο να απασχοληθούν στους τομείς που συνδέονται με χαμηλόμισθες θέσεις εργασίας και χαμηλότερη κοινωνική θέση (status) (Swiss Federal Statistical Office, 2004a). Οι Buttet, Gfeller και Meyer (2005) τονίζουν ότι υπάρχει ανάλογο μερίδιο μεταναστευτικής απασχόλησης σε ορισμένους οικονομικούς τομείς όπως κατασκευαστικά έργα, ξενοδοχεία, γεωργία, εστιατόρια - στους οποίους η απασχόληση είναι περισσότερο «ασταθής και επισφαλής». Η σύγκριση των Ελβετών πολιτών με τους μη-πολίτες στο εργατικό δυναμικό του τομέα «εστιατόρια, τροφοδοσία, και προσωπικές υπηρεσίες», παραδείγματος χάριν, είναι η ακόλουθη: Ελβετοί πολίτες το 7%, δυτικοευρωπαίοι και βορειοευρωπαίοι το 7%, Νότιο-Ευρωπαίοι το 20%, και από τα Βαλκάνια το 19%. Αυτό, φυσικά, δεν είναι ένα ασυνήθιστο πρότυπο μετανάστευσης5, σύμφωνα με το οποίο οι μετανάστες εργαζόμενοι παίρνουν δουλειές που συχνά είναι ανεπιθύμητες ή ελάχιστα επιθυμητές από τους γηγενείς εργαζομένους. Ως αντιστάθμισμα αυτού του γεγονότος, όπως σε άλλες προηγμένες οικονομίες, τα ποσοστά των ατόμων που εργάζονται στη γεωργία και τη βιομηχανία συνεχίζουν να πέφτουν, και η αναλογία των ατόμων που εργάζονται ως διευθυντές και επαγγελματίες καθώς επίσης και ως υπάλληλοι γραφειοκράτες ή και ως υπάλληλοι σε διάφορες υπηρεσίες συνεχίζει να ανεβαίνει. Το γεγονός ότι οι τρέχουσες πολιτικές έχουν ως σκοπό να προσελκύσουν αυτούς εξειδικευμένους μετανάστες εργαζομένους στην Ελβετία είναι μια σιωπηρή αναγνώριση της μετατόπισης που διενεργείται στη φύση της ζήτησης εργασίας. Εκτός από τον περιορισμό των μεταναστών που είναι υπήκοοι Τρίτου Κράτους (Third Country National immigrants) και που έχουν ειδικευτεί, η Ελβετία ενθαρρύνει εξειδικευμένους επαγγελματίες από τα κράτη της Ε.Ε. και της ΕΖΕΣ να εργαστούν στην Ελβετία, μαζί με επαγγελματίες από άλλες χώρες, επειδή αναγνωρίζει ότι οι επαγγελματικές θέσεις εξειδίκευσης δεν είναι δυνατόν να συμπληρωθούν χωρίς την αποδοχή αλλοδαπών εργαζομένων, ιδιαίτερα για τους διεθνείς οργανισμούς που έχουν τη βάση τους στη χώρα.

Επίκεντρο της προσοχής η Νεολαία: Ενσωμάτωση στην Ελβετία

Στην πραγματικότητα, πρέπει να σημειωθεί ότι υπάρχουν ιδιαίτερες διαφορές μεταξύ των πλαισίων αγοράς εργασίας σε κάθε μια από τις περιοχές περιπτωσιολογικής μελέτης της Γενεύης, του Νεσατέλ και της Ζυρίχης. Η ζήτηση για πολύγλωσσους και εξειδικευμένους επαγγελματίες γίνεται ιδιαίτερα αισθητή στη Γενεύη, η οποία είναι η κύρια βάση για τους διεθνείς οργανισμούς στη χώρα. Η Γενεύη έχει επίσης έναν ιδιαίτερα ισχυρό τομέα υπηρεσιών. Αντίθετα το Νεσατέλ έχει ισχυρότερη κατεύθυνση στον κατασκευαστικό τομέα, ενώ η Ζυρίχη έχει μια πιο μικτή οικονομία με έναν ιδιαίτερα ισχυρό χρηματοοικονομικό τομέα. Ανεργία

Τα ποσοστά ανεργίας στην Ελβετία είναι και παραμένουν σημαντικά υψηλότερα για τους αλλοδαπούς σε αντίθεση με τους Ελβετούς. Το 2003 το ποσοστό ανεργίας των αλλοδαπών έφτασε έως 6,6% έναντι του 2,7% των Ελβετών, και, ενώ είναι το 25% του οικονομικά ενεργού πληθυσμού, οι αλλοδαποί αποτελούν το 42% των ανέργων αυτήν την περίοδο. Τα ποσοστά ανεργίας, όπως σε πολλές αναπτυγμένες οικονομίες, είναι υψηλότερα για τους νέους (1524 ετών) και σε αυτήν την ηλικιακή ομάδα τα ποσοστά των αλλοδαπών είναι επίσης υψηλότερα (7,7%) έναντι εκείνων των Ελβετών (3,0%). Οι γυναίκες είναι επίσης πιθανότερο να είναι άνεργες από ότι οι άντρες. Σε μια μελέτη που περιορίζεται στη γαλλόφωνη Ελβετία, ο Buttet και οι λοιποί. (2005) βρήκαν εξίσου αρκετά υψηλότερα ποσοστά ανεργίας μεταξύ των αλλοδαπών (σε όλες τις ηλικίες) και σημαντικές διαφορές μεταξύ των ομάδων ιθαγένειας. Στην πραγματικότητα τα ποσοστά ανεργίας για τις ωκεάνειες ομάδες (3,5%) καθώς επίσης για τον Καναδά και τις Ηνωμένες Πολιτείες (3,8%) ήταν χαμηλότερα από το εκείνα των Ελβετών (5,8%) και το ποσοστό για εκείνους από τις χώρες της Ε.Ε. και της ΕΖΕΣ (7,7%) δεν ήταν πολύ υψηλότερο από εκείνο των Ελβετών. Τα υψηλότερα ποσοστά βρίσκονται, παραδείγματος χάριν, μεταξύ εκείνων από την Αφρική (30,2%), από άλλες (εκτός της Ε.Ε. και της ΕΖΕΣ) ευρωπαϊκές χώρες (19,7%) και την πρώην Δημοκρατία της Γιουγκοσλαβίας (17,1%). Από τα έξι γαλλόφωνα καντόνια,i ο μέσος όρος ανεργίας ήταν υψηλότερος στο καντόνι της Γενεύης (9,6%). Επίσης, ο τύπος του τομέα στον οποίο οι μετανάστες εργάζονται ασκεί επίδραση στα ποσοστά ανεργίας τους. Ο Buttet και οι λοιποί (2005) σημειώνουν τη i Τα έξι γαλλόφωνα καντόνια που αποτελούν την γαλλόφωνη Ελβετία (ή Ρoμανδία [Romandy]) είναι: η Γενεύη, η Βω το Νεσατέλ, η Γιούρα (που οι κάτοικοι είναι 100% γαλλόφωνοι), το Φράιμπουργκ και το Βαλαί (στο οποίο υπάρχει γερμανόφωνη μειονότητα) (Σ.τ.Μ.).

409

410

σημασία της ελλιπούς εκπαίδευσης και των λίγων προσόντων μεταξύ μερικών αλλοδαπών στην ανεργία, αλλά επισημαίνουν ότι οι αλλοδαποί βρίσκουν γενικά εργασία σε τομείς που έχουν τα υψηλότερα ποσοστά ανεργίας, και υποεκπροσωπούνται σε τομείς που έχουν χαμηλά ποσοστά ανεργίας. Παραδείγματος χάριν, πριν από την ανεργία, ένα μεγάλο μέρος των άνεργων αλλοδαπών είχε μια εργασία στις προσωπικές υπηρεσίες, συμπεριλαμβανομένων των ξενοδοχείων και των εστιατορίων. Οι αλλοδαποί που απασχολούνται ως δάσκαλοι (και σε άλλα επαγγέλματα χαμηλού ποσοστού ανεργίας) είναι πολύ λιγότερο πιθανό (σχεδόν απίθανο) να μείνουν άνεργοι όπως οι άλλοι αλλοδαποί. Ο Buttet και οι λοιποί περιγράφουν τη δυσανάλογη εκπροσώπιση των αλλοδαπών στους συγκεκριμένους τομείς ως «μορφή εξοστρακισμού από τη γηγενή αγορά εργασίας όσον αφορά ορισμένες ιθαγένειες». Το καθεστώς του μετανάστη (immigrant status) και οι αδύναμες θέσεις αγοράς εργασίας των μεταναστών εργαζομένων συνδέονται επίσης με το γεγονός ότι: οι εργαζόμενοι που δεν είναι πολίτες (της Ελβετίας) πρέπει να ξανακάνουν αίτηση και για την άδεια διαμονής και για την άδεια εργασίας μέσω των εργοδοτών τους, πράγμα το οποίο τους φέρνει σε δεινή θέση διαπραγμάτευσης. Κοινωνική κινητικότητα

Ενώ σε μερικές χώρες η ελάχιστη επιτυχία των μεταναστών πρώτης γενεάς στην αγορά εργασίας ισορροπείται από τη σχετική επιτυχία των παιδιών τους (μέσω παραγόντων όπως η πολύ καλή επίδοση στην εκπαίδευση),6 η κοινωνική κινητικότητα μεταξύ των γενεών στην Ελβετία είναι λιγότερο χαρακτηριστική. Η Θεματική Επισκόπηση του ΟΟΣΑ της Μετάβασης από την Αρχική Εκπαίδευση στην Οικονομικά Ενεργή Ζωή [ο πρωτότυπος τίτλος είναι: OECD Thematic Review of the Transition from Initial Education to Working Life) (OECD, 1999) διαπίστωσε ότι η δεύτερη γενεά (μεταναστών) στην Ελβετία επηρεάστηκε έντονα από την κοινωνικοοικονομική κατάσταση των γονέων τους, και δηλώνουν ότι «το επίπεδο απόκτησης των δεξιοτήτων που είναι χρήσιμες στην αγορά εργασίας και στην καθημερινή ζωή (επίσης) αντικατοπτρίζει την κοινωνική στρωματοποίηση περισσότερο στην Ελβετία από οπουδήποτε αλλού. Οι διαφορές στις δεξιότητες … από την εκπαιδευτική επίτευξη του πατέρα, είναι αρκετά ευρύτερες από ότι στις άλλες χώρες που εξετάζονται». Αυτό το πρότυπο της άνισης μετάβασης των γενεών (των μεταναστών) ταιριάζει με τα στοιχεία της συγκριτικά χαμηλής εκπαιδευτικής κινητικότητας στην Ελβετία. Η μελέτη «Εκπαίδευση με μια Ματιά» (ο τίτλος του πρωτότυπου ήταν “Education at a Glance”) (OECD, 1999) συγκρίνει ένδεκα χώρες με πολύ ανεπτυγμένες οικονομίες αναφορικά με «τη πιθανότητα του να έχουν ολοκληρώσει ανώτατη εκπαίδευση, άτομα των οποίων οι γονείς είναι από διαφορετικά εκπαιδευτικά υπόβαθρα». Στην Ελβετία, «ένα

Επίκεντρο της προσοχής η Νεολαία: Ενσωμάτωση στην Ελβετία

νεαρό άτομο του οποίου γονείς έχουν ένα μεταπτυχιακό δίπλωμα είναι τέσσερις έως πέντε φορές πιθανότερο να λάβει έναν τέτοιο μεταπτυχιακό δίπλωμα στη συνέχεια, από κάποιον του οποίου οι γονείς δεν τελείωσαν το λύκειο». Η έκθεση προσδιόρισε ότι ο πληθυσμός χωρίς απολυτήριο δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης αποτελείται κατά ένα μεγάλο μέρος από αλλοδαπούς. Παράνομοι κάτοικοι ή «λαθρομετανάστες»

Ο αριθμός των παράνομων κατοίκων στην Ελβετία δεν είναι γνωστός. Όλες οι αναφορές για το μέγεθος αυτού του πληθυσμού (που αναφέρεται επίσης ως «χωρίς χαρτιά» (sans papiers) και ως «λαθραίοι» “clandestins” ii) είναι απλά εκτιμήσεις. Το Ελβετικό Ομοσπονδιακό Γραφείο για τη Μετανάστευση έχει υπολογίσει έναν πληθυσμό κατά προσέγγιση 90.000 (2004), ενώ οι ΜΚΟ υποστηρίζουν ότι ο αριθμός είναι τόσο υψηλός όσο 300.000. Οι παράνομοι κάτοικοι, και ιδιαίτερα τα παιδιά τους, φοιτούν συχνά σε ιδρύματα μεταυποχρεωτικής εκπαίδευσηςiii, και τα καντόνια μπορούν να τους προσφέρουν την εκπαίδευση αδιαφορώντας για το νομικό καθεστώς τους. Αλλά καθώς δεν είναι δυνατό να πιάσει κανείς καμιά δουλειά, είναι δύσκολο να βρουν ενδοεταιρικές πρακτικές ασκήσεις επαγγελματικής εμπειρίας ή μαθητείες iv οι νέοι που βρίσκονται σε αυτή την κατάσταση. Επομένως, συχνά παρακολουθούν μαθήματα υποχρεωτικής παρακολούθησηςv ή εργάζονται παράνομα σε τομείς

ii Στο αγγλικό κείμενο χρησιμοποιείται το γαλλικό επίθετο [που επέχει θέση ουσιαστικού] “clandestins” και το οποίο αντιστοιχεί στο αγγλικό ονοματικοποιημένο επίθετο “clandestines”. Και η γαλλική και η αγγλική λέξη προέρχονται από το λατινικό clandestinus που σημαίνει «μυστικός, κρυφός, λαθραίος», από το clam που σημαίνει «μυστικά, λάθρα», από το ρήμα celare που σημαίνει «κρύβω» (βλ. για την αγγλική γλώσσα, The American Heritage® Dictionary of the English Language, Fourth Edition. Houghton Mifflin Company, 2004. 28 July 2009. ) (Σ.τ.Μ.). iii Στο κείμενο αναφέρεται ως post-compulsory education: κυρ. μετα-υποχρεωτική εκπαίδευση, δηλαδή, η εκπαίδευση που έπεται της στοιχειώδους, και συμπεριλαμβάνει σχεδόν όλες τις διαβαθμίσεις της μεταυποχρεωτικής εκπαίδευσης: λύκειο, ΙΕΚ, επαγγελματικές σχολές, ανώτερα εκπαιδευτικά ιδρύματα και ανώτατη εκπαίδευση. Επειδή στο ελληνικό εκπαιδευτικό πλαίσιο δεν υπάρχει κάτι αντίστοιχο, η έκφραση post-compulsory education αποδίδεται με την κυριολεκτική της έννοια, δηλ. ως «μετα-υποχρεωτική εκπαίδευση» (Σ.τ.Μ.). iv Στο ελβετικό πλαίσιο εργασίας, οι πρακτικές ασκήσεις επαγγελματικής εμπειρίας (employment placements, job placements, work placements ή internships, όπως χρησιμοποιούνται από το ευρύτερο αγγλόφωνο κόσμο) λέγονται apprentissages (στα γαλλικά), ή apprenticeships (στα αγγλικά), δηλ. μαθητείες. Αν και υπάρχει λεπτή νοηματική, πολιτισμική και οικονομική διαφοροποίηση αυτών των όρων ανάλογα με τη χώρα που χρησιμοποιούνται, στο παρόν Κεφάλαιο θα χρησιμοποιείται κυρίως ο όρος «μαθητεία» (Σ.τ.Μ.). v Στο κείμενο υπάρχει η έκφραση full time education, κυρ. πλήρους απασχόλησης εκπαίδευσης. Επειδή όμως δεν υπάρχει κάτι αντίστοιχο στην ελληνική εκπαίδευση, ο όρος αυτός αποδίδεται ως «μαθήματα υποχρεωτικής παρακολούθησης» που εννοεί ότι το άτομο παρακολουθεί τα μαθήματα ανελλιπώς, δηλ. είναι «πλήρους απασχόλησης μαθητής, σπουδαστής ή φοιτητής» (Σ.τ.Μ.).

411

412

που απαιτούν λίγες δεξιότητες, όπως ο τουρισμός, η φιλοξενία, ο καθαρισμός και εποχική γεωργία.7 Το ζήτημα της παράνομης απασχόλησης αποκτά ολοένα και περισσότερη πολιτική σημασία στην Ελβετία, πράγμα που οδήγησε το Ομοσπονδιακό Γραφείο για τη Μετανάστευση να εκδώσει μια δημοσίευση επί του θέματος το 2004, η οποία υπογράμμιζε τη σχέση μεταξύ της παράνομης μετανάστευσης και της ζήτησης στην αγορά εργασίας. Αντιμετώπιση των διακρίσεων

Διάφορες μελέτες έχουν δώσει έμφαση στις ενδείξεις της ύπαρξης διακρίσεων ενάντια των μεταναστών από τους εργοδότες στην Ελβετία. Το 1999, οι Golder και Straubhaar χρησιμοποίησαν τα στοιχεία αποδοχών για να επεξηγήσουν τις διακρίσεις ενάντια των μεταναστών σε σχέση με το εισόδημα, ενώ το 2003 ο Fibbi και λοιποί παρείχαν βασισμένα σε έρευνα στοιχεία όπου γίνονταν διακρίσεις στην πρόσληψη σε βάρος ατόμων με μεταναστευτικό υπόβαθρο. Αυτή η τελευταία μελέτη βασίστηκε σε μια μεθοδολογία του Διεθνούς Οργανισμού Εργασίας (ILO: International Labour Organisation) που εξέταζε τις απαντήσεις των εργοδοτών στις αιτήσεις ατόμων από διαφορετικά εθνικά υπόβαθρα. Τα αποτελέσματα της μελέτης δείχνουν ότι ενώ υπάρχει κάποια (ελάχιστη) διάκριση ενάντια των Πορτογάλων, υπήρξε ένας υψηλός βαθμός διακρίσεων ενάντια των υποψηφίων από την Τουρκία και την πρώην Δημοκρατία της Γιουγκοσλαβίας, από τις δύο άλλες κύριες ομάδες που εκπροσωπεύονταν στη μελέτη. Μια σύγκριση των απαντήσεων στις αιτήσεις των μεταναστών από την πρώην Δημοκρατία της Γιουγκοσλαβίας στη γαλλόφωνη και γερμανόφωνη Ελβετία παρουσιάζει υψηλότερο ποσοστό διακρίσεων στη γερμανόφωνη Ελβετία. Σε σύγκριση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες, τις Ηνωμένες Πολιτείες και τον Καναδά, η νομοθεσία της Ελβετίας ενάντια στις φυλετικές διακρίσεις είναι σχετικά ανεπαρκής και βασίζεται στη δήλωση (1995) του ό,τι περιγράφεται ως «ποινικός κανόνας αντιρατσισμού» στον ελβετικό ποινικό κώδικα (Άρθρο 261). Δεν υπάρχει καμία νομοθεσία ενάντια των διακρίσεων, και ένα άτομο που θεωρεί ότι έχουν υπάρξει διακρίσεις εις βάρος της αίτησής του για απασχόληση έχει ελάχιστη ή μηδαμινή νομική αποκατάσταση. Ο ρόλος της Ομοσπονδιακής Επιτροπής κατά του Ρατσισμού (Federal Commission against Racism) είναι κατά ένα μεγάλο μέρος να μεταδώσει τις πληροφορίες και να βοηθήσει στην κυκλοφορία υλικού με σκοπό να προωθηθούν οι ίσες ευκαιρίες και η καταδίκη οποιωνδήποτε δημόσιων υποκινήσεων φυλετικού μίσους. Η Επιτροπή είναι πολύ ενεργητική στις δημόσιες δηλώσεις κατά της ξενοφοβίας, του ρατσισμού

Επίκεντρο της προσοχής η Νεολαία: Ενσωμάτωση στην Ελβετία

και του δεξιού εξτρεμισμού. Το 2004, μαζί με Ελβετούς μουσουλμάνους, η Επιτροπή καταδίκασε την εμφάνιση μιας διαφήμισης στον Τύπο που ισχυριζόταν ότι οι μουσουλμάνοι θα γίνονταν σύντομα πλειοψηφία στην Ελβετία. Η διαφήμιση, που μπήκε από μια ομάδα που πρόσκειται στο Κόμμα του Ελβετικού Λαού (Swiss People’s Party), ήρθε ακριβώς μερικές εβδομάδες πριν από ένα δημοψήφισμα για τη φιλελευθεροποίηση των νόμων περί πολιτογράφησης (απόκτησης υπηκοότητας). Οποιεσδήποτε και να είναι δυνάμεις της έκφανσης και ερμηνείας του νόμου και η ικανότητά της να καθοδηγήσει την κοινή γνώμη - που είναι ιδιαίτερη, η Επιτροπή δεν μπορεί να λειτουργήσει ως σώμα που προστατεύει τα άτομα εις βάρος των οποίων έχουν υπάρξει διακρίσεις στις αγορές εργασίας ή σε άλλους τομείς όπως η στέγαση. Πλαίσιο διακυβέρνησης

Η διακυβέρνηση της Ελβετίας στηρίζεται σε ένα ομοσπονδιακό σύστημα στο οποίο τα «τοπικά» κράτη, τα καντόνια, έχουν έναν ιδιαίτερο βαθμό αυτονομίας και διακριτικής ευχέρειας. Το γενικό πρότυπο, όσον αφορά την πολιτική αλλοδαπών και ενσωμάτωσης, είναι ότι το ομοσπονδιακό κράτος καθιερώνει τους κανονισμούς και τους νόμους που τα καντόνια πρέπει να ακολουθήσουν και ταυτόχρονα διατηρεί σημαντική διακριτική ευχέρεια στο πώς τους εφαρμόζουν. Αυτό ισχύει για διάφορα ζητήματα σχετικά με τους αλλοδαπούς και την ενσωμάτωσή τους, όπως η χορήγηση αδειών διαμονής, η άδεια αλλαγής κατοικίας και επαγγέλματος, η καλλιέργεια τοπικού διαλόγου και τοπικών προγραμμάτων ενσωμάτωσης, και η υλοποίηση των κανονισμών της πολιτογράφησης (υπηκοότητας). Παραδείγματος χάριν, τα καντόνια προετοιμάζουν τις εκθέσεις βάσει των οποίων θα ληφθούν αποφάσεις για τη χορήγηση της υπηκοότητας, και ποικίλουν με τον τρόπο με τον οποίο πραγματοποιούνται οι εξετάσεις και οι διερευνήσεις για την πολιτογράφηση (υπηκοότητα). Ενώ οι άνθρωποι που έχουν κατοικήσει στην Ελβετία για δώδεκα έτη μπορούν να υποβάλουν αίτηση για υπηκοότητα, τα καντόνια διαφέρουν στην εφαρμογή αυτού του κανόνα. Παραδείγματος χάριν, στο καντόνι Νίντβαλντεν (Nidwalden), «οι υποψήφιοι πρέπει να έχουν δαπανήσει γενικά δωδεκαετή περίοδο σε αυτό το καντόνι. Στη Γενεύη, η διετής κατοίκιση είναι ικανοποιητική» (Efionayi et al., 2005). Η ομοσπονδιακή διάσκεψη που υπέβαλλε έκθεση το 2004 σχετικά με τα «νομικά εμπόδια στην ενσωμάτωση των αλλοδαπών» τόνισε επίσης τη διαφοροποίηση στα χρονοδιαγράμματα για την έγκριση της εγκατάστασης και την εφαρμογή των κριτηρίων για να επιτραπεί η οικογενειακή επανένωση, επισημαίνοντας

