Philip Roth - To Vizi

  • Uploaded by: Orestis Dim
  • 0
  • 0
  • January 2021
  • PDF

This document was uploaded by user and they confirmed that they have the permission to share it. If you are author or own the copyright of this book, please report to us by using this DMCA report form. Report DMCA


Overview

Download & View Philip Roth - To Vizi as PDF for free.

More details

  • Words: 18,224
  • Pages: 48
Loading documents preview...
ΦΙΛΙΠ ΡΟΘ

«ΕΙμαι 6υζί. Κάτι εγινε μέσα στό κορμί μου, καί μ' έχει μεταμορφώσει σέ θηλαστικό άδένα, πού δέ θυμί­ ζει σέ τίποτα τήν προηγούμενη άνθρώπινη μορφή μου».

«Τό καλύτερο οιολίο τού Ρόθ μέχρι σήμερα ... Έξυ­ πνο, εξεζητημένο, ύπέροχο, δαιμόνιο, καί πολύ μά πολύ άστείο».

The New York

Tίmes

Book Review

«Ενας νέος, συγκλονιστικός κόσμος γεμάτος αγνω­ στες εκδοχές τής ήδονής. 'Υπάρχει δμως καί χιούμορ,

καΙ μιά άξιοθαύμαστη γραφή. ErvaL αραγε άνάγκη νά τονίσουμε πώς ό Ρόθ εΙναι μοναδικός συγγρα­ φέας, πού δέν μπαίνει ποτέ δεύτερη φορά στό ίδιο ποτάμι;

Antony Burgess

«Τό Βυζί εΙναι τό έπόμενο επικίνδυνο οήμα τού Ρόθ:

. μιά προσπάθεια νά ξεπεράσει τήν πραγματικότητα, άκόμα καί στίς χοντροκοπιές καί τά κακόγουστα

άστεία της. Καί τό σημαντικό εΙναι δτι τά καταφέρνει χωρίς νά ξεπέφτει ποτέ στό επίπεδο τού χυδαίου κα­ λαμπουριού»

.

Time

Ό ΦίλιπΡόθ γεννήθηκε στό Νιού Τζέρσεϋ τό

1933.

Τό πρώτο του οιολίο, μιά νουοέλα καί πέντε διηγή­ ματα μέ τίτλο Άντίο, Κολόμοε, κέρδισε τό 'Εθνικό Βραοείο Πεζογραφίας μυθιστορήματα,

τό

1960.

Άκολούθησαν

δύο

καί μετά Ή νόσος τού Πορτνόϋ τό

1969.

ISBN 960-329-068-8'

Υραμματα

' Ι j11111111 ι-­ 9117

6 1

ΦΙΛΙΠ ΡΟΘ

ΤΟ ΒΥΖΙ

Μετάφραση

..

ΑΛΕΞΆΝΔΡΑ ΚΟΝΤΟΥ

Φίλιπ Ρόθ, Τό ουζί Τίτλος πρωτοτύπου:

Philip Roth, The BI'easl, 1972 Μετάφραση: 'Αλεξάνδρα Κοντού Μακέτα εξωφύλλου: Στέλιος Κούτριας Εικόνα εξωφύλλου: Ηίlο Πρώτη εκδοση

Chen

γιά τήν έλληνική γλώσσα

Copyright

'Εκδόσεις «γράμματα»

Φωτοστοιχειοθεσία: ΦΩΤΟΓΡΑΜΜΑ ΕΠΕ

Σόλωνος

130,

'Αθήνα

10681,

τηλ.

36.37.283

<<γράμματα»

Κεντρική διάθεση: ΑΘΗΝΑ: Γραβιάς

3-5,

Αθήνα

ΘΕΣΙΝΙΚΗ: ΠΡΩΤΟΠΟΡΙΑ, Νίκης

3,

10678, τηλ. 210.3807.689 546 24, τηλ. 231.0226.190

Θεσ/νίκη

γραμματα

1984

«Τό καλύτερο οιολίο τού Ρόθ μέχρι σήμερα ... Έξυπνο, εξεζητημένο, ύπέροχο, δαιμόνιο, καί πολύ

μά πολύ

άστείο».

The New York Times Book Review "υΕνας νέος, συγκλονιστικός κόσμος γεμάτος αγνωστες

εκδοχές της ήδονής. Ύπάρχει δμως καί χιούμορ, καί μιά

άξιοθαύμαστη γραφή. Είναι αραγε άνάγκη νά τονίσουμε πώς ό Ρόθ είναι μοναδικός συγγραφέας, πού δέν μπαίνει ποτέ δεύτερη φορά στό ίδιο ποτάμι;

Antony Burgess «Τό πιό ωριμο καί δλοκληρωμένο κείμενο τής καριέρας του. υΕνα εκπληκτικό εργο τέχνης, ή μάλλον εργο μα­ γείας».

Life "Τ6 Βυζί είναι τό έπόμενο επικίνδυνο οήμα τού Ρόθ: μιά προσπάθεια νά ξεπεράσει τήν πραγματικότητα, άκόμα καί στίς χοντροκοπιές καί τά κακόγουστα άστεία της.

Καί τό σημαντικό είναι δτι τά καταφέρνει χωρίς νά ξεπέ­ φτει ποτέ στό επίπεδο τού χυδαίου καλαμπουριού».

Time «Τ6 Βυζί παίρνει άριστα στό είδος του. Είναι μιά λογο­ τεχνική άσκηση άχαλίνωτης φαντασίας». Plαyboy

«Αυτό τό μυθιστόρημα θά συζητηθεί περισσότερο άπό κάθ~ αλλο φέτος, καί γιά πολλά άκόμη χρόνια».

The

Literαry

Guild

Mαgαzine

.'

Όλη αυτή η ιστορία άρχισε παράξενα. Μα, έτσι κι αλλιώς, δε θα μπορούσε ν' αρχίσει διαφορετικά. Λέ­ γεται, οέοαια, πως τα πάντα στον κόσμο τούτο αρχί­ ζουν «παράξενα» και τελειώνουν «παράξενα», και

είναι «παράξενα»: το τέλειο τριαντάφυλλο είναι «παράξενο», όπως και το ατελές τριαντάφυλλο,

όπως και το κοινό τριανταφυλλί τριαντάφυλλο που

φυτρώνει στον κήπο του γείτονά σου. Την ξέρω καλά αυτή την οπτική, που ολέπει τα πάντα τρομερά και μυστήρια. Σκέψου την αιωνιότητα, σκέψου, αν θες,

τη λήθη, και τότε όλα θα σου φανούν θαυμάσια. Πάντως, αν μου το επιτρέπετε, ομολογώ με κάθε τα­

πεινοφροσύνη πως μερικά πράγματα είναι πιο θαυ­ μάσια από τ' άλλα. Ένα τέτοιο πράγμα είμαι κι εγώ.

Άρχισε λοιπόν παράξενα, με μια ελαφριά, διάχυ­ τη φαγούρα στα αχαμνά. Την πρώτη οδομάδα, κατέ­ φευγα κάμποσες φορές τη μέρα στο «Ανδρών» που είναι δίπλα στο γραφείο μου, στο Μέγαρο Ανθρωπι­

-9­

ΦΙΛΙΠ ΡΟΘ

ΤΟ ΒΥΖΙ

στικών Σπουδών, κατέΌαζα το παντελόνι μου και

δέρμα, που μόλις ξεχώριζε κάτω απ' τις σγουρές

κοιταζόμουν. Όσο επίμονα κι αν έψαχνα, δεν έΌλε­

μαύρες μπούκλες του εφηΌαίου. Ο αποχρωματισμός

πα τίποτε ασυνήθιστο. Πολύ δισταχτικά, και με μισή

ήταν ανεπαίσθητος,κι έτσι πίστεψα πως τον φαντά­

καρδιά, αποφάσισα να το αγνοήσω· δεν τα κατάφε­

στηκα. Πέρασε άλλη μια Όδομάδα -έκλεινε πια μια

ρα. Ήμουν συνεπέστατα υποχόνδριος μια ζωή, τόσο

περίοδος «επώασης» είκοσι μιας ημερών- όταν ξα­

ευαίσθητος σε κάθε αλλαγή της θερμοκρασίας μου ή

νακοιτάχτηκαένα Όράδυ που έμπαινα στο ντους, και

της λειτουργίας των συστημάτων μου, ώστε καιρό

ανακάλυψα πως, εντελώς ανεξήγητα, μετά από μια

τώρα, επειδή ήμουν παράλληλα και λογικός άνθρω­

ατέλειωτη και παραφορτωμένηημέρα γεμάτη παρα­

πος, δε μπορούσα να πάρω στα σοΌαρά τα εύγλωττα

δόσεις, συνεδριάσειςκαι γεύματα:Ίi σάρκα στη Όάση

συμπτώματα που ανακάλυπτα πάνω μου σχεδόν κά­

του πέους μου είχε πάρει έναν απαλό κοκκινωπό τό­

θε Όδομάδα -αλάθητες ενδείξεις σοΌαρών και ανία­

νο. Ήταν σα λεκές. Λες κι είχι;ς ζουλήξει στο εφη­

των ασθενειών. Παρά τα ζοφερά προαισθήματα του

Όαίο μου ένα μικρούτσικο Όατόμουρο, ίσως και κε­

θανάτου, της παράλυσης, ή των αφόρητων πόνων

ράσι, κι ο χυμός κύλησε ώς το πέος μου, χρωματίζον­

που θα συνόδευαν κάθε ελαφρύ πονάκι ή πυρετό,

τας τη ρίζα του απαλά και αλάθητα κόκκινη. Μπο­

όφειλα να το παραδεχτώ: είχα φτάσει στα τριάντα

γιά! σκέφτηκα αμέσως. ΞέΌαψε το σώδρακό μου. Το

οχτώ μου χρόνια χωρίς να περάσω σοΌαρή αρρώ­

σώΌρακο που φορούσα όλη μέρα ήταν γαλάζιο, το

στια· οι κενώσεις μου ήταν ρολόι, οι σεξουαλικές

'χα πεταμένο παραδίπλα, αλλά δεν το σκέφτηκα κα­

μου επιδόσεις υποφερτές -ανάλογα την περίπτωση­

θώς, πανικόΌλητος,διαζόμουννα Όρω μια εξήγηση.

και είχα μεγάλη αντοχή και όρεξη: ένα ογδόντα πέν­

Μέσα στο ντους σαπουνίστηκα και ξέ6γαλα τρεις

τε, παίδαρος, στητός, σε άψογη φυσική κατάσταση,

φορές το πέος και τις τρίχες του εφηδαίου, κι έπειτα

δεν είχα χάσει πολλά μαλλιά, και κανένα δόντι.

τυλίχτηκα από τα μπούτια cJ)ς τον αφαλό με παχιές

Έτσι, όσο κι αν δραματοποιούσα τα πράγματα με

σαπουνόφουσκες.Όταν ξε6γάλθηκαμε καυτό νερό

τον γνωστό υποχόνδριο τρόπο μου, και εξηγούσα τη

-ενοχλητικάκαυτό αυτή τη φορά-ο λεκές δρισκόταν

φαγούρα στα αχαμνά μου με κάποια νευροφυτική

ακόμα εκεΙ Δεν ήταν ερεθισμός ούτε γρατζουνιά,

ασθένεια, κάτι σαν έρπητα ζωστήρα -ή και χειρότε­

ούτε πληγή, αλλά μια αλλαγή χρώματοςπου τη συνέ­

ρο- συνειδητοποιούσα ταυτόχρονα πως, αναμφίΌο­

δεσα με τον καρκίνο.

λα, δεν ήταν τίποτα, όπως κι όλες τις άλλες φορές.

Πήρα αμέσως τηλέφωνο το γιατρό μου, στο σπίτι

Έπεφτα έξω. Κάτι ήταν. Πέρασε άλλη μια Όδομά­

του. Ο δόκτωρ Γκόρντον είναι σχολαστικός και ευ­

δα πριν μπορέσω να διακρίνω μια ρόδινη κηλίδα στο

συνείδητος, και παρόλο που προσπάθησανα κρύψω

-10-

-11-

ΦΙΛΙΠ ΡΟΘ

ΤΟ ΒγΖΙ

τον πανικό, κατάλαδε το φό60 στη φωνή μου και

-και κρατήθηκα, όσο γινόταν. Είπα μέσα μου πως,

προσφέρθηκε να ντυθεί και να πεταχτεί ως το σπίτι

αν ήταν αυτό που φοδή.θηκα από την πρώτη στιγμή

μου να με εξετάσει. Ήταν μεσάνυχτα ακριδώς -η μα­

του αιφνιδιασμού, μπορούσε να περιμένει ως το

γική ώρα όπου συμδαίνουν όλες οι με:rαμoρφώσεις,

πρωί. Κι αν δεν ήταν, πάλι μπορούσε να περιμένει.

κι η πιο ανάποδη ωρα για να δρεις γιατρό σ' όλη τη

Δε θα πάθαινα τίποτα. Ήμουν εξαντλημένος έπει­

Νέα Υόρκη. Αν ήταν μαζί μου η Κλαίρη -που είχε

τα από μια παραφορτωμένη μέρα, κι είχα περάσει

προτιμήσει να μείνει στο σπίτι της και να ετοιμάσει

μεγάλη ταραχή. Θα τον έολεπα στο ιατρείο του -αυ­

κάποια έκθεση για την επιτροπή- θα έπαιρνα το

τό μου φάνηκε ηρωική απόφαση- γύρω στις δώ­

θάρρος του φό60υ μου και ,θα 'λεγα του γιατρού να

δεκα. Όχι, στις εννιά, μου είπε. Συμφώνησα και

'ρθεί τρέχοντας. Φυσικά, με τα συμπτώματα που εί­

τον καληνύχτισα όσο πιο φυσιολογικά μπορούσα.

χα εκείνη την ώρα, είναι εντελώς απίθανο πως ο δό­

Είχα διηγηθεί στο γιατρό, :ι;ηλεφωνικώς, όλο το

κτωρ Γκόρντον θ' αποφάσιζε να με στείλει στο νοσο­

γαργάλημαστα αχαμνά, και του είχα περιγράψειτο

κομείο. Αλλά κι αν έμπαινα αμέσως στο ~oσoκoμείo

αποχρωματισμένοπέος μου με «ιατρική» αντικειμε­

-{Jύμφωνα με τα όσα γνωρίζουμε ή εξακολουθούμε

νικότητα, όπως πίστευα. Ξέχασα όμως να του ανα­

να αγνοούμε τώρα- μάλλον δε θα μπορούσε να γίνει

φέρω ένα τρίτο σύμπτωμα γιατί, ως την ώρα που

τίποτα για να εμποδίσει ή να σταματήσει το κακό. Ο

έκλεισα το τηλέφωνο, δεν το είχα συνδέσει με την

πόνος και ο τρόμος των επόμενων τεσσάρων ωρών

«κατάστασή»μου. Ήταν μια τρομαχτικήτοπική διέ­

θα είχε ίσως ανακουφιστεί με μορφίνη, αλλά δεν

γερση, που την είχα νιώσει κάθε φορά που έκανα

υπάρχει καμιά ένδειξη πως η όλη διαδικασία θα

έρωτα με την Κλαίρη, τις τρεις τελευταίεςΜομάδες.

μπορούσε να αναχαιτιστεί με κάποια ιατρική επέμ­

Ως εκείνη τη στιγμή, την απέδιδα σε μια αναζωπύ­

δαση -πλην της ευθανασίας.

ρωση του πόθου μου για την Κλαίρη. Δεν ήξερα πώς

Αν ήταν μαζί μου η Κλαίρη, θα είχα καταρρεύσει

και γιατί -για μένα, η Κλαίρη ήταν πάντα μια ελκυ­

εντελώς. Τώρα, μόνος μου, ένιωσα άξαφνα ντροπή

στική και χαριτωμένη κοπέλα- αλλά μου άρεσε που

-τι άντρας ήμουν, να χάσω έτσι την αυτοκυριαρχία

την ένιωθα. Ο έντονος πόθος που είχε ξυπνήσει μέσα

μου; Τρία λεπτά απ' όταν ανακάλυψα το λεκέ, καθό­

μου απ' την ομορφιά της τα δυο πρώτα χρόνια της

μουν γυμνός και δρεγμένος στον πέτσινο καναπέ,

σχέσης μας, είχε αρχίσει να ξεθυμαίνει σταθερά εδώ

προσπαθώντας του κάκου να δαμάσω την τρεμούλα

κι ένα χρόνο ώσπου, τώρα τελευταία, είχαμε φτάσει

της φωνής μου, καθώς κοιτούσα το πέος μου και πε­

να κάνουμε έρωτα δυο τρεις φορές το μήνα -κυρίως

ριέγραφα στο γιατρό τι δλέπω. Κρατήσου, σκέφτηκα

επειδή το προκαλούσε εκείνη.

-12­

-13­

ΦΙΛΙΠ ΡΟΘ

ΤΟ ΒΥΖΙ

Αυτή η ψυχρότητα ήταν ενοχλητική και για τους

να κρυώνω, ήταν πως στα τρία χρόνια που ήμαστε

δυο μας, αλλά επειδή και οι δυο είχαμε γνωρίσει αρ­

μαζί, είχαμε 6ρει με την Κλαίρη έναν τρόπο συνύ-

κετές συναισθηματικές περιπέτειες και κλονισμούς

παρξης -δηλαδή ζώντας χώρια. Έτσι, εξασφαλίζα­

στη ζωή μας (η Κλαίρη στα παιδικά της χρόνια, γιατί

με ζεστασιά, ασφάλεια, αγάπη και συντροφιά, χωρίς

οι γονείς της δεν τα πήγαιναν καλά, κι εγώ μεγάλος,

το οάρος της εξάρτησης, χωρίς τη φθοροποιό πλήξη

με την ανεκδιήγητη πρώην σύζυγό μου), διστάζαμε

ούτε τους άγριους πόθους, τις στρατηγικές της απά­

να διαλύσουμε το δεσμό μας. Ήταν σίγουρα απο­

της, του εξευμενισμού και της κυριαρχίας, που έχουν

καρδιωτικό για μια ωραία κοπέλα είκοσι πέντε χρο­

χαλάσει σχεδόν όλους τους γνωστούς μου γάμους. Η

νών να οασανίζεται κάθε νύχτα στο κρεΟάτι, αλλά η

Κλαίρη είχε περάσει δυστυχισμένα παιδικά χρόνια,

Κλαίρη δεν έδειχνε καχυποψία, απογοήτευση, με­

και ήταν ξεροκέφαλη, δεν είχε αυταπάτες για το γά­

λαγχολία ή θυμό, όπως δικαιολογημένα θα περίμενε

μο. Το ίδιο κι εγώ, επειδή έζη
κανείς -ακόμη κι εγώ, που ήμουν αιτία της δυστυ­

Όσο κι αν η εμπειρία ήταν μοναδική, μου είχε δη­

χίας της. Σίγουρα πληρώνει το τίμημα αυτής της

μιουργήσει τεράστιες ικανότητες αυτοκυριαρχίας,

«ισορροπίας» -είναι αρκετά κλειστός τύπος, παρά

και είχα πάρει όρκο να μην το ξανακάνω. Κι ύστερα,

το πάθος που δείχνει στο σεξ- αλλά κι εγώ έχω -ή

κανένας άλλος δεν είχε 6ρει τόσο λογικό και ωραίο

μάλλον είχα- φτάσει σ' ένα σημείο της ζωής μου

διακανονισμό σαν τον δικό μας: τα περνούσαμε τόσο

όπου το απάνεμο λιμάνι και τα καθαρά, ήρεμα νερά

ήρεμα, με ελάχιστες εντάσεις, και με τόση αμοι6αία

του μ' άρεσαν περισσότερο από τα αφρισμένα δρά­

συμπάθεια, ώστε μου φάνηκε καταστροφή (όσο λίγο

ματα των ανοιχτών ωκεανών. Παλιά, με σαγήνευε ο

κι αν ήξερα τι θα πει καταστροφή), όταν, στα καλά

αυθορμητισμός και οι εκρήξεις. Τώρα ανακουφιζό­

καθούμενα, άρχισα να 6αριέμαι και να μην ικανο­

μουν μόνο μέσα στο ισόρροπο και το προΟλεπόμενο.

ποιούμαι στο κρεΟάτι. Πέρσι είχα κλείσει οριστικά

Μερικές φορές, η αταραξία της Κλαίρης την έκανε

πέντε χρόνια ψυχανάλυση, κι ήμουν πια οέοαιος πως

να ανταποκρίνεται ελάχιστα και να γίνεται ανιαρή

όλα τα τραύματα από το μακάδριο γάμο και το οά­

στη συζήτηση ή στη συντροφιά, ενώ θα την προτι­

ναυσο διαζύγιο είχαν επουλωθεί οριστικά. Δεν ξα­

μούσα αλλιώς, αλλά στην πραγματικότητα μ' ευχα­

να6ρήκα τον παλιό εαυτό μου, αλλά είχα πάψει πια

ριστούσε αυτή η εξαρτημένη νηφαλιότητα, κι ας

να αιμορραγώ, με το κεφάλι στους επιδέσμους, αξιο­

ήταν άχρωμη. Αρκετό χρώμα έφαγα έξι χρόνια -να

θρήνητος, καθώς έμπαινα κούτσα κούτσα στο γρα­

μου λείπει.

φείο του ψυχαναλυτή, εγκαταλείποντας το πεδίο μά­

Αυτό που μ' ενοχλούσε ιδιαίτερα, καθώς ένιωθα -14--

χης που λέγεται Συζυγική Εστία. Με την Κλαίρη, η

-15­

.

ΦΙΛΙΠ ΡΟΘ

ΤΟ ΒγΖΙ

ζωή είχε γίνει ταχτική και σταθερή-πρώτη φορά εδώ

λος. Της έγλειφα τα μαλλιά. Ανακάλυπτα πως έγλει­

και δέκα χρόνια. Ένιωθα προσγειωμένος, ακλόνη­

φα τον ίδιο μου τον ώμο, λαχανιάζοντας. Την τελευ­

τος και δυνατός, όπως στο πρώτο έτος του πανεπι­

ταία 6δομάδα της επώασης, την πλάκωνα σα ζώο,

στημίου, που πίστευα πως είμαι σοΌαρό πρόσωπο

αδιάκοπα καΌλωμένο. Έπειτα από ένα χρόνο που

και ευφυής. Μόνο που τώρα, μέσα σ' αυτή την αφθο­

πλάγιαζα δίπλα της αδιάφορα, έμπαινα τώρα σε μια

νία, ένιωθα να λιγοστεύει ο πόθος μου για την ίδια

νέα αντισταθμιστική φάση ερωτικής δεκτικότητας

γυναίκα στην οποία χρωστούσα την ισορροπημένη

και σαρκικής εκτόνωσης, που δεν την είχα γνωρίσει

ζωή μου. Ήταν καταθλιπτικό και παράξενο και,

άλλοτε -ή τουλάχιστον έτσι νόμιζα. «Αυτό θα πει

όσο κι αν προσπαθούσα, ήμουν ανίκανος να το αλ­

ακολασία;» ρωτούσα την ευτυχισμένη Κλαίρη, που

λάξω. Στο τέλος, έχασα κάθΈ ενδιαφέρον. Δεν ήθελα

το χλομό της δέρμα ήταν σημαδεμένο απ' τις δαγκω­

ούτε να με αγγίζει ούτε να την αγγίζω. Μάλιστα,

νιές μου. Εκείνη χαμογελούσε. Τα μαλλιά της ήταν

σκόπευα να ξαναπάω στον ψυχαναλυτή μου και να

κουΌάρι ,απ' τον ιδρώτα, σαν τΌυ παιδιού που έχει

κουΌεντιάσω μαζί του την αδιαφορία για την Κλαί­

παίξει ώρες έξω, στη ζέστη. Φιλήδονη Κλαίρη!

