H-tapeinosh-philip-roth.pdf

  • Uploaded by: targyreas
  • 0
  • 0
  • February 2021
  • PDF

This document was uploaded by user and they confirmed that they have the permission to share it. If you are author or own the copyright of this book, please report to us by using this DMCA report form. Report DMCA


Overview

Download & View H-tapeinosh-philip-roth.pdf as PDF for free.

More details

  • Words: 31,736
  • Pages: 84
Loading documents preview...
•VHi-....

«5U-6 1\ £) -γ.

Σύμβουλος μετάφρασης των βιβλίων του Φίλιπ Ροθ στα ελληνικά Jane Assimakopoulos

Η ταπείνωση

Αυτό το έργο είναι προϊόν μυθοπλασίας. Ονόματα, χαρακτήρες και γεγονότα είναι δημιούργημα της φαντασίας του συγγραφέα. Η τεχνική διδασκαλίας που αποδίδεται στον Βίνσεντ Ντάνιελς στη σελίδα 41 είναι δανεισμένη από το How to Stop Acting του Harold Cuskin (Faber and Faber, 2003).

Φιλιπ Ροθ

Η ταπείνωση Μετάφραση - Σ η μ ε ι ώ σ ε ι ς : σχεδιασμός έκδοσης: Robert Overholtzer

Κατερίνα Σχινά

σχεδιασμός εξωφύλλου: Milton Glaser διόρθωση: Αντώνης Αλεξάνδρου συντονισμός έκδοσης: Μαρία Τσουμαχίδου σελιδοποίηση: εκδόσεις ΠΟΛΙΣ τυπώθηκε τον Μάιο του 2010 (5.000 αντίτυπα)

Philip Roth: The Humbling Copyright © 2009, Philip Roth All rights reserved ) 2010, για την ελληνική γλώσσα, εκδόσεις ΠΟΛΙΣ Αιόλου 33, los 5 1 Αθήνα τηλ.: 2103643382, fax: 2103636501 e-mail: infoispolis-ed.gr ISBN: 978-960-435-271-5

ι

Β ί Κ Ε Λ Α Ϊ „ Δ Η Μ Ο Τ Ι Κ Η ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ Αριθμός "βιβλίου εισαγωγής

εκδόσεις

IgjkjL• HOAIL

S

Στον διάφανο άνεμο1

ΕΙΧΕ ΧΑΣΕΙ ΤΗ ΔΥΝΑΜΗ ΝΑ ΣΑΓΗΝΕΥΕΙ. Η ορμή του είχε ξοδευτεί. Ποτέ δεν είχε αποτύχει στο θέατρο, ό,τι είχε κάνει ήταν ρωμαλέο και πετυχημένο, ξαφνι­ κά όμως είχε συμβεί κάτι τρομερό: δεν μπορούσε να παίξει. Μόλις ανέβαινε στη σκηνή τον κυρίευε αγω­ νία. Ενώ παλιά ήταν βέβαιος ότι θα είναι καταπληκτι­ κός, τώρα ήξερε ότι θα αποτύχει. Είχε συμβεί τρεις φορές στη σειρά και, μετά την τελευταία, κανένας πια δεν ενδιαφερόταν, κανένας δεν ερχόταν να τον δει. Δεν μπορούσε να συγκινήσει το κοινό. Το ταλέ­ ντο του είχε σβήσει. Βέβαια, όποιος διέθετε κάποτε ένα τέτοιο χάρι­ σμα, πάντα θα ξεχωρίζει από τους άλλους. Πάντα θα είμαι διαφορετικός από τους άλλους, έλεγε ο Άξλερ στον εαυτό του, επειδή είμαι αυτός που είμαι. Το κου­ βαλάω μέσα μου - πάντα θα το θυμάται το κοινό.

ΙΟ

11

Όμως η παλιά του ακτινοβολία, όλοι του οι μανιερι­

τρόπους καθήλωνε άλλοτε το κοινό του! Και τώρα

σμοί, οι εκκεντρικότητες και οι προσωπικές ιδιομορ­

έτρεμε κάθε παράσταση, και την έτρεμε απ' το πρωί

φίες που είχαν λειτουργήσει στον Φάλσταφ, τον Πέερ

ώς το βράδυ. Όλη τη μέρα βασάνιζαν το μυαλό του

Γκιντ και τον Βάνια -ό,τι είχε χαρίσει στον Σάιμον

σκέψεις που ποτέ στο παρελθόν δεν τον απασχολού­

Άξλερ τη φήμη του τελευταίου από τους μεγάλους

σαν πριν ανέβει στη σκηνή: δεν θα τα καταφέρω, δεν

κλασικούς ηθοποιούς της αμερικανικής σκηνής- δεν

είμαι ικανός να τα βγάλω πέρα, παίζω ρόλους που

λειτουργούσε πια για κανέναν ρόλο. Όσα είχαν συντε­

δεν μου ταιριάζουν, είμαι υπερβολικός, είμαι ψεύτι­

λέσει στο να γίνει αυτό που ήταν, τώρα δούλευαν ενα­

κος, δεν ξέρω ούτε πώς να προφέρω την πρώτη ατά­

ντίον του, κάνοντας τον να δείχνει σχεδόν ανισόρρο­

κα . Και στο μεταξύ προσπαθούσε να γεμίσει τις ώρες

πος. Είχε απόλυτη συνείδηση κάθε στιγμής που βρι­

του με ένα σωρό αναγκαίες, υποτίθεται, προετοιμα­

σκόταν στο σανίδι, και μάλιστα με τον χειρότερο δυ­

σίες: πρέπει να ξαναπεράσω αυτό τον μονόλογο,

νατό τρόπο. Στο παρελθόν, όταν έπαιζε δεν σκεφτό­

πρέπει να ξεκουραστώ, πρέπει να κάνω γυμναστική,

ταν τίποτα. Ό,τι έκανε καλά, το έκανε ενστικτωδώς.

πρέπει να ξαναπεράσω εκείνο τον μονόλογο• κι όταν

Τώρα σκεφτόταν το κάθε τι, και κάθε τι αυθόρμητο

πια έφτανε στο θέατρο, ένιωθε εξαντλημένος, έντρο­

και ζωντανό είχε πεθάνει: προσπαθώντας να το ελέγ­

μος που θα έβγαινε στη σκηνή. Άκουγε την πρώτη

ξει με τη σκέψη το κατέστρεφε. Τι να γίνει, έλεγε ο

του ατάκα να πλησιάζει, ερχόταν πιο κοντά, όλο και

Άξλερ στον εαυτό του, περνάω μια κακή περίοδο. Μο­

πιο κοντά, και ήξερε πως ήταν ανίκανος να την αρ­

λονότι είχε ήδη φτάσει τα εξήντα, ίσως το πρόβλημα

θρώσει. Περίμενε να νιώσει ελεύθερος αρχίζοντας,

να ξεπερνιόταν όσο παρέμενε ο εαυτός του. Δεν ήταν

να έρθει η στιγμή που θα ήταν αληθινός, περίμενε να

ο πρώτος έμπειρος ηθοποιός που του συνέβαινε κάτι

ξεχάσει ποιος ήταν και να γίνει το πρόσωπο που υπο­

τέτοιο. Πολλοί το πάθαιναν. Τα έχω ξαναπεράσει αυ­

δυόταν, κι αντί γι' αυτό, στεκόταν εκεί, εντελώς

τά, σκεφτόταν, θα βρω λοιπόν κάποια λύση. Δεν ξέρω

άδειος, και το παίξιμο του έδειχνε άνθρωπο που τα

πώς θα τα καταφέρω αυτήν τη φορά, αλλά θα βρω τον

έχει χαμένα. Δεν είχε τίποτα να δώσει και αυτό δεν

τρόπο - θα περάσει.

κρυβόταν• δεν είχε ούτε άνεση, ούτε αυτοέλεγχο. Η

Δεν πέρασε. Δεν μπορούσε να παίξει. Με πόσους

ηθοποιία, από νύχτα σε νύχτα, είχε καταντήσει μια

12 εναγώνια προσπάθεια να μην αποκαλυφθεί η αδυνα­ μία του. Όλα είχαν αρχίσει από τότε που του πρωτομίλησαν. Τριών, το πολύ τεσσάρων ετών, ήταν ήδη μαγεμένος από το γεγονός ότι μιλούσε και του μιλούσαν. Από την αρχή ένιωθε ότι έπαιζε σε θεατρικό έργο. Μπορούσε να δείχνει ένταση όταν άκουγε σιωπηλός, να συγκεντρώ­ νεται με την ευκολία που κατώτεροι ηθοποιοί έπαιζαν με υπερβολικό τρόπο. Την ίδια ικανότητα είχε και εκτός σκηνής, ιδίως στα νιάτα του, με γυναίκες που δεν συ­ νειδητοποιούσαν ότι είχαν ιστορία ώς τη στιγμή που ο Άξλερ τους αποκάλυπτε ότι είχαν τη δική τους ιστορία, τη δική τους φωνή κι ένα στυλ που δεν ανήκε σε καμιά άλλη. Γίνονταν ηθοποιοί με τον Άξλερ, γίνονταν οι ηρω­ ίδες της ζωής τους της ίδιας. Ελάχιστοι θεατρικοί ηθο­ ποιοί μπορούσαν να μιλάνε και να τους μιλούν με τον τρόπο που το πετύχαινε εκείνος• όμως τώρα πια δεν κα­ τάφερνε ούτε το ένα ούτε το άλλο. Ο ήχος, που άλλοτε τον ένιωθε να εισχωρεί στ' αυτιά του, τώρα σαν να δια­ χεόταν• κάθε λέξη που πρόφερε φαινόταν να παίζεται αντί να μιλιέται. Το θεμέλιο της ηθοποιίας του ήταν ό,τι άκουγε, η ανταπόκριση του σ' αυτό που άκουγε βρισκό­ ταν στον πυρήνα της υποκριτικής του• αλλά μη μπορώ­ ντας να αφουγκραστεί, μη μπορώντας να ακούσει, έβγαινε εντελώς άοπλος στη σκηνή.

Ι

13 Του πρότειναν να παίξει τον Πρόσπερο και τον Μάκβεθ στο «Κένεντι Σέντερ» -δύσκολο να φανταστεί κα­ νείς περισσότερο φιλόδοξο διπλό πρόγραμμα- και απέτυχε οικτρά και στους δύο ρόλους, ιδιαίτερα, όμως, ως Μάκβεθ. Δεν κατάφερε να αποδώσει στον χαμηλής έντασης Σαίξπηρ, δεν κατάφερε να αποδώ­ σει ούτε στον υψηλής έντασης Σαίξπηρ• κι όμως, όλη τούτη ζωή Σαίξπηρ έπαιζε. Ο Μάκβεθ του ήταν γελοί­ ος, αποφάνθηκαν όσοι τον είδαν και πολλοί που δεν τον είδαν. «Όχι, δεν χρειάζεται καν να είναι παρό­ ντες», είχε πει, «για να σε λοιδορήσουν». Πολλοί ηθο­ ποιοί θα είχαν καταφύγει στο ποτό για να τα βγάλουν πέρα• ένα παλιό ανέκδοτο μιλούσε για έναν ηθοποιό που πάντοτε έπινε πριν εμφανιστεί επί σκηνής κι όταν του υποδείκνυαν «Δεν πρέπει να πίνεις», εκείνος απαντούσε «Τι, κα ι να βγω εκε ί έξω μόνος μου;» Ό μως ο Άξλερ δεν έπινε και αντί να το ρίξει στο ποτό κατέρ­ ρευσε. Ο νευρικός κλονισμός του ήταν κολοσσιαίος. Το χειρότερο ήταν ότι παρατηρούσε συνειδητά την κατάρρευση του, όπως ακριβώς και την ηθοποιία του. Η οδύνη του ήταν βασανιστική• ωστόσο αμφέ­ βαλλε αν ήταν γνήσια, πράγμα που την έκανε ακόμα βαθύτερη. Δεν ήξερε τι θα του φέρει η επόμενη στιγ­ μή, ένιωθε το μυαλό του να διαλύεται, τον τρομοκρα­ τούσε το ενδεχόμενο να μείνει μόνος, δεν μπορούσε

14

15

να κοιμηθεί πάνω από δυο-τρεις ώρες τη νύχτα, σπά­

τερα εκφραστικό, με θεληματικό πηγούνι, βλοσυρά

νια έτρωγε, σκεφτόταν κάθε μέρα να αυτοκτονήσει

σκούρα μάτια, εντυπωσιακά μεγάλο στόμα που το

με το τουφέκι στη σοφίτα -μια επαναληπτική καρα­

παραμόρφωνε κατά βούληση, και μια χαμηλή επιτα­

μπίνα Ρέμινγκτον 870 που φύλαγε στην απομονωμέ­

κτική φωνή που πήγαζε από κάπου βαθιά και πάντα

νη αγροικία για αυτοάμυνα-, κι όμως, αυτή η κατά­

μετέφερε έναν απόηχο γρυλισμού, ένας άντρας ανα­

σταση του φαινόταν θέατρο, και μάλιστα κακό θέα­

ντίρρητα μεγάλης κλίμακας που φαινόταν ικανός να

τρο. Όταν παίζεις τον ρόλο ενός ανθρώπου που κα­

αντιπαρατεθεί στα πάντα και να ανταποκριθεί άνετα

ταρρέει, απαιτείται οργάνωση και τάξη• όταν παρα­

σε οποιονδήποτε ανδρικό ρόλο, η ενσάρκωση της

τηρείς τον εαυτό σου να καταρρέει, όταν παίζεις τον

απεριόριστης αντοχής, μια παρουσία που έμοιαζε να

ρόλο της ίδιας σου της διάλυσης, είναι κάτι διαφορε­

έχει αφομοιώσει τον εγωισμό ενός αξιόπιστου γίγα­

τικό, κάτι πνιγμένο στον φόβο και τον τρόμο.

ντα - να παίζει έναν ασήμαντο κακομοίρη! Ούρλιαζε

Δεν μπορούσε να πείσει τον εαυτό του ότι ήταν

όταν ξυπνούσε τις νύχτες και διαπίστωνε ότι ο εαυτός

τρελός περισσότερο απ' όσο μπορούσε να πείσει τον

του ήταν ακόμη παγιδευμένος στον ρόλο ενός ανθρώ­

εαυτό του, ή οποιονδήποτε άλλον, ότι ήταν ο Πρό-

που στερημένου από τον ίδιο του τον εαυτό και από

σπερο ή ο Μάκβεθ. Και ως τρελός ακόμα, ήταν ψεύτι­

τη θέση του στον κόσμο, ενός μισητού ανθρώπου που

κος. Ο μόνος ρόλος που του ταίριαζε ήταν ο ρόλος

δεν ήταν παρά η σύνοψη των μειονεκτημάτων του. Τα

ενός ανθρώπου που παίζει έναν ρόλο. Ένας πνευμα­

πρωινά κρυβόταν στο κρεβάτι επί ώρες, όμως, αντί

τικά υγιής που υποδύεται έναν πνευματικά διατα­

να κρύβεται από τον ρόλο, απλώς τον έπαιζε. Κι όταν

ραγμένο. Ένας ισορροπημένος που υποδύεται έναν

τελικά σηκωνόταν, το μόνο που μπορούσε να σκεφτεί

διαλυμένο. Ένας αυτοκυριαρχημένος που υποδύεται

ήταν η αυτοκτονία και μάλιστα η απομίμηση της.

έναν άνθρωπο εκτός ελέγχου. Ένας άνδρας με απτά

Ένας άντρας που ήθελε να ζήσει και υποδυόταν έναν

επιτεύγματα, καταξιωμένος στο θέατρο - ένας μεγα­

άντρα που ήθελε να πεθάνει.

λόσωμος, γεροδεμένος ηθοποιός, ένα μέτρο κι ενενη-

Στο μεταξύ, τα πιο διάσημα λόγια του Πρόσπερο

νταπέντε ύψος, με μεγάλο φαλακρό κεφάλι και με

δεν τον άφηναν σε ησυχία, ίσως γιατί τα είχε τόσο

δυνατό, τριχωτό κορμί πυγμάχου, με πρόσωπο ιδιαί­

πρόσφατα κατακρεουργήσει.

Επαναλαμβάνονταν

ι6

17

τόσο συχνά στο κεφάλι του ώστε σύντομα κατάντη­

ρια άρχισε να πανικοβάλλεται. Δεν τον είχε ξαναδεί

σαν ένα συνονθύλευμα από βασανιστικούς ήχους χω­

να παραιτείται έτσι, ούτε όταν πριν από οκτώ χρόνια

ρίς νόημα, που δεν αντιστοιχούσαν σε καμιά πραγμα­

οι ηλικιωμένοι του γονείς είχαν σκοτωθεί σε αυτοκι­

τικότητα κι όμως κουβαλούσαν τη δύναμη μιας μαγι­

νητικό δυστύχημα, ενώ οδηγούσε ο πατέρας του. Τό­

κής επωδής, γεμάτης σημασία για τον ίδιο. «Τα γλε-

τε είχε θρηνήσει και είχε προχωρήσει. Πάντοτε προ­

ντοκόπια μας τέλειωσαν πια. Οι θεατρίνοι μας ετού­

χωρούσε. Είχε πάρει βαριά τον θάνατο τους, όμως το

τοι/ όπως σας είχα προμαντέψει, πνεύματα ήταν

παίξιμο του δεν αστόχησε ούτε μια φορά. Κι όποτε η

όλοι/ κι έλιωσαν, γίναν άνεμος, διάφανος άνεμος» .

Βικτώρια κινδύνευε να καταρρεύσει, εκείνος ήταν

Δεν ήταν σε θέση να κάνει τίποτα για να διαλύσει αυ­

που τη στήριζε και τη βοηθούσε να συνέλθει. Τη βά­

τό τον «διάφανο άνεμο», τις έξι συλλαβές που επανα­

ραιναν το μόνιμο δράμα της εξάρτησης του άσωτου

λαμβάνονταν χαοτικά ενώ κειτόταν ανίσχυρος στο

γιου της από τα ναρκωτικά, η διαρκής οδύνη για τα

2

κρεβάτι του τα πρωινά και μετέφεραν το μήνυμα μιας

επερχόμενα γηρατειά και το τέλος της καριέρας της.

σκοτεινής καταδίκης, ακόμη κι όταν γίνονταν ολοένα

Η απογοήτευση ήταν βαθιά, όμως εκείνος ήταν πά­

και πιο ακατανόητες. Ολόκληρη η περίπλοκη προσω­

ντα παρών κι έτσι η Βικτώρια κατάφερνε ν' αντέξει.

πικότητα του βρισκόταν απολύτως στο έλεος του

Αχ, και να ήταν πλάι της, τώρα που ο άντρας στον

«διάφανου ανέμου».

οπο,ίο στηριζόταν είχε χαθεί! Τη δεκαετία του '50, η Βικτώρια Πάουερς υπήρξε η νεότερη ευνοούμενη του Μπαλανσίν. Και ξαφνικά,

Η ΒΙΚΤΟΡΙΑ, η γυναίκα του Άξλερ, δεν άντεχε πια να

τραυμάτισε το γόνατο της, έκανε εγχείρηση, ξαναχό-

τον φροντίζει• τώρα πια, χρειαζόταν φροντίδα η ίδια.

ρεψε, το ξανατραυμάτισε, έκανε άλλη μια εγχείρηση,

Έβαζε τα κλάματα κάθε φορά που τον έβλεπε στο

και ενώ συνερχόταν για δεύτερη φορά, κάποια άλλη

τραπέζι της κουζίνας, με το κεφάλι ανάμεσα στα χέ­

έγινε η νεότερη ευνοούμενη του Μπαλανσίν. Ποτέ δεν

ρια του, ανήμπορο να φάει το φαγητό που του είχε

ανέκτησε τη θέση της. Ύστερα ήρθε ένας γάμος, ένας

ετοιμάσει. «Δοκίμασε κάτι», τον ικέτευε• όμως εκεί­

γιος, το διαζύγιο, ένας δεύτερος γάμος, ένα δεύτερο

νος ούτε έτρωγε ούτε έλεγε τίποτα. Σύντομα η Βικτώ-

διαζύγιο, ώσπου συνάντησε και ερωτεύτηκε τον Σάι-

18

19

μον Άξλερ. Είκοσι χρόνια νωρίτερα, την εποχή που ο

ΞΑΦΝΙΚΑ ο Άξλερ βρέθηκε μόνος στο σπίτι στην εξο­

Άξλερ είχε μόλις τελειώσει το πανεπιστήμιο και είχε

χή, τρομοκρατημένος στην προοπτική της αυτοκτο­

έρθει στη Νέα Υόρκη για να κάνει καριέρα στη νεοϋορ-

νίας. Τώρα δεν υπήρχε τίποτα να τον σταματήσει. Τώ­

κέζικη σκηνή, συνήθιζε να πηγαίνει στο «Σίτι Σέντερ»

ρα θα μπορούσε να διαπράξει ό,τι ήξερε πως δεν θα

για να τη βλέπει να χορεύει, όχι επειδή αγαπούσε το

κατάφερνε όσο εκείνη βρισκόταν ακόμα εκεί: να ανέ­

μπαλέτο, αλλά επειδή ήταν νέος και ευάλωτος στην

βει τα σκαλιά της σοφίτας, να γεμίσει την καραμπίνα,

ικανότητα της να του ξυπνάει τη λαγνεία, εμπνέοντος

να βάλει την κάννη στο στόμα του και να τεντώσει το

του ταυτόχρονα τα τρυφερότερα αισθήματα: παρέ­

μακρύ του χέρι για να τραβήξει τη σκανδάλη. Η καρα­

μεινε για χρόνια στη μνήμη του ως η κατ' εξοχήν εν­

μπίνα ως υποκατάστατο της συζύγου. Όμως, μόλις

σάρκωση του ερωτικού πάθους. Όταν συναντήθηκαν,

έφυγε η Βικτώρια, όχι μόνο δεν το επιχείρησε αμέσως

σαραντάρηδες πια, στα τέλη της δεκαετίας του '70,

-ούτε καν πάτησε το πόδι του στη σκάλα που οδηγού­

είχε περάσει πολύς καιρός από την τελευταία φορά

σε στη σοφίτα- αλλά, αντίθετα, τηλεφώνησε στον για­

που της είχαν προτείνει να συμμετάσχει σε κάποιο

τρό του και του ζήτησε να φροντίσει να εισαχθεί σε μια

θίασο• κι όμως, εκείνη έβρισκε το κουράγιο να πηγαί­

ψυχιατρική κλινική, την ίδια κιόλας μέρα. Ούτε δέκα

νει καινά ασκείται καθημερινά στο πλησιέστερο στού­

λεπτά δεν πέρασαν, και ο γιατρός τού βρήκε μια θέση

ντιο χορού. Έκανε ό,τι μπορούσε για να διατηρηθεί λε­

στο Χάμερτον, ένα μικρό νοσοκομείο με καλή φήμη,

πτή και να φαίνεται νέα, αλλά είχε φτάσει πια στο ση­

σε απόοτασχ] λίγων ωρών προς βορρά.

μείο που η θλίψη της ήταν μεγαλύτερη από την ικανό­ τητα της να την τιθασεύει μέσω της τέχνης.

Έμεινε εκεί είκοσι έξι μέρες. Αφού του πήραν συνέ­ ντευξη, αφού τακτοποίησε τα πράγματα του, αφού

Μετά την πανωλεθρία στο «Κένεντι Σέντερ» και τον

μια νοσοκόμα τον απάλλαξε από τα «αιχμηρά αντικεί­

αναπάντεχο νευρικό κλονισμό του Άξλερ, η Βικτώρια

μενα» του και τα τιμαλφή του μεταφέρθηκαν στη

κατέρρευσε και κατέφυγε στην Καλιφόρνια για να εί­

γραμματεία για να φυλαχθούν σε ασφαλές μέρος,

ναι κοντά στον γιο της.

αφού έμεινε μόνος στο δωμάτιο που του είχαν παραχω­ ρήσει, κάθισε στο κρεβάτι και θυμήθηκε τον έναν μετά τον άλλον όλους τους ρόλους που είχε παίξει με απόλυ-

20

21

τη σιγουριά από τότε που είχε γίνει επαγγελματίας, λί­

τον ρώτησε αν όντως αυτό που του είχε συμβεί ήταν

γο μετά τα είκοσι του χρόνια - λοιπόν τι είχε καταστρέ­

αναίτιο• στις εβδομαδιαίες συναντήσεις τους του ζή­

ψει την αυτοπεποίθηση του; Τι έκανε κλεισμένος ο'

τησε να αναλογιστεί προσεκτικά τις συνθήκες της ζω­

ένα δωμάτιο νοσοκομείου; Μια αυτογελοιοποίηση,

ής του που είχαν προηγηθεί αυτής της αιφνίδιας εκ­

ανύπαρκτη ως τότε, είχε ξαφνικά αναδυθεί, μια αυτο­

δήλωσης μιας κατάστασης την οποία ο γιατρός χαρα­

γελοιοποίηση χωρίς αιτία, ο ίδιος ήταν η γελοιοποίηση

κτήρισε ως «οικουμενικό εφιάλτη». Μ' αυτό εννοού­

του εαυτού του, αλλά πώς είχε καταλήξει εκεί; Μήπως

σε ότι η συμφορά του ηθοποιού στο θέατρο -το να

έφταιγε απλώς το πέρασμα του χρόνου και η συνακό­

βγαίνει στη σκηνή καινά διαπιστώνει ότι είναι ανίκα­

λουθη παρακμή και κατάρρευση; Μήπως ήταν σύ­

νος να παίξει και ο συγκλονισμός που προκαλεί αυτή

μπτωμα των γηρατειών; Η εμφάνιση του ήταν ακόμα

η αδυναμία- ήταν το περιεχόμενο των ταραγμένων

εντυπωσιακή. Οι επιδιώξεις του ως ηθοποιού δεν είχαν

ονείρων, με πρωταγωνιστή τον εαυτό τους, που έβλε­

μεταβληθεί• ούτε και η επίμοχθη μέθοδος που ακολου­

παν πολλοί, και μάλιστα άνθρωποι που, σε αντίθεση

θούσε για να προετοιμάσει τους ρόλους του. Δεν υπήρ­

με τον Σάιμον Άξλερ, δεν ήταν επαγγελματίες ηθο­

χε κανένας πιο επιμελής, μελετηρός, σοβαρός, κανέ­

ποιοί. Το να βγαίνεις στη σκηνή καινά μη μπορείς να

νας που να καλλιεργούσε περισσότερο το ταλέντο του ή

παίξεις ήταν ένα από τα όνειρα που κάποια στιγμή

να προσαρμοζόταν καλύτερα στις μεταβαλλόμενες

αφηγούνταν σχεδόν όλοι οι ασθενείς. Αυτό, όπως και

συνθήκες μιας θεατρικής καριέρας που είχε διαρκέσει

το να περπατάς γυμνός σε έναν πολυσύχναστο δρόμο

τόσες δεκαετίες. Ήταν ολότελα ανεξήγητο το πώς είχε

της πόλης, το να δίνεις κάποιες κρίσιμες εξετάσεις

πάψει τόσο απότομα να είναι ο ηθοποιός που υπήρξε -

εντελώς απροετοίμαστος, το να πέφτεις από έναν

λες και τον είχαν απογυμνώσει από το βάρος και την

γκρεμό, το να ανακαλύπτεις στην εθνική οδό ότι τα

ουσία της επαγγελματικής του υπόστασης μέσα σε μια

φρένα σου δεν δουλεύουν. Ο δρ Φαρ ζήτησε από τον

νύχτα, ενώ κοιμόταν. Η ικανότητα να απευθύνεται και

Άξλερ να του μιλήσει για τον γάμο του, για τον θάνατο

να του απευθύνονται πάνω στη σκηνή - αυτό ήταν το

των γονιών του, για τις σχέσεις του με τον ναρκομανή

θέμα, αυτή η ικανότητα είχε χαθεί.

θετό του γιο, για την παιδική του ηλικία, για την εφη­

Ο ψυχίατρος που τον παρακολουθούσε, ο δρ Φαρ,

•manraara

βεία του, για το ξεκίνημα του στο θέατρο, για μια με-

22

23

γαλύτερη αδελφή που είχε πεθάνει από ερυθηματώδη

από φρίκη ώσπου να ξημερώσει, κοιμήθηκε χωρίς δια­

λύκο στα είκοσι της χρόνια. Ο γιατρός ήθελε να του

κοπή ώς τις οκτώ το πρωί. Ήταν τόσο αργά για τα δεδο­

περιγράψει με συγκεκριμένες λεπτομέρειες τις εβδο­

μένα του νοσοκομείου, που χρειάστηκε να έρθει μια

μάδες και τους μήνες που είχαν προηγηθεί της εμφά­

νοσοκόμα για να τον ξυπνήσει, ώστε να είναι παρών

νισης του στο «Κένεντι Σέντερ» και να μάθει αν θυμό­

μαζί με τους άλλους ασθενείς στο πρόγευμα των επτά

ταν να έχει συμβεί εκείνη την περίοδο κάτι ασυνήθι­

και σαρανταπέντε στην τραπεζαρία και στη συνέχεια

στο, σημαντικό ή ασήμαντο. Ο Άξλερ προσπάθησε πο­

να αρχίσει τη μέρα του, η οποία περιλάμβανε ομαδική

λύ να είναι ειλικρινής ώστε να αποκαλύψει τις γενεσι­

θεραπεία, εικαστική θεραπεία, μια συμβουλευτική

ουργές αιτίες της κατάρρευσης του, ελπίζοντας ότι

συνάντηση με τον δρα Φαρ και μια συνεδρία με τη φυ­

έτσι θα ανακτούσε τις δυνάμεις του. Όμως, απ' ό,τι

σιοθεραπεύτρια , που έβαζε τα δυνατά της για να θερα­

καταλάβαινε, καμιά αιτία ικανή να προκαλέσει τον

πεύσει τον χρόνιο πόνο στη σπονδυλική του στήλη. Κά­

«οικουμενικό εφιάλτη» δεν αναδυόταν από όσα έλεγε

θε ώρα της μέρας ήταν γεμάτη με δραστηριότητες και

καθισμένος απέναντι στον συμπαθητικό, προσεκτικό

συναντήσεις, με σκοπό να αποτρέπονται οι ασθενείς

ψυχίατρο. Κι αυτό καθιστούσε την κατάσταση του

από το να αποσύρονται στα δωμάτια τους και να μέ­

ακόμα μεγαλύτερο εφιάλτη. Παρ' όλα αυτά μιλούσε

νουν ξαπλωμένοι στα κρεβάτια τους, μέσα στην κατά­

στον γιατρό, κάθε φορά που τον έβλεπε. Γιατί όχι;

θλιψη και τη δυστυχία ή ακόμη να κάθονται με τον ένα

Όταν φτάνει κανείς σ' αυτό το στάδιο της δυστυχίας,

και τον άλλο, όπως έκαναν άλλωστε αρκετοί κάθε από­

είναι πρόθυμος να δοκιμάσει τα πάντα προκειμένου

γευμα, και να σχολιάζουν τους τρόπους με τους οποί­

να εξηγήσει τι του συμβαίνει, ακόμα και αν γνωρίζει

ους είχαν προσπαθήσει να αυτοκτονήσουν.

πως όλα είναι μάταια, πως τίποτα δεν μπορεί να εξη­

Αρκετές φορές είχε καθίσει σε μια γωνιά του

γηθεί, και πως η μια λανθασμένη ερμηνεία διαδέχεται

εντευκτηρίου με μια μικρή παρέα παραλίγο αυτοχεί-

την άλλη.

ρων ασθενών, ακούγοντας τους να ανακαλούν τη ζέση

Είχε περάσει περίπου είκοσι μέρες στο νοσοκομείο,

με την οποία είχαν σχεδιάσει να πεθάνουν και να μεμ­

όταν ήρθε μια νύχτα που αντί να ξυπνήσει στις δύο ή

ψιμοιρούν που απέτυχαν. Όλοι τους παρέμεναν βυθι­

στις τρεις και να μείνει άγρυπνος, πλημμυρισμένος

σμένοι στο μεγαλείο της αυτοκτονίας τους και βίωναν

24

25

σαν ατίμωση το ότι είχαν επιβιώσει. Όλους τους μά­

πλαίσιο μέσα στο οποίο θα την εντάξουν για να την κα­

γευε το γεγονός ότι ένας άνθρωπος μπορούσε στ' αλή­

τανοήσουν. Μερικοί την αντιμετωπίζουν ως εκδήλωση

θεια να φτάσει ώς εκεί, ότι μπορούσε να εξουσιάσει

δειλίας. Άλλοι τη θεωρούν επονείδιστη, έγκλημα ενα­

τον ίδιο του τον θάνατο, ήταν το προσφιλές τους θέμα -

ντίον των επιζώντων. Μια άλλη σχολή σκέψης τη βρί­

όπως τα αγόρια συζητάνε για τον αθλητισμό. Μερικοί

σκει ηρωική, θαρραλέα ενέργεια. Ύστερα υπάρχουν

υποστήριζαν πως, όταν προσπάθησαν να αυτοκτονή­

και οι καθαρολόγοι. Το ερώτημα γι' αυτούς είναι: ήταν

σουν, ένιωσαν να τους κατακλύζει κάτι παρόμοιο με

δικαιολογημένη, τα αίτια ήταν επαρκή; Η κλινική θεώ­

την έξαψη που κυριεύει έναν ψυχοπαθή την ώρα που

ρηση, που ούτε καταγγέλλει ούτε εξιδανικεύει, ανήκει

σκοτώνει. Μια νεαρή γυναίκα είπε «Δίνεις την εντύπω­

στον ψυχολόγο, ο οποίος επιχειρεί να περιγράψει την

ση, και στον εαυτό σου και στους γύρω σου, ότι έχεις

πνευματική κατάσταση του αυτόχειρα, να εντοπίσει

παραλύσει, ότι είσαι τελείως ανίσχυρος - κι όμως είσαι

σε ποια πνευματική κατάσταση βρισκόταν όταν έκανε

σε θέση να πάρεις την απόφαση να φέρεις σε πέρας την

την απόπειρα». Μιλούσε ασταμάτητα στον ίδιο τόνο

πιο δύσκολη πράξη που υπάρχει. Είναι αναζωογονητι­

λίγο ώς πολύ κάθε βράδυ, λες και δεν ήταν ένας ακόμα

κό. Είναι μεθυστικό. Είναι ευφορικό». «Ναι», είπε κά­

ασθενής που αγωνιούσε όπως οι υπόλοιποι, αλλά ένας

ποιος άλλος, «υπάρχει μια ζοφερή ευφορία σ' αυτήν

φιλοξενούμενος ομιλητής που είχε προσκληθεί για να

την πράξη. Όλη σου η ζωή διαλύεται, δεν υπάρχει πυ­

αποσαφηνίσει το ζήτημα που τους στοιχειώνε μέρα-

ρήνας, και η αυτοκτονία είναι το μόνο πράγμα που

νύχτα. Ένα βράδυ, μίλησε και ο Άξλερ - για να δώσει

μπορείς να ελέγξεις». Ένας ηλικιωμένος, συνταξιού­

παράσταση, όπως συνειδητοποίησε, στο μεγαλύτερο

χος δάσκαλος που είχε προσπαθήσει να κρεμαστεί στο

ακροατήριο που είχε μπροστά του από τότε που είχε

γκαράζ του, τους έκανε μια διάλεξη για τους τρόπους

σταματήσει να παίζει. «Η αυτοκτονία είναι ο ρόλος

με τους οποίους οι «απέξω» σκέφτονται την αυτοκτο­

που γράφεις για σένα τον ίδιο», τους είπε. «Μπαίνεις

νία. «Ένα μόνο πράγμα επιδιώκει όποιος βρίσκεται

στο πετσί του και τον υποδύεσαι. Όλα προσεκτικά

μπροστά σε μια αυτοκτονία: να την εξηγήσει. Να την

σκηνοθετημένα - πού θα σε βρουν και πώς θα σε

εξηγήσει και να την κρίνει. Είναι τόσο αποτρόπαιη για

βρουν». Και μετά πρόσθεσε, «Μόνο που έχεις μόνο

όσους μένουν πίσω, ώστε χρειάζονται ένα θεωρητικό

μια παράσταση».

1

26

27

Στην κουβέντα τους, κάθε τι προσωπικό αποκαλυ­

που εξακολουθούσε να τον φοβίζει, καθώς πλησίαζε

πτόταν αβίαστα, χωρίς ντροπή• η αυτοκτονία παρου­

η μέρα του εξιτηρίου, ήταν το γεγονός ότι τίποτα από

σιαζόταν σαν ένας μεγαλειώδης στόχος και η ζωή σαν

όσα του είχαν συμβεί δεν φαινόταν να συνδέεται με

μισητή συνθήκη. Ανάμεσα στους ασθενείς που συνά­

κάτι άλλο. Όπως είχε πει στον δρα Φαρ -και στη συνέ­

ντησε υπήρχαν μερικοί που τον αναγνώρισαν αμέσως

χεια είχε πεισθεί και ο ίδιος, αφού πρώτα προσπάθη­

χάρη στις λίγες του ταινίες, αλλά ήταν πολύ βυθισμέ­

σε με όλες του τις δυνάμεις να εντοπίσει μια αιτία,

νοι στην εσωτερική τους διαπάλη ώστε να τον προσέ­

στη διάρκεια των συνεδριών τους- είχε χάσει τη μα­

ξουν περισσότερο από οποιονδήποτε άλλον πέρα από

γεία της υποκριτικής του χωρίς να υπάρχει κανένας

τον εαυτό τους. Από την άλλη πλευρά, το προσωπικό

σοβαρός λόγος• το ίδιο αυθαίρετα, βέβαια, είχε αρχί­

ήταν πολύ απασχολημένο ώστε να δώσει ιδιαίτερη

σει να εξασθενεί και η επιθυμία να τερματίσει τη ζωή

προσοχή στην θεατρική του φήμη. Στο νοσοκομείο

του, τουλάχιστον προς το παρόν. «Δεν υπάρχει σοβα­

ήταν μη αναγνωρίσιμος, όχι μόνο από τους άλλους,

ρός λόγος για οτιδήποτε συμβαίνει», είπε στον γιατρό

μα και από τον ίδιο του τον εαυτό.

αργότερα, την ίδια μέρα. «Χάνεις, κερδίζεις - όλα εί­

Από τη στιγμή που είχε ανακαλύψει και πάλι το

ναι ένα καπρίτσιο της τύχης. Η παντοδυναμία του

θαύμα του νυχτερινού ύπνου και έπρεπε να τον ξυ­

καπρίτσιου. Η πιθανότητα της ανατροπής. Ναι, η

πνάει η νοσοκόμα για το πρόγευμα, άρχισε να νιώθει

απρόβλεπτη ανατροπή και η εξουσία της».

ότι ο τρόμος υποχωρούσε. Του είχαν δώσει ένα φάρ­

Περί τα τέλη της παραμονής του στην κλινική απέ­

μακο για την κατάθλιψη που δεν το ανέχθηκε ο οργα­

κτησε μια φίλη, η οποία, κάθε βράδυ που έτρωγαν μα­

νισμός του• μετά ένα δεύτερο, και τελικά ένα τρίτο

ζί, του επαναλάμβανε την ιστορία της. Την είχε πρω-

που δεν του προκαλούσε ανυπόφορες παρενέργειες.

