Empros_a_ 1st_balkan_war_pdf.pdf

  • Uploaded by: Fotis Sarantopoulos
  • 0
  • 0
  • January 2021
  • PDF

This document was uploaded by user and they confirmed that they have the permission to share it. If you are author or own the copyright of this book, please report to us by using this DMCA report form. Report DMCA


Overview

Download & View Empros_a_ 1st_balkan_war_pdf.pdf as PDF for free.

More details

  • Words: 255,233
  • Pages: 580
Loading documents preview...
Στην μνήμη του παππού μου Φώτη Σαραντόπουλου, ο που πολέμησε με το 9 Σύνταγμα Πεζικού της Καλαμάτας από το 1912 ως το 1920, (χρονιά που γεννήθηκε ο πατέρας μου και απολύθηκαν όσοι είχαν 4 παιδιά) Θυμάμαι πώς περιέγραφε τους πολέμους 1912-13: «Οι Τούρκοι σαν μας έβλεπαν με τη λόγχη λάκιζαν … εκείνοι οι παλιο-Βούλγαροι με τα γουρνοτσάρουχά τους, σκυλιά μονάχα … μας ρίχνανε με τα κανόνια, μας θέριζαν με τα πολυβόλα, δεν άφηναν τα χαρακώματα μέχρι να πιαστούμε στα χέρια …» Και αν του ζητούσες να σου περιγράψει πώς ήταν σε γενικές γραμμές ο πόλεμος, απαντούσε: «Όλο πορείες ήτανε … Όλη την Ελλάδα με τα πόδια γυρίσαμε …»

Στη μνήμη των γονέων μου, Μιχάλη και Τασίας

Στην Πολίνα που τόσα χρόνια με αντέχει … Στα παιδιά μου, την Τατιάνα, τη Ναυσικά, τον Μιχάλη Στην αδερφή μου την Ελένη Στον Μάικ και τη Λέφη …

Και στα παιδιά όλων των Ελλήνων, που πρέπει να γνωρίσουν την Ιστορία μας, το πώς φτάσαμε ως εδώ … (αυτό είναι το σπουδαιότερο καθήκον μας)

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 1

ΕΜΠΡΟΣ ΔΙΑ ΤΗΣ ΛΟΓΧΗΣ Η ΜΕΓΑΛΗ ΕΞΟΡΜΗΣΗ (1912-1913) Ιστορικό Μυθιστόρημα Φώτης Μ. Σαραντόπουλος Αθήνα 2012

ΣΕΙΡΑ: ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΔΙΗΓΗΜΑΤΑ Copyright  2012 Εκδόσεις ΝΙΔΑ ΑΕ Γ. Σεφέρη 34, 15451 Νέο Ψυχικό Τηλ. 210-6725348 Fax 210-6725712 e-mail: [email protected] Διεύθυνση Εκδόσεων: Φώτης Μ. Σαραντόπουλος Σελιδοποίηση Μοντάζ Εκτύπωση Βιβλιοδεσία: ART GRAPHICS - Φωτεινή Κατή Δωδεκανήσου 109, 14235 Νέα Ιωνία Τηλ. 210-2718157 e-mail: [email protected] Σχεδιασμός Εξώφυλλου: Φωτεινή Κατή ISBN: 978-618-80222-0-1

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 2

Ευρετήριο Εμπρός δια της λόγχης – Η μεγάλη εξόρμηση Πρόλογος Ιστορική περίληψη Η μεγαλύτερη χαρά … πληρότητα … Εισαγωγή Παρασκευή 5 του Οκτώβρη 1912 Το βάπτισμα του πυρός Σάββατο, 6 του Οκτώβρη 1912 – 4η Μεραρχία Σάββατο, 6 του Οκτώβρη 1912 – Απελευθέρωση της Δεσκάτης Σάββατο, 6 του Οκτώβρη 1912, 1η Μεραρχία, Τσαρίτσανη – Ελασσώνα Κυριακή, 7 του Οκτώβρη, Αθήνα Δευτέρα, 8 του Οκτώβρη 1912, 4η Μεραρχία Δευτέρα 8 του Οκτώβρη 1912, Αναχώρηση εθελοντών 6ης Μεραρχίας Δευτέρα 8 του Οκτώβρη 1912 – Απελευθέρωση της Λήμνου Τρίτη 9 του Οκτώβρη 1912 – Σαραντάπορο – 4η Μεραρχία Τρίτη 9 του Οκτώβρη 1912 – Σαραντάπορο – Η επίθεση της 2ης Μεραρχίας Τρίτη 9 του Οκτώβρη 1912 – Σαραντάπορο – Η επίθεση της 3ης Μεραρχίας Τρίτη 9 του Οκτώβρη 1912 – Σαραντάπορο – Η επίθεση της 1ης Μεραρχίας Τρίτη 9 του Οκτώβρη 1912 – Σαραντάπορο – Η μάχη Πυροβολικού Τρίτη 9 του Οκτώβρη 1912 – Σαραντάπορο – Μαρτυρίες Τρίτη 9 του Οκτώβρη 1912 – Με τους εθελοντές της 6ης Μεραρχίας Νύχτα 9 / 10 Οκτώβρη 1912 – Τουρκική κατάρρευση Τετάρτη 10 του Οκτώβρη 1912 – Η επίθεση των Ευζώνων στο Λιβάδι Τετάρτη 10 του Οκτώβρη 1912 – Σαραντάπορο – 2η Μεραρχία Τετάρτη 10 του Οκτώβρη 1912 – 6η Μεραρχία Τετάρτη 10 του Οκτώβρη 1912 – 4η Μεραρχία Τετάρτη 10 του Οκτώβρη 1912 – Σαραντάπορο – Μαρτυρίες Συνέπειες της Μάχης του Σαρανταπόρου Πέμπτη 11 του Οκτώβρη 1912 – Οι τραυματίες Πέμπτη 11 του Οκτώβρη 1912 – Απελευθέρωση Κοζάνης, Ταξιαρχία Ιππικού Στην Κοζάνη με την 5η Μεραρχία και τους Ευζώνους του Γεννάδη Ο … μακρύς δρόμος για τα Σέρβια – 6η Μεραρχία (εθελοντές) Δράματα στα Σέρβια Παρασκευή 12 του Οκτώβρη 1912 – Απελευθέρωση Φιλιππιάδας Σάββατο 13 του Οκτώβρη 1912 – Προς τη Θεσσαλονίκη !!! Πορεία προς τη Βέροια, 13-16 Οκτωβρίου 1912 – 2η Μεραρχία Πέρασμα του Βερμίου, πορεία προς τη Βέροια, 4η Μεραρχία Δευτέρα 15 Οκτώβρη 1912 - Απελευθέρωση Γρεβενών – Απόσπασμα Γεννάδη Απελευθέρωση των Γρεβενών – μάχη στο Τσούρχλι – Κρήτες Εθελοντές Η απελευθέρωση της Βέροιας και της Νάουσας Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 3

Η απελευθέρωση της Σιάτιστας Τρίτη 16 Οκτωβρίου 1912 - Απελευθέρωση της Κατερίνης – 7η Μεραρχία Από τα Σέρβια στα Γιαννιτσά – 6η Μεραρχία Τρίτη 16 Οκτώβρη – Μάχη του Ναλμπάνκιοϊ – 5η Μεραρχία Τρίτη 16 Οκτώβρη – Μάχη Ναλμπάνκιοϊ – 5η Μεραρχία, 22ο Σύνταγμα Κίνηση προς Φλώρινα – Μοναστήρι, 5η Μεραρχία, 23ο Σύνταγμα Η αποχώρησις του Χαμζά Μπέη εκ Λειψίστης και η υποταγή των Καϊλαρίων Πέμπτη 18 του Οκτώβρη 1912 – Βύθιση του «Φετχ-ι-Μπουλέντ» Θάσος, Ίμβρος, Τένεδος, Άη Στράτης, Σαμοθράκη, Ψαρά Η μάχη των Γιαννιτσών, 19-20 Οκτωβρίου 1912 Η Μάχη των Γιαννιτσών – πρώτη μέρα – 6η Μεραρχία, 18ο Σύνταγμα Η μάχη των Γιαννιτσών – 2η Μεραρχία Η Μάχη των Γιαννιτσών – δεύτερη μέρα – 6η Μεραρχία Η μάχη των Γιαννιτσών – 4η Μεραρχία Η μάχη των Γιαννιτσών, όπως την είδαν οι Τούρκοι Μαρτυρίες από τη μάχη των Γιαννιτσών Κυριακή 21 του Οκτώβρη – Απελευθέρωση της Πρέβεζας Τρίτη 23 Οκτωβρίου 1912, Μάχη του Σόροβιτς, 5η Μεραρχία Τετάρτη 24 Οκτωβρίου 1912, Το «ατύχημα» της 5ης Μεραρχίας Η διάβαση του Αξιού Οι Τούρκοι σκέπτονται την παράδοση Η απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης Απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης, 1η Μεραρχία Τα τηλεγραφήματα του διχασμού Λεπτομέρειες από την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης Οι δυσκολίες της ενσωμάτωσης Πόρισμα έρευνας για την κατάληψη της Θεσσαλονίκης Ήπειρος – Επιχειρήσεις στα Πέντε Πηγάδια (20-30 Οκτωβρίου) Παρασκευή 2 του Νοέμβρη, Απελευθέρωση Χαλκιδικής και Αγίου Όρους Ανασύνταξη της Στρατιάς - Στροφή προς Δυτική Μακεδονία και Ήπειρο Κυριακή 4 του Νοέμβρη, Μάχη Σιάτιστας, 6η Μεραρχία, Απόσπασμα Ηπίτη Κυριακή 4 του Νοέμβρη, Μάχη της Σιάτιστας, Κρήτες εθελοντές Κυριακή 4 του Νοέμβρη, Μάχη του Κόμανου, 5η Μεραρχία Πορεία προς τη Φλώρινα, μάχες Οστρόβου και Γκορνιτσόβου, 6η Μεραρχία Δευτέρα 5 Νοεμβρίου 1912, Απελευθέρωση της Χειμάρρας Τρίτη 6 του Νοέμβρη, Απελευθέρωση του Αμυνταίου, 5η Μεραρχία Τετάρτη 7 του Νοέμβρη 1912, Απελευθέρωση της Φλώρινας Στη Φλώρινα, με βάση δημοσιεύματα του Τύπου της εποχής Πέμπτη 8 του Νοέμβρη, Απελευθέρωση της Λέσβου Σάββατο 10 Νοεμβρίου – Μάχη στο Μέτσοβο Κυριακή 11 του Νοέμβρη, Απελευθέρωση της Καστοριάς Κυριακή 11 του Νοέμβρη 1912 – Απόβαση στη Χίο Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 4

Δευτέρα 12 του Νοέμβρη - Το τορπιλοβόλο 14 τορπιλίζει Τουρκική Κανονιοφόρο Πέμπτη 15 του Νοέμβρη - Μεταφορά Βουλγαρικού Στρατού στο Δεδέαγατς 16 Νοεμβρίου 1912 – Γράμμα από το μέτωπο 17 Νοεμβρίου 1912 - Μία ενδιαφέρουσα συνέντευξη Επιχειρήσεις στην Ήπειρο από 1η ως την 30ή Νοεμβρίου 1912 20 Νοεμβρίου 1912 - Η υπογραφή της Βουλγαροτουρκικής ανακωχής Μετάβαση της 2ης Μεραρχίας στην Ήπειρο – Απόβαση στους Αγίους Σαράντα Το πέρασμα στον Δρίσκο, εθελοντές 6ης Μεραρχίας 6η Μεραρχία – Στο δρόμο για τον Δρίσκο 29-30 Νοεμβρίου 1912, Μάχη των Πεστών, 2η Μεραρχία Η μάχη της Μανωλιάσας Μπιζάνι Δευτέρα 3 του Δεκέμβρη 1912, Ναυμαχία της Έλλης 7 Δεκεμβρίου 1912 - Απελευθέρωση της Κορυτσάς Παρασκευή 21 του Δεκέμβρη 1912, Απελευθέρωση της Χίου Δευτέρα 24 του Δεκέμβρη, παραμονή Χριστουγέννων στον Ολύτσικα Σάββατο 5 του Γενάρη 1913, Ναυμαχία της Λήμνου Ναυμαχία της Λήμνου – τα παραλειπόμενα Σχόλια του τύπου και μαρτυρίες για τη Ναυμαχία της Λήμνου Δευτέρα 7 του Γενάρη 1913, Γενική Επίθεση στην Ήπειρο Δευτέρα 7 του Γενάρη 1913, Μάχη της Αετορράχης, 6η Μεραρχία Λοζέτσι – Αετορράχη, 6η Μεραρχία Κακουχίες και προβληματισμοί στην Ήπειρο Πέμπτη 10 του Γενάρη 1913, Ο Κωνσταντίνος αναλαμβάνει την Αρχηγία Μπιζάνι – Η πολιορκία, 6η Μεραρχία Το σχέδιο επίθεσης Προετοιμασίες για την επίθεση, 2η Μεραρχία Προετοιμασίες για την επίθεση, 4η Μεραρχία Επιχείρηση παραπλάνησης των Τούρκων Το Τουρκικό σχέδιο άμυνας Τετάρτη 20 του Φλεβάρη 1913, Η μεγάλη επίθεση! Τετάρτη 20 του Φλεβάρη 1913 – Οι Τούρκοι παραδίνονται Πώς πήραμε τα Γιάννενα, 2η Μεραρχία Έπεσε το Μπιζάνι! - 6η Μεραρχία Πέμπτη 21 του Φλεβάρη 1913, Απελευθέρωση των Ιωαννίνων Σχόλια και «παραλειπόμενα» της μάχης για τα Γιάννενα Η διήγηση του Ανθυπολοχαγού Imanoglou Η εκκαθάριση της Δυτικής και Βόρειας Ηπείρου, 3η Μεραρχία Τρίτη 5 Μαρτίου 1912 - Η δολοφονία του Βασιλέως Γεωργίου Α’ Οι επιχειρήσεις των Βουλγάρων κατά των Τούρκων Ρήξη της Βαλκανικής Συμμαχίας Μετακίνηση του Στρατού και μυστική διπλωματία Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 5

Παρασκευή 17 του Μάη 1913, Συνθήκη Ειρήνης του Λονδίνου Ο Β’ Βαλκανικός Πόλεμος Ο Έλληνας Στρατιώτης Επίλογος Ο Επίλογος του δημοσιογράφου Παραρτήματα Τα πρόσωπα του μυθιστορήματος Ημερολόγιο σημαντικών γεγονότων (1892-1926) Άνοδος Βενιζέλου Η αναδιοργάνωση του Ελληνικού Στρατού Το ιστορικό τουφέκι Mannlicher-Schönauer (Μάνλιχερ-Σενάουερ) Αφηγήσεις από τον πόλεμο στη θάλασσα Δημιουργία Αεροπορίας Η Υγειονομική Υπηρεσία στον Α’ Βαλκανικό Πόλεμο Η Χωροφυλακή στον Α’ Βαλκανικό Πόλεμο Ημερολόγιο Παναγιώτη Γεωργίου Ριζόγιαννη (2η Μεραρχία) Βιβλιογραφία Διαδικτυακοί τόποι Βίντεο για τον Α’ Βαλκανικό Πόλεμο

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 6

Η μνήμη τρέφει το πνεύμα του ανθρώπου Η Ιστορία το πνεύμα των λαών Σπύρος Μελάς

Μακάρι το βιβλίο αυτό να χρησιμεύσει, έστω και στο ελάχιστο, στη συνειδητοποίηση των αρετών αλλά και των ελαττωμάτων του Ελληνικού λαού (του ιδίου)

Σκοπός αυτού του βιβλίου είναι να δώσει το «πνεύμα» της εποχής (Φ. Σαραντόπουλος)

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 7

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 8

Πρόλογος Ένας φίλος με ρώτησε γιατί έγραψα αυτό το βιβλίο. Την απάντηση την είχα μέσα μου, πολύ πριν γίνει η ερώτηση. Την είχα σκεφτεί όταν το ξεκίνησα, πριν δύο χρόνια. Και έχει δύο σκέλη: Πρώτον, ήθελα να τιμήσω τα 100 χρόνια της απελευθέρωσης της Θεσσαλονίκης, τα 100 χρόνια από το ξεκίνημα αυτής της υπέροχης εξόρμησης που διπλασίασε την Ελλάδα, ολοκληρώνοντας σε μεγάλο βαθμό τα όνειρα των επαναστατών του 1821. Δεύτερον, επειδή έχουν πάψει να βγαίνουν τέτοια βιβλία. Επειδή έννοιες όπως Έθνος, Πατρίδα, Ηρωισμός, Πατριωτισμός κοντεύουν να καταντήσουν «κακές» στις μέρες μας. Δεν κρύβω μάλιστα, ότι πρώτη σκέψη μου ήταν να το γράψω στα Αγγλικά, αφιερώνοντάς το στα Ελληνόπουλα της διασποράς, στους μετανάστες δεύτερης και τρίτης γενιάς, που μας συγκινούν κάθε φορά με το φρόνημα και τις παρελάσεις τους. Δεν θα κρύψω επίσης ότι θα ήθελα να γράψω μία σειρά βιβλίων, που να καλύπτουν την σύγχρονη Ελληνική Ιστορία, από τις παραμονές της Επανάστασης του 1821 μέχρι σήμερα. Επιφυλάσσομαι και για τα δύο: Και για τα επόμενα βιβλία και για την έκδοσή τους στα Αγγλικά. Αρχικά είχα σκεφτεί να γράψω απλά ένα «ιστορικό μυθιστόρημα», κάτι που να διαβάζεται ευχάριστα και ταυτόχρονα να ενημερώνει τον αναγνώστη για τα γεγονότα της εποχής εκείνης. Στην πορεία όμως, όσο αυξανόταν η βιβλιογραφία που εύρισκα, γεννιόταν μέσα μου η ανάγκη αφ’ ενός να γράψω την ιστορία με όσο γίνεται μεγαλύτερη πληρότητα και αφ’ ετέρου, να αναφέρω τα ονόματα όσο γίνεται περισσοτέρων από τους πραγματικούς ήρωες της εποχής εκείνης. Αυτών που με το μυαλό, την καρδιά, τον ιδρώτα και το αίμα τους έγραψαν σελίδες δόξας. Έτσι, με εξαίρεση τα ελάχιστα ονόματα των πλασματικών ηρώων που απαιτούσε η αφήγηση, τα υπόλοιπα ονόματα είναι πραγματικά. Σε μερικές περιπτώσεις πρόσθεσα στους πραγματικούς αυτούς ήρωες λόγια που δεν είπαν ή πράξεις που δεν έκαναν. Ας μου συγχωρεθεί αυτή η «μυθιστορηματική αδεία υπέρβαση». Δεν το έκανα για να τους εκμεταλλευτώ, αλλά για να κάνω γνωστά τα ονόματα και την προσφορά τους στον σύγχρονο αναγνώστη. Επίσης, όσο προχωρούσε το γράψιμο, τόσο διαπίστωνα την ανάγκη να παρουσιαστούν τα ιστορικά γεγονότα, όσο γίνεται πληρέστερα και ακριβέστερα. Ο Α’ Βαλκανικός Πόλεμος χωρίζεται σε τρεις μεγάλες εκστρατείες: Την απελευθέρωση της Μακεδονίας, την απελευθέρωση της Ηπείρου και την θαλασσινή εκστρατεία, τις δυο μεγάλες ναυμαχίες και την απελευθέρωση των νησιών. Αρχικά σκέφτηκα να χωρίσω αντίστοιχα τη διήγηση, σε τρεις ενότητες. Τελικά όμως προτίμησα την «ημερολογιακή» παράθεση των γεγονότων, έτσι όπως θα τα έβλεπε να εξελίσσονται κάποιος που διάβαζε τις εφημερίδες της εποχής (ή αν ο πόλεμος γινόταν σήμερα, όπως θα τον παρακολουθούσαμε στην τηλεόραση, μέσα από ανταποκρίσεις, αναλύσεις και Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 9

συνεντεύξεις). Σκοπός μου, μέσα από τη σειρά των γεγονότων, είναι να δώσω το «πνεύμα» της εποχής. Η «ημερολογιακή» παράθεση των γεγονότων λειτουργεί σε βάρος της μυθιστορηματικής πλοκής και δεν κρύβω τον φόβο μου ότι το αποτέλεσμα μπορεί να είναι για κάποιους κουραστικό. Ελπίζω να διαψευστώ. Ελπίζω να βρείτε τα ίδια τα γεγονότα και τις διηγήσεις τόσο συναρπαστικές όσο μου φάνηκαν και μένα. «Δανείστηκα» φράσεις και διηγήσεις από συγγραφείς που έζησαν τα γεγονότα, όπως ο Μελάς, ο Περίδης, ο Βρυζάκης, ο Πουλόπουλος, ο Οικονομόπουλος και άλλοι, καθώς και από επιστολές, αναφορές κλπ. Πιστεύω ότι με τον τρόπο αυτό επιτεύχθηκε καλύτερα ο σκοπός μου, που δεν ήταν να γραφτεί ένα μυθιστόρημα με φανταστικές περιπέτειες, αλλά να μεταφερθεί στις σελίδες που θα διαβάσετε το πνεύμα της εποχής, ο τρόπος σκέψης και τα αισθήματα των απλών φαντάρων, αλλά και των Αξιωματικών τους, οι φόβοι και οι ανησυχίες τους, οι δυσκολίες αλλά και οι μεγάλες χαρές που έζησαν. Οι διηγήσεις των ηρώων μου βασίζονται σε πραγματικές αφηγήσεις ανθρώπων που πολέμησαν και έζησαν τα γεγονότα. (Γι’ αυτό και έγραψα χωρίς εισαγωγικά τη λέξη «ήρωες», αφού οι περισσότεροι από τους αναφερόμενους υπήρξαν πραγματικά πρόσωπα και ήρωες με την πραγματική έννοια της λέξης). Θα ήθελα ακόμη να προσθέσω τούτο: Το ότι η Ιστορία είναι γεμάτη υποκειμενικότητες το γνώριζα και το καταλάβαινα ήδη, πριν ξεκινήσω να γράψω το βιβλίο αυτό. Η πολύπλευρη βιβλιογραφική αναζήτηση, αναγκαία για να εκθέσω τα ιστορικά γεγονότα με ακρίβεια, μου επιβεβαίωσε αυτή την αντίληψη. Φυσικά υπάρχει και αντικειμενικότητα: 100 χρόνια μετά δεν θα βρεθεί κανείς να διαφωνήσει ότι νικήσαμε, ότι πήραμε το Σαραντάπορο, τη Θεσσαλονίκη, τα Γιάννινα. Αλλά όσον αφορά τον ρόλο των ατόμων, τα σωστά ή τα λάθη τους, τις προθέσεις τους, τα ελαττώματά τους και λοιπά, η βιβλιογραφία είναι γεμάτη αντιθέσεις, αντιφάσεις και υποκειμενικές ερμηνείες. Και δεν αναφέρομαι μόνο στον Βενιζέλο και τον Κωνσταντίνο, που με την παραπέρα πορεία τους οδήγησαν (αυτοί και κυρίως οι οπαδοί τους) ένα Έθνος σε διχασμό. Εκεί υπεισέρχονται και οι μετέπειτα πολιτικές σκοπιμότητες για να θολώσουν το τοπίο, διαστρεβλώνοντας τα γεγονότα κατά το δοκούν ή κατά τις ιδεοληψίες του κάθε συγγραφέα. Μιλώ και για τον ρόλο λιγότερο σημαντικών προσώπων: Μία αναφορά ενός τοπικού Διοικητή ή μία επιστολή προς τη γυναίκα ή τους γονείς του, θεωρείται σημαντικό ντοκουμέντο, αλλά δεν είναι απαλλαγμένη από προσπάθειες εξωραϊσμού του ρόλου και της τόλμης του, ούτε από την υποκειμενικότητα που οφείλεται σε ελλειπή γνώση της τακτικής κατάστασης, αλλά ούτε ακόμη και από προθέσεις υποβιβασμού κάποιου άλλου που αντιπαθεί. Οι αναμνήσεις ενός ντόπιου, που ήταν μάρτυρας κάποιων γεγονότων, δεν τσιγκουνεύονται επαίνων και υπερβολών για τον ρόλο και τον ηρωισμό των συντοπιτών του. Και μιλώντας για αναμνήσεις οποιουδήποτε, αυτές είτε αγνοούν τα όσα συνέβαιναν παραδίπλα, αν γράφτηκαν λίγο μετά τα γεγονότα, είτε μειονεκτούν λόγω κενών και αλλοιώσεων της μνήμης, αν γράφτηκαν πολύ αργότερα. Ακόμη και η επίσημη Ιστορία του Στρατού πέφτει θύμα ελλειπών ή λανθασμένων αναφορών, απώλειας εγγράφων και Διαταγών, έλλειψης αρχείων που Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 10

καταστράφηκαν στις ταραγμένες περιόδους που ακολούθησαν (όπως π.χ. αρχεία Μεραρχιών που χάθηκαν στην κατοχή). Σαν αποτέλεσμα, η έρευνά μου έπεφτε συχνά σε αντικρουόμενες διηγήσεις, που διέφεραν σε δεκάδες σημεία: Στον τόπο και την ώρα μίας μάχης, σε αυτούς που συμμετείχαν, στις απώλειες και σε ότι άλλο μπορεί να φανταστεί κανείς. Εκεί που κατέληγα στο πώς συνέβη κάποιο γεγονός, έχοντας βρει 5-6 αναφορές που συμφωνούσαν, εμφανιζόντουσαν ξάφνου 2-3 ακόμη που έλεγαν άλλα. Το πιο εντυπωσιακό μάλιστα ήταν το εξής: Υπάρχουν συγγραφείς που έζησαν τα γεγονότα, όπως ο Ηλίας Οικονομόπουλος. Πολλοί σύγχρονοι μελετητές αντιγράφουν επί λέξει αποσπάσματα από τα βιβλία του, που στη συνέχεια αντιγράφονται αυτολεξεί από δεκάδες άλλους, παρουσιάζοντάς τα σαν «αντικειμενικές» μαρτυρίες ενός αυτόπτη μάρτυρα. Και όμως, ο ίδιος ο Οικονομόπουλος στο εξώφυλλο του δίτομου έργου του «ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΒΑΛΚΑΝΟΤΟΥΡΚΙΚΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ» σαν υπότιτλο γράφει «Γραφείσα επί τη βάσει μόνον των επισήμων ανακοινωθέντων των Στρατιωτικών και Διοικητικών Αρχών … των αμεροληπτοτέρων κρίσεων του Ευρωπαϊκού Τύπου, των γνωστών επισήμων εγγράφων και των ειδικών Εκθέσεων ή Ανακοινώσεων των κατά τόπους Στρατιωτικών και Ναυτικών Αρχών». Και προσπαθώντας να εκθέσει αντικειμενικά τα γεγονότα, παρουσιάζει πλείστες αντικρουόμενες (μεταξύ τους) απόψεις και μαρτυρίες, χωρίς ο ίδιος να παίρνει θέση, αφήνοντας τον αναγνώστη να επιλέξει και να κρίνει. Ποιο είναι λοιπόν το εντυπωσιακό (για να μην πω το γελοίο); Ότι οι προαναφερθέντες «μελετητές» και οι αντιγραφείς τους, επιλέγουν κάθε φορά μία μόνο από τις πηγές που παραθέτει ο Οικονομόπουλος, αυτήν που ταιριάζει στα πιστεύω και στις ιδεοληψίες τους, και αντί να αναφέρουν την πηγή του Οικονομόπουλου γράφουν ένα «όπως αναφέρει και ο Οικονομόπουλος» διαστρεβλώνοντάς τον εντελώς, και αυτόν και την Ιστορία. Προσπάθησα να ξεδιαλύνω την αλήθεια όσο γινόταν. Αλλά είναι βέβαιο ότι κάτι τέτοιο είναι αδύνατο να επιτευχθεί πλήρως. Ζητώ την κατανόησή σας για το αποτέλεσμα. Πολλά γεγονότα παραλείπονται στο βιβλίο, ελπίζω δευτερεύοντα, αν μπορεί κανείς να τα ονομάσει έτσι. Δεν γινόταν αλλιώς. Είναι τόσες οι ιστορίες ηρωισμού αλλά και ανθρωπιάς που θα μπορούσαν να προστεθούν, που άλλες τόσες σελίδες δεν θα έφταναν. Χώρια που το βιβλίο δεν θα ή η η ήταν έτοιμο για την 100 αλλά για την 101 ή την 102 επέτειο. Άλλωστε, θα το επαναλάβω, πρωταρχικός σκοπός μου ήταν να μεταφέρω το πνεύμα της εποχής, μιας εποχής από την οποία έχουν πολλά να διδαχθούν οι επόμενες γενιές των Ελλήνων. Φώτης Μ. Σαραντόπουλος Αύγουστος 2012

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 11

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 12

Ιστορική περίληψη (Με σκοπό να διευκολυνθεί ο αναγνώστης στην κατανόηση του ιστορικού πλαισίου της εποχής και των γεγονότων που περιγράφονται στο παρόν)

H Ελλάδα ανασυντάχθηκε μετά την ταπεινωτική ήττα του 1897, εξοπλίστηκε, οργανώθηκε και ετοιμάστηκε για τους Βαλκανικούς πολέμους 1912-13 που έμελλε να διπλασιάσουν την μέχρι τότε 1 έκτασή της. Προηγήθηκαν το «δυστυχώς επτωχεύσαμε» του Χ. Τρικούπη (10-12-1893) , ο «ατυχής πόλεμος» του 1897 και η επιβολή «Διεθνούς Οικονομικού Ελέγχου» το 1898. Η Επανάσταση στο Γουδή (15-8-1909) θεωρείται από πολλούς σαν φυσιολογική κατάληξη. Απογοητευμένοι από τη διαφθορά και την ανικανότητα των πολιτικών, την οικονομική δυσπραγία, την ταπείνωση του 1897, την αδράνεια στο Μακεδονικό και στο Κρητικό ζήτημα, Αξιωματικοί μέλη του «Στρατιωτικού Συνδέσμου», με επί κεφαλής τον Συνταγματάρχη Νικόλαο Ζορμπά, στασίασαν ζητώντας την παραίτηση της Κυβέρνησης και την λήψη μέτρων. Η επανάσταση βρήκε ευρεία απήχηση στο λαό. 2 Η εφημερίδα «Ακρόπολις» έγραφε για «μία Ειρηνική Επανάσταση, που με το εγερτήριο σάλπισμά της απηχούσε τις ελπίδες για ένα καλύτερο μέλλον, για μία νέα Ελλάδα, την εκμηδένιση των παλιών τζακιών, την αναδιοργάνωση της εθνικής οικονομίας, την καλυτέρευση της θέσης των εργαζομένων …» Στην Διακήρυξή του (προς τον Βασιλέα, την Κυβέρνηση και τον λαό) ο Στρατιωτικός Σύνδεσμος τόνιζε τα εξής: «Η πατρίδα μας βρίσκεται κάτω από δυσχερέστατες περιστάσεις, και το επίσημο Κράτος, ταπεινωμένο και υβριζόμενο, αδυνατεί να υπερασπιστεί τα δίκαιά του. Ο Ελληνισμός πονάει για την κατάσταση αυτή και απαιτεί τη λήψη άμεσων μέτρων για να μην κινδυνέψουμε ξανά στο μέλλον. Άλλωστε, όπως μας λένε και οι ξένοι ακόμη, το Έθνος μας δεν θα είχε υποστεί αυτούς τους εξευτελισμούς αν είχαμε φροντίσει για την άμυνά μας … Ο Στρατιωτικός Σύνδεσμος δεν επιδιώκει την κατάργηση της Δυναστείας ή την αντικατάσταση του Βασιλέα … ούτε επιθυμεί να εγκαθιδρύσει απολυταρχία ή στρατοκρατία ή να θίξει το Συνταγματικό Πολίτευμα, διότι οι Αξιωματικοί είναι και αυτοί πολίτες και έχουν ορκιστεί την τήρηση του Συντάγματος … Ο Στρατιωτικός Σύνδεσμος ποθεί να υψωθεί η θρησκεία μας στον ιερό προορισμό της, να καταστεί ικανή και έντιμη η Διοίκηση της Χώρας, η Δικαιοσύνη να απονέμεται γρήγορα και αμερόληπτα προς όλους τους πολίτες χωρίς διακρίσεις, η Εκπαίδευση να καλύπτει τις ανάγκες της ζωής του λαού και της άμυνας της Χώρας, να εξασφαλίζεται η ζωή, η τιμή και η περιουσία των πολιτών, και τέλος να ανορθωθούν τα οικονομικά, παίρνοντας μέτρα για νοικοκυρεμένη ρύθμιση των εσόδων και εξόδων του Κράτους, ώστε αφ’ ενός να ανακουφιστεί ο Ελληνικός λαός από τους αβάσταχτους φόρους, οι οποίοι σπαταλώνται για την διατήρηση πολυτελών και περιττών υπηρεσιών και υπαλλήλων, για χάρη των απαίσιων πελατειακών σχέσεων, και αφ’ ετέρου να οριστούν ακριβώς τα όρια μέσα στα οποία επιτρέπεται να αυξηθούν οι δαπάνες για την άμυνα και την διατήρηση ενός αξιόμαχου Στρατού τον καιρό της ειρήνης ...» Σας θυμίζει κάτι; Το κίνημα των Νεοτούρκων, που μετά την επανάσταση του 1908 ανέλαβε την εξουσία στην 1

Όλες οι ημερομηνίες στο βιβλίο αυτό βαδίζουν με το παλαιό Ημερολόγιο. Για την εύρεση της αντιστοιχίας με το σημερινό πρέπει να προστίθενται 13 ημέρες. Για παράδειγμα, η 10η Δεκεμβρίου του παλαιού αντιστοιχεί με την 23η Δεκεμβρίου του νέου Ημερολογίου. 2 Το κείμενο της εποχής έχει αποδοθεί στην σημερινή καθομιλουμένη. Σκέφτηκα να μην σας «βάλω» στην καθαρεύουσα από τις πρώτες σελίδες … Άλλωστε, τα όσα γράφονταν τότε, εξακολουθούν σε μεγάλο βαθμό να ισχύουν και σήμερα, οπότε καλύτερα να τα λέμε όσο πιο απλά γίνεται Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 13

Οθωμανική Αυτοκρατορία, παρά τις εξαγγελίες του για φιλελεύθερες μεταρρυθμίσεις, όχι μόνο δεν τήρησε τους όρους της Συνθήκης του Βερολίνου (1878), αλλά αντίθετα ασκούσε πιο έντονη καταπίεση στις μειονότητες. Τα σύννεφα που συσσωρεύονταν στα Βαλκάνια, με την έξαρση των εθνικισμών και τον ανταγωνισμό των Μεγάλων Δυνάμεων, οδηγούσαν ραγδαία σε οξύτητα. Έτσι τα Βαλκανικά κράτη, για να υποστηρίξουν τα δικαιώματα των ομοεθνών τους που βρίσκονταν στα εδάφη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, συμμάχησαν μεταξύ τους. Στις 29-2-1912 η Βουλγαρία, που είχε τότε τον πιο ισχυρό Στρατό αλλά και τις 3 μεγαλύτερες βλέψεις , συμμάχησε με τη Σερβία και τον Σεπτέμβριο του 1912 με το Μαυροβούνιο. Η Συμμαχία, που στρεφόταν άμεσα κατά της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, είχε στόχο τα Ευρωπαϊκά εδάφη της. Στην Ελλάδα, μετά από μια περίοδο πολιτικής αστάθειας που ακολούθησε το κίνημα του 1909, είχε σχηματιστεί μια ισχυρή Κυβέρνηση υπό τον Ελευθέριο Βενιζέλο, ο οποίος σε συνεργασία με τον Βασιλιά Γεώργιο χειριζόταν και τα θέματα εξωτερικής πολιτικής. Η Ελλάδα έδειξε αρχικά να αιφνιδιάζεται από την Βαλκανική (σλαβική) συμμαχία, αλλά αντιλήφθηκε πλήρως τη σημασία της. 4 Ο Ελευθέριος Βενιζέλος , θεωρώντας ότι αν ξεσπούσε πόλεμος χωρίς Ελληνική συμμετοχή θα χανόταν για πάντα η δυνατότητα να υλοποιηθούν οι διεκδικήσεις μας στη Μακεδονία και τη Θράκη, υπέγραψε στις 16 Μαΐου 1912 αμυντική συμφωνία με τη Βουλγαρία και στις 22 Σεπτεμβρίου Στρατιωτική Σύμβαση. Δημιουργήθηκε έτσι ένα σημαντικό πολεμικό δυναμικό, 5 έτοιμο να αντιμετωπίσει την Οθωμανική Αυτοκρατορία . Οι αφορμές για την Βαλκανική σύγκρουση δεν άργησαν να δοθούν, όταν οι Οθωμανικές Αρχές προέβησαν σε σφαγές Χριστιανών στην Σερβική πόλη Κότσανα, ενώ και στην Αλβανία η κατάσταση ήταν έκρυθμη. Οι Βαλκάνιοι σύμμαχοι ετοιμάστηκαν για πόλεμο, αδιαφορώντας για τις προσπάθειες αποτροπής του πολέμου που έγιναν από το σύνολο των Ευρωπαϊκών Δυνάμεων. Στις 25 Σεπτεμβρίου το Μαυροβούνιο κήρυξε τον πόλεμο στην Τουρκία, ενώ στις 30 Σεπτεμβρίου οι Πρεσβευτές της Βουλγαρίας, Ελλάδας και Σερβίας στην Κωνσταντινούπολη επέδωσαν κοινή τελεσιγραφική Διακοίνωση στην Πύλη, ζητώντας ανάκληση της Τουρκικής επιστράτευσης, διοικητικές μεταρρυθμίσεις, αυτονομία των εθνοτήτων της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας κλπ. Η Διακοίνωση θεωρήθηκε από την Τουρκία ως «θρασεία απόπειρα επεμβάσεως εις τας εσωτερικάς υποθέσεις της Αυτοκρατορίας και ανάξια απαντήσεως». Στις 4 Οκτωβρίου 1912 Έλληνες, Σέρβοι 6 και Βούλγαροι κήρυξαν τον Πόλεμο και άρχισαν οι εχθροπραξίες, με τον Βουλγαρικό στρατό να

3

(και την στήριξη της Ρωσικής διπλωματίας που προωθούσε την ιδεολογία του Πανσλαβισμού) (1864-1936, Πρωθυπουργός της Ελλάδας τα έτη 1910-1915, 1916-1920, 1924, 1928-1932, 1933) 5 Σύμφωνα με τον Σέρβο Ιστορικό Δ. Τζώρτζεβιτς: «… με τις συνεννοήσεις αυτές δημιουργήθηκε η ρεαλιστική βάση για να πραγματοποιήσουν τα Βαλκανικά Κράτη το έργο της απελευθέρωσης της βαλκανικής περιοχής από την Τουρκική κυριαρχία…» 6 Είναι χαρακτηριστικό ότι η Τουρκία απάντησε με κήρυξη πολέμου κατά της Σερβίας και Βουλγαρίας, αλλά όχι κατά της Ελλάδας, την ουδετερότητα της οποίας επιθυμούσε διακαώς, φοβούμενη τον Στόλο μας. 4

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 14

επιχειρεί προς την Ανατολική Θράκη, τον Σερβικό προς τα Σκόπια και το Μοναστήρι και τον Ελληνικό προς τη Μακεδονία και την Ήπειρο. Η Ελλάδα, μετά τον «ατυχή» πόλεμο του 1897 και κυρίως μετά το κίνημα του «Στρατιωτικού Συνδέσμου» το 1909, οργάνωσε το Στρατό της σε νέες βάσεις και εφοδιάστηκε με υπερσύγχρονο 7 πολεμικό υλικό . Τέθηκε ταυτόχρονα σε εφαρμογή και πρόγραμμα εκσυγχρονισμού του Στόλου, με αποκορύφωμα την αγορά του Θωρηκτού «Αβέρωφ» και συγχρόνως βελτιώθηκε με πολύ 8 γρήγορους ρυθμούς η στρατιωτική εκπαίδευση, με την άφιξη ξένων αποστολών . Στη τιτάνια αυτή προσπάθεια, που απορροφούσε πάνω από 20% του Κρατικού Προϋπολογισμού, ο Ελληνικός Στρατός, πέρα από την ένθερμη συμπαράσταση ολόκληρου του Ελληνικού Λαού, είχε και την ενεργή συμμετοχή των αλύτρωτων ακόμη αδελφών μας, αλλά και πολλών φιλελλήνων του 9 εξωτερικού και Κρητών εθελοντών , που κατά χιλιάδες συνέρρεαν και ενίσχυαν τον αγώνα. Τα πατριωτικά κηρύγματα είχαν διαποτίσει τις ψυχές όλων των Ελλήνων και είχαν ανάψει στα στήθη της νεολαίας την ορμή για αγώνα Η γενική επιστράτευση που κηρύχθηκε στις 17 Σεπτεμβρίου έγινε υποδειγματικά και σε κλίμα ενθουσιασμού απο όλους τους Έλληνες, που προσέρχονταν αθρόα και αυθόρμητα, με πίστη στον σκοπό του Αγώνα. Να σημειωθεί η εθελοντική συμμετοχή 6.500 Ελλήνων από την Κρήτη , 500 εθελοντών από την Ήπειρο, πολλών άλλων από την Μακεδονία, την Κύπρο (1.500 εθελοντές, ανάμεσα τους ο μετέπειτα Αρχιεπίσκοπος Κύπρου Μακάριος, ο Μητροπολίτης Μελέτιος και ο 40χρονος Δήμαρχος Λεμεσού Χριστόδουλος Σώζος που σκοτώθηκε στη Μανωλιάσσα), την Αίγυπτο, αλλά και πολλών μεταναστών από την μακρινή Αμερική. Συγκινητική ήταν και η συμμετοχή των Ευρωπαίων «ερυθροχιτώνων» που σύστησαν το σώμα των «Γαριβαλδινών» υπό τον Ιταλό φιλέλληνα Στρατηγό Ριτσιότι Γκαριμπάλντι. Έτσι τελικά, η επιστράτευση απέδωσε δύναμη μεγαλύτερη από την προβλεπόμενη, πάνω από 130.000 άνδρες 10 με 216 Πυροβόλα . Οι Δυνάμεις αυτές χωρίστηκαν στα δύο: Ο κύριος όγκος αποτέλεσε τον «Στρατό Θεσσαλίας», με στόχο την Μακεδονία, και το υπόλοιπο μέρος τον «Στρατό Ηπείρου». Στη Στρατιά της Θεσσαλίας, Αρχηγός ορίστηκε ο Διάδοχος Κωνσταντίνος, ενώ στη Στρατιά της Ηπείρου ο Αντιστράτηγος Κ. Σαπουντζάκης. Την Στρατιά της Θεσσαλίας αποτελούσαν 7 Μεραρχίες, με Διοικητές τους η η η η Υποστράτηγους Εμ. Μανουσογιαννάκη (1 ), Κ. Καλλάρη (2 ), Κ Δαμιανό (3 ), Κ. Μοσχόπουλο (4 ) η η και τους Συνταγματάρχες Δ. Ματθαιόπουλο (5 ), Κ. Μηλιώτη-Κομνηνό (6 ) και Κλεομένη η Κλεομένους (7 ). Τη Στρατιά συνόδευαν ένα ανεξάρτητο σώμα Ευζώνων υπό τη διοίκηση του Συνταγματάρχη Στ. Γεννάδη, μια ανεξάρτητη Ταξιαρχία Ιππικού υπό τον Υποστράτηγο Αλ. Σούτσο, το Σώμα των Γεφυροποιών, Υγειονομικές Υπηρεσίες κλπ. Οι μονάδες συμπληρώθηκαν στον προβλεπόμενο χρόνο και μεταφέρθηκαν στα τότε Ελληνοτουρκικά σύνορα, όπου τέθηκαν υπό της διαταγές του Αρχιστρατήγου και του Επιτελείου του (Υποστράτηγος Παναγιώτης Δαγκλής, Αντισυνταγματάρχης Βίκτωρ Δούσμανης, Λοχαγοί Ιωάννης Μεταξάς και Ξενοφών Στρατηγός). Η Στρατιά Θεσσαλίας είχε δύναμη 100.000 περίπου ανδρών, οργανωμένων σε 63 Τάγματα Πεζικού

7

(Ο αναγνώστης μπορεί να βρει πληροφορίες για τον εκσυγχρονισμό του Στρατού στο «Παράρτημα») (Γαλλικής για τον Στρατό, Βρετανικής για το Ναυτικό) 9 Η Κρήτη δεν είχε ενωθεί ακόμη 10 Χάρη στις προετοιμασίες που είχαν γίνει, οι στρατιωτικές αποθήκες βρέθηκαν γεμάτες από οπλισμό και εφόδια για τις ανάγκες στρατού 200.000 ανδρών. Τελικά ο Ελληνικός Στρατός που κινητοποιήθηκε τον Οκτώβριο του 1912 έφθανε τους 148.000 άνδρες (ΓΕΣ, Επίτομη ιστορία των βαλκανικών πολέμων 1912-1913, Αθήνα 1987, σελ. 14) 8

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 15

11

με 32 Πυροβολαρχίες. Ο απέναντί της Τουρκικός Στρατός ανερχόταν σε 35.000 άνδρες, με 43 Τάγματα Πεζικού και 35 Πυροβολαρχίες. Οι Τούρκοι είχαν επιλέξει να μην ενισχύσουν αποφασιστικά το Ελληνικό μέτωπο, αφού πίστευαν ότι οι Έλληνες δεν ήταν η βασική απειλή. Ο κύριος όγκος του Τουρκικού στρατού παρατάχθηκε ενάντια στην Βουλγαρία για να μην κινδυνεύσει η Κωνσταντινούπολη. ης

Το πρωινό της 5 Οκτωβρίου τα Ελληνικά στρατεύματα πέρασαν τα σύνορα χωρίς να συναντήσουν σοβαρή αντίσταση και στις 6 Οκτωβρίου απελευθέρωσαν την Ελασσώνα και τη Δεσκάτη. Οι Τούρκοι αποσύρθηκαν προς τα στενά του Σαρανταπόρου, όπου είχαν την ελπίδα ότι θα μπορούσαν να αντισταθούν, σε αυτή την ισχυρά οργανωμένη τοποθεσία. Όμως, μετά από σκληρές μάχες στις 9 και 10 Οκτωβρίου, ο Στρατός μας κυρίευσε τα Στενά και στη συνέχεια ελευθέρωσε τα Σέρβια και την Κοζάνη. Προχωρώντας ορμητικά, η Στρατιά συνέτριψε στις 20 Οκτωβρίου τον εχθρό στα Γιαννιτσά, παρά την ισχυρή του αντίσταση, και οι Τούρκοι υποχώρησαν η η στη Θεσσαλονίκη, που παραδόθηκε την 26 προς 27 Οκτωβρίου. Μέσα σε 21 μόνο μέρες, η Στρατιά διένυσε 350 σχεδόν χιλιόμετρα, περνώντας από βουνά και έλη, με κρύο και κακοκαιρία. Στη συνέχεια, το βάρος έπεσε στη Δυτική Μακεδονία και στη συνέχεια στο μέτωπο της Ηπείρου. Στις 21 Φεβρουαρίου του 1913 ελευθερώθηκαν τα Γιάννινα και ως τον Μάρτιο όλη η υπόλοιπη Ήπειρος. Αξιοσημείωτη είναι η δράση του Ελληνικού Ναυτικού, που αποτελούσε τη μόνη σοβαρή ναυτική δύναμη της Συμμαχίας. Ενώ ο Στρατός ελευθέρωνε την Μακεδονία, ο Στόλος με ηγέτη τον Ναύαρχο Παύλο Κουντουριώτη, κατέλαβε τη Λήμνο και στη συνέχεια όλα τα νησιά του βορειοανατολικού Αιγαίου, καθώς και τη Χαλκιδική, ενώ κατανίκησε και δύο φορές τον Τουρκικό Στόλο. Η Ελλάδα εξήλθε από τον πόλεμο σχεδόν διπλάσια σε έκταση και πληθυσμό, με αυξημένο διεθνές κύρος και έτοιμη για να πολεμήσει (και να νικήσει) και στον δεύτερο Βαλκανικό Πόλεμο που ακολούθησε.

(Τα σύνορα της Ελλάδας μετά τον πρώτο Βαλκανικό Πόλεμο)

11

(Στην Θεσσαλία μόνο. Ο αριθμός δεν περιλαμβάνει τις Τουρκικές δυνάμεις στην Ήπειρο ή αλλού) Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 16

Η μεγαλύτερη χαρά … πληρότητα … «Και εσείς πώς νοιώσατε τότε;» ρώτησε ο δημοσιογράφος, τον υπερήλικα παππού που είχε απέναντί του. Εκείνος, ανακάθησε, έβγαλε με μία αργή κίνηση τα πρεσβυωπικά γυαλιά του και με το άλλο χέρι έστρωσε τα μαλλιά του. Το πρόσωπό του έλαμψε … Οι ρυτίδες φάνηκαν να σβήνουν προς στιγμή, το δέρμα έγινε πιο λαμπερό, το πρόσωπο απέκτησε μια απέραντη γλύκα, τα ασημένια μαλλιά ανέμισαν στο απαλό αεράκι, αλλά τη μεγαλύτερη εντύπωση έκαναν τα μάτια του. Αυτά τα μάτια, που είχαν δει τόσα γεγονότα, έδειξαν ξαφνικά σαν μάτια εικοσάρη … και πρώτη φορά ο δημοσιογράφος πρόσεξε το βαθύ καφέ χρώμα τους … «Δεν μπορώ να στο περιγράψω παλληκάρι μου … ποτέ δεν είχα νοιώσει τόση χαρά και τόση υπερηφάνεια … πώς να στο πω … ποτέ δεν είχα νοιώσει … ούτε ένοιωσα ποτέ μου από τότε … τόσο γεμάτος … τέτοια πληρότητα …» απάντησε ο ενενηντατριάχρονος.

Ο δημοσιογράφος δεν μπορούσε να νοιώσει αυτό το αίσθημα, ούτε κατάλαβε τι ένοιωθε ο παππούς. Ένοιωσε όμως πως δεν χρειαζόταν να κάνει άλλη ερώτηση. Κατάλαβε ότι στις λέξεις αυτές ήταν κλεισμένα όλα όσα είχε αισθανθεί, όλα όσα μπορούσε να πει ο ήρωας του ’12-13, περιγράφοντας την στιγμή που ενώ παρέλαυνε στα ελευθερωμένα Γιάννενα, νέος και στητός πάνω στο άλογό του, έσκυψε να πιάσει τα λουλούδια που του πρόσφερε μια κοπελιά με δακρυσμένα μάτια και κόκκινα ντροπαλά μάγουλα … ή

Το συνεργείο της ΕΡΤ ολοκλήρωσε τη δουλειά του, το ρεπορτάζ για την 70 επέτειο της απελευθέρωσης της πόλης θα ήταν υπέροχο … Αλλά ο δημοσιογράφος είχε μία ακόμη ιδέα. Ζήτησε από τον οπερατέρ να ανάψει ξανά την κάμερα και με το φυσικό φως του απομεσήμερου να πάρει ένα ακόμη πλάνο του παππού με τον τρίχρονο δισέγγονό του τον Μίλτο, που στο μεταξύ είχε σκαρφαλώσει στα γόνατά του. Το ηρωικό παρελθόν και το μέλλον της Πατρίδας, αγκαλιά, χαμογελαστοί κι οι δυο μπροστά στο φακό … να μία τέλεια εικόνα για κλείσιμο …

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 17

Εισαγωγή (Του δημοσιογράφου Σαράντη Φωτόπουλου12) ή

Όταν στις αρχές του 1983 μου ανέθεσαν από την ΕΡΤ να κάνω ένα ρεπορτάζ για την 70 επέτειο της απελευθέρωσης των Ιωαννίνων, με συνεντεύξεις από ανθρώπους που έζησαν τα γεγονότα, πρέπει να είχαν ακούσει για τη σχέση μου με την «παρέα του Τσίτα». Το ρεπορτάζ έγινε και ήταν καταπληκτικό, αυτό τουλάχιστον δήλωναν όλοι όσοι το είδαν. Έλαβα εκατοντάδες συγχαρητήριες επιστολές, από επώνυμους αλλά και απλούς ανθρώπους. Οι πιο σημαντικές ήταν αυτές που έλαβα από παλιούς πολεμιστές του ’12-13. Επεδίωξα να γνωρίσω από κοντά μερικούς από αυτούς, επεκτείνοντας έτσι τον κύκλο της «παρέας του Τσίτα», με σκοπό να φτιάξω ένα ντοκυμαντέρ, που να διηγείται τις εμπειρίες και τα κατορθώματά τους. Αλλά ενώ εγώ στόχευα στα συναισθήματά τους, στην υποκειμενική αντίληψή τους για τα γεγονότα, διαπίστωνα ότι κάθε φορά που μιλούσα μαζί τους ήταν σαν να μιλούσα όχι σε πρωταγωνιστές αλλά σε δημοσιογράφους που κατέγραφαν τι συνέβαινε γύρω τους. Οι διηγήσεις τους δεν ήταν «ιστορίες» αλλά η ίδια «η Ιστορία». Αλλά ας ξεκινήσω από την αρχή: Από την «παρέα του Τσίτα». Το 1978, φοιτητής ακόμη, γνώρισα τον Αριστείδη Ζέρβα, που ήταν φίλος του παππού μου, αλλά και μακρινός συγγενής της γιαγιάς μου. Ο Ζέρβας είχε πολεμήσει, όπως και ο παππούς μου, σε όλους τους πολέμους από το 1912 ως ο το 1922. Αν και ήταν και οι δύο από την Καλαμάτα και συνυπηρέτησαν στο 9 Σύνταγμα Πεζικού, γνωρίστηκαν στην Ήπειρο, στην πολιορκία του Μπιζανίου, και η φιλία τους κράτησε για μια ζωή. Στα ταραγμένα εκείνα χρόνια, όπως και στους πολέμους που ακολούθησαν, οι δυο τους είχαν γνωριστεί επίσης με τον Νικήτα Μαύρο, τον Μιχάλη Σαλαχώρη, τον Λεωνίδα Παπαχρήστου, τον Θεμιστοκλή Οικονόμου, τον Θωμά Φαρμάκη, τον Γιώργο Γιαννόπουλο, τον Πέτρο Βρυζάκη, τον Σπύρο Μελά, τη Νικολέττα Παπαλάμπρου και άλλους. Αργότερα χάθηκαν, και βρέθηκαν ξανά 13 συμπτωματικά το 1932, στο Καφενείο του Τσίτα που ήταν τότε «της μόδας». Και επειδή οι περισσότεροι είχαν συμμετάσχει στην απελευθέρωση των Ιωαννίνων, συμφώνησαν να ξαναβρεθούν τον επόμενο χρόνο, στις 21-2-1933, στο ίδιο μέρος, 20 χρόνια μετά την απελευθέρωση των Ιωαννίνων και να πιουν μαζί ένα μπουκάλι κονιάκ. Βρέθηκαν πράγματι και ήταν όλοι οι παλιοί συμπολεμιστές τους στο ραντεβού. Αλλά το κονιάκ δεν το ήπιαν … Παρασύρθηκαν από τους χυμούς, τα «εσπρέσσο» και τις σοκολατίνες. Και ο Σαλαχώρης, που είχε έρθει επί τούτου από την Κύπρο, είχε μια ιδέα. Κάθε τρία χρόνια την ίδια μέρα, να συναντιούνται και να κάνουν «προσκλητήριο» στου Τσίτα. Δέχτηκαν μάλιστα ότι όποιος είχε δυσκολία να είναι παρών στο «προσκλητήριο» θα έπρεπε να ενημερώνει εγκαίρως, στέλνο12

(Ο φανταστικός κεντρικός «ήρωας» και «συγγραφέας» του παρόντος Ιστοριογραφήματος) Το Ζαχαροπλαστείο «Τσίτας», ένα από τα σημαντικότερα της Αθήνας του Μεσοπολέμου, ιδρύθηκε το 1888 από τους Ευάγγελο Γ. Γερακάκη και Κώστα Τσίτα (αδερφό του Γιώργου Τσίτα που ήταν 2ος Ολυμπιονίκης το 1896 στην Ελληνορωμαϊκή και του Αντώνη Τσίτα, 2ου Ολυμπιονίκη στη διελκυστίνδα στους Μεσοολυμπιακούς του 1906). Αρχικά λειτούργησε στην οδό Σταδίου και το 1906 μεταφέρθηκε σε ιδιόκτητο κτίριο στην οδό Πανεπιστημίου 43, απέναντι από την Εθνική Βιβλιοθήκη, όπου και λειτούργησε έως το 1968, αποτελώντας συνηθισμένη στάση των Αθηναίων για καφέ, φαγητό και ποτό. Ο τεχνολογικός εξοπλισμός του ήταν πρωτοποριακός για την εποχή: μηχανές εσπρέσσο, μηχανές ζυμώματος, μπλέντερ για φυσικούς χυμούς (το 1960 έφτιαχνε για πρώτη φορά στην Ελλάδα και τσιπς). Στην καλύτερή του εποχή το κατάστημα απασχολούσε 180 άτομα. Κατά τη διάρκεια της Κατοχής, η επιχείρηση συμμετείχε ενεργά προσφέροντας συσσίτια προς τους λιμοκτονούντες Αθηναίους, υποστηρίζοντας ταυτόχρονα τις οικογένειες των εργαζομένων σε αυτήν, καθώς και αγωνιστές της Αντίστασης. Μετά την απελευθέρωση, η επιχείρηση ξαναστήθηκε από την οικογένεια Γερακάκη, με δάνεια και πολλούς κόπους. Δυστυχώς, ατυχή γεγονότα οδήγησαν στο κλείσιμο το έτος 1968. Σήμερα, στη θέση του, σε κτίριο που κτίσθηκε το 1975, στεγάζονται γραφεία της Alpha Bank. 13

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 18

ντας τηλεγράφημα στον ίδιο τον Τσίτα, για να μην θεωρηθεί «αδικαιολογήτως απών»! Υπήρχε όμως και το κονιάκ, ένα μπουκάλι «Remy Martin» που είχε φέρει μαζί του ο Μαύρος, που τότε είχε Φαρμακείο στην Αθήνα. Η απόφαση γι’ αυτό ήταν η εξής: Να το αφήσουν «κάβα» στον Τσίτα και να το πιουν «εις τύπον μνημοσύνου» μέχρι τελευταίας σταγόνας οι δύο τελευταίοι της παρέας, που φυσιολογικά θα μίκραινε με το πέρασμα του χρόνου. Την ίδια μέρα μάλιστα, ο παππούς 14 κατέβηκε στου Γιουσουρούμ όπου βρήκε δύο ωραία κρυστάλλινα ποτήρια του κονιάκ, έναν μαραγκό που έφτιαξε ένα ξύλινο κουτί με θέσεις για το μπουκάλι και τα δύο ποτήρια και έναν ταπετσέρη που έντυσε το κουτί με μπλε βελούδο εξωτερικά και λευκό μεταξωτό ύφασμα εσωτερικά. Η συνάντηση επαναλήφθηκε το 1936 και το 1939, αλλά και το 1942 στην κατεχόμενη Αθήνα, και μέχρι το 1966 το κονιάκ υπήρχε και συνέχιζε να παλιώνει κανονικά, αλλά τα μέλη της παρέας ήταν ακόμη πάνω από δύο. Όμως το 1968 ο «Τσίτας» έκλεισε και το μπουκάλι που είχε γλυτώσει από 15 τη δίψα των Γερμανών είχε εξαφανιστεί … Άραγε ποιος σερβιτόρος, δικαστικός επιμελητής ή ποιος άλλος να χάρηκε το περιεχόμενό του, που μετά από τόσα χρόνια θα είχε γίνει νέκταρ … Κρίμα γιατί θα το έπιναν ο Ζέρβας με τον παππού μου, σαν τελευταίοι της παρέας … Συγχωρείστε με για το χρόνο που σας έφαγα με την ιστορία του μπουκαλιού, πάω ξανά στο 1978, τότε που ο παππούς με σύστησε στον Ζέρβα, στην Καλαμάτα. Καθόμασταν στα «Γαλάξια», αλλά δεν θα σας πω γι’ αυτά … Θα πω μόνο ότι είχα μαζί μου και ένα μαγνητόφωνο, και όσο περνούσαν τα χρόνια και τους ξανασυναντούσα, γέμισα πολλές κασέτες … για να μην πω για τις φωτοτυπίες που έβγαλα από δεκάδες εφημερίδες και φωτογραφίες της εποχής … Και κυρίως για τις σημειώσεις τους, σημειώσεις δικές τους αλλά και φίλων τους, της «περίφημης παρέας του Τσίτα» … που δεν ήταν απλές σημειώσεις αλλά εκθέσεις, γραμμένες σαν να ήθελαν μια μέρα να προστεθούν σε ένα βιβλίο. Το ντοκυμαντέρ δεν έγινε, προς μεγάλη στεναχώρια όλων, γιατί πριν τελειώσει το 1983 απολύθηκα από την ΕΡΤ … Την μεθεπόμενη χρονιά έφυγε πλήρης ημερών ο Ζέρβας, και το 1987 πήγε να τον συναντήσει κι ο παππούς. Πέρασαν τα χρόνια, έμπλεξα με ένα σωρό άλλα πράγματα, ώσπου πριν δύο χρόνια μου κόλλησε η σκέψη ότι πλησίαζε η 100ή επέτειος από την έναρξη των Βαλκανικών Πολέμων και δεν είχα κάνει τίποτα … Δεν ήμουν στην τηλεόραση πια, ούτε είχα σχέση με ταινίες, και έτσι έμενε μία μόνο λύση … Να γίνω συγγραφέας, να περιλάβω όλο αυτό το εκπληκτικό υλικό σε ένα βιβλίο. Η «πέννα» μου δεν ήταν και τόσο σπουδαία, όπως διαπίστωσα σύντομα, και έτσι το γράψιμο αργούσε. Μέχρι που σκέφτηκα ότι η λύση ήταν απλή: Δεν είχα παρά να βρω ένα κασετόφωνο και να αρχίσω ακούγοντας και καταγράφοντας τις μαγνητοφωνημένες διηγήσεις τους, προσθέτοντας και σχόλια από τις τότε εφημερίδες, προσθέτοντας ακόμη και ατόφια κεφάλαια, με βάση τα ημερολόγια, τις σημειώσεις και τις «εκθέσεις» τους … Αυτό ήταν!!! 14

(Μοναστηράκι) (χάρη στην διορατικότητα του ιδιοκτήτη που είχε γίνει μέλος της παρέας και φρόντισε να το κρύψει, θάβοντάς το στην αυλή του σπιτιού του, και αργότερα, όταν ανέλαβε η επόμενη γενιά, ανέθεσε την φύλαξή του στον Γεράσιμο Τσίτα) 15

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 19

Ο όγκος του υλικού ήταν μεγάλος, το μεγαλύτερο πρόβλημα ήταν στην επιλογή, τι να κρατήσω και τι να παραλείψω … Τελικά, το γράψιμο τελείωσε πριν λίγους μήνες. Πριν το δώσω για τύπωμα, ζήτησα από μερικούς φίλους να διαβάσουν το draft και να πουν τη γνώμη τους. Και ενώ ήλπιζα να ακούσω καμιά καλή κουβέντα για το «ιστοριογράφημά» μου, αυτοί μου είπαν ότι τους άρεσε πολύ το «μυθιστόρημά» μου … Και όμως, εγώ ιστορία και γεγονότα κατέγραψα και απλά τα έβαλα σε μια σειρά … δεν ξέρω γιατί οι φίλοι μου το νόμισαν για μυθιστόρημα … δεν υπήρχε ούτε ένα μυθικό πρόσωπο … Δεν είμαι συγγραφέας, δεν θεωρώ τον εαυτό μου ικανό για να γράψει μυθιστορήματα. Μία καταγραφή διηγήσεων και πραγματικών γεγονότων έκανα. Βέβαια, τα γεγονότα αυτά και οι πρωταγωνιστές τους, το μεγαλείο των κατορθωμάτων τους, κάνουν τις πράξεις τους να είναι ταυτόχρονα «ιστορικές» αλλά και «μυθικές». Λίγες μόνο πινελιές χρειάστηκε να προσθέσω εγώ, για να δεθούν σε μία ενιαία ιστορία … Αν και εσείς αναγνώστες μου το θεωρήσετε «μυθιστόρημα», σας λέω καθαρά «τι φταίει»: Είναι επειδή δεν γνωρίσατε την παρέα του «Τσίτα» … Καταγραφή διηγήσεων έκανα, χωρίς να προσθέσω σχεδόν τίποτα, πέρα από κάποια ιστορικά στοιχεία … Ακούς εκεί, να μου το πουν «μυθιστόρημα» …

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 20

Παρασκευή 5 του Οκτώβρη 1912 Η ένδειξη στο τηλεγράφημα ήταν «Μακεδονικόν Μέτωπον». Αποστολέας ήταν ο Διάδοχος Κωνσταντίνος, παραλήπτης ο Βασιλέας Γεώργιος, ημερομηνία 5 Οκτωβρίου 1912. Την ίδια ώρα 16 που ο Υπασπιστής Υπηρεσίας Κυριάκος Κουρουμπλής, έτρεχε στους διαδρόμους των Ανακτόρων ζητωκραυγάζοντας, να δώσει στον Γεώργιο το τηλεγράφημα, εκείνος άκουγε ήδη τα νέα από τον Υπασπιστή του Διαδόχου Ζυμβρακάκη, που είχε ενημερωθεί από τον ίδιο τον Βενιζέλο: «Ο πόλεμος με την Τουρκίαν ήρχισεν». Συγκινημένος ο Βασιλιάς, έβγαλε από το συρτάρι του γραφείου του ένα ασημένιο νόμισμα, και «ασήμωσε» τον Ζυμβρακάκη για τα καλά νέα. η

17

Την προηγούμενη νύχτα, στην 4 Μεραρχία που ήταν καταυλισμένη στο Βλοχό , ένα μικρό χωριό 18 κοντά στα σύνορα , έφτασε από το Γενικό Στρατηγείο η πρώτη Διαταγή Επιχειρήσεων. Επί τέλους. Τέρμα πια οι φήμες που σάρωναν το στρατόπεδο. Φήμες που είχαν γίνει πιο έντονες, ης ου όταν το πρωί της 4 , στην επιθεώρηση του 9 Συντάγματος, ο Μέραρχος Μοσχόπουλος έβγαλε ένα σύντομο λόγο στους άντρες, λέγοντας «ευρισκόμεθα εις τας παραμονάς μεγάλων γεγονότων, κατά τα οποία η Πατρίς θ’ απήτει από τα τέκνα της πιστήν και εύορκον εκπλήρωσιν των καθηκόντων των». Αυτή η «πιστή και εύορκος εκπλήρωσις» έκανε τον γύρο του καταυλισμού με ταχύτητα φωτός. «Ημείς θα του κπληρώσουμι κι οι Τούρκοι θα πληρώσουνι τα κρίματά τς» είπε ένας Λοχίας του Ευζωνικού, και το έξυπνο λογοπαίγνιο έφτασε στα αυτιά όλων. Το μεσημέρι, την ώρα του συσσιτίου, κρέας βραστό με ρύζι, θαρρείς και είχε ανοίξει η όρεξη ολωνών. «Τάτατα τατό … τάτατα τατό» κάλεσε η σάλπιγγα για το γεύμα … «Άιντε παιδιά, ετοιμαστείτε για συσσίτιο» φώναξε ο Επιλοχίας, «έχει κρέας απόψε που δεν το φάγατε ούτε στο σπίτι σας». «Έχει και κρασί κυρ Επιλοχία;» «Όχι, σαμπάνια έχει για την εξοχότητά σου Μπρεζεράκο, επειδή το κρασί σε πειράζει» «Τάτατα τατό … τάτατα τατό» «Εμπρός λοιπόν τι κάθεστε; Ποια Διμοιρία έχει σήμερα σειρά;» «Η τρίτη κυρ Επιλοχία» «Όχι η πρώτη …» «Πάλι η πρώτη, εμείς έχουμε ένα μήνα να πάρουμε πρώτοι συσσίτιο, η τρίτη έχει σειρά κύριε Επιλοχία …» «Αφού μαλώνετε, θα πάρει η δευτέρα … εμπρός ο Διμοιρίτης της δευτέρας να πάρει τους άντρες του» «Ζυγήτ’ επί δεξιά … κλίνατε επ’ αριστερά» «Όχι μπουλούκια μωρέ ζαγάρια, ένας ένας …» «Ηλιόπουλε ετοιμάζεσαι για φυλακή πάλι μου φαίνεται. Στη σειρά σου!» «Δεν έχω καραβάνα κυρ Επιλοχία» «Και τι έχεις εσύ μωρέ ζωντόβολο;»

16

(Τα Ανάκτορα ήταν τότε στο κτίριο που σήμερα στεγάζεται η Βουλή) (Βλοχός Νομού Καρδίτσας. Ο οικισμός, λίγα χιλιόμετρα νότια της Φαρκαδώνας, ανήκει σήμερα στον Δήμο Παλαμά) 18 (Είμαστε στο 1912 και τα σύνορα είναι ακόμη στη Θεσσαλία) 17

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 21

«Έχω ένα μάνλιχερ που ξαπλώνει Τούρκο από χίλια μέτρα, δώσε μας τη διαταγή κυρ Επιλοχία όταν έρθει η ώρα και θα βρω και καραβάνα και παγούρι με ρακί …» «Άιντε βρε χαλάλι σου, έχε χάρη που είσαι καλός στο σημάδι, πέρνα μπροστά» και με τις επευφημίες της Διμοιρίας ο Ηλιόπουλος σερβίρεται με … στυλ, σε ένα τσίγκινο πιάτο που με μία κίνηση ταχυδακτυλουργική έβγαλε μέσα από το χιτώνιο. «Δημήτρη, τις ψείρες διώξε, μη σου φάνε αυτές το φαγητό» τον πείραξε το φιλαράκι του ο Ζωντανός. «Τις ταΐζω κι αυτές, νάναι χορτάτες, να μην τρώνε εμένα». Ο Έλληνας στρατιώτης … πάντα έτοιμος για αταξίες, πάντα έτοιμος για αστεία, πάντα έτοιμος να καυγαδίσει με τους διπλανούς του, αλλά πάντα γεμάτος αγάπη πραγματική για αυτούς και πάντα έτοιμος να συμφιλιωθεί. Και τώρα αστειευόταν, μια μέρα πριν αρχίσουν οι μάχες. Με κουβέντα, καλαμπούρια, αλλά και καθάρισμα των όπλων, ακόνισμα των λογχών και τακτοποίο ηση του γυλιού πέρασε το απόγευμα, και η νύχτα ήρθε να διώξει την ένταση, ρίχνοντας το 9 Σύνταγμα σε ένα μακάριο ύπνο. Από την κήρυξη της Γενικής Επιστράτευσης στις 17 Σεπτεμβρίου, το Σύνταγμα ήταν συνεχώς σε κίνηση. Αφού ολοκλήρωσε την επιστράτευσή του και τον εφοδιασμό του, απέπλευσε από την Καλαμάτα στις 25 Σεπτεμβρίου 1912 με προορισμό τον Βόλο, με τα πλοία «ΕΡΥΣΣΟΣ», «ΑΡΓΟΛΙΣ», «ΜΥΚΑΛΗ» και «ΚΑΛΥΨΩ». Στις 28 κινήθηκε οδικά από τον Βόλο, 19 αρχικά προς το Βελεστίνο, στις 29 στη Χάλκη και στις 30 στο Πέτρινο και τον Άγιο Δημήτριο όπου καταυλίσθηκε προσωρινά, για να κινηθεί και πάλι στις 3 Οκτωβρίου προς τα χωριά του Κεραμιδιού και του Βλοχού Καρδίτσας. Αλλά τον νεαρό Ανθυπολοχαγό Αριστείδη Ζέρβα, δεν τον έπιανε ο ύπνος τη νύχτα εκείνη. Στο ταβερνάκι του χωριού, δίπλα στο Στρατηγείο, παρέα με δυο άλλους Ανθυπολοχαγούς και μερικούς Υπαξιωματικούς, τσούγκριζαν τα ποτήρια τους. «Άντε παιδιά και στην Πόλη, και στην Αγιά Σοφιά» «Δόθηκε τελεσίγραφο στην Τουρκία … η Κρήτη ενώθηκε … θα βαδίσουμε προς τη Θεσσαλονίκη … πρώτη στάση στα Σέρβια …» Και όλο φούντωνε η κουβέντα, όταν κατά τις 11, το μάτι τους πήρε τον νεαρό Ανθυπίλαρχο που έφτασε καλπάζοντας στο Στρατηγείο. Ξεπέζεψε σβέλτα από το άλογο, έδωσε τα χαλινάρια σε έναν Ιπποκόμο, και ανέβηκε τρέχοντας τα σκαλοπάτια του «κονακιού», που ήταν το κατάλυμα του Επιτελείου της Μεραρχίας. Με μιας φωτίστηκαν όλα τα παράθυρα, και όλοι σταμάτησαν προσπαθώντας να μαντέψουν τα όσα συνέβαιναν εκεί μέσα. «Τι γίνεται; Ξεκινάμε;» Στο μπαλκόνι βγήκε ένας Ίλαρχος, Μάνος το όνομά του, φωνάζοντας: «Λοχίας Υπηρεσίας !!!» «Διατάξτε !!!» ακούστηκε η απάντηση του Λοχία που βγήκε μπουσουλώντας από το αντίσκηνό του, στην αυλή της αγροικίας. «Να ετοιμαστούν αμέσως οι έφιπποι σύνδεσμοι» «Μάλιστα !» απάντησε η σκιά και έφυγε τρέχοντας. 19

(Λέγεται και «Χαλκιάδες». Το 1912 λεγόταν Μαϊμούλι και παλιότερα Μοϊμούς ή Μοϊμούρι) Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 22

Μέσα στην αγροικία, στην μεγάλη κάμαρα, ο Μέραρχος μελετούσε έναν χάρτη και το μυαλό του ήταν στις κινήσεις της επόμενης μέρας. Στο διπλανό δωμάτιο, ο Λοχαγός Δέδες ο Υπασπιστής του, υπαγόρευε σε πέντε αγουροξυπνημένους γραφείς, πέντε διαφορετικές Διαταγές, προς πέντε διαφορετικές μονάδες, χαμηλόφωνα, να μην ταράξει τις σκέψεις του Στρατηγού. Παραδίπλα, δυο άλλοι αξιωματικοί του Επιτελείου κοιτούσανε τις τελευταίες λεπτομέρειες. Ο ένας, τολμηρός και ορμητικός, ο Λοχαγός Σκαρπαλέζος. Ο άλλος, το «alter ego» του, ο Υπολοχαγός Καλογεράς, προσηλωμένος στις λεπτομέρειες που μερικές φορές είναι τόσο σημαντικές, σκεπτικός, διστακτικός, προσεκτικός. Και δίπλα τους, μορφή ήρεμη και εξισορροπητική, ο Επιτελάρχης της Μεραρχίας Αντισυνταγματάρχης Πίσσας. Χαμογελούσε ήρεμα, έχοντας εμπιστοσύνη και στους δύο, έχοντας πίστη στο Μέραρχο και στη Μεραρχία του, ότι αυτή τη φορά θα τα καταφέρουν σωστά. Ήξερε ότι τώρα ήταν έτοιμοι και προετοιμασμένοι, όχι σαν το 1897 που δεν είχαν ούτε ης ο ο οβίδες για τα κανόνια. Τα τρία Συντάγματα Πεζικού της 4 Μεραρχίας, το 8 του Ναυπλίου, το 9 ο της Καλαμάτας και το 11 της Τρίπολης, ετοιμοπόλεμα, θα ξεχυθούν από αύριο κυνηγώντας τους ο Τούρκους από τα ιερά χώματα. Τη δύναμη της Μεραρχίας συμπλήρωναν το 4 Σύνταγμα Πεδινού 20 ο ο ο Πυροβολικού που είχε έδρα στην Αθήνα, Διμοιρίες Πολυβόλων και το 10 , 11 και 12 21 Στρατολογικό Διαμέρισμα . Μετά από λίγη ώρα, πέντε σύνδεσμοι πήραν τους φακέλους με τις Διαταγές, έκαναν το σταυρό τους, σπηρούνισαν τα άλογα και χάθηκαν στο σκοτάδι. Ένα ασπρογάλαζο φως αναβόσβησε από τη μάντρα του κονακιού, ξαφνιάζοντας μερικούς στρατιώτες που είχαν πάει στο ποτάμι για νερό. «Τι είναι βρε παιδιά; Τι γίνεται;» «Ο οπτικός τηλέγραφος είναι βρε βόδι» ακούστηκε μια φωνή από το φως … ο Βελετάς που ήξερε από τέτοια … «Τραβάτε στη δουλειά σας» Μετά από λίγο, άλλο φως απάντησε από μια ράχη αντίκρυ. Πρώτες ώρες μετά τα μεσάνυχτα και όλος ο κάμπος του Βλοχού είχε γεμίσει φώτα, ανθρώπινες πυγολαμπίδες που διασταυρώνονταν μέσα στη νύχτα, τα φαναράκια των αξιωματικών και υπαξιωματικών που με βήμα γοργό πήγαιναν να ετοιμάσουν τους Λόχους και τις Διμοιρίες τους. «Αυτό ήταν παιδιά, ξεκινήσαμε και δεν μας σταματάει τίποτα» «Τι είναι ρε συνάδελφε; Έμαθες κάτι νεώτερο;» ο «Το 8 ξεκίνησε. Ένα Τάγμα διατάχθηκε να περάσει στο Τουρκικό έδαφος, στο Ελευθεροχώρι» 20

Που παρελήφθησαν τον Ιούλιο 1912 και έφθασαν στην Θεσσαλία μόλις στις 3 Οκτωβρίου (μέχρι να ολοκληρωθεί η εκπαίδευση των Διμοιριών Πολυβόλων σε αυτά) 21 Η 4η Μεραρχία είναι η νεότερη του «Τακτικού Στρατού», δεν έχει κλείσει ακόμη χρόνος από τη σύστασή της στις 13 Ιανουαρίου του 1912. Όπως και οι άλλες Μεραρχίες, είναι καλά εξοπλισμένη, με καινούργια ισχυρά πυροβόλα (πεδινά Schneider των 75 mm και ορειβατικά Schneider - Δαγκλή των 75 mm), καινούργια υδρόψυκτα πολυβόλα «Schwartzlose Μ.07» και επαναληπτικά τυφέκια «Mannlicher Schoenauer Y1903» (ειδικά σχεδιασμένα και τα δύο για τον Ε.Σ. σε διαμέτρημα 6.5Χ54 mm από τις Αυστρο-Ουγγρικές Schwartzlose και STEYR αντίστοιχα), Γαλλικά περίστροφα «Chamelot-Delvigne d'Οrdonnance Μ1873/1874» των 11 mm, καινούργιες στολές, μέσα διαβιβάσεως, μεταγωγικά, Μηχανικό και με πλήρη επάνδρωση, αποτέλεσμα της Γενικής Επιστράτευσης που κηρύχθηκε στις 17 Σεπτεμβρίου. Εδώ και μέρες, έχει πάρει τη θέση της στα αριστερά της Στρατιάς Θεσσαλίας, με Διοικητή τον Υποστράτηγο Κωνσταντίνο Μοσχόπουλο από την Κωνσταντινούπολη, έμπειρο Αξιωματικό, Λοχαγό Πυροβολικού και Διοικητή Πυροβολαρχίας στον πόλεμο του 1897. Τώρα, η 4η Μεραρχία είναι μέρος της Στρατιάς των 100.000 ανδρών, που έχει στόχο την απελευθέρωση της Μακεδονίας, κάτω από τις διαταγές του Αρχιστρατήγου Διαδόχου Κωνσταντίνου. Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 23

ου

«Και τι κάνουμε εμείς του 9 ; Εδώ θα καθόμαστε;» «Μη βιάζεσαι συνάδελφε, εμάς μας έχουν για πιο δύσκολα …» «Να σε φιλήσω μωρέ … Ζήτω το Έθνος !!!» «Ζήτω το Έθνος !!!» Τα κάρα της Εφοδιοπομπής κατέβηκαν κιόλας στο δημόσιο δρόμο, κατά τα Ορφανά, που ήταν δίπλα στη σιδηροδρομική γραμμή, για να παραλάβουν εφόδια. Τα μαστίγια που σχίζανε τον αέρα, ο θόρυβος από τις ρόδες, πνίγανε τις φωνές των βαθμοφόρων. Το Μηχανικό επί ποδός, 22 προσκλητήριο με φαναράκια μέσα στη νύχτα. Οι Ιππείς της Ημιλαρχίας του Μεραρχιακού Ιππικού σελώνανε τα άλογά τους. Σκοτάδι ακόμη, ακούστηκε η φωνή του Ιλάρχου: «Επί των ίππων !!!» Τυλιγμένος στη γούνα του, πάνω σε ένα ωραίο ψαρί άλογο, μπήκε επί κεφαλής της πορείας. «Ο Θεός μαζί σας» τους ξεπροβόδισε ένας Λοχίας, και το Μεραρχιακό Ιππικό έφυγε καλπάζοντας. Άρχισε ο πόλεμος … Με το παρακάτω άγγελμα του Βασιλέως Γεωργίου Α΄, με το οποίο κηρύχθηκε ο πόλεμος στον «προαιώνιο εχθρό» … «Προς τον λαόν μου, Αι ιεραί υποχρεώσεις προς την φιλτάτην πατρίδα, προς τους υποδούλους αδελφούς μας και προς την ανθρωπότητα επιβάλλουσιν εις το Κράτος, μετά την αποτυχίαν των ειρηνικών προσπαθειών του προς επίτευξιν και εξασφάλισιν των ανθρωπίνων δικαιωμάτων των υπό των Τουρκικόν ζυγόν Χριστιανών, όπως δια των όπλων θέση τέρμα εις την δυστυχίαν ην ούτοι υφίστανται από τόσων αιώνων. Η Ελλάς πάνοπλος μετά των συμμάχων αυτής, εμπνεομένων υπό των αυτών συναισθημάτων και συνδεομένων δια κοινών υποχρεώσεων, αναλαμβάνει τον ιερόν αγώνα του δικαίου και της ελευθερίας των καταδυναστευομένων λαών της Ανατολής. Ο κατά ξηράν και θάλασσαν στρατός ημών, εν πλήρει συναισθήσει του καθήκοντος αυτού προς το Έθνος και την Χριστιανοσύνην, μνήμων των εθνικών αυτού παραδόσεων και υπερήφανος δια την ηθικήν αυτού υπεροχήν κατ’ αξίαν, αποδύεται μετά πίστεως εις τον αγώνα όπως δια του τιμίου αυτού αίματος αποδώση την ελευθερίαν εις τους τυραννουμένους. Η Ελλάς, μετά των αδελφών συμμάχων κρατών, θα επιδιώξη πάση θυσία τον ιερόν αυτόν σκοπόν. Επικαλούμεθα δε την αρωγήν του Υψίστου εν τω δικαιωτάτω τούτω αγώνι του πολιτισμού και ανακράζομεν: Ζήτω η Ελλάς! Ζήτω το Έθνος! Αθήναι 5 Οκτωβρίου 1912

22

Με βάση τα σχέδια που είχαν εκπονηθεί πριν τον Πόλεμο, τα οποία προέβλεπαν αρκετή αυτονομία στις κινήσεις κάθε Μεραρχίας, καταργήθηκε το 2ο Σύνταγμα Ιππικού και οι 3 Ίλες του χωρίστηκαν σε 6 Ημιλαρχίες που μοιράστηκαν στις πρώτες 6 Μεραρχίες: Η 1η Ίλη στην 1η και 2η Μεραρχία, η 2η Ίλη στην 3η και 4η Μεραρχία και η 3η Ίλη στην 5η και 6η Μεραρχία. Με τον τρόπο αυτό, κάθε Μεραρχία απέκτησε σημαντικές και ικανές μονάδες Αναγνώρισης. (Η 4η Ίλη του 2ου Συντάγματος διατέθηκε στην Στρατιά Ηπείρου.) Ας σημειώσουμε επίσης ότι το 1ο και 3ο Σύνταγμα κράτησαν τους πιο μεγαλόσωμους ίππους (για επελάσεις που ποτέ δεν έγιναν), ενώ οι Ημιλαρχίες έλαβαν τους πιο μικρόσωμους. Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 24

ΓΕΩΡΓΙΟΣ Το Υπουργικός Συμβούλιον Ελευθέριος Βενιζέλος Λάμπρος Κορομηλάς Κωνσταντίνος Ρακτιβάν Εμμανουήλ Ρεπούλης Αλέξανδρος Διομήδης Ανδρέας Μιχαλακόπουλος»

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 25

Το βάπτισμα του πυρός (Διήγηση του Αριστείδη23) η

Το κρύο περόνιαζε τα κόκκαλα, καθώς, αξημέρωτα ακόμη, η 4 Μεραρχία κίνησε για τα σύνορα. Μια πολιτεία ολόκληρη από αντίσκηνα και τσαντήρια, Πυροβολαρχίες και μεταγωγικά, είχε μαζευτεί μέσα στη νύχτα, και στον κάμπο του Βλοχού βασίλευε τώρα σιωπή. Πέρα στο βάθος, μέσα στο θαμπό γλυκοχάραμα, μπορούσε κανείς να διακρίνει την επιβλητική φάλαγγα που βάδιζε προς τα βόρεια. Προχωρώντας μπροστά από τη Διμοιρία, για να με βλέπουν οι άντρες μου, συλλογιζόμουν το σπίτι μου, καθώς έβλεπα δεξιά κι αριστερά στην άκρη του χωριού τις κοπελιές με καλάθια γεμάτα φρούτα και ψωμί σταρένιο σε φέτες. Φίλευαν τους στρατιώτες και μας ξεπροβόδιζαν με δάκρυα στα μάτια. «Στο καλό λεβέντες … η Παναγιά μαζί σας …» Και ένας γέρος με ολόλευκα μαλλιά και γένια, στηριγμένος στη μαγκούρα του, έβγαλε το παλιό ψάθινο καπέλο του, το κούνησε στον αέρα κι άρχισε να φωνάζει στους στρατιώτες που περνούσαν μπροστά του: «Εμπρός παλληκάρια μου, εμπρός … καλύτερα μιας ώρας ελεύθερη ζωή, παρά σαράντα χρόνια σκλαβιά και φυλακή …» Μέχρι που βράχνιασε, αλλά συνέχιζε: «Εμπρός, εμπρός …» Θα ήταν η ώρα εννέα περίπου, ανεβαίνοντας το ύψωμα προς το Σταθμό των Πυραμίδων, όταν μπροστά μας φάνηκαν οι δύο εχθρικοί συνοριακοί σταθμοί. Ο ένας απέναντι σε απόσταση μέχρι χίλια πεντακόσια βήματα, ο άλλος πιο δεξιά, μια ώρα δρόμο, ένα κτίριο που θύμιζε γοτθικό πύργο. Τότε ακούστηκαν και οι πρώτες ομοβροντίες, από τη μεριά του πιο μακρινού σταθμού. «Τι γίνεται βρε παιδιά;» «Γάμος γίνεται, δεν ακούς;» ου «Γάμος γίνεται και αυτοί του 8 θα μας πάρουν τη δόξα της πρώτης φωτιάς … δεν γίνεται να πάμε πιο γρήγορα κύριε Ανθυπολοχαγέ;» «Μη βιάζεσαι Ντουρούμη, τη δουλειά τους αυτή, τη δουλειά μας εμείς» αποκρίθηκα. Με τα κυάλια κοίταξα για λίγο κατά τον πύργο. Παρ’ όλο που είμαστε μακριά, χωρίς να το σκεφτούν, οι Στρατιώτες που ήταν δίπλα μου γονάτισαν και στήριξαν τα Μάνλιχερ στον ώμο, λες και θα τους έδινα εντολή να ρίξουν από τέτοια απόσταση. ου Βλέπαμε σε σχήμα τόξου, ένα Τάγμα του 8 Συντάγματος που ανέβαινε προς το ύψωμα, ενώ τα πυρά γίνονταν πιο πυκνά. Η Διμοιρία κοντοστάθηκε όσο κοίταζα, οι Στρατιώτες μου προσπαθούσαν κι αυτοί να δουν τι γίνεται. Η μέρα ήταν λαμπρή και η θέα καθαρή. «Χωρίς πυροβολικό θα επιτεθούν;» 24 «Σιγά μη χρειάζεται και πυροβολικό για μια χούφτα Νιζάμηδες …» 23

(Ανθυπολοχαγός Πεζικού Αριστείδης Ζέρβας, 9ο Σύνταγμα Πεζικού, μυθιστορηματικό πρόσωπο) Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 26

Τα σχόλια συνεχίζονταν καθώς οι επιτιθέμενοι φτάσανε στα 200 σχεδόν βήματα από τον Σταθμό. Και τότε μια ομάδα ξεχύθηκε ίσια μπροστά, οι πυροβολισμοί αραίωσαν και σε λίγο πάψανε εντελώς, ενώ στα αυτιά μας φτάνανε θριαμβευτικές φωνές νίκης. Οι νιζάμηδες δεν άντεξαν, μια χούφτα ήταν με έναν Αξιωματικό, σκόρπισαν μόλις είδαν την έφοδο τόσων αποφασισμένων. Και τώρα τους καταδιώκει ένα απόσπασμα καβαλάρηδων, με τις σπάθες γυμνές. «Εις τάξιν πορείας ενώπιον του εχθρού», ακούγεται η φωνή του Λοχαγού μας, καθώς περνάμε μέσα στο εχθρικό έδαφος. Μπροστά οι ανιχνευτές, πίσω η προπομπός και μετά η κύρια φάλαγγα. «Εμπρός παιδιά» λέω στους Στρατιώτες της Διμοιρίας μου … «τα μέρη αυτά που βλέπετε, μας περίμεναν πεντακόσια χρόνια να τα ελευθερώσουμε … ήρθε η ώρα … από δω και μπρος, κάθε βήμα που πατούμε θα είναι βήμα ελευθερίας για τα αδέρφια μας …» «Και στην Πόλη κύριε Ανθυπολοχαγέ!» απαντάει ο Λοχίας Ροζάκης, ένας εθελοντής Υπαξιωματικός. «Εμπρός παιδιά! ... Ιερός ο αγώνας μας …» Καθώς ανέβαιναν στους λόφους οι ανιχνευτές, δύο σκοποί Τούρκοι πυροβόλησαν ταυτόχρονα. ο Ήταν το βάπτισμα του πυρός για το 9 , ο πρόλογος των μεγάλων μαχών που θα ακολουθούσαν. Η προπομπός έλαβε «διάταξη προς μάχη». Με το περίστροφο στο χέρι, πήγαινα μπροστά από τους Στρατιώτες της Διμοιρίας μου, δίνοντας την εντολή «κατά τετράδες» και μετά «σε ακροβολισμό», καθώς ανεβαίναμε με γοργό ζωηρό βήμα προς το φρύδι που ήταν ταμπουρωμένοι οι νιζάμηδες. Με αλαλαγμούς καλύψαμε τρέχοντας τα τελευταία μέτρα. «Εδώ δεν θέλει χασομέρι παιδιά … ζωντανούς θα τους πιάσουμε … εφ’ όπλου λόγχη», φώναζε ο Ροζάκης. Κι ενώ ανέβαινε τρέχοντας προς την κορφή του λόφου, τον βρήκε η σφαίρα κατακούτελα. Δυο φαντάροι τον τράβηξαν πίσω στην πλαγιά, ενώ οι άλλοι όρμησαν καταπάνω ακολουθώντας με. Οι νιζάμηδες είχαν πιάσει θέσεις έξω από τον Σταθμό. Βλέποντάς τις λόγχες μας, οι πιο πολλοί το έβαλαν στα πόδια, μαζί τους και ένας Αξιωματικός με το άλογό του, αλλά αρκετοί πρόλαβαν και κλείστηκαν στον Σταθμό. Τρέχοντας, βρήκαμε κάλυψη πίσω από τους πέτρινους τοίχους, και από εκεί ανταλλάσσαμε πυρά. Ένας τουρκαράπης, θεριό ανήμερο και πανύψηλος, πυροβολούσε λυσσασμένα από ένα μεγάλο άνοιγμα. Αλλά εμείς ήμασταν αποφασισμένοι να νικήσουμε, να εκδικηθούμε το θάνατο του Ροζάκη. Ένας Τούρκος έκανε το λάθος να ανοίξει μια πίσω πόρτα, θέλοντας ίσως να ξεφύγει, αλλά έπεσε αμέσως νεκρός. Από την πόρτα που άφησε ανοιχτή, μπήκαμε στην αυλή με την λόγχη και τότε, ένας Τούρκος Δεκανέας σήκωσε ένα άσπρο μαντήλι, σημάδι παράδοσης. Οι Τούρκοι τα είχαν χαμένα, ένας έκλαιγε σαν μωρό παιδί κι από πάνω του ο τουρκαράπης τον έβριζε κλωτσώντας τον. «Σικτίρ … κιοπόγλου κιοπέκ …» 25 Με ένα χτύπημα του υποκόπανου, ο Ντουρούμης από το Νησί τον έβαλε στη θέση του … Ο Σταθμός είχε του κόσμου τα καλά. Κριθάρι για τα άλογα αλλά και όπλα, παλάσκες, σπαθιά, που δόθηκαν στους στρατιώτες των μεταγωγικών που ήταν οπλισμένοι με μονόσφαιρους γκράδες. Σε μια γωνιά της αποθήκης βρέθηκε ένα σακί ζάχαρη και ένα πιθαράκι με βούτυρο. Για πότε άνοιξαν σακίδια και βγήκαν κουραμάνες, πότε αλοίφτηκαν με βούτυρο και ζάχαρη, πότε φαγώθηκαν, Κύριος οίδε. Αλλά εγώ έκανα ότι δεν έβλεπα. Χαρούμενος σα μικρό παιδί, είχα το νου μου στους αιχμαλώτους. Τους λυπόμουν έτσι που κάθονταν ανακούρκουδα σαν χαμένοι, με το ύφος αυτών 24 25

Νιζάμηδες: Οι Τούρκοι Στρατιώτες του Τακτικού Στρατού (Μεσσήνη) Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 27

που νόμιζαν ότι τα είχαν όλα και τώρα ήξεραν ότι τα έχασαν. Στην κάμαρα του Τούρκου Διοικητή, που φαίνεται του άρεσε το κυνήγι, βρέθηκε το σπαθί του αλλά και ένα ωραίο οπισθογεμές δίκαννο, που θέλανε να το χαρίσουν σε μένα οι φαντάροι μου. Ήταν τόσο όμορφο, που για μια στιγμή σκέφτηκα να το κρατήσω. Το έδωσα τελικά στον υπασπιστή μου να το βολέψει, με σκοπό να το χαρίσουμε στον Συνταγματάρχη μας όταν βρούμε ευκαιρία. Κράτησα για δικό μου ενθύμιο το σπαθί. Βρήκαμε και ένα γράμμα μαζί με μια φωτογραφία ενός παχουλού μωρού, που μάλλον θα ανήκε κι αυτό στον Τούρκο Διοικητή. Τα παράτησε όλα τρέχοντας να γλυτώσει, μαζί με τους Τούρκους που δεν πρόλαβαν να κλειστούν στον Σταθμό, σαν είδαν να έρχονται οι φαντάροι με εφ’ όπλου λόγχη. Και τώρα θα κάλπαζε βόρεια κατά το Βλαχογιάννη, πέρα από τις πλαγιές, έχοντας από πίσω του τον Ίλαρχο Μάνο και τους καβαλάρηδές του. Ο Μάνος είχε πολεμήσει στη Μακεδονία, οι απόλεμοι νιζάμηδες ήταν γι’ αυτόν παιχνιδάκι. Έβγαινε όρθιος μπροστά, δίνοντας το παράδειγμα, και φώναζε στους καβαλάρηδές του με τα μικρά τους ονόματα: «Έλα ρε Σταμάτη, ρίχ’ του τώρα που τρέχει …» Κι ο Σταμάτης, πρώην εδωδιμοπώλης στη Σταδίου, Λοχίας του Ιππικού τώρα, στήριζε 26 την αραβίδα Μάνλιχερ στον ώμο του, έπαιρνε σημάδι και σώριαζε κάτω έναν θεόρατο νιζάμη … 27

ο

Το απόγευμα σταθμεύσαμε στο Ελευθεροχώρι , ενώ το 8 Σύνταγμα πήγαινε μπροστά σε «πρώτο κλιμάκιο», να πιάσει θέσεις. «Ζήτω η λευτεριά !!!» 28 Ήταν οι χωριάτες από το Ελευθεροχώρι, σαστισμένοι στην αρχή , τώρα βγήκαν στους δρόμους και χτυπούσαν τα σήμαντρα των δυο μικρών εκκλησιών του χωριού. Τρεις παπάδες ήρθαν προς το μέρος μας, ο ένας κρατούσε ένα εικόνισμα της Παναγίας. Ο Μέραρχος και το Επιτελείο ξεπέζεψαν, φίλησαν το εικόνισμα, τα παιδιά χάζευαν τα άλογα και τα όπλα μας, οι γυναίκες γεμάτες φιλέματα … «Ζήτω η λευτεριά !!!» Το βραδυνό συσσίτιο ήταν πιο πλούσιο αυτή τη φορά. Πού βρέθηκε τόσο τσίπουρο; Πού βρέθηκε το χοιρινό το παστό; Σε αντίθεση με τα στρατεύματα που πέρασαν από την Μελούνα προς Ελασσώνα, και δεν είχαν ούτε ψωμί ούτε νερό, εμείς είχαμε του κόσμου τα καλά. Μάταια προσπαθούσαν οι Λοχίες να βάλουν τους φαντάρους σε τάξη, ποιος ήθελε να κοιμηθεί σε αντίσκηνο απόψε; Αλλά ο Στρατός είναι Στρατός και παρά τη γκρίνια η πειθαρχία τελικά

26

Το Ιππικό, όπως και το Πυροβολικό, ήταν εφοδιασμένο με αραβίδες (κοντόκαννα τυφέκια) (Πρόκειται για το Μεγάλο Ελευθεροχώρι, χωριό Ελληνικό, περίπου 10 χλμ βόρεια της Φαρκαδώνας και 5 χλμ πριν το Βλαχογιάννη. Μετά από αυτό ο δρόμος – μουλαρόδρομος τότε - οδηγεί στο Πραιτώρι και τη Βερδικούσα.) 28 Πολλοί είχαν εγκαταλείψει τα σπίτια τους την πρώτη μέρα και είχαν πάρει τα βουνά, φοβούμενοι επανάληψη του «ατυχούς 1897» 27

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 28

επιβλήθηκε. Οι νικητές δεν στεναχωρήθηκαν. Ήξεραν ότι η αυριανή δεν ήταν σκόλη … Και σε λίγο ακούγονταν μόνο τα βήματα των διπλοσκοπών και οι περιπολάρχες … Στην ησυχία της νύχτας, βρήκα την ευκαιρία να γράψω ένα γράμμα στους δικούς μου: «Ελευθεροχώριον Ελασσώνος 5-Χ-1912 Σεβαστέ μου πατέρα, σεβαστή μου μητέρα Υγείαν έχω, το αυτό επιθυμώ και δι’ υμάς Σήμερα το Σύνταγμά μας έλαβεν το βάπτισμα του πυρός, εκυριεύσαμεν δια της λόγχης τον εχθρικόν Μεθοριακόν Σταθμόν και κατόπιν εισήλθαμεν εις το Ελευθεροχώριον, όπου μας υπεδέχθησαν οι κάτοικοι ως ελευθερωτάς. Προχωρούμεν νικηφόροι!!! Μην ανησυχείτε δι’ εμένα, σας βεβαιώ ότι ο εχθρός άμα τη όψει μας φεύγει ωσάν να τον κυνηγούν δαίμονες! “Δύο μπαταριές και δρόμο” που λέγει και ο Λοχαγός μου. Δώσατε την αγάπη μου εις τους αδελφούς και τας αδελφάς μου. Σας ασπάζομαι σεβασμίως Ο υιός σας Αριστείδης» Ήθελα να γράψω περισσότερα, μα σαν ήρθε στην μνήμη μου ο θάνατος του Ροζάκη, το χέρι μου δεν άκουγε πια … Έσβησα το φαναράκι και έκλεισα τα μάτια του. Ευτυχώς, η ένταση των γεγονότων της ημέρας, η μάχη και ο θάνατος, έφυγαν γρήγορα από το μυαλό μου και κοιμήθηκα αποκαμωμένος …

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 29

Σάββατο, 6 του Οκτώβρη 1912 – 4η Μεραρχία (Διήγηση του Αριστείδη)

Λίγο μετά τα μεσάνυχτα ακούστηκαν πυροβολισμοί. Ένας διπλοσκοπός είχε ακούσει ομιλίες από άτομα που βάδιζαν στην χαράδρα που επιτηρούσε. Φώναξε «Αλτ … Τις ει;» αλλά δεν πήρε απάντηση και πυροβόλησε. Ο πυροβολισμός του προκάλεσε ταραχή και άσκοπους πυροβολισμούς από άλλους διπλοσκοπούς, μέχρι που επενέβησαν οι Αξιωματικοί «φυλακής» και ξανάρθε πάλι η ηρεμία. Υπήρχε ακόμη απειρία στον Στρατό μας … Αξημέρωτα ακόμη, η Ημιλαρχία του Μεραρχιακού Ιππικού κίνησε για καταδίωξη φυγάδων και 29 αναγνωρίσεις. Η υπόλοιπη Μεραρχία ξεκίνησε συνταγμένα, με κατεύθυνση το Πραιτώρι . Κάναο με στάση σε μια κοιλάδα καταπράσινη και εκεί παραταχθήκαμε για επιθεώρηση. Δεξιά το 9 ο Σύνταγμα, αριστερά του το 8 , παραδίπλα ο η το 11 και όλο αριστερά η 1 Μοίρα του ορειβατικού Πυροβολικού μας, με Μοίραρχο τον Ταγματάρχη Παρνασίδη και δύο Πυροβολαρχίες με πυροβόλα 30 Schneider – Δαγκλή των 75 χιλιοστών φορτωμένα σε μουλάρια. Δεν είχαμε μαζί μας πεδινό Πυροβολικό, σημάδι ότι θα βαδίζαμε σε μουλαρόδρομους και μονοπάτια και όχι στη δημοσιά. Πριν φανεί ο Μέραρχος για την επιθεώρηση, ήρθε καλπάζοντας από τον σταθμό του οπτικού τηλέγραφου ο Λοχαγός Μηχανικού Μομφεράτος, φωνάζοντας: «Από το Γενικό Στρατηγείο μας πληροφορούν ότι οι Βούλγαροι προχωρούν και οι Σέρβοι πανηγυρίζουν νίκες! Ζήτω η Συμμαχία !!!» 29

(Πραιτώριον. Τότε λεγόταν και Περτόρι) Ορεινό Ταχυβόλο Πυροβόλο Schneider - Δαγκλή 75 mm, βεληνεκές 8.400 μέτρα (μέγιστο). Το όπλο σχεδιάστηκε από τον Συνταγματάρχη (ΠΒ) Παναγιώτη Δαγκλή, με βάση το πεδινό πυροβόλο Schneider, το καλύτερο ίσως πυροβόλο της εποχής εκείνης και κατασκευαζόταν από τη Γαλλική εταιρία Schneider-Creusot με την ονομασία «MPD» από το 1906. Η σημαντική βελτίωση ήταν ο διαιρούμενος σε δύο μέρη σωλήνας του, που όχι μόνο καθιστούσε ευκολότερη τη μεταφορά αλλά ήταν και πιο ανθεκτικός, επιτρέποντας τη χρήση ισχυρότερου γεμίσματος, που βελτίωνε τις επιδόσεις του όπλου. Επί πλέον, ζύγιζε πολύ λιγότερο από το αντίστοιχο πεδινό και 6 μουλάρια αρκούσαν για την μεταφορά του πυροβόλου και των πυρομαχικών του. Ο Ελληνικός στρατός δοκίμασε το πυροβόλο το 1907 και στην συνέχεια παρήγγειλε 9 Πυροβολαρχίες του τύπου «MPD5/mle1908 (σύνολο 36 πυροβόλα), ενώ αποκτήθηκαν και 144 πεδινά πυροβόλα Schneider (που χρησιμοποιούσαν κοινά πυρομαχικά). Το «Ορεινό» ή «Ορειβατικό» πυροβόλο είναι Ελληνική επινόηση. Τα δύο πρώτα σχέδια κατατέθηκαν από τον (τότε) Ταγματάρχη Μηχανικού Πέτρο Λυκούδη το 1891 και τον (τότε) Ταγματάρχη Πυροβολικού Παναγιώτη Δαγκλή το 1893. Το Υπουργείο Στρατιωτικών ενέκρινε το σχέδιο του Δαγκλή, παρά τις έντονες διαμαρτυρίες του Λυκούδη ότι ο Δαγκλής είχε κλέψει την δική του ιδέα. Ο Δαγκλής συνέχισε και το 1905 έπεισε την Schneider να υιοθετήσει το σχέδιό του και να κατασκευάσει πρωτότυπο για δοκιμές, που ήταν έτοιμο τον Ιούνιο 1906. Στο ίδιο διάστημα ο Λυκούδης συνεργαζόταν με την Γερμανική Krupp. Τα δύο όπλα υποβλήθηκαν σε συγκριτικές δοκιμές και το 1907 το Υπουργείο Στρατιωτικών αποφάσισε ότι το «SchneiderDaglis» ήταν ανώτερο από το «Krupp-Lykudis» και προχώρησε σε παραγγελία. Η Ελλάδα ήταν η πρώτη χώρα που απέκτησε «ορειβατικά» πυροβόλα! (Ας σημειωθεί ότι ο Π. Λυκούδης πέθανε στις 31-3-1913, μετά από πενταετή ταλαιπωρία λόγω εγκεφαλικής συμφόρησης και κηδεύθηκε, σύμφωνα με την επιθυμία του, χωρίς στρατιωτική στολή και τιμές. Με βάση τις ημερομηνίες, μάλλον έπαθε την συμφόρηση μετά την απόρριψη του πυροβόλου του.) 30

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 30

«Ζήτω η Συμμαχία !!!» αντιλάλησαν χιλιάδες στόματα και τα πηλίκια πέταξαν στον αέρα. Αγκαλιές, φιλιά, κυματίζανε περήφανα οι σημαίες των Συνταγμάτων ... «Ζήτω η Συμμαχία !!!» Στο μυαλό του Έλληνα φαντάρου συμβαδίζανε και συμπολεμούσαν οι σύμμαχοι: Βούλγαροι, Σέρβοι, Μαυροβούνιοι. Και έπαιρνε κουράγιο ο Έλληνας φαντάρος, παρ’ όλο που υπήρχαν και κάποιοι σκεπτικιστές που δεν πολυεμπιστεύονταν μία συμμαχία της τελευταίας στιγμής. Πέρασε έφιππος ο Μέραρχος μπροστά από όλες τις μονάδες, χαιρέτησε τις πολεμικές σημαίες, ο και έδωσε τη διαταγή να ξεκινήσουμε, σε «φάλαγγα κατά τετράδες», με πρώτο το 11 Σύνταγμα και κατεύθυνση το Βλαχογιάννη. Μας είπαν ότι εκεί έχει νερόμυλο, θα έχει και νερό να ξεδιψάσουμε … Στη μέση του χωριού, δυσάρεστη έκπληξη, μια νεκρώσιμη ακολουθία. Μπροστά πήγαινε ένα παιδί με το Σταυρό, πίσω ο Ιερέας, και μετά ένα ξύλινο φέρετρο στολισμένο με λουλούδια. Το χωριό κήδευε ένα δικό μας παλληκάρι, έναν Ιππέα, λεβεντόπαιδο, με τη στολή του και μορφή ωχρή σαν κερί. Είχε πιάσει έναν αιχμάλωτο και ενώ πήγαινε να τον παραδώσει, εκείνος μπαμπέσικα έβγαλε ένα κρυμμένο μαχαίρι και του το έμπηξε στην καρδιά. Μια γριούλα ήταν σκυμμένη πάνω από τον νεκρό και μοιρολογούσε. «Αχ, παλ’κάρι μ’, πού νάναι τώρα η μάνα σ’, που σ’ είχε λεβιντόπηδο κι μοσχαναθριμένου … πού να ‘ξερε η άμοιρη τέτοιου κακό που σ’ ηύρι …» «Τον ήξερες τον Ιππέα μάνα;» ρώτησε κάποιος δικός μας. « Όχι πηδάκι μ’… αλλά πώς να πάει άκλαφτο τέτοιου παλλκάρ … του κλαίου σαν ναν’ δ’κό μ’ …» Η μάνα η Ελληνίδα … η μάνα όλων των Ελληνόπουλων … Προσπεράσαμε σιωπηλά και συνεχίσαμε με γοργό ρυθμό προς τα βόρεια, για το Πραιτώρι και 31 από εκεί προς Συκιά, Παλαιόκαστρο και Κεφαλόβρυσο . Η θλίψη της κηδείας έδωσε γρήγορα τη θέση της σε αστεία και πειράγματα, θαρρείς και πηγαίναμε εκδρομή. Η αγάπη που μας έδειχναν οι χωρικοί στα ελευθερωμένα χωριά πλημμύριζε την καρδιά μας. Βρήκαμε ένα ρυάκι, και σταματήσαμε να δροσιστούμε, να ποτιστούν και τα ζώα. Αχ, να είχα τώρα ένα τσιγάρο … Αλλά δεν ήξερα πώς είναι ο πόλεμος. Στο σακίδιό μου είχα σταφίδες, σύκα ξερά, ένα μπουκαλάκι κονιάκ, το 32 «De la Terre à la Lune » του Ιουλίου Βερν για να εξασκώ τα Γαλλικά μου, μέχρι και κολώνια είχα πάρει μαζί μου … αλλά τσιγάρα, ότι είχα στην χλαίνη, τελειώσανε γρήγορα … Ευτυχώς, το πρόβλημα λύθηκε κι αυτό κάποια στιγμή, ας είναι καλά οι χωρικοί. Μετά το συσσίτιο είχα ολόκληρη σακούλα από φύλλα καπνού, ψιλοκομμένα με το μαχαίρι. Και ο Δεκανέας ο Ζαφειρίου, που πιάνανε τα χέρια του, μου έφτιαξε μια πίπα που τη σκάλισε περίτεχνα με το μαχαίρι του. Εκπληκτική δουλειά … Όταν την άναβα καμιά φορά, ένοιωθα σαν … κουρσάρος … δεν ξέρω γιατί … έτσι νόμιζα … Μια δυνατή βροχή μας έκανε τη ζωή δύσκολη, μέχρι να σταθμεύσουμε για τη νύχτα και να ξεκουραστούμε κάτω από τα αντίσκηνα. Ευτυχώς, λίγο αργότερα σταμάτησε και έτσι στεγνώσαμε τις στολές μας στις φωτιές. Αλλά το μεγαλύτερο πρόβλημα ήταν η έλλειψη ψωμιού. Δείπνησα με μια γαλέτα που είχα στην τσέπη του χιτωνίου και νερό. Μέχρι να τακτοποιήσω τη Διμοιρία, να 31

Το Κεφαλόβρυσο είναι στον δρόμο Ελασσώνας – Δεσκάτης. Βάσει του σχεδίου προέλασης, η 4η Μεραρχία πέρασε τα σύνορα πριν το Ελευθεροχώρι και συνέχισε βόρεια προς τα Γιαννωτά, κινούμενη στο αριστερό της Στρατιάς που ανέβαινε από την Ελασσώνα προς το Σαραντάπορο, με την 1η Μεραρχία στο δεξιό, την 2η στο κέντρο και την 3η Μεραρχία στα αριστερά, δεξιά της 4ης. 32 («Από τη Γη στη Σελήνη») Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 31

βγουν σκοπιές, αλλά και να παρηγορήσω τους νηστικούς φαντάρους μου, άργησα να κοιμηθώ. Και όταν τελικά κοιμήθηκα, είδα στον ύπνο μου ότι φτάσαμε στα Σέρβια και βρήκαμε ένα λόφο από φαγητά και ένα ρυάκι από κρασί …

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 32

Σάββατο, 6 του Οκτώβρη 1912 – Απελευθέρωση της Δεσκάτης Σύμφωνα με τις Διαταγές του Γενικού Στρατηγείου, το Απόσπασμα Ευζώνων του Συνταγματάρχη Μηχανικού Στέφανου Γεννάδη έπρεπε να κινηθεί στα αριστερά της Στρατιάς, προς την Δεσκάτη. 33 Πριν την έναρξη των επιχειρήσεων, το Απόσπασμα είχε καταυλισθεί στη Φαρκαδώνα . Το Απόο σπασμα είχε την εξής σύνθεση: 1 Τάγμα Ευζώνων με 4 Λόχους και Διοικητή τον Αντισυνταγμαο τάρχη Πεζικού Ιωάννη Καμπούρη, 4 Τάγμα Ευζώνων με 4 Λόχους και Διοικητή τον Ταγματάρχη Πεζικού Βασίλειο Βέλλο, μία Διμοιρία Πολυβόλων με δύο πολυβόλα και μία Ομάδα Ιππικού με 10 Ιππείς και επί κεφαλής Υπαξιωματικό, ενώ στο Επιτελείο του Αποσπάσματος ήταν ο Αντισυνταγματάρχης Μηχανικού Ιωάννης Γεωργιάδης και ο Υπολοχαγός Μηχανικού Γεώργιος Αφθονίδης. Το Απόσπασμα ξεκίνησε από τη Φαρκαδώνα στις 4 Οκτωβρίου και προχωρώντας δυτικά έφτασε 34 το βράδυ στον Παλιόπυργο , βόρεια των Τρικάλων. Από εκεί συνεχίζοντας βόρεια, έφτασε το επόμενο βράδυ στον Κονισκό, με Διαταγή, συνεχίζοντας βόρεια, να περάσει τα σύνορα από τον 35 Μεθοριακό Σταθμό της Παλιάς Τσούκας και μετά να κινηθεί προς Δεσκάτη και να καταλάβει τον αυχένα μεταξύ Παρασκευής και Δεσκάτης, διευκολύνοντας την κίνηση της Ταξιαρχίας Ιππικού. 36 Στην Τσιούκα οι Τούρκοι είχαν ισχυρά φυλάκια, με κεντρικό και πιο ισχυρό το Μερικέζιτουρκ . 37 ου Και είχαν και άλλα φυλάκια στην κορυφογραμμή του Αη Λια . Επειδή οι Εύζωνοι του 1 Τάγμα38 τος ήταν κουρασμένοι, έμειναν για ξεκούραση ως τις 10 το βράδυ κοντά στη Νέα Τσιούκα , και ύστερα ξανάρχισε η δύσκολη νυχτερινή πορεία προς τα σύνορα, όπου έφτασαν στις 2.30 μετά τα μεσάνυχτα. Αξημέρωτα επιτέθηκαν στο Συνοριακό Σταθμό, διώχνοντας τους Τούρκους φρουρούς ης μετά από μία σύντομη ανταλλαγή πυροβολισμών και τα χαράματα της 6 Οκτωβρίου μπήκαν θριαμβευτικά στην Παλιά Τσιούκα. Στις 7.15 συνέχισαν προς τη Δεσκάτη, με πυκνή ομίχλη, που όμως δεν στάθηκε εμπόδιο στην πορεία τους, και με υψηλό ηθικό μετά την πρώτη νίκη τους. Παράλληλα με το Απόσπασμα θα έπρεπε, σύμφωνα με τις Διαταγές της, να κινηθεί και η Ταξιαρχία Ιππικού, η οποία βρισκόταν δεξιότερα, στο Πραιτώρι της Ελασσώνας. Το σχέδιο πρόβλεπε να επιτεθεί στην Δεσκάτη η Ταξιαρχία Ιππικού και οι Εύζωνοι να παρέχουν υποστήριξη από τα αριστερά. Αλλά όταν οι Εύζωνοι πλησίασαν στην Δεσκάτη, η Ταξιαρχία Ιππικού δεν ήταν εκεί. Είχε αργήσει να ξεκινήσει κι όταν έφτασε στην Βαλανίδα θεώρησε επικίνδυνη την παραπέρα προέλαση χωρίς να έχει επαφή με τους Ευζώνους. Και γύρισε πίσω, στέλνοντας προς την Δεσκάτη μόνο έναν Ουλαμό Αναγνώρισης … Αλλά ο Συνταγματάρχης Στέφανος Γεννάδης, 54 ετών, δεν ήταν τυχαίος Στρατιωτικός. Ικανότατος και έμπειρος, με μεγάλα διοικητικά και στρατηγικά προσόντα, είχε καταταγεί στο Μηχανικό μετά την αποφοίτησή του από την Σχολή Ευελπίδων, σε μία εποχή που το Μηχανικό και το Πυροβολικό αποτελούσαν την πνευματική «Ελίτ» του στρατεύματος. Συμμετείχε στον Πόλεμο του 1897 σαν 39 Λοχαγός και αργότερα του ανατέθηκε η Διεύθυνση του Μηχανικού . Αντιλαμβανόμενος την σημασία της αποστολής που είχε ανατεθεί στο Απόσπασμά του και στην Ταξιαρχία Ιππικού, που 33

(τότε λεγόταν Τσιότι) (τότε λεγόταν Ζαβλάνια) 35 (Γήλοφο) 36 (mericez = φυλάκιο, πλατεία) 37 Ύψωμα Τρέτιμος, σε υψόμετρο 1.093 μέτρα, νότια της Δεσκάτης – και δίπλα του είναι το ύψωμα Τσιότινα (933 μέτρα) 38 (σημερινό Φωτεινό) 39 (έγινε Επιθεωρητής Μηχανικού) 34

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 33

ήταν η προστασία του αριστερού της Στρατιάς αλλά και η υπερκέραση του αντίστοιχου εχθρικού δεξιού, δεν θα καθόταν να περιμένει το Ιππικό. Ούτε και θα έμενε να περιμένει στον αυχένα, κάτω από την απειλή του εχθρικού Πυροβολικού. Δεν διέθετε πυροβόλα, είχε όμως Ευζώνους, που τους εμπιστευόταν απόλυτα, καθώς τους έβλεπε να ανεβαίνουν με ορμή την δύσκολη ανηφόρα. Βλέποντας ότι οι Τούρκοι από την κορυφή του Άη Λια είχαν εξαιρετικά πεδία βολής μπροστά τους, συνέλαβε έναν ελιγμό «διπλής υπερκέρασης», με δύο Λόχους από αριστερά, δύο από δεξιά και τους άλλους τέσσερεις κατά μέτωπο, με σκοπό να απασχολήσουν τους Τούρκους. ου

Χωρίς καθυστέρηση, έδωσε τις Διαταγές του: Έστειλε δύο Λόχους του 4 Τάγματος προς τον ου αυχένα στα ανατολικά του υψώματος και δύο Λόχους του 1 Τάγματος δυτικά, προς το χωριό Παρασκευή . Οι υπόλοιποι τέσσερεις Λόχοι αναπτύχθηκαν κατά μέτωπο, και γύρω στις 9:00 δέχτηκαν πυκνά αλλά άστοχα Τουρκικά πυρά από μεγάλη απόσταση. Οι Τούρκοι δεν αντιλήφθηκαν αμέσως τις κινήσεις υπερκέρασης και νόμισαν ότι θα άντεχαν. Απασχολημένοι με την παραπλανητική μετωπική επίθεση, αυτοί που προστάτευαν το Τουρκικό αριστερό (ανατολικά) ου αιφνιδιάστηκαν όταν είδαν την Διλοχία του 4 Τάγματος να επιτίθεται με φωνές και «εφ’ όπλου λόγχη», και μετά από σύντομο αγώνα εγκατέλειψαν τις θέσεις τους και συμπτύχθηκαν. Και τότε η Διλοχία στράφηκε δυτικά και επιτέθηκε από το πλευρό κατά των κυρίων Τουρκικών θέσεων που ου ήταν οχυρωμένες στο ύψωμα. Από την δυτική πλευρά, οι Εύζωνοι του 1 Τάγματος είχαν γίνει αντιληπτοί και είχαν αναχαιτισθεί προς στιγμήν στο Ράτσινο, πολεμώντας υπό βροχή. Αλλά όταν ου αντιλήφθησαν την επιτυχημένη επίθεση της Διλοχίας του 4 , επιτέθηκαν και αυτοί με την λόγχη.

Συγχρόνως, και οι τέσσερεις Λόχοι του μέσου, που ως τότε ταμπουρωμένοι πρόχειρα πίσω από κάθε πέτρα και χαντάκι αντάλλασσαν πυρά για παραπλάνηση, άρχισαν να ανεβαίνουν προς την κορυφή έρποντας και με «εφ’ όπλου λόγχη», εκμεταλλευόμενοι κάθε πτυχή του εδάφους. Η συνδυασμένη από τρεις πλευρές επίθεση κλόνισε την αντίσταση των Τούρκων, που πανικόβλητοι

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 34

εγκατέλειψαν τις οχυρές θέσεις τους, αλλά και την κωμόπολη της Δεσκάτης, και συμπτύχθηκαν 40 προς το βουνό Πρίονος , βόρεια της πόλης, στον δρόμο για τους Λαζαράδες. Η επίθεση των Ευζώνων ήταν απόλυτα επιτυχημένη και χάρη στον ευφυή ελιγμό «διπλής υπερκέρασης» του Γεννάδη, οι απώλειες ήταν χαμηλές. Κατά τη διάρκεια της μάχης σκοτώθηκαν προχωρώντας μπροστά ο Λοχαγός Δημήτρης Μανουσάκης και ο Δεκανέας Κωνσταντίνος Βεργίνης, ενώ τραυματίστηκαν δύο ακόμη Αξιωματικοί, δύο Λοχίες, ένας Δεκανέας, και 13 Εύζωνοι. 41

ος

ου

Η Δεσκάτη ήταν και πάλι ελεύθερη, μετά από σχεδόν 450 χρόνια . Ο 2 Λόχος του 1 Τάγματος ης κατέλαβε τη Δεσκάτη και τα ξημερώματα της 7 του Οκτώβρη 1912 εγκατέστησε προφυλακές ος στον αυχένα του Τρέτιμου, πάνω από το Σταυρό, ενώ ο 1 Λόχος εγκαταστάθηκε δεξιότερα, στον ος Κάτω Σταυρό, στον δρόμος για την Παρασκευή. Ο 3 Λόχος πήγε στην Παρασκευή, όπου έδωσε 42 μια δίωρη μάχη με ένα Τούρκικο απόσπασμα που ερχόταν από τα δυτικά για να ενισχύσει τις Τούρκικες δυνάμεις της Δεσκάτης. Οι Τούρκοι απωθήθηκαν και έφυγαν για την Παλιούρια, κι από εκεί για τα Γρεβενά. η

η

Το Απόσπασμα Γεννάδη παρέμεινε στην περιοχή την 7 και 8 Οκτωβρίου, αναμένοντας Διαταγές. 43 Στις 9 Οκτωβρίου διέσχισε το βουνό Βουνάσα και κινήθηκε προς τη Ελάτη και τον πόρο της η Ζάβουρδας, με σκοπό να ασφαλίσει το πέρασμα, για να περάσει η 5 Μεραρχία, η οποία σκόπευε να ενεργήσει κυκλωτική ενέργεια, στο αριστερό της Στρατιάς, κατά τη μάχη του Σαρανταπόρου που θα ακολουθούσε.

40

Βραχώδες ύψωμα βόρεια της Δεσκάτης με κορυφή στα 1.610 μέτρα Ενθουσιασμένοι από τις νίκες του Ελληνικού Στρατού, 25 Δεσκατιώτες που ζούσαν στην Αμερική, επέστρεψαν και κατατάχθηκαν εθελοντές. Πήραν μέρος σε πολλές μάχες στην Ήπειρο, στην Μακεδονία και αργότερα στην Μικρά Ασία. Το τίμημα της φιλοπατρίας τους ήταν πολύ βαρύ, αφού σκοτώθηκαν οι 16 από αυτούς. 42 (από τα Γρεβενά) 43 (Τότε λεγόταν Λουζιανή) 41

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 35

Σάββατο, 6 του Οκτώβρη 1912, 1η Μεραρχία, Τσαρίτσανη - Ελασσώνα (Διήγηση του Θωμά44)

Η Μεραρχία μας, η «Σιδηρά Μεραρχία», η παλαιότερη του Ελληνικού Στρατού, ήταν αυτή που φυλούσε τα σύνορα στη Θεσσαλία πριν τον πόλεμο και οι περισσότεροι ήμασταν Θεσσαλοί. Είχε ο ο ο 3 Συντάγματα Πεζικού, το 2 με έδρα τη Λαμία, το 4 με έδρα τη Λάρισα και το 5 με έδρα τα ο Τρίκαλα. Στη Λάρισα έδρευε και το 1 Σύνταγμα Πυροβολικού, ο Λόχος Μηχανικού, τα Χειρουργεία και η Μοίρα Τραυματιοφορέων, Εφοδιοπομπής και Πυρομαχικών. 45

Στα «μεγάλα γυμνάσια » που έγιναν στη Λαμία την άνοιξη, είχαμε αποσπάσει τα συγχαρητήρια του Διαδόχου για την άριστη εκπαίδευσή μας και το Σύνταγμά μας είχε αριστεύσει. Έχω φυλαγμένο το δημοσίευμα του «Θάρρους» στις 6 Μαΐου που έγραφε: «ανεγνώσθη χθες εις τους άνδρας του ενταύθα Συντάγματος διαταγή δι ης ανακοινούται ότι ο Στρατηγός εξήρε την αντοχήν των ανδρών της Μεραρχίας Θεσσαλίας κατά τα μεγάλας πορείας δια τα μεγάλα γυμνάσια και ιδία ου ου ην του 4 και 5 Συντάγματος, ονόμασε δε την 1 Μεραρχίαν Θεσσαλίας, Σιδηράν Μεραρχίαν». Παραμονές του πολέμου είχαμε ενισχυθεί και με τέσσερα Τάγματα Ευζώνων και είχαμε 46 μετακινηθεί ανατολικά του Τυρνάβου. Το Αρχηγείο της Μεραρχίας ήταν στον Αμπελώνα και σκοπός μας ήταν η κάλυψη της συγκέντρωσης της Στρατιάς. Στις 5 Οκτωβρίου, ξεκινήσαμε με σκοπό να καταλάβουμε την γραμμή Τσαρίτσανη - Ελασσώνα – Κεφαλόβρυσο. Κατά τις 10.30, μας ξάφνιασε πετώντας από πάνω μας, ένα αεροπλάνο! Δεν είχα ξαναδεί τέτοιο πράγμα. Σαν μεγάλος ξύλινος χαρταετός, με έναν άνθρωπο ντυμένο στα χακί. Δικό μας ήταν, έκανε αναγνώριση. Μας είχαν ειδοποιήσει από το πρωί, ότι άμα δούμε αεροπλάνο με διπλά φτερά, με μπλε και άσπρες λωρίδες από κάτω, θα είναι δικό μας. «Είναι ο Τρελοκαμπέρος» φώναξε κάποιος. Καθώς το αεροπλάνο πέρασε από πάνω μας, ζητωκραυγάζαμε όλοι, κουνώντας στον αέρα τα πηλίκια. Είχα διαβάσει για αεροπλάνα, αλλά δεν ός είχα ξαναδεί. Μοντέρνα πράγματα … 20 αιώνας! «Ρε συ Φαρμάκη, θα στο πω γιατί δεν αντέχω …» μου είπε ο Λοχίας μας ο Συρίγος από το Λαύριο. «Βγάλ’ το μωρέ Χάρη, πες μου …» Με το Λοχία είχαμε γίνει φίλοι, από τότε στα μεγάλα γυμνάσια, και ήθελε να του μιλάω με το μικρό του όνομα όταν δεν μας ακούγανε άλλοι. Ο καημός του ήταν τα αεροπλάνα. «Είδα το αεροπλάνο και ζήλεψα μωρέ … θα ζητήσω μετάθεση … κι αν δεν με θέλουν για πιλότο, ας με πάρουν για μηχανικό … τα καταφέρνω με τα εργαλεία … κι αν δεν τους κάνω για μηχανικός, ας με έχουν εκεί να τα καθαρίζω ή να φυλάω σκοπιά …» Το έλεγε και το ένοιωθε … αλλά τι να του κάνω … αυτά τα φροντίζουν νωρίτερα … 44

(Δεκανέας Θωμάς Φαρμάκης , 5ο Σύνταγμα Πεζικού Τρικάλων, 1η Μεραρχία, μυθιστορηματικό πρόσωπο) (ασκήσεις) 46 (τότε λεγόταν Καζακλάρ) 45

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 36

«Θα γίνει κι αυτό βρε Χάρη … θα έρθει η στιγμή … αλλά τώρα έχε το νου σου εδώ στη γη … σκέψου πώς θα γίνει να βρούμε κανένα καρβέλι ψωμί, γιατί νηστικός φαντάρος … κακός φαντάρος …» Συνεχίσαμε την πορεία, όμως το Πυροβολικό αργούσε να ανέβει τον ανήφορο και διαταχθήκαμε να μείνουμε στα υψώματα την πρώτη νύχτα «εις στάσιν φυλάξεως». Αρχίσαμε να ετοιμάζουμε τον καταυλισμό, αλλά αρχίσαμε και να πεινάμε. Μπορεί να είχαμε αεροπλάνα του 20ού αιώνα, ο 47 αλλά ο εφοδιασμός είχε μείνει στον 19 αιώνα. Ούτε ψωμί, ούτε νερό ούτε νομή για τα ζώα … Ευτυχώς, ο Μέραρχος διέταξε ένα Σύνταγμα, να μετακινηθεί από τη Μελούνα στην Τσαρίτσανη, για αναζήτηση εφοδίων από τους Έλληνες της περιοχής, παίρνοντας μαζί και μία Πυροβολαρχία. Στις 5 Οκτωβρίου 1912 εκδόθηκε από το Γενικό Επιτελείο το πρώτο πολεμικό ανακοινωθέν: «Τύρναβος, Παρασκευή 4 μμ Πέντε Μεραρχίαι διήλθον από πρωίας τα σύνορα, εισβαλούσαι άνευ σχεδόν αντιστάσεως εις το η Τουρκικόν έδαφος. Η 1 Μεραρχία έφθασε μέχρι τριών χιλιομέτρων βορείως της Τσαριτσαίνης, η α η η η 2 μέχρι της Σκόμπας, η 3 μέχρι Δομενίκου, η 4 δι’ Ελευθεροχωρίου μέχρι Βλαχογιάννη και η 5 εν δευτέρα γραμμή μέχρι Ρεθωνίου. Γενικόν Επιτελείον – Δαγκλής Υποστράτηγος» Αυτό το «άνευ σχεδόν αντιστάσεως» ήταν σωστό. Δεν ξέρω αν είχαμε κι άλλους τραυματίες, αλλά θα σας πω για έναν, τον Στρατιώτη Δ. Μουτογιάννη από τη Δομνίτσα Ευρυτανίας. Αυτός τραυματίστηκε ελαφριά την πρώτη μέρα, πήγε στο Νοσοκομείο, αλλά λίγες μέρες μετά, στις 14, παρουσιάστηκε στον Μέραρχο και ζήτησε Φύλλο Πορείας για να επιστρέψει στη μονάδα του επειδή η πληγή έκλεισε και αισθανόταν καλά! Και επέστρεψε με την ευχή του Μεράρχου. Ένας Δημοσιογράφος, από αυτούς που ακολουθούσαν το Γενικό Επιτελείο, έγραψε αργότερα ένα «ωραίο» για την ημέρα αυτή: «Από της προηγουμένης ημέρας, μεθ' όλην την τηρουμένην αυστηροτάτην εχεμύθειαν υπό του Γενικού Επιτελείου, είχον πληροφορηθή ότι η προέλασις είχεν ορισθή διά την επαύριον. Πράγματι, περί το μεσονύκτιον, μου ανηγγέλθη εμπιστευτικώς ότι, την 2αν ώραν της πρωίας θα ανεκοινούτο εις τους Μεράρχους η διαταγή της προελάσεως. Και περί την 3ην ώραν της πρωίας, εισελθών εις άμαξαν, διηυθύνθην εις τον Τύρναβον. Καθ' όλον το διάστημα της μεταβάσεώς μου, συνήντων μακράς και ατελευτήτους σειράς εφοδιοπομπών... Η οδός κατελαμβάνετο υπό παντός είδους ζώων, ίππων, ημιόνων και όνων φορτωμένων με σάκκους άρτου, τυρού, με βαρέλια ελαιών, με βαρέλια πλήρη ύδατος, με κιβώτια φυσιγγίων, με παντοειδή εφόδια. Εν μέσω δε αυτών, ποίμνια βοών και προβάτων, καθώς και πλήρων αμαξών. Στον Τύρναβον, ο Στρατός είχεν ήδη εξυπνήσει και πυρετωδώς προητοιμάζετο διά την προέλασιν. Ζωηροί και εύθυμοι οι άνδρες συνεπλήρουν τον καθαρισμόν του ιματισμού και του οπλισμού των, εδίπλωναν τα αντίσκηνα, και μετ' ολίγον εν αδιαπτώτω ευθυμία έτρωγον το συσσίτιόν των, επαναλαμβάνοντες εν μέσω ακρατήτου ενθουσιασμού την φράσιν, ην είπεν εις Λοχαγός του Πεζικού και ήτις είχε μεταδοθή ως αστραπή: “Η τελευταία κουραμάνα που τρώμε στη Θεσσαλία!” Διέρχομαι τας γραμμάς των Στρατιωτών και μένω έκπληκτος προ του ενθέου ενθουσιασμού όστις κατέχει αυτούς. Η συγκίνησίς μου κορυφούται και δάκρυα χαράς αναβλύζουσιν εκ των οφθαλμών 47

Χαρακτηριστικό είναι το απόσπασμα από την με αριθμό 227 Αναφορά του Διοικητή της 1ης Μεραρχίας Μανουσσάκη: «Ένεκα λειψυδρίας, ελλείψεως νομής, προτείνω Μεραρχία να καταλάβη σήμερον Τσαρίτσανην, προς εξασφάλισιν εφοδίων. Αναμένω επί τούτου διαταγήν.» Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 37

μου, εκ της πεποιθήσεως ήτις γεννάται παρ' εμοί, ότι αδύνατον τοιούτος στρατός να μη νικήση. Προχωρώ, και παρά την είσοδον παλαιού οικοδομήματος προχείρως επισκευασθέντος, διακρίνω 48 υψηλόν κοντόν , και επ' αυτού ανεμίζον το σήμα του Αρχηγού, το οποίον επέπρωτο, μετά είκοσι μόλις ημέρας να εισέλθη θριαμβευτικόν εις την πρωτεύουσαν της Μακεδονίας... Συναντώ τον Μέραρχον της Α' Μεραρχίας κύριον Μανουσογιαννάκην, όστις μου λέγει: “Τους βλέπεις τους άνδρας αυτούς; Ή θα φθάσωσιν νικηφόροι εις Θεσσαλονίκην ή ουδείς εξ αυτών θα επανίδη την πατρίδα του. Δεν το λέγω αυτό ως αρχηγός των, αλλ' ως διερμηνεύς πιστός των αισθημάτων των” …» Έτσι ήταν πράγματι, έτσι νοιώθαμε … Το άλλο πρωί βαδίσαμε προς την Ελασσώνα. Λίγο μετά το μεσημέρι, συναντήσαμε αντίσταση από Τούρκους που ήταν καλά οχυρωμένοι στα βόρεια της Ελασσώνας και είχαν ίσα με τρεις χιλιάδες στρατό, καθώς και πυροβόλα. Η Μεραρχία επιτέθηκε ορμητικά κατά μέτωπο, από την Ελασσώνα ως τα υψώματα του Αλά Τεπέ, και από δεξιά ήρθε και η η 2 Μεραρχία. Από την Τσαρίτσανη κατέβηκε και το Απόσπασμα Ευζώνων, με σκοπό να κόψει την υποχώρηση των Τούρκων. Μόλις τους είδαν οι Νιζάμηδες, φοβήθηκαν την κύκλωση και έφυγαν τρέχοντας, παρατώντας επτά κανόνια και καμιά σαρανταριά αιχμαλώτους. Κρίνοντας εκ των υστέρων, η επίθεση δεν ήταν καλά σχεδιασμένη. Η επίθεση της Μεραρχίας μας ήταν βέβαια η ορμητική και εξαιρετική σε τάξη, αλλά αν καθυστερούσαμε λίγο, ώστε να πάρουν θέσεις η 2 Μεραρχία και κυρίως οι Εύζωνοι, θα είχαμε κυκλώσει τους Τούρκους και θα τους πιάναμε αιχμαλώτους. Αλλά ποιος μας βαστούσε … Από την άλλη, ακόμη και μετά από τόσα χρόνια, είναι δύσκολο να πω αν η κύκλωση και η αιχμαλωσία τους θα ήταν πιο αποτελεσματική από τον πανικό που μετέδωσαν αυτοί υποχωρώντας, στην υπόλοιπη Στρατιά τους … Πάντως, την επίθεση στην Ελασσώνα διηύθυνε αυτοπροσώπως ο Αρχιστράτηγος Διάδοχος Κωνσταντίνος, ενώ στην μάχη έλαβε μέρος και ο «επίδοξος Διάδοχος», ο μετέπειτα Βασιλιάς Γεώργιος Β’. Με αυτούς μπροστά, μπορούσαμε να μην είμαστε ορμητικοί; Δεν μπορούσαμε … αυτό έλειπε να μας βλέπει ο Αρχιστράτηγος κι εμείς να προχωράμε προσεκτικά … Σαν σε παρέλαση προχωρήσαμε !!! ο

Η μάχη κράτησε πάνω από τρεις ώρες και τις περισσότερες απώλειες είχε το 2 Σύνταγμα Πεζικού της Μεραρχίας μας, το Σύνταγμα της Λαμίας. Χάθηκαν δύο γενναίοι Αξιωματικοί, ο Ανθυπολοχα49 ου γός Ιωάννης Μαυροδήμος του 7 Λόχου από τη Σπερχειάδα, ένας λεβέντης και ωραίο παλληκάρι, με τσιγκελωτό μουστάκι και χωρίστρα στη μέση, και ο Υπίατρος Βασίλειος Μπούκης, καθώς και 50 51 πέντε στρατιώτες , ενώ είχαμε και είκοσι τέσσερεις στρατιώτες τραυματίες . Το βράδυ καταυλισθήκαμε έξω από την Ελασσώνα και το επόμενο πρωί είχα την ευκαιρία να μεταβώ στην πόλη με μερικούς φαντάρους, για αναζήτηση τροφών, και να δω έτσι την πόλη και να την περιδιαβώ λιγάκι. Τα Τούρκικα μαγαζιά είχαν ανοιχτεί και πλιατσικολογηθεί, όχι από τον Στρατό, αλλά από ντόπιους πλιατσικολόγους, με το πρόσχημα της εκδίκησης. Το ψωμί και το σιτάρι είχαν εξαφανιστεί εντελώς. Ευτυχώς φέραμε πίσω μερικά αρνιά, που τα φάγαμε 48

(ψηλό κοντάρι) (Ανθυπολοχαγός Ιωάννης Μαυροδήμος από την Σπερχειάδα, 7ος Λόχος 2ου Συντάγματος, ο πρώτος νεκρός Αξιωματικός του Πολέμου) 50 Ο Στρατιώτης Δροσόπουλος Γεώργιος του Αναστασίου από την Υπάτη που σκοτώθηκε στη Βαλανίτσα, ο Ζανιάς Φώτιος και ο Τσάμης Δημήτριος του 6ου Λόχου (και οι δύο από την Ελάτεια) που σκοτώθηκαν στο Γκριτζόβαλη (Βοτανοχώρι Τυρνάβου) και ο Σίρος Ευθύμιος του Βασιλείου του 3ου Λόχου από την Πελασγία, που σκοτώθηκε στην Ελασσώνα. 51 Κατά τον Μελά, οι συνολικές απώλειες του Στρατού στη μάχη της Ελασσώνας ήταν 3 Αξιωματικοί και 15 Στρατιώτες νεκροί και περίπου 100 τραυματίες. 49

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 38

μισοψημένα και χωρίς ψωμί. Και ήταν και άνοστα, γιατί ούτε αλάτι είχαμε … Πάντως ξεκουραστήκαμε κάπως. Για τη μάχη της Ελασσώνας ο ανταποκριτής της Λονδρέζικης εφημερίδας «Daily Mail» τηλεγράφησε στην εφημερίδα του τα εξής: «Μόλις επέστρεψα από την Ελασσώνα όπου παρακολούθησα τη μάχη του Σαββάτου για την η κατάληψή της από τον Ελληνικό Στρατό. Την κατά μέτωπο επίθεση εκτέλεσε η 1 Μεραρχία, ενώ ο το 4 Τάγμα Ευζώνων στάλθηκε αριστερά, πίσω από την Τσαρίτσαινα, για να κόψει την υποχώρηση. Ατυχώς, η κατά μέτωπον επίθεση ήταν τόσο ταχεία και ορμητική που δεν έδωσε τον χρόνο στους Ευζώνους που έτρεχαν για να προλάβουν να πάρουν την διατεταγμένη θέση τους. Αλλιώς, τρεις χιλιάδες Τουρκικού Στρατού, που είχαν μείνει στην Ελασσώνα και τράπηκαν έγκαιρα σε φυγή, θα είχαν αιχμαλωτιστεί μέχρι ενός. Οι Τούρκοι άφησαν στην Ελασσώνα λάφυρα για τους Έλληνες, κανόνια, όπλα και μεγάλο πλήθος εφοδίων. Η κατά μέτωπον επίθεση υπήρξε υποδειγματική στην τελειότητά της. Έμοιαζε με παρέλαση σε επίσημη εορτή, με τους Αξιωματικούς επί κεφαλής. Το μόνο της λάθος ήταν η μεγάλη ορμητικότητα που απεσόβησε την αιχμαλωσία των Τούρκων. Και το Ελληνικό Πυροβολικό αποδείχθηκε στην πράξη εξαιρετικό, σε αντίθεση προς το Τουρκικό, του οποίου τα βλήματα δεν έκαναν τίποτα, σαν να μην έσκαζαν. Οι Ελληνικές απώλειες υπήρξαν ελάχιστες. Δύο νεκροί Αξιωματικοί και ένας Στρατιώτης και περίπου εξήντα τραυματίες. Αιχμαλωτίστηκαν σαράντα Τούρκοι. Κατά την είσοδο του Ελληνικού Στρατού στην Ελασσώνα, ένας Χόντζας από τον Μιναρέ επάνω καταριόταν τους Έλληνες. Αλλά σαν να μην έφταναν οι κατάρες, άρχισε να πυροβολεί με ένα Μάουζερ κατά του Στρατού. Αυτό, όπως είναι επόμενο, ανάγκασε τους Έλληνες να ανταποδώσουν τα πυρά και να τον αφήσουν άπνοο.» Για το περιστατικό αυτό, αξίζει να μεταφέρουμε και τα σχόλια του Γ. Β. Τσοκόπουλου, από το βιβλίο του «Από τα πεδία των μαχών» (Εκδ. Δ. Κολλάρου, Αθήνα 1913): «Όταν ο Ελληνικός Στρατός επροχώρησε εις την Ελασσώνα, πυροβολισμοί από ένα μιναρέ τον εξάφνισαν. Ο χότζας, ο τρομερός φανατικός χόντζας της Ελασσώνος, εκλείσθη μέσα εις τον μιναρέ και απεφάσισε να πουλήση ακριβά την προσωρινήν ζωήν του… Ένας Στρατιώτης εκυλίσθη κάτω από τον δόλιον πυροβολισμόν. Τον πρώτον ηκολούθησεν ένας δεύτερος. Το άλογον ενός Αξιωματικού, ετέντωσε τα πόδια του και έπεσε ενώ ο Αξιωματικός μόλις επρόφθασε να κρατηθή. Από τις πολεμίστρες του μιναρέ ο χόντζας εσκόρπιζε γύρω του τον θάνατον.

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 39

Κυριακή, 7 του Οκτώβρη, Αθήνα Είναι βράδυ και στο Ζάππειο, ακούγονταν τραγούδια και ζητωκραυγές, αλλά και κουβέντες στα … αραβικά. Εκεί στη μεγάλη αίθουσα, αγνώριστη από την ακαταστασία, ήταν μαζεμένοι επίστρατοι ου ης 52 που προορίζονταν να ενισχύσουν το 18 Σύνταγμα της 6 Μεραρχίας . Ανήκαν σε ένα Λόχο εθελοντών. Οι μισοί ήταν Αιγυπτιώτες και τα αραβικά όπως και τα γαλλικά δίνανε και παίρνανε, προκαλώντας αμήχανα χαμόγελα αλλά και κάποιον εκνευρισμό σε Αξιωματικούς και Επιλοχίες. Όλοι ήταν ανάστατοι. Τριγύριζαν και βούιζαν σαν τις μέλισσες: «Τελευταία βραδιά παιδιά μου απόψε, ξεκινάμε» «Είναι αλήθεια κυρ Επιλοχία;» «Άντε να φεύγουμε, δεν μας χωράει πια εδώ, θα φτάσουν οι άλλοι στην Αγιά Σοφιά κι εμείς θα βγάζουμε αράχνες στο Ζάππειο …» «Πώς κάνεις έτσι ρε ανυπόμονε Μαύρε; Δεν σ’ αρέσει η Αθήνα;» «Αθηναίος είμαι κυρ Επιλοχία, καιρός να δω και άλλα μέρη». 53

Ο Νικήτας Μαύρος , τελειόφοιτος της Φαρμακευτικής, ένοιωθε να μην βαστιέται πια. Διέκοψε τις σπουδές του και παρουσιάστηκε εθελοντής, με την ελπίδα να πολεμήσει και να λευτερώσει αδελφούς. Μαζί του, αχώριστος φίλος από την πρώτη μέρα που παρουσιάστηκαν μαζί, ο Μιχάλης Σαλαχώρης, εθελοντής κι αυτός από την Κύπρο. Ο Επιλοχίας τους κόλλησε το παρατσούκλι «Διόσκουροι» και μάλλον τους συμπάθησε επειδή αυτοί δεν μιλούσαν αραβικά πίσω από την πλάτη του. Αλλά και επειδή ήταν πρόθυμοι για κάθε αγγαρεία, αλλά και πρώτοι στις «ασκήσεις τάξεως». Μικρόσωμος ο Μαύρος, έδειχνε μια σταλιά με το τεράστιο για το μπόι του μάνλιχερ. Μαυριδερός, με σκούρα μαλλιά, μάτια και κομψό μουστάκι, 54 βαστούσε το μάνλιχερ με το αριστερό για να σημαδέψει, αλλά αυτό δεν τον εμπόδιζε να είναι άσσος στο σημάδι.

Λίγο πιο δεμένος ο Σαλαχώρης, με πιο μακρύ μουστάκι. Μαύρα σγουρά μαλλιά, και ένα χαμόγελο που φώτιζε το πρόσωπο. Το παρουσιαστικό του θα σε ξεγελούσε. Δεν θα πήγαινε ο νους σου ότι κάθε βράδυ ακόνιζε την ξιφολόγχη και ότι στις ασκήσεις λογχομαχίας τον φοβήθηκε κι ο Επιλοχίας. Γκαρσόνι σε εστιατόριο της Λευκωσίας, τα παράτησε όλα και έτρεξε όταν ακούστηκε το πατριωτικό κάλεσμα. Και τώρα διάβαζε για πολλοστή φορά το φύλλο του «ΕΜΠΡΟΣ» της Παρασκευής. Στην πρώτη σελίδα «Η ΕΛΛΑΣ ΕΚΗΡΥΞΕΝ ΤΟΝ ΠΟΛΕΜΟΝ ΤΗΝ ΝΥΚΤΑ» και από κάτω «Ο ΣΗΜΕΡΙΝΟΣ ΑΠΟΠΛΟΥΣ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΣΤΟΛΟΥ». Ξαναδιάβαζε το άρθρο της πρώτης σελίδας, «ΤΟ ΠΡΩΤΟΝ ΚΑΤΟΡΘΩΜΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΣΤΟΛΟΥ». Το άρθρο αναφέρεται στο 52

Η 6η και 7η Μεραρχία, ξεκίνησαν έχοντας μόνο δύο Τάγματα ανά Σύνταγμα και συμπληρώθηκαν αργότερα, καθώς η επιστράτευση συνεχιζόταν, χάρη στους πολυάριθμους εθελοντές. 53 Ο Νικήτας Μαύρος και ο Μιχάλης Σαλαχώρης είναι αληθινά πρόσωπα. Από το βιβλίο του Αρ. Περίδη «Στα κανόνια μας» δανείστηκα το γεγονός ότι κατατάχθηκαν ως εθελοντές και ότι υπηρέτησαν στο 18ο Σύνταγμα, καθώς και κάποια βιογραφικά στοιχεία τους. 54 Ο Νικήτας δεν ήταν αριστερόχειρας, η αλήθεια είναι ότι η φωτογραφία του στο βιβλίο ήταν τυπωμένη ανάποδα (όπως πρόσεξα αργότερα), αλλά το άφησα έτσι, «μυθιστορηματική αδεία». Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 40

κατόρθωμα της Ναυτικής Μοίρας Ιονίου, αποτελούμενης από δύο ης η κανονιοφόρους, που τη νύχτα της 3 προς 4 διέπλευσε αθέατη τα στενά Πρεβέζης – Ακτίου, εισήλθε στον Αμβρακικό Κόλπο και αγκυροβόλησε στην Βόνιτσα. Ο Νικήτας ζήλευε τους ναύτες. Είχε σκεφτεί να πάει στο Ναυτικό, αλλά κάποιος του είπε ότι λόγω σπουδών, θα τον έβαζαν στο αναρρωτήριο κάποιου μεγάλου πλοίου και ούτε θάλασσα θα έβλεπε ούτε μάχη. Και ο Νικήτας ήθελε να κρατάει μάνλιχερ και να βλέπει τον εχθρό. Όμως δεν γινόταν και να μη ζηλεύει … Ο πόλεμος είχε ήδη ξεκινήσει, τα ελληνικά στρατεύματα προχωρούσαν ορμητικά, και οι εφημερίδες δεν προλάβαιναν να τυπώνονται, μέχρι και 4 εκδόσεις σε μία μέρα έβγαζαν, προσπαθώντας να καλύψουν τα νέα της προέλασης προς το Σαραντάπορο. Δεκαπέντε Αθηναϊκές («Αθήναι», «Ακρόπολις», «Αστήρ», «Αστραπή», «Εμπρός», «Εσπερινή», «Εστία», «Εφημερίς», «Καιροί», «Νέα Ημέρα», «Νέον Άστυ», «Πατρίς», «Πρωινή», «Σκριπ» και «Χρόνος») και δύο Πειραιώτικες εφημερίδες («Σφαίρα» και «Χρονογράφος») ανταγωνίζονταν για τις ειδήσεις αλλά και για την κυκλοφορία και για τα 5 λεπτά που κόστιζε κάθε φύλλο τους (συνήθως τετρασέλιδο, με εξαίρεση την «Νέα Ημέρα» που κυκλοφορούσε με 10-12 σελίδες).

Ο Τύπος της εποχής συνέβαλε με κάθε τρόπο στην εθνική προσπάθεια, καλλιεργώντας το εθνικό φρόνημα και την ομοψυχία. 90 περιοδικά («Ελλάς», «Ελληνική Επιθεώρησις», «Ελληνογνώμων», «Μελέτη», «Ρωμιός» κλπ), 15 ημερολόγια («Εθνικόν Ημερολόγιον», «Εγκυκλοπαιδικόν Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 41

Ημερολόγιον» και άλλα), καθώς και δύο πολεμικά ημερολόγια. Ακόμη και οι διαφημίσεις ήταν προσαρμοσμένες στο πνεύμα της εποχής: «ΝΕΟΝ ΟΠΛΟΝ ΠΟΛΕΜΟΥ Δια να νικήσετε εις τον πόλεμον δεν πρέπει μόνον να έχητε καλό όπλον αλλά και καλά υποδήματα. Εις τα υποδήματά των οφείλουν την μεγάλην των νίκην οι Ιάπωνες. Υποδήματα ειδικά εκστρατείας με δέρματα αγγλικά αδιάβροχα και γκέτες έχει ο ΓΕΩΡΓΑΤΟΣ Οδός Σταδίου 33» «Ο ΠΟΛΕΜΟΣ ΕΚΗΡΥΧΘΗ ΕΙΣ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟΧΑΡΤΟΠΩΛΕΙΟΝ ΙΑΣΟΝΟΣ Ν. ΓΙΑΝΝΙΤΣΗ Οδός Αιόλου 177 Επειδή πωλούμεν ευθηνά τα Βιβλία, Τετράδια, Μολύβια, κονδυλοφόρους και λοιπά γραφικά είδη μας εκήρυξαν τον πόλεμον τον οποίον εδέχθημεν ευχαρίστως» «ΠΡΟΣ ΤΑΣ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΣ ΤΩΝ ΕΠΙΣΤΡΑΤΩΝ Σώζετε τους συγγενείς σας αν αποστείλητε εις αυτούς εν ΓΕΛΕΚΟΝ ΔΕΡΜΑΤΙΝΟΝ αδιάβροχον μετά φανέλας υπό της GANTERIE PARISIENNE Παναγιωτοπούλου & Λυμπεροπούλου Οδός Σταδίου 43» «Δια τους κ.κ. ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΟΥΣ ΙΑΤΡΟΥΣ Εγχειρίδια Στρατιωτικής Ιατρικής, Χειρουργικής και Α’ Βοηθειών εν πολέμω εις όλας τας γλώσσας ΕΛΕΥΘΕΡΟΥΔΑΚΗΣ & ΜΠΑΡΤ» Και η πιο ωραία … «ΕΜΠΡΟΣ Η ΤΥΧΗ ΒΟΗΘΕΙ ΤΟΥΣ ΤΟΛΜΗΡΟΥΣ 55 25.000 Λ. ΑΜΟΙΒΗ θα δοθώσιν εις τον στρατιώτην του Ελληνικού Στρατού της καταλήψεως της Θεσσαλονίκης, ο οποίος πρώτος θα γράψη ανεξιτήλοις γράμμασιν επί τινος μιναρέ Τουρκικού Τζαμίου το αναμφισβήτητον γεγονός ότι μόνον οι ελαστικοί κηλεπίδεσμοι συστήματος και εφαρμογής Δ. ΠΡΟΜΠΟΝΑ θεραπεύουν την κήλην ανωδύνως. Φαρμακευτικός Οίκος Υγείας Αθηνών και Εργοστάσιον ελαστικών κηλεπιδέσμων Δ. Προμπονά, Αθήναι, οδός Πειραιώς, αρ. 3»

55

Λίρες; Λεπτά; Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 42

Δευτέρα, 8 του Οκτώβρη 1912, 4η Μεραρχία (Διήγηση του Αριστείδη)

Μετά την κατάληψη των συνοριακών φυλακίων και την απελευθέρωση της Τσαρίτσανης, της Ελασσώνας και της Δεσκάτης, η Στρατιά πλησίασε στην κύρια γραμμή άμυνας των Τούρκων στο Σαραντάπορο. Από εκεί περνούσε ο αμαξιτός δρόμος για Θεσσαλονίκη και Μοναστήρι. Απόρθητο φρούριο ήταν το Σαραντάπορο, οργανωμένο υποδειγματικά από Γερμανούς Αξιωματικούς. Εκεί έλπιζε να μας σταματήσει ο έμπειρος Ταχσίν Πασάς. Οι πληροφορίες για την Τουρκική δύναμη, για τα όπλα, το ηθικό, το ποιόν και τις θέσεις της ήταν σχεδόν πλήρεις, χάρη στα δίκτυα του Μακεδονικού Αγώνα. Και οι πληροφορίες αυτές λέγανε ότι οι Τούρκοι είχαν στα στενά 24 πεδινά 56 πυροβόλα, μία όχι πλήρη Μεραρχία Τακτικού Στρατού και διάφορες μονάδες ρεντίφηδων με 57 χαμηλό ηθικό. Απέναντί τους, ο «Στρατός Θεσσαλίας» είχε έξι μεραρχίες Πεζικού , μία Ταξιαρχία Ιππικού, δύο Αποσπάσματα Ευζώνων μεγέθους Συντάγματος και ισχυρό Πυροβολικό, ιδίως ορειβατικό που δεν είχανε οι Τούρκοι. Ο Αρχιστράτηγος του Ελληνικού Στρατού Διάδοχος Κωνσταντίνος και το Επιτελείο του εγκαταστάθηκαν στο χάνι Χατζηγώγου που είναι λίγα χιλιόμετρα πριν την είσοδο των στενών, έχοντας έτσι επαφή με τις μονάδες και την τοποθεσία. Από εκεί, την προηγούμενη νύχτα, έβγαλαν τις Διαταγές 58 για την κάθε Μεραρχία. Το σχέδιο του Επιτελείου ήταν καλό , με πολλαπλές υπερκεράσεις. Η ουσία του σχεδίου ήταν η επίθεση κατά των Στενών με τέσσερεις Μεραρχίες (δύο μετωπικά και δύο υπερκερωτικά), ενώ μία πέμπτη Μεραρχία θα έκανε έναν ευρύτερο υπερκερωτικό ελιγμό φράζοντας την έξοδο των Στενών προς τα Σέρβια, εγκλωβίζοντας έτσι τους υποχωρούντες εχθρούς, ενώ το Ιππικό θα απέκοπτε τον δρόμο προς την Κοζάνη, αιχμαλωτίζοντας όποια εχθρική 59 δύναμη κατάφερνε να ξεφύγει από την κύκλωση . ης

Η Διαταγή που έλαβε η Μεραρχία μας ήταν λίγο ασαφής: Να κινηθεί αριστερά της 3 κρατώντας επαφή μαζί της, ώστε αν χρειαστεί να επέμβει επιτιθέμενη στο Σαραντάπορο από τα αριστερά, αλλιώς να συνεχίσει βόρεια προς την έξοδο των Στενών. Προς αιώνια τιμή του, ο έμπειρος Διοικητής μας Υποστράτηγος Κ. Μοσχόπουλος, κινήθηκε κατ’ ευθείαν προς το Βορρά, χωρίς να περιμέ60 νει την εξέλιξη της μετωπικής επίθεσης, παραβαίνοντας τις Διαταγές του Γενικού Στρατηγείου . 56

(εφέδρων) (για την ακρίβεια πέντε και κάτι, αφού η 6η δεν ήταν ακόμη πλήρης) 58 Θεωρώντας δεδομένο ότι με τις επικοινωνίες της εποχής, η συνεννόηση κατά τη διάρκεια της μάχης θα ήταν πολύ δύσκολη, το Γενικό Στρατηγείο εξέδωσε τις Διαταγές του μία ημέρα πριν, ώστε οι Μέραρχοι να γνωρίζουν το σχέδιο μέχρι τέλους, και να το υλοποιήσουν χωρίς ανάγκη για αναμονή παραπέρα εντολών. Η πρόβλεψη της μάχης υπήρξε αξιοθαύμαστη και περιείχε ακόμη και οδηγίες προς κάθε Μέραρχο για τις ενέργειές του περίπτωση κρίσης. 59 Με λίγα λόγια, το σχέδιο πρόβλεπε την καταστροφή της εχθρικής δύναμης, σε μία μόνο «κύρια» μάχη. Δύο Μεραρχίες (η 2η δεξιά και η 3η αριστερά) θα έκαναν επίθεση μετωπικά στο Στενό, ενώ η 1η θα προσπαθούσε να υπερκεράσει το στενό από τα δεξιά προς τα Πιέρια και η 4η από αριστερά περνώντας τα Καμβούνια. Η 5η Μεραρχία και η Ταξιαρχία Ιππικού στάλθηκαν σε έναν ευρύτερο υπερκερωτικό ελιγμό από τους Λαζαράδες, αριστερά της 4ης. Το Πεδινό Πυροβολικό όλων των Μεραρχιών είχε συγκεντρωθεί υπό ενιαία Διοίκηση (σαν Πυροβολικό Στρατιάς) για να στηρίξει την μετωπική επίθεση, ενώ αντίστροφα τα ορειβατικά Πυροβόλα της 2ης και 3ης δόθηκαν στην 1η και 4η που θα ακολουθούσαν ορεινά δρομολόγια. Η 6η Μεραρχία που δεν ήταν ακόμη πλήρης, κρατήθηκε σαν εφεδρεία της 2ης και 3ης. 60 Έχουν διατυπωθεί εκ των υστέρων αρκετά αρνητικά σχόλια για το σχέδιο αυτό. Γνώμη μου είναι ότι το σχέδιο ήταν πολύ καλό, αλλά θα μπορούσε και να ανατραπεί από τις καθυστερήσεις που σημειώθηκαν και τις οποίες θα δούμε στη συνέχεια. Με βάση αυτές, η πρωτοβουλία του Μέραρχου της 4ης ήταν καθοριστική και έκρινε σε μεγάλο βαθμό τη μάχη. 57

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 43

Στη διάρκεια του βραδινού συσσιτίου, οι Αξιωματικοί σχολιάζαμε μεταξύ μας τις δυσκολίες που θα αντιμετώπιζαν οι συνάδελφοι που θα συμμετείχαν στην «κατά μέτωπον» επίθεση. «Λένε ότι έχουν οργανώσει την άμυνα Γερμανοί» «Ναι, και ότι ο Στρατηγός Φον Γκολτς είπε ότι τα στενά θα αποτελέσουν τον τάφο του Ελληνικού Στρατού» «Τα μυαλά του και μια λίρα, άμα τους βάλει σημάδι ο Παρασκευόπουλος με τα πεδινά του πυροβόλα, δε θα μείνει τίποτα όρθιο» Οι κουβέντες που δίνανε θάρρος εναλλάσσονταν με τον φόβο, αλλά η ιδέα ότι η Μεραρχία μας δεν θα έκανε μετωπική επίθεση στα Στενά μας γέμιζε αισιοδοξία και μας έκανε να ξεχνάμε τη σκληρή πορεία που μας περίμενε, από μουλαρόδρομους και ορεινά κακοτράχαλα μονοπάτια. ο

Ήρθε η Διαταγή να κινηθούμε βόρεια. Μπροστά πήγαινε το 8 Σύνταγμα με την Ημιλαρχία ο Αναγνωρίσεως και μία Πυροβολαρχία ορεινού Πυροβολικού. Από πίσω το δικό μας 9 Σύνταγμα ο και μετά το 11 με τις υπόλοιπες μονάδες. Οι φαντάροι της Διμοιρίας μου, ενήμεροι ήδη για τα Τουρκικά οχυρά του Σαραντάπορου, ήταν εξ ίσου ανήσυχοι αλλά και αισιόδοξοι … «Τι θα κάνει η Μεραρχία μας κύριε Ανθυπολοχαγέ;» «Εμείς Κωνσταντόπουλε θα καβαλικέψουμε τα βουνά να βγούμε πίσω από τα στενά … γι’ αυτό αφήσαμε όλα τα τροχοφόρα και τα πεδινά πυροβόλα και πήραμε μόνο μουλάρια και ορεινά πυροβόλα … Από τα Γιαννωτά που πάμε τώρα, υπάρχει μόνο ένας μουλαρόδρομος που βγάζει στο Ράχοβο, στην έξοδο των Στενών … θα περάσουμε πρώτα από το Μόκρο και τους Μεταξάδες και θα βγούμε πίσω από τους Τούρκους, να τους κόψουμε την υποχώρηση» «Κάλιο έτσι κυρ Ανθυπολοχαγέ … προτιμώ τα κατσάβραχα από τα Στενά και τα κανόνια των Τούρκων» «Ετοιμάσου για σκαρφάλωμα Κωνσταντόπουλε, το Ράχοβο απέχει μιάμιση μέρα δρόμο και θα βρούμε και Τούρκους μπροστά μας … δεν θα είναι περίπατος …» «Άμα δεν έχει κανόνια, περίπατος θα είναι, θα δεις κυρ Ανθυπολοχαγέ. Όσοι κι αν είναι οι Τούρκοι, άμα δουν ολόκληρη Μεραρχία θα το βάλουν στα πόδια …» Η Διαταγή έλεγε να κινηθούμε αριστερά από τα Στενά του Σαρανταπόρου, που οι Τούρκοι τα 61 62 ονόμαζαν «Kirk Geçit » αλλά και «Σεϊτάν Μπουγάζ ». Το Ελληνικό όνομα της τοποθεσίας προέρχεται από τον ομώνυμο ποταμό που όπως γράφει στο βιβλίο του ο Ταγματάρχης Ν. Σχινάς «διασταυρώνεται τεσσαρακοντάκις μετά της ημιονικής οδού». Η τοποθεσία είναι εκ φύσεως οχυρή και προσφέρεται για ισχυρή άμυνα, με εξαίρετα πεδία βολής. Τα στενά βρίσκονται ανάμεσα στα Πιέρια όρη (821 μ) και τα Καμβούνια όρη (1139 μ), που σχηματίζουν ένα προστατευτικό ορεινό τείχος, εμποδίζοντας τις πλαγιοκοπήσεις κατά μήκος των στενών, ιδίως από τα δεξιά. Φτάσαμε στα Γιαννωτά. Ήταν τσιφλίκι Τούρκικο και ο Μπέης την κοπάνισε από την προηγούμενη μέρα, παίρνοντας μαζί και τις χανούμισσες του χαρεμιού του, τα τεφτέρια με τους λογαριασμούς όσων του χρώσταγαν και ότι άλλο μπορούσε να φορτώσει μέσα στη φούρια του φευγιού. Το κονάκι του έγινε Στρατηγείο και στον εξώστη κυμάτιζε τώρα η σημαία της Μεραρχίας. Στο 63 64 «χαρεμλίκι» είχε τώρα βολευτεί το Επιτελείο και στο «σελαμλίκι» οι γραφιάδες. Οι Ιπποκόμοι πιάσανε τα καμαράκια στην αυλή δίπλα στα ζώα τους. 61

(που σημαίνει «σαράντα πύλες») (στενό του διαβόλου) 63 (ο χώρος του χαρεμιού, γενικότερα των γυναικών) 64 (ο ανδρωνίτης, τα διαμερίσματα των ανδρών) 62

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 44

Οι αποθήκες ήταν γεμάτες σιτάρι και κριθάρι. Ο Μέραρχος διέταξε να κατασχεθεί το κριθάρι για τα ζώα και το σιτάρι να μοιραστεί στους χωριάτες. Οι δύστυχοι … χρόνια τώρα το σοδιάζανε αλλά ψωμί σταρένιο δεν είχαν φάει ποτέ … ένα ψωμί από καλαμπόκι και βρίζα τρώγανε σε όλη τη ζωή τους. Και μόλις έμαθαν τα νέα, μαζεύονταν στο κονάκι να φιλήσουν το χέρι του Μεράρχου. Στα Γιαννωτά όμως έλειπε το νερό. Γύρω από το ένα και μοναδικό πηγάδι μαζεύονταν διψασμένοι οι φαντάροι, προσπαθώντας με κλωτσιές και βρισιές να γεμίσουν τα παγούρια τους. «Εις τάξιν η Διμοιρία … είμαστε Στρατός όχι μπουλούκι …» Ήταν μάταιο, και γρήγορα παραιτήθηκα από κάθε προσπάθεια να βάλω τάξη. Έκατσα σε μια άκρη, έβγαλα από το γυλιό λίγη κουραμάνα και ένα κομμάτι κεφαλοτύρι και αποφάσισα να δειπνήσω. Αλλά το μάτι μου έπιασε κάποιους φαντάρους που με κοίταζαν λιγωμένοι από την πείνα και μετάνοιωσα. «Λοχία, ανάφτε δυο τρεις φωτιές, στήστε τα αντίσκηνα και ελάτε να μαζευτούμε, να φάμε μαζί ότι έχουμε όλοι» Άναψαν τρεις μεγάλες φωτιές, στήθηκαν τα αντίσκηνα και όλη η διμοιρία έκατσε μαζί και ο καθένας έβγαζε ότι είχε στο γυλιό του για να το μοιραστεί με τους συντρόφους του … σε μία ατμόσφαιρα που θύμιζε Μυστικό Δείπνο. «Δεν έχω όρεξη συνάδελφοι» είπε ένας φαντάρος. «Ποιος έχει όρεξη, με τόσο σκαρφάλωμα και τους Τούρκους να μας περιμένουν στα οχυρά τους …» απάντησε άλλος. «Δεν μας περιμένουν εμάς, αλί στις άλλες Μεραρχίες που θα επιτεθούν μετωπικά» είπε ένας η τρίτος που είχε συγγενή στην 2 Μεραρχία. «Ψηλά το ηθικό παιδιά … πάμε να ελευθερώσουμε τα αδέρφια μας που περιμένουν …» τους απάντησα. Οι «αντιρρησίες» ντράπηκαν να ανταπαντήσουν, προτίμησαν να μασήσουν λίγο ψωμοτύρι, και στο τέλος η κουβέντα έφυγε σε άλλες κατευθύνσεις, βοήθησε και λίγο τσίπουρο δίπλα στη φωτιά, και έτσι ξεχάστηκε για λίγο ο πόλεμος και οι κακουχίες μέχρι να αποσυρθούμε πάλι στη μοναξιά μας στα αντίσκηνα. Τη νύχτα αυτή, ο ύπνος σε αντίσκηνα δεν ήταν ο κανόνας αλλά η εξαίρεση. Οι περισσότεροι φαντάροι και ιδίως αυτοί των προφυλακών, κοιμήθηκαν στο χώμα, μισή κουβέρτα από κάτω, μισή από πάνω, και από πάνω ριγμένο το αντίσκηνο για την υγρασία της νύχτας. Και το μάνλιχερ γεμάτο και δίπλα τους.

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 45

Δευτέρα 8 του Οκτώβρη 1912, Αναχώρηση εθελοντών 6ης Μεραρχίας 65 (Διήγηση του Νικήτα)

Η νύχτα πέρασε χωρίς να κλείσει μάτι κανείς. Πρωί πρωί, εμφανίστηκε μέσα σε ζητωκραυγές ο Διοικητής του Λόχου, ο Λοχαγός Λέων, βετεράνος του 1897, που σαν έφεδρος Ανθυπολοχαγός τότε, είχε τραυματιστεί στα Φάρσαλα. Ίδιος λέων ο Λοχαγός, όνομα και πράμα, μας ξεσήκωσε λέγοντας ότι ήρθε η διαταγή να ξεκινήσουμε για το μέτωπο. «Ετοιμαστείτε παιδιά, σε μισή ώρα φεύγουμε» «Για πού κυρ Λοχαγέ;» «Αυτό δεν είναι δική σου δουλειά Σαλαχώρη … έχε τη λόγχη σου έτοιμη και μη σε μέλλει» «Πανέτοιμη κυρ Λοχαγέ, γυαλίζει από τ’ ακόνι» Η σάλπιγγα σήμανε προσκλητήριο: «Κατά τετράδας, μάαρςςς … ένα δύο … εν δυο … ένα δύο … εν δυο»

Καθώς ο Λόγος βγήκε στη Φιλελλήνων, άνοιγαν τα παράθυρα από τα σπίτια: «Στο καλό λεβέντες, στο καλό παιδιά … να γυρίσετε νικητές … στην Πόλη να σταματήσετε κι εμείς θα έρθουμε να σας βρούμε εκεί» Ήταν οι υπηρέτριες από τα ωραία σπίτια της Φιλελλήνων … πρόσωπα ροδαλά, γεμάτα πρωινή χάρη. Σκορπούσαν φιλιά και ενθουσιασμό στους φαντάρους, που προχωρούσαμε με καμάρι. Κατεβαίνοντας την Σταδίου, το πλήθος δεξιά και αριστερά χειροκροτούσε. Φτάνοντας στην Ομόνοια, έγινε το αδιαχώρητο …

65

Για την ακρίβεια ήταν εθελοντές που επρόκειτο να ενισχύσουν το 18ο Σύνταγμα, το οποίο είχε ήδη συγκροτηθεί στη Λαμία, και που μαζί με το 17ο Σύνταγμα (Μεσολόγγι), το 1ο Σύνταγμα Ευζώνων (8ο και 9ο Τάγμα Ευζώνων, με έδρα τον Τύρναβο και τα Τρίκαλα αντίστοιχα), την ΙΙΙ/2 Μοίρα Πεδινού Πυροβολικού από την Αθήνα, τον 5ο Λόχο του 2ου Συντάγματος Μηχανικού, μία Ημιλαρχία Ιππικού, μία Διμοιρία Τηλεγραφητών, μία Μοίρα Εφοδιασμού Πυρομαχικών, μία Μοίρα Υγειονομικού και μία Εφοδιοπομπή συγκρότησαν (μετά την έναρξη της επιστράτευσης και χάρη στην υπεράνω του αναμενομένου προσέλευση επιστράτων και εθελοντών) την 6η Μεραρχία, με έδρα το Βελεστίνο και Διοικητή τον Συνταγματάρχη Ιππικού Κομνηνό Μηλιώτη. Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 46

«Ένα δύο … εν δυο» Ο Λοχαγός επιτάχυνε το βήμα και σε δέκα λεπτά φτάσαμε στο Σταθμό του Λαρισαϊκού. Σταματήσαμε και ακουμπήσαμε κάτω το βαρύ φορτίο μας, ιδρωμένοι από την σύντονη πορεία. Μας πλησίασαν κάτι πιτσιρίκια, με τις πρωινές φρεσκοτυπωμένες εφημερίδες που γίνανε ανάρπαστες. Οι πολεμικοί ανταποκριτές φαίνεται ότι προσκολλήθηκαν στο Επιτελείο του Διαδόχου, και από εκεί μετέδιδαν με κάθε λεπτομέρεια το δρομολόγιό του των πρώτων ημερών. Από την Αβερώφειο Γεωργική Σχολή της Λάρισας, πήγε με αυτοκίνητο στον Τύρναβο. Πέρασε τη νύχτα άυπνος, σε ένα σπίτι από αυτά που εγκατέλειψαν οι κάτοικοι, τρομαγμένοι από τις μνήμες του 1897. Τα ξημερώματα πέρασε τα σύνορα και είδε τη μάχη από τα υψώματα του Βελεσνίκου. 66 Μετά το μεσημέρι κατέβηκε στην Τσαρίτσαινα , την πρώτη Ελληνική πόλη που λευτερώθηκε. Εκεί στην Εκκλησία, τον υποδέχθηκαν με δάκρυα οι προεστοί και ο Μητροπολίτης Ελασσώνας Νεόφυτος έψαλλε δοξολογία. Ένα αυτοκίνητο σταμάτησε δίπλα στο σταθμό. Κατέβηκε μία κυρία μαυροντυμένη και σεβαστή. Ένα παλληκάρι πανέμορφο, άφησε τις γραμμές μας και έτρεξε κοντά της. Τον αγκάλιασε στοργικά και τον φίλησε, ήταν η μάνα του. Και το παλληκάρι ήταν ο Μελάς, ανηψιός του ήρωα Παύλου Μελά. Δέκα εννιά χρονών, μικρός για στράτευση, μα αυτός δεν καταλάβαινε από τέτοια … κατατάχθηκε εθελοντής. Ήταν κι άλλες μανάδες και αδερφές και οι χαιρετισμοί δεν λέγανε να σταματήσουν, μέχρι που φάνηκε με δάκρυα στα μάτια, ναι όπως σας το λέω, με δάκρυα στα μάτια, ο Συνταγματάρχης 67 Μπορντώ . Ήταν εκεί για να φροντίσει την επιβίβαση στο τραίνο. Κινιόταν πάνω κάτω, χτυπώντας τις καλογυαλισμένες μπότες του με ένα καμτσίκι, αυτός ο φιλόπονος αλλά και αυστηρός Γάλλος οργανωτής. Έλεγχε τα βαγόνια και επιθεωρούσε τον κάθε φαντάρο χωριστά. «Κύριε Λοχαγέ, γιατί δεν έχει καραβάνα ο Στρατιώτης αυτός» ρωτάει αυστηρά τον Λοχαγό μας. Και αυτός κάτι του είπε στα ελληνικά και έτσι η ερώτηση έμεινε αναπάντητη. «Λοκία, Λοκία, έλα εντώ» φωνάζει ο Μπορντώ στον Λοχία Παλατιανό, που όμως δεν άκουγε. «Λοκία, Λοκία» «Παρώωων» «Mais vous êtes très paresseux Monsieur» «Τι μου είπε ρε παιδιά; Τι μου είπε ρε Σπάθη;» ρωτάει με αγωνία τον Λοχία Ηλία Σπάθη από το Κάιρο που ξέρει γαλλικά … «Είσαι πολύ τεμπέλης, λέει, συνάδελφε …» «Να χαθεί το ζώον …» Αρχίσαμε να μπαίνουμε στα βαγόνια. Σε κάθε βαγόνι, με μεγάλα γράμματα, η επιγραφή «5 ίπποι 40 άνδρες». «Ρε Ροντήρηηη … τι λέει εδώ; 5 ίπποι, 40 άνδρες, δηλαδή;» Και ο Ροντήρης, τελειόφοιτος της Νομικής, ανέλαβε να το εξηγήσει: «Αν μπουν στο βαγόνι άλογα, χωράνε πέντε, αν μπουν άνθρωποι, χωράνε σαράντα» Μπήκαμε όλοι γελώντας, ενώ ο Σαλαχώρης χλιμίντριζε προσπαθώντας να πιάσει περισσότερο χώρο για την αφεντιά του. Τώρα, πώς χωρέσαμε σαράντα άνθρωποι σε ένα βαγόνι, αυτό ο Θεός το ξέρει, αλλά χωρέσαμε. Αλλά έφτασε μεσημέρι και τα στομάχια διαμαρτύρονταν. «Λίγο ψωμί ρε παιδιά …»

66 67

(Τσαρίτσανη, κωμόπολη που τότε είχε μόνο Έλληνες κατοίκους) (της Γαλλικής Αποστολής, που είχε αναλάβει την εκπαίδευση και ανασυγκρότηση του Ελληνικού Στρατού) Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 47

Δόθηκαν σε κάθε βαγόνι 5 μεγάλες κονσέρβες τόνου, μαζί με ψωμί. Τα στομάχια ηρέμησαν και τα πνεύματα ησύχασαν. Το τραίνο ξεκίνησε και όλοι προσπαθούσαμε να βολευτούμε όπως όπως, ενώ το ρυθμικό κούνημα, η κουραμάνα και ο τόνος ρίξανε τους περισσότερους σε έναν ύπνο άβολο αλλά βαθύ. Σε κάποιο σταθμό το τραίνο σταμάτησε. Είχε νυχτώσει και οι αγουροξυπνημένοι σπρώχνανε ο ένας τον άλλο, προσπαθώντας να δουν πού βρίσκονται. «Ένα φανάρι βρε παιδιά …» «Δεν βλέπω τη μύτη μου, πού είμαστε ρε συνάδελφοι;» «Φτάσαμε;» Κάποιοι σιδηροδρομικοί υπάλληλοι τα χάσανε από τις φωνές, αλλά φέρανε μερικά φανάρια. «Τι είναι αυτά; Τα τζάμια είναι κατάμαυρα … να τα πλύνετε και να μας τα φέρετε καθαρά» Ένας σιδηροδρομικός πήγε να διαμαρτυρηθεί, αλλά από ένα βαγόνι ακούστηκαν δύο πυροβολισμοί. Κάποιος είχε την έμπνευση και το κέφι να ρίξει δυο πυροβολισμούς στον αέρα. Αλλά ο σιδηροδρομικός το πήρε προσωπικά. Το Μάνλιχερ ήταν ιδιαίτερα πειστικό και τα φανάρια επιστρέψανε πλυμένα. Βάλαμε από ένα στην οροφή κάθε βαγονιού. «Είδομεν το φως το αληθινόν …» «Εγένετο φως … δόξα Σοι ο Θεός …» Όμως το φως δεν ήταν για καλό. Και η νύχτα πέρασε χωρίς να κλείσει κανείς μάτι, ως τις πέντε το πρωί που το τραίνο έφτασε στη Λάρισα. Το Τάγμα αποβιβάστηκε, μπήκαμε σε γραμμές και βαδίσαμε το δρόμο για τους Στρατώνες. Η υπόλοιπη μέρα αφιερώθηκε στην ανάπαυση και το μόνο ενδιαφέρον ήταν η εμφάνιση κάποιων Τούρκων αιχμαλώτων που τα είχαν χαμένα … Χτες κύριοι, σήμερα χαμένοι και αιχμάλωτοι, τα πρόσωπά τους σκοτεινά και κατσούφικα. Αλλά η κούραση από το ταξίδι ήταν μεγάλη και κανένας μας δεν είχε όρεξη για χωρατά. Το μυαλό ήταν στις μέρες που θα ακολουθήσουν και αυτό μας έκανε όλους πιο σοβαρούς, πιο ήσυχους και πιο πειθαρχημένους.

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 48

Δευτέρα 8 του Οκτώβρη 1912 – Απελευθέρωση της Λήμνου (Διήγηση του Θεμιστοκλή68)

Η κήρυξη του πολέμου στις 5 Οκτωβρίου, μας βρήκε στον Φαληρικό όρμο με όλο τον Στόλο του Αιγαίου. Την ημέρα εκείνη είχαμε μεγάλο σημαιοστολισμό και στις 10:00 επιβιβάστηκαν στον 69 «Αβέρωφ» ο τότε Υπουργός Ναυτικών Στράτος, ο Γενικός Επιθεωρητής Ναύαρχος Τώφνελ και ο Πρωθυπουργός Βενιζέλος. Στις 11:30 επιβιβάστηκε και ο Βασιλέας Γεώργιος και ακολούθησε ο Αγιασμός. Στη διάρκεια της τελετής που ακολούθησε, ανακοινώθηκε ότι ο Κυβερνήτης μας, που πριν τρεις εβδομάδες είχε γίνει και Αρχηγός του Στόλου, προήχθη σε Υποναύαρχο. Μετά τις προσφωνήσεις των πολιτικών και τις ευχές του Βασιλιά, που είπε στον Αρχηγό μας «Παύλε, όπως σου παραδίδω τα παιδιά μου έτσι θέλω να μου τα επιστρέψεις». Και καθώς η ατμάκατος απομακρυνόταν, ακούστηκε πάλι η φωνή του Βασιλιά: «Παύλε, όπως σου είπα … Ελιγμοί και ταχύτης!». Στις 13:30 ο Στόλος απέπλευσε σε γραμμή παραγωγής. Την ίδια ώρα στάλθηκε και το πρώτο πολεμικό Ναυαρχικό Σήμα προς όλα τα πλοία: «Η Α.Μ. ο Βασιλεύς στέλνει θερμάς ευχάς υπέρ της επιτυχίας του ιερού αγώνος μας. Αι δάφναι των ενδόξων πολέμων του Ελληνισμού πληρούσι πολλάς σελίδας της Ιστορίας και έχει ακράδαντον πεποίθησιν ότι ο ημέτερος Στόλος σήμερον θα προσθέσει μίαν ένδοξον σελίδα εις την ιστορία του Ναυτικού. Ο Αρχηγός Στόλου Αιγαίου ΚΟΥΝΤΟΥΡΙΩΤΗΣ»

68 69

Θεμιστοκλής Οικονόμου, Ναύτης Α’ – Οπλίτης στον «Αβέρωφ», πρόσωπο μυθιστορηματικό Λ. Τώφνελ , επί κεφαλής της Αγγλικής Ναυτικής Αποστολής Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 49

Ήμουν στον «Αβέρωφ» από τον καιρό που τον παραλάβαμε, τον Μάιο του 1911, με κυβερνήτη τότε τον Πλοίαρχο Δαμιανό. Η ειδικότητά μου ήταν Ναύτης Α’ – Οπλίτης και στην αρχή απορούσα σε τι χρειαζόταν αυτή η ειδικότητα σε ένα τόσο σύγχρονο πλοίο. Σίγουρα δεν προοριζόμουν για ρεσάλτα. Άργησα πολύ να καταλάβω το ρόλο μου, άλλωστε τον πρώτο καιρό, όταν δεν έκανα φασίνα, η μόνη μου υπηρεσία ήταν να φυλάω την καμπίνα του Κυβερνήτη εναλλάξ με τους άλλους συναδέλφους. Όταν έγιναν τα έκτροπα, τότε που πήγαμε στο Πόρτσμουθ για να παραλάβουμε πυρομαχικά, παραλίγο να μπλέξω άσχημα, αλλά 70 δεν είναι της στιγμής αυτά . Αλλά περάσαμε και ωραία, θυμάμαι που ήμουν άγημα όταν ο «Αβέρωφ» συμμετείχε στις τελετές για την στέψη του Γεωργίου του Πέμπτου. Στολή λευκή καλοσιδερωμένη, καπέλο ψάθινο, μουστάκι τσιγκελωτό και κατάμαυρο, κρυώναμε με την θερινή στολή γιατί εκεί στην Αγγλία κάνει ψύχρα, κι ας ήταν σχεδόν μέσα Ιουνίου, αλλά το άγημα στητό και καμαρωτό, με ολοκαίνουργια μάνλιχερ και αστραφτερές ξιφολόγχες, ζώνη, φυσιγγιοθήκες, ωμίδες, «πού ’σαι Λεμονιά να με καμαρώσεις …». Κρίμα που δεν βγάλαμε μια φωτογραφία … Τον Ιούλιο ήρθε νέος Κυβερνήτης ο Πλοίαρχος Κουντουριώτης, συμπατριώτης μου, Υδραίος, από μεγάλη οικογένεια του νησιού, εγγονός Πρωθυπουργού. Αψύς, νευρικός και αθυρόστομος, αλλά θεοσεβούμενος, δίκαιος και τολμηρός, το 1901 είχε πάει ως την Νέα Υόρκη, με τον «Μιαούλη», το εκπαιδευτικό της Σχολής Δοκίμων που κυβερνούσε τότε, μόνο με πανιά! Αυτός επέβαλε αμέσως πειθαρχία στο πλοίο και δεν σήκωνε κουβέντες. Σαν έβγαινε για περίπατο στην πρύμη, δεν ήθελες να ήσουν κοντά … Φύγαμε από την Αγγλία εσπευσμένα, γιατί τα πράγματα με τους Τούρκους δεν πήγαιναν καλά, χωρίς να φορτώσουμε όλα τα πυρομαχικά που έπρεπε. Απ’ ότι μου έλεγε το φιλαράκι μου ο Παπαφίγκος από την Σύρο, που ήταν πυροβολητής, είχαμε μόνο πενήντα βλήματα για καθένα από τα τέσσερα μεγάλα πυροβόλα των 234 χιλιοστών. Έτσι, σε όλη τη διάρκεια του πλού προς Ελλάδα, τα μεγάλα πυροβόλα δεν έριξαν ούτε μία οβίδα για εκπαίδευση … οικονομία … Όμως το πλοίο είχε το πιο σύγχρονο σύστημα ελέγχου βολής και η εκπαίδευση σε αυτό και στις διαδικασίες βολής ήταν πολύ έντονη κατά τη διάρκεια του ταξιδιού. Και συνέχεια είχαμε κάθε λογής γυμνάσια: Πυροσβέσεις, αντιμετώπιση βλαβών, διακομιδή τραυματιών και τέτοια. η

Στο Φάληρο φτάσαμε την 1 Σεπτεμβρίου 1911 και είχαμε μεγάλη υποδοχή. Και πώς όχι; Είχε κοστίσει πάνω από είκοσι πέντε εκατομμύρια δραχμές, κατά πως λένε, κι αν δεν ήταν ο μεγάλος ευεργέτης ο Αβέρωφ να συμπληρώσει το ποσό, θα είχε σηκώσει άλλη σημαία … Και όχι όποια σημαία νάναι, αλλά Τούρκικη, καθώς το παζάρευαν και οι Τούρκοι! Αλλά ας έρθουμε στο 1912 … Στις 17 του Σεπτέμβρη κηρύχτηκε η επιστράτευση. Δύο μέρες μετά, με την επιβίβαση του Π. Κουντουριώτη, ως αρχηγού Στόλου Αιγαίου πλέον, ξεκίνησαν οι πρώτες 70

(Αναφέρεται στη στάση που έγινε στον «Αβέρωφ» εξ αιτίας του «χαλασμένου» τυριού. Που δεν ήταν χαλασμένο, αλλά εγγλέζικο cheddar, που δεν το γνώριζαν οι ναύτες …) Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 50

περιπολίες, μαζί με το Θωρηκτό «Σπέτσαι», στην περιοχή του Αρτεμισίου. Και στις 3 του Οκτώβρη, όλος ο Στόλος είχε μαζευτεί στο Φάληρο για τις τελικές προετοιμασίες.

Ο απόπλους που σας περιέγραψα πριν, έγινε μέσα σε παραλήρημα ενθουσιασμού. Ο «Αβέρωφ», το καμάρι του Στόλου μας, τα τρία παλιά θωρηκτά μας «Ύδρα», «Σπέτσαι» και «Ψαρά», τα Τορπιλοβόλα Αντιτορπιλικά «Βέλος», «Ασπίς» και «Νίκη», τα Αντιτορπιλικά «Θύελλα», «Λόγχη», «Σφενδόνη», «Ναυκρατούσα» και το Ανεφοδιαστικόν «Κανάρης» έβαλαν πορεία για Τένεδο και Λήμνο. Μαζί μας απέπλευσε και το επίτακτο «Πηνειός» με δύο Λόχους Πεζικού και προορισμό την ης Σκιάθο, «εν αναμονή περεταίρω διαταγών». Στις μία τα ξημερώματα της 6 Οκτωβρίου, ο Στόλος έφτασε στη Λήμνο. Στη Λήμνο υπάρχει ο όρμος του Μούδρου, ένα φυσικό λιμάνι, καλά προστατευμένο, πενήντα μόνο μίλια από τα Στενά του Ελλησπόντου, το σημείο εξόδου του Τουρκικού Στόλου. Η Λήμνος διαλέχτηκε από τον Ναύαρχό μας, σαν βάση του Στόλου, αντί για τον όρμο των Ωραιών στην Εύβοια, που απέχει εκατόν εβδομήντα πέντε μίλια. Όμως το νησί ανήκε στους Οθωμανούς και έπρεπε πρώτα να το πάρουμε. «Θεμιστοκλή Οικονόμου, ετοιμάσου για δράση» έλεγα μέσα μου …

Τέσσερα Αντιτορπιλικά στάλθηκαν αμέσως για περιπολίες έξω από τα Στενά, ενώ το «Δόξα» στάλθηκε στη Σκιάθο, για να συνοδεύσει το «Πηνειός» στη Λήμνο. Ο Ναύαρχος ζήτησε από τον Τούρκο Καϊμακάμη που τον φέραμε στον «Αβέρωφ», να παραδώσει το νησί. Αλλά αυτός έκανε τον ανήξερο, ότι δεν είχε μάθει τίποτα για την κήρυξη του πολέμου. Και δεν αποκλείεται να έλεγε Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 51

αλήθεια, αν λογαριάσουμε τα χάλια των Τουρκικών συγκοινωνιών αλλά και το ότι και οι Έλληνες του νησιού αγνοούσαν το ότι είχε ξεκινήσει ο πόλεμος. Σαν μας είδαν να μπαίνουμε στο λιμάνι με τη σημαία σηκωμένη, πολλοί πήραν τις βάρκες τους και ήρθαν να μας υποδεχτούν και κάποιοι μικροέμποροι φέρνανε και τσιγάρα και καπνά για πούλημα. Ανάμεσά τους ήταν και δυο τρεις Τούρκοι. Και ρωτούσαν να μάθουν γιατί ήρθαμε … Αγριεμένοι μερικοί Ναύτες, βάλανε τις φωνές: «Μωρέ εμείς ήρθαμε να σας λευτερώσουμε κι εσείς ρωτάτε γιατί ήρθαμε κι ήρθατε να πουλήσετε τσιγάρα;» Σας αφήνω να φανταστείτε τις χαρές των Λημνιών, αλλά και τον κρύο ιδρώτα που έλουσε τους Τούρκους … Ο «Πηνειός» με τη Διλοχία έφτασε το επόμενο πρωί, στις 7 Οκτωβρίου δηλαδή, αλλά είχε κακοκαιρία και οι άνδρες ήταν και κομμένοι από τη θάλασσα και η απόβαση αναβλήθηκε για την επομένη. Δευτέρα 8 του Οκτώβρη, κάναμε απόβαση στο λιμάνι του Μούδρου, η Διλοχία, δύο αποβατικά πυροβόλα και ένα μικρό άγημα οπλιτών του πλοίου μας, συνολικά περίπου 500 άνδρες, υπό την διοίκηση του Ταγματάρχη Κονταράτου. Η απόβαση ξεκίνησε στις οκτώ το πρωί και ολοκληρώθηκε κατά τις έντεκα, και μετά από πολύωρη πορεία δια της Στενωπού «Βαθύ», κατευθυνθήκαμε προς 71 την πρωτεύουσα, το Κάστρο . Κατά τις δύο μετά το μεσημέρι, λάβαμε την πληροφορία ότι 300400 Τούρκοι ένοπλοι χωρικοί ήταν στο χωριό Λίρα. Το άγημα έσπευσε προς τα εκεί και μετά από σύντομη ανταλλαγή πυροβολισμών, οι Τούρκοι σήκωσαν λευκή σημαία. Συλλάβαμε τρεις Αξιωματικούς και 41 Στρατιώτες. Φαίνεται ότι υπήρχαν και ένοπλοι χωρικοί, σίγουρα όχι τόσοι όσους έλεγε η πληροφορία, που μάλλον σκόρπισαν μόλις μας είδαν να πλησιάζουμε. Στο μεταξύ πήγε η ώρα πέντε και ο κ. Κονταράτος αποφάσισε να καταυλισθούμε στη Λίρα, αφού το Κάστρο απείχε ακόμη τρεις ώρες. Φτιάξαμε και ένα τετράγωνο, προς φύλαξη των αιχμαλώτων. Αλλά πριν 72 ολοκληρωθεί ο καταυλισμός, ήρθε άλλη ειδοποίηση ότι ο Μουτεσαρίφης της νήσου συγκέντρωσε καμιά πεντακοσαριά Τούρκους εφέδρους και τους μοίραζε όπλα. Ο Κονταράτος αποφάσισε να κινηθούμε νύχτα κατά του Κάστρου, παρά την κούρασή μας, για να αιφνιδιάσουμε τους Τούρκους. Και πράγματι, φτάσαμε στην πόλη χωρίς να μας πάρουν χαμπάρι. Πιάσαμε τους δρόμους και αποκλείσαμε την Τουρκική συνοικία, ασφαλίσαμε και τους αιχμαλώτους σε ένα σπίτι, και πιάσαμε στον ύπνο τον Μουτεσαρίφη και όλους τους Τούρκους πολιτικούς υπαλλήλους του νησιού. Αμέσως μετά, Ο Κονταράτος κάλεσε τον Ταμία να παραδώσει το Ταμείο του. Βρέθηκαν μόνο 36 Τουρκικές και 18 Αγγλικές Λίρες και τρέμοντας ο Ταμίας είπε ότι δήθεν δόθηκαν μισθοί σε όλους τους υπαλλήλους … προκαταβολικά! Αλλά ψάχνοντας καλύτερα στο σπίτι του Μουτεσαρίφη βρήκαμε 40.000 Φράγκα !!! Τέτοια κι άλλα πολλά γίνανε, αλλά η μνήμη δεν τα χωράει όλα. Ογδόη Οκτωβρίου Δευτέρα το πρωί ελληνικά βαπόρια ήρθανε στη Λήμνο το νησί Μπροστά πάγει ο «Αβέρωφ», ξοπίσω το «Ψαρά» πάνε να βομβαρδίσουν τον Τούρκο στα Στενά Ο Παύλος Κουντουριώτης βάζει ολοταχώς πάει στα Δαρδανέλια που είναι ο εχθρός Τα ελληνικά βαπόρια στο Μούδρο αράξανε τα είδαν οι Τουρκάλες κι αναστενάξανε»!!! Κι οι Τουρκάλες αναστενάξανε αλλά και οι Τούρκοι εχλωμιάσανε μόλις είδαν τόσο Στόλο και τόσο 71 72

(Μύρινα) (Τούρκος Διοικητής) Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 52

Στρατό και παραδόθηκαν, ρίχνοντας πρώτα μερικές τουφεκιές «για τα μάτια» … Πιάστηκαν μάλιστα και εβδομήντα έξι ακόμη Τούρκοι Στρατιώτες, που είχαν κρυφτεί σε σπίτια. Την άλλη μέρα, η Διλοχία επέστρεψε στα πλοία, ενώ εμείς μείναμε στο Μούδρο που έπρεπε να μετατραπεί 73 σε βάση του Στόλου το ταχύτερο δυνατό … Την επόμενη μέρα, σαν έγινε η έπαρση της γαλανόλευκης στο φρούριο της Μύρινας, ο Κουντουριώτης χαιρέτησε τους Λημνιούς με αυτά τα λόγια: «Η νήσος Λήμνος μ’ όλων των εν αυτή πόλεων, κωμών και συνοικισμών, μετά των λιμένων και ακτών αυτής κατελήφθη υφ’ ημών και διατελεί από τούδε εις την κατοχήν μας». Θα ήθελα να προσθέσω το εξής: Σε πολεμικό Συμβούλιο υπό την Προεδρία του Βενιζέλου, που έγινε τον Σεπτέμβρη του 1912, με παρόντες πολλούς κυβερνητικούς αξιωματούχους και όλους τους υψηλόβαθμους Αξιωματικούς του Ναυτικού, έγινε ανασκόπηση των δυνατοτήτων των ναυτικών μονάδων Ελλάδας – Τουρκίας και παρατέθηκαν συγκριτικά στοιχεία … εκτοπίσματα, ταχύτητες, αριθμός και διαμετρήματα πυροβόλων, θωρακίσεις, πληρώματα … τα πάντα τέθηκαν κάτω από λεπτομερειακή εξέταση και όλες οι γνώμες και οι απόψεις συνέτειναν στο ότι ο Στόλος χρειαζόταν ενίσχυση εν όψει της αποστολής του. Ο Πρωθυπουργός δυσφορούσε. Αλλά όταν ήρθε η σειρά του Κουντουριώτη να σχολιάσει, αυτός είπε με σιγουριά ότι ο Στόλος μας μπορούσε να νικήσει τον Τουρκικό. Και αυτό το στήριζε στις ικανότητες, το ηθικό και την αυταπάρνηση των πληρωμάτων μας. Αποπλέοντας από το Φάληρο στις 5 Οκτωβρίου 1912, ο Στόλος έπαιρνε μαζί του τις ελπίδες ενός λαού. Η αποστολή του ήταν να εξασφαλίσει την θαλάσσια κυριαρχία στο Αιγαίο και στο Ιόνιο, αποκλείοντας τις θαλάσσιες μεταφορές των Τούρκων και εξασφαλίζοντας την απρόσκοπτη μεταφορά ανδρών και εφοδίων, όχι μόνο του Ελληνικού Στρατού, αλλά και των συμμάχων μας. 73

Η έγκαιρη κατάληψη της Λήμνου από τον Ελληνικό Στόλο βοήθησε αποφασιστικά στην γρήγορη προώθηση του Ελληνικού Στρατού στο Μακεδονικό Μέτωπο και στην έγκαιρη απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης, πριν από τους Βούλγαρους, ενώ εμπόδισε τους Τούρκους να μεταφέρουν ενισχύσεις, που υπολογίζονταν σε πάνω 250.000 άνδρες (συνολικά 3 Μεραρχίες Τακτικού Στρατού και 15 εφεδρικές, από την Σμύρνη και την 8η Στρατιά της Δαμασκού) από τη Μικρά Ασία και τη Μέση Ανατολή. Η διαμάχη στο Αιγαίο θα κρινόταν υπέρ εκείνου που θα έλεγχε τα Στενά. Αν οι Τούρκοι είχαν προβλέψει να οχυρώσουν τη Λήμνο, θα ναυμαχούσαν με πολύ καλύτερες προϋποθέσεις. Η απώλεια της Λήμνου στην αρχή του Πολέμου στοίχισε στους Τούρκους μία σύντομη στρατιωτική ήττα και την αδυναμία μιας αξιοπρεπούς διαπραγμάτευσης. Και δεν είναι υπερβολή αν πούμε ότι η Ελλάδα δεν θα συμμετείχε στον Πόλεμο, αν δεν υπήρχε ο «Αβέρωφ» και ότι τα σύνορα της Ελλάδας θα ήταν ακόμη στη Μελούνα. Σέρβοι και Βούλγαροι δεν μας ήθελαν για «συνεταίρους». Δεν είχαν όμως Στόλο και έτρεμαν το ότι 250.000 Οθωμανοί έφεδροι θα μπορούσαν να μεταφερθούν στη Μακεδονία και να αντιπαρατεθούν στα μέτωπα των μαχών, αλλάζοντας πιθανότατα την εξέλιξη του Πολέμου. Τα υποτυπώδη ως ανύπαρκτα σιδηροδρομικά και δίκτυα της εποχής δεν επέτρεπαν την ταχεία οδική μετακίνηση μεγάλων στρατιωτικών μονάδων και εφοδίων, ενώ η θαλάσσια μεταφορά τους απαιτούσε τον έλεγχο του Αιγαίου. Έτσι, Σέρβοι και Βούλγαροι υποχρεώθηκαν να δεχθούν την Ελλάδα στη συμμαχία, αν και θα προτιμούσαν να μοιραστούν μεταξύ τους τα Οθωμανικά εδάφη. Ο «Αβέρωφ» ήταν το πιο δυνατό χαρτί μας για να μπούμε στη Συμμαχία, κυριολεκτικά την τελευταία στιγμή. Αν συνυπολογίσουμε και την συμβολή του «Αβέρωφ» (και του Στόλου) στην απελευθέρωση των νησιών του Βόρειου και Ανατολικού Αιγαίου, αλλά και του Αγίου Όρους, μπορούμε να πούμε με βεβαιότητα ότι, η αγορά του «Αβέρωφ» υπήρξε η σημαντικότερη επένδυση του Ελληνικού Κράτους μέχρι σήμερα. Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 53

Δεν θέλω να υποβαθμίσω τη συμβολή του Στρατού ούτε να παραβλέψω τη σημασία των νικών του. Ο ηρωισμός του Πεζικού, το επιθετικό πνεύμα και η ορμή του, είχαν ψυχολογική αλλά και ουσιαστική αξία στην απελευθέρωση της Μακεδονίας και της Ηπείρου. Η ορμητική προέλαση του Στρατού μας έφερνε ρίγη περηφάνειας στον Ελληνισμό και ανάλογα αισθήματα ένοιωθαν σίγουρα και οι σύμμαχοι λαοί για τις νίκες των Στρατών τους. Όμως η έκβαση του Πολέμου που έδιωξε τους Οθωμανούς από τα Βαλκάνια κρίθηκε στη θάλασσα. Η μεγάλη, η στρατηγική μάχη, κερδήθηκε στη θάλασσα. Ήταν αυτή, που αν χανόταν, θα είχε άλλη εξέλιξη η ροή του πολέμου και 74 η ιστορία θα ήταν διαφορετική . Και το πρώτο βήμα έγινε στη Λήμνο, στις 8 Οκτωβρίου 1912.

Αρχιτέκτονας της νίκης αυτής ήταν ο Ναύαρχος Παύλος Κουντουριώτης. Λιτός, απέριττος και ασκητικός, απεχθανόταν τις επιδείξεις και τις κοσμικότητες. Βαθιά Θεοσεβούμενος, πίστευε πως κάθε ενέργεια έπρεπε να ξεκινάει από την επίκληση της Θείας βοήθειας. Αριστοκράτης στην καταγωγή, ήξερε να μιλάει στην καρδιά των ναυτών. Όταν φώναζε, έβριζε αρβανίτικα. Και ενώ επέβαλε σκληρή πειθαρχία, τον λατρεύαμε όλοι γιατί έδινε πρώτος το παράδειγμα της πίστης στο καθήκον και της φιλοπατρίας. Γεννήθηκε το 1855 στην Ύδρα, σε μια εποχή που ζούσαν ακόμη πολλοί ναυτικοί του ’21 και το λιμάνι έσφυζε από ιστιοφόρα, πολλά από τα οποία είχαν κυβερνήσει θρυλικοί ναυμάχοι επαναστάτες. Ο πατέρας του Θεόδωρος, ήταν γιος του Γεωργίου Κουντουριώτη που υπήρξε Πρόεδρος του Εκτελεστικού στην δύσκολη δεκαετία του 1820. Στο αρχοντικό του παππού του, ψηλά στη δυτική πλευρά της Ύδρας, ταυτίστηκε με το Υδραίικο περιβάλλον, με την παράδοση των μπουρλοτιέρηδων, κληρονομώντας όλες τις αρετές εκείνης της γενιάς, που συνδύαζε τη φρόνηση 75 με τη γενναιότητα, το μυαλό με την καρδιά. Το 1873 κατατάχθηκε στο Ναυτικό Σχολείο και το 1877 ονομάστηκε Σημαιοφόρος. Και τον Μάη του 1886 πήρε το βάπτισμα του πυρός. Όντας Υποπλοίαρχος, έχοντας υπό τις διαταγές του τις κανονιοφόρους «Α» και «Β», μπήκε στον Αμβρακικό, βαλλόμενος από τα πυροβολεία της Πρέβεζας και μια τουρκική Φρεγάτα. Τον Ιανουάριο του 1897, Πλωτάρχης και Κυβερνήτης του Ατμομυοδρόμωνα «Αλφειός», στάλθηκε με άλλα πλοία στην Κρήτη, με το εκστρατευτικό σώμα του Συνταγματάρχη Τιμολέοντα Βάσσου. Τον 74

Σύμφωνα με τα Τουρκικά σχέδια που είχε εκπονήσει ο Αχμέτ Ιζέτ Πασάς, τρεις Στρατιές, η 1 η Στρατιά Κωνσταντινούπολης, η 2η της Θράκης και 3η της Μακεδονίας, συνολικής δύναμης 300.000 ανδρών, θα έπρεπε να αμυνθούν για όσο χρόνο ήταν αναγκαίος μέχρι να γίνει επιστράτευση στις Ασιατικές επαρχίες και να μεταφερθεί μέσω θαλάσσης η 8η Στρατιά της Δαμασκού και οι εφεδρείες από την Σμύρνη και την Μέση Ανατολή, στις οποίες είχαν στηριχθεί τα σχέδιά τους για αντεπίθεση. Χάνοντας τον έλεγχο της θάλασσας, οι Τούρκοι έχασαν την δυνατότητα να παρατάξουν επί πλέον πάνω από 250.000 άνδρες (και να υπερέχουν αριθμητικά). 75 (τη μετέπειτα Σχολή Ναυτικών Δοκίμων) Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 54

Απρίλη του ίδιου χρόνου, μαζί με τα τορπιλοβόλα «Τ14» και «Τ16» εκτέλεσε καταδρομή στην Τουρκοκρατούμενη τότε Σκάλα Λεπτοκαρυάς, και με το αποβατικό άγημά του πυρπόλησε τις 76 αποθήκες εφοδίων των Οθωμανών, παίρνοντας σα λάφυρο και έξι Τουρκικές σημαίες . Το 1901, Αντιπλοίαρχος και Κυβερνήτης στο Εύδρομο «Ναύαρχος Μιαούλης», έκανε εκπαιδευτικό ταξίδι των Ναυτικών Δοκίμων στην Αμερική. Δείχνοντας σπάνια ναυτοσύνη, διέπλευσε δύο φορές τον Ατλαντικό σχεδόν μόνο με πανιά, για εξοικονόμηση καυσίμων. Το 1908, Πλοίαρχος, έγινε Υπασπιστής του Βασιλιά, θέση που δείχνει την εκτίμηση που υπήρχε στην σοβαρότητα και την αφοσίωσή του, σε μια ταραγμένη εποχή. Και το 1910 τέθηκε επί κεφαλής της Μοίρας Γυμνασίων του Στόλου.

Συχνά η αξία του πολεμιστή αποδεικνύεται από όσα λένε γι’ αυτόν οι εχθροί του. Τα λέει όλα λοιπόν το τηλεγράφημα που έστειλε ο Τούρκος Υπουργός Ναυτικών στον Ναύαρχο Αρχηγό του Τουρκικού Στόλου: «Επί του Αβέρωφ θα επιβαίνει, όπως πληροφορούμαι, ως Γενικός Αρχηγός του Ελληνικού Στόλου, ο Κουντουριώτης, άριστος Αξιωματικός, με πείρα, με θάρρος, με πατριωτισμό και πλείστες άλλες ναυτικές αρετές. Ο Κουντουριώτης είναι εκ των αρίστων Αξιωματικών. Ο Υπουργός των Ναυτικών Μαχμούτ Μουκτάρ»

76

Στην επιχείρηση φονεύθηκε ο Ανθυποπλοίαρχος Εμμανουήλ Αντωνιάδης, Κυβερνήτης του «Τ16» (πρώτος νεκρός απόφοιτος της νεοσύστατης Σχολής Ναυτικών Δοκίμων), καθώς και δύο Ναύτες και ένας κάτοικος της περιοχής. Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 55

Τρίτη 9 του Οκτώβρη 1912 – Σαραντάπορο – 4η Μεραρχία (Διήγηση του Αριστείδη)

Αξημέρωτα σήμαναν οι σάλπιγγες εγερτήριο. Συσσίτιο στις 6.00, βραστό κρέας και ζωμός. Να πάρουν δυνάμεις οι φαντάροι για την πορεία και τις μάχες που έρχονταν. Οι Λόχοι συντάχθηκαν 77 για πορεία. Η Διαταγή του Γενικού Στρατηγείου με αριθμό 323 , που ήρθε λίγο μετά τα η μεσάνυχτα από την 3 Μεραρχία έλεγε ότι έπρεπε να κινήσουμε στις 6 πμ, να προελάσουμε προς το Μόκρο και Μεταξάδες. Αλλά ο Μέραρχος, έδωσε εντολή να προχωρήσουμε ακόμη πιο πέρα και να πιάσουμε το Ράχωβο πριν πέσει ο ήλιος, κλείνοντας έτσι τα Στενά, έστω κι αν αυτό γίνει από ένα μόνο Σύνταγμα. Το σύνθημα «Κωνσταντίνος», το παρασύνθημα «Κωνσταντινούπολη». Στην εμπροσθοφυλακή ήταν το Μεραρχιακό Ιππικό και δύο Λόχοι του 3/8 τάγματος, με τον ο Λοχαγό Πραντούνα. Σε πρώτο κλιμάκιο κινήθηκε πάλι το 8 Σύνταγμα του Συνταγματάρχη 78 ο Αντωνίου Καμπάνη , με μία ορειβατική Πυροβολαρχία. Ύστερα το 11 με τα υπόλοιπα ορειβατικά

77

Αποσπάσματα της Διαταγής αριθ. 323 «Οδηγίαι δια την ενέργειαν της IV Μεραρχίας κατά την 9-Χ-1912» Ο εχθρός φαίνεται διατεθειμένος να αμυνθή το στενόν του Σαρανταπόρου. Η πρόθεσίς μου είναι όχι μόνον να γίνω κύριος του στενού τούτου, αλλά να καταστρέψω τον αμυνόμενον εχθρικόν στρατόν, αποκόπτων εις αυτόν την υποχώρησιν. Θα προσβάλλω τον εχθρόν κατά μέτωπον και εν μέρει το αριστερόν του πλευρόν δια των I, II, III και IV Μεραρχιών μεθ’ άπαντος του Πεδινού Πυροβολικού. … Την IV Μεραρχίαν προορίζω δια την κυκλωτικήν κίνησιν. Θα εκκινήση αύτη αύριον 9-Χ-1912 την 6ην πρωινήν ώρα εκ Γιαννωτά και δια Μόκρου (Λιβαδερόν) και Μεταξά θα διευθυνθή προς Σέρβια. Πιθανόν όμως η αντίστασις του εχθρού προς Βίγλα – Γλύκοβον να είναι τόσον ισχυρά, ώστε η ενέργεια της IV Μεραρχίας εκ Μεταξά προς Γλύκοβον κατά του δεξιού του πλευρού να είναι αναγκαία, όπως συντρίψη την αντίστασιν ταύτην ... Αλλά τούτο δεν δύναμαι να εικάσω εκ των προτέρων. Εξαρτάται εκ της υμετέρας αυτοβουλίας (υπογράμμιση συγγραφέως) άμα η εμπροσθοφυλακή σας φθάσει εις Μεταξά ή να διευθυνθήτε και δια δύο φαλάγγων εν ανάγκη εκ Μεταξά και Μόκρου προς το δεξιόν του εχθρού, εάν η αντίστασίς του είναι ισχυρά, ή εάν ούτος κάμπτηται και δεικνύη τάσεις ή έναρξιν υποχωρήσεως, να εξακολουθήσητε την πορείαν υμών προς Σέρβια και δώσητε εις αυτόν το τελειωτικόν χτύπημα. Εναπόκειται εις υμάς … να είστε πληροφορημένος δια την πορείαν της μάχης … Ισχυραί αναγνωρίσεις και διαρκής σύνδεσμος με ΙΙΙ Μεραρχίαν δια οπτικού τηλεγράφου … είναι δύο μέτρα τα οποία ισχυρώς συνιστώ …» 78 Στις 20-6-191, διοικώντας το 8ο Σύνταγμα, τραυματίσθηκε θανάσιμα έξω από το Κιλκίς και άφησε την τελευταία πνοή του στην περιοχή του χωριού που τώρα φέρει το όνομά του. Στην ίδια μάχη έπεσε και ο Σημαιοφόρος του Συντάγματος Σαρηγιάννης (ή Σαρηιωάννου) Ιωάννης του Γεωργίου, από το Άστρος Αρκαδίας. Τον θάνατό του αφηγείται ο έφεδρος Ανθυπολοχαγός του 8ου Συντάγματος Β. Τζαραβέλλας που και αυτός τραυματίστηκε στο κεφάλι από σφαίρα: «Στην κύρια γραμμή του πυρός το Σύνταγμά μας μπήκε ακριβώς στις δέκα και μισή το πρωί. Τα πυρά του εχθρικού πυροβολικού ήταν πυκνότατα και ευστοχότατα, γιατί οι Βούλγαροι είχαν επισημάνει τις θέσεις μας πολύ πριν από την έναρξη της μάχης. Οι οβίδες σφύριζαν μανιωδώς από πάνω μας και έπεφταν εδώ και εκεί σπέρνοντας το θάνατο. Το μεσημέρι ακριβώς μια οβίδα έπεσε λίγα βήματα μακριά από το επιτελείο του Συντάγματος. Ο διοικητής μας Α. Καμπάνης, ο Υπασπιστής του κ. Τσολακόπουλος και ο Ιταλός ανταποκριτής του «Αιώνος» του Μιλάνου κ. Μαγκρίνι σώθηκαν από θαύμα την στιγμή εκείνη. Μέχρι τις δύο το μεσημέρι πάνω από 350 άνδρες του Συντάγματος είχαν τεθεί εκτός μάχης. Η ορμή όμως των ανδρών μας διαρκώς αυξάνονταν. Ακάθεκτοι και αφρίζοντας από λύσσα και μίσος τραβούσαν διαρκώς προς τα μπρός. Αδιαφορούσαν τελείως για τους διπλανούς τους που θερίζονταν από τα εχθρικά πυρά. Δεν άκουγε κανείς τίποτε άλλο από: “εμπρός παιδιά και τους φάγαμε!” Στις 20 Ιουνίου, στις δέκα η ώρα το πρωί, μία οβίδα εξερράγη δίπλα στον Καμπάνη. Του έκοψε το αριστερό χέρι και το αριστερό πόδι. Μερικά άλλα θραύσματα τον κτύπησαν στο στήθος. Έπεσε αμέσως. Το περίεργο είναι πως μαζί με τον Διοικητή μας βρισκότανε ο Υπασπιστής του Τσολακόπουλος, ο γιατρός από την Κρήτη Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 56

ο

πυροβόλα και τελευταίο το δικό μας, το 9 , με τα μεταγωγικά μάχης. Πλαγιοφυλακή, μία Διλοχία 79 του ΙΙ/8 Τάγματος με τον Ταγματάρχη Παπαδήμα. Μας ξεπροβόδισαν οι χωριάτες με ευχές για τη νίκη και τα κοριτσόπουλα με εικονίσματα που τα δίνανε στους στρατιώτες να τα φιλήσουν. «Η Χάρη Της να δώσ’ να νικήστι τουν Αγαρηνό» «Σαν φιλήσω το μαγουλάκι σου το ρόδινο, θα με φυλάει καλύτερα κι από την Παναγιά» «Φίλα την Παναγιά Λιοδήμο, και ξέχνα τα μαγουλάκια της κοπελιάς, γιατί σε αγριοκοιτάει ο κύρης της και κρατάει και μαγκούρα …» «Αχ, νάχα την κοτσίδα σου για φυλαχτό … θα την έβαζα στο στήθος μέσα από το αμπέχωνο να μη με πιάνουν οι σφαίρες …» «Οι σφαίρες πιάνουν παντού, δεν τη βάζεις στη σκελέα σου καλύτερα Βασιλάκη, γιατί σε βλέπω ανήσυχο πρωί πρωί …» Και τραβήξαμε μπροστά τραγουδώντας: «Αλανιάρηδες κάν’τε μας τη χάρη, απ’ τα Στενά να πάρετε ποδάρι Γιατί έρχεται το ένατο, ο καθένας παλληκάρι» ης

η

Από το βράδυ της 8 Οκτωβρίου, η στρατιά Θεσσαλίας είχε πάρει «θέσεις εξορμήσεως». Η 2 , η η η 80 3 και η 6 Μεραρχία που θα έκαναν επίθεση κατά μέτωπο είχαν παραταχθεί από το χωριό η η Κοκκινόγι μέχρι το χωριό Λυκούδι. Η 2 και η 3 Μεραρχία θα είχαν το κύριο βάρος της επίθεσης, η η η κινούμενες η 2 κατά του δεξιού του Στενού και η 3 κατά του αριστερού, ενώ η 6 , που δεν είχε η ακόμη φτάσει ολόκληρη, θα ήταν η εφεδρεία τους. Η 1 Μεραρχία, του Υποστράτηγου Εμμανουήλ Μανουσογιαννάκη είχε το δεξιό και θα έκανε επίθεση από τα υψώματα που είναι στα 81 δεξιά πλευρά του Στενού . Δεξιότερά της ήταν το απόσπασμα Ευζώνων του Κωνσταντινόπουλου, η που είχε σαν αποστολή την πλαγιοκόπηση από δεξιά των εχθρικών θέσεων. Η δική μας 4 Μεραρχία ήταν στα αριστερά, στα Γιαννωτά, με σκοπό να ανέβουμε τα Καμβούνια όρη μέσω η Μόκρου. Πιο αριστερά μας, στο χωριό Λουτρό, ήταν η 5 Μεραρχία του Συνταγματάρχη Ματθαιόπουλου, με κατεύθυνση προς Λαζαράδες. Η Ταξιαρχία Ιππικού ήταν στη Δεσκάτη και χρονοτριβούσε εκεί, ενώ είχε σαφείς οδηγίες να κινηθεί την άλλη μέρα ταχύτατα προς τα Σέρβια 82 για να καταλάβει τις γέφυρες και να αποκλείσει την οδό υποχώρησης των Τούρκων . Στην Δεσκάτη ήταν και το Απόσπασμα Ευζώνων Γεννάδη, που έδωσε μεγάλη μάχη για να την κυριεύσει και τώρα έπρεπε να κινηθεί και αυτό μαζί με την Ταξιαρχία Ιππικού και να καταλάβει το πέρασμα Ζάβουρδα, εξασφαλίζοντας τη διάβαση του Αλιάκμονα. Το Πεδινό Πυροβολικό όλων των Μεραρχιών είχε συγκεντρωθεί ως «Πυροβολικό Στρατιάς», για να υποστηρίξει την μετωπική Ζερβός, ο Ιταλός πολεμικός ανταποκριτής Μαγκρίνι και ο Ίλαρχος Μάνος, χωρίς κανείς να κτυπηθεί από την εχθρική οβίδα.» 79 Η αρίθμηση ΙΙ/8 σημαίνει 2ο Τάγμα του 8ου Συντάγματος, Αντίστοιχα, ΙΙΙ/8 είναι το 3ο Τάγμα του 8ου Συντάγματος 80 (Με διοικητές τον Υποστράτηγο Κων. Καλλάρη, τον Αντιστράτηγο Κων. Δαμιανό και τον Συνταγματάρχης Κομνηνό Μηλιώνης αντίστοιχα) 81 Από το Σαραντάπορο περνούσε ο αμαξιτός δρόμος, που ξεκινώντας από τα σύνορα στη Μελούνα, ενώνει την Ελασσώνα με τα Σέρβια, και από εκεί, περνώντας τον Αλιάκμονα, συνεχίζει βορειοδυτικό προς το Τζιτζιλέρ (που προβλεπόταν σαν εναλλακτική τοποθεσία άμυνας από τα σχέδια των Τούρκων). Εκεί χωρίζεται στα δύο, ευθεία προς Κοζάνη και δεξιά, παρακάμπτοντας το όρος «Σκοπός», συνεχίζει βορειανατολικά και παράλληλα με τον Αλιάκμονα προς την Βέροια και στη συνέχεια για Θεσσαλονίκη. 82 Όπως χαρακτηριστικά ανέφερε η 322 Διαταγή του Κωνσταντίνου: «Ελάβατε ήδη οδηγίας δια την ενέργειαν υμών. Έγκαιρος εμφάνισις της Ταξιαρχίας Ιππικού παρά τα Σέρβια δύναται να επιφέρη την πλήρην καταστροφήν του εχθρού, εν περιπτώσει υποχωρήσεως του.» Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 57

ης

επίθεση της 2 Μεραρχίας, υπό την Διοίκηση του Συνταγματάρχη Λεωνίδα Παρασκευόπουλου, ης που ήταν ο Διοικητής Πυροβολικού της 2 Μεραρχίας. Το Γενικό Στρατηγείο ήταν στην Ελασσώνα. Συνολικά, είχαμε 49 Τάγματα Πεζικού, 6 Τάγματα Ευζώνων, 60 πολυβόλα, 26 Πεδινές Πυροβολαρχίες, 5 Ορειβατικές Πυροβολαρχίες, 8 Ίλες Ιππικού, 6 Ημιλαρχίες, 7 Λόχους Μηχανικού, 2 Λόχους Τηλεγραφητών και 2 Λόχους Γεφυροποιών. Μέχρι και αεροπλάνα είχαμε … η

Η Διαταγή προς την 4 Μεραρχία ήταν ασαφής, αφήνοντας την πρωτοβουλία στον Μέραρχό μας. Έλεγε να κινηθούμε προς τα Σέρβια αλλά να έχουμε και το νου μας μήπως χρειαστεί να η βοηθήσουμε από αριστερά τη μετωπική επίθεση που θα έκανε δίπλα μας η 3 Μεραρχία. Και η έπρεπε λέει να κρατάμε συνεχή επαφή με την 3 Μεραρχία, με συνδέσμους και οπτικό τηλέγραφο. Ας είναι καλά ο Μέραρχός μας ο Μοσχόπουλος, και ας είναι αιώνια η τιμή του, αυτός έστρεψε τολμηρά και ολοταχώς τη Μεραρχία προς τα βόρεια, θεωρώντας βέβαιη την έκβαση της μετωπικής επίθεσης, με σκοπό να εξασφαλίσει την κύκλωση του εχθρού. Ευτυχώς, γιατί η Ταξιαρχία Ιππικού που είχε αυτό το ρόλο, καθυστέρησε αδικαιολόγητα. Μπροστά μας υπήρχαν μόνο ασθενείς εχθρικές δυνάμεις, χωρίς πολυβόλα και χωρίς ορειβατικά πυροβόλα. Η διάταξη των Τούρκων είχε ως εξής: Μία Μεραρχία φυλούσε τα αριστερά υψώματα του στενού 83 και μία Μεραρχία τα δεξιά υψώματα. Δύο Ίλες Ιππικού κάλυπταν το δεξιό τους στο Μόκρο . Και τέσσερα Τάγματα Πεζικού με Λόχο πολυβόλων, κάλυπταν την τοποθεσία Λαζαράδων – η Βογκόπετρας, στο δρόμο που θα ακολουθούσε η 5 Μεραρχία. Δηλαδή, το πέρασμα από το ης Μόκρο, η οδός προώθησης της 4 Μεραρχίας, ήταν σχεδόν αφύλακτη, δύο Ίλες Ιππικού απέναντι σε ολόκληρη τη Μεραρχία μας. «Και τούτος ο ανήφορος, ανήφορος θα φέρει …» ο χωρατατζής της Διμοιρίας, ο Μπάκας … «Πώς γίνεται και έχει τόσα βουνά η Ελλάδα κυρ Ανθυπολοχαγέ; Έτσι είναι κι οι άλλες χώρες;» «Όχι Κωνσταντόπουλε, υπάρχουν χώρες που είναι όλο κατηφόρα …» Από το πρωί ανεβοκατεβαίναμε υψώματα και χαράδρες, δύσκολους δρόμους και κακοτράχαλα μονοπάτια. Όλοι βιάζονταν, θαρρείς και θέλανε να προλάβουν το ραντεβού με το θάνατο. Όμως δεν ήταν αυτό. Βιάζονταν να ξεμπερδεύουν μιαν ώρα αρχύτερα, να δώσουν ένα τέλος στην ταλαιπωρία, να γυρίσουν στα σπίτια τους και τις ειρηνικές ασχολίες τους. Αλλά θέλανε να γυρίσουν νικητές και βιάζονταν για τη νίκη. Όλοι βαδίζανε γοργά, και οι οπισθοφυλακές τρέχανε κι αυτές μην ξεμείνουν πίσω. Όλα τούτα τα γκρεμνά, οι στενωσιές και τα γεφύρια που περνάγαμε δημιουργούσαν ένα αίσθημα αισιοδοξίας: «Τόσα μέρη κατάλληλα για ενέδρες και είναι αφύλακτα, θα πει ότι οι Τούρκοι είναι λίγοι …» «Κι αν μας περιμένουν σε ακόμη καλύτερες θέσεις;» «Μην σκέπτεσαι πού θα ήθελες να είναι ο εχθρός, αλλά πού θα μπορούσε να είναι …» Κακές σκέψεις, που ξεπηδούσαν μόνες τους σε τέτοιες ώρες … Η αισιοδοξία γινόταν επιφυλακτικότητα και φόβος δικαιολογημένος, αλλά ο φόβος αυτός είναι ο καλύτερος φύλακας του στρατιώτη. Γιατί τον κάνει πιο προσεκτικό. Και μετά επέστρεφε πάλι η αισιοδοξία: «Αυτοί μας βλέπουν και κρύβονται, υποχωρούνε …» «Και σιγά μην κάνουν παντού και πάντα το πιο σωστό ...» Κατά τις 10 ακούστηκαν μακρινές ομοβροντίες και κανονιές. «Ακούω κανονιές κυρ Ανθυπολοχαγέ … άρχισε το πανηγύρι στο στενό …» «Πού μάχονται;» ρώτησε ένας Δεκανέας. 83

(Λειβαδερόν) Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 58

«Πού αλλού; Στο Σαραντάπορο» Τέσσερεις βροντές σε ίσα χρονικά διαστήματα, μετά σιγή και ξανά οι τέσσερεις βροντές. «Πυρά Πυροβολαρχίας …» Τι περίεργο αίσθημα. Εμείς βαδίζαμε σαν σε εκδρομή, κάτω από έναν λαμπρό φθινοπωριάτικο ήλιο, περνώντας ρυάκια και μυρωμένα λαγκάδια, και δεξιότερα χόρευε ο θάνατος. Πριν λίγο ος ου πέρασε ο 8 Λόχος του 8 Συντάγματος στην εμπροσθοφυλακή. Σταμάτησαν να πάρουν ανάσα και να πιούν μια γουλιά νερό, όταν έφτασε καλπάζοντας ένας Υπαξιωματικός του Ιππικού. Το Μεραρχιακό Ιππικό συνάντησε αντίσταση στο Μόκρο και πεζομαχούσε από ώρα. Η εμπροσθοφυλακή απείχε τρία τέταρτα με γρήγορο βήμα, από εκεί που γινόταν η μάχη. «Γυλιούς αναλάβατε !!!» «Κύριε Ανθυπολοχαγέ, να συνταχθεί αμέσως η Διμοιρία σας!» ου

Η Διλοχία της εμπροσθοφυλακής του 8 ανασυντάχθηκε και ρίχτηκε από την πλαγιά στη ρεματιά, σκαρφάλωσε την απέναντι πλαγιά και όρμησε να ενισχύσει το μαχόμενο Ιππικό. Το υπόλοιπο ος Σύνταγμα ανέβηκε με βήμα γοργό σε ένα χλοερό οροπέδιο που δέσποζε του χωριού. Ο 9 Λόχος ος αναπτύχθηκε ήδη σε θέσεις μάχης. Ο 12 , αναπτυσσόταν δεξιά του δρόμου σε χωράφια ο οργωμένα και περνούσε μπροστά από τον 9 , από την πλευρά που συνέχιζε ο δρόμος από τον ος Μόκρο για Μεταξάδες, για να προσβάλλει τον εχθρό από τα αριστερά. Ο 8 προχωρούσε ος πολεμώντας προς το Μόκρο ενώ ο 9 δέχτηκε πυρά από τους Μεταξάδες, από 1.800 μέτρα απόσταση. «Εδώ!» ακούστηκε η φωνή του έφεδρου Ανθυπολοχαγού Ζωιόπουλου. «Εδώ … σ’ αυτό το μικρό κτίριο πίσω … εδώ χτυπάτε …» «Τους είδα … χτυπάτε παιδιά το τέρας της Ασίας …» αποκρίθηκε έξαλλος ένας Λοχίας. Με τα πρώτα πυρά ο εχθρός άρχισε να λυγίζει. Αισθάνθηκε την κύκλωση και άρχισε να υποχωρεί και να σκορπίζεται. Κάποιοι Τούρκοι προσπάθησαν να διαφύγουν προς τους Μεταξάδες αλλά ου πέσανε πάνω στο καρτέρι του 12 Λόχου, που τους υποδέχτηκε με «πυρά ομαδόν». Οι εχθροί ου προσπάθησαν να αμυνθούν σε ένα ανάχωμα αλλά μία Διμοιρία του 12 τους κύκλωσε, χωρίς να φοβάται τα πυρά τους. Ο κλοιός στένευε και τελικά παραδόθηκαν … πέταξαν κάτω τα όπλα 84 φωνάζοντας «τεσλίιιμ !!!» . Η Διμοιρία, όλο καμάρι, συνόδεψε τους αιχμαλώτους πίσω. ου

Από την άλλη, οι φαντάροι του 9 Λόχου, ξαναμμένοι, όρμησαν αλαλάζοντας και βρίζοντας, με «εφ’ όπλου λόγχη». Αυτό δεν ήταν επίθεση ούτε μάχη. Δεν μπορεί να είναι έτσι ο πόλεμος. Αυτό ήταν γιουχάισμα, μαζί με πυροβολισμούς. Αλλά ήταν πόλεμος αληθινός, με σφαίρες και αίμα … «Ένας νοσοκόμος εδώ! Ένας νοσοκόμος, γρήγορα!» Ένας φαντάρος είχε πέσει χτυπημένος στο πόδι. Ο νοσοκόμος έτρεξε δίπλα, του έδεσε το τραύμα με ατομικό επίδεσμο, πήρε τον γυλιό και το όπλο για να τον ξελαφρώσει και προσπαθούσε σκυφτά και κούτσα κούτσα να τον πάρει προς τα πίσω. «Άιντε, μπαλώθηκες, το πήρες το παράσημο …» Ο φαντάρος, δεν άκουγε τίποτα. Ξαναμμένος ακόμη από την μάχη, ξέχειλος από αδρεναλίνη, ήθελε να μείνει να πολεμήσει. Με το ζόρι τον πείσανε να πάει πίσω, σαν να τον χωρίζανε από καυγά ... Και αυτός, κάθε τόσο σταματούσε, γύριζε το κεφάλι προς τους εχθρούς που υποχωρούσαν και τους έβριζε, συμμετέχοντας με τον τρόπο του στη μάχη.

84

(παραδομένοι) Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 59

Οι Τούρκοι το βάλανε στα πόδια, οι φαντάροι μας ξεθάρρεψαν και όρμησαν κατά ομάδες, τρέχοντας. Σταματούσαν μόνο για να πυροβολήσουν τους φυγάδες, να γεμίσουν το όπλο και να συνεχίσουν. Τέτοιες στιγμές δεν σκέπτεσαι. Τρέχεις γιατί τρέχουν όλοι, πυροβολείς γιατί πυροβολούν όλοι, φωνάζεις και βρίζεις γιατί έτσι κάνουν όλοι. Δεν είσαι πια ο εαυτός σου, δε θυμάσαι τι θα πει ένστικτο αυτοσυντήρησης. Αυτή, ευτυχώς, λειτουργεί υποσυνείδητα. Σου υπαγορεύει στάσεις και τεχνάσματα, σου θυμίζει όλα όσα έμαθες στην εκπαίδευση, οδηγώντας σε στον μόνο δρόμο που οδηγεί στη σωτηρία σου: Στην επικράτηση. Να ρίξεις πριν σου ρίξουν, να σκοτώσεις πριν σε σκοτώσουν. Δίπλα σου κάποιος πέφτει ματωμένος. Είναι ο συνάδελφος που παίρνατε μαζί συσσίτιο το πρωί. Αλλά τώρα δεν τον γνωρίζεις. Δεν είσαι εσύ … Αυτός μπορεί και να πεθάνει, αλλά εσύ είσαι αθάνατος. Οι σφαίρες σημαδεύουν τους άλλους όχι εσένα. Εσύ προχωράς προς τα εμπρός. Στέκεσαι λαχανιασμένος και κοιτάς τα πτώματα των εχθρών, με μάτια γυάλινα, και μετά συνεχίζεις ξανά με το όπλο στο χέρι, φωνάζοντας «Εμπρός !!!» Ο μανδύας ενός Τούρκου Αξιωματικού ήταν παρατημένος κάτω στο χώμα. Μέσα είχε ένα μεταξωτό μαντηλάκι που φύλαγε τον καπνό του. Το κράτησε ενθύμιο ο Μανιάτης ο Μπρεζεράκος, ενώ ένας άλλος φαντάρος, ο «υπηρέτης» μου ο Λεκάκος, κράτησε τον μανδύα, γιατί είχε χάσει τον δικό του και τις νύχτες πάγωνε …

Η εμπροσθοφυλακή συνέχισε για τους Μεταξάδες, την ίδια ώρα που το Επιτελείο της Μεραρχίας ου μαζί με το υπόλοιπο του 8 Συντάγματος μπαίνανε στο Μόκρο, που ήταν ακόμη ζαλισμένο από τη μάχη. Τα σπίτια ήταν κλειστά και μονάχα εδώ κι εκεί άνοιγε στα κλεφτά ένα παράθυρο και εμφανιζόταν μια κοπέλα δακρυσμένη, που χαμογελούσε στους Στρατιώτες. Λίγο πιο κάτω, στη βρύση του χωριού, γυναίκες παραδομένες στα κλάματα. Φεύγοντας οι Τούρκοι πήρανε μαζί τους, τάχα για ομήρους, πενήντα δύο χωριάτες. Οι παρηγόριες ότι σύντομα Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 60

θα τους λευτερώσουμε δεν πείθουν. Μια ζωή κάτω από τον Τούρκο, έμαθαν να μην τους 85 εμπιστεύονται και ο θρήνος τους γέμιζε τα λαγκάδια, καθώς εμείς συνεχίζαμε την πορεία μας . Τα μπροστινά τμήματα πέρασαν και τους Μεταξάδες και συνέχισαν ολοταχώς για το Ράχωβο, διαβαίνοντας κατά μήκος τα Καμβούνια Όρη, που οι Τούρκοι τα λέγανε Αμάρμπεη, ακολουθώντας έναν μουλαρόδρομο που έβγαζε στη «Σιδηρά Πύλη», τα ονομαστά Στενά της Πόρτας. Φοβερό μονοπάτι, όλο στουρναρόπετρα, σε μεγάλο ύψος, στενό, σε μερικά σημεία του ίσα που μπορούν να βαδίζουν σε δυάδες οι φαντάροι μας. Δέκα χιλιάδες άνδρες, ολόκληρη Μεραρχία, βάδιζε σε αυτό το απόκρημνο μονοπάτι, σαν ένα τεράστιο φίδι με μήκος αρκετών χιλιομέτρων. Η πλαγιοφύλαξη ήταν αδύνατη, δεξιά μας ήταν γκρεμός, αριστερά τόσο απόκρημνο που δεν μπορούσαν να αναπτυχθούν περίπολοι. Τρεις βαθιές ρεματιές κόβανε την πορεία, η πρώτη λίγο μετά τους Μεταξάδες, η δεύτερη πριν το Δέλινο και η τρίτη πριν το Ράχωβο. Και πολλές άλλες μικρότερες ρεματιές ανάμεσά τους. Και προχωρούσαμε γοργά, βαφτίζοντας την αποκοτιά μας «ταχεία προέλαση» και «καταδίωξη», όταν κατά τις 1.30 μμ ήρθε η πληροφορία ότι το Μεραρχιακό Ιππικό βρήκε αντίσταση πριν το Ράχοβο. Ο Διοικητής του ο Μάνος άφησε τα άλογα στη ρεματιά και πεζή επιτέθηκε προς τον εχθρό που ήταν αριθμητικά ισχυρότερος. Το τουφεκίδι έκανε τις προφυλακές να τρέχουν να συνδράμουν τους Ιππείς. Ένα Τούρκικο Τάγμα είχε πιάσει θέσεις σε μια δασωμένη πλαγιά μπροστά στο Ράχοβο και άλλο ένα αμυνόταν σε ένα φρύδι στα αριστερά. Και πιο πίσω τους, για την περίπτωση που χρειαστεί να υποχωρήσουν, οι Τούρκοι είχαν φτιάξει «ταχύσκαπτα προχώματα». ου

ος

ος

Κατά τις 3 η ώρα, η Διλοχία του 8 , ο 9 και ο 12 Λόχος, πέρασαν τη ρεματιά σε «τάξη μάχης», προσπέρασαν τα άλογα και το «καταφύγιο τραυματιών» του Ιππικού, και ρίχτηκαν στην επίθεση, ος ος ο 9 Λόχος στο ένα Τάγμα, ο 12 στο άλλο. «Εφ’ όπλου λόγχη !!!» «Τι είναι; Τι τρέχει; Θα κάνουμε έφοδο πριν ρίξουμε;» «Βάζουμε τις λόγχες, γιατί ο εχθρός είναι κοντά και δεν ξέρεις από πού μπορεί να σου πεταχτεί …» Οι άνδρες προχωρούσαν με «άλματα». Σηκώνανε το κεφάλι, βλέπανε το επόμενο κοτρώνι ή ανάχωμα, πυροβολούσαν και αμέσως τρέχανε προς αυτό. Οι σφαίρες περνούσαν πάνω από τα κεφάλια, σκάβανε το χώμα, πετούσαν πέτρες και τσάκιζαν κλαριά, δαίμονες που θέλανε το κακό ο ου μας. Φτάσανε για ενίσχυση το υπόλοιπο 3 τάγμα του 8 , καθώς και οι πρώτοι Λόχοι του ΙΙ/8 ου Τάγματος. Απλώνονταν μεθοδικά ενώ ο Υπασπιστής του 8 Λοχαγός Τσολακόπουλος, έφιππος, έδινε διαταγές χωρίς να φοβάται τις σφαίρες. «Έχει Τίμιο Ξύλο αυτός δεν φοβάται …» «Μωρέ τι Τίμιο Ξύλο, καρδιά γενναία έχει, φοβάται αλλά δεν δειλιάζει …» «Πάμε παιδιά … όρθιοι κι εμείς … δεν θα αφήσουμε το Λοχαγό μονάχο του … εμπρός δια της λόγχης … εμπρός παιδιά !!!» Αλαλαγμός υψώθηκε από τις γραμμές μας. Οι Τούρκοι υποχωρούσαν κάτω από τα θεριστικά πυρά μας προς τα προχώματα. Εκεί αντιστάθηκαν για άλλες δύο ώρες, αλλά όταν οι Λόχοι μας άρχισαν την πλαγιοκόπηση, παράτησαν τις θέσεις τους, στις αρχή δυο δυο και μετά τρεις τρεις και στο τέλος Διμοιρίες ολόκληρες και φεύγανε άτακτα να σώσουν το κεφάλι τους.

85

Και είχαν δίκιο, οι Τούρκοι τους εκτέλεσαν … Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 61

ου

Οι δικοί μας ορμήσανε από πίσω να πιάσουν αιχμαλώτους. Μια ομάδα του 9 Λόχου, εκεί που έτρεχε, έπεσε πάνω σε Τούρκους που είχαν οχυρωθεί σε ένα βαθούλωμα και θέριζαν με τα πυρά τους. «Πολυμερόπουλε … πού είσαι μωρέ; Έλα δω ρε Πολυμερόπουλε …» Καλός σκοπευτής ο Πολυμερόπουλος τον είχαν ξεχωρίσει οι άλλοι … «Τι είναι ρε παιδιά; Τι τρέχει;» «Εκεί ρε Πολυμερόπουλε … πίσω από το δέντρο … εκείνος ο Τούρκος μας αφάνισε …» «Βαστάτε μια στιγμή να τον σχολάσω …» Προχώρησε προς τα πλάγια ο Πολυμερόπουλος, γονάτισε, σημάδεψε, και με μία σφαίρα ξάπλωσε κάτω τον Τούρκο. Αναθάρρησαν οι φαντάροι, όρμησαν στο βαθούλωμα, σαστίσανε οι Νιζάμηδες και σήκωσαν τα χέρια ψηλά. Τους τα δένανε οι δικοί μας με τις ζώνες τους. Τέτοιες μάχες δίνονταν σε όλα τα μέρη μέχρι που έπεσε ο ήλιος και κρύφτηκε πίσω από το βουνό. «Το μάτι μου … πάει το μάτι μου» ου Ήταν ο Δεκανέας Γεωργόπουλος του 9 , Πρωτοδίκης στην πολιτική του ζωή, που βογγούσε καθώς τον φέρνανε πίσω οι τραυματιοφορείς, με το πρόσωπο μέσα στα αίματα, από την σφαίρα που τον χτύπησε στο μάτι. Πιο πίσω, η πλαγιοφυλακή, μία Διλοχία με τον Ταγματάρχη Αγησίλαο Παπαδήμα από το Ναύπλιο, Διοικητή του ΙΙ/8 Τάγματος, καθώς πλησίαζε τη ρεματιά πριν το Ράχοβο, εντόπισε μέσα στο σκοτάδι περιγράμματα ανθρώπων. Ξάφνου ακούστηκε ένας πυροβολισμός και έπειτα ολόκληρη ομοβροντία. «Ποιοι πυροβολούν;» «Κάποιοι θα φοβήθηκαν στο σκοτάδι …» «Όχι, μάουζερ είναι … Τούρκικα …» «Μα πώς είναι δυνατόν, ολόκληρη Μεραρχία πέρασε από εδώ …» Και από τη ρεματιά ξεχωρίσανε λάμψεις από όπλα. Τούρκοι φυγάδες από το Μόκρο και τους Μεταξάδες, είχαν κρυφτεί στη ρεματιά, ελπίζοντας ότι με τον ερχομό της νύχτας θα μπορέσουν να περάσουν το ποτάμι και να σωθούν προς την Κοζάνη. Επί ώρες έμειναν κουρνιασμένοι και σιωπηλοί, βλέποντας το Στρατό μας να περνάει από δίπλα τους χωρίς να φανερώνουν την παρουσία τους. Αλλά φαίνεται ότι τρόμαξαν, ότι νόμισαν πως τους είδαμε, και φοβούμενοι ότι θα κυκλωθούν, αποφάσισαν να πολεμήσουν. Αλλά μετά τους πρώτους πυροβολισμούς τους, μην παίρνοντας απάντηση, σταμάτησαν ξανά και κούρνιασαν, ελπίζοντας ότι θα μας γελάσουν, με την εντύπωση ότι πυροβόλησαν κάποιοι δικοί μας που τρόμαξαν. Ο Ταγματάρχης Παπαδήμας, που ήταν πιο πίσω, έτρεξε μπροστά να δει τι γίνεται. «Τι συμβαίνει κύριε Λοχαγέ; Γιατί δεν προχωρείτε;» «Ευρίσκω αντίστασιν κύριε Ταγματάρχα» «Τίποτε απ’ αυτά … εμπρός δια της λόγχης!» Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 62

Και με το περίστροφο στο χέρι, προχώρησε μπροστά για να δώσει θάρρος στους φαντάρους. Ξάφνου είδε έναν ίσκιο να κινείται και φώναξε: «Στον τόπο !!!» Πυροβόλησε και ο ίσκιος διπλώθηκε κι έπεσε στα χαλίκια. Οι άλλοι φυγάδες απάντησαν με πυροβολισμούς και μια σφαίρα πέτυχε τον Παπαδήμα που έπεσε στην αγκαλιά του έφεδρου Σπύρου Γεωργούλη που τον ακολουθούσε. «Εμπρός !!! Εμπρός δια της λόγχης …» έβγαλε μια σβησμένη φωνή ο Παπαδήμας, ενώ αίμα κυλούσε από το στόμα του … και ξεψύχησε, ενώ η μάχη φούντωνε και η πλαγιοφυλακή 86 εξουδετέρωνε τους φυγάδες . Και συνεχίστηκε η καταδίωξη, ώσπου ξετρυπώθηκαν όλοι οι εχθροί από τις κρυψώνες τους και 87 βγήκαν σε ανοιχτό έδαφος, στη δημοσιά που πάει από το Προσήλιο στα Στενά, μέχρι που έπεσε το σκοτάδι και τους κάλυψε στη φυγή τους. ος

ος

Την ίδια ώρα που ο 12 καταδίωκε, ο 1 Λόχος με επί κεφαλής τον Λοχαγό Σκύρο έπιασε θέσεις ανάμεσα Προσήλιο και Ράχωβο, καλύπτοντας το πλευρό των άλλων Λόχων που είχαν παραταχθεί πρηνείς προς το χείλος των Στενών, σκεπασμένοι με τα αντίσκηνα καθώς άρχισε ψιχάλα. Μια ομάδα ανθρώπων φάνηκε στην κορυφή. Χωριάτες αρματωμένοι που παραλίγο να ρίξουν σε μας, νομίζοντάς μας για Τούρκους. Για καλή μας τύχη, ένας απ’ αυτούς έβλεπε καλύτερα … «Έεεε … Νικόλα … Δημήτρ’ … Γιάννακα … Θ’κά μας παιδιά είνι … μη τ’φεκάτιι …» ο

Πιο πίσω, την ώρα που το 9 Σύνταγμα περνούσε τους Μεταξάδες και πλησίαζε το Ράχωβο, ο καιρός χάλαγε … Μεγάλα μαύρα σύννεφα σκοτείνιασαν τον τόπο και ξάφνου άνοιξε ο ουρανός … Αστραπές και βροντές κάλυψαν τους πυροβολισμούς και οι φαντάροι δεν βλέπανε μπροστά τους. Τα μεταγωγικά της Μεραρχίας ήταν αδύνατο να προχωρήσουν άλλο, μερικά μουλάρια τσακίστηκαν μαζί με το φορτίο τους … κάσες πυρομαχικών. Ο Διοικητής της Συζυγαρχίας των 88 Μεταγωγικών, Λοχαγός Ζερβός , διέταξε μεταβολή και γύρισαν πίσω στους Μεταξάδες. Το Πεζικό συνέχιζε … Ο γυλιός μούσκεμα, ασήκωτος, το έδαφος γλιστερό και το Ράχωβο δεν φαινόταν ακόμη. «Κύριε Ανθυπολοχαγέ, σας ζητούν να πάτε στο Επιτελείο σαν σύνδεσμος» μου φωνάζει ένας Λοχίας. Και εγώ χάρηκα μέσα μου, γιατί έτσι μου δινόταν η ευκαιρία να ανέβω σε άλογο και να φτάσω πιο γρήγορα σε χώρο σκεπασμένο, γλυτώνοντας λίγη βροχή. Ανοίγοντας δρόμο ανάμεσα σε πεζούς, προσπέρασα τη φάλαγγα και μετά από μια επικίνδυνη πορεία βρέθηκα σε ένα εκκλησάκι που μου υπόδειξαν ότι εκεί ήταν το Επιτελείο της Μεραρχίας. Έξω δεμένα σε ένα μεγάλο δέντρο, να τα δέρνει ο άνεμος και η βροχή, στριμωγμένα για να ζεσταίνονται, ήταν τα άλογα του Επιτελείου. Και δίπλα τους σκοπός, ένας Ιππέας ιπποκόμος, κουρνιασμένος κι αυτός πίσω από το δέντρο, προσπαθώντας να αποφύγει τον κατακλυσμό και το κρύο. Του έδωσα το άλογό μου να το δέσει, και έτρεξα κατά το εκκλησάκι. Ανοίγοντας την πόρτα, με έπνιξε ένα σύννεφο καπνού και άρχισα να βήχω. Είχαν ανάψει φωτιά 86

Στην φωτογραφία, ο τάφος του Ταγματάρχη Παπαδήμα στο Ράχωβο. Η ταφή του έγινε την επόμενη μέρα, παρουσία όλου του χωριού. 87 (τότε λεγόταν Καλδάδες) 88 Την άλλη μέρα, ο Ζερβός βρέθηκε νεκρός, σύμφωνα με μαρτυρία του Σπύρου Μελά, με πέντε τσεκουριές στο κεφάλι, χωρίς ποτέ να γίνουν γνωστές οι συγκεκριμένες συνθήκες του θανάτου του. Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 63

για να ζεσταθούν, αλλά τα ξύλα ήταν βρεγμένα και ο καπνός είχε γεμίσει το χώρο. Μου φάνηκε ότι έφτασα αργά, γιατί όλοι ήταν ξαπλωμένοι. Ξαπλωμένοι … μια κουβέντα είναι … μόνο ο Μέραρχος είχε απλωμένα τα πόδια του, όλοι οι άλλοι ήταν μαζεμένοι, ανάλογα με τον … βαθμό τους και την αρχαιότητα … Ο Επιτελάρχης είχε κι’ αυτός τεντωμένα τα πόδια του, αλλά λιγότερο από τον Μέραρχο, οι Λοχαγοί τα είχαν μαζεμένα, Υπολοχαγοί και Ανθυπολοχαγοί τα είχαν διπλωμένα … Και πιο πέρα, ένα κακόγουστο σύμπλεγμα, οι απλοί Οπλίτες, σύνδεσμοι και γραφείς, ο ένας επάνω στον άλλο, προσπαθώντας να κλέψουν λίγον ύπνο και ζεστασιά. Φαίνεται ότι έφτασα σε ώρα ανάπαυσης, κι έτσι αποφάσισα να στριμωχτώ κι εγώ κάπου να ξαποστάσω … «Ε, φιλαράκο … σαν πολύ χώρο πιάνεις για Ανθυπολοχαγός …» Καθώς μαζευόμουν αναγκαστικά, βάζοντας κάτω από τη μέση μου τον γυλιό και πάνω μου το αντίσκηνο, άρχισα να νοιώθω μια απέραντη ευχαρίστηση, που με έκανε να ξεχνάω τα βρεγμένα ρούχα, το κρύο, την πείνα, το στρίμωγμα. Να ήταν το αίσθημα ασφάλειας που έδινε ο στεγασμένος χώρος; Να ήταν το πέρας της έντασης από τις περιπέτειες της ημέρας; Ένα ήταν σίγουρο: Ότι κάθε στιγμή και κάθε αίσθημα αυτών των ημερών θα έμεναν για πάντα στη μνήμη μου. Οι σκέψεις μου κόπηκαν από χτυπήματα στην πόρτα. «Εμπρός …» Τα χτυπήματα συνεχίστηκαν «Εμπρός διάολε … ανοιχτά είναι …» Τίποτα … κανείς δεν άνοιξε για να μπει αλλά και κανείς δεν νοιάστηκε να σηκωθεί να ανοίξει. Ήρεμοι όλοι και εξαντλημένοι, ο εχθρός δεν χτυπάει την πόρτα, δικός μας θα ήταν. Όντας κοντά στην πόρτα, σηκώθηκα τελικά εγώ. Τυλίχτηκα με το αντίσκηνο, πήρα μαζί μου και τον γυλιό, γιατί ποιος ξέρει αν επιστρέφοντας θα έβρισκα ξανά την ίδια θέση ή τα πράγματά μου. Και τι να δω; Αυτός που χτυπούσε ήταν ένα άλογο που είχε λυθεί και ζητούσε να μπει μέσα, να έχει κι αυτό μια σκεπή πάνω από το κεφάλι του … «Χαχαχαχα … άδικα κακομοίρη μου … δεν χωράς εδώ μέσα …» Το άλογο με πλησίασε άφοβα και έτριψε το κεφάλι του στο στήθος μου. Και σαν να έπιασε τη μυρουδιά της κουραμάνας έσπρωχνε το σακίδιο με την μουσούδα του … «Άδικα φουκαρά μου, κάτι τρίμματα έχουν μείνει …» Υπέκυψα στα καλοπιάσματα και του έδωσα ότι είχα, και αυτό τα έφαγε ευχαριστημένο γλύφοντας την χούφτα μου … Το πήρα από το χαλινάρι να το ξαναδέσω στο δέντρο. Μέσα στη βροχή και το βαθύ σκοτάδι, είδα τον σκοπό και από κάτω του διέκρινα κάτι … σάκκους … «Ε, σκοπέ, τι σάκκους φυλάς εδώ;» ου «Δεν είναι σάκκοι κύριε Ανθυπολοχαγέ, οι άντρες του 11 είναι που κοιμούνται κουκουλωμένοι με τα αντίσκηνά τους» Δεν ζήλεψα την «τύχη» τους. Ξαναμπήκα γρήγορα στο εκκλησάκι, να γείρω στα ζεστά και πάλι. Οι περισσότεροι ροχάλιζαν. «Τι ώρα είναι;» ρώτησε κάποιος. «Έντεκα και μισή» αποκρίθηκε ένας άλλος. «Ε, ρε, να ’χαμε λίγο τσίπουρο να ζεσταθούμε …» Αλλά πού να βρεθεί τσίπουρο τέτοιες ώρες … Αποκοιμήθηκα, αλλά ύστερα από λίγο με ξύπνησαν φωνές και πυροβολισμοί. «Κύριε Μέραρχε … μάχη στα Στενά … κύριε Μέραρχεεε !!!» Ο Μέραρχος τινάχτηκε αμέσως από τον σύντομο ύπνο του. Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 64

«Μάχη στα Στενά; Τι ώρα είναι;» «Δώδεκα και τέταρτο κύριε Μέραρχε» «Πολύ καλά …» απάντησε ατάραχος ο Μέραρχος και μετά από λίγο μίλησε ξανά, απλώνοντας τα χέρια του προς τη φωτιά. Οι ήχοι που έφταναν, θύμιζαν ομοβροντίες από μάνλιχερ … «Αλλά βλέπουν άραγε στόχο μ’ αυτή την ομίχλη; Ζήτημα είναι … άδικα χαλάνε τα πυρομαχικά τους και θα τους λείψουν αύριο … τα μεταγωγικά είναι ακόμη στους Μεταξάδες …» «Ο ήχος όμως, σαν να μην έρχεται από τα Στενά … σαν να είναι από αριστερά οι πυροβολισμοί …» παρατήρησε ο Ταγματάρχης Δημητρακόπουλος. Αυτό ήταν … τα λόγια του σκόρπισαν ανησυχία … επιτέθηκε ο εχθρός από τα πλάγια ερχόμενος από την Δεσκάτη; Οι Αξιωματικοί του Επιτελείου κοιτάχτηκαν μεταξύ τους, διστάζοντας να δεχθούν ή να απορρίψουν αυτή την πιθανότητα. Ο Δημητρακόπουλος βγήκε έξω για να ακούσει καλύτερα. «Ακούτε και μάουζερ ή μόνο μάνλιχερ;» ψιθύρισε κάποιος … Τα μάουζερ των Τούρκων είχαν έναν πιο βαρύ ήχο από τα δικά μας μάνλιχερ. «Ακούσατε και μάουζερ κύριε Ταγματάρχα;» «Βεβαιότατα … βάλλουν και οι Τούρκοι, αλλά τα δικά τους πυρά είναι πιο αραιά … νομίζω πάντως πως ο ήχος δεν έρχεται από τα Στενά …» Ο Μέραρχος τράβηξε από δίπλα του τον τοπογραφικό χάρτη του τομέα και τον μελέτησε στην λάμψη της φωτιάς. Και μετά εξήγησε σε όλους, κάνοντας τεχνική ανάλυση, γιατί ήταν αδύνατο να γίνει εχθρική επίθεση από την Δεσκάτη. Και ότι ο ήχος δεν μπορεί παρά να ήταν από την πλευρά των Στενών. Αλλά σε λίγο το τουφεκίδι σταμάτησε και έτσι ησύχασαν όλοι, μη δίνοντας σημασία στο γεγονός, μέσα στην εξάντλησή τους. ου

Τι είχε συμβεί; Στην έξοδο των Στενών, η προφυλακή του 8 Συντάγματος είχε τοποθετήσει διπλοσκοπιές, με «κινητούς διπλοσκοπούς» ανάμεσά τους. Ένας τέτοιος κινητός διπλοσκοπός ου ήταν και ο στρατιώτης Λύρης τους 9 Λόχου. Το στομάχι του Λύρη μας έφερε στους Τούρκους συμφορά τη νύχτα εκείνη. Άδειο καθώς ήταν από το πρωί, δεν τον άφηνε ήσυχο στο καθήκον του. Τον έκανε να ονειρεύεται φούρνους με καρβέλια. Και τότε άκουσε να έρχονται από τα Στενά ήχοι από κάρα, ποδοπατήματα ζώων, φωνές ημιονηγών, όλους τους ήχους που κάνει μία φάλλαγα μεταγωγικών σε πορεία. Στομάχι πεινασμένο, κακός σύμβουλος. Και ο Λύρης που αγνοούσε την «τακτική κατάσταση» της νύχτας εκείνης, άκουσε το στομάχι του που του έλεγε ότι επρόκειτο για μεταγωγικά κάποιας άλλης Μεραρχίας που περνούσαν τα Στενά. Πράγμα απίθανο φυσικά, γιατί για να συμβεί κάτι τέτοιο, θα έπρεπε πρώτα να υποχωρήσουν οι Τούρκοι από τα Στενά. Και αυτό ακριβώς συνέβαινε την ώρα εκείνη. Υποχωρούσαν οι Τούρκοι! Αλλά, ο Λύρης ήταν αλλού … Κοίταξε την απόσταση μέχρι κάτω τον δρόμο, δεν ήταν μεγάλη, ούτε τριακόσια βήματα. Και το πήρε απόφαση. Παράτησε τη θέση του, αποφασισμένος να πάει να ζητήσει λίγο ψωμί … κάποιος πατριώτης θα του έδινε λίγη κουραμάνα … Λίγο έλειψε να γκρεμοτσακιστεί στα βράχια κατεβαίνοντας, αλλά όταν πλησίασε στα 20-30 βήματα, άκουσε ομιλίες Τούρκικες. Πάγωσε στη θέση του και μετά, με σιγανά βήματα άρχισε να υποχωρεί. Γύρισε λοιπόν πίσω και ειδοποίησε τον Λόχο του ότι στα Στενά περνούσαν Τούρκοι. Τα φυλάκια ετοιμάστηκαν και υποδέχτηκαν την φάλαγγα με ομοβροντίες. Τα μάουζερ των Τούρκων απάντησαν για λίγη ώρα, μέχρι που σώπασαν εντελώς. Πανικόβλητη η εχθρική φάλαγγα διαλύθηκε, άλλοι γύρισαν πίσω και άλλοι έλυσαν τα άλογα των μεταγωγικών, και τα καβάλησαν για να σωθούν μέσα στη νύχτα. Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 65

Τρίτη 9 του Οκτώβρη 1912 – Σαραντάπορο – Η επίθεση της 2ης Μεραρχίας (Διήγηση του Υποδεκανέα Λεωνίδα Παπαχρήστου, 1ο Σύνταγμα, 2η Μεραρχία Πεζικού89)

Συσσίτιο στις 6.30, ζωμός και κρέας. Μας ζέστανε από το δριμύ ψύχος της νύχτας που πέρασε. Εμείς είχαμε κοιμηθεί ανάμεσα στο χωριό Λυκούδι και τη δημοσιά, κρυμμένοι, για να αιφνιδιάσουμε τους Τούρκους. Τους βλέπαμε όλη τη νύχτα, με αναμμένες φωτιές τους απέναντι, και η ζηλεύαμε. Αριστερά μας, παγώνοντας κι αυτή, έχει στρατοπεδεύσει η 3 Μεραρχία. Οι Λόχοι συντάχτηκαν, μία σύντομη επιθεώρηση από τον Συνταγματάρχη μας Μέξη και ξεκινήσαμε. Χωρίς να προηγηθεί προπαρασκευή πυροβολικού … Βαδίζαμε σε λόφους οργωμένους, στο δεξιό της αμαξιτής οδού, έχοντας μπροστά μας στο βάθος τη Βίγλα, το ύψωμα ο όπου έχει ταχθεί το εχθρικό Πυροβολικό. Αριστερά ήταν το 7 Σύνταγμα του Συνταγματάρχη ο ο Δελαγραμμάτικα και δεξιά το δικό μας το 1 . Το 3 Σύνταγμα του Συνταγματάρχη Γιαννακίτσα είχε 90 κρατηθεί εφεδρεία του Μεράρχου . Προχωρούσαμε εντελώς ακάλυπτοι, δεν υπήρχε ούτε ένα ο δέντρο. Κατά τις 9.30, τα εχθρικά πυροβόλα από τη Βίγλα άρχισαν να βάλλουν. Στόχος ήταν το 7 Σύνταγμα που αναπτυσσόταν στα ο αριστερά μας και το 1 Τάγμα του δικού μας Συντάγματος. Οι οβίδες πέφτανε κοντά μας και σκάζανε πάνω από τα κεφάλια μας, αλλά, περίεργο πράγμα, δεν μας έκαναν καμμία εντύπωση! Προχωρούσαμε προς τα εμπρός με εφ’ όπλου λόγχη. Ο τόπος μύριζε μπαρούτι αλλά το ηθικό ήταν ψηλό. «Να τελειώνουμε με τους Νιζάμηδες !!!» Η μάχη συνεχιζόταν με πείσμα όλο το απόγευμα και είχαμε φτάσει στα 400 μέτρα από τις εχθρικές θέσεις. Το μεσημέρι, τα Τάγματα προελαύνανε σε πλήρη έκταση, προχωρώντας με άλματα. Πλησιάσαμε στο δραστικό βεληνεκές των Τουρκικών τουφεκιών και οι σφαίρες άρχισαν να σφυρίζουν γύρω μας. 89

(Μυθιστορηματικός «ήρωας». Ωστόσο, η παρούσα διήγηση δεν είναι εντελώς μυθιστορηματική, καθώς βασίζεται στο ημερολόγιο και σε επιστολές του Αποστόλη Πουλόπουλου, που υπηρέτησε στον 10ο Λόχο του 1ου Συντάγματος) 90 Διοικητής της 2ης Μεραρχίας ήταν ο Υποστράτηγος Μηχανικού Κωνσταντίνος Καλλάρης (1858-1940). Ψαριανός στην καταγωγή, ήταν γιος του Φρουράρχου Αθηνών Γεωργίου Καλλάρη. Τον Ιούλιο του 1911 έγινε Διοικητής της Σχολής Ευελπίδων και στις 10 Σεπτεμβρίου 1912 ανέλαβε τη διοίκηση της 2ης Μεραρχίας, προαχθείς σε Υποστράτηγο. Ο πρώτος γιος του Σπύρος σκοτώθηκε στο Μπιζάνι στις 7-12-1912, ενώ ο δεύτερος Άγγελος, σκοτώθηκε ηρωικά στις 20-8-1922 στο Ουσάκ της Μ. Ασίας. Ο Κ. Καλλάρης ήταν μια γοητευτική προσωπικότητα κύρους. Πίστευε στην ανάγκη να αποκτήσει η χώρα μια κρατική δομή, ικανή να λειτουργεί υπέρ του πολίτη και ανεξάρτητα από τα πολιτικά γεγονότα. Και δεν μετακινήθηκε ποτέ από αυτές τις αρχές. Δυσαρεστούσε συχνά την εξουσία της εποχής, έπεφτε σε δυσμένεια, αλλά επανερχόταν από τις ίδιες τις εξουσίες, σε περιόδους κρίσεις. Κάθε του μετάλλιο και επιτελική θέση ήταν αποτέλεσμα των γνώσεων και του κύρους του, ως αδιάβλητη προσωπικότητα. Στις 16/12/1929 εκλέχτηκε Αριστίδην Γερουσιαστής. Η τελευταία υπηρεσία του στην Πατρίδα είναι μια απογραφή της κατάστασης του Σιδηροδρόμου που του ζητήθηκε από τον Μεταξά, στις αρχές του 1940. Ολοκλήρωσε την μελέτη, παρά τη βεβαρυμμένη του υγεία, και λίγες ημέρες μετά έφυγε από τη ζωή. Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 66

«Πρηνηδόν … σκοπεύσατε αριστερά … επί της κλιτύος … ολίγον κάτω της κορυφογραμμής … πυρ ταχύ …» διέταξε ο Επιλοχίας μας. «Λεωνίδα πάει το χέρι μου» φώναξε δίπλα μου ο Ρετσινόπουλος. Γύρισα και είδα το πρόσωπό του μέσα στο αίματα. Είχε χτυπηθεί από σφαίρα στο μάγουλο και στο χέρι. «Κουράγιο» του φώναξα και συνέχισα να ρίχνω. Ήμασταν εκτεθειμένοι, καθώς ο εχθρός κατείχε ψηλότερο έδαφος, 100 μέτρα πιο πάνω από εμάς. Όμως κατά τις μία το μεσημέρι άρχισαν να βάλλουν τα πεδινά πυροβόλα μας. Σε κάθε ομοβροντία φωνάζαμε με όλη μας τη δύναμη: «Μπράβο … βάρα του». Κρατήσαμε τις θέσεις μας με πείσμα, καθώς εξελισσόταν μία επική μονομαχία πυροβολικού. Η αποφασιστικότητά μας κλόνισε τον εχθρό, ενώ τα πυροβόλα του παύανε ένα μετά το άλλο να βάλλουν. «Να ζήσει το Πυροβολικό μας … τους διέλυσε τους κερατάδες …» Εκεί σκοτώθηκαν πολλοί. Ανάμεσά τους κι ο Ανθυπασπιστής Μαλεύρης, που είχε διακριθεί και την πρώτη μέρα, στη μάχη που έγινε στο συνοριακό Σταθμό του Λοσφακίου. Στο Λοσφάκι, είχε τραυματιστεί ο Επιλοχίας ο Ι. Γρίβας, και αξίζει να σας διηγηθώ το περιστατικό. Καθώς ορμήσαμε στο Σταθμό, αυτός, ορμητικός όπως ήταν, έφτασε πρώτος και πρόλαβε τους Τούρκους που τρέχανε να κλειστούν μέσα, και κράτησε την πόρτα μισάνοιχτη. Του έριξε τότε ένας Τούρκος και παραλίγο να τον σκοτώσει. Η σφαίρα πέρασε ξυστά από το κεφάλι, αλλά του έκανε μια τρύπα στ’ αυτί, ίσα με δαχτυλίδι, όπως μας έλεγε ένας φίλος από το Λόχο του, ο Καλέμης από τον 91 Μαραθώνα . Αλλά ο Γρίβας δεν καταλάβαινε τίποτα κι ας είχε γεμίσει αίματα. Και αντί να πάει πίσω στο Χειρουργείο, συνέχισε να πολεμάει. Καθώς είχε μπλοκάρει την πόρτα με το πόδι, για να μην την κλείσουν οι Τούρκοι, του ρίξανε αυτοί στο πόδι και πάλι τη γλύτωσε φτηνά, χάνοντας μόνο το μικρό δάχτυλο … Μετά από αυτό οι Νιζάμηδες κλείσανε την πόρτα και μας ρίχνανε από τις τουφεκήθρες. Αλλά ήταν λίγοι. Έμεινε να τους φυλάει ο μακαρίτης ο Μαλεύρης με μια Διμοιρία, μέχρι που δεν άντεξαν άλλο και μισή ώρα μετά τα μεσάνυχτα παραδόθηκαν, καθώς ο Μαλεύρης τους φώναζε ότι θα τους βάλει φωτιά … Πίσω τώρα σε τούτη εδώ τη μάχη, που συνεχίστηκε ως τις 6 το βράδυ, αλλά μόνο μερικά από τα εχθρικά κανόνια ακούγονταν πια … καλό σημάδι … Καθώς έπεφτε η νύχτα, άρχισε ψιλόβροχο και σύννεφα που κινούνταν κρύβανε κάθε τόσο το φεγγάρι. Διαταχτήκαμε να μείνουμε στις θέσεις μας. Έκανα τον γυλιό προσκέφαλο και τυλίχτηκα με το αντίσκηνο. Και έτσι με πήρε ο ύπνος, ένας ύπνος βαθύς και γλυκός, σαν να ήμουν στο πιο μαλακό κρεβάτι. Τα νειάτα; Η ένταση; Μάλλον το δεύτερο. Και σίγουρα η χαρά της νίκης που ερχόταν ... Μας ξύπνησε ένας διπλοσκοπός, λέγοντας ότι άκουσε θόρυβο στο Στενό. Μείναμε ξάγρυπνοι ως το πρωί, μέσα στη βροχή, με εφ’ όπλου λόγχη, αλλά δεν κουνήσαμε από τις θέσεις μας. Σαν έπεσε η νύχτα, ο αγώνας των τριών Μεραρχιών του κέντρου διακόπηκε. Ο Τούρκος Αρχιστράτηγος, που άκουγε τα πυροβόλα του να σιγούν το ένα μετά το άλλο, ήξερε ότι η μάχη είχε χαθεί. Και έδωσε διαταγή για υποχώρηση μέσα στη νύχτα. Η βροχή και η πυκνή ομίχλη, αλλά και η αδράνεια της Ταξιαρχίας Ιππικού που δεν είχε αποκλείσει τον δρόμο μετά τα Σέρβια, πιάνοντας έγκαιρα τη γέφυρα του Αλιάκμονα, βοήθησαν τους Τούρκους να ξεγλυστρήσουν. Στην βιασύνη τους, η διαταγή της υποχώρησης δεν έφτασε σε όλα τα Τουρκικά τμήματα, και ένα Τάγμα ξεχάστηκε στο χωριό Λιβάδι. Όμως, η ευκαιρία για την πλήρη διάλυση και την αιχμαλωσία του Τουρκικού Στρατού είχε χαθεί ...

91

(Η πηγή για το περιστατικό με τον Γρίβα και τον Μαλεύρη, δεν είναι ο Πουλόπουλος, αλλά η εφημερίδα «ΕΜΠΡΟΣ» της 17-10-1912, με βάση τη μαρτυρία του Καλέμη) Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 67

Τρίτη 9 του Οκτώβρη 1912 – Σαραντάπορο – Η επίθεση της 3ης Μεραρχίας (Διήγηση του Γεράσιμου)

92

ο

ης

Το 10 Σύνταγμα Πεζικού ή Σύνταγμα της Κέρκυρας, ανήκε στη δύναμη της 3 Μεραρχίας, που είχε Μέραρχο τον Αντιστράτηγο Κωνσταντίνο Δαμιανό. Στην σύνθεση της Μεραρχίας ανήκαν το ο ο ο ο 6 , 10 και 12 Σύνταγμα Πεζικού, το 3 Σύνταγμα Πεδινού Πυροβολικού, Ημιλαρχία Ιππικού, Λόχος Μηχανικού και Τηλεγραφητών, Χειρουργείο Εκστρατείας, Συζυγαρχία Πυρομαχικών και διάφορες Βοηθητικές Υπηρεσίες. Διοικητής του Συντάγματός μας ήταν ο Συνταγματάρχης 93 Παπούλας Αναστάσιος . Στις 18 Σεπτεμβρίου του 1912 κλήθηκαν υπό τα όπλα οι κλάσεις των Εφέδρων 1900-1910, οι κλάσεις των Εθνοφρουρών Υπαξιωματικών και Δεκανέων ως του1897, και όλοι οι Έφεδροι Υπολοχαγοί και Ανθυπολοχαγοί μέχρι 51 ετών. Παρουσιάστηκα στις 21, τελευταία μέρα της επιστράτευσης, όχι γιατί δεν ήθελα να κάνω το καθήκον μου αλλά γιατί έπρεπε πρώτα να τακτοποιήσω την οικογένειά μου και το μανάβικο. Από 22 μέχρι 26 Σεπτεμβρίου το Σύνταγμα έκανε καθημερινά πορείες και ασκήσεις ελιγμών και μάχης και στις 27 Σεπτεμβρίου 94 επιβιβαστήκαμε σε πέντε φορτηγά ατμόπλοια . Με τη συνοδεία των Αντιτορπιλικών «Δόξα» και «Νίκη» αποπλεύσαμε στις 28 από το λιμάνι της Κέρκυρας, όπου είχαν μαζευτεί να μας αποχαιρετίσουν όλοι οι κάτοικοι με ευχές και δάκρυα, μαζί τους και η Λενιώ μου με τη Μαρία μας και τον Σπυρέτο στην αγκαλιά. Το θέαμα ήταν πολύ συγκινητικό αλλά και μεγαλοπρεπές, καθώς οι δύο Φιλαρμονικές παιάνιζαν εμβατήρια. Στις 29 η νηοπομπή διέσχισε τον Ισθμό της Κορίνθου και το ίδιο βράδυ περάσαμε και το Σούνιο, όπου η τρικυμία μας έβγαλε τα άντερα, κόβοντάς μας ής και τα τραγούδια, που μέχρι την ώρα εκείνη καλά βαστούσαν. Στα 5 τα ξημερώματα της 30 ρίξαμε άγκυρα για 5 ώρες πριν τη Χαλκίδα, περιμένοντας να γυρίσει η παλίρροια και τελικά φτάσαμε στο Βόλο στις 7 το βράδυ όπου και διανυκτερεύσαμε. η

Την επομένη, Δευτέρα 1 του Οκτώβρη, μετά το μεσημεριανό συσσίτιο, το Σύνταγμα αναχώρησε περπατώντας για το Βελεστίνο, όπου φτάσαμε στις 9.30 τη νύχτα και στήσαμε τα αντίσκηνά μας σε ένα λόφο, εξαντλημένοι από την μακρά και επίπονη πορεία, που συνεχίστηκε ξανά από τις 9 το

92

Γεράσιμος Σκριβάνος, Στρατιώτης του 10ου Λόχου, στο 10ο Σύνταγμα (Κερκύρας) της 3ης Μεραρχίας (μυθιστορηματικός ήρωας) 93 Ο Α. Παπούλας γεννήθηκε στο Μεσολόγγι και έλαβε μέρος στον Πόλεμο του 1897, στον Μακεδονικό αγώνα, στους Βαλκανικούς πολέμους και στην Μικρασιατική εκστρατεία. Υπήρξε αντίθετος με την επανάσταση στο Γουδή. Το 1917, μετά την εκθρόνιση του Κωνσταντίνου, οργάνωσε κινήματα στη Θήβα και την Πελοπόννησο, συνελήφθη και καταδικάστηκε σε θάνατο. Δεν εκτελέστηκε έπειτα από παρέμβαση του Βενιζέλου. Έμεινε έγκλειστος στις φυλακές του Ιτζεδίν ως τον Νοέμβριο του 1920, οπότε και του ανατέθηκε από την αντιβενιζελική Κυβέρνηση η Αρχιστρατηγία του Ελληνικού Στρατού στην Μικρά Ασία, ως τον Μάιο του 1922 που αντικαταστάθηκε από τον Γεώργιο Χατζανέστη και αποστρατεύθηκε, διαφωνώντας σε ζητήματα τακτικής. Με το ξέσπασμα της επανάστασης του 1922 ανέλαβε την εκπροσώπηση της Κυβέρνησης στις συνομιλίες με την Επαναστατική Επιτροπή και υπήρξε και ένας από τους επικρατέστερους για να αναλάβει την Πρωθυπουργία. Στη Δίκη των έξι, τον Νοέμβριο του 1922, κατέθεσε ως μάρτυρας κατηγορίας κατά του Χατζηανέστη, παρ' όλο που υπήρχε κίνδυνος να παραπεμφθεί και ο ίδιος σε δίκη. Τελικά προσχώρησε στη Βενιζελική παράταξη. Το 1935 συνελήφθη για τη συμμετοχή του στο αποτυχημένο κίνημα των ΠλαστήραΒενιζέλου, καταδικάστηκε σε θάνατο και τελικά εκτελέστηκε στις 24-4-1935, μαζί με τον αντιστράτηγο Μιλτιάδη Κοιμήση. Η εκτέλεσή του θεωρήθηκε ως εκδίκηση των αντιβενιζελικών στην εκτέλεση των έξι, το 1922. 94 (Άγιος Σπυρίδων, Αθηνά, Αρχιμήδης, Ήπειρος, και Μακεδονία) Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 68

πρωί της επομένης για να φτάσουμε το βράδυ στην Ακερλή, όπου διανυκτερεύσαμε πάλι στα αντίσκηνα, με κρύο διαπεραστικό. «Ω ρε Μάκη, έτσι είναι ο πόλεμος; Όλο κρύο και πορείες;» «Τι να σου κάμω ψυχή μου, σαν σου έλεγα να ξεκινήσουμε τον Αύγουστο, μούλεγες ότι έχεις 95 τρύγο … Θα προμενάραμε με το τέμπο μας, θα είχαμε και καλό καιρό …» Οι ολοήμερες πορείες συνεχίστηκαν και τις επόμενες μέρες, Μαΐμούλι, Γιεμπεζλέρ, όπου συγκεντρώθηκε όλη η Μεραρχία, Χασάντατα, Χατζή-Χαλάρ, Αλμαλάρ, ακόμη απορώ πώς θυμάμαι αυτά ης τα ονόματα, αν και δεν είμαι και ολότελα σίγουρος ότι τα θυμάμαι καλά. Πάντως, στις 11 της 5 του Οκτώβρη περάσαμε τον Πηνειό από μια γέφυρα που υπήρχε στο Κουτσόχερο. Συνεχίζοντας την πορεία μας, φτάσαμε στα στενά της Μελούνας, στα σύνορα. Δεν θα ξεχάσω ποτέ τον ενθουσιασμό και τη συγκίνηση που νοιώσαμε περνώντας τα σύνορα. Στο βάθος αντικρύζαμε για πρώτη φορά την πεδιάδα της Ελασσώνας, που περίμενε την απελευθέρωσή της.

Αντίσταση δεν βρήκαμε καθώς οι Τούρκοι είχαν υποχωρήσει προς την Ελασσώνα. Πριν αρχίσει να βραδιάζει φτάσαμε σ’ ένα Τούρκικο χωριό, το Δαμάσι, όπου και καταυλιστήκαμε. Στις 6 Οκτωβρίου μοιράστηκε συσσίτιο αξημέρωτα και στις 6 αναχωρήσαμε για την Ελασσώνα, όπου φτάσαμε κατά τις 5 το απόγευμα. Η Μεραρχία μας δε συμμετείχε στη μάχη που έγινε εκεί, αλλά είδαμε τα πρώτα πτώματα Τούρκων και τραυματίες μας που μεταφέρονταν προς τα πίσω με αυτοκίνητα. Διανυκτερεύσαμε σε ένα λόφο έξω από την Ελασσώνα και μείναμε εκεί και την επομένη, με συνεχή βροχή. Στις 8 του Οκτώβρη, κατά τις 4 το απόγευμα φτάσαμε στο Λυκούδι. Εκεί καταυλιστήκαμε, στα η η αριστερά του χωριού, έχοντας δεξιά μας την 2 και αριστερά την 4 Μεραρχία. Τεθήκαμε σε αυξημένη επιφυλακή, καθώς είχαμε φτάσει πια μπροστά στο Σαραντάπορο. Τη νύχτα εκείνη δεν κοιμήθηκε σχεδόν κανείς, από την αγωνία για τη μάχη της επομένης. Είχαμε ακούσει τις φήμες που έλεγαν ότι το Σαραντάπορο είναι άπαρτο, καθώς και ότι η Μεραρχία μας θα ήταν στην πρώτη γραμμή της επίθεσης. Αλλά ήταν και το άτιμο το κρύο που δεν μας άφηνε να σταθούμε ακίνητοι. Και από απέναντι, μας κορόιδευαν οι τεράστιες φωτιές των Τούρκων, που δεν είχαν λόγο να τις κρύβουν όπως εμείς, που δεν επιτρεπόταν ούτε φαναράκι να ανάψουμε.

95

(περπατούσαμε) Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 69

Αξημέρωτα, Τρίτη 9 του Οκτώβρη, μας συγκέντρωσε ο Λοχαγός μας, ο κύριος Σπυρίδων Βασιλάς, για να μας πει ότι «θα έχουμε την τιμή να ηγηθούμε της επίθεσης στο αριστερό των Στενών». Μοιράστηκε συσσίτιο, ζωμός και βραστό, με ρύζι ψωμί και εληές. Και στις 6.30 το πρωί ξεκίνησε η ο προέλασή μας προς την Βουβάλα, όπου η Μεραρχία χωρίστηκε στα δύο. Το 6 Σύνταγμα ο προέλασε δεξιά προς τη Μηλιά, που τότε λεγότανε Βούρμπα, το δικό μας το 10 αριστερά προς το Φαρμάκι. Απέναντί μας είχαμε καλά οχυρωμένες ισχυρές εχθρικές δυνάμεις, μπροστά από την ο 96 Τσαπουρνιά και πιο πίσω στα δεξιά της. Το 12 Σύνταγμα έμεινε στην εφεδρεία . Προχωρήσαμε μπροστά με εφτά Λόχους σε πρώτο κλιμάκιο και πέντε Λόχους σε δεύτερο. Σαν πλησιάσαμε τις εχθρικές θέσεις, άρχισαν τα πυροβόλα τους να βάλλουν. Αραιώσαμε τις γραμμές μας και συνεχίσαμε, ευχαριστώντας την τύχη μας καθώς οι περισσότερες εχθρικές οβίδες χτυπούσαν τα ης Συντάγματα της 2 Μεραρχίας που έκαναν επίθεση απέναντι, στη δεξιά πλευρά των Στενών, στη μεριά του Τίταρου όρους. Σε λίγο πύκνωσαν και οι οβίδες που πέφτανε επάνω μας αλλά η τύχη μας βαστούσε, καθώς πολλές οβίδες πέφτανε κοντά μας χωρίς να σκάζουν! Είχαμε όμως καθηλωθεί. «Πού είναι μωρέ τα κανόνια μας; Για’ δεν ακούγονται;» «Θα ακουστούνε ψυχούλα μου, υπομονή …»

Μετά το μεσημέρι άρχισαν επί τέλους και τα δικά μας κανόνια να βαρούν και το εχθρικό Πυροβολικό άρχισε να σωπαίνει. Ορμήσαμε μπροστά με «εφ’ όπλου λόγχη». Αλλά κοντά στο Φαρμάκι, οι Τούρκοι άρχισαν να μας ρίχνουν ξανά, με πυκνά πυρά πεζικού. Με «άλματα» και «ακροβολισμό», καθώς οι σφαίρες σφύριζαν γύρω μας, καταφέραμε να φτάσουμε σε απόσταση 500 μέτρων σχεδόν, δεξιά από τις εχθρικές θέσεις. Εκεί τα πυρά έγιναν ακόμη πιο πυκνά και καθηλωθήκαμε. Μια Διλοχία διατάχτηκε να προσπαθήσει να πλευροκοπήσει τις εχθρικές θέσεις στο Φαρμάκι, περνώντας μέσα από μια μικρή χαράδρα. Προχωρώντας σκυφτά, καλυμμένοι όσο 96

Η διάταξη αυτή δεν είναι απόλυτα επιβεβαιωμένη, καθώς τα αρχεία της 3ης Μεραρχίας έχουν χαθεί Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 70

γινόταν, κινηθήκαμε κατά την Τσαπουρνιά. Αλλά εκεί ήταν άλλοι Τούρκοι, που άρχισαν να μας ρίχνουν με «πυρά ομαδόν». Και ενώ αυτοί μας ρίχνανε από μπροστά και αριστερά, απέναντι μπροστά, στην κατεύθυνση της Μονής της Παναγίας, ήταν ακόμη περισσότεροι. Καθηλωθήκαμε για τα καλά. Ταμπουρωθήκαμε πίσω από τα βράχια και μέσα σε ρυάκια και χαντάκια. Καθώς άρχισε να νυχτώνει, άρχισε να βρέχει. Καλύτερα, γιατί νύχτα και βροχή θα μας έκρυβαν από τους Τούρκους. Διαταχτήκαμε να μείνουμε στις θέσεις μας. Με το σακίδιο για προσκέφαλο, το αντίσκηνο για κάλυμμα και με το μάνλιχερ αγκαλιά, προσπαθήσαμε όπως όπως να βολευτούμε. Ήταν άβολα, έκανε κρύο, κι οι Τούρκικες φωτιές μπροστά και αριστερά μας, μοιάζανε πύρινο φράγμα απροσπέλαστο. Αλλά δεν είχαμε πια δύναμη για σκέψεις, μας νίκησε η κούραση. Κοιμήσου Γεράσιμε, γιατί σε δυο ώρες είναι η σειρά σου για διπλοσκοπιά. Κοιμήσου, γιατί αύριο δεν θα μπορείς να πάρεις τα πόδια σου, και το τέρας απέναντι θα είναι ξεκούραστο … Η μάχη αυτή ήταν το βάπτισμα του πυρός για το Σύνταγμά μας. Ο Λόχος μας πολέμησε ηρωικά και είχε και απώλειες, ευτυχώς μόνο πληγωμένους. Σκοτώθηκε ο Υπολοχαγός Πούλος ου Κωνσταντίνος του 4 Λόχου, που ήταν ο πρώτος νεκρός του Συντάγματος, ενώ τραυματίστηκε ου βαριά και πέθανε μετά και ο Λοχαγός Μπίνας Γεώργιος του 5 Λόχου. Σκοτώθηκαν επίσης οι ου ου Στρατιώτες Ιωάννης Κολοβός του 7 Λόχου, Βασίλης Βάρθης και Νικόλαος Σκορδίλης του 8 , ενώ τραυματίστηκαν ο Ταγματάρχης Γεράσιμος Γκίλλιος, ο Λοχαγός Γεώργιος Γρίβας, ο Επιλοχίας Φ. Κατωπόδης, ο Λοχίας Ι. Γεωργογιάννης, ο Δεκανέας Ευστ. Κομπολίτης και οι Στρατιώτες Δ. Γραμμένος, Α. Χαρτοφύλακας, Γ. Μπούκας, Αλ. Αρμένης, Σ. Κομιανός, Ν. Λαβράνος, Δ. Δόνας, Αριστ. Μόσχος, Μιχ. Λάσκαρης, Σ. Ρουβάς, Γ. Χονδρογιάννης, Επαμ. Βλάχος και άλλοι, που ζητώ να με συγχωρέσουν, τα χρόνια περνούν, η μνήμη σβήνει και δεν μπορώ να μνημονεύσω όλα τα 97 ονόματα … Στη διάρκεια της νύχτας, οι Τούρκοι προσπάθησαν να απαγκιστρωθούν από το Σαραντάπορο, η αλλά στην έξοδο των Στενών τους περίμενε η 4 Μεραρχία και τους τσάκισε.

97

Τα ονόματα των νεκρών και τραυματιών προέρχονται από έρευνα που έκανε ο Λοχαγός του 10ου Λόχου και μετέπειτα Συνταγματάρχης ε.α. Σπυρίδων Βασιλάς, το 1930. Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 71

Τρίτη 9 του Οκτώβρη 1912 – Σαραντάπορο – Η επίθεση της 1ης Μεραρχίας (Διήγηση του Θωμά) ης

Στις 7 το πρωί της 9 Οκτωβρίου οι τρεις Μεραρχίες που έφεραν το βάρος της κεντρικής προσπάθειας ξεκίνησαν εγκαίρως και με ακράτητο ενθουσιασμό για να πετύχουν τους αντικειμενικούς τους σκοπούς. Όταν μάλιστα ο διοικητής της Μεραρχίας μας Υποστράτηγος Μανουσογιαννάκης μας είδε να διστάζουμε, κινήθηκε έφιππος μπροστά με το ξίφος προτεταμένο φωνάζοντας «Εμπρός παιδιά! Για την Ελλάδα!». Είχαμε ξεκουραστεί λίγο στην Ελασσώνα, και τη Δευτέρα 8 Οκτωβρίου είχαμε κινήσει από το πρωί για το Σαραντάπορο. Το βράδυ καταυλιστήκαμε κοντά στον αμαξιτό δρόμο, πριν το χωριό Κοκκινόγι, μια τοποθεσία που είναι στα δεξιά της εισόδου του Στενού, αρκετά δεξιά από το Χάνι Χατζηγώγου που ήταν η έδρα του Γενικού Στρατηγείου. Ήμασταν ξεκούραστοι και το ηθικό ήταν υψηλό αλλά και η ανησυχία μας για την μάχη δεν κρυβόταν. Ευλογούσαμε την τύχη μας, επειδή η θέση μας στα δεξιά έδειχνε ότι δεν θα είμαστε από αυτούς που θα πολεμούσαν μέσα στο Στενό, αλλά μάλλον θα συμμετείχαμε σε κίνηση υπερκέρασης από τα δεξιά. «Κάλιο να σκαρφαλώνουμε βουνά σαν τα γίδια, παρά σε ομαλό έδαφος στο Στενό και να μας βαράνε από ολούθε …» «Στις ράχες και στα βράχια μπορείς και να καλυφθείς λιγάκι …» «Και υπάρχουν κ’ οι Εύζουνοι δεξά μας … σαν ουρμήξουν αυτοί, οι Νιζάμηδες θα του βάλουν στα πόδια … ούτε ντουφικιά δε θα προυλάβουμι να ρίξουμι …» Υπήρχαν και πιο απαισιόδοξοι όμως, αυτοί συνήθως ήταν πιο μορφωμένοι … «Κι εγώ σοι λέω κύριε Δεκανεύ, που τα γιγνώσκεις όλα, ότι δια να κινηθούν αιφνιδιαστικώς οι Εύζωνοι, θα ζητήσουν από ημάς να τραβήξωμεν τα πυρά των Τούρκων …» «Αμάν ρε Κλαπανάρα, εσύ και η γρουσουζιά σου … μη φοβάσαι μωρέ, κράτα χαμηλά το κεφάλι σου και θα σε προσέχουμε εμείς …» Δεν είχε άδικο ο Κλαπανάρας … Το Απόσπασμα Κωνσταντόπουλου που ήταν δεξιά μας, κινούμενο στα άκρα της παράταξής μας έφτασε ανεμπόδιστα μέχρι το Λιβάδι, στις νότιες παρυφές του Όρους Τίταρον. Αντίθετα εμείς, χωρίς να έχουμε υποστήριξη Πυροβολικού, προσβάλλαμε ο ο ο οχυρωμένες θέσεις, με το 4 Σύνταγμα και το δικό μας το 5 μπροστά και το 2 σε εφεδρεία. Καταφέραμε να καταλάβουμε το αντέρεισμα από το ύψωμα 810 ως το ύψωμα 514 και να απωθήσουμε τους Τούρκους από το ύψωμα Τσούμα, δίνοντας σκληρές μάχες στου Κουντή και στα Αγρίδια. Στο τέλος, βαλλόμενοι συνεχώς, αναγκαστήκαμε να σταματήσουμε και να φυλαχτούμε όπως όπως, ανταλλάσσοντας πυρά με τους εχθρούς που ήταν καλά οχυρωμένοι, μέχρι που μια ξαφνική βροχή που ξέσπασε το απόγευμα και το σκοτάδι της νύχτας σταμάτησαν το θανατικό. Αλλά αυτό δεν έκανε την κατάστασή μας λιγότερο η απελπιστική. Στις μάχες αυτές, η 1 Μεραρχία είχε πενήντα τρεις νεκρούς, από τους οποίους οι πέντε ήταν Αξιωματικοί, και τριακόσιους 98 ενενήντα εννέα τραυματίες, ανάμεσά τους δώδεκα Αξιωματικοί . Πολύ βαριές απώλειες …

98

Λόγω των βαριών απωλειών που είχε στη μάχη αυτή η 1η Μεραρχία, στην επόμενη μεγάλη μάχη του Στρατού μας, στα Γιανιτσά, κρατήθηκε στην εφεδρεία. Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 72

Νηστικοί και μουσκεμένοι, θα διανυκτερεύαμε στην ύπαιθρο, κάτω από τις κάννες των Τούρκων. Δίπλα μας κείτονταν συνάδελφοι νεκροί και ακούγονταν τα βογκητά των λαβωμένων. 99 «Κύριε Σαράφη , μπορείτε να πάτε παρακαλώ στον Λοχαγό του διπλανού Λόχου, να ρωτήσετε αν τους περισσεύουν καθόλου ψωμί και σφαίρες … αν μπορούν να μας δώσουν …» είπε ο Λοχαγός 100 μας, ο κύριος Οθωναίος , στον Λοχία μας. Αυτός πήρε μαζί του εμένα και άλλους δύο. Προχωρώντας σκυφτοί μέσα στο σκοτάδι και κάνοντας όσο πιο λίγο θόρυβο μπορούσαμε, φτάσαμε στους διπλοσκοπούς του Λόχου που ήταν αριστερά μας, και από εκεί ένας φαντάρος 101 μας οδήγησε σε ένα ανάχωμα όπου βρήκαμε τον Υπολοχαγό Κονδύλη , να μιλάει με τραυματίες Στρατιώτες του. Για τον καθένα είχε μια κουβέντα παρηγορητική αλλά και έναν έπαινο. Και σε όλους μιλούσε με το μικρό τους όνομα. «Εσένα βρήκε η παλιοσφαίρα μωρέ Γιώργη; Και ποιον θα έχω αύριο εγώ, να πάει αύριο μπροστά με τη λόγχη;» έλεγε σε ένα Λοχία που είχε χτυπηθεί στον δεξί ώμο. «Μέχρι αύριο θα είμαι καλά κύριε Υπολοχαγέ … και άμα χρειαστεί να πυροβολήσω, θα το στηρίξω το μάνλιχερ στον αριστερό ώμο … όλη νύχτα θα κάνω εξάσκηση …» απαντούσε αυτός, χαμογελώντας για να κρύψει πόσο πολύ πονούσε … «Σε πονάει;» «Μόνο άμα με κάνεις να γελάω κύριε Υπολοχαγέ …» «Κι εσύ βρε Γιάννη, δεν σου έλεγα βρε να προχωράς πιο σκυφτός …» έλεγε σε ένα φαντάρο… «Σκυφτός πήαινα, αλλά είνι που μ’ έκανι ψηλό η μάνα μ’ …» «Βάστα παλληκάρι μου … σαν έρθουν εφόδια σε λίγο, θα σε στείλουμε πίσω μουλαράδα» «Μόνο έτσι πάου … κυρ Υπουλουχαγέ … ας όψιτ’ ο Νιζάμ’ς που μι πέτυχε στου πόδ’ και μι κούτσανε … αλλά θα του μπιτύχω του γκερατά μέχρι να φτάσουμι στη Σσαλονίκ’ … γιατί θα δεις κυρ Υπουλουχαγέ … σε δυου τρεις μέρ’ς θα είμι πίσου … μαζί σ’ς …» «Αυτό έλειπε βρε Γιάννη, να σε χάσουμε για μια γρατζουνιά … Γίνε γρήγορα καλά και θα σε κερά99

Στέφανος Σαράφης, ο μετέπειτα Στρατιωτικός Διοικητής του ΕΛΑΣ. Υπηρέτησε σαν Λοχίας στο 5ο Σύνταγμα το 1912-13. Η παραπάνω ιστορία είναι φανταστική. 100 Αλέξανδρος Οθωναίος, μετέπειτα Πρωθυπουργός της Ελλάδας για 4 (!) ημέρες. Λοχαγός το 1912, Διοικητής του 7ου Συντάγματος κατά τον Α’ Π.Π., έλαβε μέρος στην Ουκρανική με το βαθμό του Συνταγματάρχη και στην Μικρασιατική Εκστρατεία ως Διοικητής της Μεραρχίας Κυδωνιών. Ένθερμος Βενιζελικός, υπήρξε Πρόεδρος του Εκτάκτου Στρατοδικείου στην «Δίκη των Έξι». Το 1923 έγινε Αντιστράτηγος και αποστρατεύθηκε το 1925 μετά το πραξικόπημα Πάγκαλου. Ανακλήθηκε ξανά το 1929 και ηγήθηκε της Στρατιωτικής Κυβέρνησης που σχηματίσθηκε μετά το κίνημα Πλαστήρα, από 6 μέχρι 10 Μαρτίου 1933. Απομακρύνθηκε για 2η φορά από το στράτευμα το 1935, αλλά ανακλήθηκε και πάλι το 1944 από τον Γ. Παπανδρέου, διορισθείς Αρχιστράτηγος και παραιτήθηκε το 1945. Είχε γεννηθεί το 1879 στο Γύθειο και πέθανε στην Αθήνα στις 20-9-1970. 101 Γεώργιος Κονδύλης (1879-1936). Συμμετείχε σαν εθελοντής στην Κρητική επανάσταση το 1896 και σαν οπλαρχηγός στον Μακεδονικό αγώνα (1904-1908) στην περιοχή Καστοριάς. Το 1912 ήταν Υπολοχαγός και διακριθείς προήχθη σε Λοχαγό. Το 1916, συμμετέχοντας στο Κίνημα της Θεσσαλονίκης, προήχθη σε Ταγματάρχη και σαν διοικητής του Συντάγματος Σερρών συμμετείχε στη μάχη του Σκρα, όπου διακριθείς προήχθη σε Αντισυνταγματάρχη, αναλαμβάνοντας τη Διοίκηση του Συντάγματος Καλαμών. Συμμετείχε στην Ουκρανική εκστρατεία σαν Διοικητής Συντάγματος της 13ης Μεραρχίας και προήχθη σε Συνταγματάρχη. Μετά έλαβε μέρος στις επιχειρήσεις στη Μικρά Ασία ως το 1920, που μετά τις εκλογές εγκατέλειψε την μονάδα του και εγκαταστάθηκε αυτοβούλως στην Κωνσταντινούπολη (!), απ’ όπου άσκησε οξύτατη αντιπολίτευση στην τότε νέα Κυβέρνηση. Με την Επανάσταση του 1922 επανήλθε στο Στρατό ως Διοικητής της Μεραρχίας Κρήτης που δρούσε στον Έβρο. Όταν έγινε το κίνημα Γαργαλίδη-Λεοναρδόπουλου (1923) ήταν στη Θεσσαλονίκη και ανέλαβε ο ίδιος την καταστολή του, κατεβαίνοντας μέχρι τον Κιθαιρώνα και αναγκάζοντας τα εκεί επαναστατικά στρατεύματα να παραιτηθούν των ενεργειών τους. Αποστρατεύθηκε τον ίδιο χρόνο ως Υποστράτηγος και μετά ασχολήθηκε με την πολιτική. Ως Αξιωματικός ήταν θαρραλέος αλλά και με στρατηγικές ικανότητες. Ως πολιτικός εκλέχθηκε αρκετές φορές Βουλευτής και έγινε και Πρωθυπουργός από 10 Οκτωβρίου ως 30 Νοεμβρίου 1935, παραιτούμενος μετά από πιέσεις του τότε Βασιλιά Γεωργίου Β΄. Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 73

σω τσίπουρα στη Θεσσαλονίκη … Κάτω από το Λευκό Πύργο θα καθόμαστε και θα αγναντεύουμε τη θάλασσα … Κι αυτόν που σε πυροβόλησε, θα τον κάνουμε αύριο να μετανοιώσει …» Αλλά σε εμάς ο Κονδύλης δεν είχε ούτε ελπίδες να δώσει: «Ψωμί δεν υπάρχει ούτε για τα σπουργίτια παιδιά μου … όσο για σφαίρες, ελπίζουμε κι εμείς να μας στείλουν, γιατί αύριο θα πετάμε στους Τούρκους πέτρες …». Γυρίσαμε πίσω απογοητευμένοι. Κατά τα μεσάνυχτα μας φέρανε σφαίρες, αλλά ψωμί δεν ήρθε. Πάλι καλά δηλαδή, γιατί κάλιο να πυροβολούμε, έστω και νηστικοί, παρά να πετροβολούμε. ου

Από τα πιο αξιοσημείωτα περιστατικά της ημέρας, ήταν η επίθεση ενός Τάγματος του 4 Συντάγματος, που ενώ ήταν πίσω από τα άλλα δύο στην εφεδρεία, επιτέθηκε χωρίς διαταγές! Όπως μάθαμε αργότερα, Διοικητής του ήταν ένας πολύ γενναίος Αξιωματικός, ο Ταγματάρχης Ιωάννης Βελισσαρίου. Ο Βελισσαρίου, που ήτανε γνωστός για την ορμητικότητά του, δεν άντεχε να μείνει πίσω. Έτσι, από νωρίς το πρωί, διέταξε τους άντρες του να προσπεράσουν τα δύο Τάγματα που πήγαιναν μπροστά. «Παιδιά, καλά είναι τα κανόνια, αλλά δεν έχουμε καιρό να τα περιμένουμε ... Ας προχωρήσουμε εμείς και ας επιτεθούμε σαν Έλληνες και το Πυροβολικό θα μας προφθάσει επάνω στη μάχη … Σε εμάς πρέπει να ανήκει η τιμή ότι πρωτοδιώξαμε τους Τούρκους …» Το Τάγμα του, κατάφερε να φτάσει σε πολύ μικρή απόσταση από τις εχθρικές θέσεις, προκαλώντας την έκπληξη αλλά και τον τρόμο στους Τούρκους, αλλά με σημαντικές απώλειες … Όταν το έμαθε ο Διοικητής του, ο Συνταγματάρχης Παπακυριαζής, εξεμάνη και έσπευσε να επιπλήξει τον Βελισσαρίου, που ας σημειωθεί ότι ήταν και μπατζανάκης του, αφού είχαν παντρευτεί δυο αδερφές. Χωρίς να απευθύνει τον λόγο στον Βελισσαρίου, έδωσε διαταγή να παρουσιαστούν οι Διοικητές των Λόχων. Αυτό εκνεύρισε τον Βελισσαρίου: «Κύριε Συνταγματάρχα, μη λησμονείτε ότι είμαι Ταγματάρχης. Σε εμένα πρέπει να δώσετε τις διαταγές και εγώ θα τις μεταβιβάσω στους Λοχαγούς μου, οι οποίοι γι’ αυτόν τον λόγο δεν μπορούν να λάβουν διαταγές από εσάς … Εγώ διοικώ το Τάγμα. Για ποιον λόγο είμαι εδώ;» Ο Συνταγματάρχης άναψε από θυμό και πήγε να χτυπήσει τον Βελισσαρίου, αλλά ευτυχώς τον συγκράτησε ένας έφεδρος Ανθυπολοχαγός. Ο Βελισσαρίου συνέχισε: «Αφήστε τα αυτά … δεν έχουμε καιρό για τέτοια πράγματα … βρισκόμαστε σε μάχη ενώπιον του εχθρού … αυτό είναι το κύριο» Το επεισόδιο έληξε προσωρινά, αλλά πρέπει να έφτασε μέχρι τον Διάδοχο, γιατί αυτός αργότερα επέπληξε τον Βελισσαρίου αποκαλώντας τον «τρελό». Αλλά ο Βελισσαρίου δεν μασούσε τα λόγια του, ούτε μπροστά στον Αρχιστράτηγο: 102 «Παρατηρείτε εμένα Υψηλότατε και δεν παρατηρείτε εκείνους οι οποίοι εβράδυναν» .

102

Ο Αρχιστράτηγος αφαίρεσε από τον Βελισσαρίου την Διοίκηση του Τάγματος, τιμωρώντας την ανυπακοή του. Όμως αργότερα, όταν άρχισαν οι επιχειρήσεις στην Ήπειρο, ο Βελισσαρίου είχε αναλάβει και πάλι Διοίκηση Τάγματος, αυτή τη φορά του 9ου Τάγματος Ευζώνων, με το οποίο έγραψε σελίδες Δόξας και πέρασε στην Ιστορία ως ο «πορθητής των Ιωαννίνων», αγνοώντας και πάλι τις διαταγές που είχε. Και τότε ο Αρχιστράτηγος, ενθυμούμενος ότι κάποτε τον είχε αποκαλέσει «τρελό», του απέδωσε την μεγίστη τιμή με τα λόγια: «Αλήθεια Βελισσαρίου, θέλεις ράπισμα, αλλά θέλεις και φίλημα, αγαπημένε τρελέ» Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 74

Τρίτη 9 του Οκτώβρη 1912 – Σαραντάπορο – Η μάχη Πυροβολικού Καθώς οι Μεραρχίες του Κέντρου βάδιζαν προς την κατεύθυνση Σαρανταπόρου Σερβίων, το 103 Τουρκικό Πυροβολικό (έξι πεδινές πυροβολαρχίες στην θέση Βίγλα), έχοντας προσδιορίσει από πριν με ακρίβεια τα στοιχεία βολής και έχοντας θαυμάσιες θέσεις παρατήρησης, άνοιξε πυρ στις ο ο ης 9.30 πμ, προκαλώντας μεγάλες απώλειες στο 1 και το 7 Σύνταγμα Πεζικού της 2 Μεραρχίας. Τα Τάγματα επέκτειναν τις γραμμές τους κατά πλάτος, οι Λόχοι αναπτύχθηκαν και άρχισε η κίνηση με «άλματα». Αλλά μάταια περίμεναν οι φαντάροι μας να ακούσουν τις βολές των φιλίων πυροβόλων. Η τάξη των Μοιρών Πυροβολικού και οι στόχοι κάθε Πυροβολαρχίας είχαν ορισθεί από την 104 προηγουμένη, από την σχετική Διαταγή του Γενικού Στρατηγείου . Όμως, η τάξη αυτή, δηλαδή τα σημεία στα οποία θα έπρεπε να ταχθούν οι Πυροβολαρχίες, δεν είχε βασιστεί σε προηγούμενη αναγνώριση από Αξιωματικούς του Γενικού Στρατηγείου, αλλά σε έναν παλιό Αυστριακό χάρτη, που ήταν γεμάτος λάθη !!! Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα να ορισθούν θέσεις τάξεως που άφηναν πολλές εχθρικές θέσεις εκτός του βεληνεκούς των πυροβόλων μας. Έτσι, το άλλο πρωί, ενώ η επίθεση του Πεζικού είχε ήδη εξαπολυθεί, το Ελληνικό Πυροβολικό, προσπαθούσε απεγνωσμένα να βρει νέες θέσεις. Ο έμπειρος Συνταγματάρχης Λεωνίδας Παρασκευόπουλος, Διοιης κητής Πυροβολικού της 2 Μεραρχίας, που έχει αναλάβει την Διοίκηση όλων των Μοιρών Πεδινού Πυροβολικού όλων των Μεραρχιών, διαπίστωσε το λάθος και προσπάθησε σαν τρελός μαζί με τους Επιτελείς του να βρει νέες θέσεις, ενώ η μάχη είχε ήδη ξεκινήσει. Διαπίστωσε ότι έπρεπε να διαβεί το ρέμα Χατζηγώγου για να πλησιάσει τις εχθρικές θέσεις και να τις θέσει εντός βεληνεκούς, αλλά ήταν υποχρεωμένος να περιμένει την κίνηση του Πεζικού που προχωρούσε μπροστά του, για να προωθηθεί σε νέες θέσεις ανάπτυξης, βόρεια του ρέματος. Στο διάστημα αυτό, τα Συντάγματα Πεζικού, συνέχισαν να προωθούνται, έστω και με βραδύτερο ρυθμό, καταβάλλοντας βαρύ φόρο αίματος για κάθε κερδισμένο μέτρο, δεχόμενα την κόλαση πυρός των τουρκικών πυροβόλων, τυχερά για το γεγονός ότι πολλά από τα Τουρκικά βλήματα 105 ήταν βλήματα ασκήσεων (!), δηλαδή «άσφαιρα» ... Τελικά, στις μία το μεσημέρι, και αφού πυροβόλα και βλητοφόρα προωθήθηκαν καλπάζοντας και κάτω από έντονο εχθρικό πυρ, τιθέ103

24 πεδινά πυροβόλα Αυτή είναι η γενική αντίληψη που επικρατεί σήμερα, είναι όμως γεγονός ότι στις Ημερήσιες Διαταγές που μνημονεύει η Ιστορία του Ελληνικού Στρατού, δεν αναφέρεται πουθενά η οδηγία αυτή. Άλλωστε, καθ’ όλη τη διάρκεια του Πολέμου, το Γενικό Επιτελείο εξέδιδε πολύ γενικές Διαταγές, αφήνοντας (κατά το Πρωσικό πρότυπο) την πρωτοβουλία στους Διοικητές των σχηματισμών που είχαν την επί τόπου αντίληψη του χώρου. Αλλά και αν ακόμα δόθηκε τέτοια Οδηγία, ο Παρασκευόπουλος όφειλε να ελέγξει εγκαίρως το ορθό της, αφού ήταν γνωστή η ανακρίβεια των παλαιών Αυστριακών χαρτών της περιοχής που χρησιμοποιούσε ο Ελληνικός Στρατός και το Γενικό Επιτελείο. Η απειρία των στελεχών και το απρόσμενο που κατά κανόνα χαρακτηρίζει όλες τις πολεμικές αναμετρήσεις συνετέλεσε στην σύγχυση και στα λάθη που έγιναν. Η μετέπειτα φανατική αντιπαράθεση Βενιζελικών – Αντιβενιζελικών είναι ίσως η αιτία των αντιφατικών στοιχείων, με θύμα την ιστορική ακρίβεια … 105 (πιθανότατα από λάθος της Επιμελητείας τους, μέσα στον πανικό και την σύγχυση) 104

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 75

μενες σε τάξη σε απόσταση μόλις τριών χιλιάδων μέτρων από τα στενά, οι έντεκα Πυροβολαρχίες των τεσσάρων Μοιρών μας άρχισαν να βάλλουν, προκαλώντας ενθουσιασμό. Οι περισσότερες έβαλαν κατά των Τουρκικών πυροβόλων στη Βίγλα, και μερικές κατά του Τουρκικού Πεζικού, ενώ τρεις Πυροβολαρχίες, λόγω παρανόησης των διαταγών και άσκοπων καθυστερήσεων, δεν πρόλαβαν να μπουν στη μάχη. ης

ης

Η δράση του Πυροβολικού ανακούφισε το Πεζικό της 2 και 3 Μεραρχίας που είχε εμπλακεί στη μάχη, καθώς τα εχθρικά πυροβόλα αναγκάστηκαν να εμπλακούν σε αγώνα Πυροβολικού, ενώ και το Πεζικό του εχθρού, βαλλόμενο, αναγκάστηκε να καλυφθεί, μειώνοντας τον όγκο των πυρών του. Η κατανάλωση πυρομαχικών ήταν μεγάλη. Μία Πυροβολαρχία ξέμεινε από πυρομαχικά ενώ βαλλόταν από τα Τουρκικά πυροβόλα. Και όταν ήρθαν νέα βλητοφόρα, αφ’ ενός αυτά σταμάτησαν σε απόσταση ασφαλείας περίπου τριάντα μέτρα μακριά, αφ’ ετέρου κανείς πυροβολητής δεν τολμούσε να κινηθεί προς τα βλητοφόρα λόγω των σφοδρών πυρών. Χρειάστηκε να δώσει το παράδειγμα γενναιότητας ο ίδιος ο Διοικητής της Μοίρας Νεοπτόλεμος Κοντόπουλος που, αψηφώντας τον κίνδυνο, σηκώθηκε όρθιος και έτρεξε μόνος προς τα βλητοφόρα, επιστρέφοντας φορτωμένος με βλήματα, προκαλώντας έτσι την φιλότιμη αντίδραση των πυροβολητών του. Γενικά, οι βολές του εχθρού δεν ήταν εύστοχες, καθώς ακολουθούσαν πεπαλαιωμένες διαδικασίες βολής. Στο τέλος, σίγησαν τα περισσότερα εχθρικά πυροβόλα, μηδενίζοντας τις ελπίδες των Τούρκων για παραπέρα αντίσταση. Το Σαραντάπορο δεν έγινε ο τάφος του Ελληνικού Στρατού. 106 Αντίθετα, με λίγη τύχη και καλύτερο συντονισμό , θα μπορούσε να γίνει ο τάφος του Τουρκικού Στρατού, ο οποίος προς το παρόν κατόρθωσε να ξεγλυστρήσει στη διάρκεια της νύχτας. Τσακισμένος, εγκαταλείποντας όλο σχεδόν το τροχήλατο υλικό του, αλλά ακόμη αξιόμαχος. Η καθυστερημένη εμπλοκή του Πυροβολικού ήταν υπεύθυνη για τις πολύ βαριές απώλειες του Πεζικού στην μάχη του Σαρανταπόρου (συνολικά 182 νεκροί, 995 τραυματίες). Το 60-70 % των απωλειών μας οφειλόταν στο εχθρικό Πυροβολικό, ενώ τα μέχρι τότε αποδεκτά και αναμενόμενα ποσοστά απωλειών από πυρά Πυροβολικού ήταν της τάξεως του 5-7 %. Οι του Πεζικού κατηγόρησαν το Πυροβολικό για την καθυστερημένη έναρξη των πυρών του, ενώ ο Διοικητής Πυροβολικού Λ. Παρασκευόπουλος (αλλά και άλλοι) απέδωσαν τις απώλειες στην βεβιασμένη έναρξη της επίθεσης, πριν προλάβει το Πυροβολικό να ταχθεί σε θέσεις βολής. Δεν θα μπορούσε άραγε να καθυστερήσει κατά μία ημέρα η επίθεση, έτσι ώστε να υπάρχει καλύτερη προετοιμασία και λιγότερη εξάντληση των στρατευμάτων; Ακόμη και σήμερα, μετά από 100 χρόνια, είναι δύσκολο να αποφανθούμε, όσο και αν η χρονική απόσταση επιτρέπει θεωρητικά την εξαγωγή ασφαλών συμπερασμάτων. Από την μία πλευρά η καθυστέρηση κατά μία ημέρα θα επέτρεπε αφ’ ενός την έγκαιρη ανάπτυξη του Πυροβολικού και την μείωση των ης απωλειών, και κυρίως την ολοκλήρωση του κυκλωτικού ελιγμού της 5 Μεραρχίας και της ης Ταξιαρχίας Ιππικού, αλλά και της 4 , με αποτέλεσμα την ολοκληρωτική κύκλωση και καταστροφή της Τουρκικής Στρατιάς. Από την άλλη πλευρά, θα πρέπει να ληφθεί υπ’ όψιν ότι η κυκλωτική ης κίνηση της Ταξιαρχίας Ιππικού και της 5 Μεραρχίας προβλεπόταν από τα σχέδια, και δεν 106

Η πρώτη απρόσμενη δυσχέρεια παρουσιάστηκε όταν οι Ελληνικοί σχηματισμοί που ανέλαβαν την κυκλωτική προσπάθεια καθυστέρησαν αποφασιστικά να εμπλακούν. Για την ακρίβεια, η Ταξιαρχία Ιππικού του Σούτσου δεν μετακινήθηκε καθόλου την ημέρα της προέλασης, με προσωπική ευθύνη του υπέργηρου Διοικητή της, που 4 μέρες μετά αντικαταστάθηκε από τον Αντισυνταγματάρχη Ιππικού Γεωρ. Καραµανλίκη. Αυτό όμως που προσέδωσε ένα επικό στοιχείο στον αγώνα ήταν η αποτυχία του Ελληνικού Πυροβολικού να ταχθεί έγκαιρα και να υποστηρίξει την προέλαση με πυρά. Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 76

υλοποιήθηκε με ευθύνη τους. Πρέπει όμως να ληφθεί υπ’ όψιν ότι η «βεβιασμένη» επίθεση αξιοποιούσε το «momentum» που είχε δημιουργηθεί από το υψηλό ηθικό του Στρατού μας, σε αντίθεση με την καταρράκωση του ηθικού του εχθρού. Αν δινόταν περιθώριο 24 ωρών, ο Ταχσίν Πασάς θα μπορούσε να σταθεροποιήσει περαιτέρω τις θέσεις του, ενώ θα είχε και την ενίσχυση της βραδυπορούσας Μεραρχίας Δράμας, η οποία, αν έφθανε εγκαίρως, θα μπορούσε είτε να ενισχύσει τις δυνάμεις των Στενών, η η είτε να προσβάλλει την 5 και 4 Μεραρχία μας, εμποδίζοντας την κύκλωση. Σε κάθε περίπτωση, η ορμή του Ελληνικού Στρατού ήταν σύμφωνη με το εξόχως επιθετικό πνεύμα του Αρχιστρατήγου Διαδόχου Κωνσταντίνου που έσπερνε τον πανικό στον αντίπαλο, και η μη επίτευξη του βελτίστου ης αποτελέσματος θα μπορούσε να αποδοθεί στην καθυστέρηση της Ταξιαρχίας Ιππικού και της 5 Μεραρχίας, που ήταν αδικαιολόγητη και αντίθετη προς τα σχέδια του Επιτελείου. Θα μπορούσαμε επίσης να κριτικάρουμε την έλλειψη αναγνώρισης από πλευράς του Γενικού Στρατηγείου. Αλλά μιλάμε για το 1912, ούτε καν για τον Α’ Π.Π., και η Διοίκηση από απόσταση ήταν ο κανόνας, όχι η εξαίρεση. Και αν σκεφθούμε και τα μεταφορικά μέσα της εποχής, μία τέτοια αναγνώριση θα σήμαινε σίγουρα 24ωρη καθυστέρηση, ούτως ή άλλως. Θα μπορούσαμε να προσθέσουμε ακόμη ότι δεν είναι λογική η επίθεση κατά οχυρωμένης θέσης χωρίς προπαρασκευή Πυροβολικού. Όμως και πάλι θα μιλούσαμε «με όρους εικοστού αιώνα», έχοντας κατά νου τα φοβερά μπαράζ πυροβολικού του πρώτου αλλά και του δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, και ού 107 όχι με τα δεδομένα των αρχών του 20 αιώνα . Ίσως λοιπόν να πρέπει να παραμείνουμε στην ανάγκη αξιοποίησης της ορμής, του «momentum» της επίθεσης, που αποτελούσε την βάση της στρατηγικής σκέψης του Αρχιστρατήγου, για την οποία είχε διακριθεί κατά την φοίτησή του στην Στρατιωτική Ακαδημία του Βερολίνου, και είχε αποσπάσει και τον θαυμασμό του τότε συμφοιτητή του και τώρα αντιπάλου του Ταχσίν Πασά. Σε τελευταία ανάλυση πάντως, η εκ των υστέρων κριτική δεν τελειώνει ποτέ, η Ιστορία δεν γράφεται με βάση τις αναλύσεις τύπου «what if …», ενώ και το καλό είναι ως γνωστόν εχθρός του καλύτερου … Η ουσία βρίσκεται στο ότι η νίκη αυτή αναπτέρωσε το ηθικό και την αυτοπεποίθηση των Ελλήνων Οπλιτών και Αξιωματικών, ενώ ο δρόμος για την Μακεδονία ήταν πλέον ορθάνοιχτος, χωρίς άλλο σοβαρό φυσικό εμπόδιο. Η ανώτατη ηγεσία του Γενικού Επιτελείου κέρδισε την εμπιστοσύνη των Ελλήνων Στρατιωτών. Ο Ελληνικός Στρατός ξέπλυνε την ντροπή του επαίσχυντου 1897, οι Μεγάλες Δυνάμεις της Ευρώπης άρχισαν να λογαριάζουν τον Ελληνικό Στρατό ως σημαντικό παράγοντα στα Βαλκάνια, ενώ ολόκληρο το Ελληνικό Έθνος πίστεψε ξανά στις δυνάμεις του.

107

«Ποιος έφταιγε γι’ αυτό;» γράφει Σπύρος Μελάς … «Όπως και να είναι, το πυροβολικό άργησε να μπει στη μάχη … Θα μπορούσαμε να πούμε ότι έφταιξαν και οι αρχηγοί των τμημάτων του Πεζικού, που προχώρησαν κατά του εχθρού πριν αρχίσει το Πυροβολικό: Ποιος θα τολμούσε να γυρίσει σε κατηγορία την αντρεία τους, την ακράτητη ορμή των φαντάρων, το ηρωισμό τους, την αυτοθυσία τους; Η αρχή της αλληλεγγύης των Σωμάτων κατά τη μάχη ξεχάστηκε ολότελα την αυγή της ενάτης του Οκτώβρη. Ήταν όλοι σχεδόν εκεί πρωτάρηδες στον πόλεμο. Την αλληλεγγύη θα τους τη μάθει η ακριβοπληρωμένη πείρα λίγο αργότερα. Τώρα ήταν η θεία ορμή ενός έθνους που θέλει να ξεπλύνει το στίγμα του ενενηνταεφτά (υπογράμμιση του συγγραφέα) … ένα Πεζικό που προβαίνει ακάλυπτο και φρενιασμένο, σκεπάζοντας κάθε λάθος στρατηγικό ή τακτικό με τη φλόγα της ψυχής του …» Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 77

Τρίτη 9 του Οκτώβρη 1912 – Σαραντάπορο – Μαρτυρίες Η περιγραφή του Διαδόχου Κωνσταντίνου

108

(Από επιστολή προς την Πάολα φον Όστχαϊμ)

«9 Οκτωβρίου Οι Τούρκοι κατείχαν μία φοβερή θέση, στους πρόποδες του βουνού, που είχε ένα στενό πέρασμα πίσω τους. Ήταν τοποθετημένοι ψηλότερα από μας, έτσι ώστε πλεονεκτούσαν και έβλεπαν όλα όσα συνέβαιναν στην πεδιάδα. Ήταν διόμισυ Μεραρχίες με ένα Σύνταγμα Πυροβολικού, είκοσι τέσσερα κανόνια. Τους επιτέθηκα με μία Μεραρχία στο κέντρο, μία δεξιά και μία αριστερά, με ένα απόσπασμα από φάλαγγες που έπρεπε να επιτεθούν στην αριστερή τους πλευρά. Είχα στείλει επί πλέον μία Μεραρχία από τους τρομακτικά δύσκολους ορεινούς δρόμους για να κυκλώσουν εντελώς τη θέση ώστε να τους αιφνιδιάσει αν μπορούσε από τα μετόπισθεν. Το σχέδιό μου πέτυχε πλήρως. Η μάχη άρχισε στις οκτώ το πρωί και τελείωσε γύρω στις έξι το βράδυ, όταν είχε πέσει εντελώς το σκοτάδι. Το Πεζικό επιτέθηκε με καταπληκτική γενναιότητα, έξι Συντάγματα στην πρώτη γραμμή, κάτω από μια βροχή πυροβολισμών που δεν τους σταμάτησαν ούτε λεπτό. Δυστυχώς, δεν είχαν καλή υποστήριξη από το Πυροβολικό μας, που πυροβολούσε από πολύ μακριά, και υπέφεραν πολύ κάτω από τα πυρά του εχθρικού Πυροβολικού. Βλασφημούσα, έβριζα κ.τ.λ. κα τελικά το απόγευμα γύρω στις δύο έφθασε το Πυροβολικό μας σε απόσταση διόμισυ χιλιάδων μέτρων και τότε άλλαξε η εικόνα. Το Τουρκικό Πυροβολικό σταμάτησε να πυροβολεί το Πεζικό μας και τα πυρά του εξασθένησαν πολύ. Τα πυροβολεία του εχθρού είχαν καλυφθεί από τον καπνό των οβίδων μας που έσκαζαν επάνω τους και οι εκρήξεις τα κάλυπταν με μαύρο καπνό. Η θέση έμοιαζε με ηφαίστειο και έβλεπε κανείς ότι υφίστατο πολλά πλήγματα. Αυτό το διαπιστώσαμε πράγματι την επομένη, που βρήκαμε τους λοφίσκους όπου είχαν θάψει τους νεκρούς και η θέση των πυροβολείων ήταν καλυμμένη από σκόρπια μέλη. Είναι αηδιαστικό, αλλά ο πόλεμος δεν είναι ποιητικός.» Από το ημερολόγιο του διασήμου Χειρούργου Μαθιού Μακκά ης υπηρετούσε στην Β’ Μοίρα Νοσοκομείων της 2 Μεραρχίας

109

, που είχε επιστρατευθεί και

«Τρίτη 9 Οκτωβρίου Από το πρωί άρχισε σήμερα η δουλειά της ιδρύσεως του Νοσοκομείου. Υπήρχεν έως τώρα ένα Νοσοκομείον με σαράντα μόνο κρεβάτια και πρόκειται να μείνη μόνον για τους παθολογικούς, για τραυματίας δε το καινούργιο. Χειρουργικά είδη υπάρχουν ελάχιστα, μόνον τα απολύτως αναγκαία. Το απόγευμα στις δύο ήταν το λεγόμενον Νοσοκομείον έτοιμον. Φυσικά, στρωματσάδα.