ρη όταν, πάλι στα καλά καθούμενα, ένιωσα ένα πά­

Αλίμονο, αυτό που μου συνέΌη είναι πρωτοφανές:

θος που δεν το είχα ποτέ πριν, ούτε μαζί της ούτε με

πέρα από κάθε κατανόηση, οίκτο, γελοιότητα -αν

καμιάν άλλη.

και ξέρω πως μερικοί κοντεύουν να καταλήξουν σε

.

Ίσως δεν είναι ακριΌής η λέξη «πάθος»: ας πούμε,

κάποια επιστημονική ερμηνεία· οι πιστοί μου επι­

έγινα πιο επιρρεπής στην άμεση σεξουαλική ηδονή,

σκέπτες είναι γεμάτοι συμπάθεια, θλίψη και ευγέ­

στην ηδονή της επαφής. Ήταν ένα σεξ που δε Όρι­

νεια· και μερικοί άλλοι -αναπόφευκτα- δε μπορούν

σκόταν στο κεφάλι ούτε στην καρδιά, αλλά, εντελώς

να κρατήσουν τα γέλια τους. Ακόμα κι εγώ Όάζω τα

επώδυνα, στην επιδερμίδα του πέους: επιφανειακό

γέλια, κάπου κάπου: καταλαΌαίνω, συμπάσχω, αλ­

και μεθυστικό. Στο κρεΟάτι, ανακάλυπτα πως κυ­

λά Όλέπω και το γελοίο του πράγματος. Αχ, αν μπο­

λιόμουν από την ηδονή, δάγκωνα τα σεντόνια, χτυ­

ρούσα να γελάσω παραπάνω από ένα δευτερόλεπτο

πιόμουν μ' έναν τρόπο που ως τότε τον συνέδεα πε­

-κι αν το γέλιο δεν ήταν τόσο σύντομο και πικρό!

ρισσότερο με τις γυναίκες παρά με τους άντρες, και

Πρέπει όμως να το Όάλω στο πρόγραμμα, αν οι για­

μάλιστα με γυναίκες μάλλον φανταστικές. Ένιωθα

τροί με κρατήσουν στη ζωή, σ' αυτή την κατάσταση,

τότε πως αυτή η ηδονή δεν αντέχεται, μου' ρχόταν να

κι αν συνεχίσω να θέλω να ζω.

κλάψω, και την ώρα του οργασμού έπαιρνα στο στό­

μα μου το αυτί της Κλαίρης και το 'γλειφα σα σκύ­ -16-­

-17­ 2.

Το ιivζί

Είμαι Ουζί. Ένα φαινόμενο που περιγράφεται. με διάφορους τρόπους: «καταιγιστική αύξηση ορμο­ νών», «ενδοκρινολογική καταστροφή», και/ή «ερμα­

φροδιτική έκρηξη χρωμοσωμάτων». Κάτι τέτοιο έγι­ νε μέσα στο σώμα μου από τα μεσάνυχτα ως τις τέσ­ σερις Π.μ. της 18ης Φεορουαρίου

1971, χαι μεταμορ­

φώθηκα σε θηλαστικό αδένα, χωρίς καμιά σχέση με την ανθρώπινη μορφή. Σ' έναν θηλαστικό αδcνα που μπορεί να υπάρχει -εύκολα το φαντάζεται κανείς­ στα όνειρα, ή στους πίνακες του Νταλί. Μου λένε πως τώρα είμαι ένας οργανισμός σαν τόπι, ή έστω

αερόστατο. Λέγεται πως είμαι σπογγώδης, ζυγίζω εΌδομήντα κιλά (έναντι των ογδόντα που ήμουν πριν), κι έχω πάντα μάκρος ένα ογδόντα πέντε. Δια­ τηρώ σε μια κατεστραμμένη και «ακανόνιστη» μορ­

φή ένα μεγάλο μέρος του καρδιαγγειακού κάι κεν­ τρικού νευρικού συστήματος, ένα απεκκριτικό σύ­

-19­

ΦΙΛΙΠ ΡΟΘ

ΤΟ ΒΥΖΙ

στημα που το χαρακτηρίζουν «εκφυλισμένο και

γος! Ήταν μαύρο χιούμορ -αλλά, επιτέλους, χιού­

πρωτόγονο» -τώρα αδειάζω με σωλήνες- κι ένα ανα­

μορ- και πρέπει να σημειώσετε πως άρχισα να «προ­

πνευστικό σύστημα που τελειώνει λίγο παραπάνω

σαρμόζομαι» στη νέα μου κατάσταση.

από τη μέση μου, σε κάτι που μοιάζει σαν αφαλός με

Η θηλή μου είναι ρόδινη -σαν το λεκέ που ανακά­

καπάκι. Το 6ασικό αρχιτεκτόνημα, μέσα στο οποίο

λυψα στη 6άση του πέους μου μπαίνοντας στο ντους

διαλύθηκαν και θάφτηκαν όλα τα ανθρώπινα χαρα­

εκείνη τη νύχτα. Οι οπές της ρόγας χρησιμεύουν πε­

κτηριστικά μου, μοιάζει με μαστό ενός θηλυκού θη­

ρίπου σα στόμα και αυτιά -τουλάχιστον μπορώ να

λαστικού.

συνεννοούμαι μέσα από τη ρόγα, ή να ακούω αμυ­

Ο μεγαλύτερός μου όγκος αποτελείται από λιπώδη

δρά τι γίνεται γύρω μου- κι έτσι στην αρχή υπέθεσα

ιστό. Στη μια μου άκρη είμαι στρογγυλός σαν καρ­

πως ρόγα είχε γίνει το κεφάλι μου. Οι γιατροί όμως

πούζι. Στην άλλη καταλήγω σε μια θηλή, κυλινδρι­

οδηγούνται σε άλλα συμπερ~σματα -τουλάχιστον

κή, που προεξέχει δώδεκα πόντους από το «σώμα»

αυτό το μήνα. Με ελάχιστες ενδείξεις, στις οποίες

μου και έχει δεκαεφτά τρυπούλες, καθεμιά τους πε­

στηρίζουν τούτη την υπόθεση έναντι όλων των άλ­

ρίπου όσο μισή ανδρική ουρήθρα. Απ' ό,τι λένε, εί­

λων, λένε τώρα πως το ζαρωμένο και κάπως τραχύ

ναι οι απολήξεις των γαλακτοφόρων αγωγών. Αν

δέρμα της ρόγας -που, πρέπει να το παραδεχτώ, εί­

έχω καταλά6ει καλά -χωρίς σχεδιαγράμματα, εν­

ναι τρομερά ευαίσθητο στο άγγιγμα, πράγμα απίθα­

νοείται, γιατί είμαι αόμματος- οι αγωγοί διακλαδί­

νο για μέρος του προσώπου, ακόμη και για το 6λεν­

ζονται μέσα σε λ060ύς που αποτελούνται από γαλα­

νογόνο των χειλιών- σχηματίστηκε από το πέος μου.

κτοφόρα κύτταρα. Το γάλα μεταφέρεται στην επι­

Το ίδιο και η ροδαλή μεμ6ράνη που περι6άλλει τη

φάνεια της θηλής απ' όπου το 6υζαίνουν, ή το αρμέ­

θηλή και περιέχει το μυϊκό σύστημα που τη σκληραί­

γουν μηχανικά.

νει όταν ερεθίζομαι: λένε πως σχηματίστηκε από το

Η σάρκα μου είναι λεία και «νεανική», και όπως

στέλεχος του πέους, με την επίδραση (όπως υποστη­

λένε είμαι πάντα «καυκάσιος». Η ρόγα μου είναι ρό­

ρίζουν μερικοί) μιας «ηφαιστειώδους υπερεκκρί­

δινη. Αυτό τους φαίνεται μάλλον ασυνήθιστο, γιατί

σεως θηλαστικογενούς υγρού». Δυο λεπτές, κοκκι­

στην προηγούμενη μορφή μου ήμουν έντονα μελα­

νωπές τρίχες 6γαίνουν από ένα εξόγκωμα της στεφά­

χρινός. Όπως είπα και στον ενδοκρινολόγο που μου

νης. «Μυστήριο πράγμα! Τι μάκρος έχουν;»

το περιέγραψε, προσωπικά το 6λέπω λιγότερο «ασυ­

«Ακρι6ώς δεκαπέντε πόντους».

νήθιστο» από ορισμένα άλλα στοιχεία αυτής της με­

«Οι κεραίες μου». Η πίκρα. Έπειτα η δυσπιστία.

ταμόρφωσης, αλλά 6έ6αια δεν είμαι ενδοκρινολό­ -2~

«Μου τρα6άτε τη μία, σας παρακαλώ;»

-21­

ΤΟ ΒγΖΙ

ΦΙι\ΙΠ ΡΟΘ

«Εντάξει, Ντέηδιντ, αφού το θέλεις. Θα την τρα­ δήξω μαλακά».

νουν με σφουγγάρι και χλιαρή σαπουνάδα. Πόνε­ σες;»

Ο δόκτωρ Γκόρντον δεν έλεγε ψέματα. ΤΕνιωσα

μια τρίχα να τραδιέται στο κορμί μου. ΤΗταν γνώρι­ μη αίσθηση, και μου 'ρθε να πεθάνω.

Φυσικά, πέρασαν μέρες μετά την αλλαγή πριν ξα­

ναΌρώ τις αισθήσεις μου, κι άλλη μια Οδομάδα πριν

«Όχι» κλαψούρισα. «Πού είναι το πρόσωπό μου;»

«Άσε την αδελφή να σε πλύνει, και θα τα πούμε

αργότερα, αν έχεις διάθεση. Κοίτα να ξεκουράζεσαι όσο μπορείς».

μου πουν τίποτ' άλλο, εκτός από το ότι ήμουν «πολύ

«Μα τι έπαθα;» Θυμόμουν μόνο τον πόνο και τον

άρρωστος» -κάποιο πρόΌλημα «ενδοκρινολογικής

τρόμο εκείνηςτης νύχταςστο διαμέρισμάμου. ΤΕνιω­

φύσεως». Ακόμα και τότε, πάλευα απελπισμένα, κά­

θα να εκσφενδονίζομαιδιαρκώς από ένα κανόνι πά­

θε φορά που ξυπνούσα, να καταλάΟω γιατί δε ολέπω

νω σ' έναν τοίχο, κι έπειτα γα με ποδοπατάει μια

ούτε μυρίζω ούτε γεύομαι ούτε κινούμαι, κι έτσι

στρατιά αρ6ύλες. Στην πραγματικότητα,ήμουν μια

αναγκάστηκαν να μου δίνουν συνεχώς ισχυρά κα­

καραμέλα γάλακτος, που με τέντωναν από το πέος

τευναστικά. Όταν άγγιζαν το «σώμα» μου, δεν ήξε­

και τους γλουτούς, ώσπου να με κάνουν σε φάρδος

ρα τι γίνεται. Η αίσθηση ήταν απροσδόκητα ανα­

όσο ήμουν σε μάκρος. Οι γιατροί πιστεύουν πως

κουφιστική και ευχάριστη, αλλά απροσδιόριστη.

δεν πρέπεινα κράτησατις αισθήσεις μου παραπάνω

Μου θύμιζε περισσότερο νερό που σου γλείφει το

από ένα δυο λεπτά όταν έγινε η «έκρηξη» ή η «κατα­

δέρμα. Ένα πρωί, ξυπνώντας, αισθάνθηκα κάτι πα­

στροφή», αλλά τώρα που το ξανασκέφτομαι,νομίζω

ράξενο στη μια μου άκρη. Δεν έμοιαζε με πόνο, αλλά

πως δεν τις έχασα ποτέ, πως πρόλα6α να νιώσω

έοαλα τις φωνές: «Καίγομαι! Πυρκαγιά!»

όλα τα κόκαλα στο κορμί μου να τσακίζονται, κι

«Ησυχάστε, κύριε Κέπες» είπε μια γυναικεία φω­ νή. «Σας πλένω. Σας έπλενα το πρόσωπό σας».

«Το πρόσωπό μου; Πού είναι το πρόσωπό μου;

έπειτα να τα ποδοπατούν και να τα κάνουν σκόνη. «Ηρέμησε τώρα, Ντέη6ιντ. Προσπάθησε να ηρε­ μήσεις...»

Πού έίναι τα χέρια μου και τα πόδια μου; Πού είναι

«Πώς με ταίζετε;»

το στόμα μου; Τι έχω πάθει;»

«ΕνδοφλεΟίως. Σου δίνουμε ό,τι χρειάζεσαι».

Τώρα μίλησε ο δόκτωρ Γκόρντον. «Ντέη 6ιντ , εί­

«Πού είναι τα χέρια μου;»

σαι στο Νοσοκομείο Λένοξ Χιλ. Σε παρακολουθώ

«Κάθισε να σε πλύνει η αδελφή, κι έπειτα θα σε

καθημερινά, πρωί και 6ράδυ. ΤΕχεις άψογη περι­

τρίψει με λάδι, και θα νιώσεις καλύτερα. Κοιμή­

ποίηση και διαρκή φροντίδα. Αυτή τη στιγμή σε πλέ­

σου».

-22-

-23-

ΦΙΛΙΠ ΡΟΘ

ΤΟ ΒγΖΙ

Έτσι με έπλεναν κάθε πρωί, αλλά πρέπει να πέρα­

σε άλλη μια αδομάδα πριν ηρεμήσω αρκετά, για να συνδέσω με την ηδονή της ερωτικής διέγερσης όλες τις αισθήσεις που ξυπνούσαν στο πλύσιμο. Ωςτώρα φανταζόμουν πως είχα ακρωτηριαστεί χεροπόδαρα. Φανταζόμουν πως είχε εκραγεί ο αραστήρας κάτω απ' το διαμέρισμά μου, κι είχα μείνει τυφλός και ακρωτηριασμένος

από

την

έκρηξη.

Έκλαιγα

διαρκώς, και δεν πίστευα τις ορμονικές εξηγήσεις του δόκτορος Γκόρντον και των συναδέλφων του για την «αρρώστια» μου. Ώσπου, ένα πρωί, εξουθενω­

μένος και μουδιασμένος από τόσες μέρες κλάμα χω­ ρίς δάκρυα, ένιωσα να διεγείρομαι. Ένιωσα κάτι να σφύζει εκεί που πίστευα πως πρέπει να βρισκόταν το

«πρόσωπό» μου, ένα ευχάριστο αίσθημα -κάτι φού­ σκωνε καθώς μ' έπλεναν. «Σ' αρέσει;» Μια αντρική φωνή! Ένας άγνωστος!

«Ποιος είσαι; Πού αρίσκομαι;» «ο νοσοκόμος».

«Πού είναι η νοσοκόμα μου;»

«Σήμερα είναι Κυριακή. Κάτσε ήσυχα. Έχει ρε­ πό».

Το άλλο πρωί, ξανάρθε η κανονική μου νοσοκόμα

μαζί με το δόκτορα Γκόρντον. 'Αλλη μια φορά, την ώρα που μου έπλενε το «πρόσωπό» μου, άρχισα να

νιώθω τον ερεθισμό που συνοδεύει το ερωτικό παι­ χνίδι, αλλά αυτή τη φορά τον άφησα να με τυλίξει. Όταν άρχισε να με τρίαει με λάδι, ψιθύρισα: «Τι όμορφα που είναι!»

«Τι;» είπε ο δόκτωρ Γκόρντον.

Τώρα ένιωθα τα δάχτυλά της να με αγγίζουν. Κάτι κουνιόταν πάνω μου, γράφοντας αργά κύκλους, ανάλαφρο. Η απαλή παλάμη του χεριού της. «Αχ, αχ!» φώναξα. Αυτό το εξαίσιο αίσθημα, λίγο πριν από την εκσπερμάτωση, με είχε πλημμυρίσει ολόκληρον. «Αχ, τι ωραία που είναι!». Και τότε άρ­ χισα να κλαίω με αναφιλητά, και αναγκάστηκαν να

μου δώσουν υπνωτικό. Λίγες μέρες αργότερα, ο δόκτωρ Γκόρντον έφερε και το δόκτορα Κλίνγκερ, τον ψυχαναλυτή μου, και

μαζί μου είπαν τι είχε συμαεί. Με έπλεναν ολόκληρο, πολύ απαλά, κάθε πρωί, κι έπειτα έτριααν τη θηλή μου με λάδι. Έξι μέρες τη

αδομάδα το λουτρό μου το έκανε μια γυναίκα, η δε­ σποινίς Κλαρκ, και την Κυριακή ένας άντρας. Πέρα­ σαν άλλες δέκα Μομάδες ώσπου να συνέρθω απ' τον τρόμο μου όταν έμαθα την αλήθεια, και τότε άρχισα

πάλι να χαλαρώνω κάτω από τα περιποιητικά χέρια της δεσποινίδος Κλαρκ. Όπως αποδείχτηκε, δε μπορούσα να παραδοθώ εντελώς στη σεξουαλική μανία που μου προκαλούσε το λάδωμα της θηλής, και τελικά ο δόκτωρ Γκόρντον δέχτηκε να με αφήνει μόνο με τη νοσοκόμα. Τότε όμως το αίσθημα έγινε αφόρητο, «σχεδόν» εξαίσιο -σαν κι αυτό που ένιωθα τις τελευταίες αδομάδες με την Κλαίρη, αλλά πιο έν­

τονο, όπως μου φαινόταν, γιατί αρισκόμουν σε μια εντελώς ανυπεράσπιστη κατάσταση, στο σκοτάδι, και μου ερχόταν από μια άγνωστη πηγή, φαινομενι­

-24--

-25-

ΦΙΛΙΠ ΡΟΘ

ΤΟ ΒγΖΙ

κά απέραντη και αφιερωμένη αποκλειστικά σε μένα

.Οπου κι αν μ' έχουν δάλει, όΠΟιός κι αν με χαζεύει,

και στην ηδονή μου. Τώρα με είχαν δεμένο μ' έναν

εγώ είμαι μόνος μου. Ίσως δεν πρέπει να σκέφτομαι

μαλακό ιμάντα σε κάτι που έμοιαζε με αιώρα -με τη θηλή στο κεφάλι και τη στρογγυλή μου απόληξη στα πόδια- κι όταν έαγαινε η δεσποινίς Κλαρκ από το δωμάτιο, με τη λεκάνη, τη σαπουνάδα και τις φιάλες του λαδιού (ήθελα να φαντάζομαι φιάλες, όχι μπου­ καλάκια), οι σπασμοί μου έκαναν τη-ν αιώρα να κου­ νιέται πέρα δώθε, για κάμποσα ένδοξα λεπτά που έμοιαζαν αιωνιότητα. Κουνιόταν ακόμα, όταν η θη­ λή μου μαλάκωνε και αυθιζόμουν στον ύπνο. Τον ύπνο του χορτάτου.

τόσο την «αξιοπρέπειά» μου, όσα κι αν σήμαινε για

Λέω πως ο γιατρός δέχτηκε να με αφήνει μόνο.

Αλλά πώς ξέρω ότι μ' άφηνε; Το λογικό είναι να συμ­ περάνω πως με έχουν σε διαρκή επιτήρηση. Αν δεν υπάρχει από πάνω μου ολόκληρο επιτελείο επιστη­ μονικών παρατηρητών (λες να αρίσκομαι σε κανένα αμφιθέατρο;), τότε σίγουρα θα έχει κλειστό κύκλω­ μα τηλεόρασης. Ο δόκτωρ Γκόρντον με διααεααιώ­ νει πως έχω την ίδια επιτήρηση με όλες τις άλλες «δύ­

σκολες περιπτώσεις», αλλά ποιος ή τι τον εμποδίζει

μένα όταν δίδασκα φιλολογία, όταν ήμουν εραστής,

γιος, φίλος, γείτονας, πελάτης, θαμώνας, πολίτης. Θα πίστευε κανείς πως, μια συνέπεια της μεταμόρ­ φωσης, είναι και το ότι το θύμα παύει προσωρινά να

απασχολεί.ται με θέματα κοσμιότητος, ιδιοκτησίας και γοήτρου. Όλα αυτά όμως συνδέονται στενά με την αίσθηση της πνευματικής διαύγειας και της

αξιοπρέπειας, γι' αυτό «ενοχλούμαι», όπως δεν είχα ενοχληθεί ποτέ στην προηγούμενη ζωή μου, γιατί

εκεί οι κοινωνικές συμαάσεις που ισχύουν για τις μορφωμένες τάξεις, μου πρόσφεραν πραγματικές αι­

σθητικές και ηθικές απολαύσεις. Αν είχα γίνει στα τριάντα οχτώ μου κάπως τυπικός, ίσως και συντηρη­ τικός με τον έξω κόσμο, δε νομίζω πως ήμουν λιγότε­

ρο ελεύθερος ή θερμός με τους στενούς φίλους μου. Τώρα όμως, η σκέψη ότι η σεξουαλική «λύσσα» μου γίνεται ζωντανό τηλεοπτικό πρόγραμμα, η σκέψη

ότι «μαλακίζομαι» μπροστά σ' ένα κοινό εκατοντά­

να με κοροϊδέψει; Ο πατέρας μου; Η Κλαίρη; Ο δό­

δων ανθρώπων, με αναστατώνει και με πληγώνει. Τι

κτωρ Κλίνγκερ; Ποιος θα 'κανε την ανοησία να εν­ διαφερθεί για τα πολιτικά μου δικαιώματα, με τέ­

ανόητο ς και τι «μπλοκαρισμένος», θα πείτε. Με τέ­

. τοια συμφορά που με αρήκε; Είναι για γέλια! Και τι με νοιάζει αν είμαι πραγματικά μόνος, αφού αισθά­ νομαι μόνος; Μπορεί να μ' έχουν σε καμιά ηχομονω­ μένη γυάλα, σε μια εξέδρα, στη μέση της Μάντισον Σκουέαρ, ή στη αιτρίνα του Μέησυ -ε, και λοιπόν;

-26-

τοιες συνθήκες! Ωστόσο, εσείς οι χειραφετημένοι, τι μπορείτε να ξέρετε για τις συνθήκες; Λοιπόν: όταν ο

δόκτωρ Γκόρντον με διααεααιώνει πως όλοι σέαον­ ται την «ιδιωτική μου ζωή», δεν του πάω κόντρα. Λέω: «Σας ευχαριστώ, καλοσύνη σας». Κι έτσι μπο­ ρώ να υποκρίνομαι τουλάχιστον ότι νομίζω πως εί­

-27-

ΤΟ ΒγΖΙ

ΦΙΛΙΠ ΡΟΘ

μαι μόνος, έστω κι αν δεν είμαι.

φαίνεται χειρότερος. Μπορεί να πείτε τότε: Ε λοι­

Βλέπετε, δεν υπάρχει λόγος να είμαι κόσμιος ή ευ­

πόν, ίσως το Κακό να μην είναι και τόσο τρομερό.

πρεπής. Δε μ' ενδιαφέρει, σας διαβεβαιώ, κανένα

Φίλτατε αναγνώστη, αν τολμάς, ξαναπές το. Ξέρω,

πρωτόκολλο, αφού έγινα Όυζί. Απλώς, συνεχίζω να

απλώς, ότι αφού τόσον καιρό δεν ήθελα να πεθάνω,

κάνω ό,τι θα έκανα αν ήμουν ακόμη ο εαυτός μου.

μου είναι δύσκολο να το επιθυμήσω μέσα σε μια νύ­

Γιατί, αν δεν είμαι ο εαυτός μου, τότε ποιος, ή τι εί­

χτα.