τοσυναντήσει στην εικαστική θεραπεία και μετά κάθι­

Όμως, δυσκολευόταν να πιστέψει ότι του έκανε

σαν ο ένας απέναντι στον άλλον σε ένα τραπέζι για

όντως καλό. Δεν μπορούσε να πεισθεί ότι η βελτίωση

δύο στην τραπεζαρία, φλυαρώντας σαν ένα ζευγάρι

του είχε οποιαδήποτε σχέση με χάπια ή με ψυχιατρι­

σε ραντεβού ή -με δεδομένο ότι τους χώριζαν τριάντα

κές συνεδρίες ή με την ομαδική ή την εικαστική θερα­

χρόνια- σαν πατέρας και κόρη, αν και το θέμα ήταν η

πεία: όλα τα θεωρούσε ασκήσεις χωρίς νόημα. Αυτό

απόπειρα αυτοκτονίας της. Το πρωί που συναντήθη-



28

2g

καν, λίγες μόλις μέρες μετά την άφιξη της, στην αί­

στην αίθουσα αναμονής και προετοιμάζονταν να

θουσα των εικαστικών βρίσκονταν μόνο οι δυο τους

θρηνήσουν για τη γυναίκα, τον άντρα, το παιδί, το

και η θεραπεύτρια, η οποία τους είχε μοιράσει κόλες

αφεντικό, τη μητέρα, τον πατέρα, τον εραστή, την

χαρτί και χρωματιστά μολύβια, λες και ήταν παιδιά

ερωμένη - όποιος κι αν ήταν αυτός που δεν ήθελαν να

του νηπιαγωγείου, και τους είχε πει να ζωγραφίσουν

ξαναδούν ποτέ στη ζωή τους, ή που θα ήταν πρόθυμοι

ό,τι ήθελαν. Προκειμένου να ικανοποιήσουν τη θερα­

να ξαναδούν με την προϋπόθεση ότι ο γιατρός θα

πεύτρια, δούλεψαν σιωπηλά για δεκαπέντε λεπτά και

ήταν παρών και δεν θα υπήρχαν ούτε ουρλιαχτά ούτε

στη συνέχεια, πάλι για χάρη τηςθεραπεύτριας, άκου­

βία ούτε απειλές, ή που είχαν επιθυμήσει τρομερά

σαν προσεκτικά τα αισθήματα που είχε προκαλέσει

και δεν μπορούσαν να ζήσουν χωρίς αυτόν και θα

στον έναν η ζωγραφιά του άλλου. Εκείνη είχε σχεδιά­

έκαναν τα πάντα για να τον ξανακερδίσουν. Όλοι

σει ένα σπίτι κι έναν κήπο κι αυτός την εικόνα του εαυ­

τους περίμεναν τη σειρά τους για να καταγγείλουν

τού του ενώ ζωγράφιζε κάτι, «την εικόνα», είπε στη

έναν γονιό, να κακολογήσουν έναν αδελφό, να μειώ­

θεραπεύτρια, όταν τον ρώτησε τι είχε φτιάξει, «ενός

σουν έναν σύντροφο, να δικαιολογήσουν, να καυτη­

ανθρώπου που έχει καταρρεύσει και έχει εγκλειστεί σε

ριάσουν, ή να οικτίρουν τον εαυτό τους. Ένας-δυο

μια ψυχιατρική κλινική και πηγαίνει στην εικαστική

που μπορούσαν ακόμη να συγκεντρωθούν, ή να πα­

θεραπεία και η θεραπεύτρια του ζητάει να φτιάξει μια

ραστήσουν ότι συγκεντρώνονται, ή να πασχίσουν να

ζωγραφιά». «Κι αν έπρεπε να δώσεις στη ζωγραφιά

συγκεντρωθούν σε κάτι πέρα από τη δυστυχία τους,

σου έναν τίτλο, Σάιμον, ποιος θα ήταν αυτός;» «Εύκο­

ξεφύλλιζαν κάποιο τεύχος του Time ή του Sports

λο. "Τι στο διάολο κάνω εδώ πέρα;"»

Illustrated, ή έπαιρναν την τοπική εφημερίδα και προ­

Οι άλλοι πέντε ασθενείς που είχαν προγραμματι­ στεί για την εικαστική θεραπεία βρίσκονταν στα κρε­ βάτια τους, ανίκανοι για οτιδήποτε άλλο εκτός από το να είναι ξαπλωμένοι και να κλαίνε, ή, σαν να επρό­ κειτο για επείγον περιστατικό, είχαν ορμήσει χωρίς ραντεβού στα γραφεία των γιατρών τους, κάθονταν

wmmmmmmmmm^m

σπαθούσαν να λύσουν το σταυρόλεξο. Όλοι οι άλλοι κάθονταν εκεί καταθλιπτικά σιωπηλοί, σε εσωτερική υπερένταση, προβάροντας κατά μόνας -στο λεξιλό­ γιο της λαϊκής ψυχολογίας ή της περιθωριακής αι­ σχρολογίας, της χριστιανικής οδύνης ή της παρανοϊ­ κής παθολογίας- τα πανάρχαια θέματα της δραματι-



31

κής λογοτεχνίας: αιμομιξία, προδοσία, αδικία, σκλη­

κάποτε τον είχε κάνει να δημιουργήσει έναν τόσο γνή­

ρότητα, εκδίκηση, ζήλεια, ανταγωνισμός, επιθυμία,

σιο Οθέλλο. Κι έτσι, ναι, αν υπήρχε ακόμη κάποια ελπί­

απώλεια, ατίμωση και πένθος.

δα για κείνην να βουλιάξει ολοσχερώς, ίσως η μόνη της

Ήταν μια μικροκαμωμένη μελαχρινή με χλωμή επι­ δερμίδα, εύθραυστη σαν φιλάσθενο κοριτσόπουλο, που

ευκαιρία ήταν να ερωτοτροπήσει μαζί του. Τουλάχιστον αυτό σκέφτηκε ο Άξλερ στην αρχή.

δεν έδειχνε ούτε τα μισά της χρόνια. Το όνομα της ήταν

«Έζησα για πολύ καιρό συνετά κι οργανωμένα»,

Σίμπιλ Βαν Μπιούριν. Ο ηθοποιός έβλεπε ότι το τρια-

του είπε η Σίμπιλ, ενώ έτρωγαν το πρώτο βράδυ. «Η

νταπεντάχρονο σώμα της όχι μόνο αρνιόταν να είναι δυ­

άξια νοικοκυρά που φροντίζει τον κήπο, που ράβει,

νατό αλλά ένιωθε τρόμο ακόμα και στην ιδέα της δύνα­

που μπορεί να επιδιορθώσει τα πάντα και ταυτόχρονα

μης. Κι όμως, παρ' όλη της την ευθραυστότητα, του εί­

να παραθέσει λαμπρά δείπνα. Η ήσυχη, σταθερή, πι­

πε καθώς βάδιζαν στο δρομάκι από την αίθουσα εικα­

στή συμβία του πλούσιου και ισχυρού άντρα, με την

στικής θεραπείας προς το κυρίως κτίριο: «Θα φάμε μα­

απόλυτη, ολόκαρδη, παλιομοδίτικη αφοσίωση της

ζί το βράδυ, Σάιμον;» Εκπληκτικό. Υπήρχε ακόμη ένα

στην ανατροφή των παιδιών. Η συνηθισμένη ύπαρξη

ίχνος επιθυμίας μέσα της που δεν είχε καταπνιγεί. Ή

μιας ασήμαντης θνητής. Λοιπόν, βγήκα να ψωνίσω -

ίσως είχε ζητήσει να μείνει κοντά του με την ελπίδα ότι

τι πιο πεζό; Υπάρχει έστω και ένας άνθρωπος στον κό­

με λίγη τύχη θα άναβε ανάμεσα τους κάποια σπίθα που

σμο που να θεωρεί παρακινδυνευμένο το να πάει για

θα ολοκλήρωνε το στραπατσάρισμά της. Ο Άξλερ διέθε­

ψώνια; Άφησα την κόρη μου να παίζει στην πίσω αυλή

τε αρκετό εκτόπισμα γι' αυτήν τη δουλειά, μια φάλαι­

και το αγοράκι μου να κοιμάται στην κούνια του στον

να, θαρρείς, απέναντι στον μικρό σωρό από συντρίμμια

πάνω όροφο και τον πλούσιο και ισχυρό δεύτερο σύζυ­

που ήταν εκείνη. Ακόμα κι εδώ -όπου, χωρίς τη στήριξη

γο μου να παρακολουθεί ένα τουρνουά γκολφ στην τη­

της φαρμακολογίας, καμιά επίδειξη σταθερότητας,

λεόραση. Έκανα στροφή και γύρισα σπίτι, επειδή

και πολύ περισσότερο παλικαρισμού, δεν ήταν σε θέση

όταν έφτασα στο σούπερ-μάρκετ ανακάλυψα ότι είχα

να καταστείλει για πολύ τον ανεμοστρόβιλο του τρόμου

ξεχάσει το πορτοφόλι μου. Το μικρό κοιμόταν ακόμα.

που μαινόταν μέσα του- δεν είχε χάσει την ανέμελη,

Και στο σαλόνι ο αγώνας γκολφ συνεχιζόταν, αλλά η

υπεροπτική περπατησια του ανησυχητικού άντρα που

οκτάχρονη κορούλα μου, η μικρή μου Άλισον, καθό-

Ι^ΒΜΜ

32

33

ταν στον καναπέ χωρίς το κυλοτάκι της και ο πλούσιος

ραζάλη μου, αποσβολωμένη, γέμισα δύο καρότσια. Θα

και ισχυρός δεύτερος σύζυγος μου ήταν γονατισμένος

μπορούσα να 'χα γεμίσει άλλα δύο, άλλα τέσσερα, ακό­

στο πάτωμα, με το κεφάλι του ανάμεσα στα παχουλά

μα κι άλλα έξι, αν ο υπεύθυνος δεν με έβλεπε να πλα­

της μπουτάκια».

ντάζω στο κλάμα και δεν ερχόταν να με ρωτήσει αν

«Τι έκανε εκεί;»

ήμουν καλά. Με πήγε σπίτι με το αυτοκίνητο του. Άφη­

«Ό ,τι κάνουν εκεί οι άντρες».

σα το αυτοκίνητο μας εκεί, στο πάρκινγκ, και με έφε­

Ο Άξλερ την κοίταζε που έκλαιγε, χωρίς να μιλάει.

ραν ξένοι στο σπίτι. Δεν μπορούσα ν' ανέβω τα σκαλιά.

«Είδες το καλλιτέχνημα μου», του είπε τελικά. «Ο

Χρειάστηκε να με κουβαλήσουν στο κρεβάτι. Κι έμεινα

ήλιος λάμπει πάνω από ένα όμορφο σπιτάκι και ο κήπος

εκεί τέσσερις μέρες, ανήμπορη να μιλήσω ή να φάω,

είναι ολάνθιστος. Με κατάλαβες. Όλοι με καταλαβαί­

μετά βίας καταφέρνοντας να συρθώ στο μπάνιο. Το πα­

νουν. Σκέφτομαι πάντα τα πράγματα από τη θετική

ραμύθι ήταν ότι είχα γυρίσει με πυρετό και ο γιατρός εί­

τους πλευρά. Το θεωρώ προτιμότερο- το ίδιο και οι άλλοι

χε διατάξει να μείνω στο κρεβάτι. Ο πλούσιος και ισχυ­

γύρω μου. Σηκώθηκε από εκεί που είχε γονατίσει, εντε­

ρός δεύτερος σύζυγος μου δεν θα μπορούσε να είναι πιο

λώς ατάραχος, και μου είπε ότι η μικρή παραπονιόταν

στοργικός. Η μικρή πολυαγαπημένη μου Άλισον μου

ότι είχε φαγούρα και δεν σταματούσε να ξύνεται κι έτσι

έφερε ένα βάζο με λουλούδια που είχε κόψει από τον

εκείνος, πριν κάνει καμιά ζημιά στον εαυτό της, της εί­

κήπο. Δεν κατάφερα να τη ρωτήσω, δεν βρήκα το κου­

χε ρίξει μια ματιά για να δει αν ήταν όλα εντάξει. Και

ράγιο να της πω "Ποιος σου έβγαλε το κυλοτάκι; Τι θέ­

ήταν, με διαβεβαίωσε. Δεν είχε δει τίποτα, ούτε σπυρά­

λεις να μου πεις; Αν στ' αλήθεια είχες φαγούρα θα μπο­

κι, ούτε πληγή, ούτε κοκκινίλα... Ήταν μια χαρά.

ρούσες να περιμένεις ώσπου να έρθω από τα ψώνια να

"Ωραία", είπα. "Ήρθα να πάρω το πορτοφόλι μου". Κι

μου δείξεις, έτσι δεν είναι; Όμως, αγάπη μου... αν δεν

αντί να πάω να πάρω το κυνηγετικό του όπλο απ' το

είχες φαγούρα... αγάπη μου, αν υπάρχει κάτι που δεν

υπόγειο και να τον γεμίσω με σφαίρες, βρήκα το πορτο­

μου λες επειδή φοβάσαι...;" Όμως εγώ ήμουν εκείνη

φόλι μου στην κουζίνα, είπα "Και πάλι γεια σε όλους"

που φοβόταν. Δεν μπορούσα να της μιλήσω. Την τέταρ­

και πήγα στο σούπερ-μάρκετ, λες και αυτό που είχα δει

τη μέρα είχα πια πείσει τον εαυτό μου ότι όλα ήταν προϊ­

ήταν ένα καθημερινό, φυσιολογικό συμβάν. Στην πα-

όν της φαντασίας μου• αλλά δυο βδομάδες αργότερα,

34 ενώ η Άλισον ήταν στο σχολείο, εκείνος στη δουλειά και

35 «Καταλαβαίνω γιατί σε διέλυσε έτσι».

ο μικρός κοιμόταν, έβγαλα το κρασί και τα βάλιουμ και

«Είναι διαβολικό. Χρειάζομαι κάποιον», του εμπι­

την πλαστική σακούλα των σκουπιδιών. Όμως δεν μπό­

στεύτηκε μ' έναν ψίθυρο, «για να σκοτώσει αυτό τον

ρεσα να αντέξω τον πνιγμό. Πανικοβλήθηκα. Είχα κα­

διαβολικό άνθρωπο».

ταπιεί τα χάπια με το κρασί, αλλά θυμάμαι ότι ξαφνικά

«Είμαι σίγουρος ότι θα βρεις κάποιον πρόθυμο».

δεν μπορούσα να αναπνεύσω και σπασμωδικά έσκισα

«Εσύ;» ρώτησε η Σίμπιλ με μια ψιλή φωνούλα.

τη σακούλα. Και δεν ξέρω για ποιο πράγμα μετανιώνω

«Θα πληρώσω».

περισσότερο - που προσπάθησα ή που απέτυχα; Το μό­

«Αν ήμουν δολοφόνος, θα το έκανα αφιλοκερ­

νο που θέλω είναι να τον σκοτώσω. Και τώρα αυτός είναι

δώς», της είπε, σφίγγοντας το απλωμένο της χέρι.

μόνος μαζί με τα παιδιά κι εγώ είμαι εδώ. Είναι μόνος

«Σε πνίγει η οργή όταν βιάζεται ένα αθώο παιδί.

με το γλυκό μου κοριτσάκι! Είναι αδιανόητο! Τηλεφώνη­

Όμως είμαι ένας άνεργος ηθοποιός. Θα τα θαλάσσω­

σα στην αδελφή μου και της ζήτησα να μείνει στο σπίτι

να και θα καταλήγαμε και οι δυο στη φυλακή».

μαζί τους, αλλά αυτός δεν την άφησε να κοιμηθεί εκεί.

«Ω, τίνα κάνω;» τον ρώτησε. «Τι θα έκανες εσύ;»

Είπε πως δεν υπήρχε ανάγκη. Κι έτσι η αδελφή μου έφυ­

«Γίνε καλά. Συνεργάσου με τον γιατρό και προ­

γε. Τίνα κάνω; Εγώ είμαι εδώ και η Άλισον είναι εκεί! Εί­

σπάθησε να γίνεις καλά όσο πιο γρήγορα μπορείς, για

χα παραλύσει! Δεν έκανα τίποτα απ' ό,τι έπρεπε! Τίπο­

να μπορέσεις να γυρίσεις στο σπίτι και στα παιδιά

τα απ' αυτά που θα έκανε ο καθένας! Θα έπρεπε να είχα

σου».

τρέξει με το παιδί στον γιατρό! Θα έπρεπε να είχα καλέ­

«Μεπιστεύεις, έτσι;»

σει την αστυνομία! Ήταν ποινικό αδίκημα! Υπάρχουν

«Είμαι βέβαιος ότι είδες αυτό που είδες».

νόμοι για τέτοια πράγματα! Κι όμως, δεν έκανα τίποτα! Βλέπεις, αυτός ισχυρίζεται ότι τίποτα δεν συνέβη. Λέει ότι είμαι υστερική, ότι έχω παραισθήσεις, ότι είμαι τρε­ λή - αλλά δεν είμαι. Σου ορκίζομαι, Σάιμον, δεν είμαι τρελή. Τονείόανατοκάνει». «Είναι φριχτό. Φριχτό αδίκημα», είπε ο Άξλερ.

«Θέλεις να τρώμε μαζί;» «Όσον καιρό είμαι εδώ», υποσχέθηκε. «Το ένιωσα στην εικαστική θεραπεία ότι θα κατα­ λάβαινες. Υπάρχει τόσος πόνος στα μάτια σου». Λίγους μήνες αφότου ο Άξλερ έφυγε από την κλινι­ κή, ο γιος της γυναίκας του πέθανε από υπερβολική

36 δόση και ο γάμος της άνεργης χορεύτριας με τον άνεργο ηθοποιό έληξε μ' ένα διαζύγιο, τερματίζοντας μιαν ακόμη από τις αναρίθμητες ιστορίες άτυχων ζευ­ γαρωμάτων ανάμεσα σε άνδρες και γυναίκες.

37 «Το διακινδύνευσα», είπε ο Τζέρι, χαμογελώντας ευ­ γενικά. Είχε ένα μειλίχιο πρόσωπο και μια εγκάρδια συ­ μπεριφορά, η οποία, ωστόσο, δεν μετρίαζε την ακαμ­ ψία με την οποία υπερασπιζόταν τα συμφέροντα των πελατών του. «Λοιπόν, τουλάχιστον από υγεία, φαίνε­

ΜΙΑ ΜΕΡΑ, ΓΥΡΩ ΣΤΟ ΜΕΣΗΜΕΡΙ, ένα μαύρο αυτο­

σαι μια χαρά. Εκτός απ' αυτήν την απελπισμένη έκ­

κίνητο μπήκε στο ιδιωτικό δρομάκι και παρκάρισε

φραση στο πρόσωπο σου, Σάιμον, δεν δείχνεις καθό­

πλάι στον αχυρώνα. Ήταν μια Μερσεντές με οδηγό

λου άσχημα».

και ο κοντός ασπρομάλλης που ξεπρόβαλε από την πίσω πόρτα ήταν ο Τζέρι Όπενχαϊμ, ο ατζέντης του Άξλερ. Μετά τη νοσηλεία του, ο Τζέρι του τηλεφω­ νούσε κάθε βδομάδα από τη Νέα Υόρκη για να μάθει

«Και συ, όπως πάντα, στην πένα», είπε ο Άξλερ, που είχε μέρες ν' αλλάξει ρούχα και να ξυριστεί. «Σου έφερα λουλούδια. Αγόρασα και φαγητό από τουΝτιν καιΝτεΛούκα 3 . Έφαγες για μεσημέρι;»

πώς τα πάει, αλλά είχαν μεσολαβήσει πολλοί μήνες

Δεν είχε φάει ούτε πρωινό, κι έτσι απλώς ανασή­

χωρίς να μιλήσουν -ο ηθοποιός είχε επιλέξει κάποια

κωσε τους ώμους, πήρε τα δώρα και βοήθησε τον Τζέ­

στιγμή να πάψει να απαντάει στα τηλεφωνήματα του

ρι να βγάλει το παλτό του.

ατζέντη του, όπως και σε όλων των άλλων σχεδόν- και

«Ήρθες οδικώς από τη Νέα Υόρκη», είπε ο Άξλερ.

η επίσκεψη ήταν αναπάντεχη. Είδε τον Τζέρι, που

«Ναι. Για να δω πώς τα πας και να σου μιλήσω

ήταν πάνω από ογδόντα χρονών και περπατούσε προ­

πρόσωπο με πρόσωπο. Έχω νέα για σένα. Το «Γκά-

σεκτικά, να ανηφορίζει το πετρόχτιστο μονοπάτι ώς

θρι» ανεβάζει το Ταξίδι μιας μεγάλης μέρας4. Τηλεφώνη­

την μπροστινή πόρτα, μ' ένα πακέτο στο ένα χέρι και

σαν για να σε ζητήσουν».

λουλούδια στο άλλο. Άνοιξε την πόρτα πριν ο Τζέρι προλάβει να χτυπήσει. «Κι αν δεν ήμουν σπίτι;» ρώτησε, βοηθώντας τον Τζέρι να δρασκελίσει το κατώφλι.

«Γιατί εμένα; Δεν μπορώ να παίξω, Τζέρι, όλοι το γνωρίζουν». «Κανένας δεν γνωρίζει κάτι τέτοιο. Ο κόσμος ίσως έχει μάθει ότι πέρασες μια συναισθηματική διαταρα-

38

39

χή, αλλά αυτό δεν είναι δα και κάτι που θα σε απομο­ νώσει από το ανθρώπινο γένος! Θα ανεβάσουν το έρ­ γο τον επόμενο χειμώνα. Κάνει τρομερό κρύο εκεί πάνω, αλλά εσύ θα είσαι ένας θαυμάσιος Τζέιμς Ταϊρόουν». «Ο ρόλος του Τζέιμς Ταϊρόουν είναι μεγάλος, έχει πολλά λόγια που εγώ δεν μπορώ να τα πω. Ο Τζέιμς Ταϊρόουν είναι ένας ήρωας που πρέπει να μπεις στο πετσί του κι εγώ δεν μπορώ να γίνω αυτός ο ήρωας. Δεν υπάρχει περίπτωση να καταφέρω να παίξω τον Τζέιμς Ταϊρόουν. Δεν μπορώ να παίξω κανέναν». «Κοίτα, είχες μια αναποδιά στην Ουάσινγκτον. Αυτό συμβαίνει σχεδόν σε όλους, αργά ή γρήγορα. Δεν υπάρχει απόλυτη ασφάλεια στην τέχνη. Οι άν­ θρωποι σκοντάφτουν σε εμπόδια για λόγους που κα­ νείς δεν ξέρει. Όμως τα εμπόδια είναι προσωρινά. Το εμπόδιο εξαφανίζεται και συ συνεχίζεις. Δεν υπάρχει καλός ηθοποιός που να μην ένιωσε αποθάρρυνση, που να μη φοβήθηκε κάποια στιγμή ότι η καριέρα του τελείωσε, ότι δεν θα καταφέρει να ξεπεράσει την κα­ κή φάση στην οποία έχει βρεθεί. Δεν υπάρχει ηθοποι­ ός που να μην τα έχει χάσει στη μέση ενός μονολόγου, μη μπορώντας να βρει το νήμα για να συνεχίσει. Όμως κάθε φορά που εμφανίζεσαι στη σκηνή έχεις μπροστά σου μια καινούργια ευκαιρία. Οι ηθοποιοί

έχουν την ικανότητα να ανακτούν το ταλέντο τους. Δεν χάνεις τις δεξιότητες σου αν είσαι σαράντα χρό­ νια στο σανίδι. Δεν έχεις ξεχάσει πώς θα κάνεις την εί­ σοδο σου και πώς θα καθίσεις σε μια καρέκλα. Ο Τζων Γκίλγκουντ έλεγε ότι υπήρχαν φορές που ευχό­ ταν να είναι ζωγράφος ή συγγραφέας. Τότε θα μπο­ ρούσε να αποσύρει μια κακή απογευματινή παρά­ σταση και να την ξαναπαρουσιάσει τα μεσάνυχτα διορθωμένη. Αλλά αυτό δεν ήταν δυνατό. Ό,τι γίνε­ ται δεν ξεγίνεται. Ο Γκίλγκουντ πέρασε μια πολύ κα­ κή φάση, όπου δεν έκανε τίποτα σωστά. Το ίδιο και ο Ολίβιε. Ο Ολίβιε πέρασε μια τρομερή περίοδο. Είχε ένα τρομερό πρόβλημα. Δεν μπορούσε να κοιτάξει τους άλλους ηθοποιούς στα μάτια. Έλεγε στους συνα­ δέλφους του "Παρακαλώ μη με κοιτάτε, γιατί τα χά­ νω". Για ένα διάστημα δεν άντεχε να είναι μόνος στη σκηνή. Έλεγε στους άλλους ηθοποιούς "Μη μ' αφήνε­ τε μόνο μου εκεί έξω"». «Τις ξέρω αυτές τις ιστορίες, Τζέρι. Όλες τις έχω ακούσει. Δεν έχουν καμιά σχέση με μένα. Στο παρελ­ θόν ποτέ δεν περνούσαν πάνω από δυο-τρεις κακές βραδιές πριν ανακάμψω. Δυο-τρεις βραδιές τύχαινε να σκεφτώ: "Ξέρω ότι είμαι καλός, απλώς τώρα δεν μου βγαίνει". Ίσως κανένας από το κοινό να μην το καταλάβαινε, εγώ όμως ήξερα - αυτό το απροσδιόρι-



41

στο κάτι απουσίαζε. Εκείνες οι νύχτες που σου λείπει

βυθιστεί εντελώς στον ρόλο - ήταν σαν έκσταση, απο­

αυτό το κάτι είναι βασανιστικές, το ξέρω - κι όμως

δοτική έκσταση. Στην Οικογενειακή Συγκέντρωση5 βρι­

κάπως τα φέρνεις βόλτα. Μπορείς να τα βγάλεις θαυ­

σκόμουν στο θέατρο δυόμισι ώρες πριν από το πρώτο

μάσια πέρα, κουτσοβολεύοντας ό,τι μπορείς να κου-

κουδούνι, δοκιμάζοντας και ξαναδοκιμάζοντας το

τσοβολέψεις, όταν δεν μπορείς να κάνεις τίποτ' άλλο.

πώς βγαίνεις στη σκηνή όταν σε καταδιώκουν οι Ερι­

Όμως το τωρινό είναι ολότελα διαφορετικό. Παλιά,

νύες . Ήταν δύσκολο για μένα, αλλά το κατάφερα».

όταν τύχαινε να παίξω άθλια, μπορεί καινά 'μένα ξά­

«Μπορείς να επαναλάβεις τέτοιες στιγμές», είπε ο

γρυπνος όλη νύχτα με τη σκέψη "Το έχασα, δεν έχω

Τζέρι. «Ξεχνάς ποιος είσαι και τι έχεις πετύχει. Δεν

ταλέντο, δεν μπορώ να κάνω τίποτα". Μπορεί και να

πήγε όλη σου η ζωή χαμένη. Πάντα έκανες στη σκηνή

περνούσα ώρες ολόκληρες σ' αυτήν την κατάσταση,

πράγματα που με άφηναν άφωνο• όλα αυτά τα χρόνια

όμως, εντελώς ξαφνικά, στις πέντε ή έξι το πρωί, κα­

η ερμηνεία σου υπήρξε συνταρακτική και για το KOLVO

ταλάβαινα τι πήγε στραβά και ανυπομονούσα να πάω

και για μένα. Ξέφυγες τόσο, που δεν γινόταν περισ­

στο θέατρο το απόγευμα και να ανέβω στη σκηνή. Και

σότερο, από το προφανές, αυτό που θα έκανε οποιοσ­

ανέβαινα και δεν υπήρχε περίπτωση να κάνω λάθος.

δήποτε άλλος ηθοποιός στη θέση σου. Δεν επαναπαύ-

Υπέροχο συναίσθημα. Υπάρχουν μέρες που δεν κρα­

θηκες στη ρουτίνα. Ήθελες να φτάσεις μακριά. Μα­

τιέσαι, που δεν μπορείς να περιμένεις την ώρα της

κριά, μακριά, μακριά, όσο πιο μακριά μπορούσες.

παράστασης• μέρες που το πάντρεμα ανάμεσα σε σέ­

Και το κοινό σε εμπιστευόταν κάθε στιγμή, όπου και

να και τον ρόλο είναι τέλειο και δεν υπάρχει ούτε στιγ­

να το οδηγούσες. Σίγουρα, τίποτα δεν κατακτιέται

μή που να μη χαίρεσαι το ταξίδι πάνω στη σκηνή.

για πάντα, αλλά και τίποτα δεν χάνεται για πάντα. Το

Σπουδαίες μέρες αυτές. Για χρόνια τις γευόμουν, τη

ταλέντο σου τρεμόσβησε για λίγο, αυτό είν' όλο».

μια μετά την άλλη. Ε, λοιπόν, τελείωσαν. Τώρα, αν

«Όχι, Τζέρι, χάθηκε τελειωτικά. Δεν μπορώ να

ήταν να βγω στη σκηνή, δεν θα ήξερα τι είχα ανέβει να

επαναλάβω τίποτα απ' αυτά. Ή είσαι ελεύθερος ή δεν

κάνω εκεί πάνω. Δεν θα ήξερα από πού ν' αρχίσω. Πα­

είσαι. Αν είσαι ελεύθερος, το αποτέλεσμα είναι γνήσιο,

λιά, μου χρειάζονταν τρεις ώρες προετοιμασίας στο

είναι πραγματικό, είναι ζωντανό• αν όχι, είναι μηδέν.

θέατρο για την αυλαία των οκτώ. Και στις οκτώ είχα

Δεν είμαι πια ελεύθερος».

43

42 «Εντάξει, τότε ας φάμε. Και βάλε τα λουλούδια

«Δεν έχεις. Φοβάσαι μήπως αποτύχεις. Όμως την

στο νερό. Το σπίτι είναι μια χαρά. Εσύ είσαι μια χαρά.

αποτυχία την άφησες πίσω σου. Δεν συνειδητοποιείς

Λίγο αδυνατισμένος, θα έλεγα, αλλά ακόμη μοιάζεις

πόσο μονόπλευρη και μονομανής έχει γίνει η οπτική

με τον εαυτό σου. Ελπίζω να τρως».

σου».

«Τρώω».

«Εγώ έγραψα τις κριτικές; Ο μονομανής που βρί­

Όμως, όταν κάθισαν να φάνε στην κουζίνα, με τα

σκεται μπροστά σου έγραψε εκείνες τις κριτικές; Εγώ

λουλούδια σ' ένα βάζο ανάμεσα τους, ο Άξλερ δεν μπο­

έγραψα όσα έγραψαν για τον Μάκβεθ μου; Ήμουν

ρούσε να φάει. Είδε τον εαυτό του να πατάει το πόδι

γελοίος και δεν μου χαρίστηκαν. Συνέχεια σκεφτό­

του στο σανίδι για να παίξει τον Τζέημς Ταϊρόουν και

μουν "Τα κατάφερα, την είπα κι αυτήν την ατάκα,

το κοινό να ξεσπάει σε γέλια. Το άγχος και ο φόβος δεν

δόξα τω Θεώ, είπα κι αυτήν την ατάκα". Προσπαθού­

μπορούσαν να κρυφτούν. Ο κόσμος θα γελούσε σε βά­

σα να πείσω τον εαυτό μου ότι "δεν ήταν τόσο κακό

ρος του, επειδή ήταν αυτός.

όσο χθες βράδυ", ενώ στην πραγματικότητα ήταν χει­

«Πώς περνάς τον καιρό σου;» ρώτησε ο Τζέρι.

ρότερο. Ό,τι κι αν έκανα ήταν ψεύτικο, άγαρμπο.

«Περπατάω. Κοιμάμαι. Κοιτάω το κενό. Προσπαθώ

Άκουγα εκείνο τον φρικαλέο τόνο στη φωνή μου και,

να διαβάσω. Προσπαθώ να ξεχάσω τον εαυτό μου για

παρ' όλα αυτά, τίποτα δεν μπορούσε να με σταματή­

ένα τουλάχιστον λεπτό την ώρα. Παρακολουθώ ειδή­

σει, να μην τα κάνω μαντάρα. Φρίκη. Φρίκη. Ούτε σε

σεις. Είμαι απολύτως ενημερωμένος για τα γεγονότα».

μία παράσταση δεν έπαιξα καλά, ούτε σε μία».

«Ποιους βλέπεις;»

«Ώστε δεν κατάφερες να παίξεις έναν ικανοποιητι­

«Εσένα».

κό Μάκβεθ. Ε, λοιπόν, δεν είσαι ο πρώτος. Είναι πολύ

«Δεν μπορεί να ζει έτσι ένας άνθρωπος με τα προ­

αποκρουστικός ήρωας, για να συνυπάρξει αρμονικά

σόντα σου».

μαζί του ένας ηθοποιός. Προκαλώ οποιονδήποτε να

«Ήταν πολύ ευγενικό εκ μέρους σου που έκανες

τον παίξει χωρίς να παραμορφωθεί από την προσπά­

τόσο δρόμο ώς εδώ, Τζέρι, αλλά δεν μπορώ να παίξω

θεια. Είναι ένας δολοφόνος, ένας φονιάς. Όλα είναι

ο' αυτό το έργο στο "Γκάθρι". Έχω τελειώσει μ' όλα

υπερβολικά ο' αυτό το έργο. Ειλικρινά, ποτέ δεν κατά­

αυτά».

λαβα προς τι τόση μοχθηρία. Ξέχνα τον Μάκβεθ. Ξέχνα

44

45

εκείνες τις κριτικές», είπε ο Τζέρι. «Είναι καιρός να

ναρπάζεις, όπως κάθε μεγάλος ηθοποιός επί σκηνής.

προχωρήσεις. Πρέπει να κατέβεις στη Νέα Υόρκη και

Είσαι Τιτάνας, για όνομα του Θεού».

ν' αρχίσεις να δουλεύεις με τον Βίνσεντ Ντάνιελς. Θα

«Όχι, πρόκειται για απάτη, καθαρή απάτη! Και

αποκαταστήσει την αυτοπεποίθηση σου - και δεν θα

μάλιστα τόσο μεγάλη, ώστε το μόνο που μου έχει

είσαι ο πρώτος. Άκου, έχεις κονταροχτυπηθεί με όλο

απομείνει είναι να στηθώ στη μέση της σκηνής και να

το βαρύ πυροβολικό, με τον Σαίξπηρ, με τους κλασι­

πω στο κοινό "Είμαι ένας ψεύτης. Ακόμη και τα ψέ­

κούς - δεν υπάρχει περίπτωση να σου ξανασυμβούν τα

ματα, όμως, δεν τα λέω καλά. Είμαι ένας κάλπης"».

ίδια με τέτοιο βιογραφικό. Ήταν ένας στιγμιαίος κλο­

«Κι άλλες ανοησίες. Σκέψου λιγάκι τους κακούς

νισμός της αυτοπεποίθησης σου».

ηθοποιούς-είναι αμέτρητοι, κι όμως όλοι τους, με τον

«Δεν είναι ζήτημα αυτοπεποίθησης», απάντησε ο

έναν ή τον άλλο τρόπο τα καταφέρνουν. Το να μου λες

Άξλερ, «Ανέκαθεν είχα μια κρυφή υποψία ότι δεν διέ­

λοιπόν ότι ο Σάιμον Άξλερ, με το ταλέντο του, δεν μπο­

θετα κανένα απολύτως ταλέντο».

ρεί να τα καταφέρει, είναι παράλογο. Σε έχω δει στο

«Ανοησίες. Κουβέντες της κατάθλιψης. Όλοι οι

παρελθόν, σε εποχές που δεν ήσουν και τόσο ευτυχι­

ηθοποιοί λένε τα ίδια όταν είναι πεσμένοι όπως εσύ.

σμένος, σε εποχές ψυχικής οδύνης. Αν σου βάλουν

"Δεν έχω αληθινό ταλέντο. Απλώς απομνημονεύω το

όμως ένα κείμενο μπροστά σου, αν σε αφήσουν ν'

κείμενο. Αυτό είν' όλο". Εκατοντάδες φορές τα έχω

ασχοληθείς μ' αυτό που κάνεις τόσο υπέροχα, αν σου

ακούσει».

επιτρέψουν να γίνεις ένα άλλο πρόσωπο, θα νιώσεις

«Όχι, πρόσεξε με. Τις στιγμές που ήμουν εντελώς

απελευθερωμένος - πάντα αυτό γινόταν. Ε, λοιπόν,

ειλικρινής με τον εαυτό μου σκεφτόμουν: "Ωραία,

αυτό που συνέβαινε παλιά είναι βέβαιο ότι θα ξανα­

εντάξει, έχω λιγάκι ταλέντο ή τουλάχιστον μπορώ να

συμβεί. Ο έρωτας γι' αυτό που κάνεις τόσο καλά μπο­

μιμηθώ ένα ταλαντούχο άτομο". Ήταν όλα τυχαία,

ρεί να επανέλθει - και θα επανέλθει. Άκου, ο Βίνσεντ

Τζέρι, τυχαίο που μου δόθηκε ένα κάποιο ταλέντο,

Ντάνιελς είναι άσος στον χειρισμό προβλημάτων σαν

τυχαίο που μου αφαιρέθηκε. Η ίδια η ζωή είναι τυ­

τα δικά σου. Είναι ένας σκληρός, οξυδερκής, ενορατι-

χαία, από την αρχή ώς το τέλος».

κός δάσκαλος, ιδιαίτερα έξυπνος, μαχητής ο ίδιος».

«Ω, σταμάτα πια, Σάιμον. Μπορείς ακόμη να συ­

«Έχω ακουστά το όνομα του» είπε στον Τζέρι, «αλ-

1

47

46 λά δεν τον έχω συναντήσει ποτέ. Δεν χρειάστηκε ποτέ να τον συναντήσω».

Ο Τζέρι του έδωσε την κάρτα κι ο Άξλερ την πήρε, ενώ ταυτόχρονα έλεγε «Δεν μπορώ».

«Είναι ένα ανεξάρτητο πνεύμα, ένας μαχητής, και

«Και τότε τι θα κάνεις; Τι θα κάνεις με όλους τους

θα σε ξαναβάλει στο παιχνίδι. Θα ξυπνήσει μέσα σου

ρόλους που είσαι ώριμος να παίξεις; Ραγίζει η καρδιά

τον αγωνιστή. Αν χρειαστεί, θα ξεκινήσει πάλι απ'

μου όταν σκέφτομαι όλους αυτούς τους ήρωες που εί­

την αρχή. Αν πρέπει, θα σε κάνει να ξεχάσεις όσα

ναι κομμένοι και ραμμένοι στα μέτρα σου. Αν δεχό­

έχεις κάνει. Θα είναι μια μάχη, αλλά στο τέλος θα σε

σουν τον ρόλο του Τζέιμς Ταϊρόουν, μετά θα μπορού­

ξαναφέρει εκεί που θα έπρεπε να βρίσκεσαι. Έχω πά­

σες να δουλέψεις με τον Βίνσεντ και με τη βοήθεια

ει στο στούντιο του και τον έχω δει να δουλεύει. Λέει

του να προσεγγίσεις με τον δικό σου τρόπο τον ρόλο.