108

Αλεξάνδρας Στεφανοπούλου, «Κωνσταντίνος – Πάολα: 100 ερωτικές επιστολές», σελ. 255-256, εκδόσεις «Λιβάνης», Αθήνα 2011 109 Ο Μαθιός Μακκάς (1879-1965), διάσημος χειρούργος και Υφηγητής Χειρουργικής στο Πανεπιστήμιο της Βόννης, αδελφός του επίσης διασήμου παιδιάτρου Γεωργίου Μακκά, ήλθε εθελοντικά να καταταγεί το 1912, αφήνοντας μία μεγάλη καριέρα στο εξωτερικό, που ήταν στο ξεκίνημά της. Αργότερα έγινε Διευθυντής της Χειρουργικής Κλινικής του Ευαγγελισμού (1914) και του Ε.Ε.Σ. (1930) και Πρόεδρος της Ελληνικής Χειρουργικής Εταιρείας (1931). Το 1935 οργάνωσε την Οργάνωση Αιμοδοσίας του Ε.Ε.Σ., ενώ υπήρξε και ο εμπνευστής των μικρών ξύλινων ψυγείων μεταφοράς αίματος κατά τον πόλεμο του 1940 (μεταφερομένων με ειδικές σαγές ανά δύο με ημιόνους και αποκαλουμένων «Δώρα Σωτηρίας») και ο δημιουργός της πρώτης Υπηρεσίας Συντηρημένου Αίματος στην Ελλάδα. Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 78

Στις πέντε άρχισαν να φέρνουν τους τραυματίας. Φροντίς για μεταφοράν τραυματιών δεν υπάρχει καμμία. Εν γένει, η υγειονομική υπηρεσία είνε σχεδόν σαν να μην υπάρχη. Διοργάνωσις φρικωδώς ατελής. Μας έφεραν έως το βράδυ εκατόν είκοσι τραυματίας. Ευτυχώς, ως επί το πλείστον, ελαφρώς πληγωμένους. Όλα τα τραύματα τα εθεραπεύσαμεν με ιώδιον και ασηπτικόν επίδεσμον. Οι έτοιμοι επίδεσμοι του στρατού καλοί, αλλά πολύ μεγάλοι και δυσκολομεταχείριστοι. Τη νύχτα είχε γεμίσει το Νοσοκομείον μας και αρχίσαμε να στέλνωμε στον ακραίον σταθμόν, ο οποίος έπιασε ένα σπίτι και άνοιξεν Νοσοκομείον. Θα μπορέσει να χωρέση 40 τραυματίας.» Από το βιβλίο του Γ. Τσοκόπουλου «Γράμματα από το μέτωπο» (Βιβλιοπωλείον της «Εστίας», Αθήνα 1913) «Τα στενά του Σαρανταπόρου ήσαν από τα κυριώτερα σημεία της επιθέσεως του πολέμου του 1912. Από την εποχής του Σειφουλλάχ Πασσά η οχύρωσίς των είχε συμπληρωθή. Φυσικαί πτυχαί του εδάφους εχρησίμευσαν χωρίς κανέναν κόπον εις το να κρύψουν κανόνια. Θέσις δι’ όλα τα σώματα υπήρχε, ν’ αναπτυχθούν ανέτως και να μη φαίνωνται. Και αυτό έγινε. Ενώ όλη η δύναμις των υπερασπιστών ήτο κρυμμένη, αθέατος, ασφαλής, προστατευμένη από την κατασκευήν του εδάφους, ο εχθρός θα ήρχετο στ’ ανοιχτά, από την πεδιάδα, εκτεθειμένος και ανυπεράσπιστος από το έδαφος. Τρεις χιλιάδες αποφασισμένους στρατιώτας απήτει ο Σειφουλλάχ από το επιτελείον δια να κρατήση τα στενά. Και την ημέραν της μάχης του Σαρανταπόρου, είκοσι δύο χιλιάδες στρατού τα κατείχαν με ογκώδη αριθμόν τηλεβόλων, πολυβόλων, μυδραλιοβόλων. Την αξίαν των στενών την ήξευρεν το Ελληνικόν αρχηγείον και είχεν αποφασίση να προβή εις θυσίας δια να τα πάρη. Εψιθυρίζετο μεταξύ εκείνων που ήξευραν τα πράγματα ότι και πέντε χιλιάδες άνδρες εκτός μάχης δεν θα ήσαν υπερβολική θυσία. Την αξίαν όμως την ήξευραν και οι Τούρκοι και ήσαν ήσυχοι. Η βιαστική φυγή των από την Ελασσώνα έδειχνε ότι εκεί εις τα στενά του Διαβόλου ήθελαν ν’ αντιτάξουν την άμυνάν των. Εις μίαν πλευράν του βουνού ελεύκαζεν, ως κομμένα μάρμαρα λατομείου, το στρατόπεδον με τας λευκάς σκηνάς. Και μέσα εις εκείνας τας σκηνάς – δείγμα ασφαλείας και πεποιθήσεως – υπήρχε κάθε είδους άνεσις δια τους αξιωματικούς. Εις τα μεγάλα των κιβώτια είχαν πλούσια τα είδη της ζωής. Ο Υπουργός των Στρατιωτικών Ναζήμ Πασσάς αποχαιρετών προ του πολέμου τους αξιωματικούς των Συνταγμάτων τα οποία θα έφευγαν, τους είπε: “Σας συνιστώ να πάρετε μαζή σας τας μεγάλας σας στολάς. Θα σας χρειασθούν όταν θα εισέλθετε εις τας Αθήνας και εις την Σόφιαν.” Και οι αξιωματικοί τας επήραν. Επήραν όχι μόνον τας μεγάλας των στολάς, αλλά και άλλα πράγματα με τα οποία θα επερνούσαν τας ώρας των εις τα διαλείμματα των θριάμβων. Τράπουλες χαρτιών υπήρχαν μέσα εις τας σκηνάς και ολόκληρα κιβώτια από κονιάκ και άλλα ποτά. Ό,τι ήτο δυνατόν να δώση ιδέαν ανέσεως και ασφαλείας υπήρχες εις την λευκήν έκτασιν των σκηνών.»

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 79

Τρίτη 9 του Οκτώβρη 1912 – Με τους εθελοντές της 6ης Μεραρχίας (Διήγηση του Νικήτα)

Καλή ήταν η ξεκούραση. Κατά τις 3 το απόγευμα και υπό βροχή, ξεκινήσαμε με τα πόδια για τον Τύρναβο. Αγνοούσαμε ότι κάποιες μονάδες της Μεραρχίας μας είχαν ήδη φτάσει στο Σαραντάπορο και αποτελούσαν εφεδρεία της μετωπικής επίθεσης. Φτάσαμε στον Τύρναβο μουσκεμένοι και εξαντλημένοι κατά τις επτά το βράδυ και οδηγηθήκαμε σε ευρύχωρους στρατώνες. Ευτυχώς, γιατί ακόμη δεν μας είχαν χορηγηθεί αντίσκηνα. Ούτε και φαγητό υπήρχε, μόνο γαλέτα. «Η επιμελητεία δεν είναι το ισχυρόν τμήμα του Στρατού μας» δήλωσε με επισημότητα ο στρατιώτης Ιωάννης Χαραλαμπίδης, εθελοντής από 110 τα Σπάρτα της Μ. Ασίας . 111 «Δεν είναι αυτό Χαραλαμπίδη» του απαντάει ο Μιχάλης Μαρκίδης από τη Ρόδο, ιδιοκτήτης του καφενείου «ΝΕΙΛΟΣ» στην Άταμπα ελ Χάδρα της Αιγύπτου, «απλά έγινε ένα λάθος με το χαβιάρι και σκέφτηκαν να μην σερβίρουν την σαμπάνια σκέτη …» Το χιούμορ των εθελοντών άσβεστο και ακαταμάχητο, παρ’ όλες τις δυσκολίες. Η πρώτη μας πορεία μετά από καιρό, με γυλιό γεμάτο να κόβει τους ώμους, με μάνλιχερ, 150 φυσίγγια, ξιφολόγχη, παγούρι γεμάτο, κουβέρτα και όλα τα σχετικά, αποδείχθηκε ιδιαίτερα κουραστική και έτσι, σε λίγη ώρα, ακούγονταν μόνο ροχαλητά. Οι μέρες που θα ακολουθούσαν θα αποδεικνύονταν πολύ πιο κουραστικές και κυρίως πολύ πιο επικίνδυνες …

110

Έλαβε μέρος σε όλες τις μάχες του 18ου Συντάγματος, στον Α’ και Β’ Βαλκανικό Πόλεμο Επίσης έλαβε μέρος σε όλες τις μάχες του 18ου Συντάγματος στον Α’ και Β’ Βαλκανικό Πόλεμο και τα γένια οφείλονται στο ότι η φωτογραφία αυτή τραβήχτηκε λίγο πριν πάρει απολυτήριο … 111

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 80

Νύχτα 9 / 10 Οκτώβρη 1912 – Τουρκική κατάρρευση (Με βάση τα απομνημονεύματα του Ταχσίν Πασά)

Συνολικά 31 τάγματα, 10 ίλες ιππικού και 35 πεδινές Πυροβολαρχίες ήταν στη διάθεση του Ταχσίν Πασά, αλλά αυτό ίσχυε μόνο στη θεωρία, γιατί σε αυτές περιλαμβάνεται και η Μεραρχία Δράμας που καθυστερούσε στο Αμύνταιο, που ήταν ο πλησιέστερος σιδηροδρομικός σταθμός, ενώ και οι εφεδρικές μονάδες ακόμη επιστρατεύονταν. Ο Ταχσίν Πασάς είχε μεταφέρει το Στρατηγείο του από την Κοζάνη στα Σέρβια. Επικρατούσε πανικός και αναστάτωση. Παρ’ όλο που η πτώση της Ελασσώνας και της Δεσκάτης ήταν αναμενόμενες, ο αντίκτυπος ήταν ολέθριος στους αμάχους. Γυναικόπαιδα και άτομα κάθε τάξης και ηλικίας, καθώς και αρκετές οικογένειες Σαρακατσαναίων κτηνοτρόφων με ολόκληρα κοπάδια, το έβαλαν στα πόδια, πλημμυρίζοντας τον μοναδικό αμαξιτό δρόμο Ελασσόνας – Σερβίων που περνάει μέσα από τα Στενά, όπου είχαν εγκατασταθεί οι υπηρεσίες των μετόπισθεν και οι υγειονομικές υπηρεσίες, τα χειρουργεία εκστρατείας και όλοι γενικώς οι καταυλισμοί. Το θέαμα της εξόδου επιδρούσε ολέθρια στο ηθικό των ήδη κλονισμένων εφέδρων, προκαλώντας αθρόες λιποταξίες στα Τάγματα Σιάτιστας, Κοζάνης και Καστοριάς. Η προώθηση του Ελληνικού Στρατού ήταν αναμενόμενη, αλλά η ορμή και η ταχύτητά της δεν ήταν. Οι έφεδροι προσέρχονταν συνεχώς, αλλά αυτοί της Μεραρχίας Ανασελίτσας και οι Αλβανοί των Ταγμάτων Κορυτσάς, Μπίγλιτσας και Μαλίκης προσπαθούσαν να λιποτακτήσουν σε κάθε ευκαιρία. Ένας μέθυσος και ανίκανος υπεύθυνος της Τουρκικής Επιμελητείας έδιωχνε ο ίδιος τους προσερχόμενους, λέγοντάς τους ότι δεν διαθέτει οπλισμό για όλους, όπως διαπίστωσε ο ίδιος ο Ταχσίν. Παρ’ όλα αυτά, η θέση των Στενών, έστω και έτσι, ήταν πολύ ισχυρή από την φύση της και η μετωπική εκβίασή της θα ήταν εξαιρετικά δύσκολη. Γι’ αυτό, και οι δύο πλευρές θεωρούσαν βέβαιη και λογική την εκτέλεση μίας ευρείας κυκλωτικής κίνησης. Επιστρέφοντας στο Στρατηγείο του και διασχίζοντας τους καταυλισμούς δίπλα στο χάνι του υψώματος 779, ο Χασάν Ταχσίν Πασάς είχε την προαίσθηση ότι έβλεπε για τελευταία φορά τα μέρη εκείνα. Η δυνατή βροχή που ξέσπασε αργά το απόγευμα της Τρίτης 9-10-1912, μπορεί να δυσκόλεψε τις κινήσεις των στρατευμάτων, αλλά δυσκόλεψε πολύ περισσότερο τους αμυνόμενους, καθώς επέτεινε την σύγχυση, δυσκόλευε την παρατήρηση και τις βολές, δυσκόλευε την επικοινωνία του Τουρκικού Επιτελείου με τις μαχόμενες μονάδες του, και τελικά διευκόλυνε και την περικύκλωση. «Θεϊκή κατάρα» χαρακτηρίζει τη βροχή αυτή ο Ταχσίν Πασάς, αν και μάλλον δεν ήταν αυτή η αιτία της κατάρρευσης, αλλά «η σταγόνα που ξεχείλισε το (πικρό) ποτήρι». Ο Τούρκος Αρχιστράτηγος, είχε χάσει εντελώς την αντίληψη της «τακτικής κατάστασης», κατάσταση που χειροτέρευσε και από ένα τυχαίο γεγονός, κλασσικό αποτέλεσμα της λεγόμενης «ομίχλης του πολέμου». Το γεγονός αυτό, όχι μόνο επέτεινε την σύγχυση αλλά καθυστέρησε παραπέρα και την άφιξη της Μεραρχίας Δράμας και των δύο Πυροβολαρχιών της, στην οποία στήριζε τις τελευταίες ελπίδες του ο Ταχσίν Πασάς. Καθώς η μάχη στο Σαραντάπορο έδειχνε χαμένη για τους Τούρκους, και είχαν ήδη δοθεί διαταγές για μία τακτική υποχώρηση (και εν ανάγκη νυχτερινή έφοδο) των δυνάμεων που απέμεναν, μαζί με όλα τα εφόδια και τα πυροβόλα, ακούστηκαν πυκνοί πυροβολισμοί μέσα από τα Σέρβια και ομοβροντίες πυροβόλων, από την Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 81

πλευρά των στρατώνων που ήταν έξω από τα Σέρβια. Από τις λάμψεις που ξεχώριζαν μέσα στη νύχτα, ο Ταχσίν διέκρινε μία από τις Πυροβολαρχίες της Μεραρχίας Δράμας να βάλλει κατά των υψωμάτων γύρω από την πόλη. Γνωρίζοντας ότι από την Δεσκάτη και τους Λαζαράδες μέχρι τις Πόρτες, όλη η περιοχή ελεγχόταν πλέον από Έλληνες, χωρίς καμία γραμμή αντίστασης ή φράγμα να τους εμποδίζει, θεώρησε ότι οι Έλληνες έκαναν επίθεση στα Σέρβια. Αν έπεφταν τα Σέρβια, οι δυνάμεις του θα καταστρέφονταν ολοσχερώς. Γεμάτος αγωνία, κάλπασε προς τα Σέρβια, μαζί με τον Επιτελάρχη του Χαλήλ Ρετζάι Μπέη, για να δει ο ίδιος τι συνέβαινε, αφήνοντας στις Πόρτες δύο Επιτελείς του, τον Ομέρ Λουτφή και τον Σερβέτ Μπέη, για να συνεχίσουν την απελπισμένη προσπάθεια σωτηρίας. Τι είχε συμβεί; Ο Διοικητής των δύο Πυροβολαρχιών της Μεραρχίας Δράμας, Ταγματάρχης Κιοσέ Μεχμέτ Μπέης, ενώ κατευθυνόταν ολοταχώς προς τις Πόρτες σύμφωνα με τις διαταγές του, άκουσε πυροβολισμούς από τα Σέρβια και είδε την τραγική έξοδο του αμάχου πληθυσμού από την πόλη. Χωρίς να έχει επίγνωση της κατάστασης και επειδή ταυτόχρονα από την πλευρά της Λαμπάνιτσας συνέρρεαν πολυάριθμοι λιποτάκτες, τρέχοντας και πυροβολώντας, τους νόμισε για Έλληνες που έκαναν επίθεση. Έταξε λοιπόν βιαστικά τα πυροβόλα του και άρχισε να βάλλει κατά των «επιτιθεμένων», με σκοπό να αναχαιτίσει την (κατά τη γνώμη του) «εχθρική επίθεση». Από εκείνη τη στιγμή, είχαν χαθεί όλα. Σε συνδυασμό και με το προαναφερθέν συμβάν που είχε σαν «ήρωα» τον … πεινασμένο στρατιώτη Λύρη, μόνο ένα μέρος των Τουρκικών δυνάμεων 112 κατάφερε να διασωθεί κατά την έξοδο από τις Πόρτες, εγκαταλείποντας πίσω 22 από τα 24 πυροβόλα και τα περισσότερα βλητοφόρα. Στον Τούρκο Αρχιστράτηγο έμεναν τώρα η Μεραρχία ης Δράμας με Διοικητή τον Υποστράτηγο Σουλεϊμάν Πασά, μέρος της 22 Μεραρχίας Κοζάνης υπό την ηγεσία του Τεφίκ Πασά μέχρι τότε υπεύθυνου για την άμυνα των Στενών, 10 ή 11 πυροβόλα (8 της Μεραρχίας Δράμας και 2 ή 3 που ξέφυγαν από τα Στενά) και κάποια αποδεκατισμένα Τάγματα εφέδρων, με κακό ηθικό. Αποφάσισε να εγκαταλείψει την επόμενη γραμμή άμυνας που 113 ήταν στο Τζιτζιλέρ , όπως ήταν το σχέδιο άμυνας που είχε εκπονήσει ο Γερμανός Στρατηγός Κολμάρ φον ντερ Γκολτς, και να αποσυρθεί βόρεια – βορειανατολικά προς την Καστανιά, νοτιοδυτικά της Βέροιας, εγκαταλείποντας έτσι αμαχητί τα Σέρβια αλλά και την Κοζάνη. Το χειρότερο για αυτόν ήταν ότι ο πανικός της υποχώρησης αλλά και τα πλήθη των αμάχων που διέφευγαν, 114 εμπόδισαν την καταστροφή της γέφυρας του Αλιάκμονα , παρά την σχετική διαταγή του. Όταν οι Τούρκοι πληροφορήθηκαν την άφιξη μέρους του Ελληνικού Στρατού στην έξοδο της Πόρτας και συνειδητοποίησαν ότι οι ίδιοι κινδύνευαν να παγιδευτούν στο Σαραντάπορο, αποφάσισαν να αποχωρήσουν. Το επόμενο ωστόσο πρόβλημα ήταν ότι θα έπρεπε οι αποσυρόμενες από το Σαραντάπορο δυνάμεις να διχαστούν στο Χάνι Καστανιάς, που βρίσκεται μεταξύ Σαρανταπόρου και Πόρτας. Ο κύριος όγκος του ελαφρού Τουρκικού Πεζικού αποφασίστηκε να στραφεί βορειοανατολικά και να προσπαθήσει, μέσω του χωριού Λάβα, να κατευθυνθεί προς την πόλη των Σερβίων και από εκεί να διαφύγει πέραν του Αλιάκμονα. Τα βαριά τροχαία οχήματα των Οθωμανών και το 112

Οι αφηγήσεις των Ελλήνων μιλούν για 22 πυροβόλα, ο Ταχσίν στα Απομνημονεύματά του αναφέρει μόνο 21, αλλά μάλλον έχει άδικο, παρ’ όλο που στα απομνημονεύματά του αναφέρει ότι στη μάχη των Γιαννιτσών διέθετε και 3 πυροβόλα που είχαν σωθεί από το Σαραντάπορο. 113 (σημερινή ονομασία Πετρανά Κοζάνης) 114 Στον πανικό τους οι Τούρκοι άφησαν άθικτη τη γέφυρα του ποταμού Αλιάκμονα, φοβούμενοι να φέρουν εκρηκτικά από τις αποθήκες της Κοζάνης, γνωρίζοντας ότι ο λαός της πόλης είχε ξεσηκωθεί και είχε πάρει τα όπλα Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 82

δυσκίνητο Πεδινό Πυροβολικό τους θα έπαιρναν κατ’ ανάγκην τον μόνο βατό τότε δρόμο σε τέτοια τροχοφόρα, την αμαξιτή λιθόστρωτη οδό που οδηγούσε μέσα από τη στενωπό του ης Σαρανταπόρου προς Πόρτα. Εκεί όμως είχαν ήδη φτάσει οι προφυλακές της 4 Μεραρχίας, και ου ιδιαίτερα οι μονάδες του 8 Συντάγματος, που είχε εγκατασταθεί κατά μήκος της νοτιοδυτικής πλευράς της εξόδου των στενών με το μέτωπό του στραμμένο προς τον δρόμο που διασχίζει τη στενωπό. Σύμφωνα με το σχέδιο του Ταχσίν, την Πόρτα θα επιχειρούσαν να την εκβιάσουν πρώτα όσα μεταγωγικά ζώα προηγούνταν του Πυροβολικού. Έτσι, αν οι Ελληνικές προφυλακές δεν αντιλαμβάνονταν τα Τουρκικά αυτά μεταγωγικά, θα ακολουθούσαν τα οχήματα του Πυροβολικού. Αν τα μεταγωγικά γίνονταν αντιληπτά από τους Έλληνες, τότε οι Τουρκικές δυνάμεις των Σερβίων, που θα έρχονταν σε ενίσχυση, είχαν εντολή να εκτοπίσουν τις εκεί Ελληνικές προφυλακές και να ανοίξουν το δρόμο για να διαφύγουν τα φορτωμένα ζώα και τα πυροβόλα. Οι Οθωμανοί ευελπιστούσαν ότι οι προσπάθειές τους θα στέφονταν με επιτυχία, καθώς θα είχαν την κάλυψη της βροχής, της ομίχλης και της νύχτας. Στην πραγματικότητα, η αποχώρηση των Οθωμανών από το Σαραντάπορο ήταν βραδύτατη. Έτσι, η ης μέχρι την 6 πρωινή της 10 Οκτωβρίου η κεφαλή των δυνάμεών τους δεν είχε ακόμη διανύσει τα 20 περίπου χιλιόμετρα μέχρι την έξοδο της Πόρτας. Για καλή τους όμως τύχη, όταν οι πλησίασαν στο ύψος του Πολύρραχου, πάλι δεν έγιναν αντιληπτοί από τις Ελληνικές προφυλακές, εξ αιτίας της ομίχλης, της βροχής, αλλά και της κόπωσης των ανδρών μας, η οποία οφειλόταν στη συνεχή πορεία και στις μάχες του προηγούμενου ημερονυχτίου. Όταν όμως έκοψε η βροχή και η ομίχλη, που αποσυρόταν κατά διαστήματα, οι Τούρκοι έγιναν αντιληπτοί. Τότε διαπιστώθηκε ότι η προπομπός των αποχωρούντων Τουρκικών μεταγωγικών είχε ου ου φτάσει μέχρι τους διπλοσκοπούς του 9 Λόχου Λυμπερόπουλου του 8 Συντάγματος, οι οποίοι καιροφυλακτούσαν λίγο πιο μέσα από την έξοδο της Πόρτας. Τους είδε ο Στρατιώτης Λύρης, κινητός διπλοσκοπός του παραπάνω Λόχου, όπως προαναφέρθηκε. Και τότε, οι Έλληνες τους υποδέχθηκαν με πυκνά πυρά, που επέφεραν την σύγχυση. Η κεφαλή των πορευόμενων Οθωμανών σταμάτησε αιφνιδιασμένη. Στη συνέχεια, οι Τούρκοι επιχείρησαν να εκμεταλλευθούν την μετακινούμενη πυκνή ομίχλη για να προστατευθούν από τα πυρά. Ακολούθησε ένα «κρυφτούλι» ανάμεσα στους αιφνιδιασμένους Τούρκους και στους ενεδρεύοντες. Όταν πύκνωνε η ομίχλη, ο εχθρός υπό την κάλυψή της επιχειρούσε να προχωρήσει και να σωθεί. Όταν η ομίχλη αραίωνε, Οι Οθωμανοί ήταν ακάλυπτοι στα Ελληνικά πυρά. Η μάχη κράτησε σχεδόν μία ώρα, στη διάρκεια της οποίας, κάθε φορά που άρχιζαν τα πυρά μας, σκοτωμένοι και πληγωμένοι της εχθρικής πλευράς, αναβάτες και ζώα, μπλέκονταν σ’ ένα μακάβριο και θανάσιμο εναγκαλισμό.

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 83

Τετάρτη 10 του Οκτώβρη 1912 – Η επίθεση των Ευζώνων στο Λιβάδι (Από αφηγήσεις Λιβαδιωτών μετά τη μάχη)

Ήδη από τα μέσα του Σεπτέμβρη 1912, τα μηνύματα που κουβαλούσαν από τη Μελούνα μαζί με 115 τις πραμάτειες τους οι «κυρατζήδες» , άνδρες τίμιοι μέχρι θανάτου, με άφθαστο θάρρος, που δεν δίστασαν με κίνδυνο τη ζωής τους να πάρουν μέρος στις μεταφορές όπλων στα χρόνια του Μακεδονικού αγώνα, ήταν ενθαρρυντικά: Μιλούσαν για τις κινήσεις του Ελληνικού Στρατού και την ανάπτυξή του κατά μήκος των συνόρων. Τότε, ένα Τάγμα του Τουρκικού Στρατού στρατοπέδευσε στο Λιβάδι και έφτιαξε οκτώ φυλάκια και χαρακώματα στα γύρω υψώματα, Πύργο, Προφήτη Ηλία, Ντούρο, Κιτραμάνο και Μιρμίτσα, στο άνοιγμα της χαράδρας. Στις 3 και 4 Οκτώβρη οι Τούρκοι πιάσανε θέσεις στα υψώματα. Οι κτηνοτρόφοι πήραν αυστηρή εντολή να μετακινηθούν με τα κοπάδια τους προς την περιοχή «Τσαμάσου» και οι κάτοικοι του χωριού να μένουν στα σπίτια τους μετά τη δύση του ήλιου και να αποφεύγουν τις συγκεντρώσεις, με την απειλή της ποινής θανάτου για όσους παραβίαζαν τις εντολές. Τα νέα όμως για την ης ης Ελληνική επέλαση της 5 και 6 Οκτωβρίου και για την κατάληψη της Μελούνας, της Τσαριτσάνης και της Ελασσώνας, δεν άργησαν να φτάσουν στ’ αυτιά των Λιβαδιωτών. Όσοι έμεναν στα ακριανά σπίτια του χωριού, άκουγαν καθαρά τις κανονιές. Η είδηση κυκλοφόρησε από στόμα σε στόμα. Στις 9 του Οκτώβρη, άρχισε η Ελληνική επίθεση στην περιοχή των Στενών του Σαρανταπόρου. Τα η κανόνια βροντούσαν όλη μέρα. Λίγο μετά το μεσημέρι, η 1 Μεραρχία απώθησε τους Τούρκους από την Τσούμα, ενώ στου Κουντή και στα Αγρίδια έγινε η πιο φονική μάχη. ο

ο

Το Αρχηγείο της Στρατιάς Θεσσαλίας είχε διατάξει το Απόσπασμα Κωνσταντινόπουλου (2 και 6 Τάγματα Ευζώνων) να εκτοπίσουν τους Τούρκους από το Λιβάδι και να συνεχίσουν σε μία κυκλωτική κίνηση από τα δεξιά. Οι κτηνοτρόφοι Αθανάσιος Καψάλης, Κώστας Καψάλης και Δημήτριος Μπατζογιάννης από το Λιβάδι, προσφέρθηκαν να χρησιμοποιηθούν ως οδηγοί. Το Απόσπασμα με πολλές προφυλάξεις και κάτω από δυνατή βροχή και πυκνή ομίχλη έφτασε το απόγευμα στις 4 στο Κόντουρ Μάρι. Οι Τούρκοι, που τους περίμεναν οχυρωμένοι στο ύψωμα Πύργος, μόλις η ομίχλη διαλύθηκε πρόσκαιρα, αιφνιδίασαν τους Ευζώνους με πυκνά πυρά, τραυματίζοντας τέσσερεις Ευζώνους. Ευτυχώς, ξανάπεσε αμέσως η ομίχλη, καλύπτοντας όλη την περιοχή, 116 σώζοντας τους Ευζώνους πού διανυκτέρευσαν εκεί και κάτω από τις μεγάλες Μπιστεριές . Στο μεταξύ τμήματα του Στρατού προωθήθηκαν στην τοποθεσία Ντούρου στα νώτα των Τούρκων, ου ενώ δύο Λόχοι του 2 Τάγματος του Αντισυνταγματάρχη Φικιώρη, με οδηγό τον Λιβαδιώτη και Μακεδονομάχο Ηλία Λάππα, κατέβηκαν προς τη Σμίξη για να καταλάβουν τα υψώματα κάτω από το Παλαιοχώρι και να αποκόψουν την υποχώρηση των Τούρκων προς τη Σιάπκα στο σημείο «Κομμένη Πέτρα». Οι κάτοικοι από στόμα σε στόμα και από σπίτι σε σπίτι έμαθαν ότι ο Ελληνικός Στρατός έφτασε στον Προφήτη Ηλία. Χαράματα γεμίσανε τους τροβάδες με τρόφιμα, τσίπουρο και ότι άλλο είχαν 115

(Επαγγελματίες μεταφορείς με μουλάρια ή και γαϊδούρια, αγωγιάτες. Συνεταιρίζονταν ανά δύο η τρείς σε μια παρέα, καθένας τους είχε συνήθως δύο δυνατά μουλάρια, και με αυτά εκτελούσαν μεταφορές για λογαριασμό τρίτων. Η αμοιβή τους, τα «κυρά», πήγαινε με την οκά, ανάλογα με την απόσταση και το είδος του φορτίου, συνήθως μισή ως μία δραχμή ανά οκά.) 116 (μεγάλες σπηλιές) Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 84

και ανηφόρισαν στον Προφήτη Ηλία για να υποδεχτούν τους ελευθερωτές. Ορατότητα δεν υπήρχε και καθώς πλησίασαν οι πρώτοι, πέσανε πάνω στα Τούρκικα χαρακώματα. Ακούστηκαν φωνές και πυροβολισμοί. Ο Λιβαδιώτης Δημήτριος Τούμπας έπεσε νεκρός και ο γιος του Γιάννη Μπάσδρα τραυματίστηκε, ενώ οι άλλοι πήραν τρομαγμένοι τον κατήφορο από τις ρεματιές, και γύρισαν πίσω στο Λιβάδι. Σαν έκοψε η βροχή και άρχισε να διαλύεται η ομίχλη, οι Εύζωνοι, που είχαν λάβει θέσεις μάχης απέναντι από τα χαρακώματα των Τούρκων, άρχισαν γενική επίθεση. Οι Τούρκοι ήταν καλά οχυρωμένοι στα χαρακώματα και στα υψώματα αριστερά του Προφήτη Ηλία. Η μάχη ήταν σκληρή και αιματηρή και κράτησε τρεις ώρες. Μέχρι που οι Τούρκοι, αντιλήφθηκαν την κυκλωτική κίνηση που επιχειρούσαν οι Εύζωνοι από την «βρύση του Βερνίκου», και υποχώρησαν άτακτα προς τα Σέρβια, αφήνοντας άφθονα λάφυρα, μεταξύ των οποίων και 200 όπλα που μοιράστηκαν στους κατοίκους του Λιβαδίου. Οι Τουρκικές απώλειες φτάσανε τους 100 νεκρούς, 32 τραυματίες ου και 150 αιχμαλώτους. Από τους Ευζώνους, έπεσε νεκρός o Διοικητής του 2 Λόχου Υπολοχαγός Ευστάθιος Θειάφης, παλιός Μακεδονομάχος με το ψευδώνυμο Καπετάν Φλάμπουρας, και τραυματίστηκε βαριά ο Μανιάτης Λοχίας Ιωάννης Καλογράκος που αργότερα πέθανε. Αλλά και αρκετοί ακόμη Εύζωνοι δώσανε τη ζωή τους.

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 85

Τετάρτη 10 του Οκτώβρη 1912 – Σαραντάπορο – 2η Μεραρχία (Διήγηση του Λεωνίδα)

Όλη νύχτα κόβαμε βόλτες, λίγο κάτω από την κορυφογραμμή, για να ζεσταθούμε. Σκεπαστήκαμε με ότι βρήκαμε, αντίσκηνα, κουβέρτες, και προσπαθούσαμε να κοιμηθούμε ενώ έβρεχε συνέχεια. Στις τρεις το πρωί, μας ξύπνησαν οι Υπαξιωματικοί για να ετοιμαστούμε. Κοκαλιασμένοι και αξιοθρήνητοι, παρουσιάζαμε εικόνα διάλυσης. Πολλοί Αξιωματικοί είχαν τεθεί εκτός μάχης και μεγάλος αριθμός τραυματιών, από όσους δεν είχαν διαμετακομισθεί κατά τη διάρκεια της νύχτας στους σταθμούς επίδεσης ή στα Νοσοκομεία Εκστρατείας, άφηναν την τελευταία τους πνοή 117 αβοήθητοι στο έδαφος … Αλλά όσο περνούσε η ώρα, το ηθικό ανέβαινε. Μια φράση του Διαδόχου κυκλοφορούσε από στόμα σε στόμα: «Απόψε πρέπει να κοιμηθούμε στα Σέρβια!» Έγινε κάτι που άλλαξε τα πράγματα; Τα μάτια στρέφονται στις θέσεις των Τούρκων. Ησυχία απόλυτη και ούτε μια φωτιά δεν έκαιγε πια … «Κοιμούνται για καλά !!!» «Έλα ρε Γιώργη, σιγά μην κοιμούνται. Ή λουφάζουν και μας περιμένουν ή κάτι άλλο, δεν ξέρω …» Πάντως, οι σκοποί που γυρνούσαν από τις προσθοφυλακές λέγανε κι αυτοί ότι «οι Τούρκοι κοιμούνται». Τόσο βαθιά κοιμούνται; Γιατί; Τους κουράσαμε; Ήρθε ψωμί που μοιράστηκε βιαστικά. Οι περισσότεροι δεν είχαμε βάλει μπουκιά από χτες το πρωί. Το ψωμί, ναι, το απλό, το σκέτο ψωμί, είναι μεγάλο πράμα τελικά … Ξανάρθε το κέφι και η ορμή. Οι άντρες άρχισαν να ανυπομονούν για μάχη. Άρχισε να χαράζει και δεν βαστιόμασταν πια. Αλλά εκεί που περιμέναμε να δοθεί η εντολή να ξεκινήσουμε, ήρθε Διαταγή να μείνουμε στις θέσεις μας. Όπως έμαθα αργότερα, ο Μέραρχός μας ο Στρατηγός Καλλάρης, στην πρωινή αναφορά του προς το Γενικό Στρατηγείο, ανέφερε ότι τα τμήματά μας αδυνατούσαν να συνεχίσουν τον επιθετικό τους αγώνα, λόγω του χαμηλού ηθικού των ανδρών τους, γεγονός που, σύμφωνα με τον Στρατηγό, ήταν αποτέλεσμα της μη σωστής περίθαλψης των τραυματιών, των οποίων τα αγκοη μαχητά επιδρούσαν αρνητικά στο ηθικό. Έτσι το Στρατηγείο διέταξε την 6 Μεραρχία, που είχε μείνει στην εφεδρεία, να μας προσπεράσει και να εισέλθει ο στα Στενά, επιτιθέμενη σε «1 Κλιμάκιο», ενώ σε εμάς δόθηκε χρόνος για να μαζέψουμε τους πολυάριθμους τραυματίες και να θάψουμε τους νεκρούς μας … Αυτό που συνέχισε να μας κάνει εντύπωση, ήταν η απόλυτη σιγή που επικρατούσε στις εχθρικές θέσεις. Περίμεναν να μας δουν να κινούμαστε για να ξαναρχίσουν; Κάποιοι πυροβολισμοί από τις προφυλακές έμειναν αναπάντητοι. Όπως και κάποιες δοκιμαστικές βολές από το Πυροβολικό μας. Αυτές μας έδωσαν χαρά, το Πυροβολικό ήταν σήμερα πανέτοιμο, αλλά η απορία παράμεινε. Και πέρασε κάμποση ώρα για να λυθεί. Σαν από θαύμα, οι περίπολοι μας ειδοποίησαν ότι τη νύχτα ο εχθρός εγκατέλειψε τις θέσεις του! «Πάμε κυρ Λοχαγέ, μην καθόμαστε δω πέρα …» 117

Ανάμεσά τους ο Λοχαγός Αχιλλέας Ρηγόπουλος, ο οποίος τραυματισμένος βαρύτατα στα πόδια από οβίδα, παρέμεινε αβοήθητος στο πεδίο της μάχης όλη τη νύχτα της 9ης προς τη 10η Οκτωβρίου υπό βροχή. Άντεξε ως την επόμενη μέρα, αλλά άφησε την τελευταία του πνοή, έπειτα από ακρωτηριασμό ενός ποδιού, στο Στρατιωτικό Νοσοκομείο Αθηνών. Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 86

«Περιμένετε, θα έρθει σε λίγο ο κύριος Συνταγματάρχης …» Ήρθε ο Συνταγματάρχης και μας διάβασε τη Διαταγή του Αρχιστρατήγου με την οποία «εξέφραζε ο την ευαρέσκειά του» προς το 1 Σύνταγμα Πεζικού, το Σύνταγμά μας! «Χαλάλι οι θυσίες … Άιντε πάμε …» «Περιμένετε … θα έρθει και η σειρά μας …» Μπορεί να άργησαν να φτάσουν σε μας τα νέα, αλλά το Επιτελείο γνώριζε την Τουρκική υποχώρηση. Ακόμη και η Αθήνα το είχε μάθει, χάρη στο τηλεγράφημα που έστειλε στις 8.15 ο Αρχιστράτηγος προς τον Βασιλιά και τον Πρωθυπουργό. Τελικά, μόνο εμείς οι φαντάροι στην πρώτη γραμμή τα μαθαίναμε τελευταίοι … «Εκ Χατζηγώγου, 10 Οκτωβρίου, ώρα 8 και 15 π.μ. Α.Μ. Βασιλέαν και Πρωθυπουργόν Ο εχθρός δυνάμεως 22 Ταγμάτων και 5-6 Πυροβολαρχιών, ηττηθείς μετά την σφοδράν επίθεσιν του Στρατού μας κατά την χθεσινήν ημέραν, εγκατέλιπε τας θέσεις του και υποχωρεί προς τα Σέρβια. Διέταξα γενικήν καταδίωξιν. Περί απωλειών μας κατά την χθεσινήν μάχην Σαρανταπόρου τηλεγραφήσω βραδύτερον, άμα συγκεντρωθώσι πληροφορίαι. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΔΙΑΔΟΧΟΣ» η

Αφήσαμε την 6 Μεραρχία να μας προσπεράσει και μετά ξεκινήσαμε κι εμείς. Περνώντας από τις εχθρικές θέσεις, είχα την ευκαιρία να δω πόσο καλά ήταν προετοιμασμένες και οχυρωμένες. Κάτω από την κορυφογραμμή είχαν σκάψει τάφρο, ένα μέτρο βαθιά, και η ορατότητα από τα πυροβολεία τους στη Βίγλα ήταν εξαίρετη. Οι Τούρκοι πυροβολητές μπορούσαν να βλέπουν πολύ πέρα από την είσοδο των Στενών.

ο

Προχωρήσαμε προς τα Σέρβια, με το 3 Σύνταγμα σε «πρώτο κλιμάκιο». Όλα ήταν ήσυχα. Φτάνοντας στα εχθρικά πυροβολεία, το θέαμα ήταν κυριολεκτικά απάνθρωπο. Κορμιά κομματιασμένα, χέρια και πόδια κομμένα, μυαλά και άντερα χυμένα, φρίκη και όλεθρος παντού … Πιο πίσω ήταν παρατημένες οι σκηνές. Ώστε εδώ κοιμόντουσαν; «Τόσο μεγάλες σκηνές έχουν οι Τούρκοι;» «Όχι ρε, αυτές είναι σκηνές Αξιωματικών, δεν βλέπεις;» Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 87

«Πάω να δω τι έχουν μέσα …» «Πάμε!»

Διαλέξαμε την πιο μεγάλη και μπήκαμε μέσα. Ο Διμοιρίτης πήγε να μας σταματήσει, αλλά τον έτρωγε κι αυτόν η περιέργεια, και ήρθε μαζί, τάχα να μην πειράξουμε τίποτα, γιατί αυτά ήταν λάφυρα του Στρατού μας … «Ρε σεις, κοιτάτε κάτι πολυθρόνες που έχει εδώ …» «Και κρεβάτια και καθρέφτες, βρε αυτοί ήτανε Πασάδες πραγματικοί …» Απ’ έξω ήταν παρατημένες βαλίτσες. Θα σκέφτηκαν τελευταία στιγμή ότι είναι πολύ το βάρος … ‘Η την κοπάνησαν πρώτοι οι υπηρέτες … ης

Συνεχίσαμε και συναντούσαμε ομάδες από δικούς μας τραυματίες, πρέπει να ήταν της 4 Μεραρχίας, που γυρνούσαν προς τα πίσω για περίθαλψη στο Χάνι Χατζηγώγου. Όσοι ήταν πιο ελαφρά και μπορούσαν να περπατούν, πήγαιναν πεζοί. Οι υπόλοιποι ήταν φορτωμένοι σε μεταγωγικά κάρα που είχαν παρατήσει οι Τούρκοι στο φευγιό τους. Μας έκανε εντύπωση το ότι είχαν το κουράγιο να χαμογελούν. Δυο ώρες πριν τα Σέρβια, ένα θέαμα που σου άνοιγε την καρδιά: Εκατοντάδες σκηνών, στημένων αλλά και μαζεμένων, στρώματα, ρούχα, αλλά και τρόφιμα, κάσες με ζάχαρη, σακιά με ρύζι και αλεύρι, μελιτζάνες, αλλά και τρία πτώματα Τούρκων … οι φουκαράδες μάλλον ήταν τραυματίες που τους άφησαν εκεί να πεθάνουν. Όλα μαρτυρούσαν εσπευσμένη και άτακτη υποχώρηση. Παντού υπήρχαν παρατημένα υλικά, αλλά και Μάουζερ και κάσες με σφαίρες και λόγχες και εξαρτύσεις … Και πιο κάτω, παρατημένα στο δρόμο, είκοσι ένα ή είκοσι δύο Τουρκικά Πυροβόλα, πεδινά, Krupp, τελευταίας σχεδίασης, πάνω από εξήντα βλητοφόρα και εκατοντάδες οβίδες σκόρπιες , κιτρίνιζαν τα χαντάκια δεξιά κι αριστερά. Αυτά τα πυροβόλα κι αυτές οι οβίδες δεν θα σκοτώσουν άλλους Έλληνες και αυτή ήταν μια πολύ ευχάριστη σκέψη. Προσπεράσαμε και συνεχίσαμε προς 118 τα Σέρβια. Εκεί ελπίζαμε να ξαποστάσουμε λιγάκι .

118

Επακολούθησε τριήμερη περίοδος ανασυγκρότησης και η 2η Μεραρχία, που στη μάχη του Σαρανταπόρου είχε 39 νεκρούς (1 Αξιωματικός) και 178 τραυματίες (7 Αξιωματικοί), ξαναμπήκε στις επιχειρήσεις στις 14 Οκτωβρίου, προελαύνοντας προς την στενωπό του Τριποτάμου. Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 88

Τετάρτη 10 του Οκτώβρη 1912 – 6η Μεραρχία (Διήγηση του Πέτρου119) ης

η

Τα μεσάνυχτα 17 προς 18 Σεπτεμβρίου κηρύχθηκε η επιστράτευση και στις 19, πήρα το τραίνο ου από την Αθήνα για να παρουσιαστώ στη Λαμία, όπου ήταν η Έδρα του 2 Συντάγματος αλλά και ου του 18 εφεδρικού στο οποίο ανήκα. Διοικητής ο Αντισυνταγματάρχης Ευθύμιος ο Παναγιωτόπουλος και Λοχαγός στον 4 Λόχο ο Λοχαγός Αντώνιος Φραγκόπουλος, που έφθασε μετά από 4 ημέρες, και ως τότε εκτελούσα εγώ χρέη Λοχαγού, βοηθούμενος από έναν εξαίρετο νέο, τον έφεδρο Ανθυπολοχαγό Θεόδωρο Ρηγόπουλο, με τον οποίο γίναμε αργότερα φίλοι. Μείναμε στη Λαμία μέχρι να συμπληρωθεί η δύναμη του Τάγματος και δεν θα ξεχάσω το χακί που πλημύριζε την πόλη, ιδίως την κεντρική και την κάτω πλατεία. Στις 26 το πρωί, ξεκινήσαμε με τα πόδια για τον Δομοκό και, αφού τη νύχτα είχαμε την πρώτη μας υπαίθρια διανυκτέρευση δίπλα στο Χάνι Παλαμά, το επόμενο απόγευμα φτάσαμε στους Μύλους Δομοκού, όπου μας έπιασε βροχή ενώ ετοιμάζαμε τον καταυλισμό μας. Εκεί είχα πολεμήσει στις 5 Μαΐου του 1897, στην ηρωική μάχη του Δομοκού, όπου ενώ είχαμε αντισταθεί με βαριές απώλειες στα κύματα των Τούρκων, τελικά αναγκαστήκαμε να υποχωρήσουμε για να μη κυκλωθούμε, καθώς στο πέρασμα 120 του Κασσιδιάρη είχε καμφθεί το δεξιό της Ελληνικής παράταξης. Τιμημένοι νεκροί του 1897 … δείτε μας τώρα που βαδίζουμε αντίθετα … Συνεχίσαμε το άλλο πρωί, με κέφι και τραγούδια. Φάρσαλα, Μπαρακλί, Ορμάν Μαγούλα, 121 Ντουβλατάν, Καρά Μπαϊράμ, Αϊβαλί, Ταχταλασμάν και την Κυριακή 30 Σεπτεμβρίου το μεσημέρι φτάσαμε στο Κόνιαρι. Τη Δευτέρα ανάπαυση, αλλά δεν κράτησε πολύ γιατί μέχρι το μεσημέρι είχε σωθεί το νερό στο μοναδικό πηγάδι και μετασταθμεύσαμε στο Ντεμπεγλί, μια ώρα πιο πάνω. Τρίτη ανάπαυση το πρωί, γυμνάσια το απόγευμα. Από τις συνεχείς πορείες, που στην αρχή τις έβρισκα πολύ κουραστικές, έχω πια αρχίσει να «ξεσκουριάζω» και νοιώθω νεώτερος. Και την Τετάρτη 3 του Οκτώβρη, κατά τις 10 το πρωί, επάνω που αρχίσαμε να ανυπομονούμε, όλες οι σάλπιγγες μαζί σήμαναν «Προσκλητήριον» και «τροχάδην». Να ήρθε άραγε η ώρα; Διατάχθηκε άμεση προετοιμασία για αναχώρηση. Ακυρώθηκε η διανομή συσσιτίου και η αχνιστή φασουλάδα που μας περίμενε και την περιμέναμε, χύθηκε στο χώμα … Ήταν άραγε ανάγκη μεγάλη να σπεύσουμε κάπου ή ο Διοικητής μας ήθελε να μας δείξει ότι πρέπει να είμαστε πάντα έτοιμοι για κίνηση, χωρίς να υπολογίζουμε θυσίες; Ξεκινήσαμε κατά τις 11.30 και ευτυχώς μας μοίρασαν ψωμί στο δρόμο. Νύχτωσε κι ακόμη βαδίζαμε, μέχρι που μετά τις 10 φτάσαμε στο 122 Σαρτζιλάρ . Σκοτάδι βαθύ. Με φαναράκια οδηγήσαμε τους Στρατιώτες στα καταλύματά τους, εξαντλημένους μετά από 11 ώρες πορεία, με μόνο μισή ώρα διακοπή. Οι Αξιωματικοί καταλύσαμε στο σεράι του Ραήφ Αγά και από την κούραση, ούτε κατάλαβα πότε με πήρε ο ύπνος. 119

Πρόκειται για πραγματικό πρόσωπο, τον Πέτρο Ε. Βρυζάκη, βετεράνο του 1897, που πολέμησε το 1912-13 ως έφεδρος Υπολοχαγός στον 4ο Λόχο του 18ου Συντάγματος της 6ης Μεραρχίας. Η διήγηση βασίζεται στο βιβλίο του «ΠΟΛΕΜΙΚΕΣ ΕΙΚΟΝΕΣ 1912-1913», Εκδόσεις «ΗΛΙΟΦΟΡΟΣ», 1914 Ζητώ συγγνώμη από τους απογόνους του και από εσάς αναγνώστες, για το ότι μετέτρεψα τον Βρυζάκη σε «ήρωα» της ιστορίας μου. Το έκανα για να διαδώσω τον λόγο του και τις υπηρεσίες που προσέφερε στην Πατρίδα, όχι για να τον καπηλευθώ. 120 (Ναρθάκι) 121 (αντίστοιχα σημερινά ονόματα: Μπαρακλί = Βαλτερό, Ορμάν Μαγούλα = Δασόλοφος, Ντουβλατάν = Λασποχώρι, Καρά Μπαϊράμ = Πολυδάμειον, Αϊβαλί = Ρήγαιον Δήμου Αδάμαντα, Ταχταλασμάν = Μικρό Περιβολάκι, Κόνιαρι = Χλόη Δήμου Ρ. Φεραίου) 122 (Γλαύκη του Δήμου Πλατύκαμπου) Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 89

Την άλλη μέρα, 4 Οκτώβρη, περιμέναμε. Ανάπαυση και καθαριότητα. Μέχρι που αργά το απόγευμα μας κάλεσαν σε παράταξη και μας ανακοίνωσαν ότι κηρύχθηκε ο Πόλεμος. Απερίγραπτος ο ενθουσιασμός που επακολούθησε. 5 Οκτωβρίου, πρώτη μέρα του πολέμου, σήμανε εγερτήριο στις 4.00 και κατά τις 6.00 ξεκινήσαμε προς τα βόρεια, έχοντας στα αριστερά μας τη Λάρισα. Στις 10.00 περάσαμε τον Πηνειό, από 123 γέφυρα που έστησε το Μηχανικό και στις 12 φτάσαμε στο καταπράσινο Καζακλάρ , όπου εκτός από τα Τάγμα μας ήταν και Τάγματα άλλων Μεραρχιών. Δεν θα ξεχάσω τα χαμογελαστά κορίτσια του χωριού, που γυρνώντας με πανέρια και κοφίνια, μας φίλευαν ψωμί, τυρί, σταφύλια και η γλυκά. Μάθαμε ότι η 1 Μεραρχία πέρασε ήδη τη Μελούνα. Η σάλπιγγα κάλεσε «προσκλητήριο Αξιωματικών». Μαζευτήκαμε όλοι, στη μέση ο Μέραρχος Κομνηνός Μηλιώνης, έφιππος, γύρω του οι Αξιωματικού του Επιτελείου του, μετά εμείς σε ένα πιο ανοιχτό κύκλο, και παραπίσω πλήθος Στρατιωτών, που θέλανε κι αυτοί να ακούσουν. Με ωραία λόγια και στρατιωτική ακρίβεια, περιέγραψε τον εχθρό και τις δυνατότητές του, και μας κάλεσε στο υπέρτατο καθήκον για την απελευθέρωση των αδελφών μας από την τυραννία. Τελείωσε το λόγο του με τα παρακάτω λόγια: 124 «Η Μεραρχία μας, η έκτη Μεραρχία ως προς την αρίθμηση, θα γίνει πρώτη στα κατορθώματα». Την επομένη, Σάββατο 6 Οκτωβρίου, πήραμε τον αμαξιτό δρόμο για τη Μελούνα, όπου φτάσαμε κατά τις δύο και κάναμε στάση. Εκεί συνάντησα γνωστούς μου γιατρούς, τον Πλούταρχο Παπαμάρκο και άλλους, με το Χειρουργείο του κ. Χρηστομάνου, Με φίλεψαν ψωμί και κρέας, αυτοί οι γιατροί τα έχουν όλα σε αφθονία. Στις 3 συνεχίσαμε την πορεία, στις 4 περάσαμε τον αυχένα της Μελούνας και αρχίσαμε να κατηφορίζουμε προς την πεδιάδα, που εδώ κι εκεί ήταν σκαμμένη από οβίδες πυροβόλων. Εδώ δόθηκε η πρώτη μάχη και χύθηκε το πρώτο αίμα ηρώων. Στις 6 φτάσαμε σε έναν πλατύ και δενδροφυτεμένο δρόμο, έξω από την Τσαρίτσανη, την πρώτη Ελληνική κωμόπολη που ελευθερώθηκε. Οι κάτοικοι συγκινημένοι αλλά και συγκρατημένοι ακόμη. Καταλύσαμε μαζί με τον Ρηγόπουλο στο σπίτι της φιλόξενης οικογένειας Κουταβάκη, που μας περιποιήθηκαν με ότι καλύτερο είχαν. Τα μεσάνυχτα ξυπνήσαμε από θόρυβο και πυροβολισμούς. Ευτυχώς, δεν ήταν τίποτα σπουδαίο. Λίγο παρακάτω είχε πιάσει μία πυρκαϊά, από ατύχημα, αλλά οι κάτοικοι τρόμαξαν νομίζοντας ότι γύρισαν οι Τούρκοι. Μείναμε στην Τσαρίτσανη και την επομένη. Στις 8 του Οκτώβρη κινήσαμε με ωραίο καιρό προς το Σαραντάπορο, κάνοντας μια μικρή στάση 125 πριν την Ελασσώνα, όπου ο ποιητής Ματσούκας απήγγειλε ποιήματά του, ενθουσιάζοντας τους Στρατιώτες.

123

(Αμπελώνας) Η 6η Μεραρχία δεν ανήκε στον «Τακτικό Στρατό». Δημιουργήθηκε χάρη στην αθρόα προσέλευση επιστράτων και εθελοντών κατά την επιστράτευση και αρχικά είχε δύο Τάγματα ανά Σύνταγμα, αντί τρία )όπως και η 7η). Αργότερα, τα Συντάγματά της συμπληρώθηκαν και το 3ο Τάγμα του 18ου Συντάγματος ήταν αυτό των Μαύρου και Σαλαχώρη, που όπως είδαμε ξεκίνησε αργότερα από την Αθήνα, όταν τα άλλα είχαν ήδη φτάσει στο Σαραντάπορο. 125 Σπύρος Ματσούκας (1870-1928) από την Υπάτη, λαϊκός ποιητής, αποκληθείς και «εθνικός Ιεραπόστολος». Γυρνούσε στις μονάδες απαγγέλλοντας θερμά πατριωτικά ποιήματα που ξεσήκωναν τους φαντάρους. Αλλά δεν έκανε μόνο αυτό. Με έρανό του στις ΗΠΑ αγοράστηκε το Αντιτορπιλικό «Νέα Γενιά» καθώς και μία Πυροβολαρχία (4 πυροβόλα) που πήρε επίσης το ίδιο όνομα. Μετά τον πόλεμο ίδρυσε το ίδρυμα «Λευκός Σταυρός» με σκοπό να προικίζει τις ορφανές κόρες αγωνιστών. 124

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 90

Περνώντας από την Ελασσώνα, είδαμε τα Τούρκικα σπίτια κλειστά και έρημα. Οι περισσότεροι Τούρκοι είχαν φύγει από τον φόβο τους. Όσοι έμειναν, δεν έπαθαν τίποτα, ούτε τρίχα δεν πειράχτηκε. Και αρκετοί επέστρεψαν αργότερα. Το απόγευμα φτάσαμε σε ένα όμορφο ύψωμα, που πρέπει να ήταν Τούρκικος καταυλισμός. Τα σκόρπια τρόφιμα έδειχναν ότι έφυγαν τρέχοντας. Οι Στρατιώτες μας ειρωνεύονταν: «Ρε συ Γιώρ’ την είδες αυτή τη μελιτζάνα που έτρεχε στον κατήφορο;» «Ήθελε να βρει τα’ αφεντικά της … φοβήθηκε μην τη φάμε εμείς …» «Εμ βέβαια … τα δικά μας δόντια είναι πιο κοφτερά …» «Θα της είπαν τα φασόλια ότι ερχόμαστε πεινασμένοι …» Απέναντί μας, κατάλευκος ο Όλυμπος και στις πλαγιές του βλέπουμε το Κοκκινοπλό, το Λιβάδι, το Μικρό Ελευθεροχώρι. Χαμηλά, στο βάθος της πεδιάδας, που ήταν γεμάτη στρατιώτες ντυμένους στα χακί, τα στενά του Σαραντάπορου. Φτάσαμε στο Μασελί , μια ώρα δρόμο πριν την είσοδο των στενών, σχεδόν νύχτα και βάλαμε σκοπιές. Τη νύχτα εκείνη την πέρασα άγρυπνος, εξ αιτίας του διαπεραστικού κρύου.

Το άλλο πρωί, είδαμε το Στρατό να βαδίζει από όλα τα σημεία προς το Σαραντάπορο. Κανονιές που άρχισαν κατά τις 11, μας ειδοποίησαν ότι άρχισε η επίθεση. Εμείς μείναμε πιο πίσω, στην εφεδρεία. Κατά τις 13.30 διαταχθήκαμε να κινηθούμε και στις 15.30 κάναμε μισάωρη στάση στο μέσο της κοιλάδας, από όπου είχαμε πανοραμική θέα της φοβερής μάχης. Συνεχίσαμε και στις 6.30 το βράδυ σταματήσαμε, λίγα χιλιόμετρα πριν τους λόφους, και στήσαμε καταυλισμό στα χωράφια. Στο δρόμο συναντήσαμε πλήθος τραυματιών, που βάδιζαν ή μεταφέρονταν προς το Χάνι που είχε μετατραπεί σε Χειρουργείο. Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 91

«Γεια σας, μωρέ παιδιά, περαστικά σας …» «Δεν είναι τίποτε, εμείς θα πάμε να τους φάμε τους κερατάδες … κουράγιο …» Τη νύχτα εκείνη έγινε κατακλυσμός, θαρρείς και άνοιξαν οι ουρανοί. Ο καταυλισμός πλημύρισε, το νερό και η λάσπη πέρασαν τα αντίσκηνα, αλλά ποιος νοιαζόταν για ύπνο και βροχή. Στο μυαλό μας ήταν η σκληρή μάχη της επόμενης μέρας, καθώς η Διαταγή που ήρθε μέσα στη νύχτα από το Στρατηγείο, που όριζε ότι το πρωί έπρεπε να επιτεθούμε «δια της λόγχης». Η Διαταγή εξέφραζε την πεποίθηση του Αρχηγού ότι «τα στρατεύματα θα εξεβίαζαν την είσοδο του Σαρανταπόρου …» και πρέπει να ομολογήσω ότι από τη στιγμή που τη διαβάσαμε νοιώσαμε ανακούφιση και σιγουριά, που έδιωξαν τους φόβους και τις αμφιβολίες … Τετάρτη 10 Οκτωβρίου, το πρωί η βροχή σταμάτησε, αλλά ήμασταν όλοι μούσκεμα. Ετοιμαστήκαμε για επίθεση αλλά μας έκανε εντύπωση η ησυχία που επικρατούσε από την πλευρά του εχθρού. Αλλά γιατί αργούσε η επίθεση; Πέρασε μια ώρα σχεδόν, και κατά τις οκτώ δόθηκε η εντολή για «προχώρηση». Φαίνεται ήταν έτσι το πρόγραμμα. Αλλά βαδίζαμε επί μισή ώρα και ούτε μία κανονιά ούτε ένας πυροβολισμός. Μας περιμένουν να πλησιάσουμε κι άλλο; Κάνανε οικονομία στα πυρομαχικά τους; Και τα δικά μας πυροβόλα; Δεν θα έπρεπε να έχει ξεκινήσει προπαρασκευή; Την απορία μου έλυσε ο Λοχαγός μας, ο κ. Φωτόπουλος: «Τα μάθατε τα νέα κύριε Υπολοχαγέ; Οι Τούρκοι το έσκασαν τη νύχτα …» «Τι λέγετε κύριε Λοχαγέ; Μα αυτό, αν δεν το λέγετε ως αστείο, είναι μία θαυμασία είδησις …» του απάντησα κι εγώ, σε άψογη καθαρεύουσα που του άρεσε … «Είναι μία ωραιοτάτη είδησις λοιπόν, την οποίαν έμαθα αυτή τη στιγμή θετικώς … Έπρεπε όμως να το καταλάβωμεν μόνοι μας αυτό, διότι αν είχον ακόμη τας θέσεις των δεν θα μας άφηναν να βαδίζωμε, ωσάν εις περίπατον …» Είναι λοιπόν αλήθεια … τράπηκαν σε φυγή … δεν είναι λίγο να βαδίζεις προς το θάνατο και ξαφνικά να βλέπεις τον θάνατο να φεύγει μακριά σου … τουλάχιστον για την ώρα … Ενθουσιασμός ακράτητος μεταδόθηκε στις γραμμές μας και η πορεία μας έγινε αληθινός περίπατος … Ακόμη και τα σύννεφα αραίωσαν και κάθε τόσο ξεπρόβαλλε ένας λαμπρός ήλιος που μας έφτιαχνε το κέφι. Δεξιά του δρόμου είδα ένα αλογάκι να τριγυρνάει. Με μερικούς στρατιώτες καταφέραμε και το πιάσαμε. Με την άδεια του Ταγματάρχη το κράτησα και συνέχισα καβάλα. Ευτυχώς, γιατί δεν άντεχαν άλλο τα πόδια μου … Εδώ κι εκεί, ομάδες στρατιωτών ανοίγανε τάφους για τους ηρωικούς νεκρούς μας. Μας έπιασε θλίψη, που μάλλον τη συμμερίστηκε κι ο ουρανός, γιατί ξέσπασε ξαφνική μπόρα που μας μαστίγωνε το πρόσωπο και τα χέρια. Σταματήσαμε ξαφνιασμένοι, αλλά όπως ξέσπασε, έτσι απότομα σταμάτησε. Συνεχίσαμε και πάλι, ενώ ξαναβγήκε κι ο ήλιος! Παρατηρούσα τις εχθρικές θέσεις. Είχαν πράγματι πιάσει τα καλύτερα σημεία, με εξαιρετικά πεδία βολής. Βαδίζαμε κατά μήκος του αμαξιτού δρόμου, που συνεχώς διασταυρώνεται με το ποτάμι, το Σαραντάπορο. Το όνομά του το λέει καθαρά, ότι έχει σαράντα πόρους, σαράντα σημεία που ο δρόμος κόβεται από το καθαρό νερό. Οι γέφυρες είχαν ίχνη απόπειρας εμπρησμού, αλλά ήταν όλες στη θέση τους και δεν χρειάστηκε να βραχούμε. Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 92

Μετά από τρεις ώρες πορεία, κατά τις 4 μμ, βγήκαμε από το Στενό και βρήκαμε Ευζώνους που είχαν καταυλισθεί σε μέρος που ανήκε χθες στους Τούρκους, κρίνοντας από τις παρατημένες σκηνές και τα άλλα εγκαταλειφθέντα υλικά. Οι Εύζωνοι είχαν και καμιά διακοσαριά αιχμαλώτους. Μας φάνηκαν ήρεμοι αλλά και αξιολύπητοι. Γι’ αυτούς ο πόλεμος τελείωσε … Άρχισε να νυχτώνει καθώς κατηφορίζαμε προς τα Σέρβια. Δεξιά και αριστερά, παρατημένα υλικά που μας κάνανε να αγαλλιούμε … Ξεσπάσαμε σε ζητωκραυγές και ιαχές καθώς είδαμε το πρώτο κανόνι. Οι Στρατιώτες που προπορεύονταν μετρούσαν δυνατά τα κανόνια: 126 «Ένα … δύο … τρία … πέντε … δέκα … είκοσι … εικοσιένα … » Είκοσι ένα κανόνια και δεκάδες βλητοφόρα γεμάτα οβίδες, μερικά είχαν αναποδογυρίσει στις άκρες του δρόμου και το κίτρινο φορτία τους είχε σκορπιστεί. Και σε όλα επάνω, ένα λευκό μισοφέγγαρο, που τώρα μας φαινόταν ταπεινωμένο.

Προχωρώντας παρακάτω, δεκάδες εχθρικά πτώματα εμπόδιζαν την πορεία, και μερικές φορές, άθελά μας, σκοντάφταμε ή πατούσαμε επάνω τους. Τελικά, μετά από συνεχή πορεία, πορεία νικητών, από αυτές που φαίνεται ότι δεν κουράζουν, και αφού χάσαμε και μια φορά το δρόμο και γυρίσαμε πίσω, φτάσαμε κατά τις 10 τη νύχτα έξω από τα Σέρβια, από όπου ακούγονταν πυροβολισμοί. Κοιμηθήκαμε στα λασπωμένα χωράφια, αλλά ούτε η λάσπη ούτε το δυνατό κρύο εμπόδισαν τον πιο γλυκό ύπνο των τελευταίων ημερών. Την άλλη μέρα, 11 Οκτωβρίου, κατά τις 11, μπήκαμε στα Σέρβια. Η πόλη έδειχνε απαίσια. Σπίτια καμένα και μαγαζιά λεηλατημένα. Το Τάγμα μας διατάχτηκε να κάνει περιπολίες προς διατήρηση της τάξης. Παραμείναμε στα Σέρβια μέχρι το πρωί του Σαββάτου, 13 Οκτωβρίου, που αναχωρήσαμε για την Κοζάνη.

126

(Οι περισσότερες μαρτυρίες μιλούν για 21 πυροβόλα, αλλά η επίσημη Ιστορία του Στρατού γράφει 22. Δεδομένου ότι ο Ταχσίν στα απομνημονεύματά του μιλάει για 3 πυροβόλα που διέφυγαν και ξαναμιλάει για αυτά στα Γιανιτσά, ίσως ήταν τελικά 21 και ίσως η στρατιωτική Ιστορία δεν θέλησε να διαψεύσει την ανακοίνωση του Στρατηγείου που έκανε λόγο για 22.) Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 93

Τετάρτη 10 του Οκτώβρη 1912 – 4η Μεραρχία (Διήγηση του Αριστείδη) η

Καθώς ξημέρωσε η 10 του Οκτώβρη και στα στενά επικρατούσε ησυχία, οι συνάδελφοι των Μεραρχιών του κέντρου δεν καταλάβαιναν τι είχε συμβεί. Μέσα στην εξάντληση και στην κοσμοχαλασιά της πρώτης μέρας, δεν κατάλαβαν ότι η μάχη είχε κριθεί στον δικό μας τομέα. Παρ’ όλο που οι εχθροί στα Στενά έδειχναν να αντέχουν ακόμη και παρ’ όλο που το Στρατηγείο 127 μας θεωρούσε ότι χρειαζόταν ακόμη μεγάλη προσπάθεια και αίμα για να νικηθούν , αυτοί, τρομαγμένοι από την δική μας προώθηση στα νώτα τους, τράπηκαν σε φυγή, αφήνοντας πίσω τα πυροβόλα τους και άφθονο υλικό. Αλλά και το ηθικό τους … Τώρα το ηθικό και τον αέρα του νικητή τον είχαμε εμείς! Ότι δεν κατάφερε η μετωπική επίθεση τριών Μεραρχιών, να κλονίσουν την εχθρική άμυνα, το ης κατάφερε ένας ελιγμός, η κυκλωτική κίνηση της 4 Μεραρχίας. Από τη στιγμή που εμείς βρεθήκαμε στην έξοδο των Στενών, ο Ταχσίν Πασάς έπρεπε να βρει τρόπο να απαγκιστρωθεί, πριν κλείσουμε τον κλοιό. Το Πεζικό του θα μπορούσε να υποχωρήσει προς την Καστανιά, χρησιμοποιώντας τα μονοπάτια δεξιά από τον αμαξιτό δρόμο. Όμως το Πυροβολικό (που ήταν πεδινό και όχι ορειβατικό), όπως και τα εφόδια, έπρεπε να πάνε από τον δημόσιο δρόμο. Και όσο ο δρόμος πλησίαζε προς την έξοδο των Στενών, τόσο το πέρασμα στένευε, εμποδίζοντας την τάξη των Τουρκικών Πυροβόλων, σε περίπτωση που χρειαζόταν να δοθεί μάχη. Και όλα αυτά, κάτω από τη μύτη Μεραρχίας μας. Έτσι, εκτός από την ζημιά που του έκανε το … στομάχι του Λύρη, υπήρχε και συνέχεια στο δράμα του Ταχσίν … ης

Το χάραμα της 10 Οκτωβρίου μας ξύπνησαν οι πέρδικες. Πρώτος σηκώθηκε στο πόδι ο Μέραρχος και οι Επιτελείς του. Κάτω από το ύψωμα που ήταν το Εκκλησάκι, μπορούσαμε να ο δούμε το 11 Σύνταγμα που ξυπνούσε κι αυτό και έμπαινε σε φάλαγγα, ενώ από τα αριστερά ου έφταναν και ταλαιπωρημένοι, μουσκεμένοι και ξενυχτισμένοι και οι άντρες του 9 Συντάγματος, λασπωμένοι και χλωμοί. «Φαληρέα … Φαληρέαααα !!!» Ο Μάνος φώναζε τον Ιπποκόμο του … «Θα πάμε για αναγνώριση;» «Ναι … το άλογό μου … κάνε γρήγορα …» Ο Μάνος έφυγε καλπάζοντας προς το Ράχοβο, και τότε άρχισε το τουφεκίδι. Πυκνοί πυροβολισμοί από μάνλιχερ, αραιοί από μάουζερ. Ο Μέραρχος περπατούσε πάνω κάτω νευρικά … ου «Κύριε Ανθυπολοχαγέ!» φώναξε στον Αξιωματικό σύνδεσμο του 8 . «Διατάξτε!» «Πηγαίνετε παρακαλώ να συστήσετε φειδώ των πυρομαχικών. Να χτυπούν μόνον όταν βλέπουν στόχο … Καταλάβατε; Δεν είναι Πάσχα ακόμη … ούτε ένα φυσίγγιο να μην πηγαίνει χαμένο …» «Μάλιστα!!!» «Τι διάολο» μουρμούρισε ο Μέραρχος, «συμμάχησε η φύση μαζί τους σήμερα … ούτε το δάχτυλό του δεν βλέπει κανείς μ’ αυτή την πάχνη …»

127

Αργότερα ο Αρχιστράτηγος δήλωσε ότι ήταν βέβαιος πως ο εχθρός θα υποχωρούσε μέσα στη νύχτα. Μάλλον έλεγε την αλήθεια. Είναι γεγονός ότι το πρωί, στο παρατηρητήριό του σε ένα λόφο έξω από τα Δελίνιστα, τρώγοντας μαζί με τους Επιτελείς του, τον Πρίγκηπα Γεώργιο και τους άλλους Πρίγκηπες ένα κοτόπουλο, γεμάτος ηρεμία και αυτοπεποίθηση, είχε ανακοινώσει την βεβαιότητά του ότι οι Τούρκοι θα υποχωρούσαν από τα Στενά. Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 94

Ο Υπολοχαγός του Επιτελείου Καλογεράς πήρε κι αυτός το άλογό του να πάει για ανίχνευση. Στο μεταξύ γύρισε ο Μάνος να αναφέρει: «Ο εχθρός κινείται εις το βάθος των Στενών, εις τάξιν πορείας … Προηγούνται τα μεταγωγικά, ακολουθεί το Πυροβολικόν και τέλος ισχυρή φάλαγξ Πεζικού. Είναι η Μεραρχία της Βεροίας νομίζω …» «Έχει καλώς …» Δύο κανονιές αντιλάλησαν πάνω από το Ράχοβο. «Είναι ο Βερέτας … άρχισε να βάλλει …» είπε ο Μέραρχος. «Τους άφησε νομίζω να πλησιάσουν» πρόσθεσε ένας Αξιωματικός. ‘Άλλες δυο κανονιές. «Κύριε Βαρδουλάκη!» φώναξε ο Μέραρχος … ην «Μεγάλην υπηρεσίαν θα προσφέρετε, αν μας συνδέσετε με την 5 Μεραρχίαν» η Όλη νύχτα δεν είχαμε κανένα νέο από την 5 Μεραρχία. Είχε φτάσει στη θέση της; Είχε αποκλείσει τον οδό υποχώρησης του εχθρού; «Ποια κατεύθυνση θα πάρω Στρατηγέ μου;» «Προς το χωριό Δέλινο» απάντησε, αφού συμβουλεύτηκε τον χάρτη του. «Να πάρω μήπως και συνοδεία μαζί μου;» «Βεβαίως, να πάρετε τέσσερεις πέντε Ιππείς και έναν Υπαξιωματικόν» η

Η 4 Μεραρχία κάλυπτε την έξοδο των Στενών, ένα μεγάλο ΤΑΥ, που το πόδι του ήταν ο αμαξιτός δρόμος που ερχόταν από το Σαραντάπορο και το οριζόντιο τμήμα του ένας άλλος αμαξιτός δρόμος, μέσα σε χαράδρα, που ένωνε τους Λαζαράδες με τα Σέρβια, περνώντας από το Προσήλιο. Στο κέντρο του «ταυ», είχαν οχυρωθεί Τούρκοι, από αυτούς που υποχώρησαν από το Ράχωβο, έχοντας ενισχυθεί από ένα ενισχυμένο Τάγμα, αυτό της Οχρίδος, που ήταν γνωστό για την ανδρεία των στρατιωτών του. Τρεις χιλιάδες άνδρες, διοικούμενοι από ένα γενναίο Αξιωματικό, τον Λοχαγό Σαμή από τα Γιάννινα, που ανήκε στο Επιτελείο του Ταχσίν, κάλυπταν την Τουρκική υποχώρηση προς τα Σέρβια. Είχαν οχυρωθεί στις βάσεις του υψώματος 886, που λέγεται και «Μπουρσάνα», αντίκρυ στην έξοδο των Στενών, και στα ερείπια ενός παλιού Μεσαιωνικού οχυρού, πάνω στον δρόμο για τα Σέρβια. «Αν δεν αντισταθούμε εδώ, αν δεν πέσουμε ως τον τελευταίο, οι συνάδελφοί μας του Σαρανταπόρου θα αιχμαλωτιστούν. Όποιος λυπάται τη ζωή του να μου το πει αμέσως, να τον στείλω στα Σέρβια» είπε στους άντρες του ο Σαμή. «Αν είναι να σκοτωθούμε για τ’ αδέρφια μας, ας σκοτωθούμε!» η

Τέτοιους γενναίους και αποφασισμένους έπρεπε να καταβάλλει τώρα η 4 Μεραρχία. Απέναντί ο ος τους, το δοκιμασμένο στη μάχη 8 Σύνταγμα: Ο 12 Λόχος του Μοναστηριώτη επάνω στη διαο σταύρωση, αντίκρυ στο μεσαιωνικό οχυρό, έχοντας στα αριστερά του προς το Προσήλιο τον 10 Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 95

ο

και πίσω του τον 4 του Σεγγίνη, μεταξύ του δρόμου και του Προσηλίου. Από την άλλη πλευρά, ος ος απέναντι στο ύψωμα, ο 2 του Χρυσοσπάθη και δεξιά του ο 1 του Σκυρού. Πιο πίσω, προς την ος έξοδο, ο 9 Λόχος του Λυμπερόπουλου καταδίωκε εχθρικά μεταγωγικά, συγκρουόμενος με ένα τμήμα Πεζικού που προσπαθούσε να τα προστατεύσει. Από το χάραμα, πυκνή ομίχλη έκρυβε τα πάντα. Κάθε φορά που άνοιγε για λίγο, οι δικοί μας χτυπούσαν τους Τούρκους, σπέρνοντας τον θάνατο. Όταν ξανάκλεινε, αυτοί συνεχίζανε τρομαγμένοι την πορεία τους. Και πάλι ξανάνοιγε, και ξανά γέμιζε ο τόπος με νεκρούς και τραυματίες Τούρκους. Μέχρι που, κάποια στιγμή η ομίχλη ανέβηκε ψηλότερα και τότε θέριζαν πια οι ομοβροντίες των μάνλιχερ και τα πολυβόλα. Μπήκαν στη μάχη και οι δυνάμεις του Σαμή. Κατά τις 7 το πρωί, οι Ελληνικές δυνάμεις που πολεμούσαν με τους Τούρκους που υποχωρούσαν από τη στενωπό, δέχτηκαν επίθεση από το ύψωμα Μπουρσάνα (Β.Α. της εξόδου της Πόρτας) και από το λόφο των εκεί μεσαιωνικών ερειπίων. Η εχθρική επίθεση υποστηρίχτηκε και από έναν Ουλαμό Πεδινού Πυροβολικού, ταγμένο δυτικά από το χάνι Καστανιάς. Ο εχθρικός Ουλαμός έβαλε από απόσταση πέντε περίπου χιλιομέτρων από την έξοδο της Πόρτας. Αλλά μετά από λίγο υποχρεώθηκε να σιγήσει, δεχόμενος τα εύστοχα πυρά μιας ης ορειβατικής Πυροβολαρχίας της 4 Μεραρχίας, που ανήκε στη Μοίρα Παρνασίδη και διοικού128 νταν από τον Λοχαγό Βερέτα . Οι Τούρκοι πυροβολητές μάζεψαν βιαστικά τα πυροβόλα τους, ζέψανε τα άλογα, και υποχώρησαν μαζί με το υπόλοιπο Πυροβολικό του Ταχσίν. Από το βάθος φάνηκαν οι εχθρικές Πυροβολαρχίες, έξι ολόκληρες Πυροβολαρχίες, είκοσι τέσσερα ιππήλατα πυροβόλα σε «τάξη πορείας», σε «φάλαγγα κατ’ όχημα». Η φάλαγγα είχε διανύσει οκτώ χιλιόμετρα από το ύψωμα Βίγλα Σαρανταπόρου, είχε ήδη αφήσει πίσω της το χάνι Καστανιάς, και είχε φτάσει σε απόσταση τριών ή τεσσάρων χιλιομέτρων από την έξοδο της Πόρτας. Τους είδε ο Βερέτας που τους περίμενε με τα Ορειβατικά μας Πυροβόλα, και όταν έφτασαν στα δύο χιλιάδες τριακόσια μέτρα εξαπέλυσε τους κεραυνούς του. Με μικρής διάρκειας δραστική βολή έσπειρε μεγάλο πανικό στις Τουρκικές γραμμές. Πυροβολητές το έβαζαν στα πόδια, Ελάτες ξέζευαν τις άμαξες, κόβοντας τους ιμάντες των αλόγων, και έφευγαν καλπάζοντας προς τα Σέρβια και την γέφυρα του Αλιάκμονα, να σωθούν οι ίδιοι παρατώντας τα κανόνια τους, πανικός … Μονάχα ένας Τούρκος Ανθυπολοχαγός, προς τιμή του, συγκράτησε με το πιστόλι στο χέρι τους δικούς του και ανταπέδωσε μερικές κανονιές για την «τιμή των όπλων». Και μόνο δύο Τούρκικα Πυροβόλα κατάφεραν να ξεφύγουν, από τα είκοσι τέσσερα. Είκοσι δύο σύγχρονα πυροβόλα «Krupp», μαζί με τα κλείστρα τους, εγκαταλείφθηκαν. Όρμησαν «δια της λόγχης» αλαλάζοντας οι φαντάροι του Λυμπερόπουλου, σκότωσαν τους πυροβολητές που αντιστέκονταν και έπιασαν εκατόν πενήντα αιχμαλώτους! Ο αμαξιτός δρόμος, από το χάνι Καστανιάς μέχρι και τέσσερα χιλιόμετρα από την έξοδο της

128

Ο Βερέτας θα δράσει σωτήρια και στη μάχη Λαχανά (τις προμεσημβρινές ώρες της 21ης Ιουνίου 1913), κατά το Δεύτερο Βαλκανικό Πόλεμο εναντίον των Βουλγάρων. Τότε, επειδή τα Ελληνικά και τα Βουλγαρικά τμήματα είχαν, κατά τη διάρκεια της μάχης, αναμειχθεί επικίνδυνα μεταξύ τους, και το Πυροβολικό μας αδυνατούσε να επέμβει χωρίς να προκαλέσει απώλειες από φίλια πυρά, ο Βερέτας έβαλε με άσφαιρα πυρά, με σκοπό να αντιληφθούν οι Έλληνες πεζοί την ενεργό παρουσία του φίλιου πυροβολικού (να το «ακούσουν» όπως τόνιζε χαρακτηριστικά ο Πλαστήρας), οπότε, με την ψευδαίσθηση ότι υποστηρίζονται απ’ αυτό, αναθάρρησαν ψυχολογικά, αναπτερώθηκε το ηθικό τους και συνέχισαν να μάχονται. Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 96

στενωπού γέμισε από σκόρπια πυροβόλα με άσπρα μισοφέγγαρα, άλλα παρατημένα στη μέση του δρόμου και άλλα ριγμένα δεξιά και αριστερά στα αυλάκια. Και όχι μόνο πυροβόλα, αλλά και κάθε είδους τροχήλατα και άλλα υλικά: βλητοφόρα, σκευοφόρες, κόρα δίτροχα, με κομμένους και απλωμένους στη γη σαν φίδια ιμάντες, πεταμένους γυλιούς, σακκίδια, φυσιγγιοθήκες, μανδύες, στολές, κουβέρτες και κάθε τι άλλο που βάραινε τους Τούρκους στο τρέξιμο … Οι σάλπιγγες των Τούρκων σήμαναν το Ελληνικό «παύσατε πυρ» και άσπρα μαντήλια κυμάτιζαν στον αέρα … «Κύριε Λοχαγέ … παραδίδονται …» φώναξε ο Ανθυπολοχαγός Μουτζουρίδης … «Μην δίνετε πίστη» απάντησε αυτός, «είναι τέχνασμα …» «Εεεεε, εσείς … πετάξτε τα όπλα σας …» φώναξε στα Τούρκικα ένας φαντάρος μας … Οι Τούρκοι άφησαν κάτω τα όπλα, αλλά καθώς πλησίασε ο Μουτζουρίδης τα ξαναπήραν και πυροβόλησαν! «Μη φοβόσαστε παιδιά …» φώναξε ο Μουτζουρίδης, «θα το πληρώσουν αυτό … χτυπάτε τους …» Και καθώς πυροβολούσε με το περίστροφο στο δεξί και με το αριστερό χέρι δείχνει προς τα εμπρός, μια σφαίρα τον χτύπησε στο στήθος, κόβοντας κάποιο νεύρο, και το χέρι έπεσε απότομα κάτω ξερό … «Σε παρακαλώ … μου τραβάς το χέρι μια στιγμή … μούδιασε …» είπε σε ένα φαντάρο δίπλα του … «Κύριε Ανθυπολοχαγέ, στα χείλια σας αίματα …» «Δεν είναι τίποτα … προχωρείτε !!!» Έκανε λίγα βήματα ακόμη και σωριάστηκε λιπόθυμος στην αγκαλιά του Λοχαγού Τσολακόπουλου που είχε τρέξει δίπλα του. Αυτός τον φίλησε και του έσφιξε με θέρμη το γερό του χέρι, σε απόχαιρετισμό … Πιο δίπλα σκοτώθηκε ο Υπολοχαγός Λογοθέτης και τραυματίστηκε ο Υπολοχαγός Καρκατζής. Κατά τις 11 φάνηκε να πλησιάζει από το δρόμο Προσηλίου - Λαζαράδων, εχθρική δύναμη, ίσως και άνω του Τάγματος. Ήταν ένα τμήμα που ερχόταν από την Δεσκάτη, σε πυκνούς σχηματισμούς και αλαλάζοντας, έχοντας επί κεφαλής έναν Δερβίση που ανέμιζε μια πράσινη σημαία με χρυσοκεντημένα πάνω της ρητά από το Κοράνι. Βλέποντας την άσχημη τροπή, ο Συνταγματάρχης μας ου κάλεσε τον Υπασπιστή του τον Στραβοσκιάδη και τον Διοικητή του 1 Τάγματος Λοχαγό Καλκανο δή και διέταξε να στείλουν έναν Λόχο δικό μας να βοηθήσει τον 9 , περνώντας από τα αριστερά του εχθρού για πλευροκόπηση. ος

129

Ο 4 Λόχος, με λοχαγεύοντα τον Ανθυπολοχαγό Σούμπαση έφυγε αμέσως να εκτελέσει τη 130 διαταγή, μαζί με την Διμοιρία πολυβόλων του Κοσμά . Μπροστά οι Διμοιρίτες, οι Ανθυπολοχαγοί Θεοχάρης, Παπαδόπουλος και Στρατηγόπουλος και οι Ανθυπασπιστές Χαροκόπος και 129

(Είχε τραυματιστεί ο Διοικητής του Λόχου Σεγγίνης. Ο Σούμπασης σκοτώθηκε στα Γιαννιτσά μετά από 10 μέρες) 130 Μετέπειτα Αντιστράτηγος, Διοικητής της Ομάδας Μεραρχιών «Κ» και του Α’ Σ.Σ. το 1940-41 και αργότερα (Ιανουάριος 1949) Διοικητής ΓΕΣ, ως το 1951 που αποστρατεύθηκε. Στη συνέχεια εκλέχτηκε Βουλευτής με τον Παπάγο το 1951 και το 1952 και το 1953 έγινε Υπουργός Βορείου Ελλάδος, θέση από την οποία παραιτήθηκε όταν πέθανε ο Παπάγος. Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 97

ος

Κοπελούζος και πίσω ακράτητοι οι φαντάροι. Διαβαίνοντας μια χαράδρα για να επιτεθεί, ο 4 Λόχος καθηλώθηκε προς στιγμή από εχθρικά πολυβόλα που θέριζαν, αλλά δεν έκανε πίσω … «Ζέρβα … τη Διμοιρία σου … ακολουθείστε τους …» μου φώναξε ο Λοχαγός μου. «Από τα αριστερά τους … κάντε κύκλο να βγείτε παραπίσω …» Προχωρήσαμε τρέχοντας, χωρίς δεύτερες σκέψεις, να βοηθήσουμε τα αδέρφια μας. Πήρε ώρα η κίνησή μας, προσπεράσαμε καλυμμένοι σε μια ρεματιά, και όταν μετά από ώρα ο εχθρός μας είδε πίσω του, ήταν αργά γι’ αυτούς. Ανάμεσα σε δυο πυρά, οι Τούρκοι κατατροπώθηκαν. Πιάσαμε αιχμαλώτους, κυριεύσαμε πολυβόλα, δυο άλογα Αξιωματικών και το κυριώτερο, την 131 κατατρυπημένη εχθρική σημαία με τα χρυσοκέντητα λόγια, που πήρε από τα χέρια του ου 132 Δερβίση ο Επιλοχίας του 4 Λόχου Μωκέας . Μας υποδέχτηκαν τροπαιοφόρους με «Ζήτω» οι άλλοι Λόχοι και ο Συνταγματάρχης πήρε τη σημαία στα χέρια του, λέγοντας: «Γενναίοι Αξιωματικοί και οπλίται … σας επαινώ !!!»

Η επίθεσή μας, μας έφερε στα νώτα των Τούρκων του Τάγματος της Οχρίδας, που πολεμούσαν ακόμη στη διασταύρωση των δύο δρόμων. Σαν είδαν αυτοί ότι μπήκαν ανάμεσα σε δυο πυρά, ξέχασαν τις υποσχέσεις που είχαν δώσει στο Διοικητή τους και «ο σώζων εαυτόν σωθείτο …». Θέλοντας να κερδίσουν χρόνο, στείλανε κήρυκα για ανακωχή, τάχα να μαζέψουν τους τραυματίες. «Αδύνατον» απάντησε ο Μέραρχος «η μάχη θα συνεχιστεί» «Αφού είναι έτσι, εγώ παραδίνομαι …» είπε ο κήρυκας, που νοιαζότανε μόνο για το δικό του τομάρι … «Είναι το καλύτερο που έχετε να κάμετε …» Και η μάχη συνεχίστηκε και από ευνοϊκές θέσεις αποδεκατίζαμε τους γενναίους εχθρούς του Τάγματος της Οχρίδας και δεν θα κρύψω ότι όσο πιο λυσσασμένα τους χτυπούσαμε και τους σκοτώναμε άλλο τόσο μας προκαλούσε συγκίνηση ο ηρωισμός τους, καθώς έπεφταν ο ένας μετά τον άλλο, δίνοντας χρόνο στους δικούς τους να υποχωρήσουν από τα Στενά. Στο τέλος, μόνο ο Διοικητής τους ο Σαμή κατάφερε να σωθεί, μαζί με λίγους στρατιώτες του, από ολόκληρο το Τάγμα. Κατά τις δύο το μεσημέρι τέλειωσε κι αυτή η μάχη και ο δρόμος για τα Σέρβια ήταν ανοιχτός. Κόκκινος από αίματα, στρωμένος με πτώματα αλλά και με μανδύες, κουβέρτες, αντίσκηνα και ότι άλλο πετούσαν οι Τούρκοι φεύγοντας … Ακόμη και το Χειρουργείο τους παράτησαν, γεμάτο τραυματίες … Και εμείς, σαν να μην είχαμε άλλο στο μυαλό μας, θυμηθήκαμε την πείνα μας και τρέχαμε ξοπίσω τους, να φτάσουμε μιαν ώρα αρχύτερα στα Σέρβια, με την ελπίδα ότι εκεί θα φάμε και θα 131 132

Βρίσκεται σήμερα στο Εθνολογικό Μουσείο στην Αθήνα Σκοτώθηκε και αυτός στην μάχη των Γιαννιτσών Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 98

ξαποστάσουμε επί τέλους. Στο δημόσιο δρόμο για την πόλη η κίνηση ήταν μεγάλη. Στρατιωτικά κάρα, αραμπάδες και αυτοκίνητα, πηγαινοέρχονταν, ενώ δεξιά και αριστερά κείτονταν πτώματα από τις προηγηθείσες μάχες. Την ώρα που ο Μέραρχος με το Επιτελείο του παίρνανε κι αυτοί το δρόμο για τα Σέρβια, ακούστηκαν πυκνοί πυροβολισμοί. Μια ομάδα Τούρκων είχε κρυφτεί σε ένα βαθούλωμα και βλέποντάς τους άρχισαν να πυροβολούν. Μοιραίο λάθος, γιατί εκεί κοντά ήταν τα πολυβόλα του ου 8 Συντάγματος που τους θέρισαν … Έτσι τελείωσε η μάχη του Σαρανταπόρου … ο

ος

Το 8 Σύνταγμα του Καμπάνη είχε τις περισσότερες απώλειες. Ιδίως ο 4 Λόχος. Εκτός από τον Υπολοχαγό Καρκατζή και τον Ανθυπολοχαγό Λογοθέτη που προανέφερα, και τον Μουντζουρίδη που τραυματίστηκε, σκοτώθηκαν ηρωικά ο Λοχίας Κυριάκος Γεωργαντάς, ο Υποδεκανέας Ιωάννης Κοτσίρης και οι Στρατιώτες Μιλτιάδης Χρυσομάλλης, Ευστράτιος Κούβελας, Αριστείδης Κασιμάτης, Κώστας Ζερβόλης, Λεωνίδας Μαρτσουκάτος, Βασίλης Καρδάρας, Κυριάκος Δρίβας, Χρήστος Μανουλάκος, Θωμάς Λιακουνάκος και Παναγιώτης Πλαγιανάκος. Και άλλοι που δεν μπορώ να θυμηθώ, ας με συγχωρέσουν … Κάποιοι θα πουν, γιατί δεν συνεχίσαμε την καταδίωξη παραπέρα. Η απάντηση είναι ότι ήταν ανθρωπίνως αδύνατο. Αλλά αυτό θα το καταλάβει μόνο όποιος για δύο μερόνυχτα καβάλησε τόσες ράχες και πέρασε τόσα ρέματα, νηστικός και υπό βροχή, με τον θάνατο να παραμονεύει, ορμώντας απέναντι σε πολυβόλα που θέριζαν, αντικρύζοντας τόσο αίμα … Έρχεται η στιγμή που κι ο νικητής ακόμη σταματάει να πολεμάει, όχι για να γευτεί τους καρπούς της νίκης, αλλά γιατί είναι άνθρωπος, με σώμα εξαντλημένο, με πληγές αλλά και με ψείρες, και κυρίως με ένα μυαλό που δεν χωράει άλλο αίμα και πονεμένα βογγητά … Υπήρχαν όμως και οι εξαιρέσεις. Υπήρχε και ο Ίλαρχος Π. Μάνος, που πάντα πήγαινε μπροστά. Κατέλαβε την γέφυρα του Αλιάκμονα πριν την καταστρέψουν οι Τούρκοι και, στις δύο μετά το μεσημέρι, ενώ εμείς προχωρούσαμε με βήμα γοργό για τα Σέρβια, αλήθεια που βρήκαμε τόσο κουράγιο, αλλά είπαμε … η πείνα, αυτός είχε ήδη μπει στην πόλη και είχε φτάσει στη μικρή πλατεία της. Οι Χριστιανοί κάτοικοι της πόλης, στη χαρά τους, ξέχασαν να τον ειδοποιήσουν ότι υπήρχαν ακόμη Τούρκοι μέσα από την πόλη, που υποχωρούσαν από το Σαραντάπορο, περνώντας από το μονοπάτι που είναι δίπλα στο Κάστρο. Τους είχαν πάρει στο κυνήγι οι Εύζωνοι του Κωνσταντινόπουλου, μετά τη μάχη στο Λιβάδι, μπαίνοντας στα Σέρβια από το μονοπάτι της Λάβας. Καθώς έφτασε ο Μάνος στην πλατεία, έπεσε πάνω σε εχθρικά μεταγωγικά και κινητά χειρουργεία. Οι Τούρκοι οδηγοί και συνοδοί καλύφθηκαν αμέσως στις γωνίες των δρόμων και άνοιξαν πυρ, αλλά χωρίς να προκαλέσουν απώλειες. Έγιναν μικροσυμπλοκές, αλλά στο μεταξύ ου ένας Λόχος του 8 πρόλαβε να φράξει την έξοδο της πόλης και έτσι όσοι γλύτωναν από τον Μάνο πέφτανε πάνω τους ή πάνω στους Ευζώνους. Απελπισμένοι οι Τούρκοι άρχισαν να σηκώνουν τα χέρια. Πιάστηκαν πάνω από επτακόσιοι αιχμάλωτοι, ανάμεσά τους ένας Συνταγματάρχης και δεκαεννέα Αξιωματικοί. Αυτή ήταν η τελευταία μάχη της ημέρας. Με τη νίκη στο Σαραντάπορο άνοιξε ολοκληρωτικά ο δρόμος για τη Μακεδονία. Τα Σέρβια, η πρώτη Μακεδονική πόλη που ελευθερώθηκε, ξανάγιναν 133 Ελληνικά μετά από πέντε και πλέον αιώνες σκλαβιάς . Χαρούμενα πρόσωπα αλλά και σκηνές 133

Τα Σέρβια είχαν καταληφθεί από τους Οθωμανούς το 1389 ή το 1393, 60 δηλαδή χρόνια πριν την άλωση της Πόλης. Ο Τούρκος περιηγητής Εβλιγιά Τσελεμπή, που επισκέφθηκε τα Σέρβια την άνοιξη του 1661, έγραψε ότι είχαν ένα θαυμάσιο κάστρο, ισχυρό, χτισμένο με πέτρα, σε τριγωνικό σχήμα, πάνω σε ένα μικρό χωμάτινο και Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 99

μεγάλης σκληρότητας αντιμετωπίσαμε στα Σέρβια. Κάποιοι ντόπιοι Έλληνες όρμησαν στην Τούρκικη συνοικία και έβαλαν φωτιά σε κάμποσα σπίτια. Αυτοί που το έκαναν, λέγεται ότι ήταν συγγενείς των ομήρων από τους Μεταξάδες που έσφαξαν οι Τούρκοι τη νύχτα και τώρα ζητούσαν εκδίκηση. Λίγο πριν τη μάχη του Σαρανταπόρου, οι Τουρκικές αρχές των Σερβίων είχαν συλλάβει 134 δεκάδες εξέχοντες χριστιανούς , τόσο από τα Σέρβια, όσο και από το Μεταξά, καθώς και από άλλα χωριά, για να προλάβουν, όπως έλεγαν, εξέγερση των ντόπιων Ελλήνων. Όλοι αυτοί κλεί135 στηκαν κατά μία εκδοχή στις φυλακές των Σερβίων μαζί με Τούρκους ποινικούς καταδίκους . Ενώ οι όμηροι ήταν κλεισμένοι στη φυλακή, τους επισκέφθηκαν εξαγριωμένοι Τούρκοι, Στρατιώτες και Χωροφύλακες αλλά και ντόπιοι κάτοικοι. Οι Τούρκοι Χωροφύλακες, βλέποντας την ήττα που ερχόταν, πήγαν στη φυλακή και ανοίξανε τις πόρτες, λέγοντας με φτιαχτή ηρεμία: «Ο Στρατός μας νικήθηκε … Εμείς φεύγουμε … είσαστε όλοι ελεύθεροι … εμπρός, ας βγουν πρώτα οι Οθωμανοί και μετά οι Έλληνες …» Οι Οθωμανοί βγήκαν τρέχοντας, όρμησαν στην πλατεία, άρπαξαν ότι μπορούσαν και έφυγαν να ανταμώσουν το Στρατό τους που υποχωρούσε. Οι Έλληνες βγήκαν δισταχτικά στο προαύλιο, μη έχοντας εμπιστοσύνη. Είχαν δίκιο … οι Χωροφύλακες τους περίμεναν και επιτέθηκαν 136 αιφνιδιαστικά, με τουφέκια και μαχαίρια και τους κατακρεούργησαν . Βράζανε τα αίματα, όλοι θέλανε εκδίκηση, κοντά στα ξερά κάηκαν και τα χλωρά … Τη βία της εκδίκησης ακολούθησε το πλιάτσικο και κινδύνεψαν ακόμη και μαγαζιά Ελλήνων, αλλά ευτυχώς, οι περισσότεροι είχαν προνοήσει να χαράξουν μεγάλους σταυρούς με κιμωλία απ’ έξω, και μεγάλες επιγραφές κωνικό λόφο. Στις δυο πλευρές του κάστρου υψώνονταν βουνά με αμπέλια και μέσα υπήρχαν 100 περίπου Ελληνικά φτωχόσπιτα. Δεν υπήρχαν κανόνια, πυριτιδαποθήκες, αποθήκες και τάφροι, αλλά μόνο μια κατεστραμμένη πύλη στη δυτική πλευρά. Όλα τα φιλανθρωπικά ιδρύματα ήταν κάτω στην πόλη. Υπήρχαν έξι μουσουλμανικές συνοικίες, οκτώ Ελληνικές και μία εβραϊκή. Συνολικά 1.800 σπίτια περίπου, όλα με μωρεόκηπους και αμπέλια, το ένα πάνω από το άλλο, γαντζωμένα στο βουνό του κάστρου. Όλα πέτρινα, με σκεπές από κεραμίδια και πλάκες, φροντισμένα και στολισμένα. Υπήρχαν έξι τζαμιά, έξι συνοικιακά μικρά τεμένη, ένας τεκές, δύο γραμματοδιδασκαλεία, ένα λουτρό, χάνι και εκατό περίπου μαγαζιά, αλλά όχι μπεζεστένι (αγορά μεταξιού, αν και στην περιοχή παράγονταν χιλιάδες καντάρια μετάξι και μεταξωτή κλωστή. Πολλοί κάτοικοι φτιάχνανε προσόψια και μπουρνούζια. Το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού ήταν Έλληνες, οι Μουσουλμάνοι ήταν πιο λίγοι. Οι Έλληνες ήταν ανώτεροι από τους μουσουλμάνους, με σπίτια που βλέπανε προς τον Ιντζέ Καρά-Σού (=Αλιάκμονα), που κυλά μέσα στην πεδιάδα και βρίσκεται προς τη βορειοδυτική πλευρά. Η πόλη είχε επτά εκκλησίες χτισμένες με τέχνη και στολισμένες. Και Ελληνίδες, πλούσιες σε ύψιστο βαθμό, που κάθε χρόνο δίνανε δεκαπέντε καντάρια μετάξι… » (Βασίλη Δημητριάδη, «Η κεντρική και Δυτική Μακεδονία κατά τον Εβλιγιά Τσελεμπή», σ.202-204). 134 (68 ή κατ’ άλλους 70 ή 90 ή 117) 135 Μεταξύ των ομήρων αυτών, στους οποίους περιλαμβάνονταν και γυναίκες, αναφέρονται τα ονόματα του Παπα-Κατσιαούνη από τα Σέρβια, του Παπα-Νικόλα από το Παλαιογράτσανο, του Παπα- Γιώργη από το Ορτάκιοϊ (Πλατανόρεμα), του Παπα-Βασίλη, του Παπα-Αντώνη και του Παπα-Θανάση από τον Μεταξά, καθώς και το όνομα του δάσκαλου Κ. Κάρπου που καταγόταν από το Λιβάδι Ολύμπου και υπηρετούσε στα Σέρβια. 136 Ο Γάλλος δημοσιογράφος της Illustration Jean Leune (στο έργο του «Ελληνοτουρκικός Πόλεμος») μας δίνει την παρακάτω περιγραφή: «Τα ακρωτηριασμένα πτώματα ερρίφθησαν εδώ και εκεί όπως έτυχε, αι δε αιμορραγούσαι κεφαλαί, φρικωδώς μορφάζουσαι, με τα χαρακτηριστικά των συνεσπασμένα υπό της οδύνης, ετοποθετήθησαν κατά γης, ως παράταξις φρίκης, εκατέρωθεν της οδού, υπό της οποίας ο Ελληνικός Στρατός έμελλε να εισέλθη εις την πόλιν, ως δια να ευχηθούν το “καλώς ορίσατε” εις τους νικητάς αδελφούς των.» Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 100

«Ελληνικόν», «Ελλάς», «Ζήτω ο Βασιλεύς Γεώργιος» … Κατάκοποι φτάσαμε στα Δικαστήρια των Σερβίων, που έγιναν Φρουραρχείο, για να παρουσιαστούμε. Η μεγάλη αυλή ήταν στρωμένη από ξεσχισμένα Δικαστικά αρχεία. Μετά, τραβήξαμε ψηλά σε μια όμορφη πλατεία με πλατάνια, όπου βρήκαμε μερικά μαγαζιά ανοιχτά. Μπήκαμε σε ένα να ξεκουραστούμε και να πιούμε έναν καφέ. Τα περισσότερα σπίτια τριγύρω ήταν καμένα. Τα έκαψαν οι δικοί μας, γιατί ήταν Τουρκικά, για να εκδικηθούν τη σφαγή των Χριστιανών. Το μαγαζί ήταν Τούρκικο, μα το είχαν καταλάβει δυο Ελλαδίτες απ’ αυτούς που παρακολουθούν το Στρατό για μικρεμπόριο και πλιάτσικο και κάνουν χρυσές δουλειές. 137

Δεν θα πω περισσότερα, γιατί δεν μας τιμούν ξεκουραστήκαμε και φάγαμε, παίρνοντας δυνάμεις για να συνεχίσουμε. Και στο ότι τα Σέρβια ήταν μία πανέμορφη πολιτεία, στριμωγμένη κάτω από απότομα και παράξενα βράχια και χωμάτινα βουνά με βυζαντινά κάστρα και σπιτάκια τριγυρισμένα με πρασινάδες, χτισμένα αμφιθεατρικά, με θέα στον Αλιάκμονα.

όσα είδα … Θα μείνω στο ότι επί τέλους

Και το βραδάκι, βρήκα λίγη ησυχία να γράψω ένα γράμμα στους δικούς μου, που είχα καιρό να το κάνω. Ακόμη δεν είχα πάρει απάντηση από το προηγούμενο γράμμα μου, αλλά δεν παραπονιόμουν. «Σέρβια 10-Χ-1912 Σεβαστέ μου πατέρα, σεβαστή μου μητέρα Υγείαν έχω, το αυτό επιθυμώ και δι’ υμάς Επήραμεν το Σαραντάπορο και εφθάσαμε εις τα Σέρβια θριαμβευταί! Ήτο σκληρός αγών αλλά μην ανησυχείτε. Όπως σας έγραψα και εις την πρώτην επιστολήν μου, ο εχθρός τα παρατάει και φεύγει άμα τη όψει μας. Μπορείτε να είστε υπερήφανοι δι’ εμέ, ο ίδιος ο Συνταγματάρχης μας με συνεχάρη δια τας ανδραγαθείας της Διμοιρίας μου προ των Σερβίων. Κατόρθωμα που επετεύχθη άνευ απωλειών, κάτι δια το οποίον αισθάνομαι υπερήφανος, σκεπτόμενος την τεραστίαν ζημίαν που προξενήσαμεν εις τον εχθρόν. Δυστυχώς, η μάχη δεν ήτο αναίμακτος δια το Σύνταγμά μας. Θα αναφέρω ιδιαιτέρως τον θάνατον του γενναίου Ταγματάρχου Παπαδήμα, φονευθέντος την νύκτα της ενάτης προ του Ραχώβου, 137

Ο συγγραφέας Σπύρος Μελάς, όπως θα δούμε και από την «διήγησή» του σε επόμενη ενότητα, περιγράφει εικόνες λεηλασίας (από τους ντόπιους) που δεν μας τιμούν, μέχρι να βάλει τάξη ο Στρατός μας. Και ότι την επόμενη μέρα χρειάστηκε να δώσει διαταγή ο Αρχιστράτηγος, όταν έφτασε στην πόλη, να κρεμάνε όποιον πιάνανε να κάνει πλιάτσικο. Ας με συγχωρήσουν οι αναγνώστες μου … συνειδητά, προτιμώ να τιμήσω το μεγαλείο και την 100στή επέτειο της νίκης, παρά να σταθώ στα όσα μελανά σημεία θα μπορούσαν να την στιγματίσουν, παριστάνοντας τον πολύξερο από την ασφάλεια της πολυθρόνας μου. Δεν θα κρίνω με δάχτυλα που πατάνε πλήκτρα, αυτούς που κρατούσαν Μάνλιχερ ή αυτούς που έζησαν αιώνες κάτω από ζυγό. Στο τέλος του βιβλίου υπάρχει αρκετή βιβλιογραφία, για όποιον θέλει περισσότερες λεπτομέρειες. Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 101

ου

καθώς και ότι εκ του 9 Συντάγματος διεγράφησαν φονευθέντες ο Δεκανεύς Ιωάννης Κρέστος και οι οπλίται Αλέξανδρος Καραμπάτσος, Νικόλαος Σωτηρόπουλος, Χρήστος Παπασταθόπουλος, Γεώργιος Κοτσόβολος, Βασίλειος Παπαγιανόπουλος, Βασίλειος Μεντής, Χρήστος Κούλης και ο γείτων μας Κωνσταντίνος Παπανικολόπουλος. Παρακαλώ να διαβεβαιώσητε εκ μέρους μου τον πατέραν του, τον αγαπητό κυρ Γιώργο, ότι ο υιός του έπεσεν μαχόμενος ηρωικώς. Και την συμπαθεστάτη κυρα-Γιώργαινα, να της ειπήτε ότι ο Κωνσταντίνος εχάθη ακαριαίως και άνευ πόνου και ότι μέχρι την τελευταίαν στιγμήν ήτο ευχαριστημένος δια τας νίκας μας. Από τους ηρωικώς πεσόντας της Στρατιάς, θα σταθώ εις τον Ανθυπολοχαγόν Μαυροδήμον, όστις, ως γνήσιος Σπαρτιάτης, μόλις εχάραξεν προ της μάχης, επρόσταξεν να του φέρουν από τα μεταγωγικά την βαλίτσαν του, εξυρίσθη, ελούσθη, εκτενίσθη, εφόρεσεν την καλήν του στολήν, γάντια λευκά, μπότες λουστρινένιες και ούτω στολισθείς ως γαμβρός τη ημέρα του γάμου του, ώρμησεν πρώτος εις την μάχην και την αιωνίαν Δόξαν. Ας είναι αιωνία η μνήμη όλων. Θα αναφερθώ και εις τον Πρίγκηπαν Γεώργιον, όστις, ως λέγεται, έλαβεν το βάπτισμα της φωτιάς επί κεφαλής της Διμοιρίας του, ως να ήτο εις απλός Ανθυπολοχαγός … Θα αναφέρω και τα ηρωικάς και λίαν ευστόχους Πυροβολαρχίας των Βλαχάβα, Λύτσικα, Μπουκλάκου και Παξιμάδη, αίτινες βάλουσαι εκ θέσεων σχεδόν ακαλύπτων, έκαμαν τα εχθρικά Πυροβόλα να σωπάσουν! Ω, δεν φαντάζεσθε πόσαι ιστορίαι δόξης κυκλοφορούν από ώρας εντός του καταυλισμού μας, καθώς αφικνύονται και τα λοιπά Σώματα εις τα Σέρβια. Ειλικρινώς, αν τας έγραφα όλας, δεν θα ετελείωνεν ποτέ η επιστολή αύτη. Δια τούτον και θέτω τέλος αναγκαστικώς, διαβεβαιώνοντάς Σας ότι εγώ είμαι καλά και δεν θέλω να ανησυχείτε δι εμέ. Κάνω το καθήκον μου όπως όλοι. Δώσατε την αγάπην μου εις τους αδελφούς και τας αδελφάς μου. Σας ασπάζομαι σεβασμίως Ο υιός σας Αριστείδης» Την επομένη περάσαμε τον Αλιάκμονα, και στρατοπεδεύσαμε για ανάπαυση και ανασυγκρότηση στη διασταύρωση του δρόμου Κοζάνης - Βέροιας.

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 102

Τετάρτη 10 του Οκτώβρη 1912 – Σαραντάπορο – Μαρτυρίες ης

Σήμα της 1 Μεραρχίας προς το Γενικό Στρατηγείο «Αρ. 377 Λόφος Ν.Α. Βίγλας, 10-Χ-1912 ώρα 1.59 μ.μ. Γεν. Στρατηγείον Εν τω πεδίω της μάχης αφήκα δύο διμοιρίας Πεζικού και μίαν διμοιρίαν Σκαπανέων προς περισσυλογήν των τραυματιών και μεταφοράν αυτών εις τα πλησιέστερα χειρουργεία ως και την περισυλλογήν και ταφήν των νεκρών. Η εργασία αύτη θα απαιτήση χρόνον λόγω της εκτάσεως του χώρου της μάχης, του διακεκομμένου του εδάφους, και του μεγάλου πλήθους των τε νεκρών και τραυματιών, δι’ ο διέταξα το απόσπασμα τούτο όπως συναντήση το σώμα του μόνον όταν περαιώση την εργασίαν του. Δια τας ανωτέρω εργασίας ως και δια την εξασφάλισιν ενδιαμέσων σταθμών, των συγκοινωνιών αίτινες διαρκώς επιμηκύνονται, λαμβάνω την τιμήν να παρακαλέσω όπως το Γενικόν Στρατηγείον διατάξη ό, τι εγκρίνει. Ι Μεραρχία Μανουσογιαννάκης» Όταν ήρθε ο Ελληνικός Στρατός το 1912 Αφήγηση (απομαγνητοφωνημένο απόσπασμα 1978) του Γιάννη Κωνσταντόπουλου (Κατσιούλη)

«Όταν ήρθει ου ελληνικός στρατός, ιγώ ήμαν 12 χρουνών. Τα θυμάμει όλα πουλύ καλά. Ειμείς δεν είχαμει Τούρκ’ στου χουριό, αλλά απ΄ του Ξέρασμα μέχρι τ’ Μιταξά ήταν γιουμάτου, εικείνις τ’ς μέρις. Άλλι έρχουνταν, άλλι έφυγναν. Όλου του βράδ’ ακούγουνταν πυρουβόλα και όπλα. Ιδώ παραπάν’ στου Ξέρασμα μέχρι του Ριάχουβου κι τσ’ Καλδάδις, ήταν γιομάτου Τούρκ’ς. Τα ξημερώματα όταν έφτασε του ελληνικό, δεν έκαναν τίπουτα. Μόνου κοιτούσαν, να φύγ’ν. Μια ουμάδα τούρκοι ήθιλαν να παρ’ν όμηρους άντρες απ΄ του χουριό, αλλά δεν τα κατάφιραν. Πήραν όμως απ΄ τι Μιταξά. Καμιά πενηνταριά άντρες θα πήραν. Όταν πειρνούσαν ιδώ απ΄ του Χαΐρι, άρχισε να βάζει απάν’ απ΄ τ’ν Τσιτσιούλα το ελληνικό πυροβολικό, αλλά ήταν μακριά κι δεν τ’ς πρόλαβαν. Τ’ς πήραν μαζί τ’ς στα Σέρβια κι τ’ς σκώτουσαν. Του χουριό ήθηλει να πάει να διχτεί του στρατό. Οι τρανοί ιδώ στου τσκάρ’ συζητούσαν τι να καν’. Σι λίγου είδαν καμιά δικαριά έλληνες αξιωματικούς να κατιβαίν’ απ΄ τα’ Αλέξ’ τη βρύσ’. Μπήκαν στου χουριό καβάλα στ’ άλουγα. Τις υπουδειχτήκαμε καλά. Σι λίγου ήρθει είδησ’ ότι στου Ξέρασμα, ένας Τούρκους, που είχει ξημείνει, πυροβόλ’σι κι σκώτουσι τουν Παπαδήμα. Αυτός ήταν Ταγματάρχης ...» ΤΗ ΜΕΡΑ ΤΗΣ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗΣ ΣΤΟ ΔΕΛΙΝΟ (Του Σπύρου Μελά από το βιβλίο: Οι πόλεμοι 1912-1913. σελίδα 100-105. Κεφάλαιο ΙΑ΄ «Σ‘ αναζήτηση της 5ης Μεραρχίας») η

«Θα παρακαλέσω τώρα τον αναγνώστη ν’ αφήσουμε για μια στιγμή την 4 Μεραρχία, για να ταξιδέψουμε, να πάμε ν’ απαντήσουμε την Πέμπτη. Πού βρισκότανε; Δεν το ξέραμε ούτ’ εμείς. Έπρεπε να ψάξουμε να τη βρούμε στην κατεύθυνση που είχε δώσει ο στρατηγός: κατά το χωριό Δέλινο, που θα μας οδηγούσε μια γιδόστρατα όλο γκρεμούς, ο Λουκάς, ο κακόμοιρος αδελφός της όμορφης του Ραχόβου. Ήμαστε, μαζί μ’ αυτόν, μια μικρή περίπολος από εφτά πρόσωπα: τρεις καβαλάρηδες, ένας δεκανέας, ο ανθυπίλαρχος Βαρδουλάκης κι αυτός που γράφει. Όταν φτάσαμε στο Δέλινο και ξεπεζέψαμε στη μικρή πλατεία, οι χωριάτες μας ζώσανε σαν φοβισμένοι:

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 103

- Δεν πάει μισή ώρα, κύριε αξιωματικέ, είπε ένας απ’ όλους, που από δώθε πέρασαν τούρκικες 138 καβάλες ... - Πόσες; - Δέκα καβάλες ήτανε, κύριε αξιωματικέ ... - Σας πείραξαν; - Όχι. Χάλιεψαν να μαθαίνουν πούθ΄ έκαμι του Ηλλινικού τ’ ασκέρι ... - Εσείς τι τους είπατε; - Δεν ξέρουμι! ... αυτό τους είπαμι. - Καλά. Για πες μου τώρα, δεν ξέρετε στ’ αλήθεια αν είναι ελληνικός στρατός εδώ κοντά; - Στου Ράχοβου λιεν πως είνι ... - Από κει ερχόμαστε... Αλλού δεν είναι στρατός δικός μας; - Κατά τον Τρανόβαλτο λιεν ... Ου δάσκαλους θα ξέρ’ ου μυλουνάς απ’ ώχει του μύλου κατ’ στου πουτάμ’ λιέει απ’ την αυγή περνάνε τέτοια ταμπούρια κατά την Κζάνη. - Ταμπούρια; - Αχά, ταμπούρια, ασκέρια ... - Καλά, πάρε τ’ άλογα μια στιγμή εδώ, ριχτ’ τους άχυρο, δώσε μας λίγο ψωμί και φώναξε αμέσως το δάσκαλο... - Μετά χαράς κύριε αξιωματικέ... Από σήμερις εγώ του φέσι μ’ θα του σκίσου, κύριε αξιωματικέ... 139 140 Δεν έχει πια νιζάμηδες και σουαρήδες και ζαπτιέδες ... Ζήτου του Ηλλινικό! Ο χωριάτης, ένας στεγνός, μεσόκοπος γεωργός, παρέδωσε τ’ άλογά μας σε κάποιο συγγενή του και μας πήγε από ένα χαριτωμένο δρομάκο στο σπιτάκι του, στεγασμένο μ’ ακανόνιστες πλάκες όπως τα σπίτια των χωριών του Πηλίου. Μας έμπασε σε μια μεγάλη κάμαρη, ολόγυμνη, με τους τοίχους φρεσκοβαμμένους και στρωμένη με ψάθα. Στο τζάκι καίγανε μεγάλα κούτσουρα. Καθισμένη κοντά έπλεκε μάλλινη κάλτσα η νοικοκυρά, εικόνα χωριάτικης καλλονής, ξεβαμμένη απ’ την πολυκαιρία. Άμα μας είδε, άφησε στη στιγμή τη δουλειά της κι ήρθε να μας προαπαντήσει και, καθώς άκουσε να τη λέμε «μητέρα» δεν μπόρεσε να κρατήσει τα δάκρυά της. - Αχ, πηδάκια μ’... Είνι μα μην πιστέβ’ κανένας τα μάτια τ’!... Με μια ματιά συνεννοήθηκε με τον άντρα της. … Ο δάσκαλος που είχαμε ζητήσει έφτασε στο μεταξύ. Ήταν ένας αδύνατος ρασοφόρος μ’ ολοστρόγγυλα και μεγάλα ματογυάλια σαν φανάρια ατμομηχανής, αξιοπρεπής και περήφανος ότι έκανε το φύλακα και των δύο συγχρόνως μεγάλων εθνικών παραδόσεων, της γλώσσας και της θρησκείας. Έκανε φράσεις επί μια ολόκληρη ώρα, στάθηκε όμως αδύνατο να μας δώσει μια ξάστερη πληροφορία. - Λιέου να πααίνουμι στου Μόκρου, κύριε αξιωματικέ – είπε ο Λουκάς, που ζαρωμένος σε μια γωνιά έχασκε θαυμάζοντας τη σοφία του δασκάλου, που δεν καταλάβαινε ωστόσο ούτε μια λέξη απ’ τη ρητορική του - ικεί στου Μόκρου ου Δημήτρ’ς θα ξέρ’!... - Ποιος είναι ο Δημήτρης; - Ένας τζουμπάνους. Καβαλικέψαμε. Χρειάστηκε να μεταχειριστώ βία για ν’ αφήσει το παχνί ο φουκαράς ο ντορής μου. Ο Λουκάς πήγαινε μπροστά ξυπόλητος κάτω από τη ραγδαία βροχή που άρχισε να πέφτει εφαρμόζοντας μ’ υπομονή ανεξάντλητη το χριστιανικό ρητό “και όστις σε αγγαρεύει μίλιον εν, ύπαγε μετ’ αυτού δύο”.

138

(Ιππείς) (Τούρκοι Ιππείς) 140 (Τούρκοι Χωροφύλακες) 139

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 104

Μας οδηγούσε μακριά από τους πατημένους δρόμους, από μονοπάτια γνωστά μονάχα σε βοσκούς για ν’ αποφεύγουμε συνάντηση με ομάδες φυγάδων. 141 Φτάσαμε σώοι και αβλαβείς στο Μόκρο. » Από το βιβλίο του Γ. Τσοκόπουλου «Από τα πεδία των μαχών» (Βιβλιοπωλείον της «Εστίας», Αθήνα 1913)

«Ομιλών προς ξένον δημοσιογράφον ανώτερος Τούρκος αξιωματικός, ο οποίος δεν είχε λάβει μέρος εις την μάχην του Σαρανταπόρου, έλεγε με αληθινήν έκπληξιν. “Απορώ ακόμη δια την εγκατάλειψιν του Σαρανταπόρου από τους ιδικούς μας. Έως την νύκτα το κέντρον της παρατάξεώς μας είχε τηρήση τας θέσεις του, η δε δεξιά μας είχεν υπερισχύση. Η μάχη επρόκειτο να κριθή την επομένην. Αλλά πριν ξημερώση οι δικοί μας είχον εγκαταλείψη τας οχυρωτάτας θέσεις των.” Ο αξιωματικός ο οποίος έλεγεν αυτά δεν ήξευρεν ότι την νύκτα … εκυκλοφόρησεν η τρομερά φήμη ότι οι Έλληνες είχαν προχωρήση ήδη πλαγίως ότι η οπισθοχώρησις απεκλείετο και ότι ολόκληρος ο στρατός θα ηχμαλωτίζετο ή θα κατεστρέφετο περικυκλωμένος από όλα τα μέρη.»

141

Την 5η Μεραρχία δεν κατάφεραν να την βρουν … Γιατί η 5η Μεραρχία είχε ούτως ή άλλως καθυστερήσει … αλλά ούτε και το Μόκρο (Λειβαδερό) ήταν στην πορεία της … από εκεί πέρασε η 4η Μεραρχία. Τελικά ο Μελάς κατάφερε να έρθει σε επαφή μαζί της την επόμενη μέρα … μάλλον ήταν καλύτερος ως συγγραφέας παρά ως … ανιχνευτής … Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 105

Συνέπειες της Μάχης του Σαρανταπόρου Ένας «εφηβικός» και αδοκίμαστος Στρατός, λαμπρά οπλισμένος αλλά χωρίς εμπειρία μεγάλων μαχών, ενηλικιώθηκε υπερνικώντας μια έξοχα οχυρωμένη θέση, χάρη σε ένα καλό σχέδιο, αλλά κυρίως χάρη στην ορμή, τον ενθουσιασμό και το πείσμα των Αξιωματικών και των Στρατιωτών του. Ιδιαίτερη μνεία πρέπει να γίνει για το Επιτελείο και τον λεπτομερή σχεδιασμό του, αλλά και για ης τους Διοικητές των μεγάλων μονάδων, που κάποιοι, όπως ο Μοσχόπουλος της 4 Μεραρχίας ης επέδειξαν εξαιρετικό τακτικό και στρατηγικό πνεύμα, ενώ κάποιοι άλλοι, όπως ο Διοικητής της 5 Μεραρχίας και ιδίως ο Διοικητής της Ταξιαρχίας Ιππικού, αποδείχθηκαν κατώτεροι των 142 περιστάσεων και των απαιτήσεων του ρόλου τους . Μνεία επίσης πρέπει να γίνει για το έξοχο και ακριβές Πυροβολικό. Ακόμη και ο Ταχσίν εντυπωσιάστηκε από την αποτελεσματικότητα του ελληνικού Πυροβολικού, που, αν και μπήκε στη μάχη αργά το μεσημέρι της πρώτης μέρας της μάχης, κατάφερε να σιγήσει το πανίσχυρο αντίπαλο Πυροβολικό που είχε πολύ μεγαλύτερη εμβέλεια και εξαίρετα πεδία πυρός. Οι σύμμαχοί μας δεν περίμεναν την νίκη αυτή, ή στην καλύτερη περίπτωση θεωρούσαν ότι θα κολλούσαμε στο Σαραντάπορο για μερικές εβδομάδες. Πίστευαν δηλαδή ότι θα είχαν τον χρόνο οι Μαυροβούνιοι να καταλάβουν το Ελμπασάν, οι Σέρβοι το Μοναστήρι, οι Βούλγαροι την Ανατολική Μακεδονία και τη Θράκη και ίσως και την Κωνσταντινούπολη, και ότι η Θεσσαλονίκη θα κατέληγε σε Βουλγάρικα ή Σέρβικα χέρια. Αλλά το Σαραντάπορο έπεσε σε πέντε μόνο ημέρες από την έναρξη του πολέμου. Και από εκείνη τη στιγμή, η Ελλάδα έγινε σύμμαχος υπολογίσιμος και με ισχυρές βλέψεις. Αυτή ήταν η στρατηγική σημασία της μάχης του Σαρανταπόρου. Όσον αφορά το τακτικό μέρος της μάχης, παραθέτω τα συμπεράσματα του Στρατηγού Νικ. 143 Σπυρόπουλου , ως πλέον αρμοδίου: «Μάχη Σαρανταπόρου, συμπεράσματα: Ο,τι δεν ηδυνήθησαν ή δεν θα ηδύναντο να επιφέρουν τέσσερεις μεραρχίαι επιτιθέμεναι κατά μέτωπον, το επέφερεν ο υπερκεραιωτικός ελιγμός, όστις επέτυχεν, διότι καλώς παρεσκευάσθη υπό της Διοικήσεως ήτις εκτέλεσεν τον ελιγμόν τούτον. Δεν παρημέλησεν την κατά μέτωπον επίθεσιν και ούτω, αγκιστρώνει τον εχθρόν και δίδει καιρόν εις την τετάρτην Μεραρχίαν να αχθή εις τα Στενά Πόρτας και να αποκόψει την υποχώρησιν του εχθρού. Ο δε εχθρός, αντιληφθείς τον εκ νώτων κίνδυνον δεν δύναται να αναδιοργανωθή εις την όντως οχυρωτάτην τοποθεσίαν, υποχωρεί και ούτω επέρχεται η νίκη υπέρ των Ελλήνων. Άρα η Διοίκησις της επιθέσεως πρέπει να ανευρίσκει το πεπερασμένον της εχθρικής αμυντικής διατάξεως και να ενεργεί υπερκεραιωτικόν ελιγμόν, χωρίς όμως να εγκαταλείπη την κατά μέτωπον επίθεσιν, ίνα μη δίδη καιρόν εις τον αμυνόμενον να μεταφέρη δυνάμεις προς το μέρος που πρόκειται να ενεργήση υπεκεραιωτικώς, διότι τότε, αντί να αιφνιαδιάση, αιφνιδιάζεται και χάνει την μάχην».

142 143

(και δεν άργησε η αντικατάστασή τους) (Καθηγητή της Σχολής Πολέμου κατά τον μεσοπόλεμο) Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 106

Πέμπτη 11 του Οκτώβρη 1912 – Οι τραυματίες (Αφήγηση της Νικολέττας144)

Πριν τον πόλεμο ήμουν φοιτήτρια στο δεύτερο έτος της Ιατρικής. Με το που κηρύχθηκε η επιστράτευση θεώρησα ότι το καθήκον μου ήταν κοντά στα παλληκάρια που θα πολεμούσαν. Μία οικογενειακή μας φίλη ήταν «Κυρία της Αυλής» και με σύστησε στην Πριγκίπησσα Ελένη, που με δικά της έξοδα και φροντίδες είχε αναλάβει την μετατροπή ενός εμπορικού συρμού με 15 βαγόνια σε Νοσοκομειακό, προσθέτοντας κλίνες κλπ. Στο τραίνο αυτό μεταφέραμε συνήθως τραυματίες σε φορεία. Για τους πιο ελαφρά, αυτούς που μπορούσαν να ταξιδέψουν καθιστοί, χρησιμοποιούσαμε έναν άλλο συρμό, με 12 βαγόνια Α’ θέσεως. Τα δύο τραίνα έκαναν συνεχή δρομολόγια από την Λάρισα προς την Αθήνα και τον Πειραιά. Και εγώ, ήμουν μία «εθελόντρια νοσοκόμα», της «Υγειονομικής Υπηρεσίας των Μετόπισθεν». Μετά τη μάχη του Σαρανταπόρου, χίλιοι σχεδόν τραυματίες χρειάστηκαν περίθαλψη. Αυτοί μεταφέρονταν στους «σταθμούς επιδέσεως» ή στα Χειρουργεία που ήταν στην «ζώνη των πρόσω». Εκεί η κατάσταση ήταν άσχημη. Όχι επειδή δεν είχαν ληφθεί μέτρα ή δεν υπήρχε προσωπικό, αλλά τόσοι τραυματίες σε δύο μέρες ήταν κάτι που ξεπερνούσε τις όποιες δυνατότητες. Και ήταν και η πρώτη μεγάλη μάχη. Από τους τραυματίες που διακομίζονταν σε εμάς, ακούγαμε τρομερές ιστορίες για εκατοντάδες πληγωμένους που συνωστίζονταν σε σταύλους και σε σκηνές, δίπλα στο χάνι Χατζηγώγου. Από εκεί ξεκινούσαν αυτοκίνητα ή κάρα γεμάτα με τραυματίες για τα νοσοκομεία της Ελασσώνας, ενώ οι πιο ελαφρά τραυματισμένοι πορεύονταν ως την Ελασσώνα και με τα πόδια ακόμη, σχηματίζοντας μακριές φάλαγγες. Στη συνέχεια, όσοι από αυτούς είχαν «σταθεροποιηθεί», διακομίζονταν στην Λάρισα και εκεί, άλλοι μένανε στο Στρατιωτικό Νοσοκομείο της Λάρισας, που έφτασε να έχει και 600 κλίνες μετά από λίγες ημέρες, και άλλοι φορτώνονταν στα τραίνα για τη μεταφορά τους στην Αθήνα, έτσι ώστε να αποσυμφορίζεται διαρκώς η κατάσταση στα «πρόσω». Τι να πρωτοθυμηθώ και τι να σας περιγράψω; Έβλεπες παλληκάρια όλο νειάτα, που είχαν χάσει ένα χέρι ή ένα πόδι, και άλλα που είχαν χάσει την όρασή τους, και σ’ έπιανε η ψυχή σου. Έβλεπες Αξιωματικούς που τους έπιανε το παράπονο για την ατυχία τους, κι όλο ρωτούσανε να μάθουν πώς πάει ο πόλεμος, πού είναι η Μεραρχία τους, σαν να μην είχαν άλλο πρόβλημα … Για όλους αυτούς, στη διάρκεια του ταξιδιού, γινόμασταν μάνες κι αδερφές. Ήταν άλλοι που θέλανε συνέχεια κουβέντα και παρηγόριες. Και ήταν κι άλλοι που θαρρείς και τους παρηγορούσε μόνο η παρουσία μας, λες και τους έφτανε ένα μόνο χαμόγελο. Και ντρέπονταν που μας γίνονταν βάρος … Έκανα συνολικά δέκα ταξίδια πάνω – κάτω με αυτό το τραίνο, αλλά στο τέλος δεν άντεχα. Ένιωθα ότι δεν ήταν για μένα αυτή η δουλειά. Δεν μου αρκούσε να χαμογελάω ακούγοντας ιστορίες και καημούς, ούτε να αλλάζω γάζες, να καθαρίζω λερωμένους και να φτιάχνω τσάγια. Εγώ ήθελα να προσφέρω περισσότερα. Ήθελα μια μέρα να γίνω γιατρός, είχα πάθος για τη χειρουργική, κι ας ήμουν γυναίκα, κι ας είχα γίνει δεκτή με δυσκολίες στην Ιατρική. Έπρεπε να βρω τον τρόπο να μεταφερθώ στα πρόσω, στα χειρουργεία. Και τον βρήκα. Μετά το δέκατο ταξίδι, συναντήθηκα τυχαία με τον Διευθυντή Χειρουργικής και Καθηγητή μου κ. Γκύζη, που ήταν τότε Διευθυντής στο Πλωτό Νοσοκομείο «Αλβανία» της Πριγκήπισσας Μαρίας Βοναπάρτη. Πήρα την άδεια της Πριγκήπισσας Ελένης και έφυγα μαζί του, στο επόμενο ταξίδι του πλοίου για την Πρέβεζα. Με κράτησε μαζί του στο πλοίο για τρία ταξίδια, λέγοντάς μου ότι «έπρεπε πρώτα να πληρώσω το εισιτήριό μου», καθώς με θεωρούσε έμπειρη από τις διακομιδές με το τραίνο. Και τελικά, «με την 144

(Νικολέττα Παπαλάμπρου, μυθιστορηματική «ηρωίδα», εθελόντρια Νοσοκόμα. Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 107

ευχή του», κατάφερα να βρεθώ στην Πρέβεζα, όπου ο επί κεφαλής των Στρατιωτικών Νοσοκομείων Επίατρος κύριος Θ. Σταθόπουλος με έστειλε στο Νοσοκομείο του Ερυθρού 145 Σταυρού, που ήταν στην παραλιακή λεωφόρο . Το Νοσοκομείο αυτό ήταν μικρό, είχε μόνο 50 κλίνες, και με έστειλαν εκεί επειδή οι περισσότεροι γιατροί ήταν ξένοι και εγώ μιλούσα πολύ καλά τα Γαλλικά.

Αλλά για την Πρέβεζα θα σας πω άλλη φορά, αν μας δοθεί η ευκαιρία. Και δεν αποκλείεται να σας πω και πώς γνώρισα εκεί έναν υπέροχο νεαρό Ανθυπολοχαγό, που έμελλε αργότερα να γίνει ο 146 άντρας της ζωής μου …

145

(στην οικία Τσακαλώτου) (Σημείωση του «δημοσιογράφου») Η Νικολέττα, που ήταν μακρινή συγγενής του παππού μου και περήφανη για την καταγωγή της από «του Παπαλάμπρου την αυλή», πέθανε δυστυχώς το 1968 και δεν πρόλαβα να μιλήσω μαζί της για τον πόλεμο. Αλλά υπήρχαν τα ημερολόγια που κρατούσε, που τα είχε φυλάξει ο άντρας της ο Αριστείδης 146

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 108

Πέμπτη 11 του Οκτώβρη 1912 – Απελευθέρωση Κοζάνης, Ταξιαρχία Ιππικού (Διήγηση του Νικόλα147)

Στις 9 Οκτωβρίου άρχισε η διήµερη μάχη του Σαρανταπόρου. Η Ταξιαρχία μας κινήθηκε αργά και δεν κατάφερε να φτάσει έγκαιρα στη γέφυρα του Αλιάκµονα και να αποκόψει τον εχθρό που υποχωρούσε ηττηµένος. Έτσι οι Τούρκοι ξέφυγαν προς το βορρά. Όλες αυτές τις μέρες, οι περισσότεροι Κοζανίτες ήταν κλεισμένοι στα σπίτια τους γιατί δεν ήξεραν τι θα γίνει. Φοβόντουσαν ότι οι Τούρκοι στη λύσσα και στη μανία τους θα ξεσπούσαν πάνω τους, όπως είχαν κάνει και στα Σέρβια. Έμειναν κλεισμένοι και αμπαρωμένοι και όσοι είχαν όπλα τα είχαν έτοιμα, σύμφωνα με τις κρυφές οδηγίες του Δημάρχου και του Δεσπότη, που κυκλοφόρησαν από στόμα σε στόμα. Από μακριά στο Σαραντάπορο, οι ομοβροντίες τον κανονιών ακούγονταν καθαρά όλη νύχτα κι έκαναν εφιαλτικό τον ύπνο τους. Τα νέα έδιναν κι έπαιρναν κι άλλαζαν από στόμα σε στόμα: 148 «Οι Τούρκ’ ιέρχουντι … οι Τούρκ’ σκουρπούν … ιέρχιτι του Νιλλην’κό» . Οι πιο τολμηροί, αυτοί που δεν άντεχαν άλλο στην αγωνία, ξεχύθηκαν στους δρόμους της πόλης. Δεν τους τρόμαζαν πια οι φοβέρες του Ομέρ Χιλμή, του τρομερού προέδρου του κομιτάτου των Νεότουρκων, του τραυλού Αντισυνταγματάρχη που είχε φοβερίσει την Κοζάνη, λέγοντας πως «το αίμα θα τρέξει στα ρείθρα των πεζοδρομίων της» και που είχε στρέψει τις κάννες των πυροβόλων από το Τζιτζιλέρ προς την Κοζάνη. Λόγια οργής κι απόγνωσης του τέλους που έβλεπε να πλησιάζει. Ο άμοιρος, ήθελε να βγάλει τη 149 λύσσα της ήττας του, πάνω στα γυναικόπαιδα… Πέμπτη 11 του μήνα, κατά τις 10 το πρωί, οι πόρτες άρχιζαν δειλά να ανοίγουν κι έβλεπε κανείς κεφάλια να ξεπροβάλλουν ανιχνεύοντας γύρω τριγύρω. Φοβισμένοι ακόμη, κρατώντας σφιχτά στο χέρι τον παλιό το γκρα ή την πιστόλα την Μαυροβουνιώτικη, πίσω από την πόρτα να μην φαίνεται … Και ψίθυροι. Πολλοί ψίθυροι … «Τι γίνιτι; Άκσις καντίπουτας ή δεν…»; Κατά το μεσημέρι, οι Κοζανίτες ξεθάρρεψαν από την πολλή ησυχία και βγήκαν στους δρόμους. Στην εκκλησία του Αι-Γιώργη, ο μικρός καντηλανάφτης, ακούγοντας θορύβους, φώναξε τρομαγμένος τον παπά: «Παπά μ’ πχιάλα, Τούρκ’ !!!» Βγήκε ξαφνιασμένος ο παπάς, αλλά άκουσε να του μιλάνε στα Ελληνικά: «Χριστιανοί είμαστε. Χριστιανοί που λιποτάκτησαν απ το Τούρκικο τ’ ασκέρι. Σώσε μας παπά μας» Λίγο αργότερα, από τ’ άλλο άκρο της πόλης, ακούστηκαν φωνές τρομαγμένες, από την Εκκλησία 147

(Δεκανέας Ιππικού Νικόλαος Αργυρός, 1ο Σύνταγμα Ιππικού, μυθιστορηματικό πρόσωπο) (Οι διάλογοι προέρχονται από διηγήσεις αλλά και δημοσίευμα του Γιώργου Χ. Παφίλη στην εφημερίδα «ΓΡΑΜΜΗ» της Κοζάνης, φύλλο 493 του Οκτώβρη 2001) 149 Λέγεται ότι τον βομβαρδισμό και την καταστροφή της πόλης απέτρεψε με διαταγή του ο ίδιος ο Τούρκος Αρχιστράτηγος Ταχσίν Πασάς 148

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 109

του Αγίου Κωνσταντίνου, που αναστάτωσαν τους μαζεμένους στο δρόμο που οδηγούσε προς τα Σέρβια. « Έρχονται οι Τούρκοι!!!» Πολλοί τρέξανε να κρυφτούν, μέχρι να δουν τι συμβαίνει. Μια φάλαγγα Τούρκων από την «Φαρδόστρατα» και τις «Λούνες» μέσω του «Κεραμαργιού» και της οδού «Παύλου Χαρίση», προχωρούσε κακήν κακώς για τα Καϊλάρια, με σκυμμένα τα κεφάλια και τα όπλα υπό μάλης, τρομαγμένοι, χωρίς να τολμήσουν να πειράξουν κανέναν. Σαν είδαν οι Κοζανίτες πως δεν υπήρχε κίνδυνος, ξεπρόβαλαν και πάλι. Ανακουφισμένοι, γύρισαν τρέχοντας ξανά προς την οδό Σερβίων. Και κάποιοι τράβηξαν για την κεντρική πλατεία του Αγίου Νικολάου, και οι νεότεροι ανέβηκαν στο καμπαναριό, να αγναντέψουν μακριά στο βάθος τον ορίζοντα. Ενώ άλλοι, πήγαν στα υψώματα του Αγίου Δημητρίου, όπου από κει έβλεπε κανείς τον δρόμο προς το Τζιτζιλέρ και «τ’ Μήλιου του τσιφλίκ’». Εκεί κοντά είχε μαζευτεί και το πιο μεγάλο μέρος των κατοίκων, μαζί με τον Δεσπότη, το Δήμαρχο, τους Δημογέροντες και τους Προύχοντες. Ο φόβος φυλούσε τα έρημα ... Από εκεί μακριά, θα προλάβαιναν να δουν όποιον πλησίαζε, αν ήταν Έλληνας ή Τούρκος … Σαν ανέβηκε ο ήλιος στη μέση του ουρανού δεν ακουγόταν τίποτα. Και αυτή η ησυχία έκανε την αγωνία ακόμη πιο δραματική. «Τι καρτεράμε μωρέ» ακούστηκε η φωνή ενός ψυχραιμότερου. «Πάμε να βρούμε τους Έλληνες!». Έτρεξε στο σπίτι του και πήρε την σαμαρωμένη φοράδα. Έβαλε κατάσαρκα την ελληνική σημαία, καβαλίκεψε, έδωσε μια στα πλευρά της και κατηφόρισε προς το «Τσιαϊπούν’», έστριψε δεξιά στο αμπέλι του Ρεπανά από κει στου «Κακαμάντζα τον πλάτανο», προχωρώντας ίσα με διακόσια μέτρα δεξιά από τον αμαξιτό δρόμο, για να φυλάει και τα νώτα του … Και κάπου στα τρία χιλιόμετρα, στου Μήλιου το τσιφλίκι, ήταν η στιγμή που μας αντίκρυσε. Κοιταχτήκαμε ... Ο Σούτσος, ο Υποστράτηγός μας, ξεχώρισε τρεις από μας, ορίζοντάς μας ανιχνευτές, να πλησιάσουμε τον καβαλάρη που είχε βγάλει την Ελληνική σημαία από τον κόρφο του και την κουνούσε με ενθουσιασμό. «Εεε … από δω … Έλληνεεες … από δω…». Είδαμε την αγωνία ζωγραφισμένη στο πρόσωπό του. Φοβότανε, γιατί αργούσαμε να μπούμε στην πόλη. Φοβόντουσαν όλοι οι Κοζανίτες, μην ξεσηκωθούν οι Τούρκοι χωριάτες οι Κονιαραίοι και κάψουν την πόλη, μην της κάνουν κακό. Τον πλησιάσαμε από την άλλη πλευρά του λάκκου, σε απόσταση περίπου εκατό μέτρων. «Έλληνας είσαι; Υπάρχουν Τούρκοι στην πόλη;» «Καγκάνας!!! Δεν υπάρχει ψυχή… Καγκάνας Τούρκους. Σας καρτιρούμι …» μας απάντησε. «Προχώρα μπροστά και σε ακολουθούμε» Εκείνος μες στην τρελή χαρά, έδωσε με τα πόδια του δυο γερές στα πλευρά της φοράδας του και ανεμίζοντας τη σημαία άρχισε να ουρλιάζει σαν μικρό παιδί. «Έρχουντι! Έρχιτι του Νιλλην’κό!!!» Πυροβόλησα στον αέρα και του φώναξα: «Δεν θα φύγεις μπροστά μας περισσότερο από πενήντα μέτρα, για να ’χουμε το νου μας, αλλιώς θα σε δέσω» Υπάκουσε. Προχωρούσε με συγκρατημένη βιάση κοντά μας, κι εμείς φοβόμασταν μη μας έχουν στήσει Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 110

παγίδα, μην ξεπροβάλλουν Τούρκοι και μας χτυπήσουν. Γύριζε το κεφάλι και μας κοιτούσε. Τι αγωνία, Θεέ μου, στο βλέμμα του. Η καρδιά του, η ψυχή του, η λαχτάρα για τα καλά μαντάτα, είχαν φτάσει κιόλας στην πόλη, στους συμπολίτες του, κι ας ήταν μόνο λίγα μέτρα μπροστά μας. Σαν φτάσαμε έξω από την πόλη, δεν βάστηξε άλλο. Έδωσε μια κι άρχισε να καλπάζει προς το συγκεντρωμένο πλήθος. «Τες καμπάνες μπρε! Τες καμπάνες! Ήρθαν οι Έλληνις!!!» Ο ενθουσιασμός των Κοζανιτών ήταν απερίγραπτος. Έβγαλαν τα φέσια κι άρχισαν να τα πετάνε ψηλά, να τα ποδοπατούν, τα λευκά μαλλιά των γερόντων να ανεμίζουν απ’ το γλυκό βοριαδάκι. Ζητωκραυγές παντού, οι καμπάνες των εκκλησιών χτυπούσαν σαν τρελές και το αεράκι μετέφερε απ’ άκρου εις άκρον τον ερχομό μας. Παντού Ελληνικές σημαίες. Ακόμα απορώ πού βρέθηκαν 150 151 τόσες πολλές σημαίες και ξεδιπλώθηκαν κι ανέμιζαν. Μας οδήγησαν στον κεντρικό δρόμο και μας φέρανε μπροστά στον Δεσπότη. Αυτός, ντυμένος με τα χρυσά του άμφια και με τη βυζαντινή του πατερίτσα να μας ευλογεί και να κλαίει, να κλαίει με κείνο το δάκρυ της χαράς, το αναστάσιμο. Οι κοπελιές δακρυσμένες, βάζανε βασιλικό και χρυσάνθεμα στα χαλινάρια των αλόγων. Άλλοι μας αγκάλιαζαν και ένας έβαλε άνθη στη θήκη του σπαθιού μου. Ένας γέρος Κοζανίτης με άσπρα μακριά μαλλιά, έσκυψε και φιλούσε τα ρουθούνια του αλόγου μου, με κλάμα μικρού παιδιού. Ακόμη και σήμερα, θυμάμαι τις στιγμές αυτές και δακρύζω από συγκίνηση. ου

Σε λίγη ώρα έφτασε και η υπόλοιπη Επιλαρχία, καθώς και μια Επιλαρχία του 3 Συντάγματος. Από τις 5 του Οκτώβρη, που ακούστηκε το πρώτο Ελληνικό όπλο να ξερνάει φωτιά έως σήμερα, 11 του Οκτώβρη, η πόλη είχε ζήσει μια εβδομάδα αγωνίας και αγρύπνιας, ώσπου να γεμίσουν τον αέρα τα ποδοβολητά των αλόγων μας και το «Χριστός Ανέστη» του … Οκτώβρη, που μεταδιδόταν από στόμα σε στόμα. Τώρα το φέσι το αιώνιο, στίγμα της σκλαβιάς, το έμβλημα της Τούρκικης δουλείας, ξεσχίζονταν από το ενθουσιασμένο πλήθος που το πετούσε καταγής να το πατήσουν τα άλογά μας. Δάκρυα χαράς και λυγμοί, ελευθερωμένων και ελευθερωτών. Λουλούδια πετιόνταν στους Ιππείς μας. Φωνές, ζητωκραυγές και χλιμιντρίσματα αλόγων που θαρρείς κι αυτά εξεδήλωναν τη χαρά τους μαζί με τους ανθρώπους. Κάποιος έτρεξε στο νεκροταφείο του Αγίου Γεωργίου που ήταν εκεί κοντά και με κλάμα στον τάφο του αδελφού του, που είχε πεθάνει πριν 7 μήνες, είπε: «Αδελφέ μου κοιμήσου ήσυχος. Γιατί το χώμα μας, έγινε πια Ελληνικό …» Όλες οι πόρτες ορθάνοιχτες, οι καρδιές ορθάνοιχτες, οι αγκαλιές ορθάνοιχτες … να μας φιλοξενήσουν, να μας κεράσουν, να μας φιλέψουν το ψωμί και το κρασί τους, Θεία Μετάληψη της νίκης. Στο Δημαρχείο παράδωσαν τα ξίφη ο Αρχίατρος Χουσεΐν, ο Αρχιφαρμακοποιός Πιναρδάκης και ένας Άραβας Αξιωματικός. Λήφθηκε μέριμνα και για τους 57 Τούρκους τραυματίες από τους οποίους κάποιοι ήταν Αξιωματικοί. Η κούραση ήταν τόση, που δεν κατάλαβα πώς πέρασε η νύχτα. Το άλλο πρωί, βγήκα έξω από το σπίτι που είχα κουρνιάσει και αντίκρισα μια πόλη πνιγμένη στην κυανόλευκη. Στολισμένη με 150

Η Κοζάνη είχε σχεδόν αποκλειστικά Ελληνικό πληθυσμό. Αναφέρεται χαρακτηριστικά ότι δεν είχε ούτε ένα τζαμί ή συναγωγή. 151 Η σημερινή οδός «11ης Οκτωβρίου» Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 111

αψίδες από λουλούδια φθινοπωρινά, το χώμα που πατούσαμε ήταν σαν ανοιξιάτικος κάμπος από λουλούδια και φύλλα. Γέροι κλαίγοντας απ’ τη χαρά τους άρπαζαν και φιλούσαν τα τουφέκια των αντρών. Γυναίκες έπεφταν στα γόνατα σαν να περνούσε ο Επιτάφιος κι έκαναν το σταυρό τους και μία φώναξε δυνατά: «Αχ Παναγίτσα μου … Όνειρο είναι αυτό; Ή αλήθεια το βλέπω;» Και όλο μπαίνανε στην πόλη νέα Συντάγματα κι οι φωνές δεν σταματούσαν … «Ζήτω τα παλληκάρια μας! Ζήτω ο δοξασμένος ο Στρατός μας!» Αξιωματικοί με το σπαθί στο χέρι, με πρόσωπα συγκινημένα χαμογελούσαν και χαιρετούσαν δεξιά κι αριστερά. Σημαίες κυμάτιζαν παντού, σε κοντάρια, σε μπαλκόνια, σε κάθε μαγαζάκι. Κάποιες γυναίκες είχαν κρεμάσει τα στέφανά τους, δεν ήξεραν πώς αλλιώς να δείξουν τη χαρά τους … Και επάνω από μια πόρτα κάποιοι είχαν κρεμάσει μια μεγάλη εικόνα του Παύλου του Μελά και είχαν γράψει από κάτω: «Για να μη λείψει κι αυτός από το θρίαμβο». Ο Μητροπολίτης Φώτιος με τα ολόχρυσά του τα άμφια φάνηκε με ακολουθία πολλών παπάδων από τη μεγάλη πόρτα του Αγίου Δημητρίου. Θέλησε να προσφωνήσει τους Αξιωματικούς και τους Στρατιώτες: «Παιδιά μου, άρχισε. Παιδιά μου. Αυτή η γη της Μακεδονίας, που έχει ποτισθεί με τόσο γενναίο αίμα, χαίρεται σήμερα μαζί μας …» Μα η φωνή του κόπηκε και δεν μπορούσε να συνεχίσει. Σήκωσε ψηλά τα χέρια του και φώναξε με φωνή τρεμάμενη: «Ζήτω η ελεύθερη Κοζάνη !!!» Χιλιάδες το ξαναφώναξαν μαζί του, τρίζανε τα τζάμια στα παράθυρα … «Ζήτω η ελεύθερη Κοζάνη! Ζήτωωω !!!» Kατά το δείλι, πάλι ο κόσμος όλος στην ίδια θέση, γεμάτος αγαλλίαση, υποδεχόταν το υπόλοιπο της Ταξιαρχίας Ιππικού και τμήματα των Μεραρχιών, και τον Αρχιστράτηγο Διάδοχο Κωνσταντίνο που έμπαινε ελευθερωτής, καβάλα στο άλογό του. Καθώς αφίππευσε για να πλησιάσει τον Δεσπότη, ένα μικρό κοριτσάκι του πρόσφερε ένα μπουκέτο φθινοπωρινά χρυσάνθεμα κι ένα γλυκό φιλί. Και όλοι μαζί πεζοί, μια ανθρωποθάλασσα, διασχίσαμε το δρόμο και μπήκαμε στη Μητρόπολη. Τόση συγκίνηση δεν είχα ξαναδεί, όση στα μάτια του γέροντα Δεσπότη, ούτε είχα ξανακούσει φωνή με τόσο τρέμουλο σε «Πολυχρόνιον» Βασιλέως. Τα δάκρυα χαράς και τα «Υπερμάχω…» διαδέχθηκαν οι λόγοι οι απλοί, οι φορτισμένοι, οι γεμάτοι συγκίνηση. Ο Δήμαρχος στάθηκε με περηφάνεια στο μέσον του Ναού, και απορώ πώς, μέσα από τόσο δάκρυ και τόσους κόμπους στην φωνή, μπόρεσε να βγάλει και λόγο. Τι κι αν δεν ήμουν από την Κοζάνη; Ήμουν Έλληνας και Ιππέας. Η ψυχή μου φτερούγιζε το ίδιο τρελά με τους λευτερωμένους, τα μάτια μου ξεχείλιζαν απ’ τα δάκρυα, σαν τα μάτια των ασπρομάλληδων γερόντων, που με κόπο στήριζαν το βασανισμένο Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 112

τους κορμί στα στασίδια, ο ένας στριμωχτά στον άλλον. Η εκκλησία μου φάνηκε άδεια από αγιογραφίες. Ανάμεσά μας ζωντανεμένοι οι Άγιοι, αγκαλιά με τους Κοζανίτες … Ο λόγος του Δημάρχου μας απογείωσε, παρασύροντάς μας σε νέες νίκες: «Ευτυχής γενεά! Απολαμβάνεις σήμερον εκείνο, το οποίον ευθύς της επομένης της υποδουλώσεως του Ελληνικού γένους οι πρόγονοί μας ονειροπόλησαν, εκείνο δια το οποίον η Εθνική μούσα εδημιούργησε το αμίμητον: Πάλι με χρόνια με καιρούς, πάλι δικά μας θα ’ναι. Ευτυχής γενεά! Είδες τον τύραννόν σου, όστις επί 500 χρόνια εβασάνισεν και ετυράννει το ευγενές Ελληνικόν γένος, να φεύγει καταδιωκόμενος υπό του τρισενδόξου Στρατηλάτου μας, είδες τον χθες τύραννόν σου να έρπη προ των ποδών σου, είδες να πατή το έδαφος της αγαπητής σου Κοζάνης το οποίον μέχρι εχθές εμόλυνεν η βρωμερά πτέρνα του απαισίου κατακτητή σου ο δαφνοστεφής Διάδοχος Κωνσταντίνος, είδες την γαλάζιαν σου κυμματίζουσαν εκεί όπου την ονειροπόλεις, είδες τα τέκνα σου ενδεδυμένα το τίμιον του Έλληνος Στρατιώτου ένδυμα, είδες τέλος την Θείαν ελευθερία στεφανώνουσαν τα τόσα μαρτύρια, άτινα, συ και οι προγονοί σου υπέστησαν. Χαίρε λοιπόν και εόρταζε δια το μέγα τούτο κι ευτυχές δια το Ελληνικόν γένος γεγονός, αλλά και ενθυμού ότι έχεις καθήκον ήδη και συ την ελευθερίαν την οποίαν με το αίμα των αδελφών σου απέκτησες, να μεταδώσεις και εις τα λοιπά αδέλφια σου τα υπό τον ξένον βαρύν ζυγόν στενάζοντα … Χαίρε και εόρταζε επ’ άπειρον την ελευθερίαν σου, ευτυχής γενεά». Σαν τελείωσε η Δοξολογία, το Επιτελείο εγκαταστάθηκε στα 152 γραφεία της Μητρόπολης . Από εκεί εκδόθηκαν οι αναλυτικές Διαταγές για την προώθηση της Στρατιάς προς τη Βέροια και τη Θεσσαλονίκη. Την εποµένη μέρα, η Ταξιαρχία μας έφτασε στο Κόµανο. Εκεί, αντικαταστάθηκε ο ∆ιοικητής μας, ο Υποστράτηγος Σούτσος, που θεωρήθηκε υπεύθυνος για τις καθυστερήσεις, από τον Αντισυνταγματάρχη Ιππικού Γ. Καραµανλίκη. Μείναμε στο Κόμανο μέχρι τις 16, εµπλεκόµενοι πότε πότε σε η αψιµαχίες. Καλύπταμε μαζί με την 5 Μεραρχία το αριστερό και τα νώτα της Στρατιάς που κινούταν προς τα δεξιά.

152

Την Κυριακή 14 Οκτωβρίου έφτασε στην Κοζάνη και ο Βασιλιάς Γεώργιος κι έμεινε στο σπίτι του Κωνσταντίνου Δρίζη, που ήταν στο κέντρο της πόλης μαζί με την ακολουθία του. Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 113

Στην Κοζάνη με την 5η Μεραρχία και τους Ευζώνους του Γεννάδη (Διήγηση του Γιώργου153)

Όταν κηρύχθηκε ο πόλεμος, η Μεραρχία μας, με Διοικητή τον Συνταγματάρχη Μηχανικού Δημήτριο Ματθαιόπουλο από τον Πειραιά, ήταν στο Χαντζιλάρ, νοτιοδυτικά της Λάρισας. Το απόγευμα της ίδια ημέρας, περάσαμε τον Πηνειό. Την μεθεπόμενη φτάσαμε στην Κρανιά, χωρίς να έρθουμε σε επαφή με τον εχθρό, ενώ η Μοίρα Πεδινού Πυροβολικού στάλθηκε στην Ελασσώνα, για να χρησιμοποιηθεί στο Σαραντάπορο, από κοινού με τα πεδινά πυροβόλα όλων των Μεραρχιών. Στις 8 Οκτωβρίου, η Μεραρχία διατάχθηκε «διαβαίνουσα τα Καμβούνια να διευθυνθή προς 154 Λαζαράδες και τον επί του Αλιάκμονος πόρον Ζάβουρδα», με πρόθεση να χτυπηθεί ο εχθρός από τα δυτικά, αν υποχωρούσε προς Κοζάνη. Η Διαταγή διευκρίνιζε ότι η Μεραρχία δεν θα έπρεπε, λόγω των αποστάσεων, να περιμένει εφοδιασμό από την Στρατιά κατά την κίνησή της. Επίσης, η Ταξιαρχία Ιππικού διατάχθηκε να αποκλείσει την υποχώρηση του εχθρού προς τα Σέρβια και «το Απόσπασμα Ευζώνων Γεννάδη να κινηθεί ταχέως προς τον πόρο Ζάβουρδα». ης

Στις 7 το πρωί της 9 Οκτωβρίου, ξεκινήσαμε ακολουθώντας μονοπάτια σε «φάλαγγα κατ’ άνδρα» και στις 11 φθάσαμε στους Λαζαράδες, όπου ήταν οχυρωμένοι οι Τούρκοι, με πυροβόλα ο και πολυβόλα. Αναπτυχθήκαμε για επίθεση: Αριστερά κατά των Λαζαράδων, επιτέθηκε το 2 και ο ου το 3 Τάγμα του 16 Συντάγματος Πεζικού, κρατώντας σε εφεδρεία το Ι/16. Δεξιότερα, κατά της Βογκόπετρας, κινήθηκε το ΙΙΙ/23 Τάγμα, με το δικό μας το Ι/23 στα δεξιά τους, για να ο «αγκιστρώσουμε» τους Τούρκους, ενώ το ΙΙ/23 ήταν πίσω μας σαν εφεδρεία και το 22 Σύνταγμα κρατήθηκε ολόκληρο πίσω, ως εφεδρεία του Μεράρχου. ου

Η επίθεση του 16 Συντάγματος συνάντησε ισχυρή αντίσταση και προχωρούσε αργά, αν και υποστηριζόταν από τα ορειβατικά πυροβόλα μας. Εμείς προχωρούσαμε κατά των εχθρικών θέσεων, όταν δεχθήκαμε «πυρά ομαδόν» και αναγκαστήκαμε να βγούμε από το δρόμο για να καλυφθούμε. Αρχίσαμε να αναπτυσσόμαστε για μάχη, αλλά δεν ανταποδώσαμε τα πυρά. Το εφεδρικό ΙΙ/23 Τάγμα επιχείρησε ελιγμό υπερκέρασης από τα δεξιά. Κατά τις 4 το απόγευμα 153

(Δεκανέας Γιαννόπουλος Γεώργιος, 1ο Τάγμα, 23ο Σύνταγμα Πεζικού 5ης Μεραρχίας, μυθιστορηματικό πρόσωπο) 154 Υπήρχαν πληροφορίες ότι οι Τούρκοι διέθεταν τέσσερα Τάγματα Πεζικού με Λόχο πολυβόλων, στην τοποθεσία Λαζαράδων – Βογκόπετρας Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 114

έφτασε για ενίσχυση από τα αριστερά των Λαζαράδων και το Απόσπασμα Ευζώνων του 155 Συνταγματάρχη Στέφανου Γεννάδη .

Όμως οι Τούρκοι ήταν καλά οχυρωμένοι και η θέση τους ισχυρή. Σαν ήρθε η νύχτα, αναπτύξαμε διπλοσκοπιές σε επαφή με τον εχθρό. Έβρεχε δυνατά όλη τη νύχτα και οι Τούρκοι βρήκαν την ευκαιρία να υποχωρήσουν χωρίς να γίνουν αντιληπτοί. 156

Την άλλη μέρα, Τετάρτη 10 Οκτωβρίου, θάψαμε τους λίγους νεκρούς μας και ο Μέραρχος διέταξε να κινηθούμε προς την Κοζάνη, φτιάχνοντας γέφυρα εκστρατείας στον Αλιάκμονα. Κάποιοι Αξιωματικοί, όπως ο Λοχαγός Μηχανικού Δροσόπουλος, διατύπωσαν επιφυλάξεις, ότι με τον τρόπο αυτό η Μεραρχία ξεμάκραινε από την Στρατιά και ότι κινδύνευε έτσι να βρεθεί ενώπιον 157 Τουρκικού Στρατού που ίσως κατέβαινε από το Σόροβιτς . Ο Μέραρχος τους απέκρουσε λέγοντας ότι σε μία τέτοια περίπτωση η Μεραρχία θα προστάτευε το πλευρό της Στρατιάς, ακόμη και αν χρειαζόταν να θυσιαστεί η ίδια: «Ποια τιμή μεγαλύτερη θα ονειρευόμαστε, παρά ν’ αντιμετωπίσουμε μονάχοι τον εχθρό αυτό και να θυσιαστούμε έστω υπέρ της Στρατιάς; Αυτό είναι ο πόλεμος. Ειδεμή, κάθεται καθένας στην Αθήνα!» Ο Μέραρχος είχε δίκιο. Από τακτικής πλευράς, οι Τούρκοι δεν είχαν την «πολυτέλεια» να επιτε-

155

Θεωρώντας ότι έπρεπε να ενισχύσει την προσπάθεια της 5ης Μεραρχίας, το Απόσπασμα διέκοψε την προσπάθεια ζεύξης του πόρου Λογγά, με την οποία ασχολείτο μέχρι εκείνη τη στιγμή, και έτσι χάθηκε η ευκαιρία να βρεθεί στα νώτα των Τούρκων. Μάλιστα, κάποιες βολές του Πυροβολικού μας χτύπησαν κατά λάθος τους Ευζώνους, ανακόπτοντας την ορμή της επίθεσής τους. Το γεγονός αυτό δημιούργησε μεγάλες δυσπιστίες απέναντι στην Διοίκηση της 5ης Μεραρχίας και κλόνισε την εμπιστοσύνη των ανδρών της. 156 (επτά συνολικά) 157 (Αμύνταιο) Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 115

θούν. Μετά την κατάρρευση του Σαρανταπόρου, η στρατιωτική λογική έλεγε ότι ήταν αναγκασμένοι να υποχωρήσουν στο Σόροβιτς, που προσφερόταν για άμυνα, σε περίπτωση που η Ελληνική Στρατιά αποφάσιζε να κινηθεί προς το Μοναστήρι. Η προσπάθεια να ζεύξουμε τον Αλιάκμονα είχε τα θύματά της: Στα φουσκωμένα και άγρια νερά του ποταμού, που οι Τούρκοι τον λένε «Καρά Σου», δηλαδή «Μαύρα Νερά», πνίγηκε ο Ανθυπίλαρχος Κορδής και τέσσερεις Ιππείς του Μεραρχιακού Ιππικού. Ο Κορδής είχε περάσει από το ίδιο σημείο την προηγούμενη νύχτα και δεν υπολόγισε ότι μετά τη νυχτερινή νεροποντή το ποτάμι είχε πλέον γίνει αδιάβατο, γεμάτο επικίνδυνες ρουφήχτρες και πολύ ισχυρά ρεύματα. 158 Τελικά, η ζεύξη του ποταμού έγινε πριν το μεσημέρι , και δυο μέρες μετά, στις 12 Οκτωβρίου, η η 159 5 Μεραρχία εισήλθε στην Κοζάνη και από εκεί προχώρησε βόρεια προς τα Καϊλάρια . Τη «δόξα» όμως της απελευθέρωσης της Κοζάνης μας την έκλεψε η «άκαπνη» ως τότε Ταξιαρχία Ιππικού του Υποστράτηγου Αλεξάνδρου Σούτσου. Αν και καθυστέρησε στην αποστολή που της είχε ανατεθεί, και ξέφυγαν οι υποχωρούντες Τούρκοι, είχε την τύχη να είναι αυτή η πρώτη που 160 μπήκε στην Κοζάνη . Αλλά βγάλαμε κι εμείς μερικές φωτογραφίες με τα λάφυρα που άφησαν πίσω τους οι Τούρκοι, καθώς υποχωρούσαν άτακτα.

158

Η κατασκευή της γέφυρας ήταν εντελώς άσκοπη, καθώς το Απόσπασμα Γεννάδη είχε ήδη εξασφαλίσει από την 9η Οκτωβρίου τον «πόρο Ζάβουρδα». Αντίθετα, καθυστέρησε και αυτό, περιμένοντας μάταια την άφιξη της 5ης Μεραρχίας! 159 (Πτολεμαΐδα) 160 Ο Σούτσος, που τελικά αντικαταστάθηκε στη Διοίκηση της Ταξιαρχίας, υπήρξε αντικείμενο πολλών ειρωνειών για την βραδύτητά του, κατά αλλά και μετά τη μάχη του Σαρανταπόρου, με υπαινιγμούς για δειλία και ανικανότητα. Χαρακτηριστικά είναι τα όσα γράφει γι’ αυτόν στις 22-10-1912 σε επιστολή προς την γυναίκα του ο Διοικητής Πυροβολικού στο Σαραντάπορο Λεωνίδας Παρασκευόπουλος: «Αν είχαμε ιππικόν, ο πόλεμος ετελείωνε από προχθές. Θα τους έπιαναν όλους. Αλλά δυστυχώς το ιππικόν μας το ανεξάρτητον φθάνει πάντα TROP TARD. Δεν τα έλεγα ότι είναι άχρηστος η Ταξιαρχία; Τον Σούτσον ηναγκάσθηκαν να τον αντικαταστήσουν …» Αλλά και η 5η Μεραρχία δεν ενήργησε με την δέουσα ταχύτητα, ώστε να αποκόψει την Τουρκική υποχώρηση. Άσχετα αν οι Τούρκοι υποχώρησαν προς την Βέροια και όχι προς την Κοζάνη, αυτή θα έπρεπε να είχε φτάσει νωρίτερα στην Κοζάνη, κατά μία ημέρα τουλάχιστον. Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 116

Ο … μακρύς δρόμος για τα Σέρβια – 6η Μεραρχία (εθελοντές) (Διήγηση του Νικήτα)

«Ταρατατάαα … ταράτατααα …» Η σάλπιγγα για το εγερτήριο με έκοψε στον πιο γλυκό ύπνο. Και τι όνειρο … Είχαμε πάρει λέει τη Θεσσαλονίκη και μας είχαν δώσει μία μέρα άδεια … και είχα αράξει με τις ώρες σε ένα χαμάμ και ήμουνα τόσο χαλαρός … τόσο ξεκούραστος … τόσο καθαρός … Και μια χανούμισσα παραδίπλα μου σιδέρωνε την φρεσκοπλυμένη στολή, να είμαι έτοιμος για την παρέλαση … «Ταρατατάαα … ταράτατααα …» Η σάλπιγγα επέμενε και είχε τα δίκια της, η Θεσσαλονίκη και το χαμάμ απείχαν πολύ ακόμη … «Γιατί ρε παιδιά δεν μας αφήνουν να κοιμηθούμε λίγο ακόμη;» «Εγέρθητι Μαύρε και άσε τα λόγια … σε πέντε λεπτά προσκλητήριο …», ο Λοχίας μας δεν έπαιρνε από κουβέντες … Σε πέντε λεπτά ετοιμαστήκαμε, κάνοντας το χατήρι της σάλπιγγας και του Λοχία. Γυλιός στον ώμο, κουβέρτα δεμένη, όπλα, παλάσκες και ξεκινήσαμε για τον Τύρναβο, «πέντε λεπτά δρόμο, εκεί θα πάρουμε πρωινό συσσίτιο». Πέντε λεπτά που γίναν δέκα χάρη στη Θεσσαλική λάσπη που καταπίνει το πόδι και κάνει τα άρβυλα ασήκωτα. Σκορπιστήκαμε στα καφενεία του Τυρνάβου … «Άιντε Χαραλαμπίδη, να δεις τι έχει εδώ η Επιμελητεία …» «Άσε μας ρε Μιχάλη, έχεις όρεξη κι εσύ … πάμε να πιούμε ένα καφέ να δούμε αν θυμόμαστε τη γεύση …» «Εδώ δεν είναι καλός ο καφές, γι’ αυτό σερβίρουν ούζο …» «Ούζο; Ε, πάμε να γεμίσουμε τα υδροδοχεία μας … άκουσα ότι σε κάνει αδιάβροχο …» «Όχι μόνο αδιάβροχο … και άτρωτο στις σφαίρες …» απάντησε ο Μαρκίδης … «Ναι αλλά δεν σας σώνει από μένα … σε μία ώρα να είσαστε όλοι εδώ … να μη σας ψάχνω …» Ο Λοχίας είχε τελικά τον τελευταίο λόγο, αλλά αυτό δεν μας έκοψε το κέφι … δεν βρήκαμε αμέσως ούζο, αλλά στην ιδέα και μόνο είχαμε κατεβάσει με το μυαλό μας το πρώτο καραφάκι. Αλλά και το ούζο το βρήκαμε, το περίφημο «Ούζο Τυρνάβου» και τα παγούρια γεμίσαμε και στην ώρα μας είχαμε συνταχθεί και περιμέναμε διαταγές. Το ούζο Τυρνάβου πρέπει να βοηθάει και στην πειθαρχία, ανεξήγητο … Μας είπαν ότι θα ξεκινήσουμε σε μία ώρα, αλλά πέρασε και δεύτερη κι ακόμη περιμέναμε. Τελικά, βγήκε στα καφενεία μια περίπολος να μαζέψει και τους υπόλοιπους. Το ούζο δεν είχε την ίδια επίδραση, ως προς την πειθαρχία, σε όλους … Αλλά δεν έφταιγε μόνο το ούζο. Ο Σαλαχώρης είχε ξετρυπώσει μια εφημερίδα σε ένα καφενείο. Ένα φύλλο της «Εμπρός» της προηγούμενης μέρας, 9-Χ-1912. Στην πρώτη σελίδα «ΤΑ ΛΑΦΥΡΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΣΤΡΑΤΟΥ ΕΝ ΕΛΑΣΣΩΝΙ – ΜΙΑ ΕΙΔΗΣΙΣ ΠΕΡΙ ΚΑΤΑΛΗΨΕΩΣ ΤΗΣ ΦΙΛΙΠΠΙΑΔΟΣ». Για την Ελασσώνα ξέραμε από πρώτο χέρι, άντε δεύτερο, η Φιλιππιάδα όμως είναι στην Ήπειρο. Άρα προχωρούσε και ο Στρατός της Ηπείρου! Στα κύρια άρθρα «Η ΚΑΤΑΛΗΨΙΣ ΤΗΣ ΝΗΣΟΥ ΛΗΜΝΟΥ», νικούσαμε και στη θάλασσα! Και από την Λήμνο θα ελέγχαμε καλύτερα τα Δαρδανέλια, έλεγε η εφημερίδα. Και στα ψιλά, ένα άρθρο με τίτλο «ΒΑΝΔΑΛΙΣΜΟΙ»: «Το άνθος την Ήβης του Ξυλοθραύστου ετρυγήθη …», είδηση που προκάλεσε πολλά γέλια αλλά και σοβαρές σκέψεις για την ανοησία ή την δήθεν σεμνοτυφία κάποιων … η

Στην 3 σελίδα, μία είδηση της «τελευταίας ώρας», πήραμε και την Δεσκάτη. Και ένας κατάλογος Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 117

με τα ονόματα των πρώτων τραυματιών: «Γρηγορόπουλος Δ. εκ Δερβενίου Λαμίας, Μουτογιάννης Αθανάσιος εκ Καρπενησίου, Μούρτσος Νικόλαος εκ Καρούζας Δωρίδος, Λάμπρος Χρήστος εκ Ζωρίτη Λεβαδείας, Νικολέτος Κ. εκ Δροσταίνων Λοιδωρικίου, Ντίγος Παναγιώτης από το Βρανίζι Λεβαδείας, Κόπανος Ιωάννης εξ Αμώργιανης Δωριαίων, Συροθανάσης Κωνσταντίνος εκ Δομνίτσης Ευρυτανίας, Μαωμέτ Οθωμανός εκ Κωνσταντινουπόλεως, Σουλεϋμάν Οθωμανός εκ Βερούζι, Ανθυπολοχαγός Μπάμπαλης Κωνσταντίνος εκ Κάμπιας Σπερχειάδος. Ο τελευταίος πέθανε από τα τραύματά του, όπως μάθαμε από τους ντόπιους.» Και ο κατάλογος με τα ονόματα συνεχιζόταν … Κατά τις 10 ξεκινήσαμε συνταγμένοι για το Χάνι Χατζηγώγου. Και με ψιλόβροχο … Φαίνεται ότι ο Θεός αγνοούσε ότι δεν πήραμε ακόμη αντίσκηνα. Ελπίζαμε ότι είχε κάποιο σχέδιο, ξέρει Αυτός … Στάση ενός τετάρτου λίγο πριν τη Μελούνα, γιατί ακολουθούσε ανήφορος. Στην κορυφή φάνηκε καμένος ο Τούρκικος Σταθμός, αλλά το μυαλό μας δεν ήταν στη μάχη που προηγήθηκε αλλά στον ανήφορο που θα ακολουθούσε. Ανεβαίναμε ασύντακτοι, άλλοι πηγαίνανε μπροστά και προσπερνούσαν, σαν να βιάζονταν να πολεμήσουν, και άλλοι σταματούσαν να ξαποστάσουν σε κάθε βραχάκι, σε κάθε δέντρο. Διακόσια μέτρα δρόμος, μας πήρε μισή ώρα για να φτάσουμε, έπρεπε να πάω στο Ναυτικό τελικά … Αυτοί που έφτασαν πρώτοι μας κορόιδευαν: «Τι έγινε ρε παιδιά; Ανησυχήσαμε για λόγου σας …» «Γιατί βρε συνάδελφοι; Χάσαμε τη μάχη και πήρατε εσείς όλη τη δόξα;» Σταθήκαμε λίγο ακόμη, να φτάσει και ο τελευταίος των τελευταίων, ο γιατρός μας ο Δουκάκος, που έφτασε τελευταίος, παρ’ όλο που ήταν καβάλα σε μουλάρι … Επόμενος σταθμός ήταν η Ελασσώνα. Αυτοί που φτάσανε πρώτοι βιάζονταν να ξεκινήσουν αλλά ο Λοχαγός απαιτούσε να συνταχθούμε κανονικά αυτή τη φορά. Μερικά πτώματα Τούρκων αποσπούσαν την προσοχή αλλά και την συμπάθειά μας … «Κοιτάξτε τα καλώς … έτσι είναι ο πόλεμος …» είπε ο Λοχαγός. «Την επόμενη φορά δεν θα σας συγκινήσει το θέαμα, και αργότερα μπορεί να τους βλέπετε με μίσος …» Ο Λοχαγός πολέμησε και το ’97, κάτι θα ήξερε … Φτάσαμε στην Ελασσώνα μέσα στο σκοτάδι. Περιμέναμε να μας πουν πού θα περάσουμε τη νύχτα. Μας οδήγησαν στους Τούρκικους στρατώνες, ευτυχώς γιατί δεν βαστούσαμε άλλο. Από την κούραση δεν είχαμε όρεξη για κουβέντα. Κάποιοι τρίβανε τα πόδια με ούζο, συμβουλή του γιατρού μας. Μερικοί ήταν ανίκανοι να προχωρήσουν από τις πληγές στα πόδια τους. Ανάμεσά τους ο Επαμεινώνδας Σημαντήρας, γιος του Προέδρου του Αρείου Πάγου, ο Γιώργος Νικολέττος, δικηγόρος, ο Αγαθοκλής, φοιτητής. Ούτε το ιώδιο, ούτε το σχίσιμο των αρβυλών ήταν λύση για τα πρησμένα πόδια τους … «Είσθε τυχερός κύριε Σημαντήρα …» «Είμαι πολύ άτυχος θέλετε να πείτε, κύριε Ιατρέ … θα προτιμήσω να πέσω εις τον δρόμον, αλλά θα ακολουθήσω τον Λόχον μου» απαντάει ο ενθουσιώδης νέος. «Εγώ ήλθα δια να πολεμήσω, αν ήθελα να μείνω εις τας Αθήνας, είχα όλα τα μέσα …» Ο Αγαθοκλής άλλαξε τα άρβυλα με τσαρούχια, αλλά δεν βρήκε προκοπή … «Αν δεν είναι καλά ως αύριο, θα πρέπει και οι τρεις να μείνουν πίσω. Ας κοιμηθούμε τώρα και βλέπουμε» σκεπτόμουνα. Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 118

Την άλλη μέρα, οι τρεις ήταν χειρότερα και στάλθηκαν στο Νοσοκομείο, κατ’ εντολήν του Ιατρού. Έφτασε μεσημέρι, και ενώ περιμέναμε κανονικό συσσίτιο, δόθηκε η εντολή να χορηγηθεί μόνο ζωμός και να ξεκινήσει ο Λόχος μας το συντομώτερο. Στις μία η ώρα ξεκινήσαμε για το Χάνι Χατζηγώγου και από εκεί, όπως έλεγε η Διαταγή θα φεύγαμε πρωί πρωί για τα Σέρβια, για να ος γίνουμε ο 3 Λόχος του Τάγματος Μπέλλου και μαζί με δύο άλλα Τάγματα, το Τάγμα του Φιλιακού και το Τάγμα του Παπαδάκη να τεθούμε υπό τις διαταγές του Αντισυνταγματάρχη 161 Ηπίτη . Άντε πάλι πορεία, άντε πάλι βροχή, τσαλαβουτούσαμε στη λάσπη, ενώ μανδύες και κουβέρτες είχαν γίνει μουσκεμένα βαρίδια. Σκοτείνιασε κι ακόμη προχωρούσαμε. Ένα φως φάνηκε στη νύχτα. «Να το χάνι παιδιά, σωθήκαμε …» «Άντε, άλλα πέντε λεπτά και φτάσαμε …» Αλλά τα πέντε λεπτά γίνανε πέντε ώρες. «Ωρέ Νικήτα, που είναι ο Φακόπουλος;» «Λιποθύμησε πριν από ώρα από την εξάντληση … έπεσε στη χαράδρα … παραλίγο να σκοτωθεί …» «Τι λες βρε Μήτσο, αυτός είχε φορτώσει το γυλιό του στο μεταγωγικό … Αυτός λιποθύμησε; Τι να πούμε εμείς που τα κουβαλάμε όλα τόσες ώρες;» «Δεν ήταν συνηθισμένος …» ανέλαβα την υπεράσπισή του … «πλουσιόπαιδο … έμπορος μεγάλος ο πατέρας του … αλλά είναι καλό παλληκάρι … και εθελοντής … δεν άντεξε …» Κόντευε δέκα και μισή όταν φτάσαμε στο χάνι. Αλλά είχε μετατραπεί σε Νοσοκομείο και δεν μας άφηναν ούτε για λίγο να μπούμε … «Λυπάμαι παιδιά … είμαστε γεμάτοι τραυματίες … δεν χωράτε …» μας είπε ένας Υπίατρος. Απελπισία, απ’ έξω δεν υπήρχε ούτε μια πέτρα να κάτσουμε να ξαποστάσουμε, έστω και υπό βροχή, μόνο λάσπη παντού. «Παιδιά, μια ώρα παραπέρα, είναι ένα χωριό, εκεί θα βρείτε μέρος να ξαποστάσετε, κάντε λίγο κουράγιο ακόμη…» «Αφήστε μας να κοιμηθούμε εδώ κύριε Υπίατρε …» «Αδύνατον παιδιά, έχουμε πενήντα τραυματίας … δεν χωράει κουνούπι …» Οι πιο λογικοί ακούσανε την συμβουλή του και πήγανε στο χωριό, ακολουθώντας έναν λεβέντη Δεκανέα, ονόματι Ρίτο Χρηστίδη, που ήταν από τα πρωτοπαλλήκαρα του Καπετάν Βάρδα στη Μακεδονία. Οι άλλοι τσακώνονταν και διαμαρτύρονταν μάταια. Ο Λοχαγός μας προσπάθησε να δώσει λύση, αλλά βαρέθηκε κι αυτός τις διαμαρτυρίες και σε λίγο τον χάσαμε … Μαζί με τον Σαλαχώρη και τον Κλώτσα, φοιτητή Ιατρικής, εθελοντή, συνεχίσαμε μόνοι μέσα στη νύχτα, ακολουθώντας τη δημοσιά και όπου μας βγάλει.

161

Ηπίτης Αντώνιος (1854 – 1927), στρατιωτικός και συγγραφέας. Υπηρέτησε στο Πυροβολικό, ενώ διετέλεσε και Καθηγητής στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων. Αποστρατεύτηκε το 1906 με τον βαθμό του Αντισυνταγματάρχη, για να επιδοθεί στη σύνταξη λεξικού επιστημονικών όρων. Το 1912 κλήθηκε ξανά στα όπλα και του ανατέθηκε η Διοίκηση ανεξαρτήτου Αποσπάσματος (με δύναμη Συντάγματος), ενώ αργότερα προήχθη και σε Συνταγματάρχη. Έργα του: Τακτική των τριών όπλων, Μαθήματα στρατιωτικής τεχνολογίας, Ελληνογαλλικό και γαλλοελληνικό λεξικό των επιστημονικών και τεχνικών όρων (3 τόμοι) και Ελληνογαλλικό και γαλλοελληνικό λεξικό (5 τόμοι). Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 119

Μεσάνυχτα, μουσκεμένοι και πεθαμένοι από την κούραση, έχοντας περάσει ποτάμια και χαράδρες, φτάσαμε σε ένα άλλο χάνι. Οι φρουροί μας άφησαν να μπούμε μέσα, ας είναι καλά … Πρώτη δουλειά να πετάξουμε από πάνω μας τα μουσκεμένα ρούχα, μπροστά από μια πελώρια φωτιά. Ευτυχώς οι περισσότεροι «ένοικοι» κοιμόντουσαν ήδη … «Σαλαχώρη … Κλώτσα … σωθήκαμε …» «Ποιος ξέρει τι να γίνονται οι άλλοι οι φουκαράδες …» Ένας Νοσοκόμος Κερκυραίος, Τζώρτζος το όνομα, μας έδωσε το παγούρι του που ήταν γεμάτο ρούμι. «Πιέτε συνάδελφοι … πιέτε να ζεσταθείτε …» «Μη στο πιούμε όλο συνάδελφε … δεν κάνει …» «Πιέτε ψυχούλες μου … ολόκληρο βαρέλι έχω …» Πραγματικά, στο κάρο που κουβαλούσε υλικά Χειρουργείου, υπήρχε ολόκληρο βαρελάκι με ρούμι. «Ετούτο μάτια μου, είναι το καλύτερο φάρμακο για τσι τραυματισμένοι …» Και ο Τζώρτζος, που μάλλον το έριξε στο «φάρμακο» από νωρίς, είχε κέφια και όρεξη για τραγούδι … «Vesti la giubba e la faccia infarina … La gente paga, e rider vuole qua … E se Arlecchin t' invola Colombina …», τραγουδούσε την άρια «Vesti la giubba» και ήταν ίδιος ο Καρούζο … που λέει ο λόγος δηλαδή … «Αχ μωρέ και να είχα μια κιτάρα …» «Θα μας έλεγες κανένα κορφιάτικο κι ίσως τα κατάφερνες καλύτερα …» τον έκοψε ο Σαλαχώρης που του είχε σηκωθεί η τρίχα από την άρια και το πάθος του Τζώρτζου … «Καλά ψυχή μου, μη με κογιονάρεις έτσι …» Ευτυχώς, η κούραση και η νύστα, μαζί με τη φωτιά και το ρούμι, νίκησαν την επιμονή του Τζώρτζου, που πάντως δεν το έβαζε κάτω … «Πόλεμος κι αυτός πάντως … όλο περπατάμε και βρεχόμαστε προς το παρόν … κι έχουν αρχίζει και οι ψείρες … Όλες μας οι απώλειες ως τώρα ήταν από τις πορείες και τις πνευμονίες … Ούτε σφαίρα δεν ρίξαμε ακόμη … θα φτάσουν οι άλλοι στην Πόλη, κι εμείς θα τρέχουμε ξοπίσω τους να τους φτάσουμε …» παραπονιόταν ο Μιχάλης. η

Αλλά δεν ήταν έτσι … Σε λίγες μέρες η 6 θα μπλεκόταν για καλά στις μάχες … έτσι είναι ο πόλεμος … δεν πολεμάνε όλοι μαζί … δεν γίνεται έτσι … κάποιοι πολεμάνε … κάποιοι ξεκουράζονται … κάποιοι προχωράνε για να πολεμήσουν και να ξεκουραστούν μετά αυτοί … Και αυτή είναι η «καλή» πλευρά του πολέμου … όταν νικάς … Γιατί αν είσαι από τους χαμένους … δεν περπατάς, τρέχεις … δεν πολεμάς, σε τουφεκάνε … δεν ξεκουράζεσαι, απελπίζεσαι … για τους νικητές οι κακουχίες, για τους χαμένους ο όλεθρος … Κοιμηθήκαμε με τα πόδια προς τη φωτιά για να ζεσταίνονται. Το άλλο πρωί κατά τις δέκα, φάνηκε επί τέλους ο Λόχος μας … κακονυχτισμένοι και ταλαιπωρημένοι, οι κακόμοιροι οι συνάδελφοί μας προχωρούσαν με το ζόρι … «Σας είχαμε για χαμένους, αλλά σας βρίσκουμε φρέσκους και στεγνούς, μόνο η τσάκιση σας λείπει» «Ήρθαμε με το τραίνο … θα συνεχίζαμε μόνοι μας, αλλά είπαμε να περιμένουμε και το Πεζικό … να μην κυριεύσουμε μόνοι μας τα Σέρβια …» Τα Σέρβια … ααχ …η λέξη έφερνε στο μυαλό μας την υπόσχεση για αντίσκηνα …

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 120

«Παιδιά, αυτή η πορεία είναι λίγο δύσκολη, επειδή δεν έχετε αντίσκηνα, αλλά μόλις φτάσουμε στα Σέρβια θα πάρουμε απ’ όλα …» μας είπε ο Ανθυπολοχαγός μας, που μάλλον διάβαζε και τις σκέψεις μας … Παρηγοριόμασταν στην ιδέα και συνεχίζαμε την πορεία. Ευτυχώς είχαμε και τον Σαλαχώρη με τα καλαμπούρια και τα αινίγματά του: «Ξέρεις γιατί είμαι πολλά πιο τυχερός αλλά τζιαι πολλά καλύτερος από εσέναν;» «Γιατί ρε Σαλαχώρη είσαι τυχερός και καλύτερος;» «Γιατί εγώ έχω φίλον εσέναν, ενώ εσύ ποιον έχεις;» ... με μπόλικα «νι», χάρη στην Κυπραίικη προφορά του Σαλαχώρη … «Χαχαχαχαχα» «Όταν πάρουμε την Θεσσαλονίκην, ξέρετε πώς θα ονομάζεται πλέον η μουσταλευριά;» «Πώς θα ονομάζεται μωρέ τρελέ;» «Πώς θα λέγεται βρε Σαλαχώρη» ρώτησε όλο περιέργεια κι ο Λοχίας που παρακολουθούσε … «Ε, πώς θέλετε να λέγεται; Μουσταλευριά θα λέγεται τζιαι πάλιν … » 162

Και το βράδυ φτάσαμε επί τέλους στα Σέρβια, αλλά αντίσκηνα «γιοκ ». Δεν τόγραφε φαίνεται η μοίρα μας … Παρ’ όλο που στα Σέρβια βρήκαμε, επί τέλους, και τους άλλους Λόχους. Και βρήκαμε και καταλύματα, κοιμηθήκαμε κάτω από στέγη, μετά από πολύ καιρό. Εκεί, στα ζεστά, συνειδητοποίησα για πρώτη φορά ότι τόσες μέρες δεν είχα αλλάξει ούτε εσώρουχα … Και ότι οι αρβύλες κόντευαν να διαλυθούν. Έπρεπε να βρω επειγόντως τσαγκάρη … 163

Είχα την ελπίδα να βρω και κανένα μαγαζί με υφάσματα … αν έβρισκα κανένα χοντρό δίμιτο , μπορεί να φτιάχναμε με το Σαλαχώρη ένα πρόχειρο αντίσκηνο … Αλλά είπαμε, η μοίρα μας δεν έγραφε τη λέξη αντίσκηνο … τα μαγαζιά των Σερβίων ήταν λεηλατημένα όταν φτάσαμε … όχι ότι μας έμεινε και καιρός για ψάξιμο. Βρήκαμε όμως άφθονες ψείρες στα Σέρβια … για την ακρίβεια μας βρήκαν αυτές … κρίμα, γιατί τόσο καιρό τις είχαμε γλυτώσει …

162 163

(«όχι» στα τούρκικα) (χοντρό ύφασμα, καραβόπανο) Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 121

Δράματα στα Σέρβια (Διήγηση του Σπύρου164)

Από μια δεντρόφυτη πλαγιά κατεβήκαμε στο δημόσιο δρόμο που πάει στα Σέρβια. Ο καιρός ήταν θαυμάσιος. Ξερή ατμόσφαιρα, ούτ’ ένα συγνεφάκι στον ουρανό, ήλιος βασιλικός. Σ’ ένα δροσάτο 165 ποταμάκι, πριν από τους Καλδάδες , ποτίσαμε τ’ άλογα μας, γεμίσαμε τα παγούρια μας κι αφού ξεκουραστήκαμε λίγα λεπτά, συνεχίσαμε την πορεία μας. Λίγο πριν φτάσουμε στα στενά της Πόρτας, είδαμε κάτω στο έδαφος τον ίσκιο από μεγάλο σύγνεφο πού ’φευγε πολύ γοργά, ενώ δε φυσούσε διόλου αέρας. Από την πλάνη βγήκαμε όταν, υψώνοντας τη ματιά στον ουρανό, αντικρίσαμε απέραντο κοπάδι κοράκων. Πέταξαν κάμποσο δεξιά μας κι έπειτα βούτηξαν με μιας κι εξαφανίστηκαν στο βάθος μεγάλης χαράδρας, όπου τα πυροβόλα τους είχαν ετοιμάσει πλούσιο γεύμα. Στο δημόσιο δρόμο Ελασσόνας – Σερβίων, όπου μπήκαμε σε λιγάκι, η κίνηση ήτανε μεγάλη. Όλα τα μεταγωγικά της Στρατιάς και των Εφοδιοπομπών, κλινάμαξες, τροφάμαξες, σκευοφόρες, κιβωτάμαξες, κάρα, σούστες, αραμπάδες, αυτοκίνητα, τέλος κάθε είδους οχήματα, πήγαιναν κι έρχονταν και διασταυρώνονταν ολοένα, φορτωμένα νομή για τα ζώα, τρόφιμα, πυρομαχικά. Οι οδηγοί τους με τη χαρά της νίκης στη μορφή, σφύριζαν ή τραγουδούσαν εύθυμους σκοπούς, χωρίς να δίνουν καμιά προσοχή στα πτώματα, δεξιά κι αριστερά του δρόμου, που οι αγγαρείες δεν είχανε προλάβει να θάψουν ακόμα. η

Αφήσαμε πίσω μας την 3 Μεραρχία καταυλισμένη δεξιά των Καλδάδων και το μεγάλο καταυλισμό της Στρατιάς, που απλωνότανε σ’ έκταση πέντε και πλέον χιλιομέτρων κι από τα δύο μέρη του δρόμου, ολάκερο λαό, ντυμένον χακί, θάλασσα ντουφεκιών, αλόγων, πυροβόλων, μυρμήγκια που ανάδιναν ξεσώπαστη βουή και κλαγγή… Και τέλος μπήκαμε στα Σέρβια. Η πολιτεία είναι χτισμένη στα ριζοβούνια τ’ απότομα και βραχώδη του Τιταρίου, τα σπιτάκια της τριγυρισμένα με πρασινάδες σαν να κρέμονταν αμφιθεατρικά και το λυγερό ανάστημα των μιναρέδων γραφότανε κάτασπρο στο γαλάζιο της μέρας. Σύγνεφα καπνού ανέβαιναν αργά εδώ κι εκεί στον αιθέρα. Ήτανε τα Τούρκικα σπίτια που καίγονταν. Μόλις άρχισαν ν’ ανοίγουν τα παράθυρα των Ελληνικών σπιτιών, για να προβάλουν χαρούμενες μορφές και να χαιρετίσουν τους νικητές, κάποιοι άνθρωποι με φουσκωμένα στήθη από την πιο δικαιολογημένη οργή, γλίστρησαν, μελετώντας άγρια εκδίκηση, κίνησαν κατά την Τουρκική συνοικία και παράδωσαν στις φλόγες ορισμένα σπίτια. Ήταν οι συγγενείς και φίλοι αθώων θυμάτων των χωρικών που οι Τούρκοι πήραν από τους Μεταξάδες και που τους έσφαξαν τη νύχτα, μαζί με δύο τρεις άλλους Έλληνες από τα Σέρβια, στις φυλακές. Ενώ ήτανε κλεισμένοι εκεί και πρόσμεναν μ’ αγωνία την έκβαση της μάχης, που δεν είχαν γι’ αυτή καμιά είδηση, άκουσαν ξαφνικά φωνές στο δρόμο. Η καρδιά τους φτερούγισε σαν κυνηγημένο πουλί: Τι να τρέχει; Ποιοι να νίκησαν; Από τα σιδερόφρακτα παράθυρα είδαν κάτου ένα μπουλούκι Μουσουλμάνους ντόπιους, από τα Σέρβια, στρατιώτες και χωροφύλακες. Στ’ αγριεμένα πρόσωπα τους, στις βίαιες χειρονομίες, στις κραυγές τους, μάντεψαν τη νίκη των Ελλήνων. Κι ήταν αδύνατο να κρύψουν τη χαρά τους μ’ όλη την αβεβαιότητα της δικής τους τύχης. Η πόρτα της φυλακής άνοιξε κι όλο το μανιασμένο πλήθος όρμισε στο προαύλιο. Οι χωροφύλακες είπανε με προσποιητήν ηρεμίαν στους φυλακισμένους: «Ο στρατός μας νικήθηκε. Εμείς αφήνουμε την πολιτεία. Είσαστε όλοι λεύτεροι. Εμπρός, ας βγουν πρώτα οι Οθωμανοί κατάδικοι κι ύστερα οι Έλληνες.» 164

(Βασισμένη στο βιβλίο του Σπύρου Μελά, που υπηρετούσε σαν έφιππος σύνδεσμος στην 4η Μεραρχία, «Οι πόλεμοι 1912-1913», Εκδόσεις «Μπίρη», Αθήνα 1958) 165 (Προσήλιο) Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 122

Οι Οθωμανοί φυλακισμένοι όρμησαν μ’ αλαλαγμούς έξω, χύθηκαν στην πολιτεία, άρπαξαν ότι μπόρεσαν και τράβηξαν τρέχοντας ν’ ανταμώσουν τον τουρκικό πούφευγε. Ήρθε αμέσως η σειρά των Ελλήνων, που μη πιστεύοντας σε τόση καλοσύνη, βάδιζαν δισταχτικά προς το προαύλιο, σα νάθελαν ν’ αργοπορήσουν όσο μπορούσαν τη στιγμή που θα λύνονταν επιτέλους το φοβερό δίλημμα: Ή νεκροί ή λεύτεροι! Κι οι δήμιοι τους που μάντευαν την αγωνία τους αυτή και την απολάμβαναν, άφηναν τα θύματα τους να πιστεύουν στη σωτηρία και να προχωρούν προς την πόρτα, όπου αιφνιδιαστικά έπεσαν απάνω τους με άγριες φωνές. Άλλους ντουφέκισαν, άλλους μαχαίρωσαν, άλλους κομμάτιασαν. Στο κοιμητήρι τα κουφάρια τους μεταφέρθηκαν ακρωτηριασμένα με τ’ άντερα και τα σπλάχνα έξω, ενώ ξοπίσω τους η πένθιμη συνοδεία των μανάδων, των γυναικών, των αδελφών που φτάσαν από τους Μεταξάδες, ακολουθούσε με θρήνους και σπαραγμούς. Αλλά και κάποιοι άλλοι, άσχετοι με την τραγωδία των φυλακισμένων, πλιατσικολόγοι, που φτάσαν σχεδόν μαζί με το Ιππικό, επωφελήθηκαν από την ευκαιρία να εκδικήσουν κι αυτοί τους μακαρίτες, αρπάζοντας και πλιατσικολογώντας πρώτα τα σπίτια που ήτανε για κάψιμο κι ύστερα και τ’ άλλα που καίγαν αυτοί για να δικαιολογήσουν την αρπαγή. Κι επειδή τρώγοντας έρχεται η όρεξη, θα φτάναν και σ’ αυτά τα ελληνικά καταστήματα στην πρώτη ορμή της λεηλασίας, αν δεν τα προστάτευαν οι πελώριοι σταυροί, που οι ιδιοχτήτες τους είχαν την πρόνοια να χαράξουν με κιμωλία στις πόρτες και να τους συνοδέψουν με διάφορες επιγραφές κατάλληλες για την περίσταση: «Ελλάς. Ζήτω ο βασιλεύς Γεώργιος!»... Παρατηρούσε κανένας στους δρόμους της τουρκικής συνοικίας διάφορα φανερώματα ενός ειδικού φρενιάσματος, που μπορώ να ονομάσω «ίλιγγο της αρπαγής». Έβλεπες ένα χωριάτη που ’τρεχε τσαλακώνοντας στα δάχτυλα του βαρύτιμο, χρυσοκέντητο τραπεζομάντηλο, εργόχειρο λεπτεπίλεπτο, που Κύριος οίδεν επί πόσα χρόνια είχε απορροφήσει την υπομονή κι είχε δεχτεί τα χάδια τρυφερής χανούμ, τις ατέλειωτες ώρες της μοναξιάς της στο χαρέμι, τον έβλεπες αυτόν τον ίδιο να τρυπώνει ξαφνικά σ' άλλο σπίτι και να βγαίνει από κει με μια ραπτομηχανή, ένα τηγάνι, μια κατσαρόλα ... να μπαίνει σε λιγάκι αλλού και να ξαναβγαίνει με όσα είχε πριν και μ’ ένα τενεκέ πετρέλαιο, μαζί με δυο ταγάρια γεμάτα δεν ξέρω με τι μικροπράγματα. Να μην μπορεί ύστερα να τα πάρει μαζί του αυτά όλα, να του πέφτει το εργόχειρο στη μέση του δρόμου, να το σηκώνει, να θέλει να το σκουπίσει και να το λερώνει χειρότερα, να το βάζει πάνω στον τενεκέ του πετρελαίου, να πασχίζει από την αρχή να σηκώσει τα λάφυρά του, να του ξαναπέφτουν, και όμως να μην παραιτείται, να ξαναμπαίνει σ’ άλλο σπίτι, να βγαίνει καταϊδρωμένος και με καινούργιο φορτίο, να ξαναπασχίζει, να βλαστημά, να βρίζει τα πράγματα, να κοιτάζει λοξά μήπως τον βλέπουν, μήπως έρχονται να του πάρουν τίποτα, να βλέπει καθαρά ότι αδύνατο να σηκώσει περισσότερα και όμως να θέλει να τα πάρει στο χωριό του όλα όσα βλέπει, αν είναι δυνατό και τα σπίτια. Γιατί πριν ο Στρατός προλάβει να βάλει κάποια τάξη, οι άρπαγες μπόρεσαν να τ’ αναποδογυρίσουν όλα στις Τουρκικές συνοικίες, σηκώνοντας κάθε είδος πλιάτσικο, από το πιο χρήσιμο ως το πιο άχρηστο, από το βαρυτιμότερο ως το ευτελέστερο. Άλογα, βουβάλια κι αγελάδες σύρθηκαν από τους σταύλους, καζάνια και σκάφες από τα πλυσταριά, τραπέζια, καθίσματα, ωραία μαγκάλια, χάλκινα, πολίτικα, με τρυπητά σκεπάσματα και το στερεότυπο πουλάκι με τ’ ανοιχτά φτερά στην κορυφή, κουρτίνες λινές, δαμασκηνές, τσίτινες, δαντελένιες, βελουδένιες, χαλιά περσικά, πιστόλες ασημοκαπνισμένες, μαχαίρες και γιαταγάνια με λαβές πλουμισμένες και κοράλλια, στολίδια σελαχλικιών, γούνες, γαλότσες, κεντημένοι επενδύτες και μεταξωτά σαλβάρια χανουμισσών, χρυσαφικά, λάμπες, ποτήρια, φωνογράφοι, ως και το μοναδικό στα Σέρβια πιάνο, που το είχε η χαϊδεμένη μοναχοκόρη πλούσιου Μπέη, το πήρανε κι αυτό σε κάποιο μακρινό χωριό, όπου οι χωριάτες, αφού το περιεργάστηκαν μ’ απορία, το χρησιμοποίησαν ίσως για να λιανίσουν απάνω του κάποια ψημένη γίδα ... Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 123

Οι άρπαγες δεν σεβάστηκαν φυσικά ούτε το μυστήριο του χαρεμλικιού. Γλύστρησαν και σ’ αυτά τα σκοτεινά καταφύγια του πρωτόγονου μουσουλμανικού ηδονισμού, για να σύρουν στις λάσπες των σκιερών και βασανισμένων δρόμων της πολιτείας κατακαίνουργια και τριζάτα παπλώματα, που σαν να διατηρούσαν ακόμα τη θέρμη από πρόσφατα ερωτικά αγκαλιάσματα, παχιά κι αφράτα στρώματα, που σαν να διατηρούσαν αμυδρό το περίγραμμα της θέσης, που είχε την περασμένη νύχτα αναπαυθεί κάποιο κορμί, κάποια γατίτσα, θρίαμβος καμπυλών, αλαφρά τέλος πουπουλένια μαξιλάρια, όπου είχανε διανυχτερεύσει πλούσια μαλλιά και ασπρόρουχα λεπτά, διάφανα, ευωδιασμένα ... Για όλα τα πράματα είχανε θέσεις τα γαϊδουράκια, τα μουλάρια κι οι αραμπάδες των χωρικών, όχι όμως, φυσικά, και για βιβλία. Οι πλιατσικολόγοι σύρανε το περιεχόμενο των ιδιωτικών βιβλιοθηκών στους δρόμους, όπου ολάκερες μέρες μούσκευαν στη λάσπη κώδικες, μυθιστορήματα, δικογραφίες, λεξικά, χωρίς να γυρίσει κανείς να τα κοιτάξει. Όπως περνούσα μια στιγμή από το μέρος που ήτανε πεταγμένα , ξεχώρισα και τράβηξα ένα καλοδεμένο τόμο: Ένα κοράνι, που τα περιθώριά του ήτανε γεμάτα ψιλογραμμένα σχόλια. Φαντάστηκα τον πιστό του Προφήτη, ένα σεβάσμιο γυαλάκια ουλεμά, να το ’χει ανοιχτό μπροστά του και να ’χει πέσει σε συλλογή, την ώρα που ο ήλιος βυθά και το φως λιγοστεύει ... Μετά τα σπίτια, ή και τον ίδιο καιρό, οι χωριάτες ρίχτηκαν στα μαγαζιά, στα εμπορικά, στα μπακάλικα, φορτώνοντας τα ζώα τους σακιά και σακιά, που στη βία τους να φύγουν, να εξαφανιστούν , τα ’σπερναν στους δρόμους, όσπρια, ρύζι, καφέδες, ζάχαρες, κρεμμύδια, γιατί τ’ άρπαζαν κι αυτά, κάθε λογής φαγώσιμο. Ένας Τούρκος μπακάλης, από φόβο μη χάσει και τη ζωή του, μοίραζε μονάχος του τα πράγματα του μαγαζιού του, πασχίζοντας να φαίνεται μάλιστα, όσο μπορούσε περισσότερο εύθυμος μ' όλη τη νεκρική χλωμάδα της μορφής του: «Ιμπρός, αντέλφια!» κραύγαζε, με σπασμωδικές κινήσεις των χεριών, σαν να ’χε χάσει τα μυαλά του, «πάρ’τι κι του σακκί μι του ρύζ! ... Πάρ'τι κι τ' άλλου μι τ'αλεύρ'! ... Πάρ 'τι κείνου με τ' ζάχαρ’ κι αυτού μι του αλάτ’ κι τ’ άλλου μι τον καφέ ... τα βάλαμι στου ξιπούλημα! ... Αντέλφια ντεν είμαστεν; ... Ούλα ντικό σας! ... Χα, χα, χα, χα! ...» Ο Στρατός κουράστηκε για να επιβάλει μια τάξη. Συστηματοποίησε τη λαφυραγωγία, τη νομιμοποίησε, τη μετάθεσε, μ’ άλλα λόγια, από την ιδιωτική στη δημόσια περιουσία, όπου και την περιόρισε: Πήραν την αποθήκη του μονοπωλίου του καπνού και το περιεχόμενο το μοίρασαν πολύ επίκαιρα στους άντρες που είχανε μείνει χωρίς τσιγάρο. Πήραν ακόμα και την αποθήκη της γαλέτας, των όπλων και των πυρομαχικών. Αυτά όμως γίνανε το μεσημέρι της άλλης μέρας, έντεκα του Οκτώβρη 1912, όταν είχε φτάσει στην πολιτεία ο Διάδοχος Κωνσταντίνος, που, όπως διαδόθηκε αμέσως, είχε προστάξει να κρεμάνε όποιον πιάνανε να κάνει πλιάτσικο. Από τη Δελήνιστα που τον αφήσαμε, είχε προχωρήσει ο Αρχιστράτηγος με το Επιτελείο του τη νύχτα της δεκάτης του Οκτώβρη προς τα στενά του Σαρανταπόρου κι έμεινε στου Ριζά μπέη, άθλιο χάνι, όπου δείπνησε σα στρατιώτης με κουραμάνα, που του προμηθέψε ο διερμηνέας του Προξενείου Ελασσόνας Ζάγκλαρης και κοιμήθηκε πάνω σ’ ένα φορείο, ενώ αγρυπνούσε αναγκαστικός φρουρός του, ο Ταγματάρχης Καράκαλος, καθισμένος σ’ ένα παλιοτενεκέ πετρελαίου. Μπαίνοντας στα Σέρβια, μπόρεσε να ξεκουραστεί καλά στο Τούρκικο Διοικητήριο με τ’ απλόχωρα διαμερίσματα όπου εγκαταστάθηκε το Γενικό Στρατηγείο.

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 124

Παρασκευή 12 του Οκτώβρη 1912 – Απελευθέρωση Φιλιππιάδας Στην Ήπειρο, στην περιοχή της Άρτας, υπήρχε ο «Στρατός της Ηπείρου», με Διοικητή τον Υποστράτηγο Κωνσταντίνο Σαπουντζάκη. Στρατός μόνο κατ’ όνομα, αφού στη δύναμή του είχε μόνο 282 Αξιωματικούς και 7.915 Οπλίτες με 24 πυροβόλα. Απέναντί του υπήρχε το Σώμα η Ιωαννίνων, με Διοικητή τον Στρατηγό Εσσάτ Πασά, που περιλάμβανε την 23 Μεραρχία Νιζάμ (9 η ο Τάγματα Τακτικού Στρατού), την 23 Μεραρχία Ρεντίφ (9 Τάγματα Εφέδρων), με 23 Σύνταγμα Πυροβολικού (24 πεδινά πυροβόλα), δύο Ορεινές Πυροβολαρχίες (με 8 ορειβατικά πυροβόλα), μία Ίλη Ιππικού και ένα Λόχο Σκαπανέων. Συγκροτήθηκαν επίσης άτακτα σώματα Τουρκαλβανών συνολικής δύναμης 3-5.000 ανδρών. Έτσι, στην έναρξη του πολέμου, οι Τούρκοι διέθεταν πάνω από 20.000 άνδρες, με 32 πυροβόλα, καθώς και το προσωπικό και πυροβολικό του Μπιζανίου και των άλλων μικρότερων οχυρών. Η μικρή δύναμη της Στρατιάς Ηπείρου οφειλόταν στο ότι, σύμφωνα με τα σχέδια, όλος σχεδόν ο Στρατός είχε συγκεντρωθεί στη Θεσσαλία, απ’ όπου θα ξεκινούσε η μεγάλη επίθεση. Έχοντας να καλύψει ένα μέτωπο 150 χλμ, από τον Αμβρακικό ως το Μέτσοβο, οι Διαταγές του Σαπουντζάκη ήταν να περιοριστεί σε άμυνα, μέχρι να ολοκληρωθούν οι επιχειρήσεις στη Μακεδονία. Στον «Στρατό της ο Ηπείρου» ανήκαν τότε το 15 Σύνταγμα Πεζικού, 4 Τάγματα ο ο ο ο Ευζώνων (3 , 3 Ανεξάρτητο, 7 και 10 ), ένα Τάγμα Εθνοφρουρών, 3 Μοίρες Πυροβολικού (με 24 πεδινά και ορειβατικά πυροβόλα), ένας λόχος Μηχανικού, μία ίλη Ιππικού, μονάδες εφοδιασμού και χειρουργείων, καθώς και εθελοντικά σώματα Ηπειρωτών και Κρητών. Επίσης, σε κάθε χωριό, ιδίως στα παραμεθόρια ορεινά, υπήρχαν αντάρτες εξοπλισμένοι μυστικά από το Ελληνικό Κράτος για την προστασία των πληθυσμών από τις Αλβανικές συμμορίες. Όλες αυτές οι δυνάμεις ανέβαζαν τη Δύναμη της Στρατιάς σε 11.000 περίπου. Ο Σαπουντζάκης δεν είχε σκοπό να υστερήσει απέναντι στους συναδέλφους του της Θεσσαλίας. Η βραδεία προώθηση των Τουρκικών δυνάμεων από τα Ιωάννινα στα σύνορα και η ηρεμία που επικρατούσε τις πρώτες μέρες, τον έπεισαν ότι μπορούσε να επιτεθεί. Έτσι, στις 6 Οκτωβρίου, στις ο 2 το μεσημέρι, το 7 Τάγμα Ευζώνων πέρασε το πολυτραγουδισμένο γιοφύρι της Άρτας και απώθησε τους ολιγάριθμους Τούρκους από τα μεθοριακά Φυλάκια, φτάνοντας μέχρι τα υψώματα του Γριμπόβου, που είναι 6-7 χλμ βόρεια της Άρτας. Τις επόμενες δύο ημέρες, πέρασε τη γέφυρα όλη η υπόλοιπη δύναμη και οχυρώθηκε στα χωριά Πλαισιούς, Κιρκιζάτες, Χαλκιάδες, Ρόκκα και Αμμότοπο. Το μέτωπο χωρίστηκε σε τρεις τομείς ευθύνης: Του Γριμπόβου, υπό τον ου Διοικητή του 15 Συντάγματος Αντισυνταγματάρχη Γεώργιο Πολυμενάκο, των πεδινών χωριών, υπό τον Διοικητή του 3ου Τάγματος Ευζώνων, Αντισυνταγματάρχη Αλέξανδρο Κοντούλη και του 166 ου Αμμότοπου , υπό τον Διοικητή του 7 Τάγματος Ευζώνων Ταγματάρχη Καπετανάκη. Οι Τούρκοι αιφνιδιάστηκαν από την εισβολή και άρχισαν να μεταφέρουν στρατό από τα Ιωάννινα μέσω των οδών Ιωάννινα - γέφυρα Ζήτα - Φιλιππιάδα και Ιωάννινα - Πέντε Πηγάδια - Αμμότοπος. Ο στρατός αυτός, αρχικά 5 Τάγματα Πεζικού, συγκεντρωνόταν στην γέφυρα Καλογήρου, στη 167 Φιλιππιάδα, στην Στρεβίνα , όπου υπήρχε και μεγάλος στρατώνας και στο Γοργόμυλο. Από τις 6 166 167

Ο Αμμότοπος είναι βόρεια του Γριμπόβου, σε απόσταση 7-8 χλμ (Καμπή, περίπου 1,5 χλμ ΒΑ της Φιλιππιάδας) Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 125

ως τις 8 Οκτωβρίου, οι δύο αντίπαλοι περιοριζόταν σε αραιές ανταλλαγές κανονιοβολισμών. Αλλά το πρωί της 9ης Οκτωβρίου, τα Ελληνικά τμήματα από τον Αμμότοπο επιτέθηκαν κατά των 168 Τούρκων που κατείχαν το Καστρί και τις νοτιοδυτικές πλαγιές του Γοργομύλου. Η επίθεση δεν είχε αποτέλεσμα, διότι ο εχθρός αντιστάθηκε και κράτησε τις θέσεις του. Και το επόμενο πρωί, οι Τούρκοι, που είχαν ενισχυθεί με 3.000 ακόμη άνδρες, αντεπετέθηκαν σφοδρά, και μετά από ο σκληρές μάχες ανάγκασαν το 7 Ευζωνικό Τάγμα σε υποχώρηση προς τις πλαγιές των υψωμάτων Τσούκα και Πύργος. Έτσι, κατά τις τρεις το απόγευμα, οι Τούρκοι ανακατέλαβαν τον Αμμότοπο, συνέλαβαν όσους κατοίκους δεν πρόφθασαν να φύγουν και μετά από φρικτά βασανιστήρια, δολοφόνησαν πολλούς άνδρες. Και την ίδια νύχτα σκότωσαν νέους άνδρες του Αμμότοπου, αφού πρώτα τους χρησιμοποίησαν ως οδηγούς, για ν' ανέβουν στο ύψωμα Πύργος. Μετά λεηλάτησαν και έκαψαν το χωριό. Οι Τουρκικές επιθέσεις συνεχίστηκαν τις βράδυνες και νυχτερινές ώρες και επεκτάθηκαν μέχρι το Κορφοβούνι. Το χωριό Γρίμποβο, βρίσκεται 6 χλμ ανατολικά της Φιλιππιάδας και 7 χλμ βόρεια της Άρτας.. Μέχρι τις 10 δεν εκδηλώθηκε καμία επιθετική ενέργεια του εχθρού. Αντίθετα, οι Τούρκοι, για να παραπλανήσουν τους Έλληνες, μετακινούσαν με τρόπο επιδεικτικό στρατεύματα προς τη γέφυρα Καλογήρου (στα νότια της Φιλιππιάδας), προςποιούμενοι ότι δήθεν θα επιτεθούν εκεί, παρασύροντας το Ελληνικό Στρατηγείο που αποφάσισε να ενισχύσει περισσότερο τον πεδινό τομέα. Στην πραγματικότητα, κινούμενοι κρυφά και αθόρυβα, οι Τούρκοι συγκέντρωναν στρατό στα υψώματα της Στρεβίνας, με σκοπό να επιτεθούν από εκείνη την κατεύθυνση, στο μέσο της Ελληνικής παράταξης, με σκοπό να την κόψουν στα δύο. ης Και τις βραδυνές ώρες της 10 Οκτωβρίου 1912, οι δυνάμεις που είχαν συγκεντρωθεί στο χωριό Στρεβίνα, επωφελούμενες από το πυκνό σκοτάδι και την καταιγίδα, κατευθύνθηκαν προς τα υψώματα του Γριμπόβου, έχοντας μπροστά 10-15 Τούρκους που γνώριζαν καλά Ελληνικά. Αυτοί πλησίασαν τους Έλληνες διπλοσκοπούς, εξαπατώντας τους, και τους έσφαξαν με γιαταγάνια και τσεκούρια. Ακολούθησε αιφνιδιαστική επίθεση μέσα στη νύχτα και τη θύελλα, με άγριους αλαλαγμούς, σαλπίσματα και τυμπανοκρουσίες, με αποτέλεσμα να εκτοπίσουν τα Ελληνικά τμήματα που κατείχαν τα βόρεια υψώματα του Γριμπόβου. Μετά στράφηκαν προς τα νότια υψώματα του αυχένα Γριμπόβου με την ίδια αγριότητα και ορμή και επιθετικότητα. Αλλά εκεί ανακόπηκαν από την σκληρή αντίσταση που οργάνωσε ο Διοικητής του ου 15 Συντάγματος Πολυμενάκος. Ολόκληρη τη νύχτα το Γρίμποβο άστραφτε και βρόνταγε από καταιγιστικούς πολυβολισμούς, ομοβροντίες τουφεκιών και εκρήξεις χειροβομβίδων. Το πρωί της ο 11ης Οκτωβρίου, ήρθε σε βοήθεια το 3 Τάγμα Ευζώνων. Και τότε υπό το φως της ημέρας που βοηθούσε στον εντοπισμό των εχθρικών θέσεων, οι Έλληνες αντεπετέθηκαν ορμητικά από δύο διευθύνσεις και μέχρι τις 10 το πρωί είχαν τρέψει σε άτακτη φυγή τους Τούρκους, που επέστρεψαν στις αρχικές θέσεις τους στα υψώματα της Στρεβίνας, αφήνοντας πίσω 70 νεκρούς και πολλούς τραυματίες. Οι Ελληνικές απώλειες ήταν 27 νεκροί και 58 τραυματίες.

168

(αρχαίο Όρραον, Γυμνότοπος Πρέβεζας, περίπου 3 χλμ ΒΔ του Αμμότοπου και 4-5 χλμ ΝΔ του Γοργόμυλου) Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 126

Όμως, τα Τουρκικά στρατεύματα που είχαν καταλάβει τον Αμμότοπο και το Κορφοβούνι ο βρίσκονταν ακόμα εκεί. Το 3 Τάγμα Ευζώνων, μετά την εκδίωξη του εχθρού από το Γρίμποβο, ου διατάχθηκε από το Στρατηγείο να κινηθεί βόρεια. Ενισχυμένο και με μία Διλοχία του 10 Τάγματος Ευζώνων προχώρησε προς το Κορφοβούνι, αλλά συνάντησε ισχυρή αντίσταση, καταλαμβάνοντας ωστόσο με την λόγχη ένα ύψωμα κοντά στη θέση «Πηγάδι Μάνου». Σαν νύχτωσε, οι μάχες σταμάτησαν. Οι Ελληνικές απώλειες στις μάχες Αμμότοπου - Κορφοβουνίου ήταν 12 νεκροί και 83 τραυματίες. ης

ο

ο

Με το ξημέρωμα της 12 Οκτωβρίου 1912, το 3 και 10 Τάγμα Ευζώνων, καθώς και δύο Τάγματα ου του 15 Συντάγματος, άρχισαν τις ετοιμασίες για συνέχιση της επίθεσης. Αλλά προς έκπληξη όλων, οι προσθοφυλακές και οι ανιχνευτικές περίπολοι δεν δέχτηκαν καθόλου πυρά. Προχώρησαν μέχρι τις κορυφές της Τσούκας και του Πύργου, που το προηγούμενο βράδυ ήταν γεμάτες από Τούρκους, αλλά τώρα δεν υπήρχε ψυχή! Οι Τούρκοι είχαν εξαφανισθεί. Είχαν φύγει μέσα στη νύχτα, χωρίς να γίνουν αντιληπτοί, εγκαταλείποντας όχι μόνο από το Κορφοβούνι και τον Αμμότοπο, αλλά και από τη Φιλιππιάδα, τη γέφυρα Καλογήρου, τη Στρεβίνα και το Καστρί. Τι είχε συμβεί; Ένα «ευτυχές» περιστατικό τρόμαξε τον Εσσάτ, και τον έκανε να φοβηθεί ότι θα ης κυκλωθεί από πολύ μεγαλύτερες δυνάμεις! Αργά τη νύχτα της 10 Οκτωβρίου, ενώ κορυφωνόταν ο η φοβερή μάχη του Γριμπόβου, ένα μικρό απόσπασμα από 150 Ευζώνους, που ανήκαν στο 3 Τάγμα Ευζώνων, προχώρησε κατόπιν διαταγής του Στρατηγείου βόρεια, χωρίς να γίνει αντιληπτό, και κατέλαβε το Ανώγειο, που είναι ανάμεσα στη Σκλίβανη και τον Γοργόμυλο, κοντά στα Πέντε Πηγάδια. Το απόσπασμα, με τη βοήθεια Ανωγειατών ανταρτών που ήξεραν τα μέρη, οργανώθηκε αμυντικά στις διαβάσεις των δυτικών κορυφών που οδηγούσαν στο χωριό. Οι Τούρκοι που γνώριζαν τη στρατηγική θέση του Ανωγείου, προσπάθησαν το επόμενο πρωί να το πάρουν με μανιασμένες επιθέσεις που εξαπέλυσαν από το Γοργόμυλο, τα Χαλάσματα, τον Άγιο Θεόδωρο, τα Πέντε Πηγάδια και τη Σκλίβανη. Όλη μέρα επιτίθονταν χωρίς να διασπάσουν την άμυνα των Ευζώνων και τελικά επέστρεψαν άπρακτοι στις αρχικές τους θέσεις. Και σαν να μην έφτανε αυτό, Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 127

όταν βράδιασε, ένα μικρό τμήμα από Ευζώνους και αντάρτες επιτέθηκε ξαφνικά στο Φρούριο των Πέντε Πηγαδιών, αιφνιδιάζοντας και τρέποντας σε φυγή τους Τούρκους. Οι Εύζωνοι, ενθουσιασμένοι από την επιτυχία τους στήσανε χορό! Λέγεται μάλιστα ότι ένας Εύζωνος είχε τραυματιστεί στο πόδι, και καθώς πήγε να του το δέσει ένας συνάδελφός του, αυτός τον έσπρωξε και του έβαλε τις φωνές: «Ουρέ κάμ’ απού ’κει! Μη μ’ πιάνεις τουν τόπου σ’ λέω, και διν γλέπου του χουρό !!!» Μέσα στον πανικό και τη σύγχυση, και αντιμετωπίζοντας και αθρόες λιποταξίες εφέδρων, ο Εσσάτ Πασάς διέταξε γενική υποχώρηση του Στρατού του, φοβούμενος ότι κινδυνεύει να κυκλωθεί από πολύ μεγαλύτερες δυνάμεις. Έτσι, χάρη στην έξυπνη αυτή κίνηση των Ευζώνων στο Ανώγειο και στα Πέντε Πηγάδια, η Φιλιππιάδα ελευθερώθηκε αναίμακτα. Ο Σαπουντζάκης, σαν έλαβε τις αναφορές για την Τουρκική αποχώρηση, δεν πίστευε στην τύχη του! Δυσπιστώντας εύλογα, έδωσε εντολή στην Ίλη Ιππικού να προβεί σε αναγνώριση προς όλες τις κατευθύνσεις και προπαντός προς την περιοχή της γέφυρας Καλογήρου και την Φιλιππιάδα. Πράγματι, στις 12 το μεσημέρι, ο Υπίλαρχος Γιαννόπουλος κάλπασε με έναν Ουλαμό από τους Χαλκιάδες προς τη γέφυρα Καλογήρου, ανίχνευσε όλη τη γύρω περιοχή και διαπίστωσε ότι οι Τούρκοι είχαν φύγει αφήνοντας τα πολυβολεία κενά ... Αμέσως συνέταξε και έστειλε στο Στρατηγείο την αναφορά του: «Γέφυρα Καλογήρου 12 Οκτωβρίου 1912, ώρα 13.10 μ.μ. Στρατηγείον Η διάβασις της γέφυρας ελευθέρα, τα πολυβολεία κενά. Η γέφυρα έχει ανάγκη επιδιορθώσεως προς διάβασιν πυροβολικού, καθ’ ότι το ξύλινο κατάστρωμά της έχει καταστραφεί εις πολλά μέρη. Άφησα τμήμα τι προς φρούρησιν της γέφυρας και με το υπόλοιπο του Ουλαμού βαίνω προς Φιλιππιάδα». Και αφού άφησε φρουρά στη γέφυρα, κάλπασε με την υπόλοιπη δύναμη προς την Φιλιππιάδα. Όταν οι Ιππείς έφθασαν στο Ελευθεροχώρι, περίπου 1,5 χλμ από τη γέφυρα, όπου οι κάτοικοι ήταν όλοι Έλληνες, έτυχαν υποδοχής ηρώων. Στη συνέχεια ο Γιαννόπουλος προχώρησε προς τη Νέα Φιλιππιάδα, που τότε κατοικούσαν μόνο Τούρκοι. Οι κάτοικοι είχαν φύγει όλοι, ακολουθώντας τον Τουρκικό στρατό. Σαν έφτασε στην Παλαιά Φιλιππιάδα, όπου έμεναν μόνο Έλληνες, έγινε δεκτός με χαρά και ανακούφιση, αλλά και ανησυχίες και αναστάτωση, επειδή οι Τούρκοι είχαν πάρει μαζί τους κατοίκους σαν ομήρους. Από τη Φιλιππιάδα, ο Υπίλαρχος Γιαννόπουλος έστειλε στο Στρατηγείο το παρακάτω λιτό ανακοινωθέν: «Φιλιππιάς 12 Οκτωβρίου 1912, ώρα 02.25' μ.μ. Στρατηγείον. Φιλιππιάς τελείως ελευθέρα. Ευρίσκομαι εν αυτή αναμένων διαταγάς σας». Μόλις ο Σαπουντζάκης έλαβε το ανακοινωθέν, διέταξε το ΙΙ/15 Τάγμα να καταλάβει αμέσως τη Φιλιππιάδα και το Ι/15 Τάγμα να καταλάβει τη Στρεβίνα. Ανάλογες Διαταγές δόθηκαν και στα υπόλοιπα τμήματα. Δεν πέρασε πολλή ώρα και στις 4 το απόγευμα το ΙΙ/15 Τάγμα με Διοικητή τον

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 128

169

Ταγματάρχη Γκιταράκο, ξεκίνησε πεζή από τους Χαλκιάδες και νύχτα έφτασε στη Φιλιππιάδα, από όπου ο Γκιταράκος έστειλε στο Στρατηγείο το εξής ανακοινωθέν: «Φιλιππιάς 12-10-12, ώρα 11 νυκτός. Αρχηγείον Στρατού Εκτελούντες διαταγήν σας, κατέλαβον Φιλιππιάδα, λαβόντες παν μέτρον κατάλληλον προς εξασφάλισιν της τάξεως, θέσαντες φρουρούς εις τα δημόσια καταστήματα, αναβάλλοντες δι' αύριον την καταγραφήν των εν αυτοίς ειδών ως εκ του προκεχωρηκότος της ώρας... Εν γένει δε τα μέτρα της ασφάλειας εξετελέσθησαν τη επιβλέψει λοχαγού Αντωνιάδου». Τρεισήμισι ώρες μετά, ο Λοχαγός Αντωνιάδης που ρύθμισε τα μετρα ασφαλείας, έστειλε και αυτός στο Στρατηγείο το ακόλουθο ανακοινωθέν: «Φιλιππιάς 13-10-1912, ώρα 2.30' πρωίας. Αρχηγείον Κατελάβομεν Φιλιππιάδα, Ελευθεροχώρι. Πολλά πολεμοφόδια, τρόφιμα και 12 αιχμάλωτοι ος εις χείρας μας. Ουλαμός κατέχει γέφυραν Καλογήρου, 6 Λόχος πρωτοφυλακή προς Παντάνασος ος σαν, 7 Λόχος εις Ελευθεροχώρι, 8 πρωτοφυλακή προς Πρέβεζαν». Στο μεταξύ, ο Σαπουντζάκης με δύο διαδοχικά ανακοινωθέντα ενημέρωσε τον Πρωθυπουργό Ελευθέριο Βενιζέλο για τη φυγή των Τούρκων και την κατάληψη της Φιλιππιάδας: ο 1 ανακοινωθέν: «Άρτα 12-10-1912, Υπουργείον Στρατιωτικών - Αθήνας. 8ον Δελτίον. Απεσύρθη σήμερον ο εχθρός εκ Κιάφας, θέσεως εφ’ ης επί τριήμερον διεξήγητο επίμονος αγών, καθ’ ον ο εχθρός υπέστη μεγάλας απωλείας. Κατόπιν αναγνωρίσεως προς Φιλιππιάδα, διέταξα όπως ανάλογον στράτευμα καταλάβη την ειρημένην πόλιν περί εσπέραν ταύτης. Περί 5ην ώραν μ.μ. της σήμερον ήρξατο η κατάβασις εκ Γριμπόβου αναλόγου δυνάμεως ημών προς κατάληψιν Στρεβίνας. Αναγνώρισις ενεργείται προς χωρίον και στενωπόν Κουμουτζάδων (=Αμμότοπος). Οι κάτοικοι του χωρίου Κουμουτζάδων κατά την νύχτα της προχθές καθ' ην διεξήγετο μάχη υπέστησαν κατά πληροφορίας διασωθέντος και προσελθόντος ενταύθα Χριστιανού εκ Κουμουτζάδων φρικώδη βασανιστήρια εκ μέρους των Τούρκων. Οι νεώτεροι των ανδρών του χωρίου ανερχόμενοι εις 25 περίπου δεθέντες δια σχοινίων προσήχθησαν επί του πεδίου της μάχης, όπου τουφεκίσθησαν εκ των όπισθεν φονευθέντες άπαντες πλην δύο, οίτινες εσώθησαν προσποιηθέντες τον νεκρόν. Επίσης γυναικόπαιδα του ειρημένου χωρίου εγκλεισθέντα εν μια οικία υπέστησαν φρικώδη βασανιστήρια. Τούτων αγνοείται η τύχη. Ταύτα πάντα εγένετο τη διαταγή αυτού του διοικούντος τον εκεί Τουρκικόν στρατόν, όστις κατά θετικάς πληροφορίας ήτο αξιωματικός ανώτερος. Επίσης κατά πληροφορίας κατοίκων Φιλιππιάδος, νέοι της πόλεως ταύτης δεθέντες οδηγούνται παρά του υποχωρήσαντος στρατού εις Ιωάννινα όπως φονευθώσι». 2ον ανακοινωθέν: «Άρτα 13-10-1912. Υπουργείον Στρατιωτικών Αθήνας". 9ον Δελτίον. Χθες την 5.30 μ.μ. κατελάβομεν την Φιλιππιάδα, τον Λούρον, Ελευθεροχώρι και γέφυραν Παντανάσσης, την δε 7ην εσπερινήν ώραν κατελάβομεν την Στρεβίναν. Ο Τουρκικός στρατός φεύγων εγκατέλειψε πάμπολλα πολεμοφόδια, τρόφιμα και άλλα υλικά, ων το ποσόν θέλομεν αναφέρει

169

(σημερινή Φιλοθέη) Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 129

άμα τη καταγραφή των. Συνελήφθησαν 12 αιχμάλωτοι, ων εις αξιωματικός. Διέταξα τα δέοντα δια την ασφάλειαν των κατοίκων των καταληφθέντων μερών, ανεξαρτήτως θρησκεύματος». Η Φιλιππιάδα, από την ημέρα της απελευθέρωσης, μέχρι και το τέλος του πολέμου αποτέλεσε σημαντική βάση του Στρατού Ηπείρου. Εκεί μεταφέρθηκε το Ελληνικό Στρατηγείο, ιδρύθηκε Νοσοκομείο περίθαλψης και διακομιδής τραυματιών, εγκαταστάθηκαν κέντρα εφοδιασμού του στρατού, ήρθαν και διέμεναν ο Ελευθέριος Βενιζέλος και ο διάδοχος Κωνσταντίνος κλπ.

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 130

Σάββατο 13 του Οκτώβρη 1912 – Προς τη Θεσσαλονίκη !!! «... Ο γενναίος Στρατός μου ας έχη ως σύνθημα "Εμπρός πάντοτε". Τοιούτον αίσθημα άγει ασφαλώς προς την νίκην, απαραίτητον για την εκπλήρωσιν των ιεροτέρων μας καθηκόντων, την πλήρωσιν των αγνοτέρων μας ιδεωδών ...» (Από την Ημερήσια Διαταγή του Αρχιστρατήγου την επομένη της μάχης του Σαρανταπόρου)

Μετά τη μάχη του Σαρανταπόρου, το Γενικό Στρατηγείο αγνοούσε την κατεύθυνση σύμπτυξης του κύριου όγκου του Τουρκικού Στρατού. Σε αυτό έφταιξε η ολιγωρία της Ταξιαρχίας Ιππικού, η γενική κόπωση των μονάδων, αλλά και η κακοκαιρία που, εκτός των άλλων, εμπόδιζε και την χρήση 170 των αναγνωριστικών αεροπλάνων . Παράλληλα η Στρατιά αντιμετώπιζε και σοβαρό πρόβλημα εφοδιασμού και διατροφής. Για να βρεθεί η Τουρκική Στρατιά, στις 11 Οκτωβρίου, το Γενικό Στρατηγείο διέταξε την Ταξιαρχία Ιππικού να εκτελέσει αναγνωρίσεις δυτικά του Αλιάκμονα, προς τα Στενά Τριποτάμου και δυτικά η τους, αλλά και προς την Πτολεμαΐδα, την δε 1 Μεραρχία να εκτελέσει ανιχνεύσεις ανατολικά του 171 Αλιάκμονα, προς τον Βελβενδό , χρησιμοποιώντας το Μεραρχιακό Ιππικό της. Η Ταξιαρχία Ιππικού ανέφερε τη για συγκέντρωση 12.000 φυγάδων στη Βέροια αλλά και την άφιξη σοβαρών ενι172 σχύσεων στο Σόροβιτς . Οι αναφορές αυτές επέτειναν την σύγχυση, μη επιτρέποντας στον Αρχιστράτηγο να συμπεράνει με ασφάλεια, αν οι Τούρκοι υποχωρούσαν προς την Θεσσαλονίκη ή προς το Μοναστήρι. Χαρακτηριστικό του εκνευρισμού που επικρατούσε, είναι το παρακάτω 173 περιστατικό που αναφέρει ο Δούσμανης : «… Μία βραδυά, εν Σερβίοις, ήλθεν ο Διάδοχος, κατά την συνήθειάν του, και αφ’ ου έλαβεν γνώσιν της στρατιωτικής καταστάσεως και μοι ανακοίνωσε την απόφασίν του, το Τμήμα Επιχειρήσεων συνέταξεν την Διαταγήν Επιχειρήσεων της επομένης … Καταχρώμενος της καλωσύνης του Διαδόχου και της συναδελφικής οικιότητος … του είπον: “Έχομεν Υψηλότατε τρεις ημέρας να φάγωμεν, είμεθα όλοι νηστικοί και μόλις συγκρατώ τους Αξιωματικούς μου” και όλως αστειευόμενος προσέθεσα: “Ο Μεταξάς … εδήλωσε ότι πεινών θ’ απεργήση αύριον” … Ο Κωνσταντίνος με διακόπτει, θυμώνει, γίνεται έξω φρενών και συν τοις άλλοις μας λέγει: “Όποιος απεργήσει θα τον τουφεκίσω, τον Μεταξάν θα τον τουφεκίσω” και απεσύρθη ταραγμένος και αποτόμως. Τότε εννόησα ότι είχον υπερβή τα όρια της επιτρεπομένης οικιότητος προς τον Αρχηγόν …» Στο μεταξύ στην Αθήνα φτάνανε πληροφορίες για κινήσεις των Βουλγάρων προς την Θεσσαλονίκη και στις 11 Οκτωβρίου ο Βενιζέλος τηλεγράφησε στο Γενικό Στρατηγείο ερωτώντας, και επιτείνοντας τον εκνευρισμό του Αρχιστρατήγου, που απέφυγε να απαντήσει ο ίδιος, 174 αναθέτοντας το σχετικό καθήκον στον Επιτελάρχη του Δαγκλή : 170

Ο Ελληνικός Στρατός είναι από τους πρώτους παγκοσμίως που χρησιμοποίησε αεροπλάνα. Στα τέλη Σεπτεμβρίου 1912, 9 μήνες μετά την πρώτη πτήση αεροπλάνου στην Ελλάδα, συγκροτήθηκε εσπευσμένα στη Λάρισα ο «Λόχος Αεροπόρων», από 4 Αξιωματικούς του Στρατού. Στις 5 Οκτωβρίου έγινε η πρώτη πολεμική αποστολή, στο μέτωπο της Θεσσαλίας και ακολούθησαν άλλες στις 7-9 Οκτωβρίου, στο μέτωπο Σαρανταπόρου, που επέτρεψαν στο Γενικό Στρατηγείο να έχει εικόνα της εχθρικής διάταξης αλλά και των μαχών. Δυστυχώς, η βροχή και η κακοκαιρία δεν επέτρεψαν την χρήση αεροπλάνων κατά τις επόμενες ημέρες, κάτι που ίσως να συνέβαλλε στην αποκάλυψη της πορείας υποχώρησης του Τουρκικού Στρατού. 171 Ανάμεσα στην δεξιά όχθη του Αλιάκμονα και τα Πιέρια Όρη 172 (Αμύνταιο) Η αναφορά έκανε λόγο για 25 βαγόνια γεμάτα Αλβανούς που ήρθαν από το Μοναστήρι. 173 Βίκτωρ Δούσμανης, Απομνημονεύματα, Ιστορικαί σελίδες τας οποίας έζησα (Αθήνα 1946) 174 Π.Γ. Δαγκλής, «Αναμνήσεις, έγγραφα, αλληλογραφία. Το αρχείον του», Επιμέλεια Ξ. Λευκοπαρίδη (Αθήνα 1965) Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 131

ΒΕΝΙΖΕΛΟΣ «Πληροφορήσατε αν ο Στρατός αύριον πρόκειται να προελάση εκ Σερβίων. Οι Βούλγαροι μετά 175 λαμπράν νίκην κατέλαβον τας 40 Εκκλησιαίς . Ώστε επιβάλλεται και εις ημάς δυνατή σπουδή, καίτοι βεβαίως πρέπει να υπολογισθή ότι η μέχρι τούδε γενομένη προέλασις ικανοποιεί αξιώσεις. Επιθυμώ δε να μάθω συγχρόνως, από Κοζάνην προς ποίαν διεύθυνσιν προτίθεται ο Αρχιστράτηγος να τραπή. Δηλαδή προς Κοζάνην δια Μοναστήριον ή προς Βέροιαν Θεσσαλονίκην; Την περί τούτου απάντησιν παρακαλώ να μου διαβιβάση δια κρυπτογραφικού τηλεγραφήματος.» ΔΑΓΚΛΗΣ «Ο Αρχιστράτηγος εμπνέεται υπό της επιθυμίας μεγάλης σπουδής εις τα επιχειρήσεις, ως απέδειξεν η μέχρι τούδε ενέργεια, δυστυχώς όμως αύτη δεν δύναται να είναι μεγάλη, ένεκα των μεγίστων δυσχερειών, ας απαντώμεν δια την κίνησιν του πεδινού πυροβολικού, των μεταγωγικών και των εφοδιοπομπών, ως εκ της κακής καταστάσεως της μόνης υπαρχούσης αμαξιτής οδού και της κακής καταστάσεως των ίππων. Την οριστικήν κατεύθυνσιν μετά την Κοζάνην θέλει αποφασίσει μετά τας πληροφορίας ας θέλουσι παράσχει αι διαταχθείσαι αναγνωρίσεις του Ιππικού προς τας προς βορράν διευθύνσεις. Παρακαλώ δε να επιτρέψητε να μεταβιβάσωμεν υμίν την οριστικήν απόφασιν εκ Κοζάνης.» Ταυτόχρονα, ένας Έλληνας που είχε επιστρατευθεί ως έφεδρος στον Βουλγαρικό Στρατό, ο Ιατρός Νίκογλου, με κίνδυνο της ζωής του ειδοποίησε κρυφά τον Σουλιώτη Νικολαΐδη, που ήταν σύνδεσμος μεταξύ Ελληνικού και Βουλγαρικού Στρατού, ότι ο Στρατηγός Τεοντορώφ διατάχθηκε να κατέβει με την Μεραρχία του να καταλάβει την Θεσσαλονίκη, πριν φθάσει ο Στρατός μας. Ο Νικολαΐδης διαβίβασε αμέσως την πληροφορία στην Αθήνα, με κρυπτογραφημένο τηλεγράφημα και στη συνέχεια ο Υπουργός Εξωτερικών Κορομηλάς απέστειλε προς τον Κωνσταντίνο το παρακάτω τηλεγράφημα, χωρίς να αποκαλύπτει την πηγή του: «Α.Β. Υψηλότητα Διάδοχον Κωνσταντίνον Φρονώ ότι πρέπει κατά το δυνατόν να εντείνωμεν ημετέρας, όπως καταληφθή τάχιστα Θεσσαλονίκη και ίνα μη ημέτερα αποτελέσματα έλθωσι πολύ ύστερον από τα αποτελέσματα των συμμάχων. Κορομηλάς» Στην Αθήνα ανέβαινε η αγωνία, από τις πληροφορίες ότι οι Βούλγαροι θα έστελναν σύντομα στρατό μέσω Σερρών προς την Θεσσαλονίκη, ώστε να την καταλάβουν πρώτοι, αν και κατά την περίοδο εκείνη δεν υπήρχε ακόμη τέτοιος κίνδυνος, καθώς οι Τούρκοι είχαν πάνω από τρεις ης Μεραρχίες, έναντι μίας μόνο Βουλγαρικής. Έτσι, το απόγευμα της 12 , ο Βενιζέλος, ως Πρωθυπουργός αλλά και Υπουργός Στρατιωτικών, έστειλε στον Κωνσταντίνο επείγον τηλεγράφημα, ζητώντας του να διευκρινίσει τις προθέσεις του: ΒΕΝΙΖΕΛΟΣ «Αναμένω να μοι γνωρίσετε την περαιτέρω διεύθυνσιν ην θα ακολουθήση η προέλασις του Στρατού Θεσσαλίας. Παρακαλώ μόνον να έχητε υπ’ όψιν ότι σπουδαίοι πολιτικοί λόγοι επιβάλλουσι να ευρεθώμεν μίαν ώραν ταχύτερον εις την Θεσσαλονίκην.» ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ «Ο Στρατός δεν θα οδεύση κατά της Θεσσαλονίκης. Εγώ έχω καθήκον να στραφώ κατά του Μοναστηρίου, εκτός αν μου το απαγορεύετε.» ΒΕΝΙΖΕΛΟΣ

175

(sic) Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 132

176

«Σας το απαγορεύω» ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ «Η κατεύθυνσις της υποχωρήσεως και αι προθέσεις του πολεμίου θα κανονίσωσι την προέλασιν και την κατεύθυνσιν της υπ’ εμέ Στρατιάς. Να παύση του λοιπού η Κυβέρνησις, αναρμοδίως γνωματεύουσα και εκ του μακρόθεν αναμιγνυομένη εις τας πολεμικάς επιχειρήσεις». Από τα τηλεγραφήματα είναι φανερό ότι ο Αρχιστράτηγος σκεπτόταν «στρατιωτικά» και ανησυχούσε ότι σε περίπτωση που οι Τούρκοι υποχωρούσαν προς το Μοναστήρι, τα νώτα του θα ήταν εκτεθειμένα. Θεωρούσε λοιπόν ως προτεραιότητα την καταστροφή του εχθρικού στρατεύματος. Ο Βενιζέλος από την πλευρά του σκεπτόταν «πολιτικά»: Αγνοούσε τους στρατιωτικούς κινδύνους 177 και έθετε ως προτεραιότητα την κατάληψη της Θεσσαλονίκης πριν τους Βούλγαρους . Ο Κωνσταντίνος πειθάρχησε και έδωσε διαταγή να συγκεντρωθεί άμεσα η Στρατιά στο υψίπεδο βόρεια η η η της Κοζάνης, ώστε να μπορεί να κινηθεί προς Βέροια – Θεσσαλονίκη. Πέντε Μεραρχίες (1 , 2 , 3 , η η 4 και 6 ) συνωστίζονταν σε ένα χώρο 25 τετραγωνικών χιλιομέτρων περιμένοντας Διαταγές για η να συνεχίσουν την εξόρμησή τους. Η 5 Μεραρχία διατάχθηκε να προχωρήσει βορειοδυτικά της η Κοζάνης προς το Σόροβιτς, στον δρόμο δηλαδή προς Μοναστήρι, ενώ η 7 Μεραρχία βάδιζε ήδη κατά της Κατερίνης, στα νότια της Θεσσαλονίκης. Πού βρισκόταν όμως ο εχθρός; Πού σκόπευε να σταθεί για να δώσει την τελευταία μάχη για τη Θεσσαλονίκη; Οι πληροφορίες ήταν πολύ συγκεχυμένες, ενώ από την Θεσσαλονίκη, κατάσκοποι 178 ανέφεραν αναχώρηση τραίνων γεμάτων με στρατεύματα με κατεύθυνση δυτική. Το Ελληνικό Επιτελείο θεωρούσε ότι υπήρχαν δύο πιθανές τοποθεσίες για να αντιτάξουν οι Τούρκοι την τελευταία τους άμυνα πριν την Θεσσαλονίκη: Η πρώτη και πιο προφανής, ήταν πίσω από τον Αξιό, χάρη στα πλεονεκτήματα που προσέφερε στον αμυνόμενο, λόγω του μεγέθους του ποταμού, που ήταν και πλημμυρισμένος την εποχή αυτή. Η δεύτερη ήταν η περιοχή γύρω από την ιερή για τους μουσουλμάνους πόλη των Γιαννιτσών. Ένα μεγάλο μέρος του πεδινού διαδρόμου από Δυτική 179 Μακεδονία προς Θεσσαλονίκη καταλαμβάνεται από την ομώνυμη λίμνη , στα νότια της οποίας 176

Πρέπει να αναφερθεί ότι η ύπαρξη του δευτέρου και τρίτου τηλεγραφήματος είναι ανεξακρίβωτη. Αναφέρονται στα αρχεία του Βενιζέλου, αλλά λείπουν από τα αρχεία του Στρατού ή του Υπουργείου Στρατιωτικών. Που σημαίνει ότι θα μπορούσαν να είναι και εφεύρημα της εποχής του Διχασμού. 177 Η διχογνωμία στο ζήτημα αυτό διαρκεί μέχρι σήμερα, με την μία πλευρά να αμφισβητεί την ύπαρξη των τηλεγραφημάτων, και μάλιστα να υποστηρίζει (Δούσμανης – Απομνημονεύματα σελ. 41-42) ότι Ο Βενιζέλος λίγο πριν τον πόλεμο θεωρούσε «παράλογη» την ιδέα ότι ο Στρατός μας μπορούσε να πάρει τη Θεσσαλονίκη, και την άλλη να υποστηρίζει ότι ο Κωνσταντίνος δεν αντιλαμβανόταν την σημασία της Θεσσαλονίκης και ότι προτιμούσε να κινηθεί προς Μοναστήρι αφήνοντας την Θεσσαλονίκη στους Βουλγάρους, εξυπηρετώντας τα συμφέροντα των Κεντρικών Δυνάμεων (Αυστρίας και Γερμανίας)!!! Η αλήθεια είναι μάλλον στη μέση, δικαιώνοντας εξ ίσου και τους δύο: Ο Κωνσταντίνος σκεπτόταν ορθά στρατιωτικά αλλά δεν αγνοούσε και τη σημασία της Θεσσαλονίκης. Αυτό αποδεικνύεται από το γεγονός ότι η 7η Μεραρχία (που δεν χρησιμοποιήθηκε στο Σαραντάπορο) εκινείτο ήδη (βάσει προτέρων Διαταγών) προς τα Στενά της Πέτρας και την Κατερίνη, ώστε να επιτεθεί κατά της Θεσσαλονίκης από τον Νότο. Αλλά ορθά σκεπτόταν και ο Βενιζέλος που ενδεχομένως διέβλεπε την ευκαιρία και βιαζόταν. Την λύση την έδωσε ο Κωνσταντίνος, συμμορφούμενος ως ώφειλε στην εντολή του Βενιζέλου, με τον μόνο «στρατιωτικά ορθό» τρόπο: Δίνοντας εντολή σε πέντε Μεραρχίες (1η, 2η, 3η, 4η, 6η) να συνεχίσουν την προέλαση προς τη Βέροια, παρ’ ότι καθυστερούσε ο ανεφοδιασμός τους, αξιοποιώντας τις επί τόπου πηγές εφοδίων και τροφών, αλλά και την ορμή των Ελλήνων Αξιωματικών και Στρατιωτών που υπερνίκησαν την εξάντλησή τους, και στέλνοντας την 5η Μεραρχία από την Κοζάνη προς Πτολεμαΐδα, καλύπτοντας τα νώτα της Στρατιάς, αλλά και προωθούμενη προς Φλώρινα - Μοναστήρι, αν δεν εύρισκε ισχυρή αντίσταση. 178 (Ήταν η 14η Μεραρχία της Τουρκικής Στρατιάς του Στρυμώνα) 179 (αποξηραμένη σήμερα) Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 133

και μέχρι την θάλασσα, τρία χιλιόμετρα απόσταση μόνο, το έδαφος είναι ελώδες και δύσβατο. Στα βόρεια της λίμνης και μπροστά από τα Γιαννιτσά, υπάρχει μία σειρά χαμηλών λόφων που δεσπόζουν στο πεδινό και ακάλυπτο έδαφος του κάμπου που έχει πλάτος δέκα περίπου χιλιομέτρων. Πιο βόρεια υψώνεται ο ορεινός όγκος του Πάικου. Αυτόν τον χώρο στα Γιαννιτσά διάλεξε ο Τούρκος Αρχιστράτηγος για να σταματήσει την Ελληνική προέλαση. Παρ’ όλο που γνώριζε ότι έτσι είχε στα νώτα του τον Αξιό, που θα ήταν εμπόδιο στην παραπέρα υποχώρησή του αν ηττάτο στα Γιαννιτσά. Όμως στη ζυγαριά της επιλογής του βάρυνε και το χαμηλό ηθικό των μονάδων του, που φοβόταν ότι θα κατέρρεε εντελώς αν συνέχιζε να υποχωρεί, αφήνοντας αμαχητί και τα «ιερά» Γιαννιτσά. Που επί πλέον προσφέρονταν καλύτερα για άμυνα από το ανοιχτό έδαφος της πεδιάδας του Αξιού. Την επομένη (13 Οκτωβρίου) οι αναφορές της Ταξιαρχίας Ιππικού αποκάλυψαν τελικά ότι οι Τούρκοι πέρασαν από την Βέροια, με κατεύθυνση προς Γιαννιτσά. Την ίδια ημέρα, το Επιτελείο μεταφέρθηκε στην Κοζάνη, και από εκεί εκδόθηκαν το βράδυ οι διαταγές προέλασης προς την η Θεσσαλονίκη. Με αυτές, η 2 Μεραρχία διατάχθηκε να καταλάβει την στενωπό του Τριποτάμου, η η η η ακολουθούμενη από την 3 Μεραρχία, ενώ η 1 , 4 και 6 Μεραρχία διατάχθηκαν να κινηθούν εκατέρωθεν του στενού, ώστε να βρεθούν στην Βέροια και στα νώτα των Τούρκων που ενδεχοη μένως θα φυλούσαν την στενωπό. Συγχρόνως η 7 συνέχιζε την κίνησή της προς την Κατερίνη, ο η μέσα από τα στενά της Πέτρας, ενισχυμένη με το 8 Τάγμα Ευζώνων και ένα Τάγμα Κρητών. Η 5 Μεραρχία διατάχθηκε να κινηθεί προς Κοζάνη - Καϊλάρ, στον δρόμο για Μοναστήρι, και στα αριστερά της, το Απόσπασμα Γεννάδη διατάχθηκε να κινηθεί προς τα Γρεβενά.

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 134

Με τον τρόπο αυτό, ο Ελληνικός Στρατός χωρίστηκε σε τρεις φάλαγγες και με διαδοχικές συμπλοκές με τα υποχωρούντα στρατεύματα του Χασάν Ταχσίν Πασά αλλά και με τις κατά τόπους Τουρκικές φρουρές, έφτασε στη Βέροια και την Κατερίνη. Στις 17 Οκτωβρίου 1912 τα Ελληνικά σύνορα ήταν μία γραμμή που ξεκινούσε από τον Φιλώτα, περνούσε από την Νάουσα και την Βέροια και κατάληγε στις εκβολές του Αλιάκμονα. Στην συνέχεια και αφού το Γενικό Στρατηγείο εγκαταστάθηκε στη Βέροια, τα Ελληνικά στρατεύματα άρχισαν να στρέφονται με άξονα την παραλία και να παρατάσσονται με μέτωπο προς το μεγάλο «βραβείο» του πολέμου αυτού: την Μακεδονική πρωτεύουσα, την κοσμοπολίτικη, την πολυεθνική, την βυζαντινή Θεσσαλονίκη. Τα η νώτα τους ο «μπαρμπα Κωνσταντίνος» άφησε να τα φυλάει η 5 Μεραρχία που θα κατευθυνόταν μέσω Αμυνταίου για να απελευθερώσει την Φλώρινα και αν μπορούσε και το Μοναστήρι. Αυτό το τελευταίο δεν έγινε κατορθωτό, όχι επειδή η Μεραρχία έφθασε αργά, αλλά επειδή την έπληξε μια από τις μεγαλύτερες συμφορές του πολέμου αυτού... Στο μεταξύ, από τις 11 Οκτωβρίου, ο Ταχσίν Πασάς, χρησιμοποιώντας σωστά το Ιππικό του, είχε μάθει για την καθυστέρηση του Στρατού μας και προσπαθούσε να ανασυγκροτήσει τις δυνάμεις του, ιδίως τις εφεδρικές, όπου είχαν σημειωθεί εκατοντάδες λιποταξίες. Μοίρασε πυρομαχικά και τρόφιμα και συνέχισε την υποχώρηση με την μεγαλύτερη δυνατή τάξη, σταματώντας και το ρεύμα των προσφύγων που παρεμπόδιζαν τις κινήσεις του και έσπερναν πανικό. Και με τη βοήθεια της πανσελήνου οργάνωνε τους νέους καταυλισμούς του. Στις 12 Οκτωβρίου διαπίστωσε ότι ο Ελληνικός Στρατός άρχισε ξανά να κινείται οργανωμένα εναντίον του, ενώ ξανάρχισαν οι λιποταξίες, μεταξύ των οποίων και Αξιωματικοί. Και ενώ ακόμη δεν είχε κατασταλάξει και αυτός αν έπρεπε να πάει προς την Θεσσαλονίκη ή το Μοναστήρι, ειδοποιήθηκε από τον Αλή Ριζά Πασά, Διοικητή της Δυτικής Στρατιάς, ότι λόγω κρισιμότητας της κατάστασης στο Κουμάνοβο, μετέφερε το Αρχηγείο του και το Σώμα Στρατού της Θεσσαλονίκης στο Μοναστήρι. Η υπεράσπιση της Θεσσαλονίκης έμεινε έτσι στα χέρια του Ταχσίν, η που ωστόσο ενισχύθηκε στις 17 Οκτωβρίου με την 14 Μεραρχία υπό τον Γκαλήπ Πασά και την Μεραρχία Εφέδρων Θεσσαλονίκης υπό τον Σουκρή Μπέη. Η ώρα για την μεγάλη μάχη των Γιαννιτσών και την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης πλησίαζε ...

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 135

Πορεία προς τη Βέροια, 13-16 Οκτωβρίου 1912 – 2η Μεραρχία (Διήγηση του Λεωνίδα)

Στις 13 του Οκτώβρη ήρθε η Διαταγή να προελάσουμε προς την Βέροια. Οι πληροφορίες έλεγαν ότι ένα εχθρικό σώμα, περίπου πέντε χιλιάδες άνδρες με επί κεφαλής τον Μουσταφά Πασά, είχε η υποχωρήσει βόρεια της Κοζάνης, καταδιωκόμενο από την 5 Μεραρχία και την Ταξιαρχία Ιππικού. Αλλά ο κύριος όγκος του εχθρού υποχώρησε προς τη Βέροια, και για εκεί κίνησαν το απόγευμα οι υπόλοιπες Μεραρχίες μας. 180

Στη Μεραρχία μας ανατέθηκε η αποστολή να ανοίξουμε την στενωπό του Γυφτοποτάμου , που χωρίζει το υψίπεδο της Κοζάνης από την πεδιάδα της Βέροιας, εκδιώκοντας τον εχθρό που η υπολογίζαμε ότι θα έδινε εκεί μάχες οπισθοφυλακής. Πίσω μας θα ακολουθούσε η 3 Μεραρχία, η η η η και εκατέρωθεν της στενωπού θα προχωρούσαν η 1 , η 4 και η 6 Μεραρχία. Η 7 θα βάδιζε προς Κατερίνη. ο

Μπροστά μας πήγαινε το 3 Σύνταγμα του Γιαννακίτσα. Ήταν η σειρά τους να πάνε μπροστά, καθώς στο Σαραντάπορο είχαν κρατηθεί στην εφεδρεία. Πήραμε την Αμαξιτή Οδό που συνδέει τα ο Σέρβια με τη Βέροια, περνώντας τη γέφυρα του Αλιάκμονα που την φυλούσε το 8 Σύνταγμα της ης ο 4 Μεραρχίας. Το 8 Σύνταγμα πολεμούσε συνεχώς από την πρώτη μέρα και παρά τις απώλειές ου τους είχαν όρεξη για πειράγματα σε βάρος των συναδέλφων του 3 : «Αχ μωρέ τους καημένους … βαρυφορτωμένους τους βλέπω …» «Είναι που δεν ξόδεψαν ακόμη καθόλου σφαίρες …» Αλλά οι δικοί μας χαμογελούσαν χωρίς να προσβάλλονται: «Τις φυλάμε για τη Βέροια παιδιά … αφήσατε να σας ξεφύγουν οι Νιζάμηδες … και τώρα πρέπει να αναλάβουμε εμείς …» «Μόνο κοιτάτε μην αργήσετε και κρυώσει ο καφές …» 181 «Ραντεβού στου “Βελτσίδη” παιδιά … όποιος φτάσει τελευταίος κερνάει …» 182 «Εγώ θα είμαι στον “Παράδεισο” , που έχει καλύτερη θέα … να βλέπω τα Γιαννιτσά …» 183 «Αν αργήσετε, μπορεί να είμαστε στο “Αλάμπρα ” …» «Κι άμα βρείτε τίποτα ψείρες στο δρόμο, από μας θα έπεσαν, μαζέψτε τις …» Η χαρά της νίκης έκανε να ξεχνιούνται και οι απώλειες και οι πορείες και οι ψείρες … Βοηθούσε και το Γενικό Στρατηγείο, αλλά και τα Επιτελεία των Μεραρχιών, που φρόντιζαν να κατανέμουν κατά το δυνατόν πιο δίκαια τους κινδύνους και τις κακουχίες, αλλά και την ανάπαυση, εναλλάσσοντας τις Μεραρχίες και τα Συντάγματα που έμπαιναν μπροστά σε κάθε μάχη. Η συνεχής αυτή εναλλαγή, που ξεκινούσε από τις Μεραρχίες και έφθανε μέχρι το ποια Διμοιρία είχε σειρά για συσσίτιο, περιόριζε τον ανταγωνισμό και την ζήλεια μεταξύ μονάδων και συνέβαλε και αυτή στο αδελφικό πνεύμα. Αλλά, κακά τα ψέματα. Τον κύριο ρόλο τον έπαιζαν οι νίκες, η ορμητική προώθηση και το μαχητικό και πατριωτικό πνεύμα των Αξιωματικών, Υπαξιωματικών και φαντάρων. Στο μυαλό μου ήρθε ένα περιστατικό από το πρωινό Προσκλητήριο. Φωνάζοντας τα ονόματά μας, κατά λάθος φώναξαν και ονόματα συναδέλφων που είχαν σκοτωθεί ή τραυματιστεί. Και αντί να προκαλεί το γεγονός αυτό αμηχανία και πάγωμα στη ράχη, άκουγες αστεία … «Φυλάει σκοπιά σον Άγιο Πέτρο αυτός …» 180

(Τριποτάμου) Ένα από τα Καφενεία της πόλης. Υπήρχε και εστιατόριο Βελτσίδη. 182 Καφενείο προς την πλευρά των Γιαννιτσών, με θέα στην πεδιάδα της Βέροιας 183 Ένα από τα τρία Ξενοδοχεία της πόλης τότε. Τα άλλα δύο ήταν ο «Άγιος Αντώνιος» και η «Θεσσαλονίκη» 181

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 136

«Πήρε άδεια αορίστου χρόνου …» «Εκτελεί χρέη πεθαμένου αυτός …» «Πήγε να μαζέψει κούμαρα κυρ Λοχία …» «Μελετάει τις ρίζες από τις βρούβες … θέλει να γίνει Γεωπόνος είπε …» «Τον στείλαμε για ξεψείρισμα σε Νοσοκομείο στην Ελασσώνα …» «Πώς να μας ακολουθήσει αυτός μ’ ένα πόδι κυρ Λοχία …» Αδιαφορούσαμε μπροστά στον θάνατο; Συμφιλιωθήκαμε μαζί του; Κάθε άλλο … απλά, κάθε στρατιώτης νομίζει ότι είναι αθάνατος. Οι σφαίρες δεν είναι για αυτόν … να, αυτή πέτυχε τον από πίσω μου … εγώ άκουσα μόνο το σφύριγμά της … Εμένα με φυλάει η Παναγιά … όποιος στρατιώτης δεν κάνει τέτοιες σκέψεις, δεν κάνει για πόλεμο . Όποιος πάει στη μάχη για να πεθάνει, δεν κάνει για στρατιώτης … Ο καλός στρατιώτης πάει για να σκοτώσει … όχι για να σκοτωθεί … Τα Πυροβόλα και τα Μεταγωγικά του Πυροβολικού κάνανε θόρυβο σε κάθε λακκούβα και σηκώνανε σύννεφα σκόνης, παρ’ όλο που ήταν λιθόστρωτος ο δρόμος. Αλλά δεν με ενοχλούσε, καλύτερα να πηγαίνουν μπροστά και να είναι «έτοιμα προς τάξιν» παρά να τα περιμέναμε όπως στο Σαραντάπορο. Η παρουσία τους μας γέμιζε ασφάλεια. Από τα Σέρβια ως τη Βέροια είναι περίπου εβδομήντα χιλιόμετρα, δεκατέσσερεις ώρες πορεία. Αργά το πρωί στις 15 του Οκτώβρη, στο δρόμο για την Καστανιά, συναντήσαμε Τουρκικές οπισθοφυλακές. Είχαν πιάσει την κορυφογραμμή που, από χίλια τρακόσια μέτρα υψόμετρο, δέσποζε πάνω από το δρόμο στην Καστανιά. Εκεί πάνω είχε ταμπουρωθεί και το Πυροβολικό τους, έχοντας επισημάνει από πριν τις θέσεις που θα περνούσαμε. Όμως, αυτή τη φορά είχαμε μάθει το μάθημα που πήραμε στο Σαραντάπορο. Ο Παρασκευόπουλος έταξε αμέσως τα πυροβόλα της Στρατιάς ξεκινώντας τη μονομαχία Πυροβολικού, αποφασισμένος να πάρει το αίμα του πίσω για τα σχόλια που ακούστηκαν στο Σαραντάπορο. Ο αθεόφοβος, την ώρα που μαινόταν η μάχη και γύρω του έπεφταν Τουρκικές οβίδες, αυτός έγραφε γράμμα «στην λατρευτή του Κουλίτσα»: 184 «Χάδοβα , στενωπός Τριποτάμου 185 Δευτέρα τη 15 8/βρίου 1912 Λατρευτή μου και γλυκιά Κουλίτσα Εν πρώτοις, έλαβον προ ολίγου τα 5 πρώτα γραμματάκια σου και είμαι τρελός από χαρά … Κουλίτσα μου λατρευτή, … αν ήξευρες από πού σοι γράφω τώρα την στιγμήν αυτήν θα γελούσες, διότι είναι και αστείον. Λοιπόν άκουσον, γλυκιά μου γυναικούλα, από το πεδίον της μάχης. Πέφτουν κανονιαίς αρκεταίς. Είμαι 20 μέτρα αριστερά και 30 εμπρός της Πυροβολαρχίας του Ραφαήλοβιτς, βάλλουν έτεραι 5 Πυροβολαρχίαι είμαι ορθός και γράφω (δεν πιστεύω Αρχηγός Πυροβολικού να στέκεται έτσι πλησίον εις το πυρ). Δεν βαρύνεσαι, είναι αστεία όλα, όπως τα πάρης. Αυτοί οι παλιότουρκοι δεν βάλλουν καλά. Ακολουθούν τας αρχαίας μεθόδους. Δυστυχώς ως αμυνώμενοι εκλέγουν τας θέσεις των (τρώγω και chocolata) και είναι δύσκολον να τους πλησιάζωμεν … Αν περάσουμε κι αυτήν την στενωπόν, που είναι 30 χιλιόμετρα, θα υπάγωμεν εις Βέροια, υποθέτω αύριον και κατόπιν εις Θεσσαλονίκην. Απίστευτα πράγματα. … Σας φιλώ θερμότατα και γλυκύτατα σε αγαπώ 186 Ο Λεωνάκης » Η μάχη για τη Βέροια ήταν στην ουσία μία άγρια μονομαχία Πυροβολικού. Με τα δικά μας

184

(Πολύμυλο) sic – Έχει κρατηθεί η γλώσσα και η ορθογραφία του πρωτοτύπου (πλην σημείων στίξεως) 186 (Λεωνίδας Παρασκευόπουλος – έχει ήδη αναφερθεί σε προηγούμενα κεφάλαια) 185

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 137

πυροβόλα ταγμένα ακάλυπτα και 1.300 μέτρα χαμηλότερα! Τα πυροβόλα μας, όχι μόνο εξάντλησαν την σκοπευτική τους γωνία, αλλά χρειάστηκε να σκάβουν τρύπες οι Πυροβολητές, να βάλουν μέσα την ακίδα του κιλλίβαντα, ώστε να αυξήσουν την κλίση όσο γίνεται περισσότερο. Και ήταν τόσο εύστοχοι οι Πυροβολητές μας, που οι εχθρικές Πυροβολαρχίες ή καταστράφηκαν ή το έβαλαν στα πόδια, εγκαταλείποντας τα βλητοφόρα, μια που δεν περίσσευαν άλογα να σύρουν και αυτά, καθώς τα περισσότερα είχαν σκοτωθεί από τις οβίδες μας … Την άλλη μέρα, στην «ημερήσια αναφορά» του προς την Κουλίτσα, ο Λ. Παρασκευόπουλος «ανέφερε»: «Γλυκιά μου και λατρευτή Κουλίτσα Η μάχη της στενωπού Τριποτάμου παρά την Χάδοβαν εξηκολούθησε και μετά την λήξιν της χθεσινής επιστολής μου. Ήτο αγών Πυροβολικού. Αλλά τι να σου είπω Κουλίτσα μου, ουδέποτε είδον θέσεις οχυρωτέρας εκείνων, ας κατείχαν οι Τούρκοι … και εν τούτοις, μεθ’ όλα ταύτα, το υπ’ εμέ Πυροβολικόν ενέσπειρε τον πανικόν εις το εχθρικόν Πυροβολικόν και όπου φύγει φύγει εγκαταλείψαντες 8 βλητοφόρα πλήρη βλημάτων και ένα σωρό άλλα πράγματα. Το Πεζικόν, ενθουσιασμένον από ημάς, εφιλούσαν τα κανόνια. Όταν 187 μετέβημεν εντός των θέσεών των ήταν φρικτόν το θέαμα. Παντού η καταστροφή …» Υποχωρώντας οι Τούρκοι ανατίναξαν τις γέφυρες. Αυτό καθυστέρησε το Πυροβολικό μας, που δεν μπορούσε να ακολουθήσει παρακάμψεις από μονοπάτια, αλλά όχι και εμάς τους πεζούς. Και ενώ οι Πυροβολαρχίες αναγκάστηκαν να περάσουν τη νύχτα σε 1.300 μέτρα υψόμετρο, μέχρι να επισκευαστούν οι γέφυρες, εμείς προχωρήσαμε μέχρι που νύχτωσε. Και παρ’ όλο που καταυλισθήκαμε χαμηλά στα ριζοβούνια, λίγο πριν την έξοδο στην πεδιάδα της Βέροιας, η νύχτα ήταν τόσο κρύα, που κανείς δεν μας εμπόδισε να ανάψουμε φωτιές. Όσο για το βραδινό συσσίτιο, «ουαί ταις προσθοφυλακαίς» που έλεγε κι ο Λοχαγός μας, μόνο γαλέτες … Όσοι κοιμήθηκαν τη νύχτα εκείνη, αλλά και όσοι έμειναν άγρυπνοι, ονειρευτήκαμε τα φαγιά και τα κρασιά της Βέροιας … Το επόμενο πρωί συνεχίσαμε και μετά από δίωρη πορεία φτάσαμε στην πανέμορφη Βέροια, που την είχαν εγκαταλείψει οι Τούρκοι. Πρώτο μπήκε στην πόλη το Μεραρχιακό Ιππικό που έγινε δεκτό με ενθουσιασμό από τους Έλληνες της Βέροιας. Οι άλλοι καθυστερήσαμε λίγο … άλλωστε … περίεργο πράγμα, ο κάθε φαντάρος ένοιωθε την ανάγκη να χτενιστεί και να ομορφύνει το πρωινό αυτό, στη σκέψη ότι θα μπαίναμε σε πολιτεία και θα μας κοίταζαν και μάτια γυναικεία !!!

187

(εννοεί τις θέσεις που κατείχε το Τουρκικό Πυροβολικό) Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 138

Πέρασμα του Βερμίου, πορεία προς τη Βέροια, 4η Μεραρχία (Διήγηση του Αριστείδη)

Δεν προλάβαμε να ξεκουραστούμε και ήρθε η Διαταγή να κινηθούμε πάλι. Ευτυχώς, κατάφερα 188 τουλάχιστον να πλυθώ και να αλλάξω παντελόνι, πουκάμισο, εσώρουχα, κάλτσες και κνημίδες . Για λίγο ένοιωσα και πάλι άνθρωπος, αν και κάτι έκανα λάθος γιατί γρήγορα ανακάλυψα ότι δεν 189 190 είχα ξεφορτωθεί εντελώς τις ψείρες. Ίσως να είχαν μείνει στο χιτώνιο ή στον μανδύα , αυτά δεν σκέφτηκα να τα ψάξω. η

Ενώ η 5 Μεραρχία και η Ταξιαρχία Ιππικού θα κυνηγούσαν τον Μουσταφά Πασά βόρεια της Κοη ζάνης, και η 7 βάδιζε προς την Κατερίνη, η Μεραρχία μας με τον κύριο όγκο της Στρατιάς κινήθηκε βόρεια προς τη Βέροια. Θα πρέπει να ήταν εντυπωσιακό το θέαμα πέντε Μεραρχιών που ανέβαιναν τον αμαξιτό δρόμο, με τους Αξιωματικούς έφιππους, τους οπλίτες σε τετράδες, τα πυροβόλα, τα βλητοφόρα, τις άμαξες, τα κάρα, τα ορεινά πυροβόλα και τα πολυβόλα φορτωμένα σε μουλάρια, τις εφοδιοπομπές, τα κινητά χειρουργεία, τα μαγειρεία και ότι άλλο συνθέτει μια Στρατιά … Ευτυχώς δεν έβρεχε, και έτσι βαδίζαμε κανονικά, σηκώνοντας όμως σύννεφα σκόνης. Ένας συνάδελφος υπολόγισε ότι η Στρατιά σε πορεία θα πρέπει να είχε μήκος πάνω από 20 χιλιόμετρα, 191 που σημαίνει ότι οι τελευταίοι θα απείχαν από τις εμπροσθοφυλακές σχεδόν 5 ώρες … ο

Περάσαμε τη μεγάλη σιδερένια γέφυρα του Αλιάκμονα, που την φρουρούσε το 8 Σύνταγμά μας. Ευτυχώς οι Τούρκοι δεν την είχαν καταστρέψει στην υποχώρησή τους. Αν το είχαν κάνει θα μας 192 καθυστερούσαν 2-3 μέρες τουλάχιστον, επειδή δεν είχαμε μαζί μας γεφυροσκευές . Το απόγευμα διασταυρωθήκαμε με τα αυτοκίνητα του Διαδόχου και των Πριγκήπων που πήγαιναν προς την Κοζάνη. Οι Στρατιώτες σήκωναν ψηλά τα όπλα, χαιρετούσαν και ζητωκραύγαζαν: «Ζήτω ο Διάδοχος! … Να ζήσεις Αρχηγέ! … Μαζί σας και στην Πόλη …» Σαν έπιασε η νύχτα, φέγγιζαν ακόμη πίσω μας οι φωτιές από τα φλεγόμενα Σέρβια. Βαδίζοντας με 193 το φως του φεγγαριού, φτάσαμε στο Τζιτζιλέρ , ένα μικρό Τούρκικο χωριό όπου καταυλιστήκαμε στα χωράφια. Παντού βασίλευε νεκρική σιγή. Το χωριό έμοιαζε ακατοίκητο, τα σπίτια κλειστά, οι δρόμοι έρημοι ούτε σκυλιά δεν ακούγονταν. Στους μιναρέδες και στα μπαλκόνια κρέμονταν λευκές σημαίες. Το χωριό δεν είχε πηγάδι, νερό πίνανε από μια γούρνα γεμάτη πρασινίλα και μούχλα. Δεν τολμήσαμε να πιούμε από εκεί. Καλύτερα διψασμένοι … Στις οχτώ το άλλο πρωί συνεχίσαμε στο δρόμο για τη Βέροια. Το μόνο εμπόδιο ήταν οι χιλιάδες οβίδες που εγκατέλειπαν οι Τούρκοι, για να ελαφρώσουν τα βλητοφόρα και να τρέχουν πιο γρήγορα. Οργανώσαμε αγγαρείες που μάζευαν τις οβίδες στην άκρη του δρόμου, για να μπορούν να περνούν τα τροχήλατά μας, και για να τις περιμαζέψει αργότερα η Επιμελητεία μας. Οι Τούρκοι νόμιζαν ότι τους κυνηγούσαμε, αν και η αλήθεια είναι, ότι η Ταξιαρχία Ιππικού όχι μόνο 188

(λωρίδες από χακί μάλλινο ύφασμα) (αμπέχονο) 190 (χλαίνη) 191 (Η αλήθεια είναι ότι απείχαν ακόμη περισσότερο) 192 Ο Δούσμανης στα απομνημονεύματά του κατηγορεί γι’ αυτό την Γαλλική αποστολή που είχε αναλάβει την αναδιοργάνωση του Στρατού, και είχε καταργήσει τις Μεταγωγικές Μοίρες των Γεφυροσκευών, με αποτέλεσμα αντί «ίππων έλξεως» να χρησιμοποιούνται βούβαλοι που καθυστερούσαν. Αναφέρει μάλιστα χαρακτηριστικά ότι και όταν ο Στρατός έφτασε στις 23 Οκτωβρίου στον Αξιό, οι γεφυροσκευές ήταν ακόμη στο χάνι Χατζηγώγου, πριν το Σαραντάπορο (!) 193 Το Τζιτζιλέρ ήταν στη διασταύρωση των δρόμων προς Βέροια και Μοναστήρι 189

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 139

δεν τους καταδίωκε, αλλά είχε χάσει και τα ίχνη τους! Η μέρα ήταν όμορφη αλλά στον κάμπο δεν υπήρχε πουθενά νερό. Νοσταλγήσαμε μέχρι και τα βρωμόνερα του Τζιτζιλέρ … Σε κάθε ωριαία στάση, οι φαντάροι μαζεύονταν σαν τις μύγες γύρω από τις υδροφόρες. Αλλά με το που άνοιγε η κάνουλα, το περισσότερο νερό χυνόταν κάτω από το σπρώξιμο … Η Διαταγή έλεγε ότι η Μεραρχία μας έπρεπε να κινηθεί στα δυτικά του αμαξιτού δρόμου, καλύπτοντας το αριστερό της Στρατιάς. Έτσι, λίγο αργότερα, κινηθήκαμε αριστερά συνεχίζοντας σε μονοπάτια και σαν νύχτωσε φτάσαμε 194 σε ένα άθλιο τουρκοχώρι, το Ντορταλή . Και εκεί είχε μόνο μία βρύση, που κι αυτοί την είχαν χαλάσει οι Τούρκοι και έβγαζε σταγόνες. Μεσάνυχτα, έφτασε στη σκηνή του Μεράρχου η Διαταγή Επιχειρήσεων για την επόμενη μέρα: Η κύρια φάλαγγα θα βάδιζε κατά τις Βέροιας, ακολουθώντας τον δημόσιο δρόμο από την Καστανιά προς τα στενά του Τριποτάμου. Η Μεραρχία μας θα βάδιζε από αριστερά, υπερκερωτικά, από Ξερολίβαδο προς Βρωμοπήγαδο. Η απελπισία των διψασμένων έφτασε στα ουράνια, ακούγοντας τα δυο αυτά ονόματα. Το πρωί μπήκαμε σε πορεία, ακολουθώντας ένα στενό ανηφορικό μονοπάτι, που δυσκόλευε ιδίως τα ζώα, καθώς ήταν φορτωμένα με ορειβατικά πυροβόλα, πυρομαχικά και κάθε λογής εφόδια. Για να καταλάβετε για πόσα ζώα μιλάω, φανταστείτε ότι η τυπική σύνθεση μιας ορεινής Πυροβολαρχίας, προβλέπει 148 195 196 μουλάρια και 12 ίππους . Όσο ανεβαίναμε, αν και ο δρόμος ήταν «ημιονικός» και όχι μονοπάτι, τοσο η πορεία γινόταν δυσκολότερη, σε αντίθεση με την ομορφιά του τοπίου, τις πανύψηλες οξυές, τις τεράστιες βαλανιδιές, το απέραντο πράσινο. Περάσαμε το διάσελο του Νότιου Βερμίου και κατηφορίσαμε κατά το Ξηρολίβαδο, που δεν ξέρω γιατί το βάφτισαν έτσι … Μόνο ξερό δεν ήταν … Ένα καταπράσινο λιβάδι, με χλόη παχιά σα χαλί, όπου δεν έβλεπες ούτε μία πέτρα! Σαν να διέταζε ένας αόρατος Διοικητής, οι φαντάροι σταμάτησαν μόλις είδαν μια σειρά από πηγάδια με ξύλινα βαρούλκα. Και ξεχνώντας Αξιωματικούς, Στρατό και πειθαρχία, άρχισαν να γεμίζουν τα παγούρια, και σαν να μην έφτανε αυτό, άρχισαν να χορεύουν γύρω από τα πηγάδια, να καταβρέχονται μεταξύ τους σαν παιδιά … Γέμισα κι εγώ δυο παγούρια, καθώς δεν με ενέπνεε καθόλου το όνομα του επόμενου οικισμού, Βρωμοπήγαδο … Συνεχίσαμε την πορεία, κατηφορίζοντας προς το Χάνι του Βρωμοπήγαδου. Αργά το απόγευμα, και καθώς βαδίζαμε χαζεύοντας τα πρόβατα που βόσκανε αγνοώντας τον πόλεμο, μία κανονιά, και αργότερα μια δεύτερη και μια τρίτη, μας θύμισαν ότι ο πόλεμος δεν τέλειωσε ακόμη. Μπροστά ο στο 8 Σύνταγμα που εκινείτο σε πρώτο κλιμάκιο, στην κορυφογραμμή, ήταν ίσα με δύο Τούρκικα Τάγματα! Η φάλαγγα σταμάτησε και με μεθοδικότητα που έβγαινε από την εμπειρία που ο αποκτήθηκε τις προηγούμενες μέρες, το 8 Σύνταγμα αναπτύχθηκε υποδειγματικά: Ένα Τάγμα 194

(Τετράλοφον) (51 της Πυροβολαρχίας βολής, 47 μεταγωγικά μάχης και 50 μεταγωγικά σώματος) 196 (κέλητες, δηλαδή για ίππευση και ζεύξεως, για μεταφορά) 195

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 140

προχώρησε «με άλματα» κατά μέτωπον, απασχολώντας τους Τούρκους με πυρά, ενώ δύο άλλα κινήθηκαν δεξιά και αριστερά για υπερφαλάγγιση. Ο Μέραρχος με τα κυάλια, τους κοίταζε θαυμάζοντας! Ταυτόχρονα τάχθηκε σε θέσεις βολής η ορειβατική Πυροβολαρχία του Κουρούκλη. Μόλις αυτή άρχισε να βάλλει, οι Τούρκοι δεν επέμειναν άλλο … βλέποντας και τις κυκλωτικές κινήσεις μας, παράτησαν τις θέσεις τους και έφυγαν τρέχοντας να συναντήσουν την υπόλοιπη στρατιά τους. Μέσα σε μια ώρα, και ενώ σουρούπωνε, η μάχη είχε τελειώσει. Τη νύχτα καταυλισθήκαμε μετά το Βρωμοπήγαδο, πίσω από ένα χλοερό ύψωμα, μια ώρα δρόμο δυτικά από τη Βέροια, από όπου μπορούσες να δεις τα φώτα της πολιτείας. Το κρύο ήταν τόσο δυνατό που επιτράπηκε να ανάψουμε φωτιές. Όσο για συσσίτιο, δυο μέρες τώρα δεν είχαμε δει ούτε κουραμάνα … Αλλά απόψε το πράγμα ήταν διαφορετικό: Τα μαγειρεία διατάχθηκαν να παρασκευάσουν «αγελάδα στιφάδο», το αγαπημένο φαΐ του Στρατού μας. Και είχαμε και χρόνο να ασχοληθούμε με την ατομική μας καθαριότητα, αλλά και περιποίηση. Τι δηλαδή, σαν λήσταρχοι θα μπαίναμε στη Βέροια; Τα ξυράφια και οι χτένες πήραν φωτιά … Τα καθρεφτάκια, δεν πρόφταιναν να αλλάζουν χέρια … Τ’ άλλο πρωί, από το ύψωμα θαυμάσαμε τη Βέροια, απλωμένη πάνω σε μια καταπράσινη πλαγιά. Και στο βάθος, ο απέραντος κάμπος, από Νάουσα μέχρι τα Γιαννιτσά … Τόσες μέρες περπατώντας στις κλεισούρες και στα μονοπάτια, μας φάνηκε σαν θάλασσα … Χωρίς βιασύνη, συνταχθήκαμε και αργά μετά το μεσημέρι ξεκινήσαμε την πορεία προς την πόλη. Μπροστά πήγε ως συνήθως η Ημιλαρχία του Μάνου, καλπάζοντας «κατά τετράδες», και μπήκε πρώτη στην Βέροια. Οι Έλληνες παραληρούσαν από χαρά, πετούσαν τα φέσια τους και έκλαιγαν, ψάλλοντας το «Χριστός Ανέστη», όµως δεν υστερούσαν, σε δηλώσεις υποταγής, και οι Τούρκοι κάτοικοι της πόλης, ιδιαίτερα οι προύχοντες, ούτε οι Εβραίοι της πόλης, άσχετα ποια ήσαν τα αληθινά συναισθήµατα που έκρυβαν στις καρδιές τους. ο

Το ένα μετά το άλλο μπήκαν στην πόλη και τα Συντάγματα του Πεζικού, με πρώτο το 8 , έχοντας ο ο σε πρώτο κλιμάκιο το 3 Τάγμα του, και πιο μπροστά από όλους τον 11 Λόχο του Χρυσοµάλλη, που ανέλαβε την φρούρηση της πόλης. Ακοος λούθησε ο 9 Λόχος του Λυμπεροπούλου, που μπαίνοντας από τα βόρεια υψώματα πάνω από την πόλη βρέθηκε στην καρδιά της Τουρκικής συνοικίας. Στην είσοδο της πόλης, μπροστά στο Ρολόι, είχαν συγκεντρωθεί οι Τούρκοι πρόκριτοι και οι Χοντζάδες. Πλησίασαν τους δικούς μας και με την βοήθεια Χριστιανών, προσπάθησαν να εξηγήσουν ότι δήλωναν υποταγή και ότι είναι σύμφωνοι µε τους Χριστιανούς κατοίκους της πόλης. Ένας τουρκομαθής Στρατιώτης έκανε τον διερμηνέα και φαίνεται ότι όλα πήγαν καλά, γιατί οι Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 141

Τούρκοι μας υποδέχτηκαν µε εκδηλώσεις χαράς και ενθουσιασµού. Αργότερα, σαν έφτασε ο Μέραρχος µε το Επιτελείο του, τον οδήγησαν οι πρόκριτοι στο ∆ιοικητήριο. Χρησιμοποιώντας τον Μητροπολίτη για διερμηνέα, ο Μέραρχος ευχαρίστησε τους Μπέηδες και τους βεβαίωσε ότι θα επικρατήσει πλήρης ασφάλεια και ότι κάθε παράπτωµα, και το παραμικρό, θα πρέπει να καταγγέλλεται για να τιμωρηθεί αυστηρά. Βλέπαμε τις χανούµισσες, δειλά και φοβισμένα, να μας κοιτάζουν πίσω από τα δικτυωτά παράθυρα και να κρύβονται αμέσως, αν κοιτάζαμε προς το μέρος τους. Ανησυχούσαν οι δύστυχες για την τύχη τους. Αλλά είχαν λάθος … Εμείς νοιαζόμασταν μόνο για το πού θα βρούμε φαγητό. Το νερό δεν μας έλειπε, καθώς στη Βέροια τρέχουν παντού νερά. Αλλά με τόσο Στρατό που μαζεύτηκε ξαφνικά, πολύ περισσότερο από όλους τους κατοίκους μαζί, ανησυχούσαμε δικαιολογημένα αν θα βρίσκαμε τα τρόφιµα και ότι άλλο είχαμε ανάγκη. Θα έφταναν για όλους μας τα μαγαζιά της Βέροιας; Αλλά φτάσανε. Οι περισσότεροι πρόφτασαν και έκαναν τις προµήθειές τους, ενώ ψωμί μας δίνανε όλα τα σπίτια, και τα Χριστιανικά αλλά και τα Εβραϊκά και τα Τουρκικά, χωρίς να δέχονται πληρωµή. Κατά τα άλλα, η Βέροια είχε τη συνηθισμένη καθημερινή της όψη. Έµεινε σχεδόν ανέγγιχτη από τον πόλεμο, καθώς δεν μεσολάβησε πολύς χρόνος από τη στιγµή που αναχώρησε ο Τούρκικος Στρατός και έφτασε ο Ελληνικός. Είναι χαρακτηριστικό ότι όταν έφτασε ο Μάνος στην πλατεία του ∆ιοικητηρίου όπου τον περίµεναν ο Μητροπολίτης, οι Έλληνες πρόκριτοι και οι Τούρκοι Μπέηδες, την ίδια ώρα έφευγε σφυρίζοντας το τελευταίο τραίνο με Τούρκους Στρατιώτες … Αλλά και οι Μπέηδες, φαίνεται ότι πιο πολύ νοιάζονταν για τα πλούτη τους, παρά για τα πατριωτικά και τα πολιτικά τους αισθήµατα. Προβλέποντας τις εξελίξεις, φρόντισαν να αποφύγουν πράξεις βίας που θα ξεσήκωναν τους Χριστιανούς, προκαλώντας μετά αντεκδίκηση. «Ήρθαν οι Έλληνες; Καλοδεχούμενοι … Και τα έξοδα δικά μας … Αρκεί να είναι ασφαλείς οι περιουσίες μας και τα τεφτέρια με αυτούς που μας χρωστάνε … Κι αν αυτούς θα τους κυνήγαγαν στο εξής οι χωροφύλακες του Βασιλιά Γεωργίου και όχι οι Ζαπιέδες του Σουλτάνου Μωάµεθ του Ε’, δεν είχε διαφορά …» Τα βρήκαν λοιπόν με τους Χριστιανούς προκρίτους και έτσι ούτε φόνοι ούτε εμπρησμοί ούτε αρπαγές ούτε λεηλασίες. Ο Τούρκος, νικημένος, είναι ο πιο πειθήνιος άνθρωπος. Όσο του αρέσει να επιβάλλει τη δύναµή του, άλλο τόσο ξέρει να σέβεται και να υποµένει τη δύναµη του άλλου. Και αν δεν υποδαυλίσεις τον θρησκευτικό του φανατισµό, είναι πρόθυµος να δεχτεί τα πάντα, µε στωική απάθεια. Εξαίρεση οι νοικοκυραίοι, η μεσαία τάξη, η πηγή του εθνικού αισθήματος σε κάθε τόπο. Ενώ οι ακτήμονες µας βλέπανε να παρελαύνουμε µε την περιέργεια θεατών κινηματογραφικής ταινίας, οι νοικοκυραίοι σφάλισαν τα μαγαζιά τους και πίσω από τα θολά τζάµια των σπιτιών και των καφενείων μας κοίταζαν με βλέμματα γεμάτα µίσος. Πρέπει να πω ότι η υποδοχή μας ήταν πιο συγκρατημένη απ’ όσο περιμέναμε, αλλά αυτό οφειλόταν στο ότι ο πολύς κόσμος είχε μαζευτεί στη δυτική είσοδο, στον αμαξιτό δρόμο της Κοζάνης, από όπου ερχόταν και ο Διάδοχος με το Επιτελείο του, επί κεφαλής του κυρίου όγκου της Στρατιάς. Εκεί πραγματικά έγινε το κάτι άλλο … Κοπελιές από τα μπαλκόνια έραιναν τους Στρατιώτες µε λουλούδια, µε κουφέτα και µε ρύζι, σαν να ήταν γαμπροί … Οι Χριστιανοί σκίζανε και ποδοπατούσαν τα φέσια τους ζητωκραυγάζοντας … Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 142

Η κεφαλή της φάλαγγας, µε μπροστάρη τον Αρχιστράτηγο ∆ιάδοχο και με τους Πρίγκηπες και τους Αξιωµατικούς του Επιτελείου, που αντί για λοφία είχαν βάλει στα πηλήκιά τους κίτρινα αγριολούλουδα, ξεσήκωνε θύελλα ενθουσιασµού. Οι κάτοικοι φιλούσαν τις µπότες τους, τα άλογά τους, ότι μπορούσαν να ζυγώσουν. Δεν ήταν τυχαίο που ήρθε μπροστά, στην πρώτη γραμμή ο Αρχιστράτηγος. Κι αυτός και το Επιτελείο του βιάζονταν να συνεχίσει η Στρατιά την προέλασή της, χωρίς χρονοτριβή, γιατί την προηγουμένη είχε φτάσει στο Γενικό Στρατηγείο ένα τηλεγράφημα του Υπουργού Εξωτερικών, με το οποίο πληροφορούσε ότι οι Σέρβοι είχαν καταλάβει το Ιστίπ, προχωρώντας προς Μοναστήρι, ενώ οι Βούλγαροι προέλαυναν από το Νευροκόπι προς τη Δράμα και τις Σέρρες, πλησιάζοντας τη η Θεσσαλονίκη ... Αλλά και εμείς προχωρούσαμε. Την ίδια μέρα που μπήκαμε στη Βέροια, η 7 η Μεραρχία εισήλθε στην Κατερίνη. Η 5 Μεραρχία, προχωρώντας μόνη προς το Μοναστήρι, καθηλώθηκε έξω από το χωριό Περδίκκα, όπου χίλιοι Τούρκοι με έξι πυροβόλα αντιστέκονταν λυσσαλέα. Δίνοντας τον τόνο της εσπευσμένης προώθησης της Στρατιάς, το Γενικό Στρατηγείο μετακόμισε την επόμενη μέρα στη Νάουσα. Πάντως, τώρα προείχε η ανάπαυση και η ανασυγκρότηση της Στρατιάς. Πήραµε τον δρόµο για τον Τούρκικο Στρατώνα, ένα μεγάλο κτίριο σε σχήµα «πι», χτισμένο σε ένα ύψωµα που έβλεπε όλη την πολιτεία. Στο βιαστικό φευγιό τους, οι Τούρκοι είχαν εγκαταλείψει μεγάλο όγκο υλικού. Βρήκαµε από σκηνές, κουβέρτες και όπλα, μέχρι χάρτες και σχέδια οχυρών της Κωνσταντινούπολης! Στην μια πτέρυγα του Στρατώνα εγκαταστάθηκε το Επιτελείο και στην άλλη οι γραφιάδες, οι ιπποκόμοι και οι υπηρέτες. Και τα Συντάγματα καταυλίστηκαν σε έναν ωραίο μεγάλο χώρο, πίσω από τους Στρατώνες, με μεγάλα δέντρα και πλήθος δροσάτα ρυάκια. Εμείς οι Αξιωματικοί, αλλά και πολλοί από τους Υπαξιωματικούς, γνωρίσαμε τη φιλοξενία των Ελλήνων της Βέροιας, απολαμβάνοντας πλούσια σπιτίσια φαγητά, που μας σερβίριζαν κομψοντυμένες γυναίκες και κόρες, όρθιες κατά το παλιό Μακεδονικό έθιµο … Όλοι οι Βεροιώτες, πλούσιοι και φτωχοί καλούσαν σε τραπέζια και γλέντια τον κουρασμένο στρατό. Ο λαός τραγουδούσε το: «Παν τα Σέρβια, παν’ τα Βέργια, Σέρρες, Δράμα και Καβάλα θα τα πάρουμε και αυτά. Παν’ τα Σέρβια, παν’ τα Βέργια παν’ τα Γιαννιτσά και στην άλλη εκστρατεία πάμε στην Αγιά Σοφιά».

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 143

Δευτέρα 15 Οκτώβρη 1912 - Απελευθέρωση Γρεβενών – Απόσπασμα Γεννάδη 197

η

Όπως είδαμε νωρίτερα, το Απόσπασμα Γεννάδη παρέμεινε στην περιοχή της Δεσκάτης την 7 η και 8 Οκτωβρίου, αναπαυόμενο και περιμένοντας εφοδιασμό και Διαταγές. Στις 9 Οκτωβρίου 198 κινήθηκε βόρεια προς τη Λουζιανή και το Μοναστήρι του Οσίου Νικάνορα στην Ζάβουρδα, με η σκοπό να ασφαλίσει το πέρασμα, για να περάσει η 5 Μεραρχία, η οποία θα ενεργούσε κυκλωτική ενέργεια στο αριστερό της διάταξης της Στρατιάς, κατά τη μάχη του Σαρανταπόρου που ακολούθησε. Στις 10 Οκτωβρίου το Απόσπασμα μετακινήθηκε από τους Λαζαράδες προς το Μοναστήρι της Παναγιάς της Ζιδανιώτισας όπου παρέμεινε επί διήμερο αναμένοντας Διαταγές. ης Το βράδυ της 12 Οκτωβρίου διατάχθηκε από τον Αρχιστράτηγο, που ήταν στα Σέρβια, να καταλάβει τα Γρεβενά, ώστε να εξασφαλίσει το αριστερό της Στρατιάς που θα προέλαυνε την επομένη προς την Βέροια. Η Διαταγή πληροφορούσε τον Γεννάδη ότι η Ταξιαρχία Ιππικού είχε καταλάβει χωρίς αντίσταση την Κοζάνη στις 11 Οκτωβρίου και ζητούσε από τον Γεννάδη να προελάσει προς Γρεβενά και μετά προς τη Σιάτιστα, εκκαθαρίζοντας την περιοχή από διάσπαρτα μικρά εχθρικά τμήματα, εξασφαλίζοντας τις συγκοινωνίες και τα νώτα της Στρατιάς. Σύμφωνα με τη Διαταγή, ο Γεννάδης έπρεπε να πάρει μαζί του και τμήμα τηλεγραφητών για να είναι σε συνεχή τηλεγραφική επαφή με την Στρατιά, να καλύπτει τις ανάγκες του σε τρόφιμα και 199 ζώα με την «επίταξη» επιτοπίων πόρων, και να αναμένει εφοδιασμό σε πυρομαχικά και 200 υγειονομικό υλικό από Καλαμπάκα – Βελεμίστι . Επίσης, διατάχθηκε να εγκαθιστά φρουρές ασφαλείας στις πόλεις που θα κατελάμβανε, αξιοποιώντας τα τμήματα του «Στρατού του Εσωτερικού» που ήταν στο Βελεμίστι, θέτοντάς τα υπό τις διαταγές του, και να διορίζει κατά την κρίση του πολιτικές αρχές στα απελευθερωμένα εδάφη. η

Στο μεταξύ, την 9 Οκτωβρίου, η Ταξιαρχία Ιππικού έστειλε μία Ίλη της με 137 Ιππείς στα Γρεβενά για αναγνώριση. Η Ίλη αυτή, συνάντησε αντίσταση από μεμονωμένες ομάδες Τούρκων στο Καρπερό και στο Φελί, τις οποίες ανέτρεψε με «μάχη πεζικού» και το νωρίς το βράδυ έφθασε στις 201 νότιες παρυφές της πόλης . Ο Ίλαρχος, μη έχοντας πληροφορίες για τις εχθρικές δυνάμεις που μπορεί να υπήρχαν στα Γρεβενά, σαν νύχτωσε, έστειλε για ανίχνευση τέσσερις Ιππείς με έναν 202 Ουλαμαγό. Τα Γρεβενά ήταν στο σκοτάδι και μόνο το Στρατιωτικό Νοσοκομείο είχε φως και ο Στρατώνας, ενώ στην πλατεία έφεγγε μία λάμπα πετρελαίου. Η Ίλη σταμάτησε ανατολικά των 197

Ο Στέφανος Γεννάδης γεννήθηκε στη Χίο το 1858. Αποφοίτησε από τη Σχολή Ευελπίδων ως Ανθυπολοχαγός Μηχανικού το 1881. Πριν από την έναρξη του Πολέμου του 1897 έγινε μέλος του Υπάτου Συμβουλίου της Εθνικής Εταιρείας και στις πολεμικές επιχειρήσεις που ακολούθησαν πολέμησε με το βαθμό του Λοχαγού. Αργότερα διετέλεσε (1908-1911) διευθυντής και επιθεωρητής Μηχανικού. Κατά τους Βαλκανικούς Πολέμους πολέμησε με το βαθμό του Συνταγματάρχη ως Διοικητής αρχικά του ανεξαρτήτου Αποσπάσματος Ευζώνων και μετά της 5ης Μεραρχίας. Παρέμεινε διοικητής της 5ης Μεραρχίας με το βαθμό του Υποστρατήγου και μετά τη λήξη του Β΄ Βαλκανικού Πολέμου. Στη συνέχεια τοποθετήθηκε Διοικητής του Δ΄ Σώματος Στρατού (Καβάλα) και προήχθη σε Αντιστράτηγο τον Ιούλιο του 1916. Το 1916-1917 διετέλεσε Διοικητής του Α΄ Σώματος Στρατού στην Αθήνα και μετά την έξωση του Βασιλιά Κωνσταντίνου και την επικράτηση του Βενιζέλου απομακρύνθηκε από το στράτευμα και εξορίστηκε στη Σαντορίνη. Μετά την επάνοδο του Κωνσταντίνου (1920) ανέλαβε την αρχηγία της Χωροφυλακής και τον επόμενο χρόνο ορίστηκε Ανώτερος Στρατιωτικός Διοικητής Παλαιάς Ελλάδος, θέση που διατήρησε μέχρι το θάνατό του (Μάιος 1922). 198 (Ελάτη) 199 (μεταγωγικά) 200 (Αγιόφυλλο) 201 (στα υψώματα Αγίας Παρασκευής) 202 (εκεί που είναι σήμερα η Σχολή Αστυφυλάκων) Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 144

Γρεβενών, στο Καλαμίτσι, και εκεί διανυκτέρευσε, με δριμύ ψύχος και χιονόνερο. Από εκεί ο Ίλαρχος έστειλε επιστολή με τον Ιερέα του χωριού στις Τουρκικές αρχές Γρεβενών, απαιτώντας την παράδοση της πόλης. Οι Τούρκοι, όχι μόνο αρνήθηκαν, αλλά το επόμενο πρωί, ο Μπεκήρ Αγάς με εξακόσιους περίπου οπλισμένους Οθωμανούς επιτέθηκε στην Ίλη και την ανάγκασε να υποχωρήσει. Επιστρέφοντας στην έδρα της Ταξιαρχίας Ιππικού που ήταν στα Σέρβια, η Ίλη συνάντησε στη Μονή Ζιδανίου τους Ευζώνους, και ο Ίλαρχος ενημέρωσε τον Γεννάδη για την κατάσταση στα Γρεβενά. Έχοντας τις πληροφορίες που ήθελε, ο Γεννάδης ξεκίνησε με το Απόσπασμά του από την Μονή, το ης 203 ξημέρωμα της 13 Οκτωβρίου, και το βράδυ έφθασε στο Ζημνιάτσι Γρεβενών, όπου πέρασε τη νύχτα και το επόμενο βράδυ, ακολουθώντας μουλαρόδρομους και μονοπάτια, οι Εύζωνοι έφτασαν στο Φελί, λιγότερα από μια μέρα απόσταση από τα Γρεβενά. Εκεί ήρθαν τη νύχτα και τους βρήκαν απεσταλμένοι του Μητροπολίτη Γρεβενών Αιμιλιανού Δάγγουλα και Προυχόντων της πόλης, οι οποίοι ανέφεραν ότι ο Τουρκικός Στρατός εγκατέλειψε την πόλη που ήταν πλέον αφρούρητη. Στις 13 Οκτωβρίου, πέρασαν επίσης από τα Γρεβενά τμήματα Κρητών (Προσκόπων ανιχνευτών), χωρίς να συναντήσουν αντίσταση. Τα τμήματα αυτά δρούσαν ως τότε σαν ανεξάρτητα αντάρτικα σώματα χωρίς έλεγχο και συντονισμό και χωρίς εξουσιοδότηση από το Γενικό Στρατηγείο να προβαίνουν σε κατάργηση των Τουρκικών αρχών. Έτσι ο Τούρκος Δήμαρχος, ο Καϊμακάμης και οι λοιπές Αρχές των Γρεβενών είχαν παραμείνει στην πόλη και ασκούσαν την εξουσία τους κανονικά. Γι’ αυτό, ο Μητροπολίτης Γρεβενών, στις 14 Οκτωβρίου, ενημέρωσε εγγράφως τις πολιτικές και στρατιωτικές αρχές Τρικάλων ότι οι Τούρκοι στρατιώτες εγκατέλειψαν τα Γρεβενά και ζητούσε την επέμβαση του Ελληνικού Στρατού για κατάληψη της πόλης, με αποτέλεσμα ο Νομάρχης Τρικάλων να ενημερώσει τηλεγραφικά το Γενικό Στρατηγείο: 204 «Τρίκκαλα 14-Χ-12, ώρα 11 π.μ. Γενικόν Στρατηγείον 205 Εις εν Βελεμιστίω διαμένοντα Ανθυπολοχαγόν Μαντζάρην εκομίσθη υπό τριών πολιτών Μακεδόνων επίσημον έγγραφον Μητροπολίτου Γρεβενών Αιμιλιανού, διευθυνόμενον προς ημέτερον Αξιωματικόν τμήματος Βελεμιστίου, λέγον ότι Τούρκοι στρατιώται και πολλοί Μουσουλμάνοι εγκατέλειψαν τα Γρεβενά. Νομαρχών Τρικκάλων Κοντόπουλος» Επίσης και ο «Στρατός Εσωτερικού» ενημέρωσε το Γενικό Στρατηγείο, ζητώντας να κινηθούν άμεσα οι Εύζωνοι του Γεννάδη. «Λάρισα 14-Χ-12, ώρα 1.30΄ π.μ. Γενικόν Στρατηγείον Πρώτον Τάγμα 24 Πεζικού Συντάγματος τηλεγραφεί ημίν εκ Καλαμπάκας εξής: Γνωρίσατέ μας παρακαλούμεν εις ποίον μέρος ευρίσκεται Συνταγματάρχης Γεννάδης καθ’ όσον δεν ηδυνήθημεν να εξακριβώσωμεν το μέρος. Μητροπολίτης Γρεβενών ειδοποιεί ότι τα Γρεβενά εξεκενώθησαν εκ του Τουρκικού Στρατού και αιτεί δύναμιν προς κατάληψιν 206 Ι Αναπληρωματική Μεραρχία - Κόρακας »

203

(Παλιουριά Γρεβενών) (sic) 205 (του «Στρατού Εσωτερικού») 206 (Μέραρχος της 1ης Αναπληρωματικής Μεραρχίας του «Στρατού Εσωτερικού», στην οποία ανήκε και το αναφερόμενο 24ο Σύνταγμα) 204

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 145

Το πρωί της Δευτέρας 15 Οκτωβρίου, το Απόσπασμα Γεννάδη προέλασε από το Φελί προς τα ο ου Γρεβενά, με εμπροσθοφυλακή τον 2 Λόχο του 1 Τάγματος. Κατά τις 10.00, οι πρώτες μονάδες έφτασαν στα νότια της πόλης, στα υψώματα Αγίας Παρασκευής και Προφήτη Ηλία. Από εκεί στάλθηκαν για εξερεύνηση δύο Λόχοι, που δεν συνάντησαν αντίσταση, και έπιασαν θέσεις γύρω από την πόλη, εφαρμόζοντας «μέτρα περιμετρικής αμύνης». Και στη συνέχεια, η υπόλοιπη δύναμη εισήλθε θριαμβευτικά στην πόλη, με επί κεφαλής τις πολεμικές σημαίες. Οι Χριστιανοί κάτοικοι της πόλης με επί κεφαλής τον Μητροπολίτη Αιμιλιανό Δάγγουλα, τα μέλη 207 της Προσωρινής Διοικητικής Επιτροπής και μεγάλο μέρος των Οθωμανών με τον Καϊμακάμη, ήλθαν με ζητωκραυγές και χειροκροτήματα να προϋπαντήσουν τον Ελληνικό Στρατό, καταθέτοντας στον Γεννάδη την «εντολή» που είχαν από την Οθωμανική κυβέρνηση. Αυτή ήταν η πρώτη φορά από την αρχή του Πολέμου που Οθωμανοί υποδέχονταν με ενθουσιασμό και 208 χειροκροτήματα τον αντίπαλό τους . Η τηλεγραφική αναφορά που υποβλήθηκε προς το Γενικό Στρατηγείο ήταν η εξής: «Μεσημβρίαν κατέλαβον πόλιν Γρεβενών αμαχητί, του Τουρκικού Στρατού αποσυρθέντος εις Λειψίσταν άμα τη αναγγελία της προελάσεως των ημετέρων. Υποδοχή εκ μέρους κατοίκων ανεξαρτήτως θρησκεύματος ενθουσιώδης. Απόσπασμα Ευζώνων - Γεννάδης» Το Απόσπασμα στρατοπέδευσε στο χώρο του Τουρκικού Νοσοκομείου, εκτός από τρεις Λόχους 209 που εγκαταστάθηκαν για ασφάλεια στα γύρω υψώματα, ως εξής: Ένας Λόχος στο Βαρόσι , ένας 210 211 Λόχος στα βόρεια υψώματα της πόλης και ένας Λόχος στα νότια υψώματα της πόλης . ου

212

Το απόγευμα ζητήθηκε να προωθηθεί από την Καλαμπάκα μία Διλοχία του 24 Συντάγματος , για να χρησιμοποιηθεί στη φρούρηση της πόλης και των απελευθερωμένων χωριών, μαζί με τα εθελοντικά τμήματα Κρητών που τέθηκαν και αυτά υπό τις Διαταγές του Γεννάδη, ο οποίος επίσης κήρυξε τον Στρατιωτικό Νόμο, με προκήρυξη προς τους κατοίκους της περιφέρειας Γρεβενών, που έλεγε τα εξής: «Καταλαμβάνω την πόλη των Γρεβενών και ολόκληρη την πέριξ ύπαιθρο χώρα, και από σήμερα ισχύουν σ’ αυτή οι Νόμοι του Ελληνικού Κράτους. Ως υπεύθυνος Στρατιωτικός Διοικητής για την κατάληψη των Γρεβενών έχω εξουσιοδοτηθεί από τον Αρχηγό του Στρατού Θεσσαλίας Διάδοχο Κωνσταντίνο να αναλάβω τη διοίκηση της περιφέρειας με απεριόριστη δικαιοδοσία. Με την ιδιότητά μου αυτή προσκαλώ όλους τους κατοίκους να αναγνωρίσουν το νέο καθεστώς και να υποταχθούν στους Νόμους του Ελληνικού Κράτους. Καταλύω τις μέχρι τώρα Οθωμανικές Αρχές, συγκεντρώνοντας όλες τις αρμοδιότητες στο πρόσωπό μου, επιφυλασσόμενος να διορίσω το συντομότερο στα διάφορα αξιώματα αυτούς που θα κρίνω κατάλληλους. 207

Μετά την αναχώρηση του Τουρκικού Στρατού και μέχρι την άφιξη του Αποσπάσματος Γεννάδη σχηματίσθηκε Προσωρινή Διοικητική Επιτροπή από τον Μητροπολίτη, τους προύχοντες Νικόλαο Κουσίδη, Αθανάσιο Ηλία, Νικόλαο Ζαμκίνο και Δημήτριο Μπούσιο, τον μέχρι τότε Καϊμακάμη (Έπαρχο) Γρεβενών Αλή Φερουζάν Εφένδη και τους μουσουλμάνους Μπέηδες Βεχίμπ Εφένδη και Ζουμπέρ Εφένδη 208 Η θερμή υποδοχή μπορεί να οφείλεται και στην αντίδραση των Οθωμανών προς το καθεστώς αυθαιρεσίας που είχε επιβάλει στην περιφέρεια Γρεβενών ο Λοχαγός του Τουρκικού Στρατού Μπεκήρ Αγάς. 209 (τη Χριστιανική συνοικία των Γρεβενών) 210 (στο ύψωμα 610) 211 (υψώματα Αγίας Παρασκευής και Προφήτη Ηλία) 212 (της 1ης Αναπληρωματικής Μεραρχίας) Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 146

Απαγορεύω απολύτως στους κατοίκους να φέρουν όπλα, εκτός από αυτούς που έχουν τη νόμιμη άδεια, και δίνω εντολή στους κατέχοντες παράνομο οπλισμό να τον παραδώσουν στη στρατιωτική υπηρεσία, γιατί διαφορετικά θα συλληφθούν και θα τιμωρηθούν σύμφωνα με τα προβλεπόμενα υπό του Στρατιωτικού Νόμου. Η ελεύθερη εξάσκηση των θρησκευτικών καθηκόντων, η ασφάλεια της τιμής, της ζωής και της περιουσίας, καθώς και η τάξη και η ησυχία των πολιτών αποτελούν για τη Στρατιωτική Διοίκηση δικαιώματα σεβαστά και δεν πρόκειται να θιγούν. Προσκαλώ τους κατοίκους να επιδοθούν απερίσπαστοι στα έργα τους και να μην ανησυχούν, γιατί οι Ελληνικοί Νόμοι και η εποπτεία των Στρατιωτικών Αρχών θα τους εξασφαλίσουν την απρόσκοπτη εκτέλεση των καθηκόντων τους. Κάθε παράπονο οιουδήποτε πολίτη μπορεί να υποβληθεί στο Επιτελείο της Στρατιωτικής Διοίκησης μέχρι την εγκαθίδρυση των αρμοδίων Αρχών. Ας είναι ο Ύψιστος αρωγός στο έργο μας» Την επόμενη ημέρα (Τρίτη 16 Οκτωβρίου), και εν όψει της αναχώρησής του, ο Γεννάδης διόρισε Δήμαρχο της πόλης τον δικηγόρο Νικόλαο Κουσίδη και οκτώ Δημοτικούς Συμβούλους (5 Έλληνες 213 και 3 Οθωμανούς) . Οι Τούρκοι που εγκατέλειψαν τα Γρεβενά υπό τον Μπεκήρ Αγά, οχυρώθηκαν στο χωριό 214 Τσούρχλι και απειλούσαν ότι θα επιτεθούν στα Ελληνικά τμήματα που κατέλαβαν την πόλη, τρομοκρατώντας παράλληλα τους κατοίκους της υπαίθρου. Εκεί ενισχύθηκαν και από άλλους ένοπλους Οθωμανούς των γύρω χωριών. Ο Γεννάδης, για να αντιμετωπίσει την απειλή και να ο εκκαθαρίσει την περιοχή από εχθρικά στοιχεία, διέταξε το 1 Τάγμα Ευζώνων να προελάσει προς το Τσούρχλι και να διαλύσει τα εχθρικά τμήματα.

ης

Το μεσημέρι της 16 Οκτωβρίου, το Τάγμα αναχώρησε από τα Γρεβενά και στις 17.15 έφθασε σε απόσταση τριών χιλιομέτρων νότια του Τσουρχλίου, όπου διεξαγόταν μάχη μεταξύ των Τούρκων και δύο εθελοντικών σωμάτων Κρητών, του Μανώλη Νικολούδη και του Ιωάννη Μαυρογένη. 213

Τα μέλη του Δημοτικού Συμβουλίου ήταν: Κωνσταντίνος Ζαρκοδήμος, Αθανάσιος Ηλίας, Νικόλαος Ζαμκίνος, Σπύρος Ευθυμιάδης, Δημήτριος Μπούσιος, Καζαφέρ εφένδης Ζομπέρ εφένδης και Κιαμήλ Χαμήτ εφένδης. Επίσης διορίστηκε ως γιατρός του Δημαρχείου ο Αλέξανδρος Παπαλεξίου. 214 (Άγιος Γεώργιος) Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 147

Μόλις το Τάγμα πλησίασε στο χωριό οι Τούρκοι είχαν απωθήσει τους Κρήτες και η συμπλοκή είχε σταματήσει. Οι Οπλαρχηγοί πληροφόρησαν τον Διοικητή του Τάγματος ότι η εχθρική δύναμη ήταν μεγάλη, διπλάσια από αυτή του Τάγματος. Ο διοικητής του Τάγματος ζήτησε ενισχύσεις από τα Γρεβενά, για να επιτεθεί το επόμενο πρωί. Ο Γεννάδης αποφάσισε να επιτεθεί το ταχύτερο με ης ο όλες τις δυνάμεις του Αποσπάσματος και το πρωί της 17 Οκτωβρίου έχοντας το 4 Τάγμα Ευζώνων και τους Κρήτες εθελοντές έφθασε στην περιοχή του Τσουρχλίου και ενώθηκε με το ο 1 Τάγμα. Αμέσως ανέπτυξε τις δυνάμεις του για να επιτεθεί κατά του μετώπου και του δεξιού 215 των Τούρκων, οι οποίοι εγκατέλειψαν τις θέσεις τους και υποχώρησαν εσπευσμένα βόρεια 216 προς τη Λείψιστα , ανατολικά της Σιάτιστας. Εκεί εγκαταστάθηκαν αμυντικά, απειλώντας ταυτόχρονα και την κοντινή Σιάτιστα. Μπαίνοντας στο Τσούρχλι, οι Εύζωνοι βρήκαν κατακρεουργημένους τέσσερις Έλληνες, μεταξύ των οποίων τον ιερέα του χωριού (Παπαγιάννη) με τα δύο παιδιά του. Οι Κρήτες, μαθαίνοντας ότι οι Οθωμανοί κάτοικοι του χωριού συμμετείχαν ενόπλως στα τμήματα του Μπεκήρ, για αντεκδίκηση 217 ο έκαψαν την οθωμανική συνοικία . Ο Γεννάδης, αφού εγκατέστησε στο χωριό το 1 Τάγμα ο Ευζώνων, επέστρεψε με το 4 Τάγμα στα Γρεβενά. Στις 17 Οκτωβρίου το Απόσπασμα Γεννάδη έλαβε διαταγή του Γενικού Στρατηγείου να κατευθυνθεί προς την Καστοριά δια μέσου Λειψίστης, εγκαθιστώντας καθ’ οδόν φρουρές. Τις 218 219 επόμενες μέρες, οι εθελοντές του Βολάνη κατέλαβαν το Γκομπλάρ και το Ντοβράτοβο και ο Παύλος Γύπαρης κατέλαβε το Κρύφτσι και τη Μηλιά. Ο εχθρικός κίνδυνος από την περιφέρεια 220 Γρεβενών είχε απομακρυνθεί .

215

Μόνο το προπορευόμενο σώμα των Κρητών Προσκόπων πρόλαβε να συγκρουσθεί μαζί τους και να φονεύσει 12 από αυτούς 216 (Νεάπολη – λεγόταν και Ανασελίτσα) 217 (μαχαλά) 218 (Μυρσίνα) 219 (Βατόλακκος) 220 Ο κίνδυνος απομακρύνθηκε προσωρινά. Ο Μπεκήρ επέστρεψε στα Γρεβενά τη νύχτα της 3ης προς 4η Νοεμβρίου 1912 και ο Ελληνικός πληθυσμός τρομαγμένος εγκατέλειψε την περιοχή, φοβούμενος αντεκδίκηση, και κατευθύνθηκε προς το Βελιμίστι και την Καλαμπάκα. Οι συστρατιώτες του Μπεκήρ λεηλάτησαν τα μαγαζιά και πήραν μαζί τους και το στρατιωτικό Αρχείο που το πήγαν στο Μοναστήρι. Μετά τη νίκη μας στη Σιάτιστα, ο Μπεκήρ εγκατέλειψε τα Γρεβενά, οριστικά και αμετάκλητα, για να μην κυκλωθεί από τον Ελληνικό Στρατό. Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 148

Απελευθέρωση των Γρεβενών – μάχη στο Τσούρχλι – Κρήτες Εθελοντές (Διήγηση του Σταύρου221)

Με το που ξεκίνησε η προέλαση της Στρατιάς της Θεσσαλίας, 15 περίπου εθελοντικά σώματα «Προσκόπων» Κρητών, που ήταν μαζεμένα στην περιοχή των Τρικάλων και είχαν γενικό Αρχηγό τον Λοχαγό Γεώργιο Κατεχάκη, προήλασαν ταυτόχρονα από την περιοχή του Βελιμιστίου. Οι Τουρκικές δυνάμεις που αποτελούνταν σε μεγάλο βαθμό από 222 ρεντίφηδες , δεν είχαν τη διάθεση να πολεμήσουν. Εύκολα και γρήγορα καταλάβαμε τους Τουρκικούς Σταθμούς στην Ελληνοτουρκική μεθόριο. Στις 7 Οκτωβρίου 1912 ο Ελληνικός Στρατός απελευθέρωσε την Δεσκάτη. Τρία σώματα, με αρχηγούς τους Μιχαήλ Τσόντο, Μανώλη Νικολούδη και Ιωάννη Μαυρογένη, κατευθύνθηκαν προς το Κηπουριό, για να επιτεθούν εναντίον του ευρισκόμενου εκεί Τουρκικού σταθμού. Τον βρήκαν όμως άδειο, καθώς οι Τούρκοι τον είχαν εγκαταλείψει αμαχητί. Στη συνέχεια, στην περιοχή νότια των Γρεβενών το ένα χωριό μετά το άλλο λευτερώνονταν σταδιακά. Μερικά σώματα έφτασαν στις 12 Οκτωβρίου στη Σιάτιστα, που την είχαν εγκαταλείψει οι Τούρκοι και την απελευθέρωσαν. Στην Πηγαδίτσα που ήταν χωριό «Βαλαάδων», δηλαδή εξισλαμισμένων Ελλήνων των Γρεβενών, πήγε να δημιουργηθεί μια μικρή εστία αντίστασης, αλλά μόλις κάναμε την εμφάνισή μας, οι αγάδες των Βεντζίων, Νησινίκου, Τόριστας, Κάστρου δήλωναν υποταγή ο ένας μετά τον άλλο. Συνεχίσαμε βαδίζοντας κατά των Γρεβενών. Είχαμε μάθει ότι μία Ίλη της Ταξιαρχίας Ιππικού είχε ης φτάσει το βράδυ της 9 Οκτωβρίου και βρήκε αντίσταση. Προχωρούσαμε κεφάτοι, ελπίζοντας ότι εκεί τουλάχιστον θα προλαβαίναμε τους εχθρούς που φεύγανε, ότι θ’ ανοίξουμε επί τέλους πυρ. Αλλά στο δρόμο μάθαμε ότι και τα Γρεβενά είχαν εγκαταλειφθεί. Και στις 4 μ.μ ης της 13 Οκτωβρίου 1912 φτάσαμε μπροστά στην πόλη και γίναμε δεκτοί με ζητωκραυγές, ενώ το χώμα γέμισε πεταμένα φέσια. Θέλαμε να μπούμε βαδίζοντας συντεταγμένα, αλλά πού τέτοιες τυπικότητες ... Οι κάτοικοι όρμησαν κατά πάνω και μας σήκωσαν στα χέρια, μας αγκάλιαζαν, μας φιλούσαν, κλαίγοντας από χαρά. 221

(Ο εικονιζόμενος παραπάνω συγγραφέας και δικηγόρος Σταύρος Κελαϊδής είναι πραγματικό πρόσωπο, που ανήκε στα εθελοντικά σώματα Κρητών, και η διήγηση στηρίζεται σε δική του αφήγηση.) 222 (έφεδρους στρατιώτες) Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 149

Ήρθε κι ο Μητροπολίτης Γρεβενών, ο Σεβασμιότατος Αιμιλιανός Β΄ με τον Κλήρο. Συγκινημένος και με σπασμένη φωνή ευλόγησε τους άνδρες και τα όπλα μας. Ήρθε κι ο Μουφτής με ολόκληρο τον μουσουλμανικό κλήρο, ο Δήμαρχος και οι Μπέηδες. Εκείνη την ώρα, αγνοώντας ότι είχαμε φτάσει, μπήκε στην πόλη ένα σώμα 20 ανδρών. Ήταν η συμμορία του Τσιακμά από την Κρανιά, οπαδοί της Ρουμανικής προπαγάνδας. Τους είπαμε να παραδώσουν τα όπλα τους. Αρνήθηκαν στην αρχή, αλλά στο τέλος υποτάχθηκαν. Οι κάτοικοι θέλανε να εκτελέσουν τον προδότη τον 223 Τσιακμά, που είχε βαθμό Μουλιαζίμη στον Τουρκικό στρατό, και είχε ομολογήσει ότι είχε παραδώσει στους Τούρκους έναν Λοχία του Ιππικού μας που τον κατακρεούργησαν. Αλλά μεσολάβησε ο Μητροπολίτης, τον κλείσαμε φυλακή και γλύτωσε. Μετά από αυτό το περιστατικό, με τον Μητροπολίτη μπροστά, πήγαμε στην πλατεία. Και εκεί ο καπετάνιος δήλωσε επίσημα ότι καταλάβαμε την πόλη στο όνομα του Βασιλιά των Ελλήνων. Κηρύχτηκε Στρατιωτικός Νόμος και απαγορεύτηκε στους πολίτες να γυρνάνε με όπλα. Οι Τούρκοι στρατιώτες και οι άτακτοι Οθωμανοί, περίπου πεντακόσιοι νοματέοι με επί κεφαλής 224 τον Μπεκήρ Αγά , σαν εγκατέλειψαν την πόλη, πήγαν και οχυρώθηκαν σε μια λοφοσειρά στο Τσούρχλι, απειλώντας και τρομοκρατώντας τα γύρω χωριά. Και στο μεταξύ ενισχύθηκαν κι από άλλους ένοπλους Οθωμανούς. Αλλά εμείς δεν το ξέραμε. Στις 15 Οκτωβρίου, ήρθε στα Γρεβενά ο Συνταγματάρχης Γεννάδης με δύο Τάγματα Ευζώνων. Την άλλη μέρα, σταλθήκαμε ογδόντα εθελοντές στο Τσούρχλι, με αρχηγούς τον καπετάν Μανώλη Νικολούδη και τον Ιωάννη Μαυρογένη και με υπαρχηγό τον Ιωάννη Ποντικάκη. Ο Μπεκήρ είχε μοιράσει όπλα και πολεμοφόδια σε όλα τα Τουρκοχώρια, και εμείς είχαμε εντολές να μπαίνουμε σε κάθε χωριό, κι αν δεν βρίσκαμε αντίσταση, να αφοπλίζουμε τους Βαλαάδες χωρίς να τους πειράξουμε. Αν όμως αντιστέκονταν θα φερόμασταν ανάλογα. Στα περισσότερα χωριά οι Βαλαάδες δεν αντιστάθηκαν. Αποδέχτηκαν μοιρολατρικά τη νέα κατάσταση. Σαν μπήκαμε στο Τσούρχλι, μας υποδέχτηκαν οι Έλληνες κάτοικοι, μη γνωρίζοντας κι αυτοί το σχέδιο του Μπεκήρ. Αυτός σκόπευε να μας χτυπήσει και είχε κρύψει οπαδούς του μέσα σε σπίτια. Πυροβόλησαν αιφνιδιαστικά και σκότωσαν τέσσερεις δικούς μας. Τον φοιτητή Παντελή Χατζηδάκη από το Ρέθυμνο, τον Ιωάννη Βιολάκη από την Κίσσαμο Χανίων, που ήταν πατέρας οκτώ παιδιών, τον Μανώλη Μαυράκη από το Γαλατά και το Μάρκο Σπανουδάκη από την Κίσσαμο. Άλλοι δύο τραυματίστηκαν, ο Ιωάννης Ποντικάκης ελαφρά, και πιο σοβαρά, στον πνεύμονα, ο Μιχάλης Μαλανδρής. Οπισθοχωρήσαμε συντεταγμένα στο διπλανό χωριό Κουντσικιώτη. Σαν φύγαμε, οι άνθρωποι του Μπεκήρ άρχισαν τις καταστροφές. Κάψανε το σπίτι του ιερέα Ιωάννη Παπαγιάννη και σκότωσαν τον παπά, επειδή είχε πανηγυρίσει τον ερχομό μας. Σκότωσαν ακόμη το γιο του Βασίλη, την εγγονή του Σοφία που ήταν 7 ετών, και το Χρήστο Ροβύθα με τη γυναίκα του. Σκότωσαν και τον Νικόλαο Γκέντσιαγα, καθώς και ένα τραυματία οδηγό των εθελοντών από τα Χάσια, που τον είχε κρύψει εκεί για να τον περιθάλψει. ο

Στο μεταξύ, μετά από μας, είχε ξεκινήσει για το Τσούρχλι και το 1 Τάγμα των Ευζώνων. Σαν βρεθήκαμε στο δρόμο, τους είπαμε τα καθέκαστα, και να μη συνεχίσουν γιατί οι Τούρκοι ήταν διπλάσιοι από αυτούς. Οι Εύζωνοι μείνανε εκεί το βράδυ, και εμείς γυρίσαμε στα Γρεβενά να φέρουμε ενισχύσεις και να φροντίσουμε τους τραυματίες. Ο Γεννάδης αποφάσισε να επιτεθεί με όλες τις δυνάμεις του και το πρωί της 17ης Οκτωβρίου

223 224

(Ανθυπολοχαγού) (Bekir Fikri Yarbey) Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 150

225

έχοντας το 4ο Τάγμα Ευζώνων και όλα τα σώματα των εθελοντών .

Φτάσαμε κοντά στο Τσούρχλι και ενωθήκαμε με το 1ο Τάγμα που μας περίμενε. Αναπτυχθήκαμε για μάχη, αλλά μόλις μας είδαν οι Τούρκοι, εγκατέλειψαν τις θέσεις τους και υποχώρησαν βιαστικά προς τη Λείψιστα. Όμως εμείς πήραμε εκδίκηση για τους χτεσινούς νεκρούς μας. Προλάβαμε τους Τούρκους και σκοτώσαμε δώδεκα από δαύτους. Ο Μπεκήρ, φεύγοντας, άφησε πίσω τη μάνα του και τη γυναίκα του, αλλά δεν τις πειράξαμε. Κάψαμε όμως την Τουρκική 226 συνοικία του Τσουρχλίου, σκοτώνοντας και τον αδερφό του Μπεκήρ, το Τζέλιο .