μαι; Αν δε συνεχίσω να είμαι ο εαυτός μου, θα τρελα­

Το ότι δεν πέθανα, έχει μεγάλο ενδιαφέρον για την

θώ, και τότε σίγουρα θα πεθάνω. Κι απ' ό,τι καταλα­

ιατρική, όπως θα αντιλαμβάνεσθε. Απ' ό,τι μαθαί­

βαίνω, δε θέλω να πεθάνω. Μου φαίνεται λίγο πα­

νω, μικροβιολόγοι, παθολόγοι, Όιοχημικοί κλπ.,

ράξενο, αλλά δε θέλω. Δεν προβλέπω κανένα θαύμα

ολόκληρα επιτελεία εδώ στο νοσοκομείο ή στα νοση­

-ας πούμε, μια αντεπίθεση των αντι-θηλαστικών μου

λευτικά ιδρύματα όλης της χώρας, συνεχίζουν να με­

ορμονών, αν υπάρχουν (ένας Θεός ξέρει αν, στο χάλι

λετούν το θαύμα. Προσπαθούν να καταλά60υν γιατί

μου, χωράει τέτοια πιθανότητα), για να μου ξανα­

λειτουργώ ακόμη. Ο δόκτωρ Κλίνγκερ πιστεύει πως

δώσουν τις παλιές σωματικές μου αναλογίες. Υπο­

όποια απάντηση κι αν δώσουν, στο τέλος όλα μπορεί

πτεύομαι πως είναι μάλλον αργά, κι έτσι, με την ελ­

να αναχθούν στις γνωστές κοινοτοπίες του τύπου

πίδα πως θα υπάρχω πάντα μέσα στο βυζί, το βυζί

«ισχυρός χαρακτήρας» και «έχει θέληση να ζήσει».

εξακολουθεί να υπάρχει. Επιμένω πως είμαι άνθρω­

Αφού το λέει ο θεράπων ιατρός μου, ποιος είμαι εγώ

πος -αλλά όχι πολύ. Και θέλω να ζήσω, όχι γιατί πι­

για ν' αποφύγω μια τόσο ηρωική αποτίμηση του εαυ­

στεύω πως μπορώ, ούτε γιατί το κακό πέρασε πια.

τού μου;

Κάθε άλλο. Παρά την «ισορροπία» μου και τη φαι­

«Φαίνεται πως η ψυχανάλυση έπιασε τόπο» λέω

νομενική «αντικειμενικότητα» που μου επιτρέπει να

στο δόκτορα Κλίνγκερ. «Σας συγχαίρω, γιατρέ

διηγούμαι τη συμφορά μου, καμιά φορά σκέφτομαι

μου». Γελάει. «Πάντα ήσαστε πιο δυνατός απ' όσο

πως θα με Όρουν και χειρότερα. Απλούστατα: στα δύο μου χρόνια ο θάνατος με τρομοκρατούσε. Έτσι, από το μίσος μου για το θάνατο, οχυρώθηκα σε μια

πιστεύατε». «Καλύτερα να μην το μάθαινα ποτέ. Κι

ύστερα, δεν είμαι δυνατός. Δε μπορώ να ζήσω πολύ σ' αυτό το χάλι». «Κι ωστόσο ζείτε, και πρέπει να

θέση απ' όπου δε μπορώ να υποχωρήσω μόνο και μό­

ζήσετε». «Σύμφωνοι, ζω. Αλλά δε μπορώ να ζήσω.

νο επειδή με βρήκε αυτό το κακό. 'Οσο τρομερό κι αν

Ποτέ δεν ήμουνα "δυνατός". Μόνο προσεχτικός.

είναι αυτό που έπαθα, ο παλιότερος και αδυσώπη­

ΑκρίΌεια. Τιμιότης. Ευγένεια. Καλοί Όαθμοί σε όλα

τος εχθρός μου, η Εξόντωση, εξακολουθεί να μου

-28--

τα μαθήματα. Έδινα εγκαίρως την εργασία μου στον'

-29-

ΦΙΛΙΠ ΡΟΘ

ΤΟ ΒγΖΙ

καθηγητή, κι έπαιρνα το ΟραΟείο. Γιατρέ μου, είναι

καλαμπούρια.Μέσα στο απίστευτο, στο αγιάτρευτα

φριχτά εδώ μέσα. Δεν αντέχω άλλο, θέλω να τρελα­

συνηθισμένο, θαρρώ πως μου θυμίζουν το επίπεδο

θώ, να ξεσπάσω, να ουρλιάξω, αλλά δε μπορώ!

στο οποίο βιώνουμε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής

Κλαίω. Φωνάζω. Βουλιάζω ώς τον πάτο. Πάτωσα.

μας. Στην πραγματικότητα, σε μια τέτοια κατάστα­

Κι έπειτα συνέρχομαι. Αστειεύομαι -μαύρο χιού­

ση, αποζητάς προπάντωντην ανοησία, τα επουσιώ­

μορ. Ακούω ραδιόφωνο. Ακούω δίσκους στο πικάπ.

δη και τα ανόητα στοιχεία της εμπειρίας. Γιατί πέρα

Σκέφτομαι όσα είπαμε. Κρατάω την οργή μου, την

από το τερατώδες σωματικό γεγονός, υπάρχει οέ­

κρατάω και περιμένω να ξαναρθείτε. Μα είναι τρέλα

οαια και η πνευματική ευθύνη που μοιάζει να έχω

να συνέρχομαι. Είναι τρέλα να προχωράω οήμα ση­

αναπτύξει μέσα σ' αυτή την τεράστια και μοναδική

μειωτόν, αφού δεν έχω πόδια! Με ορήκε μεγάλη συμ­

δυστυχία μου. ΤΙ ΝΟΗΜΑ ΕΧΕΙ; ΠΩΣ ΤΟ 'ΠΑΘΑ; ΚΑΙ

φορά, κι εγώ ακούω τις ειδήσεις των έξι! Ακούω το

ΓΙΑΤΙ; ΓΙΑΤΙ ΝΑ ΤΟ ΠΑΘΕΙ Ο ΑΛΑΝ ΝΤΕΗΒΙΝΤ ΚΕΠΕΣ,

δελτίο καιρού!» Όχι, όχι, λέει ο δόκτωρ Κλίνγκερ:

ΜΕΣΑ ΣΕ ΟΛΗ ΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΥ ΓΕ­

ισχυρός χαρακτήρας, θέλετε να ζήσετε.

ΝΟΥΣ; Ο δόκτωρ Κλίνγκερ είναι σπουδαίοςγιατρός,

.Οσο

κι αν διατυμπανίζω κατά διαστήματα πως

γι' αυτό μου μιλάει για «ισχυρό χαρακτήρα»και «θέ­

θέλω να τρελαθώ, φαίνεται πως είναι αδύνατον: εί­

ληση να ζήσω», ή μάλλον «γιώτα-χι» και «θήτα να

ναι πάνω απ' τις δυνάμεις μου -ή μάλλον, κάτω.

ζήτα» όπως τα λέμε κάθε φορά που συζητάμε. Αυτές

Χρειάστηκε να πάθω ό,τι έπαθα, για να διαπιστώσω

οι κοινότοπες φράσεις είναι το θεραπευτικό ισοδύ­

πως είμαι τέρας ψυχικής υγείας.

ναμο των ανάπηρων χωρατών μου. Σ' αυτές τις πα­

Έτσι, όσο κι αν υποκρίνομαι πως είμαι μόνος, ξέ­

ράλογες στιγμές, αρπάζομαι από όλα τα οικεία και

ρω πως με μελετούν, πως με παρακολουθούν, όπως

τα συνηθισμένα· προτιμώ το κοινότοπο από το απο­

από το γυάλινο πάτο της οάρκας παρατηρούν την

καλυπτικό -γιατί, στο κάτω κάτω, όσο κι αν είμαι

ιδιωτική ζωή της θαλάσσιας χελώνας και της φάλαι­

Όράχος ψυχικής ισορροπίας, ξέρουμε και οι δυο πως

νας. Σκέφτομαι αυτά τα υδρόΌια θηλαστικά, γιατί

όλα αυτά είναι αδύνατον να τα αντέξω.

τώρα τους μοιάζω πολύ στο μέγεθος και στο σχήμα, κι επειδή λένε πως η χελώνα είναι ευφυές ζώο, ίσως και λογικό. Είμαι κάτι σα χελώνα, λέω μέσα μου, για

κάποιον οαθύ ή επιπόλαιο λόγο. Μια ξενερισμένη φάλαινα. Ο Ιωνάςμέσα στη φάλαινα. «Σαν ψάρι έξω απ' τα νερά του». Δε μπορώ ν' αποφύγω κάτι τέτοια -3(}-

-31-

Απ' όσο ξέρω, οι μόνοι που με επισκέπτονται εκτός από τους επιστήμονες, τους γιατρούς και το νοση­ λευτικό προσωπικό, είναι η Κλαίρη, ο πατέρας μου και ο .Αρθουρ Σόνμπρουν, πρώην κοσμήτωρ της

σχολής μου και νυν πρύτανης του πανεπιστημίου. Η γενναιότητα του πατέρα μου είναι.ιεκπληκτική. Δε μπορώ να την εξηγήσω αλλιώς -λέω μόνο πως ποτέ μου δεν τον είχα καταλάδει. Κανένας δεν τον είχε

καταλάδει. Δουλευταράς, τετραπέρατος, τύραννος -μόνο αυτά ήξερα, παρατηρώντας τον τόσα χρόνια

στη δουλειά. Μαζί μας, με την οικογένειά του, ήταν ευέξαπτος, απαιτητικός, αθώος, προστατευτικός, τρυφερός και δαθιά ερωτευμένος. Όμως αυτή η αυ­ τοκυριαρχία μπροστά στον τρόμο, ο έλεγχος μπρο­

στά στο τερατώδες -ποιος θα περίμενε τέτοια αντί­ δραση από έναν άνθρωπο που όλη του τη ζωή είχε ένα ξενοδοχείο δήτα κατηγορίας στο Νότιο Φόλ­

-33­ 3.

Το ι1υζί

ΤΟ ΒγΖΙ

ΦΙΛΙΠ ΡΟΘ

σμπουργκ της Νέας Υόρκης; Αρχικά μάγειρας, έφτασε σιγά σιγά να γίνει ξενοδόχος. Τώρα συντα­ ξιούχος, «σκοτώνει την ώρα του» κάνοντας τον τηλε­ φωνητή στο γραφείο τροφοδοσίας του αδελφού του,

στο Μπαίησαϊντ. Έρχεται και με Όλέπει μια φορά τη

Οδομάδα. Κάθεται σε μια καρέκλα, κοντά στη θηλή μου, και μου ξαναλέει τις περιπέτειες των ανθρώπων που έμεναν στο ξενοδοχείο του όταν ήμουν παιδί. Θυμάσαι τον Άμπραμς με το καπελάδικο; Θυμάσαι τον Κοέν τον πεντικιουρίστα; Θυμάσαι τον Ρόσεν­ χαϊμ με την Κάντιλακ, που έκανε τα κόλπα με την

τράπουλα; Ναι, ναι, ναι, μάλλον ναι. Λοιπόν, ο ένας πεθαίνει, ο άλλος έφυγε για την Καλιφόρνια, ο πα­

ράλλος έχει ένα γιο που παντρεύτηκε Αιγυπτία. «Πώς σου φαίνεται;» μου λέει. «Εγώ πάντως έλεγα

πως δε θα τους δίνατε άδεια εκεί πέρα». Αχ, μπα­ μπά, θέλω να του πω, πάντα γίνονται θαύματα ... Α, όχι, τέτοια εξυπνάδα δε θα του την έλεγα ποτέ, ούτε κατά διάνοιαν. Η παράστασή του μου προκαλεί δέος, δεν το σηκώνει. Αλλά -να 'ναι παράσταση; Σκέφτομαι: «Να ο πατέρας, που τις νύχτες έκανε τον κονφερανσιέ στο καζίνο -και με τι επισημότητα πα­

ρουσίαζε εκείνους τους σερΌιτόρους που τραγου­ δούσαν το "Έλι, Έλι"! Ιδού ο Έημπ Κέπες, του

Ουγγρικού Βασιλικόύ Ξενοδοχείου Κέπες, στο Νό­ τιο Φόλσμπουργκ. Και τι Όγαίνει απ' όλα τούτα; Να τον πω Θεό, κρετίνο, ή απλώς αμήχανο; Ή μήπως δεν του μένει τίποτ' άλλο, παρά να μου μιλάει όπως

μου μιλούσε πάντα; Μα δεν καταλαΌαίνει, τέλος

-34­

πάντων; Δε μπορεί να χωνέψει τι έχει συμΌεί; Έπειτα φεύγει, χωρίς να με φιλήσει. Κάτι και­ νούργιο, και για τον πατέρα και για μένα. Και τότε μόνο συνειδητοποιώ πόσο του έχει στοιχίσει· τότε μόνο συνειδητοποιώπως είναι παράσταση, και πως ο πατέρας μου είναι σπουδαίοςάνθρωπος, ευγενική ψυχή.

Κι η μητέρα, που ταράζεταιμε το παραμικρό;Ευ­ τυχώς, έχει πεθάνει. Αν ζούσε, αυτή η ιστορία θα τη σκότωνε. Κι αν δεν τη σκότωνε; Τι ευγένεια μπορεί

να είχε εκείνη, μια ζωή καμ~ριέρα και μαγείρισσα; Εκείνη, που κουμαντάριζεαλκοολικούςφουρνάρη­ δες και δολοφονικούςπλασιέ ρώσικης σαλάτας και πιτσιρικάδεςπου κατουριόντουσανστο κρεΌάτι, θα

μπορούσε ν' αντέξει και τούτο δω; Κτήνη, τους φώ­ ναζε, ζώα, αλλά ξαναγυρνούσεπάντα στα τσαγιερά, στα σφουγγαρόπανακαι στα ασπρόρουχα, μ' όλο το

άγχος που ήταν αναγκασμένη να υφίσταται, από το

σαΟΟατοκύριακοτης Μεγάλης Επετείου ως το Γιομ Κιππούρ, ένα άγχος που της το προκαλούσεη (ριζι­

κά ανθρώπινη) ανεπαρκής Όοήθειά μας. Στο κάτω κάτω, απ' τη μητέρα μου δεν έχω κληρονομήσειτην αποφασιστικότητα; Στο δικό της παράδειγμα δεν

οφείλω την επιΌίωσή μου; Θέλετε κι άλλες κοινοτο­ πίες; Ορίστε: κατάφερανα υπομείνωτη μεταμόρφω­

σή μου σε θηλαστικόαδένα, επειδή μεγάλωσασ' ένα κλασικό ξενοδοχείοτου Κάτσκιλ, σ' ένα περιΟάλλον γεμάτο κρίσεις.

Η Κλαίρη δεν τα κατάφερεσαν τον πατέρα μου να

-35­

ΦΙΛΙΠ ρόΘ

ΤΟ ΒγΖI

εξουδετερώσει αμέσως την αγωνία της, έστω κι αν η

σίωσης που έδειχνε αυτή η ψυχρή, συγκρατημένη και

απάθειά της ήταν εξαρχής τονωτική για μένα, ένα

ανακουφιστικό ,αντίδοτο για την πρώην γυναίκα μου, ή και για τη μητέρα μου ακόμη, και για τα ξε­ σπάσματά της που γνώρισα τότε, στις σπηλιές των παιδικών μου χρόνων. Αυτό που με παραξένεψε ωστόσο, δεν ήταν τα δάκρυά της, αλλά το οάρος του κεφαλιού της κάπου στη μέση μου όταν, στα πέντε λεπτά της πρώτης επίσκεΨΌς της, έσπασε κι άρχισε να κλαίει με λυγμούς. Μα πώς μπορεί να θέλει να με αγγίζει; Πώς μπορεί ν' ακουμπάει πάνω μου το πρό­ σωπό της; Πίστευα πως κανείς δε θα με ξανάπιανε πια, εκτός απ' τους γιατρούς, τις νοσοκόμες ή το νο­ σηλευτικό προσωπικό. Σκέφτηκα: «Κι αν η Κλαίρη έχει μεταμορφωθεί σε πελώριο πέος ...» Αλλά δεν εί­ χε νόημα να παρακολουθήσω τη φαντασίωση ως το τέλος. Αυτό που έγινε το είχα πάθει μόνο εγώ και κανένας άλλος, γιατί δε μπορούσε να συμοεί σε κα­ νέναν άλλο, κι ακόμα κι αν δε γνώριζα γιατί, έτσι ήταν, κι έπρεπε να υπάρχει κάποιος λόγος, άσχετο αν εγώ δε θα τον μάθαινα ποτέ. Όπως είπε και ο δόκτωρ Κλίνγκερ, με το μελετημένα ήπιο ύφος του, μπορεί να Οάζω τον εαυτό μου στη θέση της Κλαίρης, αλλά αυτό ξεπερνάει τα όρια του χρέους. Αρκεί, λοι­ πόν· ακόμη κι εγώ το Όρισκα άσκοπο να φαντάζομαι την Κλαίρη Όοινγκτον σαν ένα αρσενικό μόριο ύψους ένα κι εΟδομήντα ... Ωστόσο, δεν κατάφερα ν' απαλλαγώ εντελώς από κάποια αισθήματα ντροπής στη σκέψη πως δε θα φαινόμουν ποτέ άξιος της αφο­

-36-

ανεκδήλωτη κοπέλα. Δεν άξιζα ούτε την αφοσίωσή της ούτε την αυθόρμητη, ανθρώπινη συμπόνια της.

Α, όχι, ούτε και στην άκρα δυστυχία δεν έπαψα να μετρώ την αξία μου σε σύγκριση με τους άλλους, πο­

τέ δεν έπαψα να θυμάμαι πως όσα παίρνω οφείλον­ ται σε ελλιπή κατανόηση, συγκίνηση και ηθικό μεγα­

λείο. Οφείλω να ομολογήσω πως μια τέτοια ανελέη­ τη και νοσηρή αυτοκριτική συμοαδίζει συχνά μ' έναν

ρηχό φαρισαϊσμό και κάποια ψήγματα ανωτερότη­ τας, και δεν αρνούμαι ότι στην προηγούμενη ζωή μου σπάνια είχα τόσο ευτελή ιδέα για τον εαυτό μου, που να μην ελέγχεται άψογα από μια έντιμη αποτί­ μηση των προτερημάτων και των αρετών μου. Θέλω

να πω, παρά τη μεταμόρφωσή μου, δεν άλλαξε ση­ μαντικά ο τρόπος που εκτιμώ και αποτιμώ τον εαυτό μου· κι αν μ' αυτό τον τρόπο συνεχίζω να διατηρώ

την ταυτότητά μου, την ψυχική μου ισορροπία και

μαζί της τη θήτα να ζήτα, στη σεξουαλική σφαίρα μου έχει επιφέρει σημαντική εσωτερική αναστάτω­ ση, και παραλίγο να προκαλέσει την κατάρρευση και την εξόντωσή μου.

Εννοώ τα χατίρια που ζητάω απ' την Κλαίρη, και που εκείνη μου τα κάνει αγόγγυστα. Μετά την πρώτη της επίσκεψη, ήταν ζήτημα λίγων ημερών πριν της

ζητήσω να μου μαλάξει τη θηλή μου, αλλά όχι «αδιά­ φορα», ούτε αγνά, σαν τη νοσοκόμα κάθε πρωί, που νόμιζε απλώς πως ετοιμάζει τον ασθενή της, κι όχι πως τον τρελαίνει με τα χέρια της. Αν η Κλαίρη δεν

-37-

ΦΙΛΙΠ ΡΟΘ ΤΟ ΒΥΖΙ

είχε ακουμπήσει πάνω μου το πρόσωπό της εκείνη την πρώτη φορά, αμφιοάλλω αν θα της το ζητούσα τόσο γρήγορα· ίσως και να μην έορισκα ποτέ το θάρ­ ρος. Όμως, για να 'μαι ειλικρινής, απ' τη στιγμή που ένιωσα το 6άρος του κεφαλιού της πάνω μου, απ' τη στιγμή που την άκουσα να κλαίει για το χάλι μου,

ε~δα αμέσως όλες τις δυνατότητες, και ήταν απλώς ζήτημα χρόνου (και πολύ λίγου, μάλιστα) ώσπου να της ζητήσω την έσχατη πράξη της σεξουαλικής απο­ κτήνωσης μέσα στις συγκεκριμένες συνθήκες.

Πριν συνεχίσω, πρέπει να διευκρινίσω ότι η Κλαί­ ρη δεν είναι ούτε Στρίγκλα ούτε Παρθένα' σε όλη τη διάρκεια της σχέσης μας την ερέθιζαν εξαίσια οι πιο συνηθισμένες σεξουαλικές κινήσεις, ήταν γερή και

πάντα πρόθυμη, κι ωστόσο αποφασιστικά αδιάφορη για όσα θεωρούσε περιττά και επουσιώδη. Μπορεί να φαίνεται παράξενο, κι ίσως κανείς να φανταζό­

ταν πως συμδαίνει το αντίθετο, αλλά είναι η μόνη γυναίκα με την οποία είχα σχέσεις, και αρνήθηκε την πρωκτική συνουσία. Προς μεγαλύτερη έκπληξή μου, απ' την αρχή δυσφορούσε να δεχτεί το σπέρμα μου στο στόμα της, με αποτέλεσμα να ανέχεται στο τέλος την πεολειχία μόνο σαν παιχνίδι προπαρασκευαστι­

κό της συνουσίας, και ποτέ ως μέσο για να με οδηγή­ σει στην εκσπερμάτωση, ενώ η ίδια γνώριζε μεγάλες οργασμικές ηδονές με την αιδοιολειχία. Δεν παρα­

πονιόμουν ιδιαίτερα γι' αυτό, αλλά κάπου κάπου γκρίνιαζα, σαν όλους τους άντρες που δεν έχουν γί­ νει ακόμα 6υζιά. Βλέπετε, δεν είχα τα πάντα σ' αυτή

τη ζωή. Κατά τα άλλα, όπως σας έλεγα και πριν, το πάθος μας στα δύο πρώτα χρόνια της σχέσης δεν

ήταν απλώς πλουσιότερο απ' οτιδήποτε είχα γνωρί­ σει ως τότε, αλλά μου έδινε και δύναμη, μ' έναν τρό­ πο γοητευτικό και πρωτόγνωρο' αλλά κι όταν ο πό­

θος μου για την Κλαίρη είχε αρχίσει να φθίνει εμφα­

νώς, πάντα μ' άρεσε να την κοιτάζω γδυτή, και ηδο­ νιζόμουννα πέφτω στο κρεΟάτι και να την παρακο­ λουθώ όταν γδυνόταν τη νύχτα ή ντυνόταν το πρωί. Στην πραγματικότητα,η ίδια η Κλαίρη μου πρό­

τεινε να παίζει με τη θηλή μόύ, αν ήθελα. Αυτό έγινε

στην τέταρτη επίσκεψή της, την τέταρτη μέρα' προ ολίγου της είχα περιγράψειγια πρώτη φορά την πα­ ράξενη ηδονή που ένιωθα όταν με έπλενε η νοσοκό­ μα το πρωί. Σκόπευανα της πω μόνο αυτό και τίποτ' άλλο, τουλάχιστον προς το παρόν..

.Ομως η Κλαίρη είπε: «Θες να σου κάνω κι εγώ το ίδιο;» «Μπο- μπορείς;»

«Και δέοαια, αν θέλεις!» Και ΟέΟαια. Κοίτα ψυχραιμία! «Θέλω!» φώναξα. «Θέλω!»

«Τότε, πες μου πώς σ' αρέσει» είπε. «Πες μου πώς σε δολεύει καλύτερα». «Είναι κανένας άλλος στο δωμάτιο;» «Μόνο εσύ κι εγώ».

«Μήπως υπάρχει τηλεόραση;» «Όχι, πουλάκι μου, όχι!»