413

414

ότι αυτή η διαφοροποίηση έχει προκαλέσει έναν βαθμό δυσαρέσκειας μεταξύ εκείνων που υπόκεινται στις αβεβαιότητες της χρήσης της καντονικής διακριτικής ευχέρειας, ιδιαίτερα υπό αυτήν τη μορφή η διακριτική ευχέρεια γίνεται αντιληπτή μερικές φορές όπως «αυθαίρετη, επηρεασμένη από τις πολιτικές εκτιμήσεις, και μη υπαγόμενη σε σαφείς κανόνες ή κριτήρια» (Swiss Federal Office for Professional Education and Technology, 2004). Η δύναμη διακριτικής ευχέρειας των καντονιών με την έκδοση των αδειών θεωρείται επίσης ότι αποτελεί ένα εμπόδιο στη γεωγραφική και επαγγελματική κινητικότητα των μεταναστών επειδή «περιορίζει τους μετανάστες στην επιλογή της κατοικίας τους και στις δυνατότητες απασχόλησης» (EfionayiMäder et al., 2003). Τα καντόνια ποικίλλουν επίσης στο βαθμό με τον οποίο ακολουθούν τις πολιτικές εξέτασης των γλωσσικών και πολιτιστικών δυσκολιών των μαθητών στα εκπαιδευτικά συστήματά τους. Η Ελβετική Διάσκεψη των Υπουργών των Καντονιών της Δημόσιας Εκπαίδευσης (CDIP: Conférence Suisse des Directeurs cantonaux de l’ Instruction Publique)vi υιοθετεί τις συστάσεις όσον αφορά τα μέτρα με σκοπό να βοηθήσουν τους μαθητές των οποίων πρώτη γλώσσα δεν είναι η κύρια γλώσσα του καντονίου αλλά αυτοί δεν μπορεί να εγγυηθούν ότι αυτές οι συστάσεις θα ακολουθείται με το ίδιο σθένος σε όλα τα καντόνια. Ομοίως, τα καντόνια διαφέρουν στο εάν επιτρέπουν στους αποτυχημένους αιτούντες άσυλο να συμμετέχουν στα εκπαιδευτικά προγράμματα. Η ομοσπονδιακή κυβέρνηση επεδίωξε πρόσφατα να ενθαρρύνει την ύπαρξη συνέπειας μεταξύ των πολιτικών ενσωμάτωσης στα καντόνια μέσω του διορισμού των «εκπροσώπων ενσωμάτωσης» (integration delegates), έργο των οποίων είναι να συνδέουν τους βασικούς φορείς-κλειδιά σε επίπεδο καντονιού και ομοσπονδιακού κράτους, ενώ ταυτόχρονα να συμμετέχει σε εθνικές συζητήσεις που παρακολουθούνται από όλους τους εκπροσώπους. vi Το CDIP είναι η γαλλική συντομογραφία. Βάσει του τρίγλωσσου ελβετικού πλαισίου, παρατίθενται οι εκφράσεις και οι αντίστοιχες συντομογραφίες και στις τρεις επίσημες γλώσσες της Ελβετίας: τα γερμανικά, τα γαλλικά και τα ιταλικά, όπως παρατίθενται στο διαδικτυακό ιστοχώρο της Ελβετικής κυβέρνησης: Schweizerische Konferenz der kantonalen Erziehungsdirektoren (EDK) / Conférence Suisse des Directeurs cantonaux de l’Instruction Publique (CDIP) / Conferenza Svizzera dei Direttori cantonali della Pubblica Educazione (CDPE) [Swiss Conference of the Cantonal Ministers of Education] http://www.gksoft.com/govt/en/ch.html. Αξιοσημείωτο είναι ότι στον ιστοχώρο της Ελβετικής κυβέρνησης η αγγλική απόδοση της συντομογραφίας και απόδοσης παραπέμπει σε Καντονικούς Υπουργούς Εκπαίδευσης και όχι σε πιθανούς διευθυντές, όπως η απόδοση του πρωτότυπου αγγλικού κειμένου – δηλ. Conference of Canton Directors of Public Instruction. Αυτή η διαφορά παραπέμπει σε γλωσσικές και πολιτισμικές διαφορές καθώς και διαφορές απόδοσης εκπαιδευτικών όρων. Από εδώ και στο εξής, αυτή η συντομογραφία θα αναφέρεται ως CDIP (Σ.τ.Μ.).

Επίκεντρο της προσοχής η Νεολαία: Ενσωμάτωση στην Ελβετία

Αν και όλα τα καντόνια έχουν διορίσει τώρα εκπροσώπους, μερικά καντόνια ανταποκρίθηκαν πιο γρήγορα από άλλα. Μερικά καντόνια, όπως η Γενεύη και Νεσατέλ, έχουν υιοθετήσει τα μέτρα ενσωμάτωσης στον καντονικό νόμο. Πρέπει να σημειωθεί ότι κάθε ένα από τα καντόνια που εξετάζονται σε αυτό το κεφάλαιο έχει μια πολύ διαφορετική γεωγραφία. Ενώ η Γενεύη είναι ένα αστικό καντόνι, το Νεσατέλ είναι κατά ένα μεγάλο μέρος αγροτικό και η Ζυρίχη είναι ένα μικτό καντόνι, με πυκνές αστικές αλλά και αγροτικές περιοχές. Τοπικές πρωτοβουλίες υποστήριξης της ενσωμάτωσης των νέων στην αγορά εργασίας Το υπόλοιπο του κεφαλαίου θα σκιαγραφήσει και θα αξιολογήσει τις τοπικές ανταποκρίσεις, τις πρωτοβουλίες και τα προγράμματα με σκοπό να εξετάσει τα εμπόδια στην ενσωμάτωση αγοράς εργασίας στην Ελβετία μελετώντας τους ακόλουθους δύο τύπους πρωτοβουλιών στη συνέχεια: • Πρωτοβουλίες εκπαίδευσης και κατάρτισης για την υποστήριξη της πρόσβασης στην τεχνική και επαγγελματική εκπαίδευση. • Πρωτοβουλίες υποστήριξης της δικτύωσης, των συμβουλευτικών υποστηρικτικών υπηρεσιών (Σ.Υ.Υ ή mentoring), και γεφύρωση του κενού μεταξύ των νέων μεταναστών και της αγοράς εργασίας. Πρωτοβουλίες εκπαίδευσης και κατάρτισης για την υποστήριξη της πρόσβασης στην τεχνική επαγγελματική εκπαίδευση

Βασικό πεδίο για τοπικές και κρατικές παρεμβάσεις υποστήριξης της ενσωμάτωσης των νέων (στην απασχόληση) είναι το σύστημα των επαγγελματικών σχολών οι οποίες παρέχουν ανώτερη εκπαίδευση για να βοηθήσουν τα άτομα να εισέλθουν πρώτα στην αγορά εργασίας. Με ομοσπονδιακή και καντόνικη υποστήριξη, οι επαγγελματικές σχολές υλοποιούν προγράμματα με σκοπό να ενισχύσουν την κατάρτιση για τους χωρίς καμιά εξειδίκευση νέους και να βοηθήσουν «στην εισαγωγή τους» στην αγορά εργασίας. Προκειμένου να υπάρξει ένα πλαίσιο για τέτοιες παρεμβάσεις, αυτή η ενότητα θα αρχίσει με μια συνοπτική εξήγηση για το πώς το λειτουργεί το εκπαιδευτικό σύστημα στην Ελβετία. Το ελβετικό εκπαιδευτικό σύστημα κάνει μια σαφή διάκριση μεταξύ της «υποχρεωτικής» και «μετα-υποχρεωτικής» εκπαίδευσης. Η υποχρεωτική εκπαίδευση παίρνει το μαθητή από την είσοδό του στο (δημοτικό) σχολείο,

415

416

όταν είναι συνήθως τεσσάρων ή πέντε ετών (ανάλογα με το καντόνι), μέχρι την επίσημη ηλικία αποφοίτησης από το σχολείο, όταν είναι περίπου δεκαπέντε ετών. Η μετα-υποχρεωτική εκπαίδευση ακολουθεί όταν το νέο άτομο είναι μεταξύ δέκα έξι και είκοσι ετών, και προσφέρει τρεις δυνατότητες: μαθητεία, ανώτερη τεχνική εκπαίδευση και πανεπιστημιακές σπουδές. Η πλειοψηφία των νέων στην Ελβετία προχωρά από τη στοιχειώδη εκπαίδευση στην επαγγελματική εκπαίδευση, βασιζόμενοι στο διπλό σύστημα της κατάρτισης και της μαθητείας. Μπορούν να επιτύχουν ένα βασικό ομοσπονδιακό πιστοποιητικό μετά από δύο έτη και ένα ανώτερο ομοσπονδιακό πιστοποιητικό μετά από τρία ή τέσσερα έτη. Μερικοί από εκείνους που έχουν επιτύχει το ανώτερο πιστοποιητικό μπορούν να προχωρήσουν στην ανώτερη επαγγελματική εκπαίδευση. Όταν ένας σπουδαστής αποκτήσει ένα επαγγελματικό απολυτήριο (baccalaureate) μαζί με ένα ανώτερο ομοσπονδιακό πιστοποιητικό, έχει άμεση πρόσβαση στο Πανεπιστήμιο Εφαρμοσμένων Επιστημών (University of Applied Sciences). Το 2003, το 10% των σπουδαστών πήρε ένα επαγγελματικό απολυτήριο. Ο ακρογωνιαίος λίθος ενός μεγάλου μέρους της επαγγελματικής κατάρτισης είναι το «διπλό σύστημα» που ασπάζεται έναν συνδυασμό χρονικών περιόδων επαγγελματικής εκπαίδευσης κατά τις οποίες η εκμάθηση που βασίζεται στον εργασιακό χώρο γίνεται μέσω μιας μαθητείας (apprenticeship). Η μαθητεία παραμένει το πιο βασικό στοιχείο όχι μόνο της κατάρτισης αλλά και της εισόδου στην απασχόληση. Υπό τη μορφή αυτή, το σύστημα έχει όχι μόνο την οικονομική αξία και την αξία απασχόλησης αλλά και μια ορισμένη συμβολική και ηθική αξία, και είναι προφανές ότι η μαθητεία διατηρεί τις μεγάλες αξίες στην ελβετική κοινωνική τάξη. Το OPETvii περιγράφει το διπλό σύστημα ως «τη πιο κοινή μορφή επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης» και αναφέρει ότι κατά το έτος της έκθεσης υπήρξαν 88.479 άτομα 16 ετών από τα οποία τα 77.823 άρχισαν επαγγελματική εκπαίδευση και κατάρτιση. Τα μαθήματα, υποστηρίζει η έκθεση ότι, «προσαρμόζονται στα επαγγελματικά προσόντα» οδηγώντας στις πραγματικές εργασίες εκεί όπου υπάρχει ζήτηση. Αυτό το δυνατό σημείο του διπλού συστήματος, φαίνεται, να έχει κάνει την Ελβετία να έχει από τα χαμηλότερα ποσοστά ανεργίας της νεολαίας στην Ευρώπη. Αυτό

Το πρωτότυπο κείμενο δεν είχε ενσωματωμένη την επεξήγηση της συντομογραφίας. Η συντομογραφία του OPET σημαίνει (Federal) Office for Professional Education and Technology, στα αγγλικά. Στα ελληνικά, μπορεί να αποδοθεί ως (Ομοσπονδιακό) Γραφείο για την Επαγγελματική Εκπαίδευση και Τεχνολογία. Το OPET (έτσι θα αναφέρεται από εδώ και στο εξής) είναι κέντρο της Ομοσπονδιακής Κυβέρνησης της Ελβετίας για τις ικανότητες που χρειάζονται στην επαγγελματική εκπαίδευση και κατάρτιση, στα Πανεπιστήμια των Εφαρμοσμένων Επιστημών και στην προώθηση της καινοτομίας. Βλ. http://www.bbt.admin.ch/index. html?lang=en, οι πληροφορίες είναι στα αγγλικά (Σ.τ.Μ.).

vii

Επίκεντρο της προσοχής η Νεολαία: Ενσωμάτωση στην Ελβετία

αναγνωρίστηκε και στην ανάλυση που έκανε ο ΟΟΣΑ για την Ελβετία για τη μετάβαση (των νέων ατόμων) από την στοιχειώδη εκπαίδευση στην οικονομικά ενεργή ζωή.8 Το σύστημα εκπαίδευσης και κατάρτισης στην Ελβετία παρέχεται μέσω της ομοσπονδιακής καθοδήγησης και είναι μερικής χρηματοδότησης αλλά ρυθμίζεται κατά ένα μεγάλο μέρος από τα καντόνια που είναι αρμόδια για την υλοποίησή του. Το Ομοσπονδιακό Γραφείο (OPET) χρηματοδοτεί το 25% και είναι αρμόδιο για την αναγνώριση των μαθημάτων, τον ποιοτικό έλεγχο, και τη συμμόρφωση με τις διατάξεις που κυβερνούν την εκπαίδευση και την κατάρτιση. Τα καντόνια εποπτεύουν τα σχέδια μαθητείας, και το μάρκετινγκ τους, διευθύνουν τις επαγγελματικές και επαγγελματικές σχολές εκπαίδευσης υποχρεωτικής παρακολούθησης, και παρέχουν πληροφορίες και συμβουλές για τη σταδιοδρομία. Περίπου τρία τέταρτα των σπουδαστών / εκπαιδευομένων στην επαγγελματική κατάρτιση εισάγονται στις εμπορικές μαθητείες (σε σύγκριση με τις επαγγελματικές σχολές που βασίζονται στα υποχρεωτικής παρακολούθησης μαθήματα), αλλά τα ποσοστά των νέων στις μαθητείες είναι υψηλότερα στις γερμανόφωνες περιοχές (86%) σε σύγκριση με τις γαλλόφωνες περιοχές (72%). Πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι οι διαφορές μεταξύ των γαλλόφωνων και γερμανόφωνων καντονίων μπορεί να είναι πολιτισμικές. Στη Γαλλία, η μαθητεία δεν διαδραματίζει τον ίδιο ρόλο όπως στη Γερμανία. Η σχολική μετάβαση, ακόμα και επαγγελματικού είδους, είναι πιο κοινή στα γαλλόφωνα καντόνια απ’ ότι στο υπόλοιπο της χώρας. Αν και η μετα-υποχρεωτική εκπαίδευση (μετά από 15 ετών) δεν είναι υποχρεωτική από το κράτος, στην πράξη γίνεται κανόνας. Οι σπουδαστές που έχουν ελάχιστη ή καμία μετα-υποχρεωτική εκπαίδευση βρίσκονται επομένως όλο και περισσότερο σε δυσμενή θέση στην αγορά εργασίας. Η ομοσπονδιακή κυβέρνηση έκανε πρόσφατα μια εκστρατεία για να πείσει τους εργοδότες να δημιουργήσουν περισσότερες μαθητείας επειδή φαινόταν ότι ο αριθμός των μαθητειών μειωνόταν και ο αριθμός των συμμετεχόντων στις σχετικές τάξεις είχε αυξηθεί κατακόρυφα. Αυτή η εκστρατεία είχε κάποια επιτυχία το 2003 και αντέστρεψε τη μείωση των θέσεων μαθητείας, και τα πιο πρόσφατα στοιχεία δείχνουν ότι ο αριθμός των προσφερομένων μαθητειών, ετήσια, έχει σταθεροποιηθεί, με κάποια μικρή αύξηση που οφείλεται ενδεχομένως στις αυξανόμενες προσφορές στη γαλλόφωνη Ελβετία.9 Εντούτοις, οι επαγγελματικές σχολές αναφέρουν ακόμα για τη δυσκολία εξεύρεσης μαθητειών. Η Ελβετία έχει το μικρότερο ποσοστό των νέων της από στις συγκρίσιμες χώρες που εισάγονται στα πανεπιστήμια και που αποκτούν προσόντα πανεπιστημιακού επιπέδου. Αυτό εν μέρει αλλά με κανένα τρόπο δεν αντισταθμίζεται πλήρως από τους αριθμούς στη μη πανεπιστημιακή ανώτατη εκπαίδευση (ανωτέρου επιπέδου τεχνική και επαγγελματική εκπαίδευση).

417

418

Πρωτοβουλίες του δημόσιου τομέα

Μερικοί μαθητές εισάγονται στην μετα-υποχρεωτική εκπαίδευση στην Ελβετία χωρίς να έχουν ολοκληρώσει ικανοποιητικά τη στοιχειώδη εκπαίδευση και παρουσιάζουν έλλειψη των βασικών δεξιοτήτων. Ανώτατοι εκπαιδευτικοί λένε ότι αυτό ίσως να είναι ιδιαιτερότητα μεταξύ των αλλοδαπών, και ακόμα περισσότερο μεταξύ των πρόσφατων μεταναστών, και τους βάζει σε ιδιαίτερα μειονεκτική θέση στο σύστημα της μετα-υποχρεωτικής εκπαίδευσης. Λόγω αυτής της ιδιαιτερότητας, οι τοπικές σχολές επαγγελματικής εκπαίδευσης αναγκάζονται να αφιερώνουν πόρους (με κάποια κρατική χρηματοδότηση) προσφέροντας εκπαίδευση που καλύπτει την διαφορά (“catch-up” education) στους σπουδαστές που εισάγονται στην μετα-υποχρεωτική εκπαίδευση χωρίς ικανοποιητική γνώση τέτοιων δεξιοτήτων. Μια τέτοια επαγγελματική σχολή διευθύνεται από το Υπουργείο Δημόσιας Εκπαίδευσης (DΙP) της Γενεύης,viii το οποίο προωθεί ένα πρόγραμμα γνωστό ως «Εκπαίδευση των μεταναστών μαθητών», καλύπτοντας την πρωτοβάθμια εκπαίδευση (4-12 ετών), τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση (12-15 ετών) και την μετα-υποχρεωτική εκπαίδευση (15-19 ετών). Οι επαγγελματικές σχολές στη Γενεύη λειτουργούν σε ένα από τα πιο πολυεθνικά περιβάλλοντα στην Ελβετία. Ενώ το 2003 ο πληθυσμός αλλοδαπών της Ελβετίας ήταν 20,4% του συνόλου, στη Γενεύη καταγράφηκε ως 37,8% (160.344 άτομα), σχεδόν η διπλή εθνική αναλογία, και 25% υψηλότερος από τη Βέρνη. Αυτό μπορεί τουλάχιστον εν μέρει να εξηγηθεί από το γεγονός ότι η πόλη φιλοξενεί ένα μεγάλο αριθμό διεθνών οργανισμών, μαζί με την ισχυρή διεθνή εστίαση του Πανεπιστημίου της Γενεύης. Όπως οι διευθυντές του εκπαιδευτικού συστήματος στη Γενεύη αναγνωρίζουν, ο υψηλός πληθυσμός αλλοδαπών δημιουργεί μια πολύ ιδιαίτερη γλωσσική πολυμορφία: ο σχολικός πληθυσμός της Γενεύης καλύπτει περίπου 150 γλώσσες. Μεταξύ των μαθητών που παρευρίσκονται στις κατηγορίες στο καντόνι της Γενεύης, πάνω από το 40% των μαθητών μιλούν μια γλώσσα εκτός από τα γαλλικά (η γλώσσα του καντονίου) στο σπίτι, ενώ σε άλλες περιοχές της πόλης της Γενεύης ο αριθμός φτάνει τα 75%. Λαμβάνοντας υπόψη την ποικιλομορφία των γλωσσών, ο κύριος στόχος «της ενσωμάτωσης» για το DIP βρίσκεται στην διδασκαλία των γαλλικών και η

Η συντομογραφία του DIP σημαίνει Department of Public Instruction, δηλ. Υπουργείο Δημόσιας Εκπαίδευση. Από εδώ και στο εξής, θα αναφέρεται ως DIP όπως στο πρωτότυπο κείμενο (Σ.τ.Μ.).

viii

Επίκεντρο της προσοχής η Νεολαία: Ενσωμάτωση στην Ελβετία

ανάπτυξη γλωσσικών δεξιοτήτων βρίσκεται στα επίπεδα του προγράμματος σπουδών. Μια από τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι επαγγελματικές σχολές είναι το γεγονός ότι σπουδαστές στην ίδια ηλικία, που θα περίμενε κανείς να ακολουθούν τις ίδιες σειρές μαθημάτων, διαφέρουν κατά πολύ στο επίπεδο ικανότητάς τους στα γαλλικά, ιδιαίτερα που ως ομάδα-στόχο περιλαμβάνουν και τους πιο παλιούς κατοίκους της Ελβετίας και τις πρόσφατες αφίξεις. Η ποικιλομορφία των αναγκών μέσα στην τάξη γίνεται ακόμα μεγαλύτερη από το γεγονός ότι το πρόγραμμα εκπαιδεύει και τον Ελβετό που δεν έχει μεταναστεύσει και που έχει μείνει πίσω κατά τη διάρκεια της στοιχειώδους εκπαίδευσής του μαζί με τους νέους που προέρχονται από γενιά μεταναστών. Λαμβάνοντας υπόψη τις διαφορετικές εκπαιδευτικές ανάγκες της ομάδαςστόχου, η επαγγελματική σχολή έχει αναγκαστεί να αναπτύξει ένα εντατικό και ευαίσθητο διδακτικό περιβάλλον, συμπεριλαμβανομένων μικρών διδακτικών ομάδων και της κατανομής των σπουδαστών σε δασκάλους με μια πλήρη συνειδητοποίηση «της προβληματικής» και διαπολιτισμικής κατανόησης της μετανάστευσης. Στο παρελθόν, μερικοί σπουδαστές έχουν φθάσει κατά ομάδες, και απαιτήθηκαν ιδιαίτερες τάξεις (παραδείγματος χάριν κατά τη διάρκεια της εξόδου των αιτούντων άσυλο από το Κόσοβο, οι οποίοι άρχισαν να φτάνουν στην Ελβετία το 1999 - περίπου 500 νέοι έφθασαν στη Γενεύη). Το Υπουργείο Δημόσιας Εκπαίδευσης γνωρίζει ότι τα παιδιά των παράνομων μεταναστών στη Γενεύη βρίσκονται μεταξύ των μαθητών τους, αλλά δεσμεύονται στην παροχή εκπαίδευσης, αν και η πρόσβαση στις μαθητείες - που συνεχίζουν να διαμορφώνουν την πύλη απασχόλησης σε πολλούς τομείς της ελβετικής αγοράς εργασίας - μπορεί να μην είναι δυνατή για αυτήν την ομάδα. Στην Ελβετία η ανεργία είναι ιστορικά χαμηλή, αλλά αυξήθηκε μάλλον αισθητά τη δεκαετία του 1990 (που έφτασε στο υψηλότερο 5,2% το 1997), μειώθηκε στο τέλος της δεκαετίας του 1990, και αυξήθηκε πάλι πρόσφατα.10 Όλα τα ποσοστά αυτής της περιόδου της ανεργίας στη Γενεύη είναι υψηλότερα από τον εθνικό μέσο όρο, και οι επιχειρήσεις είναι σχετικά ανθεκτικές και στη δημιουργία νέων ευκαιριών μαθητείας και να πάρουν κάποιο άτομο που δεν εκπληρώνει τα ιδανικά κριτήριά τους για την εργασία. Σε αυτό το κλίμα, και με την ελβετική οικονομία που αντιμετωπίζει μόνο μέτριες προβλέψεις οικονομικής ανάπτυξης, οι επαγγελματικές σχολές αντιμετωπίζουν έναν δύσκολο στόχο στην προσπάθεια να τοποθετήσουν (σε πρακτικές ασκήσεις) νεαρούς που είχαν μια αδύνατη έναρξη στην εκπαιδευτική σταδιοδρομία τους. Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι στη Γενεύη υπάρχουν τουλάχιστον τρεις κατευθύνσεις στην αγορά εργασίας: πανεπιστήμιο και εκπαιδευμένοι ειδικοί διευθυντές, επαγγελματίες και επιχειρηματίες, μια μέση τάξη των μαθητευόμενων-