225

Υπό τον Κατεχάκη (που απεικονίζεται παραπάνω έφιππος), τον καπετάν Μακράκη και τον καπετάν Ζουδιανό, κάτω από τη Διοίκηση του Λοχαγού Γ. Τόμπρα 226 Στην περιοχή των Γρεβενών πολέμησε και ο Κυριάκος Μητσοτάκης, ιδρυτής και εκδότης της εφημερίδος «Κήρυξ» των Χανίων, ανηψιός του Ελευθερίου Βενιζέλου και πατέρας του τέως Πρωθυπουργού Κωνσταντίνου Μητσοτάκη . Επειδή ήταν δικηγόρος, έλαβε μέρος και σε δίκες ως Στρατοδίκης, δικάζοντας Βαλαάδες για εγκλήματα που έγιναν στην περιοχή. Με την ιδιότητα αυτή συμμετείχε και στη δίκη του Τσαούση Γκάλιου, συνεργάτη του Μπεκήρ, που έγινε στη Σπάτα (Πολύδενδρο) τον Οκτώβριο του 1912. Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 151

Η απελευθέρωση της Βέροιας και της Νάουσας (Με βάση τα γραφόμενα στον Τύπο της εποχής, καθώς και μαρτυρίες)

Οι αλλεπάλληλες νίκες ξεσήκωναν τους Αθηναίους, και έκαναν ανάρπαστες τις εφημερίδες, που βέβαια δεν δίσταζαν να προσθέτουν και μπόλικη «σάλτσα», ελλείψει ακριβών πληροφοριών. Οι εφημερίδες της εποχής, δεν μπορούν σε καμία περίπτωση να θεωρηθούν ως αξιόπιστες πηγές. Αυτό δεν είναι παράλογο, αν σκεφτεί κανείς ότι με τα μέσα της εποχής, αυτό που μεσολαβούσε ανάμεσα στο γεγονός και την είδηση που θα γέμιζε της σελίδες της επόμενης ημέρας, συνήθως ήταν ένα επίσημο ανακοινωθέν του Στρατού ή στην καλύτερη περίπτωση το λιτό τηλεγράφημα ενός δημοσιογράφου που ακολουθούσε το Στρατηγείο (που και αυτό θα έπρεπε να σταλεί από το τηλεγραφείο μίας πρόσφατα καταληφθείσας πόλης, με όποιες δυσκολίες αυτό συνεπάγεται). Σαν αποτέλεσμα, για την συμπλήρωση του φύλλου, έπρεπε να αξιοποιηθεί και η «δημιουργική φαντασία» των αρθρογράφων που ήταν στην Αθήνα, και μάλιστα μέσα στα στενά χρονικά περιθώρια μεταξύ της άφιξης της είδησης και της εκτύπωσης του φύλλου. Αν προστεθεί και η λογοκρισία, και η αναγκαία (για την ευχαρίστηση των αναγνωστών) υποκειμενικότητα, τελικά τι μένει; Μένει κάτι πολύ σημαντικό, που μόνο τα αρχεία των εφημερίδων μπορούν να το δώσουν: Το πνεύμα της εποχής !!! Η εφημερίδα «ΕΜΠΡΟΣ» του Δ. Καλαποθάκη, στις 17 Οκτωβρίου 1912, αφιέρωσε τον κύριο τίτλο η της στην απελευθέρωση της Κατερίνης και την νίκη στα Καϊλάρια. Στην 3 σελίδα ο Κ. Χαλκιάς μετέδιδε από την Λάρισα την «χωρίς να χυθή ούτε σταγών αίματος» κατάληψη των Γρεβενών, αγνοώντας τις μάχες που δόθηκαν, ενώ για την πορεία της Στρατιάς προς τη Βέροια έγραφε: «ΛΑΡΙΣΣΑ 16. Οκτ. Επίσημα τηλεγραφήματα ενταύθα αναγγέλουσι ότι ο Ελληνικός στρατός προελαύνων προς κατάληψιν της Βερροίας συνηντήθη με τον Τουρκικόν στρατόν εις την θέσιν του Τριποτάμου, από του οποίου η απόστασις είναι εγγυτάτην προς την Βέρροιαν. Κατά την προέλασιν των ημετέρων οι Τούρκοι αντέταξαν άμυνα τινά, αλλά ο Ελληνικός στρατός επιτεθείς σφοδρώς εναντίον αυτών εξηνάγκασε τον εχθρό να τραπή εις φυγήν. Η μάχη διήρκησεν επί τρίωρον κατ’ αυτήν δε, εδόθη ευκαιρία εις τα Ελληνικά στρατεύματα να αναπτύξωσι την ακάθεκτον αυτών ορμή και ανδρείαν. Ο εχθρός φεύγων προς την Βέρροιαν δεν εγκατέλειψεν μόνο τας θέσεις των αλλά και τα όπλα του και τα πυρομαχικά του. Αι απώλειαι των Τούρκων είναι μεγάλαι. Πανταχού ο Τουρκικός πληθυσμός της κατακτηθείσης χώρας, βλέπων την αμερόληπτον διοίκησιν των εγκατασταθεισών Ελληνικών αρχών και την ισονομίαν, ήρχισε να αναλαμβάνη θάρρος και επανέρχεται εις τας εστίας του ευλογών τα Ελληνικά όπλα, τα οποία εξασφάλισαν πατρικήν διοίκησιν την οποίαν ουδέποτε άλλοτε είχε.» Σε άλλη σελίδα της ίδιας εφημερίδας, με τίτλο «Ο ΣΤΡΑΤΟΣ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ ΠΡΟ ΤΗΣ ΒΕΡΡΟΙΑΣ» διαβάζουμε: «Ο Αρχηγός του Γενικού Επιτελείου του Στρατού της Θεσσαλίας κ. Δαγκλής απέστειλε χθες προς το Υπουργείον Στρατιωτικών το κάτωθι τηλεγράφημα εκ Κοζάνης: ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΝ ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΩΝ Αθήνας. ΚΟΖΑΝΗ 16. Οκτ. ώρα 7 π.μ. Μετ’ αψημαχίαν εν στενώ Τριποτάμου εχθρός υπεχώρησε καταλιπών πέντε βλητοφόρα. Στρατός εξακολουθεί προχωρών. Ο Αρχηγός Γ. Επιτελείου Π. Δαγκλής» Την επομένη, 18-10-1912, η εφημερίδα «ΕΜΠΡΟΣ» έγραφε: «Η ΒΕΡΡΟΙΑ ΚΑΤΕΛΗΦΘΗ. Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 152

Χθες την 1 ½ μ.μ ελήφθη εις το Υπουργείον Στρατιωτικών το κάτωθι τηλεγράφημα του προσωπάρχου του Υπουργείου κ. Νιδέρ δι’ ου αναγγέλεται η κατάληψις υπό του στρατού μας της Βερροίας: Πρωθυπουργόν Αθήνας. ΚΟΖΑΝΗ 11.45 π.μ Ταύτην την στιγμήν επανήλθον εκ Βερροίας ήτις κατελήφθη χθες την 11ην π.μ παρά του 227 Ελληνικού Στρατού, εν τάξει. Αι Μακεδονικαί οικογένειαι παρέμειναν. Οι πρόκριτοι Μωαμεθανοί προσήλθον χθες κατά την είσοδον του Αρχηγού Διαδόχου δηλώσαντες υποταγήν. Η σιδηροδρομική συγκοινωνία Μοναστηρίου- Θεσσαλονίκης διεκόπη. Κ. ΝΙΔΕΡ» Και σε άλλη σελίδα: «Η ΤΗΛΕΓΡΑΦΙΚΗ ΑΝΑΓΓΕΛΙΑ ΤΟΥ ΔΙΑΔΟΧΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΝ ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΩΝ ΑΘΗΝΑΣ. ΚΟΖΑΝΗ 16,5 μ.μ. Μετά τη χθεσινή αγγελθείσαν αψιμαχίαν μεταξύ ημετέρων και εχθρικού αποσπάσματος πεζικού και πυροβολικού κατέχοντος το στενό Τριποτάμου και μετά την ετέραν αψιμαχίαν μεταξύ και ημών και μικρού εχθρικού τμήματος εν Ξηρολειβάδω ο εχθρός υπεχώρησε την νύκτα εγκαταλείψας την Βέρροιαν εις ην εισήλθον σήμερον. Ο Λαός ενθουσιωδώς υπεδέχθη. Οι Οθωμανοί κάτοικοι διέμειναν εν τη πόλει οι δε προύχοντες εξ αυτών παρουσιασθέντες εδήλωσαν υποταγήν. Κατά τας χθεσινάς αψιμαχίας επληγώθησαν 12 οπλίται. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Διάδοχος» Και σε άλλη στήλη: «ΟΥΤΕ ΤΟ ΚΟΡΑΝΙΟΝ Η κατάληψις της Βερροίας υπό του Ελληνικού Στρατού αποτελεί εκπόρθησιν και της τελευταίας αντιστάσεως των Τούρκων. Όπου επιχείρησαν να αμυνθώσι τις έφαγαν. Εις τα σύνορα, εις την Ελασσώνα, εις τα στενά του Σαρανταπόρου, εις τον Τριπόταμον, εις την Αικατερίνην, παντού η ιδία τύχη τους επερίμενεν. Και όμως οι άνθρωποι δεν θέλουν να ομολογήσουν τας ήττας των. Ο Τουρκικός Τύπος είναι ... ενθουσιασμένος μάλιστα. Γράφει δε επί λέξει εις την “Ιταχάτ” ο στρατιωτικός αρθρογράφος της τα εξής αμίμητα: “Και τώρα μετά τας νίκας του Αυτοκρατορικού Στρατού, ας δρέψωσι αι παρθέναι των Αθηνών τα καλλίτερα άνθη των δια να στεφανώσουν τους ανδρείους μας που θα εισέλθουν εις την πόλιν των”. Τους καϋμένους τους Τούρκους. Ούτε το Κοράνιον τρέφει τους πιστούς του με τόσο γλυκά όνειρα» Στο «ΕΜΠΡΟΣ» της 20ής Οκτωβρίου διαβάζουμε για την Νάουσα: «Η ΝΙΑΟΥΣΤΑ ΕΞΕΔΙΩΞΕ ΤΑΣ ΤΟΥΡΚΙΚΑΣ ΑΡΧΑΣ ΚΑΙ ΤΡΟΦΟΔΟΤΕΙ ΤΟΝ ΣΤΡΑΤΟΝ ΜΑΣ Επιβάτες αφιχθέντες χθες εκ Βερροίας μας επληροφόρησαν ότι ευθύς ως ο Ελληνικός Στρατός κατέλαβεν την Βέρροιαν οι κάτοικοι της πόλεως Νιαούστης, πόλης κειμένης προ βορράν της Βερροίας προέβησαν εις κατάλυσιν των εκεί Τουρκικών αρχών εκδιώξαντες ταύτας. Μετά την κατάλυσιν των αρχών ευθύς ειδοποίησαν τον εν Βερροία Αρχηγόν του Στρατού Διάδοχον ότι η πόλις της Νιαούστης καταλύσασα τας τυρρανικάς αρχάς είνε ελευθέρα πλέον δια να εισέλθη ο Ελληνικός στρατός και ότι από της ημέρας εκείνης (της καταλήψεως της Βερροίας) θα αποστέλλη καθημερινώς εις τον Ελληνικόν στρατόν 25.000 άρτους» Και στις 22-101912 έγραφε ότι «Από της χθες απεκαταστάθη η μεταξύ Αθηνών – Βερροίας τακτική τηλεγραφική συγκοινωνία και ούτω οι εκ του πεδίου των μαχών ειδήσεις θα λαμβάνονται ήδη ενωρίτερα» 227

(sic) Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 153

Άξια αναφοράς, αφού πρόκειται για αυτόπτη μάρτυρα, είναι και η παρακάτω επιστολή του Κύπριου εθελοντή Ιωάννη Τσαγκαρίδη προς τον πατέρα του, Χριστοφή Τσαγγαρίδη, στη Λάπηθο. Έχει γούστο το ότι προσπαθεί να παρομοιάζει τα μέρη που γνώρισε με αντίστοιχα Κυπριακά. «Ήδη ευρισκόμεθα εις Βέρροιαν, απέχουσαν της Θεσσαλονίκης 11 ώρας. Εκ των υψωμάτων της Κοζάνης επεχείρησαν οι Τούρκοι ν’ αντιστώσιν, ρίψαντες και μερικούς κανονιοβολισμούς άνευ ουδενός αποτελέσματος. Αλλά μόλις επλησίασεν ο Στρατός μας ετράπησαν εις άτακτον φυγήν κατευθυνόμενοι εις Βέρροιαν. (…) Την πρωίαν ανεχωρήσαμεν δια Βέρροιαν, απέχουσαν της Κοζάνης 16 ώρας. Ώρα = 5 χιλμ. Οδός ανηφορική και ελικοειδής. Προς στιγμήν ενεθυμήθην την οδόν του Κύκκου διότι έτσι είναι κι’ αυτή. Αλλά δεν παραβάλλεται. Φύσις αγριωτέρα, βουνά υψηλότερα και οδός κατεστραμμένη. Καθ’ οδόν όλο Τουρκικά χωριά. Άλλα εγκαταλελειμμένα, άλλα με λευκάς σημαίας. Ένδειξις υποταγής. Το βράδυ εμείναμε εις το χωρίον Ουσκιπλέρ. Εύρομεν 5 – 6 Τούρκους χωρικούς οίτινες έσπευσαν να μας περιποιηθούν με απειρίαν τεμενάδων. Βρήκαμε χόρτο, κριθάρι και καλαμπόκι άφθονο. Ο Διάδοχος κ.λ.π. εκοιμήθησαν εις το σπίτι του Χότζα. Το πρωί ανεχωρήσαμεν διά Βέρροιαν ένθα εφθάσαμεν περί την 3ην μ.μ. Πόλις καλή. Σαν την Λευκωσία σχεδόν εάν εξαιρέση τις τους δρόμους της Λευκωσίας. Εν ολίγοις πόλις τουρκική. Έχει 16 χιλ. κατοίκους εξ ων 7 χιλ. Έλληνες. Οι λοιποί Τούρκοι και Εβραίοι. Υποδοχή κάπως ψυχρά. Βλέπετε πλεονάζουν οι Τούρκοι και φοβούνται οι Έλληνες μήπως επανέλθουν υπό τον τουρκικόν ζυγόν και τιμωρηθώσι διά την εκδήλωσιν των αισθημάτων των. Εν τούτοις είναι άξιοι πάσης μομφής. Διότι ημείς θυσιαζόμεθα δι’ αυτούς και ώφειλον να μας περιποιηθούν περισσότερον.» Το κλείσιµο των μαγαζιών και το φόβο της άγνωστης εξέλιξης, περιγράφει ο πρώην ∆ήµαρχος 228 Βέροιας Αναστάσιος Καρατζόγλου . «Ήταν ηµέρα Τρίτη 16 Οκτωβρίου 1912. Καθ’ όλας τα δύο προηγουµένας ηµέρας, ακούγαµε τα κανόνια της μάχης στα υψώµατα της Καστανιάς και της περιοχής του Βρωµοπήγαδου. Ο κόσµος όλος (Έλληνες, Τούρκοι, Εβραίοι, Βλάχοι, Αραπάδες) ήταν μουδιασµένος. Όλοι είµασταν κλεισμένοι στα σπίτια µας. Η αγορά κλειστή. Πολύ ταραγμένη η ατμόσφαιρα, ιδία την ∆ευτέραν 15 Οκτωβρίου, στην πόλη µας. Από πολύ καιρό το κόµµα των Νεοτούρκων µε διάφορα μέσα και τεχνάσµατα μεγάλωνε το µίσος των Τούρκων (των εχόντων τάσεις δι’ εγκλήματα και πλιατσικολογήµατα) κατά των χριστιανών και προπαρασκεύαζε µε άτακτα στοιχεία µια γενική σφαγή των γκιαούρηδων. Γι’ αυτό επεκράτει τώρα στην πόλη µας ο τρόµος και η αγωνία. Εκορυφώθη δε η τροµάρα αυτή όταν διεδόθη ότι όλοι οι Τούρκοι πρόκριτοι φεύγουν µε τις οικογένειές τους προς τον Σιδηροδροµικόν Σταθµόν µε στόχο την Θεσσαλονίκην δια περισσοτέραν ασφάλειαν …» (Συνεχίζει περιγράφοντας την πρωτοβουλία του ∆ηµάρχου, του Μητροπολίτου και Ελλήνων προκρίτων, να μεταβούν στο Σταθµό και να πείσουν τους Τούρκους να επιστρέψουν στην πόλη. Μάλιστα για να τους κάνουν να νιώσουν περισσότερη ασφάλεια τους φιλοξένησαν το κρίσιµο βράδυ στα σπίτια τους.) « Ηµείς στο σπίτι µας εφιλοξενήσαµε την οικογένεια του Μαµούτ Εφέντη Χατζηπάσιου, τότε ιδιοκτήτου του τσιφλικιού Ασωµάτων, που κάθονταν στη σηµερινή οδό Κανάρη, παρακάτω αριστερά από το Κονάκι, κατοικία του ∆ηµάρχου Βέροιας Χαλίλ Αλή Βέη». ∆ηµιουργήθηκε ακόµα και µια μικτή πολιτοφυλακή για να ελέγχει τους δρόµους της Βέροιας. Ξηµέρωσε η Τρίτη και ο Καρατζόγλου, πιτσιρικάς τότε 12-13 χρονών, μαζί µε φίλους του ανέβηκαν 228

Από άρθρο του Γ. Λιόλιου στην εφημερίδα «Βέροια» τεύχος 1000/1992 Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 154

στο παλιό καµπαναριό της εκκλησίας του Αγ. Γεωργίου και παρακολουθούσαν τα στρατεύματα που βρίσκονταν γύρω από τους στρατώνες, όταν είδαν ιππείς να κατεβαίνουν από την περιοχή του Προµηθέα, για να αξιολογήσουν την επικρατούσα κατάσταση, πριν µπει ο Ελληνικός Στρατός στην πόλη. Σε λίγο οι αρχές της πόλης ύψωσαν τη λευκή σηµαία στον πύργο του ρολογιού και εν συνεχεία παρέδωσαν την πόλη στον Ίλαρχο Μάνο που μπήκε πρώτος. «Το σπίτι µας που ήταν επί της γωνίας Κεντρικής- Περικλέους και Αντ. Καµάρα εχρησιµοποιείτο το 1912 ως ∆ηµαρχείον Βεροίας. Από τον ξύλινο εξώστη του ∆ηµαρχείου τούτου, επί της οδού Κεντρικής, οµίλησαν προς τα εορτάζοντα και πανηγυρίζοντα πλήθη, ο ιατρός Νίκος Αντωνιάδης και ο ∆ήµαρχος Χαλίλ Αλή Βέης µε σπασµένα ελληνικά». Την επόμενη ηµέρα, μετά την πανηγυρική Θεία Λειτουργία, ο Διάδοχος Κωνσταντίνος φιλοξενήθηκε στο σπίτι του Ιωάννη Σακελλαρίδη στην περιοχή Αγ. Ιωάννου. Μετά από δυο ηµέρες, έφτασε στη Βέροια και ο Βασιλιάς Γεώργιος και εγκαταστάθηκε στο νεόδµητο σπίτι του Αναστασίου Καµπίτογλου, εµπόρου αποικιακών, εκεί που χτίστηκε αργότερα το Ξενοδοχείο «Βασίλισσα Βεργίνα», και παρέµεινε εκεί μέχρι τις παραμονές της απελευθέρωσης της Θεσσαλονίκης. Γενικά, οι διηγήσεις των αυτοπτών μαρτύρων συγκλίνουν σε πολλά σηµεία ως προς τα συµβάντα της ηµέρας της απελευθέρωσης. Διαφέρουν όμως αρκετά µόνο ως προς τη στάση που ετοίµαζαν κάποιοι Στρατιώτες λόγω της μεγάλης πείνας, την οποία (στάση) πολλοί αρνούνται, ενώ ο Δούσμανης στα Απομνημονεύματά του γράφει ότι την αποσόβησε ο Διάδοχος Κωνσταντίνος, που εξήγησε στους Στρατιώτες ότι δεν μπορεί να λύσει το πρόβληµα, καταλήγοντας: «Να εκεί πέρα είναι η Θεσσαλονίκη, πηγαίνετε κει να εύρετε ψωµί»! 229

Πάντως, είναι αδιαμφισβήτητο γεγονός η πείνα, η έλλειψη καπνού και ειδών καθαριότητας . Γι’ αυτό και Αξιωματικοί και Στρατιώτες κατέκλυσαν τα καταστήματα της πόλης μόλις εισήλθαν σ’ αυτή, προσπαθώντας να προλάβουν να κάνουν τις προµήθειές τους πριν τελειώσουν. Ατέλειωτες ουρές σχηματίστηκαν μπροστά στα μαγαζιά που παρέµειναν ανοιχτά μέχρι να ξεπουλήσουν, ενώ παρά τις προειδοποιήσεις για αποφυγή κάθε πλιάτσικου, όταν εµφανίστηκαν τα πρώτα κρούσµατα, η τιµωρία ήταν παραδειγματική και απέτρεψε κάθε άλλο κρούσμα. Όπως γράφει ο Μελάς, ο Κωνσταντίνος χτύπησε ο ίδιος με το μαστίγιό του δύο φαντάρους που τους είδε να βγαίνουν φορτωμένοι λάφυρα από κάποια πόρτα. Οι πλιατσικολόγοι, κατακόκκινοι από ντροπή, πέταξαν τα λάφυρα, και ακίνητοι, με τα μάτια κάτω, δέχτηκαν τις βουρδουλιές χωρίς να πουν λέξη, ούτε ένα «αχ». Κλείνοντας αυτό το σημείωμα, οφείλουμε να κάνουμε μία στάση, εξηγώντας την στρατηγική σημασία της κατάληψης της Βέροιας: Η Βέροια ήταν ενδιάμεσος σταθμός στην σιδηροδρομική γραμμή Μοναστηρίου Θεσσαλονίκης. Με την κατάληψή της από τον Ελληνικό Στρατό, οι Τούρκοι έχασαν την δυνατότητα ενίσχυσης της Στρατιάς που πολεμούσε τους Σέρβους από την Θεσσαλονίκη, που ήταν η κυριώτερη βάση ανεφοδιασμού τους. Το γεγονός αυτό συνέβαλε αποφασιστικά στις νίκες των Σέρβων στο Κόσσοβο και στα Σκόπια.

229

Όπως έχουμε ήδη αναφέρει, λόγω της μεγάλης ταχύτητας της προέλασης, οι Μεραρχίες είχαν διαταχθεί να φροντίζουν οι ίδιες για τα αναγκαία, αξιοποιώντας τοπικούς πόρους. Κάτι που ήταν ιδιαίτερα δύσκολο, προελαύνοντας κατά κανόνα από ορεινά δρομολόγια και δίπλα από φτωχά χωριά. Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 155

Η απελευθέρωση της Σιάτιστας230 Τον Σεπτέμβρη 1912, πριν ακόμη κηρυχθεί ο πόλεμος, το Εθνικό Κέντρο Μοναστηρίου ενημέρωσε την Εθνική Επιτροπή Σιάτιστας για την επικείμενη κήρυξη και ότι πριν φτάσει στην περιοχή ο Στρατός θα προπορευθούν εθελοντικά προσκοπικά σώματα, με σκοπό να καταλάβουν επίκαιρα σημεία της Δυτικής Μακεδονίας. Μόλις κηρύχθηκε ο Πόλεμος, σώματα εθελοντών πέρασαν τα σύνορα. Στην περιφέρεια της Σιάτιστας πέρασε πρώτος με 30 ακόμη αντάρτες ο καπετάν Στέφος (Στέφανος Γρηγορίου), Μακεδονομάχος από το 1904, με την γυναίκα του Τασία, Ρωσίδα στην καταγωγή, που πολέμησε μαζί του ως καπετάνισσα Στέφα. Με τον Στέφο ενώθηκε το σώμα του Καραπιπέρη και κοντά στη Σιάτιστα, στη θέση Σπάθες του όρους Τσερβένας, στις 7 Οκτωβρίου 1912, δόθηκε η πρώτη μάχη εναντίον των Τούρκων του Αρίφ από τα Καραγιάννια και 100 εθνοφρουρών του, που επιτέθηκαν αιφνιδιαστικά. Στη μάχη αυτή ο Καραπιπέρης σκότωσε δύο Τούρκους, ανακόπτοντας την ορμή τους, μέχρι που ήρθε η νύχτα και οι δικοί μας, χωρίς απώλειες, διέφυγαν προς το χωριό Έξαρχο και τα μεσάνυχτα της άλλης μέρας πέρασαν από τη Σιάτιστα και 231 από εκεί πήγαν στο Κοντσικό , στα βόρεια της Σιάτιστας. ης

Το βράδυ της 11 Οκτωβρίου συγκροτήθηκε στην Μητρόπολη «Επιτροπή», από τα μέλη της Εθνικής Οργανώσεως Μακεδονικής Αμύνης και προκρίτους της Κοινότητας, μεταξύ των οποίων οι ιατροί και οι δάσκαλοι. Στην συνεδρίαση ανακοινώθηκε ότι οι οπλαρχηγοί Μακρής και Καραβίτης έρχονται από το Παλαιόκαστρο με 100 οπλίτες και ότι έστειλαν ήδη 232 επιστολή στον Μουδίρη Σιατίστης, που είχε ως εξής: «Προς τον Σταθμάρχην Σιατίστης Εν ονόματι του Βασιλέως Γεωργίου σε διατάσσομεν, όπως αμέσως εκκενώσης την πόλιν, διότι θα προελάση αύριον ο Ελληνικός Στρατός προς απελευθέρωσιν αυτής. Οι αρχηγοί Μακρής και Καραβίτης» Ακολούθησε συζήτηση και αποφασίστηκε παμψηφεί να κληθούν οι οπλαρχηγοί να εισέλθουν στην πόλη και να απομακρυνθούν ή συλληφθούν τα όργανα της Τουρκικής Κυβερνήσεως. Στάλθηκε αμέσως νότια στο Παλαιόκαστρο ο Ηρακλής Γκιουλέκα, για να οδηγήσει τους οπλαρχηγούς, ενώ την ίδια νύχτα δόθηκε στον Μουδίρη η επιστολή των οπλαρχηγών, από δύο νέους, τον Θεόδωρο Πλιάτσκα και τον Ιωάννη Γράβα. Μεσάνυχτα αυτοί χτύπησαν την εξώπορτα του Μουδίρη, όπου ήταν χριστιανός βλαχόφωνος και ρουμανίζων το φρόνημα. Άνοιξε η

230

Η Σιάτιστα είχε ενεργή δράση στον Μακεδονικό Αγώνα, συμμετέχοντας από το 1903 στον εξοπλισμό ένοπλης ομάδας που δημιούργησε ο Ίων Δραγούμης. Στις 22 Ιουλίου 1904 ο Παύλος Μελάς ίδρυσε την Εθνική Επιτροπή Σιάτιστας και τον Σεπτέμβρη συμμετείχαν στο σώμα του και οι πρώτοι Σιατιστανοί. Η Εθνική Επιτροπή βοηθούσε τα αντάρτικα σώματα, παρείχε οδηγούς, διακινούσε μηνύματα, μετέφερε όπλα και πυρομαχικά και προοδευτικά όλη η κοινωνία της πόλης μυήθηκε στον αγώνα. Φτιάχτηκε και το πρώτο ένοπλο σώμα από 10 Σιατιστaνούς με οπλαρχηγό τον Περδίκα, και το 1906 συγκροτήθηκε νέο σώμα με 30 ενόπλους και αρχηγούς τους Σπύρο και Παύλο Τσαούση. Το προηγούμενο αυτό δικαιολογεί την θερμή πατριωτική συμπεριφορά των Σιατιστaνών, τον Οκτώβριο του 1912. 231 (Γαλατινή) 232 (τοπικό Διοικητή) Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 156

οικοδέσποινα και δόθηκε σ’ αυτήν την επιστολή, λέγοντάς της να την δώσει αμέσως στον Μουδίρη, επειδή «είναι από τον αρχηγό του Ελληνικού Στρατού», τον οποίο δήθεν βρήκαν στο δρόμο, γυρίζοντας από τα ξύλα. Σαν διάβασε ο Μουδίρης το γράμμα, πήγε στο Διοικητήριο και απ’ εκεί στο Τηλεγραφείο, για να ζητήσει οδηγίες. Επειδή όμως τα σύρματα ήταν κομμένα, επέστρεψε στο Διοικητήριο, όπου συναντήθηκε με τους λοιπούς υπαλλήλους και πήραν αποφάσεις. Το επόμενο πρωί, χαράματα σχεδόν, οι εντεταλμένοι να παρακολουθούν τις κινήσεις των Τούρκων, είδαν το στρατιωτικό απόσπασμα, τους χωροφύλακες και τους λοιπούς υπαλλήλους να φεύγουν βορειοδυτικά προς 233 την Λείψιστα . Ο Μουδίρης φοβήθηκε να τους ακολουθήσει. η

Σαν ξημέρωσε η 12 Οκτωβρίου, άρχισαν να χτυπούν οι καμπάνες και με έναν πυροβολισμό κλήθηκαν οι κάτοικοι σε συναγερμό. Το ίδιο έγινε και στη Γεράνεια, όπου οι κάτοικοι συγκεντρώθηκαν στην Αγορά, περιμένοντας τους Χωριώτες. Στα καμπαναριά κυμάτιζε η γαλανόλευκη. Οι κάτοικοι της Χώρας μαζεύτηκαν στον περίβολο της Μητρόπολης και από εκεί πήγαν στην Γεράνεια, με επί κεφαλής το Ιερατείο και σημαιοφόρο τον Παπαλάζαρο Κουρσάνου. Δίπλα τους βάδιζαν ένοπλοι εθελοντές. Φτάσανε στην Αγορά της Γεράνειας και όλοι μαζί κατευθύνθηκαν προς τον Άγιο Νικάνορα, περιμένοντας τους αντάρτες, που φάνηκαν σε λίγο να έρχονται βαδίζοντας συντεταγμένα. Ξέσπασαν ουρανομήκεις ζητωκραυγές και χειροκροτήματα. Σπεύσανε σε συνάντησή τους το Ιερατείο και τα μέλη της Επιτροπής. Χαιρέτισαν τους αρχηγούς, ενώ τα πλήθη φώναζαν «Χριστός Ανέστη, παιδιά … Καλώς ήρθατε αδέρφια μας». Όλοι κλαίγανε, αγκαλιάζονταν και φιλιόντουσαν. Η πορεία επέστρεψε στη Χώρα με απερίγραπτο ενθουσιασμό. Φέσια ξεσχίζονταν και ρίχνονταν στον αέρα και καθένας βαδίζοντας προσπαθούσε να προσπεράσει τον προηγούμενό του, να πλησιάσει κάποιο από τα παλικάρια, κάτι να του πει, να του δείξει το μέγεθος της χαράς του και τη βαθιά ευγνωμοσύνη του. Ενθουσιασμός ξέσπασε στον Εθνικό Ύμνο. Έτσι βαδίζοντας, έφτασε ο λαός στο Διοικητήριο, όπου τους υποδέχτηκε ο Δήμαρχος, ο ιατρός Μηνάς Θεοδώρου. Με συγκίνηση απερίγραπτη έγινε η παράδοση και παραλαβή της πόλης που κηρύχθηκε ελεύθερη στο όνομα του Βασιλέως Γεωργίου. Υψώθηκε στο Διοικητήριο η Γαλανόλευκη, με ζητωκραυγές, χειροκροτήματα, δάκρυα ενθουσιασμού αλλά και πυροβολισμούς. Ξαφνικά ακούστηκαν πυροβολισμοί από την Αγορά. Τρεις χωροφύλακες Τούρκοι μετέφεραν από τις Φυλακές των Γρεβενών για τις φυλακές των Σερβίων, έναν Ιερέα, ένα Δάσκαλο από το Παλαιοχώριο Βεντζίων και δυο Έλληνες στρατιώτες, λιποτάκτες του Τουρκικού Στρατού. Μη γνωρίζοντας τι έχει συμβεί, θέλησαν να περάσουν από τη Σιάτιστα. Μπήκαν στην πόλη από το 234 δρόμο του Μπούνου και έφτασαν μέχρι την Αγορά. Εκεί πέσανε πάνω σε εθελοντές, που τους ζήτησαν να παραδοθούν. Αυτοί αντιστάθηκαν και έγινε συμπλοκή, στην οποία δυο χωροφύλακες έπεσαν νεκροί, ενώ ο τρίτος σκοτώθηκε λίγο μετά, καθώς προσπαθούσε να ξεφύγει. Μετά από αυτό και για την αποφυγή άλλων παρομοίων επεισοδίων, το Σώμα Μακρή και Καραβίτη κατέλαβε τον στρατηγικής σημασίας λόφο της Αγίας Τριάδας. Και δεν διεψεύσθησαν. Την επόμενη μέρα, κατά τις 2 μ.μ., ο σκοπός ανήγγειλε ότι «πλησιάζουν Τούρκοι από το Λειψίστι». Αμέσως οι αρχηγοί πιάσανε θέσεις μάχης, και μαζί τους ενώθηκαν και πολλοί Σιατιστανοί. Σαν έφθασε ο εχθρός σε απόσταση βολής, τον υποδέχτηκαν με ομαδικά πυρά και ακολούθησε συμπλοκή, στην οποία σκοτώθηκαν μερικοί Τούρκοι και οι άλλοι υποχώρησαν. Υποχωρώντας, ένα 233 234

(Νεάπολη) (γειτονιά της Σιάτιστας) Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 157

235

Τούρκικο απόσπασμα πήγε δυτικά προς το Τσιαρούσινο και έβαζε φωτιά στα σπίτια. Αλλά ήρθε βοήθεια από τη Σιάτιστα και οι άνανδροι επιδρομείς διώχτηκαν, αφού όμως πρώτα σκότωσαν μια 236 γυναίκα, ένα παιδί και τον Γαβριήλ , μοναχό της Μονής Παναγίας, ο οποίος πεθαίνοντας φώναξε «Ζήτω ο Βασιλεύς Γεώργιος». η

Έτσι πέρασε και η 13 Οκτωβρίου και οι αρχηγοί Μακρής και Καραβίτης κίνησαν βόρεια προς το Κοντσικό. Πριν όμως ξεκινήσουν είχαν λάβει την παρακάτω επιστολή, από άλλα σώματα που πλησίαζαν: «Αρχηγούς Μακρήν και Καραβίτην Ταύτην την στιγμήν ελάβομεν επιστολήν παρά της Επιτροπής Σιατίστης, δι’ ης εν ονόματι της Πατρίδος μάς προσκαλούν όπως σπεύσωμεν και σώσωμεν την κινδυνεύουσαν πόλιν από ενδεχομένης εισβολής Τούρκων. Την πρόσκλησιν ταύτην εθεωρήσαμεν ως απλούν φόβον των ης κατοίκων. Εν τούτοις σπεύδομεν να φθάσωμεν το πολύ μέχρι της 8 πρωινής και πεποίθαμεν ότι εν περιπτώσει επιθέσεως θέλομεν ευρεθή όπισθεν του εχθρού, όπερ και ευχόμεθα. Παλαιόκαστρον, 13 Οκτωβρίου 1912 Μεθ’ υπολήψεως Καούδης, Δηληγιαννάκης, Σεϊμένης» Έτσι, οι Σιατιστείς έμειναν μονάχοι κατά την πρώτη ελεύθερη νύχτα, μένοντας άγρυπνοι στα καραούλια, με τα ντουφέκια στα χέρια, με δικαιολογημένη ανησυχία, γιατί δεν πίστευαν ότι οι Τούρκοι θα ανέχονταν την ανατροπή με αδράνεια. Τους γνώριζαν ότι είναι μπουγκιουνγιαριν237 στές , ότι αργούν, μα δεν λησμονούν. Αλλά η νύχτα πέρασε ήσυχα. ης

Με την ανατολή της 14 Οκτωβρίου, στην πλατεία της Αγοράς Γερανείας έφτασαν οι εθελοντές από το Παλαιόκαστρο. Νέος ενθουσιασμός, νέες εκδηλώσεις χαράς. Ένας οπλαρχηγός, δικηγόρος το επάγγελμα, ανέβηκε στο πεζούλι της ιτιάς, ξεδίπλωσε μια ωραία σημαία με τον Άη Γιώργη στο μέσο και, ανεμίζοντάς την, απεύθυνε προς τα πλήθη πατριωτικό χαιρετισμό που προκάλεσε δάκρυα. Τα σώματα του Καούδη και του Σεϊμένη έμειναν για λίγες μέρες στη Χώρα και το σώμα του Δηληγιαννάκη στη Γεράνεια.

235

(Μικρόκαστρο) (Γεώργιο Περπέσα) 237 (μπού-γκιούν-γιάριν: σήμερα – αύριο) 236

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 158

Και άλλα σώματα πέρασαν από τη Σιάτιστα, πλην όμως, οι Σιατιστείς δεν επαναπαύονταν με τη διέλευση των εθελοντικών σωμάτων, καθ’ όσον γνώριζαν ότι η παραμονή τους δεν είναι μόνιμη. Γι’ αυτό, και μέχρι την έλευση του Ελληνικού Στρατού πέρασαν μερόνυχτα αγωνίας και ψυχικών μεταπτώσεων. Μια τουφεκιά τη νύχτα έφερνε αναστάτωση. Μια φωνή που προέρχονταν από κάποιο σκοπό ήταν αρκετή να προκαλέσει την αγωνία και την αντήχηση των φωνών του φόβου: «τι τρέχει;», έως ότου ακούονταν η καθησυχαστική φωνή «δεν είναι τίποτε». Μια μέρα ακούστηκαν φωνές «Τουρκικός Στρατός έρχεται». Ο κόσμος τρόμαξε αλλά ησύχασε, στο άκουσμα άλλης φωνής: «Μη φοβάστε, είναι Ελληνικό Ιππικό». Ήταν τέσσερεις Έλληνες Ιππείς, σταλμένοι στη Σιάτιστα με αποστολή να συναντηθούν με τον οπλαρχηγό Καούδη, που είχε εντολή να συλλέξει τα όπλα από τους Τούρκους. Συμπτωματικά, την ίδια μέρα ήρθαν και οι Τούρκοι 238 κάτοικοι της Βρογκίστας , για να δηλώσουν υποταγή, κατόπιν προσκλήσεως της Επιτροπής Σιατίστης. Και έτσι φάνηκε σαν η πρόσκληση να προέρχονταν από τις Ελληνικές Στρατιωτικές Αρχές. Τότε η Επιτροπή έλαβε θάρρος και παρεκάλεσε τον επί κεφαλής των Ιππέων Αξιωματικό Φοίβο Ηλιάδη, να στείλει γράμμα στη Λείψιστα, εκ μέρους των Ελληνικών Στρατιωτικών Αρχών, που είχε ως εξής: «Φοίβος Ηλιάδης - Σιάτιστα Προς τους κυρίους Σερίφ μπέην, Αλή μπέην και Τζιαφέρ μπέην. Εν ονόματι του Βασιλέως των Ελλήνων Γεωργίου του Πρώτου κατελάβαμε τα μέρη και εννοούμεν και η Λειψίστη να στείλη αντιπροσώπους να προσκυνήση. Επίσης, εννοούμεν και απαιτούμεν τους δύο που έχετε φυλακισμένους, Λ. Γκαγκαράτσα και Τζήρον από Σιάτισταν, όπου κρατείτε φυλακισμένους να τους αφήσητε ελευθέρους αμέσως. Εάν εντός 24 ωρών δεν γίνουν και τα δύο 239 που διατάσσομε, ερχόμεθα και καίομε το Λειψίστι και το κρίμα ιδικό σας. Ο επί κεφαλής της περιφερείας Αξιωματικός - Φοίβος Ηλιάδης» Η απόπειρα πέτυχε κατά το ένα αίτημα. Αφέθηκαν ελεύθεροι οι δύο φυλακισμένοι. Αλλά η κατάληψη της Λείψιστας έγινε αργότερα, κατόπιν μάχης, στην οποία έπεσαν αρκετοί εθελοντές από την Κρήτη. Ο Ηλιάδης εξέδωσε επίσης την παρακάτω Διαταγή για να προλάβει τα κακά της αναρχίας: «Φέρεται εις γνώσιν του λαού της Σιατίστης και των περιχώρων ότι εν ονόματι του Βασιλέως των Ελλήνων Γεωργίου κατελήφθησαν και τα μέρη ταύτα υπό του Ελληνικού Στρατού. Διωρίσθη δε 240 άρχων των μερών αυτών ο Δήμαρχος Σιατίστης Μηνάς Θεοδώρου . Εις τας διαταγάς αυτού οφείλετε άπαντες απόλυτον υποταγήν. Ο παρακούων θα τιμωρήται συμφώνως με τον στρατιωτικόν νόμον. η Εν Σιατίστη τη 14 Οκτωβρίου 1912. Ο επί της περιφερείας αξιωματικός Φοίβος Ηλιάδης» Στις 15 Οκτωβρίου τα εθελοντικά σώματα αναχώρησαν και η Επιτροπή ανέθεσε στους Οπλαρχηγούς Σπύρο Τσαούση, Καραπιπέρη και Λιόλιο Τσαούση τη φρούρηση της πόλης. Επίσης, 238

(Καλονέρι) (Νεάπολη) 240 Αμέσως ο Μηνάς Θεοδώρου προέβη σε εκλογή των συνεργατών του. Εξέλεξε εικοσιτετραμελή επιτροπή, που υπό την προεδρία του κυβέρνησε την περιφέρεια κατά τον χρόνο της αναρχίας ευσυνείδητα, δίκαια και αμερόληπτα και δεν επέτρεψε στα κακοποιά στοιχεία να προβούν σε διαρπαγές και αντεκδικήσεις. Και τότε μεν είχαν εμποδιστεί να προβούν σε κακουργίες, κατόπιν όμως, όταν όμως έφθασαν στην Σιάτιστα οι Γαριβαλδινοί υπό τον Ρώμα, βρήκαν την ευκαιρία να διαπράξουν ό,τι δεν τους είχεν επιτραπεί να πράξουν έως τότε. 239

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 159

έστειλε τους Αθ. Κανατσούλη και Ι. Αποστόλου στην Κοζάνη, να ζητήσουν από τις εκεί Ελληνικές Στρατιωτικές Αρχές την αποστολή Ελληνικού Στρατού να καταλάβει τη Σιάτιστα, όπως και έγινε. Στις 19 Οκτωβρίου, μπήκε στη Σιάτιστα το Απόσπασμα Ευζώνων του Συνταγματάρχη Γεννάδη και την απελευθέρωσε, με τη σημασία του στρατιωτικού όρου. Στην εκκλησία του Προφήτη Ηλία έγινε η δοξολογία για την απελευθέρωση της πόλης και την επόμενη μέρα το Απόσπασμα αποχώρησε. Σύμφωνα με τη μεγάλη Σιατιστινή ζωγράφο Θάλεια Φλωρά-Καραβία, που όταν κηρύχθηκε ο Πόλεμος, άφησε την όμορφη Αλεξάνδρεια όπου ζούσε, για να βρεθεί πλάι στον Ελληνικό Στρατό, αποθανατίζοντας τις νίκες σε αμέτρητα σκίτσα και πίνακες, «η Σιάτιστα έχει την υπερηφάνειαν ότι ύψωσε την Ελληνική σημαία μόνη της, προτού έλθει ο Στρατός».

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 160

Τρίτη 16 Οκτωβρίου 1912 - Απελευθέρωση της Κατερίνης – 7η Μεραρχία η

Το έργο της απελευθέρωσης της Πιερίας ανατέθηκε στην 7 Μεραρχία που είχε έναν ικανότατο 241 η Διοικητή, τον Συνταγματάρχη Πυροβολικού Κλεομένη Κλεομένους . Η 7 Μεραρχία 242 συγκροτήθηκε τον Σεπτέμβριο του 1912 στην Αθήνα , χάρη στους πολυάριθμους εθελοντές που ο ό ο η είχαν προσέλθει για κατάταξη και είχε τρία νέα Συντάγματα, το 19 , 20 και 21 , καθώς και την 3 Μοίρα Πυροβολικού. Παρέμενε σε εφεδρεία ως τις 11 του Οκτώβρη που διατάχθηκε να περάσει τα σύνορα. Από την Λάρισα πέρασε τον Τύρναβο και την Ελασσώνα και προχώρησε βορειανατολικά προς τα Στενά της Πέτρας, ανάμεσα στον Όλυμπο και τα Πιέρια Όρη, βαδίζοντας στον δημόσιο δρόμο προς Κατερίνη. Στις 13 Οκτωβρίου η Μεραρχία στάθμευσε στη 243 Φουσκίνα . O Λοχαγός Κ. Μαζαράκης, αρχηγός των Σωμάτων των Προσκόπων, κινήθηκε ταχύτατα και κατέλαβε τα Στενά της Πέτρας, ασφαλίζοντάς τα, γιατί είχε την πληροφορία ότι δυνάμεις του Τουρκικού Στρατού θα κινούνταν προς την ίδια κατεύθυνση. Με διαταγή του Μαζαράκη, ο Αλέξανδρος Δ. 244 Ζάννα , συνάντησε τον Μέραρχο Κλεομένους στο χωριό Άγιος Δημήτριος και του παρουσίασε την τακτική κατάσταση και την ανάγκη άμεσης κίνησης της Μεραρχίας. Ο Μέραρχος διέταξε αμέσως την αναχώρηση των μονάδων, που κινήθηκαν προς τα Στενά της Πέτρας, όπου έφθασαν το απόγευμα της 14ης Οκτωβρίου και στάθμευσαν στην θέση Καρακόλι. Η 7η Μεραρχία, συνολικά επτά χιλιάδες στρατός, ενισχυμένη με ένα Τάγμα Κρητών ο 245 και το 8 Τάγμα Ευζώνων , είχε απέναντί της μια μικρότερη δύναμη του Τουρκικού Στρατού, περίπου τέσσερεις χιλιάδες, που 246 είχαν την έδρα τους στην περιοχή του Γιδά . Την Κατερίνη υπεράσπιζε στρατιωτική δύναμη 247 2.000 περίπου ανδρών, τεσσάρων Ταγμάτων πεζικού , μίας ορειβατικής Πυροβολαρχίας και 241

(και καθηγητή Οχυρωματικής στην Σχολή Ευελπίδων, της οποίας υπήρξε και Διοικητής το 1910-1911) (και στη συνέχεια στη Λαμία, Τρίκαλα και Λάρισα, όπου ολοκληρώθηκε η συγκρότησή της) 243 (σημερινή Αγία Τριάδα ή Ζωοδόχο Πηγή) 244 (καταγόμενος από το Βλαχολείβαδο - Λιβάδι του Ολύμπου) 245 Στη δράση της η 7η Μεραρχία ενισχύθηκε σημαντικά και από σώματα Προσκόπων, με επί κεφαλής τον έμπειρο Αξιωματικό του Επιτελείου της Αλέξανδρο Μαζαράκη - Αινιάν 246 (σημερινή Αλεξάνδρεια Ημαθίας) 242

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 161

μιας Ίλης Ιππικού, υπό την διοίκηση του Συνταγματάρχη Σουκρή Μπέη. Στις 15 Οκτωβρίου, στις 5.30 το πρωί, εκδόθηκε η Διαταγή Επιχειρήσεων, με την οποία η Μεραρχία διαιρέθηκε σε δύο φάλαγγες: ο

Η μία φάλαγγα, αποτελούμενη από το 8 Ευζωνικό Τάγμα υπό τον Λοχαγό Μαζαράκη και τέσσερα 248 πολυβόλα, με οδηγό τον εθελοντή Γαλλία Λάππα από το Λιβάδι, διατάχτηκε να βαδίσει προς το 249 Κίτρος περνώντας από το Χάνι της Μηλιάς, κινούμενη παράλληλα της αμαξιτής οδού. Η φάλαγγα αυτή, νωρίς το επόμενο πρωί επιτέθηκε με σφοδρότητα κατά των εχθρικών θέσεων στο χωριό Κρεμμύδι. H άλλη φάλαγγα αποτελούμενη από το υπόλοιπο της Μεραρχίας διατάχτηκε να βαδίσει από την ο ό αμαξιτή οδό προς την Κατερίνη, έχοντας μπροστά το 21 Σύνταγμα, αριστερά του το 20 και πίσω ο το 19 σαν εφεδρεία. Η φάλαγγα ξεκίνησε κατά τις 8.45 και γύρω στις δύο το μεσημέρι, κοντά στο 250 ό Κολοκούρι , το 20 Σύνταγμα δέχθηκε πυρά από τα βορειοδυτικά του χωριού. Τούρκοι στρατιώτες είχαν κρυφτεί στο πυκνό δάσος της περιοχής και έβαλαν αιφνιδιαστικά, με 251 αποτέλεσμα να πανικοβληθούν οι Έλληνες στρατιώτες και μάλιστα ένας Λόχος άρχισε να υποχωρεί. Την κατάσταση έσωσε ο Διοικητής του Συντάγματος, ο Αντισυνταγματάρχης Δημήτριος Σβορώνος, που κάλπασε μπροστά εμψυχώνοντας τους Στρατιώτες του. Βλέποντάς τον έφιππο και με τα γαλόνια του, οι Τούρκοι έστρεψαν τα πυρά τους εναντίον του και ο γενναίος Σβορώνος τραυματίστηκε βαριά. Συνέχισε όμως έφιππος να επιτίθεται, μέχρις ότου, βαλλόμενος διαρκώς, έπεσε. Το γεγονός προκάλεσε απερίγραπτη συγκίνηση και πείσμωσε τους Έλληνες Στρατιώτες, Κερκυραίους και Ζακυνθινούς ως επί το πλείστον, οι οποίοι με αλαλαγμούς επιτέθηκαν ακάθεκτοι κατά των Τούρκων. Η μάχη κράτησε πάνω από τρεις ώρες και τελικά οι Τούρκοι υποχώρησαν πέρα από τον ποταμό Πέλεκα προς την Κατερίνη, απ’ όπου συνέχισαν να βάλλουν κατά του Ελληνικού Στρατού ως την ώρα που σκοτείνιασε. 252

ου

Στη μάχη αυτή, εκτός από τον ήρωα Σβορώνο , σκοτώθηκαν ο Υπασπιστής του 21 Συντάγματος Υπολοχαγός Πεζικού Δημήτριος Νίκας, ο Λοχίας Βίγκος Θωμάς, οι Στρατιώτες Βασίλλας Γεώργιος, Σαράντης Αντώνιος και Ανευλαβής Βασίλειος και ο δεκαεπτάχρονος εθελοντής από την Κρήτη 253 Κονταξάκης, ο οποίος μάλιστα είχε καταταγεί με ψευδή στοιχεία ονοματεπωνύμου και ηλικίας , ενώ τραυματίστηκαν οι Αξιωματικοί Κ. Καΐρης και Ιωάννης Καλατζής, ο Λοχίας Μανιάς και δεκαέξι Στρατιώτες. 247

(Τα Τάγματα Αβρέτ Χισάρ, Βέροιας, Βοδενών και Καρατζόβας) Αναφέρεται το εξής περιστατικό: Όταν μετά τις μάχες οι Αξιωματικοί του Στρατού πρότειναν στον Γαλλία Λάππα να πάρει ότι ήθελε από τα λάφυρα των Τούρκων, εκείνος φόρτωσε ένα άλογο με όπλα και γύρισε στο Λιβάδι, ώστε αν χρειαζόταν, να πολεμούσε ξανά στα βουνά. 249 (Πύδνα) 250 (σημερινός Σβορώνος, προς τιμήν του Αντισυνταγματάρχη Δ. Σβορώνου που έπεσε εκεί) 251 (όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά, οι στρατιώτες πέταξαν εσπευσμένα από τους σάκους τους τα καλαμπόκια που είχαν μαζέψει από τους γύρω αγρούς, για να χορτάσουν την πείνα τους ύστερα από την αδιάκοπη πορεία ) 252 Που υπέκυψε την ίδια μέρα στα τραύματά του, στο Β1 Χειρουργείο 253 Ο Κονταξάκης δεν μπορούσε να καταταγεί λόγω του νεαρού της ηλικίας του. Έμαθε όμως ότι ένας στρατεύσιμος ονόματι Βλησμάς, δεν είχε παρουσιασθεί προς κατάταξη στο 20ο Σύνταγμα Πεζικού, επειδή βρισκόταν στην Αμερική. Παρουσιάστηκε λοιπόν προς κατάταξη ο Κονταξάκης, με το όνομα Βλησμάς. Φτάνοντας στην Ελασσώνα, ανέφερε το τέχνασμά του, με επιστολή, στον έφεδρο Υπολοχαγό Καλαϊτζή, ώστε αν τυχόν σκοτωνόταν να το μάθουν οι γονείς του. Ο γενναίος Κονταξάκης έπεσε στη μάχη και ο Καλαϊτζής ανήγγειλε τον ηρωικό θάνατό του στον πατέρα του. 248

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 162

254

Σαν νύχτωσε, η Μεραρχία διανυκτέρευσε δίπλα στο Κολοκούρι . Στις τρεις τα ξημερώματα της ης η 16 Οκτωβρίου έφτασε Διαταγή του Γενικού Στρατηγείου να επιταχυνθεί η προέλαση και η 7 Μεραρχία να καταλάβει τις διαβάσεις του Αλιάκμονα προς το Νησέλι και προς το Γιδά, όπου και έπρεπε να αποκτήσει επαφή με την υπόλοιπη δύναμη του Στρατού της Θεσσαλίας. Στις 5.30 το ο πρωί ο Μέραρχος εξέδωσε την Διαταγή Επιχειρήσεων, σύμφωνα με την οποία το 21 Σύνταγμα 255 στις 6 το πρωί πορεύτηκε προς την Κατερίνη με ένα Τάγμα, και το δεύτερο Τάγμα του πιο πίσω ό ο και δεξιά. Το 20 Σύνταγμα προχώρησε ΒΑ της Κατερίνης, ενώ το 19 παρέμεινε πίσω στη διάθεση του Μεράρχου. Το Πυροβολικό πήρε κατάλληλη θέση στα υψώματα στο Κολοκούρι για να υποστηρίζει τις κινήσεις του Πεζικού. Η Μεραρχία πορεύτηκε χωρίς επεισόδια, αφού ο Τουρκικός στρατός και πολλοί από τους Τούρκους της Κατερίνης είχαν εγκαταλείψει τη νύχτα την πόλη. Στις 7.30 το πρωί της Τρίτης 16 Οκτωβρίου 1912, τα Ελληνικά Στρατεύματα μπήκαν στην πανηγυρίζουσα Κατερίνη. Οι κάτοικοι από τα μπαλκόνια των σπιτιών και τις άκρες των δρόμων ζητωκραύγαζαν τον Στρατό που περνούσε από τις κεντρικές οδούς, τις σημερινές «7ης 256 Μεραρχίας» και «Μεγάλου Αλεξάνδρου». Έξω από τους Τούρκικους Στρατώνες περίμενε αντιπροσωπεία κατοίκων με επί κεφαλής τον Επίσκοπο Παρθένιο Βαρδάκα. Ένας Λόχος, με τη σημαία και τις σάλπιγγες, διέσχισε την ελεύθερη πόλη παιανίζοντας εμβατήρια και προκαλώντας ακράτητο ενθουσιασμό. Ταυτόχρονα, μπήκε στην Κατερίνη και ένα μικρό τμήμα Προσκόπων του Μαζαράκη. Ο Τούρκικος πληθυσμός που παρέμεινε στην πόλη είχε τρομοκρατηθεί, φοβούμενος βιαιοπραγίες εκ μέρους του Στρατού, αλλά προστατεύθηκε απόλυτα. Λαός και Στρατός, ανάμεσά 257 τους και ο Τούρκος Δήμαρχος της Κατερίνης Μουχαρέμ Ρουστέμ , πήγαν στην εκκλησία της Θείας Ανάληψης, όπου τελέστηκε Δοξολογία για την απελευθέρωση της πόλης από τον Επίσκοπο. 258 Με ανάμικτα συναισθήματα κηδεύτηκαν οι ήρωες νεκροί της μάχης, καθώς και έξι άνδρες και τρεις γυναίκες που σκότωσαν φεύγοντας οι Τούρκοι. Στη συνέχεια, ο Στρατός παρέδωσε τη διοίκηση της πόλης στον Λιβαδιώτη Γεώργιο Λαναρίδη και συνέχισε την καταδίωξη του εχθρού προς το Κίτρος. ης

Η εφημερίδα «Εμπρός» της 19 Οκτωβρίου αναφέρει το τηλεγράφημα του Παναγιώτη Δαγκλή, Αρχηγού του Γενικού Επιτελείου Στρατού: «Κοζάνη, 17 ώρα 6 μ.μ. Κατελήφθη την 16ην μετά τρίωρον μάχην η Αικατερίνη. Στρατός 259 εξακολουθεί προελαύνων προς βορράν» . 254

Την ίδια μέρα, ο Κατερινιώτης Χρήστος Ξηρομερίτης μαζί με φίλους του αγωνιστές εξουδετέρωσε την Τουρκική Φρουρά, που στεγαζόταν στην περιοχή του Αγίου Φωτίου. 255 Τα Συντάγματα της 7ης Μεραρχίας ήταν ελλειπή, με δύο αντί τρία Τάγματα το καθένα. 256 (Πάρκο) 257 Ο Τούρκος δήμαρχος της Κατερίνης Μουχαρέμ Πασάς συνέχισε να ασκεί τα καθήκοντά του για ένα χρόνο ακόμη, ως τις 31 Οκτωβρίου 1913, οπότε και παρέδωσε με πρωτόκολλο το Κοινοτικό ταμείο στον δημοτικό υπάλληλο Δημήτριο Κ. Δήμου. 258 (Βρήκα το όνομα ενός μόνον από αυτούς: Τρύφων Γιαννουλάκης) 259 Για τα δεδομένα της εποχής ήταν πραγματικός άθλος το ότι μία Μεραρχία ξεκίνησε από τη Λάρισα, πέρασε τα Πιέρια και έφτασε μαχόμενη στην Κατερίνη, σε λιγότερο από πέντε ημέρες. Η επιχείρηση αυτή είχε μεγάλη σημασία για τη Στρατιά, γιατί εξασφάλιζε το δεξιό της, αλλά άνοιγε και ένα νέο λιμάνι για συντομότερη μεταφορά εφοδίων. Αντί ο εφοδιασμός να βασίζεται στο λιμάνι του Βόλου και σε κάρα για τη συνέχεια, τώρα θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί το λιμάνι της Κατερίνης, η «Σκάλα Κατερίνης», και στη συνέχεια ο Σιδηροδρομικός Σταθμός της Αλεξάνδρειας (του «Γιδά» ή «Γηδά» όπως λεγόταν τότε). Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 163

η

ο

Στο μεταξύ, η 1 φάλαγγα, δηλαδή το 8 Τάγμα Ευζώνων και ο Λόχος Προσκόπων του Μαζαράκη, ης σταμάτησαν για διανυκτέρευση τη νύχτα της 17 στη Μονή Αγίου Αθανασίου της Σφήνιτσας και 260 261 ης εκεί έμαθαν για τη συμπλοκή που έγινε στη γέφυρα στο Νησέλι . Στις 4.20 το πρωί της 18 Οκτωβρίου ξεκίνησαν για τη γέφυρα. Μετά από δίωρη πορεία συνάντησαν τους Προσκόπους του 262 Β. Σταυρόπουλου που την κρατούσαν ακόμη και μαζί προέλασαν προς το Γιδά , όπου έφτασαν 263 χωρίς αντίσταση το επόμενο πρωί, 18 Οκτωβρίου 1912, ώρα 9 . 264

Την ίδια ώρα, από το Λιμπάνοβο , ο Μέραρχος Κλεομένης έστειλε τηλεγράφημα στο Γενικό Στρατηγείο: «Γέφυρα Νησέλι κατελήφθη παρά 8ου Ευζωνικού Τάγματος και Σώματος Μαζαράκη χθες 265 Τετάρτην εσπέρας. Κατά πληροφορίας Ευζωνικού, Τούρκοι απεσύρθησαν πέρα Καρασμάκι … Μεραρχία προυχώρησεν πέραν Αλιάκμονος προς κατάληψιν επικαίρου θέσεως.» 266 Η «επίκαιρος θέσις», της οποίας προανήγγειλε την κατάληψη, είναι το χωριό Γιδάς (που βρίσκεται περίπου δυόμισυ χιλιόμετρα βόρεια της γέφυρας και από εκεί περνούσε η σιδηροδρομική γραμμή Θεσσαλονίκης - Μοναστηρίου). Το Γενικό Στρατηγείο μη γνωρίζοντας ακόμη την κατάληψη της γέφυρας, διέταζε στις 10.45: «… 2) Η VII Μεραρχία θα διαβή σήμερον τον Αλιάκμονα και καταλαμβάνουσα την περιοχήν Καψοχώρα -Γέφυρα Νησέλι θα ασφαλίση το δεξιόν πλευρόν της στρατιάς ... 3) Η VII Μεραρχία θα εγκαταστήση σήμερον οπτικόν τηλεγραφικόν σταθμόν προς συννενόησιν μετά του σταθμού του Γενικού Στρατηγείου. Επίσης θα αναφέρη αν αι τηλεγραφικαί μηχαναί σταθμού Καψόχωρας Γιδά παρέμειναν ώστε ν’ αποκατασταθή τηλεγραφική συγκοινωνία ...»

260

Μετά από σκληρή τετράωρη συμπλοκή όπου συμμετείχαν και κάτοικοι της περιοχής, Πρόσκοποι κατέλαβαν τη γέφυρα Νησελίου στον Αλιάκμονα. Οι Τούρκοι, έχοντας και απώλειες εγκατέλειψαν οριστικά το τμήμα αυτό του Ρουμλουκιού. (Ρουμλούκι = Ελληνότοπος, η ονομασία που προέρχεται από την τουρκική λέξη Rumluk δείχνει την κυριαρχία του Ελληνικού στοιχείου στην περιοχή) 261 Το Νησέλι ονομάστηκε έτσι επειδή ήταν χτισμένο πάνω σε ένα ψήλωμα, και όταν πλημμύριζε ο Αλιάκμονας κατακλυζόταν ολόγυρα και έμοιαζε με νησί. (Σήμερα έχει μεταφερθεί σε άλλη θέση, καθώς έγιναν έργα μεταφοράς της κοίτης του ποταμού, μετά τη μεγάλη πλημμύρα του 1935). Η θέση του ήταν στρατηγική, καθώς εκεί βρισκόταν σιδερένια γέφυρα από την οποία περνούσε η αμαξιτή οδός που συνέδεε την Κατερίνη με τον ΣΣ του Γιδά. Γι’ αυτό υπήρχε και Αστυνομικός Σταθμός εκεί. Το χωριό ήταν τσιφλίκι του Απτί Μπέη και είχε το 1912 περίπου 350 κατοίκους, 300 Έλληνες και 50 Τουρκόγυφτους (τσιγγάνους Οθωμανούς). 262 (Αλεξάνδρεια) 263 Όπως αναφέρει ο Γρ. Μοσχόπουλος, που ήταν τότε 12 ετών, στο βιβλίο του «Ρουμλουκιώτικα Σημειώματα 1980-1988, σ. 64 & 67: «…Στην αρχή ήρθαν λίγες ομάδες τσολιάδες. Ήταν ένα τάγμα Μηχανικού υπό τον Ελευθέριο Μαυρογένη ο οποίος κατέλυσε στο άδειο κονάκι του Μπέη. Ύστερα ήρθε πολύς Στρατός, πάλι από το Νησέλι και στρατοπέδευσε στη θέση «Αλώνια». Το βράδυ πέρασε Ιππικό. Όταν μπήκε το Τάγμα του Μαυρογένη, οι κάτοικοι συγκεντρώθηκαν στην παλιά Αγορά, μερικοί ανέβηκαν στο ξύλινο υπόστεγο και έσπασαν την ημισέληνο, ξέσκισαν τα φέσια, άλλοι χτυπούσαν την καμπάνα της εκκλησίας και στη συνέχεια χόρεψαν με ζουρνάδες και νταούλια πάνω στα ξεσχισμένα φέσια. Ο Ιερέας Παπαντώνης οδήγησε τον Μαυρογένη στις αποθήκες του Μπέη, για να πάρουν τα αποθηκευμένα δημητριακά. Το σιτάρι που πήραν από τις αποθήκες το μοίρασαν στις οικογένειες του χωριού, ενώ άλλες ποσότητες τις αλώνισαν αμέσως και έδωσαν το αλεύρι στις γυναίκες με εντολή να ζυμώσουν ψωμί για το Στρατό.» 264 (Αιγίνειο) 265 (Ή Καρά Ασμάκ ή Καρά Ασμάκι ή Μαυρονέρι: Ο ποταμός Λουδίας) 266 Όπως θεωρούν πολλοί, ο Γιδάς ελευθερώθηκε στην πραγματικότητα όχι στις 18 αλλά στις 17 Οκτωβρίου, καθώς το πρωί της ημέρας εκείνης εισήλθαν στον Γιδά Ιππείς της 3ης Ημιλαρχίας, που συνέλαβαν και 4 Τούρκους αιχμαλώτους. Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 164

ης

Και στην απογευματινή Διαταγή της 18 Οκτωβρίου, για προέλαση του κυρίου όγκου της Στρατιάς από τη Βέροια προς τα Γιαννιτσά, αναφερόταν, μεταξύ άλλων: «... 4) Η VIIη Μεραρχία να παραμείνη εις τας παρά τον Γιδά θέσεις αυτής καλύπτουσα το δεξιόν της Στρατιάς ... Να αποστείλλη πυκνάς αναγνωρίσεις Ιππικού και Πεζικού προς τας γεφύρας του Καρά Ασμάκι ...» Στις 18 Οκτωβρίου η Μεραρχία έφτασε στην θάλασσα, στο Ελευθεροχώρι, και στις 19 Οκτωβρίου συνέχισε προς το Πλατύ, ενώ τοποθετήθηκε και ο οπτικός τηλέγραφος στο καμπαναριό της εκκλησίας της Παναγίας. Στον δρόμο μετά το Πλατύ υπήρχαν δύο γέφυρες, μία σιδηροδρομική μεταλλική με μήκος σχεδόν εκατόν ογδόντα μέτρα, και μία ξύλινη, από όπου περνούσε ο δημόσιος αμαξιτός δρόμος. Στις γέφυρες αυτές και πίσω από αυτές οχυρώθηκαν επτά χιλιάδες Τούρκοι προστατεύοντας τα Γιαννιτσά από κυκλωτική κίνηση του Στρατού μας, καθώς και τον οδό υποχώρησης από τα Γιαννιτσά στη Θεσσαλονίκη. Σε περίπτωση υποχώρησης από τα Γιαννιτσά, οι διαταγές των Τούρκων ήταν να καταστρέψουν τις γέφυρες, για να εμποδίσουν την καταδίωξη όσων υποχωρούσαν. Για τον σκοπό αυτό είχαν ήδη υπονομεύσει τις γέφυρες με δυναμίτιδα και είχαν απλώσει τα σύρματα της πυροδότησης για να είναι έτοιμοι. ής

Το πρωί της 20 Οκτωβρίου, ενώ ο κύριος όγκος του Ελληνικού Στρατού θριάμβευε στα Γιαννιου τσά, η Μεραρχία επιτέθηκε ταυτόχρονα στις δύο γέφυρες, έχοντας μπροστά ένα Τάγμα του 21 ο Συντάγματος με τον Ταγματάρχη Καραγιαννόπουλο και το 8 Τάγμα Ευζώνων, καθώς και ένα μικρό σώμα ανταρτών με επί κεφαλής τον Ανθυπολοχαγό Σταυρόπουλο, με υποστήριξη από τρεις Πυροβολαρχίες. Με την κάλυψη των πυροβόλων, αναπτύχθηκαν τα δύο Τάγματα και οι αντάρτες, 267 ης ενώ ταυτόχρονα έπιασαν «θέσεις προς πυροβόλησιν » και τα οκτώ πολυβόλα της 1 Μοίρας του Λοχαγού Στουρνάρα. Ακολούθησε μία θανάσιμη μονομαχία πολυβόλων, με τα εχθρικά πολυβόλα που ήταν τοποθετημένα κοντά στον Σιδηροδρομικό Σταθμό, μέχρι που μετά από ώρα, επικράτησαν τα δικά μας. Τότε όρμησαν μπροστά οι Εύζωνοι. Τραυματίστηκε ο Λοχαγός τους Μανωλίδης και την θέση του πήρε ο Λοχαγός Μποσαράκος. Παρ’ όλα τα πυρά του Τουρκικού Πυροβολικού, οι Εύζωνοι προχωρούσαν ορμητικά και οι Τούρκοι κλονίζονταν. Υποχώρησαν, αλλά πρόλαβαν να ανατινάξουν το ξύλινο γεφύρι. Ο Υπολοχαγός Σπυρίδωνος, με δύο πολυβόλα, κατόρθωσε να προωθηθεί στην μία άκρη του μεταλλικού γεφυριού, για να το καταλάβει πριν το καταστρέψουν κι αυτό οι Τούρκοι. Αλλά και τα δυο πολυβόλα είχαν πάρει φωτιά, έχοντας ρίξει πάνω από 10.000 σφαίρες μέχρι εκείνη την ώρα! Το υγρό ψύξης είχε εξατμιστεί και οι κάνες είχαν ανάψει και μάταια προσπαθούσαν να τα ψύξουν οι χειριστές Μοσχίδης και Μακροδήμας. Ο Σπυρίδωνος, μαζί με τον Ανθυπολοχαγό Σταυρόπουλο, τον Υποδεκανέα Κολλάρο και τον αντάρτη Αγγελόπουλο, όρμησαν με τα μάνλιχερ, ακολουθούμενοι από τους πολυβολητές και μερικούς Ευζώνους. Η μάχη έγινε σκληρή, καθώς οι Τούρκοι ξεθαρρεμένοι από το σταμάτημα των πολυβόλων κάνανε αντεπίθεση 267

(«βάσεις πυρός» που θα λέγαμε σήμερα) Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 165

για να ξαναπάρουν το γεφύρι. Τρεις πολυβολητές πέσανε χτυπημένοι και ο κίνδυνος ανάγκασε τον Μέραρχο να ορμήσει και αυτός έφιππος στην πρώτη γραμμή, για να εμψυχώσει τους πολεμιστές του. Ταυτόχρονα, τα Τουρκικά πυροβόλα χτυπούσαν το Πλατύ με εκρηκτικές οβίδες, αλλά ο εμπρησμός του χωριού δεν στοίχισε σε απώλειες, καθώς οι δυνάμεις μας το είχαν ήδη προσπεράσει. Στην κρίσιμη στιγμή, οι δυο χειριστές των πολυβόλων, με κίνδυνο της ζωής τους, σύρθηκαν ως κάτω το ποτάμι, αψηφώντας τα πυκνά πυρά, και φέρανε νερό να δροσίσουν τα 268 πολυβόλα τους. Φορτώσανε καινούργιες διακοσιοπενηντάρες δεσμίδες, και άρχισαν θεριστικά πυρά κατά των Τούρκων. Οι Εύζωνοι και τα Τάγματα του Καραγιαννόπουλου πήρανε θάρρος και όρμησαν με αλαλαγμούς και «εφ’ όπλου λόγχη». Οι Τούρκοι αποδεκατίστηκαν, πολλοί από αυτούς πέταξαν τα όπλα και φύγανε τρέχοντας. Όσοι μείνανε, προσπαθώντας να πυροδοτήσουν τα εκρηκτικά, σκοτώθηκαν μέχρι τον τελευταίο. Το γεφύρι κυριεύτηκε, ενώ το Πυροβολικό καταδίωκε τον εχθρό με «προοδευτική βολή». Και καθώς το Μηχανικό ξεκίνησε αμέσως να στρώνει τη γέφυρα με σανίδες, η καταδίωξη συνεχίστηκε μέχρι τη νύχτα, σε απόσταση έντεκα 269 χιλιομέτρων από την Θεσσαλονίκη, στο χωριό Κιρτζιλάρ . η

Κυριεύοντας τις δύο γέφυρες του ποταμού Λουδία και την Σιδηροδρομική γραμμή, η 7 Μεραρχία απείλησε τα νώτα των Τούρκων που ήταν στα Γιαννιτσά, ενώ διέκοψε και την μεταφορά ενισχύσεων και εφοδίων σιδηροδρομικώς. Έχοντας σαφή Διαταγή, ο Διοικητής της δεν προχώρησε άλλο, ούτε και χρειαζόταν. Η θέση της Μεραρχίας στα πλευρά των Τούρκων και η διακοπή της σιδηροδρομικής γραμμής επηρέασαν καθοριστικά την «τακτική κατάσταση», όπως προέβλεπε και το Επιτελείο, αυξάνοντας την σύγχυση και τον πανικό στις γραμμές του εχθρού. Η Μεραρχία δεν πήρε μέρος σε άλλη μάχη, καθώς η παράδοση των δυνάμεων του Ταχσίν Πασά 270 ανέστειλε την σχεδιασμένη συμμετοχή της στην τελική επίθεση κατά της πόλης .

268

(δεσμίδες των 250 σφαιρών) (το σημερινό Άδενδρο) 270 (Κατά τις επιχειρήσεις στην Δυτική Μακεδονία και την Ήπειρο, η 7η Μεραρχία παρέμεινε στη Θεσσαλονίκη, προς φύλαξη της πόλης και της περιοχής από τους Βουλγάρους) 269

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 166

Από τα Σέρβια στα Γιαννιτσά – 6η Μεραρχία (Διήγηση του Πέτρου) ης

Μείναμε στα Σέρβια ως τις 12 Οκτωβρίου και το πρωί της 13 αναχωρήσαμε για Κοζάνη. Στο δρόμο βρίσκαμε συνεχώς Τουρκικές οικογένειες με τα υπάρχοντά τους, που γύριζαν πίσω στα σπίτια τους, αφού πείσθηκαν ότι δεν κινδυνεύουν. Στο δρόμο για την Κοζάνη, που ήταν ήδη ελεύθερη, βρίσκαμε πολλά Τουρκοχώρια. Οι κάτοικοί τους συνήθως μας υποδέχονταν στην είσοδο του χωριού, με μία λευκή σημαία. Στην Κοζάνη είχαμε υποδοχή ηρώων … πού να ήξεραν οι άνθρωποι ότι εμείς δεν είχαμε ρίξει ακόμη ούτε τουφεκιά … Την Κυριακή 14 του Οκτώβρη αναχωρήσαμε κατά τις 11.00 για το Τζαρτζιλάρ, όπου φτάσαμε στις 8 τη νύχτα και διανυκτερεύσαμε με φοβερό κρύο και υγρασία. Το άλλο πρωί όλα ήταν άσπρα από την πάχνη. Την επομένη, νωρίς το πρωί στις 7 κινήσαμε και πάλι και κατά τις 8 μπήκαμε σε ένα ατελείωτο φαράγγι. Στη μέση χείμαρρος, δεξιά κι αριστερά πανύψηλα βράχια. Πέντε ώρες δύσκολης ανηφορικής πορείας μέχρι που πιάσαμε ίσωμα και τα πράγματα έγιναν πιο εύκολα. Αλλά μετά, απότομος και επικίνδυνος κατήφορος, που οδηγούσε προς μία κοιλάδα γεμάτη δέντρα και θάμνους. Ξαφνικά είδαμε απέναντί μας Τούρκους Ιππείς. Τρομάξαμε, φοβηθήκαμε ενέδρα και επίθεση. Αλλά μάλλον ήταν ανιχνευτές γιατί χάθηκαν αμέσως και δεν τους είδαμε ξανά. Κατά τις 16.30, φτάσαμε στο Ξερολίβαδο, μικρό χωριό βλαχόφωνο, που το όνομά του δεν έλεγε την αλήθεια, καθώς το μέρος ήταν γεμάτο νερά και η γη καταπράσινη. Αχ να μέναμε εδώ απόψε … Αλλά ίσα που μας άφησαν να σβήσουμε τη δίψα μας στο πελώριο πηγάδι του χωριού και κινήσαμε και πάλι, ακολουθώντας ένα κατηφορικό μονοπάτι σε μια βαθειά χαράδρα.

Βαδίζαμε ένας ένας, ενώ τα μεταγωγικά γλυστρούσαν και έπεφταν. Σκοτείνιασε και συνεχίζαμε. Πόσο βαδίσαμε; 12, 13 ώρες; Και όμως αντέχαμε κι άλλο, φαίνεται μάθαμε στις πορείες … Κατά 271 τις 9 φτάσαμε στο Δόλιανι , και εκεί ψάξαμε για καταλύματα. Θυμάμαι όπως καθόμουν σε ένα σοκάκι, άκουσα από πάνω από ένα ανοιχτό παράθυρο, δροσερές νεανικές φωνές που μιλούσαν βλάχικα. Ήξερα λίγες κουβέντες ρουμούνικες και ζήτησα νερό. Και μια από τις κοπέλες, Κατίνα λεγότανε, κρέμασε από το σχοινί μια κανάτα με νερό δροσερό … Ας είναι καλά εκεί που βρίσκεται τώρα … Μαζί με άλλους Αξιωματικούς, μείναμε στο σπίτι ενός Αθανασάκου, που ήταν πολύ περιποιητικός. Πανέμορφη μέρα ήταν η Τρίτη 16 Οκτωβρίου, όταν η Μεραρχία μας πέρασε το Βέρμιο. Κατά τις μία το μεσημέρι φτάσαμε στην κορυφή. Από εκεί έβλεπες στο βάθος τον Θερμαϊκό και τη Θεσσα271

(Δόλιανι ή Δόλιανη ή Doljani – βλαχοχώρι στο νότιο Ζαγόρι, σήμερα λέγεται Κουμαριά) Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 167

λονίκη. Κατηφορίζοντας για τη Βέροια, κάναμε όνειρα …. Στην πόλη δεν μπήκαμε καν. Η πορεία μας συνεχίστηκε εσπευσμένα, αλλά οι Στρατιώτες δεν χάνανε το χιούμορ τους: «Βρε παιδιά, γιατί τρέχουμε έτσι, Τούρκους κυνηγάμε;» «Τούρκους κυνηγάμε, δεν βλέπεις που είναι ο δρόμος λερωμένος …» «Τι να κάνουν οι φουκαράδες … “ξαλαφρώνουν” για να τρέχουν πιο γρήγορα …» «Άντε ας βιαστούμε γιατί έχουμε αργήσει … θα τελειώσει ο πόλεμος και θα μείνουμε άκαπνοι …» 272

Κατά τις 5 σταματήσαμε επί τέλους σε ένα Τουρκοχώρι. Εκεί μας βρήκαν Νιαουσιανοί , με ψωμί και κρασί. «Συγχωρείστε μας» λέγανε «δεν μπορούσαμε να κουβαλήσουμε περισσότερα …». «Μα σαν έρθετε μα το καλό στη Νιάουσα, έχουμε τις βαρέλες στημένες έξω από το χωριό … να πιούμε να χορτάσουμε …». Αλλά δεν έμελλε να στρίψουμε κατά τη Νιάουσα. Κοιμηθήκαμε γλυκά με το κρασί της, το απολαύσαμε και το επόμενο πρωί, αλλά η Μεραρχία κίνησε ξανά για βόρεια. Το Σύνταγμά μας ήταν στην οπισθοφυλακή τώρα, και έτσι περιμέναμε να φύγουν πρώτα οι άλλοι, και τρώγαμε και πίναμε ως τις 3.30 το απόγευμα που ήρθε και η δική μας σειρά. Είχε βραδιάσει για καλά όταν περάσαμε από το Καρπάνι, όπου τα παιδιά μας έψαλαν τον Εθνικό Ύμνο. Νύχτωσε κι η πορεία δυσκόλεψε. Ρέματα δυσκολοδιάβατα προκαλούσαν συνωστισμό και η τάξη χανόταν. Στις μία τα μεσάνυχτα καταυλιστήκαμε στην ύπαιθρο. Κι εγώ, δεν είχα ούτε κουβέρτες ούτε αντίσκηνο, γιατί τα ζώα που κουβαλούσαν τις αποσκευές είχαν μείνει πίσω. Τυλιγμένος με το μανδύα μου, τουρτούριζα, μέχρι που με λυπήθηκαν κάποιοι Στρατιώτες και τρύπωσα στο αντίσκηνό τους. Αλλά από το κρύο δεν κλείσαμε μάτι. 18 του μήνα, ημέρα Πέμπτη, ξεκινήσαμε πάλι κατά τις δέκα. Η μέρα ήταν καλή και μας έφτιαχνε το κέφι. Περνάγαμε συνεχώς ποτάμια και χαντάκια. Το βράδυ, βρήκαμε ένα χωριό Βουλγάρικο. Εκεί είχε κοπάδια γουρουνόπουλα. Αγοράσαμε ένα για να το ψήσουμε την επομένη. Και συνεχίσαμε μέσα στη νύχτα την επικίνδυνη πορεία, μέχρι που έδωσε ο Θεός και φτάσαμε κατά τις 273 10 στο Βερτεκόπ .

272 273

(Ναουσαίοι) (Σκύδρα) Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 168

Κίνηση προς Φλώρινα – Μοναστήρι, 5η Μεραρχία, 23ο Σύνταγμα (Διήγηση του Γιώργου)

Αφού διανυκτερεύσαμε στην Κοζάνη, την Κυριακή 14 Οκτωβρίου η Μεραρχία μας κινήθηκε 274 βόρεια, κατά μήκος της αμαξιτής οδού που οδηγεί από την Κοζάνη στα Καϊλάρια , έχοντας ο 275 ο μπροστά το δικό μας 23 Σύνταγμα Πεζικού και το Τάγμα μας, το 1 , σε «πρώτο κλιμάκιο». Η απόσταση είναι περίπου οκτώ ώρες πορείας, και ο δρόμος διέσχιζε μία εύφορη πεδιάδα, ανάμεσα σε ψηλά χιονοσκεπή βουνά. Η πεδιάδα ήταν γεμάτη Τουρκοχώρια, πράγμα που μας έκανε να κινούμαστε με προσοχή, καθώς οι κάτοικοι θεωρούνταν άγριοι και αιμοχαρείς. Σαν να μην έφτανε αυτό, έβρεχε κιόλας, ο δρόμος γέμισε λάσπη. Είχαμε μαζί μας και Πεδινό Πυροβολικό και πολλά μεταγωγικά και αυτό μας καθυστερούσε περισσότε276 ρο . Ο δρόμος δεξιά και αριστερά είχε γεμίσει άλογα που έπεφταν εξαντλημένα από την πορεία στη λάσπη και εγκαταλείπονταν επί τόπου, προς χάριν των ορνέων. Έτσι μας πήρε μέχρι την επομένη το απομεσήμερο να 277 φτάσουμε στο Καϊλάρ . Το σωστό δεν είναι Καϊλάρ αλλά Καϊλάρια. Ήταν δύο χωριστές πόλεις, τα άνω Καϊλάρια και τα κάτω Καϊλάρια. Και γύρω τους υπήρχε πλήθος χωριών που και αυτά λέγονταν Καϊλάρια. Οι κάτοικοι ήταν Τούρκοι και πολύ λίγοι Έλληνες. Οι Τούρκοι αυτοί ήταν φημισμένοι για τον πλούτο τους αλλά και για την αγριότητά τους, σε βαθμό που η λέξη Καϊλαριώτης σήμαινε «άγριος». Οι Καϊλαριώτες, μόλις είδαν ότι ο Στρατός τους υποχώρησε, αποφάσισαν να δηλώσουν υποταγή. Σε ης αυτό συνέβαλλε και το πειστικότατο πυρ της 9 Πυροβολαρχίας του Λοχαγού Χατζηδημητρίου, 278 που με βολιδοφόρες και εκρηκτικές οβίδες έδειξε στους Τούρκους ότι δεν αστειευόμαστε. Εκεί που πλησιάζαμε την πόλη, πριν την τελευταία στροφή του δρόμου, είδαμε να έρχονται οι προύχοντες των Καϊλαρίων μαζί με χοτζάδες σαρικοφόρους, κρατώντας λευκή σημαία. Τους πιστέψαμε. Κρατήθηκαν για λίγη ώρα οι αντιπρόσωποι και στάλθηκε Ιππικό που κατέλαβε τα Καϊλάρια. Μη συναντώντας αντιδράσεις, αφήσαμε τους αντιπρόσωπους ελεύθερους και μπήκε ο Στρατός μας στα Καϊλάρια και υψώσαμε την κυανόλευκη. Κάποιοι κάτοικοι ήρθαν και παρέδωσαν όπλα και φυσίγγια, δηλώνοντας ότι μόνον αυτοί είχαν οπλισθεί. Ήμασταν επιφυλακτικοί αλλά δεν κάναμε άλλη έρευνα, δώσαμε πίστη στους προύχοντες και ιδίως στους θρησκευτικούς τους αρχηγούς. Και για να είμαστε σίγουροι διανυκτερεύσαμε έξω από την πόλη.

274

Επαρχία Καϊλαρίων, σήμερα επαρχία Εορδαίας Το 23ο Σύνταγμα συγκροτήθηκε κατά τη διάρκεια της επιστράτευσης, από αποστολές του 4ου και 5ου Συντάγματος και Αξιωματικούς από διάφορες υπηρεσίες και Διοικητή τον Αντισυνταγματάρχη Χρήστο Ζούκη. Μαζί με το 16ο Σύνταγμα (Αντισυνταγματάρχης Αντώνης Καμάρας) και το 22ο Σύνταγμα Πεζικού (Αντισυνταγματάρχης Κυριάκος Μαυρομιχάλης – ο οποίος σκοτώθηκε στο Σαραντάπορο και αντικαταστάθηκε από τον κ. Καλόγερο) συγκρότησαν την 5η Μεραρχία υπό τον Συνταγματάρχη Ματθαιόπουλο). 276 Η 5η Μεραρχία είχε ενισχυθεί με τις ΙΙΙ/1 και ΙΙΙ/2 Μοίρες Πυροβολικού της 4ης Μεραρχίας, στην οποία είχε δώσει την ορειβατική Πυροβολαρχία της. 277 (Πτολεμαΐδα) 278 (Σύμφωνα με την σχετική αναφορά του Διοικητή της Μοίρας, ρίχτηκαν 2 οβίδες βολιδοφόρες για «κανονισμό βολής» και ακολούθησε «δραστικό πυρ» από όλα τα πυροβόλα, με 13 εκρηκτικές οβίδες) 275

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 169

Και πράγματι, αυτοί οι κερατάδες έλεγαν ψέματα, με σκοπό να μας οδηγήσουν σε παγίδα. Την επομένη, Τρίτη 16 Οκτωβρίου, καθώς συνεχίζαμε την πορεία μας ανύποπτοι, πέσαμε σε ενέδρα. 279 Ο εχθρός είχε οχυρωθεί σε μία κορυφογραμμή, κοντά στο χωριό Ναλμπάνκιοϊ . Η τοποθεσία ήταν πρόχειρα οργανωμένη για άμυνα, αλλά είχε άριστα πεδία βολής. Ενώ το Τάγμα ήταν σε 280 «ωριαία στάση» δεχθήκαμε πυρά Πυροβολικού από μεγάλη απόσταση. Το Πυροβολικό μας τάχθηκε αμέσως σε θέσεις βολής και ανταπέδωσε, και το Τάγμα μας αναπτύχθηκε σε θέσεις η μάχης, δεξιά και αριστερά του δρόμου, ο Λόχος μας ήταν στα αριστερά. Η Διμοιρία μου, η 1 , 281 διατάχθηκε από τον Διμοιρίτη μας Ανθυπολοχαγό Παναγιώτη Δεμέστιχα να αναπτυχθεί σε έναν 282 «αναβαθμό », ώστε από εκεί με πυρά να καλύψουμε τις άλλες Διμοιρίες που θα προσπαθούσαν με «άλματα» να πλησιάσουν τις εχθρικές θέσεις. Το εχθρικό πυρ έγινε πιο έντονο καθώς προσπαθήσαμε να κινηθούμε εμπρός από τις άλλες Διμοιρίες και οι περισσότεροι καθηλωθήκαμε, ενώ ο Δεμέστιχας συνέχισε να τρέχει πρώτος μπροστά. Έβαλα τις φωνές: «Θα αφήσουμε μωρέ τον Διμοιρίτη μας μονάχο του;» «Κυρ Δεκανέα, δεν βλέπεις ότι κι οι άλλες Διμοιρίες σταμάτησαν;» «Αυτοί κινδυνεύουν πιο πολύ μωρέ … οι ακίνητοι δίνουν πιο εύκολο σημάδι … Πάμε σκυφτά και με άλματα … Ακολουθάτε με !!!» Τελικά, με απώλειες, φτάσαμε όλοι σχεδόν στην επιλεγμένη θέση, και με «πυρά ομαδόν» καλύπταμε την κίνηση των άλλων Διμοιριών. Χάρη στην ενέργειά μας κατάφερε να προωθηθεί όλος ο Λόχος και το ίδιο κάνανε και οι υπόλοιποι Λόχοι του Τάγματος. Τα εχθρικά πυρά ήταν έντονα. Σκοτώθηκε ο Διοικητής του Λόχου μας, ο Υπολοχαγός Τσαγκόπουλος και τη Διοίκηση ανέλαβε ο Διμοιρίτης μας ο Δεμέστιχας, σαν ανώτερος των άλλων Διμοιριτών, η δεδομένου ότι την 4 Διμοιρία διοικούσε ένας έφεδρος Ανθυπολοχαγός ονόματι Ρηγόπουλος, την η η 3 ο Επιλοχίας του Λόχου και την 2 ένας έφεδρος Λοχίας. Δίπλα μας, στα 100 μέτρα, σκοτώθηκε κι ο Λοχαγός Γ. Λιάσκος, Διοικητής του Λόχου που ήταν στα αριστερά μας και τραυματίστηκε κι ο Διοικητής του Τάγματος. Η σφαίρα τον βρήκε στο μηρό και δεν μπορούσε να προχωρήσει άλλο. Φτάσαμε με «άλματα» στα 400 μέτρα από τις εχθρικές θέσεις, όταν διατάχθηκε «έφοδος δια της λόγχης». Οι Τούρκοι δεν άντεξαν στην έφοδό μας και άφησαν τις θέσεις τους. Σ’ αυτό συνετέλεσε ου και το ότι την ίδια ώρα, ένα Τάγμα του 22 Συντάγματος επιτέθηκε από τα αριστερά του χωριού, απειλώντας τον εχθρό με κύκλωση, και τα πυροβόλα μας είχαν μπει για καλά στη μάχη. Ο εχθρός τράπηκε σε φυγή και ο Λόχος μας κυρίευσε τη σημαία ενός Τουρκικού Τάγματος. Αλλά οι ο 283 απώλειες ήταν πολύ βαριές. Το Σύνταγμά μας, το 23 , είχε σχεδόν είκοσι Αξιωματικούς νεκρούς και τραυματίες και ο Λόχος μας πλήρωσε το πιο βαρύ τίμημα από όλους τους Λόχους, με πενήντα 284 επτά Στρατιώτες νεκρούς και τραυματίες . Ο Δεμέστιχας που όλη την ώρα πήγαινε μπροστά φαίνεται ότι είχε Τίμιο Ξύλο. Δύο σφαίρες τον πέτυχαν χωρίς να του κάνουν σχεδόν τίποτα. Η μία

279

(Περδίκα) (Στάση 10 λεπτών μετά από πορεία 50 λεπτών) 281 Ο Παναγιώτης Δεμέστιχας του Πέτρου, κατατάχθηκε στο στρατό ως εθελοντής Δεκανέας το 1905 και φοίτησε στη Σχολή Υπαξιωματικών από την οποία εξήλθε το 1912 ως Ανθυπολοχαγός Πεζικού. Πολέμησε το 1912-13 (στον Α’ και Β’ Βαλκανικό Πόλεμο), στον Α’ Π.Π., στην Ουκρανία το 1919, στην Μικρά Ασία και έφθασε μέχρι βαθμού Αντιστρατήγου το 1940-41, οπότε διοίκησε το Α’ Σ.Σ., το Ε’ Σ.Σ. και ξανά το Α’ Σ.Σ., ενώ συμμετείχε και στην Κυβέρνηση Τσολάκογλου. Τραυματίστηκε στη μάχη του Κόμανο. 282 (ανασήκωμα του εδάφους, πεζούλα) 283 Σκοτώθηκαν ακόμη ο Λοχαγός (ΠΖ) Κ. Λυκούρης και ο Έφεδρος Ανθυπολοχαγός Ιωάννης Ιωαννίδης 284 (57 απώλειες σε μία συνολική δύναμη 180 περίπου ανδρών είναι εξαιρετικά ψηλό ποσοστό. Το σύνολο των νεκρών στη μάχη του Ναλμπάνκιοϊ – Περδίκκα ήταν 5 Αξιωματικοί και 51 Οπλίτες. ) 280

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 170

του τρύπησε το στέμμα στο πηλίκιο, χωρίς να αγγίξει ούτε μία τρίχα από το κεφάλι του, η άλλη του έκοψε τον ιμάντα της αριστερής επωμίδας, γδέρνοντας τον ώμο του. Συνεχίσαμε καταδιώκοντας τον εχθρό βόρεια του χωριού, και βλέπαμε από μακριά την άτακτη φυγή των Τούρκων πεζών και πυροβολητών. Ανέλαβε να τους καταδιώξει η Ταξιαρχία Ιππικού, αλλά αντί να τους κυκλώσει, την είδαμε να καλύπτεται πίσω από ένα λόφο καθώς μερικοί γενναίοι Τούρκοι πυροβολητές σταμάτησαν τη φυγή, τάχθηκαν επάνω στο δρόμο και ρίξανε εναντίον της μερικές βολές. Ντροπή … θα μπορούσε να τους έχει κυκλώσει και αιχμαλωτίσει όλους, πεζούς και πυροβόλα … Αλλά αυτοί αφέθηκαν να φύγουν, ενώ το Ιππικό μας κρυβόταν στην ασφάλεια του λόφου. Ούτε όμως και τα άλλα Συντάγματα της Μεραρχίας μας συνέχισαν την προώθηση. Εξαντλημένοι από την προσπάθεια, καταυλιστήκαμε στο πεδίο της μάχης, για ανασυγκρότηση και συλλογή των νεκρών και τραυματιών μας. Την επόμενη μέρα, Τετάρτη 17 Οκτωβρίου, ο Λόχος μας διατάχθηκε να κινηθεί δυτικά, για να αφοπλίσουμε δυο Τουρκοχώρια. Για υποστήριξη πήραμε μαζί μας και έναν Ουλαμό Πυροβολικού, υπό τον Ανθυπολοχαγό Ηλία Βακαλόπουλο. Τα πυροβόλα θα έπειθαν πιο εύκολα τους Τούρκους χωριάτες να πειθαρχήσουν. Από τις βαριές απώλειες που είχαμε σε Αξιωματικούς, ο Λόχος μας είχε Διοικητή Ανθυπολοχαγό, τον πρώην Διμοιρίτη μας Δεμέστιχα, και το Τάγμα διοικείτο προσωρινά από τον Υπολοχαγό Παμπούκη, καθώς είχαν τεθεί εκτός μάχης όλοι οι Λοχαγοί! Το βράδυ γυρίσαμε πίσω, έχοντας μαζέψει πλήθος όπλων, αφού σχεδόν κάθε σπίτι είχε και από ένα τουλάχιστον. Όσοι χωρικοί συνελήφθησαν με όπλα, από τον δικό μας και τους άλλους Λόχους, οδηγήθηκαν δέσμιοι και κλείστηκαν στους στρατώνες. Θρήνος και αναστεναγμός ακολούθησε από τους αχάριστους αυτούς, που βρίζανε κάποιους σαν πρωταίτιους, αλλά ήταν αργά. Αλλά ήταν και τυχεροί, γιατί όπως μάθαμε αργότερα, ενώ καταδικάστηκαν σε θάνατο διά τουφεκισμού, τους έδωσε χάρη ο Διάδοχος και τους έστειλε στην Λάρισα σαν «αιχμαλώτους πολέμου». Η Ελλάδα έτεινε «χείρα επιεικείας» σ’ αυτούς τους κακούργους, συγχωρώντας την δολιότητα και το έγκλημά τους. 285

Κατόπιν, το Τάγμα διατάχθηκε να μεταβεί στη Νεγκόβιανη για αναγνώριση. Στο μεταξύ, ανέλαβε χρέη Ταγματάρχη ο Λοχαγός Χουδάλης, ένας έμπειρος Αξιωματικός του Επιτελείου της Μεραρχίας. Νύχτα και υπό βροχή καταυλισθήκαμε στην Νεγκόβιανη. Η βροχή μας ταλαιπώρησε όλη τη νύχτα, και πιο πολύ ταλαιπώρησε τους Αξιωματικούς μας, γιατί τις αποσκευές τους μετάφεραν τα μεταγωγικά του σώματος, τα οποία είχαν μείνει πιο πίσω. Το άλλο πρωί, Πέμπτη 18 Οκτωβρίου, η Μεραρχία διατάχθηκε να κινηθεί προς τη Φλώρινα. Κινούμενο υπό βροχή, το Τάγμα μας αιφνιδίασε ένα τμήμα διακοσίων περίπου ανταρτών. Τους πιάσαμε «στα πράσα», καθώς ψήνανε αρνιά. Συλλάβαμε καμιά εξηνταριά, οι άλλοι διέφυγαν, αλλά το πραγματικό έπαθλο ήταν τα αρνιά που άφησαν πίσω τους … «Ωρέ Γιώρ’ είναι καλοί στο ψήσιμο οι Τουρκαλάδες …» μου είπε ο συνάδελφος ο Βασίλης ο Φλόκας. «Κοίτα λοιπόν μην τα κάψεις τώρα που ανέλαβες εσύ και τα κλαίμε …» Αλλά ο καιρός χάλαγε, άρχισε να χιονίζει και καθώς έπρεπε να συνεχίσουμε την πορεία, φάγαμε τα αρνιά μισοψημένα … Αλλά και έτσι ήταν καλύτερα από τη σκέτη κουραμάνα … Αργά το 286 απόγευμα φτάσαμε στη Νεβόλιανη , έξω από τη Φλώρινα, αλλά ενώ εγκαθιστούσαμε προφυλακές διαταχθήκαμε να γυρίσουμε πίσω στη Νεγκόβιανη. Νύχτα και με χιόνι, πορευόμενοι σε επικίνδυνους μουλαρόδρομους, φτάσαμε στις τρεις μετά τα μεσάνυχτα στη Νεγκόβιανη, ξεθε285 286

(σημερινό Φλάμπουρο Φλώρινας) (Σκοπιά) Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 171

ωμένοι. Ένας Λόχος έμεινε να φυλάει προφυλακές, μαζί με χωριανούς που ήταν όλοι Έλληνες … ευτυχώς δεν ήταν ο δικός μας Λόχος … εμείς βολευτήκαμε στα σπίτια του χωριού και κοιμηθήκαμε στα ζεστά, μετά από πολύ καιρό. Η Διαταγή για την επιστροφή οφειλόταν στο γεγονός ότι η υπόλοιπη Μεραρχία είχε καθυστερήσει και ο Μέραρχος σκέφθηκε να μην μας αφήσει εκτεθειμένους δίπλα στη Φλώρινα, μόνους μας, απέναντι στα πέντε Τουρκικά Τάγματα που υπολόγιζε ότι φυλούσαν την πόλη. Την επομένη, 19 Οκτωβρίου ημέρα Παρασκευή, ο καιρός βελτιώθηκε κάπως και κινήσαμε ξανά για τη Φλώρινα, αφήνοντας πίσω τα μεταγωγικά και μια Διμοιρία να φυλάει τους αιχμαλώτους. Λίγο πριν το μεσημέρι συναντήσαμε Τούρκους. Θα ήταν δύο ως τέσσερεις Λόχοι Τακτικού Στρατού, που κατείχαν 287 288 ένα αντέρεισμα που κατέβαινε από την Μπελκαμένη , λίγο βορειότερα από το χωριό Κότορι . Ο Λόχος μας διατάχθηκε να επιτεθεί κατά μέτωπο, ενώ ο Λόχος του Ανθυπολοχαγού Γ. Φωτόπουλου θα προσπαθούσε να υπερκεράσει τον εχθρό από τα Δυτικά. Αλλά η ώρα περνούσε και από την πλευρά που πήγε ο Φωτόπουλος δεν ακουγόταν τίποτα. Ο εκτελών χρέη Λοχαγού Δεμέστιχας, τολμηρός και ανυπόμονος, αποφάσισε να επιτεθούμε, μέσα από μία χαράδρα που από τα δεξιά μας έφτανε μέχρι τις εχθρικές θέσεις. Πήγε μπροστά ο Δεμέστιχας με τη Διμοιρία του Λοχία Ζαφειρόπουλου από την Αρκαδία, και εμείς μείναμε πίσω για να καλύπτουμε με τα πυρά μας. Τα εχθρικά πυρά ήταν έντονα και μόνο ο Δεμέστιχας με καμιά εικοσαριά άνδρες κατάφερε να φτάσει στο σκοπό του, περίπου πενήντα μέτρα από τις εχθρικές θέσεις. Τον βλέπαμε να ορμάει μπροστά με τη σπάθη στο χέρι και από πίσω του οι άνδρες του με «εφ’ όπλου λόγχη». Η αποκοτιά και η ορμητικότητα της κίνησης προκάλεσαν τρόμο στον εχθρό που ανατράπηκε και υποχώρησε άτακτα, καθώς ορμούσαμε και οι υπόλοιποι. Στην καταδίωξη, είδα έναν πεσμένο Τούρκο τραυματία, να σηκώνει το μάουζερ σημαδεύοντας τον Δεμέστιχα που μόλις τον είχε προσπεράσει. Στήριξα το μάνλιχερ στον ώμο και χωρίς να σημαδέψω, παρά μόνο με το ένστικτο, πυροβόλησα και έσωσα τον γενναίο Διοικητή μας, που ίσα που γύρισε να μου χαμογελάσει με ευγνωμοσύνη και συνέχισε την καταδίωξη … Υπήρχε ορμή και πάθος. Ελευθερώναμε αδερφούς … Ακούστε και ένα ωραίο που μας διηγήθηκε ο ίδιος ο Δεμέστιχας, το είχε ακούσει από έναν άλλον Αξιωματικό: Στην επίθεση ενός άλλου Τάγματος, έπεσαν πληγωμένοι αρκετοί Εύζωνοι. Ένας από αυτούς είχε πληγωθεί στον δεξιό βραχίονα. Ενώ συνεχιζόταν η επίθεση, ένας Αξιωματικός του Πεζικού, σταμάτησε δίπλα του, για να φωνάξει ένα νοσοκόμο, να μεταφέρει τον τραυματία στο φορητό Χειρουργείο. Αντί να τον ευχαριστήσει ο πληγωμένος, σηκώθηκε θυμωμένος, κουνώντας απειλητικά το γερό του χέρι και φώναξε στον Αξιωματικό: «Τρέξε κυρ καπετάνιε, τρέξε και είναι σιμά τα σκυλιά. Τρέξε να πάρεις τα κανόνια και δεν τα αφήκαν τα σκυλιά» και όρμησε μπροστά ο Εύζωνος να προφτάσει τα εχθρικά κανόνια!!! Τέτοιους άντρες είχε η Πατρίδα μας … Κρατώντας το σπασμένο του χέρι, το μυαλό του ήταν στα Τουρκικά κανόνια. Δεν πονούσε το χέρι αλλά η καρδιά του, όταν είδε ότι οι Τούρκοι δεν εγκατέλειψαν τα κανόνια, όπως στο Σαραντάπορο. Και μάλωνε τον Αξιωματικό, που νοιάστηκε γι’ αυτόν και όχι για τα κανόνια … «Αν και λίγο έλειψε να με χτυπήσει στο μάτι, εν τούτοις δικαιολόγησα το γενναίο μου στρατιώτη. Λυπήθηκα μόνο, διότι δεν σημείωσα το όνομα του» έλεγε ο Αξιωματικός. Σκοπός της Μεραρχίας ήταν να ελευθερώσει τη Φλώρινα και στη συνέχεια το Μοναστήρι, όπου ζούσαν χιλιάδες Έλληνες. Αλλά αφού κατέλαβε το Σόροβιτς, κινούμενη προς τη Φλώρινα δέχτηκε επίθεση από ισχυρές Τουρκικές δυνάμεις του Τζαβήτ Πασά, που αποσύρθηκαν από το Σερβικό Μέτωπο για να ενισχύσουν την άμυνα της Φλώρινας. 287 288

(Δροσοπηγή) (Υδρούσα) Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 172

Τρίτη 16 του Οκτώβρη – Μάχη του Ναλμπάνκιοϊ – 5η Μεραρχία (Με βάση την Αναφορά που συνέταξε ο Διοικητής της ΙΙΙ/2 Μοίρας Πυροβολικού, Ταγματάρχης ΠB Κ. Γουβέλης289)

Μάχη Ναλμπάνκιοϊ – Περδίκα η η ου 5 Μεραρχία, 3 Μοίρα 2 Συντάγματος Πεδινού Πυροβολικού ης Προς την Διοίκηση της 5 Μεραρχίας / Διοικητήν Συνταγματάρχη κ. Δ. Ματθαιόπουλο Σύμφωνα με την Διαταγή Πορείας, όλο το Πυροβολικό της Μεραρχίας διατάχθηκε να ταχθεί σε 290 φάλαγγα πορείας, αμέσως μετά την εμπροσθοφυλακή , την οποία διοικούσε ο Αντισυνταγματάρχης κ. Χρήστος Ζούκης. Πρώτη είχε ορισθεί να προχωρήσει η Μοίρα Ταμπακοπούλου, και η η δεύτερη η δική μου, με δύο μόνο Πυροβολαρχίες, την 5 (Πετρόπουλου) και την 9 (Χατζηδηη ο μητρίου), επειδή η 6 είχε αποσπασθεί στο 16 Σύνταγμα από χθες. Αλλά μετά από συνεννόησή μου (ως εκτελούντος χρέη Διοικητού Πυροβολικού) με τον Διοικητή της εμπροσθοφυλακής, η άλλαξε η σειρά και προχώρησε πρώτη η δική μου 3 Μοίρα. Η φάλαγγα ξεκίνησε για το Ναλμπάνκιοϊ κατά τις 07.00, και εγώ βάδιζα μαζί με τον κ. Ζούκη. Είχαμε φτάσει στο χωριό Άνω Καϊλάρ και το διασχίζαμε, όταν διατάχθηκα να μεταβώ με την Μοίρα μου ΒΑ του χωριού, προς υποστήριξη του δεξιού κέρατος της προετοιμαζόμενης επίθεσης ου του 22 ΣΠ του κ. Καλόγερο. Διέταξα την Μοίρα του κ. Ταμπακόπουλου να ακολουθήσει το ο 23 Σύνταγμα και την δική μου να σταματήσει, αναμένοντας διαταγές μου. Και εγώ, συνοδευόμενος από μερικούς ανιχνευτές, Λοχίες και Ελάτες, προχώρησα προς αναγνώριση του δρομολογίου της Μοίρας μου. Το έδαφος ήταν αδιάβατο από Πυροβολικό, γεμάτο ρυάκια, και αναγκάστηκα να διατάξω να γυρίσουμε πίσω στη θέση που είχαμε το πρωί, και να πάρουμε άλλο δρόμο, ο από τους Μύλους Καϊλάρ, όπου ήταν το 22 Σύνταγμα. Είχαμε ήδη προσεγγίσει μία συστάδα δένδρων και κατεύθυνα την φάλαγγα προς μία διακύμανση του εδάφους, σε απόσταση 3.500 μέτρων περίπου από τις εχθρικές θέσεις. Και ενώ έδινα διαταγές στους Διοικητές των Πυροβολαρχιών μου, ήρθε ο Λοχαγός κ. Δροσόπουλος και μου είπε να μεταβώ σε άλλη θέση προς τα ΝΑ. Η θέση αυτή ήταν φανερά ακατάλληλη, πολύ μακριά από τις εχθρικές θέσεις και τον ρώτησα τίνος ήταν η Διαταγή αυτή, υποθέτοντας ότι είναι από τον Μεραρχο και όχι από τον Διοικητή Πυροβολικού, αφού διαβιβάστηκε από Αξιωματικό του Επιτελείου της Μεραρχίας και όχι από Αξιωματικό Σύνδεσμο του Πυροβολικού. Μου απάντησε ότι είναι διαταγή του Μεράρχου και έτσι διέταξα και εγώ αλλαγή κατεύθυνσης προς τα πίσω, προς τους υποδειχθέντες λόφους, και τρέχοντας, έκανα αναγνώριση της νέας θέσης. ης

Αφού τάχθηκαν τα πυροβόλα της 5 Πυροβολαρχίας στη νέα θέση, ο Διοικητής της Λοχαγός Πετρόπουλος αρνήθηκε να βάλλει, φοβούμενος, όπως και εγώ, ότι ακόμη και με την μεγίστη δυνατή ύψωση των 5.500 μέτρων, θα χτυπούσαμε τα δικά μας τμήματα του Πεζικού. Στο μεταξύ, 289

Η αναφορά έχει συνταχθεί σε καθαρεύουσα της εποχής. Για διευκόλυνση των αναγνωστών, εδώ αποδίδεται στη Δημοτική. Σημειώνουμε επίσης ότι συντάχθηκε πολύ αργότερα, στις 16-5-1913, οπότε είναι αναμενόμενες κάποιες ανακρίβειες ή κάποιες υποκειμενικές σκέψεις που προστέθηκαν εκ των υστέρων. Ίσως εκεί να οφείλονται και οι κριτικές που περιλαμβάνει η αναφορά. Σε κάθε περίπτωση, η αναφορά αυτή δείχνει ότι οι σχέσεις των πολεμιστών του 1912-13 δεν ήταν μόνο «αδερφικές σχέσεις ηρώων». Ο Διχασμός που ακολούθησε δεν προέκυψε από παρθενογένεση ούτε οφειλόταν μόνο σε πολιτικές και ιδεολογικές διαφορές. Οι προσωπικές διαφορές ήταν πανταχού παρούσες, και δεν είναι τυχαίο ότι οι πραγματικοί ήρωες και οι πραγματικά ικανοί Αξιωματικοί των Βαλκανικών Πολέμων συνήθως δεν συμμετείχαν σε αυτές. 290 (Το 23ο Σύνταγμα) Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 173

ήρθε ο Διοικητής του Πυροβολικού κ. Πάλλης, ο οποίος γεμάτος απορία με ρώτησε γιατί είχα τάξει τα πυροβόλα στους λόφους. Παρόντος του κ. Δροσόπουλου, του είπα για την Διαταγή που μου είχε δοθεί, λέγοντας ότι «ο αναπληρών τον κ. Μέραρχον μοι ώρισεν τους λόφους τούτους». 291 Λέγοντας αυτό, ο κ. Δροσόπουλος απάντησε ότι «δεν αντιπροσωπεύει τον Μέραρχον, αλλά μεταδίδει τας διαταγάς του». Τελικά, ήρθε και ο κ. Μέραρχος, ο οποίος κατάλαβε αμέσως ότι η θέση ήταν ακατάλληλη. Συμφωνήσαμε να μείνει εκεί η Πυροβολαρχία Πετρόπουλου, «εν επιτηρήσει». Οδήγησα προς τα η εμπρός την 9 Πυροβολαρχία του Χατζηδημητρίου, και την έταξα προς πυροβόληση δύο χιλιόμετρα πιο μπροστά. Και ενώ η Πυροβολαρχία βάδιζε σε φάλαγγα προς τη νέα θέση της, είδα πίσω μου την Πυροβολαρχία του Πετρόπουλου να ζεύγνει τα άλογα για να ακολουθήσει. Έκπληκτος, ρώτησα τον Πετρόπουλο γιατί δεν ακολούθησε τις διαταγές μου, και αυτός δικαιολογήθηκε ότι είχε διαταχθεί έτσι από τον κ. Πάλλη. Επειδή η διαταγή αυτή ήταν αντίθετη προς τις Διαταγές του Κανονισμού της «εν εκστρατεία υπηρεσίας των Σωμάτων περί μεταδόσεως των διαταγών προς τας Πυροβολαρχίας Μοίρας τινός» και κυρίως προσέκρουε προς τα στοιχειώδη της τακτικής ενεργείας του Πυροβολικού στη μάχη, αναγκάσθηκα να παρακαλέσω τον 292 κ. Πάλλη , να μην αναμιγνύεται στην εσωτερική Διοίκηση της Μοίρας, και να δίνει τις Διαταγές του σε εμένα και όχι απ’ ευθείας σε υφισταμένους μου. Και διέταξα τον κ. Πετρόπουλο να παραμείνει στη θέση του «εν επιτηρήσει», μέχρι νεωτέρας διαταγής μου. Εξ αιτίας των καθυστερήσεων αυτών, η Πυροβολαρχία Χατζηδημητρίου άρχισε πυρά κατά τις 10.45 περίπου. Μετά τον κανονισμό της βολής, η Πυροβολαρχία αυτή έβαλε «δραστικώς» κατά Πεζικού, σε απόσταση 3.600 μέτρων. Λόγω των ευστόχων πυρών της, το Πεζικό του αριστερού κέρατος των Τούρκων εγκατέλειψε τις θέσεις του, καταδιωκόμενο από προοδευτικά πυρά επί η μήκους 1.200 μέτρων. Στο μεταξύ, κάλεσα και την 5 Πυροβολαρχία (Πετροπούλου) να ταχθεί ης αριστερά της 9 , αλλά δεν πρόλαβε να βάλει καθώς ο εχθρός τράπηκε σε φυγή. Κατά τις 12 το μεσημέρι παύσαμε πυρ και η Μοίρα προχώρησε χωρίς άλλη μάχη στο Ναλμπάνκιοϊ, όπου η φτάσαμε κατά τις 1.45 και καταυλισθήκαμε. Συνολικά, στη μάχη αυτή, η 9 Πυροβολαρχία έβαλε 100 περίπου βολιδοφόρες οβίδες. ης

Όσον αφορά την δράση της 6 Πυροβολαρχίας, που είχε διατεθεί στο Απόσπασμα του κ. Καμάρα που κινήθηκε κυκλωτικά, μεταφέρω τα αναφερθέντα σε μένα από τον Διοικητή της Λοχαγό κ. Κλαδά: ης ην «Το Απόσπασμα, αφού καταυλίσθηκε τη νύκτα της 15 προς την 16 Οκτωβρίου ΒΑ του χωριού ης Κοζλούκιοϊ, τέθηκε σε πορεία την 07.30 ώρα της 16 Οκτωβρίου. Αφού πέρασε από το χωριό Τρέπιστα, φτάνοντας στο χωριό Ινελί, έμαθε ότι η Μεραρχία μαχόταν στο Ναλμπάνκιοϊ, και έσπευσε να συμμετάσχει στη μάχη, από το δεξιό πλευρό μας. Η Πυροβολαρχία τάχθηκε προς πυροβόληση «εν προκαλύψει υλικού», προς τα ΒΔ του Ινελί. Αρχικά έβαλε κατά εχθρικού Πεζικού, το οποίο διασκόρπισε και καταδίωξε δια πυρών, και έπειτα έβαλε κατά του εχθρικού Πυροβολικού, το οποίο ήταν άριστα καλυμμένο σε λόφο ΝΔ του Ναλμπάνκιοϊ, ήταν όμως ορατό από την πλευρική θέση που κατείχε η Πυροβολαρχία. Μετά τον κανονισμό της βολής, ακολούθησε δραστική και λίαν επιτυχής βολή με βολιδοφόρες οβίδες, κατά του εχθρικού Πυροβολικού, το οποίο αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τις θέσεις του, τρεπόμενο σε φυγή, διωκόμενο από τα πυρά της Πυροβολαρχίας, η οποία έβαλε συνολικά περίπου 140 βολιδοφόρες οβίδες από αποστάσεις

291 292

(Απ’ ότι φαίνεται, ο Δροσόπουλος τα «έκανε θάλασσα» και σίγουρα δεν είχε την συμπάθεια του Γουβέλη) Αρκετή ασυνεννοησία … εδώ «καρφώνει» τον Πάλλη … Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 174

4.000 ως 4.800 μέτρων. Μετά τη λήξη της μάχης, το Απόσπασμα διευθύνθηκε προς το Τζαλτζιλάρ, η όπου καταυλίσθηκε περί την 5 μ.μ. ώρα.» Οφείλω να εξάρω την αντάξια πολλών επαίνων επιτυχή δράση των Πυροβολαρχιών Χατζηδημητρίου και Κλαδά, καθ’ όσον και η Πυροβολαρχία Χατζηδημητρίου με μεγάλη ευστοχία εκτέλεσε το τεχνικό μέρος της βολής που της ανέθεσα, κατά του αριστερού κέρατος του εχθρικού Πεζικού, αλλά και η Πυροβολαρχία Κλαδά, ενεργώντας κατά την κρίση και αντίληψη του Διοικητή της, επέλεξε και αυτή με μεγάλη ευστοχία τους στόχους της, και δραστικότατα και επιτυχέστατα διεξήγαγε το έργο της. Και μετά την εκτόπιση και καταδίωξη του εχθρικού Πεζικού του αριστερού κέρατος από την Πυροβολαρχία Χατζηδημητρίου, οι σάλπιγγες σήμαναν την Διαταγή του κ. Μεράρχου, για γενική έφοδο του Πεζικού του δεξιού μας κέρατος, ενώ συγχρόνως σχεδόν, με την εκτόπιση του εχθρικού δεξιού και του Πυροβολικού από τα πυρά της Πυροβολαρχίας Κλαδά, ο επιτέθηκε από τα αριστερά μας και το 23 Σύνταγμα του Αντισυνταγματάρχη κ. Ζούκη, το οποίο μέχρι εκείνη την στιγμή συντριβόταν κατά την γενναία και ακάθεκτη αλλά άνευ αποτελέσματος επίθεσή του. Υποχρεωμένος να εκθέσω τα γεγονότα που έλαβαν χώρα ιστορικώς και αληθώς, οφείλω να πω, 293 χωρίς να κινδυνεύω να χαρακτηρισθώ ως περιαυτολογών , ότι όντως η νίκη της μάχης του 294 Ναλμπάνκιοϊ οφείλεται κατά μέγιστο μέρος στην επιτυχέστατη ενέργεια της Μοίρας μου , που από όταν εισήλθε στη μάχη έδωσε νέα τροπή, και δια της επιτυχέστατης βοήθειας και υποστήριξής μας προς το Πεζικό, μπόρεσε αυτό να προελάσει και να καταλάβει τις εχθρικές θέσεις. ης

Και όσον αφορά την δράση της 6 Πυροβολαρχίας της Μοίρας μου, που είχε διατεθεί στο Απόσπασμα του κ. Καμάρα, παραθέτω την επίσημη Διαταγή που έστειλε ο Διοικητής του Αποσπάσματος προς τον κ. Κλαδά: ον «16 Σύνταγμα Πεζικού Καταυλισμός προ των χωρίων Τζαλτζιλάρ και Μοραλάρ η η 17 Οκτωβρίου 1912 – 10 πρωινή Προς τον Διοικητήν Πεδινής Πυροβολαρχίας κ. Ν. Κλαδάν Διοικήσας εσάς κατά την χθεσινή μάχη, κατά την οποία το τμήμα σας τόσο επιτυχώς ενήργησε, ώστε με τις πρώτες βολές να εξαναγκάση τον εχθρό να τραπεί σε άτακτη φυγή, με αποτέλεσμα η Μεραρχία να καταλάβη την τοποθεσία του, δράττομαι της ευκαιρίας να εκφράσω προς εσάς και τους υφισταμένους σας την ευαρέσκειά μου και την πεποίθηση ότι και σε κάθε επόμενη 295 περίσταση που θα παρουσιαστή, το όπλο σας θα επιφέρει τα ίδια αποτελέσματα, εδραιώνοντας έτσι την πίστη ότι το όπλο στο οποίο έχετε την τιμή να ανήκετε, δικαίως πρέπει να υπερηφανεύεται, διότι απαρτίζεται από τέτοια εξαίρετα στοιχεία, στα οποία η Πατρίς μπορεί να προσβλέπει μετά πεποιθήσεως. Ο Συνταγματάρχης Διοικητής του Αποσπάσματος Α. Καμάρας Αντισυνταγματάρχης Πεζικού»

293

(sic) Επαινεί και τα γένια του … χαλάλι … 295 (το Πυροβολικό) 294

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 175

Τρίτη 16 του Οκτώβρη – Μάχη Ναλμπάνκιοϊ – 5η Μεραρχία, 22ο Σύνταγμα (Με βάση την Αναφορά του Λοχαγού Δημητρίου Παπανικολάου, Διοικητή του Ι/22 Τάγματος) ης

Με βάση την Διαταγής Κινήσεως του Συντάγματος, το πρωί της 15 , το 1° Τάγμα ανέλαβε την ης αριστερή πλαγιοφυλακή της 5 Μεραρχίας κατά την πορεία της από Κοζάνη προς Καϊλάρια, και ο ακολουθώντας ημιονική οδό κινήθηκε σε «τάξη πορείας», με τον 1 Λόχο στην εμπροσθοφυλακή, 296 297 298 299 η προς Καραγάτς , Ερντομούσλ , Καραμπουνάρ και Χασάνκιοϊ τηρώντας επαφή με την 5 Μεραρχία δια Ιππέων που είχαν τεθεί υπό τις διαταγές μου. ης

Στο Χασάνκιοϊ έλαβα διαταγή της 5 Μεραρχίας να μεταβώ προς τα Κάτω Καϊλάρια και να λάβω θέση πολιορκητική από την Βορειοδυτική πλευρά τους, πράγμα που έκανα. Με κυκλωτική κίνηση ης έφτασα εκεί κατά την δύση του ήλιου και εγκατέστησα προφυλακές. Το πρωί της 16 Οκτωβρίου κατά τις 06.20, έλαβα την Διαταγή Επιχειρήσεων της Μεραρχίας, με την οποία διατάχθηκα να ξεκινήσω στις 06.00, δηλαδή η διαταγή έφθασε καθυστερημένα. Τάχθηκα αμέσως σε πορεία, αποτελώντας την αριστερή φάλαγγα και βάδισα κατ' αρχήν βόρεια προς Κνουφ και έπειτα ανατολικά προς Ναλμπάνκιοϊ, ώστε με το Τάγμα μου να προσβάλω τον εκεί Τουρκικό στρατό από τα πλάγια και ει δυνατόν από τα νώτα. ο

Με τον 2 Λόχο στην εμπροσθοφυλακή βάδισα σε τάξη πορείας και την 07.30 έγινε η πρώτη και μόνη ωριαία στάση στον αυχένα μεταξύ Κνουφ και Ναλμπάνκιοϊ. Από εκεί το Τάγμα διευθύνθηκε ανιχνευτικά προς Ανατολικά μέσω δάσους, και όταν οι περίπολοι μάχης έφθασαν 2.000 μέτρα περίπου από τα υψώματα του Ναλμπάνκιοϊ μου ανήγγειλαν την θέση τμημάτων του εχθρού, τα οποία μάχονταν εναντίον της κεντρικής φάλαγγάς μας, προς τα δεξιά της αμαξιτής οδού Καϊλαρίων-Ναλμπάνκιοϊ. Αμέσως διέταξα την συγκέντρωση του Τάγματος σε κεκαλυμμένη θέση, και εγώ προχώρησα μπροστά στην άκρη ενός δασυλλίου, και από εκεί με τα κυάλια ανακάλυψα και τις λοιπές εχθρικές θέσεις. Αφού κάλεσα κοντά μου τους Λοχαγούς και λοιπούς Αξιωματικούς, ο όρισα «τομέα ενεργείας» στον 2 και 3ο Λόχο που τέθηκαν στην πρώτη γραμμή, κρατώντας ως ο ο Λόχο ενισχύσεως τον 4 και ως εφεδρεία τον 1 , και έδωσα διαταγές και οδηγίες για την τακτική ο ο μας στη μάχη, ορίζοντας στον 3 και 2 Λόχο τον «σχηματισμό ρόμβου» ως πιο κατάλληλο για την προχώρηση και μέχρι να ταχθούν «εις ακροβολισμόν». Προχωρήσαμε προς τα εμπρός ελικοειδώς, επωφελούμενοι των χαραδρών και δασυλλίων που υπήρχαν. Το εχθρικό Πυροβολικό ήταν απασχολημένο με την κεντρική φάλαγγα και άργησε να ος ος μας αντιληφθεί, μέχρι που ο 2 και 3 Λόχος έφθασαν σε απόσταση 300 μέτρων περίπου από αυτούς. Από την θέση αυτή, αναπτύχθηκαν οι δύο Λόχοι και άρχισαν ισχυρά πυρά κατά του άκρου δεξιού του εχθρού περί ώρα 08.45. Αν θυμάμαι καλά, ήταν η στιγμή κατά την οποία η κεντρική φάλαγγά μας πιεζόμενη υποχωρούσε, διωκόμενη από τον εχθρό. Αλλά η καταδίωξη σταμάτησε αμέσως όταν οι εχθροί αντελήφθησαν την από τα πλάγια και νώτα κίνηση του Τάγματός μου, με την οποία απειλούσαμε την υποχώρησή τους. Η ανάπτυξη των Λόχων μας υπήρξε κανονική και επιβλητική, τόσον κατά μέτωπο, όσον και στα ος ος ος πλευρά του εχθρού. Ο 3 Λόχος προωθήθηκε 80 μέτρα με άλματα και ο 2 Λόχος 50 μέτρα. Ο 2 Λόχος βρέθηκε έτσι αντιμέτωπος εχθρικού τμήματος σε απόσταση 200 μέτρων αλλά η ισχυρότερη 296

(Μαυροδένδρι) (Παντοκώμη ;) 298 (Μαυροπηγή) 299 (Ασβεστόπετρα) 297

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 176

ου

ου

αντίσταση ήταν προς το μέρος του 3 Λόχου, γι’ αυτό τον ενίσχυσα με έναν Ουλαμό του 4 Λόχου, από τους Ανθυπολοχαγούς Μπακούρο και Αθ. Στράγκα. Η ενίσχυση ενθάρρυνε τους δικούς μας και παρέσυρε τη γραμμή της μάχης προς τα εμπρός, με άλμα περίπου 50 μέτρων, περί ο ου ώρα 09.30. Κατά τις 10.00 ενίσχυσα και τον 2 Λόχο με μία Διμοιρίας του 4 , για να εξαναγκάσουν έτσι σε υποχώρηση το ακρότατο σημείο του εχθρού, πράγμα που επιτύχαμε κατά τις 10.45. ος ου Επειδή ειδοποιήθηκα ότι ο 3 Λόχος και ο Ουλαμός του 4 είχαν ανάγκη φυσιγγίων, τους ανεφοδίασα στην γραμμή της μάχης κατά τις 10.30. Αντιλαμβανόμενος την εχθρική υποχώρηση, ου διέταξα Ουλαμό υπό τον Υπολοχαγό Ζούπα του 1 Λόχου (της εφεδρείας) να περάσει τον ποταμό, καταλαμβάνοντας δεσπόζουσα θέση. Και όταν άρχισε η υποχώρηση του εχθρού, οι τρεις Λόχοι και ο Ουλαμός του 1ου Λόχου άρχισαν την καταδίωξη του εχθρού, διαδοχικά από θέση σε θέση. Ο εχθρός αρχικά υποχωρούσε συντεταγμένα, αλλά κατά τις 11.30 τράπηκε σε άτακτη φυγή 300 προς την αμαξιτή οδό Ναλμπάνκιοϊ - Σόροβιτς . Εκτός από αυτά τα τμήματα του εχθρού, άλλα που βρίσκονταν προς χωριό και ανατολικά του, μην ου μπορώντας να υποχωρήσουν από την αμαξιτή οδό, την οποία είχαν αποκλείσει τμήματα του 2 ος Λόχου, αναγκάστηκαν να υποχωρήσουν από την ημιονική οδό προς το Τσάλτσιλαρ. Ο 3 Λόχος, μαζί με τον Ουλαμό των Υπολοχαγών Μπακούρου και Στράγκα, αφού καταδίωξαν τα εχθρικά τμή301 ματα που ήταν ΝΔ του Ναλμπάνκιοϊ, σταμάτησαν την καταδίωξη στα υψώματα ΒΔ του χωριού , ου ενώ η καταδίωξη εκ μέρους των τμημάτων Ουλαμού του 4 Λόχου υπό τον Υπολοχαγό Δημητρόπουλο και τον Ανθυπολοχαγό Μελά σταμάτησε στην αμαξιτή οδό, δύο χιλιόμετρα περίπου μετά το Ναλμπάνκιοϊ. Τελικά, η καταδίωξη τελείωσε κατά τις 12.00, όταν τα ακολουθούντα την κεντρική φάλαγγα ου τμήματα του 2/22 Τάγματος και του 23 Συντάγματος είχαν φθάσει στην βόρεια παρυφή του χωριού, επί της αμαξιτής οδού. Κατά την άτακτη υποχώρησή του ο εχθρός εγκατέλειπε πάρα πολλά είδη υλικού, ήτοι σκηνές, εντός των οποίων και 2 σημαίες, υλικό στρατού, ιματισμό, πολεμοφόδια, πάμπολλα μαγειρικά σκεύη, γαλέτα κλπ. Κατά τις 02.00 μ.μ. κινηθήκαμε αριστερά και σχηματίσαμε τον αριστερό τομέα των προφυλακών.

300 301

(Αμύνταιο) (οι Τούρκοι έτρεχαν πιο γρήγορα …) Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 177

Η αποχώρησις του Χαμζά Μπέη εκ Λειψίστης και η υποταγή των Καϊλαρίων (Με βάση τις αναμνήσεις του Βλατσιώτη Μιχαήλ Α. Καλλινδέρη, 1905-1991)302

Την 10η Οκτωβρίου 1912, ο γείτονάς μας ο Γιώρ’ς τ’ς Γκράσους, τσαρουχάς, ερχόμενος από το παζάρι βιαστικός και προσπερνώντας το γεφύρι ακούστηκε να λέει «Το Σαραντάπορο έπεσε». Εμείς μικρά παιδιά παίζαμε, ήταν πρωί. Κατά τις 11, από το Ρουστατέλη, συνοικία πιο πάνω, πέρασαν από μπροστά μας καμιά δεκαπενταριά ζώα, άλογα, μουλάρια, γαϊδούρια, όλα φορτωμένα. Δεξιά και αριστερά τους περπατούσαν οπλισμένοι άνδρες. Καβάλα σ’ ένα άσπρο άλογο, ήταν ένας μάλλον περασμένης ηλικίας άνδρας, γεροδεμένος, μελαχρινός, με ασπρόμαυρα μουστάκια, φέσι στο κεφάλι, σοβαρός, σκεπτικός και λυπημένος. Ακολουθούσαν δύο τρεις γυναίκες με φερετζέ και μέσα σ’ ένα κοφίνι, στη μια μεριά του ζώου, μία πολύ γριά γυναίκα που μας έκανε μεγάλη εντύπωση καθώς ήταν ζαρωμένη μέσα στο κοφίνι. Ήταν και παιδιά καβάλα και ακολουθούσαν φορτία με σεντούκια και κάσες σιδερένιες. Και πίσω οπλοφόροι πεζοί. Το καραβάνι πέρασε από μπροστά μας, μπήκε στο παζάρι, σταμάτησε όχι πάνω από μισή ώρα στο καφενείο του Πιπιλιάγκα και μετά έφυγε προς το δρόμο της Μπιστιριάς. Σιγά σιγά κατόπιν απλώθηκεν ο λόγος «Ο Χαμζά μπέης … Ο Χαμζά μπέης τό ’σκασε». Ο πανίσχυρος μπέης της Λιαψίστας έφευγε συν γυναιξί και τέκνοις, με τις κάσες του, τις λίρες και 303 τους θησαυρούς του προς το Σιουρουβίτσι και από κει με το τραίνο για τη Θεσσαλονίκη. Η γριά στο κοφίνι ήταν η μάνα του, έλεγαν μάλιστα ότι ήταν Ελληνίδα από τις αρπαγμένες Ναουσαίες της Επανάστασης, που κρατούσε καντήλι στο σπίτι της κλπ. 304

Μερικοί ζωηροί Βλατσιώτες , όπως ο Νάσιος Φλώρος, ατρόμητο παλληκάρι, που έσερνε στη μέση του μια χαντζιάρα τροχιστή και έλεγαν ότι είχε σκοτώσει δεκαπέντε μπέηδες, και ο Θανάσης Τέμης, έριξαν την ιδέα να σκοτώσουν τον μπέη την ώρα που είχε σταματήσει στο καφενείο. Η συζήτηση κράτησε ώρα πολλή, ώσπου το καραβάνι έφυγε. Ευτυχώς επικράτησαν οι πιο νουνεχείς, που έλεγαν ότι δεν έπρεπε να κινδυνέψει ολόκληρη η κωμόπολη. Γιατί η Τουρκική διοίκηση είχε λάβει τα μέτρα της και είχε μαζέψει στα Καϊλάρια, από όλα τα χριστιανοχώρια της 305 Επαρχίας, περί τους 140 ομήρους, άλλοι λεν 80. Στο Χουκιμάτι των Καϊλαρίων ήσαν έγκλειστοι 306 πολλοί Βλατσιώτες. Ο Δήμαρχος Θωμάς Τσικρίκης, ο μουχτάρης Γούσιας Νταλακότση, ο Ιωάννης Κατσανίκος, ο Γεώργιος Κατσανίκος, ο Γεώργιος Μπαρμπαρούσης και ο αδελφός του Ιωάννης ή Κατσόγιαννης, ο Ιωάννης Τζιαφέτας ή Μπαλιαγκούρας, ο Γουλιάς Τολίκα, ο Αθανάσιος Χατζηλέλεκας ή Λάγκος και άλλοι. Μετά δυο μέρες, γύρισαν οπλισμένοι οι συνοδοί του Χαμζά μπέη και, όταν σταμάτησαν στο καφενείον του Τσιολάκη, μια ομάδα Βλατσιωτών τους αφόπλισε. Επενέβησαν όμως οι γηραιότεροι και τα όπλα δόθηκαν ξανά, με τον όρο να φύγουν ειρηνικά. 307 Αλλά μετά, λίγο έξω από το Σισάνι, οι Τούρκοι, που ήταν Βαλαάδες , έπεσαν στο σώμα του Οπλαρχηγού Καούδη. Δοκίμασαν να αντισταθούν, αλλά ο Καούδης τους αφόπλισε και τους έφερε ξανά στο Βλάτσι κρατούμενους και τους έβαλαν σε ένα σπίτι του Κιάνα στην άκρη του χωριού. Τη νύχτα, ο Γιάννης του Γούλα, μεθυσμένος, πήρε μια μαχαίρα από το κρεοπωλείο του Καραΐσκου, και με τη βοήθεια του Νάσιου Φλώρου, ώρμησαν κατά των αόπλων και τους έσφαξαν όλους, 22 302

Δημοσιεύτηκαν στην εφημερίδα «ΕΠΑΡΧΙΑΚΗ ΦΩΝΗ» της Πτολεμαΐδας, φύλλο 378/23-10-1966 (Αμύνταιο) 304 (Από την Οξυά Καστοριάς, παλαιότερα γνωστή και ως Βλάτσι, Μπλάτσι, Μπλάτση, Μπλάτζα, ορεινό χωριό του νομού Καστοριάς, σε υψόμετρο 1.200 μέτρων πάνω στο Βίτσι) 305 (Διοικητήριο) 306 (Δημοτικός Υπάλληλος) 307 (Εξισλαμισμένοι Έλληνες των Γρεβενών) 303

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 178

τον αριθμό, κατ' άλλους 12, πλην ενός, που κατώρθωσε να διαφύγει. Μετά τους πήραν με ένα κάρο και τους έθαψαν όλους πίσω από το Κιόσκι, στο λάκκο. Η ενέργεια αυτή ήταν πολύ άδικη, κατακρίθηκε από όλους και εξέθετε τους Βλατσιώτες θανάσιμα, ενώ ακόμη τα πράγματα ήσαν αμφίβολα. Αλλά εν τω μεταξύ έφθαναν νέα ευχάριστα, οι ελπίδες αναπτερώνονταν και τα πνεύματα μεγάλων και μικρών εξάπτονταν. Και οι πιο νέοι, με ότι όπλο εύρισκαν, άρχιζαν τις πρώτες εξορμήσεις στα Τουρκοχώρια του κάμπου για πλιάτσικο. Αλλά και οι Έλληνες όμηροι στα Καϊλάρια υπέφεραν ομοίως, ανηλεώς ξυλοκοπούμενοι από τους Κούρδους και Αρβανίτες στρατιώτες της Τούρκικης Μεραρχίας. Όταν όμως έπεσε η Κοζάνη και η Μεραρχία συμπτύχθηκε προς Ναλμπάνκιοϊ, οι ισχυροί των Καϊλαρίων μπέηδες, τι να κάμουν, ζήτησαν προστασία από τους ομήρους τους. Και έτσι, ο Ιωάννης Κατσιανίκος στάλθηκε με ένα χότζα με λευκή σημαία, και ο μεν Θωμάς Τσικρίκης εγκαταστάθηκε στο κονάκι του σκληροτράχηλου Τζεμάλ μπέη, εις δε τον Λαγκόν, που κατείχε από όπλα, ανατέθηκε η φύλαξη της οπλαποθήκης. Η ανάληψις των «υψηλών καθηκόντων» από τον κυρ Θανάση είχε κάτι το φαιδρό και επιβλητικό. Επειδή αυτός πήρε από την αποθήκη ένα όπλο, έβαλε και λόγχη και πήρε στα σοβαρά τη δουλειά του, αντιλαμβανόμενος τον φόβο και τον καημό των μπέηδων. Και πηγαινοερχόμενος με εφ’ όπλου λόγχη προ της εισόδου της αποθήκης, απειλούσε προσπαθώντας να προκαλέσει την οργή τους. Τόλμησε τότε ένας να πλησιάσει και του είπε: «Αμπέ Τανάση, ντεν είπαμε από τώρα, έτσι το Ελληνικό;» «Σταμάτα, σταμάτα. Να είσαι ευχαριστημένος να σε παραδώσω ταχιά στο Βασιλιά μας ζωντανό» του απάντησε ο Θανάσης και συνέχιζε να βηματίζει αγέρωχα. Και ενώ αυτά συνέβαιναν στα Καϊλάρια, στα χωριά συνεχιζόταν το πλιάτσικο, οι φόνοι και οι ασχήμιες. Αλλά θα σταθώ σε ένα περιστατικό αξιομνημόνευτο. Τρεις Βλατσιώτες, ο Μιχάλης Παλιός, ο Κουλιός Φλώρος και ο Γεώργιος Καραναστάσης, μαζί με τον Νταλαγιώργο Μητράκο από την Πιπιλίστα, είχαν πάει για λεηλασία προς την Κουρτζιόβαλη, χωριό που είναι στο δρόμο της Κοζάνης. Αλλά από τα σπίτια οι Τούρκοι τους πυροβόλησαν. Φεύγοντας αυτοί, πέσανε πάνω στον Ελληνικό Στρατό και παρίσταναν τους οδηγούς. Και μαζί και με άλλους κατσαπλιάδες που συνάντησαν στο δρόμο, οδήγησαν το Στρατό από Καραμπουρνάρ-Σουλπόβου δια των υψωμάτων εις Ναλμπάνκιοϊ και συνετέλεσαν στην ευκολότερη απώθηση των Τούρκων. Η συμβολή αυτή στην επιτυχή έκβαση της μάχης του Ναλμπάνκιοϊ πιθανόν να είναι μηδαμινή, οι πατριώτες μου όμως επιμένουν ότι και σε αυτούς ανήκει ένα μέρος από την νίκη. Αλλά δυσκολεύομαι να συλλάβω με το μυαλό μου, τι θα γινόταν, αν δεν επακολουθούσε η νίκη στη Σιάτιστα και κυρίως στο Κόμανο. Διότι όταν υποχώρησε η Μεραρχία του Ματθαιοπούλου στα στενά της Μπάνιτσας, άλλαξαν προς στιγμήν τα πράγματα και άρχισαν το πλιάτσικο οι Κόνιαροι σε βάρος των Ελλήνων! Και οι Βλατσιώτες εκλήθησαν σε απολογισμό των ενεργειών 308 τους. Και ο Μαμούτ Τοπάλης έστειλε τεσκερέν με τους εξής όρους: «Να επιστρέψουν οι Βλατσιώτες όλο το βιος που είχαν αρπάξει από τα Κονιαροχώρια, βόδια, γιδοπρόβατα, γελάδια, ρουχισμό και δημητριακά, να παραδώσουν τα όπλα και να στείλουν ομήρους». Αλλά λέγεται ότι όταν ο Θωμάς Τσικρίκης διάβαζε στους χωριανούς τον τεσκερέ, ο δάσκαλος γερο Νταμπάκης, σήκωσε τη μαγκούρα του, χτύπησε το τραπέζι και φώναξε: «Μολών λαβέ, ρε τα σκυλιά».

308

(τελεσίγραφο) Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 179

Πέμπτη 18 του Οκτώβρη 1912 – Βύθιση του «Φετχ-ι-Μπουλέντ309» Μέρος του Ελληνικού Στόλου που απέπλευσε στις 5 Οκτωβρίου από το Φάληρο ήταν πέντε μικρά και παλιά Τορπιλοβόλα. Είκοσι επτά ετών και εκτοπίσματος 85 τόνων μόνο, είχαν μήκος 37,50 μέτρα, πλάτος 6,40 και βύθισμα 2,00 μέτρων, έφταναν τους 25 κόμβους σε ταχύτητα, χάρη στις 310 1.000 ίππων μηχανές τους . Στα νειάτα τους βέβαια … Οπλισμένα με 3 τορπιλλοβόλους σωλήνες των 356 χιλιοστών με τορπίλες που είχαν μόνο 400 μέτρα βεληνεκές, 311 με ένα ταχυβόλο «Κανέ» των 37 χιλιοστών και ένα βαρύ μυδραλιοβόλο «Nordenfelt» , δεν είχαν 312 καν όνομα, παρά μόνο αριθμούς: Ήταν τα Τορπιλοβόλα Νο 11, Νο 12, Νο 14, Νο 15 και Νο 16 . Οι Κυβερνήτες των Τορπιλοβόλων ήταν νέοι, ορμητικοί και φιλόδοξοι. Ανάμεσά τους ξεχώριζε ο 313 Υποπλοίαρχος Νικόλαος Βότσης . Ψηλός, ωραίος και κοσμοπολίτης, 35 ετών, ανηψιός του Ναυάρχου και Αρχηγού του Στόλου Παύλου Κουντουριώτη και δισέγγονος του ήρωα του 1821 Γεωργίου Κουντουριώτη από την πλευρά της μητέρας του, αλλά και εγγονός του θρυλικού Νικόλα 314 Βότση από την πλευρά του πατέρα του, όταν αποφοίτησε από τη Σχολή Ναυτικών Δοκίμων τοποθετήθηκε στο Θωρηκτό «ΥΔΡΑ» και με αυτό έλαβε μέρος στον θαλάσσιο αποκλεισμό της Κρήτης στις αρχές 1897. Κατόπιν, πριν τον Πόλεμο, υπηρέτησε ως Υπασπιστής στο Υπουργείο Ναυτικών και είχε μεταβεί στην κατεχόμενη Θεσσαλονίκη, όπου είχε μελετήσει τη θέση αγκυρο315 βολίας της Τουρκικής Θωρακοβάριδος «Φετχ-ι-Μπουλέντ» , που είχε μείνει αποκλεισμένη στο

309

Feth-i Bülent Μετά από έκρηξη που έγινε στο λέβητα ενός από τα Τορπιλοβόλα το 1900, με αποτέλεσμα τον θάνατο του Κυβερνήτη και οκτώ ναυτών, όλα τα σκάφη αναλεβητώθηκαν. 311 Τετράκαννο, υποδείγματος 1873, διαμετρήματος 1 ίντσας (25,4 χιλιοστών), έβαλε διατρητικά βλήματα 206 γραμμαρίων από ατσάλι με σκληρυμένη μύτη και μπρούτζινο περίβλημα, με μηχανισμό που βασιζόταν στο τράβηγμα ενός μοχλού προς τα πίσω (για την εξαγωγή των άδειων καλύκων) και στη συνέχεια προς τα εμπρός (για την πλήρωση των καννών με βλήματα από ένα γεμιστήρα που ήταν επάνω τους και την πυροδότησή τους) 312 (αναφέρονται και ως Τ11 – Τ16) 313 Ν. Βότσης (1877-1934) από την Ύδρα, γιος του Ιωάννη Βότση και της Μαρίας Κουντουριώτη 314 (κυβερνήτη του «Άρη» που το 1825 πραγματοποίησε την ηρωική «έξοδο της Σφακτηρίας») 315 Η «θωρακοβάρις Φετχ-ι-Μπουλέντ» καθελκύστηκε το 1869 στα Αγγλικά Ναυπηγεία «Thames Iron Works» και αρχικά χαρακτηριζόταν ως «θωρακισμένη κορβέττα», ενώ κατά τα έτη 1890 και 1907 έγιναν σε αυτό εργασίες εκσυγχρονισμού. Με μήκος 75 μέτρα, πλάτος 13 μέτρα, βύθισμα 20 πόδια, εκτόπισμα 2.718 τόνων και θωράκιση από σιδηρά ζώνη 8 -23 εκατοστών και 23 εκατοστών εις τα πυροβολεία, είχε αρχικά ανώτατη ταχύτητα 13 κόμβων και 9 μόνο κόμβων μετά το 1906, όταν τοποθετήθηκαν νέοι λέβητες, αλλά το 1912 ήταν πλέον σε ακινησία. Αρχικά έφερε 4 πυροβόλα των 222 χιλιοστών στα οποία προστέθηκαν αργότερα 2 πυροβόλα των 87 χιλιοστών (1882) και 2 των 37 χιλιοστών (1890). Το 1912 είχε πλήρωμα 150 ανδρών και ο ρόλος της είχε περιοριστεί σε αυτόν του «πλωτού πυροβολείου», από το 1910 που είχε εισπλεύσει στη Θεσσαλονίκη, και Κυβερνήτης του ήταν ο εκάστοτε Ναυτικός Διοικητής Θεσσαλονίκης. Έτσι, την ημέρα της επίθεσης Κυβερνήτης ήταν ο Πλοίαρχος Αζίζ Μαχμούτ Μπέη και τα 4 κύρια πυροβόλα καθώς και 90 από τα μέλη του πληρώματος ήταν στο Καραμπουρνού. Κατά άλλη πηγή που όμως δεν πρέπει να θεωρηθεί απόλυτα αξιόπιστη, καθώς πρόκειται για την εφημερίδα «Σκριπ» της μεθεπομένης (από την επιδρομή) ημέρας, το αρχικό όνομα του πλοίου ήταν «Μουκαντεμέχ-ι-Χαΐρ» και έφερε 4 πυροβόλα των 150, 4 των 75 και 4 των 57 χιλιοστών. 310

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 180

316

λιμάνι της Θεσσαλονίκης από την εποχή του Ιταλο-Τουρκικού Πολέμου . Είχε επίσης ζητήσει πληροφορίες γι’ αυτό και από τον επίσης Υδραίο Αντώνη Κριεζή, Αξιωματικό του Ναυτικού που είχε υπηρετήσει σαν Ναυτικός Ακόλουθος της Πρεσβείας στην Κωνσταντινούπολη. Καθώς πλησίαζε το ξέσπασμα του Πολέμου, ο τολμηρός Βότσης, πιστός στην παράδοση των Υδραίων πυρπολητών προγόνων του, ζήτησε να τοποθετηθεί σε μικρή μονάδα του Στόλου, με σχετική ελευθερία δράσης. Το αίτημα έγινε δεκτό, άλλωστε Αρχηγός του Στόλου ήταν ο αδερφός της μητέρας του Παύλος Κουντουριώτης. Τα τορπιλοβόλα δεν ακολούθησαν τον Στόλο στον πλού προς Τένεδο και Λήμνο, αλλά ανέλαβαν αρχικά διάφορες αποστολές. Το «Τ-11» του Βότση και το «Τ-15» έπλευσαν νότια προς το Ακρωτήριο Μαλέας της Πελοποννήσου, για να συνοδεύσουν το Αγγλικό φορτηγό πλοίο «Βοσνία», που μετέφερε πυρομαχικά για τον Στόλο. Στη συνέχεια 317 έπλευσαν προς τη Σκιάθο, όπου παρέμειναν για λίγες μέρες εκτελώντας περιπολίες και στη συνέχεια διατάχθηκαν να σταθμεύσουν στην περιοχή Κατερίνης, εκτελώντας περιπολίες στον η Θερμαϊκό και λειτουργώντας ως σύνδεσμοι με την προελαύνουσα 7 Μεραρχία. Ο Βότσης θεωρούσε ανιαρά τα καθήκοντα αυτά. Επιθυμούσε σφοδρά να βυθίσει με το μικρό 318 Τορπιλοβόλο του το «Φετχ-ι-Μπουλέντ» , το οποίο με τα πυροβόλα του θα μπορούσε να απειλήσει τα Ελληνικά πλοία, αλλά και τον Στρατό, σε περίπτωση μάχης κοντά στην Θεσσαλονίκη. Έχοντας εξετάσει το σχέδιό του σε κάθε λεπτομέρεια, υπέβαλε προς έγκριση σχετική αναφορά προς το Υπουργείο Ναυτικών, ζητώντας την άδεια να αναλάβει την αποστολή βύθισής του ή οποιαδήποτε άλλη αποστολή στα Δαρδανέλια ή την Σμύρνη, με το επιχείρημα ότι «το ενδεχόμενο απωλείας ενός μικρού Τορπιλοβόλου θα ήταν ασήμαντο συγκρινόμενο με την εξύψωση του ηθικού που θα προκαλούσε μία σημαντική επιτυχία εντός εχθρικού λιμανιού». Η απάντηση ήταν «να εκκαθαρίσει τα ύδατα του Θερμαϊκού από κάθε πλοίο …» Ο Βότσης δεν ήταν από τους ανθρώπους που βασίζονται μόνο στην τόλμη για να πετύχουν το σκοπό τους. Το σχέδιό του ήταν μελετημένο όσο καλύτερα γινόταν. Κύριο ρόλο σε αυτό έπαιξε 319 και ο Ναύτης Εμμανουήλ Κουτσουδάκης από την Κρήτη . Αυτός, είχε καταταγεί το 1902 στο Βασιλικό Ναυτικό ως Ναυτόπαις και το 1904 ονοµάσθηκε μαθητευόμενος Ναύτης. Κατά τη διάρκεια της θητείας του είχε γνωρισθεί µε τον Βότση που τότε ήταν Υπασπιστής του Αρχηγού της Μοίρας Ατµοµυοδροµόνων. Χάρη στη γνωριμία αυτή πέτυχε να μετατεθεί στο Εύδροµο «Ναύαρχος Μιαούλης», θέλοντας να συμπληρώσει την απαιτούμενη θαλάσσια υπηρεσία ώστε να δώσει εξετάσεις για το Δίπλωμα Εμποροπλοιάρχου, που το απέκτησε το 1908. Τον Μάιο 1912 διορίσθηκε Υπουργός Ναυτικών ο Νικόλαος Στράτος και ο Ν. Βότσης τοποθετήθηκε Υπασπιστής του. Όταν δημοσιεύθηκε το Διάταγµα Γενικής Επιστρατεύσεως, ο Κουτσουδάκης κλήθηκε να υπηρετήσει ως Ναύτης επίστρατος. Τότε άρχισε η εθνική κατασκοπευτική δράση του, υπό τις κατευθύνσεις του Βότση και δίνοντας αναφορά μόνο σε αυτόν. Με εντολή του Βότση, μπήκε στο

316

(1911) Στην Σκιάθο ήταν και το παλιό ναρκοβόλο «Κανάρης», που τα Τορπιλοβόλα το χρησιμοποιούσαν ως πλοίο ανεφοδιασμού, καθώς και η Ναρκοθέτις «Άρης» 318 Το όνομα του πλοίου είχε και αυτό την δική του σημειολογία, καθώς μεταφράζεται σε «σπουδαίο επίτευγμα» αλλά και «καλή τύχη» 319 Στην σύνθεση του πληρώματος του Τ-11 ο Κουτσουδάκης φαινόταν σαν καταγόμενος από τον Αδάμαντα Μήλου. Η αλήθεια είναι ότι είχε γεννηθεί το 1886 στο χωριό Ατσιπόπουλο της Ρεθύµνης και η διαφορά οφείλεται στο ότι τότε η Κρήτη ήταν υπό τον Σουλτανικό ζυγό και σαν Οθωμανός υπήκοος δεν μπορούσε να γίνει δεκτός στο Ελληνικό Βασιλικό Ναυτικό. Με ένα «κατάλληλο» πιστοποιητικό γεννήσεως ξεπεράστηκε το τυπικό αυτό κώλυμα. 317

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 181

320

ατμόπλοιο «Τάσος» της Αχαϊκής Ατμοπλοΐας και πήγε στην Θεσσαλονίκη. Παρακολουθώντας από το φινιστρίνι, εξοικειώθηκε µε τη θέση του τουρκικού πολεµικού. Αλλά δεν αρκούσε αυτό. Έπρεπε να μάθει και πού ήταν οι νάρκες που προστάτευαν τις προσβάσεις του λιμανιού. Οι Τούρκοι τις είχαν ποντίσει µε το ατμόπλοιο «Θεσσαλονίκη» που είχε Πλοίαρχο τον Γεώργιο Μητρόπουλο από το Γαλαξίδι. Ο Κουτσουδάκης γνώριζε τον Μητρόπουλο, που τον είχε Πλοίαρχό του στο παρελθόν, και κατάφερε να συναντηθεί μαζί του μυστικά. Έτσι έμαθε με λεπτομέρειες την ακριβή θέση του ναρκοπεδίου. Αν και είχε μία αβεβαιότητα, αν ήταν 198 ή 203 (!). Αυτό που ενδιέφερε περισσότερο ήταν το βάθος πόντισης των ναρκών. Και ήταν όσο σχεδόν και το βύθισμα του «Τ-11», που σήμαινε ότι δεν θα ήταν περίπατος… Αλλά ο Κουτσουδάκης δεν έμεινε εκεί. Συνέχισε να μαζεύει πληροφορίες, επιβαίνοντας αναυτολόγητος σε άλλο ατμόπλοιο, το «Καλυψώ». Ακολουθώντας με αυτό το μικρό πλοιάριο «FOLLOW ME», που έδειχνε τον ελεύθερο διάδρομο μέσα από τα ναρκοπέδια, και έχοντας δίπλωμα Εμποροπλοιάρχου, δεν δυσκολεύτηκε να μάθει τα περάσματα. Και όταν κηρύχθηκε ο Πόλεμος, ο Βότσης τον πήρε μαζί του στο «Τορπιλοβόλο 11». Όταν ο Βότσης έκρινε ότι ήταν έτοιμος, έστειλε κρυπτογραφικό τηλεγράφημα στο Υπουργείο Ναυτικών: «Παρακαλώ όπως μοι εγκρίνη, εάν τυχόν παρουσιασθεί ευνοϊκή περίστασις, κατά τας διαταχθείσας περιπολίας, είσπλουν εις Λιμέναν Θεσσαλονίκης, όπου Θωρηκτόν Φετχί Μπουλέντ» Η απάντηση ήταν θετική: «Εκτελέσατε επίθεσιν κατά του εν Θεσσαλονίκη ορμούντος Τουρκικού πλοίου, συμφώνως με πρωινήν τηλεγραφικήν συνεννόησιν μετά Αρχηγού Γενικού Επιτελείου» Για να φθάσει στον προορισμό του, το Τορπιλοβόλο «Νο 11» έπρεπε να περάσει πρώτα από τα αβαθή νερά των εκβολών του Αξιού. Στα νερά του όρµου της Βρωµερής συνάντησαν δύο ντόπιους ψαράδες, τον Μιχαήλ Κουφό και τον Νικόλαο Βλαχόπουλο από το Λιτόχωρο, που ψάρευαν με τις ψαρόβαρκές τους. Ο Βότσης διέταξε να τους πάρουν μαζί τους και ο Κουτσουδάκης παραπονέθηκε: «Kύριε Κυβερνήτα εγώ πρόκειται να κάνω τον πλοηγό, εκτός εάν δεν µου έχετε εμπιστοσύνη» O Bότσης τον καθησύχασε: «Οι ψαράδες θα έλθουν μαζί µη τυχόν και µας αποκαλύψουν, ούτως ή άλλως δεν έχουν ναυτικές γνώσεις, γι αυτό θα βολίζουν µόνο για τα ρηχά νερά στις εκβολές του Αξιού». Και παράλληλα, έστειλε έγγραφο προς την Κυβέρνηση, ζητώντας να φροντίσει για την τύχη των δύο ψαράδων, σε περίπτωση αποτυχίας της αποστολής. Οι ψαράδες θεωρούσαν ότι το εγχείρημα ήταν αδύνατον να επιτύχει, επικαλέστηκαν και ότι είχαν 321 η οικογένεια και παιδιά, αλλά ο Βότσης δεν συγκινήθηκε . Και την 18 Οκτωβρίου, σαν νύχτωσε, το Τορπιλοβόλο «Τ11» απέπλευσε. Περνώντας κοντά από το Οπλιταγωγό «Σφακτηρία» που ήταν αρχηγίδα του Στολίσκου των Τορπιλοβόλων, ο Κουτσουδάκης, που γνώριζε τα σήματα μορς, ζήτησε την άδεια του Βότση να στείλει ένα νυκτερινό σήµα µε φανό. Ο Κυβερνήτης το επέτρεψε. Και το σήµα έλεγε τα εξής: «Το Τορπιλλοβόλον 11 πριν επιχειρήση να γράψη μίαν σελίδαν εις την Ιστορίαν, σας αποχαιρετά» 320

(που έφερε Αγγλική σηµαία και επιτρεπόταν να κάνει τη γραμμή της Θεσσαλονίκης) Όπως έγραψε σε επιστολή του προς την εφημερίδα «Βραδυνή», στις 9-11-1953, ο Κανέλλος Αλειφαντής, που υπηρετούσε στο «Τορπιλοβόλο 11» ως Υποκελευστής Μηχανικός, «οι Κυβερνήτες των δύο μικρών ιστιοφόρων Ν. Βλαχόπουλος και Μιχ. Κουφός, ευρίσκοντο ως όμηροι επί του σκάφους, όµως εν συνεχεία προσέφεραν τας υπηρεσίας των διά την δόξαν του Ναυτικού µας» 321

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 182

Ο Βότσης συγκινημένος φίλησε τον Κουτσουδάκη, λέγοντάς του «Μπράβο Μανώλη» … Η νύχτα της 18ης Οκτωβρίου 1912 ήταν ευνοϊκή για την καταδρομή. Στον ουρανό, τα σύννεφα έκρυβαν το φεγγάρι, αλλά η ορατότητα ήταν καλή. Ο Βότσης έδωσε πορεία για το 322 Καραμπουρνού , με τα φώτα σβηστά. Φυσούσε ένας πολύ δυνατός βορειανατολικός άνεμος, αλλά το Τορπιλοβόλο προχωρούσε αποφασιστικά, έχοντας στη στενή του γέφυρα τον Βότση, τον Κουτσουδάκη ως πλοηγό (αν και τυπικά είχε θέση «εσχαρέα» και φορούσε απλή στολή Ναύτη), 323 τον Ύπαρχο Σημαιοφόρο Δημήτρη Χατζίσκο από τη Λαμία και τον Ναύτη Οιακιστή Σταύρο Βλαχάκη από την Άνδρο στο τιμόνι. Ο ένας από του δύο ψαράδες, ο Βλαχόπουλος, ήταν μπροστά 324 για να βολίζει , προσέχοντας για ξέρες. Το πλήρωμα, που το είχε επιλέξει ο ίδιος ο ίδιος ο 325 Βότσης ήταν στις θέσεις του, κάνοντας σιωπηλά το καθήκον του ο καθένας. 326

Πλέοντας αργά και κοντά στις δυτικές ακτές του Θερμαϊκού Κόλπου , πέρασαν το ναρκοπέδιο χάρη στις πληροφορίες του Κουτσουδάκη και το μικρό βύθισμα του Τορπιλοβόλου και πλησίασαν το Καραμπουρνού. Εκεί είχαν να αντιμετωπίσουν τους προβολείς των Τούρκων και τα πυροβόλα 327 του Φρουρίου . Αλλά η τύχη ήταν με το μέρος τους και περνώντας το ακρωτήρι εισήλθαν τελικά στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης. Εκεί συνάντησαν ένα ακόμη πρόβλημα: Εκτός από το «Φετχ-ιΜπουλέντ» υπήρχαν και δύο ουδέτερα πολεμικά, ένα Αγγλικό και ένα Ρώσικο. Έπρεπε λοιπόν να επιτεθούν από ανατολικά, για να μην χτυπήσουν κατά λάθος αυτά. Τελικά, μέσα στη νύχτα, ο Βότσης κατάφερε να διακρίνει με τα κυάλια τη σιλουέτα του εχθρικού πολεμικού στη δυτική πλευρά του λιμανιού, κοντά στον κυματοθραύστη, και στις 11.20 πλησίασε αθόρυβα σε απόσταση 150 μέτρων. Ο Βότσης διέταξε τον Τορπιλητή «έλξον δεξιάν» και έπειτα «έλξον αριστεράν» και αυτός εξαπέλυσε τις δύο τορπίλες που ήταν στα πλάγια. Αμέσως ο Βότσης έδωσε εντολή «ανάποδα ολοταχώς», ενώ ταυτόχρονα διέταζε τον Ύπαρχο Χατζίσκο να ρίξει και την 322

(Το ακρωτήριο «Μεγάλο Έμβολο») (πηδαλιούχο) 324 (να βυθομετρεί) 325 Το πλήρωμα του «Τ-11», εκτός από τον Ύπαρχο Χατζίσκο, τον τιμονιέρη Βλαχάκη και τους ιδιώτες Βλαχόπουλο και Κουφό αποτελούσαν: Ο Κελευστής Θεόδωρος Σούγκρας (Μηχανικός από την Αθήνα), οι Υποκελευστές Μηχανικοί Κανέλος Αλιφαντής (από τον Πειραιά) και Γιακουμής Γιακουμή (από την Χαλκίδα), οι Δίοποι Λεωνίδας Ανδριανού (Πυροβολητής από την Σαλαμίνα) και Γεώργιος Κυράγγελος (Μηχανικός από την Πάτρα), οι Πυροβολητές Βασίλειος Κουμπενάς (Αίγινα), Αλέξανδρος Λαγουρός (Τήνο) και Θωμάς Μπήτρος (Αίγινα), οι Τορπιλητές Δημήτριος Δαούτης (Αθήνα), Γεώργιος Καμπανάρος (Λαύριο), Γεώργιος Θεοχάρης (Κορωπί) και Δημήτριος Ελευσινιώτης (Σαλαμίνα), οι Θερμαστές Γεώργιος Κουκλής (Μηλιές Πηλίου) και Γεώργιος Ψαρρός (Άνδρο), οι Αρμενιστές Εμμανουήλ Κουτσουδάκης (που αναφέρεται παραπάνω), Σπυρίδων Πετρίτης (Αίγινα), Σαράντης Καραδήμας (Πόρο) και Δημήτριος Μαλτέζος (Αίγινα) και οι Ναύτες Αχιλλέας Ασλάνογλου (Άνδρο) και Γεώργιος Λεϊμονής (Τρίκερι). Κάποιες πηγές αναφέρουν ως Ύπαρχο του «Τ-11» τον Σημαιοφόρο Αριστείδη Μωραϊτίνη, που στις 24-1-1913 πραγματοποίησε ως παρατηρητής την πρώτη παγκοσμίως πτήση ναυτικής συνεργασίας (μαζί με τον Υπολοχαγό Μιχαήλ Μουτούση ως χειριστή) και αργότερα έγινε «άσσος» πιλότος με 9 επιβεβαιωμένες καταρρίψεις στον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο. Δεν ισχύει. Ο Μωραϊτίνης ήταν Ύπαρχος του «Τ-15» που δρούσε στην Λήμνο. Εκεί γνώρισε και τα υδροπλάνα και απόκτησε τον πόθο για την Αεροπορία. 326 (και ενώ στο μεταξύ είχε έρθει Διαταγή ακύρωσης της αποστολής, καθώς είχε γίνει γνωστό ότι τα κύρια πυροβόλα του «Φετχ-ι-Μπουλέντ» είχαν μεταφερθεί στο φρούριο του Καραμπουρνού) 327 Το 1883-1885 οι Οθωμανοί, αναγνωρίζοντας τη στρατηγική αξία για την άμυνα της Θεσσαλονίκης του στενού μεταξύ Μεγάλου Εμβόλου (Καραμπουρνού) και εκβολών ποταμού Αξιού, ανέθεσαν σε Γερμανούς μηχανικούς την κατασκευή οχυρού, το οποίο διατηρείται ακόμη σε σχετικά καλή κατάσταση, ιδιαίτερα ο στρατώνας και οι στοές επικοινωνίας. Το οχυρό αυτό, μαζί με το δυτικά ευρισκόμενο (κοντά στις εκβολές του Αλιάκμονα) φρούριο Τούζλα, έλεγχαν το στενό στόμιο του κόλπου της Θεσσαλονίκης. 323

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 183

τορπίλη του καταστρώματος. Οι δύο πρώτες πέτυχαν καίρια το στόχο τους ανοίγοντας δύο μεγάλα ρήγματα, ενώ η τρίτη αστόχησε λόγω των δονήσεων του σκάφους, και έσκασε με μεγάλο κρότο και λάμψη στον κυματοθραύστη, ξεσηκώνοντας ολόκληρη την πόλη. Το λαβωμένο «Φετχ-ιΜπουλέντ» έγειρε στα δεξιά και άρχισε να βυθίζεται, παίρνοντας μαζί του τον Ιμάμη του πλοίου και 14 ναύτες, ενώ το «Τ-11» είχε ήδη ξεκινήσει τους χειρισμούς διαφυγής. Στην πλώρη έστεκαν οι δύο ναύτες πυροβολητές, ο Βασίλης Κουµπενάς και ο Αλέξανδρος Λαγουρός, ομοχειρία του πρωραίου ταχυβόλου. Είχαν γίνει μούσκεµα από τα νερά που σήκωσαν οι τορπίλες όταν έπεσαν στη θάλασσα. Αλλά ο Βότσης τους είχε δώσει την υπόσχεσή του: «Εάν πάµε καλά, θα σας επιτρέψω στην επιστροφή να “χαιρετίσετε” το φρούριο του Καραμπουρνού». Οι Τούρκοι δεν αντιλήφθησαν τον τορπιλισμό παρά μόνο όταν βγήκαν στην ξηρά οι πρώτοι 328 διασωθέντες. Σήμανε συναγερμός και το εξοπλισμένο ρυμουλκό «Τεσχιλάτ » διατάχθηκε να καταδιώξει τον επιδρομέα, αλλά ήταν αργά. Και καθώς το «Τ-11» εξερχόταν από τον Θερμαϊκό, περνώντας ολοταχώς κάτω από τα επικίνδυνα πυροβόλα του Φρουρίου, ο Βότσης, τηρώντας την υπόσχεσή του, έδωσε στους πυροβολητές την εντολή που περίμεναν ανυπόμονα, να ρίξουν μία «αποχαιρετιστήρια» βολή κατά του Καραμπουρνού, γιορτάζοντας την νίκη τους !!! 329

Όταν κατέπλευσαν πίσω στην Βρωµερή Κατερίνης, µε εντολή του Βότση, ο Κουτσουδάκης βγήκε στη στεριά και καβάλα στο άλογο του Δεσπότη πήγε στο Τηλεγραφείο της Κατερίνης, από όπου τηλεγράφησε την είδηση στην Αθήνα: «11.35, χθες Πέμπτην, ετορπιλλίσαμεν επιτυχώς εις λιμένα Θεσσαλονίκης τουρκικόν θωρηκτόν Φετχί Μπουλέντ. Πλοίον βυθιζόμενον έκλινε δεξιά. Πλήρωμα και πλοίον ημών αβλαβή». Από τον Υπουργό Ναυτικών Νικόλαο Στράτο, ο Βότσης έλαβε το εξής συγχαρητήριο σήμα: «Συγχαίρω εγκαρδίως δια ναυτικόν κατόρθωμα. Προς τιμήν σας διατάσσω όπως έκθεσις υμών ανακοινωθή δι’ Ημερησίας Διαταγής προς άπαντα τα πλοία του Στόλου Αιγαίου και Αμβρακικού. Θα προτείνω ηθικήν αμοιβήν υμών και Υπάρχου, εν καιρώ δε και ολοκλήρου του πληρώματος.

328

Εκτός από το «Φετχ-ι-Μπουλέντ», στο λιμάνι ήταν και 4 ρυμουλκά, τα «Surat», «Τeshilat», «Κaterin» και «Selanik». 329 Μετά τον τορπιλισμό, ο Κουτσουδάκης (µε εντολή του Βότση) παρουσιάσθηκε στον Αρχιστράτηγο Διάδοχο Κωνσταντίνο ο οποίος τον συνεχάρη θερµώς. Το πλοίο επέστρεψε στον Πειραιά, και την 1η Νοεμβρίου 1912 ο Κουτσουδάκης προήχθη σε έφεδρο επίστρατο Κελευστή Αρµένων και στις 30-4-1914 σε Αρχικελευστή. Στη συνέχεια, υπηρέτησε σε πλοία του Εμπορικού Ναυτικού ως Υποπλοίαρχος και Πλοίαρχος. Το 1934 έγινε Αρχιπλοηγός και αργότερα Επιθεωρητής της Πλοηγικής Υπηρεσίας και Σύμβουλος του Ν.Α.Τ. Στην Κατοχή εντάχθηκε στην Αντίσταση. 8-12-1943 απέφυγε την σύλληψη μεταμφιεσμένος σε γερόντισσα µε τα ρούχα και τα χονδρά γυαλιά της ηλικιωμένης κυρίας που είχε νοικιάσει το ισόγειο του σπιτιού του, υποβασταζόμενος από την μικρή εγγονή της. Ο Γερμανός που φύλαγε απ’ έξω προθυμοποιήθηκε να βοηθήσει κι αυτός τη «γριούλα». Με ένα μικρό πλοιάριο πέρασε στο Τσεσμέ της Τουρκίας µε προορισμό την Αλεξάνδρεια όπου παρέμεινε έως τις 9-11-1944. Μετά την απελευθέρωση ονοµάσθηκε Επίκουρος Υποπλοίαρχος Λιμενικός. Με Β.Δ. της 13-06-1951 του απονεμήθηκε το μετάλλιο Εξαιρέτων Πράξεων. Όπως έγραψε κάποτε ο θαυμάσιος και απλός αυτός Έλληνας: «Έπραξα το καθήκον µου ως Έλληνας και ως Πλοίαρχος Ε.Ν. Τιμώ το σώμα των Ελλήνων Πλοιάρχων μέσα στο οποίο κατανάλωσα σχεδόν ολόκληρη την ζωή µου. Δεν έχω παράπονο από κανέναν και από όλους ζητώ συγχώρεση. Ελπίζω ότι η ιερά σκιά του πολυκλαύστου Κυβερνήτου µου Νικολάου Βότση να µην έχει κανένα παράπονο, έκανα το καθήκον µου προς εκείνον και προς την Πατρίδα µας.»

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 184

Γνωστοποιήσατέ μας ονόματα πλοηγών προς παροχήν ηθικής και υλικής αμοιβής προς αυτούς. Τα συγχαρητήριά μου ανακοινώσατε εις το υφ’ υμάς πλήρωμα δι’ Ημερησίας Διαταγής. Υπουργός Ναυτικών - Νικόλαος Στράτος» Και την επομένη της επιδρομής, στις 19 Οκτωβρίου, στάλθηκε από το Υπουργείο Ναυτικών το ακόλουθο τηλεγράφημα προς όλες τις ναυτικές μονάδες: «Τορπιλοβόλο 11 υπό Κυβερνήτην Υποπλοίαρχον Ν. Βότσην εισελθόν εσπέρας χθες εις λιμένα Θεσσαλονίκης ετορπίλλισεν επιτυχώς τουρκικόν πολεμικόν "ΦΕΤΙΧ ΜΠΟΥΛΕΝ" αφήσαν βυθισμένο, και κατέπλευσεν Αικατερίνη αβλαβές. Συγχαίρω από καρδίας Ελληνικόν Στόλον, πεποιθώς ότι η δράση του, μέχρι τέλους νικηφόρου αγώνος είναι ανταξία ενδόξων παραδόσεων Ελλήνων ναυμάχων. Ο Υπουργός Ναυτικών» 330

Ιδού πώς περιγράφει το γεγονός ο ίδιος ο Βότσης στην αναφορά του προς το Υπουργείο Ναυτικών: «Απέπλευσα εκ Λιτοχώρου την πρωίαν και κατέπλευσα εις Σκάλαν Ελευθεροχωρίου, όπου παρέμεινα μέχρι της εσπέρας, οπότε απέπλευσα διά την επίθεσιν. Το Καραμπουρνού εφώτιζε συνεχώς την θάλασσαν διά των προβολέων του, αλλά διήλθον απαρατήρητος μεταξύ Καραβοφανάρου και Βαρδάρη. Κατόπιν έφθασα εις τον λιμένα της Θεσσαλονίκης και την 11 και 20΄ διέκρινα άνευ αμφιβολίας το Τουρκικόν θωρηκτόν ανάπρωρον (εστραμμένον) προς τον πνέοντα Μέσην (Β.Α.) εις την δυτικήν άκραν του κυματοθραύστου. Εις την αντίθετον δεξιάν άκραν (συνήθη τόπον αγκυροβολίας) υπήρχε Ρωσσικόν πολεμικόν, υποθέτω και άλλα. Εχώρησα ήρεμα, πάντοτε απαρατήρητος και κατηύθυνα την πρώραν εις το μέσον του Τουρκικού θωρηκτού. Εξεσφενδόνισα πρώτον την δεξιάν πρωραίαν τορπίλλην την 11 και 35΄ από αποστάσεως 150 μέτρων. Έστρεψα είτα ολίγον αριστερά προχωρών και εξεσφενδόνισα την αριστεράν. Ανεπόδισα τότε ολοταχώς όπως απομακρυνθώ της εκρήξεως. Της πρώρας του πλοίου μου στρεφούσης ήδη αριστερά, εξεσφενδόνισα και την του καταστρώματος τορπίλλην, ήτις όμως εξέκλινε και εξερράγη, μετά τας πρώτας ταυτοχρόνους σχεδόν εκρήξεις, επί του κυματοθραύστου μετά κρότου μεγάλου, ον προς στιγμήν ενομίσαμεν ως πυροβολισμόν εκ της ξηράς. Άμα τη πρώτη εκρήξει παρετηρήθη κίνησις φώτων επί του εχθρικού πλοίου και συρίγματα. Τα διαμερίσματα των αξιωματικών ήσαν φωτισμένα. Η έκρηξις εγένετο ολίγον πρώραθεν της καπνοδόχου, δεξιά. Καπνός εξήλθεν άφθονος της καπνοδόχου. Το πλοίον καταφανώς εβυθίζετο διά της πρώρας, κλίνον δεξιά. Ολοταχώς πλέων τότε εξήλθον άνωθεν της γραμμής των έξω του 331 λιμένος βυθισμένων τορπιλλών , στηριζόμενος εις το βύθισμα του πλοίου μου, και διήλθον προ 330

Μετά από την επιτυχία του αυτή ο Ν. Βότσης κυβέρνησε τα θωρηκτά «Κιλκίς» το 1920 και «Λήμνος» το 1922, ενώ ενδιάμεσα διετέλεσε Ύπατος Αρμοστής στην Κωνσταντινούπολη την περίοδο 1921 - 1922. Αποστρατεύθηκε κατόπιν αιτήσεώς του το 1922, με τον βαθμό του Υποναυάρχου. 331 (έτσι λέγονταν τότε και οι νάρκες) Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 185

του Καραμπουρνού, το οποίον ειδοποιηθέν φαίνεται εν τω μεταξύ εκ Θεσσαλονίκης ήναψε πάντας τους προβολείς του. Διήλθον εν τούτοις και πάλιν απαρατήρητος και καθ’ ην στιγμήν ευρισκόμην απέναντι του Καραμπουρνού, κατά προηγουμένην υπόσχεσιν προς τους πυροβολητάς μου, διέταξα και έρριψαν επ’ αυτού βολήν διά του ταχυβόλου των 37” από αποστάσεως 2.500 ην 332 μέτρων. Εκείθεν κατηυθύνθην την 4 πρωινήν εις Βρωμερήν Αικατερίνης …» Η βύθιση προκάλεσε ρίγη συγκίνησης σε όλους τους Έλληνες, θυμίζοντας τους μπουρλοτιέρηδες 333 του 1821 , αλλά και μεγάλο πλήγμα στο ηθικό των Τούρκων, παρ’ όλο που το «Φετχ-ιΜπουλέντ» ήταν ουσιαστικά μερικώς παροπλισμένο. Η επίθεση έγινε την παραμονή της μάχης των Γιαννιτσών και έκανε τους Τούρκους να καταλάβουν ότι ούτε τα φρούρια ούτε οι ηλεκτρικοί προβολείς του Καραμπουρνού τους προστάτευαν. Οι Έλληνες ναυτικοί έφτασαν εκεί που, ένα χρόνο πριν, οι Ιταλοί δεν τόλμησαν καν να πλησιάσουν. Ο Κενάν Μεσαρέ, γιος και Υπασπιστής του ου Αρχιστράτηγου Ταχσίν Πασά, Διοικητή του 8 Σώματος του Οθωμανικού Στρατού, περιέγραψε τις αντιδράσεις των Τούρκων: «Εκεί που συζητούσαμεν ήσυχα ήσυχα, παρουσία και του Φρουράρχου, η συνομιλία μας διεκόπη από έναν εκκωφαντικό και τρομακτικό κρότο, που εδόνησε όλη την πόλη. Το Διοικητήριο ετράνταξε... ήταν δε τέτοια η κατάπληξή μας και το ξάφνιασμα, που εμείναμε με το στόμα ανοικτό και την πνοή κρατημένη. Καμιά πυριτιδαποθήκη θα ανετινάχθη, σκέφθηκα προς στιγμήν, αλλά αντήχησε το κουδούνισμα του τηλεφώνου και έστριψα τα μάτια μου προς το γραφείο του Βαλή. Εκείνος άρπαξε το ακουστικό και συγκρατήσας μία κραυγή, με μάτια κλειστά και κάτωχρος, ψιθύρισε: Ετορπιλίσθη το Φετχί Μπουλέντ... και λέγων αυτά έμεινε ακίνητος, κοιτάζοντας τώρα σχεδόν σαν τρελός το ακουστικό που κρατούσε ακόμη στα χέρια του...» Με τον τίτλο «ΔΟΞΑ ΕΙΣ ΤΟ ΝΑΥΤΙΚΟΝ ΜΑΣ!» και υπότιτλο «ΕΝΑΣ ΝΕΟΣ ΚΑΝΑΡΗΣ ΑΝΕΤΙΝΑΞΕ ΤΟΥΡΚΙΚΟΝ ΘΩΡΗΚΤΟΝ – ΠΛΗΡΗΣ ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΤΟΥ ΝΑΥΤΙΚΟΥ ΚΑΤΟΡΘΩΜΑΤΟΣ – Ο ΣΤΟΛΟΣ ΜΑΣ ΚΑΤΕΛΑΒΕ ΚΑΙ ΑΛΛΑΣ ΝΗΣΟΥΣ ΤΟΥ ΑΙΓΙΑΟΙ – ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΤΗΣ ΜΕΓΑΛΗΣ ΚΑΙ ΕΝΔΟΞΟΥ ΝΙΚΗΣ ΤΟΥ ΑΛΜΠΑΝ ΚΙΟΪ» κυκλοφόρησε η εφημερίδα «Σκριπ» το Σάββατο 20 Οκτωβρίου 1912. Από το σχετικό άρθρο στην τελευταία σελίδα πληροφορούμαστε και ότι «ο τορπιλισμός, εστοίχισεν εις το ελληνικόν ταμείον 75 χιλιάδες δραχμές. Η αξία δηλαδή των τριών τορπιλλών, υπολογιζομένης προς 25 χιλιάδας δραχμάς εκάστη». Ενώ η εφημερίδα «ΕΜΠΡΟΣ» της ίδιας ημέρας είχε τίτλο «Η ΑΝΑΤΙΝΑΞΙΣ ΤΟΥ ΤΟΥΡΚΙΚΟΥ ΘΩΡΗΚΤΟΥ ΕΝ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ» και υπότιτλο «ΚΑΤΑΛΗΨΙΣ ΤΗΣ ΝΗΣΟΥ ΣΑΜΟΘΡΑΚΗΣ». Σε κάποιο σημείο του σχετικού άρθρου, ο αρθρογράφος προκαλεί και τους Τούρκους, γράφοντας: «Ας ελπίσωμεν ότι το ανδραγάθημα τούτο θα διεγείρη την φιλοτιμίαν του εν Δαρδανελίοις ησυχάζοντος τουρκικού στόλου, όπως εξέλθη επί τέλους από την κρύπτην του» 334

Το κατόρθωμα του Βότση έγινε και τραγούδι από την μετανάστρια στις ΗΠΑ Αντωνοπούλου Κυριακή (γνωστότερη ως «κυρία Κούλα») στα τέλη 1916 αρχές 1917, σε δίσκους Columbia: «Τιμή στην οικογένεια, που έκανε το Βότση τον άξιο το λεβέντη μας, γενναίο πατριώτη. Που μπήκε στο ενδέκατο, μικρό τορπιλλοβόλο. 332

(σημερινή Καλλιθέα Πιερίας) Το κατάρτι του «Φετχί Μπουλέντ» τοποθετήθηκε στον Λευκό Πύργο ως ιστός της Ελληνικής σημαίας και παραμένει μέχρι σήμερα. 334 Με τίτλο «Μαρς Βότσης», ενώ στο πίσω μέρος του δίσκου υπήρχε και το «Μαρς Αβέρωφ» 333

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 186

Και το Φετχί Μπουλέν χτυπά, και το βυθίζει όλο. Οι Τούρκοι όταν άκουσαν, τέτοια βοή μεγάλη Ύστερα π’ ανεθάρρησαν, τους ήρθε παραζάλη. *** Και το πρωί σηκώνουνται, τρέχουνε και ρωτούνε Πού είναι το Φετίχ Μπουλέν, ζητούνε για να δούνε Μα εις μάτην ερευνούν, εις μάτην το ζητούνε. Τρέχουνε στο Καραμπουρνού, και τον Πασά ρωτούνε “Τζάνουμ’ εμείς προσέχαμε, απ’ τη μεγάλη ντάπια Ένα δελφίνι είδαμε, με δυο μεγάλα μάτια”. *** Ήταν δελφίνι αφύσικο, και στην κοιλιά του ο Βότσης Ο άξιος, ο λεβέντης μας, γενναίος πατριώτης. Που ’βγαλε την απόφαση, ήρθε στη Σαλονίκη Και άρχισε ο στόλος μας την πρώτη του τη νίκη. Ζήτω του Βότση μας, παιδιά, νέο θαλασσοπούλι Ζήτω εις το Κανάρη μας, και νέο Μιαούλη.»

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 187

Θάσος, Ίμβρος, Τένεδος, Άη Στράτης, Σαμοθράκη, Ψαρά (Διήγηση του Θεμιστοκλή)

Για να αποκτηθεί ο έλεγχος στη θάλασσα, επιβαλλόταν να καταληφθούν από τον Στόλο μας τέσσερα νησιά: Λήμνος, Ίμβρος, Τένεδος και Σαμοθράκη. Η Λήμνος, όπως είδαμε ήδη καταλήφθηκε από τις πρώτες ημέρες και μετατράπηκε σε αγκυροβόλιο και ορμητήριο του Στόλου. Ακολούθησαν 2-3 μέρες με έντονη κακοκαιρία, που ταλαιπώρησε ιδίως τα μικρά Αντιτορπιλικά που περιπολούσαν στην έξοδο των Στενών. Στις 12 Οκτωβρίου τα περιπολικά σταμάτησαν μπροστά στα Δαρδανέλια το φορτηγό «PELURIAN», που ήταν φορτωμένο με κάρβουνο. Το πολύτιμο φορτίο κατασχέθηκε για τις ανάγκες του Στόλου μας. Κάναμε κι εμείς «ανθράκευση», για να συμπληρώσουμε το απόθεμα του πλοίου σε 335 κάρβουνο , και την κάναμε και μετά μουσικής! Για να εμψυχωνόμαστε στη σκληρή δουλειά, όπου συμμετείχε όλο το πλήρωμα πλην των Μηχανικών, ο Ναύαρχος διέταξε την μπάντα του πλοίου να παιανίζει στο κατάστρωμα … Στις 14 Οκτωβρίου έφτασε το επίτακτο «ΣΠΕΤΣΑΙ» μεταφέροντας πυρομαχικά. Το απόγευμα αποπλεύσαμε μαζί με τη «ΣΦΕΝΔΟΝΗ» και τη «ΝΑΥΚΡΑΤΟΥΣΑ» για περιπολία. Γυρίσαμε στο Μούδρο την επομένη, φέρνοντας μαζί μας και το Επιβατηγό «ΙΣΜΑΗΛΙΑ». Στις 17 Οκτωβρίου, ο Στόλος χωρίστηκε σε τρεις Μοίρες: Πρώτη Μοίρα, ο «ΑΒΕΡΩΦ», τα «ΨΑΡΑ», η «ΝΑΥΚΡΑΤΟΥΣΑ» και ο «ΛΕΩΝ», με στόχο την κατάληψη της Ίμβρου και της Σαμοθράκης. Δεύτερη Μοίρα, το «ΣΠΕΤΣΑΙ», η «ΥΔΡΑ», η «ΘΥΕΛΛΑ» και η «ΛΟΓΧΗ», με στόχο την Θάσο. Και Τρίτη Μοίρα ο «ΚΑΝΑΡΗΣ» μαζί με το «Τορπιλοβόλο 14» για τον Άη Στράτη. Θα σας τα πω όλα με λεπτομέρειες, αλλά δείτε πρώτα τι έγραψαν οι εφημερίδες της εποχής που τις έχω φυλάξει. ής

Το φύλο της 20 Οκτωβρίου του «ΕΜΠΡΟΣ», με τίτλο «Η ΚΑΤΑΛΗΨΗ ΤΩΝ ΝΗΣΩΝ ΘΑΣΟΥ ΙΜΒΡΟΥ ΣΤΡΑΤΗΣ ΣΑΜΟΘΡΑΚΗΣ - ΕΠΙΣΗΜΟΝ ΑΝΑΚΟΙΝΩΘΕΝ» έγραφε: Παρά του Υποναυάρχου Αρχηγού ελήφθησαν αι ακόλουθοι λεπτομέρειαι της καταλήψεως των νήσων Θάσου, Στράτη, Ίμβρου και Σαμοθράκης: «ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΝ ΝΑΥΤΙΚΩΝ - Αθήνας ης Την εσπέραν της 17 διέταξα τον απόπλουν εκ Μούδρου των θωρηκτών “Ύδρας” και “Σπετσών” και των αντιτορπιλικών “Θυέλλης” και “Λόγχη” υπό τον Μοίραρχον Πλοίαρχον Π. Γκίνην. Η μοίρα συνοδευόμενη υπό του οπλιταγωγού “Πέλοπος” φέροντος λόχον πεζικού υπό τον Λοχαγόν Δ. ην ης Κονταράτον κατέλαβε την 8 πρωϊνήν ώραν της 18 την νήσον Θάσσον και αιχμαλώτισε τας αρχάς. Συγχρόνως το ναρκοβόλον “Κανάρης” μετά του τορπιλοβόλου 14 κυβερνωμένου παρά του Υποπλοιάρχου Π. Αργυροπούλου και ναυτικού αγήματος υπό τον ανθυποπλοίαρχον Τσατέρην ης κατέλαβον την νήσον Άγιον Ευστράτιον Στράτην. Την μεσημβρίαν της 18 η ναυαρχίς “Γ. Αβέρωφ” συνοδευομένη υπό του θωρηκτού “Ψαρρά” και του αντιτορπιλικού “Ναυκρατούσης” κατέπλευσεν εις Ίμβρον και κατέλαβεν την νήσον δι’ αγήματος υπό τον Υποπλοίαρχον Π. Χορν. Σήμερον την πρωΐαν άπας ο Στόλος κατέπλευσεν εις Σαμοθράκην και αποβιβάσας άγημα υπό του Σημαιοφόρου

335

Οι αποθήκες του Αβέρωφ χωρούσαν 1.500 τόνους κάρβουνο, και η ανθράκευση ήταν η πιο σκληρή εργασία για το πλήρωμα. Ο Αβέρωφ κατανάλωνε περίπου 600 κιλά κάρβουνο για κάθε μίλι που διένυε … 100-120 κιλά το λεπτό ! Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 188

Παναγιώτου κατέλαβον ταύτην. Ο στόλος περιπολεί διαρκώς περί τα Δαρδανέλλια αναμένων ματαίως την έξοδον του εχθρού. Ο αρχηγός του Στόλου - Υποναύαρχος Π. ΚΟΥΝΤΟΥΡΙΩΤΗΣ» ης

η

Αλλά ακούστε και αναλυτικά πώς έγιναν τα πράγματα. Το βράδυ της 17 απέπλευσε η 2 Μοίρα με τα Θωρηκτά «ΥΔΡΑ» και «ΣΠΕΤΣΑΙ» και τα Αντιτορπιλικά «ΘΥΕΛΛΑ» και «ΛΟΓΧΗ», με Μοίραρχο τον Πλοίαρχο Γκίνη. Μαζί ήταν και το οπλιταγωγό «ΠΕΛΩΨ» που μετέφερε ένα Λόχο Πεζικού υπό τον Λοχαγό Κονταράτο. Το επόμενο πρωί στις 8, ο Στόλος αγκυροβόλησε στον Λιμένα Παναγίας, που παρουσίαζε ένα υπέροχο θέαμα. Οι κάτοικοι είχαν βγει έξω με σημαίες και λουλούδια για να υποδεχθούν το άγημα. Σπίτια και μαγαζιά όλα σημαιοστολισμένα. Ο Λοχαγός Κονταράτος με το άγημα προχώρησε και μέχρι τις 20 του μήνα κατέλαβε την Παναγία, την Ποταμιά και τον Θεολόγο, συλλαμβάνοντας τις Τουρκικές Αρχές και εγκαθιστώντας προσωρινό 336 Διοικητή του νησιού τον Κωνσταντίνο Μελά, αδελφό του ήρωα Μακεδονομάχου . Ο Άη Στράτης απέχει μόνο 18 μίλια από τη Λήμνο. Εκεί στάλθηκε στις 18 του Οκτώβρη ο «Κανάρης» με το Τορπιλοβόλο «14». Αποβίβασαν ναυτικό άγημα με επί κεφαλής τον Ανθυποπλοίαρχο Τσατέρη και κατέλαβαν το νησί χωρίς αντίσταση. ης

Εμείς αποπλεύσαμε το πρωί της 18 από το η Μούδρο, με την 1 Μοίρα. Και το μεσημέρι της μέρας αυτής πιάσαμε στην Ίμβρο, όπου αποβιβαστήκαμε 150 άνδρες, με επί κεφαλής τον 337 Υποπλοίαρχο Παντελή Χορν . Οι κάτοικοι του νησιού μας περίμεναν με γαλανόλευκες και χαρές και πανηγύρια. Αυτό ήταν λογικό, αφού το νησί 338 είχε μόνο Ελληνικό πληθυσμό . Ο Υποπλοίαρχος Χορν διορίστηκε από τον Ναύαρχο πρώτος Έλληνας στρατιωτικός Διοικητής του νησιού. Την άλλη μέρα, Τετάρτη 19 Οκτωβρίου, ρίξαμε

336

Ο Μελάς κατάρτισε αμέσως Χωροφυλακή που αντικατέστησε τις Τουρκικές Αρχές και στην πρώτη του διαταγή έκανε γνωστό στους παρέδρους και στους μουχτάρηδες της Θάσου ότι στο εξής θα πρέπει να αποφεύγουν τη χρήση Τούρκικων λέξεων, είτε γιε τίτλους προσώπων είτε για ονομασίες πόλεων και χωριών, υπενθυμίζοντας ότι το νησί κατέχεται από τον Ελληνικό Στρατό και ισχύουν πλέον οι Ελληνικοί Νόμοι. Ο Μελάς είχε γοητευθεί από την Θάσο και σε γράμμα του προς την Πην. Δέλτα έγραφε: «Το ωραιότερο νησί, και από την Κέρκυρα πιο ωραίο ακόμη. Τι παράδεισος αυτό το νησί. Και οι άνθρωποι, γνήσιοι Έλληνες, αταλάντευτοι πατριώτες και ευαίσθητοι άνθρωποι!» 337 (1881-1941, γόνος Αυστριακού τραπεζίτη και της Ματίνας Κουντουριώτη, εγγονής του Υδραίου αγωνιστή της Επανάστασης Λάζαρου Κουντουριώτη) 338 Η Ίμβρος είχε αμιγή Ελληνικό πληθυσμό 8.506 κατοίκων, κυρίως γεωργών και κτηνοτρόφων (κατ’ άλλη πηγή 9.207). Πρωτεύουσα του νησιού ήταν η Παναγία, με 2.556 κατοίκους, μαζί με την κοινότητα Ευλάμπιο, ενώ υπήρχαν και τα χωριά Σχοινούδι (2.689 κάτοικοι), Αγρίδια (1.143), Άγιοι Θεόδωροι (1.036), Γλυκύ (787) και Κάστρο (255). Στο νησί υπήρχαν 10 Ελληνικά σχολεία, με 19 δασκάλους και σχεδόν 1.000 μαθητές. Και σύμφωνα με στατιστικές υπήρχαν 11.555 ακίνητα, όλα Ελληνικής ιδιοκτησίας. Οι Ίμβριοι έκαναν έρανο και συγκέντρωσαν 12.000 δραχμές, που τις έδωσαν στον Κουντουριώτη για να διατεθούν «όπου δη». Αλλά και οι Ίμβριοι της Αιγύπτου, συγκέντρωσαν άλλα τόσα και τα έστειλαν στην πόλη των Αθηνών «δια τας εθνικάς ανάγκας» … Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 189

άγκυρα στα ανοιχτά του όρμου της Καμαριώτισσας, στη Σαμοθράκη, και οχτώ Ναύτες, ανάμεσά τους κι η αφεντιά μου, με επί κεφαλής τον Σημαιοφόρο Παναγιώτου και ένα Δίοπο, αποβιβαστήκαμε στη Σαμοθράκη και με όλες τις τιμές και τους τύπους υψώσαμε στο Λιμεναρχείο την Ελληνική Σημαία. Κατασχέσαμε και μία αποθήκη με δημητριακά, σιτάρι, κριθάρι και λοιπά που φύλαγαν εκεί οι Τούρκοι. Μετά, αποβιβάστηκε και το υπόλοιπο άγημα, και όλοι μαζί πήγαμε στη Χώρα και υψώσαμε τη σημαία στο καμπαναριό της Κοίμησης της Θεοτόκου. Στη χώρα υπήρχε και μια μικρή φρουρά, έξι φαντάροι με ένα Δεκανέα, που παραδόθηκαν χωρίς αντίσταση, ζητώντας τη μεσολάβηση του Ιερέα Ανδρέα Παπανδρέου για να σωθεί η ζωή τους. Και ο παπαΑντρέας τους έφερε «συστημένους» σε εμάς, με τα όπλα και τις παλάσκες τους. Υψώσαμε τη γαλανόλευκη στο στρατώνα τους και κάναμε κατάσχεση και 3.400 φράγκων που βρέθηκαν σε 339 διάφορα Ταμεία. Οι κάτοικοι μας υποδέχθηκαν με ενθουσιασμό και Αναστάσιμους ύμνους και μας ζήτησαν να φτιάξουμε ένα σχέδιο δημοψηφίσματος «υπέρ της ενώσεως» για να το στείλουν στην Κυβέρνηση. Κατέχοντας όλα τα νησιά που ήταν κοντά στην έξοδο των Στενών και έχοντας πλήρη κυριαρχία στις θάλασσες, σταματούσαμε κάθε πλοίο που πήγαινε προς τα Στενά ή ερχόταν από αυτά. Ανάμεσά τους ήταν τα ξένα ατμόπλοια «Γιούλιτς», «Αστούριαν» και «Μάιν» που τα στείλαμε στις 21 στον Πειραιά, συνοδεία με το «ΕΣΠΕΡΙΑ». Και ο Στόλος μας ενισχύθηκε και με 4 νέα 340 Ανιχνευτικά, που τα λέγαμε «θηρία» , καθώς είχαν τα ονόματα «ΛΕΩΝ», «ΠΑΝΘΗΡ», «ΑΕΤΟΣ» και «ΙΕΡΑΞ». Στις 21 Οκτωβρίου, άγημα ναυτών του «ΙΕΡΑΞ», με επί κεφαλής τον ίδιο τον Κυβερνήτη Αντιπλοίαρχο Αντώνη Βρατσάνο απελευθέρωσε τα ηρωικά Ψαρά. Υπάρχει και μια ιστορία γύρω από αυτό το γεγονός, που έχει ως εξής: Το Υπουργείο Ναυτικών είχε ζητήσει από τον Κουντουριώτη να καταλάβει και τα Ψαρά, παρ’ όλο που δεν ήταν κοντά στα Στενά και δεν είχαν επιχειρησιακή σημασία, είχαν όμως τεράστια σημασία ψυχολογική για τους κατοίκους και τα πληρώματα. Και είχε μάλιστα ζητηθεί να αναλάβει την αποστολή ή το «ΒΕΛΟΣ» που είχε κυβερνήτη τον Ιωάννη Βρατσάνο, ή το «ΙΕΡΑΞ» που το κυβερνούσε ο αδελφός του, Αντώνης Βρατσάνος. 339

Την εποχή εκείνη η Σαμοθράκη είχε περίπου 4.000 Έλληνες κατοίκους, και μόνο δύο Τουρκικές οικογένειες. Τα Θηρία αγοράστηκαν έτοιμα για επιχειρήσεις στην τιμή των 148.000 λιρών έκαστο, από τα Ναυπηγεία Camell Laird του Liverpool, όταν οι Βαλκανικοί Πόλεμοι φαίνονταν σχεδόν σίγουροι. Τα πλοία είχαν αρχικά παραγγελθεί από το ναυτικό της Αργεντινής, και ονομάζονταν (με την σειρά που είναι παραπάνω στο κείμενο) Tucuman, Santiago, San Luis και Santa Fe. Τα τέσσερα πλοία ήλθαν ως τη Σικελία με ξένα πληρώματα, προκειμένου να συναντήσουν εκεί το μεταγωγικό πλοίο «Ιωνία» που μετέφερε τα Ελληνικά πληρώματά τους. Μάλιστα ο «Αετός», όταν εισήλθε στη Μεσόγειο έμεινε ακυβέρνητος λόγω σοβαρής μηχανικής βλάβης και ρυμουλκήθηκε από άλλο αντιτορπιλικό στο Αλγέρι. Τα θηρία είχαν εκτόπισμα 880/1.033 τόνων, μήκος 89,4 μέτρα, πλάτος 8,3 και βύθισμα 3 μέτρα. Για την πρόωσή τους είχαν 4 ανθρακολέβητες και 1 πετρελαιολέβητα και ήταν πολύ χαρακτηριστικά με τις 5 καπνοδόχους τους. Είχαν ταχύτητα 31 κόμβων και οπλισμό 4 πυροβόλα Bethlehem των 10.2 εκ., 1 πυροβόλο των 75 χιλ. και 6 Τορπιλοσωλήνες των 21 ιντσών, καθώς και 3 ηλεκτρικούς προβολείς. Επειδή αγοράστηκαν μόνο τα βασικά πυρομαχικά (3.000 βλήματα), χωρίς τορπίλες, αρχικά ονομάστηκαν Ανιχνευτικά αντί για Αντιτορπιλικά. 340

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 190

Για τον λόγο ότι και οι δύο ήταν απόγονοι του Ψαριανού ήρωα Δημήτρη Βρατσάνου, που ήταν μέλος της Φιλικής Εταιρίας και κατά τη σφαγή των Ψαρών το 1824 ήταν δημογέροντας του νησιού και σκοτώθηκε μαζί με άλλους Ψαριανούς στο φρούριο Παλαιόκαστρο. Ο αδερφός του Γεώργιος Βρατσάνος είχε πυρπολήσει μαζί με τον Κανάρη την τουρκική ναυαρχίδα στην Τένεδο τον Οκτώβριο του 1822. Τον Ιούνιο του 1824, όταν τελικά οι Τούρκοι κατάφεραν να αποβιβαστούν στα Ψαρά, στο φρούριο Παλαιόκαστρο είχαν κλειστεί 120 πολεμιστές και πολλοί άμαχοι, ανάμεσά τους ο Δημογέροντας Δημήτρης Βρατσάνος και ο γιος του Αντώνης. Όταν έγινε φανερό ότι το φρούριο θα έπεφτε, ο Αντώνης, κατ’ εντολή του πατέρα του, ανατίναξε την μπαρουταποθήκη, με αποτέλεσμα να σκοτωθούν οι έγκλειστοι και μεγάλος αριθμός Τούρκων στρατιωτών. 341

Στις 24 Οκτωβρίου η Μοίρα μας αγκυροβόλησε στον όρμο της Τενέδου . Καλέσαμε στον «ΑΒΕΡΩΦ» τον Διοικητή του νησιού, να έρθει να παραδοθεί. Αυτός ήρθε μαζί με τον Αρχιερατικό Επίτροπο, ένα σεβάσμιο γέροντα Ιερέα, που σαν ανέβηκε στο πλοίο, γονάτισε και, φιλώντας το κατάστρωμα ευχήθηκε «Καλώς ορίσατε». Στην Τένεδο ήταν και τρία Θωρηκτά. Ένα Γερμανικό, ένα Γαλλικό κι ένα Ρωσικό. Χαιρετίσαμε τις σημαίες τους με κανονιοβολισμούς. Ως τότε χαιρετούσαμε με μουσικές. Αλλά τώρα τα πράγματα ήταν διαφορετικά. Έπρεπε όλοι να πάρουν το μήνυμα ότι τώρα λευτερώναμε! Στον όρμο της Τενέδου, εκεί που το 1821 ο Κανάρης πυρπόλησε την Τουρκική αρμάδα, τώρα είχε έρθει ένας σύγχρονος μπουρλοτιέρης, ο Ναύαρχός μας. Ήταν τόσο χαρούμενος που, κατέβηκε από το πλοίο στο νησί, πήγε στο τηλεγραφείο, και από εκεί έστειλε τηλεγράφημα προς τον Ναύσταθμο Κωνσταντινούπολης, με τα παρακάτω λόγια: «Κατελάβομεν Τένεδον. Αναμένομεν αντίπαλον στόλον. Εάν στόλος σας στερείται γαιάνθρακας, είμαι προθυμώτατος παραχωρήσω. ΚΟΥΝΤΟΥΡΙΩΤΗΣ» Δεν φοβόταν τους Τούρκους ο Ναύαρχός μας. Κανείς μας δεν τους φοβότανε … Κατά την κατάληψη της Τενέδου έγινε και ένα κωμικό. Πολλοί Τούρκοι θέλησαν να κρυφτούν και πήρανε τα χωράφια. Αλλά πού να κρυφτούν οι ταλαίπωροι … Η Τένεδος είναι χαμηλή, σαν ταψί φαινόταν ολόκληρη από τα καταστρώματα των πλοίων μας. Δυστυχώς, η πατρίδα δεν μπόρεσε να 342 κρατήσει στους κόλπους της την Ίμβρο και την Τένεδο . Αλλά αυτό είναι άλλη ιστορία … 341

Η Τένεδος, σε αντίθεση με την Ίμβρο, είχε μικτό πληθυσμό: 3.752 Έλληνες, 1403 Τούρκους, 10 Αρμένιους, 7 Εβραίους. Στο νησί λειτουργούσε οκτατάξιο δημοτικό σχολείο αρρένων, με 5 δασκάλους και 250 μαθητές και εξατάξιο θηλέων, με 3 δασκάλες και 200 μαθήτριες. 342 Από τον Οκτώβριο1912 μέχρι και τις αρχές του Α' ΠΠ, το 1914, οπότε η Ίμβρος και η Τένεδος πέρασαν «υπό προσωρινή ελληνική κατοχή και διοίκηση», οι νησιώτες, που γνώριζαν τις διώξεις των «Νεοτούρκων» σε βάρος των χριστιανών κατοίκων των ΒΔ μικρασιατικών παραλίων, ζούσαν στην αγωνία. Τα διπλωματικά παιχνίδια των μεγάλων δυνάμεων που επεδίωκαν να μη δυσαρεστήσουν την Τουρκία, αλλά και να μην «ευνοήσουν» την Ελλάδα έναντι της Βουλγαρίας, δημιουργούσαν άσχημη εντύπωση στους νησιώτες, που με συνεχή ψηφίσματα ζητούσαν την προσάρτηση στην Ελλάδα. Η ένταξη της Τουρκίας και της Βουλγαρίας στο πλευρό της Γερμανίας άφησαν τη λύση του θέματος για το τέλος του πολέμου. Το 1915, στην Ίμβρο και την Τένεδο αποβιβάστηκαν Αγγλογάλλοι, με αφορμή τις επιχειρήσεις των Δαρδανελίων και της Καλλίπολης. Οι ξένοι στρατιώτες φέρθηκαν ως κατακτητές, αγνοώντας τις Ελληνικές Αρχές και απειλώντας με απέλαση όποιον αντιδρούσε. Με τη Συνθήκη των Σεβρών (10-8-1920), τα νησιά πέρασαν στην Ελληνική κυριαρχία, με τον όρο να μη χρησιμοποιηθούν ως ναυτικές Βάσεις κατά της Τουρκίας. Η Τουρκία απέρριψε τη συνθήκη ειρήνης. Πιο πριν (Μάιος 1919), έγινε η Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 191

Η μάχη των Γιαννιτσών, 19-20 Οκτωβρίου 1912 343

Όπως αναφέρθηκε ήδη, ο Τούρκος Αρχιστράτηγος αποφάσισε να αντισταθεί στα Γιαννιτσά . Οι δυνάμεις που διέθετε για το σκοπό αυτό ήταν 25.000 άνδρες περίπου και 30 πυροβόλα. Η κύρια τοποθεσία άμυνας ήταν στα δυτικά των Γιαννιτσών, έχοντας στα δεξιά τα δύσβατα υψώματα του η ο Πάικου και αριστερά την λίμνη. Εκεί ο Ταχσίν Πασάς τοποθέτησε την 14 Μεραρχία Σερρών (40 , ο ο 41 και 42 Σύνταγμα Πεζικού), που είχε μεταφερθεί σιδηροδρομικώς από τον Στρυμώνα, ανοίγοντας έτσι τον δρόμο στους Βουλγάρους. Ένα Σύνταγμα της Μεραρχίας αυτής, με μέρος του Πυροβολικού (2 πεδινές Πυροβολαρχίες), τάχθηκε ΒΑ του χωριού Πενταπλάτανος για να προστατεύει την πόλη από βορρά, ενώ τα άλλα δύο μαζί με το Απόσπασμα Κατερίνης (4 Τάγματα) τάχθηκαν στα υψώματα μπροστά από την πόλη. Οι Τούρκοι είχαν ισχυρές θέσεις και πολλές «φωλιές πολυβόλων», με εξαιρετικά πεδία βολής. Νότια της λίμνης και στον κάτω ρου του Λουδία ης ποταμού, τοποθετήθηκαν τα υπολείμματα της 22 Μεραρχίας και της Εφεδρικής Μεραρχίας Νεαπόλεως, που είχαν φθάσει υποχωρώντας από το Σαραντάπορο, λίγες μέρες πριν. Ο Αρχιστράτηγος Διάδοχος Κωνσταντίνος εξέδωσε τις Διαταγές για τις παραπέρα κινήσεις της ης η η Στρατιάς στις 18.00 της 18 Οκτωβρίου 1912, ως εξής : Η 2 προς το χωριό Παραλίμνη, η 3 προς η η το Μεσιανό, η 4 προς τον Πενταπλάτανο και η 6 Μεραρχία προς το Δαμιανό, στέλνοντας 344 η αναγνωρίσεις προς τον Αξιό ποταμό . Η 7 Μεραρχία θα κάλυπτε την κίνηση αυτή από την κατεύθυνση του Λουδία ποταμού στα δεξιά της ελληνικής παράταξης, με στόχο να κόψει τον η εφοδιασμό αλλά και την υποχώρηση του εχθρού. Η 1 Μεραρχία θα έμενε εφεδρεία. Όσο για την η 5 Μεραρχία, αυτή είχε έναν στόχο, αλλά και μία σπουδαία αποστολή: Ο στόχος ήταν να πάρει το Αμύνταιο και να προσπαθήσει να φτάσει ως το Μοναστήρι, αν την ευνοούσαν οι συγκυρίες. Να επιτύχει δηλαδή αυτό που για την υπόλοιπη Στρατιά ήταν πλέον δευτερεύων στόχος. Η κύρια αποστολή της όμως ήταν μία: Να προστατεύει το πλευρό της Στρατιάς, όσο αυτή θα προχωρούσε 345 προς τη Θεσσαλονίκη και «ΝΑ ΜΗΝ ΗΤΤΗΘΕΙ !!!»

αποβίβαση Ελληνικών στρατευμάτων στην Ιωνία, με τη συμμαχική συγκατάθεση. Ίμβριοι και Τενέδιοι συμμετείχαν στην εκστρατεία, με τη Μεραρχία Αρχιπελάγους. Η καταστροφή του 1922, σήμανε την αντίστροφη μέτρηση για τα νησιά. Στη Διάσκεψη της Λωζάννης η Ελλάδα πήγε ηττημένη στρατιωτικά και απομονωμένη διπλωματικά. Η Βρετανία, έχοντας πετύχει το άνοιγμα των Στενών στη διεθνή ναυσιπλοΐα και ασκώντας πίεση για ανταλλάγματα στα πετρέλαια της Μοσούλης, δεν ήθελε να δυσαρεστήσει την Τουρκία σε ένα δευτερεύον θέμα, όπως αυτό της Ίμβρου και της Τενέδου. Έτσι, με την υπογραφή της Συνθήκης της Λωζάννης (24-7-1923), τα δυο νησιά δόθηκαν στην Τουρκία. Ας σημειωθεί ότι πολλοί διεθνολόγοι υποστηρίζουν ότι η Ελλάδα, κακώς δέχτηκε την παράδοση της Διοίκησης στον Καδρή μπέη (και όχι στους αντιπροσώπους του αυτόχθονα μη μουσουλμανικού πληθυσμού), καθώς και της Δικαιοσύνης, της Αστυνομίας, των Τελωνείων και των λιμενικών εγκαταστάσεων στους Τούρκους, κατά παράβαση του άρθρου 14 της Συνθήκης. Και ότι στη συνέχεια, η ενδοτικότητα της Ελλάδας επέτρεψε την πλήρη καταπάτηση των άρθρων 14 και 37-44, τα οποία δεν μπορούσε να καταργήσει μονομερώς η Τουρκία. 343

Στα τέλη του 19ου - αρχές του 20ου αιώνα, στα Γιαννιτσά, που λέγονταν Γενιτσέ ή Ενιτζέ υπήρχαν έντεκα μουσουλμανικές συνοικίες με 1.483 σπίτια και 7.500 μουσουλμάνους στο νότιο μέρος της πόλης, και πέντε χριστιανικές συνοικίες με 925 σπίτια και 5.600 χριστιανούς στο βόρειο . 344 Όπου το Στρατηγείο θεωρούσε πιθανότερο το ότι οι Τούρκοι θα είχαν οργανώσει την άμυνά τους 345 ‘Όπως έλεγε επί λέξει η σχετική Διαταγή: «Το μόνον, το οποίον ο Διοικητής της Ε’ Μεραρχίας δέον να έχη υπ’ όψιν του είναι να μην εκτεθή εις ήτταν, καθ’ όσον η μεν Στρατιά δεν θα είναι εις θέσιν να τον συνδράμη, η δε ατυχία του θα επηρεάση κακώς το σύνολον των επιχειρήσεων» Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 192

Νωρίς το επόμενο πρωί, οι Μεραρχίες τέθηκαν σε κίνηση, σύμφωνα με τις Διαταγές του η ο Στρατηγείου: Η 2 Μεραρχία, ξεκίνησε στις 07.00 με το 12 Σύνταγμα στην εμπροσθοφυλακή και 346 347 τα υπόλοιπα σε φάλαγγες, με κατεύθυνση το Κρουσάρι μέσω Καδίνοβου προς 348 Καρυώτισσα . Δεξιά της, ακολουθώντας τις όχθες της αιματοβαμμένης από τους νεκρούς του η Μακεδονικού αγώνα λίμνης Γιαννιτσών, βάδιζε η 3 Μεραρχία που τέθηκε σε κίνηση μία ώρα 349 ο αργότερα. Ξεκίνησε στις 08.00 από το Βρέσι , και με το 3 Σύνταγμα σε πρώτο κλιμάκιο, 350 κινήθηκε και αυτή μέσω Καρυώτισσας προς Μπαλίτσα . Στόχος των δύο Μεραρχιών ήταν να διαβούν το βαθύ, ορμητικό και με απόκρημνες όχθες ρέμα Μπαλίτσα, από την γέφυρα που υπήρχε στο ομώνυμο χωριό και να βρεθούν έτσι στα νότια των Γιαννιτσών (μεταξύ Γιαννιτσών και Λίμνης). η 351 Πιο αριστερά τους βάδισε προς τα Γιαννιτσά η 4 Μεραρχία, μέσω Γκιούπτσεβου , με κατεύθυνση τα δυτικά η των Γιαννιτσών, ενώ η 6 Μεραρχία κινήθηκε ακόμη αριστερότερα, στα ριζοβούνια του Πάικου 352 η μέσω Όμπαρ , έτσι ώστε να βρεθεί στα βόρεια των Γιαννιτσών. Η 1 Μεραρχία κρατήθηκε ως εφεδρεία.

Ο Τούρκος Αρχιστράτηγος είχε αποφασίσει να δώσει τη μεγάλη μάχη στα Γιαννιτσά, «ιερή» πόλη για τους Μουσουλμάνους. Και διάλεξε το Καδίνοβο, λίγο πριν την Καρυώτισα και την Μπαλίτσα, σαν προχωρημένο σημείο άμυνας, με σκοπό να καθυστερήσει εκεί τους Έλληνες, μέχρι να ολοκληρώσει την αμυντική του οργάνωση μπροστά από τα Γιαννιτσά, δυο ώρες δρόμο πιο πέρα. ης Κατά τις 08.30, καθώς η Ημιλαρχία Ιππικού της 2 Μεραρχίας προχωρούσε ανιχνεύοντας, δέχθηκε πυρά από Τουρκικά τμήματα που ήταν οχυρωμένα ανάμεσα στο Καδίνοβο 346

(Αχλαδοχώρι) (Γαλατάδες – λεγόταν και Kadino Selo ή Sujukli ή Σουγκουντλού) 348 Χωριό με σλάβικο και οθωμανικό πληθυσμό, λεγόταν και Καριόβτσα 349 (Άγιος Λουκάς) 350 (Μελίσσι – λεγόταν και Μπαλίντζα ή Μπάλτζα) 351 (Γυψοχώρι) 352 (Αραβησσός – λεγόταν και Ντεγιρμενλίκ ή Ντερμεντσίκ) 347

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 193

ο

και την Καρυώτισα. Αναπτύχθηκε προς επίθεση το 3 Σύνταγμα και με τη βοήθεια του Ι/12 ης Τάγματος της 3 Μεραρχίας, και μετά δίωρη μάχη, ανέτρεψε τους Τούρκους που τράπηκαν σε φυγή. Το Ι/12 Τάγμα τους καταδίωξε και έτσι αυτοί δεν πρόλαβαν να ανατινάξουν τη γέφυρα της Μπαλίτσας. Η γέφυρα ήταν στρατηγικής σημασίας, αφού από εκεί θα περνούσαν δύο ολόκληρες η η Μεραρχίες, η 2 και η 3 . Και λόγω της σημασίας της φυλασσόταν καλά: Οι Τούρκοι είχαν επισημάνει από πριν τη γέφυρα με το Πυροβολικό και με δραστικά πυρά με βολιδοφόρα βλήματα σκότωσαν τους τρεις πρώτους Στρατιώτες που επιχείρησαν να περάσουν. Με απώλειες και με την ου ης επέμβαση του Διοικητή του 3 Συντάγματος Γιαννακίτσα και του Μεράρχου της 2 Καλλάρη, αλλά και του Διοικητή Πυροβολικού Παρασκευόπουλου που έφιππος φώναζε «δεν είναι τίποτε … μη φοβήσθε … αι οβίδες δεν σκοτώνουν …» κατόρθωσαν τελικά δύο Λόχοι του Ι/12 Τάγματος να περάσουν τη στενή ξύλινη γεφυρούλα. Στο μεταξύ, ο όγκος των δύο Μεραρχιών άρχισε να συσσωρεύεται στη δυτική όχθη και δεχόταν δραστικά πυρά από το Τουρκικό Πυροβολικό, το οποίο εντόπισε και βομβάρδισε ακόμη και το Γενικό Στρατηγείο της Στρατιάς, που την ώρα εκείνη προχωρούσε στον αμαξιτό δρόμο Σκύδρας - Γιαννιτσών. Αλλά σύντομα τάχθηκε προς βολή το ης Πυροβολικό της 2 Μεραρχίας και κάτω από συνεχή και πυκνά πυρά του εχθρού εξαπόλυσε τις πρώτες οβίδες, προς μεγάλη ανακούφιση των πεζών που παρακολουθούσαν ανήμποροι. Το η η Γενικό Στρατηγείο εξέδωσε αμέσως νέες Διαταγές ως εξής: Η 2 και 3 Μεραρχία να συνεχίσουν η την επίθεσή τους προς τα Γιαννιτσά από τα νότια, η 7 να επιτεθεί νοτίως της λίμνης και να η 353 περάσει τον Λουδία ποταμό, και η 4 να κινηθεί προς το χωριό Πιλορίκ και βοηθούμενη από η την 6 που κινείται πιο βόρεια, να επιτεθεί κατά των Γιαννιτσών από τα δυτικά και βορειοδυτικό, εκτελώντας κυκλωτικό ελιγμό. Ενώ γίνονται αυτά, οι λιγοστοί Έλληνες Στρατιώτες που πέρασαν στην άλλη όχθη ήταν επισφαλείς και σε περίπτωση Τουρκικής αντεπίθεσης θα κινδύνευαν να ανατραπούν. Έπρεπε όμως να φθάσει το απόγευμα, όταν η μεγάλη μονομαχία Πυροβολικού στο η κέντρο της παράταξης τράβηξε τα πυρά του εχθρού, για να αρχίσει η 3 Μεραρχία να περνά λίγους - λίγους τους άνδρες της από την γέφυρα. Μέχρι το σούρουπο (18.30 περίπου) και αφού ο ου διοικητής του 12 Συντάγματος Συνταγματάρχης Μπαΐρας τραυματίστηκε στο χέρι, καθώς ο ο οδηγούσε τους άνδρες του, το 3 και το 12 Σύνταγμα είχαν αναπτυχθεί στην ανατολική όχθη και διανυκτέρευσαν σε επαφή με τον εχθρό. η

Στο κέντρο του Ελληνικού μετώπου, η 4 Μεραρχία ξεκίνησε στις 7.00 και αφού πέρασε το 354 Γκιούπτσεβο, έφθασε στο χωριό Βούδριστα , συγκέντρωσε τις μονάδες της, και γύρω στις μία 355 ο το μεσημέρι άρχισε να βαδίζει ανατολικότερα, μέσα από το χωριό Παλαιό , με το 8 Σύνταγμα ου μπροστά. Βγαίνοντας από το χωριό, η εμπροσθοφυλακή του 8 δέχθηκε πυρά από όπλα πεζικού, από τα υψώματα Παληό και 136 που δεσπόζουν δεξιά και αριστερά του δρόμου Παλαιού ο ο Γιαννιτσών. Η Μεραρχία άρχισε να αναπτύσσει τα Συντάγματά της, με το 8 και 9 μπροστά και το ο ο ο 11 σε εφεδρεία. Το 8 και το 9 Σύνταγμα αναπτύχθηκαν για επίθεση, κατά τις τακτικές της εποχής, πρώτα σε «διμοιρίες κατά τετράδες» και μετά σε «ακροβολισμό». Η επίθεση ήταν πολύ ορμητική και μία ώρα αργότερα καταλήφθηκαν και τα δύο υψώματα. Και τότε διαπιστώθηκε ότι μπροστά τους, στη λοφοσειρά που εκτείνεται σε μήκος τριών περίπου χιλιομέτρων, υπήρχε μία δεύτερη αμυντική γραμμή, ισχυρότερη και καλύτερα οργανωμένη, με έδαφος που παρείχε ελάχιστη κάλυψη στον επιτιθέμενο. Τα εχθρικά πυρά από πυροβόλα, πολυβόλα και χιλιάδες μάουζερ σάρωναν, καθώς οι Τούρκοι ήταν πεισμωμένοι και αποφασισμένοι να κρατήσουν γερά 356 την ιερή τους πόλη . 353

(Πενταπλάτανος) (ή Σαρή Καδή, ο σημερινός Μυλότοπος) 355 (Αξός) 356 Οι Οθωμανοί θεωρούσαν Ιερή Πόλη τα Γιαννιτσά 354

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 194

Εκείνη την ώρα (14.00) έφθασαν και οι νέες Διαταγές από το Γενικό Στρατηγείο. Ο Μοσχόπουλος, που στο Σαραντάπορο είχε ήδη επιδείξει το πνεύμα πρωτοβουλίας του και τις αρετές του στις ο υπερκεράσεις, έριξε στον αγώνα και την εφεδρεία του, το 11 Σύνταγμα, και επιτέθηκε με όλες τις δυνάμεις του προς το Πιλορίκ, ώστε να απειλήσει έτσι τα Γιαννιτσά με κύκλωση από βορρά. Για να υποστηρίξει με πυρά Πυροβολικού το δοκιμαζόμενο πεζικό, γύρω στις 16.00 το απόγευμα με μια παράτολμη κίνηση, ανάπτυξε σε ακάλυπτο πεδινό έδαφος δύο από τις Πυροβολαρχίες της Μεραρχίας του. Η Διαταγή εκτελέστηκε υποδειγματικά. Μόλις ο Συνταγματάρχης Κωνσταντίνος Βουλπιώτης, Διοικητής του Μεραρχιακού Πυροβολικού, μεταβίβασε τη διαταγή, οι Πυροβολαρχίες των Λοχαγών Μπάλμπη και Αξελού προχώρησαν «σε φάλαγγα κατ’ όχημα» με τους Αξιωματικούς και τους Υπηρέτες αμίλητους, σοβαρούς και καμαρωτούς σαν σε παρέλαση, και φυσικά έγιναν στόχος του εχθρικού Πυροβολικού. Όμως η «τάξις προς πυροβόλησιν» των οκτώ Ελληνικών πυροβόλων έγινε με 357 υποδειγματική ακρίβεια . Τα προόλκαια αποχωρίζονταν ταχύτατα, οι Ελάτες οδηγούσαν τους ίππους προς τα πίσω, οι Σκοπευτές και οι Χειριστές των κλείστρων κάθονταν στις έδρες τους, ήρεμοι σαν να ήταν δημόσιοι υπάλληλοι στα γραφεία τους, οι Πυροβολάρχες έκαναν ψύχραιμοι τους υπολογισμούς των στοιχείων βολής και σε λίγο, οι πρώτες ελληνικές οβίδες πετούσαν προς τον εχθρό. Άρχισε η μονομαχία Πυροβολικού. Στην αναμέτρηση αυτή, η φυσική ευφυΐα και η πολύ ανώτερη εκπαίδευση του Έλληνα Πυροβολητή, τα στοιχεία που έκαναν τους Τούρκους να λένε ότι «κάθε Γιουνάνης κουβαλά στην πλάτη του ένα κανόνι», έγειραν σύντομα την πλάστιγγα. Μόλις με τέχνασμα εντοπίσθηκαν οι θέσεις των Τούρκων, ακούστηκε το παράγγελμα του 358 Λοχαγού «δια βολιδοφόρων ανά τρείς, πυρ ταχύ!» και αμέσως ο λόφος που ήταν τα εχθρικά Πυροβόλα άρχισε να καπνίζει από τις συνεχείς εκρήξεις, σαν να καίγεται. Ακολούθησε η διαταγή «βολή προοδευτική!» που ξεσήκωσε ζητωκραυγές από τις ομοχειρίες. Γιατί η διαταγή αυτή ο σημαίνει ότι ο εχθρός ζεύει με σπουδή τα πυροβόλα του και τρέχει να γλυτώσει ... Το 8 και 9ο Σύνταγμα ετοιμάστηκαν για έφοδο. Με τη διαταγή «Εμπρός δια της λόγχης!» χιλιάδες άνδρες ρίχτηκαν στον κάμπο με αλαλαγμούς. Διέσχισαν με «άλματα» το ακάλυπτο έδαφος και όρμησαν με τη λόγχη στις Τουρκικές θέσεις. Οι απώλειες ήταν σοβαρές. Έπεσαν οι Ανθυπολοχαγοί Σούμπα-

357

Σε επόμενο κεφάλαιο, διαβάστε για το τέχνασμα που χρησιμοποίησε ο Αξελός Τα πυροβόλα Schneider 75 mm (πεδινά και ορεινά) έβαλαν βλήματα «βολιδοφόρα», βάρους 6,5 κιλών, που περιείχαν 80 γραμμάρια μαύρης πυρίτιδας και 280 «βολίδες» των 11 γραμμαρίων, καθώς και βλήματα «εκρηκτικά», βάρους 6,5 κιλών, που περιείχαν 600 γραμμάρια υψηλής εκρηκτικότητας γόμωσης («Schneiderite»). Ο κάλυκας ήταν κοινός, βάρους 710 γραμμαρίων, από τα οποία 285 γραμμάρια ήταν η γόμωση «Rottweil smokeless powder». Μαζί με τον επικρουστήρα, το πλήρες βάρος της οβίδας έφτανε τα 7,58 κιλά. 358

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 195

359

360

σης, Γαλανόπουλος και Σγούρος , ο ήρωας Επιλοχίας Μωκέας και δεκάδες στρατιώτες. Τραυματίστηκε στην κοιλιά ο Ταγματάρχης Ηλιόπουλος, ο Λοχαγός Μήνης στο κεφάλι και ο Ανθυπολοχαγός Κωστόπουλος, αλλά δεν δέχθηκαν να διακομισθούν και μείνανε στις θέσεις τους μέχρι το βράδυ. Ο εχθρός σάστισε από την ορμή της εφόδου και κλονίστηκε. Μετά από μισή ώρα σκληρού αγώνα κυριεύτηκαν όλες οι σημαντικές θέσεις των Τούρκων, που όμως επέμεναν πεισματικά, ης και επί μία ώρα οι άνδρες της 4 Μεραρχίας αποκρούανε ηρωικά τις απανωτές αντεπιθέσεις που κατέληγαν σχεδόν πάντα σε μάχες σώμα με σώμα. Αλλά κατά τις έξι το βράδυ, ο εχθρός παραδέχτηκε την ήττα του και εγκατέλειψε την προσπάθεια. Και από τα ποτισμένα με αίμα υψώματα, οι κατάκοποι Έλληνες μαχητές μπορούσαν πλέον να διακρίνουν τα πρώτα άσπρα σπιτάκια των Γιαννιτσών. ο

ο

ο

Στο μεταξύ πιο βόρεια, η 6η Μεραρχία (17 , 18 και 1 Σύνταγμα Ευζώνων) ξεκίνησε από την Σκύδρα στις 07.00, διέγραψε ένα μεγάλο τόξο στους πρόποδες του Πάϊκου, με σκοπό να βαδίσει 361 362 363 μέσω των χωριών Χαζάρμπεη , Όμπαρ, Κρουσάρι και Αρμουντζού προς το Πιλορίκ . Δυτικά ο του χωριού Αρμουντζού (ώρα 13.30 περίπου) δέχθηκε πυρά από τις Τουρκικές προφυλακές. Το 9 Τάγμα Ευζώνων, που ήταν στην εμπροσθοφυλακή, ανέτρεψε τον εχθρό και τον κατεδίωξε προς την κύρια γραμμή άμυνας των Τούρκων. Χωρίς χρονοτριβή, αναπτύχθηκαν όλα τα Συντάγματα ο ο 364 ο «σε διάταξη μάχης», με τους Ευζώνους στο κέντρο, το 17 αριστερά και το 18 δεξιά . Το 18 συνάντησε ισχυρότατη αντίσταση και είχε πολλές απώλειες. Μεταξύ των τραυματιών, ο Διοικητής ου του Συντάγματος Αντισυνταγματάρχης Παναγιωτόπουλος και του 1 Τάγματος Ταγματάρχης Γκιόκας, ενώ ο λόχος Μηχανικού αποδεκατίστηκε από πυρά πολυβόλων. Οι άνδρες ακέφαλοι ου καθηλώθηκαν. Αλλά μία διμοιρία του 4 Λόχου επιτέθηκε ορμητικά και κατάφερε να τρέψει σε φυγή τους πιο πολυάριθμους Τούρκους. Στο κέντρο, οι Εύζωνοι επιτέθηκαν με ορμή, υποστηριζόμενοι από το Πυροβολικό της Μεραρχίας, ιδιαίτερα τις Πυροβολαρχίες των Λοχαγών Βερέτα και Άρτη, και κατέλαβαν μέσα σε λίγες ώρες διαδοχικές αμυντικές θέσεις του εχθρού. Η ταχύτητα της προέλασής τους ξάφνιασε τους πυροβολητές του εχθρικού Πυροβολικού, και κυριεύτηκαν μεγάλες ποσότητες υλικού και πυρομαχικών. Αλλά και οι Εύζωνοι πλήρωσαν βαρύ τίμημα σε ου νεκρούς και τραυματίες και μετά και τον θάνατο του Διοικητή του 9 Τάγματος Ταγματάρχη Γεωργούλη, ο Συνταγματάρχης διέταξε διακοπή της επίθεσης και ανασύνταξη. Πιο αριστερά, το ο 17 Σύνταγμα συνάντησε ισχυρότατη αντίσταση μπροστά από το Πιλορίκ και μέχρι τις εξήμισυ το απόγευμα δεν μπόρεσε να προχωρήσει παραπέρα. Όμως, από τις θέσεις που κατείχε, απειλούσε τους Τούρκους με κύκλωση. η η 365 Οι βραδυνές ώρες διέκοψαν την μάχη, με την 2 και 3 Μεραρχία να έχουν διαβεί τον Γραμμό ης και να είναι έτοιμες για την τελική προέλαση, ενώ τα τρία Συντάγματα της 4 Μεραρχίας και το ο ης 18 Σύνταγμα της 6 Μεραρχίας είχαν καταλάβει τμήμα της βόρειας αμυντικής τοποθεσίας και βρίσκονταν σε στενή επαφή με τον εχθρό. Οι Στρατιώτες διανυκτέρευσαν υπό συνεχή βροχή και τσουχτερό κρύο, νηστικοί και κατάκοποι. Ο αγώνας της επομένης αναμενόταν σκληρός και αποφασιστικός.

359

(Διμοιρίτης των πολυβόλων) (που είχε κυριεύσει την Τουρκική σημαία στις 10-10-1912, στη μάχη του Σαραντάπορου) 361 (Δροσερό – λεγόταν και Ασσάρ Μπέη ή Λοζάνοβο ή Ασαρμπέγοβο ή Σαρμπέγοβο) 362 (Αμπελιές) 363 (Πενταπλάτανο) 364 (Το 18ο ήταν ήδη και σε επαφή με μονάδες της 4ης Μεραρχίας) 365 Χείμαρρος που ξεκινούσε από το Πάικο και χυνόταν στο έλος των Γιαννιτσών. Σήμερα λέγεται Ασπροπόταμος. 360

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 196

Με το πρώτο φώς της ημέρας (γύρω στις 06.30) και με συνεχή βροχή, οι Έλληνες συνέχισαν την επίθεση, τώρα όμως με την αυτοπεποίθηση του μαχητή που έχει την πρωτοβουλία. Στα νότια, η η η 2 και η 3 Μεραρχία προέλασαν ορμητικά μέσα από ελώδες έδαφος και κάτω από πυκνά πυρά. Όμως τώρα είχαν στενή στήριξη από το Πυροβολικό και κινήθηκαν πιο αποφασιστικά. Ανέτρεψαν την εχθρική αντίσταση και κατέλαβαν «δια της λόγχης» τον λόφο που δεσπόζει στα δυτικά των ου ης Γιαννιτσών. Με το θυμό θηρίου που ξεψυχά, τα Τουρκικά πυρά κατά του 7 Συντάγματος της 2 Μεραρχίας ήταν καταιγιστικά, συνοδευόμενα από λυσσαλέες αντεπιθέσεις. Αλλά οι Έλληνες Στρατιώτες έμειναν ακλόνητοι στις θέσεις τους. Το Ελληνικό Πυροβολικό αντίθετα, έβαλε μετρημένα αλλά με εκπληκτική ευστοχία και η μία μετά την άλλη οι Τουρκικές Πυροβολαρχίες, κάτω από τον φόβο της καταστροφής, εγκατέλειπαν τις θέσεις τους. Μαζί έβαλαν και τα πυροβόλα της ης 4 Μεραρχίας, που επιτέθηκε τα ξημερώματα κατά των εχθρικών θέσεων στο κέντρο. Η επίθεση ήταν τόσο ορμητική, ώστε γύρω στις 07.30 πέσανε Ελληνικές οβίδες πίσω από τους στρατιώτες που είχαν ήδη καταλάβει τις πρώτες θέσεις που τώρα βομβαρδίζονταν καθυστερημένα! Κατά τις 09.00, οι Τουρκικές μονάδες στον κεντρικό και το νότιο τομέα του μετώπου δείχνανε εμφανή σημεία κλονισμού, ενώ αντίθετα τα Ελληνικά Συντάγματα προχωρούσαν ακάθεκτα. Οι Τούρκοι εγκατέλειψαν τα χαρακώματα, σχηματίζοντας φάλαγγες που υποχωρούσαν προς τα ανατολικά. ο

Στο βορρά τα πράγματα ήταν ακόμη πιο εύκολα. Οι Εύζωνοι και το 18 Σύνταγμα, αφού ξεκαθάρισαν από νωρίς κάποιες Τουρκικές απόπειρες διείσδυσης στα κενά της Ελληνικής διάταξης, ανέλαο βαν και πάλι την πρωτοβουλία. Το 9 Τάγμα Ευζώνων, με επί κεφαλής τον Αντισυνταγματάρχη Κ. ης Παπαδόπουλο, Διοικητή των δύο Ευζωνικών Ταγμάτων της 6 Μεραρχίας, επιτέθηκε ακάλυπτο κατά των Τουρκικών θέσεων με «εφ’ όπλου λόγχη», με την σημαία μπροστά και την πολεμική σάλπιγγα να σημαίνει «προχωρείτε, προχωρείτε !!!». Ο ενθουσιασμός ήταν απερίγραπτος. Και ενώ οι Τούρκοι πέσανε σε απελπισμένη άμυνα, η Πυροβολαρχία του Λοχαγού Βερέτα εντόπισε τις θέσεις του εχθρικού Πυροβολικού που ήταν ταγμένο στο Ελληνικό Νεκροταφείο των Γιαννιτσών και τις τσάκισε με «δραστικά πυρά». Σε λίγο εντοπίστηκαν ζεύγη αλόγων να πλησιάζουν το Νεκροταφείο: Οι Ομοζυγίες της εχθρικής Πυροβολαρχίας τρέχανε να ζεύξουν τα πυροβόλα για να τα σώσουν απομακρύνοντάς τα. Ο Βερέτας ρύθμισε ακαριαία τα πυρά του εναντίον των προολκαίων και η πρώτη οβίδα, με σπάνια ευστοχία, χτύπησε ένα βλητοφόρο που ανατινάχθηκε. Ο τόπος γέμισε συντρίμμια, διαμελισμένα ζώα, νεκρούς και τραυματίες Ελάτες, και όσοι επέζησαν ου σκορπίσανε πανικόβλητοι από την θυελλώδη έφοδο των Ευζώνων του 9 Τάγματος, που στις 08.45 κατέλαβαν το Νεκροταφείο, κυριεύοντας και τα τέσσερα Τουρκικά πυροβόλα. Και χωρίς να ανακόψουν την προέλασή τους, οι Εύζωνοι πήρανε και τους λόφους στα βορειοανατολικά των Γιαννιτσών, με δύο ακόμα πυροβόλα και τα βλητοφόρα τους. Εξαπολύθηκαν εναντίον τους δύο διαδοχικές αντεπιθέσεις, αλλά αυτοί, αν και κατάκοποι τις αποκρούσανε με σχετική ευκολία. 366

Αλλά την κύρια νίκη κατέκτησε η 4η Μεραρχία με μια θυελλώδη προέλαση . Στις 6.30 τα τρία Συντάγματά της ξεκίνησαν την επίθεση στηριζόμενα από το Πυροβολικό της που είχε αναπτυχθεί από το απόγευμα της προηγουμένης. Η δυσκολία ήταν μεγάλη για τον πρόσθετο λόγο ότι στο συγκεκριμένο σημείο οι επιτιθέμενοι δεν είχαν αριθμητική υπεροχή. Η επίθεση εξελίχθηκε ραγδαία με τα Συντάγματα να κερδίζουν συνεχώς έδαφος και να πλησιάζουν τα Τουρκικά χαρακώματα υπό το δραστικό πυρ του Τουρκικού Πυροβολικού από τα γύρω υψώματα, εκδιώκοντας τελικά τους Τούρκους από τις θέσεις τους με την λόγχη.

366

Αιχμή της ηρωικής επίθεσης της 4ης Μεραρχίας αποτέλεσε το 9ο Σύνταγμα Πεζικού που είχε την έδρα του στην Καλαμάτα. Λόγω της ανδραγαθίας αυτής, το 9ο Σύνταγμα Πεζικού ονομαζόταν (ως το 2005 που διαλύθηκε) τιμητικά «Γιαννιτσά». Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 197

ο

Ταυτόχρονα, το 17 Σύνταγμα κατέλαβε τις απέναντί του Τουρκικές θέσεις, απειλώντας τα Γιαννιη τσά με κύκλωση από τα βόρεια. Οι Τουρκικές θέσεις περισφίγγονταν τώρα από το νότο από την 2 η η και 3 Μεραρχία και από βορά από την 6 που είχε φτάσει στα πρώτα σπίτια. Ο Τούρκος Αρχιη στράτηγος βλέποντας την 4 να προωθείται ορμητικά στο κέντρο και καταλαβαίνοντας ότι οι δυνάμεις του έχουν κλονιστεί και κινδυνεύουν με περικύκλωση, διέταξε υποχώρηση που διεξήχθη με μεγάλη δυσκολία λόγω της συνεχούς βροχής και της λάσπης, αλλά και της συνεχούς κατάδίωξης και των βολών του Ελληνικού Πυροβολικού και σύντομα μετατράπηκε σε πανικόβλητη 367 φυγή. Ένα Τάγμα Ρεντίφ πέταξε τα όπλα του προσπαθώντας να διαφύγει προς τις γέφυρες του Αξιού, ενώ σε άλλο σημείο, ολόκληρος Λόχος με τους Αξιωματικούς του αιχμαλωτίστηκε από ο το 11 Σύνταγμα. ης

Στα Γιαννιτσά, μαζί με τους Ευζώνους, εισήλθαν και οι πρώτοι Λόχοι της 4 Μεραρχίας και ξέσπασαν άγριες οδομαχίες. Οι Τούρκοι ήταν πλέον σε πλήρη πανικό και ούτε οι εκκλήσεις αλλά ούτε και τα μαστίγια των Αξιωματικών τους είχαν αποτέλεσμα. Το Γενικό Στρατηγείο διέταξε την η 1 Μεραρχία να καταδιώξει και να διαλύσει τον εχθρό, όμως αυτό δεν έγινε καθώς, λόγω της γρήγορης προέλασης, οι μονάδες είχαν μπερδευτεί μεταξύ τους μέσα στην πόλη των Γιαννιτσών και έτσι χάθηκε πολύτιμος χρόνος για ανασυγκρότηση. Αρκετοί Τούρκοι διέφυγαν προς Θεσσαλονίκη, αποφεύγοντας την πλήρη αιχμαλωσία. Στα Γιαννιτσά, η Τουρκική συνοικία παραδόθηκε στις φλόγες, και τα λάφυρα ήσαν άφθονα. 368 Πιάστηκαν τρεις χιλιάδες αιχμάλωτοι, 25 πυροβόλα και δύο πολεμικές σημαίες. Μόνο 7.000 369 αξιόμαχοι Τούρκοι Στρατιώτες διασώθηκαν περνώντας τον Αξιό , υποχωρώντας προς την Θεσσαλονίκη, η υπεράσπιση της οποίας είναι πλέον αδύνατη. Σχεδόν δύο χιλιάδες νεκροί και τραυματίες ήταν οι Τουρκικές απώλειες, ενώ πολλές χιλιάδες Τούρκοι λιποτάκτησαν, ιδίως έφεδροι. Οι Ελληνικές απώλειες, στην πιο φονική του πολέμου, ανήλθαν σε 10 νεκρούς και 29 τραυματίες Αξιωματικούς και 178 νεκρούς και 756 τραυματίες Οπλίτες.

367

(εφέδρων) (από τα 30) 369 Γκρεμίζοντας πίσω τους τις γέφυρες του Αξιού, πράγμα που καθυστέρησε την παραπέρα προέλαση της Στρατιάς 368

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 198

Μετά τη μάχη, ο Επιτελικός Αξιωματικός Μανουήλ Ρακτιβάν έγραψε προς την Πηνελόπη Δέλτα: ή «20 Οκτωβρίου. Γιαννιτσά. Είναι η μέρα που πήραμε τη Θεσσαλονίκη.» Την επομένη, γύρω στις 11.00, μπήκε στα Γιαννιτσά και ο Αρχιστράτηγος Κωνσταντίνος. Δημογέροντες της Ελληνικής Κοινότητας και πλήθος κόσμου υποδέχτηκαν τους ελευθερωτές μέσα σε ένα παραλήρημα ενθουσιασμού. Επακολούθησε νεκρώσιμη ακολουθία για τους νεκρούς στον Ιερό Ναό της Παναγίας, και μετά την ταφή ακολούθησε μεγάλη Δοξολογία με παρόντα τον ης Αρχιστράτηγο, ο οποίος στην Ημερήσια Διαταγή του της 21 Οκτωβρίου, δήλωσε: «Η νίκη των Γιαννιτσών συμπληροί την του Σαρανταπόρου και αποτελεί δια τον Ελληνικόν Στρατόν νέον τίτλον τιμής και δόξης». Ο δρόμος για τη Θεσσαλονίκη ήταν ανοιχτός. Το μόνο εμπόδιο που έστεκε πλέον εμπρός στην Ελληνική Στρατιά ήταν τα φουσκωμένα νερά του Αξιού. Oι Έλληνες ξέπλυναν το στίγμα του 1897. Αποδείχθηκαν ανώτεροι των Τούρκων σε οργάνωση, εκπαίδευση, ευφυΐα, τακτική και στρατηγική αντίληψη, και πάνω απ’ όλα σε ατομικό θάρρος και ευψυχία.

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 199

Η Μάχη των Γιαννιτσών – πρώτη μέρα – 6η Μεραρχία, 18ο Σύνταγμα (Διήγηση του Πέτρου370)

Ξημέρωσε η Παρασκευή 19 Οκτωβρίου. Το όμορφο πρωινό έγινε ωραιότερο όταν για πρώτη φορά, από τότε που ήμασταν στη Λαμία, έγινε διανομή αλληλογραφίας. Καλός οιωνός, που με γέμισε χαρά και ευθυμία. Στις 7 φύγαμε από το Βερτεκόπ, με κατεύθυνση τα Βοδενά, αγνοώντας ότι πλησίαζε η μεγάλη ώρα της μάχης. Ξάφνου, στις 11 ακριβώς, ακούσαμε από δεξιά κρότους αραιούς πυροβόλων, που πύκνωναν όσο περνούσε η ώρα. Μετά τους κανονιοβολισμούς, ακούστηκαν καθαρά «πυρά ομαδόν» Πεζικού. Όσο προχωρούσαμε, οι κρότοι γίνονταν πυκνότεροι. Είχε ήδη αρχίσει σφοδρή η επίθεση του Στρατού μας κατά των οχυρωμένων εκεί Τούρκων, οι οποίοι φαίνεται ότι είχαν αποφασίσει να υπερασπίσουν την ιερή γι’ αυτούς πόλη «πάση θυσία». Η πορεία μας επιταχύνθηκε. Πριν ακόμη μας δοθεί Διαταγή, αυθόρμητα οι Στρατιώτες άνοιξαν το βήμα τους που μερικές φορές γύριζε σε «τροχάδην». Τρέχαμε προς τον κρότο του τηλεβόλου, προς τη μάχη, προς τη νίκη. Οι Στρατιώτες ανταλλάσσανε αστεία: «Τέλος πάντων θα το καπνίσουμε κι εμείς βρε παιδιά» «Μα τι διάολο; Περίπατο θα πηγαίναμε στη Θεσσαλονίκη; Δεν θα είχε και γούστο.» «Ε, ρε, γλέντι που γίνεται εκεί κάτω! Αρχίσανε χωρίς να μας περιμένουν οι αφιλότιμοι οι δικοί μας.» Μεγάλη δυσκολία μας προξένησε η διάβαση ενός μικρού ποταμού. Τουλάχιστον μια ώρα μας έφαγε αυτό το πέρασμα. Επί τέλους, άλλοι μέσα στα νερά, άλλοι με σανίδες, άλλος καβάλα στους άλλους, το περάσαμε. Εκείνοι που πέρασαν πρώτοι βαδίζανε γρήγορα, οι επόμενοι αναγκάζονταν να τρέξουν και οι τελευταίοι τρέχανε και δεν μας φτάνανε. Η πορεία γινόταν σε ρυθμό «τροχάδην». Ανεβήκαμε μια μικρή πλαγιά και φτάσαμε στην κορυφογραμμή. Εκεί ήταν 370

Η περιγραφή που ακολουθεί είναι παρμένη αυτολεξεί από το βιβλίο του Πέτρου Βρυζάκη, με μόνη αλλαγή την απόδοσή της σε γλώσσα δημοτική. Αρχικά είχα σκεφθεί να παραθέσω το πολύ δυνατό αυτό απόσπασμα ως είχε, αλλά ήταν πολύ μεγάλο και γραμμένο στην καθαρεύουσα. Θα δυσκόλευε πολλούς, ιδίως τους νεώτερους. Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 200

συγκεντρωμένο το Επιτελείο της Μεραρχίας μας, έφιπποι όλο, φορώντας όχι τα χακί χιτώνια ασκήσεων, αλλά τα επίσημα λευκά! Σταματήσαμε ακριβώς στις δύο. Πιο πέρα, πίσω από ένα χαμηλό ύψωμα, γινόταν μάχη. Το πυρ σφοδρό. Οι σφαίρες σφυρίζανε γύρω μας. Οι Στρατιώτες διατάχτηκαν «πρηνηδόν». Οι Αξιωματικοί όρθιοι. Περιμέναμε για κάμποση ώρα την Διαταγή της προχώρησης. Μία σφαίρα χτύπησε την αρβύλα του Στρατιώτη Ευθυμίου της Διμοιρίας μου, αλλά δεν την πέρασε. Είθε να ήσαν όλες σαν αυτή. Οι Στρατιώτες περιμένανε ήρεμοι. Η τοποθεσία ήταν πανέμορφη. Δεξιά μας φαινόταν όλη η πεδιάδα, καταπράσινη. Στις τρεις ακριβώς ακούστηκε η φωνή του Μέραρχου, του κυρίου Μηλιώτη: «Κύριε Παναγιωτόπουλε, το Τάγμα σας εμπρός!» Ακολούθησαν αλλεπάλληλες Διαταγές: «Ο τέταρτος Λόχος, εμπρός μαρς» Οι γραμμές του Τάγματος κινήθηκαν προς τα εμπρός. Αναπτυχθήκαμε σε «τάξη μάχης». Είχα τη Διμοιρία μου μπροστά μου, συγκεντρωμένη και πειθαρχημένη. «Εμπρός παιδιά, σε μια γραμμή» Βαδίζαμε γρήγορα. Σε λίγα λεπτά φτάσαμε στην κορυφή. Μπροστά μας φάνηκε μια μεγάλη έκταση, ελαφρά κατηφορική. Ο κρότος των όπλων και των τηλεβόλων ήταν εκκωφαντικός. Το έδαφος μπροστά μας ήταν κυματοειδές, με ελαφρές πτυχές που προσφέρανε κάποια κάλυψη, και ευθεία σε απόσταση 800 ως 1.000 μέτρων, στα φρύδια μικρών υψωμάτων, ήταν οι Τούρκοι, άγνωστο πόσοι, στέλνοντας τις σφαίρες χαλάζι. Ήταν επιτιθέμενοι; Ήταν αμυνόμενοι; Δεν ξέραμε. Ήταν άραγε το άκρο δεξιό της παράταξής τους που φτάνει μέχρι τις όχθες της λίμνης των Γιαννιτσών; Το μέρος έδειχνε να είναι πρόχειρα προετοιμασμένο για άμυνα. Άρα ήταν κενό μάλλον πριν το μεσημέρι. Αλλά το ερώτημα παρέμενε: Αυτοί μπροστά μας ήταν Τούρκοι που ήρθαν από εκεί για να απειλήσουν το αριστερό της Ελληνικής παράταξης και έπεσαν πάνω στη Μεραρχία μας; Ή μάθανε ότι προελαύνει εκεί η Μεραρχία μας, απειλώντας τα δικά τους πλευρά, και έστειλαν εσπευσμένα δυνάμεις για να μας σταματήσουν και να εμποδίσουν μία η πλευροκόπηση; Δεν το έμαθα. Αλλά σίγουρα η 6 Μεραρχία, φτάνοντας εγκαίρως στο πεδίο της μάχης, άσκησε μεγάλη επίδραση στην ευτυχή έκβασή της, τόσο την πρώτη όσο και την δεύτερη μέρα. Προχωρούσαμε! Η ορατότητα ήταν εξαίρετη. Αλλά έλλειπε από τη μάχη αυτή το κυριώτερο χαρακτηριστικό των παλαιών μαχών, ο καπνός. Μόνο ο ξερός και πυκνότατος κρότος των μάουζερ και των μάνλιχερ και ο βαρύς κρότος των κανονιών. Οι σφαίρες μελίσσι γύρω μας. Αλλά προχωρούσαμε απτόητοι και γοργά. Δεν έπαυα ούτε στιγμή να παροτρύνω και να ενθαρρύνω τους Στρατιώτες μου. Οι άλλες Διμοιρίες, διοικούμενες από τον Ανθυπολοχαγό Γιαννουδάκη, τον έφεδρο Ανθυπολοχαγό Ρηγόπουλο και τον Επιλοχία Παπαλουκά, κινούνταν προς τα αριστερά. Η η δική μου, η 1 Διμοιρία, ολόισια μπροστά. Μετά από λίγο βρήκαμε μπροστά μας πυκνή γραμμή Ευζώνων «πρηνηδόν». Προσπεράσαμε και συνεχίσαμε. Δεξιά και αριστερά, πίσω από ελαφρά ανασηκώματα του εδάφους, τμήματα Ευζώνων που πυροβολούσαν. Τι περιμένανε όλοι αυτοί και 371 δεν προχωρούσαν ; Τους αφήσαμε και προχωρήσαμε. Το χαλάζι από σφαίρες πυκνότερο. Πίσω 371

(Η αλήθεια είναι ότι είχε σκοτωθεί ο Διοικητής τους Ταγματάρχης Νικόλαος Γεωργούλης, ένας εξαίρετος Αξιωματικός, τιμημένος με τον «Αργυρό Σταυρό του Σωτήρα», που χτυπήθηκε ενώ οδηγούσε έφιππος, τους Ευζώνους στην επίθεση, δίνοντας στόχο. Μετά από αυτό το περιστατικό, οι «ακέφαλοι» Εύζωνοι είχαν κλονισθεί και καθηλωθεί.) Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 201

μας ερχόταν ο Ταγματάρχης Γκιόκας. «Τι ήθελε αυτός στη γραμμή της μάχης; Δεν ήταν εδώ η θέση του …» σκεπτόμουν. Λες και αποζητούσε το θάνατο. Κατεβήκαμε τρέχοντας ένα μικρό κατήφορο. Στο χείλος ενός μικρού ρεύματος διέταξα «αλτ», για να πάρουμε ανάσα. Κοίταξα πίσω και είδα ότι δεν μας ακολούθησε κανείς. Οι άλλες Διμοιρίες ούτε που φαίνονταν … Τι γίνεται τώρα; Μας έφτασε τρέχοντας ο Ταγματάρχης φωνάζοντας: «Εύγε Βρυζάκη μου, μπράβο παιδί μου … Εμπρός … Εμπρός!!!» «Επάνω παιδιά, Εμπρός !!!» η διαταγή βγήκε μόνη της από το στόμα μου. Όλοι σε μια γραμμή ορμήσαμε προς τα πάνω. Φτάνοντας στην κορυφή ήμασταν εντελώς εκτεθειμένοι. Η Διμοιρία, 80 άνδρες περίπου, προχωρούσε «εν αραιά τάξει», αλλά το εχθρικό πυρ θέριζε. Να ο πρώτος πληγωμένος, κλονίστηκε και έπεσε, να και άλλος και άλλος. Αλλά κανείς δεν πρόσεχε πια, κανείς δεν φοβόταν. Μερικοί Στρατιώτες τρέξανε προς τους πληγωμένους. Οι υπόλοιποι προχώρησαν γοργά και σκυφτά όπου τους οδηγούσα. Φτάσαμε σε ένα φρύδι. Διέταξα «αλτ» και «πυρ» από «ορισμένο υψόμετρο». Τώρα ήταν η σειρά των μάνλιχερ να απαντήσουν στους Τούρκους, που απείχαν ακόμη 600-700 μέτρα. Οι Στρατιώτες μου, άλλοι πρηνείς και άλλοι στο γόνατο, πυροβολούσαν με λύσσα και αυτό τους έδινε περισσότερο θάρρος. Είχαμε ήδη πολλούς πληγωμένους, αλλά όλων τα βλέμματα κοιτούσαν μπροστά! Εχθρικές οβίδες σκάβανε το χώμα γύρω μας. Δίπλα ήταν πεσμένος ανάσκελα ένας νέος και όμορφος Αξιωματικός. Ένα θραύσμα οβίδας τον βρήκε στο κεφάλι. Ήταν ο Υπολοχαγός Γιάνναρος … λίγο πριν γεμάτος ζωή και ελπίδες, τώρα ξεψυχούσε … Τον γνώριζα και με λύπησε πολύ ο χαμός του. Πήρα την τσάντα, το πιστόλι και το ξίφος του, να τα παραδώσω μια μέρα στον πατέρα του … Ε, ρε μυαλό… Γύρω μου θέριζε ο Χάρος, κι εγώ σκεφτόμουν πώς θα μεταφέρω πίσω στην Αθήνα τα θλιβερά ενθύμια … «Έννοια σου, γενναίε Αξιωματικέ, θα εκδικηθούμε εμείς τον ηρωικό θάνατό σου …» Μπροστά μου ήταν δυο τρεις πληγωμένοι της Διμοιρίας μου. Άρπαξα το μάνλιχερ και τις φυσιγγιοθήκες του ενός και πυροβολούσα αδιάκοπα, με λύσσα, προς τις γραμμές των Τούρκων. Ο καημένος ο Στρατιώτης Ρήγας, μπροστά μου, βαριά πληγωμένος, με παρακάλεσε να μην πυροβολώ γιατί τον ενοχλούσε ο κρότος. Άλλαξα θέση και συνέχισα να ρίχνω. Μια οβίδα έσκασε λίγα μέτρα μπροστά μας και ένα μικρό θραύσμα πέτρας με τρύπησε στο χέρι, πάνω από τον αντίχειρα. Έτρεχε αίμα, το έγλυψα να σταματήσει, και θυμάμαι ακόμη τη γλυκιά γεύση. Άλλο θραύσμα πέτρας με χτύπησε πάνω από το γόνατο και μου μελάνιασε το πόδι. Για λίγα λεπτά, το γόνατο μούδιασε και πονούσε. Ασήμαντο τραύμα, το αναφέρω μόνο επειδή μου προξένησε μια γλυκύτατη αίσθηση … Λίγα βήματα πίσω μου, ο Ταγματάρχης Γκιόκας. Γονατιστός, εξακολουθούσε να μου λέει λόγια ενθουσιασμού και θάρρους. Ακούστηκε ένας υπόκωφος κρότος κοντά του. Γύρισα απότομα: «Χτυπήθηκες Ταγματάρχα μου;» «Ναι, παιδί μου, αλλά δεν είναι μεγάλο πράγμα …» Κοίταξα πίσω για τραυματιοφορείς, δεν φαινόταν πουθενά κανένας. Βλέποντας ότι ο Ταγματάρχης μου υπέφερε και ότι είχε χτυπηθεί άσχημα, διέταξα δυο Στρατιώτες να τον πάρουν πίσω. Τον απομάκρυναν, παίρνοντάς τον σχεδόν αγκαλιά, ενώ αυτός πατούσε το ένα πόδι κάτω. Με αποχαιρέτισε πατρικά και ήταν φανερή η λύπη του που θα άφηνε τη μάχη. Φαίνεται ότι μάταια περίμενα να φανούν πίσω μου άλλα τμήματα από τους Ευζώνους. Φώναζα με όλη μου τη δύναμη, αλλά δεν άκουγε κανείς. Είδα να έρχεται ο Λοχαγός μου, ο κ. Φραγκόπουλος, ενώ δίπλα του οι σφαίρες οργώνανε το χώμα. «Πού είναι οι άλλες Διμοιρίες μας κύριε Λοχαγέ;» Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 202

«Ούτε ξέρω … Απομακρύνθηκαν αριστερά και καθηλώθηκαν.» Το τρομερό πυρ των Τούρκων μας αποδεκάτιζε. Ο Δεκανέας Παπαδημητρίου, οι Στρατιώτες Ρήγας, Βλάχος, Κουμπούρης και άλλοι, πληγώθηκαν βαριά. Οι Στρατιώτες Στούντας, Κρίκος και Γεωργαντάς στον τόπο. Είδα ότι μάταια περίμενα βοήθεια και ότι όσο μέναμε εκεί ήταν χειρότερα. Αποφάσισα να προχωρήσω με μόνη τη Διμοιρία μου. Αλλά πού να πάω με 50 Στρατιώτες μόνο; Ούτε ήξερα πόσοι ήταν οι Τούρκοι … Μέσα στο μυαλό μου φούντωσε ξαφνικά η λύσσα, καθώς θυμήθηκα το άτιμο το 1897, τη λύσσα των Τούρκων, τις ατυχίες μας, τις ταπεινώσεις μας. Όχι δεν θα μας νικούσαν ποτέ ξανά! Το πάθος για εκδίκηση με κυρίευσε, με έπνιξε η οργή για τον τραυματισμό του γενναίου Ταγματάρχη μας. «Παύσατε πυρ. Προσέχετε παιδιά, θα προχωρήσουμε να πάρουμε την άλλη κορυφογραμμή. Εμπρός … Μαρς!!!» Ρίχτηκα μπροστά και η Διμοιρία ακολούθησε. Μερικοί διστάζανε, τους παρότρυνα και ξεκίνησαν και αυτοί. Μερικοί όμως μείνανε με τους πληγωμένους. Τους άφησα, γιατί δεν είχα τον καιρό να τους εξαναγκάσω. Μέσα στο χαλάζι των σφαιρών οι Στρατιώτες με ακολουθούσαν γενναίοι προς το θάνατο. Μερικοί πέσανε, οι άλλοι, κάτω από τις συνεχείς παροτρύνσεις μου, προχωρούσαν τρέχοντας. Το εχθρικό πυρ άρχισε ν’ αραιώνει. Αιφνιδιασμένοι από την ορμή μας, οι Τούρκοι, αντί να μείνουν και να μας ξεμπερδέψουν όλους, φοβήθηκαν και άφησαν τις θέσεις τους. Δεν άντεξαν στην τρομερή όψη της ξιφολόγχης. Διέταξα «αλτ στο επόμενο φρύδι και πυρ ταχύ!». Μεθυσμένοι από τη μάχη και ενθουσιασμένοι, οι Στρατιώτες μου σημάδευαν ψύχραιμα και πυροβολούσαν. Από την πλευρά των Τούρκων ανταποδίδονταν τα πυρά μας. Ο Στρατιώτης Κωσταρρίζος, καλυμμένος πίσω από μια μεγάλη πέτρα, σηκωνόταν και πανηγύριζε κάθε φορά που πυροβολούσε: «Κύριε Υπολοχαγέ … τον πέτυχα τον κερατά … έπεσε !!!» «Πέσε κάτω διάολε, μην βγαίνεις από την πέτρα …» «Εσείς πώς δεν πέφτετε κάτω κύριε Υπολοχαγέ; Είστε πιο σοφός από εμένα; Εκείνους που πέφτουν κάτω βρίσκουν οι σφαίρες …» Δεν απάντησα, μπορεί να είχε και δίκιο … Το δεύτερο αυτό «άλμα» που κάναμε, με έκανε ανυπόμονο. Γύρισα πίσω να δω, ακόμη δεν φαινόταν κανένα άλλο τμήμα. Έστειλα πίσω τον πιο γενναίο της Διμοιρίας μου, τον Νικολαΐδη, να φέρει ενισχύσεις. Γύρισε πίσω άπραγος. «Παιδιά … βλέπετε ότι όσο περνάει η ώρα, όσο προχωράμε, τόσο πιο λίγες σφαίρες έρχονται … Προσέχετε … Εμπρός … Μάααρς!!!» Σαν να περίμεναν το σύνθημα, οι Στρατιώτες τρέξανε πίσω μου προς το επόμενο κοίλωμα του εδάφους. Η γη ήταν σπαρμένη από σώματα Τούρκων που είχαν πέσει από τις σφαίρες μας. Τι μέθη! Τι ικανοποίηση! Τι ενθουσιασμός! Ήμουν εκτός εαυτού. Λίγα βήματα μπροστά μας, προσπαθούσε να διαφύγει ένας Τούρκος Αξιωματικός. Οι πρώτοι Στρατιώτες τον πυροβόλησαν, πυροβόλησα κι εγώ με το περίστροφο, και έπεσε νεκρός. Έτρεξα και του πήρα τα κυάλια, τη σφυρίχτρα και το περίστροφο. Οι Τούρκοι τρέπονταν σε φυγή, καταδιωκόμενοι και πυροβολούμενοι από τους Στρατιώτες μου, και πέφτανε νεκροί ο ένας μετά τον άλλο. Δρασκελίζαμε πλήθος πτωμάτων. Πιάσαμε την επόμενη κορυφογραμμή. Τώρα η αντίσταση ήταν ασθενέστερη. Το αραιό εχθρικό πυρ μας έδωσε καινούργιο θάρρος. Σο μεταξύ ήρθαν επί τέλους και Στρατιώτες από τις άλλες Διμοιρίες. Ήρθε και ο Επιλοχίας του Λόχου, με 3-4 Στρατιώτες από τη Διμοιρία του. «Οι άλλοι έμειναν πίσω» μου είπε … Ας είναι … Δεν με κρατούσε πλέον τίποτε. Οι άνδρες δεν θέλανε άλλο παρά να προχωρούν. «Εμπρός παιδιά! Μη μείνει κανένας!!!» Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 203

Η Διμοιρία προχωρούσε πλέον εντελώς ακάλυπτη. Τρέπονταν σε φυγή και οι τελευταίοι Τούρκοι, οι πιο γενναίοι. Τους καταδιώκαμε από κοντά πυροβολώντας τους, καθώς πέφτανε ο ένας πάνω στον άλλο από τη σύγχυση. Το έδαφος ήταν κατηφορικό και κατέληγε σε ρέμα γεμάτο πλατάνια, που έφτανε μέχρι την πόλη των Γιαννιτσών, που την αντικρύσαμε γεμάτοι αγαλλίαση … Δεξιά μας, πίσω από τους λόφους, μάχονταν οι άλλες Μεραρχίες, αλλά δεν μπορούσαμε να δούμε. Ακούγαμε μόνο τα πυκνά πυρά Πεζικού και Πυροβολικού, τα απαίσια κακαρίσματα των πολυβόλων. Οι πρώτοι Τούρκοι που τρέψαμε σε φυγή, που ήταν και οι περισσότεροι, έφυγαν από το ρέμα προς τα Γιαννιτσά. Οι υπόλοιποι, καμιά εκατοστή, βρήκαν κάλυψη στο ρέμα, προστατευμένοι από πυκνά πλατάνια. Μερικοί που έφυγαν τελευταίοι, σκοτώθηκαν μέχρι ενός από τα πυρά των Στρατιωτών μου. Έδωσα εντολή να καλυφθούμε σε μια μικρή κοιλότητα, ενώ ο ήλιος έδυε. Διέταξα «πυρ ταχύ» στην κατεύθυνση μίας λόχμης. Πολλοί Τούρκοι βγήκαν από την λόχμη, κάνοντας ότι παραδίνονται. Τους έκανα νόημα με τα χέρια να έρθουν μπροστά μας, αλλά δεν κινούνταν και μάλλον ετοίμαζαν τα όπλα τους. «Πυρ !!!» φώναξα και μία ομοβροντία ξάπλωσε κάτω πολλούς, οι υπόλοιποι κρύφτηκαν ξανά στη λόχμη. Άρχισε να σκοτεινιάζει. Αποφάσισα να κινηθώ με τη Διμοιρία προς το ρέμα, να τους κόψω το δρόμο προς τα πίσω. Οι Στρατιώτες μου με απέτρεψαν. Ο Νικολαΐδης μου είπε σιγανά ότι θα ήταν βέβαιος θάνατος αν κατηφορίζαμε, γιατί οι Τούρκοι ήταν κρυμμένοι κι εμείς θα ήμασταν ακάλυπτοι. Ο Νικολαΐδης με κλόνισε λίγο, γιατί ήξερα ότι δεν μιλάει από φόβο αλλά από λογική σκέψη. Αλλά δεν άκουσα. «Πρέπει να κατέβουμε κάτω … δεν πρέπει να αφήσουμε να ξεφύγουν … Εμπρός !!!» Προχώρησα μπροστά. Με ακολούθησαν μόνο 7-8 Στρατιώτες, πρώτος και καλύτερος ο Νικολαΐδης … Έπεφτε σκοτάδι και δεν έβλεπα πού είναι οι υπόλοιποι. Προχωρούσαμε προσεκτικά στο ρέμα και πλησιάσαμε σε απόσταση 30-40 μέτρων, όταν μας υποδέχτηκαν με πυκνή ομοβροντία. Ο Στρατιώτης Σκαρμούτσος χτυπήθηκε από μία σφαίρα στο στόμα. Συνειδητοποίησα πλέον ότι οδηγούσα τους Στρατιώτες μου σε μάταιο θάνατο. Διέταξα «αραίωση» και «επιστροφή στις θέσεις μας». Καθώς έπεφτε η νύχτα, φτάσανε επί τέλους και οι ενισχύσεις … Πρώτα ένας έφεδρος Αξιωματικός με μια Διμοιρία Ευζώνων και μετά περισσότερες Διμοιρίες με τους Αξιωματικούς τους. Με συγχαίρανε, μου σφίγγανε το χέρι, αλλά δεν ήθελα να τους χαριστώ: «Γιατί βρε παιδιά δεν κατεβήκατε πιο γρήγορα, να τους πάμε στα Γιαννιτσά απόψε;» «Δεν είχαμε Διαταγή, συνάδελφε …» «Γιατί βρε παιδιά; Εγώ είχα Διαταγή; Μουρλός ήμουν που πήγα μπροστά; Δεν αρκούσε το ΕΜΠΡΟΣ που μου έδωσε ο Ταγματάρχης και ο Λοχαγός μου για να προχωρώ συνεχώς;» Δεν είχαμε διαταγή σου λέει ο άλλος και νομίζει ότι τα πάντα δικαιολογούνται … Όπως έμαθα αργότερα, ο Ταγματάρχης μας, καθώς τον πήγαιναν πίσω τραυματία, φώναζε και παρώτρυνε τους Ευζώνους που ήταν πίσω μου να μας ακολουθήσουν … αλλά αυτοί δεν έκαναν ούτε βήμα … Συγκέντρωσα τους άντρες μου, δίνοντας εντολή να προετοιμάσουν καταυλισμό σε ένα σημείο λίγο ψηλότερα, και ακολούθησα έναν Αγγελιοφόρο που είπε ότι με ζήτησε ο Λοχαγός μου. Τον ακολούθησα στο μέρος που ήταν συγκεντρωμένο το Τάγμα. Ο Λοχαγός μου έσφιξε το χέρι και με συνεχάρη για την τόλμη μου, αλλά με παρατήρησε ότι με μία μόνο Διμοιρία δεν έπρεπε να προχωρήσω τόσο. Όλοι οι Αξιωματικοί ήταν εκεί και μου έδιναν συγχαρητήρια. Ήμουν γεμάτος Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 204

ενθουσιασμό και υπερηφάνεια, αλλά και πολύ κουρασμένος. Ο ιδρώτας έτρεχε ποτάμι, ήθελα να ξαπλώσω να αναπαυτώ. Ήταν η εξάντληση μετά την ένταση της μάχης. Ένοιωθα όλα τα μέλη μου κλειδωμένα. Μετά από 4 ώρες αδιάκοπης έντασης, ήρθε η αντίδραση. Η φωνή μου είχε βραχνιάσει. Αλλά, τι ώρες θαυμάσιες, αλησμόνητες, μεγάλες … Πολέμησα, περιφρόνησα το θάνατο, νίκησα! Η μόνη μου λύπη ήταν οι απώλειες που είχε η Διμοιρία μου. Πέντε νεκροί, δέκα πληγωμένοι, οι περισσότεροι σοβαρά. Αλλά υπάρχει νίκη χωρίς θυσίες; Θα σας έχω πάντα στη μνήμη μου ηρωικοί μου σύντροφοι, γενναίοι μου Στρατιώτες …

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 205

Η μάχη των Γιαννιτσών –2η Μεραρχία (Διήγηση του Λεωνίδα)

Ξεκινήσαμε στις 7 το πρωί, με σκοπό να φτάσουμε στη Μπαλίτσα. Εκεί υπήρχε ένα ξύλινο γεφύρι από όπου θα περνούσε η Μεραρχία για να φτάσει στα Γιαννιτσά. Κατά τις 8.30 ακούσαμε πυροο βολισμούς στο Καδίνοβο. Το 3 Σύνταγμα που πήγαινε μπροστά αναπτύχθηκε για μάχη και μέχρι τις 10.30 περίπου είχε διώξει τους Τούρκους. Τους πήρανε στο κυνήγι, και αυτοί δεν πρόλαβαν να ανατινάξουν το γεφύρι. Οι πρώτοι Στρατιώτες μας πέρασαν τρέχοντας για να ασφαλίσουν την απέναντι όχθη, αλλά οι Τούρκοι το είχαν ήδη επισημάνει από πριν με το Πυροβολικό τους και τους υποδέχτηκαν με βολιδοφόρα βλήματα, προκαλώντας απώλειες. Ένας φαντάρος χτυπήθηκε από βολιδοφόρο, τρία θραύσματα καρφώθηκαν στο στήθος του και ένα στο κεφάλι. Ένας δεύτερος χτυπήθηκε και έπεσε στο ποτάμι. Τα φονικά πυρά σταμάτησαν την προέλαση, καθώς οι Στρατιώτες φοβόντουσαν να προχωρήσουν, και καθώς τα τμήματα που ακολουθούσαν άρχισαν να μαζεύονται κοντά στο γεφύρι, πήγε να δημιουργηθεί μία πολύ επικίνδυνη κατάσταση. ου

Ο Διοικητής του 3 Συντάγματος, ο Συνταγματάρχης Γιαννακίτσας προσπαθούσε μάταια να δώσει θάρρος στους Στρατιώτες να προχωρήσουν και χρειάστηκε να επέμβει ο ίδιος ο Μέραρχος ο Καλλάρης, καθώς και ο Διοικητής Πυροβολικού ο Παρασκευόπουλος, που όπως λένε, φώναζε έφιππος «Μη φοβάστε … δεν σκοτώνουν οι οβίδες!» Αλλά νομίζω ότι την καλύτερη «παρότρυνση» την έδωσαν οι ίδιοι οι Τούρκοι, άθελά τους βέβαια. Καθώς έβλεπαν τόσο στρατό να μαζεύεται πίσω από το γεφύρι, αντί τα πυροβόλα τους να συνεχίσουν τον «φραγμό», χτυπώντας όσους το περνούσαν, παρασύρθηκαν από τον εύκολο στόχο και βάλανε στο σημάδι και τους άλλους που έρχονταν από πίσω. Αλλά έτσι, ήταν για τους φαντάρους μας «μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα». Προκειμένου να πεθάνουν ακίνητοι, καλύτερα να τρέχαν να περάσουν απέναντι κι ότι ήθελε ας γινόταν. Έτσι, παρά τις απώλειες, δύο Λόχοι πέρασαν απέναντι, παίρνοντας θάρρος και από το Πυροβολικό μας, που μπήκε κι αυτό στη μάχη. Με πραγματική αυτοθυσία οι Πυροβολητές τράβηξαν πάνω τους τα πυρά, σε μια μεγάλη μονομαχία Πυροβολικού. Έτσι βρήκαν την ευκαιρία και άλλα τμήματα να περάσουν απέναντι, και μέχρι να σουρουπώσει είχε περάσει σχεδόν όλη η ης Μεραρχία μας και δύο Συντάγματα της 3 . ου

Πάνω στην προέλαση χτυπήθηκε στην παλάμη ο Συνταγματάρχης Μπαΐρας, του 12 Συντάγματος ης της 3 Μεραρχίας. Το μυαλό του όμως ήταν αλλού, καθώς έτρεχε πάνω κάτω με το άλογο, ενθαρρύνοντας τους άντρες του, και ούτε που το κατάλαβε. «Κύριε Συνταγματάρχα, είσαστε πληγωμένος. Το χέρι σας στάζει αίμα» του φώναξε ο έφεδρος Ανθυπολοχαγός Παρασκευόπουλος. «Μπα … να το δέσω λοιπόν …» απάντησε αυτός, με το μυαλό του στη μάχη. Του δώσανε ένα επίδεσμο, τύλιξε το χέρι και συνέχισε να καλπάζει, μέχρι που η πληγή κρύωσε και ο πόνος έγινε δυνατός και σταμάτησε. Καθώς νύχτωνε, αραίωναν τα εχθρικά πυρά και τελικά σταμάτησαν. Διανυκτερεύσαμε πέρα από το ποτάμι κάτω από συνεχή βροχή και τσουχτερό κρύο, νηστικοί και κατάκοποι. Και από απέναντι οι Τούρκοι, που δεν είχαν λόγο να κρύβουν τις θέσεις τους, είχαν αναμμένες τεράστιες φωτιές που θα έπρεπε να μας κάνουν να ζηλεύουμε. Αλλά πώς να ζηλέψουμε την τύχη τους; Αυτοί χάνανε τη μάχη, από αύριο θα τρέχανε να κρυφτούνε. Έτσι, δεν μας ένοιαζε τίποτα, ούτε το κρύο ούτε η βροχή, καθώς όλα δείχνανε ότι εμείς νικούσαμε … Μέσα στη νύχτα αρχίσαμε να ετοιμαζόμαστε. Αξημέρωτα φάγαμε και λίγο ψωμί. Και με το πρώτο φως, η Μεραρχία μας προέλασε με ορμή. Το έδαφος ήταν ελώδες και τα εχθρικά πυρά έντονα. Αλλά τώρα είχαμε το Πυροβολικό να μας στηρίζει και δεν μας σταματούσε τίποτα. Μπροστά μας Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 206

υπήρχε ένα ύψωμα και πίσω από αυτό τα Γιαννιτσά! Οι Αξιωματικοί μας είπαν ότι σ’ αυτό το ύψωμα θα κριθεί η μάχη. «Άντε λοιπόν, αν είναι έτσι τι καθόμαστε;» Η ένταση της μάχης έκανε το αίμα να βράζει. «Εμπρός δια της λόγχης !!!» Τρέχοντας και αλαλάζοντας ανεβήκαμε στο ύψωμα, αδιαφορώντας για τα εχθρικά πυρά. Και το πήραμε με τη λόγχη, με μάχες σώμα με σώμα. Πριν προλάβουμε να ανασυγκροτηθούμε, μας χτύπησαν τα πυροβόλα τους. Χωνόμασταν μέσα στα χαρακώματα και προσευχόμασταν. Αλλά δεν κράτησε πολύ. «Τι έγινε τους τέλειωσαν οι οβίδες;» «Όχι, τώρα θα μας επιτεθεί το πεζικό τους … βαστάτε γερά παιδιά» φώναξε ο Επιλοχίας. ου

Και επιτέθηκαν με λύσσα οι Οθωμανοί. Τη μεγαλύτερη πίεση δέχτηκαν οι συνάδελφοι του 7 Συντάγματος δίπλα μας. Εμείς βρήκαμε την ευκαιρία να προχωρήσουμε προς το πίσω μέρος του υψώματος. Από εκεί βλέπαμε τα Γιαννιτσά! Δυο φορές ο Λόχος μου απέκρουσε τις αντεπιθέσεις τους. Ο χώρος μπροστά μας γέμισε πτώματα Τούρκων και τραυματίες που φώναζαν. Αλλά τώρα που βλέπαμε στο βάθος τα Γιαννιτσά, δεν υπήρχε περίπτωση να κάνουμε πίσω. Το κατάλαβαν και η οι Τούρκοι και σταμάτησαν τις επιθέσεις. Κρατήσαμε τις θέσεις μας, καθώς η 4 Μεραρχία από το η κέντρο και η 6 από τα αριστερά μπαίνανε στην πόλη. Τα Γιαννιτσά ήταν δικά μας … Για το τέλος σας έχω και ένα ανέκδοτο που κυκλοφόρησε τότε. Ο Ταχσίν, πριν τη μάχη, είχε λένε ζητήσει ενισχύσεις 5.000 άνδρες από τον Φρούραρχο της Θεσσαλονίκης. Αλλά οι Αξιωματικοί, μην πιστεύοντας ότι υπάρχει πιθανότητα να κερδηθεί η μάχη, αρνιόντουσαν να ξεκινήσουν και οι ενισχύσεις αργούσαν. Τότε ο Ταχσίν σκέφτηκε ένα κόλπο. Έστειλε ένα επείγον τηλεγράφημα με το παρακάτω μήνυμα: «Νικήσαμε τους Έλληνες, συλλάβαμε 10.000 αιχμαλώτους. Αποστείλατε φρουράν να τους παραλάβει. Καταδιώκω τον εχθρό και αδυνατώ να διαθέσω δικές μου δυνάμεις.» Το τηλεγράφημα αυτό διέλυσε κάθε δισταγμό και ξεκίνησε αμέσως ένα Σύνταγμα. Μόνο που αντί να βρει αιχμαλώτους, συνάντησε στο δρόμο τους Τούρκους που υποχωρούσαν. Και λέγεται ότι συνεπλάκησαν και μεταξύ τους, καθώς προσπαθούσαν να αναγκάσουν τους φυγάδες να σταθούν να πολεμήσουν. Αλλά το πιο ωραίο είναι ότι στο μεταξύ το τηλεγράφημα είχε διαδοθεί και ενώ εμείς βαδίζαμε προς τη Θεσσαλονίκη, εκεί κυκλοφορούσαν οι Τούρκικες εφημερίδες που έγραφαν για τη μεγάλη νίκη στα Γιαννιτσά και τους 10.000 αιχμαλώτους !!!

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 207

Η μάχη των Γιαννιτσών – δεύτερη μέρα – 6η Μεραρχία (Διήγηση του Πέτρου)

Κοιμηθήκαμε όπως όπως, στήνοντας μερικά αντίσκηνα. Τρύπωσα στο αντίσκηνο του κ. Ντόκου, αλλά δεν είχα μαζί μου ούτε μανδύα και φοβόμουν μην πλευριτωθώ. Ευτυχώς μου έδωσε μια βελέντζα ο Ανθυπολοχαγός Βαλσαμής και με έσωσε. Μέσα στο αντίσκηνο ήμασταν αρκετοί: ο Λοχαγός κ. Ντόκος, ο Λοχαγός μου, ο Λοχαγός Υπασπιστής κ. Φωκάς, ο Υπολοχαγός Περικλής 372 Γεωργόπουλος . Δειπνήσαμε με ότι είχαμε μαζί μας. Μετά, σβήσαμε το σπαρματσέτο και προσπαθήσαμε να κοιμηθούμε όπως όπως. Πόδια, κεφάλια, κοιλιές, πισινοί, ανάκατα και αδελφωμένα … Κατά τα μεσάνυχτα δυνατές βροντές και μετά καταιγίδα. Αλλά με την κούραση που είχα, σχεδόν δεν κατάλαβα τίποτα. Στον ύπνο μου έβλεπα ότι γινόταν πόλεμος ψηλά στον ουρανό … ή

Η 20 Οκτωβρίου ξημέρωσε μελαγχολικά. Δίπλα στο αντίσκηνο, ήταν τα σώματα των χθεσινών νεκρών, καλυμμένα με τους μανδύες τους και μουσκεμένα από την καταιγίδα. Θλιβερό θέαμα για ξεκίνημα ημέρας. Αλλά ξεκινούσε και με αισιοδοξία η μέρα αυτή. Όλα έδειχναν ότι η Στρατιά μας είχε απέναντί της τον κύριο όγκο της Στρατιάς του Ταχσίν Πασά. Της Στρατιάς που προστάτευε τη Θεσσαλονίκη. Και όλα έδειχναν ότι νικούσαμε. Και ότι η Μεραρχία μας έπαιζε καθοριστικό ρόλο σε αυτό, και όσο για τη Διμοιρία μου, δεν το συζητώ, παίξαμε κι εμείς τον δικό μας ρόλο. Και στην πρώτη μάχη που δώσαμε είχαμε νικήσει. Καθήκοντα Διοικητή στο Τάγμα, μετά τον τραυματισμό του κ. Γκιόκα και τον σοβαρό τραυματισμό του γενναίου και δίκαιου Συνταγματάρχη μας κ. Ευθυμίου Παναγιωτόπουλου, ανέλαβε ο Λοχαγός κ. Φωκάς. Το Τάγμα διατάχτηκε να κινηθεί «σε τάξη μάχης». Πιάσαμε μια κορυφογραμμή που 373 είχε εξαιρετική θέα προς την πόλη και από εκεί σαρώναμε με τα Μάνλιχερ και τα Σβάρτσλοζ όποιον Τούρκο Στρατιώτη ή Ιππέα φαινόταν στις παρυφές της πόλης. Είδα μια εχθρική Πυροβολαρχία να κινείται μέσα στα στενά και να πιάνει θέσεις πίσω από ένα λόφο. Σε λίγο την είδα να ανοίγει πυρ κατά των τμημάτων που ήταν πίσω μας. Την έδειξα στον κ. Φωκά και του πρότεινα να πάμε να την κυριεύσουμε, έτσι όπως ήταν απροστάτευτη, εξηγώντας ότι μπορούσαμε να φτάσουμε αθέατοι ως εκεί. «Το Τάγμα δεν ημπορεί να αποδυθή μεμονωμένον εις τοιαύτην επιχείρησιν» μου απάντησε. ο

Ύστερα από λίγη ώρα μας πλησίασε το ηρωικό 9 Ευζωνικό Τάγμα του Αντισυνταγματάρχη 374 Διονυσίου Παπαδόπουλου . Του είπα τη σκέψη μου για τα εχθρικά πυροβόλα. Και του πρότεινα να μιλήσει στον κ. Φωκά, ώστε να κινηθούν μαζί τα δύο Τάγματά μας. Αυτός δεν περίμενε κανέναν Φωκά. Είδε ότι το εγχείρημα ήταν βατό και διέταξε τους Ευζώνους του «Εμπρός προς αριστερά». Έφτασε μόνο μισή ώρα για να πάρουν οι Εύζωνοι τα τέσσερα πυροβόλα και τη δόξα από το Τάγμα μας, με πολύ μικρές απώλειες. Χωρίς να ανακόψουν την προέλασή τους, οι Εύζωνοι προχώρησαν και κατέλαβαν και τους λόφους στα βορειοανατολικά των Γιαννιτσών, και μαζί με αυτούς και άλλα δύο πυροβόλα με τα βλητοφόρα τους. Έχοντας τους Ευζώνους να καλύπτουν τώρα το αριστερό μας, το Τάγμα μας έστρεψε μέτωπο προς τα δεξιά, για να προσβάλλουμε με πυρά το δεξιό των Τούρκων. Η απόσταση ήταν μεγάλη και ο κ. 372

(Σκοτώθηκε στον Β’ Βαλκανικό Πόλεμο) (πολυβόλα) 374 (Ο οποίος ανέλαβε προσωπικά το Τάγμα όταν ο Διοικητής του Ταγματάρχης Νικόλαος Γεωργούλης σκοτώθηκε την προηγουμένη, ενώ οδηγούσε έφιππος την επίθεση) 373

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 208

Φωκάς διέταξε να κινηθούμε προς την επόμενη λοφοσειρά. Για να φτάσουμε εκεί έπρεπε να περάσουμε από το ρέμα στο οποίο κατέφυγαν χθες οι Τούρκοι που καταδιώκαμε. Τρεις από αυτούς είχαν μείνει εκεί. Τους αντιληφθήκαμε πρώτοι. Οι δύο πέσανε νεκροί από τα πυρά των Στρατιωτών μου. Ο τρίτος ετοιμαζόταν να πυροβολήσει, αλλά τον πρόλαβα. Απείχαμε σχεδόν 20 μέτρα. Τον πυροβόλησα με το περίστροφο και η σφαίρα τον βρήκε στο κεφάλι, πετώντας μακριά το καλπάκι του. Δεν είμαι σκοπευτής αλλά βοήθησε φαίνεται η τύχη. «Μπράβο … Ζήτω κύριε Υπολοχαγέ …» φώναζαν οι Στρατιώτες … «Μωρέ μ’ έσωσες Πέτρο … εμένα θα πυροβολούσε το σκυλί» μου είπε ο συνάδελφος Ρηγόπουλος, που πράγματι ήταν πιο κοντά στον Τούρκο. Το επεισόδιο έφτιαξε το κέφι των Στρατιωτών μας. Συνεχίσαμε ανεβαίνοντας προς την απέναντι πλευρά και με μεγάλες προφυλάξεις φτάσαμε στην κορυφογραμμή. Αυτή ήταν η τελευταία κορυφογραμμή πριν τα Γιαννιτσά που κατείχαν χθες οι Τούρκοι που έδιωξε η Διμοιρία μου. Υπήρχαν εκεί ακόμη μερικοί Τούρκοι, πληγωμένοι. Μόλις μας είδαν έτρεξαν να ξεφύγουν. Τους σκότωσαν όλους οι Στρατιώτες μας. Στα 30 μέτρα, είδα έναν Τούρκο Αξιωματικό, μάλλον πληγωμένο, που πετάχτηκε όρθιος προσπαθώντας να φύγει. Του φώναξα «αλτ», δεν στάθηκε. Τον πυροβολήσαμε όλοι μαζί και έπεσε νεκρός. Ζήτησα από δύο Στρατιώτες να του βγάλουν τις μπότες. Τα δικά μου άρβυλα είχαν σχεδόν διαλύσει, θα μου ήταν χρήσιμες. Αναπτύξαμε το Τάγμα στην κορυφογραμμή και αρχίσαμε να βάλουμε κατά του δεξιού των Τούρκων, οι οποίοι κλονίζονταν, αλλά βαστούσαν. Αλλά τα πυρά μας τους θέριζαν και μετά λίγη ώρα τράπηκαν σε φυγή προς την πόλη, στην κατεύθυνση της κυρίας οδού των Γιαννιτσών. Μέχρι 375 να φτάσουν εκεί, αποδεκατίζονταν από τα πυρά μας και τα πυρά των τμημάτων του κέντρου . Το ύψωμα δυτικά της πόλης, που αποτελούσε το κέντρο της εχθρικής άμυνας, κυριεύτηκε «δια ης ης της λόγχης», από Στρατιώτες της 3 και 2 Μεραρχίας. Οι Τούρκοι υποχωρούσαν σε όλο το μέτωπο και η φυγή τους μετατράπηκε σε πανικό. Εγκατέλειψαν την πόλη και σπεύσανε, άλλοι με κάποιοι τάξη, άλλοι εντελώς άτακτα, προς τον η Αξιό ποταμό, κάτω από τα συνεχή πυρά του Πυροβολικού μας. Η 1 Μεραρχία που ήταν εφεδρεία, διατάχτηκε να τους καταδιώξει. Το Τάγμα μας συντάχτηκε «κατά τετράδες» και μπήκαμε στην πόλη σαν σε παρέλαση. Η ψιλοβροχή έγινε μπόρα. Αλλά αυτό δεν εμπόδιζε τις καμπάνες να χτυπούν και τους κατοίκους, που τρεις μέρες τώρα είχαν κλειστεί στα σπίτια, να βγουν στους δρόμους αλαλάζοντας και ζητωκραυγάζοντας. Γυναίκες στα παράθυρα και κάτω στους δρόμους, βγάζανε εικόνες Αγίων και λιβανιστήρια και σταυροκοπιούνταν. Φιλούσαν τα χέρια του Φωκά και του Φραγκόπουλου που πήγαιναν μπροστά έφιπποι. Ήμουν ο επί κεφαλής πεζός Αξιωματικός, και όλοι ρίχνονταν πάνω μου με αγκαλιές και φιλιά. Τα δάκρυα χαράς ήταν συγκινητικά όσο και τραγικά. Οι άνθρωποι αυτοί, πέρασαν δυο μέρες γεμάτες αγωνία, μην ξέροντας αν θα έρθει η σωτηρία ή ο θάνατος. Ήρθε η σωτηρία και η ζωή. Κάποιοι γονατίζανε μπροστά μου, σαν να με προσκυνούσαν. «Σωτήρες μας … ελευθερωτές μας … παιδιά μας … Ζήτω ο Ελληνικός Στρατός !!!» Όλοι κλαίγαμε … αλλά ποιος μπορεί να κρατήσει τα δάκρυά του σε τέτοιες στιγμές; Είμαστε οι Στρατιώτες, οι Νικητές, οι Ελευθερωτές … που με το σπαθί μας πήραμε την ιστορική πόλη … Δόξα σε Εμάς, δόξα στο Μεγάλο Στρατηγό μας … δόξα στο Βασιλιά μας …

375

Πιθανότατα αναφέρεται σε τμήματα της 4ης Μεραρχίας. Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 209

Διασχίσαμε την πόλη που μας φαινόταν απέραντη και φτάσαμε στη Χριστιανική συνοικία που ήταν στο ψηλότερο σημείο της. Η ώρα ήταν δύο περίπου το μεσημέρι όταν «επισταθμεύσαμε» στο σχολείο και στην Εκκλησία. Οι Αξιωματικοί του Λόχου μου πήγαμε στο σπίτι του Χατζή376 Βρέττα , να στεγνώσουμε επί τέλους από την βροχή. Το βράδυ ήρθαν στο σπίτι και ο Στρατηγός Δαγκλής, ο κ. Δούσμανης, ο κ. Μεταξάς και οι άλλοι του Επιτελείου. Ο κ. Δαγκλής μας εξήγησε τη σπουδαιότητα της μάχης, το πόσο καλά ήταν οχυρωμένοι οι Τούρκοι, σε θέσεις που τις 377 χαρακτήρισε «ιδεώδεις για άμυνα ». Η συζήτηση κράτησε μέχρι αργά. Μετά ακολούθησε γενναίο φαγοπότι και τη νύχτα κοιμήθηκα στου δασκάλου κ. Σούπτση, ενθουσιασμένος από τη θερμή φιλοξενία.

376

(Μάλλον πρόκειται για τον Μιχαήλ Χατζή Βρέττα, αγωνιστή του Μακεδονικού Αγώνα) Και ήταν πράγματι ιδεώδεις για άμυνα, αν σκεφτεί κανείς ότι η Τουρκική δύναμη κατείχε θέσεις σε υψώματα, με εξαιρετικά πεδία βολής, και ότι το δεξιό στηριζόταν στο Πάικο, ενώ το αριστερό ακουμπούσε στη λίμνη, κάνοντας θεωρητικά αδύνατη κάθε υπερκέραση. 377

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 210

Η μάχη των Γιαννιτσών – 4η Μεραρχία (Διήγηση του Αριστείδη)

Μετά τη μάχη, όλοι διεκδικούσαν τη νίκη για λογαριασμό τους. Οι Εύζωνοι λέγανε ότι πήρανε τα ης Γιαννιτσά με την έφοδό τους. Οι της 6 , ότι η νίκη κερδήθηκε μόλις μπήκαν αυτοί στη μάχη, κι ότι αυτοί έκαναν τη δύσκολη δουλειά και κάνανε ήρωες τους Ευζώνους … Οι Πυροβολητές λέγανε ότι η μάχη κρίθηκε από το Πυροβολικό … Δική μου γνώμη, και δεν ακούω ότι και να μου πείτε, την η νίκη στα Γιαννιτσά την πήρε η Μεραρχία μας, η 4 , με τη θυελλώδη προέλαση των Συνταγμάτων του Μωρηά. Εμείς είχαμε τον πιο δύσκολο ρόλο, καθώς είχαμε το κέντρο του μετώπου. Στα Γιαννιτσά δεν ήταν εύκολη η πλαγιοκόπηση. Από τη μια ήταν το βουνό, από την άλλη η λίμνη. Τα η Γιαννιτσά πάρθηκαν από το κέντρο! Με το Πυροβολικό μας που τσάκιζε κόκκαλα και την 4 Μεραρχία που επιτέθηκε κατά μέτωπο. Αλλά μη φανταστείτε ότι το κάναμε χωρίς τέχνη, ότι πιλαλάγαμε σαν τρελοί ίσα πάνω στα κανόνια και τα πολυβόλα τους … Από τις 6.30 το πρωί της Παρασκευής 19 Οκτωβρίου, ήμασταν έτοιμοι για αναχώρηση. Στις 7.00 κινήσαμε, και πριν το μεσημέρι φτάσαμε στον Παλιό Μυλότοπο, που τότε λεγόταν Βούδριστα. Εκεί κάναμε στάση για ανασυγκρότηση και γύρω στις μία το μεσημέρι συνεχίσαμε ανατολικά, με ο το 8 Σύνταγμα εμπροσθοφυλακή. Βγαίνοντας από την Αξό, που τότε ήταν ένα χωριό που λεγόταν «Παλαιό», δεχθήκαμε πυρά πεζικού από τα υψώματα που ήταν δεξιά και αριστερά του δρόμου ο ο ο προς τα Γιαννιτσά. Δόθηκε η διαταγή να αναπτυχθούν για επίθεση το 9 και το 8 , με το 11 σε εφεδρεία. Νομίζαμε ότι είχαμε μπροστά μας μόνο οπισθοφυλακές που κάλυπταν την υποχώρηση των Τούρκων προς τον Αξιό. Και ξαφνιαστήκαμε όταν δεχθήκαμε οβίδες Τουρκικού Πυροβολικού. Αναπτυχθήκαμε σε «διμοιρίες κατά τετράδες» και μετά σε «ακροβολισμό». Η επίθεση ήταν ορμητική και σε μία ώρα είχαμε πάρει και τα δύο υψώματα και το Σύνταγμά μας κυρίευσε την Αξό. Αλλά τότε καταλάβαμε ότι μπροστά μας είχαμε και δεύτερη αμυντική γραμμή, πιο γερά οργανωμένη και με μεγαλύτερο βάθος. Τα Γιαννιτσά ήταν για τους Τούρκους «ιερή πόλη». Και σ’ αυτό στηριζόταν ο Ταχσίν Πασάς για να κάνει τους στρατιώτες του να πολεμήσουν φανατισμένα. Τούτη η μάχη δεν ήταν σαν αυτή που δώσαμε στα σύνορα. Ούτε και σαν τη μάχη της Πόρτας, που είχαμε τους Τούρκους από κάτω. Εδώ ήταν οχυρωμένοι καλά και αποφασισμένοι να πολεμήσουν σκληρά. Και μας είχαν κάτω από τις κάνες των όπλων και των κανονιών τους. Καθώς μας σάρωναν με πυροβόλα, πολυβόλα και μάουζερ, φτάσανε νέες διαταγές από το Επιτελείο. Θα ήταν περίπου η ώρα δύο το μεσημέρι. Ο Μέραρχός μας ο Μοσχόπουλος, έριξε στη μάχη και την εφεδρεία, το ο 11 Σύνταγμα και διέταξε να επιτεθούμε προς το Πενταπλάτανο, που τότε λεγόταν Πιλορίκ. Για να καταλάβετε το σκεπτικό του, σας λέω ότι ενώ η Αξός ήταν στα δυτικά των Γιαννιτσών, μισή ώρα 378 δρόμος , ο Πενταπλάτανος είναι στα βόρεια. Δηλαδή, σκοπός της κίνησης ήταν να απειλήσουμε έτσι τα Γιαννιτσά με κύκλωση από τα βόρεια. Και να πάρουμε και πάνω μας τα πυρά των η η Τούρκων, ώστε να περάσουν η 2 και 3 Μεραρχία που ήταν στα δεξιά, από εκείνο το καταραμένο το παλιόρεμα στη Μπαλίτσα, που για το πέρασμά του χάθηκε τόσος κόσμος … Τα σπαθιά των Αξιωματικών άστραψαν στο φως, καθώς κινούνταν δίνοντας το σύνθημα της επίθεσης, με μια κραυγή που κάλυψε όλο το μέτωπο: «Εμπρός! Εμπρός!» Ολόκληρο το Σύνταγμα όρμησε προς τα εμπρός «τροχάδην», κάτω από ισχυρά εχθρικά πυρά. Οβίδες σχίζανε τον αέρα, αλλά μας φύλαγε η Παναγία ... Οι πιο πολλές βυθίζονταν στη λάσπη χωρίς να εκραγούν … «Στείλτε τις πίσω ρε παιδιά … είναι ελαττωματικές …» φώναζαν Αξιωματικοί και Στρατιώτες και τρέχαμε όλο γέλια … ούτε σε άσκηση … Αλλά οι οβίδες δεν αστειεύονταν. Ένα θραύσμα χτύπησε 378

(2-3 χιλιόμετρα) Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 211

ένα Λοχαγό στο δεξί ώμο, καθώς παρατηρούσε τις εχθρικές θέσεις. Σαν να μην έγινε τίποτα, αυτός έσκυψε, έπιασε με το αριστερό χέρι τα κυάλια που του πέσανε και συνέχισε, καθησυχάζοντας και τους Στρατιώτες που ανησύχησαν … «Δεν είναι τίποτα παιδιά … τη δουλειά σας εσείς … Εμπρός !!!» Τα εχθρικά πυρά γίνονταν όλο και πιο έντονα. Χωρίς την υποστήριξη Πυροβολικού, θα μας αποδεκάτιζαν. Αλλά ο Μοσχόπουλος ήταν πραγματικός Στρατηγός. Αφού εξέτασε το πεδίο με τον Βουλπιώτη, το Διοικητή του Μεραρχιακού Πυροβολικού, διέταξε την ανάπτυξη δύο Πυροβολαρχιών στο ακάλυπτο πεδινό έδαφος, για να τραβήξουν επάνω τους τα πυρά και να μπορέσουμε εμείς να προχωρήσουμε … Τότε θαύμασα για μια ακόμη φορά τους Πυροβολητές. Σαν σε τελετή, οι Πυροβολαρχίες του Αξελού και του Μπάλμπη προχώρησαν «σε φάλαγγα κατ’ όχημα». Με τους Ουλαμαγούς κορδωτούς στ’ άλογά τους, με τους μπροστινούς Ελάτες να τηρούν αυστηρά την απόσταση του ενός μέτρου από το μπροστινό όχημα, τους Αρχηγούς των Πυροβόλων γόνατο με γόνατο, τους πυροβολητές καθισμένους στις έδρες των πυροβόλων και τα προόλκια, σοβαρούς και αμίλητους με την αραβίδα μάνλιχερ όρθια ανάμεσα στα πόδια … Και πιο πίσω ο Επιλοχίας με τα βλητοφόρα, και τους Δεκανείς με ύφος δέκα Στρατηγών.

Και βέβαια εντοπίστηκαν αμέσως και τράβηξαν επάνω τους τα εχθρικά πυρά. Σαν να μην τους ένοιαζε, τα οχτώ πυροβόλα των δύο Πυροβολαρχιών τάχθηκαν «προς πυροβόλησιν». Με τόση ψυχραιμία, που λένε ότι ενώ έπεφταν επάνω τους οι εχθρικές οβίδες, ο Μπάλμπης ρωτούσε τον Επιλοχία αν «έχουν άρτο οι άνδρες» … Σαν να μην υπήρχε άλλο πρόβλημα … Και όταν ο Επιλοχίας του είπε όχι, αυτός, τον μάλωσε: «Πήγαινε να βρεις την εφοδιοπομπή και να μου κανονίσεις αυτό το ζήτημα … Επ’ ουδενί τρόπω δεν επιτρέπεται να μείνουν απόψε οι άνδρες νηστικοί …» Και στη συνέχεια τακτοποίησε τα πυροβόλα αριστερά από το χωριό, ενώ δεξιά, κάτω από ένα σύδενδρο, τάχθηκαν τα πυροβόλα του Αξελού. Μια Συζυχαρχία Εφοδιασμού, χτυπήθηκε καταμεσίς από μία εχθρική οβίδα. Ένας Ελάτης χτυπήθηκε στο πόδι και έπεσε μαζί με το άλογό του. Αλλά σαν να μην συνέβη τίποτα το σπουδαίο, οι υπόλοιποι φόρτωσαν τον τραυματία σε ένα βλητοφόρο, έλυσαν το χτυπημένο άλογο, ξαναπήδησαν στις θέσεις τους και συνέχισαν προς τα κυπαρίσσια για κάλυψη. Και πάλι σαν σε γυμνάσια, αποχωρίστηκαν τα πυροβόλα από τα προόλκια και ενώ στήνονταν τα πυροβόλα ο κάθε Λοχαγός έκανε τους λεπτούς υπολογισμούς των «δεδομένων βολής». Και μετά απαθής και με τα κυάλια στα μάτια, έδινε στους Ουλαμαγούς και αυτοί στους Αρχηγούς των «στοιχείων» και αυτοί στους σκοπευτές την απόσταση, την γωνία θέσεως, την παρεκτροπή, το τύμπανο και τον Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 212

άβακα της διόπτρας. Οι σκοπευτές φώναξαν «έτοιμοι», οι πυροβολητές απομακρύνθηκαν και μείνανε μόνο οι ρυθμιστές των κλείστρων. Καθώς αυτοί πυροδοτούσαν, τα πτύα των ακτηρίδων χώνονταν στο χώμα … Και ακολουθούσε η φωνή του Λοχαγού που έδινε τις διορθώσεις: «Δεξιότερα δέκα … αριστερότερα πέντε … δια βολιδοφόρων ανά τρεις …» Είκοσι πέντε εχθρικά κανόνια, έστρεψαν τα πυρά τους στις δυο Πυροβολαρχίες. Πέντε οβίδες σκάσανε απανωτά δίπλα στη σκηνή του Μέραρχου, σκεπάζοντας με σκόνες και καπνούς το Επιτελείο. «Πάει ο Μέραρχος …» Αλλά κανείς δεν χτυπήθηκε. «Τι διάβολο … εμένα έβαλαν στο σημάδι αυτοί;» μουρμούρισε ο Μέραρχος. Αλλά γρήγορα κατάλαβε. «Εεεε!!! … εσείς … πάρτε τα άλογα από εκεί, θα μας σκοτώσετε σήμερα …» φώναξε στους Ιπποκόμους, που άμαθοι στην τέχνη του πολέμου είχαν αφήσει τα άλογα των Αξιωματικών να βόσκουν, μαρτυρώντας τη θέση στον Τούρκο Διοικητή Πυροβολικού, που μάλλον τα νόμισε για άλογα του Πυροβολικού μας … Είναι μεγάλη η τέχνη του Πυροβολικού. Θέλει γνώση, εκπαίδευση αλλά και πονηριά. Καθώς οι δικοί μας προσπαθούσαν να ρυθμίσουν τις βολές τους, οι εχθροί, έχοντας επισημάνει από πριν τις θέσεις, έβαλαν ακατάπαυστα, από θέσεις καλυμμένες … Κάποια στιγμή, τα πυρά της Πυροβολαρχίας του Αξελού άρχισαν να αραιώνουν, καθώς οι εχθρικές οβίδες πλησίαζαν επικίνδυνα. Στην αρχή έβαλαν τρία πυροβόλα, μετά δύο, μετά ένα, και τέλος σώπασε κι αυτό … Ο Μέραρχος ανησύχησε: «Πήγαινε παιδί μου να ρωτήσεις τον κύριο Αξελό, αν έπαθαν κανένα δυστύχημα …» είπε σε έναν σύνδεσμο που έφυγε αμέσως καλπάζοντας. Αλλά δεν ήταν τίποτα, ούτε είχε χτυπηθεί κανείς. Ο Λοχαγός Αξελός, κατείχε καλά την τέχνη της «μονομαχίας Πυροβολικού». Διαπιστώνοντας ότι ο εχθρός έβαλε από θέσεις που παρείχαν «κάλυψη λάμψης», έκανε τον «ψόφιο κοριό», μέχρι να πείσει τον εχθρό ότι τους είχε διαλύσει και να σταματήσει να βάλλει. Την ίδια στιγμή, η Πυροβολαρχία του Μπάλμπη δυνάμωσε τα πυρά της, σε μία συγκινητική επίδειξη αλληλεγγύης, τραβώντας αυτή τα πυρά. Και μετά από λίγο, έχοντας εντοπίσει ο Αξελός τα εχθρικά πυροβόλα, ρύθμισε τη σκόπευσή του από τα 4.000 μέτρα και ξαναμπήκε ορμητικά στη μάχη. Καθώς προχωρούσαμε, ακούγαμε με αγωνία τις πρώτες βολές των κανονιών μας, τις «κανονιστικές». Και μόλις εντοπίστηκαν οι θέσεις των εχθρών, φωτιά και μέταλλο τσάκισαν τα Τούρκικα κανόνια, σκορπίζοντας ενθουσιασμό. «Άκου κυρ Ανθυπολοχαγέ πώς βροντάνε τα κανόνια μας … θα τους συγυρίσουν τώρα τους κερατάδες …» «Είναι “πυρ ταχύ” … τους εντόπισαν … θα τους διαλύσουν με τις οβίδες τις βολιδοφόρες …» Και μετά από λίγο, καθώς οι εκρήξεις στις εχθρικές θέσεις άρχισαν να μετατοπίζονται: «Άρχισε “βολή προοδευτική”! Τους πήραμε στο κυνήγι … τα μαζεύουν και φεύγουν …». Ήταν τόσο εύστοχα τα πυροβόλα μας, που λένε ότι μετά τη μάχη βρέθηκε ένας Τούρκος Πυροβολητής αποκεφαλισμένος από οβίδα που διέτρησε το ασπίδιο του πυροβόλου του! Κι ότι ένα άλλο Τούρκικο Πυροβόλο βρέθηκε με οβίδα Ελληνική σφηνωμένη στο στόμιό του!!!

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 213

η

η

Ήρθε η ώρα να επιτεθούμε. Εμείς από αριστερά, η 2 και η 3 Μεραρχία από το κέντρο. «Εφ’ όπλου λόγχη παιδιά !!! Τώρα που υποχωρούν και το βάζουν στα πόδια … πάμε να τελειώνουμε με δαύτους …» Διασχίσαμε με «άλματα» το ακάλυπτο έδαφος, και βέβαια οι Τούρκοι δεν είχαν αφήσει τις θέσεις τους όπως φώναζα για να εμψυχώσω τα παλληκάρια μου … Οι Τούρκοι πολεμούσαν μανιασμένα και μόνο τα πυροβόλα τους είχαν αναγκαστεί να αλλάξουν θέση. Τα πολυβόλα και τα μάουζερ έκαναν μεγάλη ζημιά. Ανάμεσα σε αυτούς που χάθηκαν τη μέρα κείνη ήταν δύο ήρωες της μάχης της Πόρτας, ο Ανθυπολοχαγός Σούμπασης και ο Επιλοχίας Μωκέας, που είχε κυριεύσει την Τούρκικη σημαία. Αλλά δεν ανακόπηκε η ορμή της επίθεσής μας. Ανεβαίνοντας στο επόμενο φρύδι, πέσανε νεκροί ο Αξιωματικός των πολυβόλων Σγούρος, ο Ανθυπολοχαγός Γαλανόπουλος, από σφαίρα που τον βρήκε στο μάτι, και αρκετοί Στρατιώτες. Τραυματίστηκαν επίσης σοβαρά ο Ταγου ου ματάρχης Ηλιόπουλος του 2 Τάγματος από σφαίρα στην κοιλιά, ο Διοικητής του 10 Λόχου Μήνης που χτυπήθηκε στο κεφάλι και ο Ανθυπολοχαγός Κωστόπουλος. Αλλά μείνανε στις θέσεις τους, διώχνοντας τους τραυματιοφορείς που ήθελαν να τους πάρουν πίσω. Οι Νιζάμηδες τα χάσανε από το πείσμα μας και σε μισή ώρα είχαμε πάρει τις θέσεις τους. Δεν το έβαλαν κάτω, αντεπετέθηκαν. Αλλά εμείς αντέξαμε. Όσοι δεν πολέμησαν δεν το ξέρουν, αλλά σας λέω ότι τη στιγμή που κυριεύεις μια εχθρική θέση και μέχρι να ανασυγκροτηθείς και να οργανωθείς αμυντικά, έτσι όπως σε έχει παρασύρει η έξαψη της μάχης, την ώρα εκείνη είσαι εξαιρετικά ευάλωτος στις εχθρικές αντεπιθέσεις. Φταίει το μπέρδεμα των μονάδων στην έφοδο, αλλά φταίει και η ευμετάβλητη ψυχολογία του πολεμιστή: Κινδύνεψε, νίκησε, και εκεί που άρχισε να νοιώθει ασφαλής, ξαφνικά αισθάνεται ακόμη μεγαλύτερο τον κίνδυνο, βλέποντας ότι ο εχθρός δεν το έβαλε κάτω, αλλά αντεπιτίθεται με λύσσα … Εκεί παίζει ρόλο ο Αξιωματικός που θα οργανώσει και θα εμψυχώσει τους άντρες του, όσο γίνεται πιο γρήγορα. Μέχρι τις έξι το βράδυ αποκρούαμε τις εχθρικές αντεπιθέσεις, παλεύοντας σώμα με σώμα. Μέχρι που οι Τούρκοι παραδέχτηκαν την ήττα τους και τα παράτησαν. Σαν ηρεμήσαμε και σταμάτησε το αίμα να βράζει, αρχίσαμε να συνειδητοποιούμε τη σκληρότητα της μάχης. Μέσα σε ένα χαράκωμα, ο Στρατιώτης μου ο Αποστόλης ο Ζωντανός από την Πυλία ήταν νεκρός, αγκαλιά με έναν Τούρκο … τρυπημένοι κι οι δυο, ο ένας από τη λόγχη του άλλου … Και πιο δίπλα ο φίλος 379 μου ο Πέτρος ο Μπάκας, εθελοντής Ειρηνοφύλακας από την Καλαμάτα, με τσακισμένο το γόνατο από σφαίρα και μπροστά του δυο νεκρούς Νιζάμηδες, ο ένας χτυπημένος στο κεφάλι από σφαίρα κι ο άλλος λογχισμένος κατάκαρδα … Κι ο Αντρέας ο Κωνσταντόπουλος, φίλος μου κι αυτός από την Καλαμάτα, με ένα τρύπημα από ξιφολόγχη στο μηρό, που ευτυχώς δεν είχε πειράξει την αρτηρία, και ένα τραύμα από σφαίρα στο αριστερό χέρι. Χαμογελούσε σαν να μην 379

(Πυροσβέστης) Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 214

έτρεχε τίποτα. Τίποτα άλλο εκτός από το αίμα του δηλαδή … Περιεργαζόταν χαρούμενος το Βέλγικο αυτόματο πιστόλι ενός Τούρκου Αξιωματικού, που ήταν μπροστά του μέσα στα αίματα. Ο Τούρκος του έριξε πρώτος, τραυματίζοντάς τον, αλλά το μάνλιχερ του Αντρέα είπε την τελευταία κουβέντα. Όσο για το τρύπημα από τη λόγχη, αυτό το είχε ’κονομήσει πρωτύτερα, καθώς αποκρούαμε μια αντεπίθεση. Αυτός που του το έκανε, είχε βρει την τιμωρία του από τον «ξάδερφό» του τον Δημήτρη τον Κωνσταντόπουλο. Αυτοί οι δυο πήγαιναν παντού μαζί και πρόσεχαν ο ένας τον άλλο. Δεν ήταν πραγματικά ξαδέρφια, εμείς τους είχαμε «ξαδερφοποιήσει» λόγω συνωνυμίας. Μουσικός ο Δημήτρης, γιος εμπόρου ο Αντρέας, πολέμησαν κι αυτοί ηρωικά για την Πατρίδα. Και τώρα ο Δημήτρης, που είχε πάθος με την ξένη μουσική, τραγουδούσε στον Αντρέα το «Becky's got a job in a Musical Show» του Irving Berlin, μέχρι να έρθουν οι τραυματιοφορείς, που 380 θα μετέφεραν τους τραυματίες στο Χειρουργείο που είχε στήσει ο Επίατρος Παπαδόπουλος πίσω στη Βούδριστα. Καθώς νύχτωνε, καταυλισθήκαμε επί τόπου, βλέποντας από τα υψώματα τα άσπρα σπίτια των Γιαννιτσών. Αλλά επάνω που λέγαμε ότι τελείωσε για σήμερα η μάχη, άρχισε άλλη μάχη … με τον ουρανό. Αστραπές και βροντές σχίζανε τώρα τα σύννεφα, από τα Γιαννιτσά μέχρι τον Θερμαϊκό στο βάθος. Και ήρθε η βροχή, δυνατή και ορμητική, μέσα στο σκοτάδι … Ο Ταγματάρχης με διέταξε να πάρω ένα άλογο και να πάω στο Στρατηγείο της Μεραρχίας, στην έξοδο της Βούδριστας, για να πάρω τις Διαταγές για την επομένη. Έριξα πάνω μου βιαστικά ένα μουσαμά και κίνησα. Μετά από ώρα, εντόπισα τη μεγάλη σκηνή του Επιτελείου κάτω από ένα δέντρο με πυκνό φύλλωμα και τριγύρω της τα αντίσκηνα των Επιτελών και της συνοδείας τους. Την ώρα εκείνη, δυο στρατιώτες είχαν ανέβει πάνω στο δέντρο, αδιαφορώντας για τη βροχή, να στήσουν τον Οπτικό Τηλέγραφο, να είναι έτοιμος για την αυριανή. Τους πήρε ώρα να ανεβάσουν κομμάτι κομμάτι τη συσκευή, αλλά μετά άρχισαν τα σήματα μέσα στη νύχτα, ψάχνοντας να μάθουν πού η είναι και πώς είναι η 2 Μεραρχία. Έξω από τη σκηνή, γνώρισα τον Φαληρέα, τον Ιπποκόμο του Ίλαρχου του Μάνου. Με γνώρισε κι αυτός. «Αχ, δεν μ’ ακούει, θα το φάει το κεφάλι του … όπου ακούμε μάχη τρέχουμε πρώτοι … παρά λίγο να μας χάσετε σήμερα …» «Τι έγινε; Χτυπήθηκε ο Ίλαρχος;» ρώτησα, καθώς αυτόν τον έβλεπα γερό και ο πληθυντικός μάλλον δεν τον αφορούσε … «Όχι έδωσε ο Θεός και η σφαίρα τον πήρε ξώπετσα … στο κεφάλι …» «Στο κεφάλι; Πού βρε παιδί μου; Πώς;» «Να, εκεί που μάχονταν τα πεζικά, πήρε την Ίλη και τράβηξε στη φωτιά … Λες κι ήταν δική μας δουλειά αυτή … Κι εκεί που στεκόταν όρθιος πάνω στ’ άλογο, φσσσιτ … μια σφαίρα στο κεφάλι … Πώς δεν τον τρύπησε; Αντί να μπει μέσα, γλύστρησε ψηλά … Αυτός ήθελε να μείνει στη μάχη, μα το πρόσωπό του ήταν μέσα στα αίματα … ράγισε η καρδιά μου σαν τον είδα …» Ο Λοχαγός ο Μομφεράτος που με το ένα αυτί άκουγε τους τηλεγραφητές που ήταν πάνω στο δέντρο και με το άλλο αυτί άκουγε το Φαληρέα, δεν άντεξε …

380

Ο Σπυρίδων Παπαδόπουλος, Αρχίατρος ήδη, αποστρατεύτηκε μετά από αίτησή του στις 6 Ιουλίου 1911, ανακλήθηκε όμως, κατά τους Πολέμους 1912-1913 και ανέλαβε την διεύθυνση της Υγειονομικής Υπηρεσίας της νεοσύστατης 4ης Μεραρχίας και αργότερα των στρατιωτικών νοσοκομείων διακομιδής στην Φιλιππιάδα και μετά στην Καστοριά, στη συνέχεια δε του Επίτακτου Νοσοκομείου Αθηνών (Μέγαρο Αρσακείου Εκπαιδευτηρίου), το οποίο διηύθυνε και μετά την λήξη του Δεύτερου Βαλκανικού Πολέμου. Για τις υπηρεσίες του κατά τους δυο Πολέμους προήχθη κατ’ εκλογή σε έφεδρο Γενικό Αρχίατρο, στις 24 Μαρτίου 1914. Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 215

«Ελάτε μωρέ, μην το κάνετε θέμα … η σφαίρα του έφτιαξε την τέλεια χωρίστρα στα μαλλιά του … Δεν έπαθε τίποτα … Μέσα στη σκηνή είναι τώρα, να την δείξει και στο Μέραρχο …» Και κείνη την ώρα έβγαινε από τη σκηνή ο Μάνος, με το κεφάλι τυλιγμένο με ένα μαύρο μαντήλι σαν σαρίκι και με το γνωστό του χαμόγελο … «Μην το κάνετε θέμα, δεν είναι τίποτα … τίποτα δεν έπαθα … Φαληρέα! Ετοιμάσου φεύγουμε!» Τέτοιους Αξιωματικούς είχαμε … παλληκαράδες … Σαν πήγαιναν αυτοί μπροστά, ποιος φαντάρος να μείνει πίσω. Τα βλέπαμε κι εμείς οι νεώτεροι Αξιωματικοί και μαθαίναμε ποια είναι η αληθινή τέχνη της Διοίκησης … Είτε είσαι στον πόλεμο είτε στην ειρήνη, άμα ο αρχηγός πάει μπροστά δεν μένει κανείς πίσω. Ο φαντάρος την ώρα της μάχης δεν πάει μπροστά για την Πατρίδα. Πάει μπροστά γιατί ντρέπεται αυτούς που πάνε μπροστά του. Κι αν αυτοί πάνε στο θάνατο, πάει κι αυτός από κοντά … Από φιλότιμο … Κάποιος με είχε ρωτήσει τότε αν οι ήρωες γεννιούνται ή γίνονται. Μάλλον το δεύτερο. Αλλά και αν γεννιούνται, οι ίδιοι δεν το ξέρουν. Το σίγουρο είναι ότι ήρωας δεν γίνεται αυτός που δεν φοβάται. Αλλά αυτός που πολεμάει τον φόβο του. Αλλά θα σας πω κι ένα άλλο μυστικό του πολέμου. Εμείς οι Έλληνες δεν πολεμάμε για να πεθάνουμε ηρωικά. Ούτε για να σκοτώσουμε. Πολεμάμε για να νικήσουμε. Δεν φοβόμαστε το θάνατο, αλλά ο σκοπός μας είναι η ΝΙΚΗ. Και γι’ αυτό δεν πάμε περπατώντας σαν τα πρόβατα στα κανόνια και τις σφαίρες. Ορμάμε τρέχοντας, σαν τους λύκους, τρομάζοντας τον εχθρό με την αποκοτιά μας. Που δεν είναι αποκοτιά, είναι γνώση ότι έτσι είναι πιο δύσκολο να σε βάλει στο σημάδι. Και πάμε κι από τα πλάγια, με κινήσεις κυκλωτικές που αυξάνουν τον πανικό του εχθρού. Που το βάζει στα πόδια για να μην κυκλωθεί. Και σαν υποχωρούν, δεν τους βαράμε, αλλά τους αφήνουμε να τρέξουν να σωθούν. Να σπείρουν τον φόβο και τον πανικό και στους πιο πίσω. Αυτό είναι μεγαλοψυχία αλλά είναι και σοφία. Αν κυκλώσεις την τίγρη, και δεν έχει που να φύγει, θα πολεμήσει λυσσασμένα. Άστηνε να φύγει τρομαγμένη. Κι αν ο εχθρός παραδοθεί, του φέρεσαι με αξιοπρέπεια και με συμπόνια. Για να ξέρουν οι εχθροί ότι τους συμφέρει να παραδίνονται, αντί να πολεμάνε ως τον τελευταίο. Όσο πιο πολλούς εχθρούς σκοτώσεις, τόσο περισσότερους μάρτυρες θα δημιουργήσεις, τόσο περισσότερο μίσος και πάθος για εκδίκηση θα έχουν οι επόμενες γενιές. Ενώ, αν τους χαρίσεις τη ζωή, μέχρι να πεθάνουν από γερατειά θα ξέρουν ότι ήσουνα καλύτερος πολεμιστής από αυτούς. Και δε θα έχουν λόγο ή θάρρος να σε πολεμήσουν ξανά. Αυτά τα διδαχτήκαμε από τα αρχαία χρόνια. Και τα έχουμε στο αίμα μας … Αυτά σκεφτόμουνα και τότε, μέσα στη νύχτα, μέχρι που μια φωνή διέκοψε τις σκέψεις μου: «Για όνομα του Θεού … αιμορραγώ !!! Δεν υπάρχει ένας Χριστιανός να μου πει πού είναι το Χειρουργείο; Έφτασα ως εδώ με ένα πόδι … πεθαίνω από τον πόνο … η πληγή μου τρέχει … Θα πεθάνω τώρα που έφτασα ως εδώ;» Ήταν ένας φαντάρος τραυματίας, που ερχόταν με το μάνλιχερ για πατερίτσα. Ο Λοχίας ο Μελάς του έδωσε το παγούρι του να πιει … «Ησύχασε παιδί μου … να, πάρε … πιες λίγο νερό …» «Αχ ο Θεός να σου δίνει καλό κυρ Λοχία … Έχω ο άμοιρος τρία παιδάκια … και τούτο θραύσμα μου τσάκισε το καλάμι …» «Πώς έφτασες ως εδώ;» «Έκανα το μάνλιχερ δεκανίκι …» «Καλά, και δεν είχε τραυματιοφορείς, νοσοκόμους;» «Δεν φάνηκαν πουθενά, άνοιξε η γης και τους κατάπιε … Κιότεψαν ούλοι …» Και με την απαισιοδοξία του πληγωμένου, συνέχισε … «Να δεις που θα την χάσουμε τη μάχη … Δεν παίρνονται τα Γιαννιτσά …»

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 216

Ένας Αξιωματικός του Επιτελείου διέταξε δυο Στρατιώτες να σηκώσουν τον τραυματία στα χέρια και να τον πάνε στο Χειρουργείο, πίσω στο χωριό. Και έστειλε τον Μελά με μερικούς ακόμη να πάνε να ψάξουν για άλλους τραυματίες … Πήγα κι εγώ μαζί, έχοντας το φάκελο με τις Διαταγές για το Τάγμα. Περάσαμε δυο λόφους και στον τρίτο βρήκαμε τις διπλοσκοπιές μας. Και πιο πέρα, σε παράταξη, τα πυροβόλα τεσσάρων Μεραρχιών, μαζεμένα όλα μαζί, έτοιμα για το αυριανό πανηγύρι … Καθώς προχωρούσαμε, ακούσαμε κουβέντες μέσα στη νύχτα. Πρέπει να ήταν κάποιος Λοχίας που συζήταγε με ένα σκοπό: «Όχι μη λύσεις κουβέρτα … τι θα κάνεις αν τύχει τίποτα;» «Δεν αντέχω κυρ Λοχία … ξύλιασα … Τα πόδια μου είναι σε αυλάκι … έχω μουσκέψει ολόκληρος … Τα χέρια μου δεν το βαστάνε πια το μάνλιχερ …» «Υπομονή να κάνεις. Και να δοξάζεις το Θεό που ζεις κι απόψε … Για σκέψου τον Παναγιώτη … έφυγε με “άδεια επ’ αόριστον” … με μια σφαίρα στο κούτελο … να, εδώ πιο πέρα είναι και δεν κρυώνει πια …» «Δεν αντέχω κυρ Λοχία … πάγωσα … τρέμω …» «Ο καλύτερος άντρας της Διμοιρίας ήτανε … πώς τον λέγανε μωρέ; Πούθε ήταν; Από του Λεύκα δεν ήταν;» «Δεν θυμούμαι κυρ Λοχία …» «Το ’λεγε η περδικούλα του … τον θυμάσαι πώς ερχόταν δίπλα μου; Ούτε μια στιγμή δεν έσκυψε … Το πρωί, εκεί που είχαμε σταθεί στις καλαμποκιές, είχε έρθει κοντά μου με μια χούφτα μύγδαλα … Δεν ήθελα να πάρω και μου είπε ”Σας περικαλώ κυρ Λοχία … έχω κι άλλα, τα φυλάω από τη Βέροια”. Κι αυτός τώρα δεν υπάρχει, κατάλαβες; Κι εσύ μου κλαίγεσαι γιατί βράχηκες λιγάκι …» «Δεν μπορώ κυρ Λοχία … αν μπορούσα …» «Γιατί δεν μπορείς; Ο Τούρκος απέναντι πώς μπορεί; Αυτός δεν έχει μάνα; Εσύ έχεις και μανδύα και κάλτσες και παπούτσια … αυτός είναι ξυπόλητος κι η βροχή τον δέρνει όσο και σένα … ‘Έλα … ακούμπα την πλάτη σου στη δικιά μου να ζεσταθούμε … Από την πλάτη μπαίνει το κρύο, τα χέρια και τα πόδια μην τα φοβάσαι … και μην τραβάς όλο το αντίσκηνο διάολε …» Τους κόψαμε για να ρωτήσουμε πού είναι οι τραυματίες. «Εκεί πιο κάτω, καθώς κατεβαίνεις, καμιά τρακοσαριά βήματα δεξιά …» Δεν βλέπαμε τίποτα μέσα στη νύχτα. Τους βρήκαμε από τα βογγητά … Καθώς τους είπαμε ότι θα πάρουμε μαζί μας στο Χειρουργείο μόνο όσους ήταν σε θέση να περπατήσουν λες κι έγινε θαύμα! Η Ανάσταση των Λαζάρων … Ποιος τολμούσε να μείνει εκεί μέσα στη νύχτα; Προτιμούσαν να ξεψυχήσουν στο δρόμο, με την ελπίδα σωτηρίας, παρά να παγώσουν και να σαπίσουν εκεί πέρα. Ένας μόνο δεν μπορούσε να σηκωθεί. Τον βάλαμε πάνω σε κάτι θάμνους για να μην είναι στα νερά και τις λάσπες, και τον σκεπάσαμε με ένα αντίσκηνο, ελπίζοντας ότι θα αντέξει ως το άλλο πρωί. Του αφήσαμε κι ένα παγούρι με τσίπουρο και υποσχεθήκαμε ότι θα ψάξουμε για τραυματιοφορείς. Οι υπόλοιποι πήραν το δρόμο για την Βούδριστα με το Μελά κα τους άλλους φαντάρους, κι εγώ συνέχισα για να βρω το Τάγμα μου. Καθώς ξεκινούσαν, είδα να πέφτει ένας και μετά άλλος ένας … Φαίνεται ότι το ξανασκέφτηκαν, μέτρησαν τις δυνάμεις τους και προτίμησαν θάμνους, αντίσκηνο και τσίπουρο … Τ’ άλλο πρωί, Σάββατο 20 του Οκτώβρη, όλο το Σύνταγμα ήταν έτοιμο πριν ξημερώσει.