"Ασχολήσου με τη στιγμή. Καταπιανόμαστε με κάθε

Αυτή είναι η δουλειά που κάνει με τους ηθοποιούς κα­

στιγμή ξεχωριστά. Παίξε τη στιγμή, παίξε όσα διακυ­

θημερινά. Δεν μετριούνται οι φορές που σε κάποια

βεύονται για σένα μέσα σ' αυτήν τη στιγμή, και μετά

απονομή των Τόνι ή των Όσκαρ άκουσα τον βραβευ­

συνέχισε με την επόμενη στιγμή. Δεν έχει σημασία

μένο ηθοποιό να λέει "Θέλω να ευχαριστήσω τον Βίν­

πού πηγαίνεις. Μη σ' απασχολεί αυτό. Απλώς πιάσε

σεντ Ντάνιελς". Είναι ο καλύτερος».

το κείμενο στιγμή, στιγμή, στιγμή, στιγμή. Το σημα­ ντικό είναι να βρίσκεσαι μέσα στη στιγμή, χωρίς να σε

Αντί για άλλη απάντηση, ο Άξλερ απλώς κούνησε αρνητικά το κεφάλι του.

ενδιαφέρουν τα υπόλοιπα και χωρίς να 'χεις ιδέα πού

«Κοίτα», είπε ο Τζέρι, «όλοι έχουν νιώσει την αδυ­

θα οδηγηθείς στη συνέχεια. Επειδή, αν μπορέσεις να

ναμία τού "δεν μπορώ να το κάνω", όλοι έχουν νιώσει

κάνεις έστω και μια στιγμή να λειτουργήσει, μπορείς

την αγωνία ότι κάποιος θα αποκαλύψει την απάτη

να πας οπουδήποτε". Το ξέρω, ακούγεται κάπως

τους. Είναι ο τρόμος κάθε ηθοποιού: "Με ανακάλυ­

απλοϊκό, όμως γι' αυτό είναι και δύσκολο. Είναι τόσο

ψαν. Αποκαλύφθηκα". Πρέπει να το δεχτούμε: υπάρ­

απλό, ώστε διαφεύγει απ' όλους. Πιστεύω ότι ο Βίν-

χει ένα είδος πανικού, που έρχεται με την ηλικία. Εί­

σεντ Ντάνιελς είναι ο ιδανικός για σένα αυτήν τη στιγ­

μαι πολύ μεγαλύτερος σου, και τον αντιμετωπίζω εδώ

μή. Τον εμπιστεύομαι απόλυτα. Πάρε την κάρτα του.

και χρόνια. Πρώτον, γίνεσαι πιο αργός. Σε όλα. Ακό­

Ήρθα εδώ πάνω για να σου τη δώσω».

μα και στο διάβασμα γίνεσαι πιο αργός. Αν σήμερα

8

49

επιχειρήσω να διατρέξω με ταχύτητα ένα βιβλίο, τα μι­

με παρηγορήσεις και να με κάνεις να νιώσω καλύτε­

σά απ' όσα διάβασα τα έχω χάσει. Η ομιλία μου είναι

ρα. Ήταν εξαιρετικά ευγενικό. Χαίρομαι που σε βλέ­

πιο αργή, η μνήμη μου είναι πιο αργή. Τέτοια πράγ­

πω τόσο καλά. Αλλά μια ζωή έχει τα πάνω και τα κά­

ματα αρχίζουν να συμβαίνουν. Σιγά σιγά, παύεις να

τω της. Τώρα είμαι ανίκανος να παίξω. Κάτι θεμε­

εμπιστεύεσαι τον εαυτό σου. Δεν είσαι τόσο γρήγορος

λιώδες έχει εξανεμιστεί. Ίσως δεν μπορούσε να γίνει

όσο άλλοτε. Και ιδίως αν είσαι ηθοποιός. Είσαι νέος

διαφορετικά. Πολλά πράγματα χάνονται. Μη νομί­

ηθοποιός και απομνημονεύεις ρόλους τον ένα μετά

ζεις ότι η καριέρα μου τελείωσε πρόωρα. Σκέψου πό­

τον άλλον κι ούτε καν το σκέφτεσαι. Είναι τόσο εύκο­

σο διάρκεσε. Όταν ξεκίνησα, φοιτητής ακόμα,

λο. Και μετά, εντελώς ξαφνικά, παύει να είναι εύκο­

απλώς χαζολογούσα, ξέρεις. Η ηθοποιία ήταν μια

λο. Τα πράγματα δεν γίνονται πια τόσο γρήγορα. Η

ευκαιρία να συναντήσω κορίτσια. Και τότε πήρα την

απομνημόνευση καταντάει το μεγάλο άγχος των θεα­

πρώτη μου μυρωδιά από θέατρο. Ξαφνικά ήμουν

τρικών ηθοποιών που έχουν μπει στα εξήντα και στα

ολοζώντανος πάνω στο σανίδι και ανάσαινα ως ηθο­

εβδομήντα. Κάποτε μπορούσες να απομνημονεύεις

ποιός. Άρχισα νέος. Ήμουν είκοσι δύο χρονών όταν

έναν ρόλο την ημέρα - τώρα είσαι τυχερός αν κατα­

ήρθα στη Νέα Υόρκη για ακρόαση. Και πήρα τον ρό­

φέρνεις να μάθεις απέξω μια σελίδα την ημέρα. Κι

λο. Άρχισα να παρακολουθώ μαθήματα. Ασκήσεις

έτσι, αρχίζεις να φοβάσαι, να νιώθεις αδύναμος, να

μνήμης των συγκινήσεων 6 . Πρακτική εξάσκηση

αισθάνεσαι ότι δεν έχεις πια εκείνη την ακατέργαστη

στην απόδοση της πραγματικότητας. Πριν από την

φυσική δύναμη. Τρομοκρατείσαι. Και το αποτέλεσμα

παράσταση δημιουργείς για σένα την πραγματικότη­

είναι, όπως είπες, ότι δεν είσαι πια ελεύθερος. Τίποτα

τα μέσα στην οποία θα μπεις. Όταν άρχισα να παρα­

4

δεν συμβαίνει - κι αυτό είναι τρομακτικό».

κολουθώ μαθήματα, θυμάμαι ότι είχαμε ένα υποθε­

«Τζέρι, δεν είμαι σε θέση να συνεχίσω αυτήν τη

τικό φλιτζάνι τσάι από το οποίο έπρεπε να υποδυ­

συζήτηση. Θα μπορούσαμε να μιλάμε όλη μέρα, χω­

θούμε ότι πίνουμε. Πόσο καυτό είναι, πόσο γεμάτο,

ρίς κανένα όφελος. Καλοσύνη σου που ήρθες να με

υπάρχει πιατάκι, υπάρχει κουτάλι, θα βάλεις ζάχα­

δεις και μου έφερες φαγητό και λουλούδια και προ­

ρη, πόσους κύβους; Και μετά το πίνεις• αλλά ενώ με­

σπάθησες να με βοηθήσεις, να με ενθαρρύνεις, να

ρικοί εκστασιάζονταν με τα μαθήματα, εγώ ποτέ δεν



51

τα θεώρησα χρήσιμα. Και επιπλέον, δεν τα κατάφερ­

ναδιαβάσει αυτό το έργο. Οι προτάσεις ξετυλίγονταν

να. Δεν ήμουν καλός στις ασκήσεις, καθόλου καλός.

χωρίς νόημα. Δεν μπορούσε να παρακολουθήσει ποι­

Προσπαθούσα να συμμορφωθώ, αλλά χωρίς ουσια­

ος μιλούσε. Καθισμένος εκεί, ανάμεσα στα βιβλία

στικό αποτέλεσμα. Ό,τι έκανα καλά έβγαινε ενστι­

του, προσπαθούσε να θυμηθεί έργα στα οποία υπάρ­

κτωδώς. Βέβαια, το να κάνω αυτές τις ασκήσεις και

χει κάποιος ήρωας που αυτοκτονεί. Η Έντα στην'Εντα

το να ξέρω αυτά τα πράγματα με έκαναν να δείχνω

Γκάμπλερ7, η Τζούλια στη ΔεσποινίδαΤζούλια8, η Φαίδρα

ηθοποιός, ήταν όμως γελοίο να κρατάω το φανταστι­

στον Ιππόλυτο, η Ιοκάστη στον Οιδίποδα τύραννο, όλοι

κό φλιτζάνι μου και να παριστάνω ότι πίνω. Υπήρχε

σχεδόν στην Αντιγόνη, ο Γουίλι Λόμαν στον θάνατο του

πάντα μέσα μου μια πονηρή φωνούλα που έλεγε

εμποράκου9, ο Τζο Κέλερ στο Ήταν όλοι τους παιδιά μου10,

"Δεν υπάρχει φλιτζάνι". Λοιπόν, αυτή η πονηρή φω­

ο Ντον Πάριτ στο Ο παγοπώλης έρχεται11, ο Σάιμον Στίμ-

νή έχει πάρει τώρα το πάνω χέρι. Όσο και να προετοι­

σον στη Μικρή μαςπόλη12, η Οφηλία στον Αμλετ, ο Οθέλ-

μάζομαι, ό,τι κι αν επιχειρώ να κάνω, μόλις ανεβαί­

λος στον ΟΒέλλο, ο Κάσσιος και ο Βρούτος στον Ιούλιο

νω στη σκηνή αυτή η ύπουλη φωνή είναι συνεχώς πα­

Καίσαρα, η Γκόνεριλ στον Βασιλιά Αηρ, ο Αντώνιος, η

ρούσα - "Δεν υπάρχει φλιτζάνι". Τζέρι, τελείωσε:

Κλεοπάτρα, ο Αινόβαρβος, η Χάρμιον στο Αντώνιος και

Δεν μπορώ πια να κάνω ένα θεατρικό έργο πραγματι­

Κλεοπάτρα, ο παππούς στο Ξύπνα και τραγουδά1^, ο Ιβά-

κό για τον κόσμο. Δεν μπορώ πια να κάνω έναν ρόλο

νοφ στον Ιβάνοφ14, ο Κονσταντίν στον Γλάρο15. Κι αυ­

πραγματικό για τον εαυτό μου».

τός ο εκπληκτικός κατάλογος περιλάμβανε μονάχα τα

Μόλις έφυγε ο Τζέρι, ο Άξλερ πήγε στο γραφείο του

έργα στα οποία είχε κάποτε παίξει. Υπήρχαν περισσό­

και βρήκε το αντίτυπο του Ταξιδιού της μεγάλης μέρας μέ­

τερα, πολύ περισσότερα. Το αξιοσημείωτο ήταν η συ­

σα στη νύχια. Προσπάθησε να το διαβάσει, αλλά του

χνότητα με την οποία εισβάλλει η αυτοκτονία στο δρά­

ήταν ανυπόφορο. Δεν πήγε πέρα από τη σελίδα 4 -

μα, λες και είναι η ιδρυτική, η καταστατική συνθήκη

εκεί έβαλε και την κάρτα του Βίνσεντ Ντάνιελς, σαν σε­

του δράματος, που δεν υποστηρίζεται κατ' ανάγκην

λιδοδείκτη . Στο «Κένεντι Σέντερ» ήταν σαν να μην είχε

από τη δράση, όπως αυτή υπαγορεύεται από τους μη­

ξαναπαίξει ποτέ και τώρα ήταν σαν να μην είχε ποτέ

χανισμούς του είδους. Η Ντίαρντρι στην Ντίαρντρι των

ξαναδιαβάσει θεατρικό έργο - σαν να μην είχε ποτέ ξα-

θλίψεων16, η'Εντβιγκ στην Αγριόπαπια17, η Ρεβέκκα Βε-

52 18

στ στο Ρόσμεροχολμ , η Κρίστιν στο Πένβος ταιριάζει στην

Ηλέκτρα113, ο Ρωμαίος και η Ιουλιέττα, ο Αίας του Σο­ φοκλή. Η αυτοκτονία είναι ένα θέμα που οι δραμα­ τουργοί στοχάζονται με δέος από τον πέμπτο αιώνα π.Χ., σαγηνευμένοι από ανθρώπινες υπάρξεις ικανές για αισθήματα που μπορούν να εμπνεύσουν την πιο ακραία πράξη. Θα έπρεπε να θέσει στον εαυτό του το καθήκον να ξαναδιαβάσει αυτά τα έργα. Ναι, κάθε τι το αποτρόπαιο πρέπει να αντιμετωπίζεται κατά πρό­ σωπο. Κανένας δεν θα μπορούσε να ισχυριστεί ότι δεν το είχε σκεφτεί διεξοδικά. Ο ΤΖΕΡΙ ΕΙΧΕ ΦΕΡΕΙ έναν μεγάλο κίτρινο φάκελο που περιείχε μια χούφτα επιστολές απευθυνόμενες στον ίδιο, φροντίδι του Πρακτορείου Όπενχαϊμ. Άλλες εποχές έρχονταν μ' αυτό τον τρόπο στα χέρια του δε­ κάδες επιστολές θαυμαστών, κάθε δεύτερη εβδομά­ δα. Τώρα, αυτές οι λίγες ήταν όλες όσες είχαν φτάσει στου Τζέρι το περασμένο εξάμηνο. Καθόταν στο σα­ λόνι σκίζοντας αδιάφορα τους φακέλους, διαβάζο­ ντας τις πρώτες γραμμές κι ύστερα κάνοντας το χαρτί μπαλάκι και εκσφενδονίζοντας το στο πάτωμα. Όλες του ζητούσαν φωτογραφίες με αυτόγραφο - όλες εκτός από μία, που τον ξάφνιασε και που τη διάβασε από την αρχή ώς το τέλος.

53 «Δεν ξέρω αν θα με θυμηθείς», άρχιζε το γράμμα. «Ήμουν ασθενής στο Χάμερτον. Δειπνήσαμε μαζί μερικές φορές. Κάναμε κι οι δυο μας εικαστική θερα­ πεία. Ίσως δεν με θυμάσαι. Μόλις παρακολούθησα μια μεταμεσονύκτια προβολή στην τηλεόραση και προς μεγάλη μου έκπληξη ήσουν και συ στην ταινία. Έπαιζες έναν σκληροτράχηλο εγκληματία. Ήταν τόσο αναπάντεχο που σε είδα στην οθόνη και μάλιστα σε έναν τόσο απειλητικό ρόλο. Πόσο διαφορετικός ήσουν εκεί από τον άνθρωπο που γνώρισα! Θυμάμαι που σου είπα την ιστορία μου. Θυμάμαι πώς με άκου­ γες από το ένα γεύμα στο άλλο. Δεν μπορούσα να σταματήσω να μιλάω. Βρισκόμουν σε μεγάλη αγω­ νία. Νόμιζα ότι η ζωή μου είχε τελειώσει. Ήθελα να τελειώσει. Ίσως δεν το ξέρεις, αλλά το ότι άκουσες την ιστορία μου με τον τρόπο που το έκανες, συνέβα­ λε στο να συνέλθω. Όχι πως ήταν εύκολο. Όχι πως εί­ ναι τώρα. Όχι πως θα είναι ποτέ. Το τέρας που πα­ ντρεύτηκα έκανε ανεπανόρθωτο κακό στην οικογέ­ νεια μου. Η καταστροφή ήταν μεγαλύτερη απ' ό,τι πίστευα όταν νοσηλεύτηκα. Τρομερά πράγματα συ­ νέβαιναν για πολύ καιρό χωρίς εγώ να ξέρω τίποτα. Τραγικά πράγματα, που αφορούσαν το κοριτσάκι μου. Θυμάμαι που σε ρώτησα αν θα τον σκότωνες για λογαριασμό μου. Σου είπα ότι θα πλήρωνα. Νόμιζα

54

55

πως επειδή ήσουν τόσο μεγαλόσωμος θα μπορούσες

εκατό του κοινού αδυνατεί να διαπράξει φόνο. Κι αν

να το κάνεις. Ευτυχώς δεν μου είπες ότι ήμουν τρελή

είναι τόσο δύσκολο να σκοτώσεις κάποιον άλλον, κά­

όταν το ξεστόμισα, αλλά καθόσουν κι άκουγες την

ποιον που έχεις κάθε λόγο να θέλεις να αφανίσεις,

τρέλα μου λες και είχα τα λογικά μου. Σ' ευχαριστώ γι'

φαντάσου πόσο δύσκολο είναι να καταφέρεις να σκο­

αυτό. Όμως ένα κομμάτι μου δεν θα ξαναβρεί ποτέ

τώσεις τον εαυτό σου.

πια την ψυχική του υγεία. Δεν γίνεται. Δεν θα ήταν ούτε εφικτό, ούτε σωστό. Βλακωδώς καταδίκασα το λάθος πρόσωπο σε θάνατο». Το γράμμα συνεχιζόταν, ένα ενιαίο κείμενο γραμ­ μένο στο χέρι που απλωνόταν χαλαρά σε τρεις ακόμη μεγάλες σελίδες και υπογραφόταν «Σίμπιλ Βαν Μπιούριν». Θυμόταν που άκουγε την ιστορία της• το ότι είχε συγκεντρωθεί και είχε παρακολουθήσει τόσο προσεκτικά κάποιον άλλον εκτός από τον εαυτό του ήταν ό,τι πλησιέστερο στην ηθοποιία είχε βιώσει τον τελευταίο καιρό και ίσως να είχε βοηθήσει τον ίδιο να αναρρώσει. Ναι, θυμόταν και τη Σίμπιλ και την ιστο­ ρία της και το ότι του είχε ζητήσει να σκοτώσει τον σύ­ ζυγο της, λες και ήταν γκάγκστερ σε ταινία και όχι ένας ακόμη ασθενής της ψυχιατρικής κλινικής, ο οποίος, παρότι μεγαλόσωμος, ήταν ανίκανος όπως κι εκείνη να τερματίσει βίαια την οδύνη του μ' ένα όπλο. Στις ταινίες άνθρωποι περιφέρονται συνέχεια σκοτώνοντας ανθρώπους, αλλά ο λόγος για τον οποίο γυρίζονται αυτές οι ταινίες είναι επειδή το 99,9 τοις

Η μεταμόρφωση

ΕΙΧΕ ΣΥΝΔΕΘΕΙ ΦΙΛΙΚΑ με τους γονείς της Πεγκίην πριν η Πεγκίην γεννηθεί• για πρώτη φορά την είχε δει στο μαιευτήριο, ένα μικροσκοπικό μωράκι που θήλα­ ζε από το στήθος της μητέρας του. Η γνωριμία τους χρονολογούνταν από τότε που ο Άξλερ και οι νιόπα­ ντροι Στέιπλφορντ -αυτός από το Μίσιγκαν, εκείνη από το Κάνσας- ανήκαν στον ίδιο θίασο και είχαν συ­ μπρωταγωνιστήσει στην παράσταση του έργου Ένας ήρωας - Το καμάρι της Δύσης20 σε μια εκκλησία του Γκρίνουϊτς Βίλατζ. Ο Άξλερ κρατούσε τον άγριο πρωταγω­ νιστικό ρόλο τού παρά λίγο πατροκτόνου Κρίστι Μαχόουν, ενώ την Πεγκίην Μάικ Φλάερτι, την πεισμα­ τάρα σερβιτόρα στην παμπ του πατέρα της στη δυτι­ κή ακτή της κομητείας Μέιγιο, την έπαιζε η Κάρολ Στέιπλφορντ, που τότε ήταν δύο μηνών έγκυος στο πρώτο της παιδί. Ο Έισα Στέιπλφορντ είχε παίξει τον

58

59

Σων Κίογκ, τον αρραβωνιαστικό της Πεγκίην. Όταν

στρέμματα, και στην παλιά λευκή αγροικία με τα

έκλεισε ο κύκλος των παραστάσεων, στο πάρτι της τε­

μαύρα παντζούρια, που την περιέβαλλαν παμπάλαι­

λευταίας βραδιάς, ο Άξλερ είχε ψηφίσει για το όνομα

οι σφένδαμνοι, μεγάλες φλαμουριές και ανισοϋψείς

του μωρού των Στέιπλφορντ που θα κατέφθανε πολύ

πέτρινοι τοίχοι. Εκεί γύρω δεν υπήρχε κανένας, που­

σύντομα: Κρίστι αν ήταν αγόρι και Πεγκίην αν ήταν

θενά - μονάχα οι δυο τους. Στη διάρκεια των πρώτων

κορίτσι.

μηνών σπάνια σηκώνονταν από το κρεβάτι πριν από

Ήταν λοιπόν ελάχιστες οι πιθανότητες -με δεδομέ­ νο κυρίως ότι η Πεγκίην Μάικ Στέιπλφορντ ήταν λε­

το μεσημέρι. Δεν μπορούσαν ν' αφήσουν ο ένας τον άλλον.

σβία από τα είκοσι τρία της- στα σαράντα της χρόνια

Κι όμως, πριν από την άφιξη της ένιωθε τελειωτι­

και στα εξήντα πέντε τού Άξλερ, να γίνουν εραστές

κά ξοφλημένος: είχε ξοφλήσει με την ηθοποιία, με τις

αυτοί οι δυο. Και μάλιστα εραστές που συνήθιζαν να

γυναίκες, με τους ανθρώπους, είχε διακόψει οριστικά

τηλεφωνιούνται κάθε πρωί μόλις ξυπνούσαν και να

τις σχέσεις του με την ευτυχία. Ήταν σε πολύ κακή

περνάνε τον ελεύθερο χρόνο τους μαζί στο σπίτι του,

φυσική κατάσταση για παραπάνω από έναν χρόνο,

όπου, προς μεγάλη του ευχαρίστηση, εκείνη οικειο­

ανήμπορος σχεδόν να περπατήσει λίγα βήματα ή να

ποιήθηκε πολύ σύντομα δύο δωμάτια για τον εαυτό

σταθεί όρθιος ή να μείνει καθιστός για ώρα εξαιτίας

της: τη μία από τις τρεις κρεβατοκάμαρες στον δεύ­

του πόνου στη σπονδυλική του στήλη, με τον οποίο

τερο όροφο για τα πράγματα της και το γραφείο του

πάλευε σε όλη του την ενήλικη ζωή και η εξουθενωτι­

ισογείου δίπλα στο σαλόνι για το λάπτοπ της. Υπήρ­

κή επιδείνωση του οποίου επιταχυνόταν με την ηλι­

χαν τζάκια σε όλα τα δωμάτια του ισογείου, ακόμη

κία - κι έτσι ήταν πια βέβαιο ότι είχε ξοφλήσει με όλα.

και στην κουζίνα, και όταν η Πεγκίην εργαζόταν στο

Το ένα του πόδι παρέλυε κατά διαστήματα κι έτσι δεν

γραφείο είχε συνέχεια αναμμένη τη φωτιά. Έμενε σε

μπορούσε να το σηκώσει κανονικά καθώς βάδιζε, με

απόσταση μιας ώρας περίπου από το σπίτι του και τα­

αποτέλεσμα να παραπατάει σε σκαλιά ή σε λακκού­

ξίδευε στους ανεμοδαρμένους ορεινούς δρόμους που

βες και να πέφτει γρατζουνώντας τα χέρια του ή, κα­

την οδηγούσαν μέσα από καλλιεργημένες εκτάσεις

θώς καμιά φορά προσγειωνόταν με το πρόσωπο, μα­

στο δικό του άφρακτο αγρόκτημα, κάπου διακόσια

τώνοντας τα χείλη ή τη μύτη του. Λίγους μόλις μήνες

6ο



νωρίτερα ο καλύτερος και μόνος ντόπιος φίλος του,

ρώντας μπότες για το χιόνι με χοντρές σόλες, κρατώ­

ένας ογδοντάχρονος δικαστής που είχε πάρει σύντα­

ντας ένα μπαστούνι και κάνοντας μικρά βηματάκια

ξη πριν από μερικά χρόνια, είχε πεθάνει από καρκίνο•

για να προστατευτεί από το ενδεχόμενο να γλιστρήσει

κι έτσι, μολονότι ο Άξλερ είχε επί τριάντα χρόνια τη

και να πέσει. Κάτω από τα ρούχα που φορούσε, το

βάση του δυο ώρες μακριά από την πόλη, ανάμεσα

ένα πάνω απ' το άλλο, η μέση του, για ασφάλεια,

στα δέντρα και τα χωράφια -έμενε εκεί όταν δεν βρι­

ήταν τυλιγμένη μ' έναν σφιχτό κηλεπίδεσμο. Μόλις

σκόταν κάπου στον κόσμο ερμηνεύοντας τον εκάστο­

γύρισε την πλάτη του στο σπίτι και άρχισε να κατευ­

τε ρόλο του- δεν είχε κανέναν για να μιλήσει ή να μοι­

θύνεται προς το γκαράζ, πρόσεξε ένα μικρό ασπριδε-

ραστεί το γεύμα του, και πολύ περισσότερο το κρεβά­

ρό ζωάκι με μακριά ουρά που στεκόταν στο χιόνι,

τι του. Και είχε ξαναρχίσει να σκέφτεται να αυτοκτο­

ανάμεσα στο γκαράζ και τον αχυρώνα. Αρχικά του

νήσει, τόσο συχνά όσο και πριν νοσηλευτεί, τον προη­

φάνηκε σαν πολύ μεγάλος αρουραίος, γρήγορα όμως

γούμενο χρόνο. Κάθε πρωί ξυπνούσε μ' ένα τεράστιο

κατάλαβε, από το σχήμα και το χρώμα της άτριχης

κενό, διαπιστώνοντας ότι δεν άντεχε να περάσει άλλη

ουράς και από τη μουσούδα του, ότι ήταν ένα οπό-

μια μέρα απογυμνωμένος από τα χαρίσματα του, μό­

σουμ γύρω στα είκοσι πέντε εκατοστά μακρύ. Τα

νος, άεργος, μέσα σε επίμονους πόνους. Για άλλη μια

οπόσουμ είναι συνήθως νυκτόβια, όμως αυτό, που το

φορά, επίκεντρο της ζωής του είχε γίνει η αυτοκτο­

τρίχωμα του φαινόταν ξεθωριασμένο και βρώμικο,

νία• στον πυρήνα του αισθήματος στέρησης που τον

στεκόταν εκεί, στο χιόνι, μέσα στο άπλετο φως της

διακατείχε δεν υπήρχε παρά μονάχα αυτή.

μέρας. Καθώς ο Άξλερ πλησίασε, το οπόσουμ σύρθη­

Ένα παγερό γκρίζο πρωινό, μετά από μια εβδομά­

κε αδύναμα προς την κατεύθυνση του αχυρώνα και

δα πυκνής χιονοθύελλας, ο Άξλερ ξεκίνησε από το

μετά εξαφανίστηκε μέσα σ' έναν σωρό από χιόνι στη

σπίτι του για το γκαράζ, με σκοπό να οδηγήσει τα έξι

ρίζα των πέτρινων θεμελίων του κτίσματος. Ακολού­

χιλιόμετρα ώς την πόλη για να προμηθευτεί τρόφιμα.

θησε το ζώο -που μάλλον ήταν άρρωστο αν όχι ετοι­

Ο αγρότης που είχε αναλάβει να φτυαρίζει το χιόνι για

μοθάνατο- και όταν έφτασε στο λοφάκι του χιονιού

λογαριασμό του είχε καθαρίσει τα μονοπάτια γύρω

είδε ότι υπήρχε μια τρύπα, ανοιγμένη στην μπροστι­

απ' το σπίτι, ωστόσο ο Άξλερ βάδιζε προσεκτικά, φο­

νή πλευρά. Στηρίχτηκε και με τα δυο του χέρια στο

62

63

μπαστούνι του και γονάτισε στο χιόνι προσπαθώντας

ψόφησε στο δάσος- αν και η χιονοσπηλιά με τα έξι

να διακρίνει κάποια κίνηση στο εσωτερικό της. Το

κλαδάκια παρέμεινε ανέπαφη ώς την εποχή που τα

οπόσουμ είχε αποτραβηχτεί στο βάθος της τρύπας

χιόνια άρχισαν να λιώνουν.

και δεν μπορούσε να το δει, όμως στην μπροστινή πλευρά του κούφιου εσωτερικού ήταν σκορπισμένα μερικά ξυλαράκια. Τα μέτρησε. Έξι κλαδάκια. Νά

ΚΑΙ ΤΟΤΕ ΕΜΦΑΝΙΣΤΗΚΕ Η ΠΕΓΚΙΗΝ. Του τηλε­

λοιπόν πώς γίνεται, σκέφτηκε ο Άξλερ. Έχω πάρα

φώνησε από το σπιτάκι που νοίκιαζε λίγα χιλιόμετρα

πολλά. Μόνο έξι χρειάζεται κανείς.

μακριά από το Πρέσκοτ, ένα μικρό προοδευτικό πα­

Το επόμενο πρωινό, ενώ έφτιαχνε τον καφέ του,

νεπιστήμιο θηλέων στο δυτικό Βερμόντ, όπου είχε αρ­

είδε το οπόσουμ μέσα απ' το παράθυρο της κουζίνας.

χίσει πρόσφατα να διδάσκει. Το δικό του σπίτι απείχε

Το ζώο στεκόταν στα πίσω του πόδια πλάι στον αχυ­

μια ώρα δρόμο προς τα δυτικά, στα σύνορα της πολι­

ρώνα, τρώγοντας χιόνι από ένα βουναλάκι, σπρώχνο­

τείας, στην αγροτική Νέα Υόρκη. Είχε να τη δει πάνω

ντας παγωμένους σβώλους στο στόμα του με τα

από είκοσι χρόνια, από τότε που, νεαρή χαρούμενη

μπροστινά του πόδια. Φόρεσε βιαστικά τις μπότες

φοιτήτρια, ταξίδευε στις διακοπές της με τη μητέρα

και το παλτό του, άρπαξε το μπαστούνι του, βγήκε

και τον πατέρα της. Τότε, οι Στέιπλφορντ είχαν βρε­

από την μπροστινή πόρτα και έστριψε στο καθαρι­

θεί κοντά στο σπίτι του και είχαν περάσει για λίγες

σμένο μονοπάτι πλάι στο σπίτι που έβλεπε στον αχυ­

ώρες να πουν ένα γεια. Κάθε λίγα χρόνια συναντιό­

ρώνα. Από απόσταση έξι περίπου μέτρων φώναξε στο

νταν κάπως έτσι. Ο Έισα ήταν διευθυντής ενός περι­

οπόσουμ με δυνατή φωνή: «Πώς θα σου φαινόταν να

φερειακού θεάτρου στο Λάνσινγκ του Μίσιγκαν, εκεί

παίξεις τον Τζέιμς Ταϊρόουν; Στο "Γκάθρι"». Το οπό­

που είχε γεννηθεί και μεγαλώσει, και η Κάρολ έπαιζε

σουμ απλώς συνέχισε να τρώει χιόνι. «Θα ήσουν ένας

στον τοπικό θίασο και δίδασκε υποκριτική στο πανε­

θαυμάσιος Τζέιμς Ταϊρόουν!»

πιστήμιο της Πολιτείας. Είχε δει την Πεγκίην άλλη

Ύστερα από εκείνη την ημέρα, η μικρή γελοιογρα­

μια φορά, σε μιαν άλλη επίσκεψη, ένα χαμογελαστό,

φία του που είχε φτιάξει η φύση, δεν ξαναφάνηκε.

ντροπαλό, χαριτωμένο δεκάχρονο παιδί που σκαρφά­

Ποτέ δεν ζαναείδε το οπόσουμ -ίσως να χάθηκε ή να

λωνε στα δέντρα του και κολυμπούσε με γρήγορες

64

65

απλωτές στην πισίνα του, ένα λιπόσαρκο, αθλητικό

χρόνια μιας εξάχρονης σχέσης υποφέροντας, σε ένα

αγοροκόριτσο που γελούσε αμτ\γανα με όλα τα αστεία

οδυνηρά μοναχικό σπιτικό στο Μπόζμαν της Μοντά­

του πατέρα της. Και παλιότερα την είχε δει να βυζαί­

να. «Τα πρώτα τέσσερα χρόνια», του είπε μια νύχτα,

νει στο μαιευτήριο του Νοσοκομείου Σέιντ Βίνσεντ

όταν είχαν γίνει πια εραστές, «η Πρισίλα κι εγώ μοι­

της Νέας Υόρκης.

ραζόμασταν μιαν υπέροχη, αβίαστη συντροφικότη­

Τώρα είδε μια λυγερή σαραντάχρονη γυναίκα με

τα. Πηγαίναμε για κάμπινγκ και πεζοπορίες συνέ­

μεγάλα στήθη, που ωστόσο διατηρούσε κάτι από το

χεια, ακόμα κι όταν χιόνιζε. Τα καλοκαίρια φεύγαμε

αλλοτινό παιδί στο χαμόγελο της -ένα χαμόγελο στο

για μέρη όπως η Αλάσκα, κατασκηνώναμε και πεζο­

οποίο το πάνω χείλος ανασηκωνόταν αυτόματα για να

πορούσαμε. Ήταν συναρπαστικά. Πήγαμε στη Νέα

αποκαλύψει τα πεταχτά της μπροστινά δόντια- και

Ζηλανδία, πήγαμε στη Μαλαισία. Είχαν μια παιδικό­

πολλά από το αλλοτινό αγοροκόριτσο στη λικνιστική

τητα οι περιπετειώδεις περιπλανήσεις μας στον κό­

περπατησιά της. Ήταν ντυμένη με εκδρομικά ρούχα,

σμο, που τη λάτρευα. Ήμασταν σαν δυο δραπέτες.

πολυφορεμένες εργατικές μπότες και ένα κόκκινο

Ύστερα, από τον πέμπτο χρόνο και μετά, εκείνη σιγά

μπουφάν με φερμουάρ, και τα μαλλιά της, που λαν­

σιγά βυθίστηκε στο κομπιούτερ της κι εγώ απόμεινα

θασμένα τα θυμόταν ξανθά, όπως της μητέρας της,

χωρίς να 'χω κανέναν να μιλήσω, εκτός από τις γάτες.

ήταν σκούρα καστανά και κομμένα σχεδόν σύρριζα

Ώς τότε κάναμε τα πάντα μαζί. Μέναμε κουκουλω­

στο κρανίο της, τόσο κοντά στον σβέρκο, σαν να τα εί­

μένες στο κρεβάτι διαβάζοντας - διαβάζοντας σιω­

χε κουρέψει με την ψιλή. Απέπνεε την άτρωτη αυτοπε­

πηλά, διαβάζοντας μεγαλόφωνα ολόκληρες παρα­

ποίθηση ενός ευτυχισμένου ανθρώπου και, μολονότι

γράφους η μία στην άλλη• για πολύ καιρό υπήρχε μια

το πρότυπο της ήταν το Ζόρικο Χαμίνι, μιλούσε με μια

μεθυστική ταύτιση. Η Πρισίλα ποτέ δεν έλεγε «Μου

ελκυστικά χρωματισμένη φωνή, λες και μιμούνταν

άρεσε αυτό το βιβλίο», αλλά «Μας άρεσε αυτό το βι­

την άρθρωση της ηθοποιού μητέρας της.

βλίο» ή, για κάποιο μέρος «Μας άρεσε που πήγαμε

Όπως θα μάθαινε τελικά, εδώ και αρκετό καιρό

εκεί», ή για τα σχέδια μας «Νά τι σχεδιάζουμε να κά­

εκείνη δεν είχε πια αυτό που ήθελε, αλλά την τερατώ­

νουμε φέτος το καλοκαίρι». Εμείς. Εμείς. Εμείς. Και

δη του αντιστροφή. Είχε περάσει τα δύο τελευταία

ξαφνικά το «εμείς» δεν ήταν εμείς - το εμείς είχε τε-

66

67

λειώσει. Εμείς ήταν εκείνη και ο Mac της. Εμείς ήταν

κοινού, παίρνοντας μαζί της μια από τις δύο γάτες

εκείνη και το κακοφορμισμένο της μυστικό που κηλί­

-«Δεν ήταν και το καλύτερο για τις γάτες», είπε η Πε­

δωνε το κάθε τι - το ότι εκείνη ήταν έτοιμη να ακρω­

γκίην, «αλλά αυτό ήταν το λιγότερο»- και εγκαταστά­

τηριάσει το σώμα που αγαπούσα».

θηκε σε ένα δωμάτιο του τοπικού μοτέλ. Με δυσκολία

Οι δυο τους δίδασκαν στο Πανεπιστήμιο του Μπόζ-

κατάφερνε να ηρεμεί και να πηγαίνει στα μαθήματα

μαν και στη διάρκεια των δύο τελευταίων χρόνων που

της. Όσο μοναχική κι αν είχε γίνει η συμβίωση της με

έζησαν ως ζευγάρι, όταν η Πρισίλα γύριζε σπίτι από τη

την Πρισίλα, το τραύμα τής προδοσίας, η φύση της

δουλειά, καθόταν μπροστά στο κομπιούτερ της ώς την

προδοσίας ήταν πολύ χειρότερα. Έκλαιγε συνέχεια και

ώρα του ύπνου. Περνούσε τα Σαββατοκύριακα της

άρχισε να στέλνει επιστολές σε πανεπιστήμια εκατο­

μπροστά στο κομπιούτερ. Έτρωγε και έπινε μπροστά

ντάδες χιλιόμετρα μακριά από τη Μοντάνα, αναζητώ­

στο κομπιούτερ. Καθόλου κουβέντα πια, καθόλου σεξ•

ντας καινούργια δουλειά. Πήγε σε ένα συνέδριο στο

ακόμη και για τις πεζοπορίες και το κάμπινγκ η Πε­

πλαίσιο του οποίου διάφορα πανεπιστήμια αναζητού­

γκίην έπρεπε να ξεκινάει μόνη της ή με άλλους, που

σαν υποψήφιους περιβαλλοντικών σπουδών και βρήκε

τους περιμάζευε για να έχει κάποια συντροφιά - όχι με

μια θέση στα Ανατολικά, αφού πρώτα κοιμήθηκε με

την Πρισίλα. Ύστερα, μια μέρα, έξι χρόνια αφότου εί­

την κοσμήτορα, που την ερωτεύτηκε παράφορα και

χαν συναντηθεί στη Μοντάνα κι είχαν αποφασίσει να

στη συνέχεια την προσέλαβε. Η κοσμήτορας εξακο­

ενώσουν τα βαλάντια τους και να ζήσουν ως ζευγάρι, η

λουθούσε να είναι η αφοσιωμένη προστάτιδα και ερω­

Πρισίλα ανακοίνωσε ότι είχε αρχίσει να παίρνει ορμό­

μένη της, τότε που η Πεγκίην πέρασε με το αυτοκίνητο

νες για να αναπτύξει τριχοφυΐα στο πρόσωπο και να

να δει τον Άξλερ και αποφάσισε ότι μετά από δεκαεπτά

βαθύνει τη φωνή της. Το σχέδιο της ήταν να κάνει πλα­

χρόνια λεσβιακής ερωτικής ζωής ήθελε έναν άντρα -

στική για αφαίρεση στήθους καινά γίνει άντρας. Μόνη

αυτόν τον άντρα, αυτόν τον ηθοποιό, είκοσι πέντε χρό­

της, παραδέχτηκε η Πρισίλα, είχε αυτό το όνειρο εδώ

νια μεγαλύτερο της και φίλο της οικογένειας της δεκα­

και πολύ καιρό και τώρα δεν θα υπαναχωρούσε όσο κι

ετίες ολόκληρες. Αφού η Πρισίλα μπορούσε να γίνει

αν την ικέτευε η Πεγκίην. Το αμέσως επόμενο πρωί η

ετεροφυλόφιλος άντρας, τότε και η Πεγκίην μπορούσε

Πεγκίην έφυγε από το σπίτι που είχαν αγοράσει από

να γίνει ετεροφυλόφιλη γυναίκα.