419

420

εκπαιδευόμενων εργαζομένων με ποικίλα επίπεδα ικανότητας, και μια άτυπη αγορά εργασίας που λειτουργεί έξω από το σύστημα μαθητείας και κατάρτισης. Οι νέοι μετανάστες βρίσκονται ιδιαίτερα σε κίνδυνο να εμπέσουν στην τελευταία ομάδα, με μερικούς νέους που ενθαρρύνονται ενεργά να εργαστούν στον άτυπο τομέα των επιχειρήσεων που διευθύνονται από μετανάστες όπως «το εθνοτικό» εμπόριο. Ένα περαιτέρω εμπόδιο που αντιμετωπίζει το DΙP είναι ότι το προσωπικό έχει επίγνωση της επιβλαβούς και με διακρίσεις στάσης απέναντι στους αλλοδαπούς και τους πρόσφατους μετανάστες, όσο η αντιμετώπιση αυτού του ζητήματος φάνηκε να είναι πέρα από το στόχο του επιμορφωτικού αυτού προγράμματος. Ανταποκρινόμενες σε αυτές τις πολυεπίπεδες προκλήσεις, οι επαγγελματικές σχολές, τουλάχιστον εν μέρει, καθοδηγούνται από τον πρόσφατο προβληματισμό της ομοσπονδιακής κυβέρνησης για την ανάπτυξη μιας πολιτικής ενσωμάτωσης. Ο Υπουργός Δημόσιας Εκπαίδευσης (DIP) συμμετέχει στις εθνικές συνεδριάσεις με τους ομολόγους του από άλλα καντόνια, ανταλλάσσουν απόψεις, και υποβάλλουν συστάσεις που υλοποιούνται σε καντονικό επίπεδο. Ένα βασικό ομοσπονδιακό μήνυμα που έχει υιοθετηθεί από αυτήν την πρωτοβουλία κατάρτισης είναι ότι η ενσωμάτωση επιτυγχάνεται μέσω της εκμάθησης γλωσσών, της επαγγελματικής κατάρτισης και της ενσωμάτωσης μέσω της μαθητείας και της απασχόλησης. Περαιτέρω, γίνεται κατανοητό ότι η εκμάθηση γλωσσών απαιτεί μικρές τάξεις, ειδικευμένο προσωπικό και εξατομικευμένη προσοχή και μάθηση. Τα στοιχεία έκβασης από το πρόγραμμα της Γενεύης «εκπαίδευση για τους μετανάστες μαθητές» δεν ήταν διαθέσιμα, αλλά είναι δυνατό να γίνουν μερικές παρατηρήσεις για την καταλληλότητα της κατάρτισης που προσφέρεται λαμβάνοντας υπόψη το πλαίσιο, και τα χαρακτηριστικά της ομάδας-στόχου. Όπως σημειώνεται ανωτέρω, ο βαθμός ποικιλομορφίας με τον οποίο το εκπαιδευτικό σύστημα της Γενεύης προσπαθεί να αντιμετωπίσει είναι μεγαλύτερος από οπουδήποτε αλλού στην ομοσπονδία, και η διδασκαλία της γλώσσας, η προσωπική παροχή συμβουλών, και οι εντατικές τάξεις μαθημάτων με μικρές ομάδες μαθητών που απορροφούν τις σημαντικότερες ενέργειες του προγράμματος. Ενώ κανένα στοιχείο δεν είναι διαθέσιμο ως προς τους αριθμούς των μεταναστών μαθητών που εισάγονται επιτυχώς στις μαθητείες, τα στοιχεία δείχνουν ότι το προσωπικό το βρίσκει πολύ δύσκολο να βοηθήσει την «εισαγωγή» των μαθητών στις σταδιοδρομίες που βασίζονται στις μαθητείες, και το προσωπικό το ίδιο δηλώνει ότι βρίσκει την ανεργία στο καντόνι να είναι ένα σοβαρό εμπόδιο. Σε αυτές τις περιστάσεις, υπάρχουν λίγα πράγματα που το προσωπικό μπορεί να κάνει αλλά επικεντρώνεται στις βασικές δεξιότητες των μαθητών.

Επίκεντρο της προσοχής η Νεολαία: Ενσωμάτωση στην Ελβετία

Η επαγγελματική σχολή έχει εξετάσει άμεσα το θέμα των πρακτικών ασκήσεων των σπουδαστών της με το να χρησιμοποιεί έναν σύνδεσμο επαγγελματικής σχολής-επιχείρησης του οποίου στόχος είναι να συντονίζεται με τους εργοδότες. Ο σύνδεσμος εργαζόμενος οργανώνει τις πρακτικές ασκήσεις επαγγελματικής εμπειρίας βασισμένες σε τρία οκτάωρα ημερησίως την εβδομάδα στο μισό κόστος της κανονικής μαθητείας. Εντούτοις, οι σπουδαστές αναφέρουν ότι τους αφήνουν συχνά μόνους τους να βρουν τις πρακτικές ασκήσεις. Πάλι κανένα ακριβές στοιχείο δεν υπάρχει για τα ετήσια ποσοστά επιτυχίας του σχεδίου, αλλά περίπου ένα τέταρτο χάνεται στο σύστημα είτε επειδή η επαγγελματική σχολή χάνει τη διαδρομή τους είτε επειδή οι σπουδαστές πιάνουν δουλειά στον άτυπο τομέα για τον οποίο δεν απαιτούνται προσόντα επίσημης κατάρτισης. Μετα-υποχρεωτική κατάρτιση στο Νεσατέλ: JET

Το καντόνι Νεσατέλ έχει αναπτύξει επίσης ένα μετα-υποχρεωτικό επιμορφωτικό πρόγραμμα που στοχεύει στους νέους μετανάστες. Τα καντόνια της Γενεύης και του Νεσατέλ είναι και τα δύο γαλλόφωνα, και συνορεύουν δυτικά με τη Γαλλία. Το Νεσατέλ έχει πολύ μικρό πληθυσμό (μόλις πάνω από 165.000 κατοίκους σε σύγκριση με τους 400.000 κατοίκους στη Γενεύη) και ένα σημαντικά χαμηλότερο ποσοστό αλλοδαπών – 22,9% το 2002. Ενώ στη Γενεύη σχεδόν το ένα τέταρτο του πληθυσμού του καντονίου μιλά μια άλλη γλώσσα εκτός από τα γαλλικά, στο Νεσατέλ ο αντίστοιχος αριθμός είναι λιγότερο από το 15%. Η οικονομία της Γενεύης είναι, επίσης βασισμένη στις υπηρεσίες. Αντίθετα, στο Νεσατέλ (2001) το 36% των εργασιών ήταν στο δευτερογενή (βιομηχανικό) τομέα, έναντι μόνο του 16% στη Γενεύη, στοιχεία που φανερώνουν την πολύ ισχυρότερη βιομηχανική παράδοση του Νεσατέλ. Αυτές οι διαφορές αγοράς εργασίας μπορούν, τουλάχιστον εν μέρει, να εξηγήσουν τα διαφορετικά ποσοστά επιτυχίας μεταξύ των μετα-υποχρεωτικών προγραμμάτων επαγγελματικής κατάρτισης και επιμόρφωσης, αν και το ιστορικό και πλαίσιο διακυβέρνησης στο Νεσατέλ έχει παίξει επίσης έναν σημαντικό ρόλο. Λαμβάνοντας υπόψη το βιομηχανικό υπόβαθρό της, η περιφέρεια του Νεσατέλ έχει μια μακροχρόνια παράδοση υποδοχής μεταναστών λόγω της ανάγκης σε εργατικό δυναμικό, και παράδοση καθιερωμένων μηχανισμών καλωσορίσματος τέτοιων μεταναστών και παροχής βοήθειας. Οι καντονικοί νόμοι δίνουν δικαιώματα ψήφου στους εγκατεστημένους αλλοδαπούς και από τη δεκαετία του 1980 υπάρχει καντονική νομοθεσία που προωθεί ίσες ευκαιρίες. Ως μέρος της νέας ομοσπονδιακής πολιτικής ενσωμάτωσης, το Νεσατέλ έχει διορίσει έναν «εκπρόσωπο ενσωμάτωσης», ο οποίος είναι καντονικός ανώτερος υπάλληλος του οποίου το έργο είναι να διατηρεί τις

421

422

διασυνδέσεις με τις ομοσπονδιακές πολιτικές και τους φορείς και να ενεργεί ως κεντρικό σημείο της ανάπτυξης των πολιτικών ενσωμάτωσης στο Νεσατέλ. Εκτός από την υποστήριξη των επιμορφωτικών προγραμμάτων για τους νέους μετανάστες, ο εκπρόσωπος ενσωμάτωσης, παραδείγματος χάριν, συνεργάζεται με τις τοπικές αρχές στέγασης και προσπαθεί να αποφεύγεται η δημιουργία συγκέντρωσης συγκεκριμένων ομάδων σε ορισμένα κτήρια/περιοχές κατοικίας. Οι σειρές μαθημάτων παρέχονται στον δημόσιο τομέα και στις σχολές ίσων ευκαιριών και πολιτικών ενάντια των διακρίσεων, και κατά το 2006 το Νεσατέλ χρηματοδότησε ένα μεγάλο πρόγραμμα 400 δραστηριοτήτων για να βελτιωθεί η δημόσια πληροφόρηση για ζητήματα ενσωμάτωσης και ταυτότητας. Ο οργανισμός που παρέχει την μετα-υποχρεωτική κατάρτιση στους μετανάστες στο Νεσατέλ, το Επαγγελματικό Κέντρο του Παράκτιου Νεσατέλ (CPLN),ix έχει οργανωθεί κατά τέτοιο τρόπο ώστε να παρέχει από την στοιχειώδη μέχρι την ανώτερη εκπαίδευση και κατάρτιση. Οι σειρές μαθημάτων παρέχονται σε επίπεδο προ-μαθητείας (pré-apprentissage: μια επιπλέον προετοιμασία πριν την είσοδο στο στάδιο της μαθητείας), επαγγελματικής σχολής (école professionnelle: μια επαγγελματική κατάρτιση και επιμόρφωση στο διπλό σύστημα) και σε επίπεδο ανώτερης / ανώτατης σχολής (école de supérieure: ανώτερη / ανώτατη τεχνική και επαγγελματική κατάρτιση). Μέρος της δομής του CPLN που ασχολείται με τα προγράμματα προ-μαθητείας είναι το EAM, η Επαγγελματική Σχολή των Δεξιοτήτων και των Τεχνών.x Η EAM παραδίδει τις μεταβατικές σειρές μαθημάτων για τους νέους εκπαιδευόμενους που είναι και γνωστές ως πρόγραμμα JET («les classes des jeunes en transit»: «οι τάξεις των νέων που βρίσκονται σε μεταβατικό στάδιο»). Το πρόγραμμα JET καθοδηγεί τους σπουδαστές που έχουν φθάσει πρόσφατα από το εξωτερικό. Αυτοί είναι συνήθως σπουδαστές που δεν έχουν ούτε ικανοποιητική γνώση των γαλλικών για να καταρτιστούν επαγγελματικά αμέσως, ούτε μπορούν να μπουν σε μαθήματα ακαδημαϊκού χαρακτήρα. Η έμφαση είναι στην «ενσωμάτωση», στη γλωσσομάθεια και στην γνώση της ελβετικής κοινωνίας και του πολιτισμού. Οι σπουδαστές είναι ευπρόσδεκτοι καθ’ όλη τη διάρκεια του ακαδημαϊκού έτους και μπορούν να ακολουθήσουν δύο ενότητες γνωστές ως JET 1 και JET 2.

ix Τα αρχικά CPLN αντιστοιχούν στο Centre Professionel du Littoral Neuchâtelois, δηλ. στο Επαγγελματικό Κέντρο του Παράκτιου Νεσατέλ. Από δω και στο εξής, θα αναφέρεται ως CPLN (Σ.τ.Μ.). x Το EAM αντιστοιχεί στο Εcole des arts et metiers, δηλ. στην Επαγγελματική Σχολή Δεξιοτήτων και Τεχνών. Στο πρωτότυπο κείμενο δίνεται η συντομογραφία και η επεξήγηση στα αγγλικά, δηλ. Vocational school of Skills and Trades (Σ.τ.Μ.).

Επίκεντρο της προσοχής η Νεολαία: Ενσωμάτωση στην Ελβετία

• JET 1: μαθησιακές και γλωσσικές δεξιότητες (1 έτος). • JET 2: ενσωμάτωση σε ένα εργασιακό περιβάλλον (1 έτος). Ακόμη και στις σειρές μαθημάτων προ-μαθητείας του CPLN ασκείται κάποια επιλογή, αποκλείοντας εκείνους με μόνιμα προσωπικά προβλήματα, καθώς επίσης και εκείνους που έχουν περιορισμένες γνώσεις της γαλλικής γλώσσας. Οι σπουδαστές που εισάγονται στο πρόγραμμα πρέπει να ζουν στο καντόνι Νεσατέλ, να είναι μεταξύ 16 και 20 ετών, να έχουν ελάχιστη γνώση γαλλικών (δηλ. να μην είναι απόλυτα αρχάριοι) και έχουν μια προκαταρκτική πορεία διάρκειας δύο εβδομάδων. Οι σπουδαστές μαθαίνουν γαλλικά, μαθηματικά και κοινωνικές δεξιότητες και το προσωπικό δίνει τη δέουσα προσοχή αφού πηγαινοέρχονται στις αίθουσες διδασκαλίας και προσφέρουν βοήθεια. Το προσωπικό επιτηρεί την παρακολούθηση των μαθημάτων (εκ μέρους των σπουδαστών), την πρόοδό τους και την καλή συμπεριφορά τους. Πράγματι ένας μικρός αριθμός αποβάλλεται ή αποκλείεται από το σχέδιο κάθε έτος (πέντε έχουν αποκλειστεί στο τρέχον έτος). Τοπική οικειότητα και σεβασμός

Είναι σαφές ότι τα προγράμματα JET (καθώς επίσης και το CPLN) είναι αξιοσέβαστα στην τοπική κοινωνία και προσωπικό είναι γνωστό στους τοπικούς και περιφερειακούς εργοδότες. Έτσι, βρίσκονται σε θέση που να μπορούν να πείσουν τους εργοδότες να δεχτούν εκπαιδευόμενους στα σχέδια μαθητείας στο διπλό σύστημα. Η αίσθηση μιας τοπικής οικειότητας είναι, παραδείγματος χάριν, πολύ μεγαλύτερη εδώ απ’ ό,τι στη Γενεύη όπου (σε μια πιο κοσμοπολίτικη πόλη και μια γρηγορότερα μεταβαλλόμενη αγορά εργασίας) οι επαγγελματικές σχολές βρίσκονται σε λιγότερο σε άμεση επαφή με τους εργοδότες. Οι πρώην σπουδαστές επιστρέφουν στην επαγγελματική σχολή για να συμμετέχουν στα φεστιβάλ και τις δημόσιες εκδηλώσεις, και μαύροι ποδοσφαιριστές έχουν επισκεφτεί την επαγγελματική σχολή για να μιλήσουν για το ρατσισμό στην Ελβετία. Αυτό δείχνει μια ισχυρή ευαισθητοποίηση της σημασίας του να εντοπίζει κανείς θετικούς συμβούλους (mentors) και πρότυπα ρόλου για τους νέους μετανάστες. Το προσωπικό γνωρίζει ότι οι αιτούντες άσυλο και οι παράνομοι μετανάστες αντιμετωπίζουν ιδιαίτερες δυσκολίες στην πρόσβαση στην αγορά εργασίας. Μερικοί από αυτούς τους σπουδαστές δεν έχουν άδειες εργασίας, και έτσι η επαγγελματική σχολή δεν μπορεί να τους εισάγει στο διπλό σύστημα, αλλά, όπως και στη Γενεύη, τους παρέχουν κατάρτιση και υποστήριξη. Η επαγγελματική σχολή εξέφρασε επίσης μια μεγαλύτερη δυσκολία στην εύρεση μαθητειών για μη-Ευρωπαίους σπουδαστές σε αντιδιαστολή με τους Ευρωπαίους.

423

424

Γενικά, εντούτοις το σχολείο επιτυγχάνει κατά ένα μεγάλο μέρος εύρεση πρακτικών ασκήσεων για τους σπουδαστές του. Το πρόγραμμα JET έχει το πλεονέκτημα ότι είναι πιο στοχευόμενο από το εκπαιδευτικό πρόγραμμα προ-μαθητείας στη Γενεύη, με εστίαση σε μια προσεκτικά επιλεγμένη ομάδα νεοφερμένων μεταναστών, χωρίς να υπάρχουν άλλου είδους σπουδαστές στη τάξη όπως Ελβετοί αρχάριοι που έχουν προβλήματα στο υπάρχον εκπαιδευτικό σύστημα. Αυτό σημαίνει ότι η ομάδα έχει φήμη ότι είναι δυναμική και ενθουσιώδης, αυξάνοντας έτσι θετική υποδοχή των μεταναστών ευρύτερα στην επαγγελματική σχολή και τις τοπικές επιχειρήσεις. Όπως στη Γενεύη, οι περισσότερες πρακτικές ασκήσεις γίνονται στον ιδιωτικό τομέα. Εντούτοις, το καντόνι είναι ιδιαίτερα καινοτόμο στην προσπάθειά του να διευρύνει την απασχόληση των μεταναστών στον δημόσιο τομέα, καθορίζοντας στο νόμο (που ισχύει στο συγκεκριμένο καντόνι) ότι δεν είναι απαραίτητο να έχει κανείς την ελβετική υπηκοότητα για να γίνει δημόσιος υπάλληλος εκτός από μερικές συγκεκριμένες υπηρεσίες. Επιπλέον, η αυξανόμενη απασχόληση στον δημόσιο τομέα έχει συμπεριληφθεί ως μια από τις συστάσεις που κάνει ο εκπρόσωπος ενσωμάτωσης του καντονίου και η κανονική ομάδα εργασίας σχετικά με την ενσωμάτωση για το 2006-9. Σε μια περιοχή με μεγάλο αριθμό μικρών επιχειρήσεων και μεγάλο πληθυσμό αλλοδαπών, και όπου υπάρχει παράδοση αποδοχής των αλλοδαπών και υψηλός βαθμός πολιτικής συνείδησης, το πρόγραμμα JET, με εξαίρεση τις πιο ιδιαίτερες περιπτώσεις του, θα μπορούσε να γίνει το πρότυπο προς μίμηση για άλλες περιοχές / άλλα καντόνια. Επιχειρηματικό πρότυπο

Ενώ οι επαγγελματικές σχολές στη Γενεύη και το Νεσατέλ δουλεύουν στο υπάρχον σύστημα εκπαίδευσης και κατάρτισης για να υποστηρίξουν την επαγγελματική εισαγωγή των μεταναστών, ένα άλλο πρότυπο έχει αναπτυχθεί στο Νεσατέλ που προσφέρει μια πιο επιχειρηματική προσέγγιση, και είναι σε θέση να προσαρμόζεται γρηγορότερα στην τρέχουσα βιομηχανική αλλαγή και τις βραχυπρόθεσμες απαιτήσεις των εργοδοτών. Η περιφέρεια του Νεσατέλ είναι ιδιαίτερα γνωστή για τα ρολόγια και την ωρολογοποιία της. Εντούτοις, στη δεκαετία του 1970 η βιομηχανία ρολογιών επηρεάστηκε σοβαρά από τη «επανάσταση του χαλαζία» (“quartz revolution”) και τον υπερπόντιο ανταγωνισμό. Μεταξύ του 1970 και του 1980, η απασχόληση στην Ελβετική βιομηχανία ρολογιών μειώθηκε από 90.000 στους

Επίκεντρο της προσοχής η Νεολαία: Ενσωμάτωση στην Ελβετία

47.000 εργαζόμενους. Αν και η βιομηχανία ανέκτησε τη θέση της, εν μέρει με την κατασκευή των ρολογιών χαλαζία, και η βιομηχανία είναι τώρα σχετικά υγιής, δεν έχει ανακτήσει ακόμα την προηγούμενη θέση της. Η βιομηχανία και το εμπόριο στην περιφέρεια του Νεσατέλ έπρεπε να προσαρμοστούν και να αλλάξουν, και ιδιαίτερα οι τεχνολογικές καινοτομίες που έχουν το προβάδισμα – έτσι υπάρχει αυξανόμενη ζήτηση για ένα πιο ειδικευμένο εργατικό δυναμικό που καθιστά την κατάρτιση ιδιαίτερα σημαντική. Κέντρο του Νεσατέλ για την Επαγγελματική Ενσωμάτωση (Couvet)

Στεγασμένο σε ένα παλιό εργοστάσιο στο Couvet, το Κέντρο του Νεσατέλ (CNIP) είναι τώρα σημαντικό περιφερειακό κέντρο κατάρτισης, παρέχοντας πρώτιστα κατάρτιση στους ενηλίκους, δηλ. τους παρέχει νέες δεξιότητες για να τους βοηθήσει «στην επανεισαγωγή τους» στην αγορά εργασίας. Αυτό το Κέντρο αυτοπροσδιορίζεται ως κέντρο που παρέχει κατάρτιση στις πρακτικές και τεχνικές δεξιότητες καθώς επίσης και σε θεωρητικά και πολιτισμικά θέματα. Η πρακτική κατάρτιση περιλαμβάνει μηχανικές δεξιότητες, ηλεκτροτεχνική, συναρμολόγηση, και στίλβωση ρολογιών. Το κέντρο είναι εξοπλισμένο με μια ιδιαίτερη σειρά μηχανημάτων που υποστηρίζουν την εμπράγματη πρακτική κατάρτιση. Το κέντρο παρέχει επίσης γαλλομάθεια, μαθηματικά, πληροφορίες και τη γραφειοκρατική τεχνογνωσία. Περίπου το 70% των εκπαιδευόμενων στο κέντρο είναι σε οποιαδήποτε στιγμή «αλλοδαποί», συχνά ενήλικοι εργαζόμενοι που έχουν απολυθεί από τις προηγούμενες επιχειρήσεις, αλλά και οι νέοι μετανάστες υποστηρίζονται επίσης. Υπάρχει μια ιδιαίτερη εστίαση στην επανεκπαίδευση και στην διδασκαλία καινούργιων δεξιοτήτων για βιομηχανικές και χειρωνακτικές δραστηριότητες. Το κέντρο έχει αναπτυχθεί χρησιμοποιώντας ένα ανεξάρτητο «κοινωνικό επιχειρηματικό πρότυπο». Έχει πάρει δάνεια από την ελβετική ομοσπονδιακή κυβέρνηση προκειμένου να επενδύσει στην ανακαίνιση του εργοστασίου, και να αγοράσει μηχανήματα. Το κέντρο έχει επίσης εισόδημα από τις δημόσιες υπηρεσίες απασχόλησης (που πληρώνουν για κάθε άνεργο εκπαιδευόμενο) και, σε έναν πολύ μικρό βαθμό, από το μάρκετινγκ των προϊόντων του. Αυτή η ανεξαρτησία από το επίσημο σύστημα κατάρτισης επιτρέπει στο κέντρο να υιοθετήσει μια σημαντική «καθορισμένη από τη ζήτηση» μέθοδο, που ανταποκρίνεται στις ανάγκες των εργοδοτών με την παροχή σύντομης και εντατικής κατάρτισης που βρίσκεται «κοντά στις πραγματικότητες της βιομηχανίας», στις ημερήσιες και απογευματινές τάξεις. Η έλλειψη ενός πυρήνα δημόσιας χρηματοδότησης δεν είναι χωρίς τα προβλήματά της εντούτοις - το εισόδημα από την υπηρεσία απασχόλησης είναι εγγενώς ασταθές, καθώς η