«Αχ, σφίξ' τη μου, σφίξ' τη μου πολύ δυνατά».

-38-39-

ΤΟ ΒγΖΙ

ΦΙΛΙΠ ΡΟΘ

τι θα 'θελα στην πραγματικότητα;Θέλω να τη γαμή­

Άλλη μια φορά, μέρες αργότερα, έπειτα από μια ασυνάρτητη συζήτηση που κράτησε σχεδόν μια ώρα, η Κλαίρη είπε: «Ντέη6ιντ, μωρό μου, τι θέλεις; Να τη

της πισωκολλητά. Και να κουνιέται, πάνω κάτω -θέ­

βάλω στο στόμα μου;»

λω να λυσσάξει πάνω στη ρόγα μου! Όμως φ06άμαι

σω! Να δω αυτή την κοπελάρα να σκύ6ει πάνω από την κούνια μου και να χώνει τη θηλή μου στο μουνί

πως αν το πω ποτέ, θα τη διώξω. Θα το 6άλει στα

«Ναι! Ναι!»

Μα πώς μπορούσε; Πώς μπορεί; Γιατί το κάνει; Εγώ θα το 'κανα στη θέση της; Λέω του δόκτορος Κλίνγκερ: «Της ζητάω πολλά. Είναι φριχτό. Πρέπει να το κόψω. Θέλω να μου το κάνει συνέχεια, κάθε λεπτό που 6ρίσκεται εδώ μέσα. Δε θέλω να μου δια­ 6άζει -δεν την παρακολουθώ. Δε θέλω ούτε να μου μιλάει πια. Θέλω μόνο να μου τη σφίγγει και να την πιπιλάει και να τη γλείφει. Δεν το χορταίνω. Όταν σταματάει, είναι αφόρητο. "Κι άλλο! Κι άλλο!" ουρ­ λιάζω. Δεν το αντέχω να φεύγει, γιατί θέλω κι άλλο. Όχι, θα τη διώξω. Πρέπει να το κόψω. Στο τέλος, θα με παρατήσει αυτΊ]. Και τότε δε θα 'χω κανέναν. Τό­ τε θα 'χω μόνο τη νοσοκόμα το πρωί, και τέρμα. Θα 'ρχεται κι ο πατέρας μου, θα μου λέει ποιος πέθανε και ποιος παντρεύτηκε. Θα' ρχόσαστε κι εσείς και θα μου μιλάτε για τον ισχυρό μου χαρακτήρα, αλλά δε θα' χω γυναίκα. Δε θα 'χω αγάπη ούτε σεξ, ποτέ πια! Φαντάζομαι την Κλαίρη, την οραματίζομαι-τη 6λέ­ πω να με 6υζαίνει! Θέλω να γδυθεί -αλλά φ06άμαι να της το ζητήσω! Δε θέλω να τη διώξω -αρκετά πα­ ράξενα είναι κι έτσι, αλλά και πάλι μπορώ να φαντά­ ζoμαι πως έχει γδυθεί. Θέλω να 'ναι γδυτή, τα ρούχα πεσμένα στο πάτωμα, στα πόδια της. Θέλω να πέσει πάνω μου, να κυλιέται πάνω μου. Αχ, γιατρέ, ξέρετε

-40-

πόδια και δε θα ξαναγυρίσει».

Η Κλαίρη έρχεται το 6ραδάκι, μετά το δείπνο, και τα σα66ατοκύριακα. Τα πρωινά είναι δασκάλα, δι­ δάσκει στην τετάρτη τάξη, στο σχολείο της Μπανκ Στρητ, εδώ στη Νέα Υόρκη. Είναι αριστούχος του

Κορνέλ. Η μάνα της είναι γυμνασιάρχης στο Σενε­ κτάντυ, κι έχει πάρει διαζύγιο απ' τον άντρα της, που είναι μηχανικός και δουλεύει στη Γουέστερν Ελέκτρικ· η μεγάλη της αδερφή, η πιο συντηρητική απ' τις δυο κόρες των ·Ο6ινγκτον, έχει παντρευτεί οικονομολόγο που δουλεύει στο Υπουργείο Εμπο­

ρίου, έκαναν και τέσσερα παιδιά με κάτι μαλλιά σα στουπιά, και μένουν στην Αλεξάνδρεια της Βιρτζί­ νια. Έχουν κι ένα σπίτι στη νότια ακτή του Μάρθα'ς

Βίνγιαρντ, και πέρσι το καλοκαίριπεράσαμενα τους δούμε με την Κλαίρη όταν πηγαίναμε διακοπές στο

Ναντάκετ. Κου6εντιάσαμε πολιτικά, για τον πόλε­ μο. ·Οταν τελειώσαμε, παίξαμε μπάλα με τα πιτσιρί­ κια στην παραλία, κι έπειτα φάγαμε 6ραστό αστακό

στο ·Εντγκαρταουν· μετά πήγαμε σινεμά, με 60υτυ­

ρωμένα χέρια και μούτρα δαρμένα απ' τον αέρα. Τέ­ λεια. Αλήθεια, περάσαμε πολύ όμορφα, κι ας ήταν

συντηρητικοί οι οικοδεσπότες μας το ξέρω πως εί­

-41-

ΦΙΛΙΠ ΡΟΘ

ναι συντηρητικοί, γιατί μου το λέγανε μόνοι τους όλη την ώρα. Πάντως, περάσαμε θαύμα. Η Κλαίρη, ξαν­ θιά και πρασινομάτα, είναι αδύνατη, με μακριά πό­

δια, αλλά γεμάτο στήθος. «Φαντάσου πώς θα κρεμά­ σουνε στα πενήντα μου» λέει, «αν κρέμονται έτσι στα

είκοσι πέντε». «Αποκλείεται» λέω, και σε μιαλακκού­ οα ανάμεσα στους αμμόλοφους ξεκουμπώνει το σου­ τιέν του μπικίνι της, το ολέπω να πέφτει, ξαπλώνο­ μαι τ' ανάσκελα στην καυτή άμμο, πατάω γερά τα

πόδια μου, κλείνω τα μάτια, ανοίγω τα χείλια, και

περιμένω να μου οάλει το ουζί της στο στόμα μου. Τι αίσθηση! Και η θάλασσα να μουγκρίζει στο Οάθος. Λες κι ήταν η ίδια η υδρόγειος σφαίρα -μια απαλή σφαίρα!- κι εγώ κανένας Ποσειδώναςή Δίας! Γι' αυ­ τό οι Έλληνες έφτιαξαν ανθρωπόμορφου ς θεούς

-μόνο τέτοιοι θεοί έχουν γούστο. «Του χρόνου το κα­ λοκαίρι θα το περάσουμε στον ωκεανό» της λέω,

όπως λένε όλοι την πρώτη μέρα των διακοπών τους. «Πάμε πρώτα σπίτι να κάνουμε έρωτα» ψιθυρίζει η ψηλή, γυμνόστηθη Κλαίρη, γονατίζοντας δίπλα μου'

νομίζει πως είμαι κα6λωμένος, όπως τον παλιό και­ ρό. «Α, όχι, ας μείνουμε έτσι, εδώ. Ε, τι τρέχει; Για

περάστε, δεσποινίς! Στο στόμα μου σας θέλω!» «Να μη σου κόΌω τον αέρα. Είχες αρχίσει να πρασινί­ ζεις». «Από τη ζήλια μου» της λέω.

Ναι, ναι, έτσι ακρι6ώς της είπα. Ομολογώ απερί­ φραστα ότι το είπα. Κι αν ήταν παραμύθι ολ' αυτά,

θα καταλα6αίναμε αμέσως το ηθικό δίδαγμα: «Φυ­ λάξου απ' τις τρελές επιθυμίες, γιατί μπορεί να

--42-

ΤΟ ΒγΖΙ

6γουν αληθινές». Όμωςη ιστορία μου είναι αληθινή -τουλάχιστον για μένα, αναγνώστη, αν όχι για σένα.

Ήθελα να γίνω πολλά πράγματα στη ζωή μου, και μάλιστα πολύ πιο παράξενα, εκτός απ' το ν' αποκτή­

σω στήθος σε κείνη την παραλία, ή να γίνω το 6υζί της Κλαίρης. Κι αν τελικά κι αυτό είναι παραμύθι,

τότε γιατί μια αθώα επιθυμία (αν ήταν ποτέ «επιθυ­ μία») προορισμένη μάλλον να θέλξει και να κολακέ­

ψει, παρά να γίνει αληθινή, μια επιθυμία που δεν

πηγάζει από τη λαχτάρα, αλλά από την ευτυχία και την ευδαιμονία της στιγμής, γιατί να πραγματοποιη­

θεί, όταν ελπίδες και όνειρα επιτακτικά, όνειρα εκ­ φρασμένα με απελπισία, τόσες φορές, έφτασαν να

υλοποιηθούν 6ήμα 6ήμα; 'Οχι, το θύμα δεν ασπάζε­ ται τη θεωρία που μιλάει για την εκπλήρωση των επι­

θυμιών, και σας συμ60υλεύω να μη τη λά6ετε υπό­ ψη, όσο κι αν είναι ωραία ή της μόδας. Η πραγματι­

κότητα την ξεπερνάει σε μεγαλείο. Η πραγματικότη­ τα έχει στυλ. Ορίστε. Αν δε μπορείτε να ζήσετε χωρίς ηθικό δίδαγμα, ιδού το δίδαγμα αυτής της ιστορίας. «Η πραγματικότητα έχει στυλ» συμπεραίνει ο θλιμ­

μένος καθηγητής που έγινε 6υζί. Άντε τράδα τώρα, πονηρέ και μακάριε κάφρε, να 6γάλεις μόνος σου το άλλο ηθικό δίδαγμα! Την «έσχατη» πρότασή μου δεν την έκανα στην

Κλαίρη, αλλά στη νοσοκόμα μου. Της είπα: «Ξέρετε τι σκέφτομαι όταν με πλένετε; Να σας πω τι σκέφτο­ μαι τώρα δα;»

«Τι συμ6αίνει, κύριε Κέπες;»

--43-

ΤΟ ΒΎΖΙ

ΦΙΛΙΠ ΡΟΘ

«Δεσποινίς Κλαρκ, θέλω να σας γαμήσω με τη θη­

Αντίθετα από το δόκτορα Γκόρντον, την Κλαίρη και τον πατέρα μου, που με διαδεδαιώνουν αδιάκο­

λή μου». «Δε σας ακούω, κύριε Κέπες».

πα ότι δε με παρακολουθεί κανένας άλλος εκτός από

«Με καΌλώνειςτόσο, που θέλω να σε σκίσω! Θέλω

εκείνους που μου γνωστοποιούν την παρουσία τους,

να κάτσεις πάνω στη ρόγα μου, με το μουνί σου!»

ο δόκτωρ Κλίνγκερ δεν έκανε ποτέ τον κόπο να με

Χωρίς να σταθεί ούτε να το σκεφτεί (η συνήθεια

καθησυχάσει ως προς αυτό το σημείο. «Και λοιπόν;»

του επαγγέλματος), είπε: «Σε μισό λεπτό τελειώνω,

είπε. «Κι αν είναι στην πρώτη σελίδα; Και τι μ' αυ­

κύριε Κέπες».

τό;»

Σπαράζω και ουρλιάζω: «Δε μ' ακούς, παλιοπου­

«Δεν τους πέφτει λόγος!»

«'Ομως εσείς θέλατε να το κάνετε. Δε θέλατε;»

τανάρα;»

«Σε μισό λεπτάκι είμαστε έτοιμοι ... »

«Ναι! Ναι! Κι εκείνη με αγνόησε! Έκανε σα να της

Ως την ώρα που ήρθε ο δόκτωρ Κλίνγκερ, στις

είπα να τελειώνει, να ξεμπερδεύουμε! Δεν τη θέλω

τέσσερις ακριΌώς, ήμουν εΌδομήντα κιλά ντροπή και

πια! Δεν την αντέχω τη σκύλα! Θέλω άλλη νοσοκό­

τύψεις. Είχα χάσει τον αυτοέλεγχό μου, και οι συνέ­

μα!»

πειες ήταν χειρότερες απ' ό,τι περίμενα. Μ' έπνιξαν

«Ποιαν έχετε υπόψη σας;»

τ' αναφιλητά όταν έλεγα στο δόκτορα Κλίνγκερ τι

«Καμιά νέα, και όμορφη! Γιατί όχι;»

έκανα, μ' όλο το χάλι μου και παρόλο που με είχε

«Και που να τα θέλει;»

προειδοποιήσει. Και τώρα, του είπα, όλα είναι

«Ναι! Ναι! Γιατί όχι; Γιατί όχι, αφού το θέλω εγώ;

γραμμένα σε μαγνητοταινία, τα παρακολούθησαν

Είναι τρέλα! Έπρεπε να μ' αφήσετε να το κάνω όλη

εκατοντάδες (ή και χιλιάδες) που με κοιτάζουν από

μέρα! Έτσι κι αλλιώς, δε ζω κανονική ζωή, και δεν

το αμφιθέατρο -ή τις κερκίδες! Είμαι σίγουρος πως

έχω καμιά διάθεση να φαντάζομαι πως τη ζω! Εσείς

αύριο όλες οι εφημερίδες θα μ' έχουν στην πρώτη σε­

με θέλετε κανονικό, εσείς λέτε πως πρέπει να 'μαι

λίδα. Οι επιδάτες θα κρέμονται απ' τις χειρολαδές

κανονικός σε τέτοια κατάσταση! Πρέπει να 'μαι λο­

σκασμένο ι στα γέλια. Γιατί, δέδαια, υπήρχε και η εύ­

γικός άνθρωπος, όταν δρίσκομαι σε τέτοιο χάλι; Εί­

θυμη πλευρά: γίνεται καταστροφή χωρίς την εύθυμη

σαι τρελός, γιατρέ μου, τρελός για δέσιμο! Θέλω να

πλευρά της; Βλέπετε, η δεσποινίς Κλαρκ είναι γε­

κάτσει απάνω μου, με το μουνί της! Γιατί όχι; Θέλω

ροντοκόρη, εξηνταπεντάρα, και απ' ό,τι μου λένε

και την Κλαίρη! Γιατί να μην το κάνει η Κλαίρη;

φέρνει προς το κοντόχοντρο. Κι εγώ το 'ξερα, δε

Όλα τ' άλλα τα κάνει! Γιατί να μην το κάνει κι αυτό;

μπορώ να πω πως δεν το 'ξερα.

Τι σε πειράζει; Σου φαίνεται χοντρό; Και τι ξέρετε

-44--

~5­

ΤΟ ΒγΖΙ

ΦΙΛΙΠ ΡΟΘ

όλοι εσείς από χοντράδες; Υπάρχει μεγαλύτερη χον­ τράδα απ' το να μου αρνιέσαι μια μικρή ευχαρίστηση μέσα σ' αυτό τον αδυσώπητο εφιάλτη; Γιατί να μη με

τρίοουν και να με λαδώνουν και να με μαλάζουν και να με πιπιλάνε και να με γλείφουν και να με γαμάνε, αφού το θέλω; Γιατί να μην έχω όσα σκέφτομαι κάθε λεπτό της ημέρας, αν είναι να γλΙΤ
αφήνεις! Κάθομαι στην κούνια μου και παρασταίνω τον λογικό! Εδώ είναι η τρέλα, γιατρέ μου! Είναι τρέλα να 'σαι λογικός!»

Δεν ξέρω πόσα κατάλαοε ο δόκτωρ Κλίνγκερ· φαίνεται πως έτσι κι αλλιώς είναι δύσκολο να με

ακούσουν όταν μιλάω δυνατά και καθαρά, και τώρα που έκλαιγα με λυγμούς και ούρλιαζα χωρίς να λ~­ γαριάζω ούτε τις κάμερες ούτε τους θεατές στις κερ­

κίδες ... Ή μήπως το 'κανα επίτηδες; Είχα γίνει τόσο έξαλλος από την άσεμνη πρόταση που έκανα εκείνο το πρωί στη νοσοκόμα μου; Ή μήπως όλα τούτα ήταν ένα υστερικό επεισόδιο για το μεγάλο μου κοι­ νό, κάπου πιο πέρα -για να πείσω το κοινό μου πως είμαι ακόμη άνθρωπος, γιατί μόνο ο άνθρωπος έχει συνείδηση, λογική, πόθους και τύψεις; Η κρίση αυτή κράτησε κάμποσους μήνες. Λίγο λί­

γο, είχα αρχίσει ν' αντιμετωπίζω πονηρά την άκαμ­ πτη και ευσυνείδητη δεσποινίδα Κλαρκ. Στο τέλος, ένα πρωί που μ' έπλενε, καθώς στριφογύριζα εκστα­

τικά σα σοούρα, της πρόσφερα λεφτά, όσα όσα, φτά­ --46-

νει να κατεοάσει τοορακί της και να χώσει τη ρόγα μου στο μουνί της πισωκολλητά. «Σκύψε και πάρ' τηνε από πίσω! Θα σου δώσω όσα θέλεις!» Πώς θα 'παιρνα λεφτά απ' την τράπεζα για να της τα δώσω, πώς θα δανειζόμουν αν ζητούσε παραπάνω απ' όσα

είχα, ήταν ένα πρόΟλημα που προσπάθησα να το λύ­ σω όλη την ατέλειωτη, μοναχική μέρα. Γιατί ήξερα

πως δεν είχα κανέναν να με οοηθήσει, δε θα μπορού­ σα να κάνω ποτέ τη συναλλαγή παρά σε μια ομίχλη γεμάτη μαγικές αυνανιστικές δυνατότητες ... Εκείνη την εποχή, αν κι είχα ήδη σ~μπληρώσει πέντε μήνες με τη νέα μου μορφή, δεν ήθελα ακόμη άλλους επι­

σκέπτες εκτός από την Κλαίρη και τον πατέρα μου, ήμουν ευάλωτος. Τώρα οέοαια, μπορεί να σας φανεί

ανεξήγητη ευαισθησία, τη στιγμή που πίστευα ακρά­ δαντα πως όλες οι κινήσεις μου καταγράφονταν στο μαγνητόφωνο

και

δημοσιεύονταν

στο

Νταίηλυ

Νιουζ. Δεν προσπαθώ όμως να σας πείσω εδώ πως

κατάφερα να δαμάσω εντελώς τα πιο αντιφατικά αι­ σθήματα, ή να τα οουλώσω χωρίς πάλη, σπασμούς παράνοιας ή παιδισμού. Απλώς, σας περιγράφω πώς έφτασα στη σημερινή μου κατάσταση, που χα­

ρακτηρίζεται από μια καταθλιπτική ισορροπία ... Φυσικά, αν ήθελα οοήθεια, θα ήταν εύκολο να τηλε­ φωνήσω σ' ένα φίλο, ένα νεαρό συνάδερφο με μούσι

από την Αγγλική Φιλολογία του Στόουνυ Μπρουκ, έναν ευφυέστατο ποιητή από το Μπρούκλιν' εκείνος θα μου Όρισκε τα λεφτά, και θα έκανε για λογαρια­ σμό μου τους απαραίτητους οικονομικούς διακανο­ --47-

ΦΙΛΙΠ ΡΟΘ

ΤΟ ΒΎΖΙ

νισμούς, είτε με τη δεσποινίδα Κλαρκ ή -αν εκείνη

ταν ολοένα και πιο αλλόκοτες, ώσπου στο τέλος θα

δεσμευόταν από την επαγγελματική της ηθική- με

έφτανα σε τέτοιον έσχατο αποπροσανατολισμό,

κάποια γυναίκα που το επάγγελμά της θα της επέ­

ώστε θα έπεφτα στο κενό -ή θα σαλτάριζα μόνος

τρεπε να ικανόποιήσει την επιθυμία μου έναντι

μου. Θα μου 'στριΌε. Θα έπαυα να ξέρω τι είχα

αμοιΌής. Ο νεαρός μου συνάδερφος δεν ήταν σεμνό­

υπάρξει και τι ήμουν. Θα έπαυα να ξέρω τα πάντα.

τυφος, και τρελαινόταν για περιπέτειες. Μα ούτε κι

Κι αν δεν πέθαινα, δε θα 'μουν πια παρά ένας σάρκι­

εγώ ήμουν σεμνότυφος, και κάποτε μ' άρεσαν λιγάκι

νος όγκος.

οι περιπέτειες, σεξουαλικής φύσεως εννοείται.

ΤΕτσι, με τη Όοήθεια του δόκτορος Κλίνγκερ,

'Ασχετο απ' το πώς εξέφρασα τη σύγχυσή μου παρα­

προσπάθησα να εξαλείψω, κι αν όχι να εξαλείψω,

μιλώντας στο δόκτορα Κλίνγκερ, πρέπει να καταλά­

τουλάχιστον (κατά την προσφιλή έκφραση του για­

Όετε ότι κατά Όάθος δεν αισθανόμουν σεξουαλικά

τρού) να υπομείνω τον πόθο να χώσω τη θηλή μου σ'

αδικημένος, και άρα θύμα άγριων και πολωμένων

έναν γυναικείο κόλπο. Παρά τη θέλησή μου όμως

αισθημάτων. Στα είκοσί μου χρόνια είχα πειραματι­

-που μπορεί να γίνει Όράχος όταν επιστρατεύωόλες

στεί, μάλλον εύκολα, με καμιά δεκαριά πόρνες, και

τις δυνάμεις μου- έχανα τον κόσμο όταν έμπαινε στη

μια χρονιά που σπούδαζα με υποτροφία Φούλ­

μέση το πλύσιμο· έτσι, στο τέλος, για να οοηθηθώ

μπραϊτ στο Λονδίνο, κράτησα μερικούς μήνες μια

στην ηρωική μου προσπάθεια, αποφάσισαν να μου

παράξενη σχέση με δυο κοπέλες, φοιτήτριες συνομή­

ψεκάζουν τη θηλή και την άλω μ' ένα ήπιο αναισθη­

λικές μου, από το πανεπιστήμιο του Λουντ στη

τικό πριν αρχίσει να με περιποιείται η δεσποινίς

Σουηδία, που μοιράζονταν ένα υπόγειο κι ένα κρε­

Κλαρκ. Και μόλο που το παγερό αναισθητικόδε μου

Όάτι μαζί μου στο Μπλούμπσμπερυ, ώσπου η λιγότε­

νέκρωνε τελείως την αίσθηση, την περιόριζε και μου

ρο καλλονή απ' τις δυο προσπάθησε -με μισή καρ­

επέτρεπε να παίρνω το πάνω χέρι στη μάχη -μια μά­

διά- να πέσει στις ρόδες ενός φορτηγού στη Λεωφό­

χη που τελικά την κέρδισα, όμως, μόνο όταν οι για­

ρο Κάμντεν. Δεν ήμουν λοιπόν ο άνθρωπος με τις

τροί αποφάσισαν, με τη δική μου συγκατάθεση, ν'

λιγοστές εμπειρίες και τις οδυνηρές αναστολές, που

αντικαταστήσουντη νοσοκόμα μου με νοσοκόμο.

γι' αυτό Όασανίζεται τόσο' άλλο με πανικόΌαλλε: αν

Το κόλπο έπιασε. Γιατί, και πριν από το αναισθη­

υπέκυπτα σ' αυτή την τρελή λαχτάρα, ίσως ν' αποκο­

τικό, δεν κατάφεραποτέ να ξεπεράσωτο ταμπού της

Όόμουν ανεπανόρθωτα από το παρελθόν μου και

ομοφυλοφιλίας και να φανταστώ τη θηλή μου Π.χ.

από το ανθρώπινο είδος. ΦοΟόμουν πως, αν συνήθι­

στο στόμα ή τον κώλο του κυρίου Μπρουκς, του νο­

ζα σε ανάλογες πρακτικές, οι ορέξεις μου θα γίνον­

σοκόμου, αν και συνειδητοποιώτώρα που το λέω ότι

-48-

-494.