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 217

Η Διαταγή του Μεράρχου ήταν να επιτεθούν ταυτόχρονα και τα τρία Συντάγματα της Μεραρχίας. Μόνο το Μηχανικό είχε μείνει πίσω για εφεδρεία … Το Πυροβολικό ήταν κι αυτό έτοιμο στις θέσεις του και ξεκίνησε να βάλλει με το που κινήσαμε, θάταν ή ώρα περίπου 6.30. Μπροστά ο ο ο πήγαινε σήμερα το Σύνταγμά μας, το 9 και δεξιά κι αριστερά μας, το 8 και το 11 . Καθώς προχωρούσαμε άρχισαν να μας χτυπάνε με τα πυροβόλα τους. Αλλά αυτό, αντί να κόψει την ορμή μας, την έκανε μεγαλύτερη. «Εμπρός παιδιά! Με άλματα και μετά τροχάδην! … Δε θα τους δώσουμε καιρό να μας χτυπάνε !!!» Τι κι αν απέναντί μας, στα χαρακώματα, ήταν χιλιάδες οι Τούρκοι … Ορμήσαμε και τους ξετρυπώναμε με τη λόγχη. Κι από αριστερά η μας ορμούσε η 6 Μεραρχία και δεξιά μας η η η 2 και η 3 . Ήταν τόση η ορμή μας, που αιφνιδιάσαμε και αυτό ακόμη το Πυροβολικό μας. Σε μία ώρα είχαμε πάρει τα εχθρικά χαρακώματα και το Πυροβολικό έριχνε από πίσω μας, σαν να μην είχαμε ακόμη ξεκινήσει. Απασχολημένοι με το Τούρκικο Πυροβολικό, δεν κατάλαβαν ότι εμείς είχαμε προχωρήσει! Ευτυχώς κατάλαβαν γρήγορα το λάθος, καθώς είδαν να κουνάμε τη σημαία του Συντάγματος από το ύψωμα, και σταμάτησαν πριν μας προκαλέσουν απώλειες … Συνεχίσαμε τις επιθέσεις μας με την ίδια ορμή, παίρνοντας το ένα χαράκωμα μετά το άλλο. Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 218

Στριμωγμένοι απ’ όλες τις πλευρές, οι Τούρκοι άρχισαν να φεύγουν από τα Γιαννιτσά. Άλλοι με ο τάξη, άλλοι πετώντας τα όπλα τους. Το 9 τους πήρε στο κατόπι και ο Λόχος μου ήταν από τους πρώτους που μπήκαν στην πόλη. Θα ήταν η ώρα σχεδόν 11. Σαν μας έβλεπαν οι Τούρκοι μπροστά τους, πέταγαν τα όπλα και σήκωναν τα χέρια ψηλά. Αλλά υπήρχαν κι άλλοι που θέλανε να πολεμήσουν. Δώσαμε σκληρές μάχες με δαύτους μέσα στην Τούρκικη συνοικία. Κρυβόντουσαν σε σπίτια και πυροβολούσαν από τα παράθυρα. Αναγκαστήκαμε να βάλουμε φωτιά σε κάμποσα σπίτια για να τους ξετρυπώσουμε. Κάποιοι μένανε μέσα και καίγονταν. Οι πιο πολλοί όμως φεύγανε πανικόβλητοι, σαν είδαν ότι δεν αστειευόμαστε. Από ένα σπίτι βγήκανε 5-6 Στρατιώτες που θέλανε να παραδοθούν. Ένας Τούρκος Αξιωματικός τους βαρούσε με το μαστίγιο βρίζοντας. Σαν τον είδε ο Δεκανέας Δημήτρης Ζαφειρίου, δεν βαστήχτηκε … Όρμησε κατά πάνω του και τον κάρφωσε στο αριστερό πλευρό. Όχι με την λόγχη, το μάνλιχερ το είχε κρεμασμένο, αλλά με το μαχαίρι του. Ένα μαχαίρι χειροποίητο, που το είχε πάντα στη ζώνη και κάθε τόσο το ακόνιζε με ένα κομμάτι πέτρα, που φύλαγε στο σακίδιό του. Το μαχαίρι είχε χαραγμένα στη λαβή του τα γράμματα Ε… Σ… Γ … Τα αρχικά της αγαπημένης του γυναίκας Ευτέρπης, της κόρης του Σοφίας και του γιου του Γιώργου ... Το μαχαίρι βυθίστηκε ως τη λαβή, φτάνοντας ίσια στην καρδιά. Ο Τούρκος σωριάστηκε κάτω σαν τσουβάλι … Σαν το είδαν αυτό οι Τούρκοι Στρατιώτες, πέσανε στα γόνατα, φοβόντουσαν μην σφάξουμε κι αυτούς. Πώς να μη φοβηθούν οι φουκαράδες οι Νιζάμηδες … Ο Ζαφειρίου δεν χαριζόταν με το μαχαίρι. Ήταν τόσο κοφτερό, που θα τρόμαζε και μαχαιροβγάλτη … Μ’ αυτό έκοβε ψωμί αλλά και μ’ αυτό ξυριζόταν! Κι όταν ήθελε να μου δείξει πόσο έκοβε, χάραζε μ’ αυτό το νύχι του! Δεν είχα ξαναδεί τέτοιο πράγμα στη ζωή μου ... Ο Μάνος με τους Ιππείς του ήταν κι αυτός εκεί. Σιγά μην έλειπε … Με το μαύρο το «σαρίκι» του αντί για πηλίκιο, έδειχνε πιο τρομερός ακόμη … Μέσα σε λίγες ώρες, η μάχη είχε τελειώσει. Όσοι ου Τούρκοι δεν μπόρεσαν να διαφύγουν, πιάνονταν αιχμάλωτοι. Μια Διμοιρία του 11 αιχμαλώτισε έναν ολόκληρο Λόχο, μαζί με τους Αξιωματικούς. Κι εμείς είχαμε μαζέψει σχεδόν 140 αιχμαλώτους. Αρχίσαμε να νοιώθουμε κορεσμό από τις μάχες και το αίμα. Οι Στρατιώτες σταματούσαν την καταδίωξη και πανηγύριζαν. Άλλοι βλέπανε τους Τούρκους να φεύγουν και τους βρίζανε από ης μακριά … Λόχοι της 1 Μεραρχίας, που είχε κρατηθεί στην εφεδρεία, περνούσαν από δίπλα μας μέσα από την πόλη, έχοντας εντολή για καταδίωξη. Αλλά παρασύρονταν κι αυτοί από τα πανηγύρια μας, που στο τέλος μπλέχτηκαν οι μονάδες τους με τις δικές μας και χάθηκε χρόνος. Αλλά όπως είπα, είχαμε πλέον κορεσθεί. Νοιώθαμε ότι είχαμε τσακίσει για καλά τους Οθωμανούς. Το βλέπαμε στο πώς τρέχανε να γλυτώσουν. Στο πώς φεύγανε προς όλες τις κατευθύνσεις, ακόμη και προς το Πάικο, ενώ η λογική έλεγε ότι θα έπρεπε να πάνε ανατολικά, προς τη Θεσσαλονίκη. Το βλέπαμε στο πόσο εύκολα παρατούσανε τα όπλα και τα κανόνια και τα πολυβόλα τους. Το νοιώθαμε όλοι … ο Στρατός τους είχε διαλυθεί. Τους είχαμε διαλύσει. Και όποιος μου πει σήμερα ότι δεν ήταν η Μεραρχία μας και ειδικά το Σύνταγμά μας, το Ένατο της Καλαμάτας, που πήρε τα Γιαννιτσά, θα του κάνω μία ερώτηση μόνο: ου

«Γιατί στη σημαία του 9 Συντάγματος είναι τώρα γραμμένη η λέξη ΓΙΑΝΝΙΤΣΑ; Έεε; Γιατίιι;»

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 219

Η μάχη των Γιαννιτσών, όπως την είδαν οι Τούρκοι Αξίζει να δούμε και τι λέει η άλλη πλευρά. 381 Ιδού τι έγραψε ο Ταχσίν Πασάς στα απομνημονεύματά του: ης

«Χαραυγή της 19 Οκτωβρίου … Η Επίθεση του Ελληνικού Στρατού που άρχισε μετά από διήμερη ανάπαυση και προετοιμασία εξελισσόταν προς τέσσερεις κατευθύνσεις: Μία Μεραρχία βάδιζε από την Πρέζνα προς το Μπουργάζ και την γέφυρα Μπαλίτσας. Μία άλλη στο κέντρο, βάδιζε προς 382 383 την ίδια κατεύθυνση . Στην αριστερή πτέρυγα των Ελλήνων, μία τρίτη Μεραρχία προχωρούσε 381

Ο Χασάν Ταχσίν Πασάς είναι άγνωστος στους περισσότερους. Και όμως, σύμφωνα με τον παλιό Σαλονικιό δημοσιογράφο Αλέκο Ωρολογά, που τον γνώριζε προσωπικά, υπήρξε «σωτήρας και ευεργέτης της Θεσσαλονίκης». Αυτός ο τίτλος τιμής, που δινόταν κάποτε σε επιφανείς Ρωμαίους Αυτοκράτορες, ταιριάζει απόλυτα στον ξεχασμένο σήμερα Οθωμανό Στρατηγό, που παρέδωσε τη Θεσσαλονίκη στους Έλληνες το 1912, αλλάζοντας ριζικά τον χάρτη και την πολιτική ιστορία των Βαλκανίων. Η Μακεδονία έγινε ξανά Ελληνική. Η Ελλάδα διπλασιάστηκε. Η οθωμανική επικράτεια απώλεσε την κύρια Ευρωπαϊκή της ενδοχώρα. Η Βουλγαρία και η Σερβία έχασαν την ευκαιρία να «βγουν» στο Αιγαίο. Ο άνθρωπος αυτός, που υπερασπίστηκε έντιμα την πατρίδα του όπου τον κάλεσε το στρατιωτικό του καθήκον (Κρήτη, Θεσσαλία, Κωνσταντινούπολη, Ήπειρο, Αλβανία, Συρία, Υεμένη), σπιλώθηκε με το στίγμα του προδότη και καταδικάστηκε «ερήμην εις θάνατον» από τους δικούς του. Στα χρόνια που ακολούθησαν, προσπάθησε να εξηγήσει σε εχθρούς και φίλους τα αίτια της ήττας και την απόφασή του να παραδώσει τη Θεσσαλονίκη στους Έλληνες. Όπως είπε ο ίδιος, στην δύσκολη απόφαση βάρυνε η άθλια κατάσταση του Στρατού του, αλλά και η πεποίθησή του στην πολιτιστική ανωτερότητα των Ελλήνων, στην παιδεία των οποίων μετείχε από παιδί (ήταν απόφοιτος της Ζωσιμαίας Σχολής Ιωαννίνων). Λέγεται μάλιστα ότι ήταν παντρεμένος με εξισλαμισμένη Ελληνίδα και ότι καταγόταν από ελληνική ρίζα. Ρόλο στην απόφασή του έπαιξε και η επίμονη παρέμβαση των Προξένων, του Αρχιραβίνου, του Μητροπολίτη και του Σεΐχη της Θεσσαλονίκης, ώστε να μην οδηγήσει την πόλη, τους κατοίκους της και τον Στρατό του στην άσκοπη αιματοχυσία. Και βέβαια τον κυριώτερο ρόλο έπαιξε η έκβαση των μαχών. Οι νικητές Έλληνες, μεθυσμένοι από τη νίκη δεν είχαν διάθεση να τον ακούσουν και, εκτός λίγων εξαιρέσεων, δεν του αναγνώρισαν σχεδόν τίποτε. Αλλά και οι ηττημένοι Οθωμανοί τον διέγραψαν από τις επετηρίδες τους, παρ’ ότι με την παράδοση απέφυγε τη σφαγή και έσωσε τη ζωή και την τιμή των 30.000 ανδρών του και των χιλιάδων μουσουλμάνων προσφύγων. Και οι Βούλγαροι δεν του συγχώρησαν ποτέ ότι δεν παρέδωσε σ’ αυτούς τη Θεσσαλονίκη. Σε αντίθεση με τις δάφνες του Βενιζέλου και του Κωνσταντίνου, ο Χασάν Ταχσίν υπήρξε ο μεγάλος ηττημένος αλλά και η δραματικότερη ίσως φυσιογνωμία του Πολέμου. Μετά τη μάχη στο Σαραντάπορο, ήταν φανερό ότι δεν μπορούσε να συγκρατήσει τη νικηφόρα προέλαση των Ελλήνων. Αλλά η προέλαση δεν θα ήταν τόσο ραγδαία και με τόσο λίγες απώλειες και διπλωματικές προστριβές, αν ο Ταχσίν αποφάσιζε να αντισταθεί μέχρις εσχάτων. Μπροστά στα αξεπέραστα στρατιωτικά προβλήματα που αντιμετώπιζε, διάλεξε τελικά την οδυνηρή για έναν ανώτατο στρατιωτικό ηγέτη «λύση» της παράδοσης. Όχι όμως μια ατιμωτική παράδοση, αφού στον ίδιο και τους Αξιωματικούς του επιτράπηκε να φέρουν τα ξίφη και στους Στρατιώτες του να διαπεραιωθούν σώοι και ασφαλείς στην Τουρκία με Ελληνικά πλοία. Έτυχε της προστασίας του ελληνικού κράτους και ειδικά του Βενιζέλου, τον οποίο γνώριζε από την Κρήτη. Το δυσμενές όμως κλίμα ανάμεσα στους μουσουλμάνους της Θεσσαλονίκης, τους Βούλγαρους που λυμαίνονταν την πόλη ως τις αρχές 1913, αλλά και κάποιοι υπερόπτες Έλληνες, τον υποχρέωσαν να φύγει στο εξωτερικό. Αρχικά έζησε στη Γαλλία και έπειτα στην Ελβετία. Πέθανε 73 ετών το 1918 στη Λωζάννη. Τα οστά του μεταφέρθηκαν το 1937 στο Αλβανικό Νεκροταφείο Τριανδρίας, στον οικογενειακό τάφο των Μεσαρέ. Το Νεκροταφείο «διαλύθηκε» το 1983 και τα οστά του μεταφέρθηκαν στο Κοιμητήριο Μαλακοπής, ως το 2006. Τότε έγινε η «τρίτη ταφή» του. Ο Στρατηγός Χασάν Ταχσίν Πασάς, Διοικητής του 8ου Σώματος του Αυτοκρατορικού Οθωμανικού Στρατού της Μακεδονίας, γόνος της ευγενούς Αλβανικής δυναστείας των Μεσαρέ, τάφηκε με τιμές και αναπαύεται πλέον στο Στρατιωτικό Νεκροταφείο των Βαλκανικών Πολέμων στη Γέφυρα Θεσσαλονίκης (Τόψιν), εκεί όπου υπογράφηκε η παράδοση της πόλης. Αν σκεφτούμε τι θα είχε συμβεί αν ο Ταχσίν είχε παραδώσει την πόλη στους Βούλγαρους, ή αν αποφάσιζε να αμυνθεί, τότε ο τίτλος και η τιμή του σωτήρα και ευεργέτη της πόλης του ανήκει πραγματικά. 382 (3η και 2η Μεραρχία αντίστοιχα) Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 220

384

385

386

από Καραχαμτζά προς Εσκιτζέ και μία τέταρτη στο αριστερό άκρο από το Κιοσαλάρ προς το 387 388 Αρμουντζού . Οι εμπροσθοφυλακές του εχθρού, φτάνοντας στο Μπουργάζ δέχτηκαν τα πρώης τα πυρά μας, από τις προφυλακές της 14 Μεραρχίας. Το Πυροβολικό έβαλε εύστοχα και λυσσωδώς από τη στιγμή που ο αντίπαλος, αφού προσπέρασε το Μπουργάζ, βάδισε προς τη γέφυρας της Μπαλίντζας. Και εκεί δέχτηκε τα καταιγιστικά πυρά μας… Τα στρατεύματά μας αμύνθηκαν σταθερά, κράτησαν τις θέσεις τους και ματαίωσαν όλες τις προσπάθειες του αντιπάλου να επιτύ389 χει τους αντικειμενικούς σκοπούς της ημέρας … Δεν εκκενώσαμε καμία θέση μετά τη λήξη του αγώνα της ημέρας εκείνης, που υπήρξε ο φονικότερος της εκστρατείας και για τις δύο παρατάξεις. Με τη νύχτα όμως, όλοι σχεδόν οι έφεδροι που κατάγονταν από τα περίχωρα, αφού εγκατέλειψαν τα χαρακώματα, διασκορπίστηκαν και πάλι στις γύρω περιοχές και στους δρόμους των Γιαννιτσών. Οι κάτοικοι της πόλης είχαν τρομοκρατηθεί και εγκατέλειπαν τα σπίτια και τα υπάρχοντά τους. Και ενώ αυτά τα καθάρματα της εφεδρείας λιποτακτούσαν και άρπαζαν όλα σχεδόν τα υποζύγια, ο εχθρός, που αντιλήφθηκε την κατάσταση, κατόρθωσε να περάσει ανατολικά από τη 390 γέφυρα της Μπαλίντζας, να οργανώσει προγεφύρωμα στην αριστερή όχθη του Γραμμού .» Από τον υφιστάμενό του Γκαλίπ Πασά, ο Ταχσίν έλαβε δύο δραματικά τηλεγραφήματα. Το πρώτο: «Αρχηγόν Στρατιάς Τσολχαλάρ Κατεπείγον 391 Τάγματα Βοδενών και Αβρέτ Χισάρ έμειναν με δύο μόνον Αξιωματικούς. Τα δε του Καρατζά 392 Αμπάτ και Καραφέριας εξηφανίσθησαν. Άνδρες διαφόρων εφεδρικών μονάδων διεσκορπίσθησαν διαρπάσαντες πλείστα υποζύγια. Σχεδόν όλοι οι Αξιωματικοί φέρουν τραύματα. Διοικηταί Λόχων Κατερίνης και Συντάγματος Βοδενών αναφέρουν το αδύνατον ανασυγκροτήσεως διαλυθεισών μονάδων. 393 Γιαννιτσά, 19 Οκτωβρίου 1328 Βεφαλή Γκαλίπ Υποστράτηγος» Και το δεύτερο: «Αυθημερόν Αριθμός νεκρών δεν εξηκριβώθη. Τραυματίαι υπερβαίνουσιν πεντακοσίους. Οι 800 ίπποι Επιμελητείας του Σώματος Στρούμας δεν έφθασαν εισέτι. Παρακαλώ άμεσον αποστολήν όλων των διαθεσίμων ζώων και τροχοφόρων δια μεταφοράν τραυματιών. Βεφαλή Γκαλίπ» Τα τηλεγραφήματα αποκάλυπταν την κρισιμότητα της κατάστασης. Οι μαζικές λιποταξίες και απειθαρχίες ήταν η αρχή του τέλους. Ο Ταχσίν βέβαια συνεχίζει να περιγράφει και την επόμενη ης μέρα σαν ηρωικές τις προσπάθειες των ανδρών της 14 Μεραρχίας και του Διοικητή των 383

(η 4η Μεραρχία) (Παντοχώρι Γιαννιτσών) 385 Η 6η Μεραρχία 386 (Αχλαδοχώρι) 387 (Αμπελιές Πέλλας) 388 (Πυργάρι – οικισμός με πληθυσμό Οθωμανών τσιγγάνων τότε) 389 Αποφεύγει να αναφέρει ρητά ότι η γέφυρα πάρθηκε άθικτη και ότι πέρασαν πριν νυχτώσει δύο Μεραρχίες 390 Σύμφωνα με την Ιστορία του ΓΕΣ, οι δυνάμεις μας πέρασαν τον Γραμμό (Ασπροπόταμο) κατά την πρώτη μέρα. 391 (Γυναικόκαστρου Κιλκίς) 392 (Βέροιας) 393 (1912 – 1328 με το οθωμανικό ημερολόγιο) 384

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 221

Γιαννιτσών Γκαλίπ Πασά, και ρίχνει την ευθύνη για την μη εξουδετέρωση των κυκλωτικών ης κινήσεων στην φυγή των εφέδρων. Επηρεασμένος όμως και από την απειλή της 7 Μεραρχίας μας, άφησε στη γραμμή του Λουδία ένα Σύνταγμα της ισχυρής Μεραρχίας Ανασελίτσας και δύο ης 394 Τάγματα της 22 Μεραρχίας Κοζάνης , σχεδόν 3.000 άνδρες συνολικά. Και ο ίδιος, άφησε το 395 Στρατηγείο του και έσπευσε στα Γιαννιτσά με τα απομεινάρια της Στρατιάς του Σαρανταπόρου , μήπως και σώσει την κατάσταση. Αλλά καθυστέρησε λόγω του λασπώδους εδάφους, όπως γράφει, και τελικά άρχισε να παραδέχεται την ήττα του, γράφοντας: 396 «Θα ήταν έντεκα η ώρα , όταν άρχισαν οι πιο μαύρες και τραγικές στιγμές και ώρες της ζωής μου» Και συνεχίζει: 397 «Οι έφεδροι της Μεραρχίας Δράμας ήσαν καρφωμένοι ΒΑ των Γιαννιτσών … μη εννοώντας να 398 κάνουν βήμα, παρ’ όλες τις απεγνωσμένες προσπάθειες και τα βιαιότατα μέτρα των ης Αξιωματικών … η κυκλωτική κίνηση εξελισσόταν ακάθεκτα … τα τμήματα της 14 Μεραρχίας που μάχονταν απεγνωσμένα πλέον και βάλλονταν διαρκώς από καταιγιστικά πυρά είχαν άμεση ανάγκη ενίσχυσης … οι Έλληνες προχωρούσαν με το θάρρος του βέβαιου νικητή … και το μοιραίο ήρθε αστραπιαία ... ένας απαίσιος αλαλαγμός που κάλυψε ακόμη και την βοή της μάχης ξέσπασε σαν θύελλα. Χιλιάδες έφεδροι ξεχύθηκαν χωρίς σοβαρό λόγο προς τα πίσω, τρέχοντας σαν δαιμονισμένοι ή σαν να είχαν πάθει ομαδική παράκρουση, παροτρύνοντας τους άλλους με χειρονομίες και 399 κραυγές … Όλοι έτρεξαν, ξόρκισαν, ικέτευσαν και στο τέλος τράβηξαν τα πιστόλια, πυροβόλησαν στον αέρα, ύστερα και στο ψαχνό ακόμη, αλλά του κάκου … ψυχωμένοι οπλίτες και πυροβολητές που προσπάθησαν να φράξουν το δρόμο προς το 400 Τοψίν αρπάχτηκαν και γρονθοκοπήθηκαν … ένα αλλόφρον πλήθος έτρεχε προς τη γέφυρα του 401 Βαρδάρη … κάθε περαιτέρω προσπάθεια και θυσία θα ήταν εντελώς μάταιη … ο Γκαλίπ Πασάς αφού πληροφορήθηκε την κατάσταση … με ειδοποίησε με τον Ταγματάρχη του Επιτελείου μου 402 Σερβέτ Μπέη … είχε λάβει την απόφαση να αποσυρθεί … προς τον Βαρδάρη … Συμφώνησα για 403 να αποφευχθούν άσκοπες αιματοχυσίες … η άκρα δεξιά του αντιπάλου είχε διασπάσει τη γραμμή Τσολχαλάρ Μουστάφτσα και χρησιμοποιούσε άνετα τη σιδηροδρομική γραμμή του Λουδία …» 394

(πρόκειται για μονάδες που είχαν υποχωρήσει από το Σαραντάπορο) (έχοντας και τα δύο πυροβόλα που είχαν διασωθεί από το Σαραντάπορο) 396 Η ώρα που οι πρώτοι Λόχοι του 9ου Συντάγματος της 4ης Μεραρχίας μπήκαν στην πόλη 397 (μακριά από τη μάχη) 398 (χρήση μαστιγίων) 399 (εννοεί τους Αξιωματικούς που πολεμούσαν ακόμη) 400 (Γέφυρα Θεσσαλονίκης, στον Αξιό ποταμό) 401 (Αξιός) 402 (Εκτελών χρέη Διοικητή της Μεραρχίας Ανασελίτσας) 403 (εννοεί την 7η Μεραρχία) 395

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 222

Η Θεσσαλονίκη ήταν ουσιαστικά απροστάτευτη, παρά την υποχώρηση των υπολειμμάτων της 14 ης και 22 Μεραρχίας, απειλούμενη από τους Έλληνες αλλά και τους Βούλγαρους.

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 223

ης

Μαρτυρίες από τη μάχη των Γιαννιτσών ης

Η πιο κάτω περιγραφή είναι από φαντάρο της 4 Μεραρχίας: «Το πρωί η μάχη άρχισε με πρωτοφανές πείσμα. Τα αντίπαλα στρατεύματα χαιρέτησαν την ανατολή με πυροβολισμούς. Οι Τούρκοι ενισχύθηκαν τη νύχτα και τοποθέτησαν κατάλληλα τα πυροβόλα τους. Οι πεζικές δυνάμεις χαρακώθηκαν σε προκαλύμματα και οχυρά ταχύσκαπτα. Με τέτοια οχύρωση νόμιζε ο Ταξίν Πασάς ότι μπορούσε να ανακόψει την προέλαση του Στρατού μας. Ο Διάδοχος διέταξε το μεσημέρι να πάρει αναφορά στα Γιαννιτσά και η διαταγή του ήταν αδύνατο να μην εκτελεσθεί. Μόλις λοιπόν ξημέρωσε, όλη η στρατιά όρμισε κατά του εχθρού. Οι Τούρκοι δεν εγκαταλείπουν τις θέσεις τους, αλλά ο στρατός μας προχωρεί πάντοτε με ψυχραιμία και αποφασιστικότητα. Δίνει την εντύπωση ότι δε βρίσκεται στη μάχη, ότι δε θερίζεται από το εχθρικό πυροβολικό. Το τμήμα των Τούρκων που αμύνεται, απομονώνεται και μη μπορώντας με ασφάλεια να υποχωρήσει, παραδίνεται, υψώνει λευκή σημαία». Ο ανταποκριτής των «ΤΑΪΜΣ» Κρώφορντ Πράις που παρακολούθησε τον Τουρκικό στρατό στη μάχη των Γιαννιτσών απέστειλε μία έξοχη περιγραφή της φυγής των Τούρκων προς τη Θεσσαλονίκη: «Είδα πολλά άξια λόγου θέματα στη Μακεδονία, αλλά κανένα από αυτά τόσο σπαρακτικό και τόσο τρομερό, όσο η υποχώρηση του Ταξίν την επομένη από τη μάχη των Γιαννιτσών που μου θύμιζε το δρόμο του Αγγλικού Έπσομ κατά τις ημέρες των ιπποδρομιών. Η αθλιότητά τους ήταν απερίγραπτη, το πένθος και η θλίψη διάχυτα στις μορφές τους». Και παρακάτω ο Πράις παρέθετε τον διάλογο με Τούρκο φυγάδα που εξηγούσε τον λόγο της Τουρκικής φυγής: «Πόθεν έρχεσθε;» «Από τα Γενιτζά Βαρδάρ.» 404 «Και διατί εφύγατε μετά την χθεσινήν σας νίκην;» «Και τι άλλο ημπορούσαμε να κάμωμεν, εφένδη; Επολεμήσαμεν τέσσερες ημέρες χωρίς ψωμί, το Ελληνικό κανόνι μας εθέριζεν από όλα τα μέρη, τα πυρομαχικά μας έλειψαν, και όταν οι Αξιωματικοί μας ήρχισαν να φεύγουν, εφύγαμε κι εμείς. Δεν ημπορούσαμεν να πολεμήσωμεν.» Και παρακάτω περιέγραφε την κατάσταση των Τούρκων ως εξής: «Μπροστά πήγαινε μία καταλασπωμένη συνοδεία Ιππέων του Πυροβολικού, χωρίς όμως ίππους και πυροβόλα. “Πού είναι τα πυροβόλα σας;” τους ρώτησα ενώ περνούσαν. 405 “Εις τα Γενιτζά”, μου απάντησαν, “τα επήρεν ο Ντουσμάν ". Πιο πίσω ακολουθούσε ένα καραβάνι από ξυπόλητους Μουσουλμάνους χωρικούς, οι οποίοι οδηγούσαν γαϊδουράκια φορτωμένα με στρώματα, κουβέρτες και μπρίκια του καφέ, τα μόνα πράγματα που κατόρθωσαν να πάρουν μαζί τους κατά την φυγήν των από τα Γιαννιτσά, όταν οι Ελληνικές οβίδες είχαν βάλει φωτιά στις καλύβες που ονόμαζαν κατοικίες ...»

404 405

Αναφέρεται στη νίκη που περιέγραφαν την ίδια μέρα οι Τουρκικές εφημερίδες … (ο εχθρός) Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 224

Κυριακή 21 του Οκτώβρη – Απελευθέρωση της Πρέβεζας Η επιτυχία της κατάληψης της Φιλιππιάδας δεν άφησε ασυγκίνητο το Υπουργείο Στρατιωτικών, 406 που έστειλε για ενίσχυση του Στρατού Ηπείρου το Ανεξάρτητο Σύνταγμα Κρητών , δύναμης 2.000 ανδρών. Τώρα ο Σαπουντζάκης μπορούσε και επίσημα να διεξάγει επιθετικές επιχειρήσεις. ης Η αλλαγή αυτή επικυρώθηκε με Διαταγή της 19 Οκτωβρίου. Στην κίνησή του προς τα Ιωάννινα, ο «Στρατός της Ηπείρου» δεν μπορούσε να αφήσει την Πρέβεζα στα χέρια των Τούρκων, απειλώντας τα νώτα του. Ακόμη περισσότερο, η Πρέβεζα ήταν απαραίτητη σαν κέντρο εφοδιασμού, λόγω του λιμανιού της. Στις 14 Οκτωβρίου, το Αρχηγείο του Στρατού Ηπείρου συγκρότησε δύο «Τομείς»: Τον Αριστερό, για να καταλάβει τα υψώματα βόρεια του χωριού Άγιος Γεώργιος και να ελέγξει την οδό Φιλιππιάδας Ιωαννίνων, και τον Δεξιό, με αποστολή να καταλάβει τη γραμμή των υψωμάτων Καστρί – Γοργόμυλος – ύψωμα 1429. Παράλληλα, συγκροτήθηκαν δύο Αποσπάσμα407 τα, του Υπολοχαγού (ΜΧ) Δημητρίου Μπότσαρη με αποστολή την κάλυψη του αριστερού, και του Συνταγματάρχη Παναγιώτη Σπηλιάδη, με αποστολή την απελευθέρωση της Πρέβεζας. Και τις επόμενες μέρες έφτασαν και τα νέα σώματα εθελοντών, και το Υπουργείο Στρατιωτικών διόρισε Διοικητή όλων των εθελοντικών σωμάτων Ηπείρου τον Συνταγματάρχη (ΜΧ) Αριστοτέλη Κόρακα. ο

Στις 18 Οκτωβρίου, στο δεξιό πλευρό του Δεξιού Τομέα, το 3 Ανεξάρτητο Τάγμα Ευζώνων, προωθούμενο προς το εγκαταλειμμένο Ανώγειο, ήρθε σε επαφή με Τουρκικές δυνάμεις, που προσπάθησαν να το κυκλώσουν από τα νώτα. Το Τάγμα αναγκάστηκε να συμπτυχθεί. Ενώ ο Αριστερός Τομέας, προωθήθηκε στα δυτικά του Αγίου Γεωργίου, εκτελώντας «επιθετική αναγνώριση» μεταξύ Φιλιππιάδας και Θεσπρωτικού. Η επιχείρηση κατάληψης της Πρέβεζας ξεκίνησε το Σάββατο 20 Οκτωβρίου. Ο καιρός … Πρεβεζάνικος. «Υπό καιρόν ακατάστατον και συνεχή βροχήν εξεκίνησεν ο Ελληνικός στρατός κατά της Πρεβέζης το παρελθόν Σάββατον περί ώραν 3ην πρωινήν» , έγραφε ο απεσταλμένος της 408 εφημερίδας «ΕΣΠΕΡΙΝΗ» . Η Τουρκική φρουρά της πόλης, μαζί με άτακτους Αλβανούς, συνολικά σχεδόν 1.200 άνδρες, είχε οχυρωθεί στην Ακρόπολη της αρχαίας Νικόπολης και σε χαρακώματα στους δίπλα ελαιώνες, με προφυλακές στο ύψωμα Φλάμπουρα, δίπλα στον δρόμο Άρτας Πρέβεζας. Τα Τουρκικά πυροβόλα είχαν ταχθεί στην Ανάληψη και στη Βρύση Πασά. Το Απόσπασμα Σπηλιάδη, αποτελούμενο από μονάδες Τακτικού Στρατού, Κρήτες εθελοντές και 200 περίπου Ηπειρώτες υπό τον Κώστα Τζώρτζη, πήρε θέσεις στις απέναντι βουνοπλαγιές, στα υψώματα που ήταν γνωστά ως «Κονίσματα» και ύστερα από σύντομη μάχη, κατάφερε να απωθήσει τις Τουρκικές προφυλακές από τα Φλάμπουρα και στη συνέχεια έλαβε επαφή με την κύρια γραμμή άμυνας στη Νικόπολη. Από τα δεξιά κινήθηκαν κυκλωτικά οι Κρητικοί έχοντας επί κεφαλής τον Μάνο και τους αρχηγούς του Δ. Μαλιντρέτο, Ε. Κλάδο και Π. Παρασχάκη. Διασχίζοντας σχεδόν 800 μέτρα ακάλυπτου εδάφους, κατάφεραν να διώξουν τους Τούρκους που φύλαγαν το άκρο των ερειπίων, με μοναδικές απώλειες 14 τραυματίες, ανάμεσά τους ο αρχηγός Παρασχάκης που χτυπήθηκε σοβαρά στο δεξί χέρι, αλλά και ο ίδιος ο Μάνος που τραυματίστηκε τρεις (!) φορές, ευτυχώς ελαφρά. Η πρώτη σφαίρα τον βρήκε στο δάχτυλο, η δεύτερη ξυστά στο πόδι και η τρίτη στο υπογάστριο. Αυτή τρύπησε το παντελόνι και τη σκελέα, αλλά ίσα που άγγιξε το δέρμα, προκαλώντας αργότερα τα κουζούρια των Κρητικών. Για να μη μείνει με τρύπια ρούχα, 406

(Με δύο Τάγματα, καθώς το τρίτο είχε σταλεί στην Μακεδονία) (Μηχανικού) 408 Ο Υποπλοίαρχος Μακάς περιγράφει ίδιο καιρό και στον Αμβρακικό: «Την 5ην π.μ. της 20ής Οκτωβρίου 1912 απεπλεύσαμεν εκ Βονίτσης μετά της κανονιοφόρου “Δ” … Ο καιρός ήτο συννεφώδης, από της νυκτός δε έπνεε νότιος σφοδρός άνεμος και κατά διαλείμματα έβρεχεν» 407

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 225

τα άλλαξε μετά τη μάχη με ένα καινούργιο Τούρκικο παντελόνι και μια Τούρκικη βαριά κάπα. Σαν χάθηκε το άκρο της εχθρικής άμυνας, οι θέσεις τους παίρνονταν μία μετά την άλλη. Τα Ελληνικά τμήματα βάλλονταν από τρεις πλευρές: Από το εχθρικό Πεζικό, από τα πυροβολεία της Νικόπολης και από μία εξοπλισμένη με πολυβόλα Maxim Τουρκική βενζινάκατο. Αλλά χάρη στην τόλμη της ης 409 6 Πυροβολαρχίας του Υπολοχαγού Χαβίκη, η άκατος βυθίστηκε και σύντομα σίγησαν και τα Τουρκικά πυροβόλα. Με επί κεφαλής τον έφιππο Σπηλιάδη και το Διοικητή του Πεζικού Δούλη, τρεις Λόχοι του 3/15 Τάγματος επιτέθηκαν ορμητικά και διέσπασαν την εχθρική άμυνα, ενώ οι Ηπειρώτες εθελοντές «Πρόσκοποι» του Τζώρτζη πήραν το πυροβολείο που ήταν στον Κόλπο του Μύτικα. Η μάχη αυτή βάστηξε ως τις 3 περίπου, και μία ώρα μετά, ο Μάνος έστησε τις σημαίες του σώματός του στα πυροβολεία της Ανάληψης και της Βρύσης Πασά. Οι Ελληνικές απώλειες ανήλθαν σε 15 περίπου σοβαρά τραυματισμένους, ενώ οι Τούρκοι είχαν σχεδόν 150 νεκρούς και τραυματίες, και συνελήφθη και ένας αιχμάλωτος. Οι Τούρκοι άφησαν τις θέσεις τους, υποχώρησαν στην Πρέβεζα και κλείστηκαν στο Φρούριο. Την επιχείρηση υποστήριξαν από 410 θαλάσσης και οι Κανονιοφόροι «Α» και «Δ» της Μοίρας Ιονίου , με Διοικητή τον Πλοίαρχο Δαμιανό, που είχαν διεισδύσει παράτολμα στον Αμβρακικό κόλπο τις πρώτες ώρες της 4ης 411 Οκτωβρίου 1912 . Οι δύο Κανονιοφόροι, η «Α» με κυβερνήτη τον Υποπλοίαρχο Μακά και η «Δ» με κυβερνήτη τον Υποπλοίαρχο Μπούμπουλη, συμμετείχαν ενεργά στη μάχη, βάλλοντας κατά του φρουρίου της Νικόπολης, εξουδετερώνοντας το παράκτιο Πυροβολείο, βυθίζοντας το 412 Τορπιλοβόλο «Τοκάτ» και βάλλοντας κατά του Τορπιλοβόλου «Αττάλια» που αυτοβυθίστηκε για να μην παραδοθεί.

Η Πρέβεζα αποκλείστηκε από στεριά και θάλασσα. Ελληνικά πυροβόλα που στήθηκαν στο πυροβολείο της Ανάληψης έριξαν 4 βολιδοφόρες οβίδες, από τις οποίες μία χτύπησε το Φρούριο, σπέρνοντας πανικό. Τα Αρχεία του ΓΕΣ λένε ότι ο Τούρκος Διοικητής, Ταγματάρχης Mehmet Asaf 409

Με την τρίτη βολή πήρε φωτιά. Προς τιμήν τους οι Τούρκοι πολυβολητές συνέχισαν να βάλλουν μέχρι να βυθιστεί. 410 Η Μοίρα Ιονίου περιλάμβανε 2 Ατμοβάριδες (Άκτιον, Αμβρακία), 3 Κανονιοφόρους (Α, Β, Δ), 4 Ατμομυοδρόμωνες (Αλφειός, Αχελώος, Ευρώτας, Πηνειός), και 6 Βοηθητικά (Αιγιαλεία, Μονεμβασία, Ναυπλία, Αηδών, Κίσσα και Κίχλη) 411 (Εξασφαλίζοντας τον από θαλάσσης εφοδιασμό και επισιτισμό του Στρατού, από τις ακτές του Μακρυνόρους) 412 Το Τορπιλοβόλο «Αττάλεια» επισκευάστηκε και με το όνομα «Νικόπολις» συμμετείχε στον αποκλεισμό των Αλβανικών ακτών. Μετά την κατάληψη της Πρέβεζας, Αξιωματικοί, πληρώματα και αγήματα Πεζοναυτών μετατέθηκαν στον Στόλο Αιγαίου, στη νεοσυσταθείσα «Μοίρα Ευδρόμων» με Διοικητή τον Δαμιανό. Στο Ιόνιο παρέμειναν οι 4 Ατμομυοδρόμωνες. Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 226

ήθελε να αμυνθεί μέχρις ενός, και ότι «… μόνον κατόπιν επιμόνων πιέσεων που εδέχθη εις την σύσκεψιν που εγένετο εις το παραλιακόν Τουρκικόν Λιμεναρχείον, αλλάζει γνώμην και αποφασίζει την ειρηνικήν παράδοσιν της πόλεως …» Άλλοι λένε ότι αυτός κάλεσε τους Προξένους για μεσολαβητές. Όποια κι αν είναι η αλήθεια, στη σύσκεψη συμμετείχαν οι Πρόξενοι της Αγγλίας, της Ρωσίας και της Αυστρίας, ο Δήμαρχος Χαλήλ Εφένδης και πολλοί Προύχοντες. Και το 413 ής η Πρωτόκολλο Παράδοσης της πόλης υπογράφηκε στις 3 τη νύχτα της 20 προς 21 Οκτωβρίου στη Νικόπολη, μεταξύ του Π. Σπηλιάδη, του εκπροσώπου του Mehmet Asaf διερμηνέα Σελιαλεντίν και των Προξένων Καλ. Κονεμένου, Δ. Σκέφερη και J. Meischner. ης

Το μεσημέρι της 21 Οκτωβρίου, ο Σπηλιάδης εισήλθε έφιππος στη σημαιοστολισμένη Πρέβεζα, κάτω από τις ζητωκραυγές των Ελλήνων κατοίκων της πόλης. 810 Τούρκοι, με επί κεφαλής 2 ανώτερους και 56 κατώτερους Αξιωματικούς, είχαν παραταχθεί στην παραλία με τα 414 όπλα στο έδαφος . Ανάμεσά τους ήταν και 150 περίπου Αρβανίτες αντάρτες, με επί κεφαλής δέκα φυλάρχους τους, φανατικούς μισέλληνες, που αν και ήταν γνωστοί, ωστόσο δεν πειράχτηκαν. Από τους αιχμαλώτους έγινε γνωστό ότι όχι μόνο αγνοούσαν τις ήττες του Στρατού τους σε όλα τα μέτωπα, αλλά από τις εφημερίδες τους μάθαιναν ότι είχαν φτάσει μέχρι τη Θήβα και ότι σε ναυμαχία είχαν καταλάβει τον «Αβέρωφ»! Η μάχη της Νικόπολης στοίχησε στο στρατό μας 10 415 νεκρούς και 56 τραυματίες μόνο. Οι Τουρκικές απώλειες ξεπέρασαν του 150 νεκρούς και τραυματίες. Η αξία των λαφύρων ξεπέρασε τα 8.000.000 δραχμές. Μεταξύ τους 20 πυροβόλα, κυρίως τοπομαχικά, 2 μυδραλιοβόλα, 15.000 όπλα Mauser και Martini, μία αποθήκη άκαπνης πυρίτιδας, χιλιάδες βλήματα πυροβόλων, αυτοκίνητα, ιματισμός, φάρμακα, εργαλεία και 8.000 σάκκοι αλεύρι που προοριζόταν για το Στρατό στα Ιωάννινα.

413

Το Πρωτόκολλο προέβλεπε παράδοση της Φρουράς, προστασία των κατοίκων και των Στρατιωτικών και «να μην θιγεί η φιλοτιμία των κυβερνητικών υπαλλήλων και των Αξιωματικών». Οι Τούρκοι Αξιωματικοί κράτησαν τα ξίφη τους. 414 Λίγες μέρες μετά, οι αιχμάλωτοι προωθήθηκαν με πλοία στην Κέρκυρα και μετά στην Τουρκία, βάσει της Συμφωνίας παράδοσης. Αρκετοί Τούρκοι και Τουρκάλες παρέμειναν στην Πρέβεζα, είτε επειδή είχαν περιουσίες είτε επειδή είχαν παντρευτεί Χριστιανούς. Με την ανταλλαγή πληθυσμών του 1923 έφυγαν απο την Πρέβεζα 750 ακόμη Τούρκοι, ενώ έμειναν οι Αλβανοί (κυρίως αστοί) και 250 Εβραίοι. Το παλιό Διοικητήριο είναι τα σημερινά Δικαστήρια. O Οθωμανός Δήμαρχος Πρέβεζας Χαλήλ Εφένδης, παρέμεινε στη θέση του μέχρι το 1913, οπότε διορίστηκε ο Παναγιώτης Καρυτσινός. 415 Ανάμεσα στους νεκρούς και ο Πρεβεζάνος εθελοντής έφεδρος Ανθυπολοχαγός Κωνσταντίνος Μπάλκος, ο αδελφός του οποίου Βασίλειος διετέλεσε στη συνέχεια Δήμαρχος Πρέβεζας για τρεις θητείες. Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 227

Ο Αθανάσιος Τριγονίδης, στο βιβλίο του «Η μάχη της Νικοπόλεως και η Άλωσις της Πρεβέζης» γράφει: «Οι κάτοικοι της Πρεβέζης, ιδιαιτέρως δε οι μουσουλμάνοι, από των πρώτων πρωινών ωρών οπότε είχεν αρχίσει η μάχη εις την Νικόπολιν και ηκούετο ο ζωηρός κρότος των ντουφεκιών και ο βαρύς των πυροβόλων, κατείχοντο από σφοδράν αγωνίαν … Αι αφηγήσεις των Τούρκων τραυματιών της Κιάφφας, Αξιωματικών και Οπλιτών, έπεισαν αυτούς ότι κάθε αντίστασις εις την ορμήν της Ελληνικής λόγχης ήτο μοιραία. Και … ήρχισαν να ζητούν από του Τούρκου Ταγματάρχου και Διοικητού της Πρεβέζης την παράδοσιν της πόλεως εις τον Ελληνικόν Στρατόν. Συγχρόνως, αι μουσουλμανικαί οικογένειαι κατέφευγον εις τας φιλικάς των χριστιανικάς οικογενείας και παρεκάλουν να τους σώσουν ... Αι χριστιανικαί οικογένειαι της Πρεβέζης, χωρίς να διατηρούν καμμίαν μνησικακίαν δια τα φοβερά μαρτύρια που υπέφερον οι Έλληνες … από την Τουρκικήν και Αλβανικήν αγριότητα, προσέφερον το άσυλον της στέγης τους» Ενώ από μαρτυρία που περιέχεται στο βιβλίο του Η. Οικονομόπουλου «Ιστορία του Βαλκανοτουρκικού Πολέμου», μαθαίνουμε ότι στη διάρκεια της μάχης, προκειμένου να ενθαρρύνουν τους Στρατιώτες, ο Σπηλιάδης, ο Ίλαρχος Γαβριαλάκης και ο Ανθυπίλαρχος Γ. Μελάς, αδελφός του Παύλου Μελά, στέκονταν ακίνητοι επί των ίππων σε ένα ύψωμα, αδιαφορώντας για τα εχθρικά πυρά, μέχρι που οι ίπποι των δύο πρώτων τραυματίστηκαν και του Μελά σκοτώθηκε. Και αυτοί ίππευσαν άλλους ίππους και συνέχισαν να διευθύνουν τη μάχη!

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 228

Τρίτη 23 Οκτωβρίου 1912, Μάχη του Σόροβιτς, 5η Μεραρχία (Διήγηση του Γιώργου) η

Όταν η Στρατιά κατευθύνθηκε προς Θεσσαλονίκη, ανατέθηκε στην 5 Μεραρχία, να καλύπτει το αριστερό πλευρό της. Και, εκτιμώντας την κατάσταση, να προχωρήσει ακόμη και μέχρι το Μοναστήρι, που τότε κατοικούνταν σε μεγάλο ποσοστό από Έλληνες. Ξεκινήσαμε λοιπόν από την Κοζάνη, μαζί με την Ταξιαρχία Ιππικού. Μετά την κατάληψη του Κάτω Καϊλάρ στις 15 Οκτωβρίου 416 και του Ναλμπάνκιοϊ στις 16 Οκτωβρίου, με διαταγή της Στρατιάς και χωρίς εχθρική αντίσταση, 417 η Μεραρχία μας κατέλαβε το Σόροβιτς στις 18 Οκτωβρίου και παρέμενε στην περιοχή Σόροβιτς - Σωτήρα - Ξυνό Νερό, καλύπτοντας τα υψώματα Κιρλή Δερβέν με τμήματα ασφαλείας. Στις 19 Οκτωβρίου, συνεχίστηκε η προέλαση της Μεραρχίας προς τη Μπάνιτσα, με σκοπό την κατάληψη των υψωμάτων στα βόρεια του Σόροβιτς.

ης

Η προώθηση της 5 Μεραρχίας προς τη Φλώρινα είχε θορυβήσει τους Τούρκους, που δεν ήξεραν το μέγεθος της Ελληνικής δύναμης που πορευόταν απειλητικά προς το Μοναστήρι. Έτσι, απέσυραν μεγάλες δυνάμεις από το Μοναστήρι, στέλνοντάς τες στη Φλώρινα, αφήνοντάς το 418 απροστάτευτο από τους Σέρβους που πλησίαζαν απειλητικά από το Περλεπέ , με τρεις Στρατιές, μετά τις νίκες τους στην Πρεστίνα, το Κουμάνοβο και τα Σκόπια. Το σχέδιο των Τούρκων ήταν πολύ φιλόδοξο. Κινούμενοι επί «εσωτερικών γραμμών», έλπιζαν να αποκρούσουν πρώτα τους Έλληνες, που αν έπαιρναν τη Φλώρινα και τα στενά στο Πισοδέρι θα έκοβαν τον δρόμο 419 Μοναστηρίου Ιωαννίνων , και μετά να γυρίσουν πίσω να αντιμετωπίσουν και τους Σέρβους. Έτσι ου η η η, έστειλαν στην Φλώρινα τρεις Μεραρχίες του 6 Σώματος, την 16 , την 17 και την 18 Μεραρχία του Τακτικού Στρατού τους, με Διοικητή τον Τζαβήτ. Ήταν μία δύναμη πολύ ισχυρότερη από την

416

(Περδίκκα) (Αμύνταιο) 418 (Prilen της ΠΓΔτΜ, μεταξύ Σκοπίων και Μοναστηρίου) 419 (που αποτελούσε και την μοναδική οδό υποχώρησής τους αν δεν σταματούσαν τους Σέρβους) 417

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 229

η

5 Μεραρχία, ενισχυμένη επί πλέον και με ένα επίλεκτο Τάγμα Γκέγκηδων 421 ήρωας των Νεοτούρκων, ο Νιαζή Μπέης από τη Ρέσνα .

420

που διοικούσε ένας

Την επόμενη ημέρα, 20 Οκτωβρίου, ο Μέραρχος πληροφορήθηκε ότι ισχυρές Τουρκικές δυνάμεις κατέβαιναν στη Φλώρινα. Έτσι, αποφάσισε να σταματήσει η προώθησή μας και να οργανωθούμε αμυντικά στα υψώματα του Προφήτη Ηλία ΒΑ της Μπάνιτσας και στα υψώματα του Κιρλί ο Δερβέν, με το 16 Σύνταγμα στα δεξιά, το ο ο 22 στα αριστερά και το δικό μας 23 σε εφεδρεία στην Μπάνιτσα. Δύο πεδινές ο Πυροβολαρχίες θα στήριζαν το 22 ο Σύνταγμα και μία το 16 . Την άλλη μέρα, Κυριακή 21 Οκτωβρίου, ο Μέραρχος άλλαξε πάλι γνώμη και αποφάσισε να προχωρήσουμε προς το Μοναστήρι, κρίνοντας λάθος ότι οι Τουρκικές δυνάμεις δεν ήταν τόσο μεγάλες, όσο νομίσαμε. Αλλά μόλις άρχισε ξανά η προέλαση, έφτασαν νέες πληροφορίες, ότι οι Τούρκοι κατέβαιναν από Βορρά, ενισχυμένοι από νέα σώματα στρατού. Η 422 Μεραρχία δέχτηκε επίθεση και μετά από μάχη με μεγάλες απώλειες, που κράτησε ολόκληρη τη μέρα, αναγκάστηκε να υποχωρήσει κατά τη νύχτα στο Σόροβιτς, χωρίς να προφτάσει να ειδοποιήσει το Τάγμα μας, που έμεινε έτσι στα εχθρικά μετόπισθεν. Και μαζί με το δηλητήριο της υποχώρησης, της πρώτης και μόνης υποχώρησης του πολέμου, ήρθε και τρομερό κρύο, το πρώτο άγριο ψύχος του χειμώνα που πλησίαζε. Τη νύχτα βλέπαμε τη Μπάνιτσα να καίγεται και από χωρικούς μάθαμε ότι καιγόταν και η Νεγκόβιανη, εκεί που είχαμε αφήσει τα μεταγωγικά με τη Διμοιρία και τους αιχμαλώτους. Την άλλη μέρα διαπιστώσαμε ότι γύρω μας κινούνταν συνεχώς εχθρικά Τάγματα, άλλα προς Φλώρινα και άλλα προς τη Μπάνιτσα. Επειδή η θέση μας ήταν πολύ επικίνδυνη, αποφασίστηκε να υποχωρήσουμε προς την Μπελκαμένη, όπου είχε ήδη μεταβεί και η Διμοιρία που φυλούσε τους αιχμαλώτους και τα μεταγωγικά στη Νεγκόβιανη. Φτάσαμε εκεί το βράδυ και οι κάτοικοι, που ήταν όλοι Έλληνες, μας υποδέχτηκαν με περιποιήσεις. Μείναμε εκεί και την άλλη μέρα, για ανάπαυση και συλλογή πληροφοριών. Την επομένη κινηθήκαμε προς το Νυμφαίο, που τότε λεγόταν «Νεβέσκα», και εκεί μάθαμε ότι η υπόλοιπη Μεραρχία είχε υποχωρήσει στο Σόροβιτς, από όπου ακούγονταν κανονιοβολισμοί. Στο Νυμφαίο έγινε σύσκεψη των Αξιωματικών μας. Στη σύσκεψη, ο Λοχαγός μας ο Δεμέστιχας πρότεινε να κινηθούμε προς το Κιρλί Δερβέν, έτσι ώστε να βοηθήσουμε τη Μεραρχία προσβάλλοντας το δεξιό του εχθρού. Η πρόταση απορρίφθηκε ως παρακινδυνευμένη 420

(Τουρκαλβανών) (η σημερινή κωμόπολη Ρέζεν της ΠΓΔτΜ, 37 χλμ. από την Οχρίδα, στην άκρη του κάμπου που καταλήγει στη βόρεια όχθη της Μεγάλης Πρέσπας) 422 (Από την 17η Μεραρχία του Τουρκικού Τακτικού Στρατού) 421

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 230

και επικράτησε η άποψη να υποχωρήσουμε πιο πίσω προς την Κλεισούρα, και κάνοντας έναν μεγάλο κύκλο περνώντας από τα έλη της Χειμαδίτιδας, να φτάσουμε στο χωριό Σωτήρ, κοντά στην υπόλοιπη Μεραρχία … Όταν μας είπε ο Δεμέστιχας την απόφαση αυτή, δεν μπορούσε να συγκρατήσει τα νεύρα και την απογοήτευσή του: «Είναι απαράδεκτο … Το Κιρλί Δερβέν δεν απέχει ούτε τέσσερεις ώρες … αν θέλουμε να βοηθήσουμε τη Μεραρχία, εκεί πρέπει να πάμε … να απειλήσουμε τα νώτα των Τούρκων … Κι αυτοί αποφάσισαν να πάμε στην Κλεισούρα, κι από κει στο Σώτερ, που απέχει πάνω από μια μέρα δρόμο …» «Και ποια είναι η σκέψη τους κύριε Λοχαγέ;» «Νομίζουν ότι οι Τούρκοι είναι πολλοί … και ότι η Μεραρχία θα υποχωρήσει για να αντιτάξει άμυνα στα στενά του Κόμανου» «Μα αυτά είναι πίσω από το Σόροβιτς … θα αφήσουμε το Σόροβιτς στους Τούρκους;» «Φοβούνται ότι δε θα βαστήξει η Μεραρχία στο Σόροβιτς … και σκέφτηκαν ότι αν οι Τούρκοι θέλουν να κυκλώσουν τη Μεραρχία, θα στείλουν στρατό από την Κλεισούρα για να βρεθεί στα νώτα της … Γι’ αυτό θέλουν να πάμε εμείς στην Κλεισούρα, να καλύψουμε αυτό το ενδεχόμενο …» «Μα είναι τόσο πολλοί οι Τούρκοι; Εμείς δεν είδαμε τόσους να περνάνε …» είπε ο Ανθυπολοχαγός ο Ρηγόπουλος … «Δεν ξέρω … αλλά ίσως έχουν δίκιο … μην ξεχνάμε ότι με τόσους Τούρκους μπροστά, στο Μοναστήρι δεν φτάνουμε … και η κύρια Διαταγή που έχει η Μεραρχία μας είναι να μην ηττηθεί, να μη διαλυθεί. Γιατί τότε οι Οθωμανοί θα φτάσουν στην Κοζάνη … Και τότε θα αποκόψουν τη Στρατιά και τον εφοδιασμό της από την Ελλάδα …» αντέτεινε πολύ λογικά ο Επιλοχίας του Λόχου. «Και τόσους Έλληνες που είναι στο Σόροβιτς και στη Μπάνιτσα, θα τους αφήσουμε στα σκυλιά τους Οθωμανούς;» είπα εγώ, αν και έβλεπα και το δίκιο σ’ αυτά που είπε ο Επιλοχίας … Ο Δεμέστιχας, δεν απάντησε, μόνο έσφιξε τα δόντια του. η «Κύριοι, ετοιμάστε τον Λόχο για αναχώρηση. Η 4 Διμοιρία θα ξεκινήσει πρώτη, ηγουμένη του Λόχου …» Ξεκινήσαμε έτσι προς τα νότια, κατά μήκος των κορυφογραμμών. 423

Στο μεταξύ, το «μπρος - πίσω» είχε επιδράσει αρνητικά στο ηθικό της Μεραρχίας , η οποία, το ας πρωί της 22 Οκτωβρίου είχε οργανωθεί αμυντικά στη γραμμή «Σωτήρ - οδός προς Κοζάνη», με ο ο το 23 Σύνταγμα (χωρίς το Τάγμα μας) πριν από το Σόροβιτς και το 22 στα νοτιοδυτικά του ο ο ο χωριού Σωτήρ, ενώ το 16 κρατήθηκε ως εφεδρεία κοντά στο 22 . Πίσω από το 23 παρατάχτηκαν ο οι Πυροβολαρχίες Δελλαπόρτα και Κοσκινά της Μοίρας Ταμπακόπουλου, ενώ πίσω από το 22 η Πυροβολαρχία Χατζηδημητρίου. Μέσα στην παγωμένη νύχτα το Πυροβολικό εργάστηκε ασταμάτητα, αναγνωρίζοντας θέσεις και προετοιμάζοντας τα πεδία βολής για το επόμενο πρωί. Οι Πυροβολαρχίες του Κλαδά και του Πετρόπουλου τοποθετήθηκαν στα υψώματα νοτίως του Σωτήρα. Στις 8 το πρωί, μικρή Τουρκική δύναμη κατέβηκε από το ύψωμα Ανεμόδαρτο προς το Ξινό Νερό, αλλά την υποδέχτηκε με δραστικά πυρά το Πυροβολικό του Ταμπακόπουλου και την καθήλωσε. Το ίδιο έγινε και στις 2 το μεσημέρι, με Τουρκική δύναμη που εμφανίστηκε στην αμαξιτή οδό προς το χωριό Πέτρες. Και μετά, ως τις 5 το βράδυ, είχαμε άγρια μονομαχία μεταξύ του Ελληνικού και του Τουρκικού Πυροβολικού. Ο Λόχος του Μηχανικού που βρισκόταν στη νότια έξοδο των 423

Μετά την υποχώρηση δια μέσου των στενών Κιρλί-Δερβέν (ο εχθρός δεν τους καταδίωξε), η Μεραρχία έφτασε περίπου στις 20.00 της 21ης Οκτωβρίου 1912 (εκτός από το τάγμα Χουδάλη που αποκόπηκε επειδή δεν μπόρεσε να ακολουθήσει τη γενική υποχώρηση) στο Σόροβιτς. Εκεί έγινε ανασύνταξη των μονάδων, λήφθηκαν μέτρα ασφαλείας και οι μονάδες καταυλίστηκαν στους κοντινούς αγρούς. Το ίδιο βράδυ ο Λοχαγός Κατσαρός διατάχτηκε να μεταβεί σιδηροδρομικώς στα Γιαννιτσά για να συναντήσει το Γενικό Στρατηγείο και να αναφέρει την υποχώρηση. Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 231

στενών, διατάχτηκε να αφήσει τη θέση του και να πάει στα αριστερά της Μεραρχίας, προστατεύοντας τις Πυροβολαρχίες Δελλαπόρτα και Κοσκινά. Επειδή υπήρχαν υποψίες ότι στο χωριό Εξησού, που ήταν Βουλγαρικό, θα συγκεντρώνονταν τη νύχτα πυκνές εχθρικές δυνάμεις, αποφασίστηκε να βομβαρδισθεί με συγκεντρωτικό πυρ όλων των Πυροβολαρχιών της Μεραρχίας. Απ’ ότι μάθαμε αργότερα, η νυχτερινή αυτή προσβολή με εκρηκτικές οβίδες επέφερε μεγάλη φθορά στον εχθρό. Η υπόλοιπη νύχτα κύλησε ήσυχα. η

Η 23 Οκτωβρίου ξημέρωσε με ομίχλη και παγωνιά. Το Πυροβολικό είχε ταχθεί σε μικρά υψώματα βόρεια του χωριού Σωτήρας, από όπου επιτηρούσε τις διαβάσεις του Κιρλί Δερβέν και του Εξησού. Το «σκηνικό» για τη μεγάλη μάχη του Σόροβιτς είχε στηθεί. Στις 9 το πρωί, τα Τουρκικά πυροβόλα, που είχαν καταφέρει να αναρριχηθούν στο ύψωμα Ανεμόδαρτο, άρχισαν να βάλλουν ου κατά του 23 Συντάγματος. Τα εχθρικά κανόνια βομβάρδιζαν το Σύνταγμα για κάμποση ώρα, αλλά μετά στράφηκε εναντίον τους όλο το Πυροβολικό της Μεραρχίας και σίγησαν. Στις 3 το ο μεσημέρι, το 22 Σύνταγμα του Ταγματάρχη Καλογερά επιτέθηκε με όλες τις δυνάμεις του προς το ο χωριό Πέτρες, αναγκάζοντας τους Τούρκους που πίεζαν το 23 από τα δεξιά να συμπτυχθούν. ου Όμως έτσι έμεινε ακάλυπτο το αριστερό πλευρό του 22 και αντιμετώπισε έντονα προβλήματα λόγω αντεπίθεσης των Τούρκων και το βράδυ αναγκάστηκε να υποχωρήσει. Από την άλλη όμως ο πλευρά, το 16 Σύνταγμα του Αντισυνταγματάρχη Καμάρα, κατάφερε να προωθηθεί πέρα από το Σόροβιτς και τις σιδηροδρομικές γραμμές, ως το χωριό Πέτρες, κλείνοντας την ημέρα νικηφόρα για εμάς. Η μάχη ήταν πολύ σκληρή. Τα κανόνια μας έβαλαν ακατάπαυστα, αλλά η Μεραρχία είχε 424 σοβαρές απώλειες και φθορές. Χάθηκαν πολλοί Αξιωματικοί και άρχισαν να λιγοστεύουν οι η οβίδες και οι σφαίρες. Η κατάσταση ήταν ανησυχητική και ο Μέραρχος, εκτιμώντας ότι την 24 Οκτωβρίου θα δεχόταν νέα ισχυρή επίθεση, ζήτησε ενισχύσεις, που όμως δεν κατάφεραν να ης φτάσουν ως το πρωί της 24 . ης

ο

ο

Το βράδυ της 23 Οκτωβρίου η Μεραρχία μας, είχε ταχθεί αμυντικά ως εξής: Tο 2 και 3 Τάγμα ου του 23 Συντάγματος από τη νότια όχθη της λίμνης Πετρών μέχρι τη σιδηροδρομική γραμμή ο 425 αμέσως δυτικά του Αμύνταιου, ενώ το δικό μας 1 Τάγμα ήταν ακόμη στη Μπελκαμένη και θέλαμε τουλάχιστον 6 ώρες πορεία ακόμη μέσα από μουλαρόδρομους και μονοπάτια για να ο ο ου φτάσουμε στο Σωτήρα. Tο 1 και 2 Τάγμα του 16 Συντάγματος μείνανε κοντά στη σιδηροδρομική γραμμή ως εφεδρεία, ενώ το ΙΙΙ/16 αποσύρθηκε από την πρώτη γραμμή και ο ο συγκεντρώθηκε στη νότια παρυφή του Αμύνταιου, όπου και διανυκτέρευσε. Tο 1 και 2 Τάγμα ου ο του 22 Συντάγματος διανυκτέρευσαν πίσω από τη σιδηροδρομική γραμμή, ενώ το 3 Τάγμα ος έμεινε συγκεντρωμένο ΝΔ του χωριού Σωτήρας. Ο 5 Λόχος τοποθετήθηκε στις προφυλακές στα ος υψώματα 608 και 610 και ο 8 Λόχος διατέθηκε ως ασφάλεια της 5/1 Πυροβολαρχίας, στο η ου αριστερό της όλης διάταξης της Μεραρχίας. Αλλά η 4 Ίλη του 3 Συντάγματος Ιππικού, που είχε ως αποστολή να καλύπτει το αριστερό της Μεραρχίας, αποσύρθηκε μόλις νύχτωσε από το χωριό Ροδώνα προς τα νοτιοδυτικά του υψώματος 640, όπου και διανυκτέρευσε, με εντολή, να ενεργήσει αναγνωρίσεις την επόμενη. Έτσι, το αριστερό έμεινε ακάλυπτο. ης

Στο μεταξύ, μία αναγνώριση που επέστρεψε το βράδυ της 23 Οκτωβρίου από το χωριό Φα426 νός , ανέφερε, ότι είχαν μπει στο χωριό Τούρκοι. Ο Λόχος Μηχανικού είχε αναπτυχθεί στο 424

Σκοτώθηκαν 6 Αξιωματικοί και 111 Οπλίτες, ενώ τραυματίστηκαν 20 ακόμη Αξιωματικοί. Οι Τούρκοι είχαν περίπου 1.800 νεκρούς και τραυματίες. 425 (Η σημερινή Δροσοπηγή στο δρόμο Καστοριάς Φλώρινας, Το 1912 είχε 1.200 περίπου κατοίκους, κυρίως Έλληνες.) 426 Ο Φανός είναι στα αριστερά της διάταξης, σε ύψος ανάμεσα στο Ξινό Νερό και το Ροδώνα Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 232

ύψωμα 640, έχοντας και αυτός σαν αποστολή την προστασία της 5/1 Πυροβολαρχίας. Το Τάγμα ος ος των Γεφυροποιών, δηλαδή ο 1 και ο 2 Λόχος του, χωρίς το υλικό τους, που ήρθαν εσπευσμένα από την Κοζάνη για ενίσχυση, φτάσανε τις βραδινές ώρες και στάθμευσαν μεταξύ των υψωμάτων ος 601 και 612, όπου ήταν και το Χειρουργείο της Μεραρχίας. Ο 1 Λόχος προωθήθηκε βόρεια του υψώματος 640. Η Πυροβολαρχία Κοσκινά (6/I) της Μοίρας Ταμπακόπουλου, αντικατέστησε την Πυροβολαρχία Κλαδά - Χατζηανέστη (6/ΙΙ) που της τελείωσαν τα πυρομαχικά, περνώντας έτσι από τη Διοίκηση Ταμπακόπουλου στη Διοίκηση Γουβέλη, και έχοντας σαν ρόλο να υποστηρίξει το κέντρο της παράταξης. Με λίγα λόγια, καθώς η Μεραρχία είχε την προσοχή της στραμμένη στα βόρεια, στο δρόμο Αμύνταιου Μπάνιτσας, στα αριστερά της, εκεί που ήταν ο δρόμος που έρχεται από την Καστοριά, αντί να υπάρχουν μονάδες να την προστατεύουν, είχαν μαζευτεί οι μονάδες που ήθελαν προστασία ... Η ειρωνεία είναι ότι θα μπορούσαμε να τις προστατεύσουμε εμείς, αν είχαμε κινηθεί μερικές ώρες νωρίτερα ή αν συνεχίζαμε την πορεία μας μέσα στη νύχτα. Αλλά ας μην θεωρηθεί ότι ολιγωρήσαμε. Η αλήθεια είναι ότι εκτός από απελπιστικό κρύο είχε και πυκνή ομίχλη, που έκανε σχεδόν αδύνατη την πορεία μέσα από τη βαλτώδη περιοχή που μας χώριζε από το αριστερό της Μεραρχίας. Και δεν είχαμε και οδηγούς. Ήταν σαν όλα να συνωμοτούσαν σε βάρος της Μεραρχίας. Το κακό δε θα αργούσε να γίνει. Μείναμε έτσι στην Μπελκαμένη, που ήταν ένα πανέμορφο και νοικοκυρεμένο Ελληνικό χωριό, χτισμένο σε πλαγιά, σε υψόμετρο από 800 μέχρι 1.600 μέτρα, με ωραίες τετραγωνισμένες γειτονιές και δρόμους οριζόντιους και κάθετους πλάτους τεσσάρων μέτρων! Και να ήταν μόνο αυτό; Όλα τα σπίτια του χωριού, λιθόκτιστα και όμορφα, συνδέονταν με δίκτυο αποχέτευσης!!! Καταυλιστήκαμε στο χωριό που μας φιλοξένησε όπως μπορούσε καλύτερα. Με λίγα χρήματα που είχα, έστειλα ένα στρατιώτη από σπίτι σε σπίτι να αγοράσει ψωμί. Αυτός γύρισε με ένα μεγάλο καρβέλι, αλλά και μισό κεφάλι τυρί και με όλα τα λεφτά. Και όλη η ομάδα βολεύτηκε στο σπίτι ενός χωρικού, μαζί με τις αγελάδες και τα βουβάλια του. Και έτσι κοιμηθήκαμε χορτασμένοι και στα ζεστά. Κατάφερα κι εγώ να κοιμηθώ λίγο, όσο επέτρεπαν οι αλλαγές των διπλοσκοπιών. Γιατί έπρεπε να έχουμε και το νου μας …

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 233

Τετάρτη 24 Οκτωβρίου 1912, Το «ατύχημα» της 5ης Μεραρχίας (Διήγηση του Γιώργου)

Και φτάσαμε στην τραγική νύχτα της 23 προς 24 Οκτωβρίου. Λέγεται ότι ένας Τουρκαλβανός Υπο427 ης λοχαγός από τα Γιάννενα, ονόματι Εσάτ , το βράδυ της 23 ζήτησε την άδεια από τον Αρχηγό των Τουρκικών δυνάμεων Τζαβήτ Πασά, να ενεργήσει μία τολμηρή καταδρομική επιχείρηση, περνώντας από το βάλτο που ήταν στα αριστερά της Μεραρχίας, με σκοπό να βγει στα νώτα της, 428 με δύναμη λίγων ανδρών και τέσσερα πολυβόλα . Ο Τζαβήτ Πασάς, έδωσε την άδεια με μεγάλη δυσκολία, απειλώντας μάλιστα τον τολμηρό Αξιωματικό, ότι θα τον τουφέκιζε αν έχανε τους άνδρες και τα πολυβόλα. Και σαν νύχτωσε, ο γενναίος και τολμηρός Εσάτ πέτυχε ότι δεν είχαν πετύχει προηγουμένως με σκληρό αγώνα οι Μεραρχίες του Τζαβήτ. Μέσα στη νύχτα ακούγονταν έντονα γαυγίσματα σκύλων στο χωριό Ροδώνας, καθώς οι Τούρκοι 429 του Εσάτ περνούσαν μέσα από αυτό. Σας θυμίζω ότι την προηγούμενη μέρα ήταν στο χωριό μία ου δική μας Ίλη Ιππικού, που όμως είχε αποσυρθεί. Τα γαυγίσματα τράβηξαν την προσοχή του 5 ου Λόχου του 22 Συνάγματος, που είχε προφυλακές εκεί κοντά. Ο Λόχος έστειλε περιπόλους και ανέφερε την πληροφορία στο Τάγμα του, αλλά ο διοικητής του Τάγματος δεν έκανε τίποτα, με την δικαιολογία, ότι οι προφυλακές δεν ήταν δική του ευθύνη, λέγοντας μάλιστα ότι «εσείς και στον 430 ύπνο σας Τούρκους ονειρεύεστε» . Λέγεται επίσης ότι ο Εσάτ βοηθήθηκε από τον μπέη των χωριών Ροδώνα – Φανού, τον περιβόητο Ισίν Χασάν, που έστειλε για οδηγό ένα Βούλγαρο εργάτη που δούλευε στα χωράφια του και κατάγόταν από το χωριό Πεδινό, και που ήξερε καλά τα μέρη. Ο οδηγός αυτός ήταν ένας διαβόητος κομιτατζής από την εποχή του Μακεδονικού, που οι Τούρκοι τον έλεγαν Καρά Κομίτ, δηλαδή Μαύρο κομιτατζή. Φανατικός Εξαρχιακός και γνωστός για τις φρικαλεότητες σε βάρος των Ελλήνων του Ξινού Νερού, είχε πριν από χρόνια δολοφονήσει και κατακρεουργήσει τον Μακεδονομάχο Παπαπέτρου, με τον οποίο ήταν παλαιοί φίλοι και είχε κρεμάσει τον Πρόεδρο του Ξινού Νερού Γιάννη Γραμματικού και τη γυναίκα του. Αυτός οδήγησε τους Τούρκους μέσα από μονοπάτια του βάλτου, χρησιμοποιώντας και βάρκες όπου χρειαζόταν. Έτσι, το καταδρομικό τμήμα του Εσάτ ης πέρασε ανενόχλητο, και στις 6.30 το πρωί της 24 έπιασε θέσεις και έστησε τα πολυβόλα του κοντά στο ύψωμα 640, σε μικρή απόσταση από τις θέσεις του Λόχου Μηχανικού. Με το πρώτο φως, τα πολυβόλα άνοιξαν αιφνιδιαστικά πυρ, πριν οι διπλοσκοποί του Μηχανικού προλάβουν να φωνάξουν «στα όπλα». Τα θεριστικά πυρά, οι πολλές απώλειες και οι φωνές των Τούρκων σκόρπισαν τον πανικό στο Λόχο Μηχανικού, του οποίου οι άντρες αναμίχθηκαν με τους ου άντρες του 1 Λόχου Γεφυροποιών, εγκαταλείποντας όπλα, εξαρτήσεις, ακόμη και ρούχα ... Μέσα στη σύγχυση που δημιουργήθηκε στα μετόπισθεν της Μεραρχίας, οι Τούρκοι κινήθηκαν ης γρήγορα κατά της 5 Πυροβολαρχίας, που σας θυμίζω ότι έπρεπε να την προστατεύει ο Λόχος Μηχανικού. Η Πυροβολαρχία προσπάθησε ηρωικά να αντιδράσει, αλλά δεν πρόλαβε να ρίξει πάνω από 10 βλήματα. Οι απώλειες της Πυροβολαρχίας, που δεν πανικοβλήθηκε, ήταν πολύ 427

(Απλή συνωνυμία με τον Διοικητή του Οθωμανικού Στρατού της Ηπείρου) Επρόκειτο για την Πολυβολαρχία του 49ου Συντάγματος Πεζικού της 17ης Μεραρχίας του Τουρκικού Στρατού. Το χωριό Ροδώνας που εκείνη την εποχή λεγόταν «Γκιουλέντζα», ήταν τότε αμιγώς Τουρκικό. 430 Αργότερα είπε πως δεν έλαβε κανένα μέτρο, επειδή νόμιζε, ότι ο Λόχος υπαγόταν στις άμεσες διαταγές της Μεραρχίας και εκτελούσε συγκεκριμένη αποστολή, στην οποία δεν μπορούσε, να επέμβει. Η ανευθυνότητα και οι ανόητες δικαιολογίες σε όλο τους το μεγαλείο. 428 429

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 234

μεγάλες. Και μεταξύ των νεκρών ήταν ο Διοικητής της Λοχαγός Σπυρίδων Δελαπόρτας, ο Υπολοχαγός Αθανάσιος Δούκας και τρεις Αρχηγοί Στοιχείων. Προσπαθώντας ηρωικά να ανατρέψει την κατάσταση, ο Διοικητής του Τάγματος Γεφυροποιών Ταγματάρχης Αλβανάκης, ο μόλις άκουσε τα πυρά, διέταξε τον 2 Λόχο ης του, να σπεύσει σε βοήθεια της 5 Πυροβολαρχίας. Αλλά καθώς ο Λόχος πλησίαζε στο ύψωμα 640, δέχτηκε δραστικά πυρά και αναγκάστηκε να καλυφθεί. Όμως κατάφερε τουλάχιστον να καλύψει με αυτοθυσία τη σύμπτυξη του Χειρουργείου και των άλλων μικρών μονάδων της Μεραρχίας προς τον Νότο. Οι απώλειες του Λόχου ήταν σοβαρές και ο Διοικητής του Τάγματος τραυματίστηκε και αυτός. Η κατάσταση χειροτέρευε συνεχώς, καθώς το καταδρομικό τμήμα του Εσάτ ενισχυόταν συνεχώς και από άλλα εχθρικά τμήματα. Μέσα στο η χάος που δημιουργήθηκε, λαμπρό παράδειγμα αντίστασης έδωσε η 6 ηρωική Πυροβολαρχία, που κυκλώθηκε από Τούρκους στη διάρκεια της μάχης που ακολούθησε. Ο Διοικητής της Λοχαγός Θεόδωρος Κοσκινάς αρνήθηκε να εγκαταλείψει τα πυροβόλα του, αν και διατάχθηκε, και έπεσε μαχόμενος ηρωικά, μαζί με τους Αξιωματικούς και τους Πυροβολητές του. 431

Ο Κοσκινάς ήταν ένας πραγματικός ήρωας και δεν είναι τυχαίο που μετά το θάνατό του 432 προήχθη σε Ταγματάρχη «επ’ ανδραγαθία» . Ενώ οι άλλες Πυροβολαρχίες είχαν διαταχθεί να συμπτυχθούν, στην Πυροβολαρχία Κοσκινά είχε δοθεί ρητή διαταγή από τον Ταγματάρχη Γουβέλη να μην εγκαταλείψει τη θέση της, χωρίς γραπτή διαταγή ή προσωπική ειδοποίηση του ιδίου. Ο Κοσκινάς και ενώ ο κίνδυνος είχε γίνει άμεσος και φανερός και οι στρατιώτες που υποχωρούσαν τους καλούσαν να υποχωρήσουν για να μη κυκλωθούν, στεκόταν ήρεμος και αποφασισμένος στη θέση του. «Είναι καύχημά μας ότι μας δίνουν μια τόσο τιμητική εντολή, να μείνουμε εδώ τελευταίοι και να πεθάνουμε για τους άλλους. Είμαι βέβαιος ότι θα κάμετε το καθήκον σας, ότι θα μείνετε ακλόνητοι και αποφασιστικοί οτιδήποτε και αν συμβεί», είπε στους Αξιωματικούς και στους άνδρες του. Καθώς η υποχώρηση συνεχιζόταν, ο Ταγματάρχης Γουβέλης ξέχασε να στείλει τη γραπτή διαταγή υποχώρησης στον Κοσκινά. Ο Διοικητής του Λοχαγός Ταμπακόπουλος αρχικά δεν αναμίχθηκε, καθώς η Πυροβολαρχία είχε περάσει υπό τις διαταγές του Γουβέλη. Όταν όμως πληροφορήθηκε ότι η Πυροβολαρχία Κοσκινά δεν είχε ακόμη αποσυρθεί, έστειλε αγγελιοφόρο διατάζοντας να αποσυρθούν. Ο Κοσκινάς όμως, με απαράμιλλο σθένος και αποφασιστικότητα απάντησε: «Πολύ καλά. Αφού νομίζουν ότι πρέπει να φύγω, ας αναλάβουν και την ευθύνη… Ας μου δώσουν 431

Ο Θεόδωρος Κοσκινάς γεννήθηκε στην Κέρκυρα στις 20 Αυγούστου 1868. Εισήχθη στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων από όπου ονομάστηκε Ανθυπολοχαγός (ΠΒ) στις 10 Αυγούστου 1890. Στις 15 Φεβρουαρίου 1902 έγινε Υπολοχαγός, στις 26 Ιουνίου 1909 Λοχαγός ΙΙ και στις 13 Φεβρουαρίου 1910 Λοχαγός Ι. 432 Ούτε είναι τυχαίο ότι η ηρωική στάση του διδάσκεται μέχρι σήμερα στη Σχολή Πυροβολικού. Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 235

έγγραφη διαταγή…», θέλοντας να επιτελέσει επακριβώς τις διαταγές που είχε και βλέποντας ότι έτσι εξασφάλιζε τη διευκόλυνση των στρατευμάτων που υποχωρούσαν. Πολλοί λένε ότι ο Γουβέλης είχε πει στον Κοσκινά να μείνει στη θέση του, αφήνοντάς του όμως και ελευθερία δράσης. Και ότι ο Κοσκινάς είχε αρχίσει τις βολές εναντίον του εχθρού, όταν του είπε ο Ταμπακόπουλος να υποχωρήσει. Μετά από λίγο, ο εχθρός άρχισε να βάλλει κατά της Πυροβολαρχίας που ήταν ακάλυπτη, ενώ από τα ΒΔ υψώματα κατέβαιναν και άλλες ισχυρές εχθρικές φάλαγγες. Στο μεταξύ, ο Ταμπακόπουλος πήγε ο ίδιος στον Γουβέλη και του είπε τα καθέκαστα και πήρε την έγκρισή του για τη διαταγή υποχώρησης, που την έγραψε αμέσως και την έστειλε με έναν Υπαξιωματικό. Αλλά ήταν αργά, καθώς ο Κοσκινάς βλέποντας ότι θα κυκλωθεί, διέταξε τους άντρες του να επιτεθούν για να διαφύγουν. Οι δύο Ουλαμαγοί Ανθυπολοχαγοί, ο Καθήκουρας και ο Οικονομόπουλος, όπως και οι περισσότεροι πυροβολητές αλλά και ο ίδιος ο Κοσκινάς έπεσαν νεκροί. Σώθηκε μόνο το εφεδρικό τμήμα της Πυροβολαρχίας, υπό τις οδηγίες του Επιλοχία Μανωλίδη, που υπάκουσε στην πρώτη διαταγή του Ταμπακόπουλου. Κάποιοι Πυροβολητές που γλύτωσαν, σκόρπισαν στα υψώματα στην περιοχή 433 Φιλώτα για να γλυτώσουν την αιχμαλωσία. Έτσι, ολόκληρη η Μοίρα, με 7 πυροβόλα , περιήλθε στα χέρια του εχθρού. Και χάθηκε κι ένα πυροβόλο της 6/2 Πυροβολαρχίας που ανατράπηκε κατά την υποχώρηση και εγκαταλείφθηκε σε μια χαράδρα. Όταν σιώπησαν όλα τα κανόνια του Κοσκινά, τότε έγινε αντιληπτό το πόσο στήριζαν τα άλλα σώματα της Μεραρχίας. Γιατί τότε τα Τουρκικά κανόνια χτύπησαν ακόμη και τα τμήματα που μάχονταν μέσα στο Σόροβιτς. Μετά οι Τούρκοι ενισχύθηκαν και από άλλες δυνάμεις και φτάσανε μέχρι τα Στενά του Κλειδιού και το Ξινό Νερό. Εκεί επιτέθηκαν ο αιφνιδιαστικά στο 22 Σύνταγμα και το τρέψανε σε φυγή, μέχρι πίσω το Φιλώτα. ο Τότε το 16 Σύνταγμα του Αντισυνταγματάρχη Καμάρα, καθώς και τα δύο άλλα ου Τάγματα του 23 , που τα διοικούσε ο Αντισυνταγματάρχης Ζούκης, βλέποντας τη διάλυση της αριστερής πτέρυγας, άρχισαν σύμπτυξη μέσω της οδού Σωτήρας - Έλεβες Τσαλτζιλάρ. Μέσα σ’ αυτό το χαμό, ο Μέραρχός μας Ματθαιόπουλος, μη μπορώντας να ελέγξει την κατάσταση, κινήθηκε και αυτός με το Στρατηγείο του νότια προς τον Φιλώτα. Όλη η Μεραρχία υποχωρούσε και συμπτυσσόταν.

Στο σημείο αυτό πρέπει να μνημονεύσω τον ηρωικό υπάλληλο του Τηλεγραφείου Αμυνταίου, ο οποίος μέσα σε αυτό το χάος ενημέρωσε το Τηλεγραφείο της Κοζάνης για την καταστροφή και εκείνο με την σειρά του ειδοποίησε την Αθήνα.

433

Το 8ο είχε αχρηστευτεί στη μάχη των Λόφων στις 21 Οκτωβρίου. Η ειρωνεία είναι ότι οι Τούρκοι μετέφεραν τα πυροβόλα αυτά στο Μπιζάνι και ο Ελληνικός Στρατός τα ξαναπήρε πίσω, όταν απελευθέρωσε τα Γιάννενα στις 21 Φεβρουαρίου 1913. Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 236

Την ημέρα εκείνη, το Τάγμα μας είχε ξεκινήσει αξημέρωτα και προχωρούσαμε προς τα νότια, κατά μήκος των κορυφογραμμών στα βουνά Βέρνο, Μουρίκι και Σινιάτσικο. Φτάνοντας σε ένα μικρό Ελληνοχώρι είδαμε Τούρκους Ιππείς που είχαν πάει για πλιάτσικο. Τους συλλάβαμε και από αυτούς μάθαμε ότι οι Τούρκοι είχαν κατέβει στα Καϊλάρια και οι δικοί μας υποχωρούσαν προς την Κοζάνη. Στεναχωρημένοι και με βαριά καρδιά πήραμε το δρόμο προς τη Σέλιτσα και το 434 Κοντσικό . Και από εκεί, περνώντας από τη Σιάτιστα, φτάσαμε τελικά στην συντεταγμένοι στην Κοζάνη, στις 26 Οκτωβρίου. Τονίζω το «συντεταγμένοι» και είμαι περήφανος γι’ αυτό. Γυρίσαμε πίσω με όλους τους άντρες, τον οπλισμό μας και όλα μας τα υπάρχοντα. Γιατί καθώς ακούγαμε συνέχεια για συμφορές και καταστροφές καθώς υποχωρούσαμε, είναι αλήθεια ότι για μια στιγμή πήγε να επικρατήσει πανικός και κάποιοι θέλανε να το βάλουν στα πόδια κι όπου τους έβγαζε … Αλλά την ώρα εκείνη, μαζέψαμε με το Λοχία τη Διμοιρία και επιβάλαμε την τάξη λέγοντας «Τι θα λέμε αύριο στα παιδιά μας; Πώς θα κοιτάμε στα μάτια τους άλλους συναδέλφους;» Είναι στιγμές στον πόλεμο που ο καθένας μπορεί να σπάσει. Όσοι βιώσουν τις δυσκολίες του πολέμου και τη θολούρα της μάχης, μπορεί να βρεθούν κάποια στιγμή στο μεταίχμιο μεταξύ ανδρείας και δειλίας. Και τότε χρειάζεται ένας καταλύτης. Που μπορεί να είναι μία κουβέντα, ένα παράδειγμα … Αν ανταπεξέλθεις, μετά βλέπεις με άλλο μάτι τα μικρά και τα ασήμαντα, και ακολουθείς έναν κώδικα τιμής … Αποκτάς μιαν άλλη στάση ζωής, μιαν άλλη φιλοσοφία … Οι Τούρκοι, αποθρασυνόμενοι εντελώς, έκαψαν τις μέρες εκείνες το Σόροβιτς και το Ξινό Νερό. Αγριότητες απερίγραπτες … από την μανία τους δεν γλίτωσαν ούτε τα ζώα, που τα κατάσφαξαν. Και σαράντα γέροντες που είχαν αρνηθεί να αφήσουν τα σπίτια τους, τους κλείσανε σ’ ένα σταύλο και τους κάψανε ζωντανούς. Τις επόμενες μέρες η Μεραρχία κατάφερε να ανασυνταχθεί στην Κοζάνη, όμως χαρακτηριστικό του πανικού που είχε επικρατήσει, είναι ότι ο Φρούραρχος Κοζάνης χρειάστηκε να συγκεντρώσει 400 οπλίτες και Χωροφύλακες και να βρει άλλους 400 πολίτες που εξόπλισε, για να συγκρατήσουν τους υποχωρούντες στο χωριό Μαυροδέντρι. Μάταιος κόπος. Ο φόβος, από τις αφηγήσεις των στρατιωτών, έφτασε μέχρι την Κοζάνη. Και όταν στις 26 Οκτωβρίου, Τούρκοι χωριάτες επιτέθηκαν στις προφυλακές μας, στα υψώματα που είναι ΒΔ της Κοζάνης, οι μεν προφυλακές απέκρουσαν τους εχθρούς με ευκολία, αλλά μέσα στην Κοζάνη, σαν άκουσαν τους πυροβολισμούς, οι στρατιώτες μας το βάλανε στα πόδια και τρέχανε προς την γέφυρα του Αλιάκμονα και ης τα Σέρβια. Ευτυχώς, την γέφυρα τη φύλαγε ένας Λόχος Μηχανικού της 3 Μεραρχίας που ανέκοψε τους φυγάδες, αφού είχε σαφείς εντολές να τους σταματήσει με οποιονδήποτε τρόπο, ακόμη και πυροβολώντας εναντίον τους. Τελικά, τις μεγαλύτερες απώλειες μας τις προκάλεσαν οι Τούρκοι χωρικοί. Αυτοί φτιάχνανε ομάδες και χτυπούσαν τους στρατιώτες που υποχωρούσαν περνώντας μέσα από Τουρκικά χωριά. 435 Ο Μέραρχος αντικαταστάθηκε και στη θέση του ανέλαβε ο Συνταγματάρχης Μηχανικού Στέφανος Γεννάδης, που ως τότε διοικούσε τα Τάγματα Ευζώνων. Για την ακρίβεια, συγκροτήθηκε «Τμήμα Στρατιάς», από την 5η Μεραρχία και τα Τάγματα Ευζώνων, υπό την ηγεσία του Γεννάδη. Τα Συντάγματα περιορίστηκαν σε δύο Τάγματα το καθένα, από τρία που είχαν, εξ αιτίας της 434

(σημερινές Εράτυρα και Γαλατινή) Ο Ματθαιόπουλος ήταν γενναίος Αξιωματικός και στη συνέχεια ανέλαβε και νέα διοίκηση στο μέτωπο της Ηπείρου. Κάποιοι ωστόσο υποστήριξαν ότι γλύτωσε το Στρατοδικείο, διότι υπήρξε παλαιότερα δάσκαλος στη Σχολή Ευελπίδων του Κωνσταντίνου και ότι «λειτούργησε ο δεσμός μεταξύ μαθητή και δασκάλου». 435

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 237

έλλειψης Αξιωματικών από τις απώλειες. Και όσοι οπλίτες είχαν δείξει δειλία, μεταφέρθηκαν σε 436 η νέα τμήματα, που ονομάστηκαν «Έμπεδα» . Η 5 Μεραρχία, δοκιμάστηκε σκληρά και είχε 437 συνολικά 168 νεκρούς, 196 τραυματίες και 10 αγνοούμενους . η

Παρά την υποχώρησή της, η 5 Μεραρχία πολέμησε γενναία και ηρωικά. Η Ιστορία μίλησε για «ατύχημα», το μόνο πολεμικό ατύχημα του πολέμου αυτού. Αλλά μίλησε και για τον ηρωισμό που επέδειξε η Μεραρχία. Μείναμε στην Κοζάνη ως τις 2 Νοεμβρίου και ο Λόχος μας φύλαγε προφυλακές στα δυτικά υψώματα. Εκείνες τις μέρες πέρασε από κει και μια φάλαγγα ερυθροχιτώνων «Γαριβαλδινών», 438 σχεδόν χίλια άτομα με επί κεφαλής τον Ρώμα . Πήγαιναν προς τα Γιάννινα και θα πρέπει να πω ότι μας έκαναν πολύ άσχημη εντύπωση για την αταξία τους και για το ότι ήταν φορτωμένοι με λάφυρα.

436

Είναι χαρακτηριστική η σωζόμενη αναφορά του Λοχαγού Αξιώτη, που είχε αναλάβει τη Διοίκηση του αποκληθέντος «Εμπέδου Τμήματος» του 22ου Συντάγματος: «Μετά τον πανικόν της Κοζάνης … το Σύνταγμα ανασυνετάχθη … διαλύσαν το 3ον αυτού Τάγμα και αποτελέσαν πλήρη δύο αυτού Τάγματα 1ον και 2ον , με τους κατηγορηθέντας δε επί δειλία, τους απορρίψαντας γυλιούς, κλινοσκεπάσματα, τινάς δε και αυτά τα τυφέκια των, περί τους 436 τον αριθμόν άνδρας του Συντάγματος εξ όλων των Λόχων, κατηρτίσθη το επικληθέν "Έμπεδον Τμήμα" του 22ου Συντάγματος, όπερ την 1ην Νοεμβρίου μοι παρεδώθη προς Διοίκησιν, με Αξιωματικούς μόνον τον έφεδρον Υπολοχαγόν Τόρτην Νικόλαον και Ανθυπασπιστήν Αναστασιάδην Ευστράτιον. Το διήρεσα δια το ευκολοδιοίκητον εις δύο Λόχους, ων τον ένα παρέδωκα εις τον Υπολοχαγόν Τόρτην, τον δ' έτερον εις τον Ανθυπασπιστήν Αναστασιάδην, αμφοτέρων παραμενόντων υπό την άμεσον Διοίκησίν μου…» 437 Επί συνόλου 81 νεκρών Αξιωματικών και 682 Οπλιτών που είχαν οι 7 Μεραρχίες σε όλη τη Μακεδονική εκστρατεία, η 5η Μεραρχία είχε τις μεγαλύτερες απώλειες από όλες: 26 νεκρούς Αξιωματικούς και 273 Οπλίτες. 438 (Ο οποίος αργότερα έγινε και Πρόεδρος της Βουλής) Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 238

Η διάβαση του Αξιού Οι Τούρκοι, εγκαταλείποντας τα Γιαννιτσά, υποχώρησαν προς την Θεσσαλονίκη, καταστρέφοντας 439 τις γέφυρες του φουσκωμένου Αξιού , δυσκολεύοντας την προχώρηση της Στρατιάς προς την η Θεσσαλονίκη, ενώ, όπως μήνυαν οι Αγγελιοφόροι, η 2 Βουλγαρική Μεραρχία ήταν ήδη στην πεδιάδα του Λαγκαδά. Μονάδες της Στρατιάς, από την επομένη της κατάληψης των Γιαννιτσών, η δηλαδή από την Κυριακή 21 Οκτωβρίου 1912, έφτασαν στη δεξιά (δυτική) όχθη του Αξιού. Και με την κάλυψη ελαφρών τμημάτων που πέρασαν στην απέναντι όχθη, άρχισαν εργασίες για την γεφύρωση, επισκευάζοντας τις καταστραφείσες γέφυρες, αλλά στήνοντας και νέες σε περάσματα κοντά στα χωριά Χαλάστρα, Βαλμάδα και Αξιοχώρι. ο

Ταυτόχρονα, έγινε και ανασύνταξη των δυνάμεων και συμπλήρωση ελλείψεων. Το 8 Τάγμα η 440 Ευζώνων ενώθηκε ξανά με την 6 Μεραρχία . Πυρομαχικά και άλλα εφόδια προωθήθηκαν στο ης η χωριό Άδενδρο. Αλλά τη νύχτα της 23 προς 24 Οκτωβρίου, επικρατούσε απαισιοδοξία, καθώς λείπανε υλικά γεφυροσκευής και όλα δείχνανε ότι η γεφύρωση θα απαιτούσε τουλάχιστον τρεις μέρες ακόμη. Η Θεσσαλονίκη κινδύνευε να χαθεί. Σε μια κίνηση απόγνωσης, οι Μηχανικοί απευθύνθηκαν στα γύρω χωριά, τα Μάλγαρα, τα Κύμινα, τη Χαλάστρα και τη Σίνδο, ζητώντας βοήθεια από τους κατοίκους. Η ανταπόκριση ήταν άμεση. Χιλιάδες Μακεδόνες δώσανε ότι ξύλινο μπορούσαν να διαθέσουν: βάρκες, βαρέλια, πόρτες, ακόμη και τις κάσες από τις πόρτες ξηλώνανε. Χιλιάδες χωρικοί και Στρατιώτες δούλεψαν όλη τη ης νύχτα, και το πρωί της 24 Οκτωβρίου, η πρώτη γέφυρα ήταν έτοιμη στη Χαλάστρα, και ης πέρασαν οι Πρόσκοποι της 7 Μεραρχίας, ακολουθούμενοι από τους Ευζώνους του Κωνσταντινόπουλου και την Ταξιαρχία Ιππικού. Το ίδιο βράδυ, στις 11, εκδόθηκε και η Διαταγή Επιχειρήσεων για τις επόμενες ημέρες.

439

(αλλά και του Λουδία και του Γαλλικού) (Θυμίζουμε ότι λίγες μέρες πριν είχε υπαχθεί στην 7η Μεραρχία, συμβάλλοντας στην κατάληψη της Κατερίνης) 440

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 239

η

η

η

Την επομένη, Πέμπτη 25 Οκτωβρίου, η 2 , 4 και 3 Μεραρχία πέρασαν από την σιδηροδρομική η γέφυρα που είχε επισκευαστεί, η 1 Μεραρχία από την γέφυρα στη Βαλμάδας, ενώ ένα τμήμα της ης ης 6 Μεραρχίας πέρασε από το Αξιοχώρι με σχεδίες. Το βράδυ της 25 Οκτωβρίου, παρ’ όλο που το κρύο, η βροχή, η ομίχλη και η λάσπη δεν επέτρεψαν σε πολλές μονάδες να φτάσουν στις θέσεις που όριζε η Διαταγή Επιχειρήσεων, η Στρατιά ήταν έτοιμη και είχε διαταχθεί ως εξής (από 441 νότια προς βόρεια ): Στην Σίνδο το Απόσπασμα Ευζώνων Κωνσταντινοπούλου. Μεταξύ Σίνδου η και Αξιού, η 7 Μεραρχία. Στην ανατολική όχθη του Αξιού, στην έξοδο της σιδηροδρομικής η η η γέφυρας η 3 Μεραρχία. Η 1 Μεραρχία στον Άγιο Αθανάσιο. Η 4 Μεραρχία, από Καραβιά, η η Δερμίτσα, μέχρι τον Βαθύλακκο, δίπλα στη 2 Μεραρχία και την Ταξιαρχία Ιππικού. Και η 6 442 Μεραρχία στον Άγιο Πέτρο , με 4 Λόχους Ευζώνων στο Αξιοχώρι, στην ανατολική όχθη του Αξιού. Το Γενικό Στρατηγείο, που στις 23 Οκτωβρίου είχε μετασταθμεύσει στο Άδενδρο (Κερτζιλάρ), μεταφέρθηκε το ης μεσημέρι της 25 Οκτωβρίου 443 στο Τοψίν . Οι πληροφορίες από τα ανιχνευτικά αποσπάσματα και τους κατοίκους έλεγαν ότι οι Τούρκοι υποχώρησαν προς τη Θεσσαλονίκη, όπου ετοίμαζαν πρόχειρα έργα άμυνας στα ΒΔ υψώματα της πόλης, στα Διαβατά, τους Λαχανόκηπους, τη Νεοχωρούδα, τη Νικόπολη, το Ωραιόκαστρο και τον Μικρόκαμπο και ότι οι δυνάμεις τους ήταν σε κακή κατάσταση, με πολύ χαμηλό ηθικό, έτοιμες να παραδοθούν. Οι πληροφορίες λέγανε ακόμη ότι στο Κιλκίς είχε φτάσει Σερβοβουλγαρικό Ιππικό, ακολουθούμενο από μεγάλη φάλαγγα Πεζικού που κατέβαινε από την Δοϊράνη. Στο ίδιο χρονικό διάστημα, το Γενικό Στρατηγείο πληροφορήθηκε από τηλεγραφήματα των Υπουργείων Στρατιωτικών και Εξωτερικών, ότι η Γαλλική Κυβέρνηση δήλωσε ότι «οι νίκες των Βαλκανικών Κρατών δίνουν σε αυτά δικαιώματα εδαφικών ικανοποιήσεων», ότι στη Θεσσαλονίκη έγινε σύσκεψη των Προξένων των Μεγάλων Δυνάμεων και του Τούρκου Βαλή για την παράδοση της πόλης και ότι ο Τουρκικός Στρατός είχε αποθαρρυνθεί και θα παραδινόταν μόλις εμφανιζόταν ο Ελληνικός Στρατός. Πληροφορήθηκε επίσης ότι έσπευδαν προς τη Θεσσαλονίκη Βουλγαρικές δυνάμεις και ότι η Κυβέρνηση ανησυχούσε για την τύχη της Θεσσαλονίκης και συνιστούσε την ταχεία είσοδο του Ελληνικού Στρατού στην πόλη. Από τις πληροφορίες αυτές και από τις αναγνωρίσεις των Μονάδων της Στρατιάς, το Στρατηγείο συμπέρανε ότι αφ' ενός μεν οι Βούλγαροι σπεύδουν να εισέλθουν πρώτοι στη Θεσσαλονίκη, αφ' ετέρου δε ότι οι Τούρκοι δεν σκόπευαν να 441

(δηλαδή από δεξιά προς αριστερά όπως προελαύνει προς Θεσσαλονίκη) Όπως διηγείται ο Πέτρος Βρυζάκης, η διαμονή στον Άγιο Πέτρο (Πέτροβο) ήταν απελπιστική, με συνεχείς βροχές και απερίγραπτη λάσπη, χωρίς ψωμί επί τρεις μέρες, τρώγοντας βρασμένο καλαμπόκι. Στις 28, με φοβερή κακοκαιρία και απερίγραπτες κακουχίες, μετέβησαν ξανά κοντά στον ποταμό, σε ένα Τουρκοχώρι, το Μετεσλί, που το βρήκαν καμένο, και εκεί έμαθαν τα νέα για την παράδοση των Τούρκων, που τους έκαναν να ξεχάσουν όλες τις προηγούμενες κακουχίες. Από εκεί, μετά από μερικές μέρες ανάπαυσης και γλεντιού, η Μεραρχία στράφηκε πάλι πίσω προς τα Γιαννιτσά, με νέα κατεύθυνση προς Μοναστήρι. 443 (Σημερινή «Γέφυρα Θεσσαλονίκης», έδρα του Δήμου Χαλκηδόνα. Στα Τούρκικα, η ονομασία σημαίνει «τόπο κανονιού») 442

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 240

αμυνθούν σθεναρά, αλλά μάλλον ετοιμάζονταν να παραδοθούν. Έτσι αποφασίστηκε η ταχεία προέλαση προς τη Θεσσαλονίκη, και συγχρόνως καταρτίστηκαν σχέδια για την βίαιη κατάληψή της, αν οι Τούρκοι αντέτασσαν άμυνα. Έτσι, πριν την αναχώρηση του Γενικού Στρατηγείου από το Άδενδρο, εκδόθηκαν οδηγίες προς τις Μονάδες για την πιθανή ενέργεια κάθε Μεραρχίας κατά η την επομένη (26 Οκτωβρίου), αν χρειαζόταν να γίνει γενική επίθεση. Τα χωριά Φιληρό, Χαρμανκιόϊ, Ευκαρπία, Ωραιόκαστρο και Νικόπολη, στα βορειοδυτικά και βόρεια της Θεσσαλονίκης, ης ης ης ορίστηκαν ως ενδεχόμενες κατευθύνσεις επίθεσης της 1 , 3 και 7 Μεραρχίας και του Αποσπάη σματος Κωνσταντινοπούλου. Η 4 Μεραρχία θα παρέμενε ως εφεδρεία, έτοιμη να κινηθεί από τον η η Καραβά προς την Νικόπολη ή το Πουρνάρι. Η 2 και 6 Μεραρχία θα ενεργούσαν κυκλωτική η η κίνηση, η μεν 2 προς Μελισσοχώρι και Δητή, η δε 6 βορειότερα προς Ραχμανλή και Ηράκλειο, κοντά στον Λαγκαδά. Η Ταξιαρχία Ιππικού θα κατευθυνόταν προς την Άσσηρο για να ολοκληρώσει την καταστροφή του εχθρού με συνεχή και εκ του πλησίον καταδίωξη. Επίσης, όταν το Στρατηγείο έφτασε στο Τοψίν, εξέδωσε νέες διαταγές για τους χώρους στάθμευης ης σης και τις προφυλακές κατά το βράδυ της 25 Οκτωβρίου και για τις αναγνωρίσεις της 26 , και συμπλήρωσε με νέες οδηγίες για την πιθανή επίθεση, τονίζοντας ότι πρέπει να είναι ισχυρή και η καταδίωξη ορμητική, χωρίς καμία δικαιολογία για κόπωση των ανδρών και των ζώων ή για δυσχέρειες εδαφικές ή καιρικές ή ακόμη και έλλειψη διατροφής. 100.000 άνδρες με 110 κανόνια ήταν έτοιμοι να συντρίψουν τα υπολείμματα του Τουρκικού Στρατού, αν τολμούσε να προβάλλει ης αντίσταση. Και οι διαταγές τους ήταν σαφείς: Στις 6 πμ της 26 να κινηθούν επιθετικά σύμφωνα με τα σχέδια.

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 241

Οι Τούρκοι σκέπτονται την παράδοση (Με βάση τα απομνημονεύματα του Ταχσίν Πασά)

Η αστραπιαία διάδοση της οπισθοχώρησης πίσω από τον Αξιό προκάλεσε μεγάλη αναστάτωση στη Θεσσαλονίκη και επέμβαση των Προξένων των Μεγάλων Δυνάμεων. Ο Διοικητής της Μεραρχίας Θεσσαλονίκης και φρούραρχος της πόλης Μουεντίν Πασάς, υποβάλλοντας την 444 παραίτησή του, έστειλε το παρακάτω τηλεγράφημα στον Ταχσίν : «Αρχηγόν Στρατιάς – Τόψιν Οι Γενικοί Πρόξενοι Αυστρίας, Μ. Βρετανίας και Ρωσίας με επισκέφθηκαν όλοι μαζί, και μου δήλωσαν ότι αφ’ ενός καθησύχασαν τους υπηκόους τους που είχαν ανησυχήσει από τις ήττες του Στρατού μας, αφ’ ετέρου ότι αισθάνονται την ανάγκη, λόγω της τροπής των πραγμάτων, να επιστήσουν την προσοχή μας στους κινδύνους για πρόκληση ταραχών, από την άτακτη υποχώρηση των στρατιωτών μας στην πόλη. 445 Ο Πρόξενος της Μ. Βρετανίας τόνισε ιδιαίτερα την ανάγκη λήψης των αναγκαίων μέτρων, και πρόσθεσε ότι σε περίπτωση που κινδυνεύσουν οι ζωές και οι περιουσίες των υπηκόων τους, η ευθύνη θα βάρυνε εξ ολοκλήρου τις Αρχές, και ιδίως την ηγεσία του Στρατού. … Υπενθυμίζω ότι η μόνη διαθέσιμη δύναμη, εκτός της Χωροφυλακής, για την τήρηση της τάξης σε μία μεγαλούπολη με πολλούς ξένους υπηκόους, πολυάριθμα ξένα Ιδρύματα και τόσα αντίθετα και συγκρουόμενα συμφέροντα, δεν υπερβαίνει το Τάγμα. Η Φρουρά δεν διαθέτει ούτε ένα πολυβόλο. Υπογραμμίζοντας την επιτακτική ανάγκη ενίσχυσής της, υποβάλλω την παραίτησή μου, αδυνατώντας να ανταπεξέλθω … 446 Μουεντίν – 21 Οκτωβρίου 1328 » Ο Ταχσίν αντικατέστησε τον Μουεντίν με τον Ναντίρ Πασά, τον πρώην Διοικητή του Σώματος 447 Στρούμας , αλλά η ήττα στα Γιαννιτσά, η άτακτη υποχώρηση, ο τορπιλισμός του Φετχ-ιΜπουλέντ και τώρα οι πιέσεις των Προξένων, πίσω από τις οποίες ήταν οι πιέσεις και ανησυχίες των ίδιων των προυχόντων της πόλης, έκαναν την κατάσταση απελπιστική. Στρατιωτικά, η κατάσταση ήταν άθλια από κάθε πλευρά. Ενώ η Ελληνική Στρατιά προέλαυνε απτόητη, περνώντας και τον Αξιό, όπου η μεν ξύλινη γέφυρα είχε καεί αλλά η Σιδηροδρομική είχε παραμείνει σχεδόν άθικτη, από την ανικανότητα και δειλία του υπεύθυνου για την καταστροφή της Λοχαγού του Μηχανικού. Και σαν να μην έφταναν αυτά, μαύρα μαντάτα έφταναν από όλα τα μέτωπα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. 448

Το επείγον τηλεγράφημα του Μεγάλου Βεζύρη προς τον Βαλή Μεχμέτ Ναζίμ Πασά απεικονίζει την δραματική κατάσταση: «Κρατηθείτε όσο το δυνατόν. Η Φρουρά της Αδριανούπολης αντιστέκεται ηρωικά, αλλά ο εχθρός, αφού χαλάρωσε την πολιορκία, στράφηκε με όλες τις δυνάμεις του κατά της Κωνσταντινούπολης, αναγκάζοντας τον 449 Στρατό μας να υποχωρήσει μαχόμενος στη γραμμή Τσατάλτσας . 444

(Τα πρωτότυπα κείμενα είναι σε καθαρεύουσα. Για λόγους κατανόησης, το τηλεγράφημα αυτό, καθώς και επόμενα τηλεγραφήματα / έγγραφα / επιστολές, παρατίθενται σε νέα Ελληνική.) 445 (Harry Harling Lamb, ο κατά τον Κρώφορντ Πράις «Πρύτανης» των Προξένων) 446 (Δεν είναι λάθος, είναι το 1912 στο Ισλαμικό ημερολόγιο) 447 (της άλλως λεγόμενης «Στρατιάς του Στρυμώνα») 448 (Τον Διοικητή του Βιλαετιού της Θεσσαλονίκης) 449 (65 χλμ δυτικά της Κωνσταντινούπολης) Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 242

Μετά την απρόσμενη και άκρως επικίνδυνη τροπή των πραγμάτων, και την οξεία φάση στην οποία περιήλθαν οι επιχειρήσεις, επειδή αντιλαμβανόμαστε ότι είναι πλέον αδύνατη η συνέχιση του αγώνα, ζητήσαμε από τις Μεγάλες Δυνάμεις να μεσολαβήσουν προς σύναψη ανακωχής, η οποία ελπίζουμε να επιτευχθεί σύντομα. Αντισταθείτε μέχρι εσχάτων, διατηρώντας ακμαίο το ηθικό του Στρατού.» Το τηλεγράφημα αυτό έμοιαζε με χαριστική βολή. Η παρουσία των Βουλγάρων δίπλα στην πρωτεύουσα, οι ήττες στη Μακεδονία, η διακοπή της σιδηροδρομικής επικοινωνίας τόσο προς τα ου δυτικά όσο και προς τα ανατολικά, έκαναν ασήμαντη τη νίκη του 6 Σώματος στη Μπάνιτσα, νίκη «πύρρεια», που ταυτόχρονα σήμαινε και την επερχόμενη απώλεια του Μοναστηρίου. Οι Έλληνες προχωρούσαν στον Αξιό, οι Βούλγαροι κατέβαιναν από τις Σέρρες, Έλληνες Πεζοναύτες 450 αποβιβάζονταν στην Χαλκιδική , ο κλοιός έσφιγγε. Και σαν να μην έφταναν αυτά, ο Βαλής, πίεζε και αυτός για παράδοση … αυτός που είχε διαταχθεί από τον Μεγάλο Βεζύρη για «άμυνα μέχρις εσχάτων». Με έγγραφό του, στις 22-12-1912, κοινοποίησε ως συνημμένη την «ομόφωνη» απόφαση του Διοικητικού και Δημοτικού Συμβουλίου ΚΑΤΑ της άμυνας στα πρόθυρα της πόλης! Ιδού η απόφαση των Προκρίτων: «Το Διοικητικό και Δημοτικό Συμβούλιο της πόλης, αφού συνήλθαν σε έκτακτη συνεδρίαση, διαπιστώνοντας την άκρα κρισιμότητα της κατάστασης και προβλέποντας τις τραγικές και καταστρεπτικές συνέπειες μιας απεγνωσμένης ύστατης προσπάθειας για άμυνα στα πρόθυρα της Θεσσαλονίκης, λαμβάνουμε την τιμή να σας αναφέρουμε τα παρακάτω: Δεδομένου ότι είναι εφικτή η πρόληψη των καταστρεπτικών συνεπειών της βίαιης εκπόρθησης της πόλης … της καταστροφής από το πυροβολικό … της εξόντωσης πενήντα χιλιάδων προσφύγων και γυναικοπαίδων … αντιλαμβανόμενοι τις ανεπανόρθωτες συνέπειες της συνέχισης μιας παραφροσύνης, θεωρούμε ότι για κανένα λόγο δεν επιτρέπεται πλέον κάθε παραπέρα αντίσταση στις πύλες της Θεσσαλονίκης. Υπεύθυνοι και νόμιμοι εκπρόσωποι όλων των κατοίκων, έχοντας και την συγκατάθεση όλων των Αρχηγών Δογμάτων και Κοινοτήτων, παρακαλούμε να αναλάβετε τις πρέπουσες Διοικητικές και 451 πολιτικές ενέργειες, διαβιβάζοντας στον Αρχηγό της Στρατιάς την απόφασή μας … 22 Οκτωβρίου 1328 (1912) 452 Το έγγραφο έχει τις υπογραφές του Καδή Αλή Χικμέτ, του Δημάρχου Οσμάν Σαΐτ , του Μουφτή Αχμέτ, του Μητροπολίτη Γενναδίου, του Αρχιραβίνου Ιακώβ, και των μελών του Διοικητικού και του Δημοτικού Συμβουλίου. Η απροκάλυπτη ανάμιξη των πολιτικών και δημοτικών Αρχών στο έργο της Στρατιάς, παράλληλα με τις πιέσεις των Προξένων, δημιούργησαν ατμόσφαιρα εκνευρισμού, όπως δείχνει η απάντηση του Ταχσίν στον Βαλή: «Ο αντίπαλος προχωρεί και η μάχη θα έλθει αναπόφευκτα… Με τη θερμή παράκληση να αφήσετε τον Στρατό ανενόχλητο στο δύσκολο έργο του, επαναλαμβάνω ότι η λήψη αποφάσεων και ενεργειών για πολιτικές ενέργειες και διαπραγματεύσεις αφορά αποκλειστικά την Διοίκησή σας.» Και ενώ οι εφημερίδες στις 23 Οκτωβρίου γράφανε ότι «η Τουρκία ζήτησε επίσημα την επέμβαση 453 των Δυνάμεων» , ο Βαλής έπαψε να απευθύνεται στον Ταχσίν και αλληλογραφούσε με τον 450

(Απόβαση στη Χαλκιδική δεν έγινε, αλλά έτσι νόμιζε ο Ταχσίν) (Υπενθυμίζεται ότι η επιστολή των κατοίκων απευθύνεται στον Βαλή) 452 Ο Οσμάν Σαΐτ ήταν Δήμαρχος από το 1908 και παρέμεινε και μετά την απελευθέρωση της πόλης, ως το 1916. Τον Νοέμβριο 1920 διορίστηκε ξανά Δήμαρχος και παρέμεινε ως τις 22-9-1922, οπότε εγκατέλειψε την Ελλάδα με την ανταλλαγή πληθυσμών. 451

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 243

Φρούραρχο Ναντίρ Πασά, που ωστόσο είχε παραιτηθεί! Και ο Ναντίρ συμμεριζόταν τις απόψεις του Βαλή για παράδοση. Φτάσανε στο σημείο να του στείλουν και έγγραφο από κοινού (!) Και αποφεύγοντας να αναφέρουν τη λέξη «παράδοση» του ζητούσαν να δώσει τις «δέουσες διαταγές» … Η διάβαση του Αξιού στις 24 του μήνα αύξησε την σύγχυση στην πόλη. Και η άφιξη στο λιμάνι τριών Αγγλικών Βαρέων Καταδρομικών, ενός Αυστριακού Θωρηκτού και μίας Ιταλικής Φρεγάτας, ενθάρρυνε και καθησύχασε τους ξένους, αλλά ανέβασε στα ύψη την αγωνία του άμαχου πληθυσμού. Χιλιάδες πρόσφυγες, πεινασμένοι και καταρρακωμένοι, που έπρεπε να στεγαστούν και να τραφούν, κατακλύζανε την πόλη. Η κατάσταση αυτή αντιμετωπίστηκε προσωρινά με τη στέγασή τους σε ναούς, τεμένη, σχολεία και άλλα δημόσια κτίρια, κάτω όμως από άθλιες συνθήκες διαβίωσης. Τα λείψανα της Στρατιάς εγκατέλειψαν τις θέσεις τους στον Αξιό και οχυρώθηκαν πρόχειρα στη 454 γραμμή Ωραιοκάστρου – Νεοχωρούδας , με τις προφυλακές τους στα Διαβατά. Οι Έλληνες, ης επισκευάζοντας τις γέφυρες, πέρασαν και τον Γαλλικό ποταμό και το απόγευμα της 25 φτάσανε στη Σίνδο και στο Ξηροχώρι. Η Θεσσαλονίκη κυκλωνόταν, και η μόνη οδός υποχώρησης που έμενε ανοιχτή ήταν προς τη Χαλκιδική και το Καραμπουρνού. Αλλά και αυτή ήταν επισφαλής. Ο Ταχσίν επισκέφθηκε τον Βαλή και επιστρέφοντας μετά στο νέο Στρατηγείο του, στο Παλαιόκαστρο, διαπίστωσε ότι οι περισσότεροι έφεδροι είχαν παρατήσει τις θέσεις τους κατά χιλιάδες. ης ης Στέλνοντας άνδρες της 14 και της 22 Μεραρχίας, κατάφερε να συλλάβει περίπου 3.000 λιποτάκτες, αλλά όπως γράφει ο ίδιος «… δεν ήταν πλέον δυνατόν να βασισθώ σε τέτοια καθάρματα …» Έτσι πήρε την αναπόφευκτη απόφαση να διαπραγματευθεί … Να πώς περιγράφει ο ίδιος το χρονικό των διαπραγματεύσεων: «Ο Κωνσταντίνος, έχοντας από την αρχή ακόμη ως αντικειμενικό σκοπό την πλήρη εξουδετέρωση του Στρατού με όλο τον οπλισμό του, θα απαιτούσε την άνευ όρων υποταγή και παράδοση της 455 πόλης και των οχυρών του Καραμπουρούν . Ήμουν βέβαιος εκ των προτέρων ότι οι όροι μου θα απορρίπτονταν χωρίς συζήτηση… Κάλεσα επειγόντως σε σύσκεψη όλους τους Μεράρχους και τους Διοικητές των Μονάδων, τους ανέπτυξα τις απόψεις μου και τους ζήτησα να εκφέρουν ανεπηρέαστα, ειλικρινά και με σαφήνεια τη γνώμη τους. Επειδή συμμερίζονταν απόλυτα τις απόψεις μου, μου ανέθεσαν εν λευκώ τη λήψη χωρίς δισταγμό των ενδεδειγμένων αποφάσεων … Η στιγμή ήταν κρισιμότατη και εκτός της Ελληνικής εξόρμησης που αναμενόταν κάθε στιγμή, και η παρουσία των Βουλγάρων στο Λαγκαδά αποτελούσε τεράστιο κίνδυνο … Οι Έλληνες προπορεύονταν και είχαν όλα τα δικαιώματα. Ένας από τους δύο έπρεπε να παραμερισθεί και να παρεμποδισθεί με κάθε τρόπο και κάθε θυσία. Και (αυτό) επιτεύχθηκε. Πώς; Αυτό αφορά μόνον 456 εμένα και κάποτε θα το κρίνει η ιστορία…» Στη συνέχεια, όταν απορρίφθηκαν από τον Κωνσταντίνο και οι τελευταίοι όροι του, ο Ταχσίν ζήτησε εγγράφως τη γνώμη των Μεράρχων του για «μία ύστατη προσπάθεια προς υπεράσπιση του πατρίου εδάφους και διάσωση της στρατιωτικής τιμής». Όπως προκύπτει από τα έγγραφα, ο ης Γκαλίπ της 14 Μεραρχίας Σερρών απάντησε πρώτος, λέγοντας ότι έχει μόνο 3.000 άντρες, 453

(Από το πρωτοσέλιδα της εφημερίδας «Χρόνος») (Το 1912 δεν υπήρχε ο σημερινός δρόμος της Κατερίνης, ο δρόμος για τη Θεσσαλονίκη περνούσε από τα βορειοδυτικά) 455 (Καραμπουρνού) 456 (Η Ελληνική Ιστορία το έκρινε ήδη και ονόμασε τον Ταχσίν «Σωτήρα και Ευεργέτη της Θεσσαλονίκης») 454

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 244

έτοιμους να αγωνισθούν μέχρις εσχάτων, αρκεί να έχουν την στήριξη των εφέδρων. Ενώ ο ης Διοικητής της 22 Μεραρχίας Κοζάνης Αχμέτ Τεφίκ δεν έκρυψε την απελπισία του: «… εάν οι έφεδροι εγκαταλείψουν πάλι τις θέσεις τους με τον πρώτο πυροβολισμό, όπως το συνηθίζουν, η έκβαση μίας απεγνωσμένης προσπάθειας με την σύμπραξη των μόνο 1.200 ανδρών μου φαίνεται εκ των προτέρων καταδικασμένη …» Στο ίδιο πνεύμα απάντησε ο Σουλεϊμάν Πασάς, της Μεραρχίας Δράμας: «το σημερινό προσκλητήριο δεν απέδωσε πλέον των 1.200 παρόντων, οι οποίοι και συγκρατούνται με τα νύχια … όλοι θα διασκορπισθούν και πάλι με τον πλέον ατιμωτικό τρόπο …» Τα ίδια έγραψε και ο Ισμαήλ Χακκή Μπέης, της Μεραρχίας Ανασελίτσας: «… περιορίζομαι στην ομολογία και διαπίστωση της ομαδικής παράλυσης του ηθικού των ανδρών της Μεραρχίας μου … κάθε περαιτέρω απόπειρα αντιστάσεως στα πρόθυρα της πόλης μόνο καταστροφή θα φέρει …» Τέλος, η απάντηση του Μεράρχου Θεσσαλονίκης Μουεντίν ήταν λακωνική: «Συμμερίζομαι απόλύτως τις απόψεις σας. Η σύμπραξη της Μεραρχίας μου, που αποτελείται από τέσσερα Τάγματα εθνοφρουρών και νεοσυλλέκτων, αποτελεί χίμαιρα.» Ο κύβος είχε ριφθεί. Το μόνο που απέμενε, ήταν να διατάξει προετοιμασίες για την ανατίναξη των 457 οχυρών και των εγκαταστάσεων του Καραμπουρνού και την βύθιση της θαλαμηγού «Φουάτ» .

457

(Ο Ταχσίν την αναφέρει σαν θαλαμηγό, αλλά η «Φουάτ» ήταν μία παλαιά κανονιοφόρος, που για να μην παραδοθεί στους Έλληνες είχε βαφτεί σαν Νοσοκομειακό πλοίο. Το κόλπο δεν έπιασε και η θαλαμηγός τελικά κατασχέθηκε.) Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 245

Η απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης ης

Στις 4.30 μμ της 25 Οκτωβρίου, ο Αρχιστράτηγος Κωνσταντίνος ειδοποιήθηκε ότι απεσταλμένοι του Τούρκου Αρχιστράτηγου, με επί κεφαλής τον Φρούραρχο Θεσσαλονίκης Στρατηγό Τεφίκ Πασά, μαζί με τους Προξένους της Μεγάλης Βρετανίας, της Γαλλίας και της Αυστρίας, έφτασαν με 458 ειδικό τραίνο στο Τεκελί όπου στάθμευε το Απόσπασμα Ευζώνων του Συνταγματάρχη Κωνσταντινόπουλου. Οι Πρόξενοι ζήτησαν από τον Κωνσταντίνο να τους δεχθεί στο Στρατηγείο του, και εκεί του δήλωσαν ότι ο Τούρκος Αρχιστράτηγος ήταν πρόθυμος να δεχθεί την διακοπή των επιχειρήσεων, με τον όρο να του επιτραπεί να αποσυρθεί με τον Στρατό του στο φρούριο του Καραμπουρνού, μέχρι να υπογραφεί η ειρήνη. Αν ο Κωνσταντίνος δεχόταν τους όρους αυτούς, θα η μπορούσε να καταλάβει τη πόλη σε μερικές ώρες, εισερχόμενος σε αυτή την 26 Οκτωβρίου. Ο Κωνσταντίνος απάντησε ότι καταλαβαίνει τον κίνδυνο που διέτρεχε η πόλη, αν συνεχίζονταν οι μάχες, αλλά επέμεινε στην παράδοση και τον πλήρη αφοπλισμό των Τούρκων, επιτρέποντας μόνο στους Τούρκους Αξιωματικούς να κρατήσουν τα ξίφη τους, με την προϋπόθεση ότι θα του έδιναν τον λόγο της στρατιωτικής τους τιμής ότι δεν θα συμμετείχαν στο μέλλον σε επιχειρήσεις εναντίον των συμμαχικών στρατευμάτων. Και έδωσε προθεσμία στον Σεφίκ Πασά να συνεννοηθεί με τον Αρχιστράτηγό του και να φέρει την απάντηση ως τις 6 το πρωί της επομένης, 26-10-1912. Μία ώρα πριν λήξει η προθεσμία, ο Σεφίκ επέστρεψε με την απάντηση του Ταχσίν, ο οποίος δεχόταν όλους τους όρους εκτός από την παράδοση του Καραμπουρνού. Και ζητούσε να μείνουν και 5.000 άνδρες του «υπό τα όπλα», για την προστασία τους. Ο Κωνσταντίνος απέρριψε κάθε τροποποίηση των όρων του. Και απέρριψε το αίτημα του Σεφίκ για νέα προθεσμία, λέγοντάς του ότι δόθηκε ήδη Διαταγή για την προέλαση της Στρατιάς! Και ης πράγματι, τις πρώτες πρωινές ώρες της 26 Οκτωβρίου 1912, ο Ελληνικός Στρατός ξεκίνησε την η η η η προέλασή του προς την πόλη, από όλες τις κατευθύνσεις, με την 1 , 2 , 3 και 7 Μεραρχία να 459 προχωρούν με καθαρά επιθετική διάταξη, ενώ η Ταξιαρχία Ιππικού στάλθηκε στη Γιουβέσνα , στον δρόμο των Σερρών, για να ανακόψει την Τουρκική υποχώρηση, αλλά και την Βουλγαρική προώθηση. Ως τις 2 το μεσημέρι ολόκληρη η Στρατιά είχε αναπτυχθεί σε «τάξη μάχης», και ο ίδιος 460 ο Κωνσταντίνος με το Επιτελείο του είχαν μεταφερθεί προς το Σιαμλί , επιβλέποντας από κοντά την προέλαση. Στις 3 το μεσημέρι, ενώ η Στρατιά προέλαυνε σύμφωνα με τις Διαταγές και από τις προφυλακές ακούγονταν αραιοί πυροβολισμοί, έφτασε στο Στρατηγείο ο Ανθυπίλαρχος Μαραθέας, σταλμένος από τον Διοικητή της Ταξιαρχίας Ιππικού. Από αυτόν ο Κωνσταντίνος πληροφορήθηκε ότι η Ταξιαρχία Ιππικού συνάντησε στο

458

(Σίνδος) (σημερινή Άσσηρο) 460 (κοντά στο Ωραιόκαστρο) 459

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 246

461

462

χωριό Αποστολάρ ένα μικτό Σύνταγμα Ιππικού, σε απόσταση έξι ωρών περίπου ΒΔ της Θεσσαλονίκης, έχοντας πίσω του μία μικτή Ταξιαρχία Πεζικού τρεις ώρες παραπίσω, και μία Μεραρχία Πεζικού τρεις ώρες πιο πέρα. Το μικτό Σύνταγμα Ιππικού δεν μπορούσε να εισέλθει ή 463 να επιτεθεί νύχτα και σκόπευε να διανυκτερεύσει στο Γκολόμπασι . Αυτή η πληροφορία ήταν βολική για τον Κωνσταντίνο. Με τον αέρα και το κύρος του «συμμάχου Αρχιστρατήγου», που είναι «χαρούμενος για την επικείμενη συμμαχική νίκη», στέλνει επιστολή στον Σέρβο Διοικητή, λέγοντάς του να μην βιάζεται … φροντίζουν οι Έλληνες … «Στρατηγέ μου … έχω τι τιμή να σας πληροφορήσω ότι βρίσκομαι ήδη μπροστά στη πόλη, στην οποία θα μπω απόψε … μην μπείτε στο κόπο να προχωρήσετε … πηγαίνετε όπου υπάρχει επείγουσα στρατιωτική ανάγκη …» Μόνο «άμε στο καλό κι η Παναγιά μαζί σου» δεν του έγραψε … Δεν πέρασαν δεκαπέντε λεπτά και στις ελληνικές προφυλακές φάνηκε Τούρκος Αξιωματικός με λευκή σημαία και γράμμα του Ταχσίν Πασά: «… Έχω την τιμή να πληροφορήσω την Υμετέρα Υψηλότητα ότι αποδέχομαι τη πρότασή ΣΑΣ την οποία κάνατε χθες ...» Το μήνυμα παραδόθηκε αμέσως στον Κωνσταντίνο. Αυτό ήταν … η Θεσσαλονίκη ήταν πια δική του … χωρίς όρους … Διέταξε η την 7 Μεραρχία και το Απόσπασμα Ευζώνων να συνεχίσουν τη πορεία τους και να καταλάβουν τα περίχωρα, ενώ η υπόλοιπη Στρατιά διατάχτηκε να σταματήσει, για να αποφευχθούν συμπλοκές και περιττές αιματοχυσίες με τους υπό παράδοση Τούρκους. Καθώς έδυε ο ήλιος, δύο Αξιωματικοί του Επιτελείου, ο Συνταγματάρχης Δούσμανης και ο Λοχαγός Μεταξάς έφταναν στο Στρατηγείο του Ταχσίν, για να υπογράψουν το Πρωτόκολλο της παράδοσης της Θεσσαλονίκης και τους Τουρκικού 464 Στρατού : 25.000 άνδρες, 1.000 Αξιωματικοί, 70 πυροβόλα, 30 πολυβόλα, 1.200 ίπποι, άφθονο υλικό κάθε κατηγορίας και το φρούριο Καραμπουρνού … Τη στιγμή της αναχώρησης των Ελλήνων ης Επιτελών, ο Ταχσίν ζήτησε ως χάρη να σταματήσει η προέλαση της 7 Μεραρχίας και ης παρακάλεσε τον Δούσμανη να ειδοποιήσει τον Μέραρχο της 2 Μεραρχίας Καλλάρη για την 465 παράδοση .

461

(Νέοι Απόστολοι Κιλκίς, 32 χλμ από την Θεσσαλονίκη) (Σερβοβουλγαρικό) 463 (εκεί που είναι σήμερα το εργοστάσιο τσιμέντων «ΤΙΤΑΝ») 464 Όπως σημειώνει ο στρατηγός Δούσμανης στα απομνημονεύματά του, «η σύνταξις της συμβάσεως και η υπογραφή επερατώθη περί την 1.30 μετά μεσονύκτιον, εσυμφωνήσαμεν όμως να θέσωμεν ως ημερομηνίαν την 26ην Οκτωβρίου, διότι εξ υπαιτιότητος των Τούρκων εβραδύναμεν να συναντηθώμεν ...» 465 Ο Τούρκος Αρχιστράτηγος, μετά την υπογραφή, παρεκάλεσε να ειδοποιηθούν αμέσως οι Ελληνικές Μονάδες για την λήξη των εχθροπραξιών, ιδίως η 2η Μεραρχία, και το πρωί πρότεινε (για κέρδος χρόνου) οι αγγελιαφόροι του Ελληνικού Στρατού να κινηθούν επί της οδού Θεσσαλονίκης Σερρών διερχόμενοι μέσω των Τουρκικών γραμμών, συνοδευόμενοι από Τούρκους Αξιωματικούς. Η πρόταση έγινε δεκτή και οι 2 Έλληνες Αξιωματικοί, ως εκπρόσωποι του Αρχηγού του Ελληνικού Στρατού, υπέγραψαν την πρώτη διαταγή με την οποία αναγγέλθηκε η αναστολή των εχθροπραξιών. Και ο Δούσμανης έστειλε στον Μέραρχο Καλλάρη τον Λοχαγό Γεωργίου. 462

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 247

Με επείγον τηλεγράφημα ο Κωνσταντίνος ενημέρωσε τον Βασιλέα και τον Πρωθυπουργό για την παράδοση. Όμως, το τηλεγράφημα δεν έφτασε έγκαιρα στον Βενιζέλο, και αυτός ήταν σε «αναμμένα κάρβουνα». Γεμάτος αγωνία, δεν βάστηξε άλλο τα προσχήματα και τηλεγράφησε στον Κωνσταντίνο, δίνοντάς του εντολή να αποδεχθεί την προσφερόμενη παράδοση (με τους όρους του Ταχσίν) και να μπει στην πόλη χωρίς άλλη καθυστέρηση, καθιστώντας τον υπεύθυνο για κάθε αναβολή! Όταν τελικά πήρε την αναφορά, ο Βενιζέλος διέταξε να μην σταλεί το τηλεγράφημα, αλλά ήταν αργά. ης

Από τα μεσάνυχτα ακόμη της 26 Οκτωβρίου είχαν εισέλθει στην πόλη και τα πρώτα τμήματα των Μακεδονομάχων πολεμιστών, με επί κεφαλής τον Κωνσταντίνο Μαζαράκη. Μετά την υπογραφή ου της συμφωνίας, μια Ίλη του 1 Συντάγματος Ιππικού, υπό τον Ίλαρχο Βερύκιο, έφτασε ως την ης 466 πλατεία Ελευθερίας. Τμήματα της 7 Μεραρχίας μπήκαν στο Κορδελιό και κατέλαβαν και τα υψώματα του Ευόσμου. Στη συνέχεια, ο Αρχηγός του Γενικού Επιτελείου Παναγιώτης Δαγκλής ανέλαβε καθήκοντα στο κτίριο του Διοικητηρίου, ενώ ο Λοχαγός Μηχανικού Αθανάσιος Εξαδάκτυλος μαζί με τον Ίωνα Δραγούμη κατευθύνθηκαν στο Ελληνικό Προξενείο στην παραλία, όπου σε ατμόσφαιρα ενθουσιώδη ύψωσαν στο μπαλκόνι την Ελληνική σημαία. Με παρόμοιο τελετουργικό τρόπο, μέσα σε χειροκροτήματα και επευφημίες ο Θεσσαλονικιός Αλέξανδρος Ζάννας ύψωσε με τη βοήθεια ενός ναυτόπουλου την Ελληνική σημαία στον ιστό του Λευκού Πύργου, ενώ η Ελληνική Χωροφυλακή προωθήθηκε και εισήλθε στην πόλη από τη Δυτική πύλη. Είναι ζήτημα αν έστω και ένας κοιμήθηκε τη βραδιά εκείνη σε ολόκληρη την Ελληνική Στρατιά. Από τον Αρχηγό ως τον τελευταίο Στρατιώτη, ήταν όλοι στο πόδι. Είκοσι ημερών μάχες και κακουχίες παραμερίστηκαν μονομιάς, και όλοι σχολίαζαν τη φράση που λέγεται ότι είχε πει ο Κωνσταντίνος στους Επιτελείς του: «Σε είκοσι μέρες πρέπει να είμαστε στη Θεσσαλονίκη και θα είμαστε!» Και πράγματι, είκοσι μέρες μετά το πέρασμα των συνόρων, τα πρώτα τμήματα Στρατού, οι ορμητικοί και ασταμάτητοι Εύζωνοι είχαν ήδη εισέλθει στην πόλη! Ο ενθουσιασμός που επί 20 μέρες είχε κυριεύσει όλους, ξέσπασε επί τέλους σε μία πανηγυρική ολονυκτία. Και με το φως από τις λάμπες, καθαρίζονταν όπλα και στολές, για να είναι όλοι ευπαρουσίαστοι στην παρέλαση της επόμενης μέρας! ης

Και το μεσημέρι της 27 Οκτωβρίου, κάτω από δυνατή βροχή, που δεν εμπόδισε τον κόσμο να βγει στους δρόμους, μπήκαν επίσημα στην πόλη από την οδό «Μεμλεκέτ Μπαχτσεσή» (σημερινή «26ης Οκτωβρίου»), τα πρώτα τμήματα του Ελληνικού Στρατού, που έγιναν δεκτά με ενθουσιαης σμό. Ήταν το Απόσπασμα Ευζώνων Κωνσταντινόπουλου μαζί με τμήμα Ιππικού της 7 Μεραρχίας, περίπου 3.000 άντρες, που στρατωνίσθηκαν στα δυτικά της πόλης, κοντά στον Σιδηροδρομικό Σταθμό. Την εικόνα της εισόδου του Ελληνικού Στρατού μετέφερε στους αναγνώστες των Times o Βρετανός δημοσιογράφος Κρώφορντ Πράις: «Παρήλθον ήδη αι πρώται ώραι του απογεύματος, ότε απόσπασμα Ιππικού, προηγούμενον των Ευζωνικών Ταγμάτων, διήλασε διά των οδών της Θεσσαλονίκης, παρασχόν εις τον Ελληνικόν πληθυσμόν της Μακεδονικής πρωτευούσης την ευκαιρίαν να διαδηλώση τα αισθήματά του… Αι σημαίαι της Ημισελήνου εξηφανίσθησαν ως διά μαγείας, αντικατασταθείσαι παντού υπό της Κυανολεύκου … το πλήθος, ζητωκραυγάζον συνεχώς, τόσον πολύ είχε συνωστισθή … ώστε οι άνδρες μετά δυσκολίας ηδύναντο να προχωρούν και καθ' απλούς στοίχους».

466

(τότε λεγόταν «Χαρμάνκιοϊ») Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 248

η

Από την άλλη πλευρά, η 7 Βουλγαρική Μεραρχία συνέχιζε την πορεία της προς την πόλη, παρά τις επιστολές που είχε στείλει ο Έλληνας Αρχιστράτηγος. Αλλά για τους Βούλγαρους ήταν πλέον ης αργά. Η Θεσσαλονίκη ήταν οριστικά Ελληνική. Κατά τις 11 το πρωί της 28 Οκτωβρίου, οι λαϊκοί πανηγυρισμοί έφτασαν στα ύψη, καθώς ο Διάδοχος Αρχιστράτηγος και το Επιτελείο του, ξεκινώντας από τον Σιδηροδρομικό Σταθμό εισήλθαν έφιπποι 467 στην πόλη , με επί η κεφαλής την 1 Μεραρχία. Προηγούνταν τιμής ένεκεν οι Εύζωνοι, έχοντας μπροστά το άλογο του ήρωα Ταγματάρχη τους Γεωργούλη, που έπεσε στις 468 19 του Οκτώβρη στα Γιαννιτσά, με κρεμασμένο το σπαθί, χωρίς τον καβαλάρη . Ακολούθησε Δοξολογία και κατόπιν ο Κωνσταντίνος κατευθύνθηκε έφιππος με τη συνοδεία του προς το Διοικητήριο, όπου δέχτηκε τις Αρχές της πόλης και τους ξένους Προξένους. Στο μεταξύ, μετά από συνεχείς πιέσεις του Βούλγαρου στρατηγού για είσοδο του Βουλγαρικού Στρατού στη Θεσσαλονίκη, αποφασίστηκε κατόπιν διαβουλεύσεων η είσοδος μόνο δύο Ταγμά467

Κατά τον Κρώφορντ Πράις, ο Διάδοχος είχε ήδη εισέλθει με το Επιτελείο του στη Θεσσαλονίκη από τις 4 το πρωί της 26ης προς την 27η Οκτωβρίου, επιβλέποντας προσωπικά την είσοδο στην πόλη της 1ης Μεραρχίας! Σύμφωνα με άλλες πηγές, ο Κωνσταντίνος έφθασε σιδηροδρομικά την 05.00 ώρα της 28ης Οκτωβρίου στο Στρατηγείο της 7ης Μεραρχίας που ήταν στον Σιδηροδρομικό Σταθμό Μοναστηρίου, με ειδική αμαξοστοιχία που έστειλε ο νεοδιορισθείς Νομάρχης Θεσσαλονίκης. Κατά τις 8 το πρωί προέλασε η 1η Μεραρχία, σε φάλαγγα με επί κεφαλής το 5ο Σύνταγμα Πεζικού και ακολούθως το 4ο Σύνταγμα, το 2ο Σύνταγμα, τη Διμοιρία Τηλεγραφητών, το 1ο Σύνταγμα Πεδινού Πυροβολικού, την Ημιλαρχία Ιππικού και τα Μεταγωγικά, και έφθασε στη Θεσσαλονίκη στις 10.30. Στις 11.00, ο Διάδοχος με το Επιτελείο του τέθηκε επί κεφαλής της φάλαγγας της Μεραρχίας, που παρέλασε στην πόλη κατευθυνόμενη στον Ναό του Αγίου Μηνά, όπου στις 12.00 εψάλη δοξολογία. Έπειτα ο Διάδοχος πήγε στο Διοικητήριο, όπου στις 13.30 παρέλασε ενώπιόν του η 1η Μεραρχία, και στις 14.00 δέχθηκε τις Αρχές της πόλης , τους Προξένους και τον Κυβερνήτη του ευρισκομένου στο λιμάνι Αγγλικού πολεμικού. 468 Ο Ταγματάρχης Νικόλαος Γεωργούλης (από τα Αχούρια Τεγέας), διατάχτηκε με την επιστράτευση να μεταβεί στα Τρίκαλα και να εποπτεύσει τη συγκρότηση του 9ου Ευζωνικού Τάγματος της 6ης Μεραρχίας, του οποίου ανέλαβε τη Διοίκηση. Αποχαιρέτησε τα ανήλικα παιδιά του, 10 και 7 χρόνων, λέγοντας «πάω να φέρω πίσω το 21 ». Στην πορεία προς τα Γιαννιτσά αρρώστησε από πνευμονία. Οι γιατροί τον συμβούλεψαν να επιστρέψει για νοσηλεία στα Τρίκαλα, αλλά αυτός αρνήθηκε. Στα Γιαννιτσά, η κύρια αμυντική γραμμή των Τούρκων ήταν στην Αξό και στηριζόταν από ισχυρότατο πυροβολικό ταγμένο βόρεια της πόλης, στο νεκροταφείο. Η μάχη κρίθηκε όταν οι Εύζωνοι του 9ου Τάγματος, εξορμώντας από την πλευρά του Πάικου πήραν τα πυροβόλα των Τούρκων. Τη μέρα εκείνη ο Γεωργούλης είχε 40 πυρετό. Αλλά δεν έμεινε μακριά από τους Ευζώνους του. Ίππευσε με τη βοήθεια του ιπποκόμου του, και μπήκε μπροστά στη φάλαγγα των «Αετών» του, που φώναζαν «Ζήτω ο Ταγματάρχης». Και όρμησε μπροστά ενθαρρύνοντάς τους: «Εμπρός, παιδιά μου. Επάνω εις τα πυροβόλα των Τούρκων». Οι Τούρκοι συγκέντρωσαν τα πυρά τους πάνω του. Τραυματίστηκε στο δεξί χέρι, έπιασε το ξίφος με το αριστερό και συνέχισε. Τραυματίστηκε και στο αριστερό χέρι … Μια τρίτη σφαίρα τον βρήκε στο κεφάλι και τότε έπεσε. Αλλά το άλογό του συνέχισε να καλπάζει, οδηγώντας τους Ευζώνους … Η ώρα ήταν 3.30 περίπου. Μετά την κατάληψη της πόλης, η σωρός του μεταφέρθηκε μαζί με τους άλλους νεκρούς στη Μητρόπολη, όπου έγινε η περιποίησή τους από τις γυναίκες της πόλης και ακολούθησε η ταφή στο Χριστιανικό Νεκροταφείο. Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 249

469

ης

των το πρωί της 29 . Επίσης, το Σερβικό Σύνταγμα Ιππικού εισήλθε στην πόλη στις 28 Οκτωβρίου και, αφού ο Σέρβος Διοικητής απέστειλε συγχαρητήρια επιστολή στον Έλληνα Αρχιστράτηγο, αναχώρησε για τη Γευγελή. Το Γενικό Στρατηγείο έλαβε άμεσα μέτρα για την εξασφάλιση της ευρύτερης περιοχής και των εδαφών που είχαν απελευθερωθεί, ώστε να εμποδιστούν οι προσπάθειες των Βουλγάρων. Η ενίσχυση των Ελληνικών φρουρών στα Γιαννιτσά, στην Έδεσσα, στην Αριδαία και στη Χαλκιδική ακύρωσε τα Βουλγαρικά σχέδια. Ως τις 10 Νοεμβρίου η Ελληνική ζώνη επεκτάθηκε βόρεια ως τη λίμνη της Δοϊράνης και τη Γευγελή, όπου σταματούσε η Σερβική ζώνη, και ανατολικά ως το Στρυμώνα όπου σταματούσε η Βουλγαρική ζώνη. Τα Βουλγαρικά τμήματα που εισήλθαν στην πόλη προκαλούσαν σκόπιμα προβλήματα και υπέθαλπταν την αταξία, με σκοπό να εμφανιστεί η Ελλάδα στις Μεγάλες Δυνάμεις αδύναμη να επιβάλλει την τάξη στις περιοχές που απελευθέρωσε ο Ελληνικός Στρατός. Η κατάσταση ομαλοποιήθηκε μετά την αναχώρηση της Βουλγαρικής Μεραρχίας για την Ανατολική Θράκη, όπου η εξέλιξη των επιχειρήσεων δεν ήταν ευνοϊκή για τους Βουλγάρους. Η αλήθεια είναι ότι προλάβαμε να πάρουμε την Θεσσαλονίκη στο παρά πέντε. Αν οι Τούρκοι μας καθυστερούσαν 1-2 μέρες παραπάνω στο Σαραντάπορο ή στα Γιαννιτσά ή αν έστω είχαν απλά καταστρέψει τη γέφυρα του Αλιάκμονα, η Θεσσαλονίκη, η Ανατολική Μακεδονία και η Θράκη μπορεί να ήταν σήμερα Βουλγάρικες και τα σύνορα της Ελλάδας να ήταν στον Αξιό. Η Θεσσαλονίκη κερδήθηκε χάρη στην απίστευτη ορμή της Στρατιάς, που από την πρώτη μέρα δεν σταμάτησε να προχωράει πολεμώντας, διανύοντας 470 πάνω από 300 χιλιόμετρα σε 20 μέρες! Η Ελληνική Κυβέρνηση έκανε ότι ήταν δυνατόν για να ενισχυθεί πολιτικά (όχι μόνο στρατιωτικά) η Ελληνική κυριαρχία στην Θεσσαλονίκη: Ο Υπουργός Δικαιοσύνης Ρακτιβάν ορίστηκε Γενικός Διοικητής Μακεδονίας και ο Περικλής Αργυρόπουλος Νομάρχης, ενώ στάλθηκαν και χίλιοι βρακοφόροι Κρητικοί ως Χωροφυλακή. Ακολούθησε η θριαμβευτική είσοδος του Βασιλιά Γεωργίου, συμβολίζοντας την Ελληνική αποφασιστικότητα να παραμείνει η Θεσσαλονίκη Ελληνική. Στις 29 Οκτωβρίου, ο γηραιός Βασιλιάς Γεώργιος Α΄, έφτασε στη Θεσσαλονίκη με ειδικό τραίνο. Και από τον Σταθμό, προχώρησε έφιππος προς την πόλη, συνοδευόμενος από τον Διάδοχο Κωνσταντίνο. 469

Τελικά στη Θεσσαλονίκη εισήλθε ολόκληρο το Βουλγαρικό Σύνταγμα, αντί δύο μόνο Ταγμάτων για τα οποία υπήρχε έγκριση από την Ελληνική πλευρά. 470 Αν σκεφτούμε ότι η Στρατιά έδωσε δύο κύριες μάχες απέναντι σε ισχυρά οχυρωμένες θέσεις, και δεκάδες ακόμη μικρότερες, και ότι όχι απλά προχωρούσε με τα πόδια αλλά και από δρόμους που ποίκιλαν από χωμάτινους ή λιθόστρωτους στενούς αμαξιτούς, μέχρι μουλαρόδρομους και κακοτράχαλα ορεινά μονοπάτια, κινούμενη προσεκτικά καθώς συχνά δεν γνώριζε πού είναι ο εχθρός, με οπλίτες που συνήθως βάδιζαν νηστικοί και μουσκεμένοι, δεν είναι υπερβολή να πούμε ότι μόνο οι μηχανοκίνητες Γερμανικές Στρατιές της περιόδου 1940-41 την ξεπέρασαν σε ταχύτητα! Η Γαλλική Στρατιωτική αποστολή συνέβαλε στην καλύτερη οργάνωση του Στρατού, αλλά ο Αρχιστράτηγος και οι Επιτελείς του ήταν άριστοι μαθητές της Πρωσικής Σχολής και του τολμηρού επιθετικού της πνεύματος. Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 250

Τον υποδέχθηκαν όλες οι σημαίνουσες προσωπικότητες της πόλης, οι θρησκευτικοί της ηγέτες και ο Δήμαρχος Οσμάν Ιμπέλ Χακί μπέης, καθώς και χιλιάδες κόσμου, που είχαν παραταχθεί κατά μήκος των πεζοδρομίων ως την βίλα Χατζηλαζάρου, στην περιοχή της Ανάληψης, όπου κατέλυσε η Βασιλική οικογένεια. Της πομπής, στην οποία συμμετείχαν και οι Πρίγκηπες και πολλοί επίσημοι, προηγείτο Ίλη Ιππικού και την έκλεινε άλλη Ίλη. Όταν η Βασιλική συνοδεία έφτασε, από την παραλιακή οδό στον Λευκό Πύργο, σταμάτησε και υπό τους ήχους της Φιλαρμονικής υψώθηκε η Ελληνική Σημαία, ενώ μία Πυροβολαρχία έβαλε 21 χαιρετιστήριες βολές. «Ολόκληρος η πόλις, είχε διακοσμηθή πλουσίως και εορταστικώς, από πρωίας δε, παρά την πίπτουσαν βροχήν, είχε προσλάβει όψιν πρωτοφανώς πανηγυρικήν» έγραφαν οι εφημερίδες. Η δοξολογία, «χοροστατούντος του Μητροπολίτου Γενναδίου και παρουσία του Ανωτάτου Άρχοντος, της βασιλικής οικογενείας, των τοπικών και Προξενικών Αρχών και πλήθους ενθουσιώδους λαού», έγινε στην εκκλησία του Αγίου Μηνά στις 30 Οκτωβρίου. Στο επόμενο διάστημα, μεγάλο μέρος της Στρατιάς μεταφέρθηκε στην Ήπειρο, αφήνοντας μικρές σχετικά δυνάμεις να προστατεύουν την Θεσσαλονίκη και την Μακεδονία. Θα μπορούσε να γίνει αυτό αν ο Κωνσταντίνος δεχόταν τους όρους του Ταχσίν; Ας θυμηθούμε ότι ο Ταχσίν ζήτησε να παραμείνουν στο φρούριο Καραμπουρνού οι περίπου 25.000 άνδρες του, με τον οπλισμό τους. Αν αυτό γινόταν δεκτό, θα δεσμεύονταν πολλαπλάσιες Ελληνικές δυνάμεις στην Θεσσαλονίκη, για δύο τουλάχιστον λόγους: Πρώτον για την προστασία της πόλης από τους Τούρκους, σε περίπτωση 471 που άλλαζαν στάση και καταπατούσαν την συμφωνία . Και δεύτερον, για προστασία από τους «σύμμαχους» Βουλγάρους, που θα μπορούσαν να επιτεθούν και να εισέλθουν στην πόλη, εκμεταλλευόμενοι ένα επεισόδιο με τους Τούρκους, το οποίο (επεισόδιο) θα μπορούσαν φυσικά 472 να το σκηνοθετήσουν και να το προκαλέσουν και μόνοι τους .

471

Πριν πει κάποιος ότι ο Ταχσίν ήταν «άνθρωπος του λόγου του», ας σκεφτεί καλύτερα πόσο εύκολα θα μπορούσε να καθαιρεθεί από άλλους (υφιστάμενους ή εκτελεστές εντολών της Πύλης) που … δεν θα ήταν άνθρωποι του λόγου … 472 Εκ των υστέρων, η εξέλιξη των γεγονότων δικαίωσε τον Κωνσταντίνο για την επιμονή του στους όρους παράδοσης. Ο Βενιζέλος, από την Αθήνα, δεν είχε εικόνα της τακτικής κατάστασης, ούτε μπορούσε να κρίνει με απόλυτη ευθυκρισία, αφού του έλλειπε η στρατιωτική αντίληψη. Αυτός έβλεπε μόνο την Θεσσαλονίκη και τους Βουλγάρους που προσέγγιζαν, και αυτό τον έκανε να χάνει την ψυχραιμία του. Θα τολμήσω να ισχυριστώ ότι αν ο Κωνσταντίνος δεχόταν τους όρους του Ταχσίν, θα ήταν σχεδόν αδύνατη η απελευθέρωση των Ιωαννίνων και όχι μόνο. Ακόμη και η Θεσσαλονίκη θα συνέχιζε να κινδυνεύει από τους Βουλγάρους. Ο Κωνσταντίνος είχε δίκιο: Δεν αφήνεις 25.000 ενόπλους μέσα στην πόλη, σε συνθήκες τόσο ρευστές, έχοντας δίπλα τους «άσπονδους φίλους» Βουλγάρους. Αλλά είχε δίκιο και όσον αφορά την τακτική κατάσταση. Αν έκανε επίθεση θα μπορούσε να καταλάβει την πόλη σε λιγότερο από 48, αν όχι σε 24 ώρες. Και με την Ταξιαρχία Ιππικού στον δρόμο των Σερρών, μπορούσε να απασχολεί τους Βουλγάρους. Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 251

Απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης, 1η Μεραρχία (Διήγηση του Θωμά)

Στην μάχη των Γιαννιτσών η Μεραρχία μας αποτελούσε την εφεδρεία της Στρατιάς. Κινηθήκαμε από το Διαβατό που είναι έξω από την Βέροια και καταυλισθήκαμε στο Ζερβοχώρι. Την επομένη η η περάσαμε τον ποταμό Λουδία, κινούμενοι ανάμεσα στην 2 και 3 Μεραρχία και πίσω τους, και φτάσαμε δυτικά του χωριού Σουβάλτα. Την επομένη 19 Οκτωβρίου, καταυλισθήκαμε πριν τον η η Ασπροπόταμο, που τον είχαν ήδη διαβεί η 2 και 3 Μεραρχία. Οι πυκνές ομοβροντίες και οι τραυματίες που μεταφέρονταν στα μετόπισθεν έδειχναν ότι μπροστά μας η μάχη ήταν σκληρή. Το βράδυ μας μίλησε ο Λοχαγός μας, λέγοντας να είμαστε έτοιμοι για να μπούμε κι εμείς στη μάχη την επομένη. Από τα λόγια του και πιο πολύ από το βλέμμα του προσπαθούσαμε να καταλάβουμε αν αυτό σήμαινε ότι η μάχη εξελισσόταν θετικά ή όχι, αλλά δεν βγάζαμε συμπέρασμα. Θα μπαίναμε στη μάχη για να στηρίξουμε μονάδες που ήταν σε δύσκολη θέση ή για να καταδιώξουμε τον εχθρό που κατέρρεε; Κανείς δεν μπορούσε να πει. Και οι φάλαγγες με τους τραυματίες δεν έλυναν τις απορίες μας. Σάββατο 20 του Οκτώβρη, εγερτήριο στις 4.30 και ετοιμασίες για αναχώρηση. Αυστηρός έλεγχος σε όπλα και πυρομαχικά, συσσίτιο, διανομή άρτου και αναμονή για την Διαταγή κίνησης. Και πριν τις 7 ξεκινήσαμε για τα Γιαννιτσά όπου είχε ξαναρχίσει ήδη η μάχη. Ο εχθρός άρχισε να καταρρέει και λίγο μετά τις 10 ήρθε η Διαταγή να μπούμε στην πόλη για καταδίωξή του. Μέσα στην πόλη έχανε η μάνα το παιδί και το παιδί τη μάνα. Στους δρόμους και τα σοκάκια συμπλοκές με Τούρκους, αλλά και πανηγυρισμοί και κόσμος στους δρόμους. Δικοί μας που πανηγύριζαν και μας αγκάλιαζαν και Τούρκοι με φορτωμένα κάρα και ζώα που προσπαθούσαν να φύγουν προς τα δυτικά. Οι μονάδες μας μπλέκονταν με μονάδες από άλλες Μεραρχίες και επικράτησε χάος. Και μέσα στο χάος, ένας γερο-Τούρκος καθισμένος μονάχος του έξω από έναν καφενέ, σαν να μη συνέβαινε τίποτα, σαν να τον ένοιαζε μόνο το να φιλοσοφήσει την κατάσταση. Οι Στρατιώτες περνούσαν ξαναμμένοι από μπροστά του, αλλά αυτός ρουφούσε αδιάφορα το ναργιλέ του. Δεν άντεξα, σταμάτησα να τον ρωτήσω: «Εσύ παππού δε θα φύγεις; Δε φοβάσαι;» Μου απάντησε ήρεμα, ζυγίζοντας τις λέξεις του, σε καλά Ελληνικά … «Τι να φοβηθώ; Τι άλλο έχω να χάσω; Αυτός ο καφενές ήταν η ζωή μου … τη γυναίκα μου την πήρε πέρυσι ο Αλλάχ … ο μεγάλος μου γιος ήταν Νιζάμης … στο Σαραντάπορο … δεν έχω νέα του … ο άλλος πολεμούσε εδώ στα Γιαννιτσά … έχω να τον δω από προψές … Μένω εδώ λοιπόν, μήπως φανούνε … Πού αλλού να πάω;» «Και δε φοβάσαι τώρα που ήρθαμε εμείς;» «Γιατί; Θα είναι χειρότεροι οι Ρωμηοί Χωροφύλακες από τους Οθωμανούς; Θα αλλάξει πολύ ο καφενές αν κατεβάσω το κάδρο του Σουλτάνου και βάλω τον Βασιλιά σας; Καφέδες έφτιαχνα, καφέδες θα φτιάχνω. Τους γείτονές μου τους Ρωμηούς δεν τους πείραξα ποτέ, δε θα με πειράξουν κι αυτοί … εδώ θα μείνω … να σου φτιάξω έναν καφέ να ξαποστάσεις;» «Σ’ ευχαριστώ παππού … δε μπορώ να κάτσω, αλλά θα ξανάρθω αν μπορέσω …» απάντησα και τον άφησα στην ησυχία και τις σκέψεις του … Οι Τούρκοι είναι τυχεροί σκεφτόμουν μέσα μου. Σαν πάνε άσχημα τα πράγματα, το θεωρούν «κισμέτ» και δεν κατηγορούν κανέναν γι’ αυτό. Κανένας Σουλτάνος ή Βεζύρης δεν ζήτησε ποτέ τη γνώμη τους, ούτε νοιάστηκε για το πώς περνάει ένας καφετζής. Μένανε κι αυτοί στην άκρη και περίμεναν να μάθουν τι άλλο είχε αποφασίσει γι’ αυτούς ο Αλλάχ … Η δυνατή βροχή και το ελώδες έδαφος έκαναν αδύνατη την καταδίωξη και τελικά αργά το απόΦ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 252

γευμα κάναμε στάση στην Πέλλα. Μείναμε εκεί να ξεκουραστούμε, και την επομένη, ήταν ημέρα Κυριακή, μας έκαναν και λειτουργία στην ύπαιθρο και μας έδωσαν και μία κουραμάνα από αραβόσιτο, μαζί με φασολάδα και ένα παγούρι κρασί. Το απόγευμα προχωρήσαμε ως το Παρθένι, χωριό που είναι λίγο πριν τη δυτική όχθη του Αξιού, κοντά στη σιδηροδρομική γραμμή Θεσσαλονίκης Βέροιας. Δευτέρα 22 του Οκτώβρη, πορευτήκαμε παράλληλα με τη σιδηροδρομική γραμμή. Φτάνοντας στον Αξιό, βρήκαμε τις γέφυρες γκρεμισμένες. Μείναμε εκεί, περιμένοντας το Μηχανικό να τις επισκευάσει, μέσα στη βροχή, το κρύο και την λάσπη που έφτανε στον αστράγαλο. Οι ατέλειωτες πορείες στα βουνά, όλες οι κακουχίες που γνωρίσαμε ως τώρα, δεν ήταν τίποτα μπροστά στο μαρτύριο της λάσπης. Και ούτε ψωμί ούτε φαΐ. Βράζαμε καλαμπόκια και σκέτο καλαμποκάλευρο για να ξεγελάσουμε την πείνα μας. Την Πέμπτη 25 Οκτωβρίου κινηθήκαμε επί τέλους και πάλι, περνώντας από την γέφυρα στη Βαλμάδας, χωρίς να συναντήσουμε αντίσταση. Οι Τούρκοι είχαν αποσύρει και τις προφυλακές τους από εκεί. Αυτό ανέβασε πάλι το ηθικό μας. Καταυλισθήκαμε στον Άγιο Αθανάσιο περιμένοντας νέες διαταγές, ενώ μας ξεσήκωναν φήμες ότι οι Τούρκοι σκέπτονται να παραδοθούν. Αμήν Παναγία μου … Οι πληροφορίες από τις ανιχνεύσεις αλλά και από τους κατοίκους λέγανε ότι οι Τούρκοι αποτραβήχτηκαν στη Θεσσαλονίκη και ότι οι δυνάμεις τους ήταν σε κακή κατάσταση. Αλλά σε πόσο καλύτερη κατάσταση ήμασταν εμείς; Έβρεχε ασταμάτητα, φύσαγε άγριος βοριάς και η περιοχή ήταν γεμάτη έλη. Μη έχοντας πού να καταυλιστούμε, μείναμε στην πεδιάδα και σε καλλιεργημένα κτήματα τη νύχτα, χωρίς να κοιμηθούμε καθόλου εξ αιτίας του ψύχους και βρεγμένοι καθώς ήμασταν από το κεφάλι ως τα πόδια, μέσα στις λάσπες και τα λιμνάζοντα νερά. Ο Θεός μας έσωσε τη νύχτα αυτή. Ως το πρωί υπέφερα από θέρμες. ης

Το πρωί της 26 , ανήμερα του Αγίου Δημητρίου κινηθήκαμε προς τα βόρεια, σε διάταξη μάχης. Μετά από μακρά και κοπιώδη πορεία, γεμάτη ανηφοριές και κατηφοριές, φτάσαμε το βράδυ κοντά σε ένα χωριό Βουλγαρικό, εξαντλημένοι από την πείνα και το ψύχος, ενώ άρχισε ξανά και η βροχή. Συναντήσαμε και μερικούς Σέρβους Ιππείς και σε μερικά σπίτια μας υποδέχθηκαν φιλόξενα, προσφέροντάς μας ακόμη και κρέας που βοήθησε να σταθούμε στα πόδια μας. Περάσαμε τη νύχτα σε έναν αχυρώνα. Αλλά ήμασταν τόσο πολλοί και τόσο στριμωγμένοι που όλη νύχτα σχεδόν δεν κλείσαμε μάτι. Αλλά και πώς να κλείσουμε. Από παντού μας έρχονταν ειδήσεις ότι οι Τούρκοι συζητούσαν παράδοση. Λίγο μετά τα μεσάνυχτα ήρθε Διαταγή να ετοιμαστούμε για προέλαση προς τη Θεσσαλονίκη! Και ο Επιλοχίας μου είπε να φροντίσω προσωπικά να είναι όλοι οι άντρες μου «στην τρίχα» στολές, όπλα, παλάσκες, γυλιοί … Ξεχάσαμε την εξάντληση, τη βροχή, το κρύο, τα ξεχάσαμε όλα. Αυτή δεν ήταν Διαταγή Προέλασης αλλά Διαταγή Παρέλασης! Μερικοί άρχισαν να ξυρίζονται μέσα στο σκοτάδι, στη σειρά ο ένας μετά τον άλλο, με ένα καθρεφτάκι και μια λάμπα που φώτιζε ελάχιστα. «Σιγά παιδιά, δεν θέλουμε απώλειες από το ξύρισμα … μη σφαχτούμε μεταξύ μας …» τους είπα καθώς στριμώχνονταν δίπλα στη λάμπα. Είχα ξαναβρεί κι εγώ το κέφι μου, ξέχασα και τις θέρμες και όλα και δεν έβλεπα την ώρα να έρθει και η δική μου σειρά για ξύρισμα! Σαν ξημέρωσε Σάββατο 27 του Οκτώβρη κινηθήκαμε προς τον Σιδηροδρομικό Σταθμό που είναι στη Δυτική είσοδο της Θεσσαλονίκης. Οι κάτοικοι είχαν Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 253

πλημυρίσει τους δρόμους και ούτε λόγος για να βαδίζουμε σε τετράδες από την πολυκοσμία, όσο κι αν προσπαθούσαμε. Κάποια στιγμή περάσαμε μπροστά από μια μεγάλη ομάδα εφίππων Αξιωματικών που επέβλεπαν την πορεία μας. Ήταν ο Μέραρχος με το Επιτελείο του και ο Διάδοχος Κωνσταντίνος! Ομολογώ ότι περίμενα να φοράει πιο φανταχτερά ρούχα. Αυτός ήταν ντυμένος με χακί, σαν τον Μέραρχο και τους άλλους Αξιωματικούς. ης

Στις 8 το πρωί της 28 Οκτωβρίου η Μεραρχία κινήθηκε σε φάλαγγα, έχοντας επί κεφαλής το ο Σύνταγμά μας, το 5 Σύνταγμα Πεζικού Τρικάλων, με το Τάγμα μας σε πρώτο κλιμάκιο. ο Ακολουθούσε το 4ο Σύνταγμα της Λάρισας και μετά το 2 Σύνταγμα της Λαμίας. Πιο πίσω βάδιζε η ο Διμοιρία Τηλεγραφητών, το 1 Σύνταγμα Πεδινού Πυροβολικού, η Ημιλαρχία Ιππικού και τα Μεταγωγικά. Μπήκαμε στη Θεσσαλονίκη στις 10.30. Σταθήκαμε μισή ώρα για ξεκούραση και ανασυγκρότηση και στις 11 βαδίσαμε σε ρυθμό παρέλασης προς την Εκκλησία του Αγίου Μηνά, έχοντας μπροστά μας τον Αρχιστράτηγο Διάδοχο με το Επιτελείο του. Στις 12 ψάλθηκε δοξολογία και στις 1.30 μετά το μεσημέρι, αγνοώντας τη βροχή, η Μεραρχία παρέλασε ενώπιον του Διαδόχου, ενώ ο κόσμος είχε γεμίσει τα πεζοδρόμια και πανηγύριζε. Στις 29 Οκτωβρίου ήρθε στη Θεσσαλονίκη κι ο Βασιλιάς Γεώργιος. Και από τον Σιδηροδρομικό Σταθμό, προχώρησε έφιππος προς την πόλη, συνοδευόμενος από τον Διάδοχο Κωνσταντίνο. Και στις 30 είχαμε πάλι δοξολογία, οι εορτασμοί δεν έλεγαν να σταματήσουν. Η Μεραρχία μας έμεινε μερικές μέρες στη Θεσσαλονίκη, σαν φρουρά, συμμετέχοντας και στον αφοπλισμό των Τούρκων. Στο διάστημα αυτό είχα την ευκαιρία να γνωρίσω την πόλη, που ήταν πανέμορφη. Μπροστά στην προκυμαία, η Θεσσαλονίκη ήταν γεμάτη ωραία και επιβλητικά κτίρια που διαγωνίζονταν σε καλαισθησία και σε επίδειξη πλούτου.

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 254

Αλλά μετά την προκυμαία, η εικόνα άλλαζε και η καλή εντύπωση χανόταν. Για να ξανάρθει σαν 473 παίρναμε την οδό Σαμπρή Πασσά , δρόμο φαρδύ και επιβλητικό, με 7,5 μέτρα πλάτος, που ήταν 474 γεμάτος καταστήματα , ότι η οδός Ερμού ή η Σταδίου για την Αθήνα. Εκεί μπορούσε να δει κανείς τα απογεύματα να κινούνται τα αυτοκίνητα ή οι άμαξες των πλουσίων Εβραίων, χωμένων μέσα στις ακριβές γούνες τους, και τις πλούσιες κυρίες που πήγαιναν για ψώνια στα μαγαζιά. Στις γωνίες ψήνανε λουκάνικα Τούρκοι, καθισμένοι σταυροπόδι, και γύρω οι Τούρκοι πελάτες τους τρώγανε γλύφοντας τα δάχτυλά τους. Λίγο πιο κάτω, σε πνίγανε οι ευωδιές από τα μπαχαρικά, από τα μαγαζιά του Στέιν, του Μάγιερ και του Μπακ, με τα «αποικιακά είδη» φερμένα από την Ανατολή. Και πιο πέρα, άλλες μυρωδιές, εξ ίσου δυνατές αλλά δυσάρεστες, από μεγάλα καζάνια ξέχειλα στο μπαμπακόλαδο, που μέσα ψήνονταν ύποπτα κομμάτια κρέατος. Κάποιοι φαντάροι κάνανε πλάκα, λέγοντας όλο νόημα ότι αυτή η πόλη δεν έχει πολλά σκυλιά αδέσποτα … Στα μαγαζιά της Σαμπρή Πασά μπορούσε κανείς να δει βιτρίνες με διαμάντια και κοσμήματα με τιμές σε χιλιάδες φράγκα, και άλλες με γλυκά και χαλβάδες και σοκολάτες που κάνανε τα σάλια να τρέχουν. Αλλά με το μισθό του Δεκανέα, 47 λεπτά την ημέρα, καλός ήταν κι ο μπακλαβάς και χαλβά είχαμε και στα Τρίκαλα … Εντύπωση έκανε και η πολυχρωμία και η διαφορετικότητα των ανθρώπων. Έλληνες που τρέχανε βιαστικά στις εργασίες τους, Τούρκοι αργόσχολοι και με ύφος αφηρημένο, Τουρκάλες με φερετζέδες, Αραπίνες βρώμικες, Εβραίοι πολυλογάδες σαν γαλιάντρες, Εβραίες στολισμένες σαν θωρηκτά τη μέρα της καθέλκυσης, με βήμα περήφανο και μεγαλοπρεπές πάνω στα πασουμάκια τους, με τα χέρια κρυμμένα στις ποδιές τους, Χοντζάδες, Παπάδες, χαχάμηδες, Βούλγαροι βαρείς και αδιάφοροι, Σέρβοι Στρατιώτες ψυχροί και αργοκίνητοι, πωλητές κάθε είδους που 473

Τη σημερινή Βενιζέλου. Στα τέλη του 19ου αιώνα έγιναν έργα εξωραϊσμού της πόλης, καθώς οι Τούρκοι προσπαθούσαν να εκσυγχρονίσουν το κράτος τους που παράκμαζε. Το 1869, με διαταγή του Τούρκου Γενικού Διοικητή του Βιλαετίου Σαμπρή Πασά, κατεδαφίστηκαν μεγάλα τμήματα των βυζαντινών τειχών για να «αναπνεύσει» η πόλη. Αρχικά κατεδαφίστηκαν τα παραθαλάσσια τείχη και ο μεγάλος πύργος που βρισκόταν μπροστά στο λιμάνι (Γιαλού-καπού), στο ύψος της αρχαίας Αιγυπτιακής αγοράς (σημερινή οδός Αιγύπτου). Μετά από λίγα χρόνια κατεδαφίστηκαν τα τείχη του «πυροβολοστασίου» (Τοπ-Χανέ) και το ανατολικό τείχος από την πύλη της Κασσάνδρας (πλατεία Συντριβανίου σήμερα) ως τον πύργο του «Κανλή-Κουλέ» (Πύργος του Αίματος), που ασβεστώθηκε για να ξεχαστεί η κακή φήμη που είχε ως κάτεργο (Λευκός Πύργος). Ανοίχτηκαν νέοι δρόμοι. Η οδός Σαμπρή Πασά και η οδός Μηδάτ Πασά (σημερινή Αγίου Δημητρίου) το 1867, και η λεωφόρος Χαμηδιέ (Εθνικής Αμύνης) το 1873, όπου κτίστηκαν τα κτίρια της Τουρκικής Διοίκησης. Το 1886 άρχισε η κατασκευή του λιμανιού και χτίστηκε και το πρώτο κτίριο από μπετόν αρμέ. Το 1887 χτίστηκε το Αυτοκρατορικό Λύκειο και το 1891 το Διοικητήριο, ενώ το 1896 ολοκληρώθηκε η σιδηροδρομική σύνδεση της Θεσσαλονίκης με το Βελιγράδι, το Μοναστήρι και την Κωνσταντινούπολη. Επίσης, το 1902 χτίστηκε το Νοσοκομείο, το 1903 το Στρατηγείο, το 1905 η Πινακοθήκη και το 1911 το Τελωνείο. 474 Τα περισσότερα κτίρια της περιοχής καταστράφηκαν στη μεγάλη πυρκαϊά του 1917. Οι σημερινές πλατείες δεν υπήρχαν τότε. Δημιουργήθηκαν μετά τον ανασχεδιασμό της περιοχής μετά την πυρκαϊά. Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 255

διαλαλούσαν την πραμάτεια τους, σπίρτα, τσιγάρα, σοκολάτες, εφημερίδες, ακόμη και πωλητές λευκής σάρκας που ήταν ιδιαίτερα ενοχλητικοί, όλοι αυτοί στριμώχνονταν στους πολυσύχναστους δρόμους, σπρώχνοντας και πατώντας ο ένας τον άλλο, χωρίς να ζητάνε συγγνώμη ή έστω να γυρίσουν να δουν ποιον ξενύχιασαν … Τελικά, για πολλούς από αυτούς είχα την απορία αν ήξεραν που πήγαιναν ή αν απλά πήγαιναν πάνω κάτω τη Σαμπρή Πασά σαν να ήταν αυτό το καθήκον τους. Και το βράδυ, σαν κλείνανε τα μαγαζιά, η κίνηση μονομιάς παρέλυε και η Σαμπρή γινόταν ένας από τους πιο έρημους δρόμους της πόλης. Στο κέντρο της πόλης μου έκαναν εντύπωση οι μεγάλοι δρόμοι, η «Αγίας Σοφίας» με πλάτος 18 475 μέτρων και γεμάτη πλουσιόσπιτα, η Capanaca και η Hamam Matalon με πλάτος 12 μέτρων, με τα σπίτια να βλέπουν προς τον δρόμο και όχι όπως νάναι, όπως ήταν ας πούμε στα Γιαννιτσά. Όπως έμαθα, οι δρόμοι και τα σπίτια έγιναν μετά την πυρκαϊά του 1890, που κατέστρεψε τους 476 παλιομαχαλάδες που υπήρχαν εκεί. Εντυπωσιακή ήταν και η συνοικία «Χαμηδιέ» , που την έλεγαν και «Πύργων», μάλλον για τα μεγάλα πλουσιόσπιτά της. Η πόλη είχε δίκτυο ύδρευσης και αεριόφωτος, ακόμη και τραμ, που ήταν αρχικά ιππήλατα και μετά ηλεκτρικά. Όλοι λέγανε ότι η Θεσσαλονίκη ήταν η πιο σύγχρονη πόλη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Κάποιες φορές οι πολυθόρυβοι δρόμοι βουβαίνονταν ξαφνικά και όλοι κάνανε στην άκρη για να περάσει το αυτοκίνητο του Διαδόχου. Όλοι θέλανε να τον δουν. Οι Έλληνες βγάζανε με σεβασμό τα καπέλα τους, οι Εβραίοι άνοιγαν το στόμα χωρίς να μιλάνε πια, και στα απαθή πρόσωπα των Τούρκων μπορούσες με σιγουριά να διακρίνεις … ίχνη περιέργειας. Όλα τα μάτια στρέφονταν στον Διάδοχο, αλλά τα πιο εντυπωσιακά και δυνατά βλέμματα ήταν αυτά των Ισραηλιτών. Υπολογιστικοί από τη φύση τους, θαρρείς και προσπαθούσαν με μια ματιά να ζυγίσουν και να ψυχολογήσουν τον νέο Αφέντη. Σαν περνούσε το αυτοκίνητο, άρχιζε ξανά η βουή και το περπάτημα προς κάθε κατεύθυνση. Μοναδική εξαίρεση στο θόρυβο και τη χάβρα οι Κρητικοί βρακοφόροι Χωροφύλακες. Ήρεμοι, επιβλητικοί, ακίνητοι ή βαδίζοντας δύο δύο ή τρεις τρεις, δεν μιλούσαν, δεν κάπνιζαν, δεν κάνανε χειρονομίες. Δεσπόζανε με το ανάστημά τους, αλλά και με την σεμνότητα και την ηρεμία, δίνοντας τον τόνο της νέας πολιτείας που ερχόταν. Μια πολιτεία σεμνή, ήρεμη και επιβλητική. Αυτή ήταν η Θεσσαλονίκη. Αλλά μη φανταστείτε ότι η τότε πόλη έμοιαζε με τη σημερινή. Άλλη φασαρία, άλλα χρώματα, άλλες μυρωδιές, άλλοι άνθρωποι … Και η θάλασσα, που δεν είχα ξαναδεί ως τότε, μου φαινόταν ατέλειωτη και μ’ έκανε να ονειρεύομαι. Όσο κι αν μου αρέσει η σύγχρονη πόλη, δεν μπορώ να ξεχάσω τις λίγες μέρες που έζησα εκεί, τις πρώτες μέρες της απελευθέρωσής της. Ήμουνα βέβαια και νέος και ήμουνα και βαθμοφόρος σε έναν Στρατό που θριάμβευε. Είτε το ήθελαν είτε όχι, όλες οι πόρτες άνοιγαν με χαμόγελο, όπου κι αν πήγαινα … 475 476

(Σημερινές Τσιμισκή και Βασιλέως Ηρακλείου) (κατά μήκος της οδού Βασιλίσσης Όλγας) Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 256

η

η

η

η

Αλλά ο πόλεμος δεν είχε τελειώσει. Σχηματίστηκε η «Ομάδα του Κέντρου», με την 1 , 3 , 4 και 6 ο Μεραρχία και τo 1 Σύνταγμα Ιππικού, με αποστολή τη συντριβή των εχθρικών δυνάμεων που ήταν στο υψίπεδο της Φλώρινας και στην περιοχή του Μοναστηρίου. Ως τις 2 Νοεμβρίου, μεταφερθήκαμε στην Έδεσσα, που θα ήταν η βάση της εξόρμησής μας και στις 3 Νοεμβρίου η Μεραρχία μας κινήθηκε προς το χωριό Άγρας. Στο μεταξύ, κυκλοφόρησε η φήμη ότι η Τουρκία ζήτησε από τη Βουλγαρία ανακωχή. Η Ομάδα Κέντρου έδωσε μεγάλες μάχες στο Κόμανο, στην Άρνισσα και στο Κλειδί, απελευθερώνοντας την Φλώρινα και την Καστοριά. Στο διάστημα 13 με 18 Νοεμβρίου οι επιχειρήσεις σταμάτησαν και πήραμε μιαν ανάσα, και στις 19 Νοεμβρίου η πήραμε διαταγή να επιστρέψουμε μαζί με την 4 Μεραρχία με το τραίνο στη Θεσσαλονίκη. Πιστέψαμε ότι μας ετοίμαζαν για το μέτωπο της Ηπείρου. Στο μυαλό μου έκανα και σχέδια, για το πρώτο μου ταξίδι με πλοίο, αφού στην Ήπειρο θα πηγαίναμε ατμοπλοϊκά … Αλλά δεν έγινε έτσι, μας πρόλαβαν άλλοι … Μείναμε να φυλάμε τη Θεσσαλονίκη, αλλά μη νομίζετε ότι κάναμε βόλτες στην πόλη. Στο Ορλιακό ήμουν, στο σημερινό Στρυμωνικό δηλαδή, στον δρόμο Θεσσαλονίκης Σερρών, έχοντας απέναντι τους Βουλγάρους. Και όποτε πηγαίναμε στις προφυλακές, ήταν σαν να είμαστε σε εμπόλεμη ζώνη και όχι έχοντας απέναντι έναν συμμαχικό στρατό. Όταν πήρε ο Στρατός μας τα Γιάννινα, ήρθαν κι άλλες Μεραρχίες στη Θεσσαλονίκη για ενίσχυση, και η Μεραρχία μας αναπτύχθηκε βορειανατολικά της Χαλκιδικής, από τη Μαυροθάλασσα Νιγρίτας ως τη Σκάλα Ασπροβάλτας και την Αμφίπολη. Και είχαμε συνεχώς φασαρίες με τους «γουρνομύτηδες», που πήγαιναν γυρεύοντας. Στις 11 του Φλεβάρη, σε μία σύγκρουση μεταξύ ενός δικού μας αποσπάσματος μας Βουλγάρων ανταρτών στην Αριδαία, σκοτώθηκε ένας δικός μας και 4 δικοί τους. Και στις 20 είχαμε και με το Στρατό τους επεισόδια, αλλά τελικά τους αναγκάσαμε να αποσυρθούν στις Σέρρες. Στις 25 είχαμε και μία συμπλοκή στην Ασπροβάλτα, όπου πλήρωσαν ακριβά τις ασχήμιες τους, με δυο νεκρούς και 28 αιχμαλώτους. Ήταν φανερό ότι θα είχαμε κακά ξεμπερδέματα μαζί τους. Και ετοιμαζόμασταν, οργανώνοντας θέσεις άμυνας και κάνοντας γυμνάσια, ενώ ήρθαν και νέοι για αναπλήρωση των απωλειών.

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 257

Τα τηλεγραφήματα του διχασμού Ο πρώτος Βαλκανικός Πόλεμος χαρακτηρίζεται από την διπλωματική μαεστρία και οξυδέρκεια του Βενιζέλου, αλλά και την βασισμένη στην ορμή και στην ταχύτητα της προέλασης στρατηγική του Κωνσταντίνου, που είχε σαν αποτέλεσμα τη συνεχή υποχώρηση του Τουρκικού Στρατού και την απελευθέρωση μεγάλων περιοχών σε λίγες εβδομάδες. Κεντρικό σημείο του πολέμου αυτού ήταν η κατάληψη της Θεσσαλονίκης, που ήταν διακαής πόθος όχι μόνο της Ελλάδας, αλλά και της Σερβίας και της Βουλγαρίας, ακόμη και της μακρινής Αυστρίας. Καθοριστικό ρόλο, εκτός από την στρατιωτική αξία του Διαδόχου Κωνσταντίνου και της Στρατιάς του, και την διορατικότητα του Βενιζέλου, έπαιξε και η συνεργασία του Βασιλιά Γεωργίου, ο οποίος ακολουθούσε από κοντά με το Επιτελείο του τον μαχόμενο Στρατό, με σκοπό να εισέλθει πρώτος στη Θεσσαλονίκη, δίνοντας έτσι το στίγμα της οριστικής απόκτησής της από την Ελλάδα. Έτσι, αμέσως μετά τη μάχη των Γιαννιτσών, και καθώς η Στρατιά προέλαυνε προς τη Θεσσαλονίκη, έφτασε στο Γιδά ο Βασιλιάς, και εγκαταστάθηκε στο κτίριο του Σιδηροδρομικού Σταθμού. Από το τηλεγραφείο του Σταθμού πέρασαν τα τηλεγραφήματα του Βενιζέλου που αγωνιούσε στην Αθήνα και του Αρχιστρατήγου που ήταν στο Τοψίν. Επειδή το Τοψίν δεν διέθετε τηλέγραφο, τα μηνύματα του Κωνσταντίνου και του Βενιζέλου είχαν πρώτο παραλήπτη τον Βασιλιά και μεταφέρονταν από και προς το Τοψίν με έφιππο αγγελιοφόρο. Αλλά και από τον Γιδά, τα τηλεγραφήματα από και προς την Αθήνα έπρεπε να στέλνονται μέσω του Τηλεγραφείου της Λάρισας, καθώς δεν υπήρχε απ’ ευθείας σύνδεση. Το γεγονός αυτό δημιουργούσε χρονικές καθυστερήσεις στη μεταφορά των μηνυμάτων, με αποτέλεσμα να σημειωθεί το πρώτο ίσως σοβαρό επεισόδιο του Εθνικού ∆ιχασμού που ακολούθησε. Ο Βενιζέλος λοιπόν, έστειλε (μέσω του Βασιλιά, διαβλέποντας και στη συνεργασία του) 2 τηλεγραφήματα: «24-10-1912 προς Α.Μ. τον Βασιλέα – Γιδά Λαμβάνω την τιμήν να φέρω εις γνώσιν της Υμετέρας Μεγαλειότητος τηλεγράφημα όπερ πέμπω προς τον Αρχηγόν του Στρατού Θεσσαλίας έχον ούτω: Αρχηγείον Στρατού Θεσσαλίας Από της μάχης των Γιαννιτσών ουδέν ανακοινώσατε προς το Υπουργείον περί των περαιτέρω στρατιωτικών υμών επιχειρήσεων ως και εκείνων της Πέμπτης Μεραρχίας. Και όμως από της μάχης των Γιαννιτσών παρήλθον 4 όλαι ημέραι. Η σιωπή αύτη και η πλήρης άγνοια εις ην ως εκ τούτου ευρίσκεται και η υπεύθυνος κυβέρνησις και το έθνος περί της τύχης του Στρατού του είναι όντως εκπληκτική. Βενιζέλος» «27-10-1912, 2.30 π.μ. Αρχηγόν Στρατού Παραγγέλλεσθε ν’ αποδεχθήτε την προσφερόμενην υμίν παράδοσιν της Θεσσαλονίκης και εισέλθητε εις αυτήν άνευ τινος αναβολής. Καθιστώ υμάς υπεύθυνον δια πάσαν αναβολήν έστω και στιγμής. Πρωθυπουργός Βενιζέλος» Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 258

Όμως το Πρωτόκολλο Παράδοσης της πόλης είχε ήδη υπογραφεί από το προηγούμενο βράδυ, αλλά επειδή η ενημέρωση γινόταν όπως είπαμε με έφιππο Αγγελιοφόρο η είδηση έφτασε το πρωί ης της 27 Οκτωβρίου και αφού ήδη είχε σταλεί το δεύτερο τηλεγράφημα που ήταν ιδιαίτερα επιτιμητικό. Ο Βασιλέας, προσπαθώντας να «μαζέψει» τα πράγματα, ενημέρωσε αμέσως τον Βενιζέλο, με τηλεγράφημα που είχε την υπογραφή του Αρχηγού του Στρατιωτικού Οίκου του, Υποστρατήγου Πάλλη: «Γιδά, 27- 10- 1912, ώρα 8.20 - Βενιζέλον Πρωθυπουργόν Αθήνας Λαμβάνω την τιμήν να διαβιβάσω υμίν την κατωτέρω είδησιν που έλαβεν η Α.Μ. ο Βασιλεύς εκ μέρους του ∆ιαδόχου ταύτην την στιγμήν. Υποστράτηγος Πάλλης Τόψιν 27-10- 1912 ώρα 6.00 πρωίας Α.Μ. Βασιλέα Χθες την εσπέραν υπεγράφη εν Θεσσαλονίκη σύμβασις παραδόσεως του Τουρκικού Στρατού, της πόλεως και του Καραμπουρνού. Ο Τουρκικός Στρατός δυνάμεως 25.000 ανδρών καταθέτει τα όπλα καθιστάμενος αιχμάλωτος. Οι αξιωματικοί θα τηρήσωσι τα όπλα των παραμένοντας ελεύθεροι επί του λόγου της τιμής αυτών ότι δεν θα λάβωσι μέρος εις τον παρόντα πόλεμον. Κωνσταντίνος» Ο Βενιζέλος κατάλαβε ότι είχε εκτεθεί και με την βοήθεια του Νίδερ, έδωσε εντολή να ανακληθεί το προηγούμενο τηλεγράφημα. Αλλά ήταν αργά …

Το τηλεγράφημα είχε ήδη φτάσει στον Κωνσταντίνο, ο οποίος εκνευρισμένος είχε συντάξει και την παρακάτω απάντηση, που τελικά δεν διαβιβάστηκε επειδή στο μεταξύ ο Κωνσταντίνος ενημερώθηκε για την ακύρωση της Διαταγής του Βενιζέλου: «Συναισθάνομαι πλήρως την ευθύνην ην φέρω και παρακαλώ να μη μοι οπομιμνήσκητε τούτο δι’ οποιαδήποτε υπόθεσιν. Εάν ώφειλον η ου να παραδεχθώ την παράδοσιν της Θεσσαλονίκης, ήμην ο μόνος αρμόδιος να κρίνω, ευρισκόμενος επί τόπου και επιβάλλων τους όρους. Απόδειξις δε, το επιτευχθέν αποτέλεσμα. Κωνσταντίνος» Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 259

Το εντυπωσιακό είναι ότι ενώ υπήρξε καθυστέρηση στην επίσημη ενημέρωση της Κυβέρνησης για την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης, η σχετική είδηση είχε ήδη φθάσει στην Αθήνα σχεδόν αμέσως, αλλά ανεπίσημα, χάρη στην ευσυνειδησία του τηλεγραφητή του Γιδά! Σύμφωνα με ρεπορτάζ που δημοσιεύθηκε στις 28-10-1912 στον «Χρόνο» και σε άλλες Αθηναϊκές εφημερίδες, το πρώτο ανεπίσημο τηλεγράφημα με το χαρμόσυνο νέο στάλθηκε από τον τηλεγραφητή του Γιδά ης στις 4.40 τα ξημερώματα της 27 Οκτωβρίου προς το Τηλεγραφείο της Λάρισας, το οποίο στη συνέχεια αναμετέδωσε τη σχετική είδηση στην μουσκεμένη από μία φθινοπωρινή βροχή Αθήνα, που αγωνιούσε για ειδήσεις. Ένας ιππέας μετέφερε το τηλεγράφημα από το Τηλεγραφείο στο Υπουργείο Στρατιωτικών, αλλά καθ’ οδόν, έλεγε και τα σπουδαία νέα σε όποιον συναντούσε και το νέο διαδόθηκε αστραπιαία σε όλη την πόλη. Πριν ακόμη μάθει τα νέα η Κυβέρνηση, το καμπαναριό του Άη Γιώργη Καρύτση είχε δώσει το μήνυμα στα άλλα καμπαναριά. Και ενώ ο Στρατός βάδιζε ακόμη προς την Θεσσαλονίκη, στην Αθήνα πανηγύριζαν ήδη όλοι, μέσα στην τρελή χαρά! Τα φώτα πλημμύριζαν την πόλη και πάνω από εκατό χιλιάδες άνθρωποι ξεχύθηκαν στους δρόμους αλαλάζοντας και ζητωκραυγάζοντας, σε τέσσερεις πρόχειρα σχηματισμένες διαδηλώσεις, που κάνεις δεν ήξερε πούθε έρχονταν και πού πήγαιναν.

Μόλις ο Βενιζέλος έμαθε για το τηλεγράφημα, έσπευσε δια του τηλεγραφείου του Υπουργείου Στρατιωτικών να ζητήσει από τον τηλεγραφητή του Γιδά περισσότερες πληροφορίες. Και τότε, όπως γράφει ο «Χρόνος»: «Ο τηλεγραφητής Γιδά μετέδωσεν όλας τας πληροφορίας αι οποίαι μετεδόθησαν δια του πρώτου ανακοινωθέντος. Ότι δηλαδή ο Βασιλεύς έλαβε περί την μεσημβρίαν σημείωμα του διαδόχου, αναγγέλλοντος ότι κατελήφθη η Θεσσαλονίκη παρά των Ελληνικών στρατευμάτων. Ο τηλεγραφητής Γιδά προσέθεσεν ότι ο Βασιλεύς δι’ εκτάκτου αμαξοστοιχίας αναχωρεί προς Θεσσαλονίκην.» Ο τηλεγραφητής του Γιδά, το όνομα του οποίου αγνοούμε, συνέλαβε ένα αόριστο σημείωμα που ο Διάδοχος έστειλε στον πατέρα του, αναγγέλλοντας την άμεση παράδοση της πόλης, που ήταν βέβαιη αλλά δεν είχε ακόμη συντελεσθεί.

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 260

Τους πανηγυρισμούς που ξεσήκωσε στην Αθήνα το τηλεγράφημα, μετρίασε η επιφυλακτικότητα του Βενιζέλου, που αρνήθηκε να δεχθή τα συγχαρητήρια Επιτροπής του Εμπορικού Συλλόγου ης η (!!!), επειδή η είδηση δεν ήταν επίσημη … Και μέχρι τα μεσάνυχτα 26 προς 27 δεν είχε ακόμη ληφθεί ακόμη επίσημο τηλεγράφημα, με αποτέλεσμα ο Βενιζέλος να ζητήσει πάλι από τον τηλεγραφητή του Γιδά να επιβεβαιώσει την είδηση!!! Και αυτός, όπως αναφέρει στη συνέχεια το ρεπορτάζ, εξηγώντας το πρώτο τηλεγράφημά του, επιβεβαίωσε ότι δεν υπήρχε ακόμη επίσημη 477 είδηση περί καταλήψεως της Θεσσαλονίκης και ότι ο Βασιλεύς διανυκτέρευσε στο Γιδά . Από την ίδια εφημερίδα μαθαίνουμε ότι το τηλεγράφημα με το οποίο ο Βενιζέλος ενημερώθηκε από τον Πάλλη για το σημείωμα που ο Διάδοχος είχε στείλει στον Βασιλιά και πατέρα του, είχε ης διαβιβασθεί στις 8.20 το πρωί της 27 Οκτωβρίου, αλλά παρελήφθη στις 1.15 το μεσημέρι. Αντίθετα, οι ξένοι ανταποκριτές που βρίσκονταν στη Θεσσαλονίκη, φρόντισαν να πληροφορήσουν αμέσως τη διεθνή κοινή γνώμη για το μεγάλο γεγονός. Ξημερώματα της 27ης Οκτωβρίου έφθανε στις εφημερίδες της εποχής το ακόλουθο τηλεγράφημα του Αυστριακού Πρακτορείου Ειδήσεων: «ΒΙΕΝΝΗ, Σάββατον πρωίαν Ταύτην την στιγμήν αγγέλλεται ότι η Θεσσαλονίκη, παραδοθείσα, κατελήφθη υπό του Ελληνικού Στρατού.» Η πληροφορία φαίνεται ότι μεταδόθηκε στην Βιέννη μέσω ασυρμάτου. Την είδηση για την κατάληψη της Θεσσαλονίκης, την έστειλαν και οι ανταποκριτές των ξένων εφημερίδων και πρακτορείων, μόλις είδαν τον πρώτο Έλληνα Αξιωματικό που μπήκε στην πόλη, τον Υπομοίραρχο Κωνσταντίνο Μανωλικίδη. Όπως αναφέρει ο καθηγητής Απόστολος Δασκαλάκης: «Μεταξύ των πρώτων κατέφθασαν ο ανταποκριτής των Τάιμς Πράϊς και ο ανταποκριτής Γαλλικών εφημερίδων Βεμπέρ, οι οποίοι μόλις αντίκρυσαν τον Έλληνα αξιωματικόν… δεν ήθελον τίποτε άλλο. Έσπευσαν τροχάδην εις το τηλεγραφείον διά να πληροφορήσουν τας εφημερίδας των, ότι ήδη κατελήφθη η Θεσσαλονίκη υπό του Ελληνικού Στρατού. Ακριβώς εις το γεγονός τούτο ης ωφείλετο και η υπό του ευρωπαϊκού Τύπου, από της πρωίας της 27 Οκτωβρίου, αναγγελία με ης εξαστήλους τίτλους, ότι η Θεσσαλονίκη κατελήφθη υπό των Ελλήνων την εσπέραν της 26 Οκτωβρίου. Και ούτω το παράτολμον αυτό εγχείρημα του Έλληνος Υπομοιράρχου, μετά του μικρού αποσπάσματος Χωροφυλακής, έλαβε μεγίστην ιστορικήν και εθνικήν σημασίαν, διότι ης εθεωρήθη ως είσοδος Ελληνικού Στρατού και κατάληψις της Θεσσαλονίκης από της 26 Οκτωβρίου …» Τελικά, ανεξάρτητα από τις αιτίες των καθυστερήσεων και τις παρεξηγήσεις που δημιουργήθηκαν, ο σπόρος της διχόνοιας που ταλαιπώρησε τη χώρα μέχρι και σήμερα, φαίνεται ότι είχε φυτευτεί. Και ότι το έδαφος ήταν «εύφορο» … Στη συνέχεια και μέχρι τις ημέρες μας, οι δύο πλευρές, και ειδικά οι φανατικοί των δύο πλευρών, δεν έπαψαν να ρίχνουν λάδι στη φωτιά. Στους ισχυρισμούς των Βενιζελικών ότι ο Κωνσταντίνος ήθελε να πάει στο Μοναστήρι και όχι στη Θεσσαλονίκη, οι Μοναρχικοί απαντούν με εξ ίσου κατηγορηματικούς ισχυρισμούς, ότι π.χ. ενώ ο Στρατός βάδιζε προς την Θεσσαλονίκη, ο Βενιζέλος έστειλε στις 25-10-1912 δύο τηλεγραφήματα ης που έδειχναν πανικό από την ήττα της 5 Μεραρχίας, ζητώντας να σταλούν ενισχύσεις στα η Σέρβια, και να αποσπασθεί και η 1 Μεραρχία από τη Στρατιά που τότε περνούσε τον Αξιό! «Αρχηγόν Διάδοχον – Κιρτζιλάρ (Άδενδρον) Ένεκεν ατυχήματος Μεραρχίας Ματθαιοπούλου κρίνω επιβεβλημένον μετά τα ληφθέντα μέτρα … όπως μία Μεραρχία εκ των υπό τας αμέσους διαταγάς Υμετέρας Υψηλότητος επιβιβασθή ως 477

Εφημερίδα «Χρόνος», 28 Οκτωβρίου 1912, σελ. 3 Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 261

τάχιστα ατμοπλοίων εις Σκάλαν Ελευθεροχωρίου και αποβιβαζομένη εις Βόλον σπεύση δ’ εκείθεν δια Λαρίσσης προς Ελασσώνα και Σέρβια. Προτιμάται Ι Μεραρχία ένεκα πολλών λόγων … Αθήναι τη 25-Χ-1912 ώρα 10 π.μ. Βενιζέλος» Ανεξάρτητα από το πώς σχολιάζεται το παραπάνω από τις δύο πλευρές, δείχνει απόλυτη άγνοια της «τακτικής κατάστασης». Και σε τελευταία ανάλυση δείχνει και το διαπιστωμένο και κοινά αποδεκτό στις μέρες μας, δηλαδή το πόσο καταστροφικές μπορούν να είναι οι εντολές των «πολιτικών», από απόσταση ημερών από το Μέτωπο, προς τους «στρατιωτικούς» που έχουν πιο άμεση αντίληψη. Ο μεγάλος πολιτικός και διπλωμάτης Βενιζέλος δεν ήταν στρατιωτικός. Αλλά και να η ήταν, απείχε πολύ από το μέτωπο, για να δίνει τέτοιες εντολές. Είναι χαρακτηριστικό, ότι η 1 Μεραρχία, τη ώρα που στάλθηκε το τηλεγράφημα αυτό, ήταν στον Άγιο Αθανάσιο, μπροστά από το Τόψιν. Για να φτάσει στα Σέρβια με το προτεινόμενο δρομολόγιο δεν θα αρκούμε μία εβδομάδα! Το λάθος αυτό το κατάλαβε και ο Βενιζέλος (και οι Επιτελείς του) και γι’ αυτό, μισή ώρα μετά, έστειλε δεύτερο τηλεγράφημα (αρ. 876) με το οποίο ζητούσε να μάθει αν ο Στρατός μας ελέγχει την σιδηροδρομική γραμμή από τον Γιδά ως το Σόροβιτς. Η μετακίνηση προς Σόροβιτς, κατά μήκος της σιδηροδρομικής γραμμής, αν μη τι άλλο θα απειλούσε τα νώτα των Τούρκων, αν αυτοί κατέβαιναν προς Κοζάνη. η Πάντως, ο Κωνσταντίνος απάντησε ότι «το πρόβλημα που αντιμετώπιζε η 5 Μεραρχία ουδόλως επηρέαζε την εξέλιξη της εκστρατείας, η τύχη της οποίας θα κρινόταν στη μάχη της Θεσσαλονίκης». Όμως υπάρχει ένα ακόμη τηλεγράφημα, το οποίο καταρρίπτει ότι ο Βενιζέλος δεν γνώριζε την κατάληψη της Θεσσαλονίκης. Και όπως οι Μοναρχικοί διαψεύδουν την ύπαρξη άλλων τηλεγραφημάτων, είναι η σειρά των Βενιζελικών να διαψεύδουν αυτό. Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 262

Στο συγκεκριμένο τηλεγράφημα, που στάλθηκε στις 26-10-1912 ώρα 4.05 μ.μ., ο Βενιζέλος η πληροφορεί την 5 Μεραρχία, για να την εμψυχώσει, ότι καταλήφθηκε η Θεσσαλονίκη! 478

Αν δεν ακολουθούσε ο Διχασμός, τα τηλεγραφήματα αυτά θα έδειχναν απλά ασυνεννοησία. Αξιοσημείωτο είναι ότι και οι δύο πλευρές (ή πιο σωστά οι ηγεσίες των δύο πλευρών) έκαναν σαφείς προσπάθειες να αποφύγουν τον διχασμό, μέχρι ενός σημείου. Είναι χαρακτηριστικές οι προσφωνήσεις των δύο ανδρών, στις 7/4/1914, κατά την τελετή απονομής της στραταρχικής ράβδου, από τον Βενιζέλο στον Κωνσταντίνο (που στο μεταξύ είχε γίνει Βασιλιάς): «Μεγαλειότατε, Εις ανάμνησιν των υπερλάμπρων νικών, εις ας οδήγησας κατά τους δύο νικηφόρους πολέμους τον Στρατόν Σου, υποβάλλει ούτος την παράκλησιν όπως ευδοκούσα δεχθή η Ση Μεγαλειότης την Στραταρχικήν ταύτην ράβδον, ην ευλαβώς Σοι προσφέρει δι’ εμού...» (Ελ. Βενιζέλος) «Την παράκλησιν όπως δεχθώ την στραταρχικήν ράβδον, την οποίαν ο κ. Υπουργός των Στρατιωτικών, αντιπροσωπεύων τον όλον Στρατόν Μου, Μοι υπέβαλεν εξ ονόματος του Στρατού, ευχαριστών αποδέχομαι. Είναι βαθύ το αίσθημα το υπαγορεύσαν εις Σε, Στρατέ μου, το διάβημα τούτο και αι περιστάσεις έκτακτοι και ασυνήθεις. Μόλις εξήλθες εκ μακρών δεινοτάτων αγώνων, θριαμβεύσας κατά πολλών πολεμίων, προάγων νικηφόρως τας ενδόξους σημαίας Σου εις τας χώρας εκείνας, αι οποίαι κληρονομία των πατέρων μας, απωλεσθείσαι εν δεινή μακραίωνι θυέλλη ηυτύχησαν τέλος, χάρις εις Σε και τους κατά θάλασσαν συμπολεμιστάς Σου, ν' αποδοθούν εις την Ελληνικήν Ελευθερίαν και τον Ελληνικόν Πολιτισμόν. Τα όρη τα οποία υπερέβης, αι πεδιάδες τας οποίας διέσχισες, οι ποταμοί τους οποίους διέβης, δεν ήσαν ασυνήθιστοι από μεγάλα κατορθώματα. Εκεί εστήθησαν μεγάλα τρόπαια υπερηφάνων Ελληνικών Στρατών των Ελληνικών Πολιτειών, των Μακεδόνων Βασιλέων, των Ελλήνων Αυτοκρατόρων, Στρατών τους οποίους Συ τώρα διαδέχεσαι, ισάξιος προς τους ενδοξοτέρους εξ αυτών...» (Κωνσταντίνος)

478

Πάντως, όλα τα τηλεγραφήματα υπάρχουν στην επίσημη Ιστορία της ΔΙΣ/ΓΕΣ, οπότε δεν υπάρχει λόγος να αμφισβητούνται από οποιαδήποτε πλευρά. Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 263

Λεπτομέρειες από την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης Ο πρώτος Έλληνας Αξιωματικός που μπήκε στην πόλη ήταν ο Υπομοίραρχος της Χωροφυλακής Κωνσταντίνος Μανωλικίδης, ο οποίος, επί κεφαλής ενός μικρού αποσπάσματος, διέσχισε έφιππος ης την Εγνατία το βράδυ τη 26 Οκτωβρίου, υπό τα έκπληκτα βλέμματα εκατοντάδων Θεσσαλονικέων που ακολουθούσαν τον έφιππο Αξιωματικό και το απόσπασμά του. Ο Μανωλικίδης είχε διαταγή να παραλάβει και να συνοδεύσει τους Τούρκους Αξιωματικούς στο Ελληνικό Στρατηγείο στο Τοψίν, για τις διαπραγματεύσεις της παρά479 δοσης . Συνάντησε Τουρκική περίπολο, που αιφνιδιάστηκε από την παρουσία των Ελλήνων ενστόλων, αλλά δεν πυροβόλησε. Ο Μανωλικίδης εξήγησε την αποστολή του και αυτοί τον οδήγησαν στο Αστυνομικό Τμήμα του Τοπ Χανέ, και μετά, με συνοδεία δύο Τούρκων Χωροφυλάκων εισήλθε στην πόλη, όπου διανυκτέρευσε στο ξενοδοχείο «Όλυμπος Παλλάς», στην πλατεία Ελευθερίας, ενώ πολλοί Έλληνες κάτοικοι συνωστίζονταν στις τζαμαρίες του ξενοδοχείου για να δουν από κοντά τον ένστολο Έλληνα Αξιωματικό. Αλλά φαίνεται ότι δεν ήταν μόνο ο Μανωλικίδης που εισήλθε στη Θεσσαλονίκη τις ώρες εκείνες, όπως φαίνεται από αφήγηση Έλληνα κατοίκου της Θεσσαλονίκης, που περνούσε τις βραδυνές ης ώρες της 26 Οκτωβρίου 1912 στο καφενείο της Θεσσαλονίκης «Όλυμπος – Νάουσα»: «Αίφνης ανοίγει ή θύρα του καφενείου ορμητικώς και βλέπω εισερχόμενους δύο Έλληνας Αξιωματικούς ακολουθούμενους ύφ’ ενός Δεκανέως. Πάντων τα όμματα εστράφησαν προς αυτούς. “Καλήν εσπέρα σας κύριοι”, λέγει ο πρώτος. Είμαι ο Κώνστας, Λοχαγός του Ελληνικού Στρατού. Εις το άκουσμα των γλυκύτατων τούτων λέξεων έσπευσεν ο καταστηματάρχης, ηκολούθησα δε αυτόν ασυναισθήτως. Μετά τον πρώτον χαιρετισμόν, παρατηρώ εις τον Δεκανέαν φυσιογνωμίαν γνωστότατην. Εκπλήττομαι! Διερωτώμαι! Πείθομαι τέλος. Ήτο ο κ. Ιωάννης Δραγούμης, τέως Τμηματάρχης του Υπουργείου των Εξωτερικών, υπηρετών ως Δεκανεύς καθ’ όλην την εκστρατείαν. Μαθών δε παρ’ αυτού τα καθέκαστα έσπευσα εις τον οίκον μου όπως αναγγείλω το χαρμόσυνον γεγονός. Ο γέρων πατήρ μου ένδακρυς ηκροάτο της αφηγήσεώς μου και ότε ετελείωσα έστρεψε το βλέμμα του εις το εικονοστάσιον, “Ευλογημένε Μεγαλομάρτυς Δημήτριε” είπε, και ανελύθη εις λυγμούς …» Μαρτυρία του παλιού πολεμιστή Χαρίλαου Χαρίση, για τις πρώτες ώρες του Ελληνικού στρατού στη Θεσσαλονίκη (από το βιβλίο του Σπύρου Κουζινόπουλου «Το Μεγάλο άλμα, η απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης»). «Προηγούντο περί τους είκοσι σαλπιγκτάς και έπετο ο Αξιωματικός Σημαιοφόρος με αναπεπταμένην την σημαίαν και οι παραστάται με εφ’ όπλου λόγχην. 479

Κατά μία άλλη εκδοχή, ο Μανωλικίδης, συνοδευόμενος από δύο έφιππους Ενωμοτάρχες και τρεις Ιππείς Χωροφύλακες, εκτελούσε υπηρεσία στρατολογίας για λογαριασμό της 7ης Μεραρχίας, όταν αποτόλμησε είσοδο στην Τουρκοκρατούμενη ακόμη πόλη.. Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 264

Ηκολούθει έφιππος ο Συνταγματάρχης Κωνσταντινόπουλος και αυτόν ηκολούθουν οι Λόχοι. Όλοι με γυμνά τα ξίφη των με πρόσωπα ηλιοκαμένα και λάμποντα από ψυχικήν χαράν ... Τριακόσιοι μαθηταί με τα μπλε πηλήκια και ένα πλήθος Ελλήνων περικυκλώσαμε και ανεμίζοντας τα πηλήκια στον αέρα, ζητωκραυγάζαμε έξαλλοι. “Ζήτω η Ελλάς, Ζήτω ο Διάδοχος, Ζήτω ο γενναίος Ελληνικός Στρατός.” Όλοι εφιλήσαμε την πολεμικήν σημαίαν με δάκρυα χαράς. Και επειδή δεν ήτο δυνατόν να σφίξωμε το χέρι του εφίππου Συνταγματάρχου, άλλοι θωπεύαμε τας μπότας του και όλοι μαζί βαδίζοντες μεταξύ των τετράδων των Ευζώνων και έχοντες εν κύκλω τον Συνταγματάρχην, εζητωκραυγάζαμεν συνεχώς...». Αποσπάσματα από το ημερολόγιο του Φίλιππου Δραγούμη: «27 Οκτωβρίου 1912 … Χθες, ακόμα, η πόλη ήταν κομμάτι της Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Δεν έχει σχεδόν περάσει χρόνος από τότε που την επισκέφθηκε ο Σουλτάνος, κι όλοι, μικροί και μεγάλοι, σ’ όποια φυλή κι αν ανήκαν, ό,τι Θεό κι αν προσκυνούσαν, είχαν παραταχθεί στην Μπουλβάρ Χαμιδιέ να τον υποδεχθούν και να τον δουν να περνά με τη χρυσή του άμαξα. Επίσημα στολισμένη η πόλη, με τεράστιες αψίδες… στου Αλατίνη, στο Συντριβάνι, παντού. Μα πότε πρόλαβε αυτή η πόλη να γίνει Ελληνική; … Τ’ αμάξι έτρεχε με κρότο στα βρεμένα καλντερίμια του έρημου δρόμου της Θεσσαλονίκης. Ο Τούρκος του αμαξιού μου έδειξε δεξιά την Αγία Σοφία που είναι Τζαμί, μα που θα ξαναγίνει Εκκλησία πάλι. Περάσαμε τον καινούργιο Μητροπολιτικό ναό, που δεν έχει τελειώσει ακόμη. Γυρίσαμε αριστερά και η πρώτη πόρτα ήταν του Ελληνικού Προξενείου και δίπλα η αυλή της Μητρόπολης. [...] Επήγαμε στο ξενοδοχείο “Σπλέντιτ” στον παραλιακό δρόμο. Αχ θάλασσα, θάλασσα… με ηδονή ανασαίνω τη μυρωδιά σου. [...] Στηθήκαμε στο καταφώτιστο ξενοδοχείο του Ρόμπαπα. Κοσμοπλημμυρισμένο κυρίες με βραδινές όμορφες φορεσιές και, κυρίως ξένους, αλλά και Έλληνες με καθαρά πουκάμισα». «29 Οκτωβρίου 1912 480 … Ήμουνα με τη Νάτα στα πλούσια εμπορικά του δρόμου Σαμπρή Πασά … όταν έξαφνα ακούσαμε ταραχή, στρατιωτικές μουσικές, ζητωκραυγές, σούσουρο. Πεταχτήκαμε έξω και τι να δούμε; Πολύ Βουλγαρικό Στρατό που έμπαινε βαδίζοντας δίπλα δίπλα με τον Ελληνικό, δεξιά ο δικοί μας, αριστερά οι Βούλγαροι, με ξεδιπλωμένες σημαίες και ύφος καταχτητάδων. [...] Το Διοικητήριο είναι μεγαλόπρεπο κτήριο με πλούσια αλλά ακαλαίσθητη επίπλωση. Το είχαν επισκευάσει και ανακαινίσει όταν ήλθε στη Θεσσαλονίκη ο Σουλτάνος ο Μεχμέτ και από τότε άφησαν την κεντρική είσοδο του σιδερένιου καγκελωτού περιβόλου κλειστή, για να μην περάσει άλλος θνητός μετά τον Χαλίφη». 481

Ό Λοχαγός Ιωάννης Μεταξάς , Επιτελής του Διαδόχου Κωνσταντίνου, σε επιστολή του προς την γυναίκα του με ημερομηνία 29 Οκτωβρίου, έγραφε μεταξύ των άλλων και τα ακόλουθα: «Πόσο θα σου φαίνεται παράξενο να λαμβάνεις γράμμα μου από την Θεσσαλονίκη! Σήμερα είναι η πρώτη ημέρα πού ησύχασα και ανεπαύθην. Το τι τράβηξα αυτάς τας ημέρας, δεν φαντάζεσαι. Εις τας 25 εφύγαμεν από το Κιρδζαλάρ από όπου σου είχα γράψει. Το βράδυ είμεθα εις Τοπτσίν, ο Στρατός διέβη τον Αξιόν. Δυσκολίαι μεγάλαι, τας οποίας υπερέβημεν όλας. Το βράδυ ήλθαν εις το Στρατηγείον Τούρκοι απεσταλμένοι, προτείνοντες την παράδοσιν του Στρατού και της πόλεως. Ο Διάδοχος ανέθεσεν εις τον Δούσμανην (Ταγματάρχην του Επιτελείου) 480 481

(Βενιζέλου) (Ο μετέπειτα Δικτάτωρ) Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 265

και εις εμέ να διαπραγματευθώμεν. Τους εζητήσαμεν και το Καραμπουρνού. Δεν εδέχθησαν και την άλλην ημέραν εκινήσαμεν προς μάχην. Είχα κάμει την Διαταγήν της μάχης και το απόγευμα ης της 26 ήσαν κυκλωμένοι. Προτού όμως αρχίσει το πυρ, έστειλαν πάλιν απεσταλμένους και εδέχθησαν όλους τους όρους μας. Μετέβημεν νύκτα, ο Δούσμανης και εγώ εις Θεσσαλονίκην, και διεπραγματεύθημεν με τον Τούρκον Αρχιστράτηγον την παράδοσιν του Στρατού του, της πόλεως και του Καραμπουρνού, και υπεγράψαμεν το πρωτόκολλον. Συγκινητική στιγμή! Εγυρίσαμεν αμέσως νύκτα…. Είχον σπεύσει και οι Βούλγαροι με ολίγον Στρατόν αλλά δεν πρόφθασαν. Μάλιστα με έστειλαν να τους σταματήσω και αυτοί έκαμαν πώς δεν με είδαν και με άρχισαν στις τουφεκιές, εσφύριζαν πλήθος ολόγυρα μου, τόσον πού ηναγκάσθην να γυρίσω. Τέλος τους εσταματήσαμεν. Αλλά στάζει φαρμάκι η μύτη τους…» Είναι εντυπωσιακό, αλλά όλοι σχεδόν οι ζωγραφικοί πίνακες που αναφέρονται στην απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης το 1912, όπως η υπογραφή του πρωτοκόλλου παράδοσης, η είσοδος στην πόλη του Διαδόχου Κωνσταντίνου, η είσοδος του Βασιλιά Γεωργίου, η παρέλαση της Μεραρχίας κλπ, είναι έργα του ερασιτέχνη ζωγράφου Κενάν Μεσαρέ, που ήταν γιος (!) του Τούρκου Αρχιστρατήγου Χασάν Ταχσίν Πασά. Ο Κενάν, μετά τον πόλεμο, παρέμεινε στην Ελλάδα (στα Γιάννενα όπου υπάρχει και οδός με το όνομά του), πήρε την ελληνική υπηκοότητα και οι απόγονοί του με το επώνυμο Μεσαρέ συνεχίζουν να μένουν στην νέα «πατρίδα τους». Στις 11 το ης βράδυ της 26 Οκτωβρίου, ο Κενάν, που ήταν Λοχαγός του Οθωμανικού Στρατού, συμμετείχε, όπως και ο τότε Δεκανέας Ίων Δραγούμης, στη σύνταξη του Πρωτόκολλου παράδοσης της Θεσσαλονίκης. Όπως αφηγείται ο ίδιος, λίγη ώρα νωρίτερα, είχαν φτάσει αντιπρόσωποι του Τσάρου της Βουλγαρίας Φερδινάνδου, που προσέφεραν δέκα πουγκιά με λίρες χρυσές, για να δεχθεί απλώς ο Χασάν Ταχσίν πασάς να συνυπογράψουν το Πρωτόκολλο και δύο Βούλγαροι Αξιωματικοί. Η δωροδοκία δεν έγινε δεκτή. ης

Το Πρωτόκολλο παράδοσης υπογράφηκε στις 01.30 της 27 Οκτωβρίου, αλλά έφερε ως ώρα και ης ημερομηνία την 23.00 της 26 . Ο Ιωάννης Μεταξάς αναφέρει στα απομνημονεύματά του ότι κατάφερε να πείσει τον Ταχσίν να μπει ή χρονολογία αυτή, για να τιμηθεί ο προστάτης και πολιούχος της Θεσσαλονίκης Άγιος Δημήτριος, που γιόρταζε την 26η Οκτωβρίου και τον σεβόταν πολύ ο Ταχσίν. 482 Το κείμενο του Πρωτοκόλλου έχει ως εξής: «ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟΝ 483 Μεταξύ της Α.Β.Υ. του Αρχιστρατήγου του Ελληνικού Στρατού και της Α.Ε. του Αρχιστρατήγου του Τουρκικού Στρατού συνεφωνήθησαν τα κάτωθι: Άρθρ. 1. Τα όπλα των Οθωμανών στρατιωτών θα αφαιρεθούν και θα αποτεθούν εις φύλαξιν υπό την ευθύνην του Ελληνικού στρατού. Περί τούτου θα συνταχθή πρωτόκολλον.

482 483

(Η Ελληνική του μετάφραση αφού το πρωτότυπο συντάχθηκε στα Γαλλικά) (Α.Β.Υ. = Αυτού Βασιλικής Υψηλότητος. Α.Ε. = Αυτού Εξοχότητος) Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 266

Άρθρ. 2. Οι Οθωμανοί στρατιώται θα στρατωνισθούν εν μέρει εις Καραμπουρνού και κατά το λοιπόν τμήμα εις τον στρατώνα του πυροβολικού “Τοπτσή”. Θα διατρέφονται υπό των αρχών της Θεσσαλονίκης. Άρθρ. 3. Η πόλις της Θεσσαλονίκης παραδίδεται εις τον Ελληνικόν Στρατόν μέχρι της συνάψεως της ειρήνης. Άρθρ. 4. Όλοι οι ανώτεροι στρατιωτικοί αξιωματούχοι και Αξιωματικοί θα δικαιούνται να διατηρήσουν τα ξίφη των και να είναι ελεύθεροι εν Θεσσαλονίκη. Ούτοι θα δώσουν τον λόγον των ότι δεν θα λάβουν πλέον τα όπλα εναντίον του Ελληνικού Στρατού και των συμμάχων του κατά την διάρκεια του πολέμου τούτου. Άρθρ. 5. Όλοι οι ανώτεροι πολιτικοί αξιωματούχοι και υπάλληλοι του βιλαετίου θα είναι ελεύθεροι. Άρθρ. 6. Οι Χωροφύλακες και τα όργανα της Αστυνομίας θα φέρουν τα όπλα των. Άρθρ. 7. Το Καραμπουρνού θα χρησιμεύση ως τόπος στρατωνισμού των αφωπλισμένων Οθωμανών Στρατιωτών. Τα πυροβόλα και τα μηχανήματα πολέμου του Καραμπουρνού θα τεθούν εκτός υπηρεσίας υπό του Οθωμανικού Στρατού και θα παραδοθούν εις τον Ελληνικόν Στρατόν. Άρθρ. 8. Το περιεχόμενον του άρθρου 1 θα εκτελεσθή εντός δύο ημερών από της αύριον Σάββατον 27 Οκτωβρίου 1912. Η προθεσμία δύναται να παραταθεί τη συναινέσει του Αρχιστρατήγου του Ελληνικού Στρατού. Άρθρ. 9. Η κατάστασις αυτή θα διατηρηθή μέχρι της συνάψεως της ειρήνης. Άρθρ. 10. Οι Χωροφύλακες και η Οθωμανική Αστυνομία θα συνεχίσουν την υπηρεσίαν των μέχρι νεωτέρας αποφάσεως. Θεσσαλονίκη τη 26η Οκτωβρίου 1912. Ο Αρχιστράτηγος του Οθωμανικού Στρατού (Χασάν Ταξίν) Οι πληρεξούσιοι της Α.Β.Υ. του Πρίγκηπος Διαδόχου της Ελλάδος (Β. Δούσμανης -(Ι. Μεταξάς)» Το παραπάνω πρωτόκολλο συνόδευε και άλλο «προσαρτημένο» με έξι άρθρα, το οποίο αναφερόταν στον τρόπο εισόδου των Ελληνικών στρατευμάτων, στην παροχή τροφής στους Τούρκους Στρατιώτες κλπ. Ο Συνταγματάρχης Βίκτωρ Δούσμανης, μέλος του Επιτελείου και παρών στην υπογραφή αφηγείται στα απομνημονεύματά του: «Ο Ταξίμ πασάς πολύ στενοχωρημένος, αλλ' ουχί ταραγμένος, με παρακάλεσε να καθίσω εγώ και οι δύο Αξιωματικοί μου. Άμα εκαθήσαμεν είπον ότι η παράδοσις θα γίνη άνευ όρων και ότι αν ήθελε δυνατό να διάταξη Αξιωματικόν τινα του Επιτελείου του ίνα μετά του ιδικού μου Αξιωματικού καταρτίση την σχετικήν σύμβασιν. Τούτο και εγένετο. Και ενώ αυτοί οι δύο ηργάζοντο, εγώ συνωμίλουν μετά του Ταξίμ πασά και μετά τινας αμοιβαίας τυπικάς φιλοφρονήσεις της περιστάσεως τω λέγω ελληνιστί, διότι ο Ταξίμ πασάς ανακάλυψα ότι εγνώριζε την ελληνικήν: “Πασά μου, ο Διάδοχος Αρχιστράτηγός μου, εκτιμών την ανδρεία σου και την των υπό σε Αξιωματικών δια τους αγώνας υπέρ αμύνης της Θεσσαλονίκης, με διέταξε να σας αναγγείλω ότι τιμής ένεκεν σας επιτρέπει να κρατήσετε το ξίφος σας.” O Ταξίμ πασάς τεθλιμμένος αρπάζει διά της αριστεράς το ξίφος του και μου λέγει: Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 267

“Όπως καταντήσαμε, τι το θέλομε και αυτό, δεν μας τα παίρνετε!” Έπειτα όμως με παρακάλεσε να διαβιβάσω εις την Α.Β.Υ. τaς ευχαριστίας αυτού και των υπ' αυτόν Αξιωματικών. Η σύνταξις της συμβάσεως και η υπογραφή αυτής επερατώθη περί την 1.30' μετά μεσονύκτιον, εσυμφωνήσαμεν όμως να θέσωμεν ως ημερομηνίαν την 26ην Οκτωβρίου, διότι εξ υπαιτιότητος των Τούρκων, εβραδύναμε να συναντηθώμεν και ν' αρχίσωμεν την συζήτησιν και την 484 σύνταξιν αυτής . Αμέσως μετά ο Ταξίμ Πασάς μου λέγει ότι πρέπει να ειδοποιηθεί ο Ελληνικός Στρατός περί της υπογραφής της συμβάσεως, διότι ούτος αγνοών τα συμφωνηθέντα ήθελε αρχίσει πυρ άμα τη επελεύσει της ημέρας, ενώ ο Τουρκικός Στρατός είχε ειδοποιηθεί περί της παύσεως των εχθροπραξιών. “Φυσικά”, απήντησα. “Άμα αναφέρω εις την Α.Β.Υ., τον Διάδοχον, τα της υπογραφής της συμβάσεως, θα εκδώσει αμέσως τας σχετικάς διαταγάς περί παύσεως του πυρός.” “Τζάνε μου”, απαντά, “φοβούμαι μήπως αργήσεις να συνάντησης τον Διάδοχο και τότε θα φονευθούν οι Τούρκοι στρατιώται αδίκως και πρέπει να εκδώσεις διαταγάς του λόγου σου.” Εσκέφθην και απεφάσισα να αναλάβω την ευθύνη της διαταγής της παύσεως του πυρός.» Όπως μας πληροφορεί ο Μαρκ Μαζάουερ, στο βιβλίο του «Θεσσαλονίκη, η πόλη των φαντασμάτων» (εκδόσεις Αλεξάνδρεια), παρ’ όλο που ο Ελληνικός Στρατός είχε μπει στη Θεσσαλονίκη από τις 26 Οκτωβρίου, επιτράπηκε για αρκετές εβδομάδες στους Τούρκους Χωροφύλακες να περιπολούν οπλισμένοι στους δρόμους και να φροντίζουν για την αστυνόμευση της πόλης. Επίσης αρκετές βυζαντινές εκκλησίες παρέμειναν τζαμιά για αρκετό καιρό διότι, όπως διευκρινίζει ο Μαζάουερ, τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή, φόβητρο για τους Έλληνες δεν ήταν πλέον οι Τούρκοι, αλλά οι Βούλγαροι. Γενικά, το έργο του «εξελληνισμού» της Θεσσαλονίκης στάθηκε δύσκολο. Η συγκρότηση μιας Ελληνικής Γραφειοκρατίας πήρε χρόνο. Απ’ ευθείας σιδηροδρομική σύνδεση της Θεσσαλονίκης με την υπόλοιπη Ελλάδα δεν υπήρχε μέχρι το 1916, το Ταχυδρομείο έκανε εβδομάδες να φτάσει, κάποιες φορές και μήνες, και το Τουρκικό νόμισμα συνέχισε να χρησιμοποιείται παράλληλα με το Ελληνικό για αρκετά χρόνια. Ωστόσο, από τις πρώτες εβδομάδες κηρύχθηκε «πόλεμος στο φέσι». Έτσι απολύονταν όσοι υπάλληλοι τραίνων και τραμ συνέχιζαν να το φορούν σε ώρα εργασίας. Απολύθηκαν και όσοι αρνήθηκαν να πάρουν την Ελληνική υπηκοότητα, κυρίως Τούρκοι, αφού οι Βούλγαροι είχαν φύγει ενώ οι Εβραίοι εργάτες συμμορφώθηκαν όλοι. Και καθημερινά έφταναν από τον Πειραιά με πλοία Αστυνομικοί, Χωροφύλακες, Δικαστές και Δικηγόροι, ιδίως από την Κρήτη και την Πελοπόννησο, με σκοπό να συμπληρώσουν τον Διοικητικό μηχανισμό της πόλης. Κατά την απογραφή του 1913, στην Θεσσαλονίκη ζούσαν 157.889 κάτοικοι, από τους οποίους 40.000 περίπου Έλληνες, 45.867 Μουσουλμάνοι και 61.439 Εβραίοι. Ένα ενδιαφέρον στοιχείο που βγαίνει από την απογραφή αυτή είναι ο υψηλός βαθμός μικτής κατοίκησης. Δεν υπήρχαν δηλαδή γκέτο στη Θεσσαλονίκη, οι θρησκευτικές κοινότητες ζούσαν αναμιγμένες. 485

Ενδιαφέρον παρουσιάζει και η μαρτυρία του Μαρίνου Γερουλάνου , που υπηρετούσε ως Ιατρός στον Ελληνικό Στρατό, και ήταν από τους πρώτους στρατιωτικούς που μπήκαν στη Θεσσαλονίκη: 484

Ανεξάρτητα από την (διαφορετική) αιτιολόγηση που μνημονεύουν ο Μεταξάς και ο Δούσμανης, ο ουσιαστικός λόγος για την αλλαγή ημερομηνίας ήταν άλλος: Για να τεκμηριωθεί και με επίσημο έγγραφο ότι ο Ελληνικός Στρατός κατέλαβε την Θεσσαλονίκη κατά μια μέρα ενωρίτερα, στοιχείο που διευκόλυνε την απόρριψη των Βουλγαρικών απαιτήσεων για συγκυριαρχία. 485 Μαρίνος Γερουλάνος, «ΑΝΑΜΝΗΣΕΙΣ (1867-1957) - ΣΕΛΙΔΕΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΝΕΩΤΕΡΗΣ ΙΑΤΡΙΚΗΣ», Εκδόσεις ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗ Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 268

«Έφθασε το μεσονύκτιον και μόνον αφού παρεδόθη και ο τελευταίος τραυματίας, εσκέφθημεν τι θα κάμωμεν και ημείς. Ήτο νύκτα, σκότος, ευρισκόμεθα σχεδόν μόνοι εις τον σταθμόν εις άγνωστον υπό εχθρικού στρατού μέχρι της χθες κατεχομένην πόλιν, με εχθρικόν πληθυσμόν, όταν μας πλησιάζει καλοενδεδυμένος μεσήλιξ κύριος ο οποίος απευθυνόμενος προς εμέ ερωτά πού εσκεπτόμεθα να κατευθυνθώμεν. Του απήντησα, παρακαλών να μας οδηγήση εις τι ξενοδοχείον. “Ούτε εις την είσοδον ξενοδοχείου θα δυνηθήτε να εισέλθετε”, μας απαντά, “όλα είναι υπερπλήρη από στρατιωτικούς, αλλά αν επιθυμήτε, να έλθετε να μείνετε σπίτι μου”. Ενόμιζα μήπως ήτο παλαιός ασθενής μου, όστις με ανεγνώρισεν και τον ηρώτησα σχετικώς: “Όχι, δεν σας γνωρίζω”, απήντησεν. Έβλεπεν Έλληνες Υγειονομικούς και ήθελεν να τους εξυπηρετήση. Του συνεστήθημεν και τον ευχαριστήσαμεν αποδεχόμενοι την ευγενή πρόσκλησίν του. (…) Ο οικοδεσπότης μας ηρώτησεν εάν είχομεν να φάγωμεν από πολλού και μας παρεκάλεσε να υπομείνωμεν ολίγον ακόμη έως ότου ετοιμάσουν κάτι. Εν των μεταξύ, έφερεν καφέν και γλυκό και ενεφανίσθη ηλικιωμένη κυρία με τη συνήθη τοπικήν ενδυμασίαν. Αποτεινόμενος προς αυτήν, είπον: - Πολύ λυπούμαι διότι τοιαύτην ώραν, περασμένα μεσάνυκτα, ήλθομεν να σας ανησυχήσωμεν. Και εκείνη μου απαντά: -Μπα, παιδάκι μου, ημείς πεντακόσια χρόνια σας επεριμέναμε και τώρα λέτε πως μας ανησυχείτε;» Μέσα σε όλα που συνέβαιναν στο διάστημα που (πριν την είσοδο του Ελληνικού Στρατού) κυριαρχούσε η εναγώνια προσμονή και η Θεσσαλονίκη ήταν αποκομμένη από όλες τις οδικές συγκοινωνίες, η Γερμανία προσφέρθηκε διά του εκπροσώπου της στην πόλη να μεταφέρει με πλοίο τον φυλακισμένο έκπτωτο Σουλτάνο Αβδούλ Χαμίτ Β΄ και τις δεκατρείς συζύγους του, από τη Θεσσαλονίκη στην Κωνσταντινούπολη, ώστε να μην πέσουν αιχμάλωτοι στους Έλληνες. Η μεταφορά έγινε χωρίς επισημότητες στις 16 Οκτωβρίου, με το πλοίο «Λορελάι», κάτω από τα αδιάφορα βλέμματα των Θεσσαλονικέων. Ο Χαμίτ και η ακολουθία του οδηγήθηκαν με κλειστές άμαξες σε μια αποβάθρα από όπου διεκπεραιώθηκαν στο Γερμανικό πλοίο. Πρώτη φορά μετά από 3 χρόνια, ο Σουλτάνος έβλεπε το φως του έξω κόσμου και πολύ το απολάμβανε.

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 269

Οι δυσκολίες της ενσωμάτωσης Η Θεσσαλονίκη παραδόθηκε. Και σε ελάχιστες ημέρες μπορούσε κανείς να δει και πάλι τους 486 ίδιους Τούρκους ένοπλους Τζανταρμάδες , αλλά και μια ολόκληρη Ελληνική Βασιλική Αυλή, που έμενε στην πόλη υπό το γενάρχη της Γεώργιο, έναν Έλληνα Διοικητή, τον Κωνσταντίνο Ρακτιβάν, επιφανή νομικό με καταγωγή από τις Τουρκοκρατούμενες Κωνσταντινούπολη και Βέροια, αλλά 487 και έναν Οθωμανό Δήμαρχο, τον Οσμάν Σαΐντ Μπέη που κατάγονταν από Ντονμέδες . Οι αιτίες αυτών των παραξενιών ήταν εύλογες. Οι Έλληνες δεν πίστευαν ότι οι Οθωμανοί θα έφερναν αντίσταση. Αντίθετα, ήταν σίγουροι ότι οι 16.000 Βούλγαροι Στρατιώτες, που συνόδευαν «για ανάπαυση» δυο Βουλγάρους Πρίγκηπες, ήταν ικανοί για μπελάδες ... Στην μικρή Ελλάδα δεν είχε τύχει άλλοτε να κατέχει μία τόσο μεγάλη πόλη, της οποίας η παράδοση θα δημιουργούσε προβλήματα όχι λόγω εμπλοκών αλλά λόγω απρόσμενων κωλυμάτων. Οι Σιδηρόδρομοι του (παλαιού) Ελληνικού Κράτους δεν συνδέονταν με τις νέες περιοχές. Αυτό έγινε δυνατό μόλις το 1916. Η Ελλάδα δεν μπορούσε να έχει τακτικό ταχυδρομείο με το Βορρά. Ένα γράμμα από την Αθήνα έφτανε στη Θεσσαλονίκη πολύ αργότερα από ένα άλλο από τη Βιέννη ή το Παρίσι. Η Ελλάδα έπρεπε να πάρει την έγκριση του Διεθνούς Οικονομικού Ελέγχου για να χρησιμοποιεί το νόμισμά της στο Βορρά, πράγμα που έγινε το 1915. Ο Ρακτιβάν πλήρωνε τους υπαλλήλους του με φλουριά και παράδες, ενώ τα συναλλακτικά ήθη άργησαν να εξομοιωθούν με τα Ελληνικά του παλαιού Κράτους. Κάποτε οι Τζανταρμάδες αντικαταστάθηκαν από Κρητικούς βρακοφόρους Χωροφύλακες και οι Βούλγαροι Στρατιώτες μειώθηκαν αρκετά. Αλλά η πόλη εξακολουθούσε να βρίσκεται σε μεταβατική περίοδο. Και αυτό οφειλόταν στην έκρυθμη κατάσταση, ώσπου να υπάρξει Διεθνής Συνθήκη που να παραδίδει επίσημα τη Θεσσαλονίκη στην Ελλάδα. Ως τότε είχαμε περίεργα φαινόμενα. Η Ελλάδα κατάλαβε ότι το καθεστώς των «διομολογήσεων» της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, δηλαδή των ειδικών σχέσεων μεταξύ ξένων εμπόρων και κράτους μέσω των βερατίων, διατηρούσε ακμαίες τις ελπίδες μιας πιθανής διαφοροποίησης του καθεστώτος της πόλης. Έτσι, γρήγορα τις κατάργησε. Μέχρι να γίνει αυτό, περίπου 2.500 Εβραίοι πήραν την υπηκοότητα της Ισπανίας, της Πορτογαλίας και της Αυστρίας, για να αποφύγουν την Ελληνική ιθαγένεια και να μπορούν να εκμεταλλεύονται τα προνόμια των ξένων. Άλλοι επίσης έψαχναν χώρες που θα ήθελαν να τους φιλοξενήσουν. Ο Γερμανός Πρόξενος επιδίωξε να θέσει υπό την προστασία του τον Μουσουλμανικό πληθυσμό της πόλης, πράγμα που τελικά ματαιώθηκε. Συνέβη επίσης ένα επεισόδιο με ένα Γάλλο κυβερνήτη πολεμικού πλοίου. Όλα αυτά έδειχναν πως η Θεσσαλονίκη κινδύνευε, αν όχι «να αλλάξει χέρια», τουλάχιστον να ξεφύγει από το απλό καθεστώς πόλης που «παραδόθηκε στον πόλεμο». Όσο διαρκούσε η ρευστή αυτή κατάσταση, εξυφαίνονταν κάθε είδους μηχανορραφίες. Για παράδειγμα, πολλοί Εβραίοι πίεζαν προς το ευνοϊκό γι' αυτούς ενδεχόμενο να μεταβληθεί η Θεσσαλονίκη σε μια «διεθνή πόλη», υπό την υψηλή εποπτεία της Αυστροουγγαρίας. Αλλά παρά τις συζητήσεις, που το μόνο που πέτυχαν ήταν να προκαλέσουν αντισημιτικά αισθήματα, αυτό ήταν αδύνατο να συμβεί, λόγω της έντονης αντίθεσης των Αγγλογάλλων. Διαδόθηκε, επίσης, ότι εύποροι Εβραίοι υποσχέθηκαν γενναία οικονομική υποστήριξη στους Οθωμανούς, αν ξεκινούσαν ένα νέο πόλεμο κατά των νικητών του πρώτου Βαλκανικού Πολέμου, αλλά κι αυτή η διάδοση απλώς έκανε πολλούς Έλληνες να δυσπιστούν κατά των Εβραίων. Η ισορροπία στις σχέσεις 486 487

(Στρατοχωροφύλακες) (Εβραίοι που είχαν ασπαστεί το Ισλάμ) Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 270

Ελλήνων - Εβραίων επανήλθε χάρη στις ρηματικές διακοινώσεις της Ελληνικής Αυλής, που παρουσιαζόταν ως «φιλοσημιτική». Ειδικά μία Διαταγή του Κωνσταντίνου, που εκδόθηκε σε 488 Ελληνικά, Τουρκικά, Γαλλικά και Ισπανικά, εκτιμήθηκε δεόντως . Παρ’ όλο που λίγους μήνες μετά την απελευθέρωση ο Ελληνικός Στρατός ήταν πάλι στα νέα σύνορα, έτοιμος για τη νέα αναμέτρηση, το κλίμα στην πόλη δεν είχε αγωνίες και οξύτητες. Εξ άλλου, αργά και σταθερά, ο Ελληνικός πληθυσμός αυξανόταν συνέχεια, με καραβιές υπαλλήλων που ενίσχυαν την ελληνική γραφειοκρατία, ενώ υπήρξε και αύξηση Οθωμανών χωρικών που κατέφυγαν στην πόλη από τα βάσανα του πολέμου. Στη Θεσσαλονίκη η εβδομάδα είχε «τρεις Κυριακές» (!) Και αυτό γιατί την Παρασκευή αργούσαν οι Μουσουλμάνοι, το Σάββατο οι Εβραίοι και την Κυριακή οι Χριστιανοί. Οι τρεις εθνότητες μπορούσαν να διακριθούν και με βάση την πολυγλωσσία. Όπως παρατηρεί με χιούμορ ο George Frederick Abbott στο βιβλίο του «Ένας Άγγλος στη Μακεδονία του 1900» (Εκδόσεις Στοχαστής), οι Εβραίοι ήταν τρίγλωσσοι: Μπορούσαν να μιλήσουν εξ ίσου άνετα και εξ ίσου άσχημα τα Ισπανικά, τα Ελληνικά και τα Τούρκικα. Οι Έλληνες μιλούσαν εξ ίσου άνετα στα Ελληνικά όσο και στα Τούρκικα, ενώ οι Τούρκοι «μοιράζονταν με τους θεούς και τους Άγγλους το προνόμιο του να έχουν μία μόνο γλώσσα …» Ο ίδιος αναφέρει ότι «…αν οι Εβραίοι θεωρούνται ως ρυθμιστές του εμπορίου της Θεσσαλονίκης, οι Έλληνες μπορούν δίκαια να διεκδικήσουν τη θέση των κυρίων εκπροσώπων της πνευματικής καλλιέργειας. Σε αριθμό και σε πλούτο οι τελευταίοι υστερούν ανυπολόγιστα έναντι των Εβραίων, αλλά ότι τους λείπει σε αυτούς τους τομείς αναπληρώνεται με το παραπάνω από τις λογοτεχνικές επιδόσεις και την αγάπη τους για την πρόοδο. Οι Έλληνες διατηρούν εξαιρετικά ιδρύματα για τη μόρφωση των νέων τους και οι μαθητές και των δύο φύλων που φοιτούν σε αυτά ετησίως ανέρχονται σε 2.000. Εκτός από αυτούς, ένας αριθμός αγοριών και κοριτσιών φοιτούν σε Γαλλικά και Ιταλικά σχολεία, για να μάθουν και ξένες γλώσσες.» Και ο John Foster Fraser, στο βιβλίο του «Pictures from the Balkans» του 1907, παρατηρούσε ότι «… Η Θεσσαλονίκη έχει τις αντιθέσεις της. Κοντά στην προκυμαία, όπου βρίσκονται τα μεγάλα ξενοδοχεία και βουλεβάρτα, πίνουν ηδύποτα και κυκλοφορούν ιππήλατα τραμ, υπάρχει μία αίσθηση Ευρώπης. Στο εσωτερικό της πόλης οι δρόμοι στενεύουν και είναι σκεπαστοί. Τα παζάρια είναι σκοτεινά, ανατολίτικα και δύσοσμα, όσο πιο ανατολίτικα τόσο πιο δύσοσμα … Σε ένα τμήμα της Θεσσαλονίκης μπορείς να απολαύσεις ένα ωραίο Γαλλικό γεύμα. Αν πηδήξεις σε ένα τραμ, μέσα σε πέντε λεπτά βρίσκεσαι σε άλλη χώρα, όπου δεν υπάρχουν καρέκλες και τραπέζια, ούτε τίποτε άλλο, παρά μόνον ψάθες, Τουρκικό φαγητό και ο βαρύς αποχαυνωτικός καπνός των Μουσουλμάνων με τα τουρμπάνια, που καπνίζουν ναργιλέδες.»

488

(Βέβαια αργότερα, αυτό έκανε τους Βενιζελικούς να δυσπιστούν απέναντι στους Εβραίους της Θεσσαλονίκης.) Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 271

Πόρισμα έρευνας για την κατάληψη της Θεσσαλονίκης (Υπό Κρώφορντ Πράις, ειδικού απεσταλμένου εφημερίδος «Times»489)

Το θέμα της Θεσσαλονίκης δημιούργησε ζωηρές αντιγνωμίες. Τα γεγονότα διαστράφηκαν με κακοβουλία και κακεντρέχεια. Θεώρησα καθήκον μου να επεκτείνω τις παρατηρήσεις μου με εξονυχιστική έρευνα. Κατά τη διάρκειά της κατάφερα να συγκεντρώσω πολλά έγγραφα. Πιστεύω ότι η αφήγησή μου είναι από κάθε άποψη αυθεντική. η

Οι έξι Μεραρχίες του Ελληνικού Στρατού πέρασαν τον ποταμό Αξιό την 25 Οκτωβρίου. Το Αρχηγείο του εγκαταστάθηκε στο Τοψίν. Στις 4.30 μμ ο Διάδοχος Κωνσταντίνος ειδοποιήθηκε ότι ειδικό τραίνο είχε φθάσει στο Τεκελί (όπου ήδη δύο Τάγματα Ευζώνων, υπό τον Συνταγματάρχη Κωνσταντινόπουλο είχαν κάνει στάση). Το τραίνο μετέφερε τους απεσταλμένους αντιπροσώπους με γράμμα του Ταχσίν Πασά, Αρχιστρατήγου των Τουρκικών στρατευμάτων τα οποία υπερασπίζονταν τη Θεσσαλονίκη. Το γράμμα πληροφορούσε τον Διάδοχο Κωνσταντίνο ότι οι πρόξενοι των Μεγάλων Δυνάμεων, μαζί με κάποιους Τούρκους αξιωματικούς, παρακαλούσαν τον επί κεφαλής των Ελληνικών στρατευμάτων να αναβάλλει την επίθεση στη Θεσσαλονίκη μέχρι την πραγματοποίηση αυτής της συνάντησης. Τον Διάδοχο πίεσαν να δεχτεί την Επιτροπή στο Τοψίν, οι Πρόξενοι της Μεγάλης Βρετανίας, της Γαλλίας και της Αυστρίας τους οποίους συνόδευε ο Τούρκος στρατηγός Σεφίκ Πασάς φρούραρχος της Θεσσαλονίκης. Οι Πρόξενοι δήλωσαν στην Α.Β. Υψηλότητα ότι ο Τούρκος Αρχιστράτηγος ήταν διατεθειμένος να δεχθεί την αποφυγή κάθε στρατιωτικής επιχείρησης με τον όρο ότι θα του επιτραπεί να αποσυρθεί με τον στρατό του στο Καραμπουρνού, μέχρι να υπογραφεί η ειρήνη. Η αποδοχή αυτών των όρων θα έδινε στον Ελληνικό Στρατό το δικαίωμα να καταλάης βει τη πόλη την επόμενη της 26 Οκτωβρίου. Ο Διάδοχος Κωνσταντίνος απάντησε ότι καταλαβαίνει τον κίνδυνο τον οποίο διέτρεχε η πόλη της Θεσσαλονίκης και αυτή ήταν η επιθυμία του, αλλά πρώτος και κύριος στόχος του ήταν να νικήσει τον εχθρό και να επιμείνει στην παράδοση και αφοπλισμό του Τουρκικού Στρατού σε Θεσσαλονίκη και Καραμπουρνού. Επιθυμία του ήταν να επιτρέψει στους Τούρκους Αξιωματικούς να κρατήσουν τα ξίφη τους με την προϋπόθεση ότι θα του υποσχεθούν με το λόγο της στρατιωτικής τους τιμής ότι δεν θα συμμετάσχουν στο μέλλον σε επιχειρήσεις εναντίον των συμμαχικών στρατευμάτων. Ο Τούρκος στρατηγός Σεφίκ Πασάς δήλωσε ότι έπρεπε να συνεννοηθεί με τον Αρχηγό του για την αποδοχή των όρων. Του δόθηκε προθεσμία μέχρι τις 6 το πρωί της επόμενης μέρας, 26 ης Οκτωβρίου, σε περίπτωση που δεν δινόταν ικανοποιητική απάντηση. Στις 5 το πρωί της 26 Οκτωβρίου ο Σεφίκ Πασάς επέστρεψε φέρνοντας την απάντηση του Ταχσίν Πασά, ο οποίος

489

Το 1912 δεν ήταν… 2012. Ένας πολεμικός ανταποκριτής που πήγαινε σε μία «καυτή» περιοχή, όπως τα Βαλκάνια του Οκτώβρη 1912, δεν ήταν μόνο δημοσιογράφος. Ο απεσταλμένος των «Times» του Λονδίνου Κρώφορντ Πράις (Crawford Price), ενημέρωνε τους αναγνώστες της εφημερίδας του, αλλά ενημέρωνε και τους υπεύθυνους του Υπουργείου Εξωτερικών της χώρας του. Η έκθεσή του για τα γεγονότα της απελευθέρωσης της Θεσσαλονίκης, δίνει τα γεγονότα από τη δική του σκοπιά, που βέβαια ταυτίζεται με την οπτική της Βρετανικής πολιτικής εκείνης της περιόδου: Στήριζε την Ελλάδα και μισούσε τη Βουλγαρία που ήταν δορυφόρος της Ρωσίας. Ο Πράις δεν ασχολείται με τη διαφωνία Κωνσταντίνου – Βενιζέλου, αν και έχει την πληροφορία. Και η έκθεσή του είναι ένα σημαντικό ντοκουμέντο που αξίζει να παρατεθεί αυτούσιο, χωρίς σχόλια … Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 272

δεχόταν όλους τους όρους εκτός από την παράδοση του Καραμπουρνού και της διατήρησης υπό τα όπλα 5.000 ανδρών για τη προστασία των αόπλων αιχμαλώτων του. Ο Κωνσταντίνος αρνήθηκε κάθε τροποποίηση των όρων. Οι Τούρκοι αντιπρόσωποι ζήτησαν νέα εξάωρη προθεσμία για να συνεννοηθούν και πάλι με τον Ταχσίν Πασά, αλλά δεν τους δόθηκε. Ο Σεφίκ Πασάς ειδοποιήθηκε ότι θα εκδοθεί αμέσως διαταγή άμεσης προέλασης για την κατάληψη της Θεσσαλονίκης. Τις πρώτες πρωινές ώρες της 26 Οκτωβρίου 1912 ο συγκεντρωμένος έξω από τη Θεσσαλονίκη Ελληνικός Στρατός εγκατέλειψε τις θέσεις του και προχωρούσε προς τη πόλη. Η Ταξιαρχία του Ιππικού προχωρούσε προς τη Γιουβέσνα στο δρόμο προς τις Σέρρες με στόχο να ανακόψει τη η Τουρκική υποχώρηση. Η 2 Μεραρχία με το Στρατηγό Καλλάρη βάδιζε από το Βατελίκ σε η η η Δρεμιγλάβα και Μπάλτζαν. Οι Μεραρχίες 1 , 3 και 7 περνούσαν τη γραμμή Αραπλή - Σαρτομιέρ Μπουναρτζά και προχωρούσαν για να επιτεθούν στους Τούρκους στη γραμμή Λεμπέτ Νταουτμπαλή - Γκραδμπίορ. Στις 2 το μεσημέρι όλος ο Ελληνικός Στρατός είχε αναπτυχθεί σε τάξη μάχης απέναντι στις εχθρικές θέσεις. Από τις 12.30 το μεσημέρι, ο Διάδοχος Κωνσταντίνος μαζί με το Επιτελείο του είχαν ξεκινήσει έφιπποι για να παρακολουθήσουν την προέλαση των Ελληνικών στρατευμάτων προς το Σιαμλί. ης

ης

Στις 3 το μεσημέρι, ενώ ο Διάδοχος παρακολουθούσε τη προέλαση της 1 και 7 Μεραρχίας έφθασε έφιππος Ανθυπίλαρχος ο οποίος έφερε τη πληροφορία ότι στις 11 το πρωί η ελληνική Ταξιαρχία Ιππικού συνάντησε μικτό Σύνταγμα Ιππικού από Βουλγάρους και Σέρβους, σε απόσταση 20 μιλίων ΒΔ της Θεσσαλονίκης. Την ακολουθούσε σε απόσταση τριών ωρών (7-10 μίλια) μικτή Ταξιαρχία. Πίσω από αυτή σε απόσταση πάλι τριών ωρών ακολουθούσε μία Μεραρχία ως οπισθοφυλακή. Το μικτό Σύνταγμα είπε ότι θα διανυκτερεύσει στο Γκολόμπασι. Αυτή ήταν η πρώτη είδηση που έφθανε στο Ελληνικό Αρχηγείο για την προσέγγιση Βουλγαρικής στρατιωτικής δύναμης. 490

Ο Διάδοχος Κωνσταντίνος, μόλις έμαθε τα γεγονότα, έστειλε επιστολή στον Βούλγαρο Στρατηγό: «Αρχηγείον Ελληνικού Στρατού προ Θεσσαλονίκης, Οκτωβρίου 26 1912, ώρα 3μμ Προς τον στρατηγό Θεοδωρώφ Στρατηγέ μου, Αυτή τη στιγμή πληροφορήθηκα ότι το Ιππικό σας έφθασε στο χωριό Αποστολάρ και ότι το ακολουθείτε σε απόσταση 10 χλμ και τέρμα της πορείας σας είναι η Θεσσαλονίκη. Εκφράζω τη χαρά μου για αυτή τη συνάντηση των στρατευμάτων μας και έχω τι τιμή να σας πληροφορήσω ότι βρίσκομαι ήδη επί κεφαλής του Στρατού μου μπροστά στη πόλη αυτή, στην οποία επειδή δεν προβλέπω καμιά σοβαρή αντίσταση, θα μπω πιθανότατα απόψε. Σπεύδω να σας ανακοινώσω τη πληροφορία αυτή για να μην μπείτε στο κόπο να προχωρήσετε προς τη Θεσσαλονίκη. Και εάν το θεωρήσετε ωφέλιμο πηγαίνετε με τις δυνάμεις σας όπου υπάρχει επείγουσα στρατιωτική ανάγκη. Ο Αρχιστράτηγος του Ελληνικού Στρατού ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Δούκας της Σπάρτης» Στη συνέχεια, ο Έλληνας Αρχιστράτηγος ανέβηκε στο άλογό του και κατευθύνθηκε βόρεια προς το σημείο όπου το κέντρο του Στρατού του πέρασε τον Γαλλικό ποταμό. Το μεσημέρι ο Ελληνικός Στρατός βρισκόταν πέντε μίλια από τη Θεσσαλονίκη. Στις 3.15 έφθασε στις Ελληνικές προφυλακές Τούρκος Αξιωματικός με λευκή σημαία. Έφερνε γράμμα του Χασάν Ταχσίν Πασά προς τον Διάδοχο, ο οποίος εκείνη τη στιγμή βρισκόταν στην εμπροσθοφυλακή της ης 3 Μεραρχίας. Το γράμμα έγραφε: 490

(όπως αναφέρει την πήρε από Βουλγαρική πηγή) Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 273

«Προς την Α. Υψηλότητα τον Πρίγκιπα Κωνσταντίνο, Αρχηγό του Ελληνικού Στρατού Έχω την τιμή να πληροφορήσω την Υμετέρα Υψηλότητα ότι αποδέχομαι τη πρότασή ΣΑΣ την οποία κάνατε χθες. ΧΑΣΑΝ ΤΑΧΣΙΝ Στρατηγός Μεραρχίας και Διοικητής του 8ου Σώματος του Οθωμανικού Στρατού» Μόλις πήρε το Τουρκικό έγγραφο για την άνευ όρων παράδοση της Θεσσαλονίκης στον Ελληνικό η Στρατό, σταμάτησε η προέλασή του. Διατάχτηκε όμως η 7 Μεραρχία, με το απόσπασμα των δύο Ταγμάτων Ευζώνων, να συνεχίσουν τη πορεία τους και να καταλάβουν τα περίχωρα της Θεσσαλονίκης. Ταυτόχρονα διατάχτηκαν δύο Αξιωματικοί του Επιτελείου του, ο Συνταγματάρχης Δούσμανης και ο Λοχαγός Ι. Μεταξάς, να φύγουν για να συναντηθούν με τον Χασάν Ταχσίν Πασά. Στις 11 το βράδυ υπέγραφαν στο κυβερνητικό κονάκι της Θεσσαλονίκης το Πρωτόκολλο της παράδοσης της Θεσσαλονίκης με τον Τουρκικό Στρατό που βρισκόταν σ’ αυτήν (25.000 άνδρες, 1.000 αξιωματικοί, 70 πυροβόλα και το φρούριο Καραμπουρνού). Την παράδοση της Θεσσαλονίκης στον Ελληνικό Στρατό ανήγγειλε ο Διάδοχος Κωνσταντίνος με επείγον τηλεγράφημα στον Βασιλιά και στον Πρωθυπουργό Ελευθέριο Βενιζέλο. Η αναφορά αυτή προς το Υπουργείο Στρατιωτικών δεν έφθασε έγκαιρα στον Πρωθυπουργό, ο οποίος ανησύχησε από τις πληροφορίες για κάθοδο των Βουλγάρων προς τη Θεσσαλονίκη και έστειλε το παρακάτω τηλεγράφημα: «Αρχηγείον στρατού, αρ.80200 Παραγγέλεσθε να αποδεχθήτε την προσφερομένην υμίν παράδοσιν της Θεσσαλονίκης και να εισέλθητε εις αυτήν άνευ αναβολής. Καθιστώμεν υπεύθυνον δια πάσαν αναβολήν έστω και στιγμής. Βενιζέλος» Στις 2 το μεσημέρι της ίδιας μέρας ο Βενιζέλος έμαθε για την αναφορά του Διαδόχου για την παράδοση της πόλης από τις 11 το βράδυ και διέταξε να μην διαβιβαστεί το τηλεγράφημα προς τον Διάδοχο - Αρχιστράτηγο «διότι δεν ανταποκρίνεται στις σημερινές καταστάσεις». ης

η

Στις 4 το πρωί της 26 προς την 27 Οκτωβρίου ο Διάδοχος μπήκε με το Επιτελείο του στη η Θεσσαλονίκη και επιθεωρούσε την 1 Ελληνική Μεραρχία που έμπαινε στη πόλη. Μέχρι τις 3 το ης μεσημέρι της 26 Οκτωβρίου, ο Διάδοχος Αρχιστράτηγος Κωνσταντίνος και το Επιτελείο του δεν ης γνώριζαν ότι πλησίαζε και ο Βουλγαρικός Στρατός. Μόνο το απόγευμα της 26 Οκτωβρίου, όταν η Ελληνική Ταξιαρχία Ιππικού προχωρούσε από Γενίκιοϊ σε Γιουβένσα, συνάντησε στο δρόμο των Σερρών Βουλγαρική φάλαγγα. Ο Ανθυπίλαρχος Στάικος διατάχτηκε να προχωρήσει και να συναντήσει το Βουλγαρικό στρατιωτικό τμήμα. Όταν πλησίαζε στη Γιουβένσα, βρήκε τη φάλαγγα που μόλις είχε σταματήσει την πορεία της. Ο Στρατηγός Πετρώφ και ο Στάντσεφ (Βούλγαρος Πρεσβευτής στο Παρίσι που τώρα υπηρετεί στον Στρατό) μόλις είχαν κατεβεί από τα άλογά τους. Ο Έλληνας Ανθυπίλαρχος ενημέρωσε τον Στρατηγό Πετρώφ ότι ο Τουρκικός Στρατός έχει ήδη περικυκλωθεί από τον Ελληνικό και διαπραγματεύεται τη συνθηκολόγηση και τη παράδοση της Θεσσαλονίκης. Ο Στρατηγός Πετρώφ απάντησε ότι δεν γνώριζε τίποτα σχετικό και ότι ήταν αποφασισμένος να επιτεθεί και να βομβαρδίσει τη Θεσσαλονίκη νωρίς το επόμενο πρωί. Η συνομιλία Στάικου – Πετρώφ μεταδόθηκε αμέσως στο Ελληνικό Αρχηγείο. ης

Πρωί 27 Οκτωβρίου 1912. η Η 2 Ελληνική Μεραρχία βρίσκεται σε Ντεμίργκλαβα και Μπάλτζα. Ενώ προετοιμάζεται να προχωρήσει προς το Αϊβατλή, παίρνει διαταγή αναστολής της επιχείρησης γιατί έχει υπογραφεί το Πρωτόκολλο συνθηκολόγησης του Τουρκικού στρατού στη Θεσσαλονίκη. Την ίδια στιγμή ο ης Διοικητής της 2 Μεραρχίας Στρατηγός Καλλάρης παρατήρησε από αριστερά προς τα βορειοδυτικά φάλαγγα Πεζικού να πλησιάζει από Γιουβέσνα με κατεύθυνση προς το Αϊβατλή. Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 274

Στον Βούλγαρο Αξιωματικό που του παρουσιάστηκε, ο Έλληνας Στρατηγός του έδωσε σε μετάφραση τη Διαταγή που είχε πάρει πριν από λίγο για συνθηκολόγηση των Τούρκων. Οι Βούλγαροι, χωρίς να ασχολούνται με τη στρατιωτική εθιμοτυπία, ανέπτυξαν μικρό απόσπασμα σε θέση μάχης και άρχισαν να πυροβολούν τους Τούρκους που υποχωρούσαν. Ελάχιστοι ήταν οι πυροβολισμοί που ρίχτηκαν. Πολλά ειπώθηκαν και πολλά συμπεράσματα βγήκαν από την λεγόμενη «μάχη» μεταξύ Τούρκων και Βουλγάρων έξω από τη Θεσσαλονίκη. Είναι σαφές ότι δεν συνέβη τίποτα που είχε τον χαρακτήρα μάχης. Οι Βούλγαροι δεν παρουσίασαν καμία απόδειξη των λεγομένων τους για τη «μάχη». Επισκέφθηκα λίγο αργότερα το παρουσιαζόμενο ως πεδίο της μάχης και μου αποκάλυψαν ότι μόνο τρεις Τούρκοι σκοτώθηκαν στη κορυφή ενός λόφου από μια Βουλγαρική οβίδα. Την ίδια μέρα, 27 Οκτωβρίου, ο Διάδοχος Κωνσταντίνος έστειλε με τον Λοχαγό Παπαδιαμαντόπουλο και δεύτερο γράμμα στον στρατηγό Θεοδώρωφ. Εδώ πρέπει να σημειωθεί ότι ο Στρατηγός Πετρώφ είχε ζητήσει με Αξιωματικό του από τον Ταχσίν Πασά, να του δώσει Πρωτόκολλο παράδοσης της Θεσσαλονίκης, ίδιο με αυτό που συνέταξε με τον Έλληνα Διάδοχο. Στην απαίτηση αυτή, ο Ταχσίν Πασάς απάντησε ότι αφού παραδόθηκε στον Ελληνικό Στρατό δεν μπορούσε να κάνει το ίδιο και με δεύτερο αντίπαλο. Αμέσως μετά τα γεγονότα του Αϊβατλή ο Έλληνας Αρχιστράτηγος έστειλε στο Βούλγαρο Στρατηγό τον Λοχαγό Μαζαράκη, με την εντολή να εκφράσει προς αυτόν την έκπληξή του και τη λύπη του διότι ενώ επανειλημμένως του αναφέρθηκε ότι ο Τουρκικός Στρατός συνθηκολόγησε, αυτός άνοιξε πυρ κατά των Τουρκικών στρατευμάτων και απαίτησε από τον Χασάν Ταχσίν Πρωτόκολλο παράδοσης ίδιο με αυτό που δόθηκε στον Ελληνικό Στρατό. Ο Βούλγαρος Στρατηγός Πετρώφ ισχυρίστηκε ότι δεν γνώριζε τα όσα έγιναν και επανέλαβε ότι θεώρησε την ανακοίνωση που του ης έκανε ο Διοικητής της 2 Ελληνικής Μεραρχίας ως τέχνασμα των Τούρκων για να πετύχουν εύκολη υποχώρηση. Ομολόγησε ακόμα ότι ζήτησε από τον Ταχσίν Πασά να υπογράψει και μαζί του πρωτόκολλο παράδοσης. 28 Οκτωβρίου 1912. Ώρα 11 το πρωί, ένας Βούλγαρος Αξιωματικός φτάνει στο Ελληνικό Στρατηγείο που έχει εγκατασταθεί στο Διοικητήριο για να ζητήσει εκ μέρους του στρατηγού Θεοδώρωφ από τον Διάδοχο να επιτρέψει σε δύο Βουλγαρικά Τάγματα που ήταν μούσκεμα από Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 275

τη βροχή να μπουν στη πόλη για να… στεγνώσουν. Ο ανώτερος επιτελικός Αξιωματικός στον οποίο διαβίβασε το αίτημά, του απάντησε, ότι αφού ο διάδοχος κατέλαβε τη πόλη ο Στρατηγός Θεοδώρωφ έχει καθήκον και υποχρέωση να πάει ο ίδιος να υποβάλει το αίτημά του στον κάτοχο της πόλης, Αρχηγό του Ελληνικού Στρατού. Ο Βούλγαρος αξιωματικός έφυγε. Στο μεταξύ, ο Διάδοχος Κωνσταντίνος ξεκίνησε από τον Σιδηροδρομικό Σταθμό, μπήκε με κάθε ης επισημότητα στη πόλη, επί κεφαλής της 1 Μεραρχίας. Ενώ αυτή παρήλαυνε μπροστά του, κατέφθασε με αυτοκίνητο στο Ελληνικό Στρατηγείο ο Στρατηγός Θεοδώρωφ, μαζί με τον τέως Πρεσβευτή της Βουλγαρίας στο Παρίσι Στάντσεφ, έφεδρο Αξιωματικό του Ιππικού. Ο Διάδοχος δέχτηκε τον Στρατηγό Θεοδώρωφ και τον συνοδό του Στάντσεφ στο γραφείο του, μετά το τέλος ης της παρέλασης της 1 Ελληνικής Μεραρχίας. Ο Βούλγαρος Στρατηγός παραπονέθηκε γιατί τα στρατεύματά του εμποδίστηκαν στην είσοδο της πόλης κατά διαταγή του Έλληνα Αρχιστρατήγου, ενώ ήδη είχαν αρχίσει μεγάλη «μάχη» πέντε ωρών και είχαν υποστεί μεγάλες απώλειες. (Έχω έκθεση που έγραψε για μένα Βούλγαρος αξιωματικός του Επιτελείου ο οποίος βεβαιώνει κατηγορηματικά ότι δεν δόθηκε μάχη και δεν υπήρχε καμία απώλεια από την πλευρά των Βουλγάρων). Στο τέλος ο Στρατηγός Θεοδώρωφ παρακάλεσε να του επιτραπεί η είσοδος στη Θεσσαλονίκη με δύο Τάγματα Στρατού, επειδή οι άντρες του ήσαν κατάκοποι και μουσκεμένοι. Ο Διάδοχος δεν έκρυψε την έκπληξή του για το πώς γίνεται λόγος γα σοβαρή μάχη στις 27 ης Οκτωβρίου, αφού ο Τουρκικός στρατός είχε παραδοθεί από τις 3 τα ξημερώματα της 26 Οκτωβρίου. Τον ρώτησε εάν έλαβε τις τόσες επιστολές του με τις οποίες τον πληροφορούσε για την ελληνική προέλαση, για τις διαπραγματεύσεις, τη παράδοση και τη συνθηκολόγηση της Θεσσαλονίκης. Ο Θεοδώρωφ επέμεινε ότι δεν πήρε κανένα γράμμα παρ’ όλο που υπήρχε απόδειξη παραλαβής τους. Μετά από μεγάλη συζήτηση, ο Βούλγαρος Στρατηγός ξανάφερε τη κουβέντα στην άδεια για την είσοδο δύο Ταγμάτων του στη Θεσσαλονίκη. Ο Διάδοχος του απάντησε ότι δυστυχώς δεν μπορούσε να επιτρέψει την είσοδο Στρατού με δική του πρωτοβουλία και όφειλε να ενημερώσει την Κυβέρνησή του. Του πρόσθεσε ότι επρόκειτο για ζήτημα το οποίο μπορούσε να καταλήξει σε «συγκυριαρχία». Υποσχέθηκε να αναφέρει αμέσως το ζήτημα στην Αθήνα. Οι Βούλγαροι επέμειναν κι επέστρεψαν στο θέμα. Δήλωσαν ότι σε περίπτωση αρνητικής απάντησης της Ελληνικής Κυβέρνησης θα τα απέσυραν, αφού τους δινόταν 12ωρη προθεσμία. Στο σημείο αυτό οι Βούλγαροι ισχυρίστηκαν ότι έστειλαν στους Έλληνες τελεσίγραφο στο οποίο απειλούσαν ότι θα έμπαιναν στη πόλη έστω και με τη βία. Επρόκειτο για μεγαλοποίηση του θέματος από τους ίδιους τους Βουλγάρους. Εκείνο που παραδέχομαι είναι ότι οι Βούλγαροι άρχισαν να στρέφουν τα κανόνια τους προς τη πόλη. Ήταν τόσο βαθιά η πίκρα τους επειδή έφθασαν στη Θεσσαλονίκη μετά την κατάληψή της, ώστε άφηναν να εννοηθεί ότι ήσαν διατεθειμένοι να βομβαρδίσουν τους συμμάχους τους, εάν δεν τους δινόταν η άδεια να μπουν στη Θεσσαλονίκη. Εάν συνέβαινε κάτι τέτοιο θα επέκριναν όλο το Ελληνικό Έθνος επειδή τους αρνήθηκε τη φιλοξενία δύο Ταγμάτων συμμαχικού στρατού και φίλου Έθνους. Στις 29 Οκτωβρίου δόθηκε η άδεια όπως τα δύο Βουλγαρικά Τάγματα μπουν για να ξεκουραστούν στη Θεσσαλονίκη.

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 276

Ήπειρος – Επιχειρήσεις στα Πέντε Πηγάδια (20-30 Οκτωβρίου) Μετά τη απελευθέρωση της Φιλιππιάδας και της Πρέβεζας, ο Στρατός Ηπείρου άρχισε σιγά σιγά να ανεβαίνει προς τα βόρεια, προς τα Ιωάννινα. Στην προσπάθεια αυτή, λόγω της γεωγραφίας της περιοχής, κάθε ύψωμα και βουνοκορφή κατά μήκος των οδών προέλασης αποτελούσε και έναν νέο στόχο, ένα νέο σημείο στήριξης των Τούρκων. Οι οποίοι στην υποχώρησή τους, κατέστρεφαν η Ελληνικά χωριά και τυραννούσαν τους κατοίκους. Στην 3 σελίδα της εφημερίδας «ΕΜΠΡΟΣ» της 17-10-1912 με τίτλο «ΑΙ ΑΤΙΜΙΑΙ ΤΩΝ ΤΟΥΡΚΩΝ ΕΞΑΚΟΛΟΥΘΟΥΝ» διαβάζουμε: «Τηλεγράφημα εξ Άρτης, ασφαλούς πηγής, αναγγέλλει ότι ο Τουρκικός Στρατός ακολουθούμενος υπό Βαζιβουζούκων εξακολουθεί πυρπολών Ελληνικά Χωρία της Ηπείρου. Χθες εδημεύθησαν και επυρπολήθησαν τα χωρία Συριανά, Μπιζάνη, Μουσάνα, Σταυράκι, Νεοχώρια και Ράψιστα. Εις την πεδιάδαν των Ιωαννίνων διακρίνονται πολλαχού σημεία πυρκαϊών. Επίσης αγγέλλονται δολοφονίαι αόπλων χωρικών και γυναικοπαίδων, εν Ιωαννίνοις δε εδολοφονήθη και ο Πρωθιερεύς Πρωτοσύγγελος Παπαγιάννης.» Για τον Δεξιό Τομέα του Στρατού Ηπείρου, επόμενος «αντικειμενικός σκοπός» ήταν τα Πέντε ο Πηγάδια. Το 10 Τάγμα Ευζώνων, ξεκινώντας από την Ξηροβούνι, προωθήθηκε αρχικά στα υψώματα γύρω από τον Γοργόμυλο και συνεχίζοντας βόρεια κατέλαβε και τα υψώματα γύρω από τα Ανώγεια. Συνέχισε να βελτιώνει τη θέση του, και στις 22 Οκτωβρίου έφτασε στα υψώματα νότια του χωριού Πέντε Πηγάδια. Εκεί περίμενε να φτάσουν ενισχύσεις, το Ανεξάρτητο Σύνταγμα ο Κρητών, ώστε μαζί με το 3 Τάγμα Ευζώνων να επιτεθούν στα Τρία Πηγάδια, θέση στρατηγική και ισχυρό σημείο στήριξης των Τούρκων, από όπου μπορούσαν να απειλούν την προώθηση του Στρατού Ηπείρου. ης

ου

ου

Πέντε Τάγματα της Τουρκικής 23 Μεραρχίας επιτέθηκαν κατά των θέσεων του 10 και του 3 ο Τάγματος Ευζώνων, αλλά δεν κατάφεραν να κάμψουν την αντίστασή τους. Αντίθετα, το 3 ο Ανεξάρτητο Τάγμα έφτασε στη διάρκεια της μάχης και πήρε επαφή με το 10 , αποκρούοντας και την επίθεση ενός Τουρκικού Τάγματος που ερχόταν από την Αετορράχη για να ενισχύσει τους επιτιθέμενους. Την επόμενη μέρα, 23 Οκτωβρίου, έφτασε στην περιοχή και το Σύνταγμα 491 Κρητών , και κατέλαβε τα υψώματα στο Τσαγκαρόπουλο, το οποίο βρίσκεται στα αριστερά 491

Το «1ο Ανεξάρτητο Σύνταγμα Κρητών» αποτελείτο από τρία Τάγματα με Διοικητή τον έμπειρο λόγω της συμμετοχής του στην τελευταία Κρητική Επανάσταση αλλά και τους Μακεδονικούς Αγώνες Αντισυνταγματάρχη Πεζικού Λάμπρο Συνανιώτη. Το 1ο Τάγμα (γνωστό και ως «Τάγμα Κολοκοτρώνη»), υπό τον Ταγματάρχη Γεώργιο Κολοκοτρώνη, στάλθηκε στο Μακεδονικό μέτωπο (8-10-1912), ενώ τα άλλα δύο Τάγματα στο Ηπειρωτικό Μέτωπο (14-10-1912). Ο «Ιερός Λόχος Κρητών Φοιτητών» μαζί με άλλα εθελοντικά σώματα συγκρότησαν εκ νέου το 1ο Τάγμα του Κρητικού Συντάγματος στην Ήπειρο, σε αντικατάσταση του Τάγματος που είχε μεταφερθεί στη Μακεδονία, με Διοικητή τον Λοχαγό Πεζικού Σταύρο Ρήγα, και Διοικητή του Λόχου Κρητών φοιτητών τον έφεδρο Υπολοχαγό Πεζικού Πέτρο Σαλταμπάση. Συνολικά, στο «Ανεξάρτητο Σύνταγμα Κρητών» κατατάχθηκαν 3.500 άτομα, χωρίς να έχουν υποχρέωση στράτευσης. Συνυπολογίζοντας τα Σώματα των Κρητών εθελοντών («Προσκόπων» κατά την επίσημη ορολογία), το σύνολο των Κρητικών που πήραν μέρος στους Βαλκανικούς Πολέμους ξεπέρασε τους 6.556. Ως εθελοντές κατατάχτηκαν στο Στρατό ( 7η Μεραρχία) και οι δύο γιοι του Ελ. Βενιζέλου, ο 19χρονος Κυριάκος και ο 18χρονος Σοφοκλής, Εύελπις τότε, ως Λοχίας. Στο Ανεξάρτητο Σύνταγμα Κρητών υπήχθησαν επίσης ο Λόχος των εξ Αμερικής εθελοντών, ο Λόχος Διδασκάλων (από Κρήτες δασκάλους, που ως Οθωμανοί υπήκοοι υπηρετούσαν στη Μακεδονία). Στο Σύνταγμα υπηρέτησαν οι Κρητικοί Ανθυπολοχαγοί Αλεξάκης Ιωάννης, Αρχαύλης Ιωάννης, Γερουκάκης Ιωάννης, Γυπαράκης Ανδρέας, Κλωνιζάκης Αντώνης, Κούνδουρος Ρούσσος, Λαγουμιτζάκης Ιωάννης, Λιναρδάκης Εμμανουήλ, Μαρινάκης Ιωάννης, Μαρινάκης Σταύρος, Νάθαινας Α, Ξυλούρης Μιχαήλ, Παπαδάκης Νικόλαος, Παπαδογιάννης Εμμανουήλ, Πατεράκης Μιχαήλ, Στρατίκος Στρατής κ.α. Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 277

(δυτικά), ανάμεσα στον Γοργόμυλο και τα Ανώγεια. Τουρκικά στρατεύματα, με υποστήριξη των πυροβόλων που ήταν στα Πέντε Πηγάδια, επιτέθηκαν κατά των Κρητών, αλλά αποκρούστηκαν. Ιστορική έμεινε η πολεμική κραυγή των Κρητών: «Απάνω των μωρέ κοπέλια! Εσπάσαμέ τσι! Την επάθασιν οι στσύλοι !!!» Η συγκέντρωση τόσων εχθρικών δυνάμεων στην περιοχή δημιουργούσε συνθήκες για μία αποφασιστική μάχη, όπου οι Ελληνικές δυνάμεις θα μπορούσαν να αποκτήσουν τοπική υπεροπλία και να νικήσουν. Έτσι, το Στρατηγείο προώθησε επιθετικά, την ίδια μέρα, δύο ισχυρές φάλαγγες: Την Δεξιά, με τρία Τάγματα Ευζώνων και μία ορεινή Πυροβολαρχία, και την Αριστερή, ο ο με βάση το 15 Σύνταγμα, το 7 Ευζωνικό και δύο ορεινές Πυροβολαρχίες, σχεδόν όλες τις διαθέσιμες δυνάμεις του δηλαδή. Ισχυρές καταιγίδες και κρύο δυσκόλεψαν τόσο την μετακίνηση όσο και την συλλογή πληροφοριών, κάτι που βέβαια ίσχυε και για τις δύο πλευρές. Την Πέμπτη 25 του Οκτώβρη, εξ αιτίας ενός πανικού που δημιουργήθηκε από φήμες για επιθετική ου ενέργεια ισχυρών εχθρικών δυνάμεων κατά του δεξιού, προκάλεσε σύμπτυξη του 10 Τάγματος από τα υψώματα νότια των Πέντε Πηγαδιών, αλλά ευτυχώς, λόγω της κακοκαιρίας, η υποχώρησή τους δεν έγινε αντιληπτή από τους Τούρκους, που έχασαν την ευκαιρία να καταλάβουν αυτοί τα υψώματα. Την επόμενη μέρα, η Δεξιά φάλαγγα βελτίωσε κι άλλο τις θέσεις της, ωθώντας τους Τούρκους πίσω προς τη Σκλίβανη και τα Πέντε Πηγάδια. Τρεις μέρες μετά, την Κυριακή 28 του Οκτώβρη, η αριστερή φάλαγγα επιτέθηκε και κατέλαβε τα Πέντε Πηγάδια, χωρίς αντίσταση αφού, όπως διαπιστώθηκε, οι Τούρκοι τα εγκατέλειψαν, φοβούμενοι τη σύγκρουση. Οι επιχειρήσεις στα Πέντε Πηγάδια, που τελείωσαν χωρίς νικητή, κόστισαν στις Ελληνικές δυνάμεις 26 νεκρούς και 222 τραυματίες. Οι θέσεις άμυνας των Τούρκων μεταφέρθηκαν 8-10 χλμ βορειότερα, στο Χάνι Εμίν Αγά, επί της οδού Άρτας Ιωαννίνων και στα Πεστά, στα υψώματα δεξιά από το Χάνι. Οι Ελληνικές δυνάμεις εγκαταστάθηκαν στη γραμμή Πεντόλακκας - Βαρλαάμ - υψώματα Σκλίβανης - Λάκκα Πηγάδια - Υψώματα Γκούρα - Καλέντζι. Οι εξαιρετικά κακές καιρικές συνθήκες και οι πρώτες χιονοπτώσεις, καθώς και η αναμονή ενισχύσεων, που αναμένονταν μετά την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης, έκαναν το Στρατηγείο να Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 278

διατάξει αναστολή των επιχειρήσεων. Έτσι, κατά την περίοδο που ακολούθησε δεν πραγματοποιήθηκαν σημαντικές επιχειρήσεις στο Ηπειρωτικό μέτωπο, καθώς και οι Τούρκοι ανέμεναν ενισχύσεις, το Σώμα Στρατού του Μοναστηρίου που υποχωρούσε προς Ιωάννινα. Οι δύο πλευρές αρκέστηκαν στην εξασφάλιση των κατεχομένων θέσεων, επιχειρώντας κατά διαστήματα επιθετικές αναγνωρίσεις, που μερικές φορές κατέληγαν σε συμπλοκές περιπόλων. Την Τετάρτη 31 Οκτωβρίου, το Απόσπασμα του Αντισυνταγματάρχη Σταματίου Μήτσα, αποτελούμενο από 330 περίπου Στρατιώτες και εθελοντές Ηπειρώτες και Κρήτες, με τους Οπλαρχηγούς Στυλ. Kλειδή, Eμ. Mπαλαντίνο και Aριστ. Kριάρη, έδιωξε τους Tούρκους και 492 απελευθέρωσε το Μέτσοβο . H κατοχή της διάβασης του Μετσόβου υπήρξε καθοριστική για τις επιχειρήσεις κατά των Ιωαννίνων. Οι Τούρκοι συνέχισαν να παρενοχλούν με πυρά Πυροβολικού τις δυνάμεις μας στα Πέντε Πηγάδια, αλλά οι προσπάθειές τους μάλλον συνέβαλαν στην καταπολέμηση της ανίας των Στρατιωτών μας, που συνήθισαν και το διασκέδαζαν, καθώς 9 στις 10 Τουρκικές οβίδες απλά βυθίζονταν στη λάσπη χωρίς να εκρήγνυνται. Σε μία περίπτωση, στις 31 Οκτωβρίου, μία Τουρκική Πυροβολαρχία ου έβαλε κατά του 13 Χειρουργείου, καθώς αυτό μετέβαινε από το Σφελένικο στο Τσαγκαρόπουλο, απέναντι από τα Πέντε Πηγάδια. 13 οβίδες πέσανε ανάμεσα στα ζώα και τη συνοδεία του Χειρουργείου, με μόνο αποτέλεσμα να αφηνιάσουν μερικά ζώα, αφού ούτε μία οβίδα δεν εξερράγη! Σύμφωνα με Τούρκους αιχμαλώτους, αυτό οφειλόταν στην κακή οργάνωση και ιδίως στους κακούς πυροτεχνουργούς του Τουρκικού Στρατού. Και μία λεπτομέρεια: Τα Πέντε Πηγάδια δεν ήταν πέντε αλλά έξι. Και έγιναν επτά, όταν ο Στρατός μας άνοιξε άλλο ένα.

492

Οι πιο παρατηρητικοί θα πρόσεξαν ήδη το λάθος που υπάρχει στην φωτογραφία. Οι υπόλοιποι, ας συνεχίσουν το ψάξιμο … Practice makes perfect … ;-) Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 279

Παρασκευή 2 του Νοέμβρη, Απελευθέρωση της Χαλκιδικής και του Αγίου Όρους Ο Κωνσταντίνος, μετά την Θεσσαλονίκη, φρόντισε για την απελευθέρωση των γύρω περιοχών. Ιδιαίτερη σημασία δόθηκε στην Χαλκιδική, αφού μέρος της χερσονήσου αποτελεί το Άγιον Όρος, προς το οποίο οι Βούλγαροι είχαν έντονες κατακτητικές βλέψεις. Έτσι, στις 30 Οκτωβρίου αποφασίστηκε να σταλεί εκεί ένα Τάγμα. Αλλά η Χαλκιδική ήταν ήδη ελεύθερη, χάρη στους «Προσκόπους», μικρά επαναστατικά σώματα υπό την ηγεσία Ελλήνων Αξιωματικών, που τους ενίσχυε με όπλα και εφόδια το επίσημο Ελληνικό κράτος σε όλο το μέτωπο. Στις 5 Οκτωβρίου, πρώτη ημέρα του πολέμου, αποβιβάστηκε κοντά στην Ολυμπιάδα και προχώρησε προς το εσωτερικό της Χαλκιδικής, η ομάδα του Βασιλείου Παπακώστα, φτάνοντας στο χωριό Βαρβάρα. Από εκεί ήρθε σε επαφή με τον Μητροπολίτη Ιερισσού Σωκράτη, ενώ ταυτόχρονα αύξανε κάθε μέρα τη δύναμή της με νέους ντόπιους αγωνιστές, ιδίως «φυγόστρατους», δηλαδή Έλληνες της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας που έπαιρναν τα βουνά για να αποφύγουν τη στράτευση στον Τουρκικό Στρατό. Καθώς αυξανόταν η δύναμη του σώματος του Παπακώστα, χωρίστηκε σε μικρότερες ομάδες και μέχρι τα τέλη Οκτώβρη είχε διώξει τους Τούρκους από τα πιο πολλά χωριά, ιδίως της βόρειας Χαλκιδικής: Από την Ιερισσό, το Μαχαλά (Στάγειρα), τη Στρατονίκη, τη Βαρβάρα, τη Μ. Παναγία, το Νεοχώρι, το Παλιοχώρι, τη Λόκοβη, τη Λιαρίγκοβη (Αρναία). Οι Τούρκοι προσπάθησαν να αντιδράσουν, στέλνοντας δυνάμεις από τον Πολύγυρο και την Θεσσαλονίκη, που όμως αποκρούστηκαν με απώλειες. Και καθώς έφταναν συνέχεια τα νέα για τις Τουρκικές ήττες, ο Οθωμανός Διοικητής μάζεψε τους ενόπλους και τους υπαλλήλους του στον Πολύγυρο, ψάχνοντας ευκαιρία να διαφύγει στη Θεσσαλονίκη. Σε αυτό τον «βοήθησε» και ο Μητροπολίτης Ειρηναίος, βάζοντας κτηνοτρόφους και χωριάτες να πηγαίνουν στον Διοικητή, παραπονούμενοι δήθεν ότι τα βουνά ήταν γεμάτα αντάρτες που άρπαζαν ζώα και τρόφιμα, λέγοντας χαρακτηριστικά «κάθε κλαδί κι αντάρτης»! Μέχρι που στο τέλος, ο Τούρκος δέχτηκε με ανακούφιση την πρόταση του Ειρηναίου να χρησιμοποιήσει 200 μουλάρια που του πρόσφερε, να πάρει τους Τούρκους, ένοπλους και πολίτες, και να φύγει στη Θεσσαλονίκη. Μάλιστα ο Ειρηναίος συνόδεψε και το καραβάνι των φυγάδων, δήθεν για ασφάλεια, στην πραγματικότητα για να σιγουρέψει ότι θα απαλλαγεί από αυτούς μιαν ώρα αρχύτερα και αναίμακτα! Έτσι, το μόνο που απέμενε ήταν και η τυπική έλευση του Ελληνικού Στρατού, για να περάσει και επίσημα η Χαλκιδική κάτω από Ελληνική κατοχή. Αυτό έπρεπε να γίνει πριν έρθουν οι Βούλγαροι, που έχοντας πάρει τη Θράκη, προχωρούσαν τώρα δυτικά. ο

Με αυτά τα δεδομένα, στάλθηκε επειγόντως το 1 Ανεξάρτητο Τάγμα Κρητών, με Διοικητή τον 493 Γεώργιο Κολοκοτρώνη . Στις 30 Οκτωβρίου 1912, δόθηκε προς το Τάγμα η παρακάτω Διαταγή ης του Μέραρχου της 7 Μεραρχίας Σωτίλη: «…το υφ’ υμάς Τάγμα να αναχωρήση αμέσως ίνα μεταβεί εις Πολύγυρον, ένθα να εγκαταστήση την έδραν αυτού και έναν Ουλαμόν εις Άγιον Όρος. Εκ Πολυγύρου το Τάγμα, διαθέτον αναλόγως της ανάγκης και των περιστάσεων την δύναμιν αυτού, θα σημειώση την Ελληνικήν κατοχήν επί της Χαλκιδικής … Κατά τας ανωτέρω οριζομένας ενεργείας του Τάγματος, πιθανόν να επέλθωσι προστριβαί προς συμμαχικά ημών στρατεύματα. Η φιλική, αλλά και ευσταθής προς ταύτα

493

(Εγγονό του Θ. Κολοκοτρώνη, πρώην εθελοντή αγωνιστή στην επανάσταση του 1897 στην Κρήτη και Μακεδονομάχο, που σκοτώθηκε στις 12-7-1913 στην Άνω Τζουμαγιά.) Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 280

συμπεριφορά, δέον να χρησιμεύση ως βάσις κατά τας μετ’ αυτών συνεννοήσεις του Διοικητού του Τάγματος …» Στις 31 Οκτώβρη το Τάγμα αναχώρησε από τη Θεσσαλονίκη και το βράδυ διανυκτέρευσε στα Βασιλικά. Το άλλο πρωί, 1 Νοεμβρίου, το Τάγμα έφτασε στη Γαλάτιστα, όπου έτυχε θερμής υποδοχής. Στις 2 Νοεμβρίου το Τάγμα όδευσε προς τον Πολύγυρο, ενώ ένας Ουλαμός, υπό τον 494 Ανθυπολοχαγό Αλεξάκη κινήθηκε προς Χολομώντα, κατευθυνόμενος προς το Άγιο Όρος. Από τον Άγιο Πρόδρομο (Ρεσιτνίκια), ο Γ. Κολοκοτρώνης ανέφερε στη Μεραρχία: «… Απόψε έσομαι εις Πολύγυρον, απέστειλα δε μίαν Διμοιρίαν εις Λιαρίγκοβην, μετά των σχετικών προκηρύξεων… Τέλος, εντεύθεν αποστέλλω εις Άγιον Όρος ένα Ουλαμόν …» Οι προκηρύξεις αυτές, που είχαν γραφεί από τον Κολοκοτρώνη και ανακοινώνονταν σε όλα τα μέρη που έφτανε και καταλάμβανε το Τάγμα, έλεγαν: «Προς άπαντας τους κατοίκους των χωρίων και κωμοπόλεων Χαλκιδικής και Αγ. Όρους. Εν ονόματι του Βασιλέως Γεωργίου του Α΄ καθιστώ υμίν γνωστόν ότι άπαντα τα καταληφθέντα μέρη υπό του Ελληνικού Στρατού, αδιακρίτως εθνότητος και θρησκεύματος, υπάγονται εις το εξής εις τους Ελληνικούς νόμους, κατά τους οποίους θέλουσιν απολαμβάνει ισονομίας και προστασίας τιμής, ζωής και περιουσίας. Οι Μουχτάρηδες θέλουσιν εκτελεί τα καθήκοντα των Δημάρχων μέχρις ενεργείας των εκλογών, αφού προηγουμένως ομόσωσι τον νενομισμένον όρκον εις τον Συνταγματικόν Βασιλέα των Ελλήνων. Ο Στρατιωτικός Διοικητής Χαλκιδικής – Γ. Κολοκοτρώνης, Ταγματάρχης». Την ίδια ημέρα, αποβιβάστηκαν στο Άγιο Όρος αγήματα από Μοίρα του Ελληνικού Στόλου και το κατέλαβαν επίσημα. Αυτό έγινε με διαταγή του ίδιου του Βενιζέλου, ως Υπουργού Στρατιωτικών, επειδή εκτιμήθηκε ότι ο Ουλαμός του Κολοκοτρώνη δεν θα έφτανε στο Όρος σε λιγότερο από 4 ημέρες. και ο κίνδυνος της κατάληψής του από τους Βουλγάρους ήταν πάντα υπαρκτός. Έτσι, το πρωί της 2 Νοεμβρίου 1912, από το λιμάνι του Μούδρου της Λήμνου, απέπλευσε Μοίρα του Ελληνικού Στόλου με επί κεφαλής το Θωρηκτό «Γ. Αβέρωφ», και κατευθύνθηκε προς το Άγιο Όρος. Η παρουσία των πολεμικών σκαφών στα ανοικτά της χερσονήσου του Άθω, έγινε αντιληπτή από τους μοναχούς των παραθαλασσίων μοναστηριών και κελιών, που τα υποδέχτηκαν με κωδωνοκρουσίες εκατοντάδων καμπανών, αλλά και πυροβολισμούς και κανονιές! Και ο «Αβέρωφ» 494

Ο Ανθυπολοχαγός Ιωάννης Αλεξάκης, που έφτασε ως το βαθμό του Αντιστρατήγου, γεννήθηκε το 1886 στο χωριό Έξω Ποτάμι Λασιθίου και ήταν Διμοιρίτης του 1ου Λόχου. Με βάση τις σημειώσεις που κρατούσε, έγραψε αργότερα το βιβλίο «ΠΟΛΕΜΙΚΑΙ ΑΝΑΜΝΗΣΕΙΣ». Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 281

ανταπέδωσε με 21 χαιρετιστήριες βολές! Πολλοί καλόγεροι, πήγανε με βάρκες στον «Αβέρωφ», χορεύοντας, πυροβολώντας και κινδυνεύοντας να τις τουμπάρουν από τη χαρά τους, και ζήτησαν άδεια να ανέβουν στο πλοίο. «Όχι Άγιοι Πατέρες μου, διότι βιαζόμεθα να φύγωμεν, για να ελευθερώσωμεν και άλλους αδελφούς μας» απάντησε ο Κουντουριώτης. Το Αντιτορπιλικό «Θύελλα» έριξε άγκυρα στη Δάφνη και αποβίβασε 40 άνδρες που ανέβηκαν στις Καρυές. Ο επί κεφαλής Αξιωματικός του αγήματος τις κατέλαβε «εν ονόματι του Βασιλέως των Ελλήνων» και συνέλαβε τον Καϊμακάμη, τους υπαλλήλους και τους στρατιώτες μιας μικρής Τουρκικής φρουράς «ως αιχμαλώτους πολέμου άνευ πολεμικής τινός ενεργείας». Η Ελληνική σημαία υψώθηκε στη Δάφνη και τις Καρυές. Ο «Αβέρωφ» με τα ανιχνευτικά «Ιέραξ» και «Πάνθηρ» κατευθύνθηκαν στον όρμο του Πρόβλακα, κοντά στα Νέα Ρόδα, όπου αποβίβασαν 200 άνδρες, οι οποίοι κατέλαβαν την διώρυγα του Ξέρξη.

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 282

Στις 6 το απόγευμα, όλα τα πλοία απέπλευσαν επιστρέφοντας στη Λήμνο, πλην του «Θύελλα» που έπλευσε 495 προς την Ικαρία για να την καταλάβει επίσημα, ενσωματώνοντάς την στην Ελλάδα. Στις 11 Νοεμβρίου απελευθερώθηκε «τυπικά» και η Σάμος. Χωρίς να χρειαστεί να κινηθεί ο Στόλος! Η Σάμος είχε ελευθερωθεί το 1821 με ήρωα της τότε επανάστασης τον Λυκούργο Λογοθέτη. Αλλά είχε κατακυρωθεί στην Τουρκία μετά την αναγνώριση του ελεύθερου Ελληνικού Κράτους. Έτσι οι Σαμιώτες συνέχισαν να πολεμούν ως το 1834, όταν ο Σουλτάνος αναγνώρισε το νησί ως υποτελή Ηγεμονία με δική της Διοίκηση. Στις αρχές του εικοστού αιώνα, οι Τούρκοι προσπάθησαν να καταργήσουν την αυτονομία, και το 1907 ξέσπασε επανάσταση, με αρχηγό τον Θεμιστοκλή Σοφούλη. Οι Τούρκοι έπνιξαν την επανάσταση στο αίμα και ο Σοφούλης καταδικάστηκε σε θάνατο, αλλά πρόλαβε να διαφύγει στην Αθήνα. Τον Αύγουστο του 1912, ο Σοφούλης πήγε ξανά στο νησί κι οργάνωσε νέα επανάσταση, που καταλάγιασε με την επέμβαση των μεγάλων Δυνάμεων που εγγυήθηκαν την επαναφορά του καθεστώτος του 1834. Αλλά τον Νοέμβρη του 1912 η Σαμιακή Εθνοσυνέλευση κήρυξε την Ένωση με την Ελλάδα και εξέλεξε προσωρινή κυβέρνηση με Πρόεδρο τον Σοφούλη. Έτσι, με εξαίρεση τα Δωδεκάνησα που τα κατείχαν οι Ιταλοί, στις αρχές Νοεμβρίου μόνο η Μυτιλήνη και η Χίος δεν ανήκαν ακόμη στην Ελλάδα.

495

Οι Ικαριώτες είχαν ήδη επαναστατήσει από τις 17 Ιουλίου 1912, διώχνοντας την Τουρκική φρουρά, και είχαν ανακηρύξει την «Ελευθέραν Ικαριακήν Πολιτείαν», με κυβέρνηση υπό τον Ιατρό Ιωάννη Mαλαχία, και σημαία κυανή με σταυρό λευκό στη μέση. Στις 14 Αυγούστου ελευθερώθηκαν (και ενώθηκαν με την Ικαριακή Πολιτεία) και οι Φούρνοι. Ενώ ο Κουντουριώτης ήταν στη Λήμνο, είδε έκπληκτος μια μέρα μπροστά του εκπροσώπους της «Ελεύθερης Πολιτείας της Ικαρίας» να του επιδίδουν ψήφισμα των κατοίκων του νησιού, με το οποίο κήρυσσαν την Ένωση με την Ελλάδα και ζητούσαν ένα πολεμικό να πάει να τους κυριεύσει. Ο Κουντουριώτης διέθεσε το αντιτορπιλικό «Θύελλα», που πήγε στην Ικαρία και αποβίβασε μερικούς Ναύτες που την κατέλαβαν και τυπικά. Μετά τη δοξολογία, ο Ι. Μαλαχίας, εκφώνησε τον πανηγυρικό της ημέρας καλώντας τους νησιώτες «να αναδειχθούν άξιοι της ελευθερίας». Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 283

Ανασύνταξη της Στρατιάς – Στροφή προς Δυτική Μακεδονία και Ήπειρο Μετά την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης, εκτιμώντας ότι ο κίνδυνος γι’ αυτήν από τους Βουλγάρους έχει προσωρινά περάσει, η Κυβέρνηση και το Γενικό Στρατηγείο έθεσαν ως προτεραιότητα τη συνέχιση των επιχειρήσεων προς το Μοναστήρι. Ο στόχος δεν ήταν το ίδιο το Μοναστήρι, που, αν και υπήρχαν ακόμη πιθανότητες, μάλλον θα προλάβαιναν να το πάρουν οι Σέρβοι, αλλά η απελευθέρωση όσο γίνεται περισσοτέρων περιοχών (Φλώρινα, Καστοριά, Μέτσοβο, Βόρεια Ήπειρος) και ταυτόχρονα η συντριβή των Τουρκικών δυνάμεων που θα υποχωρούσαν προς τα νότια, κάτω από την πίεση των Σέρβων. Αν βλέπαμε τον χάρτη επιχειρήσεων της εποχής, θα διαπιστώναμε ότι καθώς η Κεντρική και Ανατολική Μακεδονία κατέχονταν πλέον από τον Ελληνικό και τον Βουλγαρικό Στρατό, είχαν δημιουργηθεί δύο μεγάλοι θύλακες, κατεχόμενοι ακόμη από τους Τούρκους. Ο ένας ήταν στην Ήπειρο, με επίκεντρο τα Ιωάννινα, και ο άλλος ήταν πιο βόρεια, περιλαμβάνοντας την Αλβανία, το Μοναστήρι και τη Φλώρινα. Οι δυνάμεις του δεύτερου αυτού θυλάκου ήταν ήδη ασθενείς, έχοντας συντριβεί από τους Σέρβους, και η μόνη λύση για τη σωτηρία τους ήταν η υποχώρηση και η συνένωση με τις δυνάμεις των Ιωαννίνων. Εκεί, ακόμη και αν δεν μπορούσαν (ενωμένες) να κρατήσουν τα Γιάννινα, ήταν τουλάχιστον κοντά σε θάλασσα και είχαν ελπίδες ανεφοδιασμού και σωτηρίας. Αν λοιπόν ο Στρατός μας στελνόταν κατ’ ευθείαν στην Ήπειρο, αυτό θα ήταν τεράστιο λάθος, καθώς θα αντιμετώπιζε πολύ ισχυρότερες εχθρικές δυνάμεις, ενώ ταυτόχρονα οι Σέρβοι θα έπαιρναν «δια περιπάτου» την Δυτική Μακεδονία και την Αλβανία. Με τα δεδομένα αυτά, η Στρατιά της Μακεδονίας χωρίστηκε σε τρεις Ομάδες: Την «Αριστερή η Ομάδα» ή «Τμήμα Στρατιάς Κοζάνης» (5 Μεραρχία, Απόσπασμα Ευζώνων Γεννάδη και διάφορες ης άλλες μονάδες) που είχε σαν αποστολή την ανασύνταξη και αναδιοργάνωση της 5 Μεραρχίας 496 η η η η ο στην Κοζάνη , την «Ομάδα του Κέντρου», με την 1 , 3 , 4 και 6 Μεραρχία και τo 1 Σύνταγμα 497 Ιππικού , με αποστολή τη συντριβή των Τουρκικών δυνάμεων που βρίσκονταν στο υψίπεδο της η η Φλώρινας και στην περιοχή του Μοναστηρίου, ενώ η «Δεξιά Ομάδα», με την 2 και 7 Μεραρχία, ο το Απόσπασμα Ευζώνων Κωνσταντινόπουλου και το 3 Σύνταγμα Ιππικού, είχαν αποστολή την προστασία της Θεσσαλονίκης και την απελευθέρωση της ευρύτερης περιοχής. 496

Στις 2 Νοεμβρίου το Τμήμα Στρατιάς Κοζάνης έπαψε να υφίσταται και όλες οι μονάδες εντάχθηκαν στην 5η Μεραρχία 497 Με τη Διοίκηση της Ταξιαρχίας Ιππικού. Το 3ο Σύνταγμα Αναχώρησε από το Λαγκαδά στις 29-10-1912 και στις 31-10-1912 έφτασε στις Σέρρες, τις οποίες κατείχαν οι Βούλγαροι. Παρέµεινε εκεί ως φιλοξενούμενο, σε αντάλλαγμα των Βουλγαρικών τμημάτων που έμειναν στη Θεσσαλονίκη. Στις 11-5-1913, εν όψει της ρήξης µε τη Βουλγαρία, η 1η Επιλαρχία, η οποία μόνη είχε παραμείνει στις Σέρρες, αποχώρησε παρά την ύποπτη επιμονή των Βουλγάρων να συνεχίσουν να την φιλοξενούν. Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 284

Ως τις 2 Νοεμβρίου, οι Μεραρχίες της «Ομάδας του Κέντρου» μεταφέρθηκαν στην περιοχή της Έδεσσας, που θα ήταν η βάση της εξόρμησής τους. Στο μεταξύ, το Υπουργείο Στρατιωτικών πληροφόρησε το Γενικό Στρατηγείο ότι η Τουρκία ζήτησε από τη Βουλγαρία ανακωχή και παράλληλα συνιστούσε την επίσπευση της προέλασης του Στρατού προς το Μοναστήρι. η

Στις 3 Νοεμβρίου η 5 Μεραρχία κινήθηκε από την Κοζάνη προς τα βόρεια, ανατρέποντας ισχυρή η αντίσταση των Τουρκικών τμημάτων στα χωριά Μαυροπηγή και Κόμανος, η 4 Μεραρχία η κινήθηκε από το Γραμματικό και προώθησε τμήματά της μέχρι τα υψώματα ΝΑ της Άρνισσας, η 6 Μεραρχία προέλασε προς την Άρνισσα, όπου η εμπροσθοφυλακή της προσβλήθηκε η ης αιφνιδιαστικά από τα εκεί Τουρκικά τμήματα, η 3 Μεραρχία κινήθηκε βόρεια της 6 Μεραρχίας η και προωθήθηκε στο χωριό Πάτημα χωρίς σοβαρές δυσκολίες, ενώ η 1 Μεραρχία κινήθηκε προς το χωριό Άγρας. Μετά από διαδοχικές μάχες στον Κόμανο, την Άρνισσα και στη Στενωπό του ης Κλειδίου, η προέλαση συνεχίστηκε προς το υψίπεδο της Φλώρινας, το πρωί της 7 Νοεμβρίου. Το ο μεσημέρι, το 1 Σύνταγμα Ιππικού εισήλθε στη Φλώρινα, πριν το Σερβικό Ιππικό που έσπευδε προς αυτή, συλλαμβάνοντας πολλούς αιχμαλώτους και κυριεύοντας μεγάλες ποσότητες υλικού, και ενημέρωσε το Γενικό Στρατηγείο για τη σύμπτυξη από Φλώρινα προς Πισοδέρι μίας μεγάλης Τουρκικής φάλαγγας που ερχόταν από το Μοναστήρι. Το Ιππικό καταδίωξε τα υποχωρούντα Τουρκικά τμήματα, ενώ μια Ίλη στάλθηκε στην Καστοριά, που είχε εγκαταλειφθεί από τους Τούρκους, ελευθερώνοντάς την στις 12 Νοεμβρίου. Παράλληλα, το Απόσπασμα Δυτικής Μακεδονίας, που βρισκόταν στη Νεάπολη - Γρεβενά, στάλθηκε για ενίσχυση της Φρουράς του Μετσόβου. Στο χρονικό διάστημα 13-18 Νοεμβρίου δεν έλαβαν χώρα μεγάλες επιχειρήσεις και η Στρατιά περιορίστηκε σε θέματα αναδιάταξης και αναη η η συγκρότησης. Στις 19 Νοεμβρίου συγκροτήθηκε «Τμήμα Στρατιάς» από την 3 , 5 και 6 Μεραρχία ο και το 1 Σύνταγμα Ιππικού, με αποστολή να εξασφαλίσει τις περιοχές Καστοριάς και Φλώρινας η η από την κατεύθυνση της Κορυτσάς. Η 1 και 4 Μεραρχία επέστρεψαν σιδηροδρομικά στη 498 Θεσσαλονίκη . Οι πληροφορίες εκτιμούσαν τη δύναμη των Τούρκων στην περιοχή της Κορυτσάς σε περίπου 13 Τάγματα Πεζικού. Οι επιθετικές επιχειρήσεις του Τμήματος Στρατιάς για τη διάνοιξη της διάβασης Μπίγλιτσας άρχισαν στις 5 Δεκεμβρίου, ενώ τις προηγούμενες ημέρες είχαν σημειωθεί Τουρκικές επιθέσεις κατά προωθημένων Ελληνικών τμημάτων. Από την πρώτη ημέρα της επίθεσης οι Ελληνικές δυνάμεις κατέλαβαν όλους τους αντικειμενικούς σκοπούς τους, παρά τη σθεναρή αντίσταση των Τούρκων, και τις επομένη συνέχισαν την επίθεση προς τη Στενωπό Τσαγκόνι. Παρά τις δυσμενείς καιρικές και εδαφικές συνθήκες, κάθε αντίσταση των Τούρκων ανατράπηκε και στις ης 7 Δεκεμβρίου η Ημιλαρχία της 3 Μεραρχίας εισήλθε στην ερημωμένη από Τούρκους πόλη της Κορυτσάς. ης

ο

Το Απόσπασμα της 5 Μεραρχίας, σε συνεργασία με το 1 Σύνταγμα Ιππικού, ανέλαβε την καταδίωξη των Τούρκων μέχρι την κατάληψη της στενωπού Κιάρι, την οποία κατείχαν ισχυρές Τουρκικές δυνάμεις. Ωστόσο, αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τις θέσεις τους επειδή απειλούνταν να κυκλωθούν και συμπτύχθηκαν προς τα νότια. Στις αρχές Δεκεμβρίου το Γενικό η ο Στρατηγείο αποφάσισε τη διάλυση του Τμήματος Στρατιάς και έτσι η 6 Μεραρχία και το 1 Σύνταγμα Ιππικού μεταστάθμευσαν στη Φλώρινα και από εκεί μεταφέρθηκαν αργότερα στη Θεσσαλονίκη. 498

(Από όπου θα μετέβαιναν ακτοπλοϊκά στην Ήπειρο) Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 285

ης

Το Απόσπασμα της 5 Μεραρχίας κινήθηκε προς την Κοζάνη προκειμένου να επανενταχθεί στον η οργανικό σχηματισμό του και η 3 Μεραρχία παρέμεινε στην Κορυτσά με αποστολή να εξασφαλίσει το υψίπεδο της Κορυτσάς από τα νότια και τα δυτικά. Ο Ελληνικός Στρατός έγινε κύριος ολόκληρης της δυτικής Μακεδονίας και του υψιπέδου της Κορυτσάς, υποχρεώνοντας τις εκεί τουρκικές δυνάμεις να συμπτυχθούν είτε προς το εσωτερικό της Αλβανίας είτε προς τα Ιωάννινα.

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 286

Κυριακή 4 του Νοέμβρη, Μάχη Σιάτιστας, 6η Μεραρχία, Απόσπασμα Ηπίτη (Διήγηση του Νικήτα499) ης

Μετά το «ατύχημα» της 5 Μεραρχίας, οι Τούρκοι αναθάρρησαν και η πρωτοβουλία των στρατιωτικών επιχειρήσεων περιήλθε τοπικά σε αυτούς. Δύο τμήματα Τουρκικού Στρατού ξεκίνησαν από τη Φλώρινα, το ένα προς την Σιάτιστα υπό την αρχηγία του Μεχμέτ Πασά και το άλλο προς τα Γρεβενά υπό την αρχηγία του Μπεκήρ Αγά. Τα εθελοντικά μας σώματα, που βρίσκονταν στην περιφέρεια Καστοριάς, συμπτύχθηκαν προς τη Σιάτιστα, όπου έκαμε προσωρινά 500 την έδρα του ο Γενικός Αρχηγός τους Γεώργιος Κατεχάκης . Οι Τούρκοι έφθασαν μέχρι την 501 Λείψιστα την οποία ανακατέλαβαν, κατόπιν μάχης στην οποία έπεσε ηρωικά ο Λοχαγός Δεδούσης, υποχρεώνοντας την φρουρά της να συμπτυχθεί στη Σιάτιστα. Στη Λείψιστα οι Τούρκοι έστησαν την έδρα τους, αφού πρώτα διέσπειραν τη φρίκη και το θάνατο στο πέρασμά τους, 502 καίγοντας και λεηλατώντας, με αποτέλεσμα να μαζευτούν χιλιάδες Έλληνες πρόσφυγες στη Σιάτιστα. Από τη Λείψιστα, ο Μεχμέτ έστειλε απεσταλμένο του έναν Οσμάν Μπάτσαρο από την 503 Βρογκίστα , ζητώντας την παράδοση της Σιάτιστας: ην 504 «Αύριον πρωί περί την 1 ώραν να αποστείλητε πέντε προκρίτους, δια να παραδώσητε την πόλιν. Άλλως θα βαδίσω εναντίον αυτής και θα την βομβαρδίσω. Λειψίστη, 2 Νοεμβρίου 1912 Μεχμέτ πασάς Γενικός αρχηγός του στρατεύματος». Όταν έφτασε το τελεσίγραφο, η Σιάτιστα ήταν γεμάτη πρόσφυγες, κυρίως γυναικόπαιδα. Επικράτησε μεγάλη νευρικότητα και ταραχή. Οι πρόκριτοι μαζεύτηκαν στην Μητρόπολη να σκεφθούν πώς να απαντήσουν. Οι πιο ενθουσιώδεις πρότειναν να αγνοηθεί το τελεσίγραφο και να σκοτώσουν τον αγγελιοφόρος. Ευτυχώς υπερίσχυσε η γνώμη του Γενικού αρχηγού των σωμάτων Γ. Κατεχάκη, να ζητηθεί προθεσμία για να κερδηθεί χρόνος. Έτσι, έστειλαν πίσω τον 505 απεσταλμένο, μαζί με τον γενναίο πατριώτη Νικόλαο Παπαχατζή , με ένα σημείωμα που έγραφε: «Λάβαμε τη διαταγή σας και, αφού σκεφθούμε, θα απαντήσουμε αύριο.» Ο Μεχμέτ πασάς θεώρησε την απάντηση σαν άρνηση και άρχισε να ετοιμάζεται για την επίθεση. Σαν έφθασαν στη Βρογκίστα τα στρατεύματά του, περίπου χίλιοι πεντακόσιοι Τούρκοι και Γκέκηδες, με πολλούς Αξιωματικούς και δύο πυροβόλα, τα χώρισε σε τρεις φάλαγγες: Η πρώτη θα βάδιζε ΝΔ της Σιάτιστας, η δεύτερη ΒΔ και η τρίτη κατά της πόλης, περνώντας από το φαράγγι

499

Η περιγραφή είναι εμπνευσμένη από το βιβλίο «Στα κανόνια μας», του δημοσιογράφου Αρίστου Περίδη, που συμμετείχε στη μάχη. 500 (Λοχαγός Γ. Κατεχάκης, παλαιός Μακεδονομάχος και μετέπειτα Υπουργός των Στρατιωτικών) 501 (Νεάπολη) 502 Ήταν πραγματικά αξιοθαύμαστο πώς βολεύτηκαν στην φιλόξενη Σιάτιστα σχεδόν σαράντα πέντε χιλιάδες (45.000 !!!) πρόσφυγες, πώς βρήκαν όλοι στέγη και τροφή, χωρίς να ακουσθεί το ελάχιστο παράπονο 503 (Καλονέρι) 504 (Εννοεί την 7η πρωινή ώρα. Οι Μωαμεθανοί μετρούσαν τις ώρες από την αυγή και όχι από τα μεσάνυχτα.) 505 Οι Τούρκοι δεν σεβάστηκαν τον Έλληνα απεσταλμένο. Τον έδεσαν και τον οδήγησαν έξω από το χωριό για εκτέλεση. Ο Παπαχατζής, προ του βεβαίου θανάτου, με τη μεσολάβηση του Οσμάν Μπάτσαρου ζήτησε από τον Πασά την άδεια να γράψει πρώτα μία αποχαιρετιστήρια επιστολή στην οικογένειά του. Η άδεια δόθηκε, αλλά στο μεταξύ διαφώνησαν οι Τούρκοι αξιωματούχοι και, ο Οσμάν που εκτιμούσε τον Παπαχατζή βρήκε ευκαιρία να τον αφήσει να διαφύγει. Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 287

που σχηματίζεται ανάμεσα στα βουνά του Κωντσιώτικου και του Χαΐρ 507 Κόκκινη Μπάρα .