68

69 συμπαγής, καλοφτιαγμένη, γεμάτη ενέργεια• σύντο­ μα ο Άξλερ δεν ένιωθε πια ότι χωρίς το ταλέντο του

ΕΚΕΙΝΟ ΤΟ ΠΡΩΤΟ ΑΠΟΓΕΥΜΑ, ενώ οδηγούσε την

ήταν μόνος στον κόσμο. Ήταν ευτυχισμένος - απροσ­

Πεγκίην στο σπίτι, ο Άξλερ σκόνταψε και έπεσε άγαρ­

δόκητο αίσθημα. Συνήθως την ώρα του δείπνου είχε

μπα στο φαρδύ πέτρινο σκαλοπάτι, σκίζοντας την πα­

την πιο μελαγχολική διάθεση της μέρας. Ενώ η Πε­

λάμη του χεριού που είχε προτάξει για να ανακόψει

γκίην μαγείρευε, ο Άξλερ πήγε στο σαλόνι και έβαλε

την πτώση. «Πού είναι τα είδη πρώτων βοηθειών;»

στο πικ απ έναν δίσκο του Σούμπερτ με τον Μπρέντελ

τον είχε ρωτήσει. Την κατατόπισε κι εκείνη μπήκε μέ­

στο πιάνο. Ούτε που θυμόταν την τελευταία φορά

σα να τα πάρει, ξαναβγήκε, καθάρισε την πληγή του

που είχε μπει στον κόπο ν' ακούσει μουσική, παρόλο

με βαμβάκι και οξυζενέ και την κάλυψε με έναν-δυο

που παλιά, στις καλύτερες μέρες του γάμου του, η

αυτοκόλλητους επιδέσμους. Του έφερε κι ένα ποτήρι

μουσική δεν έπαυε να παίζει.

νερό να πιει. Χρόνια είχε να του προσφέρει κάποιος ένα ποτήρι νερό. Την προσκάλεσε να μείνει για δείπνο. Κατέληξε να του το ετοιμάσει εκείνη. Χρόνια είχε και να του μα­ γειρέψει κάποιος. Η Πεγκίην ήπιε ένα μπουκάλι μπύ­

«Τι έγινε με τη γυναίκα σου;» τον ρώτησε, αφού είχαν φάει τη μακαρονάδα και είχαν μοιραστεί ένα μπουκάλι κρασί. «Δεν έχει σημασία. Πολύ βαρετό θέμα για κουβέ­ ντα».

ρα ενώ εκείνος καθόταν στο τραπέζι της κουζίνας και

«Πόσον καιρό ζεις εδώ πάνω χωρίς κανέναν;»

την παρακολουθούσε να ετοιμάζει το φαγητό. Υπήρ­

«Αρκετό για να νιώσω αδιανόητα μόνος. Μερικές

χε ένα κομμάτι παρμεζάνα στο ψυγείο, υπήρχαν αυ­

φορές είναι πολύ περίεργο να κάθεσαι εδώ και να

γά, υπήρχε λίγο μπέικον, υπήρχε μισό κουτάκι κρέμα

περνούν οι μήνες, οι εποχές να διαδέχονται η μία την

και μ' αυτά κι ένα πακέτο μακαρόνια έφτιαξε σπαγ­

άλλη, και να σκέφτεσαι ότι όλα συνεχίζονται χωρίς

γέτι καρμπονάρα. Ανακαλούσε την εικόνα της, μωρό

εσένα. Ακριβώς όπως θα είναι και όταν πεθάνεις».

στο στήθος της μητέρας της, ενώ την παρατηρούσε

«Τι έγινε με το θέατρο;» ρώτησε.

να δουλεύει στην κουζίνα του, άνετη, λες και ο χώρος

«Δεν παίζω πια».

της ανήκε. Ήταν μια παρουσία που έσφυζε από ζωή,

«Δεν μπορεί», είπε. «Τισυνέβη;»



71

«Επίσης πολύ βαρετό για να το αναλύσουμε».

ρασες εκείνο το απόγευμα;» «Ήθελα να δω αν είναι

«Αποσύρθηκες, ή έγινε τίποτ' άλλο;»

καμιά γυναίκα μαζί σου». «Κι όταν είδες;» «Σκέφτη­

Εκείνος σηκώθηκε και πέρασε στην άλλη πλευρά

κα "Γιατί όχι εγώ;"» «Ανέκαθεν τόσο υπολογίστρια

του τραπεζιού• σηκώθηκε κι εκείνη και ο Άξλερ τη φί­

ήσουν;» «Δεν είναι υπολογισμός. Είναι να κυνηγάς

λησε.

αυτό που θέλεις. Και», πρόσθεσε, «να μην κυνηγάς

Η Πεγκίην χαμογέλασε έκπληκτη. «Παρεκκλίνω

αυτό που δεν θέλεις πια».

σεξουαλικά. Κοιμάμαι με γυναίκες», είπε γελώντας. «Δεν ήταν και τόσο δύσκολο να το καταλάβω». Και στο σημείο αυτό, τη φίλησε για δεύτερη φορά.

Η ΚΟΣΜΗΤΟΡΑΣ που την προσέλαβε και την έφερε

«Τότε τι κάνεις;» τον ρώτησε.

στο Πρέσκοτ έγινε πυρ και μανία όταν η Πεγκίην της

Εκείνος ανασήκωσε τους ώμους. «Δεν μπορώ να πω

δήλωσε ότι η σχέση τους είχε τελειώσει. Ήταν οκτώ

ότι ξέρω. Δεν έχεις πάει ποτέ με άντρα;» τη ρώτησε.

χρόνια μεγαλύτερη από την Πεγκίην, κέρδιζε τα δι­

«Όταν ήμουν στο πανεπιστήμιο»

πλά και περισσότερα από εκείνη, είχε διατελέσει

«Είσαι με καμιά γυναίκα αυτήν την εποχή;»

αξιοσέβαστη κοσμήτορας επί δέκα και πλέον χρόνια

«Μέσες-άκρες», του απάντησε. «Εσύ;» «Όχι».

και έτσι αρνήθηκε να το πιστέψει ή να το επιτρέψει. Το πρώτο πράγμα που έκανε κάθε πρωί ήταν να τηλε­

Ένιωσε τη δύναμη στα μυώδη μπράτσα της, πα-

φωνεί στην Πεγκίην και να την κατσαδιάζει και τις

σπάτεψε τα βαριά της στήθη, χούφτωσε τον σκληρό πι­

νύχτες την έπαιρνε αμέτρητες φορές για να της βάλει

σινό της, την τράβηξε κοντά του και ξαναφιλήθηκαν.

τις φωνές, να την προσβάλει και να απαιτήσει μιαν

Ύστερα, την παρέσυρε στον καναπέ του σαλονιού• κι

εξήγηση. Κάποτε της τηλεφώνησε από το τοπικό νε­

εκεί η Πεγκίην, κοκκινίζοντας καθώς ο Άξλερ την κοι­

κροταφείο, όπου, όπως ανακοίνωσε, «περιπλανιόταν

τούσε, έβγαλε το τζην της και βρέθηκε με άντρα για

έξαλλη» για τον τρόπο με τον οποίο της είχε φερθεί η

πρώτη φορά από τότε που ήταν φοιτήτρια. Κι εκείνος

Πεγκίην. Κατηγόρησε την Πεγκίην ότι την είχε εκμε­

βρέθηκε με λεσβία για πρώτη φορά στη ζωή του.

ταλλευτεί για να πάρει τη θέση καινά την παρατήσει,

Μήνες αργότερα θα της έλεγε: «Πώς έτυχε και πέ-

εντελώς καιροσκοπικά, λίγες μόνο βδομάδες αφότου

72

73

εξασφάλισε τη δουλειά. Όταν η Πεγκίην πήγε στην

αριθμό σου;» Εκείνος ξαναγύρισε στο τηλέφωνο και

πισίνα για να συμμετάσχει στην προπόνηση της κο­

είπε «Δεν υπάρχει καμιά Πεγκίην Στέιπλφορντ εδώ».

λυμβητικής ομάδας, δυο φορές την εβδομάδα αργά

«Ευχαριστώ» είπε η φωνή και το έκλεισε. Την επόμενη

το απόγευμα, η κοσμήτορας κανόνισε να κολυμπάει

βδομάδα, στην πανεπιστημιούπολη, η Πεγκίην έπεσε

την ίδια ώρα και φρόντισε να πάρει το ντουλαπάκι δί­

πάνω στη Λουίζ. Η Λουίζ της δήλωσε πως θα έλειπε

πλα σ' εκείνο της Πεγκίην. Η κοσμήτορας τηλεφω­

για δέκα μέρες και πως όταν θα επέστρεφε «καλό θα

νούσε για να την καλέσει στο σινεμά, σε διαλέξεις, σε

ήταν η Πεγκίην να έκανε κάτι για εκείνην» όπως «να

συναυλίες, σε δείπνα. Τηλεφωνούσε μέρα παρά μέρα

την καλέσει σε δείπνο». Και τότε η Πεγκίην φοβήθη­

ανακοινώνοντας στην Πεγκίην ότι ήθελε να τη δει το

κε, πρώτον, επειδή η Λουίζ δεν είχε σκοπό να την

ερχόμενο Σαββατοκύριακο. Η Πεγκίην της είχε ήδη

αφήσει ήσυχη, παρότι της είχε για μια ακόμη φορά ξε­

ξεκαθαρίσει ότι ήταν απασχολημένη τα Σαββατοκύ­

καθαρίσει ότι η σχέση τους είχε τελειώσει και, δεύτε­

ριακα και ότι δεν ήθελε να συνεχίσει να τη βλέπει. Η

ρον, εξαιτίας της απειλής που ενσάρκωνε ο θυμός της

κοσμήτορας ικέτευε, ούρλιαζε - μερικές φορές έκλαι­

Λουίζ. «Τι απειλείται;» τη ρώτησε εκείνος. «Τι; Η δου­

γε. Δεν μπορούσε να ζήσει χωρίς την Πεγκίην. Μια

λειά μου. Δεν υπάρχει κανένα όριο στο κακό που μπο­

δυνατή, επιτυχημένη γυναίκα σαράντα οκτώ χρονών

ρεί να μου κάνει, αν βάλει κάτι τέτοιο στο μυαλό της».

με τόσα προσόντα, μια δυναμική γυναίκα που λέγανε

«Όμως έχεις εμένα, έτσι δεν είναι;» είπε ο Άξλερ. «Τι

ότι θα ήταν η επόμενη Πρόεδρος του Πρέσκοτ, και να

σημαίνει αυτό;» «Έχεις εμένα να στηριχτείς. Είμαι

εκτροχιάζεται τόσο εύκολα!

εδώ».

Μια Κυριακή απόγευμα τηλεφώνησε στο σπίτι του και ζήτησε να μιλήσει με την Πεγκίην Στέιπλφορντ. Ο

Εκείνος ήταν εδώ. Εκείνη ήταν εδώ. Οι προοπτι­ κές και των δύο είχαν αλλάξει εντυπωσιακά.

Άξλερ κατέβασε το ακουστικό, πήγε στο καθιστικό και πληροφόρησε την Πεγκίην ότι το τηλεφώνημα ήταν για κείνην. «Ποια είναι;» τη ρώτησε. Χωρίς να διστά­

ΤΟ ΠΡΩΤΟ ΡΟΥΧΟ που της αγόρασε ήταν ένα μελί

σει, του απάντησε: «Ποια άλλη μπορεί να είναι; Η

στενό δερμάτινο μπουφάν με φόδρα από μουτόν, που

Λουίζ. Πώς έμαθε πού βρίσκομαι; Πού βρήκε τον

είχε δει στη βιτρίνα ενός μαγαζιού σ' ένα χωριό με εύ-

74

75

πόρους κατοίκους που απείχε δεκαπέντε χιλιόμετρα

νε ο Άξλερ για να δει πώς της πήγαινε και να ζητήσει

από το σπίτι του, αν ακολουθούσε κανείς τον δρόμο

τη γνώμη του. Τις πρώτες ώρες φαινόταν να έχει

που περνούσε μέσα από το δάσος. Πήγε ως εκεί και

παραλύσει από συστολή και αμηχανία• μετά χαλά­

το αγόρασε στο νούμερο που σωστά μάντεψε ότι φο­

ρωσε και, στο τέλος πια, ξεπρόβαλλε κοκέτικα από το

ρούσε η Πεγκίην. Το μπουφάν κόστισε χίλια δολάρια.

δοκιμαστήριο χαμογελώντας ευχαριστημένη.

Ποτέ δεν είχε αποκτήσει κάτι τόσο ακριβό και ποτέ

Της αγόρασε κολιέ, βραχιόλια και σκουλαρίκια.

δεν έδειχνε ωραιότερη απ' ό,τι όταν το φορούσε. Της

Της αγόρασε πολυτελή εσώρουχα για να αντικατα­

είπε ότι ήταν για τα γενέθλια της, όποτε κι αν έπε­

στήσει τα αθλητικά σουτιέν και τα γκρίζα σλιπάκια.

φταν. Τις επόμενες μέρες δεν το έβγαλε από πάνω

Της αγόρασε μικροσκοπικά σατέν μπέιμπι ντολ για

της. Ύστερα, οδήγησαν ως τη Νέα Υόρκη, θέλοντας

να αντικαταστήσει τις φανελένιες πιτζάμες της. Της

να απολαύσουν καλό φαγητό, να πάνε σινεμά και να

αγόρασε ψηλοτάκουνα μποτίνια, ένα ζευγάρι μαύρα

δραπετεύσουν για ένα Σαββατοκύριακο μαζί• κι εκεί,

και ένα καφέ. Το μοναδικό της παλτό το είχε κληρο­

της αγόρασε κι άλλα ρούχα - ως το τέλος του Σαββα­

νομήσει από τη μακαρίτισσα τη μητέρα της Πρισίλα.

τοκύριακου ρούχα αξίας τουλάχιστον πέντε χιλιάδων

Ήταν πολύ μεγάλο για εκείνη και την έκανε να φαίνε­

δολαρίων, φούστες, μπλούζες, ζώνες, σακάκια, πα­

ται άχαρη, σαν να φορούσε ένα κουτί• έτσι, τους επό­

πούτσια, πουλόβερ, σύνολα με τα οποία φαινόταν

μενους μήνες της αγόρασε καινούργια παλτά που την

πολύ διαφορετική απ' ό,τι με τα ρούχα που είχε αγο­

κολάκευαν - πέντε τον αριθμό, θα μπορούσε να της

ράσει στα Ανατολικά μ' εκείνην από τη Μοντάνα.

αγοράσει εκατό. Δεν μπορούσε να σταματήσει. Ζώ­

Όταν κατέφθασε για πρώτη φορά στο σπίτι του, ήταν

ντας με τον τρόπο που ζούσε, σπάνια ξόδευε για τον

ελάχιστα τα ρούχα της που δεν θα μπορούσε να φορέ­

εαυτό του και τίποτα δεν του έδινε μεγαλύτερη χαρά

σει κι ένα δεκαεξάχρονο αγόρι και μόνο τώρα είχε αρ­

από το να την μεταμορφώνει, κάνοντας την να φαίνε­

χίσει να εγκαταλείπει εκείνο το βάδισμα που θύμιζε

ται όπως ποτέ στο παρελθόν. Ήταν ένα όργιο παρα-

δεκαεξάχρονο αγόρι. Στα καταστήματα της Νέας

χαιδέματος και σπατάλης που ταίριαζε θαυμάσια και

Υόρκης, μόλις φορούσε κάτι καινούργιο στο δοκιμα­

στους δυο.

στήριο, έβγαινε κι εμφανιζόταν εκεί που την περίμε-

Παρ' όλα αυτά, εκείνη δεν ήθελε να μάθουν οι γο-

76

77

νείς της για τη σχέση τους. Θα τους προκαλούσε με­

λάβαινε γιατί μια σαραντάχρονη γυναίκα έπρεπε να

γάλο πόνο. Εκείνος σκεφτόταν: Περισσότερο πόνο

νοιάζεται τόσο για το τι σκέφτονταν οι γονείς της,

απ' ό,τι όταν τους είπες ότι ήσουν λεσβία; Του αφη­

ιδίως μια σαραντάχρονη γυναίκα που είχε κάνει όλα

γήθηκε τι είχε συμβεί τότε που τους το αποκάλυψε,

όσα αποδοκίμαζαν οι γονείς της, παρακάμπτοντας τις

στα είκοσι τρία της χρόνια. Η μητέρα της είχε κλάψει

αντιρρήσεις τους. Δεν του άρεσε που φερόταν σαν να

και είχε πει «Δεν μπορώ να φανταστώ τίποτα χειρότε­

ήταν μικρότερη από την ηλικία της, αλλά δεν την πίε­

ρο» και ο πατέρας της είχε προσποιηθεί ότι το αποδε­

ζε, όχι για την ώρα τουλάχιστον, κι έτσι η οικογένεια

χόταν, αλλά έκανε μήνες να ξαναχαμογελάσει. Πέρα­

της συνέχιζε να νομίζει ότι προχωρούσε ζώντας τη συ­

σε καιρός ώσπου η οικογένεια να ξεπεράσει το τραύ­

νηθισμένη της ζωή, την ώρα που εκείνη, όπως τουλά­

μα. «Και γιατί θα τους προκαλούσε πόνο το να μά­

χιστον πίστευε ο Άξλερ, σταδιακά, καθώς οι μήνες

θουν για μένα;» τη ρώτησε. «Επειδή σε γνωρίζουν

περνούσαν, έχανε και τα τελευταία ορατά σημάδια

από τόσο παλιά. Επειδή έχετε την ίδια ηλικία».

εκείνου το οποίο τώρα χαρακτήριζε ως «το δεκαεπτά-

«Όπως θέλεις», της είπε. Αλλά δεν μπορούσε να μην

χρονο λάθος μου».

αναρωτιέται για τα κίνητρα της. Ίσως η Πεγκίην υπε-

Παρ' όλ' αυτά, μια μέρα, την ώρα του πρωινού, το

ρέβαλλε, επειδή είχε συνηθίσει να μοιράζει τη ζωή

ίδιο έκπληκτος όσο κι εκείνη από τα λόγια του, ο

της στα δυο, να διαχωρίζει αυστηρά τη σεξουαλική της

Άξλερ είπε «Είναι η σχέση μας αυτό που πραγματικά

ζωή από τη ζωή της ως κόρης• ίσως δεν ήθελε να

θέλεις, Πεγκίην; Όσο κι αν χαιρόμαστε ο ένας τον άλ­

εμπλέξει ή να μολύνει το σεξ με οικογενειακές έγνοι­

λον, όσο κι αν η έλξη του πρωτόγνωρου είναι μεγάλη,

ες. Ίσως υπήρχε λίγη αμηχανία στη μεταστροφή της

και τα αισθήματα μεγάλα, και η απόλαυσν\ μεγάλη,

από τις γυναίκες στους άντρες και κάποια αβεβαιότη­

αναρωτιέμαι αν ξέρεις τι κάνεις».

τα ως προς το αν αυτή η αλλαγή θα ήταν μόνιμη. Όμως, ανεξάρτητα από τα κίνητρα της, εκείνος ένιω­

«Ξέρω. Μου αρέσει αυτό που ζούμε», απάντησε, «και δεν θέλω να σταματήσει».

θε ότι έκανε λάθος που της επέτρεπε να κρατάει τον

«Καταλαβαίνεις όμως σε τι αναφέρομαι;»

δεσμό τους μυστικό από την οικογένεια της. Παραή-

«Ναι. Στο θέμα της ηλικίας. Στο θέμα του σεξουα­

ταν μεγάλος για να συμβιβαστεί μ' αυτό . Ούτε κατα-

λικού μας παρελθόντος. Στην παλιά σου σχέση με

78

79

τους γονείς μου. Πιθανόν και σε άλλα είκοσι ανάλογα

νιώθω τον κίνδυνο. Είναι διαφορετικός απ' τον δικό

ζητήματα. Και κανένα απ' αυτά δεν με απασχολεί.

σου, φυσικά. Αλλά η χειρότερη δυνατή κατάληξη θα

Εσένα;»

ήταν να απομακρυνθείς από μένα. Δεν θα άντεχα να

«Μήπως θα ήταν φρόνιμο», της απάντησε, «πριν ραγίσουν οι καρδιές μας να κάνουμε πίσω;»

σε χάσω τώρα. Θ' αντέξω, βέβαια, αν αναγκαστώ, αλλά όσο για τον κίνδυνο... έχουμε ήδη ρισκάρει.

«Δεν είσαι ευτυχισμένος;» τον ρώτησε.

Έχουμε ήδη αναλάβει τον κίνδυνο. Είναι πολύ αργά

«Η ζωή μου κρεμόταν από μια κλωστή τα τελευ­

για να προστατευτούμε κάνοντας πίσω».

ταία χρόνια. Δεν αισθάνομαι πως έχω τη δύναμη να αντιμετωπίσω το ενδεχόμενο να συντριβούν οι ελπί­

«Εννοείς ότι δεν θέλεις να βγεις απ' το παιχνίδι όσο τα πράγματα πηγαίνουν καλά;»

δες μου. Έχω ζήσει πολλή συζυγική δυστυχία και πολ­

«Ακριβώς. Σε θέλω, βλέπεις. Έφτασα να πιστέψω

λούς χωρισμούς από γυναίκες. Είναι πάντοτε οδυνη­

ότι είσαι δικός μου. Μην απομακρύνεσαι από μένα.

ρό, είναι πάντοτε δύσκολο και δεν θέλω να το περάσω

Μου αρέσει αυτό που ζούμε και δεν θέλω να σταμα­

σ' αυτό το στάδιο της ζωής μου».

τήσει. Δεν μπορώ να πω τίποτ' άλλο. Το μόνο που

«Σάιμον, και τους δυο μάς παράτησαν», είπε η

μπορώ να πω είναι ότι θα προσπαθήσω, αν προσπα­

Πεγκίην. «Βρισκόσουν στον πάτο της κατάθλιψης και

θήσεις κι εσύ. Τώρα πια δεν πρόκειται απλώς για μια

η γυναίκα σου τα μάζεψε κι έφυγε αφήνοντας σε να

περιπέτεια».

τα βγάλεις πέρα μόνος σου. Εγώ προδόθηκα από την Πρισίλα. Δεν εγκατέλειψε μόνο εμένα, εγκατέλειψε και το σώμα που κάποτε είχα αγαπήσει για να γίνει

«Έχουμε ήδη ρισκάρει», είπε, επαναλαμβάνο­ ντας τα λόγια της. «Έχουμε ήδη ρισκάρει», του απάντησε.

άντρας με μουστάκι, ονόματι Τζακ. Αν είναι ν' απο­

Τρεις λέξεις που σήμαιναν ότι ήταν η χειρότερη

τύχουμε ας είναι εξαιτίας μας, όχι εξαιτίας τους, όχι

στιγμή για να την εγκαταλείψει ο Άξλερ. Θα πει ό,τι

εξαιτίας του παρελθόντος σου ή του παρελθόντος

χρειάζεται, σκεφτόταν εκείνος, ακόμα κι αν ο διάλο­

μου. Δεν θέλω να σε ενθαρρύνω να διακινδυνεύσεις

γος καταντάει σαπουνόπερα, προκειμένου να συνε­

και ξέρω πως το διακινδυνεύεις. Διακινδυνεύουμε

χίσει τη σχέση μας - κι αυτό επειδή πονάει ακόμα, τό­

και οι δυο μας, μια και το 'φέρε η κουβέντα. Κι εγώ

σους μήνες μετά, από το σοκ που της προκάλεσε η

8ο



Πρισίλα και υποφέρει από τα τελεσίγραφα της Λουίζ.

«Πού τα βρήκες;» τη ρώτησε. «Μια μαθήτρια μου»,

Δεν είναι ότι με εξαπατά υιοθετώντας αυτή τη συμπε­

είπε. Κάθισαν πλάι πλάι στον καναπέ του καθιστικού,

ριφορά - έτσι χαράζουμε όλοι τη στρατηγική μας• με

ενώ εκείνη γύριζε σελίδες και τσάκιζε τις άκρες τους

το ένστικτο μας. Όμως τελικά θα 'ρθει μια μέρα, σκε­

όποτε συναντούσε τη φωτογραφία ενός χτενίσματος

φτόταν ο Άξλερ, που οι περιστάσεις θα τη φέρουν σε

που θα μπορούσε να της ταιριάζει. Τελικά περιόρισαν

πολύ πιο πλεονεκτική θέση για να βάλει ένα τέλος στη

τις προτιμήσεις τους σε δύο, η Πεγκίην έσκισε τις συ­

σχέση μας, ενώ εγώ θα βρεθώ σε μειονεκτική θέση,

γκεκριμένες σελίδες, κι εκείνος τηλεφώνησε σε μια

απλώς και μόνο επειδή δεν τολμάω να τη διακόψω

φίλη του ηθοποιό που έμενε στο Μανχάταν, για να τη

τώρα. Κι όταν εκείνη θα είναι δυνατή κι εγώ αδύνα­

ρωτήσει πού θα μπορούσε να πάει η Πεγκίην να κόψει

μος, το πλήγμα που θα χρειαστεί να αντιμετωπίσω θα

τα μαλλιά της. Ήταν η ίδια φίλη που του είχε υποδείξει

είναι αβάσταχτο.

πού να ψωνίσει ρούχα για την Πεγκίην και πού να της

Πίστευε ότι διέβλεπε καθαρά το μέλλον τους, κι

αγοράσει τα κοσμήματα της. «Μακάρι να είχα κι εγώ

όμως δεν μπορούσε να κάνει τίποτα για να αλλάξει

έναν sugar daddy 21 », είπε η φίλη. Όμως ο Άξλερ δεν

αυτήν την προοπτική. Ήταν πολύ ευτυχισμένος για

το έβλεπε έτσι. Απλώς βοηθούσε την Πεγκίην να γίνει

να την αλλάξει.

η γυναίκα που θα ήθελε ο ίδιος, αντί να είναι η γυναί­ κα την οποία θα ήθελε μια άλλη γυναίκα. Και οι δυο τους είχαν απορροφηθεί στην προσπάθεια να κάνουν

ΚΑΘΩΣ ΟΙ ΜΗΝΕΣ ΠΕΡΝΟΥΣΑΝ, άφησε τα μαλλιά

την επιθυμία πραγματικότητα.

της -μαλλιά πυκνά, καστανά, με φυσική λάμψη- να

Τη συνόδεψε σ' ένα ακριβό κομμωτήριο στην Ανα­

μακρύνουν σχεδόν ώς τους ώμους της κι άρχισε να

τολική Εξηκοστή Οδό. Μια νεαρή Γιαπωνέζα κοίταξε

σκέφτεται να τα κόψει σε ένα στυλ εντελώς διαφορετι­

τις φωτογραφίες κι έκοψε ανάλογα τα μαλλιά της Πε­

κό από εκείνο το ανδρικό κούρεμα που για χρόνια είχε

γκίην. Δεν είχε ξαναδεί την Πεγκίην τόσο αφοπλισμέ­

υιοθετήσει. Ένα Σαββατοκύριακο κατέφθασε με μια

νη, όσο τη στιγμή που κάθισε στην πολυθρόνα μπρο­

στοίβα περιοδικά, που παρόμοια δεν είχε ξαναδεί ο

στά από τον καθρέφτη, με τα μαλλιά της μόλις λου­

Άξλερ, γεμάτα φωτογραφίες διάφορων χτενισμάτων.

σμένα. Δεν την είχε ξαναδεί τόσο αδύναμη ή τόσο

82

83

αμήχανη, να μην ξέρει πώς να συμπεριφερθεί. Η ει­

ενός δήθεν αχτένιστου κεφαλιού- και φαινόταν τόσο

κόνα της, καθώς καθόταν εκεί σχεδόν ταπεινωμένη,

μεταμορφωμένη που όλα αυτά τα αναπάντητα ερω­

σιωπηλή, υπάκουη, ανίκανη ακόμη και να κοιτάξει

τήματα έπαθαν να τον απασχολούν• δεν ήταν να τα

το είδωλο της στον καθρέφτη, έδινε στο κούρεμα ένα

σκέφτεται κανείς στα σοβαρά. Εκείνη χρειάστηκε λί­

εντελώς μεταμορφωτικό νόημα, πυροδοτώντας όλες

γο περισσότερο χρόνο από τον Άξλερ για να πεισθεί

του τις αμφιβολίες και κάνοντας τον να αναρωτηθεί,

ότι είχαν επιλέξει σωστά, αλλά μέσα σε λίγες μόνο μέ­

όπως εξάλλου το είχε κάνει πάνω από μια φορά, μή­

ρες και το κούρεμα και όλα όσα σήμαινε -το ότι του

πως είχε τυφλωθεί από μια τεράστια και απελπισμένη

είχε επιτρέψει να τη διαπλάσει, να αποφασίσει εκεί­

αυταπάτη. Τι είδους έλξη μπορούσε να ασκεί μια γυ­

νος για την εμφάνιση της και να προωθήσει μια συ­

ναίκα σαν την Πεγκίην σε έναν άντρα τόσο παραιτη­

γκεκριμένη ιδέα για το περιεχόμενο της αληθινής της

μένο όσο ο ίδιος; Μήπως την ανάγκαζε να υποδυθεί

ζωής- φαίνονταν να είναι πια κάτι παραπάνω από

κάποια γυναίκα εντελώς διαφορετική απ' ό,τι πραγ­

αποδεκτά. Ίσως το ότι του άρεσε τόσο πολύ να ήταν ο

ματικά ήταν; Μήπως της φορούσε ένα κοστούμι, ελ­

λόγος που δεν δυστροπούσε αλλά συμμορφωνόταν

πίζοντας ενδόμυχα ότι μια ακριβή φούστα θα μπο­

αδιαμαρτύρητα στις υποδείξεις του, παρότι ολότελα

ρούσε να εξουδετερώσει σχεδόν δύο δεκαετίες βιωμέ­

ξένες προς την αίσθηση του εαυτού της που είχε δια­

νης εμπειρίας; Μήπως την παραμόρφωνε ξεγελώ­

μορφώσει ώς τότε. Αν βέβαια η θέληση που υποτασ­

ντας τον εαυτό του με ψέματα - ψέματα που τελικά

σόταν ήταν η δική της• αν δεν ήταν εκείνη, στην

θα αποδεικνύονταν κάθε άλλο παρά ανώδυνα; Κι αν

πραγματικότητα, που είχε κυριαρχήσει πάνω του,

διαπίστωνε ότι δεν ήταν παρά μια σύντομη ανδρική

κατέχοντας τον και κατακτώντας τον ολοκληρωτικά.

παρένθεση στη ζωή μιας λεσβίας; Όμως, στο μεταξύ, τα πυκνά, καστανά, λαμπερά μαλλιά της Πεγκίην είχαν κοπεί -σε ένα ύψος λίγο χα­

ΑΡΓΑ, ΜΙΑ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ ΑΠΟΓΕΥΜΑ, η Πεγκίην

μηλότερο από τη βάση του λαιμού της, σχηματίζο­

έφτασε στο σπίτι του αναστατωμένη. Στο μακρινό

ντας άνισες άτακτες μύτες, ένα στυλ που της πρόσδι­

Λάνσινγκ, η οικογένεια της είχε δεχτεί ένα μεταμεσο­

νε τον ανάλαφρο, επιμελώς ατημέλητο χαρακτήρα

νύκτιο τηλεφώνημα από τη Λουίζ, η οποία και τους

84

85

διεκτραγώδησε πόσο καιροσκοπικά την είχε εκμεταλ­

«Κι αν αποφασίσει να μη μου ξαναμιλήσει;»

λευτεί και εξαπατήσει η κόρη τους.

«Αμφιβάλλω αν θα συμβεί κάτι τέτοιο».

«Και τι άλλο τους είπε;» ρώτησε ο Άξλερ.

«Κι αν θέλει να μιλήσει σε σένα;»

Στην ερώτηση του, η Πεγκίην παραλίγο να βάλει

«Τότε θα μιλήσουμε οι δυο μας», είπε ο Άξλερ.

τα κλάματα. «Τους είπε για σένα. Είπε ότι ζω μαζί

«Πόσο θυμωμένος μπορεί να είναι;»

σου».

«Ο πατέρας σου είναι λογικός και ευαίσθητος άν­

«Και πώς αντέδρασαν;» «Η μητέρα μου απάντησε. Ο μπαμπάς κοιμόταν». «Και πώς το πήρε;» «Με ρώτησε αν αληθεύει. Της είπα ότι δεν ζούμε μαζί. Της είπα ότι γίναμε στενοί φίλοι». «Και ο πατέρας σου;» «Ούτε που μου τηλεφώνησε». «Γιατί;» «Δεν ξέρω. Την ελεεινή! Γιατί δεν σταματάει!» φώνα­ ξε. «Τηνψυχαναγκαστική, κτητική, φθονερή, κακόβου­

θρωπος. Γιατί να έχει θυμώσει;» «Τη σκύλα! Έχει παλαβώσει εντελώς. Έχει χάσει τον έλεγχο». «Ναι», είπε εκείνος, «η σκέψη σου τη βασανίζει. Όμως εσύ δεν έχεις χάσει τον έλεγχο. Ούτε εγώ, ούτε η μητέρα και ο πατέρας σου». «Τότε γιατί δεν ήθελε να μου μιλήσει ο πατέρας μου;» «Αν σε στενοχωρεί τόσο πολύ, τηλεφώνησε του και ρώτα τον. Μήπως θέλεις να του μιλήσω εγώ;»

λη σκύλα!»

«Όχι, εγώ θα τον πάρω - μόνη μου».

«Στ' αλήθεια σε πειράζει που το είπε στους γονείς σου;»

Περίμενε ώσπου να φάνε και μετά τηλεφώνησε στο Λάνσινγκ και μάλιστα από το γραφείο της, κλεί­

«Γιατί, εσένα δεν σε πειράζει;» ρώτησε η Πεγκίην.

νοντας πίσω της την πόρτα. Μετά από ένα τέταρτο

«Εφόσον σ' ενοχλεί, ναι. Αλλιώς, καθόλου. Νομί­

βγήκε κρατώντας το τηλέφωνο και του έτεινε το

ζω πως είναι για καλό». «Τι θα πω στον πατέρα μου όταν του μιλήσω;» τον ρώτησε. «Πεγκίην Μάικ - πες ό,τι σου γουστάρει».

ακουστικό. Ο Άξλερ το πήρε. «Έισα; Καλησπέρα». «Γεια. Μαθαίνω ότι ξελόγιασες την κόρη μου». «Έχω ερωτική σχέση μαζί της, πράγματι».

86 «Λοιπόν, δεν μπορώ να πω ότι δεν ξαφνιάστηκα». «Λοιπόν», απάντησε ο Άξλερ γελώντας, «ούτε εγώ μπορώ να πω κάτι τέτοιο».

87 «Ναι, ήταν μια έκπληξη και για τη φίλη της, τη Λουίζ». Δεν μπήκε στον κόπο να απαντήσει ότι και η Λουίζ

«Όταν με πληροφόρησε ότι θα ερχόταν να σε επι­

η ίδια ήταν κάτι σαν έκπληξη. Ολοφάνερα, η πρόθεση

σκεφτεί, δεν φαντάστηκα ότι κάτι τέτοιο ήταν στο

της Κάρολ ήταν να είναι ήπια και φιλική, αλλά ο

πρόγραμμα», είπεοΈισα.

Άξλερ κατάλαβε, από την ταραχή στη φωνή της, ότι

«Ωραία, χαίρομαι που δεν έχεις πρόβλημα», απά­ ντησε ο Άξλερ.

το τηλεφώνημα ήταν μια δοκιμασία γι' αυτούς και ότι

Μεσολάβησε μια παύση πριν ο Έισα απαντήσει.

καθεν το συνήθιζαν: έκαναν το λογικώς επιβεβλημέ­

«Η Πεγκίην είναι αυτεξούσια. Πάει καιρός που δεν είναι

νο, ώστε να είναι ευτυχισμένη η Πεγκίην. Δεν ήθελαν

πια παιδί. Κοίτα, η Κάρολ θέλει να σου πει ένα γεια»,

να την αποξενώσουν στα σαράντα της, όπως είχαν

έκανε οΈισα κι έδωσε το ακουστικό στη γυναίκα του.

κάνει στα είκοσι τρία της, όταν τους ανακοίνωσε ότι

«Γιά δες!» είπε η Κάρολ. «Ποιος θα φανταζόταν

απλώς εκείνη και ο Έισα έκαναν το σωστό - όπως ανέ­

ήταν λεσβία.

κάτι τέτοιο όταν ήμασταν και οι τρεις παιδάκια στη Νέα Υόρκη!» «Κανένας», απάντησε ο Άξλερ. «Εγώ δεν το φα­

ΤΕΛΙΚΑ, Η ΚΑΡΟΛ πήρε το αεροπλάνο από το Μίσι­

ντάστηκα ούτε τη μέρα που εμφανίστηκε εδώ».

γκαν το επόμενο Σάββατο για να συναντήσει την Πε­

«Πιστεύεις ότι η κόρη μου κάνει το σωστό;» τον ρώτησε η Κάρολ.

γκίην στη Νέα Υόρκη για φαγητό. Η Πεγκίην πήγε με το αυτοκίνητο στην πόλη το ίδιο πρωί και επέστρεψε

«Έτσι νομίζω».

γύρω στις οκτώ το βράδυ. Ο Άξλερ είχε μαγειρέψει και

«Τι σχέδια έχεις;» ρώτησε η Κάρολ.

μόνο αφού έφαγαν τη ρώτησε πώς είχαν πάει τα

«Δεν έχω σχέδια».

πράγματα.

«Η Πεγκίην ήταν ανέκαθεν μια έκπληξη για μας».

«Λοιπόν, τι είπε;» ρώτησε ο Άξλερ.

«Ήταν μια έκπληξη και για μένα», είπε ο Άξλερ.

«θέλεις να είμαι εντελώς ειλικρινής;» απάντησε η

«Νομίζω ότι και η ίδια δεν είναι λιγότερο έκπληκτη».

Πεγκίην.

88

89

«Ναι, σε παρακαλώ».

κανείς υπολογισμούς, όταν συνδέεται αισθηματικά

«Εντάξει, είπε εκείνη, «θα προσπαθήσω να τα θυ­

με κάποιον. Της είπα ότι η σχέση μας με έκανε πολύ

μηθώ με τη μεγαλύτερη ακρίβεια. Ήταν μια καλοκά­

ευτυχισμένη επί του παρόντος. Και τότε εκείνη είπε

γαθη ανάκριση τρίτου βαθμού. Δεν υπήρχε καμιά

«Μάθαμε ότι ήταν σε ψυχιατρική κλινική. Άλλοι λένε

προστυχιά ή ιδιοτέλεια εκ μέρους της. Απλώς η αδιάλ­

πως νοσηλεύτηκε έξι μήνες, άλλοι έναν χρόνο - δεν

λακτη ντομπροσύνη της Μητέρας από το Κάνσας.

ξέρω ακριβώς τα γεγονότα». Της είπα ότι έμεινες μέ­

«Ξεκίνα».

σα είκοσι έξι μέρες πριν από δώδεκα ολόκληρους μή­

«Θέλεις να μάθεις τα πάντα», είπε η Πεγκίην. «Ναι».