425

426

υπηρεσία πληρώνει ανά εκπαιδευόμενο, όταν είναι άνεργοι. Εάν, παραδείγματος χάριν, ένας εκπαιδευόμενος κατορθώσει να βρει μια εργασία, αυτή η πηγή εισοδήματος χάνεται αμέσως. Το κέντρο κρατά στενή επαφή με τις επιχειρήσεις για την ανταλλαγή τεχνογνωσίας και την αναζήτηση πιθανών πρακτικών ασκήσεων, ενώ ταυτόχρονα επίσης διατηρεί επαφή με το Υπουργείο Οικονομικής Ανάπτυξης της καντονικής κυβέρνησης. Το κέντρο δίνει έμφαση στην πιστοποίηση των ειδικοτήτων που αποκτούνται από την κατάρτιση. Στο τέλος κάθε περιόδου κατάρτισης κάθε άτομο λαμβάνει μια δήλωση που αναφέρει την επιλογή των μαθημάτων τους, τις ενότητες που παρακολούθησαν, το επίπεδο που βρίσκονται και έναν φάκελος αξιολόγησης που περιέχει μια πολύ ακριβή περιγραφή των ενοτήτων, και την ποιότητα της εργασίας που πραγματοποιήθηκε. Η αξιολόγηση ενός εκπαιδευόμενου καλύπτει την εκμάθηση πρακτικών δεξιοτήτων, π.χ. χειρωνακτικές δεξιότητες, καθώς επίσης και διανοητικές ικανότητες, όπως η ικανότητα αυτοσυγκέντρωσης, απομνημόνευσης και χρήση αφαιρετικής ικανότητας. Η συμπεριφορά, το προσωπικό ύφος, η ομαδική εργασία και το κίνητρο που θεωρούνται σημαντικά για το εργασιακό περιβάλλον επίσης εξετάζονται και επικυρώνονται ως μέρος των ενοτήτων κατάρτισης. Η πιστοποίηση αυτών των στοιχείων γίνεται ένα σημαντικό σημείο της αναφοράς για τους πιθανούς εργοδότες που έχουν εκφράσει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τον τρόπου που δουλεύουν τα άτομα παρά για τις δεξιότητες που χρησιμοποιούν. Διάφορα που έρχονται στο κέντρο έχουν βιώσει στην πραγματικότητα τραυματισμούς ή άσχημη υγεία ως κληρονομιά προηγούμενης βαριάς (και ανθυγιεινής) εργασίας, συμπεριλαμβανομένων παλιών τραυματισμών. Αυτό τους αποκλείει, σε μερικές περιπτώσεις, από την κατάρτιση στην προσφορά. Εντούτοις, το κέντρο παρέχει πρόσθετη υποστήριξη σε εκπαιδευόμενους με προσωπικές δυσκολίες που μπορούν να τους αποτρέψουν από την απασχόληση. Μέσα στα όρια, παραδείγματος χάριν, το κέντρο προσφέρει βοήθεια σε άτομα με προβλήματα με το αλκοόλ και άλλα προβλήματα υγείας, με την παροχή συμβουλών, ενθάρρυνσης και υποστήριξης. Το κέντρο το βρίσκει σημαντικό να προσφέρει επιμόρφωση του ζειν εκτός από την κατάρτιση δεξιοτήτων ή, σύμφωνα με το πώς ορίζεται από το ίδιο το ίδρυμα, «το να γνωρίζει κανείς τι είναι» («savoir-être») εκτός από «το τι να κάνει» («savoir-faire»). Η κοινωνική και ψυχολογική υποστήριξη συνεπικουρείται από συνεντεύξεις και εξετάσεις ικανοτήτων (aptitude testing), και όλα αυτά έχουν σκοπό να αξιολογήσουν τους εκπαιδευόμενους και να ελαχιστοποιήσουν τη συστηματική απουσία («κοπάνα») από την κατάρτιση και την μελλοντική απασχόληση.

Επίκεντρο της προσοχής η Νεολαία: Ενσωμάτωση στην Ελβετία

Με περίπου 120 εργαζόμενους/εκπαιδευόμενους στο CNIP οποιαδήποτε στιγμή, οι δείκτες της επιτυχίας είναι καλοί. Παρά την επισφαλή οικονομική βάση του, το κέντρο αποπνέει έναν αέρα ρεαλισμού, ενέργειας και δυναμισμού. Από εκείνους που εγκαταλείπουν το κέντρο για απασχόληση, το 60% είναι ακόμα στην απασχόληση έξι μήνες αργότερα. Η στενή επαφή που διατηρεί το προσωπικό με τους τοπικούς εργοδότες, τους δίνει το δικαίωμα να συστήσουν εκπαιδευόμενους για απασχόληση ώστε να εξακολουθήσουν να προοδεύουν αφότου αφήσουν το CNIP. Η επιτυχία του κέντρου μπορεί επίσης να αποδοθεί στα κύρια χαρακτηριστικά του συστήματος κατάρτισής του: η ευελιξία των μαθημάτων που διαρκούν από μερικές εβδομάδες μέχρι δύο έτη, οι επαγγελματικές δοκιμασίες (εξετάσεις) και η αξιολόγηση των εκπαιδευόμενων και για εργασιακές δεξιότητες και για κοινωνικές και προσωπικές δεξιότητες, η αναλογία του προσωπικού με τους εκπαιδευόμενους (1/3 με 40 προσωπικό σε 120 εκπαιδευόμενους). Το κέντρο παρέχει επίσης τη πρόσθετη βοήθεια για τους αιτούντες άσυλο, και υποστηρίζει την αναγνώριση των προσόντων που αποκτήθηκαν στο εξωτερικό. Είναι σαφές ότι το CNIP αναπτύσσει την κατάρτιση ως επιχείρηση καθώς επίσης και τον προσανατολισμό των εκπαιδευόμενων για την επιχείρηση. Κατά συνέπεια, οι εκπαιδευόμενοι είναι κυρίως αλλά όχι όλοι «ντόπιοι» (locals), μερικοί έρχονται από τη Γαλλία για την εκπαίδευση, εκμεταλλευμένο κατά συνέπεια (το κέντρο) μια υπάρχουσα αγορά για κατάρτιση / επιμόρφωση. Οι κύριες απειλές για το CNIP είναι εάν το Κέντρο μπορεί να συμβαδίζει με τις συνεχώς νέες απαιτήσεις για ικανότητες και δεξιότητες, τα αποτελέσματα της τεχνολογικής αλλαγής στη βιομηχανία, παραδείγματος χάριν, που μπορεί να καταστήσουν τα μηχανήματα περιττά, το βάρος των δανείων για επιχειρήσεις που μόλις ξεκινάνε (start-up loans), και το λεπτό ισοζύγιο μεταξύ εισοδήματος και δαπανών. Πρωτοβουλίες υποστήριξης της δικτύωσης, των Συμβουλευτικών Υποστηρικτικών Υπηρεσιών (Σ.Υ.Υ ή mentoring), και γεφύρωση του κενού μεταξύ των νέων μεταναστών και της αγοράς εργασίας

Έχει αναγνωριστεί ευρέως ότι ένας βασικός παράγοντας επιτυχίας των μεταναστών και των μειονοτικών ομάδων στην εκπαίδευση, στην απασχόληση και στις επιχειρήσεις είναι πρόσβασή τους στα δίκτυα και τους πόρους, και τα δίκτυα που οδηγούν στους πόρους. Σε χώρες με μεγάλες καθιερωμένες πλειοψηφίες, οι άνθρωποι έχουν αποκτήσει το κοινωνικό κεφάλαιο με μορφή κοινωνικών διασυνδέσεων που μπορούν να τους ενημερώσουν για τις ευκαιρίες και να πάρουν αποφάσεις προς όφελός τους. Οι κοινωνιολόγοι θεωρητικοί έχουν

427

428

χρησιμοποιήσει τον όρο «κοινωνία δικτύων» για να συλλάβουν τον τρόπο με τον οποίο οι άνθρωποι κινητοποιούν μια «λογική δικτύων» προκειμένου να σχεδιάσουν τη σταδιοδρομία τους, και αυτό έχει εφαρμοστεί στα «μεταβατικά στάδια της νεολαίας», όπου ο κεντρικός προβληματισμός βρίσκεται στην ενσωμάτωση των νέων μεταναστών στην αγορά εργασίας.11 Εάν οι επιμορφωτικές μεταβάσεις στον εργασιακό χώρο ήταν η εστίαση των πρώτων δύο προγραμμάτων που περιγράφηκαν εδώ, και το επιχειρηματικό πρότυπο χαρακτηρίζει το τρίτο, το τέταρτο και το πέμπτο πρόγραμμα περιστρέφονται γύρω από «τα δίκτυα» και «τους συμβούλους» (μέντορες) ως πρότυπα για την είσοδο των νέων μεταναστών στον εργασιακό κόσμο. Όπως έχει ήδη παρατηρηθεί, μια χαρακτηριστική δύναμη των δύο προγραμμάτων στο Νεσατέλ ήταν η δυνατότητά τους να συνδέονται με τους τοπικούς εργοδότες και να βασίζονται στην καλή φήμη που έχουν αποκτήσει στην κοινότητα. Το τέταρτο πρόγραμμα «Επιχειρήσεις Διεπαφών», που εδρεύουν στη Γενεύη, έχουν ως σκοπό να δημιουργήσουν πραγματικές συνδέσεις μεταξύ των εργοδοτών και των νέων που επιδιώκουν μαθητείες, ενώ το πέμπτο πρόγραμμα – ονόματι, Incluso που βασίζεται στη Ζυρίχη - είναι ένα σχέδιο Σ.Υ.Υ. (mentoring) που βάζει έναν νέο μετανάστη κοντά σε έναν πεπειραμένο εθελοντή που έχει καθιερωθεί σε μια επιχείρηση ή έναν οργανισμό. Επιχειρήσεις Διεπαφών

Οι Επιχειρήσεις Διεπαφών (Interface Enterprises) δημιουργήθηκαν στη Γενεύη το 1998 εν μέρει σε ανταπόκριση στις απαιτήσεις των εργοδοτών για μια οργάνωση που θα επεξεργαζόταν τον υψηλό αριθμό απαιτήσεων από τις επαγγελματικές σχολές και άλλους εκπαιδευτικούς φορείς ιδιαίτερα για τις πρακτικές ασκήσεις επαγγελματικής εμπειρίας και τις δεξιότητες. Αυτό θα προστάτευε τις επιχειρήσεις από τις απαιτήσεις συγκεκριμένων ατόμων. Οι επιχειρήσεις διεπαφών διαμορφώθηκαν από το καντόνι της Γενεύης και ρυθμίζονται από κοινού από το καντονικό Υπουργείο Οικονομικών, Απασχόλησης και Εξωτερικών Υποθέσεων και από το DIP. Στόχος ήταν να δημιουργηθεί ένας οργανισμός που θα ενεργούσε ως γέφυρα μεταξύ των επιχειρήσεων (που μπορούν να προσφέρουν την επαγγελματική εμπειρία, τις μαθητείες) και τους εκπαιδευτικούς οργανισμούς και τα εκπαιδευτικά ιδρύματα. Οι επιχειρήσεις διεπαφών καταγράφουν τις προσφορές των πρακτικών ασκήσεων (internships) από τις επιχειρήσεις σε μια βάση δεδομένων που είναι προσιτή στα μέλη του προσωπικού των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων που συνεργάζονται με τους εκπαιδευόμενους οι οποίοι αναζητούν τις πρακτικές

Επίκεντρο της προσοχής η Νεολαία: Ενσωμάτωση στην Ελβετία

ασκήσεις. Έπειτα, το προσωπικό αντιστοιχεί το προφίλ που ζητά ο εργοδότης ή η επιχείρηση με αυτό που προσφέρεται από τον εκπαιδευόμενο. Με την αναζήτηση πρακτικών ασκήσεων, σύντομης και μακροχρόνιας διάρκειας, σε επιχειρήσεις της περιφέρειας, η Διεπαφή έλκει τις επιχειρήσεις να γίνουν δημόσιοι εταίροι στην ανάπτυξη δεξιοτήτων στον οικονομικά ενεργό πληθυσμό και να ενεργούν με «εταιρική ευθύνη». Το πρόγραμμα έχει περίπου 6.000 επιχειρήσεις ως συνεργάτες και 14.000 πιθανές ευκαιρίες κατάρτισης. Ένα μεγάλο μέρος των πελατών τους είναι νέοι μετανάστες. Η Διεπαφή έχει «εποπτικό» ρόλο για τις επιχειρήσεις, κρατάει επαφή και ελέγχει την εμπειρία των εκπαιδευόμενων, και σε μερικές περιπτώσεις προκαλεί και αντιτάσσεται στην μεροληπτική συμπεριφορά.12 Επιπλέον, το πρόγραμμα πρόσφατα έχει οργανώσει δύο νέες πρωτοβουλίες ώστε να παρέχει ιδιαίτερη υποστήριξη στους νέους μετανάστες. Παραδείγματος χάριν, το πρόγραμμα PASSWORK στοχεύει να βοηθήσει τους νέους μετανάστες να οικοδομήσουν τοπικά κοινωνικά δίκτυα που θα τους βοηθήσουν να έχουν πρόσβαση στην απασχόληση «από στόμα σε στόμα» (“word of mouth”). Σε πολλές χώρες του ΟΟΣΑ, ένα σημαντικό ποσοστό της απασχόλησης διαφημίζεται μέσω των άτυπων συνδέσεων και των κοινωνικών δικτύων, και οι μετανάστες δεν έχουν πάντα πρόσβαση σε τέτοια δίκτυα. Το πρόγραμμα PASSWORK (που αναπτύχθηκε από την ιδέα ενός νέου μετανάστη) επιδιώκει να επαναφέρει αυτήν την ισορροπία. Ένα δεύτερο πρόγραμμα που αναπτύσσεται από τις επιχειρήσεις διεπαφών στοχεύει να ενθαρρύνει τις επιχειρήσεις που έχουν ιδρύσει οι μετανάστες να προσφέρουν πρακτικές ασκήσεις στους νέους μετανάστες. Ενώ αυτό μπορεί να αποδειχθεί χρήσιμο, οι επιχειρήσεις που έχουν ιδρυθεί από μετανάστες είναι κλειστοί θύλακες (enclaves) όπου ήδη οι μετανάστες έχουν τα δικά τους δίκτυα. Η επιτυχία των επιχειρήσεων διεπαφών είναι δύσκολο να κριθεί δεδομένου ότι είναι ουσιαστικά αδύνατο να καταλάβει κανείς πόσοι επιτυχείς θα ήταν οι εκπαιδευόμενοι στην εξεύρεση πρακτικών ασκήσεων οι οποίες θα οδηγούσαν σε μια σταδιοδρομίας χωρίς επέμβασή τους. Αν και η βάση δεδομένων «των ευκαιριών» έχει περισσότερους από 150 χρήστες δεν είναι ελεύθερα διαθέσιμη, για παράδειγμα, σε όλους εκείνους που αναζητούν εργασία ή κατάρτιση σε έναν ιστοχώρο. Επίσης, επειδή δεν είναι διαδικτυακή αυτή η βάση δεδομένων, δεν είναι βέβαιο ότι οι συνεργάτες θα λαμβάνουν τις κανονικές ενημερωμένες εκδόσεις της βάσης δεδομένων - και το ίδιο το σύστημα θα μπορούσε να γίνει πιο εύκολο στη χρήση. Ενώ η Διεπαφή μπορεί να φέρει ένα άτομο που επιζητεί πρακτική άσκηση σε επαφή με μια επιχείρηση, δεν έχει όμως σαν επιχείρηση τους πόρους για να υποστηρίξει περισσότερο άτομα ευάλωτα και λιγότερο «έτοιμα για εργασία» - τα οποία ίσως χρειάζονται καθοδήγηση και στήριξη για

429

430

να συνεχίσουν να αναζητούν ευκαιρίες πρακτικών ασκήσεων. Επίσης, μπορεί να αμφισβητηθεί ότι οι περιθωριοποιημένοι νεοφερμένοι μετανάστες δεν έχουν πρόσβαση σε αυτό το πρόγραμμα και σε άλλα προγράμματα λόγω του ότι είναι έξω από το εκπαιδευτικό σύστημα και το σύστημα κατάρτισης. Το να βοηθήσει κανείς τέτοιες ομάδες θα απαιτούσε να φέρει σε επαφή τους εργαζομένους και τις οργανικές διασυνδέσεις με τις ενώσεις και τις κοινότητες (πάλι ένας από τους στόχους του προγράμματος Passwork). Το πρόγραμμα Incluso - Mentoring από την Caritas Ζυρίχης για τους νέους μετανάστες που αναζητούν απασχόληση

Ένα δεύτερο πρόγραμμα υποστήριξης της δικτύωσης των νέων μεταναστών λειτουργεί στο καντόνι της Ζυρίχης. Η Ζυρίχη, όπως το Νεσατέλ, έχει αναπτύξει ένα πιο ενθαρρυντικό πλαίσιο πολιτικής για τις πρωτοβουλίες ενσωμάτωσης μετά από την εισαγωγή της στρατηγικής της ενσωμάτωσης σε ομοσπονδιακό επίπεδο. Το καντόνι έχει καθιερώσει το δικό του πρόγραμμα ενσωμάτωσης, που χρηματοδοτείται εν μέρει από την Ομοσπονδιακή Επιτροπή για τους Αλλοδαπούς, και εν μέρει από το καντόνι. Η Ζυρίχη έχει επίσης έναν καντονικό επιτετραμμένο για την ενσωμάτωση και τους αλλοδαπούς, μια θέση που δημιουργήθηκε μετά από μια αναθεώρηση της μεταναστευτικής ιστορίας στο καντόνι, τη μεταναστευτική πολιτική, και την τοπική εμπειρία των μεταναστών. Ο επιτετραμμένος υποστηρίζει ότι η ενσωμάτωση δεν μπορεί να επιτευχθεί με τον από επάνω προς τα κάτω τρόπο. Δηλαδή, η ενσωμάτωση πρέπει «να δουλευτεί» σε όλες τις σφαίρες της ζωής, μέσω των εθελοντικών οργανώσεων και των προσωπικών σχέσεων όλων των Ελβετών και όλων των αλλοδαπών. Στόχος είναι «να ενσωματώσει» (“embed”) την έννοια της ενσωμάτωσης στην καθημερινή ζωή, και, ιδιαίτερα στους κύριους (mainstream) φορείς με στόχους και πρωτοβουλίες ενσωμάτωσης. Το καντόνι υποστηρίζει ιδιαίτερα μια κοινοτική προσέγγιση ανάπτυξης, που απευθύνεται σε όλα τα μέλη του τοπικού πληθυσμού. Η απροθυμία των εθελοντικών οργανώσεών τους να στοχεύσουν μόνο στις μεταναστευτικές ομάδες προέρχεται από το γεγονός ότι οι μετανάστες αντιμετωπίζουν μερικά από τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν και άλλα άτομα που υφίστανται την ένδεια και τον αποκλεισμό στην περιοχή. Ομοίως, το καντόνι δεν λειτουργεί μέσω ενώσεων μεταναστών, ή δεν αναθέτει το «έργο της ενσωμάτωσης» στις ενώσεις μεταναστών, λόγω του ότι το ευρύτερο κοινό πρέπει γενικά να πάρει την ευθύνη για την ενσωμάτωση. Εντούτοις, τα προγράμματα «διαπολιτισμικής ηγεσίας» προτιμώνται στη διαδικασία προσφοράς για το καντονικό πρόγραμμα ενσωμάτωσης. Το καντόνι καθιστά λειτουργική την προσέγγιση κοινοτικής ανάπτυξής του μέσω μιας σειράς τοπικών «κεραιών» (“antennae”) που είναι στην πραγματικότητα