506

, όπου το Γκαλτιρίμ και η

Αλλά και οι αρμόδιοι στη Σιάτιστα δεν κάθονταν αδρανείς. Φρόντισαν να προετοιμάσουν την άμυνα, καλώντας επειγόντως ενισχύσεις, τονίζοντας την εξαιρετική σπουδαιότητα της επικείμενης μάχης, που θα έκρινε όχι μόνο την τύχη της Σιάτιστας, αλλά και την περαιτέρω πορεία όλων των πολεμικών επιχειρήσεων. Συγκεντρώθηκαν έτσι μεγάλες δυνάμεις, ικανές να παγιδεύσουν τους Τούρκους: Το Απόσπασμα του Ηπειρώτη Αντισυνταγματάρχη Ηπίτη, δύο Τάγματα Πεζικού και μία Πυροβολαρχία με τρία πεδινά πυροβόλα 18 σώματα Κρητών εθελοντών, με αρχηγούς τους Λεωνίδα Παπαμαλέκο, Γεώργιο 508 509 510 Παπαδόπετρο , Μιχαήλ Αναστασάκη , Γεώργιο Δικόνυμο , Ευθύμιο Καούδη, Μανώλη 511 512 Μακράκη , Ζουδιανό, Σκουντρή, Π. Φιωτάκη , Μιχαήλ Τσόντο, Γ. Βολάνη, Ιωάννη Μαυρογέννη, Β. Πούλακα, Ι. Βρανά, Π. Γύπαρη, Ε. Νικολούδη, Π. Γερογιάννη και Στ. Τζωρτζάκη. 513 Ο Λόχος Κρητών Διδασκάλων 514 Το Σώμα των εθελοντών Γαριβαλδινών του Αλέξανδρου Ρώμα Δύναμη υπό τον Αξιωματικό Γεώργιο Καπιτσίνη Σώμα από ντόπιους εθελοντές και άλλα Μακεδονικά σώματα ας

η

Εμείς, το Απόσπασμα Ηπίτη δηλαδή, καταυλιστήκαμε την νύχτα της 2 προς 3 Νοέμβρη στο 515 Καρατζαλάρ . Είχαμε διαταγή να βγάλουμε προφυλακές στα υψώματα, από τον φόβο των Τούρκων οπλισμένων χωρικών που, αν και παραδομένοι, είχαν βγει στα βουνά και χτυπούσαν αποσπάσματα και εφοδιοπομπές. Μας άρεσε, «τέλος πια οι πορείες, αρχίζει η δράση» λέγαμε μεταξύ μας. Υπήρξαμε τυχεροί, ο Λόχος μας έπιασε πενήντα φυγάδες μέσα στη νύχτα. Και για να είμαι ειλικρινής, δεν ήταν έργο όλου του Λόχου, πέντε άνδρες έκαναν την περισσότερη δουλειά, με επί κεφαλής τον Δεκανέα Ρίτο Χρηστίδη, τον Στάθη Ζουλούμη και τρεις ακόμη που δεν θυμάμαι τα ονόματά τους. Το επόμενο πρωί, προσκλητήριο, συγχαρητήρια από τον κ. Μπέλλο, τον Ταγματάρχη μας, και άμεση εκκίνηση. Η φάλαγγά μας προσπέρασε την Κοζάνη, χωρίς να σταθούμε καθόλου. «Κύριε Ανθυπολοχαγέ, δεν θα σταθούμε καθόλου να ξαποστάσουμε;» «Να δούμε πώς είναι και η Κοζάνη και οι Κοζανίτισες …», πάντα ορεξάτος και χωραταζής ο Σαλαχώρης … «Όχι, δεν θα σταθώμεν Διόσκουροι … πρέπει να φτάσουμε το ταχύτερο εις την Σιάτισταν … απειλείται από τον Μεχμέτ Πασά …» απαντά με χιούμορ αλλά και σοβαρότητα ο Ανθυπολοχαγός. «Ακόμη Πασάς είναι αυτός;» «Όσο έχει μαζί του και τρεις χιλιάδας αγρίους Τουρκαλβανούς, Πασάς είναι Μαύρε … Δια τούτο πρέπει να σπεύσωμεν και να του τσακίσουμε το κεφάλι !!!» και συμπλήρωσε: 506

Χαΐρ, η δενδρόφυτη βορεινή στο Καστράκι, σε απόσταση 2.000 μέτρων από τη Σιάτιστα Κόκκινη Μπάρα ή Μπάρα, σε χαράδρα, 500 μέτρα δυτικά της Αγίας Τριάδας 508 Δικηγόρος και πολιτευτής Σφακίων 509 Ιατρός και βουλευτής Κισσάμου 510 Γ. Δικόνυμος ή Μακρής, οπλαρχηγός, από τους πρώτους μαζί με τον Τσιόντο 511 Στη μάχη της Λείψιστας σκοτώθηκε ο νεώτερος αδερφός του Ιωάννης 512 Δικηγόρος 513 Στον Λόχο ανήκε και ο Λοχίας Μίκης Π. Μελάς, γιος του Μακεδονομάχου Παύλου Μελά 514 Στο Επιτελείο του ανήκαν ο ποιητής Λορέντζος Μαβίλης και ο καθηγητής Π. Κονδύλης 515 Δυτικά του όρους «Σκοπός», στον δρόμο προς τη Βέροια 507

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 288

«Πάλι καλά που δεν είναι μαζί του κι ο Μπεκήρ Αγάς, έμεινε λένε στα Γρεβενά αυτός …» Τα λόγια αυτά μας φέρανε έναν πρωτόγνωρο ενθουσιασμό. «Θα κελαηδήσουν επί τέλους τα Μάνλιχερ … ήρθε η σειρά μας να μπούμε στη μάχη …» Επιταχύνουμε το βήμα. Μάνλιχερ και γυλιός γίνανε μονομιάς ελαφρά σαν πούπουλα, δεν μας λείπανε πια τα αντίσκηνα, ούτε η βροχή μας ενοχλούσε άλλο … Μπροστά πήγαινε το Τάγμα του κ. Παπαδάκη, μετά το Τάγμα μας, τρίτο το Τάγμα του κ. Φιλιακού, πιο πίσω οι Διμοιρίες Πολυβόλων του Ανθυπασπιστή Κίτσου και του Ευέλπιδα Μεσιαλού και τελευταία η Πυροβολαρχία του 516 Λοχαγού Νικολάου Κλαδά με τρία πυροβόλα . Νύχτωσε, πήγε η ώρα 7, και επί τέλους, μετά από δώδεκα ώρες πορείας, διατάχτηκε στάση. Μπροστά μας ένα θεόρατο βουνό, που έπρεπε να το ανεβούμε, για να είμαστε στη Σιάτιστα πριν τις 9, έτσι ήταν η Διαταγή. «Δεν γίνεται να σταθούμε εδώ απόψε και να ανεβούμε το πρωί;» «Δεν γίνεται παιδιά μου … εμπρός … κουράγιο … ένα τέταρτο δρόμος είναι μόνο …» Ένα τέταρτο άμα είσαι φρέσκος. Άμα δεν κουβαλάς γυλιό και κυρίως πεδινά πυροβόλα. Τα σέρνανε έξι θηρία άλογα το καθένα, αλλά κι αυτά δεν αντέχανε τόσο ανήφορο και σταματούσαν. «Χάι … Χάι … Άαααα … Άαααα …» Αλλά αυτά τα αφιλότιμα δεν προχωρούσαν ούτε βήμα. 517 Πυροβολητές και Ελάτες κατέβηκαν να σπρώξουν κι αυτοί, αλλά και πάλι δεν προχωρούσε τίποτα. Και να ήταν μόνο τα Πυροβόλα, που το καθένα μόνο του ζύγιζε πάνω από 1.500 κιλά … Μια Πυροβολαρχία έχει ένα σωρό οχήματα, που κανονικά τα σέρνουν τα άλογα. Αλλά κανονικά, στο ίσιωμα … όχι σε τέτοιο ανήφορο … Υπάρχει ακόμη η σκευοφόρος άμαξα, το σιδηρουργείο, η υδροφόρος, το μαγειρείο και καμιά 518 εικοσαριά ακόμη κάρα δίτροχα. Υπάρχουν έξι βλητοφόρα γεμάτα βλήματα, σκεφθείτε κάπου εκατόν ογδόντα βλήματα ανά πυροβόλο, το καθένα ζυγίζει πάνω από 7,5 κιλά. «Εμπρός παιδιά … βάλτε όλοι ένα χεράκι να σπρώξουμε …» Σπρώχνοντας, τα καταφέραμε τελικά, αλλά το τέταρτο έγινε δύο ώρες μέχρι να φτάσουμε στα Σιάτιστα. Αλλά εκεί, υπέροχο θέαμα, μας υποδέχτηκαν στην είσοδο της συνοικίας Γερανείας με ζητωκραυγές και πατριωτικά τραγούδια οι μικροί μαθητές των σχολείων. Τραγούδια, που εμείς τα ακούγαμε για πρώτη φορά. Ποιος τα έγραψε; Ποιος τους τα έμαθε; Με πλημμύριζαν αισθήματα συγκίνησης. Ένα παιδάκι ήρθε προς το μέρος μας. 516

Το τέταρτο Πυροβόλο είχε προηγουμένως καταστραφεί στο Αμύνταιο Ελάτης: Στρατιώτης του Πυροβολικού που ιππεύει στο αριστερό άλογο του ζεύγους ελάσεως. (Έλαση= η έλξη οχήματος από ζώο) 518 4 Schneider και 2 Erchard, για όσους αγαπούν τις λεπτομέρειες … 517

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 289

«Έβαλα στοίχημα με το μπαμπά μου, πως σήμερα θα φάνε και θα κοιμηθούνε σπίτι μας δέκα στρατιώτες! Αν δεν έρθετε, θα χάσω το στοίχημα. Ελάτε λοιπόν, θα δείτε, είναι ωραίο το σπίτι μας και έχουμε και φαγί καλό» Μας παρακαλούσαν να πάμε να κοιμηθούμε σπίτια τους; Μην μας παρακαλάτε αγαπημένα παιδάκια … Γριές και γέροι με μάτια γεμάτα δάκρυα, μας καλούσαν στο σπίτι τους για μουσαφίρηδες … Κορίτσια ροδομάγουλα μας αγκάλιαζαν, αφήνοντάς μας να τα φιλήσουμε, με την περηφάνια της αγνής παρθένας, γιατί είμαστε λέει αδέρφια τους. Τα αδέρφια τους που φέρανε λευτεριά και Ανάσταση !!! Γέμισαν τα σπίτια της Σιάτιστας φαντάρους. Το μικρότερο θα χώρεσε τουλάχιστον πέντε, τα πιο μεγάλα δεκαπέντε και είκοσι. Απόψε δεν έχει ύπνο στο ύπαιθρο, στο κρύο και στη βροχή, απόψε δεν θα λείψουν τα αντίσκηνα. Και δείπνο με αρνιά διαλεχτά, με τραχανά που μας στήλωσε, με γλυκά από πετιμέζι που ήταν τα καλύτερα που είχα φάει ποτέ. Τα μεταξωτά παπλώματα και τα νυφικά σεντόνια στρώθηκαν για εμάς τους ψειρήδες και βρώμικους. «Δεν κάνει να κοιμηθούμε εδώ … έχουμε ψείρες …» λέγαμε «Και για ποιους τα έχουμε; Και για ποιους κολλήσατε ψείρες;» «Αν δεν ερχόσασταν να μας λευτερώσετε, θα είχατε ψείρες; Είχατε και σπίτι σας ψείρες; Για χάρη μας τις έχετε …» Σαν σου λένε τέτοια, δακρύζεις και χάνεις τη φωνή σου. Χαμογελάς χαζά και απλώνεις το κουρασμένο κορμί σου στα λευκά σεντόνια, σκεπάζεσαι με το πάπλωμα το μεταξωτό και ευλογάς την τύχη σου που είσαι ανάμεσα σε τόσο καλούς, σε τόσο ζεστούς ανθρώπους … Δεν θα τους ξεχάσω όσο ζω … Το άλλο πρωί, Κυριακή 4 του Νοέμβρη, η σάλπιγγα μας φάνηκε πιο γλυκιά … Μαζευτήκαμε στους χώρους στρατωνισμού που είχαν οριστεί από την προηγούμενη, στα σχολεία της Σιάτιστας, αλλά το μυαλό μας είχε κολλήσει στα όσα ζήσαμε στη φιλόξενη αυτή πόλη. «Βρε παιδιά, και του πουλιού το γάλα είχε εκεί που μείναμε εμείς ..» «Αμ και εμάς … μας γέμισαν τους γυλιούς πίτες και γλυκίσματα … αφού περιδρομιάσαμε καλά καλά» «Άσε το κρασί … βάλσαμο ήταν, δεν ήταν κρασί …» Και με την κουβέντα για το πόσο τραχανά φάγαμε και πόσο κρασί ήπιαμε, ξεχάσαμε και τον Μεχμέτ και τον πόλεμο. Και πέρασε το πρωινό και η σάλπιγγα μας κάλεσε για γεύμα. Και χάρη στους καλούς ανθρώπους της Σιάτιστας, δεν ήταν «συσσίτιο» στρατιωτικό, με κουραμάνα και ζωμό, αλλά αρνιά ψητά. Μόνο που πριν προλάβαμε να βάλουμε μπουκιά στο στόμα μας, ήρθε τρέχοντας λαχανιασμένος ένας αντάρτης Κρητικός: «Τσε πούναι ο καπετάνιος σας σύντεκνοι;» «Εδώ είμαστε» απάντησε αυτάρεσκα ο Επιλοχίας, στρίβοντας το μουστάκι του. «Τσίριε Επιλοσσία … θέλω τον τσίριο Ηπίτη, τον Διοικητή» «Αμ έτσι μίλα κακομοίρη … Αποστόλου, δείξε στο παλληκάρι το κατάλυμα του κυρίου Διοικητού» συνέχισε με ύφος δέκα Καρδιναλίων ο Επιλοχίας. «Τα σκυλιά φανήκασι, τσίριε Επιλοσσία, ζ’ αυτό έρχομαι τρέχοντας από τα καραούλια, να δώσω χαμπέρι στον αρχηγό …» είπε απολογητικά σχεδόν ο αντάρτης, και μέσα μου κρυφογελούσα καθώς ήταν ένα κεφάλι πιο ψηλός από τον Επιλοχία, που κι αυτός δεν ήταν κοντός. «Είναι πολλοί μωρέ;» «Ίσα με τρεις τέσσερεις χιλιάδες»

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 290

«Καλώς να ορίσουν! Θα τους περιμένουμε! Σαλαχώρη, τρέχα να ειδοποιήσεις τον Λοχαγό μας, γρήγορα!!!» «Αμέσως … τσίριε Επιλοσσία!» είχε όρεξη για αστεία ο Σαλαχώρης … Ταυτόχρονα σχεδόν, σήμανε η σάλπιγγα προσκλητήριο. «Να παύση η διανομή συσσιτίου» διέταξε ο Επιλοχίας. «Παιδιά, βαστήξτε την όρεξή σας για μετά τη μάχη … τώρα έχουμε Μεχμέτ Πασά για ορεκτικό … Διμοιρίται, εμπρός!!! Τας Διμοιρίας σας …» «Πρώτη Διμοιρία εδώ!» «Δευτέρα εδώ!» «Τετάρτη Διμοιρία εδώ!» «Τρίτη Διμοιρία, μην αργείτε, τον οπλισμό σας όλοι … γρήγορα!!!» «Έρχεται ο Λοχαγός» «Ζήτω ο Λοχαγός! Ζήτωωω!» Χαμογελώντας ο Λοχαγός, έδωσε διαταγή στον Επιλοχία να παρατάξει τον Λόχο. Και μας είπε λίγα λόγια, στεγνά και στρατιωτικά: «Παιδιά μου, σας γνωρίζω καλά, θεωρώ περιττό να επαναλάβω πράγματα που σας είπα πολλάκις. Ξέρετε τι πρέπει να κάνετε. Η Σιάτιστα κινδυνεύει. Ο λήσταρχος Μεχμέτ Πασάς παρήγγειλε να του παραδώσουμε την Σιάτιστα, αλλιώς θα μας κάψει. Δώστε του την απάντηση δια της λόγχης, τίποτε άλλο δεν σας λέω …» «Ζήτω ο Λοχαγός μας! Ζήτωωω!» «Ας έρθει το παλιόσκυλο … θα δει τι τον περιμένει» «Ζήτωωω!!!» Βγήκαμε από το σχολείο κατά τετράδες και βαδίσαμε προς τα υψώματα, ενώ οι κάτοικοι μας ξεπροβόδιζαν με ζητωκραυγές και δάκρυα χαράς. Ακούστηκε μια φωνή: «Τα τόπια, πού είναι τα τόπια;» Θέλανε να δουν τα κανόνια οι κάτοικοι, με αυτά αισθάνονταν πιο σίγουροι ότι θα σαρωθεί ο Πασάς και το σκυλολόι του. Τα είχαμε αφήσει στην πλατεία της πόλης, υπολογίζοντας ότι δεν μπορούσαν να πάνε πιο πέρα, λόγω του ανηφορικού εδάφους. «Έρχονται και τα κανόνια, αλλά είναι μεγάλος ο ανήφορος και δυσκολεύονται τα άλογα» απάντησε ένας Αξιωματικός. «Και εμείς γιατί είμαστε εδώ; Για να κοιτάμε; Πάμε αδέρφια, θα τα φέρουμε εμείς καπετάνιε!» Και εκατοντάδες Σιατιστινών σπρώξανε αυτοί τα κανόνια της Πυροβολαρχίας Κλαδά και σε μισή ώρα ήταν ταγμένα σε νέες θέσεις, έτοιμα να υποδεχθούν τον Μεχμέτ. Οι Κρήτες των προφυλακών και αυτοί στις θέσεις τους, ο κ. Ηπίτης επιθεώρησε τις θέσεις μας και μετά αφίππευσε, δίνοντάς μας να καταλάβουμε ότι πλησιάζει η μεγάλη στιγμή. «Κλακ κλακ» ακούγονταν τα μάνλιχερ καθώς όπλιζαν. Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 291

«Να σε δω Νταλίπη, εσύ που σκοτώνεις τις κότες από 100 μέτρα, να δω πόσα σκυλιά θα φας σήμερα» φώναξε ο Λοχαγός σε έναν Μακεδόνα εθελοντή. «Κι έχω μια πείνα κυρ Λοχαγέ … ακούς τα σκυλιά να έρθουν προς το συσσίτιο!» «Ε, μην σεκλετίζεσαι Νταλίπη, θα φάμε Αρβανίτες» «Για σωπάτε βρε παιδιά, έρχεται Ιππέας από τον Διοικητή» Ήταν ο Υπασπιστής του κ. Ηπίτη που ήρθε καλπάζοντας προς τον Λοχαγό μας, να του δώσει τις τελευταίες διαταγές. Η ώρα ήταν μία και όλοι ήμασταν στις θέσεις μας. Ο ουρανός συννέφιασε ξανά και άρχισαν να πέφτουν και μερικές ψιχάλες. «Δακρύζει ο Αλλάχ που θα χάσει τόσους πιστούς του σήμερα …» Ο Ανθυπολοχαγός μας κ. Αναστασίου, έφεδρος, πηγαινοερχόταν στις θέσεις μας εμψυχώνοντας και δίνοντας συμβουλές: «Παιδιά, προσοχή στα φυσίγγια. Στο κρέας όλα, μη ρίχνετε χωρίς να σημαδεύετε. Κάθε σφαίρα πρέπει να κάνει τη δουλειά της, δεν πολεμάει καλά όποιος ρίχνει πιο πολλές. Οικονομία όσο μπορείτε. Κάθε σφαίρα να πιάνει τόπο» «Και να τους αφήνει στον τόπο!» «Έτσι, Σαλαχώρη, έτσι … ετοιμόλογο αλλά και έτοιμο για μάχη σε θέλω!» «Έννοια σας κύριε Ανθυπολοχαγέ, έννοια σας, έχω ακονίσει και την ξιφολόγχη …» «Θα τη λειώσεις στο ακόνισμα βρε Σαλαχώρη …» Ακούστηκε μια κανονιά! «Αρχινάει ο γάμος του Τριτσιμπίδα παιδιά … ετοιμαστείτε για χορό!» φώναξε ένας Ρουμελιώτης. Δεύτερη κανονιά, κίνηση στα δεξιά μας, σημάδι ότι από εκεί ερχόταν ο εχθρός. «Καλώς τον δεχτήκαμε!» «Κοπιάστε κι από δω παλιόσκυλα … κοπιάστε να δοκιμάσετε και τις δικές μας σφαίρες!» Τρίτη, τέταρτη κανονιά, αλλά τα βλήματα δεν ήταν δικά μας αλλά Τούρκικα. Και ένα από αυτά η έσκασε πενήντα μέτρα μπροστά από την 4 Διμοιρία μας. Το «βάπτισμα του πυρός» που λένε … μόνο που θα προτιμούσα να τους βαφτίζαμε εμείς με τα πυρά μας … «Τι περιμένεις κ. Κλαδά, έχεις τρία πεδινά κι αυτός δύο ορεινά, τι περιμένεις;» ακούστηκε μια φωνή από τις γραμμές μας, αλλά την απάντηση έδωσε η βροντερή φωνή του Κλαδά: «Πρώτον πυροβόλον, πυρ!!!» Και από ένα γειτονικό λόφο ακούγαμε ζητωκραυγές. Ήταν οι κάτοικοι της Σιάτιστας, που μαζεύτηκαν εκεί να δούνε τη μάχη. Δεύτερη, τρίτη κανονιά για να ρυθμιστεί η απόσταση και μετά τα πυροβόλα άρχισαν να βάλλουν με ρυθμό καταιγιστικό, κάνοντας τα εχθρικά να σιγήσουν. «Παιδιά, ο Κλαδάς τους βούλωσε, πάμε τώρα κι εμείς με άλματα .. Εμπρός δια της Λόγχης!» «Μη σηκώνεστε όρθιοι, σκυφτά!» φωνάζει ο Ανθυπολοχαγός μας, αλλά η φωνή του πνίγηκε στους κρότους των μάνλιχερ. Μία ομοβροντία και ορμήσαμε μπροστά, αγνοώντας τις συμβουλές του. Επιτίθενται οι δικοί μας από δεξιά κι εμείς καθόμαστε; Αυτές τις ώρες, ο κάθε Έλληνας νοιώθει Στρατηγός, τι ξέρουν οι Αξιωματικοί μας; Τι σημασία έχει αν η Διαταγή της δικής μας Διμοιρίας ήταν να κρατήσουμε τις θέσεις μας; Θα μέναμε να πυροβολούμε από πεντακόσια μέτρα απόσταση; Δεν γίνονται αυτά, ορμήσαμε κι εμείς με «εφ’ όπλου λόγχη». Να τελειώνουμε μιαν ώρα αρχύτερα, γιατί πεινούσαμε κιόλας … «Α μωρέ το στσυλί … ίπαιξά του δύο και εν τον βρήκε καμία …» παραπονιόταν ένας Κρητικός, που έριξε δυο σφαίρες σε έναν Οθωμανό αλλά αστόχησε. «Ε, Μαύρε, βόηθα μωρέ τον σύντεκνο …» Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 292

«Αμέσως κυρ Λοχία!» απάντησα. «Να πάψω πρώτα έναν εδώ που σιέται και λυγιέται … Να βγάλω τον γυλιό κυρ Λοχία γιατί με εμποδίζει;» «Βγάλ’ τονε μωρέ, αλλά τελείωνε!» Πέταξα τον γυλιό που τόσην ώρα με εμπόδιζε, στήριξα το μάνλιχερ στον αριστερό μου ώμο, και σημάδεψα έναν Τούρκο που προσπαθούσε να κατέβει το ύψωμα με άλματα. Το δάχτυλο στην σκανδάλη, πυροβόλησα και τον είδα να παραπατάει και να σωριάζεται ακίνητος. «Πάει ο πρώτος» φώναξα θριαμβευτικά. «Πού είναι ο δικός σου μωρέ Κρητικέ;» «Εκεί ανάμεσα στα δύο δέντρα … στα ζερβά …» Σημάδεψα ξανά, δεν ήταν εύκολος στόχος. Πυροβόλησα αλλά αστόχησα. Αυτός ήταν πιο μακριά από τον πρώτο. Ρύθμισα το κλισιοσκόπιο στα τρακόσια μέτρα. Περίμενα να κινηθεί, να αλλάξει θέση. Σηκώθηκε, και σαν να μιλούσε σε κάποιον άλλο, έμεινε για λίγο ακίνητος. Τώρα!!! Πάρ’ τον κάτω! Σωριάστηκε πιάνοντας το στομάχι του, φαίνεται ότι εκεί τον πέτυχα. Ένοιωσα άσχημα προς στιγμήν, καθώς συλλογίστηκα τον πόνο που κάνουν τα κοιλιακά τραύματα. Αλλά ας νοιαστεί ο Αλλάχ για αυτόν. Ή εγώ αυτόν ή αυτός εμένα. Η μάχη γύρω μου συνεχιζόταν και δεν προλάβαινα άλλες σκέψεις. Το μάνλιχερ συνέχιζε να πυροβολεί μονάχο του, τα πυροβόλα του Κλαδά σάρωναν τους εχθρούς, αλλά αυτοί πολεμούσαν λυσσασμένα, σαν ληστές που βλέπανε το όνειρό τους να τσακίζεται. Ονειρεύονταν να μπουν στη Σιάτιστα, να λεηλατήσουν σπίτια και μαγαζιά, να ατιμάσουν τα όμορφα κορίτσια της. Και όσο περνούσε η ώρα, τόσο πιο σκληρά αλλά και πιο απρόσεχτα μάχονταν. Ορμούσαν άγρια, αλλά θερίζονταν από τα τουφέκια μας και τα δύο πολυβόλα του Ανθυπασπιστή Κίτσου και το τρίτο του Ευέλπιδα Μεσαλιά. Πέρασαν ήδη τρεις ώρες από την αρχή της μάχης και ακόμη ορμούσανε. Παραδίπλα μας, οι αντάρτες του καπετάν Παπαμαλέκου πλησίασαν τον εχθρό στα πενήντα μέτρα και βγάλανε τα περίστροφα, ενώ σε λίγο πιάστηκαν σε μάχη σώμα με σώμα και βγήκαν και τα 519 μαχαίρια, κάτι κάμες πελώριες. Ρίξαμε μερικές ομοβροντίες, «πυρ ομαδόν», και ορμήσαμε κι εμείς, δυο δικές μας Διμοιρίες και, τώρα πια μιλούσανε οι λόγχες και οι κάμες. Οι Κρητικοί δεν μάχονταν, σφάζανε … 520 «Στα σέρια μωρέ, σφάχτε τα στσυλιά σαν κουράδια! » «Ελάτε μωρέ κουζουλοί, να σας δώσωμε την Σιάτιστα οπούχει ώμορφες κοπέλες …» Καθώς ορμούσα μπροστά με άλματα, ακολουθώντας τον Δεκανέα, κοίταζα και πίσω μου για να βλέπω πού ήταν η υπόλοιπη ομάδα μας. Είδα τον Δημοσάντο, να έχει παγώσει ακίνητος δίπλα σε ένα δέντρο. «Δημοσάντε προχώρει! Μην κάθεσαι ακίνητος … δίνεις στόχο … προχώρει …» «Προχώρει ή καλύψου τουλάχιστον !!!» του φώναξε κι ο Δεκανέας, που σταμάτησε κι αυτός να δει τι γίνεται, ακούγοντας τη φωνή μου. «Προχώρα ρε Νικόλα !!!» του φώναξε κι ο Μιχάλης. Αλλά αυτός είχε παγώσει, ενώ δίπλα του, στο δέντρο, καρφώθηκαν δύο σφαίρες, πετώντας σκλήθρες … «Πέσε κάτω Νικόλα» του φώναξα ξανά, αλλά τίποτα. Ακούγαμε τις σφαίρες να σφυρίζουν και καταλαβαίναμε ότι τον είχαν βάλει στο σημάδι οι εχθροί. Μέχρι που μια σφαίρα τον βρήκε στο πόδι και έπεσε κάτω, χωρίς να βγάλει άχνα. «Μαύρε, μη σηκωθείς εσύ, περίμενε να ορμήσουμε εμείς και μετά βοήθα τον Δημοσάντο … εσύ που είσαι γιατρός …» μου είπε ο Δεκανέας.

519 520

(δίκοπα μαχαίρια) (πρόβατα) Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 293

«Εμπρός παιδιά … Προχωράμε οι υπόλοιποι !!!» φώναξε ο Δεκανέας στους άλλους. Ήξερε ότι οι εχθροί θα βάζανε στο σημάδι αυτούς που θα πήγαιναν να βοηθήσουν τον τραυματία. Καλύτερα να νομίζανε ότι είναι νεκρός και να γύριζαν τα πυρά τους στους υπόλοιπους που θα ορμούσαν. Περίμενα λίγο να πάψουν τα πυρά γύρω στον τραυματία και μετά σύρθηκα δίπλα του. Είχε χτυπηθεί στον αριστερό μηρό και για καλή του τύχη, είχε πέσει πίσω από το δέντρο, το σώμα του καλυπτότανε. Τον έπιασα από τα λουριά του γυλιού του και τον έσυρα λίγο πιο πίσω, σε ένα χαντάκι, για να είμαστε και οι δύο καλυμμένοι. Άρχισε να φωνάζει: «Το πόδι μου … το πόδι μου … με χτύπησαν Νικήτα, πάει το πόδι μου …» Κοιτάζω την πληγή του, αιμορραγούσε κι από μπρος κι από πίσω, ήταν διαμπερές. «Κάτσε ακίνητος!!!» του φώναξα άγρια. Κι αυτός υπάκουσε και τον είδα να δακρύζει. «Τρόμαξα Νικήτα μου, φοβήθηκα … δεν το ήθελα» «Έλα τελείωσε, τη γλύτωσες, πάει …» του απάντησα, ενώ έψαχνα στο γυλιό του για επίδεσμο, γιατί εγώ είχα παρατήσει τον δικό μου πιο πίσω. «Δεν το ήθελα Νικήτα μου … αλλά φοβήθηκα … δεν αντέχω άλλο … δεν είναι πόλεμος αυτός …» «Αυτός είναι ο πόλεμος, σώπα τώρα να σε φτιάξω λίγο …» Βρήκα τον ατομικό του επίδεσμο, έβγαλα τη λόγχη από το τουφέκι μου και του έσκισα το παντελόνι, για να δω την πληγή. Σκούπισα τα αίματα, ήταν τυχερός … δεν είχε πάρει κόκκαλο ούτε αρτηρία, ήταν από την έξω μεριά. Τον περιέδεσα με επίδεσμο, και του έκανα και ένα σφίξιμο πιο πάνω, για να μην αιμορραγεί. Δεν ήμουν σίγουρος αν τα έκανα σωστά, αλλά καλό μου φάνηκε. Σκεφτόμουνα τα λόγια του Δεκανέα «εσύ που είσαι γιατρός» … δεν είμαι γιατρός πήγα να του πω, αλλά δεν είπα τίποτα γιατί δεν θα με άκουγε. Φαρμακευτική σπούδαζα πριν καταταγώ, αλλά πριν τρεις μέρες ο Δεκανέας είχε διάρροια, κι εγώ του έβρασα σε ένα κουβά σκέτο αλεύρι που πήρα από τους αρτοποιούς, του έκανα μια σούπα αραιή που ο ίδιος δεν τόλμησα να δοκιμάσω, και του έδωσα εντολή να τρώει όλη μέρα την αλευρόσουπα. Με το αλεύρι και τη σούπα που είχε πολύ νερό έγινε καλά και από τότε με φώναζε «γιατρό»! «Αααχ τι έπαθα …», ο Δημοσάντος είχε λίγο ηρεμήσει. Δεν ήταν δειλός, λογιστής ήταν και ήρθε εθελοντής από το Κάιρο να πολεμήσει για την Πατρίδα. Αλλά πριν τη μάχη, δεν ξέρεις πώς θα φερθεί κανείς. Ο πιο παλληκαράς μπορεί να τα χάσει και αυτός που νόμιζες για φοβητσιάρη μπορεί να γίνει ήρωας σε μια στιγμή ξαφνικής τρέλας. Όταν σφυρίζουν οι σφαίρες και σκάνε κοντά σου οβίδες, γίνεσαι άλλος άνθρωπος. Δεν είσαι εσύ. Και αυτό μπορεί να σου τύχει στην πρώτη μάχη, αλλά και μετά από πολλές μάχες, όπως είδα αργότερα. Ο Σαλαχώρης θα διαφωνούσε μαζί μου, άλλωστε δεν τον καλοχώνευε τον Δημοσάντο, αλλά εγώ έτσι το έβλεπα. Η μάχη μπροστά μας συνεχιζόταν. Έβλεπα από απόσταση, μένοντας δίπλα στον τραυματία. Άρχισε να πέφτει ομίχλη, οι πυροβολισμοί κόπασαν καθώς δεν έβλεπε κανείς μακριά και, οι εχθροί, βλέποντας ότι χάνουν, προσπάθησαν να μας εξαπατήσουν για να απεμπλακούν και να γλυτώσουν: «Μη χτυπάτε μωρέ παιδιά … δικοί σας είμαστε … Έλληνες είμαστε …» «Γιώργη σταματάτε … σταμάτα βρε Γιάννη, εμείς είμαστε …» Και πράγματι, το κόλπο τους έπιανε, μέχρι που ακούστηκε βροντερή η φωνή του Παπαμαλέκου: 521 «Βαράτε τα σκυλιά!!! Μουρτάτες είναι … βαράτε τους!!!»

521

(αλλόθρησκοι, βέβηλοι, εξωμότες) Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 294

Σαν να ξύπνησαν οι δικοί μας απότομα, απάντησαν με μια ομοβροντία. Σε ένα άνοιγμα της ομίχλης, διέκρινα τον καπετάν Λεωνίδα Παπαμαλέκο να ορμάει φωνάζοντας: «Στα χέρια!!! Στα χέρ …» Μια σφαίρα έκοψε τη φωνή του απότομα και τότε οι Κρητικοί του δεν βαστιόντουσαν πια: «Α, τα σκυλιά … εφάγασι τον καπετάνιο μας! Εκδίκησηηη!!!» Τα Κρητικά μαχαίρια, θυμωμένα, σφάζανε αλύπητα. Το ίδιο και τα πυροβόλα του Κλαδά, τα 522 σβάρτσλοζ του Κίτσου και του Μεσαλιά, τα πυρά ομαδόν των τριών Ταγμάτων μας, οι Γαριβαλδινοί του Ρώμα, οι εθελοντές του Κατεχάκη ... Οι Τουρκαλβανοί καταλάβανε ότι πέσανε σε παγίδα, λύγισαν. Πετάγανε τα όπλα και τρέχανε να σωθούν, κρυπτόμενοι στην ομίχλη που τα έκρυβε όλα. «Έφυγαν; Δεν βλέπω τίποτα …» «Παύσατε πυρ» «Μη χαλάτε άλλες σφαίρες … δεν θα τους ξαναδούμε αυτούς» Πυκνή ομίχλη σκέπασε τα πάντα. Άρχισε να βρέχει, ήρθε και η νύχτα. Ακούγαμε φωνές λαβωμένων από απέναντι, αλλά διαταχτήκαμε να γυρίσουμε στις αρχικές θέσεις μας. Η βροχή θα ξεπλύνει τα αίματα, η παγωμένη νύχτα θα δώσει τέλος στο μαρτύριο των πληγωμένων εχθρών, την γλύτωσε ο Μεχμέτ για σήμερα, και καθώς αρχίζαμε να ηρεμούμε και έφευγε η φωτιά της μάχης από τα πρόσωπα και τα μυαλά, θυμηθήκαμε την … πείνα μας! Πέρασε η μέρα κι ακόμη δεν φάγαμε τίποτα. Αν αργούσε μισή ώρα ο Μεχμέτ, θα είχαμε φάει ψωμί και αρνάκι … αλλά τώρα; Ας είναι καλά τα φιλέματα που είχαμε ακόμη στα σακίδιά μας, αλλά ήμασταν πολλοί και έπρεπε να μοιραστούν και δεν φτάνανε. Άσε που φαίνεται ότι η μάχη ανοίγει πιο πολύ την όρεξη. Και δεν χορταίνει κανείς με το αίμα … «Ψωμί κύριε Λοχαγέ …» «Υπομονή παιδιά, έστειλα κάτω στην πόλη να φέρουνε, σε καμιά ώρα θα φάμε γενναία» «Ναι κύριε Λοχαγέ, όποιος πολεμάει γενναία, πρέπει να τρώει και γενναία!» «Υπομονή Σαλαχώρη, βάστα» Βαστάγαμε, αλλά είχαν περάσει τρεις ώρες και ψωμί πουθενά. Η βροχή μας είχε μουσκέψει, όμως φωτιές απαγορευόταν να ανάψουμε για τον φόβο ακροβολιστών. Και απαγορευόταν να φύγουμε και από τις θέσεις μας, από τα «ταχύσκαπτα» ορύγματά μας. Το κρύο μας περόνιαζε, αλλά μπορεί να ήταν και καλό αυτό. Η πείνα και το κρύο με κάνανε να ξεχνάω τη φρίκη της μάχης. Να ξεχνάω ότι πυροβόλησα τόσους ανθρώπους. Σκότωσα σίγουρα τον έναν, αλλά δεν ξέρω γιατί, ήθελα να πιστεύω ότι τους άλλους τους πλήγωσα μόνο. Και ότι τώρα δεν ακούγονταν οι πονεμένες κραυγές τους, όχι γιατί ξεψύχησαν, αλλά επειδή τους μάζεψαν οι δικοί τους. Γιατί ο πόλεμος θα τέλειωνε, και αύριο μπορεί αυτοί να ήταν φίλοι μας ξανά. Αύριο μπορεί τα παιδιά τους να συναντηθούν με τα παιδιά μου, ειρηνικά, αγνοώντας τι έγινε εδώ πέρα σήμερα. Ήρθα στον πόλεμο εθελοντής, πυροβόλησα, σκότωσα, αλλά τώρα μου φαινόταν ότι θα ήθελα να τελειώσει εδώ. Αλλά θα είχε και συνέχεια, και ευτυχώς μια φωνή με έκοψε από τις σκέψεις αυτές. «Ακούω μουλάρι να έρχεται!» «Ψωμί παιδιά, μας στέλνουν επί τέλους ψωμί!» «Άντε γιατί δεν βαστάω άλλο, θα φάω το Νικήτα» είπε δίπλα μου ο Σαλαχώρης. Ακούστηκε η φωνή του Λοχαγού: «Να έρθει η πρώτη Διμοιρία να πάρει …» Αλλά δεν μοιράζανε ψωμί, φυσίγγια μοιράζανε … «Δεν έχει ψωμί κυρ Λοχαγέ;» 522

(πολυβόλα) Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 295

«Υπομονή παιδιά, θα έρθει και το ψωμί» «Κυρ Λο’αγέ, εν τρώγεται το φυσέκιν, όπως τζιαι να το φκιάσομεν …» ο πάντα κεφάτος Σαλαχώρης … «Πάρτε τώρα φυσίγγια, γιατί αύριο μπορεί να έχουμε καινούργιους μπελάδες … και θα έρθει και το ψωμί … υπομονή …» Μεσάνυχτα πια, οι παλάσκες γεμάτες, αλλά το στομάχι άδειο. Αυτοσαρκαζόμασταν σαν τον Καραγκιόζη, για να βαστήξουμε: «Βλέπω στον ουρανό, ένα ψωμί διπλό …» «Και μιαν οκάν ελιές, ψυχή μου κοπελιές …» Ο Μεχμέτ Πασάς επωφελούμενος από το σκοτάδι της νύχτας έφυγε με τα αποδεκατισμένα 523 Τάγματά του και, όταν περνούσε από τη Λείψιστα, ακούστηκε να λέει: «Οι γκιαούρηδες μας έφαγαν». 524 525 Έφτασε στο Άργος Ορεστικό και συνέχισε υποχωρώντας μέχρι την Καστοριά . Οι ώρες περνούσαν και άρχισε να γλυκοχαράζει. Εξαντλημένοι από την πορεία και τη μάχη, από την πείνα, τη βροχή και το κρύο, από τον ύπνο στα κλεφτά αγκαλιά, αρχίσαμε να ελπίζουμε ότι θα μπορέσουμε να κατεβούμε στη Σιάτιστα. Τη Σιάτιστα που είχε φούρνους γεμάτους ζεστό ψωμί, που είχε σπίτια ζεστά και φιλόξενα, όπου θα μπορέσουμε να ζεσταθούμε και να στεγνώσουμε, να πάρουμε κουράγιο. Τραυματιοφορείς ψάχνανε τις χαράδρες για τραυματίες. Και βρήκανε αρκετούς ακόμη ζωντανούς. Αλλά και περισσότερους πεθαμένους. Καθώς περνούσαν από κοντά μας βγάζαμε τα πηλίκια. Αν είχαμε περισσότερους γιατρούς, αντί για αυτούς τους άχρηστους λουφατζήδες τραυματιοφορείς … «Άντε παιδιά, περαστικά σας … σιδερένιοι …» ευχόμασταν στους τραυματίες που προσπαθούσαν να πουν «ευχαριστώ», εξαντλημένοι. Μαζί τους πήγε κι ο Δημοσάντος, κουτσαίνοντας, με μια

523

Στη μάχη αυτή, που ήταν η τελευταία επιθετική ενέργεια των Τούρκων, σκοτώθηκαν σχεδόν 470 Τουρκαλβανοί, αλλά και 70 Έλληνες, ενώ οι τραυματίες έφτασαν τους 150. Βαρύ τίμημα πλήρωσαν οι Κρήτες εθελοντές, που όρμησαν ακάλυπτοι, πολεμώντας σώμα με σώμα, με μαχαίρια και περίστροφα. Ανάμεσα στους νεκρούς και ο Λοχαγός Καπιτσίνης που με το σώμα των νέων Κρητών είχε οχυρωθεί στο Καστράκι. Ο γενναίος αυτός Αξιωματικός, ενώ ορμούσε με το περίστροφο στο χέρι, δέχτηκε σφαίρα στο μέτωπο (προς τιμή του το βουνό Γκρανίστι ονομάστηκε «Καπιτσίνη»). Κοντά στον Καπιτσίνη έπεσε ο δάσκαλος Φιωτάκης από το Σέλινο Κρήτης. Σκοτώθηκαν ακόμη ο Υπολοχαγός Σακαλής από την Πόλη, ο Εύελπις Παπαδόπτερος από τα Σφακιά, ο ενθουσιώδης καπετάνιος Λεωνίδας Παπαμαλέκος, ο Γ. Χατζηγιαννάκογλου που ήταν δημοσιογράφος, ο Λεωνίδας Παπαδάκης, ο Στ. Μανουσάκης, ο Γ. Πωλογιώργης, οι αδελφοί Ευάγγελος και Αστρινός Περάκης, ο Γ. Κογιαννάκης, ο Χ. Χριστοδουλάκης, ο Εμμ. Σφακιανάκης, ο Ν. Φανουργιάκης, ο Αθ. Λαδοβράκης, ο Ι. Ανδρουλάκης και άλλοι. Αλλά και οι ντόπιοι είχαν απώλειες: Πολεμώντας υπό τις διαταγές του Κατεχάκη, σκοτώθηκε από οβίδα ο Γεώργιος Τσίπος (Πατσιαδάς), ο Αθανάσιος Χατζηζήσης που χτυπήθηκε από θραύσμα οβίδας και πέθανε αργότερα, ενώ τραυματίστηκε ο Ηρακλής Γκιουλέκας που έχασε το χέρι του και ο Λάζαρος Κατσανίκου που πληγώθηκε κι αυτός στο χέρι. Ελαφρά τραυματίστηκε και ο υιός του Παύλου Μελά, Μίκης. 524 (που τότε λεγόταν Χρούπιστα) 525 Κάποιες πηγές αναφέρουν ότι υποχώρησε μέχρι την Κορυτσά! Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 296

πατερίτσα που του έφτιαξα πρόχειρα από ένα μεγάλο κλαδί με διχάλα, που το βρήκα τυχαία χάμω, τσακισμένο από οβίδα. «Σ’ ευχαριστώ Νικήτα μου … δεν άντεξα για μια στιγμή αλλά τώρα είμαι εντάξει πάλι … αλλά τέλειωσε μάλλον για μένα ο πόλεμος … κρίμα … δεν θέλω να σας αφήσω …» μου είπε καθώς χαιρετηθήκαμε κι ο Μιχάλης από δίπλα τον κοίταζε λοξά και κάτι έλεγε ανάμεσα στα δόντια του. Μαζί του φύγανε και μερικοί αιχμάλωτοι Τουρκαλβανοί, με τρομαγμένα μάτια, αν και κανείς μας δεν τους αγριοκοίταζε ούτε τους απειλούσε. «Ευκαριστώ … φάλεμ-ντέρι …» αποκρίνονταν μερικοί από αυτούς. Αδύναμοι και αξιολύπητοι, δεν μοιάζανε πια για εχθροί. Αν και η τύχη τους δεν ήταν σίγουρη, καθώς δεν ήταν όλοι του Τακτικού Στρατού. Γιατί είχαμε τόσες απώλειες; Φταίει σίγουρα το ότι μπήκαμε στη μάχη εσπευσμένα, χωρίς σχέδιο και προεπιλεγμένες θέσεις. Βαριές απώλειες είχαν οι Κρητικοί που ώρμησαν με ενθουσιασμό και γενναιότητα αλλά άτακτα. Είχαμε και απώλειες από φίλια πυρά. Γι’ αυτό φταίνε οι Γαριβαλδινοί του Ρώμα, που έφτασαν πίσω μας ενώ η μάχη είχε ανάψει για καλά και έπεφτε και ομίχλη μαζί με βροχή. Μη διακρίνοντας ποιος είναι ποιος, άρχισαν να πυροβολούν από πίσω μας, ιδίως τους εθελοντές που δεν είχαν 526 στολές του Στρατού μας. Και φταίει και το ότι είχαμε λίγους γιατρούς . 527

Στην ημερήσια Διαταγή του Διοικητή μας Αντισυνταγματάρχη Ηπίτη, έγινε μνεία του ηρωισμού όλων μας και ιδίως των Κρητών. Μας μίλησε επίσης για τη σημασία της μάχης, για τη σωτηρία της Σιάτιστας αλλά και τόσων χιλιάδων προσφύγων, αλλά και για το ότι προστατεύσαμε το πλευρό 528 της προελαύνουσας Στρατιάς .

526

Ιατρική βοήθεια στους τραυματίες προσφέρθηκε μετά τη μάχη στο κτίριο του Τραμπάντζειου Γυμνασίου από τον Λοχαγό Ιατρό Σκεύο Ζερβό, εθελοντή από τα Δωδεκάνησα, και τους Ιατρούς Μηνά Θεοδώρου από τη Σιάτιστα, Μαυροβίτη από την Καστοριά και Στρακαλή, Φαρμακοποιό της Σιάτιστας. Ο Ζερβός γεννήθηκε στην Κάλυμνο το 1875. Ήταν Διδάκτωρ Ιατρικής και παγκόσμια γνωστός. Στους Βαλκανικούς πολέμους υπηρέτησε εθελοντικά, ως Λοχαγός Διοικητής του 10ουΟρεινού Χειρουργείου. Τεράστια υπήρξε η συνεισφορά του στην αναζήτηση εθνικών κληροδοτημάτων και δωρεών, «αποκαλύπτοντας» περιουσία πολλών δις δραχμών, με την οποία πραγματοποιήθηκε πλήθος έργων. Το 1923 εκλέχτηκε Βουλευτής Αθηνών. Πέθανε στην Αθήνα το 1966. 527 «Λαβών υπ’ όψιν μου αφ’ ενός μεν την μέχρι τούδε δράσιν και αυτοθυσίαν, την κατά τας δυσχερείς ταύτας της πατρίδος περιστάσεις τα υπό τον Λοχαγόν Κατεχάκην εθελοντικά σώματα επεδείξαντο, αφ’ ετέρου δε την υπό πάντων των Κρητών επιδειχθείσαν γενναιότητα κατά την μάχην Σιατίστης, επαινώ ανεξαιρέτως πάντας τους υπό τας διαταγάς μου τεθέντας Κρήτας συγχαίρων αυτούς δια τα γενναία και φιλοπάτριδα αισθήματα, άτινα οδηγούσιν εις τον κοινόν τούτον υπέρ της Πατρίδος αγώνα, πεποιθώς ότι και εις το μέλλον την αυτήν θέλουσιν επιδείξει γενναιότητα και πειθαρχίαν όντες βέβαιοι ότι ουδεμίαν ποιούμαι διάκρισιν μεταξύ αυτών και των λοιπών υπό τας διαταγάς μου ανδρών. Έχων, επίσης, υπ’ όψιν μου την επιδειχθείσαν υφ’ ολοκλήρου του υπολοίπου στρατεύματος γενναιότητα και αυτοθυσίαν κατά την μάχην της Σιατίστης, συγχαίρω τους Αξιωματικούς, Υπαξιωματικούς και Στρατιώτας δια τούτο, με την πεποίθησιν ότι και εις το μέλλον μετά της αυτής αυτοθυσίας και γενναιότητος θέλουσιν ατενίσει πάντα κίνδυνον, όστις ήθελε παρουσιασθή κατά την εκτέλεσιν της ανατεθείσης ημίν υπό της πατρίδος εντολής, ης η δόξα και το μεγαλείον αποτελεί τον τελικόν μας σκοπόν. Αντισυνταγματάρχης Α. Ηπίτης». 528 Για τη σημασία της μάχης, ο (μετέπειτα Στρατηγός) Νικόλαος Κλαδάς γράφει τα εξής στις «Πολεμικές Αναμνήσεις» του: «Η μάχη της Σιατίστης είναι μοναδική εις το είδος της κατά τους Βαλκανικούς Πολέμους». Αναφέρει επίσης ότι «οι Σιατιστείς δεν προσήλθαν στη μάχη ως ερασιτέχνες … αλλά ως πραγματικοί μαχητές, υπό τις διαταγές του Λοχαγού Γ. Κατεχάκη». Ενώ ο Ιατρός Μιχαήλ Αναστασάκης, αρχηγός των Κισσαμιτών εθελοντών που τραυματίστηκε στη μάχη αυτή, γράφει στις «Ιστορικές Αφηγήσεις του 1912»: «Εάν η Σιάτιστα έπιπτε, τα όρια του Ελληνικού κράτους θα ήταν νοτιώτερον της Φλωρίνης». Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 297

529

Λίγο αργότερα ακούσαμε πένθιμες καμπάνες. Θα έφτασαν στη Σιάτιστα οι σωροί των πεσόντων … Άραγε για αυτό δεν μας άφησαν να γυρίσουμε κι εμείς πίσω, ή μας ετοιμάζανε για νέα μάχη, όπως έλεγε ο Σαλαχώρης; Καθώς ετοιμαζόμασταν για αναχώρηση, ήρθε και το ψωμί. Τέσσερα μεγάλα καρβέλια ανά Διμοιρία, ένα καρβέλι ανά 10-12 άνδρες. «Αυτό είναι μόνο;» «Έχουν στρώσει τραπέζια στη Σιάτιστα και δεν θέλουν να φουσκώσουμε με ψωμί …» Αλλά υπήρχαν και χειρότερα και το όνειρο της Σιάτιστας έσβησε με τα λόγια του Λοχαγού: «Παιδιά αυτό έχουμε τώρα, οι φούρνοι ψήνουν κι άλλα, αλλά αργούν … ξεκινάμε για την Λειψίστη … το ψωμί θα μας προφτάσει στο δρόμο …» «Χμμμ … ψάρια στο γιαλό … τηγάνι στη φωτιά …» σχολίαζε ο αιώνιος Σαλαχώρης …

Χορτάτοι από το καρβέλι και τις υποσχέσεις του Λοχαγού, βαδίζαμε για τη Λείψιστα. Και περπατούσαμε τόσο ζωηρά, που θα νόμιζε κανείς ότι δεν ήμασταν ούτε νηστικοί ούτε άγρυπνοι ούτε μουσκεμένοι ως το κόκκαλο. Μερικοί αρρώστησαν στο δρόμο και δεν μπορούσαν να συνεχίσουν, καθώς ψήνονταν από πυρετό. «Ξέρεις τι σκέπτομαι ρε Νικήτα;» μου είχε πει ο Σαλαχώρης. «Τι σκέπτεσαι;» «Να, ότι όσοι τραυματίστηκαν χθες, θα θεωρούνται ήρωες. Κι όμως κάποιοι, όπως λόγου χάρη ο Δημοσάντος, δεν τραυματίστηκαν ορμώντας μπροστά με την λόγχη, αλλά επειδή είχαν παγώσει στη θέση τους και μένανε ακίνητοι και αφύλακτοι, δίνοντας εύκολο στόχο. Και γι’ αυτούς θα τελειώσει ο πόλεμος και θα γυρίσουν πίσω σαν Ήρωες Πολέμου … Αντίθετα, όσοι από μας αρρωστήσουν από τις συνεχείς πορείες μέσα στη βροχή και το κρύο, αυτοί θα πάνε στο Νοσοκομείο, και εκεί θα τους κοιτάνε με μισό μάτι, λες και προσπαθούν να γλυτώσουν τη μάχη. Είναι δίκαιο αυτό;.» «Βάδιζε και μην τα σκέφτεσαι αυτά ρε Μιχάλη … δεν είναι ώρα για τέτοιες σκέψεις …» «Είναι και παραείναι ώρα … γιατί αυτοί που αρρωσταίνουν από τις κακουχίες και τις μάχες, αλλά που δεν τραυματίζονται γιατί ξέρουν να καλύπτονται, αυτοί είναι καλύτεροι στρατιώτες.» «Ναι αλλά κι αυτοί δεν ξέρουν να φυλαχτούν από το κρύο βρε Μιχάλη … κι εμείς καλοί στρατιώτες είμαστε και δεν αρρωστήσαμε … άστα αυτά τώρα … Κι ο Δημοσάντος είναι ελαφρά τραυματίας και θα γυρίσει κοντά μας … θα δεις … και θάναι παλληκάρι …» «Σιγά μη γυρίσει … αυτός δεν θα ξαναέρθει από εδώ … ούτε σαν περιηγητής άμα τελειώσει ο πόλεμος!» Τι τις ήθελε αυτές τις σκέψεις ο Μιχάλης; Ήταν σκέψεις αυτές; Θα βρίσκαμε εκείνη την ώρα τι ήταν δίκιο και τι όχι; «Άστα αυτά Μιχάλη … σκέψου τη Λείψιστα, εκεί λέει, έχει χιλιάδες κοτόπουλα και πρόβατα και βούτυρο και Στρατώνες για να στρατωνισθούμε και να κοιμηθούμε σαν άνθρωποι …» «Καλά λες, σταματώ … κοτόπουλα ερχόμαστε … και αλλοίμονό σας … θα πληρώσετε εσείς για τα κρίματα του Μεχμέτ …» «Προχωράτε παιδιά … προχωράτε … μη χαλάτε τις τετράδες σας» ακούστηκε η φωνή του Λοχαγού. Έφιππος αυτός, ήταν πανταχού παρών και δεν μας άφηνε να παρασυρθούμε σε σκέψεις. «Προχωράτε παιδιά, άντε και φτάνουμε …»

529

Η πάνδημη κηδεία, ενδεικτική της ευγνωμοσύνης των κατοίκων προς τους πεσόντες, έγινε στον Ναό των Δώδεκα Αποστόλων Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 298

Και «άντε και φτάνουμε» και «δώσ’ του και φτάσαμε», κακό πράγμα το Πεζικό … για άλλη μια φορά μετάνοιωνα που δεν πήγα να καταταχτώ στο Ναυτικό … εκεί δεν θα είχε τόσες ατελείωτες πορείες και το συσσίτιο θα ήταν πάντα στην ώρα του … άντε με εξαίρεση καμιά ναυμαχία … αλλά πόσο συχνές είναι οι ναυμαχίες … «Είσαι μαζί μας ή ταξιδεύεις αλλού;» Η φωνή του Μιχάλη με έφερε πίσω και μετάνοιωνα για τις σκέψεις μου. Εκεί ήταν τα αδέρφια μου. Γιατί δεν τους αισθανόμουνα πια σαν συναδέλφους αλλά σαν αδέρφια. «Αδελφοί εν όπλοις», αυτός που το έγραψε, κάτι ήξερε … Την άλλη μέρα φτάσαμε στη Λείψιστα και τη βρήκαμε κενή. Ούτε Τούρκοι Στρατιώτες, που έφυγαν όσο πιο μακριά γινόταν και δεν τους ξανάδανε σ’ αυτά τα μέρη, ούτε χωριάτες που φοβήθηκαν τα αντίποινα κι ακολούθησαν το Στρατό τους, αλλά ούτε και χιλιάδες κοτόπουλα. Παρά μόνο κάτι ξεχασμένα εδώ κι εκεί που έγιναν ανάρπαστα. Όσο για τον Δημοσάντο, αυτός μας ξέχασε και δεν ξανακούσαμε γι’ αυτόν. Ούτε γύρισε ούτε καρτ ποστάλ δεν μας έστειλε. Αλλά δεν ήθελα να κρίνω. Ο Μιχάλης έλεγε ότι έβαλε τα μέσα και πήρε μετάθεση για τα μετόπισθεν. Εγώ λέω ότι μπορεί και να κακοφόρμισε η πληγή ή να ήταν πιο σοβαρή απ’ ότι φαινόταν. Και τέλος πάντων ας έμενε όπου πήγε … εμείς θα προχωρούσαμε και θα πολεμούσαμε και χωρίς αυτόν … δεν ήξερες πώς θα φερόταν στην επόμενη μάχη, οπότε καλύτερα χωρίς αυτόν … ένας μπελάς λιγότερος …

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 299

Κυριακή 4 του Νοέμβρη, Μάχη της Σιάτιστας, Κρήτες εθελοντές (Βασισμένο σε περιγραφή του Αρχηγού των Εθελοντών Κισσαμιτών Μιχ. Αναστασάκη)

Μόλις μάθαμε στην Κρήτη ότι κηρύχθηκε ο πόλεμος και ότι ο Ελληνικός Στρατός πέρασε τη Μελούνα και προελαύνει, κατεληφθήκαμε από πολεμικό οργασμό και πόθο να μεταβούμε στο Μετωπο, και εμείς που δεν είχαμε στρατευθεί από την Κρητική Πολιτεία. Σε όλες σχεδόν τις επαρχίας φτιάχνονταν Σώματα από αρχηγούς και οπλαρχηγούς, άνδρες τολμηρούς και επίλεκτους. Οι Κισσαμίτες πρωτοστάτησαν. Ο Εμμ. Θεοδωρίδης και ο Ξ. Καμπούρης με δικό τους σώμα, ο Ξ. Μπαλαντίνος και ο Νικ. Μαλανδράκης ομοίως, και εγώ ως αρχηγός, πήγαμε στην Αθήνα και οι 4 πρώτοι, αφού πήραν όπλα στάλθηκαν στην ήπειρο, και εγώ με 100 Κισσαμίτες στη Μακεδονία, με Οπλαρχηγούς δοκιμασμένους και γνωστούς από τις επαναστάσεις του 1896-97, τον Νικόλαο Κνιθάκη, τον Γεώργιο Χριστοδουλάκη, τον Αντώνη Πιτσιγαιδάκη, τον Μιχάλη Φαρδαμή, τον Κωνσταντίνο Κοτσιφάκη, τον Κωνσταντίνο Κουβαρίτη, τον Ιωάννη Κουριδάκη, τον Εμμανουήλ Αναστασάκη, τον Χαράλαμπο Ραϊσάκη (Γραμματέα) και τον Κωνσταντίνο Μανουσάκη. Αφού ορκιστήκαμε φύγαμε σιδηροδρομικά, έχοντας σημαιοφόρο τον λεβέντη και γοργοπόδαρο Κωνσταντίνο Ροσμαρή. Πριν ξεκινήσουμε, επισκέφθηκα με τους Οπλαρχηγούς τον Πρωθυπουργό Ελευθέριο Βενιζέλο, του οποίου υπήρξα τρεις φορές Βουλευτής. Με ρώτησε: «Πόσοι Κισσαμίτες ήλθατε;» «Περί τους 300 εθελοντές, με αρχηγούς τους Βουλευτές σας στην Κρήτη, χώρια αυτοί που στάθηκαν με την Πολιτοφυλακή» του απάντησα. «Εσείς, θα πάτε στη Μακεδονία, καθώς και άλλα σώματα από άλλες επαρχίες, να προστατέψετε την Κοζάνη και τη Σιάτιστα από τον επικίνδυνο Μπεκήρ Αγά … Απαιτώ από σας τους Κρήτες να δείξετε όλον τον ηρωισμό και την ανδρεία σας …» «Να είστε βέβαιος κ. Πρόεδρε, η παραγγελία Σας θα εκτελεστεί και οι πόλεις θα σωθούν … Κύριε Πρόεδρε Σας παρακαλούμε να μας δώσετε όπλα μάνλιχερ, και όχι γκράδες …» «Αν και δεν έχουμεν αρκετά, θα σας δοθούν. Δόθηκαν τέτοια και σ’ αυτούς που αναχώρησαν για την Ήπειρο. Είμαι υπερήφανος και γεμάτος χαρά για τις νίκες του Στρατού μας, και τη γενναιότητα των ανδρών της Κρητικής Πολιτοφυλακής. Τα Σέρβια, “αι σιδηραί πύλαι”, κατελήφθησαν και οι Δυνάμεις μας βαδίζουν προς το Μοναστήρι και το Τοψίν στη Θεσσαλονίκη.» Φτάσαμε σιδηροδρομικά στη Λάρισα και μείναμε εκεί στους Στρατώνες, περιμένοντας να φτάσουν και τα σώματα Γεωργίου Παπαδοπέτρου, Iωάννη Φιωτάκη, και την άλλη μέρα (26 Οκτωβρίου) του Τζωρτζάκη από την Αλικιανό και του Ταβλά από την Κριτσά. Βροχή συνεχής μας εκράτησε μέσα στον Στρατώνα, η λάσπη και ο πηλός εμπόδιζαν κάθε μετακίνηση. Εκεί μάθαμε και ότι πήραμε τη Θεσσαλονίκη. Βγήκαμε στους δρόμους και πανηγυρίζαμε. Την επομένη, 27 Οκτωβρίου, τα Σώματα Αναστασάκη, Παπαδοπέτρου, Φιωτάκη, Τζωρτζάκη και Ταβλά, καθώς και ο Λόχος των Κρητών Διδασκάλων, περάσαμε τον Τύρναβο και τη Μελούνα και νύχτα και με βροχή φτάσαμε στην Ελασσώνα. Πτώματα Νιζάμηδων, καλυμμένα με αχυρένια στρώματα ήταν ακόμη μέσα στο τέμενος, από τότε που το είχε πολιορκήσει ο Στρατός και ένας χόντζας είχε πυροβολήσει από το μιναρέ. Την άλλη μέρα, μας μίλησε ο Συνταγματάρχης Γεννάδης. Μας είπε για το ατύχημα στο Σόροβιτς και ότι οι Τούρκοι αναθάρρησαν και απειλούσαν την Κοζάνη και την Σιάτιστα. «Εσείς γενναίοι Κρήτες, που πολεμήσατε στη Μακεδονία πριν χρόνια, αγωνιστείτε με το γνωστό ψυχικό σθένος σας, μην αφήσετε να προχωρήσει ο Μπεκήρ με τις ορδές του, αλλά σε συνεργασία Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 300

με τα στρατεύματα, σώστε την κατάσταση, να ξαναπάρουμε την Πυροβολαρχία μας και τα χαμένα εδάφη.» Το πρωί της 29ης φύγαμε από την Ελασσώνα και μετά από ώρες φτάσαμε στου Γώγου το Χάνι, στην είσοδο του Στενού του Σαρανταπόρου, όπου ήταν ακόμη τα κανόνια που είχαν παρατήσει οι Τούρκοι. Συναντήσαμε κτηνοτρόφους από τη Μπλάτσα, που οδηγούσαν χιλιάδες αιγοπρόβατα. Σαν μάθανε ότι είμαστε Κρητικοί, μας πρόσφεραν δεκάδες αρνιά. Στο Σαραντάπορο συναντήσαμε τετράτροχα και δίτροχα με οδηγούς δικούς μας αλλά και Τούρκους αιχμαλώτους. Φτάσαμε στα Σέρβια που ήταν πυρπολημένα και διανυκτερεύσαμε στα ερείπια. Την άλλη μέρα φύγαμε για την Κοζάνη. Στο δρόμο συναντήσαμε ζώα φορτηγά καθώς και τροχοφόρα ιδιωτικά, που κουβαλούσαν γυναικόπαιδα με τα πράγματά τους. Φεύγανε από το φόβο του Μπεκήρ. Περνώντας τη γέφυρα του Αλιάκμονα, που ήταν πλημμυρισμένος, φτάσαμε νύχτα στην Κοζάνη, όπου μας υποδέχτηκαν με χαρές. Οι Κρήτες ήμασταν πάνω από 300. Μας φιλοξένησαν όλους σε σπίτια. Περνώντας έξω από ένα μαγαζί που το φύλαγαν δυο Στρατιώτες, είδα μαζεμένο κόσμο. Μου είπαν ότι εκεί φυλούσαν γυναικόπαιδα Τούρκων και ένα Τουρκάκι πέθαινε. Ήσαν πάνω από 80 άτομα σε ένα χώρο 20 τετραγωνικών. Σαν γιατρός που ήμουν, αλλά και αρχηγός, έπεισα τους φρουρούς να ανοίξουν την πόρτα να μπει αέρας, γιατί θα πεθαίνανε όλοι από ασφυξία. Πήγα στο Φρουραρχείο και έπεισα τους αρμόδιους να μοιράσουν τα γυναικόπαιδα σε περισσότερα μέρη. Δικαιολογούμενοι, μου είπαν ότι είναι από τα Κονιαροχώρια και ότι οι άντρες τους είχαν πάρει τα όπλα με τον Μπεκήρ. Μείναμε δυο μέρες στην Κοζάνη και ξεκινήσαμε για Σιάτιστα. Μετά από μιας ώρας πορεία φτάσαμε σε ένα Τουρκοχώρι, που είχε σχολείο και τέμενος. Οι δικοί μας πήγαν να βάλουν φωτιά, αλλά τους συγκράτησα εξηγώντας ότι εμείς ήρθαμε και προς απελευθέρωση αλλά και προς διάσωση του Ελληνικού πολιτισμού. Σε ένα επόμενο χωριό μας υποδέχτηκε ο Χότζας με 5-6 γέροντες Τούρκους, με υποκλίσεις και τεμενάδες, αλλά και με τυρί, μυζήθρα, βούτυρο, μπομπότα και άλλα παρόμοια. Παρακάτω, ακούσαμε σφαίρες να σφυρίζουν γύρω μας και πυροβολισμούς, από μια κορυφή στα δεξιά μας, απόσταση 300-350. Στείλαμε 50 άντρες που επιτέθηκαν κατά των πυροβολούντων, που δεν ήταν πάνω από 200, αλλά ήταν πεισματάρηδες. Επιτεθήκαμε και οι υπόλοιποι και τους αναγκάσαμε να διαλυθούν, αφήνοντας τρεις νεκρούς, όπλα και φυσίγγια. Ήταν αντάρτες Kονιαρέοι του Μπεκήρ. Εμείς είχαμε 2 τραυματίες, ο ένας ήταν Σιατισταίος, που είχε χτυπηθεί στο μηρό. Ένας άλλος τον σήκωσε στους ώμους του, αλλά μια σφαίρα εχθρική τον βρήκε στο μέτωπο και τον άφησε στον τόπο. Ήταν η μοίρα του. Το βράδυ φτάσαμε στη Σιάτιστα, αδιαφορώντας για τους Τούρκους άτακτους που κάθε τόσο μας πυροβολούσαν από τις κορυφές και μετά το έβαζαν στα πόδια. Άνδρες, γυναίκες και παιδιά, με μεγάλη χαρά μας υποδέχονταν και μας καλωσόριζαν, με επί κεφαλής τον Δήμαρχο Μηνά Θεοδώρου, τον Φαρμακοποιό Στρακαλή και άλλους προκρίτους. Μας οδήγησαν σε καθορισμένα από πριν κατάλληλα οικήματα και μας παρείχαν φαγητό και θέρμανση για όσες μέρες μείναμε. ης

Στις 10 το πρωί της 3 Νοεμβρίου, ο Δήμαρχος, ο Στρακαλής και άλλοι Πρόκριτοι, μας ειδοποίησαν τους αρχηγούς των Κρητικών Σωμάτων, καθώς και τον Προϊστάμενο των Εθελοντικών Σωμάτων Μακεδονίας Γεώργιο Κατεχάκη, να πάμε στο Φαρμακείο. Εκεί, ο Δήμαρχος μας παρουσίασε έναν Χριστιανό από άλλο μέρος, που είχε φέρει, σαν αγγελιοφόρος, μία ης επιστολή του Μπεκήρ, σε κακογραμμένα Ελληνικά, που έλεγε ότι «εάν μέχρι της 12 μεσημβρίας αύριον δεν παραδώσετε την πόλη και τα όπλα σας, θα επιτεθώ, θα την καταλάβω και θα την καταστρέψω, και όσους διασωθούν θα τους αιχμαλωτίσω». Αφού διαβάστηκε η επιστολή, μίλησε πρώτος ο Κατεχάκης, λέγοντας ότι «την πόλη, ο Στρατός και οι Κρήτες θα υπερασπισθούμε μέχρι τελευταίας ρανίδος του αίματός μας και δεν θα την παραδώσουμε». Κατόπιν, εγώ και οι Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 301

Παπαδόπετρος, Φιωτάκης, Τζωρτζάκης και Ταβλάς, μαζί, δηλώσαμε ότι «εμείς ήρθαμε τόσο μακριά, περάσαμε τόση θάλασσα και όλην την Παλαιά Ελλάδα, για να αγωνισθούμε για την ελευθερία των αδελφών μας... δηλώνουμε με το λόγο της τιμής μας, ότι ενωμένοι με τους αδελφούς Σιατισταίους και τον Ελληνικό Στρατό, θα αντιταχθούμε, θα πολεμήσουμε, όπως και στην Πατρίδα μας, και είμαστε βέβαιοι ότι με την βοήθεια του Θεού θα νικήσουμε τους βαρβάρους και τον φαντασμένο Μπεκήρ, και θα του απαντήσουμε ότι δεν την παραδίνουμε τη Σιάτιστα, αν του βαστά ας τολμήσει να έλθει να την πάρει». Την απόφαση αυτή γνωστοποιήσαμε και στον Συνταγματάρχη Γεννάδη, που περιφρονώντας τις προτάσεις του Μπεκήρ, τον είχε ειδοποιήσει ότι τον περιμένει να έλθει. Το τελεσίγραφο και οι απειλές, αντί να προξενήσουν φόβο στους Σιατισταίους, τους Κρήτες και τους Στρατιώτες, έφεραν οργή και όρεξη για εκδίκηση. Και ανυπομονησία να περάσει το 24ωρο του τελεσιγράφου … ης

Στις 12 ακριβώς της 4 Νοεμβρίου, ενώ στους θαλάμους που μέναμε μοιραζόταν συσσίτιο, κρέας με μακαρόνια, ήρθε αγγελιοφόρος του Δημάρχου, που μας είπε ότι φάνηκαν οι Τούρκοι. Αφήσαμε το αχνιστό φαγητό και τη ζεστή μπομπότα, πήραμε τα όπλα μας, και με τον Σημαιοφόρο μπροστά βγήκαμε τρέχοντας από την πόλη προς το μέτωπο. Μαζί με μας έφτασαν και τα άλλα σώματα, και ο Λόχος των δασκάλων. Μας περίμενε ο Γενικός Αρχηγός όλων των Κρητών Κατεχάκης, με τον υπαρχηγό του Γ. Καπιτσίνη. Μπροστά μας βρισκόταν μια βουνοκορυφή που δέσποζε της πόλης. Προτείναμε να την καταλάβουμε αμέσως, διότι κατά την κρίση μας, όποιος την έπιανε πρώτος θα ήταν πιθανότατα ο νικητής. Οι στρατιωτικοί δεν μας έφεραν αντίρρηση, αναγνωρίζοντας την ορθότητα της σκέψης μας. Σπεύσαμε προς την κορυφή, μαζί με πεζοναύτες που κρατούσαν γκράδες, και δεξιά μας τάχθηκε ο ολιγάριθμος Στρατός μαζί με τα πυροβόλα του Κλαδά, και πιο πέρα τα Κρητικά Σώματα των Αρχηγών Μαυρογέννη, Κυριάκου Μητσοτάκη, Σκουντρή, Βολάνη, Σπυριδογιάννη και άλλων. Οι Τούρκοι συνεχώς προχωρούσαν χωρίς να πυροβολούν, παριστάνοντας τους Χριστιανούς, φορώντας χακί καλπάκια αντί για φέσια. Φτάνοντας στα 100 μέτρα, τους υποδεχτήκαμε με συνεχή πυρά. Ο Καπιτσίνης, στεκόταν όρθιος σε ένα βράχο και μας φώναξε «μην πυροβολήτε Κρητικοί, αυτοί είναι Χριστιανοί». Είχε ξεγελαστεί. Εμείς ήμασταν βέβαιοι ότι είναι Τούρκοι και 530 φωνάξαμε «Κρητικοί παίξετε … μην πιστεύετε, θέλουν να μας γελάσουν οι Τούρκοι». Ο Καπιτσίνης κατάλαβε την απάτη και έριχνε κι αυτός το ρεβόλβερ του. Κατά τις 2-3 το απομεσήμερο, βροχή λεπτή και πυκνή ομίχλη κάλυψαν όλη την κορυφή και τους μαχόμενους. Μετά από λίγο, ένα ρεύμα αέρα διάλυσε την ομίχλη, και τότε φάνηκε το πιο τραγικό θέαμα όπου μπορεί πολύ σπάνια να συμβεί σε ένα σύγχρονο πόλεμο. Τούρκοι, Κρήτες, Πεζοναύτες και Στρατιώτες, ανακατεμένοι όλοι μαζί, αλληλοσφάζονταν με λόγχες και Κρητικές μαχαίρες, χτυπιούνταν με τους υποκόπανους ή πυροβολούσαν από μικρή απόσταση. Μπροστά μου ο Καπιτσίνης χτυπήθηκε από σφαίρα στο μέτωπο και έπεσε άπνους, όπως και ο Λεωνίδας Παπαμαλέκος, ο Οπλαρχηγός των Αποκορωνιωτών. Σκοτώθηκαν και ο ανεψιός του Κ. Παπαδοπέτρου και ο υιός του Αρχηγού των Σεληνιωτών Φιωτάκη. Σωρός πτωμάτων σε μεγάλη έκταση, μαζί Τούρκοι και δικοί μας. Ενώ λογχιζόταν ο Στρατιώτης μου Αθανάσιος Λαδοβράκης και εγώ πυροβολούσα τον φονιά του τον Τούρκο, με βρήκε σφαίρα στο δεξιό μηρό και πέσαμε όλοι, και οι τρεις, ο ένας πάνω στον άλλο.

530

(πυροβολάτε) Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 302

Η μάχη συνεχίστηκε μέχρι να έρθει η νύχτα, ως τις 5.30 δηλαδή. Τα πυροβόλα του Κλαδά σίγησαν γρήγορα, από τις 2 η ώρα, τα Τούρκικα, και ο Στρατός αν και πιο ολιγάριθμος από τους Τούρκους, απέκρουσε γενναιότατα την επίθεση των εχθρών στα δεξιά, μαζί με τα εκεί ευρισκόμενα Κρητικά Σώματα. Οι Τούρκοι ήταν πάνω από 5-6.000, και όπως μάθαμε μετά, αρχηγός τους δεν ήταν ο Μπεκήρ, αλλά ο Πασσάς που νίκησε τον Ματθαιόπουλο στο Σόροβιτς. Οι Τούρκοι είχαν πάνω από 800-1.000 νεκρούς, και το βάλανε στα πόδια εγκαταλείποντας πτώματα, πυροβόλα, όπλα και πυρομαχικά στο πεδίο της μάχης αλλά και παρακάτω που τους καταδιώκαμε. Οι απώλειες των Κρητών εθελοντών και των δασκάλων ανήλθαν σε πάνω από 75 νεκρούς και 531 πολλούς τραυματίες. Και το σύνολο όλων των Ελλήνων νεκρών ξεπέρασε του 350 . Το δικό μου σώμα είχε 10 νεκρούς και τραυματίες. Εγώ είχα μείνει βαριά τραυματισμένος, ανάμεσα σε πτώματα εχθρών και δικών μας. Ενώ η μάχη συνεχιζόταν, ο αδελφός μου Εμμ. Αναστασάκης με έσυρε παραπίσω με κίνδυνο μεγάλο, και μετά ο οπλίτης μου Ιωάννης Κουριδάκης από το Μούλετε Κισσάμου, ήλθε και με σήκωσε στην πλάτη του και με μετέφερε πιο πίσω όπου με παρέλαβαν τραυματιοφορείς. Μεταφέρθηκα με αυτοκίνητο, με πολλούς άλλους τραυματίες στο Γυμνάσιο της Σιάτιστας, που ήταν γεμάτο τραυματίες. Εκεί έγιναν οι πρώτες επιδέσεις και θυμάμαι τον άξιο, λαμπρό επιστήμονα και έξοχο πατριώτη Ιατρό Σκεύο Ζερβό, εθελοντή από τη Δωδεκάνησο, που μας φρόντισε με άλλους Στρατιωτικούς Ιατρούς. Δίπλα μου ήταν τρεις τραυματίες, με τραύματα στην κοιλιά από λόγχη. Ψυχορραγούσαν μέσα σε φοβερούς πόνους και βογγητά, από την τραυματική περιτονίτιδα, και εξέπνευσαν κι οι τρεις λίγο αργότερα. Από το Γυμνάσιο με μετέφεραν στο σπίτι του Δημάρχου Μηνά Θεοδώρου, όπου έμενε και ο Συνταγματάρχης Κατεχάκης. Από εκεί, την επομένη, 5 Νοεμβρίου, διακομίσθηκα μαζί με άλλους τραυματίες στο Νοσοκομείο Λάρισας, αφού παρέμεινα επί διήμερο στο στρατιωτικό Νοσοκομείο Κοζάνης. Από τη Λάρισα μεταφέρθηκα μετά 2 μέρες στην Αθήνα, στο Νοσοκομείο Αρεταίειο, όπου με φρόντισε ο χειρούργος Καλλιοντζής, καλός γιατρός αλλά κουφός. Εκεί είχα πολλές επισκέψεις και την τρίτη μέρα με επισκέφθηκε και ο Βενιζέλος, μαζί με τον Γάλλο Αρχίατρο. Στο Νοσοκομείο έμεινα πάνω από 50 μέρες και βγήκα με δεκανίκια βακτηρίας. Έμεινα σε ένα θείο μου, τον Γ. Φρυδάκη. Εκεί έμαθα και για τις δύο νικηφόρες Ναυμαχίες. Τέλη Ιανουαρίου του 1913 κατέβηκα στην Κρήτη, κρατώντας τις βακτηρίες επί τρίμηνο. Αχ, αν δεν ήταν στο Σόροβιτς ο Ματθαιόπουλος, η αριστερή μας φάλαγγα θα είχε πάρει και το Μοναστήρι και τη Γευγελή … Αλλά πάλι, αν έπεφτε η Σιάτιστα, τα σύνορα θα ήταν σήμερα πιο κάτω από τη Φλώρινα …

531

Η περιγραφή του είναι υπερβολική, επηρεασμένη μάλλον από τις βαριές απώλειες των Κρητών. Οι συνολικές απώλειες ήταν πολύ μικρότερες. Περίπου 70 ήταν οι Έλληνες νεκροί (συνολικά) και σχεδόν 150 οι τραυματίες. Οι Τούρκοι είχαν περίπου 470 νεκρούς. Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 303

Κυριακή 4 του Νοέμβρη, Μάχη του Κόμανου, 5η Μεραρχία (Διήγηση του Γιώργου)

Μετά την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης, το μεγαλύτερο μέρος της Στρατιάς, στράφηκε προς τη Δυτική Μακεδονία. Ο στόχος ήταν τριπλός: Πρώτον, να εξασφαλιστούν οι απελευθερωμένες περιοχές, που κινδύνευαν μετά την υποχώρηση της Μεραρχίας μας, που από τη Μπάνιτσα βρέθηκε πίσω στην Κοζάνη. Δεύτερον να συντριβούν οι εκεί Τουρκικές Δυνάμεις, που πιεζόταν ήδη από τους Σέρβους. Και τρίτον, να ελευθερώσουμε όσο γίνεται μεγαλύτερο μέρος της Δυτικής Μακεδονίας, αλλά και της Ηπείρου, πριν αρχίσουν οι διαπραγματεύσεις για ειρήνη. Οι αισιόδοξοι πίστευαν ότι προλαβαίναμε να πάρουμε ακόμη και το Μοναστήρι, αλλά αυτό ήταν μάλλον ο απίθανο. Και αυτό, επειδή το 6 Σώμα των Οθωμανών που είχε έδρα το Μοναστήρι, είχε αποδυναμωθεί καθώς έστειλε τρεις Μεραρχίες του να χτυπήσουν εμάς, και έτσι άφησε το Μοναστήρι σχεδόν αφύλακτο απέναντι στους Σέρβους που προέλαυναν. Έχουν ακουστεί πολλά για το τι ήθελαν να πετύχουν οι Τούρκοι με το να στείλουν 3 ολόκληρες Μεραρχίες να μας χτυπήσουν. Υπάρχει η άποψη που λέει ότι ο Στρατηγός τους ήθελε να κινηθεί «επί εσωτερικών γραμμών», σαν τον Ναπολέοντα, να εξουδετερώσει πρώτα εμάς και μετά να επιστρέψει στο Μοναστήρι. Εγώ νομίζω ότι το Μοναστήρι το είχαν χαμένο, και το μόνο που τους ένοιαζε ήταν να κρατήσουν ανοιχτό το δρόμο της υποχώρησής τους προς τα Γιάννινα. Αλλιώς η γιατί να στείλουν τόσο μεγάλες δυνάμεις απέναντι σε μία μόνο Μεραρχία; Η Μεραρχία μας, η 5 , δεν αρκούσε λογικά για να πάρει το Μοναστήρι μόνη της. η

η

Όπως και να έχει, από τη Θεσσαλονίκη στάλθηκαν ισχυρές δυνάμεις, η 4 και 6 Μεραρχία καθώς και ένα Σύνταγμα της Ταξιαρχίας Ιππικού, ενώ και η δική μας Μεραρχία, με νέο Διοικητή τον Γεννάδη, μπόρεσε να ανασυγκροτηθεί και πήραμε Διαταγή να κινηθούμε πάλι βόρεια, προς τα υψώματα του Κόμανου, δίπλα στο χωριό ης Μαυροπηγή, που τα κατείχαν οι Τούρκοι της 17 Μεραρχίας. Το Σάββατο 3 Νοεμβρίου, ξεκινήσαμε από την Κοζάνη, με επί κεφαλής το νέο μας Μέραρχο, τον Συνταγματάρχη Στέφανο Γεννάδη, ακολουθούμενο από το Επιτελείο του, τον Αντισυνταγματάρχη Γεωργιάδη, τους Αξιωματικούς Γκιταράκο, Ταμπακόπουλο, Δροσόπουλο, Βλαχόπουλο, Χουδάλη, Γεννήσαρλη, Κατσαρό και Κλαυδιανό. Μαζί μας ήταν και ο 532 Ηγούμενος Ιλαρίωνας Ρολόγης . Ο Γεννάδης, μας χώρισε σε τρεις φάλαγγες: Αριστερή πλαγιοφυλακή ήταν το Τάγμα Ευζώνων του Παπαβάσου, βαδίζοντας προς την Ποντοκώμη και το Μαυροδένδρι. Δεξιά πλαγιοφυλακή ήταν το Τάγμα Ευζώνων του Λοχαγού Αβέλη, κινούμενο από τη Χαραυγή προς την Καρδιά. Και στη μέση, ακολουθώντας τον ο ο δημόσιο δρόμο προς το Κόμανο ήταν το κύριο σώμα, με το 16 και το 22 Σύνταγμα Πεζικού με το Πυροβολικό, πλην μίας Πυροβολαρχίας υπό τον Γουβέλη που πήγαινε μπροστά με την προσθοο φυλακή, δηλαδή την Ημιλαρχία Ιππικού, το δικό μας 23 Σύνταγμα και τον Λόχο Μηχανικού. Σαν έφτασε το αριστερό μας στο Μαυροδένδρι, αντιμετώπισε Τούρκους χωριάτες οπλισμένους. Οι Εύζωνοι τους έτρεψαν εύκολα σε φυγή. Την ίδια περίπου ώρα, το κέντρο έφτασε στην Ποντοκώμη, που τότε ήταν Τουρκοχώρι και λεγόταν Ερντομουσλί ή και Ερτομούς, που σημαίνει γουρου532

(Ιλαρίων Ρολόγης από την Κρήτη 1861 – 1915) Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 304

νότοπος. Οι κάτοικοί του φεύγοντας βάλανε φωτιά στο χωριό και διέφυγαν προς τα υψώματα που ήταν ο Στρατός τους. Κατά τις 4 μμ, το Ιππικό επιβεβαίωσε ότι ο εχθρός είχε οχυρωθεί στα υψώματα από τη Μαυροπηγή, που τότε λεγόταν Καραμπουνάρ, μέχρι το Κόμανο. Σε λίγη ώρα πήραμε επαφή και η εμπροσθοφυλακή δέχτηκε τις πρώτες εχθρικές οβίδες. Ο Μέραρχός μας έβγαλε τη «Διαταγή μάχης» που έλεγε τα εξής: «Ο εχθρός κατέχει γραμμή στις πλαγιές πάνω από ο το Καραμπουνάρ και το Κόμανο. Η εμπροσθοφυλακή που είχαμε θα διαλυθεί. Το 23 Σύνταγμα θα ο καταλάβει το Κόμανο και θα έχει υπό τις διαταγές του το 4 Τάγμα Ευζώνων του Οικονομάκη, ενώ ο ο το 22 Σύνταγμα, έχοντας υπό τις διαταγές του το 1 Ευζώνων του Παπαβάσου, θα καταλάβει το ο Καραμπουνάρ. Το 16 Σύνταγμα θα μείνει Εφεδρεία υπό τις διαταγές μου, τασσόμενον στον λόφον όπου παραμένω, στο ύψος του Ερντομουσλί και ανατολικά της οδού. Το Πυροβολικό, η Μοίρα Γουβέλη και Κατσικογιάννη, θα καταλάβει θέσεις κοντά στην Εφεδρεία. Το Ιππικό θα παραμείνει ανατολικά του λόφου που είμαι εγώ, με φυλάκια εμπρός, δεξιά και πίσω. Η Διλοχία ο Μηχανικού, θα ακολουθήσει το 23 Σύνταγμα. Αν διακοπεί ο αγώνας λόγω σκότους, τα Σώματα θα θέσουν ισχυρές προφυλακές μάχης και θα ξαναλάβουν τα όπλα πριν την αυγή.» Αναπτυχθήκαμε για μάχη σύμφωνα με τη Διαταγή. Ο εχθρός υποδέχτηκε τα πρώτα τμήματα με πυκνά πυρά πεζικού. Το Πυροβολικό του Γουβέλη τάχθηκε σε ένα μικρό λόφο κοντά στο δρόμο, ανατολικά από το Ερντομουσλί και άρχισε να βάλλει κατά του εχθρικού Πυροβολικού αλλά και ο ο κατά του εχθρικού Πεζικού. Μπήκε στη μάχη και το Σύνταγμά μας, το 23 , καθώς και το 22 στα ο ο ο αριστερά μας. Δεξιά μας επιτέθηκε το 4 Ευζωνικό και αριστερά από το 22 ήταν το 1 Ευζωνικό. Η μάχη ήταν σκληρή και τα πολυβόλα θέριζαν. Αλλά άρχισε να νυχτώνει και έπιασε και ραγδαία βροχή που βασάνιζε κι εμάς και τους Τούρκους, και η μάχη σταμάτησε. Από τον Μέραρχο και το Επιτελείο του, που ήταν κοντά στο φλεγόμενο Ερτομούς, μέχρι τον τελευταίο Στρατιώτη, όλοι υποφέραμε τη νύχτα εκείνη, στο άγνωστο και εχθρικό μέρος. Ο Λόχος μας ήταν στο Α’ κλιμάκιο, δυτικά του δρόμου, 1.500 μέτρα περίπου από το Κόμανο, στις «προφυλακές μάχης». Άντρες και ζώα ξαπλώσαμε στη λάσπη και λαγοκοιμόμασταν αγκαλιά με τα όπλα. Ο Λοχαγός μας ο Δεμέστιχας δεν ήθελε να κοιμηθεί στις λάσπες και ο ύπνος τον πήρε όρθιο, ακουμπισμένο σ’ ένα τηλεγραφικό στύλο. ης

Σαν ήρθε το χάραμα της 4 Νοεμβρίου, ο Μέραρχος έβγαλε συμπληρωματικές Διαταγές, που όριζαν επίθεση κατά μέτωπο αλλά και κυκλωτική κίνηση από τα αριστερά, κατά του εχθρικού δεξιού στο Καραμπουνάρ. Πριν τις 8 ξαναρχίσαμε την επίθεση και ως τις 10 η μάχη ήταν αμφίρροπη. Οι Τούρκοι, όχι μόνο αντιστέκονταν, αλλά κάνανε και αντεπιθέσεις. Η λάσπη δυσκόλευε την προχώρηση του Πεζικού μας, αλλά και το Πυροβολικό δυσκολευόταν πολύ. Στα υψώματα δυτικά του Ερντομουσλί και στα φαράγγια γινόταν σκληρή μάχη με τα άταχτα Σώματα του Νιαζή Μπέη 533 και του γερο-Χαλήλ Καπετάν , που χτυπούσαν το αριστερό πλευρό της Μεραρχίας, θέλοντας να ανακόψουν την προέλαση των Ευζώνων, αλλά και να μας απειλήσουν από τα νώτα. Οι Τούρκοι είχαν ενισχυθεί τη νύχτα από το Σόροβιτς, και τώρα είχαν δύναμη σχεδόν μιας Μεραρχίας, με Διοικητή τον γενναίο και τολμηρό Μουσταφά Πασά. Κατά τις έντεκα, αντεπιτέθηκαν λυσσασμένα στο Σύνταγμά μας που είχε πλησιάσει το Κόμανο από τα ανατολικά, και ο αγώνας έγινε πολύ σκληρός. Ο Λόχος μας απείχε λιγότερο από 300 μέτρα από τις εχθρικές γραμμές, όταν μια σφαίρα 534 χτύπησε το Διοικητή μας τον γενναίο Ανθυπολοχαγό Παναγιώτη Δεμέστιχα στο αριστερό πόδι . Τη Διοίκηση του Λόχου ανέλαβε ο μοναδικός Αξιωματικός που είχε μείνει, ο έφεδρος Ανθυπολοχαγός Ρηγόπουλος. 533

(που αργότερα πιάστηκε και καταδικάστηκε σε θάνατο από το Στρατοδικείο Κοζάνης) Η βολίδα σφηνώθηκε ανάμεσα στα οστά της κνήμης και χρειάστηκαν δύο εγχειρήσεις για την εξαγωγή της. Επέστρεψε στο Σύνταγμα, που τότε ήταν στη Φλώρινα, στα τέλη Μαρτίου. 534

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 305

Οι Τούρκοι ήταν γερά γαντζωμένοι στη δυτική πλευρά του χωριού και ο Ο Μουσταφά Πασάς έριξε στη μάχη και τις εφεδρείες του, ενώ διέταξε και μια Πυροβολαρχία του να πιάσει τα υψώματα του Κόμανο δυτικά από τη δημοσιά. Η πίεση ήταν μεγάλη αλλά βαστήξαμε. Όμως η πίεση μεγάλωνε και μερικά τμήματα άρχισαν να κλονίζονται. Ο Διοικητής μας, ο Αντισυνταγματάρχης Ζούκης, ήταν στην πρώτη γραμμή για να δίνει κουράγιο. Αλλά χτυπήθηκε στο στήθος και έπεσε και τον πήραν πίσω οι τραυματιοφορείς. Πληγώθηκε κι ο Λοχαγός Κουρουσόπουλος και πολλοί άλλοι Αξιωματικοί. Πάνω από 30 Αξιωματικούς είχε χάσει ως τώρα το Σύνταγμά μας από όταν ξεκίνησε ο Πόλεμος. Βλέποντας τα δύσκολα ο Μέραρχος, άφησε το άλογό του και προχώρησε πεζός μαζί με το Επιτελείο του στην πρώτη γραμμή. Ο Δροσόπουλος ήρθε στο «ακέφαλο» Σύνταγμά μας και προσπαθούσε να μας εμψυχώσει. Στις κρίσιμες αυτές στιγμές, ο Μέραρχος έδειξε την αξία και την ψυχραιμία του. Μοίρασε αμέσως νέες Διαταγές: Να ο ενισχυθεί άμεσα το Πυροβολικό του μετώπου. Να έρθει αμέσως σε βοήθειά μας το 16 Σύνταγμα. ο ο Το 1 Ευζωνικό Τάγμα να επιταχύνει πάση θυσία την κυκλωτική του κίνηση. Και το 4 Ευζωνικό να συνεχίσει την πορεία του προς το Τρέμπινο για να καταδιώξει τον εχθρό αν αρχίσει να υποχωρεί. ο

Οι Διαταγές του άρχισαν να εκτελούνται αμέσως. Το 16 προχώρησε ραγδαία και μπήκε ορμητικά στη μάχη. Ο Διοικητής του Πυροβολικού διέταξε τον Λοχαγό Ταμπακόπουλο να οδηγήσει γρήγορα την καινούργια Μοίρα Πυροβολικού του Κατσικογιάννη, που μόλις είχε φτάσει από την Κοζάνη ο για ενίσχυση, να πάρει θέση μπροστά κοντά στη Μοίρα Γουβέλη και να βοηθήσει το 16 και το ο δικό μας το 23 . Και καθώς το ου Τάγμα Οικονομίδη του 16 ερχόταν κοντά μας για ενίσχυση, φάνηκε και η Μοίρα Κατσικογιάννη που ερχόταν «τροχάδην». Και μαζί με τα πυροβόλα του Γουβέλη, άρχισαν να σαρώνουν με δραστικά πυρά το εχθρικό πεζικό, καλύπτοντας έτσι και ου την ανάπτυξη του 16 . Μεσημέριασε, ήρθε η ώρα δώδεκα, και τότε ο Γεννάδης πρόσταξε γενική επίθεση σε όλη τη γραμμή. Ο εχθρός έτσι «αγκιστρώθηκε» και οι Εύζωνοι από τα αριστερά πλευροκόπησαν το εχθρικό δεξιό, ορμώντας με «πυρά ομαδόν», αλαλαγμούς και «εφ’ όπλου λόγχη», ενώ μικρότερα Ευζωνικά τμήματα τρέχανε να κόψουν την υποχώρηση. Ο Μουσταφά Πασάς βλέποντας τον κίνδυνο, διέταξε υποχώρηση από το Κόμανο. Αλλά τα Ευζωνάκια όρμησαν «δια της λόγχης» κατά του τμήματος που κάλυπτε την υποχώρηση και πήρανε και δύο κανόνια, μαζί με τα βλητοφόρα. Πήραμε το Κόμανο!!! Το τι ακολούθησε, δύσκολα περιγράφεται. Οι εχθροί πήραν πανικόβλητοι το Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 306

δρόμο προς τα Καϊλάρια, ενώ το Πυροβολικό μας τους χτυπούσε αλύπητα με εκρηκτικές οβίδες, διαλύοντάς τους.

Βλέποντας τα πράγματα τώρα, μετά από χρόνια, θα ήθελα να συμπληρώσω ότι η Μεραρχία μας, η η 5 , έχει το δικαίωμα να λέει ότι «έχασε τα πάντα εκτός από την τιμή». Όλοι εμείς που πολεμήσαμε τότε σκληρά, φέρουμε με υπερηφάνεια στην γαλανόλευκη ταινία του μεταλλίου μας τις διακριτικές διεμβολές «ΣΟΡΟΒΙΤΣ», «ΚΟΜΑΝΟ», «ΚΟΡΥΤΣΑ», που θυμίζουν τις σκληρές και πολύνεκρες μάχες στο Σόροβιτς, τις νίκες μας στο Κόμανο και αργότερα στη Βίγλιτσα και στην Κορυτσά. Η Μεραρχία μας έδειξε μεγάλα ψυχικά αποθέματα, αν και χάσαμε το 50 % της δύναμής μας και πλήθος Αξιωματικών. Υποχωρήσαμε πολεμώντας με τετραπλάσιο εχθρό, αλλά οι Αξιωματικοί και οι άντρες πολέμησαν με απαράμιλλο θάρρος και γενναιότητα, και οι περισσότεροι έμειναν στις θέσεις τους με αυτοθυσία, όπως ο ήρωας Κοσκινάς που δεν υποχωρούσε χωρίς γραπτή Διαταγή!

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 307

Πορεία προς τη Φλώρινα, μάχες Οστρόβου και Γκορνιτσόβου, 6 η Μεραρχία (Διήγηση του Πέτρου)

Μετά την παράδοση των Τούρκων, περιμέναμε Διαταγές να μπούμε κι εμείς στη Θεσσαλονίκη, αλλά προς μεγάλη μας απογοήτευση, διαταχθήκαμε να επιστρέψουμε στα Γιαννιτσά, και από κει 535 να πορευτούμε προς τα Βοδενά, τη σημερινή Έδεσσα . Πανέμορφα τοπία, πανέμορφη πόλη, αλλά ποτέ δεν κατάλαβα γιατί τρέχαμε για να φτάσουμε, λες και θα είχε διαφορά αν φτάναμε στις 4 ή στις 5 μμ. Οι μισοί Στρατιώτες μένανε πίσω και μετά χάναμε ώρες και μέρες για να ανασυνταχθούν οι Λόχοι και τα Τάγματα. Και το κακό είναι ότι μας έμεινε και η κακή συνήθεια της ασύντακτης πορείας. Στα Βοδενά φιλοξενηθήκαμε οι Αξιωματικοί στο σπίτι του προύχοντα Πέτρου Πέγιου, που μας περιποιήθηκε με τον καλύτερο τρόπο. Αν και λόγω των στομαχικών μου διαταραχών έχασα την ευκαιρία να απολαύσω τα τόσα καλούδια που μας πρόσφεραν. Μείναμε στα Βοδενά δυο μέρες, απαραίτητες για να ξεκουραστούμε, να πλυθούμε και να ξανανοιώσουμε άνθρωποι. Την Κυριακή 4 Νοεμβρίου, ξεκινήσαμε στις 8 το πρωί πρωί από την Έδεσσα για το Όστροβο, τη σημερινή Άρνισσα. Τα μέρη αυτά ήταν πανέμορφα, με πλούσια βλάστηση και πολλά νερά. Αλλά ο δρόμος ήταν στενός, και καθυστερούσαμε καθώς το Μηχανικό προσπαθούσε να τον διευρύνει, για να μπορέσουν να περάσουν και τα πυροβόλα. Ο εχθρός μας περίμενε πριν την Άρνισσα. Ο Λόχος μας πήγαινε μπροστά και το μεσημέρι ακούσαμε πίσω και δεξιά μας πυκνούς πυροβολισμούς. Μας δόθηκε η εντολή να σχηματίσουμε πλαγιοφυλακές, για προστασία της υπόλοιπης φάλαγγα που προχωρούσε. Δυο διμοιρίες τράβηξαν δεξιά κατά κει που ήταν οι εχθροί και εμείς με μία άλλη Διμοιρία στα αριστερά. Το έδαφος ήταν πετρώδες και απότομο και η ανάβαση δύσκολη. Οι εχθροί από απέναντι, σαν είδαν τις Διμοιρίες μας να πλησιάζουν απειλητικά, αποτραβήχτηκαν αμέσως. Ο Λόχος έμεινε για δύο σχεδόν ώρες στην πλαγιοφυλακή, βαδίζοντας στα κατσάβραχα πάνω από το δρόμο, προστατεύοντας το Σύνταγμα που βάδιζε από κάτω. Μετά, καθώς άνοιγε το 535

Η Έδεσσα ελευθερώθηκε στις 18-12-1912 από την 6η Ημιλαρχία με επί κεφαλής τον Ανθυπίλαρχο Αργύριο Σταυρόπουλο. Η Ημιλαρχία είχε καταλάβει από το προηγούμενο βράδυ το Σιδηροδρομικό Σταθμό Σκύδρας και το επόμενο πρωί κατέλαβε τον Σ.Σ. της Έδεσσας, μετά από συμπλοκή με την Τουρκική φρουρά, κατά την οποία σκοτώθηκαν ο Ιερέας του χωριού Σωτήρα, ο 15χρονος μαθητής Ψυχογιός και ένας ακόμη μαθητής του Οικοτροφείου. Η επίσημη παράδοση έγινε στις 11 πμ, από τον τότε Δήμαρχο Αλή Ριζά. Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 308

πεδίο μπροστά μας και μπαίναμε σε μια μικρή κοιλάδα, το Σύνταγμα άρχισε να αναπτύσσεται σε τάξη μάχης, και εμείς διαταχθήκαμε να πάμε στα αριστερά του Συντάγματος. Κατά τις 2.30 μμ, αρχίσαμε να μπαίνουμε στην κοιλάδα. Τότε, ένα σάλπισμα ακούστηκε από την απέναντι κορυφογραμμή, και ο εχθρός μας υποδέχτηκε με ομοβροντίες και ταχύ πυρ. Οι Λοχαγοί αφίππευσαν, αλλά τα άλογά τους τρομαγμένα τρέξανε προς τα πίσω δημιουργώντας σύγχυση. Οι Λόχοι που ήταν μπροστά μας βρήκαν κάλυψη σε ένα χαμηλό ύψωμα. Ο δικός μας Λόχος έμεινε ακάλυπτος σε ανοιχτό πεδίο. Κάποιοι φαντάροι προσπάθησαν να τρέξουν προς τα πίσω. Ο Λοχαγός και εγώ τους σταματήσαμε με τα περίστροφα στα χέρια, διατάζοντας «πρηνηδόν». Είδα ένα νεαρό Ανθυπολοχαγό να τρέχει προς τα πίσω. «Πού πας κύριε Ανθυπολοχαγέ;» του φώναξα … Έμεινε ακίνητος, και βρίσκοντας ξανά το κουράγιο του ήλθε κοντά μου, καθώς εγώ τοποθετούσα τη Διμοιρία μου σε ένα χαντάκι. «Πυρ ομαδόν σε αυτούς αριστερά παιδιά … Πυρ !!!» Σε λίγο όλοι οι Λόχοι μας άρχισαν να ανταποδίδουν τα πυρά, ο ένας μετά τον άλλο. Ο θόρυβος των μάνλιχερ ήταν εκκωφαντικός μέσα στη μικρή κοιλάδα. Είδα τον Υπασπιστή Σπύρο Φωκά να διατρέχει έφιππος τις θέσεις του Συντάγματος, μεταφέροντας εντολές και επιβάλλοντας την τάξη. Ξαφνικά ένοιωσα ένα σκούντημα στον αριστερό μου ώμο και ένα μούδιασμα να κατεβαίνει από τον ώμο ως τα δάχτυλα. Είδα το αίμα μου να τρέχει μέσα από το μανίκι. 536 «Γκιούλο την άρπαξα κι εγώ …» λέω στον «υπηρέτη» μου που ήταν καλυμμένος δίπλα. «Χτυπήθηκες κύριε Υπολοχαγέ μου;» ρώτησε έντρομος … «Δεν είναι τίποτα μάλλον, δεν αισθάνομαι πόνο … Μη λες τίποτα!» Αλλά δεν χρειαζόταν να πει τίποτα ο Γκιούλος, οι Στρατιώτες δίπλα μου είχαν δει τι έγινε και με κοίταζαν ανήσυχοι. «Να σας πάμε στο Χειρουργείο κύριε Υπολοχαγέ;» ρώτησε ο Γκιούλος. Δεν του απάντησα. Αυτό που φοβόμουνα ήταν η αιμορραγία, αλλά ευτυχώς το αίμα έπηξε και σταμάτησε να τρέχει. Το χέρι το αισθανόμουνα βαρύ και μουδιασμένο, αλλά δεν είχα σκοπό να αφήσω τη μάχη. Η θέση μας ήταν άσχημη, καθώς δεν είχαμε καλή κάλυψη. Οι σφαίρες γύρω μας πέφτανε βροχή. «Βρε αδερφέ Πέτρο, εδώ θα μείνουμε; Τι λες να κάνουμε;» ρώτησε ο Λοχαγός. «Πού μπορούμε να πάμε κύριε Λοχαγέ; Μπροστά μας είναι οι άλλοι Λόχοι, ολόκληρο Σύνταγμα …» Άρχισε να νυχτώνει και έπιασε ψιλόβροχο. Ήρθε ο Ταγματάρχης Κακουσαίος και μας διέταξε να πάμε προς τα αριστερά της απέναντι κορυφογραμμής. Μάζεψα τη Διμοιρία και βάδισα προς τα εμπρός, όπως και όλος ο Λόχος. Μετά πέντε λεπτά, διαταχθήκαμε να σταματήσουμε. Ήμασταν σε εντελώς ανοιχτό πεδίο, ολότελα ακάλυπτοι. Διέταξα τους Στρατιώτες να πέσουν πρηνείς και ευτυχώς δεν είχαμε ούτε μία απώλεια. Τα εχθρικά πυρά αραίωσαν καθώς σκοτείνιαζε. Διαταχθήκαμε να προχωρήσουμε και πάλι. Καθώς νύχτωσε για καλά, καλυφθήκαμε δίπλα σε έναν άλλο Λόχο. Δεν έρχονταν διαταγές, δεν ου ξέραμε πού να πάμε. Δίπλα μας ήταν Στρατιώτες του 9 Συντάγματος, φαίνεται ότι οι Λόχοι μπερδεύτηκαν. Νέα διαταγή, να γυρίσουμε πίσω στην αρχική μας θέση. Σφαίρες σφυρίζανε γύρω μας καθώς κινούμασταν και πάλι, αλλά ευτυχώς μας κάλυπτε πια το σκοτάδι. Καταφέραμε τελικά να μαζευτούμε με άλλα τμήματα του Συντάγματός μας, χάρη στις προσπάθειες του κ. Φωκά. Οι 536

Ο «υπηρέτης» ή ορντινάντσα ήταν ο Στρατιώτης που φρόντιζε για τη μεταφορά των ειδών του Αξιωματικού, ώστε αυτός να είναι πιο ευκίνητος στις πορείες και τις μάχες. Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 309

Αξιωματικοί κληθήκαμε σε σύσκεψη. Όσοι μπορούσαν δηλαδή, καθώς είχαν πληγωθεί και διακομισθεί στο Χειρουργείο ο Ταγματάρχης Κακουσαίος, οι Ανθυπολοχαγοί Γιαννακουδάκης και Μπιτζάνης και άλλοι. Με τα πολλά, αποφασίσαμε να ανεβούμε στην δεξιά πλαγιά της χαράδρας και να εγκατασταθούμε εκεί αμυντικά. Σαν φτάσαμε στις νέες θέσεις, θυμήθηκα το τραύμα μου. Έβγαλα το χιτώνιο και ένας Δεκανέας ο Βασίλης ο Κροντηράς, μου έπλυνε την πληγή και την έδεσε με τον ατομικό μου επίδεσμο. Ένοιω537 θα να ανεβαίνει πυρετός, αλλά δεν είχα σκοπό να αφήσω τη Διμοιρία μου . Ακουμπισμένος σε ένα βράχο, με πυρετό και κάτω από βροχή, έμεινα άυπνος όλη τη νύχτα. Οι Τούρκοι απαγκιστρώθηκαν στη διάρκεια της νύχτας, αλλά στις δικές μας γραμμές συνεχιζόταν η σύγχυση και πολλές φορές ακούστηκαν πυροβολισμοί από σκοπούς που τρομάζανε και ακολουθούσε μεγάλη αναστάτωση. Σήμερα, θεωρώ απαράδεκτο ότι μπήκαμε στην κοιλάδα χωρίς να έχει προηγηθεί ανίχνευση. Δεν ξέρω αν έφταιγε ο Συνταγματάρχης ή το Επιτελείο της Μεραρχίας, αλλά ξέρω ότι πήγαμε στο στόμα του λύκου και αιφνιδιαστήκαμε. Μία σωστή ανίχνευση, θα είχε εντοπίσει τους Τούρκους, που δεν ήταν πάνω από 500 με 800, και μία πλευρική κίνηση θα ήταν αρκετή για να τους κάνει να φύγουν. Αντίθετα, πήγαμε σαν τα πρόβατα κατά πάνω τους, φτάσαμε σε 400 μέτρα απόσταση και ούτε τους είχαμε πάρει χαμπάρι. Αν είχαν πυροβόλα και πολυβόλα θα μας είχαν κάνει κομμάτια. Το επόμενο πρωί δεν τολμήσαμε να συνεχίσουμε ευθεία προς το Όστροβο. «Όποιος καεί από το χυλό …» Πήγαμε πίσω από το βουνό, κάνοντας ένα μεγάλο κύκλο, σπρώχνοντας τα πυροβόλα στις πέτρες και τον ανήφορο, κάτω από βροχή και δυνατό κρύο. Φτάσαμε τελικά στο Όστροβο, ένα πανέμορφο χωριό δίπλα στη λίμνη, στις 5 το βράδυ. Αφού τακτοποιήθηκε η Διμοιρία, πήγα στο σπίτι που είχε καταλύσει ο γιατρός του Συντάγματος, ο Ανθυπίατρος Ιωάννης Κωστούρος, με τον οποίο είχαμε γίνει φίλοι. «Φίλε μου Πέτρο, είσαι τυχερός που δεν μολύνθηκε το τραύμα … Είναι μέσα στα νεύρα του ώμου και θα είχες ιστορίες … Έκανες μεγάλη ανοησία που δεν πήγες αμέσως στο Χειρουργείο να σου το δέσουν … Είναι τραύμα διαμπερές του δελτοειδούς και η σφαίρα ίσα που ακούμπησε το περιόστεο. Μισό πόντο πιο κάτω αν είχε πάει … αντίο χέρι! Τώρα μάλλον θα αποφύγουμε τη μόλυνση. Αν τις επόμενες δύο μέρες, πάμε καλά, αλλιώς θα έχεις σκοτούρες …» μου έλεγε ο Γιάννης καθώς με φάσκιωνε … Ευτυχώς λοιπόν δεν υπήρξε μόλυνση, οπότε δεν είχα φόβο. Το μεσημέρι της άλλης μέρας, Τρίτη 6 Νοεμβρίου, αφήσαμε το πανέμορφο Όστροβο. Μπροστά ο πήγαινε τώρα το 8 Ευζωνικό Τάγμα και από πίσω ακολουθούσε η Μεραρχία. Συνεχίσαμε δυτικά για το Γκορνίτσοβο, τη σημερινή Κέλλη, με τελικό προορισμό πιο δυτικά τη Φλώρινα. Οι 538 ερίφηδες που μας είχαν χτυπήσει την Κυριακή, νόμισαν ότι μπορούσαν να κάνουν ξανά το ίδιο κόλπο και είχαν πιάσει μια κορυφογραμμή σε ένα στενό, πριν το Γκορνίτσοβο. Κατά τις 4 ακούσαμε πυρά, οι Τούρκοι χτυπούσαν τους Ευζώνους που πήγαιναν μπροστά. Η Μεραρχία δεν είχε μπει ακόμη στο στενό την ώρα εκείνη. Οι Εύζωνοι επιτέθηκαν με ορμή και ένα μικρό τμήμα πήγε από τα δεξιά, πάνω από τα βράχια, οδηγούμενο από τον παπά του Γκορνιτσόβου. Δυο ορειβατικά πυροβόλα άρχισαν κι αυτά να βάλλουν κατά των Τούρκων, που μετά τις πρώτες εύστοχες βολές το έβαλαν στα πόδια. Οι Εύζωνοι τους πήραν στο κυνήγι. Στην υποχώρησή τους οι 537

Στο σημείο αυτό της διήγησής του, ο Βρυζάκης «καρφώνει» στο βιβλίο του και τους Αξιωματικούς αυτούς, που αν και είχαν μικρότερα τραύματα, έτρεχαν με την πρώτη στο Νοσοκομείο και μετά φεύγανε και με αναρρωτική άδεια. 538 (οι πονηροί, οι μπαμπέσηδες) Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 310

Τούρκοι έπρεπε να περάσουν ένα ρέμα. Εκεί, δίπλα στο γεφυράκι, τους στήσανε καρτέρι οι Εύζωνοι και ο δρόμος και το ρέμα γέμισαν πτώματα. Καθώς η Μεραρχία μας περνούσε μετά από το γεφυράκι, θυμάμαι πόση ευχαρίστηση νοιώθαμε στην θέα των πτωμάτων … Θεία τιμωρία … Νύχτα φτάσαμε στο Γκορνίτσοβο. Οι Αξιωματικοί του Λόχου κοιμηθήκαμε σε ένα βρώμικο σπίτι που ανήκε σε Βούλγαρους και πριν από μας, την προηγούμενη νύχτα, μένανε εκεί Τούρκοι. Και μας ρήμαξαν οι ψείρες. Φαίνεται ότι οι Βουλγάρικες και οι Τούρκικες ψείρες ήταν πιο τρομερές από τις δικές μας, ή μας φέρθηκαν σαν σε εχθρούς … Εμείς τότε δεν το γνωρίζαμε, αλλά από το Όστροβο, ο Αρχιστράτηγος Κωνσταντίνος έστειλε τηλεγράφημα στη Θεσσαλονίκη, ανακοινώνοντας τις μεγάλες νίκες και ζητώντας οδηγίες για την παραπέρα προέλαση: «Θεσσαλονίκην Εκ του Στρατηγείου μου εις Όστροβο - Άρνισσα 6 Νοεμβρίου 1912 Υπ’ εμέ στρατιά εκ πρώτης, τρίτης, τετάρτης, πέμπτης και έκτης Μεραρχίας αρχίσασα από 2 Νοεμβρίου προέλασιν ταυτόχρονον δια Βοδενών, δια Γραμματικόβο και δια Κοζάνης υπό ραγδαίαν και συνεχή βροχήν καθ' όλο το μέχρι τούδε διάστημα, συνέτριψε την αντίστασιν του εχθρού την 3 και 4 Νοεμβρίου παρά το Κόμανο, παρά την Κατράνιτζαν και παρά το Όστροβο, σήμερον δε παρά το Σόροβιτς και παρά τα μεταξύ Γκορνίτζοβο και Οστρόβου στενά. Αύριον συνέχιση προέλασιν προς Φλώριναν. Αντίστασις εχθρού εξακολουθεί μολονότι στρατός Μοναστηρίου παρεδόθη. Πιθανώς ανθίσταται τμήμα στρατού υπό Νιαζή, γνωστόν Νεότουρκον Ρέσνας. Παρά Κυβερνήσεως εζήτησα όρια εις α επεκτείνω όρια κατοχής χώρας και πορείαν διαπραγματεύσεων μεταξύ συμμάχων περί διανομής αυτής όπως κανονίζω εκάστοτε στάσιν μου.­ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΔΙΑΔΟΧΟΣ» Την άλλη μέρα, Τετάρτη 7 Νοεμβρίου, στις 8 το πρωί, ξεκινήσαμε για το Μοναστήρι. Είχαμε μάθει ης για την ήττα της 5 Μεραρχίας στο Σόροβιτς, από Τουρκικά στρατεύματα που είχαν κατέβει από το Μοναστήρι και ότι οι Σέρβοι πλησίαζαν σε αυτό. Στις 10.30 περάσαμε από την Μπάνιτσα, τη σημερινή Βεύη, που τη βρήκαμε καμένη. Οι εκκλησίες ήταν γκρεμισμένες συνθέμελα και οι αυλές ήταν γεμάτες ψόφια γουρούνια. Καθώς οι Οθωμανοί δεν τρώνε χοιρινό, δεν τα πήραν μαζί τους, τα σκότωσαν καθώς κατέστρεφαν τα πάντα. Περνάμε το χωριό προχωρώντας βόρεια προς μια πεδιάδα, και εκεί το θέαμα ήταν ακόμη πιο αποκρουστικό. Πτώματα Ελλήνων Στρατιωτών, 539 τουμπανιασμένα, άλλα ημίγυμνα και άλλα ολόγυμνα. Ήταν αιχμάλωτοι που τους δολοφόνησαν οι Τούρκοι καθώς υποχωρούσαν προς το Μοναστήρι. Μια αγγαρεία Στρατιωτών μας ανέλαβε να τους θάψει, καθήκον που το εκτέλεσαν με μεγάλη φροντίδα και ευλάβεια. Περάσαμε το σιδηροδρομικό σταθμό της Μπάνιτσας και καταυλιστήκαμε σε ένα πολύ όμορφο αλλά και πολύ υγρό μέρος. Εκεί μάθαμε ότι οι Σέρβοι μπήκαν στο Μοναστήρι και ότι έπιασαν 50.000 Τούρκους αιχμαλώτους. Χαρήκαμε πολύ για τη νίκη των συμμάχων μας, αλλά στην πραγματικότητα και οι δυο ειδήσεις δεν ήταν καλές. Η πρώτη γιατί το Μοναστήρι ήταν στόχος του Στρατού μας, καθώς μένανε εκεί τόσες χιλιάδες Έλληνες νοικοκυραίοι, που μας περίμεναν με αγωνία. Και η δεύτερη γιατί δεν ήταν αληθινή. Οι Τούρκοι είχαν ξεφύγει από το Μοναστήρι και διέφυγαν δυτικά, με σκοπό να ενισχύσουν το στρατό του Εσσάτ στην ήπειρο. Και θα τους βρίσκαμε μπροστά μας … Ωστόσο, την ώρα εκείνη, είχαμε την αίσθηση ότι ο πόλεμος τελείωνε. Ο Ελληνικός με τον Σερβικό Στρατό ενώθηκαν, οι Βούλγαροι ήταν έξω από την Πόλη. Πού να ξέραμε;

539

(της 5ης Μεραρχίας) Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 311

540

Το άλλο πρωί μετακινηθήκαμε πιο βόρεια στη Ρόσνα . Σαν φτάσαμε, έπιασε μια δυνατή βροχή και πνιγήκαμε στις λάσπες. Όπου πατάγαμε, το πόδι βούλιαζε στη λάσπη. Και στις 2 η ώρα το πρωί, ήρθε Διαταγή να κινηθεί το Τάγμα μας με δύο Συντάγματα Πυροβολικού στη Μπορέσνι541 τσα , που είναι μιάμιση ώρα πορείας προς τα βόρεια. Η βροχή ξανάρχισε και χωνόμασταν στη λάσπη μέχρι τα γόνατα. Φτάσαμε στο τρισάθλιο αυτό χωριό εξαντλημένοι. Αλλά τα δικά μας βάσανα δεν ήταν τίποτα μπροστά σε όσα υπέφερε το Πυροβολικό. Οι Αξιωματικοί του Πυροβολικού είχαν διαφωνήσει έντονα με αυτή τη μετακίνηση. Δύο πυροβόλα και πολλά βλητοφόρα κόλλησαν στη λάσπη και εγκαταλείφθηκαν. Πάνω από είκοσι άλογα ψόφησαν στο δρόμο και τα υπόλοιπα δεν μπορούσαν να προχωρήσουν όταν επί τέλους έφτασαν στο χωριό, μετά από ολοήμερη προσπάθεια για λίγα χιλιόμετρα. Ούτε κατάλαβα ποτέ τι πήγαμε να κάνουμε εκεί. Μείναμε στο απαίσιο αυτό Βουλγαροχώρι πέντε ολόκληρες μέρες, όπου έβρεχε συνέχεια και όταν δεν είχαμε υπηρεσία προφυλακής μέναμε κλεισμένοι σαν τα ποντίκια σε ένα Βουλγαρόσπιτο. Για να νικήσουμε την πλήξη, κυνηγούσαμε ψείρες! Ο Λοχαγός μας ο κ. Φραγκόπουλος είχε δική του μέθοδο. Φορούσε ένα άσπρο φουλάρι, και καθώς οι ψείρες που προτιμούν τα λευκά μαζευόντουσαν εκεί, τίναζε το φουλάρι στη φωτιά και χαιρόταν που τις άκουγε να καίγονται. Ο γιατρός μας, το είχε ρίξει σε ατέλειωτες συζητήσεις για τα στρατιωτικά και τα πολιτικά θέματα. Ο Ρηγόπουλος τα είχε βάλει με τα μούτρα του. Άλλοτε άφηνε μούσι, άλλοτε φαβορίτες, άλλοτε άφηνε όλα τα γένια και στο τέλος κράτησε τα γένια ξυρίζοντας το μουστάκι. Όσον αφορά εμένα, εκτός από το τραύμα που με ταλαιπωρούσε, έπαθα και δυσεντερία, και τελικά στις 14 έφυγα για Θεσσαλονίκη, όπου έμεινα ένα μήνα στο Πρώτο Στρατιωτικό Νοσοκομείο. Βγήκα από το Νοσοκομείο στις 15 Δεκεμβρίου, έχοντας στην τσέπη και μία αναρρωτική άδεια ενός μηνός. Στο μεταξύ έμαθα ότι η Μεραρχία μου είχε απελευθερώσει την Κορυτσά και συνέχιζε νικηφόρα. Πήγα στο Επιτελείο και βρήκα το Δούσμανη, να τον ρωτήσω πώς θα γίνει να πάω να συναντήσω τη Μεραρχία, χωρίς να χρησιμοποιήσω την άδεια. «Άδικος κόπος … σε λίγο η Μεραρχία θα διαταχθεί να γυρίσει στη Θεσσαλονίκη» μου απάντησε. Έτσι κατέβηκα στην Αθήνα, με σκοπό να διακόψω την άδεια όταν η Μεραρχία θα στελνόταν στην Ήπειρο, καθώς λέγανε οι φήμες …

540 541

(Ρόσνα ή Ρόσεν, η σημερινή Σιταριά Φλώρινας) (η σημερινή Παλαίστρα) Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 312

5 Νοεμβρίου 1912 - Απελευθέρωση της Χειμάρρας542 Η Βόρεια Ήπειρος ήταν δευτερεύον μέτωπο στα επιτελικά σχέδια, αλλά οι συνεχείς στρατιωτικές επιτυχίες του Στρατού μας «άνοιγαν την όρεξη». Έτσι, ο Πρωθυπουργός Βενιζέλος έστειλε τηλεγραφικά στις 2-11-1912 στον Αρχηγό Στρατού Ηπείρου, την Διαταγή με αριθμό 88263: «Κρίνω πολιτικώς σκόπιμον να καταληφθή το ταχύτερον Χιμάρα και υψωθεί εκεί Ελληνική Σημαία. Προς τον σκοπόν τούτον δύνασθε να διαθέσητε εθελοντικόν τι Σώμα αποβιβαζόμενον δια θαλάσσης εις Χιμάραν υπό την ηγεσίαν αυτού του Σπυρομήλιου. Το πράγμα ευκταίον, αν είναι δυνατόν να γίνη μέχρις της Κυριακής, λαμβανομένου υπ’ όψι ότι η Πύλη εζήτησε απ’ ευθείας ανακωχήν, ίνα διαπραγματευθή τους προκαταρκτικούς όρους της ειρήνης, συμφέρον δε έχομεν κατά την ανακωχήν ταύτην η δράσις μας να είναι γνωστόν να έχη επεκταθή μέχρι του βορείου μέρους της διεκδικήσεως μας. Μόλις αναχωρήση δια θαλάσσης δια Χιμάραν Σώμα, δύνασθε να μοι αναγγείλητε την κατάληψιν ως γενομένην ήδη, ίνα γνωσθή δημοσία δια του τύπου». Ήδη, πριν αρχίσει ο πόλεμος, ο Ταγματάρχης Χωροφυλακής Σπύρος Σπυρομήλιος, ο «Καπετάν Μπούας» του Μακεδονικού Αγώνα, που καταγόταν από τη Χειμάρρα, είχε διαταχθεί να μεταβεί στην Κέρκυρα, όπου έφτασε στις αρχές Οκτωβρίου, για να οργανώσει εθελοντικά σώματα συμπατριωτών του, να μεριμνήσει για τον εξοπλισμό τους και να πιέσει τους Αλβανούς Μπέηδες της περιοχής για την υποταγή τους στις Ελληνικές δυνάμεις και την από κοινού εξέγερση κατά των Τούρκων. Παράλληλα διατάχθηκε ο Αρχηγός του Στρατού Ηπείρου να παράσχει στο Σπυρομήλιο κάθε δυνατή βοήθεια για την εκπλήρωση της αποστολής του. Στις 3 Νοεμβρίου, 200 Κρήτες εθελοντές επιβιβάστηκαν στο ατμόπλοιο «Αχελώος» από την Κόπραινα Άρτας, με προορισμό την Κέρκυρα, για να ενισχύσουν τον Σπυρομήλιο, τον οποίο ενημέρωσε τηλεγραφικά ο Αρχηγός Στρατού Ηπείρου: «Σπυρομήλιον Κέρκυραν Κατόπιν των χθεσινών τηλεγραφικών οδηγιών μου πληροφορώ ότι ανεχώρησε σήμερον «ΑΧΕΛΩΟΣ» εφ’ ου επιβαίνουσι 200 Κρήτες, οίτινες θα τεθώσιν εις διαταγάς υμών προς εκτέλεσιν υπ’ αριθ. 88263 της 2ας τρέχοντος διαταγής του Προέδρου της Κυβερνήσεως δι ης εντέλλεσθε να καταλάβητε Χειμάρραν μέχρι προσεχούς Κυριακής. Παρεκάλεσα Κυβέρνησιν να ανοίξη υμίν τηλεγραφικώς μέχρις εσπέρας σχετικήν πίστωσιν δια την συντήρησιν σώματος, επίσης εδόθησαν οδηγίαι κυβερνήτη Ατµοµυοδροµώνων να συνεννοηθή μεθ’ υμών και βοηθήση επιχείρησιν. Θέλετε γνωρίσει ημίν τηλεγραφικώς ώραν αναχωρήσεως εκ Κερκύρας εγκαίρως δε και επειγόντως εκτέλεσιν ανωτέρω διαταγής. Σαπουντζάκης» Πρόταση του Στρατηγείου Ηπείρου για προώθηση κατά την επιχείρηση των εθελοντικών τμημάτων μέχρι το Αργυρόκαστρο, δεν εγκρίθηκε από το Υπουργείο Στρατιωτικών. Αντίθετα μάλιστα, παρ’ ολίγο να ματαιωνόταν η όλη επιχείρηση εξ αιτίας τηλεγραφήματος της Νομαρχίας Κέρκυρας, που εξέφραζε φόβους ότι η απόβαση στη Χειμάρρα θα είχε ως συνέπεια την εκκένωσή της από γυναικόπαιδα λόγω του φόβου επίθεσης εκ μέρους των Τουρκαλβανών. Χρειάστηκαν επίμονες αιτήσεις και υποσχέσεις του Σπυρομήλιου προς την Κυβέρνηση και τον ίδιο τον Πρωθυπουργό Ελευθέριο Βενιζέλο, για να ακυρωθεί η διαταγή αναστολής της επιχειρήσεως.

542

Πηγές: «Χιμάρα, το άπαρτο κάστρο της Βορείου Ηπείρου» (Κ. Χατζηαντωνίου), «Ο Βορειοηπειρωτικός Αγώνας (ΔΙΣ) Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 313

Την αυγή της 5ης Νοεμβρίου Χειμαρριώτες, Κρήτες και άλλοι εθελοντές, επιβιβάστηκαν στα ατμόπλοια και απέπλευσαν από την Κέρκυρα με συνοδεία Ατμομυοδρόμωνες. Και στις 7:30, υπό την κάλυψη των πυρών πυροβόλων των Ατµοµυοδροµώνων, οι Έλληνες με επί κεφαλής τον Σπυρομήλιο, αποβιβάστηκαν στα Σπήλια της Χειμάρρας, χωρίς να συναντήσουν αντίσταση. Ο Σπυρομήλιος έστειλε ένα τμήμα προς τον αυχένα Λογαρά, έθεσε τους Κρήτες στη νότια είσοδο της πόλης, προς τον Πάνορμο, και έστειλε τους Χειμαρριώτες εθελοντές να καταλάβουν το Διοικητήριο, στο Κάστρο της Χειμάρρας. Οι διαταγές του ήταν να αποφευχθούν πάση θυσία οι φόνοι, για να προσεταιριστούν τα χωριά του Κουρβελεσίου. Καθώς οι Χειμαρραίοι εθελοντές κινήθηκαν προς το κέντρο της πόλης, δέχθηκαν πυρά Τουρκικού τμήματος που είχε οχυρωθεί στο Διοικητήριο. Στη συμπλοκή που ακολούθησε πήραν μέρος και ένοπλοι κάτοικοι. Σε λίγο έφτασαν για ενίσχυση και οι Κρήτες, και τελικά, μετά από μία ώρα περίπου, οι Τούρκοι παραδόθηκαν. Στη συμπλοκή σκοτώθηκαν τρεις Τούρκοι στρατιώτες και τραυματίστηκε ένας Χειμαρριώτης εθελοντής, ενώ συνελήφθησαν αιχμάλωτοι 19 Τούρκοι Στρατιώτες και 13 δημόσιοι υπάλληλοι, που στάλθηκαν πίσω στο στρατόπεδο της Κέρκυρας. Μετά την παράδοση της Τουρκικής φρουράς, λίγο πριν τις δύο το μεσημέρι, ο Σπυρομήλιος εισήλθε στο Κάστρο της Χειμάρρας, επί κεφαλής των εθελοντικών σωμάτων, και ύψωσε τη γαλανόλευκη στο Διοικητήριο, σε ατμόσφαιρα συγκίνησης και χαράς. Η Χειμάρρα ήταν ελεύθερη! Στη συνέχεια, ο Σπυρομήλιος εξέδωσε την παρακάτω ιστορική Προκήρυξη: «Χειμαρριώται! Καταλαμβάνων εν ονόματι του Βασιλέως των Ελλήνων Γεωργίου του Α΄ και της Ελληνικής Κυβερνήσεως την Επαρχίαν Χειμάρρας, κηρύσσω αυτήν ελευθέραν ως αναπόσπαστον τμήμα της μίας και αδιαιρέτου μεγάλης Ελληνικής Πατρίδος. Πληρούται ούτω ο πόθος πολλών γενεών αίτινες επότισαν την γην ταύτην με το αίμα των και προσέφερον εις την πατρίδα τας μεγαλυτέρας των θυσιών. Φέρων μεταξύ Υμών τα αγαθά της ελευθερίας, της νομίμου τάξεως και ισοπολιτείας, τρέφω την αδιάσειστον ελπίδα ότι λησμονούντες το πικρόν παρελθόν θέλετε τηρήσει απέναντι των γειτόνων υμών Μουσουλμάνων την αξιοπρεπή εκείνην στάσιν ην υπαγορεύουσιν οι νόμοι του Ελληνικού Κράτους και τα αισθήματα λαού ανδρείου και ευγενούς ως υπήρξε πάντοτε ο Ελληνικός λαός ... Ο Ελληνικός Στρατός φέρει προς υμάς ουχί τον τρόμον του κατακτητού αλλά το χάρμα της ελευθερίας και την ένωσιν υμών μετά των λοιπών μελών της Ελληνικής οικογενείας, ίνα του λοιπού με τους αυτούς παλμούς και αγάπην περιβάλλετε την ταλαιπωρηθείσαν πατρίδα μας και με ενιαίαν εθνική ψυχή δοξάσητε τον δοτήρα παντός αγαθού προ του οποίου σήμερον εν συντριβή και ικεσία κλίνει ευγνωμονούσα και γόνυ και αυχένα ολόκληρος η Ελληνική φυλή ...» Παράλληλα εξέδωσε και ειδική Προκήρυξη προς τους Μουσουλμάνους της επαρχίας: «Αδελφοί Μουσουλμάνοι, Καταλαμβάνων εν ονόματι του Βασιλέως των Ελλήνων Γεωργίου του Α΄ και της Ελληνικής Κυβερνήσεως την Επαρχίαν Χειμάρρας, προσαρτώ αυτήν εις τας κτήσεις της Ελληνικής πατρίδος. Αιτώ αμέσως να προσέλθητε και δηλώσητε υποταγήν, οπότε ο Ελληνικός Στρατός υπόσχεται εις Υμάς πλήρη ευνομίαν και ισοπολιτείαν ως και άπαντα τα αγαθά εκείνα άτινα εξασφαλίζουσιν εις τους πολίτας φιλελευθέρου και ευνομούμενου Κράτους, οι Νόμοι του Ελληνικού Βασιλείου. Η Θρησκεία, τα ήθη και τα έθιμα υμών θα ώσιν σεβαστά, όπως σεβαστά έσονται και απαραβίαστα τα δικαιώματα της ιδιοκτησίας και ο προς την ζωήν και περιουσίαν σας οφειλόμενος σεβασμός. Οι γείτονες υμών Χριστιανοί θα ώσιν προς υμάς συνδεδεμένοι δι’ ειλικρινών αισθημάτων και εκτιμήσεως ίνα υπό την αιγίδα της Ελληνικής Πολιτείας και του νέου καθεστώτος του δι’ υμάς από σήμερον δημιουργούμενου, διάγητε βίον αίσιον και ευτυχή. Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 314

Οφείλω όμως να υπομνήσω προς πάντας ότι πάσα παράβασις των Νόμων είτε πάσα απόπειρα κατά της νομίμου τάξεως και κατά της κυριαρχίας των Ελληνικών Αρχών ας εν ονόματι του Βασιλέως και της Κυβερνήσεως μου θα εγκαταστήσω παρ’ υμίν, θα τύχει αυστηράς και αμειλίκτου τιμωρίας, ίνα μη ματαιωθεί το εκπολιτιστικόν έργον όπερ ενετάλη να φέρει μεταξύ υμών ο Ελληνικός Στρατός. Τρέφω την πεποίθησιν ότι θέλετε εισακούσει της προσκλήσεως μου ταύτης ως συμπατριώτου και ως εντολοδόχου του Ελληνικού Έθνους, μετά του οποίου συγγενικοί συνδέουσιν υμάς δεσμοί. Χειμάρρα, 5–11– 1912, ο Αρχηγός Σπύρος Σπυρομήλιος» Ο Σπυρομήλιος μοίρασε όπλα στους κατοίκους και διόρισε Αστυνόμο τον Ανθυπομοίραρχο Γκεσερλή και Πταισματοδίκη τον Μαρτάρο. Η Χειμάρρα είχε 7 χωριά, με πληθυσμό Ελληνικό, περίπου 7-8.000 και είχε καταφέρει να αποσπάσει πολλά προνόμια από τους Τούρκους, όπως άδεια οπλοφορίας, επίλυση των διαφορών από τον Επίσκοπο και όχι τις Οθωμανικές Αρχές και ετήσιο φόρο μόνο 5.000 γρόσια. Οι Νεότουρκοι προσπάθησαν να τα καταργήσουν με αποτέλεσμα οι κάτοικοι να ξεσηκωθούν. Στις 10 Νοεμβρίου ο Σπυρομήλιος, μέσα σε ατμόσφαιρα ενθουσιασμού, μοίρασε όπλα στους Χειμαρραίους και εγκατέστησε νέες τοπικές αρχές. Τον Γ. Σίμο ως Λιμενάρχη, τον Χρ. Πάνο Φρούραρχο στο Κιλίσορι, τον Ρούτση στους Δρυμάδες, τον Βλάση ως Φρούραρχο Κηπουρού και τον Ανδρέα Δήμα ως Πάρεδρο Χειμάρρας. ης

Τη νύχτα της 12 Νοεμβρίου, Τουρκαλβανοί προσπάθησαν να κλέψουν τα ποίμνια των Παλασσινών. Οι ποιμένες πυροβόλησαν τους επιδρομείς και την άλλη μέρα ήρθαν σε βοήθεια οι Κρητικοί, μία Διλοχία με δύο πολυβόλα. Παρ’ όλο που οι Τουρκαλβανοί στα υψώματα ήταν σχεδόν 2.000, αναγκάστηκαν να υποχωρήσουν, με 30 νεκρούς και 50 τραυματίες, ενώ δεν σκοτώθηκε κανένας Κρητικός. Ακολούθησαν και άλλες επιθέσεις, όπως στο Πηλιούρι, που σε μάχη που βάστηξε όλη τη νύχτα, σκοτώθηκαν 50 Αλβανοί, ένας Κρητικός και 5 χωρικοί από το Πηλιούρι, που είχαν πάρει κι αυτοί τα όπλα, ενώ τραυματίστηκαν και 2 Πηλιουριώτες και ένας Κρητικός που πέθανε αργότερα. Πέρασαν 37 μέρες ησυχίας και μετά ξαναφάνηκαν οι Οθωμανοί. Έγιναν όμως αντιληπτοί από τις προφυλακές και αποχώρησαν αφήνοντας 3 νεκρούς. Το άλλο πρωί, οι εχθροί οχυρώθηκαν στα υψώματα Κιάφα Λαγαρά. Οι δικοί μας επιτέθηκαν με σφοδρότητα και ακολούθησε σκληρή μάχη «εκ του συστάδην». «Γιουνάνηδες θα φάμε το σπίτι σας» φώναζαν οι Οθωμανοί που ήξεραν Ελληνικά. «Εμείς θα φάμε το δικά σας» απαντούσαν οι Έλληνες. «Θα σας πάρουμε τα όπλα σας Γιουνάνηδες» «Ελάτε μωρέ … Ελάτε να πάρετε Ελληνικά όπλα αν θέλετε!» Στο τέλος οι εχθροί υποχώρησαν. Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 315

«Σταθείτε μωρέ! Σταθείτε αν είστε παλληκάρια … να πιαστούμε ξίφος με ξίφος …» φώναζε ο Παπαγιαννάκης, αλλά αυτοί έφυγαν εγκαταλείποντας 12 νεκρούς και 30 τραυματίες. Στην μάχη αυτή σκοτώθηκαν 4 Κρητικοί και τραυματίστηκε ένας χωρικός από το Πηλιούρι.

Αργότερα στάλθηκε στη Χειμάρρα και τακτικός Στρατός, με τον Ανθυπολοχαγό Λ. Βολοβίνη.

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 316

Τρίτη 6 του Νοέμβρη, Απελευθέρωση του Αμύνταιου, 5η Μεραρχία (Διήγηση του Γιώργου) ην

«Συγχαίρω 5 Μεραρχίαν δια την επιτυχή μάχη και το θάρρος το οποίον επέδειξεν. Χαίρω, ότι ήρχισεν η απόπλυσις της κηλίδος και προσδοκώ τελείαν ταύτην». ης

Με αυτό το τηλεγράφημα της 4 Νοεμβρίου 1912, ετίμησε ο Αρχιστράτηγος Διάδοχος τις νίκες της Μεραρχίας μας στον Κόμανο και στη Μαυροπηγή. Σαν μας το διάβαζαν οι Αξιωματικοί την επομένη, νοιώσαμε ότι οι τόσες θυσίες δεν πήγαν χαμένες. Νοιώσαμε ότι ξεπλύναμε την ρετσινιά του «ατυχήματος». Δεν υπερβάλλω αν πω ότι πολλοί έκαναν σαν μικρά παιδιά, που τα παίνεψε ο δάσκαλος. Και αν ο «δάσκαλος» μας έλεγε την ώρα εκείνη να πέσουμε στη φωτιά, δεν νομίζω ότι θα δίσταζε κανείς. ης

Στις 11 το πρωί της 6 Νοεμβρίου, η Μεραρχία, ανασυγκροτημένη και με υψηλό ξανά το ηθικό ο της προέλασε μέσω της οδού Πτολεμαΐδας- Βεύης, με εμπροσθοφυλακή το Σύνταγμά μας, το 23 , η και μία Πυροβολαρχία πεδινού Πυροβολικού. Η 4 Μεραρχία ήταν ήδη σε κίνηση από τις 7 το πρωί, προελαύνοντας από το Μανιάκι προς την Βεγόρα, βαδίζοντας κοντά στην όχθη της λίμνης. Το Ιππικό προπορευόταν της εμπροσθοφυλακής και μετά από σκληρή μάχη κατέλαβε την γέφυρα η της Βεγόρας. Πριν το μεσημέρι, η 4 Μεραρχία συγκεντρώθηκε στα υψώματα μεταξύ Αμυνταίου ης και Βεγόρας, ενώ το ιππικό της μαζί με το Ιππικό της 5 απώθησαν έφιππη Τουρκική περίπολο. η

Στις 1 το μεσημέρι η 4 Μεραρχία απελευθέρωσε το Αμύνταιο, και αμέσως προώθησε τμήματα της προς την στενωπό Κλειδίου, όπου στις 14.30 δέχτηκε πυρά Τουρκικών πολυβόλων, που ήταν ης ταγμένα στα υψώματα. Επακολούθησε αποφασιστική επίθεση της 4 Μεραρχίας, με δύο Τάγματα σε πρώτη γραμμή, υποστηριζόμενα από δύο Πυροβολαρχίες. Οι Τούρκοι προέβαλαν ασθενή αντίσταση και μετά από σύντομο αγώνα συμπτύχθηκαν στο εσωτερικό των στενών Κλειδίου. ης

Στο ίδιο διάστημα, η κεφαλή της 5 Μεραρχίας έφτασε στις 3 το μεσημέρι στη διακλάδωση της οδού προς το Αμύνταιο, όπου δεχτήκαμε αραιά πυρά Πυροβολικού. Η Μεραρχία στάθμευσε στο η Ξινό Νερό και στον Σωτήρα. Ταυτόχρονα η 6 Μεραρχία ενεργούσε προς το χωριό Κέλλη, που τότε λεγόταν Όστροβο, με δυνάμεις Ιππικού και Τάγματα Ευζώνων και ως το βράδυ κατάφερε να τρέψει σε φυγή τους εκεί Τούρκους. Η Κέλλη ήταν ελεύθερη και οι Τούρκοι όλης της περιοχής αναγκάστηκαν να αποτραβηχτούν οριστικά. Στο Αμύνταιο, που τότε λεγόταν Σόροβιτς, είχαμε μπει για πρώτη φορά στις 18 του Οκτώβρη. Αλλά μετά το «ατύχημα» της Μεραρχίας μας, είχαμε τότε αναγκαστεί να το εγκαταλείψουμε στην εκδικητική μανία των Οθωμανών. Και τώρα μπαίναμε ελευθερωτές, αυτή τη φορά οριστικά. Αλλά από την όμορφη και πλούσια κωμόπολη έμεναν τώρα μόνο ερείπια και στάχτες. Μόνο ο Σταθμός του τραίνου, το Τηλεγραφείο και λίγα σπίτια είχαν μείνει ακέραια.

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 317

Τετάρτη 7 του Νοέμβρη 1912 - Απελευθέρωση της Φλώρινας (Διήγηση του Νικόλα)543

Η Ταξιαρχία Ιππικού είχε διαταχθεί στις 17 Οκτωβρίου να μεταβεί στον Γιδά και να έρθει σε η επαφή με την 7 Μεραρχία, ώστε από κοινού να απειλούμε τα νώτα των Τούρκων που ήταν στα ης Γιαννιτσά. Στην συνέχεια, μετά την πτώση των Γιαννιτσών, το πρωί της 24 Οκτωβρίου, περάσαμε ης τη γέφυρα που φτιάχτηκε στην Χαλάστρα, ακολουθώντας τους Προσκόπους της 7 Μεραρχίας ης η και τους Ευζώνους του Κωνσταντινόπουλου. Το βράδυ της 25 είχαμε πάρει θέσεις κοντά στην 2 η Μεραρχία και την 4 που ήταν στον Βαθύλακκο. ης

Το πρωί της 26 η Στρατιά ήταν έτοιμη για την ολομέτωπη έφοδο και την βίαιη κατάληψη της Θεσσαλονίκης, αν οι Τούρκοι αντέτασσαν άμυνα. Στην Ταξιαρχία Ιππικού δόθηκε η εντολή να κατευθυνθεί προς την Άσσηρο για να ολοκληρώσει την καταστροφή του εχθρού, αν αυτός υποχωρούσε. Φυσικά οι Τούρκοι δεν τόλμησαν να αντιπαρατεθούν στους 100.000 άνδρες και τα 110 κανόνια της Στρατιάς μας. Η Άσσηρος, που τότε λεγόταν Γιουβέσνα, ήταν στον δρόμο των Σερρών και ο ρόλος μας ήταν διπλός: Αφ’ ενός να ολοκληρώσουμε την κύκλωση της Θεσσαλονίκης και να εμποδίσουμε την Τουρκική υποχώρηση, και αφ’ ετέρου να εμποδίσουμε την προώθηση των Σερβοβουλγάρων προς την πόλη. Όχι βέβαια συγκρουόμενοι με αυτούς, αν και ήμασταν έτοιμοι και γι’ αυτό αν χρειαζόταν, αλλά δείχνοντάς τους ότι οι Έλληνες «σύμμαχοί» τους έφτασαν πρώτοι … ης

η

Μετά τα μεσάνυχτα της 26 προς 27 Οκτωβρίου, με το που ειδοποιηθήκαμε για την Τουρκική ου παράδοση, μία Ίλη του 1 Συντάγματός μας, διατάχθηκε να σπεύσει αμέσως προς την Θεσσαλονίκη. Η τύχη ευνόησε την Ίλη του Ίλαρχου Βερύκιου να έχει αυτή την τιμητική αποστολή. Η Ίλη εισήλθε στην πόλη μέσα στη νύχτα και έφτασε ως την πλατεία Ελευθερίας. Στις 29, τότε που έφτασε στην πόλη και ο Βασιλέας, διαταχθήκαμε κι εμείς να επιστρέψουμε στη Θεσσαλονίκη και ο 544 από εκεί, το Σύνταγμά μας, το 1 , να μεταβεί στο Σανδάλι . Αναχωρήσαμε από τον Λαγκαδά την η 1 Νοεμβρίου. Περάσαμε από την ελεύθερη Θεσσαλονίκη, και την επομένη συνεχίσαμε προς το δρόμο της Έδεσσας. Καθ’ οδόν μάθαμε ότι το Μοναστήρι καταλήφθηκε από τους Σέρβους που αιχμαλώτισαν ολόκληρη τη στρατιά του Τζαβήτ Πασά, δυνάμεως 40.000 ανδρών. Η είδηση της η αιχμαλωσίας διαψεύστηκε την επόμενη μέρα και συνεχίσαμε την πορεία προς Φλώρινα. Την 6 η Νοεμβρίου διανυκτερεύσαμε στο Γκορνίτσοβο, που είχε καταληφθεί από την 6 Μεραρχία. Το πρωί της Τετάρτης 7 Νοεμβρίου συνεχίσαμε προς Φλώρινα. Σαν Εμπροσθοφυλακή, ως η «Ανεξάρτητον Ιππικόν Ερεύνης» του Συντάγματος, ορίστηκε η 7 Ίλη, δυνάμεως 160 Ιππέων, με 545 επί κεφαλής τον ίδιο τον Επίλαρχο Ιωάννη Άρτη. Φτάνοντας στα υψώματα της Ρόσνας παρατηρήσαμε ότι στο Σταθμό της Φλώρινας στάθμευαν πολλές αμαξοστοιχίες με τις μηχανές «υπ’ ατμόν» και κατεύθυνση προς Μοναστήρι. Ο Επίλαρχος σκέφτηκε ότι αμαξοστοιχίες αυτές θα ήταν πολύτιμο λάφυρο για το Στρατό μας, που αντιμετώπιζε μεγάλες δυσκολίες στις μεταφορές.

543

Πηγή: Επιστολή του Ιωάννη Άρτη που δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα της Φλωρίνης «ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΦΩΝΗ» το 1954 σε έντεκα συνέχειες και αναδημοσιεύθηκε από την εφημερίδα «ΦΩΝΗ ΤΗΣ ΦΛΩΡΙΝΗΣ», φύλλο 2162/411-2005. Το κείμενο είναι επιστολή - απάντηση του ε.α. τότε Στρατηγού Ιωάννη Άρτη στα όσα είχε γράψει σχετικά με την απελευθέρωση της Φλώρινας ο πρώτος Δήμαρχος Φλώρινας Τέγος Σαπουντζής στο εκδοθέν εκείνο το έτος «Λεύκωμα Φλωρίνης». Συγχρόνως, απαντά και στον Γεώργιο Μόδη για όσα είχε πει σε λόγο που εκφώνησε το 1953. 544 (πρώην Σεντέλ, χωριό στο δρόμο Θεσσαλονίκης Έδεσσας, δυτικά της Καλλίπολης) 545 (Σιταριά, ανατολικά της Φλώρινας) Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 318

Γι’ αυτό, άφησε στο πόστο του τον Ίλαρχο και με εμένα και 9 ακόμη Ιππείς, κατεβήκαμε καλπάζοντας στο Σταθμό, που τον καταλάβαμε εύκολα. Από τους υπαλλήλους του Σταθμού μάθαμε ότι Τουρκικός Στρατός κατέβαινε προς τη Φλώρινα. Αφήσαμε τρεις Ιππείς για φρουρά και γυρίσαμε γρήγορα πίσω να συναντήσουμε την υπόλοιπη εμπροσθοφυλακή και να ειδοποιήσουμε το Διοικητή του Συντάγματος, Αντισυνταγματάρχη Ιππικού Κωνσταντίνο Ζαχαρακόπουλο. 546

Σαν φτάσαμε στο Αρμενοχώρι διαπιστώσαμε με έκπληξη ότι όσο λείπαμε, το Σύνταγμα είχε φτάσει πίσω από το χωριό και δεν κουνούσε βήμα από εκεί, ενώ και η εμπροσθοφυλακή ήταν κι αυτή λίγο πιο πέρα. Ο Άρτης ρώτησε τον Ίλαρχο γιατί σταμάτησαν, και αυτός, έδειξε με μια κίνηση της κεφαλής τον δρόμο Φλώρινας Μοναστηρίου, λέγοντας ότι ανέφερε στον Διοικητή του Συντάγματος, την παρουσία και τις κινήσεις του εχθρού, και αυτός με τη σειρά του ανέφερε στο Γενικό Στρατηγείο. Τα πράγματα ήταν σοβαρά. Κατά τους κανονισμούς, ο ρόλος του Ιππικού τελείωνε με την αναφορά που υπέβαλε ο Διοικητής, σύμφωνα με την οποία 70.000 εχθρών με πολλά τηλεβόλα περνούσαν μέσα από την Φλώρινα, έχοντας πιάσει τα υψώματα γύρω από το Πισοδέρι. Οι πληροφορίες βασίζονταν σε χωρικούς της περιοχής. Ο Άρτης ρώτησε τότε τον Ίλαρχο «αυτός ο Στρατός σας έφερεν καμία αντίσταση; σας πυροβόλησε;» και αυτός του απάντησε αρνητικά. Ο Άρτης ήταν γενναίος και ριψοκίνδυνος. Πήρε την απόφαση «να δοκιμάσει το ηθικό του εχθρού». Και επειδή η επιχείρηση θα ήταν πολύ επικίνδυνη, δεν πήρε μαζί μου όλη την εμπροσθοφυλακή, φοβούμενος παγίδα, αλλά πήρε μόνο τις πρώτες γραμμές των Ιππέων, μεταξύ αυτών κι εμένα, και διέταξε τον Ίλαρχο να ακολουθήσει από κοντά, με τα όπλα έτοιμα, ώστε να μας καλύψουν αν πέσουμε πάνω σε εχθρούς και χρειαστεί να υποχωρήσουμε. Και ξεκινήσαμε «ξιφήρεις», με τον Άρτη μπροστά. Σαν μας βλέπανε ο χωρικοί προσπαθούσαν να μας σταματήσουν: «Που πάτε, είναι χιλιάδες στρατός Τουρκικός στην πόλη …» Πλησιάσαμε στην είσοδο της πόλης και μόλις απαντήσαμε τους πρώτους Τούρκους, ο Επίλαρχος τους διέταξε με ύφος σοβαρό «να σταθούν και να καταθέσουν τα όπλα». Και αυτοί το έκαναν με χαρά!!! Αφού άφησαν τα όπλα, τους διέταξε να φύγουν και να πάνε όπου θέλουν … άλλο που δεν ήθελαν … Το ίδιο έγινε και με τους επόμενους που συναντήσαμε και τους μεθεπόμενους … Τότε ο Άρτης με έστειλε με έναν Ιππέα να αναφέρω επειγόντως στο Διοικητή μας τον Ζαχαρακόπουλο ότι «η πόλη της Φλώρινας είναι γεμάτη Τούρκους χωρίς ηθικό» και ότι «θα επιτεθεί για να καταλάβει την πόλη πριν τους Σέρβους που σίγουρα θα εμφανίζονταν από στιγμή σε στιγμή». Και ότι για την επιτυχία της επιχείρησης έχουμε «ανάγκη ενίσχυσης από έναν Ουλαμό» Ο Ζαχαρόπουλος, όχι μόνο αρνήθηκε αλλά μου είπε να του μεταφέρω τη Διαταγή να επιστρέψει με την εμπροσθο546

(χωριό λίγο έξω από τη Φλώρινα) Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 319

φυλακή, θεωρώντας την Φλώρινα χαμένη … Μόλις τα μετέφερα αυτά στον Άρτη, αυτός έφυγε καλπάζοντας να βρει τον Διοικητή. Και ζήτησε από τον επί κεφαλής Αξιωματικό μας, τον Υπίλαρχο Παναγιώτη Νικολαΐδη, να συνεχίσει το έργο του αφοπλισμού. Αλλά λίγο μετά που έφυγε ο Άρτης, ο Υπίλαρχος φοβήθηκε, καθώς οι Τούρκοι ήταν πολλαπλάσιοι από εμάς, και μας πήρε και γυρίσαμε πίσω. Βρήκαμε τον Άρτη, που δεν είχε πείσει τον Ζαχαρακόπουλο αλλά ούτε είχε σκοπό να αφήσει το παράτολμο σχέδιό του. Μας μάζεψε γύρω του, εμάς τους 15 Ιππείς της κεφαλής, και άρχισε να μιλάει με ενθουσιασμό, ζητώντας τη βοήθειά μας. Πριν πει καθαρά τι είχε στο μυαλό του, τον διέκοψε ο Υπίλαρχος: «Κύριε Επίλαρχε, μην πονοκεφαλιάζεις γιατί όλοι είμαστε σύμφωνοι με εσένα και μην αργείς … Μπες μπροστά και εμείς κοντά σου, όπου μας πας … Και στη φωτιά θα πέσουμε μαζί σου». Είχε μετανοιώσει που παράκουσε νωρίτερα την εντολή του … Αλλά ήμασταν πολύ λίγοι, έπρεπε να χρησιμοποιήσουμε τέχνασμα. Με διέταξε να πάρω μαζί μου δύο Ιππείς, να μπούμε στην πόλη ξιφήρεις και σοβαροί, και να πάμε στον Μητροπολίτη, να του αναγγείλουμε ότι «Αξιωματικοί του Ελληνικού Στρατού τον αναμένουν στην είσοδο της πόλης να τους την παραδώσει». Φύγαμε καλπάζοντας. Αλλά ο Μητροπολίτης, βλέποντας την Τουρκοπλημμύρα μπροστά στη Μητρόπολη, δείλιασε και μου απάντησε να μεταφέρω την παράκλησή του «να αναβληθεί η παράδοση για την επομένη, όταν θα είχαν φύγει οι Τούρκοι, για να μην προκληθεί σύρραξη και σφαγές». Η απάντηση δεν ικανοποίησε τον Άρτη, που θεωρούσε ότι από στιγμή σε στιγμή θα φαινόταν το Σερβικό Ιππικό και θα χάναμε τη Φλώρινα. Έτσι σκέφτηκε μια απάτη. Κάλεσε δύο Υπαξιωματικούς, τον Επιλοχία Δήμο Δήμου που τώρα είναι Υποστράτηγος ε.α. και τον Λοχία Γεώργιο Ριζόπουλο, και τους διέταξε να σπεύσουν ξανά στο Μητροπολίτη και του μεταδώσουν την παράκλησή του, ότι «εάν δεν σπεύσει να εξέλθει θα αναγκασθούμε να φύγουμε με τον Στρατό μας και για ότι συμβεί θα ήταν αυτός ο υπαίτιος». Πράγματι, η μπλόφα έπιασε, και όπως έλεγε την επόμενη μέρα ο Μητροπολίτης, «όταν από το παράθυρό του είδε τους Στρατιώτες μας ξιφήρεις να διέρχονται σοβαροί μέσω των Τούρκων και αυτούς να παραμερίζουν και να ανοίγουν δρόμο, χαμηλώνοντας τις κάννες των όπλων τους, τότε πήρε θάρρος και μίλησε και στο Μουφτή ο οποίος ακούγοντας ότι Έλληνας Αξιωματικός μας καλούσε να του παραδώσωμε την πόλη είπε “Αμάν” και έπεσε λιπόθυμος και γι’ αυτό αργήσανε …». Πράγματι, είχαν αργήσει πάνω από ώρα κι εμείς φοβόμασταν μη φανούν οι Σέρβοι. Αλλά η μοίρα της Ελλάδας και της Φλώρινας βοήθησε και τελικά ήλθαν οι θρησκευτικοί αρχηγοί μαζί με άλλα 5 547 άτομα, χωρίς λευκή σημαία και περνώντας κρυφά από τα σοκάκια . Και όπως περνούσαν από ένα σοκάκι, βρήκαν ένα παράθυρο ανοικτό και αφαίρεσαν τον λευκό του μπερντέ, και ο γραμματέας της Δημαρχίας τον κρέμασε στο μπαστούνι του ως σύμβολο ειρήνης. Στο μεταξύ, τα νέα για την εμφάνιση Ελληνικού Στρατού κυκλοφόρησαν, και οι κάτοικοι κρύφτηκαν, έχοντας ακούσει για τις σφαγές των Σερβίων. Όταν λοιπόν ήρθαν οι θρησκευτικοί Αρχηγοί, τους μίλησε ο Άρτης λέγοντας: «Εν ονόματι του Βασιλέως Γεωργίου του Α΄ καταλαμβάνω την πόλιν της Φλωρίνης μετά της περιοχής αυτής, πάντες δε οι κάτοικοι αυτών έσονται ίσοι απέναντι των Ελληνικών νόμων». 547

(και όχι συνοδευόμενοι από όχλο με σημαίες και θούρια και ψαλμωδίες «Χριστός ανέστη», όπως λέει ο κ. Σαπουντζής, γράφει ο Άρτης, τονίζοντας ότι ο Σαπουντζής δεν ήταν ένας από τους 5 συνοδούς και κατηγορώντας τον ότι φάνηκε την επόμενη μέρα, εν αναμονή της αφίξεως του Διαδόχου) Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 320

Όπως μας εξομολογήθηκε αργότερα, δεν γνώριζε ότι έπρεπε να κηρύξει και Στρατιωτικό Νόμο … Μετά είπε λίγα λόγια ο Μητροπολίτης, ότι παραδίδει την πόλη και δοξάζει τον Θεό που η Φλώρινα γίνεται Ελληνική και υπόσχεται υποταγή στους Νόμους και τον Βασιλέα, ζητωκραυγάζοντας με τόσο χαμηλή φωνή, που μας έκανε εντύπωση. Και μετά μίλησε ο Μουφτής, έναν εμπνευσμένο λόγο, λέγοντας τα εξής: «Εμείς οι Τούρκοι ευνοηθήκαμε από τον Κύριο και εδεσπόσαμε του κόσμου όλου. Αλλά παρεκκλίναμε και θελήσαμε να γίνουμε κατακτητές και τύραννοι. Και ο Θεός οργίσθηκε εναντίον μας. Αλλά και πάλι με πολλή επιείκεια μας έκρινε και μας δίνει σε καλά χέρια. Ας είναι ευλογημένον το όνομά Του. Γι’ αυτό δηλώνουμε ότι θα είμαστε οι πιστότεροι υπήκοοι του Βασιλέως Γεωργίου. 548 Ζήτω ο Βασιλεύς Γεώργιος ο Α΄» . Ο Μουφτής ήταν απόφοιτος του Γυμνασίου της Λάρισας. Αφού έγιναν αυτά, ο Άρτης έστειλε αναφορά στον Ζαχαρακόπουλο: «Η επιχείρησίς μου επέτυχεν και ήδη εξακολουθών την πορείαν μου σπεύδω εις καταδίωξιν του εχθρού προς ολοκλήρωσιν της νίκης μου ευελπιζόμενος ως και εκ της καταστάσεως των οδών την κυρίευσιν του πυροβολικού του και την διασποράν του εχθρού». Και αμέσως ίππευσε, δίνοντάς μας σήμα να ξεκινήσουμε, αλλά έντρομος του κράτησε τα γκέμια ο Μητροπολίτης: «Που πας; Είναι χιλιάδες στρατός μέσα». «Το ξέρω αλλά αυτό αφορά εμένα … Εσείς μεταβείτε στην Μητρόπολη και υψώστε την Ελληνική σημαία» του απάντησε. Και κεντρίζοντας τον ίππο του έφυγε μπροστά μας κι εμείς τον ακολουθήσαμε στην πόλη. Οι πρώτοι εχθροί που συναντήσαμε ήταν τρεις έφιπποι Αξιωματικοί. Ένας Συνταγματάρχης με τον Υπασπιστή του, τον Διαχειριστή του και τους έφιππους Ιπποκόμους τους. Παραδόθηκαν μάλλον εύκολα, και ο Άρτης διέταξε τον Υπίλαρχο Νικολαΐδη να πάρει 3 Ιππείς και να φυλακίσει τους αιχμαλώτους. Και μετά, αρχίσαμε να αφοπλίζουμε όλους τους ενόπλους που περιφέρονταν, ώστε να μπορούν να βγουν ελεύθερα οι κάτοικοι στην πλατεία και τους δρόμους. Και επειδή ούτε ο Ζαχαρακόπουλος ούτε το Σύνταγμα ερχόντουσαν, ο Άρτης μας διαίρεσε σε δυο ομάδες, λέγοντάς μας να μην κάνουμε χρήση των όπλων μας, παρά μόνον σε εσχάτη ανάγκη, για να μην τρομάξουν οι Τούρκοι και αντιδράσουν άσχημα. Οι δύο ομάδες, με έξι Ιππείς η κάθε μία, προχωρούσαμε αραιά, δεξιά και αριστερά στις άκρες του δρόμου, με τον Άρτη στη μέση, και γυρίζαμε τους δρόμους αφοπλίζοντας και διώχνοντας τους Τούρκους Στρατιώτες. Αλλά ο Άρτης είχε στο μυαλό του και τα εχθρικά πυροβόλα, και βιαζόταν να τελειώνει με τον αφοπλισμό, ελπίζοντας ότι θα τα προλάβει καθώς θα ερχόντουσαν αργά, λόγω της κακής 549 κατάστασης των δρόμων. Πλησιάζοντας στη γέφυρα που είναι πάνω από το χωριό Αρμένσκο , είδαμε πράγματι αρκετά τηλεβόλα και άλλα τροχοφόρα μαζεμένα πριν τη γέφυρα. Πλησιάζοντας, είδαμε ότι οι πυροβολητές έσπρωχναν με τα χέρια τα τηλεβόλα πάνω στη γέφυρα και από κει τα γκρέμιζαν κάτω στη χαράδρα. Είχαν ήδη γκρεμίσει δύο, και μόλις μας είδαν καβάλησαν τα άλογα «ελάσεως» και έφυγαν καλπάζοντας. Δεν τους καταδιώξαμε γιατί πριν κινηθούμε, είδαμε έναν Τούρκο Αξιωματικό που κρατούσε μαστίγιο και κτυπούσε τους Στρατιώτες του. Ο Άρτης του φώναξε να παραδοθεί και εκείνος θυμωμένος του απάντησε Γαλλικά: 548

Στο ίδιο πνεύμα μίλησε και ο Ραβίνος, εκ μέρους των λίγων Εβραίων της Φλώρινας. Ο σχισματικός παπάς δεν παραβρέθηκε στην παράδοση της πόλης. Μετά τις προσφωνήσεις όλοι μαζί διέσχισαν την πόλη και κατέληξαν στην Μητρόπολη, όπου και υψώθηκε η Ελληνική σημαία. 549 (σημερινά Άλωνα) Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 321

«Πουρκουά;» Και ταυτόχρονα έκανε να βγάλει το περίστροφό του. Αλλά ευτυχώς, η θήκη ήταν κουμπωμένη και πρόλαβε να τον αρπάξει ο Άρτης από το γιακά του επενδύτη του. Και καθώς ήταν πολύ κοντός και λεπτός, τον σήκωσε και τον τίναξε, διατάζοντας τον Ιπποκόμο του να του πάρει το πιστόλι. Ο Τούρκος φώναζε τους Στρατιώτες του να τον βοηθήσουν, λέγοντάς τους να μας ρίξουν, αλλά αυτοί προσπερνούσαν αδιαφορώντας, ενώ ο Άρτης συνέχισε να τον τινάζει και να χτυπάει το πρόσωπό του στην μπροστινή αψίδα της σέλλας, ματώνοντάς τον. Και καθώς ο Ιπποκόμος απέσπασε το περίστροφό του, ο Τούρκος άρχισε να βρίζει: «Άει σικτίρ … Κεσ’ κε βουλεβού;» «Τεσλίμ» του απήντησε ο Άρτης … «Έ… Τεσλίμ, Τεσλίμ, Τεσλίμ» είπε ο Τούρκος. Και έτσι τελικά παραδόθηκε. Σαν τον άφησε ο Επίλαρχος από το γιακά, ήταν τόσο ζαλισμένος που παραπάτησε και τον βάστηξε ο Ιπποκόμος. Το επεισόδιο αυτό έκοψε την ορμή μας για καταδίωξη, είχε άλλωστε αρχίσει να βραδιάζει. Και ο αιχμάλωτος αυτός ήταν πολύ επικίνδυνος και δεν μπορούσαμε να τον αφήσουμε ελεύθερο, καθώς ο δρόμος ήταν γεμάτος όπλα και οι Τούρκοι μένανε κοντά στα όπλα, περπατώντας πάνω κάτω ή καθισμένοι στις όχθες του Λίγκου ποταμού. Ο Επίλαρχος διέταξε τον Ιπποκόμο του να πάει στην πόλη για να βρει το Σύνταγμα και να ζητήσει από τον Διοικητή να στείλει τάχιστα άντρες να μαζέψουν τα πεταμένα όπλα. Αν πάλι βρει στους δρόμους Έλληνες κατοίκους, να πει σε αυτούς να μαζέψουν τα όπλα. Αλλά το Σύνταγμα δεν είχε μπει ακόμη στην πόλη. Αντίθετα είχαν φανεί οι πρώτοι Σέρβοι. Ο Άρτης φρόντισε να αφοπλιστεί ο Τουρκικός πληθυσμός της πόλης, καθώς δεν γνώριζε τις προθέσεις τους. Και είναι αλήθεια ότι κινδύνεψε από πέτρα που του ρίξανε από ένα παράθυρο. Ευτυχώς η πέτρα δεν χτύπησε αυτόν αλλά το άλογό του. Το κακόμοιρο κούτσαινε και το άλλαξε με το άλογο του Τούρκου Συνταγματάρχη. Καμιά δεκαριά Ιππείς στάλθηκαν κοντά στη γέφυρα, σαν πρόχειρη προφυλακή και για να φυλάνε τα τηλεβόλα, τα προόλκαια και τα βλητοφόρα. Ήρθανε και πολίτες «οπλοσυλλέκτες» και ο Άρτης τους είπε να μαζέψουν όσο γίνεται περισσότερους Τούρκους και να τους πάνε στην πόλη να τους κλειδώσουν. Με τον αφοπλισμό των κατοί550 κων μαζεύτηκαν 10.000 όπλα «Μαρτίνι» που γέμισαν δύο μεγάλες αποθήκες στον περίβολο της Μητρόπολης. Μετά τον αφοπλισμό κάλεσε με Κήρυκα εθελοντική επιστράτευση για να ασφαλίσει την πόλη από τυχόν κακοποιούς και να θέσει προφυλακές. Σε μια ώρα μέσα, ήρθαν πάνω από 150 φιλότιμοι και φιλοπάτριδες νέοι. Ο Επίλαρχος τους συνεχάρηκε, λέγοντάς τους ότι ήταν «οι πρώτοι Μακεδόνες Στρατιώτες», τους έβαλε σε γραμμή και τους μίλησε για να αναπτερώσει το φρόνημά τους. Τους δίδαξε μερικές στρατιωτικές κινήσεις και μετά, άλλους έστειλε να περιπολούν στην πόλη και άλλους πήρε στις προφυλακές. Όλοι έκαναν το καθήκον τους ευσυνείδητα. Και αυτός, με μένα και τον Ιπποκόμο του, πήρε τον αιχμάλωτο και όλοι μαζί βαδίσαμε προς την πόλη. Στο δρόμο ο Τούρκος έλεγε δικαιολογίες για τα χάλια του Στρατού τους: «Ερχόμαστε από το Κουμάνοβο και τα Μπάμπουνα, ύστερα από πενθήμερη σκληρή μάχη, νηστικοί και χωρίς να σταματήσουμε πουθενά …» Ύστερα ρώτησε: «Εσείς δεν είστε Έλληνες;» Και όταν του είπαμε ότι ήρθαμε από τη Θεσσαλονίκη, ταράχτηκε και φώναξε: «Ώστε τόσο μας κορόιδευαν; … Εμείς είχαμε Διαταγή να έρθουμε να σας στριμώξουμε ανάμεσα σε μας και το Σώμα Στρατού Θεσσαλονίκης … Και ο Ταχσίν; Που βρίσκεται;»

550

(παλαιά μονόσφαιρα, αντίστοιχα του «γκρα») Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 322

Και όταν τον βεβαιώσαμε ότι ο Ταχσίν είναι προ πολλού αιχμάλωτος, τον πήραν τα δάκρυα. Σαν φτάσαμε στην πόλη και συναντήσαμε τους άλλους αιχμαλώτους, το πρώτο που τους είπε ήταν ότι η Θεσσαλονίκη είναι Ελληνική και ο Ταχσίν αιχμάλωτος. Όλοι ταράχτηκαν και το δέχονταν με πολλή δυσπιστία. Τους είχαν γεμίσει στα ψέματα τόσον καιρό οι δικοί τους … Στην πόλη ψάξαμε το Σύνταγμα και μάθαμε ότι ο Διοικητής μαζί με τους Αξιωματικούς του Συντάγματος ήταν στην Μητρόπολη, αδιαφορώντας για όσα είχαν γίνει. Ο Άρτης τότε εκνευρίστηκε και αποφάσισε να στείλει αναφορά απ’ ευθείας στο Γενικό Στρατηγείο, παραμερίζοντας τον Διοικητή, ως «μη αναμιχθέντα καθόλου». Η Αναφορά, που την παρέδωσα εγώ ο ίδιος στο Διάδοχο, έλεγε τα εξής: «Ώρα 5 μ.μ. Προ μίας ώρας κατέλαβον επισήμως πόλιν και περίχωρα Φλωρίνης συνέλαβον χιλιάδας αιχμαλώτων, Αξιωματικούς και Οπλίτας, εκυρίευσα τηλεβόλα πολλά του εχθρού, διεσκόρπισα χιλιάδας εχθρών. Έχω ανάγκην επείγουσαν ενισχύσεώς μου δια μίας Διλοχίας, όπως εγκαταστήσω προφυλακάς και εξασφαλίσω το έργον μου. Εχθρός κατέχει υψώματα Πισοδερίου όπερ εκ των πολλών πυρών παρουσιάζει πελωρίαν Μαρκίζαν. Διατάξατε Επίλαρχος Άρτης» Η χαρά του Διαδόχου σαν διάβασε την αναφορά, ξεπερνούσε κάθε όριο. Κρατώντας την στο χέρι, φώναζε συνεχώς «Μπράβο Άρτη, μπράβο Άρτη». Ο Επιτελάρχης Δούσμανης σαν έμαθε ότι «ο Άρτης κατέλαβε την Φλώρινα» δήλωσε με απορία: «Πως την κατέλαβεν ο Άρτης και όχι ο Ζαχαρακόπουλος;» Ο Διάδοχος του έδωσε την αναφορά, όπου υπήρχαν και οι φράσεις περί Πισοδερίου, που σήμαναν συναγερμό στον Διάδοχο. Και είπε στον Δούσμανη: 551 «Φαίνεται ότι πρόκειται περί μπραβούρας » Και γυρίζοντας προς τον παριστάμενο Υπίλαρχο Στάικο τον διέταξε: «Στάικο τρέξε αμέσως, σκάσε το άλογό σου, και όποια μονάδα συναντήσεις στη Φλώρινα, διάταξε να σταλεί αμέσως στον Άρτη μια Διλοχία και να επιβλέψεις ο ίδιος την ταχείαν εκτέλεση.» η

Ο Δούσμανης πρότεινε να διαταχθεί η 4 Μεραρχία που ήταν καθ’ οδόν. Αλλά ο Διάδοχος το απέρριψε: «Θα βραδύνει, μία Διλοχία ζητείται, να του δοθεί … Τρέξε». ο Ο Στάικος πήρε μαζί του εμένα και τρέξαμε πράγματι και συναντήσαμε το 8 Σύνταγμα του Καμπάνη, στον οποίο δώσαμε τη Διαταγή. «Μόλις έφθασαν και ακόμη δεν τους διανεμήθηκε ο άρτος. Να διανεμηθεί ο άρτος και να πάμε όλο το Σύνταγμα» είπε ο Καμπάνης. «Να αναχωρήσει αμέσως η Διλοχία και να αρτοδοτηθεί στη Φλώρινα» απάντησε ο Στάικος. Και έτσι έγινε. Η Διλοχία έφτασε στη Φλώρινα την 12.30 τη νύχτα και μαζί με τον Διλοχιάρχη Λοχαγό Αντώνιο Πραντούνα ειδοποιήσαμε να ετοιμάσουν αμέσως άρτο τον οποίο μοιράσαμε στις προφυλακές στις 3 μετά τα μεσάνυχτα. Σαν ήρθε η Διλοχία, ο Άρτης απάλλαξε τους εθελοντές από τα καθήκοντά τους, λέγοντας να κρατήσουν τα όπλα τους «εις ανάμνησιν». Ο Καμπάνης έφτασε κι 551

(μπραβούρα: δεξιοτεχνική και γενναία εκτέλεση) Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 323

αυτός την άλλη μέρα στις 9 το πρωί και μέχρι να του παραδώσουμε τους αιχμαλώτους, τα τηλεβόλα, τα όπλα και την πόλη, καθυστερήσαμε να ξεκινήσουμε για την Καστοριά και χάσαμε μια μέρα. ης

Θα πρέπει να προσθέσω ότι όλη την νύχτα της 7 Νοεμβρίου ο Άρτης ήταν πολύ ανήσυχος, καθώς οι Τούρκοι ήταν στο Πισοδέρι και ο αιχμάλωτος Αξιωματικός του είχε πει ότι ερχόντουσαν για να δώσουν μάχη. Αλλά και ο Διάδοχος ανησυχούσε, γι’ αυτό έστειλε ταχύτατα τη Διλοχία που ζητήθηκε. Κατάλαβε τον σκοπό για τον οποίο του έγραφε ο Άρτης περί «πελωρίας Μαρκίζας». Πάντως, το γεγονός ότι οι Τούρκοι πετούσαν τα τηλεβόλα τους από τη γέφυρα στο Αρμένσκο, σήμαινε ότι δεν σκόπευαν να δώσουν μάχη. Λίγα λόγια για τον Διοικητή μας τον Αντισυνταγματάρχη Ζαχαρακόπουλο. Η συμπεριφορά του μέχρι τη στιγμή της κατάληψης της Φλώρινας υπήρξε σύμφωνη προς τους κανόνες του «Ιππικού Ερεύνης». Ανέφερε την ανακάλυψη της δύναμης και των υπόπτων προθέσεων του εχθρού. Και ανέμενε διαταγές του Γενικού Στρατηγείου. Αλλά από τη στιγμή που καταλήφθηκε η Φλώρινα, και αφού του ανέφερε ο Άρτης ότι «η πόλις κατελήφθη και σπεύδω προς καταδίωξιν και διασκόρπισιν του εχθρού», έπρεπε να επανέλθει στον προορισμό του και έπρεπε να ακολουθήσει την εμπροσθοφυλακή, σύμφωνα με τον κανονισμό και τον προορισμό του Ιππικού. Αλλά αυτός θεώρησε τον Άρτη ως ανυπάκουο και εξακολούθησε να μένει πίσω από το Αρμενοχώρι, μέχρις ότου φάνηκε το Σερβικό Ιππικό και διαλυόταν πλέον η Τουρκική Στρατιά. Τότε, αποφάσισε να βγει από την κρυψώνα του και να βαδίσει προς την Φλώρινα. Ένας Σέρβος Ίλαρχος τον σταμάτησε στο δρόμο λέγοντας «εμείς καταδιώκουμε και εμείς θα μπούμε πρώτοι». Ο Διοικητής του δήλωσε ότι προ πολλού βρίσκεται μέσα στη Φλώρινα ο Ελληνικός Στρατός. Ο Σέρβος δεν πείσθηκε, καθώς δεν έβλεπε Ελληνικές σημαίες και πρότεινε να σταματήσουν και οι δύο και να στείλουν πρόσκληση στον Μητροπολίτη και τον Μουφτή, να έρθουν να παραδώσουν την πόλη. Και οι δύο θρησκευτικοί αρχηγοί ήταν εκείνη την ώρα στο Ναό του Αγίου Γεωργίου και απάντησαν ότι «την πόλιν της Φλωρίνης προ πολλής ώρας παρεδώσαμεν και ευρίσκεται ήδη υπό την διοίκησιν του Ελληνικού Στρατού». Τότε ο Σέρβος πείσθηκε και είπε: «Ως σύμμαχός σας θα εισέλθω κι εγώ» «Βεβαίως, θα σας φιλοξενήσωμεν» του απάντησε ο Διοικητής, όπως μας τα διηγήθηκε αργότερα ο Μητροπολίτης Πολύκαρπος. Αλλά η αδράνεια του Διοικητή προκάλεσε και άλλο σοβαρότερο επεισόδιο: Μετά τη συνάντηση με τους θρησκευτικούς αρχηγούς, ο Διοικητής δεν εισήλθε πρώτος και αμέσως στην πόλη, αλλά έμεινε έξω, αφήνοντας τον Σέρβο Ίλαρχο να εισέλθει. Αυτός, δεν συνάντησε Ελληνικό Στρατό, αφού και εμείς είχαμε πάει στη γέφυρα, ούτε σημαίες, και υποψιάστηκε απάτη. Πήγε λοιπόν στο Τηλεγραφείο και ανέφερε στους προϊσταμένους του ότι «κατέλαβε την Φλώρινα» και έτσι οι Σέρβοι θεωρούσαν την Φλώρινα Σερβική. Ο δε Πρίγκηπος Αρσένιος δεν ήλθε με την Μεραρχία του για να μας προσφέρει βοήθεια αλλά με σκοπό να εγκατασταθεί στην Φλώρινα. Πλην όμως, σαν έφτασε, τον υποδέχτηκε ο ίδιος ο Διάδοχος και όλα τα σπίτια είχαν Ελληνικές σημαίες και ούτε μία Σερβική. Και θεωρήθηκε ότι έγινε κάποια παρεξήγηση και έτσι εισήλθε με το πρόσχημα του «συμμάχου κράτους» και στην πρώτη ευκαιρία, παρεκάλεσε τον Κωνσταντίνο να διορίσουν από κοινού μία Επιτροπή που να καθορίσει προχείρως τα σύνορα. Μέσα σε ελάχιστες μέρες ορίστηκε η Επιτροπή και Πρόεδρος από Ελληνικής πλευράς διορίστηκε ο Συνταγματάρχης Γεώργιος Χατζηανέστης και μέλος ο Ταγματάρχης Πεζικού Γεώργιος Νικολαΐδης. Και στην πρώτη συνάντηση ο Χατζηανέστης πρότεινε τα εξής:

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 324

«Τα σύνορα αυτά θα είναι προσωρινά και προτείνω για να τελειώνουμε να λάβουμε τη εξής απόφαση: Η Φλώρινα είναι ελληνική, το Μοναστήρι Σερβικό, να φέρωμεν μίαν γραμμήν εις το μέσον των δύο πόλεων». Οι Σέρβοι διαμαρτυρήθηκαν ότι η Φλώρινα ήταν Σερβική. Και την παρεξήγηση αυτή ευτυχώς έσωσε η επίσημη κατάληψη της Φλώρινας. Διακόπηκε η συζήτηση και κλήθηκαν οι θρησκευτικοί αρχηγοί και οι πρόκριτοι, Τούρκοι και Βούλγαροι, οι οποίοι βεβαίωσαν ότι πολλή ώραν προτού εμφανισθεί το Σερβικό Ιππικό, η πόλη είχε καταληφθεί από τον Ελληνικό Στρατό και έτσι έληξε το 552 θέμα . 552

«Ελπίζω, αξιότιμε κ. Σαπουντζή, ότι το ανωτέρω επεισόδιον να σας είναι γνωστόν και σας διέφυγε της μνήμης να το δημοσιεύσετε εις το δημοσίευμά σας. Εις εμέ το δεύτερον επεισόδιον μου το εγνώρισεν ο τότε ταγματάρχης Γ. Νικολαΐδης, που ήτο μέλος της επιτροπής.» αναφέρει στο άρθρο του σκωπτικά ο Άρτης … Αλλά τι είχε γράψει ο Τέγος Σαπουντζής; Για την πλήρη ενημέρωση των αναγνωστών, μεταφέρω τα βασικά σημεία της διήγησής του: «Η Φλώρινα και τα περίχωρά της ήταν ανάστατα. Ο χριστιανικός πληθυσμός διέτρεχε κινδύνους να υποστεί βιαιοπραγίες όχι μόνο από τις ορδές των Γκέγκηδων Τουρκαλβανών, που είχαν κάνει την επικίνδυνη εμφάνισή τους, αλλά και από τους υποχωρούντας Τούρκους στρατιώτες. Ακόμη κινδύνευαν κι από τους αλλόφρονες Τούρκους των Καϊλαρίων, οι οποίοι μόλις άρχισε η νέα επίθεση και προέλαση της 6ης Μεραρχίας, εγκατέλειψαν τα Καϊλάρια και τα γύρω χωριά και σε θλιβερές μεν αλλά ανά πάσα στιγμή επικίνδυνες φάλαγγες, με τις βοϊδάμαξες και τα κοπάδια τους κατέκλυζαν την Φλώρινα, σαν πρώτο σταθμό, με κατεύθυνση την Κορυτσά. Ευτυχώς, όμως, δεν σημειώθηκαν αξιόλογα επεισόδια, χάρις στους νουνεχείς Τούρκους άρχοντες της Φλώρινας. Εν όψει όλων αυτών των γεγονότων είχε γίνει πια σε όλους αντιληπτό ότι το τέλος της Τουρκικής κυριαρχίας είχε φθάσει. Φυσικά αυτό δεν διέφυγε από την προσοχή των Τούρκων αρχόντων της Φλώρινας. Οι οποίοι για να προλάβουν δυσάρεστα ενδεχόμενα σε βάρος τους και των πολυπληθών Τούρκων της πόλης – υπολογίζονταν τότε σε 6.500, έναντι 3.000 Ελλήνων – αλλά και γιατί ήθελαν να παραδοθεί η Φλώρινα στους προελαύνοντες Έλληνες, από τους οποίους, όπως έλεγαν, την είχαν πάρει. Έτσι στις 6 Νοεμβρίου 1912 το πρωί, οι Μωαμεθανοί προεστοί της πόλης, συνήλθαν σε κοινή σύσκεψη στον Τεκέ, που βρίσκονταν, όπου είναι σήμερα το κτίριο της Τραπέζης της Ελλάδος, για να συζητήσουν και αποφασίσουν τι θα πράξουν, εν όψει των επερχόμενων ραγδαίων πολεμικών γεγονότων. Τα γεγονότα τους πίεζαν. Έτσι δεν άργησαν να συμφωνήσουν ότι πρέπει να καλέσουν στην σύσκεψη τον Μητροπολίτη Πολύκαρπο και μερικούς έλληνες προκρίτους. Έστειλαν, λοιπόν, αντιπροσωπεία από τους Χατζή Τζοφέρ Χαφίζ και Κιουτσούφ Αμέτ Αγά στον Μητροπολίτη. Οι απεσταλμένοι ανεχώρησαν αμέσως για την Μητρόπολη. Συνάντησαν τον Μητροπολίτη κι ύστερα από εδαφιαίους τεμενάδες, του εζήτησαν να πάει στον Τεκέ, όπου ήσαν μαζεμένοι ο Μουφτής, οι Μπέηδες και οι Αγάδες, ογδόντα τον αριθμό και τον περίμεναν. Ο Πολύκαρπος αρχικά φάνηκε διστακτικός. Μα ύστερα από την επιμονή των δύο απεσταλμένων δέχθηκε. Πήρε μαζί του τον Τέγο Σαπουντζή και τον γιατρό Μενέλαο Βαλάση και πήγαν στον Τεκέ. Μέσα σε τέτοια ατμόσφαιρα ο Μουφτής Μεχμέτ Χουλουσή εφέντης, ενημέρωσε αμέσως τον Μητροπολίτη και του είπε ξεκάθαρα ότι ήθελαν να παραδώσουν την Φλώρινα στους Έλληνες και να γίνουν για τον σκοπό αυτό οι σχετικές ενέργειες. Χωρίς καμμιά χρονοτριβή αποφασίστηκε η αποστολή επιτροπής στον στρατηγό Γεννάδη, που βρισκόταν στο Αμύνταιο. Την επιτροπή απετέλεσαν ο Έλληνας Αρχιμανδρίτης Παπαθανάσης, ο σχισματικός παπάς Παπαναστάσης, ο γιατρός Μενέλαος Βαλάσης και ο Τούρκος εμπορευόμενος Μεχμέτ Ζαϊνέλ. Η συμμετοχή του σχισματικού παπά στην επιτροπή είχε την έννοια, κατά τον Μητροπολίτη Πολύκαρπο, της αποδοχής και εκ μέρους των σχισματικών, της καταλήψεως της Φλώρινας από τον Ελληνικό Στρατό. Η Επιτροπή εφοδιάστηκε, κατ’ αίτηση των Τούρκων, για το εγκυρότερο της αποστολής της και με την κατωτέρω σύντομη επιστολή του Μητροπολίτη Πολύκαρπου: «Κύριε Διοικητά των Ελληνικών στρατευμάτων, σας γνωστοποιώ ότι οι φίλοι και σύμμαχοι Σέρβοι κατέλαβαν το Μοναστήρι και προχωρούν προς την Φλώριναν. Οι Τούρκοι της Φλωρίνης παρακαλούν να σπεύση ο Ελληνικός στρατός να καταλάβη την πόλιν μετά των συμμάχων Σέρβων και δεν θα φέρουν ουδεμίαν αντίστασιν, ούτε τον υποχωρούντα Τουρκικόν στρατόν θα αφήσουν να αντισταθή». Η επιτροπή, με οδηγό τον Νικόλαο Έξαρχο, ανεχώρησε αμέσως για το Αμύνταιο. Το μήνυμα του Μητροπολίτη παραδόθηκε στον στρατηγό Γεννάδη, ο οποίος το μεταβίβασε με οπτικό τηλέγραφο στον Αρχιστράτηγο Κωνσταντίνο, που βρίσκονταν στην Άρνισσα, απ’ όπου διατάχθηκε, η επίσπευση της απελευθερώσεως της Φλώρινας.» Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 325

Την επομένη το πρωί, 8 Νοεμβρίου, εισήλθε θριαμβευτικά στην Φλώρινα ο Διάδοχος Κωνσταης ντίνος, επί κεφαλής του Επιτελείου του και δύο Συνταγμάτων της 4 Μεραρχίας. Η υποδοχή του Διαδόχου έγινε υπό καταρρακτώδη βροχή στην είσοδο της πόλης, όπου είχαν συρρεύσει οι κάτοικοι με επί κεφαλής τον Μητροπολίτη Πολύκαρπο και τους λοιπούς προκρίτους. Ο Διάδοχος και το Επιτελείο του παρέμειναν επί τρείς εβδομάδες στην Φλώρινα. Στην πόλη όμως παρέμειναν κι οι Σέρβοι, με επί κεφαλής τον Πρίγκηπα Αρσένιο και δεν έλεγαν να την εγκαταλείψουν. Τελικά, ο Κωνσταντίνος έπεισε τον Αρσένιο ότι η Φλώρινα ελευθερώθηκε από τον Ελληνικό Στρατό και μετά από μία εβδομάδα παραμονής, η Σερβική Μεραρχία αναχώρησε για το Μοναστήρι. Διατήρησε όμως υπό την κατοχή της την γραμμή Πρώτης - Ιτέας – Μελίτης, με συνέπεια πολλά Ελληνικά χωριά να περιέλθουν στην κυριαρχία των Σέρβων, ως το 1913 που έγινε η οριστική οριοθέτηση των συνόρων Ελλάδος – Σερβίας.

Αυτή είναι η δεύτερη άποψη για το πώς ελευθερώθηκε η Φλώρινα. Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 326

Στη Φλώρινα, με βάση δημοσιεύματα του Τύπου της εποχής ης

Στο φύλλο της 7 Νοεμβρίου 1912 της εφημερίδας «ΕΜΠΡΟΣ» σε άρθρο με τίτλο «Ο Διάδοχος βαδίζων προς την Φλώριναν» και υπότιτλο «ανθίστατο μέχρι τούδε ο Νιαζής», διαβάζουμε ότι ο Κωνσταντίνος που ήταν με το Επιτελείο του στο Όστροβο, έστειλε στον Πρωθυπουργό Βενιζέλο το παρακάτω τηλεγράφημα: «ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΝ, Αθήνας ΟΣΤΡΟΒΟΝ, 6/11/1912 Η υπ’ εμέ στρατιά αρχίσασα από της 2 Νοεμβρίου προέλασιν ταυτόχρονον δια Βοδενών, Γραμματικόβου και Κοζάνης, υπό ραγδαίαν και συνεχή βροχήν καθ’ όλον το μέχρι σήμερον ην ην διάστημα, συνέτριψε την αντίστασιν του εχθρού την 3 και 4 Νοεμβρίου παρά τον Κομανόν, την Κατράνιτσαν και το Όστροβον. Σήμερον δε παρά το Σόροβιτς, παρά τα μεταξύ Γκορνιτσόβου και Οστρόβου στενά. Αύριον συνεχίζω προχώρησιν προς Φλώριναν. Αντίστασις εχθρού εξακολουθεί, μολονότι στρατός Μοναστηρίου παρεδόθη. Πιθανώς ανθίσταται τμήμα στρατού εχθρικού υπό τον Νιαζή, γνωστόν Νεότουρκον της Ρέσνας. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΔΙΑΔΟΧΟΣ»

η

Στο ίδιο φύλλο, στην 1 σελίδα, δημοσιεύεται ανταπόκριση με τίτλο «Τριήμερος μάχη της στρατιάς του Διαδόχου» και υπότιτλο «Προχωρεί εναντίον της Φλωρίνης». Και σε άλλη σελίδα δημοσιεύεται άρθρο με τον τίτλο «Προς το τέρμα του αγώνος», στο οποίο γράφονται τα εξής: «Η πτώσις του Μοναστηρίου την οποία ανήγγειλε το χθεσινόν τηλεγράφημα του “Εμπρός” εκ Βιέννης απεδείχθη αληθής. Είτε διότι ο στρατός του Ζακή πασσά μεθ’ όσα όργια διέπραξεν εν τη περιφερεία Μοναστηρίου εφοβήθη αντεκδικήσεις Ελληνικάς, είτε διότι άλλοθεν υπεκινήθη, επροτίμησε να παραδοθεί στον Σερβικόν στρατόν. Το Μοναστήριον ούτω κατελήφθη από της χθες και 40.000 χιλιάδες Τούρκων ηχμαλωτίσθησαν, δεν δύναται δε να είναι διάφορος η τύχη και εκείνων, οίτινες αποκοπέντες του κυρίου σώματος υπό τον Ζακή Πασσάν ευρίσκονται την στιγμήν ταύτην ίσως μεταξύ δύο Ελληνικών πυρών. Εν πάση περιπτώσει οι οδόντες της Τουρκικής τίγρεως, ο εις μετά τον άλλον απεσπάσθησαν και το θηρίον κατάκειται ακίνδυνον και σπαράσσον, εάν παρέχη δε φροντίδα τινά, αύτη συνίσταται εις το πως θα τραφή και που θα περιορισθή μέχρι λήξεως του πολέμου.» Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 327

Στο φύλλο της 9ης Νοεμβρίου 1912, αναγγέλλεται ότι «Η Φλώρινα κατελήφθη» με υποσημείωση «Πλήθος αιχμαλώτων και υλικού εις χείρας του Στρατού μας», και δημοσιεύεται το παρακάτω τηλεγράφημα του Διαδόχου: «ΜΠΑΝΙΤΣΑ, 7/11/1912.- Η υπ’ εμέ στρατιά διελθούσα τα στενά του Γκορνιτσόβου (η σημερινή Κέλλη) και Κιρλί – Δερβέν, ανεπτύχθη επί της γραμμής Ζαμπερδάνι (οι σημερινοί Λόφοι) – Φλωρίνης καταλαβούσα την τελευταίαν πόλιν. Στρατός Τουρκικός Μοναστηρίου καταβληθείς υπό των Σέρβων και αποκοπείς των συγκοινωνιών του προς Ρέσναν, είχεν υποχωρήσει ατάκτως δια Φλωρίνης. Εις χείρας στρατού μου έπεσε πλήθος αιχμαλώτων και πολύ υλικόν. Οι δια Φλωρίνης υποχωρήσαντες, ανέρχονται εις 30.000. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΔΙΑΔΟΧΟΣ» ης

Στο φύλλο της 10 Νοεμβρίου αναφέρονται η «Νικηφόρος καταδίωξις του εχθρού», η «κατάληψις είκοσι πυροβόλων του τουρκικού στρατού», «η εγκάρδιος Ελληνοσερβική συνάντησις εις Φλώριναν», καθώς και το παρακάτω τηλεγράφημα του Κωνσταντίνου προς τον Πρωθυπουργό: «ΦΛΩΡΙΝΑ, 9 Νοεμβρίου ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΝ - Αθήνας Το Ιππικόν Μου καταδιώξαν τον εχθρόν, μετά την προχθεσινήν μάχην, κατέσχεν 20 πυροβόλα και μέγα ποσόν υλικού εν τη στενωπώ Πισοδερίου. Ραγδαίαι και συνεχείς βροχαί και χιών επικρατούσι. Εξακολουθεί η καταδίωξις του διαφυγόντος εχθρού. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΔΙΑΔΟΧΟΣ»

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 328

Πέμπτη 8 του Νοέμβρη, Απελευθέρωση της Λέσβου (Διήγηση του Θεμιστοκλή) 553

Λέγανε εκείνο τον καιρό στο πλοίο , ότι ήρθε στο Μούδρο με καΐκι μία Επιτροπή από το Πλωμάρι της Λέσβου, ζητώντας να συναντήσει τον Ναύαρχό μας. Και ότι του παρέδωσαν επιστολή ή επιστολές που είχαν γράψει ο Μητροπολίτης Κύριλλος και διάφοροι δημογέροντες της Μυτιλήνης και του Πλωμαρίου, ζητώντας να πάμε όσο πιο γρήγορα γινόταν στο νησί να το καταλάβουμε. Και φαίνεται ότι ο Ναύαρχος όχι μόνο δέχτηκε, αλλά ότι επίσπευσε και τα σχέδιά του. Λέχθηκε επίσης ότι στη Μυτιλήνη είχε συσταθεί μυστικά μία «μικτή» Επιτροπή, στην οποία συμμετείχαν ο Μητροπολίτης Κύριλλος, ο Δήμαρχος Βασιλείου και άλλοι Έλληνες δημογέροντες, αλλά και ο Μουφτής, ο Μπεκίρ Μπέης και άλλοι Τούρκοι αξιωματούχοι. Και ότι η Επιτροπή αυτή ζήτησε από τον Βαλή, αν τυχόν έρθουν Ελληνικά πολεμικά, όπως έγινε ήδη σε άλλα νησιά, να απομακρύνει την Τουρκική φρουρά από την πόλη, για να αποφευχθούν οι καταστροφές και 554 αιματοχυσίες. Λέγανε ακόμη ότι συμφωνούσε κι ο Βαλής , αλλά διαφωνούσε ο Φρούραρχος, ένας Τούρκος Ταγματάρχης ονόματι Αμπτούλ Γκανί, που άρχισε να οργανώνει τη Φρουρά του για άμυνα. Αποπλεύσαμε από τον Μούδρο την Τετάρτη 7 Νοεμβρίου, και το άλλο πρωί, ο Στόλος ήταν μπροστά στη Μυτιλήνη. Το θέαμα από το λιμάνι πρέπει να ήταν εντυπωσιακό, καθώς εκτός από τον «Αβέρωφ», ήταν και τα Θωρηκτά «Σπέτσαι», «Ύδρα» και «Ψαρά», το Ανιχνευτικό «Ιέραξ», τα Αντιτορπιλικά «Νέα Γενεά», «Βέλος, «Θύελλα», «Νίκη» και «Ασπίς», τα Τορπιλοβόλα «14» και «15», το τορπιλοφόρο «Κανάρης» και το επίτακτο «Πέλωψ». Λίγες ώρες αργότερα έφτασαν και τα ατμόπλοια «Καλουτάς» και «Ισμήνη», συνοδευόμενα από το Εύδρομο «Αρκαδία» και άλλα βοηθητικά. Στα πλοία επέβαιναν τρεις Λόχοι Πεζοναυτών και τέσσερεις Λόχοι Πεζικού.

555

Οι Έλληνες της Μυτιλήνης μας περίμεναν και ξεχύθηκαν στους δρόμους . Και ο «Αβέρωφ» ανταπέδιδε το καλωσόρισμα με την μπάντα στο κατάστρωμα να παίζει το «Μαύρη είναι η νύχτα στα βουνά». Το πλήθος παραληρούσε από ενθουσιασμό και οι παραλίες ήταν κυανόλευκες από τις σημαίες. Οι καμπάνες χτυπούσαν χαρμόσυνα και πολλοί Μυτιληνιοί έριχναν και ντουφεκιές στον αέρα. Αξέχαστη θα μου μείνει η υποδοχή των Μυτιληνιών, σαν ο Αβέρωφ αγκυροβόλησε. Άλλοι παίρνανε νερό από τη θάλασσα και έριχναν στο κεφάλι τους, σαν να ήταν αγιασμός. Και άλλοι έρχονταν κοντά με βάρκες, και επειδή δεν επιτρέπαμε την άνοδο στο πλοίο, ξύνανε τη μπογιά με τα σουγιαδάκια τους και την φύλαγαν τυλιγμένη σε μαντήλια, σα φυλαχτό …

553

(Για όσους παρέλειψαν κάποιο προηγούμενο κεφάλαιο, ο Ναύτης Θεμιστοκλής Οικονόμου, μυθιστορηματικό πρόσωπο, «υπηρετούσε» στον Αβέρωφ) 554 (Ο Βαλής ήταν ο Διοικητής του Βιλαετιού, κάτι μεταξύ Νομάρχη και Περιφερειάρχη) 555 Από την προηγούμενη νύχτα είχαν ειδοποιηθεί ο Μητροπολίτης, ο Πρόξενος της Γαλλίας Θρασ. Μελανδινός και άλλοι. Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 329

Κατεβάσαμε από τον «Αβέρωφ» μία ατμάκατο, με λευκή σημαία στην πλώρη και την Ελληνική στην πρύμνη. Καθώς πλησιάζαμε στο λιμάνι, ο επί κεφαλής μας Αξιωματικός Βασίλειος 556 Καραμούζος στεκόταν όρθιος. Οι Μυτιληνιοί τον γνώριζαν και τον αγαπούσαν, καθώς είχε εργαστεί σαν Πλοίαρχος στην «Ατμοπλοΐα Χατζή Νταούτ». Σαν φτάσαμε, ο Καραμούζος 557 παράγγειλε στον μουτεσαρίφη Εράμ Μπέη να κατέβει στην παραλία να τον συναντήσει. Ο Τούρκος, προσπαθώντας να περισώσει το κύρος του, απάντησε: «Ας περάσει από το Διοικητήριο» «Να του πεις να κατέβει ο ίδιος κάτω, και πέρασε η εποχή που μας διέταζαν οι Τούρκοι!» απάντησε περήφανα και με έντονο ύφος ο Καραμούζος. Και σαν ήρθε ο Εράμ Μπέης, του έδωσε το τελεσίγραφο του Ναυάρχου Κουντουριώτη, απαιτώντας την παράδοση εντός τριών ωρών. Όλοι οι εκπρόσωποι των Τουρκικών αρχών δέχτηκαν, εκτός από το Φρούραρχο Αμπντούλ Γκανί, που παρά τις διαμαρτυρίες των εκπροσώπων των δύο κοινοτήτων και των Προξένων της Μυτιλήνης, δήλωσε ότι θα αντιτάξει άμυνα μέσα στην πόλη. O Βαλής ανέλαβε να συμβιβάσει τα πράγματα και ζήτησε 24ωρη προθεσμία, για να συνεννοηθεί με την Κυβέρνησή του στην Κωνσταντινούπολη. Εναλλακτικά, πρότεινε να επιτρέψει ο Κουντουριώτης να περάσει ο Τουρκικός Στρατός στην Τουρκική ακτή, με ένα Ελληνικό μεταγωγικό πλοίο, παίρνοντας τα όπλα και τα πολεμοφόδιά του. Οι προτάσεις μεταφέρθηκαν στον Ναύαρχό μας από τον Μητροπολίτη, τον Βαλή και τους Προξένους, που ήρθαν στον «Αβέρωφ» κατά τις 11 η ώρα. Ο Ναύαρχος απέρριψε τις προτάσεις, δέχτηκε όμως να αφήσει να αποχωρήσουν οι Τούρκοι Στρατιώτες προς το εσωτερικό του νησιού, για να μην γίνουν μάχες και καταστροφές στην πόλη. Και τους έδωσε και προθεσμία μέχρι τις 13.00 για να αποσυρθούν. Στις 13.30 άρχισε η αποβίβαση των δυνάμεων μας, όχι μόνο στο λιμάνι, αλλά και στην 558 ης Πετρόσκαλα και στην Επάνω Σκάλα, την Τουρκική συνοικία . Η εφημερίδα «Σάλπιγξ» της 8 Νοεμβρίου 1912 έγραψε τότε: «Σήμερον περί την 6ην πρωινήν ώραν το θωρηκτό "Αβέρωφ" μετά πέντε αντιτορπιλλικών και ενός υπερωκεανίου μεταγωγικού έφθασαν προ του λιμένος μας». Ενώ η «Λαϊκός Αγών» της ίδιας μέρας, έγραφε: «O ένδοξος Ελληνικός Στρατός, το καμάρι μας, αποβιβάζεται εκ των πολεμικών μας πλοίων. Είναι ακριβώς μία και ημίσεια ώρα και οι πεζοναύτες και οι πεζοί στρατιώτες μας, με τον ωραίον οπλισμόν των μάνλιχερ και με όλας τας αποσκευάς των, επιβιβάζονται και στοιβάζονται εις τας φορτηγίδας και τας λέμβους, που πρόθυμα προσεφέρθησαν από τους Μυτιληνιούς ιδιοκτήτες». Και η εφημερίδα «Λέσβος», με πιο λυρικό ύφος αλλά και περισσότερες λεπτομέρειες, συμπλήρω556

(ή Καραμούζης κατ’ άλλες πηγές) (Τοπικός Διοικητής. Το μουτεσαριφλίκι ήταν Οθωμανική διοικητική μονάδα μεσαίου μεγέθους που αντικατέστησε το σαντζάκι κατά την Ύστερη Οθωμανική περίοδο, μετά τη διοικητική μεταρρύθμιση του 1864) 558 Στα ανοιχτά της Επάνω Σκάλας είχε αγκυροβολήσει (απειλητικότατα) το Θωρηκτό «Ψαρά» 557

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 330

νε: «Η αυγή, ομοία ταύτης ποτέ άλλοτε δεν θ' ανατείλη, επρόβαινε εις τον ορίζοντα και ήρξαντο διαλύουσα τα βαθέα σκότη … Από την Πετρόσκαλαν εχαιρετίσαμεν την εμφάνισιν του Ελληνικού Στόλου. Στας μία και ημίσεια ώρα στην Πετρόσκαλαν απεβιβάσθη το πρώτο Ελληνικό άγημα. Προηγούντο δύο μυδραλιοβόλα "Μαξίμ" και έπετο το Άγημα με μίαν πελωρίαν Ελληνική σημαίαν. Ηγείτο δε αυτού ο κ. Καραμούζος, ο συμπαθής γνώριμος των νησιών του Αιγαίου και καλός φίλος μας. Υπό την οδηγία του κ. Καραμούζου το Άγημα ηκολούθησεν την παραλιακήν οδόν, άγουσαν προς το Καστράκι και εκείθεν ανήλθεν προς το θέρετρο του Νομάρχου. Πάραυτα το Άγημα έκαμε κατοχήν του κυβερνητικού κτιρίου και επί του εξώστου αυτού, του βλέποντος προς την θάλασσαν, υψώθη υπερήφανος, ως εν εξαίσιον σύμβολον πολιτισμού και ελευθερίας, η σημαία του αιωνίου πεπρωμένου του Ελληνικού έθνους, χαιρετισθείσα υπό του Στόλου δια είκοσι και ενός κανονιοβολισμών, υπό τας επευφημίας του πλήθους και τα δάκρυα του.» Με επί κεφαλής τον Ταγματάρχη Μανουσάκη, αποβιβάστηκαν το ομώνυμο Ανεξάρτητο Τάγμα με δύναμη 1.096 ανδρών, καθώς και 300 Πεζοναύτες του Αγήματος Κ. Μελά, αδελφού του ήρωα Παύλου Μελά, που ορίσθηκε τοπικός Διοικητής στη θέση του Τούρκου Νομάρχη. Η Τουρκική Χωροφυλακή παραδόθηκε. O Στρατός μας κατέλαβε αμέσως τα υψώματα που είναι πάνω από την πόλη, ενώ ο Ναύαρχός μας απηύθυνε το πρώτο Ελληνικό διάγγελμα: «Εν ονόματι της A.M. του Βασιλέως των Ελλήνων ΓΕΩΡΓΙΟΥ του Α' Ημείς, ο Ναύαρχος Παύλος Κουντουριώτης, Αρχηγός του Στόλου του Αιγαίου, προς τους κατοίκους της Νήσου Μυτιλήνης, διακηρύσσομεν και διατάσσομεν: 1) Η Νήσος Μυτιλήνη μεθ' όλων των εν αυτή πόλεων, κωμών και συνοικισμών, μετά των λιμένων και των ακτών αυτής, κατελήφθη υφ' ημών και διατελεί από τούδε εις την κατοχήν μας. 2) Αι εν τη Νήσω Οθωμανικαί Αρχαί εκτός των υπαλλήλων τοπικής Διοικήσεως καθαιρούνται, την εξουσίαν δε αυτών θα ασκή ο Διοικητής του Τάγματος της κατοχής Ταγματάρχης Μανουσάκης, ον διορίζομεν Επίτροπον ημών. Η νήσος κηρύσσεται ολόκληρος εις Κατάστασιν Πολιορκίας κατά τον ΔΞΘ΄ Νόμον και τα εκτελεστικά αυτού Β. Διατάγματα, καθιδρύεται δε εν τη πόλει της Μυτιλήνης έκτακτον Στρατοδικείον αρμόδιον δι' όλην την νήσον.

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 331

3) O Επίτροπος ημών έχει την εξουσίαν να χρησιμοποίηση διά την διοίκησιν τους ήδη υπάρχοντας Οθωμανούς υπαλλήλους δύναται όμως να αντικαθιστά αυτούς κατά τας ανάγκας και τα συμφέροντα της υπηρεσίας. 4) Αι υποθέσεις τοπικής φύσεως διεξάγονται μέχρι νεωτέρας διαταγής ημών, όπως και μέχρι τούδε, και υπό των αυτών τοπικών υπαλλήλων, αλλά υπό την ανωτέραν εποπτείαν του ημετέρου Επιτρόπου, έχοντος το δικαίωμα να αντικαθιστά τους κακούς ή αμελείς. 5) Οι μέχρι τούδε ισχύοντες Νόμοι και τοπικά έθιμα θα εξακολουθήσουν να εφαρμόζονται υπό των διαφόρων Αρχών και υπό την εποπτείαν του ημετέρου Επιτρόπου, έχοντος το δικαίωμα να λαμβάνη γνώσιν πάσης υποθέσεως και να διατάσση την προς αυτόν υποβολήν ημερησίων ή περιοδικών αναφορών. 6) Εγγυώμεθα τον απόλυτον σεβασμόν και απρόσβλητον διατήρησιν των ιδιωτικών δικαιωμάτων της ζωής, της θρησκευτικής και προσωπικής ελευθερίας, της τιμής, των οικογενειακών σχέσεων και της ιδιοκτησίας, εις πάντας τους κατοίκους της καταληφθείσης νήσου, αδιακρίτως φυλετικής καταγωγής ή θρησκεύματος, θεωρούντες αυτούς πάντας αδιακρίτως ίσους μεταξύ των ως προς τε τα δικαιώματα και τας υποχρεώσεις, ιδιαιτέραν δε εγγυώμεθα προστασίαν εις τα ιερά και ευαγή και φιλανθρωπικά καθιδρύματα, ων η περιουσία θα μείνει άθικτος και θα διοικήται, όπως και μέχρι τούδε, άνευ παρεμβάσεως του ημετέρου Επιτρόπου. 7) Την προφύλαξιν των ως άνω δικαιωμάτων κατά παντός κινδύνου προσβολής αυτών αναθέτομεν εις τον ημέτερον Επίτροπον ενεργούντα την Αστυνομίαν της νήσου δια του Στρατού της Κατοχής και έχοντα την εξουσίαν να εκδίδη αστυνομικάς διαταγάς οιουδήποτε περιεχομένου αλλά γενικάς δι' όλους τους κατοίκους και επιβαλλούσας ίσας υποχρεώσεις εις αυτούς αδιακρίτως φυλετικής καταγωγής ή θρησκεύματος. 8) Ρητώς απαγορεύομεν εις πάντας τους κατοίκους της Νήσου την οπλοφορίαν, υποχρεούνται δε πάντες εντός της υπό του ημετέρου Επιτρόπου ορισθησομένης προθεσμίας να παραδώσωσιν τα όπλα εις τον Στρατόν της Κατοχής. Προς εκτέλεσιν του αφοπλισμού επιτρέπομεν εις τον ημέτερον Επίτροπον να επιβάλλη τας αυστηροτέρας ποινάς και να λαμβάνη τα αυστηρότερα μέτρα, ακόμη και εναντίον ολοκλήρων χωρίων. 9) Οι κάτοικοι της καταληφθείσης Νήσου είναι υπόχρεοι να εξακολουθήσουν πληρώνοντες εις τους υπό του ημετέρου Επιτρόπου ορισθησομένους εισπράκτορας τους μέχρι τούδε υπό του Οθωμανικού Κράτους κανονισμένους φόρους και τέλη, όπως εξ αυτών πληρώνονται κατά κύριον λόγον τα έξοδα της καλής διοικήσεως της Νήσου. Επίσης υποχρεούνται οι κάτοικοι και τα χωρία να καταβάλλουν και τας εκτάκτους εις είδος ή εις χρήμα εισφοράς, όσας ήθελε διάταξη ο ημέτερος Επίτροπος, όστις έχει και το δικαίωμα της αναγκαστικής απαλλοτριώσεως έναντι αποζημιώσεως. 10) Καλούμεν πάντας τους κατοίκους της Νήσου να συνεχίσουν εν ειρήνη και τάξει τας ιδιωτικάς αυτών υποθέσεις, υπακούοντες εις τους Νόμους και εις τας διαταγάς του ημετέρου Επιτρόπου, αποφεύγοντες δε πάσαν ενέργειαν δυναμένην να διαταράξη την δημοσίαν ασφάλειαν. 11) Πάσα πράξις ή απόπειρα πράξεως θέτουσα εις κίνδυνον την ασφάλειαν του Στρατού της Κατοχής, του Στόλου ή και εν γένει τα συμφέροντα της Ελλάδος, θα δικάζεται στρατιωτικώς ως έγκλημα εσχάτης προδοσίας και θα τιμωρήται με θάνατον 24 ώρας μετά την απόφασιν.» ης

Το βράδυ της 8 Νοεμβρίου ο «Αβέρωφ» και τα άλλα πολεμικά ανεχώρησαν, καθώς μας περίμενε η Χίος! Ο καιρός ήταν πολύ κακός, και καθώς οι άνεμοι έγιναν θυελλώδεις, τα θωρηκτά έπλεαν με χαμηλή ταχύτητα, ενώ τα πιο μικρά πλοία είχαν ακόμη μεγαλύτερα προβλήματα. Έτσι, πρώτα η «Δόξα» και έπειτα το «Βέλος» και η «Νίκη» κατέφυγαν για προστασία στον όρμο Γενί Λιμάνι της Λέσβου. Σαν έφτασαν εκεί, κατέβασαν μερικές λέμβους για να πάνε να φέρουν νερό. Καθώς οι λέμβοι πλησίαζαν στην παραλία, δέχθηκαν πυρά από Τούρκους Στρατιώτες που ήταν στα τριγύρω υψώματα. Ευτυχώς, τα πυρά ήταν άστοχα. Και έφτασαν μερικές κανονιές από τα Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 332

πλοία για να εξαφανιστούν οι Τούρκοι. Η Μοίρα των Θωρηκτών έφτασε με δυσκολίες στον Μούδρο. Έμεινε εκεί μερικές ημέρες για να φτιάξει ο καιρός και μετά μετέβη στο Δεδέαγατς, για να καλύψει την μεταφορά Βουλγαρικών στρατευμάτων που μεταφέρθηκαν με Ελληνικά ατμόπλοια από τη Θεσσαλονίκη. Ένα άσχημο περιστατικό έγινε στην Πέτρα. Εκεί, πήγε στις 9 Νοεμβρίου το τορπιλοβόλο «14» και ο Πλοίαρχος Π. Αργυρόπουλος διαβεβαίωσε τους Πετριάνους ότι το πλοίο θα έμενε εκεί μέχρι να φτάσει ο Ελληνικός Στρατός. Πολλοί Χριστιανοί της Πέτρας ενθουσιάστηκαν και εκδήλωσαν τα πατριωτικά τους αισθήματα, επισκεπτόμενοι το πλοίο και φέρνοντας δώρα. Αλλά τη νύχτα, ο Αργυρόπουλος πήρε έκτακτο σήμα για ένταξή του στη νηοπομπή που θα πήγαινε στη Χίο και αποχώρησε. Και τότε βρήκαν ευκαιρία να γυρίσουν οι Τούρκοι Χωροφύλακες, μαζί με 559 φενταγήδες και όχι μόνο λεηλάτησαν την Πέτρα, αλλά σκότωσαν τον Ελευθέριο Τατά, το δημογέροντα Φωτιάδη και δύο ακόμα Πετριανούς, ενώ επίσης τραυμάτισαν σοβαρά τον 560 καθηγητή Πανεπιστημίου Ν. Ελευθεριάδη και ξυλοκόπησαν πολλούς Πετριανούς . Στη Λέσβο κατέπλευσε και η Μοίρα των Ευδρόμων του Δαμιανού. Στη Μοίρα ανήκε και η «Μακεδονία» που αποβίβασε Άγημα 120 Πεζοναυτών υπό τον Υποπλοίαρχο Δεμέστιχα και τον Ανθυποπλοίαρχο Ρίτσο, που στις 10 Νοεμβρίου απελευθέρωσε το Πλωμάρι και στη συνέχεια το Άγημα ξαναμπήκε στα πλοία και συνέχισε για τη Χίο, αφού πρώτα άφησε επαρκή όπλα στους ντόπιους. Στις 12 Νοεμβρίου ελευθερώθηκε ο Πολιχνίτος και στις 15 η Γέρα. Το νησί ήταν πια χωρισμένο στα δύο, στα νοτιανατολικά ο Ελληνικός και στα βορειοδυτικά ο 561 Τουρκικός Στρατός, που είχε το Στρατηγείο του στον Κλαπάδο . Και στο κομμάτι που έλεγχαν οι Τούρκοι, επικρατούσε τρομοκρατία και έγιναν τρομερά εγκλήματα από Τούρκους ατάκτους, με 559

(ατάκτους) Ο Τατάς κατακρεουργήθηκε στο δρόμο για τον Κλαπάδο, ένα αποκλειστικά μουσουλμανικό χωριό, βόρεια της Καλλονής όπου οχυρώθηκε ο Τουρκικός Στρατός, όταν αποχώρησε από τη Μυτιλήνη. Οι ξυλοδαρμοί, οι λεηλασίες καταστημάτων και οικιών, οι απαγωγές και οι δολοφονίες ανύποπτων πολιτών συνεχίστηκαν ως τις 6 Δεκεμβρίου. Κάηκαν τουλάχιστον 29 κτίρια (έκθεση του Γαλλικού προξενείου Μυτιλήνης της 16-12-1912 υπολόγισε τις ζημιές σε 500- 600.000 φράγκα). Το πρωί της 6ης Δεκεμβρίου, όταν άρχισε η μάχη του Κλαπάδου, 1.000 περίπου Χριστιανοί κάτοικοι της Πέτρας αναζήτησαν καταφύγιο στο οπλιταγωγό «Αθήναι» που, μαζί με τα πολεμικά «Μυκάλη» και «Εσπερίς» είχε αγκυροβολήσει στον όρμο της Πέτρας. Οι Πετρανοί φιλοξενούμενοι του Στόλου επέστρεψαν στο χωριό τους μόνο μετά τη συνθηκολόγηση. 561 (Σήμερα ο Κλαπάδος, που είναι απέναντι από την Στύψη, δεν κατοικείται πια. Το 1912 είχε περίπου 80 Τουρκικές οικογένειες.) 560

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 333

562

αρχηγό τον Κεμάλ Αγά , πρώην Αστυνομικό στην Καλλονή. Στο μεταξύ οι Ελληνικές δυνάμεις ενισχύθηκαν σημαντικά με 1.500 περίπου άνδρες και πολλούς εθελοντές ντόπιους. Ανάμεσά τους, η περίφημη «Λεσβιακή Φάλαγγα», από 210 Λέσβιους μετανάστες, που ήρθαν από την Αμερική να πολεμήσουν για την απελευθέρωση της πατρίδας τους.

Στις 2 Δεκεμβρίου, το Ελληνικό πολεμικό «Αρκαδία» εμφανίστηκε στο λιμάνι της Μήθυμνας, που ήταν γεμάτο καΐκια. Ο Κυβερνήτης υποψιαζόταν ότι οι Τούρκοι θα μπορούσαν να φέρουν ενισχύσεις από τη Μ. Ασία με αυτά. Και έστειλε έναν Σημαιοφόρο, με μία «βενζίνα» με λευκή σημαία, ζητώντας από τις Τουρκικές αρχές της Μήθυμνας να του παραδώσουν τα τιμόνια των καϊκιών. Οι Τούρκοι αρνήθηκαν και τότε το «Αρκαδία» βομβάρδισε το λιμάνι, καταστρέφοντας τα καΐκια, το Λιμεναρχείο, το Τελωνείο και το Υγειονομείο. Οι Τούρκοι πανικοβλήθηκαν από την ακρίβεια των βολών, καθώς με την πρώτη βολή κόπηκε στα δύο ο ιστός του Λιμεναρχείου, όπου κυμάτιζε η Τουρκική σημαία. Τα πράγματα στη Μήθυμνα οξύνθηκαν, άτακτοι Τούρκοι, μαζί με φανατικούς Τούρκους της Μήθυμνας με αρχηγό τον Τζελάλ Μπέη, της «Λέσχης Νεοτούρκων», ήθελαν να την λεηλατήσουν. Τους συγκράτησε ο βουλευτής (στο Τούρκικο Κοινοβούλιο) Δημήτριος Σάββας με τη βοήθεια του καλόψυχου Μουφτή της Μήθυμνας Νουχ Εφέντη και δύο Τούρκων Μπέηδων. Μάλιστα, σε μια απόπειρα ενός Τούρκου να σκοτώσει το Δήμαρχο Κωνσταντίνο Κέπετζη, ο Μουφτής τον αγκάλιασε και τον γλύτωσε, ενώ ο Λοχίας του τακτικού Τουρκικού Στρατού Μουσταφάς Εφέντης, γλύτωσε τον Σάββα, κλωτσώντας έναν μαινόμενο άτακτο, που όρμησε να τον μαχαιρώσει. Ο Μουφτής με τον Σάββα, έγραψαν ένα γράμμα στον Φρούραρχο Γκανί Μπέη, ζητώντας του να 562

Την περίοδο εκείνη, ο αγροτικός πληθυσμός την ονόμασε «τα φόβια». Και πρέπει να πούμε ότι η βία θα ήταν πολύ περισσότερη, αν δεν επενέβαινε ο Φρούραρχος Αμπτούλ Γκανί, που ήταν έντιμος στρατιωτικός. Αλλά και από την πλευρά των Χριστιανών έγιναν άγρια εγκλήματα, με τη δικαιολογία της άμυνας, ενώ βαθύτερο κίνητρο ήταν η εκδίκηση. Για το λόγο αυτό, οι Ελληνικές Αρχές Κατοχής αφόπλισαν ορισμένα χριστιανικά αντάρτικα σώματα και τιμώρησαν αρκετούς ένοπλους που πρωτοστάτησαν σε επεισόδια κατά του άμαχου μουσουλμανικού πληθυσμού. Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 334

απομακρύνει τους φενταγήδες από τη Μήθυμνα. Το γράμμα μετέφεραν εμπιστευτικά ο Χριστιανός Νικόλας Φριγγής και ο Τούρκος Χουνσού, στον οποίο ο Μουφτής είπε ότι «αυτό το γράμμα είναι θέλημα του Αλλάχ». Όταν ο Γκανί διάβασε το γράμμα, διέταξε να τους δώσουν συσσίτιο, και σαν νύχτωσε τους έστειλε πίσω, λέγοντάς τους: «Πηγαίνετε τα σεβάσματά μου στο Μουφτή και στο φίλο μου Δημήτριο Σάββα και τούτο μονάχα πέστε τους: “Αλαχίν γκενί-γι-ολούρ” (του Θεού θα γίνει)» Την άλλη μέρα οι φενταγήδες χάθηκαν από τη Μήθυμνα. Την ίδια μέρα, ο Σάββας με τους δύο μπέηδες, επιβιβάστηκαν σε μια βάρκα και πήγαν στα Ελληνικά πλοία, όπου παρέδωσαν έγγραφο της Δημογεροντίας στον επί κεφαλής Πλοίαρχο Δαμιανό, παρακαλώντας τον για την άμεση κατάληψη της Μήθυμνας. Αυτός τους απάντησε συγκινημένος ότι αδυνατούσε, γιατί δεν είχε σχετική διαταγή από την Ελληνική κυβέρνηση. Σαν γύρισαν άπραχτοι στη Μήθυμνα, οι αφηνιασμένοι Νεότουρκοι αποπειράθηκαν να τους συλλάβουν, αλλά και πάλι τους γλύτωσε ο Μουφτής Νούχ Εφέντης. Στις 5 Δεκεμβρίου, κατέβηκε στη Μήθυμνα ο Γκανί και σύστησε σε όλους ψυχραιμία και λογική. Την Τρίτη 6 Δεκεμβρίου, ο Ελληνικός Στρατός επιτέθηκε και έγιναν μεγάλες μάχες στα υψώματα «Τυραννίδι» και «Πετσοφάς», κοντά στο μοναστήρι του Λειμώνος, που συνεχίστηκαν και την επόμενη μέρα, ενώ τα πολεμικά πλοία βομβάρδιζαν συνεχώς τις Τουρκικές θέσεις. Οι Τούρκοι υποχώρησαν προς το στρατόπεδο του Κλαπάδου, αλλά δεν μπόρεσαν να αντέξουν στις επιθέσεις και ιδίως στον βομβαρδισμό, που συμπληρώθηκε και από εκπληκτικής ακρίβειας βολές που ρίχτηκαν από τα Ελληνικά πολεμικά πλοία που βρίσκονταν στον όρμο της Πέτρας. Οι δυνάμεις μας δεν είχαν ούτε μία απώλεια, και οι Τούρκοι είχαν κι αυτοί λίγες απώλειες, αλλά ήξεραν ότι δεν θα άντεχαν τον κανονιοβολισμό και υπέκυψαν. Την Πέμπτη 8 Δεκεμβρίου, στο ύψωμα «Πετσοφάς», νοτιοανατολικά του Κλαπάδου, υπογράφηκε η παράδοση του Τουρκικού Στρατού. Σύμφωνα με τους όρους, όσοι Τούρκοι Αξιωματικοί και Στρατιώτες ήταν από την Λέσβο, αφοπλίστηκαν και στάλθηκαν στα σπίτια τους, ενώ οι υπόλοιποι, το ίδιο βράδυ, μεταφέρθηκαν στο λιμάνι της Μήθυμνας. Οι τραυματίες στάλθηκαν την ίδια βραδιά με καΐκια απέναντι στην Μικρά Ασία, ενώ οι υπόλοιποι, συνολικά 1.700 περίπου Αξιωματικοί και Στρατιώτες, στάλθηκαν ατμοπλοϊκά στον Πειραιά ως αιχμάλωτοι πολέμου. Την επομένη, η Αθηναϊκή εφημερίδα «Εμπρός» έγραφε: «Τη νύκτα απεστάλη τηλεγράφημα προς το Υπουργείον των Ναυτικών, από τον αρχηγόν του Ευδρόμου “Μακεδονία” κύριον Τσουκαλάν εκ Πέτρας Λέσβου. Υπουργείον Ναυτικών Ταύτην την στιγμήν χίλιοι επτακόσιοι αιχμάλωτοι Τούρκοι επιβιβάζονται εκ Μολύβου εις ελληνικά πλοία με κατεύθυνση προς Πειραιά. Αρχηγός Δαμιανός»

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 335

Σάββατο 10 Νοεμβρίου – Μάχη στο Μέτσοβο Στις 8 Νοεμβρίου, ήρθε η πληροφορία ότι 1.000 Τούρκοι υπό τον Μπεκήρ Αγά βάδιζαν προς το Μέτσοβο. Εθελοντές, με αρχηγό τον καπετάν Βελουδάκη και δύο ντόπιους οδηγούς ξεκίνησαν την άλλη μέρα αξημέρωτα να τους συναντήσουν. Μετά από δύσκολη τετράωρη πορεία προς τα δυτικά, βρέθηκαν σε υψώματα βόρεια των Τούρκων, που είχαν στρατοπεδεύσει χαμηλά δίπλα σε ένα χείμαρρο, κοντά στο χωριό Βοτονόσι. Ο Βελουδάκης έστειλε στα αριστερά των Τούρκων το σώμα του Μοιράκη και στην αντίπερα όχθη το σώμα του Κριάρη, κυκλώνοντάς τους. Στις 11 το μεσημέρι οι Κρητικοί άνοιξαν πυρ και ως το βράδυ αποδεκάτιζαν τους εχθρούς, που σαν σκοτείνιασε το έβαλαν στα πόδια, εγκαταλείποντας ζώα, εφόδια και 50 νεκρούς. Από τους εθελοντές, που τα μεσάνυχτα επέστρεψαν στο Μέτσοβο νομίζοντας ότι ξεμπέρδεψαν με τον Μπεκήρ, σκοτώθηκαν ο Μπαΐλος από την Άσκυφο και ο Μητσόβης από την Ίμβρο. Το πρωί του Σαββάτου 10 Νοεμβρίου μαθεύτηκε ότι ο Μπεκήρ, παρά την ήττα του είχε καταλάβει τη Μονή του Προφήτη Ηλία, τρία τέταρτα της ώρας έξω από το Μέτσοβο! Ο Καπετάν Κλειδής κινήθηκε αμέσως μετωπικά κατά της Μονής. Στέλνοντας στα βουνά που είναι ανατολικά της Μονής τον οπλαρχηγό Τσούρδο και τον Αγγελή Παπαντωνάκη στον καλυμμένο με δέντρα λόφο που είναι στα νότια της Μονής. Πλησίασαν με πυκνή ομίχλη και δριμύ ψύχος, που περιόριζαν τους Τούρκους σκοπούς, και στις 2 μμ ο Κλειδής έδωσε το σύνθημα για επίθεση. «Εμπρός παιδιά !!!» Καθώς οι εθελοντές άνοιγαν πυρ από όλες τις πλευρές, ακούστηκε ένα δυνατό σφύριγμα και μετά κρότος, καθώς μια οβίδα έσκασε 100 βήματα πίσω από τους άντρες του Κλειδή. «Ααα … έχουν και κανόνια λοιπόν; Εμπρός παιδιά!!!» φώναξε ο Κλειδής. Καθώς ο αέρας άλλοτε πύκνωνε κι άλλοτε αραίωνε την ομίχλη, οι άντρες του Κλειδή φτάσανε μπροστά στη Μονή, αναγκάζοντας και τις κανονιές, που ως τότε δεν χτύπησαν κανένα, να σταματήσουν εντελώς. «Απάνω τους! Όλοι μαζί !!!» Γλυστρώντας στο παγωμένο χιόνι, όρμησαν όλοι μπροστά, προκαλώντας τόσο φόβο στους Τούρκους που βγήκαν από τη Μονή και τρέχανε να σωθούν. Μόνος μπροστά στην πύλη, χάζευε ο Κλειδής τη φυγή τους, όταν ακούστηκε ένας πυροβολισμός και ο Αρχηγός έπιασε με το ένα χέρι το λαιμό του, ενώ με το άλλο προσπάθησε μάταια να στηριχτεί στο μάνλιχερ. Γεμάτοι θυμό και αγανάκτηση, οι άντρες του σπάσανε την πύλη, σκοτώνοντας όποιον βρίσκανε μπροστά τους, και όλα τα σώματα όρμησαν στην πεδιάδα προς καταδίωξη, που βάστηξε μέχρι τη νύχτα. Μετρήθηκαν 62 Τούρκοι νεκροί. Μαζί με τον Κλειδή χάθηκαν 4 ακόμη εθελοντές. Το άλλο πρωί ήρθε κι ο Κριάρης με 300 Κρητικούς και έγινε η κηδεία των πεσόντων, που την παρακολούθησε με δάκρυα και οδυρμούς ολόκληρο το Μέτσοβο. Ο Μπεκήρ συνέχισε να τρομοκρατεί την περιοχή, να ληστεύει και να σκοτώνει. Με αποτέλεσμα, στις 17 Νοεμβρίου, ο Αρχιστράτηγος Κωνσταντίνος να τον επικηρύξει ως ληστή, ορίζοντας αμοιβή 563 10.000 δραχμών για την σύλληψη ή τον φόνο του .

563

Ο Μπεκήρ κατάφερε να διαφύγει για να σκοτωθεί τελικά το 1914 στον Ρωσοτουρκικό πόλεμο, στον Καύκασο. Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 336

Κυριακή 11 του Νοέμβρη - Απελευθέρωση της Καστοριάς (Διήγηση του Νικόλα) ο

564

Στις 9 Νοεμβρίου 1912, το Σύνταγμά μας, το 1 Ιππικού, διανυκτέρευσε στο χωριό Ανταρτικό . Την επομένη το πρωί κινηθήκαμε προς καταδίωξη υποχωρούντων Τούρκων. Φτάνοντας στο χωριό 565 Κώττα ήρθε αυτόγραφη διαταγή του Αρχιστρατήγου Κωνσταντίνου: «Υπάρχουσι σπουδαίοι πολιτικοί λόγοι να καταληφθή η Καστορία. Προς τούτο αποστείλατε τμήματα έστω και μικράς δυνάμεως και εν η περιπτώσει είναι κενή, καταλάβωσιν αυτήν εν ονόματι του Βασιλέως Γεωργίου του Α' και κηρύξωσι τον Στρατιωτικόν Νόμον Κωνσταντίνος Διάδοχος» Το άλλο πρωί, Κυριακή 10 Νοεμβρίου, ο Διοικητής μας ο Αντισυνταγματάρχης Ζαχαρακόπουλος, μετά την επιτυχία του τεχνάσματος στη Φλώρινα, ανέθεσε πάλι στον Επίλαρχο Ιωάννη Άρτη. Αυτός, πήρε μαζί του τον Υπίλαρχο Π. Νικολαΐδη και τον Ανθυπίλαρχο Φιλόλαο Πηχεώνα, που ήταν Μακεδονομάχος από την Καστοριά, και 27 ακόμη Ιππείς ανάμεσα στους οποίους ήμουν κι εγώ. Το απόγευμα της ίδιας μέρας φτάσαμε κάτω από το χωριό Απόσκεπο, που είναι στα βόρεια της Καστοριάς. Εκεί συναντήσαμε έναν χωρικό που ερχόταν από την Καστοριά και ο Άρτης του έδωσε ένα σημείωμα με εντολή να το παραδώσει στον Μητροπολίτη: «… Την πόλιν έχω κυκλώσει πανταχόθεν δια δυνάμεως 25 χιλιάδων Στρατού, ώστε πάσα αντίστασις ή απόπειρα διαφυγής του εν τη πόλει Στρατού είναι αδύνατος. Επιθυμώ να μη καταστρέψω την πόλιν. Σπεύσατε εις συνεννόησιν με Αρχηγόν των εν τη πόλει δυνάμεων, όπως παραδοθή άνευ όρων εντός μίας ώρας από της λήψεως του παρόντος, άλλως ευρίσκομαι εις την ανάγκην βομβαρδισμού της πόλεως προ της επελεύσεως του σκότους. Ιωάννης Άρτης» Για να κάνει τον χωρικό να πιστέψει ότι οι δυνάμεις είναι πάνω από 25.000, ώστε να το πει σε όσους θα συναντούσε, ο Άρτης διάβασε το σημείωμα μεγαλόφωνα μπροστά του. Και για να είναι πιο πειστικός, αφού άφησε να περάσει λίγη ώρα, έστειλε τον Υπίλαρχο Νικολαΐδη με εμένα και έναν ακόμη Ιππέα στην Καστοριά, με διαταγή να βρούμε τον Τούρκο Διοικητή. Πήγαμε στην πόλη και εκεί βρήκαμε δύο Τούρκους Στρατιώτες. Τους αφοπλίσαμε και τους ρωτήσαμε ποιος είναι ο Διοικητής και πού μένει. Αλλά οι Τούρκοι τα είχαν χάσει από τον πανικό τους και δεν μιλούσαν. Ευτυχώς, περνούσε από εκεί ο Δήμαρχος της πόλης Κωνσταντίνος Γούσης, ο οποίος μας πληροφόρησε ότι Διοικητής είναι ο Μεχμέτ Πασάς αλλά ότι το σπίτι του είναι πολύ μακριά. Ο Νικολαΐδης έστειλε τον Δήμαρχο με τους δύο Τούρκους στο σπίτι του Μεχμέτ Πασά, να τον ρωτήσουν αν θα παραδοθεί, πριν αρχίσει ο βομβαρδισμός, και γυρίσαμε πίσω στον Άρτη για να αναφέρουμε. Ο Άρτης συσκέφθηκε με τους Αξιωματικούς του και αποφάσισε να μην εισέλθει στην Καστοριά εκείνη την ώρα, αλλά να περιμένουμε τις εξελίξεις και να διανυκτερεύσουμε στον Απόσκεπο. Κατά τη διάρκεια της νύχτας, οι Τούρκοι δεν πήραν κανένα μέτρο άμυνας. Κάποιοι άτακτοι Τουρκαλβανοί του Μπεκήρ Αγά, που τριγυρνούσαν στην πόλη, ζήτησαν από τον Καϊμακάμη να τους επιτραπεί να λεηλατήσουν και να πυρπολήσουν την Καστοριά, όπως κάνανε στο Βογατσικό, στο Μαύροβο και αλλού. Και ένας ονόματι Χασάν Ζουλφικιάρ δημιούργησε πολιτοφυλακή, την όπλισε με όπλα που πήρε από τις αποθήκες του Στρατού, και η κατάσταση ήταν έκρυθμη. Οι Χριστιανοί, τρομοκρατημένοι από τον φόβο του εμπρησμού, μαζεύονταν στις Εκκλησίες κατά 564 565

(Τότε λεγόταν «Ζέλοβο») (Τότε λεγόταν «Ρούλια») Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 337

εκατοντάδες. Ο Δήμαρχος, αφού επισκέφθηκε τον Μεχμέτ και μίλησε μαζί του, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι Τούρκοι θα υποχωρήσουν προς την Αλβανία. Και είπε και στους κατοίκους για τις … χιλιάδες Ελληνικού Στρατού που είχαν στρατοπεδεύσει έξω από την πόλη, αφού κι ο ίδιος το είχε πιστέψει. Με αποτέλεσμα οι κάτοικοι να αναθαρρήσουν αλλά και οι άτακτοι του Μπεκήρ να φύγουν σαν να τους κυνηγούσε ολόκληρη Στρατιά ... Στη διάρκεια της νύχτας, και ενώ οι Τούρκοι φεύγανε από την πόλη, ο Άρτης συνέταξε προκήρυξη, με σκοπό να την τοιχοκολλήσουμε την επομένη στην Καστοριά: «Εν ονόματι του Βασιλέως των Ελλήνων Γεωργίου του Α΄. Καταλαμβάνω την πόλιν Καστοριάν και διακηρύττω καθ' υψηλήν εντολήν της Βασιλικής Αυτού Υψηλότητος του Διαδόχου Γενικού Αρχηγού των εν Μακεδονία Στρατευμάτων, ότι οι Νόμοι του Ελληνικού Κράτους θέλουσιν ισχύει από σήμερον και διά την επαρχίαν Καστορίας, ανεξαρτήτως θρησκεύματος. Από σήμερον δε και μέχρι νεωτέρας διαταγής θέλει ισχύει ο Στρατιωτικός Νόμος καθ' όλην την άνω επαρχίαν. Εγένετο εν Καστορία τη 11 Νοεμβρίου 1912 Ο Διοικητής του Ιππικού Ιωάννης Άρτης» Το πρωί έστειλε τον Ανθυπίλαρχο Πηχεώνα να τοιχοκολλήσει την προκήρυξη σε κεντρικά σημεία της πόλης και να αναγγείλει ότι η πόλη θα καταληφθεί επίσημα από τον Στρατό, και να ετοιμάσουν άρτο για 25 χιλιάδες άνδρες!!! Ο Πηχεών εκτέλεσε τη Διαταγή, τοιχοκόλλησε τις προκηρύξεις και ανήγγειλε και την ώρα της … εισόδου του Στρατού. Τότε φύγανε κι οι τελευταίοι Τούρκοι … Οι καμπάνες άρχισαν να χτυπούν χαρμόσυνα και όλος ο κόσμος ήταν ενθουσιασμένος. Και σαν μπήκαμε στην Άρτα, με τον Επίλαρχο μπροστά, γίναμε δεκτοί με πανηγυρισμούς. Στη συνέχεια, την ίδια μέρα, στάλθηκε ο Ανθυπίλαρχος Πηχεών με 5 Ιππείς στη Χρούπιστα, το σημερινό Άργος Ορεστικό, και το απελευθερώσαμε κι αυτό. Το ωραίο είναι ότι κι εκεί περίμεναν να δουν χιλιάδες Ελληνικού Στρατού, αλλά το μόνο που είδαν την επόμενη μέρα ήταν 200 Κρήτες Εθελοντές. Την επόμενη μέρα, 12 Οκτωβρίου, μπήκε στην Καστοριά και το υπόλοιπο Σύνταγμα Ιππικού, ενώ στις 14 ήλθε και ο Αρχιστράτηγος, ο Διάδοχος Κωνσταντίνος, που έστειλε στον Βασιλιά και τον Πρωθυπουργό το παρακάτω τηλεγράφημα: «Ημέτερον Σύνταγμα ιππικού κατέλαβε προχθές την Καστορίαν, όπου έφθασεν ήδη και ολόκληρος Μεραρχία, του εκεί Τουρκικού στρατού τραπέντος εις φυγήν. Η τηλεγραφική συγκοινωνία αποκατέστη μόλις σήμερον. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Διάδοχος»

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 338

Κυριακή 11 του Νοέμβρη 1912 – Απόβαση στη Χίο (Με βάση ομιλία του Τζων Βορρέ, στις 11-11-1962, συμπληρωμένη και με στοιχεία έρευνας σε άλλες πηγές)566

Βρισκόμαστε στη Θεσσαλονίκη, τις πρώτες ημέρες του Νοεμβρίου 1912. Γιατί όμως σας παίρνω στη Θεσσαλονίκη; Διότι από εκεί άρχισε να πνέει ο ούριος άνεμος που μας έφερε στη Χίο … Αρχίζω από εκεί, διότι όλη αυτή η ιστορία του πολέμου του 1912 – 13 είναι ένα σύνολο με λαμπρούς πρωταγωνιστές, σαν μια μεγάλη συναυλία χωρίς παραφωνίες, χωρίς προνομιούχους εκτελεστές, χωρίς ρυθμούς παρείσακτους, αλλά με αρμονική συνεργασία όλων των Ελλήνων, εμπνευσμένων από τα ευγενέστερα κα ανώτερα ανθρώπινα ιδεώδη, καθαρώς Ελληνικά ιδεώδη. Αφού κατελήφθη η Θεσσαλονίκη, χάρη στην ενθουσιώδη και έγκαιρη ορμητικότητα του Στρατού μας, με επί κεφαλής τον θαυμαστό, λατρευτό και αξέχαστο Κωνσταντίνο, δόθηκε στο Σύνταγμά μας 36 ωρών ανάπαυση. Δίκαιη ανάπαυση, διότι για να προλάβουμε τους Βουλγάρους που κατέβαιναν ραγδαία, είχαμε καταπονηθεί. Εδώ, επιτρέψτε μου να κάνω μία μικρή παρένθεση για να αναφέρω μία κωμική μάλλον σκηνή … Περιδιαβαίναμε στην παραλία του λιμανιού της Θεσσαλονίκης, όταν ακούσαμε σάλπιγγες, τύμπανα και ποδοβολητό. Δεν αργήσαμε να δούμε ένα Σύνταγμα Βουλγαρικού Στρατού που μόλις είχε φθάσει, με καταφανή τα ίχνη της, ματαίας ευτυχώς, εσπευσμένης πορείας. Ο Διοικητής του Συντάγματος, αφού παρέταξε τους άνδρες κατά μήκος της παραλίας και έδωσε με ύφος θεατρικής επισημότητας διάφορες διαταγές, διέλυσε το Σύνταγμα. Τότε είδαμε το πρωτοφανές θέαμα των εκατοντάδων αυτών Στρατιωτών να τρέξουν, να μπουν στη θάλασσα ως τα γόνατα, και με τις παλάμες τους να θέλουν να πιουν εκείνο το οποίο προφανώς νόμιζαν πως ήταν νερό πόσιμο. Φυσικά, δεν πρόφθασαν να καταπιούν την πρώτη γουλιά και η αρχική τους έκφραση ... Περιττό να τονίσω το γλέντι των Στρατιωτών μας και των άλλων θεατών, καθώς και τις ειρωνικές παρατηρήσεις του πλήθους σε βάρος των Βουλγάρων. Ας μη χάνουμε όμως την ώρα μας. Ο χρόνος της ανάπαυσής μας εξαντλήθηκε. Πού θα μας στείλουν τώρα; Αγωνιώδης ερώτηση και αναμονή απάντησης, διότι πολλοί ήταν οι τραχείς δρόμοι προς τη μεγάλη κεντρική φωτιά που ξέραμε ότι επρόκειτο από στιγμή σε στιγμή να ανάψει. Μέσα όμως, στις συγκεχυμένες φήμες περί «ορμήσεως προς Βορράν», ένας ψίθυρος σαν μουσική και σαν παρηγοριά άρχισε να διαδίδεται και να κυκλοφορεί από Λόχο σε Λόχο του Τάγματός μας. Τα νησιά; Δεν θα σταλεί κανένα σώμα στα νησιά; Ποιοι θα είναι οι τυχεροί; Συγκίνηση μεγάλη. Αν σχηματισθεί σώμα από τον Στρατό της Θεσσαλονίκης, εμείς θα συμπεριληφθούμε; Κι αν συμπεριληφθούμε, για ποιο νησί θα μας προορίσουν; Η φορά των πραγμάτων εξελίχθηκε ραγδαία. Η αμφιβολία και η αναμονή δεν άργησαν να μεταβληθούν σε αποφάσεις και Διαταγές. Αμφιβάλλω αν υπήρξαν ποτέ άλλες στρατιωτικές Διαταγές εν καιρώ πολέμου, που να έγιναν δεκτές ως εξ ύψους ευλογία και ως ένδειξη υπέρτατης ευμένειας της Μοίρας. Διατάχθηκε ο σχηματισμός εκστρατευτικού σώματος για τα νησιά, με συμμετοχή του Τάγματός μας, υπό τον Συνταγματάρχη κ. Δελαγραμμάτικα και με ειδικό προορισμό την κατάληψη της Χίου. Πώς τώρα να περιγράψω τη χαρά των ανδρών του Λόχου μου και γενικώς του Τάγματος; Τα μάτια έλαμπαν και τα χείλη μειδιούσαν. Η έκφραση όλων των προσώπων εκδήλωνε ενθουσιασμό, αποφασιστικότητα, αισιοδοξία και ειλικρίνεια καθώς ανεβαίναμε με τα πολεμοφόδια και τους άνδρες στο πλοίο, που μας έφερε στη Χίο, έπειτα από νυχτερινό ταξίδι, που πέρασε με τραγούδια. Ο άνεμος ήτανε ούριος και χαϊδευτικός, σαν να ψιθύριζε λόγια τρυφερά … Έτσι ξημερωθή566

Ο Τζων Βορρές υπηρέτησε ως Λοχίας στο 7ο Σύνταγμα Πεζικού της 2ης Μεραρχίας και είχε την τιμή να είναι ο πρώτος Λοχίας που, επί κεφαλής 12 Στρατιωτών, πάτησε τα χώματα της Χίου στο Κοντάρι, στις 11 Νοεμβρίου 1912. Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 339

καμε και πρωί - πρωί ρίξαμε την άγκυρα δυο μίλια έξω από το «Κοντάρι» και περιμέναμε. Περιμέναμε τι; Ατέλειωτες οι ώρες. Στο μεταξύ τα μάτια μας δεν ήσαν αρκετά να βλέπουμε και η καρδιά μας δε χωρούσε πια τους χτύπους της. Οι Αξιωματικοί του κάκου προσπαθούσαν να μας καθησυχάσουν. «Περιμένουμε παιδιά, μία απάντηση», μας έλεγαν, «κάνετε λίγη υπομονή». Τι απάντηση; Ο Αρχηγός μας είχε ζητήσει την παράδοση του Τουρκικού Στρατού. «Όχι, ποτέ!». Αυτό ευχόμασταν και το φωνάζαμε. «Όχι! Να την πάρουμε με το τουφέκι». Αυτή η πολεμική ορμή γινόταν πιο έντονη από τις σφαίρες που περνούσαν από πάνω μας, σφυρίζοντας ανάμεσα στα ξάρτια του πλοίου. Η ανυπομονησία έφθασε στο κατακόρυφο. Ευτυχώς ο Τούρκος ήλθε σύμμαχος στις επιθυμίες μας και έστειλε αρνητική απάντηση στην πρόταση παράδοσης. Όσα ακολούθησαν έγιναν αστραπιαία. Θυμάμαι καλά πως δεν κατέβηκα, αλλά κατρακύλησα από τη σκάλα του πλοίου, και βρέθηκα πρώτος, μέσα στην πρώτη βάρκα, για να πατήσω πρώτος το γλυκό κι ευλογημένο χώμα του νησιού, να φωνάξω χοροπηδώντας «γεια χαρά, παιδιά» και να φιληθούμε με δυο νέους που ήσαν κρυμμένοι μέσα στα βούρλα της παραλίας και μας περίμεναν. Αυτά έγιναν στις 2 το απόγευμα 11 Νοεμβρίου 1912, και ευλογώ τον Ύψιστο ότι σ’ εμένα επιφύλαξε την μεγάλη και τιμητική αυτή εύνοια. Έπρεπε όμως να προσέχουμε γιατί ακούγαμε 567 πάντοτε σφαίρες να σφυρίζουν ... Είδαμε μερικούς Τούρκους να φεύγουν μακριά στο βάθος. Τους ρίξαμε κι εμείς, ήσαν όμως πανηγυριώτικοι οι πυροβολισμοί μας, γιατί οι Τούρκοι έφευγαν προς τα σπίτια … Στο μεταξύ η βάρκα μας, μαζί με άλλες βάρκες, είχαν μεταφέρει και άλλους άνδρες. Δεν αργήσαμε να γίνουμε κάμποσοι, ώστε να δικαιολογηθεί η ομαδική προχώρησή μας. Με δυσκολία μπήκαμε σε σειρά και σε τάξη. Η ψυχή μας χοροπηδούσε και χοροπηδούσαμε κι εμείς ... Η πορεία μας από το Κοντάρι στην πόλη ήταν ένα μίγμα, αφ’ ενός στρατιωτικής πορείας, με προσοχή βέβαια αφού υπήρχαν άτακτοι Τούρκοι στρατιώτες και αφ’ ετέρου μιας χαρούμενης παρέλασης, εμπρός από ωραία νοικοκυρεμένα σπιτάκια, των οποίων οι κάτοικοι, στις πόρτες, τα παράθυρα και τις αυλές, με συγκρατημένη στην αρχή συγκίνηση και κατάπληξη, και μετά με ασυγκράτητη ταραχή, έξαψη και ενθουσιασμό, προχώρησαν προς το δρόμο και μας άγγιζαν, σαν να ήθελαν να βεβαιωθούν ότι είμαστε πραγματικοί και όχι όνειρο. Μετά τρέχανε πίσω στα σπίτια, για να φέρουν πιατάκια με γλυκό και πάλι παίρνανε τη θέση τους κοντά μας καθώς βαδίζαμε προς την πόλη, με βήμα που μόνο στρατιωτικό δεν ήταν. Η πορεία μας αυτή, στην αρχή αξιοπρεπής και επιβλητική, έπειτα φιλική, κατόπιν οικογενειακή και αισθηματική, στο τέλος μεταβλήθηκε σε ένα γενικό συναγερμό με συμμετοχή και ανάμιξη όλων, στρατιωτών και πολιτών κάθε φύλου και ηλικίας. 567

Οι Τούρκοι, υπό τις διαταγές του Ζεχνί Μπέη και ενισχυμένοι με πολλούς ατάκτους που είχαν έρθει από την Ασιατική ακτή, δήλωσαν ότι θα έδιναν μάχη αν η απόβαση γινόταν στην πόλη της Χίου. Μετά από παρακλήσεις και ξένων Προξένων, ο Δαμιανός συμφώνησε να γίνει η αποβίβαση στο Κοντάρι. Οι Τούρκοι αντιστάθηκαν και η αποβίβαση έγινε κάτω από πυκνά πυρά. Η αποβατική δύναμη αποτελούμενη από το 1ο Τάγμα του 1ου Συντάγματος και το 1ο και 2ο Τάγμα του 7ου Συντάγματος της 2ης Μεραρχίας, συνολικά 76 Αξιωματικοί και 2.495 Οπλίτες, με μία «λυόμενη» Πυροβολαρχία «Κρουπ», ήταν υπό τις διαταγές του ήρωα της Ελασσώνας, του Σαρανταπόρου και των Γιαννιτσών, Συνταγματάρχη Ν. Δελαγραμμάτικα. Απέναντί της ήταν το 18ο Σύνταγμα Πεζικού των Τούρκων, με 57 Αξιωματικούς, 2.500 Οπλίτες και δύο πυροβόλα ταχυβόλα. Στο Κοντάρι, την απόβαση των Ελλήνων εμπόδιζαν 400 Τούρκοι. Τα ελληνικά πλοία βομβάρδισαν τις Τουρκικές θέσεις, αναγκάζοντας τους Τούρκους σε υποχώρηση, σε πιο ασφαλή μέρη, στις Καρυές, στη Μονή Αγίου Μάρκου και στη Νέα Μονή. Ως τις 7 το βράδυ η απόβαση ολοκληρώθηκε, εντυπωσιάζοντας τους Τούρκους με την σύντομη διάρκειά της. Δύο νεκροί, ο Εμμανουήλ Ποθητός από τη Λακωνία και ο Ιωάννης Χρυσολωράς από την Αθήνα, ήταν οι πρώτες απώλειες. Στους Λόχους που αποβιβάστηκαν πρώτοι, ήταν ο 2ος Λόχος του ΙΙΙ/1 Τάγματος με τον Λοχαγό Καρκατζό και ο Λόχος Πεζοναυτών του Ιωάννη Δεμέστιχα. Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 340

Επρόκειτο πλέον περί παραληρήματος. Δάκρυα, γέλια, ξεφωνητά, ασπασμοί, θωπείες, γλυκά, τσιγάρα, προσκλήσεις επίμονες … Είχαμε πληροφορηθεί για την υποχώρηση των Τούρκων προς το Αίπος, αλλά δεν έπαυε να υπάρχει κίνδυνος ... Αυτά τα αισθήματα και τις εκδηλώσεις προς όλους τους άνδρες του Τάγματος, δεν πρέπει να θεωρηθούν σαν προσωπικές εκδηλώσεις για τα άτομά μας, διότι θα μας τύφλωνε ο εγωισμός, ο αυτοθαυμασμός και η ατομική έπαρση. Σε εμάς βλέπανε την Ελλάδα, την έννοια της Πατρίδας, το αίσθημα των μελών μιας μεγάλης οικογένειας, την εκδήλωση του γένους, την αντιπροσώπευση της φυλής … και δώσανε έμπρακτη και ειλικρινή απόδειξη πίστης και αφοσίωσης προς τα ακατάλυτα, υπέροχα αυτά Ελληνικά νοήματα. Η παραμονή μας στην πόλη ορίσθηκε για μικρά χρονικά διαστήματα λίγων ημερών και εκ περιτροπής, για περιορισμένο μόνο αριθμό Στρατιωτών, αφού παρά την εορτάσιμη ατμόσφαιρα και την γενική αγαλλίαση, η πολεμική κατάσταση επέβαλλε σύντομα μέτρα και δράση στην ύπαιθρο. Αν και υπήρχαν οι παρατημένοι Στρατώνες των Τούρκων, καθώς και αίθουσες διάφορες ελεύθερες, οι περισσότεροι φιλοξενηθήκαμε από κατοίκους με περιποιήσεις που δύσκολα περιγράφονται. Ας γυρίσω όμως στην εξιστόρηση της στρατιωτικής δράσης. Μετά την άρνηση παράδοσης του Ζιχνή Βέη, έγινε η κύρια απόβαση υπό την προστασία των πυροβόλων του Στόλου. Σε αυτή συμμετείχε και άγημα πεζοναυτών. Μετά την πλήρη κατάληψη της όλης περιοχής, η προσοχή μας στράφηκε προς το όρος Αίπος, απόκρημνο και δύσβατο, όπου είχε καταφύγει και συγκεντρωθεί το σύνολο σχεδόν των εχθρικών δυνάμεων. Η πολιορκία του Αίπους υπήρξε πολύμορφη, γραφική, ποιητική μπορώ να πω, και συγχρόνως ένδοξη. Στην αρχή δεν εκδηλώσαμε καμία επίθεση. Απλά τοποθετήσαμε φυλάκια στα σημεία εξόδου των Τούρκων, και η τακτική αλλαγή των φρουρών και η κίνηση των περιπολιών γινόταν ομαλά, χωρίς συγκρούσεις και χωρίς καμία επιθετική εκδήλωση από τους πολιορκημένους. Απεναντίας, βλέπαμε τους Τούρκους φρουρούς να παρακολουθούν τις κινήσεις μας με περιέργεια και ενδιαφέρον, σχεδόν φιλικό σε μερικά σημεία. Τόσο, ώστε έπειτα από τις πρώτες μέρες, αρχίσαμε να γνωριζόμαστε μεταξύ μας. Σε μερικά μάλιστα σημεία, τα πολύ απόκρημνα, όπου αποκλειόταν έφοδος ή κάθοδος, οι συνομιλίες και μερικά αστεία ήσαν πλέον στην ημερήσια διάταξη. Το πνεύμα αυτό της αμοιβαίας αμνησικακίας προχώρησε τόσο ώστε ένας από τους πιο γενναίους Αξιωματικούς μας, τραυματίας από τη Θεσσαλονίκη, ο Λοχαγός Σκαλτσογιάννης, του οποίου όλες οι προαγωγές από Υπαξιωματικός έγιναν «επ’ ανδραγαθία», αλλά και γλεντζές συγχρόνως κι αυτό που λέμε «παλαβός» με την καλή έννοια, τη συμπαθητική, σχημάτισε έναν όμιλο από 5 - 6 τραγουδιστές του Τάγματος, και επί κεφαλής αυτός με την κιθάρα του, πήγαιναν και κάνανε καντάδες κάτω από τους διπλοσκοπούς των Τούρκων! Πρωτοφανές, αλήθεια, σύστημα πολιορκίας εχθρών, το οποίο όμως δεν κράτησε πολύ. Μία μέρα που ο Σκαλτσογιάννης, ήταν κάπως περισσότερο «στα κέφια του», αυτός ο ήρωας και λαμπρός Στρατιώτης και άνθρωπος, έμαθε επίτηδες ένα τραγούδι Τούρκικο, αισχρό, ειρωνικό και προσβλητικό, και τους το τραγούδησε ... με ειρωνείες και λοιδορίες για τον Αλλάχ και το Κοράνι, το τζαμί, το μιναρέ και τον κάθε Μουεζίνη τους. Όλα αυτά, τα ιδιαιτέρως εξοργιστικά για τους Τούρκους, είχαν ως αποτέλεσμα να μας έλθει βροχή από πέτρες και ογκολίθους στην αρχή και στο τέλος πυροβολισμοί «στα γεμάτα». Οι ομαλές και σχεδόν φιλικές σχέσεις φυσικά διακόπηκαν. Άρχισε λοιπόν η επιτελική προπαρασκευή της επίθεσης και κατόπιν ο σχεδιασμός της εφαρμογής. Στο μεταξύ, τα πνεύματα είχαν εξαρθεί και το πολεμικό μένος άρχισε να εκδηλώνεται έντονα. Σχετικά με αυτό, θυμούμαι τα εξής: Οι Επιτελείς του Τάγματος ζήτησαν από τους Λόχους λεπτομερείς καταστάσεις, που υποβλήθηκαν στον Αρχηγό του Επιτελείου, μαζί με την προφορική και πολύ εμπιστευτική πληροφορία ότι τα πυρομαχικά μας δεν μπορούσαν να θεωρηθούν ούτε Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 341

άφθονα, ούτε καν επαρκή, αν η άμυνα των Τούρκων ήταν πεισματική και μακροχρόνια. Ο Αρχηγός, αφού άκουσε προσεκτικά, είπε ψύχραιμα: «Δεν με ενδιαφέρουν και τόσο τα πυρομαχικά. Εκείνο που με ενδιαφέρει κυρίως είναι το ηθικό των ανδρών. Πώς είναι το ηθικό τους; Τι σκέπτονται οι άνδρες;». «Το ηθικό των ανδρών είναι λαμπρό. Οι άνδρες σκέπτονται τη νίκη», ήταν η απάντηση. «Εμπρός λοιπόν … με τη βοήθεια του καλού Θεού της Ελλάδας, Εμπρός!»

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 342

Δευτέρα 12 του Νοέμβρη - Το τορπιλοβόλο 14 τορπιλίζει Τουρκική Κανονιοφόρο Στη διάρκεια του πολέμου, στο λιμάνι της Σμύρνης είχαν αποκλειστεί η θωρακοβάρις «Μουΐν Ζαφέρ» και ένα Τορπιλοβόλο, και στο λιμάνι των Κυδωνιών (Αϊβαλί) η Κανονιοφόρος «Trabzon». Μετά το κατόρθωμα του Βότση, τα σκάφη αυτά ήταν συνεχώς στο μυαλό των Κυβερνητών των ης άλλων Τορπιλοβόλων μας. Η κακοκαιρία της 9 Νοεμβρίου σκόρπισε τα μικρά πλοία που έφευγαν από τη Λέσβο σε διάφορα αγκυροβόλια. Το Τορπιλοβόλο «14» με Κυβερνήτη τον Υποπλοίαρχο Νικόλαο Αργυρόπουλο, παλαιό Μακεδονομάχο, είχε καταφύγει στον Όρμο της Πέτρας. Το δεν ήταν μακριά … Στο μεταξύ, η Τουρκική Κανονιοφόρος είχε αλλάξει θέση, υπό τον φόβο Ελληνικής επίθεσης. Οι Τουρκικές εκτιμήσεις για επικείμενη επίθεση από το Αντιτορπιλικό «Βέλος» έκαναν την είχε ήδη πλησιάσει τον Κυβερνήτη της «Trabzon», Ομέρ Μπαχρή Εφέντη, να μετακινήσει το πλοίο του στον όρμο Αγίου Νικολάου, που ήταν πιο αβαθής και πιο στενός. Αυτό διευκόλυνε τον Αργυρόπουλο, που είχε ήδη ετοιμάσει το σχέδιό του, που ήταν να πλησιάσει το εχθρικό πλοίο, να ανοίξει πυρ εναντίον του με τα ταχυβόλα του και να προσπαθήσει να αιχμαλωτίσει ή να σκοτώσει το πλήρωμα στέλνοντας ένα μικρό Άγημα. Ήθελε δηλαδή να κάνει «ρεσάλτο», στα πρότυπα του 1821! Παρ’ όλο που δεν βοηθούσε η κακοκαιρία, ούτε η πανσέληνος, το «14» ξεκίνησε. Η τύχη ήταν με το μέρος του Αργυρόπουλου, καθώς πλέοντας συνάντησε μικρό ψαροκάικο, που ο κυβερνήτης του Στρελίγγος δέχτηκε να βοηθήσει, κάνοντας τον πλοηγό. Καθώς το Τορπιλοβόλο πλησίαζε το στόχο του έγινε αντιληπτό από τους Τούρκους σκοπούς. Αλλά αυτοί αντί να σημάνουν συναγερμό και να προβάλλουν αντίσταση, το εγκατέλειψαν κακήν κακώς. Το «14» έριξε μια βολή κατά του εχθρικού σκάφους και σε λίγο άραξε δίπλα του και το Άγημα πήδηξε πάνω στην κανονιοφόρο. Οι περισσότεροι ήταν οπλισμένοι με περίστροφα, εκτός από τον Μάγειρο Μενδρινό που κρατούσε ένα μεγάλο χασαπομάχαιρο και τον γιγαντόσωμο Θερμαστή Ραΐση που κρατούσε ένα σιδερολοστό! Το Άγημα όρμησε χωρισμένο σε τρεις ομάδες, και σύντομα κατάλαβαν ότι το πλήρωμα είχε φύγει, έχοντας πρώτα ανοίξει τους κρουνούς αυτοβύθισης στο μηχανοστάσιο. Η πόρτα του καρρέ των Αξιωματικών ήταν κλειδωμένη, και καθώς οι επιδρομείς προσπάθησαν να την ανοίξουν ακούστηκε από μέσα μια πιστολιά. Ο Αργυρόπουλος έδωσε εντολές να σταματήσουν την εισροή υδάτων και να ρυμουλκήσουν την κανονιοφόρο. Αλλά η προσπάθεια αυτή ήταν πολύ δύσκολη και στο μεταξύ άρχισαν να δέχονται πυροβολισμούς από Τούρκους στην ακτή. Το Άγημα διατάχθηκε να επιστρέψει στο «14» προς αποχώρηση. Φεύγοντας, ο Ύπαρχος Κονιάλης πήρε μαζί του τη σημαία του εχθρικού πλοίου, έναν πίνακα με το όνομά της και επιγραφές με ρητά από το Κοράνι. Καθώς το «14» απομακρυνόταν, έριξε μία τορπίλη, επιταχύνοντας την βύθιση της «Τραμπζόν», 568 που πήρε μαζί της και δύο έντιμους Αξιωματικούς. Τον Κυβερνήτη της Ομέρ Μπαχρή , που ήταν κλεισμένος στο καρρέ των Αξιωματικών και τον Α’ Μηχανικό, αυτόν που είχε πυροβολήσει. Καθώς το «14» έβγαινε από τον Κόλπο των Κυδωνιών, πέρασε σχεδόν δίπλα από ένα φυλάκιο, από το οποίο ρίχτηκαν πυροβολισμοί χωρίς αποτέλεσμα. Το Υπουργείο Ναυτικών συνεχάρη τον Αργυρόπουλο και το πλήρωμά του, αλλά η επιτυχία δεν πήρε την έκταση αυτής του Βότση, καθώς έγινε σε μια εποχή που οι Ελληνικές επιτυχίες αποτελούσαν πλέον ρουτίνα! Τα μέλη του Τουρκικού πληρώματος που εγκατέλειψαν το σκάφος τους πέρασαν από Ναυτοδικείο και καταδικάστηκαν σε θάνατο.

568

(Ο οποίος λίγες ώρες πριν είχε παραθέσει δείπνο σε Έλληνες προύχοντες της περιοχής, κατά τη διάρκεια του οποίου είχε εκφραστεί κολακευτικά για τις ικανότητες των Ελλήνων Ναυτικών!) Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 343

Πέμπτη 15 του Νοέμβρη - Μεταφορά Βουλγαρικού Στρατού στο Δεδέαγατς (Διήγηση του Θεμιστοκλή)569

Καθώς ο Ελληνικός Στρατός έμπαινε νικηφόρος στη Θεσσαλονίκη και προχωρούσε στην Δυτική Μακεδονία και την Ήπειρο, οι σύμμαχοι Βούλγαροι σημείωναν μεγάλες νίκες στο Μπουνάρ Χισάρ και στο Λουλέ Μπουγκάς και στις αρχές Νοεμβρίου επικέντρωσαν τις προσπάθειές κατά της Αδριανούπολης. Για να φέρουν ενισχύσεις από άλλα μέτωπα, ζήτησαν τη βοήθεια της Ελλάδας που διέθετε Στόλο αλλά και εμπορικά πλοία, με σκοπό να μεταφερθούν 35.000 στρατιώτες στο λιμάνι του Δεδέαγατς, της σημερινής Αλεξανδρούπολης. Η Ελλάδα δέχθηκε πρόθυμα, καθώς έτσι απαλλασσόταν από την παρουσία Βουλγαρικών δυνάμεων που απειλούσαν την Θεσσαλονίκη. Αλλά και οι Βούλγαροι είχαν τις δεύτερες σκέψεις τους. Και ενώ αρχικά ζήτησαν τη μεταφορά ης ολόκληρης της 7 Μεραρχίας τους που ήταν μέσα και γύρω από τη Θεσσαλονίκη, τελικά προτίμησαν να αφήσουν τμήματά της στην πόλη και οι υπόλοιπες δυνάμεις να μεταβούν δια ξηράς και μόνο μία Ταξιαρχία μαζί με όλα τα ζώα και τα υλικά να μεταφερθούν ατμοπλοϊκά. Με τον τρόπο αυτό θα καθυστερούσαν, αλλά θα έκαναν και μία επίδειξη δύναμης στα μέρη που θα 570 περνούσαν. Τελικά, με 18 συνολικά πλοία , και με την προστασία της Μοίρας Θωρηκτών και Ανιχνευτικών που ήταν στη Θεσσαλονίκη για τους εορτασμούς της απελευθέρωσης, αλλά και για «επίδειξη σημαίας» που θα λέγαμε σήμερα, μεταφέρθηκαν 13.000 άνδρες και 3.000 κτήνη, υπό τον Συνταγματάρχη Μιτώφ.

571

Η νηοπομπή απέπλευσε από το λιμάνι της Θεσσαλονίκης, σε «γραμμή παραγωγής», στις 9.20 ης της 14 Νοεμβρίου, έχοντας επί κεφαλής το Εύδρομο «Μυκάλη», στο οποίο επέβαινε ο Αντιπλοίαρχος Μ. Ματθαιόπουλος. Σαν πέρασε το ακρωτήριο του Καραμπουρνού, η νηοπομπή σχημάτισε τρεις γραμμές, έχοντας στην κεφαλή κάθε γραμμής αριστερά την «Μυκάλη», στη μέση το ατμόπλοιο «Σπέτσαι», στο οποίο επέβαινε και ο Μιτώφ, και δεξιά το Εύδρομο «Σφακτηρία». Το θέαμα ήταν μεγαλοπρεπές, αλλά και ενδεικτικό της Ελληνικής ναυτοσύνης, με τις γραμμές σε απόσταση 800 μέτρων περίπου η μία από την άλλη και τα πλοία να ακολουθούν «στοιχισμένα» ανά 400 μέτρα. Στις 6.20 η νηοπομπή, που είχε μήκος 3,5 χιλιόμετρα και πλάτος σχεδόν δύο, «παράλλαξε» την Κασσάνδρα, της οποίας ο φάρος άναψε ξανά για πρώτη φορά μετά την κήρυξη του Ιταλοτουρκικού πολέμου, πλέοντας με όλα τα φώτα αναμμένα, σε μία επίδειξη της απόλυτης Ελληνικής κυριαρχίας στις θάλασσες. Και στις 1.30 μετά τα μεσάνυχτα, πέρασε και τον Άθω, που τον φώτιζε το φεγγαρόφως. Οι Βούλγαροι, που δεν ήξεραν από θάλασσα, είχαν χάσει τη φωνή τους από το ωραίο και εντυπωσιακό θέαμα. Η Ανατολή του ήλιου ήταν εξ ίσου εντυπωσιακή, 569

Οι υπέροχες φωτογραφίες (πλην της πρώτης και της τελευταίας) είναι του φωτογράφου Αλέκου Γαζιάδη, που επέβαινε στην νηοπομπή. 570 Τα ατμόπλοια «Σπέτσαι», «Ιγγλέση», «Μαρκέτη», «Κύθηρα», «Σοφία», «Θράκη», «Αγία Πελαγία», «Κύπρος», «Ερμούπολις», «Μαργαρίτα», «Βαρβάρα», «Ελπίς», «Αθήναι», «Άσσος», «Πηνειός», «Άγιος Γεώργιος» και «Στενήμαχος». Αρχικά είχαν συγκεντρωθεί 51 ατμόπλοια, καθώς επρόκειτο να μεταφερθεί ολόκληρη η 7η Μεραρχία, που είχε δύναμη 35.000 ανδρών, 500 Αξιωματικών, 8.500 ίππων, 1.500 βοών και 1.700 αμαξών με 24 πυροβόλα. 571 («παραπομπή» κατά την ορολογία της εποχής) Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 344

καθώς ο πρωινός ήλιος χρύσιζε στο βάθος τις κορυφές της Λήμνου. Και κατά τις μία το μεσημέρι, η νηοπομπή έφτασε μπροστά στο Δεδέαγατς, όπου την περιμέναμε εμείς από το πρωί, με τον «Αβέρωφ» την «Ύδρα», τα «Ψαρά» και τις «Σπέτσες». Και ήταν εκεί ακόμη ο «Λέων» και ο «Πάνθηρ», τα Τορπιλοβόλα «11» και «15» και το τορπιλλοφόρο «Κανάρης», που έφτασαν πριν το μεσημέρι, καθώς και πλήθος από μαούνες και λάντζες που χρειάζονταν για την εκφόρτωση. Ακόμη και υδροφόρα είχε προβλεφθεί να υπάρχει. Ήταν εκεί και το Γαλλικό Καταδρομικό «JURIEN DE LA GRAVIERE» που, μόλις εισήλθε η Μοίρα των Θωρηκτών, χαιρέτισε με κανονιοβολισμούς την σημαία της Ναυαρχίδας μας και αποχώρησε. Όλα τα πολεμικά πλοία είχαν τις σημαίες μεσίστιες, λόγω του εθνικού πένθους για τον θάνατο του Πατριάρχου Ιωακείμ Γ΄, που πέθανε την ης η νύχτα της 13 προς 14 . Και το ίδιο έκαναν και τα μεταγωγικά. Σαν πλησίασαν τα μεταγωγικά, οι παραταγμένοι στα καταστρώματα Βούλγαροι Στρατιώτες, αντικρύζοντας τον Στόλο μας, ξέσπασαν σε ζητωκραυγές για την Ελλάδα. Και εμείς ανταποδίδαμε τους χαιρετισμούς και τα «Ζήτω» από τα καταστρώματα των πλοίων μας. Η νηοπομπή αγκυροβόλησε με ακρίβεια σε προκαθορισμένες θέσεις και η αποβίβαση έγινε με τάξη και ταχύτητα, χάρη στα μέτρα που πάρθηκαν αλλά και χάρη στον καλό καιρό που επικρατούσε, που μετά από 4 μέρες κακοκαιρίας, θαρρείς και ήταν «κατά παραγγελία». Η αποβίβαση διακόπηκε τη νύχτα, μετά από αίτημα του Βούλγαρου Διοικητή, που δεν άκουγε τις συμβουλές για το ότι έρχεται ξανά κακοκαιρία. Και θάλασσα και νύχτα, μάλλον ξεπερνούσαν τα όρια της «στεριανής» ψυχραιμίας και γενναιότητάς του … Έτσι η αποβίβαση ολοκληρώθηκε το επόμενο βράδυ, με θαλασσοταραχή. Η όλη επιχείρηση ήταν εντυπωσιακή σε αποτελεσματικότητα, αν σκεφτούμε ότι σε 18 ώρες ξεφορτώθηκαν 13.000 άνδρες, 3.000 ίπποι και βόδια και πολυάριθμα υλικά, σε απόσταση 260 μιλίων από τον Πειραιά, το μόνο Ελληνικό λιμάνι που είχε τότε τα μέσα για μία τέτοια εκφόρτωση.

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 345

Ο Βούλγαρος Διοικητής και πολλοί Αξιωματικοί του επισκέφθηκαν τον Ναύαρχό μας στον «Αβέρωφ», για να εκφράσουν τις ευχαριστίες αλλά και τον θαυμασμό τους. Και κατά την αποχώρησή τους, τους τιμήσαμε με τους δέοντες κανονιοβολισμούς. Σαν ολοκληρώθηκε η αποβίβαση, ο Στόλος αποχώρησε. Η επιτυχής επιχείρηση του Στόλου θα ήταν αδύνατη, χωρίς την συνδρομή του Εμπορικού Ναυτικού. Οι νίκες στα μέτωπα, έκαναν την συμβολή του να φαίνεται υποδεέστερη, ενώ υπήρξε απόλυτα καθοριστική. Και όμως, ο ανεφοδιασμός του Στρατού με εφόδια, η μεταφορά αγημάτων για την απελευθέρωση των νησιών και η ταχεία μεταφορά στρατευμάτων από την Μακεδονία στην Ήπειρο (και πάλι πίσω στη Θεσσαλονίκη αργότερα), θα ήταν αδύνατες χωρίς τα εμπορικά πλοία. Και δεν ήταν μόνο τα πλοία που πολέμησαν άοπλα, εκτελώντας μεταφορικό έργο. Υπήρξαν και αυτά που εξοπλίστηκαν και έλαβαν μέρος σε μάχες! Το έθνος μας οφείλει, εξ ίσου με τον Στρατό και τον Στόλο, να αποδώσει τιμές και στα πληρώματα, τους Αξιωματικούς αλλά και τους καραβοκυραίους του Εμπορικού μας Ναυτικού, το μεγάλο έργο των οποίων παρέμεινε στην αφάνεια, αλλά δεν είναι μικρότερο από το έργο τους στον πρώτο και δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, ούτε είναι άσχετο με τη σημερινή ισχύ της Εμπορικής μας Ναυτιλίας. Χαρακτηριστικό είναι ότι ενώ διεξαγόταν η μεγάλη επιχείρηση της μεταφοράς των Βουλγάρων στο Δεδέαγατς, τις ίδιες μέρες, με 18 ατμόπλοια μεταφέρονταν από την Θεσσαλονίκη σε διάφορα μέρη της Ελλάδας 30.000 Τούρκοι αιχμάλωτοι, ενώ 14 ακόμη πλοία ήταν στην υπηρεσία του Στρατού της Ηπείρου και άλλα 14 μεγάλα φορτηγά έκαναν μεταφορές από τον Πειραιά προς διάφορα μέτωπα. Όπως αναφέρει σχετική αναφορά του Υπουργείο Ναυτικών: «Κατά τον διεξαγόμενος πόλεμον αι υπηρεσία του εμπορικού στόλου της Ελλάδος ημιλλήθησαν προς τας του πολεμικού ναυτικού. Εκ του εμπορικού στόλου προσελήφθησαν εις την υπηρεσία του Κράτους 4 Ταχυδρομικά, μεταβληθέντα εις Εύδρομα τα «Εσπερία», Μακεδονία», «Αρκαδία» 572 και «Μυκάλη», πάντα εξωπλισμένα δια ταχυβόλων, δύο Ταχυδρομικά μεταβληθέντα εις Πλωτά Νοσοκομεία, ένα του Στόλου και ένα του Στρατού, ένα Πετρελαιοφόρον του Στόλου, ένα Διαρκές Μεταγωγικόν του Στόλου και 85 Μεταγωγικά του Στρατού και του Στόλου, ήτοι εν όλω Ατμόπλοια, Υπερωκεάνεια, Ταχυδρομικά και Φορτηγά 95. Η ακμή της Εμπορικής Ναυτιλίας παρέχει εις το Κράτος πλούσια τα μέσα να επαρκέση δια μόνης της σημαίας του εις πάσας τας μεγίστας μεταγωγικάς ανάγκας του Στρατού και του Στόλου.»

572

Η λέξη «ταχυδρομικά» δεν υπονοεί πλοία που εκτελούν υπηρεσία Ταχυδρομείου, αλλά πλοία ικανά για επίτευξη μεγάλης ταχύτητας (ταχέως δρομούντα) Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 346

Τέλος, στην περιγραφή μας για το Δεδέαγατς θα ήταν απρεπές, προς την μνήμη τόσων αθώων θυμάτων, να παραλείψουμε την αναφορά στις αγριότητες που διέπραξαν οι Βούλγαροι. Όπως αναφέρει ο Κώστας Γέραγας, μετέπειτα αναπληρωτής Γενικός Διοικητής Θράκης, στο βιβλίο του «Αναμνήσεις εκ Θράκης 1920-1922»: «Επί τη προσεγγίσει του Βουλγαρικού Στρατού εις το Δεδέ Αγάτς αι Τουρκικαί αρχαί εγκατέλιπον την πόλιν και ετράπησαν προς συνάντησιν του εκ Γκιουμουλτζίνης υποχωρούντος Τουρκικού Στρατού. Εις το Δεδέ Αγάτς τότε, εκτός των εντοπίων Τούρκων, των οποίων ο αριθμός δεν υπερέβαινε τους 500, είχον καταφ-γει και περί τους 800 εισέτι Μουσουλμάνοι, ιδία γυναικόπαιδα, εκ Δράμας και Γκιουμουλτζίνης και των πέριξ, προς επιβίβασιν δια Κωνσταντινούπολιν και Σμύρνην. Οι πλείστοι τούτων ήσαν τοποθετημένοι εις το Τουρκικόν σχολείον, ιδίως δε εις το Τζαμίον, κείμενο σχεδόν εις το κέντρον της πόλεως. Την εσπέραν της 6 Νοεμβρίου 1912 σώμα εξ 120 Κομητατζήδων, πρωτοπορεία Τακτικού Στρατού, εισήλασε δια τριών σημείων εις την πόλιν. Οι Κομιτατζήδες οδηγούμενοι και βοηθούμενοι και παρ’ εγχωρίων Βουλγάρων προέβησαν κατά την νύκτα εκείνην και τας δύο επομένας ημέρας εις συστηματικήν κρεούργησιν των Τούρκων και λεηλασίαν της κινητής αυτών περιουσίας. Προχωρούντες από οικίας εις οικίαν έφτασαν και εις το Τζαμίον. Εκεί 573 αφού απεγύμνωσαν όλους και δεινώς εκακοποίησαν τας Οθωμανίδας, ανετίναξαν με βόμβας το Τζαμίον, υπό τα ερείπια του οποίου ετάφησαν όλοι οι εντός αυτού στεγαζόμενοι. Εις ουδένα επί απειλή τυφεκισμού επετρέπετο να πλησιάση και ανασύρει εκ των ερειπίων πολλούς ημιθανείς, των οποίων αι οδυνηραί επικλήσεις εξέσχιζον τα καρδίας των ακουόντων» Οι φόνοι και η λεηλασία συνεχίστηκαν όλη την νύχτα. Οι Βούλγαροι έμπαιναν στα σπίτια, βιάζοντας γυναίκες (Οθωμανίδες) μπροστά στα μάτια των δικών τους, όπως συνέβη στο σπίτι του Τζεμάλ Μπέη, που αναγκάστηκε να φέγγει με μία λαμπάδα καθώς βίαζαν την κόρη του. Πολλοί Τούρκοι σώθηκαν βρίσκοντας σωτηρία στη Μητρόπολη και σε 574 Ελληνικές οικογένειες . Τις ωμότητες διαπίστωσε και επί τόπου έρευνα των Αξιωματικών του Γαλλικού πολεμικού «Julien de la Graviere», που φωτογράφισαν τα θύματα και τα ερείπια. Μετά από μερικές ημέρες έφθασαν και ανταποκριτές Ευρωπαϊκών εφημερίδων, όπως ο Μαγκρίνι της «Corriere de la Sera», που υπολόγισε σε 500 τους κρεουργηθέντες Τούρκους. 573

Ο Μιναρές του Τζαμιού είχε μείνει όρθιος, παρά την ανατίναξη. Λίγο αργότερα τον γκρέμισαν και αυτόν και το Τζαμί μετατράπηκε σε Βουλγάρικη Εκκλησία, όπου λειτουργούσε ο Βούλγαρος παπα Θεόδωρος, μέχρι την κατάληψη της πόλης από τον Ελληνικό Στρατό, το καλοκαίρι του 1913. 574 Όπως έγραψε αργότερα έγραψε ο τότε Μητροπολίτης Αίνου και Δεδέαγατς Ιωακείμ: «... Επί οκτώ ημέρας πλέον των 400 πτωμάτων ευρίσκοντο εγκατεσπαρμένα εις τας οδούς της πόλεως, ουδενός τολμώντος να επιληφθή της ταφής των ή της περισυλλογής αυτών. Εν συνδυασμώ προς τας αγριοτήτας ταύτας ενηργήθη παρά των αθλίων τούτων γενική ατίμωσις των μουσουλμανίδων πάσης ηλικίας … Τόσον η υπ’ εμέ Μητρόπολις όσον και όλαι αι Ελληνικαί οικογένειαι έσπευσαν να προστατεύσωσιν εις τας οικίας των και να περισώσωσι Μουσουλμανικάς οικογενείας. Ο περίβολος της Ιεράς Μητροπόλεως συνεκέντρωσε 3.564 Μουσουλμάνους και Μουσουλμανίδας της πόλεως και των περιχώρων, ους έσωσα εκ της σφαγής και της ατιμώσεως δι’ υπερανθρώπων προσπαθειών … ως οι ίδιοι οι Μουσουλμάνοι ομολογούσιν ...» Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 347

16 Νοεμβρίου 1912 – Γράμμα από το μέτωπο 575

ο

Το παρακάτω γράμμα στάλθηκε από τον Δημήτριο Δάρα , Έφεδρο Ανθυπολοχαγό στον 3 Λόχο ου ης του 8 Τάγματος Ευζώνων της 6 Μεραρχίας. Το περιεχόμενό του δίνει μία ολοζώντανη ιδέα για τις καθημερινές δυσκολίες και κακουχίες που αντιμετώπιζαν οι Στρατιώτες στο μέτωπο. Ας ληφθεί υπ’ όψιν ότι ο Δάρας ήταν Αξιωματικός, που σημαίνει ότι όταν επιστάθμευαν σε ένα χωριό πιθανότατα κοιμόταν σε κάποιο σπίτι και όχι σε αντίσκηνο όπως οι Στρατιώτες του, και ότι ενδεχομένως δεν περιγράφει όλες τις δυσκολίες που συναντά για να μην στεναχωρήσει τους αγαπημένους του. ην

«Αρμενοχώριον, την 16 Νοεμβρίου 1912 Αγαπητοί μου Μητέρα και Αδελφοί ... Φαίνεται ότι γίνονται διαπραγματεύσεις ανακωχής ή ειρήνης, αλλ' ημείς δεν γνωρίζομεν τίποτε, διότι δεν λαμβάνομεν εφημερίδας ... Ημείς εσυνηθίσαμεν πλέον να βαδίζωμεν και μαχόμεθα, προσπαθούμεν δε όσο το δυνατόν να προφυλασσόμεθα από το ψύχος, όπερ ήρξατο πολύ δριμύ με χιόνια. Μη Σας ανησυχεί τούτο, διότι έχω ρούχα, πλέον ή επαρκή, όχι μόνον όσα επήρα από Αθήνας, αλλά και από εδώ και αλλού. Φορώ 2 φανέλλες, 2 κας κορσέ χονδρά, 2 εσώβρακα, 2 ζεύγη κάλτσες, όλα μάλλινα, και έχω τρεις μανδύας. Όταν επισταθμεύομεν σε χωρία, έχομεν και φωτιά πολλή. Η τροφή είναι ολίγον ακανόνιστος, μέχρι δε προ ολίγου εστερρούμεθα και οινοπνεύματος, προ ημερών όμως ήρχισεν να δίδει η επιμελητεία κονιάκ, ρούμι, φανέλλες και έτσι μπαλωνόμεθα. Οι πυρετοί, Δόξα τω Θεώ, εξαλείφθησαν, ήρχισεν όμως κατ' ανησυχητικόν βαθμόν η ψείρα, διότι δεν δυνάμεθα ν' αλλάζωμεν συχνά, διότι δεν μπορούμε να πλύνωμεν τα λερωμένα ρούχα. Και πάλιν Σας επαναλαμβάνω να μη στενοχωρήσθε, διότι, εάν το κακό περιορισθεί έως εδώ, θα περάσει. Μανθάνομεν ότι εις Αθήνας επικρατεί ακρίβεια. Φαντάζομαι την οικονομικήν στενοχωρίαν της Οικογενείας μας. Ελπίζω ότι θα έχω, όταν επιστρέψω, μικράς τινάς οικονομίας, ίνα ανακουφισθώμεν ... Το μόνον, όπου εχάλασαν τελείως τα παπούτσια μου και φορώ τα αδιάβροχα, τα οποία και αυτά θα χαλάσουν και δεν γνωρίζω αν θα υπάγωμεν εις πόλιν τινά ίνα αγοράσω άλλα. Προσφέρατε εις όλους τους συγγενείς και φίλους τους ασπασμούς μου και ειπέτε εις όλους να μου γράφουν, ίνα παρηγορούμαι. Σας γλυκοφιλώ πολύ, Δ. Κ. Δάρας».

575

Ο Δάρας σπούδασε νομικά και κατά τη Μικρασιατική Εκστρατεία διετέλεσε επί κεφαλής της Στρατιωτικής Δικαιοσύνης. Το Γράμμα περιέχεται στα «Ημερολόγια και Γράμματα από το Μέτωπο, Βαλκανικοί Πόλεμοι 1912-1913» της Λύντιας Τρίχα. Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 348

17 Νοεμβρίου 1912 - Μία ενδιαφέρουσα συνέντευξη 576

η

Όπως αναφέρει ο Ηλίας Οικονομόπουλος , την 17 Νοεμβρίου, ένας συντάκτης Αθηναϊκής εφημερίδας έγραφε τα παρακάτω, από την Καλαμάτα. Οι Τούρκοι αιχμάλωτοι της πόλης μας απέβαλαν το δύσθυμο και μελαγχολικό ύφος τους και φαίνεται ότι συνήθισαν τη νέα τους κατάσταση. Περιφέρονται ελεύθεροι στους δρόμους, τα μαγαζιά, τα καφενεία, αδιάφοροι ανάμεσα στο αδιάφορο πλήθος. Είναι ομιλητικοί, δίνουν συνεντεύξεις και εκφράζονται πολύ κολακευτικά για την ευγένεια και την φιλοξενία των Καλαματιανών. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η συνέντευξη που μου έδωσε ο Αλή Εφέντης, ο οποίος, ενώ ήταν Επιτελάρχης στο Επιτελείο του Αβδουλάχ Πασά, που διοικούσε το Στρατό που πολεμούσε τους Βουλγάρους, στάλθηκε από το Γενικό Στρατηγείο για να αξιολογήσει τη δράση του Τουρκικού Στρατού στο Ελληνικό μέτωπο, με αποτέλεσμα να πιαστεί αιχμάλωτος. Ο Αλή Εφέντης, που είχε σπουδάσει στη Στρατιωτική Ακαδημία του Βερολίνου, μου έλεγε τα παρακάτω για τις νίκες των Βουλγάρων στο Μουσταφά Πασσά και τις Σαράντα Εκκλησιές: «Ο Αβδουλάχ Πασάς είχε 140.000 άνδρες και 250 σύγχρονα Γερμανικά πυροβόλα, απέναντι σε 200.000 Βούλγαρους με ανάλογο άριστο πυροβολικό. Από στιγμή σε στιγμή περιμέναμε ενισχύσεις από την Κωνσταντινούπολη, αφού το σχέδιό μας κατά της Βουλγαρίας ήταν κατά βάση επιθετικό. Ο πόλεμος ξεκίνησε και μάταια περιμέναμε να έρθουν οι ενισχύσεις από την Ασία, που τις είχε αποκλείσει ο Ελληνικός Στόλος στη Σμύρνη. Αααχ, εκείνος ο Ελληνικός Στόλος, πολύ κακό μας έκανε … Ο κύριος όγκος του Στρατού μας, δύο Σώματα Στρατού των 40.00 ανδρών, ήταν στις Σαράντα Εκκλησιές, ενώ οι προφυλακές μας βάδιζαν προς τα Βουλγαρικά σύνορα. Ο Αβδουλάχ 577 Πασάς είχε στήσει το Στρατηγείο του 10 χλμ βόρεια του Κουλελί Μπουργκάς και από εκεί διεύθυνε τη μάχη των Σαράντα Εκκλησιών. Παρ’ όλο που όπως είπα, το σχέδιό μας ήταν επιθετικό, ελλείψει ενισχύσεων, οι Βούλγαροι εισέβαλλαν ορμητικά, διέλυσαν τις προφυλακές και έφτασαν στις Σαράντα Εκκλησιές. Ο Αβδουλάχ Πασάς ζήτησε να του σταλούν 40.000 άνδρες του ο Σώματος της Αδριανούπολης. Βαστήξαμε άμυνα δυο μέρες. Ο Χιλμή Πασάς, που διοικούσε το 5 Σώμα, κατάφερε να διασκορπίσει την δεξιά πτέρυγα των Βουλγάρων και προσπάθησε να τους κυκλώσει, αλλά χωρίς επιτυχία, γιατί αυτοί ενισχύθηκαν με 80.000 άνδρες του Στρατηγού Σαβώφ. Μπροστά στην μεγάλη αριθμητική υπεροχή του εχθρού αναγκαστήκαμε να υποχωρήσουμε και να 578 οχυρωθούμε στο Λουλέ Μπουργκάς . Οι Βούλγαροι προσπάθησαν να κόψουν την επικοινωνία μας με την Κωνσταντινούπολη, σύμφωνα με το σχέδιό τους, αλλά δεν τα κατάφεραν. Στο μεταξύ ανέλαβε τη Διοίκηση ο Ναζίμ. Πέρασαν λίγες μέρες και οι Βούλγαροι επιτέθηκαν στο ο Λουλέ Μπουργκάς. Το 5 Σώμα του Χιμλή έκανε πάλι το θαύμα του. Αμύνθηκαν σκληρά επί 8 ημέρες πολεμώντας σώμα με σώμα. Το σχέδιό μας έγινε αναγκαστικά αμυντικό. Το Επιτελείο μας 579 θεώρησε ότι η Τσατάλτσα προσφερόταν καλύτερα για άμυνα και διέταξε να υποχωρήσουμε 576

Οικονομόπουλος Ηλίας, «Ιστορία του Βαλκανοτουρκικού Πολέμου» (σε δύο τόμους), Εκδόσεις Αναγνωστοπούλου & Πετράκου, Αθήνα 1929. Η απόδοση του κειμένου είναι ελεύθερη σε σύγχρονο ύφος. 577 (Το σημερινό Πύθειο Διδυμοτείχου – 10 χλμ βόρεια, δηλαδή στο ύψος της Ορεστιάδας) 578 (Lüleburgaz, Αρκαδιούπολη Ανατολικής Θράκης, στα μισά σχεδόν του δρόμου Αδριανούπολης – Κωνσταντινούπολης) 579 Η κωμόπολη Μέτρες ή Τσατάλτσα (Çatalca) βρίσκεται 65 χλμ δυτικά της Κωνσταντινούπολης, επί της σιδηροδρομικής γραμμής Κωνσταντινούπολης - Διδυμοτείχου. Εκεί, στις 4 Νοεμβρίου, ανακόπηκε η Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 349

εκεί. Η υποχώρηση έγινε με τάξη και αγώνα οπισθοφυλακών. Θεωρώ ότι οι Βούλγαροι δεν μπο580 ρούν να μας διώξουν από εκεί , εκτός κι αν τους βοηθήσουν οι σύμμαχοι. Στηρίζομαι και στις ενισχύσεις που αναμένονται από τον Καύκασο και το Ερζερούμ, αλλά και στο Στόλο μας που 581 βομβαρδίζει τους Βουλγάρους από τη Θάλασσα του Μαρμαρά. Όσο για τη χολέρα δεν τη φοβάμαι, αυτή είναι δικό μας όπλο.» Σταμάτησε για λίγο ο Αλή Εφέντης και μετά πρόσθεσε αναστενάζοντας: «Ομολογώ την ήττα μας από τους Έλληνες και τους Σέρβους. Όμως οι Βούλγαροι δεν νίκησαν ακόμη. Και να είστε βέβαιος ότι αν δεν ήταν ο Ελληνικός Στόλος, σήμερα δεν θα ήμουν εδώ αλλά στη Σόφια. Όλος ο στρατιωτικός κόσμος της Ευρώπης γνωρίζει ότι τη νίκη στους συμμάχους την έδωσε ο Ελληνικός Στόλος και η Ελλάδα. Αποσύρετε για μία ημέρα μόνο τον Στόλο σας και θα δείτε. Σε τρεις μέρες θa είμαστε στη Σόφια!» Και πρόσθεσε σιγανόφωνα: «Αχ, αυτός ο Ελληνικός Στόλος τι έκανε … Δεν έπρεπε οι Νεότουρκοι να εξωθήσουν έτσι τα πράγματα. Έπρεπε να έχουν πάντα σύμμαχο την Ελλάδα …» Και απότομα κατέληξε: «Όχι, όχι! Δεν νίκησαν οι Βούλγαροι! Μόνο οι Έλληνες και οι Σέρβοι μας νίκησαν και ο Ελληνικός Στόλος έσωσε την Βουλγαρία! …»

Βουλγαρική Επίθεση. Ο Ελληνικός πληθυσμός της περιοχής, μετά την ανταλλαγή πληθυσμών μεταφέρθηκε στο Τοψίν, που πριν ονομαστεί Γέφυρα είχε ονομαστεί «Νέες Μέτρες» ή «Νέα Τσατάλτζα» 580 Η συνέντευξη δόθηκε λίγες μέρες πριν υπογραφεί η Βουλγαροτουρκική ανακωχή (20-11-1912). 581 Στην περιοχή είχε πέσει επιδημία χολέρας, που επηρέασε κυρίως τους Βουλγάρους Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 350

Επιχειρήσεις στην Ήπειρο από 1η ως την 30ή Νοεμβρίου 1912 Στο διάστημα από 1 ως 20 Νοεμβρίου, ο Στρατός της Ηπείρου τήρησε αμυντική στάση, εν αναμονή νέων ενισχύσεων, περιοριζόμενος σε επιθετικές αναγνωρίσεις, που είχαν σαν σκοπό τη διατήρηση του ηθικού και του επιθετικού πνεύματος. Αλλά και οι Τούρκοι έκαναν το ίδιο. Έτσι, εκτός από εκατέρωθεν κανονιοβολισμούς και μικροσυμπλοκές περιπόλων, επικρατούσε μία ατμόσφαιρα ανίας στα στρατεύματα, που χειροτέρευε από την κακοκαιρία και το ισχυρό ψύχος. Ωστόσο, γίνανε και αρκετές μετακινήσεις καθώς και μεταβολές στη διοικητική οργάνωση των μονάδων, καθώς και σοβαρές προσπάθειες αναδιοργάνωσης, εν όψει των νέων επιχειρήσεων. η

ος

η

Την 1 Νοεμβρίου ο 8 Λόχος Κρητών κατέλαβε τη Μικρή Σκλίβανη και την 8 Νοεμβρίου, μαζί με ο ου τον 5 Λόχο του 10 Τάγματος κατέλαβαν το ύψωμα Πισκέτ, πάνω από την Πιτσερίνη, διώχνοντας η ος ος τα Τουρκικά τμήματα που ήταν εκεί. Την 9 Νοεμβρίου, ήρθαν σε αντικατάστασή τους ο 2 και 3 ου ος ος η Λόχος του 15 Συντάγματος και ο 1 και 2 Λόχος του Συντάγματος Κρητών. Την 16 Νοεμβρίου, ος ου ο 2 Λόχος του 7 Τάγματος Ευζώνων κατέλαβε τη Σκλίβανη και εγκατέστησε προφυλακές στα ου βόρειά της, αποκτώντας επαφή στα αριστερά µε τη Διλοχία του 15 Τάγματος και στις 18 Νοεμβρίου επεξέτεινε τις προφυλακές και προς τα δεξιά, ενώ λίγο πιο πίσω ήρθαν και οι άλλοι δύο Λόχοι του Ευζωνικού Τάγματος. Ο δριμύς χειμώνας έκανε τον Στρατό να υποφέρει, ιδίως τα τμήματα που ήταν δεξιά, στο Ξηροο βούνι, όπου το χιόνι ήταν συχνό. Έγιναν σκέψεις να αποσυρθεί πιο χαμηλά το 10 Τάγμα Ευζώο νων, αφήνοντας μόνο φυλάκια στην πρώτη γραμμή, αλλά αυτό θα άφηνε εκτεθειμένο το 3 Ανεξάρτητο Ευζώνων, απέναντι στο οποίο υπήρχαν ισχυρές εχθρικές δυνάμεις. Ταυτόχρονα, επειδή υπήρχαν ισχυρές εχθρικές δυνάμεις κοντά στα σύνορα Ηπείρου Θεσσαλίας, διατάχθηκε η συγκέντρωση όλων των Προσκοπικών σωμάτων κοντά στα Πράμαντα και τις Καλαρρύτες, στα βόρεια Τζουμέρκα. Ο Αρχηγός των σωμάτων αυτών ζήτησε στις 8 Νοεμβρίου την αποστολή ενός ακόμη Τάγματος, αλλά το αίτημα δεν μπορούσε να ικανοποιηθεί. Στάλθηκε ωστόσο στις 14 Νοεμβρίου τμήμα του Λόχου Μηχανικού και έτσι η δύναμη των προσκόπων έφτασε τους 1.750 άνδρες σχεος ου δόν. Στις 9 Νοεμβρίου, ο 3 Λόχος του 3 Τάγματος Ευζώνων που ήταν στα Άγναντα, κινήθηκε ο προς το Ανώγειο για να ενωθεί µε το υπόλοιπο Τάγμα του και αντικαταστάθηκε από τον 1 Λόχο του Τάγματος. Στα αριστερά της Στρατιάς, δυτικά του Λούρου ποταμού, τα εκεί τμήματα Προσκόπων και ο Λόχος η Ευζώνων που κατείχαν το Σπαρτίτσι και τους Μελιγγούς, δέχθηκαν επίθεση την 1 Νοεμβρίου από Τούρκους που ήταν στον Άγιο Νικόλαο και στο χάνι Φτελιά και υποστηρίζονταν και από πυροβολικό. Τα τμήματα που ήταν στην Μανωλιάσσα συμπτύχθηκαν προς τα αντερείσματα του Μικρού Ολύτσικα κοντά στην Κοπάνη. Την εποµένη, ο 10/15 Λόχος που ήταν στον Πεντόλακκο, κατέλαβε ας το Μελίχοβο, τη σημερινή Μελιά, ώστε να καλύπτει τα νώτα της Κοπάνης. Τη νύχτα της 2 προς η 3 Νοεμβρίου οι Τούρκοι χτύπησαν αιφνιδιαστικά το Σπαρτίτσι, τους Βαριάδες και την Αγία Θεοδώρα, αναγκάζοντας τα εκεί τμήματα να υποχωρήσουν στον Πεντόλακκο. Ο 10/15 Λόχος, που ου ήταν στο Μελίχοβο, ζήτησε ενισχύσεις από τον Διοικητή του 3 Τάγματος Κρητών που ήταν πιο ου νότια στο Τέροβο, και αυτός έστειλε έναν Ουλαμό του 3 Λόχου στα υψώματα που είναι νοτιανατολικά του 670, ώστε να παρενοχλούν από εκεί τους Τούρκους που ήταν στο Εµίν Αγά. Και έστειλε ου και την υπόλοιπη δύναμη του 11 Λόχου προς το χάνι Σεφήκ Μπέη, σε ενίσχυση του 10/15 Λόχου. Αλλά στο μεταξύ, ο 10/15 Λόχος, χωρίς σοβαρή εχθρική πίεση, εγκατέλειψε το Μελίχοβο και συμπτύχθηκε κι αυτός στον Πεντόλακκο. Οι Τούρκοι προσπάθησαν να προχωρήσουν νότια του ο Εµίν Αγά, αλλά εκεί αναχαιτίστηκαν από τον 11 Λόχο Κρητών. Στη συνέχεια, από τον Διοικητή του Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 351

ου

ος

ος

15 Συντάγματος, στάλθηκαν τη νύχτα σε ενίσχυση του 10/15 Λόχου, ο 1 και ο 6 Λόχος, ενώ το άλλο πρωί τέθηκε στη διάθεση του Διοικητή των Κρητών και ο 4/15 Λόχος, μαζί με Ουλαμό Ορεινού Πυροβολικού. Ο εχθρός, είτε επειδή δεν είχε σκοπό να προχωρήσει, είτε επειδή διαπίστωσε την συγκέντρωση όλων αυτών των δυνάμεων, εγκατέλειψε το Μελίχοβο, που καταλήφθηκε αμαο χητί την επόμενη μέρα, Κυριακή 4 Νοεμβρίου, από τον 6 Λόχο. Και το μεσημέρι της επομένης, ήρθε και ο 10/15 Λόχος από τον Πεντόλακκο. Οι δυο Λόχοι συνενώθηκαν δεξιά με τον 1/15 Λόχο που ήταν δυτικά του Λούρου, και αριστερά με τα σώματα Προσκόπων και τον Λόχο των Ευζώνων, ασφαλίζοντας έτσι και πάλι το αριστερό της παράταξης. Την Τετάρτη 7 Νοεμβρίου, ο 6/15 Λόχος προωθήθηκε στα υψώµατα του Μικρού Ολύτσικα, αφήνοντας πίσω στο Μελίχοβο τον 10/15 Λόχο µε τμήματα Προσκόπων, ενώ τα λοιπά σώματα Προσκόπων και ο λόχος Ευζώνων προχώρησαν στα αριστερά του 6/15 Λόχου, ο οποίος στις 11 Νοεμβρίου έθεσε υπό τις διαταγές του όλα τα τμήματα δυτικά του Λούρου. Μέχρι τις 20 Νοεμβρίου, στον Ολύτσικα επικράτησε ηρεμία. Για τον ανεφοδιασμό των στρατευμάτων ιδρύθηκε προκεχωρημένο Κέντρο Εφοδιασμού στο χάνι Χαϊρεδίν. Τα τμήματα Εθνοφρουρών που ήταν στο Θεσπρωτικό και στην Παντάνασσα διατάχτηκαν να μεταβούν στην Κλεισούρα, στη Βούλιστα και στο Χάνι Σεφήκ Βέη, ώστε να καλύπτουν τα Κέντρα Ανεφοδιασμού που θα στήνονταν προς την Φιλιππιάδα. Διατάχτηκε επίσης η Τηλεγραφική Υπηρεσία να επισκευάσει την γραμμή Φιλιππιάδας – Παναγιάς. Τα σώματα Προσκόπων του Αχέροντα, επιτέθηκαν στις 2 Νοεμβρίου σε Τουρκικές συμμορίες που ήταν στη Χόικα, αναγκάζοντάς τες να υποχωρήσουν στο Γαρδίκι. Έγινε και προσπάθεια να καταληφθεί το Γαρδίκι αλλά δεν ήταν επιτυχής. Έτσι τα σώματα εγκαταστάθηκαν σε υψώµατα στην αριστερή όχθη του Αχέροντα, εξασφαλίζοντας έτσι το άκρο αριστερό της παράταξης του Στρατού Ηπείρου. Στις Φιλιάτες και στην Παραμυθιά, οι Τουρκαλβανοί έκαψαν και λεηλάτησαν πολλά Χριστιανικά χωριά, αλλά οι κάτοικοι κατάφεραν τελικά να τους διώξουν. Με ενισχύσεις από την Ελλάδα ενισχύονταν συνεχώς τα σώματα, καλύπτοντας απώλειες και συγκροτώντας νέες μονάδες. Ενώ οι Λόχοι Μηχανικού επισκεύασαν τον δρόμο από την Καµπή ως η τα Πέντε Πηγάδια, ώστε να μπορέσει να μεταβεί εκεί το πεδινό Πυροβολικό. Πράγματι, η 5 η Πυροβολαρχία προωθήθηκε στις 10 Νοεμβρίου στο χάνι Σεφήκ Μπέη, ενώ η 6 έφτασε στις 15 η η η στα Πέντε Πηγάδια. Στις 25 Νοεμβρίου, όλη η Μοίρα (5 , 6 και 9 Πυροβολαρχία) είχε συγκεντρωθεί στα Πέντε Πηγάδια και άρχισε αναγνωρίσεις προς κατάληψη καταλλήλων θέσεων κοντά στην πρώτη γραμμή. Προς ενίσχυση του Πυροβολικού στάλθηκε και μία Πυροβολαρχία των 10,5 και προετοιμάστηκε και η προώθηση της τοπομαχικής Μοίρας που ήταν στην Άρτα, ενώ από τον Πειραιά απέπλευσε και μία ακόμη ορεινή αλλά βραδυβόλος Πυροβολαρχία. Στις 20 Νοεμβρίου έγινε ανακωχή μεταξύ των Τούρκων και των λοιπών Βαλκανικών Δυνάμεων. Η Ελλάδα αρνήθηκε την ανακωχή, αλλά δεδομένου ότι οι συνομιλίες ειρήνης δεν θα αργούσαν να ξεκινήσουν, η Κυβέρνηση υπέµνησε στη Στρατιά Ηπείρου ότι, πριν την υπογραφή ανακωχής, υπέρτατο καθήκον επέβαλε την όσο το δυνατόν ταχύτερη κατάληψη των Ιωαννίνων και των διόδων προς βορράν της Λίμνης. Έχοντας υπ’ όψιν ότι οι Τούρκοι θα ενισχύονταν και με τις Τουρκικές ης δυνάμεις που διέφυγαν από το Μοναστήρι, στις 11 Νοεμβρίου αποφασίστηκε η μεταφορά της 2 Μεραρχίας από τη Θεσσαλονίκη στην Πρέβεζα. Στις 22 Νοεμβρίου οι Πρόσκοποι του Μπότσαρη τέθηκαν υπό τις διαταγές του Αντισυνταγματάρχη Μαλάµου, ο οποίος στις 24 διέταξε την κατάληψη του χωριού Αγία Αναστασία (Πλέσσα) και των χωριών που είναι στις δυτικές πλευρές του όρους Τόµαρος. Διέταξε επίσης άλλο τμήμα που ήταν στην Αγία Κυριακή (Πόποβο) να καταλάβει την Σκάλα Παραµυθιάς. Πράγματι, το τμήμα Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 352

αυτό, σε συνεργασία με τα εκεί εθελοντικά τμήματα, επιτέθηκε αιφνιδιαστικά στις 5.00 το πρωί ης της 26 Νοεμβρίου στο φρούριο που ήταν στα βόρεια του Ελευθεροχωρίου, πιάνοντας στον ύπνο τους 250 περίπου Τούρκους, οι οποίοι σκόρπισαν πανικόβλητοι προς την Παραμυθιά. Μόνο δυο μικρά Τουρκικά τμήματα αμύνθηκαν από σπίτι σε σπίτι στο Ελευθεροχώρι και στο φυλάκιο που ήταν στον αυχένα, αλλά παραδόθηκαν όταν απειλήθηκαν με ανατίναξη. Πιάστηκαν 40 αιχμάλωτοι και άφθονο υλικό, πολύτιμο για τους εθελοντές. Σκοτώθηκαν 4 εθελοντές και ένας Στρατιώτης και τραυματίστηκαν 4 εθελοντές και 5 Στρατιώτες. Η κατάληψη της Σκάλας Παραµυθιάς είχε στρατηγική σημασία, αφού κόπηκε η επικοινωνία των Ιωαννίνων µε τη Δυτική Ήπειρο. Τα Ελληνικά τμήης ματα προχώρησαν πέρα από την Δωδώνη και στη συνέχεια τέθηκαν υπό τις διαταγές της 2 Μεραρχίας µε εντολή να αποτελέσουν την εμπροσθοφυλακή της κατά την προετοιμαζόμενη επίθεση. Στο μεταξύ, το Αρχηγείο του Στρατού Ηπείρου, συνέχιζε τις προετοιμασίες. Στις 14 έφτασε στην Πρέβεζα η Μοίρα Αεροπλάνων, με δύο Αξιωµατικούς Αεροπόρους, έναν Γάλλο Μηχανικό και ένα 582 Γάλλο Λοχαγό . Επίσης αναδιοργανώθηκε η Υγειονομική Υπηρεσία. Ιδρύθηκαν Νοσοκομεία στην Αμφιλοχία, στην Άρτα και στην Πρέβεζα και Νοσοκομείο ∆ιακομιδής στη Φιλιππιάδα. Στην Πρέβεζα εγκαταστάθηκαν επίσης τρία Νοσοκομεία που είχαν συγκροτηθεί με πρωτοβουλίες Ελληνικών και ξένων φιλανθρωπικών οργανώσεων. Η Κτηνιατρική Υπηρεσία οργάνωσε Κτηνιατρεία στην Άρτα και στην Καµπή. Οργανώθηκαν Χειρουργεία στα χάνια Κραβασαρά και Χαϊρεδίν. Για τον ανεφοδιασμό των μονάδων οργανώθηκαν αποθήκες στο Χάνι Κραβασαρά, στο Χανόπουλο, στα Πέντε Πηγάδια, αλλά και κατά μήκος της αμαξιτής οδού Φιλιππιάδας - Ιωαννίνων. Μεγάλες ποσότητες τροφίμων συγκεντρώθηκαν στους ακραίους οδικούς σταθμούς, για την τροφοδότηση των μονάδων κατά την περαιτέρω προέλασή τους. Συγκροτήθηκαν τμήματα Εφοδιοπομπών και Ανεφοδιασμού, που τέθηκαν στη διάθεση μικρών αποσπασμάτων, με ∆ιοικητή τον Λοχαγό Φασογιάννη που ήταν στο Χανόπουλο. Εγκαταστάθηκαν αποθήκες πυρομαχικών στους ακραίους οδικούς σταθμούς Χάνι Χαϊρεδίν και Χάνι Κραβασαρά και στα Κάτω Μουλιανά, καθώς και προωθημένοι σταθμοί στη Σκλίβανη για τις μονάδες του δεξιού, στα Πέντε Πηγάδια για τις μονάδες του Κέντρου, και στο χάνι Σεφήκ Μπέη για τις μονάδες του αριστερού, µε πυρομαχικά ανάλογα με τον οπλισμό και τις ανάγκες κάθε φάλαγγας. Τα μεταγωγικά της Συζυγαρχίας Πυρομαχικών χωρίστηκαν σε τρεις ομάδες που τέθηκαν στη διάθεση των αντιστοίχων αποσπασμάτων, στο Ανώγειο, στα Πέντε Πηγάδια και στο Χάνι Κουκλέσι, για την προώθηση των πυρομαχικών από τους Σταθμούς αποθήκευσης προς τις μονάδες. ∆ιατάχθηκε η άμεση επισκευή των οδών Σεφήκ Μπέη - Μελίχοβο - Βαριάδες - Σπαρτίτσι - Χάνι Σεφήκ Μπέη - Τέροβο - Πέντε Πηγάδια. Και τέλος, το Στρατηγείο μεταστάθμευσε στις 25 Νοεμβρίου στη Φιλιππιάδα. ∆ιατέθηκαν Οπτικοί Τηλέγραφοι σε όλες τις μονάδες και στήθηκαν Οπτικοί Σταθμοί στο Ανώγι, στη Μπουράτσα και στον Ολύτσικα, µε γενικό αποδέκτη στο ύψωµα δίπλα στο χάνι Σεφήκ Μπέη, που λειτουργούσε ως σύνδεσμος. Επίσης στηθηκαν Τηλεγραφικοί Σταθμοί στο Ανώγι, στη Σκλίβανη, στα Πέντε Πηγάδια και στο Χάνι Σεφήκ Μπέη, καθώς και Σταθμοί Δρομέων και Ιππέων Αγγελιοφόρων. Όλα ήταν έτοιμα για την παραπέρα προώθηση. Στις 26 Νοεμβρίου το Πυροβολικό έλαβε εντολή να καταλάβει προκεχωρηµένες θέσεις και να προετοιμάσει τις βολές του. Και ο Στρατός Ηπείρου χωρίστηκε στα ακόλουθα τμήματα: η ο ο ου 583 Την 2 Μεραρχία, με το 3 Σύνταγμα και το 1 Τάγμα του 1 Συντάγματος , µία Μοίρα Πεδινού η Πυροβολικού, την 2 Πυροβολαρχία της Μοίρας Ορεινού Πυροβολικού, µια λυομένη Πυροβο582

Λεπτομερείς αναφορές για την δράση των Αεροπόρων θα βρει ο αναγνώστης στα Παραρτήματα, στο τέλος του βιβλίου. 583 (Το 2ο και 3ο Τάγμα είχαν σταλεί στους άγιους Σαράντα, ενώ το 7ο Σύνταγμα ήταν ακόμη στη Χίο, όπου είχε σταλεί για την απελευθέρωσή της) Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 353

λαρχία με πυροβόλα Krupp, την Ημιλαρχία Ιππικού, τον Λόχο Μηχανικού και άλλες μονάδες. ο ο ο ο ο Το 1 Μικτό Απόσπασμα, αποτελούμενο από το 3 , 3 Ανεξάρτητο, 7 και 10 Τάγμα Ευζώνων, την η 1 Πυροβολαρχία της Μοίρας Ορεινού Πυροβολικού, ένα Ουλαμό Μηχανικού και λοιπές μονάδες. ο ο Το 2 Μικτό Απόσπασμα, αποτελούμενο από το Ανεξάρτητο Τάγμα Κρητών, το 15 Σύνταγμα Πεζιη κού, την 3 Πυροβολαρχία της Μοίρας Ορεινού Πυροβολικού, µία Μοίρα Πεδινού Πυροβολικού (με τρεις Πυροβολαρχίες), έναν Ουλαµό Ιππικού, έναν Ουλαµό Μηχανικού και λοιπές μονάδες. Και τέλος, την Εφεδρεία που ήταν στη διάθεση του Αρχηγού, από μία Ίλη Ιππικού (μείον Ουλαµό), ης ∆ιλοχία Μηχανικού, την Μοίρα Πεδινού Πυροβολικού της 2 Μεραρχίας, µία βαριά Πυροβολαρχία των 10,5 εκ, την Μοίρα Αεροπλάνων, τα Χειρουργεία κλπ. Το Αρχηγείο Ηπείρου οργάνωσε και δευτερεύουσες επιχειρήσεις, με σκοπό την παραπλάνηση του εχθρού και την διάσπαση των δυνάμεών του. Στα πλαίσια αυτά, πρότεινε στις 21 Οκτωβρίου την αποστολή σωμάτων εθελοντών (Προσκόπων) στην περιφέρεια ∆ελβίνου και Αργυροκάστρου, που όμως ματαιώθηκε ελλείψει δυνάμεων. Ομοίως ματαιώθηκε και άλλη επιχείρηση για την κατάληψη του Αργυροκάστρου, μετά την κατάληψη της Χειμάρρας. Το Αρχηγείο επέμεινε, προτείνοντας απόβαση στον Αυλώνα, στα πλαίσια της γενικής επίθεσης κατά των Ιωαννίνων. Το Υπουργείο ης Στρατιωτικών ενέκρινε αυτή την ενέργεια διαθέτοντας δύο τάγματα της 2 Μεραρχίας, ζητώντας ου να σταλεί και µια Διλοχία προς ενίσχυση της Χειμάρρας. Ο Διοικητής του 3 Τάγματος Ευζώνων που γνώριζε την περιοχή και τις εδαφικές συνθήκες της Αλβανίας, συνέστησε ότι η επιχείρηση θα απαιτούσε τουλάχιστον τρείς χιλιάδες άνδρες τακτικού στρατού και υποστήριξη από το Στόλο. η Έτσι η επιχείρηση αναβλήθηκε, μέχρι να φτάσει η 2 Μεραρχία, ενώ λόγω της επιδρομής Αλβανικών συμμοριών στο χωριό Πηλιούρι στις 17 Νοεμβρίου, αποφασίστηκε η επείγουσα αποστολή μίας Διλοχίας από την Πρέβεζα, ενισχυθείσας και µε δύο πολυβόλα του Συντάγματος Κρητών. Η Διλοχία επιβιβάστηκε σε ατμόπλοιο στις 22 Νοεμβρίου και την επομένη έφτασε στη Χειμάρρα. Αφού ασφαλίστηκε η άμυνα της Χειμάρρας, τέθηκε ξανά το ζήτημα της κατάληψης του Αυλώνα. ης Το Υπουργείο Στρατιωτικών διέταξε την αποστολή ενός Συντάγματος της 2 Μεραρχίας. Της απόβασης προηγήθηκε αναγνώριση από τους Ατμομυοδρόμωνες που διαπίστωσε ότι υπήρχαν ισχυρές εχθρικές δυνάμεις στον Αυλώνα. Έτσι, επιλέχθηκε το εναλλακτικό «σενάριο» που ήταν η ο ο ου απόβαση στους Αγίους Σαράντα. Τα πλοία που μετέφεραν το 1 και 2 Τάγμα του 1 Συντάγμαας τος, έφτασαν στην Κέρκυρα και εκεί, το πρωί της 22 περίμεναν την άφιξη των Ατµοµυοδροµώνων που βομβάρδιζαν τους Τουρκικούς στρατώνες του Αυλώνα και είχαν αποβιβάσει και μία μικρή φρουρά στη νησίδα Σάσσωνα. Το Υπουργείο των Στρατιωτικών τηλεγράφησε στον ∆ιοικητή ου του 1 Συντάγματος να περιμένει τον κατάπλου των πολεμικών πλοίων, ώστε να κάνει την απόβαση υπό την προστασία των πυροβόλων τους, πληροφορώντας τον και ότι στέλνεται σε ενίσχυση (από τη Χίο !!!) και μία λυόμενη ορειβατική Πυροβολαρχία παλαιών πυροβόλων Krupp. Στις 24, η νηοπομπή κατέπλευσε στους Αγίους Σαράντα και άρχισε η απόβαση χωρίς αντίσταση, καθώς οι Τούρκοι Χωροφύλακες τράπηκαν σε φυγή προς το ∆έλβινο, μετά από λίγες βολές των πολεμικών πλοίων. Στις 27, το Απόσπασμα διατάχθηκε να μεταβεί προς το Δέλβινο, επεκτείνοντας τη ζώνη κατοχής του. Ο Διοικητής ανέφερε στο Αρχηγείο Ηπείρου τους ενδοιασμούς του, αλλά ης την επόμενη μέρα κινήθηκε προς το Δέλβινο, σε εκτέλεση των διαταγών του. Το πρωί της 28 , το Απόσπασμα, με δύο Τάγματα Πεζικού, την Πυροβολαρχία και ένα Λόχο από την Χειμάρρα, προέλασε δια της αμαξιτής οδού προς το ∆έλβινο. Όταν η εμπροσθοφυλακή περνούσε τον ποταμό Σιμόεντα (Βιστρίτζα), δέχθηκε βολές πυροβολικού. Η εξαιρετικά δυσχερής μορφολογία του εδάφους, έθεσε το Απόσπασμα σε μειονεκτική θέση, καθώς βρισκόταν σε μία στενωπό, μεταξύ των υψωμάτων και του έλους. Η εμπροσθοφυλακή κλονίστηκε και υποχώρησε, και καθώς το γεφύρι βαλλόταν συνεχώς, οι περισσότεροι προσπάθησαν να διασχίσουν το ορμητικό ποτάμι, με αποτέλεσμα μερικοί να παρασυρθούν. Το Απόσπασμα υποχώρησε προς τους Αγίους Σαράντα όπου μαζί Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 354

με πολλούς πανικόβλητους κατοίκους, επιβιβάστηκε τελικά στα πλοία και επέστρεψε στην Κέρκυρα. Το Υπουργείο Στρατιωτικών διέταξε τον Διοικητή, Αντισυνταγματάρχη Μέξη να πλεύσει ταχέως η προς την Πρέβεζα, ώστε να ενωθεί με την υπόλοιπη 2 Μεραρχία. Όµως ο Μέξης δεν εξετέλεσε την διαταγή, και αποβιβάστηκε πρώτα στην Κέρκυρα. Το Υπουργείο του αφαίρεσε την Διοίκηση ης και τελικά στις 20.00 της 29 το Απόσπασμα αναχώρησε από την Κέρκυρα και την εποµένη έφταης σε στην Πρέβεζα, από όπου το πρωί της 1 Δεκεμβρίου βάδισε προς την Φιλιππιάδα και το χάνι Σεφήκ Μπέη και στις 4 Δεκεμβρίου έφτασε στο χάνι Εμίν Αγά, χωρίς την ορεινή Πυροβολαρχία που έμεινε στην Πρέβεζα.

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 355

20 Νοεμβρίου 1912 - Η υπογραφή της Βουλγαροτουρκικής ανακωχής Και ενώ ο πόλεμος συνεχιζόταν στο μέτωπο της Ηπείρου, οι Βούλγαροι επεδίωξαν και επέτυχαν την σύναψη χωριστής ανακωχής με τους Τούρκους. Και για να μη φανεί ότι επεδίωξαν οι ίδιοι την ανακωχή κανόνισαν, από κοινού και μυστικά με τους Τούρκους, τη συνάντηση εκπροσώπων τους στην Τσατάλτσα. Η Ελλάδα δεν συμμετείχε, καθώς δεν μπορούσε να δεχτεί έναν από τους βασικούς όρους των Τούρκων, την διακοπή του ναυτικού αποκλεισμού στο Αιγαίο. Με δεδομένο ότι και οι Βούλγαροι αλλά και οι Τούρκοι επεδίωξαν την ανακωχή όχι με σκοπό την ειρήνευση, αλλά με σκοπό την ανασυγκρότηση των στρατευμάτων τους και την μεταφορά ενισχύσεων, αν η Ελλάδα διέκοπτε τον αποκλεισμό, θα επέτρεπε στους Οθωμανούς να φέρουν τις εφεδρείες τους από την Μικρά Ασία και την Μέση Ανατολή, και να ανατρέψουν πλήρως την κατάσταση στα Βαλκανικά μέτωπα, εις βάρος πρώτα απ’ όλα των Βουλγάρων! H Ελλάδα ενήργησε για μία ακόμη φορά έντιμα, με γνώμονα τα συμφέροντα της Συμμαχίας. Όσον αφορά τους λοιπούς συμμάχους, οι μεν Σέρβοι είχαν σχεδόν ολοκληρώσει τις επιχειρήσεις τους και απλά περίμεναν το τέλος του πολέμου, οι δε Μαυροβούνιοι συνέχιζαν την πολιορκία της Σκόδρας, χωρίς όμως να ελπίζουν ότι θα την κρατούσαν, ακόμη και αν την κυρίευαν, αφού ήταν ής αντίθετες σε αυτό οι Μεγάλες Δυνάμεις. Το Πρωτόκολλο υπογράφηκε στις 8μμ της 20 Νοεμβρίου, στην Τσατάλτσα, και οι Βούλγαροι ενήργησαν και ως πληρεξούσιοι των Σέρβων και Μαυροβουνίων. Το κείμενο, που υπαγορεύθηκε από τον Βούλγαρο πληρεξούσιο Δάνεφ, περιείχε τους εξής όρους: «1. Οι εμπόλεμοι στρατοί θα παραμείνουν στις θέσεις τους. 2. Οι πολιορκούμενες οχυρές θέσεις δεν θα εφοδιάζονται με τρόφιμα. 3. Ο εφοδιασμός του Βουλγαρικού Στρατού από την Αδριανούπολη και την Μαύρη Θάλασσα, θα αρχίσει δέκα ημέρες μετά την σύναψη της ειρήνης.» Η Ελλάδα συνέχισε να μάχεται, για την απελευθέρωση των Ιωαννίνων, την πλήρη απελευθέρωση της Χίου και της Μυτιλήνης, οι φρουρές των οποίων δεν είχαν ακόμη παραδοθεί, και την απελευθέρωση των περιοχών της Δυτικής Μακεδονίας και Ηπείρου.