νες, επειδή αντιμετώπιζες κάποια προβλήματα στο θέατρο. Είπα ότι είχες χάσει προσωρινά την ικανότη­

«Λοιπόν, πρώτα απ' όλα, στο εστιατόριο, πέρασε

τα να παίζεις και στερημένος από την ηθοποιία, εί­

σαν σίφουνας μπροστά απ' το τραπέζι μου - δεν με

χες διαλυθεί. Είπα πως όποια συναισθηματικά ή δια­

αναγνώρισε. Είπα «Μητέρα» και τότε στράφηκε και

νοητικά προβλήματα κι αν είχες εκείνη την εποχή,

είπε «Ω, Θεέ μου, η κόρη μου. Τι όμορφη που δεί­

αυτά δεν εκδηλώθηκαν ποτέ στην κοινή μας ζωή τώ­

χνεις!» Κι εγώ είπα «Όμορφη; Δεν με θεωρούσες

ρα. Είπα πως είσαι πνευματικά υγιής και μάλιστα

όμορφη πριν;» Κι εκείνη είπε «Καινούργια κόμμω­

υγιέστερος από κάθε άνθρωπο με τον οποίο σχετί­

ση , ρούχα που δεν σ' έχω δει ποτέ να φοράς». Κι εγώ

στηκα και πως όταν είμαστε μαζί φαίνεσαι ισορρο­

είπα «Πιο θηλυκά, εννοείς». «Σαφώς», είπε, «ναι. Σε

πημένος και ευτυχισμένος. Κι εκείνη ρώτησε «Έχει

κολακεύουν πολύ, αγάπη μου. Από πότε άλλαξες

ακόμα τα ίδια προβλήματα με την ηθοποιία;» Κι εγώ

στυλ;» Της είπα κι εκείνη σχολίασε: «Πολύ ωραίο

είπα και ναι και όχι - ότι ναι μεν τα έχεις, αλλά ότι θε­

κούρεμα. Πρέπει να 'ταν ακριβό». Και της είπα

ωρούσα πως η γνωριμία μας και η σχέση μας συντε-

«Απλώς δοκιμάζω κάτι καινούργιο». Και μου είπε

λούσαν στο να μην τα βλέπεις πια τόσο τραγικά. Ότι

«Φαντάζομαι ότι δοκιμάζεις κάτι καινούργιο σε πολ­

τώρα ήσουν μάλλον σαν αθλητής που τραυματίστηκε

λούς τομείς. Ήρθα ώς εδώ, επειδή ήθελα να βεβαιω­

και αποσύρθηκε για ένα διάστημα, περιμένοντας να

θώ ότι έχεις υπολογίσει όλες τις επιπτώσεις της σχέ­

θεραπευτεί. Κι εκείνη είπε «Δεν πιστεύω να αισθά­

σης σου». Της είπα ότι δεν ήμουν βέβαιη ότι κάνει

νεσαι ότι είσαι υποχρεωμένη να τον σώσεις, έτσι;».



91

Τη διαβεβαίωσα πως όχι κι εκείνη ρώτησε πώς γεμί­

ανεπάγγελτος. Όλα αυτά, κατά τη γνώμη μου, δεν

ζεις τον χρόνο σου κι εγώ είπα «Με συναντάει. Νομί­

προμηνύουν τίποτα καλό». Της είπα ότι η σημερινή

ζω ότι σχεδιάζει να συνεχίσει να με βλέπει. Διαβά­

μου κατάσταση δεν ήταν χειρότερη από την προη­

ζει. Μου αγοράζει ρούχα». Πάνω σ' αυτό αναπήδη­

γούμενη , όταν ήμουν με μια γυναίκα που αγαπούσα

σε. «Άρα τα ρούχα που φοράς σ' τα αγόρασε εκείνος.

πάρα πολύ και που μου είπε μια ωραία πρωία «Δεν

Αρχίζω να σκέφτομαι ότι πιθανόν να λειτουργεί εδώ

μπορώ να συνεχίσω μ' αυτό το σώμα» και αποφάσισε

κάποια φαντασίωση διάσωσης». Της είπα ότι υπερ­

ότι ήθελε να γίνει άντρας. Και μετά έβγαλα τον λόγο

βάλλει και ότι απλώς ήταν ευχάριστο και για τους δυο

που είχα προετοιμάσει και είχα απαγγείλει μεγαλό­

μας, και γιατί να μη μείνουμε σ' αυτό; Είπα «Δεν

φωνα όση ώρα οδηγούσα. Είπα: «Όσο για την ηλι­

προσπαθεί να με επηρεάσει με τρόπο που δεν θα

κία, Μητέρα, δεν τη θεωρώ πρόβλημα. Αν πρόκειται

ήθελα». Ρώτησε «Πηγαίνεις μαζί του όταν σου αγο­

να προσπαθήσω να προσελκύσω τους άντρες και

ράζει ρούχα;» Απάντησα «Συνήθως ναι. Αλλά σ' το

ταυτόχρονα να μάθω αν με προσελκύουν εμένα οι

ξ,αναλέω, νομίζω ότι τον χαροποιεί. Το βλέπω πάνω

άντρες, αυτή η σχέση είναι ιδανική. Αυτός ο άνθρω­

του. Και αφού πρόκειται για έναν πειραματισμό που

πος είναι η δοκιμή. Τα είκοσι πέντε χρόνια δηλώνουν

κι εγώ τον θέλω», της είπα, «δεν καταλαβαίνω γιατί

για μένα είκοσι πέντε χρόνια μεγαλύτερης εμπειρίας

θα έπρεπε να αφορά τον οποιονδήποτε». Και αυτό

από όση θα είχε κάποιος άλλος - σε περίπτωση που

ήταν το σημείο όπου ο τόνος της συζήτησης άλλαξε.

θα δοκίμαζα το ίδιο με έναν άντρα της ηλικίας μου.

Είπε, «Λοιπόν, πρέπει να σου πω ότι εμένα με αφο­

Δεν συζητάμε το ενδεχόμενο να παντρευτούμε. Σου

ρά. Είσαι καινούργια στον κόσμο των ανδρών και

το είπα - απλώς απολαμβάνουμε ο ένας τον άλλον.

μου φαίνεται παράξενο -ίσως βέβαια όχι και τόσο

Κι εγώ τον απολαμβάνω επειδή είναι είκοσι πέντε

παράξενο- το ότι ο άντρας που διάλεξες για να σε

χρόνια μεγαλύτερος». Κι εκείνη είπε «Κι αυτός σε

μυήσει σ' αυτήν την καινούργια ζωή είναι είκοσι πέ­

απολαμβάνει επειδή είσαι είκοσι πέντε χρόνια μι­

ντε χρόνια μεγαλύτερος σου και έχει υποστεί έναν

κρότερη». Είπα «Δεν θέλω να σε προσβάλω, Μητέ­

νευρικό κλονισμό που τον οδήγησε στο ψυχιατρείο.

ρα, αλλά μήπως ζηλεύεις;» Κι εκείνη γέλασε και μου

Ένας άντρας, που αυτή την εποχή είναι ουσιαστικά

είπε «Αγάπη μου, είμαι εξήντα τριών χρονών και ευ-

92

93

τυχισμένη σύζυγος του πατέρα σου εδώ και σαράντα

συμβεί με τον οποιονδήποτε; Κι εκείνη είπε «Τι φο­

χρόνια. Είναι αλήθεια», είπε, «και μπορεί να γελά­

βάμαι; Φοβάμαι το ότι θα γερνάει κάθε μέρα όλο και

σεις ακούγοντας το, ότι όταν έπαιζα την Πεγκίην

περισσότερο. Έτσι πάει το πράγμα. Είσαι εξήντα πέ­

Μάικ και ο Σάιμον έπαιζε τον Κρίστι στο έργο του

ντε και μετά είσαι εξήντα έξι και μετά εξήντα επτά,

Συνγκ ήμουν ελαφρώς τσιμπημένη μαζί του. Ποια

και πάει λέγοντας. Σε λίγα χρόνια θα είναι εβδομή­

δεν ήταν; Ήταν απίστευτα ελκυστικός, δραστήριος,

ντα. Θα είσαι με έναν εβδομηντάρη. Και δεν θα στα­

πληθωρικός, παιχνιδιάρης, ένας μεγαλόσωμος επι­

ματήσει εκεί», μου είπε. «Μετά θα γίνει εβδομήντα-

βλητικός ηθοποιός, ένας θαυμάσιος ηθοποιός, και

πεντάρης. Ποτέ δεν σταματάει. Συνεχίζεται. Θα αρ­

ήταν φανερό πως είχε απείρως μεγαλύτερο ταλέντο

χίσει να έχει τα προβλήματα υγείας που παρουσιά­

από όλους τους άλλους. Έτσι, το ομολογώ, είχα ερω-

ζουν οι ηλικιωμένοι, και ίσως ακόμα χειρότερα, κι

τοχτυπηθεί μαζί του, αλλά ήμουν ήδη παντρεμένη

εσύ θα αναλάβεις να τον φροντίζεις. Είσαι ερωτευ­

και έγκυος σε σένα. Και μετά μου πέρασε. Νομίζω

μένη μαζί του;» με ρώτησε. Είπα ότι νόμιζα πως εί­

ότι δεν τον είδα παραπάνω από δέκα φορές στα χρό­

μαι. Και ρώτησε «Εκείνος είναι ερωτευμένος μαζί

νια που μεσολάβησαν. Τον σέβομαι απεριόριστα ως

σου;» Και είπα ότι νόμιζα πως είσαι. Είπα «Νομίζω

ηθοποιό. Αλλά δεν παύω να ανησυχώ γι' αυτήν την

ότι όλα θα πάνε καλά, Μητέρα. Άσε που σκέφτομαι

παραμονή του στην κλινική. Δεν είναι μικρό πράγμα

ότι εκείνος πρέπει να ανησυχεί περισσότερο από μέ­

να κλειστείς στο ψυχιατρείο και να μείνεις εκεί μέσα

να». Ρώτησε «Πώς κι έτσι;» Είπα «Λοιπόν, όπως εί­

για ένα διάστημα - όσο μικρό ή μεγάλο κι αν είναι.

πες, το επιχειρώ για πρώτη φορά στη ζωή μου. Και

Κοίτα να δεις», είπε, «για μένα το σημαντικό είναι

μολονότι είναι και για κείνον πρωτόγνωρο, σε καμία

να μη μπλεχτείς ο' αυτήν τη σχέση στα τυφλά. Προ­

περίπτωση δεν είναι τόσο καινούργιο, όσο είναι για

φανώς και δεν θέλεις να κάνεις κάτι που θα έκανε,

μένα. Ήταν μεγάλη έκπληξη για μένα το πόσο το

ελλείψει πείρας, μια εικοσάχρονη. Κι εγώ δεν θέλω

απολαμβάνω. Αλλά δεν είμαι ακόμα σε θέση να δη­

να παρασυρθείς λόγω απειρίας». Κι εγώ είπα «Δεν εί­

λώσω τελεσίδικα ότι αυτός είναι ο συνδυασμός που

μαι δα και αθώα, Μητέρα». Τη ρώτησα τι φοβόταν ότι

θα θέλω πάντα». Κι εκείνη είπε, «Καλά, εντάξει, δεν

θα συνέβαινε- ήταν κάτι που δεν θα μπορούσε να

θέλω να συνεχίσω απ' άπειρον και να προσδώσω

94

95

στην ιστορία σας μια βαρύτητα που δεν έχει και ίσως

σον κι εκείνη αγόρασε ένα ζευγάρι δίχρωμες μπεζ-

ποτέ δεν θα αποκτήσει. Απλώς αισθάνθηκα ότι ήταν

ροζ λουστρινένιες γόβες, μυτερές μπροστά, με χα­

σημαντικό για μένα να σε δω και πρέπει να πω, για

μηλό τακούνι-στιλέτο στο νούμερο της. Τώρα τριγυρ­

άλλη μια φορά, ότι έχω εντυπωσιαστεί ιδιαίτερα από

νάει στο Μίσιγκαν με τα Πράντα παπούτσια μου.

την εμφάνιση σου». Και τη ρώτησα «Σε κάνει να σκέ­

Της άρεσε και η φούστα μου, κι έτσι πήγαμε στο κέ­

φτεσαι ότι τελικά θα προτιμούσες μια ετεροφυλόφι­

ντρο του Σόχο και ψωνίσαμε μια φούστα σαν τη δική

λη κόρη;» Είπε «Με κάνει να σκέφτομαι ότι εσύ θα

μου στο μέγεθος της. Τέλος καλό, έτσι; Όμως αργά

προτιμούσες να μην είσαι πια λεσβία. Μπορείς,

το απόγευμα, ξέρεις τι είπε, πριν φύγει για το αερο­

ασφαλώς, να κάνεις ό,τι θέλεις. Στην ανεξάρτητη

δρόμιο φορτωμένη τις τσάντες με τα ψώνια της; Αυ­

νιότη σου εού μας το έμαθες αυτό. Αλλά δεν γίνεται

τό, και όχι τα παπούτσια, είναι η πραγματική κατά­

να μου διαφύγει η σωματική σου αλλαγή. Έχεις φρο­

ληξη. Είπε «Αυτό που προσπάθησες να πετύχεις μαζί

ντίσει να την προσέξουν όλοι. Βάφεις ακόμα και τα

μου στο φαγητό, Πεγκίην, ήταν να εμφανίσεις τη

μάτια σου. Εντυπωσιακή μεταμόρφωση». Και τότε

σχέση σου ως τον πιο υγιή και λογικό διακανονισμό

ήταν που είπα «Τι νομίζεις ότι θα σκεφτόταν ο Μπα­

στον πλανήτη, πράγμα που φυσικά δεν είναι. Όμως

μπάς;» Κι εκείνη είπε «Δεν μπορούσε να είναι μαζί

οι άνθρωποι που βρίσκονται απέξω, απλώς θα σε

μας επειδή σε λίγες μέρες ανεβαίνει ένα καινούργιο

εκνευρίσουν αν προσπαθήσουν να σε μεταπείσουν

έργο και δεν μπορεί να λείψει από το θέατρο. Όμως

καινά σε απομακρύνουν απ' αυτό που επιθυμείς μό­

ήθελε να έρθει να σε δει και μόλις αρχίσουν οι παρα­

λις ξυπνάς κάθε πρωί, απ' αυτό που σε ανυψώνει πά­

στάσεις θα έρθει, αν δεν σε πειράζει. Και τότε μπο­

νω από την ανιαρή μονοτονία των πολλών. Πρέπει να

ρείς να τον ρωτήσεις ευθέως τι σκέφτεται. Αυτά, λοι­

σου πω ότι μόλις το έμαθα, σκέφτηκα ότι ήταν εξω­

πόν. Θέλεις να πάμε για ψώνια;» μου είπε. «Μου

φρενικό και απερίσκεπτο. Και τώρα που μιλήσαμε

αρέσουν τα παπούτσια σου. Πού τα πήρες;» Της εί­

και περάσαμε όλη τη μέρα μαζί και πήγαμε για ψώ­

πα κι εκείνη ρώτησε «Έχεις αντίρρηση να αγοράσω

νια -γιά φαντάσου!- πρώτη φορά από τότε που έφυ­

ένα ίδιο ζευγάρι; Θέλεις να πάμε μαζί να τα πάρου­

γες για το πανεπιστήμιο, τώρα που είδα ότι το αντι­

με;» Κι έτσι πήγαμε με ένα ταξί στη Λεωφόρο Μάντι-

μετωπίζεις εντελώς ήρεμα, λογικά και συνετά, εξα-

•i 9

6

κολουθώ να σκέφτομαι ότι είναι εξωφρενικό και απε­ ρίσκεπτο».

97 «Αλήθεια; Ελπίζω όλα αυτά να μη σε κάνουν να στραφείς εναντίον της μητέρας μου».

Εδώ η Πεγκίην σταμάτησε. Είχε χρειαστεί μισή

«Η μητέρα σου είπε ό,τι θα έλεγε κάθε μητέρα. Την

ώρα σχεδόν για να του επαναλάβει τη στιχομυθία και

καταλαβαίνω». Γέλασε. «Δεν μπορώ να πω ότι διαφω­

σ' αυτό το διάστημα ο Άξλερ δεν είχε μιλήσει ούτε είχε

νώ μαζί της».

κουνηθεί από την καρέκλα του, ούτε την είχε διακό­

Μαλακά, κοκκινίζοντας, η Πεγκίην ψέλλισε

ψει καμιά από τις φορές -και δεν ήταν λίγες- που

«Ελπίζω να μη σε κάνουν να στραφείς εναντίον μου».

ένιωθε ότι είχε ακούσει αρκετά. Αλλά δεν τον συνέφε­

«Μ' έκαναν να σε θαυμάσω. Δεν δειλιάζεις με τί­

ρε να τη σταματήσει - τον συνέφερε να ανακαλύψει

ποτα - είτε μ' εκείνη μιλάς, είτε με μένα».

τα πάντα, να ακούσει τα πάντα• έστω και αν υποχρε­

«Αλήθεια; Δεν νιώθεις πληγωμένος;»

ωνόταν ν' ακούσει εκείνο το «Αλλά δεν μπορώ ακόμα

«Όχι». Αλλά, βεβαίως, ήταν - πληγωμένος και θυ­

να δηλώσω τελεσίδικα ότι αυτός είναι ο συνδυασμός

μωμένος. Είχε καθίσει και την άκουγε ήσυχος -άκου­

που θα θέλω πάντα».

γε προσηλωμένος όπως έκανε σ' όλη του τη ζωή και

«Αυτά, λοιπόν. Αυτά είν' όλα», είπε η Πεγκίην. «Εί­ ναι πολύ κοντά σε όσα ειπώθηκαν».

επί σκηνής και εκτός σκηνής- αλλά περισσότερο τον πλήγωνε η σαφήνεια με την οποία είχε περιγράψει η

«Ήταν καλύτερα ή χειρότερα απ' ό,τι περίμενες;»

Κάρολ τη διαδικασία των γηρατειών και τους κινδύ­

«Πολύ καλύτερα. Είχα μεγάλο άγχος οδηγώντας

νους που συνεπάγονταν για την κόρη της. Ούτε τον

προς τα εκεί». «Δεν χρειαζόταν, απ' ό,τι φαίνεται. Μια χαρά το χειρίστηκες».

είχε αφήσει αδιάφορο, όσο γλυκά κι αν του το είχε ξεφουρνίσει, εκείνο το «εξωφρενικό και απερίσκεπτο». Η κατάσταση, πραγματικά, τον αηδίαζε. Ίσως οι πα­

«Και μετά, στην επιστροφή, είχα επίσης πολύ με­

ρατηρήσεις της Κάρολ να ίσχυαν αν η Πεγκίην ήταν

γάλο άγχος στη σκέψη ότι θα σου διηγόμουν τη μέρα

είκοσι δύο ετών και η διαφορά ανάμεσα τους έφτανε

μας - γιατί ήξερα ότι αν ήμουν ειλικρινής δεν θα σου

τα σαράντα χρόνια, από πού κι ως πού όμως μια τέ­

άρεσαν όλα όσα θα άκουγες».

τοια κτητική σχέση με μιατολμηρή σαραντάρα; Καιτι

«Επίσης δεν χρειαζόταν».

την ένοιαζε, αυτήν τη γυναίκα των σαράντα ετών, το

98

99

τι ήθελαν οι γονείς της, διάολε; Ο Άξλερ σκεφτόταν

δεν δίνω δεκάρα για τα αισθήματα τους και εδώ που

ότι μια πλευρά τους θα έπρεπε να χαίρεται που σχετί­

βρισκόμαστε το ίδιο θα έπρεπε να κάνεις και συ».

στηκε μαζί του, έστω και από συμφεροντολογική

Όχι, δεν θα αντιδρούσε κατ' αυτό τον τρόπο. Αντίθε­

άποψη. Ο επιφανής άντρας με τα πολλά λεφτά που

τα, θα καθόταν ήσυχος και θα έκανε υπομονή, ελπί­

θα τη φροντίσει. Στο κάτω κάτω της γραφής και η ίδια

ζοντας ότι η επιρροή της οικογένειας θα ξεθώριαζε σι­

μεγάλωνε. Νοικοκυρεύεται με κάποιον που έχει πε­

γά σιγά.

τύχει κάτι στη ζωή του - τι κακό υπάρχει ο' αυτό;

Την επομένη, η Πεγκίην καταπιάστηκε με το ξή­

Αντίθετα, το μήνυμα ήταν: μη δεχτείς να γίνεις η νο­

λωμα της ταπετσαρίας του γραφείου της. Την ταπε­

σοκόμα ενός τρελού γέρου.

τσαρία την είχε διαλέξει η Βικτώρια πριν από πολλά

Ωστόσο, μια και η Πεγκίην είχε απορρίψει, απ'

χρόνια και, μολονότι ο Άξλερ αδιαφορούσε παντε­

ό,τι φαινόταν, όσα του καταμαρτυρούσε η Κάρολ,

λώς, η Πεγκίην δεν την άντεχε και του ζήτησε την

σκέφτηκε ότι ήταν καλύτερα να μην τα σχολιάσει ού­

άδεια να τη βγάλει. Της είπε ότι το δωμάτιο ήταν δικό

τε αυτά ούτε κι όλα τα άλλα που δεν του άρεσαν. Τι

της και μπορούσε να το κάνει ό,τι θέλει, όπως δικό

νόημα θα είχε να επιτεθεί στη μητέρα της επειδή πα-

της ήταν και το πίσω υπνοδωμάτιο στον πάνω όροφο

ρενέβαινε; Καλύτερα να δείξει ότι δεν την έπαιρνε

και το μπάνιο δίπλα, όπως επίσης και κάθε δωμάτιο

στα σοβαρά. Αν η Πεγκίην έφτανε στο σημείο να τον

στο σπίτι. Της είπε ότι ήταν πρόθυμος να φέρει έναν

δει με τα μάτια της μητέρας της, ό,τι κι αν έκανε ή

μπογιατζή να κάνει τη δουλειά, όμως εκείνη επέμει­

έλεγε ο Άξλερ ούτως ή άλλως δεν θα ωφελούσε.

νε να βγάλει την ταπετσαρία από τους τοίχους και να

«Είσαι υπέροχος», του είπε η Πεγκίην. «Είσαι η τέ­ λεια ιατρική συνταγή».

τους βάψει μόνη της, καθιστώντας έτσι το γραφείο και επισήμως δικό της. Είχε όλα τα απαραίτητα σύ­

«Το ίδιο και συ», απάντησε ο Άξλερ κι έμεινε εκεί.

νεργα για το ξήλωμα της ταπετσαρίας στο σπίτι της

Δεν προχώρησε παραπέρα, για να προσθέσει «Όσο

και τα είχε φέρει μαζί της ώστε να αρχίσει τη δουλειά

για τους γονείς σου, θα ήθελα να τους απαλλάξω από

εκείνη την Κυριακή, ακριβώς μια μέρα αφότου η μη­

την παρουσία μου, όμως δεν μπορώ να οργανώσω τη

τέρα της, στηΝέα Υόρκη, είχε αμφισβητήσει τόσο ρη­

ζωή μου σύμφωνα με τις διαθέσεις τους. Ειλικρινά,

τά τη σχέση τους. Πρέπει να πήγε να τη δει να βγάζει

ιοο

ΙΟΙ

την ταπετσαρία πάνω από δέκα φορές στη διάρκεια

να ετοιμάσει ένα σάντουιτς, έριξε μια τυχαία ματιά

της μέρας και κάθε φορά απομακρυνόταν από το δω­

απ' το παράθυρο και είδε κάτι να διασχίζει σαν σαΐτα

μάτιο με την ίδια καθησυχαστική σκέψη: η Πεγκίην

το πλαϊνό χωράφι κι ύστερα να εξαφανίζεται πίσω απ'

δεν θα δούλευε έτσι αοταμάτψα

αν η Κάρολ είχε κα­

τον αχυρώνα. Ήταν άνθρωπος αυτή τη φορά, όχι οπό-

ταφέρει να την πείσει να τον εγκαταλείψει. Δεν θα

σουμ. Κρύφτηκε πλάι στο παράθυρο και περίμενε να

έκανε ό,τι έκανε, αν δεν σχεδίαζε να μείνει.

δει μήπως τυχόν υπήρχε και δεύτερο, τρίτο ή τέταρτο

Το ίδιο απόγευμα η Πεγκίην έφυγε για το πανεπι­

πρόσωπο που καραδοκούσε σε κάποιο άλλο σημείο.

στήμιο, όπου είχε μάθημα νωρίς το επόμενο πρωί.

Είχαν σημειωθεί μερικές ανησυχητικές διαρρήξεις σ'

Όταν το τηλέφωνο χτύπησε γύρω στις δέκα το βράδυ

όλη την κομητεία τους τελευταίους μήνες, κυρίως σε

της Κυριακής, σκέφτηκε ότι θα ήταν εκείνη, που του

ακατοίκητα σπίτια παραθεριστών, κι αναρωτήθηκε

τηλεφωνούσε για να του πει ότι έφτασε σπίτι. Δεν

μήπως η απουσία του αυτοκινήτου από το γκαράζ εί­

ήταν. Ήταν η εγκαταλειμμένη κοσμήτορας. «Σας

χε τραβήξει την προσοχή των ληστών, κάνοντας τον

προειδοποιώ, κύριε Διάσημε: είναι ελκυστική, είναι

στόχο διάρρηξης μέρα μεσημέρι. Χωρίς να χάσει και­

τολμηρή. Και ταυτόχρονα είναι ανελέητη στο έπακρο,

ρό, ανέβηκε στη σοφίτα, πήρε την καραμπίνα του και

εντελώς σκληρόκαρδη, ασύγκριτα εγωίστρια και απο­

τη γέμισε. Ύστερα, κατέβηκε πάλι κάτω και στήθηκε

λύτως ανήθικη». Και μ' αυτές τις λέξεις, η κοσμήτο­

στο παράθυρο της κουζίνας, απ' όπου κατόπτευε όλο

ρας είχε κλείσει.

το κτήμα του. Καμιά εκατοστή μέτρα προς τα βόρεια, στον δρόμο που έκοβε κάθετα τον δικό του, είδε ένα παρκαρισμένο αυτοκίνητο, βρισκόταν όμως πολύ μα­

ΤΟ ΕΠΟΜΕΝΟ ΠΡΩΙ, ο Άξλερ πετάχτηκε ώς το συ­

κριά ώστε να διακρίνει αν υπήρχε κανείς μέσα. Ήταν

νεργείο για να αφήσει το αυτοκίνητο του για έλεγχο

εντελώς ασυνήθιστη η παρουσία ενός παρκαρισμέ­

και ο μηχανικός τον έφερε πίσω στο σπίτι με το φορ­

νου αυτοκινήτου εκεί: υπήρχε ένας πυκνοφυτεμένος

τηγάκι του. 0α επέστρεφε το αυτοκίνητο στον Άξλερ

λόφος στο βάθος του δρόμου και, από τη δική του

κατά το βραδάκι, όταν θα τελείωνε τις επισκευές. Γύ­

πλευρά, λιβάδια που έφταναν μέχρι τον αχυρώνα, το

ρω στο μεσημέρι, όταν οΆξλερ πήγε στην κουζίναγια

γκαράζ και το σπίτι του. Ξαφνικά, ο άνθρωπος που

102

103

κρυβόταν πίσω απ' τον αχυρώνα εμφανίστηκε: σερ­

αλλά ήταν αρκετά ψηλότερη, λίγα μόνο εκατοστά πιο

νόταν κολλητά στον πλαϊνό τοίχο του αχυρώνα και με­

κοντή από τον ίδιο και με το στητό της παράστημα

τά όρμησε τρέχοντας προς την μπροστινή πλευρά του

και τα κόκκινα μαλλιά που άφηναν ελεύθερο το μεγά­

σπιτιού. Από την κουζίνα είδε ότι ο εισβολέας ήταν

λο μέτωπο και ήταν πλεγμένα σε αυστηρό κότσο στον

μια ψηλή, λεπτή, κοκκινομάλλα γυναίκα, που φο­

σβέρκο, αυτή η γυναίκα είχε την επιβλητικότητα ενός

ρούσε τζην και ένα σκούρο μπλε μπουφάν του σκι.

αγάλματος. «Τι ακριβώς κάνετε εδώ;» τη ρώτησε.

Κρυφοκοίταζε το καθιστικό μέσα από το μπροστινό παράθυρο. Ώσπου να σιγουρευτεί ότι ήταν μόνη, ο

«Μπήκα παράνομα, το ξέρω. Δεν είχα κακή πρό­ θεση . Νόμιζα ότι δεν ήταν κανείς στο σπίτι».

Άξλερ κοκάλωσε για μια στιγμή με το όπλο στα χέρια.

«Έχετε ξανάρθει εδώ;»

Την είδε να μετακινείται από το ένα παράθυρο στο

«Έχω περάσει απέξω με το αυτοκίνητο».

άλλο, σταματώντας κάθε φορά για να περιεργαστεί

«Γιατί;» «Μπορείτε να χαμηλώσετε αυτό το τουφέκι; Μου

το δωμάτιο. Βγήκε αθόρυβα από την πίσω πόρτα και, χωρίς να τον προσέξει, την πλησίασε στα τρία μέτρα,

προκαλεί μεγάλη νευρικότητα».

όσο εκείνη επιθεωρούσε το δωμάτιο μέσα από ένα

«Κι εμένα επίσης μου προκάλεσε μεγάλη νευρικό­

παράθυρο του καθιστικού στη νότια πλευρά του σπι­

τητα που σας βρήκα εδώ, να κρυφοκοιτάζετε μέσα

τιού.

από τα παράθυρα μου».

Σήκωσε το όπλο, τη σημάδεψε και της μίλησε: «Τι μπορώ να κάνω για σας, κυρία μου;» «Ω!» φώναξε εκείνη, καθώς στράφηκε και τον εί­ δε. «Ω, συγγνώμη!»

«Λυπάμαι. Ζητώ συγγνώμη. Φέρθηκα ηλίθια. Ντρέπομαι. Θα φύγω». «Τι δουλειά έχετε εδώ;» «Ξέρετε τι δουλειά έχω εδώ».

«Είστε μόνη;»

«Εσείς να μου πείτε».

«Ναι. Είμαι μόνη. ΕίμαιηΛουίζΡένερ».

«Ήθελα μονάχα να δω πού πηγαίνει κάθε Σαββα­

«Η κοσμήτορας». «Ναι». Δεν φαινόταν πολύ μεγαλύτερη από την Πεγκίην,

τοκύριακο». «Η κατάσταση σας είναι σοβαρή. Οδηγήσατε από το Βερμόντ ώς εδώ για να το ανακαλύψετε!»

104 «Μου είχε υποσχεθεί ότι θα είμαστε μαζί για πά­ ντα και τρεις βδομάδες αργότερα με παράτησε. Και πάλι ζητώ συγγνώμη. Ποτέ δεν μου έχει ξανασυμβεί κάτι τέτοιο. Δεν έπρεπε να έχω έρθει εδώ». «Και πιθανότατα δεν βοηθάει την κατάσταση το ότι με συναντήσατε».

105 «Γιατί; Θέλετε να αποπλανήσετε και μένα; Αυτή είναι η ειδικότητα σας, να αναμορφώνετε λεσβίες;» «Κυρία μου, δεν ήμουν εγώ που παρακολουθούσα κρυφά. Δεν ήμουν εγώ που τηλεφώνησα στους γονείς της στο Μίσιγκαν μέσα στα άγρια μεσάνυχτα. Δεν ή μουν εγώ που έκανα ανώνυμο τηλεφώνη μα στον «Κύ­

«Καθόλου».

ριο Διάσημο» χτες το βράδυ. Μην παίρνετε λοιπόν τό­

«Σας κάνει να βράζετε από ζήλεια», είπε ο Άξλερ.

σο γρήγορα καταγγελτικό ύφος».

«Από μίσος, για να είμαι ειλικρινής».

«Δεν είμαι πια ο εαυτός μου».

«Εσείς τηλεφωνήσατε χτες το βράδυ».

«Νομίζετε πως εκείνη το αξίζει;»

«Δεν έχω τον απόλυτο έλεγχο του εαυτού μου»,

«Όχι. Φυσικά όχι», είπε. «Δεν είναι καθόλου

του απάντησε.

όμορφη. Δεν είναι και τόσο έξυπνη. Και δεν είναι και

«Σας έχει γίνει έμμονη ιδέα και τηλεφωνείτε, έμ­

τόσο ώριμη. Έχει μια ασυνήθιστα παιδαριώδη συ­

μονη ιδέα και κατασκοπεύετε. Κι όμως, είστε πολύ

μπεριφορά για γυναίκα της ηλικίας της. Αλήθεια, εί­

ελκυστική γυναίκα».

ναι παιδί. Μεταμόρφωσε σε άντρα την ερωμένη της

«Πρώτη φορά μου λέει κάτι τέτοιο άντρας που κρατάει όπλο». «Δεν μπορώ να καταλάβω πώς και σας εγκατέλει­ ψε για χάρη μου».

στη Μοντάνα. Εμένα με μεταμόρφωσε σε ζητιάνα. Ποιος ξέρει σε τι θα σας μεταμορφώσει εσάς. Αφήνει πίσω της το σημάδι της καταστροφής. Από πού έρχε­ ται αυτή η δύναμη;»

«Μπα, αλήθεια;»

«Μαντέψτε», είπε ο Άξλερ.

«Εσείς είστε μια κοκκινομάλλα Βαλκυρία, ενώ εγώ

«Αυτό είναι δηλαδή που φέρνει την καταστροφή;»

ένας γέρος». «Γέρος αλλά σταρ, κύριε Άξλερ. Μην παριστάνετε πως είστε ο οποιοσδήποτε». «Θέλετε να περάσετε μέσα;» τη ρώτησε.

ρώτησε η κοσμήτορας. «Κάτι πάνω της έχει μεγάλη σεξουαλική ισχύ», εί­ πε ο Άξλερ και στο άκουσμα της φράσης είδε τη Λουίζ να ζαρώνει. Αλλά βέβαια δεν είναι εύκολο για την ητ-

ιο6 τη μένη να στέκεται εκεί αντιμέτωπη με τον νικητή. «Υπάρχουν πολλά δυνατά σημεία», απάντησε η κο­

1Q7 Παραβίασα ξένη ιδιοκτησία και λυπάμαι γι' αυτό. Και τώρα θα ήθελα να με αφήσετε να φύγω».

σμήτορας. «Είναι κορίτσι και αγόρι μαζί. Είναι παιδί-

«Δεν σας κρατάω. Έχετε έναν τρόπο να αντιστρέ­

ενήλικας. Υπάρχει μέσα της μια έφηβη που δεν έχει

φετε την πραγματικότητα. Αλλά δεν ήμουν εγώ που

μεγαλώσει. Είναι πονηρή και συνάμα απλοϊκή. Όμως

σας προσκάλεσα εδώ».

την καταστροφή δεν την προκαλεί η σεξουαλικότητα

«Τότε γιατί θέλετε να έρθω μέσα; Για να θριαμβο­

της, αλλά εμείς. Εμείς της εκχωρούμε την εξουσία να

λογήσετε που κοιμηθήκατε με τη γυναίκα που κάπο­

συντρίβει. Η Πεγκίην είναι ένα τίποτα, ξέρετε».

τε κοιμόταν με την Πεγκίην;»

«Δεν θα υποφέρατε τόσο, αν ήταν ένα τίποτα. Δεν

«Δεν έχω τέτοια φιλοδοξία. Είμαι ικανοποιημένος

θα είχε θέση εδώ, αν ήταν ένα τίποτα. Ακούστε, ακό­

με τα πράγματα όπως έχουν. Απλώς ήμουν ευγενής.

μη ισχύει η πρόσκληση να περάσετε μέσα. Τότε θα

Θα μπορούσα να σας προσφέρω έναν καφέ».

μπορέσετε να δείτε τα πάντα από κοντά». Κι εκείνος θα μπορούσε να ακούσει περισσότερα για την Πε­

«Όχι», είπε ψυχρά η κοσμήτορας. «Όχι, θέλετε να με γαμήσετε».

γκίην, παρόλο που οι παρατηρήσεις της έδειχναν πό­

«Αυτό θα θέλατε να θέλω;»

σο είχε πληγωθεί από την «εκμετάλλευση» που της εί­

«Αυτό θέλετε».

χε επιφυλάξει η Πεγκίην. Ναι, ήθελε να την ακούσει

«Γι' αυτό ήρθατε; Για να προσπαθήσετε να με πα­

να μιλάει από τα βάθη της πληγής της για το πρόσω­

ρασύρετε σε κάτι τέτοιο; Για να πληρώσετε έτσι την

πο που ήταν πιο κοντά του από οποιοδήποτε άλλο επί

Πεγκίην με το ίδιο νόμισμα;»

της γης. «Όσα είδα ήταν π,αραπάνω από αρκετά», είπε η κοσμήτορας. «Ελάτε μέσα», είπε.

Και ξαφνικά, εκείνη δεν άντεξε να κρύβει τη δυ­ στυχία της και ξέσπασε σε δάκρυα. «Πολύ αργά, πο­ λύ αργά», αναστέναξε. Ο Άξλερ δεν κατάλαβε σε τι αναφερόταν, αλλά δεν

«Όχι».

ρώτησε. Έκλαιγε με το πρόσωπο κρυμμένο στα χέρια

«Με φοβάστε;»

της όταν εκείνος της γύρισε την πλάτη και κρατώντας

«Έκανα κάτι ανόητο για το οποίο ζητώ συγγνώμη.

το όπλο ξαναμπήκε στο σπίτι από την πίσω πόρτα,

• • »

ιο8 προσπαθώντας να πιστέψει ότι τίποτα απ' όσα είχε πει για την Πεγκίην η Λουίζ, είτε εκεί, έξω από το σπίτι, είτε το προηγούμενο βράδυ στο τηλέφωνο, δεν ήταν δυνατόν να το πάρει κανείς στα σοβαρά. Όταν τηλεφώνησε στην Πεγκίην εκείνο το βράδυ

Η τελευταία πράξη

δεν αναφέρθηκε καθόλου σε όσα είχαν συμβεί το απόγευμα, ούτε, όταν ήρθε το Σαββατοκύριακο, της είπε για την επίσκεψη της Λουίζ, ούτε, όσο έκαναν έρωτα, κατάφερε να βγάλει απ' το μυαλό του την κοκκινομάλλα Βαλκυρία και τη φαντασίωση όσων δεν είχαν συμβεί.