Επίκεντρο της προσοχής η Νεολαία: Ενσωμάτωση στην Ελβετία

περιφερειακά γραφεία και σημεία επαφής. Αυτές οι «κεραίες» προσδιορίζουν τα προβλήματα, τα θετικά μηνύματα, και βοηθούν στο συντονισμό των προγραμμάτων ενσωμάτωσης. Στο πνεύμα της υποστήριξης μιας ευρύτερης κοινοτικής ανάπτυξης, ένα πρόσφατο πιλοτικό έργο περιέλαβε την οργάνωση εκδηλώσεων ανοικτών σε ολόκληρη την κοινότητα – αυτές οι εκδηλώσεις περιστρέφονταν γύρω από το υπαρξιακό θέμα «υπερήφανοι για το ποιοι είμαστε». Ένα άλλο πιλοτικό πρόγραμμα παρείχε πιο συγκεκριμένη βοήθεια στους μετανάστες καθιερώνοντας ένα «εργαστήριο συγγραφής» (“writing workshop”) που οργανώθηκε από εθελοντές για να βοηθήσουν τους μετανάστες να ξέρουν πώς να αντιμετωπίζουν τη γραφειοκρατία, να συμπληρώνουν έντυπα, και να αποκτούν πρόσβαση στις αρχές. Το καντόνι προσπαθεί επίσης να διαδώσει θετικά μηνύματα για την ενσωμάτωση, και προωθεί διάφορα διαφημιστικά προγράμματα με σκοπό εν μέρει να υπερνικήσει την υπάρχουσα αντίσταση στους στόχους «ενσωμάτωσης». Λαμβάνουν όμως υπόψη τους το γεγονός ότι μερικές κοινότητες αναφέρουν ότι αισθάνονται «συντριμμένες» από τους νεοφερμένους. Επίσης, το καντόνι υποστηρίζει οικονομικά τη διδασκαλία των γερμανικών ως δεύτερη γλώσσα στους μετανάστες. Διάφορες τοπικές φιλανθρωπικές οργανώσεις και ΜΚΟ παρέχουν υποστήριξη στους μετανάστες στη Ζυρίχη, μια από τις οποίες είναι η Incluso Zurich (Ζυρίχη) και έχει αναπτύξει μια πιο στοχευμένη προσέγγιση που υποστηρίζει τις νέες γυναίκες μετανάστριες στις μαθητείες μέσω των συμβουλευτικών υποστηρικτικών υπηρεσιών (Σ.Υ.Υ. ή mentoring). Από το δεύτερο τρίμηνο του 2002, η Caritas, ένας Καθολικός φιλανθρωπικός οργανισμός,13 τρέχει το πρόγραμμα, που άρχισε με την υποστήριξη των γυναικών από όλες τις ηλικιακές ομάδες, και εστιάζει τώρα ιδιαίτερα στις νεώτερες γυναίκες. Το πρόγραμμα δημιουργήθηκε στη Βέρνη υπό την αιγίδα του Κέντρου Πληροφόρησης της Βέρνης για τους αλλοδαπούς, και εκτελέστηκε από το CFD (Christlicher Friedendienst - Χριστιανικό Πρόγραμμα Ειρήνης), μια ΜΚΟ που έχει αφιερωθεί στην ενδυνάμωση των γυναικών και την προώθηση της ισότητας στην πρόσβαση των μεταναστών στις αγορές εργασίας. Όπως αναφέρθηκε προηγουμένως, ο στόχος του προγράμματος είναι να βοηθήσει τις νέες μετανάστριες να αποκτήσουν πρόσβαση στις μαθητείες. Το πρόγραμμα συνδέει επάνω μια επαγγελματία γυναίκα που έχει ήδη ένα επάγγελμα με μια νέα μετανάστρια σε αναζήτηση μαθητείας έτσι ώστε να μπορούν να λειτουργήσουν μαζί ως «ζευγάρι» (“pair”) ή «δίδυμος άξονας» (“tandem”). Η κατάρτιση παρέχεται, και η σύμβουλος (μέντορας) και η νέα μετανάστρια ενθαρρύνονται να αναπτύξουν μια προσωπική σχέση στην οποία η σύμβουλος μπορεί να μιλήσει στη νέα μετανάστρια για τον ελβετικό εργασιακό

431

432

χώρο και για τη δομή της πρόσβασης στις ευκαιρίες της αγοράς εργασίας. Στόχος είναι και η σύμβουλος και η συμβουλευομένη να ωφεληθούν από την εμπειρία, και να μάθουν η μια από την άλλη. Το πρόγραμμα Incluso συνεργάζεται άμεσα και με τους εργοδότες και με τα άτομα που επιδιώκουν τις μαθητείες, διατηρεί επαφή με περίπου έξι σχολές στη Ζυρίχη, και συνεργάζεται με άτομα 15 και 16 ετών - μέχρι 20 ετών. Το πρόγραμμα υποστηρίζει 60 «δίδυμους άξονες» (“tandems”) κάθε έτος και υπάρχει ένα πακέτο υποστήριξης για τους συμβούλους που συμπεριλαμβάνει μια εισαγωγική συνεδρία, κατάρτιση και επανατροφοδότηση / ανάδραση (feedback). Δεν παραμένουν όλοι οι συμβουλευόμενοι (mentees) στο σχέδιο, και υπάρχει προβληματισμός ως προς το χαμηλό κίνητρο και τα υψηλά ποσοστά αποχώρησης μερικών μεταναστών, με διάφορα κορίτσια να παντρεύονται ή να επιστρέφουν στην πατρίδα τους. Το Incluso αναφέρει ότι το 50% των μεταναστριών σε αυτούς τους «δίδυμους άξονες» κατορθώνουν να έχουν πρόσβαση στις μαθητείες ή τις πρακτικές ασκήσεις. Σε μερικές περιπτώσεις, οι σύμβουλοι όχι μόνο αναπτύσσουν δυνατές σχέσεις με τους συμβουλευόμενους αλλά διαμορφώνουν και διασυνδέσεις με τους εργοδότες εξ ονόματός τους. Εντούτοις, αυτό περιορίζεται από το γεγονός ότι οι επαγγελματίες γυναίκες που επιλέγονται σπάνια προέρχονται από τον ιδιαίτερο τομέα για τον οποίο η νεαρή μετανάστρια ενδιαφέρεται, και έτσι συνειδητοποίησαν περιορισμένες επαφές μέσα στον τομέα. Υπήρξε μια δυνατή συνειδητοποίηση στο πρόγραμμα Incluso ότι οι εργοδότες μπορεί να είναι «στενόμυαλοι» στη στάση απέναντι στους αλλοδαπούς και η παρουσία του συμβούλου θεωρείται ως κέντρισμα για την καλή πολιτική συμπεριφορά των εργοδοτών. Η σχέση συμβούλου –εργοδότη προορίζεται να ενεργήσει ως πειθώ στον εργοδότη για να ενεργήσει όσον αφορά τους στόχους ενσωμάτωσης, και για να αποφύγει τις διάφορες διακρίσεις. Δύο περιπτωσιολογικές μελέτες που συμπεριλαμβάνονται στο πρόγραμμα Incluso περιλαμβάνουν μια Βόσνια νέα γυναίκα με άδεια F (που διανέμεται στους αιτούντες άσυλο που δεν τους έχει χορηγηθεί ακόμα άσυλο αλλά και δεν μπορούν να επιστρέψουν στην πατρίδα τους) που επιδίωκε την κατάρτιση στον τομέα της φροντίδας και επικουρικότητας. Είχε χαμηλό επίπεδο εκπαίδευσης και κανένα πτυχίο λυκείου. Η σύμβουλος την βοήθησε να ενσταλάξει μέσα της αυτοπεποίθηση και επέτυχε τελικά μια πρακτική άσκηση σε κατ’ οίκον φροντίδα. Μια άλλη νεαρή εκπαιδευόμενη από την Σρι Λάνκα είχε ιδιαίτερες φιλοδοξίες να γίνει τεχνική σχεδιάστρια (draughtswoman). Η σύμβουλος ήταν αρχικά σκεπτική για αυτόν τον υψηλό στόχο, ειδικά για κάποια που δεν ήξερε

Επίκεντρο της προσοχής η Νεολαία: Ενσωμάτωση στην Ελβετία

τέλεια γερμανικά, εντούτοις η εκπαιδευόμενη πέτυχε να πάρει μια μαθητεία κατά ένα μεγάλο μέρος λόγω της επιμονής της. Σε αυτήν την περίπτωση, ήταν δυσκολότερο να κριθεί πόσο σημαντική ήταν η βοήθεια της συμβούλου, αν και αυτή που δέχτηκε τις Σ.Υ.Υ. (δηλ. η εκπαιδευόμενη) εκτίμησε την υποστήριξη στην οικοδόμηση της αυτοπεποίθησής της. Μαθήματα από τις τοπικές πρωτοβουλίες Αυτό που είναι σαφές από την ανάλυση των προγραμμάτων σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, πολλά από τα οποία υποστηρίζονται από την Ευρωπαϊκή Ένωση, είναι ότι τα πρότυπα επιχειρηματικής εταιρείας (business enterprise models), τα πρότυπα δικτύων και τα σχέδια Σ.Υ.Υ. έχουν ένα ρεκόρ επιτυχίας στην δημιουργία απασχόλησης και στη βελτίωση της απασχόλησης και απασχολησιμότητας μεταξύ των μειονοτήτων και των αποκλεισμένων ομάδων. Υπό αυτή την έννοια, υπάρχουν λιγότερα που κερδίζονται εδώ από την αξιολόγηση εάν, παραδείγματος χάριν, τα σχέδια δικτύωσης «λειτουργούν», αλλά εάν υπάρχουν, αφ’ ενός τοπικά χαρακτηριστικά γνωρίσματα των προγραμμάτων που έχουν επιπτώσεις στη βιωσιμότητά τους, και αφ’ ετέρου εθνικές και δομικές προϋποθέσεις που ασκούν μια ιδιαίτερη επιρροή στην αποτελεσματικότητα των τοπικών σχεδίων στην Ελβετία. Σχέδια βασισμένα στις επαγγελματικές σχολές

Το όφελος των τοπικών επαγγελματικών σχολικών σχεδίων είναι ότι οι επαγγελματικές σχολές βρίσκονται σε επαφή με μεγάλους αριθμούς νέων και μπορούν επομένως να φθάσουν ενδεχομένως σε ένα ευρύ φάσμα ηλικιακών ομάδων που μπαίνουν στην μετα-υποχρεωτική εκπαίδευση. Στο μέτρο που «οι πελάτες τους» είναι μέλη της ελβετικής πλειοψηφίας, οι επαγγελματικές σχολές έχουν τη δυνατότητα να φέρουν την ενσωμάτωση και τα αντι-μεροληπτικά μηνύματά τους σε αυτή την πλειοψηφία. Η επαγγελματική σχολή στο Νεσατέλ ήταν εφευρετική και επινοητική στην εξέταση της ξενοφοβίας και του ρατσισμού. Όπου οι πραγματικοί ή πιθανοί σπουδαστές τους είναι αλλοδαποί και νεοφερμένοι μετανάστες, έχουν έναν θεσμικό στήριγμα στη διατήρηση της ευρύτερης πιθανής προσιτότητας των μαθημάτων και των προγραμμάτων που προσφέρουν. Εν ολίγοις, έχουν κίνητρα που μπορούν να φθάσουν στις κοινότητες που είναι λιγότερο πιθανό να απαιτήσουν αυθόρμητα την μεταυποχρεωτική εκπαίδευση. Δεδομένου ότι οι επαγγελματικές σχολές είναι σημαντικά τοπικά ιδρύματα, κάθε επαγγελματική σχολή και το προσωπικό της είναι γνωστά στους τοπικούς

433

434

εργοδότες. Αυτή η αξιοπιστία και δικτύωση στην τοπική κοινότητα μπορούν να μην είναι το χαρακτηριστικό γνώρισμα όλων των επαγγελματικών σχολών αλλά όπου είναι, όπως στο Νεσατέλ, αυτό είναι πολύ σημαντικό. Οι επαγγελματικές σχολές είναι επίσης σε θέση να προσθέσουν και άλλες λειτουργίες στην καθαρώς εκπαιδευτική και επιμορφωτική λειτουργία τους. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα, παραδείγματος χάριν, για τις επιπλέον λειτουργίες γλωσσικής κατάρτισης και παροχής συμβουλών όπου οι νέοι μετανάστες μπορούν να ζητήσουν προσωπική βοήθεια. Οι επαγγελματικές σχολές και στο Νεσατέλ και στη Γενεύη είχαν επενδύσει στην παροχή αυτών των λειτουργιών. Είναι επίσης σαφές ότι οι επαγγελματικές σχολές αγκαλιάζουν το παράδειγμα της ενσωμάτωσης (integration paradigm) επειδή συζητείται σε ομοσπονδιακό επίπεδο. Οι διευθυντές των επαγγελματικών σχολών έχουν μια παράδοση στο να συναντούνται επαγγελματικά με τους συναδέλφους τους από άλλα καντόνια και κοινότητες και χρησιμοποιούν αυτό ως ευκαιρία να ανταλλάξουν εμπειρίες και πείρα στον τομέα της ενσωμάτωσης. Οι επαγγελματικές σχολές ωφελούνται επίσης από την δουλειά που κάνουν οι διαπιστευμένοι εκπρόσωποι ενσωμάτωσης από τα καντόνια. Εντούτοις, τουλάχιστον τρία ερωτηματικά αντιμετωπίζει το ελβετικό σύστημα επαγγελματικών σχολών στην ανταπόκρισή του στην ημερήσια διάταξη ενσωμάτωσης. Το ένα είναι πιθανόν ότι οι μαθητείες, η καρδιά της μεταυποχρεωτικής επαγγελματικής κατάρτισης, ταιριάζουν λιγότερο στο εργασιακό περιβάλλον από ότι ταίριαζαν στο παρελθόν. Μερικοί παρατηρητές προτείνουν, παραδείγματος χάριν, ότι τις μαθητείες ταίριαζαν καλύτερα στις απαιτήσεις για δεξιότητες μιας βιομηχανικής οικονομίας, από ότι σε μια οικονομία που βασίζεται στην τεχνολογία πληροφοριών και στις υπηρεσίες υψηλών και χαμηλών δεξιοτήτων - αν και προσθέτουν ότι το ίδιο το ελβετικό σύστημα πρέπει να προσαρμοστεί παρά να κάνει μια ριζική αλλαγή (OECD, 1999b). Εάν αυτό επρόκειτο να συμβεί, η τοπική οικονομία μέσα σε κάθε καντόνι θα ασκούσε σημαντική επίδραση στην αποτελεσματικότητα των σχεδίων προ-μαθητείας που τίθενται σε ισχύ. Το ποσοστό των νέων ενηλίκων που μπαίνουν στην αγορά εργασίας μέσω των μαθητειών είναι χαμηλότερο στη Γενεύη, παραδείγματος χάριν, από άλλα καντόνια στη ομοσπονδία, ίσως λόγω της υψηλής εξάρτησης της πόλης από τις υπηρεσίες. Αυτό ίσως βάζει ένα επιπρόσθετο εμπόδιο στην αγορά εργασίας για τους μετανάστες των οποίων η εκπαίδευση συγκεντρώνεται στο διπλό σύστημα. Εδώ και πολλά χρόνια τώρα, ο αριθμός μαθητειών στην προσφορά έχει μειωθεί στην Ελβετία (OECD, 1999b). Αν και αυτό αντιστράφηκε εν μέρει από μια εθνική εκστρατεία που προτρέπει τους εργοδότες να προσφέρουν μαθητείες,

Επίκεντρο της προσοχής η Νεολαία: Ενσωμάτωση στην Ελβετία

είναι σαφές ότι οι τοπικές επαγγελματικές σχολές γενικά έχουν περισσότερες δυσκολίες από ότι συνήθως στην εύρεση μαθητειών με τους εργοδότες. Ένα άλλο ερώτημα που απασχολεί τις επαγγελματικές σχολές είναι πόσο μπορούν να επενδύσουν στην εκπαίδευση των σπουδαστών των οποίων η προγενέστερη προετοιμασία ήταν (ενδεχομένως σοβαρά) ανεπαρκής ή που χρειάζεται εντατική βοήθεια. Το δίλημμα είναι ότι εάν οι επαγγελματικές σχολές πρέπει να κατευθύνουν εντατική εργασία ενσωμάτωσης στις πιο μη προσπελάσιμες – και γι’ αυτό δύσκολες - περιπτώσεις, οι οποίες είναι αφ’ ενός δαπανηρό και αφ’ ετέρου αμφιβόλου επιτυχίας. Ενώ μερικές πρωτοβουλίες (παραδείγματος χάριν το πρόγραμμα CNIP) εκτελούν εντατική προσωπική εργασία με τους εκπαιδευόμενους, άλλες σαφώς αφήνουν έξω τις δύσκολες περιπτώσεις. Ένα τρίτο ερωτηματικό που απασχολεί τις επαγγελματικές σχολές στην εργασία τους για την προώθηση των σπουδαστών στις μαθητείες είναι τί να κάνουν όταν οι εργοδότες κάνουν διακρίσεις εις βάρος των υποψηφίων μεταναστών και αλλοδαπών για τις θέσεις. Αρκετές τοπικές πρωτοβουλίες ανέφεραν την μεροληπτική στάση των εργοδοτών έναντι μερικών από τους σπουδαστές ή τους πελάτες τους. Λαμβάνοντας υπόψη την έλλειψη ενός ομοσπονδιακού νόμου ενάντια των διακρίσεων, το μόνο εργαλείο διαθέσιμο στις τοπικές επαγγελματικές σχολές είναι η πειθώ, συχνά σε ατομική βάση. Εντούτοις, επειδή οι επαγγελματικές σχολές έχουν καλή φήμη στη τοπική κοινωνία και η επιχειρηματική κοινότητα τις σέβεται, είναι πιο πιθανό να έχουν συνεπέστερη συνεργασία με τους επιχειρηματίες σε τέτοια ζητήματα. Συμφωνίες ίσων ευκαιριών, παραδείγματος χάριν, μεταξύ των επαγγελματικών σχολών και των εργοδοτών στην υλοποίηση των σχεδίων μαθητείας και πρακτικής άσκησης (internship), μπορούν να τυποποιήσουν τις δεσμεύσεις για μια δίκαιη μεταχείριση. Οι επαγγελματικές σχολές θα μπορούσαν επίσης να λειτουργήσουν με άλλους τοπικούς συνεργάτες για να πείσουν τους επιχειρηματίες συνεργάτες να διευθύνουν τα «πρωτοποριακά» (flagship) προγράμματα απασχόλησης ίσων ευκαιριών. Επομένως, οι επαγγελματικές σχολές μπορούν να προωθήσουν την ημερήσια διάταξη της ενσωμάτωσης. Αυτό το μπορούν όχι μόνο επειδή είναι καθιερωμένα ιδρύματα με μεγάλη πελατεία, αλλά και επειδή στέκονται σε μια σημαντική διαμεσολαβητική θέση μεταξύ των ατόμων, των τοπικών κοινοτήτων, των εργοδοτών, του καντονίου, και του ομοσπονδιακού κράτους. Οι διασυνδέσεις τους με τα ομοσπονδιακούς φορείς και η συμμετοχή τους στις εθνικές διασκέψεις τους επιτρέπουν να ακολουθήσουν από κοντά την ημερήσια διάταξη εθνικής πολιτικής. Συγχρόνως, το ότι βρίσκονται κοντά στις τοπικές κοινότητες τους επιτρέπει να μεταφέρουν αυτήν την ημερήσια διάταξη με ευαισθησία στις

435

436

τοπικές συνθήκες. Αμφισβητήσιμα, οι επαγγελματικές σχολές θα μπορούσαν να γίνουν ακόμα μεγαλύτερος φορέας στην τοπική πολιτική ενσωμάτωσης, εάν τα μέτρα ενάντια των διακρίσεων και τα μέτρα ενσωμάτωσης επρόκειτο να ενσωματωθούν (mainstreamed) στην ευρύτερη εκπαιδευτική πρακτική. Επιχειρηματικό πρότυπο

Εάν οι επαγγελματικές σχολές καταδεικνύουν τι μπορεί να επιτευχθεί από τα ιδρύματα που είναι ενσωματωμένα (embedded) στο εθνικό σύστημα εκπαίδευσης και κατάρτισης, το πρόγραμμα που είναι βασισμένο σε εργοστάσιο στο Couvet (CNIP) καταδεικνύει τι μπορεί να επιτευχθεί έξω από αυτό το σύστημα μέσω των επιχειρήσεων, των κινήτρων και της εφαρμογής των επιχειρησιακών αρχών. Επειδή αυτή η σχολή λειτουργεί με μια επιχειρησιακή ιδεολογία, το CNIP μπορεί να καταλάβει και να ανταποκριθεί στις τοπικές επιχειρησιακές ανάγκες. Ιδιαίτερα, η ευελιξία της κατάρτισης που προσφέρει, και η συνεπής επικύρωση των ικανοτήτων που ενδιαφέρουν τους τοπικούς εργοδότες έχει βοηθήσει αυτό το πρόγραμμα να παρέχει μια ιδιαίτερα καλά προσαρμοσμένη υπηρεσία, που οδηγεί σε επιτυχείς εκβάσεις απασχόλησης για τους μετανάστες. Εντούτοις, οι προκλήσεις που αντιμετωπίζει το CNIP είναι το γεγονός ότι δεν υπάρχει καμιά εγγύηση για το μέλλον επειδή το οικονομικό μέλλον της επιχείρησης εξαρτάται από τα δάνεια. Δίκτυα και Συμβουλευτικές Υποστηρικτικές Υπηρεσίες (Σ.Υ.Υ. ή mentoring)

Τα άτομα αποκτούν πρόσβαση στις εργασίες, τις θέσεις εργασίας, την προώθηση και τους πόρους εκμεταλλευόμενα τα δίκτυα των προσωπικών επαφών και των επαφών των οργανισμών είναι μια παρατήρηση που έχει γίνει πρότυπο στην κοινωνιολογία και την κοινωνική πολιτική, και είναι ευρέως γνωστό θεωρητικά στην κοινωνική πρακτική. Είναι σαφές ότι οι νεοφερμένοι μετανάστες είναι μια ομάδα που μπορεί να αντιμετωπίσει δυσκολίες στη δημιουργία δικτύων αυτού του είδους, ή τουλάχιστον στα δίκτυα που μπορούν να τους οδηγήσουν στους πολυπόθητους πόρους. Οι τοπικές πρωτοβουλίες στην Ελβετία που παρέχουν Σ.Υ.Υ. και δικτύωση στους μετανάστες είναι επομένως ένα σημαντικό βήμα προς την ενίσχυση της ένταξής (inclusion) και της ενσωμάτωσής τους στην αγορά εργασίας. Πράγματι, ιδιαίτερα οι Σ.Υ.Υ. έχουν γίνει γνωστή παροχή παράδοσης κοινωνικής πολιτικής σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες και σε μια ευρεία ποικιλία πλαισίων. Υπάρχουν, εντούτοις, σημαντικές πτυχές των σχεδίων δικτύωσης και των Σ.Υ.Υ. που είναι πιθανό να έχουν επιπτώσεις στην επιτυχία τους. Τα σχέδια

Επίκεντρο της προσοχής η Νεολαία: Ενσωμάτωση στην Ελβετία

των Σ.Υ.Υ. εξαρτώνται από τη φύση τους, δηλ. από την «ένας προς ένα» σχέση τους, έτσι ώστε, με έναν αριθμό διαθέσιμων συμβούλων, το πεδίο μερικών σχεδίων μπορεί να περιορίζεται και να είναι ιδιαίτερα δύσκολο να υπάρξει αντιστοίχιση μεταξύ συμβουλευόμενων (mentees) των συμβούλων (mentors) στο πλαίσιο του συγκεκριμένου επαγγελματικού τομέα για τον οποίο ενδιαφέρονται και οι δύο. Υπάρχει επίσης το θέμα της κατάρτισης των συμβούλων και της χρηματοδότησης για την κατάρτιση - σε εθελοντική βάση οι σύμβουλοι μπορεί να εξαρτώνται από την καλή τους αίσθηση και την καλή τους θέληση. Αυτό να σημάνει ότι η υποστήριξη που δίνεται μπορεί λαμβάνει συχνά τη μορφή προσωπικών συμβουλών και οικοδόμησης εμπιστοσύνης. Είναι σημαντικό οι τοπικές πρωτοβουλίες που εργάζονται σε αυτήν την περιοχή να αναφέρονται σε καθιερωμένες ορθές πρακτικές (παραδείγματος χάριν, πρακτικές που υιοθετούνται από τις πανευρωπαϊκές ενώσεις των Σ.Υ.Υ.),14 ώστε με αυτόν τον τρόπο να αποκτούν εμπειρογνωμοσύνη και να διασφαλίζουν ότι οι συμβουλευμένοι λαμβάνουν πιο επαγγελματικές και αντικειμενικές συμβουλές. Υπερβολική εξάρτηση στα σχέδια των Σ.Υ.Υ. σε τοπικό επίπεδο θα μπορούσε επίσης να οδηγήσει σε πρόβλημα το ελβετικό περιβάλλον. Η ελλοχεύουσα υπόθεση των σχεδίων των Σ.Υ.Υ., ότι το κύριο πράγμα στο οποίο υστερούν οι νέοι μετανάστες είναι οι «(δια)συνδέσεις» και η τεχνογνωσία, θέτει σε αμφισβήτηση εάν «η έλλειψη (δια)συνδέσεων» είναι το κύριο εμπόδιο για την μεταναστευτική απασχόληση σε σύγκριση με το αδύναμο εκπαιδευτικό υπόβαθρο, ή τις πιθανές διακρίσεις που ίσως υφίστανται οι νέοι μετανάστες από τους εργοδότες. Ένα από τα συμπεράσματα μιας πρόσφατης μελέτης από τον Fibbi και λοιπούς (2003) είναι ότι, λαμβάνοντας υπόψη τη διεισδυτικότητα των διακρίσεων, η «οριακή θέση αγοράς εργασίας» των νέων μεταναστών δεν μπορεί να αποδοθεί απλώς στα χαρακτηριστικά των ίδιων των μεταναστών. Αυτό υπονοεί ότι υπάρχει ανάγκη να υιοθετηθούν μέτρα για να διερευνηθούν οι διακρίσεις και οι δράσεις / οι απόψεις των περισσοτέρων φορέων παρά απλά να χρησιμοποιείται ένα «πρότυπο ελλείμματος» σε σχέση με την αυτοπεποίθηση και τις επαφές των νέων μεταναστών. Τα σχέδια των Σ.Υ.Υ. ίσως πρέπει να συμπεριληφθούν σε μια ευρύτερη ολιστική προσέγγιση που να ενσωματώνει (incorporate) τη δουλειά που γίνεται με τους εργοδότες στην κοινωνία. Περαιτέρω, ενώ είναι αναμφισβήτητα χρήσιμο να ενισχυθούν οι μετανάστες για να έχουν πρόσβαση στα τοπικά δίκτυα «από στόμα σε στόμα» (word of mouth) που μπορούν να οδηγήσουν σε επαγγελματική απασχόληση, τελικά θα ήταν χρήσιμο να μειωθεί η τοπική σημασία τέτοιων δικτύων, με το να ενθαρρύνονται οι εργοδότες να υιοθετούν μεγαλύτερη διαφάνεια στη διαδικασία των προσλήψεών τους. Τώρα, οι άτυποι μηχανισμοί πρόσληψης θεωρούνται ευρέως μεροληπτικοί όπως στο Η.Β. και έχουν συσταθεί δικαστήρια ενάντια των διακρίσεων ως ένδειξη αθέμιτων πρακτικών (βλ. Price, 2003).