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 356

Μετάβαση της 2ης Μεραρχίας στην Ήπειρο – Απόβαση στους Αγίους Σαράντα (Διήγηση του Λεωνίδα)

Στις 20 Νοεμβρίου 1912 υπογράφτηκε η ανακωχή της Τσατάλτσας, την οποία δεν δέχθηκε η Ελλάδα. Την ίδια μέρα, η Ελληνική Κυβέρνηση γνωστοποίησε στον Αρχηγό του Στρατού Ηπείρου ότι επιβαλλόταν η απελευθέρωση των Ιωαννίνων πριν την έναρξη των διαπραγματεύσεων ειρήνης. Και σε ενίσχυση των εκεί δυνάμεών μας, είχε ήδη αποφασιστεί η άμεση μεταφορά της ης 2 Μεραρχίας στην Ήπειρο. Η μετακίνηση έγινε μεταξύ 16 και 25 Νοεμβρίου. Ο Λόχος μου επιβιβάστηκε στο πλοίο νωρίς το πρωί του Σαββάτου 17 Νοεμβρίου. Ήταν ένα ατμόπλοιο που λεγόταν «Κέρκυρα», αν και μετά από τόσα χρόνια δεν θυμάμαι το όνομα με σιγουριά. Φύγαμε από τη Θεσσαλονίκη λίγο μετά τις 8.00 και πλεύσαμε προς τον Πειραιά, όπου φτάσαμε το βράδυ της Κυριακής. Από εκεί συνεχίσαμε περνώντας τον Ισθμό προς την Πάτρα, με καλό καιρό, αλλά μετά και μέχρι να φτάσουμε στην Λευκάδα, μας έπιασε κακός καιρός και χορτάσαμε κούνημα. Για να μη θαλασσοπνιγούμε χρειάστηκε να ρίξουμε άγκυρα και στο Μεσολόγγι. Μετά ηρέμησε πάλι και τελικά την Τετάρτη 21, φτάσαμε στην Πρέβεζα κατά τις 3.30 το απόγευμα. Μείναμε μέσα στο πλοίο, και τελικά αποβιβαστήκαμε την επομένη, Πέμπτη 22 του μηνός Νοεμβρίου. Στην Πρέβεζα μάθαμε για την ανακωχή που υπόγραψαν οι άλλοι σύμμαχοι με τους Τούρκους. Δεν μας ένοιαζε και πολύ. Τη δουλειά τους αυτή, τη δουλειά μας εμείς. Και δική μας δουλειά ήταν να πάρουμε τα Γιάννενα … Αλλά η Πρέβεζα ήταν γεμάτη και από τραυματίες που ανάρρωναν, από μονάδες Επιμελητείας και μεταγωγικά που πηγαινοέρχονταν, μονάδες που έφταναν από άλλα μέτωπα όπως εμείς. Υπήρχαν πολλοί αργόσχολοι, έστω και για μικρά διαστήματα. Και επειδή «η αργία είναι μήτηρ πάσης κακίας», τα θέματα της ημέρας στις συζητήσεις ήταν οι κακουχίες στο μέτωπο, οι επιθέσεις από άτακτους Αλβανούς, η βραδύτητα με την οποία διεξάγονταν οι επιχειρήσεις, οι ικανότητες του Στρατηγού Σαπουντζάκη … Ήταν διάχυτη η εντύπωση ότι ο Σαπουντζάκης δεν ήταν Κωνσταντίνος. Ούτε τολμηρός ήταν, απ’ ότι λέγανε, ούτε και νοιαζόταν πολύ για στρατηγικές ή για τις απώλειες. Οι κριτικές ήταν πολλές κι αυτό δεν βοηθούσε στο ηθικό … Όπως δεν βοηθούσε κι ο παλιόκαιρος … Να έβγαινε τουλάχιστον λίγος ήλιος … Μετά από μερικές μέρες, αναρωτιόμασταν αν σταματάει ποτέ να βρέχει στην Πρέβεζα. Αργότερα θα μαθαίναμε ότι στην Ήπειρο δεν έχει μόνο βροχή και λάσπες, αλλά και χιόνια και κρύο που είναι ακόμη χειρότερα. ο

ο

Αλλά καθώς η Μεραρχία συγκεντρωνόταν στην Πρέβεζα για να προωθηθεί, για το 1 και 2 Τάγμα του Συντάγματός μας, που έφτασαν πρώτοι, υπήρχαν άλλα σχέδια. Και την Τετάρτη 21 Νοεμβρίου, τους έβαλαν σε πέντε μεταγωγικά πλοία, μαζί με μία Πυροβολαρχία και με επί κεφαλής τον Διοικητή του Συντάγματος, τον Αντισυνταγματάρχη Μέξη. Περνώντας από την Κέρκυρα, πήραν μαζί τους και μεγάλες βάρκες και φορτηγίδες, που τις έδεσαν πίσω από τα πλοία. Το επόμενο πρωί, Σάββατο 24 Νοεμβρίου, στις 11 πμ, μέσα σε θύελλα και με την κάλυψη των πυροβόλων των πλοίων συνοδείας, άρχισε η αποβίβαση στους Άγιους Σαράντα. Πρώτοι κατέβηκαν οι ανιχνευτές που τράβηξαν κατ’ ευθείας προς τα βουνά που χωρίζουν τους Άγιους Σαράντα από την ελώδη πεδιάδα που είναι πίσω τους. Μετά κατέβηκε ένας Λόχος, που με βήμα ταχύ και σε τετράδες κατευθύνθηκε στον δρόμο που συνδέει τους Άγιους Σαράντα με το Δέλβινο και τα Ιωάννινα. Στη συνέχεια, αποβιβάστηκαν όσο πιο γρήγορα γινόταν, λόγω της θύελλας, οι υπόλοιπες μονάδες, που κατέλαβαν το Λιμάνι και τις αποθήκες και άλλα κτίρια που υπήρχαν εκεί. Η πρώτη Διμοιρία ου του 3 Λόχου, με Διμοιρίτη τον Ανθυπολοχαγό Νικόλαο Κισσόπουλο, διατάχτηκε, από τον Διοικητή του Λόχου Υπολοχαγό Α. Γιώτη, να επισταθμεύσει σε μία διώροφη ξύλινη αποθήκη. Στη

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 357

584

Διμοιρία αυτή ήταν οι Λοχίες Αντώνης Λουκιανός , καθηγητής Ελληνικών στη Σχολή Ευελπίδων, και Δελβέρογλου, οδοντίατρος στην Αθήνα, ο Δεκανέας Δημοσθένης Δουζίνας, έμπορος από την Αθήνα, και πολλοί Στρατιώτες που είχα γνωρίσει, όπως οι Αθηναίοι Δικηγόροι Στυλιανός Γλυκοφρύδης, Κωνσταντίνος Παπαπάνος και Τάκης Κούσκουρης, οι δικηγόροι αλλά και Βουλευτές Κύπρου Χριστόδουλος Σώζος και Ευάγγελος Χατζηϊωάννου, ο Εγγλέζος εθελοντής Palmer Newsbold και άλλοι πολλοί που θα αναφέρω στη συνέχεια, καθώς θα μού ’ρχονται ένα ένα τα ονόματά τους στη μνήμη. Συγχωρείστε με, αλλά τα γεγονότα που θα πω στη συνέχεια δεν τα έζησα ο ίδιος, μου τα διηγήθηκαν μετά οι φίλοι μου, και έτσι η μνήμη θα δυσκολευτεί κάπως να τα ανακαλέσει όλα. Πριν ταχτοποιηθούν στην αποθήκη, ακούστηκε απ’ έξω η κραυγή «στα όπλα!». Άρπαξαν γρήγορα όπλα και φυσιγγιοθήκες και βγαίνοντας έξω είδαν τον Υπολοχαγό Γιώτη και τον Διμοιρίτη τον Κισσόπουλο να βαδίζουν ήρεμα προς μία ομάδα οκτώ ενόπλων Αλβανών που ακροβολισμένοι κατέβαιναν προς το μέρος μας από τις απέναντι πλαγιές. Τρέξανε όλοι πίσω από τους Αξιωματικούς και σαν οι Αλβανοί είδαν ότι οι δικοί μας ήταν πολύ περισσότεροι, πέσανε στα γόνατα, δείχνοντας υποταγή με τον δουλικό τρόπο των Τούρκων. Μας δήλωσαν ότι είναι Έλληνες, και ο Γιώτης πείστηκε και τους άφησε να πάνε προς την αγορά, χωρίς να τους αφοπλίσουν. Λίγο μετά, φάνηκαν και άλλοι τρεις Αλβανοί. Αυτούς τους αφόπλισαν και τους κλείσανε σε μια αποθήκη. Παραδίπλα στην αποθήκη εκείνη, στην παραλιακή οδό, ανακάλυψαν και ένα διώροφο σπίτι, που το ισόγειό του ήταν αποθήκη μπύρας. Και λίγο πιο κάτω, στη μέση του μοναδικού δρόμου των Αγίων Σαράντα, υπήρχαν παρατημένα βαρέλια με κονιάκ! Επειδή μερικοί Στρατιώτες μας σκέφτηκαν να … δοκιμάσουν, οι Αξιωματικοί έβαλαν φρουρούς και στα βαρέλια και στη μπύρα. Σαν έπεσε η νύχτα, οι Στρατιώτες πέσανε για ύπνο, κατάκοποι από το πολυήμερο ταξίδι, με πλοία που ήταν μέσα στη βρώμα, καθώς στα ίδια αμπάρια που μεταφέρονταν φύρδην μίγδην οι Στρατιώτες, είχαν προηγουμένως μεταφερθεί χιλιάδες άλλοι Στρατιώτες αλλά και ζώα και Τούρκοι αιχμάλωτοι. Τη νύχτα εκείνη, ο άτυχος Κούσκουρης παρουσίασε ψηλό πυρετό και πέθανε λίγες μέρες μετά στην Κέρκυρα, καθώς καθυστέρησε αδικαιολόγητα η διακομιδή του σε Νοσοκομείο εκεί. Το επόμενο πρωί έγινε δοξολογία και στη συνέχεια, το μεσημέρι, η Διμοιρία με άλλα τμήματα προχώρησαν προς την ενδοχώρα, και μετά μία ώρα φτάσανε στη Γκιάστα, όπου υπήρχαν ερείπια παλαιών Πύργων. Εκεί, η Διμοιρία καταυλίσθηκε σε ένα βρώμικο σταύλο, ενώ άλλες Διμοιρίες βολεύτηκαν σε άλλα κτίρια και άλλες σε αντίσκηνα στο δρόμο, ενώ ορίστηκαν προφυλακές για φύλαξη. Όλη η δύναμη χωρίστηκε σε διπλοσκοπιές και σε περίπολα και έγιναν συστάσεις από τους Αξιωματικούς για τα σημεία κινδύνου, για τους εχθρούς που αναμένονταν και για το ότι συνήθιζαν να κάνουν νυχτερινές επιθέσεις. Κάθε Στρατιώτης πήρε από 200 σφαίρες, αντί 150, μάνλιχερ και λόγχες καθαρίστηκαν και αλείφθηκαν με γλυκερίνη, και όλοι ετοιμάζονταν για μάχη. Ευκαιρία να σας πω τι ήταν οι «διπλοσκοποί». Είναι κατ’ αρχήν αυτό που λέει η λέξη: διπλοί σκοποί. Δηλαδή, δίπλα σε κάθε σκοπό που καθόταν ακίνητος σε μία θέση, υπήρχε ένας δεύτερος που εκινείτο συνεχώς, δεξιά και αριστερά του, έτσι ώστε να επιτηρεί και αυτόν και τους διπλανούς ακίνητους σκοπούς, που είχαν και αυτοί τους δικούς τους διπλοσκοπούς. Οι νυχτερινές βάρδιες ήταν συνήθως δίωρες, και ένα ζευγάρι σκοπών έπαιρνε τις βάρδιες 9-11, 1-3 και 5-7, ενώ ένα άλλο τις 7-9, 11-1 και 3-5. Και ανάμεσα στους διπλοσκοπούς και πέρα από τα όριά τους κινούνταν οι περίπολοι. Στην βόρεια Ήπειρο, με χιόνια ή θύελλες και σχεδόν πάντα φοβερό κρύο, σε συνδυασμό με την αγριάδα των βουνών, οι σκοπιές ήταν επικίνδυνες και χωρίς εχθρούς. Τη νύχτα της

584

(Ο Λουκιανός και ο Σώζος σκοτώθηκαν στην Μανωλιάσσα στις 6-12-1912, στη μάχη του Προφήτη Ηλία. Στην ίδια μάχη πληγώθηκε κι ο Χατζηϊωάννου) Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 358

ης

η

24 προς 25 Νοεμβρίου, δεν ήταν λίγοι οι Στρατιώτες που σωριάστηκαν παγωμένοι ή εξαντλημένοι στις σκοπιές ή τσακίστηκαν στραβοπατώντας μέσα στη νύχτα. Η Δευτέρα 25 Νοεμβρίου πέρασε σχετικά ήσυχα. Από τα πλοία ξεφορτώθηκε η Πυροβολαρχία, τέσσερα παλιά λυόμενα πυροβόλα, με γεμίσματα μαύρης πυρίτιδας που σε κάθε βολή βγάζανε τόσο καπνό που έπρεπε να διακοπεί το πυρ μέχρι να καθαρίσει ο αέρας για να βλέπουν ξανά οι πυροβολητές και χωρίς σύστημα οπισθοδρόμησης, πράγμα που σήμαινε ότι μετά κάθε βολή έπρεπε το πυροβόλο να ξαναστήνεται και η σκόπευση να επαναλαμβάνεται. Το ίδιο απόγευμα, ο Λόχος μετακόμισε στις υπώρειες των βουνών και έμεινε σε αντίσκηνα. Το απόγευμα της επόμενης μέρας, πήγαν σε ενίσχυση από την Χειμάρρα και δύο Λόχοι Εθνοφρουρών. Ανάμεσά τους ο Δικαστής Αλιφέρης από την Καλαμάτα και ο Θανάσης Σχινάς, εμπορικός επισκέπτης από την Αθήνα. Την Τετάρτη 27 Νοεμβρίου, διατάχθηκε Εγερτήριο στις 4.30 το πρωί. Και στις 7, τα τμήματα πήραν το δρόμο για Δέλβινο, όπου σύμφωνα με πληροφορίες από ντόπιους υπήρχαν 2.000 άτακτοι εχθροί, χωρίς πυροβόλα ή κατ’ άλλους, με δύο παλιά. Μετά από πορεία 3 ωρών, φάνηκε δεξιά το Δέλβινο, χτισμένο σε μια όμορφη πλαγιά, με μια όμορφη πεδιάδα μπροστά του που τη διέσχιζε ο ος ποταμός Βιστρίτζα (Σιμόεις) και οι παραπόταμοί του. Κατά τις 10 πμ, ενώ ο 5 Λόχος του Λοχαγού Τσιμπούκη διάβαινε «κατά Διμοιρίες» ένα πέτρινο γεφύρι κάτω από το Δέλβινο, πλησιάζοντας τις εχθρικές θέσεις, δέχθηκε την πρώτη βολή πυροβόλου. Σε λίγο φάνηκε ότι οι πληροφορίες για τον ου εχθρό ήταν απόλυτα λανθασμένες, καθώς απέναντι στα δύο Τάγματα του 1 Συντάγματος και την Διλοχία των Εθνοφρουρών, υπήρχαν 6.000 Τούρκοι του Τακτικού Στρατού, με τρεις Πυροβολαρχίες, με 12 σύγχρονα ταχυβόλα, που άρχισαν να βάλλουν με δραστικά πυρά από απόσταση χιλίων ος μέτρων. Τα 4 παλιά μας πυροβόλα τάχθηκαν αμέσως για βολή, ενώ ο 5 Λόχος διατάχθηκε να ος αναπτυχθεί με «ακροβολισμό». Ο Λόχος των φίλων μου, ο 3 , είχε διαταχθεί να σταματήσει όταν ακούστηκαν οι εχθρικές βολές και οι άνδρες παρέμεναν ακάλυπτοι επάνω στο δρόμο, με το δεξιό προς τον εχθρό, προκαλώντας το κακό να έρθει … Και όχι μόνο αυτό, αλλά οι πιο «λεβέντες» στέκονταν όρθιοι και αφύλακτοι και συζητούσαν μεταξύ τους για το πού είναι ο εχθρός και πού τα πυροβόλα του, λες και γινόταν άσκηση. Μερικοί μάλιστα, με την άδεια του Διμοιρίτη, προχώρησαν προς τις εχθρικές θέσεις, σε ανοιχτό πεδίο και με το όπλο κρεμασμένο στο ώμο, αγνοώντας κάθε κίνδυνο, με μόνο σκοπό να δουν από τους βαρούσαν τα εχθρικά κανόνια! Πέρασε ένα τέταρτο της ώρας έτσι. Στο ίδιο διάστημα, οι Εθνοφρουροί υποχώρησαν, περνώντας δίπλα από ο τον 3 Λόχο, που μάλλον τους έδινε μικτά αισθήματα, γενναίων ή τρελών, καθώς στέκονταν ακίνητοι. Ευτυχώς, μετά τις πρώτες οβίδες που έπεσαν κοντά τους, δόθηκε η διαταγή «πρηνείς» και άλλοι ξάπλωσαν κάτω, άλλοι απλά γονάτισαν καθώς μάλλον τους ένοιαζε περισσότερο η λάσπη από τις οβίδες … ου

ου

Αλλά αυτοί που υπέφεραν πραγματικά, ήταν οι άντρες του 5 Λόχου και του 6 που βάδιζε πίσω του. Τα περισσότερα εχθρικά πυροβόλα σημάδευαν αυτούς και πολλές οβίδες έπεσαν ανάμεσα στις τετράδες τους, προκαλώντας σοβαρές απώλειες. Συγχρόνως, χτυπήθηκε και η Πυροβολαρχία μας, καθώς έγινε στόχος με το που άρχισε να βάλλει. Και οι άνδρες των Μεταγωγικών του Πυροβολικού πανικοβλήθηκαν, παρασύροντας και τους Πυροβολητές, που υποχώρησαν εγκαταλείποος ντας τα πυροβόλα τους! Καθώς ο 5 Λόχος είχε περάσει το ποτάμι, τα εχθρικά πυρά συγκεντρώθηκαν πάλι επάνω του, κλονίζοντας τον Λοχαγό Τσιμπούκη που διέταξε να υποχωρήσουν «έκαστος φροντίζων να σώση τον εαυτόν του όπως ηδύνατο, δια του ποταμού και ουχί δια της γεφύρας!». Οι Στρατιώτες το έβαλαν στα πόδια. Βουτώντας στα παγωμένα και ορμητικά νερά. Και όσοι ήσαν πιο δυνατοί ή όσοι πέταξαν γυλιούς αλλά και όπλα σώθηκαν, αλλά οι πιο αδύναμοι,

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 359

585

πνίγηκαν παρασυρμένοι από τις 20 και πλέον οκάδες φορτίου τους. Καθώς οι υποχωρούντες ο πλησίαζαν τον 3 Λόχο που ήταν πιο πίσω, δύο μουλαράδες του Πυροβολικού στέκονταν πίσω από τα μουλάρια τους, αγνοώντας οι ανόητοι ότι αν κάποιο βλήμα χτυπούσε τα ζώα που κουβαου λούσαν σακίδια με οβίδες, θα κομματιάζονταν και αυτοί. Πέρασαν δίπλα από τον Διοικητή του 1 Τάγματος Ταγματάρχη Διαλέτη και τον Γιώτη, που τους ρώτησε πού πάνε. Και αυτοί, παριστάνοντας τους αδιάφορους, απάντησαν «Τι να κάνουμε κύριε Υπολοχαγέ … Δεν μπορούμε να σταθούμε από τις οβίδες και μας διέταξαν να πάμε πίσω …» Ο Γιώτης δεν είπε τίποτα, παρά μόνο τους κοίταζε όλο αποδοκιμασία και ντροπή, καθώς η προσοχή του έπεσε σε ένα Στρατιώτη που ερχόταν άοπλος. «Συ τι έχεις παιδί μου;» «Είμαι πληγωμένος κύριε Υπολοχαγέ» «Και για πού το έβαλες;» Ο Γιώτης τον νόμιζε για φυγάδα. Αλλά καθώς πήγαινε να βάλει τις φωνές, πρόσεξε τα αίματα που τρέχανε από το δεξί μανίκι του Στρατιώτη. «Α καλά παιδί μου … σε συγχαίρω … προχώρει προς τα πίσω να εύρης τον γιατρό … δεν είναι τίποτε» Καθώς υποχωρούσαν όλο και περισσότεροι Στρατιώτες, πιο πίσω, ο Διοικητής του Αποσπάσματος ο Μέξης, προσπαθώντας να σταματήσει την φυγή του Πυροβολικού, ανέθεσε τη Διοίκησή του στον Ανθυπολοχαγό Πεζικού Νικολαρέα, που παλιότερα ήταν Λοχίας στο Πυροβολικό. Αλλά χωρίς αποτέλεσμα, καθώς ο Νικολαρέας διαπίστωσε αμέσως ότι οι Πυροβολητές το είχαν βάλλει στα πόδια, και είχαν μπλεχτεί με τους πεζικάριους που υποχωρούσαν, ενώ και τα πυροβόλα ήταν λίγα και άχρηστα απέναντι στα περισσότερα και πιο σύγχρονα εχθρικά, που επί πλέον έβαλλαν από ψηλότερες και πιο φυλαγμένες θέσεις. Έτσι ο Μέξης διέταξε υποχώρηση, που έγινε συνταγμένα ου ου και με απόλυτη τάξη με την κάλυψη του 3 και του 2 Λόχου που έπιασαν θέσεις σε δυο λόφους, δεξιά κι αριστερά του δρόμου. Έτσι, βαδίζοντας κανονικά σε «τάξη πορείας», όλη η δύναμη έφτασε μετά από 4 ώρες πίσω στη Γκιάστα, όπου οχυρώθηκε πρόχειρα. Σώθηκαν μάλιστα και τα πυροβόλα. Καθώς ο Μέξης είδε ότι οι Πυροβολητές τα είχαν παρατήσει, ου κάλεσε τους άνδρες του 7 Λόχου, που ήταν κοντά του και με τη γνωστή σε όλους μας ευγλωττία, τους θύμισε τα κατορθώματά τους στη Μακεδονία και τους ρώτησε «εάν αυτοί, οι μαχηταί του Σαρανταπόρου και των Γιαννιτσών, θα επιτρέψουν ποτέ να πέση το Πυροβολικόν μας εις χείρας εχθρικάς …» ου

Δεν πρόλαβε να τελειώσει το λόγο του και οι Στρατιώτες του 7 , με τη βοήθεια και του ίδιου του Μέξη, διέσωσαν όλα τα πυροβόλα, αγνοώντας τα εχθρικά πυρά. Σώθηκαν επίσης και οι περισσότεροι τραυματίες, καθώς με διαταγή του Μέξη, περισυλλέγησαν από δύο αυτοκίνητα που ανήκαν σε έναν Κερκυραίο ονόματι Ασπιώτη, που τα είχε φέρει εθελοντικά και είχε έρθει και ο ίδιος ως σωφέρ. Δυστυχώς, όσοι τραυματίες είχαν μείνει πέρα από τη γέφυρα εγκαταλείφθηκαν, καθώς κανείς δεν τολμούσε να πάει να τους φέρει, θα ήταν αυτοκτονία. 585

Η οκά (okka) ήταν Οθωμανική μονάδα μέτρησης μάζας, που στους ύστερους χρόνους της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας ορίστηκε στα 1,2829 χιλιόγραμμα. Υποδιαίρεση της οκάς ήταν το δράμι. Μία οκά είχε 400 δράμια (dirhem ή dram), και πολλαπλάσιά της ήταν το kantar (καντάρι) ίσο με 44 οκάδες και το çeki (τσέκι) ίσο με 4 καντάρια. Στην Ελλάδα η οκά αντιστοιχούσε σε 1.282 γραμμάρια και το δράμι σε 3,205 γραμμάρια και παρέμεινε σε παράλληλη χρήση με τις μονάδες του μετρικού συστήματος που είχαν υιοθετηθεί από το 1876. Ειδικά για τη μέτρηση υγρών οι αντιστοιχίες ήταν 1 οκά = 1.280 γρ. και 1 δράμι = 3,2 γραμμάρια. Η επίσημη κατάργηση των παλαιών μέτρων και σταθμών έγινε στις 31 Μαρτίου του 1959. Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 360

Μαζί με το Στρατό μας υποχώρησαν πίσω στους Άγιους Σαράντα και εκατοντάδες γυναικόπαιδα από τα γύρω χωριά, καθώς κανείς δεν τολμούσε να μείνει και να εμπιστευτεί τα αντίποινα των Τουρκαλβανών. Και είχαν δίκιο, καθώς όλη τη νύχτα βλέπαμε φωτιές να ξεπηδάνε, στα μέρη που υπήρχαν χωριά. 586

Καθώς τα πλοία είχαν ειδοποιηθεί από τον Μέξη να παραλάβουν το Στρατό που υποχωρούσε, ος ο 3 Λόχος διατάχθηκε να καλύψει την υποχώρηση, πάση θυσία … «Παιδιά μου, η θέσις μας είναι σοβαρωτάτη … εις τους άνδρας του Λόχου μας έλαχεν η υψίστη τιμή να αποθάνωμεν πάντες, υποστηρίζοντες την οπισθοχώρησιν και επιβίβασιν επί των καταφθανόντων πλοίων όχι μόνον του υπολοίπου στρατεύματος, αλλά και όλων των γυναικοπαίδων των απειλουμένων χωρίων» είπε ο Γιώτης στους Στρατιώτες Λεονή Κλαβοκορέση και Κωνσταντίνο Παπαπάνο. Και συμπλήρωσε: «Να εύχεσθε παιδιά, να μη μας χτυπήσουν εδώ οι Τούρκοι, γιατί είμαστε όλοι χαμένοι. Κανείς δεν θα γυρίσει σπίτι του. Πηγαίνετε τώρα στις θέσεις σας, και ειδοποιήστε με τρόπο όλους, για να λάβουν τα μέτρα τους.» Αλλά δεν το έμαθαν όλοι. Γιατί καθώς ο Παπαπάνος έλεγε το «μυστικό» στον Σώζο, αυτός σηκώθηκε απότομα και τον έκοψε, μιλώντας Γαλλικά, για να μην καταλάβουν οι άλλοι φαντάροι: «Παιδιά σας εξορκίζω, σε ότι έχετε ιερό, μην το πείτε σε κανέναν άλλο, γιατί δεν θα μείνουμε ούτε είκοσι. Θα φύγουν όλοι μέσα στη νύχτα …» Έτσι έμεινε μυστικό και ευτυχώς οι Τούρκοι δεν επιτέθηκαν. Μάλλον φοβήθηκαν παγίδα ή τα πυροβόλα των πολεμικών που ήταν στο λιμάνι. Έτσι στρατός, πυροβόλα, υλικά, πολεμοφόδια και γυναικόπαιδα φορτώθηκαν στα πλοία, ενώ αφέθηκαν πίσω τα μεταγωγικά ζώα και τα δύο αυτόος κίνητα του Ασπιώτη, που καταστράφηκαν για να μην τα πάρει ο εχθρός. Ο 3 Λόχος έμεινε στην προφυλακή στη Γκιάστα ως τις 6.30 μμ και μετά διατάχθηκε να υποχωρήσει προς τους Αγίους Σαράντα, που απείχαν λιγότερο από μία ώρα. Εκεί έμεινε για άλλη μία ώρα κοντά στην Εκκλησία, ος καθώς ολοκληρωνόταν μέσα σε απόλυτο σκοτάδι η φόρτωση στα πλοία. Γύρω στις 8.30 μμ, ο 3 Λόχος επιβιβάστηκε κι αυτός στα πλοία, που αναχώρησαν για την Κέρκυρα στις 5.30 το πρωί, δίνοντας έτσι χρόνο σε ακόμη περισσότερα γυναικόπαιδα να σωθούν. ο

ο

ο

Αλλά αρκετά σας είπα για το 1 και το 2 Τάγμα. Καιρός να πάμε πίσω στο δικό μας, το 3 Τάγμα. Εμείς, μαζεύαμε βροχή στην Πρέβεζα, ίσως και να μας κρατούσαν για εφεδρεία των τμημάτων ης που στάλθηκαν στους Άγιους Σαράντα. Έτσι, ενώ και άλλα τμήματα της 2 Μεραρχίας έφταναν 587 στην Πρέβεζα και προωθούνταν σχεδόν αμέσως «προς τα πρόσω», εμείς περιμέναμε ως τις 26 και τελικά την Τετάρτη 27 ξεκινήσαμε για τη Φιλιππιάδα, και από εκεί προχωρήσαμε βόρεια, στην η περιοχή Χάνι Σεφήκ Μπέη, μαζί με την ΙΙ/2 Μοίρα Πεδινού Πυροβολικού. Ήρθε και η 2 Ορειβατική Πυροβολαρχία εκεί, από τα Πέντε Πηγάδια, και όλα έδειχναν ότι δεν θα αργούσαμε ο ου να προχωρήσουμε παραπέρα. Ήδη, το 2 Τάγμα του 7 Συντάγματος είχε προωθηθεί στις ου προφυλακές από τις 24, σε αντικατάσταση του 15 Συντάγματος, που είχε χύσει πολύ αίμα και χρειαζόταν ανασυγκρότηση.

586

Ο Μέξης από την πρώτη μέρα είχε προνοήσει να εγκαταστήσει τηλέγραφο στην Γκιάστα και μόλις είδε ότι η μάχη χανόταν έστειλε αμέσως εκεί τον Ασπιώτη με το αυτοκίνητό του, να τηλεγραφήσει στην Κέρκυρα «περί της ταχίστης αποστολής όσον γίνεται περισσοτέρων ατμοπλοίων» 587 (Υπενθυμίζεται ότι δυνάμεις της 2ης Μεραρχίας είχαν σταλεί και στην Χίο) Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 361

Το πέρασμα στον Δρίσκο, εθελοντές 6ης Μεραρχίας (Διήγηση του Νικήτα)

Μετά τη μάχη της Σιάτιστας, και ενώ η υπόλοιπη Μεραρχία μας ανέβαινε προς τη Φλώρινα, το απόσπασμά μας έμεινε πίσω στα Γρεβενά, για να διώξουμε τον Μπεκήρ που τρομοκρατούσε με τους ληστές του την περιοχή. Τον κυνηγήσαμε ως το Μέτσοβο και μετά συνεχίσαμε προς τη Γότιστα που την είχαν ελευθερώσει οι Κρήτες. Εκεί μείναμε λίγες μέρες για ανάπαυση, περιμένοντας νέες διαταγές, που χωρίς αμφιβολία θα ήταν για κίνηση προς την κατεύθυνση των Ιωαννίνων. Δεν διαψευστήκαμε και λίγο πριν το βράδυ κινήσαμε για το Δρίσκο, που είχαν ανεπιτυχώς προσπαθήσει να καταλάβουν οι Γαριβαλδινοί στις 28 Νοεμβρίου, έχοντας μπροστά το Τάγμα μας και από πίσω ερχόντουσαν τα Τάγματα του κ. Φιλιακού, του κ. Παπαδάκη και του κ. Οικονόμου. Και πιο πίσω ήταν τα πολυβόλα και δύο Πυροβολαρχίες με ορειβατικά πυροβόλα Κρουπ, λάφυρα από τους Τούρκους. 588

Διοικητής του Αποσπάσματος ήταν ο Συνταγματάρχης Ματθαιόπουλος , ένας στρατιωτικός με όλη τη σημασία της λέξης. Ηλιοψημένο πρόσωπο, μάτια διαπεραστικά, ανάστημα που ενέπνεε σεβασμό. Μόνο που μετά το «ατύχημα» της Μεραρχίας του στο Σόροβιτς, τώρα πια είχαν ασπρίσει τα μουστάκια του και βαθιές ρυτίδες χαράκωναν το πρόσωπό του. «Ε, παιδιά, ετοιμαστείτε … σε λίγο φεύγουμε … Ακούτε τους κρότους κανονιών; Στο Μπιζάνι άρχισε η λειτουργία και δεν πρέπει να λείψουμε …» Απλά και μεγάλα λόγια, που προκαλούσαν τον θαυμασμό μας, ειπωμένα από ένα γενναίο Αξιωματικό, που το «ατύχημα» τον τσάκισε αλλά δεν τον λύγισε. Ακολουθήσαμε ένα στενό μονοπάτι και φτάσαμε στο Παληοχώρι, όνομα και πράμα … Και από εκεί έπρεπε να περάσουμε απέναντι στο Δρίσκο, μέσα στη νύχτα, σχεδόν 4.000 άντρες, με κανόνια, πολυβόλα και ζώα, κάτω από τις μπούκες των Τούρκικων κανονιών και τις προφυλακές τους, που απείχαν λιγότερο από 300 μέτρα σε ορισμένα σημεία της διαδρομής. «Παιδιά τσιμουδιά … είμαστε κάτω από τα κανόνια τους … Ούτε κουβέντα ούτε τσιγάρο» ψιθύριζαν οι Διμοιρίτες. Όλοι καταλαβαίναμε τι έπρεπε να κάνουμε, αλλά ο Έλληνας Στρατιώτης δεν φημίζεται για την τάξη και την πειθαρχία του … Δε σταματούσαμε τη φλυαρία, έστω και χαμηλόφωνα. «Ήσυχα παιδιά …» «Δε βλέπω τη μύτη μου …» είπε δυνατά ο Μανωλουδάκης … Και άλλοι πέφτοντας και γλυστρώντας φώναζαν και βλαστημούσαν … όσο για τους μουλαράδες, στον κόσμο τους … «Χάι ρε παλιομούλαρο! Ντέεε που να σε φάνε οι λύκοι …» «Σσσστ … δεν βλέπετε μωρέ που βρισκόμαστε; Αυτό που βλέπετε είναι ο Δρίσκος …» «Μωρέ ποιο γομάρι άναψε τσιγάρο; Φέρτε τον μου εδώ δεμένο τον παλιάνθρωπο …» Βαδίζαμε ο ένας πίσω από τον άλλο, και είχαμε όλοι από ένα κλαρί για μπαστούνι, σαν τους τυφλούς. Μεσάνυχτα ακριβώς κάναμε στάση. «Τι είναι; Τι έγινε;» «Τι είναι αυτό που γυαλίζει ρε παιδιά;» «Θα είναι η δημοσιά» λέει ο Μπιθυμήτρης, πρώην χασάπης στην αγορά των Αθηνών. «Σιγά μην είναι η πλατεία Συντάγματος … μωρέ δεν βλέπεις πώς γυαλίζει; Ποτάμι είναι!» «Κάντε μωρέ ησυχία … αν μας ακούσουν οι Τούρκοι δεν θα μείνει ρουθούνι …»

588

(Ο πρώην Διοικητής της 5ης Μεραρχίας) Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 362

Συνεχίσαμε την πορεία και φτάσαμε σε ένα ποτάμι. Δίπλα στην όχθη, σε ένα βραχάκι, ήταν καθισμένος ο Ματθαιόπουλος, να επιβλέπει τη διάβαση. Κάποιοι Στρατιώτες είχαν την υπομονή να βγάλουν τις αρβύλες και να σηκώσουν τα παντελόνια, κάποιοι τα βγάλανε κι αυτά. Αλλά οι πιο πολλοί μπήκαν στο ποτάμι όπως ήταν. Κάναμε αλυσίδα με τα Μάνλιχερ, το ένα χέρι στο κοντάκι το άλλο χέρι στην κάνη του όπλου του από πίσω μας. Άλλοι πάλι χρησιμοποίησαν, σαν γέφυρα, έναν κορμό που είχε πέσει πάνω από το ποτάμι. Ένας εθελοντής Μικρασιάτης γλύστρησε και τον πήρε το ρεύμα. «Στο καλό συνάδελφε και να μας γράφεις». Ο δυστυχής, που σίγουρα δεν θα εκτιμούσε το χιούμορ μας, παρασυρόταν τρομαγμένος, και ευτυχώς γι’ αυτόν, πιάστηκε ο μανδύας του σε κάτι κλαριά και έμεινε εκεί. Τον σώσαμε ρίχνοντας ένα σχοινί. Πάνω από τρεις ώρες μας πήρε να περάσουμε το ποταμάκι. Και 500 μέτρα μακριά μας βλέπαμε φωτιές που ήταν σίγουρα οι προφυλακές των Τούρκων. Μια περίπολός τους θα μπορούσε να προκαλέσει καταστροφή. Αλλά φαίνεται ότι το δυνατό κρύο που μας ταλαιπωρούσε, ήταν και η σωτηρία μας. Οι Τούρκοι το είχαν ρίξει στο ραχάτι δίπλα στις φωτιές τους, και δε νοιαζόντουσαν για τους 6.000 που περνούσαν κάτω από τη μύτη τους! Ο Ματθαιόπουλος πέρασε τελευταίος. Και σαν φτάσαμε σε μέρος ασφαλές, έβγαλε την ταμπακιέρα του και μοίραζε τσιγάρα στους Στρατιώτες και τους Αξιωματικούς που ήταν κοντά του. «Ά ντε παιδιά μου, τώρα μπορούμε να καπνίσουμε … Αφού περάσαμε κάτω από τα κανόνια τους και δεν μας πνίξανε στο ποτάμι, θα πει ότι ο Θεός μας αγαπάει …»

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 363

29-30 Νοεμβρίου 1912, Μάχη των Πεστών, 2η Μεραρχία (Διήγηση του Λεωνίδα)

Στη διάρκεια του Νοεμβρίου ο Στρατός Ηπείρου κατάφερε να σταθεροποιήσει το μέτωπο αλλά και να αναδιοργανώσει σε ικανοποιητικό επίπεδο τον ανεφοδιασμό και τις υπηρεσίες του. Στις 28 Νοεμβρίου όλα ήταν έτοιμα για την παραπέρα προώθηση. Από τον τελευταίο Στρατιώτη μέχρι τον Αρχηγό Σαπουντζάκη, όλοι ήθελαν να δείξουν ότι ήταν ικανοί για επιτυχίες ανάλογες του Μακεδονικού μετώπου. Κι εμείς από την πλευρά μας, θέλαμε να δείξουμε ότι ήρθαμε στην Ήπειρο για να κάνουμε την πλάστιγγα να γείρει. Ο Στρατός Ηπείρου ήθελε να πάρει τα Πεστά, που είναι πάνω από την Σκλίβανη και το Τέροβο. Εκεί οι Τούρκοι είχαν μαζέψει ισχυρές δυνάμεις που έπρεπε να διωχτούν, για να ανοίξει ο δρόμος η προς το Μπιζάνι. Η 2 Μεραρχία θα είχε το κύριο βάρος της προσπάθειας, επιτιθέμενη κατά του εχθρικού δεξιού. Η Ιστορία γράφει «Μεραρχία», αλλά αυτό δεν είναι αλήθεια, καθώς είχαμε μόνο ο ο ο 4 από τα 9 Τάγματα Πεζικού μας, αφού το 7 Σύνταγμα είχε σταλεί στη Χίο και το 1 και 2 Τάγμα ου ο του δικού μας 1 Συντάγματος είχαν σταλεί στους Άγιους Σαράντα. Μόνο το 3 Σύνταγμα ήταν ο πλήρες. Δίπλα μας, στο κέντρο της παράταξης, ήταν το «Β΄ Μικτό Απόσπασμα», με το 15 Σύνταγμα Πεζικού, το Τάγμα Κρητών, τρεις πεδινές και μία ορεινή Πυροβολαρχία, ένα Ουλαµό Ιππικού και ένα Ουλαµό Μηχανικού. Και δεξιότερα από αυτό, ήταν το «Α’ Μικτό Απόσπασμα», με 4 Τάγματα Ευζώνων, μία ορεινή Πυροβολαρχία και έναν Ουλαµό Μηχανικού. Και πιο πίσω, σαν Εφεδρεία του Αρχηγού, η Μοίρα Πεδινού Πυροβολικού της Μεραρχίας μας, µία βαριά Πυροβολαρχία, μία Ίλη Ιππικού και μία ∆ιλοχία Μηχανικού. ου

Η επίθεση ξεκίνησε από τα δεξιά, το πρωί της Πέμπτης 29 Νοεμβρίου. Οι Εύζωνοι του 3 και του ου ο 7 Τάγματος επιτέθηκαν στα υψώματα του Μπριάσκοβου, ενώ το 3 Ανεξάρτητο Τάγμα Ευζώνων ου επιτέθηκε στο Καλέντζι. Δεξιά τους, μία Διλοχία του 10 Ευζωνικού κατάφερε να ανέβει στο ο ύψωμα 1139 και από εκεί να προσβάλλει το αριστερό των Τούρκων. Το 3 καθυστέρησε λίγο στην ο ανάπτυξή του, και το 7 χρειάστηκε να εμπλέξει και τις εφεδρείες του στη μάχη. Αλλά σαν έφτασε ο το 3 , κατά τις 11, οι Τούρκοι άρχισαν να κλονίζονται. Στο κέντρο, μία Διλοχία Κρητών και ένας ου Λόχος του 15 κατάφεραν να φτάσουν σε απόσταση 600-800 μέτρων από τις εχθρικές θέσεις και εκεί έγινε σκληρός αγώνας μέχρι τις 4.30 περίπου το απόγευμα, που οι Τούρκοι υποχώρησαν και οι Κρητικοί κυρίευσαν δύο πυροβόλα τους. Και στις 7 το βράδυ, μία Διμοιρία Κρητών μπήκε στα ο ου Πεστά όπου και διανυκτέρευσε. Το 3 Τάγμα του 15 έφτασε μέχρι την Αγία Τριάδα, μαχόμενο συνεχώς, ενώ το ΙΙ/15 Τάγμα χρειάστηκε να σταλεί δεξιά, για να ενισχύσει το Α’ Απόσπασμα. Εμείς ξεκινήσαμε νωρίς το πρωί, περνώντας τον Λούρο από μία πρόχειρη γέφυρα νότια του Σεφήκ ο Μπέη. Από εκεί, έχοντας μπροστά το 3 Σύνταγμα, πήραμε ένα δύσκολο ορεινό μονοπάτι, προς τον αυχένα που βρίσκεται κοντά στη Μελιά. Αν και βαδίζαμε όσο πιο γρήγορα γινόταν, καθυστερούσαμε αφού στο στενό μονοπάτι με δυσκολία χωρούσαν δύο, ένας δίπλα στον άλλο, και η φάλαγγα επιμηκύνθηκε αναγκαστικά. Προχωρούσαμε καλυμμένοι μέχρι να φτάσουμε στον αυχένα, αθέατοι από τους Τούρκους. Αλλά σαν φτάσαμε στον αυχένα, μας εντόπισαν και άρχισαν να μας χτυπάνε με τα πυροβόλα τους, εμποδίζοντας την παραπέρα προέλαση. Ανιχνευτές στάλθηκαν να βρουν εναλλακτικά δρομολόγια, αλλά δεν κατάφεραν τίποτα. Από τη δύσκολη θέση μας έβγαλαν εθελοντές Πρόσκοποι, που κατέλαβαν το χωριό Κοπάνη. Έγινε προσπάθεια να προωθηθεί προς τα εκεί μία ορειβατική Πυροβολαρχία, αλλά και αυτή δεν κατάφερε πολλά γιατί την έβαλαν στο σημάδι τα Τουρκικά κανόνια που ήταν στην Καλογερίτσα. Έτσι, καθηλωθήκαμε και αναγκαστήκαμε να περάσουμε τη νύχτα στην περιοχή της Μελιάς. Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 364

Όμως η προώθηση του Στρατού μας έφερε σε δύσκολη θέση τους Τούρκους, που αποφάσισαν ότι δεν μπορούσαν να μας κρατήσουν σε ανοιχτό πεδίο κι ότι ήταν καλύτερα να δώσουν τη μάχη στο Μπιζάνι, με τα 100 κανόνια του. Έτσι, τη νύχτα 29 προς 30 Νοεμβρίου, οι Τούρκοι απέσυραν το ο ο ο 589 67 και 69 Σύνταγμα στο Μπιζάνι, το 68 Σύνταγμα στην Τσούκα και 4 Τάγματα Εφέδρων στο Χάνι Μησιό. Από εδώ και πέρα άρχιζε η μάχη για το φοβερό Μπιζάνι. Όσο για τη συμμετοχή της Μεραρχίας μας στη μάχη των Πεστών, κρίνοντας εκ των υστέρων θα έλεγα ότι πράξαμε αυτό που τελικά ήταν το «μυστικό της επιτυχίας» μας σ’ αυτόν τον πόλεμο: Καθώς άλλες μονάδες προχωρούσαν μετωπικά και τραβούσαν την προσοχή του εχθρού «αγκιστρώνοντάς» τον, μία μεγάλη μονάδα, που η στην περίπτωση αυτή ήταν η 2 Μεραρχία, έκανε μία ευρεία κυκλωτική κίνηση, περνώντας από ράχες και κατσάβραχα, συνήθως από τα αριστερά, και απειλούσε τα νώτα του. Δηλαδή, στη μάχη αυτή, η Μεραρχία μας «νίκησε βαδίζοντας», κι ας μην ρίξαμε ούτε μία τουφεκιά. Κι όπως λέγαν οι φαντάροι μας, ξεθεωμένοι από τις συνεχείς πορείες: «Στα Πεστά στη Μανωλιάσσα, που δεν πήραμε ανάσα …» Το Σάββατο 1 Δεκεμβρίου, προχωρήσαμε ανεβαίνοντας στη Μανωλιάσσα, ενώ από τα δεξιά προη χωρούσε και το Α’ Μικτό Απόσπασμα. Αλλά ήρθαν ενισχύσεις στους Τούρκους, η 21 Μεραρχία που κατέβηκε από το Μοναστήρι. Έτσι η Μεραρχία μας εγκαταστάθηκε αμυντικά στα παγωμένα βουνά της Μανωλιάσσας, ενώ το Α’ απόσπασμα κατάφερε να διώξει τους Τούρκους από την Αετορράχη, αλλά καθηλώθηκε κι αυτό στις 3 του μήνα και αναγκάστηκε να συμπτυχθεί, καθώς δεχόταν πυρά κι από τα δυο πλευρά του. Την εβδομάδα 4 με 10 Δεκεμβρίου οι Τούρκοι εξαπέλυσαν επιθέσεις σε όλο το μέτωπο, εκμεταλλευόμενοι και τα πυροβόλα του Μπιζανίου στον τομέα του Α΄ Αποσπάσματος. Αντέξαμε τελικά, αλλά είχαμε αρκετές απώλειες. Στις επόμενες μέρες ήρθαν και άλλες ενισχύσεις. Στις 12 Δεκεμβρίου άρχισε η μεταφορά από τη Θεσσαλονίκη προς ης ης Πρέβεζα της 4 και 6 Μεραρχίας, ενώ στις 29 Δεκεμβρίου έφτασαν και τα υπόλοιπα Τάγματα ου του 7 Συντάγματος από τη Χίο. Όλα δείχνανε ότι πλησίαζε η στιγμή της μεγάλης μάχης για τα Γιάννινα. Αλλά μέχρι να φτάσουμε εκεί, παγώναμε από τα χιόνια και βουλιάζαμε στη λάσπη, ενώ έλειπε ακόμη και το ψωμί.

589

(τα Τάγματα Παραμυθιάς, Δελβίνου, Τεπελενίου και Αργυροκάστρου) Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 365

Η μάχη της Μανωλιάσσας Μετά την μάχη των Πεστών οι Τούρκοι αποτραβήχτηκαν στο Μπιζάνι και την Μανωλιάσσα, κατά της οποίας κινήθηκαν στις 30 Νοεμβρίου σώματα Κρητών ανταρτών, με αρχηγό τον Κωνσταντίνο ής η Μάνο. Οι Κρήτες επιτέθηκαν τη νύχτα της 30 προς 1 , αιφνιδιάζοντας τους Τούρκους που παράτησαν όπλα, πυρομαχικά, σκηνές και τρόφιμα και το έβαλαν στα πόδια να σωθούν στα γύρω ο υψώματα. Μέσα στη νύχτα ήρθε σε ενίσχυση και το 1 Σύνταγμα Κρητών που εγκαταστάθηκε στα υψώματα. Σαν ξημέρωσε, οι Τούρκοι, έχοντας την υποστήριξη των πυροβόλων τους από το Μπιζάνι, προσπάθησαν να αντεπιτεθούν, με απανωτές εφόδους και φέρνοντας συνέχεια και νέες ενισχύσεις. Οι Κρήτες βαστούσαν ηρωικά, έχοντας μόνο τα μάνλιχερ να αντιπαρατάξουν στα ο ου εχθρικά πυροβόλα και πολυβόλα. Σε ενίσχυσή τους έφτασε και το 2 Τάγμα του 7 Συντάγματος ης ο της 2 Μεραρχίας, με μπροστάρηδες τον 5 Λόχο του Λοχαγού Μπαρτζώκα και Διμοιρίτες τους Ανθυπολοχαγούς Θ. Βαχάρογλου και Π. Αλεξόπουλο και τον Επιλοχία Παπαδόπουλο. Ο δυνατός ήλιος και η εξαιρετική για Δεκέμβριο ζέστη έκαναν τους Στρατιώτες να αφήσουν τους γυλιούς τους και τον άρτο τους. Η ιδέα τους δεν ήταν πρωτότυπη, καθώς ανεβαίνοντας, σε ένα κοπιαστικό σκαρφάλωμα που πήρε σχεδόν δύο ώρες, βρήκαν τουλάχιστον 500 ακόμη γυλιούς, που τους είχαν αφήσει νωρίτερα οι άντρες τους Συντάγματος Κρητών. Η μάχη ήταν σκληρή, με βαριές απώλειες, και βάστηξε μέχρι το βράδυ, που οι Τούρκοι Ρεντίφ του Τάγματος Αυλώνας αναγκάστηκαν να υποχωρήσουν, αφήνοντας την Μανωλιάσσα στους Κρητικούς. Κανόνια και τουφέκια σταμάτησαν και καθώς νύχτωνε, ακούγονταν πια μόνο οι σπαραχτικές φωνές των πληγωμένων, Ελλήνων και Τούρκων. Στο χλωμό φως του μόλις 3 ημερών φεγγαριού, οι νοσοκόμοι και οι φαντάροι τριγύριζαν τις ρεματιές προσπαθώντας να σώσουν όσο γίνεται περισσότερους. Οι Κρήτες είχαν τις βαρύτερες απώλειες και στους νεκρούς της μάχης ήταν και οι υπαρχηγοί του Μάνου Μαλινδρέτος και Παρασχάκης. η

Την επόμενη μέρα, οι Τούρκοι έφεραν εκεί ολόκληρη την 21 Μεραρχία τους, που είχε υποχωρήσει από το Μοναστήρι, και οι μάχες ξανάρχισαν πιο σκληρές, στη Μεγάλη Ράχη και στον Προφήτη Ηλία. Αλλά τώρα, τα πλευρά των Τούρκων ήταν εκτεθειμένα και στις Ελληνικές δυνάμεις που ήταν στον Ολύτσικα. Το ΙΙ/3 Τάγμα της 2ης Μεραρχίας είχε φροντίσει να προωθήσει 3 Λόχους προς τη Μεγάλη Ράχη και τον Προφήτη Ηλία. Όμως, ο Λόχος που θα έπιανε την Μεγάλη Ράχη (ύψωμα 1070), λόγω του ισχυρού ψύχους, καθυστέρησε να φτάσει, προτιμώντας να διανυκτερεύσει πιο ου ης νότια. Αυτό επέτρεψε την κατάληψή της από τμήματα του 68 Συντάγματος της 23 Τουρκικής Μεραρχίας. Έτσι οι Τούρκοι κατείχαν ψηλότερες δεσπόζουσες θέσεις, και μπορούσαν να χτυπούν με πυροβολικό τα υψώματα 957 και 1013 και τον Άγιο Νικόλαο, προκαλώντας απώλειες στο ΙΙ/3 Τάγμα. Είχαν όμως κι οι Τούρκοι μεγάλες απώλειες, ανάμεσά τους λέχθηκε ότι ήταν και ο ης 590 τολμηρός Διοικητής της 21 Μεραρχίας, Τζαβήτ Πασάς . 590

Γύρω από τον θάνατο του Djavid Pasha υπάρχουν αντικρουόμενες πληροφορίες, καθώς φαίνεται ότι γύρω από το όνομά του και τον τρόμο που προκαλούσε η δράση του, είχε δημιουργηθεί ένας μύθος. Η εφημερίδα «New York Times» της 31 Οκτωβρίου 1912, σε ανταπόκριση της προηγούμενης μέρας από το Βελιγράδι αναφέρει ότι ο Τζαβήτ σκοτώθηκε από Τούρκους Αξιωματικούς! Αλλά ανταπόκριση της Λονδρέζικης εφημερίδας «The Day» από την Βιέννη στις 22 Απριλίου 1913 ανέφερε 16.000 Τούρκοι, απομεινάρια της Στρατιάς του Βαρδάρη και διαφυγόντες από τα Ιωάννινα, με επί κεφαλής τον Τζαβήτ Πασά, εισήλθαν στην πόλη Fier (στην Αλβανία) σε αξιοθρήνητη κατάσταση, με καταρρακωμένο ηθικό, άρρωστοι και εξαντλημένοι από ασιτία, έχοντας πρώτα λεηλατήσει όλη τη Νότια Αλβανία. Ενώ στις 8 Μαΐου 1913, η εφημερίδα «Boston Evening», σε ανταπόκριση από το Μπρίντεζι αναφέρει ότι, τα εξαντλημένα στρατεύματα του Τζαβήτ στρατοπέδευσαν λίγα μίλια νότια της Αυλώνας. Η εφημερίδα προσθέτει ότι σε μικρή απόσταση βρίσκονται Ελληνικές στρατιωτικές δυνάμεις, που δεν σκοπεύουν να επιτεθούν στην Αυλώνα όπως δήλωσε η Ελληνική Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 366

Στην επίθεση κατά της Μανωλιάσσας που ήταν και πρώτη κατά του Μπιζανίου, έλαβαν μέρος το η Α΄ Μικτό Απόσπασμα και η 2 Μεραρχία στα δύο άκρα, ενώ στο κέντρο το Β΄ Μικτό Απόσπασμα η παρέμεινε στις θέσεις του, απασχολώντας τον εχθρό. Η 2 Μεραρχία, παρά τις αρχικές επιτυχίες της, αναγκάστηκε να εγκατασταθεί αμυντικά στα νότια υψώματα της Μανωλιάσσας, λόγω της ης σφοδρής αντεπίθεσης της 21 Μεραρχίας. Το Α΄ Μικτό Απόσπασμα κατάφερε να εξουδετερώσει την Τουρκική αντίσταση στην Αετορράχη, αλλά καθηλώθηκε στις 3 Δεκεμβρίου από τα πυρά του Μπιζανίου, ενώ παράλληλα δέχθηκε ισχυρή αντεπίθεση στα πλευρά του, με αποτέλεσμα να αναγκαστεί να γυρίσει ξανά στις αρχικές του θέσεις. Οι Τούρκοι, αφού κατόρθωσαν να αναχαιτίσουν την Ελληνική επίθεση, ανέλαβαν πρωτοβουλία στο διάστημα 4-10 Δεκεμβρίου και εξαπέλυσαν επιθέσεις σε ολόκληρο το μέτωπο. Τα Ελληνικά τμήματα αντιστάθηκαν με πείσμα, υφιστάμενα σοβαρές απώλειες, ιδίως στον τομέα του Α΄ Μικτού Αποσπάσματος, όπου τα πυκνά και εύστοχα πυρά πυροβολικού από το Μπιζάνι προκάλεσαν κλονισμό του ηθικού των ανδρών. Ωστόσο, οι ενισχύσεις που κατέφθασαν, συνέβαλαν στη σταθεροποίηση του μετώπου και στο σταμάτημα της Τουρκικής επιθετικότητας.

Κυβέρνηση. Αλλά και ο Richard Hall στο βιβλίο του «The Balkan Wars 1912-1913: Prelude to the First World War» αναφέρει ότι «στις 20 Δεκεμβρίου τρεις Ελληνικές Μεραρχίες έδιωξαν τον Τζαβήτ Πασά από την Κορυτσά» (σελ. 83). Τέλος, η Wikipedia (http://en.wikipedia.org/wiki/Yanya_Corps) τον αναφέρει ως “killed in action” στις 9-12-1912 !!! Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 367

Μπιζάνι Η αμυντική οργάνωση της πόλης των Ιωαννίνων είναι έργο του Στρατηγού Κόλμαρ φον ντερ 591 Γκόλτς . Ο Γερμανός Στρατηγός ήρθε στα Γιάννενα το 1909, συνοδευόμενος από ανώτερο κλιμάκιο Γερμανικής στρατιωτικής αποστολής και πραγματοποίησε τις μελέτες αλλά και τις κατασκευές των έργων για την αμυντική οργάνωση και τα οχυρωματικά έργα. Επιθεώρησε προσωπικά ο ίδιος το φυσικό οχυρό Μπιζάνι και υπέβαλε πρόταση προς το Τουρκικό Γενικό Επιτελείο, υποδεικνύοντας την μετατροπή του σε οχυρό, με πυροβόλα που θα μπορούν να βάλλουν προς τον Δρίσκο, το Κοντοβράκι, την Αετοράχη, τον δρόμο της Πρέβεζας, τα Πέντε Πηγάδια, τα υψώματα της Μανωλιάσσας και τα υψώματα της Τσούκας. Τον Απρίλιο του 1910 ήρθαν στα Γιάννενα ο Συνταγματάρχης Πυροβολικού Πούσελτ και ο Αντισυνταγματάρχης Μηχανικού Μωτ, οι οποίοι πραγματοποίησαν πασσάλωση και οριοθέτηση του έργου και προχώρησαν στην κατανομή του οχυρού σε πυροβολεία, ορύγματα ακροβολιστών, αποθήκες πυρομαχικών, στρατώνες, αποθήκες υλικού, καθώς σε άλλα έργα που ήταν απαραίτητα. Μέχρι το 1912, το έργο είχε σχεδόν περατωθεί και όταν άρχισε η επιστράτευση, η οχύρωση συμπληρώθηκε με ταχύσκαπτα έργα, συρματοπλέγματα και θέσεις Πυροβολαρχιών Εκστρατείας, αλλά και έργα παραπλάνησης (ψεύτικα πυροβόλα). Για την κατασκευή των οχυρώσεων στάλθηκαν από τις φυλακές της Κωνσταντινούπολης 600 πρώην Τούρκοι στρατιωτικοί, που είχαν καθαιρεθεί από τις τάξεις του Τουρκικού Στρατού εξ αιτίας της συμμετοχής τους στο κίνημα των Νεοτούρκων. Το συνολικό κόστος των έργων έφτασε στα 2,5 εκατομμύρια Τουρκικές Λίρες, περίπου 58 εκατομμύρια Γαλλικά Φράγκα. Η οχύρωση του Μπιζανίου περιελάμβανε προσωρινά και μόνιμα πυροβολεία. Τα προσωρινά πυροβολεία ακολουθούσαν γενικά την αρχιτεκτονική και τη διάταξη των μονίμων, με τη διαφορά ότι τα δομικά υλικά ήταν, για μεν τα τοιχώματα όρθια βαρέλια γεμάτα πέτρες, γαιόσακκοι ή και απλά κασόνια, για δε τα στέγαστρα ξύλινα δοκάρια καλυμμένα με χώμα. Ενώ στα μόνιμα πυροβολεία, χρησιμοποιήθηκε σκυρόδεμα και οπλισμένο σκυρόδεμα. Στα φατνώματα απόκρυψης των βαριών πυροβόλων Krupp των 150 mm, υπήρχε και μεταξύ τους διάχωμα, καθώς 591

Ο επονομαζόμενος και Goltz Πασάς, γεννήθηκε το 1843 στο Bielkenfeld της Ανατολικής Πρωσίας και από το 1883 έως το 1895 ηγήθηκε της αναδιοργάνωσης του Τουρκικού Στρατού, ενώ στη διάρκεια του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου διοίκησε και δύο Τουρκικές Στρατιές κατά των Άγγλων στη Μέση Ανατολή, στο Ιράκ. Πέθανε στις 19 Απριλίου 1916 από τύφο, στη Βαγδάτη. Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 368

και «κρύπτες», κατά μήκος του διαχώματος αλλά και εντός των φατνωμάτων, για την αποθήκευση των βλημάτων και την ανάπαυση του προσωπικού. Τα κατακόρυφα τοιχώματα αυτών των έργων κατασκευάσθηκαν από ελαφρώς οπλισμένο σκυρόδεμα, πάχους 0,30 m. Το ίδιο και οι πλάκες κάλυψης της κάθε κρύπτης (ελαφρώς υπερυψωμένοι θολίσκοι). Οι εξωτερικές επιφάνειες του σκυροδέματος ήταν βαμμένες. Συνολικά κατασκευάστηκαν 5 κύρια οχυρά μάχης, με εκτεταμένες οχυρωματικές γραμμές, ενώ παράλληλα οχυρώθηκαν και μεμονωμένες τοποθεσίες που αποτελούσαν θέσεις στρατηγικής σημασίας. Στη βόρεια πλευρά, στο οχυρό μάχης Γαρδίκι, τοποθετήθηκαν 4 πυροβόλα. Στην ανατολική πλευρά λειτούργησε ως φυσικό οχυρό ο Δρίσκος (Μιτσικέλι). Στη νοτιανατολική πλευρά στο οχυρό μάχης στο βουνό της Καστρίτσας τοποθετήθηκαν 12 πυροβόλα, ενώ στο Αυγό 2 ταχυβόλα. Στην νότια πλευρά, στο οχυρό μάχης Μπιζάνι, τοποθετήθηκαν συνολικά 55 πυροβόλα. Στην νοτιοδυτική πλευρά, στο οχυρό μάχης Μανωλιάσας - Τσούκας, τοποθετήθηκαν 11 πυροβόλα, 2 ταχυβόλα και 2 ορεινά πυροβόλα. Στη μονή Δουρούτης τοποθετήθηκαν 4 πυροβόλα. Στην δυτική πλευρά, στο οχυρό μάχης Σαντοβίτσα, τα σημερινά Μάρμαρα, τοποθετήθηκαν 16 πυροβόλα και 4 ορεινά πυροβόλα. Στη θέση Γορίτσα, μεταξύ Καστρίτσας και Μπιζανίου, τοποθετήθηκαν 2 ταχυβόλα και 2 πυροβόλα. Στο Πέραμα τοποθετήθηκαν 4 πυροβόλα και στο Νησί 2 που-ροβόλα. Αυτό που έκανε ακόμη πιο ισχυρή την θέση των οχυρών, και ιδίως του Μπιζανίου, ήταν η απίστευτη θέα που είχαν προς τις θέσεις των επιτιθεμένων. Παραμονές της γενικής επίθεσης του Ελληνικού Στρατού, οι συνολικές Τουρκικές δυνάμεις η αποτελούνταν από 4 μεραρχίες, με συνολική δύναμη 30.000 ανδρών και 112 πυροβόλα. Η 23 ο Μεραρχία Τακτικού Στρατού, με δύναμη 10 Ταγμάτων, είχε ένα Σύνταγμα (68 ) στα υψώματα της ο ο η Μεγάλης Τσούκας και Αγίου Νικολάου και δύο Συντάγματα (67 και 69 ) στο Μπιζάνι. Η 2 ης Έκτακτη Μεραρχία που δημιουργήθηκε μετά τη διάλυση της 21 Μεραρχίας στις 24-12-1912, με η δύναμη 16 Ταγμάτων, κατείχε τα υψώματα της Μανωλιάσσας. Η 3 Έκτακτη Μεραρχία που ης ης δημιουργήθηκε μετά τη διάλυση της 13 και της 19 Μεραρχίας στις 24-12-1912, με δύναμη 9 η Ταγμάτων, κάλυπτε τον τομέα από Αετοράχη μέχρι το χωριό Ελληνικό. Η 23 Εφεδρική Μεραρχία η Ιωαννίνων, με δύναμη 12 Ταγμάτων, είχε διαθέσει 3 Τάγματα στην 23 Μεραρχία (ένα στα υψώματα της Μεγάλης Τσούκας – Αγίου Νικολάου και δύο στο Μπιζάνι), 3 Τάγματα από το χωριό Αμπελειά μέχρι το Μπιζάνι, 4 Τάγματα στην περιοχή των χωριών Καστρίτσα και Δαφνούλα και τα υπόλοιπα 2 Τάγματα έμεναν σε εφεδρεία μέσα στα Γιάννενα. Σήμερα, τα οχυρά διατηρούνται σε καλή κατάσταση. Οι τσιμεντένιες κατασκευές δεν έχουν καταρρεύσει, χάρη στον ισχυρό οπλισμό τους από σκυρόδεμα και τα φατνώματα που λειτουργούσαν σαν χώροι υποδοχής των πυροβόλων διατηρούνται ακόμη ανέπαφα. Σε μερικά φατνώματα διατηρούνται ακόμη τα μεταλλικά άγκιστρα στα οποία δενόταν δεξιά και αριστερά το πυροβόλο, για να συγκρατείται στη φάση της οπισθοδρόμησης. Σε καλή κατάσταση είναι και οι κρύπτες των πυροβολητών, καθώς και οι χώροι φύλαξης των πυρομαχικών, με μόνες εξαιρέσεις κάποιες υπόγειες στοές επικοινωνίας και τα κτίρια επιμελητείας και στρατωνισμού. Τελειώνοντας, είναι σκόπιμο να αναφερθεί ότι το Ελληνικό Στρατηγείο διέθετε αρκετά λεπτομερείς χάρτες και περιγραφές των οχυρών, χάρη στην κατασκοπευτική δράση πολλών πατριωτών που αξίζει να αναφερθούν, όπως του Π. Παπαγιάννη από τα Ζευγάρια, μιναδόρου στους εκβραχισμούς του Μπιζανίου, που κάθε Σάββατο βράδυ, έδινε σχετικές πληροφορίες στο Ελληνικό Προξενείο, όπου ο καθηγητής Μαθηματικών Φίλιππος Σαγκούνης, ενημέρωνε τα σχετικά σχεδιαγράμματα. Του Λάλου Ιωάννη από τη Βούρμπιανη, εργοδηγού στην κατασκευή των οχυρών, και του Δημόκριτου Οικονομίδη από τη Βιζύη Θράκης, που υπηρετούσε σαν φαρμακοποιός στις στρατιωτικές εγκαταστάσεις του Μπιζανίου, και μετέδιδαν σχετικές πληροφορίες στο Προξενείο Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 369

Ιωαννίνων. Αλλά και του ανώνυμου μέχρι σήμερα, Ελληνικής καταγωγής Ανθυπολοχαγού του Τουρκικού Πεζικού στα Γιάννενα, που παρέδωσε στη μυστική «Ηπειρωτική Εταιρία» σχεδιάγραμμα των οχυρώσεων του Μπιζανίου. Καθώς και του διακεκριμένου Πολωνού Πολιτικού Μηχανικού 592 Σιγισμόνδου Μινέικο, που υπηρετούσε στο Ελληνικό Υπουργείο Δημοσίων Έργων και παρουσιάστηκε στον Διάδοχο Κωνσταντίνο, στον οποίο υπέβαλε σκέψεις περί του τρόπου επιτυχούς τελικής επιθέσεως. Οι απόψεις του είχαν πρόσθετο βάρος από το γεγονός ότι είχε υπηρετήσει 18 έτη στα Γιάννενα ως Νομομηχανικός της Τουρκικής Διοίκησης. Ιδιαίτερη αναφορά αξίζει να γίνει στον «Νικολάκη Εφέντη», Έλληνα από την Σμύρνη, που το πραγματικό όνομα ήταν Νικόλαος Μιζαντζιόγλου. Υπηρετούσε ως Λοχαγός του Μηχανικού στον Οθωμανικό Στρατό και υπήρξε συνεργάτης του Γκολτς Πασά στην κατασκευή των οχυρών και μετά εργαζόταν στην συντήρησή τους. Τον πλησίασε ο Έλληνας Υποπρόξενος στα Ιωάννινα Νικ. Χαντέλης, με τη βοήθεια του Μητροπολίτη Γεβρασίου και του Αθανασίου Τσεκούρα. Ο Μητροπολίτης ζήτησε από τον Νικολάκη Εφέντη αντίγραφα των σχεδίων των οχυρών και ιδίως του οχυρού «ΣΚΥΛΛΑ». Και αυτός, δουλεύοντας επί δύο συνεχείς νύχτες στο σπίτι του Ιωάννη Λάππα (που ήταν υπεύθυνος κρυπτογράφησης του δικτύου του Προξενείου), έφτιαξε πλήρη σχέδια και του τα παρέδωσε. Μετά την άλωση των Ιωαννίνων, ο Νικολάκη συνελήφθη αιχμάλωτος από το Ελληνικό Στρατό, και τον παρουσίασαν στον Κωνσταντίνο, ο οποίος τον ρώτησε τι ήθελε ως αντάλλαγμα για την μεγάλη προσφορά του. Αυτός δεν ζήτησε τίποτε, παρά μόνο να μείνει απολύτως μυστική η πράξη του, και όταν γίνει η ανταλλαγή των αιχμαλώτων να επιστρέψει στη Σμύρνη, όπου ήταν η οικογένειά του. Αλλά η ιστορία διέρρευσε από έναν ανόητο δημοσιογράφο, που τη δημοσίευσε στην εφημερίδα του. Το έμαθαν έτσι οι Τούρκοι και όταν ο Νικολάκη επέστρεψε με τους άλλους αιχμαλώτους στη Σμύρνη συνελήφθη, όπως και η οικογένειά του, και είχαν όλοι φρικτό τέλος. Και δεν πρέπει να ξεχάσουμε και την Αεροπορία μας. Στο αεροδρόμιο εκστρατείας της Νικόπολης, είχαν την έδρα τους 6 αεροπλάνα. Οι αναγνωριστικές τους πτήσεις πάνω από τα Τουρκικά οχυρά συμπλήρωναν τις πληροφορίες του Στρατηγείου. Η εξαιρετική απόδοση του Ελληνικού Πυροβολικού κατά του Μπιζανίου, δεν είναι άσχετη με τα παραπάνω δεδομένα.

592

Νυμφευμένος με Ελληνίδα και απόλυτα Φιλέλλην, δραπέτευσε καταφεύγοντας στην Αθήνα (είναι ο παππούς εκ μητρός του Ανδρέα Παπανδρέου). Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 370

Δευτέρα 3 του Δεκέμβρη 1912, Ναυμαχία της Έλλης (Διήγηση του Θεμιστοκλή)

«Η Ελλάς δεν αναμένει από εσάς να αποθάνετε γι’ αυτήν. Αναμένει να νικήσετε!» Αυτή ήταν η εντολή του Πρωθυπουργού Βενιζέλου προς το Ναύαρχό μας, τον Παύλο Κουντουριώτη. Και από την ημέρα που φτάσαμε στο Μούδρο, ανυπομονούσαμε όλοι, Ναύαρχος και πληρώματα, για το πότε επί τέλους θα τολμήσει να φανεί η εχθρική αρμάδα. Μέχρι και ο Ιερέας του πλοίου, ο Αρχιμανδρίτης κ. Δάφνος, έκανε δεήσεις «υπέρ εξόδου του εχθρού». Οι δεήσεις του ής η εισακούστηκαν τελικά και τη νύχτα της 30 Νοεμβρίου προς 1 Δεκεμβρίου, ενώ η «Σφενδόνη», η «Ναυκρατούσα» και η «Λόγχη» περιπολούσαν με σβηστά φώτα έξω από τα Στενά, είδαν ανταλλαγή φωτεινών σημάτων από άγνωστα πλοία, τρία τον αριθμό, σε ίσες μεταξύ τους αποστάσεις. Το σκοτάδι και η ομίχλη εμπόδιζαν την αποκάλυψη της ταυτότητάς τους, αλλά σαν άρχισε να φωτίζει, οι Έλληνες «οπτήρες» εντόπισαν Τουρκικό Αντιτορπιλικό που κατέβαινε από τα Στενά με μεγάλη ταχύτητα. Τα Ελληνικά πλοία, εκείνη τη στιγμή, απείχαν 1.500 μόνο μέτρα από το Ακρωτήρι 593 της Έλλης και 3.000 μέτρα από το Φρούριο Σεντ-ουλ-Μπαχρ . Ο Αρχηγός της Μοίρας Αντιπλοίαρχος Ηπίτης, αδιαφορώντας για τον κίνδυνο των επακτίων πυροβόλων, διέταξε «πυρ». Η «Σφενδόνη» έριξε 4 οβίδες, η «Λόγχη» μία, ενώ η «Ναυκρατούσα» δεν άνοιξε πυρ καθώς είχε μπροστά της ένα Αυστριακό ατμόπλοιο. Το εχθρικό Αντιτορπιλικό διέκοψε την έξοδό του, ενώ τα επάκτια πυροβολεία έβαλαν κατά των Ελληνικών πλοίων επί 25 λεπτά, χωρίς αποτέλεσμα. Ο Ηπίτης ανέφερε με τον ασύρματο στον Αρχηγό Κουντουριώτη το συμβάν, και αυτός απέστειλε 594 αμέσως τον Πλοίαρχο Βρατσάνο με όλα τα Αντιτορπιλικά και το Καταδυόμενο «Δελφίν» . Ο Κουντουριώτης, «μπαϊλντισμένος» από την αναμονή, στην αρχή δεν πίστευε το σήμα για την «εμφάνιση του εχθρού» και ζήτησε επιβεβαίωση, με σήμα που έλεγε «Πληροφόρήσατέ μας πώς 595 εφάνη και πώς ετόλμησεν» … Στις 12.30 το «Βέλος» ανέφερε έξοδο του Καταδρομικού «Μετζητιέ» με τη συνοδεία ενός Αντιτορπιλικού. Ακολούθησε ανταλλαγή πυρών και επιστροφή των Τούρκων στα Στενά. Καθώς ήταν φανερό ότι οι Τούρκοι κάτι ετοίμαζαν, στις 14.00 διατάχθηκε «άπαρσις» και τα ας Θωρηκτά βγήκαν και αυτά στις περιπολίες. Όλη νύχτα γυρνούσαμε πάνω κάτω. Στις 03.00 της 2 Δεκεμβρίου, τα Θωρηκτά και εννέα Αντιτορπιλικά σχημάτισαν τρεις στήλες και μέχρι τις 06.30 το πρωί συνεχίζαμε τις περιπολίες. Μετά έμειναν εκεί τα Αντιτορπιλικά και ο «Αβέρωφ» με τα άλλα ας Θωρηκτά συνέχισε τις διαδρομές στα ανοιχτά. Το βράδυ της 2 Δεκεμβρίου 1912, σύμφωνα με τη διήγηση του Τούρκου Πλωτάρχη Χασάν Σαμί Μπέη, οι Τούρκοι Αξιωματικοί έγραψαν τις διαθήκες τους και αποσύρθηκαν νωρίς για ύπνο ώστε να είναι ακμαίοι το πρωί. Σαν ξημέρωσε, ο Μουεζίνης κάλεσε τα πληρώματα να προσευχηθούν. Αμέσως μετά, ο Τουρκικός Στόλος απέπλευσε. Ο Τούρκος Αρχηγός Στόλου Ραμίζ Μπέης, είχε σαφείς διαταγές να μην απομακρυνθεί από τα Στενά πέρα από συγκεκριμένο μήκος και πλάτος. Το σχέδιό του ήταν να παρασύρει τον Ελληνικό Στόλο μπροστά στα Στενά, για να αξιοποιήσει και τα πανίσχυρα επάκτια πυροβολεία.

593

(SEDD UL BAHR) Το Υποβρύχιο «Δελφίν» δεν διέθετε ασύρματο και ο Κυβερνήτης παραπονέθηκε εγγράφως όταν επέστρεψε, ότι ειδοποιήθηκε με καθυστέρηση και έχασε την ευκαιρία να επιτεθεί εναντίον ενός τόσο σημαντικού σκάφους. 595 Άλλη πάλι φορά, σε σήμα Αντιτορπιλικού που έλεγε ότι «Εξέρχεται Καταδρομικόν. Νομίζομεν ότι είναι το Μετζητιέ», ο Κουντουριώτης είχε απαντήσει «Δεν επιτρέπεται να νομίζετε!» 594

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 371

ης

Από τις 00.30 της Δευτέρας 3 Δεκεμβρίου, πλέαμε συνεχώς μεταξύ Ίμβρου και Καλλίπολης. Στις 07.00 πλέαμε νοτιοδυτικά. Στις 08.20, το «Βέλος» ανέφερε «έξοδο του εχθρού». Ο καιρός ήταν καλός και η θάλασσα ήσυχη, και ο καπνός από τα φουγάρα του Τουρκικού Στόλου φαινόταν καθαρά. Στις 08.25 ο «Αβέρωφ» σήμανε «ΕΧ ΕΧ ΕΧ» (εχθρός εν όψει) και στις 08.26 «Έλθετε αμέσως προς συνάντησίν μας». Στις 08.35 στείλαμε σήμα στις Αρχηγίδες των Αντιτορπιλικών «Σφενδόνη» και «Νέα Γενεά» με το στίγμα του σημείου συνάντησης. Κάθε φορά που αναγγελλόταν η εμφάνιση του εχθρού, ο Ναύαρχος ήταν όλο χαρά και γελούσε με χαρακτηριστικό τρόπο. Οι Οιακιστές στη Γέφυρα, λέγανε μεταξύ τους: «Ο Ναύαρχος γελάει, θα βγήκε η Αρμάδα». Οι Τούρκοι βγήκαν από τα Στενά με πορεία νοτιοδυτική, σχεδόν παράλληλη με το Στόλο μας που εκείνη την ώρα προσπερνούσε την Ίμβρο. Μπροστά έπλεε το Καταδρομικό «Μετζητιέ» και τρία Αντιτορπιλικά και ακολουθούσαν τα Θωρηκτά «Χαιρόντων Μπαρμπαρόσα» που ήταν η Ναυαρχίδα του Ραμίζ Μπέη, «Τουργκούτ Ρέις», «Μεσουντιέ» και «Ασάρι-ι-Τεφίκ». Πιο πίσω ακολουθούσαν 6-8 Αντιτορπιλικά και ένα Πλωτό Νοσοκομείο σε «γραμμή παραγωγής». Στις 08.50 η διάταξή τους φαινόταν καθαρά. Ο Στόλος μας έσπευσε να συναντήσει τον αντίπαλο Στόλο, με επί κεφαλής 596 την Ναυαρχίδα «Αβέρωφ», ακολουθούμενη από τα θωρηκτά «Ύδρα», «Σπέτσαι» και «Ψαρά» 597 και πιο πίσω τα τέσσερα ολοκαίνουργια «θηρία» . Τα Τουρκικά πλοία έστρεψαν αμέσως δεξιά 90 μοίρες, παραπλέοντας το ακρωτήριο της Έλλης, επειδή δεν ήθελαν να απομακρυνθούν από τα Πυροβολεία των Φρουρίων της ακτής, παίρνοντας βορειοδυτική πορεία προς την Ίμβρο. Στις 08.50 στείλαμε σήμα προς την «Νέα Γενεά»: «Συνταχθείτε πάραυτα προς Ναυαρχίδα» Οι δύο Στόλοι ήρθαν αντιμέτωποι στις 9.00, σε διάταξη μάχης και απόσταση 19.000 μέτρων. Ο Ναύαρχος έστειλε τότε το γνωστό σήμα προς τον Στόλο: «Με την βοήθειαν του Θεού, τας ευχάς του Βασιλέως μας και εν ονόματι του Δικαίου, πλέω μεθ' ορμής ακαθέκτου και με την πεποίθησιν της νίκης κατά του εχθρού του Γένους.» Και ταυτόχρονα σήμανε «πολεμική έγερση» και παράγγειλε να του φέρουν τον Σταυρό του Παναγίου Τάφου, που είχε μέσα «τίμιο ξύλο». Τον ακούμπησε στον θώρακα της Γέφυρας, και μετά τον κρέμασε στο στήθος του, λέγοντας: «Εδώ που ακούμπησε ο Σταυρός, δεν θα πέσει ούτε κομματάκι από εχθρική οβίδα …» Στις 09.01 υψώσαμε στον «Αβέρωφ» το σήμα «διαδοχική στροφή 180 μοιρών αριστερά» και στις 09.05 το σήμα «Αρχίσατε πυρ συγχρόνως μετά του Ναυάρχου». Στις 09.10 η απόσταση είχε μειωθεί στις 18.000 μέτρα και τα Αντιτορπιλικά διατάχθηκαν «να ταχθούν αριστερά των Θωρηκτών». Στο διάστημα μεταξύ 09.10 και 09.15, ο Ναύαρχος, φορώντας στο στήθος τον Σταυρό με το τίμιο 598 ξύλο, βρήκε το χρόνο να επισκεφθεί όλους τους πύργους πυροβόλων , μαζί με τον Ύπαρχο Βούλγαρη και τον Ιερά του πλοίου Αρχιμανδρίτη Δάφνο, ευχόμενος σε κάθε Πυροβολητή «καλή 596

(Αρχηγίδα του Μοιράρχου Πλοιάρχου Πέτρου Γκίνη) (Τα αντιτορπιλικά «Αετός», «Ιέραξ», «Λέων» και «Πάνθηρ») (Τα κύρια πυροβόλα του «Αβέρωφ» ήταν όλα σε περιστρεφόμενους θωρακισμένους πύργους. Δύο δίδυμους Πύργους των 234 mm μπρος και πίσω, και τέσσερεις δίδυμους Πύργους των 190 mm στα πλάγια, δύο σε κάθε πλευρά. Τεχνικά και λοιπά στοιχεία για τον «Αβέρωφ» θα βρείτε στα «Παραρτήματα», στην ενότητα «Η δύναμη του Ελληνικού Στόλου».) 597 598

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 372

σκόπευση» και ενθαρρύνοντας όλους με τη φράση «Ο Θεός είναι μαζί μας παιδιά! Και ένα Έθνος με τη βοήθεια του Θεού, νικάει πάντοτε!» Είχα την καλύτερη θέση απ’ όλους: Ακολουθούσα παντού τον Ναύαρχο, κάτι μεταξύ «ακολούθου» και «αγγελιοφόρου» για έκτακτη περίσταση. Κι από κει παρακολουθούσα κάθε τι, σαν μαθητής στη Σχολή Δοκίμων, στο καλύτερο μάθημα Διοίκησης, Στρατηγικής και Χειρισμών που θα μπορούσε να γίνει. Μαζί μου ήταν κι ο συνάδελφος ο Καρδοσσόπουλος από την Άμφισσα, Οπλίτης κι αυτός. Τις προάλλες μάλιστα είχε παραπονεθεί στον ίδιο τον Ναύαρχο, ανυπόμονος κι αυτός από τις μέρες που περνούσαν χωρίς να φαίνονται οι Τούρκοι: «Κύριε Ναύαρχε, βλέπω ότι αδρανούμε κατά θάλασσαν. Γι’ αυτό σας παρακαλώ να με βγάλετε να πολεμήσω έξω στην ξηρά …» «Σήμερα θα χορτάσεις πόλεμο Καρδοσσόπουλε … κάτσε εδώ κοντά μου, μαζί με τον Οικονόμου, μήπως σας χρειαστώ, και βλέπετε να μαθαίνετε πώς γίνονται οι μεγάλες μάχες … με ταχύτητα και με κανόνια βαριά όχι με τα πόδια και με γκράδες …» του είπε τώρα ο Ναύαρχος. Καθώς οι δυο Στόλοι μείωναν τη μεταξύ τους απόσταση, ο Ναύαρχος φώναξε τον Πλωτάρχη Δραγάτση που ήταν Διευθυντής του Πυροβολικού: «Είναι όλα έτοιμα Μανώλη;» «Μάλιστα κύριε Ναύαρχε!» «Πρόσεξε καλά, γιατί θα πλησιάσουμε πολύ! Όχι Ιάπωνες πια … Έχω σκοπό να φέρω πίσω το ’21!» Στις 09.15 σηκώσαμε το «σήμα στροφής προς τα δεξιά», για να πλησιάσουμε τον εχθρό περισσότερο και στις 9.22 ο Τουρκικός Στόλος άνοιξε πρώτος πυρ από απόσταση 12.000 μέτρων. Στις 09.23 ο «Αβέρωφ» άρχισε να ανταποδίδει τα πυρά, από απόσταση 11.000 μέτρων. Τα Τουρκικά Θωρηκτά έβαλαν κυρίως εναντίον του «Αβέρωφ» με πυρ ταχύ αλλά άστοχο. Αλλά κι εμείς δεν είχαμε ακρίβεια από αυτή την απόσταση. Εδώ που τα λέμε, τα μεγάλα πυροβόλα μας ρίχνανε για πρώτη φορά, ως τώρα ούτε σε ασκήσεις δεν είχαν ρίξει για να κάνουμε οικονομία. Πάντως, το «Μεσουντιέ» και το «Ασάρι-ι-Τεφίκ» δέχθηκαν τα πρώτα πλήγματα και ελάττωναν ταχύτητα. Και ο Ναύαρχος παρακολουθούσε ψύχραιμος τη ναυμαχία από ακάλυπτη θέση, παρά τις παρακλήσεις του Κυβερνήτη και του Αρχιεπιστολέα Δούσμανη. Τους απάντησε με τη γνωστή αθυροστομία του, και πανηγύριζε βρίζοντας τους Τούρκους κάθε φορά που έβλεπε μια εύστοχη βολή. Τα θραύσματα σφύριζαν ολόγυρά μας. Για να είμαι ειλικρινής, είχα λίγο φοβηθεί και καθόμουν πίσω του, όσο γινόταν πιο κοντά, τάχα να τον προστατεύω, αλλά στο μυαλό μου ήταν ότι αυτός είχε τον Σταυρό με το «τίμιο ξύλο» ενώ εγώ μόνο το σταυρουλάκι το βαφτιστικό μου … Μετά τη ναυμαχία, και αφού κανείς δεν τραυματίσθηκε στη Γέφυρα, ο Ναύαρχος μου έλεγε κεφάτος: «Όλους αυτούς Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 373

εγώ τους έσωσα. Όλοι τους είναι αμαρτωλοί!» Εγώ νόμιζα ότι το έλεγε και για μένα, αλλά μάλλον είχε πιστέψει ότι πράγματι ήμουν δίπλα για τον προστατεύω … Στις 9.35, καθώς η απόσταση είχε μειωθεί στα 9.500 μέτρα, ο Ναύαρχός μας ύψωσε τη σημαία «Ζ» που σημαίνει «κινούμαι ανεξάρτητα», αποδεσμεύοντας τα άλλα πλοία από τις κινήσεις της Ναυαρχίδας. 599

Και με ταχύτητα 21 κόμβων , διαγράψαμε τόξο μπροστά από την γραμμή του Τουρκικού Στόλου 600 με σκοπό να διασταυρώσουμε το εχθρικό «Ταυ» . Ο ελιγμός ήταν ιδιοφυής, αφού όχι μόνο ο «Αβέρωφ» βρέθηκε στην κορυφή του «Ταυ», βάλλοντας φοβερές ομοβροντίες από απόσταση μικρότερη των 5.000 μέτρων, αλλά και η Μοίρα των αργών Θωρηκτών μας, συνεχίζοντας σε «γραμμή παραγωγής» με απόσταση 400 μέτρα μεταξύ των πλοίων, χτυπούσε τα εχθρικά πλοία από τα πλάγια. Η κίνηση αυτή ήταν προσχεδιασμένη και προβλεπόταν από τις Διαταγές που είχε κοινοποιήσει ο Κουντουριώτης στους Κυβερνήτες των Θωρηκτών. Διαταγές που πρόβλεπαν επίσης το πυρ να συγκεντρώνεται πάντα στο πρώτο εχθρικό πολεμικό και 601 μόνο μετά την εξουδετέρωσή του να μεταφέρεται το πυρ στο επόμενο . Οι Τούρκοι, σαν κατάλαβαν ότι «την έπαθαν», έκαναν στροφή 160 μοιρών, με φοβερή αταξία, για να γυρίσουν 599

(Τα άλλα γέρικα θωρηκτά μας μετά βίας έπιαναν 14 κόμβους και όσο ο «Αβέρωφ» πήγαινε μαζί τους δεν μπορούσε να αξιοποιήσει το πλεονέκτημα της μεγάλης ταχύτητάς του.) 600 Ο ελιγμός αυτός σκοπεύει να θέσει τα επιτιθέμενα πλοία κάθετα προς την πορεία των εχθρικών. Με τον τρόπο αυτό, ενώ τα εχθρικά μπορούν να βάλλουν μόνο με τα πρωραία πυροβόλα των μπροστινών, ο «Αβέρωφ» μπορούσε να χρησιμοποιεί και τα 4 κύρια πυροβόλα του (που στρέφονταν) αλλά και τα 4 μικρότερα πυροβόλα της μιας πλευράς. 601 (Προβλεπόταν εξαίρεση για την περίπτωση που κάποιο πλοίο ερχόταν πολύ κοντά σε κάποιο άλλο εχθρικό. Τα Αντιτορπιλικά είχαν διαταχθεί να παραμένουν εκτός του βεληνεκούς των μεγάλων εχθρικών πλοίων και να επιτεθούν μόνο για να αποτελειώσουν κάποιο από αυτά, όταν τα πυροβόλα του θα είχαν σιγήσει. Παράλληλα, τα Αντιτορπιλικά είχαν διαταχθεί να επιτεθούν εναντίον των εχθρικών Αντιτορπιλικών. Ενώ τα Ανιχνευτικά είχαν διαταγή να επιτεθούν στα Καταδρομικά «Χαμηδιέ» και «Μετζητιέ», αν ήταν παρόντα στη ναυμαχία, εμποδίζοντάς τα να χτυπήσουν τα Ελληνικά Θωρηκτά, ή αλλιώς να συνδράμουν στο έργο των Αντιτορπιλικών. Άλλη Διαταγή καθόριζε επίσης ότι κατά τη μάχη τα πληρώματα και ιδίως οι σκοπευτές έπρεπε να καταπονούνται όσο γίνεται λιγότερο, ενώ όλοι οι άνδρες είχαν διαταχθεί να φορούν καθαρά ρούχα για την ελαχιστοποίηση του κινδύνου μόλυνσης της πληγής τους σε περίπτωση τραυματισμού. Άλλες Διαταγές επίσης όριζαν ότι οι άνδρες που δεν συμμετείχαν στη μάχη θα έπρεπε να παραμένουν καλυμμένοι στην πλευρά του πλοίου που ήταν προς την πλευρά του εχθρού, ότι σε περίπτωση πλήγματος σε κάποιο διαμέρισμα θα έπρεπε να διακόπτεται η λειτουργία των ανεμιστήρων για να μην μεταφέρονται δηλητηριώδη αέρια σε άλλα διαμερίσματα, όπως είχε συμβεί στη ναυμαχία της Τσουσίμα το 1904, ότι οι άνδρες του πληγέντος Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 374

στα Στενά και στην προστασία των επάκτιων Πυροβολείων. Πρώτη έκανε μεταβολή η Ναυαρχίδα, το «Χαϊρεντίν Μπαρμπαρόσα» στις 9.50, παρ’ όλο που δεν ήταν μπροστά στην Τουρκική γραμμή, και ακολούθησαν τα υπόλοιπα. Τα εχθρικά πλοία μπλέχτηκαν και βρέθηκαν πολύ κοντά το ένα στο άλλο, με αποτέλεσμα να μην μπορούν να χρησιμοποιήσουν τα πυροβόλα τους και να πέσει η ταχύτητά τους στους 10 κόμβους. Οι οβίδες από τον «Αβέρωφ», αλλά και τα άλλα Θωρηκτά, που στο μεταξύ πλησίασαν στα 4.000 μέτρα πέφτανε βροχή επάνω στα Τούρκικα. Στις 9:55 το «Μπαρμπαρόσα» δέχτηκε πλήγμα στο κατάστρωμα της πρύμνης. Και λίγο αργότερα, ένα άλλο βλήμα διαπέρασε τον Πύργο της πρύμνης και έφτασε ως τους λέβητες, κάνοντας μεγάλη ζημιά. Το «Τουργκούτ Ρέις» και το «Μετζιτιέ» είχαν μικρότερες ζημιές. Ενθουσιασμός ξέσπασε στη Γέφυρα, καθώς βλέπαμε καπνούς από εκρήξεις πάνω στα εχθρικά πλοία. Με συνεχείς ελιγμούς, ώστε να βάλλουν εναλλάξ τα πυροβόλα και των δυο πλευρών, συνεχίζαμε την καταδίωξη. Ο Τούρκος Ναύαρχος Ραμίζ Μπέης, παρ’ όλο που είδε ότι μόνο ο «Αβέρωφ» τον κυνηγούσε, δεν τόλμησε να ανακόψει και να πολεμήσει αλλά συνέχισε να πλέει προς την ασφάλεια των Στενών. Τι να πρωτοπεριγράψω από το τι γινόταν εκείνη την ώρα στον «Αβέρωφ»! «Βλήματα! Βλήματα!» φώναζαν οι Πυροβολητές από τον πρωραίο Πύργο κάτω στις πυριτιδαποθήκες, και οι φλέβες του λαιμού πετάγονταν από την φωνή και την ένταση. Και τα βλήματα στέλνονταν πάνω με τα ειδικά φορεία και πάνω τους είχαν γραμμένες με κιμωλία … αφιερώσεις: «Στον Βαρβαρόσσα» «Στον φίλο μας Τουργούτ» «Για τη Μεσουδιέ χανούμ» Οι αφιερώσεις ήταν ιδέα του Υποκελευστή Παναγιώτη Πιτσιρέλου από τη Σκόπελο, που κάθε τόσο φώναζε προς τα πάνω στον Αξιωματικό του Πύργου, κ. Μπουρέκα: «Κύριε Υποπλοίαρχε, πείτε μας κανένα νέο να μαθαίνουμε κι εμείς …» «Νικάμε παιδιά! Βουλιάξαμε όλα τα πλοία τους! Ίσα εμπρός!» «Τα βουλιάξαμε; Ζήτω μωρέ παιδιά! Ζήτω!» Και καθώς βλήματα και γομώσεις φτάνανε πάνω με τα φορεία πετώντας, κάτω στις πυριτιδαποθήκες οι ναύτες χαλούσαν τον κόσμο με τις ζητωκραυγές τους. Κάποια στιγμή χτυπήθηκε ο Ανθυποπλοίαρχος Μαμούρης, από θραύσμα οβίδας που χτύπησε τον αριστερό πρυμναίο Πύργο. «Δεν είναι τίποτα παιδιά! Ζήτω το Έθνος!» Και οι άντρες του Πύργου απαντούσαν με «Ζήτω!» στον γενναίο Αξιωματικό, ενώ το αίμα τιναζόταν με ορμή από τα σακατεμένα πόδια του. Με δυσκολία τον φέρανε στο χειροκίνητο μέρος του Πύργου, για να τον κατεβάσουν από εκεί στο Νοσοκομείο. Αλλά αυτός δεν ήθελε να φύγει … διαμερίσματος θα έπρεπε να εξέλθουν αμέσως κρατώντας την αναπνοή τους, κλπ κλπ. Ο Κουντουριώτης δεν άφηνε τίποτα στην τύχη.) Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 375

«Αφήστε με μωρέ να μείνω εδώ. Θέλω να είμαι στον Πύργο να παρακολουθώ τη μάχη. Δε θέλω να φύγω από εδώ!» Με χίλια βάσανα τον κατεβάσανε κάτω στο Νοσοκομείο. Κι αυτός από εκεί, ενώ το αίμα έβαφε το κρεβάτι, σκεφτόταν τον Πύργο του: «Πώς πάει ο Πύργος μου; Τι κάνει ο Πύργος μου; Θέλω να μάθω για τον Πύργο μου!» Στον ίδιο Πύργο χτυπήθηκαν από το ίδιο βλήμα και άλλοι Πυροβολητές. Ο Δίοπος Πρωτοψάλτης, ο Πτυχιούχος Πυροβολητής Μουντζούρης και άλλο πιο ελαφρά. Μείνανε όλοι στις θέσεις τους και συνέχισαν να πολεμάνε. Ο Πρωτοψάλτης είχε χτυπηθεί σοβαρά στην κοιλιά και το έκρυβε! Το πρόσωπό του είχε ασπρίσει και όλοι οι μυς σφίγγονταν από τον πόνο. «Εσύ έχεις γίνει ελεεινός … μήπως πληγώθηκες πουθενά;» τον ρώτησε ο Δίοπος Πυροβολητής Δαλέζιος από το διπλανό κανόνι. «Όχι!» απάντησε ο Πρωτοψάλτης δαγκώνοντας τα χείλια του, αλλά οι μορφασμοί πόνου τον πρόδωσαν … «Μα εσύ είσαι πληγωμένος! Γιατί δεν το λες;» «Δεν έχω τίποτα σου λέω …» Δεν ήθελε ν’ αφήσει το πυροβόλο του ο ήρωας … Πάνω στο πρωραίο θωράκιο, ο Σαλπιγκτής Κωστάκης φώναζε τις αποστάσεις. Αλλά ενώ έκανε τη δουλειά του, και πολύ καλά μάλιστα, ταυτόχρονα κρατούσε και σημειώσεις, δικό του ημερολόγιο της μάχης … Στην ψυχραιμία του, από κει που βρισκόταν, σε 30 μέτρα ύψος, οφείλεται η εξιστόρηση πολλών περιστατικών που φτάσανε ως τις μέρες μας. Στις 10.05 ο Ναύαρχος διέταξε να σταλεί σήμα προς όλα τα ελαφρά πλοία «Επιτεθείτε εναντίον Τουρκικών Θωρηκτών». Αλλά το σήμα δεν στάλθηκε, καθώς μία εχθρική οβίδα είχε καταστρέψει τα σύρματα της κεραίας του ασυρμάτου. Στις 10.07 είχαμε πλησιάσει το «Μπαρμπαρόσα» στα 3.200 μέτρα και το πλήτταμε με συνεχείς ομοβροντίες. Πολλές φορές ο «Αβέρωφ» χάθηκε μέσα στους καπνούς της μάχης, τρομάζοντας τα πληρώματα των άλλων πλοίων μας. Και καθώς με τους συνεχείς ελιγμούς που έκανε, για να βάλλει πότε με τη μία και πότε με την άλλη «ομοτοιχία», έπεσε η ταχύτητά του, και τα επάκτια πυροβόλα των Τούρκων άρχισαν να γίνονται επικίνδυνα. Έτσι στις 10.17 σταματήσαμε την καταδίωξη, καθώς οι Τούρκοι μπήκαν στα Στενά. Στη διάρκεια της πρώτης μας ναυμαχίας, τα πυροβόλα του «Αβέρωφ» ρίξανε 167 βλήματα, με ρυθμό 4 βολές ανά λεπτό και ευστοχία 27%, δηλαδή βρήκαν στόχο οι 45! Θα μπορούσαμε να ρίξουμε και περισσότερα, αλλά είχαμε προσωρινή εμπλοκή για 2-3 λεπτά, στο πιο κρίσιμο σημείο, εκεί που τους κυνηγούσαμε. Είτε από εχθρικό βλήμα είτε από τα τραντάγματα των κανονιών, σβήσανε για λίγο τα φώτα. «Φως! Φως!» φώναζαν οι ναύτες στις πυριτιδαποθήκες. «Βλήματα! Βλήματα!» απαντούσαν οι Πυροβολητές που δεν είχαν καταλάβει τι συνέβη. «Βλήματα και φως!!!» άρχισαν να φωνάζουν όλοι σε λίγο. Στα λίγα λεπτά που κράτησε το πρόβλημα, οι Τούρκοι ήταν πολύ τυχεροί … Οι Τούρκοι έριξαν συνολικά 1.407 οβίδες! Τρεις μόνο πέτυχαν τον «Αβέρωφ», τρεις το «Σπέτσαι» και μία την «Ύδρα». Δηλαδή η ευστοχία των Τούρκων ήταν 5 στα χίλια!!! Οι θωρακίσεις άντεξαν και οι ελάχιστες ζημιές επισκευάστηκαν εν πλω. Εκτός από τα νερά στο κατάστρωμα από τις υδάτινες στήλες που σήκωναν οι οβίδες που έπεφταν γύρω μας, και λίγες τρύπες από τα θραύσματα σε καπνοδόχους, ανεμοδόχους και στο πρωραίο κατάστρωμα, τίποτα δεν μαρτυρούσε την κόλαση πυρός που αντιμετωπίσαμε. Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 376

Οι απώλειές μας ήταν δύο νεκροί και πέντε τραυματίες, ενώ τραυματίστηκε και ένας ακόμη ναύτης στο «Σπέτσαι». Ο πρώτος μας νεκρός ήταν ο Κελευστής Νικόλαος Κουτσιντζάρης από την Πάρο. Δύο οβίδες, μάλλον από την ακτή, έπεσαν στο επίστεγο του πλοίου, σκοτώνοντάς τον και τραυματίζοντας τους Ναύτες Στούμπο και Δρούδε. Τον κηδέψαμε με τιμές την επόμενη μέρα στο Μούδρο. Ο δεύτερος νεκρός ήταν ο ήρωας Ανθυποπλοίαρχος Μαμούρης, που υπέκυψε αργότερα στα βαριά τραύματά του. Οι Τούρκοι είχαν 51 νεκρούς και 40 τραυματίες στο «Τουργούτ Ρέις» που δέχτηκε τα πιο πολλά πλήγματα, και 7 νεκρούς και πολλούς τραυματίες στο «Μπαρμπαρόσα», το οποίο έπαθε μεγάλες ζημιές στους λέβητες και στο πυροβόλο των 180 mm που 602 αχρηστεύτηκε εντελώς . Οι Τούρκοι κάλεσαν τεχνικούς από τη Γερμανία για τις επισκευές. Η πρώτη Τουρκική Μοίρα που, βγαίνοντας από τα Στενά έστριψε προς την Τένεδο, χωρίς να ακολουθήσει τα Θωρηκτά, αναχαιτίστηκε από Ελληνικά Αντιτορπιλικά και μετά από μια σύντομη ανταλλαγή πυρών κρύφτηκε κι αυτή στον Ελλήσποντο. Με την μπάντα του πλοίου να παιανίζει, συνεχίσαμε να πλέουμε πάνω κάτω στα Στενά, μέχρι τις 15.30, οπότε ο Ναύαρχος το πήρε απόφαση ότι οι Τούρκοι δεν θα ξαναβγούν και διέταξε πορεία προς Μούδρο. Πιο πριν, στις 12.30, παρέβαλε δίπλα μας το Τορπιλοβόλο «11» του Βότση, που διατάχθηκε να πλεύσει αμέσως προς την Τένεδο και από το εκεί Τηλεγραφείο να στείλει στην Αθήνα το παρακάτω σήμα: «Υπουργείον Ναυτικών – Αθήνας 602

Σύμφωνα με άλλες πηγές, είχαν συνολικά πάνω από 100 νεκρούς Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 377

Σήμερον πρωΐαν εγένετο ναυμαχία μετά Τουρκικού Στόλου, μεταξύ εισόδου Ελλησπόντου και Ίμβρου. Ήρξατο 09.25 και διήρκεσεν περί ώραν. Βλάβαι εχθρικού Στόλου άγνωστοι, καταφυγόντος εις Στενά. Κατά διαταγήν Υποναυάρχου Αρχηγού Κυβερνήτης Τορπ. 11, Βότσης» Το επόμενο πρωί στις 09.00, αφού επισκευάστηκε η κεραία του ασυρμάτου, ο Κουντουριώτης έστειλε την αναφορά του στο Υπουργείο Ναυτικών, που σκόρπισε ενθουσιασμό. Και στις 09.15 διαβάστηκε σε όλα τα πλοία έκτακτη Διαταγή του Ναυάρχου: «Εκφράζω την άκραν ευαρέσκειάν μου προς τον Μοίραρχον, τους Κυβερνήτας, Αξιωματικούς, ης Υπαξιωματικούς και Ναύτας, δια την διαγωγήν των κατά την ναυμαχίαν της 3 Δεκεμβρίου παρά το ακρωτήριον της Έλλης. Θεωρώ εμαυτόν ευτυχή ότι άρχω ανδρών οίτινες μετά τοσαύτης αυταπαρνήσεως και ανδρείας, μάχονται υπέρ του μεγαλείου και της δόξης της φιλτάτης ημών Πατρίδος. Κουντουριώτης» Ωστόσο, στην Αθήνα, στα «υψηλά κλιμάκια», ήταν όλοι πιο συγκρατημένοι. Ο παράτολμος ελιγμός του θεωρήθηκε «ασυλλόγιστος ηρωισμός» και ακόμη κι ο Βασιλιάς Γεώργιος του τηλεγράφησε συστήνοντάς του σύνεση και ψυχραιμία. Ο «Αβέρωφ» ήταν η ισχυρότερη μονάδα του Στόλου. Ενδεχόμενη απώλειά του θα ανέτρεπε τον συσχετισμό δυνάμεων. Όμως, τον ελιγμό του Κουντουριώτη δικαιολόγησε ο αντίπαλός του Ραμίζ Μπέης. Στο Ναυτοδικείο όπου παραπέμφθηκε να δικαστεί για την υποχώρηση στην ναυμαχία, απολογούμενος, είπε ότι αν δεν έστρεφε να απομακρυνθεί, θα βρισκόταν μεταξύ δύο πυρών από τον Ελληνικό Στόλο, που θα τον εκμηδένιζαν. Ο Τούρκος Ναύαρχος αθωώθηκε. Ο προϊστάμενός του Τούρκος Υπουργός Ναυτικών, τον είχε διατάξει εγγράφως «να μην εκθέσει τον Στόλο σε θανατηφόρα πυρά».

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 378

7 Δεκεμβρίου 1912 - Απελευθέρωση της Κορυτσάς Στις 19 Νοεμβρίου συγκροτήθηκε Τμήμα Στρατιάς με αποστολή την εξασφάλιση των περιοχών Καστοριάς και Φλώρινας σε περίπτωση που οι Τούρκοι επιχειρούσαν να επιτεθούν εναντίον τους. Διοικητής του ορίσθηκε ο Υποστράτηγος Κωνσταντίνος Δαμιανός. Οι δυνάμεις του Τουρκικού Στρατού που είχαν παραμείνει στην περιοχή της Κορυτσάς υπολογίζονταν σε 13 Τάγματα Πεζικού, ης συνολικά 10.000 - 12.000 άνδρες. Στις 11 το πρωί της 29 Νοεμβρίου, ισχυρές Τουρκικές δυνάμεις επιτέθηκαν στις προφυλακές του Τμήματος Στρατιάς, συγκεκριμένα σε Συγκρότημα του ου 1 Συντάγματος Ιππικού, αναγκάζοντάς το μετά από μάχη να συμπτυχθεί προς τα δυτικά της Μπίγλιτσας, στα υψώματα της Καπεστίτσας, όπου είχαν προωθηθεί μονάδες Πεζικού των Μεραρχιών.

η

η

ης

Η αντεπίθεση του Τμήματος Στρατιάς, με την 3 και την 6 Μεραρχία, Απόσπασμα της 5 ο Μεραρχίας και το 1 Σύνταγμα Ιππικού ήταν κεραυνοβόλα. Μετά από ορμητική επίθεση στις 5 Δεκεμβρίου, οι Τουρκικές δυνάμεις στην περιοχή της Μπίγλιτσας ανατράπηκαν και καταδιώχθηκαν προς την στενωπό Τσαγκόνι και τις ορεινές διαβάσεις του όρους Μοράβα. Η προώθηση των Ελληνικών Δυνάμεων προς τα δυτικά συνεχίσθηκε στις 6 Δεκεμβρίου, και παρά την τραχύτητα του εδάφους και την εχθρική αντίσταση στις πλαγιές του χιονισμένου Μοράβα, τις βραδινές ώρες έφτασαν και εγκαταστάθηκαν ανατολικά της Κορυτσάς. ης

Το πρωί της 7 Δεκεμβρίου 1912, ο Ελληνικός Στρατός εισήλθε στην Κορυτσά, και μέσα σε πανηγυρισμούς και συγκινητικές εκδηλώσεις των κατοίκων υψώθηκε στο Διοικητήριο της πόλης η Ελληνική Σημαία. η

ου

Μία εβδομάδα αργότερα, στις 14 Δεκεμβρίου, η 3 Μεραρχία προώθησε Τάγμα του 12 Συντάγματος Πεζικού προς τη Μοσχόπολη την οποία και απελευθέρωσε, χωρίς να συναντήσει εχθρική αντίσταση.

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 379

Παρασκευή 21 του Δεκέμβρη 1912, Απελευθέρωση της Χίου Σε σύγκριση με όλες τις επιχειρήσεις απελευθέρωσης των νήσων του Αιγαίου, στη Χίο αντέταξαν οι Τούρκοι την πιο ισχυρή άμυνα. Η Ελευθερία έφτασε στη Χίο στις 11 Νοεμβρίου 1912, ανήμερα της γιορτής των Πολιούχων της Μηνά, Βίκτωρα και Βικεντίου. Σαν ξημέρωσε, η αποβατική Μοίρα του Πλοιάρχου Ι. Δαμιανού φάνηκε στο στενό των Οινουσσών, κατεβαίνοντας από τα βόρεια. Στο δεξιό της, προς τη Χίο, ήταν σε γραμμή τα Εύδρομα «Εσπερία», που ήταν η Μοιραρχίδα, «Μακεδονία» και «Αρκαδία». Στη μέση ήταν τα μεταγωγικά «Πατρίς», «Σαπφώ» και «Εριέττα». Και στα αριστερά, προς την Τουρκία, ήταν τα πολεμικά «Νέα Γενεά» και «Κεραυνός». Στις 10.00 η νηοπομπή ήταν έξω από το λιμάνι της Χίου και άρχισαν οι διαπραγματεύσεις. Ο Τούρκος στρατιωτικός Διοικητής Ζιχνή Μπέης αρνήθηκε να δεχτεί τους όρους παράδοσης, πείθοντας και τις λοιπές Τουρκικές πολιτικές αρχές, που αρχικά είχανε δεχτεί τους όρους. Και δήλωσε ότι θα υπερασπιστεί 603 το νησί μέχρις εσχάτων. Στις 2.30 μ.μ. άρχισε η απόβαση στο Κοντάρι .

Οι Τούρκοι πυροβολούσαν από την παραλία τις αποβατικές λέμβους, αλλά μετά από βομβαρδισμό του Στόλου, αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τις θέσεις τους. Η απόβαση ολοκληρώθηκε μέχρι τις 7 το βράδυ, με απώλειες δύο νεκρούς, τον Εμμανουήλ Ποθητό από τη Λακωνία και τον Ιωάννη Χρυσολωρά από την Αθήνα. Για τους Τούρκους ήταν δυσάρεστη έκπληξη, ο η ταχύτητα με την οποία ολοκληρώθηκε η απόβαση. Στην απόβαση συμμετείχαν το 1 Τάγμα του ου ο ο ου ης 1 Συντάγματος, το 1 και 2 Τάγμα του 7 Συντάγματος της 2 Μεραρχίας, ένας Λόχος Πεζοναυτών, και μία «λυόμενη» Πυροβολαρχία, με 76 Αξιωματικούς και 2.495 Οπλίτες υπό τον ο Συνταγματάρχη Ν. Δελαγραμμάτικα. Οι Τούρκοι είχαν το 18 Σύνταγμα Πεζικού, με 57 Αξιωματικούς, 2.500 Οπλίτες, δύο πυροβόλα, καθώς και πολλούς ατάκτους που είχαν έρθει από την απέναντι Ασιατική ακτή.

603

(Παραλία, 3χλμ νότια της πόλης της Χίου, εκεί που είναι σήμερα το αεροδρόμιο) Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 380

Την επόμενη μέρα, Δευτέρα 12 Νοεμβρίου, το κύριο σώμα των Ελληνικών δυνάμεων εισήλθε ο στην πόλη της Χίου, ενώ το 1 ου Τάγμα του 7 Συντάγματος, υπό τον Λοχαγό Παπακυριαζή, συνέχισε την καταδίωξη προς το όρος Κορακάρη. Οι Τούρκοι είχαν εγκαταλείψει την πόλη και έτσι η είσοδος των Ελληνικών στρατευμάτων έμοιαζε περισσότερο με παρέλαση, παρά με προέλαση. Η «παρέλαση» συνεχίστηκε βόρεια προς τον διπλανό Βροντάδο. Εκεί υπήρχε Τουρκικός Λόχος, υπό τον Ανθυπολοχαγό Εμβέρ Αλή, που όμως από την προηγουμένη είχε αποσυρθεί στα γύρω υψώματα. Έτσι, στις 12 Νοεμβρίου, υψώθηκε και στον Βροντάδο η Ελληνική σημαία, μία παλαιά σημαία που φυλούσε από τα πλοία του ο παλιός καπετάνιος Στρατής Ξενιός. Οι πρώτοι που μπήκαν στον Βροντάδο ήταν ο Σπύρος Γεωργίου από το Μαρούσι, ο Παντελής Δούναβης από τη Σύρο, ο Άγγελος Κοτσινιώτης από την Αθήνα, ο Κωνσταντίνος Βρονταμίτης από τις Σπέτσες, ο Αναστάσιος. Ρουγγέρης από την Κέρκυρα και ο Παναγιώτης Δημουλέας από τη Λακωνία, με επί κεφαλής τον Δίοπο Πυροβολητή Κόρδο Ρηγάτο. Το Απόσπασμα κατευθύνθηκε μετά στην Ερειθιανή και από κει παραλιακά επέστρεψε στη Χίο, ενώ στο προαύλιο του Αγίου Γεωργίου συγκεντρώθηκαν 25 Βρονταδούσοι νέοι οπλισμένοι με γκράδες. Την ίδια μέρα, μία μικτή δύναμη Στρατιωτών και Πεζοναυτών κατευθύνθηκε προς τον Άγιο Μάρκο, στήνοντας προφυλακές στον Άγιο Δημήτριο, σε απόσταση 500 μέτρων από τους Τούρκους, που ήταν πολύ ισχυρά οχυρωμένοι. Άλλο τμήμα κινήθηκε προς τις Καρυές, που είχαν στρατηγική σημασία, καθώς εκεί ήταν οι πηγές ύδρευσης της Χίου. Με τη βοήθεια των πυροβόλων της «Μακεδονίας», Το τμήμα κατάφερε να εκδιώξει τους Τούρκους προς τα γύρω υψώματα και τον Άγιο Μάρκο. Στις 13 Νοεμβρίου ο Λόχος Πεζοναυτών στρατοπέδευσε στα Αλωνάκια και έστησε προφυλακές στους πρόποδες του Αίπους. Στις προφυλακές συμμετείχαν και 604 εθελοντές Βρονταδούσοι . Στις 14 Νοεμβρίου, οι εντολές του Βενιζέλου (ως Υπουργού Στρατιωτικών) προς τον Δελαγραμμάτικα ήταν σαφείς. Να καταδιώξει τον Τουρκικό Στρατό μέχρι να τον εξαναγκάσει σε παράδοση. Η όλη επιχείρηση δεν ήταν εύκολη, καθώς ο εχθρός κατείχε ισχυρές θέσεις στα υψώματα των Καρυών. Στις 13.00 ο Λοχαγός Κουβέλης προσπάθησε να ανεβεί στο Αίπος από τις Καρυές, αλλά 604

(Οι Ξενοφών Ξενιός, Διονύσιος Τελλής, Γεώργιος Κάστανος, Αχιλλέας Συρρής, Γεώργιος Παντέλας, Δημήτριος Αρμενάκης) Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 381

συνάντησε σθεναρή αντίσταση. Στη συμπλοκή που κράτησε ως τις 16.30, σκοτώθηκαν 7 Έλληνες και τραυματίστηκαν 23, ενώ οι Τουρκικές απώλειες ανήλθαν σε 14 νεκρούς και πάνω από 40 τραυματίες. Όπως δήλωσε μετά ο Λοχαγός Κουβέλης, 20-25 Τούρκοι στον Άγιο Μάρκο «θα μπορούσαν να κρατήσουν ολόκληρη λεγεώνα». Τα Ελληνικά στρατεύματα είχαν στερηθεί και την τροφοδοσία. Μία Επιτροπή Βρονταδούσων μάζεψε τροφές και ρούχα και με γαϊδουράκια, αψηφώντας τα Τουρκικά πυρά, τις μετέφερε στην πρώτη γραμμή. Ο Έλληνας Αξιωματικός κράτησε τις τροφές, αλλά παρακάλεσε να δώσουν τον ιματισμό στην Γενική Επιμελητεία της Χίου. Το ίδιο βράδυ έφτασε και ένα Άγημα 80 Πεζοναυτών με επί κεφαλής τον Δεμέστιχα, που 605 ης η στρατοπέδευσε στα Πραντούνικα και τον Άγιο Μακάριο . Τη νύχτα της 14 προς 15 ος Νοεμβρίου, ο 9 Λόχος του ΙΙΙ/1 Τάγματος του Λοχαγού Δημητρίου Μαυρομιχάλη και ο Ουλαμός πολυβόλων του Ανθυπολοχαγού Σπύρου Αθανασόπουλου διατάχθηκαν να κινηθούν προς το Αίπος, με οδηγούς τον έφεδρο Υπολοχαγό Γουλιέλμο Ιωαννίδη και τον Ανθυπολοχαγό Λάμπρο Τζαβέλα. Η προσπάθεια θα υποστηριζόταν από τα πυροβόλα της «Μακεδονίας». Ως οπισθοφυλακή θα ακολουθούσε ο Λόχος των Πεζοναυτών. Η επιχείρηση τελούσε υπό τη Διοίκηση του Λοχαγού Αριστείδη Κουβέλη, και ήταν ιδιαίτερα δυσχερής, λόγω του απόκρημνου εδάφους αλλά και τις ισχυρά οχυρωμένες θέσεις στην κορυφή, στη θέση «Καστέλι», που κρατούσε ο Λόχος του Ανθυπολοχαγού Εμβέρ Αλή με 100 περίπου άνδρες. Στις 4 το πρωί άρχισε η ανάβαση στο ος Αίπος. Ο 9 Λόχος και ο Ουλαμός πολυβόλων κινήθηκαν γρήγορα, με οδηγούς τον Ιωαννίδη, τον Τζαβέλα και τους Βρονταδούσους Γεώργιο Κάστανο, Λουκή Γέμελλο, Δημήτριο Αρμενάκη και Σταμάτη Μπαχά. Στις 6.00 αιφνιδιάζουν τους φρουρούς των Τουρκικών προφυλακών. Η επιχείρηση παραλίγο να αποτύχει από φίλια της «Μακεδονίας», που δεν είχε αντιληφθεί ότι οι Τούρκοι είχαν ήδη υποχωρήσει και ότι στην κορυφή ήταν Έλληνες. Οι Πεζοναύτες αναγκάστηκαν να υποχωρήσουν για να καλυφθούν, ενώ οι Τούρκοι αναθάρρησαν. Ευτυχώς, οι Πιπίνος Τριπολίτης, Μιχαήλ Λιβανός και Γεώργιος Γεωργαντής από το Βελονά, με μία βάρκα ειδοποίησαν τα πλοία και σταμάτησε ο κανονιοβολισμός και έτσι η καταδίωξη των Τούρκων συνεχίστηκε, ως τον Κένταυρο. Σαν έφτασαν στην κορυφή, ο Λόχος Πεζικού πήρε θέσης κάλυψης, ενώ οι Πεζοναύτες χωρίστηκαν σε δύο τμήματα και συνέχισαν την καταδίωξη. Το πρώτο με τον Δεμέστιχα κατευθύνθηκε προς τη Σελλάδα, ενώ το άλλο με το Ρίτσο καταδίωκε ένα Τουρκικό απόσπασμα που κατέφυγε σε μία μάντρα στην περιοχή Ρεικωπό. Ο Ρίτσος εφόρμησε με το περίστροφο στο χέρι φωνάζοντας «Ζήτω η Ελλάς!». Η μάντρα κυριεύτηκε αλλά ο γενναίος άνδρας πληγώθηκε. Μεταφέρθηκε από ντόπιους πάνω σε μία πόρτα, στο πρόχειρο νοσοκομείο του Αγίου Γεωργίου. Τον περιέθαλψε ο γιατρός Γεώργιος Πιταούλης, 605

Οι Βρονταδούσοι επέμεναν να τους φιλοξενήσουν σε σπίτια, αλλά αυτό ήταν αδύνατο, διότι το Άγημα έπρεπε να πλησιάσει τις εχθρικές θέσεις. Όπως έγραψε ο Δεμέστιχας: «Οι κάτοικοι του χωρίου ειδοποιηθέντες έσπευσαν εις προϋπάντησιν και υποδοχήν ημών εν εξάλλω ενθουσιασμώ. Βαθύτατα μας συνεκίνησε ο ευγενής και πατριωτικός εκείνος ενθουσιασμός των ... Είμεθα από της στιγμής εκείνης φιλοξενούμενοί των και όλοι με επιμονήν ηξίουν να μας στεγάσουν και περιποηθούν» Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 382

Αλλά είχε τρία τραύματα, από τα οποία το ένα, στο στήθος, ήταν θανατηφόρο. Σύμφωνα με μαρτυρία, ο Νικόλαος Ρίτσος «ηθέλεσε να μάθη το όνομα του περιποιουμένου αυτόν ιατρού και αφού τον ηυχαρίστησεν ηρώτησεν αυτόν εάν νικώμεν. Ότε δε ο κ. ιατρός του επιστοποίησεν ότι καθ’ όλα τα σημεία είμεθα νικηταί, τότε ως άλλος Επαμεινώνδας είπε τας τελευταίας μόνον ταύτας λέξεις: “Τότε και εγώ αποθνήσκω ευχαριστημένος”. Kαι αυθωρεί εξέπνευσεν.» Στο μεταξύ, ο Δεμέστιχας, παρ’ όλο που οι Πεζοναύτες του ήταν οπλισμένοι με μονόσφαιρους γκράδες, πήρε τη Σελλάδα. Αλλά καθώς οι Τούρκοι υποχωρούσαν, εξακολουθούσαν να μάχονται με πείσμα, καλυπτόμενοι πίσω από βράχους και μάντρες. Σε μια στιγμή ο Δεμέστιχας εγκλωβίστηκε και αντιμετώπιζε Τουρκικά πυρά από τρεις πλευρές. Με μόνο 40 Πεζοναύτες, ήταν σε δύσκολη θέση και ζήτησε ενισχύσεις από το Πεζικό που είχε καθηλωθεί πιο πίσω. Οι Τούρκοι εμπόδιζαν τις ενισχύσεις να πλησιάσουν. Τελείωναν και οι σφαίρες. Ο κυβερνήτης της «Μακεδονίας» Πλωτάρχης Λυκούργος Τσουκαλάς έστειλε έναν αριθμό φυσιγγίων, αλλά δεν μπόρεσαν να προωθηθούν. Τότε προσπάθησε να τον βοηθήσει με τα πυροβόλα του πλοίου, χτυπώντας τις βάσεις των Τούρκων. Και επειδή η απόσταση ήταν μεγάλη, για να επιτύχει μεγαλύτερη ανύψωση, μετέφερε το έρμα και το φορτίο του πλοίου στη μία πλευρά ώστε να ανασηκωθεί η άλλη. Δύο οβίδες από τα πανίσχυρα ναυτικά πυροβόλα «Bethlehem» ήταν αρκετές για να μεταβληθεί σε ερείπια η Μονή των Αγίων Πατέρων, όπου οι Τούρκοι είχαν τη βάση τους και είχαν συγκεντρώσει τρόφιμα και πολεμοφόδια. Επόμενος στόχος ήταν μία άλλη εχθρική αποθήκη, στη θέση Λιναρά. Χωρίς πυρομαχικά και ενισχύσεις, ο Δεμέστιχας συνέχισε να αποκρούει τις Τουρκικές επιθέσεις με την λόγχη. Η μάχη συνεχίστηκε σώμα με σώμα. Ο Πεζοναύτης Α. Μανώλης κάρφωσε με τη λόγχη έναν Τούρκο Στρατιώτη. Ο Δίοπος Πετρίτης τρυπήθηκε από την λόγχη ενός Τούρκου Υπαξιωματικού. Ο Πεζοναύτης Λύρης, αν και ήταν πληγωμένος, επιτέθηκε σε έναν Τούρκο Αξιωματικό, παίρνοντάς του και το παράσημο που είχε στο στήθος! Ο Πεζοναύτης Νικόλαος Κλήμης, έριχνε τα τελευταία του φυσίγγια, όταν χτυπήθηκε θανάσιμα. Ο Υποκελευστής Ζέρβας πυροβόλησε από 10 μέτρα έναν εχθρό που ορμούσε. Οι Τούρκοι, καλυμμένοι στα βράχια, έριχναν χειροβομβίδες, οι Έλληνες άλλαζαν θέσεις για να φυλαχτούν. Όρθιος πολεμούσε ο Δόκιμος 606 Σημαιοφόρος Ιωάννης Παστρικάκης από την Κρήτη. Του φώναξε ο Δεμέστιχας να καλυφθεί κι αυτός απάντησε ότι το έκανε για να εμψυχώνει τους άντρες του, μη έχοντας άλλες σφαίρες. Χτυπήθηκε θανάσιμα από θραύσματα χειροβομβίδας. Ο Δεμέστιχας πληγώθηκε κι αυτός με διαμπερές τραύμα στην αριστερή κνήμη. Δύο άνδρες τον μετέφεραν στη Βροντάδο και από εκεί στη Χίο στο Νοσοκομείο.

606

Ο 19χρονος Ι. Παστρικάκης, τριτοετής της Σχολής Δοκίμων, ήταν από αυτούς που είχαν πρωτοστατήσει στο αίτημα να σταλούν οι Δόκιμοι σε εμπόλεμες υπηρεσίες. Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 383

ος

Ο 9 Λόχος κατάφερε να πλησιάσει και δυο Διμοιρίες του πήραν την απέναντι ράχη. Ο Κουβέλης και ο Ιωαννίδης, αδιαφορώντας για τη βροχή των σφαιρών, παρακινούσαν όρθιοι τους άνδρες τους να βοηθήσουν τους Πεζοναύτες. Ο Υπαξιωματικός Μουτσόπουλος με 15 στρατιώτες όρμησε με «εφ’ όπλου λόγχη». Ο εχθρός αναγκάστηκε τελικά να υποχωρήσει με μεγάλες απώλειες. Πληγώθηκε κι ο Κουβέλης και τον φρόντιζε ένας γενναίος Ιερέας, ο παπά Ηλίας Λίναρης. Η μάχη συνεχίστηκε μέχρι τη νύχτα. Στο Βροντάδο, ο γιατρός Γεώργιος Πιταούλης, ο παπά Στέφανος Τσιχλής, οι δάσκαλοι Διονύσιος Τελλής και Παντελής Κοσμάς, καθώς και οι Αριστείδης Γιαννούλος, Γεώργιος Παπαζής και Ισίδωρος Μουζήθρας, που αποτελούσαν την «Επιτροπή Περίθαλψης», μετέτρεψαν το σχολείο σε πρόχειρο Νοσοκομείο. Βγάλαν έξω τα θρανία, γκρέμισαν διαχωριστικά, στήσανε τραπέζια με επιδέσμους, αντισηπτικά και βαμβάκια. Ο πρώτος τραυματίας έφτασε στις 8 το πρωί, με διαμπερές τραύμα στο αριστερό χέρι. Και μέχρι τη νύχτα έρχονταν συνέχεια τραυματίες, άλλοι υποβασταζόμενοι, άλλοι στα χέρια, μερικοί σε μουλάρια και πρόχειρα φορεία από πόρτες και σκάλες που είχε φτιάξει ο Δημήτριος Γέμελος και τα έστελνε στο βουνό με μουλάρια που τα οδηγούσε ο 13χρονος γιος του. Οι γυναίκες κουβάλησαν παπλώματα, στρώματα, σεντόνια και τρόφιμα. Στην περίθαλψη των τραυματιών διακρίθηκαν η Ανθίππη 607 Περρή και η Ευανθία Τατάνη . Στον Άγιο Μακάριο, στην αγροικία του καπετάν Σταμάτη Τσατσαρώνη, οργανώθηκε Σταθμός Πρώτων Βοηθειών, από τους γιατρούς Δημήτριο Κολάκη και Αντώνιο Περρή και τον φαρμακοποιό Ισίδωρο Γεωργαντή. Η εικοσάχρονη Βιργινία Ανδρεάδου ή Γουρέλη από το Βροντάδο, έδωσε τη ζωή της προσπαθώντας να βοηθήσει τη μέρα εκείνη, ενώ . τραυματίστηκε και ο 14χρονος Μιχαήλ Καραΐσκος, που κουβαλούσε το γυλιό ενός φαντάρου. ης

Στις μάχες της 15 Νοεμβρίου συνελήφθησαν 60 Τούρκοι Στρατιώτες, που στάλθηκαν αιχμάλωτοι στον Πειραιά με το ατμόπλοιο «Οράτιος», μαζί με τον Τούρκο Εισαγγελέα, τον Υποτελώνη, τον Υποδιοικητή και 117 ατάκτους. Τούρκοι Στρατιώτες παραδίνονταν καθημερινά. Και στο παλιό φρούριο που ήταν δίπλα στο λιμάνι βρέθηκαν αρκετά άχρηστα πυροβόλα και κάσες πυρομαχικών. Την Παρασκευή 16 Νοεμβρίου, οι Τούρκοι πρόχειρα οχυρωμένοι στην κορυφή του Κενταύρου, χτυπούσαν από εκεί τους Έλληνες που είχαν καταλάβει τη Σελλάδα. Την επόμενη μέρα, μπόρεσε να γίνει η κηδεία όσων σκοτώθηκαν. Στις 18 οι Τούρκοι επιτέθηκαν στις Ελληνικές προφυλακές, που ενισχυμένες με εφεδρικές δυνάμεις αντιστάθηκαν με πείσμα, από το πρωί μέχρι τις 2.00 μ.μ. που ο εχθρός υποχώρησε. Την Πέμπτη 22 Νοεμβρίου ο Δελαγραμμάτικας συνειδητοποίησε ότι οι δυνάμεις του ήταν ανεπαρκείς και αποφάσισε να διακόψει τις επιχειρήσεις στο Αίπος. Σ΄ αυτό συνέβαλλαν επίσης το ψύχος, οι ραγδαίες βροχές, οι κακουχίες και οι συχνές επιθέσεις των Τούρκων που προκαλούσαν φθορά. Πολλοί Αξιωματικοί αντιτάχθηκαν σ’ αυτή την απόφαση, υποστηρίζοντας ότι «θέσις οχυρά άπαξ καταληφθείσα και με τόσον τίμιον 607

Σημαντικές υπηρεσίες πρόσφεραν και οι Καλλιόπη Συρρή, Μαρία Κεχαγιά, Μαριγώ Θεφάνη, Μαριγώ Μπαχά, Πηνέλα Συρρή, Φραγκώ Βασιλάκη, Ειρήνη Γλύκα, Καλλιόπη Κουτέλου, Λούλα Κουτούρα, Ελένη Μουζήθρα, Καλλιόπη Πιταούλη, Δεσποινού Κάκαρη. Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 384

αίμα γενναίων ανδρών ποτισθείσα δεν έπρεπε άνευ ανάγκης να εγκαταλειφθή». Υπήρχε άλλωστε και ο φόβος να το εκλάβει ο εχθρός ως δειλία και να γίνει πιο επιθετικός. Στις 23 Νοεμβρίου ήρθαν σε ενίσχυση δύο ακόμη Λόχοι, που καταυλίστηκαν στα σχολεία του Αγίου Γεωργίου και στον Άγιο Μακάριο. Την ίδια ημέρα, με το ατμόπλοιο «Πέλωψ» ήρθε μία ορειβατική Πυροβολαρχία με τον Υπολοχαγό Βασίλειο Μουτσόπουλο, καθώς και 30 εθελοντές με τον οπλαρχηγό Ιωάννη Μπέλλα. Στις 24, οι Τούρκοι κατάλαβαν ότι το Αίπος είχε εγκαταλειφθεί και ανακατέλαβαν τις νότιες πλαγιές του, ανοίγοντας πυρ και κατά των προφυλακών στο Βροντάδο. Αλλά απάντησαν τα πυροβόλα των πλοίων και αποτραβήχτηκαν. Στις 25 Νοεμβρίου ήρθαν από την Αθήνα οι Κρητικοί οπλαρχηγοί Στρατής Βολάνης με 23 εθελοντές που στάλθηκαν στη Βολισσό, Λεωνίδας Φραγγελάκης με 17 εθελοντές που στάλθηκαν στην Παφυλλίδα και Ιωάννης Παπαδογιάννης με 17 εθελοντές που στάλθηκαν στη Συκιάδα. Στις 13 Δεκεμβρίου ήρθαν με το ατμόπλοιο «Έλδα» 21 εθελοντές με αρχηγό τον Χιώτη Λοχία Γεώργιο Μπουρνιά και στις 14 έφτασαν 43 Επίλεκτοι Ικαριώτες με αρχηγό τον Ευάγγελο Κουκουδέα. Στις 15 Δεκεμβρίου έφτασαν σημαντικές ενισχύσεις από τη Μυτιλήνη, αποτελούμενες από ένα Έμπεδο Τάγμα υπό τον ο ου Ταγματάρχη Αλέξανδρο Μανουσάκη, το 2 Τάγμα του 19 Συντάγματος υπό τον Ταγματάρχη Δημήτριο Παυλόπουλο, μία «λυόμενη» Πυροβολαρχία και δυο πολυβόλα. Οι Τούρκοι είχαν στο μεταξύ περιοριστεί στα βουνά της Κεντρικής Χίου και κυρίως στις μονές Αγίου Μάρκου, Αγίων Πατέρων και Νέα Μονή, καθώς και στις θέσεις Κοχλιά, Τέσσερα Πηγάδια, Αμυθούντα και Πιτυό. Ο Ελληνικός στρατός και οι εθελοντές κατείχαν το νότιο μέρος του Αίπους, τις Καρυές, τη Δαφνώνα, Παφυλίδα, Άγιο Γεώργιο, Λιθί, Βολισσό, Φυτά, Καμπιά, Βίκι, Αμάδες, Καρδάμυλα και Λαγκάδα. Είχαν έρθει ενισχύσεις από 950 άνδρες, αλλά αγύμναστους κατά βάση. Έτσι ο Δελαγραμμάτικας, με τη σύμφωνη γνώμη του Βενιζέλου, απέφευγε κάθε επιθετική ενέρης γεια ελπίζοντας ότι ο αποκλεισμένος εχθρός θα αναγκαζόταν σε παράδοση. Το βράδυ της 17 Δεκεμβρίου φτάσανε και οι τελευταίες ενισχύσεις και κυρίως τα αναμενόμενα πυροβόλα Schneider, ένα πεδινό υπό τον Έφεδρο Ανθυπολοχαγό Ανδρέα Φόρο και ένα ορειβατικό υπό τον Έφεδρο Ανθυπολοχαγό Γαβριήλ Καρδαρά. Μία αξιοσημείωτη επιχείρηση είναι η επιδρομή του Ναυτικού στην Ασιατική ακτή, στον Τσεσμέ, καθώς υπήρχαν πληροφορίες ότι οι Τούρκοι ετοίμαζαν να στείλουν από εκεί ενισχύσεις. Η «Μακεδονία», η Κανονιοφόρος «Β» και το Μεταγωγικό «Πανελλήνιον» έπλευσαν εκεί και ο Ύπαρχος της «Μακεδονίας» Υποπλοίαρχος Ρεμούνδος αποβιβάστηκε επί κεφαλής Αγήματος. Έτρεψε σε φυγή τους συγκεντρωμένους Τούρκους και απείλησε τον τοπικό Λιμενάρχη ότι θα βομβάρδιζε την πόλη, στην παραμικρή υποψία αντίστασης. Τα πλοία αποχώρησαν παίρνοντας μαζί τους 18 αιχμαλωτισμένα καΐκια. Στις 18 Δεκεμβρίου, ο Δελαγραμμάτικας όρισε σχέδιο δράσης, με γενική επίθεση από όλες τις πλευρές. Η επίθεση ορίστηκε αρχικά για τις 19 Δεκεμβρίου, αλλά αναβλήθηκε για τις 20, καθώς επικράτησε η σκέψη να γίνουν νέες διαπραγματεύσεις. Οι Τούρκοι ζήτησαν να τους επιτραπεί να αποχωρήσουν με τα όπλα τους, πρόταση που βέβαια απορρίφθηκε. Την Πέμπτη 20 Δεκεμβρίου, άρχισε ο βομβαρδισμός των εχθρικών θέσεων. Η «Εσπερία» βομβάρδιζε τα υψώματα των Αγίων Πατέρων και του Προβατά. Η «Μακεδονία» το Αίπος. Η «Μυκάλη», από το Μάρμαρο Καρδαμύλων, τις εχθρικές θέσεις ΒΔ του Πιτυούς. Και η «Αμβρακία», έβαλλε από τη Βολισσό κατά των θέσεων δυτικά του Αγίου Ισιδώρου. Στις 6.30, το τάγμα Ζέρβα ξεκίνησε από το Βροντάδο την άνοδο προς το Αίπος. Στις 11 πήρε την κορυφή, καθώς οι Τούρκοι, εξαντλημένοι και αυτοί, υποχωρούσαν κάτω από τα συντριπτικά πυρά. Στις 3 μ.μ. καταλήφθηκαν οι Τέσσερες Πηγάδες και η προέλαση συνεχίστηκε. Ο Χιώτης Δεκανέας του Μηχανικού Γεώργιος Χωρέμης επιδιόρθωσε με Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 385

σιδερένια δοκάρια και ξύλα μία κατεστραμμένη γέφυρα, χάρη στην οποία έγινε δυνατή η άνοδος 608 του πεδινού πυροβόλου . Ο Ζιχνής, βλέποντας τις δυνάμεις του κυκλωμένες και εξαντλημένες, ζήτησε να παραδοθεί. Η παράδοση του ιδίου και 7 Αξιωματικών του έγινε στις 8 μ.μ., στις Καρυές, στον Ταγματάρχη Παπαδημητρίου. Και στις 9 το επόμενο πρωί παραδοθήκαν 37 ακόμη Αξιωματικοί και 1.994 Υπαξιωματικοί και Οπλίτες. Κυριεύθηκαν επίσης πυροβόλα, πυρομαχικά, τρόφιμα και τηλεφωνικά μηχανήματα. Οι βαριά τραυματισμένοι αιχμάλωτοι μεταφέρθηκαν στον Τσεσμέ, ενώ οι υπόλοιποι στάλθηκαν στον Πειραιά με το ατμόπλοιο «Θεοφανώ». Τα πλήθη που παρακολουθούσαν την επιβίβασή τους, δεν εκτράπηκαν ούτε σε χειροδικίες, ούτε σε ύβρεις. Ο Τζων Βορρές διηγείται και ένα χαριτωμένο περιστατικό από την τελευταία μάχη: «…Προχωρούσε η Διμοιρία μου σε ακροβολισμό, με τα όπλα στο χέρι. Περνώντας από τα τελευταία σπίτια ενός χωριού (νομίζω λέγεται Πιτυούς) μου φώναξε μια γριούλα που ήταν εκεί στο χωράφι της και μου είπε: “Σε παρακαλώ πολύ, κύριε Αξιωματικέ (με προβίβασε γιατί δεν ήμουν παρά Λοχίας) μη μου χτυπήσεις τις πέρδικες, πες το και στους άλλους. Αυτές έρχονται και τις ταΐζω κάθε πρωί. Είναι η συντροφιά μου”. Τότε παρατήρησα πως έπαιρνε από την ανασηκωμένη ποδιά σπόρους και τάιζε τα πουλιά που ήσαν γύρω της. Είναι δυνατόν να λησμονήσει κανείς αυτό το επεισόδιο της υπερτάτης γλυκύτητος, μέσα στην τραχύτητα του πολέμου; Ήταν μία σκηνή που άξιζε να την απαθανατίσει ένας ζωγράφος ως εικόνα, και ένας ποιητής ως έννοια ...» Τα Χριστούγεννα στην ελεύθερη Χίο ήταν αληθινά Χριστούγεννα! Χριστούγεννα εθνικά, Χριστούγεννα αγάπης, χαράς και δικαιοσύνης, Χριστούγεννα επιείκειας, συγγνώμης και ανθρωπισμού διότι, παρά την επί τόσα έτη συγκρατημένη εχθρότητα, καμία σοβαρή εκδίκηση δεν σημειώθηκε. Στις 26 και 27 Δεκεμβρίου 1912, τα στρατεύματα του Δελαγραμμάτικα αναχώρησαν για το μέτωπο της Ηπείρου. Από την φιλόξενη Χίο βρέθηκαν στο Μπιζάνι. Από τις θερμές αγκαλιές και τα ζεστά σπίτια, στις χιονισμένες βουνοκορφές και τα αντίσκηνα που έπαιρνε ο αέρας. Και λίγα λόγια για τον ήρωα Διοικητή των Πεζοναυτών: Ο Ιωάννης Δεμέστιχας, καταγόμενος από τον Κότρωνα Μάνης, του Νικολάου και της Αικατερίνης το γένος Grill, γεννήθηκε στην Αθήνα στις 30 Νοεμβρίου 1882. Το 1896 εισήλθε στη Σχολή Ναυτικών Δοκίμων, και τον Ιούλιο του 1900 έγινε Σημαιοφόρος. Συμμετείχε στον Μακεδονικό Αγώνα με το ψευδώνυμο «καπετάν Νικηφόρος» και η δράση του εξιστορήθηκε από την Πηνελόπη Δέλτα στα «Μυστικά του Βάλτου». Η ένοπλη δράση του διακόπηκε λόγω προβλημάτων υγείας, συνέχισε όμως μεταφέροντας όπλα και πολεμοφόδια 608

Επιτυχημένος επιχειρηματίας στην Αίγυπτο (και ευεργέτης της Χίου με πλούσια δράση), δεν δίστασε να εγκαταλείψει τις επιχειρήσεις του και να έρθει στην Ελλάδα να καταταγεί εθελοντής στον Στρατό, σε ηλικία 36 ετών. Υπηρετώντας στο 2ο Σύνταγμα Μηχανικού στη Θεσσαλονίκη κατάφερε να αποσπαστεί στο Σύνταγμα του Δελαγραμμάτικα που θα στελνόταν στη Χίο. Από την απόβαση στο Κοντάρι μέχρι και την παράδοση της Χίου προσέφερε πολύτιμες γνώσεις και βοήθειες. Ο ίδιος ο Δελαγραμμάτικας υπογραμμίζει σε έκθεσή του: «Αρκετάς υπηρεσίας μοι παρέσχεν ο αποσπασθείς εκ Θεσσαλονίκης εις την ημετέραν υπηρεσίαν Γεώργιος Ι. Χωρέμης, διότι μη υπάρχοντος χάρτου της Χίου, ούτος τελείως γνώστης του ορεινού μέρους της νήσου μοι έδωκεν πολυτίμους πληροφορίας περί των τοποθεσιών εν γένει και της κατανομής της εχθρικής δυνάμεως και στηριχθείς εις ταύτας εμόρφωσα γνώμην περί του δυνατού της επιθέσεως και καταδιώξεως του εχθρού. Ο ίδιος κατώρθωσε δια πολιτών και δια ιδίων εξόδων να στρώση δάπεδον γέφυρας δια σιδηρών ελασμάτων και λοιπών μέσων εις την αρχή της ανόδου Αίπους, δι’ ης να κατορθωθή η άνοδος του πεδινού πυροβόλου επί του όρους, εν γένει δε δια της συμπεριφοράς του και των ενεργειών του απέδειξεν ότι είναι ενθουσιώδης πατριώτης και θεωρώ ότι είναι άξιος υπερτάτης αμοιβής εκ μέρους της Πολιτείας» Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 386

δια θαλάσσης στα αντάρτικα σώματα της Μακεδονίας και της Θράκης, χρησιμοποιώντας τον «Κουρσάρο», ένα παμπάλαιο πλοίο που επισκευάστηκε πρόχειρα. Το 1909 συμμετείχε στη στρατιωτική επανάσταση στο Γουδή και το 1912 υπηρετούσε ως Υποπλοίαρχος στην «μεγάλη εξόρμηση». Έδρασε στην Πρέβεζα, ως κυβερνήτης Κανονιοφόρου και στη Χίο. Το 1914 έγινε Πλωτάρχης και ανέλαβε Κυβερνήτης στο Αντιτορπιλικό «Ασπίς», με το οποίο προσέβαλε το 1916 γερμανικό υποβρύχιο, κερδίζοντας τον Πολεμικό Σταυρό Β΄ Τάξεως. Στη συνέχεια διοίκησε διάφορα πλοία, μεταξύ των οποίων και το Θωρηκτό «Κιλκίς» και ακολούθως έγινε Διοικητής της Σχολής Δοκίμων, Διοικητής της Ναυτικής Αεροπορίας, Αρχηγός ΓΕΝ, Ανώτερος Διοικητής Υποβρυχίων και Αρχηγός του Στόλου, προαχθείς τον Φεβρουάριο 1933 σε Υποναύαρχο, αλλά αποστρατεύθηκε μετά δύο μήνες για πολιτικούς λόγους. Στην Μέση Ανατολή προήχθη ως Έφεδρος Αντιναύαρχος σε Επιθεωρητή του Ελληνικού Στόλου και αποκαταστάθηκε στο στράτευμα το 1946. Ο Δεμέστιχας ήταν πολύπλευρη προσωπικότητα. Πήρε μέρος στους Μεσολυμπιακούς Αγώνες του 1906 και ήρθε πρώτος στο δρόμο 400 μέτρων. Το 1927, με την ορειβατική αμάδα του ανέβηκε στον Μύτικα. Υπήρξε άνθρωπος ενθουσιώδης, ήρεμος μετριόφρων, ανυστερόβουλος και αξιοπρεπής. Πέθανε το 1960 σε ηλικία 78 ετών. Και μία ακόμη ενδιαφέρουσα ιστορία από την απελευθέρωση της Χίου. Με της ευκαιρία της απελευθέρωσης παρουσιάστηκε στον Υπουργό Ναυτιλίας Στράτο ο Χιώτης εφοπλιστής Α. Μεταλληνός για να του ανακοινώσει ότι κατ’ εντολή του αδερφού του Τζωρτζή (που ήταν στο Λονδίνο) έθετε στη διάθεση του Υπουργού το ποσό των 25.000 Γαλλικών Φράγκων. Ο Υπουργός απάντησε ότι το ποσό αυτό θα μπορούσε να διατεθεί στην ναυπήγηση ενός νέου πολεμικού με το όνομα «Χίος». Πρακτικότερα όμως σκεπτόμενος ο τέως Υπουργός Εθνικής Οικονομίας Εμμ. Μπενάκης, έστειλε στην εφημερίδα «Εστία» την παρακάτω επιστολή – πρόταση: «… Η ιδέα είναι πολύ ωραία. Δεν νομίζετε όμως ότι … θα ήταν πολύ πιο επωφελής η σύσταση και συντήρηση πρακτικής Γεωργικής Σχολής; … Μία τέτοια Σχολή θα ενθάρρυνε σε όλα τα νησιά την παραμεληθείσα λόγω κακοδιοίκησης γεωργία, ελλείψει της οποίας οι γεωργοί γίνονται μετανάστες …»

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 387

Δευτέρα 24 του Δεκέμβρη, παραμονή Χριστουγέννων στον Ολύτσικα (Διήγηση του Αριστείδη)609

Νύχτα παραμονής Χριστουγέννων, ο Λόχος είχε υπηρεσία προφυλακών στον Ολύτσικα. Έκανε ξαστεριά και δεν κουνιόταν κλαράκι. Το φεγγάρι φώτιζε καθαρά τα βουνά της Μανωλιάσας και του Ολύτσικα, που τέτοια ώρα δείχνανε διπλά σε όγκο και ύψος. Μπορούσε κανείς να διακρίνει τις προφυλακές μας, σωρούς από φαντάρους ριγμένους ο ένας πάνω στον άλλο, να ξεκουράζονται στην αστροφεγγιά, που ήταν γι’ αυτούς πολύτιμη. Γιατί δεν άφηνε τους Οθωμανούς να κινηθούν αιφνιδιαστικά και να μας χτυπήσουν μέσα στη νύχτα. Απόψε θα αναπαυτούμε … Πού και πού, κάποιος Στρατιώτης σηκωνόταν και βημάτιζε πάνω κάτω για να ζεσταθεί. Το δυνατό κρύο περόνιαζε τα κόκαλα και έκανε τη μέση και τις πλάτες να πονούν. «Μια βραδιά είναι κι αυτή, θα περάσει βρε παιδιά … Όλοι υποφέρουν απόψε για την Πατρίδα, όλα θα περάσουν» είπα. Δεν πήρα απάντηση. Δεν μπορούσα να βγάλω από το μυαλό μου ότι η βραδιά εκείνη ήταν βραδιά Χριστουγέννων. Και είχα στο μυαλό μου μια έκπληξη για τους Στρατιώτες μου, που μάλλον ξεχνούσαν τι μέρα είχαμε. «Πόσες έχει ο μήνας βρε παιδιά;» ρώτησε ένας Στρατιώτης που έγραφε ένα γράμμα. «Ρώτα τον κυρ Ανθυπολοχαγό» του απάντησε ένας άλλος … «Είκοσι τέσσερεις!!!» φώναξα και απομακρύνθηκα βιαστικά. «Βρε παιδιά, εικοσιτέσσερεις! Παραμονή Χριστουγέννων σήμερα … κανείς σας δεν το σκέφτηκε; Για σκεφτείτε βρε παιδιά … ξεχάσαμε και τα Χριστούγεννα εδώ πάνω;» Τα λόγια αυτά ξεχύθηκαν από δέκα διαφορετικά στόματα … Είχα απομακρυνθεί από το φυλάκιο, όταν είδα τους φαντάρους να βγαίνουν ένας ένας από το καλυβάκι και να με πλησιάζουν. Μαζεύτηκαν όλοι γύρω μου. «Χριστούγεννα κυρ Ανθυπολοχαγέ και παραλίγο να μην το πάρουμε είδηση … Αχ, τι να γίνεται τώρα στα σπίτια μας … πώς θα περάσουν αυτοί αύριο … Α ρε μάνα … θα με σκέφτεσαι …» Και κοίταζαν ο ένας τον άλλο και όλοι μαζί εμένα. Τι θέλανε από μένα; Κι εγώ είχα σπίτι και μάνα. Αλλά απόψε το σπίτι μας ήταν εδώ στα βουνά κι η μάνα ήμουνα εγώ … Παραμονή Χριστούγεννα! Πώς περνούσα άλλες χρονιές, με τον πατέρα, τη μητέρα και τ’ αδερφάκια μου! Από νωρίς για ψώνια. Και τι χαρές κάνανε τα μικρά … Γέμιζε το σπίτι από γέλια κι απαιτήσεις: «Μαμά, το βράδυ να με σηκώσεις να έρθω κι εγώ στην Εκκλησία» «Καλά, κοιμήσου τώρα, για να μπορείς να ξυπνήσεις …» Πεταγόμασταν τη νύχτα από τον ύπνο, σαν ακούγαμε την καμπάνα που ηχούσε χαρμόσυνα. Βγαίναμε στο δρόμο μέσα στο σκοτάδι, αλλά τη νύχτα εκείνη δεν φοβόμασταν … Γεμάτος ο δρόμος από ανθρώπους, νέους, γέρους, γριές, παιδιά, χωμένοι όλοι στα παλτά τους βάδιζαν κατά την Εκκλησία. Πόσο άρεσε σε μας τα παιδιά η Εκκλησία εκείνη τη βραδιά … Και την άλλη μέρα, όλο χαρές! Χριστόψωμα, γαλοπούλα, φρούτα … Και φορούσαμε συνέχεια τα καλά μας ρούχα, μέχρι και κάλτσες και παπούτσια φορούσαμε … Και ούτε σχολείο ούτε τίποτα. Κάθε μέρα γιορτή και σχόλη … Και τώρα, πάνω στον Ολύτσικα, είχαμε το κανόνι για καμπάνα και για Εκκλησία ένα καλυβάκι στη πλαγιά. Κι από δω πέρα φυλούσαμε τα πλευρά του Στρατού μας, που ήταν μαζεμένος στα ανατολικά μας, στη Μανωλιάσσα. Ο Στρατηγός μας θα έπρεπε να σκέφτεται «από εκεί είμαστε ασφαλισμένοι» και οι Στρατιώτες μας στη Μανωλιάσσα θα κοιμούνταν απόψε ήσυχοι και θα ονειρεύονταν τα σπίτια τους και την Εκκλησία του χωριού τους … Τι τιμή αλήθεια … Ωραία ήταν 609

(Πηγή έμπνευσης της διήγησης αυτής: Χαράλαμπος Βασιλογιώργης, Ανθολόγιον ΣΤ’ Δημοτικού, 1939) Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 388

τα περασμένα Χριστούγεννα, αλλά τα τωρινά δεν θα τα ξεχνούσα ποτέ. Κατά βάθος αισθανόμουν υπερήφανος. Γιατί μια τέτοια νύχτα εμείς υποφέραμε για τα αδέρφια μας, για την Πατρίδα … Και είχα και ένα λόγο παραπάνω για να είμαι υπερήφανος. Γιατί είχα οργανώσει από νωρίς μια έκπληξη που δεν θα την περίμεναν οι φαντάροι μου. Που ένας ένας ξανατραβήχτηκαν μέσα στο καλυβάκι, και με άφησαν μόνο. Μέρες τώρα ζούσαμε με σκέτο ψωμί, κι αυτό σε ποσότητες που θύμιζαν αντίδωρο. Αλλά απόψε … Βήματα από το μονοπάτι σήμαιναν ότι επέστρεφαν ο Μπρεζεράκος κι ο Κανάς, που ήταν «μυημένοι» στη … συνομωσία μου. Έτρεξα προς τα κει, αλλά είδα μόνο τον ένα. «Καλώς όρισες Θοδωρή … τι έγινε βρε παιδί μου; Πού είναι ο Κανάς;» «Γεια σου κυρ Ανθυπολοχαγέ, χρόνια πολλά. Με το καλό του χρόνου στα σπίτια μας και του λόγου σου μ’ άλλο ένα αστέρι στους ώμους!» Μ’ άλλο ένα αστέρι … ώστε με θεωρούσαν καλό Αξιωματικό οι φαντάροι μου, σκεφτόμουν αυτάρεσκα, καθώς ο Μπρεζεράκος υπέβαλε την «αναφορά» του … «Ο Κανάς κυρ Ανθυπολοχαγέ, ψήνει το κρέας κάτω στη ρεματιά. Σε μια ωρίτσα θα είναι έτοιμο … δέκα οκάδες χοιρινό πρώτης επιλογής. Και βάλαμε και μπόλικο αλάτι και πιπέρι και όλα τα μπαχάρια που αγόρασες στη Θεσσαλονίκη. Και βρήκαμε και ένα παγούρι κονιάκ, τρία κουτιά λουκούμια και πέντε καρβέλια ψωμί … Είπε ο Υποσιτιστής ότι θα μας στείλουν και χριστόψωμα … Αλλά για να είμαι ειλικρινής, δεν τα περιμένω. Είδα δυο τρεις απ’ αυτούς που δουλεύουν κάτω στους φούρνους, αλλά αυτοί δεν πρέπει να είχαν ξαναδεί φούρνο στη ζωή τους …» «Άφησε το σακίδιο που κουβαλάς έξω από το καλύβι Θοδωρή, και πήγαινε ξανά παιδί μου να βοηθήσεις τον Κανά …» Έφυγε ο Μπρεζεράκος και τράβηξα κι εγώ στο καλύβι, με … κακό σκοπό! Κοιμόντουσαν όλοι. «Ε, παιδιά σηκωθείτε!!!» είπα με έντονη και επιτακτική φωνή. Ήταν κοντά μεσάνυχτα … Πετάχτηκαν όλοι ξαφνιασμένοι και άπλωσαν τα χέρια να πιάσουν τα όπλα τους. «Τι είναι; Τι τρέχει;» Είχαν συνηθίσει σε τέτοια ξυπνήματα μέσα στη νύχτα. Σε μισό λεπτό ήταν όλοι όρθιοι με τα μάνλιχερ στα χέρια! «Καθήστε κάτω … Αφήστε τα όπλα, κάτι θέλω να σας πω …» Έκατσαν ο ένας δίπλα στον άλλο, φτιάχνοντας τους μανδύες και τις παλάσκες τους, που τις φορούσαν και στον ύπνο. «Ακούστε να σας πω παιδιά. Τέτοια μέρα και τέτοια ώρα οι καμπάνες στα χωριά και στις πόλεις μας χτυπάνε και μας καλούν να πάμε στην Εκκλησία, να γιορτάσουμε τη γέννηση του Χριστού και να πάρουμε την ευλογία Του … Κι εμείς εδώ πάνω, δεν πάψαμε να είμαστε Χριστιανοί. Ίσα ίσα, εδώ χρειαζόμαστε ακόμη πιο πολύ την βοήθειά Του … Γι’ αυτό σας ξύπνησα, να προσευχηθούμε Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 389

όλοι μαζί και να πούμε και κανένα τροπάριο Χριστουγεννιάτικο. Εγώ ξέρω μερικά, κι όποιος άλλος ξέρει, μας λέει κι αυτός … Καλά δεν έκανα;» «Καλά έκανες κυρ Ανθυπολοχαγέ …» Γονάτισα, γονάτισαν όλοι. Έκανα το σταυρό μου, τον έκαναν κι αυτοί. «Χριστός γεννάται, δοξάσατε …» Η φωνή μου έβγαινε σιγανή και ραγισμένη από συγκίνηση … Μερικοί Στρατιώτες σταυροκοπιούνταν συνεχώς, άλλοι προσπαθούσαν να με συνοδεύσουν και το έπιαναν από κει που κοβόταν η φωνή μου. Τα δάκρυα τρέχανε στις άπλυτες γενειάδες μας και η φωνή έβγαινε δύσκολα μέχρι να τελειώσει το τροπάριο. Μετά, ένας άλλος στρατιώτης, με πιο δυνατή φωνή, άρχισε το επόμενο … «Η Παρθέεεενος σήηημερον τον Υπερούσιον τίιιικτει …» Βοηθήσαμε όλοι κρατώντας το ίσο. Η συγκίνηση πέρασε και η ψαλμωδία ήταν τώρα πιο αρμονική. Είδα δυο Στρατιώτες να κρυφομιλούν μεταξύ τους και να πιάνουν τα ντουφέκια τους. Καθώς σηκώθηκαν για να βγουν τους κοίταξα στα μάτια. «Πάμε ν’ αλλάξουμε τους διπλοσκοπούς … ν’ ακούσουν κι αυτοί λίγη Λειτουργία …» Συγκινήθηκα τόσο από τα λόγια τους, που η καρδιά μου πήγαινε να σπάσει. Το στήθος μου στένευε, τα μάτια μου τρέχανε, το σώμα έτρεμε … Λειτουργία! Ναι … πραγματική Λειτουργία από ανθρώπους που τους είχε εξαγνίσει ο πόλεμος και που την καρδιά τους γέμιζαν τα πιο ευγενικά αισθήματα. Ναι, ήταν πραγματική Λειτουργία και προσευχή … Ψέλναμε όλοι το «Η γέννησίς Σου Χριστέ ο Θεός ημών …» όταν μπήκαν μέσα και οι δυο διπλοσκοποί. Άφησαν τα όπλα, κάνανε τον σταυρό τους και γονάτισαν. Δεν ξέραμε τι άλλο να ψάλλουμε και η «Λειτουργία» μας σχόλασε. Βγήκα έξω από το καλύβι και γύρισα με το σακίδιο που είχε αφήσει ο Μπρεζεράκος. Άνοιξα ένα κουτί λουκούμια και έδωσα από ένα σε κάθε Στρατιώτη. Μετά έβγαλα το παγούρι με το κονιάκ. «Πιείτε μια γουλίτσα παιδιά να ζεσταθείτε και να ευχηθείτε, μέρα πού ’ναι …» Ήπιαν όλοι και τελευταίος εγώ. Είχαν τόσο συγκινηθεί που ούτε να ευχηθούνε δεν μπορούσαν. Σηκώνανε μόνο το παγούρι και ευχόντουσαν σιωπηλά «εις υγείαν όλων». «Άντε παιδιά και του χρόνου νικητές στα σπίτια μας!!!» Την ώρα εκείνη μπήκαν μέσα ο Μπρεζεράκος κι ο Κανάς, με το ψημένο κρέας, κομμένο και τυλιγμένο σε ένα αντίσκηνο. Οι Στρατιώτες τα χάσανε! «Να ζήσεις κυρ Ανθυπολοχαγέ! Ποιος την περίμενε τέτοια έκπληξη!» Και ένοιωθα τα χέρια τους να χαϊδεύουν τα μαλλιά, τα γένια, την πλάτη … Πόσο χαιρόμουν για τη χαρά που μπόρεσα να τους προσφέρω … Κάθε φορά που θυμάμαι εκείνα τα Χριστούγεννα, η καρδιά μου πάει να σπάσει και τα μάτια μου δεν σταματάνε να δακρύζουν …

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 390

Σάββατο 5 του Γενάρη 1913, Ναυμαχία της Λήμνου (Διήγηση του Θεμιστοκλή)

Μετά τη ναυμαχία της Έλλης, μείναμε λίγες μέρες στο Μούδρο. Κηδέψαμε με τιμές τον ήρωα Κατσιντζάρη, μετά γιορτάσαμε στις 6 του Δεκέμβρη τη γιορτή του Αγίου Νικολάου και στις 7 κάναμε ανθράκευση. Σκληρή δουλειά, στην οποία δούλευε όλο το πλήρωμα, μέχρι τον τελευταίο. Οι Μηχανικοί και οι Θερμαστές κάτω στις ανθρακαποθήκες, Υπαξιωματικοί και Ναύτες επάνω, αλλά και στα Ανθρακοφόρα και στις Φορτηγίδες. Ακόμη και οι μουσικοί του πλοίου συμμετείχαν, αυτοί παίζοντας μουσική για να μας δίνουν κουράγιο. Και στο τέλος ήταν κι αυτοί κατάμαυροι από το κάρβουνο … Σκεφτείτε ότι οι ανθρακαποθήκες του «Αβέρωφ» χωρούσαν 1.500 τόνους κάρβουνο, και η μεταφορά σ’ αυτές γινόταν με τα χέρια. Όχι ότι δεν υπήρχαν βίντσια και σάκοι και συστήματα πολύ πιο μοντέρνα από αυτά των πιο παλαιών πλοίων, αλλά ο άνθρακας δεν είναι υγρό σαν το πετρέλαιο που το μεταγγίζεις με σωλήνες. Η ανθράκευση ήθελε χέρια να βαστάνε φτυάρια, πολλά χέρια. Γιατί ο «Αβέρωφ» μας ήταν αχόρταγος και έκαιγε ίσα με 600 κιλά κάρβουνο για κάθε μίλι, πάνω από 100 κιλά το λεπτό! Ξεκινήσαμε τη δουλειά στις 07.30 το πρωί και βάστηξε ώρες … 610

Στις 9 του Δεκέμβρη, 08.00 το πρωί, διατάχθηκε «Άπαρσις» . Ο «Λέων» που περιπολούσε στα Στενά, έστειλε σήμα στις 08.30 ότι εντόπισε το «Μετζητιέ», το Ανιχνευτικό «Μπερκ-ι-Σατβέτ» και 611 612 τέσσερα Τορπιλοβόλα τύπου Σιχάο , να εξέρχονται των Στενών. Διατάχθηκαν αμέσως τα ελαφρά σκάφη να προστρέξουν με μεγάλη ταχύτητα. Τα Αντιτορπιλικά που ήταν στην Τένεδο ενώθηκαν με αυτά που περιπολούσαν και προχώρησαν νοτίως της Ίμβρου, ενώ στις 08.50 κατέπλεε σε συνάντησή τους κι ο «Αβέρωφ», με όλα τα Θωρηκτά σε «γραμμή παραγωγής». Στις 09.58 σηκώσαμε το σήμα «Ζ», που σημαίνει «Καθιστώμεν την κίνησίν μας ανεξάρτητον» και ανεβάσαμε τις στροφές της μηχανής στις 110. Στις 11.20 διακρίναμε μπροστά μας το «Μετζητιέ» και τα άλλα πλοία. Σήμανε «Πολεμική Έγερσις» και ορμήσαμε «πάση δυνάμει», με 120 στροφές! Δεν πέρασαν 10 λεπτά και οι Τούρκοι το έβαλαν στα πόδια, γυρνώντας στην ασφάλεια των Στενών. 613

Την ίδια μέρα έγινε και η πρώτη τορπιλική επίθεση στην ιστορία από το Υποβρύχιο «Δελφίν» , υπό τον Υποπλοίαρχο Στέφανο Παπαρρηγόπουλο, εναντίον του «Μετζητιέ», αλλά ήταν ανεπι610

(αναχώρηση) Η αρχική αναφορά του «Λέοντα» ανέφερε το Ανιχνευτικό «Πεΐκ-ι-Σεφκέτ» και τρία Αντιτορπιλικά. Το «Πεΐκι-Σεφκέτ» και το «Μπερκ-ι-Σατβέτ» ήταν αδελφά πλοία, 775 τόνων και ταχύτητας 23 κόμβων, ναυπήγησης 1906. 612 (Κατασκευής 1904, με μήκος 39 μέτρων, εκτόπισμα 85 τόνων και ταχύτητα 21 κόμβων) 613 Ο «Δελφίν» όπως και το αδερφό του «καταδυόμενο», ο «Ξιφίας», είχαν παραγγελθεί τον Σεπτέμβρη του 1910 στα Γαλλικά Ναυπηγεία «Schneider» και ήταν τύπου «Laubeuf», από το όνομα του σχεδιαστή τους. Είχε εκτόπισμα 310 τόνους στην επιφάνεια και 460 σε κατάδυση, ενώ η μέγιστη ταχύτητά του ήταν αντίστοιχα 13 611

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 391

τυχής. Αλλά επιτρέψτε μου να πάω λίγο πίσω, γιατί ο πρώτος άθλος του Υποβρυχίου ήταν ότι έφυγε από τη Γαλλία στις 29 Σεπτεμβρίου και με μία στάση για ανεφοδιασμό στην Κέρκυρα, έφτασε στο Φάληρο στις 5 Οκτωβρίου, ανήμερα που ξεκινούσε ο πόλεμος. Έκανε δηλαδή ένα τόσο μεγάλο ταξίδι, σε 130 ώρες, με πλήρωμα που ήταν ακόμη άπειρο! Και αφού έκανε στο Φάληρο τις προετοιμασίες του, στις 19 Οκτωβρίου ξεκίνησε να έρθει στη Λήμνο. Το βλέπαμε να κάνει συνέχεια ασκήσεις, ιδίως κατάδυσης, και μας εντυπωσίαζε. Αλλά και οι συνεχείς βλάβες του μας έκαναν εντύπωση και ανησυχούσαμε για το αν θα τα κατάφερνε. Αλλά ούτε ο Κυβερνήτης του, ο Παπαρρηγόπουλος ούτε το πλήρωμά του που ήταν μόνο 17 Αξιωματικοί και Ναύτες φοβόντουσαν. Και σύντομα ξεκίνησαν τις περιπολίες, άλλοτε σε κατάδυση και άλλοτε σε ανάδυση, και ης η όταν νύχτωνε πήγαιναν και άραζαν στην Τένεδο. Τη νύχτα της 8 προς 9 Δεκεμβρίου, ο «Δελφίν» είχε παραμείνει σε ετοιμότητα νοτίως των Μαυρονησίων. Το πρωί, μόλις εντοπίσθηκε η εχθρική 614 δύναμη, το «Ασπίς» διατάχτηκε να ειδοποιήσει το Υποβρύχιο, που δεν διέθετε ασύρματο . Παρ’ όλο που έτσι χάθηκε πολύτιμος χρόνος, ο «Δελφίν» καταδύθηκε και προσπάθησε να πάρει θέση επίθεσης. Η κατάδυση δεν έγινε ομαλά, καθώς το Υποβρύχιο πήρε «έμπρωρη κλίση» 20 μοιρών, και ο Παπαρρηγόπουλος αποφάσισε να αναδυθεί πάλι, παρ’ όλο που πλησίαζαν τα εχθρικά πολεμικά. Επανέλαβε την κατάδυση, αποφασισμένος να πολεμήσει, αδιαφορώντας για το ότι είχε καταναλώσει ήδη τον πεπιεσμένο αέρα του και δεν θα μπορούσε να αναδυθεί ξανά! Η νέα κατάδυση ήταν ομαλή και το Υποβρύχιο κατάφερε να βρεθεί σε θέση βολής κατά του «Μετζητιέ» και στις 10.30 εκτόξευσε την πρώτη τορπίλη. Παρακολουθώντας την πορεία της με το περισκόπιο, ο Παπαρρηγόπουλος την είδε να κάνει μερικές αναπηδήσεις στην επιφάνεια και μετά να βυθίζεται. Η αιτία γι’ αυτό ήταν ότι ο «Δελφίν» είχε παλαιού τύπου τορπίλες, ακατάλληλες για υποβρύχια, καθώς δεν ήταν στεγανές. Ο «Δελφίν» προσπάθησε να πάρει θέση για νέα επίθεση, κατά του «Μπερκ-ι-Σατβέτ» που ακολουθούσε. Αλλά στο μεταξύ εντοπίστηκε από τα Τορπιλοβόλα που είχαν διακόψει την καταδίωξη της «Ασπίδας». Ψύχραιμα, ο Κυβερνήτης κατέβασε το Υποβρύχιο σε βάθος μεγαλύτερο των 20 μέτρων και εκεί περίμενε υπομονετικά για 30 περίπου λεπτά, μέχρι που άκουσε τα εχθρικά πλοία να απομακρύνονται. Το ότι η επίθεση απέτυχε έχει μικρή σημασία. Ούτε οι τορπίλες της εποχής, ούτε και τα μέσα που είχε ο «Δελφίν», όπως για παράδειγμα το περισκόπιό του, του έδιναν πολλές πιθανότητες. Σαν έφυγαν τα Τουρκικά πλοία, το υποβρύχιο ανέβηκε πάλι σε βάθος περισκοπίου και περίμενε να νυχτώσει. Μετά κατευθύνθηκε προς το δυτικό άκρο της Τενέδου για να συναντήσει την «Ασπίδα», όπως είχαν συνεννοηθεί νωρίτερα. Αλλά καθώς έπλεε σε κατάδυση, προσάραξε σε ύφαλο. Και πώς να μην προσαράξει; Ούτε χάρτες για Υποβρύχια υπήρχαν τότε, ούτε χάρτες καλά καλά. Μόνο και 8,5 κόμβοι. Το μέγιστο βάθος κατάδυσης ήταν μόνο 36 μέτρα και η ακτίνα ενεργείας 2 ώρες με 8 κόμβους, 7,5 ώρες με 6 κόμβους και 17,5 ώρες με 4,5 κόμβους. Είχε 4 εκτοξευτήρες τορπιλών των 45 cm εξωτερικά του σκάφους, κάτω από το ξύλινο κατάστρωμα, δύο στην πλώρη και δύο στην πρύμνη, με γωνία 5ο κατά το διάμηκες, αλλά και έναν εσωτερικό τορπιλοσωλήνα στο πρωραίο διαμέρισμα. Έφερε συνολικά 6 τορπίλες «Schwartzkow», πέντε σε θέσεις εκτόξευσης και μία εφεδρική. 614 (Αμέσως μετά, καθώς περνούσε δυτικά από τα Μαυρονήσια, η «Ασπίς» βρέθηκε αντιμέτωπη με τα 4 Τουρκικά Τορπιλοβόλα, που άρχισαν να βάλουν εναντίον της. Καθώς τα άλλα Ελληνικά πλοία είχαν εμπλακεί με το «Μετζητιέ» και το «Μπερκ-ι-Σατβέτ», η «Ασπίς» στράφηκε ΒΔ της Τενέδου, αυξάνοντας ταχύτητα πέρα από τα όρια δοκιμών, στην προσπάθεια να απεμπλακεί. Το πέτυχε χάρη στην τόλμη του Κυβερνήτη της, Πλωτάρχη Δημόπουλου, που πέρασε από ένα στενό δίαυλο μεταξύ του Ακρωτηρίου Πονέντε της Τενέδου και ενός επικίνδυνου υφάλου, μήκους 2,5 μιλίων, αναγκάζοντας τα εχθρικά σκάφη να διακόψουν την καταδίωξη. Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 392

μια μαγνητική πυξίδα είχε για να πορεύεται. Για να μπορέσει να ξεκολλήσει, και μη διαθέτοντας πεπιεσμένο αέρα, ο Κυβερνήτης αναγκάστηκε να αποδεσμεύσει τα μολυβένια έρματα ασφαλείας. Αλλά χωρίς αυτά, δεν μπορούσε να καταδυθεί ξανά. Έτσι γύρισε στο Μούδρο πλέοντας στην επιφάνεια. Και από εκεί, μετά δυο μέρες, έφυγε για το Ναύσταθμο, όπου έγινε αντικατάσταση του έρματος, και παρέμεινε εκεί, ενισχύοντας την άμυνα του Σαρωνικού, μετά την έξοδο του «Χαμιδιέ». Αλλά θα το ξαναπώ: Η αποτυχία δεν είχε σημασία. Οι Τούρκοι, που δεν έμαθαν βέβαια για τα μολύβια, είχαν άλλο ένα πλοίο μας να φοβούνται και μάλιστα «καταδυόμενο». Την ίδια μέρα, καθώς αποχωρούσαν τα Τουρκικά Τορπιλοβόλα, στράφηκαν εναντίον της Τενέδου. Δεν βρήκαν εκεί δικά μας πλοία, αφού ακόμη και το ανθρακοφόρο «Βαλιάνος» είχε προλάβει να απομακρυνθεί και περιορίστηκαν να βομβαρδίσουν τον φάρο στη βραχονησίδα Γαϊδουρονήσι, το φρούριο και το Τηλεγραφείο. Οι Τούρκοι της Τενέδου ξεθάρρεψαν και βγήκαν στους δρόμους με όπλα. Αλλά στο νησί υπήρχαν είκοσι Πεζοναύτες μας που δεν δίστασαν να πυροβολήσουν τα ξεσηκωμένα ένοπλα πλήθη, σκοτώνοντας 3 και τραυματίζοντας 12, αλλά και τα ίδια τα Τουρκικά Τορπιλοβόλα που έσπευσαν να απομακρυνθούν. Τώρα βέβαια δεν ξέρω αν διώχτηκαν από τους Πεζοναύτες ή από τον φόβο του «Αβέρωφ». Γεγονός είναι ότι πιάσαμε σήματα των ασυρμάτων τους, με τη φράση «Αβέρωφ γκελίορ», δηλαδή «έρχεται ο Αβέρωφ». Τελικά, το «Μετζητιέ» και τα συνοδά του γύρισαν στα στενά, καταδιωκόμενα από τα ελαφρά πλοία μας, που μάλιστα τους προκάλεσαν και ζημιές. Μια οβίδα ενός «θηρίου» αχρήστεψε το πρυμναίο πυροβόλο του «Μετζητιέ» ενώ το «Νουχούμ-ι-Χαμιμέτ» τέθηκε εκτός μάχης για κάμποσο διάστημα. Όσο για τους Τούρκους της Τενέδου που σήκωσαν κεφάλι, συνελήφθησαν και χρησιμοποιήθηκαν ως ανθρακεργάτες. Πάντως, είχε δίκιο ο Διοικητής της Μοίρας των Αντιτορπιλικών, ο Πλοίαρχος Ι. Βρατσάνος, που επέμενε με αναφορές ότι η Τένεδος δεν κάνει για αγκυροβόλιο και βάση των ελαφρών πλοίων. Η φυγή του «Μετζητιέ», σαν είδε τον «Αβέρωφ» να έρχεται, έγινε κι ανέκδοτο, χάρη στον 615 «τρελοποιητή» τον Νικολό , που μας είχε επισκεφτεί λίγες μέρες μετά. «Κάτι βλέπω να έρχεται» λέει ένας Ναύτης του «Μετζητιέ» «Τι πράγμα βλέπεις να έρχεται;» ρωτάει ο Κυβερνήτης «Βλέπω ένα παπόρι» «Τι παπόρι; Γαλλικό; Αγγλικό; Ρωσικό;» 615

Ο «τρελο-ποιητής» πατριώτης και λάτρης της θάλασσας Νικολός Παλαιοκρασσάς από την Κηφισιά Άνδρου, ήταν αδελφός των πλοιάρχων Ε.Ν. Γεωργίου, Επαμεινώνδα και Γιάννη Παλαιοκρασσά και θείος του πρώην Υπουργού Ιωάννη Παλαιοκρασσά. Όταν ο Νικολός έλαβε την πρόσκληση του Ναυάρχου Κουντουριώτη να επισκεφθεί την ναυαρχίδα, κράτησε την ψεύτικη πόζα και απήντησε στον απεσταλμένο του Ναυάρχου: "Να πείτε στον Ναύαρχο ότι δεν ευκαιρώ τώρα να έλθω, να μου στείλει την βενζινάκατο ύστερα από μία ώρα να με πάρει". Κι ο Ναύαρχος δεν πήγε κόντρα και είπε: "Να στείλετε την βενζινάκατο έπειτα από μία ώρα και να τον πάρετε τον κανάγια τον Νικολό". Όταν επί τέλους έφτασε στον Αβέρωφ, οι ναύτες της πλώρης, του έκαμαν αποθεωτική υποδοχή. Αλλά στην πρύμη, οι Αξιωματικοί για να τον πειράξουν του έκαμαν ψυχρή κάπως υποδοχή. Και όταν ένας ανώτερος Αξιωματικός του είπε να καθίσει, ο Νικολός απάντησε με τον δικό του τρόπο, εμμέτρως: «Γελαστήκατε αν νομίσετε πως εδώ θα καθήσω αλλ' ούτε θα σας ευχηθώ ούτε και θα σας ευχαριστήσω, υποδοχή μου εκάματε ψυχρά και περιφρονημένη, μα όχι εγώ, αλλά εσείς θα βγήτε ζημιωμένοι. Πολλά σας είπα και θα σας αφήσω και στο "καμπούνι" με τους ναύτας θα γευματίσω, γιατί από την πλώρη ευχαριστήθην, ενώ από την πρύμην δυσαρεστήθην.» Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 393

«Βλέπω τον Αβέρωφ» «Μπρε γιοκ, Αβέρωφ μπατί (ο Αβέρωφ βούλιαξε)» μας τα έλεγε και ελληνοτουρκεμένα και γελάγαμε περισσότερο … «Αβέρωφ Εφέντιμ …» «Αβέρωφ; Ωχ αμάν, Σεϊτάν παπόρ, βιρ ντουγρού Ναγαρά (ολοταχώς για τον Ναγαρά)» Θα μας το είπε και 5 ή 6 φορές συνεχόμενα ο Νικολός, και δεν σταματούσαμε να γελάμε κάθε φορά … Από τα μεσάνυχτα της 9 προς 10, μέχρι τις 07.00 της Δευτέρας 10 Δεκέμβρη περιπολούσαμε μπροστά στα Στενά, ελπίζοντας να φανούν οι Τούρκοι. Στις 10.30 αγκυροβολήσαμε στην Τένεδο. Τα ίδια κάναμε και την επόμενη μέρα. Και τότε δεν σταματήσαμε στην Τένεδο, αλλά πλεύσαμε ανάμεσα στην Τένεδο και τα Τουρκικά παράλια με τα ανιχνευτικά στα δεξιά μας, όμως οι Τούρκοι φοβήθηκαν πάλι να φανούν. Έτσι, στις 16.10 γυρίσαμε στο Μούδρο. Το άλλο πρωί ξανακάναμε ανθράκευση για να είμαστε σε ετοιμότητα. Στις 16 του μηνός μάθαμε ότι ο νέος Τούρκος Ναύαρχος ύψωσε τη σημαία του στο «Τοργκούτ». Αλλά δεν άλλαξε και τίποτα. Στις 21 του Δεκέμβρη, πήραμε τηλεγράφημα του Δελαγραμμάτικα ότι ολοκληρώθηκε η κατάληψη της Χίου. Το Σάββατο 22 του Δεκέμβρη, βγήκαμε ξανά για περιπολία στα Στενά. Πλέαμε σε γραμμή παραγωγής όταν ήρθε το ραδιογράφημα του «Λέοντα» για «έξοδο Τουρκικού Στόλου». Λίγο αργότερα, άλλο σήμα ης από την «Σφενδόνη» που έλεγε ότι «Τουρκικός Στόλος κατέχει αυτήν θέσιν 3 Δεκεμβρίου». Στις 11.00 ο «Αβέρωφ» έπλευσε προς συνάντηση του εχθρού, που μόλις μας είδε ανέκρουσε πρύμνη και χάθηκε πάλι στα Στενά. «Στόλος εχάθη όπισθεν Ακρωτηρίου Κιλίντ Μπαχρ» έλεγε το νέο σήμα του «Λέοντα». Άντε πάλι πάνω κάτω, μήπως και τους δώσει θάρρος ο Αλλάχ, αλλά τίποτα … και είχε και κύματα μεγάλα … Στις 23, πάλι περιπολίες μήπως και φανούν, αλλά τίποτα … Και στις 24 πάλι ανθράκευση, να είμαστε έτοιμοι αν φανούν. Αλλά θα … σεβάστηκαν φαίνεται τα Χριστούης γεννα, ή τα κύματα ή τα κανόνια μας και έτσι το μόνο αξιοσημείωτο της 25 ήταν η δοξολογία. Την ανία του εορτασμού των Χριστουγέννων στην ανεμοδαρμένη Λήμνο και στις θάλασσες, μακριά από τα σπίτια μας, τη γλύκανε το παρακάτω σήμα του Ναυάρχου: «Προς τον Μοίραρχον και τους Κυβερνήτες του υπ’ εμέ Στόλου Λυπούμαι διότι τα αγαπητά γενναία πληρώματα του υπ’ εμέ Στόλου θα ανθρακεύουν κατά τας Αγίας αυτάς ημέρας. Αλλά έχω την πεποίθησιν ότι αγογγύστως θα υπομείνωσι πάσαν κόπωσιν, διότι τούτο γίνεται χάριν της Δόξης και του Μεγαλείου της αγαπητής μας Πατρίδος. Εκφράζω προς υμάς και άπαντας τους υφ’ υμάς την ευαρέσκειάν μου και τας ευχαριστίας μου και εύχομαι έτη πολλά και ευτυχή δια τα Χριστούγεννα. Ο Υποναύαρχος Αρχηγός ΚΟΥΝΤΟΥΡΙΩΤΗΣ» Στις 26 ήρθε και η «Σαπφώ», κουβαλώντας πυρομαχικά για όλο το Στόλο. Στις 29 Δεκεμβρίου, πάλι η γνωστή ρουτίνα, με μικρές παραλλαγές. Άπαρσις στις 08.25, ραδιογράφημα από τη «Θύελλα» για «έξοδο Τουρκικού Στόλου», άλλο από τον «Λέοντα» στις 11.35 ότι «Στόλος έστριψε αριστερά έξωθεν Φρουρίων» και πάλι φυγή σαν είδαν να πλησιάζουμε. Άντε πάλι περιπολίες πάνω κάτω μήπως ξαναβγούν, και μετά περιπολίες όλη νύχτα και την άλλη μέρα και τελικά ής επιστροφή στις 17.25 της 30 και νέα ανθράκευση στις 31 του Δεκέμβρη.

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 394

Οι Τούρκοι σκαρφίστηκαν να στείλουν ένα «δόλωμα» να παρασύρει τον «Αβέρωφ» σε κυνήγι, για να μπορέσει ο Στόλος τους να βγει στο Αιγαίο. Διάλεξαν το Καταδρομικό «Χαμιδιέ» με κυβερνήτη τον Ρεούφ Μπέη. Και την νύχτα της Πρωτοχρονιάς, με φουρτουνιασμένη θάλασσα και με τα ανιχνευτικά μας πλοία προσορμισμένα για προστασία στην Ίμβρο, το 616 «Χαμιδιέ» , μασκαρεμένο σε ρώσικο, βαμμένο άσπρο και με δύο ψεύτικα φουγάρα, βγήκε αθέατο από τα Στενά, έπλευσε προς τη Θράκη ακολουθώντας την παραλία, έκοψε νότια πριν τη Θάσο και μετά έβαλε πλώρη για τη Σύρο, με πλήρη συσκότιση. Από ένα σήμα που είχαν υποκλέψει οι Τούρκοι, γνώριζαν ότι στη Σύρο ήταν το επίτακτο «Μακε617 δονία» που είχε γυρίσει από τη Χίο και χρειαζόταν επισκευή πηδαλίου. Λίγο πριν από το μεσημέρι της Τετάρτης 2 του Γενάρη, το «Χαμιδιέ» έφτασε στο λιμάνι της Ερμούπολης και κάλεσε τον Κυβερνήτη του «Μακεδονία» Πλωτάρχη Π. Τσουκαλά να παραδώσει το πλοίο. Ο Τσουκαλάς δεν διακινδύνευσε μάχη, με τη σκέψη ότι μια τέτοια ενέργεια θα έβαζε σε κίνδυνο την πόλη. Διέταξε το πλήρωμα να ανοίξει τους κρουνούς κατάκλυσης και να βυθίσει το πλοίο, που κάθισε στον πάτο του λιμανιού, με την κορφή του να εξέχει από τη θάλασσα. Οι Τούρκοι το έβαλαν στο σημάδι. Έριξαν εναντίον του 52 βλήματα από τα οποία 46 βρήκαν στόχο, χωρίς όμως να προκαλέσουν μεγάλες ζημιές. Άλλες 20 βολές είχαν στόχο την μπαρουταποθήκη της Σύρου αλλά ευτυχώς αστόχησαν. Χτυπήθηκαν και πήραν φωτιά δύο σπίτια, ενώ σκοτώθηκε ένας άμαχος και 618 πληγώθηκαν άλλοι δύο. Το «Χαμιδιέ» δεν τόλμησε να μείνει άλλο και έφυγε για τη Μύκονο . 616

Το Χαμιδιέ (Hamidiye, προς τιμήν του Σουλτάνου Αμπντούλ Χαμίτ Β’), εκτοπίσματος 3.800 τόνων, ναυπηγήθηκε στα Αγγλικά ναυπηγεία Armstrong το 1903. Είχε μήκος 102 μ., πλάτος 14,5 μ., βύθισμα 5 μ., δύο ατμομηχανές 12.000 ίππων που του έδιναν ταχύτητα 23 κόμβων και οπλισμό 2 πυροβόλα των 152 mm, 8 των 127 mm, 6 των 75 mm και 2 τορπιλοβλητικούς σωλήνες. Διέθετε θωρηκτό κατάστρωμα πάχους 58 mm μέχρι 88 mm στη γέφυρα. Έφερε επίσης θωράκια πυροβόλων και φρεάτια πυριτιδαποθηκών πάχους 100 mm, καθώς και στεγανά διαφράγματα. Στις 6 Νοεμβρίου 1912, μαζί με δύο άλλα Τουρκικά πολεμικά βομβάρδισε την Βάρνα. Δύο ημέρες μετά, ακολούθησε η «ναυμαχία της Βάρνας», όπου συναντήθηκε με Βουλγαρικό στολίσκο Τορπιλοβόλων, τα οποία πλησιάζοντας σε γραμμή παραγωγής εξαπέλυσαν 4 τορπίλες εκ των οποίων οι 3 πέτυχαν την αριστερή πλευρά του και η τελευταία έπληξε το μηχανοστάσιο και κατέστρεψε το σύστημα πηδαλίου. Το «Χαμιδιέ» σώθηκε ρυμουλκούμενο από το «Τουργκούτ Ρέις» και μεταφέρθηκε στον Κεράτιο Κόλπο για την επισκευή. 617 Το Ατμόπλοιο Επιβατηγό «Μακεδονία» ανήκε στη ναυτιλιακή εταιρεία «Εθνική Ατμοπλοΐα της Ελλάδος» του Λεωνίδα Εμπειρίκου και ναυπηγήθηκε το 1912 στα Ναυπηγεία James Laing & Sons Ltd στο Σάντερλαντ της Αγγλίας. Είχε εκτόπισμα 6.333 τόνων γκρος, μήκος 422 πόδια και πλάτος 51 πόδια. Ήταν ατμοκίνητο, με δύο έλικες, δύο μεγάλους ιστούς και διώροφη υπερκατασκευή. Η ταχύτητά του έφθανε τους 17 κόμβους. Το παρθενικό του ταξίδι ξεκίνησε στις 5-4-1912, στη γραμμή Πειραιώς – Πατρών – Μασσαλίας – Κάδιξ – Νέας Υόρκης μεταφέροντας μετανάστες. Ήταν ένα από τα πρώτα Ελληνικά Υπερωκεάνεια. Μετά από κάποια ταξίδια και την έναρξη στο μεταξύ του πολέμου, η Ελληνική Κυβέρνηση αποφάσισε την επίταξη και τον εξοπλισμό του. Μετατράπηκε έτσι σε βοηθητικό Καταδρομικό (Εύδρομο), Οπλιταγωγό και Πλωτό Νοσοκομείο, με Κυβερνήτη τον Πλωτάρχη Π. Τσουκαλά. 618 Το «Χαμιδιέ», περιπλανήθηκε μήνες στις θάλασσες, με μοναδική αξιόλογη δράση αυτή στις 28 Φεβρουαρίου 1913. Την ημέρα εκείνη πλησίασε τις ακτές της Βορείου Ηπείρου και κανονιοβόλησε την εκεί Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 395

Ενώ το «Μακεδονία» ανελκύσθηκε μετά δέκα μέρες με δικά του μέσα, με απάντληση κυτών, και έπειτα έπλευσε στον Ναύσταθμο για επισκευές. Η επίθεση προβλημάτισε την Κυβέρνηση που έστειλε σήμα στον «Αβέρωφ» να κυνηγήσει το «Χαμιδιέ». Αλλά ο Κουντουριώτης αρνήθηκε. Εξήγησε ότι το «Χαμιδιέ» δεν ήθελε άλλο παρά να απομακρύνει τον Στόλο μας από τα Στενά, για να βγει ο Τουρκικός Στόλος στο Αιγαίο. Έστειλε πάντως τέσσερα Αντιτορπιλικά να κλείσουν τον δρόμο προς τη Σμύρνη για την περίπτωση που το «Χαμιδιέ» θα προσπαθούσε να καταφύγει εκεί. Δεν άργησε να φανεί πόσο δίκαιο είχε ο Ναύαρχός μας. Καθώς η ώρα της μεγάλης σύγκρουσης πλησίαζε, θυμόμουνα τις κουβέντες που κάναμε τα βράδια με άλλους Ναύτες. Οι Τούρκοι είχαν δύο μεγάλα θωρηκτά 10.000 τόνων, το «Χαϊρεντίν Βαρβαρόσσα» και το «Τουργκούτ Ρέις» με 6 πυροβόλα των 11 ιντσών και βαριά θωράκιση, δύο παλαιότερα θωρηκτά, το «Μεσσουδιέ» 9.000 τόνων με 2 πυροβόλα των 9,2 ιντσών και το παλιό και αργό «Ασσάρ-ι-Τεφίκ», 5.000 τόνων με 3 πυροβόλα των 5,9 ιντσών και δύο νεότευκτα και ταχύτατα ημιθωρηκτά εύδρομα, το «Χαμιδιέ» και το «Μετζητιέ». Η Ελλάδα είχε τον «Αβέρωφ», 10.000 τόνων με 4 πυροβόλα των 9,2 ιντσών, και τα τρία παλαιά ανακαινισμένα θωρηκτά «Ύδρα», «Σπέτσαι» και «Ψαρά», με 3 πυροβόλα των 10,8 ιντσών το καθένα. Μετράγαμε τα πλοία, μετράγαμε τους τόνους και τα πυροβόλα και μειονεκτούσαμε σε όλα. Στον αριθμό των κυρίων πλοίων, στα εκτοπίσματα, στις θωρακίσεις, στα πυροβόλα. Αλλά δεν ανησυχούσαμε! Είχαμε πληρώματα με ασύγκριτη ναυτική εμπειρία. Με υψηλότατο φρόνημα και ηθικό! Αλλά το μεγαλύτερο πλεονέκτημά μας ήταν ο Αρχηγός μας, ο Ναύαρχος Παύλος Κουντουριώτης. Ένας ευφυέστατος ναυτικός, που κουβαλούσε την βαριά κληρονομιά των προγόνων του, των μπουρλοτιέρηδων του 21, και μεγάλο πάθος για νίκη επί «του προαιώνιου εχθρού του γένους». Δεν γινόταν να μην νικήσουμε. Το ξέραμε κι εμείς, το ξέρανε και οι Τούρκοι! Οι Τούρκοι, νομίζοντας ότι ο «Αβέρωφ» είχε όντως απομακρυνθεί βάσει των διαταγών που είχε λάβει από την Κυβέρνηση, ετοιμάζονταν για έξοδο. Τη ης νύχτα της 4 Ιανουαρίου ο Πλοίαρχος Ταχίρ Μπέης επιβιβάσθηκε στο «Μετζητιέ» και επιχείρησε αναγνώριση μπροστά από τα Στενά. Στη συνέχεια επιβιβάσθηκε στη Ναυαρχίδα «Χαϊρεντίν Βαρβαρόσσα» και τέθηκε επί σερβική απόβαση, σκοτώνοντας 119 Σέρβους και τέσσερις Έλληνες, ναυτικούς στα πλοία που μετέφεραν την αποβατική δύναμη. Ένα ελληνικό φορτηγό βυθίστηκε. Στη βάση του το «Χαμιδιέ» μπόρεσε να επιστρέψει στις 10 Αυγούστου, όταν πια όλα είχαν τελειώσει. Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 396

κεφαλής του Τουρκικού Στόλου, υπό τον Ναύαρχο Ραμίζ Μπέη, που θέλοντας να ανορθώσει το ηθικό των ανδρών του, έφερε από το μουσείο της Κωνσταντινούπολης το λάβαρο του κουρσάρου Χαϊρεντίν Μπαρμπαρόσα, που είχε νικήσει τον Χριστιανικό στόλο του Αντρέα Ντόρια στην Πρέβεζα το 1538, στη μοναδική ναυμαχία που νίκησαν ποτέ Τούρκοι και γι’ αυτό την τιμούν με κάθε τρόπο, και το ύψωσε στον ιστό της Ναυαρχίδας του που έφερε και το ίδιο όνομα. Το «κόλπο» του έπιασε και οι Τούρκοι ξεθάρρεψαν, προς μεγάλη χαρά του Ναυάρχου μας. Και με το κατακόκκινο και χρυσοκεντημένο με ρητά από το Κοράνι λάβαρο να ανεμίζει, ξεκίνησαν να δοκιμάσουν ξανά την τύχη τους. Στις 08.20 το πρωί της 5ης Ιανουαρίου 1913, όπως είχε συμβεί και στη ναυμαχία της Έλλης, ήταν και πάλι ο «Λέων» που τηλεγράφησε στον Μούδρο: «Ολόκληρος ο Στόλος εξέρχεται». Αλλά τώρα ήταν η σειρά του Κουντουριώτη να ρίξει τα δικά του «δολώματα». Ήξερε ότι η τακτική των Τούρκων ήταν να τον παρασύρουν πάλι σε ναυμαχία κοντά στα Στενά, για να έχουν και την προστασία των επακτίων πυροβόλων τους. Η τακτική αυτή είχε αποδώσει εν μέρει στη ναυμαχία ης της 3 Δεκεμβρίου στην Έλλη, καθώς οι Τούρκοι μόλις «είδαν τα σκούρα» υποχώρησαν αμέσως και η μάχη κράτησε λιγότερο από μία ώρα. Σε μία ώρα ο Κουντουριώτης δεν προλάβαινε να καταστρέψει τον εχθρικό Στόλο. Έπρεπε να τους παρασύρει σε μάχη στα ανοιχτά. Να τους κάνει να πιστέψουν ότι ήταν μακριά κυνηγώντας το «Χαμιδιέ», ώστε να ξεθαρρέψει ο Τούρκος Ναύαρχος και να κατέβει να χτυπήσει τον Μούδρο! Εκεί λοιπόν που περιμέναμε όλοι την εντολή για «άπαρση», ο Κουντουριώτης έδωσε εντολή στα πληρώματα να προγευματίσουν! Και κάθισε και ο ίδιος στο τραπέζι, μαζί με τους Αξιωματικούς του που απορούσαν. Το κόλπο έπιασε και οι Τούρκοι πήραν πορεία προς το Μούδρο, με τα ανιχνευτικά μας να παρακολουθούν από ασφαλή απόσταση. Η εντολή για «άπαρση» δόθηκε τελικά στις 09.45 και ο Στόλος εξέπλευσε από το Μούδρο. Και παίρνοντας πορεία νοτιανατολική, συναντήθηκε με τον «Λέοντα» και την «Ασπίδα» κοντά στο ακρωτήριο Ειρήνη της Λήμνου. Στην Τουρκική διάταξη, που πλησίαζε ανυποψίαστη για να βομβαρδίσει τον Ναύσταθμο, ήταν μπροστά το «Μετζητιέ» και πίσω ακολουθούσαν σε κάποια απόσταση τα Θωρηκτά τους, σε «γραμμή παραγωγής». Μόλις το «Μετζητιέ» έφτασε κοντά στο ακρωτήριο Ειρήνη, ήρθε αντιμέτωπο με τον Ελληνικό Στόλο, που είχε μπροστά τον «Αβέρωφ». Το Τουρκικό πλοίο έστειλε με τον ασύρματό του το σήμα «Αβέρωφ – Αβέρωφ» και έκανε αμέσως μεταβολή, γυρεύοντας προστασία στα Τουρκικά Θωρηκτά. Οι Τούρκοι την «είχαν πατήσει» και είχαν αιφνιδιαστεί. Και τώρα δεν είχαν ούτε την ταχύτητα ούτε τα περιθώρια για να μας ξεφύγουν! Η μάχη που ήθελε ο Κουντουριώτης θα γινόταν με τους δικούς του όρους! Ο καιρός ήταν θαυμάσιος και η θάλασσα γαλήνια και η ατμόσφαιρα πεντακάθαρη, ιδανική «μέρα για κυνήγι», όπως είπε ένας νεαρός Αξιωματικός στη Γέφυρα. Βλέπαμε καθαρά όλα τα γύρω νησιά, καθώς και τα Μικρασιατικά παράλια. Στα νότια βλέπαμε ακόμη και τα ιστορικά Ψαρά. Νοιώθαμε δίπλα μας τις ψυχές των μεγάλων Ψαριανών Ναυμάχων του 21. Σήμανε «Πολεμική Έγερση» και ο Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 397

Ναύαρχος έστειλε σήμα στα πληρώματα όλων των πλοίων μας: «Ο Ναύαρχος εύχεται καλήν ημέραν εις τα γενναία επιτελεία και πληρώματα». Τα «Ζήτω!» μας ακούστηκαν ως την Ασία. Οι Τούρκοι στρέψανε νοτιοδυτικά και ο Στόλος μας πήρε «συγκλίνουσα πορεία», από απόσταση 16.000 μέτρων. Οι δύο Στόλοι προσπαθούσαν με ελιγμούς να «διασταυρώσουν το Τ» του αντιπάλου. Η απόσταση μειωνόταν συνεχώς και στις 11.30 ήταν περίπου 9.000 μέτρα. Βλέπαμε στον ιστό της εχθρικής Ναυαρχίδας να ανεμίζει μια τεράστια κοκκινόχρυση σημαία. Την ώρα εκείνη δεν μας έκανε μεγάλη εντύπωση, καθώς όλες οι ομοχειρίες ετοιμάζονταν πυρετωδώς για τη μάχη. Στις 11.34, από απόσταση 8.400 μέτρων, τα εχθρικά πλοία άνοιξαν πυρ, που και πάλι ήταν άστοχο. Το δικό μας όμως ήταν εύστοχο και ταχύ. Από την αρχή φάνηκε ότι όλα τα πλοία τους σημάδευαν τον «Αβέρωφ». Εμείς αντίθετα είχαμε μοιράσει τα πυρά μας: Ο «Αβέρωφ» και το «Σπέτσαι» σημάδευαν το «Μπαρμπαρόσα», ενώ το «Ύδρα» και το «Ψαρά» έριχναν στο «Τουργκούτ Ρέις» και το «Μεσσουδιέ». Καθώς η απόσταση μειώθηκε στα 6.500 μέτρα, είχαμε τις πρώτες μεγάλες επιτυχίες: Στις 11.55, ένα βλήμα των 10,8 ιντσών από το «Ύδρα» πέτυχε το κεντρικό πυροβολείο του «Μεσσουδιέ». Η βαριά διατρητική οβίδα διαπέρασε τη θωράκιση και έσκασε ανάμεσα στα στοιβαγμένα πυρομαχικά. Η φοβερή έκρηξη που ακολούθησε σκότωσε ή τραυμάτισε όλους τους υπηρέτες των πυροβόλων. Αχρηστευμένο και βαριά πληγωμένο το «Μεσσουδιέ» έστρεψε αργά προς τα Στενά, μέσα σε πυκνούς καπνούς από τις πυρκαγιές που είχαν ξεσπάσει. Στις 11.59, μία ομοβροντία του «Αβέρωφ» σάρωσε το «Μπαρμπαρόσα» ολόσωμα. Ξεσπάσαμε όλοι σε φοβερές 619 ζητωκραυγές, καθώς είδαμε ένα βλήμα να χτυπάει τον μεσαίο Πύργο των 11 ιντσών , κι ένα άλλο να κόβει τον ιστό του, στέλνοντας το ιστορικό λάβαρο στο βυθό του Αιγαίου και καταρρακώνοντας το ηθικό των Τούρκων. Άλλα βλήματα χτύπησαν το λεβητοστάσιο και τις υπερκατασκευές. Εκτός μάχης και το «Μπαρμπαρόσα», έστρεψε κι αυτό προς βορρά. Τρία λεπτά μετά, στις 12.02, έστρεψε και το «Τουργκούτ Ρέις», που δεν φαινόταν να έχει σοβαρές ζημιές. Αλλά καθώς προσπάθησε να καλύψει την υποχώρηση, συγκέντρωσε πάνω του όλα τα πυρά μας. Οι πυροβολητές μας, σαν σε γυμνάσια, στέλνανε τις οβίδες μία πίσω από την άλλη στο πρώην Γερμανικό Θωρηκτό. Έπεσε η μπροστινή τσιμινιέρα, καταστράφηκε η πρυμναία γέφυρα, καταστράφηκαν και δύο δευτερεύοντα πυροβόλα του ανατινάχτηκαν! Μια οβίδα πέρασε τα καταστρώματα και έφτασε στο λεβητοστάσιο, σκορπίζοντας τον θάνατο και πλημμυρίζοντάς το. 620 Το πλοίο είχε γίνει κόσκινο και άρχισε να παίρνει κλίση . Ο Ραμίζ Μπέης έστειλε σήμα γενικής φυγής: «Επιστρέψατε ολοταχώς στα Στενά, έκαστος για τον εαυτό του». Ο «Αβέρωφ» ξεκίνησε και πάλι τη μοναχική του πορεία, σηκώνοντας για μια ακόμη φορά το σήμα «Ζ», αφού τα άλλα πλοία μας δεν μπορούσαν να ακολουθήσουν. Καταδιώκαμε τον εχθρό «πάση δυνάμει», με ταχύτητα 23

619

(από την έκρηξη σκοτώθηκαν και οι 35 άνδρες του Πύργου) Τιμής ένεκεν, αναφέρουμε τα ονόματα των πυροβολητών του «Αβέρωφ»: Διευθυντής Πυροβολικού: Αντιπλοίαρχος Δραγάτσης. Αξιωματικοί επί των αποστάσεων: Κολιαλέξης και Βαλασάκης. Σκοπευτές: Παν. Παπαθεοχάρης (1ος Πύργος), Δ. Κοτσαράπης, Ματθ. Βαφέας (2ος), Γ. Χάλαρης, Κ. Χατζησταύρου, Λ. Κοχίλας (3ος), Γ. Μέξης, Γ. Χριστοδούλου (4ος), Ι. Ράκκας, Κ. Πέπας (5ος) και Μ. Ρόχας, Α. Σέρφου (6ος) 620

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 398

μιλίων, αφήνοντας πίσω τα γέρικα Θωρηκτά μας, που παρά τις ηρωικές προσπάθειες των μηχανικών τους, πιάνανε μόλις 15 μίλια. Αλλά ο «Αβέρωφ» με τον Κουντουριώτη αρκούσαν. Ελισσόμασταν συνεχώς δεξιά και αριστερά για να ρίχνουμε εναλλάξ με τα πυροβόλα της μιας και της άλλης πλευράς, ώστε να μην ανάψουν όπως είχε γίνει στην Έλλη. Ο Τούρκος Ναύαρχος βλέποντας ότι το «Τουργκούτ Ρέις» πήρε κλίση, επιχείρησε να το καλύψει με το δικό του πλοίο. Ήταν μία γενναία ενέργεια, αλλά σαν αποτέλεσμα, η Τουρκική Ναυαρχίδα δέχθηκε αυτή το σφυροκόπημα του «Αβέρωφ». Ο πρυμναίος δίδυμος Πύργος των 11 ιντσών χτυπήθηκε και αχρηστεύτηκε, αφήνοντάς την ουσιαστικά άοπλη. Άλλα βλήματα διέλυσαν τους ανελκυστήρες άνθρακος, την τραπεζαρία των Αξιωματικών και το Αναρρωτήριο. Ένα άλλο βλήμα πέρασε στο τορπιλλοστάσιο, σκοτώνοντας τους χειριστές, αλλά σαν από θαύμα δεν ανατινάχθηκαν οι τορπίλες. Σε όλο αυτό το διάστημα της ναυμαχίας, ο «Αβέρωφ» δέχθηκε μόνο δύο βλήματα των 11 ιντσών από το «Μπαρμπαρόσα» που όμως προκάλεσαν μικρές μόνο ζημιές και μόνο τρεις τραυματίες. Μια που αναφέρθηκα στους τραυματίες, θα προσθέσω ότι η πρώτη μετά την μάχη διαταγή του Κουντουριώτη ήταν να γίνει αυστηρός ιατρικός έλεγχος σε όλο το πλήρωμα, γιατί παρ’ όλο που είχαμε δεχτεί τρία βλήματα, στο Ιατρείο δεν είχε παρουσιαστεί ούτε ένας τραυματίας. Και επειδή στην προηγούμενη ναυμαχία είχαμε τραυματίες που απέκρυψαν τα τραύματά τους για να μην φύγουν από το πλοίο, ο Ναύαρχος δεν ήθελε να επαναληφθεί το ίδιο. Ο ιατρικός έλεγχος του πληρώματος αποκάλυψε ότι είχαμε 3 τραυματίες, που δεν είχαν εμφανιστεί στο Ιατρείο! Σαράντα πέντε λεπτά κράτησε το μαρτύριο των Τουρκικών πλοίων, μέχρι τις 14.30 που βρήκανε καταφύγιο στα Στενά. Αλλά και τότε ακόμη, τα πλαϊνά μας πυροβόλα των 7,5 ιντσών στείλανε ένα βλήμα να καταστρέψει τον μεσαίο Πύργο του «Τοργκούτ Ρέις». Σε όλη τη διάρκεια της ναυμαχίας, τα Ελληνικά πλοία ρίξανε συνολικά 800 βλήματα. Το «Μπαρμπαρόσα» δέχτηκε πάνω από 20 πλήγματα και είχε 75 νεκρούς και 130 τραυματίες, ενώ τα περισσότερα πυροβόλα του βγήκαν εκτός μάχης. Το «Τουργκούτ Ρέις» δέχθηκε 17 πλήγματα και είχε σοβαρή εισροή υδάτων και 9 νεκρούς και 49 τραυματίες. Το πυροβολείο του «Μεσσουδιέ» καταστράφηκε ολοσχερώς και είχε 68 νεκρούς και τραυματίες από το πλήρωμά του. Στην Τουρκία κηρύχτηκε ημέρα πένθους. Οι Τούρκοι δεν τόλμησαν να ξεμυτίσουν ξανά από τα Στενά. Χρειάστηκαν εκτεταμένες επισκευές και πάνω από 6 μήνες εργασιών από Γερμανούς τεχνικούς για να ξαναγίνει αξιόμαχος ο Τουρκικός στόλος. Από τα 800 περίπου βλήματα που εκτόξευσαν οι Τούρκοι μόνο τρία συνολικά έπληξαν τον «Αβέρωφ», προξενώντας επιφανειακές ζημιές, ενώ δεν χτυπήθηκε κανένα άλλο Ελληνικό πλοίο. Ο Τούρκος Αρχηγός Στόλου απολογήθηκε λέγοντας: «Πρέπει να είχαν Άγγλους εκπαιδευτές πυροβολητές οι Έλληνες. Αυτή τη φορά, τα πυρά τους ήταν καταιγιστικά. Εμείς τα περιμέναμε όπως στα Δαρδανέλια αλλ’ αυτοί χτυπούσαν με τρομερή ταχύτητα». Η διαφορά βρισκόταν αλλού: Στη ναυμαχία της Έλλης, τα κανόνια του «Αβέρωφ» είχαν μπλοκάρει από υπερθέρμανση. Στη ναυμαχία της Λήμνου, το πλοίο έβαλε μία με την αριστερή, μία με τη δεξιά πλευρά, για να μην υπερθερμανθούν πάλι τα πυροβόλα και ξανακολλήσουν. Ο Υπουργός Στρατιωτικών και Ναυτικών της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, Ναζίμ, ενημέρωσε τον Μεγάλο Βεζύρη στο έκτακτο Υπουργικό Συμβούλιο: «Ο Στόλος ενήργησε παν το δυνατόν και ουδέν πλέον δύναται να αναμένει η πατρίς από θαλάσσης». Στις 10 Ιανουαρίου 1913, πραξικόπημα των Νεότουρκων ανέτρεψε την Τουρκική στρατιωτική ηγεσία. Ο νέος Τούρκος Αρχηγός του Στόλου Ταχίρ Μπέης, δήλωσε: Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 399

«Ο ‘‘Αβέρωφ’’ απέδειξε ότι οι πόλεμοι δεν κερδίζονται από τα όπλα αλλά από αυτούς που τα χειρίζονται. Γνωρίζω ότι είχαμε συγκεντρώσει όλο μας το πυρ κατά του ‘‘Αβέρωφ’’. Το αποτέλεσμα 621 της ναυμαχίας της Λήμνου απέδειξε την μεγάλη ναυτική αλήθεια ότι η ποιότητα του εμψύχου υλικού είναι η κυριαρχούσα. Τρία (αξιόμαχα) σκάφη εμείς εναντίον του ‘‘Αβέρωφ‘‘. Ένας εκείνος εναντίον ημών. Ιδού το αποτέλεσμα.» Και στις 24 Ιανουαρίου 1913 ο Ταχίρ Μπέης υπέβαλε απ’ ευθείας στον Σουλτάνο Μεχμέτ Ε΄ ειδικό υπόμνημα στο οποίο περιέγραφε τα χάλια του Οθωμανικού Στόλου κατά τη ναυμαχία, τόσο από έλλειψη εκπαίδευσης Αξιωματικών και Ναυτών, όσο και από την κακή συντήρηση των πλοίων, καταλογίζοντας τεράστιες ευθύνες στην προηγούμενη ηγεσία και διατυπώνοντας την άποψη ότι ήταν αδύνατον πλέον υπό εκείνες τις συνθήκες να συνεχιστούν οι κατά θάλασσα επιχειρήσεις με τους Έλληνες. Η απόσυρση του Οθωμανικού Στόλου στο Ναύσταθμο για επισκευές επιβεβαιώθηκε από τον Ανθυποπλοίαρχο Μιχαήλ Μουτούση και το Σημαιοφόρο Αριστείδη Μωραϊτίνη στις 24 Ιανουαρίου, όταν σε μία πρωτοποριακή πτήση Ναυτικής Συνεργασίας με υδροπλάνο Astra εντόπισαν τον εχθρικό Στόλο στη ναυτική βάση Nagara. Κατά τη διάρκεια της πτήσης τους σχεδίασαν ένα ακριβές διάγραμμα των θέσεων του Οθωμανικού Στόλου, εναντίον του οποίου 622 έριξαν και 4 βόμβες .

621

(Στα Τουρκικά «Mondros Deniz Muharebesi» Περισσότερες πληροφορίες και λεπτομέρειες για την πτήση αυτή, στο Παράρτημα με τίτλο «Δημιουργία Αεροπορίας» 622

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 400

Ναυμαχία της Λήμνου – τα παραλειπόμενα (Διήγηση του Θεμιστοκλή)

Σας διηγήθηκα ήδη πολλά για τη ναυμαχία. Αλλά μια ναυμαχία δεν είναι μόνο ελιγμοί και κανονιές και τακτικές και αποστασιομετρήσεις. Ούτε είναι μόνο ζημιές και απώλειες. Μια ναυμαχία, όπως κάθε μάχη, είναι γεμάτη κι από μικρές ανθρώπινες ιστορίες, σαν αυτές που θα σας διηγηθώ τώρα. Ιστορίες που κρύβουν ένα σωρό αισθήματα, μικρά, μεγάλα, μεγαλειώδη … Και σκέψεις και πράξεις που δεν γράφονται σε καμία ιστορία. Αλλά δεν γίνεται να καταλάβει κανείς την Ιστορία, να την νοιώσει πραγματικά, αν έχει την εντύπωση ότι μια ναυτική μάχη έχει μόνο ήρωες και δειλούς, Ναύτες και Ναυάρχους, πλοία και κανόνια. Στην πραγματικότητα, αν βγάλουμε τις απώλειες, έχει πολλές ομοιότητες με τις μάχες που δίνουμε κάθε μέρα, στη ζωή μας, στη δουλειά μας, στην κοινωνία μας. Μόνο αν μπορέσει κανείς να δει με τέτοια ματιά μια μάχη, θα μπορέσει 623 να την καταλάβει πραγματικά. Έλεγε κάποιος ότι «πόλεμος είναι η συνέχεια της πολιτικής με άλλα μέσα». Ε, κι εγώ σας λέω ότι «μια μάχη με όπλα είναι σαν τις μάχες της ζωής μας, αλλά με άλλα μέσα» ... Σαν τις μεγάλες αλλά και σαν τις πολύ μικρές μάχες της ζωής μας … Και θα ξεκινήσω από τα πιο απλά. Από το ότι σαν τελείωσε η ναυμαχία και οι κανονιές και οι καταδιώξεις, σαν μειώθηκε η αδρεναλίνη που γέμιζε τις φλέβες μας, τότε το μυαλό ξέχασε αυτομάτως τακτικές και κινδύνους και κούραση σωματική και το μόνο που απέμεινε ήταν ένα άδειο στομάχι … Μετά από έξι ώρες κλείσιμο σε πύργους πυροβόλων, λεβητοστάσια και θωρακισμένα υποφράγματα, ξεχυθήκαμε όλοι στα καταστρώματα και τα διαμερίσματα του πλοίου. Και σαν αραίωσε η μυρωδιά του κορδίτη και των πυρωμένων μετάλλων, περιμέναμε να μυρίσουμε φαΐ … Η μάχη μας άνοιξε θαρρείς την όρεξη, και ούτε που πήγε το μυαλό μας ότι στη διάρκεια της μάχης δεν δούλευαν κουζίνες και μάγειροι. Γιατί δεν μύριζε φαγητό; Μας έπιασε ανησυχία! «Μωρέ μήπως έπαθε τίποτα η αποθήκη;» Μια χαρά ήταν η αποθήκη, ανέγγιχτη, δόξα τω Θεώ … Κι όχι μόνο αυτό, ο Αποθηκάριος, ο κ. Κοναρίνος, με διαταγή του Ναυάρχου, είχε αφήσει για πρώτη φορά τις πόρτες ανοιχτές και αφύλακτες! «Παιδιά, μπείτε μέσα ελεύθερα, σήμερα είναι όλα δικά σας! Πάρτε και φάτε ό,τι βρείτε!» Τι ήταν να πει τέτοιο πράγμα … Ψωμιά, γαλέτες, εληές, κρεμμύδια, ότι βρίσκαμε μπροστά μας λεηλατήθηκε! Και ήταν λεηλασία μετά μουσικής. Γιατί μπορεί ως τότε ο Ναύαρχος να αγαπούσε πιο πολύ τη μουσική των κανονιών και όχι τις τρομπέτες, αλλά σαν ήρθε σε μας η όρεξη για φαγητό, αυτουνού του ήρθε η όρεξη για μουσική! Και καθώς γύρω μας στριφογύριζαν πανηγυρίζοντας όλα τα πλοία του Στόλου, μικρά και μεγάλα, αυτός είχε ξαφνική έμπνευση και έδωσε την εντολή: «Πείτε σε κείνους τους μουσικούς … τι κάθονται; Γρήγορα στο κατάστρωμα με τα όργανά τους! Να αρχίσουν να παίζουν μέχρι να σκάσουν τα πνευμόνια τους!» Τρέξανε οι μουσικοί στο θάλαμο των οργάνων και τι να δουν … Θραύσματα οβίδας είχαν χτυπήσει τα περισσότερα. Αλλά πώς να πουν στον Ναύαρχο για την αβαρία … Ότι ζημιές είχαμε πάθει στο πλοίο, όλες είχαν αρχίσει να επισκευάζονται ήδη. Αρκετές σκοτούρες είχε ο Ναύαρχος στο κεφάλι του. Αν του λέγανε πως δεν δούλευαν τα τρομπόνια και τα τούμπανα, μπορεί να άρχιζε τα … Αρβανίτικα … Έχυσε πολύ ιδρώτα ο κ. Μιχάλης Σπινέλλης, ο Κεφαλλονίτης Αρχιμουσικός του πλοίου μας, αλλά σε χρόνο μηδέν επισκευάστηκαν όλα πρόχειρα και σε λίγη ώρα παίζανε 623

(Κλαούσεβιτς) Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 401

εμβατήρια! Και το πάθος των πνευστών ήταν τόσο, που λες και εκτελούσαν κατά γράμμα την εντολή του Ναυάρχου για σκάσιμο των πνευμονιών τους … Στη διάρκεια της μάχης, ενώ όλοι ήταν στα θωρακισμένα διαμερίσματα του πλοίου, ο Ύπαρχος κ. Βούλγαρης, είχε μείνει στο κατάστρωμα και «βολτάριζε», μαζί με τον ακόλουθό του, το Ναύτη Γ. Σελίμη από την Σκύρο, ενώ γύρω σφύριζαν τα εχθρικά βλήματα. «Κύριε Ύπαρχε, δεν έρχεστε μέσα να προφυλαχθείτε;» του φώναξε ο Υποπλοίαρχος κ. Παπαλεξόπουλος. «Δεν με πιάνουν εμένα οι σφαίρες, γιατί είμαι καλός άνθρωπος …» απάντησε εκείνος γελώντας, και συνέχισε τις βόλτες του. Σαν τελείωσε η μάχη, στείλαμε σήμα στο Υπουργείο Ναυτικών ότι «η νίκη ήτο τελεία». Έτσι, Λακωνικά. Μα αυτοί θέλανε λεπτομέρειες και ζητούσαν να μάθουν περισσότερα. Ο Ναύαρχος δεν καταλάβαινε από τέτοια. Είπε στον τηλεγραφητή να στείλει άλλο μήνυμα: «Αφού σας είπαμε “τελεία”, τι περισσότερες πληροφορίες θέλετε;» Και είχε απόλυτο δίκιο. Αφού εμείς δεν είχαμε σχεδόν καθόλου ζημιές ή απώλειες, και αφού οι Τούρκοι πάθανε τόσες που δεν ξαναφάνηκαν ποτέ, αυτό δεν είναι η «τελεία νίκη»; Τι άλλο είναι; Δεν είναι τέλεια η νίκη όταν πετυχαίνεις τον σκοπό σου και μάλιστα χωρίς απώλειες; Μήπως δεν ήξεραν στο Υπουργείο ποιος ήταν ο σκοπός του «Αβέρωφ»; Η θαλάσσια κυριαρχία, αυτός δεν ήταν ο σκοπός; Και ένα παραλειπόμενο από την πρώτη ναυμαχία. Σε εκείνη σκοτώθηκε, όπως είπαμε ήδη, ο 624 Οιακιστής Κελευστής Νικόλαος Κουτσιντζάρης από την Πάρο. Δύο οβίδες, που μάλλον ήρθαν από την ακτή, είχαν χτυπήσει το επίστεγο του πλοίου, σκοτώνοντάς αυτόν και τραυματίζοντας τους Ναύτες Στούμπο και Δρούδε. Πριν τη ναυμαχία, είχε πει σους άλλους Οιακιστές ότι στον κωμό του είχε φυλαγμένες 100 δραχμές. «Αν σκοτωθώ, να πάρετε τις 100 δραχμές, να κρατήσετε τα 50 για να πιείτε για την ψυχή μου, και τις άλλες 50 να τις στείλετε στην οικογένειά μου». Σαν τελείωσε η μάχη, οι Οιακιστές πήγαν να βρουν τις 100 δραχμές, με σκοπό να τις στείλουν όλες στην οικογένειά του. Αλλά μία οβίδα που είχε χτυπήσει το κατάστρωμα της πλώρης, είχε καταστρέψει τα πάντα και δεν 625 βρισκόταν τίποτα . Οι Οιακιστές, συγκινημένοι, έκαναν έρανο και στείλανε αυτοί τις εκατό δραχμές, και μετά την κηδεία, που έγινε την άλλη μέρα στο Μούδρο, ήπιανε και στην ψυχή του μακαρίτη άλλες πενήντα …

624

(Ίσως και Κατζηρτζάρης) (Στην εικόνα, σκίτσο του Κ. Αλεξανδρή, με θέμα τις ζημιές στο διαμέρισμα του πληρώματος, από την εχθρική οβίδα) 625

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 402

Σχόλια του τύπου και μαρτυρίες για τη Ναυμαχία της Λήμνου Από το Αγγλικό Πρακτορείο ειδήσεων «Central News» διανεμήθηκε η παρακάτω περιγραφή της ναυμαχίας, που δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «ΕΣΠΕΡΙΝΗ» του Π. Γιάνναρου, την Τετάρτη 9 Ιανουαρίου 1913. «Καθ’ όλην την νύχτα της Παρασκευής προς το Σάββατον, Τουρκικόν καταδρομικόν συνοδευόμενον και παρ’ αντιτορπιλλικού, έκαμε αναγνωρίσεις περί την είσοδον των Δαρδανελίων αναζητούν τον Ελληνικόν στόλον, ο οποίος όμως ευρίσκετο εν αναμονή κεκρυμμένος εις Λήμνον. Τα δύο Ελληνικά ανιχνευτικά, τα οποία εφρούρουν παρά την είσοδον με φανούς εσβεσμένους ώστε να μη τα διακρίνει το Τουρκικόν καταδρομικόν, ανεκοίνωσαν διά του ασυρμάτου τα συμβαίνοντα εις την Ελληνικήν ναυαρχίδα. Όταν το Τουρκικόν καταδρομικόν πεισθέν τελείως εκ της αναγνωρίσεως την οποίαν ενήργησεν, ότι ο Ελληνικός στόλος δεν υπήρχεν ουδαμού, αποπλεύσας προφανώς εις καταδίωξιν του τολμηρού "Χαμηδιέ” το οποίον τρεις ημέρας πρότερον είχε βομβαρδίσει την Σύρον, ανήγγειλεν εις τον εντός των στενών Τουρκικόν στόλον, ότι ο Ελληνικός δεν διεκρίνετο πουθενά και ως εκ τούτου την επομένην πρωίαν όλη η Τουρκική αρμάδα έκαμε την εμφάνισίν της προ των Δαρδανελλίων. Ολίγον κατόπιν η αρμάδα συνισταμένη εκ των θωρηκτών "Τουργούτ Ρέις”, "Βαρβαρόσσας”, "Μεσσουδιέ”, "Ασσάρι-Τεφήκ” και του καταδρομικού "Μετζητιέ” μαζί με 13 άλλα αντιτορπιλλικά και τορπιλλοβόλα, αφήκε δια πρώτην φοράν την σκέπην των φρουρίων και έπλευσε βορειοδυτικώς προς την Ίμβρον, είτα δ’ έστρεψε πρώραν προς νότον προς την Λήμνον. Ηγουμένων των θωρηκτών "Τουργούτ-Ρέις” και "Βαρβαρόσσας”, των λοιπών αποτελεσάντων την δευτέραν γραμμήν, ο Τουρκικός στόλος έφθασε εις σημείον τι νοτιοδυτικώς της Τενέδου, όταν ο Ελληνικός στόλος αφήκε το αγκυροβόλιόν του πλέων προς συνάντησιν του εχθρού. Ο Έλλην ναύαρχος κ. Κουντουριώτης διά σήματος από της ναυαρχίδος του ανεκοίνωσεν εις τα επιτελεία και τα πληρώματα ότι "το παν εξαρτάται εκ του αποτελέσματος της σημερινής ημέρας δια την αγαπημένην πατρίδα. Φανήτε λέοντες”. Τα τέσσερα Ελληνικά θωρηκτά "ΑΒΕΡΩΦ”, "ΥΔΡΑ”, "ΣΠΕΤΣΑΙ” και "ΨΑΡΑ” απετέλεσαν την πρωτοπορείαν με οκτώ ανιχνευτικά και αντιτορπιλικά τον "ΛΕΟΝΤΑ”, τον "ΠΑΝΘΗΡΑ”, τον "ΙΕΡΑΚΑ”, τον "ΑΕΤΟΝ”, την "ΣΦΕΝΔΟΝΗΝ”, την "ΝΑΥΚΡΑΤΟΥΣΑΝ”, την "ΑΣΠΙΔΑ” και την "ΝΙΚΗΝ” ερχόμενα κατόπιν. Με πυκνόν μαύρον καπνόν προερχόμενον από τας καπνοδόχους των, ο οποίος ημαύρωσε τον κρυστάλλινον ουρανόν, εκεί όπου η βαθυκύανος θάλασσα του Αιγαίου στίζεται υπό των νήσων

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 403

της Λήμνου και της Τενέδου, οι στόλοι του Σταυρού και της Ημισελήνου ώρμων κατ’ αλλήλων διεκδικούντες ο εις από τον άλλον την νίκην. Τα δύο Ελληνικά αντιτορπιλλικά "Λέων” και "Ασπίς”, τα οποία είχον διαταγήν να ευρίσκονται εις επαφήν μετά του εχθρού, αλλ’ εκτός βολής πάντοτε, εθεάθησαν διευθυνόμενα προς την Ελληνικήν ναυαρχίδα καταδιωκόμενα υπό του καταδρομικού "Μετζητιέ”. Αλλά και τούτο όταν έφθασεν εντός βολής από του Ελληνικού στόλου, εσταμάτησε και ανέμενε τα Τουρκικά θωρηκτά συνοδευόμενα υπό των δύο καταδρομικών και επτά αντιτορπιλικών, ενεφανίσθησαν και έλαβαν θέσεις πλέοντα παραλλήλως προς τας του Ελληνικού στόλου. Την πρώτην βολήν έρριψαν οι Τούρκοι ακριβώς την 11 και 30′, εξ αποστάσεως εννέα χιλιομέτρων και δύο λεπτά κατόπιν απήντησεν η Ελληνική ναυαρχίς. Η μάχη ήρχισεν από της πρώτης στιγμής με πείσμα ασύνηθες, και βρονταί των βαρέων πυροβόλων καθίσταντο από στιγμής εις στιγμήν ισχυρότεραι, όσον το πυρ επυκνούτο επί πλέον καθιστάμενον μάλλον καταστρεπτικόν ως εκ της πλησιεστέρας αποστάσεως. Ο Έλλην ναύαρχος είχε δώσει εκ των προτέρων διαταγάς εις τα τρία άλλα θωρηκτά να φυλάσσουν τας βολάς των, μέχρις ότου φθάσουν εις απόστασιν εκ της οποίας θα έφερον αποτελέσματα. Πολλαί οβίδες έπεσαν επί της Τουρκικής ναυαρχίδος και του "Βαρβαρόσσα”, αμφότερα δε τα σκάφη επί ώραν ήσαν κεκαλυμμένα υπό καπνού προερχομένου από τας εκρήξεις και την πυρκαϊάν. Το ταχύ και ευθύ πυρ των Ελλήνων πυροβολητών απεδείχθη κατα­στρεπ­τι­κώτατον διά τους Τούρκους, εις τρόπον ώστε την 12 και 38′ ο εχθρός έκαμε προς δεξιά διευθυνόμενος εν πάση ταχύτητι αλλά και εν μεγίστη αταξία προς τα στενά, καταδιωκόμενος δε υπό των νικητών Ελλήνων. Ο Τουρκικός στόλος οριστικώς και τελεσιδίκως ενικήθη και υπεχώρει εν αναπήρω καταστάσει εκάστου πλοίου χρησιμοποιούντος παν δυνατόν μέσον όπως διαφύγη και φθάση υπό την σκέπην των φρουρίων μόνον δε που και που έβαλον με τα τηλεβόλα της φυγής. Η Ελληνική ναυαρχίς ηγείτο της καταδιώξεως, αναπτύσσουσα όλην αυτής την ταχύτητα και βάλλουσα διαρκώς, με καταστρεπτικά δε αποτελέσματα, κατά των υποχωρούντων Τουρκικών πλοίων, τα οποία, τώρα πλέον έτρεχαν απηλπισμένα ποίον να πρωτοφθάση τα στενά. Μετά καταδίωξιν δίωρον τα Τουρκικά πλοία κακώς έχοντα έφθασαν εις Δαρδανέλια διαφυγόντα την πλήρη καταστροφήν χάρις μόνον εις την προστασίαν των φρουρίων της ξηράς. Η σπουδαιότης των ζημιών ας υπέστη ο εχθρός, αποδεικνύεται εκ της αξιοθρηνήτου αδυναμίας του να επιχειρήση σύγχρονον, έστω και υποχωρητικήν επίθεσιν κατά της Ελληνικής ναυαρχίδος, η οποία ένεκα της διαφοράς της ταχύτητός της από τ’ άλλα Ελληνικά θωρηκτά, κατεδίωκε κυριολεκτικώς μόνη επί μίαν και ημίσειαν ώραν, ολόκληρον τον Τουρκικόν στόλον, μέχρις ότου έφθασεν εις ακτίνα βολής από των φρουρίων.» Ο Άγγλος ανταποκριτής τονίζει τις μεγάλες υλικές ζημιές, του Τουρκικού στόλου και γράφει ότι « … αυτές μπορούν να συγκριθούν μόνον προς την ζημίαν του ηθικού η οποία κατεμαρτυρήθη εκ της ατάκτου υποχωρησεώς των η οποία μικρόν και κατ’ ολίγον εξελίχθη εις πανικόν, καθ’ ον ο καθείς προσεπάθει να σώση τον εαυτόν του.» Χαρακτηριστική είναι και η επιστολή που έστειλε 20 χρόνια μετά, στις 3-12-1993, ο Βενιζέλος προς τον Κουντουριώτη: «Φίλτατε Ναύαρχε Είκοσι ένα χρόνια κλείουν σήμερα από την ημέρα, που με την ναυμαχία της Έλλης εξησφάλισες την κατά θάλασσαν υπεροπλίαν της Ελλάδος και των συμμάχων της και έτσι εξησφάλισες την τελικήν νίκην των. Όλοι οι Έλληνες σου είμεθα ευγνώμονες διά την νίκην σου αυτήν. Περισσότερον από όλους εκείνος, που γνωρίζει, ότι χωρίς την αδάμαστον αποφασιστικότητά σου και την πίστιν σου εις την κατά θάλασσαν νίκην μας, δεν θα απεφασίζαμεν να λάβωμεν μέρος εις Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 404

τον πρώτον Βαλκανικόν Πόλεμον, με αποτέλεσμα ότι, αν μεν νικούσαν οι Σέρβοι και οι Βούλγαροι, τα όριά μας θα έμεναν οριστικώς εις την Μελούνα ή το πολύ θα έφθαναν στον Αλιάκμονα, αν δε νικούσαν οι Τούρκοι, η ζωή των ομογενών της Αυτοκρατορίας θα απέβαινεν ανυπόφορος. Με εξαίρετον τιμήν και αγάπην Ελευθ. Κ. Βενιζέλος » 626

Από το βιβλίο «Ο κατά θάλασσαν πόλεμος 1912-1913» του Ναυάρχου Κ. Αλεξανδρή που ήταν Δόκιμος στο Αντιτορπιλικό «Λέων», μαθαίνουμε για τις δύσκολες συνθήκες των περιπολιών έξω από τα Στενά. «Ιδιαίτερα σκληρές ήταν οι συνθήκες ζωής στα Αντιτορπιλικά τον χειμώνα του 1912 –13. Στα πλοία αυτά είχε ανατεθεί το λίαν δυσχερές έργο της επιτήρησης του στενού των Δαρδανελλίων, μόνης διεξόδου του Τουρκικού Στόλου από το ορμητήριό του στον Ναγαρά. Η επιτήρηση γινόταν με εναλλασσόμενες περιπολίες ομάδων από ένα μεγάλο και δύο μικρά Αντιτορπιλικά. Αλλά και αυτά που δεν περιπολούσαν στα Στενά φρουρούσαν τις νύχτες τον όρμο του Μούδρου. Η περιοχή των περιπολιών, δηλαδή οι προσβάσεις των Στενών, φημιζόταν πάντα για τους σκληρούς βόρειους ανέμους του χειμώνα, τις περίφημες “κατεβασιές”, καθώς και για τα απότομα κύματα, που κάλυπταν τις πλώρες των Αντιτορπιλικών. Το ψύχος ήταν συνήθως δριμύτατο, και ο μόνος τρόπος εύρεσης του στίγματος στις σκοτεινές και μακρές χειμερινές νύχτες, ήταν η δέσμη του μεγάλου προβολέα που φρουρούσε την είσοδο των Στενών. Κάθε περιπολία διαρκούσε συνήθως 48 ώρες, κατά τις οποίες το πλοίο έπρεπε να τηρείται σε κατάσταση “προκεχωρημένης ετοιμότητας” προς μάχη. Και επειδή την εποχήν εκείνη δεν υπήρχε radar, τα μάτια με τα κυάλια αποτελούσαν τη μόνη εγγύηση κατά μίας ενδεχόμενης διαφυγής εχθρικού πλοίου μέσα στο σκοτάδι. Δεν θυμάμαι ούτε μία περιπολία που να έγινε με ήρεμη θάλασσα, ή έστω και απλά υποφερτή. Ο κανόνας ήταν: θάλασσα τρικυμιώδης, ουρανός γεμάτος απειλητικά νέφη, και όχι σπάνια αχλύς ή ομίχλη … Αλλά και όταν μετά την περιπολία επεστρέφαμε κατάκοποι στο ορμητήριο, μήπως μπορούσε να αναπαυθεί κανείς; Ακολουθούσε αμέσως το μαρτύριο της ανθράκευσης, για να γεμίσουν ξανά οι ανθρακαποθήκες. Για την ανακούφιση των αντιτορπιλικών χρησιμοποιούσαμε από τις αρχές Νοεμβρίου ως προχωρημένο ορμητήριο την Τένεδο. Εκεί άραζε και το καινούργιο μας τότε

626

Έργα του ιδίου είναι και πίνακες της ενότητας αυτής, καθώς και ο πίνακας που δείχνει τον «Αβέρωφ» να ελίσσεται βαλλόμενος και το σκίτσο με την απομάκρυνση του τραυματία Μαμούρη από το πυροβολείο, στην ενότητα της περιγραφής της ναυμαχίας. Οι εντυπώσεις του νεαρού τότε Δοκίμου, που συνέπεσε να έχει το φυσικό δώρο να ζωγραφίζει, αποτελούν μια ζωντανή συμπλήρωση των αφηγήσεων, επισήμων και μη, της ένδοξης πολεμικής δράσης του Στόλου του Αιγαίου. Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 405

υποβρύχιο, ο “Δελφίν”. Αργότερα πάντως αποδείχθηκε ακατάλληλη για το σκοπό αυτό η Τένεδος, καθώς ήταν πολύ κοντά στα Στενά και δεν είχε ασφαλές λιμάνι.» Για την ναυμαχία της Λήμνου, όπως την έζησε από τον «Λέοντα», ο Αλεξανδρής μας πληροφορεί ότι: «Καθώς είχε συμβεί σε όλες τις προηγούμενες εξόδους του Τουρκικού Στόλου, συνέπεσε και πάλι να βρίσκεται σε περιπολία ο “Λέων”. Μόλις είδαμε τον εχθρικό Στόλο να εκπλέει από τα Στενά, αρχίσαμε παρακολούθηση, ενώ ο Ασυρματιστής μας μετέδιδε στον Αρχηγό τις κινήσεις του εχθρού. Το Καταδρομικόν “Μετζητιέ” επιχείρησε ανεπιτυχώς να μας εμποδίσει, αλλά εμείς συνεχίσαμε, μέχρι που φάνηκε τελικά ο “Αβέρωφ” με τα τρία θωρηκτά. Η καθυστέρηση του έκπλου τους, πιθανότατα ενίσχυσε την πλάνη των εχθρών, που νόμιζαν ότι απουσίαζε από την περιοχή η Ναυαρχίδα μας. Με συγκλίνουσες πορείες προς Νότο, οι δύο αντίπαλοι Στόλοι έφθασαν σε απόσταση δραστικής βολής (8.400 μ.) και άρχισαν το πυρ περί ώραν 11.30. Η μονομαχία πυροβολικού συνεχίσθηκε για μισή περίπου ώρα, μέχρι που η απόσταση κατέβηκε στα 6.400 μ., οπότε το “Μεσουδιέ”, έχοντας βληθεί, έστρεψε για να απομακρυνθεί, και κατά τις 12.05 το ακολούθησαν το “Βαρβαρόσα” και το “Τουργούτ”, στρέφοντας και αυτά προς Βορρά. Ο “Αβέρωφ” δεν έστρεψε αμέσως, λόγω εμφανίσεως υπόπτων πλοίων στα ανατολικά. Όταν όμως ο Ναύαρχος βεβαιώθηκε ότι δεν ήταν εχθρικά, έστρεψε ακολουθούμενος από μεγάλη απόσταση από τα παλαιά θωρηκτά και ξεκίνησε την καταδίωξη, που βάστηξε δύο και πλέον ώρες. Τα παλαιά μας θωρηκτά, παρά τις απεγνωσμένες προσπάθειες του προσωπικού των μηχανών του, δεν μπορούσαν να τον φτάσουν. Στο ημερολόγιό μου είχα σημειώσει τη στιγμή της υποχώρησης του εχθρού: «Ώρα 12.25, το ένα από τα δύο Γερμανικά (δηλαδή τα Γερμανικής ναυπήγησης θωρηκτά “Βαρβαρόσα” και “Τουργούτ”) φαίνεται ότι είχε σοβαρές βλάβες. Το Ναυαρχικό σήμα δεν υπάρχει πλέον…» Η ναυμαχία έληξε περί ώραν 14.30, όταν ο υποχωρών εχθρικός Στόλος έφτασε στην κάλυψη των πυροβολείων των Δαρδανελλίων. Η νίκη ήταν πλήρης, καίτοι δεν βυθίστηκε κανένα εχθρικό πλοίο, αφού τέθηκαν όλα εκτός μάχης. Η σωτηρία τους οφείλεται στο γεγονός ότι από την απόσταση από την οποία διεξήχθη η ναυμαχία, τα βλήματα των πυροβόλων του “Αβέρωφ” δεν μπορούσαν να διατρήσουν τους παχύτατους θώρακες.

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 406

Δευτέρα 7 του Γενάρη 1913, Γενική Επίθεση στην Ήπειρο Στο διάστημα που ακολούθησε τις πρώτες επιθέσεις στη Μανωλιάσσα, προκλήθηκε κρίση στη Διοίκηση του Στρατού Ηπείρου. Παρ’ όλο που επίκεντρο των κριτικών ήταν ο Αντιστράτηγος 627 Σαπουντζάκης, με απόφαση της Κυβέρνησης παρέμεινε στη θέση του , αλλά αντικαταστάθηκαν ης οι Αξιωματικοί του Επιτελείου του. Νέος Επιτελάρχης ορίστηκε ο Διοικητής της 2 Μεραρχίας Υποστράτηγος Καλλάρης. Αυτός πίστευε, όπως και ο Σαπουντζάκης, ότι η κύρια επίθεση έπρεπε να γίνει στο κέντρο κατά του Μπιζανίου, παρ’ όλο που σε αναφορά του, μετά από έρευνα που ης ζήτησε να γίνει ο ίδιος ο Σαπουντζάκης, ο Υποστράτηγος Μοσχόπουλος της 4 είχε υποστηρίξει με έμφαση ότι ήταν εφικτή η νίκη με ενέργεια από τα αριστερά, από τα υψώματα της Τσούκας. Ο Σαπουντζάκης επέμενε σε ενέργεια πεζικού από το κέντρο και τα δεξιά, με συγκέντρωση εκεί του όγκου του Πυροβολικού. Το σχέδιό του το κοινοποίησε στις 22 Δεκεμβρίου στο Υπουργείο Στρατιωτικών. Ταυτόχρονα, προχώρησε σε ανασυγκρότηση και αναδιάταξη των δυνάμεών του. Συγκροτήθηκε το Τμήμα Στρατιάς Δεξιού (ΤΣΔ) υπό τον Μοσχόπουλο, αποτελούμενο από την η η Μεραρχία Ηπείρου (8 ) με Μέραρχο τον Συνταγματάρχη Δημήτριο Ματθαιόπουλο και την 6 Μεραρχία με Μέραρχο τον Συνταγματάρχη Κομνηνό Μηλιώτη. Η «ζώνη ενεργείας» του ΤΣΔ ορίστηκε από τον ποταμό Άραχθο στα ανατολικά μέχρι το χωριό Κρυφοβό, που είναι απέναντι στο η ύψωμα Αυγό και το Μπιζάνι. Στο κέντρο αναπτύχθηκε η 2 Μεραρχία, με Μέραρχο (στη θέση του Καλλάρη) τον πρώην Διοικητή Πυροβολικού της Συνταγματάρχη Παρασκευόπουλο, και στα αριη στερά η 4 Μεραρχία, με Μέραρχο (στη θέση του Μοσχόπουλου) τον Συνταγματάρχη Δημήτριο ο Αντωνιάδη. Όλο το Πυροβολικό της Στρατιάς, δηλαδή το 2 Σύνταγμα Πεδινού Πυροβολικού, οι δύο βαριές Πυροβολαρχίες και η Ι/3 Μοίρα Πεδινού Πυροβολικού, τάχθηκαν στην Κανέττα. Είναι γεγονός ότι είχαν εκφραστεί πολλά παράπονα για τους προηγούμενους Επιτελείς του Στρατού Ηπείρου, ιδίως το ότι δεν πήγαν ποτέ οι ίδιοι στο μέτωπο να διαπιστώσουν από κοντά την κατάσταση. Και από πρώτη ματιά, ο ορισμός ενός έμπειρου Μεράρχου ως αρχηγού του νέου Επιτελείου, δείχνει ενίσχυση του επιτελικού έργου. Στην πραγματικότητα όμως, αυτό που συνέβη η η ήταν ότι έχασαν τους Μεράρχους και τα Επιτελεία τους δύο έμπειρες Μεραρχίες, η 2 και η 4 , ης ης στον Μοσχόπουλο ανατέθηκε η Διοίκηση δύο Μεραρχιών (2 και 6 ) που δεν γνώριζε, στον ης γενναίο αλλά «στιγματισμένο» από το «ατύχημα» της 5 Μεραρχίας Ματθαιόπουλο ανατέθηκε ξανά Διοίκηση Μεραρχίας, προκαλώντας μουρμούρες αλλά και πτώση ηθικού στο στράτευμά του, 628 και το Πυροβολικό στερήθηκε τον έμπειρο Παρασκευόπουλο . Είναι μάλλον προφανές ότι η ενίσχυση της Διοίκησης σε υψηλό επίπεδο, βάζοντας δύο Υποστρατήγους στο πλάι του Σαπουντζάκη, έγινε από έλλειψη εμπιστοσύνης σε αυτόν. Και θα μπορούσε να έχει ολέθρια αποτελέσματα, καθώς οι κυριώτερες μονάδες έμειναν «ακέφαλες». Στις 3 Ιανουαρίου, το Υπουργείο Στρατιωτικών αποφάσισε την προσωρινή αντικατάσταση του Σαπουντζάκη από τον Μοσχόπουλο. Αλλά 3 μέρες μετά, ο Σαπουντζάκης επανήλθε, πιθανότατα μετά από αναφορά του στον Κωνσταντίνο, ο οποίος δέχθηκε να τον αφήσει στη θέση του, με τον όρο όμως να αναβληθεί η επίθεση μέχρι την άφιξή του (του Κωνσταντίνου). Αλλά ο Σαπουντζάκης, παρά τις υποσχέσεις και τις ρητές αντίθετες διαταγές που είχε, προχώρησε στην επίθεση! Ήταν τόση η ματαιοδοξία και η επιπολαιότητά του, που δεν δίστασε να παραβιάσει τις διαταγές 627

(Παρά τη διαφωνία του Κωνσταντίνου, που πρότεινε την αντικατάστασή του με τον Μοσχόπουλο της 4 ης) (που με χαρά ανέλαβε τα νέα του καθήκοντα, αν και στεναχωρήθηκε που φεύγοντας ο Καλλάρης πήρε μαζί και την περίφημη μεγάλη σκηνή του … για να πούμε και μερικά από τα «παραλειπόμενα» της επίσημης Ιστορίας) 628

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 407

και τις υποσχέσεις του; Ο ίδιος δικαιολογήθηκε ότι θεώρησε αναγκαίο να επισπεύσει την επίθε629 ση, λόγω του φόβου διαρροής πληροφοριών, μετά την αυτομόληση δύο Στρατιωτών ! Και ης τελικά, το πρωί της 7 Ιανουαρίου ξεκίνησε η επίθεση, η οποία μάλιστα παραλίγο να επιτύχει, χάρη στο σχέδιο που είχε επεξεργαστεί ο Μοσχόπουλος, ο οποίος φυσικά δεν είχε σκοπό να εφαρμόσει τις εντολές κατά γράμμα και να επιτεθεί κατά μέτωπο διαλύοντας τον στρατό του. Αλλά και χάρη στην τόλμη και την στρατιωτική ιδιοφυΐα του Βελισσαρίου, που είχε αναλάβει τη ου Διοίκηση του 9 Ευζωνικού Τάγματος, σε αντικατάσταση του ήρωα των Γιαννιτσών Γεωργούλη. Σύμφωνα με το σχέδιο του Μοσχόπουλου, το κύριο βάρος της επίθεσης θα είχε η Μεραρχία Ηπείρου, που σε πρώτη φάση θα έπρεπε να ανατρέψει τα εχθρικά τμήματα στην Αετορράχη και το Λοζέτσι, και στη συνέχεια να επιτεθεί από την Αετορράχη στα ανατολικά και νότια του Μπιζανίου. Καθοριστικό ρόλο για την επιτυχία του σχεδίου θα έπαιζε η έκταση της καταστολής του εχθρικού Πυροβολικού στο Μπιζάνι από τα φίλια βαριά και πεδινά πυροβόλα. Ταυτόχρονα, η η η 4 Μεραρχία θα εκδήλωνε επίθεση από τα άκρα αριστερά κατά της Μανωλιάσσας και η 2 θα έπρεπε να κυριεύσει το Αυγό. Το σχέδιο αυτό μόνο κατ’ όνομα έμοιαζε με το σχέδιο που ήθελε να επιβάλλει ο Σαπουντζάκης. Στόχος του Μοσχόπουλου ήταν το πιο αδύναμο σημείο της Τουρκικής η παράταξης. Απέναντι στην κύρια Ελληνική επίθεση, οι Τούρκοι παρέτασσαν την 3 Έκτακτη Μεραρχία, ενισχυμένη με 4 Λόχους πολυβόλων. Και από την Καστρίτσα στα ΝΑ της λίμνης μέχρι τη Δαφνούλα στις παρυφές του Δρίσκου είχαν 4 αμφίβολης μαχητικότητας Τάγματα Εφέδρων. ο ο Αντίθετα, τα καλύτερα Συντάγματά τους, το 67 και 69 , μαζί με 2 Τάγματα Εφέδρων ήταν στο ο Μπιζάνι και το 68 μαζί με ένα Τάγμα Εφέδρων φυλούσε το άκρο δεξιό τους στη Μεγάλη Τσούκα. η Και τη Μανωλιάσσα κρατούσε η 2 Έκτακτη Μεραρχία, με 2 Λόχους πολυβόλων. Σαν εφεδρεία στα Γιάννινα, η Τουρκική Διοίκηση είχε κρατήσει μόνο 2 Τάγματα Εφέδρων. Στις 8 το πρωί ξεκίνησε καταιγιστική, η προπαρασκευή του Πυροβολικού, που είχε ταχθεί στην Κανέττα, στο λόφο κοντά στο χάνι Φουάτ και στο Θεριακήσι. Τα Πυροβολεία του Μπιζανίου απάντησαν, αλλά σίγησαν περίπου στις 11.30. Τα Ελληνικά πυροβόλα συνέχισαν χωρίς διακοπή ως το απόγευμα, καταναλώνοντας πάνω από 250 οβίδες ανά πεδινό πυροβόλο. Κατά τις 12 άρχισαν να βάλλουν και οι 5 Πυροβολαρχίες του ΤΣΔ, σαρώνοντας τις απέναντι εχθρικές θέσεις, ης προετοιμάζοντας την επίθεση της Μεραρχίας Ηπείρου και της 6 Μεραρχίας. Οι Τούρκοι που κατείχαν το ύψωμα 1069 στην Αετορράχη, άρχισαν να κλονίζονται από τον ισχυρό βομβαρδισμό ου ου και όταν δέχθηκαν και την επίθεση του 3 Ανεξάρτητου και του 7 Τάγματος Ευζώνων της Μεραρχίας Ηπείρου υποχώρησαν βορειότερα, προς το ύψωμα 987, όπου είχαν οργανώσει δεύτερη γραμμή άμυνας. Η επίθεση των Ευζώνων συνεχίστηκε με ορμή, εκδιώκοντας τους Τούρκους από το 987, ακόμη πιο βόρεια μεταξύ 842 και 983, δυτικά από το Λοζέτσι. Οι Εύζωνοι τους έδιωξαν και από εκεί, πήραν και το ύψωμα 927 και στράφηκαν αριστερά προς το Μικρό Μπιζάνι. Εκεί σταμάτησαν σε απόσταση 600-700 μέτρων και εγκατέστησαν προφυλακές, με σκοπό να συνεχίσουν την επίθεσή τους την επομένη. Στα αριστερά τους, το Σύνταγμα Κρητών ξεκίνησε με καθυστέρηση, αλλά δεν δυσκολεύτηκε να καταλάβει το απόγευμα τα Λεσσιανά, χωρίς όμως να συνδεθεί με τους η Ευζώνους που ήσαν από την ανατολική πλευρά των κορυφογραμμών. Η 6 Μεραρχία επιτέθηκε ο ο στην Αετορράχη και το Λαζανά, έχοντας μπροστά το 8 και 9 Ευζωνικό Τάγμα, που καταδίωξε τους Τούρκους μέχρι το χωριό Κυπαρίσσια. Οι Τούρκοι της Καστρίτσας, πανικόβλητοι από την υποχώρηση των δικών τους και την ορμή των Ευζώνων άφησαν τις θέσεις τους, που κάλυπταν τον ου 630 δρόμο για τα Γιάννενα! Αλλά τραυματίστηκε ο Διοικητής του 9 Βελισσαρίου και κόπηκε η ορμή του Τάγματός του. Το Απόσπασμα Παλαιοχωρίου, αποτελούμενο από μία Διλοχία Πεζικού 629 630

(Περισσότερες λεπτομέρειες για το γεγονός αυτό στην ενότητα «Επιχείρηση παραπλάνησης των Τούρκων») (Τραυματίστηκε ελαφρά στο πόδι και χρειάστηκε να νοσηλευτεί για μερικές ημέρες) Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 408

και μία Πυροβολαρχία, ξεκινώντας από την γέφυρα Παπαστάθη, βοήθησε την επίθεση με πλευρικά πυρά. Στο τέλος της ημέρας, το ΤΣΔ είχε τον πλήρη έλεγχο της Αετορράχης και ήταν σε στενή επαφή με το Μπιζάνι. Οι Τούρκοι είχαν έλθει σε δύσκολη θέση, και όπως δήλωσε ένας λιποτάκτης Λοχίας ήταν έτοιμοι να εγκαταλείψουν το Μπιζάνι, αφαιρώντας τα κλείστρα των πυροβόλων! η

Η 4 Μεραρχία στα αριστερά συνάντησε ισχυρή αντίσταση, κατάφερε ωστόσο να κυριεύσει το ο ύψωμα 1075, στα νότια της Μανωλιάσσας. Το 8 Σύνταγμα της Μεραρχίας είχε βαριές απώλειες , η ιδίως σε Αξιωματικούς και Υπαξιωματικούς. Ενώ στο κέντρο, η 2 Μεραρχία, αδράνησε απαράδεκτα και δεν εκμεταλλεύτηκε τη ραγδαία προέλαση του ΤΣΔ του Μοσχόπουλου. Ο Διοικητής της Παρασκευόπουλος κατηγορούσε τον Σαπουντζάκη ότι έμενε μακριά από το μέτωπο και δεν έδινε Διαταγές για επίθεση. Σε επιστολή που έγραψε το επόμενο πρωί (Τρίτη 81-1913, ώρα 5.30) στη «γλυκειά του γυναικούλα» έγραφε: «Αι μάχαι δεν διευθύνονται από μακράν. Αν ο Στρατηγός ήταν εμπρός και αντελαμβάνετο τι εγίνετο, το Μπιζάνι χθες έπιπτε. Του εφώναζα δια του τηλεφώνου ο δυστυχής, να διατάξει το κέντρο να προχωρήση, ηναγκάσθην να το επαναλάβω τρεις φοράς έξω από τα δόντια αλλά πού. Η Μεραρχία αυτή ευρίσκετο 4 ώρες μακράν, οι Τούρκοι υποχωρούν εις το δεξιόν ατάκτως. Θα τους ηχμαλωτίζαμεν αν είχομεν δυνάμεις εις το κέντρον … Και έπειτα μου λέγετε να μη φωνάζω …» Έτσι έληξε η πρώτη μέρα της μάχης. Η δεύτερη μέρα ξεκίνησε με δριμύ ψύχος και πολύ δυνατή βροχόπτωση, ταλαιπωρώντας τα ήδη ης κουρασμένα τμήματα. Στα δεξιά, οι Εύζωνοι της 6 Μεραρχίας συνέχισαν την επίθεσή τους προς την Καστρίτσα και το Κουτσελιό. Το εχθρικά πυροβόλα επεσήμαναν την κίνηση και με δραστικά ης πυρά προκάλεσαν σοβαρές απώλειες στο πεζικό, καταστρέφοντας και 3 πυροβόλα της 3 Ορειβατικής Πυροβολαρχίας. Η προώθηση ανακόπηκε, περιμένοντας ενισχύσεις από το Ι/17 Τάγμα 631 και το Απόσπασμα Μηχανικού του Σπηλιάδη, που είχαν σταματήσει στη Μονή της Τσούκας , με τη δικαιολογία ότι δεν είχαν πάρει Διαταγές. Ανάλογες δυσκολίες και σφοδρή αντίσταση συνάη ντησε και η 8 Μεραρχία, προσπαθώντας να κινηθεί προς την Αγία Παρασκευή και τα Σερβιανά. Τα Τουρκικά πυροβόλα αναχαίτισαν και την προώθηση του Συντάγματος Κρητών που δεν υποης στηρίχθηκε στην κίνησή του από τις δύο Ορειβατικές Πυροβολαρχίες της 8 . η

η

Στο κέντρο, για 2 συνεχόμενη μέρα η 2 Μεραρχία έμεινε αδρανής, παρ’ ότι ο Σαπουντζάκης ισχυρίστηκε αργότερα ότι πίεζε ασφυκτικά. Με εξαίρεση μία Πυροβολαρχία, ακόμη και το Πυροβολικό της έμεινε αδρανές. Από την πλευρά του, ο Διοικητής της Παρασκευόπουλος ης συνέχιζε να κατηγορεί τον Σαπουντζάκη … Ούτε στον τομέα της 4 Μεραρχίας έγινε επίθεση, η μέρα πέρασε με ανταλλαγή πυρών προφυλακών. Η ίδια κατάσταση επικράτησε και την Τετάρτη 9 Ιανουαρίου, τρίτη μέρα της επίθεσης. Με μόνη εξαίρεση την προώθηση μερικών τμημάτων του Συντάγματος Κρητών στα νότια αντερείσματα του Μπιζανίου, σε όλο το μέτωπο σημειώθηκε αδράνεια, συνοδευόμενη από πτώση ηθικού. Η ξαφνική χιονόπτωση της επομένης έβαλε τέλος σε κάθε επιθετική ενέργεια, ενώ την ίδια μέρα έφτανε στη Φιλιππιάδα ο Κωνσταντίνος.

631

Η Μονή της Τσούκας είναι στα ανατολικά του Λοζέτσι. Δεν πρέπει να συγχέεται με τη μεγάλη Τσούκα που είναι στα δυτικά των Ιωαννίνων, βόρεια της Δωδώνης. Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 409

Δευτέρα 7 του Γενάρη 1913, Μάχη της Αετορράχης, 6η Μεραρχία (Διήγηση του Πέτρου)

Στις 15 Δεκεμβρίου πήρα εξιτήριο από το Α’ Στρατιωτικό Νοσοκομείο Θεσσαλονίκης, όπου έμεινα ένα μήνα. Μου δόθηκε και αναρρωτική άδεια ενός μηνός, και μπορούσα να κατέβω στην Αθήνα. Η Μεραρχία μου στο διάστημα αυτό είχε εκστρατεύσει στην Κορυτσά. Πήγα στο Επιτελείο στη Θεσσαλονίκη και βρήκα τον κ. Δούσμανη, να του πω ότι δεν ήθελα να χρησιμοποιήσω την άδεια και ότι επιθυμούσα να σταλώ πίσω στο Τάγμα μου. Αλλά μου απάντησε ότι θα έκανα άδικο κόπο, καθώς η Μεραρχία είχε διαταχθεί να επιστρέψει στη Θεσσαλονίκη, με σκοπό να σταλεί στην Ήπειρο. Έτσι, αποφάσισα τελικά να κατέβω στην Αθήνα, κάνοντας χρήση της άδειάς μου, με σκοπό να την διακόψω όταν μάθαινα για την μετάβασή μας στην Ήπειρο, όπου είχαν ήδη σταλεί η η η 2 και η 4 Μεραρχία. Έφτασα στην Αθήνα στις 17 και κάθε μέρα περνούσα από το Υπουργείο Στρατιωτικών και το Επιτελείο, για να μαθαίνω νέα. Τελικά, στις 26 Δεκεμβρίου, επιβιβάστηκα στο φορτηγό «Καμπάνης» που πήγαινε στην Πρέβεζα. Ευτυχώς, είχαμε ωραίο καιρό στο ταξίδι και το μεσημέρι της Παρασκευής 28 Δεκεμβρίου έφτασα στην Πρέβεζα, την ίδια μέρα που έφτανε εκεί και η Μεραρχία. Συνάντησα τους συναδέλφους και το Λόχο μου και όλοι θαύμαζαν που είχα διακόψει την άδειά μου. Αλλά είχα κι εγώ το όνειρο να μπω ελευθερωτής στα Γιάννενα. Από την πρώτη μέρα, διαπίστωσα ότι τα πράγματα θα ήταν πολύ διαφορετικά από το Μακεδονικό μέτωπο. Η κακοκαιρία, ο μεγάλος αυτός εχθρός, μας έδειξε τα δόντια του. Την Κυριακή 30 Δεκεμβρίου, με δυνατή βροχή, αναχωρήσαμε από την Πρέβεζα, και 632 αργά το βράδυ στρατοπεδεύσαμε στο χωριό Καντζά . Το επόμενο πρωί συνεχίσαμε την πορεία μας, με έναν περίεργο καιρό, μια έβρεχε, μια έβγαινε ήλιος που έκαιγε. Ευτυχώς το μεσημέρι ο 633 καιρός έφτιαξε και στις 1 μμ περάσαμε την Φιλιππιάδα, συνεχίζοντας ως το χωριό Στρεβίνα , όπου φτάσαμε κατά τις 2.30 μμ και καταυλισθήκαμε σε μία πανέμορφη καταπράσινη πλαγιά όπου βόσκανε ανέμελα κοπάδια προβάτων, με τα κουδούνια τους να γλυκαίνουν τον αέρα. Το βράδυ, πήρα άδεια από τον Ταγματάρχη κ. Ζαργίνη και πήγα να κοιμηθώ σε ένα σπίτι, αλλά έκανα Πρωτοχρονιά μαζί με εκατομμύρια ψύλλους. Ελπίζαμε ότι η νέα χρονιά θα ήταν πιο καλή. η

Τρίτη 1 Ιανουαρίου του 1913, κινήσαμε προς τα βόρεια. Αναχωρήσαμε κατά τις 10 και μετά από λίγο ακούσαμε τις πρώτες κανονιές της Ηπείρου. Καθώς κουβαλούσαμε και τα πυροβόλα της Μεραρχίας μας, η σκέψη μας ήταν ότι σε λίγο θα ενωθούν κι αυτά μ’ εκείνα που ακούγαμε. Με καιρό που άλλαζε συνέχεια, μια βροχή μια ήλιο, περάσαμε κατά τις 11 τους Κουμουτζάδες, τον σημερινό Αμμότοπο, και στις 4 φτάσαμε στα Πέντε Πηγάδια όπου καταυλισθήκαμε. Το επόμενο πρωί, Τετάρτη 2 Ιανουαρίου συνεχίσαμε την πορεία, από δρόμους στενούς και κακοτράχαλους, σωστούς κατσικόδρομους. «Πέτρο ωραία δεν είναι εδώ; Δεν πιστεύω να μετανοιώνεις που βιάστηκες να έρθεις …» με ειρωνευόταν ο Λοχαγός μου. «Όχι Λοχαγέ μου, επί λόγω τιμής δεν μετανοιώνω … Αντίθετα, είμαι ενθουσιασμένος που είμαι μαζί σας …» «Το πιστεύω φίλε μου .. μα το Θεό, θα πρέπει να είσαι τρελός» Κατά τις 6 το βράδυ φτάσαμε στην Κορύτιανη σε ένα λόφο. Ξεκουραστήκαμε για καμιά ώρα εκεί και μετά κατηφορίσαμε σε μια μικρή κοιλάδα που μας έβγαλε στο Καλέντζι, στα Κατσανοχώρια, κοντά στον Άραχθο και στα Τζουμέρκα. Εκεί μείναμε 4 μέρες. Ξεκουραστήκαμε αλλά είχαμε και ασκήσεις, πρωί και βράδυ. Είχαμε πολλούς νεοσύλλεκτους που είχαν έρθει στους Λόχους για 632 633

(Σημερινή Στεφανή Πρέβεζας) (Καμπή) Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 410

αναπλήρωση απωλειών. Κάθε βράδυ ακούγαμε πυροβολισμούς και πολλές φορές και κανονιές, από την κατεύθυνση των Ιωαννίνων. Λογικό, αφού απείχαμε 10 χιλιόμετρα μόνο από το μέτωπο. Το βράδυ του Σαββάτου 5 Ιανουαρίου, από τις 7 και μετά και όλη τη νύχτα, οι κανονιές και οι πυροβολισμοί ακούγονταν πυκνά και αδιάκοπα. Σχημάτισα την εντύπωση ότι λόγω της ραγδαίας βροχής, που εμπόδιζε την ορατότητα, τόσο εμείς όσο και οι Τούρκοι, ρίχναμε για να προλάβουμε κάποιον αιφνιδιασμό. Στο Καλέντζι ήρθε και νέος Διοικητής στο Σύνταγμα, ο Αντισυνταγματάρχης κ. Γ. Τερτίπης. Απλός στα λόγια και στρατιώτης πραγματικός, θαρραλέος και άψογος σαν Διοικητής, μας ενέπνεε σεβασμό και εμπιστοσύνη. Ήρθε και η Κυριακή των Φώτων, και πάνω που είχαμε αρχίσει να πλήττουμε, το βράδυ ειδοποιηθήκαμε να ετοιμαστούμε για αναχώρηση πριν τα ξημερώματα. Στις 2.30 μετά τα μεσάνυχτα ξυπνήσαμε τους Στρατιώτες και έγινε διανομή συσσιτίου, καθώς και άρτου. Και στις 5.30 πήραμε ένα στενό ανηφορικό δρόμο προς τα βόρεια, με ξαστεριά, κρύο πολύ και πάχνη άσπρη που είχε σκεπάσει τα πάντα. Στις 7.30 φτάσαμε στην κορυφή του βουνού, κοντά στη Νίστορα και στο Μοναστήρι της Φανερωμένης. Είχε χιόνια και κρύο παγερό, αλλά ευτυχώς σε λίγο βγήκε ένας ήλιος λαμπρός που μας ζέστανε κάπως. Ευχόμασταν χρόνια πολλά στους Γιάννηδες, και ο Ταγματάρχης Ιωάννης Ζαργάνης μας έταζε ότι θα μας τρατάρει για τ’ όνομά του σαν φτάσουμε στα Γιάννινα. «Αύριο που θα μπούμε στα Γιάννενα, θα σας προσφέρω ένα ψητό αρνί!» Όταν θα μπούμε στα Γιάννενα! Ο πόθος και το όνειρο όλων … Να μπούμε στα Γιάννενα! Οι παλμοί μας εκεί, η καρδιά μας, ο νους μας … Όλοι μιλούσαν για τα Γιάννενα … Όλες τις μέρες οι Στρατιώτες τραγουδούσαν: «Βρε Χαλντούπηδες, για κάντε μας τη χάρη, κι από τα Γιάννενα να πάρετε ποδάρι … Γιατ’ έρχεται με βία η έκτη Μεραρχία, η έκτη Μεραρχία που δεν σηκώνει αστεία» Πιστεύαμε όλη ότι αυτή θα ήταν η τελευταία μάχη και στα πρόσωπά μας έλαμπε η αποφασιστικότητα. Οι Στρατιώτες σκούπιζαν τα όπλα από την πρωινή δροσιά, ετοιμάζονταν. Μπροστά μας είναι μια μεγάλη κοιλάδα, τριγυρισμένη από χωριά. Στα αριστερά μας, στις πλαγιές του Ξηροβουνίου, ήταν το χωριό Κοτόρτσι που το είχαμε εμείς, και απέναντι ήταν το Λοζέτσι, που σήμερα λέγεται Ελληνικό, που το είχαν οι Τούρκοι. Και πάνω από το Κοτόρτσι, η φοβερή Αετορράχη που την είχαν οι Τούρκοι. Πέρα από την Αετορράχη είναι το Μπιζάνι και στα αριστερά της στο βάθος ο χιονισμένος Ολύτσικας. Στα δεξιά μας είχαμε τα Τζουμέρκα, σκεπασμένα κι αυτά από χιόνι. Και πιο πάνω, η ψηλότερη κορυφή, το Περιστέρι. Στις 8.30 κινήσαμε για το Κοτόρτσι, με σκοπό να ενισχύσουμε τη γραμμή της πολιορκίας και να αλλάξουμε τις πρώτες προφυλακές, όπου υπήρχε ανάγκη. Ο Λόχος μας βάδιζε στην κορυφογραμμή που είναι στα αριστερά, και κάθε τόσο συναντούσαμε τμήματα από άλλες μονάδες, που ήταν εκεί από καιρό και είχαν όλα τα σημάδια της ζωής στα βουνά. Σκληρά πρόσωπα σκεπασμένα με γένια, τριμμένες και φθαρμένες στολές, όψεις άγριες, αρρενωπές και πολεμικές. Φτάσαμε στο ου Κοτόρτσι το μεσημέρι. Εκεί βρήκαμε ένα Λόχο του 11 Συντάγματος, με Διοικητή τον Λοχαγό Καρτερούλη. Τα σπίτια όλα είχαν μετατραπεί σε ταμπούρια, καθώς οι Τούρκοι απέναντι απείχαν μόνο 400 μέτρα. Ο κ. Καρτερούλης μας έδειξε πού να βάλουμε τους σκοπούς, πού είναι τα φυλάκια, Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 411

από πού να προσέχουμε. Καθώς μας είδαν οι Τούρκοι άρχισαν να ρίχνουν και οι σφαίρες σφύριζαν γύρω μας. Έβαλα κι εγώ μερικούς Στρατιώτες στα παράθυρα του σπιτιού που ήταν το «Αρχιφυλακείο», πήρα κι εγώ ένα Μάνλιχερ, κι αρχίσαμε να ρίχνουμε κι εμείς στους Τούρκους. Σωστός κλεφτοπόλεμος. Άφησα τους Στρατιώτες να πυροβολούν και πήγα στο άλλο δωμάτιο του σπιτιού. Ένα κρεβάτι, ένα τραπέζι, τζάκι και τα τζάμια όλα γερά. Θα περάσουμε καλά εδώ λοιπόν. Πάνω στο τραπέζι ήταν βιβλία Δημοτικού Σχολείου. Μια Αριθμητική, μια Γραμματική, τετράδια με ασκήσεις και με αντιγραφές κειμένου. Κάποιο παιδάκι τα παράτησε φεύγοντας από το σπίτι, και μάλλον το έκανε σκόπιμα. Λευτερώθηκε από τους τυράννους του κι αυτό: Τη Γραμματική και την Αριθμητική … Οι πυροβολισμοί άρχισαν να πυκνώνουν. Οι σφαίρες κάνανε ξερούς κρότους καθώς πέφτανε στους πέτρινους τοίχους. Ανάμεσα στο σπίτι μας και στο διπλανό, οι σφαίρες πέφτανε βροχή, σκέτη καρμανιόλα. Δυο σφαίρες τρύπησαν τον μανδύα του Λοχαγού μου, του κ. Φραγκόπουλου. «Κύριε Λοχαγέ, μου φαίνεται ότι δεν θα μείνουμε πολύ εδώ. Μάλλον ετοιμάζεται επίθεση.» «Κι εμένα έτσι μου φαίνεται κύριε Βρυζάκη». Μετά από λίγο ακούστηκε κρότος πυροβόλου και μετά και άλλος. Το Ευζωνικό της Μεραρχίας μας έκανε επίθεση. Δεν πέρασε μισή ώρα και οι Τούρκοι το έβαλαν στα πόδια καταδιωκόμενοι. Το βάλανε στα πόδια και αυτοί που ήταν απέναντί μας. Φεύγανε τρέχοντας προς το δρόμο για τα Γιάννενα. Οι Εύζωνοι και τα πυροβόλα μας τους κυνηγούσαν, θερίζοντάς τους. Τους ρίχναμε κι εμείς, αλλά οι Διαταγές μας λέγανε να μείνουμε στις θέσεις μας. Λίγο πιο πάνω από το χωριό παρέμεναν αδρανείς οι άλλοι Λόχοι του Τάγματός μας και ο Ταγματάρχης μας ο κ. Ζαργάνης στεναχωριόταν που δεν μας άφηναν να καταδιώξουμε κι εμείς τους Τούρκους. Τα πράγματα γίνανε χειρότερα, σαν ήρθε μετά από λίγο Διαταγή να γυρίσουμε πίσω στις πρωινές μας θέσεις … «Εδώ ήρθαμε να πολεμήσουμε! Τι δουλειά έχουμε πίσω;» Χρειάστηκε να έρθει και δεύτερη φορά η Διαταγή, για να πεισθεί ο Ταγματάρχης να μας πάρει πίσω στη Νίστορα, όπου διανυκτερεύσαμε. ο

ο

Τα δύο Ευζωνικά Τάγματά μας, το 8 και το 9 , είχαν διώξει με μεγάλες απώλειες τους Τούρκους από τις πανίσχυρες θέσεις τους στην Αετορράχη. Και κατεβαίνοντας στον δρόμο, φτάσανε μέχρι την Καστρίτσα, όπου κατέλαβαν τους χαμηλούς λόφους που είναι απέναντί της και απέναντι από τα οχυρά της Αγίας Παρασκευής και του Κοτσελιού. Υπήρχε η γνώμη ότι αν η επίθεση ξεκινούσε πιο νωρίς, θα φτάναμε στα Γιάννενα. Επειδή οι Τούρκοι που φύλαγαν την Καστρίτσα, τρομαγμένοι από την υποχώρηση των δικών τους και την ορμή της επίθεσής μας, άφησαν την οχυρότατη αυτή θέση και ο δρόμος για τα Γιάννενα ήταν αφύλακτος. Αλλά έτυχε να τραυματιστεί ο Βελισσαρίου και ανακόπηκε η ορμή της επίθεσης. Αν δεν είχε συμβεί αυτό, το Μπιζάνι θα έπεφτε την ημέρα εκείνη, καθώς θα είχαμε βρεθεί στα νώτα του και οι Τούρκοι θα υποχωρούσαν για να μην κυκλωθούν. Τελικά, δεν ήταν να γραφτό να φάμε το αρνί του Ζαργάνη στα Γιάννενα, εκείνη την ημέρα. Αλλά και πάλι, το κέρδος ήταν μεγάλο. Η κατάληψη της Αετορράχης και του Λοζέτσι στα δεξιά, και η προχώρηση του αριστερού μας στη Μανωλιάσσα, στένεψαν τον πολιορκητικό κύκλο και δυσκόλεψαν κι άλλο τους πολιορκημένους.

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 412

Λοζέτσι – Αετορράχη, 6η Μεραρχία (Διήγηση του Πέτρου)

Τρίτη, 8 του Γενάρη, ξυπνήσαμε στις 2 η ώρα και μέσα στη νύχτα έγινε διανομή συσσιτίου και άρτου. Και στις 4, αξημέρωτα ακόμη, με ραγδαία βροχή, κινήσαμε για το Λοζέτσι, που το είχαν 634 εγκαταλείψει οι Τούρκοι. Φτάσαμε στο Λοζέτσι και μείναμε όρθιοι για ώρες μέσ’ τη βροχή, δεν μπορούσαμε να σταθούμε πουθενά. Κατά τις δύο το μεσημέρι, στραφήκαμε πάλι προς την Αετορράχη, ακολουθώντας τον δρόμο που πήραν οι Τούρκοι υποχωρώντας. Κατεβήκαμε σε μία μακρά λοφοσειρά, δεξιά του δρόμου, που καταλήγει σε έναν άλλο δρόμο που συνδέει το Λοζέτσι με τα Γιάννενα. Φτάσαμε εκεί νύχτα, μουσκεμένοι και κρυωμένοι, και βάλαμε φυλάκια και σκοπούς. Από όλα τα μέρη μπροστά και αριστερά μας ακούγαμε πυκνούς πυροβολισμούς. Η νύχτα πέρασε ξαγρυπνώντας, ταλαιπωρία πρώτης τάξης … Η βροχή σταμάτησε αργά τη νύχτα, αλλά σαν ξημέρωσε η Τετάρτη 9 του Γενάρη, ξανάρχισε σφοδρότερη, σωστός κατακλυσμός, που κάποια στιγμή γύρισε και σε χαλάζι. Και όμως, ολόκληρο το Τάγμα, Στρατιώτες και Αξιωματικοί, ήταν μέσα στην καλή χαρά. Ούτε ένας δεν παραπονιόταν! Λίγο μετά το μεσημέρι, άρχισε άγριος κανονιοβολισμός κατά των θέσεών μας. Το Τάγμα αποτραβήχτηκε για φύλαξη πίσω από την κορυφογραμμή, στην κοιλότητα της λοφοσειράς. Κάποια στιγμή ανέβηκα στην κορυφογραμμή να δω τι γίνεται. Και αντίκρυσα το πιο μαγευτικό θέαμα που έχω δει ως τώρα. Όχι τόσο για την φυσική ομορφιά, όσο για τα αισθήματα που μου προκαλούσε. Σε μια χαμηλή πλαγιά, είχαν κατασκηνώσει τα δύο Ευζωνικά Τάγματα της ο ο Μεραρχίας μας, το 8 και το 9 . Μου έκανε εντύπωση που ήταν ακόμη πιο μπροστά από εμάς, σαν να μην τους ένοιαζαν τα Τούρκικα πυρά από τα πυροβολεία της Καστρίτσας. Απέναντί μου, ήταν η φοβερή σειρά βουνών και λόφων που κατείχαν οι Τούρκοι, με αμέτρητα κανόνια, διασταυρούμενα χαρακώματα και συρματοπλέγματα. Στο άκρο δεξιό, μόνη της η Καστρίτσα, ένα γυμνό και απότομο βουνό, χωρίς ούτε ένα θάμνο. Μπροστά και αριστερά της, οι λόφοι του χωριού Κοτσελιό και δίπλα οι λόφοι της Αγίας Παρασκευής. Και πιο αριστερά, το φοβερό Μπιζάνι, καπνισμένο από τους καπνούς των πυροβόλων. Και πίσω από την Καστρίτσα και το Κοτσελιό, η πανέμορφη λίμνη των Ιωαννίνων, με απλωμένα στην όχθη τα Γιάννενα. Έμεινα έκθαμβος από το γλυκό όραμα … Τα Γιάννενα των θρύλων, των πόθων και των ονείρων, του Αλή Πασά και της κυρα-Φροσύνης, του Βαλαωρίτη … Η καρδιά της Ηπείρου, που στέναζε αιώνες στις αλυσίδες της Τουρκιάς και της Αρβανιτιάς, ήταν εκεί, κάτω από τα μάτια μου! Δεν χόρταινα να βλέπω, η καρδιά μου χτυπούσε δυνατά. Προσπαθούσα με τα κυάλια να χορτάσω το πανέμορφο θέαμα. Περιμένετέ μας Γιάννενα, περιμένετέ μας λίγο ακόμη. Θα συντρίψουμε το σιδερένιο στεφάνι που μας κλείνει το δρόμο, θα πετάξουμε σαν αετοί … Η Πέμπτη 10 του Γενάρη ξημέρωσε κατάλευκη. Η αδιάκοπη βροχή έγινε χιόνι. Πολλοί Στρατιώτες ξύπνησαν με πυρετό, καθώς κοιμήθηκαν στις μουσκεμένες κουβέρτες, μέσα στο φοβερό κρύο. Ευτυχώς, το μεσημέρι σταμάτησε το χιόνι και η βροχή και βγήκε ένας ήλιος λαμπρός.

634

(Το σημερινό Ελληνικό, στα Κατσανοχώρια) Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 413

Όμως, από τις 9 είχαν ξεκινήσει κι από τις δύο πλευρές οι κανονιοβολισμοί. Τα κανόνια της Καστρίτσας και ένα ακόμη από του Κουτσελιό, σφυροκοπούσαν το δρόμο μεταξύ Λοζέτσι και Αετορράχης, μισή ώρα απόσταση από τις δικές μας θέσεις. Στις 4 μας ήρθε Διαταγή να πάμε στην Αετορράχη, περνώντας από τον δρόμο αυτό! Απόρησα στο άκουσμα της Διαταγής. Είπα στον Λοχαγό και τους άλλους Αξιωματικούς ότι είναι ανοησία να περάσουμε από τον δρόμο αυτό στη διάρκεια της ημέρας. Με παρέπεμψαν όλοι στον Ταγματάρχη μας τον κ. Ζαργάνη. Οι ίδιοι φοβόντουσαν να πουν την γνώμη τους, μήπως θεωρηθούν δειλοί! Πήγα λοιπόν μόνος μου στον Ταγματάρχη, ενώ το Τάγμα ήταν ήδη έτοιμο για πορεία. «Κύριε Ταγματάρχα, ζητώ να με συγχωρήσετε, αλλά το Τάγμα δεν πρέπει να βαδίσει μέρα αυτόν τον δρόμο. Τα Τουρκικά κανόνια θα μας σκοτώσουν τους Στρατιώτες άδικα. Και το Τάγμα θα σκορπίσει και αυτό θα κάνει και μεγάλη ζημιά στο ηθικό.» Ο Ταγματάρχης ήταν γενναίος αλλά και λογικός και συμφωνούσε μαζί μου. «Τι θες να κάνουμε κ. Βρυζάκη; Το βλέπω κι εγώ αυτό που λες, αλλά η Διαταγή του Συντάγματος είναι ρητή. Να φύγουμε αμέσως για την Αετορράχη, από το δρόμο αυτό.» «Μα ο Συνταγματάρχης δεν ξέρει ότι ο δρόμος είναι αδιάβατος την ημέρα!» «Ναι αλλά εμείς δεν μπορούμε να κάνουμε αλλιώς. Ποιος ξέρει τι θα πουν για μας;» Ο Ταγματάρχης φοβόταν την μομφή … «Κι εγώ Ταγματάρχα μου μπορώ να κατηγορηθώ ότι κάνω αυτές τις προτάσεις από φόβο. Αλλά δεν διστάζω να τις κάνω, μπροστά στον κίνδυνο στον οποίο θα εκτεθούμε χωρίς λόγο. Νομίζω ότι είναι καθήκον μας να μην φύγουμε τώρα, αλλά όταν νυχτώσει καλά. Αν φύγουμε τώρα, θα σκορπιστούμε και δεν θα φτάσουμε ούτε αύριο στην Αετορράχη. Ας αναλάβουμε οι Αξιωματικοί τις ευθύνες μας.» Ο Ταγματάρχης κλονίστηκε κάπως, αλλά υπερίσχυσε ο φόβος της ευθύνης. Και ξεκίνησε έφιππος, έχοντας πίσω του τον Λοχαγό μας και τον Λόχο μας. Εγώ προχωρούσα μπροστά, δίπλα στον Λοχαγό. Μισή ώρα μετά είχαμε μπει στο δρόμο, ανηφορίζοντας προς τα αριστερά. Προχωρούσαμε εντελώς ακάλυπτοι και περίμενα να ακούσω την πρώτη κανονιά. Πέρασαν πέντε, πέρασαν δέκα λεπτά τίποτα. Στραβώθηκαν οι Τούρκοι; Όχι, απλά περίμεναν να μπει όλο το Τάγμα για τα καλά στο δρόμο. Καθώς ο Λόχος μου που πήγαινε μπροστά έφτασε στο χείλος μιας μικρής χαράδρας, στη βραχοσειρά δεξιά μας, ακούστηκε η πρώτη κανονιά και μία οβίδα βολιδοφόρος έσκασε με πάταγο στην ουρά του Λόχου. Μας έλουσαν οι πέτρες, αλλά ευτυχώς όχι οι βολίδες. Ακολούθησε ομοβροντία και φυσικά επακολούθησε αυτό που φοβόμασταν. Οι Λόχοι που ακολουθούσαν σκόρπισαν στα δεξιά και αριστερά του δρόμου για να φυλαχτούν. Ο δικός μας Λόχος πρόλαβε να περάσει και να καλυφθεί, μαζί με τον Ταγματάρχη. Και ενώ εμείς, σαν νύχτωσε καλά, συνεχίσαμε την πορεία μας, οι άλλοι Λόχοι σκόρπισαν και μέχρι το πρωί προσπαθούσαν να συγκεντρωθούν. Ευτυχώς δεν σκοτώθηκε κανείς, αν και λαβώθηκαν πολλοί. Δυστυχώς, αυτά είναι τα αποτελέσματα της στενόμυαλης και κατά γράμμα εκτέλεσης των Διαταγών. Ο Ταγματάρχης μας φάνηκε πιο γενναίος απ’ όσο έπρεπε. Διατάχθηκα με το Λόχο μου, να πάμε στο Λοζέτσι να πάρουμε άρτο για όλο το Τάγμα. Γυρίσαμε στην Αετορράχη τα μεσάνυχτα, κουβαλώντας 4 άρτους ο καθένας. Ευτυχώς, παρά το διαπεραστικό κρύο, ο καιρός ήταν καλός. Το πρωί του Σαββάτου 12 Ιανουαρίου ξημέρωσε θαυμάσιο, με έναν ήλιο ζωογόνο. Αραγμένοι στα βράχια οι Στρατιώτες, φλυαρούσαν μασώντας σταφίδα που είχε διανεμηθεί πριν λίγο. Αραιές βολιδοφόρες οβίδες έπεφταν πότε πότε, λίγο πιο κάτω, καθώς και σφαίρες που χώνονταν στη λάσπη με παφλασμό. «Κύριε Λοχαγέ, πάμε να κάνουμε τον καφέ μας στη φωτιά του κ. Ταγματάρχη;» λέω στον κ. Φραγκόπουλο. «Λέω να μην το ενοχλήσουμε. Καλύτερα να ανάψουμε δική μας φωτιά εδώ πέρα …» Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 414

Ένας Στρατιώτης άναψε φωτιά, βάλαμε καφέ σε μια καραβάνα, ρίξαμε μέσα και κουραμάνα και κολατσίζαμε. Ξαφνικά ακούστηκε κοντά μας ένας τρομερός κρότος. Μια βολιδοφόρα έσκασε στον βράχο, κοντά στη θέση του Ταγματάρχη, σπέρνοντας την καταστροφή και τον θάνατο. Έτρεξα προς τα κει. Είκοσι Στρατιώτες ήταν πεσμένοι κάτω, άλλοι νεκροί, άλλοι λαβωμένοι. Πολλοί ήταν οικτρά διαμελισμένοι. Μέλη κομμένα, εντόσθια πεταμένα έξω, κεφάλια διαλυμένα. Δύο τραυματίες πέθαναν σχεδόν αμέσως. 10 Στρατιώτες νεκροί, ανάμεσά τους και όλοι οι σύνδεσμοι των Λόχων. Βάλαμε όλους τους λεβέντες που πριν λίγο γελούσαν κι αστειεύονταν μαζί, σε ένα κοινό τάφο. Όλοι ήμασταν ταραγμένοι και μελαγχολικοί, και μόνο η ωραία μέρα ελάττωνε την τρομερή εντύπωση. Αλλά ο Ταγματάρχης; Τι έγινε ο Ταγματάρχης, που ήταν κι αυτός δίπλα όταν έσκασε η οβίδα; Πέντε λεπτά πριν την έκρηξη, είχε φύγει να πάει στον Συνταγματάρχη που τον είχε καλέσει. Όταν γύρισε, βρήκε τον μανδύα και την κουβέρτα του διάτρητα από τις βολίδες και μας τα έδειχνε. Αν ήταν εκεί κι αυτός, θα γινόταν κόσκινο. «Βλέπεις Πέτρο, που ήθελες να πάμε για καφέ στου Ταγματάρχη; Θα καλοπερνούσαμε κι εμείς …» «Λοχαγέ μου σου χρωστάω τη ζωή μου … Σε σένα και στον Άγιο που σε φώτισε …» Η φωτιά μας απείχε εννιά βήματα μόνο από τη φωτιά του Ταγματάρχη … Η Αετορράχη είναι βουνό στενόμακρο, βραχώδες και ανώμαλο. Αρχίζει σχεδόν από την 635 Κανέττα , και καταλήγει κοντά στον λόφο της Αγίας Παρασκευής, παράλληλα σχεδόν με το Μπιζάνι. Στα βραχώδη κοιλώματα της πλαγιάς καταυλίζονταν τα στρατεύματά μας. Στην κορυφογραμμή είχαμε στήσει ορειβατικά πυροβόλα και θα φέρναμε και πεδινά. Από εδώ θα δινόταν η κύρια μάχη για το Μπιζάνι και τα Γιάννενα. Και το βράδυ, μάθαμε ότι έφτασε ο Κωνσταντίνος και ότι ανέλαβε την αρχηγία του Στρατού Ηπείρου. Πήραμε όλοι θάρρος από την είδηση αυτή. Με αυτόν Αρχηγό, ο πόλεμος θα έληγε σύντομα.

635

Η τοποθεσία Κανέττα (ή Κανέτα), είναι το υψηλότερο σημείο του δρόμου Άρτας Ιωαννίνων. Αρχίζει από την διασταύρωση προς το χωριό Πέρδικα (52ο χλμ.) και τελειώνει στο Στρατόπεδο Παπαγεωργίου, κοντά στο Αβγό (58ο χλμ.) Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 415

Κακουχίες και προβληματισμοί στην Ήπειρο (Με βάση τις επιστολές του Λ. Παρασκευόπουλου στη σύζυγό του636)

Κανέττα 6/12/12 «Κουλιτσίκα μου λατρευτή … Το τι οβίδας έφαγα σήμερον ούτε λόγος να γίνη. Πώς εσώθην, θαύμα. Λοιπόν, άκουσον την πεποίθησίν μου: Τα Ιωάννινα δεν πίπτουν. Οι Τούρκοι είναι πολυάριθμοι και τρομερά οχυρωμένοι. Το Πυροβολικόν μας δεν δύναται να ενεργήση ελλείψει θέσεων. Ανεβίβασα μίαν Πυροβολαρχίαν εις τα χέρια εις τα βουνά, αλλά τι να κάμης όταν αι αποστάσεις είναι μεγάλαι; Πολύ φοβούμαι ότι θα χάσωμεν. Το στράτευμα επί 5θήμερον μάχεται, είναι εξηντλημένον. Να πέμψουν δυνάμεις πολλάς, άλλως να κάμουν ανακωχήν το ταχύτερον …» 637

Χάνι Σακίφ Αγά , Κυριακή 9/12/12 «Λατρευτή μου και γλυκιά γυναικούλα … Εδώ βασιλεύει τελεία ανικανότης. Είναι αδύνατον να σοι παραστήσω την κατάστασιν. Αρχηγός άνευ θελήσεως. Επιτελείον άπειρον, γυρίζουν διαρκώς με automobile και ουδέποτε μεταβαίνουν εις το πεδίον της μάχης, αλλά από μακράν … Εδώ έχω δύο πολέμους, ένα με τον εχθρόν και ένα με αυτούς. Να τους υβρίζω εις τον Στρατηγόν δια τα ψεύδη που του λέγουν και την ανικανότητά των ας … ψεύδη δε τηλεγραφούν και περί της 2 Μεραρχίας ότι υποχωρεί. Επί 9 ημέρας νυχθημερόν μάχεται, πλέον των 1.200 έχομεν εκτός μάχης, μεταξύ των οποίων φονευμένος και ο υιός του Στρατηγού Καλλάρη Ανθυπολοχαγός, Αξιωματικοί πλείστοι και εν τούτοις κρατεί τας θέσεις της … Ο Τουρκικός Στρατός ενισχύθη φοβερά. Τώρα είναι περί τους 30.000. Όλοι οι εκ Μοναστηρίου φυγάδες συνεκεντρώθησαν εις Ιωάννινα, αμφιβάλλω δε αν υποφέρουν από τροφάς, διότι αιχμάλωτοι συλλαμβανόμενοι έχουν γαλέτα και κρέας εις το σακίδιόν των …» Εμίν Αγά Δευτέρα 10/12/12 «… Κουλίτσα μου, ο πόλεμος αυτός καθ’ εαυτόν είναι τραχύς, σκληρός, αλλ’ όταν επιπροστίθενται και άλλαι δυσχέρειαι, πρέπει να έχη σιδηράν δύναμιν … Τι να σοι διηγηθώ … οι πλείστοι είναι ασθενείς. Ο Ραχήλοβιτς ο καϋμένος έχασε σχεδόν τον έναν οφθαλμόν, δεν γνωρίζω από τι. Άλλοι υποφέρουν, άλλοι κρυώνουν, τρέμουν … πεινούν …» Εμίν Αγά Δευτέρα 13/12/12 «… Ήρχισα να αηδιάζω και την τροφήν εδώ, προ παντός το ψωμί. Μίας τροφήν την ημέραν τρώγω. Φαίνεται ότι αδυνάτισα, δηλαδή έπεσε η στομάχα μου. Τούτο το κρίνω από το παντελόνι που μου πέφτει. Έτσι, θα είμαι και πιο κομψός, καλή μου γυναικούλα …» Εμίν Αγά Δευτέρα 15/12/12

636

Ο Συνταγματάρχης (ΠΒ) Λεωνίδας Παρασκευόπουλος, Διοικητής του 2ου Συντάγματος Πυροβολικού (2η Μεραρχία), Αρχηγός Πυροβολικού στις επιχειρήσεις του Σαρανταπόρου αλλά και στην Ήπειρο, έγραφε σχεδόν καθημερινά επιστολές στη σύζυγό του, την «αγαπημένη Κουλίτσα» του, εκθέτοντας με αυθορμητισμό τις σκέψεις και εμπειρίες του, συχνά γράφοντας πράγματα που σήμερα θα θεωρούσαμε απαράδεκτο να περιλαμβάνει ένας Στρατιωτικός στην ιδιωτική του αλληλογραφία. Ομολογώ ότι δεν ένιωθα άνετα διαβάζοντας τις επιστολές του στο βιβλίο «Βαλκανικοί Πόλεμοι (1912-1913) Επιστολές προς την σύζυγό του Κούλα», καθώς δεν περίμενα από έναν ανώτερο Αξιωματικό να κατηγορεί ανωτέρους του με αυτόν τον τρόπο. Αλλά δεν θα τον κρίνω για αυτό. Νομίζω ότι θα είναι λάθος να τον κρίνουμε με τα ήθη της εποχής μας. Τα ήθη της δικής του εποχής ίσως να το επέτρεπαν, αν σκεφτούμε ότι και ο ίδιος ο Αρχιστράτηγος Κωνσταντίνος έδινε τις τακτικές «αναφορές» του στην δική του αγαπημένη Πάολα φον Όστχαϊμ. 637 (εννοεί το χάνι Σεφήκ Μπέη) Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 416

«… Πρέπει να αλλάξει ολόκληρον το Αρχηγείον. Βασιλεύει η ανικανότης, τους απατά δε διαρκώς τηλεγραφών ψευδώς και αποκρύπτων την αληθήν κατάστασιν …» Εμίν Αγά Δευτέρα 20/12/12 «… Συχνά την νύκτα οι σκοποί μας ευρίσκονται παγωμένοι … Τώρα που σου γράφω, μέσα εις την σκηνή, είναι 7 η ώρα πρωΐας, έχω φωτιά μέσα και εν τούτοις τα χέρια μου είναι παγωμένα. Αυτήν ο την ώρας το ψύχος θα είναι -10 …» Εκ του παρατηρητηρίου μου έμπροσθεν Μπιζανίου 7/1/13 «… μέχρι των προφυλακών εκυκλοφόρουν πολίται ξένοι, πωληταί κλπ. Εφώναξα αλλά κατ’ ελάχιστον περιωρίσθη το κακόν, η κατασκοπία ενεργείται δια του χειροτέρου τρόπου. Χθες δε, άκουσον άκουσον, ένα camion auto μετά του chauffeur διήλθε δια την αμαξιτής οδού και μετέβη 638 εις τους Τούρκους …» Εκ του παρατηρητηρίου μου 11/1/13 «… Για να ιδής τι καιρός είναι, τας πέρδικας τας πιάνομε με τα χέρια. Φαντάσου, κρυώνουν και έρχονται να ζεσταθούν εις τους ανθρώπους. Χθες βράδυ έφαγα μία … Εμίν Αγά Κυριακή 13/1/13 «… Ό, τι και σοι έγραψα εγένετο. Μετά 6ήμερον φοβερόν αγώνα επανερχόμεθα, ένεκα της ανικανότητος 639 του κρονολήρου , εις ο σημείον είμεθα κατά την έναρξιν. Ευτυχώς ανέλαβε από χθες ο Διάδοχος και επρόλαβε άφευκτον καταστροφήν. Και 640 τον μεν άβουλον (χεσμεντένην ) ης ης απέστειλε Διοικητήν της 6 και 8 Μεραρχίας εις το Κοτρότσι (από τώρα θα το κλαύσωμεν) … Δια πρώτην φοράν 641 Επιτελείον ήλθε να ιδή το Μπιζάνι …» Εμίν Αγά Τετάρτη 16/1/13 «… Κλεισμένος εις την σκηνήν, εις την λάσπην, υγρασίαν κλπ. … Οιοσδήποτε άλλος Στρατός υφιστάμενος τόσας στερήσεις δεν θα άντεχε. Η βάσις της τροφής είναι η κουραμάνα και αυτή όχι πάντοτε … δεν πλένεσαι ποτέ, έξις, έχεις ζωΰφια, έξις … όλα είναι συνήθεια …» Εμίν Αγά 19/1/13 «… Είναι μεγάλη κακοκαιρία, και όπως και χθες απραξία. Λοιπόν ας καθήσω μέσα εις την σκηνήν μου … Έτσι περνώ τας νυκτερινάς ώρας, έτσι κάθημαι άμα γυρίζω από την μάχην, μέσα δε η σκηνή, το πάτωμά της, χώμα, λάσπαι, μόνο εις το κρεβάτι μου ένα παλιοτσούβαλο λασπωμένο. Ευτυχώς είμαι καλά, τώρα που πίνω τσάι διαρκώς. Το νερό φαίνεται ότι με ηνώχλει και υπέφερα 638

Αναφέρεται στο απαράδεκτο γεγονός να επιτρέπεται η ελεύθερη κυκλοφορία ξέων Προξένων, ακόμη και δυνάμεων φιλοτουρκικών όπως η Αυστρία. 639 (sic) 640 (sic) 641 (εννοεί το Επιτελείο του Κωνσταντίνου) Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 417

πολύ από κοιλιακά … 100 tablettes βισμουθίου, τας εξήντλησα … Δεν υπέφερα ποτέ ούτε αίμα, ούτε φλέγματα. Βλέπω τους άλλους όμως και τους λυπούμαι …» Εμίν Αγά 19/1/13, 7 μ.μ. 642 «… Βρέχει, βρέχει, βρέχει, δεν εξήλθον της σκηνής μου σήμερον … »

642

(αυτό ήταν το 3ο γράμμα της ημέρας …) Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 418

10 Ιανουαρίου 1913 – Ο Κωνσταντίνος αναλαμβάνει την Αρχηγία ης

Το απόγευμα της 10 Ιανουαρίου ο Διάδοχος Κωνσταντίνος ανέλαβε στη Φιλιππιάδα τη Διοίκηση του Στρατού της Ηπείρου και εγκατέστησε το Αρχηγείο του στο Χάνι Εμίν Αγά, 14 χιλιόμετρα νότια του Μπιζανίου. Ο Κωνσταντίνος συναντήθηκε με τον Σαπουντζάκη και, αφού ενημερώθηκε για την κατάσταση, το επόμενο πρωί εξέδωσε Γενική Διαταγή, σύμφωνα με την οποία η επίθεση έπρεπε να σταματήσει, εξ αιτίας της κακοκαιρίας. Ο χειμώνας του 1912-13 ήταν από τους βαρύτερους που είχε γνωρίσει η Ήπειρος τα χρόνια εκείνα. Ενώ οι απώλειες του Ελληνικού Στρατού από τις μάχες ήταν σχετικά χαμηλές, οι μονάδες είχαν αποδεκατιστεί από αρρώστιες και κρυοπαγήματα, ενώ ήταν φανερή και η κόπωση των ανδρών. Αλλά και ο Τουρκικός στρατός δεν ήταν σε καλύτερη κατάσταση, καθώς μαθαίνουμε από μία αναφορά – έκθεση που συνέταξε ο Βεχίμπ Μπέης, Διοικητής της οχυρωμένης τοποθεσίας του Μπιζανίου, στις 20/21 Ιανουαρίου. Σε αυτήν, ο Βεχίμπ αναφέρεται στην τραγική κατάσταση των Στρατιωτών του, που τρέφονται με μισή οκά καλαμποκιού ημερησίως και στερούνται ιματισμού κατάλληλου για ισχυρό ψύχος, με αποτέλεσμα κρυοπαγήματα αλλά και θανάτους από κρύο στα χαρακώματα! Αναφέρεται επίσης στις λιποταξίες, κυρίως σε μονάδες αποτελούμενες από Αλβανούς, καθώς και σε εκτελέσεις λιποτακτών για παραδειγματισμό, σε μία μάλιστα περίπτωση 70 μαζί! Αναφέρει απώλειες 400 Αξιωματικών και 6.000 Στρατιωτών (νεκρών και τραυματιών) καθώς και 3.000 αγνοουμένων. Και το πιο σημαντικό: Αναφέρει ότι έχουν ήδη εξαντληθεί τα πυρομαχικά των ορεινών πυροβόλων, ότι αυτά των λοιπών πυροβόλων είναι σε επίπεδα κάτω των αναγκαίων και ότι σε κάθε Στρατιώτη απομένουν μόνο 200 περίπου φυσίγγια. Με τον ερχομό του Κωνσταντίνου έλαβαν χώρα αρκετές ανακατατάξεις: Ο Σαπουντζάκης έγινε ης Μέραρχος της 8 Μεραρχίας, που περιλάμβανε όλες τις δυνάμεις του πρώην «Στρατού Ηπείρου». Ο Καλλάρης, που είχε γίνει Επιτελάρχης του Στρατού Ηπείρου ανέλαβε ης ξανά τη Διοίκηση της 2 Μεραρχίας. Ο Μοσχόπουλος ανέλαβε ξανά ης Μέραρχος της 4 . Οι Μεραρχίες ξαναβρήκαν τους ηγέτες τους. Συγκροτήθηκε Σύνταγμα Ιππικού Ηπείρου, υπό τον Αντισυνταγματάρχη Μαυρομιχάλη Πιερράκο. Και το Επιτελείο του Κωνσταντίνου, Δαγκλής, Δούσμανης, Μεταξάς, Στρατηγός, Πάλλης, Στάικος και λοιποί, ανέλαβε καθήκοντα. Στις 17 Ιανουαρίου, ο Κωνσταντίνος απεύθυνε μήνυμα για παράδοση προς τον Εσσάτ πασά, που ήταν συμμαθητής του στη Στρατιωτική Ακαδημία του Βερολίνου, ζητώντας του να παραδώσει τα Ιωάννινα για λόγους κυρίως ανθρωπιστικούς, αφού η Τουρκία είχε χάσει οριστικά τον πόλεμο: «Προς τον Διοικητήν του Οθωμανικού Στρατού Ιωαννίνων Εσσάτ Πασσάν Εξοχώτατε! Προσφεύγω εις Υμάς εν ονόματι της ανθρωπότητος και του πολιτισμού, προ της τελικής εφόδου, όπως αποφευχθή αιματοχυσία πολλών ηρώων και όπως περιφρουρηθή η πόλις εκ της

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 419

καταστροφής ην θα φέρη η μάχη εις τας πύλας ταύτης. Ο εν Κορυτσά Στρατός μου αφαιρεί κάθε ελπίδα διαφυγής σας εκ της αιχμαλωσίας. Αφ’ ετέρου, ασφαλώς γνωρίζετε ότι ο Οθωμανική Κυβέρνησις από της ενάρξεως των συζητήσεων εν Λονδίνω δια την σύναψιν της ειρήνης, παρητήθη των εδαφών, των περιλαμβανομένων από της Θράκης μέχρι του Αδριατικού πελάγους και κατόπιν τούτου δεν βλέπω τον λόγον δι’ επιμονήν εις άμυναν της πόλεως. Εάν πρόκειται δια την τιμήν και δόξαν των όπλων σας, είμαι έτοιμος, εν περιπτώσει παραδόσεως της πόλεως εις τον Στρατόν μου, προ της οριστικής εφόδου, να επιτρέψω εις τον Στρατόν Σας να εξέλθη της πόλεως με όλην την πολεμικήν τιμήν και δόξαν και με τα όπλα και στρατιωτικά του είδη και να μεταφερθή εις κατάλληλον σημείον. Συγχρόνως εγγυώμαι, ότι θα επιδειχθή σεβασμός προς θρησκείαν, ζωήν, τιμήν και περιουσίαν των Μουσουλμάνων. Είναι ματαία η επιμονή της διατηρήσεως των Ιωαννίνων μέχρι της ειρήνης, με την ελπίδα ότι αύτη θα είναι προσεχής. Τα δε τελευταία γεγονότα της Κωνσταντινουπόλεως δεν επιτρέπουσι να υποθέση τις και να ελπίζη ότι η σύναψις και η υπογραφή της ειρήνης θα είναι προσεχής. Ο Στρατός Σας, παρά την ανδρείαν και το θάρρος, είναι ασφαλώς καταδικασμένος εις αιχμαλωσίαν ή καταστροφήν. Η απώλεια των Ιωαννίνων δεν είναι δυνατόν να σας παράσχη ευθύνας, διότι η Κυβέρνησίς Σας παρητήθη της χώρας ταύτης, κατά πάντα τρόπον. Εγώ δ’ έχω την στερεάν απόφασιν και την επιθυμίαν να καταλάβω οπωσδήποτε τα Ιωάννινα. Εάν η Υμετέρα Εξοχότης δέχεται κατ’ αρχήν τας προτάσεις μου, παρακαλώ όπως μοι απαντήση δι’ Αξιωματικού ερχομένου εις τας προφυλακάς μου δια της μεγάλης οδού. Παρακαλώ όπως δεχθήτε την έκφρασιν της εκτιμήσεως μου, εξοχώτατε Πασσά. Αρχηγός της Στρατιάς Μακεδονίας και Ηπείρου Κωνσταντίνος, Δουξ της Σπάρτης» Ο Εσσάτ Πασσάς, αφού συμβουλεύτηκε και τους ανωτέρους του, απέρριψε τις προτάσεις, με αξιοπρέπεια και ευγένεια και αντίστοιχη λεπτότητα: «Προς τον Αρχηγόν του Ελληνικού Στρατού, Δούκαν της Σπάρτης, Κωνσταντίνον Υψηλότατε Πρίγκηψ! Τας εν ονόματι της ανθρωπότητος και του πολιτισμού γενομένας προτάσεις της Υμετέρας Υψηλότητος ανέγνωσα μετά της αυτής σοβαρότητος και λεπτότητος και μετά πλήρους σεβασμού. Αναφέρω ότι διαθέτομεν τα απαιτούμενα μέσα, συν Θεώ, δια την άμυναν των Ιωαννίνων κατά πάσης ενεργείας του θαρραλέου Στρατού Σας. Σας ευχαριστώ ιδιαιτέρως, διότι πιστεύετε ότι θα επιμείνω, μέχρι του τελευταίου ανδρός και του τελευταίου βλήματος εις την εκτέλεσιν του καθήκοντος όπερ επιβάλλει εις τους υπερασπιστάς ενός φρουρίου η στρατιωτική τιμή και το στρατιωτικόν γόητρον. Αλλά, όπερ η Υμετέρα Υψηλότης, ούτω και εγώ ανέλαβον καθήκον και έχω σταθεράν απόφασιν να το εκτελέσω και το εκπληρώσω πάση θυσία. Είναι τιμή δι’ εμέ να συνεχίσω τον πόλεμον μέχρι τέλους με τον γενναίον Στρατόν Σας. Δια το χυθέν και χυνόμενον αίμα ο πολιτισμός και ο ανθρωπισμός δεν θα επικρίνη εμέ και τον Στρατόν μου. Το δίκαιον και η δικαιοσύνη θα καταλογίσωσι ταύτην εις τους υπαιτίους του πολέμου. Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 420

Σας ευχαριστώ δια την ευγενή σας λεπτότητα και Σας παρακαλώ να δεχθήτε την έκφρασιν του σεβασμού μου. Αρχηγός Στρατού Ιωαννίνων Εσσάτ Πασσάς» Το Στρατηγείο υπολόγισε ότι στα μέσα Ιανουαρίου οι ικανοί για μάχη άνδρες είχαν περιορισθεί σε 28.000 περίπου. Ο Κωνσταντίνος θεωρούσε ανεπαρκή τη δύναμη αυτή και με αναφορά του προς ης το Υπουργείο Στρατιωτικών, στις 30 Ιανουαρίου, ζήτησε την αποστολή ολόκληρης της 1 Μεραρχίας στην Ήπειρο. Ο Βενιζέλος επισκέφθηκε το μέτωπο, αλλά αν και είδε τις ανάγκες, απέρριψε την αίτηση, θεωρώντας ότι δεν έπρεπε να μειωθεί η δύναμη του Στρατού που είχε ο μείνει στη Μακεδονία. Δέχθηκε πάντως να σταλεί το 4 Σύνταγμα στο Μέτσοβο, και να τεθεί στην η διάθεση του Κωνσταντίνου η 3 Μεραρχία, που βρισκόταν στην Κορυτσά, για μία επίθεση στα νώτα των Τούρκων. Από την πρώτη στιγμή που ανέλαβε ο Κωνσταντίνος έδωσε προτεραιότητα στην βελτίωση των συνθηκών του Στρατού, δίνοντας έμφαση στον ανεφοδιασμό και στην ενίσχυση των μονάδων, σταματώντας τις άσκοπες επιχειρήσεις που προκαλούσαν φθορά και απώλειες. Αντιλαμβανόμενος το δύσκολο έργο που είχε αναλάβει, την εκπόρθηση μίας τόσο ισχυρής άμυνας, δεν ήθελε να αφήσει τίποτα στην τύχη. Και με το Επιτελείο του άρχισε να επισκέπτεται την κάθε μονάδα και την κάθε θέση, ώστε να σχηματίσει ιδία εντύπωση για τις θέσεις του εχθρού και την κατάσταση 643 του Στρατού του . Όλα αυτά είχαν άμεσο θετικό αντίκτυπο στο ηθικό του στρατεύματος αλλά και στην ανασυγκρότησή του. Στις 6 Φεβρουαρίου επισκέφθηκε το μέτωπο ο Βενιζέλος, προκειμένου να συνεκτιμηθούν οι επιχειρησιακές δυνατότητες, εν όψει των διπλωματικών χειρισμών που ακολουθούσαν. Μάλιστα, όπως μας πληροφορεί ο Λ. Παρασκευόπουλος, Πρωθυπουργός και Αρχιστράτηγος κινδύνεψαν σε μία επίσκεψή τους στο μέτωπο, καθώς έγιναν στόχος του Τουρκικού Πυροβολικού. Στις 8 Φεβρουαρίου, το Γενικό Στρατηγείο κοινοποίησε προς όλες τις μονάδες «γενικές οδηγίες» για την έγκαιρη μελέτη και προπαρασκευή της επικείμενης επίθεσης. Αυτό που έμενε ήταν η τελική επιλογή του σχεδίου επίθεσης.

643

Μαζί με το Επιτελείο του Κωνσταντίνου στάλθηκαν στην Ήπειρο και ένα τμήμα Οπτικού Τηλεγράφου, καθώς και 3 σταθμοί ασύρματης τηλεγραφίας, της Γαλλικής εταιρείας SOCIETE RADIOELECTRIQUE, οι οποίοι όμως δεν απέδωσαν τα αναμενόμενα λόγω του ορεινού εδάφους και του ανειδίκευτου προσωπικού. Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 421

Μπιζάνι – Η πολιορκία, 6η Μεραρχία (Διήγηση του Νικήτα)

Τις νύχτες της επίθεσης από 7 ως 9 Ιανουαρίου, τις είχαμε ονομάσει «νύχτες του Αγίου Βαρθολομαίου». Ευτυχώς, ήρθε στην Ήπειρο ο Διάδοχος και σαν ανέλαβε ήρθε λίγη ηρεμία και ο ης ξεκούραση. Το Τάγμα μας προσκολλήθηκε στο 18 Σύνταγμα της 6 Μεραρχίας. Εκεί είχα την ευκαιρία να γνωριστώ και με τον Υπολοχαγό Πέτρο Βρυζάκη, που ήταν στο Τάγμα του Σπυράκου. ης

Νωρίς το πρωί της 12 Ιανουαρίου 1913 άρχισαν τα πυροβόλα. Τα δικά μας χτυπούσαν το Μπιζάνι, τα δικά τους χτυπούσαν την Αετορράχη. Οι περισσότερες οβίδες τους πέφτανε στον ου απέναντι βράχο. Μόνο ένας Στρατιώτης του 15 πληγώθηκε, κι αυτός ελαφρά, από όλη αυτή τη βροχή των οβίδων. Σαν τέλειωσε ο βομβαρδισμός, μαζί με τον Μιχάλη και το Διμοιρίτη μας, ανεβήκαμε προσεχτικά στην κορυφή του υψώματος να δούμε τι γίνεται παραπέρα. Απέναντί μας ήταν το Μπιζάνι και πιο χαμηλά αριστερά του, όπως κοιτάζαμε εμείς, ήταν το λεγόμενο «μικρό Μπιζάνι». Σε όλο το μήκος βλέπαμε μεγάλα τσιμεντένια οχυρά και μπροστά τους διπλά χαρακώματα και συρματοπλέγματα. Πώς μπορεί να επιτεθεί κανείς κατά μέτωπο σ’ αυτό το φρούριο; «Σάμπως δεν θάναι τόσο εύκολη η μάχη για τα Γιάννενα κυρ Ανθυπολοχαγέ …» «Όχι Μαύρε, μόνο εύκολη δεν θα είναι. Αλλά όσο πιο δύσκολη, τόσο πιο μεγάλη η δόξα. Γιατί, τα Γιάννενα θα τα πάρουμε!» απάντησε με σιγουριά ο Ανθυπολοχαγός μας, ο κ. Αναστασίου. «Εκεί κάτω, ο δρόμος είναι;» «Ναι, είναι ο αμαξιτός δρόμος Φιλιππιάδας Ιωαννίνων.» «Με τόσα Τούρκικα κανόνια, ούτε πουλί πετούμενο δεν θα μπορεί να τον περάσει ...» «Άμα έρθει η ώρα, θα τον περάσουμε με ψηλά το κεφάλι Μαύρε, ηρέμησε …» Την άλλη μέρα, 13 Ιανουαρίου, το Τάγμα διατάχτηκε να πάει στο Λοζέτσι, για να αναλάβουμε τη φρούρηση των προφυλακών. Φτάσαμε στην άκρη του χωριού στις 10.30 και καταυλιστήκαμε. Όλη τη νύχτα ακούγαμε πυροβολισμούς από τις προφυλακές. Πήραμε διαταγή να ετοιμαστούμε. Συναγερμός, όλοι επί ποδός, αλλά επί μιάμιση ώρα περιμέναμε όρθιοι μέχρι που πάψανε οι πυροβολισμοί και ήρθε νέα διαταγή να γυρίσουμε στον καταυλισμό. Αυτό γινότανε συχνά. Οι σκοποί άνοιγαν πυρ, άρχιζαν να πυροβολούν και οι υπόλοιποι, χωρίς να ξέρουν σε ποιον ρίχνουν και τελικά το πυρ σταματούσε μόνο του όπως άρχιζε. Στις 16 από το μεσημέρι ως το βράδυ, είχαμε συνεχή κανονιοβολισμό από όλα τα σημεία. Για λόγους ασφαλείας, κατά τις 3 αλλάξαμε θέση και μεταφερθήκαμε στο άνω άκρο του χωριού. Την άλλη μέρα, 17 Ιανουαρίου, τα σκέπασε όλα το χιόνι και το κρύο ήταν διαπεραστικό. Κάθε μέρα, στέλναμε δυο Λόχους επάνω στο Μοναστήρι της Τσούκας, και οι άλλοι δυο Λόχοι αναπαύονταν, είχαμε δηλαδή υπηρεσία μέρα παρά μέρα. Τη μια νύχτα κοιμόμασταν στο χιονισμένο αντίσκηνο, Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 422

την άλλη στα χιονισμένα προχώματα, πάνω σε παχιά πουρνάρια που είχαμε στρώσει, σκεπασμένοι όπως όπως με μια κουβέρτα και το αντίσκηνο. «Ξενοδοχείον τ’ Αστέρια …» «Μόνο να μην έβρεχε, σα βρεγμένες γαλέτες γίναμε …» «Ναι, αλλά αυτό το στρώμα από πουρνάρια, καλύτερο κι από κρεβάτι με σούστες …» «Και ούτε κορέους ούτε ψείρες … λίγο τό’ χεις αυτό;» «Μωρέ σημασία έχει ότι δεν κοιμόμαστε στο μουσκεμένο χώμα … Δεν το άντεχα άλλο αυτό ρε συνάδελφοι. Ξυπνούσα και πονάγανε όλα μου τα κόκκαλα …» Καλή ιδέα τα πουρνάρια, αλλά δεν φτάνανε. Σαν ξημέρωνε, όσοι δεν ήταν σκοποί την ώρα εκείνη, ξυπνούσανε σκεπασμένοι με χιόνια και παγωμένοι. Αλλά δεν γινόταν να κινηθούμε, παρά μόνο σκυφτά ή μπουσουλώντας, γιατί δεν έπρεπε να μας δούνε οι Τούρκοι. Η αλλαγή γινόταν πάντα νύχτα. Όσοι είχαν υπηρεσία, έπρεπε νύχτα η ώρα 8, να έχουν μαζεμένα τα αντίσκηνα, και να πορεύονται στις προφυλακές μέσα στο σκοτάδι. Για μια υπηρεσία που ήταν 4 ώρες διπλοσκοπιά, όπου μπορούσες να κινηθείς για να μην παγώσεις, και 4 ώρες ανάπαυση, που ξεκουραζόσουν αλλά πάγωνες … Αυτά στη διάρκεια της νύχτας, την ημέρα μετρούσες τις ώρες άγρυπνος στα χαρακώματα. Και πότε πότε μέσα στη νύχτα, να μας φωτίζει ο διαολεμένος ο προβολέας από την Καστρίτσα, ο «δράκος», έτσι τον λέγαμε. «Τι γλεπ’ς έτσι, μωρή π’τανοκαστρίτσα … Μια μέρα θα στου φάου το μάτι σ’» μονολογούσε ένας Εύζωνος … Και άλλοτε ο φοβερός θόρυβος από μια τοπομαχική οβίδα, που έσκαζε καμιά εκατοστή μέτρα παραπέρα … Οι σκοπιές τη νύχτα άλλαζαν κάθε δύο ώρες, αλλά και κάθε μία όταν το κρύο ήταν πολύ δυνατό. Με κρύο και βροχή, η φύλαξη στις κορυφές ήταν μαρτύριο. Συχνά, ένας ίσκιος που κινιόταν, μια υποψία εχθρικής κίνησης, προκαλούσαν άσκοπα πυρά και γενικό συναγερμό. Αλλά το μεγαλύτερο μαρτύριο ήταν η νυχτερινή διανομή συσσιτίου και άρτου. Επειδή την ημέρα ούτε Στρατιώτης ούτε πολύ περισσότερο ζώα μεταγωγικά μπορούσαν να ξεμυτίσουν, η διανομή γινόταν πάντα νύχτα. Συχνά οι κουραμάνες κόβονταν στη μέση ή και στα τέσσερα για να φτάσουν για όλους. Και με τη μισή δύναμη στα φυλάκια και στις σκοπιές, έπρεπε να στέλνουμε αγγαρείες με συσσίτιο σε κάθε φυλάκιο, μέσα στα βράχια, τη νύχτα, τη βροχή και τον αέρα. Και το λίγο ψωμί δύσκολα έφτανε να χορτάσει την πείνα μας, φαίνεται ότι μας άνοιγε την όρεξη ο καθαρός αέρας! Τις μέρες που δεν είχαμε υπηρεσία, αναγκαζόμασταν να στεκόμαστε μαζεμένοι σαν τα ποντίκια, σε μια κοιλότητα της πλαγιάς που ήταν στο απυρόβλητο, μην τολμώντας να φανερωθούμε γιατί τότε προκαλούσαμε εκείνα τα καταραμένα κανόνια της Καστρίτσας. Περιορισμένοι σε τόσο στενό χώρο, αναρωτιόμασταν συχνά ποιος είναι ο πολιορκητής και ποιος ο πολιορκημένος. Αλλά αυτό οι Αξιωματικοί μας το λέγανε ανάπαυση. «Τι γκρινιάζετε βρε παλιάσκερο; Όλο ανάπαυση είσαστε …» «Ναι, αλλά λιώσανε τ’ άρβυλα κυρ Επιλοχία, και είμαστε ξυπόλητοι …» «Ε, και τι θέλετε; Κάναμε αναφορά στον Συνταγματάρχη … Σήμερα αύριο θα έρθουν και παπούτσια …» Και με το σήμερα αύριο, τρεις στους τέσσερεις ήτανε χωρίς παπούτσια. Σκίζαμε κομμάτια από τους μανδύες μας και δέναμε τα πόδια μας, για να μην ξυλιάζουν. Ο Λοχαγός μας, ο κ. Διαμαντόπουλος, χωμένος στη σκηνή του, κάθε φορά που παραπονιόμασταν, απαντούσε ότι έστειλε αναφορά … Κάποια μέρα ήρθαν 20 ζευγάρια τσαρούχια, που όχι μόνο δεν φτάσανε αλλά τα πήραν οι πιο πονηροί και βολεμένοι: Υπηρέτες, μάγειροι, κλπ. Ο Σαλαχώρης δεν βαστιόταν από το θυμό του. Κι άμα θύμωνε, τα έλεγε Κυπραίικα … Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 423

«Κύριε Λοχία να χαρείς, φκάλμε γλήορα αναφοράν! Εν πολλά επείγον. Εν αντέχω άλλον τούντες διακρίσεις δαμέσα, εν πολλά άδικον. Όϊ πέμου, ποιός δικαιούται την χλαίνην; Ο Υπασπιστής του Λοχαγού! Ποιος δικαιούται τα άρβυλα; Ο μάειρας του Ανθυπολοχαγού, το τσιράκκιν! Ποιός έσσει θκιό πατανίες; Η “τσούλλα” του Επιλοχία ... Ούλλα τα καλά για τους σούστενους δαμέσα, ούλλα οι Μαρίκες παίρνουν τα, γαμώ την αγανάκτησή μου, τζ’ εμάς ξέρετέ μας μόνον άμα γενεί πόλεμος … εμείς μόνον για σκότωμαν τζιαι λάωμαν τζιαι διπλοσκοπίαν τζιαι ζιλικούρτιν … άι Ασσηχτήρ !!!» Αλλά ο Επιλοχίας, έκανε ότι δεν κατάλαβε τίποτα, ούτε το «άι σιχτίρ», και απάντησε με … διάλεξη περί πειθαρχίας: «Για ακούστε … εδώ είναι Στρατός δεν είναι αντάρτικο! Και Στρατός σημαίνει πειθαρχία! Δέκα Στρατιώτες πειθαρχημένοι είναι αρκετοί για εκατό ατάκτους … αυτό μας διδάσκει η θεωρία και γι’ αυτό μην ξανακούσω παράπονα! Η πειθαρχία είναι το παν, άλλωστε ο κ. Λοχαγός έκανε αναφορά για 200 ζεύγη αρβύλες!» Καλά τα λόγια, αλλά τα άλλα Τάγματα μας είχαν κολλήσει το παρατσούκλι «ξυπόλητο Τάγμα» … «Από ποιο Τάγμα είσαι συ συνάδελφε;» «Το τάγμα του Μπέλλου!» «Ε, βέβαια, το “ξυπόλητο Τάγμα” … Έπρεπε να το καταλάβω από τα χάλια σου …» Και ο Ταγματάρχης μας ο κύριος Μπέλλος, ένας τύπος καλού Χριστιανού που μόνο για παπάς έκανε, δεν τού ’φτανε που κεκέδιζε, ήθελε να βγάζει και λόγους … «Ο πο…πο…πόλεμος παιδιά, είναι πο…πο…πόλεμος. Αλλά ο πόλε…λε…μος, δε…δε…δεν είναι πο…πο…πόλεμος. Είναι κε…και κα…κα…κακουχίες κε…και ψείρες κε…κε…και ξυπο…πο…πολησιά.» Και περνούσαν οι μέρες χωρίς άρβυλα, ώσπου ανέλαβε τη Διοίκηση του Λόχου ο Ανθυπολοχαγός Αναστάσιος Τερζάκης, λεβέντης πραγματικός, 28 ετών και μορφωμένος όσο λίγοι. Και πρώτη του δουλειά, έδωσε το δεύτερο ζευγάρι άρβυλα που είχε αυτός, σε ένα φαντάρο ηλικιωμένο, που κόντευε να πάθει κρυοπαγήματα. Νοιώσαμε σαν να πήραμε όλοι καινούργια άρβυλα, με την κίνηση αυτή. Έτσι είναι ο ηγέτης. Μαζί του, πάμε να πάρουμε τα Γιάννενα, αύριο κιόλας !!! Στο Λοζέτσι, ήταν πέντε Τάγματα, κάπου 5.000 Στρατός. Και στις δυο άκρες του χωριού, ήταν τα μοναδικά μαγαζιά, αν μπορούσε κανείς να τα πει μαγαζιά. Το ένα ήταν του παπά και το άλλο του Μήτσου. Είχαν πιάσει τα πόστα, είχαν συνεννοηθεί μεταξύ τους, κι αν δεν ήθελες να σε δαγκώσει η Σκύλα του Παπά, έπεφτες στη Χάρυβδη του Μήτσου … Είκοσι λεπτά το κρεμμύδι ο παπάς, δυο δεκάρες ο Μήτσος. Δυο δραχμές τα 100 δράμια λουκούμια ο Μήτσος, είκοσι δεκάρες ο παπάς … Και τα λεφτά μπροστά. Πόρτες και παράθυρα αμπαρωμένα και ένα μόνο άνοιγμα, ίσα να περνάει το χέρι του φαντάρου: «Θα μου δώσετε παρακαλώ ένα πακέτο καπνό;» «Τρία φράγκα πηδάκι μ’» ακουγόταν η φωνή του παπά … Έδινε ο φαντάρος τα λεφτά, μετρούσε ο παπάς και τότε του έδινε τον καπνό! «Ιέχουμι κι ουζάκ’ πηδιά μ’» «Βάλε μας δυο ουζάκια παπά μου …» «Δυου δικάρ’ς , γιόκα μ’» «Δεν φεύγουμε παππούλη, εδώ θα τα πιούμε τα ουζάκια» «Διν λέου πους θα φύγητ’ … αλλά έτσ’ για την τάξ’ πηδάκι μ’ …» Η Τσούκα ήταν ένας λόφος δεξιά από το Λοζέτσι, μαντρωμένος κατά το ήμισυ και γεμάτος πυκνά δέντρα. Στην κορυφή ήταν το Μοναστήρι. Η θέα από εκεί ήταν επιβλητική. Πίσω μας, είχαμε μία απότομη χαράδρα κι από κάτω περνούσε ο Αχελώος. Στο τέλος της χαράδρας αρχίζανε τα βουνά των Τζουμέρκων. Πιο βόρεια, ήταν το χωριό Κοντοβράκι που το είχαν οι Τούρκοι, χτισμένο στην άκρη ενός βραχώδους λόφου. Πιο πέρα οι κορυφές του Δρίσκου, και ακόμη πιο βόρεια το βουνό Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 424

Μιτσικέλι, στα ανατολικά της λίμνης των Ιωαννίνων. Όλα αυτά τα μέρη, μας προκαλούσαν βαθιά αισθήματα. Ήμασταν στην Ήπειρο, έξω από τα Γιάννενα, νικητές, πολιορκητές. Ανυπομονούσαμε όλοι για τη μέρα που θα μπαίναμε μέσα. Πόσες στερήσεις και κακουχίες θα υποφέραμε ακόμη; Ο καιρός ήταν όλο χιόνια και βροχές. Έλειπε ακόμη και ο άρτος. Εδώ πάνω που ήμασταν ήταν δύσκολη η μεταφορά και τα μεταγωγικά είχαν λιγοστέψει. Ευτυχώς, οι Στρατιώτες του Μηχανικού μας φτιάξανε καλύβες από μεγάλα κλαριά δέντρων και βελτιώθηκε κάπως ο καταυλισμός. Ήταν όμως και ένα σημάδι αυτό ότι η πολιορκία θα βαστούσε πολύ ακόμη. Οι μέρες περνούσαν πολύ αργά. Κάθε μέρα συνεχές κανονίδι κι από τις δυο μεριές. Ευτυχώς έρχονταν και μερικές μέρες με καλό καιρό και τότε τα ξεχνούσαμε όλα. Ξαπλώναμε στη λιακάδα, διαβάζοντας εφημερίδες 15 ημερών, ή κανένα γράμμα από την αλληλογραφία που πάντα έφτανε καθυστερημένα.

Και κύριο θέμα όλων των συζητήσεων η μεγάλη επίθεση αλλά και η Τουρκία που ζήτησε ανακωχή, υποχωρώντας στους όρους των συμμάχων. Στις 21, ο Λόχος μας στάλθηκε στις άκρες προφυλακές. Η μετάβαση έγινε νύχτα, το έδαφος ήταν ανώμαλο και ανηφορικό. Η γραμμή των άκρων προφυλακών ήταν οι λοφοσειρές που είχε ο Στρατός μας καταλάβει στις 8 Ιανουαρίου. Τους πιο χαμηλούς λόφους που είχαν καταλάβει οι Εύζωνοι αναγκαστήκαμε να τους αφήσουμε, γιατί τα εχθρικά πυροβόλα προκαλούσαν συνεχώς άσκοπες απώλειες. Μέχρι να τοποθετήσουμε σκοπούς και φυλάκια, φτάσανε μεσάνυχτα,. Μετά από λίγο, όπως είχαμε ειδοποιηθεί, άρχισε σφοδρός κανονιοβολισμός του Μπιζανίου από το Πυροβολικό μας. Το θέαμα, μέσα στη σκοτεινιά της νύχτας, ήταν μεγαλοπρεπές. Αυτό επαναλαμβανόταν κάθε βράδυ. Οι Τούρκοι, προτιμούσαν να ρίχνουν στη διάρκεια της ημέρας. Στις 23 του Γενάρη, μία υπέροχη μέρα. Όλοι οι Στρατιώτες ζέσταιναν τα κορμιά τους ξαπλωμένοι στον ήλιο, καθάριζαν τα όπλα, πολεμούσαν με τις ψείρες. Μη φανταστείτε ότι αυτά γίνονταν χωρίς τις εχθρικές οβίδες. Τα κανόνια της Καστρίτσας είχανε λυσσάξει. Ρίχνανε κυρίως κατά του δρόμου, ακόμη κι όταν ένας μόνο Στρατιώτης εμφανιζόταν, με σκοπό να εμποδίζουν την Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 425

συγκοινωνία μεταξύ Αετορράχης και Λοζέτσι. Τσάμπα χαλούσαν τις οβίδες τους, αφού η συγκοινωνία γινόταν από πιο χαμηλό μέρος, λίγο αριστερότερα, αθέατο στους Τούρκους παρατηρητές Πυροβολικού. Στις 11, χαμηλά στον ορίζοντα, ένα μεγάλο πουλί φάνηκε από τη 644 μεριά της Φιλιππιάδας. Ήταν το αεροπλάνο του Ανθυπίλαρχου Χρήστου Αδαμίδη . Το χαζεύαμε καθώς έκανε το γύρο πάνω από το Μπιζάνι, τη Καστρίτσα, τα Γιάννενα. Οι Τούρκοι από κάτω προσπαθούσαν μάταια να το χτυπήσουν, με τουφέκια αλλά και με πυροβόλα. Κάθε φορά που είχε καλό καιρό, το βλέπαμε αυτό το αεροπλάνο. Όλο το απόγευμα είχαμε μονομαχία Πυροβολικού. Τα κανόνια μας χτυπούσαν τα εχθρικά χαρακώματα αλλά και τα πυροβολεία, ιδίως αυτά του Μπιζανιού. Άγριο θέαμα, γεμάτο φωτιά, σίδερο και κρότους. Αυτή ήταν η ζωή μας στο δίμηνο της πολιορκίας. Δυο μήνες στη λάσπη και το χιόνι, ξυπόλητοι οι πιο πολλοί, με αντίσκηνα που τρίφτηκαν και δεν βαστούσανε πια τη βροχή, για να κοιμάσαι σ’ αυτά μουσκεμένος και παγωμένος ή να στέκεσαι καθιστός με τις ώρες στη διάρκεια της ημέρας, τρώγοντας μισόσκυφτος, μπαίνοντας και βγαίνοντας μπουσουλώντας. Και σκοπιές μέσα στην παγωμένη νύχτα και φαγητό που ποτέ δεν ήταν αρκετό. Αλλά περίεργο πράγμα … το φαγητό που λείπει είναι το πιο νόστιμο … Μας λέγανε καμιά φορά σαν νύχτωνε, «παιδιά δεν έχει συσσίτιο απόψε, τώρα βάλανε τα φασόλια και μέχρι να βράσουν θα πάει τρεις η ώρα …». Και ξυπνούσαμε στις τέσσερεις, και τρώγαμε τη φασουλάδα που είχε παγώσει μέχρι να μοιραστεί, και μας φαινόταν η πιο νόστιμη φασουλάδα που είχαμε φάει ποτέ. Τι μας βάσταγε; Το όνειρο για τα Γιάννενα και για το τέλος του πολέμου. Να πάρουμε το Γιάννενα, να πάρουμε τα’ απολυτήριο και να πάμε σπίτι μας …

644

Το 1927 ο Αδαμίδης, φέροντας τον βαθμό του Συνταγματάρχη, ορίστηκε Διοικητής της Αεροπορικής Υπηρεσίας Στρατού. Το 1928 πραγματοποίησε μαζί με τον Ανθυπολοχαγό Ευάγγελο Παπαδάκη τον γύρο της Μεσογείου με αεροσκάφος Breguet 19. Το εγχείρημα αυτό ήταν πρωτοποριακό για τις τότε δυνατότητες της Ελληνικής Αεροπορίας. Αποστρατεύτηκε το 1935 με τον βαθμό του Υποστρατήγου. Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 426

Το σχέδιο επίθεσης Ο ερχομός του Κωνσταντίνου, η επίσκεψη του Βενιζέλου, και οι εντατικές προετοιμασίες για την τελική επίθεση, ανέβασαν κατακόρυφα το ηθικό του Στρατού. Μετά την αρνητική απάντηση του Τούρκου Διοικητή, το Στρατηγείο κατάρτισε με κάθε μυστικότητα νέο σχέδιο. Η μυστικότητα ήταν απαραίτητη, καθώς όπως αντιλήφθηκε σύντομα το Επιτελείο του Κωνσταντίνου οι Τούρκοι είχαν οργανώσει ένα εξαίρετο δίκτυο κατασκοπείας, στο οποίο είχαν την θελημένη ή αθέλητη βοήθεια των Προξένων και ξένων δημοσιογράφων που κυκλοφορούσαν ελεύθερα από την Άρτα ως τις θέσεις προκάλυψης, αλλά και των Ελλήνων Αξιωματικών και Στρατιωτών που ελάχιστα μέτρα έπαιρναν. Το Στρατηγείο πήρε αυστηρά μέτρα για την τήρηση της μυστικότητας, αλλά και για την παραπλάνηση του εχθρού. Στο νέο σχέδιο, το κέντρο βάρους της επίθεσης δεν ήταν στο κέντρο στο Μπιζάνι, ούτε στα δεξιά από την πλευρά του Δρίσκου, αλλά στα αριστερά. Πολλοί διεκδίκησαν την πατρότητα του σχεδίου αυτού, πράγμα που επιβάλλει ορισμένες διευκρινίσεις: Στις 16 Νοεμβρίου, μία ομάδα Αξιωματικών του τότε Επιτελείου, ο Ταγματάρχης Σπηλιάδης, ο Λοχαγός Ζαφειρίου και ο Υπολοχαγός Πάσσαρης, είχαν υποβάλλει στον Σαπουντζάκη υπόμνημα με το οποίο πρότειναν επιθετική ενέργεια στα αριστερά κατά των οχυρών Αγίου Νικολάου και Σαδοβίτσας, τα οποία φυλάσσονταν από μικρές δυνάμεις χωρίς πυροβόλα. Η ενέργεια συνδυαζόταν με μία επίθεση «απασχόλησης» κατά του Μπιζανίου και προέβλεπε ταχεία προέλαση προς τον Άγιο Νικόλαο, που θα είχε ως αποτέλεσμα την κύκλωση του Μπιζανίου και την σχεδόν αναίμακτη κατάληψη τα ων Ιωαννίνων. ης

Παρόμοια πρόταση υπέβαλλε στις 24/25 Δεκεμβρίου ο Μέραρχος της 4 Μεραρχίας η Μοσχόπουλος. Στο διάστημα εκείνο, η 4 Μεραρχία κατείχε το αριστερό της Ελληνικής παράταξης και ο Μοσχόπουλος, αφού έκανε ο ίδιος αναγνώριση του πεδίου και των εχθρικών θέσεων, εισηγήθηκε επίθεση στην κατεύθυνση Κοπάνη – Ασπροχώρι – Αγία Αναστασία, με σκοπό την κατάληψη του Αγίου Νικολάου και της Σαδοβίτσας. Και αυτή η εισήγηση όπως και η πρώτη, απορρίφθηκαν από τον Σαπουντζάκη που τις θεώρησε τολμηρές και παρακινδυνευμένες, αλλά και δευτερεύουσες προσπάθειες, σε σχέση με την κύρια που κατά τη γνώμη του έπρεπε να γίνει κατά του Μπιζανίου. Στις 9 Φεβρουαρίου δόθηκαν στις Μονάδες Οδηγίες του Γενικού Στρατηγείου, που προβλέπανε μία κύρια επίθεση στη γραμμή Μπιζάνι – Καστρίτσα – Κουτσελιό, και μία δευτερεύουσα που θα η ενεργούσε από τα αριστερά η 4 Μεραρχία μαζί με το Απόσπασμα Ολύτσικα, κατά των υψωμάτων στα βόρεια της Μανωλιάσσας και του οχυρού Αγίου Νικολάου. Οι καιρικές δυσχέρειες καθυστέρησαν την ενέργεια αυτή, αλλά έδωσαν και τον χρόνο για επανεξέταση του σχεδίου, καθώς ωρίμαζε η ιδέα της κύρια προσπάθειας από τα αριστερά. Είναι δύσκολο να πούμε ποιος ήταν ο πατέρας του νέου σχεδίου, καθώς δεν φαίνεται να υπήρξαν ιδιαίτερες αντιρρήσεις. Ενδεχομένως να είναι αποτέλεσμα του ότι μέσα στις κρύες μέρες και νύχτες που εμπόδιζαν τις κινήσεις, υπήρξε χρόνος για περισσότερες συζητήσεις ανάμεσα στον Αρχιστράτηγο και τους Διοικητές και Επιτελείς του. Σύμφωνα με το νέο σχέδιο, που εκπονήθηκε στις 15 Φεβρουαρίου, η γενική επίθεση θα εκδηλωνόταν στις 20 Φεβρουαρίου με κύρια ενέργεια από τα αριστερά και ταυτόχρονη παραπλανητική ενέργεια προς το κέντρο και τα δεξιά. Για τον σκοπό αυτό, ο Στρατός της Ηπείρου θα χωριζόταν σε δύο «Τμήματα Στρατιάς»: Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 427

Το «Α’ Τμήμα Στρατιάς», υπό τον Σαπουντζάκη, με ζώνη ενεργείας από τον Δρίσκο μέχρι το Αυγό, η η θα ενεργούσε εικονική προσβολή των απέναντι εχθρικών θέσεων, με την 6 και 8 Μεραρχία και πέντε Πυροβολαρχίες Πεδινού Πυροβολικού και Ουλαμό Βαρέως Πυροβολικού, ώστε ο εχθρός να πιστέψει ότι η επίθεση θα εκδηλωνόταν στα αριστερά του. Στο Α΄ Τμήμα Στρατιάς ανήκε και η 645 Ταξιαρχία Μετσόβου , που σύμφωνα με το σχέδιο θα έκανε επίθεση αντιπερισπασμού στη γραμμή Μάζι-Κοντοβράκι. Το «Β’ Τμήμα Στρατιάς», υπό τον Μοσχόπουλο, θα ενεργούσε την κύρια επίθεση στον τομέα της η Μανωλιάσας, με την 4 Μεραρχία, το Απόσπασμα Ευζώνων Ολύτσικα και ενισχύσεις από το Α’ Τμήμα, 23 συνολικά Τάγματα, με 24 ορειβατικά πυροβόλα. Το Β’ Τμήμα είχε ως αντικειμενικό σκοπό την γραμμή Άγιος Νικόλαος – Μεγάλη Τσούκα και οι δυνάμεις του χωρίστηκαν σε 3 φάλαγγες. Σύμφωνα με το σχέδιο, μετά τη διάσπαση της εχθρικής γραμμής θα ακολουθούσε η η ταχεία διείσδυση προς το Δουρούτι και τη Σαδοβίτσα, με την 3 Φάλαγγα, ή εναλλακτικά με την 2 η και 3 , ενώ οι απομένουσες Φάλαγγες θα στρέφονταν προς τα νώτα του Μπιζανίου. Αν ο εχθρός υποχωρούσε από το Μπιζάνι και την Καστρίτσα, η προσπάθεια καταστροφής του θα γινόταν στο Δουρούτι και στη Σαδοβίτσα. η

Η 2 Μεραρχία του Καλλάρη, με οκτώ Τάγματα Πεζικού, μία Ημιλαρχία Ιππικού και Τρεις Πυροβολαρχίες πεδινού Πυροβολικού, κρατήθηκε μόνη στο κέντρο της παράταξης, από το Μπιζάνι ως τη Μανωλιάσσα, με σκοπό να ενεργήσει περιορισμένη επίθεση, καλύπτοντας από τα δεξιά το Β’ Τμήμα. Συμπληρωματικά, προβλέπονταν και παραπλανητικές αποβάσεις του Ναυτικού στους Άγιους η Σαράντα, ώστε να απασχοληθεί η 13 Τουρκική Μεραρχία, με δύναμη 5.000 περίπου ανδρών, που ήταν στο Δέλβινο. Για το σκοπό αυτό διατέθηκε μία Διλοχία Εθνοφρουρών, που στις 14 Φεβρουαρίου επιβιβάστηκε σε 5 πλοία από τον Πειραιά με προορισμό την Κέρκυρα. Στην επιχείρηση αυτή ης προβλεπόταν και υποστήριξη από πυρά Σερβικού Πυροβολικού. Το μεσημέρι της 18 , η Διλοχία αποβιβάστηκε στους Αγίους Σαράντα και ενεπλάκη με εχθρικές δυνάμεις που κατείχαν την πόλη και τα γύρω υψώματα. Η Διλοχία υποχώρησε προς τα πλοία και επανέλαβε την επίθεσή της και ης πάλι την επομένη. Ο στόχος της, η «αγκίστρωση» δηλαδή της 13 Μεραρχίας, είχε επιτευχθεί.