Ο ΠΟΝΟΣ στη σπονδυλική του στήλη τον εμπόδιζε να τη γαμάει από πάνω ή έστω από το πλάι, κι έτσι ο Άξλερ ξάπλωνε ανάσκελα κι εκείνη τον ίππευε και στηριζόταν στα γόνατα και στα χέρια της για να μη ρί­ ξει όλο το βάρος της στη λεκάνη του. Στην αρχή ήταν σαν να μην ήξερε πώς να φερθεί εκεί πάνω κι εκείνος έπρεπε να την κατευθύνει με τα δυο του χέρια για να της δείξει τον τρόπο. «Δεν ξέρω τι να κάνω» είχε ψελ­ λίσει ντροπαλά η Πεγκίην. «Βρίσκεσαι πάνω σε άλο­ γο», της είχε πει ο Άξλερ. «Καβάλα το». Τη στιγμή που γλίστρησε αργά το δάχτυλο του μέσα στον κώλο της, εκείνη αναστέναζε ηδονικά και ψιθύρισε «Κα­ νείς δεν έχει βάλει τίποτα εκεί μέσα• ποτέ» -«Απίθα­ νο», ψιθύρισε με τη σειρά του- κι όταν αργότερα έβα­ λε τον πούτσο του εκεί, η Πεγκίην τον πήρε όσο πιο πολύ μπορούσε, ώσπου δεν άντεχε περισσότερο.

mm

m

no

111

«Πόνεσε;» την είχε ρωτήσει. «Πόνεσε, αλλά είναι

να τραβάει τα λουριά πάνω απ' τα μπούτια της, να τα

εσύ». Συχνά, μετά το τέλος, έπαιρνε τον πούτσο του

στερεώνει στους γοφούς της και να τα δένει σφιχτά,

στην παλάμη της και προσήλωνε πάνω του το βλέμμα

σαν ζώνη. Θύμιζε πιστολέρο που ντύνεται, πιστολέρο

της, όσο η στύση υποχωρούσε. «Τι συλλογίζεσαι;» τη

με ρόπαλο. Ύστερα τοποθέτησε ένα πράσινο λαστιχέ­

ρώτησε. «Σε γεμίζει ολόκληρη», είπε, «πράγμα που

νιο πέος σε μια εγκοπή της ζώνης, που βρισκόταν στο

δεν συμβαίνει με τα ντίλντο και τα δάχτυλα .Είναι ζω­

ίδιο περίπου επίπεδο με την κλειτορίδα της. Στεκό­

ντανός. Έχει δική του ζωή». Γρήγορα έγινε άσος στην

ταν στην απέναντι πλευρά του κρεβατιού, και δεν φο­

ιππασία και πολύ σύντομα, καθώς ανεβοκατέβαινε

ρούσε παρά μονάχα αυτό. «Δείξε μου το δικό σου»,

αργά, άρχισε να του λέει «Χτύπα με» κι όταν τη χτύ­

είπε. Έβγαλε το παντελόνι του και το πέταξε στην άλ­

πησε, του είπε κοροϊδευτικά «Μόνο τόσο μπορείς;»

λη άκρη του κρεβατιού ενώ εκείνη είχε γραπώσει το

και στην απάντηση «Το πρόσωπο σου έχει κοκκινίσει»

πράσινο πέος και, αφού πρώτα το λίπανε με μπέιμπι

εκείνη του αντιγύρισε ένα «Πιο δυνατά». «Εντάξει,

όιλ, έκανε πως αυνανιζόταν σαν άντρας. «Μοιάζει

αλλά γιατί;» «Επειδή σου έδωσα την άδεια να το κά­

σαν αληθινό», ψέλλισε έκθαμβος ο Άξλερ. «Θέλεις να

νεις. Επειδή πονάει. Επειδή με κάνει να νιώθω σαν

σε γαμήσω, έτσι;». «Όχι, ευχαριστώ» είπε ο Άξλερ κι

κοριτσάκι• επειδή με κάνει να νιώθω σαν πουτάνα.

εκείνη, χαμηλώνοντας χαδιάρικα τη φωνή της, προ­

Έλα. Πιο δυνατά».

σπάθησε να τον τουμπάρει: «Δεν θα σε πονέσω. Υπό­

Ένα Σαββατοκύριακο έφερε μαζί της το πλαστικό

σχομαι να είμαι πολύ τρυφερή μαζί σου». «Παραδό­

τσαντάκι όπου φύλαγε τα σεξουαλικά της παιχνίδια

ξως, δεν δείχνεις και πολύ τρυφερή». «Τα φαινόμενα

και σκόρπισε το περιεχόμενο στα σεντόνια, την ώρα

απατούν. Αχ, άσε με», του είπε, γελώντας. «Θα σου

που ετοιμάζονταν να ξαπλώσουν. Δεν ήταν άσχετος

αρέσει. Έλα να υπερβούμε κι αυτό το όριο». «Σε σένα θ'

από δονητές, όμως μονάχα σε φωτογραφίες είχε δει

αρέσει. Όχι, θα προτιμούσα να με γλείψεις», είπε.

τα δερμάτινα χάμουρα που κρατούσαν το ντίλντο στη

«Ενώ φοράω τον πούτσο μου», του είπε. «Ναι». «Ενώ

θέση του και διευκόλυναν τη γυναίκα να καβαλικεύει

θα φοράω τον μεγάλο, χοντρό, πράσινο πούτσο μου».

και να διεισδύει στη σύντροφο της. Της είχε ζητήσει

«Αυτό το θέλω». «Ενώ θα φοράω τον μεγάλο, χοντρό,

να φέρει μαζί της τα παιχνίδια της και τώρα τη χάζευε

πράσινο πούτσο μου κι εσύ θα παίζεις με τις ρώγες

112

113

μου». «Αυτό μάλιστα». «Κι αφού σε γλείψω, θα με

σπίτι μαζί μου». «Καιτη δεύτερη φορά;» «Η άλλη παί­

γλείψεις και συ. Θα πάρεις πίπα τον μεγάλο πράσινο

κτρια με την ξανθιά αλογοουρά». «Αυτό σημαίνει ότι

πούτσο μου». «Όσο γι' αυτό, εντάξει», της είπε.

δεν απόμειναν και πολλές να περιμένουν τη σειρά

«Ώστε λοιπόν, αυτό μπορείς να το κάνεις. Περίεργα

τους», είπε εκείνος. «Δεν το είχα προσχεδιάσει», έκα­

όρια βάζεις. Πάντως να ξέρεις ότι ακόμα κι έτσι, εί­

νε, χαϊδεύοντας ακόμη τον πράσινο πούτσο της.

σαι πολύ διεστραμμένος για να σε ανάβει ένα κορίτσι

«Ίσως, Πεγκίην Μάικ», είπε ο Άξλερ, γλιστρώντας σ'

σαν εμένα». «Μπορεί εγώ να είμαι πράγματι διε­

εκείνη την ιρλανδέζικη προφορά που είχε να χρησιμο­

στραμμένος, νομίζω όμως ότι εσύ δεν είσαι πια "ένα

ποιήσει από τότε που είχε παίξει στονΉρωα, «να πρέ­

κορίτσι σαν εσένα"». «Έτσι νομίζεις;» «Όχιμ'αυτότο

πει να μου πεις αν σχεδιάζεις να το ξανακάνεις. Ούτε

κούρεμα των διακοσίων δολαρίων. Όχι μ' αυτά τα

να το ξανασκεφτείς - το καλό που σου θέλω», είπε,

ρούχα. Όχι με μια μητέρα που αντιγράφει τις προτι­

γνωρίζοντας ότι ήταν ανήμπορος να τη χαλιναγωγήσει

μήσεις σου στα παπούτσια». Το χέρι της συνέχιζε να

και να την κρατήσει αποκλειστικά για τον εαυτό του,

τρομπάρει το ντίλντο. «Στ' αλήθεια πιστεύεις ότι με

γνωρίζοντας ότι το πάθος του ήταν καταγέλαστο, προ­

δέκα μήνες γαμησιού έπνιξες μέσα μου τη λεσβία;»

σπαθώντας να κρύψει τα αισθήματα του πίσω απ' την

«Θέλεις να πεις ότι ακόμα κοιμάσαι με γυναίκες;» τη

έντονη ιρλανδέζικη προφορά. «Σου είπα, δεν το είχα

ρώτησε. Εκείνη απλώς συνέχιζε να τρομπάρει το ντίλ­

σχεδιάσει» επέμεινε εκείνη• και τότε, είτε επειδή την

ντο. «Το κάνεις, Πεγκίην;» Με το ελεύθερο χέρι της

είχε κυριεύσει η επιθυμία, είτε επειδή ήθελε να τον

ύψωσε δύο δάχτυλα. «Τι σημαίνει αυτό;» ρώτησε.

κάνει να σωπάσει, έσκυψε κι έφερε τα χείλη της στον

«Δύο φορές». «Με τη Λουίζ;» «Μην είσαι τρελός».

πούτσο του, ενώ το βλέμμα του Άξλερ έμενε προσηλω­

«Τότε με ποια;» Εκείνη κοκκίνισε. «Κάτι κορίτσια

μένο, σαν υπνωτισμένο, στον δικό της, και εκείνο το

έπαιζαν βόλεϊ στο γήπεδο απ' όπου περνάω πηγαίνο­

αίσθημα αδυναμίας που τον καταλάμβανε όποτε σκε­

ντας για τη σχολή. Παρκάρισα το αυτοκίνητο, βγήκα,

φτόταν ότι η σχέση τους ήταν μια μάταιη τρέλα και ότι

πήγα ώς εκεί και στάθηκα πλάι στον πάγκο». Μετά

η ιστορία της Πεγκίην δεν επρόκειτο να αλλάξει και η

από μια παύση, ομολόγησε: «Όταν το παιχνίδι τελεί­

ίδια η Πεγκίην θα έμενε απροσπέλαστη και ότι όλα αυ­

ωσε, η παίκτρια με την ξανθιά αλογοουρά ήρθε στο

τά προεξοφλούσαν πως σύντομα μια καινούργια δυ-

114

115

στυχία θα του ερχόταν κατακούτελα, άρχισε να κατα­

λώς διαφορετική». «Μοιάζω περισσότερο με την κόρη

λαγιάζει. Η ιδιορρυθμία ενός τέτοιου ζευγαρώματος

που θα ήθελες να έχεις;» «Σίγουρα έχεις έναν αέρα

θα απωθούσε πολλούς. Μόνο που αυτή η ιδιορρυθμία

που δεν είχες πριν. Τώρα πες μου για τον Σάιμον».

ήταν ό,τι το έκανε τόσο συναρπαστικό. Όμως ο φόβος

«Μετά από εκείνη τη δύσκολη περίοδο στο "Κένεντι

δεν είχε καταλαγιάσει• ο φόβος μήπως επιστρέψει η

Σέντερ", κατέληξε σε ψυχιατρική κλινική. Αυτό θέλεις

αίσθηση ότι ήταν οριστικά ξοφλημένος. Ο φόβος μή­

να συζητήσουμε;» τον είχε ρωτήσει. «Ναι, αυτό», της

πως γίνει εκείνος η επόμενη Λουίζ, η ταπεινωμένη,

είχε απαντήσει. «Όλοι έχουμε σοβαρά προβλήματα,

τρελαμένη, εκδικητική πρώην.

μπαμπά». «Όλοι έχουμε σοβαρά προβλήματα, όμως δεν καταλήγουμε όλοι σε ψυχιατρικές κλινικές». «Μια και θίξαμε το θέμα», του είχε πει, «τι γίνεται με τη δια­

Ο ΠΑΤΕΡΑΣ ΤΗΣ ΠΕΓΚΙΗΝ δεν διευκόλυνε καθόλου

φορά ηλικίας; Δεν θέλεις να ρωτήσεις και γι' αυτό;»

τα πράγματα όταν ήρθε να τη δει στη Νέα Υόρκη, μια

«Επίτρεψέ μου να σε ρωτήσω κάτι άλλο: σε εντυπω­

βδομάδα μετά την επίσκεψη της μητέρας της. ΟΈισα

σιάζουν οι σταρ, Πεγκίην; Έχεις προσέξει ότι ορισμέ­

έπιασε το νήμα από εκεί που το είχε αφήσει η Κάρολ,

νοι άνθρωποι επιβάλλονται στον περίγυρο τους, σαν

αραδιάζοντας τους κινδύνους του δεσμού τους, από

να διαθέτουν μια ισχυρή δύναμη έλξης; Στην περίπτω­

την επικίνδυνη ηλικία του εραστή της ώς την επισφα­

ση του Άξλερ αυτό το χαρακτηριστικό συνδυάζεται με

λή ψυχολογική του κατάσταση. Η στρατηγική του

το ότι είναι σταρ. Σε εντυπωσιάζουν οι σταρ;» Εκείνη

Άξλερ παρέμεινε, ωστόσο, η ίδια: να ανεχθείς ό,τι

είχε γελάσει. «Στην αρχή, πιθανόν. Τώρα πια, σε βε­

ακούσεις• μη σπεύσεις να προκαλέσεις τους γονείς,

βαιώνω, είναι απλώς ο εαυτός του». «Μπορώ να σε

όσο η Πεγκίην δεν υποκύπτει.

ρωτήσω αν έχετε αναλάβει κάποια δέσμευση ο ένας

«Η μητέρα σου είχε δίκιο - θαυμάσιο κούρεμα» τον

προς τον άλλον;» της είχε πει. «Δεν μιλάμε γι' αυτό το

πληροφόρησε ότι της είπε ο πατέρας της. «Είχε δίκιο

θέμα». «Τότε ίσως θα έπρεπε να το συζητήσεις μαζί

και για τα ρούχα σου», είχε πει. «Ναι; Νομίζεις ότι

μου. Θα τον παντρευτείς Πεγκίην;» «Δεν νομίζω ότι

μου πάνε;» «Είσαι καταπληκτική» είχε αποφανθεί

ενδιαφέρεται να παντρευτεί». «Εσύ;» «Γιατί μου φέ­

εκείνος. «Καλύτερη από παλιά;» «Διαφορετική. Εντε-

ρεσαι σαν να είμαι δωδεκάχρονη;», τον είχε ρωτήσει.

«•^™»

ιι6

117

«Ίσως επειδή στα θέματα που έχουν να κάνουν με

όχι μόνο υπερβολικός, αλλά, αν λάβουμε υπόψη και

άντρες είσαι μάλλον δώδεκα παρά σαράντα ετών.

τις περιστάσεις, και λιγάκι παράλογος. Από την άλλη

Άκου, ο Σάιμον Άξλερ είναι ένας ενδιαφέρων ηθοποι­

πλευρά, αναγνωρίζω ότι σε κάθε στάδιο της ζωής

ός και ενδεχομένως, για μια γυναίκα, να είναι ενδια­

υπάρχουν ανεξήγητα πράγματα όσον αφορά τους αν­

φέρων και ως άντρας. Όμως έχει την ηλικία που έχει,

θρώπους και τους δεσμούς με τους γονείς τους, που

και συ είσαι στην ηλικία που είσαι. Είχε τη ζωή που εί­

ενδέχεται να μας ξαφνιάσουν. Κι αφού έτσι είναι, θα

χε, με τα θριαμβευτικά πάνω και τα καταστροφικά

σου κάνω μια πρόταση: αν θέλεις να πεταχτώ μέχρι το

κάτω της, και συ είχες τη ζωή που είχες. Και επειδή

Μίσιγκαν και να μιλήσω στον πατέρα σου, θα πάρω

εκείνα τα κάτω του με ανησυχούν ιδιαίτερα, δεν πρό­

το αεροπλάνο για το Μίσιγκαν και θα καθίσω και θα

κειται να σου μιλήσω με υπεκφυγές, όπως εσύ. Δεν

ακούσω κάθε λέξη που θέλει να μου πει, κι όταν μου

πρόκειται να σου πω ότι δεν θα προσπαθήσω να σου

εξηγήσει γιατί έχει στραφεί εναντίον μας, δεν θα φέ­

ασκήσω όσο μεγαλύτερη πίεση γίνεται. Αυτό ακριβώς

ρω καν αντίρρηση - θα πάρω το μέρος του. Θα του πω

πρόκειται να κάνω».

ότι όλα όσα τον απασχολούν είναι απολύτως δικαιο­

Και αυτό έκανε - σε αντίθεση με τη μητέρα της,

λογημένα και ότι συμφωνώ: καθώς φαίνεται, η σχέση

δεν τελείωσε τη μέρα ψωνίζοντας με την κόρη του,

μας είναι όντως αταίριαστη και πράγματι συνεπάγε­

αλλά άρχισε να την παίρνει τηλέφωνο στο σπίτι της

ται αρκετούς κινδύνους. Σίγουρο όμως είναι ότι η κό­

κάθε βράδυ την ώρα του φαγητού, για να συνεχίσει,

ρη του κι εγώ αισθανόμαστε όπως αισθανόμαστε ο

στο ίδιο έντονο ύφος, τη συζήτηση που είχαν ξεκινή­

ένας για τον άλλον. Το ότι εκείνος, η Κάρολ κι εγώ

σει τρώγοντας στη Νέα Υόρκη. Πατέρας και κόρη

ήμαστε κάποτε φίλοι στα νιάτα μας, τότε, στη Νέα

σπάνια μιλούσαν για λιγότερο από μια ώρα.

Υόρκη, δεν έχει καμιά απολύτως σχέση, θα του πω.

Στο κρεβάτι, το βράδυ που είχε δει τον πατέρα της

Είναι η μόνη γραμμή άμυνας που μπορώ να κρατήσω,

στη Νέα Υόρκη, ο Άξλερ της είχε πει: «Θέλω να ξέ­

Πεγκίην, αν θέλεις να πάω να τον δω. Από σένα εξαρ­

ρεις, Πεγκίην, ότι έχω μείνει άναυδος με όλα αυτά

τάται. Θα φύγω αυτή την εβδομάδα, αν εσύ το θελή­

που γίνονται με τους γονείς σου. Δεν καταλαβαίνω τι

σεις. Θα φύγω αύριο, αν αυτό θέλεις».

ρόλο έρχονται να παίξουν στη ζωή μας. Μου φαίνεται

••Μ

«Αρκεί που ήρθε αυτός να με δει», είχε απαντήσει

ιι8

119

εκείνη. «Δεν χρειάζεται να το παρατραβήξουμε. Ιδίως

λει στα πόδια. Σε εντυπωσιάζουν οι σταρ; Μα φυσικά! Αυ­

τώρα που μου ξεκαθάρισες ότι θεωρείς πως ήδη το

τό ήταν το πρώτο πράγμα που θα σκεφτόταν, αυτός

έχουμε παρατραβήξει».

που δεν είχε παίξει ποτέ μεγάλους ρόλους. Ναι, έλεγε

«Δεν είμαι τόσο βέβαιος ότι έχεις δίκιο», της είχε

με τον νου του ο Άξλερ. Πιστεύει ότι η φήμη μου του

πει. «Είναι καλύτερο να αντιμετωπίσω τον οργισμένο

έκλεψε τη μοναχοκόρη του, η φήμη που ο ίδιος ο Έισα

πατέρα - »

δεν μπόρεσε ποτέ να κερδίσει.

«Μα ο πατέρας μου δεν είναι οργισμένος• δεν είναι στον χαρακτήρα του να οργίζεται και δεν νομίζω ότι χρειάζεται να προκαλέσουμε σκηνή, όταν δεν δια­

ΣΤΑ ΜΕΣΑ της επόμενης εβδομάδας έτυχε να πέσει

φαίνεται σκηνή στον ορίζοντα».

στα χέρια του η τοπική εφημερίδα της προηγούμενης

Σκέφτηκε τότε, Ω, διαφαίνεται σκηνή και μάλι­

Παρασκευής καινά διαβάσει την πρωτοσέλιδη είδηση

στα έντονη - οι δυο ευυπόληπτοι οπισθοδρομικοί που

για έναν φόνο που είχε διαπραχθεί σε ένα ακριβό προά­

σε έφεραν στον κόσμο δεν πρόκειται να το βάλουν κά­

στιο τριάντα πέντε περίπου χιλιόμετρα μακριά. Ένας

τω. Όμως της είπε μόνο: «Εντάξει. Απλώς προσφέρ­

άντρας γύρω στα σαράντα, ένας επιτυχημένος πλαστι­

θηκα. Τελικά είναι δικό σου θέμα».

κός χειρουργός, είχε δολοφονηθεί από την εν διαστάσει

Μα ήταν πράγματι έτσι; Δεν ήταν στο χέρι του να

σύζυγο του. Η σύζυγος ήταν η ΣίμπιλΒαν Μπιούριν.

τους εναντιωθεί για να τους εξουδετερώσει, αντί να

Προφανώς το ζευγάρι ζούσε πια χωριστά. Η Σί-

αφήσει τα πράγματα μήπως και εξελιχθούν ευνοϊκά

μπιλ είχε οδηγήσει ώς την άλλη άκρη της πόλης όπου

από μόνα τους; Θα έπρεπε, πράγματι, να την είχε συ­

βρισκόταν το σπίτι του και, μόλις εκείνος της άνοιξε

νοδεύσει στη Νέα Υόρκη - θα έπρεπε να είχε επιμείνει

την πόρτα, τον πυροβόλησε δυο φορές στο στήθος,

να βρίσκεται κι αυτός εκεί, ώστε να αντιμετωπίσει τον

σκοτώνοντας τον επί τόπου. Είχε πετάξει το φονικό

Έισα. Παρά τα όσα είχε πει η Πεγκίην για να τον καθη­

όπλο στο κατώφλι και μετά επέστρεψε στο αυτοκίνη­

συχάσει, ο Άξλερ δεν ήταν πρόθυμος να εγκαταλείψει

το της και έμεινε εκεί, ώς τη στιγμή που έφθασε η

την ιδέα ότι ο Έισα ήταν ένας εξοργισμένος πατέρας

αστυνομία και την οδήγησε στο τμήμα για να της πά­

στον οποίο θα έπρεπε να αντιπαρατεθεί αντί να το βά-

ρουν τα στοιχεία. Όταν είχε φύγει από το σπίτι της

120

121

εκείνο το πρωί, είχε ήδη κανονίσει με την μπέιμπι σί-

«Θέλεις να έρθω απόψε; Ακούγεσαι χάλια».

τερ να περάσει όλη τη μέρα με τα δυο παιδιά.

«Όχι, όχι», είπε. «Καλά είμαι. Απλώς δεν είχα

Ο Άξλερ τηλεφώνησε στην Πεγκίην και της είπε τι είχε συμβεί.

γνωρίσει ώς τώρα κανέναν που να έχει σκοτώσει εκτός σκηνής».

«Σου είχε περάσει ποτέ απ' το μυαλό ότι θα μπο­ ρούσε να κάνει κάτι τέτοιο;» ρώτησε η Πεγκίην.

«Θα έρθω αργότερα», είπε η Πεγκίην. Και όταν έφτασε, κάθισαν στο σαλόνι μετά το φα­

«Ένα τέτοιο αδύναμο πλάσμα; Όχι. Ποτέ. Είχε,

γητό και της επανέλαβε με κάθε λεπτομέρεια όλα όσα

βέβαια, κίνητρο -τη σεξουαλική κακοποίηση- αλλά

θυμόταν να του λέει η Σίμπιλ Βαν Μπιούριν στην κλινι­

να φτάσει ώς την ανθρωποκτονία; Με είχε ρωτήσει αν

κή. Βρήκε το γράμμα της -το γράμμα που του είχε τα­

θα μπορούσα να τον σκοτώσω για λογαριασμό της.

χυδρομήσει μέσω του γραφείου του Τζέρι- και το έδω­

Είχε πει "χρειάζομαι κάποιον να σκοτώσει αυτό τον

σε στην Πεγκίην να το διαβάσει.

διαβολικό άνθρωπο"».

«Ο σύζυγος ισχυριζόταν ότι ήταν αθώος», εξήγησε ο

«Τι συγκλονιστική ιστορία», είπε η Πεγκίην. «Αυτή η εύθραυστη γυναίκα, με τη φτιαξιά ενός ντελικάτου παιδιού. Το λιγότερο απειλητικό άτομο που θα μπορούσε να συναντήσει κανείς». «Δεν πρόκειται να την καταδικάσουν», είπε η Πε­ γκίην.

Άξλερ. «Ισχυριζόταν ότι εκείνη φανταζόταν διάφορα». «Ταφανταζόταν, πράγματι;» «Δεν νομίζω. Την είδα να υποφέρει. Πίστεψα την ιστορία της». Στη διάρκεια της μέρας διάβασε και ξαναδιάβασε το άρθρο και κοίταξε πολλές φορές τη φωτογραφία

«Ίσως ναι, ίσως όχι. Ίσως επικαλεστεί προσωρινή

της Σίμπιλ που είχε δημοσιεύσει η εφημερίδα, ένα

πνευματική διαταραχή και τη γλιτώσει. Όμως μετά τι

καλλιτεχνικό πορτρέτο στο οποίο εκείνη δεν έμοιαζε

θ' απογίνει; Τι θ' απογίνει το παιδί; Αν το κοριτσάκι

με παντρεμένη τριαντάρα γυναίκα με ιδιοσυγκρασία

δεν ήταν ήδη καταδικασμένο εξαιτίας όσων του έκα­

Κλυταιμνήστρας, αλλά μάλλον με μαζορέτα του γυ­

νε ο πατριός του, τώρα είναι σίγουρα καταδικασμένο

μνασίου, ένα κορίτσι που ακόμη δεν είχε αντιμετωπί­

εξαιτίας της πράξης της μητέρας του. Για να μη μιλή­

σει τίποτα στη ζωή.

σουμε για το αγοράκι».

Την επόμενη μέρα τηλεφώνησε στις Πληροφορίες

' - -"--ι•*

122

123

και, χωρίς καμιά δυσκολία, πήρε τον αριθμό τηλεφώ­

«Επειδή ακόμη κι όταν έφυγε από το σπίτι, ο Τζων

νου των Βαν Μπιούριν. Όταν τηλεφώνησε, απάντησε

συνέχιζε να αρνείται τα πάντα και να της λέει ότι έχει

μια γυναίκα που συστήθηκε ως η αδελφή της Σίμπιλ.

παραισθήσεις, κι αυτό την έκανε έξαλλη. Το πρωί

Της είπε ποιος ήταν, της μίλησε για το γράμμα της Σί­

που επρόκειτο να τον δει, μου είπε ότι με κάθε τρόπο

μπιλ. Της το διάβασε στο τηλέφωνο. Συμφώνησαν να

θα του αποσπούσε μιαν ομολογία. Είπα "Μην πας να

το στείλει στον δικηγόρο της.

τον δεις. Απλώς θα σε οδηγήσει στα άκρα". Και είχα

«Σας επέτρεψαν να τη δείτε;» ρώτησε.

δίκιο. Εγώ ήμουν που την παρότρυνα να παρουσια­

«Μόνο μαζί με τον δικηγόρο της. Κλαίει που δεν

στεί στον εισαγγελέα και να τον καταγγείλει. Εγώ

μπορεί να δει τα παιδιά. Κατά τα άλλα είναι εκνευρι­

ήμουν που της είπα ότι έπρεπε να τον κλείσει πίσω

στικά ήρεμη».

από τα κάγκελα. Όμως εκείνη είχε αρνηθεί: δεν ήταν

«Μιλάει για τον φόνο;»

κανένας άγνωστος και η ιστορία θα κατέληγε στις

«Λέει "Έπρεπε να γίνει". Θα 'λέγε κανείς πως είναι

εφημερίδες και στην τηλεόραση και η Άλισον θα συ­

ο πεντηκοστός, όχι ο πρώτος της φόνος. Βρίσκεται σε

ρόταν σε έναν δικαστικό εφιάλτη που θα την εξέθετε

πολύ παράξενη κατάσταση. Σαν να μην καταλαβαίνει

σε ακόμη μεγαλύτερη φρίκη. Και επειδή τα είχε πει

τη βαρύτητα της πράξης της. Είναι λες κι όλο το βάρος

όλα αυτά, δεν μου πέρασε καν από το μυαλό ότι η

βρίσκεται πια πίσω της».

απόστιασχ] ομολογίας "με κάθε τρόπο" θα συνεπαγό­

«Για την ώρα», είπε ο Άξλερ.

ταν τη χρήση του κυνηγετικού του όπλου - η χρήση

«Το ίδιο σκέφτομαι κι εγώ. Φοβάμαι ότι σύντομα

του κυνηγετικού του όπλου θα μπορούσε επίσης να

θα καταρρεύσει. Δεν θα ζήσει για πολύ πίσω απ' αυτό

καταλήξει στις εφημερίδες, βλέπετε. Όμως, όταν πήγε

το ατάραχο προσωπείο. Θα πρέπει να την επιτηρούν

στου Τζων εκείνο το πρωί του Σαββάτου, δεν περίμε­

στο κελί της, μήπως αυτοκτονήσει. Τρέμω γι' αυτά

νε πρώτα να μπει στο σπίτι. Δεν περίμενε να τον

που έρχονται».

ακούσει να προφέρει ούτε μια λέξη. Δεν είναι ότι άρ­

«Φυσικά. Η πράξη της δεν ταιριάζει καθόλου με τη

χισαν να καυγαδίζουν, ότι η ένταση κλιμακώθηκε και

γυναίκα που γνώρισα. Γιατί το έκανε μετά από τόσον

τότε τον πυροβόλησε. Έφτασε που είδε το πρόσωπο

καιρό;»

του - ακριβώς εκεί, στην μπροστινή πόρτα, τράβηξε

124

125

δυο φορές τη σκανδάλη κι εκείνος έπεσε νεκρός. Μου

«Προφανώς σ' εσένα ήδη αρέσει».

είπε "Ήθελε βία, λοιπόν του έδωσα βία"».

«Την παρατηρώ στην πισίνα. Την παρατηρώ στα

«Έμαθε τίποτα το κοριτσάκι;»

αποδυτήρια. Πλουσιόπαιδο. Προνομιούχο παιδί. Δεν

«Δεν της το είπαμε ακόμα. Δεν θα είναι εύκολο.

έχει γνωρίσει ούτε μια δύσκολη στιγμή. Είναι τέλεια.

Τίποτα απ' όλα αυτά δεν θα είναι εύκολο. Χάρις στον

Ξανθιά. Λαμπερά γαλάζια μάτια. Μακριά πόδια. Δυ­

μακαρίτη δρα Βαν Μπιούριν. Η οδύνη που πρόκειται

νατά πόδια. Τέλεια στήθη».

να περάσει η Άλισον μου είναι αδιανόητη». Επί μέρες επαναλάμβανε ο Άξλερ στον εαυτό του Η οδύνη που πρόκειται να περάσει ηΆλιοον. Ήταν πιθανότα­

«Πόσο τέλεια;» «Βλέπω ότι σε καυλώνει τρομερά ν' ακούς για τη Λάρα», του είπε.

τα αυτή ακριβώς η σκέψη που είχε ωθήσει τη Σίμπιλ

«Τα στήθη», είπε.

να δολοφονήσει τον σύζυγο της - κι έτσι να διαιωνίσει

«Είναι δεκαεννιά χρονών. Είναι σφιχτά και στέκο­

την οδύνη της Άλισον επ' άπειρον.

νται στητά. Το μουνί της είναι ξυρισμένο και έχει αφήσει μονάχα μια γραμμή από ξανθές τριχούλες σε κάθε πλευρά».

ΜΙΑ ΝΥΧΤΑ ΣΤΟ ΚΡΕΒΑΤΙ η Πεγκίην του είπε «Έχω

«Ποιος την πηδάει; Τα κορίτσια ή τα αγόρια;»

βρει ένα κορίτσι για σένα. Ανήκει στην ομάδα κολύμ­

«Δεν ξέρω ακόμα. Μα κάποιος θα το γλεντάει εκεί

βησης του Πρέσκοτ. Κολυμπάω μαζί της τα απογεύ­

κάτω».

ματα. Η Λάρα. Πώς θα σου φαινόταν αν σου έφερνα

Από τότε η Λάρα ήταν μαζί τους όποτε την ήθελαν.

τηΛάρα;»

«Τη γαμάς», έλεγε η Πεγκίην. «Το τέλειο μουνάκι

Ανεβοκατέβαινε αργά πάνω του και τα φώτα ήταν

της Λάρας γαμάς».

σβηστά, αν και το δωμάτιο φωτιζόταν αμυδρά από

«Τη γαμάς κι εσύ;»

την πανσέληνο που έλαμπε ανάμεσα στα κλαδιά των

«Όχι. Μονάχα εσύ. Κλείσε τα μάτια σου. Θέλεις να

ψηλών δέντρων στο πίσω μέρος του σπιτιού.

σε κάνει να χύσεις; Θέλεις να σε κάνει η Λάρα να χύ­

«Πες μου για τη Λάρα», είπε.

σεις; Έλα λοιπόν, ξανθό τσουλάκι - καν' τον να χύσει!»

«Ω, θα σου αρέσει σίγουρα».

μούγκριζε η Πεγκίην κι εκείνος δεν χρειαζόταν πια να

126

127

της μάθει πώς να καβαλάει το άλογο. «Δώσ' τα της!

ή τρεις φορές κατά τη διάρκεια του φαγητού κι έτσι,

Τώρα! Τώρα! Ναι, έτσι - δώσ' τα της στο πρόσωπο!»

μετά το κυρίως πιάτο και πριν από το επιδόρπιο, ο

Ένα βράδυ πήγαν σ' ένα πανδοχείο για φαγητό.

Άξλερ σηκώθηκε για δεύτερη φορά και έκανε μια βόλ­

Από τη ρουστίκ τραπεζαρία έβλεπες, πέρα απ' τον

τα στο εστιατόριο, διασχίζοντας το κοινόχρηστο σα­

δρόμο, μια μεγάλη λίμνη που άστραφτε στο ηλιοβα­

λόνι του πανδοχείου και φτάνοντας στο μπαρ. Εκεί εί­

σίλεμα. Φορούσε τα καινούργια της ρούχα• τα είχαν

δε μια ελκυστική νεαρή γυναίκα να πίνει μόνη. Πρέ­

αγοράσει σε μια απρογραμμάτιστη επίσκεψη τους

πει να ήταν ανάμεσα στα είκοσι και τα τριάντα και,

στη Νέα Υόρκη την προηγούμενη εβδομάδα: κοντή

από τον τρόπο που μιλούσε στον μπάρμαν, υπέθεσε

εφαρμοστή ζέρσεϊ φούστα, κόκκινο αμάνικο μπλου­

ότι ήταν μισομεθυσμένη. Της χαμογέλασε όταν εκεί­

ζάκι από κασμίρ και ασορτί κόκκινη κασμίρ ζακέτα

νη κοίταξε προς το μέρος του και, για να παρατείνει

ριγμένη στους ώμους, λεπτές μαύρες κάλτσες, τσά­

τη στιγμή, ρώτησε τον μπάρμαν πόσο ήταν το σκορ

ντα από ατιαλό δέρμα που τη στόλιζαν κοντά δερμά­

του αγώνα. Μετά στράφηκε στην κοπέλα και τη ρώ­

τινα κρόσσια, και στα πόδια της ένα ζευγάρι ψηλοτά­

τησε αν ήταν ντόπια ή αν έμενε προσωρινά στο παν­

κουνες εξώφτερνες γόβες με κόψιμο μπροστά που

δοχείο. Του απάντησε ότι μόλις είχε πιάσει δουλειά

άφηνε να φαίνονται τα δάχτυλα. Έδειχνε τρυφερή,

στο κατάστημα με τις αντίκες στο τέλος του δρόμου

χυμώδης και προκλητική, κόκκινη επάνω και ολό­

και ότι μετά τη δουλειά είχε σταματήσει στο μπαρ για

μαυρη από τη μέση και κάτω και κινούνταν με τόσο

ένα ποτό. Τη ρώτησε αν ξέρει από αντίκες, κι εκείνη

αβίαστη άνεση που θα 'λέγε κανείς ότι ντυνόταν έτσι

είπε ότι οι γονείς της είχαν παλαιοπωλείο στα βόρεια

σ' όλη της τη ζωή. Φορούσε την τσάντα της όπως της

της πολιτείας. Είχε δουλέψει σε ένα κατάστημα στο

είχε υποδείξει η πωλήτρια: με το λουρί περασμένο

Γκρίνουϊτς Βίλατζ για τρία χρόνια και είχε αποφασίσει

διαγώνια στο σώμα της σαν φυσεκλίκι και την τσάντα

να φύγει από τη Νέα Υόρκη και να δοκιμάσει την τύχη

να τραμπαλίζεται στον γοφό της.

της στην κομητεία της Ουάσινγκτον. Τη ρώτησε πό­

Προσπαθώντας να αποφύγει το γνωστό πιάσιμο

σον καιρό ήταν εδώ κι εκείνη απάντησε ότι είχε φτά­

της μέσης του και την παράλυση του ποδιού του, συ­

σει μόλις τον προηγούμενο μήνα. Τη ρώτησε τι πίνει

νήθιζε να σηκώνεται καινά κάνει μερικά βήματα δυο

και όταν εκείνη του είπε, ο Άξλερ δήλωσε «Το επόμε-

128

129

νο από μένα» και έκανε νόημα στον μπάρμαν να βά­

«Θέλεις να την πάρουμε σπίτι».

λει το ποτό στον λογαριασμό του.

«Δεν είναι η Λάρα, αλλά μας κάνει».

Στο επιδόρπιο είπε στην Πεγκίην «Υπάρχει στο μπαρ ένα κορίτσι που έχει βαλθεί να μεθύσει». «Πώς σου φάνηκε;» «Φαίνεται να ξέρει να τα φέρνει βόλτα».

«Κι αν ξεράσει στο αυτοκίνητο;» «Πιστεύεις ότι είναι έτοιμη για εμετό;» «Εδώ και ώρα. Αν χάσει τις αισθήσεις της στο σπί­ τι, πώς θα την ξεφορτωθούμε;»

«Πόσων χρονών είναι;»

«Θα τη σκοτώσουμε», είπε η Πεγκίην.

«Θα έλεγα είκοσι οκτώ. Εσύ θα κάνεις κουμάντο.

Ενώ κρατούσε ακόμη σφιχτά την Πεγκίην πάνω

Εσύ και ο πράσινος πούτσος». «Εσύ θα κάνεις κουμάντο», του είπε. «Εσύ και ο πραγματικός πούτσος».

του, φώναξε προς την πλευρά του μπαρ: «Θέλετε να σας πάμε πουθενά νεαρή μου κυρία;» «Τρέισι».

«Τότε και οι δυο μαζί», της είπε.

«Θέλεις να σε πάμε πουθενά, Τρέισι;»

«Θέλω να τη δω», ζήτησε η Πεγκίην.

«Έχω το αυτοκίνητο μου», απάντησε η Τρέισι.

Πλήρωσε τον λογαριασμό και φεύγοντας από το

«Είσαι σε θέση να οδηγήσεις; Μπορώ να σε πετά­

εστιατόριο πήγαν και περίμεναν στην είσοδο του

ξω στο σπίτι σου». Η Πεγκίην ακόμη αναρριγούσε

μπαρ. Στεκόταν πίσω από την Πεγκίην, με τα μπρά­

στην αγκαλιά του. Είναι γάτα, σκεφτόταν, γάτα πριν

τσα του να την τυλίγουν. Την ένιωθε να τρέμει από

χιμήξει, γεράκι πριν εκτοξευτεί από το χέρι του γερα­

έξαψη καθώς παρακολουθούσε το κορίτσι να πίνει

κάρη. Ζώο που ελέγχεται μόνο ώς τη στιγμή που θα

στο μπαρ. Η τρεμούλα της τον ερέθισε. Ήταν σαν να

το αφήσεις ελεύθερο. Σκεφτόταν: «Της προσφέρω

είχαν συγχωνευτεί σε ένα πλάσμα, έξαλλα ερεθισμέ­

την Τρέισι όπως της χαρίζω ρούχα». Και οι δυο τους

νο.

ήταν τολμηροί με τη Λάρα επειδή η Λάρα δεν ήταν «Σ' αρέσει;» της ψιθύρισε.

παρούσα κι έτσι δεν υπήρχαν συνέπειες. Ήξερε πως

«Φαίνεται ότι μπορεί να γίνει εντελώς αναίσχυντη

αυτό που συνέβαινε τώρα ήταν διαφορετικό. Διαι­

αν της δοθεί η ευκαιρία. Φαίνεται έτοιμη για μια ζωή

σθανόταν ότι έτσι παραχωρούσε όλη την εξουσία

ταγμένη στην αμαρτία».

στην Πεγκίην.