Το 6vζί

ΦΙΛΙΠ ΡΟΘ ΤΟ ΒΥΖΙ

ο συνδυασμός του αρσενικού στόματος και της θηλυ­ κής ρόγας δε μπορεί να θεωρηθεί ομοφυλοφιλικός. Και πάλι, τις Κυριακές, όταν ο κύριος Μπρουκς με έπλενε και με λάδωνε, μπορεί να σπάραζα, αλλά τα όνειρά μου -και οι κραυγές μου- ήταν για τη δεσποι­ νίδα Κλαρκ ή την Κλαίρη, ή για κείνο το πορνίδιο που θα το πληρώναμε μια χούφτα εκατοδόλαρα για να ανοίξει τα χείλη του αιδοίου του και να κάτσει στην όρθια θηλή μου ... Τέλος πάντων, για να κλείσω κι αυτό το κεφάλαιο με κάποια θριαμοική νότα, τώ­ ρα πια μπορώ -προσωρινά αναίσθητος, και σε αν­ τρικά χέρια- να δεχτώ το πρωινό πλύσιμο σχεδόν όπως και κάθε άλλος ανάπηρος. Κι ύστερα, υπάρχει πάντα η Κλαίρη -τι άγγελος!­ που μου «κάνει έρωτα», αν όχι με τον κόλπο, τουλά­ χιστον με τα δάχτυλα και το στόμα της. Δε φτάνει

αυτό; Θεέ μου -δεν είναι αρκετά απίστευτο; Φυσι­

κά, πάντα θέλω ΚΙ ΑΛΛΟ, πεθαίνω για ΚΙ ΑΛΛΟ (ή από την έλλειψή του), γιατί ο ερεθισμός μου δεν κο­ ρυφώνεται με οργασμό, δεν υπάρχει έκρηξη και ανα­ κούφιση, μόνο η αίσθηση της επικείμενης εκσπερμά­ τωσης, και σπαράζω από το πρώτο δευτερόλεπτο ως το τελευταίο. Με τον καιρό όμως, έφτασα πια να συμοιοάζομαι με κάτι λιγότερο απ' το ΚΙ ΑΛΛΟ. ΟΙ επισκέψεις της Κλαίρης κρατούν ώρες, αλλά μόνο τις μισές της ζητώ να ικανοποιεί τη λαγνεία μου. Κυ­ ρίως για τον ίδιο λόγο που δεν της ζήτησα κολπική συνουσία με τη θηλή μου: δε θέλω να τη χάσω. Δε θέλω να σκεφτεί πως κατάντησε ένα είδος μηχανής -50-

που υπηρετεί έναν εξωφρενικό οργανισμό, κάτι με το οποίο ο Ντέηοιντ Κέπες δεν έχει καμιά όρεξη να διατηρήσει ανθρώπινες επαφές αμοιοαίας φύσεως. Δεν ξέρω πόσο ακόμα μπορώ να εξαρτώμαιαπό την Κλαίρη για να θυμάμαι ποιος ήμουν ή τι ήμαστε μα­ ζί, όσο κι αν είναι άγγελος και αγία. Σίγουρα, όσο

πιο πολλή ώρα περνάμε με σοοαρή συζήτηση, ή έστω κουοεντούλα και κουτσομπολιό, τόσο μεγαλύτερες πιθανότητες έχω να διατηρήσω τη στοργή και την αφοσίωσή της. Σκέφτομαι μάλιστα να περιορίσω πάλι στο μισό το χρόνο που.αφιερώνουμεστον ερεθι­

σμό της θηλής μου. Το ολέπω κάπως έτσι: αφού ο ερεθισμός Όρίσκεται πάντα στην ίδια κορυφαία έν­ ταση, και δεν αυξάνει ούτε μειώνεταιάπαξ και αρχί­

σει, τι διαφορά έχει αν τον δοκιμάζω για τριάντα ή για δεκαπέντελεπτά; Τι διαφοράέχει αν τον δοκιμά­ ζω μόνο για ένα λεπτό;

Α, όλα κι όλα, δεν είμαι ακόμη σε θέση για τέτοια αυταπάρνηση, αλλά ούτε και οέοαιος πως και η

Κλαίρη θα το 'θελε. Είναι όμως κάτι, σας λέω, έστω

και να καλλιεργώ αυτή την ιδέα, έπειτα από τις οα­ σανιστικές επιθυμίες που έχω γνωρίσει. Υπάρχουν

ακόμη και τώρα στιγμές, αραιές και ανυπόφορες,

που οάζω τα δυνατά μου να μη φωνάξω στην ωραία

δασκαλίτσα,την αριστούχοτου Κορνέλ, που ουζαί­ νει σφιχτά τα δεκαεφτά ανοίγματα της θηλής μου: «Γάμα την, Όοινγκτον! Γάμα την με το μουνί σου!»

Αλλά, κρατιέμαι. Αν η·Κλαίρη ήταν αποφασισμένη να προχωρήσει τόσο, θα μου το 'χε προτείνει από

-51-

ΦΙΛΙΠ ΡΟΘ

καιρό. Κι εγώ δεν έχω καμιά διάθεση να παρερμη­ νεύσω τη σιωπή της, ούτε να την κάνω να ξανασκε­ φτεί σε τι χοντροκοπιές δέχτηκε -α/ς εκ θαύματος­ να συμμετάσχει μέχρι τώρα.

Κάποια στιγμή ανάμεσα στις δυο μεγάλες «κρίσεις» από τις οποίες έχω επιοιώσει ως τώρα στο νοσοκο­ μείο -αν είναι νοσοκομείο- δέχτηκα την επίσκεψη του ΆρθουρΣόνμπρουν.Είναι πρύτανηςστο Πανε­

πιστήμιο Καλών Τεχνών και Επιστημώντου Στόου­

νυ Μπρουκ,και τον ξέρω από τα φοιτητικάμου χρό­ νια στο Πάλο Άλτο, τότε που ήταν νεαρός καθηγη­

τής αλλά κανόνι, κι εγώ πτυχιούχος κι ετοίμαζα τη διατριοή μου. Αυτός-πουείχε γίνει στο μεταξύ διευ­ θυντής του νέου τμήματος Συγκριτικής Λογοτε­ χνίας- μ' έφερε από το Στάνφορντ στο Στόουνυ

Μπρουκ εδώ κι οχτώ χρόνια. Τώρα κοντεύει τα πε­ νήντα, είναι στεγνόςκαι συγκροτημένος,και ασυνή­ θιστα -σχεδόν επικίνδυνα-γλυκός, για ακαδημαϊ­ κός, και στους τρόπους και στο ντύσιμό του. Ίσαμε σήμερα είναι ένα αίνιγμα για μένα, κάτι παραπάνω

από αίνιγμα, πρέπει να πω, από τότε που μου έκανε

-52-

-53-

ΤΟ ΒγΖΙ

ΦΙΛΙΠ ΡΟΘ

εκείνη την επίσκεψη, εννιά μήνες τώρα. Ο Σόνμπρουν είναι από τους ακαδημαϊκούς (συ­ χνά κοσμήτορες και πρυτάνεις, και μόνο περιστα­ σιακά μέθυσους) που δημοσιεύουν ένα σπουδαίο έρ­ γο στα τριάντα τους -στην περίπτωσή του, ένα οξυ­

δερκέστατο οιολιαράκι για την πεζογραφία του Ρό­ μπερτ Μούζιλ, που εκείνη την εποχή ήταν ελάχιστα μεταφρασμένος και σχεδόν άγνωστος στο αμερικα­ νικό κοιν&- κι από τότε δεν τους ξανακούς ποτέ· το δεύτερο Όισλίο (του τ Αρθουρ θα ήταν για τον Ερρίκο φον Κλάιστ) , εκείνο που γράφουν τα καλοκαίρια και

τα σαοοατοκύριακα, και σχεδιάζουν να το τελειώ­ σουν σε κάποια άδεια μετ' αποδοχών, το κουοεντιά­ ζουν καμιά δεκαριά χρόνια, ώσπου τελικά ο συγγρα­

φέας έχει ανέοει τόσο ψηλά στην πανεπιστημιακή ιε­ ραρχία, ώστε είναι αδύνατον να φανταστεί πως μπο­ ρεί να υπάρξει έξω από την αίθουσα συνεδριάσεων,

χώρια η γραφομηχανή στη σοφίτα του, που την ατε­ νίζει μόνος κάποιο Σά6Όατο, ή αργά τη νύχτα, κι αναλογίζεται κάτι τόσο αμετάκλητο όσο τα έργα του Κλάιστ. Μάλλον ο Άρθουρ θα γίνει πρόεδρός μας μία των ημερών -πρώτα του Στόουνυ Μπρουκ, κι

έπειτα, αν η γυναίκα του σρει τον τρόπο, και των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής. Κάποια μέρα η Ντέμπυ Σόνμπρουν θα γίνει η Λαίδη Μάκσεθ του Λονγκ τ Αιλαντ, αλλά κι αυτό ένας λόγος είναι, αφού

το Λονγκ Άιλαντ είναι μίλια μακριά απ' τη θάλασ­

σα. Η Ντέμπυ έχει σέοαια τέτοιον αέρα, που φτάνει να φουσκώσει τα πανιά κάθε φρεγάτας που αγκυρο­

-54-

Όόλησε ποτέ στο Σάουντ, και μια φιλοδοξία άΜο

πράμα, αλλά δεν έχω καμιά όρεξη να το συζητήσω· όμως ο πρύτανης Σόνμπρουν δεν είναι κανένας μαλάκας, και δεν ξέρω τι κάνουν οι άλλοι, αλλά εγώ δεν

πίστεψα ποτέ πως θυσίασε τα λογοτεχνικά του χαρί­ σματα για τα Κενεντιανά όνειρα της κυράς του, κι

όχι για τα δικά του. Η σιγουριά του με τους άλλους, η

εξουσία που ασκούσε σ' ένα ακροατήριο δύο και τριών χιλιάδων ατόμων, οι θεαματικά ήπιοι και δι­ πλωματικοί τρόποι του -όλη η καλολαδωμένη μηχα­

νή του- μ' έκαναν πάντα να νιώθω αμήχανα, αλλά και μ' έσπρωχναν να πιστεύω πως αυτός ο άνθρωπος ήταν κύριος του εαυτού του. Έπειτα όμως ήρθε να με δει, εννιά μήνες πριν -είχε γράψει προηγουμένως

ένα εξαίσια διακριτικό ffiιμείωμα, ζητώντας μου την άδεια- και με ξάφνιασε απερίγραπτα (κόντεψε μάλι­ στα να με διαλύσει) με την ακατονόμαστη συμπερι­

φορά του. Έκτοτε έχω συμπεράνει πως δεν ήταν συμπεριφορά ανθρώπου που υπακούει στις επιθυ­ μίες του. Βλέπετε, σε κάποιο συμπέρασμα έπρεπε να καταλήξω, και κατέληξα σ' αυτό. Ο τ Αρθουρ ήρθε και με την επίσημη και με την ανε­

πίσημη ιδιότητά του. Τον διάλεξα για πρώτο μου επισκέπτη από τους συναδέλφους μου (και για τε­

λευταίο μου, όπως ήρθαν τα πράγματα), ακρισώς επειδή έχει τόσο έντονη αίσθηση του ρόλου· κι ύστε­ ρα, η μακρόχρονη γνωριμία μας με έκανε (αλλά έκα­ νε και το δόκτορα Κλίνγκερ) να πιστεύω πως μπο­

ρούσα να «αντέξω» την παρουσία του, πως ήταν ένα -55--

.

ΦΙΛΙΠ ΡΟΘ ΤΟ ΒγΖΙ

καλό και αξιόπιστο πρόσωπο για να κάνω το κοινω­ νικό ντεμπούτο μου, αφού είχα πια δαμάσει την αχα­ λίνωτη λαγνεία μου. Με τον ήπιο τρόπο του, ο Άρ­ θουρ είχε σταθεί πάντα γενναιόδωρος και είχε δείξει το ενδιαφέρον του για μένα -ακόμη με θεωρούν «προστατευόμενό» του- κι ύστερα διέθετε μια ανα­ γνωρισμένη αυτοκυριαρχία, που μου εγγυόταν πως

δε θα 'μενε αποσοολωμένος, πως δε θα τρόμαζε ή, ακόμα χειρότερα, δε θ' άρχιζε να μεπαρηγορεί. Είχα

επίσης την ελπίδα πως, αν όχι στην πρώτη επίσκεψη, τότε στην επόμενη, ή στη μεθεπόμενη, μπορούσα να προτείνω στον Άρθουρ έναν τρόπο για να διατηρή­ σω την επαγγελματική μου σχέση με το πανεπιστή­

μιο. Τότε, στο Στάνφορντ, ήμουν οοηθός σε μια απ' τις τεράστιες πρώτες τάξεις όπου δίδασκε «Αρι­

στουργή ματα της Δυτικής Λογοτεχνίας». Μήπως γι­

νόταν να αναλάοω πάλι κάποιο δευτερεύοντα ρόλο; Η Κλαίρη θα μου διάΟαζε τις εργασίες των φοιτη­ τών, κι εγώ μπορούσα να της υπαγορεύω διορθώ­ σεις, σχόλια και Οαθμούς ... Ή μήπως κάτι τέτοιο

έπρεπε ν' αποκλειστεί εντελώς; Όταν έχεις να κά­ νεις με τον τ Αρθουρ Σόνμπρουν, σκεφτήκαμε, δεν

υπάρχει φόΟος. Μπορείς να του το ζητήσεις τουλά­ χιστον.

Ούτε που πρόλαδα. Ακόμη και την ώρα που τον ευχαριστούσα για το φιλικό σημείωμα που είχε στεί­

λει, ακόμη και την ώρα που του έλεγα, «με δάκρυα στα μάτια», ούτως ειπείν -δε μπορούσα να κρατη­

θώ- πόσο συγκινημένος ήμουν που ήρθε να με δει και

-56-

να μιλήσουμε, μου φάνηκε πως άκουσα πνιχτά γελά­ κια. «Άρθουρ;» ρώτησα. «Είμαστε μόνοι;» Είπε: «Ναι». Κι έπειτα χαχάνισε, πιο καθαρά αυ­ τή τη φορά. Αόμματος,μπορούσαωστόσονα φαντα­

στώ τον πρώην πνευματικό μου πατέρα: με σκούρο μπλέηζερ, με τη φόδρα που έφερε την υπογραφή του Κίλγκορ, στο Λονδίνο, του ίδιου ράφτη που έντυνε πριν απ' αυτόν τον Τζακ Κένεντυ, με τα μαλακά φα­ νελένια παντελόνια του και γυαλιστερά παπούτσια Γκούτσι, τον διπλωμάτη πρύτανη του Πανεπιστη­

μίου Καλών Τεχνών και Επιστημών, και οσονούπω Γενικό Γραμματέα του ΟΗΕ, τουλάχιστον -να χα­ σκογελάει!Με τη μαλλούρααλατοπίπερο,ούτε πολύ χτενισμένη ούτε πολύ αχτένιστη, κι είχε σκάσει στα γέλια, ο κερατάς! Κι εγώ καλά καλά δεν του 'χα προ­ τείνει ακόμα να γίνω οοηθός στην έδρα του· και γε­ λούσε, όχι γιατί του είχα προτείνεικάτι γελοίο, αλλά γιατί έολεπε πως ήταν αλήθεια, πως είχα γίνει στ' αλήθεια ουζί! Ο πνευματικός μου πατέρας, ο προϊ­ στάμενός μου, ο πιο ευγενικός κύριος που είχα γνω­ ρίσει ποτέ, είχε πλημμυρίσει ιλαρότητα -αν άκουγα καλά- και μόνο που μ' έΟλεπε. «Με- Με- Ντέηοιντ, με συγχωρείςπου- Με- Με-»

Μα τώρα ούρλιαζε απ' τα γέλια, τόσο, που δε μπο­ ρούσε πια ν' αρθρώσει λέξη. Κοτζάμ Άρθουρ Σόν­ μπρουνκαι να μη μπορείν' αρθρώσειλέξη! Απίστευ­ το και όμως αληθινό. Είκοσι, τριάντα δευτερόλεπτα ούρλιαζε απ' τα γέλια. Έπειτα έφυγε. Όλη κι όλη η

ε.ίτίσκεψη είχε κρατήσει γύρω στα δύο λεπτά. -57-

ΤΟ ΒγΖΙ ΦΙΛΙΠ ΡΟΘ

Δυο μέρες μετά ήρθε η συγνώμη, άψογα γραμμένη, όπως κι όλα τ' άλλα που είχε γράψει ο 'Αρθουρ μετά από κείνο το οιολιαράκι για τον Μούζιλ. Και την επόμενη Οδομάδα -είχε το εξαίσιο χάρισμα να υπο­ λογίζει σωστά τους χρόνους-το πακετάκι από το δι­ σκάδικο του Σαμ Γκούντυ, με μια καρτούλα που έλε­ γε Ντέμπυ και Άρθουρ Σ., γραμμένη με το χέρι της Ντέμπυ, όπως μου είπε η Κλαίρη, και προφανώς δι­ κή της ιδέα.

Ένας δίσκος μακράς διαρκείας, με τον Άμλετ του Λώρενς ΟλιΟιέ. Σαίξπηρ, Γουίλιαμ. Α, τέλεια! Μου 'δωσες πίσω την ψυχή μου, Ντέμπορα, και τη δική σου, και του πρύτανη, μόνο μ' έναν καλοδιαλεγμένο

δίσκο! Σαίξπηρ! Υποκρίτρια! Σκύλα! Πού πήγε η σειρά του Μπαλζάκ που σας χάρισα, με πολυτελές δερμάτινο δέσιμο; Και που σας έγραψα μέλη στη Λέ­ σχη των Κλασικών Βιολίων; Γιατί όχι την Πέμπτη του ΜπετόΟεν, ψωροΙακελίν της συμφοράς; Ο 'Αρθουρ είχε γράψει: «Ένας άνθρωπος αδυνά­ του χαρακτήρος σαν κι εμένα δεν πρέπει να γίνει μάρτυς της δυστυχίας σου. Δε Όρίσκω λόγια να σου εξηγήσω τι μ' έπιασε. Αν προσπαθούσα, θα 'ταν χει­ ρότερο και για τους δυο μας». Μετά την τεσσαρακο­ στή ή πεντηκοστή απόπειρα, κατέληξα στην εξής απάντηση, που την υπαγόρευσα στην Κλαίρη κι εκείνη του την ταχυδρόμησε για λογαριασμό μου: «Αγαπητοί μου Ντέμπυ και Άρθουρ Σ. Φχαριστώ για το μαραφέτι. Ντέηο "Βύζαρος" Κ» Ρώτησα δι­

πλή φορά την Κλαίρη για να σιγουρευτώ πως είχε -58-

γράψει το «ευχαριστώ» με «φχ», πριν κλείσει το φά­ κελο ... Όλα τα προηγούμενα σημειώματα που της είχα υπαγορεύσει και τα είχα ακυρώσει αμέσως, ήταν χαριτωμένα, ρητορικά, λογοτεχνικά, αδιάφο­ ρα, επαγγελματικά, στριμμένα, θυμωμένα, Όίαια, σατανικά, άγρια, ύπουλα, ντανταϊκά -μερικά μάλι­ στα ήταν πιο ηλίθια από κείνο που έστειλα. Γιατί εί­ πα στην Κλαίρη να ταχυδρομήσει αυτό κι όχι κάποιο από τ' άλλα, είναι ανάξιο λόγου. Ό,τι κι αν έγραφα σ' αυτούς τους δυο, δε σήμαινε τίποτα, όπως και οτι­

δήποτε είχε κά.νει ο Άρθουρ εκείνο το απόγευμα δε μπορούσε να σημαίνει τίποτα. Και, για να δείτε πό­ σο μυαλωμένη είναι η Κλαίρη, και πόσο καλά έχει συλλάοει το όλο πράγμα, σας λέω μόνο πως το ταχυ­

δρόμησε (αν το ταχυδρόμησε) χωρίς να σχολιάσει το

περιεχόμενο και το ύφος. Ήξερε πως ούτε κι αυτά σημαίνουν τίποτα.

«Αδυνάτου χαρακτήρος;» έγραφα στον Άρθουρ,

στο πρώτο σημείωμα που είχα υπαγορεύσει στην

Κλαίρη, μερικά δευτερόλεπτα απ' όταν μου διάΟασε το δικό του. «Μα, αν μη τι άλλο, αυτό δείχνει πως

έχεις μια γήινη ζωτικότητα, αφού μπορείς να ξεκαρ­ δίζεσαι στα γέλια. Ο αδύνατος χαρακτήρας είμαι εγώ, γιατί αν δεν ήμουν, θα γελούσα μαζί σου. Δεν καταφέρνω όμως να συλλάοω αυτή την τεράστια κω­ μωδία, γιατί είμαι πιο Άρθουρ Σόνμπρουν από σέ­ να, ματαιόδοξε, νάρκισσε, λιμοκοντόρε, αρχίδι!» Αλλά είμαι; Αναγνώστη μου, Όλέπεις εδώ καμιά ου­ σιαστική αλήθεια; Εδώ ορίσκεται-ή ορισκόταν-όλη

-59-

ΤΟ ΒγΖΙ

ΦΙΛΙΠ ΡΟΘ

μου η «αξιοπρέπεια»; Ας γελάσω, λοιπόν, ας γελάσω με την καρδιά μου, εις οάρος μου! Ένα γέλιο που αρχίζει στη μια μου άκρη, (την καρπουζοειδή), ένα γέλιο που φουσκώνει ώσπου ογαίνει εκρηκτικά γαρ­ γαλώντας τις τρυπούλες της θηλής μου. Η δεύτερη κρίση που απείλησε να με ξεκάνει, και

«Και γιατί δε μπορεί;» ρώτησε ο δόκτωρ Κλίν­ γκερ.

«Ξέρετε γιατί! Και τα παιδιά το ξέρουνε! Γιατί εί­ ναι οιολογικώς και φυσιολογικώς και ανατομικώς αδύνατον, γι' αυτό!»

«Και τότε πώς εξηγείτε την κατάστασή σας;»

που προς το παρόν (αυτή την επιφύλαξη την κρατώ


κάθε φορά που το λέω) φαίνεται να έχει υποχωρή­ σει, θα μπορούσε να χαρακτηριστεί κρίση πίστεως. Μ' έπιασε ένα μήνα μετά την'επίσκεψη του Υ Αρθουρ,

περάσει έξι μήνες -είναι παραίσθηση! Ονειρεύομαι!

γι' αυτό δε μπορώ να ξέρω στα σίγουρα αν την προ­

πως είστε ξύπνιος».

Φτάνει να ξυπνήσω, κι όλα θα τελειώσουν!» «Μα ξύπνιος είστε, κύριε Κέπες! Αφού το ξέρετε

_

κάλεσε κατά κάποιο τρόπο αυτό το αλλόκοτο μι­

«Μη μου το ξαναπείς αυτό! Μη με οασανίζεις άλ­

κροεπεισόδιο· έχω ξεπεράσει πια το μίσος μου για τον ΥΑρθουρ Σόνμπρουν που με πλήγωσε τόσο εκεί­

λο! Υ Ασε με να σηκωθώ! Φτάνει! Θέλω να ξυπνήσω!»