645

(που σχηματίσθηκε με βάση το 4ο Σύνταγμα Πεζικού και σώματα εθελοντών) Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 428

Στις 16 Φεβρουαρίου, εκδόθηκαν λεπτομερείς Διαταγές για τον τρόπο διεξαγωγής της επίθεσης, που θα ξεκινούσε στις 19 Φεβρουαρίου, με σφοδρούς βομβαρδισμούς από το Βαρύ και το Πεδινό Πυροβολικό, κατά του κέντρου και του δεξιού. Στον ρόλο του Πυροβολικού δόθηκε μεγάλη 646 σημασία και οι οδηγίες ήταν απόλυτα σαφείς και λεπτομερείς . Οι στόχοι χωρίστηκαν σε δύο κατηγορίες. Στην πρώτη κατηγορία ανήκαν τα πυροβολεία και τα χαρακώματα που ήταν στο η Μπιζάνι, απέναντι από την 8 Μεραρχία. Στην δεύτερη κατηγορία ανήκαν τα υπόλοιπα οχυρωματικά έργα και χαρακώματα. Όπως και στο Σαραντάπορο, όλα τα πυροβόλα τέθηκαν υπό την Διοίκηση του Συνταγματάρχη Παρασκευόπουλου, ο οποίος τα έταξε στο στενό της Κανέττας, στο λόφο Φουάτ και ανάμεσα στο Άνω και Κάτω Θεριακήσι. Αυτό ήταν το «Πυροβολικό Στρατιάς», που με 6 βαριά βραδυβόλα πυροβόλα των 150 mm, 4 βραδυβόλα των 106 mm και 24 πεδινά 647 Schneider των 75 mm είχε σκοπό να ισοπεδώσει το Μπιζάνι, με ένα φοβερό «μπαράζ Πυροβολικού», που θα ήταν πρωτόγνωρο για τα δεδομένα της εποχής. Και μέχρι την επομένη 17 Φεβρουαρίου, στις αποθήκες που είχαν φτιαχτεί κοντά στα πυροβόλα αλλά και στο Χάνι Εμίν Αγά και στο χωριό Κοπάνη, είχαν συγκεντρωθεί σχεδόν 51.000 οβίδες κάθε διαμετρήματος! Τα πυροβόλα είχαν επίσης ως δευτερεύοντα ρόλο να τσακίσουν τυχόν εχθρική αντεπίθεση, γι’ αυτό

και είχαν επισημανθεί από πριν και οι πιθανοί άξονες αντεπιθέσεων. Επίσης είχε οριστεί ότι κάθε Πυροβολαρχία που ενδεχομένως θα κατέστρεφε νωρίτερα τους στόχους της, θα συνέχιζε να βάλλει κατά των στόχων των άλλων Πυροβολαρχιών. Τα ορειβατικά πυροβόλα τέθηκαν όλα στη διάθεση του Μοσχόπουλου, με σκοπό να παρέχουν υποστήριξη στα επιτιθέμενα τμήματα.

646

Ο Σπύρος Μελάς στο βιβλίο του «Οι Πόλεμοι 1912-1913», γράφει ότι «Είναι πάντως αναμφίβολο ότι τα νέο τελικό σχέδιο επιμελήθηκε προσωπικά ο τότε Λοχαγός στο Επιτελείο του Κωνσταντίνου Ιωάννης Μεταξάς. Αυτός συνέταξε όλες τις Διαταγές προς τα σώματα, αυτός κανόνισε όλες τις μετακινήσεις με κάθε λεπτομέρεια.» 647 (Ανάμεσά τους και η 1η Μοίρα Πεδινού Πυροβολικού της 4ης Μεραρχίας, που έφτασε στην Πρέβεζα μόλις στις 12 Φεβρουαρίου και προωθήθηκε εσπευσμένα στο μέτωπο.) Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 429

Προετοιμασίες για την επίθεση, 2η Μεραρχία (Διήγηση του Λεωνίδα)

Με τον ερχομό του Κωνσταντίνου στην Ήπειρο πήραμε ανάσα. Δεν θα πω ότι κουραζόμασταν λιγότερο. Κάθε άλλο. Αλλά νοιώθαμε ότι είχαμε ένα σκοπό. Και σταμάτησαν και οι άσκοπες επιθέσεις που προκαλούσαν τόσες απώλειες. Και είδαμε και ψωμί και φαΐ, και άρχισαν να φτιάχνονται και μεγάλες καλύβες και σκεπές από κλαδιά, που έκαναν τη διαμονή μας λίγο καλύτερη και το κρύο πιο ανεκτό. Αλλά το κυριώτερο ήταν η προώθηση του Πυροβολικού, σε θέσεις πιο κοντά στον εχθρό. Βέβαια, αυτό δεν έγινε εύκολα. Τα πυροβόλα έπρεπε να ανέβουν στα βουνά, και η δουλειά αυτή ήθελε χέρια, βοήθησε και το Πεζικό. Τα άλογα του Πυροβολικού, όσα είχαν απομείνει δηλαδή, δεν μπορούσαν να σκαρφαλώσουν εκεί πάνω.

Στις 20 του Γενάρη ανεβάσαμε τα πυροβόλα μιας Πυροβολαρχίας στην κορυφή της Κανέττας, απέναντι από το Μπιζάνι. Και κάθε νύχτα τα πυροβόλα βομβάρδιζαν το Μπιζάνι και τα άλλα οχυρά. Κι αυτό ήθελε πυρομαχικά, που έπρεπε να μεταφερθούν από την Πρέβεζα! Επί 10 ημέρες κουβαλούσαμε οβίδες στον ώμο, ανεβάζοντάς τες στο βουνό, με κρύο, με χιόνια και με ισχυρό βοριά. Ο καθένας μας κουβαλούσε από 3 οβίδες των 75, ίσα με 20 οκάδες δηλαδή. Και σαν φτάναμε στην κορυφή, δεν υπήρχε ούτε μια φωτιά να ζεσταθούμε, για να μη φανερώνουμε στους Τούρκους τις θέσεις των κανονιών μας. Κι εκεί που νομίζαμε ότι θα ξεκουραστούμε, στις 30 Ιανουαρίου, αν θυμάμαι καλά, ήρθε νέα Διαταγή που έλεγε ότι κάθε πυροβόλο πρέπει να εφοδιαστεί με 2.000 οβίδες, και όλος ο Στρατός με φυσίγγια για 10 μέρες. Γέμισαν όλα τα βουνά και τα ρέματα με αποθήκες πυρομαχικών! Μέρα και νύχτα κουβαλούσαμε, κι όταν έμενε λίγος καιρός για ανάπαυση, βράζαμε λίγο τσάι ή φασκόμηλο και τρίβαμε μέσα και γαλέτα, για να ζεσταινόμαστε και να αντέχουμε. Στις 2 Φεβρουαρίου, ανήμερα της Υπαπαντής, έριξε τόσο χιόνι που μας πλάκωσαν τα αντίσκηνα από το βάρος. Μας έπιασε απελπισία, αλλά ευτυχώς, σύντομα γλύκανε ξανά ο καιρός και λοιώσανε τα χιόνια, αλλά ήρθαν οι λάσπες. Και στις 6 Φεβρουαρίου, κατεβάσαμε ξανά τα πυροβόλα μας, καθώς και δύο βαριά τοπομαχικά, κάτω από την Κανέττα. Τα πήραμε στα χέρια, με σχοινιά και με βραχίονες, με χίλιους κόπους λόγω της λάσπης, και τελικά τα πήγαμε κοντά στις προφυλακές στην

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 430

Αετορράχη και στο Λοζέτσι. Η μεταφορά έγινε μέρα και οι Τούρκοι μας έβλεπαν και μας ρίχνανε. 648 Εμείς σπρώχναμε στη λάσπη και γύρω μας έσκαζαν οβίδες και σφύριζαν σφαίρες . Συνέχεια μεταφέρονταν εφόδια και πυρομαχικά από την Πρέβεζα και παντού στήνονταν αποθήκες και Σταθμοί επικοινωνιών. Και κοντά στο χάνι Εμίν Αγά, δίπλα στο Γενικό Στρατηγείο, στήθηκαν νέα Νοσοκομεία και Χειρουργεία.

Ήταν φανερό πια ότι ετοιμαζόταν μεγάλη επίθεση. Αλλά πού; Τα στόματα ήταν κλειστά, δεν έπαιρνες κουβέντα από κανένα. Αλλά νομίζω πως ούτε οι Αξιωματικοί μας ξέρανε. Τους έβλεπα η λίγο ανήσυχους, καθώς λέγανε «πώς είναι δυνατό να επιτεθεί μόνη της η 2 Μεραρχία στο κέντρο;» Είχαμε βέβαια μαζέψει τόσα πυροβόλα, είχαμε και όλα τα Τάγματα της Μεραρχίας, η ακόμη και αυτά που είχαν σταλεί στη Χίο, αλλά δεν θα έπρεπε να είναι δίπλα μας και η 4 η Μεραρχία; Αυτή είχε μείνει στον Ολύτσικα και στη Μανωλιάσσα καθώς λέγανε. Και η 6 ; Τα Ευζωνικά της είχαν αλλάξει θέση τις προηγούμενες νύχτες, και είχαν πάει από τα δεξιά στα αριστερά. Για να πάει αριστερά το Τάγμα του Βελισσαρίου, που το Γενάρη κόντεψε να μπει στα Γιάννενα, θα πει ότι το σχέδιο είναι τώρα διαφορετικό. Δεν καταλαβαίναμε το σχέδιο, αλλά δεν ης αντέχαμε άλλο την πολιορκία. Ας επιτεθούμε, κι ότι είναι να γίνει ας γίνει! Και τη νύχτα της 18 Φεβρουαρίου, ήρθε η Διαταγή να ετοιμαστούμε για επίθεση! Ξεχάστηκαν οι κακουχίες και οι ταλαιπωρίες μονομιάς. Άντε, να επιτεθούμε να τελειώνουμε, να πάμε στα σπίτια μας!

648

(Ήταν το τίμημα της παραπλάνησης. Οι Τούρκοι έπρεπε να αντιληφθούν τη μεταφορά, για να νομίσουν ότι η επίθεση θα γίνει στα δεξιά.) Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 431

Προετοιμασίες για την επίθεση, 4η Μεραρχία (Διήγηση του Νικήτα) Την ελεύθερη Θεσσαλονίκη δεν την απολαύσαμε, κατά την επιστροφή μας από τη Δυτική Μακεδονία. Ίσα που πρόφτασα να πιω ένα καφέ και να περπατήσω λίγο τα μαγαζιά της Σαμπρή Πασά. Όπου μαντέψτε τι αγόρασα: Τρεις οκάδες αλάτι! Μα θα μου πείτε: «Αλάτι; Σε ολόκληρη τη Θεσσαλονίκη δεν βρήκες κάτι άλλο να αγοράσεις;» Και θα απαντήσω, «Εξαρτάται τι σου λείπει … Φάτε εσείς δυο τρεις φορές βραστό από ανάλατη προβατίνα, και μετά να δούμε τι θα σας έχει λείψει πιο πολύ …» Και δεν πήρα μόνο αλάτι, είχα αποφασίσει να βελτιώσω το λίγο φαΐ που έτρωγε η διμοιρία μου. Και αγόρασα και εκατό δράμια πιπέρι και ρίγανη και πολλά άλλα μπαχαρικά, μερικά από τα οποία δεν είχα ξαναδεί ως τότε. Εκείνο το μαγαζί του Στέιν με τα αποικιακά είδη, αλλά και τα άλλα του Μάγιερ και του Μπακ, μου είχαν φανεί σαν «εγκυκλοπαίδιες γεύσης». Πήρα και ένα μεγάλο κομμάτι παστουρμά, από έναν Αρμένη, που με έσφαξε στην τιμή, αλλά χαλάλι του. Τον φάγαμε όλο στο καράβι, κι ας είναι καλά ο Στρατιώτης ο Ζαφειρίου με το μαχαίρι του το κοφτερό, που έκοβε τις φέτες τόσο λεπτές που τις έκανε διάφανες, αλλιώς θα τέλειωνε από την πρώτη μέρα. Στις 11 Δεκεμβρίου το Σύνταγμα επιβιβάστηκε για την Ήπειρο. Αργά το βράδυ ξεκίνησαν τα καράβια, ήταν η «Αργολίς», η «Ερμούπολις», η «Κασσιανή», η «Σαμψώ» και η «Σταματούλα». Φτάσαμε στην Πρέβεζα στις 14 του Δεκέμβρη και αποβιβαστήκαμε με βάρκες από τα πλοία. Αφού ξεκουραστήκαμε λίγο, ήρθαν και αναπληρώσεις για τις απώλειες που είχαμε, μετά προωθηθήκαμε στο μέτωπο, όπου μας ανατέθηκε ο τομέας Χάνι Εμίν Αγά, Χάνι Φτελιάς αλλά και κάμποσα υψώματα ψηλά στον Ολύτσικα, εκεί περάσαμε τα Χριστούγεννα. Συμμετείχαμε στην επίης θεση της 7 Ιανουαρίου, που δεν είχε αποτέλεσμα, και στις επιχειρήσεις για την κατάληψη της ράχης του Προφήτη Ηλία, στις 11 ως 13 του Γενάρη, όπου είχαμε απώλειες χωρίς να γίνει κάτι. Το πιο μεγάλο κακό στην Ήπειρο ήταν το κρύο, τα χιόνια και οι λάσπες. Ή θα σαπίζαμε ή θα κοκαλώναμε. Και κάθε φορά που είχαμε υπηρεσίες στις προφυλακές στα υψώματα, είχαμε απώλειες από κρυοπαγήματα. «Είμαστε εμείς οι Καλαματιανοί για τέτοια; Εδώ θέλει Αρκάδες, που ξέρουν από αυτά …» έλεγε ο πάντα κεφάτος Ηλιόπουλος, που δεν έχανε την όρεξή του για αστεία. Αλλά ήταν κι μόνος που με την σπιρτάδα του ξεπερνούσε τα προβλήματα. Στην Πρέβεζα, όταν οι υπόλοιποι γύριζαν στα καφενεία, αυτός είχε πάει στην αγορά και αγόρασε τσαρούχια, μάλλινες κάλτσες και μια κάπα! Την τελευταία την παζάρεψε από έναν Αλβανό που μάλλον ετοιμαζόταν να αναχωρήσει από την πόλη. Αλλά με την κάπα δεν χόρταινε την πείνα του. Η πείνα, αυτό ήταν το δεύτερο μεγάλο πρόβλημα στην Ήπειρο. Είχε καταντήσει σοβαρό καθήκον μου, αλλά και τέχνη, η δίκαιη μοιρασιά Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 432

τεσσάρων ή πέντε καρβελιών σε τόσους άντρες … Ευτυχώς, κάποια στιγμή στήθηκαν κοντά μας τα κινητά αρτοποιεία, και από τότε είχαμε άρτο σχεδόν καθημερινά. Ας είναι καλά ο Μέραρχός μας ο Μοσχόπουλος, που τα φρόντιζε όλα … Πάντως, η κατάσταση βελτιώθηκε σοβαρά κατά τα τέλη Γενάρη, με τα μέτρα που πάρθηκαν από το Επιτελείο για ανάπαυση και ανασυγκρότηση. Φτιάχτηκαν καλύμματα από λάσπη, κλαδιά και άχυρα, που προφύλασσαν τα αντίσκηνα από κάτω, έφτιαξε κάπως ο εφοδιασμός με τρόφιμα, ήρθαν άρβυλα και ρουχισμός. Το μόνο «κακό» ήταν οι αγγαρείες και το κουβάλημα. Ετοιμαζόταν επίθεση και έπρεπε να διαθέσουμε άντρες στα μεταγωγικά, που κάνανε μέρες για να φέρνουν τα εφόδια από την Πρέβεζα. Εφόδια κάθε είδους, αλλά κυρίως οβίδες και σφαίρες. Αλλά και άλλα υλικά που έδειχναν ότι οργανωνόμαστε καλά. Μέχρι και σταθμό ασύρματο τηλέγραφου αποκτήσαμε, αν και κάποιοι λέγανε ότι μέσα στα βουνά δεν έκανε και πολλά πράγματα. Ανήμερα της Υπαπαντής, 2 Φεβρουαρίου, ο Θεός ξέχασε ότι για μας τους Καλαματιανούς ήτανε μέρα … αργίας, και δεν είχε σκοπό να μας αφήσει ήσυχους. Έριξε πάνω από πενήντα πόντους χιόνι, οι Στρατιώτες που κοιμόντουσαν στα αντίσκηνα πλακώθηκαν από το βάρος του χιονιού, που παρέσυρε και τις σκεπές που ήταν από πάνω, φτιαγμένες από κλαριά και άχυρα που ήταν. Ευτυχώς όμως, σύντομα γλύκανε πάλι ο καιρός και λοιώσανε τα χιόνια. Αλλά στη θέση τους ήρθαν οι λάσπες, άλλο βάσανο ... Στα μέσα Φλεβάρη, πήραμε διαταγή να μετασταθμεύσουμε σε νέες θέσεις. Σε συνάντηση Αξιωματικών, ο Συνταγματάρχης μας ενημέρωσε ότι ετοιμαζόμαστε για τη μεγάλη μέρα, αλλά δεν μας ο ο είπε περισσότερα. Το 8 και το 11 Σύνταγμα μεταφέρθηκαν κοντά στα στενά της Μανωλιάσσας και μαζί τους πήγε και η Μοίρα Ορεινού Πυροβολικού. Εμείς πήγαμε στο «στόμα του λύκου», στο ύψωμα 703, έχοντας αριστερά μας τον Προφήτη Ηλία , δεξιά μας το Αυγό και μπροστά μας το τρομερό Μπιζάνι με τα φοβερά κανόνια του. Η κίνησή μας έγινε μέσα στη νύχτα, κάτω από την μύτη των Τούρκικων Προφυλακών, που βλέπαμε τις φωτιές τους και ζηλεύαμε … Η μεγάλη μέρα της επίθεσης ήταν κοντά. Το ηθικό ανέβηκε κατακόρυφα, παρά τις δυσκολίες και τους κινδύνους. Ας μπούμε στα Γιάννενα, κι ας πάμε σέρνοντας …

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 433

Επιχείρηση παραπλάνησης των Τούρκων (Αν ο εχθρός ήξερε όσα ξέρει ο εχθρός του, τότε ο εχθρός θα νικούσε τον εχθρό του …)

Σε συνέντευξή του στην Αθηναϊκή εφημερίδα «Πατρίς», μετά την παράδοσή του, ο Εσσάτ Πασάς δήλωσε ότι σε όλη τη διάρκεια του πολέμου γνώριζε με λεπτομέρειες τις δυνάμεις και τις κινήσεις του Ελληνικού Στρατού. Και μάλλον έλεγε την αλήθεια, καθώς οι Τούρκοι είχαν αναπτύξει ένα εκτεταμένο δίκτυο πληροφοριοδοτών και κατασκόπων. Χαρακτηριστικό της αποτελεσματικότητας του δικτύου τους είναι το εξής περιστατικό: Το Αρχηγείο του Στρατού Ηπείρου χρησιμοποιούσε το αντίγραφο ενός Τουρκικού χάρτη των Ιωαννίνων. Σαν το έμαθε ο Δούσμανης, που ανήκε στο Γενικό Στρατηγείο, έστειλε τον χάρτη στην Αθήνα, να βγουν λιθογραφικά αντίγραφα. Όταν τα αντίγραφα έφτασαν στο Στρατηγείο για διανομή, το ίδιο απόγευμα είχε και ο Βεχίμπ Μπέης το δικό του αντίγραφο! Οι πηγές πληροφόρησης των Τούρκων ήταν πολλές: Από συναθροίσεις κυριών στην Φιλιππιάδα, όπου, παρουσία πολλών και ασχέτων τρίτων, διάφοροι πολυλογάδες Έλληνες Αξιωματικοί δεν δίσταζαν να αποκαλύπτουν οτιδήποτε, μέχρι ξένους δημοσιογράφους και Προξένους, όπως ο Μπιλίνσκι, ο γνωστός ανθέλληνας Πρόξενος της Αυστρίας, που τριγύριζαν ανενόχλητοι στο μέτωπο, ακόμη και στις προφυλακές. Και βέβαια και Έλληνες αυτομόλους, όπως 649 οι Στρατιώτες Γεώργιος Γκογκάκης και Λεωνίδας Κατραπατζίδης , οδηγοί αυτοκινήτων, που ης κατέφυγαν στις Τουρκικές γραμμές τις παραμονές της επίθεσης της 7 Ιανουαρίου.

Το γεγονός αυτό έγινε άμεσα αντιληπτό από τον Κωνσταντίνο και το Επιτελείο του, και εκδόθηκαν αυστηρές Διαταγές για την τήρηση μυστικότητας και την απαγόρευση διακίνησης ασχέτων στο 650 μέτωπο . Προχωρώντας ένα βήμα παραπέρα, το Γενικό Στρατηγείο ή πιο σωστά ο Κωνσταντίνος

649

Οι δύο προδότες συνελήφθησαν στα Ιωάννινα, μετά την παράδοση της πόλης, και καταδικάστηκαν σε θάνατο (η φωτογραφία είναι από την καθαίρεση πριν την εκτέλεσή τους. Εντυπωσιάζει το ειρωνικό μειδίαμα του κοντού, σε αντίθεση με το «χαμένο» ύφος του άλλου). 650 Στο τέλος της Διαταγής της 15-2-1913, για την συγκρότηση του Β’ Τμήματος Στρατιάς, υπήρχε η εξής παράγραφος: «Απαιτώ από πάντας απόλυτον εχεμύθειαν ουχί μόνον προς πρόσωπα ξένα της υπηρεσίας, αλλά και προς πρόσωπα της υπηρεσίας, εφ’ όσον αι ανακοινώσεις δεν καθίστανται υπηρεσιακώς αναγκαίαι. Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 434

με έναν στενό κύκλο Επιτελών του, αποφάσισαν να εκμεταλλευτούν τις διαρροές, με σκοπό την παραπλάνηση του εχθρού ως προς το πραγματικό σχέδιο. Ένα από τα τεχνάσματα που χρησιμοποιήθηκαν ήταν, όπως μας λέει ο Δούσμανης, η έντεχνη εξαπάτηση του ίδιου του Δαγκλή, του Αρχηγού του Επιτελείου, και ο αποκλεισμός του από την γνώση του τελικού σχεδίου, επειδή θεωρείτο αρκετά «φλύαρος». Στάλθηκε μάλιστα για ένα διάστημα και στο Λονδίνο, εκεί που γίνονταν οι διαπραγματεύσεις. Ακόμη, στα πλαίσια της εξαπάτησης γνωστών πληροφοριοδοτών των Τούρκων, όπως ήταν κάποιοι Πρόξενοι και Στρατιωτικοί Ακόλουθοι, τους έδωσαν άδεια να επισκεφθούν το δεξιό του μετώπου, όπου γίνονταν εμφανείς «προετοιμασίες» για επίθεση, με επίκεντρο τη μεταφορά εκεί όλου του βαρέως και πεδινού Πυροβολικού. Ακόμη κι ο Πρίγκηπας Γεώργιος χρησιμοποιήθηκε για να πειστούν οι Τούρκοι ότι η επίθεση θα γίνει στα δεξιά: Όταν ζήτησε την άδεια να επισκεφθεί την Αετορράχη (στο δεξιό του μετώπου), ο Δούσμανης κανόνισε 651 να οργανωθεί η υποδοχή του, να βρεθεί σπίτι για να καταλύσει κλπ, έτσι ώστε όλοι να μάθουν ότι ο «επίδοξος Διάδοχος» επισκέφθηκε την Αετορράχη και τον Δρίσκο για να επιβλέψει τις προετοιμασίες της μεγάλης επίθεσης! Μέρος του σχεδίου εξαπάτησης ήταν βέβαια και η παραπλανητική απόβαση στους Αγίους ης Σαράντα, κινήσεις παραπλάνησης της 3 Μεραρχίας στην Κορυτσά, οι επιθετικές προετοιμασίες ης της Ταξιαρχίας Μετσόβου, η κίνηση μονάδων της 5 Μεραρχίας προς την Φούρκα, κλπ. Το σχέδιο επέτυχε απόλυτα, καθώς οι Τούρκοι μετάφεραν δυνάμεις στο αριστερό τους, απέναντι από το Ελληνικό δεξιό, αδυνατίζοντας έτσι το δεξιό τους όπου θα γινόταν η κύρια επίθεση, άφησαν σημαντικές δυνάμεις στο Δέλβινο στη Βόρεια Ήπειρο, ενώ επίσης πίστεψαν ότι η γενική επίθεση θα καθυστερούσε τουλάχιστον μία ακόμη εβδομάδα, μέχρι να μαζευτούν όλες αυτές οι δυνάμεις. Η μυστικότητα, η παραπλάνηση και η ταχεία εκτέλεση ήταν τα τρία βασικά συστατικά του νέου σχεδίου, πέρα από τις προβλέψεις του σε επίπεδο τακτικής. Οι Τούρκοι αιφνιδιάστηκαν πλήρως. Είκοσι τρία Τάγματα Πεζικού και Ευζώνων και έξι Πυροβολαρχίες Ορεινού Πυροβολικού, χωρισμένες σε τρεις Φάλαγγες, ήταν έτοιμες να ξεχυθούν και να διαλύσουν το αποδυναμωμένο Τουρκικό δεξιό.

Έκαστος να τηρήση δι’ εαυτόν τας σκέψεις του. Τούτο δέον να συστηθή εις πάντας, Αξιωματικούς και Οπλίτας. Θεωρώ τούτον, όχι μόνον αναγκαίον προς επιτυχίαν της επιχειρήσεως, αλλά και ζήτημα στρατιωτικής τιμής.» 651 Το ωραίο είναι ότι, όπως μας διηγείται ο Μελάς, ο Γεώργιος φρόντισε με κάθε μυστικότητα να κάνει όσα του ζητήθηκαν. Αλλά και μόνο η είδηση ότι ο «επίδοξος Διάδοχος» επισκέφθηκε το Κοτόρτσι, ήταν αρκετή για να μεταδοθεί από στόμα σε στόμα σε όλο το στράτευμα και βέβαια να φτάσει και στα εχθρικά αυτιά με τον πιο φυσικό τρόπο … Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 435

Το Τουρκικό σχέδιο άμυνας Οι Τούρκοι εξαπατήθηκαν όπως προείπαμε και ενίσχυσαν το Μπιζάνι και το αριστερό τους. Έτσι, ης στα υψώματα της Τσούκας και του Αγίου Νικολάου άφησαν μόνο ένα Σύνταγμα της 23 Μεραρχίας Τακτικού Στρατού, στο χωριό Άγιος Νικόλαος ένα Τάγμα εφέδρων, στην Μανωλιάσσα η την 2 Έκτακτη Μεραρχία και τρία ακόμη Τάγματα εφέδρων από το Αμπέλι ως το Μπιζάνι. Μέσα ης στο Μπιζάνι είχαν τα άλλα δύο Συντάγματα της 23 Μεραρχίας και δύο Τάγματα εφέδρων. η Ανατολικά, από την Αετορράχη μέχρι το Λοζέτσι είχαν την 3 Έκτακτη Μεραρχία και από 652 Καστρίτσα ως Δαφνούλα είχαν τέσσερα Τάγματα Εφέδρων. Από τα 112 πυροβόλα τους, τα 83 ήταν στο Μπιζάνι, το Κουτσελιό και την Καστρίτσα. Στη Μανωλιάσσα και τον Άγιο Νικόλαο είχαν αφήσει μόνο 19 πυροβόλα, ενώ στη γραμμή Δουρούτι – Σαδοβίτσα μόνο 10. Τέλος, μέσα στα Γιάννενα, ως εφεδρεία, είχαν κρατηθεί μόνο δύο αδύναμα Τάγματα εφέδρων.

Το σύνολο των Τουρκικών δυνάμεων ανερχόταν σε λίγο παραπάνω από 40.000 άνδρες. Αν αφαιρεθούν οι τραυματίες και ασθενείς, καθώς και οι άνδρες των Μεταγωγικών, του Υγειονομικού κλπ, συνολικά 7.000 περίπου, οι υπόλοιποι είχαν κατανεμηθεί με βάση την επιτυχημένη παραπλάνησή τους: Περίπου 20.000 φυλούσαν το Μπιζάνι και το αριστερό τους, και μόνο 13.000 φυλούσαν τα υπόλοιπα οχυρά και το δεξιό τους, καλύπτοντας ένα μέτωπο αρκετών χιλιομέτρων, εκεί που θα χτυπούσε ο Ελληνικός Στρατός. Ένα άλλο λάθος των Τούρκων, όπως προκύπτει από τις διαταγές που είχε εκδώσει ο Βεχίμπ, ήταν ότι θεωρούσαν πως ο Ελληνικός Στρατός θα έκανε επίθεση στα οχυρά, ακόμη και χωρίς να έχουν σιγήσει τα Τουρκικά πυροβόλα. Και οι οδηγίες έλεγαν ότι οι Στρατιώτες πρέπει να είναι στις θέσεις τους στα χαρακώματα, και ότι τα πυροβόλα θα έπρεπε να χτυπούν κατά προτεραιότητα το επιτιθέμενο Πεζικό, ακόμη και αν βάλλονταν τα ίδια από το Πυροβολικό μας. Γενναίες διαταγές, που άφηναν το πεζικό και τα πυροβόλα τους εκτεθειμένα στις οβίδες μας. Γενικά οι Τούρκοι θεωρούσαν ότι η κύρια προσπάθεια του Στρατού μας θα ήταν κατά του Μπιζανίου, και δεν ανησυχούσαν ιδιαίτερα ούτε για το δεξιό ούτε για το αριστερό τους. Και περίμεναν η επίθεση να γίνει πιο αργά, στο τέλος του μήνα ή στις αρχές Μαρτίου.

652

(ανάμεσά τους 16 βαριά) Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 436

Τετάρτη 20 του Φλεβάρη 1913, Η μεγάλη επίθεση!

653

ης

Σύμφωνα με το σχέδιο, από το πρωί της 19 το Πυροβολικό του Παρασκευόπουλου άρχισε να βομβαρδίζει το Μπιζάνι και την Καστρίτσα, ενώ τα πυροβόλα του Α΄ Τμήματος Στρατιάς από την Αετορράχη βομβάρδιζαν τα εχθρικά πυροβολεία και χαρακώματα στα Σερβιανά και το Κουτσελιό. Μέχρι το μεσημέρι, τα Τουρκικά πυροβόλα είχαν σωπάσει. Αλλά τα Ελληνικά συνέχισαν να βάλλουν, ακόμη και κατά τη διάρκεια της νύχτας. Το επόμενο πρωί, το σφυροκόπημα των Τουρκικών θέσεων συνεχίστηκε αλύπητα. Σύμφωνα με τις Διαταγές, που εκδόθηκαν από το Γενικό Στρατηγείο που ήταν στο Χάνι Εμίν Αγά, το πρωί ής της 20 ξεκίνησε η επίθεση σε όλα τα μέτωπα. Στα δεξιά, έπρεπε να δοθεί η εντύπωση ότι πρόκειται για γενική επίθεση. Και μετά τον 24ωρο ης βομβαρδισμό της 19 , που ξανάρχισε πιο έντονος, άρχισαν και οι επιθέσεις του Πεζικού. η

Στα δεξιά του Α’ Τμήματος Στρατιάς, η 6 Μεραρχία εκμεταλλεύτηκε τη συντριβή των εχθρικών πυροβόλων στην Αγία Παρασκευή, το Κουτσελιό και την Καστρίτσα από την προηγουμένη, και νωρίς το πρωί κατέλαβε το χωριό Μουζακαίοι ενώ προώθησε και Λόχους προς το Κουτσελιό και ο ης την Αγία Παρασκευή. Στο τέλος της ημέρας το 18 Σύνταγμα της 6 Μεραρχίας είχε φτάσει στα αντερείσματα απέναντι από την Αγία Παρασκευή, 500-600 μέτρα από τις εχθρικές θέσεις. Στα αριστερά της, ένα Τάγμα της Ταξιαρχίας Μετσόβου πέρασε τον ποταμό Άραχθο και κατέλαβε τα υψώματα της Βίγλας. Στις 6 το βράδυ η Ταξιαρχία κατέλαβε τη Δαφνούλα ελέγχοντας έτσι τον ης Δρίσκο, ενώ δύο Τάγματα της 6 Μεραρχίας, το Ι/4 και το ΙΙΙ/4 που είχαν διατεθεί στην Ταξιαρχία, κινήθηκαν προς την Δαφνούλα από την γέφυρα Παπαστάθη. η

Στο αριστερό του Α’ Τμήματος, η 8 Μεραρχία διεξήγαγε επιθετικές αναγνωρίσεις προς το Μπιζάνι και την Αγία Παρασκευή, έχοντας σε πρώτη γραμμή 3 Τάγματα Ευζώνων και 2 Τάγματα Κρητών. Οι περίπολοι δέχθηκαν πυρά Πεζικού και Πυροβολικού από το Μπιζάνι και κρατήθηκαν σε απόσταση ασφαλείας μέχρι τη νύχτα, απασχολώντας τον εχθρό, που έδειχνε σημεία κόπωσης, καθώς συνεχιζόταν αλύπητα το μπαράζ του Ελληνικού Πυροβολικού. η

Στο κέντρο, η 2 Μεραρχία επιτέθηκε με 2 Τάγματα Πεζικού στο ύψωμα 703, που είναι νότια του ου ης οχυρού Καστρί, παράλληλα με την επίθεση σε αυτό δύο Ταγμάτων του 9 Συντάγματος της 4 Μεραρχίας. Οι Ελληνικές δυνάμεις δεν προχώρησαν, καθώς δεν ήταν αυτός ο σκοπός τους, αλλά έμειναν σε κατάσταση ετοιμότητας για την περίπτωση που ο εχθρός έδειχνε σημεία κλονισμού. 653

Στην βιβλιογραφία που χρησιμοποιήθηκε σχετικά με την επίθεση, αξίζει να γίνει ιδιαίτερη αναφορά στο έργο του Ιστορικού Βασιλείου Αναστασόπουλου «ΜΠΙΖΑΝΙ 1912-13 Ο αγώνας για την απελευθέρωση των Ιωαννίνων», Εκδόσεις «ΓΝΩΜΩΝ Εκδοτική», Αθήνα 2012 (από την σειρά «Μεγάλες μάχες» του περιοδικού «Στρατιωτική Ιστορία»). Πρόκειται για ένα εντυπωσιακό σε αρτιότητα έργο, μία εξαίρετη προσπάθεια. Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 437

Το βάρος της πραγματικής επίθεσης ήταν στα αριστερά, στον τομέα του Β’ Τμήματος Στρατιάς, που είχε διαιρεθεί σε 3 Φάλαγγες, με σκοπό την επίθεση από 3 διαφορετικές κατευθύνσεις. η

ο

ο

ης

Στα δεξιά του Β’ Τμήματος, η 1 Φάλαγγα, αποτελούμενη από το 8 και 11 Σύνταγμα της 4 Μεραρχίας, υπό τον Συνταγματάρχη Δημήτριο Αντωνιάδη, επιτέθηκε στα υψώματα της Μανωλιάσσας. Στο κέντρο της Φάλαγγας, το Ι/8 Τάγμα κατέλαβε στις 10 το πρωί το ύψωμα Καστρί, υφιστάμενο απώλειες λόγω των δραστικών εχθρικών πυρών και του ανωμάλου εδάφους, ενώ το ΙΙ/8 Τάγμα κατέλαβε τον Προφήτη Ηλία (1076). Στη συνέχεια, το ΙΙ/8 και το ΙΙ/11 κατέλαβαν το ύψωμα Μεγάλη Ράχη (1070), αιχμαλωτίζοντας ολόκληρο Τάγμα και κυριεύοντας και έξι πυροβόλα, ενώ πιο δυτικά το ΙΙΙ/11 κατέλαβε τη Μανωλιάσσα, ανατρέποντας την αντίσταση των Τούρκων στο ύψωμα 1013. η

ο

ο

ης

Στα αριστερά του Β’ Τμήματος, η 3 Φάλαγγα, με το 1 και 7 Σύνταγμα της 2 Μεραρχίας και Διοικητή τον Συνταγματάρχη Νικόλαο Δελαγραμμάτικα κινήθηκε αξημέρωτα προς την Τσούκα, έχοντας σε πρώτο κλιμάκιο μία Διλοχία του ΙΙΙ/1 Τάγματος. Οι Τουρκικές προφυλακές αιφνιδιάστηκαν, μην περιμένοντας μία διείσδυση σε τόσο βάθος στο δεξιό τους και τράπηκαν σε φυγή. Η Διλοχία συνέχισε την επίθεσή της, κυριεύοντας τα Πυροβόλα της Τσούκας και συλλαμβάνοντας πενήντα αιχμαλώτους. Μέχρι τις 7.30, η Τσούκα κι όλη η περιοχή του Αγίου Σάββα ήταν στα χέρια ος ου ος ου μας. Ο 3 Λόχος του 11 Συντάγματος και ο 5 Λόχος του 1 κατέλαβαν στις 7 το πρωί τον αυχένα Τσαβίδα και στη συνέχεια επιτέθηκαν στο ύψωμα Δουρούτι, που το κατέλαβαν μετά τις 9, παρά τα πυρά Πυροβολικού που δέχτηκαν από το οχυρό του Χιντζηρέλου. Όμως κατά το μεσημέρι, μετά από ισχυρή εχθρική αντεπίθεση και επειδή καθυστερούσαν να φτάσουν ενισχύσεις, η ο ου Διλοχία αναγκάστηκε να αποτραβηχτεί στο χωριό Κοσμηρά. Στις 8.30, το 1 Τάγμα του 11 Συνου τάγματος, μαζί με μία Διλοχία του 7 Συντάγματος, επιτέθηκαν κατά των υψωμάτων του Αγίου Νικολάου. Οι Τούρκοι, έχοντας την υποστήριξη του Πυροβολικού τους, αντιστάθηκαν γερά μέχρι ής το μεσημέρι, οπότε αναγκάστηκαν να αφήσουν τις θέσεις τους. Το απόγευμα της 20 Φεβρουαη ρίου, η 3 Φάλαγγα κατείχε τη γραμμή Τσούκα – Άγιος Σάββας, τον Άγιο Νικόλαο και το χωριό Κοσμηρά. ης

Και φτάνουμε στη δράση της 2 Φάλαγγας, που έγραψε ιστορία διαλύοντας με την τολμηρή της η διείσδυση την Τουρκική άμυνα. Η 2 Φάλαγγα, με Διοικητή τον Συνταγματάρχη Ιωάννη Γιαννακίτσα, είχε συγκεντρωθεί στην Καλογερίτσα και στα στενά της Μανωλιάσσας, με σκοπό να επιτεθεί ο ου στον Άγιο Νικόλαο. Έχοντας ως εμπροσθοφυλακή το 1 Τάγμα του 17 Συντάγματος, ακολουθούο ο ο μενο από το 1 Σύνταγμα Ευζώνων, δηλαδή το 8 και 9 Τάγμα Ευζώνων, ξεκίνησε κατά τις 7.45, πέρασε τα στενά και προωθήθηκε προς τη Δωδώνη. Τα Τουρκικά τμήματα που ήταν κοντά στους Μελιγγούς, εγκατέλειψαν τις θέσεις τους και υποχώρησαν προς τη Μεγάλη Ράχη, φοβούμενα να ου μην αποκοπούν, καθώς είδαν να προωθούνται οι Εύζωνοι του 8 Τάγματος στα ανατολικά των η Μελιγγών. Η εμπροσθοφυλακή προχώρησε ανενόχλητη προς τη Δωδώνη και εκεί έμαθε ότι η 3 η Φάλαγγα είχε πάρει τον Άγιο Νικόλαο. Με το αριστερό της καλυμμένο, η 2 Φάλαγγα θα μπορούσε να προχωρήσει προς τα Γιάννενα! Ο Διοικητής της εμπροσθοφυλακής Αντισυνταγματάρχης Πεζικού Διονύσιος Παπαδόπουλος, αποφάσισε να μην επιτεθεί στο οχυρό Χιντζηρέλου, αλλά να εκμεταλλευτεί το ρήγμα που είχε ανοιχτεί. Κινήθηκε λοιπόν προς την Πεδινή, περνώντας από τον ης Κοσμηρά, από όπου ενημέρωσε και τον Διοικητή της 3 Φάλαγγας για την κίνησή του. Φτάνοντας στην Πεδινή κατά το μεσημέρι, διαπίστωσε ότι μεγάλος αριθμός Τούρκων συμπτυσσόταν προς την Πεδινή και τα Ιωάννινα, πράγμα που σήμαινε ότι οι Τουρκικές γραμμές στην Τσούκα και την Μανωλιάσσα είχαν καταρρεύσει. Πράγματι έτσι ήταν. Οι Τούρκοι της Τσούκας υποχωρούσαν προς την Πεδινή και το Δουρούτι με προορισμό τα Γιάννενα, ενώ άλλοι από την Μανωλιάσσα Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 438

συγκεντρώνονταν στο χωριό Κατσικάς. Τα ορειβατικά πυροβόλα της Φάλαγγας χτύπησαν τους Τούρκους της Πεδινής με εκρηκτικές οβίδες και τους σκόρπισαν. Ο Παπαδόπουλος διέταξε «επίθεση και καταδίωξη και η 654 μετά την 15 ώρα» . Τα δύο Ευζωνικά Τάγματα των Βελισσαρίου και Ιατρίδη, κατεδίωξαν τον εχθρό, που υποχωρούσε μαχόμενος, με την κάλυψη τελμάτων και τάφρων, πράγμα που ανάγκαζε τους Ευζώνους να βυθίζονται στο βούρκο μέχρι τα γόνατα. Αν και δεν είχε διαταγή για τόσο βαθιά διείσδυση, ο Βελισσαρίου κατάφερε να φτάσει στον Άγιο Ιωάννη, ακολουθούμεο νος από το 9 Ευζωνικό Τάγμα του Ταγματάρχη Ιατρίδη. Στις 7 το βράδυ οι Εύζωνοι κατέλαβαν τον Άγιο Ιωάννη, συλλαμβάνοντας πολλούς αιχμαλώτους και κυριεύοντας μεγάλες ποσότητες εχθρικού υλικού. Τότε ο εχθρός πανικοβλήθηκε και έφυγε προς την πόλη των Ιωαννίνων, όπου μετέφερε τον πανικό. Ο αντικειμενικός σκοπός, όμως της Φάλαγγας Γιαννακίτσα για τις 20 Φεβρουαρίου ήταν η προώθησε μέχρι την Πεδινή. Η Διαταγή επιχειρήσεων που στάλθηκε προς τον Βελισσαρίου να εγκαταστήσει προφυλακές στην Πεδινή, ευτυχώς δεν έφτασε ποτέ, γιατί η Διοίκηση της Φάλαγγας αδυνατούσε να παρακολουθήσει ή να φανταστεί την ταχύτητα του Βελισσαρίου. Τα υπόλοιπα τμήματα της Φάλαγγας Γιαννακίος τσα, το Ι/17 Τάγμα Πεζικού και ο 3 Λόχος του Τάγματος Βελισσαρίου, δεν μπόρεσαν να προχωρήσουν πέρα από την Πεδινή, την ώρα που ο Βελισσαρίου με τη βοήθεια του Ιατρίδη καταδίωκαν «κατά πόδας» τον εχθρό, που υποχωρούσε πανικόβλητος προς την πόλη των Ιωαννίνων. Τα δύο Τάγματα έφτασαν σε απόσταση δύο χιλιομέτρων από τα Γιάννενα. Εγκατέστησαν εκεί τις προφυλακές τους και έκοψαν τα τηλεφωνικά και τηλεγραφικά καλώδια, διακόπτοντας την επικοινωνία των Ιωαννίνων με το Μπιζάνι και την Καστρίτσα και επιτείνοντας τον πανικό. Στη διάρκεια της νύχτας, οι Εύζωνοι αιχμαλώτισαν 37 Αξιωματικούς και 935 Οπλίτες του Τουρκικού Στρατού που υποχωρούσαν διερχόμενοι από την περιοχή, τους οποίους έκλεισε στον περίβολο της Εκκλησίας του Αγίου Ιωάννη.

654

(Η Διαταγή Επιχειρήσεων της 20ής Φεβρουαρίου πρόβλεπε την διακοπή τους στις 15.00, ώστε να ανασυγκροτηθούν τα επιτιθέμενα σώματα, να αποκατασταθούν οι επικοινωνίες μεταξύ τους και να προωθηθεί αναλόγως και το Πυροβολικό) Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 439

Αλλά στο μεταξύ, ο Βελισσαρίου είχε χάσει την επαφή με την υπόλοιπη Φάλαγγα και ανησυχούσε ενώ, λόγω της νύχτας, αγνοούσε επίσης ότι είχε φτάσει πολύ κοντά στο Τουρκικό Στρατηγείο, που βρισκόταν στο ύψωμα 489 πάνω στην αμαξιτή οδό, και ότι σε αυτό είχε ήδη υψωθεί λευκή σημαία! Ο Βελισαρίου ζήτησε ενισχύσεις, αλλά η τύχη βοηθά τους τολμηρούς και, στην προκειμένη περίπτωση, δόξασε τον Βελισσαρίου και τον έκανε «πρωταθλητή» της νίκης των Ιωαννίνων και ελευθερωτή. Την ώρα που αυτός ανησυχούσε, με το δίκιο του, μην αποκοπεί, ο αρχηγός της άμυνας του Μπιζανίου Βεχίμπ Μπέης, πήγαινε έφιππος από την Καστρίτσα προς τα Γιάννινα, με σκοπό να ενισχύσει τα τμήματα που είχαν ανάγκη και να οργανώσει την άμυνα της επομένης. Και όπως διηγήθηκε αργότερα ο ίδιος, καθώς πλησίαζε στη Σχολή Πυροβολικού που είναι πριν την πόλη, έπεσε στους διπλοσκοπούς του Βελισσαρίου που του φώναζαν «Αλτ! Τις ει;». Κάνοντας μεταβολή ξέφυγε καλπάζοντας προς τα πίσω και μετά, με μία βάρκα πήγε στην πόλη να συναντήσει τον Τούρκο Αρχιστράτηγο, τον Εσσάτ Πασά. Ούτε που φαντάστηκε ο Βεχίμπ ότι οι Εύζωνοι δεν απειλούσαν την πόλη αλλά είχαν οι ίδιοι αποκοπεί μετά την τολμηρή τους προέλαση. Θα μπορούσε να τους τσακίσει! Αλλά αυτός θεώρησε ότι οι Έλληνες είχαν διεισδύσει μαζικά πίσω από το Μπιζάνι, προς τα ακάλυπτα Γιάννενα. Και έπεισε τον Εσσάτ ότι δεν υπάρχει άλλη λύση από την παράδοση. Ο Εσσάτ, αποφάσισε να στείλει με λευκή σημαία τον Επίσκοπο Δωδώνης, που ήταν βοηθός του Αρχιεπισκόπου Ιωαννίνων, και τον ανηψιό του και Αξιωματικό του Επιτελείου του 655 Ραούφ , να διαπραγματευτούν τους όρους παράδοσης. Και ενώ στο Ελληνικό Γενικό Στρατηγείο ετοίμαζαν πυρετωδώς τις Διαταγές Επιχειρήσεων της επομένης ημέρας, έφτασαν οι Τούρκοι απεσταλμένοι με λευκή σημαία !!! Ο Βελισσαρίου συνόδευσε ο ίδιος τους απεσταλμένους στις Ελληνικές προφυλακές στο Αυγό, από όπου κάλεσε με το τηλέφωνο εκστρατείας και ζήτησε να ξυπνήσουν τον Επιτελάρχη, λέγοντάς του ότι «οι Τούρκοι παραδίνονται!» Ο Επιτελάρχης έστειλε αμέσως αυτοκίνητο με οδηγό τον Στάικο να τους παραλάβει και στις δύο μετά τα μεσάνυχτα οι απεσταλμένοι φτάσανε στο Στρατηγείο, στο χάνι Εμίν Αγά. Ο Κωνσταντίνος δεν δέχτηκε καμία διαπραγμάτευση και έστειλε πίσω τον Επίσκοπο να πει του Εσσάτ ότι «αν ως την αυγή δεν υψωθούν λευκές σημαίες, θα εξακολουθήσει η επίθεση και ο βομβαρδισμός και θα φέρει αυτός όλη την ευθύνη των καταστροφών». Αλλά ας αφήσουμε τον ίδιο τον Βελισσαρίου να διηγηθεί τα γεγονότα της μέρας εκείνης

656

:

657

«Τότε σταμάτησα, μη θεωρώντας φρόνιμο να εισέλθω στην πόλη , και ασχολήθηκα με την οργάνωση προφυλακών προς το μέρος της πόλης, προς τα δυτικά της και προς την Κοτσιφιά, τάσσοντας τρεις Λόχους και ανά δύο πολυβόλα, και μετά διέταξα και το κόψιμο των τηλεφωνικών και τηλεγραφικών συρμάτων μεταξύ Ιωαννίνων και Μπιζανίου - Καστρίτσας. Έπειτα κάλεσα τον κ. Ιατρίδη, να συμπληρώσουμε τις προφυλακές και προς το Μπιζάνι, πράγμα που έγινε, τάσσοντας ο εκεί τον 4 Λόχο του με δύο πολυβόλα. Επίσης έστειλα έφιππο τον Ανθυπασπιστή των πολυβόλων Μπάφα, να πληροφορήσει κάθε δικό μας τμήμα για την θέση μας και να καλέσει να πλησιά658 659 σουν . Τον έστειλα από την οδό της Φιλιππιάδας, καθώς η οδός της Ράψιστας , μέσα από την τελματώδη πεδιάδα, ήταν δύσκολη τη νύχτα. Μετά από λίγο επέστρεψε άπρακτος, διότι η οδός εκείνη φυλασσόταν από τους Τούρκους του Μπιζανίου. Έτσι τον έστειλα στην Ράψιστα, που ήταν 655

(που ήταν και αυτός απόφοιτος της Στρατιωτικής Ακαδημίας του Βερολίνου, όπως ο Βεχίμπ, ο Κωνσταντίνος, ο Μεταξάς και άλλοι) 656 (Με βάση την αναφορά του, δοσμένη στην δημοτική για να την απολαύσουν όλοι οι αναγνώστες) 657 (εννοεί τα Ιωάννινα) 658 (για ενίσχυση) 659 (Πεδινής) Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 440

660

ο

ο Διοικητής μας , με τον 3ο Λόχο μου και το 1 Τάγμα του 17ουΠεζικού Συντάγματος. Οι άνδρες μου ήταν μουσκεμένοι από την διάβαση των τελμάτων, και ξενύχτισαν με το όπλο “ανά χείρας”. Οι περίπολοί μας που συνέδεαν τα διάφορα τμήματά μας, έπιασαν πολλούς αιχμαλώτους που ερχόντουσαν από το Μπιζάνι, τους οποίους κλείσαμε στον περίβολο της Εκκλησίας του Αγίου Ιωάννη. Συνελήφθησαν κατά την νύχτα εκείνη 37 Αξιωματικοί και 935 Οπλίτες. Κατά τις 11 τη νύχτα, είδαμε με τον κ. Ιατρίδη να πλησιάζουν δύο μεγάλα φανάρια και πίσω τους ομάδα ανθρώπων. Πλησιάσαμε και εμφανίστηκε μπροστά μας ο Άγιος Δωδώνης, ο οποίος μας παρουσίασε δύο Τούρκους Αξιωματικούς, τον Υπολοχαγό Ρεούφ και τον Ανθυπολοχαγό Ταλαάτ, απεσταλμένους του Εσσάτ Πασά και κομιστές της γνωστής επιστολής των Προξένων Ιωαννίνων (περί προσφοράς παράδοσης της πόλης). Η επιστολή ήταν ανοιχτή και στα Γαλλικά και μου την έδωσαν να την διαβάσω. Είπα τότε στον κ. Ιατρίδη ότι ένας από τους δυο μας πρέπει να τους 661 συνοδεύσει στο Εμίν Αγά , διευκολύνοντας τη διέλευσή τους από τις προφυλακές, όσο γίνεται γρηγορότερα, πριν ξημερώσει και καταλάβουν οι Τούρκοι πόσο ασθενής ήταν η θέση μας. Αποφασίστηκε να τους συνοδεύσω εγώ, επιβαίνοντας στην άμαξα με την οποία είχαν έρθει. Σαν φτάσαμε στις προφυλακές του Μπιζανίου, επάνω στο δρόμο, δεχθήκαμε πυροβολισμούς από έναν άγριο σκοπό, που έριχνε και φώναζε “Ντουρ”. 4 σφαίρες πέρασαν σφυρίζοντας δίπλα από τα αυτιά μας και κατέβηκε από την άμαξα ο Υπολοχαγός Ρεούφ, προχωρώντας μόνος του προς τον φρουρό, που δυσκολεύτηκε να τον πείσει να ησυχάσει. Τελικά ήρθε και ο Αρχιφύλακας, και επιτράπηκε η διέλευσή μας, αφού του εξηγήθηκε ο σκοπός της αποστολής μας. Έτσι συνεχίσαμε ανενόχλητοι προς τις δικές μας προφυλακές, από όπου τηλεφώνησα στο Εμίν Αγά, ζητώντας να μας στείλουν αυτοκίνητο για να φτάσουμε πιο γρήγορα, πράγμα που έγινε. Καθ’ οδόν, οι Τούρκοι Αξιωματικοί με ρωτούσαν για τις θέσεις που κατείχαν τα στρατεύματά μας. Απάντησα ότι η Φάλαγγα του Αγίου Νικολάου, με 3 Συντάγματα, είναι στην Ράψιστα, η Φάλαγγα της Μανωλιάσσας με άλλα 3 Συντάγματα κατέβηκε στην πεδιάδα, και η Φάλαγγα της Τσούκας είχε κατέβει στο Δουρούτι, προς το οποίο προέλαυνε και η δεξιά μας Φάλαγγα από το Λοζέτσι. Όταν επιστρέφαμε, ήταν πια πρωί και είχε ξημερώσει, και οι Τούρκοι Αξιωματικοί ψάχνανε μάταια να δουν τα στρατεύματα που τους είχα περιγράψει. Με ρώτησαν πού είναι και εγώ τους απάντησα “επάνω στα υψώματα”. “Μα δεν μας λέγατε την νύκτα, ότι είχον κατέβει στην πεδιάδα;” “Όχι, στην πεδιάδα μόνον εμείς είχαμε κατέβει”, τους απάντησα. Τότε οι Αξιωματικοί κοίταξαν ο ένας τον άλλο και κατανοώντας το πάθημά τους, δάγκωσαν τα χείλη και μου είπαν: “Κύριε Ταγματάρχα, πρέπει να γνωρίζετε ότι η τιμή της παραδόσεως των Ιωαννίνων οφείλεται σε εσάς.” ης Κατά τις 8 το πρωί της 21 γυρίσαμε στις θέσεις μας μπροστά στα Ιωάννινα, όπου είχε ήδη φτάσει ο ου και ο κ. Διοικητής με τον 3 Λόχο του Τάγματός μου και το Τάγμα του 17 Συντάγματος, μετά το μήνυμα που του μετέφερε ο Ανθυπασπιστής Μπάφας που είχα στείλει στην Ράψιστα. Υπογραφή (Ι. Βελισσαρίου)». η

Η παράδοση των Ιωαννίνων, στην 1 μέρα της επίθεσης, οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην ορμή αλλά και στην ετοιμότητα του Βελισσαρίου. Η τολμηρή διείσδυσή του στις παρυφές της πόλης, επέδρασε ψυχολογικά στον Διοικητή των Τούρκων Εσσάτ Πασά, ώστε να προτείνει την παράδοση, παρ’ όλο που τα οχυρά του Μπιζανίου, της Καστρίτσας και της Σαδοβίτσας ήταν ακόμη στα χέρια 660 661

(Ο Παπαδόπουλος) (Στο Γενικό Στρατηγείο) Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 441

των Τούρκων, και μπορούσαν να συνεχίσουν να μάχονται. Συγκινητική ήταν η στιγμή κατά την οποία ο Βελισσαρίου συνόδευσε την Τουρκική αντιπροσωπεία στο Στρατηγείο στο Εμίν Αγά. Ο Αρχιστράτηγος Κωνσταντίνος, αφού πρώτα τον ασπάσθηκε, του είπε: «Βελισσαρίου, είσαι άξιος ραπίσματος, αλλά και φιλήματος. Εγώ αρκούμαι εις το φίλημα». Το επόμενο πρωί, σε όλο το μέτωπο σηκώθηκαν από τους Τούρκους λευκές σημαίες, ξεσηκώνοντας θύελλα πανηγυρισμών στις Ελληνικές γραμμές. Στις 9 το πρωί της Πέμπτης 21 Φεβρουαρίου1913, τρεις Ίλες Ιππικού του Συντάγματος Ιππικού, με επί κεφαλής τον γηραιό Υποστράτηγο Σούτσο και τους απεσταλμένους του Κωνσταντίνου για την υπογραφή του Πρωτοκόλλου Παράδοσης, Λοχαγούς Ιωάννη Μεταξά και Ξενοφώντα Στρατηγό, κίνησαν για τα Ιωάννινα. Σαν μπήκαν στην πόλη, ο λαός ρίχτηκε στα άλογα, πιάνοντάς τα από τα χαλινάρια, φιλώντας τις μπότες των Αξιωματικών και των Ιππέων! Οι απεσταλμένοι γύρισαν στο Εμίν Αγά το απόγευμα, φέρνοντας το Πρωτόκολλο Παράδοσης με την υπογραφή του Βεχίμπ. Τα Γιάννενα, τα φρούρια, 33.000 άνδρες, σημαίες, άλογα, πυροβόλα, πολυβόλα, όπλα και όλο το υλικό παραδόθηκαν στον Ελληνικό Στρατό, στη θέση και την κατάσταση στην οποία βρίσκονταν. Και όλοι οι Τούρκοι Αξιωματικοί και Στρατιώτες, γεροί ή πληγωμένοι, υπάγονταν στους νόμους του πολέμου! Αλλά δεν έλειψαν και οι παρασπονδίες. Μέσα στη νύχτα, ένα Τούρκικο σώμα διέφυγε από τα Ιωάννινα προς το Λυκόστομο, λεηλατώντας στο δρόμο τους Ελληνικά χωριά. Ήταν στρατιώτες του Αλή Ριζά Πασά, όχι του Εσσάτ. Δυνατό Ελληνικό απόσπασμα τους κυνήγησε και συνέλαβε 2.300 από αυτούς, γυρίζοντάς τους στα Γιάννενα ντροπιασμένους. Και Τούρκοι από την Καστρίτσα προσπάθησαν να ρίξουν στη λίμνη πυροβόλα και πολυβόλα αλλά τους σταμάτησαν τελικά οι δικοί μας. Στο οχυρό του Βοϊδολίβαδου, όπου οι Τούρκοι είχαν τα Schneider που είχαν αποσπάσει η από την 5 Μεραρχία, έκρυψαν τα κλείστρα των πυροβόλων κάτω από τους πρόσφατα θαμμένους νεκρούς τους. Χρειάστηκε να τους ξεθάψουν για να βρεθούν. 662

Έγιναν και περιστατικά συγκινητικά. Ένας Τούρκος Καϊμακάμης του Πυροβολικού, σαν είδε τον ης Έλληνα Μέραρχο της 6 Μεραρχίας με το Επιτελείο του να πλησιάζουν, κάλπασε προς το μέρος 662

(Kaymakam = Αντισυνταγματάρχης) Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 442

τους, σταμάτησε, χαιρέτισε, έβγαλε το ξίφος του από τη θήκη και με τη λαβή προς τα κάτω το έδωσε στον Έλληνα Αξιωματικό, λέγοντας σε άπταιστα Γαλλικά: «Στρατηγέ μου, είστε πραγματικά άξιος να σας παραδώσω το σπαθί μου.» «Κρατήστε το ξίφος σας κύριε Συνταγματάρχα, γιατί το τιμήσατε, αγωνιζόμενος για την πατρίδα σας», του απάντησε αυτός. Την επομένη, Παρασκευή 22 Φεβρουαρίου, εισήλθε πανηγυρικά στην πόλη ο Διάδοχος με το Επιτελείο του.

Και ήταν μια μέρα λαμπρή, σαν να γιόρταζε κι ο ουρανός !!!

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 443

Πώς πήραμε τα Γιάννενα, 2η Μεραρχία (Διήγηση του Λεωνίδα) η

Όταν ακούστηκε ότι η 2 Μεραρχία θα μείνει στο κέντρο, ομολογώ ότι μας έπιασε τρόμος. Μόνοι μας θα τα βάλουμε με το τρομερό Μπιζάνι; Αλλά στις συζητήσεις που κάναμε τα βράδια, υπήρχαν ευτυχώς και οι «ενήμεροι για όλα», αυτοί οι Επιτελείς με στολή Στρατιώτη, από τους οποίους είναι γεμάτος κάθε Ελληνικός Στρατός, και δεν το λέω ειρωνικά. Αυτοί μας ανέλυαν την κατάσταση, βάζοντας όλη τη λογική και την πονηριά τους, και τελικά μας καθησύχαζαν: «Όχι βρε παιδιά, δε θα επιτεθούμε ίσα στο Μπιζάνι … Ξεχάσατε το Σαραντάπορο και τα Γιαννιτσά;» «Τι να ξεχάσουμε συνάδελφε; Ίσα στα Τούρκικα κανόνια πήγε η Μεραρχία μας και στο Σαραντάπορο και στα Γιαννιτσά … Ξεχνιώνται αυτά;» «Δεν με κατάλαβες Λεωνίδα μου … Εμείς πήγαμε στα ίσα, αλλά ως εκεί που έπρεπε για να η νομίζουν οι Τούρκοι ότι αυτό ήταν το σχέδιο … Τη δουλειά την κάνανε από τα αριστερά, η 4 στο η Σαραντάπορο και η 6 στα Γιαννιτσά …» «Ναι αλλά εμείς είχαμε τις απώλειες …» «Όλοι είχαν απώλειες … αλλά δεν με πιάνεις τι θέλω να σου πω …» «Πες μας βρε Δήμο, μην το φυλάς! Πες τα και σε μας που δεν κάνουμε για Στρατηγοί … Αλλά πες τα μας απλά για να καταλάβουμε.» «Θέλω να πω ότι και τώρα από τα πλάγια θα γίνει η δουλειά. Δεν είναι τρελός ο Διάδοχος να μας στείλει να σκοτωθούμε … Μαζεύει εδώ τα κανόνια όλα, αλλά δεν είδατε ότι έφυγαν οι Εύζωνοι; Ολόκληρο Σύνταγμα άλλαξε θέση και πήγε στην Καλογρίτσα και στα στενά της Μανωλιάσσας. Και πήγαν και οι Εύζωνοι του Βελισσαρίου εκεί, θυμηθείτε που σας το λέω … Από εκεί θα γίνει το τέχνασμα …» Απλός Στρατιώτης ήταν ο Δήμος ο Λουκάς από τη Λάρυμνα, αλλά είχε μυαλό που δούλευε. Φοιτητής Ιατρικής, τα άφησε και παρουσιάστηκε εθελοντής, σαν κηρύχτηκε η επιστράτευση. Και δικαιώθηκε την επόμενη μέρα, σαν πήραμε διαταγή να μετασταθμεύσουμε πέρα από την Δωδώνη, στις βόρειες παρυφές του Ολύτσικα, δυτικά από το χωριό Αγία Αναστασία, που τότε λεγόταν ο ο Τσαρκοβίστη. Εκεί ήταν και το 7 Σύνταγμα του Δελαγραμμάτικα. Και μόνο το 3 Σύνταγμα έμεινε κοντά στην έδρα της Μεραρχίας, απέναντι από το Μπιζάνι με όλο το Βαρύ και το Πεδινό Πυροβολικό. Η μετακίνησή μας έγινε μέσα στη νύχτα, με χίλιες προφυλάξεις να μην μας καταλάβουν οι Τούρκοι από την Τσούκα, μέσα από χαράδρες και ρεματιές. Και ούτε φωτιές να ζεσταθούμε ούτε φαναράκια για να βλέπουμε δεν μας άφηναν να ανάψουμε. Και έκανε και κρύο δυνατό εκεί στον Ολύτσικα. Την Τρίτη 19 του Φλεβάρη, ακούγαμε από πέρα τα πυροβόλα μας που χτυπούσαν το Μπιζάνι και τα άλλα οχυρά. Όλη μέρα κι όλη νύχτα δεν σταμάτησαν να ρίχνουν. Αλλά στον δικό μας τομέα επικρατούσε ησυχία. Ο Λόχος μας δεν είχε υπηρεσία προφυλακών τη νύχτα εκείνη και μέσα στο αντίσκηνο κουβέντιαζα ψιθυριστά με τον Λουκά να περάσει η ώρα, καθώς από το κρύο δεν μας έπιανε. Πέρα από το ύψωμα, απέναντι στη Μεγάλη Τσούκα, οι Τούρκοι σίγουρα θα ζεσταίνονταν καλά, με τόσες φωτιές που είχαν αναμμένες … «Δεν σου τα έλεγα εγώ; Από εδώ θα γίνει το πανηγύρι. Ούτε το φαντάζονται οι Τουκαλάδες ότι είμαστε εδώ πέρα καταυλισμένοι, τόσο κοντά τους.» «Μακάρι βρε Δήμο, μακάρι να τους πιάσουμε στον ύπνο … Γιατί αλλιώς θα είναι δύσκολα.» «Βρε ούτε θα μας περιμένουν σου λέω … θα μας δούνε μπροστά τους σα φαντάσματα …» «Αρκεί να μπορούμε να περπατήσουμε … γιατί όπως το βλέπω, θα ξυλιάσουμε απόψε …» Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 444

Μέσα στη νύχτα ειδοποιηθήκαμε να ετοιμαστούμε για την πρωινή επίθεση και ότι το δικό μας ο Τάγμα, το 3 θα πήγαινε μπροστά. Αξημέρωτα μοιράστηκε συσσίτιο και αξημέρωτα ακόμη ο ο ης η ξεκινήσαμε. Το 1 και 7 Σύνταγμα της 2 Μεραρχίας αποτελούσαν την 3 Φάλαγγα, με Διοικητή ο τον Συνταγματάρχη Νικόλαο Δελαγραμμάτικα. Με εμπροσθοφυλακή το Τάγμα μας, το 3 Τάγμα ου ο του 1 Συντάγματος, και το δικό μας Λόχο τον 10 σε «πρώτο κλιμάκιο», κινηθήκαμε σιωπηλά μέσα από ρεματιές και πίσω από δέντρα που μας κρύβανε και μόλις χάραξε επιτεθήκαμε αιφνιδιαστικά στις Τουρκικές προφυλακές που αιφνιδιάστηκαν και το έβαλαν στα πόδια. Σε ένα ο ύψωμα ήταν τα πυροβόλα της Τσούκας, που έβαλαν σημάδι τον 11 Λόχο, που βάδιζε καταπάνω τους, αναγκάζοντάς τον να σταματήσει και να καλυφθεί. Δυο Διμοιρίες του δικού μας Λόχου πήγαμε από τα αριστερά, σχεδόν αθέατοι, περνώντας μέσα από τα χαρακώματα που είχαν εγκαταλείψει οι Τούρκοι. Τα προσπεράσαμε σχεδόν τρέχοντας, με «εφ’ όπλου λόγχη», και φτάσαμε στα πυροβόλα τους. Σαν μας είδαν οι Πυροβολητές να πλησιάζουμε από το πλάι τους, ξαφνιάστηκαν και το έβαλαν στα πόδια. Και μόνο ένας Τούρκος πυροβολητής έμεινε και συνέχιζε να ρίχνει, μέχρι που μια ομοβροντία μας τον έριξε νεκρό. Έξι πυροβόλα έπεσαν στα χέρια μας. Από τη μεγάλη χαρά μας στήσαμε χορό! Αλλά εγώ δεν συμμετείχα στο χορό, με είχε συγκλονίσει ο ης θάνατος αυτού του γενναίου εχθρού. Που τον τίμησε και ο Διμοιρίτης της 3 Διμοιρίας, ένας νεαρός Ανθυπολοχαγός, που δεν θυμάμαι το όνομά του. Αυτός, του έκλεισε τα μάτια, και μετά τον τοποθέτησε δίπλα στο κανόνι του, με το πρόσωπο κατά την Ανατολή, όπως λέει το κάνουν οι Μουσουλμάνοι. Μας συγκίνησε η πράξη του, και χωρίς να το σκεφτούμε, βγάζαμε τα πηλίκια καθώς περνούσαμε δίπλα από το νεκρό για να συνεχίσουμε την πορεία μας. Ως τις 7.30 το πρωί είχαμε κυριεύσει την Τσούκα και όλη τη γύρω περιοχή, ως το χωριό τον Άγιο Σάββα. Την ίδια ώρα που εμείς επιτεθήκαμε στην Τσούκα, πιο αριστερά μας, ο ος 5 Λόχος του Συντάγματός μας μαζί ο ου με τον 3 Λόχο του 11 πήρανε τον αυχένα του Τσαβιδά, κατά τις 7 το πρωί, διώχνοντας από κει τις Τούρκικες προφυλακές, και στη συνέχεια επιτέθηκαν στο Δουρούτι, που το κατέλαβαν μετά από σκληρή μάχη κατά τις 9.15, παρ’ όλη την αντίσταση των Τούρκων, που υποστηρίζονταν και από τα κανόνια του οχυρού Χιντζηρέλου. Το μεσημέρι, ο εχθρός έκανε ισχυρή ου αντεπίθεση με μονάδες του 68 Συντάγματός τους, και οι δικοί μας αναγκάστηκαν να τραβηχτούν πιο κάτω, στην Κοσμηρά. Αλλά από εκεί, η Πεδινή, που τότε λεγόταν Ραπσίστα και ήτανε στο κέντρο της πεδιάδας πριν τα Γιάννενα, απείχε μόνο 4 χιλιόμετρα. Αλλά όπως έμαθα αργότερα, την Ραπσίστα την πήρανε οι Εύζωνοι του Βελισσαρίου και του Ιατρίδη, που μπορεί και να επωφελήθηκαν από το γεγονός ότι οι Τούρκοι ήταν απασχολημένοι να αποκρούσουν τις δικές μας επιθέσεις. Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 445

ου

ο

ου

ης

Στις 8.30, μία Διλοχία του 7 Συντάγματός μας, μαζί με το 1 Τάγμα του 11 Συντάγματος της 4 Μεραρχίας, αφού πέρασαν από τα ερείπια της αρχαίας Δωδώνης, επιτέθηκαν κατά των υψωμάτων του Αγίου Νικολάου. Οι Τούρκοι είχαν υποστήριξη Πυροβολικού και μέχρι λίγο μετά το μεσημέρι αντιστάθηκαν γερά, αλλά τελικά δεν βάστηξαν και υποχώρησαν.

Οι διαταγές μας έλεγαν να σταματήσουμε την επίθεση στις 3 το απόγευμα, υποθέτω ότι αυτό σκόπευε στο να μη χαθεί η επαφή και ο συντονισμός των μονάδων. Ή μπορεί το Γενικό Στρατηγείο να φοβόταν τις νυχτερινές αντεπιθέσεις που μπορεί να έκαναν οι Τούρκοι. Έτσι, νωρίς το η απόγευμα, όταν σταματήσαμε την προώθηση, η 3 Φάλαγγά μας είχε καταλάβει τη γραμμή Μεγάλη Τσούκα – Κοσμηρά - Άγιος Νικόλαος και από τα υψώματα μπορούσαμε να βλέπουμε τα Γιάννενα! Πήραμε διαταγή να ετοιμάσουμε «ταχύσκαπτα» αναχώματα και να καταυλιστούμε επί τόπου, χωρίς να στήσουμε σκηνές, φορώντας τα παπούτσια και με τα μάνλιχερ αγκαλιά. Και περιμέναμε τις Διαταγές Επιχειρήσεων, έχοντας σαν σίγουρο ότι θα συνεχίζαμε την επίθεση αξημέρωτα. Από φαΐ, τη βγάλαμε με μισή κουραμάνα και χυλό από καλαμποκάλευρο που πήραμε από τους Τούρκους. Μέσα στη νύχτα, ήρθε ο Ταγματάρχης με τον Λοχαγό μας. Ήθελε να μας μιλήσει ο Ταγματάρχης, να μας διαβάσει την Διαταγή του Αρχιστρατήγου. «Στρατιώτες της πατρίδας! Ο εχθρός έχει παραλύσει! Αύριο θα πάμε να πάρουμε τον καφέ μας στα Γιάννενα!» «Και ουζάκι κύριε Ταγματάρχα!!!» «Ζήτω ο Ταγματάρχης μας!» «Δεν το λέω εγώ αυτό, το λέει ο Αρχηγός μας, ο Διάδοχος! Ακούστε τι λέει η Διαταγή του» είπε ο Ταγματάρχης ξεδιπλώνοντας ένα χαρτί. «19 Φεβρουαρίου Αύριο εικοστήν Φεβρουαρίου, διατάσσω γενικήν επίθεσιν κατά του φρουρίου Ιωαννίνων. Ανακοινώσατε Αξιωματικοίς και Στρατιώταις ότι αξιώ από όλους μαζή και από κάθε έναν χωριστά όπως δώσωσι την τελικήν νίκην εις την Ελλάδαν μας! Το γενικόν σύνθημα έστω: ΕΞΟΛΟΘΡΕΥΣΙΣ ΤΟΥ ΕΧΘΡΟΥ! Κωνσταντίνος Διάδοχος» Κάθε προηγούμενη εντολή για αποφυγή θορύβων ξεχάστηκε μονομιάς: «Ζήτω ο Διάδοχος! Θα τους φάμε όλους αφού μας το ζήτησε!» «Δε θα μείνει Τούρκος στα Γιάννενα! Ζήτω η Ελλάς!!! Ζήτω!!!» Αλλά, άλλα ο Διάδοχος εκέλευε, άλλα είχε κατά νου ο Βελισσαρίου εκείνη τη νύχτα. Και πριν ξημερώσει, ήρθε εντολή να μείνουμε στις θέσεις μας, γιατί οι Τούρκοι παραδόθηκαν μέσα στη νύχτα! Πέσανε τα Γιάννενα; Πήραμε το Μπιζάνι; Δεν μπορούσαμε να το πιστέψουμε, κι ας βλέπαμε απέναντί μας τις άσπρες σημαίες … «Τελείωσε ο πόλεμος φιλαράκο, θα πάμε σπίτια μας» μου είπε ο Λουκάς αγκαλιάζοντάς με. Αλλά δεν ήταν έτσι. Γιατί μπορεί να πήραμε τα Γιάννενα, να διώξαμε τους Τούρκους, αλλά ο πόλεμος συνεχίστηκε μετά λίγους μήνες με τους Βούλγαρους. Κι εκεί οι μάχες ήταν ακόμη πιο σκληρές. Και στη μάχη του Λαχανά τραυματίστηκε κι ο φίλος μου. Όμως, αυτό θα σας το πω άλλη φορά. Τώρα θα σας πω για την παρέλαση που κάναμε στα Γιάννενα. ας

Πρωί πρωί της 22 Φεβρουαρίου, έξω από τα Γιάννενα σχηματίστηκε μια μεγάλη φάλαγγα, για να παρελάσει, στην οποία κατ’ εντολή του Αρχιστρατήγου συμμετείχαν μόνο τα σώματα που έκριναν τη μάχη. Ο Διάδοχος με το Επιτελείο και τους Πρίγκηπες είχαν έρθει με αυτοκίνητα εκεί και μας περίμεναν. Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 446

Η επιθεώρηση έγινε από τον ίδιο τον Κωνσταντίνο και όση ώρα βάστηξε στεκόμασταν ακίνητοι σαν αγάλματα, για να ξεσπάσουμε σε ζητωκραυγές μόλις τελείωσε! Μετά ξεκινήσαμε, έχοντας στην κεφαλή την μπάντα της μουσικής και ακολουθούσε έφιππος ο ίδιος ο Κωνσταντίνος. Από πίσω τον ακολουθούσαν έφιπποι ο Δαγκλής, ο Δούσμανης, οι Πρίγκηπες, το Επιτελείο με τον Μεταξά, τον Στρατηγό, τον Πάλλη, τον Στάικο, τον Βερνάρδο και τις υπόλοιπες υπηρεσίες του Στρατηγείου. Μετά ήταν ο Διοικητής του Β’ Τμήματος Στρατιάς Μοσχόπουλος με το Επιτελείο του και πίσω ο ερχόταν η Φάλαγγα, με το 1 Σύνταγμα Πεζικού, το δικό μας δηλαδή με το Τάγμα μας το ΙΙΙ/1 ο μπροστά, το Σύνταγμα των Ευζώνων, το 8 Σύνταγμα, το Ι/17 Τάγμα, μία Μοίρα Πυροβολικού, ένα Λόχο Μηχανικού και ένα τμήμα Ποδηλατιστών. Και μια ωραία λεπτομέρεια: Στο Επιτελείο του Μοσχόπουλου, Επιτελάρχης ήταν ένας Αξιωματικός ονόματι Ιπποκράτης Παπαβασιλείου. Αυτός θεωρούσε την Τσούκα απόρθητη. Και ο Μεταξάς, που ήταν φίλος του από τη Στρατιωτική Ακαδημία του Βερολίνου, τον είχε επίτηδες διορίσει εκεί, για να είναι οι δικές του οι Φάλαγγες που θα παίρνανε την «απόρθητη» Τσούκα! Η είσοδος στην πόλη ήταν αποθεωτική. Μας υποδέχτηκαν ο Μητροπολίτης με όλο το Ιερατείο, οι θρησκευτικοί αρχηγοί των Μουσουλμάνων, Εβραίων και Καθολικών, οι Πρόξενοι των Δυνάμεων με τις μεγάλες στολές στους, οι αντιπρόσωποι των Συντεχνιών και όλος ο κόσμος. Σαν πέρναγε το Τάγμα μας, τα κορίτσια μας ραίνανε με λουλούδια. Ήταν να απορείς πού βρέθηκαν τόσα λουλούδια Φλεβάρη μήνα. Και από τα σημαιοστολισμένα μπαλκόνια οι γυναίκες μας ραίνανε με ρύζι, λες και είχαμε γάμο! «Να ριζώσετε !!!» Μετά, η φάλαγγα πορεύτηκε προς τη Μητρόπολη, όπου ακολούθησε Δοξολογία. Άλλες στιγμές συγκίνησης εκεί, αλλά τι να πρωτοπεριγράψεις. Δεν υπάρχουν λόγια για να εκφράσει κανείς αυτά που νοιώθαμε … Γι’ αυτό δεν θα σας πω άλλα, συγκινούμαι που τα θυμάμαι, φτάνουν τόσα … Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 447

Αλλά όπως λένε, δεν υπάρχει γάμος δίχως κλάμα και κηδεία δίχως γέλιο. Και έτσι όπως έρχονται τα πράγματα στο μυαλό μου ανάκατα, μετά από τόσα χρόνια, θυμήθηκα μια ιστορία που έπρεπε ο να σας την έχω πει από ώρα. Είχαμε στον 5 Λόχο έναν Κατσίπη, από τη Σαντορίνη ήταν νομίζω. Αυτός λοιπόν δεν πίστευε ότι θα παίρναμε τα Γιάννενα σε δυο μέρες, όπως λέγαμε όλοι και έβαζε και στοίχημα: Δυο δραχμές! «Θα το βάλω εγώ το στοίχημα, να κι οι δυο δραχμές μου» είχε πει τότε ένας άλλος φαντάρος, ένας εθελοντής από τη Σμύρνη, ονόματι Κυπραίος. «Με τον Κωνσταντίνο μπροστά ο 48 ώρες δεν θα βαστήξουν οι Τούρκοι!» Σαν μάθαμε 20 ότι οι Τούρκοι παραδοθήκαν, ο Κυπραίος έψαχνε να βρει τον Κατσίπη για να εισπράξει τις δυο δραχμές. «Ρε παιδιά, μην είδατε που κρύβεται ο Κατσίπης; Και δεν μου χρεωστάει δυο αλλά τέσσερεις δραχμές. Γιατί τα πήραμε σε 24 ώρες κι όχι σε 48 …» έλεγε ο Κυπραίος. ος Αλλά ήταν αργά. Ο Κατσίπης είχε τραυματιστεί βαριά την ώρα που ο 5 Λόχος πήρε το Δουρούτι, χτυπημένος από ένα θραύσμα από τις βολιδοφόρες που ρίχνανε τα κανόνια του Χιντζηρέλου. Και την άλλη μέρα, την ώρα που μαθεύτηκε η παράδοση, αυτός άφηνε την τελευταία του πνοή … Κάποιοι παραπονέθηκαν που δεν κάνανε παρέλαση στα Γιάννενα. Ο Κατσίπης, που είχε το δικαίωμα να παρελάσει, δεν μπορούσε να παραπονεθεί. Αναπαύτηκε και έμεινε για πάντα στα Γιάννενα …

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 448

Έπεσε το Μπιζάνι! - 6η Μεραρχία (Διήγηση του Νικήτα)

Από τα μέσα του Φλεβάρη όλο το στράτευμα ήταν σε αναβρασμό. Οι Διαταγές ερχόντουσαν μία μετά την άλλη. Η μία έλεγε ότι «απαγορεύεται εις παν πρόσωπον, μην έχον ειδικήν άδειαν παρά της Μεραρχίας, να διέρχεται τας γραμμάς των προφυλακών». Άλλη έλεγε ότι «… από στιγμής εις στιγμήν το στράτευμα αναμένει Διαταγήν Προελάσεως …». Άλλη, «να διεξάγουν οι Αξιωματικοί αναγνωρίσεις προς το εχθρικόν έδαφος, δια να δύνανται να οδηγήσωσιν τα τμήματά των, και εν καιρώ νυκτός, προς οιανδήποτε κατεύθυνσιν …». Και άλλη γνωστοποιούσε ότι ο Λόχος Μηχανικού παρέλαβε κόφτες για συρματοπλέγματα και ότι τμήματα Μηχανικού θα προσκολληθούν στα σώματα του Πεζικού … Όλα δείχνανε ότι ετοιμαζόταν η μεγάλη επίθεση. Πυροβόλα άλλαζαν θέσεις, φτιάχνονταν αποθήκες πυρομαχικών, στήνονταν σταθμοί τηλεγράφου, χειρουργεία, σταθμοί επίδεσης τραυμάτων … Αλλά ποιο ήταν το σχέδιο, δεν μπορούσαμε να καταλάβουμε. Και ένα βράδυ πήραμε Διαταγή να αντικαταστήσει το Σύνταγμά μας στις άκρες προφυλακές το Σύνταγμα Ευζώνων! Με το που ξεκινήσαμε, μας πήραν χαμπάρι οι Τούρκοι που ήταν στο Κοντοβράκι και άρχισαν να μας ρίχνουν με τα πυροβόλα τους από το Μπιζάνι και την Καστρίτσα. Ευτυχώς δεν μας πέτυχαν και σαν νύχτωσε σταμάτησαν. Κινούμενοι στο σκοτάδι φτάσαμε στις ου ου θέσεις των δύο Ευζωνικών Ταγμάτων, του 8 και του 9 . Βρήκαμε τους Ευζώνους ταραγμένους. Μία οβίδα είχε σκάσει σε μία σκηνή, είχε σκοτώσει έναν και είχε λαβώσει άλλον ένα. Λίγο πιο πέρα ήταν η σκηνή του Βελισσαρίου, που κόντευε να σκάσει από τον θάνατο του Ευζώνου του. ου Είχε γίνει καλά από το τραύμα στο πόδι, και είχε πάλι αναλάβει τη Διοίκηση του 9 . ης «Ανάθεμα τη σφαίρα που με βρήκε στο πόδι …» έλεγε για την επίθεση της 7 Ιανουαρίου. «Δεν ήτανε να με βρει στο χέρι; Θα είχαμε πάρει τα Γιάννενα!» Γενναίος και τολμηρός Αξιωματικός ο Βελισσαρίου, οι Εύζωνοί τον λάτρευαν και μας το δείχνανε. Αλλά τώρα πήγαμε εμείς στις θέσεις τους, και αυτοί πού θα πήγαιναν; Και να ξέρανε, δεν τους έπαιρνες κουβέντα. Πήραμε τις θέσεις τους στις προφυλακές και στήσαμε τα αντίσκηνά μας στο αντιπρανές, πολύ κοντά στις Τουρκικές θέσεις, μέσα στο βεληνεκές των πυροβόλων τους. Δευτέρα 18 του Φλεβάρη, και ο «ξερόλας και πάντα ενήμερος» του Λόχου ήταν ορεξάτος την ώρα του συσσιτίου: «Αύριο ξεκινάει το πανηγύρι παιδιά!» «Αύριο ή μεθαύριο ή αντιμεθαύριο, δεν λέει τίποτα, το ξέρουμε ότι θα αρχίσει όπου νάναι …» «Ναι αλλά εγώ είπα αύριο, επειδή θα ξεκινήσει αύριο!» «Και πώς το ξέρεις ρε συνάδελφε;» «Άκουσα δυο Λοχαγούς που συζητούσαν, και πιο πριν ξέρω ότι ήταν όλοι μαζεμένοι στο σπίτι του Μέραρχου» «Άντε, καλά. Πες μας τώρα και ποιο είναι το σχέδιο, αφού τα ξέρεις όλα …» «Η επίθεση θα γίνει από αριστερά!» «Έλα ρε, τι είναι αυτά που λες; Εδώ ήρθε και μας επισκέφτηκε ο επίδοξος Διάδοχος … τζάμπα ήρθε ως εδώ;» «Και τόσα κανόνια που κουβαλήθηκαν ως εδώ; Για βόλτα ήρθανε;» «Καλά σου λέει ο Γιώργης, τα κανόνια γιατί ήρθαν;» «Και πού ήρθε ο επίδοξος Διάδοχος, τι σημασία έχει; Το ότι εδώ πέρα μείνανε μόνο 3-4 Τάγματα δεν σας λέει τίποτα;» είπε ο «πάντα ενήμερος» κλείνοντας με σημασία το μάτι. Και συνέχισε: «Τα κανόνια, καινούργια Αμερικάνικα, ήρθανε για να βαράνε την Καστρίτσα και το Μπιζάνι. Αλλά η επίθεση θα γίνει στην Τσούκα, από κει που δεν το περιμένουνε οι Τούρκοι!» Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 449

Τέτοιες συζητήσεις μονοπωλούσαν το ενδιαφέρον την παραμονή της επίθεσης. Και βέβαια δεν είχε άδικο ο «ξερόλας» … και μόνο που φύγανε από κοντά μας οι Εύζωνοι, φώναζε από μόνο του. Όπου πήγαιναν αυτοί, όπου πήγαινε ο Βελισσαρίου για την ακρίβεια, εκεί θα ήτανε κι η μάχη η μεγάλη. Δεν είχα καμιά αμφιβολία γι’ αυτό, μετά απ’ όσα είχα ακούσει γι’ αυτόν και ιδίως το ότι παραλίγο να είχε μπει στα Γιάννενα τον Γενάρη, αν δεν τραυματιζόταν. Το ίδιο απόγευμα, διατάχθηκε το Τάγμα να παραταχθεί για να μας μιλήσει ο Συνταγματάρχης ο μας, ο κύριος Τερτίπης. Δεν τον είχαμε δει από κοντά, από τότε που προσκολληθήκαμε στο 18 Σύνταγμα, αλλά όλοι μιλούσαν με καλά λόγια γι’ αυτόν. Ήρθε μαζί με τον Λοχαγό Φωκά που ήταν ο Υπασπιστής του, και τον Έφεδρο Ανθυπολοχαγό Λέφα. «Παιδιά μου!» Σε αντίθεση με τον Ταγματάρχη μας που ήταν ψηλός, σωματώδης και αγέλαστος, αυτός ήταν χαμογελαστός, κοντός και πολύ λεπτός. Με το που άκουσα το «παιδιά μου», το ένστικτό μου έλεγε ότι αυτός είναι Διοικητής άξιος εμπιστοσύνης. «Παιδιά μου! Σας λέω έτσι, επειδή σας βλέπω σαν παιδιά μου. Συγχωρείστε με, αλλά τη στιγμή αυτή νοιώθω σαν να είμαι πατέρας σας και θέλω να σας πω τις τελευταίες μου συμβουλές, επειδή έρχεται η μέρα που όλοι περιμέναμε! Τα Γιάννενα, τα όμορφα Γιάννενα μας περιμένουν! Το Μπιζάνι ψυχορραγεί! Ώρες του μένουν για να ξεψυχήσει! Η Αυτού Υψηλότης, ο Αρχιστράτηγός μας, αποφάσισε να του δώσει το τελειωτικό χτύπημα. Και όλοι ξέρουμε ότι τίποτα δεν είναι αδύνατο, αν το θελήσει ο Αρχηγός μας!!! Τη δόξα του Σαρανταπόρου, των Γιαννιτσών και της Θεσσαλονίκης, τη δόξα που το Τάγμα σας πήρε στη Σιάτιστα, θα τη στεφανώσουμε με τα ματωμένα πουρνάρια της Ηπείρου!» Έκανε μια διακοπή, να πάρει ανάσα, ίσως και για να μας δώσει λίγο χρόνο να σκεφτούμε … «Παιδιά μου! Ακούστε τώρα όλοι καλά αυτό που θα σας πω, και προσέξτε να μην σας ξεφύγει ούτε λέξη! Όταν κάνουμε επίθεση σε ένα οχυρωμένο μέρος, δύο πράγματα μετράνε: Η ταχύτητα και η ψυχραιμία! Όταν ακούσετε τη διαταγή για “άλμα”, θα τρέξετε με όλη σας τη δύναμη, όσο πιο γρήγορα μπορείτε! Όσο πιο γρήγορα φτάσετε στο μέρος που θέλετε, τόσο πιο λίγες σφαίρες θα έχουν ριχτεί εναντίον σας. Αν αργείτε, αν σταθείτε, ο εχθρός θα σας σημαδέψει με την ησυχία του. Αν όμως τρέξετε καταπάνω του με ορμή, θα χάσει το θάρρος του και θα αφήσει τη θέση του!» Έκανε άλλη μια παύση, για να χωνέψουμε τα λόγια του. Και μετά μας κοίταξε χαμογελώντας, κλείνοντας το μάτι, σαν να έλεγε «Το καταλάβατε το κόλπο; Αυτό είναι και είναι τόσο απλό …» «Παιδιά μου! ο Είμαι περήφανος που το Τάγμα σας προστέθηκε στο 18 Σύνταγμα, που τώρα έχει τρία Τάγματα. Και είμαι διπλά περήφανος, επειδή γνωρίζω ότι οι περισσότεροι από εσάς είσαστε εθελοντές! Αλλά και μορφωμένοι! Ξέρω ότι καταλαβαίνετε την ιερότητα της στιγμής! Αύριο θα δώσουμε το τελειωτικό χτύπημα στο Μπιζάνι! Αύριο θα πάρουμε τα Γιάννενα! Το θέλει ο Κωνσταντίνος μας, γι’ αυτό πρώτος εγώ φωνάζω: Ζήτω ο Διάδοχός μας! Ζήτω ο Αρχιστράτηγος! Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 450

ο

Ζήτω το γενναίο 18 Σύνταγμα!» Κάπως έτσι μας τα είπε και ατέλειωτες ζητωκραυγές ακολούθησαν το κλείσιμο της ωραίας ομιλίας του. Και πολλοί δάκρυζαν και άλλοι πετούσαν στον αέρα τα πηλίκια. Ήρθε η νύχτα και κανείς δεν ήθελε να κοιμηθεί. Αριστερά μας, διακρίναμε τα έξι Αμερικάνικα πυροβόλα Bethlehem, στραμμένα κατά το Μπιζάνι. Η νύχτα πέρασε ήσυχη, αλλά νωρίς το πρωί στις 7, ακούστηκε ο βρόντος των βαρέων πυροβόλων. Και όλη μέρα, δεν σταμάτησαν στιγμή οι εκκωφαντικοί κρότοι και το απαίσιο σφύριγμα των οβίδων. Κι από απέναντι, τα πυροβόλα της Καστρίτσας αποκρίθηκαν πρόθυμα. Εμείς είχαμε πιάσει θέσεις στην κορυφογραμμή, και με το που άρχισαν τα πυροβόλα, αρχίσαμε κι εμείς τα «πυρά ομαδόν» με τα μάνλιχερ, κι από απέναντι απαντούσαν τα μάουζερ των Τούρκων. Βλέπαμε τις οβίδες μας να σαρώνουν το εχθρικά πυροβολεία στην Καστρίτσα και την Αγία Παρασκευή και αγαλλίαζε η ψυχή μας. Κατά το μεσημέρι οι ανταλλαγή πυρών πεζικού σταμάτησε. Από τέτοια απόσταση δεν είχε και νόημα. Αλλά ίσως και να είχε, ίσως να ήταν μέρος του σχεδίου. Καθώς η μονομαχία Πυροβολικού συνεχιζόταν, το έδαφος από κάτω μας τρανταζόταν και απέναντι γινόταν κόλαση φωτιάς. Ανησυχούσαμε και για τα πυροβόλα μας, αλλά φαίνεται ότι οι Τούρκοι δεν τα εντόπισαν, αφού αυτά συνέχιζαν να ρίχνουν ακατάπαυστα. Και μετά το μεσημέρι, τα δικά μας συνέχισαν να ρίχνουν, ενώ των Τούρκων σταματούσαν το ένα μετά το άλλο. Καλό σημάδι … Αργά το απόγευμα, ήρθε Διαταγή να πλησιάσουμε τις εχθρικές θέσεις χωρίς να μας πάρουν είδηση οι Τούρκοι, και να πιάσουμε ένα ύψωμα, που δεν απείχε ούτε 500 μέτρα από αυτούς. Εκτελέσαμε τη Διαταγή στην εντέλεια, στήσαμε διπλοσκοπιές και προσπαθήσαμε να κοιμηθούμε λίγο, σαν ήρθε η νύχτα. Αλλά ο βομβαρδισμός δεν σταμάτησε καθόλου και δεν ήταν εύκολο. Και οι Τούρκοι πρέπει να υποψιάστηκαν την μετακίνησή μας γιατί όλη 663 νύχτα ο ηλεκτρικός προβολέας της Καστρίτσας, δεν έπαψε να φωτίζει τις θέσεις μας και τα γύρω υψώματα, προσπαθώντας να μας εντοπίσει. Μέχρι που κάποια στιγμή ο προβολέας επί τέλους χτυπήθηκε και μετά έκανε μόνο για … αναμνηστικές φωτογραφίες … Νωρίς το πρωί ήρθε κοντά μας για ανίχνευση ένας εχθρικός Ουλαμός Ιππικού. Τους υποδέχτηκε η Διμοιρία μας με «ταχέα πυρά» και τους τρέψαμε σε φυγή, αφού πλήρωσαν την «περιέργειά» τους με τουλάχιστον δέκα τραυματίες! «Έφα’α τον!» φώναξε ο Σαλαχώρης καθώς πέτυχε έναν από αυτούς. Στα δεξιά μας, όπως έμαθα από τον Υπολοχαγό τον Βρυζάκη, παραλίγο να συμβεί μεγάλο ου δυστύχημα. Ο Ταγματάρχης Σπυράκος του 2 Τάγματος πέρασε την κορυφογραμμή με καμιά πενηνταριά Στρατιώτες, και ενθουσιασμένος αλλά εκτεθειμένος, κοίταζε με τα κυάλια τις εχθρικές θέσεις. Με τις πρώτες δύο κανονιές από την Καστρίτσα, οι Στρατιώτες τρέξανε αμέσως πίσω για 663

(Στη φωτογραφία, που έχει ληφθεί μετά τη μάχη, ο προβολέας 90 cm, Sateur Harle, Γαλλικής κατασκευής) Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 451

κάλυψη. Και μία τρίτη, παραλίγο να κόψει τον Ταγματάρχη στα δύο. Η οβίδα πέρασε από πάνω του, καθώς έσκυβε να καλυφθεί, και έσκασε πίσω του. Αν το έδαφος δεν ήταν λασπωμένο, θα τον είχαν σκοτώσει τα θραύσματα. Αργότερα εξομολογήθηκε ότι είχε ενθουσιαστεί κι αυτός από τον λόγο που είχε βγάλει νωρίτερα στους Στρατιώτες ο γιατρός ο Λαζόπουλος … Κατά τις δύο το μεσημέρι, διαταχθήκαμε να κινηθούμε προς τα κάτω, εκμεταλλευόμενοι την κάλυψη μιας ρεματιάς και μετά να ανέβουμε σε ένα άλλο ύψωμα απέναντι. Άμεση ανάκληση των φυλακίων και των «γραμμών μάχης». Στην αναφορά, δεν έλειπε κανείς, ούτε καν ασθενείς δεν είχαμε. Μας κατείχε όλους ενθουσιασμός, άντε λοιπόν, ήρθε η ώρα να επιτεθούμε! Αρχίσαμε να προχωράμε στη ρεματιά, ενώ δίπλα και πίσω μας πέφτανε βροχή οι οβίδες και οι σφαίρες από μάουζερ και πολυβόλα. Παράλληλα, κατέβαιναν και άλλοι Λόχοι. Σαν από θαύμα ούτε μία απώλεια. Μία ώρα σχεδόν κράτησε η κίνηση, καθώς πηγαίναμε ο ένας πίσω από τον άλλο, στην αρχή βήμα βήμα, στο τέλος αρχίσαμε να αδιαφορούμε. Νοιώθαμε πια αθάνατοι. Άλλος έλεγε ότι έβλεπε τη Παναγιά που μας φύλαγε, άλλος πάλι έβλεπε τον Άη Γιώργη. Εγώ, για να είμαι ειλικρινής, έβλεπα κλαριά να τσακίζονται και πέτρες να πετάγονται από τις σφαίρες. Αλλά δεν ήταν της μοίρας μας να πάθουμε κακό. Δεν θα το πιστέψετε, αλλά εγώ θα σας το πω, γιατί συνέβη δίπλα μου, ούτε είκοσι βήματα απόσταση. Καθώς βαδίζαμε σκυφτά ένας πίσω από τον άλλο, σε απόσταση το πολύ δύο βημάτων μεταξύ μας, μία οβίδα έπεσε ανάμεσα ακριβώς σε δυο Στρατιώτες της Διμοιρίας μας. Και ενώ τους είχαμε για χαμένους, καθώς κατακάθισαν τα χώματα, τους είδαμε και τους δυο να σηκώνονται, τινάζοντας τα χώματα από τη στολή τους, σώοι και αβλαβείς. Δεν είπα τίποτα, είχε κοπεί η φωνή μου, έκανα το Σταυρό μου και συνέχισα να προχωράω … Μέχρι που φτάσαμε στις καινούργιες θέσεις, και ναι, καλά το μαντέψατε, χωρίς απώλειες! Απέναντί μας βλέπαμε τα διπλά συρματοπλέγματα και τα σταυρωτά χαρακώματα των Τούρκων. Κατά το βράδυ, οι Τούρκοι προσπάθησαν δυο φορές να μας αιφνιδιάσουν με ξαφνικές επιθέσεις, και τις δυο φορές υποχώρησαν με απώλειες, χωρίς να μας κάνουν ζημιά. «Έφαα τζ’ άλλον!» φώναζε όλο έξαψη ο Μιχάλης. Σαν νύχτωσε, μείναμε όλοι στις θέσεις μας, αγκαλιά με τα όπλα, σίγουροι ότι μέσα στη νύχτα ή το 664 αργότερο το άλλο πρωί θα επιτεθούμε στην Καστρίτσα . Αισθανόμασταν έτοιμοι για όλα. Και το κυριώτερο, όπως σας είπα ήδη, αισθανόμασταν πια άτρωτοι! Αλλά γύρω στις δύο μετά τα μεσάνυχτα, διαδόθηκε από στόμα σε στόμα ότι Τούρκοι με λευκή σημαία είχαν φανεί στις προφυλακές μας στο Αυγό. Το Αυγό απείχε από τις θέσεις μας πάνω από τρεις – τέσσερεις ώρες με βήμα ταχύ, οπότε θα απορείτε πώς έφτασε η είδηση σε μας. Θα σας λύσω την απορία. Ένας δικός μας εθελοντής, ονόματι Καρακατσάνης, είχε αποσπαστεί στα τηλέφωνα. Και τρελός από τη χαρά του, σαν άκουσε το νέο, παράτησε τη θέση του και ήρθε τρέχοντας στο Λόχο!!! «Αδέρφια έπεσαν! Παραδόθηκαν! Τα πήραμε! Πριν λίγο τηλεφώνησαν στον Διάδοχο και τα άκουσα όλα! Παραδίνονται παιδιά! Ζήτω ο Διάδοχος !!!» Τότε καταλάβαμε, γιατί το Πυροβολικό που μέρα και νύχτα δεν είχε σταματήσει καθόλου, δεν ακουγόταν πια εδώ και μια ώρα … Και ούτε μάνλιχερ ακουγόντουσαν, ούτε μάουζερ … «Ελάτε ρε παιδιά, δεν μπορεί να τέλειωσε έτσι …» «Αφού το είπε ο Καρακατσάνης, δεν άκουσες;» «Και τι δηλαδή; Με 10 σφαίρες που ρίξαμε εμείς έπεσε το Μπιζάνι;» επέμενε ο «αμφισβητίας» της Διμοιρίας.

664

(Πράγματι, το σχέδιο προέβλεπε νυχτερινή προώθηση σε όλο το μέτωπο και επίθεση πριν ξημερώσει) Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 452

«Εσύ ακόμη δεν κατάλαβες τίποτα! Αφού σας το είχα πει. Στην Τσούκα θα γινόταν η κύρια επίθεση! Τα άλλα ήταν για παραπλάνηση!» τον αποστόμωσε ο «πάντα ενήμερος» … Και όλη η νύχτα πέρασε με διαφωνίες και αντιρρήσεις, που δεν θα λήγανε αν με το που ξημέρωσε δεν φώναζε ένας διπλοσκοπός: «Παιδιά, τρεχάτε να δείτε! Σήκωσαν λευκές σημαίες!!!» Τρελοί από χαρά τρέξαμε όλοι πάνω στα υψώματα, να χαζέψουμε τα άσπρα πανιά που είχαν γεμίσει τις θέσεις απέναντί μας. «Ψυχραιμία κύριοι … Δεν είναι σημαίες … Τα σώβρακά τους άπλωσαν στον ήλιο για τις ψείρες …» έπαιρνε τώρα την «εκδίκησή» του, λέγοντας τον τελευταίο λόγο ο «πάντα ενήμερος» … Και σε λίγο, βγήκε ένας ήλιος λαμπρός, σχεδόν καλοκαιρινός! Ο Ταγματάρχης μας ο κ. Μπέλλος ήθελε να μας δώσει «οδηγίες συμπεριφοράς» απέναντι στους αιχμαλώτους … «Να συνταχθούν οι Λόχοι!» «Πρώτος Λόχος εδώ!» «Δεύτερος Λόχος εδώ!» «Τρίτος Λόχος εδώ! Άπαντες υγιείς και παρόντες! Απών ουδείς!» «Ζυγήτ’ επί δέε –ξιά! Ααα..τνώς!» «Όλοι οι Λόχοιιιι … Προοοσ’χή!!!» Του άρεσαν οι τυπικότητες του Ταγματάρχη μας, κι αν δεν στοιχιζόμασταν δεν θα μιλούσε. Αλλά και που μίλησε, τι μας είπε; Μας είπε να μην ζητωκραυγάζουμε! Γιατί να μη ζητωκραυγάζουμε; Δεν είναι δικαίωμα των νικητών αυτό; Να μην πυροβολούμε! Μα δεν πυροβόλησε κανείς … Ότι πρέπει να φερθούμε με σεβασμό στους αιχμαλώτους … Λες και μιλούσε σε απολίτιστους … Τι μας πέρασε; Τέλος πάντων … Και μετά μας είπε να πάμε συντεταγμένοι στην Καστρίτσα για την παράδοση των αιχμαλώτων. Μετά από λίγο, ολόκληρο το Σύνταγμα κινήθηκε προς τα κάτω, στην μικρή πεδιάδα που μας χώριζε από την Καστρίτσα. Έφιπποι, ο Συνταγματάρχης μας ο κ. Τερτίπης, ο Υπασπιστής του ο Λοχαγός Φωκάς, ο κ. Μπέλλος ο Ταγματάρχης μας, και οι Ταγματάρχες Ζαργάνης και Σπυράκος ου ου του 1 και 2 Τάγματος, περίμεναν τους Τούρκους Αξιωματικούς. Δεν πέρασε μισή ώρα και ίσα με 200 Τούρκοι Αξιωματικοί, ηττημένοι και κατηφείς, κατέβηκαν από την Καστρίτσα, αφίππευσαν και ένας μετά τον άλλο κατέθεταν τα ξίφη τους μπροστά στο Συνταγματάρχη μας και τους Ταγματάρχες. Ένας από αυτούς, ωραίος και ξανθός σαν Γερμανός, δάγκωνε τα χείλια του ματώνοντάς τα. Ένας άλλος πάλι, μελαχροινός με κατάμαυρα γένια, αγνοώντας τον Ταγματάρχη μας, έδωσε το πιστόλι του σε ένα Λοχία, λέγοντάς του σε άψογα Ελληνικά: «Πάρ’ το εσύ, παιδί μου, καλύτερα εσύ, γιατί σε σας ανήκουν αυτά …» Κάποιοι Λοχίες αλλά και Στρατιώτες, επωφελήθηκαν από την περίσταση και ’κονόμησαν για πάρτη τους πιστόλια, ανταλάσσοντάς τα με κομμάτια κουραμάνας. Από την πείνα και τις κακουχίες που ήταν φανερές στα πρόσωπά τους, η τιμή του πιστολιού, η τιμή του ίδιου του Αξιωματικού, ήταν «μπιρ παρτσά εκμέκ» … Αλλά οι περισσότεροι από εμάς, το δίναμε χωρίς αντάλλαγμα αυτό το «ένα κομμάτι ψωμί», όχι γιατί μας περίσσευε, αλλά επειδή ξέραμε κι εμείς πόση αξία έχει ένα κομμάτι ψωμί, ιδίως γι’ αυτόν που δεν το είχε … Και σαν το τρώγανε, οι ηττημένοι μας ευχαριστούσαν σιωπηλά με τα μάτια, ενώ εμείς, περήφανοι και ευγενείς, αλλά και ντροπαλοί σαν κοριτσόπουλα, στρέφαμε το βλέμμα κατά τη λίμνη των Ιωαννίνων, θαυμάζοντας δήθεν τα γαλανά νερά της … Έτσι πήραμε τα Γιάννενα. Θα μπορούσα να περιγράψω και άλλα πολλά περιστατικά, αλλά θα μείνω μόνο στο παράπονό μας, που δεν μας άφησαν να μπούμε στην πόλη. Παρέλασαν μόνο τα Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 453

σώματα του αριστερού, αυτά που διέπρεψαν στην επίθεση και είχαν και τις απώλειες. Δεν μπορώ να πω ότι ήταν άδικο, αλλά μας έμεινε ο καημός. Στους περισσότερους δηλαδή, γιατί εγώ με το Σαλαχώρη πήγαμε στις 23 συνοδεία σε μια αποστολή για εφόδια, και βρήκαμε την ευκαιρία, όχι μόνο να δούμε από κοντά την πανέμορφη πόλη, αλλά να πιούμε και καφέ δίπλα στη λίμνη, κι εκεί ο ης γνωρίσαμε και έναν λεβέντη Ανθυπολοχαγό από το 9 Σύνταγμα της 4 Μεραρχίας, τον Αριστείδη ο ης τον Ζέρβα από την Καλαμάτα, καθώς κι έναν άλλο λεβέντη από το 1 Σύνταγμα της 2 Μεραρχίας, τον Υποδεκανέα Λεωνίδα Παπαχρήστου από την Αθήνα. Αλλά φαίνεται πως τα πράγματα δεν πήγαιναν καλά στη Μακεδονία με τους Βούλγαρους και την άλλη μέρα, στις 24, η Μεραρχία βάδισε προς την Πρέβεζα, συνοδεύοντας και τους αιχμαλώτους, όπου κάναμε τρεις μέρες να φτάσουμε, και από κει μας έβαλαν «άρον άρον» στα πλοία για τη Θεσσαλονίκη. Αλλά τη φορά αυτή ταξιδέψαμε «πρώτη θέση», όχι με φορτηγά όπως είχαμε έρθει, αλλά με δύο Υπερωκεάνεια, το «Αθήναι» και τον «Θεμιστοκλή». Στο πρώτο χώρεσε ολόκληρο το Σύνταγμά μας, μαζί με άλλες μονάδες, σχεδόν 4.000 άνδρες. Και στη σκάλα, μας περίμενε ο 665 πανταχού παρών «εθναπόστολος» Ματσούκας με τα ποιήματά του. Αλλά και με κούτες Ρώσικα τσιγάρα. «Δώσε και μένα μπάρμπα …» «Πάρε λεβέντη μου, και στην Αγιά Σοφιά!» Κάθε κουτί και λίγους στοίχους για συμπλήρωμα, μέχρι που ανέβηκε κι ο τελευταίος. Πού τη βρήκε τόση έμπνευση; Τα πλοία ταξίδεψαν με συνοδεία, για το φόβο του «Χαμηδιέ». Μπροστά πήγαινε το θωρηκτό «Ψαρρά» και πίσω ακολουθούσαν τα Αντιτορπιλλικά «Κεραυνός» και «Βέλος». Και παρ’ όλο που όλοι είχαμε όρεξη να ζήσουμε την εμπειρία και μιας ναυμαχίας, το ταξίδι ήταν ήσυχο. Το μόνο ενδιαφέρον ήταν οι συζητήσεις για το τι θα ακολουθούσε μετά. Θα πηγαίναμε να πάρουμε την Αδριανούπολη όπως έλεγαν κάποιοι; Πηγαίναμε μόνο για βόλτα, καθώς αναμενόταν η υπογραφή της ειρήνης και θα παίρναμε απολυτήριο; Τίποτα από αυτά δεν έγινε, αλλά αυτά θα τα πούμε άλλη φορά … Θα σας πω όμως λίγες ακόμη λεπτομέρειες από την παράδοση και όσα άλλα συνέβησαν τη νύχτα ής της 20 η ο προς 21 . Ξεκινώντας από το κυριώτερο. Το Σύνταγμά μας, το 18 απασχόλησε ίσα με 10.000 ο η Τούρκους, καθώς απέναντί μας ήταν το 69 Σύνταγμα του Τακτικού Στρατού και η 3 Μεραρχία Εφέδρων. Και τα δύο Ευζωνικά Τάγματα που έσπειραν τον πανικό στους Τούρκους και πήραν τα ης Γιάννενα, ήταν κι αυτά δικά μας, της 6 Μεραρχίας! Και ακούστε και άλλες λεπτομέρειες. Μόνο το δικό μας Τάγμα είχε μάθει τελικά για την παράδοση των Τούρκων μέσα στη νύχτα, ίσως και το ο ο 1 . Το 2 του Σπυράκου είχε ετοιμαστεί για έφοδο. Καθώς από απέναντι οι Τούρκοι ήταν ήσυχοι, θεώρησαν ότι υποχωρούσαν και ετοιμάζονταν για καταδίωξη. Πήραν θέσεις μάχης μέσα στη νύχτα και αξημέρωτα ακόμη, ώρα πέντε, άρχισαν να βάλλουν. Οι Τούρκοι από απέναντι απάντησαν στα πυρά. Κάποια στιγμή που οι δικοί μας σταμάτησαν, σταματήσανε κι οι Τούρκοι… Ευτυχώς, σαν βγήκε το πρώτο φως, είδαν τις άσπρες σημαίες στις εχθρικές θέσεις και τότε κατάλαβαν. Και σταμάτησαν έγκαιρα τα τμήματα που ήταν έτοιμα να ορμήσουν … Καθώς μου 666 έλεγε μετά ο Υπολοχαγός ο Βρυζάκης , παραλίγο να σκοτωθούνε ενώ ο πόλεμος είχε τελειώσει. 665

Για τον «εθναπόστολο» Σπύρο Ματσούκα, διαβάστε στην ενότητα «Τετάρτη 10 του Οκτώβρη 1912 – 6η Μεραρχία» 666 (Όπως αντιληφθήκατε ίσως ήδη, η «διήγηση» αυτή βασίζεται στο προαναφερθέν βιβλίο του Βρυζάκη, που τότε ήταν στο 2ο Τάγμα του 18ου Συντάγματος) Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 454

Τέσσερεις Τούρκοι κήρυκες, έφιπποι, δύο Αξιωματικοί και δύο Στρατιώτες, κρατώντας άσπρες ου σημαίες, φάνηκαν μετά από λίγο και πλησίασαν τις θέσεις του 8 Λόχου. Ο Βρυζάκης πήρε δύο Στρατιώτες με τα όπλα γεμάτα και κατέβηκε τρέχοντας να τους συναντήσει. Σαν πλησίασαν στα 50 βήματα, οι Τούρκοι Αξιωματικοί αφίππευσαν, αφήνοντας τα άλογα στους συνοδούς τους, και πλησίασαν πεζοί. «Σαμπάχ χαΐρ ολσούν», τους είπε ο Βρυζάκης και χαιρέτισε στρατιωτικά. «Καλημέρα», απάντησε ο επί κεφαλής τους, και όλοι του δώσανε τα πιστόλια τους. Ένας μάλιστα που ήξερε καλά Ελληνικά, του είπε με φωνή που έδειχνε φόβο: «Ώρα σου καλή Καπετάνιε … έχουμε άσπρες σημαίες … λέμε να πάψει ο σκοτωμός και το αίμα να μη χύνεται. Κανόνια μας, όπλα μας, φρούρια, δικά σας, Γιάννενα δικά σας … Εμείς θέλουμε ζωή μας, τιμή μας, έγγραφά μας …» «Καλώς ήρθατε. Κι εμείς θέλουμε να πάψει ο πόλεμος και να μη χυθεί άλλο αίμα. Αφού παραδίνεστε δεν έχετε να πάθετε τίποτα. Ακολουθήστε με να συνεννοηθούμε με τους μεγάλους αρχηγούς μας» απάντησε ο Βρυζάκης και διέταξε να ειδοποιήσουν τον Συνταγματάρχη και τον Μέραρχο. Στο μεταξύ, ήρθε κι ο Λοχαγός Καλικάντζαρος και άλλοι Αξιωματικοί και στρώσανε μια κουβέρτα, κάτσανε όλοι σταυροπόδι, προσέφεραν κονιάκ, σταφίδες και μεζέδες και αντάλλαξαν τσιγάρα, κουβεντιάζοντας εγκάρδια. Έδωσαν μάλιστα και γνωριμία, οι Τούρκοι ήταν ο Λοχαγός Φασλί Μουσλίν από το Αργυρόκαστρο και ο Υπίλαρχος Τεφήκ Εφέντης. Αργότερα, έφτασαν κι ο Συνταγματάρχης κ. Τερτίπης και ο Μέραρχος κ. Μηλιώνης και τότε έμαθε τελικά κι ο Βρυζάκης, αυτό που οι άλλοι γνώριζαν ήδη, ότι οι Τούρκοι είχαν παραδοθεί από τη νύχτα! Πάντως, ο Βρυζάκης στάθηκε τυχερός, όσον αφορά τα Γιάννενα. Αυτός έμεινε εκεί για άλλη μια εβδομάδα, καθώς ο γιατρός του συνέστησε ανάπαυση για το πρόβλημα που είχε με την δυσεντερία.

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 455

Πέμπτη 21 του Φλεβάρη 1913, Απελευθέρωση των Ιωαννίνων (Διήγηση του Αριστείδη) ης

η

Τη νύχτα της 18 προς 19 κοιμηθήκαμε «σαν πουλάκια». Αντίθετα με άλλες μάχες, που πολλοί ξενυχτούσαν πριν την επίθεση, τη φορά τούτη κοιμηθήκαμε σαν να είχε τελειώσει ο πόλεμος. Να ήταν η κούραση από τις νυχτερινές μετακινήσεις; Μπορεί. Αλλά ήταν και η ηρεμία ότι έρχεται το τέλος στα βάσανά μας. Και ότι θα είναι ένα τέλος θριαμβευτικό. Οι Αξιωματικοί του Λόχου είχαμε βολευτεί σε ένα καλύβι χτισμένο με λάσπη και κλαριά, που έμπαζε αέρα από χιλιάδες σχισμές. Κατά τις 4 το πρωί, με ξύπνησε ένας σύνδεσμος από το Τάγμα. Είχαν έρθει οι Διαταγές Επιχειρήσεων και ο Ταγματάρχης μας ήθελε να μας μιλήσει. Μαζευτήκαμε πίσω από ένα βράχο απότομο, κοντά στις προφυλακές. «Παιδιά μου ήρθε η ώρα. Όλα είναι έτοιμα για την μεγάλη επίθεση.» «Άντε να τελειώνουμε με τους γουρνομύτηδες», πετάχτηκε ένας ενθουσιώδης έφεδρος Ανθυπολοχαγός, αλλά τον έκοψε ο Ταγματάρχης, ρίχνοντάς του μία αυστηρή ματιά. «Σαν λίγοι δεν είμαστε μαζεμένοι εδώ στο Μπιζάνι κύριε Ταγματάρχα;» «Μην προτρέχετε κύριε Λοχαγέ … Περιμένετε να ακούσετε … Σήμερα έμαθα κι εγώ τις λεπτομέρειες του σχεδίου, και θα σας πω όλα όσα επιτρέπεται να σας πω. Δεν θέλω ερωτήσεις, ακούστε όσα πρέπει να ξέρετε.» Τα λόγια αυτά επέβαλαν την τάξη και ανέβασαν κατακόρυφα το ενδιαφέρον όλων. «Η κύρια επίθεση δεν θα γίνει εδώ στο κέντρο, αλλά στα πλάγια. Εμείς θα προσποιηθούμε ότι ετοιμαζόμαστε για επίθεση και θα δείξουμε ότι είμαστε εδώ, κάνοντας να φαινόμαστε πολλοί. Έχετε ασφαλώς παρατηρήσει ότι όλο το Πυροβολικό μας, βαρύ και Πεδινό, έχει ταχθεί πλησίον μας, στην Κανέττα και στο Εμίν Αγά. Και έχετε ασφαλώς αντιληφθεί τον τεράστιο όγκο βλημάτων που έχουμε συγκεντρώσει. Καθ’ όλην την διάρκειαν της σήμερον, το Πυροβολικό θα βάλλει με σκοπό να διαλύσει τα Πυροβολεία του Μπιζανίου και της Καστρίτσας, οι θέσεις των οποίων έχουν ήδη επισημανθεί. Ο βομβαρδισμός θα συνεχισθεί και καθ’ όλην την νύκτα, μέχρι να συντρίψωμεν το τέρας. Η επίθεσις θα γίνει αύριον. Αλλά δεν θα σας είπω περισσότερα επ’ αυτού προς το παρόν. Μη με ερωτήσετε. Πηγαίνετε στους Λόχους και τας Διμοιρίας σας, εγερτήριον στις πέντε και τριάντα. Κανονίσατε το Συσσίτιον των Στρατιωτών και πείτε τους να … απολαύσουν το θέαμα της συντριβής του εχθρού, καθώς τόσο σφοδρός κανονιοβολισμός δεν έχει ξαναγίνει ως τώρα στην Ιστορία, καθ’ όσον γνωρίζω. Και φροντίστε να είναι ήρεμοι, ψυχωμένοι και έτοιμοι για την επομένη ημέρα.» «Επιτρέψτε μου μία ερώτηση κύριε Ταγματάρχα … Δεν θα πρέπει να γνωρίζομε τις κινήσεις της αύριον;» «Αν έπρεπε και αν χρειαζόταν, θα τις γνωρίζατε ήδη κύριε Λοχαγέ. Τελειώσαμε, στους Λόχους σας κύριοι, και ο Θεός μαζί μας!» Στο πρωινό συσσίτιο, έβλεπες την έξαψη στα πρόσωπα των Στρατιωτών. «Γιάννινα ερχόμαστε!» «Σαν πάμε στη λίμνη, θα σας φτιάξω συσσίτιο με ψάρια», είπε ο Κανάς, καθώς γέμιζε την καραβάνα ενός Λοχία με γίδα βραστή, φτιαγμένη με μπόλικη ρίγανη. Ποιος ξέρει πού τη βρήκε τη γίδα; Άσε που μπορεί να ήταν και προβατίνα, πάντως αυτός για γίδα την σέρβιρε. Οι πιο νέοι, οι αντικαταστάτες που δεν είχαν δει ακόμη μεγάλη μάχη, ήταν πιο ανήσυχοι. «Η Παναγιά θα είναι μαζί μας και θα μας δείχνει τον δρόμο. Την είδα απόψε στον ύπνο μου.» «Αν είδες καβαλάρη σε μαύρο άλογο Τσαρόπουλε, κι από πίσω στρατιές Αγγέλων, δεν ήταν η Παναγιά αλλά ο Βελισσαρίου με τους Ευζώνους του …», απάντησε ο πάντα ετοιμόλογος Μπρεζεράκος, που μοίραζε από μια ολόκληρη κουραμάνα σε κάθε Στρατιώτη. Το ζεστό φαγητό και το Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 456

ψωμί, φτιάχνανε το κέφι … «Ε, ρε Κανά, θα τελειώσει ο πόλεμος και θα μου λείψει η μαγειρική σου» «Να έρχεσαι στην ταβέρνα που θα φτιάξω Μπρεζεράκο. Κι εκεί θα σου φτιάχνω κατσικάκι στη γάστρα να γλύφεις τα δάχτυλά σου, τέρμα οι προβατίνες …» Νωρίς το πρωί άρχισαν οι «βολές κανονισμού» των πυροβόλων και μετά άρχισαν οι ομοβροντίες με βλήματα εκρηκτικά. Το Μπιζάνι γέμισε φωτιές και καπνούς από τις εκρήξεις, κι όλος ο τόπος σειότανε. Τέτοιο χαλασμό, δεν είχα ξαναδεί. Τα Τουρκικά πυροβόλα απάντησαν, αλλά οι οβίδες τους πήγαιναν στο βρόντο. Ούτε ξέρανε που ρίχνανε. Ο Παρασκευόπουλος είχε τάξει τα κανόνια του με τέχνη, σε θέσεις που δεν βλέπανε οι Τούρκοι. Και παρ’ όλο που οι Τούρκοι είχαν πιο πολλά κανόνια, τα δικά μας ταχυβόλα ρίχνανε 10 οβίδες για κάθε μια δική τους. Κάθε τόσο, μία μεγάλη έκρηξη, σήμαινε ότι άλλο ένα εχθρικό πυροβόλο την «έφαγε στο σταυρό» και ανατινάχτηκαν τα πυρομαχικά του, ξεσηκώνοντας πανηγυρισμούς στις θέσεις μας. Που μετά τις τρεις έγιναν ακόμη μεγαλύτεροι, καθώς τα εχθρικά πυροβόλα σώπασαν. «Τους διαλύσαμε παιδιά! Διαλύσαμε όλα τα κανόνια τους!» «Δεν μπορεί να διαλύθηκαν όλα, θα κρύψανε όσα σώθηκαν, περιμένοντας να χτυπήσουν το Πεζικό μας, σαν επιτεθούμε …» «Μωρέ δεν έμεινε κανένα σου λέω!!!» «Κοιτάχτε παιδιά, οι τούρκοι στείλανε τους φαντάρους τους στα χαρακώματα.» «Καλύτερα για μας, έτσι θα τους διαλύσει κι αυτούς ο Παρασκευόπουλος!» Και πράγματι, σε λίγο οι ομοβροντίες των πυροβόλων μας σάρωναν τα χαρακώματα και τα συρματοπλέγματα. Κραυγές πόνου φτάνανε μέχρι εμάς, καθώς γύρισε λίγο ο αέρας, και αρχίσαμε να λυπόμαστε τους Νιζάμηδες. «Κοιτάχτε παιδιά, εκείνος βγήκε από το χαράκωμα και τον βρήκε η οβίδα ολάκαιρα!» «Θα τρελάθηκε για να σηκωθεί από τη θέση του …» «Ή θα τον έπιασε πανικός …» Ήταν στιγμές που μου ήρθε να κάνω εμετό από το φριχτό θέαμα που έβλεπα με τα κυάλια. Κορμιά που κομματιάζονταν και ανθρώπινα μέλη που πέταγαν στον αέρα, με έκαναν να λυπάμαι τον εχθρό. Αλλά καλύτερα αυτοί παρά εμείς. Βάρα τους Παρασκευόπουλε, μη σταματάτε καθόλου! Και η κόλαση συνεχίστηκε όλη τη νύχτα. Το Μπιζάνι είχε πάρει φωτιά. Τώρα πια δεν κοιμότανε κανείς μας. Η αγωνία για την επίθεση της άλλης μέρας και οι κεραυνοί που σάρωναν το Μπιζάνι, δεν μας άφησαν να κλείσουμε μάτι. Φέγγοντας μ’ ένα κεράκι, έγραψα άλλο ένα γράμμα στη Νικολέττα μου. Αλλά μην περιμένετε να σας πω τι έγραφα … Στις 4, πάλι συγκέντρωση Αξιωματικών. Ο Ταγματάρχης ήταν κεφάτος: «Πώς σας φάνηκαν τα πυροτεχνήματα κύριοι;» «Ούτε ψύλλος στον κόρφο τους, κύριε Ταγματάρχα. Τους λυπήθηκα τους Νιζάμηδες» ο ο «Ακούστε λοιπόν … Απέναντί μας είναι το Καστρί, δεξιά το Αυγό, και πιο πίσω το 67 και το 69 Σύνταγμά τους, που είναι από τα καλύτερά τους. Αυτούς βομβαρδίζαμε όλη μέρα κι όλη νύχτα.» «Και πώς έχουμε τόσες πληροφορίες κύριε Ταγματάρχα; Πώς ξέρουμε ποιοι είναι απέναντί μας;» «Τι νόμιζες Ζέρβα; Ότι δεν έχουμε Υπηρεσίες Πληροφοριών και κατασκόπους; Ότι κοιμάται το Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 457

Επιτελείο μας, όταν εσύ ροχαλίζεις στην καλύβα;» με αποπήρε ο Ταγματάρχης, αλλά μου χάρισε και ένα μεγάλο χαμόγελο, κάτω από τα μουστάκια του. «Λοιπόν κύριοι, οι Διαταγές Επιχειρήσεων για σήμερα, λένε να απολαύσουμε το πρωινό και το θέαμα που μας προσφέρει δωρεάν το Πυροβολικό, να φτιαχτείτε και να ξυριστείτε γιατί βαρέθηκα να σας βλέπω αξύριστους. Και μετά κατά τις 10, θα κινηθούμε προς τα εμπρός, τάχα ότι ετοιμάζουμε επίθεση. Αλλά θα μείνουμε έξω από το δραστικό βεληνεκές των όπλων τους και θα κρατάμε το κεφάλι χαμηλά, μην το πάρει καμιά αδέσποτη.» «Δηλαδή δεν θα επιτεθούμε;» «Όχι, αυτή η δουλειά είναι για άλλους σήμερα. Θα μας πάρουν τη δόξα οι Αργείοι και οι Μανιάτες ου ου του 8 και οι Αρκάδες του 11 . Που τώρα μπορώ να σας αποκαλύψω ότι είναι στα στενά της Μανωλιάσσας και σήμερα θα επιτεθούνε κατά τη Μεγάλη Ράχη, στα αριστερά μας.» «Κι εμείς τι θα κάνουμε;» «Εμείς θα κινηθούμε προς τα εμπρός όπως σας είπα, και αν οι Τούρκοι έχουν ακόμη κανόνια θα τραβήξουμε τα πυρά τους. Γι’ αυτό, το ξαναλέω, χαμηλά το κεφάλι και με τάξη, να μην έχουμε κανένα δυστύχημα … Και το βράδυ θα κοιμηθούμε καλά γιατί αύριο θα είναι η σειρά μας. Έτσι λέει το σχέδιο.» Μας άρεσε το σχέδιο και το κέφι του Ταγματάρχη ήταν μεταδοτικό. Να προχωρήσουμε προσεκτικά. Αυτό ήταν εύκολο. Να τραβήξουμε τα πυρά των Τούρκων … Είχε ξαναγίνει, με λίγη τύχη θα την βγάζαμε καθαρή. Και για την άλλη μέρα, είχε ο Θεός … Γιάννενα ερχόμαστε! Μετά τις 10, κινηθήκαμε με προφυλάξεις, πήραμε το ύψωμα 703 που ήταν πριν το οχυρό Καστρί, ης με τη βοήθεια και δύο Ταγμάτων της 2 Μεραρχίας, και συνεχίσαμε προς τα ανατολικά του Καστριού και το Αυγό. Οι Τούρκοι, χαμένοι μέσα στα συνεχή πυρά των κανονιών μας, ίσα που έριξαν μερικές ντουφεκιές στα στραβά, χωρίς να μας ενοχλήσουν. Πιο πολύ κινδυνεύαμε από παραπατήματα και στραμπουλήγματα. Πάντως άλλον τραυματισμό, εκτός από του Μπρεζεράκου που … κόπηκε στο ξύρισμα, δεν είχαμε εκείνη την ημέρα. Του κάναμε και πλάκα. «Τι έγινε Μπρεζεράκο, αυτοτραυματίστηκες για να μην πολεμήσεις;» «Όχι ρε παιδιά, τι είναι αυτά που λέτε; Ο Δεκανέας ο Ζαφειρίου φταίει, που μου δάνεισε το μαχαίρι του …» «Με του Ζαφειρίου το μαχαίρι ξυρίστηκες; Αυτά μόνο αυτός τα κάνει καημένε … Δεν ήξερες ότι κόβει πιο πολύ απ’ το ξυράφι;» «Μωρέ καλά λέμε ότι ήταν αυτοτραυματισμός … Γυρεύοντας πήγες …» ου

ου

Στα αριστερά μας, στα υψώματα της Μανωλιάσσας, στον τομέα του 8 και του 11 Συντάγματος η που αποτελούσαν την 1 Φάλαγγα στο δεξιό του Β’ Τμήματος Στρατιάς, με Διοικητή τον Συνταγο ματάρχη Δημήτριο Αντωνιάδη, τα πράγματα ήταν πιο δύσκολα. Στις 10 το πρωί, το 1 Τάγμα του ου 8 επιτέθηκε και κατέλαβε με την λόγχη το ύψωμα Καστρί, κάτω από ισχυρά εχθρικά πυρά που ο ου προκάλεσαν απώλειες. Το 2 τάγμα του 8 κατέλαβε το ύψωμα 1076, που λέγεται και Προφήτης ου ου Ηλίας. Και συνεχίζοντας την προέλασή του, με τη συνδρομή του 2 Τάγματος του 11 , κυρίευσε και την Μεγάλη Ράχη (1070), αιχμαλωτίζοντας ολόκληρο εχθρικό Τάγμα και κυριεύοντας έξι ο ου πυροβόλα. Και πιο αριστερά, το 3 Τάγμα του 11 έδιωξε τους Τούρκους από το ύψωμα 1013 και κατέλαβε τη Μανωλιάσσα. Οι επιθέσεις σταμάτησαν κατά τις 3 μετά το μεσημέρι, χωρίς όμως να σταματήσει ο βομβαρδισμός. Μάθαμε ότι είχαν επιτευχθεί όλοι οι στόχοι της ημέρας. Και ότι είχε γίνει μεγάλο ρήγμα στα ου δυτικά της εχθρικής παράταξης. Τμήματα του 11 Συντάγματος της Μεραρχίας μας έδωσαν εκεί ο ου ος ου μεγάλες μάχες. Μια Διλοχία, από τον 3 Λόχο του 11 Συντάγματος και τον 5 Λόχο του 1 Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 458

ο

ου

κατέλαβε νωρίς το πρωί τον αυχένα Τσαβίδα και το Δουρούτι, ενώ το 1 Τάγμα του 11 , μαζί με ου η δύο Λόχους του 7 , επιτέθηκαν και πήραν τα υψώματα του Αγίου Νικολάου. Η 2 Φάλαγγα του Γιαννακίτσα έφτασε στη Δωδώνη και από εκεί οι Εύζωνοι προχώρησαν στην Πεδινή. Και από τα ης δεξιά προχωρούσαν οι συνάδελφοι της 6 , απειλώντας την Καστρίτσα. Αυτή ήταν η εικόνα που είχαμε, ή πιο σωστά μέρος της εικόνας. Και ετοιμαζόμασταν για την επίθεση της επόμενης μέρας, που όπως φαίνεται θα έδινε το τελειωτικό χτύπημα στον εχθρό. Έγινε διανομή άρτου και περιμέναμε. Αλλά η μάχη είχε κριθεί, χάρη στον Βελισσαρίου και τους Ευζώνους του. Και μετά τα μεσάνυχτα, τον είδαμε να πλησιάζει στις προφυλακές μας στο Αυγό, σε μία άμαξα με δύο τεράστια φώτα, συνοδεύοντας δύο Τούρκους Αξιωματικούς και τον Επίσκοπο Δωδώνης. Ζήτησε να τον οδηγήσουμε αμέσως στον Σταθμό τηλεφώνου, για να επικοινωνήσει με το Στρατηγείο. Μετά ήρθαν όλοι κοντά μας, καθώς περίμεναν να έρθει αυτοκίνητο να τους παραλάβει, για να πάνε πιο γρήγορα. Ο Βελισσαρίου έδειχνε ήρεμος, αλλά όταν οι Τούρκοι δεν ήταν κοντά γινόταν ανυπόμονος, σαν κάτι να τον έτρωγε. Μας ζήτησε καφέ και σαν κάτσαμε λίγο γύρω από τη φωτιά, με τους Τούρκους παραπέρα, μας είπε ότι μετέφερε επιστολή πού υπογραφόταν από τους Προξένους της Ρωσίας, της Αυστρο-Ουγγαρίας και της Γαλλίας στα Γιάννενα, και περιείχε πρόταση του Εσσάτ Πασά προς τον Κωνσταντίνο για παράδοση των Ιωαννίνων και του Μπιζανίου. Μας είπε ακόμη ότι είχε φτάσει με τους Ευζώνους του έξω από τα Γιάννενα. Ώστε έτσι λοιπόν; Τελείωσε η μάχη και ο πόλεμος; Μάλλον, αλλά ο Βελισσαρίου ήταν ανήσυχος. Και ζήτησε από τον Ταγματάρχη να φέρει Διμοιρίες να κινούνται γύρω μας, και να φαίνονται όσο γίνεται περισσότεροι. Και να τους βλέπουν και οι Τούρκοι, που συνεχώς κοιτούσαν γύρω τους, σαν να μας μετράνε. Στο μεταξύ, σταμάτησαν να ρίχνουν και τα πυροβόλα μας. Το τι είχε συμβεί το ξέρετε. Οι επιτυχίες μας στα αριστερά και κυρίως η τολμηρή διείσδυση των Ευζώνων που χωρίς διαταγή φτάσανε ως τον Άγιο Ιωάννη, έξω από τα Γιάννενα, προκάλεσε πανικό στον Τούρκο Διοικητή των οχυρών, τον Βεχίμπ Μπέη, που έπεισε τον Εσσάτ ότι το μέτωπο έσπασε και το Μπιζάνι έχει κυκλωθεί. Η αλήθεια είναι ότι κυκλωμένος ήταν ο Βελισσαρίου, αλλά αυτό δεν το ήξεραν οι Τούρκοι, μέσα στον πανικό της νύχτας. Θα σας διηγηθώ εδώ και ένα περιστατικό που συνέβη πολύ καιρό μετά. Μετά τη λήξη του πολέμου, συναντήθηκαν ο Βελισσαρίου με τον Βεχίμπ Μπέη, και ο Τούρκος του έκανε κριτική, λέγοντας ότι «ο τρόπος δράσης των δύο Ευζωνικών Ταγμάτων δεν προβλεπόταν από τους κανονισμούς εκστρατείας, γιατί κινδύνευαν να κυκλωθούν και να αιχμαλωτιστούν». «Θα μας πετσοκόβατε όλους, αλλά αιχμαλώτους δεν θα μας επιάνατε» λέγεται ότι του απάντησε περήφανα ο Βελισσαρίου. Τέτοιος ήταν ο Βελισσαρίου. Πραγματικός ήρωας και τολμηρός Στρατιωτικός, που τον λάτρευαν οι άντρες του και τον ακολουθούσαν στη φωτιά χωρίς τον παραμικρό δισταγμό. ης Στις 5.30 το πρωί της 21 Φεβρουαρίου, δόθηκε επίσημα η Διαταγή κατάπαυσης του πυρός σε όλες τις μονάδες. Και σαν ξημέρωσε, έβλεπα με τα κυάλια λευκές σημαίες να κυματίζουν στις Τουρκικές θέσεις. Και βγήκε και ένας ήλιος λαμπρός και ήταν μία ημέρα σπάνια για την Ήπειρο, πραγματική «χαρά Θεού». Λίγο μετά τις 8, πέρασαν από τις θέσεις μας τρεις Ίλες Ιππικού, με επί κεφαλής τον Αντιστράτηγο Σούτσο, με αποστολή να καταλάβουν τα Ιωάννινα, ή πιο σωστά να τα απελευθερώσουν, μετά από σχεδόν 500 χρόνια σκλαβιάς. Μαζί τους ήταν και 2 Αξιωματικοί του Επιτελείου, ο Μεταξάς και ο Στρατηγός, με αποστολή την υπογραφή του Πρωτοκόλλου Παράδοσης. Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 459

Αργότερα, κατά τις 10, ειδοποιήθηκα ότι ο Συνταγματάρχης ήθελε να τον συνοδεύσω με άλλους Αξιωματικούς στις Τουρκικές θέσεις. Και μου έστειλε και ένα άλογο, γιατί ήθελε να είμαι έφιππος. Ξεκινήσαμε πριν τις 11, πήρα μαζί μου και τον «υπηρέτη» μου τον Λεκάκο. Περνώντας από τις ου Τουρκικές θέσεις, του 67 Συντάγματός τους, φτάσαμε σε ένα Πυροβολείο, με ένα τοπομαχικό, που μου έκανε εντύπωση, καθώς ήταν χτυπημένο από οβίδα, με έναν τροχό τσακισμένο, αλλά κατά τα άλλα έδειχνε ότι ήταν σε κατάσταση να βάλλει και παραδόξως ήταν και γυαλισμένο, σαν καινούργιο! Η κάνη ήταν σφραγισμένη, το κλείστρο στη θέση του και ήταν οριζόντιο και στραμμένο προς τα ανατολικά, δείχνοντας ότι δεν απειλούσε κανέναν. Μπροστά στεκόταν αγέρωχος ένας Ανθυπολοχαγός που έκανε μεγάλη εντύπωση με τον ατσαλάκωτο μανδύα, το καλοξυρισμένο πρόσωπο με το κομψό μουστάκι και το καπέλο του από αστραχάν. Στεκόταν με τα πόδια ενωμένα, σε στάση προσοχής, με το δεξί χέρι κρεμασμένο στη ζώνη του και το αριστερό κολλητό στο πλευρό, με τον βραχίονα πίσω από την πλάτη. Και δεξιά του ένας Στρατιώτης, μάλλον ο «υπηρέτης» του, που η στολή και το πρόσωπο δεν έκρυβαν τον τρόμο και τις κακουχίες που είχε περάσει. Όλο το έδαφος γύρω ήταν σκαμμένο από τις οβίδες μας. Ο Συνταγματάρχης προχώρησε μπροστά, αντάλλαξε χαιρετισμό με τον Τούρκο, ο οποίος συστήθηκε σε άψογα Γαλλικά ως Ανθυπολοχαγός Πεζικού Ασκέρ Ιμάνογλου, και του ζήτησε να μας οδηγήσει στον Διοικητή του. Προχωρήσαμε πιο πέρα, και σε ένα οχυρό που είχε καταχτυπηθεί ου από τα πυροβόλα μας αλλά άντεχε, συναντήσαμε τον Διοικητή του 67 , έναν Ταγματάρχη ονόματι Ισμέντ Μπέη. Εγώ και ο Ιμάνογλου κάναμε τους διερμηνείς, μια που οι δυο Διοικητές δεν ήταν και τόσο καλοί στα Γαλλικά. Ενημερώσαμε ότι έχει συμφωνηθεί η παράδοση και απομένει μόνο η υπογραφή του Πρωτοκόλλου, και τους παρακαλέσαμε να μείνουν στις θέσεις τους, μέχρι να έρθει η επίσημη ειδοποίηση. Πριν αποχωρήσουν οι δικοί μας, ο Συνταγματάρχης με διέταξε να παραμείνω στις εχθρικές θέσεις, μαζί με τον Υπηρέτη μου. Και έτσι έμεινα με αυτόν τον περίεργο Τούρκο, που μου έκανε εντύπωση με τα χαρακτηριστικά του, ταυτόχρονα ευγενικά και απειλητικά, γλυκά αλλά και λίγο άγρια, ένα περίεργο μίγμα που δεν μπορούσα να το αναλύσω. Καμία σχέση με τον Στρατιώτη του που ήταν «βιβλίο ανοιχτό». Προσπάθησα να έρθω στη θέση του, μήπως και καταλάβω τι σκεπτόταν. Τον έβλεπα που με ζύγιζε διακριτικά από πάνω ως κάτω, και γύρισα από την άλλη, δήθεν να δω την κίνηση κάτω στο δρόμο. Έκανα τη σκέψη ότι στη θέση του θα ήμουν στεναχωρημένος και πικραμένος, αλλά δεν θα ήθελα να το δείξω αυτό στον εχθρό μου. Και η στολή μου θα ήταν άψογη σαν την δική του. Και θα είχα ξυριστεί και θα προσπαθούσα να φέρομαι αδιάφορα. Το έβαλα σκοπό να βρω το κλειδί που ξεκλείδωνε την ψυχή του.

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 460

Γύρισα απότομα και τον ρώτησα αν είχαν ανάγκη για επιδέσμους και φάρμακα. Το πρόσωπό του έδειξε προς στιγμή απορία, αλλά αμέσως ξαναπήρε το περήφανο και παγερό ύφος και απάντησε ότι έχουν τα πάντα. Δεν ξέρω γιατί έκανα αυτή την ερώτηση, αφού δεν είχα μαζί τίποτα να του προσφέρω, πέρα από τους ατομικούς μας επιδέσμους. Ακολούθησαν στιγμές αμηχανίας και έπειτα ήρθε η σειρά του να ρωτήσει: «Μήπως θα θέλατε να πιείτε κάτι;» «Ναι, ευχαριστώ» απάντησα και το μυαλό μου δεν πήγε στο ότι εννοούσε ποτό. Έκρυψα την έκπληξή μου καθώς είδα τον Στρατιώτη του να επιστρέφει με ένα μπουκάλι τσίπουρο και δυο πήλινα κύπελλα. Νόμιζα ότι οι Τούρκοι δεν πίνανε, αλλά έκανα φαίνεται λάθος. Ή μήπως αυτός ήταν από τους «νεωτεριστές»; Βέβαια, θα ήταν Νεότουρκος. Όπως κι εμείς στο Γουδή, είχαν κι αυτοί τη δική τους επανάσταση. Αυτό εξηγούσε και το ύφος και το κομψό μουστάκι. Του χαμογέλασα, χωρίς να πάρω απόκριση, και σήκωσα το κύπελλό μου κάνοντας πρόποση για «το τέλος του πολέμου, την ειρήνη και την επιστροφή στα σπίτια μας». «Δεν θα το πιστέψετε, αλλά τόσα χρόνια στο Στρατό και τόσους μήνες εδώ, άρχισα να θεωρώ ως σπίτι μου το Μπιζάνι» μου απάντησε. Ώστε έτσι ε; Μιλάς κιόλας, σκέφτηκα. Εδώ σε έχω, θα σε κάνω να πεις περισσότερα … «Όμως δεν μπορεί, κάποια πιστή γυναίκα θα σας περιμένει πίσω στην Τουρκία» Δεν ξέρω γιατί το είπα αυτό, για εκείνον και εδώ Τουρκία ήταν μέχρι χθες … ή πιο σωστά Οθωμανική Αυτοκρατορία. Αλλά το προσπέρασε ασχολίαστο. Το μυαλό του πήγε στην αγαπημένη του, και επί τέλους χαμογέλασε. Και ξεκουμπώνοντας την χλαίνη, έβγαλε ένα δερμάτινο πορτοφόλι και από εκεί έσυρε ευλαβικά μια φωτογραφία μίας ωραίας γυναίκας με υπέροχα μάτια, που κρατούσε στην αγκαλιά της ένα στρουμπουλό μωρό … «Η Φατιμέ μου … κι ο μικρός μου ο Αρμάν … τώρα πια θα περπατάει και θα μιλάει … Ζούνε στο Kars, δεν θα το έχετε ακουστά, είναι στον Καύκασο. Είμαστε Τουρκμένοι, ζούσαμε παλιότερα στο Savucbulag, πριν μας διώξουν οι Πέρσες στα 1900 … Ο μεγάλος μου αδερφός σκοτώθηκε τότε από Πέρσες Στρατιώτες …» Ένα δάκρυ κύλησε στο μάγουλό του και γύρισε από την άλλη για να μην τον δω. Επί τέλους, είναι άνθρωπος, δακρύζει … «Εσείς είστε παντρεμένος;» με ρώτησε καθώς σκούπιζε το δάκρυ, τάχα φτιάχνοντας το καπέλο του … «Όχι, αλλά κάτι υπάρχει …» απάντησα όλο μυστήριο. «Σας περιμένει όταν γυρίσετε πίσω; Από πού είστε αλήθεια;» Χαμογέλασα καθώς άρχισε επί τέλους να σπάει ο πάγος, χαμογέλασε κι αυτός, και έκανα νόημα ότι τελείωσε το τσίπουρο στο κύπελλό μου. Με ένα του νόημα, ο Στρατιώτης του ξαναγέμισε τα κύπελλα. «Είμαι από τον Μωριά, από την Καλαμάτα. Και την λένε Νικολέττα, την γνώρισα εδώ στον πόλεμο, είναι εθελόντρια Νοσοκόμα … και ελπίζω να με σκέπτεται όσο την σκέπτομαι κι εγώ … » και έβγαλα από το χιτώνιο ένα φάκελο, που είχε ένα γράμμα της και μία φωτογραφία που έδειχνε γιατρούς, Νοσοκόμες, Στρατιώτες και Αξιωματικούς έξω από το Στρατιωτικό Νοσοκομείο της Πρέβεζας. «Δεν διακρίνεται καθαρά, είναι η κοπέλα στο μπαλκόνι δεξιά, αλλά δεν έχω άλλη» του είπα απολογητικά.

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 461

«Θα σας σκέπτεται σίγουρα … φαίνεστε γενναίος και έντιμος άνδρας» … επί τέλους, και μια φιλική κουβέντα. Αλλά δεν ήθελα να τον πιέσω άλλο, χαμογέλασα χωρίς να απαντήσω. Καθώς έπεφτε ο ήλιος, έφτασαν δύο Διμοιρίες του Λόχου μου, με τον Επιλοχία, που με ενημέρωσε ότι οι Τούρκοι παραδόθηκαν άνευ όρων και ότι είχαμε Διαταγή να συνοδεύσουμε τους αιχμαλώτους στα Γιάννινα, αφού πρώτα τους αφοπλίσουμε. Μία Διλοχία είχε οριστεί να κάνει τη δουλειά, θα συνοδεύαμε ανά δύο Διμοιρίες καθένα από τα τρία Τούρκικα Τάγματα και δύο Διμοιος ρίες θα έμεναν να φυλάνε την θέση και τον οπλισμό. Και ο 3 Λόχος θα καταυλιζόταν και αυτός στο Μπιζάνι, φυλάσσοντας τα οχυρά και τα πυροβόλα. Εξήγησα στον Τούρκο Αξιωματικό τι ειπώθηκε, ζητώντας του να καλέσει τον Συνταγματάρχη. Του εξήγησα τι πρόκειται να συμβεί και ο Τούρκος Ανθυπολοχαγός μετέφραζε. Σαν έφτασα στον όρο που έλεγε ότι μόνο οι ανώτεροι Αξιωματικοί θα κρατήσουν τα ξίφη τους, ο Ανθυπολοχαγός δάκρυσε. Τελειώνοντας τη μετάφραση, ήρθε ξανά κοντά μου, στάθηκε σε στάση προσοχής, έλυσε τη ζώνη του ξίφους και το παρέδωσε σε εμένα, μαζί με τη θήκη, αμίλητος, κρατώντας το με τα δύο χέρια. Χαιρέτησα στρατιωτικά και καθώς το έπαιρνα στα χέρια μου, είδα τα χείλη του να σφίγγονται. Για να μην θεωρήσει κανείς άλλος ότι το έπαιρνα σαν λάφυρο και αρχίσουν όλοι να μαζεύουν «ενθύμια», έκανα νόημα στον «υπηρέτη» μου τον Λεκάκο, που ήρθε κοντά και το πήρε. Αυτός, έκανε να το κρεμάσει σταυρωτά επάνω του, κίνηση λογική, αφού μετά μας περίμενε πολύωρη πορεία. Αλλά είδα τον Τούρκο να δαγκώνει τα χείλια και να κάνει μισό βήμα πίσω, σαν να τον χτύπησε κάτι. «Βασίλη, έλα εδώ» είπα στον Λεκάκο. «Δεν θα σε βολεύει έτσι, τύλιξέ το με την κουβέρτα σου, και βάλε το στον γυλιό σου, θα είσαι πιο άνετος …» Ο Λεκάκος, που θεώρησε ότι πράγματι ήθελα να το κρατήσω για μένα, έκανε όπως του είπα. Αλλά είδα και το πρόσωπο του Τούρκου Αξιωματικού να φωτίζεται, κατάλαβε ότι ήθελα να δείξω σεβασμό στο ξίφος του. Δεν αποκλείεται και να ήθελε να το κρατήσω εγώ, παρά να βρεθεί πεταμένο σε ένα σωρό με όπλα και λάφυρα.

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 462

Σε λίγο συγκεντρώθηκαν όλοι οι Αξιωματικοί και Οπλίτες του εχθρικού Συντάγματος, παρατάχθηκαν κατά Λόχους, μαζί και οι τραυματίες και οι άρρωστοι. Ήταν όλοι αξιολύπητοι, καθώς δεν ήξεραν ακόμη τι άλλο τους περιμένει. Ένας ένας στη σειρά, περνούσαν μπροστά από τις Διμοιρίες των «οπλοσυλλεκτών» και άφηναν κάτω τις ζώνες με τα ξίφη και τα πιστόλια οι Αξιωματικοί, μάουζερ, ξιφολόγχες και παλάσκες οι Οπλίτες. Σχηματίστηκε μια αλυσίδα από λοφάκια που όλο ψήλωναν, εδώ τα πιστόλια, δίπλα τα ξίφη, μετά τα όπλα, οι παλάσκες, οι λόγχες. Τα κυάλια των Αξιωματικών τα μάζευε ένας Λοχίας, δεν ακούμπησαν στο χώμα. Μόνο ο Διοικητής τους κράτησε το ξίφος του, σύμφωνα με τους όρους του Πρωτοκόλλου. Η θλιβερή διαδικασία πήρε ώρα και άρχισε να πέφτει το φως. Τι κάνουμε τώρα με τόσους αιχμαλώτους; Κάθε Τούρκικο Τάγμα που αφοπλιζόταν ξεκινούσε την πορεία προς τα Γιάννινα με δύο Διμοιρίες για συνοδεία. Το Τάγμα που θα συνόδευα εγώ τελείωσε τελευταίο την παράδοση. Τα άλλα δύο είχαν ήδη κατέβει στη δημοσιά για τα Γιάννινα και το πρώτο το κρύβανε κιόλας τα υψώματα. Και εγώ είχα τώρα στην ευθύνη μου σχεδόν 800 Τούρκους, ανάμεσά τους κάπου 100 τραυματίες και ο Ταγματάρχης τους τραυματίας και αυτός επάνω σε φορείο. Αυτό ήταν για καλό, καθώς για ένα λόγο που δεν κατάλαβα, οι υπόλοιποι Τούρκοι Αξιωματικοί, παρ’ όλο που υπήρχε και ένας Λοχαγός και δύο Υπολοχαγοί, άφησαν τον Ανθυπολοχαγό επί κεφαλής τους, ίσως για να συνεννοείται μαζί μου, ίσως και να μην ήθελε κανείς τους να οδηγήσει ένα στράτευμα στην αιχμαλωσία … Πάντως αυτό με βόλευε. Ξεκινήσαμε την πορεία αλλά πριν περάσει μισή ώρα, το σκοτάδι άρχισε να πέφτει πυκνό και η πορεία μας, με τόσους τραυματίες ήταν πολύ αργή. Σαν νύχτωνε εντελώς, κάποιοι μπορεί να δοκίμαζαν να το σκάσουν. Και για να φτάσουμε στα Γιάννινα, θέλαμε ώρες. Είχα μια ιδέα. Κάλεσα κοντά μου τον Ανθυπολοχαγό: «Κύριε Ιμάνογλου», του είπα. «Έχουμε ένα σοβαρό πρόβλημα. Ο Ταγματάρχης και πολλοί από τους άνδρες σας είναι τραυματίες. Αν τους υποβάλλουμε στο βάσανο μίας νυχτερινής πορείας, πολλοί δεν θα αντέξουν. Και αν κάποιοι θελήσουν να διαφύγουν, οι Στρατιώτες μου θα υποχρεωθούν να πυροβολήσουν. Προτείνω να σταθούμε εδώ για τη νύχτα, έχει και ξυλεία για να ανάψουμε φωτιές. Θέλω όμως τον λόγο της στρατιωτικής σας τιμής, ότι θα έχετε τους άνδρες σας υπό τον έλεγχό σας και ότι δεν θα προσπαθήσει κανείς να διαφύγει.» Με κοίταξε για λίγα δευτερόλεπτα, ζυγίζοντας τα λόγια του. «Έχετε τον λόγο της στρατιωτικής μου τιμής, κύριε! Και με τιμάτε με την εμπιστοσύνη που μου δείχνετε. Ο Στρατός μας έχει παραδοθεί. Δώστε την εντολή και μπορείτε να είστε ήσυχος.»

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 463

«Κύριε Ιμάνογλου, είστε άνδρας γενναίος και έντιμος. Διατάζω, να ετοιμάσετε το Τάγμα σας για καταυλισμό. Και επειδή θέλω οι άνδρες σας να γνωρίζουν ότι τους διοικείτε ακόμη, παρακαλώ δεχθήτε πάλι το ξίφος σας!» Καθώς έκανα νόημα στον απορημένο Λεκάκο, που δεν καταλάβαινε γρυ τι λέγαμε, είδα το πρόσωπο του Τούρκου να λάμπει. Στάθηκε προσοχή καθώς του έδινα πίσω το ξίφος του, στάθηκα κι εγώ. «Βρε Ιμάνογλου, τόσες προσοχές δεν έχω ρίξει ως τώρα ούτε απέναντι σε Έλληνες Αξιωματικούς» έλεγα μέσα μου και μου ήρθε να γελάσω, αλλά βαστήχτηκα για να μην παρεξηγηθεί. Σαν φόρεσε το ξίφος του έγινε άλλος άνθρωπος. Κάλεσε τους Τούρκους Αξιωματικούς και Υπαξιωματικούς και μοίρασε διαταγές. Το ασύνταχτο πλήθος των αιχμαλώτων μπήκε αμέσως σε τάξη. Εγώ είπα σε έναν Λοχία να κανονίσει μια αγγαρεία για μάζεμα ξύλων και στον Επιλοχία να φροντίσει για την οργάνωση του καταυλισμού. Σαν είδε ο Ιμάνογλου τους δικούς μας με τσεκούρια, κατάλαβε και ήρθε κοντά μου. «Σύμφωνα με τους νόμους του πολέμου, η αγγαρεία για ξύλα είναι έργο που επιτρέπεται να ανατεθεί σε αιχμαλώτους. Αφήστε να στείλω δικούς μου και φροντίστε εσείς για τον καταυλισμό και το … συσσίτιο αν είναι δυνατόν …» μου είπε χαμογελώντας. Και σαν με είδε να το σκέπτομαι συμπλήρωσε: «Και μην ανησυχείτε, δεν πρόκειται να εξαφανιστεί κανείς από την αγγαρεία γιατί ξέρουν ότι θα τους κρεμάσω όλους αν συμβεί κάτι … δεν θα επέτρεπα να με εκθέσουν!» Καταυλιστήκαμε λοιπόν, δίπλα δίπλα οι πρώην εχθροί, κάποιοι στρατιώτες που είχαν κουραμάνες στους γυλιούς τους τις πρόσφεραν να φάνε από μια φέτα και οι Τούρκοι. Ανάψαμε φωτιές, βάλαμε σκοπούς αλλά ήμουν ήσυχος, είχα εμπιστοσύνη στον Τούρκο Αξιωματικό. Το άλλο πρωί, σαν χάραξε, ετοιμαστήκαμε πάλι για πορεία. Ήρθε κοντά μου, άντε πάλι προσοχές … και μου παρέδωσε το ξίφος του. «Ήρθε η ώρα να σας το παραδώσω ξανά. Και να ξέρετε ότι δεν θα ξεχάσω ποτέ την εμπιστοσύνη που μου δείξατε. Μέχρι χθες ήμασταν εχθροί, και κανείς δεν ξέρει τι θα συμβεί στο μέλλον. Αλλά, σας λέω ότι έχετε έναν νέο φίλο, και ότι λαχταρώ να μπορέσω μια μέρα να ανταποδώσω την έντιμη συμπεριφορά σας.» «Φίλε μου», η λέξη βγήκε από μόνη της, «το σπαθί σου θα το φυλάξω, μέχρι να βρεθούμε ξανά και να μπορέσω να σου το επιστρέψω.» Δεν θα σας κουράσω άλλο με τον φίλο που έκανα εκείνη τη μέρα. Θα σας πω μόνο ότι συναντηθήκαμε ξανά σε άλλο πόλεμο, στη Μικρά Ασία, όπου μου έσωσε τη ζωή αλλά και την ελευθερία. Και ότι βρεθήκαμε για πρώτη φορά σε καιρούς ειρηνικούς τυχαία, το 1952 στην Θεσσαλονίκη, στη Διεθνή Έκθεση. Αυτός ήταν εκεί με τη γυναίκα του τη Φατιμέ, στο περίπτερο της Τουρκίας. Και εγώ ήμουν επισκέπτης, μαζί με τη γυναίκα μου … ναι, την Νικολέττα, τη γλυκειά Νικολέττα. Μέναμε τότε στη Θεσσαλονίκη. Και κανονίσαμε να βγούμε το βράδυ για ουζάκι. Όταν αδειάσαμε το πρώτο καραφάκι, του έδωσα το ξίφος του που είχα φυλαγμένο τόσα χρόνια. Βουρκώσαμε κι οι δύο και από τότε δεν με λέει «φίλο» αλλά «αδερφό». Τη βραδιά εκείνη αδειάσαμε πολλά καραφάκια, λέγοντας ιστορίες … Μετά κρατήσαμε επαφή αλληλογραφώντας. Το 1956 η Φατιμέ αρρώστησε και πέθανε και αυτός πήγε στην Αμερική, στα παιδιά του. Δεν βρεθήκαμε ξανά ποτέ, αλλά κάθε τόσο αλληλογραφούσαμε και θυμόμασταν τα παλιά, σχολιάζοντας ταυτόχρονα και όσα χώριζαν κάθε τόσο τις χώρες μας … Αλλά αρκετά σας είπα για τον «αδερφό» μου τον Asker … Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 464

Πάμε πίσω ξανά στα Γιάννενα, όπου φτάσαμε πριν το μεσημέρι της Παρασκευής 22 του Φλεβάρη. Βρήκαμε τον κόσμο να πανηγυρίζει στους δρόμους και την πόλη σημαιοστολισμένη, καθώς είχε προηγηθεί η θριαμβευτική είσοδος του Κωνσταντίνου. Η διαταγή έλεγε να οδηγήσουμε τους αιχμαλώτους στο Κάστρο. Έτσι διασχίσαμε την πόλη και ο κόσμος μας αποθέωνε. Δεν μπορώ να περιγράψω τα αισθήματα που ένοιωθα. Ζούσα ένα θρίαμβο, πετούσα στα σύννεφα. Πήγαινα μπροστά έφιππος, πίσω μου ήταν η Διμοιρία μου, ακολουθούσαν εκατοντάδες αιχμάλωτοι και πιο πίσω ερχόταν οι άλλη Διμοιρία μας. Ο κόσμος ζητωκραύγαζε στα πεζοδρόμια και στα μπαλκόνια. Και κάτω στους δρόμους χαρές και πανηγύρια. Καθώς περνούσαν οι αιχμάλωτοι, ο κόσμος πετούσε στα πόδια τους φέσια, να αναγκαστούν να τα πατήσουν. Αλλά δεν θα ξεχάσω ποτέ τις στιγμές, που ένας νέος έπιασε τα χαλινάρια του αλόγου μου, κάνοντάς με να σταματήσω, και μια κοπελιά βγήκε από το πλήθος και στάθηκε μπροστά και δεξιά μου, προσφέροντάς μου λουλούδια. Έσκυψα να τα πιάσω και δε θα ξεχάσω ποτέ τα δακρυσμένα μάτια της και τα κόκκινα ντροπαλά της μάγουλα … Εκείνη η υπέροχη στιγμή, μου φάνηκε σαν αιωνιότητα. Είπα «ευχαριστώ», ήθελα να πω κι άλλα, αλλά βούρκωσα και μου κόπηκε η φωνή. Στη ζωή μου έζησα πολλές στιγμές ευτυχίας, αλλά αυτό που ένοιωσα τότε δεν ήταν σκέτη ευτυχία. Ήταν πληρότητα … Ένοιωθα ότι είχα όλα όσα ήθελα … Συνεχίσαμε την πορεία και φτάσαμε στο Κάστρο. Σαν μπήκαμε μέσα έφριξα. Οι Τούρκοι το είχαν μετατρέψει σε Νοσοκομείο και η αυλή ήταν γεμάτη πτώματα, ανθρώπων που είχαν αφεθεί εκεί να πεθάνουν. Παγώσαμε όλοι από το απάνθρωπο θέαμα. Περιμέναμε μέχρι να έρθει ο Λόχος που είχε οριστεί για τη φύλαξη, ευτυχώς δεν δόθηκε σε μας το απαίσιο αυτό καθήκον. Σαν ήρθαν αυτοί να αναλάβουν, πήρα τους Στρατιώτες μου και φύγαμε σαν να μας κυνηγούσαν.

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 465

Καταυλιστήκαμε κοντά στη λίμνη, αλλά η αλήθεια είναι ότι οι περισσότεροι κοιμηθήκαμε στα σπίτια των φιλόξενων Ελλήνων της πόλης, που δεν ήξεραν πώς να μας περιποιηθούν και πώς να μας δείξουν τη χαρά τους. Στις λίγες μέρες που μείναμε στα Γιάννενα, γνώρισα και νέους φίλους με τους οποίους βρεθήκαμε πολλές φορές ξανά στα επόμενα χρόνια, τον συγγραφέα Πέτρο Βρυζάκη, τον Λεωνίδα Παπαχρήστου, τον Νικήτα Μαύρο, τον Μιχάλη Σαλαχώρη και άλλους. Και γυρίζοντας στην Πρέβεζα, συνάντησα ξανά την Νικολέττα, αλλά δεν θα σας πω λεπτομέρειες, ας τα πει αυτή αν θέλει ...

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 466

Σχόλια και «παραλειπόμενα» της μάχης για τα Γιάννενα 667

Στα αρχεία του Γενικού Επιτελείου Στρατού η πτώση των Ιωαννίνων περιγράφεται ως εξής : ου « ... Τα τάγματα Ευζώνων, προτρεπόμενα από το διοικητή του 9 Τάγματος Ευζώνων Ταγματάρχη Πεζικού Βελισσαρίου Ιωάννη και μάλιστα χωρίς διαταγή του Διοικητή της εμπροσθοφυλακής, όρμησαν ακάθεκτα κατά της νέας αυτής εχθρικής τοποθεσίας, ενώ οι άνδρες βυθίζονταν μέχρι τη ής μέση μέσα στα λιμνάζοντα ύδατα της περιοχής. Στις 18 το απόγευμα της 20 Φεβρουαρίου, τα ο Τάγματα Ευζώνων, με επί κεφαλής το 9 Τάγμα, κατέλαβαν τον Άγιο Ιωάννη και προωθήθηκαν μέχρι τους Στρατώνες Πυροβολικού, που ήταν 2 χιλιόμετρα έξω από τα Ιωάννινα … Ο Διοικητής ης ου της 2 Φάλαγγας, αφού έλαβε την πρώτη αναφορά του Διοικητή του 1 Συντάγματος Ευζώνων, του απέστειλε στις 4.40 πρωινή της 21 Φεβρουαρίου επιτιμητική Διαταγή, με την οποία τον καθιστούσε υπεύθυνο, γιατί παρά τη διαταγή του κινήθηκε πέρα από το χωριό Πεδινή, όπου έπρεπε να επαναφέρει τα τμήματα του, προκειμένου να συνεχισθεί την αυγή η επίθεση προς τα Οχυρά Δουρούτι και Χιντζηρέλου ..» Δηλαδή, ενώ ο Βελισσαρίου οδηγούσε τους απεσταλμένους του Εσσάτ Πασά στο χάνι Εμίν Αγά ης για παράδοση, ο Διοικητής της 2 Φάλαγγας Γιαννακίτσα διέταζε τον Διοικητή των Ευζώνων Παπαδόπουλο να δώσει εντολή στον Βελισσαρίου να επιστρέψει πίσω στην Πεδινή (!!!), για να επιτεθούν την επομένη στα οχυρά, που ο Βελισσαρίου είχε παρακάμψει στην τολμηρή διείσδυσή του προς τον Άγιο Ιωάννη. Η Ιστορία δικαίωσε την τόλμη του Βελισσαρίου, οπότε δεν έχει νόημα ο σχολιασμός της Διαταγής αυτής, που ούτως ή άλλως δεν έφτασε στον Βελισσαρίου. Ο Στρατηγός Θ. Πάγκαλος στα απομνημονεύματά του υποστηρίζει ότι: ου «Η κατάληψις των Ιωαννίνων υπό του 1 Συντάγματος Ευζώνων … είναι πολεμικόν κατόρθωμα εξ εκείνων άτινα σπανίως αναφέρονται εις την παγκόσμιον Στρατιωτικήν Ιστορίαν». Είναι πάντως αναμφίβολο πλέον, ότι και χωρίς την διείσδυση του Βελισσαρίου, Οι Τούρκοι θα κατέρρεαν πιθανότατα την επομένη, καθώς το Πυροβολικό τους είχε τεθεί στο μεγαλύτερο μέρος εκτός μάχης και τα οχυρά Δουρούτι και Χιντζηρέλου στο δεξιό της παράταξής τους είχαν καταστεί ευάλωτα. Βεβαίως, θα χυνόταν πολύ περισσότερο αίμα. Θα πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι το «μπαράζ» πυροβολικού που με πάνω από 30.000 οβίδες συνέτριψε τα πυροβολεία του Μπιζανίου και της Καστρίτσας, ήταν κάτι ασυνήθιστο για την εποχή εκείνη. Όπως ασυνήθιστη ήταν και η «εγγύς υποστήριξη» των μαχομένων τμημάτων με ορειβατικά πυροβόλα, που μετακινούνταν συνεχώς ακολουθώντας τα επιτιθέμενα τμήματα, όπως έγινε στο αριστερό της Ελληνικής επίθεσης, όπου είχαν συγκεντρωθεί όλα τα διαθέσιμα ορειβατικά πυροβόλα της Στρατιάς. Η άλωση των Ιωαννίνων, και γενικότερα ο θρίαμβος των Ελληνικών όπλων σε ολόκληρο τον πόλεμο, δεν ήταν αποτέλεσμα ενός μόνο παράγοντα, αλλά προϊόν καλή ς προετοιμασίας και άριστης συνεργασίας ικανών ηγετών και άξιων θαυμασμού πολεμιστών. Και ο θυμόσοφος λαός μας, τα περιέλαβε όλα αυτά μέσα σε ένα τετράστιχο: «Ποιος το πήρε το Μπιζάνι; Εύζωνας με το φουστάνι Βενιζέλος με την πέννα Κωνσταντίνος με την πάλλα»

667

(Οι υπογραμμίσεις είναι του συγγραφέα) Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 467

Η παραπλάνηση των Τούρκων σχετικά με το Ελληνικό σχέδιο επίθεσης, συνεχιζόταν μέχρι την τελευταία στιγμή. Είναι χαρακτηριστικό ένα απόσπασμα των δηλώσεων που έκανε μετά πολλά χρόνια ο Βεχίμπ Μπέης, που ας σημειωθεί ότι εκτός από Επιτελάρχης και υπεύθυνος για την άμυνα των οχυρών ήταν και αδελφός του Εσσάτ Πασσά: «Εις τον συνδετικόν έρεισμα Βοϊδολίβαδο, μεταξύ Μπιζανίου και Καστρίτσης, αι καταστροφαί ήταν επίσης σημαντικαί. Εκ την πλευράς αυτής αναμέναμεν δια την επομένην την επίθεσιν του Ελληνικού Στρατού. Περί την εσπέραν επορεύθην εκ Καστρίτσης προς Ιωάννινα, δια να μεριμνήσω περί της αποστολής εντός της νυκτός πάσης διαθεσίμου δυνάμεως προς την πλευράν αυτήν …» Μέχρι την τελευταία στιγμή νόμιζε ότι η επίθεση θα γίνει από το δεξιό μας, όπως είχε συμβεί και το Γενάρη. Και σκόπευε να μεταφέρει και άλλες δυνάμεις στο σημείο εκείνο, κατά τη διάρκεια της νύχτας. Επόμενο ήταν να πανικοβληθεί όταν διαπίστωσε την διείσδυση των Ευζώνων από τα αριστερά, που είχαν φτάσει δίπλα στο Στρατηγείο του! Οι Σέρβοι υποδέχτηκαν με ειλικρινή χαρά τη νίκη μας. Αλλά οι Βούλγαροι, δεν μπορούσαν να το χωνέψουν. Είχαν ελπίσει ότι ο Ελληνικός Στρατός θα έμενε μήνες στο Μπιζάνι, δίνοντάς τους την ευκαιρία να αλωνίζουν στη Μακεδονία. Πολλές οι ιστορίες που σχετίζονται με τη μεγάλη μάχη για τα Γιάννενα. Μια από αυτές είναι «η ο ιστορία μιας πεντάρας» και έχει ως εξής: Ο Λάμπης Βολονάκης ήταν Λοχίας στο 17 Σύνταγμα Πεζικού το 1920, στη Μικρά Ασία. Καθαρίζοντας μια μέρα το όπλο του βρήκε ένα σημείωμα και μια πεντάρα. Το γράμμα, γραμμένο από έναν Στρατιώτη που τραυματίστηκε στις 20-2-1913, έλεγε: «Εν Μπιζανίω 20 Φεβρουαρίου 1913 Αγαπητέ Συνάδελφε Σε χαιρετώ Σε, που θα έχης την τύχη να ανοίξης το πέλμα του όπλου αυτού, θα εύρης την πεντάρα αυτή και να πάρης ένα τσιγάρο, να το καπνίσης στην υγεία μου. Το όπλο αυτό το έφερα επί πέντε έτη. Το δόξασα και με δόξασε και τώρα αναγκάζομαι, να το εγκαταλείψω, λόγω τραυματισμού μου. Πέρασα τόσες και τόσες στιγμές και δεν το εγκατέλειψα και εάν η Πατρίς σε χρειασθή, να το τιμήσης. Νικ. Καβαδίας Κοθρέα- Ένωσις Κεφαλληνίας»

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 468

Η διήγηση του Ανθυπολοχαγού Imanoglou668 (Από επιστολή669 του στον Αριστείδη, το 1973)

Άγιος Φραγκίσκος, 4 Μαρτίου 1973 Αδερφέ μου Αριστείδη Χαίρομαι κάθε φορά που παίρνω γράμμα σου και μαθαίνω νέα σου. Όπως σου έχω ξαναγράψει, εδώ στην Αμερική, είχα την ευκαιρία να ξαναφτιάξω τη ζωή μου, να φροντίσω καλύτερα τα παιδιά μου, να κάνω νέους φίλους, και δεν σου κρύβω ότι χαίρομαι που ανάμεσά τους είναι και αρκετοί Ρωμηοί. Πίνουμε μαζί κανένα ούζο και μιλάμε για τα παλιά, για τον καιρό που ήμασταν νέοι και νοιώθαμε ικανοί για όλα. Και αν απορείς που το γράμμα αυτό είναι στα Ελληνικά, και όχι στα Γαλλικά όπως σου έγραφα ως τώρα, είναι που σκέφτηκα να χρησιμοποιήσω τις «υπηρεσίες» του καινούργιου μου φίλου, του διδασκάλου κυρίου Ξενοφώντος … Για να μη λέω ψέματα, ας είναι καλά ο κυρ-Ξενοφών, γιατί τα μάτια μου δεν με βοηθάνε πια στο γράψιμο, έκλεισα βλέπεις τα 85, ας είναι δοξασμένο το όνομα Του … Μου ζήτησες στην επιστολή σου να σου γράψω ότι θυμάμαι από τα γεγονότα του 1912-13. Δεν θα σχολιάσω γιατί θέλεις να τα σκαλίζεις, μετά από 60 χρόνια, ξέρεις εσύ και σε εμπιστεύομαι. Χαλάλι σου λοιπόν το ότι με έκανες να γυρίσω πίσω τόσα χρόνια, να θυμηθώ εποχές που είχαν χαρές, τις χαρές της νιότης, αλλά και μεγάλες πίκρες, τις πίκρες της ήττας. Αλλά το ξαναλέω, χαλάλι σου, είσαι πια αδερφός, δεν είσαι εχθρός εσύ για μένα. Ίσως και να μην ήσουν ποτέ εχθρός μου, άλλωστε και στην Ήπειρο και αργότερα στο Εσκή Σεχήρ και στο Ουσάκ, όταν έτυχε ξανά να βρεθούμε απέναντι, για την πατρίδα μας κάναμε ότι κάναμε, κι ο Αλλάχ κι ο Θεός σου κάτι θα είχαν σκεφτεί. Κι ας είναι δοξασμένο το όνομά Τους που μας έκαναν να σμίξουμε … Λοιπόν, να πώς έγιναν τα πράγματα, έτσι όπως τα έζησα τότε εγώ: Καταγόμενος από το Savucbulag, στα σημερινά σύνορα Ιράν Τουρκίας, τελείωσα τον Αύγουστο 670 ος η του 1910 την Mekteb-i Erkân-i Harbiye , 3 από την 63 Σειρά, και μετά τοποθετήθηκα σαν ο ης Ανθυπολοχαγός στο 67 Σύνταγμα (Orta), της 23 Μεραρχίας του Τακτικού Στρατού που ανήκε 671 672 στο Yanya Kolordusu του Esat Pasha. Μέραρχο είχαμε τον Miralay Mehmed Ali Bey, έναν ικανό Αξιωματικό. Από τον καιρό που ήμουνα στη Σχολή, είχα μυηθεί και στο κίνημα των ος Νεοτούρκων, και καθώς ήμουν και 3 Αρχηγός της Τάξης μου, με υποδέχτηκαν καλά οι πιο νέοι Αξιωματικοί και περνούσα ωραία. Ήταν και πολύ όμορφη πόλη τα Γιάννενα, ήμουνα και ψηλός και καλοφτιαγμένος, με το κομψό μου μουστάκι, φορούσα και ένα καπέλο γούνινο αστραχάν … (Θυμάσαι που με είχες δει με αυτό και σου έκανε εντύπωση; Είχα φοβηθεί ότι θα μου το έπαιρνες τότε …)

668

Asker Imanoglu, Ανθυπολοχαγός (Mülâzım-ı Sani) στο 67ο Σύνταγμα της 23ης Μεραρχίας του Τακτικού Οθωμανικού Στρατού, μυθιστορηματικό πρόσωπο 669 (εννοείται πως πρόκειται για «μυθιστορηματική επιστολή») 670 (Οθωμανικό Στρατιωτικό Κολλέγιο) 671 (Ανεξάρτητο Σώμα Στρατού Ιωαννίνων) 672 (Συνταγματάρχης) Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 469

Όταν άρχισε ο πόλεμος, δεν ήμασταν προετοιμασμένοι. Η Μεραρχία στάλθηκε εσπευσμένα από ο 673 τα Γιάννινα στα σύνορα. Το 69 Σύνταγμα του Kaymakam Necati Bey έφτασε πρώτο και 674 αναπτύχθηκε γύρω από τα Λέλοβα , δυτικά της Φιλιππιάδας, και στη Στρεβίνα, προστατεύοντας το Ξηροβούνι, τη Γέφυρα Καλογήρου και τη διασταύρωση του δρόμου Άρτας Φιλιππιάδας προς ο την Πρέβεζα. Πιο πίσω (βόρεια) έφτασε το δικό μας το 67 , με αποστολή να φυλάει τις γέφυρες ου ο του Λούρου και τα νώτα του 69 , και πίσω από εμάς, στα Πέντε Πηγάδια, ήταν το 68 του ο Kaymakam Arif Bey. Και σε 1-2 μέρες έφτασε και το 23 Σύνταγμα Πυροβολικού της Μεραρχίας. Ο δικός μου Λόχος ήταν από τους πρώτους που φτάσανε και καταυλίστηκε στους στρατώνες της Στρεβίνας, κοντά στη Φιλιππιάδα. Είχα την ευκαιρία να κατεβώ στη Φιλιππιάδα, και θυμάμαι πόσο όμορφη ήταν τότε, με την παλιά πόλη της, που μένανε οι Χριστιανοί και την νέα, την Χαμητιέ, που μένανε οι Μουσουλμάνοι, και τα πολλά μαγαζιά της, που όλα σχεδόν ανήκαν σε Έλληνες. Για μένα που είχα γεννηθεί στα βάθη της Ανατολής, το γεγονός αυτό μου έκανε μεγάλη εντύπωση, όπως και το ότι έδειχναν όλοι μορφωμένοι και νοικοκύρηδες. Εκεί, από τις 9 ως τις 11 Οκτωβρίου, δώσαμε τις πρώτες μάχες, που ήταν σκληρές. Ξεκίνησαν με ης 675 επιθέσεις των Ευζώνων κατά των εφέδρων της 23 Μεραρχίας Ρεντίφ των Ιωαννίνων, που κάλυπτε την ανατολική πλευρά του δρόμου Άρτας Ιωαννίνων. Οι έφεδροι δεν ήταν καλοί πολεμιστές και ανάμεσά τους υπήρχαν και πολλοί παλιάνθρωποι, που το μυαλό τους ήταν μόνο στις λεηλασίες και τα εγκλήματα. Σταλθήκαμε σε ενίσχυσή τους και θυμάμαι τις νυχτερινές μας επιθέσεις στο Γρίμποβο, μέσα σε δυνατή βροχή, που ήταν φοβερές, αλλά και το πείσμα των δικών σας στην άμυνα, ειδικά εκείνων των σατανάδων, των Ευζώνων. Σαν τους έβλεπες από κοντά δεν σου γέμιζαν το μάτι, μικρόσωμοι και αδύνατοι συνήθως. Αλλά όταν τους έβλεπες να τρέχουν πάνω στα βράχια σαν κατσίκια, δεν ήξερες από πού θα σου ορμήξουν. Πάντως, ενώ είχαμε το ης η «πάνω χέρι», τη νύχτα της 11 προς την 12 πήραμε διαταγή να υποχωρήσουμε. Ούτε μάθαμε ποτέ γιατί υποχωρήσαμε. Άλλοι λέγανε ότι ο Εσσάτ δεν είχε εμπιστοσύνη στους Ρεντίφηδες. Άλλοι πάλι λέγανε ότι φοβήθηκε από μία διείσδυση ενός Λόχου Ευζώνων, που φτάσανε κοντά στα Πέντε Πηγάδια, και το βράδυ επιτέθηκαν και πήραν αιφνιδιαστικά το φρούριο που είχαμε εκεί. Και ότι οι φυγάδες, για να δικαιολογήσουν τη δειλία τους λέγανε ιστορίες για χιλιάδες Στρατό που τους είχε επιτεθεί, με αποτέλεσμα στο Επιτελείο να νομίσουν ότι ολόκληρη Μεραρχία είχε επιτεθεί στα νώτα μας και ότι κινδυνεύαμε να κυκλωθούμε. Όπως και να έχει, υποχωρήσαμε, και πήρατε την Φιλιππιάδα χωρίς αντίσταση και μετά πήρατε και την Πρέβεζα που είχε αποκοπεί και την φυλούσε μόνο ένα Τάγμα, ενισχυμένο με άτακτους Αλβανούς. Υποχωρήσαμε προς τα Πέντε Πηγάδια, όπου είχαμε στρατώνες και οργανωμένα από πριν πυροβολεία. Στις 22 Οκτωβρίου έφτασαν εκεί 2 Τάγματα Ευζώνων και το Σύνταγμα Κρήτης. Όλοι τους είχαν φήμη φοβερών και άξιων πολεμιστών. Η Μεραρχία μας επιτέθηκε με ορμή, με 5 Τάγματα στην πρώτη γραμμή. Ο καιρός ήταν πολύ κακός, κρύο και καταιγίδες. Ούτε ξέραμε πού πηγαίναμε, που ήταν οι δικοί μας και πού ήταν οι εχθροί. Αλλά αυτό ίσχυε και για τις δύο πλευρές. Είχαμε και προβλήματα με τα πυρομαχικά και τον εφοδιασμό. Εννιά στις δέκα οβίδες του Πυροβολικού μας πέφτανε άσκαστες. Άλλοι λέγανε ότι φταίγανε οι πυροτεχνουργοί που δεν ξέρανε να τις ρυθμίσουνε σωστά. Άλλοι πάλι κατηγορούσαν τον εφοδιασμό, που ήταν στα χέρια 673

(Αντισυνταγματάρχης – Στην Οθωμανική Αυτοκρατορία ή λέξη σήμαινε και γενικά τον τοπικό Διοικητή και υπήρχε και αντίστοιχη χρήση του τίτλου στις πολιτικές αρχές) 674 (Θεσπρωτικό Πρέβεζας) 675 (έφεδροι) Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 470

ενός γέρου Μπέη, οπαδού του Σουλτάνου, που δεν νοιαζόταν για τίποτα, και είχε στείλει εκπαιδευτικές οβίδες αντί για εκρηκτικές και βολιδοφόρες. Όποια κι αν ήταν η αιτία, αυτά ρίχνανε το ηθικό μας και ξέραμε ότι τα πράγματα δεν πήγαιναν καλά. Μετά από σκληρές μάχες, με πολλές απώλειες και για τις δυο πλευρές, στις 28 Οκτωβρίου πήραμε διαταγή να υποχωρήσουμε πιο βόρεια, στο χάνι Εμίν Αγά, που ήταν πάνω στον δημόσιο δρόμο, και στα Πεστά, στα υψώματα δηλαδή που είναι δυτικά από το χάνι. Ευτυχώς γιατί άρχισε ο χειμώνας και τα χιόνια. Στα τέλη Νοεμβρίου έγινε η μάχη των Πεστών. Πολεμήσαμε κι εκεί σκληρά και θυμάμαι μια μάχη ο που δώσαμε με το δικό σας 3 Σύνταγμα, που τους κάναμε μεγάλη ζημιά με το Πυροβολικό, καθώς προσπαθούσαν να περάσουν έναν αυχένα, βαδίζοντας σε ένα ορεινό μονοπάτι. Τους κρατήσαμε εκεί μια μέρα και μια νύχτα, με ένα μόνο Τάγμα μας και τα κανόνια μας που ήταν στην Καλογερίτσα. Αλλά δεν γινόταν να αντέξουμε πιο πολύ, ούτε και είχε νόημα να παλεύουμε σε λόφους και υψώματα, όταν πίσω μας είχαμε εκείνο το τρομερό οχυρό, το Μπιζάνι, που ήταν ο απόρθητο. Έτσι, τη νύχτα της 29 προς 30 Νοεμβρίου, αποσυρθήκαμε μαζί με το 69 Σύνταγμα στο ο Μπιζάνι, ενώ το 68 Σύνταγμά μας τάχθηκε στην Τσούκα. η

Ακολούθησε η μάχη της Μανωλιάσσας και ήρθαν και ενισχύσεις από το Μοναστήρι, η 21 676 Μεραρχία του Mirliva Djavid Pasha, που καθήλωσαν τους δικούς σας στην Αετορράχη και τους έκαναν να συμπτυχθούν. Από 4 ως 10 Δεκεμβρίου κάναμε επιθέσεις σε όλο το μέτωπο, έχοντας και την υποστήριξη των πυροβόλων του Μπιζανίου. Αλλά ο καιρός χειροτέρευε συνέχεια και οι μάχες σταμάτησαν. Έχω τη γνώμη, ότι καμία από τις δύο πλευρές δεν είχε τότε τις δυνάμεις για να νικήσει. Εμείς χάσαμε την ευκαιρία στην αρχή, στη Φιλιππιάδα, τότε που είχαμε ακόμη αριθμητική υπεροχή. Μετά, άρχισαν να έρχονται και τα νέα από τα άλλα μέτωπα και το ηθικό χειροτέρευε καθημερινά. Το χιόνι δεν πάγωνε τα κορμιά και τα πόδια αλλά τις καρδιές μας. Γιατί το λέω αυτό; Επειδή στην αρχή, διαβάζοντας εφημερίδες μαθαίναμε όλο νίκες: Νικούσαμε λέει τους Βούλγαρους, νικούσαμε τους Σέρβους, στη Θεσσαλία βαδίζαμε να πάρουμε τη Λάρισα, ο Στόλος μας είχε αιχμαλωτίσει τον «Αβέρωφ» και στην Πρέβεζα είχαν λέει κάνει απόβαση δικοί μας και την είχαν καταλάβει και βάδιζαν για την Άρτα! Αλλά εμείς ξέραμε ότι το τελευταίο ήταν τερατώδες ψέμα και έτσι αμφιβάλλαμε και για τα υπόλοιπα. Και όταν αργότερα μάθαμε για την ήττα στα Γιαννιτσά και τις ήττες στα Σκόπια και το Μοναστήρι, ξέραμε ότι αυτό που μας παρουσίαζαν τον Δεκέμβριο σαν ενισχύσεις που ήρθαν από άλλα μέτωπα, ήταν τα υπολείμματα της Δυτικής Στρατιάς που ήρθαν κυνηγημένοι από το Μοναστήρι. Μάθαμε και για την συνθηκολόγηση με τους Βούλγαρους και ότι είχαν φτάσει έξω από την 677 Πόλη . Αργότερα, τον Γενάρη, μάθαμε ότι ήρθε στην Ήπειρο και ο Κωνσταντίνος, φέρνοντας και Μεραρχίες από τη Μακεδονία σε ενίσχυση, και ότι ζήτησε από τον Εσσάτ να παραδοθεί, αλλά αυτός του απάντησε περήφανα ότι θα τιμήσουμε τα όπλα μας. Έτσι νοιώθαμε. Ξέραμε ότι θα φεύγαμε από τα Γιάννινα. Ότι στις συνομιλίες ειρήνης θα τα χάναμε είτε από τους Έλληνες είτε από τους Αλβανούς που τα θέλανε, είτε από τους Σέρβους. Αλλά νοιώθαμε όλοι ότι δεν γινόταν να τα παραδώσαμε. Βέβαια οι κάτοικοι, Έλληνες οι περισσότεροι, θέλανε την Ελλάδα. Ελπίζαμε ότι θα γινόταν ειρήνη πριν τα πάρετε με τα όπλα. Γιατί έτσι θα γινόταν, καθώς κάθε μέρα που περνούσε, η κατάσταση χειροτέρευε για μας. Οι οβίδες τελειώνανε, οι σφαίρες τελειώνανε, τα 676

Ταξίαρχος. Η λέξη είναι σύνθετη, από τις λέξεις Mir (διοικητής στα Περσικά) και Liva (Ταξιαρχία στα Αραβικά) 677 Στο σημείο αυτό, η «επιστολή» έχει μία παρένθεση: (Είδες, δεν την λέω Ισταμπούλ που δεν σου αρέσει, αλλά ούτε και Κωνσταντινούπολη που θες εσύ. Ο κύριος Ξενοφών μου είπε ότι την λέτε και «Πόλη», που μου φαίνεται αποδεκτό και από τους δύο μας !!!) – Σημείωση του «Αριστείδη» Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 471

ρούχα λειώνανε πάνω μας και το φαγητό κατάντησε να είναι σκέτο καλαμπόκι. Καλαμπόκι βραστό, καλαμπόκι για ψωμί, λες κι ο Αλλάχ απαγόρεψε τα άλλα τρόφιμα. Και το κρύο … Γενάρη μήνα είχαμε πάνω 5.000 εκτός μάχης, από αρρώστιες και κρυοπαγήματα. Στρατιώτες πέθαιναν στις προφυλακές και τα χαρακώματα από το κρύο, μέχρι που χωρίς να υπάρχει Διαταγή, κάναμε τα στραβά μάτια και αφήναμε τις φωτιές να ανάβουν όλη νύχτα, όσο κι αν αυτό ήταν λάθος στρατιωτικά. Ευτυχώς, χάρη στα δάση της Ηπείρου, δεν μας λείψανε τα ξύλα. Αλλά θα πω κάτι που δεν το έχω ξαναπεί τόσα χρόνια. Έβλεπα τα δικά σας φυλάκια σκοτεινά και παραλλαγμένα, και μέσα μου σας θαύμαζα. Θαύμαζα τους γενναίους αυτούς Στρατιώτες και Αξιωματικούς, που αψηφούσαν το φοβερό κρύο κάνοντας το καθήκον τους. Και δεν κρύβω, πως όταν μετά σας γνώρισα από κοντά, και είδα ότι είσαστε πιο γκρινιάρηδες και πιο απείθαρχοι από εμάς, τότε ένοιωσα μεγαλύτερη έκπληξη αλλά και θαυμασμό. Γιατί κατάλαβα ότι οι Στρατιώτες σας υπέφεραν συνειδητά. Και σας ζήλεψα. Στη μεγάλη επίθεση του Γενάρη, αν και την περιμέναμε και είχαμε ετοιμαστεί όσο γινόταν καλύτερα, λίγο έλλειψε να σπάσουμε όταν εκείνοι οι σατανάδες του Βελισσαρίου βρέθηκαν στα νώτα μας. Δυο Τάγματα Ευζώνων φτάσανε τότε μέχρι την Καστρίτσα και οι δικοί μας που φύλαγαν εκεί παράτησαν τις θέσεις τους. Αν βάσταγε μια ώρα ακόμη η μάχη, θα είχατε φτάσει στα Γιάννενα που ήταν αφύλαχτα. Αλλά όπως έμαθα αργότερα, τραυματίστηκε ο Βελισσαρίου και ανακόπηκε η ορμή των Ευζώνων του. Ακολούθησε ένα μεγάλο διάστημα με σχετική ηρεμία, και ήταν φανερό ότι ο Στρατός σας ετοίμαζε τη μεγάλη επίθεση. Και εμείς κάθε μέρα και χειρότερα. Και από τις κακουχίες και τις μάχες είχαμε και μεγάλες ελλείψεις σε Αξιωματικούς. Στο Σύνταγμα ανέλαβε νέος Διοικητής, ο Binbaşı Ismed ο ο 678 Bey και στο 69 ο Binbaşı Seyfeddin Bey, και εγώ έγινα Διοικητής στο 4 Bölük , εκτελώντας χρέη 679 Bolukbashi . Οι μονάδες εφέδρων είχαν καθημερινά λιποταξίες, αλλά οι Στρατιώτες του Τακτικού Στρατού βαστούσαν με αξιοπρέπεια, υπομένοντας τις κακουχίες. Αλλά και τι άλλο να κάναμε; Οι έφεδροι πήγαιναν στα σπίτια τους, καθώς οι περισσότεροι ήταν Ηπειρώτες και μάλιστα από περιοχές που είχαν καταληφθεί, και ανησυχούσαν για τις οικογένειές τους. Εμείς πού να πηγαίναμε; Το δικό σπίτι απείχε χιλιάδες χιλιόμετρα, τώρα σπίτι μου ήταν το Μπιζάνι. Μέναμε λοιπόν εκεί και προσπαθούσαμε να εμψυχώνουμε τους Στρατιώτες μας, να φροντίζουμε για ότι ήταν δυνατόν να γίνει, περιμένοντας την ημέρα της μεγάλης επίθεσης. Αλλά πότε; Και πού; Το Επιτελείο προσπαθούσε με κάθε τρόπο να αποσπάσει πληροφορίες. Το Μπιζάνι στο Κέντρο δεν έδειχνε να κινδυνεύει, αν και κανείς δεν μπορούσε να είναι σίγουρος. Θυμάμαι τα λόγια που είχε πει ο Συνταγματάρχης μας σε μια συγκέντρωση Αξιωματικών του Συντάγματος, λίγες μέρες πριν την τελευταία μεγάλη επίθεση: «Αν οι Έλληνες ήταν Τούρκοι, θα είχαν επιτεθεί κατά μέτωπο και με 5-6.000 απώλειες θα μας είχαν σαρώσει. Αλλά αυτοί δεν είναι σαν κι εμάς, δεν πολεμάνε με καρδιά, οι Αξιωματικοί τους δεν βάζουν μπροστά τους Στρατιώτες στην επίθεση. Προτιμούν τα τεχνάσματα. Θα επιτεθούν στην Καστρίτσα από το Δρίσκο και θα περάσουν στα νώτα μας. Εκεί είναι το αδύνατο σημείο μας. Φέρνουν συνέχεια νέες μονάδες εκεί στο Δρίσκο, αλλά κι εμείς θα τους περιμένουμε. Έχουμε εκεί η την 3 Εφεδρική Μεραρχία και τέσσερα ακόμη Τάγματα Εφέδρων. Και όλα μας τα κανόνια από το Μπιζάνι, αν χρειαστεί μπορούν να στηρίξουν την Καστρίτσα. Δεν θα περάσουν από εκεί οι Έλληνες. Το νου μας λοιπόν εδώ στο Μπιζάνι, και το Σύνταγμά μας να είναι έτοιμο, είτε για να αμυνθεί είτε για να επιτεθεί άμα χρειαστεί.»

678 679

(Λόχος) (Λοχαγός, Διοικητής Λόχου) Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 472

Μεγάλα λόγια … Να επιτεθούμε; Πώς να επιτεθούμε με Στρατιώτες νηστικούς και άρρωστους, χωρίς Αξιωματικούς; Για άμυνα το Μπιζάνι θα αντέξει. Ο Διοικητής του οχυρού, ο Kaymakam Vehib Bey, έδειχνε έμπειρος και ήξερε καλά τα μέρη και τις δυνάμεις του. Αλλά θα αντέξει η Καστρίτσα; Μπορεί κανείς να εμπιστευτεί τους εφέδρους; Το μόνο ενθαρρυντικό ήταν ότι πολλοί από αυτούς που είχαν μείνει, που δεν είχαν ακόμη λιποταχτήσει ήταν Γιαννιώτες, οπότε θα πολεμούσαν για τα σπίτια τους. Αλλά η εκπαίδευση και το ηθικό τους ήταν μέτρια. Όλα αυτά αποδείχτηκαν ασήμαντα, καθώς φάνηκε εκ των υστέρων ότι το Στρατηγείο μας ξεγελάστηκε, ο περιμένοντας επίθεση από τα ανατολικά και αφήνοντας αδύναμα τα δυτικά. Εκεί ήταν μόνο το 68 Σύνταγμά μας και Τάγματα Εφέδρων, με πολύ λίγα πυροβόλα και μετρημένες οβίδες. Στις 19 Φεβρουαρίου άρχισε ο μεγάλος βομβαρδισμός. Ο ουρανός έβρεχε φωτιά και σίδερο όλη μέρα. Τα πυροβόλα μας τσακίζονταν το ένα μετά το άλλο και μετά το μεσημέρι σταμάτησαν να βάλλουν, και όσα ήταν ακόμη γερά καλύφθηκαν στα τσιμεντένια οχυρά και τους σκαμμένους βράχους, με σκοπό να βγουν ξανά όταν θα άρχιζε η επίθεση του Πεζικού. Πήραμε διαταγή να επανδρώσουμε τα χαρακώματα για να είμαστε έτοιμοι. Και τότε τα Ελληνικά πυροβόλα άρχισαν να χτυπάνε τα χαρακώματα με χιλιάδες βολιδοφόρες οβίδες. Είδα Στρατιώτες να τρελαίνονται και να πετάγονται έξω από τα χαρακώματα, ζητώντας το θάνατο που θα έδινε τέλος στο μαρτύριό τους. Και είδα και άλλους να κλαίνε σαν μικρά παιδιά. Και είδα κορμιά διαλυμένα και χέρια και πόδια κομμένα και πεταμένα εδώ κι εκεί. Όποτε αραίωνε λίγο το πυρ, κοίταζα με τα κυάλια κατά τους εχθρούς απέναντι. Ούτε που κουνιόντουσαν από τις θέσεις τους. Το άλλο πρωί, 20 Φεβρουαρίου, ξανάρχισε ο βομβαρδισμός πιο έντονος. Αλλά θαρρείς και δεν μας ένοιαζε πια. Είχαμε πια μάθει να φυλαγόμαστε και έπρεπε να είναι πολύ άτυχος κανείς για να τον βρει η οβίδα στην κρυψώνα του, στο χαράκωμα ή στα τσιμεντένια οχυρά. Και οι πυροβολητές είχαν αποτραβηχτεί κι αυτοί, τα κανόνια μας δεν ρίχνανε καθόλου. Πότε θα φανούνε οι δειλοί εχθροί να τους τσακίσουμε; «Ελάτε βρε κιοτήδες», έβριζα από μέσα μου. Είδα με τα κυάλια εχθρικά Τάγματα να προωθούνται στο ύψωμα 703, που ήταν απέναντί μας και να σταματούν εκεί. Περίμενα να συνεχίσουν την επίθεση αλλά τίποτα. Και τότε πια κατάλαβα ότι η μεγάλη μάχη γινόταν αλλού. Και εμείς, καρφωμένοι στα οχυρά και στα χαρακώματα, ήμασταν μόνο στόχοι για τα εχθρικά κανόνια. «Τροφή για τα κανόνια» που θα λέγαμε σήμερα. Τροφή για το αιμοβόρο τέρας του πολέμου. Και η μέρα πέρασε έτσι, με συνεχή βομβαρδισμό, που δεν μας άφηνε να καταλάβουμε τι γίνεται γύρω μας, πού γίνονται οι αληθινές μάχες. Όλα τα σύρματα του τηλεφώνου είχαν κοπεί από τον βομβαρδισμό. Δεν είχαμε ιδέα τι γίνεται σε άλλους τομείς. Σαν νύχτωσε, ξέραμε ότι δεν θα γινόταν επίθεση τη νύχτα. Αλλά δεν ξέραμε τι μας ξημέρωνε. Λίγο μετά τα μεσάνυχτα, είδαμε να περνάει κάτω στο δημόσιο δρόμο που ερχόταν από τα Γιάννενα, μία άμαξα με δυο μεγάλα φώτα. Στην άμαξα, που είχε λευκή σημαία, ήταν δυο Αξιωματικοί μας, ένας Αξιωματικός Έλληνας, που αργότερα έμαθα ότι ήταν ο Ταγματάρχης Βελισσαρίου των Ευζώνων και ένας παπάς. Τότε κατάλαβα. Τα μάτια μου γέμισαν δάκρυα και το κεφάλι μου πήγαινε να σπάσει από πόνο. ‘Ώστε αυτό ήταν; Έτσι τελειώνει ένας πόλεμος; Στο μυαλό μου ερχόντουσαν οι εικόνες των Στρατιωτών μου που σκοτώθηκαν, των φίλων μου που χάθηκαν ή έμειναν ανάπηροι. Δεν μπορούσα να σκεφτώ τίποτα άλλο πια. Κάθισα σε μια γωνιά αμίλητος και παραδομένος. Και όσοι ήταν γύρω μου κατάλαβαν κι αυτοί. Ειδοποιηθήκαμε να τους αφήσουμε να περάσουν από τις θέσεις μας. Τις επόμενες ώρες είχε ησυχία και βρήκαμε την ευκαιρία να απομακρύνουμε τους τραυματίες προς τα πίσω και να θάψουμε τους νεκρούς μας, πριν αρχίσει η άλλη μέρα, κατά πώς πιστεύουμε εμείς οι Μουσουλμάνοι ότι πρέπει να γίνεται. Και πριν ξημερώσει, μας κάλεσε ο Διοικητής όλους τους Αξιωματικούς και μας είπε πως είναι Διαταγή Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 473

να σηκώσουμε άσπρες σημαίες και να αφήσουμε κάτω τα όπλα, να μη ρίξουμε στους Έλληνες καθώς θα ερχόντουσαν προς τις θέσεις μας. Σαν ξημέρωσε είδαμε ένα αυτοκίνητο να περνάει από τη δημοσιά, πηγαίνοντας προς τα Γιάννινα. Και πριν τις 9 πέρασαν Ίλες Ιππικού, Ελληνικές, πηγαίνοντας προς την πόλη. Εμείς, υποταγμένοι στη μοίρα μας, περιμέναμε άπρακτοι. Με υψωμένες τις άσπρες σημαίες και περιμένοντας τον νικητή. Τον νικητή που θα ερχόταν γεμάτος αλαζονεία να μας ξεφτιλίσει. Η σκέψη ότι αυτοί που θα ερχόντουσαν να μας αιχμαλωτίσουν θα ήταν πιθανότατα εκείνοι που είχαμε απέναντί μας, εκείνοι που δεν τόλμησαν να επιτεθούν σαν άντρες, με γέμιζε οργή. Αλλά είχα σκοπό να μην το δείξω. Πήγα σε ένα πυροβολείο, που ήταν ένα βαρύ τοπομαχικό πυροβόλο, χτυπημένο αλλά ακόμη ικανό να μάχεται, έφτιαξα τη στολή μου, καθάρισα από τα χώματα το αστραχάνινο καπέλο μου και περίμενα. Κάποιος πρότεινε να βγάλουμε το κλείστρο και να το θάψουμε. Αρνήθηκα. Δεν είχα σκοπό να φερθώ ανέντιμα. Τους έβαλα να το καθαρίσουν κιόλας! Πριν το μεσημέρι, είδα να έρχονται έφιπποι κάποιοι Αξιωματικοί. Ο επί κεφαλής τους συστήθηκε ου στα Γαλλικά. Ήταν ο Συνταγματάρχης Αναγνωστόπουλος, του 9 Συντάγματος Πεζικού. Μου ζήτησε να τον οδηγήσω στον Διοικητή μου, πράγμα που έκανα. Καθώς ούτε ο δικός μου Διοικητής ούτε ο δικός σας ήταν δυνατοί στα Γαλλικά, έκανα εγώ τον διερμηνέα του δικού μου, κι εσύ αδερφέ μου Αριστείδη έκανες τον διερμηνέα του δικού σου. Και όπως γνωρίζεις, ο Συνταγματάρχης σας είπε τότε στο δικό μου ότι είχε ήδη συμφωνηθεί η παράδοση, και απέμενε μόνο η υπογραφή του Πρωτοκόλλου, και γι’ αυτό παρακαλούσε να μείνουμε στις θέσεις μας, φροντίζοντας τους άνδρες μας, μέχρι να τελειώσει και αυτό. Και ότι μέχρι τότε, οι Αξιωματικοί θα φέραμε τα όπλα μας, για την διατήρηση της τάξεως. Ένας δικός μας Ανθυπολοχαγός τους ακολούθησε καθώς έφευγαν και εσύ Αριστείδη έμεινες μαζί μας, μαζί με έναν Στρατιώτη σας. Και το πρώτο που με ρώτησες ήταν αν είχαμε κάποια ανάγκη για επιδέσμους και φάρμακα! Θα είχες κερδίσει από τότε την καρδιά μου, αλλά ήμουν προκατειλημμένος ακόμη και θεώρησα την ερώτησή σου ειρωνική. Και απάντησα «όχι, έχουμε από όλα», παρ’ όλο που ήξερα ότι μας έλειπαν τα πάντα. Και σε ρώτησα αν θα ήθελες να πιεις κάτι. Και εσύ, αντί να με αποπάρεις όπως περίμενα, είπες «ναι» και έστειλα έναν Στρατιώτη να φέρει από το κατάλυμά μου λίγο ρακί που είχε μείνει. Και ήπιαμε «στο τέλος του πολέμου και στην ειρήνη», θυμάσαι; Και είχε και μια μέρα ηλιόλουστη, λες και είχε ξεκινήσει πριν την ώρα της η Άνοιξη.

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 474

Αργά το βράδυ μάθαμε τις λεπτομέρειες του Πρωτοκόλλου Παράδοσης. Και ότι μόνο οι ανώτεροι Αξιωματικοί μας θα κρατούσαν τα ξίφη τους. Και τότε, στάθηκα σε στάση προσοχής, έλυσα τη ζώνη του ξίφους και στο έδωσα μαζί με τη θήκη, χωρίς να πω τίποτα. Εκείνη την ώρα, θα ήθελα να πεθάνω. Το πήρες κι εσύ και το έδωσες στον Στρατιώτη σου, που μάλλον ήταν η ορντινάτσα σου, να το φυλάξει. Και αυτός, κοιτάζοντάς με προκλητικά, ή έτσι μου φάνηκε, πήγε να το φορέσει. Αλλά εσύ κάτι του είπες τότε, και έβγαλε το γυλιό του, ξετύλιξε την κουβέρτα του και τύλιξε με αυτή το σπαθί και το τοποθέτησε στον γυλιό, στην πλάτη του. Λίγο μετά ήρθε η Διμοιρία σου και εγώ μάζεψα τον Λόχο μας. Παραδώσαμε τα όπλα μας και μας είπατε ότι η Διαταγή σας έλεγε να πάμε στα Γιάννενα, βαδίζοντας μέσα στη νύχτα. Δεν σου γράφω άλλα αδερφέ μου Αριστείδη. Τα υπόλοιπα τα γνωρίζεις. Όπως γνωρίζεις και ότι σαν αιχμάλωτος, είχα την τύχη να γνωρίσω τον σεβασμό σας στην «ατυχία» του ηττημένου. Ναι έτσι μας έλεγαν όλοι, «άτυχους». Ούτε «δυστυχείς» ούτε «κακομοίρηδες», ούτε «παλιότουρκους», ούτε και μας έβρισε ποτέ κανείς, τουλάχιστον όσους από εμάς φερθήκαμε σωστά και με αξιοπρέπεια. Είχα την τύχη τότε να γνωρίσω τους Έλληνες και να διδαχθώ, πράγματα που όπως ξέρεις τα εφάρμοσα κι εγώ όταν αργότερα άλλαξαν οι τύχες του πολέμου. Μου εξήγησες κάποτε ότι από τα αρχαία χρόνια, οι Έλληνες θεωρούσαν τους σκλάβους που πιάνανε στον πόλεμο ως «άτυχους». Ότι οι δούλοι στην αρχαία Ελλάδα ήταν κι αυτοί άνθρωποι, άνθρωποι που «ατύχησαν». Το κράτησα και το θυμάμαι αυτό. Όπως θυμάμαι φίλε μου την κάθε στιγμή που περάσαμε μαζί στα χρόνια που πέρασαν. Μέσα από την καρδιά μου εύχομαι να σε έχει ο Θεός καλά και προσεύχομαι να δώσει να συναντηθούμε ξανά μια μέρα, πριν κλείσουμε τα μάτια μας. Δεν ξέρω αν θα γίνει αυτό, αλλά αν δεν γίνει στη ζωή αυτή, θα γίνει στην άλλη. Και θα είναι μαζί και η Νικολέττα σου και η Φατιμέ μου, που μας άφησαν πρόωρα. Και οι τέσσερεις μαζί, θα ξαναπάμε για χταποδάκι και ουζάκι, όπως τότε που είχαμε συναντηθεί στη Θεσσαλονίκη το 1952. Σου στέλνω την αγάπη μου Ο αδερφός σου Ασκέρ

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 475

Η εκκαθάριση της Δυτικής και Βόρειας Ηπείρου, 3η Μεραρχία (Διήγηση του Γεράσιμου)

Μετά την κατάρρευση του εχθρού στο Σαραντάπορο, η Μεραρχία μας πήρε Διαταγή για κατάδίωξη. Το Σύνταγμα αναχώρησε εσπευσμένα στις 12 από το Γλύκοβο, μετά τη χορήγηση πυρομαχικών και με πορεία υπό βροχή φτάσαμε τα μεσάνυχτα στους Λαζαράδες, όπου σταθμεύσαμε για λίγο, και στις 4 αξημέρωτα συνεχίσαμε για να φτάσουμε στα Σέρβια το μεσημέρι. Ευτυχώς για τους Τούρκους, αλλά και για μας γιατί δεν αντέχαμε άλλο, η γέφυρα του Αλιάκμονα χρειαζόταν επισκευή και έτσι αναγκαστικά ξεκουραστήκαμε ως τις 12 του μήνα. Μετά, άρχισαν πάλι οι 12ωρες και 14ωρες πορείες και στις 16 φτάσαμε έξω από τη Βέροια. Μείναμε για λίγο στο χωριό Ζούλα, και την επόμενη μέρα κινήσαμε για τα Γιαννιτσά, όπου πολεμήσαμε στην πρώτη γραμμή της μάχης και για τον ηρωισμό μας πήραμε τα συγχαρητήρια του Μεράρχου, που είπε ότι το Σύνταγμά μας ήταν «παράδειγμα προ μίμηση». Στις δύο και τέταρτο το μεσημέρι της 20ής, Λόχοι μας μπήκαν μέσα στην πόλη και μας ανατέθηκαν καθήκοντα τήρησης της τάξης, για να εμποδιστούν τυχόν αντεκδικήσεις κατά των Οθωμανών κατοίκων. Έβρεχε όλη μέρα ασταμάτητα. Την άλλη μέρα, μετά 5 ώρες πορεία, φτάσαμε στον Αξιό, όπου μείναμε ως τις 25, μέχρι να στηθούνε οι γέφυρες. Δεν μπήκαμε στη Θεσσαλονίκη, καθώς οι Τούρκοι παραδόθηκαν, αλλά μείναμε ως τις 30 σε ένα χωριό που το λέγανε Αρακλί. η

η

Η 3 Μεραρχία διατάχθηκε να ενισχύσει την 5 Μεραρχία στο Σόροβιτς, και έτσι άρχισαν ξανά οι 680 πορείες. Στις 3 Νοεμβρίου είχαμε φτάσει στο σιδηροδρομικό σταθμό του Άγρα , όπου αντικαο ταστήσαμε άλλα τμήματα που μάχονταν. Το επόμενο πρωί ο εχθρός επιτέθηκε σφοδρά στο 3 Τάγμα μας και η μάχη κράτησε ως τις 12, που κάναμε αντεπίθεση «δια της λόγχης» και τον τρέψαμε σε άτακτη φυγή. Στις 5 Νοεμβρίου, με εξαντλητική πορεία και κάτω από ασταμάτητη βροχή, το Σύνταγμα κατευθύνθηκε στο Οσλόπ, από εκεί Κορνίκοβα, Εξήσου (που το βρήκαμε 681 καμένο), Ζελενίτσι, με βροχές αλλά και περνώντας και ποτάμια κολυμπώντας , και τελικά, φτάσαμε στις 11 Νοεμβρίου αργά τη νύχτα στη Ζαγωρίτσαινα, έχοντας διανύσει με τα πόδια πάνω από 220 χιλιόμετρα! Μείναμε εκεί ως τις 30 Νοεμβρίου, που ήρθε Διαταγή να κατευθυνθούμε στα στενά του Μοράβα επάνω στον Γράμμο, με εμπροσθοφυλακή το Σύνταγμα και μια ορεινή Πυροβολαρχία. Στις 4 Δεκεμβρίου, με χιόνια και φοβερό κρύο, φτάσαμε στο χωριό Νοβοσέλο. Την Τετάρτη 5 Δεκεμβρίου, η Μεραρχία επιτέθηκε προς το χωριό Πολόσκα, και στην ο πλαγιοφυλακή ήταν το 1 Τάγμα του Συντάγματός μας, που δέχτηκε επίθεση στον ποταμό Δεβόλ ο ο δίπλα από το χωριό Ντόμπριακ. Το Τάγμα αντεπιτέθηκε με τον 3 και 4 Λόχο και η μάχη ήτανε ος σφοδρή. Ο εχθρός, με αρχηγό τον λήσταρχο Σαλή Μπούτκα, μας κύκλωσε επικίνδυνα. Ο 1 Λόχος πολεμούσε ως τις 3.30 το απόγευμα, αποκρούοντας εχθρικές επιθέσεις με τη λόγχη, ενώ όλο το Τάγμα δέχονταν συνεχώς πυρά από το εχθρικό Πυροβολικό. Ο Ταγματάρχης Σπύρος Βασιλάς ζήτησε βοήθεια από τον Μέραρχο και μετά από λίγο το Πυροβολικό μας ανάγκασε τον εχθρό να υποχωρήσει. Στη μάχη σκοτώθηκαν οι Στρατιώτες Χειμαριός Κωνσταντίνος και Γραμμένος 682 Χρήστος και άλλοι εννέα Στρατιώτες τραυματίστηκαν.

680

(Τότε λεγόταν Βλάδοβο ή Βλάδοβα) (αναφέρεται στο πέρασμα του ποταμού Βόρβορου) 682 Γκογκάκης Ν., Κληρονόμος Αλ., Κοντοσώρος Α., Μεσημέρης Β., Πάγκαλος Ι., Παντελιός Ν., Σαούλης Κ., Φακιολάς Αλ. και Χειμαριός Γ. 681

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 476

Στις 21 Φεβρουαρίου ο Στρατός μας πήρε τα Γιάννινα και εχθρικά τμήματα κατευθύνθηκαν στο Βεράτι με επί κεφαλής τον Τζαβίτ Πασσά. Το Σύνταγμά μας έπιασε προφυλακές στην Πρεμετή. Από το Βεράτι ο Τζαβίτ πήγε στην Κλεισούρα αλλά στις 1 Μαρτίου, η Μεραρχία μας επιτέθηκε τρέποντάς τους σε φυγή. Το Σύνταγμά μας προσπάθησε να τους κύκλωσε αλλά αυτοί κατάφεραν τελικά αποδεκατισμένοι να φτάσουν στην Αλβανία. Μείναμε στην Κλεισούρα ως τις 21 Μαρτίου. Καταδιώκοντας και εκκαθαρίζοντας την περιοχή από τον εχθρό, στις 22 Μαρτίου, το Σύνταγμα πήγε στην Πρεμετή, στις 23 στο Βεράτι, στις 24 στο Λιασκοβίκι, στις 25 στην Ράντενα και στις 26 Μαρτίου, μετά από δεκάωρη πορεία υπό βροχή φτάσαμε στην Μπόροβα όπου κάναμε στάση γιατί άρχισε να χιονίζει και το κρύο έγινε ανυπόφορο. Αλλά δεν σταματήσαμε την καταδίωξη και την απελευθέρωση περιοχών. Δυο μέρες μετά, στις 28 Μαρτίου μετά από δωδεκάωρη πορεία υπό ασταμάτητη βροχή και ενώ χρειάστηκε να περάσουμε ξανά κολυμπώντας το Βόρβορο και την Ιλύ, φτάσαμε στο Καφζέζι. Την άλλη μέρα, περνώντας κι άλλο ποτάμι, φτάσαμε στο Φλιώκι και την επομένη στο Δρένοβο. Στις 1 Απριλίου, με χιόνια, φτάσαμε στην Κορυτσά και την επόμενη στη Μπίλιστα. Με χιόνια και δυνατό κρύο φτάσαμε στις 3 Απριλίου στο Βάμπελι και την επόμενη μέρα στο Σιμαρδέσι, στη Μπρέσνιτσα. Στις 5 Απριλίου περπατήσαμε για τέσσερεις ώρες μέσα από Βουλγαρικά χωριά και την επομένη μέρα, μετά από εφτάωρη πορεία φτάσαμε στην Ερμέντσκα. Από εκεί, στις 7 ο ο ο Απριλίου, το 1 και 3 Τάγμα πήγανε στο Κουτσόβεν ενώ το 2 παράμεινε στην Φλώρινα. Τελικά, στις 10, το Σύνταγμα συγκεντρώθηκε στο σιδηροδρομικό σταθμό της Φλώρινας, και την επόμενη μέρα πήραμε το τραίνο που πριν τα μεσάνυχτα μας έφερε στο Βερτεκόπ, στη Σκύδρα που λέμε σήμερα. Από εκεί Γιαννιτσά και Θεσσαλονίκη και στις 27 το Σύνταγμα στρατοπέδευσε στο Βαθύλακο όπου αντί να πάρουμε απολυτήριο όπως ελπίζαμε, μας βρήκε η έναρξη του νέου πολέμου. Τα σπίτια μας στην Κέρκυρα τα είδαμε ξανά στις 27 Νοέμβρη. Όλη η πόλη, που στο μεταξύ είχε ου μετονομάσει την πλατεία της προκυμαίας σε «Πλατεία 10 Πεζικού Συντάγματος» είχε έρθει να μας υποδεχτεί. Σαν βγήκαμε στην προκυμαία, παρά τη δυνατή βροχή, ήταν όλοι εκεί με σημαίες και οι δύο Φιλαρμονικές μας παιάνιζαν το «εωθινόν». Ήταν εκεί και ο Μητροπολίτης, ο Νομάρχης, όλοι … Με χείλη τρεμάμενα και μάτια βουρκωμένα χαθήκαμε στις αγκαλιές και τα φιλιά συγγενών και φίλων. Και μετά παρελάσαμε με επί κεφαλής τις Φιλαρμονικές και ανεβήκαμε στη Σπιανάδα, διασχίζοντας τις οδούς «Αγίου Αντωνίου» και «Νικηφόρου Θεοτόκη», ενώ από τα παράθυρα μας ρίχνανε άνθη, φύλλα δάφνης και ζαχαρωτά. Και στη Σπιανάδα μας έβγαλε λόγο ο Δήμαρχος κ. Δημ. Κόλλας. Και από τότε, η περίφημη «Σαραντάπορος», η σημαία μας, στόλιζε σε κάθε επίσημη γιορτή τον ιστό της ακρόπολης του παλαιού ενετικού φρουρίου, που ήταν η έδρα 683 του Συντάγματος .

683

Η περίφημη αυτή σημαία, η «Σαραντάπορος», δεν υπάρχει πια. Όταν υπογράφτηκε η παράδοση της Κέρκυρας στους Ιταλούς, Αξιωματικοί του 10ου Συντάγματος την πήραν μαζί τους και πήγαν στο όρος του Παντοκράτορα, όπου δεν είχαν φτάσει ακόμη οι Ιταλοί. Εκεί συνεδρίασε για τελευταία φορά το στρατιωτικό συμβούλιο και αποφάσισαν να την κάψουν για να μην πέσει στα χέρια του εχθρού. Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 477

Τρίτη 5 Μαρτίου 1912 - Η δολοφονία του Βασιλέως Γεωργίου Α’ Όταν στις 5 Οκτωβρίου του 1912 η Ελλάδα κήρυξε τον πόλεμο στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, θα έπρεπε να είναι κανείς πολύ αισιόδοξος για να φανταστεί ότι τρεις εβδομάδες αργότερα ο Ελληνικός Στρατός θα έμπαινε στην πρωτεύουσα της Μακεδονίας. Η Θεσσαλονίκη ήταν μία πόλη που έσφυζε από ζωή, μία μεγαλούπολη με 170.000 κατοίκους, όταν η Αθήνα είχε 150.000, το Βελιγράδι 105.000 και η Σόφια μόνο 80.000. Οι Έλληνες ήταν υπερήφανοι για το απόκτημά τους και ήταν αποφασισμένοι να το κρατήσουν. Το ίδιο και ο 70χρονος Βασιλέας Γεώργιος Α’, που για να επισημοποιήσει και να εδραιώσει την Ελληνική παρουσία, δεν δίστασε να εγκατασταθεί και ο ίδιος στην πόλη. Στο διάστημα της παραμονής του συνήθιζε, όπως και στην Αθήνα, να πραγματοποιεί καθημερινά περιπάτους, χωρίς συνοδεία ή με ελάχιστη προστασία. Το απομεσήμερο της 5ης Μαρτίου, ο Γεώργιος κατέβηκε από το μέγαρο Χατζηλαζάρου, που χρησιμοποιούσε ως Βασιλικό Ανάκτορο, στην αποβάθρα του Λευκού Πύργου. Δεν γνωρίζουμε αν ήθελε να πραγματοποιήσει επίσκεψη εθιμοτυπίας στον Γερμανό Ναύαρχο Γκόπφεν που ήταν στο λιμάνι με το πολεμικό πλοίο «Γκέμπεν» ή αν έκανε απλά τον απογευματινό του περίπατο. Τον συνόδευαν από απόσταση δύο Κρήτες Χωροφύλακες και μαζί του βάδιζε ο Υπασπιστής του Ταγματάρχης Φραγκούδης, στον οποίο «εξέφραζε την μεγάλην του χαράν δια την πτώσιν των Ιωαννίνων, πλειστάκις τονίσας των νέον θρίαμβον των ης Ελληνικών όπλων», όπως σημείωνε σε σχετικό ρεπορτάζ η εφημερίδα «Εμπρός» της 7 Μαρτίου, που συμπλήρωνε: «Η ευδιαθεσία του Βασιλέως εξηκολούθησε και μετά μίαν ώραν, όταν η Α. Μ. ήρχισε να επιστρέφη εις το Ανάκτορον. Όταν διήρχετο προ του Λευκού Πύργου, εγγύτατα του πλήθους το οποίον περιεστοίχιζε την κατ’ εκείνην την ώραν παιανίζουσαν μουσικήν, επλησίασεν, ανεμίχθη μετά των πολιτών, ήκουσε μουσικήν και κατά την δημοκρατικήν του συνήθειαν, συνωμίλησε μετά των ανθρώπων του λαού οι οποίοι ευρίσκοντο εκεί. Μετά τούτο, εισήλθεν εις την λεωφόρον της Αγίας Τριάδας …». Ο Διοικητής Χωροφυλακής Μομφεράτος κρατούσε γερά την τάξη με τους χίλιους Κρητικούς χωροφύλακές του και παντού βασίλευε χαρά και ευθυμία, καθώς η πόλη γιόρταζε την κατάληψη του Μπιζανίου. Ο Γεώργιος απαγόρευε να τον συνοδεύουν και να τον φρουρούν από απόσταση μικρότερη των 40-50 μέτρων. Έτσι δεν ήταν δύσκολο στο δολοφόνο να ρυθμίσει το πού και πότε 684 θα τον χτυπήσει. Κατά τις 4 το απόγευμα, καθώς ο Βασιλιάς επέστρεφε στο Ανάκτορο περνώντας από την περιοχή «Κερίμ Εφέντη», κοντά στο καφενείο «Πασά Λιμάν», στη διασταύρωση Πύργων και Αγίας Τριάδος, βαδίζοντας στο δεξί πεζοδρόμιο και όχι μακριά από το Αστυνομικό Τμήμα, ο δολοφόνος παραμόνευε καθισμένος σε ένα καφενείο, δίπλα σε δυο τρεις Τούρκους. Σηκώθηκε βιαστικά και από το απέναντι πεζοδρόμιο προσπέρασε τη συνοδεία, βαδίζοντας αντίθετα. Μόλις ο Βασιλιάς πέρασε τη γωνία, τον πλησίασε και τον πυροβόλησε από πίσω, από

684

Οι μαρτυρίες για την ώρα διαφέρουν, καθώς άλλοι μιλούν για 3 μμ, άλλοι για 4.30 μμ Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 478

685

απόσταση δύο-τριών βημάτων, με ένα Μαυροβουνιώτικο περίστροφο . Φαίνεται μάλιστα ότι είχε προηγουμένως χαράξει την μολύβδινη βολίδα, γιατί καθώς αυτή εισήλθε από την πλάτη και διαπέρασε την καρδιά, δημιούργησε μία τεράστια «πύλη εξόδου» βγαίνοντας από το στήθος. Ο 686 Βασιλιάς παραπάτησε βγάζοντας μόνο ένα βογγητό πόνου. Ένας Εβραίος «zarzavachi» (οπωροπώλης), ονόματι Ααρών Αμίρ, που ήταν κοντά, έτρεξε να τον συγκρατήσει. Ο δολοφόνος επιχείρησε να πυροβολήσει και τον Φραγκούδη, αλλά αυτός πρόλαβε να 687 τον αφοπλίσει και να τον παραδώσει σε δύο Κρητικούς Χωροφύλακες, ενώ ταυτόχρονα φώναξε: «Ένα αμάξι, γρήγορα, ένα αμάξι». Ο Αμίρ τον πήρε στα χέρια και τον έβαλε σε μία 688 άμαξα . Σε αφασία τον μετέφεραν στο ΠΑΠΑΦΕΙΟ που είχε μετατραπεί σε νοσοκομείο λόγω του Πολέμου, κι εκεί ανέλαβε ο Ανθυπίατρος Μαλαμίδης. Αλλά ο Γεώργιος ήταν ήδη νεκρός.

685

Τι είναι το Μαυροβουνιώτικο περίστροφο (Montenegrin revolver); Είναι ένα διπλής δράσης περίστροφο, που έβαλε το φυσίγγιο 11,25x36 mm. Τα περίστροφα αυτά παράγονταν στην Αυστρία, το Βέλγιο και την Ισπανία, όχι στο Μαυροβούνιο (Montenegro), αλλά συνδέθηκαν με αυτό όταν ο Βασιλιάς Νικόλαος του Μαυροβουνίου, προσπαθώντας να ενώσει το μικρό Βασίλειό του και αντιμετωπίζοντας εχθρικούς γείτονες όπως η Αυστρία και οι Αλβανοί, εξέδωσε μία πρωτοφανή εντολή με την οποία: «Κάθε άρρην Μαυροβούνιος είναι μέλος Πολιτοφυλακής, και ως εκ τούτου όχι μόνο επιτρέπεται αλλά επιβάλλεται να διαθέτει τουλάχιστον ένα περίστροφο Gasser». Πρόκειται για Αυστριακά περίστροφα Gasser υποδείγματος 1870, που πουλήθηκαν στο Μαυροβούνιο όταν ο Αυστριακός Στρατός τα αντικατέστησε με τα περίστροφα Gasser υποδείγματος 1878. Λέγεται ότι ο Νικόλαος ήταν και μέτοχος της εταιρείας «Leopold Gasser», που χάρη στην παραγγελία αυτή επιβίωσε ως το τέλος του Α’ Π.Π. Τα περίστροφα αυτά ήταν ιδιαίτερα δημοφιλή, ιδίως ανάμεσα σε Αξιωματικούς, λόγω του εξαιρετικά ισχυρού φυσιγγίου τους. Θα λέγαμε ότι ήταν τα «Magnum» της εποχής εκείνης, αφού το φυσίγγιο 11,25x36 mm είναι πιο μακρύ και από ένα «0.44 Magnum». Με γόμωση μαύρης πυρίτιδας και βολίδα 310-grain, με ταχύτητα εξόδου πάνω από 900 πόδια/sec, είναι πιο ισχυρό ακόμη και από σύγχρονα όπλα όπως το 45άρι Colt ή το Ρώσικο 0.44”. 686 (οπωροπώλης) 687 Σύμφωνα με διηγήσεις, ο δολοφόνος δέχθηκε κατακέφαλα τις σπαθιές του Φραγκούδη (ή ενός Χωροφύλακα σύμφωνα με άλλους) και συνελήφθη βουτηγμένος στα αίματα. 688 Κατ’ άλλους, ο Βασιλιάς έπεσε κάτω και μόλις που πρόλαβε να ρίξει μια ματιά σ’ ένα Στρατιώτη που τον ανασήκωσε και να του σφίξει το χέρι. Ο Μάσσιμο Αριγκόνι, γιος του διάσημου αρχιτέκτονα της Θεσσαλονίκης Πιέρρο Αριγκόνι (όπως διαβάζουμε στο «Χρονικό της Θεσσαλονίκης» του Κώστα Τομανά), διηγείται: «Το απόγευμα της δολοφονίας βρισκόμουν μέσα στο τραμ, που ήταν σταματημένο στην στάση της Αγίας Τριάδας. Είδα τον Βασιλιά να περπατάει στο πεζοδρόμιο μαζί με τον Υπασπιστή του και σε κάποια στιγμή να τον πλησιάζει ένας από πίσω και να τον πυροβολεί. Είδα ακόμα τους δυο βρακοφόρους Χωροφύλακες που τον ακολουθούσαν εξ αποστάσεως, να πιάνουν τον φονιά που προσπάθησε να ξεφύγει προς την θάλασσα. Είδα και τον μπακάλη της γειτονιάς μας Ααρών Αμίρ να παίρνει αγκαλιά τον πληγωμένο βασιλιά και να τον βάζει σε μια άμαξα, που ξεκίνησε αμέσως και, διασχίζοντας την ανηφορική οδό Αγίας Τριάδας διευθύνθηκε προς το Παπάφη που ήταν τότε νοσοκομείο. Όπως μάθαμε, σε λίγο ξεψύχησε χωρίς να πει ούτε λέξη.» Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 479

Από το Νοσοκομείο, η σωρός του μεταφέρθηκε με αυτοκίνητο στην Έπαυλη Χατζηλαζάρου, με συνοδεία τους Υπασπιστές Πάλλη, Σκουμπουρδή και Φραγκούδη. Ενώ ο δολοφόνος Αλέξανδρος Σχινάς μεταφέρθηκε στο Αστυνομικό Τμήμα Φαλήρου Θεσσαλονίκης, όπου ανακρίθηκε από τον Πρωτοδίκη Β. Κανταρέ και τον Γραμματέα Γιαννιώτη. Η πόλη τέθηκε σε κατάσταση επιφυλακής, για να αποφευχθούν επεισόδια καθώς κυκλοφόρησε η φήμη ότι οι δολοφόνοι ήταν Βούλγαροι. Τα εμπορικά καταστήματα έκλεισαν και μόλις νύχτωσε τα φώτα των δρόμων και των κατοικιών παρέμειναν σβηστά. Οι καμπάνες στις Εκκλησίες χτυπούσαν πένθιμα. Την Παρασκευή 8 Μαρτίου, σε έκτακτη συνεδρίαση της Βουλής, ο Κωνσταντίνος ορκίστηκε ως νέος Βασιλιάς. Και στις 12 Μαρτίου αναχώρησε για την Θεσσαλονίκη, με τη βασιλική θαλαμηγό «Αμφιτρίτη», με τη συνοδεία πλοίων του Ελληνικού Στόλου αλλά και των Μεγάλων Δυνάμεων. Αφού εκτέθηκε σε λαϊκό προσκύνημα για πολλές ημέρες, η σωρός του Γεωργίου μεταφέρθηκε σε κιλλίβαντα πυροβόλου στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης. Από εκεί η σωρός μεταφέρθηκε ατμοπλοϊκώς στον Πειραιά με την «Αμφιτρίτη», στην οποία επέβαιναν οι συγγενείς και πολλοί αξιωματούχοι. Σε κλίμα «μελαγχολικής μεγαλοπρέπειας», έφτασε στην Αθήνα, όπου στις 20 Μαρτίου έγινε η κηδεία και τάφηκε στον λόφο «Παλιόκαστρο», στα Ανάκτορα του Τατοΐου. Στις 22 Απριλίου, ο Σχινάς, καθώς μεταφερόταν στον επάνω όροφο του κτιρίου όπου εκρατείτο, «διέφυγε της προσοχής των χωροφυλάκων και ηυτοκτόνησε πεσών εκ του παραθύρου» (όπως ανέφερε η ανακοίνωση της Αστυνομίας). Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 480

Ο Γεώργιος είχε γεννηθεί στην Κοπεγχάγη στις 24-12-1845 και ήταν δευτερότοκος γιος του μετέπειτα Βασιλέως της Δανίας Χριστιανού Θ΄ Γλύξμπουργκ. Βασιλιάς των Ελλήνων εκλέχτηκε μετά από ψήφισμα της Β' Εθνοσυνέλευσης στις 18-3-1863, λίγο μετά την εκθρόνιση του Όθωνα. Είναι αξιοσημείωτο είναι ότι στο ψήφισμα αυτό ο Γεώργιος αποκαλείται «Βασιλεύς των Ελλήνων», κατόπιν προτροπής του ιδίου, και όχι «Βασιλεύς της Ελλάδας», όπως ονομαζόταν ο Όθων. Η Υψηλή Πύλη διαμαρτυρήθηκε έντονα για την επιλογή αυτή, που υπονοούσε ότι ο Γεώργιος θα ήταν Βασιλιάς όχι μόνο των κατοίκων της Ελλάδας, αλλά και όλων των Ελλήνων, όπου κι αν βρίσκονταν. Στα ξενόγλωσσα κείμενα ο τίτλος ήταν «ROI DES GRECS». Αργότερα, σε μία προσπάθεια συμβιβασμού με την Πύλη, έγινε «ROI DES HELLENES». Ο Γεώργιος ήταν ένας καλός Βασιλιάς, που κατάφερε να προσαρμοστεί στην Ελληνική πολιτική ζωή και να την επηρεάσει σημαντικά. Όσοι τον γνώρισαν έλεγαν ότι ο θυρεός του «Πατήρ του Έθνους» ήταν ακριβής στην κυριολεξία. Η διαλλακτικότητα και η ψυχραιμία του, του επέτρεπαν να διατηρεί ανοιχτές γραμμές με όλον τον πολιτικό κόσμο. Και χωρίς να είναι ιδιαίτερα δημοφιλής, η εξουσία του υπήρξε πάντοτε σεβαστή. Σαν αποτέλεσμα, όχι μόνο η Βασιλεία του υπήρξε μακροχρόνια, αλλά και συνέβαλε στην ωρίμανση του Ελληνικού πολιτικού κόσμου, που 689 επί των ημερών του εξευρωπαΐστηκε σε μεγάλο βαθμό . Για τις Μεγάλες Δυνάμεις ήταν «ο πλέον αξιόπιστος Έλληνας συνομιλητής». Και κατά την έκφραση του Βρετανού Βασιλιά Γεωργίου Ε΄, «ο θάνατός του ήταν μεγάλη απώλεια για την Ελλάδα». Γεγονός είναι πως ποτέ δεν φανάτισε τον Ελληνικό λαό υπέρ ή εναντίον του, ούτε καν την περίοδο της Επανάστασης του 1909, και ότι επί των ημερών του η Βασιλεία δεν είχε ένθερμους οπαδούς ούτε εχθρούς. Η ικανότητά του φάνηκε ιδιαίτερα στις διενέξεις του Διαδόχου Κωνσταντίνου με τον Πρωθυπουργό Βενιζέλο, στις οποίες έπαιξε σαφέστατα κατευναστικό και εξισορροπητικό ρόλο. Η είδηση της δολοφονίας είχε σημαντική απήχηση την Ευρώπη και ιδιαίτερα στους Βασιλικούς Οίκους, ενώ προκάλεσε ζωηρή ανησυχία στους Έλληνες πολίτες, αλλά και την πολιτική και στρατιωτική ηγεσία της χώρας. Αρχικά, σχηματίστηκε η εντύπωση πως δράστης ήταν Βούλγαρος Στρατιώτης του Βουλγαρικού Συντάγματος, που από τον Οκτώβριο είχε μείνει στην πόλη. Ο τότε Στρατιωτικός Διοικητής Θεσσαλονίκης, Πρίγκηπας Νικόλαος, έγραψε σχετικά στο ημερολόγιό του: «… Ο φόβος μήπως αυτό το φρικτόν έγκλημα χρησιμεύση ως σύνθημα για μια εθνική εξέγερσι εναντίον των Βουλγάρων, των οποίων η αυθάδεια, η κακοπιστία και ο ακράτητος εγωισμός είχον 689

Αν και άνθρωπος της «καλής ζωής», κρατούσε πάντα τα προσχήματα στο αυστηρών αρχών Αθηναϊκό περιβάλλον. Αλλά όποτε έφευγε στο εξωτερικό, δεν έχανε την ευκαιρία να γευτεί όσες απολαύσεις δεν μπορούσε στην Ελλάδα. Κατά τη διάρκεια ταξιδιού του στη Ρωσία, για να συναντήσει την αδελφή του Μαρία Φεοντόροβνα, σύζυγο του Τσάρου Αλέξανδρου Γ΄, γνώρισε και παντρεύτηκε στις 14 Οκτωβρίου 1867 στην Αγία Πετρούπολη, την δεκαεξάχρονη τότε Μεγάλη Δούκισσα Όλγα Κωνσταντίνοβνα της Ρωσίας. Απέκτησαν οκτώ παιδιά: Τον Βασιλέα Κωνσταντίνο (1868-1923), τον Πρίγκηπα Γεώργιο (1869-1957), την Πριγκήπισσα Αλεξάνδρα (18701891), τον Πρίγκηπα Νικόλαο (1872-1938, πατέρα της Πριγκίπισσας Μαρίνας του Κεντ), την Πριγκήπισσα Μαρία (1876-1940, σύζυγο του Μεγ. Δούκα Γεωργίου Μιχαήλοβιτς που δολοφόνησαν οι Μπολσεβίκοι το 1919, και παντρεύτηκε ξανά το 1922 τον Ναύαρχο Περικλή Ιωαννίδη), την Πριγκήπισσα Όλγα (1880, πέθανε έξι μηνών), τον Πρίγκηπα Ανδρέα (1882-1944, πατέρα του Πρίγκηπα Φιλίππου, Δούκα του Εδιμβούργου) και τον Πρίγκηπα Χριστόφορο (1888-1940). Αδελφή του Γεωργίου ήταν η Βασίλισσα Αλεξάνδρα σύζυγος του Βασιλιά Εδουάρδου Ζ΄ της Αγγλίας. Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 481

φθάσει τότε εις το κατακόρυφον με έκαμε και μπόρεσα να συγκρατήσω κάπως τον εαυτόν μου! Εκείνο που συνετέλεσεν επίσης εις τούτο ήτο, ότι όλοι σχεδόν όσοι ευρίσκοντο εκεί, και πρώτος ο Ρακτιβάν, ο οποίος ήτο αντιπρόσωπος της Κυβερνήσεως, τα είχαν χάσει κυριολεκτικώς! Όλοι ανεξαιρέτως, και εγώ πρώτος, είχαμε όχι μόνον την υποψίαν, αλλά σχεδόν την πεποίθησιν ότι το έγκλημα είχε εκτελεσθή από Βούλγαρον. Όταν επήγα εις το Νοσοκομείον, όπου είχον μεταφέρει τον καϋμένον τον Βασιλέα, ήλθε ο Α. Μομφεράτος, ο τότε διευθυντής της Αστυνομίας, να μου αναφέρη ότι εις την πόλιν επεκράτει τρομερός ερεθισμός και ότι οι πολίται και οι Στρατιώται συνήρχοντο παντού με την πρόθεσιν να προβούν εις αντίποινα. Αυτή η είδησις με έκαμε να συνέλθω κομμάτι. Συλλογίσθηκα πως εάν δεν ελαμβάνετο αμέσως ένα μέτρον, μπορούσαν να επέλθουν ανυπολόγιστοι καταστροφαί. Διέταξα λοιπόν αμέσως τον Διευθυντήν της Αστυνομίας και τον Φρούραρχον Συνταγματάρχην Δράκον να σπεύσουν εις την πόλιν και να διαδώσουν παντού ότι ο δολοφόνος ήτο Έλλην … Την μεγαλυτέραν συγκίνησιν και ανησυχίαν από εμέ είχεν ο Ρακτιβάν. Όταν ήλθε κοντά μου και είδε τα χάλια μου, μου είπε: “Προσπαθήστε να κρατήσετε την ψυχραιμίαν σας, διότι εσείς έχετε αυτήν την στιγμήν την μεγαλυτέραν εξουσίαν και από σας εξαρτάται το παν!”» Πράγματι, στις επόμενες ώρες, η Αστυνομία ανακοίνωσε το όνομα του δράστη. Και διέρρευσε η πληροφορία πως ο δράστης ήταν αναρχικός και σχεδόν παράφρων, και ότι δολοφόνησε τον Γεώργιο από εκδίκηση, επειδή στο παρελθόν ο Βασιλιάς είχε αρνηθεί να του χορηγήσει ης οικονομική βοήθεια. Σε ανταπόκριση της εφημερίδας «Εμπρός» της 7 Μαρτίου σκιαγραφείται το «πορτραίτο» του δράστη: «… Εκ της ανακρίσεως δεν προέκυψαν στοιχεία επιβαρύνοντα άλλα πρόσωπα. Ο δολοφόνος είνε έκφυλος, αλήτης, ουχί βεβαίως παράφρων, πάντως όμως ανισόρροπος, ζων δι’ επαιτείας. Προ επταετίας εις ουδεμίαν σχέσιν ευρίσκετο μετά της ενταύθα αδελφής του. Αφίκετο ενταύθα προ 20 ημερών εξ Αθηνών, μετά ολιγοήμερον διαμονήν εν Βόλω οπόθεν διήλθε. Εις τινάς πλησιάζοντας αυτόν τελευταίως ανέπτυσσε περιέργους ιδέας περί σοσιαλισμού, ότι όλοι οι άνθρωποι, εκτός ολίγων, θα είνε ίσοι, ότι δεν θα υπάρχουσι πλέον πλούσιοι και πτωχοί και ότι οι εργάτες θα εργάζωνται μόνο δύο ώρας την ημέραν … Έζη εις εν άθλιον χάνι, δίδων δύο γρόσια την ημέραν δια τον ύπνον του. Δεν έτρωγε παρά μόνο γάλα. Είχεν εγγραφή προ ετών εις την Ιταλικήν Σχολήν του Πανεπιστημίου Αθηνών, αλλά δεν εφοίτησε σοβαρώς. Ήτο αποδιοπομπαίος τράγος εις την οικογένειάν του … Εις υποβληθείσας εις αυτόν ερωτήσεις απαντά μετά ειρωνίας. “Τι είχες με τον Βασιλέα” ερωτά ο Ανακριτής. “Προ δύο ετών” απήντησε “υπέβαλα μίαν αναφοράν εις το Παλάτι ζητών βοήθεια και ο Υπασπιστής με εξεδίωξε με τρόπον βάναυσον”». Ο Σχινάς ήταν δάσκαλος και είχε υπηρετήσει στην Αγουλινίτσα και την Κατερίνη. Κατόπιν, τον κάλεσαν στην Κλεισούρα μαζί με την αδελφή του, η οποία ήταν επίσης δασκάλα. Εκείνη όμως αρνήθηκε να υπηρετήσει μαζί του, με αποτέλεσμα να ακυρωθεί ο διορισμός. Ο Σχινάς επέστρεψε στην Αθήνα οικονομικά εξαθλιωμένος και το επόμενο διάστημα αναζητούσε εργασία, χωρίς αποτέλεσμα. Έπαθε φυματίωση από τις κακές συνθήκες διατροφής και διαβίωσης. Σε κατάσταση απόγνωσης, απευθύνθηκε για βοήθεια στο Παλάτι, αλλά τον έδιωξε ο Υπασπιστής Φραγκούδης. Σχετικά με φήμες που τον συνέδεαν με σοσιαλιστικούς ή αναρχικούς κύκλους του Βόλου, τα στοιχεία είναι αντικρουόμενα: Κάποιες πληροφορίες τον ήθελαν εκδότη περιοδικού σοσιαλιΦ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 482

στικών τάσεων, αλλά ο Γ. Κορδάτος υποστηρίζει πως «ο Σχινάς ήταν άγνωστος στο Βόλο»

690

.

Την εποχή της δολοφονίας, οι γεωστρατηγικές συνθήκες στην ευρύτερη περιοχή ήταν ιδιαίτερα ρευστές. Ο Πρώτος Βαλκανικός Πόλεμος δεν είχε τελειώσει τυπικά, ο Δεύτερος θα ξεσπούσε σε λίγο αλλά και στην Ευρώπη πλήθαιναν οι ενδείξεις για το επερχόμενο Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Έτσι κυκλοφόρησαν διάφορες θεωρίες για τα κίνητρα της δολοφονίας. Η πρώτη στηρίζεται φυσικά στην επίσημη εκδοχή περί μεμονωμένου δολοφόνου με κίνητρο την εκδίκηση. Αν και πολύ λίγοι έχουν πεισθεί από αυτήν, αξίζει να αναφερθεί μία πληροφορία που παραθέτει ο Walter Christmas, προσωπικός φίλος και βιογράφος του Γεωργίου, η οποία την ενισχύει. Σύμφωνα με τον Christmas, το πρωί της δολοφονίας, σε συνάντησή του με τον Γεώργιο, στην ήταν παρών και ο Πρίγκηπας Νικόλαος, ο Βασιλιάς του είπε ότι «η πεντηκονταετηρίδα του, τον προσεχή Οκτώβριο, θα σήμαινε το τέλος της Βασιλείας του». Όπως αναφέρει ο Christmas, «ο Πρίγκηπας Νικόλαος κίνησε την κεφαλή του, σαν να του ήταν γνωστή αυτή η απόφαση, και το δεχόταν ως γνωστό». Και ότι επειδή έδειξε έκπληξη, ο Γεώργιος συνέχισε λέγοντας: «Ναι, θα παραιτηθώ. Είναι καιρός να αναλάβει ο γιος μου. Έφτασε σε κανονική ηλικία, έχει σθεναρότητα, την οποία εγώ πλέον δεν έχω. Είναι δημοφιλής και έχει κερδίσει θέση περιωπής και μέσα και έξω. Η ώρα του ήλθε.» Όπως γράφει ο Christmas «… κατά την συνομιλία αντιλήφθηκα πλέον καθαρά, η ότι η παραίτηση θα γινόταν την 26 Οκτωβρίου 1913, μετά τις εορτές της πεντηκονταετηρίδας 691 του» , στην πρώτη επέτειο απελευθέρωσης της Θεσσαλονίκης. Αν η πληροφορία του Christmas είναι έγκυρη, γιατί να ήθελαν κάποιοι τη δολοφονία του, αφού ήταν διατεθειμένος να εγκαταλείψει οικειοθελώς τον θρόνο σε επτά μήνες; Εκτός αν οι δολοφόνοι αγνοούσαν την απόφασή του, επειδή την γνώριζαν λίγοι. Πάντως, είναι μάλλον απίθανο να την γνώριζε ο Νικόλαος και να την αγνοούσε ο Κωνσταντίνος. Η δεύτερη θεωρία, ότι ο ηθικός αυτουργός ήταν Βούλγαρος, είναι μάλλον αποτέλεσμα των αντιβουλγαρικών αισθημάτων του Ελληνικού λαού εκείνη την περίοδο, ωστόσο δεν στερείται βάσης αν και είναι εξαιρετικά δύσκολο να τεκμηριωθεί. Σύμφωνα με αυτήν, ο Σχινάς έδρασε ως «μίσθαρνο όργανο» των Βουλγάρων, κάτι που ενισχύεται από το σχεδόν βέβαιο γεγονός ότι το προηγούμενο διάστημα είχε τακτικές επαφές με τον Βούλγαρο Συνταγματάρχη και Κομιτατζή Τσιλιγκέρωφ. Η τρίτη θεωρία ενοχοποιεί τον Αυστριακό Αξιωματικό Schinazyi, που υπηρετούσε σε Αυστριακό πολεμικό πλοίο, που τότε ναυλοχούσε στην Θεσσαλονίκη. Η θεωρία δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά το 1924, όταν κάποιος Γλ. Κόκλης (πιθανότατα πρόκειται για ψευδώνυμο) κυκλοφόρησε ένα φυλλάδιο υπό τον τίτλο «Βενιζέλος, Στέμμα, Δημοκρατία», στο οποίο, μεταξύ άλλων, ισχυριζόταν ο πραγματικός δολοφόνος ήταν ο Schinazyi, που μετά την πράξη του έσπευσε να εξαφανιστεί και στη θέση του συνελήφθη ο Σχινάς, που περνούσε τυχαία από το σημείο της δολοφονίας και λόγω της ιδιότυπης προσωπικότητάς του ανέλαβε την ευθύνη της. Σύμφωνα με τον Κόκλη, στην «παρεξήγηση» συνετέλεσε και το γεγονός πως τα δύο ονόματα παρουσίαζαν ηχητική ομοιότητα. Μία παραλλαγή αυτής της θεωρίας ανέφερε πως ίσως ο Σχινάζι συνόδευε τον Σχινά, ώστε να αναλάμβανε δράση αυτός, αν ο Σχινάς αποτύγχανε. Οι Αυστριακοί είναι πίσω και από την τέταρτη θεωρία, την οποία δέχονται οι περισσότεροι. Ο Πρωτοδίκης Β. Κανταρές, έντεκα μήνες μετά τη δολοφονία, συνάντησε τυχαία στην Αθήνα τον 690 691

(Γ. Κορδάτου, «Ιστορία της Νεώτερης Ελλάδας», 5ος Τόμος, Σελ. 311) Walter Christmas, «King George of Greece», Εκδόσεις «Adamant Media Corporation», Λονδίνο 2001 Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 483

συνάδελφό του Δ. Βακά και του ομολόγησε πως παρά το γεγονός ότι ο Κ. Ρακτιβάν και ο νομάρχης Θεσσαλονίκης Αργυρόπουλος είχαν δηλώσει ότι δεν επρόκειτο για συνωμοσία, ο ίδιος πίστευε ότι «ο δολοφόνος ήταν βαλτός από τους Αυστριακούς». Την ίδια πληροφορία αναφέρει και ο Γ. Κορδάτος, γράφοντας ότι το 1938 ο Πρωτοδίκης του είπε ότι «… στην αρχή, παρ’ όλο το ξύλο που έφαγε ο Σχινάς, δεν έβγαλε τσιμουδιά, αλλά μια δυο μέρες ύστερα, άρχισε να κάνει διάφορους υπαινιγμούς. Ενοχοποιούσε πράχτορες Γερμανούς καθώς και τον ίδιο τον Γερμανό πρεσβευτή. Αλλά δεν προχωρούσε, αν και έλεγε πως υπάρχουν και άλλα πιο σπουδαία, πιο τρανά και πιο υψηλά πρόσωπα». Κατά τον Κορδάτο, ο Σχινάς δεν ήταν μανιακός και ανισόρροπος και «έκανε ταξίδια στην Γερμανία και την Αυστρία. Η δολοφονία οργανώθηκε στο Βερολίνο ή στη 692 Βιέννη» («Ιστορία της Νεώτερης Ελλάδας», 5ος τόμος, σελ. 314). Ο ίδιος ο Αλ. Σχινάς, αμέσως μόλις συνελήφθη φέρεται να δήλωσε στους Αστυνομικούς πως «εάν δεν τον εσκότωνα, θα σκοτωνόταν από άλλους», αλλά αυτό θα μπορούσε να το πει ακόμη και αν εννοούσε απλά έναν άλλο Σχινά ή έναν άλλο αναρχικό. 693

Ο στρατηγός Θ. Πάγκαλος, στα «Απομνημονεύματά» του, σημειώνει: «… Ο Βασιλεύς Γεώργιος ο Α’ έτρεφε πραγματικήν αντιπάθειαν προς τον Γερμανόν Αυτοκράτορα και ήτο ένθερμος θιασώτης της Αγγλικής πολιτικής … Ο διευθύνων τότε τας ανακρίσεις Β. Κανταρές, προσωπικός φίλος μου, … εξέφρασε την πεποίθησί του ότι ο Σχινάς δεν ήτο ανισόρροπος ούτε αναρχικός, αλλ’ ότι υπήρξεν όργανον ανθρώπων οι οποίοι ενήργουν προς εξυπηρέτησιν των συμφερόντων ξένης δυνάμεως, η οποία είχε συμφέρον να θέση εκ ποδών τον αείμνηστον Βασιλέα Γεώργιον, ούτινος ήσαν γνωστά τα θερμά υπέρ της Αγγλίας αισθήματα … Ακολουθών το γνωστόν αστυνομικόν δόγμα “Ζήτησον τον ωφελούμενον του εγκλήματος” και λαμβάνων υπ’ όψιν ότι μετά εν έτος εξ αφορμής μιας άλλης υπόπτου βασιλικής δολοφονίας (του Αρχιδουκός της Αυστρίας εν Βοσνία), εξερράγη ο Παγκόσμιος Πόλεμος, έχει το δικαίωμα πας τις να εξαγάγη το συμπέρασμα ότι ο αείμνηστος Βασιλεύς έπεσε θύμα των εν τη Βαλκανική βλέψεων της Γερμανίας». Κάποιες πληροφορίες έλεγαν ότι ο Γερμανός Πρέσβυς είχε συναντηθεί με τον Σχινά στην Κωνσταντινούπολη, και ότι το όπλο του φόνου (ένα Αυστριακό περίστροφο Gosser) του το είχε δώσει ο φύλακας του Αυστριακού Προξενείου. Σύμφωνα με τις πληροφορίες και τους συλλογισμούς αυτούς, θα μπορούσαν Γερμανοί ή Αυστριακοί πράκτορες να είχαν στρατολογήσει τον Σχινά, που βρισκόταν σε απόλυτη φτώχια, με την υπόσχεση ενός χρηματικού ποσού. Στο πλαίσιο αυτό, ίσως ταιριάζει η πιθανότητα να συνοδευόταν ο Σχινάς, την ώρα του φόνου, από κάποιον Γερμανό ή Αυστριακό Αξιωματικό, ίσως τον Σχινάζι. Πάντως η υπόθεση έχει και άλλα σκοτεινά σημεία. Για παράδειγμα, λέγεται ότι δεν κλήθηκε να καταθέσει ο Φραγκούδης, που ήταν αυτόπτης μάρτυς, και ότι αργότερα στάλθηκε ως στρατιωτικός ακόλουθος στην Ελληνική Πρεσβεία της Ουάσινγκτον, όπου παρέμεινε μέχρι το θάνατό του, χωρίς να μιλήσει ποτέ για την υπόθεση. Υπάρχει επίσης και η επίσκεψη της Βασίλισσας Όλγας στον Σχινά. Λέγεται ότι τον επισκέφθηκε δύο ή τρεις φορές στο κελί του και σύμφωνα με μαρτυρίες, μετά την τελευταία επίσκεψή της βγήκε από το κελί συντετριμμένη. Είχε άραγε αποκαλύψει ο Σχινάς τους ηθικούς αυτουργούς της δολοφονίας; Η Όλγα δεν μίλησε σε κανέναν για το περιεχόμενο των συνομιλιών τους, παρά μόνο στον Πρίγκηπα Ανδρέα, που όμως δεν μίλησε ποτέ ανοιχτά για το θέμα. Ωστόσο, Αξιωματικοί που υπηρετούσαν στη Μεραρχία του, έλεγαν ότι τον είχαν ακούσει να κατηγορεί τους Αυστριακούς ως δολοφόνους.

692 693

(Γ. Κορδάτου, «Ιστορία της Νεώτερης Ελλάδας», 5ος Τόμος, Σελ. 314) (Θ. Πάγκαλος, «Τα απομνημονεύματά μου 1897-1947», σελ. 279-280). Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 484

«Η ανάμιξις της αειμνήστου Βασιλίσσης Όλγας … είναι σαφής απόδειξις ότι ευθύς αμέσως εισέδυσεν εις το πνεύμα της η υπόνοια ότι οι ηθικοί αυτουργοί του εγκλήματος ευρίσκοντο πιθανώτατα ενταύθα και ήσαν πρόσωπα ισχυρά προ των οποίων θα εκάμπτετο και θα έκυπτεν η δικαιοσύνη. Προς διαλεύκανσιν του μυστηρίου η αξιοπρεπής και αγέρωχος Βασίλισσα, δεν εδίστασε να εισδύση μέχρι και αυτού του αθλίου δωματίου της ειρκτής και να αντικρίζη κατά μόνας τον απαίσιον δολοφόνον του πεφιλημένου συζύγου της», έγραφε αργότερα στα «Απομνημονεύματά» του ο Λεων. Παρασκευόπουλος. Αλλά και ο Επίσκοπος Γεννάδιος Χατζηαποστόλου, που τότε υπηρετούσε στη Μητρόπολη Θεσσαλονίκης, είχε επισκεφθεί τον Σχινά στο κελί του για να τον εξομολογήσει, κατά παράκληση της Όλγας. Και το 1962 έγραψε: «Δις επεσκέφθην τον δολοφόνον, εντός μιας και της αυτής εβδομάδος, ευρών δε τούτον κείμενον εντός ιδιαιτέρου δωματίου επί της τοποθετημένης επί του εδάφους σούστας κλίνης, και έχοντα πλησίον του πτυελοδοχείον δια τα πτύελά του, διότι ούτος ήτο φυματικός διανύων το δεύτερον στάδιον της ασθενείας ταύτης … (Ο Σχινάς) είπε ότι διεπνέετο … υπό τοιούτων αρχών (αναρχικών), αίτινες αποτελούσι την αιτίαν του εγκλήματος, αφορμή όμως της εκτελέσεως τούτου υπήρξε η επιδειχθείσα αστοργία και σκληρότης του Βασιλέως, έναντι των εκ της πενίας και δυστυχίας δεινοπαθημάτων του … (τον ερώτησα) “Μήπως υπό την πρόφασιν ταύτην, υποκρύπτεται άλλος σκοπός και εγένεσο όργανον ξένης προπαγάνδας, γείτονος Κράτους ή άλλης εποφθαλμιώσης την Θεσσαλονίκην Ευρωπαϊκής Δυνάμεως και προέβης εις το αποτρόπαιον έγκλημα με την βεβαιότητα, ότι … θα επέλθη ανατροπή της πολιτικής καταστάσεως και θα εξυπηρετηθώσι τα συμφέροντα ξένων ισχυροτέρων ίσως δυνάμεων;” Τότε ούτος επικαλούμενος θεούς και δαίμονας απέκρουε πάσαν τοιαύτην πρόθεσίν του και ισχυρίζετο ότι κατά τη γνώμη του είναι περιττοί οι Βασιλείς, τρεφόμενοι εκ του ιδρώτος του πενομένου λαού, εκδηλών τρόπον τινά αναρχικάς και αντικαθεστωτικάς ιδέας … Η σχηματισθείσα τότε γνώμη μου, την οποία και διετύπωσα εις την αείμνηστον Βασίλισσαν είναι ότι ο απαίσιος κακούργος ήτο αναρχικός και ως τοιούτος ίσως να εχρησίμευσεν ως όργανον ξένης εποφθαλμιώσης την Θεσσαλονίκην Δυνάμεως … Παρά την διακρίνουσαν δε αυτόν ευστροφίαν πνεύματος, περιείρχετο εις πολλάς και διαφόρους αντιφάσεις.» Ενώ όμως οι ανακρίσεις προχωρούσαν, ο Σχινάς έπεσε από το παράθυρο του ανακριτικού γραφείου και σκοτώθηκε ακαριαία. Ήταν αυτοκτονία ή φόνος; Πολλοί υποστηρίζουν ότι ο Σχινάς εκπαραθυρώθηκε από Αστυνομικούς, κάποιοι μάλιστα προσδιορίζουν και τον Κ. Ρακτιβάν ή τον Πρίγκηπα Πέτρο ως εντολέα. Μερικοί πάνε ακόμη πιο πέρα, λέγοντας ότι ο Σχινάς εκτελέστηκε μυστικά σε κάποιο ερημικό σημείο, έξω από την πόλη! Το βέβαιο είναι ότι μετά τον θάνατο του Σχινά, το τελευταίο στοιχείο που θα μπορούσε να οδηγήσει στους ηθικούς αυτουργούς, οι φάκελοι με το ανακριτικό υλικό, καταστράφηκε ολοσχερώς. Όπως δηλώθηκε τότε, οι φάκελοι κάηκαν το 1914 όταν εκδηλώθηκε πυρκαϊά στο ατμόπλοιο «Ελευθερία», με το οποίο είχαν σταλεί στην Αθήνα. Όλα δείχνουν ότι η υπόθεση αυτή θα μείνει σκοτεινή. Υπάρχει και η θεωρία ότι ο Βενιζέλος επεδίωξε να «κλείσει» την υπόθεση για να μην αποκαλυφθεί ο ρόλος των Αυστριακών, σε μία εποχή με τόσες ανισσοροπίες. Κατά τη θεωρία αυτή «ο Βενιζέλος προτίμησε να κερδίσει την Θεσσαλονίκη και να χάσει ένα Βασιλιά». Αν έγινε έτσι, η στάση αυτή προσέφερε μόνο προσωρινά πολιτικά και διπλωματικά οφέλη. Αν ζούσε ο μετριοπαθής Γεώργιος, που στο παρελθόν είχε καταφέρει να αντιμετωπίσει επιτυχώς εθνικές κρίσεις, ενδεχομένως να μην είχε οδηγηθεί η χώρα στον Εθνικό Διχασμό.

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 485

Ειρήσθω εν παρόδω ότι η δολοφονική επίθεση της 5ης Μαρτίου 1913 δεν ήταν η πρώτη κατά του 694 Γεωργίου . Είχε προηγηθεί η αποτυχημένη απόπειρα του 1898, μερικούς μήνες μετά την ήττα του 1897. Το απόγευμα της 14ης Φεβρουαρίου 1898, ο Βασιλιάς και η κόρη του Μαρία επέστρεφαν με τη βασιλική άμαξα στην Αθήνα, μετά από περίπατο στο Φάληρο. Καθώς η άμαξα ανέβαινε την σημερινή Λεωφόρο Συγγρού, στη θέση «Ανάλατος», δέχτηκαν πυροβολισμούς από τον δημοτικό υπάλληλο Γ. Καρδίτση και τον Ι. Γεωργίου ή Κυριακό, που είχαν στήσει ενέδρα. Οι δολοφόνοι αστόχησαν, τραυματίζοντας ελαφρά στο πόδι τον συνοδό της άμαξας. Οι δράστες συνελήφθησαν την επόμενη μέρα και στις 19 Μαρτίου καταδικάστηκαν σε θάνατο. Η ποινή εκτελέστηκε στις 27 Απριλίου στις φυλακές Παλαμηδίου στο Ναύπλιο. Η απόπειρα συνοδεύτηκε από πλήθος διαδόσεων και φημών και κάποιοι είπαν ότι ήταν σκηνοθετημένη, ώστε ο Βασιλιάς να αποκτήσει πάλι τη συμπάθεια του λαού, καθώς μετά την ήττα του 1897 είχε αναπτυχθεί ένα βίαιο αντιδυναστικό ρεύμα ανάμεσα σε πολίτες και Αξιωματικούς. Ο Γεώργιος, για να διαψεύσει τις φήμες, αρνήθηκε να απονείμει χάρη στους δύο δράστες, αν και η ποινή τους είχε θεωρηθεί ως ιδιαίτερα αυστηρή. Οι δράστες είχαν υποστηρίξει ότι έδρασαν από πατριωτικό φανατισμό. «Απεφάσισα να εκδικήσω την προσβληθείσαν τιμήν της πατρίδος μου και δια τούτο εξετέλεσα την πράξιν», είχε πει στην απολογία του ο Γ. Καρδίτσης.

694

Το «φάντασμα του αναρχισμού» από την Ευρώπη ήρθε και στην Ελλάδα. Το 1894, στην Πάτρα, με ηγέτες τους οπαδούς των Κροπότκιν και Προυντόν Δ. Αρνέλλο και Β. Θεοδωρίδη, και στη συνέχεια τον φοιτητή Δ. Μπαντούνα, τον Δ. Καραμπίλια και τον ποιητή Πάνο Τσεκούρα, υπήρχε έντονη αναρχική δραστηριότητα, που το 1896 έβγαλε και εφημερίδα με τίτλο «Επί τα πρόσω», ενώ σύντομα επεκτάθηκε και στον Πύργο. Τη νύχτα της 3-11-1896, ο τσαγκάρης Δημήτριος Μάτσαλης επιτέθηκε με μαχαίρι στη μέση του δρόμου στον Τραπεζίτη Διονύσιο Φραγκόπουλο και τον μεγαλέμπορο Ανδρέα Κόλλα, φωνάζοντας «Άτιμοι μπουρζουάδες, που ρουφάτε το αίμα της φτωχολογιάς. Θα πεθάνετε…» Ο Τραπεζίτης έπεσε νεκρός, ο έμπορος τραυματίστηκε βαριά. Ο δράστης σκούπισε το μαχαίρι στο ρούχο ενός από τα θύματα και παραδόθηκε χωρίς αντίσταση στον κόσμο και τους Χωροφύλακες που τρέξανε. «Γιατί τους σκότωσες;» τον ρώτησε κάποιος. «Γιατί είμαι αναρχικός. Και πρέπει να σκοτώνω αυτούς που εκπροσωπούν τον πλούτο και την καταπίεση.» Αργότερα, τον Απρίλη 1898, ο αναρχικός Δημήτρης Μπαντούνας δολοφονήθηκε στην Πάτρα. Στην Αστυνομία, ο δράστης Δημουλιάς δήλωσε: «Τον σκότωσα γιατί είμαι αναρχικός.» «Μα, ήταν ο Μπαντούνας, ένας από τους αρχηγούς σου.» «Ήταν, ναι, αλλά έκανε κήρυγμα κακό.» «Τι κήρυγμα;» «Ν’ αφήσουμε την τρομοκρατία. Εγώ όμως ξέρω ότι χωρίς τρομοκρατία αναρχισμός δεν υπάρχει. Και αν αφήναμε τον Μπαντούνα να κάνη το κήρυγμά του, γρήγορα θα μας διέλυε. Γι’ αυτό τον σκότωσα. Κατάλαβες κυρ’ Αστυνόμε;» Και το μεσημέρι της 13-5-1905, ο Κώστας Γυραχώρης, τρόφιμος χαρτοπαικτικών λεσχών, μαχαίρωσε τον Πρωθυπουργό Θεόδωρο Δηληγιάννη, την ώρα που έβγαινε από τη Βουλή. Στη δίκη δήλωσε: «Και έξω σκοτώνουν Βασιλιάδες και Υπουργούς. Και μεις πρέπει να τους σκοτώνουμε, όταν γίνονται τύραννοι και ασυνείδητοι.» Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 486

Οι επιχειρήσεις των Βουλγάρων κατά των Τούρκων Ο Βουλγαρικός Στρατός είχε χωρισθεί σε τρεις Στρατιές και μία Ομάδα Ιππικού που είχαν η συγκεντρωθεί στις άνω κοιλάδες των ποταμών Έβρου και Άρδα, και την 7 Ανεξάρτητη Μεραρχία Πεζικού στην άνω κοιλάδα του ποταμού Στρυμώνα. Οι επιχειρήσεις έγιναν σε τρία μέτωπα, με εννέα Μεραρχίες στην Ανατολική Θράκη, που ήταν το κύριο μέτωπο, μία Μεραρχία στη Δυτική η Θράκη και την 7 Μεραρχία, που είχε υπερδιπλάσια δύναμη σε σχέση με τις άλλες, στη Μακεδονία. Επί κεφαλής του Στρατού ήταν τυπικά ο Βασιλιάς Φερδινάρδος, με βοηθό τον Στρατηγό Savov, που ήταν ο πραγματικός Αρχιστράτηγος και Επιτελάρχη τον Στρατηγό Fichev. Απέναντί τους οι Τούρκοι, είχαν παρατάξει στο τετράγωνο Αδριανούπολη - Σαράντα Εκκλησίες - Μπαμπά Εσκί - Διδυμότειχο τη Στρατιά Θράκης, με Αρχιστράτηγο τον Abdullah Pasha. Το Τουρκικό σχέδιο πρόβλεπε ενεργή άμυνα, μέχρι την άφιξη των ενισχύσεων από την Σμύρνη και την Δαμασκό. Το Βουλγαρικό σχέδιο προέβλεπε την καθήλωση των Τουρκικών δυνάμεων στο μέτωπο Αδριανούπολης -Σαράντα Εκκλησιών και την υπερκέρασή τους από τα ανατολικά, από την οροσειρά της Στράντζας. Για το σκοπό η αυτό, η 2 Στρατιά του Στρατηγού Ivanov η διατάχθηκε να προελάσει προς την Αδριανούπολη, η 3 Στρατιά του Στρατηγού Dimitriev προς τις Σαράντα Εκκλησίες, μέσω της οροσειράς της Στράντζας, με σκοπό την υπερκέραση του Τουρκικού δεξιού, εμποδίζοντας και την σύμπτυξη προς την Κωνσταντινούπολη. Στο μέσο τους διατάχθηκε η να κινηθεί η 1 Στρατιά του Στρατηγού Kutinchev, με σκοπό να επιτεθεί στο κέντρο του μετώπου Αδριανούπολης - Σαράντα Εκκλησιών. Οι Τούρκοι σκόπευαν να κρατήσουν ο άμυνα με το 1 Σώμα Στρατού στις Σαράντα Εκκλησιές, και το βράδυ 8 προς 9 Οκτωβρίου επιτέθηκαν, με σκοπό να υπερκεράσουν το αριστερό των Βουλγάρων, απωθώντας τους προς τον παραπόταμο του Έβρου, Τούντζα. Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 487

Αλλά η άγνοιά τους γύρω από τις Βουλγαρικές θέσεις και η υποτίμηση της κίνησης των Βουλγάρων μέσω Στράντζας, οδήγησαν σε συντριπτική ήττα των Τούρκων στη διήμερη μάχη που ακολούθησε. η

Έτσι, στις 11 Οκτωβρίου, η 3 Βουλγαρική Στρατιά κατέλαβε τις Σαράντα Εκκλησιές, αποκόβοντας την Αδριανούπολη και προκαλώντας την άτακτη υποχώρηση των Τούρκων προς την επόμενη γραμμή άμυνας μεταξύ Λουλέ Μπουργκάς και Μπουνάρ Χισάρ.

ης

ης

Η παραπέρα προέλαση της 1 και 3 Στρατιάς ανακόπηκε προσωρινά για ανασυγκρότηση και η ανεφοδιασμό, χάνοντας έτσι την επαφή με τις υποχωρούσες Τουρκικές δυνάμεις, ενώ η 2 Στρατιά ξεκίνησε την πολιορκία της Αδριανούπολης, όπου είχαν αποκλειστεί σημαντικές Τουρκικές δυνάμεις. Οι Τούρκοι εκμεταλλεύθηκαν την αδράνεια των Βουλγάρων, ενισχύθηκαν και οργανώθηκαν ο ο ο αμυντικά. Η Στρατιά του Abdullah Pasha, με το 1 , 2 και 4 Σώμα Στρατού και μία Μεραρχία ο Ιππικού αναπτύχθηκε στο Λουλέ Μπουργκάς, ενώ η Στρατιά του Mahmut Muhtar Pasha με το 3 Σώμα Στρατού, μία Ταξιαρχία Ιππικού και εφεδρείες από την Κωνσταντινούπολη αναπτύχτηκε στο η Μπουνάρ Χισάρ. Οι Βούλγαροι ανασυντάχθηκαν και επιτέθηκαν κατά μέτωπο με την 3 Στρατιά, η η ενώ η 1 επιτέθηκε στο αριστερό πλευρό των Τούρκων. Στις 15 Οκτωβρίου, η 5 Μεραρχία του Στρατηγού Christov επιτέθηκε κατά του Μπουνάρ Χισάρ και το κατέλαβε, και στη συνέχεια πέρασε τον ποταμό Κάραγατς Ντερεζί. Τις επόμενες ημέρες γενικεύτηκε η σύγκρουση, με τους ου Τούρκους να αμύνονται σθεναρά, ιδιαίτερα στο δεξιό τους. Μία αντεπίθεση του 3 Σώματος Στρατού στις 17 Οκτωβρίου, προς την κατεύθυνση του Μπουνάρ Χισάρ, συντρίφτηκε από την 5η ης Βουλγαρική Μεραρχία. Και το ίδιο βράδυ, μία Ταξιαρχία της 3 Βουλγαρικής Στρατιάς κατέλαβε το Τούρκμπεϊ, στην αριστερή όχθη του ποταμού Κάραγατς Ντερεζί, που το υπεράσπιζαν δυνάμεις ου του 1 Τουρκικού Σώματος. Το ρήγμα που άνοιξε στο κέντρο Τουρκικής άμυνας, σε συνδυασμό με την υπερκέραση του Τουρκικού αριστερού, ανάγκασε τον Abdullah Pasha να υποχωρήσει προς το Τσορλού και τον Muhtar Pasha προς το Τσερκέσκιοϊ, έχοντας χάσει σχεδόν 30.000 άνδρες και πολλά πυροβόλα. Αλλά και οι απώλειες των Βουλγάρων ήταν βαριές, σχεδόν 15.000 άνδρες, γεγονός που τους ανάγκασε να μην προβούν σε καταδίωξη.

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 488

Έτσι, για μία ακόμη φορά οι Τούρκοι εκμεταλλεύτηκαν τη Βουλγαρική αδράνεια και συμπτύχθηκαν ανενόχλητοι στην Τσατάλτσα, την τελευταία γραμμή άμυνας πριν την Κωνσταντινούπολη. Σε ενίσχυση των Βουλγάρων ήρθε στην Αδριανούη πολη η 2 Σερβική Στρατιά, γεγονός που επέτρεψε στους Βούλγαρους να η η ης αποσύρουν από εκεί την 3 και 9 Μεραρχία της 2 Στρατιάς και να συνεχίσουν από τις 25 Οκτωβρίου την προέλασή τους προς Στράντζα και Τσορλού. Ωστόσο, οι δυσμενείς καιρικές συνθήκες και η ακαταλληλότητα των δρόμων καθυστέρησαν τους Βουλγάρους που έφτασαν στην η Τσατάλτσα μόλις στις 4 Νοεμβρίου. Το ίδιο βράδυ επιτέθηκαν με την 1 Στρατιά κατά του νότιου η τομέα της τοποθεσίας και με την 3 κατά του βόριου. Αλλά οι επιθέσεις τους ήταν απροετοίμαστες, χωρίς προπαρασκευή πυροβολικού και χωρίς συντονισμό των επιτιθέμενων τμημάτων και απέτυχαν με σοβαρές απώλειες. Μετά από σκληρές μάχες, οι Βούλγαροι τελικά αποφάσισαν να αποσυρθούν πίσω προς Λουλέ Μπουργκάς και Σαράντα Εκκλησιές στις 9 Νοεμβρίου. Οι Τούρκοι δεν τους καταδίωξαν αλλά ενίσχυσαν ακόμη περισσότερο τις αμυντικές θέσεις τους. Ενώ στην πολιορκία της Αδριανούπολης έμειναν η η 8η και 11 Βουλγαρική Μεραρχία και οι σερβικές Μεραρχίες «Τιμόκ» και «Δούναβη», που δεν μπόρεσαν να διασπάσουν την άμυνα της 10ης (Τακτικής) Μεραρχίας και των τριών ανεξαρτήτων (εφεδρικών) Μεραρχιών. Αλλά ούτε και οι Τούρκοι μπόρεσαν να λύσουν την πολιορκία. Έτσι τελικά, οι επιχειρήσεις σταμάτησαν στις 20 Νοεμβρίου, μετά από πρόταση της Τουρκίας για 15νθήμερη ανακωχή. Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 489

Ας σημειωθεί ότι εκείνη την περίοδο το Ελληνικό Γενικό Στρατηγείο μελέτησε την πιθανότητα εκτέλεσης αποβατικής επιχείρησης για την κατάληψη της Καλλίπολης, σε συνεργασία ή όχι με άλλο συμμαχικό Στρατό. Ωστόσο, οι επιχειρήσεις στην Ήπειρο, οι ενδοιασμοί του Ναυτικού, αλλά και η απροθυμία των Βουλγάρων να δεχθούν τις προτάσεις του Κωνσταντίνου για αποστολή Ελληνικών Μεραρχιών στην Τσατάλτσα, ανάγκασαν το Γενικό Στρατηγείο να εγκαταλείψει την ιδέα. Η απροθυμία των Βουλγάρων να συνεργαστούν με τον Ελληνικό Στρατό, ενδεχομένως στοίχισε τη μη κατάληψη της Κωνσταντινούπολης από τις συμμαχικές δυνάμεις. Οι εχθροπραξίες στη Θράκη συνεχίστηκαν το 1913, με μεγάλης κλίμακας Τουρκική επίθεση στις 28 Ιανουαρίου από την κατεύθυνση της Καλλίπολης, που αποκρούστηκε από τις Βουλγαρικές δυνάμεις. Ενώ στα μέσα του Φεβρουαρίου, οι Σερβοβουλγαρικές δυνάμεις στην Αδριανούπολη ενισχύθηκαν με νέες που επέστρεψαν από το μέτωπο της Τσατάλτσας και, με την υποστήριξη μεγάλου αριθμού βαρέων πυροβόλων, κατάφεραν να καταλάβουν την πόλη στις 13 Μαρτίου 1913. η

Στη Δυτική Θράκη, η 2 Μεραρχία του Στρατηγού Kovachev είχε ως αποστολή να εξασφαλίσει το δεξιό πλευρό του Βουλγαρικού Στρατού που ενεργούσε στην Ανατολική Θράκη και να εκκαθαρίσει την άνω κοιλάδα του Άρδα ποταμού. Απέναντί της ήταν το Τουρκικό Σώμα του Yaver Pasha. Στο διάστημα 7-15 Οκτωβρίου, μετά από σκληρούς αγώνες, οι Βούλγαροι κατέλαβαν την κοιλάδα. Στις 25 Οκτωβρίου οι Τούρκοι αντεπιτέθηκαν για να ανακαταλάβουν τα χαμένα εδάφη, αλλά απέτυχαν, γεγονός που τους ανάγκασε να επιχειρήσουν σύμπτυξη προς τα ανατολικά. Αλλά η στις 14 Νοεμβρίου, η 2 Βουλγαρική Μεραρχία εξαπέλυσε ισχυρή επίθεση και τα υπολείμματα ης των Τουρκικών δυνάμεων παραδόθηκαν στο Χαρμανλί. Παράλληλα, τμήματα της 2 Μεραρχίας κατέλαβαν την Κομοτηνή και την Ξάνθη. Στο μέτωπο της Μακεδονίας δρούσε η η 7 Μεραρχία του Στρατηγού Todorov, με αποστολή την κατάληψη της Θεσσαλονίκης. Χωρισμένη σε τρεις φάλαγγες προέλασε νότια από το Κιουστε695 ντίλ , συνάντησε υπέρτερες Τουρκικές δυνάμεις στο Σιμιτλί και αναγκάστηκε να συμπτυχθεί.

Όμως, η νικηφόρα προέλαση του Ελληνικού Στρατού προς τα βόρεια, ανάγκασε τους Τούρκους να η αποσύρουν στις 13 Οκτωβρίου την 14 Μεραρχία των Σερρών και μια Ανεξάρτητη Μεραρχία από την κοιλάδα του Στρυμώνα, στέλνοντάς τες στα Γιαννιτσά. Έτσι ο Todorov μπόρεσε να προελάσει ης ξανά προς τα νότια χωρίς αξιόλογη αντίσταση. Το πρωί της 26 Οκτωβρίου η Βουλγαρική 695

Кюстендил, πόλη της δυτικής Βουλγαρίας , 80 χιλιόμετρα νοτιοδυτικά από τη Σόφια Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 490

Μεραρχία πέρασε τον ποταμό Στρυμώνα στο Ορλιακό και κινήθηκε προς τη Θεσσαλονίκη. Ήταν όμως αργά, καθώς αυτή είχε ήδη παραδοθεί στον Ελληνικό Στρατό. Ο Βούλγαρος Στρατηγός θα έμενε να ατενίζει την Θεσσαλονίκη μόνο με τα κυάλια …

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 491

Ρήξη της Βαλκανικής Συμμαχίας Ο Βαλκανοτουρκικός Πόλεμος υπήρξε θριαμβευτικός για τους συμμάχους. Οι πανίσχυροι Βούλγαροι κατέλαβαν την Ανατολική Μακεδονία και την Θράκη (δυτική και ανατολική), φτάνοντας σε απόσταση λίγων δεκάδων χιλιομέτρων από την Κωνσταντινούπολη. Εκεί εξαντλημένοι σταμάτησαν και δέχτηκαν την πρόταση των Τούρκων για ανακωχή. Οι Σέρβοι πήραν τα Σκόπια και το Μοναστήρι, ενώ στα νοτιοδυτικά πήραν την Πρίστινα, τα Τίρανα και το Ελμπασάν. Οι Μαυροβούνιοι πήραν τη Σκόδρα. Και η Ελλάδα, προς έκπληξη όλων, πήρε όλη τη δυτική Μακεδονία και την Ήπειρο, φτάνοντας ως την Κορυτσά και τους Άγιους Σαράντα, πρόλαβε να πάρει τη Θεσσαλονίκη πριν φτάσουν οι Βούλγαροι και τη Φλώρινα πριν τους Σέρβους, και ελευθέρωσε και όλα τα νησιά του βόρειου και ανατολικού Αιγαίου, ενώ ενώθηκαν με την Ελλάδα και η Κρήτη, η Σάμος και η Ικαρία. Αλλά το ζήτημα της διανομής των κατακτημένων εδαφών δεν λύθηκε με την λογική των όπλων, καθώς και οι μεγάλες Δυνάμεις είχαν δικά τους σχέδια.

Και ενώ οι Τούρκοι σαν ηττημένοι δεν μπορούσαν να διεκδικήσουν τίποτα και οι Σέρβοι ένοιωθαν αδικημένοι καθώς έχαναν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων τη διέξοδο στην Αδριατική που επιζητούσαν, εξ αιτίας του ενδιαφέροντος της Αυστρίας και της Ιταλίας για τη δημιουργία ανεξάρτητου Αλβανικού Βασιλείου, οι Βούλγαροι είδαν να γκρεμίζονται τα όνειρά τους για την «Μεγάλη Βουλγαρία» της συνθήκης του Αγίου Στεφάνου και επιζητούσαν πάση θυσία περισσότερα εδάφη. Οι διενέξεις μεταξύ των συμμάχων προετοίμασαν το έδαφος για νέο πόλεμο. Οι επερχόμενες συγκρούσεις μεταξύ Ελλάδας και Βουλγαρίας είχαν ήδη φανεί, μετά τις πρώτες νίκες, όταν ο Λάμπρος Κορομηλάς υπέβαλε σχέδιο διανομής των εδαφών της Τουρκίας: η Κωνσταντινούπολη και τα Στενά θα έμεναν κάτω από διεθνές καθεστώς, η περιοχή ανάμεσα στο Νέστο και τον Έβρο θα γινόταν Βουλγαρική, η Καβάλα, η Θεσσαλονίκη και η Αυλώνα Ελληνικές. Η Σόφια ήταν κατη-

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 492

γορηματικά αντίθετη στις εισηγήσεις αυτές και έχοντας εμπιστοσύνη στον Στρατό της παρέμενε αδιάλλακτη, ζητώντας όχι μόνο τη Θράκη αλλά και ολόκληρη τη Μακεδονία. Τον Νοέμβριο του 1912, όταν ο Κωνσταντίνος συναντήθηκε με τον Σέρβο Διάδοχο στο Μοναστήρι, έγραψε στον Πρωθυπουργό Βενιζέλο: «Μετά των Σέρβων δεν συγκρουόμεθα ουδαμού, πάντες δε οι Σέρβοι επιθυμούσι διατήρησιν της συμμαχίας εις τό μέλλον επί προβλέψει κοινής ημών αντιθέσεως προς τους Βουλγάρους.» Στις 25 Φεβρουαρίου 1913, εν όψει των ειρηνευτικών συνομιλιών, ο Πρίγκηπας Νικόλαος σε συνάντησή του με τον Διάδοχο Αλέξανδρο της Σερβίας στη Θεσσαλονίκη, πρότεινε τη δημιουργία ενιαίου ελληνοσερβικού διπλωματικού μετώπου απέναντι στη Βουλγαρία. Και στις 22 Απριλίου 1913, ο Κορομηλάς και ο Σέρβος Πρέσβυς στην Αθήνα Μπόσκοβιτς, υπέγραψαν πρωτόκολλο αμυντικής συμμαχίας, σύμφωνα με το οποίο, τα δύο μέρη υπόσχονταν αμοιβαία βοήθεια για την προστασία των κατεχομένων από τα στρατεύματά τους εδαφών και όριζαν τη δυτική όχθη του Νέστου ως κοινή ακραία συνοριακή γραμμή. Σε περίπτωση πού η Βουλγαρία δεν αποδεχόταν τις προτάσεις τους, οι δύο σύμμαχοι θα κατέφευγαν σε κοινή στρατιωτική δράση.

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 493

Μετακίνηση του Στρατού και μυστική διπλωματία Καθώς τα σύννεφα πάνω από τη Θεσσαλονίκη μαζεύονταν και ένας Ελληνοβουλγαρικός πόλεμος έμοιαζε αναπόφευκτος, αμέσως μόλις πάρθηκαν τα Ιωάννινα, οι Μεραρχίες που είχαν σταλεί η στην Ήπειρο στάλθηκαν και πάλι εσπευσμένα στη Μακεδονία. Στην Ήπειρο έμεινε μόνο η 8 , που μετονομάστηκε σε «Μεραρχία Ηπείρου». η

Η 6 Μεραρχία φορτώθηκε στα καράβια στην Πρέβεζα, χωρίς να παραμείνει στα Γιάννενα ούτε η καν για ανάπαυση και ανασυγκρότηση. Μία εβδομάδα μετά ξεκίνησε και η 4 Μεραρχία. Ο σχεδιασμός των κινήσεων ήταν άρτιος και το μόνο που τις καθυστερούσε ήταν οι περιορισμένες δυνατότητες του λιμανιού της Πρέβεζας που επέβαλε να χρησιμοποιηθεί ακόμη και το μικρό λιμάνι στον όρμο της Κόπραινας. Χαρακτηριστικό του κατεπείγοντος χαρακτήρα της μετακίνησης ης είναι ότι ένα Σύνταγμα της 1 Μεραρχίας, που είχε σταλεί στην Ήπειρο με τα πόδια, περνώντας το χιονισμένο Μέτσοβο και έφτασε έξω από τα Γιάννενα τη μέρα που έπεφτε το Μπιζάνι, διατάχτηκε να συνεχίσει την κίνησή του προς την Άρτα και την Κόπραινα, από όπου το παρέλαβαν η τα πλοία για τη Θεσσαλονίκη. Ενώ η 3 Μεραρχία, δεν περίμενε καν να φύγουν οι άλλες από την Πρέβεζα ή την Κόπραινα, αλλά διατάχθηκε να συνδράμει την Μεραρχία Ηπείρου στις επιχειρήσεις στο Αργυρόκαστρο και την Πρεμετή και από εκεί πέρασε το Δέλβινο, κατέβηκε στους Αγίους Σαράντα και φορτώθηκε από εκεί σε πλοία για τη Θεσσαλονίκη! ης

ης

Η γρήγορη αυτή μεταφορά επέτρεψε την ταχεία ενίσχυση της 1 και 7 Μεραρχίας, που ήταν οι μόνες που είχαν μείνει στη Μακεδονία, πριν να ξεμπερδέψουν με την πολιορκία της Αδριανούπολης οι Βούλγαροι και οι Σέρβοι. Η Στρατιά της Μακεδονίας ανασυντάχθηκε, ενισχύθηκε με αναπλήρωση των απωλειών από εφέδρους και ήταν έτοιμη. Καθώς ο Κωνσταντίνος είχε μείνει στην Αθήνα λόγω της κηδείας, ο Βενιζέλος φρόντισε για την άμεση αποστολή από την Ήπειρο και ολοκλήρου του Επιτελείου, με επί κεφαλής τον Δούσμανη, που τον εμπιστευόταν για τις ικανότητές του να συγκρατεί την πειθαρχία αλλά και να «πολιτεύεται», αλλά και τον Μεταξά που ο Βενιζέλος τον εμπιστευόταν απόλυτα για τις τεχνικές και οργανωτικές του ικανότητες. Δικό ης του έργο ήταν η Διαταγή της 4 Απριλίου που καθόριζε την συγκέντρωση και αναδιάταξη του η Στρατού. Σύμφωνα με αυτή, η 7 Μεραρχία παρέμεινε στις θέσεις της στη Νιγρίτα και το Παγγαίο. η Η 1 Μεραρχία συγκεντρώθηκε στο τρίγωνο Μονούχι (Μαυροθάλασσα Νιγρίτας) - Σκάλα Ασπροβάλτας – Τσάγεζι (Αμφίπολη), με προφυλακές προς Λιγκοβάνη, Βισώκα (Βυσσόκα) και η Ορλιακό (Στρυμωνικό). Η 2 Μεραρχία κάλυπτε τη Θεσσαλονίκη, το Ασβεστοχώρι και τους η Καπουτζήδες (Πυλαία). Η 6 Μεραρχία από Θεσσαλονίκη ως Γικλατζίκ (Χορτιάτη) με το Στρατηγείο η της στα Λαϊνά (Λαγυνά). Η 4 Μεραρχία βορειοδυτικά της Θεσσαλονίκης, με προφυλακές στα η χωριά Γραδομπόρ (Πεντάλοφο), Δαουτλί (Ωραιόκαστρο), Κισλελί – Σαρή Ομέρ. Η 5 Μεραρχία η στον Βαθύλακο (Άγιο Αθανάσιο) και στο Αμάτοβο (Λητή). Η νεοσύστατη 10 Μεραρχία, με Μέραρχο τον Παρασκευόπουλο, στη Γευγελή και γύρω από τη Γουμέντσα (Γουμένισσα). Η Μεραρχία αυτή, ήταν μία «Μεραρχία Ειδικών Δυνάμεων», όπως θα λέγαμε στις μέρες μας, καθώς η είχε συγκροτηθεί από τρία Συντάγματα Ευζώνων. Η 3 Μεραρχία, όταν έφτασε στα τέλη Μαΐου, ο ο κάλυψε τη γραμμή Γιαννιτσά – Βερτεκόπ (Σκύδρα). Το Ιππικό, 1 και 3 Σύνταγμα, ήταν διαθέσιμα στην εφεδρεία. Το πιο σημαντικό ήταν ότι όλες οι Μεραρχίες ήταν πλήρεις, με 9 Τάγματα η η η η η καθεμία, σε αντίθεση με τον Οκτώβρη του 1912, που μόνο οι «ενεργές» (1 , 2 , 3 , 4 ) ήταν η η η πλήρεις, ενώ η 5 και 6 είχαν μόνο έξι (δύο Τάγματα ανά Σύνταγμα) και η 7 μόνο πέντε. Έτσι, ο Ελληνικός Στρατός παρέτασσε τώρα 90 Τάγματα, έναντι 200 των Σέρβων και 300 των Βουλγάρων. Η αριθμητική υπεροχή ήταν πάντα με το μέρος των Βουλγάρων, που φερόντουσαν Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 494

ανάλογα. Και δεν ήταν μόνο οι αριθμοί. Οι Βούλγαροι υποτιμούσαν την αξία του Ελληνικού Στρατού. Τα μικρόσωμα Ευζωνάκια, που δεν ήξεραν να χτυπάν τα (ανύπαρκτα) τακούνια τους σαν στέκονταν προσοχή και να ισοζυγίζουν τα τουφέκια τους, δεν γέμιζαν το μάτι τους. Και οι προστριβές ήταν καθημερινές. Χαρακτηριστικό είναι ένα περιστατικό που συνέβη στη ης Γουμένισσα, στον τομέα της 10 Μεραρχίας. Εκεί, παρ’ όλο που η περιοχή κατεχόταν από τον Ελληνικό Στρατό, στείλανε ένα δήθεν Έπαρχο, ένα φανφαρόνο με στρατιωτική στολή γεμάτη παράσημα, που γύριζε στην πόλη λέγοντας «Εδώ οι Έλληνες δεν είναι τίποτα … Εμείς ορίζουμε κι εμείς διοικούμε …» Αφού πρώτα διαμαρτυρήθηκε δυο φορές επίσημα ο Μέραρχος Παρασκευόπουλος, διέταξε τον Συνταγματάρχη Φικιώρη, που ήταν Φρούραρχος, να τον απελάσει. Αυτός διέταξε τον ψευτοέπαρχο να παρουσιαστεί, αλλά εκείνος τον αγνόησε, στέλνοντάς του μήνυμα ότι δέχεται διαταγές μόνο από τον Τσάρο Φερδινάρδο. Δεν ήθελε άλλο ο Φικιώρης, έστειλε έναν Δεκανέα με τρεις Ευζώνους, τον ανέβασαν σε ένα κάρο δίτροχο, τον γύρισαν στην πόλη με τη μεγάλη στολή του να τον δει ο κόσμος, και τον στέλλανε «πακέτο» στις προφυλακές των Βουλγάρων! Στην Βουλή, οι πολιτικοί ήταν μοιρασμένοι σχετικά με ένα πόλεμο κατά της Βουλγαρίας. Ο Στράτος με τον Τσιριμώκο, συμφωνούσαν με τον Κωνσταντίνο για την αναγκαιότητα του πολέμου. Θεοτόκης, Ράλλης και Γούναρης, δήλωναν ότι η Ελλάδα πρέπει να είναι αδιάλλακτη στις διεκδικήσεις της. Αλλά αυτοί ήταν στην αντιπολίτευση, και είχαν μεγαλύτερη ελευθερία για δηλώσεις και «κορώνες». Ο Βενιζέλος δίσταζε. Δεν είχε σκοπό να ξεκινήσει αυτός τον πόλεμο. Αλλά ούτε να κάνει πίσω. Τον Φεβρουάριο, επιστρέφοντας από Σόφια και Βελιγράδι, είχε δηλώσει κατηγορηματικά στον Ρώσο Πρεσβευτή: «Η Ελληνική Κυβέρνηση έχει πληροφορηθεί από θετική πηγή ότι, με πρωτοβουλία της Αυστρίας, οι δυνάμεις της τριπλής Συμμαχίας (Γερμανία, Αυστρία, Ιταλία) υποσχέθηκαν στην Βουλγαρία την κατοχή της Θεσσαλονίκης. Σας δηλώνω ότι μόνο δια των όπλων θα αποσπασθεί η Θεσσαλονίκη από την Ελλάδα». Όμως, όσο η Σερβία «σφύριζε αδιάφορα», ο Βενιζέλος προβληματιζόταν και από την συντριπτική αριθμητική υπεροχή του Βουλγαρικού Στρατού. Χρησιμοποίησε κάθε διπλωματικό μέσο για να ασκήσει πίεση, ακόμη και «μυστική Διπλωματία» με την Τουρκία. Ο αιχμάλωτος πρώην Διοικητής των Ιωαννίνων Εσσάτ Πασσάς, ήταν φίλος του ηγέτη των Νεοτούρκων Εμβέρ (Enver Paşa), που 696 στο μεταξύ, μετά το πραξικόπημα των Νεοτούρκων τον Ιανουάριο 1913 , είχε γίνει Υπουργός Στρατιωτικών. Και ο Δούσμανης είχε συνδεθεί φιλικά μαζί του. Και ακόμη περισσότερο, είχε συνδεθεί μαζί του ο Τυπάλδος Φορέστης, πρώην Πρόξενος στα Γιάννενα, που τώρα ήταν στην Αθήνα. Ο Φορέστης μίλησε με τον Εσσάτ, που θεωρούσε ότι Τουρκία και Ελλάδα έπρεπε να έχουν φιλικές σχέσεις στο μέλλον. Και ο Εσσάτ του πρότεινε να φέρουν τις δύο Κυβερνήσεις σε συνεννόηση. Ο Δούσμανης μετέφερε την πρόταση στο Βενιζέλο, που τον παρατήρησε για την πρωτοβουλία του. «Αυτά τα ζητήματα είναι της πολιτικής του κράτους και δεν πρέπει να ανακατεύονται οι στρατιωτικοί» του είπε. Αλλά έφερε το θέμα στο Υπουργικό Συμβούλιο και τελικά ζήτησαν από τον Δούσμανη να συναντήσει ξανά τον Εσσάτ. Όμως ο Εσσάτ, όπως και ο αδελφός του Βεχίμπ Μπέης, ήταν κρατούμενοι σε ένα Ξενοδοχείο στην Κηφισιά και η συνάντηση δεν μπορούσε να γίνει φανερά. Σκηνοθετήθηκε μία «αιφνιδιαστική έφοδος» του Δούσμανη στο Ξενοδοχείο, για δήθεν έλεγχο των μέτρων ασφαλείας, στη διάρκεια της οποίας ο Δούσμανης βρήκε την ευκαιρία να «γλυστρήσει» στο δωμάτιο που έμενε ο Εσσάτ με τον αδελφό του. Έμειναν σύμφωνοι να σταλεί στην Κωνσταντινούπολη ο Βεχίμπ. Αυτός πήγε και ήλθε τρεις φορές συνολικά, και την 696

(Η νέα Κυβέρνηση των Νεοτούρκων είχε διακόψει και τις Διαπραγματεύσεις Ειρήνης του Λονδίνου, κάτι που διευκόλυνε την Ελληνική πλευρά, καθώς άρχισαν ξανά οι μάχες μεταξύ Βουλγάρων και Τούρκων) Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 495

τελευταία γύρισε ξανά στην αιχμαλωσία, κρατώντας τον λόγο του, ενώ στο μεταξύ πήρε και προαγωγή, έγινε «Πασσάς». Η Τουρκική Κυβέρνηση εξουσιοδότησε τον Βεχίμπ και τον Εσσάτ να διαπραγματευτούν για την σύναψη «προκαταρκτικής ειρήνης». Όμως, όπως αναφέρει ο Βεχίμπ, «οι τότε κυβερνώντες την 697 Τουρκία, θεωρώντας την θέση της Ελλάδας ως κρίσιμη, ενέκριναν τις συμφωνίες , αλλά απαίτησαν την επιστροφή της Χίου και της Μυτιλήνης», όρος που απορρίφθηκε από τον Βενιζέλο που διέκοψε τις διαπραγματεύσεις δηλώνοντας ότι «Είναι αδύνατον να φανταστεί κανείς ότι θα υπάρξει ποτέ στην Ελλάδα Κυβέρνηση, που θα δεχόταν την παράδοση των νήσων». Στο ίδιο διάστημα, ο Βούλγαρος Διάδοχος Βόρις επισκέφτηκε την Αθήνα, όπου, στα πλαίσια προσπαθειών εξομάλυνσης των σχέσεων, του έγινε θερμή υποδοχή από τον ίδιο τον Κωνσταντίνο, που τον αντιπαθούσε βαθιά και συνήθιζε να τον αποκαλεί … «Ανθυπασπιστή». Ο Βόρις εντυπωσιάστηκε από την Αθήνα. Περίμενε να δει μία Τουρκόπολη, αλλά βρήκε μία πόλη Ευρωπαϊκή. Και όταν κατέβηκε και στο λιμάνι του Πειραιά, του έκανε εντύπωση η μεγάλη εμπορική κίνηση και δήλωσε ότι «Δεν φανταζόμαστε ποτέ στη Βουλγαρία ότι η Ελλάς έχει τέτοια θαλασσινή εμπορική δύναμη». Πολύ του άρεσε και το Παλάτι, για το οποίο είπε ότι «Στην Ελληνική Αυλή βρίσκομαι σαν στο σπίτι μου … Θα ήθελα πολύ να μείνω εδώ». Και μάλλον του άρεσαν και … κάποια πρόσωπα που κυκλοφορούσαν στο Παλάτι, γιατί ένας από την ακολουθία του σχολίασε «Τι ταιριαστό συνοικέσιο θα ήταν μεταξύ της βασιλόπαιδος Ελένης και του Βόρι …» Όλα αυτά βέβαια δεν άλλαξαν το βαρύ κλίμα στις σχέσεις των δύο χωρών.

697

(που προέβλεπαν τη σύναψη στρατιωτικής και πολιτικής συμφωνίας, την άμεση απελευθέρωση των 50.000 Τούρκων αιχμαλώτων στους οποίους θα επιστρέφονταν τα όπλα, πυροβόλα και κάθε είδους πυρομαχικά, και τον ορισμό των συνόρων στον ποταμό Νέστο) Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 496

Παρασκευή 17 του Μάη 1913, Συνθήκη Ειρήνης του Λονδίνου Η ταχεία κατάρρευση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας αποτέλεσε έκπληξη για όλους. Οι Βαλκανικοί Σύμμαχοι είχαν καταλάβει όλα τα Ευρωπαϊκά της εδάφη, φτάνοντας έξω από την πρωτεύουσα Κωνσταντινούπολη. Οι έξι Μεγάλες Δυνάμεις (Αγγλία, Γαλλία, Ιταλία, Γερμανία, Αυστρία, Ρωσία) συμφώνησαν να συγκαλέσουν στο Λονδίνο διάσκεψη των βαλκανικών κρατών για να συζητήσουν την ειρήνευση και τους όρους της. Επί κεφαλής της Ελληνικής αντιπροσωπείας, που μετέβη στο Λονδίνο στις αρχές Δεκεμβρίου, ήταν ο Ελευθέριος Βενιζέλος και συμμε698 τείχαν ο Στέφανος Σκουλούδης , ο Πρέσβυς στο Λονδίνο Γεώργιος Στρέιτ, ο καθηγητής Διεθνούς Δικαίου στη Σορβόννη Νικόλαος Πολίτης και ο Υποστράτηγος Παναγιώτης Δαγκλής, Αρχηγός του Επιτελείου του Στρατού, με τους Λοχαγούς Ιωάννη Μεταξά, Ιωάννη Εξαδάκτυλο και Αλέξανδρο Βούρο. Η συμμετοχή τόσο σημαντικών προσωπικοτήτων ήταν πλεονέκτημα αλλά και μειονέκτημα για την Ελληνική αντιπροσωπεία, καθώς οι περισσότεροι διαφωνούσαν στην γραμμή του Βενιζέλου για διατήρηση της Βαλκανικής Συμμαχίας, έστω και με υποχωρήσεις. Οι περισσότεροι πίστευαν ότι η Συμμαχία είχε ουσιαστικά πεθάνει. Οι υπερόπτες Βούλγαροι, ήθελαν και την Θεσσαλονίκη, αλλά και τα Σκόπια και το Μοναστήρι που είχαν καταλάβει οι Σέρβοι. Ο Βενιζέλος τα έβλεπε όλα αυτά, αλλά δεν ήθελε να κατηγορηθεί η Ελλάδα για την διάλυση της Συμμαχίας, ούτε να προκαλέσει αυτή τον επόμενο πόλεμο. Οι Μεγάλες Δυνάμεις, σαν διέκριναν τις ενδοσυμμαχικές αντιθέσεις, άρχισαν το παιχνίδι των διπλωματικών επιρροών. Η «Τριπλή Συμμαχία» (Αυστρία, Γερμανία, Ιταλία) υποδαύλιζε την αδιαλλαξία των Βουλγάρων, ενώ η «Τριπλή Συνεννόηση» (Αγγλία, Γαλλία, Ρωσία) είχε μάλλον ευνοϊκές διαθέσεις απέναντι σε Ελλάδα και Σερβία. Η Οθωμανική Αυτοκρατορία, μη έχοντας την στήριξη κανενός, θέλησε να εκμεταλλευτεί τις ενδοσυμμαχικές διαφωνίες, και ο Μεγάλος Βεζύρης Κιαμήλ Πασάς έστειλε στην Αθήνα ως εκπροσώπους του δύο Έλληνες, τον Χωναίο, που ήταν Βουλευτής στην Οθωμανική Βουλή και τον Βουτυρά, που ήταν Πρόκριτος, με σκοπό να συζητήσουν τη σύναψη χωριστής Ελληνοτουρκικής ειρήνης. Ο Βενιζέλος δεν δέχτηκε καμία συζήτηση, αλλά ούτε και πίεσε τους άλλους συμμάχους, που γνώριζαν ότι χωρίς τον Ελληνικό Στόλο οι Τούρκοι θα ανέτρεπαν την κατάσταση. Αλλά ενώ αυτός ενήργησε προς όφελος της συμμαχίας, 24 ώρες μετά την άρνησή του, οι Βούλγαροι άρχισαν συνομιλίες με τον Κιαμήλ Πασά, που κατέληξαν στην ανακωχή της Τσατάλτσας. Και η Ελλάδα πήρε μέρος στην διάσκεψη, όντας ακόμη σε πόλεμο με την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Αλλά η διεθνής διπλωματική ιστορία του Βενιζέλου ξεκίνησε έτσι με μία πρώτη επιτυχία, καθώς αυτός εμφανίστηκε σαν ο «σοβαρός Ευρωπαίος πολίτης» που δεν ήθελε τον πόλεμο, κερδίζοντας 698

Ο Στέφανος Σκουλούδης (1838-1928), πολύπλευρη και πολυσχιδής προσωπικότητα, γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη όπου και τελείωσε το Γυμνάσιο. Σπούδασε Ιατρική στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και μετά επέστρεψε στην Πόλη όπου ανέλαβε την διεύθυνση της «εν Τουρκία» αντιπροσωπείας των καταστημάτων των αδελφών Ράλλη και στη συνέχεια ίδρυσε, μαζί με τους Α. Συγγρό και Γ. Κορωνιό, την «Τράπεζα της Κωνσταντινούπολης». Απέκτησε μεγάλη περιουσία και το 1876 ήλθε στην Αθήνα. Μετά την ίδρυση της «Εταιρείας Κωπαΐδας» αποσύρθηκε από τις τραπεζικές εργασίες και άρχισε να αναμιγνύεται στην πολιτική. Το 1881 εκλέχτηκε Βουλευτής Σύρου και Θηβών, με το κόμμα του Χ. Τρικούπη. Το 1883 διετέλεσε Πρέσβυς στην Μαδρίτη. Έγινε Υπουργός Ναυτικών και Εξωτερικών στην Κυβέρνηση Χ. Τρικούπη. Το 1915, μετά την παραίτηση του Ζαΐμη έγινε Πρωθυπουργός. Παραιτήθηκε το 1916, μετά από τελεσίγραφο των Συμμάχων και αποσύρθηκε από την ενεργό πολιτική. Το 1918, Ο Βενιζέλος του απήγγειλε κατηγορία «επί εσχάτη προδοσία», που όμως ατόνησε μετά τη νίκη των Μοναρχικών στις εκλογές του 1920. Ο Σκουλούδης υπήρξε και μανιώδης συλλέκτης πινάκων ζωγραφικής, τους οποίους κληροδότησε στην Εθνική Πινακοθήκη. Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 497

την εύνοια όλων, πλην της Αυστρίας. Οι Βούλγαροι παρέμεναν αδιάλλακτοι και δια στόματος Δάνεφ δήλωναν «ή την Θεσσαλονίκη ή πόλεμο». Ο Βενιζέλος, έφτασε να προτείνει στους Βούλγαρους ακόμη και σύνορα λίγα χιλιόμετρα από την Θεσσαλονίκη, καθώς και εμπορικές ευκολίες στο λιμάνι της, παρά τη διαφωνία Σκουλούδη και Στρέιτ. Ο Δάνεφ απέρριψε και αυτές τις προτάσεις. Ο Βενιζέλος, δέχτηκε ακόμη και διαιτησία Αγγλίας – Γαλλίας – Ρωσίας. Όλες πλέον οι Δυνάμεις, περιλαμβανομένης της Ρωσίας, κατέκριναν τον Δάνεφ. Η Αυστρία και η Ιταλία επέμεναν στη δημιουργία Αλβανικού κράτους, κάτι που σήμαινε απώλεια εδαφών για την Ελλάδα και τη Σερβία. Ο Βενιζέλος δέχτηκε να κάνει εδαφικές παραχωρήσεις, με αντάλλαγμα τη στήριξή τους στα θέματα Χίου, Σάμου και Μυτιλήνης. Η Τουρκία, που είχε γίνει πιο διαλλακτική μετά τη ναυμαχία της Λήμνου, αποχώρησε από τη Διάσκεψη τον Ιανουάριο, μετά το πραξικόπημα των Νεοτούρκων. Ο πόλεμος συνεχίστηκε σε όλα τα μέτωπα, επιτρέποντας στην Ελλάδα να στείλει στρατό από την Μακεδονία στην Ήπειρο, καθώς οι Βούλγαροι ήταν απασχολημένοι στην Θράκη. Και σαν πάρθηκαν τα Γιάννενα, ο Στρατός μεταφέρθηκε ξανά στη Θεσσαλονίκη. Αλλά σε όλο αυτό το διάστημα, οι Σέρβοι δίσταζαν να ξεκαθαρίσουν τη στάση τους. Οι Σέρβοι Στρατιωτικοί και η Αυλή ήταν υπέρ του πολέμου, αλλά ο Πρωθυπουργός Πάσιτς ήταν πιο ενδοτικός, φοβούμενος επίθεση από την Αυστρία. Η συνεχιζόμενη αδιαλλαξία των Βουλγάρων, σε συνδυασμό με την συνάντηση του Σέρβου Διαδόχου Αλεξάνδρου με τον Έλληνα Πρίγκηπα Νικόλαο, έγειραν τελικά τη ζυγαριά. Και στις 22 Απριλίου, ο Λοχαγός Ι. Μεταξάς υπέγραψε με τους Σέρβους Συνταγματάρχες Πέστιτς και Τίφκεβιτς την «στρατιωτική σύμβαση» Ελλάδας – Σερβίας. Όμως η Σύμβαση δεν προέβλεπε την αποστολή Ελληνικού Στρατού σε ενίσχυση των Σέρβων, σε περίπτωση Ουγγρικής επίθεσης, και η Σερβική Κυβέρνηση δεν την επικύρωσε. Ο Βενιζέλος ήρθε σε απόγνωση, και στη θέση του Μεταξά, που είχε αποκτήσει τη φήμη του αδιάλλακτου, έστειλε στο Βελιγράδι τον άλλο εξέχοντα Λοχαγό του Επιτελείου, τον Ξενοφώντα Στρατηγό. Ούτε όμως αυτός δεχόταν να υπογράψει μία τέτοια δέσμευση. Και πάλι τη «λύση» την έδωσαν οι … Βούλγαροι (!!!). Στις 7 Μαΐου 1913, 20.000 Βούλγαροι η επιτέθηκαν στη Νιγρίτα και το Παγγαίο, αναγκάζοντας την 7 Μεραρχία να υποχωρήσει, ενώ η άντεχε η 1 Μεραρχία. Η κατάσταση ήταν κρίσιμη και ο Βενιζέλος παρουσίασε την κατάσταση στον Κωνσταντίνο (που ήταν πλέον Βασιλέας) τασσόμενος υπέρ της υπογραφής με τον όρο που ζητούσαν οι Σέρβοι. Στην συνάντηση δεν κρατήθηκαν πρακτικά και δεν ξέρουμε τι ειπώθηκε ακριβώς. Και ο Διχασμός που ακολούθησε έκανε τους αυτόπτες και αυτήκοους μάρτυρες να ξεχάσουν τι ακριβώς είδαν και άκουσαν, παρουσιάζοντας δύο διαφορετικές εκδοχές. Άλλοι λένε ότι ο Βενιζέλος υποστήριζε την υπογραφή με το επιχείρημα ότι είναι αδύνατος ένας πόλεμος Σερβίας – Αυστρίας, χωρίς την εμπλοκή όλων των Ευρωπαϊκών δυνάμεων. Και άλλοι, αυτόπτες και αυτοί, ότι ήταν ο Κωνσταντίνος που είπε «πρέπει να υπογράψω … αναλαμβάνω την ευθύνη της επιορκίας και ο Θεός να με συγχωρέσει …». Και ότι έκανε το σημείο του σταυρού και υπόγραψε. Όποια κι αν είναι η αλήθεια, η Ελλάδα είχε εκβιαστεί να υπογράψει έναν όρο βαρύ, που δεν μπορούσε να τηρήσει χωρίς τον κίνδυνο της καταστροφής της. Και ενώ η έναρξη του δευτέρου πολέμου ήταν θέμα ημερών, στις 17 Μαΐου υπογράφηκε στο Λονδίνο η Συνθήκη Ειρήνης μεταξύ των εμπολέμων του πρώτου πολέμου! Η νέα κυβέρνηση της Τουρκίας αναγκάστηκε να δεχτεί τα τετελεσμένα, δηλαδή την απώλεια του μεγαλύτερου μέρους των Ευρωπαϊκών εδαφών της, των νήσων του Αιγαίου και της Κρήτης. Με τη Συνθήκη παραχωρήθηκαν στους νικητές όλα τα εδάφη δυτικά της γραμμής Αίνου - Μηδείας, εκτός της Αλβανίας, που έγινε ανεξάρτητη Ηγεμονία. Και ανατέθηκε στις 6 Μεγάλες Δυνάμεις (υπό την Πρεσβευτική Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 498

Συνδιάσκεψη που συνέχιζε τις συνομιλίες), η χάραξη των συνόρων και η απόφαση για την τύχη των ελληνικών νήσων του Αιγαίου. Δύο μέρες μετά, στις 19 Μαΐου, υπογράφηκε η συνθήκη Συμμαχίας Ελλάδας Σερβίας … Η αντίστροφη μέτρηση για την έναρξη του Β’ Βαλκανικού πολέμου είχε αρχίσει. Ο δεύτερος πόλεμος, ουσιαστικά ακύρωσε τα όσα συμφωνήθηκαν στην συνθήκη του Λονδίνου, καθώς για τους εμπολέμους η κατάσταση ξεκαθαρίστηκε μετά το τέλος του, με την συνθήκη του Βουκουρεστίου. Αλλά οι 6 Δυνάμεις συνέχισαν να θεωρούν δεσμευτικούς τους όρους της συνθήκης του Λονδίνου, σε ότι αφορούσε τα δικά τους συμφέροντα …

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 499

Δεύτερος Βαλκανικός Πόλεμος Η σύσταση της Ελληνοσερβικής Συμμαχίας επιβεβαίωσε την διάσπαση του «Βαλκανικού Μετώπου». Έλληνες και Σέρβοι έρχονταν πλέον αντιμέτωποι προς τους Βουλγάρους. Ωστόσο, ο Βενιζέλος δεν ήθελε η Ελλάδα να ξεκινήσει τον Πόλεμο: «Έπραξα ότι ήτο ανθρωπίνως δυνατόν δια να φθάσω εις ειρηνικόν και επιεική διακανονισμόν των ζητημάτων μετά της Βουλγαρίας ...» Και ήταν οι Βούλγαροι που στις 17 Ιουνίου 1913 προσέβαλαν τις Ελληνικές και Σερβικές προφυλακές στη Γευγελή και στη Νιγρίτα. Ο Β' Βαλκανικός πόλεμος είχε αρχίσει. Η Ελλάδα όμως ήταν έτοιμη. Είχε εθνικό φρόνημα, αλλά και ακόμη πιο ισχυρό Στρατό. Τον Ιούνιο του 1913, γύρω από τη Θεσσαλονίκη στάθμευαν οκτώ Μεραρχίες με 117.861 άνδρες, εννέα ορειβατικές και 33 πεδινές Πυροβοη λαρχίες. Η 7 Μεραρχία τοποθετήθηκε ανάμεσα στον κόλπο του Σταυρού και στη Βόλβη, ώστε το η η δεξιό της να υποστηρίζεται από τον Στόλο. Η 1 ανάμεσα στις δύο λίμνες, η 6 από τη λίμνη Λαγη καδά ως την οδό Σερρών - Θεσσαλονίκης και η 4 από εκεί μέχρι τον Γαλλικό ποταμό. Δυτικότερα η συγκροτήθηκε τμήμα Στρατιάς από την 3 και την 5η Μεραρχία, μεταξύ Γαλλικού και Λίμνης Αμαη η τόβου. Και πιο δυτικά ήταν η 8 Μεραρχία, ενώ η 2 Μεραρχία και η Ταξιαρχία Ιππικού παρέμεναν στη Θεσσαλονίκη, ως εφεδρεία του Γενικού Στρατηγείου. Η επίθεση στη Νιγρίτα ανάγκασε τις Ελληνικές προφυλακές να υποχωρήσουν στις προκαθορισμένες θέσεις άμυνας. Και το μεσημέρι της ίδιας ημέρας, ο Αρχιστράτηγος Βασιλιάς Κωνσταντίνος επέδωσε τελεσίγραφο προς τον Βούλγαρο Φρούραρχο Θεσσαλονίκης να αποχωρήσει αυθημερόν από την πόλη, με ολόκληρη τη φρουρά, χωρίς τον οπλισμό της. Ο Φρούραρχος αγνόησε το ης τελεσίγραφο και τότε μονάδες της 2 Μεραρχίας, ενισχυμένες από την Κρητική χωροφυλακή, επιτέθηκαν στους Βουλγαρικούς στρατώνες. Οι οδομαχίες κράτησαν όλη τη νύχτα και το επόμενο πρωί οι Βούλγαροι παραδόθηκαν. Οι απώλειές μας ήταν 18 νεκροί και 17 τραυματίες. Ο Κωνσταντίνος, από τη Θεσσαλονίκη, εξέδωσε στις 18 Ιουνίου Γενική Διαταγή, στην οποία τονιζόταν ότι ο Ελληνικός Στρατός θα εγκατέλειπε την αμυντική του στάση και θα ενεργούσε αντεπίθεση. Και ακολούθησε διάγγελμα προς τον Ελληνικό Λαό, στις 20 Ιουνίου: «Προς τον Λαό μου Συμμαχήσαντες μετά των άλλων Χριστιανικών κρατών προς απελευθέρωσιν πασχόντων αδελφών, ηυτυχήσαμεν να ίδωμεν τον κοινόν αγώνα στεφανούμενον υπό της νίκης και καταλύσαντα την τυραννίαν, τα Ελληνικά δε όπλα θριαμβεύοντα κατά ξηράν και κατά θάλασσαν. Η ηττηθείσα Αυτοκρατορία παρεχώρησεν αδιαιρέτως εις τούς Συμμάχους το απελευθερωθέν έδαφος. Αλλά ενώ η Ελλάς, δικαία καθώς πάντοτε, συμφώνους έχουσα και τους δύο άλλους των συμμάχων, ηθέλησεν φιλικήν την διανομήν του απελευθερωθέντος εδάφους, άπληστος σύμμαχος η Βουλγαρία, αρνηθείσα πάσαν συνεννόησιν και διαιτησίαν, επεζήτησε να σφετερισθή κατά το πλείστον μόνη αυτή τους καρπούς της κοινής νίκης... Ο ελληνικός λαός, εν στενή μετά της Σερβίας και του Μαυροβουνίου αλληλεγγύη, πεποιθώς επί την ιερότητα του σκοπού αναλαμβάνει τα όπλα εις νέον αγώνα υπέρ βωμών και εστιών. Ο στρατός μου της ξηράς και της θαλάσσης, ο αναδείξας την Ελλάδα μεγαλυτέραν, καλείται να συνεχίση τους τετιμημένους αγώνας του και σώση απελευθερωθέντας εκ της τουρκικής τυραννίας αδελφούς από της απειλουμένης νέας και δεινοτάτης δουλείας... Ζήτω η μεγαλυνθείσα Ελλάς! Ζήτω το Ελληνικόν Έθνος! ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΙΒ' Το Υπουργικόν Συμβούλιον (Ε. Βενιζέλος Λ. Κορομηλάς Κ. Ρεκτιβάν Εμμ. Ρεπούλης Ι. Τσιριμώκος Αλ. Διομήδης Ανδρ. Μιχαλακόπουλος Ν. Στράτος)

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 500

Ο Έλληνας Στρατιώτης (Σημείωση του συγγραφέα, πριν το κλείσιμο)

Έχοντας φτάσει πια στο τέλος του βιβλίου, σίγουρα σχηματίσατε εικόνα για τον πρωταγωνιστή της «Μεγάλης Εξόρμησης», τον Έλληνα Στρατιώτη. Δεν έχω λόγο να προσθέσω κάποιο άλλο σχόλιο. Προτιμώ να μεταφέρω αυτούσιες τις σκέψεις που δημοσίευσε o Άγγλος δημοσιογράφος Κρώφορντ Πράις στους «Times»: «... Η αρρενωπή διάπλαση και το στρατιωτικό παράστημα των Βουλγάρων είχαν εντυπωσιάσει όλους. Ο Έλληνας Στρατιώτης σε σύγκριση με τον Βούλγαρο, είναι μικροσκοπικός, έχει λιγότερη πειθαρχία, και μέχρι να μάθει να φοράει σωστά τη στολή του, όποιος τον δει, δεν θα καταλάβει αμέσως τη μεγάλη στρατιωτική του αξία, την οποία απέδειξε με τα κατορθώματά του στον πόλεμο. Το να επιβάλλεις στον Έλληνα την πειθαρχία, δεν είναι εύκολο. Η άκαμπτη Βουλγαρική ή Πρωσική πειθαρχία θα κατέστρεφε την φύσει δημοκρατική ψυχή του, χωρίς να επιφέρει κάποιο χρήσιμο αποτέλεσμα. Ο Έλληνας έχει εύστροφο πνεύμα, είναι συνηθισμένος να σκέπτεται και να συζητάει τα πάντα, δεν μπορεί ποτέ να μεταβληθεί σε πολεμική μηχανή. Είναι προτιμότερο να καλλιεργηθεί η ατομική του νοημοσύνη και να διδαχθεί να εκτιμά την λογική ανάγκη της ακρίβειας στις στρατιωτικές κινήσεις. Ο σύγχρονος Έλληνας Στρατιώτης είναι ένα υπέροχο όργανο επίθεσης. Ο ύψιστος πατριωτισμός του αντικαθιστά μέσα του την πειθαρχία και οι Αξιωματικοί πρέπει μάλλον να τον ακολουθούν, παρά να τον διατάζουν ... Αυτό που είδαμε στη Θεσσαλονίκη είναι αφ’ ενός μεν τους Βούλγαρους σκοπούς να στέκονται άκαμπτοι και ευθυτενείς σε στάση προσοχής έξω από την κατοικία του Στρατηγού τους, και αφ’ ετέρου, τον Έλληνα σκοπό να στέκει φρουρός μπροστά στο ανάκτορο του Αρχιστρατήγου του, με τη ράχη ακουμπισμένη στη σκοπιά. Η εικόνα αυτή, να ξέρετε, οδηγεί σε λάθος συμπεράσματα …»

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 501

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 502

Επίλογος (Από μαγνητοφωνημένη διήγηση του Αριστείδη στον Δημοσιογράφο)

Έτσι γίνανε λοιπόν τα πράγματα παλληκάρι μου … Πολεμήσαμε με πάθος, ενωμένοι όλοι, και κάναμε την Ελλάδα διπλή … Στην πρώτη εκστρατεία, πήραμε τη Θεσσαλονίκη μέσα σε τρεις εβδομάδες. Μας πήρε μόνο μια μέρα να τους διώξουμε από το Σαραντάπορο, που όλοι το είχαν για απόρθητο. Κι άλλη μια μέρα για τα Γιαννιτσά, εκεί που τους δώσαμε το τελευταίο χτύπημα που τους ανάγκασε να μας παραδώσουν τη Θεσσαλονίκη. Και μετά συνεχίσαμε στην Ήπειρο, στα χιόνια και τις λάσπες, απέναντι στο φοβερό Μπιζάνι, που το είχανε κι αυτό για άπαρτο … Και το πήραμε όπως και το Σαραντάπορο, όχι βαδίζοντας στα κανόνια σαν αθάνατοι … αλλά σαν θνητοί και σαν Έλληνες με μυαλό … με ελιγμούς και στρατηγικές που διδάσκονται και τώρα στα Στρατιωτικά Σχολεία … Και στη θάλασσα … ε, στη θάλασσα δείξαμε ποιος είναι το αφεντικό του Αιγαίου … δεν θα σου περισσότερα … Θα σου πω όμως για το όραμα. Το όραμα της λύτρωσης των αδελφών μας. Αυτό που είχαν καλλιεργήσει οι δάσκαλοι στα σχολειά, οι παπάδες στις εκκλησιές, οι ποιητές, οι λογοτέχνες, οι δημοσιογράφοι … Τότε ήταν αλλιώς τα πράγματα, όχι όπως τώρα … Είχαμε όραμα. Η «Μεγάλη Ιδέα» δεν ήταν κομματική επινόηση για να μαζεύει ψήφους. Ούτε ήταν «σωβινισμός» όπως θα λέγαμε σήμερα. Όταν λέγαμε τότε «πάμε να πάρουμε την Πόλη», δεν το λέγαμε γιατί ήταν Ελληνική πριν πέντε αιώνες, αλλά επειδή ακόμη είχε σχεδόν 40% Έλληνες. Η Μεγάλη Ιδέα ήταν η λευτεριά των αδερφών μας. Ήταν αυτό που έκανε Κρητικούς να γίνουν Μακεδονομάχοι, Πελοποννήσιους να πολεμάνε για την Ήπειρο και Αθηναίους να πολεμάνε για την Κρήτη. Έκανε τους Κρητικούς και τους Σαμιώτες να ξεσηκωθούν ζητώντας Ένωση. Η Μεγάλη Ιδέα ήταν το Όραμά μας. Λαός χωρίς όραμα δεν προχωράει … Νεολαία χωρίς όραμα είναι χαμένη γενιά … Αλλά θα σου πω και δυο λόγια για τον Κωνσταντίνο. Και μη με πάρεις για βασιλόφρονα, εγώ αγαπούσα και εκτιμούσα ίσα, και αυτόν και τον Βενιζέλο, άσχετα αν αυτοί μετά χωρίσανε την Πατρίδα στα δύο. Εμείς, από τότε βλέπαμε τους μόνιμους Αξιωματικούς του Στρατού να χωρίζονται σε Βασιλικούς και σε Βενιζελικούς. Και αντί ο Βασιλιάς και ο Βενιζέλος να τους βάζουν σε τάξη, τους άφηναν στις θέσεις τους. Ήταν που νικούσαμε βλέπεις και αυτά δεν τα πρόσεχε κανείς. Αλλά ήρθαν και οι δύσκολες εποχές. Ήρθε το 1916, εκεί που η Ελλάδα έγινε δύο κράτη χωριστά. Και αντί να χαρούμε τους καρπούς της νίκης, με το που τέλειωσε ο πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος και η Ελλάδα έφτασε στη Μαύρη Θάλασσα και στη Μικρά Ασία, βγάλαμε τα μάτια μας και ήρθε η καταστροφή του 1922 … Σαν γέννησε η γυναίκα μου το ’17, προβληματίστηκα τι όνομα να δώσω στον πρώτο μας γιο. Ήθελα να τον βγάλω Λευτέρη, σαν τον μακαρίτη τον πατέρα μου. Σαν τους αγώνες για την ελευθερία … Τους αγώνες στους οποίους θυσίασα τη νιότη μου. Αλλά άργησα να παντρευτώ, άργησα να φτιάξω οικογένεια, άργησα να κάνω γιο, κι ο Λευτεράκης, ο πρωτότοκος του αδερφού μου του Νικηφόρου, ήταν κιόλας κοτζάμ άντρας. Αλλά το πήρα απόφαση. Ούτε Λευτέρη θα τον έλεγα, ούτε Κωνσταντίνο, που ήταν το όνομα του πεθερού μου. Γιατί το πρώτο ήταν το όνομα του Βενιζέλου. Και το δεύτερο του Βασιλιά. Κάποτε είχα μεγάλο σεβασμό και στους δύο και τους τιμούσα το ίδιο. Και ήθελα να κάνω δυο γιους, να δώσω τα ονόματά τους. Ήταν και οι δύο μεγάλοι άνδρες. Και τους σεβόμουν απεριόριστα, παρ’ όλο που τους θεωρούσα απόμακρους και ακατανόητους. Είχα βρεθεί κοντά και στους δύο, αλλά αυτό δεν μείωσε την απόσταση που ένοιωθα ότι με χώριζε από αυτούς. Και όταν οι δυο τους τράβηξαν δρόμους αντίθετους, Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 503

διχάζοντας το έθνος, εγώ κράτησα ίση απόσταση κι από τους δύο. Όσο γινόταν βέβαια, γιατί δεν ήμουνα παρά ένας κατώτερος Αξιωματικός που τον παράσερνε το ρεύμα. Έτσι, ούτε Λευτέρη τον έβγαλα ούτε Κωνσταντή. Δεν θα συμμετείχα με κανένα τρόπο στο διχασμό. Τον έβγαλα Μιλτιάδη, ελπίζοντας μια μέρα να γίνει κι αυτός πολέμαρχος. Για χάρη αυτής της λατρεμένης πατρίδας... Ο Κωνσταντίνος λοιπόν, για να ξανάρθω σ’ αυτόν, ήτανε τότε το είδωλό μας. Ήταν σκληρός αλλά ήταν και δίκαιος. Οι Στρατιώτες βλέπανε ότι δεν ξεχώριζε φαντάρο από ανώτερο Αξιωματικό. Και τον λάτρευαν όλοι. Υπήρχαν οι στιγμές που ήταν τραχύς και σκληρός. Στιγμές που έπρεπε να πάρει αποφάσεις που για μας σήμαιναν θάνατο. Αλλά υπήρχαν και οι στιγμές του ενθουσιασμού, εκεί που την ώρα που σφύριζαν οι οβίδες, αυτός θα πήγαινε να σφίξει το χέρι ενός Στρατιώτη που έκανε το καθήκον του, ενός πυροβολητή που έριξε μια καλοσημαδεμένη βολή. Ήταν πραγματικός Αρχηγός. Είχε μυαλό στρατιωτικό, μα είχε και καρδιά. Όποτε δεν ήταν σκυμμένος στο χάρτη, έτρεχε από το ένα μέρος στο άλλο, να δει από κοντά την παράταξη, το πεδίο, τους Αξιωματικούς του, τους Στρατιώτες του, τα παιδιά του που πορεύονταν ή πολεμούσαν. Μέρα και νύχτα, όσοι ήταν κοντά του λέγανε ότι δεν σταματούσε ποτέ. Και το σύνθημά του ήταν πάντα το ίδιο: «Εμπρός! … Βιάζομαι !» Όλη η Ευρώπη θαύμασε τότε το θάρρος και την αντοχή μας. Αλλά αυτά τα χρωστούσαμε στον Ηγέτη που μας ενέπνεε, που πήγαινε μπροστά … Όπως και αν λεγόταν αυτός. Άλλοι τον έλεγαν Κωνσταντίνο, άλλοι Βενιζέλο, άλλοι Κουντουριώτη, άλλοι Μοσχόπουλο, άλλοι Βελισσαρίου, άλλοι «κυρ Λοχία» … Αν δεν έχεις μπροστά έναν άνθρωπο με όραμα, δεν πας πουθενά … Όποιος δεν έχει πορευτεί στα βουνά, με νύχτα και βροχή, με κρύο και με το φόβο του εχθρού, δεν μπορεί να καταλάβει τι περάσαμε. Άσε την πείνα … Θυμάμαι μια νύχτα, τρεις φορές σταματήσαμε να καταυλιστούμε και τρεις φορές πήραμε «διαταγή προελάσεως». Χύναμε κάθε φορά τα καζάνια, που ήταν έτοιμα για διανομή συσσιτίου και συνεχίζαμε … Και παίρναμε το δρόμο εξαντλημένοι αλλά εύθυμοι. Περνάγαμε τα μονοπάτια μέσα στη νύχτα, σκαρφαλώναμε στα κατσάβραχα που γλυστράγανε, αλλά μας φαινόταν σαν εκδρομή!!! Και άμα φτάναμε τελικά κάπου, κοιμόμασταν τον πιο γλυκό ύπνο που μπορείς να φανταστείς … Τυλιγμένοι με μια κουβέρτα, νηστικοί, γέρναμε στο μουσκεμένο χώμα, και σκεπαζόμασταν πρόχειρα με τα αντίσκηνα για τη βροχή … ποιος είχε όρεξη να τα στήσει κανονικά … και ξυπνάγαμε πριν τα χαράματα όλο κέφι … Ήταν τα νειάτα; Όχι γιε μου …

Ήταν ο Σκοπός … η Πατρίδα … το Όραμα … Βρες μου έναν Ηγέτη … και ξεκινάω ξανά !!!