437

438

Τέλος, με την εστίαση στη δικτύωση μεταξύ των ατόμων, οι τοπικές πρωτοβουλίες που αναθεωρούνται στην Ελβετία φαίνεται να χάνουν μια ευκαιρία αυτή την εποχή να υποστηρίξουν τη δικτύωση σε άλλα επίπεδα μέσα στην κοινωνία. Σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες, παραδείγματος χάριν, οι ενώσεις μεταναστών αποτελούν ένα σημαντικό δίκτυο - ή μορφή κοινωνικού κεφαλαίου – όπου μπορεί να καταφύγουν αδικημένα άτομα (Tillie, 2004). Αυτές οι ενώσεις συμμετέχουν στη διαδικασία προγραμματισμού υλοποίησης προγραμμάτων και πρωτοβουλιών ενσωμάτωσης, με τις κυβερνήσεις να αναγνωρίζουν ότι τα προγράμματα αναγέννησης απαιτούν διασυνδέσεις με κοινοτικές ομάδες προκειμένου να ενσωματώσουν (embed) τα προγράμματα σε εκείνες τις περιοχές που επηρεάζουν.15 Η «συνεργατική» προσέγγιση περιλαμβάνει επίσης τις εθελοντικές συμφωνίες μεταξύ των φορέων δημόσιου τομέα και των επιχειρήσεων ιδιωτικού τομέα με πλήρη συμμετοχή των πιθανών ομάδωνστόχων στην ενίσχυση της ενσωμάτωσης στην αγορά εργασίας (Shaw, 2002). Στο Ηνωμένο Βασίλειο, παραδείγματος χάριν, ο τομέας της εκπαίδευσης λειτουργεί συχνά με τις κοινοτικές ομάδες, συμπεριλαμβανομένων των ομάδων μεταναστών και εθνοτικών ομάδων μειονότητας, και μια από τις εντυπωσιακές επιτυχίες είναι η ανάπτυξη των συμπληρωματικών σχολείων όπου οι τοπικοί οργανισμοί αναπτύσσουν τάξεις συμπληρωματικής εκπαίδευσης εκτός των τυποποιημένων σχολικών ιδρυμάτων.16 Μια τέτοια προσέγγιση απεικονίζει την έρευνα για τις στρατηγικές βελτίωσης των εκπαιδευτικών αποτελεσμάτων για την νεολαία των εθνοτικών μειονοτήτων που δείχνουν ότι η επιτυχία συνδέεται με τη συμπληρωματική εκπαίδευση και τις Σ.Υ.Υ., καθώς επίσης και την αυξανόμενη διασύνδεση με τις οργανώσεις και τους γονείς των μειονοτήτων (Tikly, 2002). Στις πρώτες φάσεις της μεταναστευτικής ιστορίας της Ελβετίας, οι ενώσεις μεταναστών διαδραμάτισαν έναν σημαντικό ρόλο στην παροχή υποστήριξης στους μετανάστες, ιδιαίτερα οι ιταλικές ενώσεις μεταναστών που είχαν ισχυρές διασυνδέσεις στη χώρα υποδοχής. Εντούτοις, οι φορείς χάραξης πολιτικής σε καντονικό επίπεδο εμφανίζονται αυτήν την περίοδο να ολιγωρούν στο να χρησιμοποιούν τις ενώσεις μεταναστών στο σχεδιασμό και την πρακτική των συνεργασιών. Η Εθνική Ομοσπονδία των Ενώσεων των Μεταναστών (βλ. το Πλαίσιο 6.2.) εντούτοις έχει γίνει μια σημαντική εστίαση για την άρθρωση και έκφανση των προοπτικών των μεταναστών σε εθνικό επίπεδο, και δηλώνει ότι αρχίζουν να επιτυγχάνουν καλύτερη αντιπροσώπευση και συμμετοχή σε τοπικό επίπεδο, στα καντόνια.

Επίκεντρο της προσοχής η Νεολαία: Ενσωμάτωση στην Ελβετία

Πλαίσιο 6.2. Το Φόρουμ για την Ενσωμάτωση των Μεταναστριών και Μεταναστών (το Ελβετικό FIMM)xi Το Φόρουμ για την Ενσωμάτωση των Μεταναστριών και Μεταναστών (το Ελβετικό FIMM) είναι ένας μεγάλος οργανισμός (οργανισμός ομπρέλα) που εμπεριέχει διάφορες ενώσεις και συλλόγους μεταναστών στην Ελβετία. Ιδρύθηκε το Νοέμβριο του 2000 στη Βέρνη. Κοινότητες περισσοτέρων των 50 εθνικοτήτων εκπροσωπούνται σήμερα στο FIMM με περίπου 300 εκπροσώπους. Όταν διαμόρφωναν το Φόρουμ, οι εκπρόσωποι έπρεπε να ξεπεράσουν τα ιδιαίτερα συμφέροντα των συγκεκριμένων κοινοτήτων των μεταναστών προκειμένου να δημιουργήσουν ένα γενικό ήθος εκπροσώπησης των μεταναστών. Το FIMM επιδιώκει να καθιερωθεί ως σώμα που θα συμβουλεύει συνήθως για τις πολιτικές και τις επιπτώσεις τους στους μετανάστες, για την ισότητα και την προσπάθεια ενάντια του ρατσισμού και της ξενοφοβίας. Ο οργανισμός έχει τώρα υιοθετήσει έναν Καταστατικό Χάρτη για την ενσωμάτωση ο οποίος καλύπτει θεμελιώδεις αρχές, συμπεριλαμβανομένης της πρωτοκαθεδρίας των ατομικών δικαιωμάτων σε σχέση με τα κοινοτικά δικαιώματα. Απαιτεί ίσες ευκαιρίες και μια γενική έννοια υπηκοότητας. Έχει ήδη καθιερωθεί στο σχηματισμό εθνικής πολιτικής και επιδιώκει να παίξει έναν εποικοδομητικό ρόλο σε επίπεδο καντονίων και κοινοτήτων. Βλ. www.fimm.ch

Συμπεράσματα και ζητήματα προς εξέταση Διάφορα συμπεράσματα μπορούν να εξαχθούν από αυτήν την έκθεση, και σε τοπικό και σε καντονικό και σε ομοσπονδιακό επίπεδο. Η ομοσπονδιακή κυβέρνηση εκφράζει σαφώς τις σημαντικές νέες κατευθύνσεις στην διεύρυνση των πολιτικών ενσωμάτωσης στην Ελβετία, που υπογραμμίζει το σεβασμό, την ειλικρίνεια και τις ίσες ευκαιρίες. Λόγω του αποκεντρωμένου συστήματος της Ελβετίας, εντούτοις, η ομοσπονδιακή κυβέρνηση δεν μπορεί να εγγυηθεί τη συνεπή εφαρμογή αυτών των πολιτικών μηνυμάτων σε όλα τα καντόνια, τα οποία διαφέρουν αρκετά στους νόμους, τους κανονισμούς, τις πρακτικές και το πολιτικό κλίμα. Η Ελβετία έχει ένα ξεχωριστό ρεκόρ στη διαχείριση της επαγγελματικής κατάρτισης και (στη χαμηλή) ανεργία της νεολαίας, και παρείχε μια ισχυρή διαδρομή (κατεύθυνση) στην απασχόληση των νέων μεταναστών και άλλων

xi Το FIMM αντιστοιχεί στο Forum pour l’intégration des migrantes et des migrants, δηλ. Φόρουμ για την Ενσωμάτωση των Μεταναστριών και των Μεταναστών. Αξιοσημείωτο είναι ότι στον επίσημο ιστοχώρο του FIMM, η συντομογραφία FIMM είναι η ίδια και στα γερμανικά, και στα γαλλικά και στα ιταλικά. Βλ. www.fimm.ch (Σ.τ.Μ.).

439

440

νέων στην Ελβετία στο παρελθόν. Εντούτοις, όπως με τις περισσότερες προηγμένες οικονομίες, η Ελβετία αναγνωρίζει ότι η παγκοσμιοποίηση φέρνει νέες απαιτήσεις στις δεξιότητες και την επαγγελματική κατάρτιση. Η μελλοντική επιτυχία των προγραμμάτων υποστήριξης της πρόσβασης στην απασχόληση θα εξαρτηθεί από την ανταπόκριση προσαρμογής σε τέτοια αλλαγή στην αγορά εργασίας. Αυτή η αλλαγή θα περιελάμβανε το να δώσει κανείς τη δέουσα προσοχή στις νεώτερες μορφές απασχόλησης - συμπεριλαμβανομένων του γρήγορα αναπτυσσόμενου τομέα των υπηρεσιών, του τομέα των ΤΠ (Τεχνολογιών Πληροφορικής), και νέων εργοδοτών όπως τα κέντρα-κλήση – που μπορούν να καλύπτονται τόσο από τις μαθητείες όσο και από περισσότερο «παραδοσιακές» μορφές απασχόλησης. Το κατώτερο επίπεδο εγγραφής στη μαθητεία στη Γενεύη δείχνει ότι δεν είναι έτσι. Είναι απαραίτητο να εξεταστεί εάν η μαθητεία είναι πάντα το καταλληλότερο σχήμα για την είσοδο στην αγορά εργασίας σε τέτοιους τομείς. Άλλες προσεγγίσεις που θα μπορούσαν να αναπτυχθούν σε τοπικό επίπεδο περιλαμβάνουν μικρότερες χρονικές περιόδους επαγγελματικής εμπειρίας που εισάγουν τους μετανάστες εκπαιδευόμενους στις αμεσότερες ικανότητες που μπορεί χρειάζονται στην ελβετική αγορά εργασίας. Οι παρεμβάσεις που κάνουν οι επαγγελματικές σχολικές για την υποστήριξη των μεταναστών σε τοπικό επίπεδο έχουν το όφελος μιας οικειότητας με τους τοπικούς εργοδότες, τις κυβερνητικές δομές και την επαφή με μεγάλη και ευρεία βάση νέων εκπαιδευομένων διαφορετικής ηλικίας. Αυτό τους βάζει σαφώς σε μια πολύ ευνοϊκή θέση για την υλοποίηση των πολιτικών ενσωμάτωσης. Εντούτοις, η επιτυχία τους μπορεί να εξαρτάται από έναν μεγάλο βαθμό ευελιξίας σε ανταπόκριση στις πολυσχιδείς ανάγκες του νεαρού μεταναστευτικού πληθυσμού και την υποχρέωση να διατηρούν και να στηρίζουν τη σχέση τους με τον τοπικό επιχειρηματικό τομέα, ιδιαίτερα βοηθώντας στο πώς να αντιμετωπίζονται οι διακρίσεις. Ιδιαίτερα, οι επαγγελματικές σχολές πρέπει να ενθαρρύνουν τις θετικές πρακτικές πρόσληψης μεταξύ των τοπικών εργοδοτών που παρέχουν τις μαθητείες, φέρνοντας ως παράδειγμα για μίμηση εκείνους τους εργοδότες που εφαρμόζουν την ορθή πρακτική σε αυτήν την περιοχή. Οι ίσες ευκαιρίες και τα μέτρα ενάντια των προκαταλήψεων πρέπει γενικά να θεωρηθούν ως βασικό στοιχείο των πολιτικών ενσωμάτωσης. Ελλείψει της εθνικής νομοθεσίας που θέτει εκτός νόμου τις διακρίσεις, οι δημόσιες υπηρεσίες, οι κοινοτικές οργανώσεις και τα καντόνια μπορούν να λάβουν έναν σημαντικό «ρόλο επίδειξης». Δηλαδή τα καντόνια και οι άλλοι δημόσιοι φορείς μπορούν α) να ξεκινήσουν διαφημιστικές εκστρατείες υποστηρίζοντας τις ίσες ευκαιρίες και προωθώντας θετικά μηνύματα για τους αλλοδαπούς,

Επίκεντρο της προσοχής η Νεολαία: Ενσωμάτωση στην Ελβετία

β) να συνεργάζονται με τους τοπικούς εργοδότες για να ενθαρρύνουν αμερόληπτες πρακτικές πρόσληψης και να φέρνουν τοπικές ορθές πρακτικές ως παραδείγματα και γ) να αρχίσουν τα δικά τους προγράμματα ίσων ευκαιριών τους, συμπεριλαμβανομένων των προγραμμάτων πρόσληψης αλλοδαπών στην απασχόληση δημόσιου τομέα. Ο δημόσιος τομέας προσφέρει μια ιδιαίτερη ευκαιρία για την παροχή κατάρτισης και απασχόλησης στους νέους μετανάστες στην Ελβετία, σε ομοσπονδιακό, καντονικό και τοπικό επίπεδο. Εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το Συμβούλιο της Ευρώπης συστήνει ότι τα κράτη μέλη «οφείλουν να προσφέρουν ευκαιρίες συναγωνισμού πάντα για θέσεις στο δημόσιο τομέα», αν και οι ευρωπαϊκές χώρες ποικίλλουν προφανώς στην υλοποίηση αυτού του μέτρου τους. Στην Ελβετία, στον δημόσιο τομέα απασχολούνται κυρίως Ελβετοί υπήκοοι ή, σε σπάνιες περιπτώσεις, οι κάτοχοι μόνιμης άδειας διαμονής. Εντούτοις, το καντόνιο Νεσατέλ πήρε την πρωτοβουλία και προωθεί την απασχόληση των μεταναστών στο δημόσιο τομέα στην πρόσφατη νομοθεσία και τον σχεδιασμό του. Υπάρχουν διάφοροι καλοί λόγοι για να εφαρμοστεί αυτό το μέτρο στην Ελβετία συνολικά. Ο πρώτος είναι ότι η απασχόληση στο δημόσιο τομέα αντιπροσωπεύει έναν σημαντικό τομέα στην αγορά εργασίας. Ο δεύτερος είναι ότι ο δημόσιος τομέας μπορεί να υλοποιήσει τις ίσες ευκαιρίες και την ενσωμάτωση σε έναν χώρο που ελέγχουν οι φορείς του, συμπεριλαμβανομένης της ανάπτυξης των εκπαιδευτικών μαθημάτων που στοχεύουν στις μειονεκτούσες ομάδες στην αγορά εργασίας. Ο τρίτος λόγος είναι ότι οι μηυπήκοοι είναι επίσης παραλήπτες ή πελάτες των κρατικών υπηρεσιών, και έτσι θα αυξήσει την αντιπροσώπευση των μη-υπηκόων στο πλαίσιο, οπότε μπορεί να βελτιώσει και την καταλληλότητα των παρεχομένων υπηρεσιών. Η υλοποίηση των μέτρων ενσωμάτωσης σε τοπικό επίπεδο στην Ελβετία θα απαιτήσει επίσης ένα αποτελεσματικό σύστημα ελέγχου και επανατροφοδότησης. Μια δομή που θα μπορούσε να έχει αυτόν τον στόχο είναι η εθνική διάσκεψη των εκπροσώπων ενσωμάτωσης που εκπροσωπούν τα καντόνια. Οι εκπρόσωποι θα μπορούσαν να κληθούν ή θα έπρεπε να υποβάλουν έκθεση σχετικά με την πρόοδο σχετικά με την ενσωμάτωση των μεταναστών και των αλλοδαπών στην αγορά εργασίας σύμφωνα με ένα σύνολο βασικών διαστάσεων. Αυτό θα απαιτούσε την τήρηση αρχείων των στοιχείων (από τον τόπο γεννήσεως ή/και τη θέση υπηκοότητας) σε τέτοιες διαστάσεις όπως τα ποσοστά ανεργίας, ποσοστά απασχόλησης, αμοιβές, επιτυχής αποπεράτωση των εκπαιδευτικών στόχων σε διαφορετικά επίπεδα (αποπεράτωση της υποχρεωτικής εκπαίδευσης είσοδος στις μαθητείες, είσοδος στην ανώτερη τεχνική και ανώτατη [πανεπιστημιακή] εκπαίδευση) και απασχόληση σε εργασίες του δημόσιου τομέα. Οι διαμήκεις

441

442

έρευνες και η συλλογή δεδομένων είναι ιδιαίτερα χρήσιμες να μετρήσουν την ενσωμάτωση στην αγορά εργασίας διαχρονικά, ιδιαίτερα όπως η επίτευξη της πλήρους ενσωμάτωσης στην αγορά εργασίας (από την άποψη της απασχόλησης που είναι κατάλληλη για τις δεξιότητες ενός ατόμου, με την αντίστοιχη αμοιβή και τους όρους που ισχύουν για έναν Ελβετό) μπορεί να είναι συχνά μια σχετικά μακροπρόθεσμη διαδικασία. Και οι επαγγελματικές σχολές και τα καντόνια πρέπει επίσης να επιδιώξουν να έχουν τις οργανώσεις των μεταναστών ως συμμάχους. Εάν, παραδείγματος χάριν, οι επαγγελματικές σχολές αντιμετωπίζουν πρόσθετες δυσκολίες στην κατάρτιση των νέων μεταναστών, οι ενώσεις των μεταναστών μπορούν να προσφέρουν συμβουλές και πληροφορίες, καθώς επίσης και να συμμετέχουν σε διάφορες δραστηριότητες που προσεγγίζουν περισσότερες (δυσπρόσιτες / δύσκολες) πληθυσμιακές ομάδες (outreach), όπως η διαφήμιση της αξίας της μετα-υποχρεωτικής εκπαίδευσης σε μερικές από τις πιο ελάχιστα ευνοημένες πληθυσμιακές ομάδες των μεταναστών και αλλοδαπών. Οι ενώσεις των μεταναστών και το εθνικό Φόρουμ για την Ενσωμάτωση των Μεταναστριών και Μεταναστών (FIMM) θα μπορούσαν επίσης να συμπεριληφθούν ως εκπρόσωποι στις τοπικές δημόσιες υπηρεσίες. Όπου τα μέτρα ενσωμάτωσης ακολουθούνται σε τοπικό επίπεδο (παραδείγματος χάριν, το σχέδιο των Σ.Υ.Υ. στη Ζυρίχη), ορθή πρακτική θα ήταν να συμπεριληφθούν οι εκπρόσωποι των ενώσεων των μεταναστών στα διοικητικά συμβούλια που επιτηρούν και αναθεωρούν την πρόοδο των προγραμμάτων. Οι φιλανθρωπίες και τα φιλανθρωπικά ιδρύματα διαδραματίζουν έναν ιδιαίτερα σημαντικό ρόλο στην εφαρμογή των προγραμμάτων, και επομένως θα μπορούσαν να κληθούν να διασφαλίσουν ότι το FIMM ή ιδιαίτερα οι ενώσεις των μεταναστών εκπροσωπούνται στους πίνακες ελέγχου τους. Το ίδιο πράγμα θα μπορούσε να ειπωθεί για τους αναπτυξιακούς φορείς και άλλους φορείς που συμμετέχουν στην οικονομική ανάπτυξη. Το καντόνι της Ζυρίχης που καθορίζει τις προτεραιότητες των προγραμμάτων της διαπολιτισμικής διαχείρισησ στη διαδικασία προσφοράς για το πρόγραμμα ενσωμάτωσής τους είναι ένα πολύ καλό βήμα σε αυτήν την κατεύθυνση. Το παρεμβατικό επιχειρηματικό πρότυπο, όπως εκείνο στο Νεσατέλ, υπόσχεται την προοπτική πραγματικών κερδών στην κατάρτιση και την επανεκπαίδευση των μεταναστών εργαζομένων. Το πρόγραμμα Couvet, με την επιχειρηματικών αποδοτικότητα, την επιχειρηματικότητα, και τις καλοσχειδιασμένες ενότητες κατάρτισής του θα μπορούσε να είναι ένα άλλο πρότυπο για άλλα προγράμματα, ιδιαίτερα όσον αφορά στην ευελιξία κατάρτισης στην προσφορά και την ακρίβεια με τις οποίες οι δεξιότητες και οι ικανότητες μετρήθηκαν. Παρ’ όλα αυτά, η βιωσιμότητα τέτοιων προσεγγίσεων είναι σαφώς ένα ζήτημα.