νη τη μέρα-ή τουλάχιστον Οάζω τα δυνατά μου να το

νο σ' έναν εφιάλτη- πάλευα να ξυπνήσω. ΥΗρθε η

ξεπεράσω- κι έτσι, προσώρας, θα συμφωνούσα με το δόκτορα Κλίνγκερ που λέει πως η επίσκεψη του Υ Αρ­ θουρ μπορεί μεν να την επέσπευσε, αλλά η κρίση ήταν αναπόφευκτη και αφορούσε πράγματα που έπρεπε κάποια στιγμή να αντιμετωπίσω. Να τι έγινε: Αρνήθηκα να πιστέψω πως είχα γίνει Ουζί. Αφού, με μεγάλες προσπάθειες, είχα καταφέ­ ρει να ελέγξω σχεδόν όλες τις φαντασιώσεις της συ­ νουσίας, με καθήλωσε η επίγνωση του ότι όλα τούτα ήταν απίθανα. Κανένας άνθρωπος δε μπορεί να γί­ νει ουζί, παρά μόνο στη φαντασία του. Το σοκ ήταν τεράστιο, και χρειάστηκα σχεδόν έξι μήνες για να αμφισοητήσω την πραγματικότητά του. «Μα, γιά

Κλαίρη, ήρθε ο πατέρας μου, ήρθε ο νοσοκόμος ο

σταθείτε, δε γίνεται -δε μπορεί!»

Μπρουκς, είσαι πούστης και σαδιστής! Κλίνγκερ,

-60-

Μέρες -ή, είπα μέσα μου, κάποιον αντίστοιχο χρό­

κύριος Μπρουκς -κάποια πρωινά με χάιδευε έξω έξω στην άλω της θηλής μου, ίσα για να με διεγείρει. Τα πρώτα λεπτά της συνείδησης φανταζόμούν πως είχα ξυπνήσει και ήμουν 6υζί, μόνο και μόνο για να

καταλάοω, έντρομος, πως δεν είχα ξυπνήσει από πραγματικό ύπνο, αλλά από τον ύπνο που κοιμό­ μουν μέσα στον εφιάλτη, και πως ήμουν ακόμα ο Ντέηοιντ ΥΑλαν Κέπες και ονειρευόμουν! ΥΟνειρο

είναι! Μη με οασανίζετε! Αφήστε με να σηκωθώ.

Ούρλιαζα κι έ6ριζα τους δεσμοφύλακες που είχα κατασκευάσει μόνος μου. Πάντως, έοριζα: Κλαίρη, κρυομούνα!

Πατέρα είσαι αγράμματος!

-61-

Κύριε.

ΦΙΛΙΠ ΡΟΘ

ψεύταρε! Γκόρντον, σκιτζή! Βλαστημούσα τους θεα­

τές στη γαλαρία που είχα κατασκευάσει, Όλαστημού­ σα τους τεχνικούς της τηλεόρασης στο κλειστό κύ­

κλωμα που είχα φανταστεί -μπανιστηρτζήδες! άπο­ νοι μπανιστηρτζήδες!- και ούτω καθεξής, ώσπου στο τέλος φοοήθηκαν πως το κατεστραμμένο μου σύ­

σ:τημα δε μπορούσε ν' αντέξει τέτοια ψυχονευρική

προσοολή (ναι, ναι, ακριοώς αυτές τις λέξεις έοαλα στα σοφά τους στόματα), κι αποφάσισαν να μου χο­

ρηγήσουν οαριά υπνωτικά. Πώς ούρλιαξα τότε! «Καθίκια!» φώναζα, «Εγκληματίες! Κακούργοι!»

ακόμη κι όταν δούλιαζα μουδιασμένος από τα φάρ­ μακα, κι εκείνοι με τραδούσαν, μ' έσερναν κι ούρ­ λιαζαν, από το μαύρο κελί μου, σ' ένα μπουντρούμι

πιο μαύρο, στην άκρα απομόνωση και σε 6αριές, ασήκωτες αλυσίδες.

Όταν συνήρθα, κατάλαδα για πρώτη φορά πως είχα τρελαθεί. Δεν τ' ονειρευόμουν. Ήμουν τρελός. Δε θα υπήρχε μαγικό «ξύπνημα», ούτε έξοδος απ' αυτό τον εφιάλτη για να σηκωθώ απ' το κρεδάτι, να

Όουρτσίσω τα δόντια μου, να περάσω τον αυτοκινη­ τόδρομο με το αμάξι μου ως το Λονγκ τ Αιλαντ για να

διδάξω· αν έμελλε να υπάρξει κάτι (και παρακαλού­ σα να υπάρξει, να μην έχω φτάσει πια τόσο χαμηλά) ήταν ο μακρύς δρόμος της επιστροφής, η ανάρρωση,

ώσπου να ξανα6ρώ τα λογικά μου. Και, δέδαια, το πρώτο μεγάλο δήμα για να ξαναδρώ τα λογικά μου, ήταν να συνειδητοποιήσω πως αυτή η αίσθηση που μου έλεγε πως είμαι δυζί και ζω τη ζωή δυζιού, ήταν

-62-

ΤΟ ΒγΖΙ

παραίσθηση ενός φρενοΌλαδούς. Τώρα πια δεν καταλάοαινα πώς έγινε κι έχασα τα λογικά μου, ούτε γιατί. Ήταν πέρα απ' τις δυνάμεις

μου, δεν κατάφερνα να θυμηθώ τι είχε προκαλέσει αυτή την τέλεια σχιζοειδή ρήξη, αλλά ούτε κι αυτό

μπορούσε ν' αντικρούσει τη νέα μου υπόθεση, γιατί ό,τι κι αν είχε προκαλέσει την κατάρρευσή μου, θα ήταν αναπόφευκτα τόσο τρομαχιικό, ώστε με είχε αναγκάσει να το διώξω από τη μνήμη μου. Μήπως,

στην πραγματικότητα, καθόμουν στο θάλαμο κά­ ποιου ψυχιατρείουαυτήν ακριδώςτηστιγμή, φυλακι­ σμένος μέσα σε Όαθύτατες παρακρούσεις; Δεν είχα όραση, γεύση και όσφρηση, άκουγα αμυδρά, δε γνώ­ ριζα την ανατομία μου, ένιωθα τον εαυτό μου να μι­

λάει στους άλλους σα θαμμένος και πνιγμένος μέσα στον ίδιο του το λιπώδη ιστό -άραγε όλα τούτα τα συμπτώματα δεν ταίριαζαν στον Κάτω Κόσμο .της ψύχωσης;

Ωστόσο, προσπαθούσα να λογικευτώ, αν είμαι τρελός, γιατί υπάρχει δόκτωρ Κλίνγκερ; Και ήμουν

δέ6αιος πως υπήρχε δόκτωρ Κλίνγκερ· στο κάτω κά­ τω, για κάτι έπρεπε να 'μαι δέ6αιος, έπρεπε να πια­

στώ από κάπου, κι έτσι αρπάχτηκα από τα εγγλέζικά του με την ελαφρότατη ξενική προφορά, από τη ντόμπρα συμπεριφορά του και το μετριοπαθές χιού­

μορ του, και τα θεώρησα απόδειξη πως τουλάχιστον αυτά ήταν αληθινά στην εμπειρία μου. Τότε γιατί ο δόκτωρ Κλίνγκερ μου λέει πως η ψυχική μου ισορρο­ πία εξαρτάται από την αποδοχή της κατάστασής -63-

ΤΟ ΒγΖΙ

ΦΙΛΙIl ΡΟΘ

μου, πως η ψυχική μου ισορροπία θα γεννηθεί από την προσπάθεια να κρατήσω την ισορροπία μου πα­

ρά το φοοερό ατύχημα που έπαθα, αφού ο μόνος τρόπος για να ξαναορώ την υγειά μου είναι να αμφι­ σΌητήσω, να αρνηθώ αυτήν την εξωφρενική εικόνα του εαυτού μου; Η απάντηση ήταν αυτονόητη: ο δό­

κτωρ Κλίνγκερ δεν έλεγε τέτοια πράγματα. Απλώς, υπηρετώντας την αρρώστια μου, έπαιρνα τα λόγια του -που αναμφίοολα ήταν απλά και σαφή- και τους έδινα ακριοώς το αντίθετο νόημα από εκείνο που εξέφραζαν αρχικά.

Ένα απόγευμα που ήρθε για θεραπεία, επικαλέ­ στηκα την περίφημη αποφασιστικότητά μου για να του εξηγήσω, όσο πιο απλά και ξεκάθαρα μπορού­

σα, τι είχα ανακαλύψει το πρωί. Ώσπου να τελειώ­ σω, έκλαιγα από ανακούφιση, αλλά κατά τα άλλα, τα λόγια μου ήταν εμπνευσμένα όσο ποτέ άλλοτε. Κα­ μιά φορά, την ώρα της διδασκαλίας, ακούς τον εαυ­ τό σου να μιλά με τέλειους ρυθμούς, με τη σωστή έμ­

φαση και κατανομή του χρόνου, να αναπτύσσει τις

απευθυνόταν τώρα στο δόκτορα Κλίνγκερ, με τα

ουρλιαχτά του τρελού που είχα υπάρξει πριν μεσο­ λαοήσει η ύπνωση μιας ε6δομάδας. Αν ήμουν ακόμη

τρελός-γιατί, έστω και ουζί, δεν έπαυα να είμαι τρε­ λός- θα ήμουν αναμφίοολα ένας από τους διαυγέ­ στερους και πιο εύγλωττους στην πτέρυγά μου.

Είπα: «Είναι παράξενο, αλλά η επίσκεψη του 'Αρθουρ Σόνμπρουν μου δίνει τη οεοαιότητα πως, επιτέλους, ορίσκομαι στο σωστό δρόμο. Πώς θα πί­ στευα ποτέ πως ο Άρθουρ θα 'ρχόταν εδώ και θα γελούσε; Θα δεχόμουν ποτέ-μια τόσο έκδηλα παρα­ νοϊκή παραίσθησηγια αληθινή; Ένα μήνα τώρα, τον

ορίζω, κι αυτόν και τη Ντέμπυ, και δε ογάζω νόημα, γιατί αν υπάρχει έστω κι ένα άτομο στον κόσμο που

δε θα 'χανε την αυτοκυριαρχίατου σε μια τέτοια κα­ τάσταση, το άτομο αυτό είναι ο 'Αρθουρ».

«Και αυτός ο πρύτανης που λέτε, είναι υπεράνω των ανθρωπίνων αδυναμιών;»

«Ξέρετε κάτι; Θα απαντούσα: ναι. Ειναι υπερά­ νω!».

«Δεν ξέρει όμως να ελίσσεται».

ιδέες του σε στρογγυλεμένες φράσεις, να τις συνδυά­ ζει σε παραγράφους που σφύζουν από νοήματα, και

τότε είναι δύσκολο να πιστέψεις πως ο τύπος που απευθύνεται τώρα στους σιωπηλούς φοιτητές του με χρυσή γλώσσα και μεγάλη αποφασιστικότητα τους ζάλιζε, μια ώρα πριν, με τις πιο παράλογες φιλολο­

«Α, όχι, δεν είναι ζήτημα ελιγμών, μάλλον το αντί­

θετο. Απλώς, εγώ ήμουν τρελός. Τα 'Ογαλα όλα από το νου μου. Θεέ μου!» «Και το σημείωμα, που το απαντήσατετόσο χαρι­

τωμένα; Το σημείωμα που σας είχε ερεθίσει τόσο;» «Παράνοια».

γικές σκέψεις που τις ξεστόμιζε σε σπαράγματα και

«Και ο δίσκος;»

ασυνάρτητα ράκη. Φανταστείτε λοιπόν πόσο δύσκο­

«Α, αυτός είναι πραγματικός. Η πραγματικότητα

λο μου ήταν να συνδέσω τη μετρημένη φωνή που

--Ό5-­

-645.

Το 6υζί

ΦΙΛΙΠ ΡΟΘ

με σάρκα και οστά. Δουλειά της Ντέμπυ. Α, δέδαια, τώρα καταλαδαίνω τη διαφορά, ακόμα και τώρα δα

ΤΟ ΒγΖΙ

«Ναι» είπα προσπαθώνταςνα κάνω χιούμορ, «αλ­

λά μάλλον δε θα τις παίρνουν τοις μετρητοίς».

που μιλάω μπορώ να καταλάδω τη διαφορά ανάμεσα

Γέλασε κι εκείνος.

στο πραγματικό και το φανταστικό, ανάμεσα στην

«Πάντως, είμαι τρελός -δεν είμαι;» ρώτησα.

παράκρουση και στο αληθινό γεγονός. Την καταλα­

«Όχι».

δαίνω τη διαφορά, πιστΙψτε με. Τρελάθηκα, αλλά

Το ξάφνιασμακράτησε μόνο μια στιγμή' συνειδη­

τώρα το ξέρω!»

τοποίησαπως πρέπει να είχε πει «Ναι», κι εγώ αυτό­

«Και τί νομίζετε πως σας έκανε να "τρελαθείτε",

όπως λέτε, κύριε Κέπες;» «Δε θυμάμαι».

ματα το μετέφρασα στο αντίθετό του, όπως τα είδω­ λα που καθρεφτίζονται ανεστραμμένα στον κερα­ τοειδή γυρίζουν αυτόματα ίσια στην όρασή μας.

«Έχετε καμιά ιδέα; Τι θα μπορούσε ενδεχομένως

«Θέλω να σας πω ότι, παρόλο που μου απαντήσα­

να οδηγήσει έναν άνθρωπο σαν κι εσάς σε μια τόσο

τε "Ναι" τώρα δα που σας ρώτησα αν είμαι τρελός,

τέλεια και αδιαπέραστη παραίσθηση;»

εγώ σας άκουσα να λέτε "Όχι"».

«Γιατρέ μου, σας λέω την αλήθεια. Δεν έχω ιδέα.

Τουλάχιστον προς το παρόν».

«Δεν είπα ναι. Δεν είστε τρελός. Δεν είστε θύμα παραίσθησης,ούτε και υπήρξατεποτέ ως τώρα. Δεν

«Σας έρχεται τίποτα στο νου; Έστω κάτι;»

πάθατε "σχιζοειδή ρήξη", όπως λέτε. Είστε μαστός,

«Τι να σας πω; Αυτά που περνούν απ' το μυαλό

ούτως ειπείν. Κάνατε ηρωικές προσπάθειεςνα αντι­

μου -αυτά που πέρασαν σήμερα το πρωί- δεν είναι

μετωπίσετεαυτό το μυστηριώδεςατύχημα. Καταλα­

ούτε αρκετά ούτε πειστικά».

cαίνω τον πειρασμό, ακόμη και την αναγκαιότητασε

«Τι είναι;»

κάποιο δαθμό, να ενδώσετεστη γοητευτική ιδέα πως

«Αρπάζομαι από αχυράκια. Να, σκέφτηκα: ''Από

όλα αυτά είναι όνειρο, μια ψευδαίσθηση, μια αυτα­

τη λογοτεχνία το 'παθα". Μου το 'χουν εμπνεύσει τα

πάτη, ή ό,τι άλλο -ίσως μια κατάσταση που σας την

διδλία που δίδασκα. Μου Όαλαν την ιδέα στο κεφά­

υπαγορεύουντα υπνωτικά. Δε συμδαίνει όμωςτίπο­

λι. Δεν το λέω για να παραπονεθώ, αλλά να, σκέφτο­

τα τέτοιο. Είναι κάτι που σας έχει συμδεί. Είναι ο

μαι όλο την τάξη της Ευρωπαϊκής Λογοτεχνίας. Κά­

δρόμος προς την τρέλα, κύριε Κέπες. Μ' ακούτε; Ο

θε χρόνο δίδασκα Γκόγκολ και Κάφκα -δίδασκα τη

δρόμος προς την τρέλα είναι να υποκρίνεστεπως δε

Μύτη και τη Μεταμόρφωση». «Φυσικά. Πολλοί καθηγητές διδάσκουν τη Μύτη και τη Μεταμόρφωση».

-66-

συμδαίνει τίποτα τέτοιο. Η ανακούφιση θα είναι δραχύδια, σας διαδεδαιώ. Θέλω να σας δοηθήσω ν' αλλάξετε πορεία, πριν προχωρήσετε περισσότερο.

-67-

ΦΙΛΙΠ ΡΟΘ

Θέλω να απαλλαγείτε από την ιδέα ότι είστε παρά­ φρων. Δεν είστε παράφρων, αλλά αν παριστάνετε τον παράφρονα, κακό του κεφαλιού σας. Η τρέλα δεν είναι λύση: ούτε η πραγματική τρέλα, ούτε η φανταστική» .

«Ξανά τ' ακούω όλα ανάποδα. Έχω φέρει τα πά­ νω κάτω όλο το νόημα των λόγων σας». «Όχι ΌέΌαια».

ΤΟ ΒγΖΙ

χική σφαίρα. Δηλαδή, δεν έχει υπάρξει ως τώρα. Υπήρξε κλονισμός, πανικός, οργή, απελπισία, απο­ προσανατολισμός, Όαθύτατα αισθήματα απομόνω­ σης και αδυναμίας, μεγάλη κατάθλιψη, αλλά μέσα σ' όλα αυτά, ως εκ θαύματος, τίποτα που θα μπορούσα να το χαρακτηρίσω ψυχασθένεια. Ούτε τότε που ήρ­ θε ο φίλος σας ο Πρύτανης και πάτησε τα γέλια. Αυ­ τό σας τάραξε. Κι ακόμη σας ταράζει. Σας συγκλόνι­

«Σταθείτε να σας ρωτήσω κάτι, και πείτε μου αν

σε αφάνταστα. Και γιατί όχι; Ξέρω πως δεν πρόκει­

Όγαίνει νόημα. Νομίζετε πως αυτή ειδικά η παραί­

ται να Όοηθήσω κανέναν αν του πω ότι είναι ευάλω­

σθηση έχει κάποια σχέση με τα χρόνια που δίδασκα

τος και πρέπει να τα Όγάλ€ι πέρα μόνος του. ·Ηταν

τέτοιες ιστορίες; Θέλω να πω, ανεξάρτητα από το

αποτρόπαιο ν' ακούσετε τέτοια γέλια, έστω κι αν τα

τραύμα που στάθηκε αφορμή για το όλο πράγμα».

γέλια αφορούσαν λιγότερο εσάς, και περισσότερο

«Μα αφού δεν υπήρξε τραύμα ψυχολογικού εί­

τον επιπόλαιο τρόπο ενός ατόμου ν' αντιμετωπίζει

δους, κι όλ' αυτά, όπως σας έχω εξηγήσει, δεν είναι

τη ζωή, έναν επιπόλαιο τρόπο που κρύΌεται από τα

παραίσθησψ.

ρούχα που ράαει στον καλύτερο ράφτη, κι απ' το

Με μια ειρωνεία που μ' ευχαριστούσε -κι ήταν εκ­

κοινωνικό του λούστρο. Δε Όγάλατε απ' το μυαλό

δήλωση υγείας! υγείας!- είπα: «Όμως αν ήταν, δό­

σας την επίσκεψη του .Αρθουρ Σόνμπρουν, κύριε

κτωρ Κλίνγκερ; Σας άκουσα ΌέΌαια να λέτε πάλι

Κέπες, δεν επινοήσατε όσα του συνέοησαν εδώ μέσα.

πως δεν είναι παραίσθηση -αλλά, αν ήταν, τότε θα

μπορούσατε να δείτε κ<Χποια σχέση ανάμεσα στην παραίσθηση όπου έχω Όουλιάξει, και στην εξουσία

Όλα αυτά έγιναν. Παρασταίνετε τον αφελή όταν

μου λέτε πως είναι "αδύνατη" μια τέτοια αντίδραση απ' αυτόν, ή από οποιονδήποτε άλλον. Ξέρετε καλύ­

που άσκησε ο Κάφκα ή ο 'Γκόγκολ στη φαντασία μου;

τερα απ' όσο δείχνετε την ανθρώπινη φύση. ·Εχετε

·Η και ο Σουίφτ, εδώ που τα λέμε. Σκέφτομαι τα Τα­

διαΌάσει πολύ Ντοστογιέφσκι».

ξίδια του Γκιούλιοερ -κι αυτά τα δίδασκα χρόνια. Δόκτωρ Κλίνγκερ, μ' ακούτε; ·Ισως, αν προχωρή­

σουμε έτσι, μιλώντας υποθετικά για την αρρώστια

«Να σας πω τι νόμισα πως μου είπατε;»

«Δε χρειάζεται. Ακούσατε πραγματικά αυτό που νομίζετε πως ακούσατε. Ελάτε, κύριε Κέπες, να τε­ λειώνουμε μια ώρα αρχύτερα. ·Οπως είπατε και μό­

μου-»

«Σας το ξαναλέω: δεν υπάρχει αρρώστια στην ψυ­

--68-

νος σας, όλες αυτές οι λογοτεχνικές αναγωγές που

-69-

ΦΙΛΙΠ ΡΟΘ

ΤΟ ΒΥΖΙ

κάνατε -ο Γκόγκολ, ο Κάφκα και τα λοιπά- θα σας

Τώρα, όλες μου οι μέρες ήταν αφιερωμένες σε ένα

Όάλουν σε μεγάλους μπελάδες αν δε σταματήσετε.

πράγμα: προσπαθούσα ν' ακούσω τι μου' λένε στ'

Αν συνεχίσετε τέτοιες σκέψεις, θα εξασθενήσετε και

αλήθεια, είτε οι γιατροί, είτε ο κύριος Μπρουκς, είτε

θα χάσετε την επαφή που ήδη έχετε μ' αυτή την εξαι­

η Κλαίρη. Αυτό απαιτούσε μια συγκεχυμένη αλλά

ρετικά δύσκολη πραγματικότητα. Και τότε, πριν το

αδιάκοπη προσπάθεια, τόση, που όταν Όράδιαζε

καταλάΌετε, θα γεwάτε μόνος σας γνήσιες και ακλό­

πια ένιωθα πως θ' αρκούσε ένα φύσημα από χείλη

νητες παραισθήσεις, σαν κι αυτές που νομίζετε πως

παιδιού για να σΌήσει την τρεμουλιαστή φλογίτσα

έχετε τώρα. Με παρακολουθείτε, κύριε Κέπες; Είστε

της μνήμης, της ευφυίας και της ελπίδας που ισχυρι­

άνθρωπος με υψηλή ευφυία, κι έχετε ισχυρή θέληση.

ζόταν ακόμη πως λέγεται ΝτέηΌιντ Άλαν Κέπες.

Θέλω να σταματήσετε, αμέσως!»

Όταν ήρθε ο πατέρας μου την Κυριακή, του είπα

Αυτή η φανταστική σύγκρουση με είχε εξαντλήσει,

τα καλά νέα, αν και ήμουν σίγουρος πως ο δόκτωρ

αλλά δεν περίμενα πια να ξαναΌρεθώ εκεί απ' όπου

Κλίνγκερ και η Κλαίρη τον είχαν ειδοποιήσει. Φλυα­

άρχισα, κι ήξερα πως τα πράγματα δε θα 'ναι τόσο

ρούσα σαν παιδάκι που κέρδισε το ΌραΌείο. Του εί­

εύκολα, σα να ξυπνάς από κακό όνειρο. Θα 'ταν κό­

πα πως είναι αλήθεια, πως τώρα πια δεν πιστεύω ότι

λαση, αλλά τι μετράει η κόλαση μπροστά σε τούτα

είμαι Όυζί. Αν δεν κατάφερα ακόμη ν' αποτινάξω τη

εδώ;

σωματική πλευρά της παραίσθησης, μέρα τη μέρα

«Δόκτωρ Κλίνγκερ!» φώναξα. «Ακούστε με -δε

απαλλάσσομαι από την ψυχική πλευρά της κάθε μέ­

θα το αφήσω να με τρελάνει! Ό,τι κι αν είναι, δε θα

ρα, κάθε ώρα, αισθάνομαι τον εαυτό μου να ξαναγί­

το αφήσω να με τρελάνει άλλο! Θα το πολεμήσω, να

νεται όπως παλιά, και Όλέπω σύντομα τη στιγμή που

γλιτώσω! Σας τ' ορκίζομαι, θα το πολεμήσω έστω κι

θα ξαναγυρίσω στην τάξη μου, για να διδάξω Γκό­

αν με κάνει κομμάτια! Θα πάψω ν' ακούω το αντίθε­

γκολ και Κάφκα, αντί να υφίσταμαι τις αφύσικες με­

το! Θ' αρχίσω ν' ακούω όσα μου λέτε! Μ' ακούτε,

ταμορφώσεις που είχαν φανταστεί οι συγγραφείς

γιατρέ μου; Τουλάχιστον, με καταλαΌαίνετε; Δεν

αυτοί για τους ήρωες των περίφημων έργων τους.