ΐ3θ «Μπορώ να ζητήσω από τον άντρα μου να έρθει να με πάρει», είπε η Τρέισι. Ο Άξλερ είχε προσέξει από πριν ότι δεν φορούσε βέρα. «Όχι, θα σε πάμε εμείς. Πού μένεις;» Η Τρέισι ανέφερε μια πόλη δεκαπέντε χιλιόμετρα προς τα δυτικά. Ο μπάρμαν που ήξερε ότι ο Άξλερ έμενε στην ακρι­ βώς αντίθετη κατεύθυνση, καταγινόταν με τη δου­

131 οποία είχε κινηθεί η Πεγκίην δεν τον εξέπληξε. Δεν την αναχαίτιζαν αναστολές ή φόβοι όπως τότε που εί­ χε κόψει τα μαλλιά της: όσα ακούγονταν από το πίσω κάθισμα είχαν ήδη αναστατώσει τον Άξλερ. Στο υπνο­ δωμάτιο, στο σπίτι, η Πεγκίην άδειασε στο κρεβάτι το πλαστικό τσαντάκι με τα σύνεργα της, ανάμεσα τους και το παιχνιδάκι της γάτας με τις εννιά ουρές με τις απαλές, λεπτές λωρίδες του από μαύρο λείο δέρμα.

λειά του σαν να ήταν κωφάλαλος. Χάρη στις ταινίες του Άξλερ σχεδόν οι πάντες στην αγροτική πόλη των εννιακοσίων κατοίκων γνώριζαν ποιος ήταν, παρόλο

Ο ΑΞΑΕΡ ΑΝΑΡΩΤΙΟΤΑΝ τι γινόταν μέσα στο κεφάλι

που ελάχιστοι ήξεραν ότι η φήμη του οφειλόταν στην

της Τρέισι. Μπαίνει σ' ένα αυτοκίνητο με δυο ανθρώ­

πολύχρονη και επιτυχημένη σταδιοδρομία του στο

πους που δεν έχει ξαναδεί στη ζωή της, την οδηγούν σ'

θέατρο. Η μεθυσμένη νεαρή γυναίκα πλήρωσε τον

ένα σπίτι, ο' έναν χωματόδρομο σε μια άκρη της εξο­

λογαριασμό της, κατέβηκε από το σκαμνί του μπαρ

χής και βγαίνοντας απ' το αυτοκίνητο βρίσκεται να

κι άρπαξε το σακάκι της για να φύγει. Ήταν πιο ψηλή

μετέχει σ' έναν θίασο ποικιλιών. Μπορεί να είναι με­

απ' όσο είχε φανταστεί και πιο γεμάτη - αδέσποτη,

θυσμένη, αλλά είναι νέα, επίσης. Πόσο ανυποψίαστη

ίσως, όχι όμως και ανέστια - μια αφράτη ξανθιά με

για τους κινδύνους μπορεί να είναι; Μήπως η Πεγκίην

φαρδύ σώμα, με μια συνηθισμένη σκανδιναβική

κι εγώ εμπνέουμε εμπιστοσύνη; Μήπως αυτό που

ομορφιά. Μια πιο άξεστη, κοινή εκδοχή της επιβλητι­

αναζητάει η Τρέισι είναι ο κίνδυνος; Ή μήπως είναι

κής Λουίζ.

πολύ μεθυσμένη για να σκεφτεί; Αναρωτήθηκε αν η

Έβαλε την Τρέισι στο πίσω κάθισμα μαζί με την

κοπέλα είχε ξανακάνει ποτέ κάτι τέτοιο. Αναρωτήθη­

Πεγκίην και την οδήγησε στο σπίτι του μέσα από τους

κε και πάλι γιατί το έκανε τώρα. Δεν μπορούσε να εξη­

σκοτεινούς, άδειους από αυτοκίνητα, εξοχικούς δρό­

γήσει λογικά πώς κατέληξε να πέσει στα χέρια τους αυ­

μους. Ήταν λες και την απήγαγαν. Η ταχύτητα με την

τή η Τρέισι, για να κάνει όλα τα κόλπα της Λάρας που

132

133

ονειρεύονταν ερεθισμένοι στο κρεβάτι. Άλλωστε τι

πούτσος βυθιζόταν μέσα-έξω στο πληθωρικό γυμνό

μπορούσε να εξηγήσει λογικά; Το ότι ήταν ανίκανος

κορμί που ήταν σωριασμένο στα σεντόνια, αργά στην

να βγει και να παίξει επί σκηνής; Το ότι είχε νοσηλευ­

αρχή, κι ύστερα πιο γρήγορα και πιο άγρια, και ακό­

τεί σε ψυχιατρική κλινική; Το ότι ζούσε μια ερωτική

μα πιο άγρια• όλες οι καμπύλες και οι κοιλότητες της

ιστορία με μια λεσβία που την είχε πρωτογνωρίσει μω­

Τρέισι κινούνταν σε απόλυτο συγχρονισμό μαζί του.

ρό, όταν βύζαινε το στήθος της μητέρας της;

Αυτό δεν ήταν σοφτ πορνό. Αυτό που έβλεπε δεν ήταν

Όταν ένας άντρας παίρνει δυο γυναίκες μαζί, δεν

δυο γυναίκες χωρίς ρούχα που χαϊδεύονταν και φιλι-

είναι ασυνήθιστο μια από τις δύο, νιώθοντας δίκαια ή

ούνταν σ' ένα κρεβάτι. Τώρα πια υπήρχε κάτι πρωτό­

άδικα παραμελημένη, να αποσύρεται κλαίγοντας σε

γονο σ' αυτό που συνέβαινε, αυτή η βία γυναίκας

μια γωνιά του δωματίου. Από την εξέλιξη των πραγ­

προς γυναίκα, λες και σ' εκείνο το πνιγμένο στις σκιές

μάτων όμως, φαινόταν ότι εκείνος που θα κατέληγε

δωμάτιο η Πεγκίην είχε γίνει ένας μαγικός συνδυα­

να κλαίει στη γωνία θα ήταν ο Άξλερ. Είχε αφήσει την

σμός σαμάνου, ακροβάτη και ζώου. Ήταν σαν να φο­

Πεγκίην να ανακηρυχθεί θιασάρχης και είχε δεχτεί να

ρούσε μια μάσκα στα γεννητικά της όργανα, μια αλ­

μην πάρει μέρος, ώσπου να τον καλέσουν. Θα παρα­

λόκοτη τοτεμική μάσκα, που τη μεταμόρφωνε σε κά­

κολουθούσε χωρίς να συμμετέχει. Πρώτα η Πεγκίην

τι που δεν ήταν και που δεν θα 'πρεπε να είναι. Θα

φόρεσε το μαραφέτι, στερέωσε τα δερμάτινα λουριά

μπορούσε θαυμάσια να είναι ένα κοράκι ή ένα κο-

και εφάρμοσε το ντίλντο, έτσι που να προεξέχει ολόι­

γιότ, και ταυτόχρονα η Πεγκίην Μάικ. Υπήρχε κάτι

σιο και τεντωμένο. Ύστερα γονάτισε πάνω από την

απειλητικό σ' αυτό. Η καρδιά του δονούνταν από διέ­

Τρέισι, αγγίζοντας ανάλαφρα τα χείλη και τις ρώγες

γερση - ο θεός Παν που κοίταζε από απόσταση με το

της με το στόμα της και χαϊδεύοντας τα στήθη της, κι

άγρυπνο, λάγνο βλέμμα του.

ύστερα γλίστρησε προς τα κάτω και απαλά τη διαπέ­

Όμως η Πεγκίην μίλησε αγγλικά όταν τον κοίταξε

ρασε με το ντίλντο. Δεν χρειάστηκε να της ανοίξει τα

από εκεί που βρισκόταν, ξαπλωμένη ανάσκελα πλάι

πόδια με τη βία. Δεν χρειάστηκε να πει ούτε λέξη -

στην Τρέισι, μπλέκοντας τις εννιά ουρές του μικρού

φανταζόταν ότι αν μια απ' τις δυο άρχιζε να μιλάει,

μαστίγιου με τα μακριά μαλλιά της. Μ' εκείνο το παι­

θα ήταν σε γλώσσα άγνωστη γι' αυτόν. Ο πράσινος

διάστικο χαμόγελο που αποκάλυπτε τα δύο μπροστι-

^ ^ ^

134

135

νά της δόντια, του είπε γλυκά «Η σειρά σου, τώρα.

ποιος;» ρώτησε η Τρέισι την Πεγκίην, λες και ο Άξλερ

Ξέσκισε την». Έπιασε την Τρέισι από τον ώμο, ψιθύ­

δεν βρισκόταν στο αυτοκίνητο.

ρισε «Ώρα να αλλάξεις αφέντη» και έσπρωξε απαλά

«Αυτός είναι», είπε η Πεγκίην.

το μεγάλο, ζεστό σώμα της ξένης προς το μέρος του.

«Έτσι είπε ο μπάρμαν. Είσαι και συ ηθοποιός;»

«Τρία παιδιά συναντήθηκαν» είπε εκείνος «και απο­

ρώτησε την Πεγκίην.

φάσισαν να ανεβάσουν ένα έργο» και μ' αυτά τα λό­

«Πότε πότε», είπε η Πεγκίην.

για άρχισε η δική του παράσταση.

«Ήταν τρελό», είπε η Τρέισι. «Ήταν», απάντησε η Πεγκίην, η χειρίστρια της γάτας με τις εννιά ουρές και εξπέρ στους δονητές, αυ­

ΓΎΡΩ ΣΤΑ ΜΕΣΑΝΥΧΤΑ οδήγησαν την Τρέισι στο

τή που δεν ήταν καθόλου ερασιτέχνις, εκείνη που είχε

πάρκινγκ πλάι στο πανδοχείο όπου είχε αφήσει το αυ­

οδηγήσει τα πράγματα στα άκρα.

τοκίνητο της.

Η Τρέισι φίλησε την Πεγκίην παθιασμένα όταν κα­

«Το κάνετε συχνά εσείς οι δυο;» ρώτησε η Τρέισι

ληνυχτίστηκαν. Το ίδιο παθιασμένα ανταπέδωσε η

από την πίσω θέση, όπου κειτόταν ξέπνοη, με τα

Πεγκίην το φιλί, χάιδεψε τα μαλλιά της και έσφιξε τα

μπράτσα της Πεγκίην να την τυλίγουν.

στήθη της, και στο πάρκινγκ πλάι στο πανδοχείο όπου

«Όχι», είπε η Πεγκίην. «Εσύ;»

είχαν συναντηθεί, οι δυο γυναίκες για μια στιγμή σφι­

«Ποτέστη ζωή μου».

χταγκαλιάστηκαν. Ύστερα, η Τρέισι μπήκε στο αυτο­

«Λοιπόν, τι σκέφτεσαι;» ρώτησε η Πεγκίην.

κίνητο της και, πριν ξεκινήσει, ο Άξλερ άκουσε την

«Τίποτα. Έχω τόσα στο κεφάλι μου που δεν μπορώ

Πεγκίην να της λέει «Θα σε δω σύντομα».

να σκεφτώ. Νιώθω μαστουρωμένη. Σαν να έχω πάρει ναρκωτικά». «Πού βρήκες το κουράγιο να το κάνεις;» τη ρώτη­ σε η Πεγκίην. «Το ποτό;» «Τα ρούχα σου. Η εμφάνιση σου. Ένιωσα ότι δεν έχω να φοβηθώ τίποτα. Πες μου, είναι εκείνος ο ηθο-

Οδήγησαν ώς το σπίτι με το χέρι της Πεγκίην μέσα στο παντελόνι του. «Η μυρωδιά», του είπε, «είναι ακόμα πάνω μας», ενώ ο Άξλερ σκεφτόταν, έπεσα έξω - δεν υπολόγισα σωστά. Δεν ήταν πια ο θεός Παν. Ούτε κατά διάνοια.

136

137 «Ξέχνα την οικογένεια μου», τη φαντάστηκε να του λέει. «Θέλω εσύ να είσαι ο πατέρας του παιδιού

ΕΝΩ Η ΠΕΓΚΙΗΝ ΕΚΑΝΕ ΝΤΟΥΣ, εκείνος κάθισε στην κουζίνα και ήπιε ένα φλιτζάνι τσάι σαν να μην είχε συμβεί τίποτα, σαν να είχαν περάσει άλλη μια

μου». «Θα το κρατήσεις μυστικό από τον Έισα και την Κάρολ;»

συνηθισμένη νύχτα στο σπίτι. Το τσάι, το φλιτζάνι, η

«Όχι. Όλα αυτά τελείωσαν. Είχες δίκιο. Χάρη μου

τσαγιέρα, η ζάχαρη, η κρέμα - όλα ανταποκρίνονταν

έκανε η Λουίζ μ' εκείνο το τηλεφώνημα. Όχι πια μυστι­

σε μια ανάγκη για αντικειμενικά γεγονότα.

κά . Θα υποχρεωθούν να αποδεχτούν την κατάσταση».

«Θέλω ένα παιδί». Φαντάστηκε την Πεγκίην να προ­ φέρει αυτά τα λόγια. Τη φαντάστηκε να του τα απευθύ­

«Και από πού προέκυψε αυτή η επιθυμία να κάνεις παιδί;»

νει, μπαίνοντας στην κουζίνα μετά το ντους: «Θέλω

«Από το ότι έγινα αυτό που έγινα για σένα».

παιδί». Φαντάστηκε το λιγότερο πιθανό πράγμα που θα

Φαντάστηκε τον εαυτό του να της λέει «Ποιος να

μπορούσε να συμβεί, κι αυτός ακριβώς ήταν ο λόγος

το 'λέγε ότι η σημερινή βραδιά θα είχε τέτοια εξέλι­

που το φαντάστηκε• για να αναγκάσει την απερισκεψία

ξη;»

του να περιοριστεί ξανά σ' ένα οικογενειακό πλαίσιο. «Με ποιον;» φαντάστηκε τον εαυτό του να τη ρω­ τάει.

«Κάθε άλλο», φαντάστηκε την Πεγκίην να απα­ ντάει. «Είναι το επόμενο βήμα. Αν πρόκειται να συ­ νεχίσουμε, θέλω τρία πράγματα. Θέλω να κάνεις εγ­

«Με σένα. Είσαι η επιλογή της ζωής μου».

χείρηση στη μέση σου. Θέλω να συνεχίσεις την καριέ­

«Όπως σε προειδοποίησε, ορθότατα, η οικογένεια

ρα σου. Θέλω να μου κάνεις παιδί».

σου, πλησιάζω τα εβδομήντα. Όταν το παιδί θα είναι

«Ζητάς πολλά».

δέκα ετών, εγώ θα είμαι εβδομήντα πέντε, εβδομή­

«Ποιος με δίδαξε να ζητάω πολλά;» τη φαντάστη­

ντα έξι. Τότε μπορεί να μην είμαι πια η επιλογή σου.

κε να του λέει. «Αυτή είναι η πρόταση μου για μια

Θα είμαι καθηλωμένος σ' ένα καροτσάκι μ' αυτή τη

πραγματική ζωή. Τι περισσότερο μπορώ να προσφέ­

διαλυμένη σπονδυλική μου στήλη, αν δεν βρίσκομαι

ρω;»

ήδη στον τάφο».

«Η εγχείρηση στη μέση είναι πολύ περίπλοκη. Οι

138

139

γιατροί λένε ότι δεν θα ωφελούσε στην περίπτωση

οποίος θα τον έστελνε για μαγνητική τομογραφία, με­

μου».

τά για ένα προχειρουργικό μυελόγραμμα και μετά για

«Δεν μπορείς να συνεχίσεις μπλοκαρισμένος απ'

εγχείρηση. Στο μεταξύ, θα είχε έρθει σε επαφή με τον

αυτό τον πόνο. Δεν μπορείς να συνεχίσεις κουτσαίνο­

Τζέρι Όπενχαϊμ και θα του είχε δηλώσει πως σε περί­

ντας για πάντα».

πτωση που εμφανιζόταν κάποια πρόταση για ρόλο,

«Και η καριέρα μου είναι ακόμα πιο περίπλοκη».

ήταν διατεθειμένος να ξαναδούλεψει. Ύστερα, και

«Όχι», τη φαντάστηκε να λέει, «αρκεί να ακολου­

ενώ η Πεγκίην τελείωνε το μπάνιο της στον πάνω όρο­

θήσεις ένα πρόγραμμα για να βάλεις τέλος στην αβε­

φο, καθισμένος ακόμα στο τραπέζι της κουζίνας και

βαιότητα. Ένα τολμηρό μακροπρόθεσμο πρόγραμ­

συνεπαρμένος από τη λεπτομερή επεξεργασία αυτών

μα».

των σκέψεων, φανταζόταν την Πεγκίην να έχει φέρει στον κόσμο ένα υγιέστατο μωρό, ακριβώς τον μήνα

«Αυτό χρειάζεται, λοιπόν», φαντάστηκε τον εαυ­

που ο ίδιος ξεκινούσε παραστάσεις στο θέατρο «Γκά-

τό του να απαντάει. «Ναι. Είναι καιρός να τολμήσεις».

θρι» στον ρόλο του Τζέημς Ταϊρόουν. Θα είχε βρει την

«Αν μη τι άλλο, αυτό σημαίνει ότι θα πρέπει να εί­

κάρτα του Βίνσεντ Ντάνιελς εκεί που την είχε αφήσει σαν σελιδοδείκτη στο αντίτυπο του Μακριού ταξιδιού της

μαι προσεκτικός». Όμως αυτές οι αισιόδοξες σκέψεις πήγαζαν από το

μέρας. Θα είχε πάει να δει τον Βίνσεντ Ντάνιελς με το

ότι μαζί της είχε αρχίσει να ξανανιώνει, από το ότι είχε

κείμενο στα χέρια και θα δούλευαν κάθε μέρα ώσπου

κάνει όσα περνούσαν από το χέρι του για να πεισθεί

να βρουν τον τρόπο που θα τον έκανε να αρχίσει να

ότι αυτή που είχε ξεκινήσει τη σχέση τους προσφέρο­

εμπιστεύεται και πάλι τον εαυτό του, έτσι που όταν θα

ντας του ένα ποτήρι νερό -για να επιτελέσει στη συνέ­

ανέβαινε στη σκηνή τη νύχτα της πρεμιέρας στο«Γκά-

χεια το υπέρτατο κατόρθωμα, να τον μυήσει στη σε­

θρι», η χαμένη μαγεία θα ξαναγύριζε και θα ήξερε

ξουαλική εναλλαγή- θα μπορούσε να του χαρίσει

-ενώ οι λέξεις θα κυλούσαν τόσο φυσικά, τόσο αβία­

πραγματική ικανοποίηση. Καθώς αφηνόταν στην

στα από το στόμα του- ότι βρισκόταν στη μέση μιας

ονειροπόληση μιας αναμορφωμένης ζωής, φανταζό­

παράστασης τόσο καλής όσο και οποιαδήποτε άλλη εί­

ταν τον εαυτό του να επισκέπτεται έναν ορθοπεδικό, ο

χε στο ενεργητικό του και ότι ενδεχομένως το παρατε-





ΐ4θ

141

ταμένο μπλοκάρισμα του, όσο οδυνηρό κι αν υπήρξε,

γι' αυτήν, για να τη ζήσει και να την απολαύσει. Ο

δεν ήταν δα και το χειρότερο πράγμα που θα μπορού­

Άξλερ ένιωθε την αποφασιστικότητα που τον χαρα­

σε να είχε συμβεί. Τώρα οι θεατές τον εμπιστεύονταν

κτήριζε παλιά, τότε που έφτανε στη Νέα Υόρκη για

και πάλι, κάθε στιγμή. Εκεί που προηγουμένως, αντι­

ακρόαση στα είκοσι δύο του χρόνια.

μέτωπος με την πιο τρομακτική έκφανση της ηθοποι­ ίας -την ατάκα, το να πει κάτι, να το πει αυθόρμητα, με ελευθερία και άνεση- είχε νιώσει γυμνός, χωρίς την

ΤΟ ΕΠΟΜΕΝΟ ΠΡΩΙ, μόλις έφυγε η Πεγκίην για να

προστασία μιας ερμηνευτικής προσέγγισης στο έργο,

επιστρέψει στο Βερμόντ, τηλεφώνησε σ' ένα νοσοκο­

τώρα τα πάντα πήγαζαν και πάλι από το ένστικτο και

μείο στη Νέα Υόρκη και ζήτησε να συμβουλευτεί έναν

δεν χρειαζόταν άλλους τρόπους προσέγγισης. Η επο­

γιατρό για τους γενετικούς κινδύνους της πατρότητας

χή της κακοτυχίας είχε λήξει. Το μαρτύριο που είχε

σε ηλικία εξήντα πέντε χρονών. Τον παρέπεμψαν στο

επιβάλει ο ίδιος στον εαυτό του είχε λήξει. Είχε ανα­

γραφείο ενός ειδικού και του έδωσαν ραντεβού για

κτήσει την αυτοπεποίθηση του, η θλίψη είχε παραμε­

την ερχόμενη εβδομάδα. Δεν είπε τίποτα απ' όλα αυ­

ριστεί, ο αποτρόπαιος φόβος είχε διαλυθεί και ό,τι εί­

τά στην Πεγκίην.

χε χάσει είχε επανέλθει στη θέση του. Η ανοικοδόμηση

Το νοσοκομείο βρισκόταν σε μια απομακρυσμένη

μιας ζωής πρέπει από κάπου ν' αρχίσει και γι' αυτόν

περιοχή και, αφού άφησε το αυτοκίνητο σ' ένα γκα­

είχε αρχίσει τη στιγμή που ερωτεύτηκε την Πεγκίην

ράζ, κατευθύνθηκε με όλο και μεγαλύτερη έξαψη στο

Στέιπλφορντ, τη μόνη κατάλληλη γυναίκα, όσο απί­

γραφείο του γιατρού. Του έδωσαν χα συμπληρώσει τα

στευτο κι αν φαινόταν, που θα μπορούσε να επιστρα­

συνηθισμένα ιατρικά έντυπα και στη συνέχεια τον

τεύσει γι' αυτήν τη δουλειά.

υποδέχτηκε ένας τριανταπεντάρης άντρας από τις

Και τώρα είχε την εντύπωση ότι το σενάριο που κα-

Φιλιππίνες, που συστήθηκε ως βοηθός της δρος Γου-

τέστρωνε στην κουζίνα δεν ήταν το απραγματοποίητο

άν και, για να μην τους ενοχλήσει κανείς, τον οδήγη­

παραμύθι που είχε αρχίσει να ξετυλίγει στην αρχή,

σε σε ένα δωμάτιο απομονωμένο με τζάμι, πλάι στην

αλλά φανταζόταν ότι μπορούσε να ξαναβρεί τη χαμέ­

αίθουσα αναμονής. Η αίθουσα φαινόταν να προορί­

νη ψυχική του ευφορία και είχε σκοπό να πολεμήσει

ζεται για παιδιά, με χαμηλά τραπέζια και μικρές κα-

••

142

143

ρέκλες σκορπισμένες στον χώρο και παιδικές ζωγρα­

πια ονειροπόληση• η αναζωογόνηση του Σάιμον

φιές κολλημένες στον τοίχο. Οι δυο τους κάθισαν σε

Άξλερ είχε στ' αλήθεια ξεκινήσει. Και απ' όλους τους

ένα από τα τραπέζια και ο βοηθός άρχισε να του υπο­

πιθανούς χώρους, ξεκινούσε σ' αυτό το δωμάτιο, το

βάλλει ερωτήσεις για τον ίδιο και την οικογένεια του,

γεμάτο με παιδικά έπιπλα. Οι διαστάσεις των επί­

για τις ασθένειες από τις οποίες είχαν προσβληθεί και

πλων τού θύμισαν τις συνεδρίες εικαστικής θεραπεί­

για τις ασθένειες από τις οποίες είχαν πεθάνει. Ο

ας στο Χάμερτον, τότε που είχαν δώσει σ' αυτόν και

βοηθός της γιατρού κατέγραψε τις απαντήσεις σ' ένα

τη Σίμπιλ Βαν Μπιούριν χρωματιστά μολύβια και χαρ­

φύλλο χαρτί όπου ήταν τυπωμένο το περίγραμμα ενός

τί ζητώντας τους να ζωγραψίσουν εικόνες για τη θε-

οικογενειακού δέντρου. Ύστερα, ο βοηθός πήρε ένα

ραπεύτριά τους. θυμήθηκε πόσο υπάκουα είχε βαλ­

δεύτερο φύλλο και ρώτησε για την οικογένεια της

θεί να χρωματίζει με τα μολύβια του, σαν το παιδάκι

μέλλουσας μητέρας. Το μόνο που ήταν σε θέση να πει

του νηπιαγωγείου που είχε υπάρξει κάποτε, θυμήθη­

ο Άξλερ ήταν ότι και οι δύο γονείς της Πεγκίην ζού­

κε τις εξευτελιστικές περιστάσεις κάτω από τις οποίες

σαν δεν ήξερε τίποτα για το ιατρικό τους ιστορικό,

είχε καταλήξει στο Χάμερτον, το πώς είχε εξανεμιστεί

ούτε βέβαια για το ιστορικό των θείων, των παππού­

κάθε ίχνος αυτοπεποίθησης• θυμόταν πώς η συζήτη­

δων ή των προπαππούδων της Πεγκίην. Ο βοηθός ζή­

ση που είχε ακούσει στο εντευκτήριο μετά το δείπνο,

τησε να μάθει τη χώρα καταγωγής της οικογένειας

οι ιστορίες εκείνων των νοσηλευόμενων που ακόμη

της, όπως και της οικογένειας του Άξλερ και, έχοντας

ήταν γοητευμένοι από τους τρόπους με τους οποίους

καταγράψει τις πληροφορίες, είπε στον Άξλερ ότι θα

είχαν αποπειραθεί να αυτοκτονήσουν, ήταν ο μόνος

έδινε όλα τα δεδομένα στη δρα Γουάν και αφού συ-

τρόπος που είχε βρει για να απαλλαγεί από μια διάχυ­

σκέπτονταν οι δυο τους, θα ερχόταν κι εκείνη να μι­

τη αίσθηση ήττας και τρόμου. Ωστόσο τώρα, αυτός ο

λήσει με τον Άξλερ.

τεράστιος άντρας που καθόταν αδέξια ανάμεσα στις

Μόνος στο δωμάτιο, ο Άξλερ ένιωθε εκστατικός τη

λιλιπούτειες καρέκλες και τα τραπεζάκια, ήταν επι­

δύναμη και τη φυσικότητα του να επιστρέψουν, την

τέλους ταυτισμένος με τον ηθοποιό, έχοντας συνείδη­

ταπείνωση του να απομακρύνεται, την εξαψάνισή

ση των επιτευγμάτων του και πεπεισμένος ότι η ζωή

του από τον κόσμο να ψτάνει στο τέλος της. Δεν ήταν

θα μπορούσε να ξαναρχίσει.

::::-:!::::-::i!!::.::!!:::.:::!;:L:Mi!:::::!!ir3t!!H

144

145 και οι πιθανότητες βλαβών στο DNA του σπέρματος». Μόλις η Πεγκίην θα την εφοδίαζε με το άλλο μισό της

Η ΔΡ ΓΟΥΑΝ ήταν μια κοντή, λεπτή νεαρή γυναίκα που

ιστορίας, η γιατρός θα ήταν σε θέση να εκτιμήσει επαρ­

δήλωσε ότι θα της χρειαζόταν, ασφαλώς, και το ιστορι­

κέστερα την κατάσταση τους και στη συνέχεια θα συ­

κό της Πεγκίην, αλλά ότι ήταν πρόθυμη να συζητήσει

νεργάζονταν αν επιθυμούσαν να προχωρήσουν περαι­

μαζί του τους φόβους του που αφορούσαν το ενδεχόμε­

τέρω. Του έδωσε την κάρτα της μαζί με ένα φυλλάδιο

νο εμφάνισης γενετικών ανωμαλιών στα παιδιά ηλικιω­

που ανέλυε λεπτομερώς τη φύση και τους κινδύνους γε­

μένων πατέρων. Του είπε πως μολονότι η ιδανική ηλικία

νετικών ανωμαλιών. Επίσης του εξήγησε ότι ενδεχομέ­

τεκνογονίας για τους άνδρες είναι μεταξύ είκοσι και

νως να υπήρχε υπογονιμότητα στην ηλικία του και έτσι,

τριάντα, μολονότι ο κίνδυνος γενετικής ευπάθειας και

μετά από αίτημα του, του έδωσε παραπεμπτικό για ένα

ανωμαλιών στην ανάπτυξη αυξάνεται σημαντικά μετά

εργαστήριο ανάλυσης σπέρματος, προκειμένου να

τα σαράντα και μολονότι το DNA στο σπέρμα των μεγα­

εκτιμηθεί αν υπήρχε περίπτωση να αντιμετωπίσουν δυ­

λύτερων ανδρών παρουσιάζει πιο εκτεταμένες φθορές

σκολίες στη σύλληψη. «Ενδέχεται να εμφανιστεί κάποιο

απ' ό,τι των νεότερων, οι πιθανότητες να γίνει πατέρας

πρόβλημα» του είπε, «στον αριθμό, την κινητικότητα ή

ενός φυσιολογικού παιδιού χωρίς ατέλειες δεν ήταν κατ'

τη μορφολογία των σπερματοζωαρίων». «Καταλαβαί­

ανάγκην αρνητικές για έναν άνδρα με τη δική του ηλι­

νω», είπε εκείνος και, για να εκφράσει ένα ανεξέλεγκτο

κία και φυσική κατάσταση, δεδομένου μάλιστα ότι με­

αίσθη μα ευγνωμοσύνης, έσφιξε και με τα δυο του χέρια

ρικές γενετικές ανωμαλίες, αν και όχι όλες, είναι εύκο­

το δικό της. Η γιατρός του χαμογέλασε σαν να ήταν

λο να ανιχνευθούν κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης.

εκείνη η μεγαλύτερη και είπε «Τηλεφωνήστε μου, αν

«Τα κύτταρα των όρχεων που παράγουν το σπέρμα διαι­

έχετε οποιαδήποτε απορία».

ρούνται κάθε δεκαέξι μέρες» του εξήγησε η δρ Γουάν,

Επιστρέφοντας στο σπίτι ένιωσε την ακατανίκητη

ενώ κάθονταν ο ένας απέναντι στον άλλον στο μικρό

παρόρμηση να τηλεφωνήσει στην Πεγκίην και να της

τραπεζάκι. «Αυτό σημαίνει ότι τα κύτταρα έχουν διαι­

εκμυστηρευτεί τη μεγαλειώδη ιδέα που είχε συλλάβει

ρεθεί περίπου οκτακόσιες φορές στην ηλικία των πενή­

και τις σχετικές πρωτοβουλίες του. Όμως αυτή η συζή­

ντα ετών. Και με κάθε κυτταρική διαίρεση, αυξάνονται

τηση έπρεπε να περιμένει ώς το επόμενο Σαββατοκύ-

,.—•- —

146

147

ριακο που θα ήταν μαζί και θα είχαν πολλές ώρες στη

δουν τη δρα Γουάν. Όταν οι γιατροί θα είχαν το πλήρες

διάθεση τους για να μιλήσουν. Μόνος στο κρεβάτι του

ιστορικό, οι δυο τους θα καθόριζαν με νηφαλιότητα το

εκείνη τη νύχτα, μελέτησε το φυλλάδιο που του είχε

επόμενο βήμα τους.

δώσει η δρ Γουάν. «Το υγιές σπέρμα είναι απαραίτητη

Είχε σχεδιάσει να αρχίσει τη συζήτηση μετά το δεί­

προϋπόθεση για τη γέννηση υγιούς βρέφους... Περί­

πνο την Παρασκευή το βράδυ. Όμως, όταν η Πεγκίην

που 2-3% των νεογνών έρχονται στον κόσμο με κάποια

κατέφθασε για το Σαββατοκύριακο αργά το απόγευ­

σοβαρή γενετική ανωμαλία... Περισσότερες από 2ο

μα της Παρασκευής, κλείστηκε στο γραφείο της για

σπάνιες αλλά καταστροφικές γενετικές ανωμαλίες

να διορθώσει ένα βουνό διαγωνισμάτων και άφησε

οφείλονται σε πατέρες μεγάλης ηλικίας... Όσο μεγα­

τον Άξλερ να ετοιμάσει το βραδινό. Μετά το φαγητό

λύτερος είναι ο άνδρας κατά τη σύλληψη του παιδιού,

αποσύρθηκε και πάλι στο γραφείο για να βαθμολογή­

τόσο μεγαλύτερες είναι οι πιθανότητες η σύντροφος

σει κι άλλα γραπτά. Άσ' την να τα τελειώσει τώρα,

του να αποβάλει... Οι ηλικιωμένοι πατέρες έχουν πε­

σκέφτηκε ο Άξλερ. Μετά θα έχουμε όλο το Σαββατο­

ρισσότερες πιθανότητες να αποκτήσουν παιδιά με αυ­

κύριακο να μιλήσουμε.

τισμό, σχιζοφρένεια, ή σύνδρομο Ντάουν...» Διέτρεξε

Στο κρεβάτι, στα σκοτεινά -δυο βδομάδες ακρι­

το φυλλάδιο μια φορά κι ύστερα άλλη μια και παρότι

βώς μετά τη συνάντηση με την Τρέισι- όταν άρχισε να

οι πληροφορίες τον προβλημάτιζαν καθώς τώρα είχε

φιλάει καινά χαϊδεύει την Πεγκίην, εκείνη τραβήχτη­

επίγνωση των κινδύνων, τα όσα διάβαζε δεν τον απέ­

κε και είπε «Δεν μου κάνει κέφι απόψε». «Εντάξει»,

τρεψαν από τα σχέδια του. Αντίθετα, πολύ ενθουσια­

απάντησε, και, καθώς δεν είχε καταφέρει να τη διε­

σμένος για να κοιμηθεί, με τη σκέψη ότι κάτι θαυμά­

γείρει, γύρισε στο πλάι χωρίς όμως να αφήσει το χέρι

σιο συνέβαινε, βρέθηκε στο σαλόνι να ακούει μουσι­

της, που συνέχισε να το κρατάει με το δικό του -το χέ­

κή, ακόμα πιο αναζωογονημένος, ατρόμητος, όσο

ρι που ακόμη ήθελε να την αγγίξει παντού- ώσπου

δεν είχε νιώσει εδώ και χρόνια, και βιώνοντας εκείνη

εκείνη αποκοιμήθηκε. Όταν ο Άξλερ ξύπνησε στη μέ­

τη βαθιά βιολογική λαχτάρα για ένα παιδί που συνή­

ση της νύχτας αναρωτήθηκε: Τι σήμαινε ότι δεν της

θως συνδέεται περισσότερο με τη γυναίκα παρά με

κάνει κέφι, γιατί ήταν τόσο απρόθυμη να είναι κοντά

τον άνδρα. Η Πεγκίην έπρεπε να έρθει μαζί του να

του από τη στιγμή που έφτασε;

——

148

149

Το ανακάλυψε την άλλη μέρα νωρίς το πρωί, πριν

Τώρα έκλαιγε και η Πεγκίην• δεν ήταν τόσο εύκο­

προλάβει ν' αρχίσει να της μιλάει για τη συνάντηση με

λο να τον αποχωριστεί, όπως είχε φανεί την πρώτη

τη δρα Γουάν, για όλα όσα βρίσκονταν πίσω απ' αυτήν

στιγμή στο τραπέζι της κουζίνας. Όμως δεν υπήρχε

τη συνάντηση και για όλα όσα δυνητικά βρίσκονταν

περίπτωση να αλλάξει γνώμη, κι όσο κι αν έκλαιγε,

μπροστά τους• ανακάλυψε ότι πηγαίνοντας να δει τη

έμενε σιωπηλή. Η εικόνα της στην μπροστινή πόρτα,

δρα Γουάν, αντί να αξιοποιήσει την ενημέρωση ώστε

καθώς φορούσε ξανά το αγορίοτικο κόκκινο μπου­

να αποφύγει μια απερισκεψία, είχε βουλιάξει ακόμη

φάν της με το φερμουάρ και κρατούσε το σακίδιο

βαθύτερα σ' έναν εξωπραγματικό κόσμο.

της, τα εξέφραζε όλα: δεν θα την κλόνιζε αυτή η δο­

«Τελείωσε», είπε η Πεγκίην στο τραπέζι του πρωι­

κιμασία. Δεν ήταν διατεθειμένη να καθίσει μπροστά

νού. Ο ένας καθόταν απέναντι στον άλλον στις ίδιες

σ' ένα φλιτζάνι καφέ, να μιλήσουν ανοίγοντας τις

εκείνες καρέκλες όπου του είχε πει, μήνες πριν, ότι

καρδιές τους, να οδηγηθούν σε μια επανασύνδεση.

είχαν ήδη ρισκάρει.

Το μόνο που ήθελε ήταν να απελευθερωθεί από εκεί­

«Τι τελείωσε;» ρώτησε.

νον καινά ικανοποιήσει την αρκετά συνηθισμένη αν­

«Η σχέση μας».

θρώπινη επιθυμία να προχωρήσει και να δοκιμάσει

«Μα γιατί;»

κάτι άλλο.

«Δεν είναι αυτό που θέλω. Έκανα λάθος». Κι έτσι άρχισε το τέλος, τόσο απότομα, και ολο­ κληρώθηκε τριάντα περίπου λεπτά αργότερα με την Πεγκίην στην μπροστινή πόρτα να σφίγγει στα χέρια της το γεμάτο της σακίδιο και τον Άξλερ με τα μάτια

«Δεν μπορείς να μηδενίζεις τα πάντα!» της φώνα­ ξε θυμωμένος, και ενώ την ίδια στιγμή η Πεγκίην, η πιο δυνατή από τους δυο, άνοιξε την πόρτα. Στο τέλος μίλησε, ανάμεσα

στους λυγμούς της.

«Προσπάθησα να γίνω τέλεια για σένα».

δακρυσμένα. Αυτό που συνέβαινε ήταν το άκρο αντί­

«Τι στο διάολο σημαίνει αυτό; Σου ζήτησα ποτέ να

θετο των προσδοκιών εκείνης της νύχτας στην κουζί­

είσαι τέλεια; "Μην απομακρύνεσαι από μένα. Μου

να, πριν από δυο βδομάδες. Το άκρο αντίθετο των

αρέσει αυτό που ζούμε και δεν θέλω να σταματήσει".

προσδοκιών του όταν είχε πάει να δει τη δρα Γουάν.

Ήμουν ηλίθιος που πίστεψα όσα έλεγες. Ήμουν ηλί­

Όλα όσα ήθελε, εκείνη του τα στερούσε!

θιος που θεωρούσα ότι έκανες αυτό που ήθελες».

ΐ5θ «Μα αυτό ήθελα. Ήθελα τόσο να δω αν θα μπο­ ρούσα να τα καταφέρω!»

151 «Το πού πηγαίνω είναι δική μου υπόθεση. Ω, άσε με επιτέλους να φύγω!»

«Δηλαδή ήταν ένα πείραμα, από την αρχή ως το

«Ποιος σε κρατάει; Όχι εγώ! Ποτέ!» Έδειξε το σα­

τέλος. Μια ακόμα περιπέτεια για την Πεγκίην Μάικ -

κίδιο που μέσα του είχε στριμώξει όλα τα καινούργια

όπως το καμάκι στην παίκτρια από την ομάδα του βό­

της ρούχα, κρεμασμένα ώς τώρα στις ντουλάπες του

λεϊ».

και διπλωμένα στα συρτάρια του γραφείου του. «Μά­

«Δεν αντέχω άλλο να είμαι το υποκατάστατο της ηθοποιίας για σένα». «Ω, μην το πας εκεί! Με αηδιάζεις!» «Μα είναι αλήθεια! Αντί για το θέατρο είχες εμένα! Με χρειαζόσουν για να το αναπληρώσεις!»