Επίκεντρο της προσοχής η Νεολαία: Ενσωμάτωση στην Ελβετία

Παραμένει να δει κανείς εάν οι περισσότερες στοχοθετημένες προσεγγίσεις που ικανοποιούν τις ανάγκες των μεταναστών πρέπει να αναπτυχθούν σε ολόκληρη την Ελβετία. Ενώ η επαγγελματική σχολή στο Νεσατέλ αύξησε το θετικό προφίλ των μεταναστών λόγω της εστίασης στους ιδιαίτερα παρακινημένους νεοφερμένους μετανάστες μέσω του προγράμματος JET, διάφοροι φορείς χάραξης πολιτικής αντιστάθηκαν στην υιοθέτηση τέτοιας στοχοθετημένης μεθόδου. Ένα κύριο χαρακτηριστικό της καντονικής πολιτικής της Ζυρίχης για την ενσωμάτωση ήταν, παραδείγματος χάριν, ο στόχος να ενσωματώσει (embed) τα έργα και τα προγράμματα στους τοπικούς φορείς και τις κοινότητες, και να αντιμετωπίσει τα προβλήματα που βίωναν οι μετανάστες ως «προβλήματα αποκλεισμού» παρά απαραίτητα ως προβλήματα «που βιώνονταν ιδιαίτερα από τους μετανάστες». Αυτό ηχεί την έκκληση της ομοσπονδιακής κυβέρνησης να τοποθετήσει το «πρόγραμμα ενσωμάτωσης» στην κοινωνία πολιτών, και να διασφαλίσει ότι η ενσωμάτωση έχει γίνει ένα με την ευρύτερη κοινωνία (mainstreamed) όσο το δυνατόν περισσότερο. Εντούτοις, συγκεκριμένη στοχοθέτηση ίσως είναι απαραίτητη στην Ελβετία για να αντιμετωπίσει τα ζητήματα που βιώνουν οι νεοφερμένοι μετανάστες (ιδιαίτερα εκείνα της γλώσσας και της ενσωμάτωσης στην αγορά εργασίας) σε αντιδιαστολή με τους μετανάστες δεύτερης ή τρίτης γενεάς. Σε ένα μεγάλο μέρος της συζήτησης για την ενσωμάτωση δεν γίνεται καμία σαφής διάκριση μεταξύ των νεοφερμένων μεταναστών και εκείνων που γεννήθηκαν στην Ελβετία, και είναι μερικές φορές δύσκολο να διακρίνει κανείς μεταξύ αυτών των ομάδων στην έρευνα και στις πηγές των δεδομένων. Αυτό το καθιστά επίσης λιγότερο εύκολο να αναπτυχθεί μια βασισμένη στα στοιχεία πολιτική προς αντιμετώπιση των ιδιαίτερων προβλημάτων που αντιμετωπίζουν οι διαφορετικές γενεές (μεταναστών). Εάν, όπως προτείνεται ανωτέρω, οι εκπρόσωποι επρόκειτο να υποβάλουν έκθεση σε εθνικό επίπεδο σχετικά με την επιτυχία των μέτρων ενσωμάτωσης στην εκπαίδευση και την απασχόληση, θα ήταν χρήσιμο να γίνει μια διάκριση μεταξύ των αλλοδαπών, των μονίμων μεταναστών, και των νεοφερμένων μεταναστών. Τέλος, οι Σ.Υ.Υ. είναι σαφώς μια δημοφιλής προσέγγιση στην Ελβετία για την ενσωμάτωση στην αγορά εργασίας, που στηρίζεται στην ιδέα ότι οι μετανάστες στερούνται ορισμένες επαφές και τεχνογνωσία στην ελβετική κοινωνία. Οι Σ.Υ.Υ. έχουν την ευρεία υποστήριξη σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες, εντούτοις είναι σημαντικό τέτοια προγράμματα να συνδέονται περισσότερο με τις δομές και τις ανάγκες της αγοράς εργασίας, και να εκτελείται παράλληλο έργο προς αντιμετώπιση των διακρίσεων και τη διασφάλιση ότι οι μετανάστες συνδέονται με βιώσιμες ευκαιρίες στην αγορά εργασίας. Μακροπρόθεσμα, η διασφάλιση ότι κενές θέσεις εργασίας κοινοποιούνται με πιο διαφανή τρόπο μπορεί να είναι τελικά ο αποτελεσματικότερος μηχανισμός ίσης πρόσβασης στις πληροφορίες για ευκαιρίες απασχόλησης που έχουν οι μετανάστες.

443

444

Σημειώσεις 1

Βλ., π.χ., Levitas (2005).

2

Βλ., παραδείγματος χάριν, Sheldon (2001).

3 Για τα στοιχεία των εκπαιδευτικών ανισοτήτων, βλ. ΟΟΣΑ (OECD 1999b) και για έναν απολογισμό των δυσκολιών στην κοινωνικοοικονομική επιτυχία βλ. το Swiss Federal Office for Professional Education and Technology (2004).

Για την εκπαιδευτική πρόοδο, βλ., παραδείγματος χάριν, Swiss Federal Statistical Office, 2004a. Στο επίπεδο 2 της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, οι Ελβετοί υπήκοοι έχουν τρεις φορές περισσότερο την πιθανότητα από κάποιον από έναν Πρώην Γιουγκοσλάβο, Τούρκο ή Πορτογάλλο, πορτογαλικά» να πάνε σε επιμόρφωση δασκάλων ή να εργάζονται σε σχολεία που προετοιμάζουν για την ωρίμανση («Écoles préparant à la maturité»).

4

5

Πρώτα έχει σκιαγραφηθεί από τους Castles and Kosack (1973).

6 Σημείωσε, παραδείγματος χάριν, την εκπαιδευτική και εργασιακή επίδοση ανάμεσα σε μερικές ομάδες μεταναστών δεύτερης γενεάς στο Η.Β. : βλ. Modood et al. (1997). Για μια περίληψη του κοινωνικού προφίλ «της δεύτερης γενεάς», των παιδιών που γεννήθηκαν από μετανάστες, η οποία βασίστηκε στην Ομοσπονδιακή Απογραφή Πληθυσμού του 2000, βλ. Fibbi et al. (2000). Αυτός ο τόμος περιέχει σύνοψη των στοιχείων σχετικά με την υπηκοότητα της δεύτερης γενεάς, χώρα καταγωγής, τόπο γέννησης, κύρια γλώσσα, εκπαιδευτικό επίπεδο, οικονομική δραστηριότητα, ανεργία, και κοινωνικοοικονομική θέση.

Για ελβετικά ομοσπονδιακά στοιχεία όσον αφορά τους παράνομους μετανάστες, βλ. Swiss federal Office of Migration (2004).

7

8

Βλ. τον ΟΟΣΑ (OECD 1999b).

Οι πιο ενημερωμένες πληροφορίες μπορούν να βρεθούν στο ετήσιο «des places d’ apprentissage Baromètre» βασισμένο σε μια έρευνα για τις επιχειρήσεις. Βλ. Swiss Federal Office for Professional Education and Technology (2005a).

9

10

Βλ. Swiss Federal Statistical Office (2004b), OECD (1999b) και AMOSA (2004).

11

Βλ. Kelly and Kenway (2001).

Ιδιαίτερα στη Γενεύη, ο προβληματισμός για τους νέους εργαζομένους / τους εκπαιδευόμενους δεν εκφράστηκε ως «για τους αλλοδαπούς», ο όρος που χρησιμοποιήθηκε στον δημόσιο λόγο και τα στοιχεία, ήταν ή μετανάστες, αλλά πιο συγκεκριμένα για τους νεοφερμένους μετανάστες, τους αιτούντες άσυλο και τους παράνομους μετανάστες, οι οποίοι δεν έχουν άδεια στέγασης ή άδεια εργασίας. Ένα ουσιαστικό ποσοστό των τελευταίων κατηγοριών, συμπεριλαμβανομένων των πρόσφατων αιτούντων άσυλο, κατάγονταν από χώρες εκτός της Ε.Ε.

12

13

Για περισσότερες λεπτομέρειες, βλ., το www.topbox.ch

Βλ., για παράδειγμα, το European Mentoring and Σ.Υ.Υ. και Προγύμνασης) που ιδρύθηκε το 1992.

14

15

Coaching Council (Ευρωπαϊκό Συμβούλιο

Βλ., για παράδειγμα, ODPM (1997).

Βλ., Qualification and Curriculum Authority (QCA) [: Αρχή Προσόντων και Βιογραφικών Σημειωμάτων] και την υποστήριξή του για τα “Supplementary and Mother-tongue schools” [: Συμπληρωματικά Σχολεία (δηλ. ενισχυτική διδασκαλία) και Σχολεία μητρικής γλώσσας), στο www.qca.org.uk/.

16

Επίκεντρο της προσοχής η Νεολαία: Ενσωμάτωση στην Ελβετία

Βιβλιογραφία AMOSA (Arbeitsmarktbeobachtung Ostschweiz, Aargau und Zug) (2004), “Youth Unemployment - Analysis of the Situation in 2004 and Future Measures”. BITC (Business in the Community), Partnership Academy (2004), “Business Action on Neighbourhood Renewal: Celebrating Black and Minority Ethnic Business and Community Support for Neighbourhood Renewal”. Buttet, Y., P. Gfeller, A. Meyer (2005), “Chômage et nationalité”, Conférence romande et tessinoise des offices cantonaux de l’emploi, ORTE, Lausanne. Castles, S. and G. Kosack (1973), Immigrant Workers and Class Structure in Western Europe, Oxford University Press, Oxford. Communauté de travail pour l’intégration des étrangers et Bureau du délégué aux étrangers (2006), Rapport de législature 2001-2005 et recommandations de la CTIE pour 2006-2009, BDE, Neuchâtel. Egger, T. (2003), “Intégration et travail” in Commission fédérale des étrangers (eds.), Terra Cognita 3, BASS, Bern. Efionayi D., J.M. Niederberger and P. Wanner (2005), “Switzerland Faces Common European Challenges”, Migration Information Source, Migration Policy Institute, Washington. Efionayi-Mäder, D., S. Lavenex, M. Niederberger, P. Wanner and N. Wichmann (2003), “Switzerland”, in J. Niessen et al. (eds.) EU and US Approaches to the Management of Immigration, Migration Policy Group, Brussels. Council of Europe (1998), “Country by Country Reports: Switzerland”, European Commission Against Racism and Intolerance, CRI (98) 27. Fibbi R, M. Lerch, P. Wanner, E. Mey, M. Rorato and P. Voll (2000), “L’intégration des populations issues de l’immigration en Suisse: personnes naturalisées et deuxième génération”, BFS, Statistik der Schweiz, Neuchâtel. Fibbi R., B. Kaya and E. Piguet (2003) “Le passeport ou le diplôme? Études des discriminations à l’embauche des jeunes issus de la migration”, Rapport de recherche 31, Swiss Forum for Migration and Population Studies, Neuchâtel.

445

446

Golder, S.M. and T. Straubhaar (1999), “Discrimination in the Swiss Labour Market: An Empirical Analysis”, Centre for Economic Policy Research, London. Kelly, P. and J. Kenway (2001), “Managing Youth Transitions in the Network Society”, British Journal ofthe Sociology of Education, Vol. 22, No. 1, March. Levitas, R. (2005), The Inclusive Society: Social Exclusion and New Labour, Macmillan, Palgrave. Marger, M.N. (2001), “The Use of Social and Human Capital among Canadian Business Migrants”, Journal of Ethnic and Migration Studies, Vol. 27, No. 3, July. Modood T., R. Berthoud, J. Lakey, J. Nazroo, P. Smith, S. Virdee and S. Beishon (1997), Ethnic Minorities in Britain: diversity and disadvantage, Policy Studies Institute, London. ODPM (Office of the Deputy Prime Minister of the United Kingdom) (1997), “Involving Communities in Urban and Rural Regeneration: A Guide for Practitioners”, Department of the Environment, Transport and the Regions, www.odpm.gov.uk OECD (1999a), Education at a Glance, OECD, Paris. OECD (1999b), Thematic Review of the Transition from Initial Education to Working Life, OECD, Paris. Price, A. (2003), Human Resource Management in a Business Context, Thomson Learning Publications. Rath, J. (ed.), (2000), Immigrant Businesses: the Economic Political and Social Environment, Macmillan, Basingstoke. Shaw, G. (2002), “Ethnic Minority Employment through Partnership”, The Centre for Diversity and Business. Sheldon, G. (2001), “Foreign Labour Employment in Switzerland: Less is Not More”, Swiss Political Science Review 7 (2). Swiss Federal Office for Professional Education and Technology (2004),

Επίκεντρο της προσοχής η Νεολαία: Ενσωμάτωση στην Ελβετία

“Entraves juridiques à l’intégration des étrangers”, Rapport du Groupe de travail tripartite, Bern, 12 October. Swiss Federal Office for Professional Education and Technology (2005a), “Baromètre des places d’apprentissage”, Bern. Swiss Federal Office of Migration (2004), “Sans-papiers en Suisse: C’est le marché de l’emploi qui est déterminant non la politique d’asile”, Bern. Swiss Federal Office for Professional Education and Technology (2005b), “Vocational Education and Training in Switzerland”, Bern. Swiss Federal Statistical Office (2004a), La population étrangère en Suisse, Neuchâtel. Swiss Federal Statistical Office (2004b), Swiss Labour Force Survey, Neuchâtel. Swiss Federal Statistical Office (2005), Statistical Data on Switzerland, Neuchâtel. Tikly, L. (2002), “Ethnic Minority Achievement Grant: Analysis of Local Education Authority Action Plans”, UK Department for Education and Skills, RR371. Tillie, J. (2004), “Social Capital of Organisations and their Members: Explaining the Political Integration of Migrants in Amsterdam”, Journal of Ethnic and Migration Studies, Vol. 30, May.

447

448

Από την Mετανάστευση στην Ενσωμάτωση: Τοπικές Λύσεις σε μια Παγκόσμια Πρόκληση

Οι Συγγραφείς Ο Bob Birrell είναι Reader στο Τμήμα Κοινωνιολογίας και Διευθυντής του Κέντρου για τον Πληθυσμό και την Αστική Έρευνα του Πανεπιστημίου Monash στην Αυστραλία. Είναι ένας από τους επιμελητές του δημογραφικού τριμηνιαίου επιστημονικού περιοδικού People and Place [: Άνθρωποι και Τόπος]. Ήταν μέλος της ειδικής επιτροπής που αναθεώρησε το Πρόγραμμα Ειδικευμένης Μετανάστευσης της Αυστραλίας το 2006. Έκανε το διδακτορικό του στο Πανεπιστήμιο Princeton (των Η.Π.Α.). Ο Jonathan Chaloff είναι σύμβουλος μεταναστευτικής πολιτικής, με βάση τη Ρώμη της Ιταλίας, για την Ερευνητική Ομάδα Μετανάστευσης στο CeSPI, το Κέντρο Διεθνών Πολιτικών Μελετών. Είναι ο Ιταλός ανταποκριτής για το σύστημα SOPEMI του ΟΟΣΑ, κα, στο παρελθόν, εργάστηκε για την μετανάστευση για την ιταλική δεξαμενή σκέψης Censis και για ιταλικό σύστημα υποδοχής προσφύγων. Εκτός από την δημοσίευση πολυάριθμων άρθρων για τη μετανάστευση στην Ιταλία, είναι ένας από τους επιμελητές του επιστημονικού περιοδικού Scuole ε Migrazioni [: Εκπαίδευση και Μετανάστευση] (Carocci, 2006). Η Mary P. Corcoran είναι Senior Lecturer στο Τμήμα Κοινωνιολογίας του Εθνικού Πανεπιστημίου της Ιρλανδίας στο Maynooth. Έχει διάφορες δημοσιεύσεις για τη μετανάστευση και την αστική κοινωνιολογία, συμπεριλαμβανομένης της δημοσίευσης Uncertain Ireland [: Αβέβαιη Ιρλανδία ] (Institute of Public Administration, 2006), όπου είναι μία από τους επιμελητές και τις επιμελήτριες. Επίσης, είναι συγγραφέας του βιβλίου Irish Illegals: Transients Between Two Societies [: Παράνομοι Ιρλανδοί: Μετάβαση Μεταξύ Δύο Κοινωνιών] (CT: Greenwood Press, 1993). Είναι πτυχιούχος του Πανεπιστημίου του Δουβλίνου, του Κολεγίου της Τριάδας (Trinity College) και του Πανεπιστημίου Κολούμπια στη Νέα Υόρκη. Διορίστηκε ως ανεξάρτητο μέλος στο Εθνικό Οικονομικό και Κοινωνικό Φόρουμ στην Ιρλανδία το 2004. Ο Steve Fenton είναι Καθηγητής Κοινωνιολογίας στο Κέντρο Μελέτης

Οι Συγγραφείς

Εθνικότητας και Υπηκοότητας και στο Ίδρυμα Δημοσίων Υποθέσεων, στο Πανεπιστήμιο Μπρίστολ. Έχει δημοσιεύσει ευρύτατα στον τομέα της εθνικότητας, συμπεριλαμβανομένου του βιβλίου Ethnicity {: Εθνότητα] (Polity Press, 2003). Πιο πρόσφατα έχει εστιάσει την προσοχή του στους νέους ενηλίκους στην αγορά εργασίας, και έχει συγγράψει ένα άρθρο σχετικά με «τη μετατόπιση της εργασίας» στο επιστημονικό περιοδικό Work Employment and Society [: Απασχόληση και Κοινωνία] (June 2006). Εργάζεται επίσης εν μέρει σε ένα Πρόγραμμα που επιχορηγείται από το Leverhulme Trust, το οποίο επικεντρώνεται στην εθνική ταυτότητα, την κοινωνική τάξη και τη δυσαρέσκεια. Η Francesca Froy συντονίζει δραστηριότητες σχετικές με την απασχόληση, τις δεξιότητες και την τοπική διακυβέρνηση στο Πρόγραμμα Τοπικής Οικονομικής Ανάπτυξης και Ανάπτυξης της Απασχόλησης [LEED]i του ΟΟΣΑ. Το έργο της επικεντρώνεται σε θέματα αποκέντρωσης, ανάπτυξης στρατηγικής και συντονισμού πολιτικής, εκτός από την ενσωμάτωση των μεταναστών, των εθνοτικών μειονοτήτων και αυτοχθόνων ομάδων σε τοπικό επίπεδο. Ήταν μια από τους επιμελητές και τις επιμελήτριες των δημοσιεύσεων του ΟΟΣΑ, όπως From Immigration to Integration: Local Solutions to a Global Challenge [: Από τη Μετανάστευση στην Ενσωμάτωση: Τοπικές Λύσεις σε μια Παγκόσμια Πρόκληση (ο παρών τόμος)], Flexible Policy for More and Better Jobs [: Ευέλικτη Πολιτική για Περισσότερες και Καλύτερες Θέσεις Εργασίας] και Designing Local Skills Stategies [: Σχεδιάζοντας Στρατηγικές Τοπικών Δεξιοτήτων]. Πριν προσχωρήσει στο LEED, εργάστηκε στις Βρυξέλλες αξιολογώντας Ευρωπαϊκά έργα και προγράμματα και βοηθώντας στη Γενική Διοίκηση Απασχόλησης και Κοινωνικών Θεμάτων της πρωτοβουλίας IDELEii της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (Καινοτομία, Διάδοση και Ανταλλαγή Ορθών Πρακτικών στην Τοπική Ανάπτυξη Απασχόλησης). Ούσα επαγγελματίας, εργάστηκε για αρκετά χρόνια και στη Δημόσια Υπηρεσία Απασχόλησης και στη δημοτική αρχή στο Ηνωμένο Βασίλειο. Έχει Πτυχίο (BSc) στην Ανθρωπολογία από το Πανεπιστημιακό Κολέγιο του Λονδίνου (University College London) και Μεταπτυχιακό Δίπλωμα Ειδίκευσης (MA) στο Σώμα και την Αναπαράστασή του από το Πανεπιστήμιο του Reading. i LEED είναι η σύντμηση στα αγγλικά του Local Economic and Employment Development [: Τοπική Οικονομική Ανάπτυξη και Ανάπτυξη Απασχόλησης] του ΟΟΣΑ. Επειδή ο τομέας του ΟΟΣΑ είναι γνωστός με την αγγλική σύντμηση, αναφέρεται η αγγλική σύντμηση στο παρόν βιβλίο αντί για οποιαδήποτε άλλη σύντμηση στα ελληνικά (Σ.τ.Μ.). ii IDELE είναι η σύντμηση στα αγγλικά της έκφρασης Innovation, Dissemination and Exchange of Good Practice in Local Employment Development, δηλ. Καινοτομία, Διάδοση και Ανταλλαγή Ορθών Πρακτικών στην Τοπική Ανάπτυξη Απασχόλησης.

449

450

O Sylvain Giguère είναι Πρόεδρος της Τοπικής Οικονομικής Ανάπτυξης και Ανάπτυξης Απασχόλησης (LEED) του ΟΟΣΑ. Διευθύνει μια ομάδα οικονομολόγων, αναλυτών και προσωπικού γραμματειακής υποστήριξης των οποίων η βάση είναι τα Κεντρικά Γραφεία του ΟΟΣΑ στο Παρίσι και το Κέντρο της Τοπικής Οικονομικής Ανάπτυξης και Ανάπτυξης Απασχόλησης (LEED) του ΟΟΣΑ για την Τοπική Ανάπτυξη στο Τρέντο της Ιταλίας. Καναδός υπήκοος, ο κ. Giguère προσεχώρησε στον ΟΟΣΑ το 1995. Ανέπτυξε μια ημερήσια διάταξη πολιτικής έρευνας για να παρέχει καθοδήγηση στο πως δημόσιες πολιτικές μπορούν να συντονιστούν καλύτερα και να προσαρμοστούν στις τοπικές συνθήκες ώστε να βελτιώσουν τις οικονομικές και κοινωνικές εκβάσεις. Αυτό το έργο έχει παράγει μια ευρεία σειρά μαθημάτων πολιτικής – από πολιτική αγοράς εργασίας σε οικονομική ανάπτυξη – τα οποία έχουν δημοσιευτεί ευρύτατα. Φοίτησε Οικονομικά στο Πανεπιστήμιο του Κεμπέκ στο Μοντρεάλ και στο Queen’s University (στο Kingston του Οντάριο [του Καναδά]) και έχει κάνει το Διδακτορικό του στα Οικονομικά από το Πανεπιστήμιο του Παρισιού 1 (Σορβόννη). Η Anne Green είναι Κύρια Ερευνητική Συνεργάτιδα στο Ινστιτούτο Έρευνας για την Απασχόλησης του Πανεπιστημίου Warwick στο Η.Β., όπου αναλαμβάνει μελέτες - που ανατίθενται από την Κυβέρνηση του Η.Β., την Επιτροπή Οικονομικής και Κοινωνικής Έρευνας του Η.Β., και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή – σχετικές με τις χωρικές πτυχές της οικονομικής, κοινωνικής και δημογραφικής αλλαγής, την πολιτική της αγοράς εργασίας, τον κοινωνικό αποκλεισμό και την μετανάστευση, και την αστική, αγροτική και περιφερειακή ανάπτυξη. Είναι Μέλος της Βασιλικής Γεωγραφικής Εταιρείας (Royal Geographical Society), της Βασιλικής Εταιρίας των Τεχνών (Royal Society of Arts) και της Ένωσης Περιφερειακών Μελετών (Regional Studies Association). Η Elizabeth McIsaac είναι αυτήν την περίοδο Διευθύντρια Πολιτικής του Ιδρύματος Maytree, ένα ιδιωτικό φιλανθρωπικό ίδρυμα στον Καναδά. Πριν από αυτή τη θέση, ήταν Διευθύντρια Επιχειρήσεων του Περιφερειακού Συμβουλίου της Απασχόλησης των Μεταναστών στο Τορόντο, ένα πρόγραμμα του ιδρύματος (Maytree). Πριν πάει στο Ίδρυμα Maytree το 2001, η Elizabeth ήταν η Γενική Διευθύντρια της Ένωσης των Διεθνών Παθολόγων και των Χειρούργων της επαρχίας του Οντάριο. Η Elizabeth ολοκλήρωσε τις μεταπτυχιακές της σπουδές στην Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης στο Πανεπιστήμιο του Τορόντο.