πρόκειται να δεχτώ αυτή την παραίσθηση! Δε θα γί­

Επειδή ο πατέρας μου δεν έχει ιδέα από ΌιΌλία, συ­

νω θύμα της! Δε θα γίνω δέσμιός της! Εσείς θα με

νέχισα με μια παιδιάστικη φλυαρία, του είπα για τον

πλησιάσετε! Μη μ' αφήνετε!» ικέτεψα. «Μ' ακούτε;

Γρηγόρη Σάμσο που ξυπνάει μια μέρα στο αριστούρ­

Με καταλαΌαίνετε; Σας παρακαλώ, μη μ' αφήσετε!

γημα του Κάφκα κι ανακαλύπτει πως έχει γίνει ένα

Μη μ' αφήσετε να χαθώ! Θα Όρω το δρόμο μου, θα

πελώριο σκαθάρι· του έκανα και μια περίληψη της

ξαναΌρώ τον εαυτό μου! Το υπόσχομαι!»

Μύτης, του είπα με δυο λόγια πώς ο ήρωας του Γκό­

-70-

-71-

ΦΙΛΙΠ ΡΟΘ

ΤΟ ΒγΖI

γκολ ξυπνάει μια μέρα κι ανακαλύπτει πως έχασε τη

ση, τόσο υπέροχη και τόσο κλασική στην απλότητά

μύτη του, πώς ξεκινάει να τη 6ρει στην Αγία Πετρού­

της; Πώς να εξηγήσω το «φθόνο του μαστού» που

πολη, 6άζει μια αγγελία στην εφημερίδα ζητώντας

πρέπει να ενέπνευσεαυτό το εκκεντρικόκατασκεύα­

να του την επιστρέψουν, τη 6λέπει να περπατάει στο

σμα; Μήπως ήμουν, απλώς, ένα αμερικανόπαιδο

δρόμο και τα λοιπά και τα λοιπά, ώσπου στο τέλος,

που το τάισαν πολύ γάλα; Ή μήπως ήταν μια λαχτά­

εντελώς ανεξήγητα, όπως είχε εξαφανιστεί, η μύτη

ρα, 6αθιά μέσα στο διάπυρο κέντρο μου, ο πόθος να

επιστρέφει στο πρόσωπό του. (Τον άκουγα κιόλας

ορεθώ τέλεια και ευλογημένα ανυπεράσπιστος, να

να σκέφτεται: «Αυτά διδάσκετε στα πανεπιστή­

γίνω ένας τεράστιος, ανεγκέφαλο'ζσάκος ιστών, πο­

μια;») Του εξήγησα πως ακόμη δε μπορούσα να θυ­

θητός, ηλίθιος, παθητικός, ακίνητος, που δεν

μηθώ το τραύμα που είχε προκαλέσει όλ' αυτά· ήταν

ενεργεί αλλά δέχεται τις ενέργειες των άλλων, που

τόσο τρομερό, που ακόμα και τώρα ήμουν κουφός,

κρέμεται, που απλώς υπάρχει, όπως κρέμεται και

δε μπορούσα ν' ακούσω, όταν ο γιατρός προσπαθού­

υπάρχει ένα Ουζί. Ή να το θεωρήσω ένα είδος χειμε­

σε να μου το θυμίσει. Θα χρειαζόταν χρόνο, του εί­

ρίαςνάρκης, έναν μακρύ χειμωνιάτικούπνο, θαμμέ­

πα, πολύ χρόνο, αλλά τουλάχιστον είχα πάρει το

νον στα οουνά της γυναικείας ανατομίας; Ί-Ι πάλι,

δρόμο της επιστροφής. Είχα αρχίσει το ταξίδι, είχα

να πω ότι το ουζί είναι το κουκούλι μου, πρώτος ξά­

κάνει το πρώτο 6ήμα. Του εξήγησα πως, όποιο κι αν

δερφος του σάκου όπου ζούσα πλέοντας στα νερά

ήταν το τραυματικό γεγονός, φαίνεται πως, για να το

της μάνας μου; Ή, ή, ή ... Σαλιάριζα, σίγουρα τα'λό­

αποφύγω, είχα αρπαχτεί από την πρώτη εξωφρενική

για μου τον ξεπερνούσαν, είχα ξεπεράσει τον εαυτό

ιδέα, από μια καφκική ή γκογκολική φαντασίωση

μου, και την κοινή λογική επίσης-αλλάποιος μπορεί

σωματικής μεταμόρφωσης, επειδή τη συζητούσα

να ογάλει άκρη μ' ένα τέτοιο φαινόμενο; Έτσι, τα

στην τάξη μου μόλις μια 6δομάδα πριν απ' την κατα­

'λεγα στο μπαμπά μου, μέσα στην τρέλα μου, κι έπει­

στροφή. Τώρα, με τη οοήθεια του δόκτορος Κλίν­

τα πάλι έκλαιγα απ' τη χαρά μου. Χωρίς δάκρυα.

γκερ, προσπαθούσα να ξεκαθαρίσω γιατί φαντά­

τ Ομως έκλαιγα. Πού πήγαν τα δάκρυά μου; Πότε θα

στηκα τον εαυτό μου σα Ουζί. Ποια άουσσος έχασκε

νιώσω πάλι τα δάκρυά μου; Πότε θα νιώσω τα δόν­

σ' αυτή την πρωτόγονη ταύτιση με το μοναδικό αντι­

τια μου, τη γλώσσα μου, τα δάχτυλα των ποδιών μου;

κείμενο του ορεφικού σε6ασμού; Τι ανεκπλήρωτες

Ο πατέρας μου έμεινε κάμποσο σιωπηλός. Μπορεί

ορέξεις ή παμπάλαιες συγχύσεις, τι θραύσματα του

να κλαίει κι αυτός, σκέφτηκα. Έπειτα άρχισε την

μακρινού παρελθόντος μου πρέπει να συγκρούστη­

εοδομαδιαία αναφορά του: η κόρη του τάδε γκα­

καν για να πυροδοτήσουν μια γιγάντια ψευδαίσθη­

στρώθηκε, ο γιος του δείνα έσκασε εκατό χιλιάδες

-72-

-73-

ΤΟ ΒγΖΙ

ΦΙΛΙΠ ΡΟΘ

δολάρια για ν' αγοράσει σπίτι, ο θείος μου θα ετοι­ μάσει το γεύμα για το γάμο του γιου του Ρίτσαρντ Τάκερ.

Μέσα στην αναστάτωσή μου, συνειδητοποιούσα τώρα πως ήμουν εντελώς ακατάληπτος. Έχοντας ξε­ περάσει την ιδέα πως είμαι αυζί, είχα ξεχάσει πως, για κάποιο λόγο, έπρεπε κυριολεκτικά να απαγγέλ­

λω σα να αρίσκομαι στη σκηνή, αν ήθελα να καταλα­ ααίνουν τι λέω. Κάποιο πρόαλημα υπήρχε ακόμα στην ένταση της φωνής μου, ή μπορεί να έφταιγαν τα

μαι ψυχασθενής! Σε νοσοκομείο! Κι εσύ έχεις έρθει να με δεις! Μπαμπά, αν είναι αλήθεια, θέλω να πεις μόνο ναι. Άκου με καλά: Είμαι ψυχασθενής. Βρί­

σκομαι στο νόσοκομείο. Πέρασα έναν σοααρότατο κλονισμό. Ναι ή όχι; Πες μου την αλήθεια!» Κι ο πατέρας μου απάντησε: «Ναι, παιδί μου, ναι. Είσαι ψυχασθενής».

«Τον άκουσα!» ούρλιαξα στο δόκτορα Κλίνγκερ όταν ήρθε αργότερανα με δει. «' Ακουσα τον πατέρα

μου! Το φράγμα έσπασε! "Ακουσα την αλήθεια! Τον

ακουστικά μου όργανα, γιατί φαίνεται πως ψέλλιζα

άκουσα να μου λέει πως είμαι ψυχασθενής!»

ή ψιθύριζα, ενώ πίστευα πως μιλάω κανονικά. Ήξε­

«Δεν έπρεπε να σας πει τέτοιο πράγμω>.

ρα όμως ένα πράγμα: όλα αυτά δε σήμαιναν πως τα φωνητικά μου όργανα ήταν θαμμένα σ' ένα θηλαστι­

κό αδένα δάρους εαδομήντα κιλών. Το σώμα μου

«Αφού τον άκουσα! Δεν τ' άκουσα ανάποδα!» «Ο πατέρας σας σας αγαπάει. Είναι απλοϊκός άν­ θρωπος, και σας αγαπάει πολύ. Νόμιζε πως θα σας

ήταν πάντα σώμα μου! Επανέλααα, με την πιο αρον­

αοηθήσει αν το πει. Τώρα ξέρει πως δε μπορεί. Κι

τερή μου φωνή, όσα του είχα πει για το δρόμο που

εσείς το ξέρετε».

ακολουθούσα και για τις διεξόδους. Και τότε μόνο

Ήμουν όμως εκτός εαυτού, κι έκλαιγα ακατάσχε­

σκέφτηκα να ρωτήσω -πόσο αργά ξημερώνει για τον

τα. Ο πατέρας μου είχε καταφέρει να επικοινωνήσει

παράφρονα!- «Μπαμπά, πού αρισκόμαστε;»

«Στο δωμάτιό σου» απάντησε. «Κι έχω γίνει αυζί;»

μαζί μου' σε λίγο θα επικοινωνούσαν και οι άλλοι. «Τον άκουσα!» είπα. «Δεν είμαι αυζί! Είμαι τρελός!» Την επόμενη αδομάδα αρχίζω να κάνω προόδους.

«Έτσι λένε».

Τουλάχιστον ακούω τη φωνή μου να το λέει. Και τι

«Μα δεν είναι αλήθεια! Είμαι ψυχασθενής! Πες

θεωρίες δεν επινοώ για να εξηγήσω την αυταπάτη

μου πάλι. Τι είμαι;»

μου! Θέλω να γιατρευτώ, το θέλω τόσο απελπισμέ­ να, που σκαρφίζομαι τα πάντα. Πασχίζω να γίνω

«Αχ, Ντέηαι!» «Τι είμαι;»

ακέραιος και ισορροπημένος. Αναδεύω το δόραορο

«Ένα γυναικείο αυζί!»

των απαρχών μου αναζητώντας την αστραπή μιας

«Ψέματα! Αυτό που άκουσα είναι ψέμα! Εγώ εί­

-74-

ανάμνησης, τα πεινασμένα ούλα μου πάνω στη ρόγα,

-75-

ΦΙΛΙΠ ΡΟΘ

τη μύτη σουλιαγμένη στη θρεπτική σφαίρα. «Αχ, αν ζούσε, θα μπορούσε να μου πει-!» «Τι να σας πει;» ρωτάει ο δόκτωρ Κλίνγκερ. Μουγκρίζω. Πώς να ξέ­ ρω; Αλλά από πού αλλού ν' αρχίσω, μόνο εδώ μπο­ ρώ, μόνο εδώ δεν υπάρχει τίποτα. Κι όλ' αυτά έχουν γίνει πολύ παλιά, πολύ πίσω από κει που σρίσκομαι. Γδέρνω τη γλίτσα του θαλάσσιου συθού, αλλά ώσπου να σγω πάλι στην επιφάνεια δεν υπάρχει στα νύχια μου ούτε ίχνος λάσπης. Αχ, όμως αυτή η σου­ τιά μου δίνει δύναμη! Η προσπάθεια. Τόσος κόπος, έστω και χαμένος. Δεν πρόκειται να ηττηθώ. Φτάνει να μην το Όάλω κάτω! Έχω επιστρέψει στις πρώτες ώρες της ανθρώπινης ύπαρξής μου, λέω στο γιατρό, τότε που το συζί είναι εγώ, κι εγώ είμαι συζί, τότε που όλα είναι ένα, τότε που το κυρτό είναι κοίλο και το κοίλο κυρτό, οι πρώτες χίλιες ώρες μου έπειτα από αιώνες ανυπαρξίας, η χαραυγή της ζωής μου, η Μεσοποταμία μου! Είμαι λαλίστατος. Λέω τα πάν­ τα. Όπου να 'ναι θα τα καταφέρω. Δε θα σωπάσω ώσπου να 6ρω τα λογικά μου. Μπορεί όλ' αυτά να 'ναι μια αναπόφευκτη κατάρρευση μετά την ψυχα­ νάλυση, ένα χρόνο παλεύω, επινοώ τα πιο απεγνω­ σμένα μέσα για να σρω επαφή με τον Κλίνγκερ. «Για­ τρέ μου, έχετε σκεφτεί ποτέ τι φαντασιώσεις εξάρτη­ σης φουντώνουν μέσα στους ανήλικους ασθενείς σας, μόνο και μόνο απ' τ' όνομά σας; Γιατρέ μου, έχετε συνειδητοποιήσει πως όλα τα ονόματα αρχί­ ζουν από Κ, το δικό σας και το δικό μου και του Κάφκα; Κι έπειτα της Κλαίρης, και της δεσποινίδος -76-

ΤΟ ΒγΖI

Κλαρκ;» «Το αλφά6ητο» μου θυμίζει σα φιλόλογος, «έχει μόνο είκοσι έξι γράμματα. Και υπάρχουν εκα­

τομμύρια άνθρωποι που χρειάζονται αρχικά για ν' αποκτήσουν ταυτότητα». «Ναι, αλλά ...» «Αλλά, τι;»

«Αλλά κάτι! Ό,τι να 'ναι! Σας παρακαλώ, αφού δε μπορώ μόνος μου, σοηθήστε με εσείς, δώστε μου κά­ ποια νύξη να προχωρήσω! Πέστε μου την αρχή! Θέ­ λω να δγω από δω μέσα!» Προσπαθώ να διατρέξω μαζί του τα αποφασιστι­

κά γεγονότα της ψυχικής ζωής μου, ξαναγυρίζω τις σελίδες της ανθολογίας με τα διηγήματα που είχαμε

μαζέψει κι οι δυο μας, ως κείμενο για το μάθημα που

σπουδάζουμε πέντε χρόνια, το «Βίος και Πολιτεία του Ντέησιντ Άλαν Κέπες». Όμως τα διηγήματα

δεν ωφελούν, οφείλω να το παραδεχτώ κι εγώ. Τώρα πια το ξέρω πολύ καλά. Τα 'χω περάσει πολλές φο­ ρές. Το δράμα της ζωής μου έχει όλη τη γοητεία ενός αναγνωστικού της δευτέρας γυμνασίου, με το «Περι­

δέραιον» του Μωπασάν. Αν η ανθολογία μου συνέ­ χιζε να με συναρπάζει με την πυκνότητα και τους

υπαινιγμούς της, δε θα τέλειωνα την ανάλυσή μου όπως την τέλειωσα, αλλά μια από τις ισχυρότερες εν­

δείξεις πως η επιχείρηση είχε φτάσει πια στο τέλος

της ήταν και τούτη: οι ιστορίες από τη ζωή του Κέ­ πες, που άλλοτε με γοήτευαν σαν τους Αδελφούς Κα­

ραμαζώφ, ήταν πια τόσο χιλιοειπωμένες, που τελικά μπαγιάτεψαν σαν τα προσφιλή κείμενα που αναμα­ σούν όλοι οι καθηγητές των γυμνασίων της Αμερι­

κής. Αυτό θα πει πετυχημένη ανάλυση.

-77-

ΦΙΛΙΠ ΡΟΘ

ΤΟ ΒγΖΙ

Αχά! σκέφτηκα. Να το τραύμα που δε μπορώ να

ξω την προοπτική της ίδιας μου της ευτυχίας! Γι' αυ­

θυμηθώ: η επιτυχία καθαυτή. Αυτό μου είχε διαφύ­

τό άρχισε να κρυώνει και το σεξουαλικό μας με την

γει: η νίκη μου. Αυτήν δε μπορούσα ν' αντιμετωπί­

Κλαίρη! Όλη αυτή η ικανοποίηση με τρόμαξε! Μου

σω! «Τι;» ρωτάει ο δόκτωρ Κλίνγκερ. «Τι δε μπορού­

φάνηκε άδικη! Είμαι ένοχος!» «Ουφ, σταματήστε

σατε ν' αντιμετωπίσετε;» «Την ανταμοιαή! Την ολο­

επιτέλους, κύριε Κέπες! Αυτή είναι ψυχανάλυση του

κλήρωση! Την ανακούφιση! Μια ήρεμη και οργανω­

ψιλικατζίδικου. Θρησκοληψία και αυταρέσκεια με­

μένη και πλούσια ζωή! Μια ζωή χωρίς-» «Σταθείτε,

ταμφιεσμένες σε αντικειμενική σκέψη. Και μάλιστα

μια στιγμή! Γιατί δε μπορούσατε να τ' αντιμετωπίσε­

από έναν άνθρωπο με το δικό σας μυαλό!» «Τότε, τι

τε; Είναι υπέροχα πράγματα όλ' αυτά. Σταθείτε, κύ­

συuοαίνει; Βοηθήστε με! Τι φταίει;»

ριε Κέπες. Μπορούσατε κάλλιστα να τα δεχτείτε και

«Τίποτα δε φταίει».

να τ' απολαύσετε». Όμως δεν τον ακούω, γιατί έτσι

«Τότε γιατί τρελάθηκα,:»

κι αλλιώς δε λέει αυτά που ακούω πως λέει. Του μι­

«Δεν τρελαθήκατε».

λάω γι' αυτά που μιλούν οι ασθενείς, για το φαντα­

Την άλλη Κυριακή, ρωτάω πάλι τον πατέρα μου

στικό φίλο όλων των διαταραγμένων ψυχών, την

αν είμαι ψυχασθενής -έτσι, για να οεααιωθώ- και

Ενοχή. Του λέω για την Έλεν, την πρώην σύζυγο

μου απαντάει: «Όχι».

μου, που απ' όσο ξέρω η ζωή της είναι τώρα πιο φρι­

«Την περασμένη Κυριακή είπες ναι!»

χτή από τότε που μαζί υπομείναμε τη συμφορά που

«Έκανα λάθος».

λέγεται γάμος. Γιατί έχει ξαναπαντρευτεί ένα καθί­

«Μα είναι αλήθεια».

κι, και μαθαίνω πως κι αυτή κατάντησε τα ίδια. Θυ­

«Δεν είναι».

μάμαι, χρόνια πριν, που είχε έρθει ένας παλιός μας

«Θεέ μου, πάλι τ' αναποδογυρίζω! Πάλι τ' αναπο­

φίλος απ' το Σαν Φρανσίσκο, εκεί μένει πάλι η Έλεν, και μου είπε (μπροστά στην ωραία φιλενα­

δογυρίζω!» «Δεν είστε» είπε ο δόκτωρ Κλίνγκερ.

δούλα μου που μας μαγείρευε) για τη δυστυχία της

«Τι γυρεύετε σεις εδώ; Είναι Κυριακή! Εδώ μέσα

Έλεν, για τις οικογενειακές αναποδιές, για τα δώδε­

πρέπει να 'ναι ο πατέρας μου, όχι εσείς. Εσείς δεν

κα κιλά που πήρε, για τις σακούλες κάτω απ' τα μά­

υπάρχετε καν εδώ μέσα!»

τια της. Καλά να πάθει, η τσούλα, σκέφτηκα: .. «Και τώρα νομίζετε πως τιμωρείτε τον εαυτό σας με τρέλα,

«Εδώ είμαι, κύριε Κέπες. Μαζί με τον πατέρα σας. Ακριαώς δίπλα σας».

για κάτι τόσο καθημερινό και συνηθισμένο; Κόφτε

«Τα 'χω χαμένα! Δε θέλω να τα χάσω! Βοηθήστε

το, κύριε Κέπες». «Σας λέω πως δε μπόρεσα ν' αντέ­

με! Μ' ακούτε; Βοηθήστε με! Χρειάζομαι αοήθεια!

-78-

-79-

ΦΙΛΙΠ ΡΟΘ

ΤΟ ΒγΖΙ

Δε μπορώ να τα καταφέρω μόνος μου! Σηκώστε με!

για δέσιμο, ή πως είμαι αυθεντικό ουζί, κι όχι απλώς

Σηκώστε με! Πέστε μου την αλήθεια! Αν είμαι ουζί,

ενδοκρινολογική «περίπτωση» που ακούει ακόμα

πού είναι το γάλα μου; Όταν με πιπιλάει η Κλαίρη,

στο όνομα Ντέηοιντ 'Αλαν Κέπες.

γιατί δε ογάζω γάλα; Πού είναι το γάλα μου; Πέστε μου!»

«Αχ, Ντέηοι!» Αυτός ήταν ο πατέρας μου -ένιωσα το αξύριστο μάγουλό του πάνω στην άλω. «Γιε μου! Γιόκα μου!»

«Μπαμπάκα, τι έπαθα; Κράτα με, πατερούλη! Τι έπαθα; Γιατί τρελάθηκα;» «Δεν τρελάθηκες, μωρό μου» είπε με λυγμούς, τα

δάκρυά του ύγραναν το δέρμα μου. «Τότε πού είναι το γάλα μου; Απάντησέ μου! Αν

είμαι ουζί, πρέπει να κατεοάζω γάλα! Να είμαι γεμά­ τος γάλα! Να ξεχειλίζω από γάλα! Κι αυτό είναι τόσο τρελό, που δε θα το πιστέψει κανείς! Ούτε κι εγώ! ΔΕ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ Γ/ΝΕ/!»