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 504

Ο Επίλογος του δημοσιογράφου Πριν ξεκινήσω να βάζω σε σειρά τις διηγήσεις, τις σημειώσεις και τις φωτογραφίες, είχα ήδη σκεφτεί έναν επίλογο, που τον θεωρούσα πολύ «δυνατό». Αλλά τελικά αυτό το βιβλίο γράφτηκε μόνο του … από αυτούς που έγραψαν την Ιστορία … Έτσι και ο επίλογος, δεν θα μπορούσε να γραφεί από άλλον, παρά από την ίδια την Ιστορία. Την Ιστορία της φυλής μας, που έχει Μηδικούς Πολέμους αλλά και Πελοποννησιακό … Μεγαλέξαντρο αλλά και Χρόνους Ελληνιστικούς … 1821 αλλά και 1822 … 1912-13 αλλά και Διχασμό και 1922 … 1940 αλλά και Εμφύλιο … Αλλά η Ιστορία δεν νοιάζεται για ήττες ούτε για διχασμούς και εμφυλίους. Για την Ιστορία, αυτά είναι «επεισόδια» που μένουν στη μνήμη 2-3 γενιές μόνο. Στην Ιστορία, στην παγκόσμια Ιστορία – όχι μόνο στην Ελληνική, ο Μιλτιάδης και ο Θεμιστοκλής είναι οι νικητές του Μαραθώνα και της Σαλαμίνας, και όχι κάποιοι που εξοστρακίστηκαν από τους συμπατριώτες τους. Στην Ιστορία μένουν μόνο οι νίκες και οι θρίαμβοι, οι στιγμές της δόξας. Οι ήττες και οι καταστροφές είναι για μας τους ανθρώπους, για όσους από εμάς πιστεύουν ότι μελετώντας τα λάθη, δεν θα επαναληφθούν. Η Ιστορία δεν νοιάζεται για τα λάθη. Λάθη κάνουν όλοι. Αλλά Ιστορία γράφουν μόνο οι Μεγάλοι … Από το βιβλίο αυτό, από την μεγάλη εξόρμηση του 1912 -1913, αξίζει να μείνει ένα ΗΘΙΚΟ ΔΙΔΑΓΜΑ … Είναι το ίδιο δίδαγμα που βγαίνει και από τον Μαραθώνα, τη Σαλαμίνα, την εκστρατεία του Μεγάλου Αλεξάνδρου, το 1821, το 1912-1913, το 1940 …

ΟΤΑΝ ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΕΝΩΝΟΝΤΑΙ … … έστω και για λίγο … … ΜΕΓΑΛΟΥΡΓΟΥΝ !!!

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 505

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 506

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ

Τα πρόσωπα του μυθιστορήματος Ημερολόγιο σημαντικών γεγονότων Άνοδος Βενιζέλου Η αναδιοργάνωση του Ελληνικού Στρατού Το ιστορικό τουφέκι Mannlicher-Schönauer (Μάνλιχερ-Σενάουερ) Αφηγήσεις από τον πόλεμο στη θάλασσα Δημιουργία Αεροπορίας Η Υγειονομική Υπηρεσία στον Α’ Βαλκανικό Πόλεμο Η Χωροφυλακή στον Α’ Βαλκανικό Πόλεμο Ημερολόγιο Παναγιώτη Γεωργίου Ριζόγιαννη (2η Μεραρχία) Βιβλιογραφία Διαδικτυακοί τόποι Βίντεο για τον Α’ Βαλκανικό Πόλεμο

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 507

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 508

Τα πρόσωπα του μυθιστορήματος Όπως ανέφερα ήδη στον Πρόλογο, έχω χρησιμοποιήσει τόσο πραγματικά πρόσωπα όσο και «ήρωες» που είναι καθαρά μυθιστορηματικοί. Ελπίζω να μου επιτραπεί αυτή η «αυθαιρεσία», να χρησιμοποιήσω δηλαδή και πραγματικά ονόματα. Τα μόνα μου κίνητρα ήταν αφ’ ενός να γράψω την ιστορία με όσο γίνεται μεγαλύτερη πληρότητα και αφ’ ετέρου, να αναφέρω τα ονόματα όσο γίνεται περισσοτέρων από τους πραγματικούς ήρωες της εποχής εκείνης. Αυτών που με το μυαλό, την καρδιά, τον ιδρώτα και το αίμα τους έγραψαν σελίδες δόξας. Έτσι, με εξαίρεση τα ελάχιστα ονόματα των πλασματικών ηρώων που απαιτούσε η αφήγηση, τα υπόλοιπα ονόματα είναι πραγματικά. Σε μερικές περιπτώσεις πρόσθεσα στους πραγματικούς αυτούς ήρωες λόγια που δεν είπαν ή πράξεις που δεν έκαναν. Ας μου συγχωρεθεί και αυτή η «μυθιστορηματική αδεία υπέρβαση». Τα ονόματα των νεκρών και τραυματιών είναι επίσης όλα αληθινά, εκτός από εξαιρέσεις που αναφέρονται σαν «φίλοι» των μυθιστορηματικών ηρώων. Αντίθετα, είναι εντελώς φανταστικά (και οποιαδήποτε ομοιότητα συμπτωματική) τα ονόματα Στρατιωτών που στη μάχη λιγοψύχησαν ή δείλιασαν, θεωρώντας ότι στην περίπτωση αυτή δεν υπήρχε λόγος να αναφέρω τα αντίστοιχα αληθινά και να γίνω «κριτής εξ αποστάσεως» των πράξεών τους. Τα φανταστικά πρόσωπα που διηγούνται την «ιστορία» τους, κατά «σειρά εμφανίσεως» είναι: Ο Σαράντης Φωτόπουλος, «δημοσιογράφος». ο ης Ο Αριστείδης Ζέρβας, «Ανθυπολοχαγός Πεζικού», στο 9 Σύνταγμα (Καλαμών) της 4 Μεραρχίας (Πελοποννήσου). ο ης Ο Θωμάς Φαρμάκης, «Δεκανέας Πεζικού», στο 5 Σύνταγμα Πεζικού (Τρικάλων) της 1 Μεραρχίας (Θεσσαλίας). Ο Θεμιστοκλής Οικονόμου, «Ναύτης Α’ – Οπλίτης» στο Θωρηκτό Καταδρομικό «Αβέρωφ». ο ο ου Ο Λεωνίδας Παπαχρήστου, «Υποδεκανέας» στον 10 Λόχο (3 Τάγμα) του 1 Συντάγματος ης Πεζικού της 2 Μεραρχίας ου ο ης Ο Γεράσιμος Σκριβάνος, «Στρατιώτης» του 10 Λόχου, στο 10 Σύνταγμα (Κερκύρας) της 3 Μεραρχίας Η Νικολέττα Παπαλάμπρου «εθελόντρια Νοσοκόμα» ο Ο Νικόλαος Αργυρός, «Δεκανέας Ιππικού» στο 1 Σύνταγμα της Ταξιαρχίας Ιππικού. ο ου Ο Γεώργιος Γιαννόπουλος, «Δεκανέας Πεζικού» στο 1 Τάγμα του 23 Συντάγματος Πεζικού της ης 5 Μεραρχίας Ο Asker Imanoglu, «Ανθυπολοχαγός» (Mülâzım-ı Sani) στο 67ο Σύνταγμα της 23ης Μεραρχίας του Τακτικού Οθωμανικού Στρατού. Φανταστικά είναι και κάποια ονόματα που αναφέρονται σε κάποιους διαλόγους (Ντουρούμης, Α. και Δ. Κωνσταντόπουλος, Ηλιόπουλος, Μπάκας, Παπαφίγκος, Δημοσάντος, Λουκάς) Διευκρινίζω πάντως ότι το γεωγραφικό και ιστορικό πλαίσιο στο οποίο κινούνται οι ήρωες αυτοί είναι απολύτως πραγματικό, οι πληροφορίες και τα γεγονότα που αναφέρουν πραγματικά, ενώ και κάποιες ενέργειες ή φράσεις τους είναι και αυτές «δανεισμένες» από πρόσωπα που υπήρξαν πραγματικά. Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 509

Τα πραγματικά πρόσωπα, που διηγούνται «μυθιστορηματική αδεία» όσα «έζησαν» είναι ο εθελοντής Στρατιώτης Νικήτας Μαύρος , τελειόφοιτος της Φαρμακευτικής, που υπηρέτησε στο ο ης 18 Σύνταγμα της 6 Μεραρχίας, μαζί με τον «μυθιστορηματικό φίλο» του Μιχάλη Σαλαχώρη από την Κύπρο, εθελοντή Στρατιώτη στην ίδια μονάδα, που είναι επίσης υπαρκτό πρόσωπο. Τα στοιχεία τους προέρχονται από το βιβλίο του Αρ. Περίδη «Στα κανόνια μας». Τέλος, πραγματικοί ήρωες των οποίων έχω δανειστεί διηγήσεις από τα αντίστοιχα βιβλία τους, είναι οι εξής: Ο συγγραφέας Πέτρος Ε. Βρυζάκης, βετεράνος του 1897, που πολέμησε το 1912-13 ως έφεδρος ο ου ης Υπολοχαγός στον 4 Λόχο του 18 Συντάγματος της 6 Μεραρχίας. Η διήγηση βασίζεται στο βιβλίο του «ΠΟΛΕΜΙΚΕΣ ΕΙΚΟΝΕΣ 1912-1913», Εκδόσεις «ΗΛΙΟΦΟΡΟΣ», 1914. Ο συγγραφέας και δημοσιογράφος Σπύρος Μελάς, που υπηρετούσε σαν έφιππος σύνδεσμος στην η 4 Μεραρχία. Η «διήγηση» στην ενότητα «Δράματα στα Σέρβια» είναι από το βιβλίο του «Οι πόλεμοι 1912-1913», Εκδόσεις «Μπίρη», Αθήνα 1958. Ο συγγραφέας και δικηγόρος Σταύρος Κελαϊδής που ανήκε στα εθελοντικά σώματα Κρητών. Η «διήγηση» στην ενότητα «Απελευθέρωση των Γρεβενών – μάχη στο Τσούρχλι – Κρήτες Εθελοντές» στηρίζεται σε δική του αφήγηση. Σε κάποιες αφηγήσεις πραγματικών ηρώων υπάρχουν αντιφάσεις ως προς τα ιστορικά δεδομένα, που πιθανότατα οφείλονται σε λάθη την μνήμης τους ή σε ελλειπή γνώση των γεγονότων που συνέβαιναν έξω από την άμεση εποπτεία τους. Δεν τα άλλαξα, από σεβασμό στη μνήμη τους. Άλλωστε, και τα λάθη αυτά δεν παύουν να δείχνουν την εντύπωση που είχαν για τα πράγματα, τι ακουγόταν γύρω τους, που σε τελευταία ανάλυση ήταν και το ζητούμενο αυτής της πρώτης μου συγγραφικής προσπάθειας:

Να δοθεί το πνεύμα της εποχής !

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 510

Ημερολόγιο σημαντικών γεγονότων (1892-1926) 1892 17 Φεβρουαρίου: Ο Βασιλιάς Γεώργιος Α΄ αποπέμπει τον πρωθυπουργό Δηλιγιάννη αν και η κυβέρνησή του στηρίζεται σε κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Στις εκλογές που ακολούθησαν (3 Μαΐου), ο Τρικούπης έλαβε 160 έδρες από τις 207 και η αντιπολίτευση (Δεληγιάννης, Ράλλης, Κωνσταντόπουλος) 47. 1893 25 Ιουλίου: Εγκαινιάζεται η Διώρυγα της Κορίνθου. 1894 Ξεκινά τη λειτουργία του το εργοστάσιο κατασκευής πίλων του Ηλία Πουλόπουλου (Πιλ-Πουλ). 1895 10 Ιανουαρίου: Ο Χαρίλαος Τρικούπης υποβάλλει την παραίτησή του, διαφωνώντας με το Στέμμα. 12 Ιανουαρίου: Ο Ν. Δραγούμης σχηματίζει κυβέρνηση που θα μείνει στην εξουσία μέχρι τις 31-595. 17 Μαΐου: Εγκαινιάζεται η σιδηροδρομική γραμμή Αθηνών-Πειραιώς, μήκους 1.465 μέτρων, από τα οποία τα 660 μ. υπόγεια. Δημιουργούνται οι Σταθμοί Μοναστηρακίου και Ομόνοιας. Με χρήματα του Γ. Αβέρωφ ολοκληρώνεται η αναμαρμάρωση του Παναθηναϊκού Σταδίου για να γίνουν οι πρώτοι σύγχρονοι Ολυμπιακοί Αγώνες. 1896 25 Μαρτίου: Κηρύσσεται η έναρξη των πρώτων σύγχρονων Ολυμπιακών Αγώνων. 30 Μαρτίου: Πεθαίνει στις Κάννες ο Χαρίλαος Τρικούπης. 6-15 Απριλίου: Διεξάγονται στην Αθήνα οι πρώτοι Θερινοί Ολυμπιακοί Αγώνες της σύγχρονης εποχής. 3 Ιουλίου: Η Εθνική Εταιρεία στέλνει αντάρτικες ομάδες στη Μακεδονία για να αντιμετωπίσουν τη διείσδυση των Βουλγάρων. 8 Αυγούστου: Η Ελληνική Κυβέρνηση στέλνει στην Κρήτη εθελοντικά αντάρτικα σώματα για να στηρίξουν τον αγώνα των Κρητικών κατά του Οθωμανικού ζυγού. 1897 23 Ιανουαρίου: Τούρκοι άτακτοι πυρπολούν χωριά της περιοχής των Χανίων και προβαίνουν σε βιαιοπραγίες. 2 Φεβρουαρίου: Ο συνταγματάρχης Τιμολέων Βάσσος αποβιβάζεται στην περιοχή των Χανίων, επί κεφαλής Ελληνικού εκστρατευτικού σώματος που έχει ως αποστολή να προστατέψει τους Χριστιανούς του νησιού. 9 Φεβρουαρίου: Κρήτες επαναστάτες υψώνουν την Ελληνική σημαία στον Προφήτη Ηλία του Ακρωτηρίου. Οβίδες από τα πλοία των Μεγάλων Δυνάμεων που ναυλοχούν στην περιοχή καταστρέφουν τον ιστό της σημαίας. Ο Δημήτρης Καλορίζικος την ανυψώνει πάλι αντικαθιστώντας με το σώμα του τον κοντό της. Προκαλεί τον θαυμασμό, και αντιστροφή των αισθημάτων των ξένων. 5 Απριλίου: Η Τουρκία κηρύσσει τον πόλεμο στην Ελλάδα. 17 Απριλίου: Μάχη του Βελεστίνου. Ελληνικές δυνάμεις υπό τον ταξίαρχο Σμολένσκι απωθούν μετά από σκληρό αγώνα τους Οθωμανούς. Πρόκειται για τη μοναδική Ελληνική νίκη στη διάρκεια του «ατυχούς» Πολέμου του 1897, που τελειώνει με παρέμβαση των Μεγάλων Δυνάμεων, που υποχρεώνουν την Τουρκία να επιστρέψει το μεγαλύτερο μέρος των χαμένων εδαφών, έναντι αποζημίωσης. Μάιος αρχές: Ο Ανδρέας Συγγρός μεταβαίνει στη Δυτική Ευρώπη, για να διαπραγματευτεί τη σύναψη δανείου ύψους 1.000.000 Τουρκικών Λιρών. Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 511

3 Ιουλίου: Πρώτη κινηματογραφική προβολή στη Θεσσαλονίκη, στην μπιραρία «Η Τουρκία». 4 Δεκεμβρίου: Υπογράφεται στην Κωνσταντινούπολη η Συνθήκη Ειρήνης. Η Ελλάδα υποχρεώνεται να καταβάλει αποζημίωση στην Οθωμανική Αυτοκρατορία ύψους 4.000.000 Τουρκικών Λιρών. Οι Μεγάλες Δυνάμεις παραχωρούν στην Ελλάδα, με τη μορφή δανείου, το συγκεκριμένο ποσό και για να το διασφαλίσουν επιβάλλουν στη χώρα Διεθνή Οικονομικό Έλεγχο. Η Θεσσαλία επανέρχεται στην Ελλάδα, εκτός από περιοχή 360 τετρ. χλμ. ανάμεσα στον Όλυμπο και τα Καμβούνια Όρη. 1898 25 Αυγούστου: Σφαγές Χριστιανών από Τούρκους άτακτους στο Ηράκλειο της Κρήτης. 9 Δεκεμβρίου: Ο πρώτος Ύπατος Αρμοστής της Κρήτης, Πρίγκηπας Γεώργιος, αποβιβάζεται στη Σούδα και αναλαμβάνει τα καθήκοντά του. Είναι το πρώτο βήμα για την Ένωση της Ελλάδας με την Κρήτη. 1899 2 Μαΐου: Κατασκευάζεται στα ναυπηγεία Β. Βασιλειάδου στον Πειραιά, υπό την επίβλεψη του μηχανολόγου-μηχανικού Α. Βλάγκαλη η ατμομηχανή «Ελληνίς», η οποία για πολλά χρόνια θα χρησιμοποιείται στη σιδηροδρομική γραμμή Αθηνών - Κηφισιάς. 1900 29 Ιανουαρίου: Η Ιφιγένεια Συγγρού, χήρα του Ανδρέα Συγγρού, δωρίζει στο Ελληνικό Δημόσιο ένα σημαντικό ποσό που θα χρησιμοποιηθεί για τη σκυρόστρωση των κυριοτέρων δρόμων της Αθήνας. 29 Ιουλίου: Στο θέατρο «Ορφεύς» της Σύρου δίνεται η πρώτη οργανωμένη κινηματογραφική παράσταση στην Ελλάδα. Το εισιτήριο στοιχίζει μία δραχμή και προβάλλονται 20 ταινίες μικρού μήκους. Ξεχωρίζουν οι ταινίες «Αμερικανοϊσπανικαί ναυμαχίαι» και οι «Χαριεντισμοί ανδρογύνου ους διακόπτει η εμφάνισις του τέκνου». Αναστηλώνεται το Ερέχθειο. 1901 5 Μαρτίου: Ο χημικός Όθων Ρουσσόπουλος ανακοινώνει ότι ο καθαρισμός των χάλκινων ευρημάτων που προέρχονται από τη θαλάσσια περιοχή των Αντικυθήρων έχει σχεδόν ολοκληρωθεί. Ο ίδιος δηλώνει ότι τα ευρήματα στην αρχή τα έβαλαν μέσα σε απεσταγμένο νερό για να απομακρυνθεί το αλάτι και στη συνέχεια προχώρησαν στην «δι’ υδρογόνου εν τω γεννάσθαι αναγωγή». 17 Αυγούστου: Ο αρχαιολόγος Χρ. Τσούντας ανακοινώνει την ανακάλυψη στην περιοχή Σέσκλο, κοντά στο Βόλο, σημαντικότατου οικισμού της Νεολιθικής Εποχής. 1902 12 Μαΐου: Ιδρύεται από τους Νικόλαο και Ανδρέα Χατζηκυριάκο το πρώτο ελληνικό τσιμεντοποιείο που ονομάζεται «TITAN». Η πρώτη μονάδα παραγωγής εγκαθίσταται στην Ελευσίνα. 15 Οκτωβρίου: Ο Γερμανός αρχαιολόγος Ρούντολφ Έρντικ ανακοινώνει ότι εντοπίστηκαν στην Κω τα ερείπια του Ασκληπιείου. 17 Νοεμβρίου: Στις εθνικές εκλογές τα δύο μεγαλύτερα κόμματα, του Δηλιγιάννη και του Θεοτόκη, εκλέγουν από 102 βουλευτές. Το γεγονός οδηγεί σε κυβερνητική αστάθεια. Οι συνεχείς συγκρούσεις ανάμεσα στους οπαδούς των δύο κομμάτων καταλήγουν σε επεισόδια με πολλούς τραυματίες. Οι διαδηλωτές χρησιμοποιούν σανίδες από τις οικοδομές της οδού Σταδίου και τα γεγονότα θα μείνουν στην ιστορία ως «σανιδικά». 1903 Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 512

18 Απριλίου: Εκρήξεις βομβών στην πόλη της Θεσσαλονίκης, τις οποίες τοποθέτησαν πράκτορες της Βουλγαρίας. 31 Μαΐου: Εγκαινιάζεται η πρώτη Διεθνής Έκθεση των Αθηνών. Μέρος του κόστους καλύπτεται από τον ευεργέτη Γ. Μαρασλή. 20 Ιουλίου: Οι Εξαρχικοί επαναστατούν στη Μακεδονία ανήμερα της γιορτής του προφήτη Ηλία. Την επανάσταση έχει σχεδιάσει η Εσωτερική Μακεδονική Επαναστατική Οργάνωση (VMRO). 10 Αυγούστου: Συγκροτείται στην Αθήνα Επιτροπή για την ενίσχυση του Μακεδονικού Αγώνα. 2 Οκτωβρίου: Τα Τουρκικά στρατεύματα καταστέλλουν τους εξεγερμένους Βουλγαρόφιλους της περιοχής Μοναστηρίου (εξέγερση του «Ίλιντεν»). Η αιματηρή επέμβαση προκαλεί θύελλα αντιδράσεων στην Ευρώπη και αναγκάζει κάποιες Ευρωπαϊκές Κυβερνήσεις να παρέμβουν και να επιβάλουν στην Οθωμανική Αυτοκρατορία την εφαρμογή του προγράμματος Murzsteg (από την πόλη της Αυστρίας όπου συναντήθηκαν οι Αυτοκράτορες της Ρωσίας Νικόλαος Β΄ και της Αυστροουγγαρίας Φραγκίσκος Ιωσήφ στις 2-3 Οκτωβρίου). Οι εξελίξεις υποχρεώνουν την Ελληνική Κυβέρνηση να ακολουθήσει πιο επιθετική πολιτική στο Μακεδονικό Ζήτημα. 8 Νοεμβρίου: Σοβαρά επεισόδια από φοιτητές του Πανεπιστημίου Αθηνών που διαδηλώνουν την αντίθεσή τους στη μετάφραση στην καθομιλουμένη της «Ορέστειας» του Αισχύλου από τον καθηγητή Γ. Σωτηριάδη. Οι φοιτητές, που υποκινούνται από τον καθηγητή της κλασικής φιλολογίας Γ. Μιστριώτη, προβαίνουν σε καταστροφές στην περιοχή του Βασιλικού Θεάτρου, όπου θα δινόταν η παράσταση. Σκοτώνονται τρεις διαδηλωτές και τραυματίζονται άλλοι επτά («Ορεστειακά»). 30 Νοεμβρίου: Ο Γρηγόριος Ξενόπουλος δημοσιεύει στα «Παναθήναια» το ιστορικό του άρθρο «Ένας ποιητής» για τον Κ. Καβάφη, κάνοντάς τον γνωστό στο Ελληνικό κοινό. Η Θεσσαλονίκη αποκτά την πρώτη της μόνιμη κινηματογραφική αίθουσα, τα «Ολύμπια», ιδιοκτησίας Πλουτάρχου Ιμπροχώρη και Λάιτμερ. 1904 7 Ιανουαρίου: Πεθαίνει ο Ε. Ροΐδης, συγγραφέας της «Πάπισσας Ιωάννας». 11 Ιανουαρίου: Αρχίζουν οι εργασίες ανέγερσης του Μαρασλείου Εκπαιδευτήριου. 23 Μαρτίου: Ιδρύεται το «Χημικόν Εργαστήριον του Υπουργείου Οικονομικών», το οποίο αργότερα θα μετονομαστεί σε «Γενικό Χημείον του Κράτους». 4 Μαΐου: Ιδρύεται στην Αθήνα το «Μακεδονικό Κομιτάτο», με Πρόεδρο τον Δημήτριο Καλαποθάκη, ιδιοκτήτη της εφημερίδας «Εμπρός». 28 Αυγούστου: Ο Παύλος Μελάς αρχίζει τον αγώνα του στη Δυτική Μακεδονία. 15 Σεπτεμβρίου: Ο Θεόδωρος Μόδης, σημαίνον μέλος της «Επιτροπής Αμύνης του Μοναστηρίου», δολοφονείται από Βουλγάρους κομιτατζήδες. 13 Οκτωβρίου: Φονεύεται στη διάρκεια συμπλοκής με Τουρκικά στρατεύματα ο Μακεδονομάχος Ανθυπολοχαγός Πυροβολικού Παύλος Μελάς (Παύλος Ζέζας). 17 Νοεμβρίου: Ο Ανθυπολοχαγός Γ. Τσόντος (καπετάν Βάρδας), επί κεφαλής αντάρτικου σώματος 40 αντρών, φτάνει στη Μακεδονία. 1905 20 Φεβρουαρίου: Εθνικές εκλογές: Ο Θ. Δηλιγιάννης παίρνει 142 έδρες σε σύνολο 235, υπερισχύει του Θεοτόκη και σχηματίζει Κυβέρνηση. Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 513

10 Μαρτίου: Επανάσταση του Θερίσου. Ο Ελευθέριος Βενιζέλος και οι επαναστάτες ζητούν από τις Μεγάλες Δυνάμεις την ένωση της Κρήτης με την Ελλάδα και την απομάκρυνση του Πρίγκηπα Γεωργίου από τη θέση του Ύπατου Αρμοστή. 31 Μαΐου: Δολοφονείται έξω από τη Βουλή (σημερινή Παλαιά Βουλή) ο Πρωθυπουργός Θεόδωρος Δηλιγιάννης. Ο δολοφόνος του Κωσταγερακάρης, τον θεωρούσε υπεύθυνο για το κλείσιμο των χαρτοπαικτικών λεσχών. 9 Ιουνίου: Ο Βασιλιάς Γεώργιος αναθέτει το σχηματισμό κυβέρνησης στον Δ. Ράλλη. 2 Νοεμβρίου: Τερματίζεται η Επανάσταση του Θερίσου στην Κρήτη. 3 Νοεμβρίου: Ο Δήμος Αθηναίων συνάπτει σύμβαση με την εταιρεία The Neuchatel Asphalte Co Ltd για την ασφαλτόστρωση της Πλατείας Ομονοίας, της οδού Πανεπιστημίου και της οδού Αθηνάς. Πριν λίγες μέρες είχε ολοκληρωθεί η πρώτη ασφαλτόστρωση στην Αθήνα, τμήματος της οδού Αιόλου, από την εταιρεία London Asphalte Co Ltd. 28 Νοεμβρίου: Επειδή ο προταθείς για το αξίωμα του Προέδρου της Βουλής Αλ. Ρώμας ηττάται από τον υποψήφιο του Θεοτόκη, Ν. Μπουφίδη, ο Ράλλης υποβάλλει την παραίτησή του. Έπειτα από λίγες ημέρες γίνεται Πρωθυπουργός ο Γ. Θεοτόκης. 1906 26 Μαρτίου: Το κόμμα του Γ. Θεοτόκη κερδίζει την απόλυτη πλειοψηφία στις εκλογές και ο ίδιος γίνεται Πρωθυπουργός. Πρώτη εμφάνιση στη Βουλή της εκσυγχρονιστικής «ομάδας των Ιαπώνων», την οποία αποτελούν οι Δ. Γούναρης, Π. Πρωτοπαπαδάκης, Εμ. Ρέπουλης, Απ. Αλεξανδρής, Χ. Βοζίκης, Α. Παναγιωτόπουλος. Η ομάδα αυτή ασκεί έντονη κριτική στην κυβέρνηση Θεοτόκη. 9 Απριλίου: Αρχίζουν στην Αθήνα τα αγωνίσματα της Μεσολυμπιάδας. 16 Ιουλίου: Εξαρχικά στοιχεία εξαπολύουν πογκρόμ κατά των Ελλήνων της Φιλιππούπολης. Πολλοί Έλληνες εγκαταλείπουν την Ανατολική Ρωμυλία και καταφεύγουν πρόσφυγες στην Ελλάδα. 12 Αυγούστου: Ο Ύπατος Αρμοστής της Κρήτης Πρίγκηπας Γεώργιος παραιτείται. Οι Μεγάλες Δυνάμεις τοποθετούν σε αυτή τη θέση τον Αλέξανδρο Ζαΐμη. 18 Σεπτεμβρίου: Φτάνει στην Κρήτη ο νέος Ύπατος Αρμοστής Αλ. Ζαΐμης. 27 Σεπτεμβρίου: Ανακοινώνονται τα αποτελέσματα της απογραφής. Ο πληθυσμός της χώρας ανέρχεται σε 2.630.000 κατοίκους. 1907 7 Μαρτίου: Δολοφονείται στη Θεσσαλία ο πρωτοπόρος σοσιαλιστής Μαρίνος Αντύπας. 1 Μαΐου: Πεθαίνει στην Οδησσό ο εθνικός ευεργέτης Γρηγόριος Μαρασλής. Με χρήματά του χτίστηκε το Μαράσλειο Διδασκαλείο και εκδόθηκαν δεκάδες μελέτες από τη Βιβλιοθήκη Μαρασλή. 8 Σεπτεμβρίου: Ασφαλτοστρώνεται η οδός Πανεπιστημίου. 15 Δεκεμβρίου: Ιδρύεται με πρωτοβουλία του τραπεζίτη Γρηγόριου Εμπεδοκλέους η «Εμπορική Τράπεζα». Αναστηλώνονται τα Προπύλαια. 1908 Μάιος, αρχές: Τα αθηναϊκά τραμ κινούνται πλέον με ηλεκτρισμό. 5 Ιουλίου: Επανάσταση των Νεοτούρκων στη Θεσσαλονίκη, με ηγέτες τον Νιαζί μπέη και τον Εμβέρ πασά. Έχοντας την υποστήριξη του Κομιτάτου «Ένωση-Πρόοδος», οι επαναστάτες αναγκάζουν το σουλτάνο Αβδούλ Χαμίντ να θέσει σε εφαρμογή το Σύνταγμα του 1876. Όμως, οι ελπίδες των μη μουσουλμανικών πληθυσμών της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας για σεβασμό των δικαιωμάτων τους γρήγορα θα διαψευστούν. 7 Ιουλίου: Πεθαίνει στην Αθήνα ο Δημήτριος Βικέλας (γεννήθηκε στην Ερμούπολη της Σύρου το 1835). Ήταν έμπορος δημητριακών στο Λονδίνο, λόγιος και συγγραφέας. Μαζί με το Γάλλο Ντε Κουμπερντέν εργάστηκε για την αναβίωση των πρώτων σύγχρονων Ολυμπιακών Αγώνων. Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 514

8 Ιουλίου: Ελληνικά αντάρτικα σώματα συγκρούονται στην περιοχή του όρους Καΐμακτσαλάν με Βουλγάρους κομιτατζήδες τους οποίους τρέπουν σε φυγή. Πρόκειται για μια από τις τελευταίες συγκρούσεις που έγιναν στη Μακεδονία ανάμεσα σε Έλληνες και Βουλγάρους αντάρτες. 24 Σεπτεμβρίου: Ο λαός των Χανίων σε πάνδημη συγκέντρωση κηρύσσει την ένωση της Κρήτης με την Ελλάδα. Την επομένη ημέρα, ο Διευθυντής του τελωνείου Χανίων στέλνει τις εισπράξεις στην Αθήνα (ως έσοδα του Ελληνικού Κράτους). 5 Οκτωβρίου: Η Βουλγαρία κηρύσσει την ανεξαρτησία της από την Οθωμανική Αυτοκρατορία. 30 Οκτωβρίου: Αρχίζουν τα δρομολόγια των πρώτων ηλεκτρικών τραμ στην οδό Αχαρνών. 3 Δεκεμβρίου: Οι συντεχνίες των Αθηνών με τηλεγράφημά τους δηλώνουν προς την κυβέρνηση Θεοτόκη ότι αδυνατούν να δεχτούν νέους φόρους. 1909 18 Φεβρουαρίου: Οι συντεχνίες των Αθηνών με υπόμνημά τους προς το Βασιλιά Γεώργιο κατακρίνουν τη συναλλαγή και την επιβολή φόρων και ζητούν να αλλάξει το σύστημα της διοίκησης. 25 Απριλίου: Ιδρύεται στον Πειραιά η Ανώνυμη Εταιρεία Χημικών Προϊόντων και Λιπασμάτων. 4 Ιουλίου: Παραιτείται η Κυβέρνηση Θεοτόκη. Νέα κυβέρνηση σχηματίζει ο Δημήτριος Ράλλης. 23 Ιουλίου: Η Οθωμανική Κυβέρνηση με αυστηρή διακοίνωσή της αξιώνει γραπτή δήλωση της Ελληνικής Κυβέρνησης με την οποία θα αποδοκιμάζει την επαναστατική κίνηση των Κρητών που επιδιώκουν την ένωση του νησιού με την Ελλάδα. Η Ελληνική απάντηση δεν θεωρείται επαρκής από την Οθωμανική Κυβέρνηση, η οποία επιμένει ότι η Ελληνική στάση στο Κρητικό Ζήτημα «δεν είναι άμεμπτος», ενώ αφήνει να εννοηθεί ότι θα διεκδικήσει με δυναμικό τρόπο τα επί της Κρήτης κυριαρχικά δικαιώματά της. 4 Αυγούστου: Οι προστάτιδες Δυνάμεις ζητούν από την Οθωμανική Κυβέρνηση να διαπραγματεύεται με αυτές για το Κρητικό Ζήτημα και όχι με την Ελλάδα. Συγχρόνως απαιτούν από τους επαναστάτες να κατεβάσουν από το φρούριο Φιρκά των Χανίων την Ελληνική σημαία. Μετά την άρνησή τους αποβιβάζονται την επόμενη μέρα στρατιώτες των Δυνάμεων και καταρρίπτουν τον ιστό της σημαίας. 15 Αυγούστου: Ο Στρατιωτικός Σύνδεσμος υπό την ηγεσία του συνταγματάρχη Νικόλαου Ζορμπά προβάλλει αιτήματα που στρέφονται εναντίον των παλιών κομμάτων και της συμμετοχής των Πριγκήπων στο Στρατό (κίνημα στο Γουδή). Οι κινηματίες, εκμεταλλευόμενοι τη γενική δυσαρέσκεια εξ αιτίας της στάσης της κυβέρνησης Γ. Θεοτόκη και στη συνέχεια της κυβέρνησης Δ. Ράλλη στο Κρητικό Ζήτημα, επιτυγχάνουν τους σκοπούς τους. Παραιτείται η κυβέρνηση Ράλλη. 14 Σεπτεμβρίου: Μεγάλη κινητοποίηση των παραγωγικών τάξεων στην Αθήνα υπέρ του «Συνδέσμου» καταδεικνύει ότι οι Αξιωματικοί έχουν λαϊκά ερείσματα. Κάποιοι θεωρούν ότι η συγκεκριμένη κινητοποίηση δεν ήταν αυθόρμητη και ότι οι στρατιωτικοί εκμεταλλεύτηκαν την αντίδραση των συντεχνιών της Αθήνας στην επιβολή νέων φόρων. 15 Σεπτεμβρίου: Ο Κυριακούλης Μαυρομιχάλης σχηματίζει Κυβέρνηση που θα παραμένει στην εξουσία μέχρι τις 18-1-1910. 16 Οκτωβρίου: Ριζοσπαστικά στοιχεία του Στρατιωτικού Συνδέσμου υποκινούν εξέγερση στο Ναύσταθμο με στόχο την επιβολή στρατιωτικής δικτατορίας. Η εξέγερση καταστέλλεται βίαια. 17 Οκτωβρίου: Αντεπαναστατικό κίνημα στο ναυτικό, το οποίο στρεφόταν κατά του Στρατιωτικού Συνδέσμου, καταστέλλεται με αιματηρό τρόπο. 1 Νοεμβρίου: Αρχίζει τις εργασίες του στην Αθήνα το Α΄ Πανελλήνιο Συνέδριο Γεωργίας, Βιομηχανίας και Εμπορίου. 16 Δεκεμβρίου: Το διευθυντήριο του Στρατιωτικού Συνδέσμου αποφασίζει να καλέσει τον Πρόεδρο της προσωρινής Κυβέρνησης της Κρητικής Πολιτείας, Ελευθέριο Βενιζέλο. 1910 2 Ιανουαρίου: Καθιερώνεται η Κυριακή ως αργία. Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 515

16 Ιανουαρίου: Ο Γεώργιος αποδέχεται πρόταση του Ε. Βενιζέλου για εκλογές και ανάδειξη Αναθεωρητικής Βουλής. 18 Ιανουαρίου: Ο Στέφανος Δραγούμης ορκίζεται Πρόεδρος του Υπουργικού Συμβουλίου, κατ’ απαίτηση του Στρατιωτικού Συνδέσμου, και σχηματίζει Κυβέρνηση που διαρκεί ως τις 6-10-1910. 6 Μαρτίου: Ο στρατός διαλύει συλλαλητήριο των αγροτών της Θεσσαλίας στο σιδηροδρομικό σταθμό του Κιλελέρ, με δεκάδες νεκρούς και τραυματίες. 12 Μαρτίου: Καθελκύεται στο Λιβόρνο της Ιταλίας το θωρηκτό «Γ. Αβέρωφ». 17 Μαρτίου: Υπογράφεται το πρακτικό διάλυσης του Στρατιωτικού Συνδέσμου. 8 Αυγούστου: Στις εκλογές, ανάμεσα στους 362 βουλευτές που εκλέγονται είναι και ο Ελευθέριος Βενιζέλος, ο οποίος λαμβάνει το 84,3% των ψήφων στην περιφέρεια όπου είναι υποψήφιος. 5 Σεπτεμβρίου: Ο Βενιζέλος ομιλεί σε μεγάλη λαϊκή συγκέντρωση στην Πλατεία Συντάγματος. 2 Οκτωβρίου: Σε ανακοίνωση των Ανακτόρων τονίζεται ότι ο Βασιλιάς «κατέληξεν εις το να εγκρίνη καθ’ ολοκληρίαν τας γνώμας του κ. Βενιζέλου». 6 Οκτωβρίου: Ο Ελευθέριος Βενιζέλος σχηματίζει την πρώτη του Κυβέρνηση. Γρήγορα αποφασίζει τη διάλυση της Βουλής και την προκήρυξη εκλογών τον Νοέμβριο για ανάδειξη Αναθεωρητικής Βουλής. 28 Νοεμβρίου: Συντριπτική νίκη του Κόμματος των Φιλελευθέρων υπό τον Ε. Βενιζέλο στις εκλογές. Εκλέγουν 307 βουλευτές σε σύνολο 362 βουλευτών. 1911 31 Μαρτίου: Φτάνει στον Πειραιά η Γαλλική Στρατιωτική Αποστολή υπό το στρατηγό Εϋντού. Έργο της είναι η αναδιοργάνωση του Στρατού Ξηράς. 1 Απριλίου: Κατόπιν οδηγιών του Νεοτουρκικού Κομιτάτου εφαρμόζεται σε όλη την έκταση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας με μεγαλύτερη αυστηρότητα ο αποκλεισμός των Ελλήνων εμπόρων. Στη Σμύρνη τοιχοκολλείται επίσημη ανακοίνωση με την οποία ζητείται από το μη Ελληνικό στοιχείο να μη συχνάζει σε Ελληνικά καφενεία, που έχουν επισημανθεί με ιδιαίτερα χρώματα. 11 Απριλίου: Φτάνει στην Ελλάδα η Βρετανική ναυτική αποστολή υπό το ναύαρχο Τάφνελ. Έργο της είναι η αναδιοργάνωση του Βασιλικού Ναυτικού. 21 Μαΐου: Ολοκληρώνεται η αναθεώρηση του Συντάγματος του 1864 με πλέον σημαντικές καινοτομίες τη θεσμοθέτηση της μονιμότητας των δημοσίων υπαλλήλων και την καθιέρωση δωρεάν στοιχειώδους εκπαίδευσης. 27 Ιουνίου: Η Κυβέρνηση Βενιζέλου επαναφέρει το διάδοχο Κωνσταντίνο στις τάξεις του στρατεύματος, ως Γενικό Επιθεωρητή, παρά τις αντίθετες απόψεις του Στρατιωτικού Συνδέσμου. 1912 8 Φεβρουαρίου: Πρώτη του πτήση αεροπλάνου στην Ελλάδα με πιλότο τον Ε. Αργυρόπουλο. Το αεροσκάφος τύπου Nieuport IV.G φέρει το όνομα «ΑΛΚΥΩΝ». 11 Μαρτίου: Σαρωτική νίκη του Βενιζέλου στις εκλογές που κερδίζει 146 έδρες σε σύνολο 181. 12 Απριλίου: Η Ιταλία αρχίζει την κατάληψη των νησιών του συμπλέγματος των Δωδεκανήσων, τα οποία κατείχε η Οθωμανική Αυτοκρατορία. Στις 21 Απριλίου καταλαμβάνει τη Ρόδο. 16 Μαΐου: Υπογράφεται συνθήκη συμμαχίας ανάμεσα στην Ελλάδα και τη Βουλγαρία, η οποία δεν περιλαμβάνει καμία αναφορά για διανομή εδαφών σε περίπτωση νίκης. 25 Ιουνίου: Ο Κωνσταντίνος Τσικλητήρας αναδεικνύεται πρώτος Ολυμπιονίκης στους Ολυμπιακούς της Στοκχόλμης στο άλμα εις μήκος άνευ φοράς (με επίδοση 3,37 μ.) και τρίτος Ολυμπιονίκης στο άλμα εις ύψος άνευ φοράς με επίδοση 1,55 μέτρα. 7 Σεπτεμβρίου: Οι Σάμιοι υπό τον Θεμιστοκλή Σοφούλη κηρύσσουν επανάσταση επιδιώκοντας την αυτοδιάθεση του νησιού και την ένωσή του με το Βασίλειο της Ελλάδος. 15 Σεπτεμβρίου: Η Σερβία και η Βουλγαρία κηρύσσουν γενική επιστράτευση. Το παράδειγμά τους ακολουθεί την επομένη και το Μαυροβούνιο. 18 Σεπτεμβρίου: Η Ελληνική Κυβέρνηση κηρύσσει γενική επιστράτευση. Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 516

22 Σεπτεμβρίου: Υπογράφεται στη Σόφια Ελληνοβουλγαρική στρατιωτική Σύμβαση. 23 Σεπτεμβρίου: Οι Τούρκοι εγκαταλείπουν τη Σάμο. 30 Σεπτεμβρίου: Τελεσίγραφο Ελλάδας, Σερβίας, Βουλγαρίας προς το Σουλτάνο για αναγνώριση των δικαιωμάτων των χριστιανικών μειονοτήτων της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Οι Βαλκανικές χώρες απορρίπτουν τη Ρωσο-Αυστριακή διαμεσολάβηση. Η Πύλη απορρίπτει τις συμμαχικές αξιώσεις. 1 Οκτωβρίου: Η Ελληνική Βουλή υποδέχεται τους Κρήτες βουλευτές. 2 Οκτωβρίου: Η Τουρκία υπογράφει συνθήκη ειρήνης με την Ιταλία. 3 Οκτωβρίου: Η Τουρκία απορρίπτει τη διακοίνωση των βαλκανικών κρατών και ανακαλεί τους Πρεσβευτές της από τη Σόφια και το Βελιγράδι, όχι όμως και από την Αθήνα. 4 Οκτωβρίου: Οι διπλωματικοί εκπρόσωποι των τριών Βαλκανικών Συμμάχων επιδίδουν διακοίνωση, η οποία αποτελεί ουσιαστικά κήρυξη πολέμου εναντίον της Τουρκίας. Η Πύλη απαντά με κήρυξη πολέμου εναντίον της Σερβίας και της Βουλγαρίας, επιθυμώντας την αποφυγή εμπλοκής του Ελληνικού ναυτικού στις επιχειρήσεις. Η Ελλάδα κηρύσσει τον πόλεμο κατά της Τουρκίας. (Τα υπόλοιπα γεγονότα, ως τα τέλη Μαΐου 1913, περιγράφονται αναλυτικά στο παρόν βιβλίο) 1913 16 Ιουνίου: Ο βουλγαρικός Στρατός επιτίθεται ταυτόχρονα κατά των Σέρβων στη Γευγελή και κατά των Ελλήνων στις Ελευθερές και την Αμφίπολη. Αρχίζει ο Β΄ Βαλκανικός Πόλεμος, που θα τελειώσει με ήττα της Βουλγαρίας. 17 Ιουνίου: Εκκαθαρίζεται η πόλη της Θεσσαλονίκης από τα Βουλγαρικά Στρατεύματα. 19-21 Ιουνίου: Ο Ελληνικός Στρατός συντρίβει τις Βουλγαρικές δυνάμεις στη διπλή μάχη του Κιλκίς και του Λαχανά. 20 Ιουνίου: Καταλαμβάνονται από τον Ελληνικό Στρατό η Γευγελή και η Νιγρίτα. 21 Ιουνίου: Ο Ελληνικός στρατός καταλαμβάνει το Κιλκίς, το Καλίνοβο (σημ. Σουλτογιανναίικα) και το Λαχανά. 23 Ιουνίου: Κατάληψη της Δοϊράνης. 26 Ιουνίου: Κατάληψη της Στρωμνίτσας. 27 Ιουνίου: Ο Ελληνικός Στρατός απελευθερώνει την Καβάλα εκδιώκοντας από την πόλη τα Βουλγαρικά στρατεύματα. Την ίδια μέρα καταλαμβάνεται και το Σιδηρόκαστρο (Ντεμίρ Χισάρ). 28 Ιουνίου: Ο Ελληνικός Στρατός απελευθερώνει τις Σέρρες. 30 Ιουνίου: Καταγγέλλονται ωμότητες κατά την υποχώρηση των Βουλγαρικών δυνάμεων εις βάρος του άμαχου πληθυσμού στην περιοχή του Δοξάτου. 1 Ιουλίου: Ο Ελληνικός Στρατός καταλαμβάνει την Δράμα. 3 Ιουλίου: Απελευθερώνεται ο Μελένικος. Η Βουλγαρία ζητάει ανακωχή. 6 Ιουλίου: Κατάληψη του Νευροκοπίου. 7 Ιουλίου: Κατάληψη του Πετσόβου. 9 Ιουλίου: Κατάληψη της Μαχόμιας στο δρόμο για την Τζουμαγιά. 10 Ιουλίου: Αρχίζει η διάβαση των Στενών της Κρέσνας. Ο Ελληνικός Στρατός εισέρχεται στο έδαφος της Παλαιάς Βουλγαρίας. 11 Ιουλίου: Η Ρουμανία, η οποία παρουσιάζεται ως ένοπλος επιδιαιτητής ανάμεσα στους αντιμαχόμενους, καλεί τις Κυβερνήσεις των εμπολέμων να στείλουν αντιπροσώπους τους στη Συνδιάσκεψη Ειρήνης του Βουκουρεστίου. 12 Ιουλίου: Σύγκρουση με ισχυρά Βουλγαρικά στρατεύματα στην περιοχή του Σιμιτλή, τα οποία κάμπτονται έπειτα από πολύνεκρη μάχη. Ναυτικά αγήματα απελευθερώνουν το Δεδέαγατς

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 517

(Αλεξανδρούπολη). Λίγο αργότερα, με την υπογραφή της Συνθήκης του Βουκουρεστίου τα στρατεύματα θα υποχωρήσουν για να επανέλθουν το 1920, οριστικά αυτή τη φορά. 13 Ιουλίου: Κατάληψη της Ξάνθης. 14 Ιουλίου: Ελληνικά στρατεύματα απελευθερώνουν για πρώτη φορά την Κομοτηνή. Με τη Συνθήκη του Βουκουρεστίου τα Ελληνικά στρατεύματα θα αποχωρήσουν για να επανέλθουν οριστικά το Μάιο του 1920. 17 Ιουλίου: Μάχη στο Πρεντέλ Χάνι. Απελευθέρωση των Φερρών. 18 Ιουλίου: Ανακατάληψη του Παντζάρεβο. Οι Ελληνικές δυνάμεις φτάνουν προ της Τζουμαγιάς. Η πιθανή κατάληψή της ανοίγει το δρόμο για τη Σόφια. Στις 12 το μεσημέρι υπογράφεται ανακωχή και σταματούν οι εχθροπραξίες. 2 Αυγούστου: Ο Χρήστος Κάκκαλος ανεβαίνει στην υψηλότερη κορυφή του Ολύμπου, τον Μύτικα (2.917 μέτρα), μαζί με τους Ελβετούς Φ. Μπουασονά και Ν. Μπο Μποβί, και γίνεται ο πρώτος (γνωστός) Έλληνας που κατακτά τον Όλυμπο. 10 Αυγούστου: Υπογράφεται στο Βουκουρέστι η ομώνυμη συνθήκη ανάμεσα στη Ρουμανία, την Ελλάδα, το Μαυροβούνιο, τη Σερβία και τη Βουλγαρία. Καθορίζονται τα νέα σύνορα Ελλάδας και Βουλγαρίας με βάση τη γραμμή όρος Μπέλλες - εκβολές ποταμού Νέστου. Λίγες μέρες πριν, στις 3 Αυγούστου, είχαν καθοριστεί στο Βελιγράδι τα Ελληνο-Σερβικά σύνορα με βάση τη γραμμή Πρέσπες-Δοϊράνη. 18 Αυγούστου: Ο Ελληνικός Στρατός εκκενώνει τη δυτική Θράκη σε εφαρμογή της Συνθήκης του Βουκουρεστίου. 1 Νοεμβρίου: Υπογράφεται στην Αθήνα ανάμεσα στην Ελλάδα και την Οθωμανική Αυτοκρατορία η Σύμβαση των Αθηνών, με την οποία ρυθμίζονται κάποιες εκκρεμότητες της Συνθήκης του Λονδίνου και αποκαθίστανται οι διπλωματικές σχέσεις ανάμεσα στις δύο χώρες. 1 Δεκεμβρίου: Υψώνεται στο φρούριο των Χανίων Φιρκά η Ελληνική σημαία. Η Ελλάδα εξήλθε των Βαλκανικών Πολέμων σχεδόν διπλάσια σε έκταση (από 63.212 τετρ. χλμ. έφτασε τα 120.308) και πληθυσμό (από 2.631.952 σε 4.718.221 κατοίκους). 4 Δεκεμβρίου: Υπογράφεται στη Φλωρεντία από τις Μεγάλες Δυνάμεις το ομώνυμο πρωτόκολλο, με το οποίο καθορίζονται τα σύνορα του νεοδημιουργηθέντος Αλβανικού κράτους. Στους όρους του περιλαμβάνεται και η απόδοση της Β. Ηπείρου από την Ελλάδα. Οι Μεγάλες Δυνάμεις, οι οποίες μετείχαν στη συνδιάσκεψη (Αγγλία, Γαλλία, Ιταλία, Ρωσία, Γερμανία, Αυστροουγγαρία), θέτουν ως μοναδικό κριτήριο γι’ αυτή τους την απόφαση τη γλώσσα. 1914 30 Ιανουαρίου: Οι Τούρκοι αρχίζουν να εφαρμόζουν σχέδιο απέλασης των Ελλήνων που διαμένουν σε περιοχές της ανατολικής Θράκης και των δυτικών παραλίων της Μ. Ασίας. 31 Ιανουαρίου: Ρηματική διακοίνωση της Μ. Βρετανίας, της Γερμανίας, της Ιταλίας, της Αυστροουγγαρίας και της Ρωσίας αναγνωρίζει την Ελληνική κατοχή και κυριότητα των νησιών του βόρειου και του ανατολικού Αιγαίου, εκτός από την Ίμβρο, την Τένεδο και το Καστελόριζο που επανέρχονται στην Τουρκία. Σε αντάλλαγμα η Ελλάδα πρέπει να εκκενώσει τα εδάφη που προβλέπει το Πρωτόκολλο της Φλωρεντίας (Β. Ήπειρος). 17 Φεβρουαρίου: Ο Ελληνικός στρατός εγκαταλείπει τη Βόρεια Ήπειρο. Σχηματίζεται η Προσωρινή Κυβέρνηση της Βόρειας Ηπείρου υπό τον Χρηστάκη Ζωγράφο, η οποία διακηρύσσει την αυτονομία της περιοχής. 13 Απριλίου: Ο Βασιλιάς Κωνσταντίνος συμφωνεί με τον πρωθυπουργό Ε. Βενιζέλο να προχωρήσει η Ελλάδα σε διαπραγματεύσεις με την Τουρκία, ώστε να επιτευχθεί με ειρηνικό τρόπο η ανταλλαγή πληθυσμών ανάμεσα στις δύο χώρες. Η Τουρκική εμμονή στο να επιστρέψει η Ελλάδα τη Χίο και τη Μυτιλήνη οδηγεί τις διαπραγματεύσεις σε ναυάγιο.

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 518

17 Μαΐου: Οι εκπρόσωποι των Μεγάλων Δυνάμεων και της επαναστατικής κυβέρνησης της αυτόνομης Βόρειας Ηπείρου υπογράφουν στην Κέρκυρα πρωτόκολλο, με το οποίο παραχωρείται ευρεία αυτονομία στους Έλληνες της Βόρειας Ηπείρου μέσα στα πλαίσια του Αλβανικού κράτους. 29 Οκτωβρίου: Οι Έλληνες της Κύπρου χαιρετίζουν την προσάρτηση της νήσου από τη Μεγάλη Βρετανία ως το πρώτο βήμα για την ένωση με την Ελλάδα. 1915 11 Ιανουαρίου: Η Βρετανική Κυβέρνηση, με διακοίνωσή της προς την Ελλάδα, την καλεί να εισέλθει στον πόλεμο στο πλευρό των δυνάμεων της Αντάντ. Στη διακοίνωση αυτή γίνεται για πρώτη φορά λόγος για πιθανές μελλοντικές παραχωρήσεις στη Μικρά Ασία. 14 Ιανουαρίου: Ο Μεταξάς σε υπόμνημά του προς τον Βενιζέλο με τίτλο «Μικρά Ασία: δυνατότητες διανομής» προβάλλει ισχυρές επιφυλάξεις σχετικά με ενδεχόμενη εκστρατεία στο Μικρασιατικό έδαφος. 21 Φεβρουαρίου: Απροσδόκητη παραίτηση της Κυβέρνησης Ε. Βενιζέλου, μετά τη σύγκρουση του Πρωθυπουργού με τον Βασιλέα για το θέμα της εξόδου ή όχι της Ελλάδας στον πόλεμο στο πλευρό των δυνάμεων της Αντάντ. 25 Φεβρουαρίου: Ο Βασιλιάς Κωνσταντίνος αναθέτει το σχηματισμό Κυβέρνησης στον Δημήτριο Γούναρη, καθιστώντας τον με αυτό τον τρόπο αρχηγό της αντιβενιζελικής παράταξης. 31 Μαΐου: Στις εθνικές εκλογές το Κόμμα των Φιλελευθέρων κερδίζει τις 185 από τις 316 έδρες. 10 Αυγούστου: Ο νικητής των εκλογών Ε. Βενιζέλος σχηματίζει Κυβέρνηση, η οποία θα παραμείνει στην εξουσία για ενάμιση περίπου μήνα (ως τις 24 Σεπτεμβρίου). 10 Σεπτεμβρίου: Με τη σύμφωνη γνώμη του Βασιλιά Κωνσταντίνου, η Κυβέρνηση Βενιζέλου κηρύσσει Γενική Επιστράτευση. 22 Σεπτεμβρίου: Έπειτα από νέα διαφωνία με τον Κωνσταντίνο, για την πολιτική που πρέπει να ακολουθήσει η Ελλάδα έναντι της Αντάντ, ο Πρωθυπουργός Βενιζέλος παραιτείται. Αρχίζει «επίσημα» ο Εθνικός Διχασμός. 24 Σεπτεμβρίου: Βραχύβια κυβέρνηση με πρωθυπουργό τον Αλέξανδρο Ζαΐμη (παραίτηση στις 25 Οκτωβρίου του 1915). Η ανάθεση της εντολής σχηματισμού Κυβέρνησης σε εξωκοινοβουλευτική προσωπικότητα (εκτός των δύο μεγάλων κομμάτων) θεωρείται παρέκκλιση από τη συνταγματική τάξη. 5 Οκτωβρίου: Απόβαση συμμαχικών στρατευμάτων (Άγγλοι, Γάλλοι και αργότερα Ιταλοί, Σέρβοι και Ρώσοι) στη Θεσσαλονίκη. 25 Οκτωβρίου: Κυβέρνηση Στέφανου Σκουλούδη. 8 Νοεμβρίου: Ο Ε. Βενιζέλος κηρύσσει την αποχή του κόμματός του από τις εκλογές που θα διεξαχθούν τον προσεχή Δεκέμβριο θεωρώντας αντισυνταγματική τη διάλυση της Βουλής. 6 Δεκεμβρίου: Η αποχή των βενιζελικών κομμάτων από τις εκλογές που διεξήχθησαν έχει ως αποτέλεσμα η Εθνοσυνέλευση που προέκυψε να διακρίνεται για το μονόπλευρο χαρακτήρα της. 17 Δεκεμβρίου: Οι Γάλλοι καταλαμβάνουν το Καστελόριζο στην προσπάθειά τους να πείσουν την κυβέρνηση των Αθηνών να πάρει μέρος στον πόλεμο στο πλευρό τους. 1916 21 Μαρτίου: Τα Σερβικά στρατεύματα που υποχωρούν, διεκπεραιώνονται στην Κέρκυρα για να αποφύγουν την αιχμαλωσία από τους Γερμανούς και τους Αυστριακούς. 13 Μαΐου: Οι Γερμανοβούλγαροι εισβάλλουν στην ανατολική Μακεδονία και καταλαμβάνουν το οχυρό Ρούπελ, έπειτα από σύντομη σύρραξη με την Ελληνική φρουρά. Οι δυνάμεις της Αντάντ αυξάνουν την πίεσή τους απέναντι στην Κυβέρνηση των Αθηνών. 25 Μαΐου: Οι συμμαχικές δυνάμεις κηρύττουν μερικό θαλάσσιο αποκλεισμό της χώρας, απαιτώντας την αποστράτευση του κράτους των Αθηνών και την αποκατάσταση της πολιτικής ομαλότητας. 9 Ιουνίου: Κυβέρνηση Αλέξανδρου Ζαΐμη. Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 519

16 Αυγούστου: Οι στρατιωτικές μονάδες της περιοχής Θεσσαλονίκης παύουν να αναγνωρίζουν την Κυβέρνηση των Αθηνών, συνιστούν την «Επιτροπή Εθνικής Αμύνης» και αποφασίζουν να πάρουν μέρος στον πόλεμο στο πλευρό της Αντάντ. 29 Αυγούστου: Το Δ΄ Σώμα Στρατού (Διοικητής Συνταγματάρχης Ι. Χατζόπουλος) παραδίνεται στους Γερμανούς. Στη συνέχεια μεταφέρεται σιδηροδρομικώς στο Γκαίρλιτς της Σιλεσίας, όπου θα παραμείνει «φιλοξενούμενο» μέχρι το τέλος του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Με την ενέργεια αυτή η ανατολική Μακεδονία εγκαταλείπεται ανυπεράσπιστη στους Βουλγάρους. 3 Σεπτεμβρίου: Κυβέρνηση Νικολάου Καλογερόπουλου. 15 Σεπτεμβρίου: Ο Βενιζέλος και ο Ναύαρχος Κουντουριώτης συγκροτούν «προσωρινή Κυβέρνηση» στην Κρήτη, με σκοπό την έξοδο της Ελλάδας στον πόλεμο στο πλευρό της Αντάντ. 26 Σεπτεμβρίου: Ο Βενιζέλος σχηματίζει στη Θεσσαλονίκη με το Στρατηγό Δαγκλή και το Ναύαρχο Κουντουριώτη («Επαναστατική Τριανδρία») την Κυβέρνηση Εθνικής Αμύνης, η οποία διακηρύσσει την επιθυμία της για έξοδο της Ελλάδας στον πόλεμο στο πλευρό των δυνάμεων της Αντάντ. 27 Σεπτεμβρίου: Στην Αθήνα σχηματίζεται η Κυβέρνηση Σπυρίδωνος Λάμπρου, που κυβερνά μόνο το νότιο τμήμα της χώρας, μέχρι την παραίτησή της, στις 21 Απριλίου του 1917. 10 Νοεμβρίου: Η Επαναστατική Κυβέρνηση της Εθνικής Αμύνης (Θεσσαλονίκη) κηρύσσει τον πόλεμο εναντίον της Γερμανίας, της Βουλγαρίας και των συμμάχων τους. 18 Νοεμβρίου: Αγγλογαλλικά στρατεύματα αποβιβάζονται στον Πειραιά με σκοπό την κατάληψη των στρατηγικής σημασίας σημείων της Αθήνας και του Πειραιά. Στρατεύματα, πιστά στο βασιλιά, αντιστέκονται στους Αγγλογάλλους. Στη σύγκρουση που ακολούθησε, στην οποία πήραν μέρος και τα συμμαχικά πολεμικά πλοία που ναυλοχούσαν στο Φάληρο, υπήρξαν πολλά θύματα και από τις δύο πλευρές. Μετά την υποχώρηση των στρατευμάτων και επί δύο ημέρες, η Αθήνα παραδόθηκε στη βία και την τρομοκρατία που ξέσπασε κατά των Βενιζελικών, με κύριους υπεύθυνους τους Επιστράτους («Νοεμβριανά»). 12 Δεκεμβρίου: Το «ανάθεμα» του Ε. Βενιζέλου. Χιλιάδες αντιβενιζελικοί Αθηναίοι, ανταποκρινόμενοι στο κάλεσμα του Αρχιεπισκόπου Αθηνών Θεόκλητου, συγκεντρώθηκαν στο Πεδίο του Άρεως για να ρίξουν «τον λίθο του αναθέματος» κατά του Ε. Βενιζέλου. Για την ενέργεια αυτή του Θεοκλήτου, ο Αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος, τον Απρίλιο του 2000, ζήτησε δημόσια συγγνώμη. 1917 21 Απριλίου: Σχηματίζεται στην Αθήνα Κυβέρνηση Αλέξανδρου Ζαΐμη, που θα παραμείνει στην εξουσία μέχρι τις 14 Ιουνίου του 1917. 30 Μαΐου: Παραιτείται ο Βασιλέας Κωνσταντίνος και αναχωρεί από την Ελλάδα. Στον θρόνο τον διαδέχεται ο δευτερότοκος γιος του Αλέξανδρος. 14 Ιουνίου: Ο Ελευθέριος Βενιζέλος επανέρχεται στην εξουσία ως Πρωθυπουργός. 29 Ιουνίου: Ο Βενιζέλος με διάταγμα ακυρώνει ως αντισυνταγματικό το βασιλικό διάταγμα του Οκτωβρίου του 1915, με το οποίο ο βασιλιάς είχε διαλύσει τη βενιζελικής πλειοψηφίας Βουλή, και συγχρόνως καλεί εκείνη τη Βουλή σε δεύτερη τακτική σύνοδο για τις 12 Ιουλίου. Η νεκραναστημένη αυτή Βουλή έμεινε στην ιστορία ως «Βουλή των Λαζάρων». 19 Αυγούστου: Μεγάλη πυρκαϊά καταστρέφει το κέντρο της Θεσσαλονίκης. Μεταξύ άλλων, καίγεται στο σύνολό της η Εβραϊκή συνοικία. Τραγικό αποτέλεσμα, 74.000 άστεγοι. 1918 22 Ιανουαρίου: Στρατιωτική στάση στη Λαμία κατά της Επιστράτευσης που έχει διατάξει η Κυβέρνηση Ε. Βενιζέλου καταστέλλεται με βίαιο τρόπο. 17 Μαΐου: Η μάχη του Σκρα-ντι-Λέγκεν λήγει νικηφόρα για τον Ελληνικό Στρατό, ο οποίος απωθεί τις Βουλγαρικές δυνάμεις και ανοίγει το δρόμο στις συμμαχικές δυνάμεις για να καταλάβουν την κοιλάδα του Αξιού. Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 520

2 Σεπτεμβρίου: Οι ενωμένες συμμαχικές δυνάμεις Ελλήνων, Γάλλων και Σέρβων επιτίθενται στο Μακεδονικό Μέτωπο εναντίον των Γερμανοβουλγάρων, τους οποίους και νικούν. Δώδεκα μέρες αργότερα η Βουλγαρία συνθηκολογεί και λίγο αργότερα τον ίδιο δρόμο ακολουθούν και οι άλλες κεντρικές δυνάμεις. 16 Σεπτεμβρίου: Υπογράφεται στη Θεσσαλονίκη η ανακωχή ανάμεσα στις δυνάμεις της Αντάντ και τη Βουλγαρία. Τα Βουλγαρικά στρατεύματα υποχρεώνονται να εγκαταλείψουν τα Ελληνικά και Σερβικά εδάφη που είχαν καταλάβει. 30 Σεπτεμβρίου: Επίσημη καταγγελία από την Ελληνική πλευρά των ωμοτήτων που διέπραξαν οι Βούλγαροι στην ανατολική Μακεδονία και Θράκη. 21 Οκτωβρίου: Εκλέγεται η πρώτη Εκτελεστική Επιτροπή της ΓΣΕΕ, που απαρτίζεται από τους Α. Μπεναρόγια, Ε. Ευαγγέλου, Ηλ. Δελαζάνο και Ε. Μαχαίρα. 30 Οκτωβρίου: Η Τουρκία υπογράφει στον Μούδρο της Λήμνου ανακωχή (ουσιαστικά παράδοση άνευ όρων) με τις δυνάμεις της Αντάντ. Τερματίζεται έτσι ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος στην Ανατολή. 1 Νοεμβρίου: Μοίρα του Ελληνικού Στόλου με επικεφαλής το θωρηκτό «Γ. Αβέρωφ» αγκυροβολεί στον Κεράτιο Κόλπο της Κωνσταντινούπολης. 4-7 Νοεμβρίου: Διεξάγεται το πρώτο Συνέδριο του ΣΕΚΕ (Σοσιαλιστικό Εργατικό Κόμμα Ελλάδος), που μερικά χρόνια αργότερα θα ονομαστεί ΚΚΕ. 30 Δεκεμβρίου: Ο Ε. Βενιζέλος διατυπώνει με υπόμνημά του προς τη Συνδιάσκεψη της Ειρήνης, τις Ελληνικές διεκδικήσεις στη Μ. Ασία, τη Θράκη, τη Β. Ήπειρο, τα νησιά του Αιγαίου και την Κύπρο. 1919 1 Ιανουαρίου: Αναχωρούν από την Ελλάδα ατμοπλοϊκώς για τη Μεσημβρινή Ρωσία μονάδες του η η Α΄ Σώματος Στρατού (2 και 13 Μεραρχία), με Διοικητή τον Υποστράτηγο Κ. Νίδερ, για να ενισχύσουν τις δυνάμεις των συμμάχων της Αντάντ και των Ρώσων εθνικιστών κατά των Μπολσεβίκων. Η εκστρατεία θα αποτύχει και περί τα τέλη Μαρτίου θα αρχίσει η απαγκίστρωση των Ελληνικών δυνάμεων. η 2 Μαΐου: Η 1 Μεραρχία του Ελληνικού Στρατού αποβιβάζεται στη Σμύρνη, με εντολή του Συμμαχικού Συμβουλίου. 19 Μαΐου: Ο Μουσταφά Κεμάλ αποβιβάζεται στη Σαμψούντα και αμέσως σχεδιάζει και οργανώνει τους διωγμούς εναντίον των Ποντίων αλλά και την αντίσταση των Τούρκων εθνικιστών κατά των «ξένων εισβολέων». 16 Ιουλίου: Υπογράφεται το Σύμφωνο Τιτόνι – Βενιζέλου, που προβλέπει την παραχώρηση των Δωδεκανήσων πλην της Ρόδου στην Ελλάδα. Επίσης, καθορίζει ότι η Ιταλία θα στηρίξει το Ελληνικό αίτημα για τη Β. Ήπειρο, ενώ η Ελλάδα θα υποστηρίζει την ανάθεση στην Ιταλία «εντολής» για την Αλβανία. 3 Οκτωβρίου: Ο Ελληνικός Στρατός απελευθερώνει (ξανά) την Ξάνθη. 27 Νοεμβρίου: Υπογράφεται η Συνθήκη του Νεϊγύ, ανάμεσα στις δυνάμεις της Αντάντ και την ηττημένη Βουλγαρία. Η τελευταία εγκαταλείπει όλα τα Ελληνικά εδάφη που είχε καταλάβει στη διάρκεια του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου και παραιτείται από κάθε κυριαρχικό δικαίωμα στη δυτική Θράκη, η διοίκηση της οποίας μεταβιβάζεται στις συμμαχικές δυνάμεις. 1920 14 Μαΐου: Ελληνικές δυνάμεις καταλαμβάνουν την Κομοτηνή και την Αλεξανδρούπολη. 9 Ιουλίου: Καταγγέλλεται μονομερώς, από τον Υπουργό Εξωτερικών της Ιταλίας Σφόρτσα, το Σύμφωνο Τιτόνι - Βενιζέλου. 10 Ιουλίου: Ελληνικές στρατιωτικές δυνάμεις καταλαμβάνουν την Αρκαδιούπολη (Λουλέ Μπουργκάζ) της ανατολικής Θράκης. 12 Ιουλίου: Ελληνικά στρατεύματα απελευθερώνουν την Αδριανούπολη. Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 521

19 Ιουλίου: Ο Ελληνικός Στρατός ολοκληρώνει την κατάληψη της ανατολικής Θράκης εκτός από την περιοχή της Κωνσταντινούπολης και των περιχώρων της. 28 Ιουλίου: Υπογράφεται στις Σέβρες της Γαλλίας η ομώνυμη συνθήκη, σύμφωνα με την οποία παραχωρείται στην Ελλάδα μεγάλο μέρος της ανατολικής Θράκης και τα νησιά Ίμβρος και Τένεδος. Οι δυνάμεις της Αντάντ παραχωρούν στην Ελλάδα και την περιοχή της Σμύρνης με την ενδοχώρα της για χρονικό διάστημα πέντε ετών. Στο τέλος αυτού του διαστήματος θα διενεργηθεί δημοψήφισμα με το οποίο θα αποφασιστεί η τύχη της περιοχής. Την ίδια μέρα παραχωρείται 699 στην Ελλάδα και η δυτική Θράκη . 30 Ιουλίου: Στο Παρίσι, αποτυγχάνει απόπειρα δολοφονίας κατά του Πρωθυπουργού Ε. Βενιζέλου, από δύο απότακτους αντιβενιζελικούς Αξιωματικούς. 31 Ιουλίου: Δολοφονείται από φανατικούς βενιζελικούς στην αρχή της Λεωφόρου Κηφισίας, κοντά στην περιοχή όπου βρίσκεται σήμερα το Χίλτον, ο Ίων Δραγούμης. 7 Σεπτεμβρίου: Ο Βενιζέλος καταθέτει στη Βουλή το κείμενο της Συνθήκης των Σεβρών και ανακηρύσσεται «άξιο της Πατρίδας τέκνο». 11 Σεπτεμβρίου: Η κυβέρνηση Βενιζέλου αίρει τον Στρατιωτικό Νόμο, διαλύει τη Βουλή και προκηρύσσει εκλογές. 11 Οκτωβρίου: Θάνατος του Βασιλιά Αλεξάνδρου, μετά την επιμόλυνση που υπέστη το τραύμα του από δάγκωμα πιθήκου. Διάδοχός του ορίζεται ο μικρότερος αδερφός του Παύλος, ο οποίος αρνείται το αξίωμα. Αντιβασιλέας ορίζεται ο ναύαρχος Π. Κουντουριώτης. 17 Οκτωβρίου: Το υπό τον Δημήτριο Γούναρη Κόμμα των Εθνικοφρόνων μετονομάζεται σε Λαϊκό Κόμμα. 1 Νοεμβρίου: Το Κόμμα των Φιλελευθέρων, αν και έρχεται πρώτο σε ψήφους (375.803 έναντι 368.678 της Ηνωμένης Αντιπολιτεύσεως), λόγω του ισχύοντος εκλογικού συστήματος (πλειοψηφικό ευρείας περιφέρειας) λαμβάνει 150 έδρες λιγότερες από την «Ηνωμένην Αντιπολίτευσιν» (260). 4 Νοεμβρίου: Ο Δημήτριος Ράλλης σχηματίζει Κυβέρνηση, που θα παραμείνει στην εξουσία μέχρι τις 24 Ιανουαρίου 1921. 6 Δεκεμβρίου: Ο Βασιλιάς Κωνσταντίνος, μετά από Δημοψήφισμα, επανέρχεται στην Ελλάδα. 15 Δεκεμβρίου: Οι σύμμαχοι ανακοινώνουν στην Ελληνική Κυβέρνηση ότι, μετά την επάνοδο του Κωνσταντίνου στον Ελληνικό θρόνο, αποδεσμεύονται από τις υποχρεώσεις τους απέναντι στην Ελλάδα. 24 Δεκεμβρίου: Το Γ΄ Σώμα Στρατού αρχίζει επιθετική ενέργεια στην Μ. Ασία, με κατεύθυνση από Προύσα προς Δορύλαιο. 1921 24 Ιανουαρίου: Ο Νικόλαος Καλογερόπουλος ορκίζεται Πρόεδρος του Υπουργικού Συμβουλίου και σχηματίζει Κυβέρνηση. 8 Φεβρουαρίου: Η Διασυμμαχική Συνδιάσκεψη στο Λονδίνο προτείνει ένα πλαίσιο συμβιβασμού της Ελλάδας με την Κεμαλική Τουρκία. Η Ελλάδα απορρίπτει το προτεινόμενο σχέδιο. 12 Μαρτίου: Το Α΄ Σώμα Στρατού καταλαμβάνει έπειτα από επικό αγώνα τη στρατηγικής σημασίας οχυρή θέση Τουμλού Μπουνάρ της Μικράς Ασίας. 14 Μαρτίου: Το Α΄ Σώμα Στρατού συνεχίζοντας την προς ανατολάς προέλασή του καταλαμβάνει το Αφιόν Καραχισάρ. 26 Μαρτίου: Κυβέρνηση Δημητρίου Γούναρη. Η κυβέρνηση Γούναρη θα προσπαθήσει να άρει χωρίς επιτυχία το πολιτικό, διπλωματικό και οικονομικό αδιέξοδο που συνοδεύει τις εξελίξεις στο μέτωπο της Μικράς Ασίας. 699

(Η υπογράμμιση γίνεται για να φανεί η ιστορική ευκαιρία που χάθηκε …) Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 522

9 Απριλίου: Ο Γεώργιος Παπανδρέου με άρθρο του στην εφημερίδα «Πατρίς» ζητά την παραίτηση του Βασιλιά Κωνσταντίνου υπέρ του Διαδόχου Γεωργίου και καταδικάζεται σε 18μηνη φυλάκιση (παρέμεινε στη φυλακή 4 μήνες). 6 Ιουλίου: Ο Ελληνικός Στρατός, έπειτα από σκληρή μάχη, καταλαμβάνει το Δορύλαιο (Εσκί Σεχίρ). 15 Ιουλίου: Υπό την προεδρία του Βασιλιά Κωνσταντίνου συνέρχεται στην Κιουτάχεια της Μικράς Ασίας πολεμικό συμβούλιο με τη συμμετοχή της πολιτικής και της στρατιωτικής ηγεσίας της χώρας. Το συμβούλιο αποφασίζει την προέλαση του Ελληνικού Στρατού προς την Άγκυρα, με αντικειμενικό σκοπό την πλήρη διάλυση του Κεμαλικού Στρατού. 1 Αυγούστου: Αρχίζει στο μικρασιατικό μέτωπο η προέλαση προς την Άγκυρα. 14 Αυγούστου: Αρχίζει γενική επίθεση του Ελληνικού Στρατού στα ανατολικά του Σαγγάριου. Έπειτα από τριήμερη φονική μάχη στην οχυρή θέση Καλέ Γκρότο, τα Κεμαλικά στρατεύματα εξαναγκάζονται σε υποχώρηση. 25 Αυγούστου: Ο Ελληνικός Στρατός εγκαταλείπει καταληφθέντα εδάφη και λαμβάνει αμυντική διάταξη δυτικά του ποταμού Σαγγάριου. 4 Οκτωβρίου: Αναφέρονται τουφεκισμοί Ελλήνων αιχμαλώτων, που κατάγονταν από τη Σμύρνη και τη Θράκη. 27 Οκτωβρίου: Αποκαλύπτεται από Βρετανικές πηγές ότι, η Γαλλία πριν από λίγες μέρες υπέγραψε μυστικό σύμφωνο με την Τουρκία, με σκοπό να διασώσει τη Γαλλική Συρία και να αυξήσει την επιρροή της στον Κεμάλ. 1922 15 Ιανουαρίου: Η Γαλλία ενισχύει με ποικίλο πολεμικό υλικό την Κεμαλική Κυβέρνηση στην πολεμική προσπάθειά της εναντίον των Ελλήνων. Φεβρουάριος: Διεξάγεται στη Λαμία η δίκη του Αλέξανδρου Παπαναστασίου, ο οποίος διώκεται για τη δημοσίευση του «Δημοκρατικού Μανιφέστου». 6 Φεβρουαρίου: Κυκλοφορεί το πρώτο φύλλο της νέας εφημερίδας «Ελεύθερον Βήμα». Η εφημερίδα εκφράζει απόψεις καθαρά βενιζελικές, αφού οι περισσότεροι από τους συνιδρυτές της είναι προσωπικοί φίλοι του Ε. Βενιζέλου (Καραπάνος, Ρούσσος, Λαμπράκης). 2 Μαρτίου: Κυβέρνηση Δημητρίου Γούναρη. 13 Μαρτίου: Η Κεμαλική Κυβέρνηση της Άγκυρας δηλώνει ότι πρέπει πριν από οποιαδήποτε συζήτηση για ανακωχή να πραγματοποιηθεί η εκκένωση της Μ. Ασίας και της ανατολικής Θράκης από τα Ελληνικά στρατεύματα. 3 Μαΐου: Κυβέρνηση Νικολάου Στράτου. 9 Μαΐου: Κυβέρνηση Πέτρου Πρωτοπαπαδάκη. Στη διάρκεια της θητείας της θα καταρρεύσει το Μικρασιατικό μέτωπο. 29 Ιουλίου: Η Γαλλία, με ρηματική ανακοίνωσή της, εκφράζει την πλήρη διαφωνία της σε ενδεχόμενη προσπάθεια της Ελλάδας να καταλάβει την Κωνσταντινούπολη για λόγους αντιπερισπασμού. 13 Αυγούστου: Έπειτα από προπαρασκευή Πυροβολικού, τα Τουρκικά στρατεύματα εξαπολύουν ευρείας κλίμακας αντεπίθεση στο μέτωπο της Μ. Ασίας κατά των Ελληνικών θέσεων, με επίκεντρο στο νότιο τομέα του μετώπου, δυτικά του Αφιόν Καραχισάρ. Η Τουρκική ενέργεια οδήγησε ύστερα από λίγες μέρες σε γενική υποχώρηση των Ελληνικών δυνάμεων. 17 Αυγούστου: Σε μία από τις φονικότερες μάχες της Μικρασιατικής Εκστρατείας, στο Αλή Βεράν, Ελληνικές στρατιωτικές μονάδες υπό τον Υποστράτηγο Ν. Τρικούπη παραδίνονται στις Κεμαλικές δυνάμεις. 28 Αυγούστου: Κυβέρνηση Νικολάου Τριανταφυλλάκου. 30 Αυγούστου: Χιλιάδες προσφύγων από τη Μ. Ασία αρχίζουν να συρρέουν στην Ελλάδα. 31 Αυγούστου: Η Ελληνική και η Αρμενική συνοικία της Σμύρνης καταστρέφονται από πυρκαγιά που σκόπιμα έβαλαν οι Τουρκικές Αρχές της πόλης. Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 523

5 Σεπτεμβρίου: Τα τελευταία τμήματα του Ελληνικού Στρατού εγκαταλείπουν τη Μικρά Ασία. 11 Σεπτεμβρίου: Επαναστατική κίνηση των στρατιωτικών δυνάμεων που εκκενώνουν τη Μικρά Ασία υπό την καθοδήγηση των Αξιωματικών Σ. Γονατά, Ν. Πλαστήρα, Δ. Φωκά προβάλλει δύο βασικά αιτήματα: Παραίτηση του Βασιλιά υπέρ του Διαδόχου και ανασυγκρότηση του Στρατού στη Θράκη για να προστατευτούν τα Ελληνικά συμφέροντα στην περιοχή. 16 Σεπτεμβρίου: Κυβέρνηση Αναστασίου Χαραλάμπη, που κράτησε μόνο μία ημέρα. Παραίτηση του Βασιλιά Κωνσταντίνου υπέρ του υιού του Γεωργίου. 17 Σεπτεμβρίου: Κυβέρνηση Σωτηρίου Κροκίδα. 28 Σεπτεμβρίου: Υπογράφεται στα Μουδανιά ανακωχή, ανάμεσα στους συμμάχους και την Τουρκία. Η ανακωχή, αν και αφορούσε άμεσα τα Ελληνικά συμφέροντα στην ανατολική Θράκη, υπογράφτηκε χωρίς την παρουσία Έλληνα αντιπροσώπου. Λίγες μέρες αργότερα άρχισε η εκκένωση της ανατολικής Θράκης από τα Ελληνικά στρατεύματα. 5 Οκτωβρίου: Δημοσιεύεται απόφαση της Επαναστατικής Κυβέρνησης, με την οποία δημιουργείται ανακριτική επιτροπή για να διακριβώσει τους υπεύθυνους της εθνικής τραγωδίας. Στις αρχές του επόμενου μήνα συγκαλείται Έκτακτο Επαναστατικό Δικαστήριο για να τους δικάσει. 12 Νοεμβρίου: Ο Ελληνικός Στρατός εγκαταλείπει την ανατολική Θράκη. 14 Νοεμβρίου: Επαναστατική κυβέρνηση Στυλιανού Γονατά. 15 Νοεμβρίου: Ο Νικόλαος Πλαστήρας υπογράφει τη διαταγή εκτέλεσης των Έξι. «Την 11 και 30΄ π.μ. της σήμερον, εις τον παρά το Γουδί χώρον, εξετελέσθη εν πλήρει στρατιωτική τάξει η θανατική εκτέλεσις των εξ καταδικασθέντων υπό του Εκτάκτου Επαναστατικού Στρατοδικείου, υπευθύνων της Μικρασιατικής Καταστροφής, ήτοι των απαρτισάντων το Συμβούλιον των Πέντε, πολιτικών Π. Πρωτοπαπαδάκη, Δ. Γούναρη, Ν. Στράτου, Γ. Μπαλτατζή και Ν. Θεοτόκη και του Αρχιστρατήγου της ήττης Γ. Χατζηανέαστη...». 3 Δεκεμβρίου: Μαχητικά συλλαλητήρια σε πολλές Κυπριακές πόλεις με κυρίαρχο αίτημα την Ένωση. 12 Δεκεμβρίου: Ο Υποστράτηγος Θ. Πάγκαλος αναλαμβάνει τη Διοίκηση της Στρατιάς του Έβρου και το δύσκολο έργο της αναδιοργάνωσής της. 1923 8 Ιανουαρίου: Πραγματοποιείται στην Πλατεία Ομονοίας μεγάλο πανπροσφυγικό συλλαλητήριο διαμαρτυρίας, στο οποίο απευθύνουν σύντομο χαιρετισμό και Τούρκοι αντικεμαλιστές. 30 Ιανουαρίου: Υπογράφεται στη Λωζάννη η σύμβαση ανταλλαγής πληθυσμών ανάμεσα στην Ελλάδα και την Τουρκία. Από την εφαρμογή της σύμβασης εξαιρούνται οι Έλληνες της Κωνσταντινούπολης και οι μουσουλμάνοι της Ελληνικής Θράκης. 16 Φεβρουαρίου: Παύει να ισχύει το Ιουλιανό Ημερολόγιο και τίθεται σε ισχύ το Γρηγοριανό. Η η η 16 Φεβρουαρίου του 1923 γίνεται 1 Μαρτίου του 1923. 24 Ιουλίου: Υπογράφεται στη Λωζάννη της Ελβετίας η ομώνυμη συνθήκη ανάμεσα στην Τουρκία και το Ηνωμένο Βασίλειο, τη Γαλλία, την Ιταλία, την Ελλάδα, τη Ρουμανία, τη Σερβία, την Ιαπωνία, με παρατηρητή τις ΗΠΑ. Ανάμεσα στα άλλα επισφραγίζεται de jure η Ελληνική παρουσία στα νησιά του βόρειου και ανατολικού Αιγαίου (Λέσβος, Χίος, Λήμνος, Ικαρία, Σάμος, Σαμοθράκη). Η Ελλάδα παραχωρεί στην Τουρκία τα νησιά Ίμβρο και Τένεδο, ενώ η Τουρκία αναγνωρίζει την Ιταλική κυριαρχία στα Δωδεκάνησα και την Αγγλική στην Κύπρο. 30 Αυγούστου: Ιταλικά στρατεύματα καταλαμβάνουν την Κέρκυρα, μετά το βομβαρδισμό της πόλης από Ιταλικά πολεμικά πλοία. Από τον «πειρατικό» βομβαρδισμό χάνουν τη ζωή τους 20 Έλληνες πολίτες. Η ενέργεια αυτή γίνεται σε αντίποινα για τη δολοφονία του Στρατηγού Τελίνι από Αλβανούς ληστές στην ελληνοαλβανική μεθόριο (για την οποία κατηγορήθηκε σκόπιμα η Ελλάδα). Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 524

27 Σεπτεμβρίου: Τα Ιταλικά στρατεύματα εκκενώνουν την Κέρκυρα και τους Παξούς. Η Ελλάδα αναγκάζεται να πληρώσει μεγάλη αποζημίωση. 28 Οκτωβρίου: Η αντεπανάσταση που οργανώνεται από τους στρατιωτικούς Λεοναρδόπουλο, Γαργαλίδη και Ζήρα, αποτυγχάνει. 16 Δεκεμβρίου: Διεξάγονται εκλογές για την ανάδειξη των μελών της Δ΄ Συντακτικής Συνέλευσης. Απέχουν τα αντιβενιζελικά κόμματα. Η συνέλευση που εκλέγεται είναι μονόπλευρη. 19 Δεκεμβρίου: Ο Γεώργιος Β΄, νόμιμος διάδοχος του Κωνσταντίνου Α΄, εξαναγκάζεται να διαφύγει στο εξωτερικό. 1924 2 Ιανουαρίου: Ο αρχηγός της Επανάστασης του 1922 Νικόλαος Πλαστήρας παραδίδει την εξουσία στους πολιτικούς. 4 Ιανουαρίου: Ο Ελευθέριος Βενιζέλος επιστρέφει στην Ελλάδα. Έπειτα από δύο ημέρες εκλέγεται πρόεδρος της Συντακτικής Εθνοσυνέλευσης. 11 Ιανουαρίου: Ο Βενιζέλος σχηματίζει Κυβέρνηση με ζωή λίγων ημερών. 6 Φεβρουαρίου: Κυβέρνηση του Γεωργίου Καφαντάρη. 12 Μαρτίου: Κυβέρνηση του Αλέξανδρου Παπαναστασίου. 17 Μαρτίου: Επώνυμα στελέχη του Λαϊκού Κόμματος εκλέγουν τον Παναγή Τσαλδάρη ως αρχηγό του κόμματος. 25 Μαρτίου: Η Εθνοσυνέλευση κηρύσσει έκπτωτη τη δυναστεία των Γλύξμπουργκ. Εγκαθίδρυση πολιτεύματος Αβασίλευτης Δημοκρατίας. 13 Απριλίου: Σε Δημοψήφισμα, ο λαός αποφαίνεται υπέρ της Αβασίλευτης Δημοκρατίας με ποσοστό 70%. 24 Ιουλίου: Καταψηφίζεται στη Βουλή η κυβέρνηση του Α. Παπαναστασίου και παραιτείται. 25 Ιουλίου: Κυβέρνηση Θ. Σοφούλη 7 Οκτωβρίου: Κυβέρνηση Α. Μιχαλακόπουλου 19 Δεκεμβρίου: Καθιερώνεται η οκτάωρη καθημερινή εργασία (48ωρη εβδομαδιαία). 1925 8 Ιανουαρίου: Καταγγέλλονται διώξεις σε βάρος του Ελλήνων της νότιας Βουλγαρίας. 30 Ιανουαρίου: Η Τουρκία απελαύνει τον Οικουμενικό Πατριάρχη Κωνσταντίνο ΣΤ΄, γιατί δεν τον θεωρεί Τούρκο υπήκοο. 26 Ιουνίου: Ο Στρατηγός Θ. Πάγκαλος εκδιώκει τη νόμιμη κυβέρνηση Α. Μιχαλακοπούλου. Στις 29 Σεπτεμβρίου διαλύει τη Βουλή και εγκαθιστά Δικτατορία. 22 Οκτωβρίου: Η Κυβέρνηση Πάγκαλου, αντιδρώντας στις Βουλγαρικές προκλήσεις, διατάσσει την προέλαση του Ελληνικού Στρατού εντός του Βουλγαρικού εδάφους. Καταλαμβάνεται το Πετρίτσι. Μία εβδομάδα αργότερα, υπό την πίεση της Κοινωνίας των Εθνών, τα Ελληνικά στρατεύματα εκκενώνουν την περιοχή. 30 Νοεμβρίου: Με προσωπική διαταγή του Δικτάτορα Πάγκαλου απαγορεύεται οι γυναίκες να φορούν κοντά φουστάνια. ο 6 Δεκεμβρίου: Οι συνδικαλιστικές οργανώσεις των Δημοσίων Υπαλλήλων, ζητούν 13 μισθό, εν όψει Χριστουγέννων. 1926 5 Ιανουαρίου: Ο Θ. Πάγκαλος αναλαμβάνει την Εκτελεστική και τη Νομοθετική Εξουσία. 15 Μαρτίου: Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Ναύαρχος Κουντουριώτης παραιτείται, διαμαρτυρόμενος για τις αυθαιρεσίες του Πάγκαλου. 18 Μαρτίου: Δημοσιεύεται στην «Εφημερίδα της Κυβερνήσεως» το ιδρυτικό Διάταγμα της Ακαδημίας Αθηνών. Η ίδρυσή της έγινε με πρωτοβουλία του καθηγητή Αστρονομίας Δημήτριου Αιγινήτου. Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 525

30 Απριλίου: Καθίσταται υποχρεωτική η σχολική εκπαίδευση των παιδιών ηλικίας από 6 έως 14 ετών. 19 Ιουλίου: Δικτατορική κυβέρνηση Αθανάσιου Ευταξία. Ο Πάγκαλος γίνεται «Πρόεδρος Δημοκρατίας». 23 Αυγούστου: Ο Στρατηγός Γ. Κονδύλης ανατρέπει τον Δικτάτορα Θ. Πάγκαλο και αποκαθιστά τον Ναύαρχο Π. Κουντουριώτη στο αξίωμα του Προέδρου της Δημοκρατίας. 26 Αυγούστου: Η προσωρινή Κυβέρνηση Κονδύλη προκηρύσσει εκλογές για την αποκατάσταση της Συνταγματικής τάξης. 4 Δεκεμβρίου: Μετά την κατάρρευση της Δικτατορίας του Πάγκαλου και τη διεξαγωγή των ης εκλογών της 7 Νοεμβρίου του 1926 σχηματίζεται «Οικουμενική Κυβέρνηση» με τη συμμετοχή των περισσότερων κομμάτων, υπό τον Αλέξανδρο Ζαΐμη.

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 526

Άνοδος Βενιζέλου Παρά την επικράτηση της «Επανάστασης στο Γουδή» τον Αύγουστο του 1909, οι Στρατιωτικοί δεν επιθυμούσαν να αναλάβουν οι ίδιοι κυβερνητικό έργο. Σκοπός τους ήταν να υπάρξει μία νόμιμη Κυβέρνηση από πολιτικούς, που θα περιλάμβανε στο πρόγραμμά της τις θέσεις του «Στρατιωτικού Συνδέσμου». Μετά τις παραιτήσεις από την Πρωθυπουργία του Θεοτόκη και του Ράλλη, ο ηγέτης του Στρατιωτικού Συνδέσμου Ζορμπάς απευθύνθηκε στον Ελευθέριο Βενιζέλο, έναν νέο πολιτικό που είχε δείξει αποφασιστικότητα και πυγμή στο Κρητικό ζήτημα. Ο Βενιζέλος ήρθε στην Αθήνα στα τέλη του 1909 αλλά δεν δέχτηκε να αναλάβει την Πρωθυπουργία. Έτσι, στις 10 Ιανουαρίου 1910 ανέλαβε Πρωθυπουργός ο Στέφανος Δραγούμης, με Υπουργό Στρατιωτικών τον Νικόλαο Ζορμπά, και ο Στρατιωτικός Σύνδεσμος διαλύθηκε. Τον Αύγουστο του 1910 έγιναν Βουλευτικές Εκλογές. Σε αυτές συμμετείχαν παλαιοί πολιτικοί (Θεοτόκης, Ράλλης, Ζαΐμης) και νέοι, όπως ο Βενιζέλος. Και στις επαναληπτικές εκλογές για Αναθεωρητική Βουλή (12 Οκτωβρίου 1910), ο Ελευθέριος Βενιζέλος, ηγέτης του Κόμματος των Φιλελευθέρων που σύστησε ο ίδιος, εξασφάλισε 307 από τις 362 έδρες στη νέα Βουλή. Η «εποχή Βενιζέλου» άρχισε με το παρακάτω διάγγελμα: «Έρχομαι απλός σημαιοφόρος νέων πολιτικών ιδεών, και κάτω από τη σημαία αυτή καλώ όλους εκείνους που συμμερίζονται τις ιδέες αυτές και εμπνέονται από τον ιερό πόθο να συμβάλλουν στην επιτυχία των ιδεών αυτών, αφιερώνοντας όλες τις ψυχικές και σωματικές τους δυνάμεις. Η κεντρική αρχή που θα κατευθύνει την πολιτεία μου είναι ότι ο πολιτικός άνδρας οφείλει σε κάθε πράξη του να έχει ως γνώμονα το κοινό συμφέρον, και στο συμφέρον αυτό να υποτάσσει χωρίς ενδοιασμούς το συμφέρον του κόμματος στο οποίο ανήκει, ότι οφείλει να έχει πάντα το θάρρος της γνώμης του, χωρίς να προσπαθεί να είναι αρεστός προς τα πάνω ή προς τα κάτω, και ότι πρέπει να θεωρεί την εξουσία όχι ως σκοπό, αλλά ως μέσο για την επίτευξη άλλου υψηλότερου σκοπού …» Ο Βενιζέλος εξασφάλισε αμέσως μεγάλο Γαλλικό δάνειο για την ανόρθωση των οικονομικών και την προμήθεια εξοπλισμών, οδηγώντας τη χώρα σε εσωτερική ανασυγκρότηση, παραπέρα εκβιομηχάνιση και πολιτική σταθερότητα. Ρύθμισε αγροτικά και εργασιακά θέματα και ανέθεσε την αναδιοργάνωση του Στρατού σε Γάλλους και του Στόλου σε Βρετανούς. Το Θωρηκτό «Γεώργιος Αβέρωφ», η πιο σύγχρονη μονάδα της εποχής του στην περιοχή, έφθασε στο Φάληρο τον Σεπτέμβριο του 1911, και επανήλθε ως Αρχηγός του Στρατεύματος ο Διάδοχος Κωνσταντίνος. Την ίδια εποχή, η Βουλγαρία είχε ανακηρυχθεί σε ανεξάρτητο βασίλειο, η αυτόνομη Κρητική Πολιτεία είχε κηρύξει την ένωσή της με την Ελλάδα, ενώ οι χριστιανικοί πληθυσμοί της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, που είχαν χαιρετίσει με ικανοποίηση την επανάσταση των Νεοτούρκων, είδαν τις ελπίδες τους να διαψεύδονται, καθώς άρχιζαν οι πρώτες διώξεις και η κατάργηση των προνομίων τους από το νέο καθεστώς. Οι μεγάλες αποικιακές δυνάμεις της Ευρώπης προσπαθούσαν να επεκταθούν στην Αφρική και την Ασία, και ήταν έτοιμες να επωφεληθούν από τη διάλυση του «Μεγάλου Ασθενούς», δηλαδή της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Η Ιταλία εκήρυξε πόλεμο στην Υψηλή Πύλη, και στις 5 Οκτωβρίου 1911 κατέλαβε την Τρίπολη της Λιβύης, και ένα χρόνο μετά κατέλαβε τα Δωδεκάνησα. Οι Σάμιοι, με ηγέτη τον Θεμιστοκλή Σοφούλη, εξεγέρθησαν ζητώντας Ένωση με την Ελλάδα, και λίγο μετά εξεγέρθηκε και η Ικαρία.

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 527

Οι νέες συνθήκες οδήγησαν σε προσέγγιση τις Χριστιανικές χώρες της Βαλκανικής, που από το φθινόπωρο του 1911 είχαν ξεκινήσει έναν μαραθώνιο μυστικών διαβουλεύσεων, που κατέληξαν σε μία σειρά από διμερείς συνθήκες και στρατιωτικές συμβάσεις. Στην Αθήνα, εκτός από τον Βενιζέλο, τον Βασιλέα Γεώργιο Α’, τον Υπουργό Εξωτερικών Γρυπάρη και τον Πρέσβυ στη Σόφια Δ. Πανά, ελάχιστοι γνώριζαν για τις διαπραγματεύσεις αυτές, που επηρεάζονταν και από τις διαθέσεις, επιδιώξεις και υποσχέσεις των Μεγάλων Δυνάμεων. Η Ρωσία, προσπαθούσε να κατέβει νότια, υφαρπάζοντας εδάφη της καταρρέουσας Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, με συμμάχους τη Σερβία και τη Βουλγαρία. Αλλά στην κάθοδό της στη Μεσόγειο, έβρισκε απέναντί της τη Βρετανία, που για τους λόγους αυτούς δεν ήθελε πλήρη διάλυση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, ενώ έβλεπε θετικά και την Ελλάδα, που στα 50 σχεδόν χρόνια της βασιλείας του Γεωργίου Α’ ακολουθούσε Αγγλόφιλη πολιτική, την οποία ενστερνιζόταν και ο Βενιζέλος. Με ισχυρή κοινοβουλευτική πλειοψηφία και νωπή λαϊκή εντολή, με την άψογη συνεργασία του Βασιλιά και του Στρατού, ο Βενιζέλος ανέλαβε και τελικά έφερε εις πέρας το έργο της «Μεγάλης Εξόρμησης», που πριν 100 χρόνια έθεσε τις βάσεις της σημερινής Ελλάδας. Έγιναν και λάθη; Ναι, έγιναν. Αλλά αυτά δεν είναι του παρόντος. Άλλωστε ανήκουν πλέον στην Ιστορία και είναι καιρός ο να τα ξεπεράσουμε και να βαδίσουμε μπροστά, στον 21 αιώνα, κρατώντας από την εποχή εκείνη όλα της τα θετικά, και πάνω απ’ όλα την ύπαρξη εθνικής ενότητας και εθνικού οράματος.

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 528

Η αναδιοργάνωση του Ελληνικού Στρατού (Με βάση τα αρχεία της Διεύθυνσης Ιστορίας Στρατού)

Η ατυχής έκβαση του Πολέμου του 1897, όπως και το «Μακεδονικό Ζήτημα», που δημιουργήθηκε από τη δράση του Βουλγαρικού Κομιτάτου, κατέστησαν επιτακτική την ανάγκη ύπαρξης ισχυρών στρατιωτικών δυνάμεων. Το 1904 τέθηκαν οι πρώτες υγιείς βάσεις στον τομέα της οργάνωση του Στρατού, ενώ η τριετία 1909-1912 υπήρξε η κατ’ εξοχήν περίοδος αναγέννησής του από κάθε άποψη. Αφετηρία της τελευταίας αυτής προσπάθειας αποτέλεσε η στρατιωτική επανάσταση τον Αύγουστο του 1909. Μεταξύ των αιτημάτων των επαναστατών Αξιωματικών, μελών του «Στρατιωτικού Συνδέσμου», το κυριώτερο ήταν η αναδιοργάνωση και ο εκσυγχρονισμός του Στρατού. Τον Νοέμβριο του 1910, μετά από πρόσκληση των επαναστατών, ανέλαβε Πρωθυπουργός ο Ελευθέριος Βενιζέλος, η παρουσία του οποίου επέδρασε αποφασιστικά στην πολιτική και στρατιωτική κατάσταση της χώρας. Οι σημαντικότερες μεταρρυθμίσεις της περιόδου 1904-1912 αφορούσαν τη συγκρότηση του Στρατού σε μεγάλες μονάδες ομοιόμορφης σύνθεσης, την αναδιοργάνωση της Επιτελικής Υπηρεσίας, το διαχωρισμό του Πυροβολικού κατά είδος και την οργάνωση της Διοικητικής Μέριμνας. Καταστρώθηκε επίσης Σχέδιο Επιστράτευσης και δημιουργήθηκε Σώμα Έφεδρων Αξιωματικών. Ανανεώθηκε ο οπλισμός, με την προμήθεια νέων τυφεκίων και πυροβόλων και έγινε εντατική εκπαίδευση του προσωπικού. Για το σκοπό αυτό μετακλήθηκε το 1911 Γαλλική Στρατιωτική Αποστολή, η οποία συνέβαλε στην ποιοτική και επιχειρησιακή βελτίωση του Ελληνικού Στρατού. Σπουδαιότερη όμως όλων των άλλων προπαρασκευών υπήρξε η ανύψωση του εθνικού φρονήματος. Σπάνια λαός εισήλθε στον πόλεμο με τόσο υψηλό ηθικό, όπως ο Ελληνικός το 1912. Με το νέο Οργανισμό Στρατού, της 7-1-1912, ο αριθμός των στρατιωτικών περιοχών ορίστηκε σε τέσσερις, καθεμία από τις οποίες περιλάμβανε τρία διαμερίσματα. Σε κάθε περιοχή αντιστοιχούσε μία Μεραρχία και σε κάθε διαμέρισμα ένα Σύνταγμα Πεζικού. Με Βασιλικό Διάταγμα της 19-2-1907 ρυθμίστηκε ότι αφορούσε τον φορητό οπλισμό. Εισήχθησαν νέα επαναληπτικά αυστριακά τυφέκια Mannlicher (μάνλιχερ) υποδείγματος 1903 και διαμετρήματος 6,5 χιλιοστών και τον Ιούλιο του ιδίου έτους άρχισε ο εφοδιασμός των μονάδων με αυτά. Οι μονάδες Πεζικού και Μηχανικού εφοδιάστηκαν με μακριά τυφέκια του τύπου αυτού και οι μονάδες Ιππικού, Πυροβολικού, Νοσοκόμων και Μεταγωγικού με αραβίδες Μάνλιχερ. Επίσης, το 1910 έλαβε χώρα πλήρης ανανέωση των πυροβόλων. Τα παλιά βραδυβόλα αντικαταστάθηκαν με νέα ταχυβόλα πεδινά πυροβόλα Schneider 75 mm και ορειβατικά SchneiderDaglis 75 mm, από τα τελειότερα της εποχής εκείνης, που χρησιμοποιούσαν και κοινά πυρομαχικά. Παραγγέλθηκαν επίσης 60 σύγχρονα πολυβόλα Schwarzlose σε διαμέτρημα 6.5 mm (όπως των τυφεκίων). Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 529

Το σύνολο του οπλισμού που διέθετε ο Στρατός το 1912, ανερχόταν σε 115.000 τυφέκια Μάνλιχερ, 112.000 τυφέκια Γκρα, 60 πολυβόλα, 7.640 περίστροφα και πιστόλια, 144 πεδινά και 36 ορειβατικά πυροβόλα. Υπήρχαν επίσης πολλά πεδινά και βαριά πυροβόλα, καθώς και μερικά πολυβόλα, παλιού τύπου. Παράλληλα με τις προμήθειες όπλων και λοιπού υλικού, προχώρησε και η οχύρωση των παραμεθορίων περιοχών. Στις παραμονές της επιστράτευσης είχαν περατωθεί 4 συγκροτήματα οχυρών που κάλυπταν από Βορά τη Λάρισα με πολυβολεία, πυροβολεία, χαρακώματα, κωλύματα, ορύγματα και άλλα έργα. Κατασκευάστηκαν τρεις γέφυρες στον Πηνειό ποταμό, καθώς και οδικό δίκτυο για την εξυπηρέτηση των οχυρών αλλά και των κινήσεων του Στρατού. Στην Ήπειρο, η αμυντική οργάνωση είχε προσωρινή και ατελή μορφή, αφού δεν ολοκληρώθηκε μέχρι την έναρξη του πολέμου και περιλάμβανε πυροβολεία στην Άρτα, οχυρά στην είσοδο του Αμβρακικού κόλπου και ορύγματα μάχης Πεζικού. Ιδιαίτερο βάρος δόθηκε στην εκπαίδευση στελεχών και οπλιτών. Τον Αύγουστο 1910 αποφασίστηκε η ενοποίηση των Στρατιωτικών Σχολών Ευελπίδων και Υπαξιωματικών σε μία, με τον τίτλο «Σχολή Ευελπίδων και Υπαξιωματικών». Επίσης οργανώθηκαν Προπαρασκευαστικό Σχολείο Έφεδρων Αξιωματικών, Ουλαμοί Υποψήφιων Εφέδρων Αξιωματικών, Σχολείο Ιππευτικής, Σχολείο Γυμναστικής (1906), Σχολείο Βολής Πεζικού (1907), Σχολείο Βολής Πυροβολικού (1907), Σχολείο Μηχανικού (1905), Προπαρασκευαστική Σχολή Επιτελών (1910) και Σχολείο Λοχαγών (1910). Για την αρτιότερη εκπαίδευση και κατάρτιση των στελεχών, εκτός από τη φοίτησή τους στα διάφορα σχολεία του εσωτερικού, αποστέλλονταν και Αξιωματικοί στο εξωτερικό. Από το 1903 εγκαινιάστηκε το σύστημα της πρόσκλησης εφέδρων για εκπαίδευση στις κατά τόπους στρατιωτικές μονάδες. Για να μειωθεί ο χρόνος της θητείας, ψηφίστηκε στις 5-11-1909 ο Νόμος «Περί στρατιωτικής προπαιδεύσεως», σύμφωνα με τον οποίο όλοι οι νέοι που συμπλήρωναν το ο 16 έτος υποχρεώνονταν σε στρατιωτική εκπαίδευση στα κατά τόπους κέντρα προπαιδεύσεως. Η εκπαίδευση γινόταν μία ή δύο φορές την εβδομάδα και όσοι συμπλήρωναν εκατόν είκοσι παρουσίες έκαναν μειωμένη θητεία κατά τέσσερις μήνες. Με σειρά νόμων και διαταγμάτων που εκδόθηκαν μετά το 1904 ρυθμίστηκαν ζητήματα που αφορούσαν το χρόνο θητείας και τις απαλλαγές στράτευσης. Ρυθμίστηκε με νόμο η εγγραφή όσων δεν ήταν γραμμένοι στους στρατολογικούς καταλόγους, οι λόγοι απαλλαγής, ο τρόπος υποβολής των δικαιολογητικών απαλλαγής και οι υποχρεώσεις που είχαν αμέσως μόλις εξέλιπαν Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 530

οι σχετικοί λόγοι. Συγκροτήθηκαν στρατολογικά συμβούλια και καθορίστηκαν οι στρατολογικές υποχρεώσεις γενικά των Ελλήνων πολιτών, ο χρόνος υπηρεσίας στον Ενεργό Στρατό, η κατανομή των κληρωτών στα διάφορα Όπλα, η επιλογή των έφεδρων Αξιωματικών, τα αντισηκώματα, οι ποινές των ανυπότακτων και τα σχετικά με την υποχρεωτική άδεια των κληρωτών. Η στρατιωτική θητεία ήταν δύο χρόνια στον Ενεργό Στρατό, δέκα στην Εφεδρεία, οκτώ στην Εθνοφρουρά και δέκα στην εφεδρεία της Εθνοφρουράς. Όσοι απαλλάσσονταν για οποιοδήποτε λόγο μεταφέρονταν αμέσως στην Εθνοφρουρά για είκοσι χρόνια και μετά στην Εφεδρεία για δέκα χρόνια. Με ΒΔ της 25-10-194 καθορίστηκαν τα καθήκοντα των σχηματισμών, των μονάδων, των στρατολογικών γραφείων, η σύνταξη από το Γενικό Επιτελείο σχεδίου επιστρατεύσεως, η έκδοση διοικητικών οδηγιών, καθώς και η δημιουργία αποθηκών για το υλικό επιστρατεύσεως. Με νόμο της 112-1910 καθορίστηκε η συγκρότηση σε κάθε περιοχή μιας εφεδρικής Μεραρχίας από επιστράτους, ρυθμίστηκε ο τρόπος μετάβασης του στρατού στην εμπόλεμη σύνθεση και αποφασίστηκε η δυνατότητα συμμετοχής της εθνοφρουράς στην εμπόλεμη δύναμη και η χρησιμοποίηση της εφεδρείας της για την ασφάλεια στο εσωτερικό της χώρας. Και το 1911 καταστρώθηκε λεπτομερές Σχέδιο Επιστράτευσης που προέβλεπε και τη δυναμικότητα της χώρας σε επιστρατευόμενο πληθυσμό, επιτάξιμα κτήνη, οχήματα και κάθε είδους υλικά. Επίσης, ορίστηκε με νόμο ότι, σε περίοδο επιστράτευσης, κάθε εδαφικό διαμέρισμα θα συγκροτεί και ένα εφεδρικό Σύνταγμα. Με ΒΔ του 1897 και 1898 καθορίστηκε η σύσταση Συμβουλίων Τιμής σε κάθε Μονάδα ή Μεραρχία, που είχαν σκοπό να εξετάζουν και να εκτιμούν τις πράξεις των Αξιωματικών που σχετίζονταν με την τιμή και την αξιοπρέπεια τους. Επίσης, επιλαμβάνονταν για τις τυχόν διαφορές μεταξύ Αξιωματικών και η απόφασή τους ήταν υποχρεωτική. Πρόεδρος κάθε Συμβουλίου ήταν ο Διοικητής της μονάδας και μέλη ο Υποδιοικητής και οι τρεις αρχαιότεροι Αξιωματικοί. Τον Δεκέμβριο του 1911 καθιερώθηκαν, για πρώτη φορά, τα δελτία ταυτότητας, με τα οποία εφοδιάστηκαν όλοι οι εν ενεργεία Αξιωματικοί. Έφεραν τη φωτογραφία κατόχου, θεώρηση της προϊστάμενης αρχής και ίσχυαν για μία πενταετία. Το Νοέμβριο του 1904 άλλαξε ο τρόπος προαγωγής των Αξιωματικών, καθώς και τα απαιτούμενα προσόντα για την προαγωγή κατ’ εκλογή ή κατ’ αρχαιότητα. Οι Ανώτεροι προάγονταν μόνο κατ’ εκλογή, ενώ οι κατώτεροι κατ’ εκλογή ή κατά αρχαιότητα. Από το 1912 οι προαγωγές Συνταγματαρχών και Υποστράτηγων γίνονταν κατά απόλυτη εκλογή, μετά από πρόταση του Υπουργικού Συμβουλίου. Το 1906 καταργήθηκε ο προγενέστερος Νόμος του 1891 «Περί κατατάξεως με το βαθμό του ανθυπολοχαγού Ελλήνων αποφοίτων στρατιωτικών σχολείων του εξωτερικού». Έτσι, ο μόνος τρόπος εισόδου στο στράτευμα, με το βαθμό του Ανθυπολοχαγού, απέμεινε η αποφοίτηση από τις Σχολές Ευελπίδων και Υπαξιωματικών. Μεγάλη καινοτομία της περιόδου υπήρξε η εισαγωγή το 1908, για πρώτη φορά, της χακί στολής ως μοναδικής στολής για τους Οπλίτες και ως στολής ασκήσεων και εκστρατείας για τους Αξιωματικούς. Το χιτώνιο της στολής έφερε παραράμματα γύρω από το περιλαίμιο, τα κουμπιά ήταν χρυσά ή επάργυρα, οι επωμίδες κατασκευάζονταν από μάλλινο ύφασμα και έφεραν ως διακριτικά μία χρυσή ή ασημένια ταινία για τους κατώτερους και δύο για τους ανώτερους αξιωματικούς μαζί με τα διακριτικά για το βαθμό τους άστρα. Το παντελόνι της στολής εκστρατείας έφερε παραράμματα και φοριόταν με κνημίδες από χακί μάλλινο ύφασμα. Το πηλήκιο της στολής εκστρατείας ήταν από ύφασμα όμοιο με αυτό της στολής, με δερμάτινο γείσο και υποσιάγωνο. Η χλαίνη ήταν και αυτή χακί και έφερε επωμίδες όμοιες με αυτές του χιτωνίου. Χρώματος χακί ήταν επίσης και το αδιάβροχο. Ως διακριτικό χρώμα, για κάθε Όπλο ή Υπηρεσία, ορίστηκε το κόκκινο Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 531

για το Πεζικό και τους Νοσοκόμους, το βυσσινί για το Ιππικό, το ανοικτό κόκκινο για το Πυροβολικό, το μπλε για το Μηχανικό, το βυσσινί βελούδο για τις Υπηρεσίες Υγειονομική και Κτηνιατρική και το πράσινο βελούδο για τη Φαρμακευτική Υπηρεσία. Το 1904 συστήθηκε με νόμο ειδικό Ταμείο με την επωνυμία «Ταμείο Εθνικής Αμύνης» και έδρα την Αθήνα. Σκοπός του ορίστηκε η συμπλήρωση των αναγκών του Στρατού Ξηράς από τους πόρους του, που διαθέτονταν αποκλειστικά για την προμήθεια του παντοειδούς υλικού πολέμου και την κατασκευή ή ανακαίνιση των στρατιωτικών κτιρίων. Το 1906 αυξήθηκαν οι πόροι του Ταμείου από τον προϋπολογισμό του Υπουργείου Στρατιωτικών και καθορίστηκε ότι η περιουσία διατίθεται για την προμήθεια υλικού πολέμου, την κατασκευή και ανακαίνιση των απαιτούμενων στρατιωτικών εγκαταστάσεων, την προμήθεια υλικών επιστρατεύσεως, την κατασκευή έργων οχυρώσεως και την αγορά κτηνών για τις ανάγκες του στρατού. Κατά τα έτη 1907 και 1908 επιτράπηκε η απαλλοτρίωση των εκτάσεων που ήταν απαραίτητες για την ανέγερση μόνιμων οχυρώσεων ή στρατιωτικών κτηρίων, πεδίων βολής, αποθηκών και λοιπών εγκαταστάσεων και διατέθηκαν τα απαραίτητα χρήματα τόσο για την αποζημίωση των ιδιοκτητών όσο και για την υλοποίηση των έργων. Και στον τομέα της Υγείας καταβλήθηκε ιδιαίτερη προσπάθεια αυτή την περίοδο. Οργανώθηκαν Νοσοκομεία και Θεραπευτήρια και έγινε συστηματική εκπαίδευση του νοσηλευτικού προσωπικού. Από το 1907 οργανώθηκαν Στρατιωτικά Θεραπευτήρια σε όλες τις φρουρές που δεν υπήρχαν ή ήταν πολύ μακριά τα νοσοκομεία, καθώς και κοντά στις παραμεθόριες περιοχές για την εξυπηρέτηση των τμημάτων προκαλύψεως. Τα ποσά που διατέθηκαν για στρατιωτικές ανάγκες, κυρίως μετά το 1904 και ιδιαίτερα μεταξύ 1910-12, ήταν πολύ μεγάλα και υπερέβαιναν κατά μέσο όρο το 20% του συνολικού προϋπολογισμού του Κράτους. Τα χρήματα αυτά κυρίως δαπανήθηκαν για την προμήθεια ατομικού οπλισμού, πυροβόλων, πυρομαχικών, οχημάτων, ειδών ιματισμού και υποδήσεως, εξαρτύσεως, στρατοπεδίας, ίππων και ημιόνων, την κατασκευή στρατώνων, αποθηκών, έργων οχυρώσεως και τις λοιπές ανάγκες του στρατού.

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 532

Το ιστορικό τουφέκι Mannlicher-Schönauer (Μάνλιχερ-Σενάουερ) Το Mannlicher-Schönauer 6.5 mm είναι επαναληπτικό τυφέκιο, με περιστροφικό γεμιστήρα, που παρήχθη από τη Steyr-Mannlicher ειδικά για τον Ελληνικό Στρατό και αργότερα χρησιμοποιήθηκε και από το Στρατό της Αυστρο-Ουγγαρίας. ου

Στα τέλη του 19 αιώνα, τα τυφέκια Μάνλιχερ του Αυστρο-Ουγγρικού Στρατού χρησιμοποιούσαν την αρχή του κινητού ουραίου «ευθείας έλξης», που βασίζονταν σε παρωχημένα φυσίγγια μεγάλου διαμετρήματος. Γύρω στα 1900, το εργοστάσιο Steyr άρχισε να αναπτύσσει νέα σχέδια, με σύγχρονα, πιο αποτελεσματικά πυρομαχικά, κυρίως για εξαγωγές. Το πλέον επιτυχημένο από αυτά τα πειραματικά τυφέκια ήταν το Ελληνικό M1903 των 6,5 mm. Το χαρακτηριστικό κινητό ουραίο ευθείας έλξης καταργήθηκε προς χάριν ενός στρεφόμενου ουραίου, όπως εκείνα των σχεδίων Mauser, στα οποία αρκούσε να σηκωθεί και να ξανακατέβει το κινητό ουραίο για να οπλιστεί ο επικρουστήρας. Η αρχή λειτουργίας είχε σχεδιαστεί από το διάσημο Αυστριακό οπλουργό Ferdinand Mannlicher, εφευρέτη του γεμιστήρα και δημιουργού πολλών τύπων τυφεκίων που χρησιμοποιήθηκαν επί δεκαετίες από τους στρατούς πολλών κρατών σε μεγάλους αριθμούς. Η πρωτότυπη περιστροφική αποθήκη πυρομαχικών ήταν σχέδιο του Otto Schönauer, διευθυντή της Österreichische Waffenfabriksgesellschaft (Αυστριακής Οπλοβιομηχανίας), της μετέπειτα Steyr Mannlicher. Η κάννη έφερε 4 δεξιόστροφες αυλακώσεις, με βάθος 0,15 mm και βήμα 200 mm. H περιστροφική αποθήκη πυρομαχικών προορίζονταν να δώσει λύσεις σε προβλήματα εισαγωγής γεμιστήρα που παρουσίαζαν τότε τα φυσίγγια με προεξέχοντα χείλη βάσεως κάλυκα, πλεονέκτημα που ωστόσο δεν ενδιέφερε τον Ελληνικό Στρατό, που είχε επιλέξει φυσίγγια χωρίς προεξέχοντα χείλη. Ο περιστροφικός μηχανισμός της αποθήκης πυρομαχικών θεωρήθηκε ευπαθής για στρατιωτική χρήση από τις περισσότερες χώρες, ωστόσο δεν παρουσίασε ιδιαίτερα προβλήματα και η απαλή λειτουργία του κομψού και ελαφρού Ελληνικού όπλου συμπληρωνόταν από διάφορες καινοτομίες και πρωτοποριακά εξαρτήματα, που του έδιναν το προβάδισμα σε σχέση με άλλα πιο διαδεδομένα όπλα. Το Ελληνικό Μάνλιχερ διέθετε επιπρόσθετα μέτρα ασφάλειας και αξιοπιστίας, προερχόμενα από τις υψηλές απαιτήσεις των αγοραστών της κυνηγετικής έκδοσης, θεωρούμενης τότε ως «όπλο ενός τζέντλεμαν», και τα οποία δεν είχαν προλάβει να συμπεριληφθούν π.χ. στα διάσημα Γερμανικά Mauser. Η χρήση μιας μακριάς και βαριάς βολίδας μικρού διαμετρήματος εξασφάλιζε μεγάλη διατρητική ισχύ στο όπλο, που μπορούσε έτσι να εξασφαλίζει φονικά πλήγματα, που άλλα «ισχυρότερα» όπλα δεν μπορούσαν να εγγυηθούν. Η χαμηλή ανάκρουση καθιστούσε το όπλο ευχάριστο και ξεκούραστο στη χρήση, ενώ έκανε και ευκολότερη την εκτέλεση βολών ακριβείας. Η Ελλάδα θέσπισε τα τυφέκια και τις αραβίδες Μάνλιχερ-Σενάουερ σαν «πρωτεύοντα όπλα» του Στρατού το 1904. Το πρώτο συμβόλαιο με την κατασκευάστρια εταιρία, για 60.000 τεμάχια, Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 533

υπογράφηκε στα τέλη του 1905 και το 1907 άρχισαν οι πρώτες παραλαβές. Από τις 10 Ιουλίου 1907, το Πεζικό, οι Εύζωνοι και το Μηχανικό άρχισαν να εφοδιάζονται με το «επαναληπτικόν 700 τυφέκιον υποδείγματος 1903», ενώ το Ιππικό, το Πυροβολικό, οι Νοσοκόμοι και τα Μεταγωγικά με την «επαναληπτική αραβίδα υποδείγματος 1903». Μέχρι το ξέσπασμα του Α΄ Βαλκανικού Πολέμου, ο Ελληνικός Στρατός είχε παραλάβει συνολικά 130.000 τυφέκια και αραβίδες, καθώς και 100 εκατομμύρια φυσίγγια, κατασκευασμένα τόσο στην Αυστρο-Ουγγαρία, όσο και στην Ελλάδα από το ΕΠΚ. Το Μάνλιχερ αποτέλεσε το βασικό όπλο των Ελλήνων κατά τους Βαλκανικούς πολέμους του 1912-13. Το 1914, όταν η εισαγωγή όπλων από την Αυστρο-Ουγγαρία διακόπηκε απότομα, η ουδέτερη Ελλάδα διέθετε στο οπλοστάσιό της 190.069 τυφέκια και αραβίδες Μ1903 και Μ1903/14. Το υπόλοιπο της παραγωγής της εμπόλεμης Αυστρίας διοχετεύτηκε στις ένοπλες δυνάμεις της. Μέρος από αυτά, δόθηκε μετά τον πόλεμο στην Ελλάδα. Μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή, το σύνολο των όπλων που είχαν απομείνει σε Ελληνικά χέρια έφτανε μόλις τα 96.000 τυφέκια και τις 8.650 αραβίδες, όλα φθαρμένα και χρήζοντα επισκευών. Η Ιταλία, μετά τον πόλεμο παρέλαβε ποσότητες πολεμικού υλικού από την Αυστρία, ως μέρος των πολεμικών αποζημιώσεων. Έτσι, άφθονα εξαρτήματα και υλικά Ελληνικών όπλων καθώς και μηχανές παραγωγής, πέρασαν στα χέρια της Ιταλικής βιομηχανίας Societa Industria Ernesto Breda. Στα 1925, με την Αυστρία να αδυνατεί να παράγει όπλα λόγω των περιοριστικών όρων της συνθηκολόγησης, η Ελλάδα παρήγγειλε 100.000 νέα τυφέκια στην Ιταλική εταιρία, με κάποιες τροποποιήσεις σε σχέση με παλαιότερα όπλα, και έτσι δημιουργήθηκε το υπόδειγμα Μ1903/14/27 που άρχισε να παραλαμβάνεται το 1927. Μια τελευταία παραγγελία έγινε προς την Αυστριακή Steyr Werke AG το 1930, για 25.000 αραβίδες Μ1903/14/30, οπότε και ολοκληρώθηκε η παραγωγή του όπλου. Συνολικά η Ελλάδα παρέλαβε περίπου 320.000 όπλα Μάνλιχερ Σενάουερ όλων των τύπων, εκ των οποίων λιγότερα από 230.000 απέμεναν πλέον στο Ελληνικό οπλοστάσιο, κατά τις παραμονές του πολέμου με την Ιταλία. Το Μάνλιχερ αποτέλεσε το κύριο όπλο του Ελληνικού Στρατού κατά το πρώτο μισό του 20ού αιώνα και υπήρξε ο «σύντροφος» του Έλληνα Στρατιώτη, στις πλέον σημαντικές πολεμικές περιπέτειες που γνώρισε η χώρα στη σύγχρονη ιστορία της. Κατά τις περιόδους 1912-1922 και 1940-1949, η Ελλάδα βρισκόταν σχεδόν ακατάπαυστα σε κατάσταση πολέμου και μετά τον Α΄ Παγκόσμιο το τουφέκι αυτό χρησιμοποιήθηκε εντατικά στην εκστρατεία της Ανατολικής Θράκης, την εκστρατεία της Ουκρανίας, τη Μικρασιατική Εκστρατεία, αλλά και εναντίον των Ιταλών και Γερμανών κατά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Μετά τη συνθηκολόγηση το 1941, πολλοί Στρατιώτες, επιστρέφοντας στα σπίτια τους, πήραν μαζί τους τα όπλα τους. Έτσι πολλά πέρασαν στα χέρια της Εθνικής Αντίστασης, ενώ αργότερα χρησιμοποιήθηκαν και από τις δύο αντιμαχόμενες πλευρές στον Εμφύλιο. Στα 1950, τα αποσυρθέντα αποθέματα πουλήθηκαν στις ΗΠΑ, όπου μετατράπηκαν σε κυνηγητικά και κάποια κυκλοφορούν ακόμα στη διεθνή αγορά για ιδιωτική χρήση, από συλλέκτες και σκοπευτές. Η χρήση των Ελληνικών πυρομαχικών στο κυνήγι δεν επιτρέπεται πλέον, αλλά τεράστιες ποσότητες μιας ευρείας ποικιλίας κυνηγετικών εκδόσεων σε άλλα διαμετρήματα συνεχίζουν ακόμη να χρησιμοποιούνται σε όλο τον κόσμο.

700

(Τον Οκτώβριο 1910 ο κανονισμός τροποποιήθηκε και οι Νοσοκόμοι έφεραν περίστροφο αντί αραβίδας) Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 534

Αφηγήσεις από τον πόλεμο στη θάλασσα (πηγή: Γρηγορίου Μεζεβίρη Αντιναυάρχου ε.α., «Τέσσαρες δεκαετίες εις την Υπηρεσίαν του Β. Ναυτικού», Αθήναι 1971) 701

Οι προσωπικές μου παρατηρήσεις, παρατηρήσεις νεαρού αξιωματικού διετούς υπηρεσίας , επί των ναυτικών επιχειρήσεων του Ελληνοτουρκικού πολέμου, ίσως δεν έχουν μεγάλη αξία. Αναπολώντας όμως αυτά τα γεγονότα εκ των υστέρων, κάτω από το πρίσμα της πείρας που απέκτησα από τότε, αντιλαμβάνομαι ότι όσα τότε διαισθάνθηκα δεν απείχαν πολύ απ’ την πραγματικότητα. Αναμφισβήτητα, από πλευράς υλικού, η σύγκριση των δυνάμεων ήταν σημαντικά υπέρ του αντιπάλου. Αν και το Θωρηκτό «ΑΒΕΡΩΦ» ήταν σύγχρονο πλοίο και πολύτιμο για την εποχή εκείνη απόκτημα, τα τρία παλιά θωρηκτά «ΥΔΡΑ», «ΣΠΕΤΣΑΙ» και «ΨΑΡΑ», ήταν ενός αποτυχημένου πειραματικού τύπου, με αναχρονιστικό πυροβολικό και υποτυπώδη μέσα διεύθυνσης βολής, που κινδύνευαν να βυθιστούν και με ένα μόνο καίριο πλήγμα. Η απόκτηση των 4 Αντιτορπιλικών / Ανιχνευτικών των 1.000 τόνων («ΑΕΤΟΣ», «ΛΕΩΝ», «ΠΑΝΘΗΡ» και «ΙΕΡΑΞ») που είχαν καταπλεύσει στην Ελλάδα χωρίς τορπίλες, ενίσχυσε ουσιαστικά τις ελαφρές μας δυνάμεις. Κι αυτά όμως τα Αντιτορπιλικά θα ήταν ανίσχυρα, αν τα δυο εχθρικά εύδρομα εκπλήρωναν σωστά τον προορισμό τους. Η εκπαίδευση στα παλιά θωρηκτά ήταν ανεπαρκής και ίσως αρκετοί από τους επιβαίνοντες να έλαβαν μέρος για πρώτη φορά σε εκτέλεση πραγματικών πυρών κατά τη διάρκεια των ναυμαχιών. Το σύγχρονο υλικό του «ΑΒΕΡΩΦ» προσφέρονταν πολύ περισσότερο για εφαρμογή των νέων μεθόδων που είχε διδάξει η Βρετανική Αποστολή. Και σ’ αυτό όμως το Θωρηκτό, η εκπαίδευση απείχε πολύ από το να είναι τέλεια και γι αυτό στη δεύτερη ναυμαχία, μετά την πείρα που απόκτήθηκε στην πρώτη, η βολή του πλοίου ήταν πιο αποτελεσματική. Το προσωπικό των ελαφρών σκαφών επέδειξε άριστες ναυτικές ικανότητες που επέτρεψαν τη συνέχιση των περιπολιών έξω από τα στενά των Δαρδανελίων, κάτω από ακραίες χειμερινές συνθήκες και χωρίς διακοπή. Η δράση των τορπιλικών σκαφών θα ήταν πιθανώς ακόμα πιο σημαντική, αν είχαν ευκαιρίες εκπαίδευσης σε τορπιλικές επιθέσεις. Εκείνο που έδωσε τη νίκη ήταν οι ηθικές δυνάμεις, οι έμφυτες ικανότητες προσαρμογής του Έλληνα και οι ναυτικές αρετές του προσωπικού. Και κατά πρώτο λόγο, αποφασιστική επίδραση είχε η πετυχημένη επιλογή του Αρχηγού του Στόλου, Ναυάρχου Παύλου Κουντουριώτη. Αν και στερείτο επιτελικής κατάρτισης, είχε από τη φύση προικιστεί με προσόντα πραγματικού αρχηγού και ακολουθούσε με το ένστικτό του τις υγιείς αρχές του πολέμου. Έχοντας βάλει ως σκοπό την καταστροφή του αντιπάλου, έπραξε όλα όσα εξαρτώνταν από τον ίδιο για να τον πραγματοποιήσει. Ατρόμητος απέναντι στον εχθρό, παράτολμος πολλές φορές, γνώριζε πώς να αναλαμβάνει ευθύνες αλλά και να ορθώνει το ανάστημά του απέναντι στο Κέντρο, όταν αυτό απαιτείτο. Απολάμβανε τον πλήρη σεβασμό και την απόλυτη εκτίμηση των υφισταμένων του, που συγχρόνως γνώριζαν άριστα ότι δεν ήταν διατεθειμένος να ανεχθεί καμιά συζήτηση των διαταγών του και ότι θα πάτασσε αμείλικτα κάθε τυχόν λιποψυχία. Η τεχνική κατάρτιση των περισσοτέρων από τα στελέχη ήταν ανεπαρκής, όμως αντισταθμιζόταν κατά πολύ η έλλειψη αυτή από το υψηλό φρόνημα και την αποφασιστικότητα για νίκη πάση 701

Ο Γ. Μεζεβίρης ήταν αρχικά Σημαιοφόρος στο Θωρηκτό «Ψαρά» και αργότερα Ύπαρχος στο Τορπιλοβόλο «Νικόπολις» Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 535

θυσία. Ανάλογα προσόντα χαρακτήριζαν και τα πληρώματα. Είχαν πλήρη εμπιστοσύνη στους προϊστάμενούς τους, αψηφούσαν τους κινδύνους και άντεχαν στις κακουχίες, διαπνέονταν από άκρατο ενθουσιασμό και ήταν πεπεισμένοι για τη Νίκη. Δεν επιθυμώ να υποτιμήσω τον αντίπαλο, που η ανδρεία του τουλάχιστον στον πόλεμο στη ξηρά ήταν πάντα γνωστή. Από την εν γένει δράση του όμως προκύπτει ότι, με μόνη εξαίρεση την έξοδο του «ΧΑΜΗΔΙΕ», στερείτο αποφασιστικότητας και υστερούσε από επαγγελματικής πλευράς σε σχέση με μας. Σχετικά τώρα με την πολεμική περίοδο θα εξιστορήσω μόνο όσα προσωπικά αντιλήφθηκα και όπως αυτά αποτυπώθηκαν στη μνήμη μου. Το Θωρηκτό «ΨΑΡΑ», όπως και τα περισσότερα πλοία του Στόλου, είχε καταπλεύσει στο Φάληρο από τις παραμονές της κήρυξης του πολέμου. Έγιναν συμπληρωματικές εργασίες κινητοποίησης προσωπικού και υλικού και η προετοιμασία των πλοίων για μάχη. Κατά την περίοδο αυτή, όλοι επιδόθηκαν με ενθουσιασμό και ακάματη εργατικότητα στο έργο τους και ο καθένας προσπαθούσε με ατομική του πρωτοβουλία να αναπληρώσει τα κενά της εξασκήσεως σε καιρό ειρήνης, τότε που δεν είχαν αντιμετωπιστεί οι συνθήκες της πραγματικότητας. Θριάμβευε το Ελληνικό δαιμόνιο της εκ του προχείρου αντιμετώπισης των καταστάσεων. Αξίζει να αναφέρω μερικές χαρακτηριστικές σκηνές που άγγιζαν τα όρια του κωμικού και που σήμερα θα ήταν ακατανόητες: Στο σύγχρονο Ναυτικό, οι επιβαλλόμενες ενέργειες των πλοίων κατά τις περιόδους κινητοποιήσεως και πολέμου αναφέρονται λεπτομερώς στους Φακέλους Κινητοποιήσεως και στα Βιβλία Μάχης. Στις περιόδους ειρήνης μάλιστα, εκτελούνται συχνές ασκήσεις εφαρμογής των μέτρων αυτών. Εκείνη την εποχή, τα βιβλία αυτά ήταν άγνωστα και υπήρχε μόνο ένα βιβλίο Διαιρέσεων του προσωπικού στις διάφορες θέσεις, που περιελάμβανε και περιληπτικά μερικές γενικές οδηγίες. Όταν, ως Αξιωματικός της Γενικής Επιστασίας, μου ανατέθηκαν οι σχετικές προετοιμασίες χωρίς καμιά συμπληρωματική οδηγία, είχα για μόνο οδηγό την κοινή λογική και την πολύ μικρή μου πείρα. Κατά την εκτέλεση όμως αυτής της εργασίας, ήρθα απροσδόκητα σε σύγκρουση με τις πολύ περίεργες αντιλήψεις του Κυβερνήτη και μάλιστα κάποια στιγμή αντιμετώπισα για πρώτη φορά την οργή του. Στα παλαιά θωρηκτά υπήρχε πλήθος εύφλεκτων υλικών και ξύλινες κατάσκευές που έπρεπε να αποβιβαστούν στη ξηρά. Γι’ αυτόν το σκοπό είχε πλευρίσει ένα πλοιάριο στο «ΨΑΡΑ», στο οποία εκφορτώναμε τα είδη που κατά την κρίση μου δεν ήταν απαραίτητα σε πολεμική περίοδο. Μεταξύ αυτών ήταν και οι φεγγίτες των οροφών των διαμερισμάτων του Κυβερνήτη και των αξιωματικών, στη θέση των οποίων τοποθετούνταν χαλύβδινες πλάκες. Τη στιγμή όμως που αφαιρούνταν ο φεγγίτης του Κυβερνήτη, μόλις το αντιλήφθηκε, ανέβηκε έξαλλος στο κατάστρωμα και με επιτίμησε με δριμύτητα διότι πείραξα το διαμέρισμά του και διέταξε να παραμείνει ο φεγγίτης στη θέση του! Δεν ήταν όμως η μόνη περίπτωση που στην εκτέλεση της υπηρεσίας που μου είχε ανατεθεί δυσαρέστησα άθελά μου τον γενναίο αυτόν ναυτικό και πραγματικό κύριο. Είχα διατάξει να τοποθετηθούν οι ρίποι σύγκρουσης (μεγάλα τεμάχια διπλής οθόνης που χρησιμοποιούνται για το προσωρινό κλείσιμο οπών στα ύφαλα), που δεν είχαν ποτέ δοκιμαστεί, και να παραμείνουν μόνιμα στερεωμένες οι αλυσίδες τους, όπως επιβαλλόταν σε καιρό πολέμου. Δυστυχώς, και αυτό υπέπεσε στην αντίληψη του Κυβερνήτη, που διέταξε να κλειστεί ο ρίπος στη αποθήκη, καθώς θεώρησε τη δοκιμή «κακό οιωνό», προάγγελο ότι θα υπάρξει ανάγκη χρησιμοποιήσεώς του στην πραγματικότητα. Δεν πέρασε πολύς καιρός και χρειάστηκε να χρησιμοποιηθεί ο ρίπος, ευτυχώς όχι κατά τη διάρκεια της μάχης, αλλά κατά τη διάρκεια κάποιας αγκυροβόλησης, όταν λόγω κακής λειτουργίας του εργάτη η άγκυρα προκάλεσε σκίσιμο στα ύφαλα του πλοίου. Για όμοιους λόγους συναντήσαμε κατηγορηματική άρνηση του Κυβερνήτη όταν, με τον γιατρό του πλοίου, ζητήσαμε την έγκρισή του για την προετοιμασία κάτω από το κατάστρωμα του Θωρηκτού Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 536

πρόχειρων σταθμών επιδέσεως τραυματιών. Σε αυτό το σημείο ο Κυβερνήτης δικαιώθηκε στις προβλέψεις του εκ των υστέρων, καθώς χάρη στην αστοχία της βολής του αντιπάλου στις ναυμαχίες δεν χρειάστηκε να παρασχεθεί βοήθεια σε τραυματίες. Οι λαμπροί αυτοί άνθρωποι, με τα τόσα προσόντα, είχαν και τις προλήψεις και τις αδυναμίες τους. Ανάλογες αντιλήψεις επικρατούσαν και όσον αφορά τη συνέχιση της ελλιπούς εκπαίδευσης κατά τη διάρκεια της πολεμικής περιόδου. Με δυσκολία έδινε την έγκρισή του ο Κυβερνήτης για την εκτέλεση γυμνασίων εν όρμω, για να μην κουράζεται το πλήρωμα. Με τις συνθήκες όμως που επικρατούσαν τότε, η υπηρεσία στα Θωρηκτά δεν ήταν καθόλου κοπιαστική και η λογική απασχόληση του πληρώματος σε γυμνάσια και εργασίες θα συντελούσε στη διατήρηση του πολεμικού πνεύματος και της πειθαρχίας. Όμως, λόγω και της ανεπάρκειας πυρομαχικών, οι μόνες ευκαιρίες εκτέλεσης πυρών κατά την πολεμική περίοδο παρουσιάστηκαν στη διάρκεια των ναυμαχιών. Όσοι συνεργάστηκαν με το Βρετανικό Ναυτικό κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου γνωρίζουν πόσο εντατική εκπαίδευση πραγματοποιείτο στα πλοία, όταν δεν ήταν απασχολημένα σε πολεμικές αποστολές. Οι υπάρχουσες ελλείψεις, που με διαφορετικό αντίπαλο ήταν πιθανό να αποβούν μοιραίες, δεν είχαν καμιά επίδραση στο ηθικό του προσωπικού. Μία ήταν η επικρατούσα κεντρική ιδέα, από τον Αρχηγό μέχρι τον τελευταίο ναύτη: Σαν συνεχιστές ενδόξων παραδόσεων επρόκειτο, για πολλοστή φορά στην ιστορία του Έθνους, να αντιμετωπίσουμε τον προαιώνιο εχθρό, είχαμε την υποχρέωση να νικήσουμε και θα νικούσαμε. Με αυτές τις σκέψεις αποπλεύσαμε από τον Φαληρικό όρμο στις 5 Οκτωβρίου του 1912. Η πρώτη πολεμική επιχείρηση υπήρξε η άνευ σημαντικών γεγονότων κατάληψη της νήσου Λήμνου, της οποίας ο όρμος Μούδρος επρόκειτο να χρησιμεύσει ως πολεμικό ορμητήριο του Στόλου. Σε εποχή που το αεροπορικό όπλο ήταν άγνωστο, καλύτερη επιλογή ορμητηρίου δεν μπορούσε να γίνει και αποτέλεσε το πρώτο βήμα για την εξασφάλιση της κυριαρχίας του Αιγαίου. Ακολούθησε η κατάληψη από διάφορα πλοία, μεταξύ των οποίων και το δικό μας, των Τουρκοκρατούμενων νήσων του Βορείου Αιγαίου. Κατά τη διάρκεια μιας από αυτές τις αποστολές δόθηκε διαταγή στο Θωρηκτό «ΨΑΡΑ» να διενεργήσει νηοψία σε Αυστριακό ατμόπλοιο που κατευθύνονταν προς τα Στενά. Συμμετείχα στο άγημα που στάλθηκε στο Αυστριακό πλοίο και παραβρέθηκα σ’ ένα συγκινητικό επεισόδιο. Μόλις η λέμβος μας πλεύρισε το ατμόπλοιο, κατέβηκε τρέχοντας την κλίμακα ένας κύριος με πολιτική περιβολή και Τούρκικο φέσι, το οποίο πέταξε μόλις ανέβηκε στη λέμβο, αναφωνώντας: «Δόξα Σοι ο Θεός, είμαι ελεύθερος!». Ήταν ένας Έλληνας Αξιωματικός του Στρατού που υπηρετούσε στο Προξενείο της Θεσσαλονίκης για τις εκεί εθνικές οργανώσεις, και που είχε επιβιβαστεί λαθραία στο Αυστριακό ατμόπλοιο, ακριβώς με την ελπίδα διαφυγής σε περίπτωση εκτέλεσης νηοψίας από Ελληνικό πολεμικό πλοίο. Στη συνέχεια, ανέβηκε πάλι στο πλοίο Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 537

συνοδευόμενος από εμάς και μας υπέδειξε Τούρκους αξιωματικούς με πολιτική περιβολή που είχαν επίσης επιβιβαστεί στην Θεσσαλονίκη. Αυτοί παραδέχθηκαν την ιδιότητά τους και συνελήφθηκαν αιχμάλωτοι. Ένας Άγγλος επιβάτης στο πλοίο, δημοσιογράφος, πήρε φωτογραφίες κατά την εκτέλεση της νηοψίας και μου ζήτησε την διεύθυνσή μου στην Αθήνα. Λίγο καιρό μετά, έκπληκτοι οι δικοί μου λάμβαναν από την Αγγλία την φωτογραφία μου. Οι έξοδοι των Θωρηκτών συνεχίστηκαν για την κατάληψη της Μυτιλήνης και την προστασία της απόβασης του Βουλγαρικού Στρατού στην Αλεξανδρούπολη που μεταφέρθηκε από τη Θεσσαλονίκη, χωρίς να χρειαστεί να δράσουν τα πλοία. Μετά την τελευταία αυτή επιχείρηση, ο Ναύαρχος εκτέλεσε επίδειξη κατά μήκος της ακτής της χερσονήσου της Καλλίπολης. Επανέλαβε τις προκλητικές αυτές κινήσεις του Στόλου και σε επόμενες εξόδους, χωρίς να επιτύχει την επιδιωκόμενη εμφάνιση εχθρικών πλοίων. Πάντως, οι ενέργειες αυτές έγιναν δεκτές με ενθουσιασμό από το προσωπικό και συνετέλεσαν στη διατήρηση του υψηλού φρονήματος. Ήταν μάλιστα ιδιαίτερα ευχάριστες για τους υπηρετούντες στα Θωρηκτά, που είχαν κουραστεί από την μακρά τους παραμονή στο αφιλόξενο ορμητήριο και ζήλευαν τους συναδέλφους τους στα Αντιτορπιλικά που ήταν επιφορτισμένοι με την επιτήρηση των Στενών και ζούσαν την πολύ κοπιαστική αλλά ενδιαφέρουσα ζωή του πραγματικού θαλασσινού. ης

Η αυγή της πρώτης μεγάλης ημέρας του σύγχρονου Ελληνικού Ναυτικού, της 3 Δεκεμβρίου 1912, βρήκε την κύρια δύναμη του Στόλου να πλέει μεταξύ Ίμβρου και χερσονήσου της Καλλίπολης. Μέχρι την ημέρα εκείνη είχαν διαψευστεί οι ελπίδες να συναντήσουμε τον εχθρό, κυκλοφορούσαν μάλιστα στον Στόλο σχετικά σατυρικά δίστιχα ενός Σημαιοφόρου που διασκέδαζαν Αξιωματικούς και πληρώματα. Με την ανατολή του ήλιου φάνηκαν προς την έξοδο των Στενών πολλοί καπνοί πλοίων και, λίγο μετά την έπαρση της Σημαίας, οι σάλπιγγες ήχησαν το χαρμόσυνο άγγελμα της πολεμικής έγερσης. Σε εκτέλεση διαταγής του Κυβερνήτη πήγα στα πυροβολεία και εν μέσω ζητωκραυγών διάβασα στα πληρώματα το ιστορικό σήμα του Ναυάρχου: «Με την δύναμιν του Θεού, τας ευχάς του Βασιλέως μας και εν ονόματι του δικαίου, πλέω μεθ’ ορμής ακαθέκτου και με την πεποίθησιν της νίκης, εναντίον των εχθρών του Γένους» Κατά την μάχη το έργο μου, ως Αξιωματικού Ασφαλείας, ήταν να οδηγήσω τα αγήματα μάχης στην κατάσβεση πυρκαγιών, στην επισκευή βλαβών κλπ. Όμως, και στις δυο ναυμαχίες τέτοια περίπτωση δεν υπήρξε. Έτσι μπόρεσα να παρακολουθήσω την εξέλιξη της ναυμαχίας από το κατάστρωμα, αν και συχνά απομακρυνόμουν για να επιθεωρήσω τις ομάδες κάτω από το κατάστρωμα που δεν είχαν επί κεφαλής Αξιωματικό. Διατηρώ ζωηρή στη μνήμη μου την εικόνα του «ΑΒΕΡΩΦ» να αναπτύσσει την μέγιστη ταχύτητα και να αποχωρίζεται από τα υπόλοιπα πλοία για να καταδιώξει τον εχθρικό Στόλο από κοντά, κάτω από τα πυρά των πυροβολείων των Στενών. Κάποια στιγμή, παρά την πτώση των βλημάτων που το εξαφάνιζαν με τους πίδακες νερού που σήκωναν, το πλοίο φαινόταν περικυκλωμένο από παντού. Με αίσθημα αγωνίας παρακολουθούΦ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 538

σαμε από τα παλιά Θωρηκτά το πλοίο που κινδύνευε, ανίσχυροι λόγω έλλειψης επαρκούς ταχύτητας να σπεύσουμε να βοηθήσουμε. Όταν απομακρύνθηκε ο κίνδυνος και ο «ΑΒΕΡΩΦ» βγήκε απ’ τη δύσκολη θέση με ελαφρές μόνο βλάβες, το αίσθημα ανακούφισης ήταν γενικό και σε όλα τα πλοία επικράτησε φρενήρης ενθουσιασμός. Όπως διαπιστώθηκε εκ των υστέρων, αυτή η παράτολμη ενέργεια δεν απέδωσε το προσδοκώμενο αποτέλεσμα, να καταφέρει καίριο πλήγμα στον εχθρό, ιδιαίτερα επειδή την κρίσιμη στιγμή η ταχυβολία του «ΑΒΕΡΩΦ» περιορίστηκε λόγω υπερθέρμανσης των εμφρακτών των πυροβόλων του. Η αποχώρηση όμως του εχθρού προς το ασφαλές ορμητήριό του, αν και βρέθηκε σε εξαιρετικά ευνοϊκές γι’ αυτόν συνθήκες και είχε υποστεί ασήμαντες μάλλον βλάβες, αποτέλεσε μια μεγάλη ηθική νίκη του Έλληνα Ναυάρχου. Παρά την απειρία μου εκείνης της εποχής, μου φάνηκε περίεργη η διάταξη μάχης των 4 ανιχνευτικών, που τάχθηκαν σε απόσταση 1.000 μέτρων από τα Θωρηκτά και προς την αντίθετη πλευρά του εχθρού, κινδυνεύοντας έτσι από τις μακρινές βολές των εχθρικών βλημάτων. Ο κύριος προορισμός στη μάχη αυτών των πλοίων, που δεν διέθεταν τότε τορπίλες, ήταν η απόκρουση επιθέσεων κατά της κύριας δύναμης από τα ελαφρά εχθρικά σκάφη. Σύμφωνα με τις νεώτερες αντιλήψεις, η ενδεδειγμένη θέση τους θα ήταν μερικά μίλια από την πλώρη των Θωρηκτών και προς την μαχόμενη πλευρά τους. Ανάλογη θα έπρεπε να είναι η θέση των Αντιτορπιλικών που ήταν εφοδιασμένα με τορπίλες, που είχαν προορισμό την διενέργεια προσβολής κατά της κύριας δύναμης του αντίπαλου και ενδεχομένως να την αποκρούσουν. Είχε τότε λεχθεί ότι τα ανιχνευτικά είχαν ταχθεί σε τέτοια θέση ώστε να χρησιμοποιήσουν τα ταχυβόλα τους κατά των εχθρικών Θωρηκτών , αν η απόσταση μάχης κατέβαινε κάτω από τα όρια αποτελεσματικής βολής των πυροβόλων τους. Μάλλον όμως ο Ναύαρχος επιθυμούσε να έχει συγκεντρωμένα όλα τα πλοία κάτω από τις άμεσες διαταγές του και σε απόσταση επαφής με οπτικά σήματα, μη έχοντας εμπιστοσύνη στην ασύρματη επικοινωνία της εποχής. Χαρακτηριστικά του πολέμου εκείνου είναι και μερικά επεισόδια που έλαβαν χώρα στο «ΨΑΡΑ»: Ο επί κεφαλής του Πυροβολείου του μεσοστέγου Αξιωματικός, θεωρώντας ότι η παραμονή σε 702 αδράνεια των ανδρών των ταχυβόλων μπορούσε να έχει κακή επίδραση στο ηθικό τους, διέταξε την έναρξη πυρός από απόσταση πολύ μεγαλύτερη από το βεληνεκές των ταχυβόλων, χωρίς να δώσει κανένα στοιχείο βολής! Βρισκόμενος κοντά του τη στιγμή εκείνη, του υπενθύμισα αυτό, για να πάρω την απάντηση «ας βάλλουν όπως θέλουν, αρκεί να βάλλουν». Αφού σπαταλήθηκαν αρκετά βλήματα που έπεφταν μεταξύ των δύο παρατάξεων, ο αρχηγός του Πυροβολείου πείσθηκε να διατάξει παύση πυρός. Ο ανεφοδιασμός των πυρομαχικών αυτών των πυροβόλων από τις πυριτιδαποθήκες ήταν χειρονακτικός και γινόταν από ομοχειρία ανδρών κυρίως του μαγειρείου, υπό τη διοίκηση του αθλητικών διαστάσεων πολίτη μαγείρου! Με τέτοια ταχύτητα γινόταν ο ανεφοδιασμός ώστε, παρά τον σημαντικό αριθμό των πυρομαχικών που καταναλώθηκαν, όταν έπαυσε το πυρ το κατάστρωμα του μεσοστέγου είχε στρωθεί από αχρησιμοποίητα πυρομαχικά. Και βέβαια διατάχθηκε η άμεση μεταφορά τους στις πυριτιδαποθήκες, διότι αποτελούσαν άσκοπο κίνδυνο. Κάποια στιγμή, που προσωρινά διακόπηκε η μάχη, βγήκα στο κατάστρωμα και ανακάλυψα ότι οι ομοχειρίες των πρυμναίων πυριτιδαποθηκών είχαν εγκαταλείψει την θέση τους και είχαν αναρριχηθεί από την εσωτερική κλίμακα του πρυμναίου ιστού στο θωράκιο και από εκεί παρακολουθούσαν τη μάχη, ζητωκραυγάζοντας και κουνώντας τους πίλους τους, όταν νόμιζαν ότι είχε κτυπηθεί κάποιο εχθρικό πλοίο. Με μεγάλη δυσκολία έπεισα τους ενθουσιώδεις αυτούς άνδρες να γυρίσουν στις θέσεις τους.

702

(των ελαφρύτερων πυροβόλων του δευτερεύοντος οπλισμού) Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 539

Και ένα περιστατικό που δεν θα το βρείτε να αναφέρεται συχνά: Τα παλιά Θωρηκτά, ενώ βγήκαν άτρωτα από την μάχη, λίγο μετά τη λήξη της κινδύνευσαν σοβαρά από φίλια τορπίλη που ξέφυγε από τον τορπιλοβλητικό σωλήνα του «ΑΒΕΡΩΦ» και πέρασε σε μικρή απόσταση από την γραμμή των θωρηκτών! Μετά την ναυμαχία της Έλλης, οι εχθρικές δυνάμεις ανάπτυξαν μεγαλύτερη δράση που αποσκοπούσε κυρίως στην παρενόχληση των Αντιτορπιλικών μας που περιπολούσαν μπρος στα Στενά. Σε μία τέτοια έξοδο, στις 9 Δεκεμβρίου 1912, έγιναν κάποιες αψιμαχίες στις οποίες έδωσε τέρμα η εμφάνιση του Θωρηκτού «ΑΒΕΡΩΦ» που συνοδευόταν από μακριά από τα παλιά θωρηκτά. Σε μια παρόμοια περίπτωση, στις 22 Δεκεμβρίου, ο Ναύαρχος Κουντουριώτης είναι πιθανόν να υπέθεσε ότι επρόκειτο να δώσει μάχη με την κύρια εχθρική δύναμη διότι διαβίβασε το ακόλουθο σήμα: «Έχω πεποίθησιν ότι, με την βοήθεια του Θεού, θα έχωμεν τελείαν την νίκη, ότι θα φανήτε άξιοι απόγονοι των ηρώων του 21, πλέοντες ως λέοντες, διότι η σημερινή ναυμαχία θα αποφασίση όχι μόνον την νίκην της ελευθερίας της Ελλάδος, αλλά και σύμπαντος του Ελληνισμού». Από τη διατύπωση του σήματος φαίνεται ότι ο Ναύαρχος δεν ήταν ικανοποιημένος από τη ναυμαχία της ης 3 Δεκεμβρίου, και με τις υγιείς στρατηγικές του αντιλήψεις επιζητούσε την «τέλεια νίκη». Μεγάλη συγκίνηση προκάλεσε η διαφυγή από τα Στενά του Ευδρόμου «ΧΑΜΗΔΙΕ» την νύχτα της ης 1 Ιανουαρίου 1913, χωρίς να γίνει αντιληπτό από τα αντιτορπιλικά μας που περιπολούσαν, και στη συνέχεια η προσβολή του βοηθητικού μας Ευδρόμου «ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ» μέσα στο λιμάνι της Σύρου. Ο εχθρός, γνωρίζοντας τον χαρακτήρα του Ναυάρχου μας, είναι πιθανό να σκέφτηκε ότι αυτός δεν θ’ άφηνε ατιμώρητη την ενέργεια του Ευδρόμου και θα έσπευδε με τον «ΑΒΕΡΩΦ», δίνοντας έτσι την ευκαιρία στον Τουρκικό Στόλο να επιτεθεί κατά των υπόλοιπων μονάδων ή αν αυτές συνόδευαν το «ΑΒΕΡΩΦ» κατά του ορμητηρίου μας στο Μούδρο και των πλοίων που θα βρίσκονταν εκεί για επισκευή ή ανεφοδιασμό. Πράγματι, δόθηκε από την Αθήνα η εντολή να πλεύσει ο Στόλος να καταδιώξει το «ΧΑΜΗΔΙΕ». Ο Ναύαρχος όμως, που διέθετε αρκετό κύρος για να επιβάλει την γνώμη του και προς τα πάνω, δεν εκτέλεσε τη Διαταγή! Η πρώτη αυτή τολμηρή ενέργεια εχθρικού πλοίου προκάλεσε όπως ήταν φυσικό κατάπληξη. Οι αργόσχολοι των μετόπισθεν επωφελήθηκαν να κάνουν δυσμενή σχόλια σε βάρος των Αξιωματικών που άφησαν να διαφύγει το «ΧΑΜΗΔΙΕ». Για τους γνώστες όμως των ναυτικών πραγμάτων, τουλάχιστον για εκείνους που δεν σταδιοδρόμησαν μόνο σε Γραφεία, το γεγονός δεν ήταν εκπληκτικό. Στη θεωρία, η εγκατάσταση νυχτερινής περιπολίας σε κάποια περιοχή προϋπόθετε τη διάθεση ορισμένου αριθμού πλοίων που είναι συνάρτηση της ορατότητας, της ταχύτητας που επιτρέπουν τα διατιθέμενα καύσιμα και η κατάσταση της θάλασσας και τέλος η ταχύτητα του εχθρικού πλοίου. Στην πράξη, και αν ακόμα διατίθεται ο απαραίτητος αριθμός περιπολικών, εχθρός που ξέρει πώς να επωφεληθεί από την γεωγραφική διαμόρφωση και τις συνθήκες φωτισμού μπορεί να διαφύγει, χωρίς αυτό να σημαίνει αναγκαστικά αμέλεια των πλοίων που επιτηρούν. Ευτυχώς πάντως, τις δυσάρεστες εντυπώσεις δεν βράδυνε να σβήσει η ναυμαχία της Λήμνου. Εκείνη την ημέρα, οι κινήσεις του αντιπάλου έδειξαν ότι ήταν αποφασισμένος να δώσει πραγματική μάχη. Ίσως έλπιζε να μας αιφνιδιάσει διότι λίγο μετά την έξοδό μας από το ορμητήριο βρεθήκαμε μπρος στα εχθρικά πλοία. Δεν αποκλείεται και να υπολόγιζε ότι τμήμα των δυνάμεών μας θα ήταν απασχολημένο με την καταδίωξη του «ΧΑΜΗΔΙΕ». Και αυτό πράγματι συνέβαινε με 4 αντιτορπιλικά που περιπολούσαν στο Στενό Χίου – Ψαρών. Λόγω και της απουσίας κάποιων πλοίων για επισκευή, οι ελαφρές μας δυνάμεις ήταν περιορισμένες και σημαντικά υποδεέστερες Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 540

των εχθρικών. Στη ναυμαχία αυτή ήταν έκδηλη η επιθυμία του προσωπικού για επίτευξη οριστικών αποτελεσμάτων. Από αυτή την άποψη, αυτοί που υπηρετούσαν στο «ΑΒΕΡΩΦ» υπήρξαν και πάλι πολύ ευτυχέστεροι. Το Θωρηκτό κράτησε τον εχθρό υπό το πυρ του για τρεις ώρες και πέτυχε πολλά πλήγματα κατά των δυο καλύτερων εχθρικών θωρηκτών. Τα παλιά θωρηκτά έλαβαν μέρος στη μάχη μόνο κατά την πρώτη φάση της, για μισή ώρα περίπου. Εμείς που υπηρετούσαμε στο «ΨΑΡΑ» είχαμε την ικανοποίηση να διαπιστώσουμε ένα τουλάχιστον καλό πλήγμα κατά του Θωρηκτού «ΜΕΣΟΥΔΙΕ», που αποτελούσε τον στόχο των Θωρηκτών «ΥΔΡΑ» και «ΨΑΡΑ». Επειδή τα πυροβόλα των παλιών θωρηκτών έβαλαν ανεξάρτητα, δόθηκε η εντύπωση σε μας που βρισκόμασταν κοντά στον πρυμναίο πύργο ότι το πλήγμα οφειλόταν σ’ αυτόν τον πύργο. Ζητωκραυγές διέτρεξαν την πρύμνη και με δυσκολία συγκρατούσαμε τους άνδρες που βρίσκονταν κάτω από το κατάστρωμα και επιθυμούσαν να παρακολουθήσουν τα αποτελέσματα της έκρηξης στο εχθρικό πλοίο. Με εξαίρεση όμως την καλή αυτή φάση, εμείς που υπηρετούσαμε στα παλιά θωρηκτά παρατηρούσαμε με λύπη ότι παραμείναμε αμέτοχοι σε όλη τη δεύτερη φάση της μάχης. Γύρω από αυτό το ζήτημα έγιναν πολλές συζητήσεις, προκλήθηκαν πολλές προστριβές μεταξύ αντιφρονούντων Αξιωματικών και για πολύ καιρό χύθηκε άφθονο μελάνι σχετικά με τις ενέργειες σ’ αυτή την περίπτωση της Μοίρας των τριών Θωρηκτών. Πάντως, ο Ναύαρχος που ανυπομονούσε, διέταξε από τον ασύρματο την Μοίρα να πλεύσει ολοταχώς προς συνάντησή του. Το σήμα όμως αυτό δεν ελήφθη διότι στην Μοιραρχίδα, το Θωρηκτό «ΣΠΕΤΣΑΙ» είχε λυθεί ο ασύρματος, επειδή στη προηγούμενη ναυμαχία παρατηρήθηκε διακοπή της λειτουργίας του από τις βολές! Είναι κι αυτό από τα περίεργα εκείνου του πολέμου. Από προσωπική αντίληψη αυτό μόνο γνωρίζω: Ήμουν στη γέφυρα τη στιγμή εκείνη και διατηρώ ακόμη ζωηρή στη μνήμη μου την αγανάκτηση του Κυβερνήτη μας Πλοίαρχου Ανδρέα Μιαούλη. Τελικά, ο γενναίος αυτός ναυτικός, ο τόσο νωχελής στις συνήθεις εκδηλώσεις του αλλά γεμάτος ορμητικότητα την ώρα της μάχης, στράφηκε προς τους παρευρισκόμενους Αξιωματικούς και είπε: «Νομίζω ότι πρέπει να εξέλθω της γραμμής». Πράγματι, διέταξε στροφή του πηδαλίου και ανάπτυξη της μεγίστης ταχύτητας μέχρις ότου έφθασε στο ύψος του εγκάρσιου του προπορευόμενου «ΥΔΡΑ», οπότε η Μοιραρχίδα, το «ΣΠΕΤΣΑΙ», μετέβαλε πορεία και τάχθηκε εμπρός μας, στην ίδια μ’ εμάς πορεία. Το πλοίο μας ελάττωσε τότε ταχύτητα και πήρε πάλι την κανονική του θέση στην ουρά της γραμμής. Ήταν όμως πολύ αργά πια για να προφτάσει η Μοίρα τον εχθρό που αποχωρούσε. Στη δεύτερη αυτή ναυμαχία φάνηκαν τα αποτελέσματα της πείρας που αποκτήθηκε στην πρώτη. Οι βολές του «ΑΒΕΡΩΦ» υπήρξαν πολύ ικανοποιητικές και δεν εμφανίστηκαν σοβαρές ανωμαλίες Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 541

υλικού. Θα ‘ταν δύσκολο να περιμένουμε ανάλογα αποτελέσματα από τα παλιά θωρηκτά, που δεν προσφέρονταν για την εκτέλεση οποιασδήποτε ανεκτής βολής. Ακόμα όμως και σ’ αυτά, η οργάνωση μάχης είχε επιτελέσει προόδους. Είχε αρκέσει μια περίπτωση πραγματικότητας για να συμπληρωθούν πολλά κενά του καιρού της ειρήνης. Ούτε τα Αντιτορπιλικά είχαν δράση κατά την ναυμαχία αυτή. Ίσως η κατάσταση στην οποία είχαν περιέλθει από τις βλάβες τα εχθρικά Θωρηκτά να έδινε την ευκαιρία τορπιλικής προσβολής, είναι όμως βέβαιο ότι οι ελαφρές δυνάμεις του εχθρού στο πεδίο μάχης υπερείχαν σημαντικά των δικών μας και το εγχείρημα θα ήταν πολύ ης δυσχερές και ριψοκίνδυνο. Από εμπιστευτική διαταγή του Αρχηγού της 13 Ιανουαρίου 1913 προκύπτει ότι η μη ενεργός συμμετοχή των Αντιτορπιλικών στις δυο ναυμαχίες είχε επισύρει την προσοχή του. Οι οδηγίες που έδινε η διαταγή αυτή δεν απέχουν πολύ από τις νεώτερες αντιλήψεις. Ο Ναύαρχος διατηρεί για τον ίδιο το δικαίωμα να διατάξει επίθεση, δίνει όμως και πρωτοβουλία ενέργειας στην περίπτωση καταστροφής των μέσων συνεννόησης ή εκδήλωσης τορπιλικής προσβολής. Επειδή όμως δεν είχε εμπιστοσύνη στη συνεννόηση με τον ασύρματο όριζε πάλι τη θέση των Αντιτορπιλικών σε απόσταση οπτικής σήμανσης από την Αρχηγίδα, μικρότερη από αυτήν που μεταγενέστερα θεωρείτο ενδεδειγμένη. Αν και ο στόχος της καταστροφής του εχθρού δεν επετεύχθη ούτε και στην δεύτερη αυτή ναυμαχία, εν τούτοις το σκληρό μάθημα που του δόθηκε ήταν τελειωτικό, διότι δεν ξανατόλμησε να αμφισβητήσει την κυριαρχία της θάλασσας. Τη ναυμαχία της Λήμνου ακολούθησε περίοδος σχετικής ηρεμίας. Οι περιπολίες μπρος στα Στενά συνεχίστηκαν, στα Θωρηκτά όμως, σαν πέρασαν οι πρώτοι ενθουσιασμοί, η ζωή έγινε ανιαρή λόγω της συνεχούς παραμονής στο ορμητήριο. Σε τούτη τη στιγμή πραγματοποιήθηκε για μένα ένας κοινός πόθος των νέων Αξιωματικών. Ο Κυβερνήτης μου ανακοίνωσε ότι, παρά τις επίμονες αντιρρήσεις του διότι θα στερούταν τις υπηρεσίες μου, ο Ναύαρχος με τοποθέτησε ως Ύπαρχο του Τορπιλοβόλου «ΝΙΚΟΠΟΛΙΣ», του πρώην Τουρκικού «ΑΤΑΛΕΙΑ», που βρέθηκε στην Πρέβεζα. Κατά την αναχώρησή μου από το Θωρηκτό με συγκίνησαν πολύ οι εκδηλώσεις των υπόλογων Υπαξιωματικών, των αμέσων συνεργατών μου ως Αξιωματικού της Γενικής Επιστασίας του πλοίου. Τη στιγμή που με αποχαιρετούσε ο γερο-Ναύκληρος εξ ονόματος των συναδέλφων του, μου είπε: « Κύριε Σημαιοφόρε, ήσουν αυστηρός αλλά δίκαιος και για κάθε ζήτημά μας ξέραμε πού να απευθυνθούμε». Τα λόγια του παλιού αυτού Υπαξιωματικού με τις ελάχιστες γραμματικές γνώσεις, αλλά λαμπρού ναυτικού και πρότυπου ευσυνειδησίας και εργατικότητας, χαράχτηκαν βαθιά στη μνήμη μου και τα είχα πάντα υπ’ όψη μου σε όλη τη σταδιοδρομία μου. Στα τέλη Ιανουαρίου 1913 πήγα στον Ναύσταθμο και ανέλαβα υπηρεσία στο Τορπιλοβόλο «ΝΙΚΟΠΟΛΙΣ». Πριν λίγες ημέρες είχε αναλάβει Κυβερνήτης ο Ν. Βότσης, τέως Κυβερνήτης του Τορπιλοβόλου «11» που είχε βυθίσει το Τουρκικό θωρηκτό «ΦΕΤΧΗ ΜΠΟΥΛΕΝ» στη Θεσσαλονίκη. Το πρόσωπο του Κυβερνήτη, του οποίου το όνομα είχε αποβεί θρυλικό την εποχή εκείνη, ήταν ένα από τα θέλγητρα της νέας μου υπηρεσίας. Από την πρώτη επαφή αντιλήφθηκα ότι δεν επαναπαύονταν στις παλιές του δάφνες αλλά επεδίωκε και νέες. Μεταξύ άλλων, μελετούσε την επανάληψη του εγχειρήματος της Θεσσαλονίκης στη Σμύρνη, όπου στάθμευε το παλιό θωρηκτό «ΜΟΥΙΝ ΖΑΦΕΡ». Αναγκάστηκε Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 542

όμως να εγκαταλείψει το εγχείρημα κατόπιν πληροφοριών ότι είχε ληφθεί πρόνοια το πλοίο να προστατεύεται από φράγματα από φορτηγίδες και αλυσίδες. Το «ΝΙΚΟΠΟΛΙΣ», μετά από βραχυχρόνιες επισκευές ήταν έτοιμο για απόπλου, αλλά το Κέντρο θεώρησε αναγκαία την παρουσία του στον Σαρωνικό μετά την εμφάνιση εκ νέου στην Μεσόγειο του «ΧΑΜΗΔΙΕ». Σε αντίθεση με την ψυχραιμία που χαρακτήριζε τον Κουντουριώτη, η νέα εμφάνιση του εχθρικού Ευδρόμου προκάλεσε κωμικό πανικό στους Αθηναίους που φοβόντουσαν ότι θα βομβάρδιζε την πρωτεύουσα! Οι εφημερίδες συνιστούσαν στον λαό να μην ανησυχεί διότι για την ασφάλεια της πρωτεύουσας επαγρυπνούσε ο ήρωας της Θεσσαλονίκης! Έγινε πρόχειρη εγκατάσταση πυροβολείων και διατάχθηκαν περιπολίες του «ΝΙΚΟΠΟΛΙΣ» και του Υποβρυχίου «ΔΕΛΦΙΝ» που βρίσκονταν σε επισκευή. Εκτελέσαμε πράγματι έναν αριθμό νυχτερινών περιπολιών, χωρίς βέβαια να εμφανιστεί το «ΧΑΜΗΔΙΕ», που είχε να εκτελέσει σημαντικότερες αποστολές ώστε να μην κινδυνεύσει στις προσβάσεις του Ναύσταθμου τις οποίες μάλλον θα θεωρούσε ως καλύτερα φυλασσόμενες. Η παρουσία του στο Ιόνιο επέβαλλε την αποστολή ναυτικής δύναμης στα παράλια της Ηπείρου και της Αλβανίας, όπου εκτελούνταν σημαντικές στρατιωτικές μεταφορές, μεταξύ άλλων και Σερβικού Στρατού από την Θεσσαλονίκη. Γι’ αυτό σκοπό στάλθηκε το «ΨΑΡΑ» με τρία Αντιτορπιλικά. Και επειδή ένα από αυτά χρειαζόταν επισκευή, διατάχθηκε να πάει στη θέση του το «ΝΙΚΟΠΟΛΙΣ». Κατά τον πλου προς το Ιόνιο, προσεγγίσαμε στην Πάτρα και την Λευκάδα, όπου ο Κυβερνήτης έγινε αντικείμενο ζωηρότατων λαϊκών εκδηλώσεων, που ίσως ξεπερνούσαν κάπως τα όρια της σοβαρότητας. Κατά τη διάρκεια μίας περιπολίας στα Αλβανικά παράλια, διατάχθηκα να εκτελέσω νηοψία σε Αυστριακό φορτηγό με την υπόνοια ότι ίσως θα ήταν το χρησιμοποιούμενο ανθρακοφόρο για τον ανεφοδιασμό του «ΧΑΜΗΔΙΕ». Ο κυβερνήτης του φορτηγού δεν έδωσε καμιά σημασία στις επανειλημμένες με διεθνή σήματα και συριγμούς προσκλήσεις μας όπως κρατήσει. Ο Κυβερνήτης μου τότε, δεν δίστασε μπρος στην Αυστριακή σημαία να βάλλει με το μικρό ταχυβόλο που χειρίστηκε ο ίδιος μερικές ένσφαιρες βολές, μπρος από την πλώρη του φορτηγού, αναγκάζοντάς το έτσι να κρατήσει. Ανέβηκα στο φορτηγό και ρώτησα τον Κυβερνήτη γιατί δεν κράτησε και αυτός με περιφρονητικό ύφος μου είπε: «Πού θέλετε να δω τόσο μικρό πλοίο», οπότε πήρε την απάης ντηση «Ευτυχώς τις βολές τις ακούσατε». Η νηοψία δεν απέδειξε κάτι ύποπτο. Το πρωί της 27 Φεβρουαρίου το «ΧΑΜΗΔΙΕ» έκανε την εμφάνισή του στα Αλβανικά παράλια και κατευθύνθηκε στο Σαν Τζοβάνι όπου βρίσκονταν αρκετά Ελληνικά εμπορικά πλοία που αποβίβαζαν Σερβικό Στρατό. Έβαλε σημαντικό αριθμό βολών κατά των πλοίων που προξένησαν αρκετές ζημιές και θύματα, ιδιαίτερα μεταξύ των Σέρβων. Η μόνη αντίδραση που συνάντησε ήταν η βολή εναντίον του δυο ορειβατικών πυροβόλων που βρίσκονταν στο ατμόπλοιο «ΤΡΙΦΥΛΛΙΑ» και είχαν εξοπλιστεί από τους Σέρβους που επέβαιναν. Αυτό ήταν αρκετό για να μην παραμείνει να ολοκληρώσει την επιχείρησή του και να αποπλεύσει προς άγνωστη κατεύθυνση. Κατά τον πλου του προς Σαν Τζοβάνι το «ΧΑΜΗΔΙΕ» εντοπίσθηκε από το Αντιτορπιλικό «ΛΟΓΧΗ» που περιπολούσε στην περιοχή, που πλησίασε για αναγνώριση, χωρίς καμιά εκδήλωση ενέργειας από τα δύο μέρη. Το «ΛΟΓΧΗ» διέκοψε την παρακολούθηση και έπλευσε προς νότο για να πετύχει συνεννόηση με τον ασύρματο με το «ΨΑΡΑ» και έτσι έχασε την επαφή με το Εύδρομο. Το «ΨΑΡΑ», που βρισκόταν στην Κέρκυρα, απέπλευσε αμέσως με το Αντιτορπιλικό «ΑΕΤΟΣ» και το «ΝΙΚΟΠΟΛΙΣ» αλλά, όπως ήταν επόμενο, μη έχοντας άλλες αναφορές για τις κινήσεις του «ΧΑΜΗΔΙΕ», δεν μπορέσαμε να το συναντήσουμε. Πολύ συζητήθηκε τότε αν έκανε καλά ο Κυβερνήτης του «ΛΟΓΧΗ» που διέκοψε την παρακολούθηση. Είναι βέβαιο ότι θα βρέθηκε σε πολύ δύσκολη θέση. Αν συνέχιζε να κρατάει επαφή χωρίς να έχει δυνατότητα συνεννόησης με το «ΨΑΡΑ», θα όφειλε να επιχειρήσει ο ίδιος την καταβύθιση του Ευδρόμου με τορπιλισμό. Όμως Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 543

τορπιλική προσβολή από μεμονωμένο Αντιτορπιλικό κατά Ευδρόμου, που διατηρούσε ακέραια την μαχητική του αξία, στη διάρκεια της ημέρας, ήταν καταδικασμένη σε αποτυχία. Θα έπρεπε να συνεχίσει την παρακολούθηση μέχρι τη νύχτα και να επιτεθεί κάτω από την προστασία του σκοταδιού, οπότε όμως το υπάρχον υπόλοιπο καυσίμων θα ήταν ανεπαρκές. Έχω τη γνώμη ότι με την τότε σύνθεση της Μοίρας, με το «ΨΑΡΑ» να διαθέτει υποτυπώδη μέσα επικοινωνίας και ταχύτητα πολύ μικρότερη από του «ΧΑΜΗΔΙΕ», ήταν ελάχιστες οι πιθανότητες έγκαιρης επέμβασης της κύριας δύναμης. Το σωστό θα ήταν οι στρατιωτικές μεταφορές να προστατεύονταν από κοντά από το «ΨΑΡΑ» οπότε το Εύδρομο δεν θα εκτελούσε ατιμωρητί την επιχείρηση του Σαν Τζοβάνι. Έτσι έγινε στη συνέχεια, τον Μάρτιο, και σ’ αυτές έλαβε μέρος και το «ΝΙΚΟΠΟΛΙΣ». Στα τέλη Μαρτίου, καθώς οι ναυτικές επιχειρήσεις του Α’ Βαλκανικού πολέμου είχαν ουσιαστικά λήξει, καταπλεύσαμε στο Ναύσταθμο για επισκευές.

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 544

Δημιουργία Αεροπορίας Το 1911, με τον Ν. 3768/27-3-1911, έφτασε στην Αθήνα, μετά από συμφωνία της Ελληνικής και Γαλλικής Κυβέρνησης, η εξαμελής αντιπροσωπία των «εμπείρων και ειδικών Αξιωματικών» με επί κεφαλής τον Υποστράτηγο Εϋντού (Eydoux). Ανάμεσα στις προτάσεις που υπέβαλε η «Γαλλική Αποστολή» ήταν και η εφαρμογή «Νέου Κανονισμού Στρατού», που θα ήταν προσαρμοσμένος ο στα σύγχρονα Ευρωπαϊκά πρότυπα. Το 7 άρθρο του Νέου Κανονισμού προέβλεπε: «Δύο Συντάγματα Μηχανικού. Το εν Σύνταγμα απαρτίζεται εκ Τάγματος Σκαπανέων εκ δύο Λόχων και εκ Τάγματος Γεφυροποιών, εκ δύο επίσης Λόχων. Το έτερον Σύνταγμα απαρτίζεται εκ δύο Ταγμάτων Σκαπανέων εκ τριών Λόχων και ενός Τάγματος Συγκοινωνιών, περιλαμβάνοντος δύο Λόχους Τηλεγραφητών, έναν Λόχον Σιδηροδρόμων και έναν Λόχον Ασυρμάτου Τηλεγραφίας και Αεροπλοΐας …» Για τον σκοπό αυτό ζητήθηκε από όλα τα Σώματα να υποβληθούν αιτήσεις ενδιαφέροντος των Αξιωματικών που επιθυμούσαν να εκπαιδευτούν ως αεροπόροι. Υποβλήθηκαν περίπου 60 αιτήσεις και η Επιτροπή επέλεξε αρχικά 4 Αξιωματικούς, έναν ανά όπλο: Τον Υπολοχαγό Πυροβολικού Καμπέρο Δημήτριο, τον Υπολοχαγό Μηχανικού Μουτούση Μιχαήλ, τον Ανθυπίλαρχο Ιππικού Αδαμίδη Χρήστο και τον Ανθυπολοχαγό Πεζικού Παπαλουκά Λουκά. Τελικά, έξι συνολικά Αξιωματικοί (οι ανωτέρω, καθώς και ο Υπίλαρχος Ιππικού Πανούσος Νοταράς και ο Υπολοχαγός Πυροβολικού Δράκος Μάρκος) στάλθηκαν στη Γαλλία για να εκπαιδευθούν ως χειριστές, ενώ παραγγέλθηκαν τα πρώτα 703 στρατιωτικά αεροπλάνα τύπου Farman III, του Γαλλικό Οίκου Farman Aviation Works . Από αυτούς, επέτυχαν και πήραν τα πτυχεία τους οι Καμπέρος, Μουτούσης, Νοταράς και Αδαμίδης. Όμως πρώτος Έλληνας Αεροπόρος ήταν ο Εμμανουήλ Αργυρόπουλος, Πολιτικός Μηχανικός, που εγκατέλειψε το επάγγελμά του και πήγε στο Παρίσι για να σπουδάσει αεροναυπηγική. Στο τέλος Ιανουαρίου 1912 απέκτησε άδεια πιλότου και επέστρεψε στην Ελλάδα μαζί με το ιδιόκτητο αεροσκάφος του τύπου Nieuport IV.G 50 ίππων. Στις 8 Φεβρουαρίου 1912 εκτέλεσε την πρώτη πτήση στους ελληνικούς ουρανούς, γεγονός που είχε μεγάλη απήχηση στις εφημερίδες της εποχής. Αφού απογειώθηκε από την περιοχή του Ρουφ, πραγματοποίησε πτήση 16 λεπτών, κατά την οποία

703

Αν απορείτε για τον Αγγλικό τίτλο, οι αδελφοί Richard, Henry και Maurice Farman που ίδρυσαν την εταιρεία ήταν Βρετανοί. Την Γαλλική υπηκοότητα έλαβαν το 1937. Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 545

πέταξε και πάνω από την Ακρόπολη. Μία ώρα αργότερα πραγματοποίησε και δεύτερη πτήση, αυτή τη φορά με συνεπιβάτη τον Πρωθυπουργό Ελευθέριο Βενιζέλο. Ο Βενιζέλος, ενθουσιασμένος, δήλωσε ότι η Ελλάδα πρέπει να εκμεταλλευτεί αυτό το νέο όπλο. Η πρώτη πτήση στρατιωτικού αεροπλάνου στην Ελλάδα, πραγματοποιήθηκε στις 13 Μαΐου 1912, στα πλαίσια των μεγάλων γυμνασίων του Ελληνικού Στρατού που διεξάγονταν στην Αττική, με επίβλεψη του Αρχηγού της Γαλλικής Στρατιωτικής Αποστολής. Στα γυμνάσια αυτά, θα έπαιρναν μέρος και στρατιωτικά αεροπλάνα. Στις 7 Απριλίου έφτασαν στην Ελλάδα, με πλοίο, διαλυμένα μέσα σε κιβώτια, τα 4 πρώτα αεροπλάνα τύπου Farman III, διπλάνα με κινητήρα 50 ίππων. Ο Υπολοχαγός Καμπέρος, αφού τα συναρμολόγησε υπό την επίβλεψη του Γάλλου Μηχανικού Σοβώ (A. η Chauveau), την 13 Μαΐου 1912, πραγματοποίησε το μεσημέρι την πρώτη δοκιμαστική πτήση, γύρω από το Ζωολογικό Κήπο του Παλαιού Φαλήρου. Η περιοχή είχε κατακλυσθεί από εκατοντάδες λαού, που τον ζητωκραύγαζαν. Αυτός, αφού διέγραψε μερικούς κύκλους, προσγειώθηκε ομαλά. Στις 14 Μαΐου 1912, ο Καμπέρος απογειώθηκε από το Παλαιό Φάληρο, με κατεύθυνση το χώρο των στρατιωτικών ασκήσεων. Αλλά δεν πρόφθασε να φθάσει στον προορισμό του, καθώς μεταξύ Καπανδριτίου και Κιούρκων (Άγιος Μερκούριος) ο κινητήρας παρουσίασε ελάττωση στροφών και ο χειριστής επεχείρησε αναγκαστική προσγείωση. Λίγα μέτρα πάνω από το έδαφος, ο κινητήρας σταμάτησε και το αεροπλάνο έπεσε, με αποτέλεσμα να πάθει σοβαρές ζημιές. O Καμπέρος σώθηκε, πηδώντας από ύψος 10 μέτρων, επάνω σε ξηρά χόρτα. Δεν έχασε την ψυχραιμία του, το επισκεύασε την ίδια ημέρα, και την επομένη 15 Μαΐου, μετέφερε με τη βοήθεια χωρικών το αεροπλάνο σε κατάλληλο χώρο και απογειώθηκε με κατεύθυνση προς την Αυλώνα, για να υποστηρίξει τα εχθρικά στρατεύματα, στα οποία υποθετικά ανήκε. Την ημέρα εκείνη, ο Καμπέρος εκτέλεσε διάφορες αποστολές κατοπτεύσεως, από ύψος 1.000 - 1.500 μέτρων, και τελικά προσγειώθηκε ομαλά στην περιοχή Κουσούμπι. Εκεί έτρεξαν Αξιωματικοί και Στρατιώτες να τον συγχαρούν και να θαυμάσουν το αεροπλάνο. Σε λίγο έφθασε και ο Βενιζέλος με τον Αρχηγό της Γαλλικής Αποστολής Στρατηγό Εϋντού. Οι αναγνωριστικές πτήσεις του Καμπέρου συνεχίστηκαν μέχρι και την τελευταία μέρα των Ασκήσεων. Στα πλαίσια της γιορτής που ακολούθησε, την Κυριακή 27 Μαΐου έγινε η «βάπτιση» των πρώτων τεσσάρων στρατιωτικών αεροπλάνων, με ανάδοχο τον Πρωθυπουργό, και δόθηκαν τα ονόματα «Δαίδαλος», «Αετός», «Γυψ» και «Ιέραξ». Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 546

Τον Ιούνιο του 1912, ενώ είχε αρχίσει ήδη να μελετάται η δημιουργία «Ναυτικής Αεροπορικής 704 Υπηρεσίας», ο Καμπέρος μετατρέποντας το πρώτο Farman (τον «Δαίδαλο») σε υδροπλάνο, πέταξε με μέση ταχύτητα 110 χλμ. την ώρα, επιτυγχάνοντας νέο παγκόσμιο ρεκόρ. 705

Την ίδια εποχή ένας άλλος πρωτοπόρος, ο Αλέξανδρος Καραμανλάκης , επιχειρώντας πτήση από το Παλαιό Φάληρο στην Πάτρα, με αεροπλάνο τύπου Bleriot 50 ίππων, πραγματοποίησε ανεπιτυχή αναγκαστική προσθαλάσσωση στον Κορινθιακό Κόλπο και βρήκε το θάνατο, ανοίγοντας το Πάνθεον των θυσιών των Ελλήνων Αεροπόρων. Τον Σεπτέμβριο ανακλήθηκαν από την Γαλλία και οι άλλοι 3 χειριστές που είχαν επιτύχει και στα τέλη του μήνα δημιουργήθηκε στη Λάρισα ο «Λόχος Αεροπόρων», με χειριστές τους Καμπέρο, Μουτούση, Νοταρά και Αδαμίδη. Η πρώτη αεροπορική πολεμική μονάδα ήταν γεγονός. Οι πολεμικές δυνατότητες των αεροπλάνων «Farman III» ήταν ήδη ξεπερασμένες το 1912, αφού δεν είχαν κατασκευαστεί για τέτοια χρήση. Μοναδικός τους εξοπλισμός ήταν ένα φορητό υψόμετρο, δεμένο πάνω στον άξονα του ποδωστηρίου. Τα κενά από την έλλειψη οργάνων κάλυπτε ο χειριστής με την πείρα και την αντίληψή του. Ο ξύλινος σκελετός των αεροπλάνων αυτών ήταν τελείως ακάλυπτος, θυμίζοντας πιο πολύ το πρώτο αεροπλάνο των αδερφών Ράιτ, παρά αεροπλάνο σαν αυτά που χρησιμοποιήθηκαν στον Β’ Π.Π. Ο χειριστής ήταν τελείως εκτεθειμένος στο κρύο και ένοιωθε μετέωρος στο κενό, καθισμένος σε μία βάση, στην προέκταση δύο απλών 706 ξύλινων δοκών. Τα μειονεκτήματα αυτά, και ιδίως η μικρή τους ταχύτητα , έκαναν τα «Farman III» ευπαθή στους ανέμους. Ο ρόλος της Αεροπορίας στις επιχειρήσεις περιοριζόταν σε πτήσεις αναγνώρισης και υποτυπώδεις αποστολές βομβαρδισμού. Ο χειριστής, που ήταν συγχρόνως και παρατηρητής, μπορούσε να πετά σε ύψος 1.000 - 1.500 μέτρων πάνω από τις θέσεις του εχθρού και να παρακολουθεί άφοβα τις κινήσεις του, αφού στην ουσία δεν υπήρχαν αντιαεροπορικά μέσα. Αν και η αναγνώριση γινόταν με γυμνό μάτι, το αεροπλάνο πρόσφερε αποτελεσματικές υπηρεσίες, καλύπτοντας άνετα ένα πεδίο αναγνώρισης μέσα στην ακτίνα δράσης του. Η εποχή των Βαλκανικών Πολέμων ήταν κατ' εξοχήν εποχή του πολέμου των μετώπων και των χαρακωμάτων: Οι αντίπαλες παρατάξεις καταλάμβαναν και υπερασπίζονταν μια ορισμένη έκταση, όπου βρίσκονταν ο κύριος όγκος των στρατευμάτων. Κάθε κίνηση στο μέτωπο είχε ζωτική σημασία και για τους δύο αντίπαλους, γι' αυτό κάθε πληροφορία σχετική με τις κινήσεις τους είχε μεγάλη αξία. Το ίδιο σημαντική ήταν η αναγνώριση των οχυρών και των χαρακωμάτων του αντίπαλου. Πολλοί τότε θεωρούσαν ότι μόνο το πηδαλιουχούμενο αερόστατο μπορούσε ν' ανταποκριθεί σε εναέριες αποστολές. Οι θεωρίες αυτές διαψεύστηκαν, χάρη στην ταχύτητα και την ευελιξία του αεροπλάνου.

704

O Καμπέρος συνήθιζε τις τολμηρές πτήσεις, και στο τέλος του έμεινε το παρατσούκλι «Τρελοκαμπέρος» Ο Αλέξανδρος Καραμανλάκης, πλούσιος γόνος του Προξένου της Ρωσίας, σαν γνήσιος τυχοδιώκτης της εποχής του, ύστερα από μαθήματα σε σχολές στο Παρίσι και Γερμανία, έφερε με δικά του έξοδα στην Ελλάδα το αεροπλάνο του και με αυτό κατάφερε να κάνει πτήσεις στον Αττικό ουρανό προσφέροντας θέαμα επ’ αμοιβή στους περίεργους κατοίκους. Αλλά ο πρώτος που ασχολήθηκε με το αεροπλάνο στην Ελλάδα ήταν ο θεατρικός επιχειρηματίας Λεωνίδας Αρνιώτης, που πρώτος το 1908 έφερε στην Αθήνα ένα αεροπλάνο Μπλεριό. Αλλά, παρ’ όλες τις φιλότιμες προσπάθειές του, μη έχοντας γνώσεις αεροπόρου, δεν κατάφερε να το σηκώσει ούτε μισό μέτρο πάνω από το έδαφος. 706 Με έναν περιστροφικό 7-κύλινδρο αερόψυκτο κινητήρα Gnome 50 ίππων, το Farman III είχε ανώτατη ταχύτητα 60 μόνο χιλιομέτρων. Δεν γνωρίζουμε πόσο κόστισαν στο Ελληνικό κράτος, πάντως το 1909-1910, τα πρώτα 100 Farman III είχαν πουληθεί με μέση τιμή $ 5.600. 705

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 547

Η «αναγγελία» της πρώτης εμφάνισης αεροπλάνων στο μέτωπο, έγινε με το παρακάτω ιστορικό έγγραφο του Γενικού Στρατηγείου: «Έγγραφον υπ' αριθμόν 217 - Γενική Διαταγή. Επιστήσατε την προσοχήν απάντων των υφ' υμάς επί του ζητήματος των αεροπλάνων, προς αποφυγήν απευκταίου. Τα Ελληνικά αεροπλάνα θα φέρουν κάτωθεν κυανάς και λευκάς ζώνας, επί πλέον θα είναι διπλάνα. Αι κυαναί ζώναι εις τα ύψη θα φαίνωνται μάλλον σκούραι. Θα υπάρχη εν μόνον μονοπλάνον , του Αργυροπούλου, φέρον τα αυτά χρώματα. Τα Τουρκικά 707 αεροπλάνα έχουν χρώμα κεραμόχρουν , εις τα ύψη εκ των κάτωθεν φαίνονται μάλλον κεραμόχροα προς μαύρα. Είναι δε μονοπλάνα. Λάρισα 4-Χ-1912 - Κωνσταντίνος» Στις 5 Οκτωβρίου 1912, πρώτη μέρα του πολέμου, έγινε και η πρώτη αεροπορική αποστολή στο μέτωπο της Θεσσαλίας, με την με αριθμό 253 Διαταγή του Γενικού Στρατηγείο προς τον Καμπέρο, «περί εκτελέσεως της πρώτης πολεμικής αεροπορικής αποστολής αναγνωρίσεως»: «Έγγραφον υπ' αριθμ. 253 Υπολοχαγόν Καμπέρον Ανάγκη εκτελέσητε σήμερον πτήσιν προς εχθρικόν έδαφος αναγνωρίζοντες έδαφος μεταξύ Σκόμπειας και Τσαριτσάνης. Δόνδρα τη 5-Χ-1912, ώρα 7 πρωίας κ.δ. Δούσμανης» Σύμφωνα με τη διαταγή, το μεσημέρι της ίδιας μέρας, ο Καμπέρος απογειώθηκε με τον «Δαίδαλο» από το αεροδρόμιο της Λάρισας, πέρασε πάνω από τα φίλα στρατεύματα που ζητωκραύγαζαν, και κατευθύνθηκε προς Ελασσώνα, όπου έκανε αναγνώριση της παραμεθόριας περιοχής. Η αποστολή σημείωσε απόλυτη επιτυχία και ο Καμπέρος, μετά το τέλος της, προσγείωσε το αεροπλάνο του στον Τύρναβο, όπου υπέβαλε σχετική αναφορά στο Γενικό Στρατηγείο: «Προς το Γενικόν Στρατηγείον, Λάρισαν. Το από συνόρων μέχρις Ελασσώνος τμήμα της αρτηρίας εισβολής εφαίνετο λευκόν και άσπιλον, το από Ελασσώνος μέχρι Σαρανταπόρου εστίζετο επί της αμαξιτής οδού, υπό αραιάς ασυγκροτήτου κινήσεως προς Σαραντάπορον ατόμων και ενίων οχημάτων. Η Ελασσών μάλλον εφαίνετο κατεχομένη. Υπολοχαγός Αεροπόρος Δ. Καμπέρος» Ο ίδιος ο Καμπέρος περιέγραψε αργότερα την αποστολή εκείνη ως εξής: «Το αεροπλάνο μου εκείνο ήταν όλο συρματόσχοινα, χωρίς σκάφος και οπλισμό. Φόρεσα το καπέλο μου ανάποδα, μη μου το πάρει ο αέρας, στερέωσα δίπλα μου στη θέση του χειριστή και ένα κασόνι με χειροβομβίδες, καλού-κακού, και καιρού επιτρέποντος απογειώθηκα, ενώ οι στρατιώτες ζητωκραύγαζαν και σε λίγο έφθασα πάνω από τις εχθρικές γραμμές σε πολύ χαμηλό ύψος. Οι Τούρκοι ξαφνιασμένοι στην αρχή στάθηκαν και κοιτούσαν, ύστερα άρχισαν να μου ρίχνουν με όλα τα όπλα. Και οι δικές μου χειροβομβίδες όμως δεν πήγαν χαμένες. Κατόρθωσα να μαζέψω τις πληροφορίες που ήθελε ο Αρχιστράτηγος και γύρισα πίσω. Όταν κατέβηκα είδα το αεροπλάνο μου κόσκινο από τις σφαίρες. Είχα φυσικά και ηθική αμοιβή από τον ίδιο τον Αρχιστράτηγο.»

707

Μονοπλάνα «REP» (Monoplan Esnault-Pelterie) της περίφημης «Red REP Ordu», πρώτης μονάδας α/φ του Τουρκικού Αεροπορικού Σώματος, που είχε οργανωθεί από τον Άγγλο αεροπόρο αλλά και αντιπρόσωπο τη Γαλλικής REP, Charles Gordon (1889-1918) Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 548

Στις 6 Οκτωβρίου, δεύτερη μέρα του πολέμου, τα αεροπλάνα δεν μπόρεσαν να απογειωθούν, λόγω των κακών καιρικών συνθηκών που επικρατούσαν στην περιοχή, Οι αποστολές συνεχίστηκαν την επομένη, 7 Οκτωβρίου. Οι τέσσερις αεροπόροι, με ορμητήριο το αεροδρόμιο της Λάρισας, έκαναν καθημερινά αναγνωρίσεις από το Σαραντάπορο ως τα Σέρβια. Κατά τις αποστολές αυτές, μετά την αναγνώριση, ακολουθούσε βομβαρδισμός με μικρές αυτοσχέδιες βόμβες, που έπλητταν κυρίως το ηθικό των εχθρών. Οι αεροπόροι δεν δίσταζαν να πετούν σε μεγάλο βάθος πίσω από το μέτωπο. Σε μια τέτοια αποστολή, στις 11 Οκτωβρίου, ο Καμπέρος πέταξε 60 χιλιόμετρα πάνω από τις εχθρικές θέσεις, δεχόμενος πυρά που τρύπησαν τις πτέρυγες του αεροπλάνου του. Από τις αλλεπάλληλες αναγνωρίσεις διαπιστώθηκε η σύμπτυξη του αντίπαλου μετά τις μάχες του Σαραντάπορου και η βιαστική υποχώρησή του στα Σέρβια, και δόθηκαν αντίστοιχες οδηγίες προς το Πεζικό για ταχεία προχώρηση. Λόγω της συνεχούς προώθησης των γραμμών και της μικρής ακτίνας δράσης των αεροπλάνων, ήταν αναγκαία η προώθηση σε πιο προωθημένο αεροδρόμιο. Έτσι άρχισαν εργασίες για μεταφορά του αεροδρομίου στην Ελασσώνα, όπου και μετακινήθηκαν δύο αεροπλάνα. Αλλά η ταχεία προέλαση έκανε και αυτό το αεροδρόμιο «μακρινό» από το μέτωπο. Έτσι, φτιάχτηκε πρόχειρο αεροδρόμιο στην Κοζάνη, όπου στο μεταξύ είχε εγκατασταθεί και η έδρα του Γενικού Στρατηγείου. Και στις 15 Οκτωβρίου, καθώς η Στρατιά ήταν μπροστά στη Βέροια, προσγειώθηκαν εκεί οι Υπολοχαγοί Δ. Καμπέρος και Μ. Μουτούσης. Στο μεταξύ ο Λόχος απέκτησε τέσσερα νέα αεροπλάνα «Maurice Farman MF.7», διθέσια, με κινητήρα Renault 70 ίππων που έδινε ανώτατη ταχύτητα 95 χλμ περίπου, οροφή 4.000 μέτρων και αυτονομία 3,5 ωρών. Με ένα τέτοιο, που μόλις είχε παραληφθεί, την ίδια μέρα (15-12-1912), ο Καμπέρος επιχείρησε αναγνωριστική πτήση, κατά την οποία μπήκε στο εχθρικό έδαφος και πετώντας πάνω από τις Τουρκικές προφυλακές διαπίστωσε την άτακτη υποχώρηση του εχθρού. Ενώ όμως επέστρεφε στη βάση του και βρισκόταν κοντά στο αεροδρόμιο, λόγω βλάβης του κινητήρα, έκανε αναγκαστική προσγείωση με αποτέλεσμα να συντριβεί το αεροπλάνο σε ένα χωράφι, κοντά στο Ναό του Αγίου Αθανασίου, και ο ίδιος να τραυματιστεί στο κεφάλι και να μεταφερθεί στο Χειρουργείο αιμόφυρτος. Το ατύχημα κατέγραψε σε βιβλίο του, ως αυτόπτης μάρτυς ο δημοσιογράφος Λ. Δ. Δημοξένους: «… Μπροστά στο μικρό καφενείο, καθημερινό κέντρο της Κοζάνης, οι πολίτες στέκουν γύρω από ένα σταματημένο αυτοκίνητο, μέσα στο οποίο βρίσκεται ένας τραυματίας Αξιωματικός με το κεφάλι γεμάτο επιδέσμους, Με κατάπληξη αναγνωρίζουμε τον Υπολοχαγό Καμπέρο, τον ίδιο που προχθές το βράδυ, στην Λάρισα, έπαιζε χαρτιά με τόση αμεριμνησία. Χτες έφυγε από κει με σκοπό να έρθει εδώ και μάλιστα να προχωρήσει και μακρύτερα, αν μπορούσε. Με πολλή δυσκολία, γιατί τα φοβερά τραύματα στο κεφάλι του τον εμποδίζουν σχεδόν τελείως να μιλήσει, μας δίνει να καταλάβουμε πως μόλις απογειώθηκε συνάντησε τρομερά ρεύματα αέρα, που έκαμναν το ταξίδι του πάνω από τα βουνά εντελώς δύσκολο και επικίνδυνο. Φτάνοντας προς Κοζάνη, πετούσε σχεδόν στα 700 μέτρα. Έκανε διαβολεμένο κρύο εκεί πάνω και σχηματίστηκε πρώτα ατμός και ύστερα πάγος στον εξαεριστήρα του … Καθώς κατέβαινε, έλιωσε ο πάγος αυτός, μπήκε νερό μέσα στον εξαεριστήρα και η μηχανή σταμάτησε, προκαλώντας το άμεσο χαμήλωμα του αεροπλάνου. Ο υποσμηναγός Καμπέρος με πολλή ψυχραιμία κατάφερε παρ’ όλα αυτά να ανυψώσει το αεροπλάνο του, και η προσγείωση θα γινόταν αμέσως με ομαλές συνθήκες, ένα υψωματάκι όμως, που δεν το πρόσεξε, προξένησε υποχώρηση του εδάφους κάτω από το αεροπλάνο, που συντρίφτηκε στην κατωφέρεια που ήταν δίπλα του. Αλλά αυτό είναι ένα ασήμαντο περιστατικό, και ο υποσμηναγός Καμπέρος λογαριάζει, μόλις αναρρώσει από τα τραύματα του, να πετάξει ξανά! …»

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 549

Πράγματι, παρά το ατύχημα αυτό, οι αεροπόροι συνέχισαν τη δράση τους και αψηφώντας τους κινδύνους που διέτρεχαν, εκτελούσαν καθημερινά αναγνωριστικές αποστολές σε μεγάλο βάθος μέσα στο εχθρικό έδαφος. Στη μάχη των Γιαννιτσών (19/20 Οκτωβρίου) εμφανίστηκε για πρώτη φορά και Τουρκικό αεροπλάνο, ένα «Hanriot» 50 ίππων, που οδηγούσε Γάλλος χειριστής, μισθοφόρος στην υπηρεσία των Τούρκων. Μετά την κατάληψη της Θεσσαλονίκης, το αεροπλάνο αυτό κυριεύθηκε από τον Ελληνικό Στρατό. , έπεσε στα χέρια των Ελλήνων αεροπόρων. Στην τετράδα των πρώτων στρατιωτικών αεροπόρων προστέθηκε τότε άλλος ένας, ο Ανθυπολοχαγός Εμμανουήλ Αργυρόπουλος. Ο πρωτοπόρος 'Έλληνας αεροπόρος κατατάχθηκε στην Αεροπορία με το βαθμό του Ανθυπολοχαγού, με βάση το νόμο 4116/6-10-1912 και 708 709 παρουσιάστηκε με το αεροπλάνο του στην Κοζάνη, εξάπτοντας την φαντασία των Κοζανιτών . Ο Αργυρόπουλος ανέλαβε αμέσως δράση, εκτελώντας καθημερινές αναγνωρίσεις, άλλοτε με το ιδιόκτητο αεροπλάνο του και άλλοτε με το Τουρκικό Ανριό που είχε κατασχεθεί. Με την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης, οι επιχειρήσεις στο Μακεδονικό Μέτωπο σταμάτησαν. Ο πόλεμος διακόπηκε για λίγο και η προσοχή στράφηκε στο μέτωπο Ηπείρου. Ο Λόχος Αεροπόρων διατάχτηκε να μετακινηθεί στην Ήπειρο. Οι συνθήκες εκεί θα ήταν πιο ευνοϊκές, αφού οι μάχες περιορίζονταν σε μικρή έκταση εμπρός από τα πολιορκούμενα οχυρά. Όμως τα αεροπλάνα δεν ήταν δυνατό να πετάξουν πάνω από την Πίνδο κι έτσι αποφασίστηκε να αποσυναρμολογηθούν και να σταλούν σιδηροδρομικά στην Αθήνα και στο λιμάνι του Πειραιά. Στις 19-11-1912, ο Λόχος, μαζί με το προσωπικό εδάφους, αναχώρησε ακτοπλοϊκώς από τον Πειραιά με προορισμό την Πρέβεζα, ενώ το Υπουργείο Στρατιωτικών με έγγραφό του γνωστοποιούσε το γεγονός στον Αρχηγό του Στρατού Ηπείρου: «Έγγραφον υπ' αριθμ. 457 - Αρχηγόν, Άρταν ΙΙ Μεραρχία ήτις επιβιβάζεται ήδη δι’ Ήπειρον, θέλει λάβει εν Πειραιεί άνδρας. Θέλει αναχωρήσει ταυτοχρόνως μία Μοίρα Αεροπορίας αποτελουμένη εκ τεσσάρων αεροπλάνων και του αναγκαΙου προσωπικού και υλικού. Λοχαγός Αεροπορίας Γάλλος, έχων μεγάλην πείραν αεροπορίας, θέλει ακολουθήσει το απόσπασμα τούτο. Υποδεχθήτε αυτόν φιλοφρόνως. Επισπεύδω όσον δύναμαι την μεταφοράν της Μεραρχίας ταύτης. Αθήναι τη 14-ΧI-1912 - Βενιζέλος» Η «Μοίρα Αεροπορία», όπως λεγόταν τώρα, είχε χειριστές τους Καμπέρο (Διοικητή), Μουτούση, Νοταρά και Αδαμίδη. Συμμετείχαν ακόμη ο Γάλλος Λοχαγός Μπαρρέ, ο επίσης Γάλλος αερομηχανικός Σοβώ, 7 τεχνίτες του Μηχανικού και 50 στρατιώτες. Μερικές μέρες μετά, η Μοίρα αποβιβάστηκε στην Πρέβεζα και έγινε δεκτή με μεγάλο ενθουσιασμό, ενώ ο Διοικητής της Στρατιάς Ηπείρου απέστειλε χαιρετιστήριο τηλεγράφημα: «Έγγραφον υπ' αριθμ. 463γ Αεροπορικόν Σώμα Πρεβέζης

708

(που είχε το όνομα «Αλκυών») Σε επιστολή τους γραμμένη στις 24 Δεκεμβρίου, οι αδελφές Αικατερίνη και Χρυσάνθη Μάνου, δίνουν ενδιαφέροντα στοιχεία σε εξαδέλφες τους που μένουν στην Φλώρινα για την πτήση αεροπλάνων στην Κοζάνη: «… Εκτός τούτου είχομεν την τύχην να ίδωμεν και δύο αεροπλάνα, το πρώτον του Καμπέρου κατά δυστυχίαν έπεσεν εις τινα λάκον και υπέστη αρκετήν βλάβην προσέτι δε επληγώθη και ο εις των αεροπόρων αλλ’ ευτυχώς ελαφρώς, το δεύτερον του Αργυροπούλου έφθασεν σώον και αβλαβές, τούτο ίδωμεν και εις πτήσιν, ήτο έκτακτον θέαμα καθ’ ότι το αεροπλάνον είχε σχήμα χρυσαλίδος και κατά την πτήσιν, εκίνει τας πτερύγας απαράλλακτα όπως όταν πετά η χρυσαλίς (sic !!!), έκαμεν δε συνάμα και έναν κρότον αρκετά δυνατόν …» 709

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 550

Μετά μεγάλης χαράς επληροφορήθην την άφιξίν σας. Σας εύχομαι εκ καρδίας καλώς ήλθατε. Υπολογίζων επί των καλών υπηρεσιών, σας ευχαριστώ εκ των προτέρων διά την αναγνώρισιν θέσεων, την οποίαν υπόσχεσθε να κάμετε σήμερον. Αναμένω αποτέλεσμα. Άρτα 23-11-1912 Αντιστράτηγος Σαπουντζάκης Πρώτο μέλημα ήταν η επιλογή χώρου για εγκατάσταση του αεροδρομίου. Σε αυτό διαφώνησαν σοβαρά ο Καμπέρος με τον Μπαρρέ. Ο πρώτος υποστήριζε ότι η πιο κατάλληλη θέση ήταν στα «Πέντε Πηγάδια», κοντά στην Φιλιππιάδα και μόλις 20 χιλιόμετρα από τα Ιωάννινα. Έτσι θα μπορούσαν τα αεροπλάνα να παραμένουν περισσότερο χρόνο πάνω από τις Τουρκικές θέσεις. Ο Μπαρρέ πρότεινε να γίνει το αεροδρόμιο κοντά στην Πρέβεζα, σε μια απόσταση 170 χιλιομέτρων, που μείωνε σημαντικά το χρόνο παραμονής των αεροπλάνων πάνω από το Μπιζάνι. Παρ΄ότι η άποψη του Καμπέρου ήταν πιο ορθή, επεκράτησε η γνώμη του Μπαρρέ και το αεροδρόμιο εγκαταστάθηκε κοντά στην Νικόπολη, 10 χιλ. από την Πρέβεζα. Μετά από αυτό, ο Καμπέρος η 710 παραιτήθηκε και επέστρεψε την 1 Δεκεμβρίου 1912 στο Πυροβολικό όπου και ανήκε. Επόμενος Διοικητής ανέλαβε λόγω βαθμού και εμπειρίας ο Μπαρρέ. Τελικά, αφού διαπιστώθηκε η ακαταλληλότητα της Φιλιππιάδας, βρέθηκε νέα θέση κοντά στο 711 Χάνι Εμίν Αγά . Από το πρόχειρο αυτό αεροδρόμιο, οι αεροπόροι πετούσαν πάνω από το Μπιζάνι, περιγράφοντας λεπτομερώς τις Τουρκικές θέσεις στους Έλληνες χαρτογράφους. Την πρώτη πτήση εκτέλεσε ο Υπολοχαγός Μουτούσης στις 5 Δεκεμβρίου 1912, στις 10 το πρωί, σε ύψος 600 μέτρων, όταν το ελάχιστο ύψος ασφάλειας πτήσεων ήταν 1900 μέτρα! Με γυμνό μάτι ο Μουτούσης διέκρινε τις οχυρώσεις και τις εφεδρικές δυνάμεις συγκεντρωμένες στη χαράδρα, που χώριζε το Μικρό από το Μεγάλο Μπιζάνι. Κατά μήκος του δρόμου προς τα Ιωάννινα αναγνώρισε εχθρικά τμήματα, που είχαν στρατοπεδεύσει εκεί και έριξε εναντίον τους δύο αυτοσχέδιες βόμβες. Όταν έφτασε πάνω από την πόλη και τα οχυρά, έκανε μερικούς κύκλους και έριξε άλλες δύο βόμβες, σκορπίζοντας φόβο και πανικό στις τάξεις του εχθρού, που στην αρχή αιφνιδιάστηκε με την θέα του αεροπλάνου, αλλά μετά άνοιξε «πυρ» εναντίον του. Στην αναφορά για την πρώτη αυτή πτήση, ο Μουτούσης γράφει: «Επιστρέψας προσεγειώθην καλώς. Κατά την προς Ιωάννινα αναγνώρισιν το αεροπλάνον διετρήθη παρά εχθρικών σφαιρών, ριφθείσαι βόμβαι έσχον καλά αποτελέσματα. Χάνι Εμίν Αγά, Μουτούσης» Την ιστορική πτήση περιέγραψε το Αρχηγείο Στρατού Ηπείρου σε Δελτίο Γεγονότων που υπέβαλε στο Υπουργείο Στρατιωτικών: «Έγγραφον υπ' αριθμ. 567 - Φιλιππιάς 5-12-1912 Υπουργείον Στρατιωτικών - Αθήνας Σήμερον μετά μεσημβρίαν εγένετο διά πρώτην φοράν επιδεικτική πτήσις αεροπλάνου, επιβαίνοντος του Υπολοχαγού του Μηχανικού Μουτούση επί αεροπλάνου Μωρίς Φαρμάν με κινητήρα Ρενώ. Αφετηρία Πρέβεζα, προσγείωσις Εμίν Αγά Χάνι. Πτήσις εγένετο υπεράνω Μπιζανίου και πεδιάδος Ιωαννίνων. Αεροπλάνο επυροβολήθη υπό εχθρού, τρεις βολίδες όπλου προσέκρουσαν άνευ βλάβης. Εις πεδιάδα Ιωαννίνων και εις μέρος όπου επυροβολήθη αεροπλάνον, Μουτούσης έρριψε τέσσαρας χειροβομβίδας. 710

Η τελευταία αποστολή του Καμπέρου ήταν στις 30-11-1912, σε πτήση αναγνώρισης στο Μπιζάνι. Αλλά από βλάβη του κινητήρα, το αεροπλάνο έπεσε λίγο μετά την απογείωση, τραυματίζοντας τον Αξιωματικό του Επιτελείου Υπολοχαγό Μ. Πάσσαρη, που πετούσε σαν παρατηρητής. 711 (στο Χάνι ήταν η έδρα του Γενικού Στρατηγείου) Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 551

Αντιστράτηγος Σαπουντζάκης» Η πτήση σκόρπισε ενθουσιασμό. Έγινε μύθος, θρύλος, τραγούδι … Το εγχείρημα περιγράφεται γλαφυρά στο βιβλίο «Ο Πρώτος Βαλκανικός Πόλεμος μέσα από τις σελίδες του περιοδικού ILLUSTRATION» (Έκδοση Ελληνικής Επιτροπής Στρατιωτικής Ιστορίας): «... Μία ηλιόλουστη μέρα ο υπολοχαγός Μουτούσης απογειώνεται από την Νικόπολη με το Maurice-Farman του και με γρήγορη ανάβαση φτάνει στα 1600 μέτρα. Τα οχυρά τον Μπιζανίου, των οποίων θα πρέπει να υπεριπταθεί βρίσκονται στα 800 μέτρα. Συνεπώς θα πρέπει να μπορεί να εντοπίσει θαυμάσια τις θέσεις των οχυρώσεων. Παράλληλα όμως βρίσκεται μέσα στο βεληνεκές των Τούρκων, που κατευθύνουν εναντίον του έντονα πυρά. Απαντά αφήνοντας τέσσερις βόμβες, που όπως μαθαίνουμε αργότερα από αιχμαλώτους επιφέρουν σοβαρές ζημιές και απώλειες. Ένα βλήμα βρίσκει το αεροσκάφος του. Δεν είναι τίποτε και λίγο αργότερα ο γενναίος αεροπόρος προσγειώνεται σε ένα ελάχιστο γεμάτο ανωμαλίες χώρο, κοντά στο Εμίν-Αγά. Τον αναμένει ο στρατηγός Σαπουντζάκης, που τον παίρνει βιαστικά με το αυτοκίνητο του, για να ακούσει από το στόμα του τις πληροφορίες που συνέλεξε. Πέρασε πια ανεπιστρεπτί η εποχή που ο στρατηγός παρακολουθούσε την μάχη καβάλα σε ένα άλογο: τώρα πια η διεύθυνση των νικηφόρων επιχειρήσεων ενός καλά οργανωμένου στρατού γίνεται από ένα αναπαυτικό αυτοκίνητο.» Μετά από μερικές ημέρες, στις 9-12-1912, ο Υπολοχαγός Μουτούσης επανέλαβε το εγχείρημα, πετώντας για να αναγνωρίσει τις Τουρκικές θέσεις μπροστά στα Ιωάννινα. Αυτή τη φορά τον υποδέχθηκαν οβίδες που παραλίγο να του στοιχίσουν την ζωή. Μια οβίδα που εξερράγη πάνω από το κεφάλι του, τρύπησε σε πολλές μεριές τις πτέρυγες του αεροπλάνου και τον τραυμάτισε ελαφρά στο χέρι. Κατά τη διάρκεια της αναγνώρισης, ο χειριστής διέκρινε με ευχέρεια τις γραμμές των χαρακωμάτων του αντίπαλου και τις αποθήκες υλικού. Με βάση τις παρατηρήσεις του άρχισαν αμέσως να καταστρώνονται πρόχειρα σχεδιαγράμματα των οχυρωμάτων και των θέσεων των πυροβολαρχιών. Στις πληροφορίες των Αεροπόρων βασίστηκε σε μεγάλο βαθμό ο σχεδιασμός της τελικής επίθεσης. Οι Αεροπόροι όμως παρείχαν και άλλες υπηρεσίες. Με πτήσεις τους πάνω από την πόλη των Ιωαννίνων έριχναν τρόφιμα και εφημερίδες στους Έλληνες κατοίκους. Μετά τη δεύτερη πτήση του, ο Μουτούσης, με Διαταγή του Υπουργείου Στρατιωτικών, μεταφέρθηκε στην υπηρεσία του Πολεμικού Ναυτικού και στις 24 Ιανουαρίου 1913 πραγματοποίησε την πρώτη στον κόσμο πολεμική αποστολή «Ναυτικής Συνεργασίας» πάνω από τα Δαρδανέλλια. Ο Μουτούσης, με παρατηρητή τον Σημαιοφόρο Αριστείδη Μωραϊτίνη, πετώντας με υδροπλάνο Farman, κατάρτισαν σχεδιάγραμμα των θέσεων του Τουρκικού Στόλου, εναντίον του οποίου έριξαν και τέσσερις βόμβες. Λίγο αργότερα, διαγράφτηκε και αποχώρησε από τη δύναμη της Μοίρας ο Λοχαγός Μπαρρέ, εξ αιτίας αεροπορικού ατυχήματος, που είχε σαν αποτέλεσμα την ολοκληρωτική καταστροφή του αεροπλάνου του. Μετά απ' αυτό, τη Διοίκηση ανέλαβε ο Γιαννιώτης Ανθυπίλαρχος Χρ. Αδαμίδης, που τη διατήρησε μέχρι την πτώση των Ιωαννίνων. Την ημέρα της απελευθέρωσης των Ιωαννίνων, 21 Φεβρουάριου 1913, ο Χρήστος Αδαμίδης πραγματοποίησε εντυπωσιακή πτήση υπεράνω της λίμνης και της πόλης των Ιωαννίνων και προσγείωσε το αεροπλάνο του, εν μέσω ενθουσιασμού, στα Λιθαρίτσια. Σύμφωνα με τηλεγράφημα του Γραφείου Τύπου: «… Ολίγον προ κανονιοβολισμών αφίξεως Διαδόχου εφάνη άνωθεν Ιωαννίνων διπλάνον Αδαμίδου, μυριάδες ατενίζουν ύψος επευφημούντες ατελευτήτως. Ιωαννίτης αεροπόρος διαγράψας κύκλον προσγειούται εδάφους πατρίδος. Ενθουσιασμός απερίγραπτος …» Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 552

Η ξηρά δεν υπήρξε το μοναδικό θέατρο δράσης της Αεροπορίας. Ο αγώνας στη θάλασσα έδωσε αφορμή για μια πρωτοποριακή αεροπορική ενέργεια, τη δημιουργία της «Αεροπορίας Ναυτικής Συνεργασίας». Ο Καμπέρος, πριν την έναρξη των επιχειρήσεων, είχε μετατρέψει ένα Farman σε υδροπλάνο, προσθέτοντας πλωτήρες. Oι επιτυχημένες δοκιμές στον Φαληρικό Όρμο και μία πτήση προς την Ύδρα με το υδροπλάνο, συνέβαλαν στην απόφαση αυτή. Έτσι η Κυβέρνηση προγραμμάτισε και την οργάνωση ενός πυρήνα Αεροπορίας Ναυτικής Συνεργασίας. Η έκρηξη του πολέμου δεν επέτρεψε την εφαρμογή αυτού του σχεδίου στην έκταση που συνέβη για τη Στρατιωτική Αεροπορία. Γενικά, τα μέτρα για την ενίσχυση του Ναυτικού σ' αυτό τον τομέα ήταν περιορισμένα, επειδή δόθηκε προτεραιότητα σε επείγουσες αγορές πολεμικών σκαφών και πυρομαχικών. Η Ναυτική Αεροπορία απέκτησε το πρώτο υδροπλάνο της στα μέσα Νοεμβρίου 1912. Ήταν διθέσιο, των Γαλλικών εργοστασίων «Astra», με κινητήρα V12 Renault 100 ίππων. Ανέπτυσσε ταχύτητα 150 χλμ, και η ακτίνα δράσης του άγγιζε τα 500 χλμ, ενώ διέθετε και μηχανισμό άφεσης βομβών. Χειριστής του υδροπλάνου ορίστηκε ο Υπολοχαγός αεροπόρος Μ. Μουτούσης, που είχε ανακληθεί από το Ηπειρωτικό Μέτωπο και είχε αποκτήσει φήμη ικανότατου πιλότου με αρκετή πολεμική πείρα. Στις 17-11-1912, έγινε στο Παλ. Φάληρο, σε επίσημη τελετή και με ανάδοχο τον Υπουργό Ναυτικών, η βάπτιση του υδροπλάνου, στο οποίο δόθηκε το όνομα «Ναυτίλος». Στα μέσα Δεκεμβρίου του ίδιου χρόνου, ο «Ναυτίλος» μεταφέρθηκε με το επίτακτο «Βαρβάρα» στον προχωρημένο ναύσταθμο του Ελληνικού Ναυτικού, στο Μούδρο. Με το ίδιο μέσο έφτασε στο Μούδρο εκπρόσωπος του Γαλλικού εργοστασίου και ένας Γάλλος αεροπόρος, ως συνοδοί του υδροπλάνου, προκειμένου να παρακολουθήσουν την εκτέλεση των δοκιμών, που θα γίνονταν ενώπιον των Ναυτικών Αρχών. Στις 21-1-1913, ο Υπολοχαγός Μουτούσης, παίρνοντας μαζί του ως παρατηρητή τον Σημαιοφόρο του Πολεμικού Ναυτικού Αριστείδη Μωραϊτίνη, εκτέλεσε με επιτυχία δοκιμαστική πτήση μέχρι την Τένεδο. Μετά από αυτή την επιτυχία, ο Ναύαρχος του Ελληνικού Στόλου, που είχε αγκυροβολήσει στο Μούδρο, σκέφτηκε ότι θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει αποτελεσματικά το υδροπλάνο στη συλλογή πληροφοριών για τις ναυτικές δυνάμεις του αντίπαλου. Ο Τουρκικός Στόλος είχε επιχειρήσει μάταια δυο φορές να βγει στο Αιγαίο, αλλά νικήθηκε επανειλημμένα και αναγκάστηκε, μετά από τη ναυμαχία της Λήμνου (5-1-1913), να κλειστεί πάλι στα Στενά. Στο μεταξύ, μετά τη στάση της Κωνσταντινούπολης, η νέα Τουρκική Κυβέρνηση αντικατέστησε τον Αρχηγό του Τουρκικού Στόλου και μελετούσε τη δυνατότητα να βγει και πάλι από τα Στενά και να επαναλάβει τις ναυτικές επιχειρήσεις. Οι πληροφορίες από τον Ναύσταθμο του Ναγαρά ανέφεραν ότι τα Τουρκικά πλοία επισκευάζονταν με ταχύ ρυθμό για το σκοπό αυτό. Ο Ναύαρχος Κουντουριώτης αποφάσισε να συγκεντρώσει τις απαραίτητες πληροφορίες, κατοπτεύοντας τον εχθρικό Στόλο από τον αέρα. 'Έτσι, στις 24-1-1913, πραγματοποιήθηκε η πρώτη αποστολή «Ναυτικής Συνεργασίας», που αποτέλεσε σταθμό στην παγκόσμια Ιστορία. Η αποστολή ανατέθηκε στον Υπολοχαγό Μ. Μουτούση ως χειριστή και στον Σημαιοφόρο Αριστ. Μωραϊτίνη ως ναυτικό παρατηρητή.

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 553

Το επιχείρημα ήταν τολμηρό και επικίνδυνο, τη στιγμή που οι στρατιωτικοί αεροπόροι θεωρούνταν σαν ένα είδος πειρατών του αέρα και δεν είχε διευκρινισθεί ακόμα αν ο αεροπόρος που έπεφτε σε εχθρικό έδαφος, θα υπολογιζόταν σαν αιχμάλωτος πολέμου ή σαν κοινός κατάσκοπος, οπότε μπορούσε να εκτελεσθεί. Αδιαφορώντας για αυτό, ο «Ναυτίλος» εφοδιάστηκε με 115 λίτρα καύσιμα και τέσσερις αυτοσχέδιες μικρές βόμβες και αποθαλασσώθηκε από το λιμάνι του Μούδρου με κατεύθυνση τον Ελλήσποντο. Ο καιρός ήταν αίθριος. Το ακρωτήριο Κέφαλος της Ίμβρου είχε από πριν οριστεί ως ενδιάμεσος σταθμός ανεφοδιασμού του υδροπλάνου, ενώ το Αντιτορπιλικό «Βέλος» παρακολουθούσε την πτήση, για να προσφέρει σε περίπτωση ανάγκης κάθε δυνατή βοήθεια. Η πτήση ήταν «κυματοειδής», με σκόπιμες παρεκκλίσεις, για να μην εντοπισθεί το υδροπλάνο από τους Τούρκους και γίνει στόχος των πυροβόλων τους. Αρχικά ο Μουτούσης, πετώντας σε ύψος 600 μ, πέρασε πάνω από τη Σαμοθράκη, όπου αναγκάστηκε να στραφεί προς τα βόρεια, επειδή ισχυρός πλευρικός άνεμος εμπόδιζε την ανύψωση. Ακολούθως, πετώντας σε ύψος 1.000 μ., πέρασε πάνω από την Ίμβρο και κατευ712 θύνθηκε προς το Κουμ Καλεσί . Φτάνοντας πάνω από το ύψωμα του ακρωτηρίου της Σούβλας, στη Χερσόνησο της Καλλίπολης, στράφηκε αριστερά, οπότε χάθηκε η επαφή με το «Βέλος». Μετά έκανε δύο κύκλους πάνω από την πόλη Μάδυτο και πετώντας σε ύψος 1.350 μ. κατευθύνθηκε προς το στόχο του, το Ναγαρά, ακολουθώντας πάντα κυματοειδή πορεία. Σε λίγο βρισκόταν πάνω από τον Τουρκικό Ναύσταθμο και άρχισε να κάνει κύκλους, προκειμένου να δώσει την ευκαιρία στο Μωραϊτίνη να εκτελέσει την κατόπτευση. Ο Μωραϊτίνης αναγνώρισε εύκολα, με γυμνό μάτι, 713 τη θέση και το είδος των πλοίων και έφτιαξε πρόχειρο σχεδιάγραμμα της διάταξής τους . Μετά την αναγνώριση, οι αεροπόροι μας έριξαν κατά του Τουρκικού Στόλου τις τέσσερις βόμβες τους, προξενώντας ελαφρές ζημιές στην προβλήτα του λιμανιού και στα σκάφη. Το υδροπλάνο, πήρε το δρόμο της επιστροφής, πετώντας σε ύψος 1.200 μ. Ακολούθησε πάλι πορεία κυματοειδή, επειδή δεχόταν πυρά πυροβολικού, καθώς πετούσε πάνω από τη χερσόνησο της Καλλίπολης. Οι δυσκολίες δεν έλειψαν ως το τέλος της αποστολής. Λόγω αιφνίδιας βλάβης του κινητήρα, ο «Ναυτίλος» προσθαλασσώθηκε κοντά στο «Βέλος», από το οποίο και ρυμουλκήθηκε μέχρι το 714 Ναύσταθμο . Ο διεθνής Τύπος, εξαίροντας τότε το γεγονός, αφιέρωσε πολύστηλα εγκωμιαστικά άρθρα για τους δυο Έλληνες αεροπόρους, καθώς ξένοι δημοσιογράφοι, όπως ο Λουκιανός Μαγκρίνι, ανταποκριτής της Ιταλικής εφημερίδας «Αιώνας» του Μιλάνου, είχαν παρακολουθήσει το εγχείρημα από το «Βέλος». Αξιοσημείωτα είναι όσα έγραψε ο στρατιωτικός αρθρογράφος της εφημερίδας «Νέος Ελεύθερος Τύπος» της Βιέννης, στις 28-1-1913: «Πρώτη φορά η χρησιμότητα των αεροπλάνων σε στρατιωτικές επιχειρήσεις αποδείχθηκε πολύτιμη, διότι στην Αφρική, κατά τον Ιταλοτουρκικό Πόλεμο, τα αποτελέσματα των αεροπλάνων παρέμειναν αμφίβολα». Το ίδιο ενθουσιώδης υπήρξε και ο Ελληνικός Τύπος, που για πολύ καιρό δημοσίευσε πανηγυρικά άρθρα, με αποτέλεσμα να φτάσει στο κατακόρυφο η έξαρση της εθνικής ιδέας, που είχε ως σύμβολο τα ελληνικά φτερά.

712

(Κάστρο στην είσοδο των Στενών, στην Ασιατική ακτή) Αναγνωρίστηκαν το θωρηκτό «Βαρβαρόσα», τρία τορπιλοβόλα και επτά αντιτορπιλικά, ενώ διαπιστώθηκε η απουσία των «Μεσουδιέ», «Μετζιτιέ» και άλλων σκαφών. 714 Η πρώτη πολεμική αποστολή Ναυτικής Συνεργασίας διάρκεσε δύο ώρες και είκοσι λεπτά και διανύθηκε απόσταση 180 περίπου χιλιομέτρων. 713

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 554

Η δράση των Ελλήνων Αεροπόρων κατά τον Α’ Βαλκανικό Πόλεμο σφραγίστηκε με το αίμα του πρώτου Έλληνα αεροπόρου Εμμανουήλ Αργυρόπουλου και του Οπλαρχηγού Κωνσταντίνου Μάνου. Στις 4 Απριλίου 1913, ο Αργυρόπουλος, που από την έναρξη του πολέμου υπηρετούσε στη Στρατιωτική Αεροπορία με το βαθμό του Ανθυπολοχαγού, ενώ εκτελούσε μια από τις συνηθισμένες αναγνωριστικές πτήσεις του με το Τουρκικό αεροπλάνο «Hanriot» πάνω από το Λαγκαδά, κατέπεσε από μηχανική βλάβη. Το αεροπλάνο καταστράφηκε και ο Αργυρόπουλος με το συνεπιβάτη του τον Μάνο βρήκαν ηρωικό θάνατο. 'Έτσι ο πρώτος Έλληνας αεροπόρος, ο πρώτος που πέταξε στην Ελλάδα με Ελληνικό αεροπλάνο, ήταν μοιραίο να είναι και ο πρώτος νεκρός της Στρατιωτικής μας Αεροπορίας.

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 555

Η Υγειονομική Υπηρεσία στον Α’ Βαλκανικό Πόλεμο Με το ΒΔ «περί προσωρινής τροποποιήσεως της εν εκστρατεία Υγειονομικής Υπηρεσίας», στα πλαίσια την αναδιοργάνωσης του Στρατού κατά τα Γαλλικά πρότυπα, συγκροτήθηκαν τρεις νέοι υγειονομικοί σχηματισμοί: Τα Ορεινά και Πεδινά Χειρουργεία, οι Μοίρες Τραυματιοφορέων και τα Νοσηλευτικά Τμήματα. Το πρόβλημα ήταν ότι το ΒΔ αυτό εκδόθηκε στις 30 Σεπτεμβρίου 1912, λίγες μέρες μόνο πριν την έναρξη του πολέμου, τροποποιώντας σε αρκετά σημεία τον ισχύοντα ως τότε Κανονισμό του 1910, με αποτέλεσμα να υπάρξουν προβλήματα στην επιστράτευση και να παρουσιαστούν αρχικά ελλείψεις. Σε κάθε Μεραρχία προβλέπονταν τρία Χειρουργεία, που διακρίνονταν σε Ορεινά (ή Α’ τύπου), οπότε για τη μεταφορά των υλικών τους χρησιμοποιούσαν ημιόνους και σε Πεδινά (ή Β’ Τύπου), που χρησιμοποιούσαν ιππήλατες άμαξες. Τα Χειρουργεία παρείχαν άμεση περίθαλψη σε ελαφρά ή βαριά τραυματίες και μπορούσαν κατά περίσταση να μετατραπούν και σε «Νοσοκομεία Εκστρατείας» με την προσκόλληση ενός Νοσηλευτικού Τμήματος. Οι Μοίρες Τραυματιοφορέων (μία σε κάθε Μεραρχία και μία επί πλέον σε κάθε Στρατιά) ασχολούνταν με την μεταφορά των τραυματιών από το πεδίο της μάχης στα μετόπισθεν, χρησιμοποιώντας φορεία και οχήματα για τους βαριά τραυματίες και ζώα για τους πιο ελαφρά. ης Από την έκθεση πεπραγμένων της 6 Μοίρας μαθαίνουμε ότι στο διάστημα 8/10 ως 5/11 πραγματοποιούσε κατά μέσο όρο 27 διακομιδές ημερησίως. Κάθε μάχιμη μονάδα ήταν υπεύθυνη για την περισυλλογή και διακομιδή των τραυματιών της. Σε μικρή απόσταση από το πεδίο της μάχης δημιουργούνταν «καταφύγια τραυματιών», όπου παρέχονταν οι πρώτες βοήθειες, μέχρι να διακομισθούν στους «σταθμούς επιδέσεως» ή στα Χειρουργεία, μόνοι τους ή με την βοήθεια των τραυματιοφορέων. Το Νοσηλευτικό Τμήμα (ένα ανά Μεραρχία), διοικούμενο από έναν Αξιωματικό του Οικονομικού ή του Μεταγωγικού, δεν είχε νοσηλευτικό προσωπικό, αλλά ακολουθούσε τις εφοδιοπομπές της Μεραρχίας με σκοπό να παρέχει στα Χειρουργεία τα αναγκαία υλικά. Γενικότερο, εκτός από το ιατρικό προσωπικό, το Υγειονομικό χρησιμοποιούσε και Αξιωματικούς άλλων σωμάτων, σε καθήκοντα διαχείρισης ή μεταγωγών. Παρέμειναν επίσης σε χρήση και χρησιμοποιήθηκαν ως είχαν, σχηματισμοί που προβλέπονταν από παλαιότερους κανονισμούς, όπως οι «Ακραίοι Υγειονομικοί Σταθμοί», τα «Θεραπευτήρια Σταθμών», οι «Αποθήκες Υγειονομικού και Φαρμακευτικού Υλικού» κλπ. Επί κεφαλής των υγειονομικών μονάδων κάθε Μεραρχίας, που συγκροτούσαν την Υγειονομική Μοίρα της, ήταν ο «Αρχίατρος» της Μεραρχίας. Δεν συγκροτήθηκε «Γενικό Αρχιατρείο», όπως προέβλεπε ο Κανονισμός του 1910, και το ρόλο της σύνδεσης των πρόσω με τα μετόπισθεν ανέλαβε ο Αρχίατρος της «Υγειονομικής Υπηρεσίας Μετόπισθεν Μακεδονίας», που λόγω της ταχείας εξέλιξης των επιχειρήσεων δυσκολευόταν σοβαρά στην επαφή με τις μετακινούμενες συνεχώς υγειονομικές μονάδες και στην υποστήριξή τους. Στην Ήπειρο, λόγω της στασιμότητας και των πιο μικρών αποστάσεων, ο Αρχίατρος της «Υγειονομικής Υπηρεσίας Μετόπισθεν Ηπείρου» Σταμάτιος Αντωνιάδης αντιμετώπισε λιγότερο σοβαρά προβλήματα.

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 556

Συμπληρωματικά, το έργο της Υγειονομικής Υπηρεσίας του Στρατού βοηθήθηκε σημαντικά και από ιδιωτικούς φορείς, όπως ο Ελληνικός Ερυθρός Σταυρός που είχε οργανώσει τρία κινητά χειρουργεία (με 70, 70 και 25 κλίνες αντίστοιχα), καθώς και τα μόνιμα Στρατιωτικά Νοσοκομεία, τα 3 κύρια (Α’ και Β΄ Αθηνών, Λαρίσης) και τα 8 μικρότερα (Ναυπλίου, Μεσολογγίου, Άρτας, Κέρκυρας, Χαλκίδας, Βόλου, Τρικάλων, Καρδίτσας) και τα 6 «Θεραπευτήρια Φρουράς» (Τυρνάβου, Πάτρας, Καλαμάτας, Άργους, Τρίπολης, Κορίνθου). Συνέβαλλαν επίσης πολλοί 715 εθελοντές, ιδίως Έλληνες της διασποράς, αλλά και ξένοι . Ιδιαίτερη συμβολή είχαν οι Πριγκήπισσες που ίδρυσαν Νοσοκομεία στην Μακεδονία και την Ήπειρο, συνήθως με δικά τους έξοδα αλλά και προσωπική εργασία. Στα Νοσοκομείο του ΕΕΣ εργάστηκαν και πολλοί ξένοι εθελοντές, οργανωμένοι σε «αποστολές». Το χειρουργείο της Ελβετικής αποστολής λειτούργησε στην Ήπειρο, όπως και το Κινητό Νοσοκομείο της Ιταλικής αποστολής, που περιέθαλψε σχεδόν 1.000 τραυματίες και ασθενείς. Ο Ρωσικός Ε.Σ. προσέφερε δύο Νοσοκομεία των 50 κλινών, ενώ ο Ολλανδικός Ε.Σ. ένα πλήρες κινητό χειρουργείο, εξοπλισμένο και με ακτινολογικό μηχάνημα. Στις μεταφορές χρησιμοποιήθηκαν αυτοκίνητα, αλλά και τραίνα και πλοία. Τα τραίνα ήταν ένας συρμός με 12 βαγόνια Α΄ θέσεως και άλλος ένας με 15 βαγόνια, εμπορικά μετασκευασμένα, με φροντίδα της Πριγκίπησσας Ελένης, που έκαναν συνεχή δρομολόγια από την Λάρισα προς την Αθήνα και τον Πειραιά, ένας συρμός που έκανε δρομολόγια μεταξύ Αθήνας και Πειραιά, και ένας ακόμη συρμός 20 βαγονιών, Τούρκικο λάφυρο, που έκανε δρομολόγια μεταξύ Αμύνταιου, Βέροιας και Θεσσαλονίκης. Δύο πλοία της «Πανελλήνιας Ατμοπλοΐας», το «Αλβανία» και το «Ιωνία», χρησιμοποιήθηκαν για τις θαλάσσιες διακομιδές τραυματιών και ασθενών. Το «Ιωνία» ήταν ένα επίτακτο επιβατηγό που είχε προσαρτηθεί στον Στόλο του Αιγαίου. Σε αυτό υπηρέτησε ως Διευθυντής ο Επίατρος του Ναυτικού Π. Παπαδόπουλος, που αντικαταστάθηκε από τον Αρχίατρο Ι. Τσαμπρή, μετά την ναυμαχία της Έλλης. Το «Αλβανία», ήταν πραγματικό πλωτό νοσοκομείο, δυνάμεως 250 κλινών, και προήλθε όπως προαναφέρθηκε από

715

(Εθελοντικά ή έναντι αμοιβής. Μεταξύ αυτών και ο πρώην Αρχίατρος του Οθωμανικού Στρατού Νικόλαος Βασιλειάδης, αλλά και ο πρώην Διευθυντής του Λυσσιατρείου στον Οθωμανικό Νοσοκομείο Θεσσαλονίκης Ταλλάτ Εφέντης.) Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 557

μετασκευή με μέριμνα και δαπάνες της Μαρίας Βοναπάρτη, συζύγου του Πρίγκηπα Γεωργίου. Πραγματοποίησε 17 πλόες, μεταφέροντας 4.618 τραυματίες και ασθενείς, με Διευθυντή τον Διευθυντή Χειρουργικής Καθηγητή Β. Γκύζη.

Μετά την κατάληψη της Ελασσώνας, δημιουργήθηκε εκεί Αποθήκη Υγειονομικού Υλικού και αργότερα και Νοσοκομείο Εκστρατείας, καθώς και το Β’ Νοσοκομείο Διακομιδής. Ωστόσο, στη ης μάχη του Σαρανταπόρου παρατηρήθηκαν αρκετές ελλείψεις, ιδίως στον τομέα της 1 Μεραρχίας. Οι διακομιδές μετά τη μάχη αυτή ακολουθούσαν συνήθως το δρομολόγιο Χάνι Χατζηγώγου Ελασσώνα – Λάρισα – Αθήνα. Η πλημμελής περίθαλψη των 1.000 σχεδόν τραυματιών της μάχης είχε αρνητικό αντίκτυπο στα μαχόμενα τμήματα.

Πολλά παράπονα εκφράζονταν για τους τραυματιοφορείς, που συχνά τους κατηγορούσαν ως 716 «λουφαδόρους» όπως θα λέγαμε σήμερα . Κάποιες φορές είχαν δίκιο, αλλά δεν είναι λίγοι οι Αξιωματικοί και Οπλίτες του Υγειονομικού που έχασαν τη ζωή τους, με πρώτο θύμα τον έφεδρο ης Ανθυπίατρο Γεώργιο Στεργιόπουλο, της 2 Μοίρας Τραυματιοφορέων, που έπεσε στο Σαραντάπορο.

716

(Οι χαρακτηρισμοί ήταν συνήθως πολύ πιο βαριοί, αλλά αυτό δεν είναι του παρόντος) Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 558

Κύριο Νοσοκομείο, με το μεγαλύτερο έργο, ήταν αρχικά της Λάρισας, με 600 κρεβάτια. Στη συνέχεια, καθώς καταλαμβάνονταν συνεχώς νέες πόλεις, συγκροτήθηκαν Στρατιωτικά Νοσοκομεία στα Σέρβια, στην Κοζάνη (Β’ Νοσοκομείο Διακομιδής), και τη Βέροια (Νοσοκομείο ο Εκστρατείας, από το 10 Πεδινό Χειρουργείο και δύο Νοσηλευτικά Τμήματα). Στη Βέροια εγκαταστάθηκε και κινητό Νοσοκομείο που ανήκε στον ΕΣ των Ελλήνων της Αιγύπτου, και θεωρείτο ένα από τα πιο άρτια. Η ύπαρξη σιδηροδρομικού σταθμού στη Βέροια διευκόλυνε και τις διακομιδές από Θεσσαλονίκη και Δυτική Μακεδονία. Προβλήματα καθυστερημένης διακομιδής τραυματιών παρατηρήθηκαν και μετά τη μάχη των ής Γιαννιτσών, με αποτέλεσμα ο Αρχιστράτηγος να διατάξει τις Μεραρχίας το βράδυ της 20 να ασχοληθούν αποκλειστικά με τη διακομιδή τους. Οι πιο βαριά στέλνονταν στην Βέροια, ενώ ης τραυματίες της 7 Μεραρχίας στάλθηκαν και με πλοίο στον Πειραιά, από την Σκάλα Κατερίνης, ο όπου δημιουργήθηκε και πρόχειρη φαρμακαποθήκη. Μετά την πτώση των Γιαννιτσών, το 9 Πεδινό Χειρουργείο έμεινε εκεί, ως Νοσοκομείο Εκστρατείας. Επίσης σοβαρά προβλήματα η παρατηρήθηκαν στην 5 Μεραρχία, μετά το «ατύχημα» του Σόροβιτς, καθώς πολλοί γιατροί και νοσηλευτές εγκατέλειψαν τις θέσεις τους, και χρειάστηκε να χρησιμοποιηθεί η απειλή των όπλων. ης Πάντως οι τραυματιοφορείς της 5 έκαναν το καθήκον τους, όσον αφορά την διακομιδή των τραυματιών, στις δύσκολες συνθήκες των μαχών και της υποχώρησης. Μετά την κατάληψη της Θεσσαλονίκης, η κατάσταση βελτιώθηκε αισθητά, με νέα Νοσοκομεία, αποθήκες αλλά και μεγαλύτερες διευκολύνσεις στις μεταφορές. Είναι προς τιμήν της Υγειονομικής Υπηρεσίας ότι ο Ελληνικός Στρατός δεν έπεσε θύμα επιδημιών, παρά τις κακουχίες και τον κακό καιρό, αλλά και τις κακές συνθήκες υγιεινής. Ενώ ο εξανθηματικός τύφος ήταν σε έξαρση στον Σερβικό και Οθωμανικό Στρατό και η χολέρα στον Βουλγαρικό, στον Ελληνικό Στρατό 717 πάρθηκαν έγκαιρα μέτρα που περιόρισαν το πρόβλημα . Όσον αφορά τα τραύματα, επί συνόλου 3.706 τραυματιών του Στρατού Ηπείρου, τα περισσότερα ήταν τραύματα των άνω και κάτω άκρων και ακολουθούσαν τα τραύματα κεφαλής και κορμού (με αντίστοιχα ποσοστά 36,4%, 35,8%, 9,6% και 9,5%). Στο Μέτωπο Ηπείρου υπήρχαν αρχικά δύο Ορεινά Χειρουργεία, μία Μοίρα Τραυματιοφορέων και τρία Νοσηλευτικά Τμήματα, καθώς και το Νοσοκομείο Διακομιδής και το Νοσοκομείο Αμφιλοχίας. Το ένα Ορεινό Χειρουργείο μετατράπηκε σε Νοσοκομείο Εκστρατείας στην Άρτα, ενώ αργότερα έφτασε και τρίτο. Το Νοσοκομείο της Άρτας αύξησε προοδευτικά τη δύναμή του σε κλίνες, ενώ προστέθηκαν τρία ακόμη Νοσοκομεία, ένα του Ιταλικού Ε.Σ. και ένα 30 κλινών της Πριγκήπισσας Σοφίας στην Άρτα, και ένα του Ε.Ε.Σ. στην Αμφιλοχία. Ένα ακόμη Νοσοκομείο 100 κλινών λειτούργησε μετά στη Φιλιππιάδα, με φροντίδες και έξοδα της Πριγκήπισσας Αλίκης. Μετά την κατάληψη της Πρέβεζας, ο αριθμός των κλινών έφτασε τις 800, ωστόσο λόγω του μεγάλου αριθμού τραυματιών και ασθενών, χρησιμοποιήθηκαν και σκηνές.

717

(Μεταξύ αυτών και η χορήγηση αντιχολερικού εμβολίου, Ελληνικής παρασκευής) Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 559

Πάντως, με εξαίρεση τα προβλήματα λόγω του καιρού και του οδικού δικτύου, το Υγειονομικό στην Ήπειρο λειτούργησε απολύτως ικανοποιητικά, από την αρχή. Στο Μέτσοβο κατέφθασαν δύο Χειρουργεία που συνόδευαν τα σώματα των Γαριβαλδινών και τα ων Ερυθροχιτώνων. Όμως, μετά τις επιχειρήσεις του Δρίσκου όπου τα σώματα αυτά διαλύθηκαν λόγω απωλειών, το ένα εγκαταλείφθηκε και το πήραν οι Τούρκοι, ενώ το άλλο καταστράφηκε από τα Τουρκικά πυροβόλα. Κατά τα πρώτες επιχειρήσεις στη Μανωλιάσσα και το Μπιζάνι, αναπτύχθηκαν τέσσερα Χειρουργεία στο Χάνι Εμίν Αγά, που λειτούργησαν ως Σταθμοί Υποδοχής αλλά και ως Νοσηλευτήρια, ενώ μεταστάθμευσε εκεί και η Μοίρα τραυματιοφορέων. Νοσηλευτικά τμήματα δημιουργήθηκαν και μεταξύ Εμίν Αγά και Φιλιππιάδας, ενώ στην Άρτα μεταστάθμευσε και το Νοσοκομείο του Ιταλικού Ε.Σ. Μέχρι τις 12 Δεκεμβρίου, ο αριθμός των κλινών έφτασε τις 2.224, καλύπτοντας έτσι τους 2.000 σχεδόν τραυματίες των πρώτων επιθέσεων κατά του Μπιζανίου. Μάλιστα, χάρη στη χρήση και αυτοκινήτων, υπήρξαν φορές που η διακομιδή από το μέτωπο στην Πρέβεζα έγινε εντός πέντε μόνο ωρών! Με την άφιξη περαιτέρω ενισχύσεων στην Ήπειρο έγινε και αναδιανομή αρμοδιοτήτων. Έτσι, ο Αρχίατρος Αντωνιάδης περιορίστηκε στα καθήκοντα του Υπευθύνου για τα μετόπισθεν, ενώ την ζώνη των πρόσω ανέλαβε το Γενικό Στρατηγείο. Παραμονές της μεγάλης επίθεσης του Φεβρουαρίου, υπήρχαν στην Ήπειρο 16 Χειρουργεία, 4 Μοίρες Τραυματιοφορέων. Στο Χάνι Εμίν Αγά μπορούσαν να παρασχεθούν φροντίδες σε πάνω από 500 τραυματίες, πριν την διακομιδή τους στη Φιλιππιάδα και Πρέβεζα. Οι κλίνες αυξάνονταν συνεχώς και στις παραμονές της επίθεσης κατά των Ιωαννίνων υπήρχαν συνολικά 50 κλίνες στην Αμφιλοχία, 369 στην Άρτα, 1.040 στην Φιλιππιάδα και 1.013 στην Πρέβεζα, από τις οποίες 1.595 ανήκαν σε αμιγώς Στρατιωτικά Νοσοκομεία, 345 στα Νοσοκομεία του Ε.Ε.Σ., 273 στα Νοσοκομεία των ξένων αποστολών και 259 στα Νοσοκομεία της Βασίλισσας και των Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 560

Πριγκηπισσών. Αυτές οι 2.472 κλίνες ήταν σε μεγάλο βαθμό διαθέσιμες, καθώς ατμοπλοϊκά, μεταφέρθηκαν από την Ήπειρο με πλωτά μέσα προς το εσωτερικό της χώρας, μόνο στο τρίμηνο Δεκέμβριος 1912 – Φεβρουάριος 1913, συνολικά 7.120 τραυματίες και ασθενείς και πληγέντες 718 από κρυοπαγήματα . Τα τελευταία, αποτέλεσαν και το κυριώτερο πρόβλημα υγιεινής στην ήπειρο, με 580 καταγραμμένα περιστατικά. Ενώ ο εξανθηματικός τύφος που έπληττε τον Οθωμανικό Στρατό δεν μεταδόθηκε στον Ελληνικό ούτε και στον άμαχο πληθυσμό. Τέλος, θα πρέπει να αναφέρουμε ότι οι Τούρκοι τραυματίες και ασθενείς που δέχθηκαν περίθαλψη από τις Ελληνικές Υγειονομικές Υπηρεσίες, είχαν ίση αντιμετώπιση με τους Έλληνες τραυματίες και ασθενείς. Και ήταν χιλιάδες, πολλές φορές μάλιστα βρίσκονταν σε άθλια κατάσταση στα Νοσοκομεία ή και σε σπίτια των πόλεων που καταλαμβάνονταν, όπως στο Λιασκοβίκι, όπου 100 Τούρκοι τραυματίες βρέθηκαν στα πρόθυρα θανάτου από ασιτία. Αντίθετα, πολλοί Τούρκοι γιατροί, που γνώριζαν ότι δεν είχαν φερθεί ανάλογα σε Έλληνες τραυματίες ή στον Ελληνικό πληθυσμό, κρυβόντουσαν όταν έφτανε ο Στρατός μας, όπως συνέβη στην Κορυτσά. Οι βαρύτερα τραυματίες Τούρκοι αιχμάλωτοι μεταφέρονταν και αυτοί στην Αθήνα για περίθαλψη, ενώ πολλοί, ιδίως ανάπηροι και μη μάχιμοι, παραδόθηκαν και σε αποστολές της Αιγυπτιακής Ερυθράς Ημισελήνου που τους μετέφερε στην Τουρκία.

718

Εκτός από το «Αλβανία», διακομιδές έγιναν και με τα φορτηγά ατμόπλοια «Πύλαρος», «Ελένη», «Ρούμελη», «Λευκάς», «Αμαλία», «Αγγελική», «Αλκυών», «Άγιος Ιωάννης», «Ερυσσός», «Ναύπλιον» και «Σάμος». Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 561

Η Χωροφυλακή στον Α’ Βαλκανικό Πόλεμο Στην Διοικούσα Επιτροπή της Επανάστασης του 1909 συμμετείχαν και Αξιωματικοί της Χωροφυλακής, όπως ο Αντιμοίραρχος Σπύρος Σπυρομήλιος και ο Ανθυπομοίραρχος Ιωάννης Μαρούδας. Και στο πρόγραμμα τα ων επαναστατών υπήρχε ειδική αναφορά στο ρόλο που έπρεπε να έχει η Χωροφυλακή: Να αφεθεί στο έργο της, απαλλαγμένη από πολιτικές επιρροές και τον φαύλο κομματισμό. Να αποκτήσει διοικητική αυτοτέλεια. Να οργανωθεί κατά τρόπο ώστε σε περίπτωση εθνικής ανάγκης να αποτελέσει αξιόπιστη στρατιωτική δύναμη, συμπληρωματική του Στρατού. Στην αναδιοργάνωση που επακολούθησε, προβλέφθηκε να μπορεί η Χωροφυλακή να θέσει στη διάθεση του Υπουργείου Στρατιωτικών ένα Σύνταγμα με δύναμη 16 Λόχων. Και το 1911, κλήθηκε Ιταλική αποστολή με σκοπό την οργάνωσή της στα πρότυπα των Καραμπινιέρων. Κατά την επιστράτευση του 1912, η Χωροφυλακή ενισχύθηκε και με 1.000 κληρωτούς. Ένα από τα βασικότερα έργα της Χωροφυλακής ήταν η σύσταση Αστυνομικών Υπηρεσιών στα εδάφη που θα απελευθέρωνε ο Στρατός. Επί κεφαλής του έργου αυτού τέθηκε ο Αντισυνταγματάρχης Ράζελος και κάτω από αυτόν, στα δύο μέτωπα Μακεδονίας και Ηπείρου, τέθηκαν συνολικά 180 Αξιωματικοί, 69 Ανθυπασπιστές, 4.400 Χωροφύλακες, 2.300 Οπλοφρουροί και 800 Στρατιώτες που αποσπάστηκαν στη Χωροφυλακή. Η δύναμη αυτή, στην πορεία μειώθηκε! Ο λόγος είναι ότι πολλοί Αξιωματικοί και Χωροφύλακες, άφηναν τις τάξεις του σώματος προσχωρώντας σε σώματα «Προσκόπων» ή ανταρτών είτε σχηματίζοντας δικά τους σώματα! Όταν απελευθερώθηκε η Θεσσαλονίκη, ο πρώτος Έλληνας ένστολος που εισήλθε ήταν ο Υπομοίραρχος Κ. Μανωλικίδης με το απόσπασμά του. Και στις 27 Οκτωβρίου, τμήμα εφίππων και πεζών Χωροφυλάκων υπό τον Ράζελο, εισήλθε στην πόλη μαζί με τους Ευζώνους, καταλαμβάνοντας το Διοικητήριο και άλλα κρατικά κτίρια. Σε ενίσχυση, στάλθηκαν και 150 Κρήτες Χωροφύλακες υπό τον τότε Αρχηγό της Κρητικής Χωροφυλακής Συνταγματάρχη Μομφεράτο, ο οποίος διορίστηκε πρώτος Διευθυντής Αστυνομίας Θεσσαλονίκης. Οι λοιπές απελευθερωθείσες περιοχές υπήχθησαν στην «Ανωτέρα Διοίκησιν Χωροφυλακής και Αστυνομίας», με έδρα την Βέροια και Διοικητή τον Ράζελο. Σημαντική υπήρξε η συμβολή της Χωροφυλακής και στον αγώνα της Ηπείρου. Αντάρτικο σώμα υπό τον Υπομοίραρχο Καρύδη έδρασε στην περιοχή των Πραμάντων και έπειτα μεταφέρθηκε στην Χειμάρρα, ενώ άλλο υπό τον Ανθυπομοίραρχο Βασιλείου έδρασε στο Ξηροβούνι. Σημαντική δράση είχε και η Υποδιεύθυνση Χωροφυλακής Λευκάδας, ως σύνδεσμος μεταξύ Αθηνών και ανταρτών. Μετά την ανάληψη της ηγεσίας στην Ήπειρο από τον Διάδοχο, στάλθηκε από όλη την Ελλάδα μεγάλος αριθμός Αξιωματικών και Χωροφυλάκων σε ενίσχυση. Και όταν ελευθερώθηκαν τα Ιωάννινα, στάλθηκε ως πρώτος Διευθυντής Αστυνομίας Ιωαννίνων ο Ταγματάρχης Θεμιστοκλής Φλώρος. Συνολικά στην Ήπειρο, χωρίς να υπολογίζονται αυτοί που συμμετείχαν στα σώματα των ανταρτών, στάλθηκαν 25 Αξιωματικοί, 20 Ανθυπασπιστές, 150 Υπαξιωματικοί και 1.050 Χωροφύλακες.

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 562

Ημερολόγιο Παναγιώτη Γεωργίου Ριζόγιαννη (2η Μεραρχία) Το παρακάτω κείμενο είναι αντιγραφή του ημερολογίου κρατούσε ο Στρατιώτης Παναγιώτης Γεωργίου Ριζόγιαννης, που υπηρετούσε (όπως φαίνεται από τα γραφόμενα) στα Μεταγωγικά του ης Πυροβολικού της 2 Μεραρχίας. Το ημερολόγιο διέσωσε ο ανηψιός του Αναστάσιος Ευαγγέλου Ριζόγιαννης, 719 πολεμιστής και αυτός το 1940 . Έχει διατηρηθεί η σύνταξη και η ορθογραφία του ημερολογίου (πλην σημείων στίξεως). 5 Οκτωβρίου 1912 Εισήλθομεν εις τα Ελληνοτουρκικά σύνορα εις Τίρναβον Λαρίσης μόλις δε επλησίασαν οι προφυλακές μας ετράπησαν οι Τούρκοι φύλακες εις φυγήν και κατέκαυσαν μερικούς σταθμούς των και το τελωνείον καθ’ όλην την αυτήν νύκτα πορείαν χωρίς να κοιμηθώμεν καθόλου. (6η) τρέχοντος ήλθομεν εις τίνα χωρία τουρκικών όπου ήσαν μερικοί τούρκοι κριμένοι μέσα εις τας οικίας ανεκάλυψαν δε αυτούς οι φαντάροι και εφόνευσαν μερικούς και πολλοί εξ αυτών ετράπησαν εις φυγήν επάνω εις τα όρη. Καθ’ όλην την αυτήν ημέραν είχομεν πορείαν χωρίς να μείνομεν ούτε στιγμήν έως την εσπέραν. Εις τας 5 η ώρα ενώ επορευόμεθα τα μεταγωγικού σώματος εις τον δρόμον μόλις έδυσε ο ήλιος, έξαφνα βλέπομεν τέσσερες τούρκους προς τα δεξιά του δρόμου και μας πυροβολούν, αμέσως τους πυροβολούμε και εμείς αλλά μη δυνηθέντες να τους φονεύσωμεν ένεκα το ανώμαλον έδαφος όπου εκρύβησαν και άλλοι ετράπησαν εις φυγήν. Βλέπουν οι αξιωματικοί τον κίνδυνον εφοβήθησαν καλπάζουν τα άλογα τους και φεύγουν δια την πυροβολαρχίαν εμπρός ίνα σωθούν, αφήνοντας ημάς μοναχούς χωρίς όπλα, με όλα τα μεταγωγικά και υλικά της πυροβ. εις έρημον τόπον ενώ τα στρατεύματα είχον προχωρήσει όλα εμπρός, μέγας φόβος μας ηύρεν αυτήν την νύκτα εδυνάχθημεν όλοι μαζί με τα οχήματα και βαδίζοντες προς τα εμπρός χωρίς να εννοούμεν που πηγαίνομεν και που είναι ο δρόμος και χωρίς να έχωμεν και αξιωματικόν ουδένα. Ενώ βαδίζαμεν χάνοντας τον δρόμον ένεκα του σκότους η ομίχλη τόσον πυκνή και έβρεχε, φθάνοντας δε κατά την 11ην ώρα της νυκτός εις τίνα χωρίον τούρκικον οδηγήθημεν εκ τινων τον δρόμον και στέλνομεν αγγελιοφόρον εις την πυροβολαρχίαν προς οδηγίαν όπου ουδεμία απάντησις εδόθη. Φθάνοντας εις πεδιάδα Ελασσώνος όπου την πρώτην ημέραν έγινε μικρά μάχη βαδίζοντες εις ένα δρόμον όπου μας βγάζει πλησίον της πόλεως εις ένα Τζαμί τούρκικο περί τας 2 η ώρα της νυκτός, έξαφνα δε μας πυροβολούν εις τον δρόμον όπου εβαδίζαμε μη γνωρίζομεν τι να πράξωμεν όλοι εις τα όπλα, πληγώθησαν 2 στρατιώτες και εσκοτώσαν και δύο άλογα από το Τζαμί. Δια αυτούς τους πυροβολισμούς εσύγχισαν όλο το στράτευμα, μένομεν εκεί έως πρωίαν. 6η πρωί ήλθον οι αξιωματικοί μας και μας οδήγησαν εις την πυροβολαρχία, εμέναμεν δε εκεί όλην την ημέραν εφάγαμεν αρνιά και κότες και βόϊδια άφθονα

719

(Πηγή: http://rozosotiris.blogspot.gr/2011/10/1881-192-1912-1913.html) Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 563

7η διελθόντες εις την Ελασσών και εμείναμεν εκεί επί δύο ημέρες, όπου εσυνάχθησαν τα στρατεύματα των 2 Μεραρχιών. 9η τρεχ. Την πρωίαν εξεκινήσαμε και ήλθομεν εις πεδιάδα του Σαρανταπόρου, εις τας 8 η ώρα π.μ. άρχεψε η τρομερά μάχη με τα πεζικά μας, την 11ην ώραν φθάσαντες και τα πυροβολικά και άρχεψαν πυρομαδών και εξακολούθησε η αιματηρά χαώδης και τρομερά μάχη έως την εσπέραν εκεί εφονεύθησαν πολλοί εύζωνοι και καταστράφησαν τελείως το 1ον και 3ον Πεζικόν. Την αυτή εσπέραν εμείναμεν μέσα εις ένα ποταμόν επί ποδός μη έχοντες άλλο μέρος ίνα προκαλυφθούμε , φόβος και τρόμος μας κατέλαβε την αυτή εσπέραν όπου εκρηγνίεντο αι οβίδες επάνω μας και φόβον δια το ποτάμι όπου εκατέβαζε και παρ’ ολίγο να μας παρασείρη ομού μαζί με τα άλογα. Καθ’ όλην την νύκτα εμείναμεν επί ποδός και περιμέναμεν τον θάνατον πόθεν θα μας έρθη από οβίδα ή από το ποτάμι. 10ην πρωΐαν επεριμέναμε να αρχέψη η μάχη, όπου αυτός ετράπη την νύκτα εις φυγήν ένεκα της κυκλώσεως. Εις τας 8 η ώρα ήλθε διαταγή να προχωρήσωμεν διότι οπιστοχώρησε ο εχθρός, εβαδίσαμεν αμέσως, πείνα δε είχομεν 36 ώρας να φάγωμεν, προχωρούμεν δια ανωφέρους οδούς με 40 κύκλους φθάσαμεν εις τα οχυρώματα τα τουρκικά εις την 1 μ.μ. παντού όπου και εάν επέρνα γύρωθεν του Σαρανταπόρου λαγκάδια βουνά και ρεύματα ήσαν γεμάτα νεκρούς, ένα αξιοθρήνητον πράγμα - το εσπέρας φθάσαμε όπισθεν του Σαρανταπόρου δια να πορεύσωμεν την πείνα ετρώγομεν βελάνια, εις τον δρόμον δε βρίσκομε αλεύρι τουρκικό εγκαταλελειμμένον και φτιάσαμεν μπογάνες και εφάγαμεν. Το εσπέρας εψήσαμεν πολλές μπογάνες και κρέας ψητόν κα ευφράνθημεν πλουσίως μετά του Π.Σ. – Αν.Μ. – Χρ. Τσουμάνη και εκοιμήθημεν καλώς μέσα εις τα αντίσκηνα κατά πρώτην φοράν αλλά το νερό και η λάσπη ήτον αρκετή μη δυνηθέντες να κοιμηθώμεν δια τους φονευθέντας και την μάχην ταύτην. Έως 11ην διάβασις των ορέων μετά δυσκολίας ένεκα της οδού και των ελών εφθάσαμεν εις όρος όπου ήσαν χιλιάδες τουρκικών σκηνών εγκαταλελειμμένων και πολλά έπιπλα του στρατού, ρούχα τρόφιμα διάφορα πράγματα, μόνο τα άλογα επείραν και όσοι εσώθησαν και ετράπησαν εις άτακτον φυγήν. Μετ’ ολίγην πορείαν ηύρομεν 24 πυροβόλα τουρκικά και πτώματα σωρηδόν επί της θέσεως πόρτας τους εκύκλωσων η 4η Μεραρχία όπου έθαπταν τα μηχανικά τρείς ημέρας, εφθάσαμεν δε το εσπέρας έξωθεν των Σερβίων ένθα διανυκτερεύσαμεν. 12η εκάναμεν λημέρι και μας έδωσαν δε κουραμάνα όπου είχαμε 3α ημερόνυκτα να ειδούμεν σισιτούντες καλώς και εφάγαμεν και εν ερίφιον με όλην την παρέα. Δια διαταγής του Βασιλέως έβαλαν πυρ εις την πόλιν των Σερβίων ένθα κατέκαυσαν πολλούς εξ αυτών, διότι έσφαξαν και εφόνευσαν πολλούς Έλληνας και το πλείστον όπου είχαν φυλακή τους έσφαξαν όλους σαν κατσίκια. 13η φυγή εκ Σερβίων επεράσαμε τον Αλιάκμονα ποταμόν και διανυκτέρευσις εις Τσιτσιλάρο απέχοντα των Σερβίων 6 ώρας, σισίτιον άρτος ξηρός. 14η Τρ. Εξεκινήσαμεν με βήμα κανονικόν ένθα ηύραμεν πολλάς οβίδας τουρκικάς εις τον δρόμον βαδίζοντες όλην την ημέραν το εσπέρας φθάσαμεν εις χωρίον τουρκικόν και κατεβλήστημεν ,την νύκτα και την 1η ώρα διαταγής φεύγομεν και βαδίσαμεν εμπρός έως την πρωΐαν της 15η ευρέθημεν κάτωθεν του όρους Καστανιά, την αυτήν νύκτα το ψύχος ήτον τόσον δριμύ ένεκα του μεγάλου πάγου όπου δεν εκοιμήθημεν διόλου. 15η την αυτή νύκτα επαρατάξαμεν τα πυροβόλα κάτωθεν του όρους Καστανιά όπου είχαν οχυρωθή οι τούρκοι επάνω εις την κορυφήν του όρους κατά τις 9 π.μ. ήρχισε σφοδρότατον πυρ εξ Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 564

αμφοτέρων των μερών διαρκέσαν επί ώρας ,η μονομαχία των πυροβολικών το δε πεζικόν μη λαβόντες μέρος ένεκα του τόπου, πείνα δε και των γονέων επί τρείς ημέρας νηστικοί ο δε εχθρός μη δυνηθείς να μας απασχολίση τρέπεται εις άτακτον φυγήν. Το εσπέρας ανέβημεν επί του όρους καστανιά δια των πολλών κύκλων της οδού και της μεγάλης ανωφέρειας κινδύνεψαν τα άλογα, φθάνομεν εις την κορυφήν το εσπέρας και εμείναμεν εις τον δρόμον και διανυκτερεύσαμεν εκεί τρίζοντας τους οδόντας εκ του μεγάλου ψύχους εμείναμεν επί ποδός καθ’ όλην την νύκτα ένεκα του ψύχους και προπάντων δε μας είχον κόψει μια γέφυρα και περιμέναμεν να την φτιάξουν το Μηχανικό. 16η διάβημεν το υψηλόν όρος διήλθομεν δια κατοφερείας οδού και διά 6 ωρών πορεία φθάνοντες εις πόλιν τινά ονόματι Βέροια – περιφερ. εμείναμεν εκεί επί μίαν ημέραν , το πλείστον Ελληνικιά τόπος ωραίος νερά άφθονα, το εσπέρας εισήλθομεν εις την πόλιν ίνα αγοράσουμεν άρτον, είχομεν δε επί δύο ημέρας να φάγωμεν αλλ’ οι κάτοικοι των Βεροίων μη δεχθέντες χρήματα εκ του Στρατού προσέφεραν δωρεάν άρτον και οίνον και παν ότι είχαν τα εθυσίασαν από την χαρά των. Εγώ μετά Ανδρ. Μαντζιαγρή εκορεύσαμεν την πείνα και εγεμίσαμεν και τα σακκίδια κομμάτια. 17η μένομεν στα ίδια σισίτιον φασόλια μόλις τα επήραμε αίφνης ακούομεν την διαταγήν ζεύξατε και έτσι πεινώντες φρικωδώς εχάσαμεν και αναχωρήσαμεν εκείθεν χωρίς να φάγωμεν σισίτιον, εβαδίσαμεν δε καθ’ όλην την διά ποταμών και ελών εις απέραντον πεδιάδα και άγνωστον απονεκρώθημεν από ύπνον βαδίζοντες όλην την ημέραν περνόντες ποταμόν και λάσπες και εν μικρόν δάσος όπου ήτον γεμάτο κομιτατζίδες, εμείναμεν εις 1 ώραν πορείαν. Αίφνης ακούομεν πυκνούς πυροβολισμούς από τα Γενιτσά απέχον 2 ώρας μακράν από ημάς διετάχθημεν αμέσως να φθάσωμεν εμπρός καίτοι καλπάζοντες εφθάσαμεν εκεί παρατάξαμε τα πυροβόλα και ένθα συνεκροτήθη πεισματόδης μάχη εις την παράταξιν έδειξαν στόχον του εχθρού και μας έβαλαν πυρομαδών και ετραυμάτισαν πολλούς ίππους και πέντε Ελλάτας, όπου αγρίεψαν τα άλογα και ετράπησαν εις άτακτον φυγήν εις διαφόρους τόπους παρέσυραν δε και τα οχήματα μαζί και τα κατέστειλαν μέσα εις τους λάκκους, αι εχθρικαί οβίδαι εκριγνύοντο πανταχόθεν. Οι τούρκοι αποδεκατιζόμενοι δια των ημετέρων πυροβόλων μας αρνούνται να αφήσωσι την ωραίαν πόλιν των Γιαννιτσών θεωρούντες αυτήν ιεράν και απαντώσι δια σφοδρού πυρός μέχρι το εσπέρας ένθα ατυχώς δια ημάς ήρχισε ραγδαία βροχή και ομίχλη πυκνή και σφοδρός βόριος άνεμος. Η μάχη εξακολούθη μέχρι της 8ης νυκτός, η πείνα και το ψύχος μαστίζει τον στρατόν δεινά πνέοντες κατά των τούρκων υποφέρουσι αγογγύστως, την νύκτα διετάχθημεν και προχωρήσαμεν εμπρός να διαβούμεν τον ποταμόν και πλησιάσαμεν 2.500 μέτρα μετά τον εχθρόν αλλ’ η νύκτα αυτή δριμύτατη βροχή εξακολουθή ο βόριος ισχυρός άνεμος. Καθ’ όλην την νύκτα εβαδίζαμεν χωρίς να βλέπωμεν, σκότος δε και ομίχλη τόσον πυκνά επεκράτει, ημείς δε μετά μεγάλου αγώνος παρατάξαμε τα πολυβόλα ένεκα των πολλών υδάτων της βροχής όπου εβούλιαζαν αγωνίστημεν έως την πρωϊαν ίνα προκαλύψωμεν τα πυροβόλα, η βροχή εξακολούθη αγρία και αλύπητος άνθρωποι και ζώα πάσχουσι εκ της πείνης και του ψύχους, τα άλογα χρεμετίζουσι και τινάζοντα εκ του νερού, οι άνθρωποι φωνάζουσι Παναγία σώσε μας και καθ’ όλην την νύκτα εμείναμεν επί ποδός. 20ην πρωίαν μιας ώρας νύκτα επήραμε τα άλογα και πήγαμε όπισθεν εις χωρίον Βουλγαρικόν 200ον μέτρων , ένθα ηύραμεν σανό διά τα άλογα και εμείναμε και εμείς εντός αχυρώνος, πάντες οι κάτοικοι του χωρίου είχαν φύγει, όλαι αι οικίαι μένουν γεμάτους από καρπούς και ρούχα και παντός είδος υλικών έτι γεμάτες. Ζώα βουβάλια και παντός είδος πτηνά ευρίσκοντο εις αθλίαν κατάστασιν, εγώ δε μετά τινών Ελλατών ήλθομεν εις τινά οικίαν ενός Πασιά όπου εύρομεν τα πάντα έτι αποθήκας με καρπούς αποθ. αλεύρου διαφόρων ειδών, μηχανάς, τυρόν, βούτυρον, ρουχισμόν και πολλά εν τέλει των συνήθων, μόλις δε είδον τα πάντα ορμήσαμεν προς τροφήν ίνα Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 565

κορεύσωμεν την πείνα όπου επήραμεν άλευρον και εφτιάξαμεν άρτον και εσώθημεν καθώς και διά όλην την πυροβολαρχίαν ετιλώσαμεν όλους καλαμπόκι άρτον. Αυτή η πρωία της 20ης έρχεται, η μάχη επαναλαμβάνεται σφοδροτέρα οι τούρκοι αγωνίζονται ανδρείως κατασυντρίβονται πολλοί αλλά πολλοί περισσότεροι Έλληνες ένεκα του μέρους της επιθέσεως όπου ήτον πεδιάς και αυτός είχεν οχύρωμα δυνατόν. Περί την 11ην ώραν π.μ. τρέπονται εις άτακτον φυγήν, η 2α μοιραρχία η οποία ήτο κέντρον μένει προς ανακούφισιν των αγωνιζομένων και καταδιώκουν αι άλλαι Μεραρχίαι. Ετέθημεν δε εις πορείαν την 3ην μ.μ. και διήλθομεν δια μέσου της πόλεως Γιαννιτσών μετά δυσκολίας μεγάλης ένεκα της μεγάλης βροχής και ποταμών και ελών υποφέραμε δεινά , την αυτήν πορείαν όπου λάβαμεν βλέπομεν δεξιά αριστερά του δρόμου μέσα εις την πεδιάδα σωρηδόν τα πτώματα να κοίτωνται Έλληνες ων το πλείστον , πολλούς δε εξ αυτών εφώναζον μάνα μου μανούλα μου, σώστε μας βρε αδέλφια ταύτην την ώραν όπου εστράγγιεψε το αίμα μας όλο, αλλ’ ουδείς εφαίνετο εκ των τραυματιοφόρων ίνα σώση τους ατυχούς άνδρας. Περί τας 3μ.μ. εφθάσαμεν μέσα εις την πόλιν όπου ηύρομεν πολλά πυροβόλα τα είχον εγκαταλείψει και πολλά από αυτά τα είχον χαλάσει αι οβίδες μας καθώς και όλους τους πυροβολητάς , εις διάφορα μέρη της πόλεως είχον πυροβόλα και ταχυβόλα, ετέθη πυρ εις όλην την πόλιν ,πάντες οι κάτοικοι τούρκοι ων είχον φύγει προς Θεσσαλονίκη και επάνω εις τα όρη, άπαντα τα καταστήματα μαγαζιά και εμπορικά έμεναν γεμάτα μεγάλης ποσότητας – πάντα όλα δε έγιναν στάκτη επί δύο ημέρας πολλοί τούρκοι αναρίθμητοι ήσαν εντός της πόλεως νεκροί και τραυματίες καθ’ όλον τον δρόμον όπου επερνούσαμεν. Εφθάσαμεν δε το εσπέρας εις κώμην τινά Πέλλα αλλά η βροχή και το ψύχος εξακολουθεί. 21η . Εμείναμε εκεί ίνα ξεκουραστούμε, ήτο ημέρα Κυριακή όπου μας έκαναν και λειτουργία εις την ύπαιθρον μας έδωσαν δε και κουραμάνα από αραβόσιτον σισίτιον φασόλια και ένα παγούρι κρασί, επορεύσαμεν την πείναν τελείως. 22 α.δ. Εφύγαμεν δια προφυλακτικής οδού εν μέσω λόφων εφθάσμεν το εσπέρας εις χωρίον άγνωστον, εμείναμεν εκεί από 4η μ.μ. μέχρι 12η μεσονύκτιον, δια διαταγής φεύγομεν εκείθεν δια αγρίου βορρά και πάγου προς κατάληψιν θέσεως απέναντι του Αξιού ποταμού όπου ενομίζαμεν θα γίνη μάχη αλλ’ ο εχθρός τους επήρε μέγας φόβος ετράπη εις φυγήν, κόψας μίαν γέφυραν του Αξιού ποταμού τρέχει ολοταχώς εις Θεσσαλονίκην, εμείς μένομεν επί 2 ημέρας εις αυτό το μέρος τρέφοντες διά ορνίθων και προβάτων είχαμεν αρκετά.

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 566

25 ξεκινάμε διέβημεν τον Αξιόν ποταμόν δια της σιδηροδρομικής γραμμής όπου κατασκευάση τα μηχανικά και εν μέσω ελών και βροχής η οποία ήρχισε και πάλιν να πίπτη αλύπητος εφθάσαμεν εις χωρίον Βουλγαρικόν έξωθεν και διανυκτερεύσαμεν αλλ’ η νυξ αυτή κατέστη λυπηρά ένεκα του σφοδρού βορίου ανέμου και της ραγδέας και μεγάλης βροχής όπου έπιπτε. Μη έχοντες μέρος ίνα καταβλιθώμεν εμέναμεν μέσα εις την πεδιάδα και εις καλλιεργημένα κτήματα καθ’ όλην την αυτήν νύκτα επί ποδός χωρίς να κοιμηθώμεν καθόλου δια το δριμύτατο ψύχος και βρεχμένοι από κεφαλής μέχρι ποδών και τα ύδατα ελίμναζον πανταχόθεν ο Θεός μας έσωσε, την αυτήν νύκτα. Θέρμη μεγάλη με περίβαλε υπέφερα έως την πρωΐαν Την πρωϊαν της 26ης Αγ. Δημητρίου εφύγαμεν εκείθεν προς βοράν δια περικυκλώσεων Θεσσαλονίκης, δια αριστερόθεν αυτής βαδίζοντες και δια μακράς και κοπιώδους πορείας ανωφερείας και κατωφερείας εφθάσαμεν το εσπέρας εις άλλο χωρίον Βουλγαρικόν εξαντλημένοι εκ της πείνης και του ψύχους, η βροχή επαναλαμβάνεται πάλιν, εγώ δε την αυτήν ημέραν έμεινα εκ του ζεύγους ηκολούθησα πεζός αστενής ων και εξαντλημένος εκ της πείνης μένον το εσπέρας εις χωρίον Βουλγαρικόν. Σπεύδω με τον Μπινιάρη εκ Σοφικού εις τα οικίας προς τροφήν ήλθομεν εις πολλάς οικίας αλλά λίγα κομμάτια μας έδωσαν συνάμα δε, ηύρομεν και μερικούς Σέρβους ιππείς και τίνας οικίας οι οποίοι υποδεχθέντες καλώς μας έδωσαν άφθονη σισίτιον κρέας και επορεύσαμεν αυτό το εσπέρας την πείνα, διανυκτέρευσις προς αχυργιώνα τινά προσήλθομεν δια βίας μη δυνηθέντες κοιμηθώμεν, μένομεν όρθιοι επειδή είμεθα πολλοί. 27η πρωίαν εξεκινήσαμε διάβημεν τινά ποταμόν μετά δυσκολίας μεγάλης, παρ’ ολίγο να παρασύρη τα οχήματα καθώς και τους ίππους, περνούμεν με τρόμον τον ποταμόν εγώ δε μετά άλλων πολλών μην έχοντες ζώα εισήλθομεν δια μέσου του ποταμού γυμνοί όντες και αναχείρας επιάστημεν ο εις του άλλου και μετά μεγάλον φόβον, παρ’ ολίγον να μας παρασύρη αλλ’ εξήλθομεν. Εκεί δε μας έδωσαν (5) ημερών κρέας βραστό το οποίον το εφάγαμεν με πολλήν όρεξιν χωρίς άρτον, εγώ δε μετά άλλους πολλούς ήλθομεν μετά του ποταμού εις τίνα χωρίον Τουρκικόν εύρομεν πολλάς όρνιθας και χήνας και επήρα πέντε και επορεύθην προς την πυροβολαρχίαν. Εκείθεν δι’ ανωφερούς οδούς και λασπώδους διέβημεν βουνά και ρεύματα τρέχοντες όπως φθάσωμεν εις Μπάλτσα αλλά τα ζώα πάσχουσι εκ της πείνης και αδυνατούν να τραβήξουν, μας κατέλαβε η νυξ και το σκότος και ραγδαία βροχή πίπτει αλύπητος εγώ δε σπεύδω μετά μεγάλων δυνάμεων και έρχομαι δια μέσου ποταμού και λάσπες και βροχής ραγδαίας. Μπάλτσα, η νυξ αυτή κατέστη φοβερωτάτη και ισχυρά μεγάλη ραγδαία βροχή και σκότος επεκράτη καθ’ όλην την νύκτα. Πάντες οι άνδρες βρεχμένοι μέχρι ποδών ο καθείς φροντίζει δια τον εαυτόν του οι αρχηγοί φεύγουν εγκαταλήποντες το οχήματα δια να σωθούν διευθυνόμενοι ο καθένας μόνος του μη δυνηθέντες να περάσουν ένεκα του σκότους ένα τουσμέρνη …. άλλο εκείθε μετά μεγάλης δυσκολίας έφθασαν έξωθεν εις χωρίον Μπάλτα. Και η σωτηρία μας ήτον ταύτην την νύκτα έξωθεν του χωρίου ήσαν πολλές αχυργιώνες και εσώθημεν αλλά τα δυστυχή ζώα έξω μένοντες ταύτην την νύκτα εψόφησαν 50 άλογα. Ο δε Σιαπκαράς μετά του Μακρυγιάννη απομείναντες έξωθεν του χωρίου μίαν ώραν τους ηύρε η νυξ χάνοντες τον δρόμον μη γνωρίζουν που ευρίσκοντο έμειναν εκεί έως την πρωίαν τα άλογά τους εψόφησαν η νυξ κατέστη ψηχρά ανυπόφερτος παρ’ ολίγον δε ο Μακρ. και ο Σιαπκαράς να γελάσουν τον θάνατον. Εμείναμεν δε εκεί εις χωρίον Μπάλτου επί 8 ημέρας τα μεταγωγικά μάχης ένεκα ελλείψει αλόγων. Εξεκουράστημεν και περνώντες καλώς πλουσίως εις πάντα μένομεν μετά του Π. Σιαπκαρά και Κ. Κρότση εις τίνα οικίαν. Περί την 3ην Νοεμβρίου εξεκινήσαμεν δια Θεσσαλονίκην εκεί εμείναμεν επί 8 ημέρας εις αυτό το διάστημα ησθένησαν πολλοί και ένεκα της βρώμας της ατάκτου πόλεως ησθενήσας δε και εγώ μετά μεγάλου πυρετού πνευμονία ελαφρά παρ’ ολίγον να γελάσω τον θάνατον. Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 567

18ην Νοεμβρίου διαταγής αναχώρησα μετά ατμοπλοίου εμπορικού και μετά διήμερον πλουν εφθάσαμεν Πειραιά εγώ δε ήμουν τόσον αδύνατος και εξαντλημένος εκ της ασθενείας δια μεγάλη φουρτούνα της θαλάσσης με έπιασε η θάλασσα εμετούς ημέραν και νύκτα κάτω εις το αμπάρι μαζί με τα άλογα χωρίς να σηκωθώ καθόλου επί 48 ώρας έως τον Πειραιά. Εμείναμεν εκεί 2 ημέρας χωρίς να έλθωμεν εις την πόλιν, αναχωρήσαμεν και ήλθομεν δια του γύρου εκείθεν δια μέσου Καβομαλιάς δια σφοδροτάτης τρικυμίας επροσαράξαμεν εις Γύθειον δια μεγάλης τρικυμίας και εμείνομεν εκεί επί μίαν νύκτα και απεβιβάστημεν εις Πρέβεζαν εγώ δε έμενα νεκρός εντός του πλοίου αποφασιστείς από τους εμετούς μη δυνηθείς ούτε όρθιος να σηκωθώ ούτε το νερό μου να κάμω ούτε και ήθελα να φάγω τίποτις, εξαντλήθην τελείως, αλλ’ η σωτηρία μου ήτον ο Π. Σιαπκαράς με εδιακονούσε. Την 26ην επιβιβάστημεν εις Πρέβεζαν εμείναμεν εκεί επί 2 ημέρας, 28ην αναχωρήσαμε και εφοδιασθέντες από όλα και φθάσαμε το εσπέρας εις χωρίον Καντζιά. 29ην ξεκινήσαμεν δια μέσου Λιμνών και παρά το άκρον του Λούρου ποταμού διαβήκαμεν την Φιλιππιάδα εφθάσαμεν εις χάνι Κρυκλένι Κλεισούρας ,το μέρος πολύ ανώμαλον όρη μεγάλα και πολύ υψηλά στολισμένα με δάση και με φόβον προχωρούμεν από τους αντάρτες όπου ήσαν μέσα εις τα δάση. 1η Δεκεμβρίου εφθάσαμεν εις χάνι Τεφίκ εξετόπισις των τούρκων από τα πέντε πηγάδια και από τα Πιστά τους έδιωξαν δε οι εύζωνοι και τα πεζικά το δε πυροβολικόν μη λαβόντες μέρος ένεκα του ανωμάλου τόπου . 2αν Δεκεμβρίου εφθάσαμεν εις χάνι Εμίν Αγά έμπροστεν των φρουρίων των Ιωαννίνων 5 ώρας απέχον από τα Ιωάννινα οι δε τούρκοι εισήλθον εις τα οχυρά μέρη του Μπιζανίου και μας επερίμεναν. Αρχή πολιορκίας Ιωαννίνων 4η Δεκεμβρίου 1912 Της Αγίας Βαρβάρας εκκλησιάστημεν εις το ύπαιθρον και προσφώνησις Ιεροκήρυξ υπέρ Ελληνικού Στρατού. 5η τρ. Λαβόντες μέρος εις όλην την γραμμήν τα πεζικά τα δε πυροβολικά δεν έλαβον μέρος ένεκα που δεν είχαν μέρος να παραταχθούν, από 5η τρ. έως 10ην του μηνός εμάχοντο τα πεζικά και χωρίς να βοηθούνται παρά του Πυροβολικού, κατεστράφησαν πολλοί εξ αυτών και μη φέροντες καμίαν νίκην κατά του τούρκου και ως εκ τούτου σπάζει η γραμμή μας από το αριστερόν και τρέπονται τα πεζικά εις άτακτον φυγήν και οπισθοχωρήσαμε και τα πυροβολικά επί μίαν ώραν, προς τα οπίσω. Καθ’ όλην την αυτήν νύκτα εμείναμεν επί ποδός την δε πρωίαν αναχωρήσαμεν πάλιν δια εμπρός προς το Εμίν Αγά, ο δε εχθρός μη δυνηθείς να μας καταδιώξη έμεινεν επί του υψηλού όρους Μανολιάσια και δια επιθέσεων απειλών του ημετέρου στρατού μας, την αυτήν νύκτα 12ην ώραν διατάχθημεν και επήγαμε 2 πυροβόλα εις χάνι Φτελιάς πλησίον του εχθρού υποφέροντες του ψύχους και του πάγους, ήταν τόσον δριμύ, την πρωϊαν αρχίζουν τα πυροβόλα μας δια πυκνού πυρός προς το όρος Μανολιάσια όπου υπήρχον οι τούρκοι, αποδεκατίζουν αυτούς εκ του όρους Μανολιάσια. Και ήλθον προς τα οχυρώματα του Μπιζανίου και του Αγ. Νικολάου και τα πέριξ αυτού όρια όπου είχαν τα οχυρώματα, το δε φοβερόν Μπιζάνι με όλας του τας δυνάμεις βάζει ολοταχώς με τα πυροβόλα τοπομαχικά αλλά μη γνωρίζον που υπήρχον τα ημέτερα πυροβόλα κτυπούν εις διαφόρους τόπους χωρίς να παύσουν καθόλου ημέραν και νύκτα έσκαφαν λάκκους εις όλα τα όρη καθώς και εις τους βράχους εκρήγνυντο και πολλούς νεκρούς εύρισκον. Τα δε ημέτερα πυροβόλα μας υποστήριζον το πεζικόν από 6 χιλιάδες μέτρα προς το όρος Μανολιάσια Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 568

μη έχοντος μέρος να πλησιάσουν την ημέρα τα πηγαίναμε εις τα ακριανά του δρόμου και την νύκτα τα πηγαίναμε μιαν ώρα οπίσω προς το χάνι Εμί-Αγά, το αυτό εγένετο επί 15 ημέρας μη πλησιάζοντες ένεκα των τοπομαχικών του εχθρού έως ότου ανεβήβασαν όλα τα πεδινά πυροβόλα μας επάνω εις τα όρη Κανέτας καθώς και 12 τοπομαχικά εις την Σούδαν της Κανέτας τα ετοποθέτησαν. Άπαντα τα πυροβόλα ανέβασαν με σχοινιά και με τας χείρας επάνω εις τα όρη, τότε τα αφήσαμεν διαρκώς έως το τέλος της πολιορκίας των Ιωαννίνων κατά Ιανουάριον ετοποθετήσαμεν όλα τα πυροβόλα επί πολλάς ημέρας προετιμάζοντο διά επίθεσιν. Εγώ δε μετά Π. Σιαπκαρά επήγαμεν εις Πρέβεζαν να γεμίσωμεν τα βλητοφόρα οβίδας απέχον από χάνι Εμίν-Αγά 17 ώρας, υποφέραμεν τα πάντα από βροχή επανήλθομεν την 6ην Ιανουαρίου το εσπέρας μη ευρόντες μέρος να κοιμηθώμεν εμείναμεν επί ποδός όλην την νύκτα . Την επομένην 7ην τρεχ. μηνός ελθούσης 4ης και 6ης μοιραρχίας ήρχισε σφοδροτάτη επιθέσις κατά του φρουρίου, η επίθεσις διαρκεί τρία ημερόνυκτα χωρίς να παύσουν καθόλου, εξετόπισις εκ του δεξιού εκ των χωρίων Κορτότση και Λουζέτση και Μπέραν της αϊτοράχης φθάσαντες τα πεζικά μας πλησίον του Μπιζανίου και εις το μέσον επί του λόφου αυγού και μέχρι σιρματοπλέγματος επί τας πρόποδας Μπιζανίου εμποδισθέντες από τα σίρματα μη έχουν τι να τα κόψουν και έμειναν αμυνόμενοι και δεν ήταν πεπρωμένον το Μπιζάνι ακόμη να κυριευθή διότι ήρχισε να πίπτη βροχή ραγδαία και ο στρατός εμποδίζετο και το πλείστον εκατασυντρίβησαν εκ των τουρκικών οβίδων και μένουν εις τας θέσεις των και αμυνόμενοι βαστούν ανδρείως την γραμμήν ων και εξαντλημένοι και εάν ήσαν εκ της πείνης και του ψύχους στέκουν ανδρείως μέσα εις τα προχώματα νύκτα ημέρα .Το δε αριστερόν μέρος κατά του όρους Τίτσικα και Μανολιάσια δεν κάνει επίθεση μένει εις την θέσιν του. Την 10ην τ.χ. μηνός έπαυσε η επίθεσις και μετά άρχεψαν μικροεπιθέσεις και αψιμαχίες τα πυροβόλα μας θαυματουργούν πολλές φορές κατά του Μπιζανίου και ιδίως την νύκτα εγίνοντο αι επιθέσεις , εκρήγνυντο αι οβίδες και αστραπιαίως από κορυφήν εις κορυφήν των βουνών πανταχόθεν πίπτουν οβίδας. Εις τας 20 τ.χ. μηνός ανεβάσαμε τα πυροβόλα της πυροβολαρχίας επί της υψηλοτέρας κορυφής του όρους Κανέτας απέναντι του Μπιζανίου, επί 10 ημέρες εκουβαλούσαμε οβίδας επί του όμου μας μίαν περίπου ώραν επί ανωφέρους όρους και ήρχισε κατ’ εκείνας τας ημέρας χειμώνας βαρύς χιών άφθονος ήρχισε να καλύπτη τα όρη ψυχρός βόριος άνεμος επί πολλάς ημέρας , πείνα μας μαστίζει φοβερά από μία γαλέτα την ημέραν και μερικές ημέρες καθόλου. Ο χειμών εξακολουθεί το όρος χιονοσκεπάζεται οι άνθρωποι κινδυνεύουν εκ του ψύχους επάνω εις τα όρη μη επιτρέπουν ούτε φωτιά να ανάψουν ούτε να κατέβουν από το βουνό να εύρουν στέγην, αλλά μένουν εις τα ίδια θέλοντες και μη θέλοντες ευρίσκουν κάθε ημέραν νεκρούς μέσα στα αντίσκηνα εκ του ψύχους χιλιάδες κορμάκια έμειναν εις την έρημη Μανολιάσια και αητοράχη από το βόλι και από τα χιόνια και το ψύχος εις αυτόν τον βαρύν χειμώνα. Τα ξακουσμένα Γιάννενα το έρημο Μπιζάνι έκαψε όλον τον κόσμο 10 χιλιάδες ζώα έμειναν για το έρημο Μπιζάνι και τα άλογα του πυροβολικού χιλιάδες ανεμείνανε στο Εμίν-Αγά το χάνι. Άπαν το στράτευμα εφοδιασθέντες από πολεμοφόδια. 30 Ιανουαρίου Διαταγή του Βασιλέως και του Υποστρατήγου να έχουν έκαστον πυροβόλον εφοδιασθή από 2.000 οβίδας και φουσίγγια άφθονα δηλαδή δια την επίθεσιν επί 10 ημέρας εγέμισαν όλα τα βουνά και τα ρεύματα, εμείς μένομεν μέσα εις αντίσκηνα απελπισμένοι μη γνωρίζων ποίον είναι το τέλος βράζομεν τσάι και φασκόμηλον και τρίβομεν και καμμιά γαλέτα και ζεστενόμεθα, τέλος μετά πολλάς ημέρας τα πάντα υποφέραμεν πείνα ανυπόφερτη δεν εύρισκε ούτε να φάη κανείς ούτε να αγοράση τίποτις μόνον χιόνι και δάση βλέπαμε. Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 569

Τέλος με όλας τας κακουχίας ήλθε η 2η Φεβρουαρίου της Παπαντής όπου έγινε η μεγάλη τρικυμία του χειμώνα, μας επλάκωσε το χιόνι έπεσαν τα αντίσκηνα επάνω μας εκ του βάρους και απελπίστημεν, αλλ’ ο θεός ελυπήθη τον κόσμον ειρήνευσε ο καιρός και το έλυωσε το χιόνι . Εις την 6ην Φεβρουαρίου ήλθε διαταγή και κατεβηβάσαμεν τα πυροβόλα μας και της 4ης Πυροβολαρχίας και δύο τοπομαχικά από τα όρη Κανέτας και έμπροστεν του Μπιζανίου προφυλακτικώς εβαδίζαμεν και μετά κόπους λασπώδους οδού μέσα εις τα χωράφια τα επήγαμε πλησίον αητοράχη και πλησίον εις προφυλακάς, αι σφαίρες εσφύριζον πανταχόθεν και εκείθεν αφήνοντες τα πυροβόλα ένεκα το ανώμαλον μέρος και διά βραχιόνων. Τα πεζικά τα επήγαν εις το δεξιόν ανατολικά των Ιωαννίνων 8 ώρας απέχον από Εμίν-Αγά και 4 από Ιωάννινα πλησίον Καστρίτσας εις θέσιν παρά το χωρίον Λουζέτσι, εμείς δε οι ελλάτες επιστρέψαμεν οπίσω δια Εμίν-Αγά και εφθάσαμεν την πρωϊαν εις την 4ην ώραν, υποφέραμεν τα πάντα αυτήν την νύκτα εκ του ψύχους, εμείναμεν 10 ημέρας ακόμη εις Εμίν-Αγά μη έχοντες ανάγκη ελλατών. Ότε την νύκτα της 18ης τρ. ήλθε διαταγή να πάνε τα απομείναντα άλογα πλησίον της πυροβολαρχίας εις χωρίον Λουζέτσι=Λάχενα, η νύξ αυτή κατέστη φοβερά ο βοριάς σφυρίζει η χιών πίπτει ασπλάχνως επί της γης συσσωρεύεται επάνω εις τα αντίσκηνα απειλεί καταστρέφει κρημνίζει τα αντίσκηνα να μας καταπλακώνουν αγρυπνούντες μέχρι πρωϊαν και ημιθανείς ηγέρθημεν και μετά μεγάλης δυσκολίας επισκευάσαμε τα ρούχα μας και επήρα με τα ζεύγη μας και αναχωρήσαμε διά ανωφέρους οδού και δια μέσον Πιστών, άλλως τον δρόμον ένεκα του πάγου και των βράχων πολλά άλογα ετσακίστησαν και εψόφησαν εισήλθομεν εις Πιστά και συναντώμεν την 6ην Μεραρχία .Πάω προς το αριστερόν εκεί δε είχον αφήσει πολλά βλητοφόρα οι Τούρκοι και οχυρώματα δυνατά ένθα μεσημβρινώς κείνται τα πέντε πηγάδια μετά των Πιστών επί ανωμάλου οδού εις υψηλόν όρος και χιονοσκεπούς οδού εφθάσαμεν κακουχιών πολλών εις τας 5 μ.μ. εις χωρίον Κορτότσι ένεκα της κατοφερείας και πάγου τα ζώα πίπτουν και παραπίπτουν αγωνιζόμεθα να τα σηκώσωμε. Το ψύχος είναι πλέον ανυπόφορον ένεκα του χιόνος ο Αθ. Ηλιόπουλος και λοχίας τρέπονται εις τας οικίας διότι τους ηύρε η νύκτα οι ελλάτες διεσκορπίζοντο εις χωρίον Λουζέτσι και Λεζάνα μη γνωρίζων αυτούς, εγώ δε μετά Π. Σιαπκαρά και Θεοδ. Βαρβέρη και Βασιλ. Τράγου και άλλων ελλατών επήγαμε κατά ιδίαν εις άλλο χωρίον Λουζέτσι ονόματι φθάνοντες την νύκτα μετά ψύχους και σκότους μη γνωρίζομεν πούθε να γύρομεν επειδή που μας ηύρε η νύκτα ήλθομεν εις πολλάς οικίας αλλά δεν ηύρομεν ούτε άνθρωπον ούτε σκεπασμένος να ήτον τας είχον κάψει όλες οι τούρκοι, εισήλθαμεν εις μίαν μισοσκεπασμένην και εμείναμεν αλλ’ εκεί μας επισκέφτηκαν ψείρες αναρίθμητες . 19η φεβρουαρίου την πρωϊαν έξαφνα ακούομεν τους Μεγαλ. Πυροβολισμούς του πυροβόλου, άρχεψε η επίθεσις κατά του Μπιζανίου βλέπομεν δε να πανταχόθεν εις τα όρη να εκρηγνύωνται οβίδες εν τω άμα δε μας επισκέφτηκαν μερικές φεύγομεν δε προς φύλαξιν των αλόγων εις χωρίον Καρτότσι και από εκεί αγγαρεία εις χωρίον Πιστά διά τροφή των ανδρών και των ίππων, ώρα η μάχη εξακολουθεί αγρία καθ’ όλα τα πυροβόλα ιδίως η 1η μοίρα πυροβολικό 1η 4η και 9η πυροβολαρχία και 2 βαρέα πυροβόλα αυτά όπου επήγαμε δεξιόθεν του Μπιζανίου και Καστρίτσας αυτά ήφεραν τον πανικόν εις τον Τούρκον διότι τους έβλεπαν τους καταβισμούς, καθ’ όλην την αυτήν ημέρα εμάχετο τα πυροβολικά . 20τρ. Άρχισε σφοδρότερον το πυρ απαντούν όλα τα πυροβόλα ομού τα των οχυρωμάτων παντού οβίδες πίπτουν μία ομοβροντία ηκούγεται όλη την ημέρα

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 570

Την Φεβρουάριος 21ην θα εγίνετο η μεγάλη επίθεσις κατά του Μπιζανίου αλλ’ επαραδόθησαν .Τα πυροβόλα μας δε έβαλον κατά της Καστρίτσας του αυγού Κωστελιό Αγία Παρασκευή και ανατολικά των Ιωαννίνων αιχμαλωτίσαμε άνω των 30 χιλιάδων. Διαταγής φεύγομεν να κατεβάσουμε τα πυροβόλα εις τον κάμπον Ιωαννίνων υποφέρομεν 4 ημέρες έως ότου να φθάσωμεν εις Ιωάννινα ένεκα του ανωμάλου μέρους όπου τα κατεβάσαμεν εις τας 25 φεβρ. εις Ιωάννινα εμείναμεν 5 ημέρας ήλθε διαταγή να πάμε να κατεβάσωμεν και τα τοπομαχικά και επήγαμε μετά κόπους μεγάλους υποφέραμεν τα πάντα έως ότου να τα πάμε εις Ιωάννινα. Εις τας 6 Μαρτίου ήλθε διαταγή και φεύγομεν δια Πρέβεζα πόλις οχυρωμένη με τοίχη δυνατά και με πυροβόλα γύρωθεν όλη η πόλις έχει δε …. χιλιάδας κατοίκους, εκεί δε εμείναμεν επί 20 ημέρας διετάχθη δε Βα Μεραρχία μας να έλθη εις Αθήνα ίνα κηδεύση τον Βασιλέα αλλ’ επειδή ήτον διασκορπιμένη εμείναμεν εις Πρέβεζαν περνώντες καλώς υποφέροντες από γυμνάσια. Δια διαταγής την 27 Μαρτίου φεύγομεν δια Θεσσαλονίκη περνόντες του ιστμού και δια μέσου Πειραιώς χωρίς να πιάση το πλοίο φθάσαμε εις Χαλκίδα μένομεν (4) ημέρας εντός του πλοίου. (5) Απριλίου φθάσαμεν εις Θεσσαλονίκην εκ του πλοίου Ελπίς μένομεν εντός αυτής μέχρι 9 τρ.μ. και εκείθεν αναχωρήσαμεν δια Ασβεστοχώριον (2) ώρας έξωθεν Θεσσαλονίκης ένθα εκάμαμε και το Πάσχα με 12 αμνούς ψητούς και περάσαμε καλά κρασιά μπύρα και διάφορα φρούτα μας έδωσαν επήγαμε δε εις την εκκλησίαν όλοι οι στρατιώτες, με τας σάλπιγκας του Πάσχα ευφράνθημεν από όλα διασκεδάσαμεν με τας ωραίας γυναίκας όπου ήσαν εκεί περνώντες καλώς αλλά τα ξένα είναι άσχημα μένοντες εκεί επί ένα μήνα . 10 Μαΐου διαταγή φεύγομεν του Ασβεστοχωρίου φθάσαμεν επί (3) ώρας εις χωρίον Γκιβέρνα μένομεν εκεί μαζί μετά 7ου Πεζικού και μία μοίρα πυροβολικού περνώντες καλώς σισιτούντες καλώς υποφέρομεν της μεγάλης ζέστης και τα πολλά γυμνάσια μένοντες εκεί ένα μήνα εις την 31 του αυτού μηνός διαταγή φεύγοντες εκ του αυτού μέρους και ήλθομεν εις Ασβεστοχώριον και προσκολλήθημεν εις την 6ην μεραρχίαν και τας (2) Μαΐου (Ιουνίου!) άλλη διαταγή φεύγομεν πάλιν δια Γκιβέζα ήλθομεν προς ενίσχυσιν του πεζικού πλησίον εις τα Βουλγαρικά σύνορα και ετιμαζόμεθα δια τους Βουλγάρους, εμείναμεν εκεί 17 ημέρας περνώντες καλώς εις πάντα. O Παναγιώτης Γεωργίου Ριζόγιαννης γεννήθηκε το 1881 και έζησε στο Στεφάνι Κορινθίας. Απεβίωσε, «γέλασε τον θάνατο» όπως θα έλεγε κι ο ίδιος, σχετικά νέος. περίπου 45 ετών, λόγω της πνευμονίας που απέκτησε από τις κακουχίες στους Βαλκανικούς πολέμους. Τον έλεγαν δε και «Δεσπότη», λόγω της σοφίας του.

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 571

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 572

Βιβλιογραφία Τσοκόπουλος Γεώργιος, «Από τα πεδία των μαχών», Εκδόσεις «ΕΣΙΑΣ», Αθήνα 1913 Τσοκόπουλος Γεώργιος, «Ιστορία του Ελληνοτουρκικού Πολέμου 1912-1913», Εκδόσεις «Ατλαντίς», Νέα Υόρκη 1913 Hutchinson Thomas Setzer, «An American Soldier under the Greek Flag at Bezanie», Εκδόσεις «Greek-American Pub. Co.», Nashville, Tenn., 1913 Φαλτάιτς Κ., «Τα ανέκδοτα του Ναυάρχου Κουντουριώτου», Καταστήματα Ακροπόλεως, Αθήνα 1913 Κτεναβέας Στράτος, «Ο Ελληνοτουρκικός πόλεμος. Μακεδονική εκστρατεία», Αθήνα 1914 Ζαδέ Λουκία, «Όταν ήμουν στον πόλεμο», Εκδόσεις «Γ. Φέξη», Αθήνα 1914 Περίδης Αρίστος, «Στα κανόνια μας», Εκδόσεις «Α. Δαμιανού», Κάιρον 1914 Βρυζάκης Πέτρος Ε., «ΠΟΛΕΜΙΚΕΣ ΕΙΚΟΝΕΣ 1912-1913», Εκδόσεις «ΗΛΙΟΦΟΡΟΣ», 1914 Κτεναβέας Στράτος, «Ο Ελληνοτουρκικός Πόλεμος - Μακεδονική Εκστρατεία», Εκδόσεις «Γ.Δ. Φεξέ», Αθήνα 1914 Κτεναβέας Στράτος, «Ο Ελληνοτουρκικός Πόλεμος - Ηπειρωτική Εκστρατεία», Εκδόσεις «Γ.Δ. Φεξέ», Αθήνα 1914 Gould Schurman Jacob, «The Balkan Wars, 1912-13», Εκδόσεις «Oxford University Press», Λονδίνο 1914 Τριγονίδης Αθανάσιος, «Η μάχη της Νικοπόλεως και η Άλωσις της Πρεβέζης», Εκδόσεις «Γ. Φέξη», Αθήνα 1914 Πράις Κρώφορντ, «Βαλκανικοί αγώνες – Απομνημονεύματα – Αναποκρίσεις - Ρεπορτάζ», εκδόσεις «Εκάτη» (Α’ έκδοση 1915) Οικονομόπουλος Ηλίας, «Ιστορία του Βαλκανοτουρκικού Πολέμου» (σε δύο τόμους), Εκδόσεις Αναγνωστοπούλου & Πετράκου, Αθήνα 1929 Οικονομόπουλος Ηλίας, «Ανέκδοτα των δύο μας πολέμων: Κατά Τούρκων - Κατά Βουλγάρων», Εκδόσεις «Αναγνωστοπούλου & Πετράκου», Αθήνα 1929 Τρίχα Λύντια, «Ημερολόγια και Γράμματα από το Μέτωπο, Βαλκανικοί Πόλεμοι 1912-1913», Εκδόσεις «ΕΛΙΑ», Αθήνα 1932 Γ.Ε.Σ., «Ο Ελληνικός στρατός κατά τους Βαλκανικούς πολέμους 1912-1913», Αθήνα 1932 Παρασκευόπουλος Λεωνίδας, «Αναμνήσεις 1896-1920», Αθήνα 1934 Δούσμανης Βίκτωρ, «ΑΠΟΜΝΗΜΟΝΕΥΜΑΤΑ - Ιστορικαί σελίδες τας οποίας έζησα», Εκδόσεις «Πέτρου Δημητράκου Α. Ε.», Αθήνα 1946 Πάγκαλος Θεόδωρος, «Τα απομνημονεύματά μου 1897-1947», Εκδόσεις «Αλφειός», Αθήνα 1950 Μελάς Σπύρος, «Οι πόλεμοι 1912-1913», Εκδόσεις «Μπίρη», Αθήνα 1958 Κορδάτος Γιάννης, «Ιστορία της Νεώτερης Ελλάδας», Εκδόσεις «20ός αιώνας», Αθήνα 1960 Κοσμάς Γεώργιος «ΕΛΛΗΝΙΚΟΙ ΠΟΛΕΜΟΙ Βαλκανικοί – Ελληνοϊταλικός – Συμμοριτοπόλεμος», Εκδόσεις «ΕΛΛΗΝΙΚΟΝ ΦΩΣ», Αθήνα 1967 Γκιων Χρ. Ι.- Θηραίος Στ. Γ., «Η Ελλάς εις τους Βαλκανικούς Πολέμους 1912-1913, Εκδόσεις «Κέκρωψ», Αθήνα 1970 Μεζεβίρη Γρηγορίου, «Τέσσαρες δεκαετίες εις την Υπηρεσίαν του Β. Ναυτικού», Αθήνα 1971 Μελάς Σπύρος, «Η Επανάσταση του 1909», Εκδόσεις «Μπίρη», Αθήνα 1972 Αποστολίδης Πέτρος, «Όσα θυμάμαι 1900-1969», Εκδόσεις «Κέδρος», Αθήνα 1981 Κουζινόπουλος Σπύρος, «Το μεγάλο άλμα: Η απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης», Εκδόσεις «Καστανιώτη», Αθήνα 1997

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 573

Παρασκευόπουλος Λεωνίδας, «Βαλκανικοί Πόλεμοι (1912-1913, (επιστολές στην σύζυγο του Κούλα),» εκδόσεις «Καστανιώτης», Αθήνα 1998 Γρηγοριάδης Σόλων, «Οι Βαλκανικοί Πόλεμοι 1912-1913», Περιοδικό «Στρατιωτική Ιστορία», τ.20, Απρίλιος 1998 Βελλιανίτης Θεόδωρος, Κλαδάς Νικόλαος, Μοσχόπουλος Νικηφόρος, Κυριακόπουλος Ηλίας «Βαλκανικοί πόλεμοι 1912-1913», Εκδόσεις «Κέδρος», Αθήνα 2000 Christmas Walter, «King George of Greece», Εκδόσεις «Adamant Media Corporation», Λονδίνο 2001 Δεμέστιχας Παναγιώτης, «Αναμνήσεις …», Εκδόσεις «Πελασγός», Αθήνα 2002 Νικόλτσιος Βασίλειος, Γούναρης Βασίλης, «Από το Σαραντάπορο στη Θεσσαλονίκη (Η ελληνοτουρκική αναμέτρηση του 1912 μέσα από τις αναμνήσεις του Στρατηγού Χασάν Ταχσίν Πασά», Εκδόσεις «Gallery Collectors», Θεσσαλονίκη 2002 Συντόμορος Γαβριήλ, «Σαραντάπορο - Κιλκίς - Λαχανάς οι πρώτες μας νίκες», εκδόσεις «Ζήτρος», Αθήνα 2002 Γερολυμάτος Ανδρέας, «The Balkan Wars», Εκδόσεις «Basic Books», Νέα Υόρκη 2002 Σπανδωνής Γιάννης, «Πανόραμα του Πολέμου 1912-12», Εκδόσεις «ΠΑΤΑΚΗΣ», Αθήνα 2002 Τόπης Αστέριος, «Βαλκανικοί πόλεμοι 1912-1913: Αφιέρωμα για τα 90 χρόνια από τους Βαλκανικούς πολέμους», Έκδοση ΓΕΣ, Αθήνα 2002 Erickson Edward J., «Defeat in Detail: The Ottoman Army in the Balkans», 1912–1913», Εκδόσεις «Praeger», Westport 2003 ΓΕΣ/ΔΙΣ, «Η Ιστορία της οργάνωσης του Ελληνικού Στρατού (1821-1954)», Έκδοση ΔΙΣ, Αθήνα 2005 ον Κοσσιώρης Χρήστος, «Το 9 Σύνταγμα Πεζικού», Εκδόσεις «Ήλεκτρον», Αθήνα 2006 Μαζάουερ Μαρκ, «Θεσσαλονίκη, η πόλη των φαντασμάτων», Εκδόσεις «Αλεξάνδρεια», Αθήνα 2006 Καράβης Στυλιανός – Περικλής, «Η Δημοσιονομική πολιτική της Κυβέρνησης Γ. Θεοτόκη και η πολεμική προπαρασκευή της Ελλάδας», Πρωτεύουσα Μεταπτυχιακή Εργασία, Α.Π.Θ., Θεσσαλονίκη 2007 Παπαφλωράτος Ιωάννης, «Μεραρχίες Πεζικού», Περιοδικό «Πολεμικές Σελίδες», Εκδόσεις «Αμυντική Γραμμή», τεύχη 19 (9/2008) και 20 (01/2009) Αναστασόπουλος Βασίλειος, «Α’ Βαλκανικός Πόλεμος», Μονογραφίες του Περιοδικού «Στρατιωτική Ιστορία» (Νο 52), Εκδόσεις «Περισκόπιο», Αθήνα 2009 Συντόμορος Γαβριήλ, «Η μάχη στην Πόρτα Σερβίων και τα μετέπειτα (10-10-1912), Περιοδικό «Τολμών», τ. 32, 2009 Κωνσταντίνου Γ., «Η Ιστορία των Στρατιωτικών Νοσοκομείων στην Ελλάδα», Διδακτορική Διατριβή, Α.Π.Θ., Θεσσαλονίκη 2009 National Geographic, «1912-1913, η μεγάλη εξόρμηση», Εκδόσεις «National Geographic Ελλάδα ΔΟΛ», Αθήνα 2010 Αλεξανδρής Κωνσταντίνος, «Ο κατά θάλασσαν πόλεμος 1912-1913», Έκδοση ΓΕΝ/ΥΙΝ 2010 Καργάκος Σαράντος, «Η ΕΛΛΑΣ ΚΑΤΑ ΤΟΥΣ ΒΑΛΚΑΝΙΚΟΥΣ ΠΟΛΕΜΟΥΣ (1912-13). Εκδόσεις «ΠΕΡΙΤΕΧΝΩΝ», 2011 Στεφανοπούλου Αλεξάνδρα, «Κωνσταντίνος – Πάολα: 100 ερωτικές επιστολές», Εκδόσεις «Λιβάνης», Αθήνα 2011 Αναστασόπουλος Βασίλειος, «ΜΠΙΖΑΝΙ 1912-13 Ο αγώνας για την απελευθέρωση των Ιωαννίνων» (σειρά «Μεγάλες μάχες» του περιοδικού «Στρατιωτική Ιστορία», Νο 47), Εκδόσεις «ΓΝΩΜΩΝ Εκδοτική», Αθήνα 2012

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 574

Διαδικτυακοί τόποι Εθνική Βιβλιοθήκη της Ελλάδος / ψηφιακό αρχείο εφημερίδων http://www.nlg.gr/digitalnewspapers/ns/main.html (Πρόσβαση σε αρχείο εφημερίδων εποχής «Εμπρός», «Σκριπ», «Μακεδονία») Βουλή των Ελλήνων http://www.parliament.gr/1912/ (Εξαιρετικός διαδικτυακός τόπος αφιερωμένος στην «Ελλάδα των Βαλκανικών Πολέμων 19121913»)

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 575

Βίντεο για τον Α’ Βαλκανικό Πόλεμο Από την εκπληκτική σειρά «Εμείς οι Έλληνες» http://www.remusicas.org/videos/1912-1913-;VxNpS0CVnAg.html http://www.remusicas.org/videos/39-kiko-oemo-1912-1913-meo-1-;vMTvkn-v5m0.html http://www.remusicas.org/videos/39-kiko-oemo-1912-1913-meo-2-;UbIdbHBedRo.html http://www.remusicas.org/videos/39-kiko-oemo-1912-1913-meo-3-;PWxD1yyjbck.html http://www.remusicas.org/videos/39-kiko-oemo-1912-1913-meo-4-;B0-2fvLBBTI.html http://www.remusicas.org/videos/39-kiko-oemo-1912-1913-meo-5-;IsD4syZMziE.html http://www.remusicas.org/videos/ee-t-eok-;uTMqrRri4tY.html http://www.remusicas.org/videos/eoik-1912-;sXATwrwgaDk.html Η παραγωγή Αρχείων ΕΡΤ 1983 «Πανόραμα του Αιώνα» (με πρωτότυπο υλικό από τις μάχες) http://www.greek-movies.com/shows.php?s=514 (ειδικότερα, τα επεισόδια 5,6 και 7) http://www.ert-archives.gr/V3/public/main/page-assetview.aspx?tid=624&tsz=0&act=mMainView http://www.ert-archives.gr/V3/public/main/page-assetview.aspx?tid=623&tsz=0&act=mMainView http://www.ert-archives.gr/V3/public/main/pageassetview.aspx?tid=7768&tsz=0&act=mMainView Από το National Geographic http://www.remusicas.org/videos/1912-13-o-iimo-t-e-15-;t6i-1nxoVHU.html http://www.remusicas.org/videos/1912-13-o-iimo-t-e-25-;BHbxbADp0O0.html http://www.remusicas.org/videos/1912-13-o-iimo-t-e-35-;rpdQ7yhmP-g.html http://www.remusicas.org/videos/1912-13-o-iimo-t-e-45-;bUKpW9phwO8.html http://www.remusicas.org/videos/1912-13-o-iimo-t-e-45-;bUKpW9phwO8.html http://www.youtube.com/watch?feature=player_embedded&v=t6i-1nxoVHU#! http://www.youtube.com/watch?v=BHbxbADp0O0&feature=relmfu http://www.youtube.com/watch?v=rpdQ7yhmP-g&feature=relmfu http://www.youtube.com/watch?v=bUKpW9phwO8&feature=relmfu http://www.youtube.com/watch?v=qsY5iYZoeWU&feature=relmfu Για τον Αβέρωφ (παραγωγή ΕΤ1) http://vimeo.com/41519281 Επιχειρήσεις στην Ήπειρο http://www.youtube.com/watch?v=ZTr-U_UhwOY&feature=related

Φ. Σαραντόπουλος

«Εμπρός δια της λόγχης» Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)

Σελίδα 576

More Documents from "Fotis Sarantopoulos"

Everard & Morris
January 2021 12