ζεψες και τα παιχνιδάκια σου; «ρώτησε. «Θυμήθηκες τα χάμουρα σου;» Δεν απάντησε, αλλά το αίσθημα που ακτινοβο­ λούσε ήταν μίσος, ή έτσι ερμήνευσε εκείνος την έκ­ φραση στα μάτια της.

«Αυτή είναι η γελοιωδέστερη μαλακία που έχω

«Ναι», της είπε, «πάρε τα σύνεργα της δουλειάς

ακούσει ποτέ. Και το ξέρεις. Φύγε Πεγκίην! Αν αυτή

σου και δρόμο. Τώρα οι γονείς σου θα κοιμούνται

είναι η δικαιολογία σου, φύγε! "Έχουμε ήδη ρισκά­

ήσυχα τη νύχτα - δεν είσαι πια μ' έναν γέρο. Τώρα δεν

ρει". Εγώ ρισκάρισα! Εσύ απλώς έλεγες ό,τι νόμιζες

υπάρχει κανένας παρείσακτος ανάμεσα σε σένα και

πως ήθελα ν' ακούσω για να παίρνεις αυτό που ήθε­

τον πατέρα σου. Ξεφορτώθηκες το εμπόδιο. Όχι πια

λες και για όσον καιρό το ήθελες».

κατσάδες απ' το σπίτι. Ασφαλής επιστροφή στην αρ­

«Δεν έκανα τέτοιο πράγμα!» φώναξε.

χική σου θέση. Θαυμάσια. Προχώρα στον επόμενο.

«Φταίειη Τρέισι, έτσι;»

Έτσι κι αλλιώς δεν είχα αντοχές για σένα».

«Τι φταίει;»

Ο δρόμος ενός άντρα είναι στρωμένος με πολλές

«Με παρατάς για την Τρέισι!»

παγίδες και η Πεγκίην ήταν η τελευταία. Είχε ορμή­

«Όχι, Σάιμονί'Οχι!»

σει πεινασμένος, είχε πέσει μέσα κι είχε δαγκώσει το

«Δεν μ' εγκαταλείπεις επειδή δεν έχω δουλειά! Μ'

δόλωμα, σαν το πιο δειλό κι αδύναμο θύμα πάνω στη

αφήνεις για εκείνο το κορίτσι! Πηγαίνεις σ' εκείνο το

γη. Δεν υπήρχε άλλος τρόπος να τελειώσει αυτή η

κορίτσι!»

ιστορία, κι όμως ο Άξλερ ήταν ο τελευταίος που θα το



152

153

ανακάλυπτε. Απίθανο; Όχι, προβλέψιμο. Εγκατα­

δίκιο από την αρχή που ήθελε να μη μάθει η οικογένεια

λειμμένος μετά από τόσα; Προφανώς όχι τόσα για

της για τη σχέση τους. «Επειδή σε γνωρίζουν από τόσο

κείνην όσα για κείνον. Όλη της η σαγήνη είχε χαθεί•

παλιά», του είχε εξηγήσει όταν την είχε ρωτήσει γιατί

από τη στιγμή που η Πεγκίην πρόφερε τη λέξη «Τελεί­

προτιμούσε να το κρατήσει μυστικό. « Επειδή έχετε

ωσε» ήταν καταδικασμένος στην τρύπα του με τα έξι

την ίδια ηλικία». Αν είχε κάνει το ταξίδι στο Μίσιγκαν

κλαδάκια, μόνος και απογυμνωμένος από την επιθυ­

όταν για πρώτη φορά πρότεινε στην Πεγκίην να πάει

μία να ζήσει.

εκεί πέρα και να μιλήσει στον Έισα, ίσως είχε μια ευ­

Έφυγε με το αυτοκίνητο της, και η διαδικασία της

καιρία να κερδίσει. Αλλά το να τηλεφωνήσει τώρα

κατάρρευσης διάρκεσε λιγότερο από πέντε λεπτά.

στον Έισα δεν θα είχε κανένα αποτέλεσμα. Η Πεγκίην

Κατέρρευσε όταν το οικοδόμημα που ο ίδιος είχε κα­

είχε φύγει. Είχε πάει στην Τρέισι. Είχε πάει στη Λάρα.

τασκευάσει έπεσε πάνω του και δεν υπήρχε πια κα­

Είχε πάει στην παίκτρια με την αλογοουρά. Όπου κι αν

μιά απολύτως πιθανότητα να ανακάμψει.

ήταν, εκείνος δεν χρειαζόταν πια να ανησυχεί για τους γενετικούς κινδύνους που έκρυβε η πατρότητα για έναν ηλικιωμένο άντρα, με ορχικά κύτταρα ήδη διαι­

ΑΝΕΒΗΚΕ στη σοφίτα και κάθισε εκεί μια ολόκληρη

ρεμένα πολύ περισσότερες από οκτακόσιες φορές.

μέρα, μπορεί και μια νύχτα, προετοιμάζοντας το

Όταν έφτασε η ώρα του βραδινού φαγητού δεν

τράβηγμα της σκανδάλης της καραμπίνας του, μπαί­

άντεχε πια να συγκρατεί τον εαυτό του και, κουβαλώ­

νοντας κατά διαστήματα στον πειρασμό να ορμήσει

ντας μαζί του το όπλο, κατέβηκε από τη σοφίτα στο

στα σκαλιά, να ξυπνήσει τον ΤζέριΌπενχαϊμ στο σπί­

τηλέφωνο.

τι, να τηλεφωνήσει στο Χάμερτον και να μιλήσει με 22

τον γιατρό του, να καλέσει το 911 . Εκατό φορές μέσα στη μέρα του ήρθε να τηλεφωνή­

Απάντησε η Κάρολ. «Εδώ Σάιμον Άξλερ». «Ω, μάλιστα. Γεια σου Σάιμον».

σει στο Λάνσινγκ και να πει στον Έισα τι ύπουλο κά­

«Δώσ' μου τον Έισα». Η φωνή του έτρεμε και η

θαρμα ήταν, για να στρέψει έτσι την Πεγκίην εναντίον

καρδιά του χτυπούσε πιο γρήγορα. Χρειάστηκε να

του. Αυτό είχε συμβεί, ήταν βέβαιος. Η Πεγκίην είχε

καθίσει σε μια καρέκλα της κουζίνας για να συνεχί-

• •—•—••••

154

155

σει. Κάπως έτσι είχε αισθανθεί στην Ουάσινγκτον την

προσπάθησε να βρεις τον Έισα στο γραφείο του. Θα

τελευταία φορά που είχε προσπαθήσει να βγει στη

σου δώσω τον αριθμό να τον πάρεις εκεί».

σκηνή και να παίξει. Κι όμως, τίποτα απ' όλα αυτά

Ούτε τώρα, ούτε όταν αποφάσισε να τηλεφωνήσει

δεν θα είχε συμβεί αν η Λουίζ Ρένερ δεν είχε κάνει

ήξερε αν έκανε κάτι σωστό ή λάθος, κάτι άτολμο ή απο­

εκείνο το εκδικητικό μεταμεσονύκτιο τηλεφώνημα για να πληροφορήσει τους Στέιπλφορντ για τη σχέση της κόρης τους μαζί του.

φασιστικό. Άφησε το όπλο πάνω στο τραπέζι της κουζί­

r

νας, σημείωσε τον αριθμό που του έδωσε η Κάρολ και έκλεισε χωρίς να πει τίποτ' άλλο. Αν του είχαν δώσει να

«Είσαι καλά;» ρώτησε η Κάρολ.

παίξει έναν τέτοιο ρόλο, πώς θα τον ερμήνευε; Πώς θα

«Όχι, βέβαια. Η Πεγκίην με παράτησε. Δώσ' μου τον

έκανε το τηλεφώνημα; Με τρεμουλιαστή ή με σταθερή

Έισα». «Ο Έισα είναι ακόμη στο θέατρο. Δοκίμασε να τον βρεις στο γραφείο του».

φωνή; Με χιούμορ ή με αγριότητα, με αποστασιοποίη­ ση ή οργή; Δεν μπορούσε πια να φανταστεί πώς θα έπρεπε να παίξει τον ηλικιωμένο εραστή που εγκατα­

«Φώναξε τον, Κάρολ!»

λείπεται από την κατά είκοσι πέντε χρόνια νεότερη του

«Μα σου είπα, δεν είναι σπίτι».

ερωμένη, όπως δεν μπορούσε να σκεφτεί πώς να παίξει

«Δεν είναι θαυμάσια τα νέα; Δεν είναι μεγάλη ανα­

τον Μάκβεθ. Μήπως θα έπρεπε να τινάξει τα μυαλά

κούφιση ; Δεν χρειάζεται πια ν' ανησυχείτε που η κόρη

του στον αέρα, όσο η Κάρολ βρισκόταν στην άλλη άκρη

σας φροντίζει για τις ανάγκες ενός γέρου. Δεν χρειάζε­

της γραμμής και άκουγε; Δεν θα 'ταν άραγε αυτός ο κα­

ται πια ν' ανησυχείτε μήπως γίνει φύλακας ενός τρελού

λύτερος τρόπος να παίξει τον ρόλο;

και νοσοκόμα ενός ανάπηρου. Αλλά και πάλι δεν σου

θα μπορούσε, ασφαλώς, να σταματήσει. Θα μπο­

λέω κάτι που δεν ξέρεις - δεν σου λέω κάτι που δεν έβα­

ρούσε να σταματήσει αυτήν την τρέλα εδώ και τώρα.

λες το χεράκι σου για να γίνει».

Δεν επρόκειτο να ξανακερδίσει την Πεγκίην αν σχη­

«Μου λες ότι η Πεγκίην σ' εγκατέλειψε;»

μάτιζε τον αριθμό του Έισα, κι όμως το έκανε. Αλλά

«Δώσε μου τον Έισα να του μιλήσω».

δεν προσπαθούσε να την ξανακερδίσει. Δεν υπήρχε

Έγινε μια παύση και μετά η Κάρολ, σε αντίθεση μ'

καμιά πιθανότητα να την ξανακερδίσει. Όχι, απλώς

εκείνον, είπε με απόλυτη ψυχραιμία: «Αν θέλεις,

δεν θα επέτρεπε να τον υπερφαλαγγίσει και να τον

ι56 κοροϊδέψει ένας ηθοποιός δεύτερης διαλογής που με την επίσης δεύτερης διαλογής σύζυγο του διεύθυνε

157 «Πρώτα πρέπει να ηρεμήσεις, Σάιμον. Δεν έχω καμιά διάθεση ν' ακούω εξάψαλμους».

ένα περιφερειακό θέατρο στη μέση του πουθενά. Οι

«Μήπως με απεχθανόσουν από παλιά; Μήπως

Στέιπλφορντ δεν θα μπορούσαν να σταθούν στη σκη­

υπάρχει φθόνος εδώ, Έισα; Μήπως πρόκειται για εκ­

νή της Νέας Υόρκης, δεν θα μπορούσαν να σταθούν

δίκηση; Για ζήλεια; Τι κακό της έκανα; Είμαι εξήντα

στα κινηματογραφικά πλατώ της Καλιφόρνιας• κι έτσι

έξι χρονών, δεν δουλεύω, η σπονδυλική μου στήλη

προτιμούσαν, σκέφτηκε εκείνος, να φαντάζονται ότι

έχει πρόβλημα - τι το τρομερό υπάρχει ο' αυτά; Μή­

κάνουν μεγάλη δραματική τέχνη μακριά από τη δια­

πως μ' εμπόδισαν να της προσφέρω ό,τι επιθυμούσε;

φθορά της αγοράς. Όχι, δεν θα τον κατατρόπωναν

Έδωσα στην Πεγκίην ό,τι μπορούσα! Προσπάθησα να

αυτές οι δυο μετριότητες. Αυτός δεν ήταν κανένας νε­

την ικανοποιήσω με κάθε δυνατό τρόπο!»

αρός που τον απέρριψαν οι γονείς της! Το τηλέφωνο χτύπησε μόνο δυο φορές, πριν ο Έισα απαντήσει μ' ένα εμπρός. «Τι όφελος είχες» άρχισε ο Άξλερ, βράζοντας, φωνά­

«Είμαι βέβαιος γι' αυτό. Έχει πει πολλά στην Κά­ ρολ και σε μένα. Κανείς δεν μπορεί να σου καταλογί­ σει έλλειψη γενναιοδωρίας και κανείς δεν το κάνει». «Ξέρεις ότι με παράτησε».

ζοντας εξαγριωμένος, «να τη στρέψεις εναντίον μου;

«Τώρα το μαθαίνω».

Στην αρχή δεν άντεχες στην ιδέα ότι ήταν λεσβία. Έτσι

«Δεν το ήξερες πριν;»

έλεγε - ούτε εσύ ούτε η Κάρολ μπορούσατε να το ανε­

«Όχι».

χθείτε. Τρομοκρατηθήκατε όταν σας το είπε. Λοιπόν,

«Δεν σε πιστεύω, Έισα».

με μένα είχε παραιτηθεί απ' όλα αυτά, με μένα είχε

«Η Πεγκίην κάνει ό,τι θέλει. Σ' όλη της τη ζωή έτσι

ανοιχτεί σ' έναν καινούργιο τρόπο ζωής - και ήταν ευτυ­

ήταν».

χισμένη! Ποτέ δεν μας είχατε δει μαζί. Η Πεγκίην κι εγώ

«Η Πεγκίην έκανε ό,τι θέλατε εσείς!»

ήμασταν ευτυχισμένου Αλλά αντί να με ευγνωμονείτε,

«Πατέρας είμαι και έχω το δικαίωμα να νοιάζομαι

την πείσατε να τα μαζέψει και να φύγει! Ακόμη και το

για την κόρη μου και να τη συμβουλεύω. Θα ήμουν

να ξαναγίνει λεσβία ήταν προτιμότερο από το να είναι

ασυνεπής αν δεν το έκανα».

μαζί μου! Γιατί; Γιατί; Εξήγησέτο μου, παρακαλώ».

«Μα πώς μπορούσες να τη "συμβουλέψεις" αφού

158

159

δεν ήξερες τίποτα για τη σχέση μας; Το μόνο που είχες

ψει; Η Τρέισι ήταν μέρος ενός παιχνιδιού, ενός σαγη­

στο μυαλό σου για μένα ήταν μια φαντασίωση• έβλε­

νευτικού σεξουαλικού παιχνιδιού απ' αυτά που παί­

πες εμένα, με την αναγνώριση μου, με τις επιτυχίες

ζουν αναζητώντας μια αλλαγή και έντονες συγκινή­

μου, να κλέβω ό,τι δικαιωματικά σου ανήκε! Δεν

σεις τόσα και τόσα ζευγάρια. Πώς θα μπορούσε να

ήταν δίκαιο, Έισα, να αποκτήσω και την Πεγκίην,

προβλέψει ότι ένα καμάκι στο μπαρ θα κατέληγε στο

έτσι δεν είναι;»

να χάσει για πάντα την Πεγκίην; Άραγε κάποιος εξυ­

Μήπως αυτήν την ατάκα θα έπρεπε να την είχε

πνότερος θα φερόταν λιγότερο ανότ\ια; Ή μήπως όσα

παίξει γελώντας, αντί να την εκφωνήσει σ' έναν πα­

συνέβησαν αποτελούσαν την κορύφωση της μετα­

ροξυσμό θυμού; Μήπως θα έπρεπε να είναι ήρεμα

στροφής της τύχης του που είχε αρχίσει όταν έπαιξε

σαρκαστικός, σαν να διατύπωνε μιαν ηθελημένα

τον Πρόσπερο και τον Μάκβεθ; Όλα αυτά οφείλονταν

εξοργιστική υπερβολή, αντί να ακούγεται έξω φρε­

στην κουταμάρα του, ή μήπως ήταν απλώς η αφορμή

νών; Α, παίξ' το όπως σου γουστάρει, είπε ο Άξλερ

για να κατέβει ένα ακόμη σκαλοπάτι, κατρακυλώντας

στον εαυτό του. Ίσως η ερμηνεία σου να είναι έτσι κι

προς τον οριστικό του αφανισμό;

αλλιώς κωμική, δίχως κι εσύ ο ίδιος να το ξέρεις.

Και ποια ήταν αυτή η Τρέισι; Η καινούργια πωλή­

Απεχθανόταν τα δάκρυα του, όμως είχε αρχίσει

τρια σε ένα επαρχιακό παλαιοπωλείο. Μια μοναχική

και πάλι να κλαίει, να κλαίει από ντροπή, από οργή,

μεθυσμένη σε ένα εξοχικό πανδοχείο. Ποια ήταν αν

για την απώλεια, για όλα αυτά μαζί κι έτσι έκλεισε το

συγκρινόταν μ' εκείνον; Ήταν αδιανόητο! Πώς ήταν

τηλέφωνο στον Έισα, τερματίζοντας μια κλήση που

δυνατόν να τον εκθρονίσει η Τρέισι; Πώς ήταν δυνα­

δεν θα 'πρεπε ποτέ να είχε γίνει. Επειδή, σε τελευ­

τόν να τον νικήσει ο Έισα; Άραγε η Πεγκίην τον

ταία ανάλυση, ο ίδιος ήταν υπεύθυνος για όσα είχαν

εγκατέλειπε για χάρη της Τρέισι επειδή κάτι τέτοιο

συμβεί. Ναι, είχε προσπαθήσει να την ικανοποιήσει

επανέφερε υπόγεια το μικρό του κοριτσάκι στην

με όλους τους τρόπους που θα μπορούσε να βάλει ο

αγκαλιά του Μπαμπά; Και ας υποθέσουμε ότι δεν

νους του ανθρώπου κι έτσι, σαν ηλίθιος, είχε μπάσει

τον εγκατέλειψε για την Τρέισι. Ας υποθέσουμε ότι

την Τρέισι στη ζωή τους και είχε διαλύσει τα πάντα.

δεν τον εγκατέλειψε εξαιτίας των αντιρρήσεων της

Όμως και πάλι, πώς θα μπορούσε να το έχει προβλέ-

οικογένειας της. Τότε τι ήταν εκείνο που τον έκανε

j ι jiiHiiHPia»

ι6ο

ι6ι

απωθητικό γι' αυτήν; Γιατί ξαφνικά ο'Αξλερ είχε γίνει

καρέκλα της Πεγκίην. Το φταίξιμο δεν ήταν της Πε­

μιαρός;

γκίην. Οι αποτυχίες ήταν ολοδικές του, όπως ολοδική

Πήρε το όπλο στο γραφείο της Πεγκίην και στάθηκε εκεί, κοιτάζοντας το δωμάτιο από το οποίο εκείνη είχε

του ήταν και η ακατανόητη γι' αυτόν ζωή του στην οποία ήταν εγκλωβισμένος.

αφαιρέσει την ταπετσαρία της Βικτώρια και στη συνέ­ χεια το είχε βάψει σε μια ροδακινί απόχρωση, το δωμά­ τιο που είχε κάνει αμέσως δικό της μόλις εκείνος, χωρίς

ΟΤΑΝ, ΠΟΛΥ ΜΕΤΑ το τηλεφώνημα στον Έισα -έχο­

καμιά επιφύλαξη, την είχε προσκαλέσει να κάνει δικό

ντας αποσυρθεί στη σοφίτα ώρες πριν- διαπίστωσε

της κι εκείνον τον ίδιο. Αντιστάθηκε στην παρόρμηση

ότι δεν κατάφερνε να τραβήξει τη σκανδάλη μολονότι

να πυροβολήσει την πλάτη της καρέκλας της, προτιμώ­

είχε φτάσει να βάλει την κάννη της καραμπίνας στο

ντας να καθίσει σ' αυτήν. Και είδε για πρώτη φορά ότι

στόμα του, προκάλεσε τον εαυτό του να σκεφτεί τη μι­

όλα τα βιβλία που είχε φέρει από το σπίτι της είχαν απο­

κροσκοπική ΣίμπιλΒανΜπιούριν, αυτή τη συμβατική

μακρυνθεί από τη βιβλιοθήκη πλάι στο τραπέζι. Πότε

νοικοκυρά των προαστίων που ζύγιζε λιγότερο από

είχε αδειάσει αυτά τα ράφια; Από πότε είχε αποφασί­

σαράντα πέντε κιλά και είχε ολοκληρώσει αυτό που

σει να τον εγκαταλείψει; Μήπως η απόφαση ήταν

είχε αποφασίσει να διαπράξει• που ανέλαβε τον μα­

εξαρχής εκεί, ακόμη κι όταν η Πεγκίην ξήλωνε την τα­

κάβριο ρόλο της δολοφόνου και πέτυχε σ' αυτόν. Ναι,

πετσαρία απ' αυτούς τους τοίχους;

σκεφτόταν, αν εκείνη κατάφερε να συγκεντρώσει τις

Τώρα αντιστάθηκε στην παρόρμηση να πυροβολή­

δυνάμεις της ώστε να κάνει κάτι τόσο τρομερό στον

σει τη βιβλιοθήκη. Αντίθετα, πέρασε το χέρι του πάνω

σύζυγο που είχε μεταμορφωθεί στον δαίμονα της, τό­

απ' τα άδεια ράφια που είχαν φιλοξενήσει τα βιβλία

τε κι εγώ μπορώ τουλάχιστον να κάνω το ίδιο στον

της και προσπάθησε μάταια να σκεφτεί αν θα μπορού­

εαυτό μου. Αναλογίστηκε με πόσο ατσάλινη θέληση

σε όλους εκείνους τους μήνες να είχε φερθεί διαφορετι­

είχε φέρει το σχέδιο της στο βίαιο πέρας του: την ανε­

κά, ώστε να την κάνει να θέλει να μείνει.

λέητη τρέλα της, καθώς επέλεξε να αφήσει τα δυο μι­

Είχε περάσει πάνω από μια ώρα, όταν αποφάσισε

κρά παιδιά της στο σπίτι, να οδηγήσει με μια μονάχα

να μην τον βρουν νεκρό στο δωμάτιο της Πεγκίην, στην

σκέψη στο μυαλό της ώς τη μονοκατοικία του αποξε-

—•— •"™ •—•"'••"-'ι1""•

162

ι6 3

νωμένου πια συζύγου της, για να ανέβει τα σκαλιά,

ρωνε άρτια ό,τι επιχειρούσε και πετύχαινε ό,τι επιθυ­

να χτυπήσει το κουδούνι, να σηκώσει το ντουφέκι

μούσε, είχε παίξει τον ρόλο του τσεχοφικού νεαρού

και, όταν εκείνος άνοιξε την πόρτα, να τον πυροβο­

φιλόδοξου συγγραφέα που νιώθει συνεχώς αποτυχη­

λήσει χωρίς κανέναν δισταγμό δυο φορές εξ επαφής -

μένος, απελπισμένος από τις ήττες του στη δουλειά

αν εκείνη μπόρεσε να το κάνει, μπορώ κι εγώ!

και τον έρωτα. Ήταν μια παραγωγή του Actor's

Η Σίμπιλ Βαν Μπιούριν έγινε το μέτρο σύγκρισης

Studio στο Μπρόντγουεϊ, η πρώτη μεγάλη επιτυχία

του θάρρους. Συνέχιζε να επαναλαμβάνει στον εαυτό

που σημείωσε στη Νέα Υόρκη, που τον καθιέρωσε ως

του τη συνταγή που ενέπνεε σε δράση, λες και μια-

τον πιο πολλά υποσχόμενο νεαρό ηθοποιό της σαιζόν,

δυο απλές λέξεις μπορούσαν να τον πείσουν να ολο­

έναν καλλιτέχνη γεμάτο σιγουριά, με επίγνωση της

κληρώσει την πιο εξωπραγματική πράξη: αν εκείνη

μοναδικότητας του• μια επιτυχία που οδηγούσε σε

μπόρεσε να το κάνει, μπορώ κι εγώ, αν εκείνη μπόρεσε να το κά­

κάθε απρόβλεπτο ενδεχόμενο.

νει... ώσπου τελικά του πέρασε απ' τον νου να υποδυ­

Αν εκείνη μπόρεσε να το κάνει, μπορώ κι εγώ.

θεί πως αυτοκτονεί επί σκηνής. Σ' ένα θεατρικό έργο

Ένα σημείωμα με εφτά λέξεις βρέθηκε πλάι του,

του Τσέχοφ. Τι θα ήταν περισσότερο ταιριαστό; Θα

όταν στο τέλος της εβδομάδας η καθαρίστρια ανακά­

σηματοδοτούσε την επιστροφή του στην ηθοποιία,

λυψε το πτώμα του στο πάτωμα της σοφίτας. «Γεγονός

και το απαράδεκτο, ανυπόληπτο, αδύναμο πλάσμα

είναι ότι ο Κονσταντίν Γκαβρίλοβιτς αυτοπυροβολήθη-

που είχε καταντήσει, αυτός που υπήρξε το λάθος που

κε». Ήταν η τελευταία αράδα του Γλάρου. Είχε κατα­

διέπραττε επί δεκατρείς μήνες μια λεσβία, θα έβαζε

φέρει επιτέλους να την αρθρώσει ο καταξιωμένος σταρ

όλες του τις δυνάμεις ώστε να τελειώσει η δουλειά.

της σκηνής, που κάποτε είχε υμνηθεί για την υποκρι­

Για να πετύχει για μια τελευταία φορά να κάνει πραγ­

τική του δύναμη, που στο ζενίθ της καριέρας του πλή­

ματικότητα τη φαντασία, έπρεπε να παραστήσει ότι

θη ανθρώπων συνέρρεαν στο θέατρο για να τον δουν.

η σοφίτα ήταν θέατρο και ότι εκείνος ήταν ο Κονσταντίν Γκαβρίλοβιτς Τρέπλιεφ στην τελευταία σκηνή του Γλάρου. Στα είκοσι πέντε του, τότε που τον θεω­ ρούσαν μεγάλο θεατρικό ταλέντο, τότε που ολοκλή-

Σημειώσεις της Μεταφράστριας

Η φράση -στα αγγλικά into thin air- προέρχεται από την Τρικυμία του Σαίξπηρ (βλ. μετάφραση σελ. 15 και σημ. 2). Σήμερα έχει περάσει στην καθομιλουμένη και σημαίνει ότι κάτι εξαφανίζεται ως διά μαγείας, δίχως ν' αφήσει ίχνη. 2. Γουίλιαμ Σαίξπηρ : Τρικυμία, πράξη 4η, σκηνή ιη. Μετ. Κα­ τερίνα Σχινά. 3. Dean and DeLuca: Αλυσίδα καταστημάτων με υψηλής ποι­ ότητας είδη διατροφής, στο Σόχο της Νέας Υόρκης. 4. Ταξίδι μιας μεγάλης μέρας μέαα στη νύχια. Θεατρικό έργο του Ευ­ γένιου Ο' Νηλ. Η δράση εκτυλίσσεται σε μία μόνο μέρα, από τις οκτώμισι το πρωί ως τα μεσάνυχτα, τον Αύγουστο του 1912 στο παραλιακό σπίτι των Ταϊρόουν στο Κονέτικατ. Βασι­ κό θέμα του έργου είναι η εξάρτηση από τις ουσίες και η συ­ νακόλουθη δυσαρμονία της οικογένειας. Ο πατέρας Ταϊρό­ ουν και οι δυο γιοι είναι αλκοολικοί και η μητέρα είναι εθι­ σμένη στη μορφίνη: η σκηνική δράση ταλαντεύεται συνεχώς μεταξύ απόκρυψης, ευθύνης, ενοχής, δυσφορίας, τύψεων, άρνησης και απελπισίας από τη μια, και αγάπης, ενθάρρυν­ σης και παρηγοριάς από την άλλη. Πρόκειται για ομολογη­ μένα αυτοβιογραφικό έργο του συγγραφέα. Ολοκληρώθηκε στις αρχές της δεκαετίας του '40, αλλά παίχτηκε για πρώτη φορά το 1956, τρία χρόνια μετά τον θάνατο του Ο' Νηλ.

166 5. Θεατρικό έργο του Τ.Σ. Έλιοτ. Γραμμένο κυρίως σε ελεύθε­ ρο στίχο ενσωματώνει στοιχεία από την αρχαία ελληνική τραγωδία και τα αστυνομικά θεατρικά του 19ου αιώνα, για να αποτυπώσει την πορεία του ήρωα από την ενοχή στη λύ­ τρωση . Το πρώτο του ανέβασμα το 1939 ήταν αποθαρρυντι­ κό, αλλά το έργο αναβίωσε τη δεκαετία του '40 με επιτυχία. Μερικοί κριτικοί θεωρούν ότι κάποιες πλευρές τού βασανι­ σμένου ήρωα αντανακλούν την αγωνία που προκαλούσε στον Έλιοτ η δύσκολη σχέση του με την πρώτη του σύζυγο, ΒιβιένΧέι-Γουντ. 6. Αναφέρεται στη μέθοδο Γκροτόφσκι που αναπτύσσεται γύ­ ρω από την ακόλουθη κεντρική ιδέα: ο ηθοποιός έχει έλεγχο μόνο πάνω στο σώμα του αλλά οι συγκινήσεις μπορούν να απομνημονευτούν και να ανακληθούν μέσω της λεγόμενης μνήμης των συγκινήσεων μετά από πολλές πρόβες, δοκιμές, επαναλήψεις και ασκήσεις δεξιοτεχνίας. Η πληρότητα, βέ­ βαια, αυτής της απόδοσης των συγκινήσεων κατορθώνεται με μεγαλύτερη δύναμη κατά τη διάρκεια της πρόβας παρά της παράστασης - γιατί στην τελευταία λαμβάνεται υπ' όψη όχι μόνο η συγκινησιακή αλλά και η αισθητική πλευρά. 7. Η Hedda Cabler, πρωταγωνίστρια του ομώνυμου θεατρικού έργου του Νορβηγού συγγραφέα Ερρίκου Ίψεν που γράφτη­ κε το i8go, είναι ένας από τους μεγαλύτερους δραματικούς ρόλους, ο «θηλυκός Άμλετ», σύμφωνα με την κριτική. Κά­ ποιοι σκηνοθέτες την είδαν ως ιδεαλίστρια ηρωίδα σε αντι­ δικία με την κοινωνία, άλλοι ως θύμα των περιστάσεων, άλ­ λοι ως πρώιμη φεμινίστρια, άλλοι ως εξουσιαστική μέγαιρα και αρκετοί ως μια από τις πρώτες νευρωτικές ηρωίδες του θεάτρου.

167 Η Missjulie, έργο γραμμένο από τον Αύγουστο Στρίντμπεργκ το ι888, είναι μια σπουδή πάνω στις σχέσεις εξουσίας: επι­ κεντρωμένο στις ταξικές διαφορές, τη μάχη των φύλων, τον έρωτα και τη λαγνεία, παρουσιάζει την τραγική ηρωίδα, παγιδευμένη στην αδιέξοδη σχέση της με τον υπηρέτη της, να αυτοκτονεί. 9. Death of a Salesman. Το κορυφαίο δραματικό έργο του Άρθουρ Μίλερ (1949) παρακολουθεί την τελευταία μέρα της ζωής του Γουίλι Λόμαν, του μικρομεσαίου εμποράκου που δυσκολεύεται να επιβιώσει σε μια υλιστική, καταναλωτική, ηθικά εξαχρειωμένη κοινωνία και διατυπώνει ένα πικρό σχόλω πάνω στο Αμερικανικό Όνειρο. ίο. All my Sons. Γραμμένο το 1947, δύο χρόνια πριν από τον Θάνα­ το του εμποράκου, αυτό το έργο του Αρθουρ Μίλερ ουσιαστικά τον προαναγγέλλει. Επίκεντρο και πάλι ένας συνηθισμένος άνθρωπος, ο Τζο Κέλερ - ένας αξιοπρεπής, υπεράνω πάσης υποψίας εργοστασιάρχης, που ωστόσο κατηγορείται για τον θάνατο πιλότων στη διάρκεια του πολέμου, επειδή προμή­ θευσε ελαττωματικές κεφαλές αεροπλάνων την Αμερικανι­ κή Αεροπορία. Ο Κέλερ θα αναλάβει την ευθύνη και θα αυ­ τοκτονήσει για να επιτρέψει στον γιο του να ζήσει απαλλαγ­ μένος από την ενοχή και τον κατατρεγμό. Πρόκειται για μια χειρονομία αποκατάστασης της ηθικής τάξης. ιι. The Iceman Cometh. Δράμα σε τέσσερις πράξεις του Αμερικα­ νού συγγραφέα Ευγένιου Ο' Νηλ, που γράφτηκε το 1939 και ανέβηκε στο θέατρο το 1946. Παρουσιάζει μια παρέα από­ κληρων που ονειροπολούν σ' ένα ρημαγμένο μπαρ κάπου στη Νέα Υόρκη, περιμένοντας ανυπόμονα την άφιξη του

168 πολυλογά, ανοιχτοχέρη πλανόδιου εμπόρου Χίκεϋ για να δώσει λίγο χρώμα στη μίζερη ύπαρξη τους. Η εξέλιξη είναι αναπάντεχη και η συνάθροιση καταλήγει σε τραγωδία. 12. Our town. Θεατρικό έργο σε τρεις πράξεις του Αμερικανού συγγραφέα Θόρντον Γουάιλντερ (1938) που αποτυπώνει τη ζωή των απλών, καθημερινών ανθρώπων σε μια μικρή πόλη στις αρχές του 2θού αιώνα. Ο χαρακτήρας του Σάιμον Στίμσον, του αντισυμβατικού, μέθυσου οργανίστα της εκκλη­ σίας, ενσαρκώνει μερικές από τις πιο απαισιόδοξες αντιλή­ ψεις του συγγραφέα για το ανθρώπινο είδος. 13. Awake and sing! (1935)• Θεατρικό έργο του αριστερού Αμερι­ κανού συγγραφέα Κλίφορντ Οντέτς, κύριου εκπροσώπου τής πολιτικά και κοινωνικά συνειδητοποιημένης Αμερικής και συγγραφέα του γνωστού Περιμένοντας τονΛέφτι. Το Ξύπνα και τραγουδά, γραμμένο στην καρδιά της οικονομικής ύφε­ σης, εκτυλίσσεται στο Μπρονξ το 1933 και παρουσιάζει τη φτωχή οικογένεια των Μπέργκερ και τις προσπάθειες της να επιβιώσει. Όνειρα και απογοητεύσεις, ελπίδες και φό­ βοι, ενθαρρυντικά λόγια (που συνήθως προέρχονται από τον μαρξιστή παππού της οικογένειας) και πικρές κατηγό­ ριες συνθέτουν ένα ανθρώπινο, γλυκόπικρο δράμα. 14. Ο Νικολάι Ιβάνοφ, στο ομώνυμο θεατρικό έργο του Άντον Τσέχοφ (1887) είναι ένας ανώτερος Ρώσος αξιωματούχος που σπαράσσεται από εσωτερικές συγκρούσεις. Καταθλι­ πτικός, πιεσμένος από τα χρέη και ανίκανος να βρει κάποια λύση, ο Ιβάνοφ έχει χάσει την όρεξη του για ζωή, την αγάπη για τη γυναίκα του, την αξιοπρέπεια του. Η αυτοκτονία φα­ ντάζει ως η μόνη διέξοδος.

169 15. Η αμλετική μορφή του Κονσταντίν (Κόστια) στον Γλάρο του Τσέχοφ (1895), ευαίσθητου συγγραφέα που συνθλίβεται από την αυταρχική μητέρα του, άτυχου στον έρωτα, αντιμέ­ τωπου με την αποτυχία, την έλλειψη κατανόησης και τη μο­ ναξιά επανέρχεται στην Ταπείνωση και σφραγίζει το τέλος της αφήγησης. ι6. Deirdre of the Sorrows. Θεατρικό έργο σε τρεις πράξεις του Ιρλανδού συγγραφέα Τζων Μίλινγκτον Συνγκ, που έμεινε ημιτελές λόγω του θανάτου του το 1909, αλλά συμπληρώθη­ κε από τον Γουίλιαμ Μπάτλερ Γέητς και τη μνηστή του Συν­ γκ, Μόλί Όλγκουντ. Το έργο είναι βασισμένο στην ιρλανδι­ κή μυθολογία και επικεντρώνεται στην ιστορία της όμορφης Ντίαρντρι που χάνει τον αγαπημένο της και αυτοκτονεί με το ξίφος του πάνω στον ανοιχτό του τάφο. 17. Στψ Αγρίόπαπια του Ερρίκου Ίψεν (1884), μια σπουδή πάνω στα «ζωτικά ψεύδη» και την καταστροφή των ανθρώπων όταν τα ψεύδη αυτά καταρρέουν, η αυτοκτονία της μικρής Έντβιγκ συμβολίζει τη διάλυση του ονείρου και της άδολης αγάπης για τη ζωή. ι8. Rosmersholm. Δράμα του Ερρίκου Ίψεν (ι886) που διερευνά τη σύγκρουση των κοινωνικών συμφερόντων με τις ηθικές προκαταλήψεις, μια σύγκρουση που οδηγεί στην ήττα και των δύο κόσμων, του κόσμου της παλιάς ηθικής και του κό­ σμου της απελευθερωμένης συνείδησης. ig. Mourning becomes Electra. Τριλογία (1931) του Ευγένιου Ο' Νηλ που βασίζεται στην Ορέστεια του Αισχύλου. Ο Αμερικα­ νός δραματουργός τοποθετεί το έργο του στον τελευταίο

mm*.

ΐ7θ χρόνο του αμερικανικού εμφυλίου (1865), βρίσκοντας αντι­ στοιχίες ανάμεσα στην οικογένεια Μόνον που ζει στη Νέα Αγγλία και στον οίκο των Ατρειδών. 20. The Playboy of the Western World. Έργο σε τρεις πράξεις του Τζων Μίλινγκτον Συνγκ. Παρουσιάστηκε τον Ιανουάριο του 1907 στο θέατρο Abbey του Δουβλίνου και αφηγείται την ιστορία του Κρίστι Μαχόουν, ενός θερμοκέφαλου νεαρού άντρα που το σκάει από το αγρόκτημα του πιστεύοντας ότι έχει σκοτώσει τον πατέρα του και φτάνει στην παμπ του Τζέιμς Φλάερτι, στην κομητεία Μέιγιο, όπου τον ερωτεύε­ ται η κόρη του Τζέιμς, Πεγκίην. Το θέμα της πατροκτονίας ερέθισε τους Ιρλανδούς εθνικιστές που γίουχάισαν το έργο, θεωρώντας το «αηδιαστική και απάνθρωπη ιστορία, ειπωμένη με τη βρωμερότερη γλώσσα που ακούστηκε ποτέ δη­ μόσια», διέκοψαν την παράσταση και προκάλεσαν επεισό­ δια στους δρόμους γύρω από το θέατρο. Ανάλογες αντιδρά­ σεις σημειώθηκαν και στην πρεμιέρα του έργου στη Νέα Υόρκη το igii, ενώ λίγο αργότερα, όταν ο Playboy παιζόταν στη Φιλαδέλφεια, μέλη του θιάσου συνελήφθησαν με την κα­ τηγορία της προσβολής των ηθών. 21. Λαϊκή έκφραση με την οποία χαρακτηρίζεται ένας πλούσιος άντρας που προσφέρει χρήματα ή δώρα σε μια λιγότερο εύ­ πορη και πολύ νεότερη του γυναίκα, με αντάλλαγμα τη συ­ ντροφιά ή τις σεξουαλικές της υπηρεσίες. 22. Την Άμεση Δράση.

ife

More Documents from "targyreas"

H-tapeinosh-philip-roth.pdf
February 2021 3