Οι Συγγραφείς

Ο Επιμελητής της Ελληνικής έκδοσης Γιώργος Οδυ. Τσομπάνογλου είναι διδάκτορας του Πανεπιστημίου Carleton, Οττάβα, Καναδά. Διετέλεσε Επισκέπτης Ερευνητής 1) στο Ινστιτούτο Κοινωνικής Έρευνας του Όσλο, Νορβηγίας, 2) Κέντρο Εργασιακής Ζωής στη Στοκχόλμη και 3) στην Οικονομική Σχολή του Λονδίνου, (LSE) Λονδίνο, Αγγλίας. Μεταξύ των δημοσιευμάτων του συμπεριλαμβάνονται τα κάτωθι: 1. Political Sociology of a Labor Reserve : Post-War Northern Greece and the Federal Republic of Germany, Carleton University, Ottawa (1993). 2. Επιμέλεια του δίγλωσσου (αγγλικά-ελληνικά) τόμου του Συνεδρίου Κορυφής Κοινωνικών Υποθέσεων της Ελληνικής Προεδρίας (2003) με θέμα: Το Μέλλον της Εργασίας: Βασικές Προκλήσεις της Ευρωπαϊκής Στρατηγικής Απασχόλησης, και των κάτωθι τόμων: a. Κοινωνικό-Οικονομική Ανάπτυξη και Κοινοτική Συνοχή (2007), b. Η Ανάδυση της Κοινωνικής Οικονομίας - Ο δρόμος της ενσωματωμένης και βιώσιμης πολιτειακής ανάπτυξης (2008), και c. Η Μετανάστευση ως Εργασιακή Διαδικασία στην Μεταπολεμική Ευρώπη από τις Εκδόσεις Παπαζήσης το 2010. Διατελεί Πρόεδρος της Επιτροπής Κοινωνιοτεχνική-Κοινωνιολογική Πρακτική της Διεθνούς Κοινωνιολογικής Ένωσης (ISA-RC26) και Αναπληρωτής Καθηγητής στο Τμήμα Κοινωνιολογίας του Πανεπιστημίου Αιγαίου, Μυτιλήνη.

451

452

ΣΥΝΤΜΗΣΕΙΣ ACLI: Associazioni Cristiane Lavoratori Italiani Kεφ. 3 ANCE: Associazione nazionale construttori edili The Italian Association of Private Construction Contractors Kεφ. 3

Χριστιανική Ένωση Ιταλών Εργαζομένων Ένωση Ιταλικών Κατασκευαστικών Εταιρειών

APRA: Associazione piemontese dei restauratori d’arte Κεφ. 3

Ένωση Συντηρητών (Έργων) Τέχνης του Πεδεμόντιο

BME background: Black and minority ethnic background Kεφ. 4

ΜΜΕ υπόβαθρο: Μαύρο και Μειονοτικό Εθνοτικό υπόβαθρο

BME owned businesses: Black and minority ethnic background owned businesses Κεφ. 4

ΜΜΕ ιδιόκτητες επιχειρήσεις: Ιδιόκτητες επιχειρήσεις από μαύρους και εθνοτικές μειονότητες

BNAC: Building the New American Community (στις Η.Π.Α.) Kεφ. 1 & 2 BRIL: Board for Refugee Integration in London Kεφ.4 CAM: Comunidad Autónoma de Madrid Madrid Community Kεφ. 5 CAN: Confederazione Nazionale dell’Artigianato Κεφ. 3 CASI: Centro de Atención Social a Inmigrantes Social Attention Centres for Immigrants programme Κεφ. 1 & 5

«Οικοδομώντας τη Νέα Αμερικάνικη Κοινότητα» (Πρόγραμμα)

Συμβούλιο για την Ενσωμάτωση των Προσφύγων στο Λονδίνο Αυτόνομη Κοινότητα της Μαδρίτης.

Εθνική Συνομοσπονδία Βιοτεχνών

Πρόγραμμα Κέντρων Κοινωνικής Προσοχής για τους Μετανάστες

Συντμήσεις

CBI: Confederation of British Industry Kεφ. 4 CCOO: Confederaciòn syndical de comisiones obreras Kεφ. 5

Συνομοσπονδία της Βρετανικής Βιομηχανίας Συνομοσπονδία εργατικών συνδικάτων και επιτροπές εργατών

CDIP: Conférence Suisse des Directeurs cantonaux de l’ Instruction Publique Kεφ. 6

Η Ελβετική Διάσκεψη των Υπουργών των Καντονιών της Δημόσιας Εκπαίδευσης

CELPIP: Canadian English Language Proficiency Index Programme Kεφ. 2

Πρόγραμμα Δεικτών Ικανότητας Επίδοσης στην Καναδική Αγγλική Γλώσσα

CETS: Continuing Education and Training Service Kεφ. 4

Υπηρεσίας Δια Βίου Εκπαίδευσης και Κατάρτισης

CF: Centre for Filipinos Kεφ. 4

Κέντρο για Φιλιππινέζους

CFD: Christlicher Friedendienst Κεφ. 6

Χριστιανικό Πρόγραμμα Ειρήνης

CFIB: Canadian Federation of Independent Business Kεφ. 2

Καναδική Ομοσπονδία της Ανεξάρτητης Επιχείρησης

CGIL: Confederazione Generale Italiana del Lavore Κεφ. 3 CIC: Citizenship and Immigration Canada Kεφ.1 & 2 Cicsene: Centro Italiano Di Collaborazione per lo Sviluppo Edilizio delle Nazioni Emergenti Kεφ. 3

Γενική Συνομοσπονδία Εργατών Ιταλίας

Υπουργείο Υπηκοότητας και Μετανάστευσης του Καναδά (Ομοσπονδιακό) Ιταλικό Κέντρο Συνεργασίας για την Ανάπτυξη και Οικοδόμηση των Αναδυόμενων Εθνών

453

454

CIES: Centro Informazione et Educazione allo Sviluppo Κεφ. 3 - Σημείωση 15 CINFORMI: Centro Informativo per l’Immigrazione Κεφ. 3 CLE: Centres locals d’ emploi Kεφ.2 CNA: Confederazione Nationale dell’ Artigianato e della Piccola e Media Impressa (www.cna.it/index.htm) National Confederation for the Craft Sector and Small and Medium Enterprise of Italy (www.cna.it/eng/index.htm) Κεφ. 1 & 3

Κέντρο Πληροφοριών και Εκπαίδευση σε Θέματα Ανάπτυξης

Κέντρο Πληροφοριών για τη Μετανάστευση Τοπικά Κέντρα Απασχόλησης

Εθνική Συνομοσπονδία Βιοτεχνών και Μικρομεσαίων Επιχειρήσεων

CNIP: Centre Neuchâtelois d’Intégration Professionnelle Kεφ. 6

Κέντρο του Νεσατέλ για την Επαγγελματική Ενσωμάτωση

CPLN: Centre Professionel du Littoral Neuchâtelois Kεφ. 6

Επαγγελματικό Κέντρο του Παράκτιου Νεσατέλ

CTP: Centro territorial permanente per l’educazione in età adulta Kεφ. 3

Μόνιμο Τοπικό Κέντρο για την Εκπαίδευση Ενηλίκων

DfES: Department for Education and Skills Kεφ. 4

Υπουργείο Εκπαίδευσης και Δεξιοτήτων

DPO: Direct Placement Officer Κεφ. 2

Υπάλληλος Άμεσης Τοποθέτησης (δηλ. επαγγελματικής αποκατάστασης)

DWP: Department for Work and Pensions Kεφ. 4

Υπουργείο Εργασίας και Συνταξιοδότησης

Συντμήσεις

DΙP: Department of Public Instruction Kεφ. 6 EAM: Ecole des arts et métiers Vocational school of Skills and Trades (στο κείμενο) Kεφ. 6 ECE: Early Childhood Educator Kεφ. 1 & 2

Υπουργείο Δημόσιας Εκπαίδευσης

Επαγγελματική Σχολή Δεξιοτήτων και Τεχνών

Εκπαιδευτικός προσχολικής ηλικίας, Νηπιαγωγός

EEA: European Economic Association Κεφ. 4 – Σημείωση 38

Ευρωπαϊκή Οικονομική Ένωσης

EFL: English as a Foreign Language Κεφ. 4

Αγγλικά ως Ξένη Γλώσσα

EFTA: European Free Trade Association Kεφ. 6

ΕΖΕΣ: Ευρωπαϊκή Ζώνη Ελευθέρων Συναλλαγών

ELSAC: Employment, Labour and Social Affairs Committee Kεφ. 2

Επιτροπή Απασχόλησης, Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων

ELT: Enhanced Language Training ELT: English Language Teaching

Βελτιωμένη Γλωσσική Εκπαίδευση Διδασκαλία της Αγγλικής Γλώσσας

Κεφ. 1 & 2 EMOW: Ethnic Minority Outreach Work Kεφ. 4 EMP: Employability and Occupation Mobility Grid Kεφ.2

Εργασία που έρχεται κοντά στην Εθνοτική Μειονότητα Τέστ (Grid) Απασχολησιμότητας και Επαγγελματικής Κινητικότητας

455

456

EPW: Employment Projects of Winnipeg Kεφ. 2 ERCs: Employment Resources Centres Kεφ. 2 ESF: European Social Fund Kεφ. 3 & 4

Προγράμματα Απασχόλησης του Γουΐνιπεγκ Κέντρα Πόρων Απασχόλησης EKT: Ευρωπαϊκό Κοινοτικό Ταμείο

ESL: English as a Second Language Κεφ. 1 & 4

Αγγλικά ως Δεύτερη Γλώσσα

ESOL: English for Speakers of Other Languages Κεφ. 1, 2 & 4

Αγγλικά για Ομιλητές Άλλων Γλωσσών

ESL: English for Specific Purposes Κεφ. 4

Αγγλικά για Ειδικούς Σκοπούς

EUMC: European Monitoring Centre on Racism and Xenophobia Kεφ. 5

Κέντρο Ευρωπαϊκού Παρατηρητηρίου Φαινομένων Ρατσισμού και Ξενοφοβίας

FIMM: Forum pour l’intégration des migrantes et des migrants Kεφ. 6

Φόρουμ για την Ενσωμάτωση των Μεταναστριών και των Μεταναστών

FOM: Federal Office for Migration Κεφ. 6

Ομοσπονδιακό Γραφείο για τη Μετανάστευση

FOR: Federal Office for Refugees Κεφ. 6

Ομοσπονδιακό Γραφείο για τους Πρόσφυγες

FRESA: Framework for Regional Employment and Skills Action Kεφ. 4

Πλαίσιο για την Περιφερειακή Απασχόληση και τη Δράση Δεξιοτήτων

Συντμήσεις

GLA: Greater London Assembly Κεφ. 4 GNP: Gross National Product (Απαντάται σε διάφορα Κεφάλαια της παρούσης μελέτης)

Συνέλευση του Ευρύτερου Λονδίνου ΑΕΠ: Εθνικό Ακαθάριστο Προϊόν

GOAG: Coordinadora de Organizaciones de Agricultore y Ganaderos Kεφ. 5

Ισπανικό Δίκτυο Γεωργικών και Κτηνοτροφικών Οργανώσεων

IASCI: Industrial Adjustment Service Committee for Immigrants Kεφ. 2

Βιομηχανική Επιτροπή Υπηρεσίας Προσαρμογής για τους Μετανάστες

ICT: Information and Communication Technologies Kεφ. 2, 4 & 6 IELTS: International English Language Test System Kεφ. 2 ILO: International Labour Organisation Κεφ. 6 IMDB: Longitudinal Immigration Data Base Kεφ. 2 IMES: Institute for Migration and Ethnic Studies Κεφ. 6

ΤΠΕ: Τεχνολογίες Πληροφορικής και Επικοινωνιών

Διεθνές Εξεταστικό Σύστημα Αγγλικής Γλώσσας ΔΟΕ: Διεθνής Οργανισμός Εργασίας

Διαμήκης Βάση Δεδομένων Μετανάστευσης Ινστιτούτο για Μεταναστευτικές και Εθνοτικές Μελέτες (γνωστότερο ως Ομοσπονδιακό Γραφείο Μετανάστευσης, Ενσωμάτωσης και Αποδημίας)

IMPEM: Institut Municipal Promoció Econòmica de Mataró Kεφ. 5

Ινστιτούτο Οικονομικής Προώθησης της Ματαρό

INEM: Instituto National de Empleo Κεφ. 1 & 5

Εθνικό Ινστιτούτο Απασχόλησης

457

458

IOM: International Organisation of Migration Κεφ. 3 – Σ.τ.Μ. xii και ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ του αντίστοιχου Κεφαλαίου IPS: International Passenger Survey Kεφ. 4

Έρευνα του Διεθνή Επιβάτη

ISAP: Immigrant Settlement Adjustment Programme Kεφ. 2

Πρόγραμμα Προσαρμογής στην Εγκατάσταση των Μεταναστών

ISFOL: Istituto per lo Sviluppo della Formazione dei Lavoratori Κεφ. 3

Ινστιτούτο για την Ανάπτυξη της Διαμόρφωσης του Εργαζόμενου

ISTAT: Istituto nazionale di statistica Κεφ. 3

Εθνική Στατιστική Υπηρεσία της Ιταλίας

IT: Information Technology Κεφ. 2, 4 & 6

ΤΠ: Τεχνολογίες Πληροφορικής

JEM: Jewish Employment Montréal Κεφ. 1 & 2

Εβραϊκή Απασχόληση στο Μόντρεαλ

LDA: London Development Agency Kεφ. 4

Αναπτυξιακός Φορέας του Λονδίνου

LEED: Local Economic and Employment Development Κεφ. 1 & 2

Τοπική Οικονομική Ανάπτυξη και Ανάπτυξη Απασχόλησης

LFS: Labour Force Survey Kεφ. 4

Έρευνα Εργατικού Δυναμικού

LIILM Project: Local Integration of Immigrants into the Labour Market (OECD --- LEED)1 (Σε διάφορα σημεία της παρούσης μελέτης) 1

Διεθνής Οργανισμός Μετανάστευσης

Πρόγραμμα «Τοπική ενσωμάτωση των μεταναστών στην αγορά εργασίας»

http://www.oecd.org/document/13/0,3343,en_2649_34453_29608781_1_1_1_1,00.html

Συντμήσεις

LINC: Language Instruction for Newcomers to Canada Kεφ. 2 LORECA: London Refugee Economic Action Κεφ. 1 & 4 LSCs: Learning and Skills Councils Kεφ. 4 MIC: Ministry of Citizenship and Immigration Canada Κεφ. 2

MEL: Ministère de l’Éducation, du Loisir et du Sport Kεφ. 2 Mentoring: Κεφ. 1, 4, 6 MESS: Ministry of Employment and Social Solidarity / Ministère de l’ Emploi et la Solidarité de sociale Kεφ. 2 MICC: Ministry for Immigration of Cultural Communities, στα αγγλικά (μέσα στο κείμενο) ή Ministère de l’Immigration et des Communautés culturelles, στα γαλλικά Κεφ. 2

Διδασκαλία Γλώσσας στους Νεοφερμένους στον Καναδά

Οικονομική Δράση Προσφύγων του Λονδίνου Συμβούλια Μάθησης και Δεξιοτήτων

Υπουργείο Υπηκοότητας και Μετανάστευσης του Καναδά. Τα επαρχιακά υπουργεία φέρουν το ίδιο όνομα αλλά προσδιορίζονται από το όνομα της επαρχίας (π.χ. Υπουργείο Υπηκοότητας και Μετανάστευσης του Οντάριο) Υπουργείο Παιδείας, Ελεύθερου Χρόνου και Αθλητισμού Σ.Υ.Υ.: Συμβουλευτικές Υποστηρικτικές Υπηρεσίες Υπουργείο Απασχόλησης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης

Υπουργείο Μετανάστευσης και Πολιτιστικών Κοινοτήτων του Κεμπέκ

459

460

MIIP Manitoba Immigrant Integration Programme Fund Kεφ. 1 & 2

Πρόγραμμα Ενσωμάτωσης των Μεταναστών της Μανιτόμπα

NARIC: National Academic Recognition Information Centre Kεφ. 4

Εθνικό Κέντρο Πληροφόρησης για Ακαδημαϊκή Αναγνώριση

NASS: National Asylum Support Service Kεφ. 4

Εθνική Υπηρεσία Υποστήριξης Ασύλου

NGOs: Non-Governmental Organisations (Σε διάφορα σημεία της παρούσης μελέτης)

ΜΚΟ: Μη Κυβερνητικοί Οργανισμοί

NHS: National Health Service Kεφ. 4

Εθνική Υγειονομική Υπηρεσία

NI: National Insurance Kεφ. 4

Εθνική Ασφάλιση

NIACE: National Organisation for Adult Learning Kεφ. 4

Εθνικός Οργανισμός για την Εκπαίδευση Ενηλίκων

NVQ: National Vocational Qualification Kεφ. 4

Εθνικό Επαγγελματικό Προσοντολόγιο

NYC: New York City Κεφ. 2

Πόλη της Νέας Υόρκης

OACETT: Ontario Association of Certified Engineering Technicians and Technologists Kεφ. 2 OECD: Organisation for Economic Co-operation and Development (Σε όλη την παρούσα μελέτη)

Ένωση Πιστοποιημένων Τεχνικών Μηχανολόγων του Οντάριο

ΟΟΣΑ: Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης

Συντμήσεις

OPET: (Federal) Office for Professional Education and Technology Κεφ. 6 OPQ: Office for the Professions in Quebec Office des professions du Québec Kεφ. 2 PANA: Programme d’ accompagnement des nouveaux arrivants (στο κείμενο) Programme of accompaniment of new arrivals Kεφ. 2 PES: Public Employment Services (Σε διάφορα σημεία της παρούσης μελέτης)

(Ομοσπονδιακό) Γραφείο για την Επαγγελματική Εκπαίδευση και Τεχνολογία Γραφείο για τα Επαγγέλματα στο Κεμπέκ

Πρόγραμμα συνοδού των νέων αφίξεων

Δημόσιες Υπηρεσίες Απασχόληςης

PILI: Programme d’ intégration linguistique pour les immigrants Kεφ. 2

Πρόγραμμα για τη γλωσσική ενσωμάτωση των μεταναστών

PNP: Provincial Nominee Programme Kεφ. 2

Επαρχιακό Πρόγραμμα Υποψηφίων

PRESTO: Professional Refugees into Employment through Support, Training and On-Line Learning Kεφ. 4 PRIIME: Programme d’ aide à l’integration des immigrants et des minorités visibles en emploi Kεφ. 2 Promis: PROMotion-Intégration Société nouvelle Kεφ. 2 PSA: Public Service Agreement Κεφ. 4

Επαγγελματίες Πρόσφυγες στην Απασχόληση μέσω της Υποστήριξης, της Κατάρτισης και της Διαδικτυακής Εκμάθησης Πρόγραμμα βοήθειας για την ενσωμάτωση των μεταναστών και των εμφανών μειονοτήτων στην απασχόληση Η Νέα Κοινωνία της Προώθησης και Ενσωμάτωσης

Συμφωνία Δημόσιων Υπηρεσιών

461

462

QCA: Qualification and Curriculum Authority Κεφ. 6 – Σημείωση 16 RCOs: Refugee and Community Organisations Kεφ. 1 & 4

Αρχή Προσόντων και Βιογραφικών Σημειωμάτων

Οργανώσεις Προσφύγων και Κοινοτήτων

RETAS: Refugee Education and Training Advisory Service Kεφ. 1 & 4

Συμβουλευτική Υπηρεσία Εκπαίδευσης και Κατάρτισης Προσφύγων

RSPs: Regional Skills Partnerships Κεφ. 2

Περιφερειακές Συνεργασίες Δεξιοτήτων

RETI: West London Refugee Employment and Training Initiative Κεφ. 4

Πρωτοβουλία Απασχόλησης και Κατάρτισης Προσφύγων του Δυτικού Λονδίνου

RWA: Refugee Women’s Association Κεφ. 4

Ένωση Προσφύγων Γυναικών

Rexdale ERC: Rexdale Employment Resource Centre Κεφ. 1 & 2

Κέντρο Πόρων Απασχόλησης Rexdale

SAWS: Seasonal Agricultural Workers’ Scheme Kεφ. 1 & 4

Σχέδιο των Εποχικά Εργαζομένων στη Γεωργία

SBS: Sector Based Scheme Kεφ. 1 & 4

Σχέδιο που βασίζεται στον Τομέα

SERTUC: Southern and Eastern region Trades Union Congress Kεφ. 4

Συνέδριο Συνδικάτου Νότιας και Ανατολικής Περιφέρειας

SIPR: Regulated Profession Information Office, στα αγγλικά (μέσα στο κείμενο) ή Le Service d’information sur les professions et métiers réglementés, στα γαλλικά Kεφ. 2

Γραφείο Πληροφοριών για Κατοχυρωμένα Νομοθετικά Επαγγέλματα

Συντμήσεις

SMEs: Small- and medium-sized enterprises (Σε πολλά σημεία της παρούσης μελέτης) SRB Single Renewal Budget Kεφ.4

ΜΜΕ: Μικρομεσαίες επιχειρήσεις

Ενιαίος Προϋπολογισμός Αναγέννησης

SUNRISE: Strategic Update of National Refugee Integration Services Kεφ. 4

Στρατηγική Αναπροσαρμογή των Εθνικών Υπηρεσιών Ενσωμάτωσης των Προσφύγων

TD: Toronto Dominion (Bank) Kεφ. 1 & 2

Τράπεζα που εδρεύει στο Τορόντο του Καναδά

TEF: test d’ évaluation de français Kεφ. 2

Εξέταση γαλλομάθειας

TEPs: Territorial Employment Pacts Kεφ. 1

Τοπικά Σύμφωνα Απασχόλησης

TRIEC: Toronto based Region Immigration Employment Council Kεφ. 1 & 2 TUC: Trades Union Congress Kεφ. 4 UK: United Kingdom Kεφ. 1 & 4 UK NARIC: UK National Academic Recognition Information Centre Kεφ. 4 WESTREP: West London Refugee Partnership Κεφ. 4

Περιφερειακό Συμβούλιο Μεταναστευτικής Απασχόλησης με έδρα το Τορόντο Σύνοδος Εργατικών Συνδικάτων Η.Β.: Ηνωμένο Βασίλειο

Εθνικό Κέντρο Πληροφόρησης για Ακαδημαϊκή Αναγνώριση στο Η.Β.

Συνεργασία Προσφύγων στο Δυτικό Λονδίνο

463

ISBN:

Χάρητος 46, 106 76 Αθήνα • Τηλ: 210 725 5385 • Fax: 210 725 5389, www.imepo.gr 46 Haritos street, 106 76 Αthens, Greece • Τel: (+30) 210 725 5385 • Fax: (+30) 210 725 5389, www.imepo.gr

Related Documents

Book
January 2021 3
Book
January 2021 16
Book
January 2021 3
Book
January 2021 3
Book
February 2021 5
Book
January 2021 3

More Documents from ""

Book
January 2021 16
Encontro Com A Prosperidade
February 2021 0
Xotzas.pdf
February 2021 2