Φαίνεται πως μπορεί. Αφού ξέρουν να αυξάνουν

το γάλα της αγελάδας με ενέσεις γαλακτοποιητικών ορμονών, υποτίθεται πως κι εγώ θα μπορούσα να γί­ νω γαλακτοπαραγωγική μηχανή, ένας τεράστιος θη­

λαστικός αδένας που θα 6γάζει γάλα μετά την κα­ τάλληλη ορμονοθεραπεία. Κάπου κάπου τώρα μου 'ρχεται να τους πω: «Γιατί δε δοκιμάζετε, ρε κερατά­

δες; Ψεύτες!» Είμαι οέοαιος πως, μέσα στην επιστη­ μονική κοινότητα, είναι'μερικοί που θα ορμήσουν ν' αρπάξουν την ευκαιρία. Μπορεί και να τους κάνω τη χάρη, όταν Οαρεθώ. Κι αν η θεραπεία με σκοτώσει; Κι αν πετύχει; Ε, τότε πια θα ξέρω πως είμαι τρελός

-81-

-806,

Το Ι;υζί

Στο μεταξύ, έχουν περάσει δεκαπέντε μήνες-τον δέ­ χομαι αυτό τον αριθμό, γιατί όχι;- και προς το πα­ ρόν η κατάστασή μου είναι σχετικά ήρεμη. Οι μισές

ώρες που περνάει η Κλαίρη μαζί μου αφιερώνονται στην ηδονή, και οι υπόλοιπες σε συζητήσεις. Με

Όοηθάει στον Σαίξπηρ μου. Ναι, τώρα τελευταία ακούω δίσκους από παραστάσεις μεγάλων σαιξπη­ ρικών τραγωδιών. τ Αρχισα με το δώρο του Σόν­ μπρουν, τον Άμλετ του ΟλιΌιέ. Μήνες τον είχα εδώ, στο δωμάτιο, ώσπου ένα πρωί είπα του κυρίου Μπρουκς (καλά που το θυμήθηκα: όπως αποδείχτη­ κε, είναι νέγρος, κι έτσι τώρα τον Όλέπω με τα μάτια της ψυχής μου, είναι φτυστός ο γερουσιαστής της Μασαχουσέτης), είπα λοιπόν του κυρίου Μπρουκς

να μου τον Όάλει στο πικάπ, αν έχει την καλοσύνη. Γεγονός είναι πως από τότε που τέλειωσα το πανεπι­

στήμιο λογάριαζα να ξαναδιαΌάσω Σαίξπηρ, αλλά είχα πάντα τόσες υποχρεώσεις, που δεν τα κατάφε­

-83-

ΦΙΛΙΠ ΡΟΘ

ΤΟ ΒγΖι

ρα' ο Σαίξπηρ έμεινε ένα από τα επιμορφωτικά σχέ­

από τον φοιτητικό μου ζήλο, με σκούρες υπογραμμί­

δια που έλεγα πως θα μου κάνουν «καλό» αν τα επι­ χειρήσω «κάποτε». Ίσως μάλιστα να το 'χα πει και στη Ντέμπυ Σόνμπρουν παλιά, στις μέρες του Πάλο Άλτο, κι εκείνη το θυμήθηκε. Αν είν'έτσι, τότε ήταν πολύ ευγενικό εκ μέρους της που μου διάλεξε τέτοιο δώρο. Κι όμως, αν θυμόσαστε, ήμουν έξω φρενών με τη Ντέμπυ· τι να γίνει; Κι αυτό δείχνει πως οι άνθρω­ ποι είναι καμιά φορά πιο εύθραυστοι απ' όσο νομί­ ζουν. Κι ύστερα, ο άντρας της -α όχι, φτάνει, δε

σεις προς εμπλουτισμόν της σοφίας μου, υρίσκεται απ' τα υιυλία που είπα στην Κλαίρη να μου φέρει

από το διαμέρισμά μου. Το θυμάμαι τόσο καλά, την όψη του, τα πάντα, γι' αυτό το ήθελα εδώ. Η Κλαίρη κοιτάζει τις άγνωστεςλέξεις στις σημειώσειςκαι μου διαυάζει το ελισαυετιανότους νόημα που το έχω ξε­

χάσει από καιρό· άλλοτε μου διαυάζε.ι αργά αργά κάποιο κομμάτι που έχασα το ίδιο πρωί, όταν το

μπορούσε να κάνει αλλιώς, το 'πε και μόνος του ...

μυαλό μου έφυγε από το ~άστρo του Έλσινορ και

Περνάω λοιπόν κάμποσες ώρες κάθε πρωί με τους δίσκους, ακούω τον Ολιυιέ να παίζει .Τ Αμλετ και

ξαναγύρισεστο Νοσοκομείοτου Λένοξ Χιλ. Θεωρώ πολύ σημαντικό να ξαναπεράσω αυτά τα κομμάτια,

Οθέλλο, τον Πωλ Σκόφηλντ vc: κάνει τον Ληρ, ακούω και Άμλετ με το θίασο του Ολντ Βικ. Ανίκα­

για να τα «πιάσω» πριν πάω για ύπνο. Αλλιώτικα,

νοςνα παρακολουθώ παράλληλα και το κείμενο, χά­

που ο πατέρας μου κάνει τον τηλεφωνητήστο μαγαζί

νω το νόημα κάποιας άγνωστης λέξης, ή αφαιρού­

του θείου Λάρυ: για να σκοτώνειτην ώρα του. Στην

μαι, κι όταν ξαναπροσέχω ανακαλύπτω πως, στί­

πραγματικότητα, παίρνω τον εαυτό μου στα σουα­

χους ολόκληρους παρακάτω, πελαγώνω ακόμα με τη

ρά, όσο πιο σουαρά μπορώ.

ίσως αρχίσω ν' ακούω τον Άμλετ για τον ίδιο λόγο

σύνταξη και το νόημα. Βάζω τα δυνατά μου να μη

Ο Ολιυιέ είναι μέγας, ξέρετε. Κοντεύω να τον

χάσω τον ειρμό, αλλά παρά την προσπάθεια -αχ, αυ­ τή η προσπάθεια! πάντα η προσπάθεια!- να προση­ λωθώ στις περιπέτειες των σαιξπηρικών ηρώων, εξακολουθώ να σκέφτομαι τη δική μου περισσότερο

ερωτευτώ, όπως οι μαθητριούλες ερωτεύονται τους

απ' όσο θα 'θελα.

αστέρεςτου σινεμά. Ποτέ ως τώρα δεν αφιέρωσατό­ σο αποκλειστική προσοχή σε μια μεγαλοφυια, ούτε

καν διαυάζοντας. Φοιτητής, κι αργότερα καθηγη­ τής, αναγκάστηκανα περιορίσω τη λογοτεχνική εμ­

Το σαιξπηρικό κείμενο που χρησιμοποιούσα στο

πειρία μου από αμηχανία και από τον όγκο του υερ­

πανεπιστήμιο -Νήλσον και Χιλλ, Άπαντα τα Δρά­

μπαλισμού· πρώτα μάθαινα, έπειτα δίδασκα. Όμως

ματα και τα Ποιήματα του Γουίλιαμ Σαίξπηρ- δεμέ­

κι αυτό, όπως και τόσα άλλα, το 'χω αφήσει πίσω.

νο με γαλάζιο λινό και ξεφτισμένο τόπους τόπους

Τώρα ακούω προσεχτικά.

-84-

L

δίπλα στην κούνια μου, σ' ένα τραπεζάκι. Είναι ένα

-85-

ΦΙΛΙΠ ΡΟΘ

ΤΟ ΒΥΖΙ

Στην αρχή, προσπάθησα να μιμηθώ το παίξιμο του

φέων. «Ναι» του λέω, «αλλά ίσως μ' αυτό τον τρόπο

Ολιοιέ και, αφού έχω όλο τον· καιρό στη διάθεσή

γίνομαι Κάφκα, γίνομαι Γκόγκολ, γίνομαι Σουίφτ.

μου, κατάφερα να μάθω απέξω ολόκληρους μονολό­

Εκείνοι οραματίστηκανθαυματουργέςμεταμορφώ­

γους, αντιγράφοντας τον τρόπο που τονίζει τις λέ­

σεις, γιατί ήταν καλλιτέχνες. Είχαν τη γλώσσα, και

ξεις, τους ρυθμούς του και την ερμηνεία του. Αυτούς

τη μανία του παραμυθά. Εγώ δεν τα 'χα. ΤΕτσι

τους μονολόγους τους απαγγέλλω για το κέφι μου

αναγκάστηκανα ζήσω τα οράματάτους εκ του φυσι­

όταν μένω μόνος τα Οράδια. Στο πανεπιστήμιο έπαι­

κού». «Αναγκαστήκατε;» «Για να φτιάξω τη δική

ζα στα έργα που ανέοαζε η θεατρική μας ομάδα, και

μου τέχνη. Λαχταρούσανα γίνω καλλιτέχνης, αλλά

πάντα είχα μιμητικά χαρίσματα, κοντά σ' ένα μικρό

δεν είχα την αναγκαία απόσταση. Αγαπούσακαθετί

θεατρικό ταλέντο που, κάπου κάπου, το χρησιμο­

το ακραίο στη λογοτεχνία, εξιδανίκευα τους δη­

ποιούσα για να γοητεύω τους φοιτητές μου. Η φωνή

μιουργούςτου, γοητευόμον:ναπό τις έικόνες και την

μου έμοιαζε πολύ του Ολιοιέ, το πρόσεξα μια νύχτα,

υποολητικότητάτους-» «Και λοιπόν; Ο κόσμος εί­

παίζοντας το μονόλογο του Οθέλλου στη σκηνή του

ναι γεμάτος φιλότεχνους!»«Να, κι έτσι έκανα το άλ­

θανάτου. Τότε όμως συνειδητοποίησα πως με παρα­

μα. Πέρα από την εξιδανίκευση. Ο λόγος εγένετο

κολουθούσαν -ήταν μεσάνυχτα, αλλά ποιος μου 'λε­

σαρξ, κι εγώ καφκικότερος του Κάφκα. Εκείνος

γε πως η κάμερα της τηλεόρασης δε με σκόπευε όλο

φαντάστηκε απλώς έναν άνθρωπο που γίνεται κα­

το εικοσιτετράωρο;- κι έτσι έκοψα τη μίμηση στη μέ­

τσαρίδα. Κοιτάξτε όμως τι κατάφερα εγώ!» ΤΕοαλα

ση. Δεν έπρεπε να φανώ πιο ολάκας ούτε πιο aπελ­

τα γέλια. Γιατί, πού ορίσκονται οι πηγές της τέχνης

πισμένος απ' όσο ήμουν. Είπα μέσα μου: «Έλα,

μου, αν αγαπάτε; Γιατί εγώ, ο καθηγητής Ντέηοιντ

Ντέηοιντ, άσε τα σπαραξικάρδια. Οι επιστήμονες

ΤΑλαν Κέπες, του Τμήματος Συγκριτικής Λογοτε­

θα οάλουν τα κλάματα». Είμαι πικρόχολος, αναγνώ­

χνίας στο Κρατικό Πανεπιστήμιοτης Νέας Υόρκης

στη, αλλά εντελώς επιφανειακά. Κι ύστερα, η αξιο­

στο Στόουνυ Μπρουκ, γιατί εγώ, απ' όλο τον άλλο

πρέπειά μου δικαιούται μια ικανοποίηση -τι λες; Εί­

κόσμο; Κι ύστερα, γιατί Κάφκα; Γιατί Γκόγκολ; Για­

ναι τραγωδία αλλά και φάρσα μαζί. Αυτά έχει η ζωή

τί Σουίφτ; Μπορείκι οι ίδιοι να αναρωτηθούν.Γιατί

-και, σ' αρέσει δε σ' αρέσει, άνθρωπος είμαι κι εγώ!

κάποιος; Η υψηλή τέχνη μεταδίδεται στους ανθρώ­

Απ' τη λογοτεχνία το 'παθα; «Μα δε γίνεται, κύριε

πους όπως κι όλα τ' άλλα... Α, όχι, πρέπει να 'χω τα

Κέπες!» λέει ο δόκτωρ Κλίνγκερ. ΤΑλλο ορμόνες κι

μάτια μου ανοιχτά. Δε σηκώνει ψευδαισθήσεις και

άλλο τέχνη. Δεν κατάντησα έτσι επειδή αφέθηκα να

σίγουρα καμιά ψευδαίσθηση μεγαλείου.

παρασυρθώ από τη φαντασία των μεγάλων συγγρα­

-86-

Κι αν όχι μεγαλείο -ίσως επιπολαιότητα; ΤΙσως

-87-

ΦΙΛΙΠ ΡΟΘ

ΤΟ ΒγΖΙ

ανικανότητα; Θα ήμουν πλούσιος, ξέρετε, πλούσιος

νεχίσω με Σοφοκλή, Σέρινταν, Αριστοφάνη, Σώου,

και διάσημος, και θα παραληρούσα μέρα νύχτα. Θα

Συντζ, Ρακίνα και τα λοιπά -αλλά προς τι; Πάλι την

φώναζα και το φίλο μου να 'ρθει να με δει, εκείνο τον

ώρα μου θα σκοτώνω. Κι όταν είσαι 6υζί, δεν τη σκο­

περιπετειώδη τύπο που σας έλεγα πιο πριν. Ως τώ­

τώνεις, τη δολοφονείς. Φίλε μου, θέλω να 6γάλω λε­

ρα δεν του το 'χω επιτρέψει. Όχι πως φ06άμαι μην

φτά. Δε μου φαίνεται και τόσο δύσκολο. Αφού οι

έχω την ίδια εμπειρία με τον .Αρθουρ Σόνμπρουν.

Μπητλς γεμίζουν ολόκληρο στάδιο, γιατί να μην το

Τώρα πια δε φ06άμαι τα ακατάσχετα γέλια, αλλά τις

γεμίσω κι εγώ; Πρέπει να το σκεφτούμε καλά, εσύ κι

σοοαρές συμοουλές, τις ιδέες κάποιου άλλου για το πώς θα συνεχίσω τη ζωή που ζω. Φ06άμαι μην έρθει κάποιος επισκέπτης και μου πει πως τα 'χω χάσει για

εγώ, γιατί τι να το κάνουμε το μυαλό αν δε μπορούμε

να 6ρίσκουμελύση σε τέτοια πράγματα; Ναδια6άσω

καλά έτσι όπως είμαι στην κούνια μου, σ' αυτή την

λάρια. Κι έπειτα θα 'χω γκόμενες. Θέλω πιτσιρίκες,

κατάντια, κάνω το παλικάρι της φακής, ακούω δί­

δωδεκάρες και δεκατριάρες. Τρεις τρεις μαζί, τέσσε­

κι άλλα 6ι6λία; Θα πιάσω εκατοντάδες χιλιάδες δο­

σκους, κου6εντιάζω με τον ψυχαναλυτή μου, και

ρις τέσσερις, πέντε πέντε, έξι έξι. Θέλω να μου γλεί­

τριάντα λεπτά την ημέρα ζω φλογερές σεξουαλικές

φουν τη ρόγα μου, όλες μαζί. Γδυτές, να χασκογελά­

εμπειρίες -όπως τις φαντάζεται μια καλοαναθρεμ­

νε, να με χαϊδεύουν και να με 6υζαίνουν μέρες ατέ­

μένη και καθωσπρέπει δασκαλίτσα ... Θα μπορούσα να φωνάξω το φίλο μου και να του πω: «Θέλω να

λειωτες. Και θα τις 6ρούμε, φιλαράκο, το ξέρεις κα­

φύγω από δω μέσα. Πάρε όλες τις αντλίες και τα σω­

τις 6ρίσκει ο Τσαρλς Μάνσον, θα τις 6ρούμε κι εμείς.

ληνάκια που χρειάζονται για να με συντηρούν. Πάρε

Θα 'χουμε και γυναίκες που θα ψοφάνε ν' ανοίξουν

όσους γιατρούς και νοσοκόμες χρειάζονται για να με

τα σκέλια τους σε κάτι καινούργιο και συναρπαστι­

λά. Αφού τις 6ρίσκουνε οι Ρόλινγκ Στόουνς, αφού

φροντίζουν. Βαρέθηκα να τρέμω μήπως χάσω την

κό: στη θηλή μου. Θα δεις γυναικομάνι, του κόσμου

Κλαίρη. Ας φύγει, να 6ρει άλλο εραστή, να μην πίνει

τα θηλυκά, ακόμα και παντρεμένες και μανάδες, να

το σπέρμα του και να ζει μαζί του φυσιολογικά. Βα­

'ρχονται στο καμαρίνι μου με τα τσιντσιλά τους, και

ρέθηκα να τρέμω μήπως χάσω την καλοσύνη της. Βα­

θα τα χάσεις. Θα τις διαλέγουμε 6έ6αια, έτσι πρέπει,

ρέθηκα και την πάρλα του πατέρα μου. Τον σιχάθη­

θα τις ξεχωρίζουμε ανάλογα την ομορφιά, την καλή

κα. Κι ύστερα, πόσο Σαίξπηρ μπορώ ν' ακούω μια

ανατροφή και τη λαγνεία. Κι εγώ θα παραληρώ από

ζωή; Ξέρω 6έ6αια πως όλα τα σπουδαία θεατρικά έργα της δυτικής λογοτεχνίας υπάρχουν τώρα και σε δίσκους μακράς διαρκείας. Ξέρω πως μπορώ να συ­

ευτυχία. Θα παραληρώ από ευτυχία. Θυμάσαι τον να περπατάει πάνω στις ρόγες τους για να κάνουν

-8~

-89-

Γκιούλι6ερ; Οι δούλες του 6ασιλιά τον είχαν 6άλει

ΤΟ ΒγΖI

ΦΙΛΙΠ ΡΟΘ

χάζι; Εκείνος όμως δεν το Όρισκε χάζι, ο φουκαράς.

νο». «Σωστά. Πιστεύω όμως ότι ως την ώρα που θα

Στο κάτω κάτω, ήταν ένας ανθρωπιστής άγγλος για­

περάσει από τους κοντινούς σας και θα φτάσει έξω,

τρός, τέκνο της Ηλικίας της Λογικής, που ζούσε επι­

στον κόσμο, κανένας δε θα το πιστέψει». «Θα λένε

κινδύνως σε μια ξένη χώρα γιγάντων. Όμως αυτή

πως είναι ανέκδοτο». «Ναι, θα λένε πως είναι παρα­

εδώ, φίλε μου, είναι η Χώρα της Ευκαιρίας στην

μύθι, κι ο καθένας θα ξεχνάειτα δικά του προΌλήμα­ τα ίσα για να το ακούσει». «Και τα μέσα μαζικής ενη­ μέρωσης;» «Εκεί δεν πρόκειται να φτάσει τίποτα».

Εποχή της Ικανοποίησης, κι εμένα με Λένε ΝτέηΌιντ

"Βύζο" ΥΑλαν Κέπες, και θα ζήσ(Q.!!ε το σπαθί μου!» «Ζήσε ή πέθανε!»

«Δεν τα τρώω αυτά, δόκτωρ ΚλLνγκερ». «Μην τα

«Θα δούμε, γιατρέ μου».

τρώτε. Δε θα κάτσω να τσακωθώ μαζί σας. Σας το

Θα κλείσω λοιπόν τη διάλεξή μου, με μια αναφορά

'χω πει από καιρό, και τέρμα. Στην αρχή, φυσικά,

στον μεγάλο γερμανό ποιητή Ράινερ Μαρία Ρίλκε.

έγιναν πολλές έρευνες. Τις. αντιμετωπίσαμε όμως

Ξέρετε δα πως όλοι εμείς οι παθιασμένοι και φιλότι­ μοι καθηγητές της φιλολογίας ψοφάμε να κλείνουμε

έχοντας αυστηρά υπόψη το δικαίωμά σας να προ­ στατέψετετην ιδιωτική σας ζωή. Μερικοί επέμειναν,

την παράδοση με κάτι συγκινητικό, κάτι που οι φοι­

αλλά επειδή πρέπει κι αυτοί να Όγάλουν το ψωμί

τητές θα το κουΌαλούν μέσα στην αγνή ψυχή τους

τους, σας άφησαν και έπεσαν πάνω στην επόμενη

Όγαίνοντας έξω, στον έκπτωτο κόσ~o των κoιτών~ν

συμφορά». «Δηλαδή, κανείς δεν ξέρει τα πάντα;»

και της ντρόγκας. Πώς ν' αντισταθεί λοιπόν αυτός ο

«Τα πάντα; Μόνο εσείς, κύριε Κέπες». «Ε τότε, θα

γυμνός καθηγητής όταν, με την καινούργια φήμη

που έχει αποκτήσει, συγκεντρώνει πάνω του την

πρέπει να τους τα πω μόνος μου». «Και τότε θα γίνε­ τε διάσημος, ε;» «Καλύτερα διάσημος με την αλή­

προσοχή

που

θεια, παρά με σαδιστικά κουτσομπολιά και παρα­

αγνοούν τη μεγάλη ποίηση και τη μεγάλη καταστρο­

νοϊκές ψευτιές στις εφημερίδες. Καλύτερανα τα μά­ θουν από μένα, παρά απ' τους τρελούςκαι τους Όλά­

τεράστιων

κοπαδιών

προ6άτων

φή;

(<<Φήμη;» λέει ο δόκτωρ Κλίνγκερ. «ΒέΌαια. Τώρα πια το ξέρει όλος ο κόσμος» του λέω, «εκτός ίσως απ' τους Ρώσους και τους Κινέζους». «Σύμφωνα με την επιθυμία σας, η περίπτωσή σας περι6άλλεται από κάθε δυνατή μυστικότητα». «Ναι, αλλά οι φίλοι μου το ξέρουν. Το ξέρει κι εδώ, το προσωπικό -τουλάχι­ στον μερικοί. Δε χρειάζεται πολύ για να γίνει Όούκι­

κες». «ΒέΌαια, οι τρελοί και οι Όλάκεςπου λέτε θα το

-90-

-91-

πάρουν στραΌά, έτσι κι αλλιώς, όσο ακριΌής ή σχο­ λαστικόςκι αν είστε στην περιγραφήσας. Ποτέ δε θα αναμεταδώσουντα λόγια σας κυριολεκτικά-κι αυτό πρέπει να το χωνέψετε από τώρα». «Δηλαδή, θα εί­ μαι πάντα ανέκδοτο;»«Για πολλούς,ναι. Ανέκδοτο. Καλαμπούρι. Τσαρλατάνος. Φυσικά». «Λοιπόν, με

ΦΙΛΙΠ ΡΟΘ.

συμοουλεύετε να ζήσω όπως μπορώ, μόνος μου;» «Εγώ δε σας συμΌουλεύω τίποτα» είπε ο δόκτωρ Κλίνγκερ. «Απλώς, σας θυμίζω την πανταχού πα­

ρουσία και την παντοδυναμία του φιλαράκου με τα λευκά γένια που κάθεται στο χρυσό του θρόνο». «Του Μίστερ Πραγματικότητα;» «ΑκριΌώς». Αφήστε με λοιπόν να κλείσω, τρελοί και μαλάκες, σκληροί μάγκες και σκεπτικιστές, φίλοι, φοιτητές,

συγγενείς, συνάδελφοι, κι όλοι εσείς οι ξένοι, χαμέ­ νοι και άχαροι, με εκατομμύρια διαφορετικά δαχτυ­ λικά αποτυπώματα και μούτρα, αφήστε με να κλεί­

σω, σύντροφοι θηλαστικά, μ' ένα ποίημα του Ρίλκε που λέγεται «Αρχαϊκό ς Κορμός Απόλλωνος». Η ιστορία που σας είπα εδώ, ολόκληρη για πρώτη φο­ ρά, και μ' όλη την αλήθεια που έχω μέσα μου, ίσως

ΤΟ ΒγΖI

ούτε στην αμυδρή στροφή των λαγονιών θα 'τρεχε ένα χ::;:μόγελο έως το κέντρο εκείνο

που 'φερε τη δημιουργία. Αλλιώτικα η πέτρα τούτη θα στεκόταν κοντή κι ακρωτηριασμένη

κάτω απ' τη διάφανη οουτιά των ώμων και δε θα σπίθιζε

σα να ορμούν θηρία σαρκοΟόρα δε θα 'σπαγε όλο το περίγραμμά της

σαν αστέρι: μέρος κανένα δεν υπάρχει που να μη σε Όλέπει. Και πρέπει κάποτε ν' αλλάξεις τη ζωή σου.

τουλάχιστον φωτίσει τους υψηλούς στίχους του Ρίλ­ κε μ' έναν νέο τρόπο, και προπάντων την παραίνεση στον επίλογο, που δεν είναι αναγκαστικά τόσο υψΙ­

πετής όσο μας άρεσε ίσως να πιστεύουμε κάποτε.

Ναι, η παιδεία πρέπει να τραΌήξει μπροστά. Το θρυλικό κεφάλι του δεν το γνωρίσαμε,

όπου ωρίμαζαν οι κόρες των ματιών.

Κι ωστόσο

σαν καντηλέρι αστράφτει ακόμα ο κορμός του

όπου το Όλέμμα του, χαμηλωμένο λίγο,

Όαστάει κι αστράφτει. Αλλιώτικα, η καμπύλη του στήθους δε θα τύφλωνε,

-92-

-93-

Related Documents


More Documents from "sittidav"